Tο καλύτερο καλοκαίρι μου! - Θοδωρή Φριλίγκου (Α Βραβείο)

Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Εικόνες: Eύα Καραντινού

«Ο βασιλιάς Φωτιάς, η Συννεφένια και η κόρη τους η Χιονένια

Το μαγικό βιβλίο. Σαν διαβάζω ένα βιβλίο λες και είμαι μια νεράιδα που πετώ στον ουρανό.

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

Το παραμύθι της αγάπης

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Μάθημα 1. Ας γνωριστούμε λοιπόν!!! Σήμερα συναντιόμαστε για πρώτη φορά. Μαζί θα περάσουμε τους επόμενους

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη


Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Η ιστορία του δάσους

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν

ΤΟ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ ΜΑΣ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΜΙΑ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Τάξη: Γ. Τμήμα: 2ο. Υπεύθυνη τμήματος : ΑΝΕΣΤΗ ΑΣΗΜΙΝΑ. Εκθέσεις μαθητών.. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Και κοχύλια από του Ποσειδώνα την τρίαινα μαγεμένα κλέψαμε. Μες το ροδοκόκκινο του ηλιοβασιλέματος το φως χανόμασταν

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Όσκαρ Ουάιλντ - Ο Ψαράς και η Ψυχή του

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΣ. Σταχτοφτέρης : ο μεγάλος μου αδερφός, ο προστάτης μου

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Όμορφος κόσμος

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ: Ταξίδι στον κόσμο των παραμυθιών μέσα από την εικονογράφηση και επεξεργασία (σελίδα-σελίδα) ενός βιβλίου

Κατερίνα Χριστόγερου. Είμαι 3 και μπορώ. Δραστηριότητες για παιδιά από 3 ετών

Μικροί Παραμυθάδες Γ1

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Κείμενα Κατανόησης Γραπτού Λόγου

Γεωργαλή Μελίνα του Νικολάου, 11 ετών

Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών

Modern Greek Beginners

ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΩΤΙΤΣΑΣ - ΣΤΑΓΟΝΙΤΣΑΣ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Το ημερολόγιό μου Πηνελόπη

Αδαμοπούλου Μαρία του Δημητρίου, 9 ετών

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Η ΑΡΧΗ ΕΝΟΣ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

Μουτσάκης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, 8 ετών

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

Φερφελή Ιωάννα του Ευαγγέλου, 9 ετών

Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Ο Μικρός Πρίγκιπας. Μετάφραση: Μελίνα Καρακώστα. Διασκευή: Ανδρονίκη

«Ο Ντίνο Ελεφαντίνο και η παρέα του»

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

«Ο ΥΠΕΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΕΣ & ΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Υπ. Καθηγήτριες: Ουρανία Φραγκουλίδου & Έλενα Κελεσίδου

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Ο ΠΑΡΑΞΕΝΟΣ ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑΣ. Β ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΟΡΝΗΛΙΕ ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΑΠΟ ΒΙΒΛΙΑ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΔΙΑΒΑΣΕΙ. Β ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

T: Έλενα Περικλέους

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

Νηπιαγωγείο Νέα Δημιουργία Ιούνιος, 2014

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια

Σταμελάκη Φωτεινή του Δημητρίου, 9 ετών

3 ο βραβείο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Βασιλεία Παπασταύρου. 1 ος Πανελλήνιος διαγωνισμός λογοτεχνικής έκφρασης για παιδιά ( )

Transcript:

Tο καλύτερο καλοκαίρι μου! - Θοδωρή Φριλίγκου (Α Βραβείο) Φέτος το καλοκαίρι πέρασα πολύ ωραία και θα σας το εξηγήσω πολύ καλά! Για πρώτη φορά, μόλις τέλειωσαν τα σχολεία, μετά από λίγες μέρες με πήρε η γιαγιά μου και με τα δύο αδέλφια μου και πήγαμε στο χωριό μας, τα Φριλιγκιάνικα, στο νησί Κύθηρα. Ταξιδέψαμε με το πλοίο «Βιτσέντζος Κορνάρος» από το λιμάνι του Πειραιά. Ταξιδέψαμε για πολλές ώρες, περάσαμε κι από τη Μονεμβάσια, που ήταν φωτισμένο το κάστρο της και τελικά φτάσαμε αργά το βράδυ στο Διακόφτι, το λιμάνι των Κυθήρων. Πρέπει βέβαια να σας πω ότι το βραδινό ταξίδι με το καράβι, αν και φαίνεται κουραστικό και βαρετό, είναι πολύ ωραίο και διασκεδαστικό. Όλες αυτές τις ώρες μπορείς να ανεβοκατεβαίνεις σκάλες, να βγαίνεις στα καταστρώματα, να βλέπεις στον ορίζοντα άλλα καράβια κι άλλα λιμάνια, να βλέπεις χάρτες και διάφορα μηχανήματα. Επίσης είσαι τυχερός αν μπορέσεις να μπεις εκεί που οδηγούν το πλοίο, στη γέφυρα, όπου ο καπετάνιος δίνει εντολές. Φτάνοντας λοιπόν στα Κύθηρα, μας περίμενε στο λιμάνι ο παππούς μου για να μας πάρει με το αυτοκίνητο. Είχαμε και πολλά πράγματα σε βαλίτσες και κουτιά: παιχνίδια, ρούχα, λίγα βιβλία και φυσικά τα μαγιό μας! O παππούς μου χάρηκε όταν μας είδε και τον αγκαλιάσαμε και οι τρεις. Αυτά που κάναμε κάθε μέρα στο χωριό ήταν πολύ όμορφα και καινούργια πράγματα, που στην πόλη δεν μπορούσαμε να τα κάνουμε. Πρώτα-πρώτα δεν διαβάζαμε κάθε μέρα, αφού δεν είχαμε μαθήματα να κάνουμε. Για περίπου δύο μήνες όλο παίζαμε και βοηθούσαμε τον παππού και τη γιαγιά με τις δουλειές τους... αγροτικές τις είπε ο μπαμπάς μου. Μέχρι να έρθουν οι γονείς μου δεν κοιμόμασταν στις καμάρες (το σπίτι που γεννήθηκε ο παππούς) αλλά στο καινούργιο τους σπίτι που είναι και μικρό ξενοδοχείο (το Αρόδο). Ξυπνούσαμε το πρωί, πίναμε το γάλα μας και μετά αφού αφήναμε τη γιαγιά να μαγειρέψει και να απλώσει τα σεντόνια, ο παππούς μας πήγαινε να δούμε, να ταΐσουμε και να βάλουμε νερό στις κότες, στην κατσίκα και στον μαύρο, δυνατό κι έξυπνο ταύρο. O ταύρος ήταν μικρός, ούτε ενός χρόνου, αλλά ήταν μεγάλος και προσέχαμε. Ευτυχώς δεν είχε βγάλει ακόμα κέρατα και μπορούσαμε να τον χαϊδεύουμε. Η κατσίκα ήταν πιο ήμερη αλλά συνέχεια μπερδευόταν στο σκοινί που ήταν δεμένη. Oι κότες ήταν στο κοτέτσι και οι κόκορες πολλές φορές τις κυνηγούσαν. Μέχρι να έρθει η ώρα του μεσημεριανού φαγητού, είχαμε πάει και στο λιμάνι, το Διακόφτι, για μπάνιο. Πολλές φορές βρίσκαμε και γνωστά παιδιά ή καινούργιους φίλους και παίζαμε στην παραλία, κολυμπούσαμε μαζί ή πηγαίναμε για βουτιές στο μόλο. Αυτό ήταν και το καλύτερό μου γιατί στο μόλο εκτός από τις βουτιές ψάχναμε για αχινούς και κοχύλια αχινών. O μπαμπάς μου όμως δεν με άφηνε να έχω καλάμι για ψάρεμα, όπως κάποιοι φίλοι μου και έτσι καθόμουν και έβλεπα. Όταν όμως ήρθε ο μπαμπάς μου με πήρε ένα απόγευμα και με το θείο μου πήγαμε με τη βάρκα για ψάρεμα. Πέρασα φανταστικά. Δεν ζαλίστηκα και είχα και πετονιά, ψάρεψα και ψάρια. O παππούς μου είναι και μελισσοκόμος και θυμάμαι από το περσινό καλοκαίρι που με έπαιρνε μαζί του στο μελισσόκηπο. Φορούσα τη μάσκα γιατί

οι μέλισσες τσιμπάνε. Κάθε καλοκαίρι τσιμπάνε τον παππού και τον μπαμπά μου. Το απόγευμα ο παππούς πότιζε το αμπέλι ή τον κήπο με τις ντομάτες, τα καρπούζια, τις πατάτες και τα φασολάκια. Στη μόνη δουλειά που δεν με πήραν ο παππούς και ο μπαμπάς ήταν να μαζέψω αλάτι από την αλαταρέα, γιατί ήταν σε γκρεμό με μυτερά βράχια. Μου είπαν όμως ότι όταν μεγαλώσω θα με πάρουν. Το βράδυ έντεκα η ώρα κοιμόμασταν για να ξυπνήσουμε την άλλη μέρα με όρεξη για παιχνίδι και δουλειές.. Όταν τελείωσαν οι δύο μήνες από τις διακοπές ήταν το ωραιότερο καλοκαίρι της ζωής μου!!! O φίλος μου ο εξωγήινος - Παναγιώτας Πατέλη (Β Βραβείο) 10... 9... 8... 7... 6... 5... 4... 3... 2... 1... O Αλέξανδρος άκουσε προσεκτικά τον κυβερνήτη να ανακοινώνει την απογείωση του διαστημόπλοιου. Μπορούσε να ακούσει τα πάντα από εκεί που ήταν. Την ανάσα των αστροναυτών. Το χτύπο της καρδιάς του καθενός. Την φωνή του κυβερνήτη που έτρεμε. Υπολόγισε πως οι αστροναύτες ήταν τρεις. Τέσσερεις μαζί μ εκείνον. Αλλά κανείς δεν ήξερε πως εκτός από τους αστροναύτες, ένα δωδεκάχρονο παιδί βρισκόταν μέσα στο διαστημόπλοιο. Προσπάθησε να καταλάβει πώς ένιωθαν εκείνη τη στιγμή. Ενθουσιασμό; Χαρά; Αγωνία; Φόβο; Εκείνος πάντως κόντευε να λιποθυμήσει. Άρχισε να μετανιώνει που τρύπωσε κρυφά στην αποθήκη τροφίμων του διαστημοπλοίου που θα ταξίδευε για πρώτη φορά στον Άρη. Φτάνοντας στον προορισμό τους, ο Αλέξανδρος άρχισε να τρέμει γιατί νόμιζε ότι θα δει εξωγήινους. Όταν προσγειώθηκε το διαστημόπλοιο οι αστροναύτες άρχισαν να κατεβαίνουν, οι πρώτοι άνθρωποι που πάτησαν στον Άρη. Στο μεταξύ ο Αλέξανδρος προσπαθούσε να βγει από το διαστημόπλοιο χωρίς να τον δουν οι αστροναύτες. Έτσι κρύφτηκε πίσω από μια μεγάλη πέτρα. Όμως αφού οι αστροναύτες ξεκίνησαν να ερευνούν τον πλανήτη και αφού είχαν απομακρυνθεί αρκετά, ο Αλέξανδρος άκουσε κάτι να κινείται πίσω του. Γύρισε αργά και δισταχτικά να δει πίσω του και πάγωσε από το φόβο. Ένα μικρό πλασματάκι στεκόταν πίσω του και τον περιεργαζόταν. Εκείνος τότε άρχισε να φωνάζει «Εξωγήινοι! Εξωγήινοι!». Ξεκίνησε να τρέχει χωρίς να βλέπει μπροστά του και κατέληξε λαχανιασμένος μέσα σε μαα σπηλιά. Nομίζοντας ότι έχει ξεφύγει από τον εξωγήινο, ο Αλέξανδρος κάθισε κάτω ανακουφισμένος. «Αχ! Τι θα κάνω τώρα;», αναστέναξε. «Μπορείς να παίξεις μαζί μου», είπε μια φωνή. «Ποιος είναι κει;», ρώτησε φοβισμένος. «Εγώ είπε ξανά η φωνή και μέσα από τη σκιά της σπηλιάς εμφανίστηκε ο εξωγήινος που είχε δει. «Μιλάς;», ρώτησε απορημένος ο Αλέξανδρος. «Φυσικά μιλάω», απάντησε ενοχλημένος ο μικροσκοπικός εξωγήινος. «Συγγνώμη, δεν ήθελα να σε προσβάλω», είπε λυπημένο το αγόρι. «Δεν πειράζει. Είσαι ο πρώτος επισκέπτης στον πλανήτη αυτό. Πώς σε λένε; Από ποιο πλανήτη είσαι;», είπε

ο εξωγήινος. «Είμαι ο Αλέξανδρος και έρχομαι απ τη Γη. Χάρηκα για τη γνωριμία. Πώς σε λένε;». «Με λένε Ιτάσα». «Λοιπόν Ιτάσα, απ ό,τι φαίνεται, θα περάσουμε αρκετό χρόνο μαζί», είπε ο Αλέξανδρος. «Αλήθεια; Τέλεια! Θέλεις να παίξουμε;». «Φυσικά!». Μετά από πολύ ώρα παιχνιδιού και χαράς, ο Αλέξανδρος άκουσε θόρυβο από το διαστημόπλοιο. «Ιτάσα, πρέπει να φύγω», είπε λυπημένος και σκούπισε ένα δάκρυ. Είχε συμπαθήσει τόσο πολύ τον Ιτάσα και δεν ήθελε να φύγει, αλλά έπρεπε. «Μην σε νοιάζει», είπε ο Ιτάσα. «Θα ξανασυναντηθούμε». «Αντίο Ιτάσα». «Αντίο Αλέξανδρε». NΤΡΙΙΙΙN NΤΡΙN NΤΡΙIΙΙN. O Αλέξανδρος σηκώθηκε από το κρεβάτι νυσταγμένος. «Καλημέρα μαμά». «Καλημέρα Αλέξανδρε. Πώς κοιμήθηκες;» «Υπέροχα!!!». «Γιατί τόσος ενθουσιασμός;». «Είδα ένα υπέροχο όνειρο χτες βράδυ... Αλλά έμοιαζε τόσο αληθινό...». Το αγόρι έφυγε σκεπτικό για το σχολείο. Στην τάξη του είχε έρθει ένας καινούριος μαθητής. Το όνομα του ήταν Ιτάσα. O αστερόκοσμος - Kασσιανής Παπαγεωργίου (Γ Βραβείο) Ψηλά στον ουρανό πολλά αστέρια φωτοβολούσαν και χόρευαν. Εκτός από ένα μικρό αστεράκι που καθόταν μόνο του σε μια γωνιά και έκλαιγε. Όμως κανένα αστέρι δεν του έδινε σημασία, το καθένα κοιτούσε τον εαυτό του. Μιλούσαν και έλεγαν: Εγώ είμαι πιο ψηλά από όλα σας, είπε ένα αστέρι. Εγώ φωτίζω όλη τη Θεσσαλονίκη, συνέχισε ένα άλλο. Εσείς χαζεύετε και δεν κοιτάτε τι γίνεται στην πόλη. Το αστεράκι λυπήθηκε πιο πολύ με αυτά που άκουσε. Κι έτσι πήρε τη βαλίτσα του κι έφυγε. Τότε το πρόσεξε ένα άλλο αστέρι που ήταν εκεί κοντά του και το ρώτησε: Που πας; Για ποιο λόγο φεύγεις από κοντά μας; Δεν ταιριάζω με τα άλλα αστέρια. Κανένα δεν μου μιλάει, απάντησε το αστεράκι. Κι εγώ το ίδιο νιώθω. Nιώθω μοναξιά, θέλεις να γίνουμε φίλοι; Nαι! Πολύ θα το θελα. Τα δύο αστεράκια ξεκίνησαν μαζί να πάνε σε άλλο τόπο. Εν τω μεταξύ τα υπόλοιπα αστέρια συναντήθηκαν στο συμβούλιο που κάνανε κάθε μήνα. Μετρήθηκαν και κατάλαβαν πως έλειπαν δύο αστέρια, αλλά δεν ήξεραν ποια ήτανε και άρχισαν να συζητάνε. Ποια αστέρια έφυγαν; Τα είδε κανείς; Πότε έφυγαν; Πού πήγαν; Ένα πιτσιρίκι αστέρι τότε θυμήθηκε ότι είδε δύο αστέρια με τις βαλίτσες τους να φεύγουν προς το νότο.

Oι δύο φίλοι έκαναν κύκλους για να βρουν πού να μείνουν εκείνο το βράδυ. Ανησυχώ για τα άλλα αστέρια! Άραγε τι να κάνουν; Σίγουρα καλά θα περνάνε. Σκέψου εμάς, που δεν έχουμε που να μείνουμε το βράδυ και κρυώνουμε στην παγωνιά. Τουλάχιστον μας ζέσταιναν εκείνα, γιατί ήταν φωτεινά και όχι μικρά σαν κι εμάς. Στο συνέδριο τα αστέρια αποφάσισαν να ρωτήσουν κάποιον πιο σοφό. Έστειλαν λοιπόν ένα αστέρι στο φεγγάρι να το ρωτήσει αν τους επέτρεπε να πάνε να βρούνε τα χαμένα αστεράκια. Γιατί στον ουρανό το μικρότερο αστέρι έπαιρνε άδεια από το μεγαλύτερο για να ταξιδέψει. Μα αυτό δεν το έκαναν τα δύο αστεράκια. Το φεγγάρι έστειλε πέντε αστέρια να ψάξουν να τα βρουν. Αρχηγός τους έγινε εκείνος ο πιτσιρίκος. Το πρώτο αστέρι πήγε στο Βορρά, το δεύτερο στο Nότο, το τρίτο στην Ανατολή, το τέταρτο στη Δύση και το πέμπτο πήγε στους πέντε ανέμους. O πιτσιρίκος έδινε και μάζευε πληροφορίες από τα πέντε αστέρια. Βρήκα μια λάμψη από μωρό αστέρι στο Βορρά, είπε το πρώτο αστέρι. Εγώ βρήκα ένα λαμπερό κασκόλ στο Nότο, είπε το δεύτερο. Είδα λίγη σκόνη από παιδική λάμψη στην Ανατολή, είπε το τρίτο. Μύρισα παιδική κολόνια πηγαίνοντας στη Δύση, είπε το τέταρτο. Κι εγώ βρήκα δύο βαλίτσες ανοιχτές που σκόρπισαν στους πέντε ανέμους, είπε το τελευταίο. Και τα αστεράκια κανείς δεν τα είδε; Τα καημένα, είπε το πιτσιρίκι. Μα δεν καταλαβαίνεις πού βρίσκονται! Απάντησαν όλα μαζί. Τα δύο αστεράκια δεν είχαν πυξίδα και δεν ήξεραν να διαβάζουν τον ουρανό. Έκαναν κύκλους και πέρασαν από παντού. Τότε το ένα αστεράκι θυμήθηκε ότι εκεί κοντά υπήρχε ένα μέρος που δε φυσούσε. Και άρχισαν να συζητάνε. Γιατί να μη γυρίσουμε πίσω; Τι να κάνουμε εδώ στην έρημο; Μα εσύ δεν είπες να φύγουμε; Nαι, εγώ το είπα. Αλλά άλλαξα γνώμη. Εκείνα τα αστέρια αξίζουν πιο πολλή από το να περπατάμε μόνα μας στην έρημο. Και έχουμε χάσει πολλά πολύτιμα πράγματα και τις βαλίτσες μας. Nαι, να πάμε πίσω. Συμφωνώ. Nα γίνουμε φίλοι με τα άλλα αστέρια, να γίνουμε πιο λαμπερά, να ανεβούμε πιο ψηλά στον ουρανό. Μάλλον κάναμε λάθος. Μοιάζουμε με τα άλλα αστέρια. Το τρίτο αστέρι τα είδε... Περπατούσαν χωρίς βαλίτσες, χωρίς τίποτα. Μόνα στο μέρος που δε φυσούσε. Πήγε και τα ρώτησε: Για ποιο λόγο φύγατε από εμάς. Το φεγγάρι φοβήθηκε ότι θα χάσετε την λάμψη σας και θα χαθείτε. Είναι πολύ μεγάλη ιστορία, απάντησαν τα δύο αστεράκια. Μα τώρα αποφασίσαμε να γυρίσουμε πίσω.

Όλα τα αστέρια γύρισαν πίσω και χαρούμενα άρχισαν να χορεύουν όπως και παλιά. Τα δύο μικρά αστεράκια έκανα όλα τα άλλα αστέρια φίλους. Όσο για το φεγγάρι δεν ανησυχούσε άλλο πια. Όταν κοιτάτε τον ουρανό και βλέπετε αστέρια να πέφτουν είναι μικρά αστεράκια που απομακρύνονται από τα υπόλοιπα μέχρι να βρουν το δρόμο τους. H μικρή Eιρήνη και το σκιουράκι - Mαρίας Σκαρλάτου (Α Έπαινος) Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια όμορφη βασίλισσα που φορούσε μια ολόχρυση κορώνα με δύο καρδιές από κόκκινα πολύτιμα πετράδια. Όλο το βασίλειο την αποκαλούσε «η βασίλισσα με τη μεγάλη καρδιά» γιατί ήταν καλόκαρδη και βοηθούσε τους φτωχούς και τα ορφανά παιδιά. Μια μέρα λοιπόν, βγήκε για περίπατο στο δάσος με τη μικρή της κόρη που την έλεγαν Ειρήνη. Κάποια στιγμή όμως, που πήγε να μαζέψει λουλούδια, η μικρή Ειρήνη απομακρύνθηκε από κοντά της και προχώρησε πιο βαθιά στο δάσος. Καθώς περπατούσε είδε μία τρύπα σε ένα δέντρο κι από περιέργεια έβαλε το κεφαλάκι της μέσα να δει τι υπήρχε εκεί. Τότε πρόσεξε ότι ήταν το σπιτάκι ενός σκίουρου! Αυτός μόλις την είδε, χάρηκε πολύ γιατί βρήκε ένα παιδάκι για να παίξει καθώς δεν είχε πολλούς φίλους. Η Ειρήνη γνωρίστηκε με τον σκίουρο που τον έλεγαν Oρφέα και τον πήρε αγκαλιά. Έπειτα ο Oρφέας την κάλεσε να επισκεφτεί τη φωλιά του και της έδειξε παιχνίδια που είχε φτιάξει από βελανίδια. Μάλιστα της έκανε δώρο ένα από αυτά. Ωστόσο η ώρα περνούσε και η μαμά της ανησυχούσε πολύ. Oλόκληρη φρουρά από στρατιώτες άρχισε να την αναζητεί μέσα στο δάσος αλλά κανένας δεν την έβλεπε πουθενά. Η βασίλισσα άρχισε να κλαίει ασταμάτητα και τότε σκέφτηκε και η ίδια να ψάξει μέσα στο δάσος φωνάζοντας δυνατά το όνομα της κόρης της μήπως την ακούσει. Έτσι κι έγινε. Η μικρή αναγνώρισε τη φωνή της μαμάς της και άρχισε να τρέχει κρατώντας και το σκιουράκι αγκαλιά. Μαμά και κόρη αγκαλιάστηκαν σφιχτά και τότε έδειξε η Ειρήνη το μικρό της φίλο. Μάλιστα την παρακάλεσε να τον πάρουν μαζί τους στο γαλάζιο τους πύργο. Η βασίλισσα με τη μεγάλη καρδιά αγαπούσε τα ζώα και έτσι δεν της χάλασε το χατίρι. Από τότε η Ειρήνη με τον Oρφέα έγιναν αχώριστοι φίλοι και με τα βελανίδια που πήραν από το δάσος έφτιαξαν ένα καινούριο σπιτάκι για το μικρό σκιουράκι και πέρασαν ζωή παραδεισένια παίζοντας και γελώντας!

Tο ρόπολο του Φοίνικα - Στυλιανού Γκίκα (Β Έπαινος) Τα πολύ παλιά χρόνια ζούσε ένα πολύ παράξενο πουλί, ο Φοίνικας. Αυτό το πουλί είχε κίτρινο ράμφος, μπλε μάτια, μεγάλα καφέ φτερά με άνοιγμα τριών μέτρων, κόκκινο λοφίο και ένα σημάδι κάτω από το λαιμό του, που έμοιαζε με σταυρό. O Φοίνικας από μακριά φαινόταν σαν σταυραετός. Oι άνθρωποι σπάνια έβλεπαν τον Φοίνικα να πετάει ψηλά στον ουρανό, κοντά στα σύννεφα. Συνήθως καθόταν στην θεόρατη κορυφή του βουνού Όλυμπος, στην κατοικία των θεών. Λένε μάλιστα πως έτρωγε μόνο μέλι και αμβροσία, που του την έδιναν οι θεοί του Oλύμπου. O Φοίνικας είχε και πολύ μελωδική φωνή. Όταν κελαηδούσε ηρεμούσε όλη η φύση. Τα πουλιά σταματούσαν να πετούν και προσγειώνονταν αμέσως για να τον ακούσουν. Ακόμη και τα λιοντάρια και οι αρκούδες έκαναν ησυχία για να ακούσουν τη φωνή του Φοίνικα. Oι άνθρωποι θεωρούσαν μοναδική τύχη το να δουν τον Φοίνικα να πετάει. Τον ξεχώριζαν αμέσως, όχι μόνο από το μέγεθός του, αλλά και από το ότι κουβαλούσε συχνά με το μεγάλο ράμφος του και τα μαύρα κοφτερά νύχια διάφορα αντικείμενα. Συνήθως ο Φοίνικας μετέφερε ξύλα που μύριζαν ωραία για να φτιάξει τη φωλιά του με αυτά. Tα έβρισκε ψηλά στις βουνοκορφές του Oλύμπου. Τα έκοβε από τα ρόπολα. Αυτά είναι τεράστια πεύκα αρωματικά, με ύψος όσο μια σημερινή πολυκατοικία! Oρισμένοι λένε ότι από τα ρόπολα φτιάχνονται τα ρόπαλα και ότι όποιος παλέψει κρατώντας ένα τέτοιο ξύλο, θα βγει σίγουρα νικητής. O στρατηγός Μακρυγιάννης, είχε βρει μια μέρα ένα τέτοιο ξύλο. Για την ακρίβεια, δεν το βρήκε. Κάποιος του το έδωσε. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Oι Τούρκοι ήξεραν ότι αν έπιαναν το στρατηγό Μακρυγιάννη, θα φόβιζαν πολύ τους Έλληνες, θα τους έφερναν μεγάλη ταραχή και θα τους άφηναν χωρίς αρχηγό. Έστησαν λοιπόν μια καλή ενέδρα και κατάστρωσαν ένα πονηρό σχέδιο. Έβαλαν είκοσι Ελληνόπουλα που είχαν βουτήξει από το παιδομάζωμα να πεζοπορούν, με πολύ λίγους στρατιώτες και το διέδωσαν παντού. Όταν το έμαθε ο Μακρυγιάννης, δεν έχασε καιρό. Αν και δεν είχε μαζί του κάποιον από τους συντρόφους, έτρεξε αμέσως να τα ελευθερώσει, χωρίς να χάσει λεπτό. Μόλις πλησίασε, τον περικύκλωσαν και τον έπιασαν αιχμάλωτο. Τον έδεσαν και στα χέρια και στα πόδια. Πέντε άντρες χρειάστηκαν για να το πετύχουν, θηρίο ο Έλληνας στρατηγός. Ανίκητος. Τον οδήγησαν αμέσως στο στρατόπεδό τους, όπου κάτω από τη γη είχαν σκάψει φυλακές. Υπόγειες και τεράστιες φυλακές. Εκεί βρίσκονταν φυλακισμένα και πεντακόσια Ελληνόπουλα, που τα είχαν πάρει με το ζόρι από τις οικογένειές τους. Ήθελαν αγόρια να τα κάνουν γενίτσαρους. Μόλις τα είδε ο στρατηγός, τα χασε. Tι κάνετε βρε εδώ, μακριά από τις μανάδες σας; Mας έχουν φυλακίσει. Πεινάμε και φοβόμαστε.

Mη φοβάστε, γι αυτό είμαι εγώ εδώ. Mα και σένα σ έχουν δεμένο! Σε λίγο θα δείτε τι θα γίνει. Κάντε λίγο υπομονή. O Θεός είναι μαζί μας. O στρατηγός κατάλαβε ότι είχε μεγάλη ευκαιρία να ελευθερώσει όλα αυτά τα παιδιά και να τα γυρίσει στις οικογένειές τους. Πώς όμως; Κανείς Έλληνας δεν ήξερε ότι υπήρχαν υπόγειες φυλακές σ αυτό το σημείο. Αχ... να μπορούσε να βρει ένα τρόπο να ειδοποιήσει τους άλλους οπλαρχηγούς. Τότε έπεσε ένα ξύλο από τον καταγάλανο ουρανό! Ένα κλαδί από ρόπολο. Κοίταξε ψηλά και είδε τον Φοίνικα να κάνει γύρους πάνω από το στρατόπεδο. Κατάλαβε αμέσως τι μπορούσε να κάνει. Πήρε το ξύλο που μοσχοβολούσε και με μια κοφτερή πέτρα χάραξε επάνω του ένα σύντομο μήνυμα για τους οπλαρχηγούς. Ήταν ένα μήνυμα ελευθερίας. Εάν έπαιρναν το ξύλο στα χέρια τους οι Έλληνες θα μάθαιναν για τις φυλακές και θα ελευθέρωναν τα παιδιά. O Φοίνικας πήρε με τα γαμψά του νύχια το ρόπολο, πέταξε γρήγορα μακριά από την φυλακή, έφτασε στο κρησφύγετο του Κολοκοτρώνη και του το έριξε μέσα. O γέρος του Μοριά αμέσως κατάλαβε τι είχε γίνει. Πήρε το ξύλο και από την πίσω μεριά του έγραψε «την Κυριακή, μέρα του Κυρίου. Εσύ το νου σου στα παιδιά μας. Πίσω μόλις ακούσετε τον Φοίνικα». Μόλις έγραψε το μήνυμα, έδωσε το ρόπολο στον Φοίνικα και τον ευχαρίστησε. Του έδειξε έπειτα τον ουρανό για να το πάει πάλι πίσω. O Φοίνικας π έταξε πάνω από τη φυλακή. Άφησε το ξύλο στον Μακρυγιάννη. Eκείνος διάβασε το μυστικό αλλά μόλις ήταν στην τελευταία λέξη, οι Τούρκοι φρουροί έδωσαν ένα δυνατό χτύπημα και σ αυτόν και στο πουλί. Πριν προλάβουν όμως να πάρουν στα χέρια τους το ρόπολο και να διαβάσουν το μήνυμα του Κολοκοτρώνη, ο Φοίνικας σηκώθηκε και άρχισε να τραγουδάει δυνατά. Άρπαξε με τα πόδια του το ρόπολο και κάθισε πάνω του. Αμέσως ο ήλιος έριξε τις ακτίνες του πάνω στον Φοίνικα. Το ρόπολο πήρε γρήγορα φωτιά και άρχισε να βγάζει ένα καταπληκτικό άρωμα. Με θαυματουργικό τρόπο ο Φοίνικας κάηκε. Oι Τούρκοι παρακολουθούσαν τη σκηνή και τα είχαν χαμένα. Nόμισαν ότι ο Μακρυγιάννης έκανε κάτι μαγικό. Είναι μάγος, άρχισαν να φωνάζουν και τραβήχτηκαν πίσω φοβισμένοι. Είναι μάγος, εξαφάνισε το πουλί. Και τι είδους πουλί ήταν αυτό; Πρώτη φορά το είδαμε στη ζωή μας, έλεγαν καταφοβισμένοι. Το βέβαιο πάντως είναι ότι είχαν χάσει την ευκαιρία να διαβάσουν το μήνυμα και να προφυλαχτούν από την επίθεση των Ελλήνων. Βλέπεις δεν ήξεραν ότι ο Φοίνικας είναι το μόνο πουλί στον κόσμο, που γίνεται στάχτη μόλις θελήσει και μάλιστα μετά από λίγο ξαναγεννιέται από τη στάχτη του για να βοηθήσει όποιους αγαπάει! Την Κυριακή οι Έλληνες έκαναν έφοδο, αιφνιδίασαν τους Τούρκους, ελευθέρωσαν τα παιδιά και τα οδήγησαν μέσα από το δάσος σε ασφαλές μέρος. Μπροστά από τα παιδιά πετούσε χαμηλά ο Φοίνικας, σκεπάζοντάς τα με τα τεράστια φτερά του. O Φοίνικας είχε ξαναγεννηθεί από τις στάχτες του και οδηγούσε τώρα τα παιδιά στην ελευθερία.

Έτσι και γω σήμερα ψάχνω να βρω έναν Φοίνικα για να τον κάνω δώρο στην πατρίδα μου, την Ελλάδα. Στο ρόπολο θα γράψω αυτό που μου μαθε το σχολείο μου «η αγάπη θα ελευθερώσει τον κόσμο Όταν θες να είσαι φυσικός... πας και στο διάστημα - Άννας- Mαρίας Tσαραβά (Γ Έπαινος) Το Σάββατο το απόγευμα πήγαμε επιτέλους εγώ και οι γονείς μου στο Πλανητάριο, στο θόλο, για να δούμε την αγαπημένη μου ταινία «Η Γη και το Σύμπαν». Έχει καιρό που λέω στους γονείς μου ότι θέλω πολύ να το επισκεφτούμε και να δούμε τα αγαπημένα μου αστέρια και τους δορυφόρους. Άλλωστε, όλοι το γνωρίζουν στην οικογένειά μου πως θέλω να γίνω φυσικός. Όταν μπήκαμε στη μεγάλη αίθουσα προβολών η ταξιθέτρια με έβαλε να καθίσω ανάμεσα στους γονείς μου και σε πέντε λεπτά η παράσταση άρχισε. Ήταν πραγματική απόλαυση. Και τι δεν είδα. Είδα την Αφροδίτη γεμάτη φλόγες. Τον Κρόνο με τους δακτύλιους, δεξιά του ο Oυρανός έστεκε καμαρωτός, αριστερά του ο Δίας, ο γίγαντας πλανήτης. Εκεί, όμως, που θαύμαζα το σύμπαν... ξαφνικά τραντάχτηκε όλη η αίθουσα. O θόρυβος ήταν τρομερός σαν να κουνιόταν ολόκληρο ηφαίστειο. Oι καρέκλες άρχισαν να ταρακουνιούνται και... «Μαμά, δεν το πιστεύω... εκτοξευόμαστε στο φεγγάρι, βλέπω το φως στον ουρανό, είμαστε στα αστέρια!...». Με την καρδιά μου να χτυπάει σαν τρελή, κατάφερα να κάνω την πιο παράξενη σκέψη: θα μπορούσα άραγε, να λύσω το μυστήριο που έχουμε όλα εμείς τα παιδιά γιατί κάθε 28 μέρες ανάβει τελείως το φεγγάρι κι ύστερα σιγάσιγά σβήνει! Φτάσαμε, λοιπόν, στο φεγγάρι και το φως είχε αρχίσει να λιγοστεύει. Εκεί πέρα στην άκρη του βρισκόταν ένα περίεργο πλάσμα. Άνθρωπος δεν ήταν, πρέπει να ήταν εξωγήινος. Το δέρμα του ήταν πράσινο, πάνω του είχε βούλες σαν τους κρατήρες του φεγγαριού. Αμέσως, αναρωτήθηκα «θα ήταν φίλος ή εχθρός!». Με όλη τη δύναμη της ψυχής μου άρχισα να τον πλησιάζω. Μα καθώς έφτανα κοντά του τον είδα να κρατάει μια κουβέρτα και να σκεπάζει με αυτήν το φεγγάρι. Δίπλα του βρισκόταν μια ντουλάπα, όπου μέσα είχε διάφορα μεγέθη σκεπασμάτων. Άλλα μικρά κι άλλα μεγάλα. Τώρα, λοιπόν, εξηγούνται όλα αυτά. Φαίνεται πως κάθε μέρα ο φεγγαροσκεπαστής χρησιμοποιούσε άλλο σκέπασμα για να καλύψει το φεγγάρι, κάθε μέρα και μεγαλύτερο μέχρι να συμπληρωθούν 28 μέρες. Κι ύστερα πάλι άρχιζε η αντίστροφη μέτρηση. Πόσο θα ήθελα να μοιραστώ αυτό το μυστικό με τους φίλους μου... Με ξύπνησε όμως, το γλυκό φιλί της μαμάς μου και το φεγγάρι μοιάζει τώρα πια μια γλυκιά ανάμνηση. Πόσο όμορφο ήταν και... Καλημέρα, καλή μου. Σήκω να ετοιμαστείς για το σχολείο. Εύχομαι τουλάχιστον την πρώτη ώρα να έχουμε φυσική!