ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Σχετικά έγγραφα
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Αλληλεπίδραση δημόσιας και ιδιωτικής εφαρμογής δικαίου ανταγωνισμού (δεσμευτικότητα αποφάσεων, πρόσβαση στο φάκελο, συνεργασία)

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. Άρθρο 1 Σκοπός του νόμου

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Σχέδιο Νόμου ( )

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Για την ενσωµάτωση των Οδηγιών 2010/64/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

9ης Μαρτίου 2011 περί εφαρµογής των δικαιωµάτων των ασθενών στο πλαίσιο. της διασυνοριακής υγειονοµικής περίθαλψης (L 88/45/4.4.

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

µε υποχρέωση διατήρησης ενός ελάχιστου επιπέδου αποθεµάτων αργού πετρελαίου

Ένδικα μέσα και κυρώσεις σε υποθέσεις διακρίσεων: ενισχύοντας την αποτελεσματικότητα

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΣΧΕ ΙΟΥ ΝΟΜΟΥ «ιασυνοριακές Συγχωνεύσεις Κεφαλαιουχικών Εταιρειών»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Ηλεκτρονική επιτήρηση υπόδικων, κατάδικων και κρατούµενων σε ά- δεια»

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Νομοθετικές πράξεις) ΟΔΗΓΙΕΣ ΟΔΗΓΙΑ 2014/104/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Ανάπτυξη υδατοκαλλιεργειών»

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0185(COD) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0185(COD) της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0402(COD) της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Άσκηση εµπορικών δραστηριοτήτων εκτός καταστήµατος»

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Εισήγηση στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων στο νομοσχέδιο του Υπουργείου Πολιτισμού

«Πιστοποίηση των µηχανοδηγών και άλλες διατάξεις»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1091/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 4 /2019

«Επείγουσες ρυθµίσεις του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιµατικής Αλλαγής και άλλες διατάξεις»

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/763/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 15 /2015

2. Το Π.Δ. 81/2002 (ΦΕΚ Α 57) περί συγχωνεύσεως των Υπουργείων Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. Εισαγωγικές παρατηρήσεις και άρθρο 1

Οι διαπραγματεύσεις για την υιοθέτηση της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ: τα βασικά ζητήματα και η διευθέτησή τους

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Το ειδικότερο ζήτημα της κοινολόγησης αποδεικτικών στοιχείων

στο σχέδιο νόµου «Ενσωµάτωση στην ελληνική νοµοθεσία

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

«Σύσταση Γραφείου Ελληνικής Προεδρίας και άλλες διατάξεις»

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Άδεια εγκατάστασης και λειτουργίας χώρου παραστάσεων Άδεια παράστασης» Ι. Εισαγωγικές Παρατηρήσεις

Ένδικα βοηθήματα κατά Απόφασης ανάκτησης κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Αιτιολογική έκθεση Σχεδίου Νόμου

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

«Σύσταση αρχής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από ε- από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας,

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΔΕΣΠΟΖΟΥΣΑΣ ΘΕΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4089, 28/7/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΩΝ ΠΡΟΙΟΝΤΩΝ ΗΜΙΑΓΩΓΩΝ ΝΟΜΟ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Β ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΝΟΜΩΝ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4089, 28/7/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ.

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΑΔΑ: 0Ρ-0476 ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ. «Ελληνικό Ίδρυµα Έρευνας και Καινοτοµίας και άλλες διατάξεις» ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

κινητής τηλεφωνίας και άλλες διατάξεις»

ΑΔΑ: 07-04ΝΟ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ. «Πρόληψη και καταπολέµηση της εµπορίας ανθρώπων και προστασία των θυµάτων αυτής»

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

«Κατεπείγουσες ρυθµίσεις του Υπουργείου Υγείας»

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4089, 28/7/2006 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟ.

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

«Απλοποίηση διαδικασιών σύστασης προσωπικών και κεφαλαιουχικών εταιριών και άλλες διατάξεις»

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7081/

ΜΕΙΖΟΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΔΑΠΑΝΗΣ: 0001 (Αποδοχές και Συντάξεις ) ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΔΑΠΑΝΗΣ: Α. Θεσμικό πλαίσιο δαπάνης.

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕ ΙΟ ΝΟΜΟΥ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Οι ρυθμίσεις της Οδηγίας υπό το πρίσμα του σκοπού του δικαίου ανταγωνισμού. Δημήτρης Κ. Αυγητίδης Αν. Καθηγητής Νομικής Δ.Π.Θ

Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2814-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 88/2015

Transcript:

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ «Ενσωµάτωση στην ελληνική νοµοθεσία της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 26ης Νοεµβρίου 2014, σχετικά µε ορισµένους κανόνες που διέπουν τις αγωγές αποζηµίωσης βάσει του εθνικού δικαίου για παραβάσεις των διατάξεων του δικαίου ανταγωνισµού των κρατών-µελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης» Ι. Γενικά Με το προτεινόµενο νοµοσχέδιο, όπως διαµορφώθηκε µετά τη συζήτηση στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εµπορίου, αφενός µεν ενσωµατώνεται στην ελληνική έννοµη τάξη η Οδηγία 2014/104/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 26ης Νοεµβρίου 2014, σχετικώς µε ορισµένους κανόνες, που διέπουν τις αγωγές αποζηµίωσης βάσει του εθνικού δικαίου για παραβάσεις των διατάξεων του δικαίου ανταγωνισµού των κρατών-µελών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφετέρου δε θεσπίζονται ρυθµίσεις για παραβάσεις των άρθρων 1 και 2 του Ν. 3959/2011 (ΦΕΚ Α 93), που δεν εµπίπτουν στα άρθρα 101 ή 102 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Συµφώνως προς την Αιτιολογική Έκθεση του νοµοσχεδίου, η θέσπιση της δυνατότητας για άσκηση αγωγής αποζηµιώσεως κατά επιχειρήσεων που έ- χουν παραβεί το δίκαιο κατά των περιορισµών του ανταγωνισµού, δηλαδή η εισαγωγή ειδικών κανόνων ιδιωτικού δικαίου, στοχεύει στην επίτευξη µεγαλύτερης αποτελεσµατικότητας στην επιβολή του δικαίου κατά των περιορισµών του ανταγωνισµού. Πρόκειται για κανόνες πέραν αυτών επί των οποίων µέχρι τώρα βασιζόταν η δηµόσια επιβολή του δικαίου αυτού, υπό την προϋπόθεση η ζηµία να προέρχεται από σύµβαση ή ζηµιογόνο εξ αδικοπραξίας συµπεριφορά. Περαιτέρω, στην Αιτιολογική έκθεση αναφέρεται ότι το

2 νοµοσχέδιο δεν θίγει τις τυχόν αξιώσεις για παύση της προσβολής και παράλειψη της παράβασης στο µέλλον, καθώς και ότι οι διατάξεις του δεν έ- χουν ως σκοπό να παραµερίσουν το γενικό πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων 914 επ. του Αστικού Κώδικα. Το νοµοσχέδιο αποτελείται από δεκαεπτά (17) άρθρα, σε καθένα από τα οποία γίνεται επίκληση του αντίστοιχου υπό ενσωµάτωση άρθρου της Οδηγίας 2014/104/ΕΕ. Στο Άρθρο 1 ορίζεται ο σκοπός του νόµου, όπως ειδικότερα αναφέρθηκε ανωτέρω. Στο άρθρο 2 δίνονται ορισµοί για τις ανάγκες εφαρµογής του υπό ψήφιση νόµου. Στο άρθρο 3 θεσπίζεται ρητώς το δικαίωµα φυσικού ή νοµικού προσώπου σε πλήρη αποζηµίωση για ζηµία λόγω παράβασης του δικαίου του ανταγωνισµού και αναγνωρίζεται ότι η ευθύνη σε αποζηµίωση υφίσταται ανεξαρτήτως του εάν µία αρχή ανταγωνισµού έχει ήδη διαπιστώσει την ύπαρξη παράβασης. Στο άρθρο 4 προβλέπεται το δικαίωµα κάθε διαδίκου να ζητεί από το δικαστήριο να διαταχθεί η προσκόµιση συγκεκριµένων διαθέσιµων αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία βρίσκονται υπό τον έλεγχο του αντιδίκου ή τρίτου, υπό την προϋπόθεση εφαρµογής, βάσει συγκεκριµένων κριτηρίων, της αρχής της αναλογικότητας. Επίσης, ορίζεται ότι το δικαστήριο λαµβάνει τα κατάλληλα µέτρα για την προστασία των εµπιστευτικών πληροφοριών, θεσπίζεται υποχρέωση του πραγµατογνώµονα, που τυχόν θα διορισθεί, να καταρτίσει περίληψη των πληροφοριών σε µη εµπιστευτική εκδοχή, και απαγορεύεται ο διορισµός τεχνικών συµβούλων κατ άρθρο 391 ΚΠολΔ. Στο άρθρο 5 εισάγεται τεκµήριο οµολογίας των αντίστοιχων προς απόδειξη ισχυρισµών του αντιδίκου, εάν ο δικαστικώς διαταχθείς δεν προσκοµίσει τα διαταχθέντα στοιχεία ή µαταιώσει την προσκόµισή τους, προβλέπεται δε και χρηµατική ποινή για αδικαιολόγητη µη προσκόµιση ή καταστροφή των στοιχείων ή µη συµµόρφωση σε διάταξη απόφασης για προστασία εµπιστευτικών πληροφοριών. Στο άρθρο 6 ορίζονται επιπλέον κριτήρια για την εφαρµογή της αρχής της αναλογικότητας σε περίπτωση κατά την οποία τα αιτηθέντα αποδεικτικά στοιχεία περιλαµβάνονται στον φάκελο αρχής ανταγωνισµού και ουδείς διάδικος δύναται ευλόγως να προσκοµίσει, εφόσον έχει περατωθεί, µε τον κατά περίπτωση προβλεπόµενο τρόπο, η διαδικασία ενώπιον της αρχής α- νταγωνισµού. Περαιτέρω, για συγκεκριµένες κατηγορίες στοιχείων δίνεται η δυνατότητα υπό προϋποθέσεις προσκόµισης µέρους αυτών. Επιπλέον, ορίζεται δυνατότητα της αρχής ανταγωνισµού να υποβάλλει εξ ιδίας πρωτοβουλίας έγγραφες παρατηρήσεις προς το διατάξαν δικαστήριο ως προς την αναλογικότητα του αιτήµατος κοινοποίησης αποδεικτικών στοιχείων, καθώς

και δυνατότητα του δικαστηρίου να ζητά από την αρχή ανταγωνισµού τη διατύπωση γνώµης για ζητήµατα σχετικά µε την εφαρµογή του άρθρου αυτού, εφόσον η αρχή το κρίνει σκόπιµο. Στο άρθρο 7 θεσπίζονται περιορισµοί στη χρήση των αποδεικτικών στοιχείων, τα οποία αναφέρονται στις παραγράφους 4, 5 και 6 του προηγουµένου άρθρου. Στο άρθρο 8 ορίζεται η έναρξη, ο χρόνος και η αναστολή της παραγραφής αξιώσεων κατά του παραβάτη για ζηµίες λόγω παράβασης του δικαίου του ανταγωνισµού. Στο άρθρο 9 ορίζεται ότι το δικάζον δικαστήριο δεσµεύεται από µη υποκείµενη σε προσφυγή απόφαση εθνικής αρχής ανταγωνισµού ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως προς τη διαπίστωση παράβασης των άρθρων 1 ή 2 του Ν. 3959/2011 ή και των άρθρων 101 ή 102 της ΣΛΕΕ, ενώ το ίδιο ισχύει και για τις αντίστοιχες διαπιστώσεις τελεσίδικης απόφασης ελληνικού ή δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης επί προσφυγής κατά αποφάσεων των α- νωτέρω οργάνων. Επιπλέον, ορίζεται, επιτρεποµένης ανταποδείξεως, ότι α- ποτελεί πλήρη απόδειξη παράβασης των άρθρων 101 ή 102 ΣΛΕΕ η τελεσίδικη απόφαση παράβασης, η οποία εκδόθηκε σε άλλο κράτος-µέλος και προσκοµίζεται στο δικάζον δικαστήριο. Στο άρθρο 10 ορίζεται η έκταση της ευθύνης εις ολόκληρον και το δικαίω- µα αναγωγής επιχειρήσεων, οι οποίες παρέβησαν από κοινού το δίκαιο του ανταγωνισµού. Στο άρθρο 11 θεσπίζεται υπέρ του εναγοµένου δικαίωµα ένστασης, συνισταµένης σε εκ µέρους του ενάγοντος µετακύλιση της επιπλέον επιβάρυνσης, την οποία υπέστη λόγω της παράβασης, στις επόµενες βαθµίδες της α- λυσίδας εφοδιασµού. Στο άρθρο 12 θεσπίζεται η δυνατότητα του δικάζοντος δικαστηρίου να λαµβάνει υπόψη εκκρεµείς αγωγές ή εκδοθείσες αποφάσεις που αφορούν στην ίδια παράβαση, µε ενάγοντες, πρόσωπα τα οποία δραστηριοποιούνται σε διαφορετικές βαθµίδες της αλυσίδας διανοµής. Με το άρθρο 13 συνιστάται ειδικό τµήµα στο Πρωτοδικείο και στο Εφετείο Αθηνών για την εκδίκαση των υποθέσεων του υπό ψήφιση νόµου, µε κατά τόπο αρµοδιότητα εκτεινόµενη στο σύνολο της χώρας. Στο άρθρο 14 ορίζεται η πιθανολόγηση ως κριτήριο για την εκτίµηση από το δικαστήριο του ύψους της ζηµίας, εφόσον είναι πρακτικώς αδύνατος ή υ- περβολικώς δυσχερής ο ακριβής προσδιορισµός του. Με το άρθρο 15 θεσπίζονται διατάξεις για τη συναινετική επίλυση των διαφορών του υπό συζήτηση νοµοσχεδίου. Στο άρθρο 16 ορίζεται ο χρόνος ισχύος των ουσιαστικών και των δικονο- µικών διατάξεων του υπό συζήτηση νοµοσχεδίου σε σχέση και µε τις εκκρε- µούσες αγωγές. Στο άρθρο 17 ορίζεται η έναρξη ισχύος του υπό ψήφιση νοµοθετήµατος. 3

4 II. Παρατηρήσεις επί των άρθρων του νοµοσχεδίου 1. Επί του άρθρου 2 Η παράγραφος 7 του άρθρου 2 του νοµοσχεδίου αναφέρεται σε «ένδικο µέσο» και «τακτικό ένδικο µέσο»», ενώ η αντίστοιχη διάταξη του άρθρου 2 της Οδηγίας (αριθµός 12) ερµηνεύει την έννοια της «τελεσίδικης απόφασης παράβασης» ως την απόφαση που δεν υπόκειται σε «τακτικό ένδικο µέσο». Περαιτέρω, η διάταξη της Οδηγίας του άρθρου 2, αριθµός 11 που αναφέρεται στην έννοια της «απόφασης παράβασης» (απόφαση µε την οποία διαπιστώνεται παράβαση του δικαίου ανταγωνισµού), ενσωµατώνεται µε τον όρο «απρόσβλητη απόφαση παράβασης», ήτοι απόφαση «µη υποκείµενη πλέον σε αναίρεση». Στην περίπτωση αυτή πρόκειται για αµετάκλητη απόφαση ε- νώ στην προηγούµενη για τελεσίδικη απόφαση, εποµένως δεν περιλαµβάνεται η αναίρεση. Πρέπει, ενδεχοµένως, να αποσαφηνιστεί η έννοια του «ένδικου µέσου» και του «τακτικού ένδικου µέσου», µε συγκεκριµένη αναφορά στο περιεχόµενο εκάστης έννοιας. 2. Επί του άρθρου 4 Στην παράγραφο 6 του άρθρου 4 ορίζονται τα εξής: «6. Το δικαστήριο, ό- ταν διατάσσει την κοινοποίηση των αποδεικτικών στοιχείων, µεριµνά για τη πλήρη εφαρµογή του δικηγορικού απορρήτου που ισχύει σύµφωνα µε το ε- νωσιακό ή το εθνικό δίκαιο». Συµφώνως προς την Αιτιολογική Έκθεση, «η διαζευκτική αναφορά της Οδηγίας στο δικηγορικό απόρρητο, που ισχύει δυνάµει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, διατηρήθηκε προκειµένου να ε- φαρµόζεται το δίκαιο (ενωσιακό ή εθνικό) που κάθε φορά παρέχει τη µεγαλύτερη προστασία στο δικηγορικό απόρρητο». Σηµειώνεται ότι, συµφώνως προς τη νοµολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικώς µε την εφαρµογή του άρθρου 53 του Χάρτη των Θεµελιωδών Δικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικότερα όσον αφορά την εφαρµογή του καλύτερου επιπέδου προστασίας ενός θεµελιώδους δικαιώµατος (εθνικό, ενωσιακό και διεθνές), κρίθηκε ότι η εφαρµογή της διάταξης αυτής δεν πρέπει να οδηγήσει στην υπονόµευση της αρχής της υπεροχής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ, 26.2.2013, Stefano Melloni κατά Ministerio Fiscal, υ- πόθεση C 399/11). 3. Επί του άρθρου 5 Στην παράγραφο 2 του άρθρου 5, κατ αντιστοιχία προς το άρθρο 8 της Ο- δηγίας, ορίζονται τα εξής: «2. Τα κράτη µέλη εξασφαλίζουν ότι οι κυρώσεις που µπορούν να επιβληθούν από τα εθνικά δικαστήρια είναι αποτελεσµατικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Οι κυρώσεις τις οποίες δύνανται να επι-

βάλλουν τα εθνικά δικαστήρια περιλαµβάνουν, σε ό,τι αφορά τη συµπεριφορά ενός διαδίκου στο πλαίσιο δίκης επί αγωγής αποζηµίωσης, τη δυνατότητα συναγωγής επιβαρυντικών για τον εκάστοτε διάδικο συµπερασµάτων, ό- πως, για παράδειγµα, το τεκµήριο ότι ένα κρίσιµο ζήτηµα έχει αποδειχθεί ή την ολική ή µερική απόρριψη αξιώσεων και ενστάσεων και τη δυνατότητα καταδίκης σε καταβολή των εξόδων». Στην Αιτιολογική Έκθεση επισηµαίνεται η δικονοµική σηµασία της αστικής κύρωσης (οµολογία) ενώ, επιπροσθέτως, «προβλέπεται καταδίκη σε χρηµατική ποινή, περιερχόµενη στο δηµόσιο ταµείο». Επισηµαίνεται η διάταξη της Οδηγίας για «αποτελεσµατικές, αναλογικές και αποτρεπτικές» κυρώσεις, καθώς και το ότι οι κυρώσεις που επιβάλλονται στις παραβάσεις τόσο του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του εθνικού δικαίου ανταγωνισµού προσδιορίζονται σε σχέση µε την προκληθείσα βλάβη, ανερχόµενες έως το 10% του συνολικού κύκλου εργασιών κατά το προηγούµενο οικονοµικό έτος της παράβασης. 5 4. Επί του άρθρου 6 Στην παράγραφο 2 προτείνεται να απαλειφθεί η φράση «της αναλογικότητας» από τη φράση «κατά την αξιολόγηση της αναλογικότητας της αίτησης» και µετά τη φράση «παράγραφο 3 του άρθρου 4» να τεθεί η φράση «και την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας». Επίσης, για την πληρότητα του λόγου, προτείνεται να τεθεί η φράση «του παρόντος» µετά τη φράση «στην παράγραφο 5». Περαιτέρω, στο τελευταίο τµήµα της περίπτωσης α της παραγράφου 2, αντί της λέξης «όχι», να τεθεί η φράση «δεν συνιστά». Επιπλέον, στην πρώτη σειρά της παραγράφου 6, αντί της λέξης «ενάγοντος» προτείνεται να τεθεί η λέξη «διαδίκου», δεδοµένου ότι και από την Αιτιολογική Έκθεση προκύπτει ότι πρόκειται για τον «αιτούντα». Στην παράγραφο 10, η φράση «αναλογικότητα του αιτήµατος» προτείνεται να αντικατασταθεί από τη φράση «για την εφαρµογή της αρχής της αναλογικότητας σε αίτηµα». Στην παράγραφο 11 θεσπίζεται δικαίωµα του δικαστηρίου να ζητά από την αρχή ανταγωνισµού τη γνώµη της για ζητήµατα που άπτονται της εφαρµογής του άρθρου 6. Το σχετικό αίτηµα δεν περιβάλλεται τον τύπο της δικαστικής απόφασης ή διάταξης. Περαιτέρω, η χορήγηση της ζητηθείσας γνώ- µης εξαρτάται αποκλειστικώς από το κατά την κρίση της αρχής ανταγωνισµού σκόπιµο διατυπώσεως αυτής. Όµως, στην προηγούµενη παράγραφο θεσπίζεται δικαίωµα της αρχής να υποβάλλει εξ ιδίας πρωτοβουλίας παρατηρήσεις για την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας. Παρατηρείται ότι, κατά τα ανωτέρω, τυχόν µη ικανοποίηση του αιτήµατος του δικαστηρίου δεν παράγει έννοµες συνέπειες.

6 5. Επί του άρθρου 7 Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1, µετά τη φράση «φάκελο της αρχής ανταγωνισµού», προτείνεται να τεθεί η φράση «εφόσον δεν έχει περατωθεί η διαδικασία ενώπιον αυτής», κατ αντιστοίχιση προς την παρόµοια διατύπωση του άρθρου 6 παράγραφος 4, στην οποία παραπέµπει και η Αιτιολογική Έκθεση. Οµοίως, και συµφώνως προς τα ανωτέρω, στην παράγραφο 2 και στην παράγραφο 3, στο πρώτο εδάφιο αµφοτέρων, µετά τη φράση «φάκελο της αρχής ανταγωνισµού», προτείνεται να τεθεί η φράση «εφόσον δεν έχει περατωθεί η διαδικασία ενώπιον αυτής». 6. Επί του άρθρου 9 Με την προτεινόµενη διάταξη ορίζεται ότι τόσο η απόφαση της αρχής α- νταγωνισµού όσο και η διαπίστωση που περιέχεται σε τελεσίδικη δικαστική απόφαση για την ίδια περίπτωση δεσµεύουν το δικάζον δικαστήριο ως προς την ύπαρξη παράβασης. Η διάταξη αυτή εναρµονίζεται συστηµατικώς µε την παράγραφο 2 του άρθρου 3, όπου ορίζεται ότι: «Η ευθύνη σε αποζηµίωση είναι ανεξάρτητη από το αν µια αρχή ανταγωνισµού έχει ήδη διαπιστώσει την ύπαρξη παράβασης», και τούτο διότι µπορεί να υπάρχει παράβαση του δικαίου του ανταγωνισµού, αλλά να µην προκαλείται ζηµία, άρα να µην συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις συνδροµής ευθύνης από αδικοπραξία. 7. Επί του άρθρου 12 Στις παραγράφους 1 και 2 προτείνεται, η λέξη «ενάγοντες» να αντικατασταθεί από τη λέξη «πρόσωπα», προς αποφυγή της πλεοναστικής διατύπωσης «άσκηση αγωγών [ ] από ενάγοντες». Επίσης, στο τέλος της παραγράφου 2 θα ήταν νοµοτεχνικώς πληρέστερο να προστεθεί η φράση, «µε τον δικονοµικώς προσήκοντα τρόπο», ώστε να αποσαφηνισθεί περαιτέρω το νόη- µα της προτεινόµενης διάταξης, όπως αυτό προσδιορίζεται από την Αιτιολογική Έκθεση. Εξ άλλου, στην παράγραφο 2 δεν γίνεται -ενδεικτική έστω- µνεία των δικονοµικών οδών, µέσω των οποίων το δικαστήριο µπορεί να πληροφορείται την ύπαρξη εκκρεµούς αγωγής ή την έκδοση δικαστικής α- πόφασης, καθώς και κάθε σχετική πληροφορία. 8. Επί της ενσωµατώσεως του άρθρου 4 της Οδηγίας Στο νοµοσχέδιο δεν ενσωµατώνεται η διάταξη του άρθρου 4 της Οδηγίας, που αναφέρεται στις «Αρχές της αποτελεσµατικότητας και της ισοδυνα- µίας». Οι δύο αυτές αρχές δηµιουργήθηκαν από τη νοµολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της αρχής της αποτελεσµατικής δικαστικής προστασίας ως θεµελιώδους αρχής που διασφαλίζει την αποτελεσµατική εφαρµογή του δικαίου της ΕΕ. (ΔΕΕ, 15.9.1998, Spac, C-260/96,

σκέψη 19 ; 17.11. 1998, Aprile, C-228/96, σκέψη 19 ; 9 février 1999, Dilexport, C-343/96, σκέψη 25 ; 24 septembre 2002, Grundig Italiana, C-255/00, pt. 34, 24.3. 2009, Danske Slagterier, C-445/06, σκέψεις 32-33 ; 29.10.2009, Pontin, C-63/08, σκέψη 48 ; 15 12.2011, Banca Antoniana Popolare Veneta SpA, C- 427/10, σκέψη 24). Η υιοθέτηση αυτής της νοµολογιακής αρχής από το νο- µοθέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατ αντιστοιχία προς τον Χάρτη Θεµελιωδών Δικαιωµάτων της ΕΕ, υπηρετεί την αρχή της ασφάλειας δικαίου. Σηµειώνεται, εξ άλλου, ότι στην ίδια νοµολογιακή αρχή παραπέµπει το άρθρο 14 του νοµοσχεδίου (Βλ., γενικώς, για την Οδηγία, Η. Σουφλερό : «Η Οδηγία 2014/104/ΕΕ για τις αγωγές α ποζηµίωσης λόγω παράβασης της νοµοθεσίας ανταγωνισµού και η σχέση της µε τον Κανονισµό (ΕΚ) 1/2003 (εκτελεστικό Κανονισµό των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ) και άλλα σχετικά µε την εφαρµογή του ενωσιακά κείµενα», ΝοΒ 2015, σελ. 921-952, µε ειδικότερη αναφορά στις δύο ως άνω αρχές στις σελ. 250, 251, 252, αριθ. 90, 93, 95, 98). 7 Αθήνα, 13 Μαρτίου 2018 Ο εισηγητής Νικόλαος Παπαχρήστος Επιστηµονικός Συνεργάτης Ο Προϊστάµενος του Α Τµήµατος Νοµοτεχνικής επεξεργασίας Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος Αναπληρωτής Καθηγητής του Πανεπιστηµίου Πελοποννήσου Ο Προϊστάµενος της Β Διεύθυνσης Επιστηµονικών Μελετών Αστέρης Πλιάκος Καθηγητής του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών Ο Πρόεδρος του Επιστηµονικού Συµβουλίου Κώστας Μαυριάς Οµότιµος Καθηγητής της Νοµικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών