10. ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ



Σχετικά έγγραφα
ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Ποινικές όψεις της μετάβασης από το θεραπευτικό στον παρηγορικό στόχο σε ασθενείς ανιάτων χρόνιων θανατηφόρων νόσων

ΜΑΘΗΜΑ: «ΓΕΝΙΚΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» A ΚΛΙΜΑΚΙΟ (Α-Κ)

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ 7 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Μ. Πλάνη. φορά ποινής των εγκληµάτων µε δόλο από τα εγκλήµατα που τιµωρούνται µε αµέλεια είναι σηµαντική (βλ. π.χ. 299, 302 ΠΚ).

ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ

24η ιδακτική Ενότητα ΠΟΙΝΙΚΟ ΙΚΑΙΟ- ΕΓΚΛΗΜΑ. Παρατηρήσεις - Σχόλια - Επεξηγήσεις

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας και δικαιώματα των θυμάτων

Η Δεοντολογία διδάσκει τη σωστή, την άψογη στάση και συμπεριφορά του γιατρού απέναντι στον άρρωστο συνάνθρωπό του, απέναντι στο συνάδελφό του και

34η ιδακτική Ενότητα ΙΚΑΙΩΜΑ ΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΙΚΑΙΟΥ - ΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ Α ΙΚΟΠΡΑΞΙΑ

Ενώπιον του Α Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών

Το ποινικό φαινόμενο και η τυποποίησή του

Το Προστατευόμενο Έννομο Αγαθό στην Πορνογραφία Ανηλίκων

Η υποχρέωση εχεμύθειας και ο κύκλος των προσώπων που αφορά

Η υποχρέωση εχεμύθειας και ο κύκλος των προσώπων που αφορά

Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΓΙΑΤΡΩΝ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΙΑ Ή ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΑΠΟ ΑΜΕΛΕΙΑ

ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟΝ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩΔΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Ν. 4411/2016

ΕΚΘΕΣΗ ΕΠΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Bρυξέλλες, 20 εκεµβρίου 2001 (11.01) (OR. en) 15525/01 DROIPEN 113 ENV 678 ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΑΣΜΟΥ

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΜΑΡΙΑΣ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ &ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Administrative eviction act and right to a prior hearing: observations on Naxos Court 27/2012 judgment. Αθανάσιος Παπαθανασόπουλος

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

Τελευταίως παρατηρείται έξαρση του φαινομένου επιθέσεων, βιαιοπραγιών και διενέργειας ελέγχων σε αλλοδαπούς μετανάστες, σε σχέση με τη νομιμότητα της

ΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΖΩΟΓΟΝΗΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

Αθήνα 1Ο Απριλίου 2013 ΠΡΟΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Α) Η θεωρητική και νοµολογιακή προσέγγιση πριν από το Ν 2408/1996 (Υπεράσπιση 1992, 357)... 9

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ...17 Α. Ελληνικές...17 Β. Ξενόγλωσσες...19

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. MEΡOΣ A Εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

ΟΙ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΣΥΝΕΛΘΟΝΤΕΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2107/

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑΣ» Άρθρο 1. Σκοπός

ΙΑΤΡΙΚΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ (άρθρο 371 ΠΚ παρ. 1)

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Ποινική ευθύνη λόγω θαλάσσιας ρύπανσης

ΧΡΕΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ Το ισχύον νομοθετικό καθεστώς ν.4321 με τροπ. με ν.4337/2015

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 10: Προστασία της προσωπικότητας και τύπος. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 5: Βιοτικές καταστάσεις και ειδήσεις. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21 /2012

1 Μνηστεία Επιστροφή δώρων και συμβόλων

ΝΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΗΘΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΖΩΟΓΟΝΗΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ

Η ποινικοποίηση της διαφθοράς στον ιδιωτικό τομέα: Το διεθνές νομικό πλαίσιο και το παράδειγμα της Ελλάδας

Επιχειρηματική Ηθική Τμήμα Λογιστικής και Χρηματ/μικής

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

Πνευµατικά ικαιώµατα

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 3: Δισσοί Λόγοι. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

Α Π Ο Φ Α Σ Η 56/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ

2. Σχετικά με τους ειδικευμένους Ιατρούς του Ε.Σ.Υ., οι οποίοι είναι Δημόσιοι Λειτουργοί, παρά τις θεωρητικές κατασκευές για τις ιδιαιτερότητες

Οργάνωση)καρδιολογικού)εργαστηρίου:) κίνδυνοι)και)νομικά)προβλήματα)

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38/2014

Ευγένιος Αρ. Γιαρένης Αντεισαγγελέας του Στρατοδικείου Ιωαννίνων ρ. ηµοσίου ικαίου Παντείου Πανεπιστηµίου

Α Π Ο Φ Α Σ Η 16/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

Tsibanoulis & Partners: Τι σημαίνει αστική ευθύνη οικονομικών διευθυντών για τις Α.Ε.

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΝΟΙΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ. Μάθημα 4 «Η διαισθητική βιολογία των μικρών παιδιών»

Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1106/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 7/2017

Παραβίαση της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων

Ποινική ιατρική ευθύνη από αμέλεια σε πεδία κατανομής αρμοδιοτήτων

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/333-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 11 /2018

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

Κύριε εκπρόσωπε του Συμβουλίου της Ευρώπης, Κύριε Πρόεδρε του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας,

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών

Χρήσιμες Ερωτήσεις- Απαντήσεις για την Περιβαλλοντική Ευθύνη. Σε ποιες περιπτώσεις εφαρμόζεται η ευθύνη για περιβαλλοντική ζημιά;

Ποινική ευθύνη για την κατάρριψη επιβατηγού αεροσκάφους που έχει καταληφθεί από τροµοκράτες ( περίπτωση renegade ) *

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/65-2/

ΙΙ. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 63/2012

Transcript:

10. ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ I. Αρχές που διέπουν την κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο Ακολουθώντας την λεγόµενη διαφοροποιούσα ή διακρίνουσα θεωρία, ο Ποινικός µας Κώδικας διακρίνει τις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες θυσιάζεται ένα κατώτερο αγαθό, προκειµένου να σωθεί ένα ανώτερο αγαθό από τις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες θυσιάζεται κάποιο αγαθό, προκειµένου να σωθεί ένα άλλο, ίσο κατ είδος και σπουδαιότητα. Ο άδικος χαρακτήρας της πράξης αίρεται µόνο στις πρώτες, ενώ στις δεύτερες αίρεται ο καταλογισµός στην ενοχή. Συνεπώς, ο Ποινικός µας Κώδικας γνωρίζει δύο είδη καταστάσεως ανάγκης: Την κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο (άρ. 25 ΠΚ), στην οποία ο νοµοθέτης αρνείται την απαξία που στιγµατίζει την άδικη πράξη, και την κατάσταση ανάγκης που αποκλείει τον καταλογισµό (άρ. 32 ΠΚ), στην οποία ο νοµοθέτης αρνείται την µοµφή που στιγµατίζει τον καταλογιστώς πράξαντα. Ο λόγος της δικαιολόγησης στην περίπτωση της κατάστασης ανάγκης επιση- µαίνεται ότι βρίσκεται στην υποχρέωση κάθε ανθρώπου για ελάχιστη εκδήλωση αµοιβαίας αλληλεγγύης: Σε κάποιες περιπτώσεις θα πρέπει ακόµη κι ένας αµέτοχος να ανεχθεί την σωτηρία ξένων αγαθών θυσιάζοντας δικά του αγαθά, µε περαιτέρω συνέπεια να µην µπορεί (δηλ. να µην επιτρέπεται) να αµυνθεί κατά της σωτήριας επέµβασης. Σε υπερατοµικό επίπεδο, βεβαίως, αυτή την υποχρέωση αλληλεγγύης στηρίζει η αρχή της διαφύλαξης των αγαθών και ειδικότερα: η αρχή της διάσωσης του υπέρτερου αγαθού (συµφέροντος) επί ζηµία του κατώτερου αγαθού (συµφέροντος). Η εν λόγω αρχή βασίζεται στην σκέψη ότι τα έννοµα αγαθά δεν έχουν απόλυτη, αλλά σχετική µόνο αξία και, εποµένως, όταν στην συγκεκριµένη περίπτωση είναι αδύνατη η συνύπαρξη περισσότερων αγαθών, «η θυσία του ευτελεστέρου χάριν της σωτηρίας τού υπερτέρου αγαθού δεν δύναται να θεωρηθή ως πράξις αντικειµένη εις το δίκαιον» 1. Σε αντίθεση, λοιπόν, µε την άµυνα, στην κατάσταση ανάγκης του άρθρου 25 ΠΚ γίνεται στάθµιση ανάµεσα στο απειλούµενο = σωζόµενο αγαθό από την µια µεριά, και στο προσβαλλόµενο = θυσιαζόµενο αγαθό από την άλλη µεριά. Αφ ης στιγµής δε το προβάδισµα έχει το υπέρτερης αξίας αγαθό, 1 2 1 Χωραφάς, 208. 175

10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ τούτο σηµαίνει ότι στο πλαίσιο της κοινωνίας διασώζεται εν τέλει ένα σύνολο από αγαθά µε την µεγαλύτερη αξία. 3 4 5 6 ΙΙ. Κατάσταση κινδύνου Όπως στην άµυνα εξετάζουµε κατά πρώτον λόγο την αµυντική κατάσταση, έτσι και εδώ κατά πρώτον λόγο εξετάζουµε την κατάσταση του κινδύνου, δηλαδή το αν της κατάστασης ανάγκης: το κατά πόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αντικειµενικά δικαιολογούν κάποιον να επέµβει. Ειδικότερα, το περιεχόµενο των προϋποθέσεων αυτών είναι το ακόλουθο: Α. Κίνδυνος Ως κίνδυνος ορίζεται µια κατάσταση, στο πλαίσιο της οποίας γίνεται πρόβλεψη ότι δεν είναι απίθανο, µε βάση την αναµενόµενη πορεία των πραγµάτων να προκληθεί βλάβη σ ένα έννοµο αγαθό. Σύµφωνα µε µία άποψη δεν απαιτείται η υψηλή πιθανολόγηση, αλλ αρκεί «και ένας κίνδυνος µε µικρή πιθανολόγηση της τάξεως λ.χ. του 10% ή και λιγότερο» 2 όµως ένας µικρού βαθµού κίνδυνος θα συνεκτιµηθεί κατά την στάθµιση της αξίας του σωζόµενου και του θυσιαζόµενου αγαθού. Σύµφωνα, ωστόσο, µε µιαν άλλη άποψη, πρέπει να έχει δηµιουργηθεί «µια κατάσταση που να περιέχει όχι απλώς τη δυνατότητα, αλλά τη µεγάλη πιθανότητα ότι θα επέλθει βλάβη σε έννοµο αγαθό» 3. Η πιθανολόγηση της βλάβης δεν θεωρείται ότι γίνεται υποκειµενικά, δηλαδή από την σκοπιά του δράστη που ενεργεί ευρισκόµενος σε κατάσταση ανάγκης, αλλά αντικειµενικά, δηλαδή από την σκοπιά ενός τρίτου λογικού παρατηρητή. Επίσης, κρίσιµο για την πιθανολόγηση της βλάβης είναι το χρονικό διάστηµα κατά το οποίο τελείται η επίµαχη πράξη (ex ante πρόγνωση) και, ως εκ τούτου, καθοριστικής σηµασίας είναι η γνώση του τρίτου λογικού παρατηρητή κατά το διάστηµα αυτό, εµπλουτισµένη από τις τυχόν ιδιαίτερες γνώσεις του πράττοντος 4. Σε αντίθεση µε την αµυντική κατάσταση, ο κίνδυνος στην κατάσταση ανάγκης µπορεί να έχει ως πηγή του είτε µια µη αυτοελεγχόµενη ανθρώπινη συ- µπεριφορά (ή αυτοελεγχόµενη, για την αντιµετώπιση της οποίας όµως είναι αναγκαία η προσβολή αγαθών ενός µη εµπλεκόµενου τρίτου παράδειγµα: Ο Α για να αποκρούσει την επίθεση του Β αρπάζει το ακριβό µπαστούνι του αµέτοχου Γ, µε το οποίο χτυπά τον Α, αλλά από το χτύπηµα σπάει το µπαστούνι), είτε και επιθέσεις ζώων, φυσικές καταστροφές ή ατυχήµατα (πυρκαϊά, 2 Ανδρουλάκης, 401. 3 Μαγκάκης, 202 έτσι και οι: Σπινέλλης, 2005, άρ. 25, πλαγιάρ. 12, σ. 302 Κοτσαλής, Ι, 334. 4 Aνδρουλάκης, 402. 176

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ 10 πληµµύρα, αλλά και βλάβη στα φρένα του αυτοκινήτου, οπότε βεβαίως η ανθρώπινη συµπεριφορά καθίσταται µη αυτοελεγχόµενη). Β. Παρών Παρών θεωρείται όχι µόνο ο κίνδυνος που έχει ήδη ενεργοποιηθεί (η σύζυγος του επιτιθεµένου σπρώχνει και τραυµατίζει θανάσιµα την πεθερά της, προκειµένου να µπορέσει να διαφύγει βλ. παραπάνω, 9, πλαγιάρ. 5), ούτως ώστε η προσβολή του εννόµου αγαθού να έχει αρχίσει να συντελείται, αλλά και εκείνος που υπολογίζεται ότι θα οδηγήσει άµεσα στην επέλευση της βλάβης. Εδώ υπάγεται όχι µόνο ο κίνδυνος της στιγµής, π.χ. το παιδί που έπεσε στο νερό θα πνιγεί, αν δεν του παρασχεθεί αµέσως βοήθεια, αλλά και ο κίνδυνος που µπορεί ανά πάσα στιγµή να εξελιχθεί σε βλάβη του εννόµου αγαθού. Τέτοιος κίνδυνος που ανά πάσα στιγµή µπορεί να µετουσιωθεί σε βλάβη είναι ο διαρκής κίνδυνος εν στενή εννοία: η ζωή των κατοίκων κινδυνεύει από την ετοιµόρροπη πολυκατοικία. Σύµφωνα, όµως, µε την παγίως αναγνωριζόµενη άποψη, ως παρών κίνδυνος πρέπει να λογισθεί και ο διαρκής κίνδυνος εν ευρεία εννοία, ήτοι ο κίνδυνος που αναµένεται να οδηγήσει µετά από την παρέλευση κάποιου χρονικού διαστήµατος (στο µέλλον!) σε βλάβη του εννόµου αγαθού, εάν δεν αποτραπεί µε άµεση ενέργεια 5. Κατά τούτο διαφοροποιείται ο παρών κίνδυνος της καταστάσεως ανάγκης από το αντίστοιχο σηµείο χρονικής αναφοράς της άµυνας (εδώ αρκούν και κίνδυνοι µε χαλαρότερη παρουσία 6 ), η οποία προϋποθέτει µεν παρούσα επίθεση, αλλά γι αυτήν δεν αρκεί ένας διαρκής κίνδυνος. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν εδώ οι περιπτώσεις της θανάτωσης του τυραννικoύ συζύγου. Παράδειγµα 7 : Το µεσηµέρι της 21.9.2001 η κατηγορουµένη πυροβολώντας µε πιστόλι σκότωσε τον κοιµώµενο σύζυγό της, ο οποίος για πολλά χρόνια την τραυµάτιζε σοβαρά και την ταπείνωνε ολοένα και συχνότερα. Η κατηγορουµένη υποστήριξε ότι, όταν τέλεσε την ανθρωποκτονία, δεν µπόρεσε να σκεφθεί άλλον τρόπο, προκειµένου να προστατεύσει τον εαυτό της και τις δύο κόρες της από νέες βιαιότητες του συζύγου της. Επιπλέον θεωρούσε ότι ήταν αδύνατον να χωρίσει µε την βοήθεια των κρατικών αρχών ή κάποιου ιδρύµατος, αφού ο σύζυγός της την είχε απειλήσει ότι, αν έκανε κάτι τέτοιο, θα υπήρχαν συνέπειες τόσο για τις κόρες τους όσο και για την ίδια. Της είχε πει, µάλιστα, 7 8 9 5 Σπινέλλης, 2005, άρ. 25, πλαγιάρ. 13. Βλ. και BGH ΠοινΧρ ΝΔ/77. 6 Ανδρουλάκης, 401. 7 BGH ΠοινΧρ ΝΔ/77. Για άλλες τέτοιες περιπτώσεις βλ. BGH ΠοινΧρ ΙΖ/632 πρβλ. επίσης ΑΠ 1176/1986 ΠοινΧρ ΛΣΤ/1002 BGH ΠοινΧρ ΝΒ/667 πρβλ. ΜΟΕΑθ 79-81/2002 ΠοινΧρ ΝΔ/48= ΠοινΔικ 2004/141. 177

10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ 10 11 12 13 ότι, ακόµη κι αν πήγαινε φυλακή, δεν θα ήταν ασφαλής, αφού κάποια στιγµή θα έβγαινε και, εν πάση περιπτώσει, θα µπορούσε, όσο παρέµενε έγκλειστος, να δώσει εντολή στους φίλους του να πάνε να της κάνουν κακό. Οι περιπτώσεις αυτές βρίσκονται ουσιαστικά σ ένα προστάδιο άµυνας, ως προς τις οποίες γίνεται λόγος για προληπτική άµυνα ή για µια οιονεί κατάσταση αµύνης. Εκτός από την αντιµετώπισή τους στο πλαίσιο της καταστάσεως ανάγκης που αίρει τον καταλογισµό, έχει υποστηριχθεί ότι εδώ ορθότερο θα ήταν να αναγνωρίζεται ως ένας πέρα του τεθειµένου Δικαίου λόγος άρσεως του αδίκου η αµυντική κατάσταση ανάγκης (βλ. παρακάτω, πλαγιάρ. 38-40), κατά την οποία ο κίνδυνος προσβολής του δράστη εκπορεύεται από τον τυραννικό σύζυγο και µετέπειτα θύµα (εφόσον η κατάσταση ανάγκης προέρχεται από τον κύκλο κυριαρχίας ή ευθύνης του φορέα του θυσιαζόµενου εννόµου αγαθού, µειώνεται η σπουδαιότητα της βλάβης που προκαλείται σ αυτό το τελευταίο και συνακόλουθα αίρεται το άδικο της βλαπτικής πράξης), ενώ σύµφωνα µε µιαν άλλη, λιγότερο δηµοφιλή, άποψη η προληπτική άµυνα πρέπει να οδηγεί κατ ανάλογη εφαρµογή τής περί αµύνης διατάξεως του άρθρου 22 ΠΚ σε άρση του αδίκου. Γ. Ανυπαίτιος Για να δεχθούµε ότι συντρέχει κατάσταση ανάγκης, πρέπει ο δράστης να ενήργησε προς αποτροπήν ανυπαίτιου κινδύνου, δηλαδή κινδύνου «ο οποίος απειλεί χωρίς δική του υπαιτιότητα» έννοµο αγαθό που επιχειρεί να διασώσει. Σύµφωνα µε την ΑιτιολΕκθ 1933, 191, «υπαιτιότης δ εν τη καταστάσει ανάγκης υφίσταται όταν τις εγνώριζεν ή ηδύνατο να γνωρίζη τον κίνδυνον εις ον εκουσίως περιήλθε και ότι δεν θα ηδύνατο να αποφύγη αυτόν ειµή διά της προσβολής ξένων δικαιωµάτων». Εκτός δηλαδή από την περίπτωση κατά την οποία ο δράστης επιδιώκει να προκαλέσει την βλάβη σε άλλο αγαθό, «όταν δηλαδή ο δράστης αναµιγνύεται επίτηδες στην κατάσταση ανάγκης ή και την προκαλεί, για να τελέσει υπό το πρόσχηµά της ατιµωρητί την αξιόποινη πράξη» 8, για υπαίτια πρόκληση του κινδύνου θα πρόκειται και στις περιπτώσεις όπου ο δράστης βαρύνεται µε άµεσο δόλο β βαθµού, µε ενδεχόµενο δόλο ή και µε αµέλεια. Επιπλέον, όµως, όπως προκύπτει από την διευκρίνιση της ΑιτιολΕκθ, «ως αντικείµενο της αποκλείουσας την κατάσταση ανάγκης υπαιτιότητας δεν πρέπει να ληφθεί εδώ απλώς και µόνο (όπως φαίνεται να λέει το κείµενο του νόµου) η πρόκληση του κινδύνου, αλλά το αντικείµενο της υπαιτιότητας πρέπει να περιλάβει την κατάσταση ανάγκης στο σύνολό της, συµπεριλαµβανοµένου δηλαδή και του αποτρέψιµου του κινδύνου µόνο µε την θυσία άλλου εννό- 8 Ανδρουλάκης, 409. 178

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ 10 µου αγαθού». Θα πρέπει, δηλαδή, ο δράστης, για να θεωρηθεί ότι ενήργησε υπαιτίως, να προέβλεψε ή να µπορούσε να προβλέψει τόσο την δηµιουργία της καταστάσεως ανάγκης όσο και την αναγκαιότητα της επεµβάσεώς του προς αποτροπή του κινδύνου. Παράδειγµα: Ο ορειβάτης που, παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες, ξεκινά για ορειβασία εκτιθέµενος απερίσκεπτα (και γι αυτό υπαιτίως) σε κίνδυνο ζωής, θα πρέπει, για να µην δικαιολογηθεί το σπάσιµο της πόρτας που του σώζει την ζωή, να είχε επιπλέον την δυνατότητα να προβλέψει ότι θα ήταν αναγκαίο να την σπάσει. Σύµφωνα, όµως, µε µιαν άλλη άποψη 9, ο όρος του ανυπαίτιου κινδύνου πρέπει να ερµηνευτεί στενότερα και έτσι στην υπαιτιότητα του άρθρου 25 ΠΚ να περιλαµβάνονται µόνο οι περιπτώσεις κατά τις οποίες ο δράστης ενεργεί µε πρόθεση, δηλαδή µε κάποιο από τα προβλεπόµενα στο άρ. 27 ΠΚ είδη δόλου. Σύµφωνα µε µια τρίτη, ακόµη πιο στενή άποψη 10, στην υπαιτιότητα πρέπει να αποδοθεί νόηµα ανάλογο µε εκείνο που έχει ο όρος υπαίτια κατάσταση άµυνας, σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 24 ΠΚ (βλ. 9, πλαγιάρ. 161) και άρα να γίνεται δεκτό ότι υπαιτίως έχει προκαλέσει τον κίνδυνο όποιος ενήργησε έχοντας σκοπό, υπό το πρόσχηµα τούτο, να προσβάλει έννοµα αγαθά τρίτου. Παράδειγµα: Συνεπώς, κατά την άποψη αυτή, όποιος µε την πρόθεση να αυτοκτονήσει κλειδώνεται στο δωµάτιο του διαµερίσµατος φίλου του και ενεργοποιεί το φωταέριο, µετανιώνει όµως λίγο πριν αρχίσει να χάνει τις αισθήσεις του και ακολούθως σπάει πόρτες και παράθυρα στην προσπάθεια να εισπνεύσει οξυγόνο, ενεργεί ελλείψει προσχήµατος στο πλαίσιο καταστάσεως ανάγκης που αίρει το άδικο. Δ. Έννοµα αγαθά δεκτικά καταστάσεως ανάγκης Ο κίνδυνος για την αποτροπή του οποίου ενεργεί ο δράστης πρέπει να απειλεί έννοµα αγαθά που αφορούν «το πρόσωπο ή την περιουσία» του ίδιου ή κάποιου άλλου. Υπό τον όρο πρόσωπο νοούνται τα αγαθά που είναι σύµφυτα µε το πρόσωπο του ατόµου, δηλαδή η ζωή, η σωµατική ακεραιότητα, η υγεία, η ελευθερία (όχι µόνο κινήσεως αλλά και σχηµατισµού ή πραγµάτωσης της βουλήσεως) και η «αυτοδιάθεση ή ελευθερία στο πεδίο της γενετήσιας ζωής που θεωρείτο άλλοτε ως τιµή του φύλου ή αγνεία» 11. Σύµφωνα, όµως, µε την κρατούσα άποψη, ανάµεσα στα έννοµα αγαθά τα δε- 14 15 16 17 18 9 Σπινέλλης, 2005, άρ. 25, πλαγιάρ. 23. 10 Μαγκάκης, 204 έτσι και ο Κατσαντώνης, 183. Οµοίως και ο Κωστάρας, πλαγιάρ. 591, σ. 405. 11 Σπινέλλης, 2005, άρ. 25, πλαγιάρ. 17 Μαγκάκης, 202. 179

10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ κτικά καταστάσεως ανάγκης µπορεί να συγκαταλεγεί και η τιµή stricto sensu (τιµή και υπόληψη). Υπό τον όρο περιουσία νοούνται «όλα τα αντικείµενα ή σχέσεις του προσώπου που είναι αποτιµητά σε χρήµα ή αλλιώς το σύνολο των οικονοµικών αξιών του προσώπου» 12. Παρότι ο νόµος κάνει λόγο για κίνδυνο που απειλεί αγαθά του ίδιου του πράττοντος ή «κάποιου άλλου», γίνεται δεκτό ότι θεµελιώνεται κατάσταση ανάγκης και όταν ο κίνδυνος απειλεί αγαθά της κοινωνικής ολότητας (για το αν αυτά τα αγαθά είναι δεκτικά αµύνης βλ. παραπάνω, 9, πλαγιάρ. 78-85). 19 20 Ε. Ανυπαρξία νοµικού καθήκοντος Για να µπορούµε να µιλάµε για κατάσταση κινδύνου υπαγόµενη στο άρ. 25 ΠΚ, θα πρέπει ο πράττων να µην είναι πρόσωπο που «έχει καθήκον να εκτεθεί στον απειλούµενο κίνδυνο». Με την παρ. 2 του άρθρου αυτού θεσπίζεται εξαίρεση από το δικαιολογηµένο της πράξης εκείνου που ενεργεί σε κατάσταση ανάγκης, εφόσον «ο εν ταύτη ευρεθείς είχε το καθήκον είτε εκ του νόµου είτε εκ συµβάσεως να προτιµήση την θυσίαν του ιδίου δικαιώµατος προς σωτηρίαν αλλοτρίου, ως λ.χ. ο πλοίαρχος ναυαγούντος πλοίου, όστις καθήκον έχει να µεριµνήση προ παντός περί της σωτηρίας των επιβατών του πλοίου θυσιάζων χάριν αυτής και την ιδίαν ζωήν, ή ο στρατιώτης ο έχων την υποχρέωσιν να διακινδυνεύση την ιδίαν ζωήν υπέρ της σωτηρίας άλλων από του απειλούντος αυτούς κινδύνου, ο πυροσβέστης κ.λπ.» (ΑιτιολΕκθ 1933, 192). Πρόκειται εδώ για πρόσωπα που βαρύνονται µ ένα νοµικό (και όχι απλώς ηθικό) καθήκον τόσο δηµοσίου όσο και ιδιωτικού Δικαίου να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους υπέρ του κοινωνικού συνόλου (ως εκ τούτου, δεν υπάγονται στην ρύθµιση αυτή πρόσωπα που έχουν καθήκον προστασίας έναντι µεµονωµένων ατόµων, όπως είναι ο γονέας, η παραµάννα κ.λπ.). Η ratio της θεσπίσεως ενός αυξηµένου καθήκοντος ανοχής κινδύνων για τα πρόσωπα αυτά είναι διττή: αφ ενός µεν είναι απαραίτητη για την προστασία των εννό- µων αγαθών µιας κοινωνίας, αφ ετέρου δε, λόγω της ειδικής προετοιµασίας των ως άνω προσώπων για την αντιµετώπιση των σχετικών κινδύνων, δεν µπορεί σ αυτές τις περιπτώσεις να γίνεται λόγος για «κατάσταση ανάγκης». Προϋπόθεση για την κατάφαση της εν λόγω εξαιρέσεως είναι η πράξη του δράστη, µε την οποία προσβάλλονται αλλότρια αγαθά, να αποβλέπει στην αποτροπή ενός κινδύνου που είναι σύµφυτος µε την άσκηση του οικείου επαγγελµατικού καθήκοντος. Παράδειγµα: Σύµφυτος µε την άσκηση του επαγγελµατικού του καθήκοντος είναι ο κίνδυνος να µεταδοθεί στον γιατρό µια µολυσµατική νόσος, όχι όµως και ο κίνδυνος να χάσει την ζωή του σε ναυάγιο. 12 Σπινέλλης, ό.π. 180

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ 10 ΙΙΙ. Πράξη ανάγκης (διασωστική πράξη) Όπως στην άµυνα, µετά την αµυντική κατάσταση προχωράµε στην εξέταση της αµυντικής πράξης, έτσι και στην κατάσταση ανάγκης προχωράµε τώρα στην εξέταση της λεγόµενης πράξης ανάγκης, δηλαδή της διασωστικής πράξης. Η πράξη αυτή πρέπει να ενεργείται (εφόσον είναι αναγκαία επ αυτού αµέσως παρακάτω) για να αποτρέψει τον παρόντα και αναπότρεπτο µε άλλα µέσα κίνδυνο που είδαµε παραπάνω, είναι δε δικαιολογηµένη, µόνον υπό την προϋπόθεση ότι η βλάβη που προκλήθηκε από την τέλεσή της στον άλλο είναι σηµαντικά κατώτερη κατά το είδος και τη σπουδαιότητα από την βλάβη που απειλήθηκε. Σε αντίθεση, λοιπόν, µε την άµυνα, εδώ απαιτείται στάθµιση ανάµεσα στο σωζόµενο και το θυσιαζόµενο αγαθό. Η διασωστική πράξη µπορεί να στρέφεται είτε κατά της ίδιας της πηγής τού κινδύνου (βλ. π.χ. παραπάνω, πλαγιάρ. 9) είτε κατά αµέτοχων τρίτων, όπως συµβαίνει στο σχολικό παράδειγµα του ορειβάτη που λόγω ξαφνικής κακοκαιρίας σπάει την πόρτα µιας καλύβας, για να προφυλαχθεί (βλ. παραπάνω, πλαγιάρ. 14). Επίσης, µολονότι ο νόµος κάνει λόγο για «βλάβη που προκλήθηκε στον άλλο» γίνεται δεκτό ότι η διασωστική πράξη µπορεί να στρέφεται και κατά αγαθών της κοινωνικής ολότητας, οπότε δεν αποκλείεται να είναι δικαιολογηµένη η µεταφορά τραυµατία στο νοσοκοµείο από τον ένα και µοναδικό άνθρωπο που βρίσκεται στον τόπο του ατυχήµατος, γνωρίζει να οδηγεί, αλλά δεν έχει άδεια ικανότητας οδηγού. Σε αντίθεση µε τα ισχύοντα για την αµυντική πράξη, η διασωστική πράξη είναι αναγκαία, όταν ο κίνδυνος είναι «άλλως αναπότρεπτος», δηλαδή όταν δεν υφίσταται καµία άλλη δυνατότητα να αποτραπεί ο κίνδυνος που απειλεί το αγαθό. Τούτο σηµαίνει ότι «αν υπάρχει δυνατότητα να αποτραπεί ο κίνδυνος µε άλλο τρόπο, έστω κοπιαστικό και πολύπλοκο, χωρίς να προσβληθεί έννο- µο αγαθό άλλου προσώπου, τότε δεν στοιχειοθετείται εννοιολογικά κατάσταση ανάγκης, έτσι όπως την αντιλαµβάνεται το Ποινικό Δίκαιο» 13. Επιπλέον, όταν ο κίνδυνος µπορεί να αποτραπεί διά της φυγής, έστω κι αν συνδέεται µε µικροπροσβολές, τότε αυτή είναι η λύση που πρέπει να ακολουθηθεί και όχι όπως αντιθέτως συµβαίνει στην άµυνα η παραµονή στον τόπο του κινδύνου. Παράδειγµα: Όποιος δέχεται επίθεση σκύλου και µπορεί να του ξεφύγει πηδώντας έναν φράχτη, δεν επιτρέπεται να εξουδετερώσει τον σκύλο πυροβολώντας τον. 21 22 23 24 13 Μαγκάκης, 203. 181

25 26 27 28 29 30 10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ Υπό το πρίσµα αυτό, η προσβολή αλλότριων αγαθών στο πλαίσιο της κατάστασης ανάγκης είναι πάντοτε το ultimum remedium. Όπως, όµως, στην άµυνα, έτσι και εδώ, όταν το µέσο που χρησιµοποιείται για την αποτροπή του κινδύνου είναι κατάλληλο για τον σκοπό αυτόν, µπορεί να εφαρµοσθεί, υπό την προϋπόθεση ότι είναι το µόνο διαθέσιµο ή, αν υπάρχουν κι άλλα εξίσου κατάλληλα µέσα, το λιγότερο αιχµηρό (= το ηπιότερο). Παράδειγµα 14 : Αν για την αποτροπή κινδύνου ζωής που απειλεί τον Α, αυτός, αντί να τραυµατίσει τον Δ, µπορούσε να προκαλέσει φθορά σε ξένο πράγµα, τότε, µολονότι ο τραυµατισµός του Δ είναι βλάβη σηµαντικά κατώτερη σε σχέση µε τον κίνδυνο ζωής που απειλήθηκε, στην συγκεκριµένη περίπτωση δεν ήταν αναγκαία, αφού θα αρκούσε η ακόµη πιο ελαφρά βλάβη που θα συνίστατο σε φθορά ξένης ιδιοκτησίας. Σε αντίθεση, ωστόσο, µε τα ισχύοντα στην άµυνα, ανάλογα µε τις περιστάσεις µπορεί να είναι επιβεβληµένο κατά την τέλεση της διασωστικής πράξης να πρέπει να ανέχεται ο πράττων ένα κάποιο ρίσκο να µην τα καταφέρει. Τούτο προκύπτει από το γεγονός ότι η πηγή κινδύνου που παράγει την κατάσταση ανάγκης ενδέχεται να είναι αξιολογικά ουδέτερη, εξ αυτού δε του λόγου απαιτείται µεγαλύτερος σεβασµός για τα ξένα αγαθά απ ό,τι όταν εκδηλώνεται µια άδικη επίθεση. Όταν, λοιπόν, επιλέγεται το µέσο αποτροπής τού κινδύνου, ο πράττων θα πρέπει να περιορίζεται σ εκείνο το µέσο που, όντας το λιγότερο αιχµηρό έναντι των υπολοίπων, καίτοι δεν υπόσχεται την ασφαλή εξουδετέρωση του κινδύνου, την καθιστά πάντως εξαιρετικά πιθανή. Για να είναι δικαιολογηµένη η διασωστική πράξη, θα πρέπει, όπως αξιώνεται ρητά από τον νοµοθέτη, η προκληθείσα βλάβη να είναι «σηµαντικά κατώτερη κατά το είδος και τη σπουδαιότητα» από την απειληθείσα βλάβη (κατ εφαρµογήν της αρχής του υπέρτερου συµφέροντος, βλ. παραπάνω πλαγιάρ. 2). Η διάγνωση αυτής της σχέσης του σηµαντικώς κατώτερου ανάµεσα στην προκληθείσα και στην απειληθείσα βλάβη (για την σχέση της αναλογίας των βλαβών στο πλαίσιο του άρθρου 32 ΠΚ βλ. παρακάτω, 20, πλαγιάρ. 49 κ.ε.) αποτελεί οπωσδήποτε µια πολύ δύσκολη υπόθεση για τον δικαστή, ο οποίος έχει ανάγκη από την επικουρία κριτηρίων που θα εξειδικεύουν το είδος και την σπουδαιότητα των εκατέρωθεν βλαβών 15. Σε ό,τι αφορά το είδος αυτό θεωρείται ότι είναι ένα στοιχείο ποιοτικής φύσεως προτείνεται η εξειδίκευσή του σ ένα αφηρηµένο επίπεδο µε βάση «την αξιολόγηση που εκφράζει η κατάταξη των εγκληµάτων και η προβλεπό- µενη για καθένα από αυτά ποινή». Έτσι, λοιπόν, η προσωπική ελευθερία που προστατεύεται µε το άρ. 330 ΠΚ αξιολογείται, µε βάση την επαπειλούµενη 14 Χωραφάς, 209/210. 15 Για όσα ακολουθούν βλ. αναλυτικά Ανδρουλάκη, 410 κ.ε. 182

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ 10 ποινή (φυλάκιση µέχρι δύο ετών), ως ποιοτικώς κατώτερη σε σχέση µε την ασφάλεια των συγκοινωνιών, όπως αυτή προστατεύεται λ.χ. µε το άρ. 290 παρ. 1 περ. α ΠΚ (εκεί προβλέπεται φυλάκιση). Παράδειγµα: Ο Α παίρνει τα κλειδιά του αυτοκινήτου από τον µεθυσµένο Β, ώστε να αποτρέψει να τεθούν σε κίνδυνο οι άλλοι οδηγοί. Βάσει του προµνηµονευθέντος κριτηρίου, τα προσωποπαγή υπερτερούν κατ αρχήν σε σχέση µε τα περιουσιακά έννοµα αγαθά. Ο κανόνας αυτός, όµως, δεν ισχύει απαρεγκλίτως. Δεν αποκλείεται, σε κάποιες περιπτώσεις, ελαφρές προσβολές προσωποπαγών αγαθών, να υποχωρούν έναντι της ανάγκης να διαφυλαχθούν περιουσιακά στοιχεία µεγάλης αξίας. Παράδειγµα: Ο Α σπρώχνει την Β και την ρίχνει κάτω, τραυµατίζοντάς την ελαφρά, προκειµένου να προλάβει να µπει στο φλεγόµενο κτήριο και να σώσει ένα πανάκριβο αντικείµενό του. Πέρα, ωστόσο, της προσφυγής στην αξιολόγηση των εννόµων αγαθών που γίνεται από τον νοµοθέτη, επισηµαίνεται ότι θα πρέπει να εντοπίζονται κάθε φορά «όλα τα ποιοτικά δεδοµένα που προσδιορίζουν το είδος των αντικρυζόµενων βλαβών (προκληθείσας και απειληθείσας) και ασκούν επιρροή στην έκβαση της στάθµισης». Κλασική περίπτωση, όπου προβάλλεται η ανάγκη µιας τέτοιας συνολικής στάθµισης είναι η ακόλουθη: Παράδειγµα: Ο Α παίρνει µε το ζόρι αίµα από τον Β, προκειµένου να κάνει µετάγγιση στον τραυµατία Γ, ο οποίος έχει άµεση ανάγκη από αίµα, αλλιώς θα πεθάνει. Στο παράδειγµα αυτό, καίτοι εκ πρώτης όψεως φαίνεται η απειλούµενη ζωή του Γ να υπερτερεί της προσωπικής ελευθερίας, της σωµατικής ακεραιότητας και ενδεχοµένως της υγείας του Β, µπορεί να υποστηριχθεί ότι σηµειώνεται µια αξιολογική ανατροπή, από την στιγµή που θα συνεκτιµήσουµε την προσβολή που υφίσταται το υπερατοµικό αγαθό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Όπως λέγεται χαρακτηριστικά: ο εξαναγκασθείς σε αιµοδοσία «χρησιµοποιήθηκε σαν να ήταν κονσέρβα αίµατος και υποβιβάσθηκε, εποµένως, στο επίπεδο ενός απλού πράγµατος». Τέλος, η αντιπαράθεση της µίας ζωής µε την άλλη ζωή δεν µπορεί να δικαιολογήσει (αν και µπορεί να συγχωρήσει) την αφαίρεση της δεύτερης χάριν διατηρήσεως της πρώτης. Εδώ ανήκει η περίφηµη περίπτωση της σανίδας του Καρνεάδη : Παράδειγµα: Σ ένα ναυάγιο ο Α καταφέρνει και πιάνεται από µια επιπλέουσα σανίδα, η οποία µπορεί να σηκώσει µόνο έναν άνθρωπο. Ο Β, ο οποίος κινδυνεύει να πνιγεί, σπρώχνει τον Α και πιάνεται αυτός από την σανίδα. 31 32 33 34 35 36 37 38 183

39 40 41 42 43 44 45 10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ Στο παράδειγµα αυτό ο Α δεν µπορεί να επικαλεσθεί κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο, µπορεί όµως να επικαλεσθεί επιτυχώς κατάσταση ανάγκης που αποκλείει τον καταλογισµό (άρ. 32 ΠΚ). Αντιστοίχως, στο µέτρο που από έναν τυραννικό σύζυγο απειλείται η ζωή της γυναίκας του, την όποια κακοµεταχειρίζεται βάναυσα επί µήνες, η θανάτωσή του από τα χέρια της (ή από τα χέρια του γιου της: parricidium ) δεν θα της καταλογισθεί (ή αντιστοίχως δεν θα καταλογισθεί στον γιο της), υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι θα πρόκειται για άλλως αναπότρεπτο κίνδυνο, κάτι που δεν θα µπορεί να υποστηριχθεί ότι ισχύει, όταν είναι δυνατή η ειδοποίηση της αστυνοµίας ή η εγκατάλειψη της οικίας και του συζύγου. Για το αν σ αυτές τις περιπτώσεις µπορεί να αποκλεισθεί το άδικο βλ. παρακάτω, πλαγιάρ. 56. Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες αντιπαρατίθεται µία ζωή µε πολλές άλλες ζωές. Το έννοµο αγαθό της ζωής δεν είναι ποσοτικοποιήσιµο. Παράδειγµα: Δεν µπορεί κατ αρχήν να δικαιολογηθεί η κατάρριψη ενός αεροπλάνου που έχει καταληφθεί από τροµοκράτες και κατευθύνεται δίκην έµψυχου πυραύλου κατά ουρανοξύστη, ακόµη κι αν µε την κατάρριψή του θα θυσιάζονταν π.χ. 100 επιβάτες, για να σωθούν 1000 άνθρωποι που βρίσκονται µέσα στον ουρανοξύστη. Βλ., όµως, 11, πλαγιάρ. 28, 35. Το ίδιο ισχύει, µε βάση την κρατούσα άποψη, και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες αντιπαρατίθεται µία υγιής ζωή µε µια άρρωστη, ξοφληµένη κ.ο.κ. ζωή. Το έννοµο αγαθό της ζωής δεν επιδέχεται ούτε ποιοτικές διαβαθµίσεις. Εδώ ανήκει η περίφηµη υπόθεση Mignonette. Παράδειγµα: Στις 5.7.1884 οι ναυαγοί του πλοίου Mignonette, που ανήκαν στο πλήρωµά του, σκότωσαν τον ετοιµοθάνατο ναύτη, προκειµένου να τραφούν από την σάρκα του. Το βρετανικό δικαστήριο που έκρινε την υπόθεση αυτή απεφάνθη ότι η ζωή πρέπει να αντιµετωπισθεί ως ένα απόλυτο αγαθό και, ως εκ τούτου, ακόµη και σε εξαιρετικές περιπτώσεις δεν επιτρέπεται η θανάτωση ενός αθώου. Για τα διλήµµατα ζωής και θανάτου βλ. και παρακάτω, 11, πλαγιάρ. 25 κ.ε., αλλά και 20, πλαγιάρ. 53. Σε ό,τι αφορά την σπουδαιότητα που θεωρείται ότι είναι ένα στοιχείο ποσοτικής φύσεως προτείνεται η εξειδίκευσή του ως ακολούθως: Μετατιθέ- µενοι στον χρόνο κατά τον οποίο απειλείτο η βλάβη, πρέπει να προβούµε σε στάθµιση του σωζόµενου και του θυσιαζόµενου αγαθού, συνεκτιµώντας και τον κίνδυνο να πληγεί ένα αγαθό, προκειµένου να σωθεί ένα άλλο. Καθοριστική σηµασία δεν έχει εν προκειµένω η αφηρηµένη αξία των αγαθών, αλλά το είδος, η έκταση και η πιθανότητα της προσβολής που απειλείται στην συγκεκριµένη περίπτωση. Ιδίως πρέπει να σταθµίζεται η πιθανότητα να εξασφαλισθεί το αποτέλεσµα της διάσωσης, από την µια µεριά, και οι ενδεχό- 184

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ 10 µενες δυσµενείς συνέπειες της διασωστικής πράξης για κάποια άλλα αγαθά, από την άλλη µεριά. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, η διασωστική πράξη να είναι δικαιολογηµένη, εφόσον η τέλεσή της παράγει µικρό κίνδυνο εις βάρος ενός υπέρτερης αξίας αγαθού, αλλά υπόσχεται µεγάλη πιθανότητα να σωθεί ένα υποδεέστερης αξίας αγαθό. Παράδειγµα: Όποιος µέσα στο πλήθος σκουντάει τον διπλανό του (η πράξη αυτή παράγει µικρό κίνδυνο σωµατικής βλάβης), προκειµένου να µπορέσει να σκύψει και να µαζέψει µια πολύτιµη καρφίτσα που έπεσε από το πέτο της γυναίκας του (η πράξη αυτή υπόσχεται µεγάλη πιθανότητα να σωθεί ένα µικρότερης αξίας αγαθό σε σχέση µε την υγεία/σωµατική ακεραιότητα του ανθρώπου), είναι δικαιολογηµένος λόγω κατάστασης ανάγκης. Παράδειγµα: Οµοίως, και ο Ταµίας της Τράπεζας, ο οποίος πυροβολεί τον ληστή που πάει να το βάλει στα πόδια µε την λεία ανά χείρας, αλλά πετυχαίνει έναν περαστικό, εφόσον ο κίνδυνος να βληθούν αµέτοχοι τρίτοι ήταν πολύ µικρός. Την έκβαση της στάθµισης επηρεάζει το γεγονός ότι ο κίνδυνος προέκυψε από την σφαίρα κυριαρχίας του εµπλεκόµενου προσώπου σε µια περίπτωση κατάστασης ανάγκης (αρχή του καταλογισµού). Ειδικότερα: Η επέµβαση στα αγαθά άλλων επιτρέπεται να λάβει µεγαλύτερες διαστάσεις, εφόσον ο κίνδυνος προέρχεται από την σφαίρα κυριαρχίας εκείνου, τα έννο- µα αγαθά του οποίου πρέπει να προσβληθούν για να σωθεί το απειλούµενο αγαθό του πράττοντος. Εδώ υπάγονται οι περιπτώσεις της λεγόµενης άµυνας κατά πραγµάτων που ισοδυναµεί µε µια ανάλογη προς την άµυνα αµυντική κατάσταση ανάγκης. Σ αυτές τις περιπτώσεις, επειδή ο κίνδυνος προέρχεται από ένα ξένο πράγµα και µπορεί να αποτραπεί µε την καταστροφή ακριβώς αυτού του πράγµατος από το οποίο προέρχεται ο κίνδυνος, η επέµβαση προτείνεται να θεωρείται δικαιολογηµένη, ακόµη κι όταν το σωζόµενο αγαθό έχει µικρότερη αξία από το θυσιαζόµενο. Παράδειγµα: Ο πανάκριβος, σπάνιας ράτσας σκύλος τού Α, σπάει τα κάγκελα και επιτίθεται κατά της σκυλίτσας τής Β, που είναι κοινής ράτσας. Παρότι ο σκύλος τού Α είναι αγαθό υπέρτερης αξίας σε σχέση µε την σκυλίτσα τής Β, επειδή ο κίνδυνος προήλθε από την σφαίρα κυριαρχίας τού Α, η Β θα είναι δικαιολογηµένη, αν στο πλαίσιο της δηµιουργηθείσας καταστάσεως ανάγκης αποκρούσει την επίθεση του σκύλου τού Α, τραυµατίζοντάς τον σοβαρά στο ένα του µάτι. Τις δυσµενείς συνέπειες αυτής της σύγκρουσης οφείλει να τις υποστεί ο Α, διότι από την δική του σφαίρα κυριαρχίας προκλήθηκε το κακό. 46 47 48 49 50 51 185

52 53 54 55 56 57 58 59 10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ Ωστόσο, επισηµαίνεται ότι η προκληθείσα βλάβη δεν πρέπει να τελεί σε δυσανάλογη σχέση προς την ωφέλεια που προκύπτει από την τέλεση της διασωστικής πράξης. Παράδειγµα: Εάν στον Α επιτεθεί σκύλος την ώρα που κάνει πικ-νικ στο δάσος για να του φάει τα λουκάνικα που ψήνει, θα πρέπει να αφήσει τον σκύλο να τα φάει. Εάν τον τραυµατίσει, για να σώσει τα λουκάνικα, η πράξη του δεν είναι δικαιολογηµένη. Η ίδια προβληµατική µπορεί να ανακύψει και σε σχέση µε επίλυση συγκρούσεων εις βάρος όχι πράγµατος που ανήκει στο πρόσωπο που ευθύνεται για την δηµιουργία του κινδύνου, αλλά εις βάρος αυτού του ίδιου του προσώπου που προκάλεσε το κακό. Εδώ ακριβώς µπορεί να γίνει λόγος για µια πέρα του τεθειµένου Δικαίου αµυντική κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο. Παράδειγµα: O οδηγός Α χάνει τον έλεγχο του αυτοκινήτου του, επειδή στο οδόστρωµα έχουν χυθεί λάδια, και κατευθύνεται προς τον πεζό Β. Ο φορτηγατζής Γ που βλέπει τι πάει να γίνει, µπαίνει µε το φορτηγό του µπροστά στον Β, µε αποτέλεσµα να πέσει πάνω του ο Α και να τραυµατισθεί σοβαρά. Καίτοι το διασωθέν και το θυσιασθέν αγαθό είναι ίσης αξίας (κινδυνεύει η υγεία / ζωή δύο ανθρώπων), επειδή ο κίνδυνος προέρχεται από την σφαίρα κυριαρχίας του τραυµατισθέντος, υποστηρίζεται ότι ανατρέπεται η αρχική ισοδυναµία των αλληλοσυγκρουόµενων αγαθών και η πλάστιγγα γέρνει προς το µέρος του διασωθέντος. Με την επιχειρηµατολογία αυτή (και παρότι υφίσταται διαρκής κίνδυνος, σε αντίθεση µε το προηγούµενο παράδειγµα όπου δεν αµφισβητείται ότι υφίσταται ένας γνήσιος, παρών κίνδυνος) θα µπορούσαν να αντιµετωπισθούν και οι περιπτώσεις της θανάτωσης του τυραννικού συζύγου (βλ. παραπάνω, πλαγιάρ. 8-10, 39), αλλά και του επίµονου ηδονοβλεψία (βλ. παραπάνω, 9, πλαγιάρ. 64). Σε ανάστροφη σχέση προς την αµυντική, βρίσκεται η επιθετική κατάσταση ανάγκης (πριν έγινε λόγος για άµυνα κατά πραγµάτων, τώρα µπορεί να γίνει λόγος για επίθεση κατά πραγµάτων ). Εδώ ο κίνδυνος προέρχεται από την σφαίρα κυριαρχίας εκείνου που ενεργεί (ή που καλεί άλλους να ενεργήσουν), για να διασώσει το απειλούµενο αγαθό του στις πλάτες ενός αµέτοχου τρίτου. Παράδειγµα: Εάν ο Α τραυµατισθεί σε αυτοκινητικό ατύχηµα, θα είναι δικαιολογηµένος, στην περίπτωση που χρειασθεί να παραβιάσει το ντουλαπάκι ξένου αυτοκινήτου, προκειµένου να εξασφαλίσει επίδεσµο για την επίσχεση της αιµορραγίας του άκρου του. Παράδειγµα: Το σπίτι του Α έχει τυλιχθεί στις φλόγες, και οι πυροσβέστες προκειµένου να σβήσουν την φωτιά, µπαίνουν στον κήπο του γείτονα Β, για να πάρουν νερό η καταστροφή των λουλουδιών είναι µια δικαιολογηµένη πράξη 186

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΑΓΚΗΣ ΠΟΥ ΑΠΟΚΛΕΙΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ 10 φθοράς ξένης ιδιοκτησίας (και η εισβολή στον κήπο δικαιολογηµένη διατάραξη οικιακής ειρήνης). Εδώ απαιτείται η προσοχή µας σε τούτο: Ενώ στην αµυντική κατάσταση ανάγκης, όπως ήδη σηµειώσαµε, η προκληθείσα βλάβη δεν πρέπει να τελεί σε δυσανάλογη σχέση προς την ωφέλεια που προκύπτει από την τέλεση της διασωστικής πράξης (υπό µιαν αρνητική έννοια: ο απειλούµενος κίνδυνος να µην είναι δυσανάλογα µικρός), εδώ ισχύει το αντίστροφο: η ωφέλεια από την διάσωση πρέπει να τελεί σε δυσανάλογη σχέση προς την θυσία που υφίσταται ένα αγαθό (υπό µια θετική έννοια: ο αποτρεπόµενος κίνδυνος να είναι δυσανάλογα µεγάλος). 60 187

11. ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ 1 2 3 Ι. Η νοµική φυσιογνωµία της: Στενή συγγένεια µε την κατάσταση ανάγκης Λόγος άρσεως του αδίκου πέρα του τεθειµένου Δικαίου Με την κατάσταση ανάγκης που αποκλείει το άδικο συγγενεύει στενά µια άλλη κατάσταση, η λεγόµενη σύγκρουση καθηκόντων, στο πλαίσιο της οποίας τίθεται το εξής δυσχερές ερώτηµα: Ποια θα είναι η τύχη εκείνου που υποχρεούται µεν εκ του νόµου να εκπληρώσει ένα καθήκον, ταυτοχρόνως όµως, χωρίς να φταίει, βρίσκεται µπλεγµένος σε µια τέτοια κατάσταση, ώστε να µην µπορεί να εκπληρώσει το καθήκον του αυτό, παρά µόνο παραβιάζοντας ένα άλλο νοµικό καθήκον, για το οποίο κανονικά θα έπρεπε να κριθεί αξιόποινος; Όπως λέγεται χαρακτηριστικά, σ αυτές τις περιπτώσεις το Δίκαιο βρίσκεται εγκλωβισµένο ανάµεσα στην Σκύλλα και στην Χάρυβδη 1. Παράδειγµα 2 : Ο κατηγορούµενος στρατιωτικός, χαρακτηρισθείς από το καθεστώς της χούντας ως εχθρός της, υπέστη πλείστες όσες ταλαιπωρίες, βασανισµούς και διώξεις. Την εποχή εκείνη διεξαγόταν στο Συµβούλιο της Ευρώπης συζήτηση για τις κακοποιήσεις που διαπράττονταν στην Ελλάδα και διαπρεπής πολιτικός σύµµαχης χώρας είχε αναλάβει πρωτοβουλία να παρουσιάσει µερικούς από τους κακοποιηθέντες ενώπιον του διεθνούς αυτού οργάνου, προκειµένου να ασκήσει πίεση στην Ελληνική Κυβέρνηση για τον τερµατισµό των κακοποιήσεων. Για τον λόγο αυτόν ο κατηγορούµενος, ο οποίος εν τω µεταξύ είχε ειδοποιηθεί σχετικώς, βρέθηκε προ του πιεστικού διλήµµατος αν θα συνέχιζε να προσφέρει τις στρατιωτικές του υπηρεσίες ή αν θα διέφευγε στο εξωτερικό, για να καταθέσει ενώπιον του Συµβουλίου της Ευρώπης, συντελώντας κατ αυτόν τον τρόπον στην άσκηση πιέσεως προς την Κυβέρνηση και στον τερµατισµό των κακοποιήσεων των αντιφρονούντων. Στην περίπτωση αυτή, όπου ο κατηγορούµενος τέλεσε την αξιόποινη πράξη της λιποταξίας (τότε άρθρο 47 ΣΠΚ), για να εκπληρώσει το καθήκον της µη παρασιωπήσεως εγκληµάτων του άρ. 232 ΠΚ, αλλά και το καθήκον παροχής βοήθειας που αξιώνει το άρ. 307 ΠΚ, κρίθηκε ότι «ευρεθείς προ ηθικού διλήµµατος περί του πρακτέου, και σταθµίσας την σπουδαιότητα των αντιθέτων προς εκπλήρωσιν καθηκόντων, εθυσίασε σπουδαίον τοιούτον προς εκτέλεσιν ισαξίου», εξ αυτού δε του λόγου ήρθη ο άδικος χαρακτήρας της λιποταξίας συνεπεία συγκρούσεως καθηκόντων. 1 Mangakis, ZStW 94 (1972), 450. 2 ΔιαρκΣτρΑθ 54/1975 ΕπιτρΠροτ Μ. Ζούβελου ΠοινΧρ ΚΕ/239. 188

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ 11 Ο Ποινικός µας Κώδικας δεν προβλέπει ρητά την σύγκρουση (νοµικών) καθηκόντων ως λόγο άρσεως του αδίκου 3. Σε κάποιες, όµως, ρυθµίσεις, η σύγκρουση καθηκόντων φαίνεται να είναι ο λόγος που είχε στο µυαλό του ο νοµοθέτης, για να δικαιολογήσει τον δράστη της αξιόποινης πράξης. Μια πρώτη ρύθµιση είναι αυτή της προσταγής (άρ. 21 ΠΚ) που εξετάσαµε παραπάνω (βλ. 8): όταν η προσταγή είναι τυπικά νόµιµη, αλλά ουσιαστικά παράνοµη, δηµιουργείται σύγκρουση καθηκόντων για τον προστασσόµενο, την οποία ο νοµοθέτης επιλύει κατ αρχήν αναγνωρίζοντας το προβάδισµα στο καθήκον υπακοής, εκτός εάν δεν επιτρέπει στον αποδέκτη της προσταγής να εξετάσει την ουσιαστική της νοµιµότητα. Μια δεύτερη ρύθµιση είναι αυτή που περιέχεται στο έγκληµα της παραβίασης επαγγελµατικής εχεµύθειας. Στην παρ. 4 του άρθρου 371 προβλέπεται ρητά ότι: «H πράξη δεν είναι άδικη και µένει ατιµώρητη, αν ο υπαίτιος απέβλεπε στην εκπλήρωση καθήκοντός του ή στη διαφύλαξη έννοµου ή για άλλο λόγο δικαιολογηµένου ουσιώδους συµφέροντος δηµόσιου ή του ίδιου ή κάποιου άλλου, το οποίο δεν µπορούσε να διαφυλαχθεί διαφορετικά». Σ αυτές τις περιπτώσεις, πάντως, δεν τίθεται ζήτηµα αληθινής συγκρούσεως καθηκόντων, επειδή αυτές αφορούν τον αφηρηµένο συσχετισµό των δύο νόµων και ειδικότερα το ζήτηµα ποιος από τους δύο είναι ο ειδικός (στην περίπτωση π.χ. του δικηγόρου που κατά την άσκηση του λειτουργήµατός του πληροφορείται ότι σχεδιάζεται από πελάτες του η τέλεση κακουργήµατος και τους καταγγέλλει, την λύση την δίνει ήδη σε αφηρηµένο επίπεδο ο νοµοθέτης µε την διάταξη του άρ. 371 παρ. 4: θα επικρατήσει η διάταξη του άρθρου 232 ΠΚ!), ενώ η σύγκρουση καθηκόντων «είναι πάντοτε δηµιούργηµα των πραγµατικών συνθηκών» 4. Παρότι η σύγκρουση καθηκόντων δεν προβλέπεται ρητά ως γενικός λόγος άρσεως του αδίκου, γίνεται δεκτό ότι αναπτύσσει την ευνοϊκή αυτή δράση ως λόγος αναγνωριζόµενος πέρα του τεθειµένου δικαίου 5. Πρέπει, ωστόσο, να προσεχθεί η ακόλουθη παράµετρος: Καίτοι η σύγκρουση καθηκόντων αντιµετωπίζεται από πολλούς ως µορφή ή υποπερίπτωση της καταστάσεως ανάγκης που αποκλείει το άδικο, στο µέτρο που και στην δεύτερη περίπτωση ανακύπτει µια σύγκρουση ανάµεσα στο αν ο δράστης επιτρέπεται να παραβιάσει το καθήκον παραλείψεως που τον βαρύνει, προκειµένου να σώσει το απειλούµενο αγαθό, ή αν αντιθέτως οφείλει να αφήσει αυτό το τε- 4 5 6 7 8 3 Για την σύγκρουση ενός νοµικού µ ένα ηθικό καθήκον, η οποία δεν αίρει το άδικο, αλλά υπό προϋποθέσεις τον καταλογισµό βλ. Χαραλαµπάκη, 253 επίσης ΣυµβΠληµΗρ 67/2005 ΕισΠροτ Ν. Μαρκάκη, ΠοινΧρ ΝΣΤ/652. 4 Μαγκάκη, 1955:22. 5 Κατσαντώνης, 225 κ.ε. 189

11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ λευταίο στην τύχη του, υποστηρίζεται από κάποιους άλλους ότι στο πλαίσιο της καταστάσεως ανάγκης δεν µπορεί να γίνει λόγος για αληθινή σύγκρουση καθηκόντων. Περί αυτού θα πρόκειται µόνο από την στιγµή που το καθήκον παραλείψεως του δράστη συνυπάρχει µ ένα καθήκον ενεργείας, οπότε θα τεθεί το δίληµµα «ή (θα εκπληρωθεί) το ένα (καθήκον) ή το άλλο». Συνεπώς, µε βάση την άποψη αυτή, εάν δεν υφίσταται τέτοιο καθήκον ενεργείας, έχουµε να κάνουµε µε µια κοινή περίπτωση καταστάσεως ανάγκης, όπου τα γεγονότα έχουν φέρει σε σύγκρουση δύο έννοµα αγαθά, «έτσι που η σωτηρία του ενός να έχει σαν πρακτική προϋπόθεση τη βλάβη του άλλου» και το «νοµικό δέον» να είναι «απλό και µονοσήµαντο»: «Μια και κανένα καθήκον δεν υποχρεώνει στην τέλεση της πράξης, νοµικά είναι δυνατό να µην την τελέσει ο φορέας του αγαθού που κινδυνεύει, αν είναι διατεθειµένος κι έχει την ψυχική δύναµη να υποστεί τη βλάβη που απειλείται» 6. Κοντολογίς: Άλλο η σύγκρουση εννόµων αγαθών (τότε κατάσταση ανάγκης), άλλο η σύγκρουση καθηκόντων. 9 10 11 ΙΙ. Η σύγκρουση δύο καθηκόντων ενεργείας ως µόνη αληθινή περίπτωση συγκρούσεως καθηκόντων Υποστηρίζεται, όµως, ισχυρά και η άποψη που ως αληθινή περίπτωση συγκρούσεως καθηκόντων αναγνωρίζει µόνο την σύγκρουση η οποία προκύπτει ανάµεσα σε δύο καθήκοντα ενεργείας (σύγκρουση καθηκόντων υπό στενή έννοια), εξαιρώντας από το πεδίο της την σύγκρουση ανάµεσα σ ένα καθήκον ενεργείας και σ ένα καθήκον παραλείψεως (σύγκρουση καθηκόντων υπό ευρεία έννοια), την οποία εντάσσει στο ρυθµιστικό πεδίο της καταστάσεως ανάγκης που αποκλείει το άδικο, οπότε η άρση του αδίκου θα καταφαθεί, εφόσον ο δράστης µε την πράξη του διατήρησε ακέραιο το υπέρτερο συµφέρον. Εάν, αντιθέτως, τα αλληλοσυγκρουόµενα συµφέροντα/αγαθά είναι ισάξια, τότε υποστηρίζεται ότι προβάδισµα έχει το καθήκον παραλείψεως. Παράδειγµα: Εάν κάποιος µπορεί να σώσει την ζωή του παιδιού του, σκοτώνοντας έναν άλλο άνθρωπο, οφείλει να µην τελέσει την ανθρωποκτονία. Εάν την τελέσει, τότε η πράξη του αυτή είναι άδικη, όχι όµως και καταλογιστή (άρ. 32 ΠΚ). Εάν πάλι δεν την τελέσει και αφήσει το παιδί του να πεθάνει χάριν της ζωής του άλλου παιδιού, τότε αίρεται το άδικο της παράλειψής του βάσει του άρ. 25 ΠΚ. Απεναντίας, εάν γίνει δεκτή η προηγούµενη άποψη, βάσει της οποίας στην σύγκρουση καθηκόντων εντάσσεται και η σύγκρουση ενός καθήκοντος ενεργείας µ ένα καθήκον παραλείψεως θα µπορούσε να καταφαθεί η άρση του αδίκου της ανθρωποκτονίας, εφόσον το καθήκον ενεργείας συνιστά ιδιαίτερη νοµική υποχρέωση υπό την έννοια του άρθρου 15 ΠΚ και άρα το 6 Μαγκάκης, 211. 190

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ 11 εκπληρούµενο καθήκον ενεργείας έχει ίση βαρύτητα µε το µη εκπληρούµενο καθήκον παραλείψεως 7 (για την άρση του αδίκου επί συγκρούσεως καθηκόντων ίσης βαρύτητας βλ. αµέσως παρακάτω). Α. Κριτήρια επίλυσης της σύγκρουσης Για εκείνους που στο πεδίο της συγκρούσεως καθηκόντων εντάσσουν µόνο την σύγκρουση ενός καθήκοντος ενεργείας µ ένα άλλο καθήκον ενεργείας, η επίλυση της σύγκρουσης και κατ επέκτασιν η άρση του αδίκου αντιµετωπίζεται επί τη βάσει δύο παγίως αναγνωριζοµένων κριτηρίων (τα οποία αξιοποιούνται και από εκείνους που στο πεδίο της συγκρούσεως καθηκόντων εντάσσουν επιπλέον την σύγκρουση ενός καθήκοντος ενεργείας µ ένα καθήκον παραλείψεως): Β. Πρώτο κριτήριο: Αλληλοσυγκρουόµενα καθήκοντα διαφορετικής βαρύτητας Εάν τα αλληλοσυγκρουόµενα καθήκοντα είναι διαφορετικής βαρύτητας, τότε κρίνεται δικαιολογηµένη η προσβολή του υποδεέστερου χάριν του υπέρτερου καθήκοντος. Παράδειγµα: Εάν σε µεγάλη τρικυµία πέσουν από το κατάστρωµα του πλοίου στην θάλασσα ένας άνθρωπος και µία βαλίτσα, τότε, εάν ο πλοίαρχος σώσει τον άνθρωπο και αφήσει την βαλίτσα να χαθεί, τελεί διά παραλείψεως φθορά ξένης ιδιοκτησίας, της οποίας αίρεται το άδικο λόγω συγκρούσεως καθηκόντων. Παράδειγµα: Ο φύλακας ενός µουσείου στο οποίο έχει ξεσπάσει πυρκαϊά και µπορεί να σώσει είτε ένα µικρό παιδί είτε έναν πολύτιµο πίνακα, συµπεριφέρεται δικαιολογηµένα, αν σώσει το παιδί και όχι τον πίνακα. Η διαφορετική βαρύτητα των αντιτιθέµενων καθηκόντων κρίνεται κατ αρχάς ανάλογα µε την αξία των εννόµων αγαθών, την σοβαρότητα της προσβολής και το µέγεθος του απειλούµενου κινδύνου. Ως εκ τούτου, ένας βαριά τραυ- µατισµένος έχει το προβάδισµα έναντι ενός ελαφρά τραυµατισµένου. Αντιθέτως, κανένα ρόλο δεν παίζουν ποιοτικές ή ποσοτικές όψεις της αξίας της ζωής: το ίδιο µετράει ένας βλαξ µ έναν έξυπνο, ένας νεαρός µ έναν γέροντα κ.ο.κ. Σε τέτοιες περιπτώσεις, τα αντιτιθέµενα καθήκοντα λογίζονται ως ίσης βαρύτητας (επ αυτού βλ. αµέσως παρακάτω) και γι αυτό δεν µπορεί κανείς να πει ότι πράττει άδικα ο κολυµβητής που επιλέγει να κολυµπήσει προς την κατεύθυνση που βρίσκεται ένα ναυαγός, και όχι προς εκείνη όπου βρίσκονται δύο ή περισσότεροι ναυαγοί (οι ανθρώπινες ζωές δεν υπόκεινται σε στάθµιση). 12 13 14 15 16 7 Βλ. π.χ. Ανδρουλάκη, Πανεπιστηµιακαί παραδόσεις, Γ 1986:74. 191

17 18 19 20 21 22 23 11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ Τέλος, γίνεται δεκτό ότι η ιδιαίτερη νοµική υποχρέωση του άρθρου 15 ΠΚ έχει κατ αρχήν το προβάδισµα σε σχέση µε το καθήκον παροχής βοηθείας του άρ. 307 ΠΚ. Παράδειγµα: Ένας πατέρας που βλέπει να κινδυνεύει σε δυστύχηµα η ζωή του παιδιού του, αλλά και του παιδιού ενός τρίτου, δεν πράττει άδικα, αν σώσει την ζωή του παιδιού του. Διαφορετικά θα είχε το πράγµα, µόνο αν κινδύνευε η ζωή του παιδιού του τρίτου, όχι όµως και του δικού του παιδιού: δεν θα ήταν εποµένως δικαιολογηµένος, αν π.χ. προτιµούσε να περιποιηθεί το ελαφρύ τραύµα του παιδιού του, αφήνοντας αβοήθητο το βαριά τραυµατισµένο παιδί του τρίτου. Γ. Δεύτερο κριτήριο: Αλληλοσυγκρουόµενα καθήκοντα ίσης βαρύτητας Εάν τα αλληλοσυγκρουόµενα καθήκοντα είναι ίσης βαρύτητας, τότε, σύµφωνα µε την κρατούσα γνώµη, ο δράστης είναι δικαιολογηµένος, όποιο καθήκον κι αν παραβίασε εδώ είναι ελεύθερος να επιλέξει κατά το δοκούν το καθήκον που θα εκπληρώσει. Παράδειγµα: Ένας τραυµατιοφορέας ασθενοφόρου που δεν προλαβαίνει να κάνει τεχνητή αναπνοή παρά µόνο στον ένα ασθενή, ένας γιατρός που δεν προλαβαίνει να πάει παρά µόνο σ έναν από τους δύο ετοιµοθάνατους ασθενείς του, οι οποίοι τον κάλεσαν τηλεφωνικώς, ή ένας πατέρας που δεν προλαβαίνει να βγάλει από τις φλόγες παρά µόνο το ένα από τα δύο παιδιά του είναι δικαιολογηµένοι από την στιγµή που σώζουν τουλάχιστον το ένα από τα δύο κινδυνεύοντα πρόσωπα. Εδώ επισηµαίνεται ότι ο δράστης αξιοποιεί τις δυνατότητες που έχει και σώζει όσους µπορεί, ενώ τους άλλους «τους αφήνει στην µοίρα τους, χωρίς να αναµιγνύεται σ αυτή» 8. Σύµφωνα, όµως, µε µια µειοψηφούσα γνώµη, όποιο καθήκον κι αν προκρίνει ο δράστης, σε κάθε περίπτωση πράττει άδικα, αλλά όχι καταλογιστά. Όπως, εν τούτοις, επισηµαίνεται κατά της άποψης αυτής, εκεί όπου η έννοµη τάξη δεν είναι σε θέση να πει τι είναι το σωστό (αυτή δεν µπορεί να αξιώνει το ανέφικτο, δηλ. την εκπλήρωση και των δύο καθηκόντων impossibilium nulla est obligatio / ultra posse nemo obligatur), δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί η ύπαρξη εσφαλµένης συµπεριφοράς και το µόνο που µπορεί να αποδοκιµασθεί είναι η µοίρα και όχι ο υποτασσόµενος σ αυτήν άνθρωπος, αποδέκτης δε του κανόνα Δικαίου είναι αυτός ο τελευταίος και όχι η µοίρα. 8 Μαγκάκης, 218. 192

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ 11 Εάν ο βαρυνόµενος µε την εκπλήρωση των αντικρουόµενων καθηκόντων παραλείψει την εκπλήρωση και των δύο (ή των περισσότερων), τότε πράττει άδικα, αφού µπορούσε να ανταποκριθεί τουλάχιστον στο ένα από τα δύο καθήκοντά του. Κατά µίαν άποψη, στην περίπτωση αυτή της καθολικής του αδρανείας, ο δράστης θα χρεωθεί την παραβίαση ενός µόνο καθήκοντός του, ενώ κατ άλλην άποψη θα χρεωθεί την παραβίαση και των δύο καθηκόντων του. 24 ΙΙΙ. Η σύγκρουση ενός καθήκοντος ενεργείας µ ένα καθήκον παραλείψεως: Τα διλήµµατα ζωής και θανάτου Εκείνοι που στο πεδίο της συγκρούσεως καθηκόντων εντάσσουν και την σύγκρουση ενός καθήκοντος ενεργείας µ ένα καθήκον παραλείψεως διακρίνουν τις ακόλουθες υποπεριπτώσεις συγκρούσεως καθηκόντων ( διλήµµατα ζωής και θανάτου 9 ), όπου συγκρούεται το καθήκον παροχής βοηθείας µε το καθήκον παραλείψεως θανάτωσης, δηλ. την απαγόρευση ανθρωποκτονίας. Το αν θα γίνει δεκτό ότι η εκάστοτε σύγκρουση καθηκόντων αίρει το άδικο προτείνεται, κατά την µάλλον κρατούσα άποψη στην ελληνική επιστήµη, να αποφασισθεί µε βάση το κριτήριο αν ο δράστης που εκπληρώνει το ένα καθήκον εις βάρος του άλλου αναλαµβάνει ή όχι τον ρόλο της καταστρεπτικής µοίρας 10. Αν τον αναλαµβάνει, τότε κατά βάσιν δεν αίρεται το άδικο, αν δεν τον αναλαµβάνει, τότε το άδικο αίρεται. Α. Σωρευτική κοινότητα ανισοβαρών κινδύνων Εδώ από την µια µεριά υπάρχουν εκείνοι που έχουν δυνατότητα σωτηρίας και από την άλλοι εκείνοι που είναι ξοφληµένοι και που, αν θυσιαστούν, τότε οι πρώτοι θα σωθούν. Παράδειγµα: Δύο ορειβάτες, δεµένοι στο ίδιο σχοινί, γλιστρούν και κρέµονται πάνω από τους βράχους. Αν τρίτος κόψει το σχοινί, εκείνος που βρίσκεται πιο κοντά στο χείλος του γκρεµού, θα χαθεί µια ώρα αρχίτερα, αλλά ο άλλος που βρισκόταν από πάνω του θα σωθεί. Στην περίπτωση αυτή, το καθήκον παροχής βοηθείας θεωρείται ως το µόνο in concreto δεσµευτικό, διότι «η ίδια η µοίρα έκανε την επιλογή της και µερικούς από αυτούς που κινδυνεύουν τους ευνόησε µε µια δυνατότητα σωτηρίας, ενώ τους άλλους του καταδίκασε» 11. Εκείνος δε που εκπληρώνει το 25 26 27 28 9 Ο χαρακτηρισµός ανήκει στον Ανδρουλάκη, 426. 10 Mangakis, ό.π., 472 κ.ε. 11 Μαγκάκης, 219. 193

11 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β : Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ καθήκον παροχής βοηθείας παραβιάζοντας την απαγόρευση ανθρωποκτονίας ενεργεί στο πλαίσιο συγκρούσεως καθηκόντων που αίρει το άδικο, στο µέτρο που ακολούθησε την απόφαση της µοίρας, συµβάλλοντας στην διάσωση των ευνοηµένων από αυτήν. Το ίδιο θα ίσχυε, βεβαίως, κι αν έκοβε το σχοινί όχι τρίτος, αλλά εκείνος που βρισκόταν πάνω από τον ξοφληµένο : καθήκον του πρώτου να συνοδεύσει τον δεύτερο στον θάνατο δεν υπάρχει! Στην εδώ παρατιθέµενη κατηγορία συγκρούσεως καθηκόντων υποστηρίζεται, κατά την µάλλον κρατούσα άποψη στην γερµανική επιστήµη, ότι µπορεί να ενταχθεί και η περίπτωση της κατάρριψης ενός αεροπλάνου που έχει καταληφθεί από τροµοκράτες (θυσιάζονται οι ξοφληµένοι επιβάτες), προκειµένου να αποφευχθεί η µεγαλύτερη συµφορά που θα προκληθεί από την πρόσκρουση του αεροπλάνου σ ένα πολυώροφο κτήριο την ώρα που εργάζονται µέσα σ αυτό χιλιάδες άνθρωποι. 29 30 31 32 33 Β. Σωρευτική κοινότητα ισοβαρών κινδύνων Εδώ απειλείται εξίσου η ζωή δύο ή περισσότερων ανθρώπων, εκ των οποίων µερικοί µπορούν να σωθούν, εάν θυσιασθούν κάποιοι άλλοι, διαφορετικά όλοι είναι χαµένοι. Παράδειγµα: Εάν από το αερόστατο που ξαφνικά χάνει ύψος, διότι υπέστη βλάβη, δεν πεταχτούν κάποιοι επιβάτες, αυτό θα συντριβεί και θα σκοτωθούν όλοι τους. Στην περίπτωση αυτή, «η µοίρα κανέναν από αυτούς που κινδυνεύουν δεν έχει ευνοήσει και κανέναν δεν έχει οριστικά καταδικάσει» 12. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα «απόλυτα τραγικό ηθικό δίληµµα, που µε κανένα τρόπο δεν µπορεί ορθολογικά να λυθεί» 13. Γι αυτόν τον λόγο, υποστηρίζεται ότι η επιλογή τού ποιος θα σωθεί και ποιος θα θυσιασθεί πρέπει να ανήκει στον φορέα των καθηκόντων (π.χ. τον χειριστή του αερόστατου), ο οποίος αναλαµβάνει µεν τον ρόλο της καταστρεπτικής µοίρας, χωρίς όµως να µπορεί να ειπωθεί ότι αυτός προκάλεσε τον άδικο χαµό τους. Γ. Διαζευκτική κοινότητα κινδύνων Εδώ απειλείται η ζωή ενός ή περισσοτέρων προσώπων, τα οποία µπορούν να σωθούν, εάν θανατωθούν κάποια άλλα πρόσωπα, που µέχρι εκείνη την στιγµή βρίσκονταν εκτός κινδύνου. Παράδειγµα: Ο σταθµάρχης βλέπει ξαφνικά να κατευθύνεται ένα ακυβέρνητο βαγόνι µε τρόφιµα πάνω σ ένα βαγόνι γεµάτο από επιβάτες και, για να σώσει την ζωή τους, αλλάζει την ρύθµιση των γραµµών, εκτρέποντάς το στο σηµείο 12 Μαγκάκης, 220. 13 Μαγκάκης, ό.π. 194

ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΚΑΘΗΚΟΝΤΩΝ 11 όπου βρίσκονται µερικοί εργάτες, οι οποίοι παρασύρονται από την ορµή του και σκοτώνονται. Και στην περίπτωση αυτή, ο σταθµάρχης αναλαµβάνει τον ρόλο της καταστρεπτικής µοίρας, σε αντίθεση όµως µε την προηγούµενη περίπτωση, εδώ «η απαγόρευση της ανθρωποκτονίας διατηρεί in concreto την δεσµευτικότητά της» 14. Ως εκ τούτου, όποιος την παραβιάζει, ανατρέπει την επιλογή της µοίρας και ενεργεί άδικα. Δ. Κατάσταση ανάγκης που αποκλείει τον καταλογισµό πέρα του τεθειµένου Δικαίου Τα δύο πρώτα παραδείγµατα, τα οποία µε βάση την προµνηµονευθείσα άποψη αξιολογούνται ως περιπτώσεις συγκρούσεως καθηκόντων που αίρει το άδικο, αντιµετωπίζονται ως περιπτώσεις άρσεως του καταλογισµού πέρα του τεθειµένου Δικαίου (ο δράστης δεν ανήκει στον κύκλο των προσώπων που µνηµονεύονται ρητά στο άρ. 32 ΠΚ βλ. και παρακάτω, 20, πλαγιάρ. 62) από εκείνους που υπάγουν την σύγκρουση ενός καθήκοντος ενεργείας µ ένα καθήκον παραλείψεως στο πεδίο της καταστάσεως ανάγκης και άρα για την άρση του αδίκου της επίµαχης πράξεως αξιώνουν το εκπληρωθέν καθήκον να οδηγεί σε διατήρηση του υπέρτερου συµφέροντος. Και στις τρεις, όµως, περιπτώσεις που αναφέρθηκαν αµέσως παραπάνω, τα αντιτιθέµενα καθήκοντα έχουν ως αντικείµενο την διατήρηση ή την µη προσβολή της ανθρώπινης ζωής, η οποία, όπως λέγεται χαρακτηριστικά «ως απόλυτα προστατευόµενο έννοµο αγαθό δεν υπόκειται ούτε σε ποιοτικές διαβαθµίσεις ούτε σε ποσοτικές προσθαφαιρέσεις» 15. Ειδικότερα, στο Ποινικό Δίκαιο δεν ισχύει η κλασική αριθµητική του τύπου 1+1 = 2, αλλά µια ιδιάζουσα αριθµητική του τύπου 1 = 16. Τα παραπάνω σηµαίνουν ότι µας αφήνει αδιάφορους το γεγονός ότι ο θυσιαζόµενος µπορεί να είναι ξοφληµένος, διανοητικά καθυστερηµένος, υπέργηρος ή να έχει απέναντι του ένα πλήθος ανθρώπων που θα σωθούν, αν εκείνος χαθεί. Συνακόλουθα, όποιος ενεργεί εις βάρος αυτού του προσώπου, για να διατηρήσει στην ζωή είτε εκείνον που έχει πιθανότητες να ζήσει ή που διανοητικά/ηλικιακά υπερέχει έναντι του θυσιαζοµένου είτε τους πολλούς που βρίσκονται στην άλλη πλευρά της πλάστιγγας, πράττει άδικα. Εκκινώντας από την ηθική αφετηρία ότι κάθε πρόσωπο είναι µοναδικό, η λογική της αποσόβησης του µεγαλύτερου κακού διά της προκλήσεως ενός µικρότερου κακού (the lesser evil) µπορεί να οδηγήσει σε αποκλεισµό µόνο της ενοχής του. Για µια αποκλίνουσα άποψη βλ. παρακάτω, 20, πλαγιάρ. 53. 34 35 14 Μαγκάκης, ό.π. 15 Ανδρουλάκης, 418. Βλ. και υπό 10, πλαγιάρ. 40-44. 16 Ανδρουλάκης, ό.π. 195