Διπλωματική Εργασία του Στυλιανού Ιορδάνογλου (ΑΕΜ: 441)

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Διπλωματική Εργασία του Στυλιανού Ιορδάνογλου (ΑΕΜ: 441)"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ» ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Συνθήκες προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress testing) στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των Η.Π.Α: ανάλυση των αποτελεσμάτων και των τραπεζικών ιδρυμάτων που συμμετείχαν Διπλωματική Εργασία του Στυλιανού Ιορδάνογλου (ΑΕΜ: 441) Εξεταστική Επιτροπή Επιβλέπων: ΚΟΣΜΙΔΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ Μέλη: ΒΛΑΧΑΒΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΛΕΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2015

2 Ευχαριστίες Για την ολοκλήρωση της παρούσας διπλωματικής εργασίας θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την κα Κυριακή Κοσμίδου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και τον κύριο Κωνσταντίνο Μουτσιάνα, Υποψήφιο Διδάκτορα του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, για τη συνεχή καθοδήγηση και υποστήριξη τους. Επιπλέον, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά όλους τους καθηγητές του μεταπτυχιακού προγράμματος για τις γνώσεις τις οποίες αφειδώς μας προσέφεραν, τους συμφοιτητές μου από τους οποίους αν και πολύ μικρότεροι από εμένα, αποκόμισα πολύτιμες εμπειρίες και όλους αυτούς που βοήθησαν λιγότερο ή περισσότερο να υλοποιηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτό το πρόγραμμα. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένειά μου και ιδιαίτερα την σύζυγό μου Ματίνα, για την συμπαράσταση και στήριξή τους όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Την παρούσα διπλωματική διατριβή την αφιερώνω στον γιό μου Θεόδωρο, ο οποίος σε λίγες μέρες θα γίνει ενός έτους και το χαμόγελό του ήταν ο πολυτιμότερος αρωγός της προσπάθειάς μου. Στυλιανός Ιορδάνογλου Σεπτέμβριος

3 Περίληψη Οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων αναφέρονται σε μια σειρά από τεχνικές οι οποίες χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της ανθεκτικότητας ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος σε εξαιρετικά δυσμενή αλλά αληθοφανή οικονομικά σοκ. Οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο μεμονωμένων πιστωτικών ιδρυμάτων έχουν ευρέως χρησιμοποιηθεί από τράπεζες με διεθνή δραστηριότητα από τις αρχές του Οι ασκήσεις σε μακροοικονομικό επίπεδο, χρησιμοποιήθηκαν πολύ αργότερα με κύριο σκοπό την εκτίμηση της ανθεκτικότητας του συνόλου των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μιας οικονομίας. Ο σκοπός της παρούσης διπλωματικής εργασίας είναι να εκτιμηθούν οι παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία του τραπεζικού συστήματος των ΗΠΑ. Η εμπειρική ανάλυση συνδυάζει τους ενδογενείς παράγοντες (bank specific variables) και τις μακροοικονομικές μεταβλητές (εξωγενείς) μέσω της παλινδρόμησης χρησιμοποιώντας τη μέθοδο πάνελ δεδομένων, προκειμένου να διαπιστωθεί η επίδρασή τους στην κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων. Η κερδοφορία των τραπεζών και οι προσδιοριστικοί παράγοντες της είναι πολύ σημαντικοί για τη σταθερότητα ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος. Επιπλέον, από πολλές μελέτες έχει διαπιστωθεί ότι αποτελεί έναν δείκτη πρόβλεψης των χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Σε θεωρητικό επίπεδο γίνεται αναφορά στο εννοιολογικό περιεχόμενο των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων και των μεθόδων που εφαρμόζονται για την διεξαγωγή τους. Ακολουθεί η ανάλυση των παραγόντων που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών καθώς και τα αποτελέσματα διάφορων εμπειρικών μελετών που προσδιορίζουν την σχέση μεταξύ αυτών των παραγόντων με την κερδοφορία. Τέλος, παρατίθενται τα αποτελέσματα από την διεξαγωγή των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων γεγονότων που έλαβαν χώρα στο τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ το 2015, όπου συμμετείχαν οι 31 μεγαλύτεροι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι της χώρας με συνολικό ενεργητικό άνω των 50 δις δολαρίων. Λέξεις-Κλειδιά Προσομοίωση Ακραίων Καταστάσεων, Κερδοφορία Τραπεζών, Πάνελ Δεδομένα 3

4 Abstract Macro stress-testing refers to a range of techniques used to assess the vulnerability of a financial system to exceptional but plausible macroeconomic shocks. Stress-testing at the level of individual institutions has been widely applied by internationally active banks since the early 1990s. Macro stress- testing, as a tool to assess the vulnerability of entire financial systems, is instead much more recent. The purpose of this thesis is to assess the factors that affect bank profitability of USA s bank system. The empirical analysis combines bank specific (endogenous) and macroeconomic (exogenous) variables through the regression analysis using panel data in order to determine the bank profitability of the banks operating in the United States of America. Bank profitability, in particular, and its determinants are key aspects of the financial system stability. In addition, bank profitability has been found to be a predictor of financial crises. At theoretical level, the concept of stress tests and the methodology applied in order to determine the stability of a given system or entity is illustrated. Next, we present the analysis of the factors that have an impact in bank profitability and the results of several empirical researches that determine the relationship among these factors and bank profitability. Finally, we describe the results of the stress tests conducted by the Central Bank of USA (FED) in 2015 that estimate the effect of the supervisory scenarios on the regulatory capital ratios of the 31 bank holdings companies (BHCs) with total consolidated assets of $ 50 billion or more. Keywords Stress testing, Bank Profitability, Panel Data 4

5 Περιεχόμενα ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ... 2 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 3 ABSTRACT... 4 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΑΚΡΑΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΥΠΟΙ ΤΩΝ STRESS TESTS Ασκήσεις προσομοίωσης ως εσωτερικά εργαλεία διαχείρισης κινδύνων Ασκήσεις προσομοίωσης οι οποίες διεξάγονται από τις εποπτικές αρχές (micro level) Ασκήσεις προσομοίωσης οι οποίες διεξάγονται από τις εποπτικές αρχές (macro level) Ασκήσεις προσομοίωσης για τη διαχείριση οικονομικών κρίσεων (Crisis management stress testing) ΟΙ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΤΩΝ STRESS TESTS Ανάλογα με τον αντικειμενικό σκοπό Ανάλογα με το πεδίο της εφαρμογής Διαχωρισμός βάσει απαιτήσεων Διαχωρισμός βάσει αντικειμένου Διαχωρισμός βάσει μεθοδολογίας Διάκριση ανάλογα με το σχεδιασμό των σεναρίων Διαχωρισμός βάσει παραγόντων κινδύνου (B.I.S., 2004) ΣΚΟΠΟΣ ΤΩΝ STRESS TESTS ΣΤΑΔΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΑΚΡΑΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ Ο προσδιορισμός των τραπεζικών ιδρυμάτων που θα συμμετέχουν στα τεστ Ο προσδιορισμός των σημαντικότερων κινδύνων Ανάλυση των αποτελεσμάτων ανατροφοδότησης (Feedback Effect)

6 1.5.4 Η κατασκευή των σεναρίων και η επιλογή των σοκ Εφαρμογή των σεναρίων Τα αποτελέσματα των stress test και η ερμηνεία τους ΠΟΙΕΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΕΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΥΠΟΒΛΗΘΟΥΝ ΣΕ STRESS TEST STRESS TESTS ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ (LIMITATIONS) ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΚΕΡΔΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΕΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΕΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΕΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΕΣ Ενδογενείς ανεξάρτητες μεταβλητές Εξωγενείς ανεξάρτητες μεταβλητές ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ STRESS TEST ΑΠΟ ΤΗΝ FEDERAL RESERVE (FED) ΕΠΟΠΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ Comprehensive Capital Analysis and Review (CCAR) Dodd-Frank Act supervisory stress testing DODD FRANK STRESS TEST Εποπτικά σενάρια Πλαίσιο των εποπτικών stress test και Μεθοδολογία ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ STRESS TEST Κεφαλαιακοί δείκτες και στοιχεία του ενεργητικού σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο Προβλέψεις απωλειών Προβλέψεις για τα καθαρά έσοδα και το καθαρό εισόδημα προ προβλέψεων ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ STRESS TEST ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ Η.Π.Α ΘΕΩΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΛ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΛ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΛ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΛ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

7 4.5 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ Η.Π.Α ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ Δεδομένα Μεθοδολογία και περιγραφή του μοντέλου Stress testing Σενάρια Ανάλυση ευαισθησίας ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Κατάλογος Πινάκων Πίνακας 1: Τυπολογία των Stress tests Πίνακας 2: Σύγκριση των Bottom Up και Top Down Stress tests Πίνακας 3: Οι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι που συμμετείχαν στα stress tests Dodd-Frank Act Πίνακας 4: Απελευθέρωση της τραπεζικής αγοράς των ΗΠΑ Πίνακας 5: Περιγραφή των μεταβλητών, συμβολισμός και αναμενόμενα πρόσημα των ανεξάρτητων μεταβλητών Πίνακας 6: Ανεξάρτητες μεταβλητές στο σενάριο αναφοράς και στο δυσμενές σενάριο Πίνακας 7: Τιμές της εξαρτημένης μεταβλητής κάτω από διαφορετικούς τύπους σεναρίων Πίνακας 8:Αποτελέσματα της μεθόδου των σταθερών επιδράσεων (Fixed Effects ) Πίνακας 9: Αποτελέσματα της μεθόδου των τυχαίων παρατηρήσεων (Random Effects)

8 Πίνακας 10: Μοντέλο παλινδρόμησης με τη μέθοδο των σταθερών επιδράσεων Πίνακας 11: Μοντέλο παλινδρόμησης με τη μέθοδο των τυχαίων επιδράσεων Πίνακας 12:Hausman Test Πίνακας 13: Τιμές σεναρίου αναφοράς (baseline) για το έτος Πίνακας 14: Περιγραφική Στατιστική Κατάλογος Διαγραμμάτων Διάγραμμα 1: Σχηματική απεικόνιση της δομής ενός τυπικού macro stress test Διάγραμμα 2: Φάσεις του Οικονομικού Κύκλου Διάγραμμα 3: Οι τιμές της ανεργίας για το ακραίο και εξαιρετικά ακραίο σενάριο Διάγραμμα 4: Διακύμανση του πραγματικού ΑΕΠ για το ακραίο και εξαιρετικά ακραίο σενάριο Διάγραμμα 5: Τιμές κατοικιών για το ακραίο και εξαιρετικά ακραίο σενάριο Διάγραμμα 6: Η διαμόρφωση των μέσων τιμών του δείκτη ROAA Διάγραμμα 7: Διαγραμματική απεικόνιση των τιμών του δείκτη ROAA Κατάλογος Σχημάτων Σχήμα 1: Κανάλια μετάδοσης των σοκ μεταξύ της πραγματικής οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού τομέα Σχήμα 2: Πρόβλεψη καθαρού εισοδήματος και ρυθμιστικών κεφαλαίων

9 Εισαγωγή Η πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση επανέφερε στην προσοχή των ειδικών την μακρο-προληπτική πολιτική (macro-prudential policy). Οι εποπτικές αρχές, χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της μακρο-προληπτικής πολιτικής, προσπαθούν να εντοπίζουν πηγές κινδύνων που αποτελούν απειλή για την ομαλή λειτουργία ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ο τραπεζικός τομέας αποτελεί τον βασικότερο πυλώνα οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας. Τα πιστωτικά ιδρύματα είναι διαμεσολαβητές, που αντλούν κεφάλαια από τους καταθέτες και τα μετατρέπουν σε περιουσιακά στοιχεία είτε ως επενδυτικά χαρτοφυλάκια είτε ως χρηματοδοτήσεις σε δανειζόμενους. Οι τράπεζες για να συνεχίζουν αυτές τις διαμεσολαβητικές δραστηριότητές τους θα πρέπει οι καταθέτες αλλά και οι υπόλοιποι ενδιαφερόμενοι να θεωρούν ότι θα έχουν πρόσβαση στα κεφάλαιά τους όποτε κι αν χρειαστεί. Η πιθανότητα όμως οι καταθέτες, ουσιαστικά οι δανειστές των τραπεζών, να πάρουν πίσω τα χρήματά τους εξαρτάται άμεσα από τα επίπεδα ρίσκου που εμπεριέχουν οι επενδύσεις των τραπεζών όπως επίσης και από τα επαρκή κεφάλαια που διαθέτουν. Όταν η αξία των επενδυτικών χαρτοφυλακίων των τραπεζών μειώνεται είτε λόγω των επισφαλών δανείων που έχουν χορηγήσει είτε λόγω της μείωσης της αξίας των περιουσιακών τους στοιχείων τότε το κεφάλαιο τους συρρικνώνεται. Εάν τα κεφάλαια των τραπεζών μειωθούν σε τέτοιο βαθμό που δεν θα μπορούν να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους, θα χάσουν την ιδιότητα της παροχής χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης (Covas et al. 2014). Εξάγεται συνεπώς το συμπέρασμα ότι οι τράπεζες θα πρέπει να ακολουθούν κάποιους κανόνες, οι οποίοι επιβάλλονται από τις εποπτικές αρχές προκειμένου να είναι επαρκώς ανακεφαλαιοποιημένες και να έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν να διαμεσολαβούν ανάμεσα στους δανειζόμενους και στους καταθέτες. Η μικρο-προληπτική πολιτική εστιάζει στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών ενώ σε αντίθεση η μακρο-προληπτική πολιτική αναφέρεται στους κανόνες που θα πρέπει να τηρούν τα πιστωτικά ιδρύματα προκειμένου να μειώσουν τον συστημικό κίνδυνο ο οποίος μπορεί να διαδοθεί σε όλη την οικονομία και να επηρεάσει την ικανότητα παροχής διαμεσολάβησης. 9

10 Ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή τους οι εποπτικές αρχές είναι η μεθοδολογία των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests), η οποία χρησιμοποιείται ευρέως για την εκτίμηση της προσαρμοστικότητας ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος σε ακραίες συνθήκες που είναι όμως πιθανόν να επέλθουν. Η παρούσα διπλωματική εργασία ασχολείται με την τεχνική του stress testing τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και σε εμπειρικό καθώς και με τις μεταβλητές που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζικών ιδρυμάτων. Πιο συγκεκριμένα, εκτός από την εννοιολογική προσέγγιση των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων εφαρμόζεται η εν λόγω μέθοδος στο τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ. Η διπλωματική εργασία αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια. Το πρώτο κεφάλαιο αναφέρεται στις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων όπου εκτός από τους διάφορους ορισμούς που δίνονται, περιγράφονται τα στάδια που απαιτούνται για τη διεξαγωγή τους, ο σκοπός που επιτελούν, οι τεχνικές και οι μεθοδολογίες ενώ επιπλέον εντοπίζονται κάποιες βασικές αδυναμίες του συγκεκριμένου εργαλείου διαχείρισης κινδύνων. Το δεύτερο κεφάλαιο εξετάζει του παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών. Αναφέρονται οι ενδογενείς (bank specific) και οι εξωγενείς (μακροοικονομικές) μεταβλητές που έχουν σημαντική επίδραση στα κέρδη των πιστωτικών ιδρυμάτων και χρησιμοποιούνται περισσότερο σε διάφορες μελέτες Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται μια εκτενής αναφορά στα αποτελέσματα των stress tests στο τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ για το έτος 2015 και τέλος το τέταρτο κεφάλαιο αποτελεί το εμπειρικό κομμάτι της παρούσας διπλωματικής όπου εφαρμόζεται άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων στο Αμερικάνικο τραπεζικό σύστημα. 10

11 1 Ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων Σε αυτό το κεφάλαιο θα αναλυθεί διεξοδικά η έννοια των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, ο σκοπός που επιτελούν καθώς και τα στάδια που απαιτούνται για την εφαρμογή μιας τέτοιας άσκησης. 1.1 Εννοιολογική προσέγγιση Ο όρος σενάρια προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress tests), χρησιμοποιήθηκε αρχικά στη μηχανική προκειμένου να εκτιμήσει την σταθερότητα και την καλή λειτουργία ενός αντικειμένου όπως για παράδειγμα ενός κτηρίου ή ενός μηχανήματος. Με αυτήν τη λογική, ένα μηχάνημα υποβάλλεται σε υψηλού επιπέδου δοκιμές (tests) με σκοπό να διαπιστωθεί η αντοχή του και να προσδιοριστεί το σημείο πάνω από το οποίο καθίσταται μη λειτουργικό (Borio et al. 2014a). Στη χρηματοοικονομική, η μεθοδολογία των stress tests αρχικά χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να προσομοιώσει την απόδοση των ατομικών χαρτοφυλακίων (individual portfolios) ή να αυξήσει την σταθερότητα των οργανισμών μεμονωμένα. Πρόκειται για τα micro stress tests, με τη χρήση των οποίων τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν τη δυνατότητα να διαχειριστούν ακραίες οικονομικές αλλαγές, που έχουν άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην αξία των χαρτοφυλακίων τους. Αποτελούν τμήμα της διαχείρισης κινδύνου (risk management) με τη χρήση των οποίων τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, διαμέσου των εσωτερικών τους διαδικασιών, προσπαθούν να αναγνωρίσουν και να ελέγξουν μια σειρά από χρηματοπιστωτικούς κινδύνους προκειμένου να μεγιστοποιήσουν τις αποδόσεις τους με μια ορθολογικότερη και αποτελεσματικότερη διαχείριση των κεφαλαίων τους. Οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων γεγονότων σε επίπεδο μεμονωμένων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων έχoυν εξαπλωθεί από μεγάλες τράπεζες οι οποίες έχουν διεθνή δραστηριότητα από το Χρησιμοποιούνται επικουρικά μαζί με αυτά των εσωτερικών μοντέλων των τραπεζών (Sorge & Virolainen 2006). Ο όρος stress testing όσον αφορά σε μεμονωμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, σύμφωνα με τον (Hilbers et al. 2004), περιγράφει τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται προκειμένου να μετρήσουν την 11

12 ευαισθησία ενός χαρτοφυλακίου σε ακραίες συνθήκες που όμως είναι δυνατόν να συμβούν. Συνδυαστικά με τα micro level stress tests, πιο πρόσφατα, παρόμοιες τεχνικές έχουν εφαρμοστεί προκειμένου να εκτιμήσουν τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος ως σύνολο, για παράδειγμα μιας χώρας. Διεξάγονται από διάφορες εποπτικές αρχές και χρησιμοποιώντας κοινές υποθέσεις για όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που συμμετέχουν, έχουν ως σκοπό να αναγνωρίσουν τους κινδύνους που μπορεί να προκαλέσουν αστάθεια σε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα. Πρόκειται για τα macro stress tests, τα οποία είναι πολύ σημαντικά εργαλεία της ποσοτικής ανάλυσης. Ουσιαστικά μετρούν την έκθεση στον κίνδυνο μιας ομάδας από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αφού προηγηθεί η άσκηση προσομοίωσης χρησιμοποιώντας ένα σενάριο ακραίο αλλά που είναι πιθανόν να συμβεί. Τα macro stress tests έχουν διαφορετικό σκοπό από αυτά που αφορούν τα ατομικά χαρτοφυλάκια των τραπεζών. Ο κύριος σκοπός τους είναι ότι βοηθούν τις δημόσιες εποπτικές αρχές να αναγνωρίζουν τις αδυναμίες και τους κινδύνους στους οποίους είναι εκτιθέμενα τα χρηματοπιστωτικά συστήματα, αδυναμίες που μπορεί να οδηγήσουν σε συστημικά προβλήματα (Sorge & Virolainen 2006). Σύμφωνα με τους Sorge & Virolainen (2006), για την προληπτική εποπτεία του γενικότερου χρηματοπιστωτικού συστήματος από τις εποπτικές αρχές δεν αρκεί μόνον η παρακολούθηση, αλλά είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν ποσοτικά εργαλεία για την ανάλυση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Στοιχεία έχουν δείξει ότι εξετάζοντας μόνον ως σύνολο τα χαρτοφυλάκια των τραπεζικών ιδρυμάτων και μη λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση της κάθε τράπεζας σε κινδύνους μεμονωμένα, μπορεί να οδηγήσει τους μελετητές στο να υποτιμήσουν τον συνολικό κίνδυνο του συστήματος καθώς η αποτυχία μιας ή περισσοτέρων τραπεζών μπορεί να δημιουργήσει domino effect στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Λόγω της αστάθειας του χρηματοοικονομικού συστήματος σε πολλές χώρες στη δεκαετία του 1990, οι κυβερνήσεις των κρατών καθώς και οι ερευνητές, άρχισαν να ενδιαφέρονται στην καλύτερη κατανόηση των αδυναμιών που παρουσιάζουν τα χρηματοοικονομικά συστήματα. Η προσομοίωση ακραίων καταστάσεων (stress testing), είναι μια τεχνική που ποσοτικοποιεί αυτές τις αδυναμίες (Čihák 2007). Γενικότερα, τα σενάρια προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων περιλαμβάνουν ποικίλες τεχνικές για την εκτίμηση της αντίστασης σε ακραίες καταστάσεις. Χρησιμοποιούνται για να προσδιορίσουν τη σταθερότητα ενός συστήματος ή 12

13 οντότητας. Περιλαμβάνουν καταστάσεις ή γεγονότα που είναι πολύ σπάνια να συμβούν και ξεπερνούν κατά πολύ τις συνήθεις καταστάσεις που φυσιολογικά μπορούν να συμβούν και να επηρεάσουν τη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών συστημάτων. Παραδοσιακά, η προσομοίωση ακραίων καταστάσεων αναφέρεται σε χαρτοφυλάκια επενδύσεων αλλά πιο πρόσφατα έχει εφαρμογή στο σύνολο των τραπεζών, τραπεζικών συστημάτων και χρηματοπιστωτικών συστημάτων. Κατά τους Swinburne et al. (2008) & (Cihák 2007) τα stress tests είναι μία μέθοδος που αναλύει την προσαρμοστικότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων όταν επέρχονται δυσμενή γεγονότα. Δηλαδή το κατά πόσο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπορούν να ανταποκριθούν και να αντιμετωπίσουν δυσμενείς συνθήκες στο οικονομικό γίγνεσθαι. Ουσιαστικά πρόκειται για μια τεχνική με την οποία οι ειδικοί που τα διεξάγουν έχουν ως αντικειμενικό στόχο να κατανοήσουν τις οικονομικές αδυναμίες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και να τις ποσοτικοποιήσουν. Προκειμένου να σχεδιαστεί ένα τεστ προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, είναι πολύ σημαντικό να μελετηθεί διεξοδικά η δομή του χρηματοπιστωτικού συστήματος και γενικότερα το περιβάλλον μέσα στο οποίο το σύστημα λειτουργεί. (Cihák 2007). Δηλαδή, κατά πόσο θα μεταβληθεί η αξία ενός χαρτοφυλακίου όταν γίνουν αλλαγές σε κάποιους παράγοντες κινδύνου. Όταν οι εποπτικές αρχές ή τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα παράγουν ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων αντιμετωπίζουν μια βασική πρόκληση. Ενώ τα σενάρια πρέπει να είναι ακραία την ίδια στιγμή πρέπει να είναι αληθοφανή. Όσο όμως πιο ακραία είναι τα σενάρια τόπο πιο απίθανο είναι να συμβούν. Έτσι λοιπόν η επιλογή των σεναρίων πρέπει να γίνεται με πολύ μεγάλη προσοχή και όχι αυθαίρετα. Πολλές φορές τα τραπεζικά ιδρύματα επιλέγουν κάποια σενάρια τα οποία περιλαμβάνουν κινδύνους που μπορεί να συμβούν και όχι τα χειρότερα σενάρια με αποτέλεσμα τα αποτελέσματα να μην είναι ασφαλή. Για παράδειγμα, μια τέτοια περίπτωση είναι και αυτή του Ιρλανδικού τραπεζικού συστήματος όπου παρόλα τα ελπιδοφόρα αποτελέσματα των stress tests του 2010 δόθηκε τελικά μια ψεύτικη αίσθηση ασφάλειας (Breuer et al. 2012). 13

14 1.2 Τύποι των stress tests Υπάρχουν τέσσερις τύποι ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (Qura & Schumacher 2012). Στον πίνακα 1 που ακολουθεί στο τέλος της ενότητας παρουσιάζονται οι τέσσερις τύποι των stress tests, ο σκοπός που ο κάθε τύπος εξυπηρετεί καθώς και η μεθοδολογία που εφαρμόζεται Ασκήσεις προσομοίωσης ως εσωτερικά εργαλεία διαχείρισης κινδύνων Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα χρησιμοποιούν τις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων προκειμένου να εκτιμήσουν και να διαχειριστούν τους κινδύνους που ενέχονται από τις επενδύσεις τους. Ο J.P. Morgan στα μέσα του 1990, υιοθέτησε την μέθοδο VAR προκειμένου να εκτιμήσει τον κίνδυνο αγοράς Ασκήσεις προσομοίωσης οι οποίες διεξάγονται από τις εποπτικές αρχές (micro level) Το πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙ απαιτεί από τις τράπεζες να διεξάγουν stress test για τον κίνδυνο αγοράς και σε κάποιες περιπτώσεις για τον πιστωτικό κίνδυνο ως ένα μέρος για να προσδιοριστεί το ελάχιστο απαιτούμενο κεφάλαιο που θα πρέπει αυτές να διαθέτουν (Πυλώνας 1). Επιπρόσθετες ασκήσεις μπορεί να απαιτούνται στο πλαίσιο του πυλώνα 2, ο οποίος παρέχει εποπτική εξουσιοδότηση με σκοπό οι τράπεζες να πάρουν μέτρα εάν κριθεί απαραίτητο. Η έρευνα του 2002 από την Επιτροπή της Βασιλείας για την εποπτεία των τραπεζών (Basel Committee on Banking Supervision) υποδεικνύει ότι τα εποπτικά stress test χρησιμοποιούνται ολοένα και περισσότερο προκειμένου να θέσουν τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις για συγκεκριμένες τράπεζες, να καθορίσουν τα ελάχιστα επίπεδα κεφαλαίων που αυτές πρέπει να διαθέτουν ή να περιορίσουν τις διανομές κεφαλαίων. Οι δείκτες ρευστότητας σύμφωνα με το ευρύτερο πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙΙ αξιοποιούν τα stress tests ως ένα πολύ σημαντικό τμήμα του κανονιστικού πλαισίου Ασκήσεις προσομοίωσης οι οποίες διεξάγονται από τις εποπτικές αρχές (macro level) Οι εποπτικές αρχές προκειμένου να διασφαλίσουν τη σταθερότητα του συνόλου του χρηματοπιστωτικού συστήματος διεξάγουν ασκήσεις προκειμένου να αναλύσουν τους 14

15 συνολικούς κινδύνους του συστήματος λαμβάνοντας υπόψη και τους ιδιαίτερους κινδύνους που αντιμετωπίζουν ξεχωριστά τα τραπεζικά ιδρύματα Ασκήσεις προσομοίωσης για τη διαχείριση οικονομικών κρίσεων (Crisis management stress testing) Οι ασκήσεις προσομοίωσης έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί για να εκτιμήσουν εάν οι τράπεζες που παίζουν βασικό ρόλο στην οικονομία (συστημικές) πρέπει να ανακεφαλαιοποιηθούν, πιθανότατα με την υποστήριξη των δημοσίων αρχών. 15

16 Χαρακτηριστικά Βασικός στόχος Οργάνωση κατά Κάλυψη σε οργανισμούς Συχνότητα Φύση των κρίσεων Ικανότητα ενσωμάτωσης συστημικών κινδύνων Πιθανότητα υποτιθέμενων κρίσεων Κριτήρια αξιολόγησης (βαθμοί δυσκολίας) «Κλειδιά» μετρικής επίδοσης Παρακολούθηση μετά τα τεστ Πίνακας 1: Τυπολογία των Stress tests Μακροπροληπτική (Παρακολούθηση) Αποκαλύπτει τις πηγές του συστημικού ρίσκου και την ευπάθεια στο περιεχόμενο της παρακολούθησης και της εποπτείας ολόκληρου του συστήματος σε τακτά χρονικά διαστήματα. Κεντρικές τράπεζες, εποπτικές αρχές, IMF. Όλα, όσο το δυνατό περισσότερα ιδρύματα, ιδιαίτερα συστημικά σημαντικά ιδρύματα. Κατά κανόνα ετήσια ή εξαμηνιαία για της εθνικές αρχές, ή στο περιεχόμενο του FSAPs. Συστημικές και κοινές κρίσεις στα πιστωτικά ιδρύματα. Η κρίση τείνει να είναι ακραία. Μέσω μάκρο-σοκ και σοκ σε επίπεδο αγοράς και, επιπρόσθετα, σε χαρακτηριστικά του συστήματος (πχ. network effects). Μικροπροληπτική (Εποπτεία) Εκτιμά την υγεία ενός μεμονωμένου ιδρύματος και ενημερώνει την εποπτεία του ιδρύματος. Επόπτης (μικροπροληπτική αρχή). Μεμονωμένα εποπτευόμενα ιδρύματα (τεστ για διαφορετικές τράπεζες μπορούν να πραγματοποιούνται σε άλλο χρόνο). Μεμονωμένα ιδρύματα εξετάζονται όσο συχνά χρειάζεται. Αυξανόμενος αριθμός εποπτών διεξάγει κανονικά stress-test (με κοινά συμπεράσματα). Συχνά ιδιοσυγκρασιακές, κοινά μακρο-υποθέσεις τίθενται για οριζόντια ή θεματική επανεξέταση ανάμεσα στα ιδρύματα. Μέσω μάκρο-σοκ και κρίσεων επιπέδου αγοράς. Διαχείριση κρίσης Συμβάλλει στην ανακεφαλαιοποίσηση των τραπεζών και το σχεδιασμό της αναδιάρθρωσης των επιχειρήσεων. Μικρο και/ή μακρο προληπτικές αρχές. Ποικίλει, αλλά θα πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα προβληματικά ή σχεδόν προβληματικά ιδρύματα. Όσο χρειάζεται. Διαρκείς συστημικές ασκήσεις (βάση αναφοράς) ή σχετικά ήπιες κρίσεις, με έμφαση κυρίως στον κίνδυνο φερεγγυότητας. Μέσω μάκρο-κρίσεων και κρίσεων επιπέδου αγοράς Χαμηλή. Χαμηλή. Υψηλή. Ποικίλει Τρέχουσες ή μελλοντικές ρυθμιστικές απαιτήσεις ή εναλλακτικά όρια, αν είναι σκόπιμο. Συνολικοί δείκτες του συστήματος και η διασπορά τους. Κατά κανόνα καμία για μεμονωμένα ιδρύματα, αλλά συχνά χρησιμοποιείται σα βάση συζήτησης για πιθανά μακροπροληπτικά ή συστημικά μέτρα. Τρέχουσες ή μελλοντικές ρυθμιστικές απαιτήσεις ή εναλλακτικά όρια, αν είναι σκόπιμο. Μεμονωμένοι δείκτες του ιδρύματος. Συχνά απαιτείται από ιδρύματα με «αδύναμα» αποτελέσματα να δώσουν εξηγήσεις και να λάβουν μέτρα σε επίπεδο διοίκησης εάν κριθεί απαραίτητο από τους επόπτες. Τρέχουσες ή μελλοντικές ρυθμιστικές απαιτήσεις ή εναλλακτικά όρια, αν είναι σκόπιμο. Μεμονωμένοι δείκτες του ιδρύματος. Συχνά απαιτείται από τα ιδρύματα που «αποτυγχάνουν» να λάβουν διοικητικά μέτρα, όπως ανακεφαλαιοποίηση, πιθανώς με την υποστήριξη της κυβέρνησης. Δημοσίευση Συχνά. Σπάνια. Ποικίλει. Όχι. Παραδείγματα FSAP, GFSR, Εκθέσεις Οικονομικής Σταθερότητας. CCAR (US), τεστ που απαιτούνται από το Basel Framework, CEBS/EBA. SCAP (US, CEBS/EBA, (2010, 2011), ασκήσεις σε κάποιες από τις χώρες που ανήκουν στο πρόγραμμα του IMF (Ελλάδα, Ιρλανδία). Εσωτερική διαχείριση ρίσκου Διαχειρίζεται κινδύνους του υπάρχοντος χαρτοφυλακίου, συμβάλλει στον επιχειρησιακό σχεδιασμό. Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Μεμονωμένα ιδρύματα. Υψηλή (καθημερινή ή εβδομαδιαία) για τους κινδύνους της αγοράς, χαμηλότερη για επιχειρησιακές ασκήσεις. Ιδιοσυγκρασιακές ή συστημικές (ανάλογα με το ίδρυμα). Μέσω μάκρο-κρίσεων και κρίσεων επιπέδου αγοράς Δείκτες ανοχής εσωτερικού κινδύνου και ρυθμιστικές απαιτήσεις. Μεμονωμένοι δείκτες του ιδρύματος. Διοικητικά μέτρα μπορεί να απαιτούνται ή να μην απατούνται. RiskMetrics (J. P. Morgan s VaR Model). Πηγή: IMF «Macrofinancial Stress Testing Principles and Practices», August,

17 1.3 Οι κατηγορίες των Stress Tests Τα stress tests μπορούμε να τα διαχωρίσουμε σε διάφορες κατηγορίες, τις οποίες παρουσιάζουμε παρακάτω (Engelmann & Rauhmeier, 2006) Ανάλογα με τον αντικειμενικό σκοπό Μικροοικονομική σκοπιά Χρησιμοποιούνται ως εργαλείο της διαχείρισης κινδύνου, συμπληρωματικά με άλλα στατιστικά εργαλεία (VaR), προκειμένου να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος ενός γεγονότος στον ισολογισμό μιας οικονομικής μονάδας. Μακροοικονομική σκοπιά Αποτελούν εργαλείο της μακρο-προληπτικής πολιτικής, η οποία εφαρμόζεται από τις εποπτικές αρχές και έχει ως σκοπό να παρακολουθεί και να εκτιμά πιθανές αδυναμίες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων Ανάλογα με το πεδίο της εφαρμογής Σε επίπεδο χαρτοφυλακίου Αποτελούν τμήμα της διαχείρισης κινδύνου και για την εκτίμησή τους χρησιμοποιούνται τα εσωτερικά μοντέλα των τραπεζών. Σε επίπεδο συστήματος Διεξάγονται από τις εποπτικές αρχές χρησιμοποιώντας μια σειρά από κοινά σενάρια για όλα τα πιστωτικά ιδρύματα με σκοπό τον προσδιορισμό των κινδύνων που μπορεί να επιφέρουν αστάθεια σε ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα Διαχωρισμός βάσει απαιτήσεων Stress tests στα εποπτικά ίδια κεφάλαια. Stress tests στα οικονομικά κεφάλαια Διαχωρισμός βάσει αντικειμένου Stress tests στα Εξυπηρετούμενα δάνεια Εάν υποβαθμιστούν παραμένουν ενήμερα. Η εκτίμηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων περιλαμβάνει την επαναξιολόγηση των παραμέτρων κινδύνου. Μετά την υποβάθμιση μετατρέπονται σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Απαιτείται η εκτίμηση των προβλέψεων, η οποία περιλαμβάνει τον υπολογισμό στην 17

18 έκθεση κινδύνου με την μέθοδο της απώλειας λόγω πτώχευσης (LGD-Loss given default). Stress tests στα Μη Εξυπηρετούμενα δάνεια Μετά την υποβάθμιση παρουσιάζουν μεγαλύτερες απώλειες και απαιτείται καταγραφή υψηλότερων προβλέψεων Διαχωρισμός βάσει μεθοδολογίας Ανάλυση ευαισθησίας Είναι πολύ δημοφιλής μέθοδος ιδιαίτερα για τη μέτρηση του κίνδυνου αγοράς αλλά μπορεί να είναι και η βάση για την μέθοδο της ανάλυσης σεναρίου. Αναγνωρίζει τους απαραίτητους παράγοντες κινδύνου και εισάγει ένα έγκυρο μακροοικονομικό μοντέλο που προσδιορίζει την εξάρτηση των παραγόντων κινδύνων με συγκεκριμένες μακροοικονομικές μεταβλητές σε διάφορα στάδια του οικονομικού κύκλου. Οι μεταβλητές αυτές μπορεί να είναι οι τιμές επιτοκίων, ο πληθωρισμός, η ετήσια ανάπτυξη του εγχωρίου εθνικού προϊόντος κα. Διαμέσου αυτής της μεθόδου, οι ειδικοί προσπαθούν να διαπιστώσουν ποιές μακροοικονομικές μεταβλητές έχουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο σε ένα χαρτοφυλάκιο. Ανάλυση σεναρίων Βασίζεται σε οικονομετρικές μεθόδους. Περιλαμβάνει την εφαρμογή ακραίων αλλά πιθανόν να συμβούν σεναρίων. Μετά τον προσδιορισμό των σχετικών παραγόντων κινδύνου ακολουθεί η κατασκευή των σεναρίων. Ιδανικό θεωρείται οι κατηγορίες σεναρίων που ακολουθούν παρακάτω να λειτουργούν συμπληρωματικά. Ιστορικά σενάρια Τα ιστορικά σενάρια είναι εύκολο να εφαρμοστούν καθώς απλά μεταφέρονται οι τιμές των παραγόντων κινδύνων που αναφέρονται σε ένα ιστορικό συμβάν στο παρόν. Τα παρακάτω γεγονότα θεωρούνται αρκετά δημοφιλή για τα ιστορικά σενάρια: Πετρελαιακή Κρίση 1973/74 Κατάρρευση της χρηματιστηριακής αγοράς (Βlack Monday 1987, global bond price crash 1994, Asia 1998) Τρομοκρατική επίθεση (New York 9/ , Madrid 2004) or wars (Gulf war 1990/ 1991, Iraq war 2003) Συναλλαγματική κρίση (Asian 1997, European Exchange Rate Mechanism crisis 1992, Mexican Peso crisis 1994) 18

19 Χρεοκοπία της Ρωσίας (1998) Στατιστικά καθορισμένα σενάρια Βασίζονται σε ιστορικά δεδομένα. Το επίκεντρο αυτής της προσέγγισης είναι η χρήση των κατανομών των παραγόντων κινδύνου. Προκειμένου να ληφθούν έγκυρα αποτελέσματα θα πρέπει η κατανομή των παραγόντων κινδύνου να συμπίπτει με την κατάσταση της εξεταζόμενης οικονομίας. Υποθετικά σενάρια Η πιο εξελιγμένη μέθοδος για διεξαγωγή ενός stress test. Η εφαρμογή του υποθετικού σεναρίου είναι παρόμοια με την προσέγγιση του ιστορικού σεναρίου με τη διαφοροποίηση ότι δεν αναπαράγει γεγονότα του παρελθόντος αλλά επιλέγει διαφορετικές τιμές παραγόντων κινδύνου. Στηρίζεται στην εμπειρία που έχει αποκτηθεί από σχετικά γεγονότα τα οποία όμως τα συνδυάζει με την τρέχουσα οικονομική κατάσταση. Κοινά υποθετικά σενάρια θα μπορούσε να είναι τα παρακάτω: Σημαντική αύξηση των τιμών του πετρελαίου Μεγάλη αύξηση των επιτοκίων Πτώση της παγκόσμιας ζήτησης Πτώση στις τιμές των ακινήτων Πρόκειται για την πιο δημοφιλή μέθοδο stress test όσον αφορά στην πιθανότητα πτώχευσης ενός τραπεζικού ιδρύματος, περιοχής ή χώρας. Χρησιμοποιούνται πολύ συχνά από τις κεντρικές τράπεζες προκειμένου να δοκιμάσουν την σταθερότητα ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος. Όταν εφαρμόζεται σε πιστωτικά ιδρύματα, πραγματοποιείται ξεχωριστά για κάθε ίδρυμα και αθροίζονται τα αποτελέσματα στο τέλος με σκοπό να εκτιμηθεί ο βαθμός χρηματοοικονομικής σταθερότητας. Είναι η κατάλληλη μέθοδος για την εκτίμηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων σε αποθέματα ασφαλείας Διάκριση ανάλογα με το σχεδιασμό των σεναρίων Η «από πάνω προς τα κάτω» (top-down) προσέγγιση, η οποία σχετίζεται με έναν ολόκληρο κλάδο της οικονομίας ή ομάδων ιδρυμάτων και απαιτεί συνολικά δεδομένα. Χρησιμοποιούνται κυρίως ιστορικά σενάρια. Η «από κάτω προς τα πάνω» προσέγγιση (bottom-up), όπου τα stress tests επικεντρώνονται στα ατομικά χαρτοφυλάκια βάσει των στοιχείων από τους 19

20 ισολογισμούς των τραπεζών. Τείνει να χρησιμοποιεί αποτελέσματα τα οποία εξάγονται με την ανάλυση ευαισθησίας Διαχωρισμός βάσει παραγόντων κινδύνου (B.I.S., 2004) Αυτοτελής προσέγγιση Σύμφωνα με αυτή τη μεθοδολογία εκτιμάται η αστάθεια του χρηματοοικονομικού τομέα επηρεαζόμενη από μεμονωμένους κινδύνους, προβλέποντας διάφορους δείκτες ευρωστίας κάτω από μακροοικονομικά σενάρια δυσμενών συνθηκών. Ολοκληρωμένη προσέγγιση Η μεθοδολογία αυτή συνδυάζει την ανάλυση ευαισθησίας του χρηματοοικονομικού συστήματος απέναντι σε πολλαπλούς παράγοντες κινδύνου σε μια ενιαία εκτίμηση κατανομής πιθανοτήτων των συνολικών ζημιών που πραγματοποιούνται κάτω από οποιοδήποτε σενάριο δυσμενών καταστάσεων. 1.4 Σκοπός των stress tests Σύμφωνα με τον Borio et al. (2014a), ο πρωταρχικός σκοπός των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων είναι ότι πάντα χρησιμοποιούνται προκειμένου να εκτιμηθεί η σταθερότητα ενός συστήματος. Σε μια μελέτη του αναφέρει και δύο επιπλέον στόχους. Ο πρώτος είναι ότι χρησιμοποιούνται προκειμένου να προσδιορίσουν τις αδυναμίες σε περιόδους σταθερής γενικότερης οικονομικής κατάστασης και να παρέχουν την βάση προκειμένου να αντιμετωπιστούν, όπως για παράδειγμα κάνουν τα συστήματα πρόληψης κινδύνων (Early Warning Systems). Ο δεύτερος είναι ότι διεξάγονται υποστηρικτικά με τα εργαλεία διαχείρισης κινδύνων. Επιπλέον οι ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων προσφέρουν μια κοινή γλώσσα και ένα σημείο αναφοράς όσον αφορά την έννοια της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας σε όλα τα μέρη τα οποία εμπλέκονται μέσα σε ένα σύστημα (stakeholders) (Borio et al. 2014a). Τα stress test παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην διαχείριση χαρτοφυλακίων των τραπεζών καθώς παρέχουν τη δυνατότητα να δοκιμαστεί η ανθεκτικότητα ενός χαρτοφυλακίου σε ακραίες καταστάσεις. Ο ρόλος των stress tests ολοένα και καθίσταται πιο σημαντικός καθώς αποτελεί βασικό εργαλείο των εποπτικών αρχών προκειμένου να ασκήσουν μακρο-προληπτική πολιτική (macro-prudential analysis). Αφορούν μια σειρά από τεχνικές οι οποίες 20

21 χρησιμοποιούνται προκειμένου να εκτιμηθούν οι αδυναμίες ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος όταν εκτίθεται σε εξαιρετικά δυσμενείς αλλά πιθανόν να συμβούν καταστάσεις. Προσδιορίζει τις δομικές αδυναμίες ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος καθώς και ο συνολικός κίνδυνος που θα μπορούσε να διαταράξει την σταθερότητα όλου του συστήματος. Τα stress tests συνεπώς δεν χρησιμοποιούνται μόνον για να εκτιμήσουν τις αδυναμίες του χαρτοφυλακίου ενός τραπεζικό ιδρύματος αλλά επιπλέον υπολογίζουν τον κίνδυνο που εκτίθεται μια ομάδα από πιστωτικά ιδρύματα όταν λαμβάνουν χώρα συγκεκριμένα σενάρια. Επιπλέον τα stress tests χρησιμοποιούνται επικουρικά ως εργαλείο επαλήθευσης των αποτελεσμάτων που παράγονται από τα εσωτερικά μοντέλα των τραπεζών (Wong et al. 2006). Ειδικότερα πρόκειται για ένα αξιόλογο εργαλείο που: Προσδιορίζει πιθανούς κινδύνους και εντοπίζει τα αδύνατα σημεία ενός χαρτοφυλακίου. Μελετάει τα αποτελέσματα σε νέα περίπλοκα πιστωτικά προϊόντα. Δίνει κατευθύνσεις σε ανεπιθύμητες καταστάσεις όπως σε περιόδους κρίσης ή μη φυσιολογικές συνθήκες της αγοράς. Βοηθάει την παρακολούθηση σημαντικών τμημάτων των χαρτοφυλακίων τα οποία εκτίθενται σε μεγάλους κινδύνους ή παρουσιάζουν αδυναμίες σε πιθανές αλλαγές των συνθηκών της αγοράς. Προτείνει την ανάγκη για λήψη επιπρόσθετων μέτρων προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος για μεγάλες απώλειες και περιορίζει τις συνέπειες από την έκθεση σε μεγάλους κινδύνους. Δοκιμάζει την διαφοροποίηση των χαρτοφυλακίων. Αμφισβητεί την στάση των τραπεζών απέναντι στους κινδύνους. 1.5 Στάδια της διαδικασίας προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων Η διεξαγωγή μιας πετυχημένης άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων θα πρέπει να περιλαμβάνει κάποιες «καλές πρακτικές». Σύμφωνα με τον Borio et al. (2014a) κάθε stress test έχει τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά. Το πρώτο χαρακτηριστικό αφορά τον προσδιορισμό των κινδύνων που εκτίθενται τα τραπεζικά 21

22 ιδρύματα. Ακολουθεί η κατασκευή του σεναρίου που ορίζει τις ακραίες καταστάσεις που μπορεί να επέλθουν σε μια οικονομία όπως για παράδειγμα είναι μια ύφεση. Το τρίτο χαρακτηριστικό περιλαμβάνει την επιλογή του μοντέλου που καταγράφει τα αποτελέσματα των σοκ εξετάζοντας την διασπορά τους μέσα σε ένα σύστημα και το τέταρτο είναι η μέτρηση του αποτελέσματος. Στο τελευταίο αυτό στάδιο περιλαμβάνεται η επίδραση που έχουν τα σοκ στους ισολογισμούς των τραπεζών και στα αποτελέσματα χρήσεως. Τα πιο κοινά μέτρα είναι οι απώλειες στα χαρτοφυλάκια ή στα κεφάλαια των τραπεζών. Επίσης στην μέτρηση μπορούν να συμπεριληφθούν ο αριθμός των τραπεζικών ιδρυμάτων που πτωχεύει ή ο προσδιορισμός των κεφαλαίων που απαιτείται για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Το παρακάτω σχεδιάγραμμα περιγράφει μια σχηματική περίληψη της δομής ενός τυπικού μάκρο stress test για τράπεζες με σκοπό την εκτίμηση της ανθεκτικότητας των τραπεζών. Οι έντονες γραμμές αντιπροσωπεύουν τα συστατικά τα οποία εμπεριέχονται στην πλειονότητα των stress test. Οι διακεκομμένες γραμμές υποδηλώνουν τα αποτελέσματα της ανατροφοδότησης τα οποία είναι πιθανόν να συμπεριλαμβάνονται στα πιο πολύπλοκες εκδοχές. Κάθε stress test ξεκινά με τον καθορισμό των εξωγενών σοκ που απαρτίζουν το σενάριο και παρέχει εκτιμήσεις σχετικά με την επίδραση που έχουν αυτά τα σοκ στην οικονομία και στους ισολογισμούς των τραπεζών. Τα πιο περίπλοκα μοντέλα έχουν ενσωματώσει και εκτιμούν τα αποτελέσματα της ανατροφοδότησης των κινδύνων μεταξύ των μελών ενός συστήματος.. Διάγραμμα 1: Σχηματική απεικόνιση της δομής ενός τυπικού macro stress test Πηγή: C. Borio et al. / Journal of Financial Stability 12 (2014)

23 Τα στάδια που ακολουθούν παρακάτω αν και επικεντρώνονται κυρίως στα stress test με σκοπό την εποπτική παρακολούθηση, μπορούν να εφαρμοστούν σε όλους τους τύπους των ασκήσεων Ο προσδιορισμός των τραπεζικών ιδρυμάτων που θα συμμετέχουν στα τεστ Στο πρώτο στάδιο θα πρέπει να γίνει η επιλογή των τραπεζικών ιδρυμάτων που θα συμμετέχουν στις ασκήσεις. Θα πρέπει να γίνει μια εκτίμηση για το ποιες από τις συστημικές τράπεζες θα συμπεριληφθούν και στο ποιες θα αποκλειστούν. Τα πιστωτικά ιδρύματα που θα συμμετέχουν σε ένα stress test θα πρέπει να αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό τμήμα του χρηματοπιστωτικού τομέα αλλά ταυτόχρονα το δείγμα που θα επιλεγεί δεν θα πρέπει να είναι πολύ διευρυμένο καθώς η εφαρμογή ενός stress test είναι μια πολύπλοκη αλλά και χρονοβόρα διαδικασία. Συνήθως επιλέγονται εκείνα τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία επηρεάζονται από κοινούς παράγοντες κινδύνους (Quagliariello, 2009) Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να προσδιοριστούν τα κριτήρια που βοηθούν να καθοριστεί η βαρύτητα που έχει ένα τραπεζικό ίδρυμα στο σύστημα. Τέτοια κριτήρια μπορεί να είναι το μέγεθος μιας τράπεζας, η πολυπλοκότητα που έχει στις δομές της και οι αλληλεπιδράσεις με άλλα τραπεζικά ιδρύματα Μια αποτυχία μιας τράπεζας είναι πολύ πιθανόν να προκαλέσει ζημίες και σε άλλες τράπεζας αλλά και γενικότερα στο σύνολο της οικονομίας. Όσο μεγαλύτεροι δεσμοί και αλληλεπιδράσεις υπάρχουν ανάμεσα σε διάφορες τράπεζες τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος εξάπλωσης μιας αποτυχίας. Αυτές οι αλληλεπιδράσεις αφορούν τους δεσμούς που αναπτύσσουν τα τραπεζικά ιδρύματα μεταξύ τους όσον αφορά την έκθεσή τους σε διάφορους χρηματοοικονομικούς κινδύνους και το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της Lehman Brothers. Η αποτυχία μιας τράπεζας μπορεί να επηρεάσει κάποιες άλλες άμεσα καθώς εάν χρεοκοπήσει δεν θα μπορεί να αποπληρώσει τις χρηματοδοτήσεις που έχει λάβει από αυτές. Μια έμμεση επίδραση είναι ότι σταματά πλέον να δανείζει άλλες τράπεζες μειώνοντας έτσι την διοχέτευση ρευστότητας στο σύστημα. Όσο πιο πολύπλοκες είναι οι δομές μιας τράπεζας τόσο μεγαλύτερο είναι το κόστος και ο χρόνος που απαιτείται για την επίλυση πιθανών προβλημάτων. 23

24 Στα tests επίσης θα πρέπει να εξεταστεί με ποια κριτήρια θα συμπεριληφθούν χρηματοπιστωτικοί οίκοι της αλλοδαπής. Σύμφωνα με τον Cihák (2007), ένα μέτρο που θα μπορούσε να ακολουθηθεί είναι να επιλέγονται μόνο οι θυγατρικές τους εταιρείες που δραστηριοποιούνται στα όρια της οικονομίας που εξετάζεται. Τέλος, ο προσδιορισμός των ιδρυμάτων που θα συμμετέχουν στα stress tests μπορεί να περιλαμβάνουν και μη τραπεζικά ιδρύματα, όπως για παράδειγμα μεγάλες ασφαλιστικές εταιρείες ή χρηματοπιστωτικούς ομίλους, που έχουν όμως μεγάλη συστημική βαρύτητα και παίζουν μεγάλο ρόλο για την διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Συμπερασματικά, για να εφαρμοστεί αυτή η αρχή απαιτείται μια πολύ καλή κατανόηση των κύριων χαρακτηριστικών του συστήματος πριν την διεξαγωγή ενός stress test Ο προσδιορισμός των σημαντικότερων κινδύνων Η εφαρμογή αυτού του σταδίου απαιτεί από τους ειδικούς να γνωρίζουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του τραπεζικού τομέα, τον τρόπο με τον οποίο αυτός λειτουργεί, το κανονιστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργούν τα πιστωτικά ιδρύματα και γενικότερα να έχουν γνώση του ευρύτερου μακροοικονομικού περιβάλλοντος προκειμένου να διευκολυνθεί η εστίασή τους στους παράγοντες κινδύνου που απειλούν την σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος πριν από το σχεδιασμό ενός stress test. Θεωρείται πάρα πολύ σημαντικό για την επιτυχή διεξαγωγή ενός stress test να λαμβάνονται υπόψη όλοι οι πιθανοί κίνδυνοι ώστε τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να είναι σε θέση να λάβουν μέτρα πρόληψης και προστασίας. Υπάρχουν περιπτώσεις στην διεθνή βιβλιογραφία όπου κάποιοι κίνδυνοι αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν σοβαρά υπόψη με συνέπεια τα αποτελέσματα των stress tests να είναι παραπλανητικά και να μην αποκαλύπτουν τις πραγματικές αδυναμίες ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ιστορικά, τα macro stress tests έχουν επικεντρωθεί στον πιστωτικό κίνδυνο όπως επίσης έχουν καλύψει τον κίνδυνο αγοράς, τον κίνδυνο εισοδήματος και τον κίνδυνο ρευστότητας (Borio et al. 2014b). Η παγκόσμια όμως χρηματοπιστωτική κρίση έβγαλε στην επιφάνεια ότι οι κατηγορίες των χρηματοοικονομικών κινδύνων που χρησιμοποιούνταν στα stress test δεν ήταν επαρκείς με αποτέλεσμα να μην είναι αντιπροσωπευτικοί των πιο πρόσφατων οικονομικών και κανονιστικών εξελίξεων. 24

25 Μετά την κρίση, δόθηκε μεγαλύτερη βαρύτητα στον κίνδυνο ρευστότητας και στον κίνδυνο επένδυσης καθώς επίσης και νέες πηγές κινδύνου αναδύθηκαν όπως ο κίνδυνος της χαμηλής κερδοφορίας, κίνδυνοι που συνδέονται με το κανονιστικό πλαίσιο μιας οικονομίας και οι κίνδυνοι που σχετίζονται με την μετάδοση των κρίσεων εξαιτίας των αλληλεξαρτήσεων που υπάρχουν ανάμεσα σε διάφορους τομείς της οικονομίας. Στη διεθνή βιβλιογραφία έχει δημιουργηθεί πολλές φορές μεγάλη διαμάχη όσον αφορά τις κατηγορίες κινδύνων που είναι αναγκαίο να χρησιμοποιηθούν για τη διεξαγωγή ενός stress test. Κάποιοι κίνδυνοι είναι πολύ μεγάλοι και δύσκολο να διαχειριστούν από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως για παράδειγμα ο κίνδυνος χρέους καθώς όλος ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι ευάλωτος σε αυτόν και η αντιμετώπιση των επιπτώσεων είναι μη εφικτή. Επιπροσθέτως, σε χώρες στις οποίες επικρατεί ένα σταθερό χρηματοπιστωτικό περιβάλλον, χωρίς αυξομειώσεις στα επίπεδα τιμών ή στα επιτόκια, οι κίνδυνοι επιτοκίων, επανεπένδυσης ή ο κίνδυνος πληθωρισμού πολλές φορές δεν λαμβάνονται υπόψη. Για τον λόγο αυτόν είναι απαραίτητο οι ασκήσεις να είναι προσαρμοσμένες στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας οικονομίας αξιολογώντας τα δυνατά και αδύνατα σημεία του κάθε τραπεζικού συστήματος. Επίσης υπάρχει διαφωνία σχετικά με τη μεθοδολογία των stress tests που θα χρησιμοποιηθεί καθώς η μέθοδος «από κάτω προς τα πάνω» (bottom-up) φαίνεται να κερδίζει έδαφος σε σχέση με την «από πάνω προς τα κάτω» (top-down) προσέγγιση στο βαθμό που τα tests διεξάγονται από τις ίδιες τις τράπεζες καθώς μπορεί να είναι πιο αναλυτικά και κατατοπιστικά, από την στιγμή που οι τράπεζες γνωρίζουν καλύτερα τη διασπορά των χαρτοφυλακίων τους και την έκθεσή τους σε διάφορους κινδύνους Ανάλυση των αποτελεσμάτων ανατροφοδότησης (Feedback Effect) Κατά την διάρκεια ενός stress test είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη οι αλληλεπιδράσεις που υπάρχουν μεταξύ των ιδρυμάτων που συμμετέχουν στα tests καθώς επιτρέπει να εκτιμηθεί η συστημική βαρύτητα μια ακραίας κατάστασης καθώς ο αντίκτυπός της μπορεί να μεταδοθεί και σε άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και να πάρει διαστάσεις domino effect. 25

26 Η ανάλυση των ενοποιημένων ισολογισμών του συνόλου του τραπεζικού τομέα μπορεί να υποτιμήσει το συστημικό κίνδυνο εάν δεν ληφθούν υπόψη οι αλληλεπιδράσεις που υπάρχουν μεταξύ των τραπεζών. Η ανάλυσή τους βοηθάει στην καλύτερη κατανόηση των παραγόντων που οδηγούν στο συστημικό κίνδυνο (Sorge 2004). Ιδιαίτερα σημαντική είναι η δυναμική ανάλυση των αποτελεσμάτων ανατροφοδότησης καθώς σχετίζεται άμεσα με τον τρόπο που αντιδρούν τα πιστωτικά ιδρύματα στην μετάδοση του κινδύνου. Ο βαθμός στον οποίο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπορούν να προστατεύσουν τα περιουσιακά του στοιχεία κατά την διάρκεια ενός σοκ εξαρτάται από την φύση και την χρονική στιγμή που μια ακραία κατάσταση λαμβάνει χώρα, από το μέγεθός τους, τη διασπορά του χαρτοφυλακίου τους όπως επίσης και τη γενικότερη ρευστότητα της αγοράς. Πολλές έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί δίνουν έμφαση στη δομή των αλληλεπιδράσεων και εκτιμούν τον κίνδυνο μετάδοσης αφήνοντας κάθε φορά μια τράπεζα να χρεοκοπήσει και κατόπιν μέσω της προσομοίωσης μελετούν τον αντίκτυπο που έχει το γεγονός αυτό σε κάθε άλλη τράπεζα του συστήματος (Elsinger et al., 2002) Εκτός από τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, υπάρχουν και άλλα κανάλια αναπαραγωγής των σοκ που συνδέουν τις τράπεζες μεταξύ τους αλλά και με άλλους φορείς που λειτουργούν στην οικονομία. Η μετάδοση των συνεπειών από τη χρηματοπιστωτική αστάθεια στην πραγματική οικονομία όπως για παράδειγμα οι αντιδράσεις μιας τράπεζας σε μια κατάσταση κινδύνου μπορεί να επηρεάσει τη συνολική οικονομία που μακροπρόθεσμα οδηγεί σε περαιτέρω μείωση των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών. Επιπλέον οι πολιτικές που ακολουθούνται από τις εποπτικές αρχές ή η έλλειψη αυτών μπορεί να προκαλέσει μετάδοση των κινδύνων κατά την διάρκεια μιας κρίσης. Στο παρακάτω σχήμα παρουσιάζεται ο σχεδιασμός των σεναρίων που περιλαμβάνει την εξέταση των καναλιών μετάδοσης των σοκ μεταξύ της πραγματικής οικονομίας και των τραπεζών. 26

27 Σχήμα 1: Κανάλια μετάδοσης των σοκ μεταξύ της πραγματικής οικονομίας και του χρηματοπιστωτικού τομέα Πηγή: IMF «Macrofinancial Stress Testing Principles and Practices», August, Η κατασκευή των σεναρίων και η επιλογή των σοκ Σύμφωνα με τη μεθοδολογία της επιτροπής της Βασιλείας για την εποπτεία των τραπεζών, θα πρέπει τα stress tests που διεξάγουν οι τράπεζες να πληρούν τρείς βασικές προϋποθέσεις: να είναι αληθοφανή, να είναι ακραία και να αξιολογούν την ικανότητα των τραπεζών να απορροφήσουν πιθανές μεγάλες απώλειες και να αναπτύξουν δράσεις για να μειώσουν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν. Η ποιότητα ενός stress test εξαρτάται άμεσα από τα σενάρια που θα επιλεγούν. Η επιλογή των σεναρίων είναι μια πάρα πολύ σημαντική διαδικασία καθώς ένα ακατάλληλο σενάριο θα δώσει μη χρήσιμα αποτελέσματα και δεν θα είναι δυνατόν να αποκαλύψει τον συστημικό κίνδυνο. Εάν τα σενάρια που έχουν κατασκευαστεί έχουν μια απειροελάχιστη πιθανότητα να συμβούν τότε τα αποτελέσματα τα οποία θα 27

28 εξαχθούν από τα stress tests δεν θα ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Σε αντίθεση εάν τα σενάρια είναι πολύ "ήπια" τότε τα αποτελέσματα δεν θα είναι ικανά να αποκαλύψουν τους κινδύνους στους οποίους εκτίθενται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η κατασκευή του σεναρίου προσδιορίζει τους εξωγενείς παράγοντες, στους οποίους αποδίδουμε διάφορες ακραίες τιμές. Κάθε τεστ ξεκινά με τον προσδιορισμό των εξωγενών παραγόντων που θα συμπεριληφθούν στο σενάριο. Δυστυχώς, πολλές φορές σε ένα stress test, επιλέγεται μια μικρή σειρά από σενάρια με αποτέλεσμα τα εξαγόμενα αποτελέσματα να είναι αυθαίρετα (Breuer et al. 2009). Εάν για οποιαδήποτε λόγο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν επιλέγουν τα χειρότερα σενάρια που μπορεί να συμβούν αλλά κάποια σενάρια που απλά περιλαμβάνουν κάποιους παράγοντες κινδύνου τότε μπορεί τα αποτελέσματα να δίνουν την αίσθηση της ασφάλειας. Ίσως ένα από τα πιο σημαντικά ερωτήματα που θα πρέπει να απαντήσουν οι αρχές οι οποίες διεξάγουν μια άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων είναι το πόσο έντονο και πόσο μεγάλο σε διάρκεια μπορεί να είναι ένα σενάριο. Σύμφωνα με τον αντικειμενικό σκοπό που έχει μια τέτοια άσκηση, θα πρέπει να γίνεται και η ανάλογη κατασκευή του σεναρίου. Γενικότερα για την κατασκευή του σεναρίου υπάρχουν δύο θεωρίες (Wong et al. 2006): Η πρώτη θεωρία σχετίζεται με το παρελθόν. Δηλαδή, το σενάριο κατασκευάζεται σύμφωνα με γεγονότα τα οποία συνέβησαν στο παρελθόν. Αναφέρονται σε γεγονότα που έχουν ήδη συμβεί και συμπερασματικά μπορεί να επαναληφθούν. Οι τράπεζες εφαρμόζουν μοτίβα του παρελθόντος προκειμένου να υπολογίσουν τις απώλειες των χαρτοφυλακίων τους εάν μία ακραία κατάσταση επαναληφθεί. Αγνοώντας την ιστορική εμπειρία, μπορεί η κατασκευή του ακραίου σεναρίου να μην λαμβάνει υπόψη την πιθανότητα να συμβεί. Υπάρχει συνεπώς ο κίνδυνος οι ακραίες καταστάσεις που έχουν «φανταστεί» οι ειδικοί να μην πραγματοποιηθούν ποτέ και να αναγκάσει τους συμμετέχοντες να λάβουν σκληρά αμυντικά μέτρα τα οποία δεν κρίνονται σκόπιμα. Τα ιστορικά stress test έχουν το πλεονέκτημα ότι περιλαμβάνουν περισσότερους από έναν παράγοντες κινδύνου και για τον λόγο αυτόν είναι πολύ δημοφιλή. Το βασικό μειονέκτημα αυτής της προσέγγισης είναι ότι καθώς τα πιστωτικά ιδρύματα 28

29 στηρίζονται σε καταστάσεις του παρελθόντος μπορεί να παραβλέψουν στα μοντέλα τους τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στη λειτουργία και στις δομές της αγοράς. Η δεύτερη θεωρία προσπαθεί να αποφύγει την υπερβολική εξάρτηση από την ιστορία. Επιλέγονται διάφορα υποθετικά σενάρια ή προσδιορίζονται ακραίες καταστάσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγάλη ζημιά στο σύστημα. Η χρήση της μεθόδου αυτής βοηθάει να προσδιοριστεί η ευαισθησία ενός χαρτοφυλακίου όταν υποβάλλεται σε διαφορετικούς παράγοντες κινδύνου. Το κύριο μειονέκτημα αυτής της προσέγγισης είναι ότι δεν μπορεί να καθοριστεί η πιθανότητα που έχει ένα σενάριο να πραγματοποιηθεί καθώς δεν υπάρχει ανάλογη εμπειρία και πληροφόρηση από γεγονότα τα οποία έχουν παρατηρηθεί στο παρελθόν. Τα τελευταία χρόνια έχει έρθει στην επιφάνεια η έννοια της επιλογής του χειρότερου σεναρίου (worst case scenario). Ο προσδιορισμός των σεναρίων περιλαμβάνει μια σειρά από αποφάσεις όπως ποια θα είναι τα κύρια στοιχεία των ισολογισμών των τραπεζών που θα υποβληθούν σε σοκ, ποιοι θα είναι οι σχετικοί παράγοντες κινδύνου που θα επιλεχθούν, πόσο μεγάλο ή ακραίο θα είναι το σοκ και ποια χρονική περίοδος θα επιλεγεί. Αφού επιλεγεί το σενάριο, εφαρμόζεται στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών και υπολογίζεται η πιθανή απώλεια σε παρούσες τιμές. Η δημιουργία πολλών και διαφορετικών σεναρίων μπορεί να είναι η πιο δύσκολη διαδικασία σε μια διεξαγωγή ενός stress test. Η κατασκευή ενός ιδανικού σεναρίου θα πρέπει να ανταποκρίνεται στις παρακάτω απαιτήσεις: Θα πρέπει να περιλαμβάνει τις αλλαγές που επέρχονται στην αγορά. Να λαμβάνει υπόψη την σχέση που έχουν διαφορετικοί κίνδυνοι μεταξύ τους όπως για παράδειγμα ο κίνδυνος αγοράς με τον πιστωτικό κίνδυνο. Να περικλείει πιθανές συστημικές μεταβολές και την ρευστότητα της αγοράς. Με δεδομένο ότι ένα δυσμενές μακροοικονομικό σενάριο αναφέρεται σε ένα συνδυασμό από μακροοικονομικές μεταβλητές οι οποίες λαμβάνουν ακραίες τιμές, είναι πολύ σημαντικό να επιβεβαιωθεί η εσωτερική συνέχειά τους καθώς και ότι οι τιμές αυτές θα απαρτίζουν ένα ρεαλιστικό μείγμα. Δεν είναι δυνατόν για παράδειγμα στο σενάριο να προβλέπεται ύφεση κατά 5% και ταυτόχρονα μείωση της ανεργίας. Επιπλέον, θα πρέπει να καταγραφούν οι επιπτώσεις που τυχόν θα έχουν τα δυσμενή μακροοικονομικά σενάρια στα στοιχεία των τραπεζικών οικονομικών καταστάσεων. 29

30 1.5.5 Εφαρμογή των σεναρίων Η επιλογή του μοντέλου που καταγράφει τις ακραίες καταστάσεις μπορεί να η «από κάτω προς τα πάνω» (bottom up) ή η «από πάνω προς τα κάτω» (top down). Στην πραγματικότητα πολλά εθνικά τεστ περιλαμβάνουν και τις δύο μεθόδους. Στην bottom up περίπτωση, μια κεντρική εποπτική αρχή δίνει στα πιστωτικά ιδρύματα ένα κοινό σενάριο. Κατόπιν, τα πιστωτικά ιδρύματα χρησιμοποιούν τα δικά τους εσωτερικά μοντέλα προκειμένου να εκτιμήσουν το αποτέλεσμα των εξωγενών σοκ στην απόδοσή τους και μετέπειτα η κεντρική εποπτική αρχή συγκεντρώνει όλα τα αποτελέσματα. Η προσέγγιση αυτή λαμβάνει υπόψη τη μετάδοση του κινδύνου από μια τράπεζα σε άλλες αλλά πολλές φορές επηρεάζεται από την έλλειψη δεδομένων. Στην περίπτωση του top down σεναρίου η κεντρική εποπτική αρχή δεν αναμιγνύει τις τράπεζες αλλά στηρίζεται στα εσωτερικά της μοντέλα εκτίμησης των αποτελεσμάτων. Το μειονέκτημα αυτής της μεθόδου είναι ότι η εφαρμογή των ασκήσεων σε συγκεντρωτικά δεδομένα μπορεί να παραβλέψει τους κινδύνους που διατρέχει από τα σοκ το κάθε τραπεζικό ίδρυμα ξεχωριστά καθώς και τις αλληλεπιδράσεις που υπάρχουν μεταξύ των τραπεζών. Συνεπώς, η προσέγγιση αυτή δεν εξετάζει τον κίνδυνο που διατρέχει το σύνολο του χρηματοπιστωτικού συστήματος από τις απώλειες ενός ιδρύματος που μπορεί να διαδοθούν. Για τον λόγο αυτόν και προκειμένου να περιοριστούν τα μειονεκτήματα των μεθόδων είναι κοινή πρακτική να χρησιμοποιούνται συνδυαστικά (Cihák 2007). Στον πίνακα 2, που ακολουθεί, παρουσιάζεται μια σύγκριση των δύο αυτών μεθόδων και αναφέρονται τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα τους. 30

31 Πίνακας 2: Σύγκριση των Bottom Up και Top Down Stress tests Χαρακτηριστικά Bottom Up Top - Down Πλεονεκτήματα Αντικατοπτρίζουν λεπτομερή δεδομένα, καλύπτουν κινδύνους και εργαλεία μείωσης των κινδύνων και περιλαμβάνουν τους κινδύνους εκείνους που είναι δύσκολο να καλυφθούν στα top down stress tests (όπως οι κίνδυνοι από περίπλοκα στη δομή τους τραπεζικά προϊόντα, στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου και τον κίνδυνο του αντισυμβαλλόμενου). Αξιοποιούν τα εξελιγμένα εσωτερικά εργαλεία των τραπεζικών ιδρυμάτων, Μπορούν να αποκαλύψουν κινδύνους που διαφορετικά θα είχαν παραληφθεί. Παρέχουν γνώση για την ικανότητα διαχείρισης κινδύνων και για την κουλτούρα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Η εφαρμογή δυσμενών κοινών σοκ μπορεί να παρακινήσει τα μεμονωμένα τραπεζικά ιδρύματα ώστε να προετοιμαστούν για τις επερχόμενες συνέπειες. Αδυναμίες Τα αποτελέσματα μπορεί να επηρεάζονται από τις εσωτερικές υποθέσεις των τραπεζών, δεδομένα και μοντέλα τα οποία παρεμποδίζουν την σύγκριση μεταξύ των τραπεζών Η εφαρμογή τους τείνει να είναι βοηθητική και εξαρτάται από την συνεργασία των τραπεζικών ιδρυμάτων. Επιβεβαιώνουν την ομοιομορφία στην μεθοδολογία και την συνέχεια (consistency) των υποθέσεων μεταξύ των ιδρυμάτων. Επιβεβαιώνουν την πλήρη κατανόηση των λεπτομερειών και περιορισμών των μοντέλων που χρησιμοποιούνται. Παρέχουν ένα αποτελεσματικό εργαλείο για τις εποπτικές αρχές. Όταν καθοριστεί το κύριο πλαίσιο, η εφαρμογή τους είναι σχετικά εύκολη και αποτελεσματική. Μπορούν να εφαρμοστούν σε συστήματα όπου τα ιδρύματα έχουν περιορισμένες δυνατότητες διαχείρισης κινδύνου. Οι υπολογισμοί μπορεί να μην είναι ακριβείς λόγω των περιορισμένων δεδομένων. Η τυποποίηση μπορεί να έχει ως αντίκτυπο να μην αντανακλούν τις στρατηγικές και τις επιχειρηματικές αποφάσεις των ιδρυμάτων Πηγή: IMF «Macrofinancial Stress Testing Principles and Practices», August, Τα αποτελέσματα των stress test και η ερμηνεία τους Το τελευταίο στάδιο της διαδικασίας ενός stress testing είναι η εξαγωγή των αποτελεσμάτων και η ερμηνεία τους. Η απλή και μόνον ανάγνωση των αποτελεσμάτων δεν αποκαλύπτει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τις συνέπειες που μπορεί να έχουν οι ακραίες καταστάσεις στα αποτελέσματα των τραπεζών. Για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να εξετάζονται σε συνάρτηση με τους δείκτες οικονομικής ευρωστίας προκειμένου να επαληθευτεί η «υγεία» του συστήματος Επιπλέον, για να εξαχθούν ασφαλή αποτελέσματα θα πρέπει να διεξάγονται σε συνδυασμό και με άλλες τεχνικές της διαχείρισης κινδύνου. Επίσης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι υποθέσεις καθώς και οι περιορισμοί που έχουν προσδιοριστεί στο προηγούμενο στάδιο της κατασκευής του σεναρίου. Οι πιο κοινές μετρήσεις είναι αυτές που αναφέρονται στις απώλειες στα χαρτοφυλάκια ή στα κεφάλαια και λιγότερο συχνά στην επαρκή ρευστότητα. Άλλες 31

32 μετρήσεις περιλαμβάνουν τον αριθμό των πτωχεύσεων ή το μέγεθος των κεφαλαίων που θα πρέπει να ενισχυθούν τα πιστωτικά ιδρύματα για την ανακεφαλαιοποίησή τους. 1.6 Ποιες μεταβλητές μπορούν υποβληθούν σε stress test Οι μεταβλητές των τραπεζικών ιδρυμάτων που χρησιμοποιούνται στα stress τεστ και υποβάλλονται σε σοκ θα πρέπει να πληρούν δύο βασικές προϋποθέσεις (Cihák 2007): 1. Να μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα ανάλογα με τις τιμές που λαμβάνουν. 2. Να μπορούν με τρόπο αξιόπιστο να συνδεθούν με τους παράγοντες κινδύνου. Οι βασικότερες μεταβλητές που χρησιμοποιούνται ακολουθούν παρακάτω: Το κεφάλαιο (Capital). Εάν ένας κίνδυνος έχει άμεσο αντίκτυπο στην πιστοληπτική ικανότητα ενός τραπεζικού ιδρύματος τότε έχει και στα κεφάλαιά του. Κεφαλαιοποίηση (Capitalization). Η κεφαλαιακή επάρκεια είναι ένας άμεσα αναγνωρίσιμος δείκτης ευρωστίας. Σε σχέση με το κεφάλαιο, αυτή η μεταβλητή επιτρέπει την σύγκριση ανάμεσα στα ιδρύματα διαφορετικού μεγέθους. Κέρδη (Profits). Εάν τα σοκ που επιλέγονται αξιολογούν την επίδραση μόνο στα κεφάλαια τότε τα αποτελέσματα μπορεί να υπερεκτιμηθούν καθώς τα πιστωτικά ιδρύματα χρησιμοποιούν τα κέρδη τους ως την πρώτη γραμμή άμυνας πριν χρησιμοποιήσουν τα κεφάλαια τους. Κερδοφορία (Profitability). Περιλαμβάνει βασικούς χρηματοοικονομικούς δείκτες όπως την απόδοση ιδίων κεφαλαίων, ή των ενεργητικών στοιχείων. Σε σχέση με τα κέρδη έχει το πλεονέκτημα ότι επιτρέπει την σύγκριση μεταξύ διαφορετικού μεγέθους ιδρύματα. Καθαρό εισόδημα από τόκους και άλλα συστατικά κέρδους. Μερικές φορές είναι καλύτερα να υποβληθούν σε σοκ ξεχωριστά τα συστατικά του κέρδους. Z-scores. Εξάγονται από τον τύπο z = (k+μ)/σ, όπου k= κεφάλαιο ως ποσοστό του ενεργητικού, μ= η μέση απόδοση μετά την φορολογία ως ποσοστό του ενεργητικού και σ είναι η τυπική απόκλιση της απόδοσης του ενεργητικού μετά τους 32

33 φόρους. Είναι ένας δημοφιλής δείκτης ο οποίος συνδέεται άμεσα με την πιθανότητα πτώχευσης μια τράπεζας. Ένας μεγάλος δείκτης υποδηλώνει μικρότερη πιθανότητα πτώχευσης σε αντίθεση με μια μικρή τιμή του δείκτη που υποδηλώνει μεγαλύτερο κίνδυνο χρεοκοπίας. Απώλειες από δάνεια. Έχει το μειονέκτημα ότι δεν λαμβάνει υπόψη τις ενέργειες των τραπεζών προκειμένου να περιορίσουν τις απώλειες με τη χρήση των ιδίων κεφαλαίων που διαθέτουν αλλά και τα κέρδη τους. Δείκτες ρευστότητας. Χρησιμοποιούνται στις ασκήσεις προσομοίωσης που αφορούν τον κίνδυνο ρευστότητας. Αξιολόγηση και πιθανότητες πτώχευσης. Μπορεί να διαπιστωθεί η επίδραση που έχει σε διάφορες μεταβλητές οι αλλαγές στην αξιολόγηση (rating) ενός τραπεζικού ιδρύματος ενώ επιπλέον μπορεί να υπολογιστεί η πιθανότητα πτώχευσης μιας τράπεζας με την έκθεσή της σε ένα ακραίο σενάριο. Υπάρχουν και πολλές άλλες μεταβλητές που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μια άσκηση και μπορεί να περιλαμβάνουν διάφορους δείκτες που χρησιμοποιούνται για να εξεταστεί η υγεία ενός χρηματοπιστωτικού τομέα. 1.7 Stress Tests και Κανονιστικό Πλαίσιο Οι τεχνικές των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων άρχισαν να εφαρμόζονται ευρέως από τις τράπεζες οι οποίες δραστηριοποιούνται διεθνώς από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και έως σήμερα έχουν διαδοθεί σχεδόν σε όλα τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά συστήματα. Διάφορες εποπτικές αρχές έχουν αναγάγει τη χρήση των stress tests σε ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για τα εσωτερικά μοντέλα που χρησιμοποιούν οι τράπεζες προκειμένου να παρακολουθούν τον κίνδυνο αγοράς. Η επιτροπή της Βασιλείας για την εποπτεία των τραπεζών (BCSS) έχει επισημάνει την αναγκαιότητα για την διεξαγωγή των stress test από το Σε μια έκδοσή της επισημαίνει του κανόνες που θα πρέπει να ακολουθούν τα πιστωτικά ιδρύματα, οι οποίοι περιγράφονται παρακάτω: Οι τράπεζες που χρησιμοποιούν εσωτερικά μοντέλα εκτίμησης του κινδύνου αγοράς θα πρέπει να έχουν αναπτύξει ένα απαιτητικό και σαφές πρόγραμμα προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. 33

34 Τα stress tests που εφαρμόζουν οι τράπεζες θα πρέπει να περιλαμβάνουν μια σειρά παραγόντων κινδύνου που μπορεί να προκαλέσουν εξαιρετικά μεγάλες απώλειες ή κέρδη στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια ή να κάνουν την διαχείρισή τους εξαιρετικά δύσκολα. Τα stress tests θα πρέπει να περιλαμβάνουν και ποσοτικά αλλά και ποιοτικά κριτήρια συμπεριλαμβάνοντας τον κίνδυνο αγοράς καθώς και θέματα ρευστότητας που μπορεί να προκαλέσουν αρνητικές επιπτώσεις στην λειτουργία της αγοράς. Με τη χρήση των ποσοτικών κριτηρίων θα πρέπει να προσδιορίζονται τα ακραία πιθανά σενάρια που είναι όμως πιθανόν να συμβούν. Τα ποιοτικά κριτήρια θα αναφέρονται στην εκτίμηση της ικανότητας του κάθε τραπεζικού συστήματος να απορροφήσει πιθανές μεγάλες απώλειες αλλά και να εισάγει δράσεις προκειμένου να μειώσει τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται. Οι τράπεζες θα πρέπει διεξάγουν stress tests χρησιμοποιώντας τα εσωτερικά τους μοντέλα σύμφωνα με τους ιδιαίτερους κινδύνους που αντιμετωπίζουν και συνδυαστικά με τα σενάρια τα οποία καθορίζονται από τους εποπτικούς οργανισμούς. 1.8 Περιορισμοί (Limitations) Παρόλο τον σημαντικό ρόλο που έχουν τα stress tests στον εντοπισμό των αδυναμιών ενός χρηματοπιστωτικού συστήματος, πολλές φορές μπορεί να οδηγήσει τους ειδικούς σε εσφαλμένα συμπεράσματα. Γενικότερα οι δυσκολίες που συναντούνται σε μια άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων συνοψίζονται παρακάτω: 1. Ο προσδιορισμός των αποτελεσμάτων ανατροφοδότησης είναι μια πολύ περίπλοκη διαδικασία Είναι εξαιρετικά δύσκολο να μοντελοποιηθούν οι αντιδράσεις-συμπεριφορές των πιστωτικών ιδρυμάτων σε καταστάσεις σοκ. 2. Τα οικονομετρικά μοντέλα τα οποία χρησιμοποιούνται για την εξαγωγή των αποτελεσμάτων από τις ασκήσεις προσομοίωσης, χρησιμοποιούν έναν πολύ μεγάλο αριθμό εξισώσεων προκειμένου να συμπεριλάβουν όλα τα σχετικά στοιχεία. Συνεπώς το ποσοστό σφαλμάτων σε μια τέτοια περίπτωση είναι πολύ μεγάλο. 34

35 3. Πολλά οικονομετρικά μοντέλα θεωρούν ότι ο «πραγματικός κόσμος» αποτελείται από γραμμικές σχέσεις ενώ στην πραγματικότητα οι ασκήσεις από μη γραμμικότητα. 4. Ακόμη και όταν κατασκευάζονται μη γραμμικά μοντέλα, ο βαθμός του διαστήματος εμπιστοσύνης είναι πολύ περιορισμένος. 5. Η έλλειψη και η ποιότητα δεδομένων ιδιαίτερα σε κάποιες χώρες με «φτωχά» στατιστικά στοιχεία καθώς και η αδυναμία ενός συγκεκριμένου παράγοντα κινδύνου να ερμηνεύσει την τιμή των μεταβλητών ιδιαίτερα σε περιπτώσεις τραπεζών με περίπλοκες διαδικασίες, δημιουργούν σοβαρούς περιορισμούς για τη διεξαγωγή ενός stress test. 35

36 2 Παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών Ο ρόλος των εμπορικών τραπεζών και η εξέλιξή τους προκαλούσε πάντα το ενδιαφέρον των ακαδημαϊκών ερευνητών καθώς είναι ευρύτατα γνωστό ότι παίζουν μεγάλο ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας. Συνεπώς ένα τραπεζικό σύστημα το οποίο είναι αποτελεσματικό και κερδοφόρο συμβάλλει θετικά στην οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας (Dietrich & Wanzenried 2014). Η υπάρχουσα βιβλιογραφία όσον αφορά τους παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών είναι μεγάλη. Συνήθως, όπως αναφέρεται σε πολλά συγγράμματα, η κερδοφορία των τραπεζών μετριέται από τους αριθμοδείκτες ROA, ROE και NIM σε συνάρτηση με εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες. Οι εσωτερικοί παράγοντες περιλαμβάνουν τις ενδογενείς μεταβλητές (bankspecific variables). Σε πολλές μελέτες αναφέρονται ως ενδογενείς μεταβλητές το μέγεθος μιας τράπεζας, η λειτουργική αποδοτικότητα, κεφαλαιακή της δομή κα. Καταγράφονται στις οικονομικές καταστάσεις ενός τραπεζικού ιδρύματος (ισολογισμοί και αποτελέσματα χρήσεως). Οι εξωγενείς μεταβλητές έχουν να κάνουν με το γενικότερο μακρο-οικονομικό περιβάλλον που όμως επηρεάζουν την απόδοση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Δεν σχετίζονται άμεσα με την διοίκηση των τραπεζών αλλά αντανακλούν το γενικότερο οικονομικό και νομικό περιβάλλον που επηρεάζει την λειτουργία και την απόδοσή τους. Περιλαμβάνουν παράγοντες όπως τον πληθωρισμό (inflation rate), τον ρυθμό ανάπτυξης του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος (GDP-Gross Domestic Product), το κατακεφαλήν εισόδημα (GDP per Capital), τη φορολογική πολιτική και διάφορους άλλους παράγοντες που επικρατούν σε μια αγορά όπως για παράδειγμα είναι η συγκέντρωση της αγοράς. Οι περισσότερες μελέτες που έχουν γίνει στο συγκεκριμένο πεδίο αποδεικνύουν ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ του πληθωρισμού και του ρυθμού ανάπτυξης με την κερδοφορία των τραπεζών ενώ αντιθέτως αρνητική είναι η σχέση της αποδοτικότητας ενός τραπεζικού ιδρύματος με τα φορολογικά βάρη (Dietrich & Wanzenried 2014). 36

37 2.1 Εξαρτημένες μεταβλητές Οι πιο σημαντικοί αριθμοδείκτες που μετρούν την κερδοφορία των τραπεζών είναι o δείκτης απόδοσης του ενεργητικού (ROA - Return On Assets δείκτης των καθαρών κερδών προ φόρων προς το σύνολο του ενεργητικού), ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων (ROE - Return on Equity - δείκτης των καθαρών κερδών προ φόρων προς το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων) και το καθαρό περιθώριο επιτοκίου (NIM Net Interest Margin). Ο δείκτης απόδοσης του ενεργητικού (ROA) αντανακλά την ικανότητα των διοικήσεων των τραπεζών να παράγουν κέρδη από την αξιοποίηση των στοιχείων του ενεργητικού τους. Δείχνει τα κέρδη που προκύπτουν για κάθε ένα δολάριο του ενεργητικού τους και το κατά πόσο αποτελεσματικά διαχειρίζονται οι διοικήσεις τα περιουσιακά στοιχεία μιας τράπεζας προκειμένου να παράγουν έσοδα. Ο δεύτερος παράγοντας που υπολογίζει την κερδοφορία των τραπεζών είναι ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων. Ο ROE μετράει το βαθμό αξιοποίησης των ιδίων κεφαλαίων, δηλαδή την ικανότητα της τράπεζας να χρησιμοποιεί τα ίδια κεφάλαια με τέτοιον τρόπο ώστε να παράγει από αυτά καθαρά κέρδη. Όσο μεγαλύτερος είναι ο δείκτης (σε σχέση με τις άλλες τράπεζες), τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανότητα άντλησης από την τράπεζα νέων κεφαλαίων από την κεφαλαιαγορά, τα οποία θα εκμεταλλευτεί για την επέκταση και τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της. Τέλος, το καθαρό περιθώριο επιτοκίου (NIM), μετρά το τραπεζικό καθαρό εισόδημα από τόκους αναλογικά με το κερδοφόρο ενεργητικό. Ο δείκτης αντανακλά το πώς επιδρά το κερδοφόρο ενεργητικό, δηλαδή οι λειτουργικές δραστηριότητες της τράπεζας (επενδύσεις), στη δημιουργία εισοδήματος από τόκους. Η τιμή του δείκτη αποτελεί ένδειξη τόσο για την πολιτική τιμών που ακολουθεί η τράπεζα όσο και για την ικανότητα να δημιουργεί κέρδη από λειτουργικές δραστηριότητες. 37

38 2.2 Ανεξάρτητες μεταβλητές Σε αυτήν την ενότητα, περιγράφονται οι ενδογενείς προσδιοριστικοί παράγοντες καθώς και οι μεταβλητές του γενικότερου μακρο-οικονομικού περιβάλλοντος που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών και χρησιμοποιούνται πιο συχνά σε διάφορες επιστημονικές μελέτες Ενδογενείς ανεξάρτητες μεταβλητές Οι σημαντικότερες ενδογενείς ανεξάρτητες μεταβλητές αναλύονται παρακάτω. Η ηλικία της τράπεζας Τα έτη δραστηριότητας ενός τραπεζικού ιδρύματος στην αγορά έχουν επίδραση στην κερδοφορία των τραπεζών. Οι τράπεζες με ιστορία στον τραπεζικό κλάδο μπορεί να λειτουργούν καλύτερα από ότι οι νεοϊδρυθείσες καθώς έχουν ήδη αποκτήσει μια πελατειακή βάση, έχουν μεγαλύτερη φήμη, έχουν κερδίζει την εμπιστοσύνη των πελατών τους και προσφέρουν μια μεγάλη γκάμα υπηρεσιών. Σε αντίθεση, οι νέες τράπεζες έχουν ως πρωταρχικό στόχο την αύξηση του μεριδίου της αγοράς προσφέροντας φθηνότερες τραπεζικές υπηρεσίες γεγονός που μπορεί να επιδρά αρνητικά στην κερδοφορία τους. Επιπλέον, λόγω του χαμηλότερου μεγέθους τους αντλούν κεφάλαια με υψηλότερο κόστος από τη διατραπεζική αγορά και καλύπτουν μικρότερες γεωγραφικά περιοχές. Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (Capital Ratio) Χρησιμοποιείται προκειμένου να υπολογιστεί η κεφαλαιακή επάρκεια ενός τραπεζικού ιδρύματος. Σύμφωνα με τους Dietrich & Wanzenried (2014) είναι προτιμότερο να χρησιμοποιείται ο δείκτης στην απλή μορφή του δηλαδή ο λόγος των κεφαλαίων προς το ενεργητικό αντί να λαμβάνονται υπόψη τα ενεργητικά στοιχεία σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο όπως προτείνεται από την Βασιλεία ΙΙ και Βασιλεία ΙΙΙ. Ο λόγος είναι ότι τα μοντέλα τα οποία σταθμίζουν το ενεργητικό ως προς τον κίνδυνο είναι πολλές φορές προβληματικά καθώς εξαρτώνται από τα εσωτερικά μοντέλα υπολογισμού των κινδύνων των τραπεζών και τα αποτελέσματα μπορεί να είναι προκατειλημμένα. Είναι γνωστό ότι τα υψηλότερα κεφάλαια μειώνουν τους κινδύνους στους οποίους εκτίθεται ένα τραπεζικό ίδρυμα καθώς μπορούν να αποτρέψουν τα προβλήματα ρευστότητας. Η FED το 1981, για πρώτη φορά διαμόρφωσε τα επίπεδα των κεφαλαίων που θα πρέπει να διαθέτουν τα τραπεζικά ιδρύματα (Hogan 2014). 38

39 Οι απαιτήσεις της κεφαλαιακής επάρκειας είναι ένα από τα βασικότερα εργαλεία που χρησιμοποιούν οι εποπτικές αρχές για την σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Τα επίπεδα της κεφαλαιακής επάρκειας διαδραματίζουν δύο βασικούς σκοπούς. Λειτουργούν ως μηχανισμοί άμυνας προστατεύοντας τους καταθέτες ενώ επιπλέον μειώνουν τον ηθικό κίνδυνο των μετόχων, προκειμένου αυτοί να αναλάβουν μεγαλύτερο κίνδυνο καθώς οι μέτοχοι αναγκάζονται να απορροφήσουν μεγαλύτερο μέρος ενδεχόμενων ζημιών (Pessarossi & Weill 2014). Έχουν πραγματοποιηθεί πολλές έρευνες, με αντικρουόμενα αποτελέσματα πολλές φορές, οι οποίες μελετούν την επίδραση του συγκεκριμένου δείκτη στην κερδοφορία των τραπεζών. Οι Berger & Bonaccorsi di Patti, (2006) χρησιμοποιώντας παραμετρική κατανομή, μελέτησαν τη σχέση μεταξύ των κεφαλαιακών δεικτών με την κερδοφορία των τραπεζών στο αμερικάνικο τραπεζικό σύστημα για την χρονική περίοδο Διαπίστωσαν ότι υψηλότεροι κεφαλαιακοί δείκτες έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα των τραπεζών να παράγουν κέρδη. Μια πρόσφατη έρευνα από τους Berger & Bouwman (2013), όπου μελετά την επίδραση της κεφαλαιακής επάρκειας στα έσοδα των τραπεζών σε περιόδους οικονομικών κρίσεων επικεντρώνεται σε τρείς διαστάσεις: την επιβίωση, το μερίδιο αγοράς και την κερδοφορία. Το δείγμα της αποτελείται από όλες τις τράπεζες που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ από το 1984 έως το Διαπιστώνουν ότι υψηλότεροι κεφαλαιακοί δείκτες βοηθούν τις τράπεζες να επιβιώνουν σε περιόδους οικονομικής ύφεσης και να αυξάνουν το μερίδιο αγοράς καθώς και την κερδοφορία τους. Άλλες έρευνες (Barth et al., 2004, 2006; Beck et al., 2006; Barth et al., 2010), μελετώντας την αποδοτικότητα των τραπεζών σε 72 χώρες για το χρονικό διάστημα αλλά και ο Chortareas et al., (2012) ερευνώντας την επίδραση των κεφαλαιακών απαιτήσεων στην κερδοφορία των τραπεζών για τις τράπεζες 22 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο , καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι αυστηρότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις βελτιώνουν την αποτελεσματικότητα των τραπεζών. Ο Fiordelisi et al., (2011) μελέτησε τη σχέση μεταξύ της αποδοτικότητας, του κινδύνου και της κεφαλαιακής επάρκειας. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι τράπεζες που τείνουν να αναλαμβάνουν μεγαλύτερους κινδύνους είναι λιγότερο αποτελεσματικές ενώ επιπλέον αυτές με τα μεγαλύτερα κεφάλαια έχουν καλύτερη απόδοση όσον αφορά την αποτελεσματικότητα. 39

40 Το μέγεθος μια τράπεζας (Bank Size) Ένα σημαντικό ερώτημα είναι εάν το μέγεθος μιας τράπεζας επηρεάζει την κερδοφορία της. Η βιβλιογραφία έχει δείξει ότι έως ένα βαθμό το μέγεθος μιας τράπεζας είναι ένας παράγοντας που μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση των τραπεζικών κερδών. Επιπλέον το μέγεθος παίζει ένα σημαντικό ρόλο καθώς βοηθάει τις διοικήσεις των τραπεζών να πετύχουν οικονομίες κλίμακας αυξάνοντας την αποδοτικότητά τους αλλά και να ανταγωνιστούν τις μικρότερες τράπεζες προσφέροντας μια πιο ολοκληρωμένη γκάμα τραπεζικών προϊόντων, τα οποία διαφοροποιούνται από τον ανταγωνισμό και υπηρεσίες με χαμηλότερο κόστος. O Short, (1979), υποστηρίζει ότι το μέγεθος μιας τράπεζας σχετίζεται στενά με την κεφαλαιακή επάρκεια μιας τράπεζας καθώς οι μεγάλες τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να δανείζονται με καλύτερους όρους γεγονός που οδηγεί σε αύξηση της κερδοφορίας τους. Για τον λόγο αυτόν σε πολλές μελέτες εμφανίζεται το μέγεθος να έχει θετικό αντίκτυπο στην κερδοφορία των τραπεζών (Pasiouras & Kosmidou, 2007). Όμως αυτό φαίνεται ότι δεν ισχύει για τις πολύ μεγάλες σε μέγεθος τράπεζες καθώς γίνονται λιγότερο ευέλικτες και πιο γραφειοκρατικές. Οι Forster and Shaeffer, (2005) διαπίστωσαν ότι υπάρχει θετική σχέση μεταξύ του μέγεθος των τραπεζών και της αποδοτικότητας. Οι μεγαλύτερες τράπεζες έχουν μικρότερα ανά μονάδα κόστος (cost per assets) πιθανότατα λόγω των οικονομιών κλίμακας που οδηγούν σε μικρότερα μέση κόστη. Επιπλέον οι μεγάλες τράπεζες, λόγω της μίξης των προϊόντων τους (product mix), αποκομίζουν μεγαλύτερα μή επιτοκιακά έσοδα ανά δολάριο του ενεργητικού τους. Τέλος, υποστηρίζουν ότι η ισχύς στην αγορά και η ολιγοπωλιακή ισχύς, βοηθούν τις μεγαλύτερες τράπεζες να κερδίζουν περισσότερα καθώς τους επιτρέπει να πληρώνουν χαμηλότερα επιτόκια καταθέσεων. Στις περισσότερες μελέτες το συνολικό ενεργητικό μιας τράπεζας υποδηλώνει το μέγεθός της (Athanasoglou et al 2008). Αυτό αν και δεν είναι απόλυτα σωστό, καθώς υπάρχουν και σημαντικά στοιχεία εκτός ισολογισμού, βοηθάει όμως στην ομαδοποίηση των στοιχείων προκειμένου να συγκρίνουμε πολλές τράπεζες μεταξύ τους. Παραγωγικότητα ( Productivity) Εκφράζεται ως ο λόγος των συνολικών ακαθάριστων εσόδων μιας τράπεζας προς το σύνολο των εργαζομένων. Λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού που αντιμετώπισαν οι τράπεζες τα τελευταία χρόνια, ο οποίος αυξήθηκε λόγω της παγκοσμιοποίησης του κλάδου καθώς και της ελαχιστοποίησης των εμποδίων εισόδου σε νέες αγορές, 40

41 οδήγησαν τις τράπεζες να επαναξιολογήσουν και να αναδιοργανώσουν τη δομή και τη λειτουργία τους. Μέλημά τους λοιπόν ήταν να αυξήσουν το αποτέλεσμα διατηρώντας σταθερό τον αριθμό των εργαζόμενών τους. Διαχείριση Κινδύνων (Risk Management) Η διαμεσολάβηση των τραπεζών σε μια οικονομία περιλαμβάνει μια σειρά από κινδύνους. Η ανάληψη υψηλών κινδύνων μπορεί να οδηγήσει μια τράπεζα σε πτώχευση γεγονός που θα έχει επίδραση σε όλη την οικονομία και μπορεί να προκαλέσει μια οικονομική κρίση. Πολλές φορές ο μεγάλος ανταγωνισμός μπορεί να οδηγήσει τις τράπεζες να αναλάβουν μεγαλύτερους κινδύνους προκειμένου να έχουν μεγαλύτερες αποδόσεις. Αντιθέτως, σε ένα ολιγοπωλιακό τραπεζικό περιβάλλον όπου οι τράπεζες χρεώνουν υψηλότερα επιτόκια δεν έχουν κίνητρο να αναλάβουν μεγαλύτερους κινδύνους (Zhang et al. 2013). Οι κίνδυνοι και ιδιαίτερα ο κίνδυνος ρευστότητας και ο πιστωτικός κίνδυνος είναι άμεσα συνδεδεμένοι με τη λειτουργία και την φύση των δραστηριοτήτων ενός πιστωτικού ιδρύματος. Για αυτό το λόγο όλα τα πιστωτικά ιδρύματα έχουν αναπτύξει υποδείγματα προκειμένου να τους διαχειριστούν. Οι δύο κύριες αιτίες που μπορεί να οδηγήσουν μια τράπεζα σε χρεωκοπία είναι η κακή ποιότητα του ενεργητικού καθώς και η έλλειψη ρευστότητας. Σε περιόδους αυξανόμενης αβεβαιότητας, τα πιστωτικά ιδρύματα λαμβάνουν μέτρα όπως για παράδειγμα είναι η διασπορά των χαρτοφυλακίων τους ή αύξηση της ρευστότητάς τους. Οι εμπορικές τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να διαχειριστούν πιθανούς κινδύνους και αντίξοες καταστάσεις που δημιουργούνται από την ασύμμετρη πληροφόρηση που υπάρχει μεταξύ των δανειστών και των δανειζομένων. Εκτιμούν και διαχειρίζονται του κινδύνους παρακολουθώντας στενά τα δανειακά τους χαρτοφυλάκια. Η δυνατότητα των τραπεζών να λειτουργούν αποδοτικά εξαρτάται επίσης κατά ένα μέρος από το μέγεθος των κινδύνων που αναλαμβάνουν (Hughes and Mester, 2010). Επιπλέον, το μέγεθος του ρίσκου που αναλαμβάνουν αποκαλύπτει τη γενικότερη στρατηγική τους, η οποία συνδέεται άμεσα με την αποτελεσματικότητά τους (Berger and Mester, 1997). Οι Molyneux and Thornton, (1992), όπως και πολλοί άλλοι ερευνητές διαπίστωσαν μια αρνητική και στατιστικά σημαντική σχέση μεταξύ της ρευστότητας των τραπεζών και της κερδοφορίας. Σε αντίθεση, ο Bourke, (1989), καταγράφει ένα αντίθετο αποτέλεσμα, τη στιγμή που υποστηρίζει ότι ο πιστωτικός κίνδυνος έχει 41

42 ξεκάθαρα αρνητική σχέση με την κερδοφορία των τραπεζών. Το αποτέλεσμα αυτό μπορεί να εξηγηθεί λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι όσο περισσότερο τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα χορηγούν δάνεια με υψηλό πιστωτικό κίνδυνο τόσο μεγαλύτερα είναι τα δάνεια τα οποία τελικώς δεν εξυπηρετούνται και κατά συνέπεια αυτά τα δάνεια υψηλού κινδύνου δημιουργούν μικρότερες αποδόσεις σε πολλές εμπορικές τράπεζες. Ο Athanasoglou P. Panayiotis (2010) στην μελέτη του με τίτλο «Bank-specific, industry-specific and macroeconomic determinants of bank profitability», προκειμένου να υπολογίσει τον πιστωτικό κίνδυνο χρησιμοποιεί το δείκτη προβλέψεις επισφαλών δανείων προς συνολικά δάνεια (PL). Σύμφωνα με θεωρητικές προσεγγίσεις η αυξανόμενη έκθεση στον πιστωτικό κίνδυνο σχετίζεται με μειωμένα έσοδα. Συνεπώς οι τράπεζες προκειμένου να αυξήσουν την κερδοφορία τους παρακολουθούν πιο στενά τον πιστωτικό κίνδυνο ενώ επιπλέον οι κεντρικές τράπεζες θέτουν κάποιους περιορισμούς όσον αφορά το μέγεθος των προβλέψεων. Δείκτης Κόστους - εισοδήματος (Cost Income Ratio) Τα έξοδα των τραπεζών είναι επίσης ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει την κερδοφορία τους και σχετίζεται στενά με την έννοια της αποτελεσματικής διοίκησης (Athanasoglou P. Panayiotis 2010). Τα συνολικά έξοδα μπορούν να διακριθούν σε λειτουργικά έξοδα, τα οποία δημιουργούνται από την κύρια δραστηριότητα των τραπεζών και σε άλλα έξοδα όπως φόροι, αποσβέσεις κα. Συνεπώς, οι διοικήσεις των τραπεζών μπορούν να επηρεάσουν μόνον τα λειτουργικά έξοδα. Αναμένεται να υπάρχει αρνητική σχέση μεταξύ του παραπάνω δείκτη με τη κερδοφορία των τραπεζών καθώς μειώνοντας μια τράπεζα τα λειτουργικά της έξοδα αυξάνει την παραγωγικότητά της και συνεπώς την κερδοφορία της. Σύμφωνα με μελέτη του Albertazzi & Gambacorta (2009), ο οποίος μελέτησε τους παράγοντες κερδοφορίας των ευρωπαϊκών τραπεζών για το χρονικό διάστημα , τα λειτουργικά έξοδα σε σχέση με το εισόδημα παραμένουν σταθερά κατά τη δεκαετία του Η τάση αυτή αλλάζει από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 καθώς η χρήση των νέων τεχνολογιών της πληροφορικής και η ανάπτυξη των τηλεπικοινωνιών έδωσαν τη δυνατότητα στα πιστωτικά ιδρύματα να προσφέρουν τις παραδοσιακά τραπεζικές εργασίες με μικρότερο κόστος. Έτσι ο δείκτης ακολουθεί πτωτική πορεία κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης εικοσαετίας σχεδόν σε όλες τις 42

43 ευρωπαϊκές χώρες. Βέβαια καθώς διάφοροι επηρεάζουν παράγοντες τον παραπάνω δείκτη, στην συγκεκριμένη έρευνα διαπιστώνεται ότι ο ρυθμός μείωσης του παραπάνω δείκτη δεν είναι ο ίδιος σε όλες τις χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα. Για παράδειγμα στη Γερμανία μειώνεται με μικρότερο ρυθμό στα έτη όπου οι τράπεζες παρουσίαζαν πτώση στην κερδοφορία τους ενώ στην Ισπανία και Ιταλία ο ρυθμός πτώσης του δείκτη ήταν πολύ μεγαλύτερος λόγω των χαμηλότερων μισθών καθώς και της παροχής έξτρα κινήτρων για πρόωρη συνταξιοδότηση του προσωπικού τους. Παρόμοια μοτίβα παρατηρήθηκαν και στον Ηνωμένο Βασίλειο καθώς και στις Η.Π.Α. Υπολογίζεται ως ο λόγος των συνολικών εξόδων ως προς τα συνολικά έσοδα. Ετήσια μεταβολή των τραπεζικών καταθέσεων Δίνεται από τον τύπο: Μεταβολή Καταθέσεων = (Καταθέσεις-Καταθέσεις t-1 ) / Καταθέσεις t-1 Όταν διαχρονικά αυξάνονται οι καταθέσεις ενός πιστωτικού ιδρύματος σε σχέση με το ενεργητικό του αυξάνεται και η ρευστότητά του. Συνεπώς οι τράπεζες διαθέτουν περισσότερα κεφάλαια τα οποία μπορούν να χρησιμοποιήσουν προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους είτε σε νέες επενδύσεις είτε μέσω της αύξησης των χορηγήσεων δανείων με αποτέλεσμα να αυξήσουν τα κέρδη τους Εξωγενείς ανεξάρτητες μεταβλητές Μεταβολές του οικονομικού κύκλου (Business cycle fluctuation) «Οι οικονομικοί κύκλοι διακρίνονται ανάμεσα στους: κλασικούς οικονομικούς κύκλους (classical cycles), που αναφέρονται στις διακυμάνσεις του επιπέδου της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας, και στους οικονομικούς κύκλους ανάπτυξης, που αναφέρονται στις διακυμάνσεις του ποσοστού μεγέθυνσης της οικονομίας, γύρω από μία μακροχρόνια τάση ανάπτυξης (growth cycles)». ( 2010/01/blog-post_19.html). Σύμφωνα με τους Burns & Mitchel, ο οικονομικός κύκλος αποτελείται από τρία σημαντικά χαρακτηριστικά. Τη διάρκεια, το χρονικό διάστημα που διαρκεί για παράδειγμα μια ύφεση, το βάθος δηλαδή ότι υπάρχει μεγάλη πτώση στην παραγωγή και τη διάχυση δηλαδή θα πρέπει να επηρεάζει πολλούς τομείς της οικονομίας. Στο παρακάτω διάγραμμα απεικονίζεται η μεταβολή του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), για την παγκόσμια οικονομία και για την οικονομία των ΗΠΑ για τα έτη Παρατηρούμε ότι η φάση της ύφεσης ξεκίνησε το 2007 και έφτασε στο 43

44 GDP growth (annual %) χαμηλότερο σημείο της το Κατόπιν ξεκίνησε σταδιακά η ανάκαμψη των δύο οικονομιών, η οποία διατηρήθηκε έως το 2010 για να αρχίσει ξανά η φάση της συρρίκνωσης με μικρότερη αυτή την φορά ένταση και διάρκεια. 5 Μεταβολή του ΑΕΠ για τα έτη για την Παγκόσμια Οικονομία και για τις ΗΠΑ USA WORLD Διάγραμμα 2: Φάσεις του Οικονομικού Κύκλου Πηγή: World Bank Η γνώση της σχέσης μεταξύ της διακύμανσης του οικονομικού κύκλου με την κερδοφορία των τραπεζικών ιδρυμάτων είναι πολύ σημαντική προκειμένου να εκτιμηθεί η σταθερότητα και η αξιοπιστία του χρηματοπιστωτικού τομέα (Albertazzi & Gambacorta 2009). Έτσι, οι δυσχερείς οικονομικές συνθήκες που επικρατούν σε μια αγορά μπορεί να οδηγήσουν σε χειροτέρευση της ποιότητας ενός δανειακού χαρτοφυλακίου μιας τράπεζας, μειώνοντας κατά συνέπεια και την κερδοφορία της. Το γεγονός αυτό με τη σειρά του μπορεί να μειώσει τη δυνατότητα των τραπεζών να συνεχίζουν τη δραστηριότητά τους με συνέπεια να επιδεινώνονται οι διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου. Οι επιδράσεις από την αυξομείωση του οικονομικού κύκλου στον τραπεζικό τομέα είναι λιγότερο ή περισσότερο έντονες ανάλογα με τα κεφάλαια που διαθέτουν οι τράπεζες προκειμένου να αναπτύξουν αμυντικές στρατηγικές, με το επίπεδο του ανταγωνισμού στις τοπικές πιστωτικές αγορές και με το κατά πόσο είναι αναπτυγμένες οι κεφαλαιαγορές. 44

45 Σύμφωνα με το Financial Sector Assessment Program (FSAP) είναι σημαντική η κατασκευή ενός οικονομετρικού μοντέλου το οποίο θα εξετάζει τη σχέση μεταξύ του οικονομικού κύκλου με τα κύρια στοιχεία των ισολογισμών των τραπεζών. Με αυτόν τον τρόπο μπορούν να εκτιμηθούν τα δυνατά σημεία καθώς και οι αδυναμίες του χρηματοπιστωτικού τομέα προκειμένου να μειωθεί η πιθανότητα μιας επερχόμενης κρίση (Hoggarth, 2003; Calari and Ingves, 2005). Οι Demirguc-Kunt & Huizinga, (2000); Bikker and Hu, (2002) προσπάθησαν να διαπιστώσουν την επίδραση που μπορεί ο οικονομικός κύκλος στην κερδοφορία των τραπεζών, τον βαθμό δηλαδή που τα κέρδη των τραπεζών συσχετίζονται με τον οικονομικό κύκλο. Οι πρώτοι προκειμένου να διερευνήσουν αυτήν τη σχέση χρησιμοποίησαν την ετήσια αύξηση του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (GDP) και του κατακεφαλήν εθνικού προϊόντας (GNP) ενώ οι Bikker and Hu, (2002) μελέτησαν μια σειρά από μακρό οικονομικές μεταβλητές όπως το εγχώριο ακαθάριστο προϊόν, τα ποσοστά ανεργίας και τις διαφοροποιήσεις στις τιμές των επιτοκίων (Athanasoglou P. Panayiotis 2010). Σε μία μελέτη τους οι Marcucci & Quagliariello, (2009) για την επίδραση του οικονομικού κύκλου στις δραστηριότητες των τραπεζών και κυρίως στη διακύμανση του πιστωτικού κινδύνου, κατέληξαν στα παρακάτω συμπεράσματα: Κατά την διάρκεια μιας ύφεσης, οι αρνητικές συνέπειες στις τράπεζες οι οποίες έχουν χαμηλού ποιότητας ενεργητικό είναι 3 φορές μεγαλύτερες από τις τράπεζες που παίρνουν μικρότερο ρίσκο. Ο αρνητικός αντίκτυπος για τις τράπεζες με χαμηλού ποιότητας ενεργητικού είναι 4 φορές μεγαλύτερος από τον θετικό αντίκτυπο σε περιόδους ανάπτυξης. Για τις τράπεζες με καλύτερη ποιότητα ενεργητικού αυτός είναι δύο φορές μεγαλύτερος. Οι τράπεζες που αναλαμβάνουν μεγαλύτερο ρίσκο είναι πιο κυκλικές (πιο ευαίσθητες στον οικονομικό κύκλο Η ΙΣΧΥΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ (Market-Power/MP) Μια νέα τάση όσον αφορά την επίδραση της δομής της αγοράς στην κερδοφορία των τραπεζών ξεκίνησε με την εφαρμογή την θεωρίας της ισχύς της αγοράς (Market Power - MP) και της υπόθεσης για την αποδοτική διάρθρωση (Efficient-Structure -EF). Η υπόθεση της ισχύς της αγοράς (MP) επιβεβαιώνει ότι η αυξανόμενη ισχύς της αγοράς οδηγεί σε μονοπωλιακά κέρδη. Σύμφωνα με μια υποπερίπτωση της ισχύς της αγοράς, 45

46 την σχετική ισχύς της αγοράς (Relative-Market-Power - RMP), μόνον οι επιχειρήσεις με μεγάλο μερίδιο αγοράς και με διαφοροποιημένα προϊόντα έχουν τη δυνατότητα να ασκούν επιρροή και να κερδίζουν μη ανταγωνιστικά κέρδη (Berger, 1995a). Παρόμοια, σύμφωνα με την υπόθεση X-efficient, εκδοχή της αποτελεσματικής δομής (ES), η αύξηση της διοικητικής ικανότητας και το άριστο μέγεθος μιας επιχείρησης (scale efficiency), οδηγούν σε μεγαλύτερη συγκέντρωση και συνεπώς σε μεγαλύτερα κέρδη. Έχουν γίνει πολλές μελέτες οι οποίες εξετάζουν τη σχέση μεταξύ των κερδών και της δομής της αγοράς. Σε έναν μεγάλο βαθμό η υπόθεση RMP επιβεβαιώνεται καθώς τα στοιχεία συνηγορούν ότι η αποτελεσματική διοίκηση και η αύξηση του μεριδίου της αγοράς οδηγεί σε αύξηση κερδών. Σε αντίθεση δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν την υπόθεση της αποτελεσματικής διάρθρωσης της αγοράς (ES). Επίσης, σύμφωνα με τον Berger (1995a), η αποτελεσματική διοίκηση όχι μόνον αυξάνει την κερδοφορία αλλά μπορεί και να οδηγήσει σε μεγαλύτερα μερίδια της αγοράς κάτι που δεν ισχύει πάντα για την συγκέντρωση της αγοράς καθώς διάφορες μελέτες δίνουν ψευδή αποτελέσματα λόγω των συσχετίσεων και με άλλες μεταβλητές. Επιπλέον σύμφωνα με τους Kasman and Carvallo (2013) τα πιστωτικά ιδρύματα με ισχύ στην αγορά φαίνεται ότι έχουν τη δυνατότητα να μετακυλήσουν στους πελάτες τους το κόστος της αύξησης των κεφαλαίων τους και των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις. Η ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ Σύμφωνα με τον Guillén et al. (2014), μελετώντας τη σταθερότητα των τραπεζών της λατινικής Αμερικής, προκειμένου να υπολογίσει τη συγκέντρωση της αγοράς χρησιμοποίησε το φυσικό λογάριθμο του συνολικού ενεργητικού των τραπεζών. Πολλές θεωρίες που αφορούν την συγκέντρωση της τραπεζικής αγοράς κατέληξαν στα παρακάτω πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα: Οι υποστηρικτές της συγκέντρωσης της τραπεζικής αγοράς θεωρούν ότι: 1. Η αύξηση της συγκέντρωσης του τραπεζικού κλάδου μπορεί να βοηθήσει τα τραπεζικά ιδρύματα να βελτιώσουν την αποδοτικότητά τους. 2. Μια λιγότερο συγκεντρωμένη τραπεζική αγορά με πολλές μικρές τράπεζες, είναι πιο ευάλωτη σε οικονομικές κρίσεις. 3. Το τραπεζικό σύστημα όταν αποτελείται από λιγότερες και μεγαλύτερες τράπεζες είναι λιγότερο εύθραυστο και ευάλωτο, δηλαδή έχει λιγότερες 46

47 πιθανότητες να αποτύχει καθώς οι μεγάλες τράπεζες έχουν τη δυνατότητα να διαφοροποιούνται σε σύγκριση με τις μικρότερες τράπεζες. 4. Τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία δραστηριοποιούνται σε αγορές που χαρακτηρίζονται από υψηλή συγκέντρωση έχουν τη δυνατότητα να αποκομίζουν μεγαλύτερα κέρδη. 5. Οι εποπτικές αρχές μπορούν πιο εύκολα να εποπτεύουν λιγότερες τράπεζες. Για το λόγο αυτόν μια τράπεζα η οποία δραστηριοποιείται σε μια συγκεντρωμένη αγορά έχει λιγότερες πιθανότητες να αποτύχει. Σε αντίθεση, υπάρχουν αυτοί που καταγράφουν μια σειρά από μειονεκτήματα της συγκέντρωσης της αγοράς τα οποία αναφέρονται παρακάτω: 1. Τα τραπεζικά ιδρύματα που λειτουργούν σε μια συγκεντρωμένη αγορά χρεώνουν υψηλότερες τιμές για τις υπηρεσίες που προσφέρουν με αποτέλεσμα να έχουν μικρότερη κοινωνική ευθύνη. 2. Οι τράπεζες αυτές είναι πιο εύθραυστες υπό την έννοια ότι είναι πολύ μεγάλες για να αποτύχουν. Εάν όμως συμβεί αυτό τότε ο κίνδυνος μεταδίδεται (domino effect) και η χρεωκοπία μιας μεγάλης τράπεζας συμπαρασύρει και τις υπόλοιπες. 3. Σε μια συγκεντρωμένη αγορά υπάρχει μικρότερος ανταγωνισμός καθώς οι τράπεζες λειτουργούν ολιγοπωλιακά. Συνεπώς, δεν συμβάλλουν στη γενικότερη ανάπτυξη της οικονομίας (Mohammed et al. 2015) Η επίδραση της δομής της αγοράς στην αποτελεσματικότητα των τραπεζών έχει διεξοδικά μελετηθεί βασιζόμενη στις θεωρίες της Διάρθρωσης-Συμπεριφοράς και των επιδόσεων (Structure-Conduct-Performance - SCP), της σχετικής ισχύς της αγοράς (Relative Market Power hypothesis - RMP) η οποία αναφέρεται στην προηγούμενη ενότητα, και της «ήρεμης ζωής» (The Quiet Life hypothesis - QLH). Αρχικά σύμφωνα με την θεωρία Διάρθρωσης-Συμπεριφοράς και των Επιδόσεων (SCP), η πιο συγκεντρωμένη τραπεζική βιομηχανία έχει ως αποτέλεσμα οι τράπεζες να έχουν υψηλότερα μερίδια αγοράς και μεγαλύτερη ισχύ με αποτέλεσμα να είναι λιγότερο ανταγωνιστικές. Η Structure Conduct Performance (SCP) υπόθεση θεωρεί ότι υπάρχει θετική σχέση μεταξύ της συγκέντρωσης της αγοράς με την κερδοφορία των τραπεζών καθώς οι μεγάλες τράπεζες κερδίζουν περισσότερα. Δέχεται ότι η συγκέντρωση της αγοράς 47

48 δεν είναι ευνοϊκή για τους καταναλωτές καθώς επικρατούν χαμηλά επιτόκια καταθέσεων και υψηλότερα επιτόκια χορηγήσεων. Η SCP θεωρία, βρίσκει εφαρμογή στις τράπεζες της κεντρικής και της ανατολικής Ευρώπης. Επιπλέον και στις τράπεζες των ΗΠΑ διαπιστώθηκαν χαμηλά επίπεδα ανταγωνιστικότητας κατά την περίοδο προ της κρίσης που επίσης οφειλόταν στη συγκέντρωση της αγοράς. Σε αντίθεση υπάρχει η θεωρία της αποδοτικής δομής (Efficient Structure Hypothesis EF), η οποία υποστηρίζει το αντίθετο ότι δηλαδή οι αποδοτικές τράπεζες, είναι πιο κερδοφόρες και για αυτόν το λόγο αυξάνουν τα μερίδιά τους οδηγώντας στην συγκέντρωση της αγοράς. Η RMP θεωρία υποθέτει ότι μόνον οι τράπεζες που έχουν σημαντικά μεγάλο μερίδιο αγοράς και τα προϊόντα τους είναι διαφοροποιημένα μπορούν να έχουν αποδοτική ισχύ στην αγορά. Συνεπώς τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς δεν συνεπάγονται κατά ανάγκη και μικρότερη αποδοτικότητα σύμφωνα με την SCP υπόθεση. Όσο πιο αποδοτική είναι μια τράπεζα τόσο μεγαλύτερα κέρδη δημιουργεί. Σε αντίθεση υπάρχει η quiet life hypothesis (QLH) σύμφωνα με την οποία υπάρχει αρνητική σχέση μεταξύ της συγκέντρωσης της αγοράς και την απόδοσης μιας τράπεζας καθώς οι τράπεζες με ισχύ τείνουν να λειτουργούν αναποτελεσματικά καθώς οι διοικήσεις τείνουν να "χαλαρώνουν" τις προσπάθειές τους και να απολαμβάνουν να μονοπωλιακά πλεονεκτήματα μιας "ήσυχης ζωής". H QLH υπόθεση θεωρεί ότι οι τράπεζες όταν δραστηριοποιούνται σε αγορές όπου δεν υπάρχει υψηλός ανταγωνισμός δεν ενδιαφέρονται να βελτιώσουν την αποδοτικότητά τους. Στην βιβλιογραφία δεν υπάρχει ομοιομορφία. Έτσι η υπόθεση της «ήσυχης ζωής» απορρίπτεται στην περίπτωση των ευρωπαϊκών τραπεζών από κάποιες μελέτες ενώ θεωρείται ότι ισχύει σε κάποιες άλλες. Στην αμερικανική αγορά σε μια μελέτη του 1998 των Berger and Hannan, (1998) επιβεβαιώνεται η ισχύς της υπόθεσης της «ήσυχης ζωής». Μεγάλο ενδιαφέρον προκαλεί μια πιο πρόσφατη μελέτη από τους Koetter, Kolari, and Spierdijk (2012) καθώς υποστηρίζουν ότι υπάρχει αρνητική συσχέτιση μεταξύ της ισχύος της αγοράς με την κερδοφορία αλλά και ότι υπάρχει θετική σχέση μεταξύ τις ισχύς της αγοράς με την αποδοτικότερη διαχείριση του κόστους (Zhang et al. 2013). 48

49 Δύο επιπλέον θεωρίες που έχουν αναπτυχθεί για τη συγκέντρωση της αγοράς είναι οι παρακάτω (Chan et al. 2015): The concentration-stability hypothesis, σύμφωνα με την οποία οι μεγαλύτερες τράπεζες που δραστηριοποιούνται σε πιο συγκεντρωμένες αγορές και έχουν μεγάλη ισχύ στην αγορά και μεγαλύτερα κέρδη διαθέτουν και υψηλότερα κεφαλαιακά αποθέματα. Το γεγονός αυτό αυξάνει τη λογιστική τους αξία, μειώνει την ανάγκη για δραστηριότητες που εμπεριέχουν μεγάλους κινδύνους και εν τέλει ενισχύει την αποτελεσματικότητα και σταθερότητα του κλάδου. The concentration-fragility hypothesis, σύμφωνα με την οποία οι πιο συγκεντρωμένες αγορές μπορεί να είναι πιο εύθραυστες, δεδομένου ότι οι τράπεζες έχουν μεγαλύτερη ελευθερία να αναλαμβάνουν υψηλότερους κινδύνους προκειμένου να μεγιστοποιήσουν το αποτέλεσμα Ο βαθμός της συγκέντρωσης της αγοράς υπολογίζεται με τον δείκτη Herfindahl- Hirshman. Με τον δείκτη αυτόν μετριέται η διασπορά των επιχειρήσεων οι οποίες δραστηριοποιούνται σε μια συγκεκριμένη αγορά με βάση το μέγεθός τους. Ως βάση υπολογισμού χρησιμοποιείται το σύνολο των τετραγώνων του μεριδίου αγοράς κάθε επιχείρησης και οι τιμές του δείκτη κυμαίνονται από το μηδέν έως το ένα. Συνεπώς, η τιμή του δείκτη όταν είναι κοντά στο μηδέν θεωρείται ότι οι επιχειρήσεις έχουν μικρό μερίδιο της αγοράς ενώ μια τιμή κοντά στο ένα υποδηλώνει ότι μια επιχείρηση λειτουργεί μονοπωλιακά. Πληθωρισμός (Inflation) Ο πληθωρισμός αποτελεί το ποσοστό αύξησης των τιμών των προϊόντων και υπηρεσιών μέσα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Τυπικά, είναι με την ευρεία έννοια, ένα μέτρο για τον υπολογισμό της αύξησης των τιμών ή του κόστους ζωής σε μια χώρα. Μπορεί όμως να έχει και στενότερη έννοια καθώς μπορεί να υπολογίζεται για παράδειγμα για συγκεκριμένα προϊόντα όπως τα τρόφιμα ή για υπηρεσίες όπως η εκπαίδευση. Οποιοδήποτε και εάν είναι το αντικείμενο μέτρησης, ο πληθωρισμός αντιπροσωπεύει πόσο πιο ακριβά θα είναι μια ομάδα προϊόντων και υπηρεσιών μέσα σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο συνήθως ετήσια. Το κόστος ζωής των καταναλωτών εξαρτάται άμεσα από τις τιμές πολλών διάφορων προϊόντων και υπηρεσιών που καταναλώνουν και το μερίδιο που κάθε αγαθό ή υπηρεσία έχει στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Προκειμένου να υπολογιστεί το μέσο κόστος ζωής των νοικοκυριών, οι κυβερνητικοί οργανισμοί διεξάγουν έρευνες 49

50 προκειμένου να προσδιορίσουν την ομάδα των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αγοράζονται πιο συχνά από τους καταναλωτές και κατόπιν υπολογίζουν το κόστος αγοράς αυτού του καλαθιού από προϊόντα σε διάφορες χρονικές περιόδους. Στις ΗΠΑ το καλάθι των προϊόντων περιέχει κατά το μεγαλύτερο ποσοστό του δαπάνες στέγασης όπως για παράδειγμα είναι τα ενοίκια. Σε αντίθεση στις φτωχότερες χώρες μπορεί το μεγαλύτερο ποσοστό να περιλαμβάνει την αγορά τροφίμων. Το κόστος αυτού του καλαθιού σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο που εκφράζεται σε σχέση με ένα έτος βάσης αποτελεί τον δείκτη τιμών (price index CPI) και η ποσοστιαία μεταβολή του δείκτη τιμών σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο αποτελεί τον πληθωρισμό του δείκτη τιμών (price index inflation), που αποτελεί το πιο διαδεδομένο μέτρο του πληθωρισμού. Εάν για παράδειγμα θέσουμε ως τιμή του δείκτη τιμών καταναλωτή σε ένα έτος βάσης το 100 και η τρέχουσα τιμή του δείκτη είναι 110, τότε ο πληθωρισμός θα ανέρχεται στο ποσοστό του 10% μέσα στην συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Η συνολική τιμή του πληθωρισμού που αφορά όλα τα αγαθά που παράγονται μέσα σε μία οικονομία και όχι μόνον τα αγαθά προς κατανάλωση, μπορεί να υπολογιστεί σε σχέση με την μεταβολή του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (GDP Deflator). Ο πληθωρισμός δεν έχει απαραίτητα αρνητική έννοια και σχετίζεται άμεσα με την έννοια της αγοραστικής δύναμης. Έτσι εάν το ονομαστικό εισόδημα των νοικοκυριών αυξάνεται σε μικρότερο βαθμό από ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή τότε μειώνεται η αγοραστική του δύναμη και το αντίθετο. Ο πληθωρισμός επηρεάζεται είτε θετικά είτε αρνητικά από τους παρακάτω παράγοντες: Από την νομισματική πολιτική που ακολουθεί μια συγκεκριμένη χώρα. Από την προσφορά και τη ζήτηση συγκεκριμένων προϊόντων και υπηρεσιών ή από την έλλειψή τους και υπερπροσφοράς τους. Από τις προσδοκίες που επικρατούν μέσα σε μια οικονομία. Εάν για παράδειγμα οι επιχειρήσεις αναμένουν υψηλότερες τιμές μειώνουν τα έξοδά τους (μικρότερες αυξήσεις σε μισθούς ή και περικοπές) και προσαρμόζουν ανάλογα τις τιμές πώλησης των προϊόντων τους με αποτέλεσμα εν μέρει να προσδιορίζουν τις μελλοντικές τιμές του πληθωρισμού. O Revell, (1979) σε μια μελέτη του, αναφέρεται για πρώτη φορά στην σχέση που μπορεί να υπάρχει μεταξύ του πληθωρισμού και της κερδοφορίας των τραπεζών. 50

51 Συσχετίζει τον πληθωρισμό με τους μισθούς και με τα διάφορα λειτουργικά έξοδα και υπογραμμίζει ότι η κερδοφορία των τραπεζών εξαρτάται από τον ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού. Σε μια ώριμη οικονομία, οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν τη δυνατότητα να προβλέψουν την τιμή του πληθωρισμού στο μέλλον και ανάλογα να προσαρμόσουν τα λειτουργικά τους έξοδα. Στο ίδιο μοτίβο, ο (Perry, 1992) δηλώνει ότι ο βαθμός που μπορεί να επηρεάσει ο πληθωρισμός την κερδοφορία των τραπεζών εξαρτάται με το εάν ο ρυθμός αυξομείωσης του πληθωρισμού είναι αναμενόμενος ή όχι. Εάν οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν προβλέψει τις τιμές του στο μέλλον, τότε έχουν τη δυνατότητα να προσαρμόσουν ανάλογα τις τιμές των επιτοκίων σε επίπεδο υψηλότερο από την αύξηση των λειτουργικών τους εξόδων έτσι ώστε να αυξήσουν τα έσοδά τους. Πολλές έρευνες που έχουν διεξαχθεί έχουν δείξει ότι υπάρχει θετική σχέση μεταξύ του πληθωρισμού και της κερδοφορίας των τραπεζών απόρροια της παραπάνω πολιτικής που ακολουθούν οι τράπεζες προκειμένου να προστατευτούν από ενδεχόμενη αύξησης των επιπέδων τιμών (Athanasoglou P. Panayiotis 2010). Ανεργία (Unemployment) Ο δείκτης της ανεργίας είναι ο αριθμός των ανθρώπων οι οποίοι δεν εργάζονται, ως ποσοστό του εργατικού δυναμικού, το οποίο αποτελείται από τους ανέργους, τους εργαζομένους και αυτούς που αυτοαπασχολούνται. Ως άνεργοι, χαρακτηρίζονται τα άτομα ηλικίας άνω των 15 ετών τα οποία δεν εργάζονται αλλά δηλώνουν ότι είναι διαθέσιμοι για εργασία και έχουν ενεργοποιηθεί για εύρεση εργασίας τον τελευταίο μήνα. Όταν η ανεργία βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, κάποια άτομα αποθαρρύνονται και σταματούν να αναζητούν εργασία. Αυτά άτομα δεν προσμετρούνται στο εργατικό δυναμικό. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται ότι τα ποσοστά της ανεργίας μπορεί να μειώνονται ή να σταματούν να αυξάνονται ακόμη και όταν δεν έχει επέλθει κάποια σημαντική θετική εξέλιξη στην αγορά εργασίας. Ο δείκτης της ανεργίας είναι ένας σημαντικός δείκτης που υποδηλώνει την οικονομική και κοινωνική ευημερία. (Organisation for Economic Co-operation and Development). Σύμφωνα με το διεθνές νομισματικό ταμείο, χαρακτηρίζονται ως άνεργοι, τα άτομα ηλικίας 14 ετών και άνω, τα οποία δεν εργάζονται αλλά αναζητούν και θα συνεχίσουν να αναζητούν εργασία επί πληρωμή ή κέρδους. Σύμφωνα με τον οργανισμό ILO (International Labor Organization), για να χαρακτηριστεί ένα άτομο άνεργο θα πρέπει να πληροί τρεις βασικές προϋποθέσεις: να μην εργάζεται, να είναι διαθέσιμο και 51

52 να αναζητεί εργασία. Σύμφωνα με την παγκόσμια τράπεζα η ανεργία αναφέρεται στο ποσοστό του εργατικού δυναμικού το οποίο βρίσκεται χωρίς εργασία αλλά είναι διαθέσιμο και αναζητά εργασία. Οι ορισμοί του εργατικού δυναμικού και της ανεργίας μπορεί να διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες η ανεργία υπολογίζεται με βάση μηνιαίων ερευνών που πραγματοποιούνται από τον οργανισμό Bureau of Labor Statistics και καλύπτουν ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα το οποίο αποτελείται από άτομα. Πολλές φορές οι στατιστικές έρευνες μπορεί να υποτιμήσουν την πραγματική ζήτηση για εργασία σε μια οικονομία καθώς δεν μπορούν να μετρήσουν την «κρυφή» ανεργία. Η κρυφή ανεργία οφείλεται στο γεγονός ότι εξαιρούνται από το εργατικό δυναμικό όλοι εκείνοι οι οποίοι λόγω της μακρόχρονης ανεργίας που βιώνουν σταματούν πλέον να αναζητούν εργασία όπως επίσης στις έρευνες θεωρείται ότι εργάζονται και αυτοί που απασχολούνται για λίγες ώρες απλά και μόνον γιατί αδυνατούν να βρουν πλήρη απασχόληση (Oner, 2009). Η ΕΤΗΣΙΑ ΜΕΤΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑ ΚΕΦΑΛΗΝ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟΥ ΕΓΧΩΡΙΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (Gross Domestic Product - GDP) μετρά την αξία των τελικών αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται μέσα σε μια οικονομία κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου αφαιρώντας την αξία των εισαγωγών. Είναι «ακαθάριστο», καθώς υποδηλώνει ότι δεν έχουν αφαιρεθεί οι αποσβέσεις του μηχανολογικού εξοπλισμού, των κτιρίων και των άλλων κεφαλαιουχικών αγαθών που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή. «Εγχώριο», καθώς παράγεται από τις επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται μέσα στα όρια μιας χώρας. Το «προϊόν» αναφέρεται στα τελικά αγαθά και υπηρεσίες στα οποία περιλαμβάνονται και κάποια προϊόντα ή υπηρεσίες οι οποίες δεν διατίθενται προς πώληση όπως οι αμυντικές δαπάνες ή οι υπηρεσίες εκπαίδευσης που παρέχονται από την κυβέρνηση. Στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν δεν συμπεριλαμβάνεται όλη η παραγωγική δραστηριότητα. Για παράδειγμα δεν προσμετράτε η απλήρωτη εργασία (η εργασία στο σπίτι ή η εθελοντική εργασία) και η παραοικονομία (black market activity) καθώς είναι δύσκολο να μετρηθεί. Θεωρητικά το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν μπορεί να μετρηθεί με τρεις τρόπους: 1. Η προσέγγιση της παραγωγής (the production approach), προσθέτει την αξία που δημιουργείται σε κάθε στάδιο παραγωγής. Η προστιθεμένη αξία 52

53 υπολογίζεται εάν από τις συνολικές πωλήσεις αφαιρεθεί η αξία των ενδιάμεσων εισροών μέσα σε μια διαδικασία παραγωγής. Για παράδειγμα το αλεύρι είναι το ενδιάμεσο προϊόν και το ψωμί το τελικό. 2. Η προσέγγιση της δαπάνης (expenditure approach), προσθέτει την αξία των αγορών που πραγματοποιούνται από τους τελικούς καταναλωτές, περιλαμβάνει δηλαδή τη συνολική κατανάλωση, τις επενδύσεις, τις κρατικές δαπάνες και τις καθαρές εξαγωγές. 3. Η προσέγγιση του εισοδήματος (income approach), προσθέτει όλα τα εισοδήματα που δημιουργούνται από την παραγωγή όπως για παράδειγμα είναι η συνολική αποζημίωση που λαμβάνουν οι υπάλληλοι, τα λειτουργικά κέρδη των επιχειρήσεων κα. Το ΑΕΠ είναι ένας σημαντικός δείκτης καθώς δίνει πληροφορίες σχετικά με το μέγεθος μιας οικονομίας. Συχνότερα, χρησιμοποιείται το πραγματικό ΑΕΠ ως ένας δείκτης της γενικότερης οικονομικής ευρωστίας μιας οικονομίας. Η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του κατά κεφαλήν ΑΕΠ αποτελεί μια από τις σημαντικότερες μεταβλητές για τη μέτρηση της μακροοικονομικής ανάπτυξης και της ζήτησης για τραπεζικά προϊόντα και υπηρεσίες όπως είναι οι καταθέσεις και τα δάνεια. Επηρεάζει σημαντικά και άμεσα την κερδοφορία των τραπεζών (Bikker and Hu, 2002). Σε περίοδο οικονομικής ανάπτυξης αυξάνεται η ζήτηση για δανεισμό από τις επιχειρήσεις και από τους ιδιώτες. Συνεπώς, αναμένεται ότι το κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν συμβάλει στη θετική επίδραση της κερδοφορίας των τραπεζών. Αντιθέτως, μια κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας οδηγεί τις επιχειρήσεις σε αδυναμία αποπληρωμής των δανείων τους και τις τράπεζες να καταγράφουν ζημιές. Έτσι, μόλις επιτευχθεί ανάκαμψη θα αναμένουμε μια ισχυρότερη σχέση μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης με τα τραπεζικά κέρδη, η οποία επιτυγχάνεται μέσω της αύξησης του δανεισμού, της βελτίωσης της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών, της ευκολότερης πρόσβασης των δανειοληπτών σε χρηματοδότηση, της μείωσης των σκληρών εποπτικών μέτρων, καθώς και της αβεβαιότητας που συνδέεται με μακροοικονομική αστάθεια. 53

54 3 Ανασκόπηση των Stress Test από την Federal Reserve (FED) Μια από τις κύριες λειτουργίες της FED είναι να επιβάλλει κανόνες και να επιτηρεί τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τις επενδυτικές και τις τράπεζες χρηματοδοτήσεων, τις πολιτειακές τράπεζες και τα πιο σημαντικά για την ομαλή λειτουργία του συστήματος, μη πιστωτικά ιδρύματα. Διαμέσου της εποπτείας, η FED προωθεί την ασφάλεια και τη σταθερότητα στα τραπεζικά ιδρύματα αλλά και στο γενικότερο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η ύπαρξη του οποίου συμβάλλει στην ανάπτυξη και τη σταθερότητα της Αμερικάνικης οικονομίας. Προκειμένου η FED να επιτύχει τους σκοπούς της όσον αφορά την εκπόνηση και εφαρμογή των εποπτικών της προγραμμάτων, σε συνάρτηση πλέον και με την εμπειρία που έχει αποκτηθεί από την πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση, έχει δημιουργήσει νέα πλαίσια και προγράμματα για την επιτήρηση και παρακολούθηση των μεγαλύτερων και πιο σύνθετων στην δομή τους, πιστωτικών ιδρυμάτων. Ένα από τα βασικότερα προγράμματα είναι η εφαρμογή της ετήσιας αξιολόγησης, στην οποία συμμετέχουν τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας με ενοποιημένα περιουσιακά στοιχεία άνω των 50 δις δολαρίων. Σκοπός της άσκησης είναι να διαπιστωθεί εάν διαθέτουν επαρκή κεφάλαια ώστε να μπορούν να απορροφήσουν τις απώλειες που είναι απόρροια δυσμενών οικονομικών καταστάσεων, εάν έχουν τη δυνατότητα να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους και να χρηματοδοτούν τις υγιείς επιχειρήσεις της οικονομίας. Αυτή η ετήσια άσκηση περιλαμβάνει δύο σχετικά προγράμματα: Την άσκηση Comprehensive Capital Analysis and Review (CCAR), η οποία διεξάγεται με σκοπό να αξιολογήσει την κεφαλαιακή επάρκεια των μεγαλύτερων τραπεζών και Την άσκηση Dodd-Frank Act supervisory stress testing, η οποία χρησιμοποιεί εργαλεία της ποσοτικής ανάλυσης προκειμένου να αξιολογήσει την επίδραση στρεσογόνων οικονομικών καταστάσεων στα κεφάλαια των τραπεζών. 54

55 3.1 Εποπτικά προγράμματα «The Comprehensive Capital Analysis and Review (CCAR)», είναι μια ετήσια άσκηση η οποία διεξάγεται από την FED (Federal Reserve), με σκοπό να εκτιμήσει εάν οι μεγαλύτερες τράπεζες οι οποίες δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ, έχουν επαρκή κεφάλαια προκειμένου να συνεχίσουν τη λειτουργία τους εάν επέλθουν δυσμενείς οικονομικές καταστάσεις. Επιπλέον, η FED διασφαλίζει ότι τα τραπεζικά ιδρύματα είναι «υγιή» και έχουν σχεδιάσει δράσεις για την ενίσχυση των κεφαλαίων τους προκειμένου να καταστούν ανθεκτικές σε διάφορους κινδύνους που μπορεί να αντιμετωπίσουν. Οι δράσεις αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν την αύξηση των μερισματικών αποδόσεων ή την επαναγορά αντισταθμιστικών προϊόντων (παράγωγα). Μια επιπλέον συμπληρωματική άσκηση που διεξάγεται ταυτόχρονα με την CCAR, είναι η Dodd-Frank Act stress testing (DFAST). Πρόκειται για ένα εργαλείο πρόβλεψης και διεξάγεται από την FED και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα τα οποία υπάγονται στην παρακολούθηση της FED. Συνεισφέρει στην εκτίμηση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών ώστε να μπορούν να απορροφήσουν πιθανές απώλειες και υποστηρίζει τη λειτουργία τους κατά τη διάρκεια δυσμενών οικονομικών συνθηκών. Παρόλο που πρόκειται για δύο διαφορετικές ασκήσεις, έχουν υιοθετήσει κοινές διαδικασίες, δεδομένα, εποπτικές ασκήσεις και απαιτήσεις. Η FED συντονίζει αυτές τις διαδικασίες προκειμένου να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία των ασκήσεων ώστε να εστιάζουν σε διαφορετικές περιοχές ενδιαφέροντος και να έχουν τη μικρότερη δυνατή αλληλοεπικάλυψη. Τον Νοέμβριο του 2010, η FED εξέδωσε έναν οδηγό προκειμένου να παρέχει μια κοινή πολιτική για να διασφαλίσει ότι αυτές οι μεγάλες τράπεζες έχουν αρκετά κεφάλαια ώστε να έχουν πρόσβαση στις αγορές, να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους, να μπορούν να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις που έχουν και να συνεχίσουν να υπηρετούν την οικονομία ως διαμεσολαβητές ακόμα και κάτω από αντίξοες οικονομικές συνθήκες. Η FED αξιολογεί τα πλάνα των τραπεζών λαμβάνοντας υπόψη 5 περιοχές εποπτικού ενδιαφέροντος (Board 2011). 1. Εκτίμηση της κεφαλαιακής επάρκειας και των σχεδίων των τραπεζών για 55

56 την ενίσχυση των κεφαλαίων τους. Ο ρόλος της άσκησης είναι να διαπιστώσει εάν οι τράπεζες οι οποίες συμμετέχουν, έχουν αποτελεσματικές διαδικασίες για τη διαχείριση και κατανομή των κεφαλαίων τους και να εκτιμήσει εάν τα κεφάλαιά τους είναι επαρκή για την αντιμετώπιση δυσμενών οικονομικών καταστάσεων. Επιπλέον, εξετάζει εάν οι τράπεζες διαχειρίζονται με τον καλύτερο δυνατόν τρόπο τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν και εάν έχουν αναπτύξει πρακτικές μέτρησής τους. 2. Την πολιτική διάθεσης των κεφαλαίων τους. Εξετάζεται εάν οι τράπεζες έχουν μια αποδεκτή πολιτική όσον αφορά τη διαδικασία απόδοσης μερισμάτων και οποιοδήποτε άλλων παροχών προς τους μετόχους λαμβάνοντας υπόψη την μελλοντική τους απόδοση. 3. Σχέδια για την αποπληρωμή τυχόν κυβερνητικών επενδύσεων. Κρίνεται απαραίτητο για κάθε τράπεζα να έχει διαμορφώσει ένα αξιόπιστο και ρεαλιστικό σχέδιο για την αποπληρωμή οποιαδήποτε οφειλής προς την κυβέρνηση των ΗΠΑ πριν τη λήψη απόφασης για τη διανομή ή και την τυχόν αύξηση μερισμάτων προς τους μετόχους. 4. Ικανότητα να απορροφούν απώλειες κάτω από ακραία σενάρια. Σκοπός των ασκήσεων είναι να διαπιστωθεί εάν οι τράπεζες έχουν ικανά κεφάλαια, ώστε να παραμείνουν βιώσιμες και «υγιείς» ακόμη και εάν δραστηριοποιούνται σε ένα δυσμενές οικονομικό περιβάλλον. 5. Σχέδια για την εναρμόνιση με τις απαιτήσεις της Βασιλείας ΙΙΙ και λήψη μέτρων για την προστασία των καταναλωτών. Εξετάζεται εάν οι τράπεζες έχουν αναπτύξει ένα αξιόπιστο πλάνο ώστε οι πολιτικές τους να είναι πλήρως εναρμονισμένες με τις νέες κεφαλαιακές απαιτήσεις, οι οποίες περιέχονται στην Βασιλεία ΙΙΙ και εάν τηρούν τους κανόνες που επιβάλλονται από τη δράση Dodd-Frank-Act Comprehensive Capital Analysis and Review (CCAR) Η κεφαλαιακή επάρκεια μιας τράπεζας αποτελεί το κυριότερο συστατικό της προκειμένου να μπορεί να απορροφήσει μη αναμενόμενες απώλειες και να συνεχίσει να χρηματοδοτεί αξιόχρεες επιχειρήσεις και καταναλωτές. Η FED αναμένει από τις μεγάλες συστημικές τράπεζες να διατηρούν επαρκή κεφάλαια ώστε να έχουν πρόσβαση στις αγορές, να συνεχίσουν να υπηρετούν την οικονομία ως διαμεσολαβητές, να 56

57 εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους και να συνεχίζουν να λειτουργούν και κάτω από αντίξοες οικονομικές συνθήκες. Η τραπεζική εποπτεία από την FED είναι συνεχής, προκειμένου να διασφαλίσει ότι αυτά τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι «υγιή» ενώ επιπλέον ελαχιστοποιούν τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν. Η ορθολογική διαχείριση και η κατανομή των κεφαλαίων μιας τράπεζας είναι σημαντική όχι μόνο για την ατομική της απόδοση αλλά επίσης και για τη σταθερότητα και αποτελεσματική λειτουργία όλου του χρηματοπιστωτικού συστήματος των ΗΠΑ. Σημαντικό αρωγό σε αυτήν την προσπάθεια αποτελεί η άσκηση CCAR, η οποία έχει ως σκοπό να εξασφαλίσει ότι οι βασικές τράπεζες του συστήματος έχουν αναπτύξει ολοκληρωμένες διαδικασίες για τη διαχείριση και κατανομή των κεφαλαίων τους καθώς και ότι αυτές οι διαδικασίες υποστηρίζονται από αποτελεσματικές διοικητικές πρακτικές και διαχείριση των κινδύνων. Η άσκηση CCAR, έχει διαμορφωθεί από εμπειρίες οι οποίες αποκτήθηκαν κατά την διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης σχετικά με την σημασία που έχει η εκτίμηση της κεφαλαιακής επάρκειας σε περιόδους οικονομικής ασφυξίας. Η άσκηση από την CCAR, υπερβαίνει σημαντικά τις παραδοσιακές προσεγγίσεις για την εκτίμηση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών. Δεν επικεντρώνεται απλά στην στατική σύγκριση των κεφαλαιακών δεικτών των τραπεζικών ιδρυμάτων με τις ελάχιστες απαιτήσεις που απαιτούνται από τις εποπτικές αρχές. Αντιθέτως, συνδυάζοντας την ποσοτική ανάλυση με τον ποιοτικό έλεγχο, αξιολογεί τις στρατηγικές των τραπεζών για τη διαχείριση των κεφαλαίων τους. Επιπλέον, σε αντίθεση με τις παραδοσιακές προσεγγίσεις, παρακολουθεί διεξοδικά τα τραπεζικά ιδρύματα σε μακροχρόνια βάση, για περιόδους περίπου των δύο ετών. Λόγω της CCAR, η FED έχει αναπτύξει μια βαθύτερη κατανόηση σχετικά με τις διαδικασίες που οι μεγάλες τράπεζες παρακολουθούν αλλά και διαχειρίζονται τα κεφάλαιά τους όπως επίσης και αν ακολουθούν κατάλληλες πολιτικές διανομής των κεφαλαίων τους προς τους μετόχους. Η καινοτομία σε αυτήν την άσκηση είναι ότι οι μεγάλες τράπεζες υποβάλλουν κάθε έτος αναλυτικά σχέδια για την διαχείριση των κεφαλαίων τους στην FED. Αυτά τα πλάνα περιγράφουν τη στρατηγική που πρόκειται να αναπτύξουν σχετικά με τη διαχείριση των κεφαλαίων τους για χρονικό ορίζοντα δύο ετών. Κάποια από τα βασικά στοιχείων των σχεδίων αυτών αναφέρονται παρακάτω: 57

58 Περιγραφή όλων των δράσεων που αφορά τη διαχείριση των κεφαλαίων τους όπως για παράδειγμα τη μερισματική πολιτική, την αγορά μετοχών ή έκδοση νέων. Περιγραφή των διαδικασιών και πολιτικών για τη διαμόρφωση του μεγέθους των μερισμάτων και την ανάπτυξη σχεδίων για την αγορά κοινών μετοχών ανάλογα με τις εκάστοτε διαφορετικές οικονομικές συνθήκες. Εκτίμηση των πιθανών απωλειών σε αντίξοες οικονομικές συνθήκες και καταγραφή των δράσεων προκειμένου να απορροφήσει τις πραγματοποιηθείσες ζημιές. Ανάλυση των κεφαλαιακών αναγκών υπό το πρίσμα διαφορετικών οικονομικών καταστάσεων έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους και να συνεχίζουν τη λειτουργία τους ως χρηματοπιστωτικοί διαμεσολαβητές Dodd-Frank Act supervisory stress testing Η άσκηση Dodd-Frank Act supervisory stress testing αποτελεί μια συνεχή διαδικασία ποσοτικής αξιολόγησης των συνεπειών που έχουν για τα κεφάλαια των τραπεζών, συγκεκριμένες δυσμενείς συνθήκες. Σκοπός του προγράμματος είναι η πληροφόρηση των τραπεζών αλλά και του γενικότερου συνόλου, για τις αλλαγές που μπορεί να επέλθουν στους κεφαλαιακούς δείκτες των τραπεζών κατά τη διάρκεια υποθετικών δυσμενών σεναρίων τα οποία σχεδιάζονται από την FED. Επιπροσθέτως με τη διεξαγωγή των ετησίων ασκήσεων προσομοίωσης που διεξάγονται από τη FED, κάθε τράπεζα είναι υποχρεωμένη να διεξάγει εσωτερικές ασκήσεις προσομοίωσης βασιζόμενες στα ίδια σενάρια των εποπτικών αρχών και να διεξάγει stress test με διαμορφωμένα από την ίδια τράπεζα σενάρια. 3.2 Dodd Frank Stress test 2015 Ως μέτρο πρόληψης ενάντια των χρηματοπιστωτικών κρίσεων, το κογκρέσο των ΗΠΑ εισήγαγε την εφαρμογή της άσκησης Dodd-Frank Act. Με τη διεξαγωγή της άσκησης αυτής η κεντρική τράπεζα της Αμερικής (FED) είναι υποχρεωμένη να εκπονεί σε ετήσια βάση ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, στην οποία συμμετέχουν τραπεζικά και μη τραπεζικά ιδρύματα με ενοποιημένα στοιχεία ενεργητικού άνω των 50 δις δολαρίων. 58

59 Στο πλαίσιο της παραπάνω άσκησης, από τον Οκτώβριο του 2012, κάθε μια από τις παραπάνω εταιρείες, θα πρέπει να διεξάγει τα δικά της εσωτερικά stress tests και να πληροφορεί την FED με τα αποτελέσματα, κάθε δύο χρόνια (company-run stress test). Επιπλέον τα ιδρύματα με περιουσιακά στοιχεία άνω των 10 δις δολαρίων, τα οποία εποπτεύονται από ένα τμήμα της FED, είναι υποχρεωμένα να διεξάγουν ετήσιες ασκήσεις. Για τη διεξαγωγή των εποπτικών ασκήσεων, η FED κάνει προβλέψεις σχετικά με τα στοιχεία των ισολογισμών των τραπεζών, τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο στοιχεία του ενεργητικού, το καθαρό εισόδημα, τα επίπεδα κεφαλαίων μετά τη διεξαγωγή των stress tests σε σχέση με τα ρυθμιστικά κεφάλαια, για ένα χρονικό ορίζονται 9 τριμήνων, χρησιμοποιώντας μια σειρά από υποθέσεις αναφορικά με τον τρόπο διαχείρισης των κεφαλαίων. Οι προβλέψεις αυτές βασίζονται στα 3 εποπτικά μακροοικονομικά σενάρια τα οποία κατασκευάζονται από την FED σε ετήσια βάση. Για τα ετήσια προγραμματισμένα stress tests τα οποία διεξάγονται από τις ίδιες τις τράπεζες, περιλαμβάνονται ο ίδιος χρονικός ορίζοντας, υποθέσεις και σενάρια παρόμοια με αυτά που χρησιμοποιούνται στις εποπτικές ασκήσεις των μεγάλων τραπεζών. Ο σκοπός των ασκήσεων της Dodd-Frank Act και των ασκήσεων που διεξάγονται από τις ίδιες τράπεζες είναι να παρέχουν στις διοικήσεις των τραπεζών καθώς και στις εποπτικές αρχές πληροφόρηση προκειμένου να αυξήσουν την ικανότητα των τραπεζικών ιδρυμάτων να απορροφούν μη αναμενόμενες απώλειες λόγω δυσμενών οικονομικών καταστάσεων. Τα αποτελέσματα των ασκήσεων αναλύονται συνδυαστικά έτσι ώστε να αποκαλυφθούν οι αδυναμίες του χρηματοπιστωτικού συστήματος όταν επέλθουν ακραία οικονομικά γεγονότα. Για το έτος 2015, οι τραπεζικοί όμιλοι που συμμετέχουν στις ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων γεγονότων είναι 31 και αναφέρονται στον παρακάτω πίνακα: 59

60 Πίνακας 3: Οι χρηματοπιστωτικοί όμιλοι που συμμετείχαν στα stress tests Dodd-Frank Act Bank Holding Companies (BHCs) American Express Company Deutsche Bank Trust Corporation MUFG Americas Holdings Corp. Bank of America Corporation Discover Financial Services Northern Trust Corp. The Bank of New YorkMellon Corporation Fifth Third Bancorp The PNC Financial Services Group, Inc. BB&T Corporation The Goldman Sachs Group, Inc. Regions Financial Corporation BBVA Compass Bancshares, Inc. HSBC North America Holdings Inc. Santander Holdings USA, Inc. BMO Financial Corp. Huntington Bancshares Inc. State Street Corporation Capital One Financial Corporation JPMorgan Chase & Co. SunTrust Banks, Inc. Citigroup, Inc Keycorp U.S. Bancorp Citizens Financial Group, Inc. M&T Bank Corporation Wells Fargo & Company Comerica Incorporated Morgan Stanley Zions Bancorporation Η έκθεση που δημοσιεύεται μετά το πέρας της άσκησης αυτής περιλαμβάνει τα εποπτικά σενάρια που έχουν κατασκευαστεί, μια επισκόπηση του πλαισίου και της μεθοδολογίας που έχουν χρησιμοποιηθεί και τα αποτελέσματα που έχουν εξαχθεί υπό το ακραίο και το πολύ ακραίο σενάριο Εποπτικά σενάρια Τον Οκτώβριο του 2014, η FED αποκάλυψε τα τρία εποπτικά σενάρια, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν για τη διεξαγωγή των stress tests για το έτος Τα σενάρια αυτά περιλαμβάνουν ένα ακραίο σενάριο, ένα εξαιρετικά ακραίο και ένα σενάριο αναφοράς (baseline scenario). Η κατασκευή του ακραίου και του εξαιρετικά ακραίου σεναρίου δε βασίζεται σε προβλέψεις σχετικά με το τι μπορεί να επέλθει στο μέλλον αλλά περισσότερο σε υποθετικά σενάρια σχεδιασμένα να εκτιμήσουν την ανθεκτικότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε αντίξοες οικονομικές καταστάσεις. Κάθε σενάριο ξεκινά το 4 ο τρίμηνο του 2014 (2014:Q4) και εκτείνεται έως το 4 ο τρίμηνο του 2017 (2017:Q4). Τα εποπτικά σενάρια περιλαμβάνουν 28 μεταβλητές, οι οποίες είναι ίδιες με αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στα σενάρια των stress test για το έτος Οι 16 από αυτές τις μεταβλητές αναφέρονται στην οικονομική δραστηριότητα, στις τιμές των ακινήτων και στα επίπεδα των επιτοκίων της οικονομίας 60

61 των ΗΠΑ. Οι 3 περιγράφουν τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις και αφορούν το πραγματικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (GDP), τον πληθωρισμό και τις συναλλαγματικές ισοτιμίες σε κάθε μία από τις 4 ξένες χώρες ή περιοχές που επιλέχθηκαν και η οικονομία τους επηρεάζει το παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι. Οι 28 μεταβλητές περιγράφονται αναλυτικότερα παρακάτω: 6 μεταβλητές υπολογίζουν την οικονομική δραστηριότητα και τα επίπεδα τιμών. Σε αυτές περιλαμβάνονται: Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν. Οι ποσοστιαίες μεταβολές σε ετήσια βάση σε ονομαστικές και τρέχουσες τιμές. Τα ποσοστά ανεργίας. Περιλαμβάνουν τον μη ενεργό εργατικό δυναμικό ηλικίας 16 ετών και άνω. Το διαθέσιμο κατακεφαλήν εισόδημα. Οι ποσοστιαίες μεταβολές σε ετήσια βάση σε τρέχουσες και ονομαστικές τιμές. Το δείκτη τιμών καταναλωτή (Πληθωρισμό). Η ποσοστιαία μεταβολή σε ετήσια βάση. 4 μεταβλητές με τις οποίες υπολογίζονται οι τιμές των ακινήτων ή οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες. Αυτές περιέχουν: Το δείκτη τιμών κατοικιών. Τις τιμές των εμπορικών ακινήτων. Τις τιμές των μετοχών. Τη διακύμανση (volatility) της χρηματιστηριακής αγοράς των ΗΠΑ. 6 μεταβλητές με τις οποίες υπολογίζονται οι τιμές των επιτοκίων: Η τιμή ομολόγων διάρκειας 3-μηνών. Η απόδοση ομολόγων διάρκειας 5-ετών. Η απόδοση ομολόγων διάρκειας 10-ετών. Η απόδοση εταιρικών ομολόγων διάρκειας 10-ετών και βαθμολόγησης (rating) ΒΒΒ. Το σταθερό επιτόκιο στεγαστικών δανείων διάρκειας 30-ετών. H τιμή του βασικού επιτοκίου δανεισμού. 3 μεταβλητές οι οποίες περιγράφουν τις διεθνείς οικονομικές συνθήκες για κάθε χώρα ή περιοχή: Ποσοστιαία μεταβολή σε ετήσια βάση του πραγματικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. 61

62 Ποσοστιαία μεταβολή σε ετήσια βάση του δείκτη τιμών καταναλωτή. Συναλλαγματική ισοτιμία αμερικάνικου δολαρίου σε σχέση με το τοπικό νόμισμα. Οι τέσσερις χώρες ή περιοχές περιλαμβάνουν: Τις 18 χώρες οι οποίες συμμετέχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Ηνωμένο Βασίλειο. Tην περιοχή της αναπτυγμένης Ασίας (το ονομαστικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Κίνας, Ινδίας, Βόρειας Κορέας, Χονγκ Κόνγκ και Ταϊβάν) και τέλος την Ιαπωνία. Επιπλέον, η κατασκευή των σεναρίων για το έτος 2015 περιλαμβάνει ένα παγκόσμιο σοκ στις αγορές προκειμένου να εκτιμηθεί ο αντίκτυπος σε 6 μεγάλους τραπεζικούς ομίλους 1 με διεθνή δραστηριότητα και ένα σενάριο το οποίο εφαρμόζεται ξεχωριστά σε 8 από τους συμμετέχοντες τραπεζικούς ομίλους 2 και αφορά την αθέτηση των υποχρεώσεων από τον κυριότερο συνεργαζόμενο με αυτές τραπεζικό όμιλο, που οφείλεται στην έκθεσή του στην παγκόσμια δυσμενή οικονομική εξέλιξη (counterparty default). Εξαιρετικά ακραίο σενάριο Το εξαιρετικά ακραίο σενάριο χαρακτηρίζεται από βαθιά ύφεση στην οικονομία των ΗΠΑ, με αύξηση της ανεργίας κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες για το 3 ο τρίμηνο του 2014 και με την συνολική αύξηση να αγγίζει τις 10 ποσοστιαίες μονάδες στα μέσα του Στο διάγραμμα 1 απεικονίζονται οι τιμές ανεργίας για το ακραίο και για το εξαιρετικά ακραίο σενάριο για το χρονικό διάστημα 2010 (1ο τρίμηνο) έως το 2016 (4ο τρίμηνο). 1 Οι 6 τραπεζικοί όμιλοι οι οποίοι υποβλήθηκαν στο παγκόσμιο σοκ είναι οι: Bank of America Corporation; Citigroup Inc.; The Goldman Sachs Group, Inc.; JPMorgan Chase & Co.;Morgan Stanley; and Wells Fargo & Co. 2 Οι 8 τραπεζικοί όμιλοι, που υποβλήθηκαν στο κίνδυνο αντισυμβαλλομένου είναι οι: Bank of America Corporation; The Bank of New York Mellon Corporation; Citigroup Inc.; The Goldman Sachs Group, Inc.; JPMorgan Chase & Co.;Morgan Stanley; State Street Corporation; and Wells Fargo & Co. 62

63 Διάγραμμα 3: Οι τιμές της ανεργίας για το ακραίο και εξαιρετικά ακραίο σενάριο Πηγή: Federal Reserve assumptions in the supervisory scenarios Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, στα τέλη του 2015 μειώνεται σε ποσοστό 4,5% σε σχέση με τα επίπεδα του 3ο τριμήνου του Από το 1ο τρίμηνο του 2016 αρχίζει να ανακάμπτει και να κινείται σε θετικά επίπεδα. Στο παρακάτω διάγραμμα παρατηρούμε την πορεία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντας για το ακραίο και εξαιρετικά ακραίο σενάριο, όπως αυτά διαμορφώνονται στο πλαίσιο της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Διάγραμμα 4: Διακύμανση του πραγματικού ΑΕΠ για το ακραίο και εξαιρετικά ακραίο σενάριο Πηγή: Federal Reserve assumptions in the supervisory scenarios Παρόλο της ύφεσης, οι υψηλότεροι δείκτες τιμών πετρελαίου, οδηγούν στην αύξηση του πληθωρισμού φτάνοντας το ανώτατο ποσοστό των 4,3% και κατόπιν αρχίζει να φθίνει. Σε σχέση με τις δεδομένες οικονομικές συνθήκες οι βραχυπρόθεσμες 63

64 τιμές των επιτοκίων παραμένουν σε μηδενικά επίπεδα σε όλο το 2017 ενώ οι μακροχρόνιες αποδόσεις των προθεσμιακών καταθέσεων μειώνονται κατά 1% στο 4 ο τρίμηνο του 2014 και κατόπιν αυξάνονται σε μικρά επίπεδα. Η πτώση στις τιμές των ακινήτων αγγίζει ως ποσοστό το 25% από τα επίπεδα του 3 ο τριμήνου του 2014 και σε όλη τη διάρκεια του σεναρίου. Στο παρακάτω διάγραμμα απεικονίζονται οι τιμές των κατοικιών για το ακραίο για το εξαιρετικά ακραίο σενάριο. Διάγραμμα 5: Τιμές κατοικιών για το ακραίο και εξαιρετικά ακραίο σενάριο Πηγή: Federal Reserve assumptions in the supervisory scenarios `Ως αποτέλεσμα μιας υποθετικής μείωσης της πιστοληπτικής ικανότητας στα αμερικάνικα εταιρικά ομόλογα, τα περιθώρια αυξάνονται από τις 170 μονάδες βάσης αγγίζοντας το μέγιστο επίπεδο τους στις 500 μονάδες βάσης. Οι τιμές των μετοχών μειώνονται σε ποσοστό περίπου 60% από τα επίπεδα των τιμών που επικρατούσαν το 3 ο τρίμηνο του 2014 και για όλο το 2015 και η διακύμανση της χρηματιστηριακής αγοράς αυξάνεται ραγδαία. Όσον αφορά τις διεθνείς εξελίξεις, το σενάριο περιλαμβάνει την υπόθεση ότι οι χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης καθώς και το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία και διάφορες αναπτυγμένες χώρες της Ασίας, αντιμετωπίζουν μεγάλη ύφεση. Η ύφεση αυτή επιδεινώνεται για τις χώρες οι οποίες εξαρτούνται από την εισαγωγή πετρελαίου λόγω της αύξησης της τιμής του. Η αμερικάνικη οικονομία προκειμένου να διατηρήσει την εισαγωγή κεφαλαίων διατηρεί μια «σκληρή» συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου έναντι του ευρώ, πιο ελαστική συναλλαγματική ισοτιμία έναντι της Αγγλικής στερλίνας ενώ υποτιμάται ελαφρώς σε σχέση με το Ιαπωνικό γιέν. 64

65 Το εξαιρετικά ακραίο σενάριο για το έτος 2015 είναι παρόμοιο με αυτό του Στο σενάριο όμως του 2015, η εταιρική πιστοληπτική ικανότητα των μεγάλων επιχειρήσεων θεωρείται ότι μειώνεται περισσότερο από ότι αναμενόταν σε μια περίοδο ύφεσης, οδηγώντας στην αύξηση των περιθωρίων των εταιρικών ομολόγων, πτώση στις τιμές των μετοχών και αύξηση της διακύμανσης της χρηματιστηριακής αγοράς. Ακραίο Σενάριο Στο ακραίο σενάριο η οικονομία των ΗΠΑ βιώνει μια πιο «μαλακή» ύφεση, η οποία ξεκινά από το 4 τρίμηνο του 2014 και διαρκεί έως το 2 ο τρίμηνο του Κατά τη διάρκεια της περιόδου ύφεσης, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν μειώνεται κατά 0,5% σε σχέση με τα επίπεδα του 3 ου τριμήνου του 2014 και η ανεργία αυξάνεται κατά 7% φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο της τάξεως του 8% στο 4 ο τρίμηνο του 2016 και κατόπιν σταθεροποιείται. Ο πληθωρισμός, απόρροια της αύξησης των τιμών των πετρελαίων, αυξάνεται κατά 4% στο 3 ο τρίμηνο του 2015 και συνεχίζει να ακολουθεί αυξητικά πορεία για όλη τη χρονική διάρκεια που προβλέπεται στο σενάριο. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω δυσμενών εξελίξεων στην Αμερικάνικη οικονομία, οι βραχυπρόθεσμες τιμές των επιτοκίων αυξάνονται ραγδαία αγγίζοντας τα επίπεδα των 2,5% στο τέλος του 3 ου τριμήνου του 2015 και 5,3% στα τέλη του Οι αποδόσεις των μακροπρόθεσμων ομολόγων αυξάνονται σε μικρότερο βαθμό. Οι τιμές των μετοχών μειώνονται κατά την διάρκεια αλλά και μετά την ύφεση. Στο τέλος του σεναρίου, η συνολική πτώση των μετοχών διαμορφώνεται σε ποσοστό περίπου 25% σε σχέση με τα επίπεδα του 3 ου τριμήνου του Οι τιμές των κατοικιών καθώς και των ακινήτων για εμπορική χρήση, μειώνονται σε 13% και 16% αντίστοιχα, σε σχέση με τις τιμές που είχαν το 3ο τρίμηνο του Διεθνώς, το ακραίο σενάριο υποθέτει ύφεση στην περιοχή της Ευρώπης, στο Ηνωμένο Βασίλειο, στην Ιαπωνία και σε διάφορες ανεπτυγμένες χώρες της Ασίας. Απόρροια των δυσμενών οικονομικών συγκυριών, παρατηρούνται αποπληθωριστικές τάσεις σε κάποιες από τις παραπάνω χώρες ή περιοχές. Η συναλλαγματική ισοτιμία του δολαρίου έναντι του ευρώ δεν αλλάζει σημαντικά εκτός από την υποθετική υποτίμηση του δολαρίου έναντι του Ιαπωνικού γιέν προκειμένου να διατηρηθούν οι εξαγωγές στα ικανοποιητικά επίπεδα. Η κατασκευή του ακραίου σεναρίου διαφοροποιείται ποιοτικά σε μεγάλο βαθμό από αυτό του Η κύρια διαφοροποίηση έγκειται στο γεγονός των προθεσμιακών αποδόσεων. 65

66 Το ακραίο σενάριο του 2014, υποθέτει την ραγδαία αύξηση των μακροπρόθεσμων τιμών στα επιτόκια, δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση των επιτοκίων στις βραχυπρόθεσμες καταθέσεις ενώ επιπλέον είναι η καμπύλη απόδοσης είναι πιο απότομη από αυτήν του βασικού σεναρίου. Επιπλέον το σενάριο του 2015, υποθέτει υψηλότερο πληθωρισμό από αυτό της Βασιλείας. Βασικό Σενάριο (Baseline Scenario) Το βασικό σενάριο ή σενάριο αναφοράς, στηρίζεται σε παρόμοιες παραδοχές με αυτές που έχουν γίνει από διάφορους οικονομικούς οργανισμούς και έρευνες και λαμβάνει υπόψη τη μέση τιμή των μεταβλητών που χρησιμοποιήθηκαν. Όσον αφορά το σενάριο για τις ΗΠΑ, υποθέτει μια μέτρια αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας. Το πραγματικό ακαθάριστο εγχώριο εισόδημα αυξάνεται κατά μέσο όρο κατά 3% ετησίως. Η ανεργία μειώνεται κατά 5,25% στο τέλος του σεναρίου δηλαδή το 4 ο τρίμηνο του 2017 και ο πληθωρισμός κυμαίνεται κατά μέσο όρο λίγο παραπάνω από το 2% ετησίως. Η μέτρια οικονομική ανάπτυξη οδηγεί στην ομαλοποίηση των αποδόσεων των ομολόγων. Οι αποδόσεις των βραχυπροθέσμων ομολόγων ξεκινούν να αυξάνονται από το 2 ο τρίμηνο του 2015 συνεχίζοντας την αυξητική τους τροχιά για να καταλήξουν σε μια αύξηση της τάξεως του 3% στα τέλη του Οι αποδόσεις των 5-ετών και 10- ετών ομολόγων αυξάνονται από την αρχή της εφαρμογής του σεναρίου και αγγίζουν το 4% και 4,25% αντίστοιχα στο 4 ο τρίμηνο του Τα περιθώρια των εταιρικών ομολόγων όπως και των στεγαστικών δανείων παραμένουν σχετικά σταθερά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η απόδοση του εταιρικού ομολόγου ταξινόμησης (rating) ΒΒΒ να αυξάνεται περίπου όσο και οι αποδόσεις των 10- ετών ομολόγων και τα βασικά επιτόκια δανεισμού να αυξάνονται όσο περίπου και αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων ομολόγων. Σε συνέπεια αυτών των εξελίξεων, οι τιμές των ακινήτων και οι τιμές των μετοχών δεν αυξάνονται σημαντικά σύμφωνα με το βασικό σενάριο ενώ η διακύμανση της χρηματιστηριακής αγοράς παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Η πρόβλεψη για τις διεθνείς μεταβλητές είναι παρόμοιες με εκείνες που χρησιμοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 2014 από Νομισματικό Ταμείο (IMF). Σύμφωνα με το βασικό σενάριο ο πληθωρισμός στις χώρες του εξωτερικού που εξετάζονται, συντελεί στην αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας. Για το πραγματικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόντος προβλέπεται η αύξηση του να κυμαίνεται στο 6,25% 66

67 για τις αναπτυγμένες χώρες της Ασίας, στο 2,50% για το Ηνωμένο Βασίλειο, 1,50% για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο 1,25% για την Ιαπωνία. Global Market Shock and Counterparty Default Components Επιπροσθέτως των δύο παραπάνω σεναρίων, η FED τον Οκτώβριο του 2014 δημοσίευσε την κατασκευή ενός επιπλέον σεναρίου, το οποίο περιλαμβάνει την εφαρμογή ενός σοκ στις παγκόσμιες αγορές προκειμένου να εκτιμήσει την επίδρασή του στα επενδυτικά χαρτοφυλάκια 6 μεγάλων τραπεζικών ομίλων, οι οποίοι έχουν μεγάλη επενδυτική διεθνή δραστηριότητα και τα κεφάλαιά τους εκτίθενται σε υψηλούς χρηματοοικονομικούς κινδύνους. Επιπλέον, η κατασκευή του σεναρίου περιλαμβάνει την πτώχευση ενός ή περισσοτέρων από τα παραπάνω ιδρύματα με την προσθήκη δύο επιπλέον. Η επίδραση του παραπάνω σεναρίου εξετάζεται και στις ακραίες αλλά και εξαιρετικά ακραίες υποθετικές οικονομικές συνθήκες που έχουν σχεδιαστεί από την FED. Στο σενάριο του σοκ στις παγκόσμιες αγορές περιλαμβάνονται υποθετικές δυσμενείς οικονομικές εξελίξεις σε μια ευρέα σειρά από παράγοντες κινδύνους της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Γενικότερα, αυτά τα σοκ περιλαμβάνουν μεγάλες και ξαφνικές αλλαγές στις τιμές των ακινήτων, στα επίπεδα των επιτοκίων και στα περιθώρια αντανακλώντας μια γενικότερη εκτόπιση της αγοράς και αυξάνοντας την αβεβαιότητα. Στην περίπτωση του εξαιρετικά ακραίου σεναρίου, το σοκ περιλαμβάνει μια ξαφνική και απότομη αύξηση των παραγόντων κινδύνου και ιδιαίτερα του πιστωτικού κινδύνου σε συνδυασμό με μια σημαντική μείωση της ρευστότητας της αγοράς. Αποτέλεσμα της μείωσης της ρευστότητας είναι ότι επηρεάζονται δυσμενώς ένα ή περισσότερα τραπεζικά ιδρύματα, τα οποία προκειμένου να αμυνθούν προβαίνουν άμεσα σε πωλήσεις μέρους των περιουσιακών τους στοιχείων σε μία ούτως ή άλλως εύθραυστη αγορά. Σύμφωνα με το σενάριο, η σημαντική μείωση της αξίας στις πιστωτικές θέσεις είχε άμεσο αντίκτυπο στις τιμές των πιο δύσκολα ρευστοποιήσιμων στοιχείων Πλαίσιο των εποπτικών stress test και Μεθοδολογία Αναλυτικό Λειτουργικό Πλαίσιο Η FED υπολόγισε την επίδραση των εποπτικών σεναρίων στους κεφαλαιακούς δείκτες των 31 μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων τα οποία συμμετείχαν στις ασκήσεις 67

68 προσομοίωσης για το έτος 2015 κάνοντας προβλέψεις σχετικά με τα στοιχεία των ισολογισμών των ιδρυμάτων, τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο στοιχεία του ενεργητικού, το καθαρό εισόδημα και τα τελικά κεφάλαια κάθε ομίλου για την περίοδο των 9 τριμήνων που για τα εποπτικά stress test της DFAST 2015 ξεκίνησαν το 4 ο τρίμηνο του 2014 και ολοκληρώθηκαν το 4 ο τρίμηνο του Οι προβλέψεις για το καθαρό εισόδημα για τις 31 τράπεζες παράγονται από τις προβλέψεις για τα έσοδα, έξοδα και διάφορους τύπους απωλειών και προβλέψεων πριν τον υπολογισμού των φόρων και περιλαμβάνουν: Τα καθαρά έσοδα πριν τις προβλέψεις. Σύμφωνα με τις αρχές των λογιστικών κανόνων των ΗΠΑ, περιλαμβάνουν τις προβλέψεις για πιθανές απώλειες που δημιουργούνται από την έκθεση των τραπεζών σε λειτουργικούς κινδύνους όμως είναι η απάτη, οι τυχόν δυσλειτουργίες στα πληροφοριακά συστήματά τους ή άλλα λειτουργικά προβλήματα και τα διάφορα δικαστικά έξοδα. Τις απώλειες από επισφαλείς χρηματοδοτήσεις. Τις απώλειες στα δάνεια τα οποία πρόκειται τα οποία είναι διαθέσιμα προς πώληση και εκφράζονται σε τρέχουσες τιμές. Οποιεσδήποτε άλλες απώλειες σε επενδυτικά χαρτοφυλάκια. Τις απώλειες απόρροια της επίδρασης των σοκ στις διεθνείς αγορές για τα ιδρύματα με μεγάλα επενδυτικά χαρτοφυλάκια. Τις απώλειες από την πτώχευση του μεγαλύτερου συνεργάτη για τα ιδρύματα με σημαντικά επενδυτική δραστηριότητα. Για τους 8 τραπεζικούς ομίλους οι οποίοι υποβλήθηκαν στον κίνδυνο αντισυμβαλλόμενου, οι απώλειες σχετίζονται με την στιγμιαία και μη αναμενόμενη πτώχευση του αντισυμβαλλόμενου. Αυτές οι απώλειες δημιουργούνται το 1 ο τρίμηνο του σχεδιασμένου χρονικό ορίζονται που προβλέπεται από το σενάριο. Το παρακάτω σχήμα παρουσιάζει το πλαίσιο το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί για να υπολογίσει της μεταβολές στο καθαρό εισόδημα και στο κεφάλαιο. 68

69 Καθαρά έσοδα προ προβλέψεων Καθαρό εισόδημα + εισόδημα εκτός τόκων - έξοδα εκτός τόκων Καθαρό εισόδημα προ φόρων Καθαρά έσοδα προ προβλέψεων + άλλα έσοδα προβλέψεις απώλειες από επενδυτικά χαρτοφυλάκια (διαθέσιμα προς πώληση ή διακρατηθέντα ως τη λήξη τους) απώλειες δανειών απώλειες από εμπορικές συν/γές Καραθό εισόδημα μετά τους φόρους Καθαρό εισόδημα προ φόρων - φόροι - μεταβολή στην αξία των φοροαπαλλαγών Μεταβολές στα κεφάλια Καθαρό εισόδημα μετά τους φόρους - διανομή μερισμάτων (κοινές και προνομιούχες μετοχές) Μεταβολές στα ρυθμιστικά κεφάλαια Μεταβολές στα κεφάλαια - μειώσεις στα ρυθμιστικά κεφάλαια + άλλες προσθήκες στα ρυθμιστικά κεφάλαια Σχήμα 2: Πρόβλεψη καθαρού εισοδήματος και ρυθμιστικών κεφαλαίων Προσέγγιση του Μοντέλου (Modeling Approach) Η FED προκειμένου να προβλέψει τα έσοδα, έξοδα και τους διάφορους τύπους απωλειών και προβλέψεων, στηρίχθηκε στα δεδομένα που δόθηκαν από τις 31 μεγάλες τράπεζες που συμμετέχουν στα stress test. Σε αντίθεση, τα μοντέλα που εφαρμόστηκαν έχουν αναπτυχθεί και επιλεχθεί από το προσωπικό της FED και επαναξιολογήθηκαν από μια ανεξάρτητη ομάδα της FED, η οποία αποτελείται από αναλυτές και οικονομολόγους. Με την χρήση των παραπάνω μοντέλων, η FED έχει ως κύριο σκοπό να εκτιμήσει πώς τα στοιχεία των ισολογισμών των τραπεζών, τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο στοιχεία του ενεργητικού και το καθαρό εισόδημα, επηρεάζονται από τις μακροοικονομικές και χρηματοπιστωτικές συνθήκες που περιγράφονται στα εποπτικά σενάρια. Η προσέγγιση της FED για το σχεδιασμό των μοντέλων αντανακλά την επιθυμία να διεξαχθούν ασκήσεις προσομοίωσης που: 69

70 Βασίζονται σε παρόμοια μοντέλα υποθέσεις, που χρησιμοποιούνται από τους τραπεζικούς ομίλους που συμμετέχουν στα stress test. Αντανακλούν μια αντικειμενική εποπτική θεώρηση. Έχουν μακροπρόθεσμη προοπτική και μπορούν να ενσωματώνουν αποτελέσματα τα οποία δε στηρίζονται σε προηγούμενη εμπειρία. Είναι κατάλληλες και συνεπείς με τον σκοπό που πρέπει να επιτελέσουν. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, για την ανάπτυξη των μοντέλων χρησιμοποιούνται δεδομένα από μια μεγάλη δεξαμενή ιστορικών δεδομένων που διαθέτει ένας μεγάλος αριθμός χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αλλά και από πολλές άλλες πηγές. Ως αποτέλεσμα, οι παράμετροι που χρησιμοποιούνται είναι κοινοί για όλους τους συμμετέχοντες τραπεζικούς ομίλους και αντανακλούν την αντίδραση του τραπεζικού τομέα, των χαρτοφυλακίων και χρεογράφων σε διάφορες μακροοικονομικές μεταβλητές. Η FED παρεκκλίνει από την προσέγγιση αυτή μόνον όταν πρόκειται για περιπτώσεις που τα ιστορικά δεδομένα δεν επαρκούν για την εξαγωγή κατάλληλων αποτελεσμάτων. Προκειμένου να ξεπεράσει το εμπόδιο αυτό χρησιμοποιεί ψευδείς μεταβλητές (Dummy Variables). Επιπλέον, σε κάποιες περιπτώσεις για την πρόβλεψη διαφόρων τύπων απωλειών, χρησιμοποιείται η μέθοδος ανάλυσης ευαισθησίας που χρησιμοποιούν τα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα στα εσωτερικά τους μοντέλα μέτρησης των χρηματοοικονομικών κινδύνων που αντιμετωπίζουν Μεθοδολογία μοντέλου και τεκμηρίωση Η πλειοψηφία των μοντέλων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διεξαγωγή των εποπτικών stress test έχουν κατασκευαστεί από ειδικούς και αναλυτές της FED και συμμετείχε και ένας μικρός αριθμός εξωτερικών συνεργατών. Σε κάποιες περιπτώσεις τα μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν σε προγενέστερες ασκήσεις προσομοίωσης, ανανεώθηκαν και επεκτάθηκαν προκειμένου να εμπλουτιστούν και να ενσωματώσουν πιο λεπτομερή δεδομένα. Όλα τα μοντέλα που χρησιμοποιούνται ανανεώνονται κάθε χρόνο από μια ανεξάρτητη ομάδα της FED, η οποία έχει ως σκοπό το σχεδιασμό, επικύρωση και εφαρμογή των μοντέλων που χρησιμοποιούνται αλλά δε συμμετέχουν στη διαδικασία ανάπτυξής τους προκειμένου να εξασφαλιστεί η αντικειμενικότητα της διαδικασίας. 70

71 Επιπλέον, ειδικοί ελέγχουν την όλη διαδικασία ανάπτυξης των μοντέλων και επιθεωρούν την εφαρμογή τους. Οι απώλειες από τα δάνεια υπολογίζονται ξεχωριστά για κάθε κατηγορία δανείων και κατατάσσονται ως: Ανάλογα με την ιδιότητα του οφειλέτη (καταναλωτικά, εμπορικά και βιομηχανικά). Εξασφαλισμένα (στεγαστικά δάνεια ιδιωτών και επιχειρήσεων). Ανάλογα με το είδος των δανείων (ανακυκλούμενα πιστωτικά όρια). Ανάλογα με τη λογιστική μεταχείριση (δεδουλευμένα ή σε τρέχουσες τιμές). Προκειμένου να μοντελοποιηθούν οι απώλειες από το δανειακό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών χρησιμοποιούνται δύο γενικές προσεγγίσεις: Η πρώτη προσέγγιση υπολογίζει τις αναμενόμενες απώλειες που έχουν ως συνέπειες τα μακροοικονομικά σενάρια. Αυτά τα μοντέλα περιλαμβάνουν προβλέψεις για την πιθανότητα μη αποπληρωμής για κάθε δάνειο ή κατηγορίας δανείων δεδομένων των συνθηκών του σεναρίου. Στη δεύτερη προσέγγιση τα μοντέλα αποτυπώνουν την ιστορική συμπεριφορά των δανειοληπτών ή κλάδων της οικονομίας σε σχέση με τις μεταβολές των μεταβλητών των μάκρο περιβάλλοντος. Οι προβλέψεις για τις απώλειες από δάνεια βασίζονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των δανειοληπτών, στο είδος των εξασφαλίσεων, στο είδος των δανείων, στα αδιάθετα ποσά από ανακυκλούμενες πιστώσεις (όρια), στο ιστορικό που έχουν οι δανειολήπτες στις πληρωμές τους και στην τρέχουσα κατάσταση που βρίσκεται μια χρηματοδότηση (εάν είναι ενήμερη ή όχι). Οι απώλειες από χρεόγραφα τα οποία διακρατούνται έως τη λήξη τους ή πρόκειται να διατεθούν προς πώληση υπολογίζονται βάσει μοντέλων που ενσωματώνουν τις διαφορές μεταξύ της υπολειπόμενης αξίας με την τιμή που διαμορφώνεται δεδομένου των συνθηκών της αγοράς. Οι απώλειες οι οποίες σχετίζονται με την έκθεση της υποτιθεμένης παγκόσμιας δυσμενούς οικονομικής εξέλιξης ή με τον κίνδυνο του αντισυμβαλλομένου υπολογίζονται σε συνάρτηση με τα εσωτερικά μοντέλα των τραπεζών, τα οποία υπολογίζουν την ευαισθησία του χαρτοφυλακίου τους σε διάφορους παράγοντες της αγοράς. 71

72 Τα καθαρά έσοδα προ προβλέψεων, προϋπολογίζονται χρησιμοποιώντας μια σειρά από μοντέλα τα οποία συνδέουν τα έσοδα των τραπεζών και τα έξοδα που δεν σχετίζονται με πιστώσεις με τις μακροοικονομικές μεταβλητές. Οι προβλέψεις των στοιχείων του ενεργητικού εξάγονται χρησιμοποιώντας ένα κοινό πλαίσιο για τον προσδιορισμό των επιδράσεων που έχουν τα σενάρια στους ισολογισμούς των τραπεζών, ενσωματώνοντας υποθέσεις σχετικά με την παροχή πίστωσης που περιορίζει την συνολική πιστωτική επέκταση. Όταν προσδιοριστεί το καθαρό εισόδημα προ φόρων, καθορίζεται το ποσοστό φόρου προκειμένου να υπολογιστεί το καθαρό εισόδημα μετά τους φόρους Εισαγωγή Δεδομένων Τα δεδομένα τα οποία χρησιμοποιούντα για την ανάπτυξη και εκτέλεση των μοντέλων συγκεντρώνονται από: Στατιστικούς πίνακες της FED οι οποίοι παρέχουν συνολική πληροφόρηση σχετικά με τους ισολογισμούς των τραπεζών, μακροοικονομικά στοιχεία ανά τομέα όπως για παράδειγμα στοιχεία για τα νοικοκυριά ή για τις επιχειρήσεις. Δημοσιευμένους πίνακες οι οποίοι περιέχουν ενοποιημένους ισολογισμούς και αποτελέσματα χρήσεως για κάθε τραπεζικό όμιλο που συμμετέχει στα stress tests και στηρίζονται στην FR Y-9C 3 αναφορά. Τις υποβολές λεπτομερών αναφορών από τις ίδιες τις τράπεζες όσον αφορά τα δανειακά και επενδυτικά χαρτοφυλάκιά τους. Τα δεδομένα τα οποία παρέχονται από τις τράπεζες υποβάλλονται σε έλεγχο προκειμένου να διαπιστωθούν λάθη ή παραλήψεις. 3.3 Αποτελέσματα των stress test 2015 Σε αυτήν την ενότητα περιγράφονται οι προβλέψεις της Fed όσο αφορά τα σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο στοιχεία του ενεργητικού, τις απώλειες, τα έσοδα, έξοδα και την κεφαλαιακή θέση των 31 τραπεζικών ομίλων που συμμετέχουν στην άσκηση Dodd- Frank 2015 υπό την ανάπτυξη του ακραίου και εξαιρετικά ακραίου σεναρίου. Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται και ενοποιημένα αλλά και ξεχωριστά για κάθε τραπεζικό όμιλο. 3 Αυτή η αναφορά συλλέγει οικονομικά δεδομένα από έναν εγχώριο τραπεζικό όμιλο σε ενοποιημένη βάση, όπως ισολογισμούς και αποτελέσματα χρήσεως. 72

73 3.3.1 Κεφαλαιακοί δείκτες και στοιχεία του ενεργητικού σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο Παρατηρήθηκε σημαντική πτώση στους κεφαλαιακούς δείκτες για σχεδόν όλους του τραπεζικούς ομίλους. Συνολικά, η μείωση και για τους 4 δείκτες κεφαλαίου που χρησιμοποιήθηκαν στο εξαιρετικά ακραίο σενάριο κυμαίνεται από 2,9% έως 5,2%. Για το ακραίο σενάριο η πτώση στους κεφαλαιακούς δείκτες είναι πιο συγκρατημένη για τους 31 συμμετέχοντες τραπεζικούς ομίλους. Για το συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας tier 1 common capital ratio προβλέπεται η πτώση να ανέλθει στο 1,1% στο χαμηλότερο της σημείο ενώ η μέση πτώση κατά τη διάρκεια του σεναρίου ανέρχεται στο 0,2%. Ο σταθμισμένος ως προς τον κίνδυνο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (tier 1 risk-based capital ratio) στο τέλος της εξεταζόμενης περιόδου είναι χαμηλότερος κατά 2,7% ενώ ο συνολικός σταθμισμένος ως προς τον κίνδυνο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (total risk-based capital ratio), είναι χαμηλότερος κατά 3,2%. Για το δείκτη κεφαλαιακής μόχλευσης (tier 1 leverage ratio), σημειώνεται κατά μέσο όρο πτώση 1,5%. Τέλος, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας common equity tier 1 capital ratio, σημειώνει πτώση κατά το τέλος του σεναρίου της τάξεως του 9,8% Προβλέψεις απωλειών Οι συνολικές απώλειες των τραπεζών υπό την επίδραση του εξαιρετικά ακραίου σεναρίου ανέρχονται στα 940 δις δολάρια κατά τη διάρκεια των 9 τριμήνων του σχεδιαζόμενου χρονικού ορίζοντα. Σε 340 δις δολάρια ανέρχονται οι απώλειες από τα χαρτοφυλάκια των δανείων. Η μεγαλύτερη απώλεια ύψους 82,9δις δολάρια προέρχεται από τις πιστωτικές κάρτες ενώ η μικρότερη ποσού 34 δις δολάρια αφορά τα δάνεια αγοράς αυτοκινήτου με παρακράτηση κυριότητας και τα καταναλωτικά δάνεια με εμπράγματες εξασφαλίσεις. Ως ποσοστό τα στεγαστικά δάνεια με εξασφάλιση την υποθήκη Α τάξεως εμφανίζουν απώλειες από το συνολικό χαρτοφυλάκιο ποσοστού 3,6% ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό απωλειών εμφανίζουν οι πιστωτικές κάρτες (13,1%). Οι απώλειες σε αυτήν την κατηγορία υπό το ακραίο σενάριο ανέρχονται στα 235 δις δολάρια. Σε 18 δις δολάρια ανέρχονται οι απώλειες από τα επενδυτικά χρεόγραφα στο εξαιρετικά ακραίο σενάριο και στα 9 δις δολάρια στο ακραίο σενάριο. 73

74 Σε 103 δις δολάρια κυμαίνονται οι απώλειες των 8 τραπεζικών ιδρυμάτων τα οποία έχουν μεγάλη επενδυτική δραστηριότητα και υποβλήθηκαν στον κίνδυνο αθέτησης των υποχρεώσεων του αντισυμβαλλομένου στο εξαιρετικά ακραίο σενάριο και στα 55 δις δολάρια στο ακραίο σενάριο. Σε 29 δις δολάρια επιπλέον απώλειες από άλλες πηγές στο εξαιρετικά ακραίο σενάριο και στα 16 δις δολάρια στο ακραίο σενάριο. Παρατηρούμε για το εξαιρετικά ακραίο σενάριο ότι το 90% των απωλειών προέρχεται αθροιστικά από τις απώλειες από τα δάνεια και από την αθέτηση των υποχρεώσεων από τους αντισυμβαλλόμενους. Επιπλέον οι συνολικές απώλειες από τα δανειακά χαρτοφυλάκια όλων των τραπεζών ανέρχονται στο ποσοστό του 6,1%. Το ποσοστό αυτό είναι χαμηλότερο από τις συνολικές απώλειες στα stress test του 2014 γεγονός που υποδηλώνει την αύξηση της φερεγγυότητας των δανειοληπτών. Τα ποσοστά διαφέρουν μεταξύ των τραπεζικών ιδρυμάτων με το χαμηλότερο ποσοστό να κυμαίνεται στο 2,3% (Bank of NY-Mellon) ενώ το μεγαλύτερο στο 12,2% (Discover). Οι διαφορές αυτές στα ποσοστά μεταξύ των τραπεζών αντανακλά τις διαφορές των παραγόντων κινδύνου που υπάρχουν στα χαρτοφυλάκια τους, αλλά και την σύνθεση των χαρτοφυλακίων με διαφορετικές κατηγορίες δανείων. Κάποιοι τύποι δανείων μπορεί να έχουν μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους αλλά δημιουργούν και μεγαλύτερες απώλειες. Στην περίπτωση του ακραίου σεναρίου, όπως και στο εξαιρετικά ακραίο οι μεγαλύτερες απώλειες προέρχονται από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Οι παράγοντες που οδηγούν σε μικρότερες απώλειες στο ακραίο σενάριο είναι το μικρότερο ποσοστό ανεργίας και το γεγονός ότι η πτώση στις τιμές των ακινήτων είναι χαμηλότερη. Το συνολικό ποσοστό των απωλειών ανέρχεται στο 4,1% επί των συνολικών δανειακών χαρτοφυλακίων των τραπεζικών ιδρυμάτων Προβλέψεις για τα καθαρά έσοδα και το καθαρό εισόδημα προ προβλέψεων Συνολικά για το εξαιρετικά ακραίο σενάριο οι 31 τραπεζικοί όμιλοι προβλέπεται ότι θα παράγουν καθαρά έσοδα προ προβλέψεων ύψους 310 δις δολάρια, ποσό που ανέρχεται στο 2,1% των περιουσιακών τους στοιχείων. Στο ακραίο σενάριο το ποσό αυτό αυξάνεται στα 501 δις δολάρια και αποτελεί το 3,4% επί των συνολικών προβλέψεων ύψους του ενεργητικού τους. 74

75 Το ποσοστό των καθαρών εσόδων ποικίλει σημαντικά ανά τράπεζα γεγονός που αντανακλά τις διαφορετικές επιχειρηματικές πρακτικές των τραπεζών. Για παράδειγμα στο εξαιρετικά ακραίο σενάριο, ο δείκτης καθαρών εσόδων προς ενεργητικό είναι μεγαλύτερος στις τράπεζες που επικεντρώνονται στην αγορά των πιστωτικών καρτών καθώς γενικά παράγεται μεγαλύτερο εισόδημα από τόκους από την χορήγηση πιστωτικών καρτών σε σχέση με άλλους τύπους δανειοδότησης. Το γεγονός αυτό όμως δεν συνεπάγεται και αυξημένα καθαρά κέρδη καθώς υπάρχουν διαφορετικοί τύποι δανείων εμπεριέχουν διαφορετικά επίπεδα κινδύνων. Οι προβλέψεις για εξαιρετικά ακραίο σενάριο κυμαίνονται στο ποσό των 382 δις δολαρίων γεγονός που δημιουργεί ζημιές για το σύνολο των τραπεζών ύψους 222 δις δολάρια. Για το ακραίο σενάριο οι προβλέψεις ανέρχονται στο ποσό των 244 δις δολαρίων γεγονός που δημιουργεί καθαρά κέρδη προ φόρων ύψους 178 δις δολάρια. Βέβαια αυτό το ποσό θεωρείται αρκετά μικρό σε σχέση με τα ιστορικά κέρδη που εμφάνιζαν οι τράπεζες καθώς ο δείκτης απόδοσης ενεργητικού ανέρχεται κατά μέσο όρο στο 1,2% και κυμαίνεται μεταξύ από - 0,6% έως 9,3%. 75

76 4 Εμπειρική μελέτη: Εφαρμογή stress test στο τραπεζικό σύστημα των Η.Π.Α Σε αυτό το κεφάλαιο θα εκτιμηθούν οι παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν την κερδοφορία του τραπεζικού συστήματος των ΗΠΑ. 4.1 Θεωρία των Πάνελ Δεδομένων Η αξιοπιστία των αποτελεσμάτων σε μια οικονομετρική ανάλυση εξαρτάται άμεσα από τη διαθεσιμότητα των δεδομένων. Για την εμπειρική ανάλυση, γενικότερα χρησιμοποιούνται τρείς τύποι δεδομένων: 1. Τα δεδομένα χρονολογικών σειρών (time series data): Αφορούν την εξέλιξη συγκεκριμένων μεταβλητών στο χρόνο. Τα δεδομένα είναι μια σειρά από παρατηρήσεις οι οποίες συλλέγονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα και τυγχάνουν εφαρμογής σε διάφορους επιστημονικούς κλάδους όπως στα οικονομικά, ιατρική, χρηματοοικονομικά κα. Τα δεδομένα αυτά μπορεί να είναι η ανεργία, ο πληθωρισμός οι τιμές των μετοχών κα. 2. Τα διαστρωματικά δεδομένα (cross section data): Καταγράφουν τις τιμές μιας μεταβλητής, η οποία αναφέρεται σε διαφορετικές οικονομικές μονάδες, για μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. 3. Τα πάνελ δεδομένα (panel data): Ένα σύνολο από πάνελ δεδομένα περιέχει παρατηρήσεις από πολλαπλές οντότητες, όπου κάθε οντότητα παρατηρείται σε δύο ή περισσότερα χρονικά σημεία (T>=2). Τα στοιχεία πάνελ συμβολίζονται με έναν διπλό δείκτη ο οποίος διαχωρίζει τις οντότητες (στρώματα) από τις χρονικές περιόδους (έτη). Συνεπώς: i = οντότητα (στρώμα) που μπορεί να είναι τα νοικοκυριά, άτομα, επιχειρήσεις, χώρες κα και n = πλήθος στρωμάτων, έτσι i = 1,.,n, t = χρονική περίοδος και Τ = πλήθος χρονικών περιόδων, έτσι t = 1,,Τ. Όταν λοιπόν έχουμε μια ερμηνευτική μεταβλητή, τα στοιχεία διαμορφώνονται ως: (Χ it, Y it ), όπου i = 1, n και t = 1,,T. Για πλήθος k ερμηνευτικών μεταβλητών, τότε τα στοιχεία πάνελ θα είχαν την παρακάτω μορφή: 76

77 (Χ 1it, Χ 2it,.,X kit, Y it ) όπου i = 1, n και t = 1,.,T n = πλήθος στρωμάτων και Τ = πλήθος χρονικών περιόδων Όταν στα στοιχεία πάνελ δεν υπάρχει καμία παραλειπόμενη παρατήρηση τότε αναφερόμαστε στα «balanced panel» ενώ όταν δεν παρατηρούνται κάποιες οντότητες (στρώματα) σε κάποια χρονικά σημεία τότε αναφερόμαστε στα «unbalanced panel» Τα πάνελ δεδομένων έχουν γίνει ευρύτερα διαθέσιμα στις αναπτυγμένες αλλά και στις αναπτυσσόμενες χώρες στις οποίες δραστηριοποιούνται διάφοροι κρατικοί ή μη οργανισμοί οι οποίοι περιέχουν μια μεγάλη σειρά από δεδομένα. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα δύο αξιόπιστες πηγές πάνελ δεδομένων είναι αυτές των National Longitudinal Surveys of Labor Market Experience (NLS) και του πανεπιστημίου του Michigan (University of Michigan s Panel Study of Income Dynamics PSID). Ο οργανισμός NLS ξεκίνησε να δραστηριοποιείται στα μέσα της δεκαετίας του Περιέχει πέντε ξεχωριστές βάσεις πάνελ δεδομένων, οι οποίες καλύπτουν ξεχωριστά τμήματα του εργατικού δυναμικού, το οποίο ταξινομείται ανάλογα με την ηλικία και το φύλο. Το πανεπιστήμιο του Michigan ξεκίνησε το 1968, με τη συλλογή δεδομένων τα οποία σχετίζονταν με την ετήσια οικονομική κατάσταση σε αντιπροσωπευτικό δείγμα αποτελούμενο από περίπου οικογένειες και άτομα. Οι βάσεις δεδομένων του περιέχουν πάνω από μεταβλητές που περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με το εισόδημα των νοικοκυριών ή στοιχεία σχετικά με την εργασίας τους ενώ επιπλέον περιέχει δεδομένα για την κινητικότητα των πληθυσμών, τον τρόπο μετακίνησής του προς και από την εργασία κα. Υπάρχουν βέβαια και πολλοί άλλοι οργανισμοί οι οποίοι παρέχουν πληροφόρηση για μια σειρά από μεταβλητές του μακρο-περιβάλλοντος που έχουν εφαρμογή κυρίως σε οικονομικές μελέτες. Στην Ευρώπη, διάφορες χώρες διεξάγουν τις δικές τους έρευνες προκειμένου να συλλέξουν δεδομένα και να ανταποκριθούν στην αυξανόμενη ζήτηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση για συγκρίσιμες πληροφορίες σχετικά με την εργασία, απασχόληση, φτώχεια και κοινωνικό αποκλεισμό, υγεία, και διάφορους άλλους κοινωνικούς και οικονομικούς δείκτες. Για τον λόγο αυτό ήδη από το 1996, οργανισμοί από διαφορετικές χώρες άρχισαν να συνεργάζονται και να χρησιμοποιούν παρόμοιες μεθόδους (standardized) συλλογής δεδομένων (Eurostat). 77

78 Η σημασία ύπαρξης δεδομένων πάνελ και η συλλογή πρωτογενών και αξιόπιστων δεδομένων ώθησε την παγκόσμια τράπεζα (World Bank) να υποστηρίξει τις χώρες με φτωχά στατιστικά στοιχεία και δεδομένων. 4.2 Πλεονεκτήματα των Πάνελ Δεδομένων Τα πάνελ δεδομένα που χρησιμοποιούνται για τη διεξαγωγή οικονομικών ερευνών έχουν σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι των συμβατικών διαστρωματικών δεδομένων (conventional cross-sectional data) και των χρονολογικών σειρών (time-series ), (Hsiao, 2003; Klevmarken, 1989). Τα πάνελ δεδομένων προσδιορίζουν και μετρούν με τον καλύτερο τρόπο τις επιδράσεις οι οποίες δεν ανιχνεύονται στα διαστρωματικά δεδομένα οι στις χρονολογικές σειρές. Τα πάνελ δεδομένων λαμβάνουν υπόψη τα διαφορετικά εγγενή χαρακτηριστικά που μπορεί να έχουν οι διαφορετικές οντότητες μεταξύ τους. Σε αντίθεση, η μεθοδολογία των χρονολογικών σειρών και των διαστρωματικών δεδομένων αγνοούν την ετερογένεια γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένα αποτελέσματα (Moulton 1986,1987). Οι Baltagi & Levin (1992), δίνουν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο αυτήν την ετερογένεια. Εξέτασαν την ζήτηση για κατανάλωση τσιγάρων μεταξύ 46 πολιτειών των ΗΠΑ για το χρονικό διάστημα Η κατανάλωση μοντελοποιείται συνάρτηση της κατανάλωσης της προηγούμενης χρονιάς, της τιμής και του εισοδήματος. Οι τιμές αυτών των μεταβλητών διαφοροποιούνται μεταξύ των πολιτειών και ως προς τον χρόνο. Υπάρχουν όμως και άλλες μεταβλητές που επηρεάζουν την κατανάλωση των τσιγάρων και δεν σχετίζονται αναγκαστικά με τις πολιτείες ή τα χρονικά διαστήματα. Αυτές οι μεταβλητές μπορεί να είναι η εκπαίδευση και η θρησκεία καθώς και η ένταση των διαφημιστικών εκστρατειών των καπνοβιομηχανιών. Επίσης μπορεί να υπάρχουν και άλλες μεταβλητές οι οποίες δεν είναι εύκολο να ποσοτικοποιηθούν. Οι μεταβλητές αυτές μπορεί να είναι πολύ σημαντικές για την ερμηνεία της συνάρτησης κατανάλωσης και ο αποκλεισμός τους μπορεί να οδηγήσει σε παραποιημένα αποτελέσματα. Τα πάνελ δεδομένων δίνουν την δυνατότητα να συμπεριληφθούν έμμεσα όλες εκείνες οι μεταβλητές, οι οποίες δεν μπορούν αντικειμενικά να συμπεριληφθούν στο εμπειρικό υπόδειγμα άμεσα. 78

79 Η χρήση των πάνελ δεδομένων μας δίνει περισσότερες πληροφορίες για τις οντότητες τις οποίες μελετούμε, περισσότερη μεταβλητότητα στις μεταβλητές, μικρότερη συγγραμμικότητα ανάμεσα στις μεταβλητές, μεγαλύτερους βαθμούς ελευθερίας και καλύτερη αποτελεσματικότητα στην εκτίμηση. Οι μελέτες που στηρίζονται στις χρονολογικές σειρές είναι επηρεασμένες με πολυσυγραμμικότητα. Στο παραπάνω παράδειγμα με την κατανάλωση τσιγάρων η έντονη συγραμμικότητα που μπορεί να υπάρχει μεταξύ των μεταβλητών της τιμής των τσιγάρων και του εισοδήματος, μειώνεται σημαντικά όταν τα στατιστικά δεδομένα αναφέρονται και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των επιμέρους πολιτειών για την ίδια χρονική περίοδο καθώς η διαστρωματική διάσταση προσδίδει μεγαλύτερη μεταβλητότητα και περισσότερες πληροφορίες στις μεταβλητές του εισοδήματος και της τιμής. Επιτρέπουν την κατασκευή και τον έλεγχο πιο περίπλοκων μοντέλων για την ανάλυση της συμπεριφοράς των οικονομικών μονάδων, η οποία δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί με τη χρήση αποκλειστικά διαστρωματικών δεδομένων ή χρονολογικών σειρών. Η χρήση των πάνελ δεδομένων είναι η πιο κατάλληλη μέθοδος για τη μελέτη δυναμικών φαινομένων. Με τον όρο δυναμικό εννοούμε το φαινόμενο το οποίο μεταβάλλεται προϊόντος χρόνου. Σε αντίθεση τα διαστρωματικά δεδομένα δεν μπορούν να ερευνήσουν τις δυναμικές σχέσεις ενώ τα στοιχεία των χρονολογικών σειρών, παρόλο που εκφράζουν δυναμικές σχέσεις, παράγουν εκτιμήσεις οι οποίες δεν είναι ιδιαίτερα ακριβείς λόγω της ύπαρξης του φαινομένου της πολυσυγραμμικότητας Τα πάνελ δεδομένων μας δίνουν τη δυνατότητα να ερευνήσουμε την δυναμική προσαρμογή των δεδομένων διαχρονικά ενώ παράλληλα διατηρείται η ατομική ετερογένεια στα χαρακτηριστικά των οικονομικών μονάδων. Με τη χρήση των πάνελ δεδομένων περιγράφονται πιο αναλυτικά τα διαστήματα της ανεργίας και του εισοδήματος όπως επίσης και η διάρκεια διάφορων οικονομικών καταστάσεων όπως τα επίπεδα φτώχειας. Εάν τα πάνελ είναι αρκετά μεγάλα τότε μπορούν να μας δώσουν πληροφορίες σχετικά με τις προσαρμογές των μεταβλητών στην αλλαγή των οικονομικών αλλαγών. Για παράδειγμα, στην μέτρηση της ανεργίας, τα διαστρωματικά δεδομένα μπορούν να εκτιμήσουν το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε ανεργία μια δεδομένη χρονική 79

80 στιγμή. Τα πάνελ δεδομένων όμως, μπορούν επιπλέον να εκτιμήσουν τι ποσοστό των ανέργων σε μια χρονική περίοδο μπορεί να παραμείνει μη απασχολούμενο σε μια άλλη χρονική περίοδο. Με τη χρήση των πάνελ δεδομένων μας δίνεται η δυνατότητα να χρησιμοποιήσουμε έναν πολύ μεγάλο πλήθος παρατηρήσεων, υπερδιπλάσιο σε σχέση με το πλήθος των παρατηρήσεων που χρησιμοποιείται τόσο κατά την εκτίμηση με δεδομένα χρονολογικών σειρών όσο και κατά την εκτίμηση με διαστρωματικά στοιχεία. Ως αποτέλεσμα οι εκτιμήσεις είναι πιο ακριβείς. Για παράδειγμα εάν έχουμε ένα δείγμα 30 χωρών (N = 50) και θέλουμε να ελέγξουμε τις τιμές του πληθωρισμού για μια περίοδο 20 ετών (T = 20), το πλήθος των παρατηρήσεων που θα χρησιμοποιήσουμε με την μέθοδο των πάνελ δεδομένων θα είναι Ν*T = 600. Τα πάνελ δεδομένα συλλέγονται σε επίπεδο οικονομικών μονάδων (micro panel data), με αποτέλεσμα να υπολογίζονται με μεγαλύτερη ακρίβεια οι μεταβλητές και να ελαχιστοποιούνται τα σφάλματα από την άθροισή τους (Blundell, 1998; Klevmarken, 1980). 4.3 Μειονεκτήματα των Πάνελ Δεδομένων Οι περιορισμοί των πάνελ δεδομένων περιλαμβάνουν: Προβλήματα στη συλλογή των δεδομένων και στο σχεδιασμό της έρευνας. Τα προβλήματα αυτά αναφέρονται στην μη ολοκληρωμένη συλλογή στοιχείων του πληθυσμού που μας ενδιαφέρει (coverage), στην απροθυμία των συνεντευξιαζόμενων να συνεργαστούν σε μια έρευνα (nonresponse) και να θυμηθούν σχετικά γεγονότα (recall), στη συχνότητα και το χρόνο διεξαγωγής μιας έρευνας και διάφοροι άλλοι παράγοντες που συνδέονται με παραλήψεις ή σφάλματα (Bailar, 1989). Διαστρέβλωση των αποτελεσμάτων που οφείλεται σε σφάλματα μέτρησης των μεταβλητών (measurement errors), τα οποία σχετίζονται με αντικρουόμενες απαντήσεις κατά τη διάρκεια μιας έρευνας λόγω μη ξεκάθαρων ερωτήσεων, με παραπλανητικές απαντήσεις λόγω μη σωστής ανάκλησης των γεγονότων από τους ερωτώμενους και με διάφορες προκαταλήψεις ή θεωρήσεις που μπορεί αυτοί να έχουν. 80

81 Ύπαρξη σφαλμάτων επιλεκτικότητας (selectivity bias). Σε πολλές έρευνες μπορεί να υπάρχουν ελλιπή δεδομένα για λόγους που δεν οφείλονται στον τυχαίο τρόπο επιλογής του δείγματος αλλά σε προβλήματα επιλεκτικότητας. Αυτό συμβαίνει όταν για παράδειγμα κάποια άτομα αρνούνται να συμμετάσχουν σε μια έρευνα ή αρνούνται να απαντήσουν σε συγκεκριμένες ερωτήσεις. Καθώς οι έρευνες που συγκεντρώνουν πάνελ δεδομένα επαναλαμβάνονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, προβλήματα μπορεί να δημιουργηθούν όταν ένας ερωτώμενος δεν θα επιθυμούσε εκ την εκ νέου συμμετοχή του στην έρευνα ή έχει μετακομίσει ή ακόμα και πεθάνει. Τα άτομα τα οποία δε συμμετέχουν πλέον στην έρευνα δημιουργούν «φθορά» (attrition) στα πάνελ δεδομένων καθώς απουσιάζει πλέον ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού του δείγματος. Μικρή διάρκεια ζωής των δεδομένων (short time-series dimension). Μη ύπαρξη ανεξαρτησίας των διαστρωματικών δεδομένων (cross-section dependence). Όταν για παράδειγμα αναλύονται δεδομένα σε μακρο-επίπεδο, δηλαδή διαστρωματικά δεδομένα διαφορετικών χωρών. Σε αυτήν την περίπτωση το δείγμα Ν είναι πολύ μεγάλο όπως επίσης πολύ μεγάλη είναι και η χρονολογική σειρά. 4.4 Μεθοδολογία των Πάνελ Δεδομένων Τα πάνελ δεδομένα (panel data) εντάσσονται σε μια ειδική περίπτωση των ομαδοποιημένων δεδομένων. Αποτελούν ένα σύνολο στοιχείων όπου ένα διαστρωματικό δείγμα (διαστρωματική μονάδα) απεικονίζεται διαχρονικά. Τα δεδομένα πάνελ συνεπώς αποτελούν έναν συνδυασμό διαστρωματικών δεδομένων και χρονολογικών σειρών. Αναφέρονται σε δεδομένα που συλλέγονται από την παρατήρηση πολλών θεμάτων (όπως άτομα, επιχειρήσεις, χώρες ή περιοχές) την ίδια χρονική στιγμή, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές στο χρόνο. Προκειμένου να εφαρμοστούν τα πάνελ δεδομένα σε μια οικονομετρική ανάλυση θα πρέπει τα στοιχεία τα οποία θα χρησιμοποιήσουμε να έχουν μια συγκεκριμένη δομή έτσι ώστε να είναι εφικτή η σύνδεση της μονάδας διαστρωμάτωσης (στην περίπτωση μας οι τράπεζες) με τη χρονική μονάδα στην οποία αναφέρεται. Επιπλέον, στα δεδομένα πάνελ, παρατηρείται πολύ συχνά το πλήθος των διαστρωματικών στοιχείων (οντότητες) να είναι εξαιρετικά μεγάλο σε σχέση με τον 81

82 αριθμό των χρονικών περιόδων και το ενδιαφέρον του ερευνητή εστιάζεται στην ετερογένεια που οφείλεται στις επιδράσεις των μη παρατηρούμενων μεταβλητών. Σε μια οικονομετρική ανάλυση το βασικό υπόδειγμα μπορεί να είναι το εξής: Υ it = β 0 + β 1 Χ it,1 + β 2 Χ it,2 + + β κ Χ it,k +α i + u it όπου : Υ it = η παρατήρηση της μονάδας i της εξαρτημένης μεταβλητής Υ για i=1,2,...,n και t=1,2,...,t. Χ it,j = η t παρατήρηση της μονάδας i της ερμηνευτικής μεταβλητής Χj για i=1,2,...,n, t=1,2,...,t και j=1,2,...k. α i = οι μη παρατηρούμενοι παράγοντες που επηρεάζουν την εξαρτημένη μεταβλητή και οι οποίοι δε μεταβάλλονται διαχρονικά. u it = το σφάλμα ιδιοσυγκρασίας που εκφράζει μη παρατηρούμενους παράγοντες που επηρεάζουν διαχρονικά την εξαρτημένη μεταβλητή. Η παράσταση α i + u it είναι γνωστή και ως σύνθετο σφάλμα. Η παλινδρόμηση αυτή, μπορεί να συνοδεύεται και από ένα panel data όπου θα μας δίνει τις τιμές των στοιχείων της παλινδρόμησης στη πορεία του χρόνου. Για να κάνουμε μια προσέγγιση του panel data που έχουμε, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε δυο μεθόδους: την προσέγγιση του μοντέλου σταθερών επιδράσεων (fixed effects models) και την προσέγγιση του μοντέλου τυχαίων επιδράσεων (random effects models) Μέθοδος των ελαχίστων τετραγώνων με ομαδοποιημένα δεδομένα (Pooled OLS regression) Στηρίζεται σε διαστρωματικά δεδομένα και υποθέτει ότι οι ατομικές επιδράσεις είναι κοινές για όλες τις οντότητες (i). Συνεπώς στα ομαδοποιημένα υποδείγματα ο συντελεστής τομής (intercept) είναι ομοιογενής για όλα τα διαστρωματικά στοιχεία i. Το μοντέλο στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει ως εξής: I it = a + βv it + ε it 82

83 Όπου, a = κοινός συντελεστής τομής (intercept) β = κλίση της ευθείας (slope) t = ο χρόνος i = διαστρωματική μονάδα Εάν λάβουμε υπόψη την υπόθεση της αυστηρής εξωγένειας Cov {V it, ε it ) = 0 και την υπόθεση ότι η συνδιακύμανση των ερμηνευτικών μεταβλητών και του σταθερού όρου είναι μηδέν Con{V it, a} = 0, τότε οι εκτιμητές που προκύπτουν από την παλινδρόμηση είναι αμερόληπτοι και συνεπείς. Εάν δεν ισχύει η υπόθεση ότι η συνδιακύμανση των ερμηνευτικών μεταβλητών και του σταθερού όρου είναι μηδέν, τότε οι εκτιμητές θα είναι ασυνεπείς και μεροληπτικοί οδηγώντας σε μείωση της ακρίβειας των εκτιμήσεων. Σε αυτήν την περίπτωση, έχουμε το σφάλμα της μεροληψίας και της ετερογένειας Το Υπόδειγμα Aπαρατήρητων ή Σταθερών Επιδράσεων (Fixed Effects Model) Το υπόδειγμα των σταθερών επιδράσεων έχει την παρακάτω μορφή: Υ it = β 0 + β 1 Χ it,1 + β 2 Χ it,2 + + β k Χ it,k +α i + u it, Cov (α i,χ it ) 0 Στο μοντέλο των σταθερών επιδράσεων, η συνδιακύμανση των ανεξάρτητων μεταβλητών και των μη παρατηρούμενων παραγόντων που επηρεάζουν την εξαρτημένη μεταβλητή και οι οποίοι παραμένουν σταθεροί στο χρόνο, είναι διάφορη του μηδενός. Στην περίπτωση αυτή, οι μη παρατηρούμενοι παράγοντες που εκφράζονται από την απαρατήρητη επίδραση συσχετίζονται με τις ερμηνευτικές μεταβλητές του υποδείγματος. Το υπόδειγμα θα γραφτεί με τη μορφή πρώτων διαφορών όπου θα απουσιάζει η απαρατήρητη επίδραση. Επιπλέον, αφού η ερμηνευτική μεταβλητή δεν περιλαμβάνει την εξαρτημένη με χρονική υστέρηση, η συνδιακύμανση του σφάλματος ιδιοσυγκρασίας με τις ερμηνευτικές μεταβλητές είναι μηδέν, άρα είναι δυνατό να εφαρμοστεί η μέθοδος ελαχίστων τετραγώνων OLS. Ένα από τα βασικά μειονεκτήματα του εκτιμητή πρώτων διαφορών είναι ότι οι μεταβολές στις ερμηνευτικές μεταβλητές πρέπει να παρουσιάζουν αυξημένη μεταβλητότητα. Σε διαφορετική περίπτωση η ακρίβεια των εκτιμητών είναι περιορισμένη καθώς τα τυπικά τους σφάλματα είναι μεγάλα. 83

84 4.4.3 Το Υπόδειγμα Τυχαίων Επιδράσεων (Random Effect Model) Το υπόδειγμα τυχαίων επιδράσεων έχει την παρακάτω μορφή: Υ it = β 0 + β 1 Χ it,1 + β 2 Χ it,2 + + β k Χ it,k +α i + u it, Cov (α i,χ it ) 0 0 Το πιο σημαντικό στοιχείο που διαφοροποιεί το υπόδειγμα τυχαίων επιδράσεων από το υπόδειγμα των σταθερών επιδράσεων είναι ότι ο όρος α i είναι τυχαίος (random). Σε αντίθεση με το υπόδειγμα σταθερών επιδράσεων στο οποίο στόχος είναι να εξαλειφθεί η επίδραση που δεν έχει παρατηρηθεί, το υπόδειγμα τυχαίων επιδράσεων δεν προϋποθέτει κάτι τέτοιο αφού η σταθερή επίδραση δε συσχετίζεται με τις ερμηνευτικές μεταβλητές του υποδείγματος Επιλογή του καταλληλότερου μοντέλου (Fixed vs Random) Έχοντας περιγράφει το μοντέλο των σταθερών και των τυχαίων επιδράσεων, ο ερευνητής θα πρέπει να αποφασίσει ποιο από τα δύο είναι το πιο κατάλληλο για να εξάγει έγκυρα αποτελέσματα. Προκειμένου να βοηθηθούν οι ερευνητές στην επιλογή του καταλληλότερου μοντέλου ο Hausman (1978) ανέπτυξε έναν στατιστικό έλεγχο. Ο συγκεκριμένος έλεγχος βασίζεται στην μηδενική υπόθεση (Ηο) όπου εάν επαληθευτεί τότε το μοντέλο τυχαίων επιδράσεων είναι το πιο κατάλληλο για να ερμηνεύσει τις μεταβλητές ενός υποδείγματός και στην εναλλακτική υπόθεση (Η1), η οποία εάν επαληθευτεί τότε θα επιλεχθεί το μοντέλο των σταθερών επιδράσεων. 4.5 Ανασκόπηση σχετικών μελετών Οι Σταϊκούρας και Στέλιαρος (2000) εφάρμοσαν στην μελέτη τους τη μέθοδο της παλινδρόμησης, προκειμένου να προσδιορίζουν τους παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία των ελληνικών τραπεζικών ιδρυμάτων για το χρονικό διάστημα Οι μεταβλητές που βρέθηκαν να επηρεάζουν αρνητικά την κερδοφορία των τραπεζών είναι ο πληθωρισμός, το ιδιοκτησιακό καθεστώς, ο λόγος των αποθεματικών για δανειακές επισφάλειες προς το σύνολο των χορηγούμενων δανείων καθώς και ο λόγος δανείων προς το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού. Οι μεταβλητές που έχουν θετική συσχέτιση είναι ο λόγος ιδίων κεφαλαίων προς το σύνολο των στοιχείων του ενεργητικού και οι συναλλαγματικές ισοτιμίες. Ο Jiang et al. (2003) ανέλυσε την κερδοφορία του τραπεζικού τομέα στο Χόνγκ Κονγκ για το χρονικό διάστημα Τα εμπειρικά αποτελέσματα δείχνουν ότι και οι ενδογενείς μεταβλητές (bank specific variables) καθώς και οι μακροοικονομικές 84

85 μεταβλητές είναι σημαντικοί προσδιοριστικοί παράγοντες για την κερδοφορία των τραπεζών. Όσο αφορά τους παράγοντες του μακρο-περιβάλλοντος, η αύξηση του πραγματικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), ο πληθωρισμός καθώς και η αύξηση των επιτοκίων έχουν θετική επίδραση. Αντιθέτως, το μέγεθος της τράπεζας, το οποίο καθορίζεται από τις συνολικές καταθέσεις και δάνεια, έχει αρνητική σχέση με την κερδοφορία, υποδηλώνοντας ότι κατά μέσο όρο οι μεγαλύτερες σε μέγεθος τράπεζες επιτυγχάνουν χαμηλότερο ROA από ότι οι μικρότερες. Από την έρευνα αυτή εξάγεται το συμπέρασμα ότι ένα κερδοφόρος τραπεζικός τομέας αντιστέκεται καλύτερα σε δυσμενείς οικονομικές συγκυρίες και συμβάλλει στη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος. Ο Goddard et al. (2004) μελέτησε την κερδοφορία του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα κατά την δεκαετία του Άντλησε δεδομένα από την Δανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο και το συνολικό του δείγμα αποτελούνταν από συνολικά 665 τράπεζες. Μέσα από την εμπειρική μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ του δείκτη κεφάλαια προς ενεργητικό με την κερδοφορία των τραπεζών (ROA). Ο Athanasoglou et al. (2005) εξέτασε την κερδοφορία των ελληνικών τραπεζών για το χρονικό διάστημα και διαπίστωσε ότι ο πιστωτικός κίνδυνος και τα λειτουργικά έξοδα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην κερδοφορία ενώ η παραγωγικότητα και ο πληθωρισμός συσχετίζονται θετικά με την απόδοση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Οι Dietrich & Wanzenried (2010) μελέτησαν την κερδοφορία 453 εμπορικών τραπεζών στην Ελβετία κατά την περίοδο Προκειμένου να συμπεριλάβουν στην έρευνά τους τις συνέπειες της πρόσφατης χρηματοπιστωτικής κρίσης, εξέτασαν τους παράγοντες που επηρεάζουν την κερδοφορία των τραπεζών ξεχωριστά για το χρονικό διάστημα πριν την κρίση και για τα έτη Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (κεφάλαια προς σύνολο ενεργητικού) έχει θετική και στατιστικά σημαντική επίδραση στην κερδοφορία των τραπεζών (ROAA) και για τρεις χρονικές περιόδους που μελετήθηκαν ( , και ). Ο συντελεστής του δείκτη κόστος προς εισόδημα, ο οποίος μετρά την αποδοτικότητα, έχει αρνητική και στατιστικά σημαντική επίδραση για τη συνολική χρονική περίοδο που εξετάστηκε και για το χρονικό διάστημα πριν επέλθει η κρίση. Η πιο αποδοτική τράπεζα είναι και η πιο κερδοφόρα. Ο δείκτης των προβλέψεων επισφαλών δανείων προς δάνεια (LLPL), ο 85

86 οποίος μετράει την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου μιας τράπεζας, δεν φαίνεται να έχει σημαντική στατιστική επίδραση στην κερδοφορία των τραπεζών πριν την κρίση ενώ οι προβλέψεις για επισφαλή δάνεια (Loan Loss Provisions), οι οποίες αυξάνονται κατά την διάρκεια της κρίσης για το χρονικό διάστημα , επηρεάζουν σημαντικά την κερδοφορία των τραπεζών. Ο Gul et.al (2011) μελέτησε τη σχέση μεταξύ των ενδογενών μεταβλητών μιας τράπεζας (κεφαλαιακή επάρκεια, κεφάλαια προς σύνολο ενεργητικού) με μακροοικονομικούς παράγοντες (ΑΕΠ, πληθωρισμός, κεφαλαιοποίηση 4 ) στην επίδραση της κερδοφορίας των τραπεζών (ROA, ROE, NIM) χρησιμοποιώντας δεδομένα από τις μεγαλύτερες 50 εμπορικές τράπεζες του Πακιστάν για τη χρονική περίοδο Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι το σύνολο των δανείων, οι καταθέσεις, ο πληθωρισμός και το ΑΕΠ επιδρούν θετικά στην κερδοφορία των τραπεζών ενώ η σχέση μεταξύ κεφαλαιοποίησης με την κερδοφορία είναι αρνητική. Ο Hoffmann (2011) μελέτησε τους παράγοντες που προσδιορίζουν την κερδοφορία των τραπεζών των ΗΠΑ κατά τη χρονική περίοδο Τα εμπειρικά αποτελέσματα συνδυάζουν τις ενδογενείς και μακροοικονομικές μεταβλητές. Τα εμπειρικά ευρήματα τεκμηριώνουν ότι υπάρχει αρνητική σχέση μεταξύ της κεφαλαιακής επάρκειας με την κερδοφορία γεγονός το οποίο ενισχύει την άποψη ότι οι πιο συντηρητικές τράπεζες αγνοούν πιθανές επενδυτικές κερδοφόρες ευκαιρίες. Στην έρευνα του ο Scott (2011) μελετά την κερδοφορία των τραπεζών κατά το διάστημα Το δείγμα του αποτελείται από τους 5 μεγαλύτερους χρηματοοικονομικούς ομίλους των ΗΠΑ (Bank of America, JPMorgan, Citigroup, Wachovia) Ως προσδιοριστικούς παράγοντες λαμβάνει τον λόγο των ιδίων κεφαλαίων προς το σύνολο του ενεργητικού, την ποσοστιαία μεταβολή του εξωτερικού κατά κεφαλήν εισοδήματος καθώς και το μέγεθος της τράπεζας, ως σύνολο του ενεργητικού. Από τους παραπάνω παράγοντες, θετική συσχέτιση με τους δείκτες ROA και ROE είχαν ο λόγος του κεφαλαίου προς το ενεργητικό και η ποσοστιαία μεταβολή του κατά κεφαλήν εισοδήματος. 4 Η κεφαλαιοποίηση είναι η αξία του συνόλου των μετοχών μιας εταιρείας. Π.χ., αν η εταιρεία Α έχει μετοχές με αξία 2 ανά μετοχή, η κεφαλαιοποίηση της εταιρείας Α είναι Ο αγγλικός όρος για την κεφαλαιοποίηση είναι market capitalization (ή market cap) 86

87 4.6 Το Τραπεζικό σύστημα των Η.Π.Α Το τραπεζικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών βίωσε μια μεγάλη μεταμόρφωση κατά την διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών καθώς μια μεγάλη σειρά από κανόνες επιβλήθηκαν αρχής γενομένης της μεγάλης κρίσης του Αυτοί οι κανόνες σταδιακά από το 1970 άρχισαν να εξασθενούν με την επιτάχυνση της υιοθέτησης νέων χρηματοοικονομικών διαδικασιών και της εφαρμογής των τεχνολογιών της πληροφορικής από τις Αμερικάνικες τράπεζες. Ως επακόλουθο της απελευθέρωσης της τραπεζικής αγοράς, πολλά τραπεζικά ιδρύματα διασπάστηκαν μέσα σε μια μεγάλη δίνη από χιλιάδες συγχωνεύσεις και εξαγορές ενώ παράλληλα οι μεγαλύτεροι τραπεζικοί όμιλοι επεκτάθηκαν και γιγαντώθηκαν οδηγώντας στην αύξηση της συγκέντρωσης της αγοράς (Liu et al. 2013). Ο βαθμός στον οποίο αυτή η αύξηση της συγκέντρωσης της αγοράς βοήθησε τον τραπεζικό τομέα να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά του και συνεπώς την κερδοφορία του, δεν είναι ξεκάθαρος καθώς οι διάφορες μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί δείχνουν μια μικτή εικόνα. Οι Jayaratne & Strahan (1998), υποστηρίζουν ότι η γεωγραφική απελευθέρωση συνέβαλλε στη δημιουργία ενός πιο ανταγωνιστικού περιβάλλοντος επιτρέποντας τις τράπεζες να εισέλθουν σε νέες αγορές και να ανταγωνιστούν τους ήδη εδραιωμένους τραπεζικούς ομίλους. Η γεωγραφική απελευθέρωση έδωσε κίνητρα στις τράπεζες να αποκτούν ή να συγχωνεύονται με άλλα τραπεζικά ιδρύματα τα οποία εδρεύουν σε διαφορετική πολιτεία των Η.Π.Α. (Strahan, 2002). Ο Dick (2006), σε μελέτη του τεκμηριώνει την μείωση του τραπεζικού περιθωρίου κέρδους απόρροια της γεωγραφικής απελευθέρωσης, γεγονός που υποδηλώνει τον αυξανόμενο ανταγωνισμό μεταξύ των πιστωτικών ιδρυμάτων. Πιο πρόσφατα, οι Yildirim & Mohanty (2010), υποστήριξαν ότι η γεωγραφική απελευθέρωση είχε πολύ περιορισμένα αποτελέσματα στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των τραπεζικών ιδρυμάτων καθώς παρέμεινε αμετάβλητη η παραγωγικότητα και η κερδοφορία των τραπεζών. Στον παρακάτω πίνακα αναφέρονται τα βήματα τα οποία απαιτήθηκαν από κάθε πολιτεία των Η.Π.Α. προκειμένου να χαλαρώσει τους περιορισμούς στη λειτουργία των τραπεζικών ιδρυμάτων και να προωθήσει την διαπολιτειακή συνεργασία των τραπεζών. Στην πρώτη στήλη παρουσιάζεται η χρονιά κατά την οποία η κάθε πολιτεία έδωσε 87

88 άδεια στις τραπεζικές συγχωνεύσεις και εξαγορές. Με αυτήν τη φόρμα απελευθέρωσης, μια τράπεζα μπορούσε να επεκταθεί σε άλλη πολιτεία δια μέσου της εξαγοράς ή της συγχώνευσης. Στην δεύτερη στήλη αναφέρεται η χρονιά που η κάθε πολιτεία έδωσε άδεια σε τράπεζες άλλων πολιτειών να δημιουργήσουν νέα υποκαταστήματα χωρίς κανέναν περιορισμό. Τέλος, στην τρίτη στήλη αναφέρεται η χρονιά που η κάθε πολιτεία έκανε συμφωνία για διαπολιτειακή τραπεζική συνεργασία με άλλες πολιτείες. 88

89 Πίνακας 4: Απελευθέρωση της τραπεζικής αγοράς των ΗΠΑ Year of state Level Deregulation of Restrictions on Geographical Expansion State Intrastate branching via Unrestricted intrastate Interstate banking M & A branching permitted permitted Alabama Alaska <1970 < Arizona <1970 < Arkansas 1994 ** 1989 California <1970 < Colorado 1991 ** 1988 Connecticut Delaware <1970 < DC <1970 < Florida Georgia 1983 ** 1985 Hawaii ** Idaho <1970 < Illinois Indiana Iowa ** ** 1991 Kansas Kentucky 1990 ** 1984 Louisiana Maine Maryland <1970 < Massachusetts Michigan Minnesota 1993 ** 1986 Mississippi Missouri Montana 1990 ** 1993 Nebraska 1985 ** 1990 Nevada <1970 < New Hampshire New Jersey 1977 ** 1986 New Mexico New York North Carolina <1970 < North Dakota 1987 ** 1995 Ohio Oklahoma 1988 ** 1987 Oregon Pennsylvania Rhode Island <1970 < South Carolina <1970 < South Dakota <1970 < Tennessee Texas Utah Vermont Virginia Washington West Virginia Wisconsin Wyoming 1988 ** 1987 ** States not yet fully deregulated by Πηγή: Amel (1993) and Kroszner and Strahan (1999). 89

90 Η απελευθέρωση της τραπεζικής αγοράς σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις δημιούργησε νέες ευκαιρίες για ανάπτυξη. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οι τράπεζες οι οποίες είχαν ραγδαία αύξηση των μεγεθών τους, διέφεραν σημαντικά από τα παραδοσιακά τραπεζικά ιδρύματα καθώς υιοθέτησαν νέα επιχειρηματικά μοντέλα που προήγαγαν την υψηλή αποτελεσματικότητα και τη μείωση του κόστους δημιουργώντας οικονομίες κλίμακας. Επιπλέον, εισήγαγαν αυτοματοποιημένες ροές παραγωγής και παροχής υπηρεσιών προκειμένου να προσφέρουν τυποποιημένα προϊόντα και υπηρεσίες. Οι μικρότερες τράπεζες επίσης αύξησαν τις τραπεζικές τους εργασίες αλλά παρέμειναν να λειτουργούν υπό το παραδοσιακό καθεστώς το οποίο επιβάλλει υψηλό ανά μονάδα κόστος σε συνδυασμό όμως με εργασίες υψηλής προστιθεμένης αξίας. Οι μικρότερες τράπεζες αύξησαν το μέγεθός τους στηριζόμενες κυρίως στην προσφορά διαφοροποιημένων και πιο εξειδικευμένων τραπεζικών προϊόντων προς τους πελάτες τους (DeYoung et al., 2004; DeYoung, 2010). Η εδραίωση της τραπεζικής απελευθέρωσης κατά τις δεκαετίες του 1980 και 1990 συνοδεύτηκε με την αύξηση των τραπεζικών εσόδων τα οποία προέρχονται από προμήθειες τραπεζικών εργασιών και όχι από έσοδα από τόκους. Σε αυτό συνέβαλλαν κατά ένα σημαντικό βαθμό οι νέες επιχειρηματικές πρακτικές οι οποίες υιοθετήθηκαν από τους μεγάλους τραπεζικούς ομίλους όπου κέρδιζαν περισσότερα από προμήθειες από ότι οι μικρότερες τράπεζες. Αυτή η μεταστροφή των τραπεζών σε νέες πηγές εσόδων και η απομάκρυνσή τους από τις παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες, είχε ως αποτέλεσμα την έκθεσή τους σε μεγαλύτερους κινδύνους (DeYoung and Roland, 2001). Επιπλέον, ο Clark et al. (2007), υπογραμμίζει το γεγονός ότι ο αυξανόμενος προσανατολισμός των μεγάλων τραπεζών σε εργασίες που σχετίζονται με τραπεζικές προμήθειες, τις εκθέτει στη μεταβλητότητα του οικονομικού και επιχειρηματικού κύκλου. Παρόλα αυτά, μέχρι και τα μέσα του 2007, υπήρχε η γενικότερη αίσθηση ότι το Αμερικάνικο τραπεζικό σύστημα λειτουργούσε ομαλά. Στην επικράτηση του γενικότερου οικονομικού κλίματος συνηγορούσε και το γεγονός ότι τα τραπεζικά ιδρύματα εμφανίζονταν ιστορικά να έχουν υψηλά επίπεδα κεφαλαίων και να επιτυγχάνουν υψηλή κερδοφορία. Επιπροσθέτως, οι τράπεζες διατήρησαν το κόστος λειτουργίας τους σε χαμηλά επίπεδα και η αύξησή των συνολικών τους εσόδων από τα μέσα του 2000 ήταν αξιοσημείωτη (Carlson and Weinbach, 2007). Από τα μέσα του 2007, τα προβλήματα στην αγορά κατοικιών οδήγησαν σε έναν μεγάλο αριθμό κατασχέσεων και πτωχεύσεων που συνέβαλλαν στην πτώση της 90

91 αξίας των υποθηκευμένων ακινήτων δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα στην τραπεζική αγορά των ΗΠΑ (Gerardi et al., 2008). Η κρίση στην αγορά ακινήτων κλιμακώθηκε με αποτέλεσμα να «παγώσει» η ρευστότητα μέσα στο διατραπεζικό σύστημα, να ενταθεί η πιστωτική «ασφυξία» και τελικά να οδηγήσει σε χρηματοοικονομική κρίση. Απόρροια της χρηματοοικονομικής κρίσης, δημιουργήθηκαν μεγάλες απώλειες στα έσοδα των τραπεζών καθώς και κάποιες από αυτές πτώχευσαν 5. Κάτω από αυτές τις εξελίξεις, κινητοποιήθηκε η κυβέρνηση των ΗΠΑ, διαμέσου του σχεδιασμού και της επιβολής μέτρων προκειμένου να ενισχυθεί η σταθερότητα του συστήματος (Bech and Rice, 2009; Lee and Rose, 2010). Εν κατακλείδι, οι ανεπαρκείς νομισματικές πολιτικές, τα λανθασμένα κίνητρα για τους επενδυτές, οι διοικήσεις των τραπεζών και οι οργανισμοί αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας των τραπεζών, τα ελαστικά κριτήρια χρηματοδοτήσεων, οι λογιστικές κανόνες, τα κενά στους κανονισμούς και στην εποπτεία έπαιξαν σημαντικό ρόλο ως παράγοντες που οδήγησαν στην χρηματοοικονομική κρίση του 2007 και στην ραγδαία επιδείνωση της κερδοφορίας των τραπεζών (Brunnermeier, 2009; Keys et al., 2010). 4.7 Δεδομένα και Μεθοδολογία Δεδομένα Ο σκοπός της έρευνας είναι να προσδιοριστούν οι παράγοντες οι οποίοι έχουν άμεσο ή έμμεσο αντίκτυπο στην κερδοφορία του Αμερικάνικου τραπεζικού συστήματος. Χρησιμοποιώντας την οικονομετρική ανάλυση θα εξεταστεί ο αντίκτυπος συγκεκριμένων μακροοικονομικών και μικροοικονομικών προσδιοριστικών παραγόντων για την κερδοφορία των τραπεζών των ΗΠΑ μεταξύ των ετών Το δείγμα της έρευνας αποτελείται από 343 πιστωτικά ιδρύματα. Συνολικά θα χρησιμοποιήσουμε 11 μεταβλητές. Η κερδοφορία των τραπεζών θα υπολογιστεί χρησιμοποιώντας τον δείκτη αποδοτικότητας του ενεργητικού (ROAA), ο οποίος θα αποτελέσει και την εξαρτημένη μεταβλητή της ανάλυσης. Οι υπόλοιπες 10 5 Στα τέλη του 2007 λειτουργούσαν πιστωτικά ιδρύματα ενώ το 2012 ο αριθμός αυτό μειώθηκε στα 6.168, γεγονός που σημαίνει μείωση κατά 15% (Federal Deposit Insurance Corporation) 91

92 μεταβλητές θα είναι οι ανεξάρτητες μεταβλητές από τις οποίες οι τρείς αποτελούν βασικούς μακροοικονομικούς δείκτες μιας οικονομίας ενώ οι υπόλοιπες 6 αφορούν χρηματοοικονομικούς δείκτες οι οποίοι εξάγονται από τις οικονομικές καταστάσεις των τραπεζών που καταρτίζονται με σκοπό τον προσδιορισμό της πραγματικής θέσεως ή της αποδοτικότητας μίας τράπεζας και δίνουν συγκρίσιμα στοιχεία για τη θέση της στον τραπεζικό κλάδο. Επιπλέον θα χρησιμοποιήσουμε και μια ψευδομεταβλητή (dummy), την οποία θα ονομάσουμε shift και θα συνδέεται με τις χρονικές περιόδους. Ο σκοπός της δημιουργίας της συγκριμένης μεταβλητής θα είναι να χωρίσουμε το χρονικό διάστημα που θα εξετάσουμε σε δύο μέρη. Για τα έτη , θα αποδώσουμε στην dummy μεταβλητή την τιμή 0 ενώ για τα έτη την τιμή 1. Έτσι, θα μπορέσουμε να συμπεριλάβουμε στην μελέτη την επίδραση της χρηματοοικονομικής κρίσης, η οποία ξεκίνησε το 2007, στην κερδοφορία των τραπεζών. Τα δεδομένα των τραπεζών, τα οποία θα χρησιμοποιήσουμε για την έρευνα τα αντλήσαμε από δημοσιευμένες ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και από διάφορες βάσεις δεδομένων ενώ κύρια πηγή από την οποία αντλήσαμε τα δεδομένα για τις μακροοικονομικές μεταβλητές είναι η ιστοσελίδα της Παγκόσμιας Τράπεζας (World Bank). Οι μεταβλητές του μοντέλου που θα αναπτύξουμε είναι οι παρακάτω: Εξαρτημένη μεταβλητή ROAA = Net profits / Average assets Ανεξάρτητες μακροοικονομικές μεταβλητές Πληθωρισμός (Inflation) Μεταβολή του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (GDP real growth = (GDPrealt-GDPrealt-1) / GDP realt-1) Ανεργία (Unemployment) Ανεξάρτητες ενδογενείς μεταβλητές (Bank-Specific) Loan loss provision = ln(llpl) Net Loans to assets =Net Loans / Assets Cost income ratio = Total expenses / Total revenues Equity / Total Assets Bank size = ln (Total Assets) Loan Loss Provision / Net Interest Reserves 92

93 Στον παρακάτω πίνακα απεικονίζονται οι μεταβλητές οι οποίες θα χρησιμοποιηθούν στο υπόδειγμα μας, τα πρόσημα, τα οποία αναμένουμε βάσει εμπειρικών μελετών που αναφέρονται στην βιβλιογραφία καθώς και σύντομοι ορισμοί τους. 93

94 Πίνακας 5: Περιγραφή των μεταβλητών, συμβολισμός και αναμενόμενα πρόσημα των ανεξάρτητων μεταβλητών Μεταβλητές (Variables Συμβολισμός (Notation) Αναμενόμενο Περιγραφή πρόσημο Εξαρτημένη μεταβλητή (Dependent) ROAA (net profit / average assets) Ανεξάρτητες μεταβλητές (Independent) Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ΑΕΠ- (Gross Domestic GDP Θετική Ετήσια ποσοστιαία αύξηση του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές. Product growth - annual %-) Πληθωρισμός (Inflation, consumer prices -annual %-) INF Αρνητική ή Θετική Αντανακλά την ετήσια ποσοστιαία μεταβολή στο κόστος απόκτησης ενός καλαθιού προϊόντων και υπηρεσιών, για τον μέσο καταναλωτή. Ανεργία (Unemployment, total -% of total labor force- ) UNEMP Αρνητική Η ανεργία αναφέρεται στο τμήμα του εργατικού δυναμικού το οποίο δεν εργάζεται αλλά είναι διαθέσιμο και αναζητά εργασία. Προβλέψεις επισφαλών δανείων (ln(loan Loss Provision)) LLP Αρνητική Οι προβλέψεις αφορούν το κομμάτι των μη εξυπηρετούμενων δανείων (Non- Performing Loans- NPL), το οποίο η τράπεζα θεωρεί πως δεν θα εισπράξει από τον πιστούχο λόγω της οικονομικής του δυσχέρειας. Δάνεια / Ενεργητικό (Net Loans to assets) NLTA Αρνητική ή Θετική Αυτός ο δείκτης μετράει το ποσοστό του ενεργητικού το οποίο αποτελεί το δανειακό χαρτοφυλάκιο μιας τράπεζας. Θα πρέπει οι διοικήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων να θέτουν ένα μέγιστο όριο που θα πρέπει να κυμαίνεται ο συγκεκριμένος δείκτης προκειμένου να αποφευχθούν προβλήματα ρευστότητας. Υπό αυτήν την έννοια η επίδραση του δείκτη στην κερδοφορία μπορεί να είναι είτε θετική είτε αρνητική. Δείκτης κόστους εισοδήματος (Cost income ratio) COST_INC Αρνητική Υπολογίζεται ως ο λόγος των συνολικών εξόδων ως προς τα συνολικά έσοδα. Αναμένεται να υπάρχει αρνητική σχέση μεταξύ του παραπάνω δείκτη με τη κερδοφορία των τραπεζών καθώς μειώνοντας μια τράπεζα τα λειτουργικά της έξοδα αυξάνει την παραγωγικότητά της και συνεπώς την κερδοφορία της. Ίδια Κεφάλαια/ Σύνολο Ενεργητικού (Equity to Total Assets) EQTA Θετική Υπολογίζει το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων προς το σύνολο του ενεργητικού. Πρόκειται για έναν δείκτη που μετράει την αποδοτικότητα κεφαλαίου και δείχνει το μέρος των περιουσιακών στοιχείων ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος σε σχέση με τα ίδια κεφάλαιά της. Αναμένεται ότι όσο υψηλότερη η αναλογία αυτή, τόσο χαμηλότερη είναι η ανάγκη για εξωτερική χρηματοδότηση και επομένως τόσο μεγαλύτερη είναι και η κερδοφορία της τράπεζας. Επιπλέον, καλά κεφαλαιοποιημένες τράπεζες αντιμετωπίζουν χαμηλότερο κόστος από πτώχευση η οποία μειώνει το κόστος χρηματοδότησής τους. Προβλέψεις επισφαλών δανείων/καθαρά αποθεματικά (Loans Loss Provisions to Net Interest Reserves) LLRNI Αρνητική Μετρά την ποιότητα του ενεργητικού μιας τράπεζας. Αποτελεί και αυτός ο δείκτης κομμάτι της μέτρησης της έκθεσης ενός τραπεζικού ιδρύματος σε πιστωτικό κίνδυνο. Ο αριθμητής του δείκτη, Loan Loss Provision, αποτελεί μια μη-ταμειακή δαπάνη για τις τράπεζες και αφορά τις μελλοντικές ζημίες από επισφαλή δάνεια ενώ ο παρανομαστής αφορά τα αποθεματικά που είναι υποχρεωμένο ένα πιστωτικό ίδρυμα να διακρατά. Συνολικά ο δείκτης, μας δείχνει τι ποσοστό των αποθεματικών, αποτελούν οι προβλέψεις για επισφαλή δάνεια. Μέγεθος της τράπεζας (ln( Total Assets)) TOASS Αρνητική ή Θετική Το συνολικό ενεργητικό μιας τράπεζας υποδηλώνει το μέγεθός της.

95 Όσον αφορά τα πρόσημα των ανεξάρτητων μεταβλητών οι περισσότερες έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει μια σημαντική θετική συσχέτιση μεταξύ της κερδοφορίας των τραπεζών με την ρυθμό αύξησης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (GDP). Σε αντίθεση η ανεργία εμφανίζει αρνητική σχέση με την κερδοφορία των τραπεζών καθώς όσο αυξάνεται επιδεινώνεται και η οικονομική κατάσταση των πιστούχων μιας τράπεζας με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν τις δανειακές τους υποχρεώσεις. Σχετικά με την επίδραση του πληθωρισμού (Inflation) στα κέρδη των τραπεζών δεν είναι αποσαφηνισμένη και ουσιαστικά εξαρτάται από το αν τα έξοδα της τράπεζας αυξάνονται με ταχύτερο ρυθμό από τον πληθωρισμό και εάν οι τράπεζες μπορούν να προβλέψουν με ακρίβεια τις τιμές του. Μια σημαντική θετική επίδραση του πληθωρισμού και της κερδοφορίας σημαίνει ότι οι τράπεζες παρακολουθούν και γενικότερα προβλέπουν τις μελλοντικές του τιμές με αποτέλεσμα να προσαρμόζουν νωρίτερα την τιμολογιακή τους πολιτική όπως για παράδειγμα να αυξάνουν τα επιτόκια δανεισμού και τα έξοδά τους με αποτέλεσμα τα έσοδα να αυξάνονται με ταχύτερους ρυθμούς από ότι το κόστος. Στη περίπτωση της μελέτης μας καθώς η βιβλιογραφική μελέτη δεν ξεκαθαρίζει το ακριβές πρόσημο του πληθωρισμού δεχόμαστε ότι η σχέση μπορεί να είναι είτε θετική είτε αρνητική. Οι Προβλέψεις για επισφαλή δάνεια (Loan Loss Provisions- lnllps) υποδηλώνει μια αρνητική σχέση με τους δείκτες κερδοφορίας μια τράπεζας. Αυτό συμβαίνει γιατί όσο αυξάνεται η κερδοφορία ενός τραπεζικού ιδρύματος, τόσο το τραπεζικό ίδρυμα μειώνει τα αποθεματικά της έναντι των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Στο υπόδειγμα χρησιμοποιείται ο λογάριθμος του δείκτη..όσον αφορά τον δείκτη Προβλέψεις επισφαλών δανείων/καθαρά αποθεματικά (Loan Loss Provision / Net Interest Reserves -LLRNI), η σχέση με τους δείκτες κερδοφορίας είναι και πάλι αρνητική καθώς όταν αυξάνεται η κερδοφορία ενός τραπεζικού ιδρύματος, το τραπεζικό ίδρυμα μειώνει το ποσό των προβλέψεων έναντι των επισφαλών δανείων. Ο δείκτης Ίδια Κεφάλαια/ Σύνολο Ενεργητικού (Equity / Total Assets - EQTA) φανερώνει μια θετική σχέση με τους δείκτες κερδοφορίας καθώς όσο αυξάνεται η κερδοφορία, τόσο αυξάνονται τα ίδια κεφάλαια ενός τραπεζικού ιδρύματος. 95

96 Όσον αφορά το μέγεθος μιας τράπεζας, η σχέση με την κερδοφορία των τραπεζών δεν είναι αποσαφηνισμένη καθώς διάφορες εμπειρικές μελέτες εξάγουν αντικρουόμενα αποτελέσματα. Συνεπώς αναμένουμε θετική ή αρνητική σχέση μεταξύ του μεγέθους των τραπεζών με την κερδοφορία. Χρησιμοποιούμε τον λογάριθμο του συνόλου του ενεργητικού. Όσον αφορά τον δείκτη δάνεια προς σύνολο ενεργητικού, είναι ένα μέτρο της ρευστότητας των τραπεζών και αναμένεται να έχει είτε θετική είτε αρνητική επίδραση στην κερδοφορία των τραπεζών. Τέλος, η dummy μεταβλητή shift, αναμένεται να έχει αρνητικό πρόσημο καθώς διαπιστώνουμε ότι στο δείγμα των 343 τραπεζών που επιλέξαμε η μέση τιμή του δείκτη ROAA για το χρονικό διάστημα ανέρχεται στο 1,38 ενώ με την έναρξη της χρηματοοικονομικής κρίσης και για έτη κυμαίνεται στο 0,68 σημαντικά μειωμένος κατά 103%, όπως εμφανίζεται και στο παρακάτω διάγραμμα. 1,6 1,4 1,2 1 0,8 0,6 0,4 0,2 0 Δείκτης ROAA ROAA Διάγραμμα 6: Η διαμόρφωση των μέσων τιμών του δείκτη ROAA Μεθοδολογία και περιγραφή του μοντέλου Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε ήταν η συγκεντρωτική (top-down). Πιο συγκεκριμένα, συγκεντρώθηκαν στοιχεία για τα έτη για ένα σύνολο 343 τραπεζικών ιδρυμάτων τα οποία δραστηριοποιούνται στις Ηνωμένες Πολιτείας Αμερικής (ΗΠΑ). Ως εξαρτημένη μεταβλητή θεωρούμε την κερδοφορία των τραπεζών (ROAA Ο δείκτης ROAA χρησιμοποιείται προκειμένου να εκτιμηθεί η κερδοφορία των στοιχείων του ενεργητικού μιας επιχείρησης. Χρησιμοποιείται 96

97 συχνότερα από τις τράπεζες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ως ένα μέσο για να μετρηθεί η απόδοσή τους. H μέση απόδοση ενεργητικού (ROAA) υπολογίζεται στο τέλος κάθε περιόδου είτε πρόκειται για τρίμηνη ετήσια κα. Οι ανεξάρτητες είναι οι μακροοικονομικές μεταβλητές Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (Gross Domestic Product-GDP), Πληθωρισμός (Inflation -INF), Ανεργία (Unemployment -UNEMP) και οι μικροοικονομικές μεταβλητές Loan Loss Provisions (LLP), ο δείκτης Cost to Income, και ο δείκτης Loans to Assets. Με τη χρήση του προγράμματος Eviews 8 δημιουργήθηκαν οι παλινδρομήσεις ώστε να βρεθεί η σχέση μεταξύ των εξαρτημένων και των ανεξάρτητων. Το μοντέλο το οποίο υπολογίζει την κερδοφορία των τραπεζών της Αμερικής και την επίδραση των ενδογενών και εξωγενών μεταβλητών έχει την παρακάτω μορφή: ROAA i,t = b 0 + b 1i,t *COST_INC +b 2i,t *EQTA + b 3i,t *GDP + b 4i,t *INF + b 5i,t *LLP + b 6i,t *LLRNI + b 7i,t *NLTA + b 8i,t *TOTASS + b 9i,t *UNEMP + b 10i,t *SHIFT + ε i,t Όπου, ROAA: εξαρτημένη μεταβλητή COST_INC: Δείκτης κόστους EQTA: ο δείκτης κεφάλαια προς σύνολο ενεργητικού GDP: Ακάθαριστο Εγχώριο Προϊόν INF: Πληθωρισμός LLP: Προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων (Λογάριθμος) LLRNI: Προβλέψεις επισφαλών δανείων/καθαρά αποθεματικά NLTA: Δάνεια προς ενεργητικό TOTASS: Συνολικό Ενεργητικό (Λογάριθμος) UNEMP:Ανεργία SHIFT: Ψευδομεταβλητή (dummy variable) b 0 = σταθερά b 1,,..., b10 = συντελεστές παλινδρόμησης (coefficients) 97

98 ε t = κατάλοιπο (residual variable) η οποία ενσωματώνει την επίδραση άλλων παραγόντων οι οποίοι δεν περιλαμβάνονται στο μοντέλο. Επιπλέον, με τον έλεγχο Hausman διαχωρίστηκαν τα μοντέλα σε μοντέλα σταθερών επιδράσεων (fixed effects models) και μοντέλα τυχαίων επιδράσεων (random effects models). Η οικονομετρική μεθοδολογία περιλαμβάνει την επιλογή μεταξύ των μεθόδων σταθερών επιδράσεων και τυχαίων επιδράσεων. Για τον λόγο αυτόν εφαρμόσαμε τον έλεγχο Hausman test. Στη μέθοδο Hausman, η μηδενική υπόθεση (Ηο) θεωρεί ότι το καταλληλότερο μοντέλο είναι αυτό των τυχαίων επιδράσεων, ενώ σύμφωνα με την εναλλακτική υπόθεση (Η1) ως καταλληλότερη μέθοδος είναι αυτή των σταθερών επιδράσεων. Από τον έλεγχο Hausman προκύπτει ο Πίνακας 10 του παραρτήματος, όπου παρατηρούμε πως η τιμή F-statistic ισούται με 37,90 και η αντίστοιχη p value ισούται με Επομένως, καθώς η p value (= 0,000) είναι μικρότερη από το 0.05 (σε επίπεδο σημαντικότητας 95%), μπορεί εύκολα να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι το Μοντέλο Σταθερών Επιδράσεων είναι περισσότερο αντιπροσωπευτικό για την τρέχουσα ανάλυση, σε σχέση με το Μοντέλο Τυχαίων Επιδράσεων. Με τη μέθοδο των σταθερών επιδράσεων προέκυψε το παρακάτω μοντέλο παλινδρόμησης: ROAA = *COST_INC *EQTA *GDP *INF *LLP *LLRNI *NLTA *TOTASS *UNEMP *SHIFT Διαπιστώνουμε ότι τα πρόσημα των ανεξάρτητων μεταβλητών συνάδουν με αυτά της θεωρίας. Ο δείκτης κόστους, ο πληθωρισμός, οι προβλέψεις, οι προβλέψεις επισφαλών δανείων προς τα καθαρά αποθετικά, τα δάνεια προς το σύνολο ενεργητικού, το συνολικό ενεργητικό, η ανεργία καθώς και η χρηματοοικονομική κρίση, επιδρούν αρνητικά στην κερδοφορία των τραπεζών γεγονός που σημαίνει ότι όταν οι τιμές των παραπάνω μεταβλητών αυξάνονται, μειώνεται η κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων. Σε αντίθεση ο δείκτης κεφάλαια προς ενεργητικό και ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ, έχουν μια ισχυρή θετική συσχέτιση με την κερδοφορία των τραπεζών. Σύμφωνα με τη θεωρία όσο μεγαλύτερη είναι η τιμή R-square λαμβάνουμε και ένα πιο αντιπροσωπευτικό μοντέλο που ερμηνεύει την εξαρτημένη μεταβλητή. Η τιμή R-squire του μοντέλου που αναπτύξαμε ισούται με 77,45, γεγονός που σημαίνει 98

99 ότι η το 77,45% της μεταβολής του δείκτη ROAA, μπορεί να ερμηνευτεί από τις μεταβλητές που χρησιμοποιήσαμε ενώ το υπόλοιπο 22.65% μπορεί να εξηγηθεί από τα κατάλοιπα ή από άλλες μεταβλητές τις οποίες δε συμπεριλάβαμε στην μελέτη μας. Σχεδόν, όπως παρατηρούμε στον πίνακα 8 του παραρτήματος, όλες οι μεταβλητές του υποδείγματος είναι στατιστικά σημαντικές για την ερμηνεία της εξαρτημένης μεταβλητής καθώς η τιμή P-Value < 0.05% (t-test) σε επίπεδο σημαντικότητας 95%. Ο πληθωρισμός είναι η μοναδική ανεξάρτητη μεταβλητή η οποία δεν επηρεάζει στατιστικά την εξαρτημένη μεταβλητή (p-value = >0.05) και συνεπώς δεν θα συμπεριληφθεί στη μετέπειτα μελέτη. Επιπλέον, όλες οι ανεξάρτητες μεταβλητές είναι σημαντικές, εάν ληφθούν υπόψη συνδυαστικά, στην επίδραση της εξαρτημένης μεταβλητής καθώς με τον έλεγχο F-test αποδεχόμαστε την μηδενική υπόθεση (Ηο) για p-value (F-statistics) = 0 < Stress testing Για την εκτίμηση της κερδοφορίας του τραπεζικού συστήματος των ΗΠΑ, θα εφαρμόσουμε την τεχνική των ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, η οποία επικεντρώνεται στην εξέλιξη της κερδοφορίας των τραπεζών κάτω από δυσμενείς μακροοικονομικές συνθήκες. Η μεθοδολογία που ακολουθείται για τη διεξαγωγή των ασκήσεων είναι η ανάλυση ευαισθησίας σε συνδυασμό με υποθετικά οικονομικά σοκ στις μακροοικονομικές και μικροοικονομικές μεταβλητές. Η ανάλυση ευαισθησίας περιγράφει τη μετατόπιση των παραγόντων κινδύνων όταν μια δυσμενής αλλά αληθοφανής οικονομική εξέλιξη επέλθει σε μια οικονομία. Το πιο σημαντικό στοιχείο σε μια άσκηση είναι η αξιοπιστία, η αντικειμενικότητα και η αληθοφάνεια των σεναρίων που θα κατασκευαστούν Σενάρια Στη συνέχεια, ακολουθεί το βασικό κομμάτι της προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων. Έγινε μια ανάλυση ευαισθησίας ώστε να βρεθεί ο αντίκτυπος στην κερδοφορία (στην εξαρτημένη μεταβλητή ROAA) από κάποιες μεταβολές στις ανεξάρτητες μεταβλητές. Πιο συγκεκριμένα, δημιουργήθηκαν δύο σενάρια. Το σενάριο αναφοράς (baseline scenario) με βάση το οποίο κρίνεται και η μεταβολή στη κερδοφορία και ένα δυσμενές σενάριο (adverse scenario) το οποίο υποθέτει την 99

100 ταυτόχρονη χειροτέρευση των επιλεγμένων ανεξάρτητων μεταβλητών. Για τη διαμόρφωση του δυσμενούς σεναρίου χρησιμοποιήσαμε την υποθετική προσέγγιση (hypothetical approach), καθώς αυτή η μέθοδος έχει το πλεονέκτημα ότι είναι πιο ευέλικτη και στηρίζεται στην εμπειρία που έχει αποκτηθεί από σχετικά γεγονότα στο παρελθόν, τα οποία όμως τα συνδυάζει με την τρέχουσα οικονομική κατάσταση (Engelmann & Rauhmeier, 2006). Για το σενάριο αναφοράς, χρησιμοποιήθηκε ο μέσος όρος των τιμών των μεταβλητών για το έτος 2006, τελευταίο έτος πριν την έναρξη της χρηματοοικονομικής κρίσης. Στο δυσμενές σενάριο, υποθέσαμε μια δυσμενή μεταβολή των μακροοικονομικών μεταβλητών κατά δύο μονάδες βάσης σε σχέση με το σενάριο αναφοράς (baseline scenario) και μια δυσμενή μεταβολή των μικροοικονομικών μεταβλητών της παλινδρόμησης κατά 8% σε σχέση με το σενάριο αναφοράς (baseline scenario). Σημειώνουμε εδώ, ότι σε περίπτωση που ο συντελεστής στην παλινδρόμηση κάποιας μεταβλητής είναι αρνητικός, τότε στο δυσμενές σενάριο εφαρμόζουμε: (Baseline+5%*Baseline). Στη συνέχεια υπολογίζεται ο ROAA με βάση την εξίσωση αντικαθιστώντας στις ανεξάρτητες μεταβλητές τις τιμές που προκύπτουν από το σενάριο αναφοράς και του δυσμενούς σεναρίου. Τέλος, για να υπολογισθεί το μέγεθος της επίδρασης των σεναρίων μας στην κερδοφορία ενός τραπεζικού συστήματος, χρησιμοποιείται η ποσοστιαία μεταβολή μεταξύ σεναρίου αναφοράς με το δυσμενές σενάριο. Στον παρακάτω πίνακα απεικονίζονται οι τιμές των ανεξάρτητων μεταβλητών για το σενάριο αναφοράς και για το δυσμενές σενάριο. 100

101 Πίνακας 6: Ανεξάρτητες μεταβλητές στο σενάριο αναφοράς και στο δυσμενές σενάριο Ανεξάρτητες μεταβλητές Σενάριο αναφοράς (Baseline) Δυσμενές σενάριο (Adverse hypothetical Approach) GDP growth Unemployment rate Loan Loss Provisions (ln) Equity to Assets Loan Loss Provision to Net Interest Reserves Net Loans to Total Assets Cost Income Ratio Total Assets (ln) Ανάλυση ευαισθησίας Ο λόγος που κατασκευάσαμε το παραπάνω μοντέλο είναι για να εξετάσουμε την απόδοση του τραπεζικού συστήματος των ΗΠΑ σε σχέση με τα σενάρια τα οποία αναπτύξαμε. Η ανάλυση ευαισθησίας είναι μια μέθοδος η οποία περιγράφει τις τεχνικές για τη δοκιμή της αντίδρασης του μοντέλου όταν αλλάζουμε τις τιμές των παραμέτρων (μεταβλητών). Για την εφαρμογή της ανάλυσης ευαισθησίας, απαραίτητη είναι η ανάλυση σεναρίου (scenario analysis), η οποία αντικατοπτρίζει μια πολλαπλή και ταυτόχρονη μεταβολή στις οικονομικές παραδοχές τις οποίες αναφέραμε κατά τη διαμόρφωση των σεναρίων (Jonathan Swan, 2015). Ακολουθώντας το μοντέλο κερδοφορίας, το οποίο αναπτύξαμε σε προηγούμενη ενότητα, εφαρμόζουμε το σενάριο αναφοράς και το δυσμενές σενάριο στηριζόμενοι στους συντελεστές παλινδρόμησης των ανεξάρτητων μεταβλητών τους οποίους υπολογίσαμε με την μέθοδο πάνελ δεδομένων. Σε αυτό το στάδιο, τοποθετούμε τις προβλεπόμενες τιμές από τα σενάρια που διαμορφώσαμε στην παραπάνω ενότητα προκειμένου να ποσοτικοποιήσουμε τον αντίκτυπο των σοκ στην κερδοφορία των τραπεζών. 101

102 Διαπιστώνουμε ότι μια ταυτόχρονη αύξηση 6 κατά 2 μονάδες βάσης στην ανεργία, μείωση κατά 2 μονάδες βάσης στην τιμή του ΑΕΠ, αύξηση κατά 8% στις μικροοικονομικές μεταβλητές προβλέψεις επισφαλών απαιτήσεων, προβλέψεις επισφαλών δανείων/καθαρά αποθεματικά, δάνεια προς ενεργητικό, κόστος/εισόδημα, συνολικό ενεργητικό και μείωση κατά 8% στις τιμές του δείκτη κεφάλαια προς ενεργητικό, οδηγεί σε μείωση της τιμής της εξαρτημένης μεταβλητής ROAA κατά 0,57 μονάδες και κατά 0,71 μονάδες εάν συμπεριλάβουμε στην μελέτη μας τις συνέπειες της χρηματοοικονομικής κρίσης. Στον παρακάτω πίνακα αναφέρονται οι τιμές του δείκτη ROAA υπό την επίδραση του σεναρίου αναφοράς και του δυσμενούς σεναρίου ενώ στο διάγραμμα 7 απεικονίζονται οι μεταβολές της εξαρτημένης μεταβλητής διαγραμματικά. Πίνακας 7: Τιμές της εξαρτημένης μεταβλητής κάτω από διαφορετικούς τύπους σεναρίων Τύπος σεναρίου ROAA Μεταβολή Σενάριο αναφοράς (Baseline) 1,38 Δυσμενές σενάριο (Shift=0) 0,81 68% Δυσμενές σενάριο ( Shift=1, συμπεριλαμβάνεται η επίδραση της χρηματοοικονομικής κρίσης) 0,67-102% 1,6 1,4 1,2 1 ROAA 0,8 0,6 ROAA 0,4 0,2 0 Σενάριο αναφοράς Δυσμενές σενάριο (shift = 0) Δυσμενές σενάριο (shift = 1) Διάγραμμα 7: Διαγραμματική απεικόνιση των τιμών του δείκτη ROAA 6 Όλες οι μεταβολές αναφέρονται σε σχέση με το σενάριο αναφοράς (baseline). 102

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ- ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ- ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ- ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου υπολόγισε τις κεφαλαιακές ανάγκες του τραπεζικού τομέα μέσω ανεξάρτητου διαγνωστικού

Διαβάστε περισσότερα

Πίνακας της ειδικής δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων του stress test. Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) Συνολικά Εποπτικά Κεφάλαια 6.

Πίνακας της ειδικής δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων του stress test. Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) Συνολικά Εποπτικά Κεφάλαια 6. Παράρτημα 1 Πίνακας της ειδικής δημοσιοποίησης των αποτελεσμάτων του stress test ALPHA BANK AE - ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΣΕ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΒΑΣΗ Στις 31 Δεκεμβρίου 2009 Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) 5.920 Συνολικά

Διαβάστε περισσότερα

Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) Συνολικό Σταθμισμένο Ενεργητικό ,10% ανοιγμάτων έναντι επιχειρήσεων (%) 1

Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) Συνολικό Σταθμισμένο Ενεργητικό ,10% ανοιγμάτων έναντι επιχειρήσεων (%) 1 Παράρτημα 1 Όνομα Τράπεζας ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ Στοιχεία 31 Δεκεμβρίου 2009 Εκατ. ευρώ Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) 1.263 Συνολικά Εποπτικά Κεφάλαια 1.385 Συνολικό Σταθμισμένο Ενεργητικό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/ ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/16.10.2017 Θέμα: Υιοθέτηση των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών σχετικά με τον καθορισμό ορίων για ανοίγματα έναντι οντοτήτων του σκιώδους τραπεζικού

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Value at Risk (VaR) και Expected Shortfall

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Value at Risk (VaR) και Expected Shortfall ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Value at Risk (VaR) και Expected Shortfall Ορισμός του VaR VaR, Value at Risk, Αξία σε Κίνδυνο. Η JP Morgan εισήγαγε την χρήση του. Μας δίνει σε ένα μόνο νούμερο, την

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕYΡΩΣYΣΤΗΜΑ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Νοέμβριος 2015 Λεωφόρος Κέννεντυ 80, 1076 Λευκωσία Τ.Θ. 25529,

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Διπλωματική Εργασία

ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Διπλωματική Εργασία ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Διπλωματική Εργασία ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗΣ ΑΚΡΑΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ STRESS TESTS (ΣΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ) του ΚΥΡΑΤΖΗ

Διαβάστε περισσότερα

Ελεγμένα Οικονομικά Αποτελέσματα έτους 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd [ ]

Ελεγμένα Οικονομικά Αποτελέσματα έτους 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd [ ] Ελεγμένα Οικονομικά Αποτελέσματα έτους 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd [26.4.2016] Κύριες εξελίξεις - Ισχυρή Κεφαλαιακή Θέση με δείκτη κεφαλαίων Κοινών Μετοχών Κατηγορίας Ι (CET Ι) 17,5% την 31.12.2015

Διαβάστε περισσότερα

ICAP GROUP S.A. ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ

ICAP GROUP S.A. ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ICAP GROUP S.A. ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ Φεβρουάριος 2015 1 Table of Contents ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 3 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 4 2. ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ... 4 2.1 ΔΕΔΟΜΕΝΑ... 4 2.1.1

Διαβάστε περισσότερα

Κατευθυντήριες γραμμές

Κατευθυντήριες γραμμές EBA/GL/2015/20 03/06/2016 Κατευθυντήριες γραμμές Όρια για τα ανοίγματα έναντι οντοτήτων του σκιώδους τραπεζικού συστήματος που εκτελούν τραπεζικές δραστηριότητες εκτός ρυθμιζόμενου πλαισίου σύμφωνα με

Διαβάστε περισσότερα

Μεταπτυχιακή διατριβή Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΣΕ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΥΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ

Μεταπτυχιακή διατριβή Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΣΕ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΥΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ Μεταπτυχιακή διατριβή Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΔΙΑΤΑΡΑΧΕΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΣΕ ΧΩΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΣΑΓΟΥΝ ΚΑΙ ΕΞΑΓΟΥΝ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ Αδαμαντία Γεωργιάδου Λεμεσός, Μάιος 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΥΛΩΝΑ ΙΙΙ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΥΛΩΝΑ ΙΙΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΥΛΩΝΑ ΙΙΙ Β1.Διάρθρωση Ιδίων Κεφαλαίων 1 2 3 4 5 Β2. Κεφαλαιακή επάρκεια 1 Συνοπτικές πληροφορίες για το είδος και τα κυριότερα χαρακτηριστικά όλων των κατηγοριών ιδίων κεφαλαίων καθώς

Διαβάστε περισσότερα

Κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την αξιολόγηση ιδίων κινδύνων και φερεγγυότητας

Κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την αξιολόγηση ιδίων κινδύνων και φερεγγυότητας EIOPA-BoS-14/259 EL Κατευθυντήριες οδηγίες σχετικά με την αξιολόγηση ιδίων κινδύνων και φερεγγυότητας EIOPA Westhafen Tower, Westhafenplatz 1-60327 Frankfurt Germany - Tel. + 49 69-951119-20; Fax. + 49

Διαβάστε περισσότερα

Το Κυπριακό Τραπεζικό Σύστημα: Τι Πρέπει να Αλλάξει;

Το Κυπριακό Τραπεζικό Σύστημα: Τι Πρέπει να Αλλάξει; Το Κυπριακό Τραπεζικό Σύστημα: Τι Πρέπει να Αλλάξει; Κωνσταντίνος Στεφάνου Ανώτερος Οικονομολόγος (Χρηματοοικονομικά Θέματα) Συμβούλιο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας / Παγκόσμια Τράπεζα ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΕΙΔΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΕΙΔΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΕΙΔΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ 1 Τι είναι ο κίνδυνος; Ως κίνδυνος εκλαμβάνεται η κατάσταση η οποία θέτει ένα ποσοστό απειλής για τη ζωή, την υγεία,την ιδιοκτησία ή το περιβάλλον Παρακάτω θα παρουσιάσουμε τους

Διαβάστε περισσότερα

Προκαταρκτικά Οικονοµικά Αποτελέσµατα έτους 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd [ ]

Προκαταρκτικά Οικονοµικά Αποτελέσµατα έτους 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd [ ] Προκαταρκτικά Οικονοµικά Αποτελέσµατα έτους 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd [29.2.2016] Κύριες εξελίξεις - Ισχυρή Κεφαλαιακή Θέση µε δείκτη κεφαλαίων Κοινών Μετοχών Κατηγορίας 1 (CET1) 17,5% την 31.12.2015

Διαβάστε περισσότερα

Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ: Οι εποπτικές προτεραιότητες του ΕΕΜ για το 2018

Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ: Οι εποπτικές προτεραιότητες του ΕΕΜ για το 2018 Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ: Οι εποπτικές προτεραιότητες του ΕΕΜ για το 2018 Οι εποπτικές προτεραιότητες ορίζουν τους τομείς στους οποίους θα επικεντρωθεί το εποπτικό έργο το 2018. Λαμβάνοντας υπόψη τις

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΘΝΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΔΙΕΘΝΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ενότητα 10: Αποτυχία Τραπεζών στη Διεθνή Τραπεζική και το Πρόβλημα της Τραπεζικής Εποπτείας Μιχαλόπουλος Γεώργιος Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons.

Διαβάστε περισσότερα

Τίτλος εργασίας: αξίας στην πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση

Τίτλος εργασίας: αξίας στην πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση Τίτλος εργασίας: Η επίδραση της λογιστικής της εύλογης αξίας στην πρόσφατη χρηματοπιστωτική κρίση Στόχος της εργασίας Να αξιολογηθεί ο ρόλος που διαδραμάτισε η λογιστική της εύλογης αξίας στην οικονομική

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση

Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση 1 Χρηματοοικονομική ανάλυση Χρηματοοικονομική Ανάλυση είναι η ανάλυση που σκοπός της είναι: ο προσδιορισμός των δυνατών

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ

ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ Δεκέμβριος 2006 TPAΠEZIKO AΦIEPΩMA: Tο νέο πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων (Βασιλεία ΙΙ) ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

Διπλωματική Εργασία. Ανατομία των ευρωπαϊκών Stress Tests: Εφαρμογή στον Κίνδυνο Ρευστότητας. Κατσιούλη Μαρία ΑΜ 529

Διπλωματική Εργασία. Ανατομία των ευρωπαϊκών Stress Tests: Εφαρμογή στον Κίνδυνο Ρευστότητας. Κατσιούλη Μαρία ΑΜ 529 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ» ΤΜΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Διπλωματική Εργασία Ανατομία των ευρωπαϊκών

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 61/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 61/ Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 61/12.2.2016 Θέμα: Υιοθέτηση Κατευθυντήριων Γραμμών της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων (EIOPA) σχετικά με την ίδια αξιολόγηση

Διαβάστε περισσότερα

Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας. Μεταπτυχιακή διατριβή

Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας. Μεταπτυχιακή διατριβή Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας Μεταπτυχιακή διατριβή Samsung και Apple: Αναλύοντας τη χρηματοοικονομική πληροφόρηση των ηγετών της τεχνολογίας και η επίδραση των εξωτερικών και ενδοεπιχειρησιακών παραγόντων

Διαβάστε περισσότερα

Συνεδρίαση 114/4.8.2014

Συνεδρίαση 114/4.8.2014 Συνεδρίαση 114/4.8.2014 ΘΕΜΑ: 1 Μεταβατικές διατάξεις για τον υπολογισμό των Ιδίων Κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα βάσει του Κανονισμού 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Πρόλογος. Περίληψη. ΕΣΣΚ - Ετήσια Έκθεση Περιεχόμενα

Περιεχόμενα. Πρόλογος. Περίληψη. ΕΣΣΚ - Ετήσια Έκθεση Περιεχόμενα Ετήσια Έκθεση 2017 Περιεχόμενα Πρόλογος 2 Περίληψη 3 Περιεχόμενα 1 Πρόλογος Mario Draghi, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου Η έβδομη ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού

Διαβάστε περισσότερα

του ΑΔΑΜΙΔΗ ΙΩΑΝΝΗ,ΑΡ.ΜΗΤΡΩΟΥ :AUD115 Επιβλέπων Καθηγητής: Λαζαρίδης Ιωάννης Θεσσαλονίκη, 2016

του ΑΔΑΜΙΔΗ ΙΩΑΝΝΗ,ΑΡ.ΜΗΤΡΩΟΥ :AUD115 Επιβλέπων Καθηγητής: Λαζαρίδης Ιωάννης Θεσσαλονίκη, 2016 ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΣΤΙΣ ΕΞΑΓΟΡΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥ ΚΛΑΔΟΥ ΔΙΕΘΝΩΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: H ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ του ΑΔΑΜΙΔΗ ΙΩΑΝΝΗ,ΑΡ.ΜΗΤΡΩΟΥ :AUD115

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ. Ενότητα 2: ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τμήμα ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ. Ενότητα 2: ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τμήμα ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ Ενότητα 2: ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τμήμα ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Αποτελέσματα Άσκησης Συνολικής Αξιολόγησης 2015 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Αποτελέσματα Άσκησης Συνολικής Αξιολόγησης 2015 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΣΚΗΣΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ 2015 Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα («ΕΚΤ») ανακοίνωσε τα αποτελέσματα της άσκησης Συνολικής Αξιολόγησης («Comprehensive Assessment»)

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2017

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2017 Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2017 Καθαρά Κέρδη 37εκ. το Α τρίμηνο 2017, εκ των οποίων 29εκ. από τις διεθνείς δραστηριότητες Οργανικά κέρδη προ προβλέψεων αυξημένα κατά 9,6% σε ετήσια βάση Νέα μη εξυπηρετούμενα

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2012

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2012 Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2012 Ανακεφαλαιοποίηση 4δισ. από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας με το Δείκτη Συνολικής Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται στο 9,0% και αντίστοιχη βελτίωση της ρευστότητας

Διαβάστε περισσότερα

Σύγχρονες Μορφές Χρηματοδότησης. Διάλεξη 2 Εμπορική Πίστωση

Σύγχρονες Μορφές Χρηματοδότησης. Διάλεξη 2 Εμπορική Πίστωση Σύγχρονες Μορφές Χρηματοδότησης Διάλεξη 2 Εμπορική Πίστωση Εμπορική πίστωση Οι πωλήσεις σε μια επιχείρηση μπορεί να πραγματοποιηθούν είτε με την λήψη μετρητών είτε με την παροχή εμπορικής πίστωσης. Γιατί

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΜΕΣΕΣ ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΜΕΣΕΣ ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΜΕΣΕΣ ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΣΕ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ Αθανάσιος Νταραβάνογλου Διπλωματική

Διαβάστε περισσότερα

Κατευθυντήριες γραμμές

Κατευθυντήριες γραμμές EBA/GL/2014/06 18 Ιουλίου 2014 Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με το φάσμα σεναρίων που χρησιμοποιούνται σε σχέδια ανάκαμψης 1 Κατευθυντήριες γραμμές της ΕΑΤ σχετικά με το φάσμα σεναρίων που χρησιμοποιούνται

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 1 Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2018 1 Καθαρά Κέρδη 2 57εκ. το Α τρίμηνο 2018 έναντι 34εκ. το Α τρίμηνο Οργανικά κέρδη προ προβλέψεων σταθερά σε ετήσια βάση σε 200εκ. Λειτουργικές δαπάνες μειωμένες κατά

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα: Διαχείριση Ρίσκου

Μάθημα: Διαχείριση Ρίσκου Μάθημα: Διαχείριση Ρίσκου Ενότητα 1: Διαχείριση Ρίσκου Διδάσκων: Συμεών Καραφόλας Τμήμα: Λογιστικής και Χρηματοοικονομικών 2 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Πρόλογος Περίληψη ΕΣΣΚ - Ετήσια Έκθεση 2013 Περιεχόμενα

Περιεχόμενα. Πρόλογος Περίληψη ΕΣΣΚ - Ετήσια Έκθεση 2013 Περιεχόμενα Eτήσια Έκθεση 2013 Eτήσια Έκθεση 2013 Περιεχόμενα Πρόλογος... 4 Περίληψη... 5 ΕΣΣΚ - Ετήσια Έκθεση 2013 Περιεχόμενα 3 Πρόλογος Mario Draghi Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου Με ιδιαίτερη

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα. Πρόλογος 2. Περίληψη 3. ΕΣΣΚ Ετήσια Έκθεση Περιεχόμενα 1

Περιεχόμενα. Πρόλογος 2. Περίληψη 3. ΕΣΣΚ Ετήσια Έκθεση Περιεχόμενα 1 Ετήσια Έκθεση 2015 Περιεχόμενα Πρόλογος 2 Περίληψη 3 Περιεχόμενα 1 Πρόλογος Mario Draghi, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου Στη διάρκεια του 2015, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Q1.15

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Q1.15 Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Q1.15 Επαρκής ρευστότητα και ισχυροποίηση του ισολογισμού Επαρκής ρευστότητα παρά τις δυσμενείς συνθήκες Δάνεια προς καταθέσεις στο 104% σε επίπεδο Ομίλου και 95% στην Ελλάδα Τρέχουσα

Διαβάστε περισσότερα

Χαιρετισμός Διευθύνοντος Σύμβουλου

Χαιρετισμός Διευθύνοντος Σύμβουλου Χαιρετισμός Διευθύνοντος Σύμβουλου 17 η Ετήσια Γενική Συνέλευση 7 Σεπτεμβρίου 2017 Αγαπητοί μέτοχοι Σας καλωσορίζω και εγώ με τη σειρά μου στη 17 η Συνέλευση της Εταιρείας. Ετήσια Γενική Το 2016 ήταν ακόμα

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Credit Value at Risk

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ. Credit Value at Risk ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Credit Value at Risk Credit Value at Risk: Εισαγωγή To Credit Value at Risk είναι μία βασική μέτρηση για τον καθορισμό των εποπτικών κεφαλαίων και των κεφαλαίων που η

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπή Διαχειρίσεως Κινδύνων. (Risk Management Committee) Κανονισμός Λειτουργίας

Επιτροπή Διαχειρίσεως Κινδύνων. (Risk Management Committee) Κανονισμός Λειτουργίας Επιτροπή Διαχειρίσεως Κινδύνων (Risk Management Committee) Κανονισμός Λειτουργίας ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2016 Κανονισμός Επιτροπής Διαχειρίσεως Κινδύνων (Risk Management Committee) Προοίμιο Το Διοικητικό Συμβούλιο,

Διαβάστε περισσότερα

Πτυχιακή διατριβή. Η επίδραση της τασιενεργής ουσίας Ακεταλδεΰδης στη δημιουργία πυρήνων συμπύκνωσης νεφών (CCN) στην ατμόσφαιρα

Πτυχιακή διατριβή. Η επίδραση της τασιενεργής ουσίας Ακεταλδεΰδης στη δημιουργία πυρήνων συμπύκνωσης νεφών (CCN) στην ατμόσφαιρα ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή διατριβή Η επίδραση της τασιενεργής ουσίας Ακεταλδεΰδης στη δημιουργία πυρήνων συμπύκνωσης νεφών (CCN)

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) 1 γ Ποιος είναι ο αριθμητικός μέσος όρος ενός δείγματος ετησίων αποδόσεων μιας μετοχής, της οποίας

Διαβάστε περισσότερα

ΕΕΠ 6. Αυτοματοποιημένα Εκτιμητικά Μοντέλα (ΑΕΜ)

ΕΕΠ 6. Αυτοματοποιημένα Εκτιμητικά Μοντέλα (ΑΕΜ) ΕΕΠ 6 Αυτοματοποιημένα Εκτιμητικά Μοντέλα (ΑΕΜ) 1. Ορισμός 2. Εισαγωγή 3. Το Ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο 4. Σχολιασμός Ευρωπαϊκό Εκτιμητικό Πρότυπο 6 Τα ΑΕΜ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την σύνταξη

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικά Στοιχεία Β Τριμήνου

Οικονομικά Στοιχεία Β Τριμήνου 1 Οικονομικά Στοιχεία Β Τριμήνου 2016 1 Καθαρά Κέρδη 46εκ. το Β τρίμηνο και 106εκ. το Α εξάμηνο 2016 Αύξηση καθαρών εσόδων από τόκους κατά 1,3% έναντι του Α τριμήνου σε 388εκ. Αύξηση εσόδων από προμήθειες

Διαβάστε περισσότερα

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος)

Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) Στατιστικές Έννοιες (Υπολογισμός Χρηματοοικονομικού κινδύνου και απόδοσης, διαχρονική αξία του Χρήματος) 1. Ποιος είναι ο αριθμητικός μέσος όρος ενός δείγματος ετησίων αποδόσεων μιας μετοχής, της οποίας

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ. Οικονομετρία ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Οικονομετρία I.1 Τι Είναι η Οικονομετρία; Η κυριολεκτική ερμηνεία της λέξης, οικονομετρία είναι «οικονομική

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα β τριμήνου 2011 του Ομίλου Marfin Popular Bank

Αποτελέσματα β τριμήνου 2011 του Ομίλου Marfin Popular Bank Δελτίο τύπου 30 Αυγούστου Αποτελέσματα β τριμήνου του Ομίλου Marfin Popular Bank Τα καθαρά κέρδη του Ομίλου ανήλθαν σε 77.1 εκατ. το α εξάμηνο και 3.6 (1) εκατ. το β τρίμηνο. Συμμετοχή της Τράπεζας στο

Διαβάστε περισσότερα

Η Επόµενη Ηµέρα των Ελληνικών Τραπεζικών Μετοχών

Η Επόµενη Ηµέρα των Ελληνικών Τραπεζικών Μετοχών Παρασκευή 31 Μαϊου 2013 Η Επόµενη Ηµέρα των Ελληνικών Τραπεζικών Μετοχών Η πρόσφατη σηµαντική άνοδος και στη συνέχεια έντονη διακύµανση των ελληνικών τραπεζικών µετοχών ενόψει και εν µέσω αυξήσεων του

Διαβάστε περισσότερα

Δημοσιοποίηση στοιχείων Πυλώνα ΙΙΙ για τη χρήση που έληξε

Δημοσιοποίηση στοιχείων Πυλώνα ΙΙΙ για τη χρήση που έληξε Δημοσιοποίηση στοιχείων Πυλώνα ΙΙΙ για τη χρήση που έληξε 31.12.2013 Συνεταιριστική Τράπεζα Καρδίτσας Συν. Π. Ε. 1 / 6 Κεφαλαιακή Επάρκεια και Αναλαμβανόμενοι Κίνδυνοι Α. Το παρόν κείμενο αποτελεί τμήμα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ:

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΕYΡΩΣYΣΤΗΜΑ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΣΥΣΤΗΜΙΚΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ (OTHER SYSTEMICALLY IMPORTANT INSTITUTIONS O-SII) & ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 131/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 131/ ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 131/23.1.2018 Θέμα: Εξειδίκευση των προϋποθέσεων για την παροχή χρηματοδοτικής στήριξης ομίλου του εσωτερικού άρθρου 14 του άρθρου 2 του ν. 4335/2015 Η ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: α τρίμηνο 2012

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: α τρίμηνο 2012 Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: α τρίμηνο 2012 Κεφαλαιακή Επάρκεια: Ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας διαμορφώνεται στο 8,1% μετά την καταβολή από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας κεφαλαιακής

Διαβάστε περισσότερα

Asset & Wealth Management Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Asset & Wealth Management Α.Ε.Π.Ε.Υ. Asset & Wealth Management Α.Ε.Π.Ε.Υ. Πληροφορίες εποπτικής φύσεως σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια της NEW MELLON ASSET AND WEALTH MANAGEMENT Α.Ε.Π.Ε.Υ., τους κινδύνους που αναλαμβάνει καθώς και τη διαχείρισή

Διαβάστε περισσότερα

Συνέντευξη στην ιστοσελίδα Stockwatch

Συνέντευξη στην ιστοσελίδα Stockwatch Συνέντευξη στην ιστοσελίδα Stockwatch Συνέντευξη του Πανίκου Δημητριάδη, Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, που δόθηκε στις 25 Ιουνίου 2012 στην Ηρώ Ευθυμίου Ερ.: Η ένταξη στο μηχανισμό απειλεί

Διαβάστε περισσότερα

Επενδυτικός κίνδυνος

Επενδυτικός κίνδυνος Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευση και ια Βίου Μάθηση Πρόγραμμα ια Βίου Μάθησης ΑΕΙ για την Επικαιροποίηση Γνώσεων Αποφοίτων ΑΕΙ: Σύγχρονες Εξελίξεις στις Θαλάσσιες Κατασκευές Α.Π.Θ. Πολυτεχνείο Κρήτης

Διαβάστε περισσότερα

Χ. Βλ. Γκόρτσος. Επίκουρος Καθηγητής ιεθνούς

Χ. Βλ. Γκόρτσος. Επίκουρος Καθηγητής ιεθνούς Το Νέο Πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια (Basel II) Χ. Βλ. Γκόρτσος Γενικός Γραµµατέας Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Επίκουρος Καθηγητής ιεθνούς Οικονοµικού ικαίου, Πάντειο Πανεπιστήµιο Αθηνών ΗΕπιτροπή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΜΙΑ

ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΜΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Μεταπτυχιακή διατριβή ΕΤΑΙΡΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΜΙΑ Ανδρούλα Γιαπάνη Λεμεσός, Φεβρουάριος 2018 0 i ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

Βασικά Χαρακτηριστικά

Βασικά Χαρακτηριστικά Βασικά Χαρακτηριστικά Η οικονομία της Κύπρου μπορεί να χαρακτηριστεί, γενικά, ως μικρή, ανοικτή και δυναμική, με τις υπηρεσίες να αποτελούν την κινητήριο δύναμή της. Με την προσχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή

Διαβάστε περισσότερα

ΔΟΜΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ:

ΔΟΜΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24 ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Μικροοικονομική Μακροοικονομική και Δημόσια Οικονομική Θέμα 3ο (κληρώθηκε) α) Ποια μέσα διαθέτει η Ευρωπαϊκή

Διαβάστε περισσότερα

Σ ΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

Σ ΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ Σ ΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Μ ΑΪΟΥ 2002 2004 Δ ΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ Π ΕΡΙΛΗΨΗ: Η μελέτη αυτή έχει σκοπό να παρουσιάσει και να ερμηνεύσει τα ευρήματα που προέκυψαν από τη στατιστική

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Έτους 2011

Αποτελέσματα Έτους 2011 Αποτελέσματα Έτους 2011 Ικανοποιητικά Λειτουργικά Αποτελέσματα (- 29εκ.) το 2011, παρά τη βαθιά ύφεση της ελληνικής οικονομίας Συνολικές Ζημιές Μετά από Φόρους 5,5δισ., εκ των οποίων 4,6δισ. από το PSI

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ 152 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III Η εκ των προτέρων αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του 3 ου ΚΠΣ µπορεί να πραγµατοποιηθεί µε τρόπους οι οποίοι

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2009

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2009 Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2009 Καθαρά κέρδη 81εκ. έναντι 5εκ. το προηγούμενο τρίμηνο Αύξηση χορηγήσεων κατά 12% και καταθέσεων κατά 17% σε ετήσια βάση Βελτίωση δείκτη χορηγήσεων προς καταθέσεις στο 114%

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ 1. Γιατί χρειάστηκε Ανεξάρτητος Διαγνωστικός Έλεγχος υπό το συντονισμό των εθνικών και διεθνών αρχών για τον Κυπριακό τραπεζικό τομέα? Τον Ιούνιο 2012, οι Κυπριακές αρχές προέβησαν σε αίτηση για πρόγραμμα

Διαβάστε περισσότερα

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ Μελέτη του ΔΝΤ για 17 χώρες του ΟΑΣΑ επισημαίνει ότι για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης του πρωτογενούς πλεονάσματος, το ΑΕΠ μειώνεται κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες και

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Θέμα: Δημοσίευση της Έκθεσης για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Θέμα: Δημοσίευση της Έκθεσης για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Αθήνα, 23 Ιουνίου 2009 Θέμα: Δημοσίευση της Έκθεσης για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα Η Τράπεζα της Ελλάδος δημοσίευσε σήμερα, για πρώτη φορά, ειδική «Έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα»,

Διαβάστε περισσότερα

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Δυτικής Μακεδονίας Western Macedonia University of Applied Sciences Κοίλα Κοζάνης Kozani GR 50100

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Δυτικής Μακεδονίας Western Macedonia University of Applied Sciences Κοίλα Κοζάνης Kozani GR 50100 Ποσοτικές Μέθοδοι Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Δυτικής Μακεδονίας Western Macedonia University of Applied Sciences Κοίλα Κοζάνης 50100 Kozani GR 50100 Απλή Παλινδρόμηση Η διερεύνηση του τρόπου συμπεριφοράς

Διαβάστε περισσότερα

«Η διεθνής κρίση, η κρίση στην ευρωζώνη και το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα»

«Η διεθνής κρίση, η κρίση στην ευρωζώνη και το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα» «Η διεθνής κρίση, η κρίση στην ευρωζώνη και το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα» Συλλογικός τόμος της ΕΕΤ υπό την επιμέλεια των Γκ. Χαρδούβελη και Χρ. Γκόρτσου Ιούλιος 2011 1 Α. Γενικές τάσεις: Η διεθνής

Διαβάστε περισσότερα

Κατευθυντήριες γραμμές

Κατευθυντήριες γραμμές Κατευθυντήριες γραμμές Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τα σενάρια προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δυνάμει του άρθρου 28 του κανονισμού για τα ΑΚΧΑ 21/03/2018 ESMA34-49-115 EL Πίνακας περιεχομένων 1

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ Εισαγωγή Ο σκοπός της διαχείρισης του ενεργητικού και παθητικού μιας τράπεζας είναι η μεγιστοποίηση του πλούτου των μετόχων. Η επίτευξη αυτού

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικά Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd

Οικονομικά Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd Οικονομικά Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2015 της Alpha Bank Cyprus Ltd Τα Οικονομικά Αποτελέσματα της Alpha Bank Cyprus Ltd του εννεαμήνου 2015 εμφάνισαν ζημίες μετά από φόρους ύψους Ευρώ 6,8 εκατ. σε σύγκριση

Διαβάστε περισσότερα

Ο στόχος του αμοιβαίου κεφαλαίου είναι να επιτύχει κεφαλαιακή υπεραξία σε μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα

Ο στόχος του αμοιβαίου κεφαλαίου είναι να επιτύχει κεφαλαιακή υπεραξία σε μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ Το παρόν έγγραφο σας παρέχει βασικές πληροφορίες για τους επενδυτές σχετικά με αυτό το αμοιβαίο κεφάλαιο. Δεν αποτελεί διαφημιστικό υλικό. Οι πληροφορίες απαιτούνται

Διαβάστε περισσότερα

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα Έτους 2009

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα Έτους 2009 1 Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα Έτους 2009 23 Μαρτίου 2010 ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ Η ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΚΑΙ Η ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Σημαντική ενίσχυση των προβλέψεων κατά 825,3εκ. (2008 204,2εκ.)

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2013

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2013 Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2013 Η άμεση και πλήρης ανακεφαλαιοποίηση της Eurobank από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας κατά 5,8δισ. αποκαθιστά την κεφαλαιακή βάση της Τράπεζας με pro-forma δείκτη

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της πρότασης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. της πρότασης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 28.11.2016 COM(2016) 856 final ANNEX 1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της πρότασης ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με πλαίσιο για την ανάκαμψη και την εξυγίανση

Διαβάστε περισσότερα

ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΙΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟΥΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ

ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΙΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟΥΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΙΣΗ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΜΕ ΤΗ ΜΕΘΟΔΟ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΟΥΣ

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικές Κρίσεις και Διεθνές Σύστημα Ενότητα 9: Η Χρηματοπιστωτική κρίση του και η κρίση χρέους της Ευρωζώνης

Οικονομικές Κρίσεις και Διεθνές Σύστημα Ενότητα 9: Η Χρηματοπιστωτική κρίση του και η κρίση χρέους της Ευρωζώνης Οικονομικές Κρίσεις και Διεθνές Σύστημα Ενότητα 9: Η Χρηματοπιστωτική κρίση του 2008-09 και η κρίση χρέους της Ευρωζώνης Δημήτριος Κατσίκας Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Β Τρίμηνο 2015

Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Β Τρίμηνο 2015 Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Β Τρίμηνο 2015 Ικανοποιητική ρευστότητα και ισχυροποίηση του ισολογισμού Δείκτης Δανείων προς Καταθέσεις στο 98% στην Ελλάδα, ο καλύτερος του κλάδου Δάνεια προς καταθέσεις στο

Διαβάστε περισσότερα

ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ

ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια της Εταιρίας μας, τους κινδύνους που αναλαμβάνει καθώς και τη διαχείρισή τους. ( δημοσιοποιούμενες

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2019

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2019 Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2019 Καθαρά Κέρδη 1 27εκ. το Α τρίμηνο 2019 Οργανικά κέρδη προ προβλέψεων 191εκ. Αρνητικός σχηματισμός νέων NPEs κατά 115εκ. σε τριμηνιαία βάση Μείωση των συνολικών NPEs

Διαβάστε περισσότερα

Επίπτωση στις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις των Τραπεζών βάσει του Νέου Εποπτικού Πλαισίου (Βασιλεία ΙΙ) ως προς τις Μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις

Επίπτωση στις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις των Τραπεζών βάσει του Νέου Εποπτικού Πλαισίου (Βασιλεία ΙΙ) ως προς τις Μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις Επίπτωση στις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις των Τραπεζών βάσει του Νέου Εποπτικού Πλαισίου (Βασιλεία ΙΙ) ως προς τις Μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις ΜΑΡΤΙΟΣ 2007 1 Εισαγωγή στις Μ.Μ.Ε. Οι Μ.Μ.Ε αποτελούν θεμελιώδη

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Ευκαιρία είναι η επένδυσή σας να ακολουθεί ένα μέσο-μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και όχι μια ευκαιριακή νοοτροπία. Γιατί καθετί ευκαιριακό δεν σας εγγυάται το μέλλον,

Διαβάστε περισσότερα

Κεφαλαιακή Επάρκεια και Αναλαμβανόμενοι Κίνδυνοι

Κεφαλαιακή Επάρκεια και Αναλαμβανόμενοι Κίνδυνοι Κεφαλαιακή Επάρκεια και Αναλαμβανόμενοι Κίνδυνοι Α. Το παρόν κείμενο αποτελεί τμήμα της γενικότερης πολιτικής Διαχείρισης Κινδύνων της Συνεταιριστικής Τράπεζας Καρδίτσας Συν.Π.Ε., το οποίο δημοσιεύεται

Διαβάστε περισσότερα

Αποτίμηση Επιχειρήσεων

Αποτίμηση Επιχειρήσεων Αποτίμηση Επιχειρήσεων 08.04.2019 Μέθοδος Προεξόφλησης Ταμειακών Ροών Παραδοχές Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι μόνο τα πάγια περιουσιακά στοιχεία αλλά και οι παραγωγικοί συντελεστές Η επιχείρηση αξίζει

Διαβάστε περισσότερα

Το Νέο Πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια. (Basel II)

Το Νέο Πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια. (Basel II) Το Νέο Πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια (Basel II) Χ. Βλ. Γκόρτσος Γενικός Γραμματέας Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών Η αιτιολογική

Διαβάστε περισσότερα

Επικοινωνώντας για τον ΕΕΜ στην Κύπρο. Αλίκη Στυλιανού Εκπρόσωπος Τύπου

Επικοινωνώντας για τον ΕΕΜ στην Κύπρο. Αλίκη Στυλιανού Εκπρόσωπος Τύπου Επικοινωνώντας για τον ΕΕΜ στην Κύπρο Αλίκη Στυλιανού Εκπρόσωπος Τύπου Πλαίσιο Επικοινωνίας για Εποπτεία Η απόφαση για τη σύσταση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού αποτελεί ορόσημο στην τραπεζική εποπτεία

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ:

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΕYΡΩΣYΣΤΗΜΑ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥ ΕΜΠΙΠΤΟΥΝ ΣΤΟΝ ΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ ΣΥΣΤΗΜΙΚΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΙΔΡΥΜΑΤΩΝ (OTHER SYSTEMICALLY

Διαβάστε περισσότερα

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αντιμετώπιση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, περιλαμβανομένων των συμμετοχών

Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αντιμετώπιση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, περιλαμβανομένων των συμμετοχών EIOPA-BoS-14/170 EL Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αντιμετώπιση των συνδεδεμένων επιχειρήσεων, περιλαμβανομένων των συμμετοχών EIOPA Westhafen Tower, Westhafenplatz 1-60327 Frankfurt Germany - Tel.

Διαβάστε περισσότερα

Οι ιδιαιτερότητες των λοιπών επιχειρηματικών κλάδων ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2. Αποτίμηση (επιμέτρηση) και απομείωση σύμφωνα με το IFRS 9

Οι ιδιαιτερότητες των λοιπών επιχειρηματικών κλάδων ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2. Αποτίμηση (επιμέτρηση) και απομείωση σύμφωνα με το IFRS 9 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2 Αποτίμηση (επιμέτρηση) και απομείωση σύμφωνα με το IFRS 9 Από 1.1.2018 τίθεται σε εφαρμογή το IFRS 9, το οποίο επιφέρει σημαντικές μεταβολές στους κανόνες αποτίμησης και τη διαδικασία προσδιορισμού

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 «Η ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ» DERMOT McALEESE: «Οικονομική για Επιχειρησιακές Σπουδές»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 13 «Η ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ» DERMOT McALEESE: «Οικονομική για Επιχειρησιακές Σπουδές» ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ& ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Π.Μ.Σ: ΔΙΕΘΝΩΝ & ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΜΑΘΗΜΑ: «ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ» ΔΙΔΑΣΚΩΝ: AΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΜΑΣΤΡΟΓΙΑΝΝΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 4.5.2017 COM(2017) 225 final ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ Αντιμετώπιση των προκλήσεων για κρίσιμες

Διαβάστε περισσότερα

13 Το απλό κλασικό υπόδειγμα

13 Το απλό κλασικό υπόδειγμα 13 Το απλό κλασικό υπόδειγμα Σκοπός Σκοπός του κεφαλαίου αυτού είναι να συνδυάσει τα δύο προηγούμενα κεάλαια και να δώσει μια συνολική εικόνα του απλού μακροοικονομικού υποδείγματος. Θα εξετάσει, επίσης,

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2010

Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2010 Αποτελέσματα Α Εξαμήνου 2010 Καθαρά κέρδη Ομίλου 95εκ. 1 το Α εξάμηνο 2010, μειωμένα κατά 44% έναντι του 2009. Κέρδη Β τριμήνου 34εκ. Βελτιωμένα κέρδη από την Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη 12εκ. το

Διαβάστε περισσότερα

Αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ

Αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ Αιτιολογική έκθεση στο σχέδιο νόμου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2011/89/ΕΕ Α. Γενικά Η ταχεία ανάπτυξη των χρηματοπιστωτικών αγορών στη δεκαετία του 1990 οδήγησε στη δημιουργία χρηματοπιστωτικών ομίλων

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΖΗΤΗΣΗΣ

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. ΕΝΟΤΗΤΑ 4η ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΖΗΤΗΣΗΣ ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 4η ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΖΗΤΗΣΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΑΝΟΥΡΓΙΑΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΔΟΜΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗΣ 1. Εισαγωγή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ

ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΙΟΡΔΑΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΔΗΣ jordan@uom.gr Κτήριο Η- Θ γραφείο 402 Τηλ. 2310-891-591 DAN BORGE «Η διαχείριση του κινδύνου είναι δυνατό να μας βοηθήσει να αρπάξουμε μια ευκαιρία

Διαβάστε περισσότερα

ΟτραπεζικόςτομέαςστηνΚύπρο

ΟτραπεζικόςτομέαςστηνΚύπρο ΟτραπεζικόςτομέαςστηνΚύπρο Επίκαιρα ζητήματα και προκλήσεις Μιχάλης Καμμάς Οικονομολόγος Πανεπιστήμιο Κύπρου 15 Φεβρουαρίου 2012 1 1. Ιδιοκτησία Τραπεζών και ο ρόλος τους στην οικονομία 2. Σύνθεση του

Διαβάστε περισσότερα

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ & ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΕΤΡΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΘΕΩΡΙΑΣ-ΑΠΛΟ ΓΡΑΜΜΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ PASW 18 Δρ. Κουνετάς Η Κωνσταντίνος Ακαδημαϊκό Έτος 2011 2012 ΕΠΙΧ

Διαβάστε περισσότερα