Ενεργειακή Επανάσταση 2010: με μια ματιά Στοιχεία και αριθμοί Στην παρούσα 3 η έκδοση της Ενεργειακής Επανάστασης παρουσιάζεται ένα πιο φιλόδοξο και προοδευτικό σενάριο σε σχέση με τις προηγούμενες δύο εκδόσεις. Η έκθεση καταδεικνύει πώς μπορεί ο πλανήτης να φτάσει από το σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, στο σημείο που χρειάζεται να βρεθούμε για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, τη μείωση των εκπομπών CO 2 και την ενεργειακή ασφάλεια. Η σταδιακή απεξάρτηση από την καύση ορυκτών καυσίμων προσφέρει σημαντικά οφέλη, όπως ανεξαρτησία από τις διακυμάνσεις των τιμών της παγκόσμιας αγοράς ορυκτών καυσίμων και δημιουργία εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας. Επίσης σημαίνει παροχή ενέργειας στους περίπου 2 δις συνανθρώπους μας που σήμερα δεν έχουν σταθερή πρόσβαση σε ενεργειακές υπηρεσίες. Η Έννοια της Ενεργειακής Επανάστασης Στην 1 η έκδοση της Ενεργειακής Επανάστασης τον Ιανουάριο του 2007, προβλέψαμε ότι η παγκόσμια εγκατεστημένη ισχύς Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) θα ήταν 156GW το 2010. Ως το τέλος του 2009 είχαν ήδη εγκατασταθεί 158GW, ωστόσο είναι σαφές ότι χρειάζονται πολύ περισσότερα. Στην καρδιά της Ενεργειακής Επανάστασης εντοπίζεται η αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο η ενέργεια παράγεται, διανέμεται και καταναλώνεται. Τα αποκεντρωμένα ενεργειακά συστήματα, με τα οποία η ηλεκτρική ενέργεια και η θερμότητα παράγονται κοντά στο σημείο της τελικής κατανάλωσης, θα ελαχιστοποιήσουν τις σημερινές απώλειες από τη μετατροπή και μεταφορά της ενέργειας. Οι επενδύσεις σε κλιματικές υποδομές, όπως έξυπνα διαδραστικά δίκτυα και υπερ-δίκτυα για τη μεταφορά μεγάλης ποσότητας ανανεώσιμης ενέργειας από αιολικά πάρκα και ηλιοθερμικούς σταθμούς, είναι εξαιρετικά σημαντικές και αναγκαίες. Παράλληλα, η δημιουργία πολλών μικρο-δικτύων σε τοπικό επίπεδο, θα είναι κομβικής σημασίας για τη διανομή της ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας σε σχεδόν 2 δισεκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο που σήμερα στερούνται πρόσβασης στην ενέργεια. Ενεργειακή Επανάσταση: μεθοδολογία και παραδοχές Στην Έκθεση αναλύονται τρία σενάρια μέχρι το 2050: ένα Σενάριο Αναφοράς, το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης με στόχο τη μείωση των ενεργειακών εκπομπών κατά 50% έως το 2050 (με έτος αναφοράς το 1990) και το προοδευτικό σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης που οραματίζεται μία μείωση μεγαλύτερη από 80% έως το 2050. Το Σενάριο Αναφοράς βασίζεται στην ανάλυση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA) World Energy Outlook για το 2009 (WEO 2009) το οποίο επεκτείναμε έως το 2050. Σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκτιμήσεις του IEA (2007), το WEO 2009 προβλέπει έναν οριακά χαμηλότερο ετήσια ρυθμό
ανάπτυξης του παγκόσμιου ΑΕΠ, 3.1% αντί για 3,6%, για την περίοδο 2007-2030. Το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης θέτει σαν στόχο τη μείωση των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα περίπου στους 10 Γιγατόνους ετησίως έως το 2050. Ένας δεύτερος στόχος είναι η σταδιακή κατάργηση της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας παγκοσμίως. Το γενικότερο πλαίσιο σχετικά με τις εκτιμήσεις για την εξέλιξη του ΑΕΠ και του πληθυσμού, παραμένει ίδιο με αυτό του Σεναρίου Αναφοράς. Το προοδευτικό σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης υιοθετεί μία πιο ριζοσπαστική προσέγγιση, με στόχο τη δραματική μείωση των εκπομπών CO 2, έχοντας ως δεδομένο ένα μικρότερο κύκλο ζωής για τις ανθρακικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής: 20 χρόνια αντί για 40. Αυτό μειώνει τις παγκόσμιες εκπομπές CO 2 ακόμα γρηγορότερα και συνάδει με τις τελευταίες υποδείξεις της κλιματικής επιστήμης. Προκειμένου να καλυφθεί το ενεργειακό κενό, έχει αυξηθεί ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης των ΑΠΕ και ειδικότερα οι τεχνολογίες των φωτοβολταϊκών, των αιολικών και των ηλιοθερμικών. Προς ένα ανανεώσιμο μέλλον Σήμερα, οι ΑΠΕ καλύπτουν το 13% της παγκόσμιας ζήτησης πρωτογενούς ενέργειας. Το μερίδιο των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή είναι 18%, ενώ στη θέρμανση είναι 24%. Ακόμα και σήμερα το 80% της παραγωγής πρωτογενούς ενέργειας καλύπτεται από την καύση ορυκτών καυσίμων. Η ακόλουθη περίληψη συνοψίζει τα αποτελέσματα του νέου προοδευτικού σεναρίου της Ενεργειακής Επανάστασης: Η εκμετάλλευση των σημερινών τεράστιων δυνατοτήτων για εξοικονόμηση ενέργειας θα διασφαλίσει ότι η παγκόσμια ενεργειακή ζήτηση θα αυξηθεί οριακά από τα σημερινά 305,095 PJ/έτος (2007) στα 340,933 PJ/έτος το 2050, σε σύγκριση με τα 531,485 PJ/έτος του Σεναρίου Αναφοράς. Αυτή η δραματική μείωση σε σχέση με το Σενάριο Αναφοράς είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη μίας μεγάλης διείσδυσης των ΑΠΕ στο συνολικό ενεργειακό μίγμα, που θα αντισταθμίσει τη σταδιακή κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας και τη μείωση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων. Περισσότερα ηλεκτρικά οχήματα χρησιμοποιούνται στον τομέα των μεταφορών, ενώ το παραγόμενο υδρογόνο από την ηλεκτρόλυση της περίσσειας ανανεώσιμης ενέργειας παίζει έναν πολύ πιο σημαντικό ρόλο στο προοδευτικό σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης. Μετά το 2020, το μερίδιο των ηλεκτροκίνητων οχημάτων αυξάνει στο 4%, ενώ μετά το 2050 ξεπερνάει το 50%. Επιπλέον, όλο και περισσότερα μέσα συλλογικής μεταφοράς χρησιμοποιούν ηλεκτρική ενέργεια και οι μεταφορές εμπορευμάτων πραγματοποιούνται κυρίως σιδηροδρομικώς, αντί οδικώς. Η αυξανόμενη χρήση της συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας (ΣΗΘΥΑ) βελτιώνει την αποδοτικότητα της μετατροπής ενέργειας του συστήματος, κυρίως με τη χρήση φυσικού αερίου και βιομάζας. Μακροπρόθεσμα, η μειωμένη ζήτηση για θερμότητα και το μεγάλο δυναμικό παραγωγής θερμότητας εξολοκλήρου από ΑΠΕ, περιορίζει την περαιτέρω ανάπτυξη της ΣΗΘΥΑ. Ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής θα είναι πρωτοπόρος στη διείσδυση των ΑΠΕ. Μέχρι το 2050, περίπου το 95% της ηλεκτροπαραγωγής θα παράγεται από ανανεώσιμες πηγές. Συνολική εγκατεστημένη ισχύς 14.045 GW θα παράγει ετησίως 43.922 TWh ανανεώσιμης ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2050. Ένα σημαντικό μέρος της κυμαινόμενης παραγωγής από τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά, θα χρησιμοποιείται για τη διανομή ηλεκτρικής ενέργειας στις μπαταρίες των οχημάτων και την παραγωγή υδρογόνου (ως εναλλακτικού καύσιμου) στις μεταφορές και τη βιομηχανία. Με τη χρήση στρατηγικών
διαχείρισης ηλεκτρικού φορτίου (load management), θα μειωθεί η περισσευούμενη παραγόμενη ενέργεια επιτυγχάνοντας έτσι μεγαλύτερη ισορροπία του συστήματος. Στον τομέα της θέρμανσης, η συμμετοχή των ΑΠΕ θα αυξηθεί στο 91% έως το 2050. Τα ορυκτά καύσιμα θα αντικαθιστούνται όλο και περισσότερο από πιο αποδοτικές και σύγχρονες τεχνολογίες, κυρίως από βιομάζα, ηλιακούς συλλέκτες και γεωθερμικά συστήματα. Οι γεωθερμικές αντλίες θερμότητας και τα ηλιοθερμικά συστήματα κυρίως στις χώρες με μεγάλη ηλιοφάνεια, θα παίξουν σημαντικό ρόλο στη παραγωγή θερμότητας για βιομηχανική χρήση. Στον τομέα των μεταφορών θα αξιοποιηθούν τα σημερινά μεγάλα περιθώρια βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας, με τη στροφή στις σιδηροδρομικές, αντί για οδικές, μεταφορές και με τη χρήση μικρότερων και ελαφρύτερων οχημάτων. Καθώς η βιομάζα προορίζεται κυρίως για στατικές εφαρμογές, η παραγωγή βιοκαυσίμων περιορίζεται από τη διαθεσιμότητα βιώσιμων πρώτων υλών. Τα ηλεκτροκίνητα αυτοκίνητα, τροφοδοτούμενα από ανανεώσιμες πηγές, θα διαδραματίσουν έναν όλο και πιο σημαντικό ρόλο μετά το 2020. Ως το 2050, το 80% της πρωτογενούς ζήτησης ενέργειας παγκοσμίως θα καλύπτεται από ΑΠΕ. Μελλοντικό κόστος Η Ενεργειακή Επανάσταση θα έχει αρχικά ένα μεγαλύτερο κόστος εφαρμογής από το Σενάριο Αναφοράς. Το ελαφρώς μεγαλύτερο κόστος ηλεκτροπαραγωγής στο προοδευτικό σενάριο θα αντισταθμιστεί από τη μείωση της ζήτησης για καύσιμα σε άλλους τομείς, όπως η θέρμανση και οι μεταφορές. Εκτιμώντας το μέσο κόστος για την εφαρμογή μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας στα 3 cents/kwh, το μέγιστο επιπρόσθετο κόστος για την παραγωγή ενέργειας στο σενάριο της προοδευτικής Ενεργειακής Επανάστασης εκτιμάται στα $31 δις ετησίως ως το 2020. Το 2050, το ετήσιο κόστος της παραγωγής και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι $2.700 δις λιγότερο από ό,τι στο Σενάριο Αναφοράς. Μελλοντικές επενδύσεις Θα χρειαστούν επενδύσεις ύψους $18 τρις παγκοσμίως προκειμένου να εφαρμοστεί το σενάριο της προοδευτικής Ενεργειακής Επανάστασης έως το 2030, δηλαδή 60% ακριβότερα από ό,τι το Σενάριο Αναφοράς ($11,2 τρις). Στο Σενάριο Αναφοράς, το επίπεδο των επενδύσεων σε ΑΠΕ και ορυκτά καύσιμα είναι σχεδόν το ίδιο περίπου $5 τρις το καθένα έως το 2030. Στο προοδευτικό σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης όμως, το 80% των επενδύσεων γίνεται σε ΑΠΕ. Ως το 2030, το ενεργειακό ποσοστό που αφορά τα ορυκτά καύσιμα αποτελείται κυρίως από υψηλής αποδοτικότητας συστήματα, όπως συμπαραγωγή ενέργειας και θερμότητας και αποδοτικούς σταθμούς φυσικού αερίου. Οι μέσες ετήσιες επενδύσεις στον τομέα της ενέργειας στο προοδευτικό σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης από το 2007 έως το 2030 θα είναι $782 δις. Επειδή η ανανεώσιμη ενέργεια δεν έχει κόστος καυσίμου, η συνολική εξοικονόμηση χρημάτων όπως περιγράφεται στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης, φτάνει συνολικά τα 6,5 τρις δολάρια ή 282 δις ετησίως έως το 2030 και συνολικά 41,5 τρις δολάρια ή κατά μέσο όρο 964 δις ετησίως έως το 2050.
Μελλοντική απασχόληση παγκοσμίως Σε παγκόσμιο επίπεδο, θα δημιουργηθούν εκατομμύρια θέσεις εργασίας στον ενεργειακό τομέα με μια στροφή προς οποιοδήποτε από τα δύο σενάρια της Ενεργειακής Επανάστασης. Ως το 2015 οι θέσεις εργασίας στην ηλεκτροπαραγωγή υπολογίζονται σε 11,1 εκατομμύρια παγκοσμίως, δηλαδή 3,1 εκ. περισσότερες από ό,τι στο Σενάριο Αναφοράς. Το προοδευτικό σενάριο δημιουργεί ακόμα περισσότερες, 12,5 εκ. έως το 2015. Ως το 2020 θα δημιουργηθούν περισσότερες από 6,5 εκ. θέσεις εργασίας στον τομέα των ΑΠΕ εξαιτίας της επιθετικής ανάπτυξής τους, δηλαδή 3 φορές περισσότερες από ό,τι σήμερα. Η προοδευτική έκδοση θα οδηγήσει στη δημιουργία περίπου ενός εκατομμυρίου θέσεων περισσότερο σε σχέση με την απλή έκδοση της Ενεργειακής Επανάστασης, εξαιτίας μία ακόμα πιο επιθετικής ανάπτυξης των ΑΠΕ. Ως το 2030 η Ενεργειακή Επανάσταση δημιουργεί περίπου 10,6 εκ. θέσεις εργασίας, περίπου 2 εκ. περισσότερες από το Σενάριο Αναφοράς. Το προοδευτικό σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης θα οδηγήσει στη δημιουργία 12 εκ. θέσεων εργασίας, δηλαδή 8,5 εκ. μόνο στον τομέα των ΑΠΕ. Χωρίς αυτήν τη μαζική διείσδυση των ΑΠΕ στην παραγωγή, οι θέσεις εργασίας στην ηλεκτροπαραγωγή θα είναι μόλις 2,4 εκ. Συνεπώς, με την εφαρμογή της Ενεργειακής Επανάσταση θα δημιουργηθούν 3,2 εκ. θέσεις εργασίας περισσότερες στον παγκόσμιο τομέα της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Εξέλιξη των εκπομπών CO 2 Ενώ οι εκπομπές CO 2 παγκοσμίως θα αυξηθούν περισσότερο από 60% στο Σενάριο Αναφοράς έως το 2050 και συνεπώς απέχουν πολύ από τα βιώσιμα επίπεδα που αντέχει ο πλανήτης, στο σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης θα μειωθούν από 28.400 εκατομμύρια τόνους το 2007 (συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων των πλοίων) σε 3.700 εκατομμύρια το 2050, δηλαδή 82% κάτω από τα επίπεδα του 1990. Οι ετήσιες κατά κεφαλήν εκπομπές θα πέσουν από 4,1 τόνους σε 0,4 τόνους. Παρά τη σταδιακή κατάργηση της πυρηνικής ενέργειας και την αύξηση της ζήτησης για ηλεκτρική ενέργεια, οι εκπομπές CO 2 του τομέα της ηλεκτροπαραγωγής θα μειωθούν θεαματικά. Μακροπρόθεσμα, τα κέρδη από τη βελτίωση της αποδοτικότητας, η αυξημένη χρήση των ηλεκτροκίνητων οχημάτων, καθώς και η ραγδαία επέκταση των μέσων μαζικής μεταφοράς, θα μειώσει τις εκπομπές στον τομέα των μεταφορών. Με ένα ποσοστό 42% επί του συνόλου των εκπομπών του 2050, ο τομέας των μεταφορών - αν και θα μειώσει σημαντικά τις εκπομπές του θα παραμείνει η μεγαλύτερη πηγή εκπομπών CO 2, ακολουθούμενος από τους τομείς της βιομηχανίας και της ηλεκτροπαραγωγής.
Πλαίσιο για τα Δικαιώματα στην Ανάπτυξη και τον Περιορισμό των Εκπομπών των Αερίων του Θερμοκηπίου (Greenhouse development rights) Αν και η Ενεργειακή Επανάσταση οραματίζεται μία καθαρή τεχνολογική ανάπτυξη, αυτό θα γίνει εφικτό μόνο αν το επενδυτικό κόστος κατανεμηθεί δίκαια υπό τη διαχείριση ενός παγκόσμιου καθεστώτος για το κλίμα. Προκειμένου να παρουσιάσουμε ένα τέτοιο παράδειγμα, έχουμε αξιοποιήσει το πλαίσιο για τα Δικαιώματα στην Ανάπτυξη και τον Περιορισμό των Εκπομπών των Αερίων του Θερμοκηπίου (Greenhouse Development Rights framework GDRs) που σχεδιάστηκε από την EcoEquity και το Περιβαλλοντικό Ινστιτούτο Στοκχόλμης. Το GDRs υπολογίζει τις υποχρεώσεις των βιομηχανικών χωρών στην κλιματική χρηματοδότηση βάσει ενός συνδυασμού ιστορικής ευθύνης (συνεισφορά στις κλιματικές αλλαγές) και ικανότητας (οικονομική ικανότητα πληρωμής). Πολύ σημαντικό επίσης είναι το γεγονός ότι το GDRs προσμετράει και την οικονομική ανισότητα στο εσωτερικό των χωρών και υπολογίζει τις εθνικές υποχρεώσεις σύμφωνα με την ικανότητα πληρωμής των πολιτών. Οι πολίτες με εισοδήματα κάτω από ένα όριο ανάπτυξης στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει οριστεί στα $7.500 ετησίως ανά κάτοικο, προσαρμοσμένο σε ισότιμη αγοραστική δύναμη εξαιρούνται από τις υποχρεώσεις για κλιματική χρηματοδότηση. Οι πολίτες με εισοδήματα άνω του συγκεκριμένου ορίου, αναμένεται να συμβάλλουν στην κλιματική χρηματοδότηση προς τις αναπτυσσόμενες χώρες βάσει της ικανότητας (μέγεθος εισοδήματος άνω του ορίου ανάπτυξης ) και ευθύνης (αθροιστικές εκπομπές CO 2 ). Το GDRs αποτελεί έναν καλό μηχανισμό προκειμένου να βοηθήσουν οι βιομηχανικές χώρες τις αναπτυσσόμενες να στραφούν στην καθαρή ανάπτυξη, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι οι αναπτυσσόμενες θα διατηρήσουν την οικονομική ανάπτυξη και την αυξανόμενη ανάγκη τους για κατανάλωση ενέργειας. Η Greenpeace έχει υιοθετήσει αυτήν την ιδέα ως έναν τρόπο για να επιτευχθεί ισότητα στην κλιματική διαμάχη για τις υποχρεώσεις των χωρών, καθώς και ως μία πρακτική λύση προκειμένου να αναπτυχθούν οι αγορές των ΑΠΕ στις αναπτυσσόμενες χώρες. Αλλαγές στις πολιτικές Προκειμένου να γίνει πραγματικότητα το σενάριο της Ενεργειακής Επανάστασης και να αποφευχθούν οι χειρότερες επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών, η Greenpeace απαιτεί να εφαρμοστούν στον ενεργειακό τομέα οι ακόλουθες πολιτικές και δράσεις. 1. Σταδιακή κατάργηση όλων των επιχορηγήσεων προς τις βιομηχανίες των ορυκτών καυσίμων και της πυρηνικής ενέργειας. 2. Εσωτερίκευση του εξωτερικού (κοινωνικού και περιβαλλοντικού) κόστους της παραγωγής ενέργειας μέσω ενός συστήματος εμπορίας άνθρακα. 3. Θέσπιση αυστηρών προδιαγραφών ενεργειακής αποδοτικότητας σε όλες τις συσκευές, τα κτίρια και τα οχήματα. 4. Υιοθέτηση νομικά δεσμευτικών στόχων για διείσδυση ΑΠΕ και συμπαραγωγής ηλεκτρισμού και θερμότητας ενέργειας. 5. Μεταρρύθμιση των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι παραγωγοί ΑΠΕ θα έχουν προτεραιότητα στη διασύνδεση με το δίκτυο. 6. Δημιουργία σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος για παραγωγούς ΑΠΕ, για παράδειγμα, μέσω προγραμμάτων παροχής σταθερής τιμής αγοράς της κιλοβατώρας (feed-in-tariff ).
7. Εφαρμογή αρτιότερων μηχανισμών σήμανσης προκειμένου να παρέχεται στους καταναλωτές καλύτερη περιβαλλοντική πληροφόρηση των προϊόντων και των υπηρεσιών. 8. Αυξημένοι προϋπολογισμοί για περαιτέρω έρευνα και ανάπτυξη στους τομείς των ΑΠΕ και της εξοικονόμησης ενέργειας. Για περισσότερες πληροφορίες: Δημήτρης Ιμπραήμ: 6979 44 33 05, 210 38 06 374 & 375 Τάκης Γρηγορίου: 6984 617 027, 210 38 06 374 & 375