EIOPA16/858 EL Κατευθυντήριες γραές σχετικά ε τη διευκόλυνση του αποτελεσατικού διαλόγου εταξύ των αρόδιων αρχών εποπτείας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, του νόιου ελεγκτή/των νόιων ελεγκτών και του ελεγκτικού γραφείου/των ελεγκτικών γραφείων που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο των εν λόγω επιχειρήσεων 1/6
Εισαγωγή 1.1. Σύφωνα ε το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισού (ΕΕ) αριθ. 537/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συβουλίου της 16ης Απριλίου 2014 σχετικά ε ειδικές απαιτήσεις όσον αφορά τον υποχρεωτικό έλεγχο οντοτήτων δηοσίου συφέροντος 1, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελατικών Συντάξεων (EIOPA), λαβάνοντας υπόψη τις ισχύουσες πρακτικές, εκδίδει κατευθυντήριες γραές προς στις αρόδιες αρχές εποπτείας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ε σκοπό τη διευκόλυνση της καθιέρωσης και διατήρησης αποτελεσατικού διαλόγου εταξύ των αρόδιων αρχών που εποπτεύουν ασφαλιστικές επιχειρήσεις και των νόιων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο των εν λόγω επιχειρήσεων. Για τον σκοπό της ενίσχυσης της εποπτείας ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων και της προστασίας των αντισυβαλλοένων, η οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συβουλίου της 25ης Νοεβρίου 2009 σχετικά ε την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (εφεξής η «οδηγία Φερεγγυότητα ΙΙ») 2, και ιδίως τα άρθρα 68 και 72, θεσπίζει τη νοική υποχρέωση των νόιων ελεγκτών να ενηερώνουν ταχέως τις αρόδιες αρχές για γεγονότα τα οποία είναι ικανά να επηρεάσουν σοβαρά την οικονοική κατάσταση ή τη διοικητική οργάνωση ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης. Εντούτοις, πέραν της υποχρέωσης υποβολής αυτών των πληροφοριών σε σχέση ε σοβαρά πραγατικά περιστατικά και συβάντα, τα εποπτικά καθήκοντα πορούν να υποστηρίζονται από αποτελεσατικό διάλογο εταξύ των εποπτικών αρχών και των νόιων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων. 1.2. Η EIOPA, σε στενή συνεργασία ε την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (εφεξής «EBA»), έχει διερευνήσει τις τρέχουσες εποπτικές πρακτικές σε σχέση ε την επικοινωνία εταξύ, αφενός, των αρόδιων αρχών εποπτείας των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων στην ΕΕ και στον Ευρωπαϊκό Οικονοικό Χώρο (εφεξής ΕΟΧ) και, αφετέρου, των νόιων ελεγκτών και των ελεγκτικών γραφείων των εποπτευόενων ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων. Όλοι επόπτες που αποτέλεσαν αντικείενο αυτής της αξιολόγησης προβαίνουν ανά τακτά χρονικά διαστήατα και κατά περίπτωση σε επαφές και ανταλλαγή απόψεων ε τους νόιους ελεγκτές. Όως, η αλληλεπίδραση αυτή δεν βασίζεται, ως επί το πλείστον, σε επίσηη δέση κανόνων ή διατάξεων. Για να διευκολυνθεί ο συναφής και αποτελεσατικός διάλογος εκτός του πεδίου άσκησης της εξουσίας των αρόδιων αρχών να ζητούν ad hoc πληροφορίες σύφωνα ε το άρθρο 35 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της οδηγίας 2009/138/EΚ και εκτός του πεδίου υποχρέωσης του ελεγκτή να υποβάλλει πληροφορίες σύφωνα ε το άρθρο 72 της οδηγίας 2009/138/EΚ η EIOPA έχει αναπτύξει, βάσει αρχών, την παρούσα δέση κατευθυντήριων γραών προς υποστήριξη των αρόδιων αρχών που είναι έλη της ε σκοπό την ανάπτυξη ιας συνεκτικής, πρόσφορης και αναλογικής εποπτικής προσέγγισης. 1.3. Οι κατευθυντήριες γραές εκδίδονται σύφωνα ε το άρθρο 16 του ιδρυτικού κανονισού της EIOPA 3. 1.4. Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραές απευθύνονται στις αρόδιες αρχές εποπτείας των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων. 1 ΕΕ L 158 της 27.5.2014, σ. 77. 2 ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ.1. 3 ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 4883. 2/6
1.5. Εάν δεν παρέχεται ορισός στις παρούσες κατευθυντήριες γραές, οι όροι έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στις νοικές πράξεις που αναφέρονται στην εισαγωγή. 1.6. Οι κατευθυντήριες γραές εφαρόζονται από την 31η Μαΐου 2017. Κατευθυντήρια γραή 1 $ Προσέγγιση όσον αφορά τον διάλογο 1.7. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να λαβάνουν έρινα ώστε ο διάλογος ε τους νόιους ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία που διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο να είναι ανοιχτός και εποικοδοητικός, καθώς και επαρκώς ευέλικτος ώστε να διασφαλίζεται ότι πορεί να καλύψει ελλοντικές απρόβλεπτες εξελίξεις. 1.8. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να προάγουν την αοιβαία κατανόηση των ρόλων και των ευθυνών των ερών που συετέχουν στον διάλογο σύφωνα ε τις απαιτήσεις περί επιστευτικότητας και επαγγελατικού απορρήτου βάσει του άρθρου 34 του κανονισού 537/2014 και των άρθρων 64 έως 71 της οδηγίας 2009/138/EΚ. Ειδικότερα, οι αρόδιες αρχές πρέπει να διασφαλίζουν ότι η ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο του διαλόγου πραγατοποιείται υπό καθεστώς επιστευτικότητας και δεν συνιστά παραβίαση κανενός συβατικού ή νοικού περιορισού επί της κοινοποίησης πληροφοριών σύφωνα ε το άρθρο 12 παράγραφος 3 του κανονισού 537/2014 ή το άρθρο 68 της οδηγίας 2009/138/EΚ. 1.9. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι ασφαλιστικές ή αντασφαλιστικές επιχειρήσεις τις οποίες εποπτεύουν παραένουν η βασική πηγή πληροφοριών για τους σκοπούς του εποπτικού και νόιου ελέγχου και ότι οι πληροφορίες που συγκεντρώνονται στο πλαίσιο του διαλόγου δεν υποκαθιστούν το έργο τους. 1.10. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να εφαρόζουν στη συχνότητα και την έκταση της επικοινωνίας ια προσέγγιση επικεντρωένη στους κινδύνους ώστε να διασφαλίζεται η αναλογικότητα. Η έκταση της επικοινωνίας πορεί να διακρίνεται σε τακτική επικοινωνία και σε συζήτηση σχετικά ε τρέχουσες, επικείενες ή επείγουσες εξελίξεις. 1.11. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να αξιολογούν σε τακτική βάση το κατά πόσον η επικοινωνία και η ανταλλαγή πληροφοριών επιτυγχάνουν τους στόχους του διαλόγου, όπως περιγράφεται στην παρούσα κατευθυντήρια γραή, και να προσαρόζουν αντιστοίχως την προσέγγισή τους. Κατευθυντήρια γραή 2 $ Φύση των ανταλλασσόενων πληροφοριών 1.12. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες χρήσιες για τα έρη του διαλόγου από άποψη συνάφειας προς τα καθήκοντά τους, σηαντικότητας και αντικτύπου. 1.13. Τόσο κατά την προετοιασία και τη διεξαγωγή του διαλόγου όσο και στο πλαίσιο της επικοινωνίας ε τους νόιους ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία, τα ζητήατα και οι πληροφορίες που διαβιβάζουν οι αρόδιες αρχές πρέπει να αφορούν ειδικά τις επιχειρήσεις και τον κλάδο και να έχουν επίκαιρη ή διαφαινόενη χρησιότητα. Για τον σκοπό αυτό πορούν ενδεχοένως να καταρτίζουν τυποποιηένες καταστάσεις ε τα προς εξέταση θέατα στο πλαίσιο 3/6
του διαλόγου. Παράλληλα, οι αρόδιες αρχές πρέπει να ενθαρρύνουν την ενεργό συετοχή των νόιων ελεγκτών ή των ελεγκτικών γραφείων στην επιλογή των σχετικών θεάτων και πληροφοριών που θα διαβιβαστούν. 1.14. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να αξιολογούν ποιες πληροφορίες είναι συναφείς προς την εποπτεία της εκάστοτε επιχείρισης, τις οποίες πορούν να ζητούν και από τους νόιους ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία. Οι τοείς αυτοί πορούν, εταξύ άλλων, να καλύπτουν το εξωτερικό περιβάλλον της εκάστοτε επιχείρησης, την εταιρική διακυβέρνηση και τους εσωτερικούς ελέγχους, την ικανότητα της επιχείρισης να συνεχίσει τη δραστηριότητά της, την ελεγκτική προσέγγιση, την επικοινωνία ε το διοικητικό, το διαχειριστικό ή το εποπτικό όργανο και την επιτροπή ελέγχου της επιχείρησης, την αποτίηση και την καταλληλότητα του κεφαλαίου, των επενδύσεων και άλλων σχετικών εγγράφων. Οι αρόδιες αρχές πρέπει επίσης να ανταλλάσσουν πληροφορίες σε σχέση ε την εκάστοτε επιχείρηση προερχόενες από πρόσφατες εποπτικές αξιολογήσεις ή επιθεωρήσεις, κανονιστικές εκθέσεις, εποπτικά έτρα που επιβάλλονται στην επιχείριση, ζητήατα που επηρεάζουν τη συνέχιση των δραστηριοτήτων της επιχείρισης και ζητήατα που σχετίζονται ε τον κλάδο, όπως κανονιστικές ή ακροοικονοικές εξελίξεις. Εάν η επιχείριση ανήκει σε πολυεθνικό ασφαλιστικό όιλο, οι αρόδιες αρχές, και ιδίως οι επόπτες του οίλου, πρέπει επίσης να καλύπτουν θέατα σχετικά ε τον έλεγχο του οίλου. 1.15. Κατά τον καθορισό του χρόνου διεξαγωγής του διαλόγου ε τους ελεγκτές, οι αρόδιες αρχές πρέπει να δίνουν προσοχή στη φύση των διαθέσιων πληροφοριών κατά τα διάφορα στάδια του υποχρεωτικού ελέγχου. Κατευθυντήρια γραή 3 $ Μορφή του διαλόγου 1.16. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να εξετάζουν και να επιλέγουν τα πλέον πρόσφορα και αποτελεσατικά έσα και διαύλους διαλόγου ανάλογα ε τις εκάστοτε συνθήκες. 1.17. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να επιλέγουν κατάλληλο συνδυασό έσων και διαύλων διαλόγου, ο οποίος πορεί να χρησιοποιείται κατά περίπτωση ή σε τακτική βάση, συγκεκριένα: γραπτή και προφορική επικοινωνία, περιλαβανοένων των τηλεφωνικών κλήσεων και των συναντήσεων ε φυσική παρουσία. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να προωθούν τη διεξαγωγή τακτικών συναντήσεων ε φυσική παρουσία προς διευκόλυνση της ανοιχτής επικοινωνίας, ιδίως κατά την έναρξη του διαλόγου ε τους συετέχοντες για πρώτη φορά. 1.18. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να τηρούν αρχείο επικοινωνίας για ενδοϋπηρεσιακούς σκοπούς, προκειένου να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη συνέχεια της επικοινωνίας. Κατευθυντήρια γραή 4 $ Εκπρόσωποι στον διάλογο 1.19. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να ερινούν για την πρόσκληση εκπροσώπων της αρόδιας αρχής και των νόιων ελεγκτών ή των ελεγκτικών γραφείων, οι οποίοι διαθέτουν τις απαιτούενες γνώσεις, είναι ενηερωένοι και έχουν εξουσιοδοτηθεί από τον οργανισό ή το γραφείο τους να ανταλλάσσουν πληροφορίες συναφείς προς τον διάλογο. 1.20. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να προσδιορίζουν τον κατάλληλο αριθό και τον ρόλο των συετεχόντων από αφότερα τα έρη του διαλόγου, λαβάνοντας υπόψη 4/6
τα προς συζήτηση θέατα του διαλόγου, καθώς και την ιδιαίτερη φύση και τις περιστάσεις της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων που αποτελούν αντικείενο του διαλόγου. 1.21. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να σταθίζουν τον αριθό των συετεχόντων ε την ανάγκη διεξαγωγής συναφούς και αποτελεσατικού διαλόγου, διασφαλίζοντας παράλληλα την επιστευτικότητα του περιεχοένου του. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να ερινούν ώστε οι βασικοί συετέχοντες στον διάλογο να είναι ένας εκπρόσωπος της εποπτικής αρχής ο οποίος εκτελεί καθήκοντα αρχηγού οάδας και οι κύριοι εταίροι του ελέγχου. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να συνυπολογίζουν και άλλους συετέχοντες από την αρόδια αρχή και σε συνεννόηση ε τους νόιους ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία συετέχοντες από τους νόιους ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία, ανάλογα ε το θέα, όπως επειρογνώονες σε θέατα ΤΠ, λογιστικής, αναλογιστικής ή αποτίησης. 1.22. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να αξιολογούν το κατά πόσον η διεξαγωγή τριερών συναντήσεων ε εκπροσώπους της επιχείρησης και, ιδίως την οικεία επιτροπή ελέγχου, είναι πρόσφορη, υπό συγκεκριένες περιστάσεις και λαβανοένων υπόψη των υπό συζήτηση θεάτων, για την επίτευξη αποτελεσατικού διαλόγου, συπληρωατικά προς τον διάλογο που προβλέπεται στις παραγράφους 1.19 έως 1.21. Οοίως, η αρόδια αρχή πορεί να προσκαλεί, ανάλογα ε την περίπτωση, αρόδιες αρχές υπεύθυνες για την εποπτεία χρηατοοικονοικών αγορών ή τη δηόσια εποπτεία ελεγκτών. Στην περίπτωση αυτή πρέπει οοίως να ισχύουν οι απαιτήσεις περί επιστευτικότητας και επαγγελατικού απόρρητου που ορίζονται στην παράγραφο 1.8 της κατευθυντήριας γραής 1. Κατευθυντήρια 5 Συχνότητα και χρόνος διεξαγωγής του διαλόγου 1.23. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να προγραατίζουν τη διεξαγωγή του διαλόγου ανά τακτά χρονικά διαστήατα, ε τη συχνότητα που απαιτείται για τη διασφάλιση της αποτελεσατικότητάς του, σύφωνα ε την παράγραφο 1.10 της κατευθυντήριας γραής 1. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να λαβάνουν υπόψη το χρονοδιάγραα των εποπτικών επιθεωρήσεων και των υποχρεωτικών ελέγχων ε σκοπό τον καθορισό του πλέον κατάλληλου χρόνου διεξαγωγής του διαλόγου σε συνεννόηση ε το έτερο έρους. 1.24. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να εκτιούν τη σκοπιότητα διεξαγωγής του διαλόγου κατά περίσταση, εφόσον προκύπτουν σηαντικά ζητήατα τα οποία απαιτούν επείγουσα αποσαφήνιση. 1.25. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να αξιολογούν ανά τακτά χρονικά διαστήατα την καταλληλότητα και την αναλογικότητα της επιλεγείσας συχνότητας και του χρόνου διεξαγωγής του διαλόγου ως προς τον αντίκτυπό τους στα εποπτικά τους καθήκοντα ή στον υποχρεωτικό έλεγχο της επιχείρησης. Για τη διασφάλιση ιας αναλογικής προσέγγισης, ο διάλογος ε αντικείενο επιχειρήσεις ασφαλίσεων υψηλού κινδύνου η κατάρρευση των οποίων αναένεται να έχει σοβαρό αντίκτυπο, οι αρόδιες αρχές πρέπει να ερινούν ώστε οι συναντήσεις να διεξάγονται τουλάχιστον ία φορά ετησίως. 5/6
Κατευθυντήρια γραή 6 $ ιάλογος ε τους ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία σε συλλογικό επίπεδο 1.26. Για την προώθηση της αποτελεσατικότητας του διαλόγου σε τοεακό και εθνικό επίπεδο, οι αρόδιες αρχές πρέπει να ερινούν για τη διεξαγωγή τακτικού διαλόγου ε τους νόιους ελεγκτές σε συλλογικό επίπεδο, ώστε να καθίσταται εφικτή η ανταλλαγή απόψεων σχετικά ε τις εκάστοτε ή τις επικείενες εξελίξεις, τουλάχιστον ία φορά ετησίως, ανάλογα ε την περίπτωση. Κατ αντιστοιχία ε τα προβλεπόενα στην παράγραφο 1.22 της κατευθυντήριας γραής 4, οι αρόδιες αρχές πορούν να προσκαλούν άλλες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εποπτεία των χρηατοοικονοικών αγορών ή τη δηόσια εποπτεία των ελεγκτών. 1.27. Οι αρόδιες αρχές πρέπει να διασφαλίζουν ότι κατά τη διάρκεια αυτών των συναντήσεων δεν κοινοποιούνται πληροφορίες σχετικά ε τις επιχειρήσεις, καθώς και ότι εφαρόζονται οι απαιτήσεις περί τήρησης της επιστευτικότητας και του επαγγελατικού απορρήτου που ισχύουν στο πλαίσιο του διερούς διαλόγου, όπως ορίζεται στην παράγραφο 1.8 της κατευθυντήριας γραής 1. Κανόνες συόρφωσης και υποβολής στοιχείων 1.28. Το παρόν έγγραφο περιλαβάνει κατευθυντήριες γραές οι οποίες εκδίδονται δυνάει του άρθρου 16 του κανονισού EIOPA. Σύφωνα ε το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισού EIOPA, οι αρόδιες αρχές και τα χρηατοοικονοικά ιδρύατα καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να συορφωθούν ε τις κατευθυντήριες γραές και συστάσεις. 1.29. Οι αρόδιες αρχές που συορφώνονται ή προτίθενται να συορφωθούν ε τις παρούσες κατευθυντήριες γραές θα πρέπει να τις ενσωατώσουν δεόντως στο κανονιστικό ή εποπτικό τους πλαίσιο. 1.30. Οι αρόδιες αρχές επιβεβαιώνουν στην EIOPA εάν συορφώνονται ή προτίθενται να συορφωθούν ε τις παρούσες κατευθυντήριες γραές, παραθέτοντας τους λόγους ενδεχόενης η συόρφωσης, εντός δύο ηνών από την έκδοση της ετάφρασης των κατευθυντήριων γραών. 1.31. Ελλείψει απάντησης εντός της προθεσίας αυτής, οι αρόδιες αρχές θα θεωρείται ότι δεν συορφώνονται ε τις υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων και το γεγονός αυτό θα γνωστοποιείται. Τελική διάταξη περί επανεξέτασης 1.32. Οι παρούσες κατευθυντήριες γραές υπόκεινται σε επανεξέταση από την EIOPA. 6/6