Αν το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας, ή οποιοδήποτε άλλο βιβλίο των εκδόσεων ΔΙΟΠΤΡΑ, δεν φέρει το ιριδίζον ολόγραμμα με το διακριτικό σήμα των εκδόσεων ΔΙΟΠΤΡΑ στο εξώφυλλό του, είναι κλεψίτυπο και η έκδοση και διακίνησή του διώκεται σύμφωνα με το νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Στην περίπτωση αυτή, παρακαλούμε επικοινωνήστε με τις εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ στο τηλ. 210 3302828 ή στείλτε e-mail στο info@dioptra.gr
Στον Γκρεμό
ΝΤΟΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Στον Γκρεμό Εκδόσεις Διόπτρα
Ντόρα Γιαννακοπούλου, 2013 Για την ελληνική γλώσσα σε όλο τον κόσμο: Eκδόσεις Διόπτρα, 2013 ISBN: 978-960-364-646-4 πρώτη ελληνική έκδοση Μάιος 2013 Πίνακας εξωφύλλου «Midnight walker» Χάρης Λάμπερτ διόρθωση Αλέξανδρος Φιλίππου σχεδιαση εξωφύλλου-σελιδοποίηση Ελένη Οικονόμου, Εκδόσεις Διόπτρα Απαγορεύεται η αναπαραγωγή ή ανατύπωση μέρους ή του συνόλου του βιβλίου, σε οποιαδήποτε μορφή, χωρίς την έγγραφη άδεια του εκδότη. ΕΔΡΑ Εκδόσεις Διόπτρα Αγ. Παρασκευής 40, 121 32 Περιστέρι, Τηλ.: 210 380 52 28, Fax: 210 330 04 39 ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΗΜΑ Στοά του Βιβλίου Πεσμαζόγλου 5, 105 64 Αθήνα, Τηλ.: 210 330 07 74 http://www.dioptra.gr e-mail: sales@dioptra.gr info@dioptra.gr
Στον Λένο και τον Μηνά
Περιεχόμενα Κεφάλαιο πρώτο... 11 ÇTο βλέμμα και το άγγιγμαè... 13 ÇΤρελά ερωτευμένοιè... 18 ÇΤο στοιχειωμένο ξενοδοχείο Η εξαφάνισηè... 22 Κεφάλαιο δεύτερο... 33 ÇΟ θίασος της Στέλλας και η φυγή του ΒασίληÈ... 35 ÇΗ Βίκη, η γιαγιά και ο πατέρας τηςè... 53 ÇΤα μαύρα μάτια σου...è... 57 ÇΠερατζάδες στα κουτούκιαè... 62 ÇΤα όνειρά της τον τρόμαζανè... 69 ÇΠολλά ÒγιατίÓ μαζεύτηκαν...è... 73 ÇΣφίγγα και βαρυπενθούσα η ΠηνελόπηÈ... 80 Κεφάλαιο τρίτο... 89 ÇΣυνάντηση με τον Μανώλη τον κουζουλό και τον Βασίλη ΠετρόπουλοÈ... 91 ÇΣυγκλονιστικές αποκαλύψειςè... 99 ÇΟ κύριος Μανιάτης θυμάται και υποπτεύεταιè... 107 ÇΦόνος εκ προμελέτηςè... 121 ÇΤο τρομερό μαντάτοè... 129 ÇΟ Βασίλης παραφρονεί Η Πηνελόπη ομολογείè... 135 Κεφάλαιο τέταρτο... 143 ÇΣατανική γυναίκαè... 145 ÇΓενναίο κορίτσιè... 151 ÇΣοκ για τον κύριο Μανιάτη και τον κύριο ΘωμαΐδηÈ... 160 ÇΤα μαύρα μάτια σου...è... 171 Στίχοι τραγουδιών... 184
Κεφάλαιο πρώτο
ÇTο βλέμμα και το άγγιγμαè Σπανιες ΟΙ ΠΑΡΕΕΣ ΕΔΩ ΚΑΙ ΚΕΙ στα βραχάκια. Οι περισσότεροι προτιμούσαν την οργανωμένη πλαζ, με τις ξαπλώστρες, τις πολύχρωμες ομπρέλες, το μπαράκι, ένα μικρό εστιατόριο, τα ντους έξω απ τις τρεις καμπίνες. Έτσι, η παραλία λίγο πιο κάτω απ το ξενοδοχείο είχε τις ερημιές και τις μελαγχολίες της. Κάποιοι όμως τις λάτρευαν αυτές τις ερημιές. Η Ελπίδα είχε αράξει στο γνωστό, κάπως βραχώδες στέκι της, σε μια λακκούβα αναπαυτική. Είχε έρθει πριν από πέντε μέρες. Λάτρευε το νησί και το απόμερο ξενοδοχείο με τη θάλασσα δίπλα. 13
ΝΤΟΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Ήταν ό,τι ζητούσε για να ξεκουράσει το μυαλό της απ τα δύσκολα λογιστικά της εταιρείας όπου δούλευε. Άκουγε το κυματάκι που έσκαγε στα βράχια. Ένιωθε τον ήλιο να αγκαλιάζει το κορμί της. Ώρα να πέσω, σκέφτηκε. Να πέσω στον γκρεμό; Τι βλακείες Τέτοια αστεία έλεγε ο άντρας της, όταν απελπιζόταν απ τους πόνους στον ώμο του. Ξαφνικά, αισθάνθηκε να σκοτεινιάζει ο ουρανός. Άνοιξε τα μάτια της. Ένας άντρας στεκόταν από πάνω της. «Χίλια συγγνώμη, σας τρόμαξα;» Η Ελπίδα ανασηκώθηκε. «Όχι δηλαδή». Τον κοίταξε περίεργα λες και τον ήξερε. «Εδώ κι εσείς; Εννοώ στο ξενοδοχείο», είπε. «Ναι, μόλις ήρθαμε. Η γυναίκα μου τακτοποιεί τις βαλίτσες. Εσείς; Μόνη;» «Ναι». Συνέχισε να τον κοιτάζει. Ένιωθε να μην μπορεί να τραβήξει το βλέμμα της από πάνω του. Ξαφνικά, άρχισε να μιλά και τα λόγια της έπεφταν σαν ριπές. «Ο άντρας μου έμεινε την Αθήνα. Πρέπει να κάνει μπάνια στη λίμνη της Βουλιαγμένης, 14
ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΜΟ ιαματικά, ξέρετε Του το σύστησε ο γιατρός του για τους πόνους Ο ώμος του, ξέρετε Όλο το χειμώνα υπέφερε. Η κόρη μου είναι στον Πόρο με τη φίλη της Μα τι σας λέω κι εγώ τώρα συγγνώμη συγγνώμη» Σταμάτησε απότομα. Σηκώθηκε βιαστικά, μάζεψε στα γρήγορα τα πράγματά της, μουρμούρισε αμήχανα «Με περιμένουν» κι έφυγε σαν κυνηγημένη. Έφτασε στο ξενοδοχείο και βούλιαξε σαν βαρίδι σε μια πολυθρόνα κοντά στην πισίνα. ÒΟ ουρανός σκοτείνιασε ο θάνατος ο θάνατος;ó Ανατρίχιασε. «Μα τι έπαθα; Τι είναι αυτά που σκέφτομαι; Τι βλακείες Πού τα διάβασα όλ αυτά; Τι αναστάτωση! Η καρδιά μου πονάει, δεν είμαι καλά». Έκλεισε τα μάτια της, τα ξανάνοιξε. «Μυρσίνη, Μυρσίνη!» φώναξε. «Μυρσίνη» Ο άντρας ήρθε τρέχοντας κοντά της. Την άκουσε που φώναζε. Γονάτισε μπροστά της. «Τι πάθατε; Θέλετε κάτι; Λίγο νερό; Να σας φέρω λίγο νερό;» «Ευχαριστώ μην ανησυχείτε», είπε με σβησμένη φωνή και σηκώθηκε. «Πρέπει να φύγω». 15
ΝΤΟΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ «Όχι!» του ξέφυγε αυθόρμητα και την κράτησε απ το χέρι. Στο άγγιγμά του ανατρίχιασε. «Σε παρακαλώ μη φύγεις», είπε. Η Ελπίδα ξανακάθισε, χωρίς να πει λέξη. Σιωπηλά είχε δώσει την απάντησή της, ενώ ένιωθε να κολυμπά σε κύματα αγριεμένα. Ωστόσο σήκωσε τα μάτια της και τον κοίταξε. Τα αγριεμένα κύματα ηρέμησαν απότομα. Χαμογέλασε. «Επιτέλους! Είσαι καλά;» «Καλά είμαι». «Καιρός να συστηθούμε. Παύλος Θωμαΐδης». «Ελπίδα». «Ελπίδα ;» «Μανιάτη». «Χαίρω πολύ». «Κι εγώ». Δεν χρειάστηκε τίποτ άλλο. Μια στιγμή. Μόνο μια στιγμή, ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα κι ένα χαμόγελο. «Θα σε περιμένω πέρα απ τα βράχια, μην αργήσεις», είπε ο Παύλος. «Δεν θα αργήσω», απάντησε η Ελπίδα χωρίς καν να το σκεφτεί. 16
ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΜΟ Τον παρακολουθούσε που έφευγε. Όταν χάθηκε από τα μάτια της, σηκώθηκε. Το μόνο που ήθελε ήταν να βρεθεί κοντά του. Καθώς απομακρυνόταν άκουγε από το διπλανό ταβερνάκι ένα αγαπημένο τραγούδι. Πάρε με απόψε, πάρε με Στα μαγικά φτερά σου Πάρε με απόψε, πάρε με Μέσα στην αγκαλιά σου 17
ÇΤρελά ερωτευμένοιè Οι μέρες περνούσαν γρήγορα. Ο Παύλος και η Ελπίδα διαπίστωναν κάθε λεπτό πως ήταν τρελά ερωτευμένοι. Ένα πρωτόγνωρο πάθος, ένας έρωτας που δεν έλεγε να καταλαγιάσει. Φρόντιζαν όμως να μην υποψιαστεί κανείς το παραμικρό. Η Πηνελόπη, η γυναίκα του Παύλου, έδειχνε ιδιαίτερη συμπάθεια και φιλία στην Ελπίδα. Είχαν γίνει αχώριστες. Απ το πρωί ως το βράδυ. Όλοι στο ξενοδοχείο είχαν να το λένε πόσο αγαπούσε τη φίλη της η Πηνελόπη. Η Ελπίδα και ο Παύλος πήγαιναν στα βραχάκια για μπάνιο, με τις ευλογίες της. Εκείνη προτιμούσε την πισίνα 18
ΣΤΟΝ ΓΚΡΕΜΟ του ξενοδοχείου. «Είμαι πιο ασφαλής», έλεγε, «και δεν έχω το φόβο να στραβοπατήσω και να σπάσω κανένα γοφό κι ύστερα μην την είδατε την Πηνελόπη». Ακόμα ήθελε να συμπληρώσει «Έχω και τα χρονάκια μου κοντά πενήντα», αλλά δεν το έλεγε. Στην Αθήνα, συνεχίστηκε ο έρωτας του Παύλου και της Ελπίδας, πιο φλογερός, πιο παθιασμένος. Οι ενοχές όμως που ένιωθε η Ελπίδα καθώς πρόδιδε και κορόιδευε τη φίλη της ήταν ανυπόφορες. Είμαι ένα τέρας, σκεφτόταν. Πρέπει να σταματήσει, πρέπει να τελειώσει αυτό. Πού να τελειώσει όμως αυτό, που μέρα με τη μέρα γινόταν πιο δυνατό, πιο συγκλονιστικό. Οι τύψεις την έζωναν από παντού και δεν ήξερε πώς να τις πολεμήσει. Η μοναδική λύση να βγουν όλα στη φόρα και να τελειώνει το μαρτύριο του κρυφού έρωτα και της προδοσίας, ήταν κάτι που δεν μπορούσε να γίνει. Το είχε κουβεντιάσει πολλές φορές με τον Παύλο. Ούτε η ίδια μπορούσε να εγκαταλείψει τον 19
ΝΤΟΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ άντρα της ούτε ο Παύλος την Πηνελόπη. Τα τραύματα και οι αντιδράσεις απ τους χωρισμούς θα ήταν αξεπέραστα. Πώς να αφήσει η Ελπίδα τον άντρα της, ο οποίος μόλις είχε κλείσει τα πενήντα πέντε του χρόνια και λάτρευε πάντα τη νεότατη γυναίκα του που ήταν μόλις τριάντα πέντε χρονών; Την είχε γνωρίσει κοριτσάκι, την ερωτεύτηκε, την παντρεύτηκε και αμέσως απέκτησαν την κορούλα τους τη Βίκη, η οποία, στα δεκαπέντε της, ποτέ δεν θα δεχόταν το διαζύγιο των γονιών της χωρίς υστερίες και προβλήματα. Απ την άλλη, ο Παύλος δεν υπήρχε περίπτωση να χωρίσει την Πηνελόπη, η οποία Πηνελόπη, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα γινόταν θηρίο ανήμερο και θα του έκανε τη ζωή κόλαση. Πολύ περισσότερο που αιτία του χωρισμού τους θα ήταν η καλύτερή της φίλη. Πέρασε ένας χρόνος. Χρόνος ερωτικός, ενοχικός, βασανιστικός. Στην Αθήνα, όλα ήταν δύσκολα. Και οι κρυφές τους συναντήσεις, και τα οικογενειακά τραπεζώματα, και προπάντων η 20