ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΑΣ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ



Σχετικά έγγραφα
ΠΡΟΛΟΓΟΣ: 1 η σκηνή: στίχοι 1-82

Αρχαίο ελληνικό δράμα: Ευριπίδης

ΠΕΡΣΕΦΟΝΗ: Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟΥ ΜΥΘΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ.

«ΕΛΕΝΗ» ΕΥΡΙΠΙΔΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Από τον Όμηρο στον Αισχύλο: Η Τριλογία του Αχιλλέα

Μύθοι. Τοπικοί μύθοι Η ανάγκη των ανθρώπων οδήγησε στη δημιουργία μύθων

Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ «ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΖΟΥΣΑ ΜΑΘΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ»

Διδακτικοί Στόχοι. Να διαµορφώσουµε µια πρώτη εικόνα για τον Μενέλαο, τον άλλο βασικό ήρωα του δράµατος.

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Σημειώσεις της Μαριάννας Κουτάλου Σημειώσεις της Μαριάννας Κουτάλου Σημειώσεις του Άγγελου Κοβότσου

Η Ιφιγένεια στην Αυλίδα

Α' ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ 1 η σκηνή: στίχοι

Οι ρίζες του δράματος

Χαρακτηριστικές εικόνες από την Ιλιάδα του Ομήρου

Εκπαιδευτικό πρόγραμμα: «παιδιά, έφηβοι, νέοι»

ΒΩΜΟΣ ΤΟΥ ΙΟΝΥΣΟΥ ΑΡΧΑΙΟ ΙΚΑΡΙΟΝ

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

Κατανόηση προφορικού λόγου

ΚΥΚΛΟΣ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Η Λένα Μαντά στο Outnow: Το πιο δύσκολο είναι όταν πρέπει να γράψω το «τέλος»!

Αρχαίο ελληνικό δράμα: Ευριπίδης

Ελένη Γαληνού: Τους ήρωες μου ποτέ δεν τους ξεχνώ

Γέρασε ανάμεσα στη φωτιά της Tροίας και στα λατομεία της Σικελίας. Tου άρεσαν οι σπηλιές στην αμμουδιά κι οι ζωγραφιές της θάλασσας.

Μιλώντας με τα αρχαία

Η Αγία Σοφία και οι κόρες της Πίστη, Ελπίδα, Αγάπη

Χάρτινη αγκαλιά. Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου, Β Γυμνασίου

Το κορίτσι με τα πορτοκάλια. Εργασία Χριστουγέννων στο μάθημα της Λογοτεχνίας. [Σεμίραμις Αμπατζόγλου] [Γ'1 Γυμνασίου]

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Ι. Το δράμα ΙΙ. Η τραγωδία

Κοιμήσου Περσεφόνη στην αγκαλιά της γης στου κόσμου το μπαλκόνι ποτέ μην ξαναβγείς. Νίκος Γκάτσος

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Θεμελιώδης αντίθεση που διατρέχει ολόκληρο το έργο και αποτελεί έναν από τους βασικούς άξονές του. Απαντάται με ποικίλες μορφές και συνδέεται με

Όταν φεύγουν τα σύννεφα μένει το καθαρό

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Μιλώντας με τα αρχαία

ΜΥΘΟΣ, ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΊΑ,ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΘΕΏΝ

ΤΡΩΑΔΙΤΙΣΣΕΣ ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΠΟΥ ΕΡΓΑΣΤΗΚΑΝ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΞΗΣ: ΜΑΝΤΥ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΗ ΘΟΔΩΡΗ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΕΛΛΑΡΗΣ

Κάθε Σάββατο και διαφορετική εμπειρία στο Μουσείο Ακρόπολης

Co-funded by the European Union Quest. Quest

Η θεώρηση και επεξεργασία του θέματος οφείλει να γίνεται κυρίως από αρχιτεκτονικής απόψεως. Προσπάθεια κατανόησης της συνθετικής και κατασκευαστικής

Αρχαίο ελληνικό δράμα: Ευριπίδης

ΣΟΦΟΚΛΗΣ. Επιμέλεια: Αγκιλάρ Νίκη - Γλάρου Αναστασία. 2 ο Γυμνάσιο Μελισσίων. Σχολικό Έτος Τμήμα Γ1, Α Τετράμηνο ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ

ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΝΟΝΑΣ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΒΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Κύρια σημεία για Αξιολόγηση Διαιτητών και συζήτηση μετά την ολοκλήρωση αγώνος. Μερικές συμβουλές για Παρατηρητές Διαιτησίας

Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ, ΒΑΣΙΛΙΑ ΤΩΝ ΜΥΡΜΙΔΟΝΩΝ

ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ ΤΑΞΗ: Β ΛΥΚΕΙΟΥ. Οι μαθητές και οι μαθήτριες να είναι σε θέση να:

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΠΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Έλλη Τσουρβάκα Χρήστος Χατζηγάκης

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Επαναληπτικές Ασκήσεις Ιστορία Γ - 2 η Ενότητα: Ηρακλής. Οδύσσεια Τα απίθανα... τριτάκια! Tετάρτη τάξη. Πηγή πληροφόρησης: e-selides.

Ο ελληνικός αυλός στην κλασική και στην ελληνιστική εποχή σύμφωνα με τις γραπτές, τις αρχαιολογικές και τις εικονογραφικές πηγές

«Ο πλατωνικός διάλογος»

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα Περιόδου Χριστουγέννων

Ο Ευριπίδης παρωδεί την Ηλέκτρα του Αισχύλου

ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ: ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΕΥΕΞΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ

ΑΡXAIA ΕΛΛΗΝΙΚH ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ- ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Πώς Διηγούμαστε ή Αφηγούμαστε ένα γεγονός που ζήσαμε

Εισαγωγή. Ειρήνη Σταματούδη, LL.M., Ph.D. Διευθύντρια Ο.Π.Ι.

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Η συγγραφέας Πένυ Παπαδάκη και το «ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» Σάββατο, 21 Νοεμβρίου :20

Την ταινία αυτή, του Φίλιππου Κουτσαυτή, πρόβαλε την Παρασκευή που μας πέρασε (11.3 ου ) το πρώτο κρατικό κανάλι.

Αρχαίο Ελληνικό Δράμα: Αισχύλος - Σοφοκλής Ενότητα 01: Οι αρχές του δράματος

Θέματα Εξετάσεων Τελικής Εξεταστικής ΕΛΠ 31 Ακαδ. Έτος

Σπίτι μας είναι η γη

Αρχαίοι Έλληνες Ιστοριογράφοι Εισαγωγή

Η ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΛΕΩΝΙΔΑΣ Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ:

Κριτικη της Maria Kleanthous Kouzapa για το βιβλίο : " ΤΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ " του Γιώργου Παπαδόπουλου-Κυπραίου

Ας μελετήσουμε. Ιστορία Γ τάξης. Ιωάννης Ε. Βρεττός Επιμέλεια: Ερμιόνη Δελή

παρακαλώ! ... ένα βιβλίο με μήνυμα

ψ Ρ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕΤΩΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ -N^ ->5^ **' ΑΣΗΜΙΝΑ ΛΕΟΝΤΗ

1. Αρχαία Ελληνική Γλώσσα και Γραµµατεία

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ Ο ΛΟΓΟΣ» ΥΠΟΘΕΜΑ: ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ

ΟΔΥΣΣΕΙΑ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ

1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

Αν και η πρώτη αντίδραση από πολλούς είναι η γελοιοποίηση για τη ανάλυση τέτοιων θεμάτων, παρόλα αυτά τα ερωτηματικά υπάρχουν.

Scenario How-To ~ Επιμέλεια: Filming.gr Σελ. 1. Το σενάριο, είναι μια ιστορία, ειπωμένη σε κινηματογραφικές εικόνες.

Maria Gravani Open University of Cyprus

Θεοφανία Ανδρονίκου Βασιλάκη: "Θέλω κάποια στιγμή να γράψω ένα μυθιστόρημα που να έχει όλα τα είδη"

Eισαγωγή. H μεγαλύτερη ανακάλυψη της γενιάς μου είναι το γεγονός ότι ένας άνθρωπος μπορεί να αλλάξει τη ζωή του αλλάζοντας τη συμπεριφορά του.

ΟΙ ΑΘΛΗ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ Η ΖΩΝΗ ΤΗΣ ΙΠΠΟΛΥΤΗΣ

Ερμηνεία Αποκαλυπτικών κειμένων της Καινής Διαθήκης

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ. στην Έκφραση-Έκθεση Β Λυκείου Δεκέμβριος 2013

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 2017

Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, Αυτοβιογραφία

Κλαίρη Θεοδώρου: Στην Ελλάδα ο διχασμός καλά κρατεί

Τηλ./Fax: , Τηλ: Λεωφόρος Μαραθώνος &Χρυσοστόµου Σµύρνης 3,

Γιώργος Πολίτης: «Τα καταφέραμε σε πιο δύσκολες εποχές, θα τα καταφέρουμε και τώρα»

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΑ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ ΤΟΥ JOSTEIN GAARDER

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

Α.Π.Θ. Α.Π.Θ. Διά Βίου Μάθησης. Μάθησης. Ποίηση και Θέατρο Αρχαία Ελλάδα

Η ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΜΕΛΧΙΣΕΔΕΚ

Μεταξία Κράλλη! Ένα όνομα που γνωρίζουν όλοι οι αναγνώστες της ελληνικής λογοτεχνίας, ωστόσο, κανείς δεν ξέρει ποια

ΕΙΔΙΚΕΣ ΒΟΥΛΗΤΙΚΕΣ ΕΝΔΟΙΑΣΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ. Εισάγονται με τους συνδέσμους: ότι, πως, που

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΓΕΡΑΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Α ΤΕΤΡΑΜΗΝΟΥ ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΑΤΡΑ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ: Θέμα: Σύγκριση Παλαιών Νέων Θεάτρων

Διδακτική πρόταση 2 1 : Οι μετακινήσεις ανθρώπων σε άλλες περιοχές της γης κατά την Αρχαϊκή Εποχή

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΑΣ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΜΗΜΑ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΡΧΑΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ Πειρίθους Εισαγωγή - Κείμενο και Μετάφραση - Ερμηνευτικό υπόμνημα Διπλωματική Εργασία Γεωργία Στούμπανου Α.Μ. : 34 Επιβλέπων καθηγητής: Θεόδωρος Στεφανόπουλος Μέλη επιτροπής: Σταύρος Τσιτσιρίδης - Καθηγητής Αικατερίνη Αρβανίτη Επίκουρη Καθηγήτρια Πάτρα, 4 Οκτωβρίου 2012

2 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Α. Εισαγωγή 4 Το έργο 4 Α. Η πατρότητα του έργου 4 Β. Η χρονολόγηση 11 Γ. Η παράσταση 12 Δ. Τριλογία; 13 Περιεχόμενο του έργου 16 Α. Ο μύθος 16 Β. Dramatis personae 20 Γ. Ο Χορός 24 Δ. Η σκηνή 26 Ε. Η δομή του έργου - ανασύνθεση της πλοκής 29 Οι πάπυροι 36 Ο Κριτίας 38 α Η ζωή 38 β Συγγραφική δραστηριότητα 40 1. Γενικότερη συγγραφική δραστηριότητα 40 2.Ο Κριτίας ως τραγικός ποιητής 43 3. Το ύφος του Κριτία 45 Τα πρόσωπα του έργου 48 Β. Κείμενο Μετάφραση 49 ΥΠΟΘΕΣΙΣ 49 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 1 50 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 2 51 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 3 51 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 4 52 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 4a 52 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 5 55 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 6 56 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 7 57 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 8 60

3 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 9 60 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 10 61 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 11 61 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 12 61 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 13 62 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 14 62 Γ. Σχολιασμός και κριτική κειμένου 63 ΥΠΟΘΕΣΙΣ 63 Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ 75 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 1 77 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ 2-4 (Γενικά σχόλια) 89 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 2 91 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 3 97 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 4 104 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 4a 115 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 5 120 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 6 133 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 7 137 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 10 144 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 11 148 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ 12 152 Επίλογος 154 Appendix 156 Βιβλιογραφία 160

4 Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στόχος της παρόντος πονήματος είναι η παρουσίαση της αποσπασματικά σωζόμενης τραγωδίας Πειρίθους και η αναφορά σε όλα τα προβλήματα που απασχόλησαν τη φιλολογική έρευνα, η οποία διατρέχεται από ερωτήματα που ανακύπτουν συνήθως από την ενασχόληση με έργα αποσπασματικού χαρακτήρα, όπως η πλοκή, οι ήρωες που πρωταγωνιστούν και η πιθανή διάρθρωση της δομής της. Κυρίαρχο και πρωτεύον ερώτημα, ωστόσο, υπήρξε ευθύς εξαρχής για την τραγωδία Πειρίθους το θέμα της πατρότητας του έργου. Τέτοιου τύπου θέματα καθώς και πιθανές απαντήσεις παρουσιάζονται στην εργασία που ακολουθεί, μαζί με αναφορά σε προβλήματα που συνδέονται με την μελέτη του ίδιου του κειμένου και προκύπτουν μέσω της γραπτής παράδοσης και αναπαραγωγής του μέσα στους αιώνες που ακολούθησαν τη γέννησή του έως και σήμερα. ΤΟ ΕΡΓΟ Α. Η πατρότητα του έργου Η τραγωδία που φέρει τον τίτλο Πειρίθους, έχει διασωθεί σε αποσπασματική μορφή μέσα από το έργο αρχαίων συγγραφέων και σχολιαστών. Ο αριθμός των αποσπασμάτων, αν και μικρός, έχει σταθεί ικανοποιητικός για να καταστούν τα κομμάτια αυτά αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης. Το σημαντικότερο ζήτημα, ωστόσο, που έχει απασχολήσει την έρευνα σχετικά με αυτό το έργο είναι διαφορετικό και ιδιαίτερο και συνοψίζεται στο εξής ερώτημα: ποιος είναι ο συγγραφέας του Πειρίθου; Το ζήτημα της πατρότητας στην αρχαιότητα Ήδη από την αρχαιότητα, κάποια έργα που αποδίδονταν στον Ευριπίδη, νοθεύονταν. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τον Πειρίθου μαζί με τον Τέννη και τον Ραδάμανθυ, τα τρία αυτά έργα είτε θεωρούνταν ως μη γνήσια έργα του Ευριπίδη είτε αποδίδονταν συγκεκριμένα στον Κριτία. Στην αλεξανδρινή παράδοση για το βίο του Ευριπίδη, διαβάζουμε: τούτων νοθεύεται τρία <Τέννης, Ῥαδάμανθυς, Πειρίθους>,

5 ενώ ο Αθήναιος, στους Δειπνοσοφιστές 1, αμφιβάλλει σχετικά με την πατρότητα του έργου: ὁ τὸν Πειρίθουν γράψας, εἴτε/ Κριτίας ἐστὶν ὁ τύραννος ἢ Εὐριπίδης. Ένα άλλο τεκμήριο για την παράδοση των δραμάτων υπήρξε ένας κατάλογος σκαλισμένος σε μάρμαρο, ο Πειραϊκός κατάλογος των δραμάτων που χρονολογείται περί το 100 π.χ., θεωρείται ωστόσο, εξαιρετικά επισφαλής για την εξαγωγή κάποιων συμπερασμάτων. Ο κατάλογος είναι υπερβολικά φθαρμένος στο σημείο όπου παραδίδονται τα έργα του Ευριπίδη που αρχίζουν με το γράμμα Π, με αποτέλεσμα να καθίσταται αδύνατη κάθε εξαγωγή συμπεράσματος σχετικά με την ένταξη του έργου στην ποιητική παραγωγή του Ευριπίδη 2. Υπήρχαν, ωστόσο, και συγγραφείς που αποδέχονταν ως γνήσιο έργο του Ευριπίδη την τραγωδία Πειρίθους. Ο Ιωάννης Λογοθέτης και ο Γρηγόριος Κορίνθιος παραδίδουν το απ.1 3, ενώ το ίδιο απόσπασμα ανευρίσκουμε και στον Σχολιαστή του Τζέτζη αλλά και στον Ερμογένη. Στα Σχόλια των Ορνίθων του Αριστοφάνη παραδίδεται το απ.3, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Σάτυρος και ο Σχολιαστής στον Απολλώνιο τον Ρόδιο το απ.4, ο Πλούταρχος το απ.6, ο Στοβαίος τα απ.10, απ.11 και απ.12 και ο Ησύχιος τα απ.13 και απ.14. Από αυτά τα αποσπάσματα, παρατηρούμε πως για το μεν απ.6 παραδίδεται μόνο το όνομα του Ευριπίδη χωρίς να διευκρινίζεται το όνομα του δράματος από το οποίο προέρχεται, για το δε απ.11 παραδίδεται μόνο το όνομα του έργου, χωρίς αναφορά στο συγγραφέα. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως το μοναδικό από τα αποσπάσματα στο οποίο πιθανός συγγραφέας εμφανίζεται ο Κριτίας, είναι το απ.2, και πάλι ωστόσο παραδίδεται με το στίγμα της αμφιβολίας σχετικά με την πνευματική του πατρότητα. Επιπρόσθετα πρέπει να σημειωθεί πως τα απ.4a, 5, 7, 8 και 9 παραδίδονται απευθείας από πάπυρο 4, στερούμενα σχολίων από τους μελετητές της αρχαιότητας και ως εκ τούτου, συνδεόμενα με το έργο Πειρίθους με κριτήριο τη θεματική τους συνάφεια προς αυτό. Τέλος, ενδιαφέρον έχει να αναφερθεί πως είναι γνωστή σε μας μια τραγωδία με τον τίτλο Πειρίθους και συγγραφέα τον σύγχρονο με τον Ευριπίδη ποιητή Αχαιό. Το μοναδικό απόσπασμα που σώζεται είναι το απ.36 και αποτελείται από δύο λέξεις: «ἀμφερκῆ πίθον». Η 1 11,93,8-9 2 Βλ. Collard (2007) 58 3 Η αναφορά στα αποσπάσματα γίνεται σύμφωνα με την έκδοση του Snell TrGFI 43 CRITIAS F1-14 4 POxy 3531 για το απ.4a και POxy 2078 για τα απ. 5, 7, 8 και 9

6 γνώση της ύπαρξης και μιας άλλης τραγωδίας με τον ίδιο τίτλο προβληματίζει, ιδιαίτερα σε σχέση με τα αποσπάσματα για τα οποία δεν γίνεται λόγος σχετικά με τον συγγραφέα τους. οποιαδήποτε απάντηση όμως μοιάζει προς το παρόν αδύνατη. Σύμφωνα λοιπόν με τα παραπάνω, μπορούμε να παρατηρήσουμε πως οι αρχαίες πηγές, σχεδόν ομόφωνα, αποδέχονταν την ευριπίδεια πατρότητα του Πειρίθου και η αντίθετη άποψη δεν ήταν ευρέως παραδεδομένη. Είναι αλήθεια, βέβαια, πως δεν υπάρχουν ξεκάθαρα στοιχεία ή συγκεκριμένες μαρτυρίες που να αποδεικνύουν την ορθότητα της απόρριψης του Κριτία ως συγγραφέα του έργου στην αρχαιότητα. Το ζήτημα της πατρότητας στους νεότερους χρόνους Στη σύγχρονη φιλολογική έρευνα, η πιθανότητα το έργο να έχει γραφτεί από τον Κριτία δεν αποκλείστηκε αλλά, αντίθετα, αντιμετωπίστηκε ως έναυσμα για περαιτέρω μελέτη καταφέρνοντας να διχάσει τους μελετητές. Οι πρώτοι μελετητές που απέδωσαν τα αποσπάσματα στον Ευριπίδη ήταν ο Valckenaer [Diatribe in Euripides perditorum dramatum reliquias (1767) 197κ.ε.] και ο August Nauck που εκδίδει τα αποσπάσματα (TrGF 1856 1, 1889 2 ) αναγνωρίζοντάς τα ως ευριπίδεια. Κυρίαρχη φυσιογνωμία στο συγκεκριμένο θέμα υπήρξε ο Wilamowitz, ο οποίος, στην ουσία, δημιούργησε τη θεωρία που θέλει όχι μόνο τον Πειρίθου αλλά και τον Τέννη, τον Ραδάμανθυ καθώς και το σατυρικό δράμα Σίσυφος να συνιστούν μια τετραλογία με συγγραφέα τον Κριτία, γραμμένη κατά τη διάρκεια ή αμέσως μετά την εξορία του το έτος 407 π.χ. 5. Οι Herman Diels και Walter Kranz 6 αποδίδουν τα αποσπάσματα στον Κριτία, ενώ το ίδιο κάνει και ο Bruno Snell 7 και ο Richard Kannicht 8. Στον αντίποδα αυτής της θεωρίας βρέθηκε αρχικά, ο Kuiper 9, που προσπάθησε να αντικρούσει τη θεωρία του Wilamowitz. Με αυτόν συντάχθηκαν ο 5 Sutton D. F., (1981) 35 6 Diels Kranz (1952) 7 Snell B., (1986) 8 Στη Musa Tragica (1991) όπου εκδίδονται με τη συνεργασία του αποσπάσματα ελασσόνων ποιητών και αδέσποτα, το κείμενο του Πειρίθου αποδίδεται στον Κριτία. Στο TrGF vol.5 (editor Kannicht), στο οποίο περιέχονται αποσπάσματα του Ευριπίδη, υπάρχει το λήμμα (53) ΠΕΙΡΙΘΟΥC, που ακολουθείται από σχόλια σχετικά με την πατρότητα του έργου. 9 Kuiper J., (1907) pp. 356-359

7 Page 10 και ο Mette 11, ενώ αβέβαιοι σχετικά με το θέμα στάθηκαν μελετητές όπως ο Hunt [ed. POxy 2078 (1927)], o Schmid [ GGrL III(1970)], ο Cockle [CR 20(1970)] και άλλοι 12. Η αλήθεια μολαταύτα είναι πως το έργο του Wilamowitz πάνω στο θέμα αυτό, οι απόψεις και οι κρίσεις του, κυριάρχησαν στο πεδίο που εξετάζουμε, γεγονός που δικαιολογείται από την επιστημονική ισχύ του μεγάλου αυτού μελετητή. Σύμφωνα με τον Sutton, ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός πως αρκετοί σύγχρονοι συγγραφείς συμφωνούν με την άποψη πως ο Κριτίας είναι ο ποιητής του Πειρίθου. Ακόμα περισσότερο, παρατηρεί πως τα δεδομένα στην έρευνα έχουν αλλάξει μετά τη δημοσίευση του απ.1 αλλά και των άλλων παπυρικών ευρημάτων, με αποτέλεσμα να χρειάζεται μια αληθινή επανεκτίμηση των θεωριών του Wilamowitz και του Kuiper, που γράφηκαν σε προγενέστερο χρόνο. Στο βιβλίο του, Two Lost Plays of Euripides, επιθυμεί να αποδείξει ότι το έργο ανήκει στον Ευριπίδη. Αυτό το επιχειρεί και μέσα από το σχολιασμό των αποσπασμάτων, όπου ανευρίσκει παράλληλα κείμενα από τις τραγωδίες του Ευριπίδη αλλά και μέσα από τη συνεξέταση των προτάσεων άλλων φιλολόγων, τις οποίες συζητά και απορρίπτει. Ο Sutton, αρχικά, προτείνει κάποιους λόγους, οι οποίοι θα μπορούσαν να εξηγήσουν την απόδοση του έργου στον Κριτία 13. Ανατρέχοντας στους διαλόγους του Πλάτωνα 14, παρατηρεί πως υπάρχουν σ αυτούς κάποιες νύξεις για την ποιητική δραστηριότητα του Κριτία. Το επόμενο που τον απασχολεί, είναι η εξέταση του σατυρικού δράματος Σίσυφος, στο οποίο παρατηρεί πως, αν και έχει επιφανειακά κάποια χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στον τρόπο γραφής του Ευριπίδη, στην ουσία δεν θα έπρεπε να αποδοθεί το έργο σε αυτόν. Εάν λοιπόν γράφτηκε από τον 10 Page D. L. (1941) 11 Mette H. J. (1983) 12 βλ. Collard (2007) 64-67 13 Sutton D. F., (1987) 8 κ.ε. 14 Χαρμίδης 162 d 2-3: ὁ δ' (Κριτίας) οὐκ ἠνέσχετο, ἀλλά μοι ἔδοξεν ὀργισθῆναι αὐτῷ ὥσπερ ποιητὴς ὑποκριτῇ κακῶς διατιθέντι τὰ ἑαυτοῦ ποιήματα. Κριτίας 108 b 3-4 : προλέγω γε μήν, / ὦ φίλε Κριτία, σοὶ τὴν τοῦ θεάτρου διάνοια, ὅτι θαυμαστῶς ὁ πρότερος ηὐδοκίμηκεν ἐν αὐτῷ ποιητής, ὥστε τῆς συγγνώμης δεήσει τινός σοι παμπόλλης, εἰ μέλλεις αὐτὰ δυνατὸς γενέσθαι παραλαβεῖν.

8 Κριτία, τότε θα αποτελούσε αναγκαστικά μέρος μιας τριλογίας του ίδιου, εφόσον αυτή ήταν η τυπική διαδικασία ποιητικής παραγωγής τον 5 ο αιώνα. Επιπλέον το θέμα του αθηναϊκού πατριωτισμού 15 και της ευγενούς ανδρικής φιλίας 16 που διατρέχει τον Πειρίθου, έχει γίνει αντικείμενο πραγμάτευσης και στη συμποσιακή ποίηση του Κριτία και τον ενδιέφερε αρκετά 17. Ο ίδιος φαίνεται πως ήταν ένα ενεργό μέλος της κοινωνίας του ανδρώνα, όπου και κυριαρχούσε η αντρική φιλία, με σχέσεις που καθόριζαν ακόμα και τις πολιτικές επιλογές των μελών αυτού του κοινωνικού κύκλου, ενώ χαρακτηριστική δραστηριότητά τους υπήρξε το συμπόσιον 18. Τέλος, η μελέτη της ίδιας της τραγωδίας Πειρίθους φαίνεται πως αποκαλύπτει ένα τουλάχιστον μη ευριπίδειο χαρακτηριστικό: στην περίπτωση που αποδεχθούμε πως το απόσπασμα 1 αποτελεί τον πρόλογο του έργου, τότε ερχόμαστε αντιμέτωποι με μιαν αφηγηματική τεχνική που δεν επέλεγε ο Ευριπίδης για την εισαγωγή των έργων του, δηλαδή το διάλογο. Περνώντας στον αντίποδα, ο Sutton εξετάζει σχολαστικά το έργο κάτω από συγκεκριμένα πρίσματα, όπως το ύφος του ποιητή και πώς αυτό διαμορφώνεται μέσα από την επιλογή λέξεων και φράσεων 19, η διάνοια των προσώπων που συμμετέχουν, οι λεπτομέρειες δραματικής τεχνικής που μπορούν να εντοπιστούν καθώς και η σχέση ανάμεσα στον Πειρίθου, τον Ηρακλή και τους αριστοφανικούς Βατράχους. Θεωρεί πως τα αποδεικτικά στοιχεία στον Πειρίθου οδηγούν σε ένα ακλόνητο συμπέρασμα για την ευριπίδεια πατρότητά του. Ο αριθμός των συμπτώσεων στην επιλογή και χρήση των λέξεων που ανευρίσκει ανάμεσα στο έργο του Ευριπίδη εξεταζόμενο στο σύνολό του, και στην τραγωδία Πειρίθους είναι κατά τη γνώμη του εντυπωσιακός 20. Στο ίδιο σημείο του έργου του θεωρεί για το λόγο αυτό πως βρισκόμαστε 15 Ας σκεφτούμε την παρουσίαση του Θησέα ως εθνικού ήρωα της Αττική στο απ.7. 16 Ο τρόπος με τον οποίο συνομιλούν ο Θησεάς και ο Ηρακλής στο απ.7, αλλά και οι γενικότερες επιλογές και των δύο, με βάση το μύθο. 17 Βλ. παρακάτω το κεφ. «Ο Κριτίας», όπου αντιλαμβανόμαστε πως και το απόσπασμα για τον Ανακρέοντα, και το ποίημα για τον Αλκιβιάδη αλλά και τα αποσπάσματα από την Πολιτεία των Λακεδαιμονίων (έμμετρο και πεζό) φανερώνουν την επιρροή του περιβάλλοντος του ανδρώνα. 18 Humphreys S.C., (1983) 16-18 19 Το θέμα αυτό θα παρουσιασθεί σε κάθε απόσπασμα ξεχωριστά, με καταγραφή επιλεγμένων σχολίων από το έργο του Sutton D. F., (1987). 20 Sutton D. F. (1987) 60

9 αντιμέτωποι με μια δυνατότητα επιλογής μπορούμε να υποθέσουμε πως το έργο ανήκει στον Κριτία, ο οποίος, όντας προικισμένος με μια οξεία ακοή και μια δυνατή μνήμη, αποθησαύρισε όλα τα ευριπίδεια χαρακτηριστικά ποιητικής έκφρασης και τα αξιοποίησε προσφυώς. Πόσο εύκολη θα ήταν όμως μια τέτοιου είδους μιμητική αναπαράσταση; Ο ίδιος τη θεωρεί μάλλον απίθανη. Η ίδια σκέψη για τον τρόπο γραφής του Κριτία αντιμετωπίζει και μια αντικειμενική δυσκολία: κάποιες παράλληλες εκφράσεις θα πρέπει να έχουν αντληθεί από ευριπίδειο υλικό όψιμης περιόδου, γεγονός που θα ανάγκαζε τον Κριτία να έχει συγγράψει το έργο προς το τέλος του 5 ου αιώνα, πράγμα που θα ήταν μάλλον απίθανο. Η εναλλακτική πρόταση του Sutton στηρίζεται στην άποψη πως τα αποσπάσματα του Πειρίθου είναι ευριπίδεια και ακολουθούν την τακτική του ίδιου του συγγραφέα που συνήθιζε να επαναλαμβάνει τη χαρακτηριστική φρασεολογία του σε διαφορετικά έργα του, έργα που συχνά απείχαν χρονικά μεταξύ τους. Οι παρατηρήσεις του σχετικά με το ύφος, τα συναισθήματα των ηρώων και τη δραματική τεχνική του ποιητή θα ενταχθούν στο σχολιασμό κάθε αποσπάσματος ξεχωριστά 21. Εδώ, θα ολοκληρώσουμε τη συζήτηση σχετικά με την πατρότητα του έργου, αναφερόμενοι στη σχέση που θα μπορούσε να υπάρχει ανάμεσα στον Πειρίθου και τους Βατράχους. Η πιθανή σχέση του Πειρίθου με τον Ηρακλή, που αποτελεί ένα επιπλέον επιχείρημα υπέρ της συγγραφής του Πειρίθου από τον Ευριπίδη, θα συζητηθεί στο κεφάλαιο που σχετίζεται με την τριλογία. Βάτραχοι. Ο Wilamowitz 22 θεώρησε πως οι Βάτραχοι του Αριστοφάνη παρωδούν τον Πειρίθου. Ειδικότερα, μετά την έκδοση του απ.1 και των παπύρων, η μελέτη τους αποκαλύπτει περισσότερα κοινά στοιχεία. Και τα δύο έργα περιλαμβάνουν έναν Χορό Μυστών στους Βατράχους παρακολουθούμε τον Διόνυσο- Ηρακλή να επισκέπτεται τον Κάτω Κόσμο και να έχει έναν διάλογο με τον Αιακό, όπως αντίστοιχα στον Πειρίθου, ενώ γενικότερα το θέμα κινείται γύρω από τη διάσωση κάποιου που είναι παγιδευμένος 21 Κριτική για τη μεθοδολογία του συγκεκριμένου βιβλίου έχουν διατυπώσει ο E.M. Craik, CR 38(1988) 339-400 και η A.M.Harder, Mnem. 43 (1990) 204-5. 22 Wilamowitz (1875).

10 στον Κάτω Κόσμο, άρα βρισκόμαστε στην περίπτωση της παρωδίας καταστάσεων, που υπήρξε μια τεχνική του Αριστοφάνη. Το κοινό επομένως, θα μπορούσε, παρακολουθώντας την κωμωδία, να φέρει στο μυαλό του την τραγωδία. Εντύπωση βέβαια, προκαλεί το γεγονός πως οι αρχαίοι Σχολιαστές της κωμωδίας δείχνουν να αγνοούν την τραγωδία Πειρίθους. Επιπρόσθετα ο Sutton, παρατηρεί πως το περιεχόμενο της σκηνής Ηρακλή και Αιακού δεν διακρίνεται για τη θεματική του εγγύτητα, ενώ τόσο το μέτρο που χρησιμοποιείται στην Πάροδο του Χορού του Πειρίθου, όσο και το περιεχόμενο των λόγων του, δείχνουν να μην συνδέονται με τα αντίστοιχα στοιχεία του Χορού των Βατράχων. Χωρίς να αμφισβητήσει κάποιος την ορθότητα των παρατηρήσεων του Sutton, δεν μπορεί εντούτοις να παραβλέψει τα κοινά χαρακτηριστικά των δύο έργων και να αναλογιστεί ταυτόχρονα πως, εφόσον στην περίπτωση των Βατράχων έχουμε να κάνουμε περισσότερο με μια παρωδία καταστάσεων και λιγότερο με μια παρωδία λεπτομερειακής λεκτικής μίμησης δραματικών έργων, δεν θα ήταν σκόπιμο να σταθούμε σε αντίστοιχες διαπιστώσεις με αυτές στις οποίες οδηγείται ο Sutton. Στερεότερο είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει σχετικά με το θέμα που μας απασχολεί στο συγκεκριμένο κεφάλαιο: η ενδεχόμενη διακωμώδηση του Πειρίθου στους Βατράχους, ευνοοεί την απόδοση του έργου στον Ευριπίδη. Ο Wilamowitz, ως γνωστόν, αποδίδει το έργο στον Κριτία μολαταύτα, δεν θα ήταν πιθανότερο ο Αριστοφάνης να παρωδεί ένα ευριπίδειο έργο σε μια κωμωδία που έχει τόσο πολύ να κάνει με τον Ευριπίδη; Ειδικότερα, εάν σκεφτούμε πώς αξιοποιείται το θέμα της καθόδου ενός ήρωα στον Άδη με στόχο τη διάσωση κάποιου προσώπου, που στους Βατράχους δεν είναι άλλο από τον ίδιο τον Ευριπίδη. Πολύ έξυπνα ο Αριστοφάνης, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μια διαδικασία επαναφοράς από τον Άδη για τον Ευριπίδη, όπως και ο τελευταίος είχε χρησιμοποιήσει για τους ήρωες του έργου του. Ο Sutton παραδέχεται πως ο Mette πλησίασε ενδεχομένως σε μια πιθανή εξήγηση όταν πρότεινε πως το έργο γράφτηκε μεν από τον Ευριπίδη, είτε όμως μετά από επιταγή του Κριτία είτε ως μια τιμητική προσφορά στον τρόπο σκέψης του. Αυτή η πρόταση θα μπορούσε να ευσταθεί, αν δεχόμασταν ως δυνατή την υπόθεση πως ο Κριτίας (460-403) με την ιδιότητα του χορηγού ανέθεσε στον Ευριπίδη (480-406) τη συγγραφή του έργου. Η καθαρή απάντηση μολαταύτα είναι χαμένη για πάντα στο πέρασμα του χρόνου.

11 Β. Η χρονολόγηση του έργου Το σύνολο των στίχων της τραγωδίας Πειρίθους, που έχουν διατηρηθεί ανέπαφοι και υπόκεινται σε μελέτη, είναι μάλλον ανεπαρκές ώστε να μας οδηγήσει με βεβαιότητα σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με την χρονολόγηση του έργου. Μια οδός που μπορεί να οδηγήσει σε κάποια πρόταση σχετικά με τον χρόνο γραφής του έργου, είναι το μέτρο το οποίο χρησιμοποιείται από τον ποιητή. Στην περίπτωση των αποσπασμάτων του Πειρίθου, ο αριθμός των ιαμβικών στίχων παραπέμπουν σε έργο του τέλους της δεκαετίας του 430 ή ίσως της αρχής της δεκαετίας του 420. Κατά τη γνώμη του Sutton τα ιαμβικά τρίμετρα που κυριαρχούν στον Πειρίθου δείχνουν πως είναι προγενέστερο έργο από τις Τρωάδες, για παράδειγμα, του 415, ειδικά καθώς από το έργο αυτό και μετά εμφανίζονται στις τραγωδίες του Ευριπίδη τροχαϊκά τετράμετρα, που δεν υπάρχουν στον Πειρίθου. Ο Mette 23, που συμφωνεί με τη θεωρία του Wilamowitz σχετικά με την σύνδεση των Βατράχων και του Πειρίθου, προσπαθεί να συμπεράνει το πιθανό έτος γραφής του Πειρίθου αναλογιζόμενος το χρόνο παράστασης των Βατράχων, με τους οποίους ο Αριστοφάνης κέρδισε το πρώτο βραβείο στα Λήναια το 405 π.χ. Στην κωμωδία αυτή, παρέχεται η πρώτη απτή αναφορά, κατά τη γνώμη του, στην τραγωδία Πειρίθους, μέσα από το διάλογο του Διονύσου- Ηρακλή με τον Αιακό, που παρωδεί στην πραγματικότητα τον αντίστοιχο διάλογο που είχε ο πανελλήνιος ήρωας με τον θυρωρό του Κάτω Κόσμου, στο απόσπασμα 1 της τραγωδίας. Και αυτός, ωστόσο, διαπιστώνει πως η μετρική του έργου παραπέμπει σε παλαιότερη εποχή. Ο Collard 24, παρατηρώντας και αυτός με τη σειρά του πως τα περιορισμένα σε αριθμό στίχων αποσπάσματα δεν προσφέρουν αξιόπιστα δείγματα για στατιστικού τύπου μετρήσεις που θα αποδείκνυαν τη μετρική ενός έργου, αναφέρει την άποψη του Cropp σχετικά με τον Πειρίθου: οι 6 αναλύσεις σε περίπου 320 ιαμβικούς πόδες αποτελούν μιαν ένδειξη πως το έργο, κάτω από το πρίσμα της ευριπίδειας παραγωγής, είναι απίθανο να έχει γραφεί αργότερα από το 420 π.χ. και μάλλον αδύνατο να έχει συμβεί αυτό μετά το 416. Στον Ευριπίδη, η συχνότητα ανάλυσης των 23 Mette H. J., (1983) 15 24 Collard (2007) 62

12 πρώτων κύριων θέσεων του ιαμβικού τριμέτρου αυξάνεται σταθερά από την εποχή συγγραφής του Ιππόλυτου (428) έως και τον Ορέστη (408), στον οποίο, όπως σημειώνει ο West 25, περίπου το 35% των τριμέτρων εμφανίζει ανάλυση η συχνότητα αυτής επομένως, παρέχει ένα κριτήριο για την χρονολόγηση των έργων του Ευριπίδη. Το μετρικό πρότυπο του έργου είναι πιθανώς ευριπίδειο, όχι όμως βέβαιο. Το σίγουρο είναι πως η στιχουργία δεν μας αποκαλύπτει κάτι σχετικά με την ποιητική γραφή του Κριτία. Γ. Η παράσταση του έργου Το θέμα της παράστασης της τραγωδίας Πειρίθους δεν είναι δυνατόν να αποσυνδεθεί από το πρόβλημα της πατρότητας του έργου. Στην περίπτωση που δεχθούμε πως το έργο ανήκει στον Ευριπίδη, τότε τόσο η χρονολόγηση του έργου όσο και οι γνώσεις μας σχετικά με τις παραστάσεις του αρχαίου δράματος στην κλασική Αθήνα αλλά και την αποδεδειγμένη συμμετοχή του ποιητή στις μεγάλες δραματικές γιορτές προς τιμήν του Διονύσου, μας παραπέμπουν σε ένα σταθερό, ως ένα βαθμό, συμπέρασμα το έργο θα διδάχθηκε στα Μεγάλα ή εν άστει Διονύσια και θα συνιστούσε το ένα από τα υποχρεωτικά τρία σε αριθμό, δράματα με τα οποία ο Ευριπίδης συμμετείχε στον ποιητικό αυτό διαγωνισμό. Ρητή μαρτυρία για τον χρόνο διδασκαλίας του δράματος, δυστυχώς, δεν υπάρχει. Στην αντίθετη περίπτωση, τα πράγματα συσκοτίζονται η ιδιότητα του Κριτία ως δραματικού ποιητή, που θίγεται με κάποιες νύξεις και στο έργο του Πλάτωνα, θα σήμαινε πως συμμετείχε στους δραματικούς αγώνες με τις προϋποθέσεις που ορίζονταν για όλους τους διαγωνιζόμενους. Δυστυχώς, μαρτυρίες που να αποσαφηνίζουν αυτό το θέμα δεν υφίστανται. Ο Sutton, με κριτήριο την άποψή του πως από τα έργα που έχουν αποδοθεί στον Κριτία μόνο το σατυρικό δράμα Σίσυφος θα μπορούσε να έχει γραφεί από αυτόν, εξετάζει την πιθανότητα η δραματική παραγωγή του Κριτία να περιοριζόταν σε μεμονωμένα έργα που είτε γράφονταν για να παρασταθούν στα τοπικά φεστιβάλ των Δήμων της Αθήνας είτε ακόμα και προορίζονταν για ιδιωτική παράσταση σε οικίες πλούσιων Αθηναίων. Εάν δεν αντιμετωπίσουμε αρνητικά αυτή την εκδοχή, δεδομένης της έλλειψης αποδεικτικών 25 West M.L., (2004) 39

13 στοιχείων σχετικά με την τύχη της ποιητικής παραγωγής του Κριτία, θα μπορούσαμε να προεκτείνουμε, εντελώς εικοτολογικά το δίχως άλλο, την προοπτική αυτού του είδους παράστασης και για τον Πειρίθου, εφόσον αυτός αποτελούσε ποιητικό γέννημα του Κριτία. Ο ζοφερός πολιτικός ρόλος του ανθρώπου αυτού εξάλλου, λειτουργούσε ήδη από την εποχή του αρνητικά και δεν θα ήταν διόλου απίθανο να είναι αποδεκτή η λογοτεχνική παραγωγή του αποκλειστικά και μόνο μέσα στα στενά πλαίσια των αριστοκρατικών κύκλων των οποίων αποτελούσε κραταιό μέλος. Η αντίδραση επομένως, του ευρύτερου κοινού δεν θα ήταν εύκολο να αποσυνδεθεί από τη συνολικότερη παρουσία του στην πόλη, καθιστώντας δύσκολη δηλαδή μια ιδιαίτερα ευνοϊκή μεταχείριση του έργου του, και αυτή η διάσταση δεν είναι εύκολο να παραβλεφθεί. Δ. Τριλογία; Ο H. J. Mette 26 ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την τραγωδία του Ευριπίδη Ηρακλής, εντοπίζοντας ομοιότητες στην πραγμάτευση του θέματος του έργου ανάμεσα στον Πειρίθου και σε αυτήν. Ειδικότερα, εστιάζει σε συγκεκριμένα τμήματα του έργου για να υποστηρίξει τη θεματική συνάφεια η οποία ευνοεί την απόδοση στον Ευριπίδη και των δύο τραγωδιών. Πιο συγκεκριμένα, παρακολουθεί το στίχο 613, όπου ο Ηρακλής λέει στον Αμφιτρύωνα πώς αντιμετώπισε με επιτυχία τον Κέρβερο, επειδή για καλή του τύχη είδε τα όργια των Ελευσίνιων Μυστών 27. Στη συνέχεια, στους στίχους 618-621, ο Ηρακλής, αιτιολογώντας την μακρά παραμονή του στον Κάτω Κόσμο, αναφέρεται στη διάσωση του Θησέα από τον ίδιο, ενώ παράλληλα στην τελευταία σκηνή του έργου τονίζεται ο ρόλος του Ηρακλή ως διασώστη του Θησέα, ο οποίος με τη σειρά του, ενθυμούμενος την παρελθούσα οφειλή του (στίχος 1222, ὅτ ἐξέσωσάς πάρα) στον πανελλήνιο ήρωα, τον προτρέπει να διαχειριστεί ορθολογιστικά τη συμφορά και να αποδεχτεί την έμπρακτη και ανιδιοτελή από μέρους του φιλική στήριξη. Τέλος, στο στίχο 1298, γίνεται μια αναφορά στον πατέρα του Πειρίθου, Ιξίονα. 26 Mette H. J., (1983) 27 613Ηρ. μάχηι τὰ μυστῶν δ' ὄργι' εὐτύχησ' ἰδών.

14 Αξίζει να σταθούμε στην τελευταία σκηνή του έργου (1169κ.ε.) εκεί, εξαίρεται η φιλία του Ηρακλή και του Θησέα, κάνοντας αναπόφευκτη τη θεματική σύγκριση με τον Πειρίθου, καθώς και σε αυτή την τραγωδία φαίνεται πως κυριαρχούσε το θέμα της φιλίας ανάμεσα σε εξαιρετικά ευγενείς ψυχές. Οι παρατηρήσεις αυτές οδήγησαν το Mette στη διατύπωση μιας εύλογης πρότασης: όπως ακριβώς τα έργα Αλέξανδρος, Παλαμήδης και Τρωάδες δημιουργήθηκαν το 415 και συγκροτούσαν μια θεματικώς συνεχόμενη τριλογία, έτσι και ο Πειρίθους και ο Ηρακλής δημιουργήθηκαν μαζί και ίσως θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν ως ένα είδος διλογίας. Ο όρος διλογία ηχεί παράξενα, στην περίπτωση που δεν αγνοήσουμε τον κανόνα της τριλογίας που ακολουθούνταν υποχρεωτικά από τους ποιητές που συμμετείχαν στους δραματικούς αγώνες. Οπωσδήποτε, η θεματική των έργων που εξετάζουμε διακρίνεται σαφώς για τη δυνατότητα που προσφέρει στη δημιουργία σειράς έργων που αλληλοσυμπληρώνονται. Ο Ηρακλής αρχίζει εκεί όπου ο Πειρίθους τελειώνει τη στιγμή που αρχίζει η τραγωδία Ηρακλής, ο ήρωας έχει φέρει ήδη σε πέρας τους έντεκα άθλους του και απομένει μόνο ο τελευταίος, να φέρει δηλαδή από τον κάτω κόσμο τον Κέρβερο. Κατά τη διάρκεια της μεγάλης απουσίας του Ηρακλή στον Άδη, όπου είχε κατέβει με εντολή του Ευρυσθέα για να φέρει τον Κέρβερο, μαθαίνουμε πως ένας από τους λόγους της εκεί χρονοβόρας παραμονής του, στάθηκε η διάσωση του Θησέα, ο οποίος γύρισε στη συνέχεια χαρούμενος στην Αθήνα 28. Το έργο, παρουσιάζει επίσης την εναγώνια προσπάθεια του Θησέα να ανταποδώσει την ευεργεσία που είχε δεχθεί από τον Ηρακλή, μέσα σ ένα πλαίσιο που διαγράφει με ηρωικούς τόνους την μεγαλοπρεπή φιλία τους. Ο Θησέας εμφανίζεται την πιο κρίσιμη στιγμή της ζωής του Ηρακλή, την ώρα που αυτός εξετάζει το λυτρωτικό για τον ίδιο ενδεχόμενο της αυτοκτονίας, και του δείχνει άλλο δρόμο: το ηρωικό ήθος του Ηρακλή δεν θα επικυρωθεί με την αυτοκτονία αλλά με την αντοχή να συνεχίσει τη ζωή του μέσα στις αδιάκοπες τύψεις που θα τον τυραννούν. Μερικοί κατέταξαν το έργο στα πολιτικό-πατριωτικά. Βέβαια, βρίσκουμε ένα γνήσιο Αθηναίο ανθρωπιστή 28 618 Αμ. χρόνον δὲ πῶς τοσοῦτον ἦσθ' ὑπὸ χθονί; Ηρ. Θησέα κομίζων ἐχρόνισ' <ἐξ> Ἅιδου, πάτερ. 620 Αμ. καὶ ποῦ 'στιν; ἦ γῆς πατρίδος οἴχεται πέδον; Ηρ. βέβηκ' Ἀθήνας νέρθεν ἄσμενος φυγών.

15 και φωτισμένο Θησέα, που όμως δεν είναι εκφραστής της Αθηναϊκής μεγαλοψυχίας, με την έννοια που τον συναντάμε στις Ἱκέτιδες και στους Ἡρακλεῖδες του Ευριπίδη. Εδώ εμφανίζεται κυρίως ως συμπαραστάτης και βοηθός στα δεινά του φίλου του, ανταποδίδοντας την οφειλόμενη χάρη. Η πιθανότητα σύνδεσης των δύο έργων θα ήταν δυνατό να ενισχυθεί από την εξέταση του μέτρου που κυριαρχεί στα δύο έργα. Ο Ἡρακλῆς χρονολογείται ανάμεσα στα 421 και 415 π.χ. Η μετρική του έργου, πρωτίστως τα τροχαϊκά δηλαδή τετράμετρα, αρχαϊστικό χαρακτηριστικό των όψιμων έργων του Ευριπίδη, το τοποθετούν μάλλον κοντά στις Τρωάδες του 415. Η εντύπωση που σχηματίζει κανείς είναι πως η συγγραφή διαδοχικών έργων είναι πιο λογικό να γίνεται από τον ίδιο ποιητή, επομένως και για τις δύο τραγωδίες πρέπει να στραφούμε προς τον Ευριπίδη. Τέλος, ένα αναπάντητο ερωτηματικό πλανάται, σχετικά με το τρίτο έργο που θα οδηγούσε σε τριλογία - και όχι διλογία. Είναι γνωστό ότι ο Ευριπίδης είχε συγγράψει την τραγωδία Ιξίων, που τοποθετείται χρονικά στα 412 από τον Jacoby (FGrHist III b Suppl. 1, 584), ενώ χρονολογείται γύρω στο 420 από τον Webster (T. B. L. Webster: The Tragedies of Euripides, London: Methuen, 1967, p. 160). Κεντρικό θέμα του έργου ήταν η ασέβεια του Ιξίονα προς τους θεούς και η παραδειγματική τιμωρία του. Η σύνδεση των δύο έργων στο πλαίσιο της μυθολογικής παράδοσης είναι σαφής, η ένταξή τους όμως σε μια τριλογία δεν μπορεί να υποστηριχθεί με βεβαιότητα. Αξιοπρόσεχτο παραμένει το γεγονός ότι και σ αυτή την τραγωδία ο πρωταγωνιστής ήταν καθηλωμένος στη σκηνή, δέσμιος πάνω σε έναν τροχό, όπως ακριβώς επέτασσε η τιμωρία που του είχαν επιβάλει οι θεοί. Ο Πλούταρχος μάλιστα, στα Ηθικά 14d-37b αναφέρει πως ο Ευριπίδης, κατηγορούμενος για την παρουσίαση ενός ανίερου πρωταγωνιστή στη σκηνή, απάντησε πως φρόντισε να τον καθηλώσει στο όργανο του μαρτυρίου από την αρχή της παράστασης: ὁ Εὐριπίδης εἰπεῖν λέγεται πρὸς τοὺς τὸν Ἰξίονα λοιδοροῦντας ὡς ἀσεβῆ καὶ μιαρόν, οὐ μέντοι πρότερον αὐτὸν ἐκ τῆς σκηνῆς ἐξήγαγον ἢ τῷ τροχῷ προσηλῶσαι. Κλείνοντας αυτή τη συζήτηση, θα αναφερθούμε και στη σκέψη των μελετητών σχετικά με τη δραματική κατηγορία στην οποία θα έπρεπε να ενταχθεί ο Πειρίθους.

16 Άγνωστο και υποκείμενο σε αμφισβήτηση παραμένει το ζήτημα: το έργο ήταν τραγωδία ή σατυρικό δράμα; Ο συσχετισμός του με την τραγωδία Προμηθεύς Δεσμώτης, από την άποψη της παρουσίασης ενός δέσμιου ήρωα στη σκηνή, ευνοεί την αποδοχή του Πειρίθου ως τραγωδίας. Για τους Collard Cropp 29, η πρόκληση βρίσκεται στις σκηνές των Βατράχων που παρωδούν τον Πειρίθου και πιο συγκεκριμένα στη συνάντηση του Διονύσου Ηρακλή με τον Αιακό. Μια άλλη πρόταση, τέλος, που συνδέεται με το θέμα της πατρότητας του έργου, παρατηρεί πως εάν ο Πειρίθους είναι ποιητικό δημιούργημα του Ευριπίδη, τότε θα μπορούσε να έχει μια οιωνεί «σατυρική» μορφή, όπως και η Άλκηστη. 2. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ Α. Ο Μύθος Στην Ιλιάδα ο Πειρίθους αναφέρεται ως γιός του Δία και του Ιξίονα. Ανήκει στο γένος των Λαπιθών από την πλευρά του πατέρα του. Είναι ήρωας Θεσσαλικής καταγωγής που προοδευτικά ενσωματώθηκε στον μύθο του Θησέα. Τα κυριότερα επεισόδια του μύθου του Πειρίθου συνοψίζονται στα ακόλουθα: Η συμμετοχή του στο κυνήγι του Καλυδώνιου κάπρου δίπλα στον Μέλαγρο. Στο επεισόδιο αυτό ο Πειρίθους εμφανίζεται ως ένας από τους κυνηγούς, χωρίς ιδιαίτερα ενεργητικό ρόλο. Ο γάμος του με την Ιπποδάμεια Κενταύρων και η μάχη εναντίον των Ήδη στην Ιλιάδα ο Πειρίθους θεωρούνταν ο νικητής των Κενταύρων. Σύμφωνα με μια παράδοση η Ιπποδάμεια ήταν συγγενής των Κενταύρων και για αυτόν τον λόγο ο 29 Collard Cropp (2008) 639

17 Πειρίθους τους είχε καλέσει στον γάμο του. Ο Πειρίθους όμως συγγένευε με τους Κενταύρους και από την πλευρά του πατέρα του (οι Κένταυροι είχαν γεννηθεί από τούς έρωτες του Ιξίονα και ενός σύννεφου). Σε κάθε περίπτωση, οι Κένταυροι, οι οποίοι δεν είχαν συνηθίσει να πίνουν κρασί, βρέθηκαν γρήγορα μεθυσμένοι. Ένας Κένταυρος, ο Εύρυτος (ή Ευρυτίωνας), προσπάθησε να βιάσει την Ιπποδάμεια, τη μνηστή του Πειρίθου. Η συμπλοκή γενικεύτηκε με αποτέλεσμα να χαθούν πολλοί και από τις δύο πλευρές. Νικητές στο τέλος αποδείχτηκαν οι Λαπίθες και εξανάγκασαν τους Κενταύρους να εγκαταλείψουν την Θεσσαλία. Λέγεται επίσης πως στη μάχη αυτή πήρε μέρος και ο Θησέας που από τότε ήταν φίλος του Πειρίθου. Εικόνα 4: Ο Απόλλων από το δυτικό αέτωμα του ναού του Δία στην Ολυμπία, περίπου 460 π.χ. (αυστηρός ρυθμός). Η ανάγλυφη παράσταση περιγράφει τη θεσσαλική παραλλαγή του θέματος της Κενταυρομαχίας, δηλαδή την απόπειρα απαγωγής των Λαπιθών από τους Κενταύρους στο γάμο του Πειρίθοου. Κεντρική μορφή είναι ο Απόλλωνας που πλαισιώνεται από τον Πειρίθου στα δεξιά και τον Θησέα στα αριστερά. Ο Πειρίθους ορμά με σηκωμένο το σπαθί του κατά του Ευρυτίωνα που έχει αρπάξει τη νύφη. Ο Θησέας είναι έτοιμος να χτυπήσει έναν Κένταυρο με έναν πέλεκυ για να ελευθερώσει μια Λαπιθίδα. Στις γωνίες του αετώματος τη μάχη παρακολουθούν με αγωνία ξαπλωμένες Λαπιθίδες. Ο Παυσανίας αναφέρει ως γλύπτη τον Αλκαμένη, όμως πιθανότατα κάνει λάθος. Η σπουδαία Κενταυρομαχία απεικονίζεται επίσης στις μετόπες του Παρθενώνα και του Θησείου στην Αθήνα και στη ζωφόρο του ναού του Επικούρειου Απόλλωνα στις Βάσσες στην Πελοπόννησο.

18 Η συνάντηση του Πειρίθου με τον Θησέα Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, όταν ο Πειρίθους άκουσε τα κατορθώματα του Θησέα, θέλησε να τον βάλει σε δοκιμασία κλέβοντάς του τα κοπάδια του που έβοσκαν στην περιοχή του Μαραθώνα. Όταν όμως οι δύο νέοι συναντήθηκαν, γοητεύτηκαν ο ένας από την ομορφιά του άλλου. Εκεί λοιπόν που αναμένονταν να ξεκινήσει η μάχη, ο Πειρίθους προσφέρθηκε να αποζημιώσει τον Θησέα για τα κοπάδια που του είχε κλέψει και δήλωσε πως γίνεται σκλάβος του. Ο Θησέας όμως, εκτιμώντας την φιλοτιμία του αρνήθηκε την προσφορά και δήλωσε πως διαγράφει την άνομη πράξη του Πειρίθου. Έκτοτε οι ήρωες βρίσκονταν δεμένοι με φιλία που σφραγίστηκε με όρκο. Η απαγωγή της Ελένης και η κάθοδος στον Άδη Οι δύο φίλοι είχαν ορκιστεί να δώσουν ο ένας στον άλλον για γυναίκα μια κόρη του Δία αφού και οι δυο τους ήταν γιοί των δύο μεγαλύτερων θεών, ο Θησέας του Ποσειδώνα και ο Πειρίθους του Δία. Ο Θησέας αποφάσισε να παντρευτεί την Ελένη και ο Πειρίθους την Περσεφόνη. Ξεκίνησαν λοιπόν με την απαγωγή της Ελένης. Ο Θησέας και ο Πειρίθους πήγαν στην Σπάρτη και απήγαγαν την Ελένη την ώρα που εκτελούσε ένα λατρευτικό χορό στο ναό της Ορθίας Άρτεμης, προκαλώντας, όπως ήταν φυσικό καταδίωξη σε βάρος τους. Όταν οι διώκτες τους όμως σταμάτησαν στην Τεγέα, οι δύο σύντροφοι, ασφαλείς τώρα πια, αποφάσισαν να βάλουν την Ελένη σε κλήρο και ο ευνοημένος να βοηθήσει τον άλλον να κατακτήσει την Περσεφόνη. Την Ελένη πήρε ο Θησέας και την οδήγησε στην Άφιδνα με μεγάλη μυστικότητα αφήνοντάς τη να τη φυλάει η μητέρα του Αίθρα, καθώς η Ελένη δεν ήταν ακόμη σε ηλικία γάμου. Ο Θησέας έφυγε για να εκπληρώσει την υπόσχεσή του σχετικά με την κατάκτηση της Περσεφόνης. Κατά την διάρκεια της απουσίας του όμως τα αδέλφια της Ελένης, οι Διόσκουροι εισέβαλαν στην Αττική, έμαθαν πού κρύβεται η Ελένη, κατέλαβαν την πόλη και οδήγησαν την Αίθρα στην αιχμαλωσία. Στο μεταξύ, στον Κάτω Κόσμο, ο Θησέας και ο Πειρίθους έπεσαν θύματα του θράσους τους. Ο Άδης φαινομενικά τους υποδέχτηκε φιλόξενα και τους κάλεσε να καθίσουν στο τραπέζι του, για να πάρουν μέρος σε ένα συμπόσιο. Όταν όμως κάθισαν στη θέση τους, δεν μπόρεσαν πια να σηκωθούν και έτσι έμειναν

19 φυλακισμένοι. Όταν ο Ηρακλής κατέβηκε στον κάτω κόσμο, θέλησε να τους απελευθερώσει. Μόνο ο Θησέας όμως πήρε από τους θεούς την άδεια να επιστρέψει στην γη. Ο Πειρίθους παρέμεινε αιώνια καταδικασμένος στο «Θρόνο της Λήθης». Μία άλλη διήγηση αναφέρει, πως όταν ο Θησέας προσπαθούσε να αποσπαστεί από τον θρόνο του, άφησε εκεί αλυσοδεμένο ένα μέρος του εαυτού του αυτό εξηγεί γιατί οι Αθηναίοι είχαν ανέκαθεν γοφούς αδύνατους. Όταν ο Ηρακλής προσπάθησε να ελευθερώσει τον Πειρίθου, η γη άρχισε να τρέμει και ο Ηρακλής κατάλαβε πως οι θεοί δεν ήθελαν να ελευθερωθεί ο ένοχος. Έτσι εγκατέλειψε το εγχείρημά του. Μια ευημεριστική παραλλαγή που παραδίδει ο Πλούταρχος στο έργο του Θησεύς (31.4.1-6 έως 31.5.1-4 ) 30 αναφέρει πως ο Θησέας και ο Πειρίθους είχαν στην πραγματικότητα μεταβεί στην Ήπειρο, στην αυλή κάποιου βασιλιά Αϊδωνέα, του οποίου το όνομα θα το είχαν μπερδέψει με του Άδη η γυναίκα αυτού του βασιλιά ονομαζόταν Περσεφόνη και η κόρη του Κόρη. Υπήρχε επίσης ένα σκυλί που λεγόταν Κέρβερος. Οι δύο φίλοι ισχυρίστηκαν πως έρχονταν να ζητήσουν το χέρι της νέας, όμως στην πραγματικότητα ήθελαν να απαγάγουν την Περσεφόνη και την Κόρη, καθώς είχαν υποσχεθεί την Κόρη στον ήρωα που θα κατάφερνε να νικήσει τον Κέρβερο. Ο Αϊδωνέας όμως, που αντιλήφθηκε την συνωμοσία, τους συνέλαβε. Παρέδωσε τον Πειρίθου στον Κέρβερο που τον κατασπάραξε και κράτησε τον Θησέα στην φυλακή μέχρις ότου ο Ηρακλής, οικογενειακός φίλος, παρακάλεσε τον βασιλιά να τον ελευθερώσει. Έτσι ο Θησέας κέρδισε την ελευθερία του. 30 αὐτὸς δὲ Πειρίθῳ τὴν ὑπουργίαν ἀποδιδοὺς εἰς Ἤπειρον συναπεδήμησεν ἐπὶ τὴν Ἀιδωνέως θυγατέρα τοῦ Μολοσσῶν βασιλέως, ὃς τῇ γυναικὶ Φερσεφόνην ὄνομα θέμενος, Κόρην δὲ τῇ θυγατρί, τῷ δὲ κυνὶ Κέρβερον, ἐκέλευε τούτῳ διαμάχεσθαι τοὺς μνωμένους τὴν παῖδα, καὶ λαβεῖν τὸν κρατήσαντα. τοὺς μέντοι περὶ τὸν Πειρίθουν οὐ μνηστῆρας ἥκειν ἀλλ' ἁρπασομένους πυνθανόμενος, συνέλαβε, καὶ τὸν μὲν Πειρίθουν εὐθὺς ἠφάνισε διὰ τοῦ κυνός, τὸν δὲ Θησέα καθείρξας ἐφύλαττεν.

20 Εικόνα 5: Υδρία 520 π. Χ. Ο Ηρακλής φέρνει τον Κέρβερο στον Ευρυσθέα και αυτός από τον φόβο του κρύβεται μέσα στο πιθάρι. Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου. Β. Dramatis personae Τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα στο έργο Πειρίθους είναι δυνατό να προσδιοριστούν μέσω των αποσπασμάτων που έχουν φτάσει στα χέρια μας αλλά και να συναχθούν από τις πηγές που παραδίδουν το έργο και την υπόθεσή του. Έτσι, το απ.1 μαρτυρεί έναν διάλογο ανάμεσα στον Ηρακλή και τον Αιακό, στα απ.2-4 το μέτρο και το περιεχόμενο φαίνεται να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενός Χορού από Ελευσίνιους Μύστες, στο απ.4a παρουσιάζεται ένας διάλογος μεταξύ Ηρακλή και Πειρίθου, που πιθανόν συνεχίζεται στο απ.5 όπου και παρακολουθούμε μια ρήση του δεύτερου, στην οποία μάλλον ανήκει και το απ.6 και στη συνέχεια στο απ.7 ο Ηρακλής διαλέγεται με τον Θησέα. Τέλος στα απ.10 - F11 φαίνεται πως ομιλητής είναι ο Ηρακλής και εικάζεται ως αποδέκτης της επιχειρηματολογίας του η Περσεφόνη, ενώ για το απ.12, οι γνώμες των μελετητών διχάζονται ο Battegazzore διαγιγνώσκει στο στίχο τη συνέχιση της επιχειρηματολογίας του Ηρακλή, αντίθετα από τον Snell και τους Collard-Cropp που πιστεύουν πως ο Θησέας αιτιολογεί την επιλογή του να συνδράμει με οποιοδήποτε κόστος το φίλο του. Η μελέτη της Υπόθεσης που παραδίδει ο Ιωάννης Λογοθέτης, μας οδηγεί σε σκέψεις σχετικά με τη συμμετοχή και ενός θεού στο έργο. Διαβάζοντας, λοιπόν, πως ἐπί τον Κέρβερον δε Ἡρακλῆς ἀποσταλεὶς ὑπό Εὐρυσθέως τοῦ μέν θηρίου βίᾳ περιεγένετο, τοὺς δὲ περὶ Θησέα χάριτι τῶν χθονίων θεῶν τῆς παρούσης ἀνάγκης ἐξέλυσεν,

21 παρατηρούμε πως η δράση του Ηρακλή στον Κάτω Κόσμο προϋπέθεσε χρήση της αξιοθαύμαστης ρώμης του για να υπερνικήσει τον θηριώδη Κέρβερο, η διάσωση όμως των δύο φίλων προήλθε από θεϊκή ευεργεσία. Ο Schmid 31, δικαιολογημένα σε αυτή την περίπτωση, υποθέτει πως το έργο θα περιελάμβανε μια διαλογική σκηνή ανάμεσα στον Ηρακλή και την Περσεφόνη, με τον ήρωα να αξιοποιεί τη δύναμη της πειθούς του αλλά και το κύρος που πήγαζε από την ευγενή του προσωπικότητα, προκειμένου να πείσει τη θεά να συγχωρήσει τον Πειρίθου και το Θησέα για τα επιπόλαια σφάλματά τους και να τους χαρίσει την ελευθερία τους, απαλλάσσοντάς τους από τα αιώνια μαρτύρια στα οποία είχαν καταδικαστεί. Τέλος, η συνεξέταση του έργου του Υγίνου, το οποίο θεωρείται από πολλούς μελετητές πως αντανακλά το περιεχόμενο των αττικών τραγωδιών, μας δίνει μια επιπλέον κατεύθυνση. Στο 79 ο μύθο του, Ελένη, παρακολουθούμε τον Ηρακλή να επαναφέρει αβλαβείς τους δύο φίλους στον Επάνω Κόσμο, χάρις στην εύνοια του Πλούτωνα, επομένως δεν θα ήταν παράλογο εάν υποθέταμε πως ο Ηρακλής αξιοποίησε την πεισμονή του για να υλοποιήσει την υπόσχεση που πιθανόν έδωσε στον Πειρίθου και τον Θησέα για προστασία αλλά και σωτηρία, στοχεύοντας μέσω πειθούς και όχι βίας στους δύο θεούς που διαφέντευαν το βασίλειο των νεκρών, τον Άδη και την Περσεφόνη, οι οποίοι θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελούν ήρωες του έργου που εξετάζουμε. Βοηθητική προς αυτές τις σκέψεις θα μπορούσε να σταθεί και η εξέταση του τρόπου αναπαράστασης στην αγγειογραφία, του μύθου της κατάβασης του Ηρακλή στον Άδη με στόχο την εκπλήρωση του δωδέκατου και πιο επίπονου άθλου του. Ο παλαιότερος τύπος απεικόνισης του θέματος είναι η αναπαράσταση, εν είδει πομπής, του ήρωα συνοδευόμενου από τους θεούς-προστάτες του, με τον Άδη και τον Κέρβερο να στέκονται πιο δίπλα. Στην εικονογραφία της εποχής εικονίζεται ο Ηρακλής να αντιμετωπίζει τον Κέρβερο, με τη θεά Αθηνά ή τον Ερμή, κάποιες φορές και με τους δύο παρόντες, να στέκονται δίπλα του ή ακόμα και να του παρέχουν τη βοήθειά τους (εικ. 6). Σε άλλα αγγεία εικονίζεται ο Ηρακλής μπροστά στον Άδη και την Περσεφόνη οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις παρακολουθούν 31 GGL 1.3.178

22 την αναμέτρησή του με τον Κέρβερο 32, γεγονός που θα συνηγορούσε υπέρ της εκδοχής για συμμετοχή των δύο θεοτήτων σε μια τραγωδία με ανάλογο μυθολογικό περιεχόμενο. Ολοκληρώνοντας τη συζήτηση σχετικά με τα πιθανά πρόσωπα του δράματος, δεν θα έπρεπε να προσπεράσουμε κάποιες περαιτέρω ενδείξεις, που συνδέονται με την ένταξη της Περσεφόνης στη διανομή των ρόλων στην τραγωδία Πειρίθους 33. Δύο αποσπάσματα που εκδίδουν οι Kannicht - Snell 34 με την αρίθμηση 658 a+b, τίθενται υπό συζήτηση προκειμένου να συσχετισθούν με το έργο που εξετάζουμε. Το κείμενο που ανευρίσκεται στον πάπυρο 35 που συνίσταται από δύο μέρη, το ένα ευρισκόμενο στην Κολονία και το άλλο στην Φλωρεντία, θεωρείται πως αναπαριστά δύο σκηνές από το ίδιο έργο, που είναι οι εξής: ΠΕΙΡΙΘΟΥΣ? fr. a 658 [ ].[(.)]ρ.τευσεν ἡ Σπαρτῶν ἀρά ]. ἔδοξας ἀστεμφὴς κύων ]ος ἆθλος, οὐ θηρὸς πάλη ε]λθεῖν ἆθ [λ]ος ἀλκιμώτατ[ος 5 [ ] ἐ ξαναλώσω <ς>επ[ [ θ]υ μὸς εὐτολμ..[ [ ]η γὰρ εξον [ [ ].(.)[].[.]αγη[ [ ]ντα κοιραν [ 10 [ π]ροσδοκῶν[ [ ]ον ὀλλυ[ 32 Hard R.,(2004) 269 33 Sutton D. F. (1987) 100 34 Kannicht R.- Snell B., Tragicorum Graecorum Fragmenta Vol. 2: Fragmenta Adespota, Göttingen 1981 35 fr. a = P. Koln. 2, inv. 263 fr. b = P. Flor. [P.Soc. Ital.] inv. 3021

23 12 [ ]λ.[... fr. b ].ν σε χῶρος Ἡρακλεῖ μίγα ].χθον εἰσιδη θυγατράσι[(ν) 15 ]υ..σ τεις οὐ μεμοίραται ζόφο [ ]πτος ἥρως βήσεται χὐπὸ χθ[ονός ἀ]ρ ωγὸς τῶν ἀν οστήτων ὅρ ων φανήσε]ταί σοι γοργόνειον ὀμμάτων <στρέφ>]ων, ἀπειλαῖς δεινόν, οὐκ ὀλωλ [ό]το[ς 20 κρ]ατήσει τὸν ἐμὸν εὐ νέτην ζόφο. [ ]ν τις εκκα...[ ](.).. [ ]..ε ν κευθμ ῶ ν ι χ.[.]..η. [ ]τ α [ [ ]...[ Το πρώτο απόσπασμα φαίνεται πως περιέχει έναν έντονο διάλογο, ίσως ακόμα και στιχομυθία, ανάμεσα στον Ηρακλή και κάποιο άλλο πρόσωπο σχετικά με την αιχμαλώτιση του Κέρβερου. Στο δεύτερο απόσπασμα, παρακολουθούμε την πρόβλεψη της υπερνίκησης του Κέρβερου από τον ήρωα μέσω ενός γυναικείου προσώπου που αναφέρει χαρακτηριστικά πως ο Ηρακλής κρ]ατήσει τὸν ἐμὸν εὐ νέτην. Εξαιτίας των ανωτέρω παρατηρήσεων οι πρώτοι εκδότες των συγκεκριμένων αποσπασμάτων, Merkelbach και Carlini 36, προέτειναν την απόδοσή τους στην τραγωδία Πειρίθους, κερδίζοντας την επιδοκιμασία και άλλων εκδοτών, όπως του Kramer και του Cockle. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία, η γυναίκα που μιλά στο fr. b είναι η Περσεφόνη, με πιθανό αποδέκτη το Θησέα. Η σύνδεση, ωστόσο του αποσπάσματος 658 με το έργο δεν είναι ασφαλής, αν και από την άποψη του περιεχομένου δείχνει να παρουσιάζει δραματικά στοιχεία που θα ανέμενε κάποιος σε 36 Pap. Colon. + Florent. Ed. Merkelbach et Carlini, Ann. Scuol. Norm. Sup. Pisa II 37, 1968

24 ύστερα τμήματα του Πειρίθου. Ο Collard 37 πιστεύει, σχεδόν με βεβαιότητα, πως το εν λόγω απόσπασμα προέρχεται από ένα έργο του τέλους του 4 ου αι. π.χ. και όχι από την τραγωδία που εξετάζουμε. Σύμφωνοι μαζί του είναι και άλλοι μελετητές, όπως ο Lloyd-Jones, ο Luppe, η Ξανθάκη- Καραμάνου στους οποίους και παραπέμπει. Οι Snell Kannicht 38 τέλος, αρνούνται ακόμα και την πιθανή απόδοσή του στον Κριτία, με το επιχείρημα πως το λεξιλόγιό του είναι αρκετά όψιμο. Ο Ηρακλής οδηγεί τον Κέρβερο, ενώ η Αθηνά του παραστέκεται δεξιά ο Πλούτων και η Περσεφόνη. 2 ος αι. π.χ. Γ. Ο Χορός Η σύνδεση της τραγωδίας με τα Ελευσίνια Μυστήρια μπορεί να αξιοποιεί το μυθολογικό υπόβαθρο της σχέσης του Ηρακλή με αυτά και να εξυπηρετεί καλοσχεδιασμένα κάποια σκοπιμότητα όπως η ανάδειξη της λατρείας από τους 37 Collard (2007) 58 38 TrGF 2. 241

25 Αθηναίους, ή ακόμα και ζητήματα πολιτικών σχέσεων και επιρροής της Αθήνας πάνω στην Ελευσίνα εκείνη την εποχή 39. Η σύνδεση της επιτυχίας του Ηρακλή στον άθλο του Κέρβερου με τη μύησή του στα Ελευσίνια Μυστήρια υποβάλλει έτσι εντυπωσιακά τη μείζονα συμβολή της Αθήνας στην εκπολιτιστική δράση του ήρωα που με τα κατορθώματα και με την ίδρυση πόλεων λειτούργησε ως φορέας πολιτισμού και ευεργέτης της ανθρωπότητας 40. Ο Σάτυρος μαρτυρεί πως ο Ηρακλής συμμετείχε και στην Πάροδο του Πειρίθου 41 και ενδέχεται τελικά η ιδιαίτερη αυτή επιλογή του Χορού να μην εξυπηρετεί τίποτα άλλο εκτός από τη δραματική πλοκή, που συνδέεται άρρηκτα με το μύθο της κατάβασης του ήρωα στον Κάτω Κόσμο, πάνω στον οποίο δουλεύει το έργο του ο ποιητής του Πειρίθου. Ο Snell παραπέμπει στο τέταρτο βιβλίο της Ιστορικής Βιβλιοθήκης του Διόδωρου του Σικελιώτη, όπου αναφέρεται η συμμετοχή του Ηρακλή στα Ελευσίνια Μυστήρια. Σύμφωνα με την παράδοση, οι Ελευσίνιοι διηγούνταν σε μεταγενέστερους χρόνους ότι ο Ηρακλής, σεβόμενος τους θεούς του Κάτω Κόσμου, πριν ξεκινήσει το ταξίδι του στον Άδη, μυήθηκε στα Ελευσίνια μυστήρια. Το γεγονός ότι είχε διαπράξει φόνους και κυρίως λόγω της δολοφονίας των Κενταύρων, καθιστούσε τον εξαγνισμό του απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμετοχή του σε αυτά. Σύμφωνα με τον Burkert, ο «καθαρμός» του ήταν μια «διαβατήρια τελετή» (rite de passage) που του επέτρεψε την επανένταξη του σε ένα νέο επίπεδο και γι αυτό εκλαμβάνεται ως πράξη μύησης 42. Λέγεται ότι όταν η Ελευσίνα δεν ανήκε ακόμα στην Αθήνα, δεν επιτρεπόταν σε κανένα ξένο να μυηθεί στα μυστήρια. Για το λόγο αυτό έπρεπε ο Ηρακλής να υιοθετηθεί από κάποιο Ελευσίνιο. Το όνομα του ανθρώπου που τον υιοθέτησε ήταν Πύλιος, «αυτός από την Πύλο» ή «από την πύλη του Άδη» και τον εξαγνισμό τον ανέλαβε ο Εύμολπος, ο Ιεροφάντης, ο μεγαλύτερος ιερέας των Μυστηρίων που είχε δεχτεί τη μύηση από την ιδρύτρια, τη μεγάλη θεά Δήμητρα. 39 Η Ελευσίνα που ήταν αρχικά ανεξάρτητη, ενσωματώθηκε στο Αθηναϊκό κράτος από τις αρχές του 6 ου αιώνα ή τα τέλη του 7 ου και έκτοτε το ιερό της και τα Μυστήρια που τελούνταν εκεί πέρασαν στον έλεγχο των Αθηναίων. Πολλά στοιχεία επιβεβαιώνουν πως η επιρροή των Αθηναίων στη ζωή του ιερού και την οργάνωση της λατρείας γίνονταν ολοένα και αμεσότερη καθώς και πως καθ όλη την διάρκεια του 5 ου και του 4 ου αιώνα η Αθήνα επεδείκνυε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Ελευσίνα. 40 Mills, (1997) 133-134. 41 Sutton D. F., (1987) 98 42 Burkert W., (1993) 186

26 Εικόνα 6: Δίγλωσσος αμφορέας του ζωγράφου του Ανδοκίδη, 510 π. Χ., ερυθρόμορφη πλευρά (αριστερή εικόνα) και λεπτομέρεια της παράστασης (δεξιά εικόνα), Παρίσι, Μουσείο Λούβρου. Στην μελανόμορφη πλευρά υπάρχει μια διονυσιακή παράσταση στην ερυθρόμορφη, απεικονίζεται ο Ηρακλής στην αρπαγή του Κέρβερου. Ο ήρωας φέρει τη χαρακτηριστική λεοντή και το ρόπαλο και βρίσκεται κάτω από δέντρο ελιάς. Πίσω από τον Ηρακλή παρευρίσκεται μια γυναικεία μορφή, πιθανότατα η θεά Αθηνά, που στέκεται κάτω από σκέπαστρο με κίονα που αναπαριστά το ανάκτορο του Άδη 43. Η θεά ενθαρρύνει τον ήρωα στην εκτέλεση του άθλου του. Δ. Η σκηνή Τέλος ένα επίμαχο θέμα συζήτησης που προκύπτει από την ίδια την ιδιότητα των προσώπων του Χορού στην τραγωδία που εξετάζουμε, έχει υπάρξει η πιθανότητα το έργο να προϋπέθετε μιαν αλλαγή σκηνής. Η ιδιότητα του Χορού και η αναγγελία της τελετής εξαιτίας της οποίας κάνει την εμφάνισή του προκαλούν ένα εύλογο ερώτημα: πώς μπορεί να αιτιολογηθεί λογικά η παρουσία ενός Χορού Μυστών στον Κάτω Κόσμο και ιδιαίτερα στον τόπο μαρτυρίου του Πειρίθου; Ο Page 44 αναρωτιέται δικαιολογημένα, καθώς ο τόπος στον οποίο τοποθετείται η σκηνή του έργου είναι 43 Κοκκορού - Αλευρά Γ., (1995)105-6 44 Page D.L., (1941)122

27 αταίριαστος με τα μέρη στα οποία θα μπορούσαμε να συναντήσουμε τους μυημένους στα Ελευσίνια Μυστήρια. Η δήλωσή τους στο απ.2 σχετικά με το λόγο της παρουσίας τους εκεί είναι σαφής: ήρθαν για να εκπληρώσουν μια τελετή που περιλαμβάνει το άδειασμα της πλημοχόης στο χάσμα που αναφέρεται και πιθανότατα μπορούσε κανείς να το εντοπίσει στη σκηνή. Η επόμενη δελεαστική και άκρως λογική ερώτηση σχετίζεται με την ίδια τη διαδικασία της χθόνιας θυσίας: πόσο λογική μπορεί να φαίνεται η έκχυση σπονδής για τους θεούς του Κάτω Κόσμου την ίδια στιγμή που αυτός που την εκτελεί βρίσκεται ήδη εκεί; Τα παραπάνω ερωτήματα συνηγορούν υπέρ της άποψης του Wilamowitz 45 που υποστήριξε πως ο Πειρίθους ήταν μια τραγωδία στην οποία απαραίτητο στοιχείο αποτελούσε η αλλαγή σκηνής, που θα διαχώριζε τη δράση που εκτυλισσόταν στον Πάνω Κόσμο κατά τη διάρκεια του Προλόγου και της Παρόδου από την επακόλουθη εξέλιξη της πλοκής που διαδραματιζόταν στα λημέρια του Άδη. Η άποψη αυτή, ωστόσο, προσκρούει στην αποσπασματικότητα του κειμένου ενώ περαιτέρω εμπόδια σ αυτή τη θεωρία θα ήταν δυνατό να τεθούν τόσο από το ίδιο το δραματικό περιεχόμενο και την αποτελεσματική πραγμάτευσή του όσο και από τη συνεξέταση των αντικειμενικών δυσκολιών που προέκυπταν από τις συμβάσεις του αρχαίου θεάτρου και τους περιορισμούς που πήγαζαν από τα ελλιπή τεχνικά μέσα που θα συνέβαλαν στην εύκολη αλλαγή της σκηνής. Σε σχέση αρχικά με την -αναγκαία- σύνδεση του περιεχομένου και του θεατρικού σκηνικού που αναπαρίσταται, η πρόταση για αλλαγή σκηνής κυοφορεί την απορία σχετικά με το περιεχόμενο του Προλόγου 46. Μια ενδεχόμενη αποδοχή της θα σήμαινε την υιοθέτηση της υπόθεσης πως ο Ηρακλής θα εμφανιζόταν από την αρχή στη σκηνή και μέσω ενός Προλόγου θα εξέθετε τη φύση της αποστολής του στον Άδη, καλώντας παράλληλα το Χορό να τον συνοδεύσει σε αυτό το χθόνιο ταξίδι. Η παρουσία του Ηρακλή και του Χορού σε αυτή την περίπτωση συνδέονται άρρηκτα και με τον τρόπο αυτό θα έπρεπε να επηρεάζουν τα ζητήματα που μας απασχολούν όταν ο Ηρακλής ολοκλήρωνε τον Πρόλογο, όπου και θα εξέθετε πιθανώς τα χαρακτηριστικά της αποστολής του, θα καλούσε τους Μύστες για να ταξιδέψουν 45 Kl. Schrift. 4. 534 46 Το θέμα του Προλόγου της τραγωδίας συζητείται στο σχολιασμό του απ.1 στην παρούσα εργασία.

28 μαζί, δίνοντας το έναυσμα για την Πάροδο. Η υπόθεση εξακολουθεί να περιπλέκεται, αν λάβουμε υπόψη μας το απ.913 που πιθανολογείται πως συνδέεται με το απ.4, του οποίου και θα ήταν δυνατό να έπεται, και εμφανίζει πιθανώς τον Ηρακλή να συμμετέχει στην Πάροδο. Αν δεχθούμε ως πραγματικότητα αυτές τις σκέψεις, τότε το δίχως άλλο, είμαστε υποχρεωμένοι να συζητήσουμε σοβαρά το ενδεχόμενο η τραγωδία Πειρίθους να απαιτούσε μιαν αλλαγή σκηνής. Εξετάζοντας εντούτοις την παραπάνω υπόθεση, παρατηρούμε πως αυτή προσκρούει στο περιεχόμενο του διαλόγου του Αιακού με τον Ηρακλή (απ.1), όπου η επισημότητα του τρόπου με τον οποίο ο μυθικός ήρωας δείχνει να παρουσιάζει τον εαυτό του στο κοινό, συνδυαζόμενη με τις λεπτομέρειες που αναφέρει σχετικά με την κάθοδό του στον Άδη, οδηγούν στο συμπέρασμα πως παρουσιάζεται στο σημείο αυτό για πρώτη φορά μέσα στο έργο, συμπέρασμα που ισχυροποιείται από το κείμενο του Ιωάννη Λογοθέτη 47. Και πάλι όμως υψώνονται εμπόδια σε κάθε προσπάθεια απάντησης στα φλέγοντα αυτά ερωτηματικά. Η πρόταση του Sutton 48 είναι η εξής: το έργο ξεκινούσε με έναν μονόλογο διατυπωμένο από τον Αιακό και συνέχιζε με την άφιξη του Ηρακλή στο σημείο αυτό διεξαγόταν ένας σύντομος διάλογος ανάμεσα στα δύο αυτά πρόσωπα του έργου και ο Ηρακλής παρουσίαζε τους Μύστες που τον συνόδευαν στην κατάβασή του, δίνοντας το έναυσμα για την είσοδο του Χορού στη σκηνή. Με αυτό τον τρόπο παρακάμπτεται η υπόθεση για αλλαγή σκηνής στο έργο εξάλλου, επιστρέφοντας στο ζήτημα των συμβάσεων που επέβαλλε η αυστηρή δομή της αρχαίας τραγωδίας, επιβάλλεται να έχουμε κατά νου το αίτημα για την ενότητα του χώρου, που συνιστούσε απαράβατη αρχή για τους ποιητές και συνεπαγόταν μία - ανάμεσα φυσικά σε άλλες εξίσου σημαντικές δέσμευση: η σύνδεση της δράσης με έναν ορισμένο τόπο, που παραμένει απαράλλαχτος σε όλη τη διάρκεια του έργου 49. Τέλος, οι Collard- Cropp 50 συμπεραίνουν πως το τελετουργικό τραγούδι που σηματοδοτεί την είσοδο του Χορού στη σκηνή, άδεται από νεκρούς Μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων. Σε αυτή την περίπτωση, που δεν εξηγείται επαρκώς, κανένα από τα ζητήματα που συζητήθηκαν πιο πάνω, δεν φαίνεται να έχει λόγο ύπαρξης. 47 Βλ. σελ. 57 48 Sutton D. F.,(1987) 96 49 Χουρμουζιάδης (1991) 40 50 Collard- Cropp (2008) 643

29 Ε. Η δομή του έργου - ανασύνθεση της πλοκής Η σκηνή του δράματος τοποθετείται στον Κάτω Κόσμο. Εκεί βρίσκεται αλυσοδεμένος ο Πειρίθους, στη βάση ενός βράχου. Τρομακτικά φίδια με ανοιχτό το στόμα τον φρουρούν. Παρών στη σκηνή βρίσκεται και ο Αιακός, ο οποίος θα επεξηγούσε στους θεατές την κατάσταση των δύο ηρώων, εισάγοντας το έργο με έναν αφηγηματικό πρόλογο. Στην ίδια ενότητα του έργου (απ.1) έκανε την εμφάνισή του ο Ηρακλής, ο μεγάλος ήρωας, σταλμένος από τον Ευρυσθέα, για να εκτελέσει τον ένατο άθλο του, να οδηγήσει δηλαδή τον Κέρβερο, τον σκύλο του Άδη, στον κόσμο των ζωντανών. Η μυθολογία παραδίδει πως επρόκειτο για έναν από τους πιο επίπονους άθλους, που δύσκολα θα έφερνε ο ήρωας εις πέρας χωρίς τη βοήθεια κάποιου. Ο Ηρακλής παρουσιάζεται στους θεατές μέσα από τον διάλογό του με τον θυρωρό του Κάτω Κόσμου, τον Αιακό, ο οποίος ενδεχομένως του εμποδίζει αρχικά την είσοδο. Ο Πρόλογος ολοκληρώνεται με την πιθανή αναγγελία του Χορού από τον Ηρακλή, που ενδεχομένως επεξηγεί την ιδιότητα των προσώπων του καθώς και το λόγο της παρουσίας τους στο μέρος όπου εξαιρετικά ελάχιστοι θνητοί είχαν τη δυνατότητα να επισκεφθούν. Ο Χορός των Ελευσίνιων Μυστών, που συνοδεύει τον ήρωα στον Κάτω Κόσμο, εισέρχεται στη σκηνή επιτελώντας μια τελετουργική πράξη. Η Πάροδος του έργου (απ.2-4) εναρμονισμένη τόσο με την ταυτότητα Χορού όσο και με την υπόθεση του έργου, παρουσιάζει μια χθόνια θυσία συνοδευόμενη από προσευχές και σκέψεις κοσμολογικού περιεχομένου. Ερωτήματα εντούτοις γεννώνται από το περιεχόμενο των αποσπασμάτων της Παρόδου, το οποίο θα άρμοζε να εκφωνείται από Μύστες που προσεύχονται κάτω από τον έναστρο ουρανό 51. Στη συνέχεια (απ.4a) ο Ηρακλής θα πρέπει να αντιλαμβάνεται την παρουσία του Πειρίθου στη θέα του έγκλειστου Πειρίθου, ο ήρωας συγκλονίζεται. Σε αντίθεση με το Χορό που μοιάζει να καταδικάζει τον Πειρίθου για το αμάρτημά του, ο Ηρακλής κάνει λόγο για δυσπραξία, προσφέροντας ελαφρυντικά στην πράξη του τιμωρημένου. Ο Πειρίθους, επηρεασμένος από τις συνθήκες του χρόνιου εγκλεισμού του, αδυνατεί να αναγνωρίσει τον Ηρακλή και ο τελευταίος, αποδίδοντας την αδυναμία του πρώτου 51 Βλ. το σχολιασμό των απ.2-4, και συγκεκριμένα το απ.3.