Το χρώμα των ιερών αμφίων στη λειτουργική μας παράδοση



Σχετικά έγγραφα
1. Στα αποστολικά χρόνια, η Θεία Ευχαριστία γινόταν διαφορετικά από τον τρόπο που έγινε τη βραδιά του Μυστικού Δείπνου.

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΙΕΡΟΣΥΝΗΣ. Επιμέλεια: Αναστασία Τσουμενή Ιερός Ναός Αγίου Τρύφωνα - Καματερό

ΕΝΔΥΜΑΣIΑ & ΚΟΙΝΩΝIΑ Ομάδα 7. Λεωνίδας - Αλεξάνδρα - Δανάη τμήμα Δ2 1 ο Πρότυπο Πειραματικό Δημοτικό Θεσσαλονίκης Π.Τ.Δ.Ε. Α.Π.

Να ξαναγράψετε το κείμενο που ακολουθεί συμπληρώνοντας τα κενά με τις

(άγιο μύρο / τριήμερη / ολόλευκα / κολυμβήθρας / κατάδυση) «Στο χρίσμα, ο ιερέας χρίει τον.. σ όλα τα μέρη του σώματός του με

Kalogirou, Dimitra. Neapolis University

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ Α ΘΕΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ. Συντάκτης: Ευάγγελος Δεναξάς

Να χαρακτηρίσετε τις παρακάτω προτάσεις ως σωστές ή λανθασμένες, σύμφωνα. με τη διδασκαλία της Εκκλησίας, γράφοντας δίπλα στον αριθμό κάθε πρότασης τη

ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Γι αυτό και εμείς, ενωμένοι με τους Αγγέλους και τους αγίους, διακηρύττουμε τη δόξα σου αναφωνώντας και λέγοντας (ψάλλοντας):

ΑΓΙΑΣ ΦΙΛΟΘΕΗΣ 19-21, ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ FAX: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

α. αποτελούνταν από τους Αποστόλους και όσους βαπτίστηκαν την ημέρα της Πεντηκοστής.

1 η Θεματική ενότητα- Μπορούν οι άνθρωποι να εικονίζουν το Θεό; 1. Δώστε τον ορισμό της εικόνας.

ΤΡΙΤΗ ΑΝΑΦΟΡΑ. Ας υψώσουμε τις καρδιές μας. Είναι στραμμένες προς τον Κύριο. Ας ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας. Άξιο και δίκαιο.

β. εκφράζουν αλήθειες για τον Χριστό, τη Θεοτόκο, την Αγία Τριάδα, τους αγίους

ΟΙ 3 ΙΕΡΑΡΧΕΣ: Βασίλειος

Μητρ. Λαγκαδά: Θα πρέπει να κάνουμε βήματα «ασκήσεως» για να αλλάξει η ζωή μας

Τα αντικείμενα μικροτεχνίας του μουσείου της βιβλιοθήκης του Βατικανού

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Α ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_8712 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

1. Η «Λειτουργία των πιστών» αφορά μόνο τους βαπτισμένους χριστιανούς. 4. Στη Θεία Λειτουργία οι πιστοί παρακαλούν τον Θεό να έχουν ειρηνικό θάνατο.

Θρησκευτικά Α Λυκείου GI_A_THI_0_10296 Απαντήσεις των θεμάτων ΘΕΜΑ Α1

4. Η Καινή Διαθήκη Β : Οι Επιστολές και η Αποκάλυψη

Προς το Ναϊσκο του Θεού. τη μεγάλη Ιερή Πομπή. ο Άγιος Πατέρας οδηγεί. Πλαισιωμένος. Από Κληρικούς. όλων των βαθμίδων. Από Εκπροσώπους.

Η θεολογική διδασκαλία της προς Εβραίους. Οι βασικές θέσεις και οι ιδιαιτερότητες της επιστολής σε σχέση με τα υπόλοιπα βιβλία της Κ.Δ.

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ. : ΘΕΜΑ: Οδηγίες για τη διδασκαλία μαθημάτων του Γενικού και του Εσπερινού Γενικού Λυκείου

Οι Άγιοι της Θεσσαλονίκης.

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

1. Ποιος μαθητής πήγε στους Αρχιερείς; Τι του έδωσαν; (Μτ 26,14-16) Βαθ. 1,0 2. Πόσες μέρες έμεινε στην έρημο; (Μκ 1,12)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ- ΕΒΡΑΪΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ-ΘΕΣΜΟΛΟΓΙΑ

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α ΕΞΑΜΗΝΟ. 3 5 ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟΣ Χρήστος Καραγιάννης ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟΣ Αλεξάνδρα Παλάντζα 30693

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ : Εθνικόν και Καποδιαστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών ΑΡ. ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ ECTS ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ Α/Α

ΠΡΟΣΕΥΧΗ: Η ΠΗΓΗ ΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ Β ΤΟΜΟΣ (Το πρακτικό μέρος)

10. ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ - ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ

Ιουδαϊσµός. α) Παρουσίαση θρησκείας:

Τι συμβολίζει ο ασπασμός των ιερέων κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΕΙΟ

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΝΟ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ!

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. 1. Θέματα Ερμηνείας και Θεολογίας των Επιστολών του Αποστόλου Παύλου. 2. Πατερική Ερμηνευτική.

ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΚΡΙΠΟΥ

Το κήρυγμα και τα θαύματα του Χριστού μέσα από τη λατρεία. Διδ. Εν. 9

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΤΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ (Mατθαίος-Μάρκος-Λουκάς)

3 ο Δημοτικό Σχολείο Βροντάδου Χίου Οι Τρεις Ιεράρχες, η ζωή και το έργο τους. Χίος, 29 Ιανουαρίου 2016 Εκπαιδευτικός: Κωσταρή Αντωνία

Εισαγωγή στην Κ.Δ. και ιστορία εποχής της Καινής Διαθήκης

ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ Ο ΘΕΙΟΣ ΕΡΩΤΑΣ

Εξάµηνο Α Μαθήµατα Υποχρεωτικά

Η νηστεία των Χριστουγέννων

Η εκ νεκρών έγερσις του Αγίου Λαζάρου του τετραημέρου σύμβολο της κοινής Αναστάσεως

Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη.

Αντιστοιχήστε ένα γράμμα της πρώτης στήλης με έναν αριθμό της δεύτερης στήλης (στη δεύτερη στήλη δύο επιλογές περισσεύουν).

(Εξήγηση του τίτλου και της εικόνας που επέλεξα για το ιστολόγιό μου)

Εισαγωγή στη Βυζαντινή Φιλολογία

Μαθημα 2. Το νοημα και η εξελιξη της χριστιανικης Λατρειας

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΑΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

Μαθημα 1. Η λατρεία στη ζωή των πιστών σήμερα

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη σωστή απάντηση από τις αντίστοιχες φράσεις α, β, γ:

Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ.ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ.

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

Η μεταβατική εποχή : Οι έριδες για το ζήτημα. των εικόνων (εικονομαχία)

ΠΡΟΣΟΧΗ! ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΝΤΑΙ ΜΟΝΟ ΟΣΟΙ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙ ΠΤΥΧΙΩ

α/α ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΗΜΕΡΑ ΩΡΑ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ 1. Αρχαία Εβραϊκή Γλώσσα Βελουδία Σιδέρη- Παπαδοπούλου

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥΣ

Γιατί μελετούμε την Αγία Γραφή;

Μικρό Νηστειοδρόμιο - Οι νηστείες της Εκκλησίας μας

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Η ενδυμασία και η σημασία της για τον άνθρωπο

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΕ ΘΕΣΕΙΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ

Η ΚΟΙΝΗ ΓΙΟΡΤΗ. Σκηνή 1 η

1 ο - ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Πατέρες και Οικουµενικοί Διδάσκαλοι. Πατρολογία Ι (Υ102) Διδάσκων: Συμεών Πασχαλίδης

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

Β ' εξάμηνο Μαθήματα Υποχρεωτικά

Ποιες γνώμες έχετε ακούσει για τη Βίβλο; Τι θα θέλατε να μάθετε γι αυτή;

Οι άγιοι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας

Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη.

ΔΕ3. Η Καινή Διαθήκη Α: Τα Ευαγγέλια και οι Πράξεις των Αποστόλων

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

π ε ρ ι ε χ ο μ ε ν α

α/α ΜΑΘΗΜΑ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΗΜΕΡΑ ΩΡΑ ΑΜΦΙΘΕΑΤΡΟ 1. Αρχαία Εβραϊκή Γλώσσα Βελουδία Σιδέρη- Παπαδοπούλου 31/1/2012 Α-Λ

4. Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ

Χριστιανική Γραμματεία ΙIΙ

Εορτολογία. Ενότητα 3: Η Εορτή των Χριστουγέννων και Θεοφανείων. Γεώργιος Φίλιας Θεολογική Σχολή Τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

Χριστιανική Γραμματεία ΙIΙ

1) Μες τους κάμπους τ αγγελούδια ύμνους ουράνιους σκορπούν κι από τα γλυκά τραγούδια όλα τριγύρω αχολογούν. Gloria in excelsis Deo!

Πατήρ Αβραάμ Μάθημα - Τρία Η ζωή του Αβραάμ: Σύγχρονη εφαρμογή. Οδηγός μελέτης

Χειροτονία πρεσβυτέρου από τον Μητρ. Ατλάντας

ΜΑΘΗΜΑ 11 Ο Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Τι είναι αυτό που καθιστά την ορθοδοξία μοναδική;. Παρακάτω καταγράφεται η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

Ο Πατέρας Αβραάμ Μάθημα Ένα Η ζωή του Αβραάμ: Δομή και Περιεχόμενο. Οδηγός μελέτης

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

Μαθημα 2. Το νοημα και η εξελιξη της χριστιανικης Λατρειας

ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ Ο ΦΙΛΟΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Εισαγωγικά στοιχεία στην Παλαιά Διαθήκη

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΧΕΙΜΕΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΑΡΙΝΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ

Ιστορία και τελεσιουργία της Λειτουργίας των

ΛΕΟΝΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΣΜΥΡΝΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ

β. έχει κατοχυρωμένο το απόρρητο και από την Εκκλησία και από την Πολιτεία

Η Παύλεια Θεολογία. Ελληνιστές και Αντιόχεια. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη Επίκουρη Καθηγήτρια Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ - ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ Κωνσταντίνος Κουκόπουλος Πρωτοπρεσβύτερος Το χρώμα των ιερών αμφίων στη λειτουργική μας παράδοση Σύμβουλος ο Αναπληρωτής καθηγητής κ. Παναγιώτης Σκαλτσής Μεταπτυχιακή Εργασία Θεσσαλονίκη 2012

Εικόνα εξωφύλλου: Οι Άγιοι Μ.Αθανάσιος, Γρηγόριος Θεολόγος, Ιωάννης Χρυσόστομος Τοιχογραφία από την αψίδα του καθολικού της Μονής του Αγίου Νεοφύτου, γύρω στο 1594, από το βιβλίο Ιερά Μονή Αγίου Νεοφύτου, Λευκωσία 2004. 1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ - ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ Το χρώμα των ιερών αμφίων στη λειτουργική μας παράδοση Κωνσταντίνος Κουκόπουλος Πρωτοπρεσβύτερος 2

«Τοῖς πλείοσι φιλητὸν τὸ ἀπραγμαμόνως λευκὸν ὡς μάλιστα, ὅτι καὶ τὸ ὁρᾶν, ὃ διὰ φωτὸς περαίνεται. Σεμνύνεται δὲ μετά γε τὸ λευκὸν χρῶμα καὶ φαεσφόρoν τὸ ἐρυθρόν, εἴτ οὖν κόκκινον οὐδὲν δὲ ἔλαττον, ὅτι μὴ καὶ εἰς πλέον, καὶ τὸ ἁλουργόν, ὅτι συμβολογραφεῖ βασιλείαν, ὅση τε περὶ γῆν, καὶ τὴν ὑπερουράνιον». Εὐσταθίου Θεσσαλονίκης, Ἐπίσκεψις βίου μοναχικοῦ, PG 135, 813C. 3

Αφιερώνεται στη σύζυγό μου Ευαγγελία και στα παιδιά μας, Αρσενία και Αθανάσιο. 4

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ 7 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 9 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ 1.To λευκό χρώμα γενικά στη λατρεία 21 2. Το νόημα του χρώματος στην Αγία Γραφή 28 i.παλαιά Διαθήκη 28 α. Στολή του Ιερέα στην Παλαιά Διαθήκη 34 ii. Καινή Διαθήκη 36 3. Το χρώμα στο μοναχισμό 42 i.to λευκό χρώμα 42 ii.η σκουρόχρωμη ενδυμασία 49 4. Το μαύρο και λευκό χρώμα στην εξόδιο ακολουθία των λαϊκών 54 i.το μαύρο χρώμα 54 ii.το λευκό χρώμα 65 5. Το πορφυρό χρώμα 71 i. Η χρήση του πορφυρού χρώματος 71 ii. Το πορφυρό χρώμα στην εξόδιο ακολουθία των λαϊκών 80 6. Το ένδυμα και η έννοια του χρώματος στη δυτική εκκλησία 85 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Ο ΧΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΑΜΦΙΩΝ ΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ 1.Τα ιερά άμφια των κληρικών 103 i. Τα ιερατικά άμφια του Διακόνου 103 ii. Τα ιερατικά άμφια του Πρεσβυτέρου 112 5

iii. Τα ιερατικά άμφια του Επισκόπου 129 2.Τα ιερά άμφια της Αγίας Τραπέζης 141 i. Η σινδών 142 ii. Το κατασάρκιον 143 iii. Η ενδυτή 145 iv.το ειλητόν 148 v. Το αντιμίνσιον 150 vi.ο κέραμος 156 vii. Ο μεγάλος «αήρ» 156 viii. Οι μικροί «αέρες» 160 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ : Ο ΧΡΩΜΑΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΑΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΑΜΦΙΩΝ ΣΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ 163 1.Το χρώμα των ιερών αμφίων στα μυστήρια i. Βάπτιση 165 α. Το λευκό χρώμα στο μυστήριο του Βαπτίσματος 165 β. Μαρτυρίες του λευκού χρώματος στα ευχολόγια 169 ii.γάμος 171 iii. Χειροτονία 171 iv. Εξόδιος ακολουθία 173 2.Το χρώμα των ιερών αμφίων στο εορτολόγιο 176 3.Το χρώμα των ιερών αμφίων κατά την περίοδο της Μεγάλης Σαρακοστής, τη Μεγάλη Εβδομάδα και την απόδοση του Πάσχα 178 4.Το χρώμα των ιερών αμφίων στην ακολουθία των εγκαiνίων του ιερού ναού 185 ΕΠΙΛΟΓΟΣ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 187 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 193 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΙΚΟΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΜΕ ΤΟ ΧΡΩΜΑΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΑΜΦΙΩΝ 206 6

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Μπορεί κανείς να ξεκινήσει τη μελέτη για τα ιερά άμφια από πολλές οπτικές γωνίες, από όποια όμως κι αν δει κανείς αυτό το θέμα, τα λειτουργικά άμφια του προσφέρουν πληθώρα ενδιαφερόντων και άξιων για έρευνα στοιχείων. Η ιερατική ενδυμασία είναι το παράγωγο εκείνης της ζωής, η οποία διαπερνά το μυστικό σώμα του Ιησού και κάνει τόσο θαυμαστό παραγωγικό και δημιουργικό. Όπως από αυτήν την πηγή άντλησαν τη ζωογόνα εξέλιξή τους το δόγμα και η ηθική, και όπως από αυτή τη ζωή ανάλογα με τις διάφορες εποχές και τις συνθήκες γεννήθηκαν οι εξωτερικές μορφές της θρησκευτικής λειτουργίας και η πληθώρα των πιο σημαντικών και υψηλών τελετουργιών, έτσι κάτω από την επίδραση της ίδιας ζωογόνας δύναμης έλαβε ύπαρξη και συγκεκριμένη μορφή η τελετουργική ενδυμασία κατά το πέρασμα των αιώνων. Τα ιερά άμφια δεν είναι αποτέλεσμα σύμπτωσης ούτε και καρπός αυθαιρεσίας ή δημιουργικής φαντασίας. Είναι το έργο της εκκλησίας, η οποία μέσω της ισχύος που της δόθηκε από το Χριστό και εξαιτίας της αληθινής φροντίδας για τη λαμπρότητα του οίκου του Θεού και της ίδιας της λατρείας, ώθησε την ιερατική ενδυμασία στην αργή, αλλά σταθερή εξέλιξή της από την εορταστική ενδυμασία του παλαιού ελληνορωμαϊκού κόσμου. Η εκκλησία είναι εκείνη, που κάτω από τους άγρυπνους οφθαλμούς της τα ιερά ενδύματα έλαβαν, κατά το πέρασμα του χρόνου, την ιδιαίτερη μορφή τους. Εκείνη είναι πάλι, που τόσο γενικά όσο και στις λεπτομέρειες με μεγάλη φροντίδα ρύθμισε και ακόμη ρυθμίζει τη χρήση των ιερατικών ενδυμάτων στις διάφορες λειτουργίες, παίρνοντας βέβαια υπόψη της χωροχρονικές ανάγκες, όπως, για παράδειγμα, της θρησκευτικής διακόσμησης. Γι αυτό το λόγο όμως και αντικαθρεφτίζεται η ζωή της εκκλησίας σε διαφορετικές εποχές στην ιστορία της λειτουργικής 7

ενδυμασίας και μάλιστα με τη μεγαλύτερη διαύγεια. Η εποχή νεότητας και τα ώριμα χρόνια της εκκλησίας, η «παλίρροια και η άμπωτις», τα οποία βίωσε η ζωή και το έργο της εκκλησίας κατά τη διάρκεια των αιώνων εξαιτίας των πιο σύνθετων εσωτερικών κι εξωτερικών επιρροών, άφησαν τα ίχνη τους και στη λατρευτική ενδυμασία 1. Ολόθερμα θα πρέπει να ευχαριστήσω τον σύμβουλο καθηγητή μου κ. Παναγιώτη Σκαλτσή, πρώτα για την επιλογή του θέματος και δεύτερον για την άριστη συνεργασία και επίβλεψη. Ευχαριστίες απευθύνω στους, επικ.καθηγητή πατέρα Ιωάννη Σκιαδαρέση και λέκτορα κ. Τρύφωνα Τσομπάνη για τις σοφές υποδείξεις τους. Θα ήταν παράλειψη να μην ευχαριστήσω τον πρωτοσύγκελλο π. Χρυσόστομο Παπαδάκη, της ιεράς Μητρ.Γορτύνης, για την αρωγή του,καθώς την κρατική βαυαρική βιβλιοθήκη του Μονάχου για την ευγενή αποστολή της γερμανικής βιβλιογραφίας, τους συνεργάτες των σπουδαστηρίων 201, 406 της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ και όλους όσους βοήθησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τους ευχαριστώ εκ μέσης καρδίας. 1 Πρβλ. J.Braun, Die Liturgische Gewandung in Occident und Orient nach Usprung und Entwicklung, Freiburg 1907, [2011], σ. 783 κ εξής. 8

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑS =Acta Sanctorum ΕΑΚ =Εκκλησιαστική Αλήθεια Κωνσταντινουπόλεως ΔΧΑΕ =Δελτίο Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας ΕΕΒΣ = Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών ΕΕΘΣΠΑ= Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών ΘΗΕ = Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια ΘΧΕ CLE = Θρησκευτική και Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια =Carmina Latina Epigraphica CSEL =Corpus Scriptorum Ecclesiastricorum Latinorum LThK =Lexikon für Theologie und Kirche MEE =Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια ΜΑΕ =Μεγάλη Αμερικάνικη Εγκυκλοπαίδεια ΝΕΕ =Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια JbAC = Jahrbuch für Antike und Gristendum JÖB ό.π. PG = Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik = όπου παραπάνω = J.P.Migne, Patrologiae cursus completus, Series graeca, Parisiis 1857-66 (τόμ.161) PL = J.P.Migne, Patrologiae cursus completus, Series latina, Parisiis 1844-65 (τόμ. 221) RAC = Reallexikon für Antike und Christendum RE =Reallencyclopädie classischen Altertum swißenschaf, (Stuttagt, 1892, 1959) RHE =Revue d histoire ecclesiastique, Louvain, Univ. Catholique RGG = Die Religion in Geschichte und Gegenwart RbK SC ST = Reallexikon für byzantinischen Kunst = Sources Chretiennes, sous la direction de C.Modesert, Παρίσι 1942 εξ. =Studi e Testi (Βατικανό) ThCl = Theologie und Glaube 9

ThWNT = Theologische Wörtenbuch zum Neuen Testament TU =Texte und Untersuchung zur Geschichte der altchristlichen Literatur 10

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στην καθημερινή λειτουργική πράξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας παρατηρείται μια ανομοιομορφία και ως ένα βαθμό σύγχυση ως προς το χρώμα των ιερών αμφίων τόσον του κλήρου, όσον και της Αγίας Τραπέζης. Επειδή η ευταξία είναι θεία ιδιότητα την οποίαν ο Δημιουργός εφανέρωσε από την κατασκευή του κόσμου, τον οποίον εποίησεν «καλόν λίαν», οφείλουμε και εμείς να κάνουμε τα πάντα «ευσχημόνως καί κατά τάξιν». Με αυτό το κίνητρο επιχειρούμε να διερευνήσουμε την ιστορική διαδρομή της μορφής και του χρώματος των ιερών αμφίων. Με την ιερή αμφίεση ασχολήθηκε μια πλειάδα Πατέρων της Εκκλησίας και Εκκλησιαστικών συγγραφέων, από τους οποίους αναφέρουμε: κατά τον 5 ο αι, τον Γαβάλων Σεβηριανό και Ισίδωρο Πηλουσιώτη, κατά τον 8 ο αι. μ.χ. τον Γερμανό Κωνσταντινουπόλεως και τον Σοφρώνιο Ιεροσολύμων, τον 12 ο τον Ευστάθιο Θεσσαλονίκης, στον 14 ο αι. αναφέρουμε τον Νικόλαο Καβάσιλα 2,στον επόμενο δε αιώνα, τον 15, τον Συμεών Θεσσαλονίκης, που χαρακτηρίζεται και ως ο τελευταίος των βυζαντινών υπομνηματιστών 3.Σ αυτούς πρέπει να προσθέσουμε άλλους τρείς συγγραφείς του 12 ου αι.,τον Θεόδωρο Βαλσαμώνα, τον Ιωάννη Ζωναρά, τον Δημήτριο Χωματιανό, αρχιεπίσκοπο Αχρίδος και τον Ματθαίο Βλάσταρη του 14 ου αι. 4 2 Κ. Κούρκουλα, Τα ιερά άµφια και ο συµβολισµός αυτών εν τη ορθοδόξω ελληνική εκκλησία, σ. 46. Βλ. Ε.Ρίζου, Η εξέλιξη της µορφής της λειτουργικής αµφίεσης του κλήρου στην Ανατολική και υτική Εκκλησία από την παλαιοχριστιανική εποχή και έπειτα, Μεταπτυχιακή, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 2. 3 Ι.Φουντούλη, Το λειτουργικόν έργον Συµεών Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη 1966, σ.127 κεξ. O Συµεών Θεσσαλονίκης περιγράφει και ερµηνεύει όλα τα ιερά άµφια. Βλ. H.Schulz, Η Βυζαντινή Λειτουργία, Απόδοση από τα Γερµανικά π..τζέρπος, Έκδ. Ακρίτας 1998, σ. 175. 4 Γ.Βεργωτή, Τελετουργική, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 112. Α. Παπά (νυν Χαλκηδόνος), «Το χρώµα των ιερών αµφίων και ο Συµεών Θεσσαλονίκης», Χριστιανική Θεσσαλονίκη, Πρακτικά ΙΑ ιεθνούς Επιστηµονικού Συµποσίου, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 333. 11

Οι εκκλησιαστικοί συγγραφείς και οι λεξικογράφοι της βυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής χρησιμοποιούν 5 τους γενικότερους όρους «άμφιον» 6 και «πέπλον» 7 για την ονομασία των ενδυμάτων 8. Εξ αυτών ο όρος «πέπλον» σημαίνει τα εκκλησιαστικά ενδυμάτα και ειδικότερα εκείνα που χρησιμοποιούνται κατά το στολισμό του ιερού θυσιαστηρίου 9 και των τιμίων δώρων 10. Ο χαρακτηρισμός «αήρ», ως το «ανώτερον πέπλον», αποτελεί μόνο μια εξαίρεση 11. Οι μη εκκλησιαστικοί βυζαντινοί συγγραφείς με τη λέξη «άμφια» εννοούν την αυτοκρατορική ένδυση 12 και την ένδυση των αξιωματικών 13. Με αυτόν τον όρο όμως υποδηλώνονται κυρίως στη μεταβυζαντινή εποχή και τα ενδύματα των κληρικών 14. Σε αντίθεση με τους βυζαντινούς συγγραφείς τα ευχολόγια 15 χρησιμοποιούν τη λέξη «άμφιον» 16 με τη σημασία του καλύμματος του θυσιαστηρίου και των ιερών σκευών 17. Τα τελευταία είναι γνωστά και ως «αμφιάσματα» 18, «απλώματα» 19, «πέπλα» 20 και «ιερά έπιπλα» 21. Στα Ευχολόγια 5 Th. Papas, Studien zur Geschichte der Meßgewänder im byzantinischen Ritus, διατριβή, München 1965, σ. 60. Π. Τρεµπέλα, «Άµφια», ΜΕΕ, τόµ. 4, σ. 389. 6 ιονύσιου Αρεοπαγίτου, Περί της Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας, PG 3, 565 Α. Ησυχίου του Αλεξανδρέως, Λεξικόν, εκδ. Γεωργιάδη, 1975,τόµ.1, σ. 126. Φωτίου, Λέξεων Συναγωγή, Εκδόσεις Κάκτος, τόµ. 1, σ. 136. Ε. Κριάρα, Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής ηµώδους Γραµµατείας, 1100-1669, Θεσσαλονίκη 1971, τόµ.2, σ. 35. 7 αυίδ Νικήτα, Του εν Αγίοις πατρός ηµών αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως βίος ήτοι άθλησις, PG 105, 520C. Ησυχίου του Αλεξανδρέως, Λεξικόν, ό.π., τόµ. 3, σ. 1217. Φωτίου, Λέξεων Συναγωγή, έκδ. Κάκτος, τόµ. 3, σ. 57. H.Liddel R.Scott, Μέγα Λεξικόν, τόµ. 3, σ. 525. Ε. Κριάρα, Λεξικό,ό.π., τόµ. 15, 2006, σ. 346. 8. ηµητράκου, Επίτοµον Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, Αθήνα 1970, σ. 108. 9 Th.Papas, «Die Liturgische Gewänder», RbΚ, τόµ.4, σ. 741. Ε. Κριάρα, Λεξικό, ό.π., τόµ. 15, σ. 346. 10 P. Speck, «Die Ενδυτή», JÖΒ, 15 (1966), σ. 334. Μ. Θεοχάρη, Πολυτελή υφάσµατα στο Βυζάντιο, Κοσµικά και Εκκλησιαστικά, Ίδρυµα Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα 1994, σ. 51. 11 Θεοδώρου Στουδίτου, Ερµηνεία της θείας λειτουργίας των προηγιασµένων, PG 99, 1689 A. Μ. αρδαµάνη, Σύµβολα και συµβολισµοί κατά τα λειτουργικά υποµνήµατα, Μεταπτυχιακή, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 77. 12 Ψευδοκωδινού,Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως,κεφ.3, έκδ. Preger, σ. 235, 9, κ 282,16: «Βασιλικά άµφια». Ε. Κριάρα, Λεξικό, ό.π., τόµ. 2, σ. 35. 13 Ε. Σκορδά (Πρωτ), Τα λειτουργικά άµφια, Αθήνα 2006, σ. 6. 14 Γ.Σωτηρίου, «Τα λειτουργικά άµφια της ορθοδόξου Ελληνικής Εκκλησίας», Θεολογία,ζ 20 (1949), 603. Ι. Σταµατάκου, Λεξικόν της νέας ελληνικής γλώσσης, τόµ. 1, σ. 215. 15 Ευχολόγιον το Μέγα, έκδοση Βενετίας 1863, σ. 326. 16 Du Cange Glossiarum, τόµ. 1, σ. 64. Ερρίκου Στεφάνου, Θησαυρός, I,245. 17 Th. Papas, Studien zur Geschichte der Meßsgewänder, ό.π., σ. 60-1. 18 La liturgie de Saint Jacques, PO 26, 196.6. Α.Παπά, «Περί ιερατικών και λειτουργικών αµφίων», Ρινήµατα από το Βόσπορο, τόµ. 3, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 40. 19 Πασχάλιο Χρονικό, PG 92,737 Β. Θεοφάνους Οµολογητού, Χρονογραφία, PG 108, 165 A. J.Goar, Ευχολόγιον, σ. 60. Α. Dmitrievskij, Ευχολόγια, τόµ. 2, σ. 61. 12

συναντούμε επίσης τους όρους «αμφίεσις» 22 και «απαμφίεσις» 23, από τους οποίους προφανώς προέρχεται και ο όρος «επάμφια» 24. Σύμφωνα με το Λεξικό 25 Σούδα και τον Μιχαήλ Γλυκά, ο όρος «άμφιον» υποδηλώνει ιμάτιο, ένδυμα 26, σύμφωνα δε με μερικά Τυπικά το ράσο των μοναχών 27. Ο Δημητράκος 28 τέλος, υποθέτει, πως θα πρέπει να εννοήσουμε με τη λέξη «άμφιον» την ενδυμασία, τεμάχιο δηλ. υφάσματος, τόσο εκείνο που χρησιμοποιείται για την κάλυψη του ιερού θυσιαστηρίου και των υπολοίπων εκκλησιαστικών αντικειμένων, όσο και τα ενδύματα των κληρικών. Σήμερα χαρακτηρίζεται η ενδυμασία των κληρικών με τους όρους «ιερά άμφια» ή «ιερατικά άμφια» 29 ή απλά «ιερά» 30. Στην εκκλησιαστική γλώσσα χρησιμοποιούνται με το ίδιο νόημα οι όροι «άμφια» 31,» «ιερά άμφια» 32 «στολή» 33, «ιερά στολή» 34,«ιερατική στολή» 35,«αρχιερατική στολή» 36,«ιεραρχική στολή» 37 «ιερατικόν ιμάτιον» 38, «ενδύματα» 39, «ιερά ενδύματα» 40,«αλλαγαί» 41 και «αλλαξίματα» 42. 20 Θεοδώρου Στουδίτου, ό.π., PG 99, 1689 A. Νικολάου Καβάσιλα, Ερµηνεία της Θείας Λειτουργίας, κεφ. 11, PG 150, 389D. 21 Παλλαδίου Ελενουπόλεως, Η προς Λαύσον ιστορία, PG 34, 1228B-C. L.Petit, Le monastere de Notre Dame de Pitie en Macedoine, Izvestija Russk, Arch.Inst.Konstantinop 6 [1900], 123,13. 22 J. Goar, Ευχολόγιον, σ. 501. 23 J. Goar, ό.π., σ. 498. A. Dmitrievskij, Ευχολόγια, τόµ. 2, σ. 362, 994. 24 H. Lidell- R.Scott, Μέγα Λεξικόν, τόµ. 1, σ. 150. P.Speck, «Die Ενδυτή», ό.π., σ. 335. 25 Suidae Lexicon, Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, τόµ. 1, σ. 83. 26 Περί του Θείου βαπτίσµατος και του µοναχικού ενδύµατος, Επιστολή 25, PG 158, 937 C-940 A. 27 Th. Papas, RbK, ό.π., σ. 743. 28 Μέγα Λεξικόν, τόµ. 1, 1954, σ. 347. 29 Συµεών Θεσσαλονίκης, PG 155, 261C. 30 Γ. Σωτηρίου, «Τα λειτουργικά άµφια της Ορθοδόξου Ελληνικής Εκκληασίας», ό.π., σ. 603. 31 Συµεών Θεσσαλονίκης, Περί του αγίου ναού, PG 155, 381 A. 32 Συµεών Θεσαλονίκης, Αποκρίσεις προς τινάς ερωτήσεις Αρχιερέως, PG 155, 868 D. Βλ. Α. Παπά, «Το χρώµα των ιερών αµφίων και ο Συµεών Θεσσαλονίκης», ό.π., σ. 334. 33 J.Goar,Ευχολόγιον 2,501,656. Η λέξη «στολή» χρησιµοποιείται στην Παλαιά ιαθήκη για το χαρακτηρισµό του ιερατικού αµφίου και είναι µία στολή «αγία», Εξόδ. 28. Eνώ η λέξη ιµάτιο και ιµατισµός χαρακτηρίζει τα συνηθισµένα ενδύµατα, ποτέ το ιερατικό αµφιο. Βλ. περισσότερα στο Wilkens, «στολή», ThWNT 7 (1966), 690. Πρβλ. Ι.Πηλίλη (επισκόπου Κατάνης), Η Χριστιανική Ιερωσύνη, Αθήνα 1988, σ. 406. 34 Θεοδωρήτου Κύρου, Εκκλησιαστική Ιστορία, βιβλίο 2, κεφ. 23, PG 82, 1055C. Ιωάννου Καντακουζηνού, Ιστορία 1, PG 153, 280Α. Νικολάου Καβάσιλα, εις την ιεράν στολήν, SC 4, 364. Συµεών Θεσσαλονίκης, Περί της ιεράς λειτουργίας, PG155, 261A. Ψευδοκωδινού, Περί οφφικίων, κεφ. 17, PG 157, 105AB. Στην Παλαιά ιαθήκη η στολή χαρακτηρίζεται «Αγία», επειδή χρησιµοποιείται αποκλειστικά για τη λατρεία. 35 αυίδ Νικήτα, Του εν αγίοις πατρός ηµών Ιγνατίου Κωνσταντινουπόλεως, βίος ήτοι άθλησις, PG 105, 517C.Φιλόθεου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, ίαταξις της Ιεροδιακονίας, PG154,757 C. Ψευδοκωδινού, ό.π. PG 157,61 C. J.Goar. Ευχολόγιον, σ. 252, 395, 656. Dmitrievskij, ό.π., σ. 955. 36 αυίδ Νικήτα, ό.π., PG 105,517C-D. 13

O γενικότερος όρος ιερά άμφια, περιλαμβάνει α) τα ιερατικά και β) τα άμφια της Αγίας Τραπέζης. 43 Η ενδυμασία των κληρικών διαφοροποείται στους τρείς βαθμούς της ιερωσύνης, δηλ. του επισκόπου (Στιχάριον, Επιτραχήλιον Ζώνη, Επιμανίκια, Σάκκος, Επιγονάτιον, Ωμοφόριον, Μίτρα, Εγκόλπιον, Μανδύας και ποιμαντική ράβδος), του πρεσβυτέρου (Στιχάριον, Επιτραχήλιον, Ζώνη, Επιμανίκια, Επιγονάτιον, Φαιλόνιον) και του διακόνου (Στιχάριον, Επιμανίκια, Ωράριον). Τα λειτουργικά υφάσματα 44 μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε 1. άμφια για την αγία τράπεζα (σινδών, κατάσαρκιο, ενδυτή, ειλητόν, αντιμίνσιον, και κέραμος), 2. καλύμματα για τα τίμια δώρα (μεγάλος αήρ, μικροί «αέρες», μικρά καλύμματα για το δίσκο και το δισκοπότηρο, επιτάφιος), 3. υφάσματα για το Ιερό,για την κάλυψη του, και για τις εισόδους του ιερού (κουρτίνες), 4. υφάσματα για τις ιερές εικόνες (ποδία, μανδήλιον, σκεπή), 5. λοιπά υφάσματα (λάβαρα, επεύχεα) 45. Τα χρώματα των ιερών αμφίων της Παλαιάς Διαθήκης αποτελούνταν από το λευκό, το έντονο φωτεινό κόκκινο και δύο είδη πορφυρού χρώματος, δηλαδή στην ουσία από το λευκό και τρεις αποχρώσεις του κόκκινου 46. Τα χρώματα στα 37 Νικολάου Καβάσιλα, Περί της εν Χριστώ Ζωής, Λόγος 5 ος, PG 150,628 Β. 38 Ιωάννου Χρυσοστόµου, ιάταξις της θείας ιερουργίας, PG 63, 922 και J.Goar, Ευχολόγιον, ό.π., σ. 69. 39 J.Goar, Ευχολόγιον σ. 69. 40 Συµεών Θεσσαλονίκης, Περί της ιεράς λειτουργίας, PG 155, 261C. 41 A.Λαυριώτη (Ιεροµ.), «Περί του λευκού και πορφυρού χρώµατος», ΕΑΚ 13 (1893-1894), 125. Lexikon zur Byzantinischen Gräzität, τόµ. 1 (A-K), Wien 2001, σ. 56. 42 Π. Τρεµπέλα, Αι τρεις Λειτουργίαι κατά τους εν Αθήναις Κώδικας, Αθήναι 1982, σ. 200. Lexikon zur Byzantinischen Gräzität, ό.π., σ. 56. 43 Th.Papas, RbK, ό.π., σ. 743. Β. Φειδάς, «Άµφια και θρησκευτικά ενδύµατα. Χριστιανισµός», Πάπυρος, τόµ. 8, σ. 100. 44 Γ.Σωτηρίου, «Τα λειτουργικά άµφια», ό.π., σ. 603. Β.Φειδά, «Άµφια και θρησκευτικά ενδύµατα. Χριστιανισµός», ό.π., σ. 100. 45 Ε. Βλαχοπούλου-Καραµπίνα, «Ο συµβολισµός των Ιερών Αµφίων και πέπλων της ορθοδόξου Εκκλησίας και ερµηνεία του διακόσµου τους σύµφωνα µε τις ιερές πηγές»,απόστολος Τίτος 5 (2006),147 κεξ. Βλ. Β.Φειδά, «Αµφια και θρησκευτικά ενδύµατα», Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος 8 (1991), 100. 46 J. Lienhard, Exodus, Levitucus, Numbers, Deuteronomy, Old Testament, σ. 130. Ι. Πηλίλη (Επισκόπου Κατάνης), Η Χριστιανική Ιερωσύνη, ό.π., σ. 118-9. «Άµφια και θρησκευτικά ενδύµατα. Ιουδαϊσµός», Πάπυρος, τόµ.8, σ. 99. Στη θρησκεία του Ισραήλ τις ιερατικές στολές τις ρυθµίζει ο ίδιος ο Θεός. (Έξοδ. 28, 30-39). Βλ. Α.Πανώτη, «Η ιστορική εξέλιξη των αµφίων», Τα ιερά άµφια και η εξωτερική περιβολή του Ορθοδόξου κλήρου, Αθήναι 2002, σ. 39. Τις στολές τους ο αρχιερέας και οι ιερείς έπρεπε να τις φορούν µόνον όταν υπηρετούσαν στο Ιερό και όχι σε άλλη περίοδο (Έξοδ. 35,19. Λευϊτ. 16,4). Βλ. Ι.Φούντα, 14

ενδύματα δεν χρησιμοποιούνταν αναλογικά στον ίδιο βαθμό, αλλά για κάθε ένδυση ήταν διαφορετικά. Το ύφασμα των γοφών και ο χιτώνας έπρεπε να ήταν λευκός 47 και το ζωνάρι λευκό ή έντονα κόκκινο ή πορφυρό κόκκινο ή πορφυρό μπλε 48. Το επάνω μέρος του χιτώνα ήταν πορφυρό μπλε, το ύφασμα που κάλυπτε τους ώμους ήταν λευκό, έντονα κόκκινο, πορφυρό κόκκινο ή πορφυρό μπλε. 49 Το κάλυμμα της κεφαλής και ο επίδεσμος με τον οποίο δένανε την χρυσή περικεφαλαία με το στέμμα του Αρχιερέα, έπρεπε να είναι πορφυρό μπλε. 50 Την ημέρα του εξιλασμού ο αρχιερέας φορούσε μόνο λευκά ενδύματα 51 Την ερμηνεία των χρωμάτων την δίδει ο Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγοντας τα εξής: «η στολή του πρώτου στην ιερωσύνη κατασκευάστηκε με τα ίδια υλικά, υποδεικνύοντας τη δόξα του Χριστού, με το χρυσάφι δηλώνεται ως θεός, με την πορφύρα το βασιλικό του αξίωμα με τη λεπτή βύσσο ως λόγος λεπτός και ασώματος, με το κόκκινο η σάρκα που έφερε και με το αέρινο γαλάζιο, που είναι χρώμα αυτό του υακίνθου, επειδή έρχεται από άνω και από τον ουρανό» 52. Ερµηνεία Παλαιάς ιαθήκης, Έξοδος, τόµ. 2, Αθήναι 2005, σ. 222. R.Grandwol, Die Farbe im Alten Testament, Berlin 1963, σ. 34-45. 47 Π.Μπρατσιώτη, «Αµφια εν τη Παλαιά ιαθήκη», ΜΕΕ, τόµ.4, σ. 39. Ι.Πηλίλη (Επισκ.Κατάνιας), Η Χριστιανική Ιερωσύνη, ό.π., σ. 118. Πρβλ. Α. Τιρικανίδου, Ο θεολογικός χαρακτήρας του ενδύµατος στην Καινή ιαθήκη σε σχέση µε το περιβάλλον της,, ιατριβή, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 198. 48 Ε. Hofhansl, «Gewänder, Liturgische», στο Theologische Realenzyklopädie, 13 (1984), 159. 49 «Εκκλησιαστική ενδυµασία. Αρχαία Εβραϊκή», ΜΑΕ, 9 (1968), 223. Ι.Πηλίλη,ό.π., σ. 119. 50 Π.Μπρατσιώτη,ό.π., σ. 391. Ι. Πηλίλη, ό.π., σ. 119. Βλ. K. Wessel, «Farbensymbolik», RbK, ό.π., σ. 532. O Γρηγόριος Νύσσης στο έργο του Εις τον βίον του Μωϋσέως, «µολονότι δίνει την ονοµασία των επιµέρους ενδυµάτων της ιερατικής στολής δεν τα ερµηνεύει όλα, αλλά µόνο µερικά».βλ. Γρηγορίου Νύσσης, Εις τον βίον του Μωϋσέως, Εισαγωγή-Κείµενο-Μετάφραση-Σχόλια, Π.Μπρούσαλη (Αρχιµ.), Αθήνα 1990, σ. 402-407. 51 J. Braun, Die Liturgische Gewandung, ό.π., σ. 749. Βλ. Ι.Φούντα, Έξοδος, Ερµηνεία Παλαιάς ιαθήκης, Αθήνα 2005, σ. 222-4.Το λευκό χρώµα, που έφεραν µερικά άµφια τόσο του αρχιερέα όσο και των ιερέων, χρησιµοποιούνται ως σύµβολο της καθαρότητας. Πρβλ., Λ.Μολέσκη, Τα ιερά σκεύη και άµφια και οι λειτουργικοί συµβολισµοί τους, Θεσσαλονίκη 2007, σ. 44-5. «Άµφια και θρησκευτικά ενδύµατα. Ιουδαϊσµός», Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος, τόµ. 8, σ. 99. 52 Περί της εν Πνεύµατι και αληθεία προσκυνήσεως και λατρείας, Λόγος ΙΓ, PG 68, 732C. Βλ. Κ. Καραϊσαρίδη (Πρωτ.),«Λειτουργικά στοιχεία στον Άγιο Γρηγόριο Νύσσης», Λειτουργικά Ανάλεκτα εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 1996, σ. 36: Στο έργο του Γρηγορίου Νύσση, Εις τον βίον του Μωϋσέως συναντάµε µαρτυρίες για τις ιερατικές στολές, µέσα στα όρια της Παλαιάς ιαθήκης, που είναι σηµαντικές για τον καθορισµό της σηµερινής αµφίεσης του κλήρου, αλλά και για τις πνευµατικές και αλληγορικές αναλύσεις, PG 44, 388B 392D. 15

Ο Φίλων Ιουδαίος (25 π.χ. 40 μ.χ.),σύγχρονος των αποστόλων, χρησιμοποιεί το λευκό 53 και ιδιαίτερα ευχάριστα το αντίθετο ζεύγος το λευκόν και το μέλαν, όταν παραδειγματίζει στο οπτικό ερέθισμα: «πως καταλαβαίνει ο νους, ότι κάτι είναι λευκό ή μαύρο, αν δεν έχει για βοηθό του την όραση 54». Επίσης χρησιμοποιεί μία φορά το λευκαίνω σε αυτή την σχέση: «οφθαλμός λευκαίνεται νυν υπό του παρόντος λευκού» όταν το λευκό είναι παρόν, λαμβάνει το μάτι μέσω αυτού την εντύπωση του λευκού 55. Το λευκό και το μαύρο δεν είναι καθόλου παραδείγματα αντιθέσεων για τον Φίλωνα και δεν λείπουν, όταν εκείνος αντιπαραλάβει τέτοια 56 : ζωή 57 και θάνατος, αρρώστια και υγεία, λευκό και μαύρο, δεξιά και αριστερά, δίκαιο και αδικία κτλ. Το λευκό χρώμα αντιπροσωπεύει για εκείνον την αλήθεια και την σωφροσύνη. Σε μια αλληγορική ερμηνεία του λευκού χρώματος 58 εκφράζεται αυτό 59, εντονότερα ακόμη στο: η έκθεση του λευκού στις ράβδους 60 εμφανίζει, ότι πρέπει να απελευθερώνουμε το καλό από όλα τα κακά καλύμματα, όμως διδάσκουν οι ερμηνείες σχετικά με το χωρίο 61, ότι πρέπει να αποβάλλουμε το πολύχρωμο, κακό και επιπόλαιο πάθος και πρέπει να εφαρμόσουμε τα απλά, «ομοειδή χρώματα της αλήθειας ανενδοίαστον αληθείας απλούν χρώμα δεξώμεθα» 62 53 Michaelis, «λευκός, λευκαίνω», ThWNT 4 (1942), 250.Του ιδίου, «µέλας», ThWNT 4 (1942),555. 54 Νόµων Ιερών Αλληγορίας των µετά την εξαήµερον, δεύτερον, ΙΙ 7, ΙΙ 39, ΙΙΙ. Βλ. W.Kranz, «Die ältesten Farbenlehren der Griechen», Hermes, 47(1912), 126: Ο πρώτος φυσιολόγος, ο Αλκµέων, τόνισε την αντίθεση άσπρου και µαύρου. Καθώς και ο Εµπεδοκλής, του λευκού και του µέλανος, και ισχυρίζεται ότι το πρώτο γίνεται αντιληπτό από τους πύρινους και το δεύτερο από τους υδάτινους πόρους του µατιού, Προσωκράτης 168, 14. 172, 7. 375, 7. Κατά τον Αριστοτέλη, το λευκό και το µέλαν είναι τα αρχικά χρώµατα τα οποία συντελούν στη γένεση των άλλων, αντιστοιχούν στο φως και το σκοτάδι, Περί Αισθήσεων 439b, 26-7. 55 Νόµων Ιερών Αλληγορίας των µετά την εξαήµερον, ΙΙ 43, σ. 126. 56 Νόµων Ιερών Αλληγορίας των µετά την εξαήµερον, ΙΙι 61: «λευκό και µαύρο και το ζεστό και το κρύο». Περί µέθης, Λόγος 186, «το µαύρο µε το λευκό, το ασθενές µε το ισχυρό, τα ολίγα µε τα πολλά», J. Gorez, Paris,11 (1962),100. 57 Περί του τίς ο των θείων εστίν κληρονόµος και περί της εις τα ίσα αι ενάντια τοµής, 209, Μ. Harl, Paris 1966, τόµ. 15, σ. 268. 58 «Ο µέλιστος γλυκύτερον, χιόνος δε λευκότερον είναι πέφυκε», Περί φυγής και ευρέσεως, 138, Ε. Starobinski, Paris 17,(1970),204-206. 59 Περί φυτουργίας Νώε το δεύτερον, 110, J. Pouilloux, Paris 1963, τόµ. 24. 60 Γένεση, 30, 37. 61 Λευϊτικό 13, 12 α. Επίσης χρησιµοποιείται αλληγορικά στο Ότι άτρεπτον το Θεόν, 130. 62 Νόµων Ιερών Αλληγορίας των µετά την εξαήµερον, ΙΙΙ 171. 16

τονίζεται, ότι η θεϊκή μεγαλοπρέπεια ονομάζεται λευκόν 63 : «γιατί τι μπορεί να είναι λαμπρότερο και πιο ακτινοβόλο από τον θείο Λόγο»,«Ιδού έση βλέπων πάσαν την σοφίαν λελευκασμένην ως χίονα ενώπιον σου και των οφθαλμών σου». Στην περιγραφή και την ερμηνεία του ιερατικού ενδύματος καθώς και στα λειτουργικά ενδύματα χρησιμοποιεί ο Φίλων το λευκό τόσο λίγο όσο και ο Ιώσηπος 64 : και οι δυο μιλάνε σε αυτήν τη σχέση αντίστοιχα για το λινό η κατ αυτόν τον τρόπο γίνεται επίσης φανερή 65 η κυριαρχία του λευκού 66. Ο Ιώσηπος αναφέρει 67 ότι ο βασιλιάς Αγρίππας ο Β είχε καθιερώσει οι λευιτικοί ψάλτες, να φοράνε λευκά λινά άμφια όπως οι ιερείς. Στην Ιστορία του Ιουδαϊκού Πολέμου απαντάται η σκηνή, όπου ο Σίμωνας της Γιόρας μετά την κατάληψη της Ιερουσαλήμ ντύθηκε με λευκούς χιτώνες και δένοντας από πάνω πορφυρό μανδύα,εμφανίστηκε ξαφνικά μέσα από το έδαφος για να τρομάξει τους Ρωμαιόυς στο σημείο όπου κάποτε βρισκόταν ο Ναός, ήθελε μάλλον να υποκριθεί έναν Ιερέα ή ένα φάντασμα σε ιερατική ένδυση 68. Στην Ιουδαϊκή Αρχαιολογία ιστορείται ότι, ενώ οι Ιερείς αντιμετώπισαν τους πολιορκητές με τα λινά ενδύματα τους, ολόκληρος ο λαός ακολούθησε την πομπή «λευκαίς έσθήσιν» 69 ήταν τοποθετημένος με διακριτικό τρόπο, ώστε δεν παρουσίαζαν την συνηθισμένη, αλλά μια ιδιαίτερα εκφραστική ένδυση. Επίσης ο Σολομώντας, κατά την ημερήσια έξοδο του έφερε «λευκήν» εσθήτα 70, κάτι, που έδειχνε τη βασιλική του λάμψη. Ιδιαίτερα αξιομνημόνευτο είναι, ότι δηλαδή στην Ιστορία 63 Michaelis, «λευκός, λευκαίνω», ThWNT, 4 (1962), 250. 64 Είναι ιουδαίος ιστορικός, γεννήθηκε το 37-38 µ.χ.. Περισσότερα Βλ. Σ.Αγουρίδη, «Ιώσηπος», ΘΗΕ, 7 (1965), 106-9. 65 «Εκκλησιαστική Ενδυµασία. Αρχαία Εβραϊκή»,MAE,τόµ.9,σ.223-224. E. Hofhansl, «Farben, Farbensymbolik», Theologische Realenzyklopädie, 11(1983),25-6. Πρβλ. Ι. Γιαννακοπούλου (Αρχιµ.) Η Παλαιά ιαθήκη κατά τους Ο, Θεσσαλονίκη 1986, σ. 174-183. Π.Τρεµπέλα, Η Παλαιά ιαθήκη, 2(2003), σ. 148-9. 66 Michaelis, «λευκός, λευκαίνω», ό.π., σ. 250. 67 Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, βιβλίο, 20, 216, εκδ. Κάκτος., τόµ. 15, σ. 223. 68 Ιουδαική Αρχαιολογία,βιβλίο 7,29, εκδ. Κάκτος, τόµ. 5,σ.137. 69 Βιβλίο 11, 327, 331, εκδ. Κάκτος, τόµ. 11, σ. 123, 125. «µπροστά τους οι ιερείς µε τα λινά και τον αρχιερέα να βαδίζει ντυµένος µε τα βαθυπόρφυρα και χρυσά άµφια. 70 Ιουδαϊκή Αρχαιολογία βιβλίο 8, 186, εκδ. Κάκτος, τόµ.9, σ.265. 17

Ιουδαϊκού πολέμου 71 του Ιώσηπου γίνεται λόγος για το λευκό, ότι οι Εσσαίοι ήταν πάντα ντυμένοι «λευκά λευχειμονείν διαπαντός 72», όμως δεν πρέπει να αναφέρονται σε εορταστικά ενδύματα, αλλά σε ενδύματα από μονόχρωμο λευκό πανί, τα οποία φορούσαν μέχρι να λιώσουν 73. Η χρήση του λευκού χρώματος παρατηρούμε ότι είναι πανανθρώπινη. Παραδείγματος χάριν οι μαθητές του φιλοσόφου Πυθαγόρα φορούσαν κατάλευκα ενδύματα. Ο Πλάτων θεωρεί τα λευκά ενδύματα ως έκφραση γαλήνης και ειρηνικών διαθέσεων 74. Λευκά ενδύματα συναντούμε τόσο στους επίσημους ηγεμόνες 75 όσο και στον κλήρο 76. Ο κανόνας περί χρωμάτων είναι ένα από τα ερωτήματα θεολογικής και λειτουργικής φύσεως, τα οποία δεν είναι προσδιορισμένα με ακρίβεια από τον βυζαντινό κανόνα. Η αχαλίνωτη ελευθερία στην χρήση των χρωμάτων ενδέχεται να θεωρηθεί εκ μέρους της Δυτικής Εκκλησίας ως ένδειξη αταξίας. Από την άλλη βέβαια πλευρά ελλοχεύει η πιθανότητα να καταλήγει και ο αυστηρά προσδιορισμένος κανόνας χρωμάτων της Δυτικής Εκκλησίας σε υπερβολές. Η ελευθερία των χρωμάτων στον βυζαντινό κανόνα είναι συνυφασμένη τόσο με τον συμβολικό χαρακτήρα των εορτών όσο και με το 71 βιβλίο 2, 123, εκδ. Κάκτος, τόµ. 3, σ. 55: «Ντύνονται πάντα στα λευκά». 72 Βλ.Ν.Τσουλκανάκη (Αρχιµ.), Η παρα-βιβλική άσκηση των Εβραίων.Εσσαίοι και Θεραπευτές κατά την ιουδαϊκή θύραθεν και χριστιανική γραµµατεία.,θεσσαλονίκη 1996, σ.25. 73 Ιωσήπου, Ιστορία Ιουδαϊκού πολέµου, βιβλίο 2, 126, εκδ. Κάκτος,τόµ.3. σ. 56. Οι θεραπευτές απεναντίας γνώριζαν τα λευκά ενδύµατα µόνον ως σπάνιο εορταστικό ένδυµα: σύµφωνα µε τον Φίλωνα Περί βίου θεωρητικού ή Ικετών 65-66, ήταν κατά τις εορτές της 50 ης ηµέρας ντυµένοι λευκά (λευχειµονούντες φαιδροί). Βλ.Ν.Τσουλκανάκη(Αρχιµ.), Η παρα-βιβλική άσκηση των εβραίων.εσσαίοι και Θεραπευτές κατά την ιουδαϊκή θύραθεν και χριστιανική γραµµατεία,ό.π.,σ.87. 74 Νόµοι, 12, 956 b. Βλ.Α.Τιµιάδη (Μητρ. Σηλυβρίας), Βάπτισµα, το εισαγωγικόν µυστήριον, εκδ. Καρδίας, 2000, σ. 139. 75 Βλ. Φ.Κουκουλέ, Βυζαντινών βίος και πολιτισµός, τόµ. 2, σ. 35. Π.Παπαευαγγέλου, Η διαµόρφωσις της εξωτερικής εµφανίσεως του ανατολικού και ιδία του ελληνικού κλήρου, διατριβή, Θεσσαλονίκη 1965, σ. 61. Τ.Κόλια Μ.Χρόνη, Το Επαρχικόν Βιβλίον Λέοντος ΣΤ του Σοφού (886-912), εκδ. Κανάκη, Αθήνα 2010, σ. 51. 76 Ι.Φουντούλη, «Παράδοση και εξέλιξη των ιερών αµφίων», Τελετουργικά Θέµατα, τόµ. 2, Αθήνα 2006, σ.183. Α.Λαυρεώτου (Ιεροµ.), «Περί του λευκού και πορφυρού χρώµατος», ΕΑΚ, 17 (1893-1894), 124: «Οι Θείοι Πατέρες πάντα θεοπρεπώς τα του Ιερού Ναού κανονίσαντες ώρισαν και το χρώµα των ιερών αµφίων. Το µεν λευκό εν ηµέραις χαράς, το δε πορφυρούν (ερυθρόν, φοινικούν πυροειδές εν ηµέραις λύπης). «Όσον αφορά τα χρώµατα, το λευκό αρµόζει όσες φορές πρόκειται να εκδηλωθεί σεβασµός, πάνω στο ύφασµα. Να αποφεύγονται χρωµατισµοί, εκτός όταν πρόκειται για αντικείµενα πολεµικής χρήσης». Βλ. Πλάτων,Νόµοι, 12, 156b. 18

πρόβλημα των χρωματικών επιδράσεων του εκκλησιαστικού χώρου 77.Πρέπει να σημειώσουμε όμως ότι διαφαίνεται στο βυζαντινό κανόνα η χρωματική διάταξη των λειτουργιών ίσχυε κατά τον ίδιο τρόπο που συνέβαινε και στον δυτικό κόσμο μέχρι το τελευταίο τέταρτο του 12 ου αιώνα. Όπως είναι γνωστό εκείνο το χρονικό διάστημα επικρατούσε και στη Δυτική Εκκλησία η συμβολική σημασία και η πλήρης ελευθερία σχετικά με τη χρήση διαφορετικών χρωμάτων. Μόνον όταν το 1570 ο Πάπας Πίος ο πέμπτος συμπεριέλαβε τον ρωμαϊκό κανόνα περί χρωμάτων στα επίσημα λειτουργικά βιβλία, άρχισε να κάνει την εμφάνισή της μια μεγαλύτερη αποδοχή στην καθημερινή εφαρμογή τους, με εξαίρεση τη Γαλλία, όπου μόνο μετά την απόρριψη του γαλλικανισμού επετεύχθη η πλήρης αποδοχή. Ακόμη και στην ίδια επισκοπή υπήρχε διαφορετικός χρωματικός κώδικας. Για σχετικά λίγες εορτές υπήρξε καθολική αποδοχή, όπως για τις εορτές των Παρθένων (άσπρο) του Πάσχα, την εορτή των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, καθώς και τις εορτές των Αγίων Μαρτύρων (κόκκινο). Είναι πιθανό τα άμφια να μη σχετίζονταν με τον συμβολισμό του χρώματος,αλλά με το μεγαλείο που απαιτούσε η εκάστοτε ημέρα 78. Τα άμφια της λειτουργίας είναι βασισμένα στους αποστολικούς θεσμούς 79, αφού αναφέρεται ρητά, ότι οι θυσιαστές πηγαίνουν στο θυσιαστήριο με λαμπερή λευκή ενδυμασία 80. Το άρθρο 28 του Αθανασιανού Κανόνα 81 ορίζει τα εξής: «Η ενδυμασία, η οποία χρησιμοποιείται κατά τις πανηγύρεις οφείλει να είναι λευκή και όχι χρωματισμένη», και με το άρθρο 99 του ιερού κανόνα του 77 Th.Papas, Studien zur Gesichte der Meßgewänder im byzantinischen Ritus, ιατριβή, München 1965,σ. 73 κεξ. Α. Παπάς, «Το χρώµα των ιερών αµφίων και ο Συµεών Θεσσαλονίκης», Χριστιανική Θεσσαλονίκη, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 332. Πρβλ.Γ.Χρυσοστόµου(Αρχιµ.),Το χρώµα των ιερών αµφίων,ό.π.,σ.28. Ι. Φουντούλη, Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τόµ. 1, ό.π.,σ. 57. Στη βυζαντινή περίοδο όσο φαίνεται «ότι δεν υπήρχαν αυσηροί κανόνες που να καθορίζουν το χρώµα των αµφίων, όπως µεταγενέστερα στη ύση, άλλο τόσο φαίνεται ότι υπήρχε µια σχετική παράδοση χρωµάτων». 78 J.Braun, Die Liturgische Gewandung in Occident und Orient nach Usprung und Entwicklung, Freiburg 1907, [2011], σ.728-731.βλ. Γ.Βεργωτή, «Το νόηµα της τελετουργικής»,γρηγόριος Παλαµάς,75 (1992),783. Γ Χρυσοστόµου (Αρχιµ.),Το χρώµα των ιερών αµφίων..ό.π.,σ.89. 79 Hieronymi, Dialogus Adversus Pelacianos, PL 23, 547. 80 Βλ. Κανόνας του Ιππολύτου, PG 10, 962C. 81 W. Riedel, Die Kirchenrechtsquellen des Patriarchats Alexandrien, Leipzig 1890, σ.754. 19

Αγίου Βασιλείου 82 ορίζεται «τα ενδύματα που είναι πρέποντα για τους ιερείς πρέπει να είναι λευκά και όχι χρωματισμένα». Παρόμοιες θέσεις υποστηρίζουν ο Πατριάρχης Γερμανός Κωνσταντινουπόλεως 83 και ο Πατριάρχης Σωφρόνιος της Ιερουσαλήμ 84. Κατά τη βυζαντινή περίοδο όλο το χρόνο χρησιμοποιούσαν λευκά ιερά άμφια στην τέλεση της Θείας Λατρείας,εκτός της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που καθιερώθηκε η χρήση του πορφυρού χρώματος 85. Η εργασία μας αποτελείται από τρία κεφάλαια. Στο πρώτο μετά από τις γενικές πληροφορίες διαπραγματευόμαστε τις ιστορικές και θεολογικές προϋποθέσεις και το νόημα του χρώματος στην Αγία Γραφή και στη ζωή της Εκκλησίας όπως π.χ. το λευκό και μαύρο στο μοναχισμό και στην εξόδιο ακολουθία των λαϊκών. Τη χρήση του πορφυρού χρώματος στο Βυζάντιο και στην Εκκλησία και τέλος την έννοια του χρώματος στη Δυτική Εκκλησία. Στο δεύτερο κεφάλαιο εξετάζεται ο χρωματικός κανόνας των ιερών αμφίων των κληρικών των τριών βαθμίδων της ιερωσύνης αναλυτικά καθώς και τα ιερά άμφια της Αγίας Τραπέζης, με οδηγό τους πατέρες και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Στο τρίτο κεφάλαιο προσπαθούμε να αντλήσουμε πληροφορίες από τις μικροσκοπικές λεπτομέρειες που υπάρχουν σποραδικά και διάσπαρτα στα ευχολόγια,τυπικά και ιδιαίτερα στα κείμενα των πατέρων, του Νικολάου Καβάσιλα (14 ος αι.) και Συμεών Θεσσαλονίκης (15 ος αι.), για τα ιερά άμφια στα μυστήρια της εκκλησίας στο εορτολόγιο,τη μεγάλη Τεσσαρακοστή και τη Μεγάλη Εβδομάδα και τέλος στην ακολουθία των εγκαινίων του ιερού ναού. 82 W.Riedel, Die Kirchenrechtsquellen des Patriarchats Alexandrien, ό.π.,σ.272. Κ.Wessel, «Farbensymbolik», RbK, ό.π., σ. 524. 83 Ιστορία εκκλησιαστική και µυστηριακή, PG 98, 393C. 84 Περί των εν τη ιερουργία τελουµένων, PG 87, 3985. 85 J. Mateos, Le typicon de la grande Eglise, Roma 1963, τόµ. 2, σ.84,86.α.dmitrievskij, ό.π.,τόµ.2,σ.792, τόµ.3, σ.29,64. Βλ. Ι.Φουντούλη, Λειτουργική, ό.π., σ.196. Πρβλ. Αµβροσίου (επισκ. Ζήλων), «Το πένθος στην Ορθόδοξη παράδοση και στην ιεραποστολή», Σύναξη, 100 (2006), 66. 20

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ 1.Το λευκό χρώμα γενικά στη λατρεία Ζούμε σε έναν χρωματιστό κόσμο. To χρώμα είναι γνωστό από την αρχαιότητα 86. Δεν είναι απλά και μόνο ένα διακοσμητικό στοιχείο της ύπαρξής μας: ασκεί βαθιά επίδραση στην αίσθησή μας και υπηρετεί ένα πλήθος διαφόρων σκοπών. Ένα χρώμα σαν το κόκκινο π.χ. αποτελεί για εμάς ευχαρίστηση,έχει συναισθηματική αξία,είναι σύμβολο και σημείο: διακοσμεί, μας κεντρίζει, μας ξεσηκώνει, είναι ένα σημείο θεϊκής αγάπης, αίματος ή σημαίνει κάτι απαγορευτικό 87. Επομένως το χρώμα σε ολόκληρη της ζωή μας, στη σφαίρα της θρησκείας 88, της τέχνης, της επιστήμης, της τεχνολογίας καθώς και στο εμπόριο και τη βιοτεχνία έχει πολύπλευρη σημασία. Χρησιμοποιείται 89 ως εποπτικό μέσο για θρησκευτικούς και πολιτιστικούς σκοπούς 90. 86 Ε.Στυλίου (Επισκ. Αχελώου), «Θεολογία του Χρώµατος», Εφηµέριος, 15 Μαρτίου 1990, σ. 83. 87 Η γλώσσα των χρωµάτων δεν είναι πάντα ξεκάθαρη. Υπάρχει επίσης µια µεταβολή. Το χρώµα το κόκκινο π.χ. έχει βιώσει µια τέτοια µεταβολή. Κόκκινο ήταν το χρώµα της δύναµης. Ο αυτοκράτορας της Ρώµης ντυνόταν στα κόκκινα της πορφύρας και οι στρατιώτες τους φορούσαν κόκκινους µανδύες. Με κόκκινο υπέγραφε ο Ρωµαίος αυτοκράτορας. Στη νεώτερη εποχή έγινε το κόκκινο το χρώµα της Επανάστασης. Με κόκκινες σηµαίες έγιναν διαµαρτυρίες κατά της αριστοκρατίας και του κεφαλαίου. Βλ. L. Gschwind, «Die liturgischen Farben, Rot und Rot ist nicht das gleiche», Gottesdienst, 1(1992), 8. 88 «Το χρώµα της ζωγραφικής µε προσελκύει στη θεώρηση και σαν λιβάδι τέρπει την όραση και απαρατήρητα εµπνέει στην ψυχή στη δόξα του Θεού», γράφει ο Ιωάννης ο αµασκηνός, Περί εικόνων, Λόγος, PG 94, 1968 B. Βλ. C. Ratschow, «Farben», RGG 2 ( 1958), 874-5. Το χρώµα έχει το λόγο του µέσα στο ναό, ιδιαίτερα στη λατρεία. Βλ. Ι.Φουντούλη, Απαντήσεις εις λειτουργικάς απορίας, τόµ. 1, Αθήνα, 3 1988, σ. 57. 89 H.Cipper, «Die Farbe als Sprachploblem», Sprachforum, 1 (1955), 135. 90 Ε. Στυλίου (Επισκ. Αχελώου), «Θεολογία του Χρώµατος», ό.π., σ. 84. Πρβλ. Κ.Χαραλαµπίδη, «Η έννοια του χρώµατος στο Βυζαντινό κόσµο», Πεµπτουσία, 9 (2002), 84. W.Schöneis, «Antike Farbung und Liturgische Farben», Liturgisches Jahrbuch, 8(1958), 140-143. 21

Είναι γεγονός ότι ορισμένα χρώματα είχαν παίξει μεγάλο ρόλο στη λατρεία παντού και πάντοτε 91, ιδιαίτερα το λευκό 92 και το πορφυρό 93. Ακόμα και στον παγανισμό απαιτούνταν η εσωτερική κάθαρση μέσω της εξωτερικής καθαρότητας με την χρήση λευκής ένδυσης 94. Αυτό φαίνεται από τις αναφορές του Διοδώρου Σικελού 95, όπου «ο Πυθαγόρας προστάζει να παρουσιαστούν ενώπιον των θεών όσοι θα πρόσφεραν θυσίες όχι με πολύτελείς, αλλά με λευκές και καθαρές στολές. Κατά τον ίδιο τρόπο οφείλουν να παρουσιαστούν μόνο μετά από κάθε άδικη πράξη όχι μόνο με καθαρό σώμα, αλλά και με καθαρή ψυχή» 96. Ο Πορφύριος 97 γνωρίζει δίπλα στην καθαρότητα του σώματος, και την καθαρότητα της ψυχής, «της ψυχικής απαθείας 98». Και εκτός του χριστιανισμού, είναι ιδιαίτερα γνωστό το λευκό χρώμα ως «θεϊκό», όπως το κατονομάζει και ο Κικέρων 99. O Πλούταρχος 100 χαρακτηρίζει 91 C.Ratschow, «Farben», RGG, 2(1958), 874. Πρβλ. W.Kranz, «Die ältesten Farbenlehren der Griechen», ό.π., σ.127. 92 Michaelis, «Λευκός, λευκαίνω», ΤhWNΤ 4 (1962), 248-252. G Becquet,«Λευκόν», Λεξικόν βιβλικής θεολογίας, Αθήνα 1980, σ. 605-6. 93 Ευσταθίου Θεσσαλονίκης, Επίσκεψη βίου µοναχικού, PG 135, 813 C.Βλ. Αριστοτέλους, Περί χρωµάτων, 792 Α. R. Grandwolh, Die Farben im Alten Testament, Berlin, 1963, σ. 60 κ εξ. Α.Gerhards, «In weißen Gewandern», Gottesdienst, 17 (1991), 132. 94 Th. Oppenheim, «Symbolik und Religiöse Wertung des Mönchskleides im christlichen Altertum», στο Theologie des Christlichen Ostens, Münster, 1932, σ. 34. 95 Ο ιόδωρος ήταν ιστορικός του 1 ου αιών. π.χ. Έζησε στην Αίγυπτο και Ρώµη. Το κύριο έργο του είναι µια παγκόσµια ιστορία σε 40 βιβλία και χρειάστηκε 30 ολόκληρα χρόνια για την εκπόνησή του. Βλ. P. Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων,Μτφρ.Κ.Λυπουργίς-Λ.Τροµάρας, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 146. 96 ιοδώρου Σικελού, Βιβλίο 10,9,6, εκδ. W.Heinemann, London 1956, σ. 68. 97 Πορφύριος από την Τύρο. Φιλόσοφος του 3 ου αιώνα. Σπούδασε στην Αθήνα και Ρώµη. Περισσότερα βλ. P.Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων, ό.π., σ. 397. 98 Πορφυρίου, Περί αποχής, β 45, εκδ. Les Belles Letrtres, τόµ. 2, Paris 1979,σ. 111-2. «ανδρός άρα θείον η έσω και η εκτός αγνεία αποσίτου µεν παθών ψυχής σπουδάζοντος είναι, αποσίτου δε και βρώσεων, αι τα πάθη κινούσιν, σιτουµένου δε θεοσοφίαν και οµοιουµένου ταις περί του θείου ορθαίς διανοίαις και ιερωµένου τη νοερά θυσία και µετά λευκής εσθήτος και καθαράς τω όντι της ψυχικής απαθείας και της κουφότητας του σώµατος προσιόντας τω θεώ, ουκ εξ αλλοτρίων και οθνείων χυµών και παθών ψυχικών βεβαρηµένου». Πρβλ. Αθηναίου, νειπνοσοφιστών ΙΒ 525f. «Αυτοί πήγαιναν στο τέµενος της Ήρας φορώντας ωραία φορέµατα, µε ολόλευκους χιτώνες που έφτασαν στο έδαφος της πλατιάς γης». 99 Κικέρων, De legibus, V. 28, 1 (I. 315 Weissenenborg-Müller). Κικέρων: Ρήτορας, πολιτικός και συγγραφέας που έζησε στα τέλη της Ρωµαϊκής ηµοκρατίας (106 π.χ.-43 π.χ.). Το De legibus (Περί Νόµων) είναι φιλοσοφικό σύγγραµµα που στηρίζεται σε ελληνικές πηγές µε πρότυπο τον Πλάτωνα. Βλ. P.Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων, ό.π., σ. 527. Πρβλ. Βιργιλίου, Eclogae 5, 56 (14 Ribbeck). Βιργίλιος (Vergilius Publius Maro). Περίφηµος ποιητής, έζησε στα 70-10 π.χ. της εποχής του Αυγούστου. Περισσότερα Βλ. Λεξικόν Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων της Αρχαιότητας και του Μεσαίωνα, τόµ. 2, Αθήνα 2003, σ. 898-9. 22

την «θεϊκή ένδυση», που φορούσαν οι Οσίριδοι ως το «ένα, απλό και φωτεινό». Ο Apulejus Madaura 101, μόλις φοράει την ολυμπιακή ένδυση, η οποία ήταν λευκή με σχέδια λουλουδιών, λέει : «η εικόνα μου είναι κοντά σ αυτή του ίδιου του ήλιου, όμοια ενός κίονα 102». Στο αριστερό του χέρι βαστούσε έναν πυρσό και στο κεφάλι του μια κορώνα με ακτίνες. Έμοιαζε με το θεό ήλιο. Μέσω της θεϊκής ένδυσης οι ιδιώτες παρομοιάζονται με τους θεούς, όπως αναφέρει και ο Kλήμης Αλεξανδρείας(140/150-220) 103. Ο Τερτυλλιανός (150/60-228/40) παρατηρεί τον κλοιό της θεάς Ίσιδας 104 που αποτελούνταν από κοπέλες με λινές λευκές ενδυμασίες και λέει 105 : «Μέσω της λευκής τους ένδυσης και της μαντίλας που φορούν, δείχνουν την αφοσίωσή τους στην θεά Ίσιδα». Παράλληλα ο ίδιος εκκλησιαστικός συγγραφέας, ήθελε να τονίσει ότι το λευκό χρώμα ήταν ιερό για την Ίσιδα και ότι γι αυτό όφειλαν οι ιέρειες να είναι ντυμένες στα λευκά 106. Η λευκή ένδυση είναι η ιδιαίτερη στολή των αιγυπτίων ιερέων 107. Όμως παρατηρείται να ντύνονται και άλλοι στα λευκά 108. Σε ένα διάταγμα του 100 Πλουτάρχου, Ίσις και Οσιρις, έκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 290: «η δ Οσίριδος ουκ έχει σκιάν ουδέ ποικιλµόν, αλλ εν απλούν το φωτοειδές». Οι ιέρειες φορούσανε µόνον λευκά ενδύµατα. Βλ.S. Kurban, Η ένδυση του νεοφωτίστου στην Ακολουθία του βαπτίσµατος, διατριβή, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 30. 101 Ο Apulejus Madaura (120-180 περίπου) ήταν Λατίνος συγγραφέας, γεννήθηκε στην Madaura της Βόρειας Αφρικής. Σπουδασε ρητορική στην Καρχηδόνα και φιλοσοφία στην Αθήνα. Επηρεάστηκε από τη φιλοσοφία του Πλάτωνος. Είναι γνωστός για το έργο του Μεταµόρφωση. Το λευκό χρώµα έχει παίξει στη λατρεία σε κάθε περίπτωση έναν εξαιρετικό ρόλο, ίσχυε ως το ανειληµµένο και αρµόδιο χρώµα των θεών. Βλ. P.Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων, ό.π., σ. 496-7. 102 Apulejus, Metamorphosen XI. 24 (285, 20-286, 7 Helm). Βλ. Πλάτων, Νοµικών 12, 956 b: «χρώµατα δε λευκά πρέποντα ον θεοίς είη». Τα ζώα που ήταν για θυσία έπρεπε να είναι συχνά λευκού χρώµατος. (Οµήρου, Ιλιάδα Γ, 130). 103 Κλήµη Αλεξάνδρείας, Προτρεπτικός 4, PG 8, 149B: «Ερµής προσηγορεύετο ο Νικηγόρας και τη στολή, Ερµού εκέχρητο, ως αυτός µαρτυρεί».ο Κλήµης είναι σύγροχος του Ειρηναίου.Υπήρξε ταλαντούχος συγγραφέας και δάσκαλος..βλ.σ.παπαδοπούλου,πατρολογία,τόµ.1,αθήνα 2000,σ.334. 104 Τertullianus,De testimonio animae(περί µαρτυρίας ψυχής) 2, I. CSEL, τόµ. 76, σ. 404 Öhlen. Βλ. Παπαδόπουλου, Πατρολογία, τόµ. 1,Αθήνα 2000, σ. 364. 105 Τertullianus, De pallio 4 CSEL, τόµ. 76, σ. 143, Öhlen. 106 Βλ.Ε. Ρίζου,H εξέλιξη της µορφήςτης λειτουργικής αµφίεσης του κλήρου, ό.π., σ. 12. 107 A.Herman, «Farbe», RAC, 7 (1969), 366. Το λευκό ήταν το παραδοσιακό χρώµα της ενδυµασίας των Αιγυπτίων. Οχι µόνο τα λινά αλλά και τα µάλλινα ενδύµατα ήταν λευκού χρώµατος. Βλ. Ηροδότου, Ιστορία, βιβλίο ΙΙ,κεφ.81. Η προτίµησή τους σ αυτό το χρώµα σχετίζεται µε την ίδια την επιθυµία για αγνότητα. Τοιχογραφίες σε τάφους εικονίζουν τόσο τους άνδρες όσο και τςι γυναίκες µε λευκά ενδύµατα. Βλ. Τζαχίλη Ι., Υφαντική και υφάντρες στο Προϊστορικό Αιγαίο 2000-1000 π.χ., Ηράκλειο 1997, σ. 260-1. Βλ. Α. εληγιαννίδου, Όψεις της λειτουργίας του ενδύµατος στον Αισχύλο, ιατριβή, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 207, υποσηµ. 444. 23

πρίγκιπα Αττάλου Α της Περγάμου (το 241-197 π.χ.) αναφέρεται το εξής 109 : «Όποιος και αν εξέλθει απ την ιεροσύνη, οφείλει να φορά ένα λευκό ένδυμα, ένα στεφάνι από φύλλα ελιάς και μια κόκκινη ζώνη» 110. Σύμφωνα με τον Sextus Festus (2 ος αιών) 111, «οι ιερείς, όταν εκάναν θυσίες σε θεότητες του ηλίου, φορούσαν καθαρά λευκά ενδύματα χωρίς μωβ ραφές και αψεγάδιαστα» 112. Στο σημείο αυτό ο F. Dölger συμπληρώνει λέγοντας : «Όταν προσφέρονταν θυσίες, ο ιερέας όφειλε να φορεί λευκά ενδύματα, για να μην θυμίζει καθόλου το ένδυμά του τον θρήνο και το θάνατο» 113. Όπως οι ιερείς, έτσι και ο λαός όφειλε να «θυσιάζεται» στα λευκά. Αυτή ήταν μια απαίτηση ορισμένων ειδωλολατρικών ναών. Έτσι λέγεται σε μια ερμηνεία μιας λειτουργίας, που έδωσε ο Αλέξανδρος Πολυϊστωρ, 114 η οποία μας διασώθηκε σε αποσπάσματα 115.Μεταξύ αυτών : «Στους θεούς θα πρέπει να προσφερόμαστε πάντα με καθαρή προσευχή, με λευκή ένδυση, και μετά από 108 «Ενδυµασία» ΜΑΕ, τόµ. 9, σ. 210. Βλ. A.Τιρικανίδου, Ο θεολογικός χαρακτήρας του ενδύµατος στην Καινή ιαθήκη, ό.π., σ. 196, υποσηµ. 355. Γ.Καρβελά, «ενδυµασία», ΜΕΕ, τόµ. 11, σ. 145. 109 Β.Laum, Stiftungen in der griechischen und romanischen Antike. Ein Beitrag zur antiken Kulturgeschichte II, Λειψία και Βερολίνο 1914, σ. 69, 79. 110 Βλ. Rabanus Maurus, De clericorum institutione, PL 107, 313D. 111 Sextus Festus: Ρωµαίος γραµµατικός που έζησε το 2 ο αιώνα στη Νarbo της Γαλατίας. Επιτόµησε το τεράστιο λεξικό του Verrius Flaccus («Η σηµασία των λέξεων») σε 20 βιβλία. Βλ. επίσης Λεξικόν Ελλήνων και Λατίνων Συγγραφέων της Αρχαιότητας και του Μεσαίωνα, τόµ. 2, Αθήνα 2003, σ. 648. 112 Sextus Festus, De verborum significatione, 293, 8, Lindsay,Paris 1930. 113 F.Dölger, Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. II: Der heilige Fisch in den antiken Religionen und im Christentum, Münster, 1922, σ. 305, 7. Ο Πλωτίνος αναφέρει ότι «οι µύστες ιερείς όταν αποµακρύνονταν των υποχρεώσεών τους στους ειδωλολατρικούς ναούς, απεχωρίζονταν και από την ιδιαίτερή τους αµφίεση»: Εννεάδες, 1, κεφ 6, περί καλού 7, Βιβλιοθήκη «Παπύρου», Αθήναις 1952, σ. 209. Πρβλ. Φίλων, Περί των Χερουβείµ 95: «Ντυµένοι στα λευκά µε ακηλίδωτη στολή» πηγαίνουν οι ειδωλολάτρες στο ναό. 114 Γραµµατικός µε καταγωγή από την Μίλητο. Γεννήθηκε γύρω στο 100 π.χ. Υποδουλώθηκε στους Ρωµαίους. µετά την απελευθέρωσή του έζησε στη Ρώµη. Ήταν παραγωγικός συγγραφέας που κέρδισε το επώνυµο Polyhistor. Η πλειοψηφία από τα έργα του έχουν πλέον χαθεί, σώθηκαν µόνο θραύσµατα παρέχουν πολύτιµες πληροφορίες. Βλ. P.Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων ελλήνων και λατίνων, ό.π., σ. 47. 115 Alexander Polyhistor (Στου F. Dölger, Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. II. 15). Σύγκρινε Jamblichus, De vita Pythagorica 21, 100 (έκδ.α.nauck, Petersburg 1884, και 28 153 λέγει δε και εις ιερόν εισι είναι δειν (λευκόν και) καθαρόν ιµάτιον έχοντα και εν ω µη εγκεκοίµηταί τις, τον µεν ύπνον της αργίας, και το µέλαν και το ρυπαρόν, την δε καθαρειότητα της περί τους λογισµούς οσιότξτος και δικαιοσύνης µαρτυρίαν αποδιδούς.σε µία εσωτερική επιγραφή στη ήλο αναγράφεται το εξής ( F. J. Dölger, Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. II. 53) : «παρνιέµαι εις το ιερόν του ιός του Κυνθίου και της Αθηνας της Κυνθίας χερσίν και ψυχή καθαρά έχοντας εσθήτα λευκήν ανυποδέτους, αγνεύοντας από γυναικός και κρέως». Σύγκρινε επίσης Οµήρου, Οδύσσεια δ, 750-752 : αλλ υδρηναµένη, καθαρά χροί είµαθ ελούσα, εις υπερώ αναβάσα συν αµφιπόλοισι γυναιξίν εύχε Αθηναίη κούρη ιός αιγιόχοιο.. Οµήρου, Oδύσσεια δ, 759-761 και XVII, 48-51. Pollux, Onomast. I. 25 (Bethe). E.Samter, Volskunde im altsprachlichen Unterricht. Ι: Όµηρος (Bερολίνο 1923) : δει προσιέναι προς τους θεούς καθηράµενον..υπό νεουργώ στολή υπό νεοπλυνεί εσθήτι». 24

ένα θαύμα». Πολλοί πίστευαν, όπως και ο Ο. Casel 116, ότι μέσω μιας αγνής, καθαρής και λευκής ένδυσης, θα έφευγε και ο στιγματισμός και η ακαθαρσία της ψυχής. Το να πηγαίνει λοιπόν κάποιος στον ναό και να εμφανίζεται με λευκή ένδυση, αποτελούσε πλέον έθιμο 117 και φέρανε μαζί τους και την απαιτούμενη εσωτερική καθαρότητα. Έτσι λοιπόν και στις ιδιωτικές θυσίες, όπως είχε καθιερωθεί και στις δημόσιες, εμφανιζόταν ο κόσμος με λεύκη ένδυση. 118 Ο Πετρώνιος 119, αναφέρει την παρουσία τριών αγοριών να φορούν λευκή ένδυση κατά την προσφορά θυσιών στους θεούς των Ρωμαίων 120. Kαι από χριστιανικές πηγές και κείμενα προκύπτουν αποδείξεις, ότι παρουσιάζονταν οι άνθρωποι στις θυσίες στα λευκά 121.Tο λευκό ένδυμα, ήταν ένδυμα και των βασιλέων 122. Οι ήρωες και οι νικητές το λάμβαναν ως εύσημο βραβείο 123. 116 Ο.Casel in Jahrbuch für Liturgiewissenschaft, 4 (1924), 252 και 179. 117 Acta Joanni, 38 (AAA II, 1,170, 1-4 Bonnet) : «ην ουν µετά δύο ηµέρας η γενέθλιος του ειδωλείου. Ο ουν Ιωάννης πάντων λευκοφορούντων µόνος ενδυσάµενος µέλανα ανήει εις τον ναόν. Οι δε συλλαβόµενοι αυτόν ανελείν επειρώντο». 118 Λουκιανού, Νιγρίνος 14, Αθήναιο, ειπνοσοφισταί 4, 149 Ε. Tertillianus, De Idulatria, 16.1. Βλ. Α. Pekridou, Η µόδα στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα 2 2002, σ. 159. 119 Πετρώνιος Γάιος. Πολιτικός του 1 ου αιών. Είναι γνωστός από τον Τάκιτο ως ανθύπατος της Βιθυνίας και ύπατος του έτους 62 µχ. Βλ. Βλ. P.Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων, ό.π., σ. 656-7. 120 Petroniu, Satirae 60, 8 (40, 22 ff. Buecheller) «inter haec tres pueri candidas succineti tunicas intraverunt, quorum duo lares bullatos super mensam posuerunt, unus pateram vini circumferens dii propitii clamabat.». 121 Eδώ γίνεται αναφορά στην ένδυση των Ιερέων και των ιακόνων. Κατά το δεύτερο βιβλίο του Jeu, όπως και κατά το ΠΙΣΤΗΣ ΣΟΦΙΑ, δύο γνωστικές γραφές, η πρώτη απ τις αρχές και η δεύτερη απ τα µέσα του 3 αιώνα αναφέρουν ότι, οι µαθητές του Ιησού φορούσαν λευκή λινή ένδυση. ΠΙΣΤΗΣ ΣΟΦΙΑ 142 (CGS I. Γνωστικές Γραφές Ι 243 f. Schmidt). Πίσω του τοποθέτησε ο Ιησούς τους µαθητές, οι οποίοι φέρανε λινές λευκές ενδυµασίες και στα χέρια τους κρατούσαν τον αριθµό του ονόµατος του πατέρα του φωτός. εύτερο βιβλίο Jeu 46.9 (GCS I Γνωστικές Γραφές Ι. 309 Schmidt) : «Και ο Ιησούς µοίρασε σε όλους τους τόπους της προσφοράς λινά ενδύµατα και τοποθέτησε πάνω σε αυτά ένα κύπελλο µε κρασί.» 122 Ο αβίδ φορούσε ένα λευκό λινό ένδυµα (Β Βασιλειών 6, 14). Λόγο για τον Αρχέλαο, κάνει ο Φλάβιος Ιώσηπος, λέγοντας ότι παρουσιάστηκε στο λαό του ντυµένος µε λευκή, βασιλική ένδυση, Φλαβίου Ιωσήπου, Ιστορία Ιουδαϊκού πολέµου προς Ρωµαίους λόγος Β, στην εργασία του Otto Michel, München 1962, σ. 180,: «Αρχέλαω δε νέων ήρξε θορύβων η της επί Ρώµην αποδηµίας ανάγκη. Πενθήσας γαρ ηµέρας επτά τον πατέρα, και την επιτάφιον εστίασιν πολυτελή τω πλήθει παρασχών. Μεταλαµβάνει µεν εσθήτα λευκήν, πρόεισι δ εις το ιερόν, ένθα ποικίλαις αυτόν ευφηµίαις ο λαός εκδέχεται». Σύγκρινε επίσης Πλουτάρχου, Κάµιλλος (Vitae Parallelae I. 255-294 Sintenis), Livius, ab urbe condita 24, 5 (III. 6,3 και 4 Muller). 123 Αποκάλυψη 3,5. ίνετε η υπόσχεση, να δοθεί στον νικητή ένα λευκό ένδυµα. Βλ. K. Wessel, «Farbensymbolik», RbK, ό.π., σ. 531. 25

Το λευκό, ήταν και το χρώμα όσων ελευθερώνονταν. Κατά τον Τερτυλλιανό (150/60-225/40) 124, τους έδιναν ένα χρυσό δαχτυλίδι, ένα λευκό ένδυμα και ένα νέο όνομα. Κατά την ρωμαϊκή εποχή είχαν το δικαίωνα να φορέσουν οι απελευθερωμένοι σκλάβοι, έναν λευκό χιτώνα ως σύμβολο της ελευθερίας τους 125. Το λευκό χρώμα ήταν στους Ρωμαίους το συνηθισμένο χρώμα του χιτώνα, αφού κατασκευάζεται «εξ αβαφούς λευκού ερίου» 126. Το επικρατέστερο χρώμα στον ανδρικό χιτώνα είναι το λευκό, ενώ στον γυναικείο χιτώνα κυριαρχεί το ερυθρό, κίτρινο, πράσινο ή ποικίλλει 127. Οι Χριστιανοί ως βασικό χρώμα χρησιμοποιούσαν το λευκό ένδυμα 128, επειδή ερμηνεύεται ως σύμβολο «καθαρότητος και λαμπρότητος των αρετών» 129. Λευκό ήταν και το χρώμα της τύχης. Τα λευκά πουλιά θεωρούνταν ως τυχερά 130. Σε θέματα που αφορούσαν δημόσιες παραστάσεις στην Ρώμη, η παρατήρηση των λευκών κοτών, έπαιζαν μεγάλο ρόλο.η φράση του Tibull Αlbius 131 : sint candida fata tua» 132 (=είναι άσπρη η τύχη σου), ήταν μια φράση ευχής. Γι αυτό 124 Tertillianus, De Resurrectione carnis (Περί Ανάστασης της σάρκας) 57 CSEL τόµ. 47 σ. 118, 2-8 Kroymann «et vestis albae nitore, et annuli aurei honore, et patroni nomine, ac tribu, mensaque honoratur». 125 Τίτος Πλαύτος. ιάσηµος Ρωµαίος κωµωδιογράφος του 3 ου /2 ου π.χ. Γεννήθηκε στη Sarsina της Οµβρικής. Casina (Κασίνη). Έτσι ονοµάζεται µια όµορφη δούλη την οποία ζητούν σε γάµο δύο συνάδελφοί της, ο Χαλκίνος και ο Ολυµπίων. Βλ. Βλ. P.Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων ελλήνων και λατίνων,ό.π.,σ.660-663. Πλαύτου, Casina IV, 1,9 Κάνει λόγο για τον Ολυµπίονα, που µόλις απελευθερώθηκε: «vilicus is autem cum corona, candide vestibus, lautus, exornatusque ambulat», έκδ. Cainbridge University Press 1976, σ. 79. O Πλαύτος ήταν διάσηµος Ρωµαίος κωµωδιογράφος του 3 ου /2 ου αιώνα π.χ. Καταγόµενος από την Sarsina της Οµβρικής. Βλ. Λεξικόν Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων της Αρχαιότητας και τον Μεσαίων, τόµ. 2, ό.π., σ. 820. Στην Καρχηδόνα υπήρχε η συνήθεια να ενδύουν τους κατάδικους άνδρες µε την ερυθρά αµφίεση του Κρόνου, τις δε γυναίκες µε την πράσινη των ιερειών της ήµητρας. Βλ. Π.Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, τόµ. 2, Αθήνα 1990, σ. 488. 126 J.Braun, Die Liturgusche Gewandung, ό.π., σ. 71. Ε. Ρίζου, ό.π., σ. 22. 127 J. Wilpert, Die Malereien der katakomben Roms, Köln 1903, πίν. 19, 62, 84. 128 Π.Παπαευαγγέλου, Η διαµόρφωσις της εξωτερικής εµφανίσεως του ανατολικού και ιδία του ελληνικού κλήρου, ιατριβή, Θεσσαλονίκη 1965, σ. 17. 129 Φωτίου Πατριάρχου, Αµφιλόχια, PG 101, 333C, 336A, 337D. 130 Persius Flacus, Satyra «albae aves = faustae; albae gallinae filius = felix, Persius, Satyra II, 1f (5 Hermanni) Hune, Macrine, diem numera meliore lapillo, Qui tibi labentes apoit candidus annos». Persius Flaccus, Satyra II. 39 f. (6 Hermann) Ast ego nutrici non mando vota = negate Juppiter, haec illi, quamvis te albata rogarit. 131 O Tibullus Albius,πέθανε σε νεαρή ηλικία το έτος 19 π.χ. Είναις ο σπουδαιότερος εκπρόσωπος της λατινικής ελεγειακής ποίησης και ο σπουδαιότερος ποιητής στον κύκλο του Μεσσαλλά. Βλ.Λεξικόν Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων της Aρχαιότητας και του Μεσαίωνα,τόµ.2, Αθήνα 2003, σ.887. Επίσης βλ. P.Kroh, Λεξικό αρχαίων συγγραφέων ελλήνων και λατίνων, ό.π., σ.733. 132 J. Linckner, De alba veste baptizatorum,30. 26