Ὣς ὁ μὲν ἔνθα καθεῦδε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεὺς

Σχετικά έγγραφα
ὣς ὁ μὲν ἔνθα καθεῦδε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεὺς 1 ὕπνῳ καὶ καμάτῳ ἀρημένος αὐτὰρ Ἀθήνη βῆ ῥ ἐς Φαιήκων ἀνδρῶν δῆμόν τε πόλιν τε,

Odissea VI vv

Bijlage VWO. Grieks. tijdvak 1. Tekstboekje. VW-1111-a-18-1-b

persoon praesens imperfectum sigmatische aoristus

πρῶτον μὲν τοῦτον τὸν λόγον ἀναλάβωμεν ὃν σὺ λέγεις περὶ τῶν δοξῶν μέν congr. cmpl. subj. bep. bij bijzinskern

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

bab.la Φράσεις: Προσωπική Αλληλογραφία Ευχές ολλανδικά-ολλανδικά

Bijlage VWO. Grieks. tijdvak 1. Tekstboekje a-VW-1-b

EDU IT i Ny Testamente på Teologi. Adjunkt, ph.d. Jacob P.B. Mortensen

Waar kan ik het formulier voor vinden? Waar kan ik het formulier voor vinden? Για να ρωτήσετε που μπορείτε να βρείτε μια φόρμα

3. δυνητικό: ἄν, ποὺ σημαίνει κάτι ποὺ μπορεὶ ἤ ποὺ μποροῦσε νὰ γίνει.

Ὁ πιστὸς φίλος. Πιστεύω¹ τῷ φίλῳ. Πιστὸν φίλον ἐν κινδύνοις γιγνώσκεις². Ὁ φίλος τὸν

"τέκνον ἐμόν, ποόν σε ἔπος φύγεν ἕρκος ὀδόντων.

Ἦμος δ ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς, 1. ὄρνυτ ἄρ ἐξ εὐνῆς ἱερὸν μένος Ἀλκινόοιο, ἂν δ ἄρα διογενὴς ὦρτο πτολίπορθος Ὀδυσσεύς.

εἰ δὲ μή, παῦσαι ἤδη, ὦ θαυμάσιε, πολλάκις μοι λέγων τὸν αὐτὸν λόγον, bepaling cmpl. attribuut complement (object)

Examen VWO. Grieks. Voorbereidend Wetenschappelijk Onderwijs Tijdvak 2 Woensdag 21 juni uur. Tekstboekje. Begin.

2o ΘΕΜΑ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γέγραπται

σεύατ ἔπειτ ἐπὶ κῦμα λάρῳ ὄρνιθι ἐοικώς, ὅς τε κατὰ δεινοὺς κόλπους ἁλὸς ἀτρυγέτοιο ἰχθῦς ἀγρώσσων πυκινὰ πτερὰ δεύεται ἅλμῃ τῷ ἴκελος πολέεσσιν

5.A De voorbereiding. οὕτω δ οὐ πολλῷ ὕστερον 1 ἐν τῷ μηνὶ A Γαμηλιῶνι B ὁ γάμος C. ἐπετελεῖτο D. πολλοὶ δὲ γάμοι ἐν ταῖς Ἀθήναις διέμενον 2

Odyssey Book 6 Lines 275 to 331

Wednesday 6 June 2018 Afternoon Time allowed: 1 hour

Immigratie Documenten

ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η

αὐτόν φέρω αὐτόν τὸ φῶς τὸ φῶς αὐτόν τὸ φῶς ὁ λόγος ὁ κόσμος δι αὐτοῦ ἐγένετο, καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω αὐτόν

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Β ΓΥΜΝΑΙΟΥ

Κείμενο διδαγμένο από το πρωτότυπο Δημοσθένους, Ὑπὲρ τῆς Ῥοδίων ἐλευθερίας, 17-18

α κα ρι ι ο ος α α νηρ ος ου ουκ ε πο ρε ε ευ θη εν βου λη η η α α σε ε ε βων και εν ο δω ω α α µαρ τω λω ων ουουκ ε ε ε

Αὐτὰρ ἐπεὶ διά τε σκόλοπας καὶ τάφρον ἔβησαν. φεύγοντες, πολλοὶ δὲ δάμεν Δαναῶν ὑπὸ χερσίν, Il.15.3 οἳ μὲν δὴ παρ ὄχεσφιν ἐ ένοντες

Homer Odyssey 13. Ὀδυσσέως ἀπόπλοος παρὰ Φαιάκων καὶ ἄφιξις εἰς Ἰθάκην. ὣς ἔφαθ, οἱ δ ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ,

Αιτήσεις Συνοδευτική Επιστολή

Αὕτη δ ἐστίν ἡ καλουμένη πόλις καί ἡ κοινωνία ἡ πολιτική.

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8

Περικλέους Σταύρου Χαλκίδα Τ: & F: chalkida@diakrotima.gr W:

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

Α. ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἀριστοτέλους Πολιτικὰ Α1,1 και Γ1, 1-2. απόσπασμα α

Π α σα πνο η αι νε σα τω τον Κυ ρι. Π α σα πνο η αι νε σα α τω τον. Ἕτερον. Τάξις Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου, Ὀ Ν Ψαλµός. Μέλος Ἰωάννου Ἀ. Νέγρη.

Nieuw Grieks Grammatica Konstantinos Athanasiou

Zakelijke correspondentie

Κατάλογος τῶν Συγκερασµῶν ὅλων τῶν Βυζαντινῶν ιατονικῶν Κλιµάκων µέχρι καὶ σὲ 1200 µουσικὰ διαστήµατα (κόµµατα)

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α

ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἀκούω δ αὐτόν, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἐπὶ τοῦτον τὸν λόγον τρέψεσθαι, ὡς

bab.la Φράσεις: Προσωπική Αλληλογραφία Ευχές ολλανδικά-ελληνικά

Ήρθε η ώρα να ασχοληθούμε με τη σύνδεση των προτάσεων στα αρχαία ελληνικά. Παράλληλα θα δίνονται παραδείγματα και στα Νέα Ελληνικά (ΝΕ)

ΘΕΜΑ 1o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΑΠΑΝΤΗΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ (ΑΓΝΩΣΤΟ)

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ & ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΣΠΕΡΑΣ 1-15 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. Παρασκευή 1/08/2014 Ἑσπέρας Ψάλλοµεν τὸ Ἀπολυτίκιο τῆς 2/8/2014. Ἦχος.

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ: ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΙΔΕΩΝ

Οἱ μὲν ἔπειτ ἀπονιψάμενοι χεῖράς τε πόδας τε. εἰς Ὀδυσῆα δόμονδε κίον, τετέλεστο δὲ ἔργον. Αὐτὰρ ὅ γε προσέειπε φίλην τροφὸν Εὐρύκλειαν

Solliciteren Sollicitatiebrief

12 οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτό, οὔτε ἐδιδάχθην, ἀλλὰ δι' ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ". ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ ΕΤΟΥΣ 2004 ΦΥΛΛΑ

Solliciteren Referentie

I. De verbuiging van de substan1even

PROLOOG ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ. 49 Ἐγένοντο Λήδᾳ Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι, 50 Φοίβη Κλυταιμήστρα τ, ἐμὴ ξυνάορος, Ἑλένη τε ταύτης οἱ τὰ πρῶτ ὠλβισμένοι

ὣς ὁ μὲν ἔνθ ἠρᾶτο πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς, 1 κούρην δὲ προτὶ ἄστυ φέρεν μένος ἡμιόνοιϊν. ἡ δ ὅτε δὴ οὗ πατρὸς ἀγακλυτὰ δώμαθ ἵκανε,

ἡ πάλαι γλῶττα ἡ Ἑλληνικὴ, κατὰ τὸν αὐτὸμορφον τρόπον ὑπὸ Ἰακώβου τοῦ Δονάλδοῦ γεγραμμένον

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7

Πρόσληψη του Αρχαίου Ελληνικού Δράματος

Α. Διδαγμένο κείμενο : Ηθικά Νικομάχεια Αριστοτέλους ( Β1, 5-7 & 7-8 )

Σε μια περίοδο ή ημιπερίοδο σύνθετου λόγου οι προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με τρεις τρόπους:

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία

ΚΕΙΜΕΝΑ. Α. Το τέχνασμα του Θεμιστοκλή

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Γ ΓΥΜΝΑΙΟΥ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ

Odyssey Book to 274

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΤΑΞΗ

Εὐκλείδεια Γεωµετρία

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ. καί ὑπερενεγκόντες ναῦς ἀποκομίζονται: κύρια πρόταση ἀποκομίζονται: ρήμα

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 15 ΜΑΪΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

1. ιδαγµένο κείµενο από το πρωτότυπο Θουκυδίδου Ἱστοριῶν Β 36

1st and 2nd Person Personal Pronouns

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Hexaemeron. Orientalia Christiana Analecta 278. Rome 2007.

ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι χε ε ρου ου βι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ιµ µυ υ υ υ υ υ υ Π ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ι ζο ο ο ει ει κο ο

Od Ἡ μὲν ἄρ ὣς ἕ άλιν κίεν αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς. ἤϊεν ἐς κλισίην. Θάμβησε δέ μιν φίλος υἱός, Od ταρβή ἑτέρωσε βάλ ὄμματα, μὴ θεὸς εἴη,

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Πολιτικά (Γ1, 1-2, 3-4/6/12) Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι, καὶ τίς ἑκάστη καὶ ποία

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Α ΓΥΜΝΑΙΟΥ

1 Definite Article. 2 Nouns. 2.1 st Declension

Iohannes Damascenus - De azymis

Εμπορική αλληλογραφία Επιστολή

Εμπορική αλληλογραφία Επιστολή

Οὔλυμπόνδ', ὅθι φασὶ θεῶν ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἔμμεναι οὔτ' ἀνέμοισι τινάσσεται οὔτε ποτ' ὄμβρῳ δεύεται οὔτε χιὼν ἐπιπίλναται, ἀλλὰ μάλ' αἴθρη πέπταται

Πῶς σὺ Ιουδαῖος ὢν παρ ἐμοῦ πεῖν αἰτεῖς γυναικὸς Σαμαρίτιδος οὔσης;

«Η λύση του Γόρδιου Δεσμού» αρχαία ελληνικά Α Γυμνασίου ενότητα 7

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Ο. ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΝΟΥ

Homerocentones fort. conditore operis et auctore Patricio quodam episcopo. Ὑπόθεσις τῶν Ὁμηροκέντρων.

Αιτήσεις Συνοδευτική Επιστολή

Persoonlijke correspondentie Brief

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ Μ.ΤΕΤΑΡΤΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

ΘΕΜΑ 151 ον οφοκλέους, Αντιγόνη, στ Α. ΚΕΙΜΕΝΟ

Αρχαία Ελληνικά ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Ἐπειδὴ πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ

Βυζαντινοί Ιστορικοί και Χρονογράφοι ΙI

ο Θε ος η η µων κα τα φυ γη η και δυ υ υ να α α α µις βο η θο ος ε εν θλι ψε ε ε σι ταις ευ ρου ου ου ου ου σαις η η µα α α ας σφο ο ο ο

ΞΕΝΟΦΩΝΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2,1,28. Η ναυμαχία στους Αιγός Ποταμούς

Ὣς ἔφαθ, οἱ δ ἄρα πάντες ἀκὴν ἐγένοντο σιωπῇ,

ΣΤΑΔΙΑ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Αρχαίο Ελληνικό Δράμα: Αισχύλος - Σοφοκλής

Ὣς ὁ μὲν ἔνθ ἠρᾶτο πολύτλας δῖος Ὀδυσσεύς,

ΗΣΙΟΔΟΥ ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ

ΘΕΜΑ 2o Λυσία, Ἐν βουλῇ Μαντιθέῳ δοκιμαζομένῳ ἀπολογία, 1-3

Transcript:

ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ Ζ Ὣς ὁ μὲν ἔνθα καθεῦδε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεὺς ὕπνῳ καὶ καμάτῳ ἀρημένος αὐτὰρ Ἀθήνη βῆ ῥ ἐς Φαιήκων ἀνδρῶν δῆμόν τε πόλιν τε οἳ πρὶν μέν ποτ ἔναιον ἐν εὐρυχόρῳ Ὑπερείῃ, ἀγχοῦ Κυκλώπων ἀνδρῶν ὑπερηνορεόντων, 5 οἵ σφεας σινέσκοντο, βίηφι δὲ φέρτεροι ἦσαν. ἔνθεν ἀναστήσας ἄγε Ναυσίθοος θεοειδής, εἷσεν δὲ Σχερίῃ, ἑκὰς ἀνδρῶν ἀλφηστάων, ἀμφὶ δὲ τεῖχος ἔλασσε πόλει καὶ ἐδείματο οἴκους καὶ νηοὺς ποίησε θεῶν καὶ ἐδάσσατ ἀρούρας. 10 ἀλλ ὁ μὲν ἤδη κηρὶ δαμεὶς Ἄϊδόσδε βεβήκει, Ἀλκίνοος δὲ τότ ἦρχε, θεῶν ἄπο μήδεα εἰδώς. τοῦ μὲν ἔβη πρὸς δῶμα θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη, νόστον Ὀδυσσῆϊ μεγαλήτορι μητιόωσα. Odysseus slaapt in de struiken. Athene bezoekt Nausicaä in haar slaap en spoort haar aan de vuile kleren te gaan wassen. Nausicaä vertrekt met haar vriendinnen naar het strand om de was te doen. Als de meisjes klaar zijn, beginnen ze een balspel. Door hun kreten ontwaakt Odysseus en komt tevoorschijn. 1. καθεῦδε: let op het tempus, lag te slapen. πολύτλας δῖος Ὀδυσσεὺς: als tweede vershelft 5 x in de Ilias en 37 x in de Odyssee; zwaarbeproefd (RZ), die veel heeft moeten verduren (Dros). 2. ἀρημένος: gebroken, verzwakt (wellicht van *ἄρημι). 4. εὐρυχόρῳ: ο voor ω metri causa; in dat geval uitgestrekt, anders: met ruime dansplaatsen. Ὑπερείῃ: Hyperia, een mythisch (ei-)land ten noorden van Scheria. 5. ὑπερηνορεόντων: van ὑπερηνορέων - overmoedig; alleen van vrijers en cyclopen. 6. σινέσκοντο: iterat. v. σίνομαι - schade toebrengen (5 x). βίηφι: instrumentalis. 8. ἀλφηστάων: van ἀλφηστής - brood etend (3 x). 10. νηοὺς: Att. νεώς < ναούς. ἐδάσσατ : verdeelde, van δαίομαι (=δατέομαι) - verdelen, verscheuren, verslinden. 12. θεῶν ἄπο μήδεα εἰδώς: niet hij kende de gedachten of plannen van de goden, maar hij bezat wijsheid van de goden afkomstig.

1 5 3 5 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 2 15 20 25 30 35 βῆ δ ἴμεν ἐς θάλαμον πολυδαίδαλον, ᾧ ἔνι κούρη κοιμᾶτ ἀθανάτῃσι φυὴν καὶ εἶδος ὁμοίη, Ναυσικάα, θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο, πὰρ δὲ δύ ἀμφίπολοι, Χαρίτων ἄπο κάλλος ἔχουσαι, σταθμοῖϊν ἑκάτερθε θύραι δ ἐπέκειντο φαειναί. ἡ δ ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης, στῆ δ ἄρ ὑπὲρ κεφαλῆς καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπεν, εἰδομένη κούρῃ ναυσικλειτοῖο Δύμαντος, ἥ οἱ ὁμηλικίη μὲν ἔην, κεχάριστο δὲ θυμῷ. τῇ μιν ἐεισαμένη προσέφη γλαυκῶπις Ἀθήνη «Ναυσικάα, τί νύ σ ὧδε μεθήμονα γείνατο μήτηρ; εἵματα μέν τοι κεῖται ἀκηδέα σιγαλόεντα, σοὶ δὲ γάμος σχεδόν ἐστιν, ἵνα χρὴ καλὰ μὲν αὐτὴν ἕννυσθαι, τὰ δὲ τοῖσι παρασχεῖν, οἵ κέ σ ἄγωνται ἐκ γάρ τοι τούτων φάτις ἀνθρώπους ἀναβαίνει ἐσθλή, χαίρουσιν δὲ πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ. ἀλλ ἴομεν πλυνέουσαι ἅμ ἠόϊ φαινομένηφι καί τοι ἐγὼ συνέριθος ἅμ ἕψομαι, ὄφρα τάχιστα ἐντύνεαι, ἐπεὶ οὔ τοι ἔτι δὴν παρθένος ἔσσεαι ἤδη γάρ σε μνῶνται ἀριστῆες κατὰ δῆμον πάντων Φαιήκων, ὅθι τοι γένος ἐστὶ καὶ αὐτῇ. 19. σταθμοῖϊν ἑκάτερθε: in de kamer, links en rechts van de deur (AHC). θύραι δ ἐπέκειντο: de deuren waren gesloten. 22. ναυσικλειτοῖο: door schepen beroemd. 25. μεθήμονα: μεθήμων - nalatig, lankmoedig (2 x). 26. ἀκηδέα: ἀκηδής - act. onbezorgd, pass. onverzorgd* (8 x). σιγαλόεντα: glanzend (wit). 28. οἵ κέ σ ἄγωνται: wordt hier gedacht aan de bruidegom en zijn familie (AHC en Stanf.) of aan de eigen familie (RZ); het laatste ligt meer voor de hand: in de wasmand lagen de vuile hemden van haar broers, niet die van haar eventueel toekomstige schoonfamilie. 29. τούτων: pro τοιούτων. 31. ἴομεν: coniunctivus; de indicativus is ἴμεν. πλυνέουσαι: ptc. fut. v. πλύνω. 32. συνέριθος: helper, helpster. 33. ἐντύνεαι: coni. m. korte themavocaal; ἐντύνω - gereed maken; ἐντύνομαι - zich gereed maken, voor zich gereed maken, de zaak voor elkaar krijgen*; AHC ἐντύνῃ. 35. πάντων Φαιήκων: bij ἀριστῆες. ὅθι: antecedent is δῆμον.

3 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Ε 3 6 5 5 ἀλλ ἄγ ἐπότρυνον πατέρα κλυτὸν ἠῶθι πρὸ ἡμιόνους καὶ ἄμαξαν ἐφοπλίσαι, ἥ κεν ἄγῃσι ζῶστρά τε καὶ πέπλους καὶ ῥήγεα σιγαλόεντα. καὶ δὲ σοὶ ὧδ αὐτῇ πολὺ κάλλιον ἠὲ πόδεσσιν ἔρχεσθαι πολλὸν γὰρ ἄπο πλυνοί εἰσι πόληος.» 40 Ἡ μὲν ἄρ ὣς εἰποῦσ ἀπέβη γλαυκῶπις Ἀθήνη Οὔλυμπόνδ, ὅθι φασὶ θεῶν ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἔμμεναι οὔτ ἀνέμοισι τινάσσεται οὔτε ποτ ὄμβρῳ δεύεται οὔτε χιὼν ἐπιπίλναται, ἀλλὰ μάλ αἴθρη πέπταται ἀννέφελος, λευκὴ δ ἐπιδέδρομεν αἴγλη 45 τῷ ἔνι τέρπονται μάκαρες θεοὶ ἤματα πάντα. ἔνθ ἀπέβη γλαυκῶπις, ἐπεὶ διεπέφραδε κούρῃ. Αὐτίκα δ Ἠὼς ἦλθεν ἐΰθρονος, ἥ μιν ἔγειρε Ναυσικάαν εὔπεπλον ἄφαρ δ ἀπεθαύμασ ὄνειρον, βῆ δ ἴμεναι διὰ δώμαθ, ἵν ἀγγείλειε τοκεῦσι, 50 πατρὶ φίλῳ καὶ μητρί κιχήσατο δ ἔνδον ἐόντας. ἡ μὲν ἐπ ἐσχάρῃ ἧστο σὺν ἀμφιπόλοισι γυναιξίν, ἠλάκατα στρωφῶσ ἁλιπόρφυρα τῷ δὲ θύραζε ἐρχομένῳ ξύμβλητο μετὰ κλειτοὺς βασιλῆας ἐς βουλήν, ἵνα μιν κάλεον Φαίηκες ἀγαυοί. 55 38. ζῶστρά: - gordels, hemden?, ondergoed?, een equivalent van onze onderbroeken?, herenondergoed tegenover πέπλους als damesondergoed? πέπλους: vrouwenhemden, onderjurken. ῥήγεα: lakens ; eig. hoezen (en wat er in zit, zoals kussens en matrassen). 39. ὧδ : op die manier, d.w.z. door met de muilezelkar te gaan. 44. δεύεται: van δεύω I - bevochtigen (δεύω II - ontbreken). ἐπιπίλναται: van ἐπιπίλναμαι - raken, naderen. 45. ἐπιδέδρομεν: ligt er over heen ; pf. v. ἐπιτρέχω. 49. ἀπεθαύμασ : was zeer verbaasd over ; de kracht van het praefix ἀπο- is hier vlg. Stanf. negatief ceased to wonder, vlg. de meesten intensief. 50. ἴμεναι: Aeolisch; geheel willekeurig gebruikt naast en in plaats van het Ionische ἰέναι. ἀγγείλειε: als object veronderstelt men de droom, maar in het gesprek met haar vader wordt die niet vermeld. 55. ἵνα μιν κάλεον Φαίηκες: enigszins de omgekeerde wereld; kennelijk een constituionele monarchie bij de Phaeaken.

5 6 7 9 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 4 60 65 70 75 ἡ δὲ μάλ ἄγχι στᾶσα φίλον πατέρα προσέειπε «Πάππα φίλ, οὐκ ἂν δή μοι ἐφοπλίσσειας ἀπήνην ὑψηλὴν εὔκυκλον, ἵνα κλυτὰ εἵματ ἄγωμαι ἐς ποταμὸν πλυνέουσα, τά μοι ῥερυπωμένα κεῖται; καὶ δὲ σοὶ αὐτῷ ἔοικε μετὰ πρώτοισιν ἐόντα βουλὰς βουλεύειν καθαρὰ χροῒ εἵματ ἔχοντα. πέντε δέ τοι φίλοι υἷες ἐνὶ μεγάροις γεγάασιν, οἱ δύ ὀπυίοντες, τρεῖς δ ἠΐθεοι θαλέθοντες οἱ δ αἰεὶ ἐθέλουσι νεόπλυτα εἵματ ἔχοντες ἐς χορὸν ἔρχεσθαι τὰ δ ἐμῇ φρενὶ πάντα μέμηλεν.» Ὣς ἔφατ αἴδετο γὰρ θαλερὸν γάμον ἐξονομῆναι πατρὶ φίλῳ ὁ δὲ πάντα νόει καὶ ἀμείβετο μύθῳ «Οὔτε τοι ἡμιόνων φθονέω, τέκος, οὔτε τευ ἄλλου. ἔρχευ ἀτάρ τοι δμῶες ἐφοπλίσσουσιν ἀπήνην ὑψηλὴν εὔκυκλον, ὑπερτερίῃ ἀραρυῖαν.» Ὣς εἰπὼν δμώεσσιν ἐκέκλετο, τοὶ δ ἐπίθοντο. οἱ μὲν ἄρ ἐκτὸς ἄμαξαν ἐΰτροχον ἡμιονείην ὅπλεον ἡμιόνους θ ὕπαγον ζεῦξάν θ ὑπ ἀπήνῃ κούρη δ ἐκ θαλάμοιο φέρεν ἐσθῆτα φαεινήν. καὶ τὴν μὲν κατέθηκεν ἐϋξέστῳ ἐπ ἀπήνῃ μήτηρ δ ἐν κίστῃ ἐτίθει μενοεικέ ἐδωδὴν παντοίην, ἐν δ ὄψα τίθει, ἐν δ οἶνον ἔχευεν ἀσκῷ ἐν αἰγείῳ κούρη δ ἐπεβήσετ ἀπήνης. δῶκεν δὲ χρυσέῃ ἐν ληκύθῳ ὑγρὸν ἔλαιον, 57. ἐφοπλίσσειας: ἐφοπλίζω - in gereedheid brengen (11 x). ἀπήνην: ἀπήνη - (veelal door muilezels getrokken vracht-)wagen. 59. ῥερυπωμένα: bevuild, vuil ; ῥυπάω = ῥυπόομαι - vuil zijn. 61. βουλεύειν ἔχοντα: logisch ware βουλεύοντα ἔχειν. 63. ὀπυίοντες: getrouwd. ὀπυίω - trouwen, getrouwd zijn (9 x). ἠΐθεοι: vrijgezellen, jongens (9 x); etymol. verw. m. viduus, weduwe. 70. ὑπερτερίῃ ἀραρυῖαν: van een bovenstel voorzien ; ὑπερτερίη - wagenbak ; ook huif is niet uit te sluiten. 76. κίστῃ: κίστη - korf. 77. ὄψα: brokken, vlees, toespijs; etymol. verw. m. NGr ψωμί - brood.

5 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Ε 8 0 1 0 0 εἷος χυτλώσαιτο σὺν ἀμφιπόλοισι γυναιξίν. 80 ἡ δ ἔλαβεν μάστιγα καὶ ἡνία σιγαλόεντα, μάστιξεν δ ἐλάαν καναχὴ δ ἦν ἡμιόνοιϊν αἱ δ ἄμοτον τανύοντο, φέρον δ ἐσθῆτα καὶ αὐτήν, οὐκ οἴην ἅμα τῇ γε καὶ ἀμφίπολοι κίον ἄλλαι. Αἱ δ ὅτε δὴ ποταμοῖο ῥόον περικαλλέ ἵκοντο, 85 ἔνθ ἦ τοι πλυνοὶ ἦσαν ἐπηετανοί, πολὺ δ ὕδωρ καλὸν ὑπεκπρόρεεν μάλα περ ῥυπόωντα καθῆραι, ἔνθ αἵ γ ἡμιόνους μὲν ὑπεκπροέλυσαν ἀπήνης. καὶ τὰς μὲν σεῦαν ποταμὸν πάρα δινήεντα τρώγειν ἄγρωστιν μελιηδέα ταὶ δ ἀπ ἀπήνης 90 εἵματα χερσὶν ἕλοντο καὶ ἐσφόρεον μέλαν ὕδωρ, στεῖβον δ ἐν βόθροισι θοῶς, ἔριδα προφέρουσαι. αὐτὰρ ἐπεὶ πλῦνάν τε κάθηράν τε ῥύπα πάντα, ἑξείης πέτασαν παρὰ θῖν ἁλός, ἧχι μάλιστα λάϊγγας ποτὶ χέρσον ἀποπτύεσκε θάλασσα. 95 αἱ δὲ λοεσσάμεναι καὶ χρισάμεναι λίπ ἐλαίῳ δεῖπνον ἔπειθ εἵλοντο παρ ὄχθῃσιν ποταμοῖο, εἵματα δ ἠελίοιο μένον τερσήμεναι αὐγῇ. αὐτὰρ ἐπεὶ σίτου τάρφθεν δμῳαί τε καὶ αὐτή, σφαίρῃ ταὶ δ ἄρ ἔπαιζον, ἀπὸ κρήδεμνα βαλοῦσαι, 100 80. χυτλώσαιτο: van χυτλόομαι - zich zalven. 82. ἐλάαν: om aan te drijven ; het object ἡμιόνους is weggelaten. καναχὴ: - geratel, getrappel* (4 x). 83. ἄμοτον: vol vuur/ijver (9 x). τανύοντο: strekten zich, gingen in draf. 84. ἀμφίπολοι κίον ἄλλαι: idiomatisch gebruikt ἄλλος. 85. περικαλλέ : περικαλλέα acc. sing. masc. 86. ἐπηετανοί: ἐπηετανός - altijd durend, altijd van water voorzien (8 x). 90. ἄγρωστιν: gras. 91. ἐσφόρεον μέλαν ὕδωρ: μέλαν ὕδωρ is acc. v. richting; object is εἵματα. 92. στεῖβον: στείβω - stampen, vertrappen (3 x). βόθροισι: βόθρος - kuil (7 x, waarvan 5 x in λ). ἔριδα προφέρουσαι: in wedijver met elkaar. 93. ῥύπα: τὰ ῥύπα - vuil. 94. πέτασαν: aor. v. πετάννυμι; object εἵματα. 95. λάϊγγας: kiezelsteentjes (2 x). 96. λίπ : proleptisch zodat het glom ; λίπα adv. - glanzend; alleen in de formulaire wending λίπ ἐλαίῳ (8 x).

1 0 1 1 2 8 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 6 105 110 115 120 125 τῇσι δὲ Ναυσικάα λευκώλενος ἤρχετο μολπῆς. οἵη δ Ἄρτεμις εἶσι κατ οὔρεα ἰοχέαιρα, ἢ κατὰ Τηΰγετον περιμήκετον ἢ Ἐρύμανθον, τερπομένη κάπροισι καὶ ὠκείῃσ ἐλάφοισι τῇ δέ θ ἅμα Νύμφαι, κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο, ἀγρονόμοι παίζουσι γέγηθε δέ τε φρένα Λητώ πασάων δ ὑπὲρ ἥ γε κάρη ἔχει ἠδὲ μέτωπα, ῥεῖά τ ἀριγνώτη πέλεται, καλαὶ δέ τε πᾶσαι ὣς ἥ γ ἀμφιπόλοισι μετέπρεπε παρθένος ἀδμής. Ἀλλ ὅτε δὴ ἄρ ἔμελλε πάλιν οἶκόνδε νέεσθαι ζεύξασ ἡμιόνους πτύξασά τε εἵματα καλά, ἔνθ αὖτ ἄλλ ἐνόησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη, ὡς Ὀδυσεὺς ἔγροιτο, ἴδοι τ εὐώπιδα κούρην, ἥ οἱ Φαιήκων ἀνδρῶν πόλιν ἡγήσαιτο. σφαῖραν ἔπειτ ἔρριψε μετ ἀμφίπολον βασίλεια ἀμφιπόλου μὲν ἅμαρτε, βαθείῃ δ ἔμβαλε δίνῃ. αἱ δ ἐπὶ μακρὸν ἄϋσαν ὁ δ ἔγρετο δῖος Ὀδυσσεύς, ἑζόμενος δ ὥρμαινε κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν «Ὤ μοι ἐγώ, τέων αὖτε βροτῶν ἐς γαῖαν ἱκάνω; ἤ ῥ οἵ γ ὑβρισταί τε καὶ ἄγριοι οὐδὲ δίκαιοι, ἦε φιλόξεινοι καί σφιν νόος ἐστὶ θεουδής; ὥς τέ με κουράων ἀμφήλυθε θῆλυς ἀϋτή, Νυμφάων, αἳ ἔχουσ ὀρέων αἰπεινὰ κάρηνα καὶ πηγὰς ποταμῶν καὶ πίσεα ποιήεντα ἦ νύ που ἀνθρώπων εἰμὶ σχεδὸν αὐδηέντων. ἀλλ ἄγ ἐγὼν αὐτὸς πειρήσομαι ἠδὲ ἴδωμαι.» Ὣς εἰπὼν θάμνων ὑπεδύσετο δῖος Ὀδυσσεύς, ἐκ πυκινῆς δ ὕλης πτόρθον κλάσε χειρὶ παχείῃ 109. ἀδμής: - ongetemd, ongehuwd. 124. ποιήεντα: πίσεα ποιήεντα: grazige beemden πῖσος - beemd. 126. πειρήσομαι: πειρήσομαι: coni. m. korte bindvocaal. 127. θάμνων: θάμνων: gen.pl. van θάμνος - struik, bosje. 128. πτόρθον: πτόρθον: acc.s. van πτόρθος - tak ( ).

7 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Ε 1 2 9 1 5 6 φύλλων, ὡς ῥύσαιτο περὶ χροῒ μήδεα φωτός. βῆ δ ἴμεν ὥς τε λέων ὀρεσίτροφος, ἀλκὶ πεποιθώς, 130 ὅς τ εἶσ ὑόμενος καὶ ἀήμενος, ἐν δέ οἱ ὄσσε δαίεται αὐτὰρ ὁ βουσὶ μετέρχεται ἢ ὀΐεσσιν ἠὲ μετ ἀγροτέρας ἐλάφους κέλεται δέ ἑ γαστὴρ μήλων πειρήσοντα καὶ ἐς πυκινὸν δόμον ἐλθεῖν ὣς Ὀδυσεὺς κούρῃσιν ἐϋπλοκάμοισιν ἔμελλε 135 μείξεσθαι, γυμνός περ ἐών χρειὼ γὰρ ἵκανε. σμερδαλέος δ αὐτῇσι φάνη κεκακωμένος ἅλμῃ, τρέσσαν δ ἄλλυδις ἄλλη ἐπ ἠϊόνας προὐχούσας. οἴη δ Ἀλκινόου θυγάτηρ μένε τῇ γὰρ Ἀθήνη θάρσος ἐνὶ φρεσὶ θῆκε καὶ ἐκ δέος εἵλετο γυίων. 140 στῆ δ ἄντα σχομένη ὁ δὲ μερμήριξεν Ὀδυσσεύς, ἢ γούνων λίσσοιτο λαβὼν εὐώπιδα κούρην, ἦ αὔτως ἐπέεσσιν ἀποσταδὰ μειλιχίοισι λίσσοιτ, εἰ δείξειε πόλιν καὶ εἵματα δοίη. ὣς ἄρα οἱ φρονέοντι δοάσσατο κέρδιον εἶναι, 145 λίσσεσθαι ἐπέεσσιν ἀποσταδὰ μειλιχίοισι, μή οἱ γοῦνα λαβόντι χολώσαιτο φρένα κούρη. αὐτίκα μειλίχιον καὶ κερδαλέον φάτο μῦθον «Γουνοῦμαί σε, ἄνασσα θεός νύ τις ἦ βροτός ἐσσι; εἰ μέν τις θεός ἐσσι, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσιν, 150 Ἀρτέμιδί σε ἐγώ γε, Διὸς κούρῃ μεγάλοιο, εἶδός τε μέγεθός τε φυήν τ ἄγχιστα ἐΐσκω εἰ δέ τίς ἐσσι βροτῶν, οἳ ἐπὶ χθονὶ ναιετάουσι, τρὶς μάκαρες μὲν σοί γε πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ, τρὶς μάκαρες δὲ κασίγνητοι μάλα πού σφισι θυμὸς 155 αἰὲν ἐϋφροσύνῃσιν ἰαίνεται εἵνεκα σεῖο, 131. ἀήμενος: ὑόμενος καὶ ἀήμενος: door regen en wind geteisterd. 133. ἐ- λάφους: ἀγροτέρας ἐλάφους: op het land levende (dus wilde) hinden (let op het genus!). 138. τρέσσαν: τρέσσαν: = ἔτρεσαν.

1 5 7 1 8 3 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 8 160 165 170 175 180 λευσσόντων τοιόνδε θάλος χορὸν εἰσοιχνεῦσαν. κεῖνος δ αὖ περὶ κῆρι μακάρτατος ἔξοχον ἄλλων, ὅς κέ σ ἐέδνοισι βρίσας οἶκόνδ ἀγάγηται. οὐ γάρ πω τοιοῦτον ἴδον βροτὸν ὀφθαλμοῖσιν, οὔτ ἄνδρ οὔτε γυναῖκα σέβας μ ἔχει εἰσορόωντα. Δήλῳ δή ποτε τοῖον Ἀπόλλωνος παρὰ βωμῷ φοίνικος νέον ἔρνος ἀνερχόμενον ἐνόησα ἦλθον γὰρ καὶ κεῖσε, πολὺς δέ μοι ἕσπετο λαός, τὴν ὁδόν, ᾗ δὴ μέλλεν ἐμοὶ κακὰ κήδε ἔσεσθαι ὣς δ αὔτως καὶ κεῖνο ἰδὼν ἐτεθήπεα θυμῷ, δήν, ἐπεὶ οὔ πω τοῖον ἀνήλυθεν ἐκ δόρυ γαίης, ὡς σέ, γύναι, ἄγαμαί τε τέθηπά τε, δείδια δ αἰνῶς γούνων ἅψασθαι χαλεπὸν δέ με πένθος ἱκάνει. χθιζὸς ἐεικοστῷ φύγον ἤματι οἴνοπα πόντον τόφρα δέ μ αἰεὶ κῦμα φόρει κραιπναί τε θύελλαι νήσου ἀπ Ὠγυγίης νῦν δ ἐνθάδε κάββαλε δαίμων, ὄφρα τί που καὶ τῇδε πάθω κακόν οὐ γὰρ ὀΐω παύσεσθ, ἀλλ ἔτι πολλὰ θεοὶ τελέουσι πάροιθεν. ἀλλά, ἄνασσ, ἐλέαιρε σὲ γὰρ κακὰ πολλὰ μογήσας ἐς πρώτην ἱκόμην, τῶν δ ἄλλων οὔ τινα οἶδα ἀνθρώπων, οἳ τήνδε πόλιν καὶ γαῖαν ἔχουσιν. ἄστυ δέ μοι δεῖξον, δὸς δὲ ῥάκος ἀμφιβαλέσθαι, εἴ τί που εἴλυμα σπείρων ἔχες ἐνθάδ ἰοῦσα. σοὶ δὲ θεοὶ τόσα δοῖεν, ὅσα φρεσὶ σῇσι μενοινᾷς, ἄνδρα τε καὶ οἶκον, καὶ ὁμοφροσύνην ὀπάσειαν ἐσθλήν οὐ μὲν γὰρ τοῦ γε κρεῖσσον καὶ ἄρειον, ἢ ὅθ ὁμοφρονέοντε νοήμασιν οἶκον ἔχητον 157. εἰσοιχνεῦσαν: εἰσοιχνεῦσαν: van εἰσοιχνέω - betreden. 174. τελέουσι: τελέουσι: kan naar de vorm zowel praes. als fut. zijn. Hier is het uiteraard fut. 178. ῥάκος: ῥάκος: lap, vod. 179. εἴλυμα: εἴλυμα: omhulsel. σπείρων: σπείρων: van σπεῖρον - kleed, doek; een εἴλυμα σπείρων is een waszak, een hoes waarin het wasgoed werd vervoerd.

9 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Ε 1 8 4 2 1 1 ἀνὴρ ἠδὲ γυνή πόλλ ἄλγεα δυσμενέεσσι, χάρματα δ εὐμενέτῃσι μάλιστα δέ τ ἔκλυον αὐτοί.» 185 Τὸν δ αὖ Ναυσικάα λευκώλενος ἀντίον ηὔδα «Ξεῖν, ἐπεὶ οὔτε κακῷ οὔτ ἄφρονι φωτὶ ἔοικας, Ζεὺς δ αὐτὸς νέμει ὄλβον Ὀλύμπιος ἀνθρώποισιν, ἐσθλοῖσ ἠδὲ κακοῖσιν, ὅπως ἐθέλῃσιν, ἑκάστῳ καί που σοὶ τά γ ἔδωκε, σὲ δὲ χρὴ τετλάμεν ἔμπης. 190 νῦν δ, ἐπεὶ ἡμετέρην τε πόλιν καὶ γαῖαν ἱκάνεις, οὔτ οὖν ἐσθῆτος δευήσεαι οὔτε τευ ἄλλου, ὧν ἐπέοιχ ἱκέτην ταλαπείριον ἀντιάσαντα. ἄστυ δέ τοι δείξω, ἐρέω δέ τοι οὔνομα λαῶν Φαίηκες μὲν τήνδε πόλιν καὶ γαῖαν ἔχουσιν, 195 εἰμὶ δ ἐγὼ? θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο, τοῦ δ ἐκ Φαιήκων ἔχεται κάρτος τε βίη τε.» Ἦ ῥα, καὶ ἀμφιπόλοισιν ἐϋπλοκάμοισι κέλευσε «Στῆτέ μοι ἀμφίπολοι πόσε φεύγετε φῶτα ἰδοῦσαι; ἦ μή πού τινα δυσμενέων φάσθ ἔμμεναι ἀνδρῶν; 200 οὐκ ἔσθ οὗτος ἀνὴρ διερὸς βροτὸς οὐδὲ γένηται, ὅς κεν Φαιήκων ἀνδρῶν ἐς γαῖαν ἵκηται δηϊοτῆτα φέρων μάλα γὰρ φίλοι ἀθανάτοισιν. οἰκέομεν δ ἀπάνευθε πολυκλύστῳ ἐνὶ πόντῳ, ἔσχατοι, οὐδέ τις ἄμμι βροτῶν ἐπιμίσγεται ἄλλος. 205 ἀλλ ὅδε τις δύστηνος ἀλώμενος ἐνθάδ ἱκάνει, τὸν νῦν χρὴ κομέειν πρὸς γὰρ Διός εἰσιν ἅπαντες ξεῖνοί τε πτωχοί τε, δόσις δ ὀλίγη τε φίλη τε. ἀλλὰ δότ, ἀμφίπολοι, ξείνῳ βρῶσίν τε πόσιν τε, λούσατέ τ ἐν ποταμῷ, ὅθ ἐπὶ σκέπας ἔστ ἀνέμοιο.» 210 Ὣς ἔφαθ, αἱ δ ἔσταν τε καὶ ἀλλήλῃσι κέλευσαν, 197. τε 2 : τοῦ δ ἐκ Φαιήκων ἔχεται κάρτος τε βίη τε: van hem zijn macht en kracht van de F. afhankelijk (?). 201. διερὸς: διερὸς: te vrezen. 208. τε 4 : δόσις δ ὀλίγη τε φίλη τε: ook een kleine gift is welkom.

2 1 2 2 3 9 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 1 0 215 220 225 230 235 κὰδ δ ἄρ Ὀδυσσέα εἷσαν ἐπὶ σκέπας, ὡς ἐκέλευσε Ναυσικάα, θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο πὰρ δ ἄρα οἱ φᾶρός τε χιτῶνά τε εἵματ ἔθηκαν, δῶκαν δὲ χρυσέῃ ἐν ληκύθῳ ὑγρὸν ἔλαιον, ἤνωγον δ ἄρα μιν λοῦσθαι ποταμοῖο ῥοῇσι. δή ῥα τότ ἀμφιπόλοισι μετηύδα δῖος Ὀδυσσεύς «Ἀμφίπολοι, στῆθ οὕτω ἀπόπροθεν, ὄφρ ἐγὼ αὐτὸς ἅλμην ὤμοιϊν ἀπολούσομαι, ἀμφὶ δ ἐλαίῳ χρίσομαι ἦ γὰρ δηρὸν ἀπὸ χροός ἐστιν ἀλοιφή. ἄντην δ οὐκ ἂν ἐγώ γε λοέσσομαι αἰδέομαι γὰρ γυμνοῦσθαι κούρῃσιν ἐϋπλοκάμοισι μετελθών.» Ὣς ἔφαθ, αἱ δ ἀπάνευθεν ἴσαν, εἶπον δ ἄρα κούρῃ. αὐτὰρ ὁ ἐκ ποταμοῦ χρόα νίζετο δῖος Ὀδυσσεὺς ἅλμην, ἥ οἱ νῶτα καὶ εὐρέας ἄμπεχεν ὤμους ἐκ κεφαλῆς δ ἔσμηχεν ἁλὸς χνόον ἀτρυγέτοιο. αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ πάντα λοέσσατο καὶ λίπ ἄλειψεν, ἀμφὶ δὲ εἵματα ἕσσαθ ἅ οἱ πόρε παρθένος ἀδμής, τὸν μὲν Ἀθηναίη θῆκεν, Διὸς ἐκγεγαυῖα, μείζονά τ εἰσιδέειν καὶ πάσσονα, κὰδ δὲ κάρητος οὔλας ἧκε κὄμας, ὑακινθίνῳ ἄνθει ὁμοίας. Ὡς δ ὅτε τις χρυσὸν περιχεύεται ἀργύρῳ ἀνὴρ ἴδρις, ὃν Ἥφαιστος δέδαεν καὶ Παλλὰς Ἀθήνη τέχνην παντοίην, χαρίεντα δὲ ἔργα τελείει, ὣς ἄρα τῷ κατέχευε χάριν κεφαλῇ τε καὶ ὤμοις. ἕζετ ἔπειτ ἀπάνευθε κιὼν ἐπὶ θῖνα θαλάσσης, κάλλεϊ καὶ χάρισι στίλβων θηεῖτο δὲ κούρη. δή ῥα τότ ἀμφιπόλοισιν ἐϋπλοκάμοισι μετηύδα «Κλῦτέ μοι, ἀμφίπολοι λευκώλενοι, ὄφρα τι εἴπω. 220. ἀλοιφή: δηρὸν ἀπὸ χροός ἐστιν ἀλοιφή: ik heb al lang geen zalf meer op mijn lichaam gehad. 226. χνόον: ἔσμηχεν ἁλὸς χνόον: hij veegde af het schuim van de zee. 228. ἀδμής: ἀδμής: ongetemd, ongehuwd (3 x). 237. θηεῖτο: θηεῖτο: θηέομαι = Att. θεάομαι.

1 1 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Ε 2 4 0 2 6 5 οὐ πάντων ἀέκητι θεῶν, οἳ Ὄλυμπον ἔχουσι, 240 Φαιήκεσσ ὅδ ἀνὴρ ἐπιμείξεται ἀντιθέοισι πρόσθεν μὲν γὰρ δή μοι ἀεικέλιος δέατ εἶναι, νῦν δὲ θεοῖσιν ἔοικε, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσιν. αἲ γὰρ ἐμοὶ τοιόσδε πόσις κεκλημένος εἴη ἐνθάδε ναιετάων, καί οἱ ἅδοι αὐτόθι μίμνειν. 245 ἀλλὰ δότ, ἀμφίπολοι, ξείνῳ βρῶσίν τε πόσιν τε.» Ὣς ἔφαθ, αἱ δ ἄρα τῆς μάλα μὲν κλύον ἠδ ἐπίθοντο, πὰρ δ ἄρ Ὀδυσσῆϊ ἔθεσαν βρῶσίν τε πόσιν τε. ἦ τοι ὁ πῖνε καὶ ἦσθε πολύτλας δῖος Ὀδυσσεὺς ἁρπαλέως δηρὸν γὰρ ἐδητύος ἦεν ἄπαστος. 250 Αὐτὰρ Ναυσικάα λευκώλενος ἄλλ ἐνόησεν εἵματ ἄρα πτύξασα τίθει καλῆς ἐπ ἀπήνης, ζεῦξε δ ὑφ ἡμιόνους κρατερώνυχας, ἂν δ ἔβη αὐτή. ὤτρυνεν δ Ὀδυσῆα ἔπος τ ἔφατ ἔκ τ ὀνόμαζεν «Ὄρσεο νῦν, ὦ ξεῖνε, πόλινδ ἴμεν, ὄφρα σε πέμψω 255 πατρὸς ἐμοῦ πρὸς δῶμα δαΐφρονος, ἔνθα σέ φημι πάντων Φαιήκων εἰδησέμεν, ὅσσοι ἄριστοι. ἀλλὰ μάλ ὧδ ἔρδειν δοκέεις δέ μοι οὐκ ἀπινύσσειν ὄφρ ἂν μέν κ ἀγροὺς ἴομεν καὶ ἔργ ἀνθρώπων, τόφρα σὺν ἀμφιπόλοισι μεθ ἡμιόνους καὶ ἄμαξαν 260 καρπαλίμως ἔρχεσθαι ἐγὼ δ ὁδὸν ἡγεμονεύσω. αὐτὰρ ἐπὴν πόλιος ἐπιβήομεν, ἣν πέρι πύργος ὑψηλός, καλὸς δὲ λιμὴν ἑκάτερθε πόληος, λεπτὴ δ εἰσίθμη νῆες δ ὁδὸν ἀμφιέλισσαι εἰρύαται πᾶσιν γὰρ ἐπίστιόν ἐστιν ἑκάστῳ. 265 242. δέατ : δέατ : δέατο ( ) leek, scheen de enige vorm van een overigens in het geheel niet voorkomend woord; misschien verwant met δῆλος. 245. οἱ: οἱ: wordt hier bedoeld de gedroomde echtgenoot of Odysseus? 262. πύργος: πύργος: een van torens voorziene muur. 263. πόληος: πόληος: een vers eerder lazen we nog πόλιος. De keuze tussen beide vormen wordt bepaald door metrische overwegingen.

2 6 6 2 9 3 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 1 2 270 275 280 285 290 ἔνθα δέ τέ σφ ἀγορὴ καλὸν Ποσιδήϊον ἀμφίς, ῥυτοῖσιν λάεσσι κατωρυχέεσσ ἀραρυῖα. ἔνθα δὲ νηῶν ὅπλα μελαινάων ἀλέγουσι, πείσματα καὶ σπείρας, καὶ ἀποξύνουσιν ἐρετμά. οὐ γὰρ Φαιήκεσσι μέλει βιὸς οὐδὲ φαρέτρη, ἀλλ ἱστοὶ καὶ ἐρετμὰ νεῶν καὶ νῆες ἐῖσαι, ᾗσιν ἀγαλλόμενοι πολιὴν περόωσι θάλασσαν. τῶν ἀλεείνω φῆμιν ἀδευκέα, μή τις ὀπίσσω μωμεύῃ μάλα δ εἰσὶν ὑπερφίαλοι κατὰ δῆμον καί νύ τις ὧδ εἴπῃσι κακώτερος ἀντιβολήσας «Τίς δ ὅδε Ναυσικάᾳ ἕπεται καλός τε μέγας τε ξεῖνος; ποῦ δέ μιν εὗρε; πόσις νύ οἱ ἔσσεται αὐτῇ. ἦ τινά που πλαγχθέντα κομίσσατο ἧς ἀπὸ νηὸς ἀνδρῶν τηλεδαπῶν, ἐπεὶ οὔ τινες ἐγγύθεν εἰσίν ἤ τίς οἱ εὐξαμένῃ πολυάρητος θεὸς ἦλθεν οὐρανόθεν καταβάς, ἕξει δέ μιν ἤματα πάντα. βέλτερον, εἰ καὐτή περ ἐποιχομένη πόσιν εὗρεν ἄλλοθεν ἦ γὰρ τούσδε γ ἀτιμάζει κατὰ δῆμον Φαίηκας, τοί μιν μνῶνται πολέες τε καὶ ἐσθλοί.» ὣς ἐρέουσιν, ἐμοὶ δέ κ ὀνείδεα ταῦτα γένοιτο. καὶ δ ἄλλῃ νεμεσῶ, ἥ τις τοιαῦτά γε ῥέζοι, ἥ τ ἀέκητι φίλων πατρὸς καὶ μητρὸς ἐόντων ἀνδράσι μίσγηται πρίν γ ἀμφάδιον γάμον ἐλθεῖν. ξεῖνε, σὺ δ ὦκ ἐμέθεν ξυνίει ἔπος, ὄφρα τάχιστα πομπῆς καὶ νόστοιο τύχῃς παρὰ πατρὸς ἐμοῖο. δήομεν ἀγλαὸν ἄλσος Ἀθήνης ἄγχι κελεύθου αἰγείρων, ἐν δὲ κρήνη νάει, ἀμφὶ δὲ λειμών ἔνθα δὲ πατρὸς ἐμοῦ τέμενος τεθαλυῖά τ ἀλῳή, 269. πείσματα: πείσματα: touwen. σπείρας: σπείρας: doeken, in deze context dus zeilen. 273. ἀδευκέα: ἀδευκέα: ἀδευκής - niets ontziend, hard (3 x). 291. δήομεν: δήομεν: wij zullen vinden. Van dit verbum verder alleen δήεις en δήετε.

1 3 Ο ΔΥ Σ Σ Ε Ι Α Σ Ε 2 9 4 3 2 0 τόσσον ἀπὸ πτόλιος, ὅσσον τε γέγωνε βοήσας. ἔνθα καθεζόμενος μεῖναι χρόνον, εἰς ὅ κεν ἡμεῖς 295 ἄστυδε ἔλθωμεν καὶ ἱκώμεθα δώματα πατρός. αὐτὰρ ἐπὴν ἥμεας ἔλπῃ ποτὶ δώματ ἀφῖχθαι, καὶ τότε Φαιήκων ἴμεν ἐς πόλιν ἠδ ἐρέεσθαι δώματα πατρὸς ἐμοῦ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο. ῥεῖα δ ἀρίγνωτ ἐστί, καὶ ἂν πάϊς ἡγήσαιτο 300 νήπιος οὐ μὲν γάρ τι ἐοικότα τοῖσι τέτυκται δώματα Φαιήκων, οἷος δόμος Ἀλκινόοιο ἥρως. ἀλλ ὁπότ ἄν σε δόμοι κεκύθωσι καὶ αὐλή, ὦκα μάλα μεγάροιο διελθέμεν, ὄφρ ἂν ἵκηαι μητέρ ἐμήν ἡ δ ἧσται ἐπ ἐσχάρῃ ἐν πυρὸς αὐγῇ, 305 ἠλάκατα στρωφῶσ ἁλιπόρφυρα, θαῦμα ἰδέσθαι, κίονι κεκλιμένη δμῳαὶ δέ οἱ εἵατ ὄπισθεν. ἔνθα δὲ πατρὸς ἐμοῖο θρόνος ποτικέκλιται αὐτῇ, τῷ ὅ γε οἰνοποτάζει ἐφήμενος ἀθάνατος ὥς. τὸν παραμειψάμενος μητρὸς περὶ γούνασι χεῖρας 310 βάλλειν ἡμετέρης, ἵνα νόστιμον ἦμαρ ἴδηαι χαίρων καρπαλίμως, εἰ καὶ μάλα τηλόθεν ἐσσί. [εἴ κέν τοι κείνη γε φίλα φρονέῃσ ἐνὶ θυμῷ, ἐλπωρή τοι ἔπειτα φίλους τ ἰδέειν καὶ ἱκέσθαι οἶκον ἐϋκτίμενον καὶ σὴν ἐς πατρίδα γαῖαν.]» 315 ὣς ἄρα φωνήσασ ἵμασεν μάστιγι φαεινῇ ἡμιόνους αἱ δ ὦκα λίπον ποταμοῖο ῥέεθρα. αἱ δ εὖ μὲν τρώχων, εὖ δ ἐπλίσσοντο πόδεσσιν ἡ δὲ μάλ ἡνιόχευεν, ὅπως ἅμ ἑποίατο πεζοὶ ἀμφίπολοί τ Ὀδυσεύς τε νόῳ δ ἐπέβαλλεν ἱμάσθλην. 320 308. αὐτῇ: ποτικέκλιται αὐτῇ: staat geleund tegen haar, d.w.z. tegen haar stoel. 311. ἴδηαι: ἴδηαι: uit ἴδησαι. 318. τρώχων: τρώχων: τρωχάω - lopen (intens. v.v τρέχω) (3 x). ἐπλίσσοντο: ἐπλίσσοντο: πλίσσομαι - stappen, draven ( ). 320. ἱμάσθλην: νόῳ δ ἐπέβαλλεν ἱμάσθλην: niet in gedachte legde zij er de zweep over, dus wilde wel maar deed het niet, maar be-

3 2 1 3 3 1 Ο Μ Η Ρ Ο Υ 1 4 325 330 δύσετό τ ἠέλιος, καὶ τοὶ κλυτὸν ἄλσος ἵκοντο ἱρὸν Ἀθηναίης, ἵν ἄρ ἕζετο δῖος Ὀδυσσεύς. αὐτίκ ἔπειτ ἠρᾶτο Διὸς κούρῃ μεγάλοιο «Κλῦθί μοι, αἰγιόχοιο Διὸς τέκος, Ἀτρυτώνη νῦν δή πέρ μευ ἄκουσον, ἐπεὶ πάρος οὔ ποτ ἄκουσας ῥαιομένου, ὅτε μ ἔρραιε κλυτὸς ἐννοσίγαιος. δός μ ἐς Φαίηκας φίλον ἐλθεῖν ἠδ ἐλεεινόν.» Ὣς ἔφατ εὐχόμενος, τοῦ δ ἔκλυε Παλλὰς Ἀθήνη αὐτῷ δ οὔ πω φαίνετ ἐναντίη αἴδετο γάρ ῥα πατροκασίγνητον ὁ δ ἐπιζαφελῶς μενέαινεν ἀντιθέῳ Ὀδυσῆϊ πάρος ἣν γαῖαν ἱκέσθαι. dachtzaam - terughoudend - hanteerde zij de zweep. 326. ῥαιομένου: ῥαιομένου: ῥαίω - vermorzelen.