ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 *

Σχετικά έγγραφα
ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 7ης Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως βάσει του άρθρου 234 ΕΚ,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ 9 Μαΐου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 15ης Ιουλίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 22ας Ιουνίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 5ης Οκτωβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, S. von Bahr, A. La Pergola, M. Wathelet (εισηγητή) και C. W. A. Timmermans, δικαστές,

THIEFFRY ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 28ης Οκτωβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τρίτο τμήμα ) της 13ης Ιουλίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 2ας Μαΐου 1996 *

προς την εφαρμογή, στο κοινοτικό δίκαιο, των θεμελιωδών αρχών της ευρωπαϊκής σύμβασης περί των δικαιωμάτων του ανθρώπου, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 21ης Ιουλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

Union Professionnelle de la Radio et de la Télédistribution (RTD), Société Intercommunale pour la Diffusion de la Télévision (BRUTELE),

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1989 *

«Σύμβαση των Βρυξελλών Ασφαλιστικά μέτρα Εξέταση μάρτυρα»

δικαστή), δικαστές, Δικαστήριο, της 31ης καθώς και της εταιρίας Winthrop BV, εγκατεστημένης στο Haarlem, η έκδοση

Συλλογή της Νομολογίας

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 5ης Απριλίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 14ης Μαρτίου 2000 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 4ης Μαρτίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

Οικονομικής Κοινότητος», που υπογράφηκε στην Αθήνα στις 9 Ιουλίου. Εταιρίας Περιορισμένης Ευθύνης R. και V. Haegeman, Βρυξέλλες,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 18ης Σεπτεμβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 14ης Μαρτίου 1991 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30ής Μαρτίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Νοεμβρίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 10ης Νοεμβρίου 1992 *

δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας ή δημοσίας υγείας (EE ειδ. έκδ. 05/001,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 14ης Ιουλίου 1988 *

BERTRAND ΚΑΤΑ OTT ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1993 σελίδα I Σουηδική ειδική έκδοση σελίδα I Φινλανδική ειδική έκδοση σελίδα I 00477

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

της 8ης Ιουνίου 1971<appnote>*<appnote/>

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 1ης Ιουλίου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 20ής Φεβρουαρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 6ης Δεκεμβρίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( τέταρτο τμήμα ) 27 Νοεμβρίου 1985 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 21ης Απριλίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 1989 *

ΔΕΕ - Υπόθεση C 365/16 Οδηγία 2011/96/ΕΕ Αποφυγή της διπλής φορολογίας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 9ης Οκτωβρίου 1997 *

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

κατ' εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του παραπέμποντος δικαστηρίου

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 * με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Απριλίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 2ας Φεβρουαρίου 1988 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 11ης Ιουλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Νοεμβρίου 1992 *

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Stuart, προέδρους τμήματος, Α. Μ. Donner, R. Monaco, J. Mertens de Wilmars (εισηγητή), της 12ης. προς το Δικαστήριο, δικαστηρίου μεταξύ

της 31ης Δικαστήριο, Οκτωβρίου 1974 εφαρμογή του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΟΚ, με την οποία ζητείται, καθώς και

«Ίση μεταχείριση Αρχή της απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας Πνευματική ιδιοκτησία και συγγενικά δικαιώματα»

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 23ης Οκτωβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 4ης Δεκεμβρίου 2008 (*)

Ομόσπονδου κράτους Rheinland/Pfalz, εκπροσωπουμένου από τον υπουργό Οικονομίας και Μεταφορών, 65 Mainz,

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΔΕΕ - Υπόθεση C-499/16 Δυνατότητα των κρατών

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 11ης Οκτωβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 17ης Μαρτίου 2005 *

της 25ης Οκτωβρίου 1979 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 27ης Νοεμβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Μαΐου 1998*

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 17ης Δεκεμβρίου 1998 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 29ης Φεβρουαρίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2010 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 12ης Ιουνίου 2003 *

Συλλογή της Νομολογίας

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 30 ής Απριλίου 1998 *

της 30ής Ιουνίου 1966<appnote>*</appnote>

Published on TaxExperts (

ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 6ης Φεβρουαρίου 2003 *

της 3ης Ιουνίου 1971 της 14ης αστικές και εμπορικές υποθέσεις, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο της διαφοράς

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 27ης Μαρτίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6ης Δεκεμβρίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 7ης Οκτωβρίου 2004 *

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 15ης Φεβρουαρίου 2007 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ( πέμπτο τμήμα ) της 11ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 18ης Δεκεμβρίου 2007 *

Transcript:

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 10ης Μαρτίου 2005 * Στην υπόθεση C-39/04, με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, που υπέβαλε το tribunal administratif de Dijon (Γαλλία), με cmotyaaų της 30ής Δεκεμβρίου 2003, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 2 Φεβρουαρίου 2004, στο πλαίσιο της δίκης Laboratoires Fournier SA κατά Direction des vérifications nationales et internationales, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα), συγκείμενο από τους Α. Rosas, πρόεδρο τμήματος, J.-P. Puissochet, S. von Bahr (εισηγητή), J. Malenovský και U. Lõhmus, δικαστές, * Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική. Ι - 2068

LABORATOIRES FOURNIER γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs γραμματέας: Κ. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως, έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της προφορικής διαδικασίας της 28ης Οκτωβρίου 2004, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν: η Laboratoires Fournier SA, εκπροσωπούμενη από τον Β. Eme, avocat, η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την C. Jurgensen-Mercier, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους R. Lyal και C Giolito, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 9ης Δεκεμβρίου 2004, εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 49 ΕΚ σε σχέση με μια εθνική νομοθεσία η οποία καθιερώνει ένα μηχανισμό πιστώσεως φόρου λόγω έρευνας, χορηγούμενης μόνο για τις ερευνητικές εργασίες που πραγματοποιούνται στη Γαλλία. Ι - 2069

2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της εταιρίας Laboratoires Fournier SA (στο εξής: Laboratoires Fournier), εταιρίας γαλλικού δικαίου, και της direction des vérifications nationales et internationales (διευθύνσεως εσωτερικών και διεθνών ελέγχων) της γενικής διευθύνσεως φορολογίας του Υπουργείου Οικονομίας, Οικονομικών και Βιομηχανίας (στο εξής: direction des vérifications) όσον αφορά τις κοινοποιηθείσες από την τελευταία καταλογιστικές πράξεις, οι οποίες κατ' αποτέλεσμα έθεταν υπό αμφισβήτηση μια πίστωση επί του φόρου εισοδήματος των εταιριών λόγω έρευνας, της οποίας πιστώσεως είχε τύχει η Laboratoires Fournier. Η εθνική κανονιστική ρύθμιση 3 Κατά το άρθρο 244 quater Β, του code général des impôts (γενικού φορολογικού κώδικα, στο εξής: code général), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης: «Ι. Οι βιομηχανικές και εμπορικές ή γεωργικές επιχειρήσεις που υπόκεινται στον φόρο βάσει του πραγματικού τους κέρδους δικαιούνται πίστωση φόρου ίση με το 50 % του ποσού κατά το οποίο οι δαπάνες έρευνας στις οποίες υποβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους υπερβαίνουν τον μέσο όρο των αντίστοιχων δαπανών τους κατά τα δύο προηγούμενα έτη, αναπροσαρμοσμένων βάσει της ανόδου των τιμών καταναλωτή πλην των τιμών του καπνού [...]» 4 Το άρθρο 49 septies Η του παραρτήματος III του code général, όπως ίσχυε κατά την ημερομηνία των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, όριζε τα εξής: «Το δικαίωμα πιστώσεως φόρου, βάσει του άρθρου 244 quater Β του code général des impôts παρέχεται για τις δαπάνες που αφορούν έργα που υλοποιούνται στη Γαλλία.» Ι - 2070

LABORATOIRES FOURNIER Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα 5 Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η Laboratoires Fournier, της οποίας η δραστηριότητα έγκειται στην παρασκευή και πώληση φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων, ανέθεσε, με σύμβαση υπεργολαβίας, σε ερευνητικά κέντρα εγκατεστημένα σε διάφορα κράτη μέλη πολυάριθμα ερευνητικά έργα και συνεκτίμησε τις αντίστοιχες δαπάνες για τον υπολογισμό της πιστώσεως της φόρου λόγω έρευνας για τα έτη 1995 και 1996. 6 Το 1998, η Laboratoires Fournier υποβλήθηκε σε λογιστικό έλεγχο αφορώντα τα ίδια αυτά έτη. 7 Κατά το πέρας του ελέγχου αυτού, κοινοποιήθηκαν καταλογιστικές πράξεις στην εν λόγω εταιρία, βάσει των άρθρων 244 quater Β του code général και 49 septies Η του παραρτήματος III του εν λόγω κώδικα, διότι η direction des vérifications δεν δέχθηκε τον συνυπολογισμό των ως άνω δαπανών για τον καθορισμό της πιστώσεως φόρου λόγω έρευνας της οποίας ισχυριζόταν ότι έπρεπε να τύχει η Laboratoires Fournier. Της επιβλήθηκε επίσης αντίστοιχος πρόσθετος φόρος για το επίμαχο στην κύρια δίκη διάστημα. 8 Η Laboratoires Fournier υπέβαλε ένσταση κατά των ως άνω πράξεων επιβολής φόρου. Η ένσταση αυτή απορρίφθηκε στις 25 Ιουλίου 2001. 9 Ηεν λόγω εταιρία άσκησε προσφυγή ενώπιον του tribunal administratif de Dijon στις 8 Σεπτεμβρίου 2001. Με το δικόγραφο της προσφυγής αυτής, ζήτησε την απαλλαγή της από τον πρόσθετο φόρο εισοδήματος εταιριών ο οποίος προκύπτει από τις ως άνω καταλογιστικές πράξεις, καθώς και από τους τόκους υπερημερίας. Ι - 2071

10 Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η Laboratoires Fournier ισχυρίστηκε ότι τα άρθρα 244 quater Β του code général και 49 septies Η του παραρτήματος III του κώδικα αυτού αντιβαίνουν στο άρθρο 49 ΕΚ. 11 Κατά το δικαστήριο αυτό, η direction des vérifications υποστηρίζει ότι το Δικαστήριο, με την απόφαση της 28ης Ιανουαρίου 1992, C-204/90, Bachmann (Συλλογή 1992, σ. Ι-249), δέχθηκε ότι επιτρέπεται παρέκκλιση από το άρθρο 49 ΕΚ, προκειμένου να διατηρηθεί η συνοχή του εσωτερικού φορολογικού συστήματος εκάστου κράτους μέλους. 12 Υπό τις συνθήκες αυτές, το tribunal administratif de Dijon αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα: «[Α]ντιβαίνουν [τα άρθρα 244 quater Β του code général και 49 septies Η του παραρτήματος III του εν λόγω κώδικα] στο άρθρο 49 [ΕΚ] [...], καθόσον περιορίζουν το ευεργέτημα της πιστώσεως φόρου λόγω έρευνας στις δαπάνες για ερευνητικές εργασίες που πραγματοποιούνται στη Γαλλία [;] Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα αυτό, [...] [είναι] η προϋπόθεση της πραγματοποιήσεως των ερευνητικών εργασιών στη Γαλλία, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις, [...] συνυφασμένη με την αρχή της συνοχής του φόρου εισοδήματος των εταιριών και δικαιολογεί παρέκκλιση από το άρθρο 49 [ΕΚ] [;]» Ι - 2072

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων LABORATOIRES FOURNIER 13 Με τα δύο του ερωτήματα, τα οποία πρέπει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατ' ουσίαν αν το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει την κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους η οποία παρέχει το ευεργέτημα της πιστώσεως φόρου λόγω έρευνας μόνο για τις ερευνητικές εργασίες που πραγματοποιούνται στο έδαφος του κράτους μέλους αυτού. 1 4 Ναι μεν η άμεση φορολογία εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών, πλην όμως αυτά πρέπει να την ασκούν τηρώντας το κοινοτικό δίκαιο (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 11ης Αυγούστου 1995, C-80/94, Wielockx, Συλλογή 1995, σ. Ι-2493, σκέψη 16, και της 15ης Ιουλίου 2004, C-242/03, Weidert και Paulus, Συλλογή 2004, σ. Ι-7379, σκέψη 12). 15 Η κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, παρέχοντας το ευεργέτημα της πιστώσεως φόρου λόγω έρευνας μόνο στις ερευνητικές εργασίες που πραγματοποιούνται εντός του εν λόγω κράτους μέλους, υπάγει την παροχή υπηρεσιών την οποία αποτελεί η ερευνητική δραστηριότητα σε φορολογικό καθεστώς το οποίο διαφέρει αναλόγως του αν η δραστηριότητα αυτή πραγματοποιείται εντός άλλων κρατών μελών ή εντός του οικείου κράτους μέλους (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 28ης Οκτωβρίου 1999, C-55/98, Vestergaard, Συλλογή 1998, σ. Ι-7641, σκέψη 21). 16 Μια τέτοια κανονιστική ρύθμιση συνεπάγεται διαφορετική μεταχείριση αναλόγως του τόπου παροχής της υπηρεσίας, η οποία αντιβαίνει στο άρθρο 49 ΕΚ. 17 Η Γαλλική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ωστόσο ότι αυτή η διαφορετική μεταχείριση απορρέει ευθέως από την αρχή της εδαφικότητας του φόρου, την οποία αναγνώρισε ρητώς το Δικαστήριο με την απόφαση της 15ης Μαΐου 1997, C-250/95, Futura Participations και Singer (Συλλογή 1997, σ. Ι-2471, σκέψη 22), και ότι, επομένως, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι συνεπάγεται εμφανή ή συγκεκαλυμμένη διάκριση απαγορευόμενη από τη Συνθήκη ΕΚ. Ι - 2073

18 Πάντως, στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η τελευταία αυτή απόφαση, το Δικαστήριο εξέτασε το αν συμβιβάζονται με τις διατάξεις της Συνθήκης περί της ελευθερίας εγκαταστάσεως οι εθνικές φορολογικές διατάξεις οι οποίες έχουν εφαρμογή στις επιχειρήσεις που εδρεύουν στην ημεδαπή και στις επιχειρήσεις που εδρεύουν στην αλλοδαπή, ενώ, στη διαφορά της κύριας δίκης την οποία αφορά η υπό κρίση υπόθεση, το ζήτημα έγκειται στην εξέταση του αν συμβιβάζονται προς τη Συνθήκη εθνικές φορολογικές διατάξεις οι οποίες παρέχουν όφελος σε επιχειρήσεις εγκατεστημένες εντός κράτους μέλους για τις υπηρεσίες που τους παρασχέθηκαν εντός αυτού του κράτους μέλους και μόνον. Οι διατάξεις αυτές αντιβαίνουν στο άρθρο 49 ΕΚ, διότι βασίζονται, αν και εμμέσως, στον τόπο της εγκαταστάσεως του παρέχοντος τις υπηρεσίες και, συνεπώς, είναι ικανές να εμποδίζουν τις διασυνοριακές δραστηριότητες αυτού. 19 Ωστόσο, πρέπει να εξετασθεί αν η άνιση μεταχείριση την οποία συνεπάγονται οι διατάξεις αυτές μπορεί να δικαιολογηθεί από πλευράς των διατάξεων της Συνθήκης περί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. 20 Συναφώς, αληθεύει ότι το Δικαστήριο, με τις αποφάσεις Bachmann (προπαρατεθείσα, σκέψη 28) και της 28ης Ιανουαρίου 1992, C-300/90, Επιτροπή κατά Βελγίου (Συλλογή 1992, σ. Ι-305, σκέψη 21), δέχθηκε ότι η ανάγκη εξασφαλίσεως της συνοχής του φορολογικού συστήματος μπορεί να δικαιολογήσει κάποιον περιορισμό στην άσκηση των θεμελιωδών ελευθεριών που κατοχυρώνει η Συνθήκη. Ωστόσο, κατόπιν το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, στις υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκαν οι δύο εν λόγω αποφάσεις, υπήρχε άμεσος σύνδεσμος, στο πρόσωπο ενός και του αυτού φορολογουμένου που υπόκειται στον φόρο εισοδήματος, μεταξύ της δυνατότητας εκπτώσεως των ασφαλιστικών εισφορών από το φορολογητέο εισόδημα και της μεταγενέστερης φορολογίας των ποσών που καταβάλλουν οι ασφαλιστές κατ' εφαρμογή των εν λόγω συμβάσεων ασφαλίσεως γήρατος ή θανάτου, σύνδεσμος που έπρεπε να διατηρηθεί προκειμένου να διαφυλαχθεί η συνοχή του εν λόγω φορολογικού συστήματος (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 14ης Νοεμβρίου 1995, C-484/93, Svensson και Gustavsson, Συλλογή 1995, σ. Ι- 3955, σκέψη 18, και της 7ης Σεπτεμβρίου 2004, C-319/02, Manninen, Συλλογή 2004, σ. Ι-7477, σκέψη 42). Όταν δεν υπάρχει τέτοιος άμεσος σύνδεσμος, το επιχείρημα που αντλείται από την ανάγκη εξασφαλίσεως της συνοχής του φορολογικού συστήματος δεν μπορεί να προβληθεί (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση Weidert και Paulus, προπαρατεθείσα, σκέψεις 20 και 21). 21 Σε περιπτώσεις όπως αυτή της υποθέσεως της κύριας δίκης, δεν υπάρχει κανένας σύνδεσμος τέτοιας φύσεως μεταξύ, αφενός, του γενικού φόρου εισοδήματος εταιριών και, αφετέρου, της πιστώσεως φόρου που αντιστοιχεί σε τμήμα των ερευνητικών δαπανών στις οποίες υποβλήθηκε μια επιχείρηση. Ι - 2074

LABORATOIRES FOURNIER 22 Η Γαλλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ωστόσο ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική κανονιστική ρύθμιση δικαιολογείται από τον σκοπό της προωθήσεως της έρευνας και από την ανάγκη διασφαλίσεως της αποτελεσματικότητας των φορολογικών ελέγχων. 23 Μολονότι δεν αποκλείεται, όπως ισχυρίζεται η εν λόγω κυβέρνηση, να αποτελεί η προώθηση της έρευνας και της αναπτύξεως επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος, γεγονός παραμένει ότι αυτή δεν μπορεί να δικαιολογήσει εθνικό μέτρο όπως το επίμαχο στην κύρια δίκη, το οποίο στερεί το ευεργέτημα της πιστώσεως φόρου λόγω έρευνας από όλες τις ερευνητικές εργασίες που δεν πραγματοποιούνται εντός του οικείου κράτους μέλους. Συγκεκριμένα, μια τέτοια κανονιστική ρύθμιση αντιβαίνει ευθέως στον σκοπό της κοινοτικής πολιτικής στον τομέα της έρευνας και της τεχνολογικής αναπτύξεως, ο οποίος, σύμφωνα με το άρθρο 163, παράγραφος 1, ΕΚ, είναι, κυρίως, «η ενίσχυση των επιστημονικών και τεχνολογικών βάσεων της βιομηχανίας της Κοινότητας και η διευκόλυνση της ανάπτυξης της διεθνούς ανταγωνιστικότητάς της». Η παράγραφος 2 του ίδιου αυτού άρθρου διευκρινίζει ιδίως ότι, προς τούτο, η Κοινότητα «ενισχύει τις προσπάθειες [των επιχειρήσεων] για συνεργασία, αποβλέποντας, ιδιαίτερα, στο να δίδεται [σ' αυτές] η ευκαιρία να εκμεταλλεύονται πλήρως τις δυνατότητες που παρέχει η εσωτερική αγορά, ιδίως μέσω [...] της εξάλειψης των νομικών και φορολογικών εμποδίων στη συνεργασία αυτή». 24 Η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος ικανό να δικαιολογήσει περιορισμό της ασκήσεως των θεμελιωδών ελευθεριών που διασφαλίζει η Συνθήκη (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση Futura Participations και Singer, προπαρατεθείσα, σκέψη 31). Έτσι, επιτρέπεται σε κράτος μέλος να εφαρμόσει μέτρα που καθιστούν δυνατή την εξακρίβωση, με σαφήνεια και ακρίβεια, του ποσού των εξόδων που μπορούν να αφαιρεθούν εντός του κράτους αυτού ως έξοδα έρευνας (βλ. απόφαση της 8ης Ιουλίου 1999, C-254/97, Baxter κ.λπ., Συλλογή 1999, σ. Ι-4809, σκέψη 18). 25 Η εθνική ρύθμιση η οποία εμποδίζει με απόλυτο τρόπο τον φορολογούμενο να αποδείξει ότι όντως υποβλήθηκε σε έξοδα για ερευνητικές δραστηριότητες σε άλλα κράτη μέλη δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με βάση την αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων. Συγκεκριμένα, δεν μπορεί να αποκλειστεί εκ των προτέρων ότι ο φορολογούμενος θα είναι σε θέση να προσκομίσει τα κατάλληλα δικαιολογητικά έγγραφα που θα παράσχουν στις φορολογικές αρχές του κράτους Ι - 2075

μέλους επιβολής του φόρου τη δυνατότητα να εξακριβώσουν, με σαφήνεια και ακρίβεια, ότι όντως έγιναν έξοδα σε άλλα κράτη μέλη και ότι όντως αποτελούν έξοδα για έρευνα (βλ. απόφαση Baxter κ.λπ., προπαρατεθείσα, σκέψεις 19 και 20). 26 Συνεπώς, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει την κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους η οποία παρέχει το ευεργέτημα της πιστώσεως φόρου λόγω έρευνας μόνο για τις ερευνητικές εργασίες που πραγματοποιούνται στο έδαφος του κράτους μέλους αυτού. Επί των δικαστικών εξόδων 27 Δεδομένου ότι η διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται. Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται: Το άρθρο 49 ΕΚ απαγορεύει την κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους η οποία παρέχει το ευεργέτημα της πιστώσεως φόρου λόγω έρευνας μόνο για τις ερευνητικές εργασίες που πραγματοποιούνται στο έδαφος του κράτους μέλους αυτού. (υπογραφές) Ι - 2076