Φραγκίσκος Τζουλάτι. Μια αινιγματική μορφή της κομμουνιστικής αριστεράς Όνομα συντάκτη : panther1924 Ημερομηνία δημοσίευσης : 26 Μαΐου 2018 Το παρακάτω κείμενο αναφέρεται στην περίοδο του Μεσοπολέμου και επικεντρώνεται στην πολιτική διαδρομή του Φραγκίσκου Τζουλάτι. Το 1919 ορισμένα μέλη του ΣΕΚΕ (Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος) παραιτούνται για να πιέσουν για την προσχώρηση του κόμματος στην Κομμουνιστική Διεθνή. Από την Κεντρική Επιτροπή παραιτούνται ο Δ. Λιγδόπουλος και ο Ν. Δημητράτος, ενώ από τους ηγέτες της νεολαίας παραιτούνται ο Φραγκίσκος Τζουλάτι και ο Σπύρος Κομιώτης. Ο Λιγδόπουλος ξαναγυρνά στο ΣΕΚΕ στα τέλη του 1919 και εκλέγεται αντιπρόσωπος του κόμματος στην Κομμουνιστική Διεθνή, ενώ οι άλλοι νέοι εκδίδουν το περιοδικό «Κομμουνισμός» (1920-1921). Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Λιγδόπουλος και ο Τζουλάτι ήταν δύο από τα πρόσωπα που αγωνίστηκαν για να αποκτήσει κομμουνιστικό προσανατολισμό το ΣΕΚΕ. Με λίγα λόγια, αγωνίστηκαν για την μπολσεβικοποίηση του κόμματος. Ο Δημοσθένης Λιγδόπουλος (1898-1920) δολοφονήθηκε τον Οκτώβριο του 1920 από Τούρκους λαθρεμπόρους και η υπόθεση της δολοφονίας του παραμένει σκοτεινή μέχρι σήμερα καθώς κάποιοι υποστηρίζουν ότι το κίνητρο της δολοφονίας ήταν η ληστεία ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι η δολοφονία σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε από πράκτορες της Αντάντ (Αγγλία - Γαλλία). Ο Φραγκίσκος Τζουλάτι (1897-1943) είχε ιταλική καταγωγή και ήταν ανιψιός του σοσιαλιστή Πλάτωνα Δρακούλη. Το 1917 εξέδωσε το βιβλίο του αναρχικού Κροπότκιν «Προς τους νέους», καταδικάστηκε σε 4 χρόνια φυλάκιση και κλείστηκε στις φυλακές της Θεσσαλονίκης. Στη συνέχεια, έγινε ένα από τα ιδρυτικά μέλη του ΣΕΚΕ, αλλά μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα αποχώρησε από το κόμμα. Το 1921 η ομάδα γύρω από το Τζουλάτι προσχωρεί και πάλι στο ΣΕΚΕ και λειτουργεί κρυφά μέσα στο κόμμα με σκοπό να καταρτίσει ένα στελεχιακό δυναμικό ικανό να δημιουργήσει ένα πραγματικά επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα, διαπιστώνοντας ότι η ηγεσία του ΣΕΚΕ ήταν ανεπαρκής για αυτό. Η μαρξιστική επιμόρφωση και η ηθική κομμουνιστική διαμόρφωση των εργατών θεωρούνται άμεσα επαναστατικά καθήκοντα, ενώ η συνδικαλιστική δράση έχει δευτερεύουσα σημασία. Η ομάδα Τζουλάτι έχει πυραμιδική συγκρότηση με μυστικούς μορφωτικούς πυρήνες που καθοδηγούνται από τον «Πρώτο Πυρήνα». Ο αρχικός πυρήνας της ομάδας απαρτιζόταν από τους παρακάτω κομμουνιστές : Τζουλάτι, Χρήστος Δεδούσης, Κώστας Γκοβόστης, Σωτήρης Τσιγαρίδης, Λευτέρης Αποστόλου, Γεώργιος Σαραντίδης, Γρηγόριος Σαραντίδης, Γ. Γυφτόπουλος, Κόρακας, Καβαδάς, Κατσάνος. Ο γερμανομαθής Δεδούσης και ο ιταλομαθής Τζουλάτι ανέλαβαν να μεταφράσουν στα ελληνικά διάφορα βιβλία σημαντικών ευρωπαίων Μαρξιστών θεωρητικών (Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Μπουχάριν, Τρότσκι κ.α.). Σημαντική ήταν και η συμβολή του μετέπειτα εκδότη Κώστα Γκοβόστη. Μέσα στο 1922 η ομάδα Τζουλάτι αναπτύχθηκε με αργούς ρυθμούς. Επικεντρώθηκε στο να κάνει μαθήματα μαρξιστικού περιεχομένου σε κλειστούς κύκλους νεαρών κομμουνιστών, στο σπίτι του Τζουλάτι, στην οδό Μιχαήλ Βόδα 31. Τα μαθήματα παρέδιδε ο ίδιος ο Τζουλάτι και οι παρευρισκόμενοι απαγορευόταν να αποκαλύψουν σε άλλα άτομα όσα είχαν ειπωθεί στο σπίτι. Το Νοέμβριο του 1922 πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα το 1ο Έκτακτο Συνέδριο του ΣΕΚΕ (Κ), εκλέχτηκε νέα Κεντρική Επιτροπή και Γραμματέας έγινε ο Νίκος Σαργολόγος, ο οποίος έδρασε ύπουλα μέσα στο κόμμα. Η ομάδα Τζουλάτι αντιλήφθηκε έγκαιρα το ρόλο του, συγκρούστηκε μαζί του και τον κατήγγειλε ως πράκτορα της Ασφάλειας. Ο Σαργολόγος καταχράστηκε 7.500 δολάρια που προορίζονταν για την ενίσχυση του ΚΚΕ και μαζί με τη Γερμανίδα σύζυγό του αποφάσισε να συνεργαστεί με την ελληνική κυβέρνηση με στόχο τη διάλυση του ΣΕΚΕ, παίζοντας το ρόλο του
ρουφιάνου. Αποκάλυψε διάφορες πληροφορίες για το ΣΕΚΕ και πήγε σε πολλές δίκες στελεχών του ΣΕΚΕ για να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας. Τελικά, μετανάστευσε στις ΗΠΑ για να χαθούν τα ίχνη του και πέθανε πάμφτωχος το 1974. Το Μάιο του 1923 οι Τζουλάτι, Γ. Σαραντίδης, Χ. Δεδούσης κ.α. εκδίδουν το κομμουνιστικό περιοδικό «Αρχείον Μαρξισμού», με διευθυντή το Δεδούση. Το περιοδικό αυτό κυκλοφόρησε την περίοδο 1/5/1923 1/1/1928. Το 1924 ο Λευτέρης Αποστόλου, παίζοντας το ρόλο του καταδότη, αποκάλυψε στην ηγεσία του ΣΕΚΕ τη δραστηριότητα της ομάδας Τζουλάτι που εξέδιδε το «Αρχείον Μαρξισμού», με αποτέλεσμα να διαγραφούν από το κόμμα τα γνωστότερα στελέχη της. Στο Εθνικό Συμβούλιο του ΣΕΚΕ, το Φεβρουάριο του 1924, διαγράφονται από το κόμμα η ομάδα του Μπεναρόγια, η ομάδα του Παπαναστασίου και η ομάδα του Τζουλάτι. Λίγο καιρό αργότερα, πραγματοποιείται το 3ο Έκτακτο Συνέδριο του ΣΕΚΕ (Κ) (26 Νοεμβρίου 3 Δεκεμβρίου 1924), στο οποίο το κόμμα μετονομάζεται σε ΚΚΕ. Σε αυτό το συνέδριο εκλέχτηκε Γενικός Γραμματέας του κόμματος ο 24χρονος Παντελής Πουλιόπουλος. Η ομάδα Τζουλάτι συνέχισε τη δράση της και τα μέλη της χαρακτηρίστηκαν ως «Αρχειομαρξιστές», λόγω του ονόματος του περιοδικού που εξέδιδαν. Ορισμένοι φανατικοί οπαδοί του ΣΕΚΕ ξυλοκόπησαν αυτούς που πουλούσαν το περιοδικό και παράλληλα απαγορεύτηκε η διάδοσή του μέσα στο κόμμα και στη νεολαία. Η δικτατορία του Πάγκαλου σταμάτησε την έκδοση του περιοδικού (5-4-1925), αλλά μετά από ένα διάστημα επανακυκλοφόρησε. Κύριο σύνθημα των αρχειομαρξιστών ήταν πρώτα μόρφωση και μετά δράση. Το Σεπτέμβριο του 1926 ο Πουλιόπουλος παραιτείται από τη θέση του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ. Ένα μεγάλο ερώτημα για όσους μελετούν την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος είναι ποιες ακριβώς ήταν οι συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιήθηκε η μεταβίβαση της ηγεσίας των Αρχειομαρξιστών από το Τζουλάτι στο Γιωτόπουλο και ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στην απόφαση του Τζουλάτι να αποχωρήσει από τη θέση του αρχηγού. Η αποχώρησή του ήταν οικειοθελής ή αναγκαστική ; Ο αρχειομαρξιστής Γιάννης Θεοδωράτος αναφέρει πως άκουσε από τον Τάσο Γιακουμάτο ότι ο Γιωτόπουλος και ο Τζουλάτι συγκρούστηκαν πάνω στην εσωτερική λειτουργία της οργάνωσης και το εάν θα έπρεπε οι αρχειομαρξιστές να συμμετάσχουν στους συνδικαλιστικούς αγώνες ή όχι. Άλλοι υποστήριξαν ότι τον Τζουλάτι τον κέρδισε ο τεκτονισμός και ότι το 1931 υπήρχε το όνομά του στον κατάλογο των στελεχών της Στοάς της Αθήνας «Προμηθεύς». Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Τζουλάτι αποχώρησε από την ηγεσία των αρχειομαρξιστών επειδή διορίστηκε μηχανικός στο κράτος, καθώς εθεωρείτο ασύμβατη η νέα του θέση με την κομμουνιστική δράση. Ακολούθησε καριέρα καθώς ανέλαβε Διευθυντής του Γραφείου Νομομηχανικού Κορίνθου. Τη δεκαετία του 1940 εργαζόταν στη Σύρο ως νομομηχανικός. Εκεί βοήθησε έναν εξόριστο αρχειομαρξιστή να διαφύγει από τις ιταλικές αρχές. Αρρώστησε όμως και πέθανε το 1943. Σύμφωνα με τον Καστρίτη, ένας αρχειομαρξιστής με παρόντα τρία μέλη του ΚΚΕ έβγαλε τον επικήδειο λόγο. Αυτό που γνωρίζουμε από τα ιστορικά βιβλία είναι ότι το 1926 ο Δημήτρης Γιωτόπουλος (1901-1965) αναλαμβάνει την ηγεσία της ομάδας των Αρχειομαρξιστών και ο Τζουλάτι φεύγει από τη θέση του αρχηγού. Παράλληλα, αποχωρούν πολλά μέλη του ιστορικού Πρώτου Πυρήνα της ομάδας όπως ο Γ. Βιτσώρης, ο Σ. Τσιγαρίδης, ο Γ. Σαραντίδης, ο Γρ. Σαραντίδης κ.α. Το 1927 ο Κώστας Γκοβόστης προκαλεί διάσπαση και έχοντας το τυπογραφείο προχωράει στην ίδρυση ενός εκδοτικού οίκου. Ο Δεδούσης αποχωρεί εξαντλημένος από τη χρονοβόρα μεταφραστική δουλειά που έκανε. Η επανέκδοση του περιοδικού «Αρχείον Μαρξισμού» με άλλο διευθυντή, θα χαρακτηριστεί με χαμηλότερη ποιότητα μεταφράσεων και το 1928 θα σταματήσει η κυκλοφορία του. Το περιοδικό
συνετέλεσε στη διαμόρφωση ενός ιδιόμορφου πολιτικού ρεύματος στην Ελλάδα (του Αρχειομαρξισμού) και βοήθησε στη θεωρητική και μορφωτική κατάρτιση εργατών. Όταν ανέλαβε τη θέση του αρχηγού των Αρχειομαρξιστών ο Γιωτόπουλος, πρότεινε την αντικατάσταση της δεκαμελούς διοίκησης της ομάδας με μια ευέλικτη τριμελή επιτροπή. Η πρότασή του έγινε δεκτή. Από το 1928 και μετά, η δράση των Αρχειομαρξιστών στο συνδικαλιστικό κίνημα άρχισε να γίνεται πιο έντονη και συστηματική. Την ίδια χρονιά, ο Γιωτόπουλος συνδέθηκε με τη Ζωή Μεταξά που προερχόταν από πλούσια οικογένεια της Αρκαδίας και ήταν μέλος των Αρχειομαρξιστών. Το πρόβλημα της φυματίωσης από την οποία έπασχε επιδεινώθηκε και αναγκάστηκε να νοσηλευτεί σε σανατόριο. Στις 25 Σεπτεμβρίου 1927 το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ διαγράφει τον Παντελή Πουλιόπουλο και τον Παστία Γιατσόπουλο που εξέφρασαν την υποστήριξή τους στον Τρότσκι. Στις 15 Φεβρουαρίου 1928 η 2η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ διαγράφει τρία μέλη του Πολιτικού Γραφείου του κόμματος (Μάξιμος, Σκλάβος, Χαΐνογλου). Οι συγκρούσεις μεταξύ μελών του ΚΚΕ και Αρχειομαρξιστών είχαν τραυματίες και νεκρούς. Το 1926 δολοφονήθηκε ο Ηλίας Γεωργοπαπαδάτος από ομάδα του ΚΚΕ με επικεφαλής το Νίκο Ζαχαριάδη και το 1927 δολοφονήθηκε ο Κώστας Λαδάς από μια άλλη ομάδα του ΚΚΕ. Το Φεβρουάριο του 1929 στον κινηματογράφο «Απόλλων» έγιναν βίαιες συμπλοκές ανάμεσα σε μέλη του ΚΚΕ και σε μέλη αρχειομαρξιστικών τροτσκιστικών οργανώσεων. Οι διάφοροι πυρήνες των Αρχειομαρξιστών συνεδρίαζαν μέσα σε συνωμοτικό κλίμα, υπό τις οδηγίες του Γιωτόπουλου, σε δωμάτια που φωτίζονταν με λάμπες πετρελαίου. Σε αυτές τις συνεδριάσεις, οι φοιτητές συχνά αναλάμβαναν να κάνουν πολιτική κατήχηση στα υπόλοιπα μέλη. Ο Γιωτόπουλος ασκούσε μεγάλη επιρροή στους ομοϊδεάτες του, ήταν αντισταλινικός, μορφωμένος, λιγομίλητος, διέθετε ηγετικές και οργανωτικές ικανότητες και καλλιεργούσε ένα κλίμα μυστηρίου γύρω από το πρόσωπό του. Ήταν δύσκολο κάποιος να κανονίσει συνάντηση μαζί του. Ήταν γνωστός με τα ψευδώνυμα: Witte, Βήτα, Εργασία, Σταύρος. Ο Μιχάλης Ράπτης (Πάμπλο) ανέφερε σχετικά με την πρώτη συνάντηση που είχε με τον Witte τα εξής : «Ένα βράδυ πήγα σε ένα φτωχικό εργατικό δωμάτιο στο Βοτανικό. Μέσα τρεμόφεγγε μια λάμπα πετρελαίου και σε μια καρέκλα είδα καθισμένη την "Εργασία", αμίλητη, χωρίς να διακρίνω ακόμη το πρόσωπό της. Επικράτησε εσκεμμένη σιωπή, ίσως και για ένα τέταρτο. Σε μια στιγμή η "Εργασία" αρχίζει αργά να περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της, ώσπου βλέπω καθαρά το πρόσωπό της. Εντυπωσιακό, μεγάλο μέτωπο και δύο βαθιά γαλανά μάτια. Με το αριστερό χέρι κρατά το πηγούνι της, κρύβοντας λίγο το στόμα». Ο Λουκάς Καρλιάφτης αναφερόμενος στο Γιωτόπουλο σημείωσε τα εξής : «Ήταν δραστήριος και συστηματικός. Σ αυτόν οφείλονταν η ταχτικότητα της έκδοσης του περιοδικού που είχε αναλάβει. Ήταν σκληρός και χαλκέντερος στην πάλη του. Είχε μια καταπληχτική ικανότητα να επηρεάζει και να φανατίζει Ο Γιωτόπουλος γι αυτή του τη δράση προτάθηκε απ τον Τζουλάτι κατ εξαίρεση να μπει στον πρώτο ηγετικό κύκλο που δημιουργήθηκε σαν συνέχεια του πρώτου πυρήνα. Ήταν ο κατοπινός μονοπωλητής της ηγεσίας». Στη διδακτορική διατριβή του με τίτλο «Η οργάνωση Αρχείον του Μαρξισμού (1919-1934)», ο Κώστας Παλούκης αναφέρει για την οργάνωση των Αρχειομαρξιστών τα εξής : «Εκτός από την ιδιότητα του «κανονικού» μέλους υπήρχε και η ιδιότητα του «δόκιμου» μέλους ή των συμπαθούντων, οι οποίοι εκπαιδεύονταν στους μορφωτικούς ομίλους. Το κριτήριο για τον προσδιορισμό της θέσης και την ανέλιξη ενός μέλους στην κομματική ιεραρχία αποτελούσε η αγωνιστικότητα, η προσήλωση και η υπαγωγή στις αρχές της οργάνωσης, η εμπειρία και η μόρφωση. Η εξέλιξη ενός μέλους αποφασιζόταν από τους ανώτερους και δεν καθοριζόταν από διαδικασίες εκλογής. Πολύ ιδιαίτερος ήταν ο τρόπος της διαγραφής ή «αποκλεισμός», όπως ονομαζόταν, ενός μέλους. Ο «αποκλεισμός» αποφασιζόταν από την «Εργασία» και «εκτελούταν» από έμπιστα στον
Γιωτόπουλο στελέχη. Η διαδικασία ήταν κλειστή, δηλαδή δεν συζητιόταν ανοιχτά στον πυρήνα του «αποκλειόμενου», αλλά οι «εκτελεστές» τον συναντούσαν μέσα στα πλαίσια της μυστικότητας και του ανακοίνωναν την απόφαση της «Εργασίας». Στη συνέχεια άλλαζε ο τόπος και ο χρόνος της συνάντησης όλων των πυρήνων που είχε επαφή ο «αποκλειόμενος». Γενικά απομονωνόταν από τα άλλα μέλη τα οποία ενημερώνονταν για τους λόγους του αποκλεισμού, αλλά ο «αποκλειόμενος» δεν μπορούσε να απολογηθεί σε αυτά. Η διαγραφή του είχε κόστος συνήθως σε προσωπικό επίπεδο, καθώς αποκλειόταν από την κυριότερη δραστηριότητα της ζωής του. Σύμφωνα με τον Ριζοσπάστη «η παραμικρή υπόνοια ότι ο άλφα είναι κατάσκοπος του Κόμματος ή ο βήτα σαν να θέλει να μάθει πολλά κι όλο μας φέρνει αντιρρήσεις απομονώνεται μέσα στον όμιλο των συμπαθούντων χωρίς να το νοιώσει κι αυτός ο ίδιος», ενώ στη συνέχεια τον χτυπάνε. Η «διαγραφή» δεν ερχόταν πάντοτε ξαφνικά, αλλά σταδιακά. Μερικές φορές οι αποκλεισμένοι επανεντάσσονταν μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Στην πράξη ο ρόλος των ηγετικών στελεχών ήταν να επιβλέπουν τους κατώτερους πυρήνες και ιδιαίτερα τα ενδιάμεσα στελέχη που ήταν περισσότερο επιρρεπή στην διαφωνία. Η παρακολούθηση αποσκοπούσε στην αποφυγή της εισόδου ή την ανακάλυψη αστυνομικών ή κομματικών πρακτόρων. Παράλληλα, διατηρούσαν μέσα στο ΚΚΕ κρυφά μέλη, μάλιστα στα 1928-29 κατάφεραν να εκλέξουν τρία μέλη στην Περιφερειακή Επιτροπή Περασιά της ΟΚΝΕ προσφέροντας σημαντικές πληροφορίες για την δράση του κόμματος. Στο δεύτερο επίπεδο της νέας ιεραρχίας δημιουργήθηκαν περισσότεροι Κεντρικοί Πυρήνες με καθοδηγητικό ρόλο. Ο κάθε Κεντρικός Πυρήνας κατηύθυνε πέντε έως δέκα απλούς Πυρήνες. Ο Γιωτόπουλος επέλεγε τα μέλη από παλαιά και έμπειρα στελέχη, ενώ ο αριθμός των μελών του αντιστοιχούσε στον αριθμό των απλών πυρήνων που είχε υπό την εποπτεία του. Σε ένα τρίτο επίπεδο συγκροτήθηκαν Τοπικές ή Περιφερειακές Επιτροπές ή Οργανώσεις Πόλεων με ρόλο αντίστοιχο και πιο μόνιμο των παλιών «αχτίφ» ή του παλιού Πρώτου Πυρήνα (βλ. Πίνακα 1.2, Παράρτημα). Οι Τοπικές Επιτροπές ή Οργανώσεις Πόλεων λειτούργησαν όμως μόνο στην Θεσσαλονίκη και τον Πειραιά. Στην Αθήνα η καθοδήγηση της οργάνωσης γινόταν απευθείας από τον Γιωτόπουλο. Οι κομματικές συναντήσεις, τακτικές σε εβδομαδιαία βάση, συνέχιζαν να γίνονται μυστικά σε σπίτια, φούρνους και τσαγκαράδικα, συνήθως νύχτα, ενώ αντίθετα τα μαθήματα διεξάγονταν σε δημόσιους χώρους, συνήθως πρωί.». Το 1925 ο Γιωτόπουλος συνελήφθη από τη Δικτατορία του Πάγκαλου. Αργότερα, πήγε εθελοντικά να πολεμήσει στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο, στο πλευρό των δημοκρατικών δυνάμεων. Όσο γρήγορα πέτυχε την αύξηση του αριθμού μελών των Αρχειομαρξιστών, κέρδισε την εμπιστοσύνη του Τρότσκι και αναρριχήθηκε στις ηγετικές θέσεις της Διεθνούς Αριστερής Αντιπολίτευσης (Δ.Α.Α.), τόσο γρήγορα έχασε την εμπιστοσύνη του, ερχόμενος σε ρήξη μαζί του (1934). Η ρήξη μεταξύ των δύο ανδρών προκάλεσε τη διάσπαση της ΚΟΜΛΕΑ (1934), και την ίδρυση του ΚΑΚΕ (Κομμουνιστικό Αρχειομαρξιστικό Κόμμα Ελλάδας) από το Γιωτόπουλο. Στις 20 Ιανουαρίου 1929 η σοβιετική GPU συλλαμβάνει το μεγαλύτερο εσωκομματικό αντίπαλο του Στάλιν, τον Τρότσκι και λίγο αργότερα ακολουθεί και η εξορία του. Το καλοκαίρι του 1930 το περιοδικό «Σπάρτακος» (Μάξιμος) επιτίθεται εναντίον του Αρχείου Μαρξισμού και το χαρακτηρίζει «γάγγραινα του εργατικού κινήματος». Την ίδια χρονιά, οι Αρχειομαρξιστές ιδρύουν μια οργάνωση με τίτλο ΚΟΜΛΕΑ (Κομμουνιστική Οργάνωση Μπολσεβίκων Λενινιστών Ελλάδας - Αρχειομαρξιστές) και αποφασίζουν να εκδώσουν την εφημερίδα «Πάλη των Τάξεων» και να προσχωρήσουν στη Διεθνή Αριστερή Αντιπολίτευση (Δ.Α.Α.) του Τρότσκι. Το 1930 διεγράφη από την ΚΟΜΛΕΑ μια ομάδα νεαρών στελεχών, οι λεγόμενοι φραξιονιστές. Επικεφαλής των φραξιονιστών ήταν ο Δημήτρης Σούλας που είχε γεννηθεί το 1903 και ήταν αρτεργάτης. Συνδέθηκε με την ομάδα των Αρχειομαρξιστών το 1925 και αργότερα αναδείχτηκε σε υπαρχηγό του Γιωτόπουλου. Το 1929 διαφώνησε με το Γιωτόπουλο και στη συνέχεια διαγράφτηκε (Οκτώβριος 1929). Μαζί με το Σούλα αποχώρησε και μια ομάδα διαφωνούντων, προκαλώντας διάσπαση της ομάδας των Αρχειομαρξιστών. Κάποιοι φραξιονιστές απήγαγαν το Γιωτόπουλο από το σπίτι του, έκλεψαν διάφορα έγγραφά του και τον απείλησαν ότι θα τον σκοτώσουν. Μαζί με το Μιχάλη Ράπτη (Πάμπλο) και μερικούς άλλους ίδρυσαν την Κομμουνιστική Ενωτική Ομάδα (ΚΕΟ), της οποίας τις θέσεις συνέταξε ο Μιχάλης Ράπτης. Αργότερα ο Σούλας συνελήφθη από τη Δικτατορία του
Μεταξά, εξορίστηκε, φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία, αποκήρυξε τον κομμουνισμό, υπέγραψε δήλωση μετανοίας, απελευθερώθηκε και ιδιώτευσε. Ενδεικτική Βιβλιογραφία : 1) «Παντελής Πουλιόπουλος», εκδόσεις Παρασκήνιο, 2003 2) Μάριος Εμμανουηλίδης, «Αιρετικές διαδρομές», εκδόσεις Φιλίστωρ, 2002 3) Κώστας Παλούκης, «Η οργάνωση Αρχείον του Μαρξισμού (1919-1934)», διδακτορική διατριβή 4) Θεόδωρος Μπενάκης, «Δημήτρης Γιωτόπουλος. Μια πορεία από τον επαναστατικό στο φιλελεύθερο σοσιαλισμό», εκδόσεις Κούριερ Εκδοτική, 2003 5) Δ. Κατσορίδας, Δ. Λιβιεράτος, Κ. Παλούκης, «Ο ελληνικός τροτσκισμός. Ένα χρονικό 1923-1946», εκδόσεις Φιλίστωρ, 2003 6) Νέα Κοινωνιολογία, τεύχος 45, χειμώνας 2008-2009