ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ ΑΘΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. ΓΑΙΑ Νο 15 ΤΟΜΟΣ Α

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ ΑΘΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. ΓΑΙΑ Νο 15 ΤΟΜΟΣ Α"

Transcript

1 ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ ΑΘΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΓΑΙΑ Νο 15 ΤΟΜΟΣ Α ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ, ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΔΥΤΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. A. ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ, ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Δ. ΜΠΑΘΡΕΛΛΟΣ ΑΘΗΝΑ 2008

2 Η «ΓΑΙΑ» εκδίδεται από το Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών και δημοσιεύει διδακτορικές διατριβές και μονογραφίες που εγκρίνονται από αυτό. Διανέμεται στο Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης, στα μέλη ΔΕΠ του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών, στις Βιβλιοθήκες των ομόλογων Τμημάτων των ΑΕΙ, στα Ινστιτούτα και τους Οργανισμούς, που έχουν σχέση με τις γεωλογικές επιστήμες. Η διακίνηση γίνεται από τη Βιβλιοθήκη του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Η εργασία παραδίδεται στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεως του συγγραφέα.η αίτηση χορηγείται από την Επιτροπή μαζί με έντυπο οδηγιών. Η Επιτροπή Εκδόσεως Καθηγητής Καθηγητής Καθηγητής Αναπλ. Καθηγητής Αναπλ. Καθηγητής Μ. Δερμιτζάκης Ε. Λάγιος Ε. Λέκκας Ν. Σκαρπέλης Α. Μαγγανάς Για όλες τις πληροφορίες που αφορούν τη «ΓΑΙΑ» απευθυνθείτε στη Γραμματέα της Επιτροπής, Επίκουρο Καθηγήτρια Χαρίκλεια Γ. Ντρίνια. 2

3 NATIONAL AND KAPODISTRIAN UNIVERSITY OF ATHENS EDITION OF THE FACULTY OF GEOLOGY AND GEOENVIRONMENT GAIA Νο 15 VOLUME Α GEOLOGICAL, GEOMORPHOLOGICAL AND GEOGRAPHIC STUDY OF THE URBAN AREAS OF TRIKALA PREFECTURE WESTERN THESSALY A. ANALYSIS AND PROCESSING OF GEOGRAPHIC, GEOMORPHOLOCICAL AND GEOLOGICAL DATA GEORGE D. BATHRELLOS ATHENS

4 GAIA is issued by the Faculty of Geology and Geoenvironment of the University of Athens, and publishes approved PhD theses and monographies. It is distributed to the National Documentation Center, to the scientific staff of the Faculty of Geology and Geoenvironment of the University of Athens, to libraries of other Universities and to Institutes and Organizations related to Earth Sciences. Further handing is carried out by the Library of the Faculty of Geology and Geo-environment of the University of Athens. Manuscripts are submitted to the Publication Committee after author s application. Application forms along with guide for organization of manuscripts are supplied by the Committee. Publication Committee Prof. Prof. Prof. Assoc. Prof. Assoc. Prof. Dr. Μ. Dermitzakis Dr. Ε. Lagios Dr. Ε. Lekkas Dr. Ν. Skarpelis Dr. Α. Maganas Concerning relevant information you may address to the Edit. Secretary, Ass. Prof. H. G. Drinia 4

5 Αφιερώνεται στη σύζυγό μου, στα παιδιά μου και στους εκλιπόντες γονείς μου 5

6 ISBN: X ISSN: X 6

7 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ κ. ΜΙΧΑΛΗ ΤΑΜΗΛΟΥ Τα φυσικά φαινόμενα και οι ανθρωπογενείς δραστηριότητες επηρεάζουν την ασφάλεια και την ύπαρξη των αστικών κέντρων και των οικιστικών μονάδων μιας περιοχής και κατά προέκταση τη ζωή, την ασφάλεια και την περιουσία των κατοίκων τους. Σε παγκόσμια κλίμακα ο υπερπληθυσμός και η δημιουργία αστικών κέντρων σε επικίνδυνες ή ευάλωτες περιοχές αυξάνει την επίδραση των φυσικών καταστροφών στον αναπτυγμένο και στον υπό ανάπτυξη κόσμο. Στον Ελλαδικό χώρο γινόμαστε τακτικά μάρτυρες φυσικών καταστροφών, όπως είναι οι σεισμοί, οι κατολισθήσεις, οι πλημμύρες, οι καθιζήσεις κ.λ.π., καθώς και των επιπτώσεων τους στη ζωή των πολιτών της χώρας και στην ασφάλεια των έργων υποδομής και τεχνικών κατασκευών. Ένας σημαντικός παράγοντας, που αυξάνει τις επιπτώσεις και τους κινδύνους από τις φυσικές καταστροφές, είναι ο ελλιπής ή ο ανύπαρκτος σχεδιασμός στηριγμένος στα φυσικά χαρακτηριστικά μιας περιοχής. Η πρόληψη και η διαχείριση των φυσικών καταστροφικών φαινομένων και η αντιμετώπιση των επιπτώσεων τους, στους κατοίκους μιας περιοχής και στις τεχνικές κατασκευές, αποτελεί ένα σημαντικό έργο ενδιαφέροντος και κοινωνικής ευαισθησίας τόσο της κεντρικής εξουσίας όσο και των Οργανισμών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. H Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.) και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) του Νομού Τρικάλων εκφράζουν έκδηλο ενδιαφέρον για τις μελέτες εκείνες, οι οποίες παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της έρευνας αυτών των φυσικών φαινομένων και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Η γεωλογική και η γεωμορφολογική μελέτη των αστικών περιοχών στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (Η.Π.Α.) και στον Καναδά είναι πολύ συνηθισμένες και απαραίτητες σήμερα. Η μελέτη της Αστικής Γεωλογίας ορισμένων περιοχών, από όσα γνωρίζω, έχει ξεκινήσει στις χώρες αυτές από τα τέλη του 19 ου και τις αρχές του 20 ου αιώνα. Σε αντίθεση στην Ελλάδα, η μελέτη αυτή είναι η πρώτη ολοκληρωμένη προσπάθεια έρευνας για τις αστικές περιοχές. Για πρώτη φορά στη χώρα μας παρουσιάζεται ένα ολοκληρωμένο πρότυπο εργασίας και έρευνας για τις αστικές περιοχές. Πρωτοποριακό στοιχείο της μελέτης αυτής είναι η σύνδεση των φυσικών στοιχείων και παραμέτρων με τον αστικό σχεδιασμό. Στη μελέτη αυτή ερευνάται η σύνδεση των φυσικών παραγόντων και ειδικότερα της γεωλογίας, της 7

8 γεωμορφολογίας και της εκτίμησης των φυσικών κινδύνων, με την ανάπτυξη των αστικών κέντρων, καθώς και ο ρόλος τους στον χωροταξικό σχεδιασμό. Η έρευνα αυτή θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως τοπικού ενδιαφέροντος, αν δεν περιελάμβανε τα πρωτοποριακά για την Ελλάδα στοιχεία, που ανέφερα παραπάνω. Στην πραγματικότητα αποτελεί ένα πρότυπο επιστημονικής έρευνας με πεδίο εφαρμογής την περιοχή μας. Αυτοί είναι και οι σημαντικότεροι λόγοι για τον οποίους η Τ.Ε.Δ.Κ. του Νομού Τρικάλων επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μελέτη αυτή, πέραν του γεγονότος ότι πεδίο εφαρμογής της ήταν ο Νομός Τρικάλων. Σε ένα περιβάλλον διάχυσης της επιστημονικής γνώσης, σύγκλισης των επιστημονικών κλάδων σε κοινά προγράμματα έρευνας και συνεργασίας των επιστημόνων για την αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλλοντος και την ασφαλέστερη σχεδίαση και κατασκευή των τεχνικών έργων, η συμβολή αυτής της γεωλογικής και γεωμορφολογικής έρευνας είναι σημαντική γιατί μπορεί να αποτελέσει ένα χρήσιμο ή απαραίτητο εργαλείο στην εργασία των μηχανικών, των γεωπόνων, των χωροτακτών και άλλων επιστημόνων. Για την περιοχή μας η παρουσίαση αυτής της μελέτης αποτελεί ένα χρήσιμο και αποτελεσματικό εργαλείο στο σχεδιασμό τεχνικών έργων και κατασκευών. Είναι εξαιρετικά σημαντικό και τιμητικό για την περιοχή μας, ότι μια πρωτοποριακή για την Ελλάδα εργασία ξεκινάει από την περιφέρεια (και συγκεκριμένα από το νομό μας) και όχι από τη μητρόπολη. Η δημοσιοποίηση, η χρήση και η εκμετάλλευση της παρεχόμενης επιστημονικής πληροφορίας από τη μελέτη αυτή, μπορεί να βοηθήσει στην προστασία των τεχνικών έργων και των κατασκευών στην περιοχή μας, με άμεσα οικονομικά και κοινωνικά οφέλη. Αποτελεί σημαντική συμβολή στο έργο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης η συνεργασία με ερευνητικά ή εκπαιδευτικά ιδρύματα για τη διάχυση και την χρήση της επιστημονικής γνώσης, όπως συμβαίνει με την συγκεκριμένη έκδοση, όπου το Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών συνεργάστηκε με την Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων (Τ.Ε.Δ.Κ.) του Νομού Τρικάλων για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της παρούσας έρευνας. Είναι σημαντικό γεγονός η καταγραφή και η μελέτη της γνώσης των παραγόντων που επηρεάζουν τα αστικά κέντρα και τις οικιστικές μονάδες μιας περιοχής. Η πρόληψη, η διαχείριση και η αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών εντάσσεται εντός του ενδιαφέροντος της κεντρικής εξουσίας και των Οργανισμών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ο σωστός, εμπεριστατωμένος και ασφαλής σχεδιασμός των τεχνικών έργων και των κατασκευών αποτελεί υποχρέωση της Κεντρικής και της Τοπικής Εξουσίας. Η προστασία της ζωής και της περιουσίας των πολιτών μιας περιοχής αποτελεί σημαντικό έργο των αρμόδιων φορέων και αυτή επιτυγχάνεται με τον αστικό και περιφερειακό σχεδιασμό. Η συνεργασία των διαφορετικών επιστημονικών κλάδων στο σχεδιασμό και στην κατασκευή τεχνικών έργων είναι απαραίτητη για την καλύτερη και αποτελεσματικότερη προστασία της περιουσίας και της ζωής των πολιτών. 8

9 Η σύνταξη σχεδίων χρήσεων γης για μια περιοχή, που συνάδουν με την προστασία του περιβάλλοντος, την ασφάλεια των κατασκευών και τη διαφύλαξη της ζωής και της περιουσίας των κατοίκων αποτελεί εθνικό και τοπικό κεφάλαιο. Ελπίζουμε ότι η κατασκευή όλων των έργων, τα οποία θα κατασκευαστούν στο μέλλον, θα σχεδιαστούν λαμβάνοντας σοβαρά υπόψη όλες τις συνιστώσες του περιβάλλοντος, καθώς επίσης και τις επιπτώσεις τους σε αυτό. Μιχάλης Ταμήλος Πολιτικός Μηχανικός, Δήμαρχος Τρικκαίων, Πρόεδρος Τ.Ε.Δ.Κ. Νομ. Τρικάλων 9

10 10

11 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Η έκδοση αυτή αποτελεί τη δημοσίευση της διδακτορικής μου διατριβής, που είχε τίτλο «Γεωλογική, Γεωμορφολογική και Γεωγραφική Μελέτη των Αστικών περιοχών του Νόμου Τρικάλων Δυτικής Θεσσαλίας» από τα «Δημοσιεύματα του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος» του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Η έκδοση αυτή χωρίζεται σε δύο μέρη και εκδίδεται σε δύο τόμους. Το πρώτο μέρος (1 ος τόμος) έχει τίτλο «Γεωλογική, γεωμορφολογική και γεωγραφική μελέτη των αστικών περιοχών του Νομού Τρικάλων Δυτικής Θεσσαλίας. Ανάλυση και επεξεργασία γεωγραφικών, γεωμορφολογικών και γεωλογικών στοιχείων». Το δεύτερο μέρος (2 ος τόμος) έχει τίτλο «Γεωλογική, γεωμορφολογική και γεωγραφική μελέτη των αστικών περιοχών του Νομού Τρικάλων Δυτικής Θεσσαλίας. Αστική Γεωλογία, Αστική Γεωμορφολογία και Εκτίμηση Φυσικών Κινδύνων Ο ρόλος τους στον Χωροταξικό Σχεδιασμό». Η εκπόνηση αυτής της διδακτορικής διατριβής μου ανατέθηκε στις 29 Μαΐου 2001, από τη Γενική Συνέλευση Ειδικής Σύνθεσης του Τμήματος Γεωλογίας. Στην συνεδρίαση αυτή ορίστηκαν ως μέλη της Τριμελούς Συμβουλευτικής Επιτροπής ο Αναπληρωτής Καθηγητής Δρ. Γεώργιος Λειβαδίτης (επιβλέπων), ο Αντιπρύτανης Οικονομικού Προγραμματισμού & Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Καθηγητής Δρ. Μιχαήλ Δερμιτζάκης και η Επίκουρος Καθηγήτρια Δρ. Ευθυμία Βερυκίου Παπασπυριδάκου. Η διατριβή αυτή ολοκληρώθηκε στις 8 Μαρτίου 2005 με την ανάπτυξη και την παρουσίαση του θέματος της διατριβής από τον υποψήφιο και την κρίση της από την επταμελή Εξεταστική Επιτροπή, που του απένειμε το βαθμό Άριστα. Την επταμελή Εξεταστική Επιτροπή αποτελούσαν: οι Καθηγητές του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Δρ. Μιχ. Δερμιτζάκης, Δρ. Ακ. Κελεπερτζής και Δρ. Ευθ. Λέκκας, ο Καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Δρ. Γεώρ. Μιγκίρος, οι Αναπληρωτές Καθηγητές του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Δρ. Γεώρ. Λειβαδίτης και Δρ. Θεόδ. Γκουρνέλος και τέλος η Επίκουρος Καθηγήτρια του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Δρ. Ευθ. Βερυκίου Παπασπυριδάκου. Στόχος και σκοπός της διατριβής αυτής είναι να μελετηθεί και να ερευνηθεί η σύνδεση της γεωλογίας, της γεωμορφολογίας, της γεωγραφίας και της εκτίμησης των φυσικών κινδύνων με την ανάπτυξη των αστικών κέντρων, καθώς επίσης και ο ρόλος τους στον χωροταξικό σχεδιασμό. Το γεωγραφικό διαμέρισμα και ειδικότερα η Δυτική Θεσσαλία, κατοικήθηκε από πολύ παλαιά. Ο σχεδιασμός και η οικοδόμηση των αστικών κέντρων γίνεται τις περισσότερες φορές με βάση οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια. Για το λόγο αυτό 11

12 παρουσιάζονται κατά τη διάρκεια της οικοδόμησης μιας περιοχής σημαντικά τεχνικά προβλήματα, τα οποία σχετίζονται με το υπέδαφος και το έδαφος θεμελίωσης. Μετά την οικοδόμηση της περιοχής και την γιγάντωση μιας πόλης εμφανίζονται καινούργια προβλήματα, τα οποία σχετίζονται με την έλλειψη φυσικών πόρων και με την τρωτότητα της περιοχής στους φυσικούς κινδύνους. Τα αποτελέσματα της έλλειψης σχεδιασμού, ο οποίος να βασίζεται σε φυσικά κριτήρια, είναι το αυξημένο οικονομικό και κοινωνικό κόστος, τόσο κατά το στάδιο της οικοδόμησης, όσο και στο στάδιο της αποκατάστασης των ζημιών από τις φυσικές καταστροφές. Επειδή η πλειονότητα των πόλεων σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στον Ελλαδικό χώρο, έχει αναπτυχθεί σε σχεδόν επίπεδες περιοχές και πάνω σε εδαφικούς ορίζοντες και σύγχρονες τεταρτογενείς αποθέσεις, είναι απαραίτητο να μελετηθούν και να ερευνηθούν συγκεκριμένες ιδιότητες, παράγοντες και στοιχεία αυτών των εδαφών και αποθέσεων, που είναι απαραίτητα στη μελέτη της γεωλογίας των αστικών περιοχών, νέων ή και παλαιών, οι οποίες διαρκώς διευρύνονται. Η γεωμορφολογική και γεωλογική μελέτη των αστικών περιοχών αποτελεί τη σύνδεση της βασικής έρευνας με την εφαρμοσμένη έρευνα, έτσι ώστε να συνδεθεί κατά το δυνατόν η προστασία του περιβάλλοντος με τις ανθρώπινες δραστηριότητες και με κατασκευές και έργα φιλικά προς αυτό. Η μελέτη αυτή είναι απαραίτητη στο σχεδιασμό κατασκευών και έργων, τα οποία θα εξυπηρετούν τον άνθρωπο, αλλά δεν θα διαταράσσουν τη φυσική ισορροπία του περιβάλλοντος. Η γεωμορφολογική και γεωλογική μελέτη των αστικών περιοχών μπορεί να αποτελέσει ένα βήμα επιστημονικής προσέγγισης, σύγκλισης, σύνδεσης και συνεργασίας των γεωλόγων με άλλες επιστημονικές ειδικότητες, όπως των μηχανικών ή των γεωπόνων. Η ορθολογική διαχείριση των αστικών περιοχών προϋποθέτει την έρευνα των γεωγραφικών, των γεωμορφολογικών και των γεωλογικών παραμέτρων στον σχεδιασμό, την χωροταξία και την κατασκευή των αστικών κέντρων, των οικιστικών συγκροτημάτων και των λοιπών ανθρώπινων κατασκευών. Με τον τρόπο αυτό είναι δυνατόν να προληφθούν οι καταστροφές από φυσικούς κινδύνους, να προστατευθεί το φυσικό περιβάλλον από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις, να γίνει σωστή και ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων της περιοχής, να σχεδιασθεί και να δομηθεί ένα αστικό περιβάλλον με γνώμονα την αειφόρο ανάπτυξη. 12

13 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ Η μελέτη αυτή θα ήταν αδύνατο να επιτευχθεί χωρίς τη βοήθεια της Τριμελούς Συμβουλευτικής Επιτροπής, τα μέλη της οποίας πρέπει κατ αρχήν θερμά να ευχαριστήσω. Εκφράζω τις θερμές ευχαριστίες μου προς τον Επιβλέποντα Αναπληρωτή Καθηγητή Δρ. Γεώργιο Λειβαδίτη για την καθοδήγηση, τη συμπαράσταση και την ουσιαστική βοήθειά του σε όλα τα στάδια της διατριβής μου. Το ενδιαφέρον του, οι συμβουλές του, η ηθική στήριξή του και οι προσανατολισμοί, τους οποίους μου έδωσε κατά τη διάρκεια της εκπόνησης αυτής της διατριβής, ήταν σημαντικά στοιχεία που με βοήθησαν στην ολοκλήρωσή της. Θερμότατα ευχαριστώ τον Αντιπρύτανη Οικονομικού Προγραμματισμού & Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Αθηνών Καθηγητή Δρ. Μιχαήλ Δερμιτζάκη, μέλος της Τριμελούς Συμβουλευτικής Επιτροπής, για την προτροπή του να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο θέμα, το ενδιαφέρον το οποίο επέδειξε για τη διατριβή αυτή, την ηθική και έμπρακτη στήριξη και βοήθεια, τις οποίες ευχαρίστως μου παρείχε, καθώς επίσης και για την κατανόηση, την οποία επέδειξε καθ όλη τη διάρκεια της εκπόνησης αυτής της μελέτης. Ευχαριστώ την Επίκουρο Καθηγήτρια Δρ. Ευθυμία Βερυκίου Παπασπυριδάκου, μέλος της Τριμελούς Συμβουλευτικής Επιτροπής, για την καθοδήγησή της, το ενδιαφέρον της, τις συμβουλές και την ηθική στήριξή της κατά τη διάρκεια της εκπόνησης αυτής της διατριβής. Τις ιδιαίτερες ευχαριστίες μου εκφράζω προς τον Καθηγητή του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (Γ.Π.Α.) Δρ. Γεώργιο Μιγκίρο, για το ενδιαφέρον, το οποίο επέδειξε στα θέματα Γεωλογίας και Τεκτονικής, την πολύτιμη βοήθεια και τις συμβουλές, που μου προσέφερε. Στη συνέχεια θα ήθελα να ευχαριστήσω για τις πολύτιμες συμβουλές τους τον πρώην διευθυντή Τεχνικής Γεωλογίας του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.) και νυν Λέκτορα του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (Ε.Μ.Π.) Δρ. Δημήτρη Ρόζο σε θέματα Τεχνικής Γεωλογίας και Κατολισθήσεων και τον Διευθυντή Γεωλογικής Χαρτογράφησης του Ι.Γ.Μ.Ε. Δρ. Παναγιώτη Τσόμπο σε θέματα Τηλεπισκόπισης και Τεκτονικής. Σημαντική ήταν η συνεισφορά του πρώην Αναπληρωτή Προέδρου του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Καθηγητή Δρ. Ακίνδυνου Κελεπερτζή, καθώς και του Δρ. Δημήτρη Αλεξάκη σε θέματα Γεωχημείας και Ρύπανσης νερών και εδαφών. 13

14 Αξιοσημείωτη είναι επίσης η συμβολή και η βοήθεια του Επίκουρου Καθηγητή του Γ.Π.Α. Δρ. Διονύσιου Καλύβα σε θέματα Εδαφολογίας και Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών και του Δρ. Γεωργίου Καβύρη στα θέματα Σεισμολογίας και Μακροσεισμικής. Εύστοχες παρατηρήσεις και υποδείξεις έγιναν από τη Λέκτορα Δρ. Μαρία Σταυροπούλου σε θέματα Εδαφομηχανικής. Απαραίτητο θεωρώ να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στους συναδέλφους γεωλόγους κ. Κώστα Λαγό και Ανδρέα Χριστοδούλου της Διεύθυνσης Εγγείων Βελτιώσεων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων για την παροχή πρωτογενών στοιχείων και μετρήσεων, καθώς και στον συνάδελφο γεωλόγο κ. Κώστα Χουσιανίτη. Συμπληρωματικά πρέπει να ευχαριστήσω τον Διευθυντή των Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων κ. Νικόλαο Λέγγα για την παροχή στοιχείων. Σημαντική υπήρξε η βοήθεια του συναδέλφου γεωλόγου Δρ. Ανδρέα Παναγόπουλου και του γεωπόνου Δρ. Θεόδωρου Καρυώτη, ερευνητών του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας (ΕΘ.Ι.ΑΓ.Ε.), τους οποίους ευχαριστώ για τις ουσιαστικές παρατηρήσεις και τις χρήσιμες παρεμβάσεις τους σε θέματα νιτρορύπανσης και γενικότερα ρύπανσης των εδαφών. Πολύτιμη υπήρξε η βοήθεια του προέδρου του Ορειβατικού Συλλόγου Τρικάλων κ. Κώστα Σιδέρη κατά τη διάρκεια της εργασίας υπαίθρου. Τις ειλικρινείς ευχαριστίες μου θα ήθελα να εκφράσω στην Ομότιμη Καθηγήτρια κα Αθηνά Ζαμάνη Παπαπέτρου για την προτροπή της να συνεχίσω τις σπουδές μου στο μεταπτυχιακό επίπεδο, καθώς και το ενδιαφέρον που επέδειξε για την πρόοδο μου σε όλα τα στάδια των σπουδών μου. Θερμότατα ευχαριστώ τον φιλόλογο κ. Θεόφιλο Αναστασίου για τη γλωσσική θεώρηση του κειμένου της έκδοσης αυτής. Τις ευχαριστίες μου τέλος εκφράζω στη σύζυγό μου, Δρ. Γεωλόγο Χαρά Σκυλοδήμου, για την κατανόηση, για την ηθική και έμπρακτη υποστήριξη που μου παρείχε. 14

15 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α ΤΟΜΟΥ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ, ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΧΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΔΥΤΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ, ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ κ. Μ. ΤΑΜΗΛΟΥ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 7 ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 11 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 13 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 15 ΠΕΡΙΛΗΨΗ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 19 SUMMARY ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 27 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 33 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ 1.1. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΜΕΛΕΤΗ, ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~ ΦΥΣΙΚΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ & ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΟΡΕΙΝΩΝ ΚΟΙΝΟ- ΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΔΙΝΩΝ ΚΟΙΝΟ- ΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, ΠΟΥ ΕΜΦΑΝΙΖΟΥΝ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥΣ ~~~ 65 15

16 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΗΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~~ ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~ ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΔΟΜΗΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΓΕΩΡΓΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΔΑΣΙΚΕΣ ΚΑΙ ΗΜΙΦΥΣΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΔΑΤΙΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΚΑΛΥΨΗ ΑΣΤΙΚΩΝ, ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΚΤΑ- ΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΟΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΗΣ ΣΤΑ ΑΣΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΠΑΚΑΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΣΤΟ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ ~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 84 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ 2.1. ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΣΥΝΘΕΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΥ ΧΑΡΤΗ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΕ ΜΟΛΑΣΣΙΚΟΥΣ ΣΧΗ- ΜΑΤΙΣΜΟΥΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΔΟΜΗ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΧΑΡΤΗ ΡΗΞΙΓΕΝΟΥΣ ΙΣΤΟΥ ~~~~~~~~~~~~~~ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΜΕΝΩΝ ΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΜΜΩΣΕΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 122 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ: ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΣΕΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ 3.1. ΣΕΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 123 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ: ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΩΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ 4.1. ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ ~~~ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ~~~~~~~ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΑΕΡΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΥΨΟΜΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΘΕΣΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟ ΕΤΗΣΙΟ ΥΨΟΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ ΕΤΗΣΙΑ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΗΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~

17 ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΟΓΚΟΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 143 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ: ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ 5.1. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΚΛΙΣΕΙΣ ΠΡΑΝΩΝ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΓΕΝΙΚΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ~~~~~~ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΛΕΚΑΝΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΕΚΑΝΕΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΠΗΝΕΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΙΩΝΑ ΠΟΤΑΜΟΥ ~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΜΑΛΑΚΑΣΙΩΤΙΚΟΥ ΡΕΜΑΤΟΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΚΛΕΙΝΟΒΙΤΙΚΟΥ ΡΕΜΑΤΟΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΑΝΑΠΟΔΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΠΟΡΤΑΪΚΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΙΤΑΜΟΥ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΑΝΩ ΡΟΥ ΤΟΥ ΠΗΝΕΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΛΗΘΑΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΑΝΩ ΡΟΥ ΤΟΥ ΛΗ- ΘΑΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΡΙΖΩΜΑΤΟΣ ~~~~~~~~~~~~~ ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΠΥΡΓΟΥ ~~~~~~~ ΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΔΙ- ΚΤΥΟΥ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΜΟΡΦΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΔΡΟΚΡΙΤΕΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΚΑΡΣΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΑΡΧΑΙΟΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ

18 ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ 269 ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ 18

19 ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην διατριβή αυτή γίνεται προσπάθεια να μελετηθεί και να ερευνηθεί η σύνδεση της γεωλογίας, της γεωμορφολογίας, της γεωγραφίας και της εκτίμησης των φυσικών κινδύνων, με την ανάπτυξη των αστικών κέντρων, καθώς και ο ρόλος τους στον χωροταξικό σχεδιασμό. Η πλειονότητα των πόλεων σε παγκόσμια επίπεδο, αλλά και στον Ελλαδικό χώρο, έχει αναπτυχθεί σε σχεδόν επίπεδες περιοχές, πάνω σε εδαφικούς ορίζοντες και σύγχρονες τεταρτογενείς αποθέσεις. Για το λόγο αυτό καταβάλλεται προσπάθεια να μελετηθούν και να ερευνηθούν συγκεκριμένες ιδιότητες, παράγοντες και στοιχεία αυτών των εδαφών και των αποθέσεων, που είναι απαραίτητα στη μελέτη της γεωλογίας των αστικών περιοχών. Επίσης μελετώνται οι συνθήκες προστασίας και ασφάλειας των κατοίκων και των κατασκευών των αστικών κέντρων από φυσικούς κινδύνους. Έτσι αποδεικνύεται η χρησιμότητα της γεωλογικής επιστήμης και γνώσης στον χωροταξικό σχεδιασμό ενός αστικού δομημένου περιβάλλοντος. Καθ όλη τη διάρκεια της εκπόνησης της μελέτης αυτής ακολουθήθηκε συγκεκριμένη μεθοδολογία εργασίας, σύμφωνα με την οποία: αναζητήθηκαν και συλλέχθηκαν βιβλιογραφικές αναφορές, στοιχεία, χάρτες και δορυφορικές εικόνες για την περιοχή μελέτης. Το υλικό αυτό σε άλλες περιπτώσεις ήταν δημοσιευμένο και σε άλλες όχι, έγινε εργασία υπαίθρου, κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν γεωλογική χαρτογράφηση και μετρήσεις πεδίου, έγινε σύνθεση, αναθεώρηση, ομογενοποίηση των γεωλογικών χαρτών και σύνθεση των τοπογραφικών χαρτών, τόσο κατά την εργασία γραφείου, όσο και με προσωπικές παρατηρήσεις κατά την εργασία υπαίθρου, συμπληρώθηκε ο τεκτονικός χάρτης με χρήση μεθόδων τηλεπισκόπισης και εργασία υπαίθρου, έγινε επεξεργασία και ανάλυση των στοιχείων, τα οποία είχαν συλλεχθεί, ακολούθησε εξαγωγή συμπερασμάτων, αποδόθηκαν τα συμπεράσματα σε 70 περίπου θεματικούς χάρτες και πλήθος χαρτογραφικών και στατιστικών διαγραμμάτων, πινάκων και σχημάτων. Στο πρώτο μέρος της διατριβής αυτής μελετήθηκαν τα γεωγραφικά, γεωλογικά, τεκτονικά, κλιματικά, σεισμολογικά, μορφολογικά, γεωμορφολογικά και μορφοτεκτονικά στοιχεία μιας ευρύτερης περιοχής. Η περιοχή μελέτης οριοθετήθηκε με βάση φυσικά κριτήρια (όχι διοικητικά ή άλλα) και ως όριο της επιλέχθηκε ο υδροκρίτης του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του, Μαλακασιώτη, Ίωνα, Κλεινοβίτικου, Ανάποδου, Πορταϊκού και Ληθαίου. Αν στην περιοχή μελέτης προστεθούν οι λεκάνες απορροής του 19

20 Νεοχωρίτη ποταμού και του Ασπροποτάμου τότε αυτή θα ταυτιζόταν σχεδόν με τη συνολική έκταση του Νομού Τρικάλων. Το 71,21% της έκτασης του νομού είναι ορεινό, το 16,82% πεδινό και το 11,97% ημιορεινό. Από τους 146 δήμους και κοινότητες του, οι 85 βρίσκονται σε ορεινές περιοχές, οι 43 σε πεδινές και οι 18 σε ημιορεινές. Ο πληθυσμός του Νομού Τρικάλων από το 1889 έως το 1961 παρουσιάζει μεγάλη αυξητική τάση και υπερδιπλασιάζεται. Από το 1961 έως το 2001 ο πληθυσμός σταθεροποιείται με μικρές αυξομειώσεις, οι οποίες οφείλονται σε κοινωνικά, οικονομικά και φυσικά αίτια. Ο πληθυσμός των δήμων στην περιοχή μελέτης (Τρίκαλα, Καλαμπάκα και Πύλη) από το 1889 έως το 2001 υπερτριπλασιάστηκε, ενώ αντίστοιχα του νομού διπλασιάστηκε. Ο Δήμος Τρικκαίων (Τρίκαλα) το 1889 φιλοξενούσε το 21,21% των κατοίκων του νομού, το 1940 το 15,72%, ενώ το 2001 το 35,27%. Όλες οι κοινότητες έως το 1940 καταγράφουν πληθυσμιακή αύξηση. Οι ορεινές κοινότητες μετά το 1940 παρουσιάζουν πληθυσμιακή κάμψη, οι πεδινές σταθεροποιητικές τάσεις, ενώ ορισμένες παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις, είτε γιατί γειτονεύουν με αστικά κέντρα και λειτουργούν ως προάστιά τους, είτε γιατί έχουν εξελιχθεί σε τουριστικά κέντρα θέρετρα. Το 19,33% της συνολικής έκτασης του νομού καταλαμβάνουν οι καλλιεργημένες εκτάσεις, το 26,19% τα βοσκοτόπια, το 31,08% τα δάση, το 1,60% εκτάσεις καλυπτόμενες από νερά και το 3,70% οι ανθρώπινες κατασκευές. Στα όρια των Δήμων Τρικκαίων και Καλαμπάκας από το 1961 έως το 1991 καταγράφεται υπερτριπλασιασμός της κάλυψης του εδάφους τους από οικοδομές και γενικά ανθρώπινες κατασκευές. Επίσης καταγράφεται σημαντική μείωση των απασχολούμενων στον αγροτικό τομέα και μεγάλη αύξηση αυτών που απασχολούνται στον τριτογενή τομέα παραγωγής (εμπόριο, τουρισμός, μεταφορές κ.λ.π.). Από την επεξεργασία των γεωγραφικών στατιστικών στοιχείων και την παράθεση των παραπάνω αποτελεσμάτων γίνεται αντιληπτό ότι το παγκόσμιο φαινόμενο της αστυφιλίας και της αστικής διόγκωσης επηρεάζει και το Νομό Τρικάλων και επιβεβαιώνεται η παγκόσμια τάση μετατόπισης του πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα και τις πρωτεύουσες των χωρών ή των νομών. Η περιοχή μελέτης δομείται γεωλογικά από προαλπικούς αλπικούς και μεταλπικούς σχηματισμούς. Οι προαλπικοί αλπικοί σχηματισμοί, ηλικίας Παλαιοζωικού Ηωκαίνου, συγκροτούνται κυρίως από ιζηματογενή, εκρηξιγενή και μεταμορφωμένα πετρώματα. Οι μεταλπικοί σχηματισμοί, ηλικίας Ηωκαίνου σήμερα, συγκροτούνται από μεγάλη ποικιλία ιζηματογενών πετρωμάτων και συνεκτικών και χαλαρών ιζημάτων. Οι αλπικοί σχηματισμοί, ανήκουν σε τέσσερις λιθοστρωματογραφικές ενότητες. Οι ενότητες αυτές από τις εξωτερικότερες προς τις εσωτερικότερες διακρίνονται στην ενότητα της Πίνδου, στην ενότητα του Κόζιακα, στην Υποπελαγονική ενότητα και στην Πελαγονική ενότητα. Οι σχηματισμοί αυτοί βρίσκονται σε τεκτονική με επώθηση σχέση, με κατώτερη τεκτονικά την ενότητα της Πίνδου και ανώτερη την Πελαγονική. 20

21 Οι μεταλπικοί σχηματισμοί από τους παλαιότερους προς τους νεώτερους είναι: Ηωκαινικοί Μειοκαινικοί μολασσικοί σχηματισμοί της Μεσοελληνικής αύλακας, Νεογενείς σχηματισμοί Μειοκαινικής Πλειοκαινικής ηλικίας, και Τεταρτογενείς σχηματισμοί αποθέσεις, οι οποίες καταλαμβάνουν τις κοίτες ποταμών και χειμάρρων και πληρούν τις λεκάνες Καλαμπάκας και Τρικάλων. Οι φωτογραμμώσεις και οι τεκτονικές ασυνέχειες εντάσσονται σε σμήνη διευθύνσεων τεκτονικών γραμμών, τα οποία διαπερνούν σταθερά την περιοχή ανεξάρτητα της λιθολογικής σύστασης των γεωλογικών σχηματισμών. Οι κύριες διευθύνσεις τεκτονικών γραμμών είναι οι ΒΔ ΝΑ, ΒΑ ΝΔ, Β Ν και Α Δ και δευτερευόντως οι ΒΒΑ ΝΝΔ και ΒΒΔ ΝΝΑ. Η Θεσσαλία είναι μία μετρίως έως αρκετά σεισμικά ενεργή περιοχή στην ευρύτερη περιοχή του εσωτερικού Αιγαίου. Η σεισμική δράση που επικρατεί επηρεάζεται άμεσα από την τεκτονική δραστηριότητα. Η υψηλή σεισμικότητα και η γένεση πολύ ισχυρών σεισμών κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών του 20 ου αιώνα με μέγεθος μεγαλύτερο από 6.5R, έχουν προκαλέσει σοβαρές καταστροφές σε κατοικημένες περιοχές της Θεσσαλίας. Η περιοχή μελέτης, από την πλευρά του κλίματος, ανήκει στην ηπειρωτική μεσογειακή ζώνη θερμού θέρους, όχι όμως τόσο ξηρού όσο η γνήσια μεσογειακή. Η μέση ετήσια θερμοκρασία των Τρικάλων είναι 16,1 C και της Καλαμπάκας 13,7 C. Με την αύξηση του υψομέτρου παρατηρείται μέση αύξηση των βροχοπτώσεων. Τα μέσα ετήσια ύψη βροχόπτωσης παρουσιάζουν σχετικά υψηλά επίπεδα. Οι υψηλότερες τιμές βροχόπτωσης παρατηρούνται στο νοτιοδυτικό τμήμα της περιοχής έρευνας και οι χαμηλότερες στο ανατολικό και νότιο τμήμα. Τα μέσα ετήσια ύψη βροχής παρουσιάζουν περιοδικότητα με αποτέλεσμα να εμφανίζονται άλλοτε χρόνια πολυομβρίας και άλλοτε χρόνια ανομβρίας. Μορφολογικά η περιοχή έρευνας διακρίνεται σε δύο τμήματα, ένα ορεινό και ένα πεδινό. Το ορεινό ανάγλυφο είναι υψηλό με μέγιστο απόλυτο υψόμετρο μέτρων. Η πεδινή ζώνη αποτελεί μία επιμήκη λεκάνη, η οποία παρουσιάζει ανάπτυξη με διεύθυνση βορειοδυτική-νοτιοανατολική, ενώ το ανάγλυφό της είναι χαμηλό. Οι μορφολογικές κλίσεις των πρανών της περιοχής παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις. Σημαντικό ρόλο στη δημιουργία του αναγλύφου αυτού, διεδραμάτισε η γεωλογική και τεκτονική δομή, τόσο η αλπική όσο και η μεταλπική, οι διεργασίες αποσάθρωσης, διάβρωσης και απόθεσης. Στο δυτικό και νότιο δυτικό ορεινό τμήμα αναπτύσσονται οι μεγαλύτερες κλίσεις (>30%) και συχνά εμφανίζονται κρημνώδη πρανή μεγάλου ύψους, εξαιτίας κυρίως του γεωλογικού υποβάθρου. Στο βόρειο και ανατολικό τμήμα τα πρανή παρουσιάζουν σημαντικές αυξομειώσεις με μία τάση μείωσης των κλίσεων από τα βόρεια προς τα νότια. Στο εσωτερικό της πεδινής ζώνης η μορφολογική κλίση είναι ομαλή (0 10%) με εξαίρεση τους λόφους, οι οποίοι αναπτύσσονται εσωτερικά και εμφανίζουν μέσες μορφολογικές κλίσεις (10 30%), εξαιτίας της γεωλογικής τους δομής. Το υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής μελέτης είναι καλά αναπτυγμένο και υπάρχει σημαντική επιφανειακή απορροή. Η μορφή του υδρογραφικού δικτύου προδίδει τη σχέση του με τεκτονικά αίτια. 21

22 Το συνολικό υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής μελέτης, αλλά και συγκεκριμένων υπολεκανών παρουσιάζουν ανώμαλη ανάπτυξη. Παρακολουθώντας τις μικρές τάξεις του υδρογραφικού δικτύου, κυρίως στο ορεινό και με πολύ απότομη κλίση τμήμα, παρατηρούμε ότι παρουσιάζει μια ομαλή και κανονική ανάπτυξη. Στο πεδινό και ομαλής κλίσης τμήμα της περιοχής μελέτης παρατηρούμε, ότι το υδρογραφικό δίκτυο παρουσιάζει μια μη κανονική ανάπτυξη. Αρχικά παρατηρούμε, ότι αυτό δεν είναι πυκνό, όπως συμβαίνει στο ορεινό τμήμα, αλλά αραιό και στους κλάδους μεγάλης τάξης δεν συμβάλουν αρκετοί κλάδοι της αμέσως μικρότερης τάξης. Στο πεδινό τμήμα οι κλάδοι μεγάλης τάξης του υδρογραφικού δικτύου παρουσιάζουν μια ασυνήθη επιμήκυνση. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει, ότι το επιμηκυμένο τμήμα του υδρογραφικού δικτύου είναι νεώτερο σε σχέση με το υπόλοιπο. Παλαιότερα επομένως, το υδρογραφικό δίκτυο σταματούσε στο σημείο εκείνο, όπου σταματά η κανονική και πυκνή ανάπτυξή του. Από το σημείο εκείνο και μετά, υπήρχε ένα επίπεδο βάσης, το οποίο πιθανόν να αποτελούσε η μεγάλη λίμνη της Θεσσαλίας ή κάποιες νεώτερες λίμνες και βάλτοι υπολείμματα της προηγούμενης. Έτσι τεκμηριώνεται και η ανισόχρονη μεταβολή και εξέλιξη του Πηνειού ποταμού, η οποία καταγράφεται και σε άλλα σημεία του. Στην περιοχή μελέτης αναπτύσσονται δύο καρστικά συστήματα το ένα κατά μήκος του όρους Κόζιακας και το άλλο στην απόληξη των Αντιχασίων ορέων. Οι διευθύνσεις των υδροκριτικών γραμμών και των ρεμάτων της περιοχής μελέτης ακολουθούν τις διευθύνσεις των τεκτονικών γραμμών, είτε αυτές είναι αλπικές είτε μεταλπικές. Η αστική γεωλογία είναι μία ειδικότητα, της οποίας το επιστημονικό πεδίο εκτείνεται μεταξύ αφενός της βασικής και αφετέρου της εφαρμοσμένης και της περιβαλλοντικής Γεωλογίας. Οι πρώτες γεωλογικές έρευνες αστικών περιοχών έγιναν στον Καναδά στα τέλη του 19 ου αιώνα. Οι πρώτες γεωμορφολογικές έρευνες αστικών περιοχών έγιναν στα τέλη της δεκαετίας Στο δεύτερο μέρος της μελέτης αυτής παρουσιάζονται η αστική γεωλογία και η αστική γεωμορφολογία του Νομού Τρικάλων και μελετώνται σε τέσσερα στάδια. Στο πρώτο μελετώνται όλα εκείνα τα φαινόμενα και τα στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με τα εδάφη και τα πετρώματα. Στο δεύτερο στάδιο μελετώνται τα φαινόμενα και τα στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με τα νερά. Στο τρίτο στάδιο εξετάζεται η εκτίμηση των φυσικών κινδύνων. Τέλος στο τελευταίο στάδιο εξετάζεται ο ρόλος της γεωλογίας στο χωροταξικό σχεδιασμό. Η σεισμικότητα της περιοχής μελέτης και τα μακροσεισμικά αποτελέσματα σε αυτήν είναι μέτρια. Οι μεγαλύτερες απώλειες σε ζωές και υλικές ζημιές προέρχονται από σύνδρομα φαινόμενα, τα οποία σχετίζονται με τους σεισμούς (π.χ. κατολισθήσεις κ.λ.π.). Στη μελέτη αυτή σχεδιάστηκε χάρτης των κατολισθητικών φαινομένων, τα οποία παρατηρήθηκαν και χαρτογραφήθηκαν κατά την εργασία υπαίθρου. Φαινόμενα καθιζήσεων καταγράφονται στα χαλαρά, και κυρίως αργιλικά, εδάφη, που βρίσκονται σε ήπιο ανάγλυφο με χαμηλές κλίσεις. Έντονα φαινόμενα αστάθειας, καταπτώσεων, ερπυσμού και κατολισθήσεων καταγράφονται στους νεογενείς κυρίως σχηματισμούς κορημάτων. Φαινόμενα αστάθειας πρανών και καταπτώσεων υλικών καταγράφονται επίσης στα χαλαρά εδάφη των πεδινών 22

23 περιοχών. Σε αυτές τις τρεις πρώτες κατηγορίες σχηματισμών βρίσκεται εγκατεστημένη και η πλειονότητα των πόλεων, των κοινοτήτων και των οικισμών, που φιλοξενούν και το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού του νομού. Έντονα κατολισθητικά φαινόμενα εμφανίζονται επίσης στις ζώνες των σχηματισμών του φλύσχη, με σοβαρά προβλήματα στους οικισμούς, τους δρόμους και γενικά τις ανθρώπινες κατασκευές. Σημαντικά προβλήματα καταπτώσεων καταγράφονται στις περιοχές, που παρουσιάζουν απότομες μορφολογικές κλίσεις, με εξαίρεση αυτές που αποτελούνται από τα συνεκτικά κροκαλοπαγή των μολασσικών σχηματισμών και το κρυσταλλοσχιστώδες προαλπικό υπόβαθρο της Πελαγονικής ενότητας. Σημαντικά επίσης προβλήματα καταπτώσεων καταγράφονται στις περιοχές που εμφανίζονται τα σκληρότερα καλύμματα (ασβεστολιθικά και κερατολιθικά), τα οποία επίκεινται μαλακότερων σχηματισμών στη ζώνη Ωλονού Πίνδου και Κόζιακα. Τα καλύμματα αυτά είναι έντονα καταπονημένα και συνήθως κατακερματισμένα στην επιφάνειά τους εξαιτίας των τεκτονικών διαρρήξεων και της πτύχωσής τους. Συνολικά τα μεγαλύτερα προβλήματα καταπτώσεων, κατολισθήσεων και γενικά κινήσεων υλικών παρατηρούνται και καταγράφονται στο δυτικό και στο νοτιοδυτικό τμήμα της περιοχής μελέτης, και συγκεκριμένα στα όρη του Κόζιακα και της Νότιας Πίνδου. Μελετήθηκαν τα εδάφη του πεδινού τμήματος της περιοχής μελέτης και κατασκευάστηκε ο χάρτης εδαφικής κατάταξης της λεπτής γης και μηχανικής σύστασης του εδάφους. Καταγράφηκαν τα φαινόμενα διάβρωσης στην περιοχή μελέτης, τα οποία συναντώνται κυρίως στους κλαστικούς μολασσικούς σχηματισμούς, και δευτερευόντως στους συνεκτικούς μολασσικούς σχηματισμούς, στο μανδύα αποσάθρωσης σχηματισμών, στα κορήματα και στους κώνους κορημάτων, καθώς και στις αλλουβιακές αποθέσεις. Στην περιοχή μελέτης καταγράφονται φαινόμενα διάβρωσης, τα οποία συνδέονται με προγενέστερα φαινόμενα κατολισθήσεων. Έγινε η παρουσίαση και τεκμηρίωση της μεθοδολογίας, καθώς και η ταυτοποίηση των κύριων διευθύνσεων τεκτονικών γραμμών σε μια λεκάνη απόθεσης τεταρτογενών και σύγχρονων ιζημάτων. Αυτές στην πραγματικότητα ακολουθούν και αποτελούν συνέχεια των τεκτονικών γραμμών των σχηματισμών υποβάθρου, που έχουν καταγραφεί παλαιότερα ή αναγνωρίστηκαν σήμερα κατά την εργασία αυτή. Στην αστική περιοχή των Τρικάλων που μελετήθηκε, παρατηρήθηκε ότι στις τεταρτογενείς αποθέσεις, που αποτελούνται από αργιλοϊλύες έως ιλυούχες αργίλους, αμμούχες αργιλοϊλύες, και αμμοϊλύες έως αργιλοϊλυούχες άμμους, εμφανίζονται προβλήματα στη θεμελίωση κατασκευών και οικοδομών. Σε αντίθεση στους μολασσικούς σχηματισμούς και στην ενότητα των αμμοχάλικων των τεταρτογενών αποθέσεων δεν παρουσιάζονται προβλήματα στη θεμελίωση. Ο εδαφικός ορίζοντας του πεδινού τμήματος της περιοχής μελέτης κινδυνεύει να ρυπανθεί κυρίως από δύο παράγοντες: τη χρήση αζωτούχων ενώσεων κατά τη λίπανση των αγροτικών καλλιεργειών, και την άναρχη απόρριψη αστικών και βιομηχανικών ή βιοτεχνικών απορριμμάτων. 23

24 Στην περιοχή μελέτης αστικά και βιομηχανικά ή βιοτεχνικά απορρίμματα ρίχνονται άναρχα και με ελάχιστες προφυλάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Το υπάρχον υδάτινο δυναμικό του νομού δεν καλύπτει τις ανάγκες. Κατά την μελέτη του υδάτινου δυναμικού της περιοχής μελέτης διαπιστώθηκε ότι οι υψηλότερες παροχές στα επιφανειακά νερά παρατηρούνται κατά τη διάρκεια του χειμώνα και της άνοιξης. Οι παροχές μειώνονται αισθητά την καλοκαιρινή και φθινοπωρινή περίοδο. Απεναντίας, η υψηλή κατανάλωση νερού για άρδευση γίνεται αποκλειστικά σχεδόν τους καλοκαιρινούς μήνες. Στο μεγαλύτερο τμήμα του Πηνειού και του Ληθαίου ποταμού δεν υπάρχει μόνιμη ροή κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών αλλά και των μηνών Σεπτεμβρίου Οκτωβρίου. Τα εκμεταλλεύσιμα υπόγεια υδροφόρα συστήματα αναπτύσσονται κυρίως στις τεταρτογενείς αποθέσεις, καθώς επίσης στους ανθρακικούς και οφιολιθικούς σχηματισμούς. Στην περίμετρο της πεδινής ζώνης αναπτύσσονται καρστικές ενότητες οι οποίες αποδίδουν μεγάλες ποσότητες νερού και στα χαμηλότερα τμήματά τους αποστραγγίζονται κυρίως από πηγές. Οι οφιολιθικοί σχηματισμοί παρουσιάζουν χαρακτηριστικά ασυνεχούς και περιορισμένης υδροφορίας και συνδέονται με πλήθος πηγών, μικρής όμως παροχής. Η πλειοψηφία των υπόγειων υδροφόρων οριζόντων υφίσταται υπερεκμετάλευση και απόδειξη τούτου αποτελεί ο αριθμός των γεωτρήσεων. Ο συνολικός αριθμός των νόμιμων γεωτρήσεων στην περιοχή μελέτης τη χρονική περίοδο αυτή ήταν Το 85% του συνολικού νερού, το οποίο χρησιμοποιείται για άρδευση, προέρχεται από τα υπόγεια νερά. Η πόλη των Τρικάλων εμφάνιζε παλαιότερα πλούσιο υδάτινο δυναμικό. Ο Ληθαίος ποταμός, που διασχίζει διατρέχει την πόλη των Τρικάλων, είναι ένα ήσυχο και γραφικό ποτάμι. Η πόλη των Τρικάλων παλαιότερα υδρευόταν από πολλές βρύσες, πηγές και ανάβρες, καθώς και από το παλαιό υδραγωγείο με το οποίο μεταφερόταν νερό από την περιοχή της Καλαμπάκας. Η πεδινή περιοχή της λεκάνης απορροής του Πηνειού και των παραποτάμων του μαστιζόταν παλαιότερα από το έντονο πρόβλημα των πλημμυρών, χωρίς να έχει εξαλειφθεί εντελώς και σήμερα, ύστερα από τα πολλά και εκτεταμένα εγγειοβελτιωτικά έργα, τα οποία σχεδιάστηκαν και πραγματοποιήθηκαν. Υπάρχουν πάρα πολλές αναφορές για πλημμύρες, με σημαντικότερη την μεγάλη πλημμύρα του Ληθαίου ποταμού το Με τα εγγειοβελτιωτικά έργα και τα κανάλια, τα οποία κατασκευάστηκαν σε όλη την έκταση της πεδινής περιοχής, ελαττώθηκε αλλά δεν εξαλείφθηκε ο κίνδυνος καταστροφικών πλημμυρών. Ένα ευρύ δίκτυο τεχνητών καναλιών έχει δημιουργηθεί σε όλη την πεδινή ζώνη του Νομού Τρικάλων και παροχετεύει μεγάλο τμήμα των νερών του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του για την προστασία από τα πλημμυρικά φαινόμενα, αλλά και για την προμήθεια των αγροτικών καλλιεργειών με επαρκείς ποσότητες αρδευτικού ύδατος. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι πλημμύρες πέρα από τις καταστροφές, τις οποίες προκαλούν, είναι ευπρόσδεκτες τις περισσότερες φορές από τον αγροτικό πληθυσμό της περιοχής, γιατί εμπλουτίζουν τα αγροτικά κτήματα με νέο επιφανειακό υλικό και αναζωογονούν το εδαφικό κάλυμμα με πλούσιο χώμα σε θρεπτικά συστατικά. 24

25 Στις πεδινές περιοχές, καθώς και στις περιοχές με ομαλές κλίσεις, όπου εφαρμόζεται ένα σύστημα εντατικοποιημένων και εξαντλητικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, οι παρεμβάσεις του ανθρώπου είναι μεγάλες και καταγράφηκαν μεταβολές του υδρογραφικού δικτύου του κυρίου κλάδου του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του. Καταγράφεται και πιστοποιείται η παλαιότερη ύπαρξη πολλών ελών και τελμάτων στο πεδινό τμήμα του Νομού Τρικάλων. Τα περισσότερα από αυτά έχουν αποξηρανθεί στη διάρκεια του προηγούμενου αιώνα, τόσο για την εξοικονόμηση εύφορων αγροτικών καλλιεργούμενων εκτάσεων, όσο και για την προστασία της δημόσιας υγείας. Ο Ληθαίος εξερχόμενος στην πεδινή περιοχή στρέφεται απότομα κατά 90 περίπου ακολουθώντας το κράσπεδο του όρους των Αντιχασίων. Αυτό οφείλεται σε μια μεγάλη υπόγεια τεκτονική γραμμή, η οποία φαίνεται ότι παραμένει ενεργή ως δομή, έχει την ίδια διεύθυνση με αυτή του ποταμού και επηρεάζει τη διάταξη των τεταρτογενών ιζημάτων. Μετά την στροφή της ροής του Ληθαίου αποτρέπεται η αναμενόμενη συμβολή του με τον Πηνειό. Η πορεία, την οποία ακολουθεί ο Ληθαίος ποταμός στην πεδινή αυτή περιοχή, αποτελεί μέρος μιας ασύμμετρης διάταξης και είναι σχεδόν παράλληλη με αυτήν του Πηνειού. Η παραλληλία αυτή οφείλεται στην οπισθοδρομούσα παραμόρφωση (θεωρία Piggyback). Το ρήγμα της Θεοτόκου Θεόπετρας λειτουργεί σαν άξονας του Piggyback στη λεκάνη της Μεσοελληνικής Αύλακας. Κατασκευάστηκε ο υδρολιθολογικός χάρτης της περιοχής μελέτης και σύμφωνα με αυτόν το 56% της έκτασής της καλύπτεται από υδροπερατά ανθρακικά πετρώματα, κροκαλοπαγή και χαλαρές έως ημισυνεκτικές τεταρτογενείς αποθέσεις. Το 24% της έκτασης της περιοχής μελέτης δομείται από ημιπερατούς σχηματισμούς, όπως είναι η οφιολιθική σειρά, οι γνεύσιοι, τα μεταμορφωμένα και ημιμεταμορφωμένα πετρώματα, τα μολασσικά ιζήματα και οι χερσαίες Πλειοκαινικές αποθέσεις. Στο 20% της έκτασης της περιοχής μελέτης επικρατούν οι αδιαπέρατοι σχηματισμοί και συγκεκριμένα οι κερατόλιθοι, ο φλύσχης, οι κλαστικοί και οι αργιλοπυριτικοί σχηματισμοί, οι σχιστόλιθοι και οι μάργες. Μελετήθηκαν οι φυσικοί κίνδυνοι, οι οποίοι απειλούν την περιοχή μελέτης, και οι παράγοντες, που τους προκαλούν. Στη συνέχεια αναπτύχθηκαν σύνθετα πολύκριτηριακά πρότυπα εργασίας (μοντέλα) με διαφορετικής βαρύτητας κριτήρια, για την δημιουργία των χαρτών επικινδυνότητας σε φαινόμενα κατολίσθησης και σε φαινόμενα διάβρωσης. Κατόπιν κατασκευάστηκε ο χάρτης επικινδυνότητας πλημμυρικών φαινομένων, χρησιμοποιώντας ως κριτήριο τη μηχανική σύσταση των εδαφών και τη μορφολογία. Στους δύο χάρτες επικινδυνότητας σε φαινόμενα κατολισθήσεων και διάβρωσης καθορίστηκαν οι περιοχές, που είναι ευάλωτες στους φυσικούς κινδύνους και εμφανίζονται ζώνες υψηλής, μέσης και χαμηλής επικινδυνότητας. Στο χάρτη επικινδυνότητας πλημμυρικών φαινομένων εμφανίζονται οι ζώνες, οι οποίες είναι ευάλωτες σε πλημμύρες. Σε πολλές αστικές περιοχές καταγράφονται σε διάφορες χρονικές στιγμές φυσικά φαινόμενα, τα οποία πλήττουν τις κατασκευές. Τα φαινόμενα αυτά είναι πιθανό να προκαλούνται εξαιτίας και αυτών των κατασκευών, σαν αντίδραση της φύσης στις δράσεις των ανθρώπων. Τα φυσικά φαινόμενα, συνήθως, προκαλούν υλικές ζημιές στις κατασκευές και στις περιουσίες, απώλειες στο αγροτικό και στο ζωικό 25

26 κεφάλαιο και αρκετές φορές τον τραυματισμό ή τον θάνατο των κατοίκων. Οι φυσικές καταστροφές στη πλειονότητά τους οφείλονται στον ανύπαρκτο ή στον ελλιπή σχεδιασμό των πόλεων και στην ανύπαρκτη εκτίμηση των φυσικών κινδύνων κατά την κατασκευή του οποιουδήποτε έργου. Η γεωλογική έρευνα στον ευρύτερο χώρο έχει σκοπό την αστική προστασία, ασφάλεια και θωράκιση από τους φυσικούς κινδύνους. Έτσι η έρευνα εστιάζεται στις γεωλογικές συνθήκες και στην εκτίμηση αυτών των φυσικών κινδύνων. Αποτέλεσμα της έρευνας αυτής είναι ο ορισμός απαγορευτικών ορίων κάποιων καινούριων χρήσεων της γης σε συγκεκριμένες θέσεις. Κρίνεται σκόπιμο αυτή η γεωλογική έρευνα να πραγματοποιείται τόσο σε μεγάλης όσο και σε μικρής κλίμακας χωρικό πλαίσιο. 26

27 SUMMARY The aim of this thesis is to study and investigate the connection of geology, geomorphology and geography with the development of urban centres. The majority of cities, internationally as well as within Greece, have developed on relatively flat land, underlain by soil strata and recent quaternary deposits. For this reason, it has been attempted to study and investigate the properties, factors and characteristics of these soils and deposits, which are trivial to the study of the geology urban areas. The conditions of safety and protection of the inhabitants of urban centres against natural hazards have also been studied. Thus, it is proven, the significance of geological science and knowledge on urban environment planning. Throughout this research a specific methodology has been followed; this comprised of the following steps: Bibliographical references, data, maps and satellite images of the studied area were searched and collected; Field work was undertaken, during which geological mapping and field measurements were conducted; Geological and topographical maps were composed, not only in office but also during field work; The tectonic map was appended with the use of remote sensing methods and field observations; Collected data were processed and analysed; Conclusions were drawn; Conclusions were depicted in 70 thematic maps and in a number of statistical diagrams, charts and plans. In the first part of this thesis, the geographical, geological, tectonic, climatic, seismological, morphological, geomorphological and morphotectonic features of the greater area were studied. The area that was studied was set based on physical criteria (not administrative or other). The watershed of Pinios river and its tributaries, Malakasiotis, Ionas, Kleinovitikos, Anapodos, Portaikos and Lithaeos, served as the boundary of the area under study. If to the above area the basins of Neohoritis and Aspropotamos Rivers were to be added, this would almost coincide with the area of Trikala Prefecture % of the area of Trikala Prefecture is covered by mountains, 16.82% by plains and 11,97% by hills. Out of the 146 settlements of the prefecture, 85 are 27

28 mountainous, 43 flat and 18 semi-mountainous. The population of Trikala Prefecture has increased rapidly between 1889 and 1961, growing to more than double compared to the original size. Between 1961 and 2001, the population has stabilised, with small fluctuations due to social, economic and natural causes. The population of the municipalities in the area under study (Trikala, Kalambaka and Pili) has more than tripled between 1889 and 2001, while in the rest of the prefecture it has doubled. The municipality of Trikala hosted 21.21% of the inhabitants of the prefecture in 1889, 15.72% in 1940, while it reached 35.27% in A population increase was recorded in all communities of the prefecture up to Post 1940, a population decrease has been recorded in the mountainous communities, while the communities in the plains generally stabilised, although in some of them increasing tendencies have been recorded, either due to their proximity to urban centres or due to their development as tourist resorts % of the total area of the prefecture is covered by farmland, 26.19% by pastures, 31.08% by forests, 1.60% by water and 2.70% by human developments. In the boundaries between the municipalities of Trikala and Kalambaka the size of the area covered by human developments has tripled between 1961 and A significant decrease has also been recorded in the number of people employed in agriculture while the number of people employed in the tertiary section of production (commerce, tourism, transportation) has increased. The analysis and comparison of the geographical and statistical data makes it evident that the universal phenomenon of urbanism and urban expansion has affected the Trikala Prefecture, thus confirming the worldwide tendency of populations to move towards urban centres and the capitals of countries or prefectures. The geological structure of the area under study comprises pre-alpine/alpine and post-alpine formations. The pre-alpine/alpine formations, dated as Palaeozoic- Eocene, comprise mainly of sedimentary, igneous and metamorphic rocks. The post-alpine formations, dated as Eocene-present, comprise of a great variety of sedimentary rocks and cohesive to loose sediments. The alpine formations belong to four main stratigraphic units. These units, from the outer to the inner, are the Pindos Unit, the Koziakas Unit, the Sub-Pelagonian Unit and the Pelagonian Unit. These units are thrusted on each other, the Pindos Unit being the lower and the Pelagonian being the upper. The post-alpine formations, from the older to the more recent are: Eocene to Miocene Molassic formations of the Mid-Hellenic Trough, Neogene formations of Miocene-Pliocene age, and Quaternary deposits, which cover the beds of rivers and brooks and have filled the basins of Kalambaka and Trikala. The lineaments and tectonic discontinuities belong to the groups of directions of tectonic lines, which traverse the area, regardless of the petrographical composition of the geological formations. The main directions of the tectonic lines are NW-SE, NE-SW, N-S and E-W. The secondary directions are NNE-SSW and NNW-SSE. The region of Thessaly is an area of moderate to high seismicity, within the greater area of the inner Aegean. The predominant seismic activity of the area is 28

29 directly influenced by tectonic activity. The high seismicity and the generation of powerful earthquakes during the last decades of the 20 th century, measuring above 6.5 on the Richter scale, have caused significant damage to inhabited areas of Thessaly. The area under study, with regard to climate, belongs to the inland Mediterranean zone of hot summers, although not as dry as those of the Mediterranean zone proper. The mean annual temperature is 16.1 C in Trikala and in 13,7 C in Kalambaka. Mean precipitation has been observed to increase with increasing altitude and is relatively high. The highest levels are observed in the southeast part of the area, while the lowest in the east and south. The mean annual precipitation exhibits a multi-annual cycle; as a result, some years present higher precipitation than others. Morphologically, the area under study is divided in two sections, i.e. the mountains and the plains. The mountainous terrain reaches high altitudes, the highest peak measuring 2,204masl. The plains zone comprises of an oblong basin, developed on a northwest-southeast direction, with a low-lying terrain. The slopes of the area have a variety of dips. The development of this terrain has been greatly influenced by the alpine and post-alpine geological and tectonic structure of the area, as well as the weathering, erosion and deposition processes. The greatest dips (>30%) are observed in the west and southwest, mountainous parts, while cliffs of great heights are also observed, mainly due to the underlying geology. In the north and south parts, slope dips are varied, while a tendency of reduction in the dips is observed from north to south. In the inner part of the plains, the dip is very shallow (0-10%) except for the hills, where moderate dips have been observed (10-30%), due to their geological structure. The drainage pattern of the area under study is well developed, with significant surface drainage. The shape of the drainage pattern shows its connection to tectonic processes. The drainage pattern of the area under study, and particularly that of certain basins, shows an irregular development. Observing the smaller classes of drainage pattern, mainly in the mountainous and steep terrain areas, one may notice that it shows a smooth and regular development. In the plains and shallow dipping areas the drainage pattern is observed to have a non-regular development. Initially it is observed to be not as dense as in the mountainous terrain, but sparse, and branches of high class are not joined by many tributaries of the lower class. In the plains and the shallow dipping areas higher class branches of the drainage pattern exhibit an unusual elongation. This fact proves that the elongated part of the drainage pattern is more recent compared to the rest. This phenomenon proves that in the past the drainage pattern stopped at the point where the normal and dense development ceases. From that point on, there was a basal plain, which probably comprised of the large Thessaly Lake or some newer lakes and marshes, remains of the older lake. That indicates the development and variation of the Pinios River in different times, which has also been observed in other parts of the same river. 29

30 The directions of the watersheds and the brooks of the area under study follow the directions of the tectonic lines, alpine or post-alpine. Urban geology is a sector whose scientific field expands between pure, applied and environmental geology. The first geological investigations of urban areas were undertaken in Canada, towards the end of the 19 th century. The first geomorphological investigations of urban areas took place towards the end of the decade. The second part of this thesis presents the urban geology and geomorphology of the Trikala Prefecture, which have been studied in four stages. In the first stage, all these phenomena and data relating to soils and rocks are studied. The second stage deals with phenomena and data related to water. The third stage examines and appraises natural hazards. The final stage, examines the role of geology on town planning. The seismicity of the area under study and the macroseismic effects in it are moderate. Loss of life and property has occurred, in its majority, as a result of concurrent phenomena, related to earthquakes (e.g. landslides etc) For the purposes of this thesis, a map has been created, depicting all landslides mapped during fieldwork. Landslide phenomena have been recorded in loose, mainly clayey, soils in shallow dipping slopes. Intense phenomena of instability, rockfalls, creep and landslides have been recorded in the Neogene formations, mainly in the scree cones. Slope instability phenomena have also been recorded in loose formations in the plains. The majority of towns, communities and settlements, which host the majority of the population of the prefecture, have been developed on the above three formations. Intense landslide phenomena have also been observed in areas underlain by Flysch formations, causing serious problems on settlements, highways and, generally, human structures. Significant rockfall problems have been recorded in areas with steep morphological features, with the exception of those areas that consist of cohesive conglomerates of the molassic formations and the crystalline pre-alpine bedrock of the Pelagonian Unit. Significant rockfall problems have also been encountered in areas where the harder nappes (of calcareous rocks and certs) overlie softer formations, in the units of Pindos and Koziakas. These nappes are highly tectonised and usually fractured in their surface due to tectonic rupture and folding. As a whole, the most significant problems of falls and generally movements of material are observed in the west and southwest parts of the area under study, in the mountains of Koziakas in the South Pindos range. The soils in the plains of the area under study have been studied and a chart of soil classification and particle size distribution has been produced. Erosion phenomena in the area under study have been recorded; these are primarily encountered in the clastic molassic formations, while secondarily they have been encountered in the cohesive molassic formations, the weathering mantle of the formations, in the scree and the scree cones, as well as in the alluvial and dilluvial deposits. In the area under study, erosion phenomena connected to previous landslides have been recorded. 30

31 A presentation and verification of the methodology has been conducted, as well as the identification of the main directions of tectonic lines within a deposition basin of quaternary and modern sediments, which, in reality, follow or form a continuity to the tectonic lines of the bedrock formations, which have been recorded earlier or were identified in the course of this research. It was observed, in the studied urban area of Trikala that problems to the foundations of structures have occurred in the quaternary deposits, which consist of sandy silts to clayey silty sands. In contrast, no foundation problems have been encountered in the Molassic formations and the sandy gravel units of the quaternary deposits. The soil strata of the plains in the area under study are in risk of pollution, mainly because of two factors: the use of nitrous compounds from agricultural fertilisers and the non-regulated discharge of urban and industrial waste. In the area under study, urban and industrial waste is discharged without a plan and with few precautions for the protection of the environment. The existing water resources of the prefecture cannot cover the current needs. The study of the water resources concluded that the highest flows of surface water are observed during winter and spring. The flow rates decrease dramatically during the summer and autumn seasons. On the contrary, high consumption of water for irrigation reasons occurs exclusively during the summer months. In the greater part of the course of Pinios and Lithaios Rivers, there is no permanent flow during summer, as well as during the months of September and October. Exploitable subterranean aquifer systems are developed mainly within the quaternary deposits, as well as within the calcareous and ophiolithic formations. Along the perimeter of the plains karstic units are present, which yield great quantities of water; these, in their lower sections, are drained mainly by springs. The ophiolithic formations of the area under study exhibit characteristics of discontinuous and limited water bearing, and are connected to a large number of springs, which nevertheless have small flows. The majority of the subterranean aquifers are overexploited, as indicated by the number of pumping boreholes in the area. The total number of legal boreholes in the area under study, in the period between , was 1, % of the total water used for irrigation is derived from subterranean aquifers. The city of Trikala used to have rich water resources. Lithaios River crosses the city, being a picturesque and placid river. The city used to receive its drinking water from a number of springs, as well as the old aqueduct carrying water from the area of Kalambaka. The plains around the Pinios River and its tributaries used to suffer from extreme flooding events, a phenomenon which has not been completely eradicated at present, even after the construction of a number of flood defences. There are many reports for floods, the most significant of which was the great flood of the Lithaios River in Flood defences and drainage canals, constructed throughout the plains, have reduced but not eradicated the hazard of a destructive flood. A wide network of 31

32 canals have been constructed throughout the plains of the Trikala prefecture and drain a large part of the flow of the Pinios River and its tributaries, in order to protect the area against flooding as well as to provide water for irrigation purposes. It is worth noticing that floods, although destructive, are most of the time welcome by the agricultural population of the area because they enrich the farm land with new surface material, revitalising the soil cover with turf rich in nutritional components. In the plains, as well as the shallow dipping areas, a system of intensive farming has been applied. Human intervention is greater in these areas and alterations of the drainage pattern of the Pinios River and its tributaries have been recorded. The previous existence of a number of marshes has been recorded and verified. Most of these were drained during the previous century in order to gain fertile land for farming, and also to protect public health and hygiene. The Lithaios River, coming into the plain turns steeply by approximately 90 following the shelf of the Antihasia Mountain. This is due to an extensive tectonic line, which appears to remain active, it has the same direction with the river and also influences the layout of quaternary deposits. After this turn, the expected join of Lithaios to Pinios River is avoided. The course that it follows in the plain, forms part of a non-symmetrical layout and it is almost parallel to that of the Pinios. This is due to reverse deformation (Piggyback theory). The Theotokos-Theopetra fault operates as a Piggyback axis in the basin of the Mid-Hellenic Trough. A hydro-petrographic map of the area under study was composed and according to it 56% of the area is underlain by permeable calcareous rocks, conglomerates and loose to semi-cohesive quaternary deposits. 24% of the area is covered by semi-permeable formations such as ophiolites, gneiss, metamorphic and semimetamorphic rocks, molassic sediments and Pleistocene land deposits. 20% of the area is dominated by impermeable formations, in particular cert, flysch, clastic and clay-silica formations, schists and marls. Composite, multiple criteria work standards (models) with criteria of various importance factors were developed for the creation of a hazard map for landslide and erosion phenomena in the under study area. A flood hazard map, was then created based on the particle size distribution of the soils. In a number of urban areas, natural phenomena, which inflict damage on structures, have been recorded at various times. These phenomena may be caused by the structures themselves, as nature s reaction to human activity. These phenomena usually cause damage to properties, loss of agricultural capital and, often, injury or death to people. The majority of these natural disasters happen due to non-existent or incomplete town planning, and due to the nonexistent appraisal of natural hazards, during the planning and construction of structures. Geological investigation in the greater area aims to help civil protection and offer safety from natural disasters. Thus, this research has focused on the geological conditions and the appraisal of natural hazards. As a result, boundaries have been set where certain new uses of the land may be prohibited. Such geological investigations must be carried out in both a narrow and wider area scale. 32

33 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ο Πηνειός ποταμός ή Σαλαμβρίας κατά τον Όμηρο ονομάστηκε αργυροδίνης ή δινήης. Ο Πηνειός για τις πολλαπλές του ευεργεσίες προς τους κατοίκους της Θεσσαλικής πεδιάδας, προσωποποιήθηκε, θεοποιήθηκε και λατρεύτηκε. Σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν γιος του Ωκεανού και της Τιθύος και πατέρας της νύμφης Δάφνης, η οποία ήταν ιέρεια της Μητέρας Γης. Επίσης πιθανολογείται ότι η νύμφη Τρίκκη ήταν κόρη του, από την οποία έλαβε και το όνομα της η αρχαία πόλη της Τρίκκης, η οποία προϋπήρχε της σημερινής πόλης των Τρικάλων. Ο Πηνειός ακόμα αναφέρεται ως σύζυγος της Κρεούσης και πατέρας του Υψέα, του μετέπειτα βασιλιά των Λαπιθών. Θυγατέρα του Υψέως ήταν η νύμφη Κυρήνη, την οποία άρπαξε ο Απόλλωνας και την μετέφερε στη Λιβύη δίνοντας και το όνομά της στην αντίστοιχη αφρικανική πόλη. Σύμφωνα πάντα με τη μυθολογία άλλη κόρη του Υψέως και εγγονή του Πηνειού ήταν η νύμφη Θεμιστώ. Η Θεμιστώς παντρεύτηκε τον Αθάμαντα, που ήταν εγγονός του Έλληνου και βασιλιάς των Θεσσαλών Αθαμάνων. Κατά μία άλλη λαϊκή ιστορία ή μύθο αναφέρεται ότι η Σαλαμπριά ήταν αδελφή του Αώου και του Αχελώου. Σύμφωνα με το μύθο αυτό, μια μέρα ανέβηκαν τα τρία αδέλφια στο βουνό να μαζέψουν ξύλα και τους πήρε η νύχτα. Βρήκαν ένα μέρος απάγκιο και έπεσαν να κοιμηθούν. Τη νύχτα όμως ήρθαν οι νεράιδες έκλεψαν τη Σαλαμπριά. Όταν ξύπνησαν το πρωί τα άλλα δύο αδέλφια, ο Αώος και ο Αχελώος, είδαν ότι έλειπε η αδελφή τους, έψαξαν μάταια να τη βρουν. Οι νεράιδες την είχαν κρύψει σε μια βαθιά σπηλιά. Τότε τα δυο αδέλφια χωρίστηκαν για να βρουν την αδελφή τους ο Αώος τράβηξε προς το Βορρά ενώ ο Αχελώος προς το Νότο. Στο μεταξύ η Σαλαμπριά κατάφερε να ξεγελάσει τις νεράιδες και να ξεφύγει. Βρήκε ένα πέρασμα στην Πίνδο και στο Κούρσοβο ( = Ελληνόκαστρο) και κατέβηκε στον κάμπο της Θεσσαλίας. Από τότε τα τρία αδέλφια προσπαθούν να συναντηθούν αλλά μάταια (ΚΛΙΑΦΑ, 2003). Μέχρι το 12 ο μ.χ. αιώνα, ο Πηνειός έφερε μόνο αυτήν την ονομασία. Πρώτη η Άννα η Κομνηνή τον αποκαλεί και Σαλαμβριά. Το όνομα αυτό αν και έχει σχεδόν εξαλειφθεί σήμερα προέρχεται από την ελληνική λέξη σαλαμβρή, που σημαίνει οπή. Η ονομασία είναι πιθανό να προήλθε από το άνοιγμα της κοιλάδας των Τεμπών ή σε οπές στις όχθες του. Το γεωγραφικό διαμέρισμα και ειδικότερα η Δυτική Θεσσαλία, κατοικήθηκε από πολύ παλαιά. Έχει πιστοποιηθεί η διαμονή του ανθρώπου στη Δυτική Θεσσαλία από την Παλαιολιθική Εποχή σε σπήλαια, όπως για παράδειγμα στο σπήλαιο της Θεόπετρας, καθώς και σε πρώιμους νεολιθικούς οικισμούς. Μεγάλος αριθμός τέτοιων οικισμών έχει ανακαλυφθεί και ανασκαφεί από αρχαιολόγους στην πεδινή ζώνη κυρίως του Νομού Τρικάλων. Ιστορικά και αρχαιολογικά αποδεικνύεται η συνεχής κατοίκηση της δυτικής θεσσαλικής πεδιάδας. 33

34 Στην διατριβή αυτή γίνεται προσπάθεια να μελετηθεί και να ερευνηθεί η σύνδεση της γεωλογίας και της γεωμορφολογίας με την ανάπτυξη των αστικών κέντρων. Η σύνδεση αυτή αποτελεί και ένα από τα βασικά πεδία έρευνας και μελέτης της αστικής γεωλογίας και της αστικής γεωμορφολογίας. Η πλειονότητα των πόλεων σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά και στον Ελλαδικό χώρο, έχει αναπτυχθεί σε σχεδόν επίπεδες περιοχές και πάνω σε εδαφικούς ορίζοντες και σύγχρονες τεταρτογενείς αποθέσεις. Έτσι καταβάλλεται προσπάθεια να μελετηθούν και να ερευνηθούν συγκεκριμένες ιδιότητες, παράγοντες και στοιχεία αυτών των εδαφών και αποθέσεων, που είναι απαραίτητα στη μελέτη της γεωλογίας των αστικών περιοχών. Επίσης μελετώνται οι συνθήκες προστασίας και ασφάλειας των κατοίκων και των κατασκευών των αστικών κέντρων από φυσικούς κινδύνους. Με το τρόπο αυτό αποδεικνύεται η χρησιμότητα της γεωλογικής επιστήμης και γνώσης στον χωροταξικό σχεδιασμό ενός αστικού δομημένου περιβάλλοντος. Επιπλέον αποδεικνύεται ότι η γεωλογία και η γεωμορφολογία είναι αναπόσπαστο κομμάτι κάθε μελέτης χωροταξικού σχεδιασμού. Η γεωμορφολογική και η γεωλογική μελέτη των αστικών περιοχών αποτελεί τη σύνδεση της βασικής έρευνας με την εφαρμοσμένη έρευνα, έτσι ώστε να συνδεθεί κατά το δυνατόν η προστασία του περιβάλλοντος με τις ανθρώπινες δραστηριότητες και με κατασκευές και έργα φιλικά προς το περιβάλλον. Η μελέτη αυτή είναι απαραίτητη στο σχεδιασμό κατασκευών και έργων, τα οποία θα εξυπηρετούν τον άνθρωπο, αλλά δεν θα διαταράσσουν τη φυσική ισορροπία του περιβάλλοντος. Η γεωμορφολογική και η γεωλογική έρευνα των αστικών περιοχών αποτελεί ένα βήμα επιστημονικής προσέγγισης, σύγκλισης, σύνδεσης και συνεργασίας των γεωλόγων με άλλες επιστημονικές ειδικότητες, όπως των μηχανικών ή των γεωπόνων. Κατά τη διάρκεια της εκπόνησης της διατριβής αυτής χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία, τα οποία προήλθαν από πολλές δημόσιες υπηρεσίες και ανεξάρτητους ερευνητές - μελετητές. Αξίζει να σημειωθεί η έλλειψη συντονισμού μεταξύ των υπηρεσιών, αφού η μελέτη και η καταγραφή των ίδιων στοιχείων γίνεται ταυτόχρονα από διαφορετικές υπηρεσίες. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τα μετεωρολογικά στοιχεία μετρούνται και καταγράφονται από διαφορετικές υπηρεσίες (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξία & Δημοσίων Έργων Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού). Συνήθως τα στοιχεία αυτά δεν υπάρχουν σε ενιαίες βάσεις δεδομένων. Και όταν ακόμα είναι συγκεντρωμένα σε μία ενιαία βάση δεδομένων, όπως για παράδειγμα η βάση δεδομένων «Υδροσκόπιο», την οποία δημιούργησε το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο με συγκεκριμένες οικονομικές επιχορηγήσεις, δεν υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση των ερευνητών σε αυτή. Για την εκπόνηση της μελέτης αυτής επιλέχθηκε ως πεδίο έρευνας ο Νομός Τρικάλων και όχι κάποια άλλη περιοχή, στην οποία να βρίσκεται κάποιο μεγαλύτερο αστικό κέντρο. Η επιλογή μιας περιοχής με σχετικά μικρή αστική ανάπτυξη θεωρήθηκε απαραίτητη, ώστε να υπάρχει δυνατότητα παρέμβασης στον σχεδιασμό και τις κατασκευές, αν και όταν ληφθούν οι απαραίτητες πολιτικές αποφάσεις. Αντιθέτως στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη ελάχιστα είναι τα περιθώρια 34

35 σημαντικών παρεμβάσεων σε επίπεδο σχεδιασμού. Ένας επίσης σημαντικός παράγοντας για την επιλογή της συγκεκριμένης περιοχής μελέτης ήταν η ποικιλομορφία των δραστηριοτήτων και των χρήσεων της γης, η οποία παρέχει τη δυνατότητα πολλαπλού και εξειδικευμένου σχεδιασμού ως προς τους γεωλογικούς παράγοντες, οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη. Με την έναρξη της μελέτης δημιουργήθηκαν πολλοί προβληματισμοί. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπήρχε: ανάλογη ερευνητική εμπειρία, ανάθεση διδακτορικών διατριβών, εκπόνηση μελετών και ερευνών και έκδοση επαρκούς βιβλιογραφίας στην περιοχή μελέτης ή στην Ελλάδα, αντίστοιχης ή παρεμφερούς θεματολογίας. Η σχετική με το θέμα ξένη βιβλιογραφία σε πολλές περιπτώσεις ήταν δύσκολο ως αδύνατο να βρεθεί, ώστε να αποτυπωθεί ο τρόπος εργασίας από τους πρωτοπόρους ερευνητές σε αυτή τη θεματολογία. Η δυσκολία ανεύρεσης της απαραίτητης και βασικής βιβλιογραφίας εστιάζεται στο γεγονός, ότι ένα σημαντικό μέρος αυτής ήταν προγενέστερη του 1990, δεν ήταν διαθέσιμη στο διαδίκτυο και υπήρχε κυρίως σε βιβλιοθήκες των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και του Καναδά. Στις χώρες αυτές απαγορεύεται αυστηρά η φωτοτυπική αναπαραγωγή βιβλίων βάσει της νομοθεσίας για τα πνευματικά δικαιώματα. Έτσι, ήταν αδύνατη η εύκολη ανεύρεση ξένης βιβλιογραφίας και έπρεπε να γίνει η προμήθειά της εξ ολοκλήρου, όταν ήταν διαθέσιμη, από το εμπόριο. Το πρώτο σημαντικό θέμα, το οποίο δημιούργησε προβληματισμό, ήταν ο καθορισμός των στόχων και του σκοπού της διατριβής αυτής. Στη σημερινή εποχή, που το φυσικό περιβάλλον επηρεάζεται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και αυτές αντίστοιχα από το φυσικό περιβάλλον και τις διεργασίες μεταβολών του, είναι απαραίτητο να ληφθούν υπόψη οι ανθρώπινες παρεμβάσεις στη προστασία και τη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος και οι φυσικοί παράγοντες στο σχεδιασμό των πόλεων, των κατασκευών και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Θα έπρεπε να αναζητηθούν οι γεωγραφικές, οι γεωμορφολογικές και οι γεωλογικές παράμετροι στον σχεδιασμό, στη χωροταξία και στην κατασκευή των αστικών κέντρων, των οικιστικών συγκροτημάτων και των λοιπών ανθρώπινων κατασκευών, έτσι ώστε: να προληφθούν οι καταστροφές από φυσικούς κινδύνους, για να προστατευθούν τόσο η ζωή των κατοίκων, όσο και οι κατασκευές και τα περιουσιακά στοιχεία τους που εξυπηρετούν τη ζωή τους, να προστατευθεί το φυσικό περιβάλλον από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις, να γίνει σωστή και ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων της περιοχής και να σχεδιασθεί και να δομηθεί ένα αστικό περιβάλλον με γνώμονα τη αειφόρο ανάπτυξη της περιοχής. Έγινε προσπάθεια να γίνει εστίαση στα σημεία εκείνα, τα οποία χρειάζονταν ιδιαίτερο ενδιαφέρον μελέτης και έρευνας. 35

36 Η δομή και ο προσανατολισμός της έρευνας στοχεύει στην αλληλεπίδραση του φυσικού περιβάλλοντος και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε μια περιοχή, η οποία συνδυάζει μεγάλο επιστημονικό, αλλά και κοινωνικό ενδιαφέρον, τόσο ως προς τις περιοχές αστικής και οικιστικής ανάπτυξης, όσο και ως προς τις περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλους, μοναδικότητας και προστασίας. Κατά την εκπόνηση της μελέτης ακολουθήθηκε μια συγκεκριμένη συνολική μεθοδολογία και χρησιμοποιήθηκαν μια σειρά μέσων, τα οποία αναφέρονται παρακάτω. Είναι απαραίτητο στο σημείο αυτό να σημειωθεί, ότι σε συγκεκριμένα κεφάλαια της διατριβής περιγράφεται η μεθοδολογία, η οποία ακολουθήθηκε στις επιμέρους έρευνες, που διεξήχθησαν. Η συνολική μεθοδολογία, η οποία ακολουθήθηκε, περιελάμβανε αρχικά την αναζήτηση και τη συλλογή σχετικών βιβλιογραφικών αναφορών. Η βιβλιογραφία αυτή περιλαμβάνει: ελληνικές και ξένες αναφορές για τη γεωλογία της περιοχής, ξένες αναφορές σε θέματα αστικής γεωλογίας και αστικής γεωμορφολογίας, ξένες αναφορές σε θέματα εκτίμησης φυσικών κινδύνων, αναφορές σχετικές με τη γεωλογία, ανεξαρτήτως περιοχής, αναφορές σχετικές με τη Θεσσαλία, γενικά, και το Νομό Τρικάλων ειδικότερα ανεξαρτήτως επιστημονικού πεδίου, στοιχεία για την περιοχή έρευνας δημοσιευμένα ή μη, χάρτες της περιοχής μελέτης (γεωγραφικοί, τοπογραφικοί, γεωλογικοί, εδαφολογικοί, δασικοί κ.λ.π.), δορυφορικές εικόνες και αεροφωτογραφίες. Η αναζήτηση και η συλλογή της βιβλιογραφίας έγινε σε ελληνικές και ξένες βιβλιοθήκες, στο διαδίκτυο, στο εμπόριο, σε δημόσιους φορείς και σε ιδιωτικές συλλογές. Η αναζήτηση και η συλλογή της διήρκεσε καθ όλη τη διάρκεια της εκπόνησης της μελέτης. Στη συνέχεια ακολούθησε η συλλογή στοιχείων κατά την εργασία υπαίθρου. Η εργασία υπαίθρου συνεχίστηκε σε όλα σχεδόν τα επόμενα στάδια της εκπόνησης της μελέτης, για την συμπλήρωση των αρχικά συλλεχθέντων στοιχείων. Κατά τη διάρκεια της εργασίας υπαίθρου πραγματοποιήθηκαν: γεωλογική χαρτογράφηση, μετρήσεις πεδίου, καταγραφή παρατηρήσεων και στοιχείων. Ακολούθως έγινε η επεξεργασία όλων των δεδομένων. Κατά το στάδιο αυτό της διατριβής έγινε χρήση διαφόρων πακέτων λογισμικού, τα οποία αναφέρονται παρακάτω στα επιμέρους κεφάλαια. Είναι σημαντικό να αναφερθεί, ότι θα ήταν πιθανόν αδύνατη η εξαγωγή τουλάχιστον ποσοτικών αποτελεσμάτων και η απεικόνιση των αποτελεσμάτων της εργασίας αυτής, χωρίς τη χρήση της μεγάλης υπολογιστικής ικανότητας του Η/Υ. Η υπολογιστική ικανότητά του ήταν απαραίτητη εξαιτίας του μεγάλου όγκου των στοιχείων τα οποία επεξεργάστηκαν, υπολογίστηκαν και σε ορισμένες περιπτώσεις τα αποτελέσματα αποδόθηκαν και χαρτογραφικά. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι: 36

37 η περιοχή μελέτης διανέμεται σε έντεκα (11) τοπογραφικούς χάρτες της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, κλίμακας 1:50.000, το εμβαδόν της περιοχής μελέτης είναι Km 2, η περίμετρος της περιοχής μελέτης είναι 782 Km, ο αριθμός των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου είναι κλάδοι και το μήκος των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου είναι Km. Τελικό στάδιο της μελέτης ήταν η εξαγωγή συμπερασμάτων, η απόδοσή τους και τέλος η συγγραφή της. Για την καλύτερη παρουσίαση της εργασίας και των αποτελεσμάτων επιλέχθηκε να χρησιμοποιηθεί η χαρτογραφική απόδοσή τους, όπου αυτό ήταν απαραίτητο και εφικτό. Για το λόγο αυτό κατασκευάστηκαν και παρουσιάζονται 70 θεματικοί χάρτες και πλήθος χαρτογραφικών διαγραμμάτων, πινάκων, στατιστικών διαγραμμάτων και σχημάτων. Η κλίμακα των θεματικών χαρτών κατά τη διάρκεια της δημιουργίας τους από το λογισμικό πακέτο των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών ήταν 1: Οι χάρτες αυτοί μετατράπηκαν από διανυσματικά αρχεία σε μορφή εικόνας tiff, με σκοπό την ενσωμάτωσή τους σε αρχείο κειμένου (doc) αρχικού μεγέθους Α4. Με τη μεταφορά των θεματικών χαρτών από το λογισμικό πακέτο των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών σε μορφή εικόνας και την ενσωμάτωση και την προσαρμογή τους στο κείμενο της διατριβής αυτής, είναι πιθανό η κλίμακα αυτή να μεταβλήθηκε. Για το λόγο αυτό χρησιμοποιήθηκαν γραμμικές και όχι αριθμητικές κλίμακες κατά την παρουσίασή των θεματικών χαρτών και για να είναι δυνατή η χρησιμοποίησή τους σε οποιοδήποτε μέγεθος. Στο πρώτο μέρος της μελέτης εξετάζονται τα γεωγραφικά, γεωλογικά, τεκτονικά, κλιματικά, σεισμολογικά, μορφολογικά, γεωμορφολογικά και μορφοτεκτονικά στοιχεία μιας ευρύτερης περιοχής. Στο πρώτο κεφάλαιο αρχικά οριοθετείται η περιοχή μελέτης και κατόπιν αναλύονται τα γεωγραφικά στοιχεία της περιοχής μελέτης, τα οποία συλλέχθηκαν από διάφορες πηγές, και εξάγονται συμπεράσματα απαραίτητα για τη συνέχεια της έρευνας. Η ανάλυση αυτή αφορά επιλεγμένα στοιχεία, όπως οι μεταβολές στη σύσταση και στη φυσικο γεωγραφική εξάπλωση των δήμων και των κοινοτήτων, στον πληθυσμό, στις χρήσεις γης και στην απασχόληση των κατοίκων του Νομού. Στο δεύτερο κεφάλαιο μελετώνται τα γεωλογικά και τα τεκτονικά στοιχεία της περιοχής μελέτης. Χρησιμοποιώντας παρατηρήσεις και χαρτογράφηση κατά την εργασία υπαίθρου, βιβλιογραφικές αναφορές και χρήση μεθόδων Τηλεπισκόπισης έγινε ομογενοποίηση, αναθεώρηση και σύνθεση γεωλογικού χάρτη και συμπλήρωση του τεκτονικού χάρτη της περιοχής μελέτης. Στο τρίτο κεφάλαιο περιγράφεται η σεισμικότητα της Θεσσαλίας. Στο τέταρτο κεφάλαιο αναλύονται επιλεγμένα κλιματικά στοιχεία, τα οποία ήταν απαραίτητα στη συνέχεια της έρευνας. Κυρίως γίνεται επεξεργασία των στοιχείων, τα οποία αφορούν τις βροχοπτώσεις στην περιοχή μελέτης. Τελικά υπολογίστηκαν οι μεταβολές και ο όγκος της βροχόπτωσης στην περιοχή μελέτης. Στο πέμπτο κεφάλαιο γίνεται επεξεργασία επιλεγμένων μορφολογικών και γεωμορφολογικών στοιχείων, χρήσιμων για τη συνέχεια της έρευνας. Μελετώνται 37

38 τα μορφολογικά και τα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής μελέτης, υπολογίζονται οι κλίσεις των πρανών, αναλύεται ποσοτικά το υδρογραφικό δίκτυο. Επίσης γίνεται αναφορά σε αρχαιογεωμορφολογικές παρατηρήσεις και σε καρστικές μορφές, που καταγράφηκαν κατά την εργασία υπαίθρου. Τέλος γίνεται μορφοτεκτονική ανάλυση με τη χρήση ροδοδιαγραμμάτων και διερευνάται η σχέση των διευθύνσεων των τεκτονικών ασυνεχειών με τις διευθύνσεις των υδροκριτικών γραμμών και ρεμάτων του υδρογραφικού δικτύου. Στο δεύτερο μέρος της μελέτης παρουσιάζονται η αστική γεωλογία και η αστική γεωμορφολογία του Νομού Τρικάλων, που μελετώνται σε τέσσερα στάδια. Στο πρώτο μελετώνται όλα εκείνα τα φαινόμενα και τα στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με τα εδάφη και τα πετρώματα. Στο δεύτερο στάδιο μελετώνται τα φαινόμενα και τα στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με τα νερά. Στο τρίτο στάδιο εξετάζεται η εκτίμηση των φυσικών κινδύνων. Τέλος στο τελευταίο στάδιο εξετάζεται ο ρόλος της γεωλογίας στο χωροταξικό σχεδιασμό. Στο έκτο κεφάλαιο, το οποίο είναι η αρχή του δεύτερου μέρους της μελέτης, γίνεται γενική αναφορά και ανασκόπηση της ορολογίας, της σχετικής βιβλιογραφίας και του έργου των πρωτοπόρων ερευνητών στην Αστική Γεωλογία και στην Αστική Γεωμορφολογία. Στο έβδομο κεφάλαιο γίνεται μια εισαγωγή στην Αστική Γεωλογία και Γεωμορφολογία του Νομού Τρικάλων. Επίσης καταγράφεται και μετριέται η μεταβολή του οικιστικού ιστού της πόλης των Τρικάλων. Στο όγδοο κεφάλαιο αρχικά μελετώνται τα μακροσεισμικά αποτελέσματα των κυριοτέρων σεισμών, οι οποίοι έπληξαν την ευρύτερη περιοχή. Στη συνέχεια μελετάται η αστάθεια των σχηματισμών και οι κατολισθήσεις και καταγράφονται και χαρτογραφούνται οι θέσεις, οι οποίες εμφανίζουν κατολισθητικά φαινόμενα. Κατόπιν μελετάται το έδαφος κυρίως του πεδινού τμήματος της περιοχής μελέτης καθώς και η μηχανική σύσταση του εδάφους. Παρουσιάζονται και καταγράφονται τα φαινόμενα διάβρωσης, τα οποία εμφανίζονται στην περιοχή μελέτης. Η μελέτη των κατολισθητικών φαινομένων, του εδάφους και των φαινομένων διάβρωσης έγινε μετά από εργασία υπαίθρου. Στη συνέχεια του κεφαλαίου αυτού παρουσιάζεται τεκμηριώνεται μεθοδολογία και ταυτοποιούνται οι κύριες διευθύνσεις των τεκτονικών γραμμών σε μια λεκάνη απόθεσης παλαιοτέρων τεταρτογενών και σύγχρονων ιζημάτων, οι οποίες στην πραγματικότητα αποδεικνύεται ότι ακολουθούν και αποτελούν συνέχεια των τεκτονικών γραμμών των σχηματισμών υποβάθρου, που έχουν καταγραφεί παλαιότερα ή αναγνωρίστηκαν σήμερα κατά την εργασία αυτή. Κατά τη διάρκεια αυτού του τμήματος της μελέτης έγινε εργασία υπαίθρου, μετρήσεις πεδίου και εργασία γραφείου. Κατόπιν μελετώνται το υπόβαθρο και οι τεχνικο γεωλογικές συνθήκες των τεταρτογενών αποθέσεων στην περιοχή της πόλης των Τρικάλων. Η μελέτη αυτή στηρίχθηκε στα στοιχεία ερευνητικών δειγματοληπτικών γεωτρήσεων. Επιπλέον ερευνάται η χρήση υλικών στις ανθρώπινες και στις αστικές κατασκευές. 38

39 Στο τέλος του κεφαλαίου αυτού γίνεται αναφορά στη ρύπανση των εδαφών και τη διαχείριση των απορριμμάτων στην περιοχή μελέτης. Στο ένατο κεφάλαιο αρχικά γίνεται επεξεργασία στοιχείων για το υδάτινο δυναμικό της περιοχής μελέτης. Τα στοιχεία αυτά αναφέρονται τόσο στα επιφανειακά όσο και στα υπόγεια νερά. Γίνεται ανάλυση των αναγκών του νομού σε νερό και αναφορά στη διαχείριση του υδάτινου δυναμικού. Κατόπιν γίνεται αναφορά στην ύδρευση της πόλης των Τρικάλων. Γίνεται αναφορά στις πλημμύρες στο πεδινό τμήμα της περιοχής μελέτης, καθώς και στα εγγειοβελτιωτικά αποστραγγιστικά έργα, τα οποία έχουν γίνει ή που πρέπει να γίνουν. Στη συνέχεια καταγράφονται οι μεταβολές του υδρογραφικού δικτύου, καθώς και οι θέσεις των παλαιών αποξηραμένων βάλτων, ελών και τελμάτων, που βρίσκονταν στην περιοχή μελέτης. Επίσης περιγράφεται, μελετάται και εξηγείται η παράξενη ασύμμετρη διάταξη (παραλληλία) των κοιτών και της ροής του Πηνειού και του Ληθαίου ποταμού. Στο τέλος μελετώνται οι υδρολιθολογικές συνθήκες της περιοχής μελέτης. Καταγράφεται ο διαχωρισμός των σχηματισμών σε υδροπερατούς, αδιαπέρατους και ημιπερατούς. Στο δέκατο κεφάλαιο γίνεται εκτίμηση της επικινδυνότητας των φυσικών καταστροφών στην περιοχή μελέτης. Σχεδιάζονται, αναλύονται και παρουσιάζονται διαφορετικά πρότυπα εργασίας (μοντέλα) για την εκτίμηση της επικινδυνότητας των κατολισθήσεων, της διάβρωσης και των πλημμυρών. Επίσης με βάση αυτά τα πρότυπα εργασίας σχεδιάστηκαν οι χάρτες τρωτότητας και οι χάρτες των ευάλωτων περιοχών στις προαναφερθείσες φυσικές καταστροφές. Επίσης γίνεται αναφορά, πως επηρεάζονται οι αστικές περιοχές από τους φυσικούς κινδύνους και τις φυσικές καταστροφές. Στο τελευταίο ενδέκατο κεφάλαιο της διατριβής αυτής γίνεται αναφορά αρχικά στα προβλήματα κατά την ανάπτυξη ενός αστικού ή δομημένου οικιστικού περιβάλλοντος, κατόπιν στο ρόλο της Γεωλογίας κατά τον ευρύτερο και τον τοπικό χωρικό σχεδιασμό, την ανάπτυξη και τη διαχείριση ενός αστικού περιβάλλοντος, και τέλος στο καθορισμό των χρήσεων γης με βάση τα φυσικά και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά μιας περιοχής. 39

40 40

41 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ο ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ 1.1. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Ο κάθε χώρος ή περιοχή μελέτης δεν έχει σαφή όρια και δεν είναι αυτοτελής. Επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες ή φαινόμενα, που ενώ μπορεί να πηγάζουν ή να λαμβάνουν χώρα σε διαφορετική περιοχή από αυτήν, η οποία μελετάται, την επηρεάζουν σημαντικά. Για παράδειγμα αν μελετάται ένα μικρό νησί, που γεωγραφικά είναι οριοθετημένο από την ακτογραμμή του, διάφοροι γεωλογικοί και άλλοι παράγοντες επιδρούν στη διαμόρφωσή του και στην εξέλιξή του. Πολλές φορές οι παράγοντες αυτοί δεν δρουν και δεν επηρεάζουν μόνο τη στενή και οριοθετημένη περιοχή μελέτης. Έτσι το εν λόγω νησί σαφέστατα επηρεάζεται από την τεκτονική και την γεωδυναμική εξέλιξη της ευρύτερης περιοχής, τον κυματισμό, τα υποθαλάσσια ρεύματα, τα κλιματικά και κλιματολογικά στοιχεία της ευρύτερης περιοχής και άλλους παράγοντες. Όπως είναι φυσικό οι προαναφερθέντες παράγοντες και τα αποτελέσματά της επίδρασής τους πρέπει να ληφθούν υπόψη στη μελέτη της περιοχής αυτής και να συμπεριληφθούν σε αυτήν. Παρά το γεγονός, όμως, ότι μια περιοχή δέχεται παρεμβάσεις ή επηρεάζεται και από άλλους εξωτερικούς παράγοντες, σε μια έρευνα ή σε μια περιοχή μελέτης πρέπει να τίθενται κάποια όρια. Έτσι, πρωταρχικό μέλημα ενός γεωλόγου ερευνητή είναι η οριοθέτηση της περιοχής μελέτης, ώστε να τεθούν εκείνα τα όρια, από τα οποία θα ξεκινά και θα τελειώνει η συγκεκριμένη μελέτη. Η περιοχή μελέτης έπρεπε να οριοθετηθεί τεκμηριωμένα, με τη χρήση συγκεκριμένων κριτηρίων. Το πρώτο κριτήριο που πρέπει να ληφθεί υπόψη για το καθορισμό και την οριοθέτηση μιας περιοχής είναι η σαφής γνώση του αντικειμένου της έρευνας, ο λόγος για τον οποίο πρέπει να γίνει η εστίαση σε συγκεκριμένη περιοχή και ο καθορισμός του επιστημονικού πεδίου μελέτης. Τα κριτήρια, τα οποία θα ληφθούν υπόψη, για την οριοθέτηση μιας περιοχής μελέτης θα μπορούσαν να είναι φυσικά, όπως η ακτογραμμή, ο υδροκρίτης της λεκάνης απορροής κάποιου ποταμού, ένας ποταμός, κ.λ.π. (στη συγκεκριμένη περίπτωση ο υδροκρίτης του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του). Ακόμα θα μπορούσαν να είναι διοικητικά, όπως τα διοικητικά όρια μιας περιφέρειας, ενός νομού, ή μιας παλαιάς επαρχίας (στη συγκεκριμένη περίπτωση του Νομού Τρικάλων). 41

42 Εναλλακτικά θα μπορούσαν να είχαν επιλεγεί τα τυχαία όρια ενός ή περισσοτέρων τοπογραφικών ή γεωλογικών χαρτών, όπως για παράδειγμα η περιοχή, η οποία εμφανίζεται στα φύλλα των τοπογραφικών χαρτών «Τρίκαλα» και «Καλαμπάκα» (κλίμακας 1:50.000). Τέλος, θα μπορούσε να είχε χρησιμοποιηθεί ως κριτήριο επιλογής και οριοθέτησης της περιοχής μελέτης η απόσταση από κάποιο συγκεκριμένο σημείο, όπως για παράδειγμα η περιοχή που περικλείεται εντός του ορίου που δημιουργείται, αν από την πόλη των Τρικάλων σχεδιάσουμε κύκλο ακτίνας 50 χιλιομέτρων για παράδειγμα. Αρχικά αποκλείστηκαν οι δύο τελευταίες περιπτώσεις και δυνατότητες οριοθέτησης της περιοχής μελέτης και έρευνας, εξαιτίας της τυχαίας και ανεξάρτητης από τα φυσικά και γεωλογικά κριτήρια επιλογής. Αποκλείστηκαν, γιατί με αυτά τα κριτήρια οριοθέτησης δεν μπορούσε να οριοθετηθεί μια αυτοτελής περιοχή, που να παραπέμπει σε συγκεκριμένες φυσικές ενότητες και θα ήταν πολύ δύσκολο να μελετηθεί μια περιοχή. Η περιοχή μελέτης μπορούσε να οριοθετηθεί τεκμηριωμένα χρησιμοποιώντας τα διοικητικά όρια του νομού Τρικάλων. Με προσεκτική παρατήρηση των ορίων του νομού παρατηρούμε, ότι ακολουθούν περίπου τον υδροκρίτη του Πηνειού και των παραποτάμων του. Εξαίρεση αποτελεί το νοτιοδυτικό μέρος του νομού, που περιλαμβάνει και ένα κομμάτι της υδρολογικής λεκάνης του Ασπροποτάμου (παραποτάμου του Αχελώου). Τελικά επιλέχθηκε η οριοθέτηση της περιοχής μελέτης και έρευνας με την επιλογή φυσικών κριτηρίων. Ως όριο της περιοχής επιλέχθηκε ο υδροκρίτης του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του, Μαλακασιώτη, Ίωνα (Μουργκάνη), Ληθαίου, Πορταϊκού. Στην πραγματικότητα η περιοχή αποτελεί τη λεκάνη απορροής του δυτικού ρου του Πηνειού καθώς και των παραποτάμων, των ρεμάτων και των χειμάρρων, που καταλήγουν σε αυτόν. Η περιοχή αυτή περιλαμβάνει ορεινές, ημιορεινές και πεδινές εκτάσεις. Επίσης, περιλαμβάνει και τα Μετέωρα, τα οποία έχουν χαρακτηρισθεί ως Παγκόσμιο Πολιτιστικό και Φυσικό Μνημείο, έχουν συμπεριληφθεί στον Παγκόσμιο Κατάλογο Πολιτιστικών και Φυσικών Μνημείων και προστατεύονται από το νόμο 1126/1981, που αφορά την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς. Η θεματολογία της έρευνας αυτής εστιάζεται κυρίως στη μελέτη των αστικών περιοχών, καθώς και των φυσικών και γεωλογικών παραγόντων, οι οποίες τις επηρεάζουν. Με τον καθορισμό του επιστημονικού πεδίου μελέτης και της εστίασης σε συγκεκριμένα σημεία ενδιαφέροντος, κατά την οριοθέτηση της περιοχής αποκλείστηκαν οι λεκάνες απορροής του Νεοχωρίτη και του Πάμισου, οι οποίες θα αποτελούσαν μαζί με την επιλεχθείσα περιοχή όλο το δυτικό ρου του Πηνειού ποταμού μαζί με τους παραποτάμους του. Οι λεκάνες απορροής των δύο παραποτάμων αποκλείστηκαν, γιατί αυτοί εκβάλουν στον Πηνειό μετά το αστικό συγκρότημα των Τρικάλων και δεν επηρεάζουν την διαμόρφωση και την εξέλιξη της εστιασμένης περιοχής. Συμπληρωματικά αναφέρεται, ότι ένα μέρος του Πάμισου ποταμού πηγάζει πλέον από τη τεχνητή λίμνη Ταυρωπού και το μεγαλύτερο τμήμα του διαρρέει το νομό Καρδίτσας, από τον οποίο και πηγάζει. 42

43 ΣΧΗΜΑ 1.1 1: Η περιοχή μελέτης. FIGURE 1.1 1: The study area. 43

44 Η οριοθετημένη περιοχή μελέτης φαίνεται στο σχήμα Η περίμετρος της περιοχής είναι περίπου 782 χιλιόμετρα και το εμβαδόν της είναι τετραγωνικά χιλιόμετρα. Για την χαρτογραφική απόδοση των χαρτών της περιοχής μελέτης χρησιμοποιήθηκε το Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς (Ε.Γ.Σ.Α./EGSA) του Σύμφωνα με αυτό η περιοχή μελέτης τοποθετείται μεταξύ των παρακάτω καρτεσιανών συντεταγμένων: από χ min = ,9 m έως χ max = ,7 m, καθώς και από ψ min = ,5 m έως ψ max = ,5 m. Οι γεωγραφικές συντεταγμένες της περιοχής μελέτης είναι: γεωγραφικό μήκος από φ min = Ν έως φ max = Ν, καθώς και γεωγραφικό πλάτος από λ min = Ε έως λ max = Ε ΜΕΛΕΤΗ, ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Στα πλαίσια μιας εμπεριστατωμένης και ολοκληρωμένης γεωλογικής και γεωμορφολογικής μελέτης των αστικών περιοχών εξετάζονται αρχικά οι μεταβολές σε επιλεγμένα γεωγραφικά στοιχεία της περιοχής. Τα στοιχεία αυτά είναι η σύσταση και η φυσικο γεωγραφική εξάπλωση των δήμων και των κοινοτήτων, η πληθυσμιακή εξέλιξή τους, οι χρήσεις γης και η απασχόληση των κατοίκων. Η διερεύνηση των διαχρονικών μεταβολών των γεωγραφικών στοιχείων είναι σημαντική για την κατανόηση των αναγκών ενός δομημένου ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Η συνδυασμένη γνώση της γεωγραφίας, της γεωμορφολογίας και της γεωλογίας συμβάλλει στην εστίαση της μελέτης για τον αποτελεσματικότερο χωροταξικό σχεδιασμό (βασισμένο σε φυσικά κριτήρια) κατά την ανάπτυξη αστικών περιοχών. Έτσι μπορεί να επιτευχθεί η κάλυψη των αναγκών των αστικών περιοχών σε φυσικούς πόρους, καθώς και η πρόληψη και η προστασία τους από φυσικούς κινδύνους ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Στη προσπάθεια συλλογής στοιχείων, για την εκπόνηση αυτής της μελέτης, παρουσιάστηκε το παρακάτω πρόβλημα. Ανατρέχοντας σε βιβλιογραφίες διαφορετικής χρονολογίας αναφέρονταν ονόματα δήμων και κοινοτήτων, που δεν συμβάδιζαν με την επίσημη ονοματολογία αυτών. Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργείται μια σύγχυση, για το ποια είναι η «τάδε» κοινότητα και ποιος είναι ο «δείνα» δήμος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η γεωλογική εργασία «Προέκταση των ορίων της πελαγονικής μάζης εις την περιοχή Τσιοτίου, Καρδίτσης» (ΔΑΒΗ, 1970). Σαφέστατα ένας γνώστης της περιοχής ή καταγόμενος απ αυτήν θα γνώριζε ότι το «Τσιοτίον Καρδίτσης» είναι η Φαρκαδόνα Τρικάλων. Πόσα μέλη της επιστημονικής κοινότητας άλλωστε, στη σημερινή εποχή, είναι δυνατό να γνωρίζουν, ότι η παλαιά ονομασία της Φαρκαδόνας είναι Τσιότιον ή Τσιότι. 44

45 Οι δήμοι και οι κοινότητες αποτελούν τους βασικούς οργανισμούς στον κορμό του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ως φορείς ενός εξελισσόμενου θεσμού στη κοινωνία μας, από τους αρχαιότατους χρόνους ως σήμερα, και εξελίσσονται και μεταβάλλονται συνεχώς. Οι εξελίξεις και οι μεταβολές τους εκτείνονται τόσο στην διοικητική διάρθρωσή τους, όσο και στον πληθυσμό τους. Τα διοικητικά όρια του Νομού Τρικάλων τροποποιήθηκαν αρκετές φορές από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας μέχρι σήμερα. Παράδειγμα, στα τέλη του 19 ου αιώνα με το Νόμο ϠΜ (19 20 Μαρτίου 1882) ο σημερινός Νομός Καρδίτσας υπαγόταν στο Νομό Τρικάλων, ως επαρχία του. Διαχωρίστηκε ο Νομός Καρδίτσας από τον Νομό Τρικάλων με το Νόμο ΒΧΔ της 6 8 Ιουλίου Με το Νόμο ΓΥΛΔ της 16 Νοεμβρίου 4 Δεκεμβρίου 1909 ο Νομός Καρδίτσας καταργήθηκε ξανά και προσαρτήθηκε στο Νομό Τρικάλων, ως επαρχία του. Ιδρύθηκε οριστικά και παρέμεινε ανεξάρτητος έως σήμερα ο Νομός Καρδίτσας το 1944, με τον Ν.1367 (Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., 1962). Η σύνθεση και τα όρια των δήμων και των κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων μεταβλήθηκαν αρκετές φορές από την απελευθέρωσή του ως σήμερα. Ως το 1912 οι διάφορες κοινότητες ήταν συνενωμένες σε Δήμους, όπως ισχύει και σήμερα με τους λεγόμενους «Καποδιστριακούς» Δήμους. Με την εφαρμογή του Νόμου ΔΝΖ του 1912, οι δήμοι και οι κοινότητες ανεξαρτητοποιήθηκαν και διαχωρίστηκαν σε αυτόνομους και μεμονωμένους οργανισμούς αυτοδιοίκησης. Πρέπει να σημειωθεί, ότι παρότι είχαν παρέλθει μόνο λίγα χρόνια από την απελευθέρωση της περιοχής, οι περισσότερες ονομασίες των δήμων, των κοινοτήτων και των συνοικισμών εξακολουθούσαν να είναι ή να έχουν παραφθαρμένες ρίζες σλαβικές ή τούρκικες. Όλες αυτές οι ονομασίες σήμερα έχουν αλλάξει και στους σύγχρονους χάρτες και στα σημερινά έγγραφα χρησιμοποιούνται οι νέες. Για το λόγο αυτό και για να αποφευχθεί η περαιτέρω σύγχυση συγκεντρώθηκαν όλες οι παλαιότερες και οι σύγχρονες ονομασίες των δήμων, των κοινοτήτων και των συνοικισμών του Νομού Τρικάλων και παρατίθενται στον πίνακα του παραρτήματος Ι. Στον πίνακα αυτό αναφέρονται αρχικά η σημερινή ονομασία του οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης (δήμου ή κοινότητας ή συνοικισμού) (στήλη Α), ο παλαιός συνενωμένος δήμος στον οποίο υπαγόταν πριν το 1912, ο οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης (στήλη Β), οι διάφορες κατά καιρούς παλαιές ονομασίες, τις οποίες είχε ο κάθε οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης (στήλη Γ), και ο σημερινός «Καποδιστριακός» Δήμος, στον οποίο ανήκει ο κάθε οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης (στήλη Δ), όπως αυτοί καθορίστηκαν με το Ν.2539/97 περί «Συγκρότησης της Πρωτοβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης» (Φ.Ε.Κ. 244/ ). Στο σχήμα παρουσιάζεται ο χάρτης της διάρθρωσης των σημερινών συνενωμένων δήμων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων, όπως αυτοί προέκυψαν από το Σχέδιο «Ι. Καποδίστριας» του Ν.2539/97. Στο σχήμα φαίνονται οι δήμοι και οι κοινότητες του Νομού Τρικάλων που περιλαμβάνονται στην οριοθετημένη περιοχή μελέτης (αναφέρονται και παρακάτω στον πίνακα 1.5-1), καθώς και το οδικό δίκτυο, το οποίο τους συνδέει. 45

46 46 ΣΧΗΜΑ 1.3 1: Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων. FIGURE 1.3 1: The Local Authorities of the Trikala Prefecture.

47 ΣΧΗΜΑ 1.3 2: Οι δήμοι, οι κοινότητες και το οδικό δίκτυο του Νομού Τρικάλων, που περιλαμβάνονται στην περιοχή μελέτης. FIGURE 1.3 2: The municipalities, the communities and the road network of Trikala Prefecture, which are included in the study area. 47

48 48 ΣΧΗΜΑ 1.4 2: Η χωρική κατανομή των δήμων και των κοινοτήτων του νομού σε πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές. FIGURE 1.4 2: The spatial distribution of the municipalities and the communities in the flat, semi-mountainous and mountainous regions.

49 Τα σχήματα αυτά κρίθηκαν απαραίτητα να παρουσιασθούν για την καλύτερη κατανόηση της γεωγραφικής διασποράς των ορεινών, ημιορεινών και πεδινών Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και της σημερινής τους συνενωμένης δομής. Αυτό θα βοηθήσει στην ευκολότερη ενδεικτική και αντιπροσωπευτική μελέτη κάποιων στοιχείων, που θα ήταν πολύ δύσκολο να ερευνηθούν συνολικά ΦΥΣΙΚΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΕΞΑΠΛΩΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Ο Νομός Τρικάλων περιλαμβάνει πεδινές, ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Η έκταση του Νομού στο μεγαλύτερο ποσοστό της είναι ορεινή (71,21%). Ένα ποσοστό της τάξης του 16,82% της έκτασης του Νομού είναι πεδινό, ενώ το υπόλοιπο (11,97%) είναι ημιορεινό. Στο παρακάτω σχήμα φαίνεται η κατανομή της έκτασης του Νομού Τρικάλων σε ορεινές, ημιορεινές και πεδινές περιοχές. Αντίστοιχα με την έκταση του εδάφους του νομού οι δήμοι και οι κοινότητες του νομού ανάλογα διαχωρίζονται αυτές σε ορεινές, ημιορεινές και πεδινές (σχήμα 1.4-2). Όλοι οι παλαιοί δήμοι (οι οποίοι ήταν δήμοι πριν την εφαρμογή του προγράμματος «Καποδίστριας», που προέβλεπε την συνένωση όμορων κοινοτήτων σε νέους δήμους Καποδιστριακούς) είναι πεδινοί (Τρικκαίων Τρικάλων και Φαρκαδόνας) και ημιορεινοί (Καλαμπάκας και Πύλης). Οι κοινότητες διακρίνονται σε πεδινές, ημιορεινές και ορεινές. Πρέπει να αναφερθεί, ότι μέχρι πρόσφατα (τελευταίες δεκαετίες) μοναδικός δήμος του Νομού Τρικάλων ήταν ο Δήμος Τρικκαίων, ενώ όλοι οι υπόλοιποι σημερινοί δήμοι (Καλαμπάκας, Φαρκαδόνας και Πύλης) ήταν κοινότητες και κωμοπόλεις. Αυτοί οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης μετεξελίχθηκαν και ανακηρύχθηκαν σε δήμους εξαιτίας της αστυφιλίας. 2 ΣΧΗΜΑ 1.4 1: Η επί τοις % κατανομή της έκτασης του Ν. Τρικάλων σε ορεινή, ημιορεινή και πεδινή. FIGURE 1.4 1: The distribution of Trikala Prefecture surface (in %), in the mountainous, semi-mountainous and flat regions. 49

50 Η διάκριση των δήμων της χώρας σε πεδινούς, ημιορεινούς και ορεινούς και των κοινοτήτων, ομοίως, σε πεδινές, ημιορεινές και ορεινές, έγινε κατά την περίοδο της προπαρασκευής της απογραφής γεωργίας και κτηνοτροφίας του έτους Με βάση τη διάκριση αυτή έγινε και η πινακοποίηση της αντίστοιχης προαπογραφικής εργασίας κατανομής της εκτάσεως της κάθε κοινότητας και του κάθε δήμου. Η διάκριση στις τρεις παραπάνω κατηγορίες των δήμων και των κοινοτήτων έγινε κατόπιν εξέτασης της εδαφικής περιοχής τους, σε τοπογραφικό χάρτη κλίμακας 1: (Εθνική Στατιστική Υπηρεσία Ελλάδος Ε.Σ.Υ.Ε., 1975). Σύμφωνα με την κατάταξη της Ε.Σ.Υ.Ε. ως πεδινή ζώνη χαρακτηρίσθηκαν οι δήμοι και οι κοινότητες, των οποίων η εδαφική περιοχή ήταν στο σύνολό της ή κατά το μέγιστο μέρος της, σε επίπεδο ή ελαφρά κεκλιμένο έδαφος και σε απόλυτο υψόμετρο μικρότερο των 800 μέτρων. Σε περίπτωση που κάποιος ορεινός όγκος κάλυπτε μικρό τμήμα της κοινοτικής ή δημοτικής περιοχής, έως το 1/3 αυτής, θεωρήθηκε ότι μετέβαλε το χαρακτήρα της κοινότητας ή του δήμου. Κλίσεις εδάφους που δημιουργούσαν υψομετρικές διαφορές από 100 έως 300 μέτρα ήταν ανεκτές. Οι δήμοι και οι κοινότητες, των οποίων η εδαφική περιοχή βρισκόταν στις παρυφές ορέων ή των οποίων η έκταση διαμοιράζονταν κατά το μισό περίπου στην πεδιάδα και το άλλο μισό στο όρος, αλλά πάντα με απόλυτο υψόμετρο μικρότερο των 800 μέτρων για το μεγαλύτερο μέρος της συγκεκριμένης περιοχής, χαρακτηρίστηκαν ως ημιορεινοί ή ημιορεινές αντίστοιχα. Διαφορές υψομέτρου μεταξύ του υψηλότερου και του χαμηλότερου σημείου του δήμου ή της κοινότητας από 300 έως 400 μέτρα θεωρήθηκαν ανεκτές. Ως ορεινής ζώνης, τέλος, χαρακτηρίσθηκαν οι δήμοι και οι κοινότητες, των οποίων η επιφάνεια ήταν πολύ κεκλιμένη και κατ εξοχήν ανώμαλη, διαπερνούμενη από χαράδρες ή καλυπτόμενη από απότομους ορεινούς όγκους, δημιουργώντας εδαφικές πτυχώσεις βαθιές και πολλαπλές, με υψομετρικές διαφορές μεταξύ του υψηλότερου και του χαμηλότερου σημείου του δήμου ή της κοινότητας από 400 μέτρα και άνω. Επίσης ως ορεινής μορφής χαρακτηρίσθηκαν οι δήμοι και οι κοινότητες, των οποίων η επιφάνεια ολόκληρη ή μεγάλο μέρος αυτής βρίσκεται σε υψόμετρο ανώτερο των 800 μέτρων. Συνολικά ο Νομός Τρικάλων, σύμφωνα με τα στοιχεία της απογραφής του 1991, περιλαμβάνει 146 Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (δήμους και κοινότητες). Από αυτούς οι 43 είναι πεδινοί, οι 18 ημιορεινοί και οι 85 ορεινοί (σχήμα 1.4-3). Η Επαρχία Καλαμπάκας αποτελείται από 4 πεδινούς, 1 ημιορεινό και 46 ορεινούς οργανισμούς, ενώ η Επαρχία Τρικάλων από 39 πεδινούς, 17 ημιορεινούς και 39 ορεινούς κοινότητες ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Από τα στοιχεία τα οποία παρατέθηκαν παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η έκταση του νομού Τρικάλων είναι: στο μεγαλύτερο ποσοστό της ορεινή (71,21%), σε ένα ποσοστό της τάξης του 16,82% πεδινή, ενώ η υπόλοιπη (11,97%) ημιορεινή. 50

51 ΣΧΗΜΑ 1.4 3: Η κατανομή των Ο.Τ.Α. στο νομό Τρικάλων & στις παλαιές Επαρχίες Καλαμπάκας & Τρικάλων. FIGURE 1.4 3: The distribution of Local Authorities (Ο.Τ.Α.) in the Trikala Prefecture and in the past Provinces of Kalampaka and Trikala. 51

52 Οι παλαιοί δήμοι (που ήταν δήμοι πριν την εφαρμογή του προγράμματος «Καποδίστριας») είναι πεδινοί (Τρικκαίων Τρικάλων και Φαρκαδόνας) και ημιορεινοί (Καλαμπάκας και Πύλης). Αντίστοιχα και οι παλαιές κοινότητες διακρίνονται σε πεδινές, ημιορεινές και ορεινές. Συνολικά ο Νομός Τρικάλων, σύμφωνα με στοιχεία της απογραφής του 1991, περιλαμβάνει 146 δήμους και κοινότητες. Από αυτές οι 43 είναι πεδινές, οι 18 ημιορεινές και οι 85 ορεινές ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Ο Νομός Τρικάλων περιλαμβάνει αστικές, ημιαστικές και αγροτικές περιοχές. Στη συνέχεια καταγράφεται και μελετάται η εξέλιξη του πληθυσμού του Νομού Τρικάλων σύμφωνα με τα στοιχεία, που έχει απογράψει και φυλάσσει στα αρχεία της η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.) από το 1889 έως το Τα στοιχεία αυτά φαίνονται στον πίνακα και το διάγραμμα του σχήματος Πρέπει να αναφερθεί, πως από την απογραφή του 1889 έως την απογραφή του 1940, στον ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Ν. ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΣΧΗΜΑ 1.5 1: Η πληθυσμιακή κατάσταση του Νομού Τρικάλων. FIGURE 1.5 1: The demographic situation of Trikala Prefecture. 52

53 πληθυσμό του Νομού Τρικάλων περιλαμβάνεται και αυτός της Επαρχίας Καρδίτσας, ο οποίος έως τότε διοικητικά υπαγόταν στον νομό αυτό. Βέβαια για την αντιστοιχία και την αξιοπιστία των συμπερασμάτων, από τα στοιχεία της Ε.Σ.Υ.Ε. για το Νομό Τρικάλων αφαιρέθηκαν τα πληθυσμιακά στοιχεία της Επαρχίας Καρδίτσας, για την συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Ο πληθυσμός του Νομού Τρικάλων παρουσιάζει μια σημαντική αύξηση από την απογραφή του 1889 έως το Στο χρονικό διάστημα αυτό των 72 ετών φαίνεται ότι ο πληθυσμός διπλασιάστηκε. Ο συνολικός πληθυσμός των επαρχιών Καλαμπάκας και Τρικάλων, το 1889, φαίνεται να πλησιάζει τις εβδομήντα χιλιάδες κατοίκους (69.865). Το 1961 ο συνολικός πληθυσμός των επαρχιών Καλαμπάκας και Τρικάλων, υπερδιπλασιάζεται και σταδιακά φτάνει σε σημείο να υπερβαίνει τις εκατό σαράντα χιλιάδες κατοίκους ( ). Η πληθυσμιακή αύξηση του νομού φαίνεται να μην επηρεάστηκε από τους μεγάλους, αλλεπάλληλους και πολύνεκρους πολέμους, στους οποίους συμμετείχε η χώρα μας στο χρονικό αυτό διάστημα (ατυχής πόλεμος του 1897, Α και Β Βαλκανικός Πόλεμος, Α Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή, Β Παγκόσμιος Πόλεμος, Εμφύλιος Πόλεμος). Βέβαια το ποσοστό αυτής της πληθυσμιακής αύξησης είναι πλασματικό και στην πραγματικότητα θα έπρεπε να ήταν πολύ μεγαλύτερο, αν δεν υπήρχαν οι προαναφερθείσες πολεμικές συρράξεις, με τις τεράστιες, και για την περιοχή αυτή, απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό, κυρίως νεαρής ηλικίας. Στην απογραφή του 1971 παρατηρείται μια μικρή πληθυσμιακή κάμψη στο Νομό Τρικάλων, και όχι μια αύξηση όπως θα αναμενόταν, λόγω του μεταναστευτικού ρεύματος, που εμφανίζεται την περίοδο αυτή στην περιφέρεια της χώρας, τόσο προς τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας (Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη), όσο και προς τις χώρες του εξωτερικού (Η.Π.Α., Γερμανία, κ.λ.π.). Από το 1971 έως και το 2001 παρατηρείται μια μικρή και ανεπαίσθητη αύξηση του πληθυσμού, από τις εκατό τριάντα δυόμισι χιλιάδες ( ) στις εκατό σαράντα χιλιάδες περίπου ( ). Τις τελευταίες δεκαετίες παρουσιάζει μια κάμψη η αύξηση του πληθυσμού, εξαιτίας της υπογεννητικότητας, που παρουσιάζουν όλες άλλωστε οι ευρωπαϊκές και οι υπόλοιπες ανεπτυγμένες χώρες, αλλά και της συνεχιζόμενης μετανάστευσης κυρίως προς τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Πρέπει να σημειωθεί, ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια μικρή και περιορισμένη, σχετικά, παλιννόστηση των μεταναστών, που είχαν εγκαταλείψει την περιοχή τους κατά τις προηγούμενες δεκαετίες. Η επιστροφή αυτή γίνεται συνήθως μεμονωμένα, ανεξάρτητα από το αν μερικοί μπόρεσαν, να ορθοποδήσουν οικονομικά και να αποκτήσουν ένα ικανοποιητικό οικονομικό και βιοτικό επίπεδο, είτε αφορά όσους βγήκαν στη σύνταξη, ή όσους δεν μπόρεσαν να επιβιώσουν στους τόπους, στους οποίους είχαν μεταναστεύσει. Η επιστροφή τους στην περιοχή από την οποία κατάγονται, συνήθως δεν συνοδεύεται και από την παλιννόστηση των οικογενειών τους, των παιδιών και των εγγονών τους. Οι οικογένειές τους παραμένουν στις περιοχές ή χώρες μετανάστευσης, όπου πιθανώς γεννήθηκαν, μεγάλωσαν, συνήθισαν και αποκαταστάθηκαν, οικονομικά και επαγγελματικά, ενώ ελάχιστα ως ανύπαρκτα είναι τα στοιχεία και οι δεσμοί, που τους συνδέουν με τις περιοχές καταγωγής των γονέων τους. Σημαντικά στοιχεία για να παραμείνουν οι 53

54 οικογένειες των μεταναστών στις περιοχές, που για δεκαετίες τους φιλοξένησαν και τους προσέφεραν αντικείμενο απασχόλησης, και για να μην επιστρέψουν στις περιοχές καταγωγής των προγόνων τους, είναι συνήθως πρώτον: η έλλειψη αναπτυξιακών και εργασιακών προοπτικών στις δεύτερες και δεύτερον: ο διαφορετικός τρόπος ζωής και το διαφορετικό βιοτικό επίπεδο, που θα συναντήσουν και θα αντιμετωπίσουν μετά την τυχόν μετεγκατάστασή τους στις τελευταίες ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Η κοινωνία στην οποία ζούμε, σε τοπικό επίπεδο είναι διοικητικά δομημένη, σε δήμους και κοινότητες, που εξελίσσονται και μεταβάλλονται συνεχώς. Οι εξελίξεις και οι μεταβολές αυτές, αφορούν τόσο την διοικητική διάρθρωσή τους όσο τον πληθυσμό τους. Ο πληθυσμός κάθε περιοχής μεταβάλλεται εξαιτίας κάποιων παραγόντων κοινωνικών, οικονομικών, φυσικών, ακόμα και εθνικών. Έτσι ο πληθυσμός μιας περιοχής, ενός δήμου ή μιας κοινότητας, αυξάνεται ή μειώνεται αντίστοιχα από την ευημερία ή τη φτώχεια των κατοίκων, την ειρήνη ή τον πόλεμο, την παλιννόστηση ή την μετανάστευση των κατοίκων, το αρμονικό φυσικό περιβάλλον ή αυτό που πλήττεται από φυσικές καταστροφές, το ήπιο ή το άσχημο κλίμα της περιοχής, το ήπιο ή το απότομο ανάγλυφο μιας περιοχής, την εύκολη ή τη δύσκολη πρόσβαση σε μια περιοχή, τις υπάρχουσες ή όχι αναπτυξιακές προοπτικές, κ.λ.π. Για να γίνει ο χωροταξικός σχεδιασμός μιας περιοχής και να καθοριστούν οι χρήσεις γης, σε σχέση με τους φυσικούς και τους γεωλογικούς παράγοντες, που την επηρεάζουν, θα πρέπει να είναι γνωστές οι παράμετροι της πληθυσμιακής κατάστασής της και οι τάσεις μεταβολής του πληθυσμού της. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο να μελετηθεί ο πληθυσμός και η εξέλιξή του, στους δήμους και στις κοινότητες της εξεταζόμενης περιοχής. Σε καμιά διοικητική ή φυσική περιοχή δεν είναι η εξέλιξη αυτή ισοβαρής και ομοιόμορφη. Σε ορισμένες περιοχές υπάρχουν αυξήσεις και σε άλλες μειώσεις του πληθυσμού. Αυτή η διαφορετική εξέλιξη, από δήμο σε δήμο και από κοινότητα σε κοινότητα, οφείλεται, όπως προαναφέρθηκε, σε κάποιους παράγοντες, όπως κοινωνικούς, οικονομικούς, φυσικούς, ακόμα και εθνικούς. Στον πίνακα του παραρτήματος Ι καταγράφονται οι πληθυσμιακές μεταβολές των οικισμών, των κοινοτήτων και των δήμων του Νομού Τρικάλων, όπως αυτές αποτυπώθηκαν κατά τις απογραφές πληθυσμού από το 1889 έως το 2001 (1889, 1920, 1928, 1940, 1951, 1961, 1971, 1981, 1991 και 2001), από την Ε.Σ.Υ.Ε. Τα στοιχεία αυτά, το οποία παρατίθενται στον παρακάτω πίνακα, συγκεντρώθηκαν από τα αρχεία τα οποία διατηρεί η Ε.Σ.Υ.Ε. Σημειώνεται ότι κατά τη μελέτη των πληθυσμιακών μεταβολών, παραλήφθηκαν οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (δήμοι και κοινότητες) του Νομού Τρικάλων, οι οποίοι δεν περιλαμβάνονται εντός των ορίων της προς μελέτη περιοχής. Στη συνέχεια, επιλέγονται και μελετώνται, ως προς την πληθυσμιακή κατάστασή τους, αντιπροσωπευτικοί Οργανισμοί της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από διαφορετικές 54

55 περιοχές. Αυτό γίνεται, γιατί κύριο θέμα μελέτης δεν είναι η πληθυσμιακή κατάσταση και εξέλιξη του Νομού Τρικάλων, ώστε να εξετασθούν για όλους τους δήμους και τις κοινότητες του νομού αυτού. Ο λόγος μελέτης της πληθυσμιακής κατάστασης και εξέλιξης των δήμων και των κοινοτήτων είναι να ερευνηθούν οι τάσεις μεταβολής και μετακίνησης του πληθυσμού του Νομού Τρικάλων και κατά συνέπεια οι μεταβολές των μελλοντικών οικιστικών αναγκών των οικιστικών μονάδων του νομού, ώστε να γίνει ο σωστός σχεδιασμός χρήσεων γης ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Για την καλύτερη ανάλυση και επεξήγηση των αποτελεσμάτων της μελέτης της πληθυσμιακής κατάστασης και εξέλιξης, μελετώνται κατά ομάδες οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Νομού Τρικάλων. Έτσι αρχικά εξετάζεται η πληθυσμιακή κατάσταση των δήμων, οι οποίοι βρίσκονται εντός των ορίων της περιοχής μελέτης. Στη συνέχεια εξετάζεται η πληθυσμιακή κατάσταση αντιπροσωπευτικών παραδειγμάτων των ορεινών και των πεδινών κοινοτήτων, οι οποίες βρίσκονται εντός των ορίων της περιοχής μελέτης. Τέλος αντιπροσωπευτικά εξετάζεται η πληθυσμιακή κατάσταση ορισμένων κοινοτήτων, οι οποίες παρουσιάζουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (τουριστική ανάπτυξη, γειτνίαση με το Δήμο Τρικκαίων, κ.ά.) και κρίθηκε απαραίτητο να μελετηθούν ξεχωριστά. Παρατηρώντας αρχικά την απεικόνιση της πληθυσμιακής κατάστασης των δήμων του Νομού Τρικάλων, στο σχήμα , συμπεραίνουμε ότι υπάρχει μια συνεχής και σημαντική αύξηση του πληθυσμού των αστικών κέντρων, επιβεβαιώνοντας την τάση αστυφιλίας και γιγάντωσης των αστικών κέντρων, που παρατηρείται τουλάχιστον τις τελευταίες δεκαετίες παγκόσμια, αλλά και στον ελλαδικό χώρο. Το φαινόμενο αυτό της αστυφιλίας είναι ανεξάρτητο από την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας, και παρατηρείται τόσο στις εύρωστες οικονομικά αναπτυγμένες χώρες, όσο και στις οικονομικά ασθενέστερες χώρες του «Τρίτου Κόσμου». Πρωτεύουσα του Νομού Τρικάλων είναι ο Δήμος Τρικκαίων (Τρίκαλα). Τα Τρίκαλα παρουσιάζουν μεγάλη αύξηση του πληθυσμού τους από τους δεκαπέντε περίπου χιλιάδες (14.820) κατοίκους το 1889, στους σαράντα εννέα περίπου χιλιάδες (48.686) κατοίκους το Στους αριθμούς αυτούς δεν συνυπολογίζονται ο πληθυσμός κάποιων γειτονικών οικισμών ή δημοτικών διαμερισμάτων, τα οποία κατά καιρούς είτε συνενώθηκαν διοικητικά με τα Τρίκαλα στο Δήμο Τρικκαίων είτε αναγνωρίσθηκαν ως ανεξάρτητοι Ο.Τ.Α., όπως ο Πυργετός, το Ριζαρειό κ.ά. Επίσης στον πληθυσμό του δήμου αυτού δεν προσμετράται ο πληθυσμός των κοινοτήτων, οι οποίες συνορεύουν και στην πραγματικότητα έχουν συνενωθεί με αυτόν. Οι γειτονικές αυτές κοινότητες λειτουργούν σήμερα ως προάστια του δήμου. Στο διάστημα αυτό των εκατόν δώδεκα ετών ( ) ο πληθυσμός των Τρικάλων υπερτριπλασιάστηκε (αύξηση κατά 3,3 φορές). 55

56 ΣΧΗΜΑ : Απεικόνιση της πληθυσμιακής κατάστασης των δήμων του Νομού Τρικάλων. FIGURE : The demographic illustration of the municipalities of the Trikala Prefecture. Στο σχήμα απεικονίζεται η αύξηση του ποσοστού του πληθυσμού του Νομού Τρικάλων, που κατοικεί στην πόλη των Τρικάλων, από το 1889 έως σήμερα (τελευταία απογραφή του 2001). Το 1940 στα Τρίκαλα κατοικούσε το 15,72% του πληθυσμού του Νομού Τρικάλων. Σήμερα, το ποσοστό αυτό έχει υπερδιπλασιαστεί και έχει φτάσει το 35,27% του συνολικού πληθυσμού του Νομού Τρικάλων. Η αύξηση αυτή αποδεικνύει την παγκόσμια τάση μετακίνησης του πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα και τις πρωτεύουσες των χωρών ή των νομών. Η Καλαμπάκα, η οποία είναι πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας, δεν ήταν από το 1889 αυτόνομος δήμος, αλλά κοινότητα, η οποία υπαγόταν στον ευρύτερο Δήμο Αιγινίου και αποτελούσε την έδρα αυτού. Η κοινότητα Καλαμπάκας αναγνωρίσθηκε 56

57 57

58 58

59 ΣΧΗΜΑ : Απεικόνιση της αύξησης του ποσοστού του πληθυσμού του Δήμου Τρικάλων σε σχέση με το πληθυσμό ολόκληρου του νομού. FIGURE : Illustration of the increase of the population percentage of Trikala Municipality, in comparison with the population of the prefecture. ως δήμος το 1946, και παρουσιάζεται με τη μορφή αυτή για πρώτη φορά στην απογραφή του Η Καλαμπάκα παρουσιάζει αύξηση του πληθυσμού της από τους δύο περίπου χιλιάδες (1.939) κατοίκους το 1889, στους επτάμισι χιλιάδες περίπου (7.392) κατοίκους το Στο διάστημα αυτό των εκατόν δώδεκα ετών ( ) ο πληθυσμός της Καλαμπάκας σχεδόν τετραπλασιάστηκε (αύξηση κατά 3,8 φορές). Χαρακτηριστικό είναι ότι ο πληθυσμός του Δήμου Καλαμπάκας το 1889 αποτελούσε το 2,78% του συνολικού πληθυσμού του νομού, ενώ το 2001 το 5,35% (σχήμα ). Η Πύλη (παλαιά ονομασία Πόρτα Παζάρι) δεν ήταν από το 1889 αυτόνομος δήμος, αλλά κοινότητα, η οποία υπαγόταν στον ευρύτερο Δήμο Αιθίκων με έδρα την Ελάτη (π.ο. Τύρνα). Η κοινότητα Πύλης αναγνωρίσθηκε και αυτή ως δήμος, το 1946 και παρουσιάζεται με τη μορφή αυτή για πρώτη φορά στην απογραφή του Η Πύλη παρουσιάζει αύξηση του πληθυσμού της από τους εξακόσιους πενήντα περίπου (634) κατοίκους το 1889, στους δύο περίπου χιλιάδες (1.991) κατοίκους το Στο διάστημα αυτό των εκατόν δύο ετών ( ) ο πληθυσμός της Πύλης υπερ-τριπλασιάστηκε (αύξηση κατά 3,1 φορές). Κατά την απογραφή του 2001 ο πληθυσμός της φτάνει τους κατοίκους, παρουσιάζοντας μια κάμψη της τάξης του 7,6% ή των εκατόν πενήντα κατοίκων περίπου. Χαρακτηριστικό είναι 59

60 ΣΧΗΜΑ : Απεικόνιση της αύξησης του ποσοστού του πληθυσμού του Δήμου Καλαμπάκας σε σχέση με το πληθυσμό ολόκληρου του νομού. FIGURE : Illustration of the increase of the population percentage of the Kalampaka Municipality, in comparison with the population of the prefecture. ότι ο πληθυσμός του σημερινού Δήμου Πύλης (κοινότητας τότε) το 1889 αποτελούσε το 0,91% του συνολικού πληθυσμού του Νομού Τρικάλων, ενώ το 2001 το 1,33% (σχήμα ). Συμπερασματικά οι δήμοι του Νομού Τρικάλων παρουσιάζουν γενικά μια συνεχή και σημαντική αύξηση του πληθυσμού τους, που στα τελευταία εκατό περίπου χρόνια φτάνει σχεδόν στον τριπλασιασμό του. Με τον τρόπο αυτό επιβεβαιώνεται και στα στενά όρια του Νομού Τρικάλων η διεθνής τάση αστυφιλίας ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΟΡΕΙΝΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Στο σχήμα απεικονίζεται η πληθυσμιακή εξέλιξη κάποιων αντιπροσωπευτικών ορεινών κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων. Σ αυτήν την απεικόνιση παρουσιάζονται κοινότητες γεωγραφικά κατανεμημένες σε όλη την ορεινή ζώνη του νομού. Παρουσιάζονται κοινότητες της οροσειράς της Πίνδου, από το νότιο και το βόρειο τμήμα του όρους Κόζιακα και του όρους Αντιχάσια. Οι ορεινές κοινότητες του νομού, οι οποίες μελετώνται, είναι το Αγιόφυλλο (παλαιή ονομασία Βελεμίστι), το Γερακάρι, το Γοργογύρι, η Καστανέα, το Κλεινόν (π.ο. Κλεινοβός), ο Κονισκός, το Μαλακάσι, το Μαυρέλι, η Οξύνεια (π.ο. Μερίτσα), η Παλαιοκαρυά (συνολικά παρ όλη την διαίρεσή της σε Άνω, Κάτω και Μέση, σε κάποιες αναφορές 60

61 και απογραφές), το Ροποτό, το Σκεπάρι (π.ο. Σκεπάρνι), τα Στουρναρέικα (π.ο. Κούτσαινα) και η Χρυσομηλέα (π.ο. Άνω Περλιάγκον). ΣΧΗΜΑ : Απεικόνιση της αύξησης του ποσοστού του πληθυσμού του Δήμου Πύλης σε σχέση με το πληθυσμό ολόκληρου του νομού. FIGURE : Illustration of the increase of the population percentage of the Pyli Municipality, in comparison with the population of the prefecture. 61

62 ΣΧΗΜΑ : Απεικόνιση της πληθυσμιακής εξέλιξης επιλεγμένων αντιπροσωπευτικών ορεινών κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων. FIGURE : Illustration of the demographic evolution of selected representative mountainous communities of the Trikala Prefecture. Από την απογραφή του 1889 έως και αυτήν του 1940, σε γενικές γραμμές, αυτές οι ορεινές κοινότητες παρουσιάζουν σταθερή και συνεχή αύξηση του ανθρώπινου δυναμικού τους. 62

63 Στις περισσότερες ορεινές περιοχές, μεταξύ των απογραφών του 1940 και 1951, παρουσιάζεται σημαντική πληθυσμιακή κάμψη. Αυτό είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι αυτοί οι ορεινοί όγκοι αποτέλεσαν το επίκεντρο δράσης και το καταφύγιο των αντιστασιακών ομάδων κατά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο Πόλεμο, ο οποίος ακολούθησε. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού είτε θανατώθηκε, είτε μετανάστευσε οικειοθελώς, για να αποφύγει τις συνέπειες των σχεδόν δεκαετών πολεμικών συγκρούσεων, είτε τέλος εκτοπίστηκε. Έτσι για παράδειγμα το 1951 σημαντική και μη αναμενόμενη (σε φυσιολογικές συνθήκες και σε ειρηνική περίοδο) πληθυσμιακή κάμψη παρουσιάζουν οι κοινότητες του Αγιόφυλλου, της Καστανέας, του Κλεινού, του Κονισκού, του Μαλακασίου, του Μαυρελίου και των Στουρναραίικων. Μετά το 1951 και την λήξη των πολεμικών γεγονότων, που προαναφέρθηκαν, εμφανίζεται μια αύξηση του πληθυσμού, η οποία είναι αναμενόμενη και φυσιολογική. Εκτός της φυσιολογικής εξέλιξης του πληθυσμού, σύμφωνα με την οποία επήλθε αύξηση των κατοίκων, είχαμε κατά την χρονική περίοδο αυτή και επιστροφή κάποιων κατοίκων στα χωριά καταγωγής τους, που οικειοθελώς ή όχι τα εγκατέλειψαν την περίοδο Ό,τι όμως δεν κατάφεραν οι απανωτές και πολυετείς πολεμικές συρράξεις, το πέτυχε η μετανάστευση και η αστυφιλία. Μετά το 1961 αρχίζει ένα πολύ μεγάλο κύμα φυγής των κατοίκων των ορεινών περιοχών, για αναζήτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης. Το κύμα αυτό, που συνεχίζεται έως και σήμερα με μικρότερη όμως ένταση, οδήγησε στην ερήμωση των περιοχών αυτών και κατάντησαν τα ορεινά χωριά οικισμοί φαντάσματα, τα οποία κατοικούνται πλέον μόνο από ελάχιστους νέους και μερικούς γέροντες, οι οποίοι αρνήθηκαν να ακολουθήσουν την πορεία των άλλων συγχωριανών τους προς τα αστικά κέντρα της χώρας, ή προς τις χώρες του εξωτερικού. Στην απογραφή του 2001, σε κάποιες από αυτές τις ορεινές κοινότητες (Παλαιοκαρυά, Κονισκός, Γοργογύριον κ.ά.) παρατηρείται μια μικρή πληθυσμιακή ανάκαμψη. Αυτό οφείλεται στην επιστροφή κάποιων κατοίκων στο τόπο καταγωγής τους, οι οποίοι είχαν μεταναστεύσει σε άλλες περιοχές πριν τριάντα ή σαράντα χρόνια. Άλλη μία αιτία αυτής της καταγραφόμενης πλασματικής πληθυσμιακής αύξησης είναι η μετακίνηση κατά την ημέρα της απογραφής μιας μερίδας του πληθυσμού από τους τόπους κατοικίας τους στους τόπους καταγωγής τους, με μοναδικό σκοπό να απογραφούν ως μόνιμοι κάτοικοι αυτών, ώστε να μην καταγραφεί η ερήμωση των τόπων καταγωγής τους ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΕΔΙΝΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Στο σχήμα απεικονίζεται η πληθυσμιακή εξέλιξη κάποιων αντιπροσωπευτικών πεδινών κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων. Σ αυτήν την απεικόνιση έγινε μια προεπιλογή και παρουσιάζονται κοινότητες γεωγραφικά κατανεμημένες σ όλη την πεδινή ζώνη του νομού. Οι πεδινές κοινότητες του νομού, οι οποίες μελετώνται, είναι το Βαλτινό (παλαιή ονομασία Βαλτσινόν), η Βασιλική (π.ο. Βοϊβόδα), η Διάβα (π.ο. Πρεβέντα), τα Μεγάλα Καλύβια, το Μεγαλοχώρι (π.ο. Μπουχούνιστα), η Μεγάρχη, η Νομή, το 63

64 64 ΣΧΗΜΑ : Απεικόνιση της πληθυσμιακής εξέλιξης επιλεγμένων αντιπροσωπευτικών πεδινών κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων. FIGURE : Illustration of the demographic evolution of selected representative flat communities of the Trikala Prefecture.

65 Παλιομονάστηρο (π.ο. Μπελέτσι), η Πηγή (π.ο. Μεγάλη Πουλιάνα), η Πιαλεία (π.ο. Καρβουνολεπενίτσα), οι Ταξιάρχες (π.ο. Κριτσίνι) και η Φήκη (π.ο. Βαρμπόπη). Από την απογραφή του 1889 έως και αυτήν του 1961, γενικά, αυτές οι πεδινές κοινότητες παρουσιάζουν σταθερή και συνεχή αύξηση του ανθρώπινου δυναμικού τους. Αυτή οφείλεται τόσο στη φυσική εξέλιξη αύξηση, όσο και στις μετακινήσεις πληθυσμών τη δεκαετία του από τις ορεινές στις πεδινές περιοχές, ώστε να αποφύγουν τις συνέπειες του πολέμου. Πρέπει να τονιστεί, ότι οι ορεινές κοινότητες υπέστησαν τις συνέπειες του πολέμου πολύ περισσότερο από τις πεδινές και αυτό γιατί στα ορεινά βρίσκονταν τα ορμητήρια των αντιστασιακών ομάδων και το θέατρο των πολεμικών συρράξεων τους με τις γερμανικές δυνάμεις αρχικά την περίοδο της Κατοχής, και τις δυνάμεις του κεντρικού κράτους μετέπειτα την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Η μετανάστευση και η αστυφιλία, όμως, δεν έπληξε μόνο την πληθυσμιακή εξέλιξη των ορεινών κοινοτήτων, όπως προαναφέρθηκε στη προηγούμενη παράγραφο, αλλά και των πεδινών. Το 1961 καταγράφεται μια σημαντική ελάττωση του πληθυσμού των πεδινών κοινοτήτων, η οποία οφείλεται στο μαζικό κύμα της εσωτερικής και της εξωτερικής μετανάστευσης. Από το 1971 και μετά, η πληθυσμιακή κατάσταση στις κοινότητες αυτές εμφανίζεται σχετικά σταθερή με μικρές αυξήσεις ή ελαττώσεις, οι οποίες οφείλονται σε φυσιολογικά αίτια. Η ηπιότερη μείωση του πληθυσμού στις κοινότητες του πεδινού τμήματος του Νομού Τρικάλων σε σχέση με αυτή των ορεινών κοινοτήτων, μετά το 1961 και οι σταθεροποιητικές τάσεις, οι οποίες επικράτησαν μετά το 1971, οφείλονται κυρίως στις καλύτερες οικονομικές δυνατότητες, που υπήρχαν, και στις ηπιότερες φυσικές συνθήκες, οι οποίες επικρατούσαν σ αυτές ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΤΡΙΚΑΛΩΝ, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΕΜΦΑΝΙΖΟΥΝ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥΣ Η τελευταία κατηγορία Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Νομού Τρικάλων που μελετώνται είναι αυτές, οι οποίες παρουσιάζουν ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κατά την ανάπτυξή τους, και δεν ακολουθούν την εξέλιξη, την οποία θα αναμενόταν να είχαν. Στην κατηγορία αυτή μελετώνται οι κοινότητες της Ελάτης (παλαιά ονομασία Τύρνα), του Καστρακίου, του Παλαιοπύργου (π.ο. Ζαβλάνια), του Πυργετού, της Ράξας και του Ριζαρειού. Η απεικόνιση της πληθυσμιακής εξέλιξης αυτών των κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων φαίνεται στο σχήμα Η πληθυσμιακή κατάσταση της κοινότητας της Ελάτης είναι φυσιολογική και αναμενόμενη ως το Ο πληθυσμός της επηρεάστηκε ως το 1991, από την φυσική αυξητική τάση, η οποία καταγράφηκε και στις υπόλοιπες κοινότητες του νομού, από τα πολεμικά γεγονότα της δεκαετίας του 1940 και από το κύμα μετανάστευσης της δεκαετίας του Από τότε και μετά, αν και είναι ορεινή κοινότητα και θα αναμενόταν να ακολουθεί πληθυσμιακά μια φθίνουσα πορεία, παρουσιάζει μια αύξηση του πληθυσμού της, εξαιτίας της ανάπτυξης του χειμερινού τουρισμού και την γειτονία της με το χιονοδρομικό κέντρο του Νομού Τρικάλων, το οποίο λειτουργεί στο Περτούλι. 65

66 ΣΧΗΜΑ : Απεικόνιση της πληθυσμιακής εξέλιξης επιλεγμένων αντιπροσωπευτικών κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων, οι οποίες εμφανίζουν κοινωνικο - οικονομικές ιδιαιτερότητες. FIGURE : Illustration of the demographic evolution of selected representative communities of the Trikala Prefecture, which appear social - economic particularities. Ο πληθυσμός της κοινότητας Καστρακίου έως το 1971 ακολουθεί μια αναμενόμενη πορεία, αυξητική στην αρχή και φθίνουσα αργότερα. Κάποια αντίστοιχη σταθεροποίηση παρουσιάζει μετά το 1971 έως σήμερα, εξαιτίας της τουριστικής κίνησης. Η τουριστική αυτή κίνηση οφείλεται στους επισκέπτες του Φυσικού Μνημείου των βράχων των Μετεώρων και των μοναστηριών, που φιλοξενούνται σε αυτούς. Το Καστράκι επίσης λειτουργεί και ως προάστιο της Καλαμπάκας. Οι υπόλοιπες τέσσερις κοινότητες (Παλαιόπυργος, Πυργετός, Ράξα και Ριζαρειό), οι οποίες μελετώνται ως προς την πληθυσμιακή εξέλιξή τους, παρουσιάζουν την ιδιαιτερότητα ότι είναι γύρω από το πολεοδομικό συγκρότημα των Τρικάλων και λειτούργησαν τα τελευταία χρόνια σαν οικιστικά προάστιά του. Με την οικιστική ανάπτυξη της πόλης των Τρικάλων και την εξάπλωσή της, οι κοινότητες αυτές συνενώθηκαν ουσιαστικά με το πολεοδομικό ιστό των Τρικάλων. Η ανέγερση νέων κατοικιών και άλλων κατασκευών ήταν σχεδόν αδύνατη μέσα στα όρια του κορεσμένου οικιστικού ιστού των Τρικάλων, γεγονός που είχε ως άμεσο αποτέλεσμα την οικοδομική εξάπλωση περιφερειακά γύρω από την πόλη. Επίσης στις περιοχές αυτές το κόστος αγοράς γης ήταν μικρότερο από αυτό στα Τρίκαλα. Έτσι επήλθε η σταδιακή συνένωση των Τρικάλων και των κοινοτήτων αυτών, που 66

67 ήταν κοντά στη πόλη. Για το λόγο αυτό σήμερα κάποιοι κάτοικοι των Τρικάλων καταγράφονται ως δημότες των κοινοτήτων αυτών. Στις κοινότητες αυτές δεν συνέτρεχε κάποιος άλλος λόγος, πλην της γειτονίας τους με την πόλη των Τρικάλων, για να παρουσιάζουν αύξηση του πληθυσμού τους, που σε ορισμένες περιπτώσεις είναι πολύ μεγάλη. Τα απαραίτητα στοιχεία για τη μελέτη της πληθυσμιακής κατάστασης των δήμων και των κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων ελήφθησαν από τα αρχεία που διατηρεί η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (Γ.Σ.Υ.Ε., 1924, 1935 & 1946, Ε.Σ.Υ.Ε., 1955, 1963, 1972, 1982, 1994 & 2003) ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Ο πληθυσμός του Νομού Τρικάλων παρουσιάζει μια σημαντική αύξηση από την απογραφή του 1889 έως το Στο χρονικό διάστημα αυτό των 72 ετών φαίνεται ότι ο πληθυσμός υπερδιπλασιάστηκε (από τους στους κατοίκους). Τη δεκαετία παρατηρείται μια πληθυσμιακή κάμψη εξαιτίας του φαινομένου της μετανάστευσης. Από το 1971 έως το 2001 παρουσιάζονται γενικά σταθεροποιητικές τάσεις του πληθυσμιακού δυναμικού του νομού με μικρή αύξηση το 1981 και το 1991 και μικρή μείωση το Ο πληθυσμός των αστικών κέντρων του Νομού Τρικάλων παρουσιάζει μια συνεχή και σημαντική αύξηση, επιβεβαιώνοντας την τάση αστυφιλίας και της γιγάντωσης των αστικών κέντρων, που παρατηρούνται τουλάχιστον τις τελευταίες δεκαετίες σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και στον ελλαδικό χώρο. Η πρωτεύουσα του νομού, ο Δήμος Τρικκαίων (Τρίκαλα), παρουσιάζει αύξηση πληθυσμού από τους δεκαπέντε περίπου χιλιάδες (14.820) κατοίκους το 1889, στους σαράντα εννέα περίπου χιλιάδες (48.686) κατοίκους το Καταγράφεται δηλαδή ένας υπερτριπλασιασμός του πληθυσμού της πόλης των Τρικάλων στη διάρκεια αυτών των 112 ετών. Η αύξηση αυτή δεν συνάδει με την συνολική πληθυσμιακή αύξηση του νομού και είναι κατά μια φορά μεγαλύτερη. Επίσης στον πληθυσμό του δήμου αυτού δεν προσμετράται ο πληθυσμός των κοινοτήτων, οι οποίες συνορεύουν και στην πραγματικότητα έχουν συνενωθεί με αυτόν και λειτουργούν ως προάστια του δήμου. Το 1940 στα Τρίκαλα κατοικούσε το 15,72% του πληθυσμού του Νομού Τρικάλων, ενώ σήμερα κατοικεί στην πόλη το 35,27% αυτού. Η Καλαμπάκα παρουσιάζει αύξηση του πληθυσμού της από τους δύο περίπου χιλιάδες (1.939) κατοίκους το 1889, στους επτάμισι χιλιάδες περίπου (7.392) κατοίκους το Στο διάστημα αυτό των εκατόν δώδεκα ετών ( ) ο πληθυσμός της Καλαμπάκας σχεδόν τετραπλασιάστηκε (αύξηση κατά 3,8 φορές). Επισημαίνεται ότι ο πληθυσμός της Καλαμπάκας το 1889 ήταν το 2,77% του πληθυσμού του νομού, ενώ σήμερα το 5,35%. Η Πύλη παρουσιάζει αύξηση του πληθυσμού της από τους εξακόσιους πενήντα περίπου (634) κατοίκους το 1889, στους δύο περίπου χιλιάδες (1.991) κατοίκους το Κατά την απογραφή του 2001 ο πληθυσμός της φτάνει τους κατοίκους, παρουσιάζοντας μια κάμψη της τάξης του 7,6%. Στο διάστημα αυτό των 112 ετών ( ) ο πληθυσμός της Πύλης σχεδόν τριπλασιάστηκε (αύξηση κατά 2,9 67

68 φορές). Αξιοσημείωτο είναι ότι ο πληθυσμός της Πύλης το 1889 ήταν το 0,9% του πληθυσμού του νομού, ενώ σήμερα το 1,33%. Από την απογραφή του 1889 έως και αυτήν του 1940, σε γενικές γραμμές, αυτές οι ορεινές κοινότητες παρουσιάζουν σταθερή και συνεχή αύξηση του ανθρώπινου δυναμικού τους. Από το 1961 και μετά παρατηρείται σημαντική κάμψη του πληθυσμού τους, κυρίως εξαιτίας της μετανάστευσης. Από το 1889 έως και το 1940, οι πεδινές κοινότητες παρουσιάζουν σταθερή και συνεχή αύξηση του ανθρώπινου δυναμικού τους. Σημειώνονται σημαντικές διαφοροποιήσεις σε κάθε μία από αυτές και μικρότερη τάση μετανάστευσης μετά το Τέλος ένας αριθμός κοινοτήτων εμφανίζουν εντελώς διαφορετική πληθυσμιακή εξέλιξη. Οι κοινότητες, οι οποίες βρίσκονται είτε γύρω από το πολεοδομικό ιστό της πόλης των Τρικάλων και στην πραγματικότητα αποτελούν προάστιά της (π.χ. Πυργετός, Ράξα), είτε κοντά σε τουριστικά αξιοθέατα (π.χ. Μετέωρα Καστράκι) ή επίσης τουριστικά θέρετρα (π.χ. Περτούλι Ελάτη), παρουσιάζουν συνεχή αυξητική τάση ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Οι μεταβολές των πληθυσμιακών στοιχείων ενός νομού και οι μετατοπίσεις κατοίκων εντός αυτού, επιφέρουν αναμφίβολα και αλλαγές στις χρήσεις γης τουλάχιστον κατά τόπους. Ο σχεδιασμός και ο καθορισμός των χρήσεων γης μιας περιοχής, βασισμένος στα φυσικά (ή φυσικογεωγραφικά) χαρακτηριστικά της, προϋποθέτει την επαρκή γνώση της παρελθούσης και της υφιστάμενης κατάστασης. Για το λόγο αυτό συγκεντρώθηκαν, επεξεργάσθηκαν και αναλύθηκαν στοιχεία, τα οποία αναφέρονται στις χρήσεις γης της περιοχής των τελευταίων δεκαετιών. Η μελέτη των χρήσεων γης στο νομό Τρικάλων έγινε με τρεις τρόπους και με δεδομένα από διαφορετικές πηγές. Αρχικά μελετήθηκαν οι χρήσεις γης στο Νομό Τρικάλων, με βάση τις πληροφορίες και τα καταγεγραμμένα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε.). Στη συνέχεια, μελετήθηκαν εστιασμένα οι χρήσεις γης στη περιοχή μελέτης, με βάση τα δεδομένα του προγράμματος κάλυψης γης CORINE 2000 (Bossard et al., 2000), κλίμακας 1: Τελικά μελετήθηκαν οι χρήσεις γης μόνο στις αστικές περιοχές του νομού Τρικάλων, με βάση τις πληροφορίες και τα καταγεγραμμένα στοιχεία της Ε.Σ.Υ.Ε. Στις δύο περιπτώσεις κατά τις οποίες τα δεδομένα και οι πληροφορίες προέρχονταν από την Ε.Σ.Υ.Ε. τα αποτελέσματά μας ήταν ακριβή, αλλά αριθμητικά μόνο. Αυτά προέρχονταν από κοινοτικές απογραφές και ήταν ακριβή, αλλά δεν βρέθηκε τρόπος χαρτογραφικής και χωρικής απεικόνισής τους. Στην άλλη περίπτωση, κατά την οποία τα δεδομένα προέρχονταν από το πρόγραμμα CORINE 2000, τα αποτελέσματά μας ήταν λιγότερο ακριβή αριθμητικά εξαιτίας της μικρής κλίμακας αυτού, αλλά είχαν το πλεονέκτημα της χωρικής απεικόνισής τους και της χρήσης τους για διάφορες εφαρμογές στα επόμενα κεφάλαια. Την απόκλιση των αποτελεσμάτων αυτών θα την πιστοποιήσουμε και στις επόμενες παραγράφους του κεφαλαίου αυτού. 68

69 Έτσι λοιπόν συγκεντρώθηκαν, αναλύθηκαν και μελετήθηκαν στοιχεία που αναφέρονται στις χρήσεις της γης των τελευταίων δεκαετιών. Στον πίνακα του παραρτήματος Ι καταγράφονται συγκεντρωτικά οι χρήσεις γης στο Νομό Τρικάλων. Τα στοιχεία του πίνακα συγκεντρώθηκαν από τα αρχεία που διατηρεί η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος (Ε.Σ.Υ.Ε., 1962, 1975, 1986 & 1995α). Η διαίρεση των εκτάσεων των δήμων και των κοινοτήτων έγινε από την Ε.Σ.Υ.Ε. σε επτά κατηγορίες κατά την απογραφή της γεωργίας και της κτηνοτροφίας του 1961 (Ε.Σ.Υ.Ε., 1962). Οι κατηγορίες αυτές είναι: α. καλλιεργούμενες εκτάσεις: Στις εκτάσεις αυτές περιελήφθησαν όλες οι καλλιεργούμενες γαίες για την παραγωγή γεωργικών προϊόντων, οι γαίες με ετήσιες καλλιέργειες (αμπέλια, δενδρώνες συμπεριλαμβανομένων των φυτειών λεύκας και κυπαρισσιού), οι εκτάσεις, που βρίσκονταν σε αγρανάπαυση (έως την τελευταία πενταετία), καθώς επίσης και τα κοφτολίβαδα (εκτάσεις που δεν καλλιεργούνται αλλά παράγουν αυτοφυές χόρτο θεριζόμενο όμως και προοριζόμενο για τη διατροφή ζώων). β. κοινοτικοί και κοινόχρηστοι βοσκότοποι: Δημοτικές ή κοινοτικές εκτάσεις που χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά για βόσκηση ζώων. Οι εκτάσεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν ως κοινόχρηστοι βοσκότοποι από τους κατοίκους ή εκμισθώθηκαν από τους Ο.Τ.Α. σε ιδιώτες. γ. ιδιωτικοί και συνιδιόκτητοι βοσκότοποι: Εκτάσεις, που όπως και οι προηγούμενες, χρησιμοποιήθηκαν για βόσκηση ζώων, αλλά ανήκουν στην ιδιοκτησία (ή συνιδιοκτησία) ιδιωτών, του κράτους, Ιερών Μονών ή άλλων ιδρυμάτων ή νομικών προσώπων γενικά. δ. δάση: Εκτάσεις καλυπτόμενες από άγρια ξυλώδη φυτά με ευκρινή κορμό, διακλαδούμενο σε ύψος τουλάχιστον ενός μέτρου από το έδαφος. Οι θαμνώδεις εκτάσεις περιελήφθησαν στις κατηγορίες των βοσκοτόπων. ε. εκτάσεις καλυπτόμενες από νερά: Στην κατηγορία αυτή περιελήφθησαν οι λίμνες, τα μόνιμα έλη, οι κοίτες των ποταμών, καθώς και εκτάσεις οι οποίες καλύπτονταν από νερά το μεγαλύτερο μέρος του έτους. στ. εκτάσεις που καταλαμβάνονται από οικισμούς: Στην κατηγορία αυτή περιελήφθησαν οι επιφάνειες που καλύπτονται από κτίρια με τις αυλές τους, τα πάρκα, οι πλατείες, οι δρόμοι, τα γήπεδα, οι στρατώνες, οι αρχαιολογικοί χώροι, οι σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις (σταθμοί, γραμμές), κ.ά. ζ. άλλες εκτάσεις: Στην κατηγορία αυτή περιελήφθησαν όλες οι άλλες εκτάσεις των Ο.Τ.Α., όπως οι βραχώδεις εντελώς γυμνοί από βλάστηση ορεινοί όγκοι, τα μεταλλεία, κ.ά. Πρέπει να επισημανθεί ότι κατά τη συγκέντρωση και την παρουσίαση των στοιχείων στον πίνακα του παραρτήματος Ι, η δεύτερη και η τρίτη κατηγορία παρουσιάζονται ενιαία και η έβδομη παραλείπεται, αφού αποτελεί το υπόλοιπο της συνολικής εκτάσεως. Από τη μελέτη των στοιχείων αυτών εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι εκτάσεις, οι οποίες καλύπτονται από οικοδομές και ανθρώπινες κατασκευές, στις μεν πεδινές 69

70 περιοχές αυξάνονται, στις δε ορεινές μειώνονται τις τελευταίες δεκαετίες, ως φυσικό επακόλουθο της αύξησης του πληθυσμού στα πεδινά και της μείωσής του στα ορεινά. Στις ανθρώπινες κατασκευές νοούνται τα κτίρια με τις αυλές τους, τα πάρκα, οι πλατείες, οι δρόμοι, τα γήπεδα, οι στρατώνες, οι αρχαιολογικοί χώροι, οι σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις (σταθμοί, γραμμές), κ.ά. Χαρακτηριστικό είναι ότι στις πεδινές περιοχές υπάρχει μια αύξηση της τάξης του 27,76% της καλυπτόμενης έκτασης από ανθρώπινες κατασκευές, στο χρονικό διάστημα από το 1961 έως το Κατά την ίδια χρονική περίοδο, η καλυπτόμενη από ανθρώπινες κατασκευές έκταση στις ορεινές περιοχές παρουσίασε μείωση της τάξης του 52,32%. Πρέπει να επισημανθεί ότι οι εκτάσεις, οι οποίες καλύπτονται από τους ημιορεινούς οικισμούς, ΣΧΗΜΑ 1.6 1: Μεταβολές των χρήσεων της γης στις πεδινές και στις ορεινές περιοχές τις τελευταίες δεκαετίες. FIGURE 1.6 1: Changes of the land uses in the flat and mountainous regions of the Trikala Prefecture, during the past decades. 70

71 παρουσιάζουν μικρές διαφορές (18,4 12,5 14,6 17,1 χιλιάδες στρέμματα) ανά δεκαετία. Οι μεταβολές αυτές, όπως και αυτές οι οποίες αναφέρονται παρακάτω φαίνονται σχηματικά στο σχήμα Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις, τόσο στις πεδινές όσο και στις ορεινές περιοχές, ως το 1971 παρουσιάζουν αύξηση. Από το 1971 ως σήμερα μειώνονται συνεχώς και αυτό μπορεί να αποδοθεί στο γεγονός της μείωσης της αγροτικής απασχόλησης και κατά συνέπεια της ελάττωσης του αγροτικού πληθυσμού. Συνολικά σε ολόκληρο το Νομό Τρικάλων οι καλλιεργούμενες εκτάσεις από το 1971 ως το 1991 μειώθηκαν κατά 13,1%, από τα περίπου στα στρέμματα. Η έκταση των βοσκοτόπων στις ορεινές περιοχές παρουσίασε μια μείωση της τάξης του 37,14%, από τα περίπου στρέμματα το 1961 στα το Στις πεδινές και ημιορεινές περιοχές η έκταση των βοσκοτόπων παρέμεινε σχεδόν σταθερή με πολύ μικρές αυξομειώσεις. Συνολικά στο Νομό Τρικάλων η έκταση των βοσκοτόπων μειώθηκε κατά 33,03%, από τα περίπου στρέμματα το 1961, στα το Οι εκτάσεις οι οποίες καλύπτονται από δάση δεν μεταβλήθηκαν σημαντικά, ενώ κάποιες μικρές αυξομειώσεις, οι οποίες καταγράφηκαν, μπορεί να οφείλονται και στις διαφορές της συνολικής έκτασης του νομού μεταξύ των απογραφών. Οι εκτάσεις οι οποίες καλύπτονται από νερά παρουσίασαν μια σημαντική διαφορά. Καταγράφηκε μια μείωση της τάξης του 30,46%, από τα περίπου στρέμματα το 1961 στα το Οι μεταβολές αυτές φαίνονται σχηματικά στο παραπάνω σχήμα Η διαφορά αυτή καταγράφεται κυρίως στις ορεινές περιοχές, όπου έχουμε μια μείωση της τάξης του 41,35% από τα στρέμματα το 1961 στα στρέμματα το Στις πεδινές και ημιορεινές περιοχές οι εκτάσεις που καταλαμβάνονται από νερά παρουσιάζουν κάποιες αυξομειώσεις. Αυτές είναι φυσιολογικές εξαιτίας του ότι οι εκτάσεις, οι οποίες μεταβάλλονται, είναι μικρού απόλυτου αριθμού σε στρέμματα. ΣΧΗΜΑ 1.6 2: Μεταβολές στην έκταση, την οποία καταλαμβάνουν τα νερά. FIGURE 1.6 2: Changes in the surface, which is covered by waters. 71

72 ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Στο κεφαλαίο αυτό περιγράφεται η κάλυψη και οι χρήσεις γης στην έκταση της περιοχής μελέτης. Ο υπολογισμός των χρήσεων γης στη περιοχή μελέτης βασίστηκε στα δεδομένα του προγράμματος κάλυψης γης CORINE 2000, κλίμακας 1: Οι κύριες κατηγορίες και υποκατηγορίες διαχωρισμού των χρήσεων γης δημιουργήθηκαν από τους Bossard, Feranec και Otahel (2000) με τη χρήση συγκεκριμένων κριτηρίων. Αξιοσημείωτο είναι ότι εξαιτίας της μικρής κλίμακας και των γενικευμένων κριτηρίων, που εφαρμόζονται στην κατηγοριοποίηση, για έναν συγκεκριμένο αριθμό περιοχών, δεν αποτυπώνονται με ακρίβεια η μικρής έκτασης κατηγορίες χρήσεων γης ΚΑΤΗΓΟΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Οι κατηγορίες και οι υποκατηγορίες των χρήσεων γης στην περιοχή μελέτης, βάσει των δεδομένων του προγράμματος κάλυψης γης CORINE 2000, καθώς και τα κριτήρια διαχωρισμού τους για τη περιοχή μελέτης είναι: ΔΟΜΗΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Αστική δόμηση: περιοχές κυρίως καλυπτόμενες από μόνιμες κατοικίες, κτίρια διοικητικών και δημοσίων υπηρεσιών συμπεριλαμβανομένου και του οδικού δικτύου. o Συνεχής αστική δόμηση: το μεγαλύτερο τμήμα της έκτασης, καλύπτεται από κατασκευές και μεταφορικά δίκτυα. Κτίρια, δρόμοι και τεχνητές περιοχές καλύπτουν περισσότερο από το 80% της συνολικής επιφάνειας. o Διακοπτόμενη αστική δόμηση: το μεγαλύτερο τμήμα της έκτασης καλύπτεται από κατασκευές. Κτίρια, δρόμοι και τεχνητές περιοχές συνυπάρχουν με περιοχές βλάστησης ή απογυμνωμένες, οι οποίες κατέχουν μη συνεχείς αλλά σημαντικές εκτάσεις. Βιομηχανικές, εμπορικές ζώνες και μεταφορικό δίκτυο: περιοχές καλυπτόμενες από βιομηχανικές, εμπορικές και οικονομικές δραστηριότητες καθώς επίσης το μεταφορικό δίκτυο (επίγειο, εναέριο, θαλάσσιο) και τα έργα υποδομής του. o Βιομηχανικές ή εμπορικές ζώνες: μεγάλες τεχνητές περιοχές χωρίς βλάστηση καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο τμήμα της ζώνης, οι οποίες μπορεί επιπλέον να περιλαμβάνουν κτίρια και εκτάσεις με ή χωρίς πράσινο. 72

73 ΓΕΩΡΓΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Αρόσιμες εκτάσεις: εκτάσεις οι οποίες καλλιεργούνται εποχιακά και περιλαμβάνουν γαίες με ετήσια συγκομιδή και χέρσες γαίες. Οι εκτάσεις αυτές είναι είτε μόνιμα αρδευόμενες, είτε μη αρδευόμενες. o Μη αρδευόμενες αρόσιμες γαίες: όπου καλλιεργούνται δημητριακά, όσπρια, ζωοτροφές, βολβοί και υπάρχουν χέρσες εκτάσεις. Συμπεριλαμβάνονται οι καλλιέργειες λουλουδιών, οπωροφόρων δένδρων και λαχανικών, οι καλλιέργειες σε ανοικτά και κλειστά θερμοκήπια, οι καλλιέργειες αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών. Στην κατηγορία αυτή δεν περιλαμβάνονται οι μόνιμοι βοσκότοποι. o Μόνιμα αρδευόμενες γαίες: μόνιμα ή περιοδικά αρδευόμενες καλλιέργειες που χρησιμοποιούν μόνιμη υποδομή (κανάλια άρδευσης, υδρογραφικό δίκτυο). Οι περισσότερες από αυτές τις καλλιέργειες δεν μπορούν να ευδοκιμήσουν χωρίς τεχνητό εφοδιασμό με νερό. Σ αυτές, δεν περιλαμβάνονται οι σποραδικά αρδευόμενες εκτάσεις. Μόνιμες καλλιέργειες: όλη η επιφάνεια καλύπτεται από μόνιμες και όχι περιοδικές καλλιέργειες. Οι καλλιέργειες αυτές περιέχουν κυρίως δένδρα για την παραγωγή φρούτων, όπως είναι τα οπωροφόρα δένδρα, οι ελιές, οι καστανιές, οι καρυδιές, τα αμπέλια και ορισμένα χαμηλού ύψους φυτά. o Αμπελώνες: περιοχές φυτεμένες με αμπέλια. o Οπωροφόρα δένδρα: αγροτεμάχια φυτεμένα με δένδρα ή θάμνους φρούτων, τα οποία περιέχουν μονοκαλλιέργειες ή ανάμικτες καλλιέργειες με διαφορετικά είδη φρούτων, δένδρα με φρούτα καλλιεργούμενα σε εκτάσεις με χλόη και εκτάσεις με καστανιές και καρυδιές. Ετερογενείς γεωργικές περιοχές: εποχιακές καλλιέργειες, οι οποίες συνυπάρχουν με μόνιμες καλλιέργειες στο ίδιο αγροτεμάχιο, περιοχές με περιοδικές καλλιέργειες κάτω από δένδρα δάσους, εκτάσεις όπου οι καλλιέργειες και οι βοσκότοποι αναμιγνύονται με φυσική βλάστηση. o Σύνθετες μορφές καλλιέργειας: μικρά αγροτεμάχια με ποικίλες ετήσιες καλλιέργειες, βοσκότοπους με / ή χωρίς μόνιμες καλλιέργειες. o Γεωργικές περιοχές: με σημαντικές εκτάσεις φυσικής βλάστησης: καλύπτουν περιοχές κυρίως γεωργικές εναλλασσόμενες με φυσικές εκτάσεις. o Αγρο-δασικές περιοχές: ετήσιες καλλιέργειες ή βοσκότοποι σε δασόφυτες εκτάσεις ΔΑΣΙΚΕΣ ΚΑΙ ΗΜΙΦΥΣΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Δάση: δασώδεις και δασικές εκτάσεις καλυπτόμενες από αειθαλή και φυλλοβόλα δένδρα, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παραγωγή ξυλείας ή άλλων δασικών προϊόντων. Τα δένδρα του δάσους κάτω από κανονικές κλιματολογικές συνθήκες έχουν ύψος μεγαλύτερο από πέντε μέτρα και φυτοκάλυψη τουλάχιστον 30%. o Δάση πλατύφυλλων: σχηματισμοί βλάστησης, οι οποίοι αποτελούνται κυρίως από δένδρα και θάμνους χαμηλής βλάστησης, όπου επικρατούν τα πλατύφυλλα είδη. 73

74 o Δάση κωνοφόρων: σχηματισμοί βλάστησης, που αποτελούνται κυρίως από δένδρα και θάμνους χαμηλής βλάστησης, όπου επικρατούν τα κωνοφόρα είδη. o Μικτά δάση: σχηματισμοί βλάστησης, που αποτελούνται κυρίως από δένδρα και θάμνους χαμηλής βλάστησης. Στην κατηγορία αυτή δεν επικρατούν ούτε τα πλατύφυλλα ούτε τα κωνοφόρα είδη. Θαμνώδεις και χορτώδεις περιοχές: μεσογειακού τύπου αειθαλείς σκληρόφυλλοι θάμνοι και θαμνότοποι, σε περίοδο αναγέννησης και υποβάθμισης των πλατύφυλλων αειθαλών δασών, όπως επίσης υγρές, θερμόφιλες χορτολιβαδικές εκτάσεις, οι οποίες βρίσκονται στην πεδινή, στην λοφώδη και στην ορεινή ζώνη. o Φυσικοί βοσκότοποι: είναι χαμηλής αποδοτικότητας βοσκότοποι. Συνήθως βρίσκονται σε τραχύ και απότομο έδαφος και συχνά περιλαμβάνουν βραχώδεις περιοχές, ρείκια και θαμνότοπους. o Βαλτώδη και χέρσα εδάφη: βλάστηση με χαμηλή και πυκνή κάλυψη, κυριαρχούμενη από θάμνους και φυλλώδη φυτά. o Σκληρόφυλλη βλάστηση: θαμνώδης, χαμηλή βλάστηση, αποτελούμενη από σκληρόφυλλα φυτά. o Μεταβατική ζώνη δασόφυτων θαμνόφυτων εκτάσεων: θαμνώδης ή φυλλώδης βλάστηση με διασκορπισμένα δένδρα, μπορεί να αντιπροσωπεύει είτε δασική αναγέννηση, είτε δασική υποβάθμιση. Ανοικτές εκτάσεις με ελάχιστη ή ανύπαρκτη βλάστηση: φυσικές περιοχές καλυπτόμενες με ελάχιστη ή ανύπαρκτη βλάστηση. Επιπρόσθετα, η κατηγορία περιλαμβάνει αμμώδεις σχηματισμούς, βραχώδεις εκτάσεις πάνω σε ανθρακικής ή πυριτικής σύστασης πετρώματα, οι οποίες διαβρώνονται, περιοχές με πέτρες σε απότομες πλαγιές, κρημνούς με σποραδική βλάστηση και καμένες εκτάσεις. o Αμμώδεις ή χαλικώδεις εκτάσεις: αποτελούνται από άμμο ή κροκάλες, συμπεριλαμβάνονται οι κοίτες ποταμών με χειμαρρώδη ροή. o Περιοχές με αραιή χαμηλή βλάστηση: περιέχουν αραιή κάλυψη με βλάστηση σε μεγάλα υψόμετρα ΥΔΑΤΙΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Ύδατα ενδοχώρας: μεγάλες και μικρές λίμνες, φυσικής προέλευσης, οι οποίες περιέχουν γλυκό νερό, τα τρεχούμενα νερά των ποταμών και των χειμάρρων, και οι ανθρωπογενείς κατασκευές, όπως είναι οι δεξαμενές και τα κανάλια άρδευσης. o Ρους ύδατος: φυσική ή τεχνητή ροή ύδατος, η οποία χρησιμεύει ως υδρογραφικό δίκτυο, περιέχονται τα τεχνητά κανάλια άρδευσης. Το απαιτούμενο ελάχιστο πλάτος είναι 100 μέτρα. 74

75 ΧΑΡΤΗΣ ΤΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Η κατασκευή του χάρτη χρήσεων γης βασίστηκε στα ψηφιακά δεδομένα του προγράμματος κάλυψης γης CORINE Η επεξεργασία των δεδομένων έγινε τη χρήση του λογισμικού του Γεωγραφικού Συστήματος Πληροφοριών ARC/GIS. Ο χάρτης χρήσης γης διακρίνεται στο σχήμα Σύμφωνα με το θεματικό χάρτη χρήσης γης καθορίστηκε η έκταση και το ποσοστό της κάθε μιας από τις κατηγορίες, οι οποίες διαπιστώθηκαν. Στον πίνακα περιγράφονται η έκταση και τα ποσοστά συμμετοχής των κατηγοριών. ΠΙΝΑΚΑΣ : Χρήσεις γης στην περιοχή μελέτης. TABLE : Land uses of the study area. Όπως προκύπτει από τον παρακάτω πίνακα, τη μεγαλύτερη σε έκταση χρήση γης (1.529 τετραγωνικά χιλιόμετρα) έχουν οι μόνιμα αρδευόμενες εκτάσεις με ποσοστό συμμετοχής ίσο με 74,368%. Οι χρήσεις γης με τη μικρότερη έκταση (0,05 τετραγωνικά χιλιόμετρα) και το χαμηλότερο ποσοστό συμμετοχής έχουν οι ζώνες αστικής δόμησης, καθώς και οι βιομηχανικές ή εμπορικές ζώνες. 75

76 ΚΑΛΥΨΗ ΑΣΤΙΚΩΝ, ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Ο θεματικός χάρτης με την κάλυψη των αστικών, αγροτικών, φυσικών και υδάτινων εκτάσεων (σχήμα ) δημιουργήθηκε από τα ψηφιακά δεδομένα του προγράμματος κάλυψης γης CORINE Ο χάρτης αυτός προέκυψε από τη συνένωση των κύριων κατηγοριών χρήσης γης και μετά την επεξεργασία της βάσης δεδομένων. Οι νέες κατηγορίες, οι οποίες δημιουργήθηκαν, είναι: Αστικές εκτάσεις: περιλαμβάνουν τον αστικό ιστό με συνεχή και διακοπτόμενη δόμηση και τις βιομηχανικές, εμπορικές ζώνες, το μεταφορικό δίκτυο και τα αγροκτήματα. Αγροτικές εκτάσεις: περιλαμβάνουν όλους τους τύπους καλλιεργήσιμων εκτάσεων με τις εποχιακές, τις μόνιμες και τις μικτές καλλιέργειες. Φυσικές εκτάσεις: περιλαμβάνουν όλες τις φυσικές περιοχές, οι οποίες κυρίως καλύπτονται με δάση, θάμνους και χλόη, καθώς και τις απογυμνωμένες φυσικές περιοχές. Υδάτινες εκτάσεις: περιλαμβάνουν το τμήμα εκείνο του υδρογραφικού δικτύου, το οποίο έχει πλάτος μεγαλύτερο από 100 μέτρα. Επιπλέον, υπολογίστηκε η έκταση κάλυψης και το ποσοστό συμμετοχής της κάθε νέας κατηγορίας στην περιοχή μελέτης. Ο υπολογισμός φαίνεται στον πίνακα Τα στοιχεία για την κάλυψη δείχνουν ότι το 0,13% της συνολικής έκτασης της περιοχής μελέτης αποτελεί αστική έκταση, το 76,82% είναι αγροτικές εκτάσεις, το 22,86% φυσική έκταση και τέλος το 0,19% είναι υδάτινες εκτάσεις. ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΑΛΥΨΗΣ ΕΚΤΑΣΗ (km 2 ) ΠΟΣΟΣΤΟ (%) Αστικές εκτάσεις 2,6 0,13 Αγροτικές εκτάσεις 1579,4 76,82 Φυσικές εκτάσεις 470,0 22,86 Υδάτινες εκτάσεις 4,0 0,19 ΠΙΝΑΚΑΣ : Η κάλυψη των αστικών, αγροτικών, φυσικών και υδάτινων εκτάσεων. TABLE : The land cover of the urban, rural, natural and aquatic areas ΟΙ ΧΡΗΣΕΙΣ ΓΗΣ ΣΤΑ ΑΣΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΤΩΝ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΛΑΜΠΑΚΑΣ Με την αύξηση των κατοίκων των αστικών κέντρων είναι φυσικό να υπάρξουν και μεταβολές στις χρήσεις γης. Είναι σημαντικό λοιπόν να μελετήσουμε τις χρήσεις γης ειδικότερα στα αστικά κέντρα και πώς αυτές μεταβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια. Η μελέτη αυτή εστιάζεται στους Δήμους Τρικκαίων και Καλαμπάκας. Στο παρακάτω πίνακα αναφέρονται οι χρήσεις γης όπως καταγράφηκαν και φυλάσσονται στα αρχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (Ε.Σ.Υ.Ε., 1962, 1975, 1986 & 1995α). 76

77 Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, ο Δήμος Τρικκαίων παρουσιάζει μια αύξηση του πληθυσμού του στο χρονικό διάστημα , της τάξης του 58,67%, δηλαδή κατά κατοίκους (από κατοίκους το 1961 στους το 1991). Αντίθετα με αυτά τα οποία παρατηρήθηκαν στο Δήμο Καλαμπάκας, στο Δήμο Τρικκαίων καταγράφονται μεγαλύτερες και πιο ευδιάκριτες διαφορές ως προς τις χρήσεις της γης. Οι εκτάσεις τις οποίες καταλαμβάνουν οι οικοδομές αυξάνονται κατά 158,62%, σε αυτό το χρονικό διάστημα, από τα χιλιάδες στρέμματα στα Η οικοδομική ανάπτυξη και η εξάπλωση της πόλης δεν αφορά μόνον το ύψος των οικοδομών, αλλά και την έκταση της γης, που έχει τελικά καλύψει. Επίσης σε αυτό το χρονικό διάστημα, στο Δήμο Τρικκαίων καταγράφεται μείωση των καλλιεργειών κατά 14,51% από τα στρέμματα το 1961 στα το 1991, και αύξηση των βοσκοτόπων της τάξης των στρεμμάτων, από τα το 1961 στα το Μικρή μεταβολή καταγράφεται στις δασικές εκτάσεις του δήμου, που μπορεί να οφείλεται και στην αλλαγή της συνολικής μετρούμενης έκτασης αυτού. Οι μεταβολές στις χρήσεις γης του Δήμου Τρικκαίων φαίνονται σχηματικά στα διαγράμματα του σχήματος ΠΙΝΑΚΑΣ : Οι χρήσεις γης στους Δήμους Τρικκαίων (Τρικάλων) και Καλαμπάκας. TABLE : The land uses at the Trikala and Kalampaka Municipalities. Στο Δήμο Καλαμπάκας, παρά το ότι σημειώνεται μια αύξηση του πληθυσμού κατά 18,58%, με κατοίκους περισσότερους το 1991 από ότι το 1961 (4.640 το 1961 και το 1991), η καλυπτόμενη από οικοδομές έκταση δεν παρουσιάζει ανάλογη αύξηση. Αυτό εξηγείται από την καθ ύψος ανάπτυξη της πόλης. Είναι απαραίτητο να αναφερθεί, ότι η καθ ύψος ανάπτυξη της πόλης της Καλαμπάκας οφείλεται στο ότι είναι μια νεόκτιστη πόλη, αφού πυρπολήθηκε και καταστράφηκε από τα κατοχικά στρατεύματα κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Αντίστοιχα και οι εκτάσεις, οι οποίες καλύπτονται από καλλιέργειες, βοσκοτόπια και δάση, δεν παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές στον δήμο αυτό. Οι μεταβολές στις χρήσεις γης του Δήμου Καλαμπάκας φαίνονται σχηματικά στα διαγράμματα του σχήματος

78 78 ΣΧΗΜΑTA & 2: Μεταβολές των χρήσεων γης στoυς Δήμους Τρικκαίων (Τρίκαλα) και Καλαμπάκας. FIGURES & 2: Changes of the land uses at the Trikala and Kalambaka Municipalities.

79 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Με βάση τα δεδομένα του προγράμματος κάλυψης γης CORINE 2000, διαπιστώνονται τα ακόλουθα: Η αστική έκταση στην περιοχή μελέτης καλύπτει το μικρότερο ποσοστό της έκτασης (0,13%) και εκτείνεται κατά κύριο λόγο στην πεδινή ζώνη. Το ποσοστό συμμετοχής της αγροτικής έκτασης είναι το υψηλότερο (76,82%) και η μεγαλύτερη της εμφάνιση είναι στην πεδινή ζώνη. Στην κατηγορία αυτή υπάγονται οι καλλιεργούμενες εκτάσεις και οι βοσκότοποι. Η φυσική έκταση καλύπτει το 22,86% της συνολικής έκτασης της περιοχής μελέτης και αναπτύσσεται με τοξοειδή μορφή κατά μήκος κυρίως της ορεινής ζώνης. Οι υδάτινες εκτάσεις βρίσκονται στο πεδινό τμήμα και έχουν ποσοστό εμφάνισης ίσο με 0,19%. Με βάση τα στοιχεία Ε.Σ.Υ.Ε., εξάγονται τα ακόλουθα αποτελέσματα, τα οποία όπως αναλύθηκε παραπάνω μπορούν να θεωρηθούν ακριβέστερα: Οι οικοδομές καλύπτουν ένα μικρό ποσοστό της έκτασης του Νομού Τρικάλων (3,70%). Οι γεωργικές καλλιέργειες καλύπτουν το 19,33% της συνολικής έκτασης του Νομού Τρικάλων. Τα βοσκοτόπια καλύπτουν το 26,19% της συνολικής έκτασης του Νομού Τρικάλων. Τα δάση καλύπτουν το 31,08% της συνολικής έκτασης του Νομού Τρικάλων. Οι εκτάσεις, οι οποίες καλύπτονται από νερά, καταλαμβάνουν το 1,60% της συνολικής έκτασης του Νομού Τρικάλων. Οι εκτάσεις, οι οποίες καλύπτονται από γεωργικές καλλιέργειες, βοσκοτόπια και νερά έχουν ελαττωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, σε αντίθεση με τις δασικές εκτάσεις, που παραμένουν σταθερές. Στο Δήμο Τρικκαίων (Τρίκαλα) παρατηρείται τις τελευταίες δεκαετίες μια σημαντική αύξηση της έκτασης που καλύπτεται από οικοδομές, σε βάρος αυτών που καλύπτονται από γεωργικές καλλιέργειες. Στο Δήμο Καλαμπάκας δεν παρατηρούνται σημαντικές μεταβολές στις χρήσεις γης. Όπως προαναφέρθηκε, οι αποκλίσεις, οι οποίες παρατηρούνται, οφείλονται κύρια στη μικρή κλίμακα και στην ανάλυση του προγράμματος κάλυψης γης CORINE 2000 και στη διαφορετική κατηγοριοποίηση, η οποία εφαρμόστηκε στις δύο περιπτώσεις. 79

80 80 ΣΧΗΜΑ : Χάρτης των χρήσεων γης στην περιοχής μελέτης. FIGURE : The map of the land uses of the study area.

81 ΣΧΗΜΑ : Χάρτης της κάλυψης των αστικών, αγροτικών, φυσικών και υδάτινων εκτάσεων. FIGURE : The map of the land covers of the urban, rural, natural and aquatic areas. 81

82 1.7. ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Ο Νομός Τρικάλων θεωρείται ένας από τους κατεξοχήν αγροτικούς νομούς της χώρας. Στον πίνακα και στο σχήμα φαίνεται η κατανομή του οικονομικά ενεργού πληθυσμού του Νομού Τρικάλων σε επαγγελματικούς κλάδους κατά το χρονικό διάστημα από το 1961 ως το Το 1961 περισσότερο από τα τρία τέταρτα (3/4) του οικονομικά ενεργού πληθυσμού έβρισκε απασχόληση στον αγροτικό τομέα, με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Το 1991 το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο ένα τρίτο (1/3) του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Παρόλη όμως τη συρρίκνωση του αγροτικού πληθυσμού από τους το 1961 στους το 1991 και με μείωση που αγγίζει το 69,43%, παραμένει ο πολυπληθέστερος επαγγελματικός κλάδος του νομού. Στα στοιχεία αυτά καταγράφεται ο υπερδιπλασιασμός των εμπόρων, των εργαζομένων στην παροχή υπηρεσιών, των υπαλλήλων γραφείου, των ελευθέρων επαγγελματιών και ο υποτριπλασιασμός των εργαζομένων στον πρωτογενή τομέα παραγωγής, δηλαδή των αγροτών και των κτηνοτρόφων του Νομού Τρικάλων. Στο διάστημα αυτό των τριάντα χρόνων, όπως φαίνεται και στα διαγράμματα του σχήματος 1.7-1, άλλαξε σε πολύ μεγάλο βαθμό η οικονομία και η απασχόληση στο νομό. Από μια κατεξοχήν αγροτική οικονομία, που απασχολούσε τα δύο τρίτα του οικονομικά ενεργού πληθυσμού στον πρωτογενή τομέα παραγωγής, περάσαμε σε μια οικονομία όπου η σημαντικότερη συνιστώσα της είναι ο τριτογενής τομέας παραγωγής, δηλαδή το εμπόριο, η παροχή υπηρεσιών, ο τουρισμός κ.λ.π. ΠΙΝΑΚΑΣ 1.7 1: Κατανομή του οικονομικά ενεργού πληθυσμού του Νομού Τρικάλων σε επαγγελματικούς κλάδους. TABLE 1.7 1: The distribution of the economically active population of the Trikala Prefecture in professional sectors. Ο Νομός Τρικάλων είναι ένας ηπειρωτικός νομός, στον οποίο παρατηρούμε μια αλλαγή της μορφής της οικονομίας και μια έναρξη ενασχόλησης με το τουρισμό ενός ικανοποιητικού αριθμού εργαζομένων. Η ανάπτυξη του τουριστικού αυτού ρεύματος οφείλεται στις επισκέψεις στη προστατευόμενη περιοχή του Φυσικού Μνημείου των Μετεώρων, αλλά και περιοχών που έχουν αναπτύξει ήπιες μορφές μη μαζικού τουρισμού. 82

83 ΣΧΗΜΑ 1.7 1: Μεταβολές κατά κλάδο των εργαζομένων στo Νομό Τρικάλων ( ). FIGURE 1.7 1: The changes according to different sectors of the workers in the Trikala Prefecture ( ). 83

84 ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Ο Νομός Τρικάλων θεωρείται ένας από τους αγροτικούς νομούς της χώρας. Στο διάστημα όμως των τελευταίων σαράντα χρόνων άλλαξε σε πολύ μεγάλο βαθμό η οικονομία και η απασχόληση στο νομό. Στα στοιχεία, τα οποία παρουσιάστηκαν παραπάνω, καταγράφεται ο υπερδιπλασιασμός των εμπόρων, των εργαζομένων στην παροχή υπηρεσιών, των υπαλλήλων γραφείου, των ελευθέρων επαγγελματιών και ο υποτριπλασιασμός των εργαζομένων στον πρωτογενή τομέα παραγωγής, δηλαδή των αγροτών και των κτηνοτρόφων του Νομού Τρικάλων. Από μια κατ εξοχήν αγροτική οικονομία, η οποία απασχολούσε τα δύο τρίτα του οικονομικά ενεργού πληθυσμού στον πρωτογενή τομέα παραγωγής, περάσαμε σε μια οικονομία όπου η σημαντικότερη συνιστώσα της είναι ο τριτογενής τομέας παραγωγής, δηλαδή το εμπόριο, η παροχή υπηρεσιών, ο τουρισμός κ.λ.π. Παρόλα αυτά το ποσοστό του ενεργού αγροτικού πληθυσμού παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο. 84

85 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ 2.1. ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Η διερεύνηση της γεωλογικής δομής είναι σημαντική στα πλαίσια της παρούσας διατριβής, διότι σχετίζεται άμεσα με την ανάπτυξη τόσο των αστικών περιοχών, όσο και των αγροτικών οικισμών, των κατασκευών και των δραστηριοτήτων. Η επαρκής γνώση της γεωλογίας της περιοχής μελέτης είναι απαραίτητη στην εκτίμηση των φυσικών κινδύνων και στην πρόληψη τυχόν καταστροφών, που επιφέρουν στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Επιπλέον η γεωλογική δομή είναι ένας παράγοντας, που θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στο σχεδιασμό των αστικών περιοχών και των χρήσεων γης. Η γεωλογική δομή της περιοχής που ερευνάται παρουσιάζεται ιδιαίτερα σύνθετη. Στην γεωλογική ανάλυση χρησιμοποιήθηκαν βιβλιογραφικά δεδομένα, γεωλογικοί χάρτες, κυρίως του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.), και προσωπικές παρατηρήσεις, μετρήσεις και καταγραφές, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στην ύπαιθρο στο πλαίσιο της παρούσας μελέτης. Για την καλύτερη και λεπτομερέστερη ανάλυση της γεωλογικής δομής δημιουργήθηκε ο γεωλογικός χάρτης της περιοχής μελέτης αναλύθηκαν λεπτομερώς οι γεωλογικοί σχηματισμοί και οι αποθέσεις που τον απαρτίζουν. Επίσης διερευνήθηκε η γεωδυναμική εξέλιξη της περιοχής ΣΥΝΘΕΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΥ ΧΑΡΤΗ Ο γεωλογικός χάρτης της περιοχής μελέτης βασίστηκε στους προϋπάρχοντες χάρτες του Ι.Γ.Μ.Ε., κλίμακας 1: Συγκεκριμένα, τα φύλλα των χαρτών τα οποία χρησιμοποιήθηκαν είναι: φύλλο «ΠΑΝΑΓΙΑ» (ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980), φύλλο «ΑΓΙΟΦΥΛΛΟΝ» (ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979), φύλλο «ΔΕΣΚΑΤΗ» (ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987) φύλλο «ΚΑΣΤΑΝΕΑ» (AUBOUIN, 1961), φύλλο «ΚΑΛΑΜΠΑΚΑ» (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972), φύλλο «ΤΡΙΚΑΛΑ» (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969α), φύλλο «ΜΥΡΟΦΥΛΛΟΝ» (ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993), φύλλο «ΜΟΥΖΑΚΙΟΝ» (ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993) και φύλλο «ΚΑΡΔΙΤΣΑ» (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969β). Η γεωγραφική διανομή των φύλλων των γεωλογικών χαρτών που καλύπτουν την περιοχή έρευνας, παρουσιάζεται στο σχήμα

86 86 ΣΧΗΜΑ : Διανομή των γεωλογικών χαρτών στην περιοχή μελέτης. FIGURE : The spatial distribution of the geological maps of the study area.

87 Αρχικά έγινε αναλογική επεξεργασία των γεωλογικών χαρτών, με τελικό χαρτογραφικό προϊόν τη δημιουργία ενιαίου υπομνήματος αναφοράς και στη συνέχεια έγινε η γεωμετρική τους. Δευτερευόντως έγινε η ηλεκτρονική επεξεργασία τους με τη γεωμετρική τους διόρθωση στο προβολικό σύστημα: Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς (Ε.Γ.Σ.Α.) 1987 και κατόπιν δημιουργήθηκαν ψηφιακοί χάρτες, με διάκριση θεματικών επιπέδων και ψηφιοποίηση των ορίων των γεωλογικών σχηματισμών, μέσω του λογισμικού πακέτου των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών ARC/GIS. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα τα οποία παρουσιάστηκε κατά τη σύνθεση του ενιαίου γεωλογικού χάρτη της περιοχής μελέτης, από τους επιμέρους γεωλογικούς χάρτες, ήταν η ενοποίηση και η αντιστοίχιση των γεωλογικών σχηματισμών. Οι γεωλογικοί χάρτες έχουν χαρτογραφηθεί από διάφορους ερευνητές και σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, με αποτέλεσμα τα όρια των σχηματισμών ή οι σχηματισμοί οι ίδιοι να μην συμπίπτουν κατά την αντιπαραβολή γειτονικών φύλλων. Οι παρατηρήσεις και οι συσχετισμοί, που έγιναν κατά την υπαίθρια εργασία, είχαν ως στόχο, την ομαδοποίηση και τη διαφοροποίηση των γεωλογικών σχηματισμών, κυρίως σε βασικές λιθοστρωματογραφικές ακολουθίες. Η ενοποίηση και η συμπλήρωση των σχηματισμών του γεωλογικού υποβάθρου στηρίχθηκε στη σύνθεση δεδομένων από την υπάρχουσα βιβλιογραφία, από αεροφωτογραφίες και δορυφορικές εικόνες και σε παρατηρήσεις της εργασίας υπαίθρου. Τα αποτελέσματα της όλης έρευνας αποδόθηκαν σε έναν ενιαίο γεωλογικό χάρτη της περιοχής μελέτης, ο οποίος φαίνεται στο σχήμα Ο γεωλογικός χάρτης περιλαμβάνει τις λιθοστρωματογραφικές ακολουθίες προαλπικών, αλπικών ενοτήτων και νεώτερων σχηματισμών και αποθέσεων. Οι χρωματικοί συμβολισμοί των γεωλογικών σχηματισμών αντιστοιχούν σε γεωλογικές χρονικές περιόδους και επιλέχθηκαν σύμφωνα με τον χρωματικό κώδικα COMMISSION DE LA CARTE GEOLOGIQUE DU MONDE (C.C.G.M.) COMMISSION FOR THE GEOLOGICAL MAP OF THE WORLD (C.G.M.W.). Οι γραφικοί συμβολισμοί επιλέχθηκαν με βάση τους συμβολισμούς των γεωλογικών χαρτών του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (Ι.Γ.Μ.Ε.) και του UNITED STATES GEOLOGICAL SURVEY (U.S.G.S.). Η επιλογή αυτή έγινε με σκοπό τον εύκολο προσδιορισμό της ηλικίας του κάθε σχηματισμού και των χαρτογραφικών του ορίων. Η μελέτη της σύνθεσης του γεωλογικού χάρτη έδειξε, ότι η περιοχή μελέτης δομείται γεωλογικά από προαλπικούς αλπικούς και μεταλπικούς σχηματισμούς, που αναλύονται λεπτομερειακά στις παρακάτω παραγράφους ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗ Οι προαλπικοί αλπικοί σχηματισμοί, ηλικίας Παλαιοζωικού Ηωκαίνου, συγκροτούνται κύρια από ιζηματογενή, εκρηξιγενή και μεταμορφωμένα πετρώματα. Οι μεταλπικοί σχηματισμοί, ηλικίας Ηωκαίνου σήμερα, 87

88 88 ΣΧΗΜΑ α: Χάρτης των γεωλογικών σχηματισμών στην περιοχή μελέτης, όπως προήλθε από τη σύνθεση των γεωλογικών χαρτών του Ι.Γ.Μ.Ε., που αναφέρεται αναλυτικά στην παράγραφο 2.1.1της σελίδας 65, και από τις παρατηρήσεις της εργασίας υπαίθρου. FIGURE α: The synthetic geological map of the study area.

89 ΣΧΗΜΑ β: Υπόμνημα του χάρτη των γεωλογικών σχηματισμών στην περιοχή μελέτης. FIGURE β: The legend of the geological map of the study area. 89

90 90 ΣΧΗΜΑ : Χάρτης των λιθοστρωματογραφικών ενοτήτων στην περιοχή μελέτης. FIGURE : The map of the lithostratigraphic units of the study area.

91 συγκροτούνται από μεγάλη ποικιλία ιζηματογενών πετρωμάτων, συνεκτικών και χαλαρών ιζημάτων. Οι αλπικοί σχηματισμοί, οι οποίοι δομούν το υπόβαθρο της περιοχής που μελετήθηκε, ανήκουν σε τέσσερις λιθοστρωματογραφικές ενότητες (σχήμα ), οι οποίες από τις εξωτερικότερες προς τις εσωτερικότερες διακρίνονται: στην ενότητα της Πίνδου, στην ενότητα του Κόζιακα, στην Υποπελαγονική ενότητα και στην Πελαγονική ενότητα. Οι σχηματισμοί αυτοί βρίσκονται σε τεκτονική με επώθηση σχέση, με κατώτερη τεκτονικά την ενότητα της Πίνδου και ανώτερη την Πελαγονική. Οι μεταλπικοί σχηματισμοί, που απαντώνται κατά κύριο λόγο, από τους παλαιότερους προς τους νεώτερους διακρίνονται ως κάτωθι: (α). Ηωκαινικοί Μειοκαινικοί μολασσικοί σχηματισμοί της Μεσοελληνικής αύλακας, (β). Νεογενείς σχηματισμοί Μειοκαινικής Πλειοκαινικής ηλικίας, και (γ). Τεταρτογενείς σχηματισμοί αποθέσεις, οι οποίες καταλαμβάνουν τις κοίτες ποταμών και χειμάρρων και πληρούν τις λεκάνες Καλαμπάκας και Τρικάλων. Στα γεωγραφικά όρια της περιοχής διακρίνονται από άποψη ηλικίας σχηματισμού οι ακόλουθες τρεις μεγάλες ομάδες πετρωμάτων: Οι προαλπικοί σχηματισμοί, του Παλαιοζωικού. Οι αλπικοί σχηματισμοί ηλικίας Μεσοζωικό έως Ανώτερο Ηώκαινο. Οι νεώτεροι μεταλπικοί σχηματισμοί, ηλικίας Ανώτερο Ηώκαινο έως σήμερα. ΠΡΟΑΛΠΙΚΟΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ Οι προαλπικοί σχηματισμοί αποτελούνται από το Παλαιοζωικό κρυσταλλοσχιστώδες υπόβαθρο και ανήκουν στην Πελαγονική ενότητα (KATSIKATSOS et al., 1982 & 1986, DOUTSOS, 1980 & 1984), ενώ περιέχουν μεγάλες μάζες πλουτωνίων σωμάτων (ΔΑΒΗ & ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1981). Από τους πρώτους ερευνητές που αναφέρθηκαν στα κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα της Πελαγονικής είναι οι Boue (1840), Philippson (1898), Deprat (1904) κ.ά. Το παλαιοζωικό υπόβαθρο εμφανίζει εξάπλωση κατά μήκος των βορειοανατολικών ορίων της περιοχής που μελετήθηκε, καταλαμβάνοντας την ορεινή ζώνη των Αντιχασίων. Η παλαιοζωική ηλικία των σχηματισμών του κρυσταλλοσχιστώδους υποβάθρου συμπεραίνεται συγκριτικά από άλλες περιοχές της ζώνης αυτής, στις οποίες οι υπερκείμενοι στο υπόβαθρο αυτό σχηματισμοί είναι αμεταμόρφωτοι και διατηρούν απολιθώματα (DEPRAT, 1904, KTENAS, 1923, KOSSMAT, 1924, BRUNN 1956, TRIKKALINOS, 1952, ΤΑΤΑΡΗΣ, 1960, GODFRIAUX, 1958, 1962a, 1962b & 1968, KAUFFMAN, 1969). Συμπληρωματικά, οι Marakis (1970) και Yarwood & Aftalion (1976) δίνουν λιθανθρακοφόρα ηλικία μετά από ραδιοχρονολογήσεις στους γρανιτογνεύσιους της περιοχής της Μακεδονίας (Υψηλά Πιέρια). Οι Shermen et al., (1989) στην περιοχή του Ολύμπου, προσδιορίζουν στα

92 εκατομμύρια χρόνια την κρυστάλλωση και ψύξη των γρανιτικών διεισδύσεων μέσα στο υπόβαθρο της Πελαγονικής. To κρυσταλλικό προαλπικό υπόβαθρο της περιοχής μελέτης έχει ηλικία Κατώτερο Παλαιοζωικό έως Λιθανθρακοπέρμιο (KTENAS, 1923, BRUNN 1956, KAUFFMAN, 1969, ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987). Αποτελείται από γνεύσιους, γνευσιοσχιστόλιθους, σχιστόλιθους και χαλαζίτες. Το κρυσταλλικό υπόβαθρο έχει υποστεί περισσότερες από μία μεταμορφώσεις (ΤΣΑΓΚΑΛΙΔΗΣ, 1990) και στη μάζα του παρεμβάλλονται πλουτώνια πετρώματα (KATSIKATSOS et al., 1982 & 1986, ΚΙΛΛΙΑΣ & ΜΟΥΝΤΡΑΚΗΣ, 1989). Το κρυσταλλοσχιστώδες διακρίνεται σε δύο ορίζοντες: Ο κατώτερος ορίζοντας περιλαμβάνει σειρά γνευσίων (μοσχοβιτικοί, μαρμαρυγιακοί, επιδοτιτικοί γνεύσιοι και γνευσιοσχιστόλιθοι) με ορατό πάχος μέτρα. Οι γνεύσιοι είναι κυρίως λευκοκρατικοί με κρυστάλλους μέσου μεγάλου μεγέθους. Τα κύρια ορυκτά τους είναι χαλαζίας, άστριοι (Κούχοι άστριοι και όξινα πλαγιόκλαστα), μαρμαρυγίες (κυρίως μοσχοβίτης και λιγότερο βιοτίτης) και κατά θέσεις επίδοτα. (ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1983, KATSIKATSOS et al., 1986, ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987, ΚΙΛΛΙΑΣ & ΜΟΥΝΤΡΑΚΗΣ, 1989, ΤΣΑΓΚΑΛΙΔΗΣ, 1990). Ο ανώτερος ορίζοντας περιλαμβάνει μαρμαρυγιακούς διμαρμαρυγιακούς και ακτινολιθικούς σχιστολίθους, χαλαζίτες και ορθογνεύσιους. Οι μαρμαρυγιακοί σχιστόλιθοι είναι μικρο έως μεσο κρυσταλλικοί, λεπτοσχιστώδεις και έχουν χρώμα κυρίως κιτρινότεφρο, τεφρό, καστανότεφρο και πρασινότεφρο. Τα κύρια ορυκτολογικά συστατικά είναι μοσχοβίτης, σερικίτης, χαλαζίας, βιοτίτης, φεγγίτης, αλβίτης και κατά θέσεις επίδοτο και γρανάτης. Οι αμφιβολιτικοί σχιστόλιθοι είναι ανοικτοπράσινοι έως βαθυπράσινοι. Η κύρια ορυκτολογική τους σύσταση είναι αμφίβολοι και κυρίως ακτινόλιθος. Τέλος οι ορθογνεύσιοι είναι κυρίως λευκοκρατικοί με κρυστάλλους μέσου μεγάλου μεγέθους, που παρεμβάλλονται στους σχιστόλιθους συνήθως με την μορφή συμπαγών στρωμάτων (πάχους μερικών δεκάδων ή και εκατοντάδων μέτρων). Τα κύρια ορυκτολογικά χαρακτηριστικά τους είναι χαλαζίας, άστριοι (Κ ούχοι άστριοι και όξινα πλαγιόκλαστα) και μαρμαρυγίες (ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1983, ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987, ΚΙΛΛΙΑΣ & ΜΟΥΝΤΡΑΚΗΣ, 1989, ΤΣΑΓΚΑΛΙΔΗΣ, 1990). Μέσα στη μάζα των πετρωμάτων του κρυσταλλοσχιστώδους υποβάθρου υπάρχουν πλουτώνιες διεισδύσεις. Πρόκειται κυρίως για βασικά, καθώς και όξινα πλουτώνια πετρώματα. Τα όξινα πετρώματα περιέχουν γρανίτη, ο οποίος απαντά μόνο στη σειρά των γνευσίων, χαλαζιακό διορίτη και χαλαζιακό μονζονίτη που εμφανίζεται κυρίως στον ορίζοντα των μαρμαρυγιακών σχιστόλιθων (ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1983, ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987, KATERINOPOULOS et al., 1994). Τα βασικά πλουτώνια πετρώματα διακρίνονται σε μεταμορφωμένα πλουτώνια πετρώματα, τα οποία συναντώνται στον ανώτερο ορίζοντα του κρυσταλλοσχιστώδους και αποτελούνται από πρασινιτικούς σχιστόλιθους με επιδοτοαμφιβολίτες, μεταγάββρους και μεταδιαβάσες, καθώς επίσης και σε βασικά υπερβασικά πετρώματα, τα οποία αποτελούνται από σερπεντινίτες (ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987). 92

93 ΑΛΠΙΚΟΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ Οι αλπικοί σχηματισμοί, όπως προαναφέρθηκε, ανήκουν από γεωτεκτονική άποψη σε τέσσερις διαδοχικές λιθοστρωματογραφικές ενότητες. Οι ενότητες των γεωλογικών σχηματισμών βρίσκονται σε τεκτονική σχέση μεταξύ τους και αναλύονται λεπτομερώς στη συνέχεια από τις εξωτερικότερες προς τις εσωτερικότερες. ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΙΝΔΟΥ Η Πίνδος είναι η εξωτερικότερη ενότητα που απαντάται στην περιοχή έρευνας. Στην ενότητα της Πίνδου αναφέρθηκαν πρώτοι ο Philippson (1895b, 1895c, 1895d & 1898), o Cayeux (1903) και ο Negris (1906a, & 1906b). Στη συνέχεια ο Renz (1940 & 1955) περιέγραψε το λεπιωμένο σύστημα της ζώνης, προσδιορίζοντας την ηλικία της ακολουθίας των στρωμάτων με βάση τρεις βασικούς απολιθωματοφόρους ορίζοντες. Την διάκριση αυτή επιβεβαίωσε ο Aubouin (1955, 1957 & 1959). Η Πινδική σειρά Μεσοζωικών σχηματισμών χαρακτηρίζεται κυρίως από πελαγικά ιζήματα ανθρακικά ή πυριτικά και λιγότερο κλαστικά ηλικίας Τριαδικού Ανώτερου Κρητιδικού και κλαστικά ιζήματα φλύσχη, ηλικίας Παλαιοκαίνου Ανώτερου Ηωκαίνου. Οι σχηματισμοί βρίσκονται σε στρωματογραφική μεταξύ τους συμφωνία και είναι έντονα πτυχωμένοι και λεπιωμένοι (PAPANIKOLAOU, 1997). Καταλαμβάνουν το δυτικό τμήμα του ορεινού όγκου της Πίνδου και στη συνέχεια αναλύονται από τους παλαιότερους στους νεότερους. Aσβεστόλιθοι με ηλικία Ανώτερο Τριαδικό Λιάσιο. Πρόκειται για λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθους με Halobies, ενώ τα κατώτερα μέλη της σειράς αποτελούνται από εναλλαγές ερυθρών πλακωδών ασβεστόλιθων και ερυθρών κερατολίθων (AUBOUIN, 1959). Το πάχος των στρωμάτων τους φτάνει τα 15 εκατοστά. Προς τα πάνω και πλευρικά, γίνονται μαργαϊκοί, με χρώμα σταχτί ανοικτό μέχρι λευκό και πάχος 40 εκατοστά, ενώ οι κερατολιθικές ενστρώσεις ελαττώνονται σημαντικά. Τα ανώτερα μέλη αποτελούνται από εναλλαγές αργιλομαργαϊκών σχιστόλιθων και μαργαϊκών ασβεστόλιθων, που παρά το μικρό πάχος τους (περίπου 15 εκατοστά), αποτελούν χαρακτηριστικό στρωματογραφικό ορίζοντα της ζώνης Πίνδου. Οι αργιλομαργαϊκοί σχιστόλιθοι είναι πράσινοι, ενώ οι μαργαϊκοί ασβεστόλιθοι είναι τεφροί. Το πάχος του σχηματισμού δεν υπερβαίνει τα 150 μέτρα (AUBOUIN, 1961, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993). Πολύχρωμοι κερατόλιθοι: αποτελούνται από συχνές εναλλαγές κυανών, πράσινων, καστανών, ερυθρών και μαύρων κερατολίθων, με πάχος στρώματος μέχρι 20 εκατοστά. Μέσα σε αυτούς απαντιούνται λίγες, λεπτές ενστρώσεις αργιλοπυριτικού υλικού, καθώς και μικρού πάχους ενστρώσεις ιλυολίθων και λατυποπαγών ασβεστόλιθων. Στην οροφή και στη βάση των πολύχρωμων κερατολίθων επικρατούν οι ερυθροί κερατόλιθοι. Το γενικό χρώμα του σχηματισμού είναι σκούρο και η μορφολογία που δίνει, εξαιτίας της μεγάλης σκληρότητάς του έναντι των άλλων σχηματισμών, είναι έντονη. Η ηλικία του σχηματισμού είναι Ανώτερο Δογγέριο Τιθώνιο, ενώ το πάχος του φτάνει μέχρι τα 120 μέτρα περίπου (AUBOUIN, 1961, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993). 93

94 Ασβεστόλιθοι με Καλπιονέλλες: είναι σχηματισμός κυρίως ασβεστολιθικός με πάχος περίπου 90 μέτρα. Tα κατώτερα μέλη της σειράς αυτής αποτελούνται από ερυθρούς και κιτρινοπράσινους ασβεστόλιθους. Μέσα σ αυτούς απαντούν ενστρώσεις και κόνδυλοι ερυθροπράσινων κερατολίθων. Μεταξύ των στρώσεων υπάρχει κατά διαστήματα άφθονο αργιλικό υλικό. Τα ανώτερα μέλη του σχηματισμού αυτού αποτελούνται από εναλλαγές λεπτοπλακωδών ασβεστολίθων, κόκκινου κατά το πλείστον χρώματος, αλλά και γκριζόλευκου με λίγες λεπτές ενστρώσεις ερυθρών κερατολίθων. Οι λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθοι υπερτερούν έναντι των κερατόλιθων. Στο σύνολό του ο σχηματισμός παρουσιάζεται κατά το πλείστον με ένα κόκκινο χρώμα και αναπτύσσεται με έντονη μορφολογία, εξαιτίας της παρουσίας των ασβεστόλιθων και της πτύχωσής τους. Η ηλικία του σχηματισμού είναι Ανώτερο Τιθώνιο Κατώτερο Βερριάσιο (ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993). Πρώτος φλύσχης: αποτελείται από εναλλαγές αργιλομαργαϊκών ασβεστολίθων, κερατολίθων, αργιλομαργαϊκών σχιστόλιθων, ερυθρών μαργών με ακτινόζωα και ψαμμιτών. Η ηλικία του είναι Βαλανζίνιο Τουρώνιο (AUBOUIN, 1959). Στα κατώτερα μέλη του σχηματισμού αυτού υπερτερούν οι αργιλομαργαϊκοί ασβεστόλιθοι, οι οποίοι εναλλάσσονται σε λεπτές στρώσεις με αργιλομαργαϊκούς σχιστόλιθους και κερατόλιθους. Στα ανώτερα μέλη του απαντούν πράσινοι και ερυθροί, αδρόκοκκοι ψαμμίτες, με πάχος στρωμάτων μέχρι και 2 μέτρα. Το πάχος των στρωμάτων είναι 70 μέτρα περίπου (AUBOUIN, 1961, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993). Ανωκρητιδικοί ασβεστόλιθοι: υπέρκειται κανονικά των σχηματισμών του πρώτου φλύσχη, έχουν ένα μέσο πάχος περίπου 160 μέτρα και έχουν ηλικία Τουρώνιο Μέσο Μαιστρίχτιο (AUBOUIN, 1959). Πρόκειται για πελαγικούς ασβεστόλιθους, πλακώδεις με κονδύλους και ενστρώσεις πυριτόλιθων, καθώς και λεπτές ενστρώσεις αργιλικών σχιστόλιθων. Κατά θέσεις μέσα σ αυτούς, απαντούν στρώματα λατυποπαγών ασβεστόλιθων με πάχος μέχρι 40 εκατοστά. Οι πλακώδεις ασβεστόλιθοι αναπτύσσονται σε στρώματα πάχους, που κυμαίνονται από 2 μέχρι 20 εκατοστά και κατά στρώσεις το πάχος μπορεί να φτάσει μέχρι τα 30 εκατοστά. Το χρώμα τους ποικίλει, στα κατώτερα μέλη είναι ερυθροί, στα μεσαία γκριζόλευκοι, ενώ στα ανώτερα λευκοί, πρασινωποί. Παρουσιάζουν κελυφοειδή θραύση και κατά στρώσεις είναι μαργαϊκοί. Οι λατυποπαγείς ασβεστόλιθοι έχουν χρώμα ανοικτότεφρο. Οι πυριτόλιθοι έχουν χρώμα λευκό, ερυθρό και μαύρο, που υπερτερεί στα κατώτερα μέλη (AUBOUIN, 1961, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993). Μεταβατικός ορίζοντας του φλύσχη: αποτελεί το πέρασμα των ανωκρητιδικών ασβεστόλιθων προς το φλύσχη και έχει ηλικία Μέσο Μαιστρίχτιο Κατώτερο Παλαιόκαινο (AUBOUIN, 1959). Πρόκειται για εναλλαγές λεπτών στρωμάτων με ερυθρές μάργες, κερατόλιθους, μαργαϊκούς ασβεστόλιθους και αργιλομαργαϊκούς σχιστόλιθους. Στα ανώτερα μέλη του απαντούν πράσινοι και ερυθροί αδρόκοκκοι ψαμμίτες, που εναλλάσσονται με λατυποπαγείς ασβεστόλιθους. Το μέσο πάχος των σχηματισμών είναι 50 μέτρα περίπου (AUBOUIN, 1961, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993). Φλύσχης: αποτελείται κυρίως από ψαμμίτες, ασβεστολιθικούς ψαμμίτες και αργιλικούς σχιστόλιθους με ηλικία Κατώτερο Παλαιόκαινο Ηώκαινο 94

95 (AUBOUIN, 1959, FLEURY, 1980). Ο μεταβατικός ορίζοντας περνάει στο φλύσχη με την παρουσία ψαμμιτικών πάγκων πάχους μέχρι και 4 μέτρα χωρίς παρεμβολές ασβεστόλιθων ή αργιλικών σχιστόλιθων (KATΣΙΑΒΡΙΑΣ, 1988). Στη συνέχεια αρχίζουν να εμφανίζονται οι εναλλαγές ψαμμιτών με τους αργιλικούς σχιστόλιθους υπερτερούν όμως πάντα οι ψαμμίτες. Τοπικά εμφανίζονται ενστρώσεις ή και ορίζοντες κροκαλοπαγών ποικίλων διαστάσεων (AUBOUIN, 1961, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979, ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993). ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΟΖΙΑΚΑ (ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΒΟΙΩΤΙΚΗ) Η ενότητα του Κόζιακα εμφανίζεται κυρίως στο νοτιοδυτικό και στο δυτικό τμήμα του ορεινού όγκου του Κόζιακα. Η ενότητα αυτή αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά από τον Philippson (1898), και αποτελείται από διαφορετικά πετρώματα, που η ηλικία τους αρχίζει από το Μέσο Τριαδικό και φτάνει μέχρι και το Κρητιδικό (ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988). Ο Aubouin (1959), ονομάζει την ενότητα Κόζιακα Υπερπινδική ζώνη, οι Scadone & Radoicic (1974) την θεωρούν ομόλογο με την υποζώνη των Βαρδουσίων, οι Aubouin & Bonneau (1977) πιστεύουν ότι ανήκει στη ζώνη Ανατολικής Ελλάδας, οι Celet et al., (1978) ότι ανήκει σε μία εσωτερικότερη ζώνη από εκείνη των Βαρδουσίων, οι Papanikolaou & Sideris (1979), Παπανικολάου & Λέκκας (1979) και Ε. Λέκκας (1988 & 1991) θεωρούν την σειρά του Κόζιακα ενιαία και της δίνουν την ονομασία ενότητα Δυτικής Θεσσαλίας, ο Jaeger (1979 & 1980) διακρίνει δύο ανεξάρτητες σειρές την Υπερπινδική και την Βοιωτική, ο Ferriere (1976) σημειώνει ομοιότητες μεταξύ της σειράς του Κόζιακα και των σχηματισμών της Μαλιακής, όπως επίσης ομοιότητες της σειράς του Κόζιακα σημειώνουν οι Migiros et al., (1988) με την περιοχή της βόρειας Πίνδου, ενώ οι Μιγκίρος κ.ά., (1989) θεωρούν ότι η σειρά του Κόζιακα ανήκει στη Βοιωτική ζώνη. Η σειρά του Κόζιακα είναι επωθημένη πάνω στο φλύσχη της Πίνδου και διακρίνεται σε δύο σειρές σχηματισμών, την ανατολική και τη δυτική, που βρίσκονται σε τεκτονική (εφιππευτική) μεταξύ τους σχέση (ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Στη συνέχεια αναλύονται λεπτομερώς οι σχηματισμοί που δομούν την ενότητα από τους παλαιότερους προς τους νεότερους Οι χαμηλότεροι στρωματογραφικά ορίζοντες ανήκουν στη δυτική σειρά και διαχωρίζονται στους ακόλουθους: Κατώτερη σειρά κλαστικών σχηματισμών. Πρόκειται για ελαφρά μεταμορφωμένο και κλαστικό κυρίως σχηματισμό με μικρό πάχος, το οποίο φτάνει τα 70 μέτρα (ΜΑΥΡΙΔΗΣ κ.ά., 1985). Αποτελείται από εναλλαγές αργιλικών και ασβεστιτικών σχιστόλιθων, μεταπηλιτών και μεταψαμμιτών. Μέσα σ αυτούς υπάρχουν μικροενστρώσεις και φακοειδείς παρεμβολές ασβεστόλιθων, κατά θέσεις κλαστικών και κερατολίθων. Η ηλικία των κλαστικών αυτών σχηματισμών δεν μπορεί να υπερβαίνει το Λαδίνιο (ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Ανθρακικοί κυρίως σχηματισμοί: αποτελούν την προς τα επάνω εξέλιξη των προηγούμενων σχηματισμών και διακρίνονται, από κάτω προς τα επάνω, σε δύο μέρη: 95

96 Ασβεστόλιθοι: οι οποίοι περιγράφηκαν πρώτα από τον Renz (1930) και στη συνέχεια από τον Blumenthal (1931). Πρόκειται για λεπτοπλακώδεις έως μεσοπλακώδεις κατά θέσεις κρυσταλλικούς ασβεστόλιθους (SCADONE & RADOICIC, 1974, FERRIERE, 1974a, ARDAENS, 1978, JAEGER, 1979, 1980). Μέσα σ αυτούς απαντούν στρώσεις, μικρού πάχους αργιλικών σχιστόλιθων, πηλιτών και κερατολίθων. Προς τα ανώτερα μέλη τους οι ασβεστόλιθοι γίνονται έντονα λεπτοπλακώδεις και περνούν τελικά σε μικρού πάχους αργιλοψαμμιτικό ορίζοντα με κερατολίθους (ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988). Το πάχος των στρωμάτων δεν ξεπερνά τα 150 μέτρα. Στον ορίζοντα αυτό αποδίδεται η ηλικία Νόριο Ραίτιο (ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Ασβεστόλιθοι και κερατόλιθοι: εμφανίζονται εναλλαγές κερατολίθων και λεπτοπλακωδών ασβεστόλιθων. Προς τα ανώτερα μέλη οι λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθοι παρουσιάζουν και ενστρώσεις μεσο πλακωδών ασβεστόλιθων και υπερτερούν σαφώς των κερατολίθων. Προς τα πάνω η όλη σειρά εξελίσσεται σε ασβεστόλιθους, με στρώσεις ψαμμιτών, αργιλομαργαϊκών σχιστόλιθων και λιγότερο κερατολίθων. Το συνολικό πάχος των στρωμάτων φτάνει μέχρι τα 100 μέτρα. Η ηλικία τους είναι Λιάσιο Δογγέριο (AUBOUIN, 1959, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Στην ανατολική σειρά της ενότητας του Κόζιακα ανήκουν οι σχηματισμοί, που περιγράφονται στη συνέχεια και οι οποίοι μπορούν να διακριθούν: Αργιλοπυριτικοί σχηματισμοί. Ειδικά για τους σχηματισμούς αυτούς, ο Καλλέργης (1970) αναφέρεται σε μία σχιστοραδιολαριτική σειρά Λιασίου ηλικίας, ενώ οι Αλμπαντάκης & Καλλέργης (1971) πιστοποιούν μια σχιστοκερατολιθική διάπλαση Τιθωνίου ηλικίας. Σύμφωνα με τους Μιγκίρο κ.ά. (1989) και Καρφάκη (1993) οι σχηματισμοί αυτοί αποτελούνται από εναλλαγές κερατολίθων και ερυθρών αργιλικών σχιστόλιθων. Προς τα ανατολικά υπερτερούν σαφώς οι κερατόλιθοι (πλευρική μετάβαση), οι οποίοι κατά ορίζοντες είναι πολύχρωμοι. Εξαιτίας της στρωματογραφικής τους θέσης πρέπει να αντιστοιχούν στους ασβεστόλιθους και κερατόλιθους του δυτικού Κόζιακα. Το ορατό τους πάχος φτάνει μέχρι τα 150 μέτρα περίπου. Οφιολιθικοί σχηματισμοί: είναι λάβες κυρίως βασαλτικές (ροές, μαξιλαροειδείς και φλέβες) (ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988) και εμφανίζονται στα ανατολικά περιθώρια του Κόζιακα, προς τη Θεσσαλική πεδιάδα. Εκτός από τις λάβες στην ευρύτερη περιοχή απαντούν υπερβασικά πετρώματα, τα οποία είναι σερπεντινίτες και σερπεντινιωμένοι χατζβουργίτες υπερκείμενοι τεκτονικά των λαβών (ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Οι Παπανικολάου & Λέκκας (1979) θεωρούν, ότι η θέση των οφιολίθων είναι στρωματογραφική, ενώ οι Capedri et al. (1980) διαπιστώνουν ότι οι οφιολιθικοί σχηματισμοί είναι τύπου ηπειρωτικής θάλασσας. Τα πετρώματα, που στρωματογραφικά ακολουθούν, ανήκουν στην σειρά του δυτικού Κόζιακα και διαχωρίζονται ως εξής: Επικλυσιγενείς ωολιθικοί ασβεστόλιθοι οι οποίοι υπέρκεινται επικλυσιγενώς των σχηματισμών τόσο των ασβεστολίθων κερατολίθων, όσο και των ανωτριαδικών ασβεστολίθων με σαφή κατά θέσεις ασυμφωνία. Είναι συμπαγείς, κατά θέσεις κλαστικοί και έντονα καρστικοποιημένοι. Στη βάση 96

97 τους εμφανίζεται κροκαλοπαγές, κατά θέσεις κροκαλολατυποπαγές έως μικρολατυποπαγές, που αποτελείται από κροκάλες και λατύπες κυρίως ασβεστολιθικές. Το συνολικό πάχος των ασβεστόλιθων φτάνει μέχρι και 150 μέτρα και η ηλικία τους είναι Ανώτερο Δογγέριο Μάλμιο (ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Οι Ανωκρητιδικοί ασβεστόλιθοι, ονομάστηκαν από τον Aubouin (1959) ασβεστόλιθοι Θυμιάματος και είναι υπερκείμενοι κανονικά της ανώτερης κλαστικής σειράς (PAPANOKOLAOU & SIDERIS, 1979), η οποία ονομάστηκε από πολλούς ερευνητές ως βοιωτικός φλύσχης (CLEMENT, 1971, CELET & CLEMENT, 1971, AUBOUIN & BONNEAU, 1977, JAEGER & CHOTIN, 1978, CELET et al., 1978, JAEGER, 1979 & 1980). Πρόκειται για πλακώδεις ασβεστόλιθους με κονδύλους κερατολίθων και ενστρώσεις ερυθρών πηλιτών προς τα ανώτερα μέλη. Κατά θέσεις μεταπίπτουν σε συμπαγείς βιοκλαστικούς ασβεστόλιθους νηριτικής φάσης, με κομμάτια ηφαιστειακών, κερατολιθικών και άλλων πετρωμάτων (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, JAEGER, 1980, ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988). Το συνολικό πάχος των ασβεστόλιθων είναι 100 μέτρα περίπου και η ηλικία τους Τουρώνιο Μαιστρίχτιο (ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Τα ιζήματα φλύσχη είναι η προς τα πάνω εξέλιξη των ασβεστόλιθων και αποτελούνται από εναλλαγές, κυρίως, ψαμμιτών και ερυθρών πηλιτών (ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988, ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989). Η ηλικία του σχηματισμού είναι Παλαιόκαινο (ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). ΥΠΟΠΕΛΑΓΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Η Υποπελαγονική βρίσκεται στα δυτικά κράσπεδα της Πελαγονικής ενότητας, βαίνει παράλληλα προς την ενότητα της Πίνδου, στην οποία και είναι επωθημένη προς τα δυτικά (AUBOUIN, 1959). Αρχικά, οι Renz (1955) και Μαρίνος (1957) ονόμασαν την Υποπελαγονική ως ζώνη Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Ο Aubouin (1959) έδωσε για πρώτη φορά τον όρο της Υποπελαγονικής για να υπογραμμίσει την στενή σύνδεσή της με την Πελαγονική ζώνη και καθόρισε την παλαιογεωγραφική θέση της Υποπελαγονικής ως τη δυτική παρυφή της Πελαγονικής ζώνης. Στη συνέχεια οι Ferriere (1976) και Celet & Ferriere (1978) πρότειναν την εγκατάλειψη του όρου Υποπελαγονική και την ονόμασαν Πελαγονική ζώνη μη μεταμορφωμένων σχηματισμών. Οι σχηματισμοί της Υποπελαγονικής ενότητας απαντώνται στο δυτικό, βορειοδυτικό και βόρειο ορεινό τμήμα της περιοχής έρευνας. Στη συνέχεια περιγράφονται αναλυτικά από τους παλαιότερους προς τους νεώτερους. Οι παλαιότεροι σχηματισμοί της Υποπελαγονικής έχουν Τριαδική ηλικία. Πρόκειται για ασβεστόλιθους άστρωτους, ανοικτότεφρους ή λευκούς (ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980). Κατά τον Brunn (1956) οι ασβεστόλιθοι αυτοί ανήκουν σε μία μεταβατική ζώνη μεταξύ Υποπελαγονικής και Πίνδου. Ακολουθούν ασβεστόλιθοι, οι οποίοι είναι λευκοί και τεφροί, καλής στρώσεως, ή λεπτοπλακώδεις τεφροί και ροζ με ενστρώσεις και φακούς ραδιολαριτών. Αυτά τα ανθρακικά πετρώματα Ιουρασικής ηλικίας καθώς και τα αντίστοιχα του Τριαδικού βρίσκονται σε μορφή τεμαχών, τα οποία διείσδυσαν 97

98 τεκτονικά, παρασυρθέντα από τη μεγάλη επώθηση των οφιολίθων από ανατολικά (ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980). Οφιολιθικό κάλυμμα. Το τεκτονικό αυτό κάλυμμα, που ευρέως αναπτύσσεται στη βόρεια Πίνδο, ονομάστηκε και Ηωελληνικό τεκτονικό κάλυμμα (JACOBSHAGEN et al., 1976), ενώ αποτελείται από σχηματισμούς ωκεάνιας περιοχής (VERGELY, 1979). Παλαιότεροι μελετητές όπως οι Boue (1840), Neumayr (1880) και Philippson (1895a) είχαν αποδώσει στους οφιολίθους Κρητιδική ηλικία και ο Hilber (1895) Ηωκαινική. Την Ιουρασική ηλικία των οφιολίθων απέδωσαν αργότερα οι Renz (1912), Brunn (1956) και Aubouin (1959 & 1961). Οι οφιολιθικές μάζες του καλύμματος αποτελούνται από υπερβασικά πετρώματα, όπως δουνίτες, περιδοτίτες, πυροξενίτες καθώς και βασικά πετρώματα (γάββρους και διορίτες) κυρίως σερπεντινιωμένα, ενώ κατά τόπους συναντώνται Pillow λάβες (AUBOUIN, 1961, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, JONES & ROBERSTON, 1991, ROSS & ZIMMERMAN, 1996). Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στην περιοχή της Παναγίας, παρατηρήθηκαν εντός των οφιολίθων κοιτάσματα χρωμίτη (ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979). Οι οφιόλιθοι συνοδεύονται από κερατολίθους ερυθρού χρώματος συχνά εμπλουτισμένους σε μαγγάνιο (ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1998). Στο βόρειο και βορειοδυτικό τμήμα της περιοχής μελέτης το οφιολιθικό σύμπλεγμα είναι επωθημένο πάνω στη ζώνη της Πίνδου (AUBOUIN, 1961, MERCIER & VERGELY, 1972, ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979, ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980). Στη συνέχεια, απαντώνται Άνωκρητιδικοί επικλυσιγενείς ασβεστόλιθοι. Πρόκειται για ρουδιστοφόρους ασβεστόλιθους, που εμφανίζονται σε τράπεζες τεφρού έως ανοικτόφαιου χρώματος, που πολλές φορές εναλλάσσονται με ερυθρόχροους πλακώδεις ασβεστόλιθους. Κατά θέσεις στη βάση του εμφανίζεται λατυποπαγές. Το πάχος του στρώματος κυμαίνεται από τα 300 έως τα 400 μέτρα περίπου (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969α, ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980). Οι Savoyat & Λαλεχός, (1972) τους ρουδιστοφόρους ασβεστόλιθους, οι οποίοι εμφανίζονται στην περιοχή της Καλαμπάκας, τους ονόμασαν ασβεστόλιθους Θεόπετρας. Οι λατυποπαγείς αυτοί ασβεστόλιθοι επικάθονται απευθείας στους οφιολίθους στις περιοχές της Θεόπετρας και της Βασιλικής. Τέλος ο νεώτερος σχηματισμός που εμφανίζεται στην περιοχή με περιορισμένη εξάπλωση είναι ο φλύσχης με ηλικία Μαιστρίχτιο έως Παλαιόκαινο. Ο φλύσχης αποτελείται από εναλλαγές ιλυωδών, μαρμαρυγιούχων, μελανόχροων σχιστοδών μαργών με λεπτόκοκκους έως μικροκροκαλοπαγών μαρμαρυγιούχων ψαμμιτών (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972). ΠΕΛΑΓΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Ο Kossmat (1924) πρωτοαναφέρθηκε στην Πελαγονική με την ονομασία Πελαγονική μάζα, ενώ αργότερα οι Brunn (1956) και Aubouin (1957) καθιέρωσαν τον όρο Πελαγονική. Η Πελαγονική ενότητα μαζί με την Υποπελαγονική είναι επωθημένες προς τα δυτικά πάνω στην ζώνη της Πίνδου. Οι γεωλογικοί σχηματισμοί της Πελαγονικής ενότητας απαντούν κυρίως στο βόρειο και ανατολικό ορεινό τμήμα της περιοχής έρευνας και οι παλιότεροι 98

99 σχηματισμοί της, όπως έχει ήδη αναφερθεί, είναι τα Παλαιοζωικά κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα. Τα αλπικά πετρώματα, που δομούν την ενότητα αυτή, μπορούν να διακριθούν από τα παλαιότερα προς τα νεότερα: Οι παλαιότεροι σχηματισμοί της Πελαγονικής έχουν ηλικία Κατώτερο Τριαδικό (Νεοπαλαιοζωικό) έως Μέσο Τριαδικό (ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1983). Οι σχηματισμοί αυτοί είναι κυρίως μεταμορφωμένα και ημι-μεταμορφωμένα πετρώματα, τα οποία υπέρκεινται επικλυσιγενώς του Παλαιοζωικού κρυσταλλοσχιστώδους υποβάθρου (KATSIKATSOS et al., 1986, ΤΣΑΓΚΑΛΙΔΗΣ, 1990). Πρόκειται για εναλλαγές σχιστόλιθων, ψαμμιτών, φυλλιτών και χαλαζιτών, με ενστρώσεις ερυθρών ασβεστόλιθων μικρού πάχους και διεισδύσεις ηφαιστειακών πετρωμάτων (ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979, ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987). Οι σχηματισμοί που στρωματογραφικά ακολουθούν είναι ημικρυσταλλικοί ασβεστόλιθοι με ηλικία Μέσο Τριαδικό (Λαδίνιο) Κατώτερο Λιάσιο (;). Οι ασβεστόλιθοι είναι κυρίως μεσοστρωματώδεις, κατά θέσεις δολομιτιωμένοι, χρώματος λευκού στα κατώτερα μέλη και τεφρού έως σκοτεινότεφρου στα ανώτερα μέλη. Η παραπάνω ανθρακική σειρά άλλοτε επίκειται με επίκλυση στο κρυσταλλοσχιστώδες και άλλοτε αποτελεί κανονική εξέλιξη των ημι-μεταμορφωμένων πετρωμάτων. Το πάχος του σχηματισμού είναι 700 μέτρα περίπου (ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987, ΚΙΛΛΙΑΣ & ΜΟΥΝΤΡΑΚΗΣ, 1989). ΜΕΤΑΛΠΙΚΟΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ Οι μεταλπικοί σχηματισμοί της περιοχής μελέτης αποτελούνται από τα Τριτογενή μολασσικά ιζηματογενή πετρώματα της Μεσοελληνικής αύλακας, τα νεότερα Νεογενή (Πλειοκαινικά) ιζήματα ή ιζηματογενή πετρώματα και τους Τεταρτογενείς σχηματισμούς και αποθέσεις συνεκτικών και χαλαρών ιζημάτων. Στη συνέχεια αναλύονται οι σχηματισμοί αυτοί από τους παλαιότερους προς τους νεότερους. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΜΕΣΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΥΛΑΚΑΣ Η Μεσοελληνική αύλακα αποτελεί την σημαντικότερη αύλακα του Ελληνικού χώρου και από τους πρώτους ερευνητές, που ασχολήθηκαν με τους σχηματισμούς της, ήταν οι Hilber (1895), Peneke (1897), Philippson (1895 & 1898). Η Μεσοελληνική αύλακα έχει χαρακτηρισθεί ως οπισθοδρομούσα λεκάνη (ORI & FRIEND, 1984) και απαρτίζεται από μολάσσες που αποτέθηκαν σε αυτή κατά τη διάρκεια Ηωκαίνου Μειοκαίνου (BRUNN, 1956, MERCIER et al., 1989). Τα μολασσικά ιζήματα αποτελούν το υπόβαθρο των Πλειο-Πλειστοκαινικών και νεώτερων Ολοκαινικών αποθέσεων της Θεσσαλικής πεδιάδας (ΖΑΜΑΝΗ, 1980, ΨΙΛΟΒΙΚΟΣ, 1991, ΣΩΤΗΡΙΑΔΗΣ, 1994). Στην περιοχή έρευνας οι μολασσικοί σχηματισμοί εμφανίζουν ιδιαίτερα μεγάλη εξάπλωση στο βόρειο, βορειοδυτικό, βορειοανατολικό και ανατολικό τμήμα. Αποκαλύπτονται τόσο στους ορεινούς όγκους των Χασίων και Αντιχασίων, όσο και στις λοφώδεις περιοχές που αναπτύσσονται βόρεια της πόλης των Τρικάλων και της Καλαμπάκας. 99

100 Τα μολασσικά ιζήματα παρουσιάζουν ποικιλία λιθοφάσεων και οι σχηματισμοί αλλάζουν από θέση σε θέση. Τα μολασσικά πετρώματα περιγράφονται στη συνέχεια από τα παλαιότερα προς τα νεότερα: Σειρά Ριζώματος: οι σχηματισμοί οι οποίοι εμφανίζονται στο ανατολικό τμήμα της περιοχής, με ηλικία Μέσο έως Ανώτερο Ηώκαινο. Πρόκειται για μάργες, ψαμμίτες και οργανογενείς ασβεστόλιθους. Οι ασβεστόλιθοι είναι συμπαγείς, ερυθρίζοντες, και ελαφρώς ψαμμούχοι. Στην περιοχή της Βασιλικής απαντώνται επικλυσιγενώς πάνω στους ασβεστόλιθους του Άνω Κρητιδικού ή των οφιολίθων ή άλλων σχηματισμών. Εναλλαγές μαργών και ψαμμιτών ηλικίας Άνω Ηωκαινικής υπέρκεινται των ασβεστόλιθων. Οι μάργες είναι ελαφρά ιλυούχες και περιέχουν ολισθόλιθους από ασβεστόλιθους και οφιολίθους (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969α, 1972). Η μολάσσα Κρανιάς εμφανίζεται στην περιοχή της Κρανιάς και αποτελείται από μία σειρά σχηματισμών, οι οποίοι αποτέθηκαν στην Κρανιά πριν την γενική επίκλυση της Μεσοελληνικής αύλακας. Οι σχηματισμοί αυτοί απαντώνται στο βορειοδυτικό μέρος της περιοχής και η σειρά είναι αντίστοιχη με αυτήν του Ριζώματος, ενώ σύμφωνα με τους Ferriere et al. (1998), εμφανίζεται ανατολικά της Βασιλικής. Η ηλικία του σχηματισμού είναι Ανώτερο Ηώκαινο (BRUNN, 1956 & 1960, BIZON et al., 1968). Περιλαμβάνουν ψαμμίτες, ψαμμιτικές και κυανές μάργες, κροκαλοπαγή και κροκαλολατυποπαγή. Η απόθεση συνεχίστηκε πιθανότατα και το Κατώτερο Ολιγόκαινο (ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980). Το πάχος των σχηματισμών κυμαίνεται από τα μέτρα έως τα μέτρα (DESPRAIRES, 1979, WILSON, 1993). Η σειρά της Κρανιάς περιέχει κυρίως τουρβιδίτες (FERRIERE et al.,1998). Η σειρά του Επταχωρίου αναπτύσσεται κυρίως στο βόρειο και κεντρικό τμήμα της περιοχής μελέτης. Η ηλικία της ακολουθίας αυτής είναι Ολιγόκαινο (Στάμπιο) (BRUNN, 1956). Η σειρά του Επταχωρίου υπέρκειται επικλυσιγενώς της σειράς Ριζώματος, της σειράς της Κρανιάς ή παλιότερων σχηματισμών (οφιόλιθοι, σχηματισμοί της Πίνδου). Αντιπροσωπεύεται από μία σειρά στρωμάτων στη βάση και έναν επικείμενο μαργαϊκό σχηματισμό. Τα στρώματα της βάσης αποτελούνται από κροκαλοπαγή εναλλασσόμενα με ψαμμίτες και μαργαϊκές ενστρώσεις. Ακολουθούν μάργες κυανοτεφρές έως μελανοτεφρές αρκετά σκληρές και κατακερματισμένες (ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ, 1970, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979). Η Ολιγοκαινική μολάσσα του Κηπουριού αναπτύσσεται στο βορειοδυτικό μέρος της περιοχής μελέτης. Η σειρά αυτή είναι αντίστοιχη με τους σχηματισμούς του Επταχωρίου. Επικάθεται ασύμφωνα πάνω στη μολάσσα της Κρανιάς και επικλυσιγενώς πάνω σε οφιόλιθους και σε φλύσχη. Η μολασσική σειρά του Κηπουριού περιλαμβάνει στη βάση της οφιολιθικά κροκαλοπαγή και κροκαλολατυποπαγή και κατά θέσεις κοραλλιογενείς ασβεστόλιθους. Το πάχος του σχηματισμού φτάνει μέχρι και τα 400 μέτρα. Ακολουθεί μία σειρά μαργών, ψαμμιτών και κροκαλοπαγών με Κοράλλια καθώς και άλλη πανίδα όμοια με αυτή των στρωμάτων βάσεως της σειράς (ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980). Η σειρά Πενταλόφου Μετεώρων, επικάθεται στο σχηματισμό του Επταχωρίου και εμφανίζεται στο βόρειο και στο ανατολικό τμήμα της περιοχής. Η σειρά αποτελείται στη βάση της από κροκαλοπαγή τα οποία μεταβαίνουν προς τα επάνω σε εναλλαγές ψαμμιτών, αργίλων, ψαμμιτομαργών και 100

101 κροκαλοπαγών, που καλύπτουν το διάστημα του Ανώτερου Ολιγοκαίνου Κατώτερου Μειοκαίνου (Ακουϊτάνιο). Νοτίως του ποταμού Ίωνα οι παραπάνω σχηματισμοί μεταβαίνουν πλευρικά στα κατώτερα κροκαλοπαγή των Μετεώρων (ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979) τα οποία αποτελούν, πιθανόν, έναν παλαιό υποθαλάσσιο κώνο (BRUNN, 1956). Πρόκειται γενικά για θαλάσσια ιζήματα στα οποία παρεμβάλλονται και ποταμοχερσαίες αποθέσεις (SOLIMAN & ZYGOJANNIS, 1979 & 1980, ZYGOJANNIS & SIDIROPOULOS, 1981, ZYGOJANNIS & MULLER, 1982). Σύμφωνα με τους Ori & Roveri (1987) και Δερμιτζάκη & Ντρίνια (1998) τα κροκαλοπαγή αυτά αποτέθηκαν σ ένα δελταϊκό σύστημα τύπου Gilbert, όπου υπήρχαν μεγάλα κανάλια περιχαρακωμένα καθέτως του άξονα προελάσεως του δέλτα. Οι σχηματισμοί των Μετεώρων έχουν αποτεθεί ασύμφωνα πάνω στη σειρά του Επταχωρίου και μπορούν να διαχωριστούν από τα παλαιότερα προς τα νεότερα: (α). Κατώτερη σειρά Μετεώρων. Πρόκειται για πολύμικτα κροκαλοπαγή με καλά αποστρογγυλωμένες κροκάλες λόγω μεταφοράς, που εμφανίζονται με μέσο μέγεθος, το οποίο σπάνια είναι μεγαλύτερο από 10 εκατοστά. Η προέλευση των κροκαλών είναι από ασβεστόλιθους, μάρμαρα, οφιολίθους και σπανιότερα από το μεταμορφωμένο υπόβαθρο. Το πάχος του σχηματισμού φτάνει τα 300 μέτρα και η ηλικία τους, παρότι δεν βρέθηκαν απολιθώματα, συγκριτικά εντοπίζεται στο Κατώτερο Ακουϊτάνιο (BRUNN, 1956, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972). Η κατώτερη σειρά παρουσιάζει χαρακτηριστική διασταυρούμενη στρώση, η οποία δείχνει μία ποτάμια προέλευση (ΣΩΤΗΡΙΑΔΗΣ, 1994). (β). Ανώτερη σειρά Μετεώρων: Η ανώτερη σειρά διαιρείται από την κατώτερη με μία γωνιώδη ασυμφωνία από 20 ο έως 30 ο (ΔΕΡΜΙΤΖΑΚΗΣ & ΝΤΡΙΝΙΑ, 1998). Το πάχος του σχηματισμού κυμαίνεται από τα 200 έως τα 300 μέτρα. Οι δύο σειρές διαφέρουν μεταξύ τους τόσο από το μέγεθος των κροκαλών, το οποίο στην ανώτερη σειρά είναι μικρότερο, όσο και από το βαθμό σύνδεσης τους, ο οποίος είναι χαλαρότερος. Οι κροκάλες είναι γνευσιακές και συνδέονται μεταξύ τους με υλικό αργιλοψαμμιτικής σύστασης. Μεταξύ τους υπάρχουν ενστρώσεις ψαμμιτών με κίτρινες έως ερυθρές βυσσινόχροες αμμούχες μάργες. Προς τα ανατολικά (προς την Πελαγονική ζώνη) μεταπίπτουν σε κροκαλοπαγή λιγότερο συνεκτικά, τα οποία αποτελούνται από γνευσιακά τεμάχη μέσα σε χαλαζιακή και αστριούχο άμμο. Η ηλικία της ανώτερης σειράς των Μετεώρων προσδιορίστηκε στο Ανώτερο Ακουϊτάνιο (BRUNN, 1956, SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969α, ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980, ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987). Η σειρά Τσοτιλίου απαντάται στο βόρειο τμήμα της περιοχής μελέτης. Η σειρά αυτή αντιστοιχεί χρονικά με την ανώτερη σειρά των Μετεώρων στην περιοχή έρευνας. Σύμφωνα με τους Μαυρίδη & Ματαράγκα (1979), η ακολουθία αυτή βρίσκεται σε ασυμφωνία με τις σειρές του Επταχωρίου και του Πενταλόφου και κατά θέσεις επικλυσιγενώς πάνω στο Μεσοζωϊκό υπόβαθρο. Στη βάση της αποτελείται από κροκαλοπαγή πολυγενή και σπανίως λατυποπαγή μεγάλου πάχους, με κροκάλες κυρίως από το κρυσταλλοσχιστώδες, τα οποία μεταβαίνουν προς τα πάνω σε μάργες, ψαμμίτες και ψαμμιτομάργες. Τα ανώτερα κροκαλοπαγή των Μετεώρων 101

102 αποτελούν πλευρική μετάβαση των κροκαλοπαγών αυτών. Η ηλικία του σχηματισμού είναι Ανώτερο Ακουϊτάνιο έως Τορτόνιο. Η σειρά Τρικάλων, είναι ο τελευταίος μολασσικός σχηματισμός, ο οποίος απαντάται στο ανατολικό τμήμα της περιοχής. Η σειρά αυτή, εμφανίζεται επικλυσιγενώς πάνω στους σχηματισμούς του κρυσταλλοσχιστώδους, ή πάνω στους σχηματισμούς του Ηωκαίνου, ή πάνω στα ανώτερα κροκαλοπαγή των Μετεώρων. Η βάση της επίκλυσης χαρακτηρίζεται από οργανογενείς ασβεστόλιθους (με λατυποπαγές στη βάση τους), οι οποίοι είναι αμμώδεις, βιοκλαστικοί και μικρού πάχους, καθώς επίσης από εναλλαγές ιλυωδών μαργών και μαρμαρυγιούχων ψαμμιτών (ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ, 1970, CAPUTO, 1990). Το συνολικό πάχος του σχηματισμού είναι 600 μέτρα περίπου και η ηλικία του τοποθετείται στο Βουρδιγάλιο (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969α). ΝΕΟΓΕΝΕΙΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ Τα λιμναία και ποταμοχειμάρια ιζήματα του Πλειοκαίνου αποτέθηκαν στις ταφροειδείς λεκάνες της Λάρισας (στην Ανατολική Θεσσαλία) και των Τρικάλων Καρδίτσας (στη Δυτική Θεσσαλία), οι οποίες δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου (ΖΑΜΑΝΗ, 1980). Στην περιοχή μελέτης επιφανειακή εξάπλωση Νεογενών (Πλειοκαινικών) σχηματισμών υπάρχει στο δυτικό τμήμα της. Ο Aubouin (1961) σε αυτή την ορεινή περιοχή περιγράφει ότι οι κοιλάδες του Τεταρτογενούς επαναλαμβάνουν τα ίχνη παλαιότερων κοιλάδων Πλειοκαινικής ηλικίας, οι οποίες διαβρώνονται ξανά κατά βάθος στα κατάντι. Τα ίχνη αυτά των Πλειοκαινικών κοιλάδων παραμένουν στα πάνω τμήματα των κυριότερων από αυτές και κυρίως στο ύψος των αυχένων. ΤΕΤΑΡΤΟΓΕΝΕΙΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΑΠΟΘΕΣΕΙΣ Οι Τεταρτογενείς αποθέσεις επίκεινται ασύμφωνα στους παλαιότερους σχηματισμούς του κρυσταλοσχιστώδους, ή στους αλπικούς, ή στα Τριτογενή ιζήματα. Το Τεταρτογενές στην περιοχή έρευνας διαχωρίζεται στις παλιότερες Πλειστοκαινικές αποθέσεις και στις σύγχρονες αποθέσεις του Ολοκαίνου. Στο χώρο της Θεσσαλίας θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι έχουμε μία ενιαία λεκάνη, η οποία καλύπτει μεγάλη επιφάνεια και εκτείνεται από τον Κάτω Όλυμπο μέχρι και την Όθρη νοτιότερα και από την Όσσα - Μαυροβούνι (Ανατολική Θεσσαλία) μέχρι και τον Κόζιακα (Δυτική Θεσσαλία) δυτικότερα. Η έκταση της λεκάνης αυτής έρχεται σε παραφωνία με την διαμόρφωση των υπολοίπων από το σύστημα λεκανών Φλώρινας, Πτολεμαΐδας, Αλιάκμονα, Ελασσόνας και Θεσσαλίας. Μία λεπτομερέστερη μελέτη της Θεσσαλικής πεδιάδας μας οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι στην περιοχή αυτή αναγνωρίζονται δύο ευδιάκριτες λεκάνες (τάφροι) που είναι : 1. μία στο χώρο της Ανατολικής Θεσσαλίας και 2. μία στο χώρο της Δυτικής Θεσσαλίας. 102

103 Οι λεκάνες αυτές διαχωρίζονται μεταξύ τους με το κέρας των Καμβουνίων Φαρκαδόνας Βελεστίνου. Η λεκάνη της Ανατολικής Θεσσαλίας έχει άμεση σχέση (δημιουργία ιζηματογένεση εξέλιξη) με την αλυσίδα των λεκανών Φλώρινας Παγασητικού. Αντίθετα, η δεύτερη αναπτύχθηκε στο χώρο των μολασσικών σχηματισμών της Μεσοελληνικής αύλακας. Γενικά και οι δύο αυτές λεκάνες τεκτονικά και ιζηματολογικά λειτούργησαν έντονα και μέσα στο Τεταρτογενές, αφού οι Νεογενείς σχηματισμοί παρουσιάζονται στο ενδιάμεσο των λεκανών κέρας, το οποίο προαναφέρθηκε. ΠΛΕΙΣΤΟΚΑΙΝΙΚΕΣ ΑΠΟΘΕΣΕΙΣ Οι Πλειστοκαινικές αποθέσεις αναπτύσσονται επιφανειακά, κυρίως στο νοτιοδυτικό, δυτικό και βόρειο μέρος της περιοχής. Οι αποθέσεις αυτές μπορούν να διαχωριστούν σε: Λιθώνες παγετώνων: Οι αποθέσεις, που απαντούν στο νοτιοδυτικό και στο δυτικό ορεινό τμήμα της περιοχής που μελετήθηκε, είναι λιθώνες παγετώνων και αποτελούνται από ελαφρά αποστρογγυλωμένες λατύπες ποικίλου μεγέθους και σύστασης. Οι λιθώνες, οι οποίοι εμφανίζονται σε υψόμετρα μέτρων έως και μέτρων, αντιστοιχούν σε μία παλαιότερη περίοδο αποθέσεων παγετώνων (Ρίσσιος;). Κατά τη διάρκεια αυτής της παγετώδους φάσης οι λιθώνες κατέρχονται σε υψόμετρα πολύ μικρά. Πάνω από τα μέτρα τα ίχνη των παγετώνων αυτών σχεδόν εξαφανίζονται από μεταγενέστερους παγετώνες. Οι αποθέσεις παγετώνων, οι οποίοι κατά θέσεις συναντώνται σε υψόμετρα μεγαλύτερα των μέτρων, ανταποκρίνονται σε μία νεότερη παγετώδη φάση (Βούρμιος;) (AUBOUIN, 1961, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993). Παλαιοί κώνοι κορημάτων, πλευρικά κορήματα και υλικά ποτάμιων αναβαθμίδων: απαντώνται στο βόρειο και δυτικό μέρος της περιοχής. Αποτελούνται από κροκαλολατυποπαγή, ψαμμίτες, άμμους, αργίλους, μάργες, κοκκινοπηλούς και άλλα πολύμικτα κλαστικά υλικά συγκολλημένα σε ποικίλο βαθμό. Τα αδρομερή στοιχεία προέρχονται από ασβεστόλιθους, σχιστόλιθους και γνεύσιους (AUBOUIN, 1961, ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, 1985). Ερευνητικές γεωτρήσεις, οι οποίες έγιναν στην κοιλάδα του Ληθαίου, έδειξαν, ότι οι παλαιές ποταμοχειμάρρειες αποθέσεις αποτελούνται από άργιλους, αργιλοϊλείς, αργιλοϊλυώδεις άμμους και αμμοχάλικα με κροκάλες. Οι αποθέσεις αυτές παρουσιάζουν μεγάλη λιθολογική ετερογένεια, χαρακτηριζόμενες από συχνές πλευρικές αποσφηνώσεις και το πάχος τους κυμαίνεται μεταξύ των 9 και των 28 μέτρων (ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΟΣ κ.ά., 2003). ΟΛΟΚΑΙΝΙΚΕΣ ΑΠΟΘΕΣΕΙΣ Τα πρόσφατα ιζήματα του Τεταρτογενούς με Ολοκαινική ηλικία καταλαμβάνουν μία πολύ μεγάλη έκταση της περιοχής μελέτης, καλύπτουν κατά περίπτωση τα πρανή των ορεινών όγκων και πληρούν τις λεκάνες της πεδιάδας. Μπορούν να διακριθούν σε σχηματισμούς πρανών, σε μανδύα αποσάθρωσης και σε αλλούβια ποτάμιες αποθέσεις. 103

104 104 Σχηματισμοί πρανών: οι σχηματισμοί των πρανών αναφέρονται στα πλευρικά κορήματα, στους κώνους κορημάτων και τις σύγχρονες αποθέσεις των ρεμάτων των πρανών. Τα πλευρικά κορήματα και οι κώνοι κορημάτων εμφανίζονται στις απόκρημνες κλιτείς της οροσειράς της Πίνδου και κυρίως σε σημεία, όπου η αποσάθρωση των αλπικών σχηματισμών διευκολύνεται εξαιτίας της τεκτονικής καταπόνησης. Συνήθως είναι ελαφρά συγκολλημένα έως ασύνδετα, ενώ όπου εμφανίζονται συνεκτικά κορήματα απαρτίζονται από γωνιώδη τεμάχη συγκολλημένα με ανθρακική συνδετική ύλη. Τα συνεκτικά κορήματα ανήκουν στις παλαιότερες αποθέσεις. Γενικά, τα κορήματα αποτελούνται από λατύπες ποικίλου μεγέθους και σύστασης, οι οποίες στο δυτικό τμήμα της περιοχής είναι ασβεστολιθικές και κερατολιθικές, ενώ περιέχουν πολλές φορές ογκολίθους και ασβεστολιθικά μπλόκ εγκατακρήμνισης. Τα κορήματα παρουσιάζουν μεγάλη έκταση και πάχος ως επί το πλείστον κοντά σε τεκτονικές επιφάνειες και συνοδεύονται πολλές φορές από κατολισθητικά φαινόμενα. Τοπικά η έντονη διάβρωση των κορημάτων έχει αποκαλύψει τους υποκείμενους σχηματισμούς. Κατά θέσεις στις δυτικές ορεινές περιοχές οι λατύπες είναι ελαφρά αποστρογγυλωμένες και κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για αποθέσεις λιθώνων παγετώνων. Οι αποθέσεις των ρεμάτων και οι κώνοι τους είναι σύγχρονες αποθέσεις, οι οποίες εμφανίζονται στις κοίτες και τις απολήξεις των ρεμάτων. Πρόκειται για κλαστικά υλικά ποικίλου κατά περίπτωση μεγέθους, όπως άμμοι, χάλικες, κροκάλες και λατύπες. Τα κλαστικά αυτά υλικά παρουσιάζουν μία αποστρογγυλοποίηση, η οποία αυξάνει ανάλογα με την απόσταση μεταφοράς τους από τα νερά του χειμάρρου. Στις περισσότερες θέσεις στις απολήξεις τους τα ρέματα δημιουργούν μικρούς κώνους. Επίσης σε ορισμένες θέσεις οι χείμαρροι δημιουργούν μικρές αναβαθμίδες, οι οποίες βρίσκονται σε ύψος ενός μέτρου περίπου από την κοίτη τους (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1972, ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ 1980, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Μανδύας αποσάθρωσης: η έντονη και γρήγορη αποσάθρωση του φλύσχη, σε συνδυασμό με τις ζώνες τεκτονικού κατακερματισμού των πετρωμάτων του, δημιουργούν μανδύα αποσάθρωσης σε όλη σχεδόν την επιφάνεια έκτασης του φλύσχη της Πίνδου. Το πάχος του μανδύα φτάνει τα 10 μέτρα. Αποτελείται από άμμο και προέρχεται από την αποσάθρωση των ψαμμιτών του φλύσχη. Επίσης στον σχηματισμό αυτό συμμετέχουν αργιλομαργαϊκά υλικά και άργιλοι. Ο μανδύας δημιουργεί έντονα φαινόμενα ερπυσμού και κατολισθήσεων (ΜΑΥΡΙΔΗΣ κ.ά., 1985, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993). Επίσης, εκτός από τον μανδύα αποσάθρωσης του φλύσχη, στα χαμηλά τμήματα της κοιλάδας του Ληθαίου, στο βορειοανατολικό τμήμα της περιοχής μελέτης, παρατηρούνται συγκεντρώσεις προϊόντων αποσάθρωσης των υποκείμενων ιλυολίθων και μαργών (Μάργες Ριζώματος). Πρόκειται για μίγμα αργίλου, ιλύος και άμμου πάχους 2 έως 3 m. Τοπικά περικλείουν και μεμονωμένες διάσπαρτες κροκάλες έως ακόμη και ογκόλιθους (ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΟΣ κ.ά., 2003). Αλλουβιακές και ποτάμιες αποθέσεις και ποταμοχειμμάριες αναβαθμίδες: Τα αλλούβια, οι ποτάμιες αποθέσεις και οι ποταμοχειμμάριες αναβαθμίδες εμφανίζονται κατά κύριο λόγο στη Θεσσαλική πεδιάδα στον Πηνειό ποταμό και στους παραποτάμους του. Οι αλλουβιακές αποθέσεις παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία στη λιθολογική τους σύσταση, η οποία εξαρτάται άμεσα από το είδος των σχηματισμών του υποβάθρου και της

105 περιοχής τροφοδοσίας. Πρόκειται για αργιλικά, αργιλοαμμώδη, ερυθρά αργιλοπυριτικά υλικά, μέσα στα οποία υπάρχουν κροκάλες και λατύπες ασβεστολίθων, ραδιολαριτών και οφιολίθων (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969α). Το πάχος τους αυξάνει σημαντικά προς το κέντρο της Θεσσαλικής πεδιάδας. Οι ποτάμιες αποθέσεις και αναβαθμίδες αποτελούνται κατά κύριο λόγο από υλικά ποικίλου μεγέθους και λιθολογικής σύστασης, κυρίως από ανθρακικές ή πυριτικές κροκάλες με καλό βαθμό αποστρογγυλοποίησης και μεταξύ τους υπάρχει λεπτομερέστερο αμμώδες, χαλικώδες ψαμμιτικό και ερυθρό αργιλικό πυριτικό υλικό. Το υλικό αυτό προέρχεται από τους σχηματισμούς της οροσειράς της Πίνδου, από την οποία πηγάζουν ο Πηνειός και οι παραπόταμοί του. Επίσης, το πλέον χονδρόκοκκο υλικό αποτέθηκε στις ορεινές ζώνες εξάπλωσης των κυρίων ρεμάτων του Πηνειού, του Ληθαίου και προς τα δυτικά του Πορταϊκού με μεγάλες κροκάλες, των οποίων η διάμετρος φτάνει έως και τα 20 εκατοστά. Στην πεδινή περιοχή το υλικό των αποθέσεων είναι περισσότερο λεπτόκοκκο, το μέγεθος των κροκαλών ελαττώνεται και παρεμβάλλεται περισσότερο αργιλικό υλικό. Οι ποτάμιες αναβαθμίδες παρατηρούνται κατά θέσεις από 1 έως 2 μέτρα και 5 έως 10 μέτρα πάνω από την σημερινή κοίτη και αποτελούνται από αδρομερή υλικά, κυρίως κροκάλες, χάλικες, άμμους και με λίγους διάσπαρτους ογκόλιθους. Το πάχος τους είναι περίπου 2 έως 3 μέτρα. Στις σημερινές ενεργές κοίτες του Πηνειού ποταμού, καθώς επίσης και των παραποτάμων του υπάρχουν ασύνδετα υλικά. Επικρατούν οι ημιστρογγυλεμένες κροκάλες, χαλίκια και άμμοι πάχους περίπου 2 έως 2,5 μέτρων (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969β, ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ., 1979, ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ 1980, ΣΤΑΜΑΤΗΣ, 1987, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993, ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΟΣ κ.ά., 2003). Αξιοσημείωτο είναι ότι οι αποθέσεις στα πεδινά τμήματα καλύπτονται από παχύ στρώμα καλλιεργήσιμου εδάφους με άφθονο αργιλικό υλικό (ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, 1985). Το πάχος των αλλουβίων και των ποτάμιων αποθέσεων ποικίλει στην περιοχή έρευνας. Σύμφωνα με δεδομένα γεωτρήσεων στην πεδινή περιοχή της Καλαμπάκας το πάχος των αλλουβίων είναι της τάξης των 100 έως 130 μέτρων, ενώ στην πεδινή ζώνη των Τρικάλων το πάχος αυτό αυξάνει σημαντικά και φτάνει τα 250 μέτρα. Το μεγαλύτερο αναγνωρισμένο πάχος από ερευνητικές γεωτρήσεις στην περιοχή που μελετήθηκε ανέρχεται στα 420 m (SOGREAH GRENOBLE, 1974) ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΕ ΜΟΛΑΣΣΙΚΟΥΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΥΣ Στην προσπάθεια συσχέτισης των μορφολογικών χαρακτηριστικών της περιοχής με την επικρατούσα λιθολογία των μολασσικών σχηματισμών εντοπίστηκαν δύο θέσεις, που παρουσίαζαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Στις δύο θέσεις πραγματοποιήθηκε επιτόπια επίσκεψη και η μακροσκοπική παρατήρηση προσδιόρισε διαφορετική λιθολογική σύσταση από εκείνη των κροκαλοπαγών της κατώτερης σειράς των Μετεώρων. Οι παρατηρήσεις από αεροφωτογραφίες και δορυφορικές εικόνες, αλλά και η μακροσκοπική παρατήρηση έδειξαν περιορισμένης κλίμακας διαφορές στα κορυφαία σημεία των μολασσικών σχηματισμών. Η μία θέση βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της πόλης της Καλαμπάκας και σ έναν από τους βράχους των Μετεώρων με τοπωνύμιο Αγιά (φωτογραφία ). Η 105

106 επιτόπια παρατήρηση ακολουθήθηκε από δειγματοληψία σε διαφορετικά σημεία, με σκοπό τη περαιτέρω διερεύνηση της διαφορετικής λιθολογικής σύστασης. Τα σημεία δειγματοληψίας παρουσιάζονται στη φωτογραφία Η μακροσκοπική ανάλυση έδειξε, ότι τα συλλεχθέντα δείγματα αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς λιθολογικούς σχηματισμούς και συγκεκριμένα υπάρχουν: ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ & 2: Ανάπτυξη διαφορετικού μολασσικού σχηματισμού στην κορυφή της Αγιάς. PHOTOGRAPHS & 2: A different molassic formation at the top of Ayia Rock (Meteora). 106

107 στη θέση 1 κροκάλες μαρμάρου, στη θέση 2 ψαμμίτες, στη θέση 3 αδρόκοκκο ψαμμιτοπαγές, στη θέση 4 ψαμμίτες, στη θέση 5 ψηφιδοπαγές και στη θέση 6 αδρομερές ψαμμιτοπαγές. Η λιθολογική σύσταση των δειγμάτων, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για μολασσικό σχηματισμό, που φαίνεται να αντιστοιχεί στη σειρά του Τσοτιλίου. Η εξάπλωση του σχηματισμού είναι μικρής έκτασης στην συγκεκριμένη περιοχή. Αντίστοιχος σχηματισμός διαπιστώθηκε να υπέρκειται της κατώτερης σειράς των Μετεώρων και βορείως του οικισμού του Αγίου Δημητρίου (Τσούγκουρο) ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Σύμφωνα με τη βιβλιογραφική ανασκόπηση της γεωλογικής δομής της περιοχής μελέτης ισχύουν τα εξής: Η περιοχή μελέτης δομείται γεωλογικά από προαλπικούς αλπικούς και μεταλπικούς σχηματισμούς. Οι προαλπικοί αλπικοί σχηματισμοί, ηλικίας Παλαιοζωικού Ηωκαίνου, συγκροτούνται κυρίως από ιζηματογενή, από εκρηξιγενή και μεταμορφωμένα πετρώματα. Οι μεταλπικοί σχηματισμοί, ηλικίας Ηωκαίνου σήμερα, συγκροτούνται από μεγάλη ποικιλία ιζηματογενών πετρωμάτων και συνεκτικών και χαλαρών ιζημάτων. Οι αλπικοί σχηματισμοί ανήκουν σε τέσσερις λιθοστρωματογραφικές ενότητες. Οι ενότητες αυτές, από τις εξωτερικότερες προς τις εσωτερικότερες διακρίνονται στην ενότητα της Πίνδου, στην ενότητα του Κόζιακα, στην Υποπελαγονική ενότητα και στην Πελαγονική ενότητα. Οι σχηματισμοί αυτοί βρίσκονται σε τεκτονική, με επώθηση, σχέση, με κατώτερη τεκτονικά την ενότητα της Πίνδου και ανώτερη την Πελαγονική. Οι μεταλπικοί σχηματισμοί από τους παλαιότερους προς τους νεώτερους είναι: Ηωκαινικοί Μειοκαινικοί μολασσικοί σχηματισμοί της Μεσοελληνικής αύλακας, Νεογενείς σχηματισμοί Μειοκαινικής Πλειοκαινικής ηλικίας και Τεταρτογενείς σχηματισμοί αποθέσεις, οι οποίες καταλαμβάνουν τις κοίτες ποταμών και χειμάρρων και πληρούν τις λεκάνες Καλαμπάκας και Τρικάλων. Κατά την υπαίθρια χαρτογράφηση στους μολασσικούς σχηματισμούς διαπιστώθηκε ότι: Σχηματισμός πιθανόν αντίστοιχος της σειράς Τσοτιλίου υπέρκειται της κατώτερης σειράς των Μετεώρων σε ορισμένες θέσεις. Η επιφανειακή εξάπλωση του σχηματισμού είναι μικρή και παρατηρήθηκε στην περιοχή των Μετεώρων στην κορυφή ενός βράχου με τοπωνύμιο Αγιά και βόρεια του οικισμού Άγιος Δημήτριος. 107

108 2.2. ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΔΟΜΗ Η τεκτονική δράση, για τον Ελλαδικό χώρο, είναι ένας από τους πλέον σημαντικούς παράγοντες διαμόρφωσης και εξέλιξης του γεωμορφολογικού αναγλύφου. Η γνώση της επίδρασης της τεκτονικής δράσης στους γεωλογικούς σχηματισμούς μιας περιοχής είναι δυνατόν να συνεισφέρει στην πρόγνωση και στην αντιμετώπιση των φυσικών κινδύνων, αλλά και στον σχεδιασμό και την ανάπτυξη των αστικών περιοχών και γενικότερα των χρήσεων γης. Στα πλαίσια της τεκτονικής ανάλυσης της περιοχής μελέτης αρχικά μελετάται η ρηξιγενής τεκτονική, με την δημιουργία χάρτη του ρηξιγενούς ιστού και στη συνέχεια περιγράφονται τα τεκτονικά χαρακτηριστικά και η γεωδυναμική της εξέλιξη της ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΧΑΡΤΗ ΡΗΞΙΓΕΝΟΥΣ ΙΣΤΟΥ Στο σχήμα παρουσιάζεται ενοποιημένος χάρτης των χαρτογραφημένων ρηγμάτων της περιοχής μελέτης. Οι σημαντικότερες πηγές συγκέντρωσης των χαρτογραφημένων ρηγμάτων ήταν οι γεωλογικοί χάρτες του Ι.Γ.Μ.Ε. (SAVOYAT & ΛΑΛΕΧΟΣ, 1969α, 1969β & 1972, ΜΑΥΡΙΔΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1979, ΜΑΝΑΚΟΣ, 1993, ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ & ΜΑΤΑΡΑΓΚΑΣ, 1980, ΚΑΡΦΑΚΗΣ, 1993, BRUNN, 1959, AUBOUIN, 1961α & 1961β) και του Caputo (1990). Εξαιτίας της διαφορετικής χρονολογίας έκδοσης και των διαφορετικών ερευνητών, που συνέταξαν τους χάρτες αυτούς, παρατηρείται μια ασυνέχεια στην αποτύπωση του ενοποιημένου χάρτη των ρηγμάτων. Στο νοτιοδυτικό τμήμα της περιοχής μελέτης παρατηρείται αποτύπωση πυκνού δικτύου ρηγμάτων. Στο κεντρικό δυτικό και ανατολικό τμήμα παρατηρείται μια μετρίως πυκνή αποτύπωση των ρηγμάτων της περιοχής. Τέλος στο βόρειο (και κυρίως στο βορειοδυτικό) τμήμα της περιοχής μελέτης, όπως φαίνεται στο σχήμα , είναι αραιή η αποτύπωση των ρηγμάτων. Παρατηρώντας τη γενική δομή των γεωλογικών σχηματισμών, οι οποίοι εκτείνονται κατά μήκος μιας γενικευμένης διεύθυνσης ΒΒΔ ΝΝΑ, κυρίως στο δυτικό τμήμα της περιοχής μελέτης, συμπεραίνουμε ότι αυτοί δεν επιτρέπουν μια τέτοια ανισομερή κατανομή της πυκνότητας των τεκτονικών ασυνεχειών, που χαρτογραφήθηκαν στους γεωλογικούς χάρτες της περιοχής σε κλίμακα 1: Στο τμήμα αυτό έχουν παραλειφθεί κάποιες τεκτονικές ασυνέχειες, διότι κατά τη σύνταξη των συγκεκριμένων γεωλογικών χαρτών αυτές πιθανόν δεν αναγνωρίσθηκαν στο ύπαιθρο, ή δεν ήταν δυνατή η πρόσβαση των συγκεκριμένων ερευνητών στις εν λόγω περιοχές, εξαιτίας του ότι οι περιοχές αυτές είναι εξαιρετικά δύσβατες (η πρόσβαση πολλές φορές είναι δυνατή μόνο από εκπαιδευμένους ορειβάτες). Έτσι, για το λόγο αυτό, κρίθηκε απαραίτητος ο σχεδιασμός ενός νέου χάρτη των ρηξιγενών συστημάτων της περιοχής μελέτης, ο οποίος να παρουσιάζει ισομερή κατανομή της πυκνότητας των τεκτονικών ασυνεχειών. Ο αρχικός εντοπισμός των ρηξιγενών συστημάτων, τα οποία διέπουν την περιοχή, υποστηρίχθηκε με μεθόδους και τεχνικές Τηλεπισκόπησης και τη χρήση δορυφορικών εικόνων, διασφαλίζοντας έτσι μια γρήγορη και οικονομικά συμφέρουσα λύση στο πρόβλημα της ακριβούς και τεκμηριωμένης αποτύπωσης της ρηξιγενούς τεκτονικής. 108

109 Τα κριτήρια, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για τη χαρτογράφηση των φωτογραμμώσεων από δορυφορικές εικόνες, είναι η γραμμική γκριζότητα ή η αλλαγή της γραμμικής γκριζότητας, η γραμμική ανάπτυξη της βλάστησης ή η γραμμική αλλαγή της βλάστησης, το γραμμικό υδρογραφικό δίκτυο και γραμμικά όρια χαραδρών, οι μορφολογικές γραμμώσεις και ο συνδυασμός δύο ή περισσότερων των περιπτώσεων αυτών. Γραμμώσεις επίσης οι οποίες δείχνουν έντονη αντίθεση πετρωμάτων και στις δύο πλευρές τους, αντιπροσωπεύουν συνήθως ρήγματα με κάθετη έως μεσοκάθετη μετάπτωση. Τεκτονικά στοιχεία με μικρή γωνία μετάπτωσης ακολουθούν συνήθως τη μορφολογία του εδάφους και έτσι δεν αναγνωρίζονται κατά την χαρτογράφηση των αεροφωτογραφιών ή των δορυφορικών εικόνων. Τα γραμμικά στοιχεία, γραμμώσεις ή φωτογραμμώσεις (lineaments, photo-lineaments), τα οποία διακρίνονται και χαρτογραφούνται σε αεροφωτογραφίες ή δορυφορικές εικόνες, είναι ευθύγραμμα ή ελαφρά κυρτωμένα τμήματα ανωμαλιών και προέρχονται από τεκτονικές ασυνέχειες fracturs σύμφωνα με τον Blanchet (1957). Ο Brunn (1961) χρησιμοποιεί την έκφραση air photo lineaments για όλα τα γραμμικά στοιχεία και ο Kronberg (1977) τον θεωρεί σαν περιγραφικό τίτλο όλων των τεκτονικών ασυνεχειών photo impressions of joints and fractures with little or no displacement. Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήθηκαν μαυρόασπρα προϊόντα του συστήματος LANDSAT. Οι διαθέσιμες δορυφορικές εικόνες του συστήματος αυτού είναι σε μορφή τετάρτου μίας πλήρους εικόνας. Στο σχήμα παρουσιάζονται ενοποιημένες οι δορυφορικές εικόνες, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν, και είναι κλίμακας 1: με στοιχεία: LANDSAT 5 TM BAND:4 TRACK:184 FRAME:032 Q:3 και LANDSAT 5 TM BAND:5 TRACK:184 FRAME:033 Q:1. Για την ανάλυση και επεξεργασία των δορυφορικών εικόνων χρησιμοποιήθηκε το πακέτο λογισμικού επεξεργασίας εικόνων και Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών TNTmips. Οι φωτογραμμώσεις (γραμμικές τεκτονικές δομές) αυτές αναγνωρίστηκαν από τις παραπάνω δορυφορικές εικόνες, αποτυπώθηκαν σε χάρτη της περιοχής μελέτης, ο οποίος παρουσιάζεται στο σχήμα Κατά την εργασία υπαίθρου πιστοποιήθηκε το μεγαλύτερο μέρος των τεκτονικών δομών, οι οποίες συγκρίθηκαν με αυτές που αναγνωρίσθηκαν στις δορυφορικές εικόνες. Παρακάτω παραθέτονται οι φωτογραφίες και οι θέσεις κάποιων ρηξιγενών επιφανειών και διαρρήξεων, οι οποίες αναγνωρίσθηκαν και καταγράφηκαν στην ύπαιθρο (φωτογραφίες έως ). 109

110 ΣΧΗΜΑ : Συνθετικός χάρτης των χαρτογραφημένων ρηγμάτων της περιοχής μελέτης, όπως παρουσιάζονται στους γεωλογικούς χάρτες του Ι.Γ.Μ.Ε. και του Caputo (1990). FIGURE : The map of the recorded faults in the study area (ref.: I.G.M.E. and Caputo s geological maps). 110

111 ΣΧΗΜΑ : Σύνθεση των δορυφορικών εικόνων, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν. FIGURE : The used synthesis of the satellite images. 111

112 ΣΧΗΜΑ : Χάρτης των ρηξιγενών δομών της περιοχής μελέτης, οι οποίες αναγνωρίσθηκαν από τις δορυφορικές εικόνες και την εργασία υπαίθρου. FIGURE : The map of the lineaments, which are documented from the satellite images and the fieldwork. 112

113 Φωτ.: ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Σύστημα συζυγών ρηγμάτων στην Γκρόπα (Στουρναραίικα). PHOTOGRAPH : Conjugate faults at Gropa region (near Stournareika village). ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Σύστημα συζυγών ρηγμάτων στη Θεόπετρα. PHOTOGRAPH : Conjugate faults at Theopetra rock. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ρήγμα στο δρόμο Πύλης Στουρναραίικων. PHOTOGRAPH : Fault beside the road from Pyli to Stournareika. Φωτ.: Φωτ.:

114 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ρηξιγενής κατοπτρική επιφάνεια στον Κόζιακα. PHOTOGRAPH : Fault specular surface at Koziakas Mt. Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ρήγματα συζυγή, στην κοίτη του Πηνειού (Μεγάρχη). PHOTOGRAPH : Conjugate faults in the bed of the Pinios river (Megarchi region). ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ρηξιγενής κατοπτρική επιφάνεια στα Μετέωρα. PHOTOGRAPH : Fault specular surface on the Meteora Rocks. Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ρήγμα σε σχηματισμούς Πελαγονικής ενότητας στο Φωτεινό. PHOTOGRAPH : Fault in the formations of the Pelagonic zone, near the Fotino village. 114

115 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ρήγμα, το οποίο ακολουθεί ο Ίωνας ποταμός. PHOTOGRAPH : The Ionas River following the direction of the fault. Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Διάρρηξη σε σχηματισμούς της σειράς Επταχωρίου (Καλοχώρι) PHOTOGRAPH : Sun crack in the molassic formations of the Eptachorio (near the Kalochori village). ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ρήγμα σε φλύσχη Πίνδου (Αμπελοχώρι Ματονέρι). PHOTOGRAPH : Fault in the Pindos flysch formation (beside the road Ampelochori Matoneri). Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ρηξιγενής επιφάνεια σε φλύσχη στη Χρυσομηλιά. PHOTOGRAPH : Fault surface in the flysch formation, near Hrisomilia village. 115

116 2.2.2 ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΤΩΝ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΗΜΕΝΩΝ ΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΔΟΜΩΝ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΜΜΩΣΕΩΝ Οι κατανομές στο σύνολο των διευθύνσεων και του μήκους των τεκτονικών δομών, οι οποίες καταγράφονται στους γεωλογικούς χάρτες της περιοχής μελέτης και αυτών που αναγνωρίσθηκαν στις δορυφορικές εικόνες, φαίνονται στα παρακάτω ροδοδιαγράμματα των σχημάτων & , τα οποία δημιουργήθηκαν με τη βοήθεια του λογισμικού πακέτου ROCKWORKS Α Β ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας Α (διευθύνσεων) και πυκνότητας Β (μήκους) χαρτογραφημένων τεκτονικών δομών. FIGURE : Frequency (directions) and density (lengths) rose diagrams of the mapped tectonic structures. Α Β ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας Α (διευθύνσεων) και πυκνότητας Β (μήκους) τεκτονικών δομών, οι οποίες αναγνωρίσθηκαν στις δορυφορικές εικόνες. FIGURE : Frequency (directions) and density (lengths) rose diagrams of the lineaments. Στο συγκεκριμένο λογισμικό εισήχθησαν τα ψηφιακά δεδομένα του χάρτη ρηξιγενούς ιστού και στη συνέχεια κατασκευάστηκαν και σχεδιάστηκαν τα 116

117 ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρηγμάτων. Η υπολογιστική μέθοδος της συχνότητας ήταν το μήκος κάθε πετάλου του ροδοδιαγράμματος να αυξάνεται αναλογικά με το ποσοστό του συνόλου των μετρήσεων, που τοποθετείται μέσα σ αυτό. Ομοίως, η υπολογιστική μέθοδος της πυκνότητας ήταν το μήκος κάθε πετάλου του ροδοδιαγράμματος να αυξάνεται αναλογικά με το ποσοστό του συνόλου των μετρήσεων των μηκών, που τοποθετείται μέσα σε αυτό. Η υποδιαίρεση των ροδοδιαγραμμάτων είναι ανά 10, η οποία καθορίζει το πέταλο και το μέγεθος της κάθε κυψελίδας. Η υποδιαίρεση αυτή θεωρήθηκε η πλέον ενδεικνυόμενη για την κλίμακα εργασίας. Η παρουσίαση των ροδοδιαγραμμάτων έγινε σε πλήρη κύκλο (0-360 ) χωρίς τη χρήση φίλτρων και στρέψης. Όπως αναφέρθηκε, η αποτύπωση των ρηξιγενών δομών, οι οποίες αναγνωρίσθηκαν στις δορυφορικές εικόνες, παρουσιάζει μία ομοιογένεια, σε αντίθεση με αυτές που καταγράφονται στους γεωλογικούς χάρτες, και είναι ομοιόμορφα κατανεμημένες σε ολόκληρη την περιοχή μελέτης. Όπως φαίνεται στα ροδοδιαγράμματα του σχήματος , η κύρια διεύθυνση των τεκτονικών αυτών δομών είναι η ΒΑ ΝΔ (Β40 60 ). Δευτερεύουσες διευθύνσεις είναι η ΒΔ ΝΑ (Β ), καθώς και η Β Ν (Β0 10 ) και Α Δ (Β ). Οι διευθύνσεις αυτές πιστοποιούνται και στις ασυνέχειες των γεωλογικών χαρτών (ροδοδιαγράμματα του σχήματος ). Οι διευθύνσεις των ρηγμάτων βλέπουμε ότι παραμένουν οι ίδιες μ αυτές των φωτογραμμώσεων, αλλά υπάρχουν διαφοροποιήσεις τόσο στη συχνότητα, όσο και στη πυκνότητά τους. Στα ροδοδιαγράμματα των φωτογραμμώσεων εμφανίζεται αυξημένη η συχνότητα τους με διεύθυνση Β Ν (Β0 10 ). Η διεύθυνση αυτή (Β Ν) δεν πιστοποιείται στα ροδοδιαγράμματα των ρηξιγενών δομών των γεωλογικών χαρτών (ροδοδιαγράμματα του σχήματος ), εξαιτίας πιθανόν της ασθενέστερης παρουσίας της διεύθυνσης αυτής στο νότιο και νοτιοδυτικό τμήμα της περιοχής μελέτης και των διαφορετικών ερευνητών που συνέταξαν τους χάρτες αυτούς. Παρόλ αυτά η διεύθυνση αυτή πιστοποιείται και σαν κύρια διεύθυνση του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής. Η περαιτέρω σύγκριση του μήκους των ρηγμάτων και του μήκους των φωτογραμμώσεων αποδεικνύει επαρκώς την ύπαρξη των τεσσάρων κυρίων τεκτονικών διευθύνσεων, που προαναφέρθηκαν. Οι κύριες αυτές διευθύνσεις, όπως πιθανόν και αυτές με διεύθυνση ΒΒΑ ΝΝΔ και ΒΒΔ ΝΝΑ, έχουν αναγνωρισθεί ως παγκόσμια τεκτονικά συστήματα από πολλούς ερευνητές. Η έννοια παγκόσμιο τεκτονικό σύστημα (global structure system) δίνει τις διευθύνσεις των τεκτονικών ασυνεχειών, οι οποίες είναι ανεξάρτητες από την εκάστοτε γεωλογική και λιθολογική σύσταση των σχηματισμών, πάνω στους οποίους αυτές αναγνωρίζονται. Αυτές οι τεκτονικές ασυνέχειες δημιουργούνται συνεχώς και σταθερά εξαιτίας της περιστροφικής κίνησης της Γης και μεταφέρονται από κάτω προς την επιφάνεια, ακόμα και σε πρόσφατους γεωλογικούς σχηματισμούς, με τις παλμικές κινήσεις του φλοιού της Γης ή σε περιόδους απότομων κινήσεων, όπως για παράδειγμα σεισμικών επεισοδίων (KRONBERG, 1977, KRONBERG & GUENTER, 1977). Το φαινόμενο αυτό παρατηρείται στην περιοχή μελέτης, όπου πολλές των 117

118 φωτογραμμώσεων εντάσσονται σε σμήνη, που διαπερνούν σταθερά την περιοχή ανεξαρτήτως της λιθολογικής σύστασης των γεωλογικών σχηματισμών. Το θέμα αυτό ερευνάται και σε επόμενο κεφάλαιο ΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Οι ενότητες της Πίνδου και του Κόζιακα, που δομούν την περιοχή έρευνας, ανήκουν στην ομάδα των ενδιάμεσων γεωτεκτονικών ζωνών (THIEBAULT, 1982), ενώ η Υποπελαγονική και η Πελαγονική ανήκουν στις εσωτερικές ζώνες των Ελληνίδων (AUBOUIN, 1963, DOUTSOS et al., 1993, WALCOTT, 1998). Σύμφωνα με τον Παπανικολάου (1993), οι προαναφερθείσες ζώνες ανήκουν στην ενδιάμεση τεκτονομεταμορφική ζώνη των Ελληνίδων. Στη συνέχεια αναλύεται η αλπική τεκτονική των ενοτήτων αυτών και ακολουθεί η περιγραφή της νεότερης τεκτονικής. ΕΝΟΤΗΤΑ ΠΙΝΔΟΥ Η τεκτονική δομή των σχηματισμών της Πίνδου χαρακτηρίζεται από έντονες πτυχώσεις και λεπιώσεις. Μια ακολουθία στρωμάτων με τόσες εναλλαγές λιθολογίας είναι εύκολο να πτυχωθεί αρκετά, εξαιτίας της μεγάλης πλαστικότητας που εμφανίζει (RENZ, 1955, AUBOUIN, 1959). Οι Μαυρίδης κ.ά. (1985) αναφέρουν για την περιοχή μελέτης, ότι οι πτυχές και τα λέπια των σχηματισμών έχουν γενική διεύθυνση ΒΔ ΝΑ και κλίση ΒΑ 50º 85º. Οι πτυχές είναι κλειστές, κατά το πλείστον ανεστραμμένες μέχρι κατακεκλιμένες. Η έντονη πτύχωση σε πάρα πολλές θέσεις έχει δημιουργήσει εσωτερικές κινήσεις μικρής μετακίνησης. Ο Aubouin (1959) θεωρεί, ότι το πρώτο στάδιο της κύριας τεκτογένεσης της Πίνδου αντιστοιχεί στο Ανώτερο Hώκαινο, όπου σε αυτό το στάδιο της συμπίεσης αποκολλάται από το υπόβαθρο της, λεπιώνεται και αρχίζει να προελαύνει προς τα δυτικά. Το δεύτερο στάδιο κατά τη διάρκεια του Κατώτερου Ακουιτανίου, η φάση ολίσθησης ολοκληρώνεται με την τοποθέτηση του καλύμματος πάνω στο φλύσχη των εξωτερικότερων ζωνών. ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΟΖΙΑΚΑ Οι σχηματισμοί της ενότητας του Κόζιακα, σύμφωνα με τους Μιγκίρο, κ.ά. (1989), είναι έντονα πτυχωμένοι, με κλειστές πτυχές κεκλιμένες έως ανεστραμμένες αξονικής διεύθυνσης Β20º 30ºΔ. Οι ίδιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ο Κόζιακας χωρίζεται σε δύο μεγάλα τμήματα, το δυτικό και το ανατολικό, που βρίσκονται σε εφιππευτική μεταξύ τους σχέση με διεύθυνση ΒΔ και μέση κλίση επιφάνειας 60º προς τα ανατολικά. Μεταξύ των αξόνων των πτυχών και των διευθύνσεων των εφιππεύσεων υπάρχει γωνιακή σχέση, που οφείλεται σε αριστερόστροφη στρέψη του όλου συστήματος μετά την πτύχωσή του στη φάση των ασυνεχών παραμορφώσεων (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ & ΛΕΚΚΑΣ, 1979). Ο Ε. Λέκκας (1988) διακρίνει στον Κόζιακα τέσσερις παραμορφωτικές φάσεις. Η πρώτη έδωσε πτυχές και έχει ηλικία Μάλμιο Κατώτερο Κρητιδικό. Η δεύτερη παραμορφωτική φάση ηλικίας Μέσο Ανώτερο Ηώκαινο έδωσε εφιππεύσεις, πτυχές, σχισμό, ρήγματα (ανάστροφα, οριζόντιες ολισθήσεις) και διακλάσεις. Η τρίτη παραμορφωτική φάση έχει ηλικία Ολιγόκαινο Μειόκαινο, ενώ η τέταρτη είναι Πλειοκαίνου Τεταρτογενούς. Οι δύο τελευταίες παραμορφωτικές φάσεις έδωσαν κανονικά ρήγματα. 118

119 ΥΠΟΠΕΛΑΓΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Η φάση πτυχώσεων του Κατώτερου Κρητιδικού έδωσε πτυχές κλειστές ή ανοικτές, που συνοδεύονται συχνά από σχιστότητα ολίσθησης στο χώρο της Υποπελαγονικής (HYNES et al., 1972, MAVRIDES et al., 1977, PRICE, 1976, SMITH, 1979 & 1993, ΜΟΥΝΤΡΑΚΗΣ, 1983). Οι άξονές τους έχουν διεύθυνση γενικά ΒΒΑ ΝΝΔ (360º 40º), εκτός από την περιοχή της Όθρυος (FERRIERE, 1974b, SMITH et al., 1979). Βασικό γνώρισμα των πτυχών είναι η σύνδεσή τους με την επώθηση των οφιολίθων από το δυτικό ωκεάνιο χώρο της Υποπελαγονικής προς τα ανατολικά πάνω στο περιθώριο της Πελαγονικής (ΜOUNTRAKIS, 1986, ROBERSTON et al., 1991, ROSS & ZIMMERMAN, 1996). Στην συνέχεια, στο διάστημα Κατώτερου Κρητιδικού Μέσου Ηωκαίνου, έλαβαν χώρα δύο φάσεις πτυχώσεων, οι οποίες σχημάτισαν μεγάλες πτυχές. Η μία έδωσε πτυχές ανοικτές, ισοπαχείς και η άλλη πτυχές κλειστές ανοικτές. Τέλος στην περίοδο Ολιγοκαίνου Μειοκαίνου έγινε η τελική παραμόρφωση των σχηματισμών προκαλώντας πτυχές κάμψης πολύ ανοικτές με γενική αξονική διεύθυνση Β Ν (ΜOUNTRAKIS, 1986). ΠΕΛΑΓΟΝΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Η αλπική τεκτονική δομή της Πελαγονικής έχει διαμορφωθεί από πέντε τουλάχιστον παραμορφωτικές φάσεις. Η παλαιότερη Ερκύνια παραμορφωτική φάση συνδέεται με την δημιουργία ισοκλινών πτυχών κάμψης και ολίσθησης, καθώς επίσης και με τη δημιουργία μιγματιτικών φαινομένων. Το δεύτερο παραμορφωτικό γεγονός (Ανώτερο Ιουρασικό έως Κατώτερο Κρητιδικό) περιλαμβάνει ασύμμετρες, ανεστραμμένες, ισοκλινείς πτυχές κάμψης και ολίσθησης (KILIAS & MOUNTRAKIS, 1987 & 1989). Με την έντονη αυτή παραμορφωτική φάση συνδέονται: η δημιουργία μυλωνιτικών ζωνών στο κρυσταλλοσχιστώδες υπόβαθρο, η επώθηση του οφιολιθικού καλύμματος και οι εσωτερικές εφιππεύσεις των κρυσταλλοσχιστώδων μαζών (MERCIER & VERGELY, 1972, BARTON, 1976, YARWOOD & DIXON, 1977, NANCE, 1981, VERGELY, 1984, PAPANIKOLAOU, 1997). Η τρίτη συμπιεστική μεταμορφική παραμορφωτική φάση (Ανώτερου Κρητιδικού Παλαιοκαίνου) έδωσε ασύμμετρες πτυχές κάμψης και ολίσθησης (VERGELY, 1984, ΚΙΛΙΑΣ & ΜΟΥΝΤΡΑΚΗΣ, 1989). Στη συνέχεια ακολούθησε η τέταρτη παραμορφωτική φάση ηλικίας Ανώτερου Ηωκαίνου με την επωθητική κίνηση της Πελαγονικής στο φλύσχη της Πίνδου (MERCIER & VERGELY, 1972) και τέλος η Άνω Ηωκαινική Ολιγοκαινική μεταμορφική πτύχωση (ΚΙΛΙΑΣ & ΜΟΥΝΤΡΑΚΗΣ, 1989). ΜΕΤΑΛΠΙΚΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Στο χώρο της Θεσσαλίας κατά την Νεογενή περίοδο δημιουργήθηκαν τεκτονικές λεκάνες. Η ταφροποίηση του χώρου, που άρχισε το Μειόκαινο, έγινε με την επενέργεια ρηγμάτων με διευθύνσεις ΒΒΑ ΝΝΔ και Α Δ. Τα ρήγματα διεύθυνσης Α Δ συνεχίζουν να είναι ενεργά μέχρι και σήμερα (DOUTSOS, 1980, JAKOBSHAGEN, 1986). Οι Caputo (1990) και Caputo & Παυλίδης (1991) διέκριναν στην πεδιάδα της Θεσσαλίας τρεις ομάδες τεκτονοφάσεων: α) η παλαιότερη (Μέσο Άνω Μειόκαινο) χαρακτηρίζεται από μία συμπίεση με διεύθυνση ΑΒΑ ΔΝΔ, β) από τη δεύτερη (Ολιγοκαίνο Μειόκαίνο) προκύπτει ένας εφελκυσμός διευθυνόμενος σχεδόν ΒΑ ΝΔ και γ) η τρίτη (Μέσο Πλειστόκαινο Ολόκαινο), δείχνει έναν εφελκυσμό με διεύθυνση περίπου Β Ν. 119

120 Η λεκάνη Καλαμπάκας Τρικάλων Καρδίτσας είναι η παλαιότερη από τις δύο λεκάνες της Θεσσαλίας. Ο μεγαλύτερος άξονας της έχει διεύθυνση ΒΔ ΝΑ. Η διεύθυνση αυτή ταυτίζεται με τους βασικούς άξονες των πτυχώσεων και με τα βασικότερα ρήγματα της περιοχής. Οι πτυχωμένες δομές της περιοχής έχουν διεύθυνση αξόνων ΒΒΔ ΝΝΑ και διακρίνονται: α) στο σύγκλινο της Καλαμπάκας, β) στο αντίκλινο της Θεόπετρας, γ) στο αντίκλινο του Ριζώματος, δ) στο σύγκλινο των Τρικάλων και τέλος ε) στο αντίκλινο των ορεινών όγκων των Αντιχασίων. Οι συγκλινικές μορφές της Καλαμπάκας και των Τρικάλων, όπως και οι αντικλινικές μορφές της Θεόπετρας και του Ριζώματος, συνεχίζουν και κάτω από τα ιζήματα της τεκτονικής τάφρου Καλαμπάκας Τρικάλων Καρδίτσας, ενώ το αντίκλινο των ορεινών όγκων των Αντιχασίων διακόπτεται από ένα υπεδαφικό μεταπτωτικό ρήγμα διεύθυνσης ΑΒΑ ΔΝΔ (ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ, 1970, SOGREAH GRENOBLE, 1974, ΜΕΛΑΔΙΩΤΗΣ, 1999) ΓΕΩΔΥΝΑΜΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ Η γεωδυναμική εξέλιξη των γεωλογικών σχηματισμών, οι οποίοι εμφανίζονται στην περιοχή μελέτης, αρχίζει από το Παλαιοζωικό. Στη συνέχεια περιγράφεται εξέλιξη των προαλπικών, αλπικών και μεταλπικών σχηματισμών. ΠΑΛΑΙΟΖΩΙΚΟ ΜΕΣΟ ΤΡΙΑΔΙΚΟ Στη διάρκεια του Παλαιοζωικού το κρυσταλλικό υπόβαθρο αποτελείτο από μιγματίτες, που είχαν προέλθει από τη μεταμόρφωση προϋπαρχόντων κλαστικών ιζηματογενών πετρωμάτων. Η ιζηματογένεσή τους θα πρέπει να έγινε σε μία θάλασσα μέσου βάθους (ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1983). Η επίδραση των Ερκύνιων πτυχώσεων είχε ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μίας συμπαγούς κρυσταλλοσχιστώδους μάζας (ΚΙΛΙΑΣ & ΜΟΥΝΤΡΑΚΗΣ, 1989). Οι Νεοπαλαιοζωικοί Κατωμεσοτριαδικοί σχηματισμοί υπέρκεινται επικλυσιγενώς του κρυσταλλικού υποβάθρου (ΚΑΤΣΙΚΑΤΣΟΣ κ.ά.,1980, 1982 & 1986). Την περίοδο αυτή η Πελαγονική ζώνη πιθανόν να ήταν μία θάλασσα ποικίλου βάθους, με υβώματα και λεκάνες (ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1983). ΜΕΣΟ ΑΝΩΤΕΡΟ ΤΡΙΑΔΙΚΟ Κατά το Μέσο με Ανώτερο Τριαδικό έχει δημιουργηθεί η υποθαλάσσια αύλακα της Πίνδου με αποθέσεις πελαγικής φάσεως (AUBOUIN, 1959), ενώ ο παλαιογεωγραφικός χώρος του Κόζιακα είχε μεγάλο βάθος, με αποτέλεσμα να αποτεθούν πελαγικοί σχηματισμοί (ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988). Δυτικά της αύλακας της Πίνδου έχει δημιουργηθεί η μεγάλη υποθαλάσσια Πελαγονική τράπεζα με απόθεση ανθρακικών ιζημάτων νηρητικής φάσεως (AUBOUIN, 1959, ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ, 1970, ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1983). ΚΑΤΩΤΕΡΟ ΜΕΣΟ ΙΟΥΡΑΣΙΚΟ Κατά τη διάρκεια του Ιουρασικού η ιζηματογένεση συνεχίζει να είναι πελαγική στην Πίνδο (AUBOUIN, 1959). Στον δυτικό Κόζιακα η ιζηματογένεση ήταν συνεχής από το Τριαδικό μέχρι το Λιάσιο. Η περιοχή την περίοδο Λιασίου Ανώτερου Δογγερίου αποτελούσε ύβωμα μεταξύ της λεκάνης της Πίνδου στα δυτικά και της ενεργής περιθωριακής λεκάνης, που συνδέεται με την παρουσία των οφιολιθικών σχηματισμών στα ανατολικά (ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989). Σύμφωνα 120

121 με τον Aubouin (1959), η Υποπελαγονική ενότητα την περίοδο αυτή αντιπροσώπευε τη δυτική κατωφέρεια του Πελαγονικού υβώματος και παρουσιάζει χαρακτήρες ιζηματογένεσης ενδιάμεσους μεταξύ νηριτικής και πελαγικής φάσης. Στην Πελαγονική ενότητα η ανθρακική ιζηματογένεση συνεχίζεται μέχρι το Ανώτερο Ιουρασικό (VERGELY, 1984). ΑΝΩΤΕΡΟ ΙΟΥΡΑΣΙΚΟ ΚΑΤΩΤΕΡΟ ΚΡΗΤΙΔΙΚΟ Από το τέλος του Ιουρασικού έως το Κατώτερο Κρητιδικό η αύλακα της Πίνδου δέχεται άφθονο κλαστικό υλικό, εξαιτίας της ανάδυσης και της διάβρωσης του Πελαγονικού υβώματος (AUBOUIN, 1959). Ο χώρος του Κόζιακα μετατράπηκε σε μία τάφρο μέσα στην οποία αποτέθηκαν κλαστικά ιζήματα (ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988). Ανατολικότερα, εκδηλώνεται η πρώτη ορογενετική κίνηση με αποτέλεσμα την ανάδυση της Πελαγονικής ζώνης. Σε αυτό το στάδιο η ωκεάνια περιοχή που βρισκόταν δυτικά του Πελαγονικού υβώματος, κλείνει και ακολουθεί η επώθηση των οφιολίθων της Υποπελαγονικής πάνω στο δυτικό ανθρακικό κάλυμμα της Πελαγονικής, το Κατώτερο Κρητιδικό (VERGELY, 1984, ROSS & ZIMMERMAN, 1996). ΑΝΩΤΕΡΟ ΚΡΗΤΙΔΙΚΟ Κατά τη διάρκεια του Ανώτερου Κρητιδικού η παλαιογεωγραφική περιοχή της Πίνδου εξακολουθεί να είναι πελαγική θάλασσα που αποτίθενται ασβεστόλιθοι (AUBOUIN, 1959, ROBERSTON et al., 1996). Ο χώρος του Κόζιακα είχε σημαντικό βάθος, με αποτέλεσμα την απόθεση ενός πελαγικού σχηματισμού (ασβεστόλιθοι Θυμιάματος) (ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988). Την ανάδυση της Πελαγονικής ακολουθεί βαθμιαία η καταβύθισή της και η επίκλυσή της από τη θάλασσα κατά το Κενομάνιο. Ομοίως ακολουθεί και η καταβύθιση της Υποπελαγονικής. Η ανθρακική ιζηματογένεση της Πελαγονικής σταματά κατά το Μαιστρίχτιο, οπότε και αρχίζουν να αποτίθενται ιζήματα φλύσχη (ΜΙΓΚΙΡΟΣ, 1983). ΠΑΛΑΙΟΚΑΙΝΟ ΜΕΣΟ ΗΩΚΑΙΝΟ Στο Παλαιόκαινο αρχίζει μία νέα περίοδος ορογενετικών κινήσεων, που εκδηλώνεται με την ανάδυση των ανατολικών Εσωτερικών Ελληνίδων. Στο χρονικό αυτό διάστημα τα προϊόντα της διάβρωσης συγκεντρώνονται στις ζώνες που βρίσκονται δυτικότερα και στην αύλακα της Πίνδου. Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την απόθεση φλύσχη στην Υποπελαγονική. Η δυτική παρυφή της Πελαγονικής ζώνης αναδύεται κατά τη διάρκεια του Κατώτερου Ηωκαίνου, (AUBOUIN, 1959, VERGELY, 1984). Κατά την χρονική αυτή περίοδο ο παλαιογεωγραφικός χώρος του Κόζιακα και της Πίνδου λειτούργησε ως μία εμπροσθοτάφρος, μέσα στην οποία αποτέθηκαν τα κλαστικά υλικά του φλύσχη (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ & ΛΕΚΚΑΣ, 1979, ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988). ΜΕΣΟ ΑΝΩΤΕΡΟ ΗΩΚΑΙΝΟ Στο Μέσο Ανώτερο Ηώκαινο αρχίζει η συνορογενετική περίοδος του Κόζιακα και της Πίνδου. Η Ηωκαινική παροξυσμική φάση προκάλεσε την πτύχωση του Κόζιακα και την προώθηση του πάνω στον Ηωκαινικό φλύσχη της Πίνδου (ΛΕΚΚΑΣ Ε., 1988, ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989). Στο τέλος του Ανώτερου Ηωκαίνου το γέμισμα της αύλακας της Πίνδου με φλυσχικό υλικό ακολούθησε η ανύψωση της Πινδικής κορδιλλιέρας (AUBOUIN, 1959, THIEBAULT, 1982). Μεταξύ της 121

122 Πινδικής και της Πελαγονικής κορδιλλιέρας δημιουργείται η Μεσοελληνική αύλακα (DERMITZAKIS, 1990). Πρόκειται για μία οπισθοτάφρο με κλαστική ιζηματογένεση μολάσσας (PAPANIKOLAOU & DERMITZAKIS, 1981, PAPANIKOLAOU et al., 1988), η δημιουργία της οποίας αρχίζει από το Μέσο Ανώτερο Μειόκαινο με την απόθεση του παλαιότερου μολασσικού σχηματισμού της Κρανιάς (BRUNN, 1956, MERCIER et al., 1989, FERRIERE et al., 1998). ΟΛΙΓΟΚΑΙΝΟ ΜΕΙΟΚΑΙΝΟ Η οριστική διαμόρφωση της Μεσοελληνικής αύλακας έγινε στο τέλος Ηωκαίνου και στις αρχές Ολιγοκαίνου. Μέσα στην αύλακα αποτέθηκαν κλαστικά ιζήματα, τα οποία ήταν τα υλικά διάβρωσης της οροσειρά της Πίνδου, που βρισκόταν στα δυτικά και της Πελαγονικής οροσειράς στο ανατολικό τμήμα της. Η μολασσική ιζηματογένεση γινόταν κοντά στο επίπεδο της θάλασσας και, σε συνδυασμό με τη συνεχή βύθιση του πυθμένα της αύλακας, είχε ως αποτέλεσμα να αποτίθενται ποταμοχειμάρρεια, λιμναία και θαλάσσια ιζήματα. Η πλήρωση της αύλακας με κλαστικά υλικά περατώθηκε το Μειόκαινο (BRUNN, 1956, MERCIER et al., 1989, ΣΩΤΗΡΙΑΔΗΣ, 1994). ΝΕΟΓΕΝΕΣ (ΠΛΕΙΟΚΑΙΝΟ) ΤΕΤΑΡΤΟΓΕΝΕΣ Στο Πλειόκαινο οι τεκτονικές κατακόρυφες κινήσεις στη Μεσοελληνική αύλακα είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία της τεκτονικής τάφρου Τρικάλων Καρδίτσας στη δυτική περιοχή της Θεσσαλίας. Στην τάφρο αποτέθηκαν ποταμοχειμαρρώδεις αποθέσεις, ενώ τμήματά της καλύπτονται από λίμνες και τέλματα, που δημιουργήθηκαν την ίδια περίοδο (ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ, 1970). Στο τέλος του Πλειοκαίνου ακολούθησε μία νέα καταβύθιση της τάφρου, η οποία δημιούργησε και τη σημερινή μορφή της λεκάνης. Η τάφρος συνέχισε την καταβύθισή της κατά το Πλειστόκαινο με αποτέλεσμα να αποτεθεί μεγάλο πάχος χερσαίων αποθέσεων. Ο σχηματισμός της τάφρου και η ανύψωση των περιθωρίων της είχε ως αποτέλεσμα την έντονη διάβρωση κατά μήκος των ευαίσθητων σημείων των μολασσικών σχηματισμών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία των Μετεώρων (ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ, 1970, ΖΑΜΑΝΗ, 1980, ΣΩΤΗΡΙΑΔΗΣ, 1994) ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται αναφορά στους ερευνητές, οι οποίοι έχουν μελετήσει τη τεκτονική της περιοχής. Στη συνέχεια, συμπληρώθηκε ο τεκτονικός χάρτης των τεκτονικών ασυνεχειών της περιοχής. Ο σχεδιασμός του τεκτονικού χάρτη και ο αρχικός εντοπισμός των ρηξιγενών συστημάτων, τα οποία διέπουν την περιοχή, υποστηρίχθηκε με μεθόδους και τεχνικές Τηλεπισκόπησης και τη χρήση δορυφορικών εικόνων. Οι φωτογραμμώσεις, οι οποίες αναγνωρίσθηκαν αρχικά από δορυφορικές εικόνες, καταγράφηκαν στη συνέχεια στον τεκτονικό χάρτη. Μετά το σχεδιασμό του χάρτη, οι φωτογραμμώσεις πιστοποιήθηκαν στο μεγαλύτερο μέρος τους ως τεκτονικές γραμμές κατά τη διάρκεια της εργασίας υπαίθρου. Στην περιοχή μελέτης παρατηρήθηκε, ότι πολλές από τις φωτογραμμώσεις εντάσσονται σε σμήνη διευθύνσεων τεκτονικών γραμμών, τα οποία διαπερνούν σταθερά την περιοχή ανεξαρτήτως της λιθολογικής συστάσεως των γεωλογικών σχηματισμών. 122

123 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΣΕΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ 3.1. ΣΕΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Η περιοχή της Θεσσαλίας είναι μία μετρίως έως αρκετά σεισμικά ενεργή περιοχή στην ευρύτερη περιοχή του εσωτερικού Αιγαίου. Όπως φαίνεται και στον χάρτη του σχήματος 3.1-1, ο οποίος παρουσιάζει τις Ζώνες Σεισμικής Επικινδυνότητας του Ελλαδικού χώρου, σύμφωνα με τον Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό του 1999, η Θεσσαλία βρίσκεται στις Ζώνες ΙΙ και ΙΙΙ της Σεισμικής Επικινδυνότητας της Ελλάδος. Το 2003 ο Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός τροποποιήθηκε και οι ζώνες Σεισμικής Επικινδυνότητας της Ελλάδος ελαττώθηκαν σε τρεις από τέσσερις που ήταν. Έτσι, σύμφωνα με τον τροποποιημένο Ελληνικό Αντισεισμικό Κανονισμό του 2003 και όπως φαίνεται στο σχήμα 3.1-2, η Θεσσαλία κατατάσσεται κυρίως στη δεύτερη Ζώνη Σεισμικής Επικινδυνότητας της Ελλάδος. Η σεισμική δράση, που επικρατεί στην περιοχή, επηρεάζεται άμεσα από την τεκτονική δραστηριότητα. Οι τάσεις εφελκυσμού που επικρατούν στον χώρο του Αιγαίου και τα κανονικά ρήγματα (ΜcKENZIE, 1978, MERCIER et al., 1987 & 1989, ANGELIER, 1979, LE PICHON et al., 1982, ΔΟΥΤΣΟΣ, 1987) συνδέονται με τους μηχανισμούς γένεσης των μεγάλων σεισμών (ΜcKENZIE, 1978, MERCIER et al., 1983, PAPAZACHOS et al., 1984). Τα γεωλογικά και σεισμικά δεδομένα δείχνουν, ότι η ενεργός τεκτονική της Θεσσαλίας χαρακτηρίζεται από τη δράση οριζόντιων τεκτονικών κινήσεων και κυριαρχείται από μία τάση εφελκυσμού με διεύθυνση Β Ν (CAPUTO, 1990, CAPUTO & ΠΑΥΛΙΔΗΣ, 1991, PAPAZACHOS et al., 1993). Πολλοί ισχυροί σεισμοί έχουν πλήξει την περιοχή κατά τους ιστορικούς χρόνους αλλά και κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών του 20 ου αιώνα (GALANOPOULOS, 1950 & 1961, ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ & ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, 1994). Η υψηλή σεισμικότητα και η γένεση πολύ ισχυρών σεισμών, με μέγεθος μεγαλύτερο από 6.5R, έχουν προκαλέσει σοβαρές καταστροφές σε κατοικημένες περιοχές της Θεσσαλίας. Μεγάλος αριθμός ιστορικών και σύγχρονων σεισμών έχουν πλήξει την περιοχή της Θεσσαλίας. Τα στοιχεία για τη μελέτη της σεισμικής ιστορίας της περιοχής, έχουν προέλθει από τον κατάλογο των Comninakis & Papazachos (1986) και από τα ιστορικά και ενόργανα δεδομένα των Papazachos & Papazachou (1997). Στη συνέχεια στον πίνακα του παραρτήματος Ι παρατίθενται οι ισχυροί σεισμοί με μέγεθος μεγαλύτερο από 5.5R, οι οποίοι έπληξαν την περιοχή, με βάση 123

124 ιστορικές πληροφορίες και ενόργανα δεδομένα. Στον πίνακα αυτό για κάθε σεισμό αναφέρεται το έτος, η ημερομηνία και ο χρόνος γένεσής του σε ώρες, λεπτά και δευτερόλεπτα, τα γεωγραφικά πλάτη και γεωγραφικά μήκη (φ o Ν και λ o Ε) των επικέντρων, το εστιακό βάθος σε χιλιόμετρα και το επιφανειακό μέγεθος του σεισμού (Ms) στην κλίμακα Richter. Στον ίδιο πίνακα παρατίθενται ο τόπος και η τιμή της μέγιστης παρατηρηθείσας έντασης (κλίμακα Mercalli). ΣΧΗΜΑ 3.1-1: Χάρτης ζωνών Σεισμικής Επικινδυνότητας της Ελλάδος (ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, 1999). FIGURE 3.1-1: The map of the Greek Building Code (GREEK ANTISEISMIC REGULATION, 1999). Από τον πίνακα του παραρτήματος I προκύπτει, ότι κατά τη διάρκεια της αρχαιότητας μόνο ο σεισμός του 510 π.χ. αναφέρεται στην περιοχή. Σύμφωνα με τους Papazachos & Papazachou (1997), ο σεισμός αυτός αναφέρεται από αρκετούς ιστορικούς και προκάλεσε την καταστροφή της πόλης των Φαρσάλων. Μεταξύ του 510 π.χ. και του 1621 μ.χ. δεν υπάρχουν πληροφορίες για σεισμούς. Το γεγονός αυτό πιθανότατα οφείλεται σε ελλιπείς ιστορικές αναφορές, παρά στην έλλειψη σεισμικών ακολουθιών το χρονικό αυτό διάστημα. Κατά τη διάρκεια του 17 ου αιώνα είναι γνωστό ότι έγιναν πέντε σεισμοί με μεγέθη μεγαλύτερα ή ίσα του 6.0, όπως επίσης επτά σεισμοί με αυτό το μέγεθος έγιναν και κατά τον 18 ο 124

125 αιώνα. Αντίθετα, κατά τον 19 ο αιώνα κανένας ισχυρός σεισμός (Ms 5.5) δεν έχει αναφερθεί στην περιοχή. Σε αντίθεση με τους προηγούμενους αιώνες, όπου οι πληροφορίες για τους σεισμούς προέρχονται από ιστορικά δεδομένα, κατά τον 20 ο αιώνα η σεισμική δραστηριότητα μπορεί να χαρακτηρισθεί έντονη. Συνολικά στην περιοχή έγιναν είκοσι έξι ισχυροί σεισμοί (Ms 5.5). Από αυτούς, οι οκτώ είχαν μέγεθος μεγαλύτερο του 6.0R, ενώ ένας είχε μέγεθος ίσο του 7.0R. ΣΧΗΜΑ 3.1-2: Χάρτης νέων ζωνών Σεισμικής Επικινδυνότητας της Ελλάδος (ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ, 2003). FIGURE 3.1-2: The map of the New Building Code that separates Greece into three seismic zones instead of four (GREEK ANTISEISMIC REGULATION, 2003). Στο σχήμα χαρτογραφούνται τα μεγέθη και τα επίκεντρα των σεισμών, οι οποίοι αναφέρονται στον πίνακα του παραρτήματος I. Οι σεισμοί αυτοί έπληξαν την ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας κατά τη χρονική περίοδο από το 510 π.χ. έως το Ο χάρτης του σχήματος έχει κατασκευασθεί με χρήση του σχεδιαστικού πακέτου λογισμικού GMT (WESSEL & SMITH, 1991, 1995 & 1998). Γεωγραφικά, στο νότιο τμήμα της Θεσσαλίας εντοπίζεται εντονότερη σεισμική δραστηριότητα, σε σχέση με το βόρειο. Το τμήμα αυτό βρισκόταν σε σεισμική ηρεμία, όσον αφορά στη γένεση σεισμών μεγέθους Ms 6.0 κατά τη διάρκεια του 19 ου αιώνα, καθώς και κατά το πρώτο μισό του 20 ου αιώνα. Όμως, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών στο τμήμα αυτό έγιναν πολύ ισχυροί σεισμοί, από τους οποίους ο πλέον καταστροφικός ήταν αυτός του 1954, με μέγεθος 7.0R. Οι Papazachos et al. (1992) με βάση τις παραπάνω παρατηρήσεις, τη χωρική συγκέντρωση επικέντρων των ισχυρών σεισμών, το επίπεδο σεισμικότητας, και το μέγιστο παρατηρούμενο μέγεθος, όρισαν στην περιοχή δύο σεισμογόνες 125

126 πηγές. Όπως φαίνεται στο σχήμα η πρώτη καταλαμβάνει το νότιο τμήμα (Νότια Θεσσαλία) και η δεύτερη το βόρειο (Βορειοανατολική Θεσσαλία). ΣΧΗΜΑ 3.1-3: Κατανομή των επικέντρων σεισμών με μέγεθος μεγαλύτερο του 5.5R, οι οποίοι έγιναν στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας από το 510 π.χ. έως το FIGURE 3.1-3: The location of events with magnitude larger than 5.5R in the broader Thessaly area for the time period 510 B.C ΣΧΗΜΑ 3.1-4: Οι δύο σεισμογόνες πηγές της Θεσσαλίας με τα επίκεντρα των κύριων σεισμών (μαύροι κύκλοι) και των ισχυρών προσεισμών και μετασεισμών (λευκοί κύκλοι, Ms 6.0) (PAPAZACHOS, et al., 1992). FIGURE 3.1-4: The two-seismogenic sources in Thessaly. Mainshocks are indicated with black circles, while preshocks and aftershocks with white circles (Ms 6.0) (PAPAZACHOS, et al., 1992). 126

127 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ο ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΩΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ 4.1 ΓΕΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΙΡΟΥ Ο γενικός χαρακτηρισμός του κλίματος της περιοχής μελέτης την εντάσσει, όπως και όλη την Ελλάδα, στον υποτροπικό ή μεσογειακό τύπο. Ο τύπος αυτός κλίματος χαρακτηρίζεται από μία ψυχρή, βροχερή εποχή κατά τη διάρκεια των μηνών Οκτωβρίου Μαΐου και μία θερμή, άνομβρη εποχή από τον Ιούνιο έως το Σεπτέμβριο (METEOROLOGICAL OFFICE 391, 1962). Σύμφωνα με τους Κοτίνη Ζαμπάκα (1983) και Kotinis et al. (1984), η Ελλάδα λόγω ποικιλίας του κλίματος Μεσογειακού τύπου διαιρείται σε μεταβατικές κλιματικές ζώνες. Οι ορεινές περιοχές εμφανίζουν εύκρατο μεσογειακό κλίμα στα χαμηλά υψόμετρα, μέχρι ψυχρό μεσογειακό στα μεγάλα υψόμετρα. Το μεγαλύτερο μέρος της Θεσσαλίας (δυτική, κεντρική και βόρεια), ανήκει στην ηπειρωτική μεσογειακή ζώνη θερμού θέρους, όχι όμως τόσο ξηρού όσο στη γνήσια μεσογειακή (ΝΙΚΟΛΑΚΗΣ, 1985). Η περιοχή, με τη μέθοδο κλιματικής ταξινόμησης κατά KOPPEN, όπως και όλη σχεδόν η Ελλάδα, ανήκει στον κλιματικό τύπο Csa, όπου C: η θερμοκρασία του ψυχρότερου μήνα κυμαινόμενη μεταξύ 18 C και -3 C, s: το ύψος βροχής του ξηρότερου μήνα του θέρους, το οποίο ισούται το πολύ με το 1/3 του ύψους του χειμερινού μήνα με το μεγαλύτερο ύψος βροχής και a: η μέση θερμοκρασία του θερμότερου μήνα μεγαλύτερη από 22 C. Αυτός ο τύπος κλίματος υποδηλώνει μεσογειακό κλίμα με θερμό και ξηρό καλοκαίρι. O Καρράς (1973), με βάση την κλιματική ταξινόμηση κατά Thornthwaite, κατέταξε την περιοχή στον τύπο κλίματος C 1 sb 3 b 3. Το κλίμα αυτό είναι ξηρό, αποκλίνει προς υμίυγρο, με μέτριο πλεόνασμα νερού κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Επίσης ανήκει στο μεσόθερμο B 3 τύπο θερμικού κλίματος με δυναμική εξατμισοδιαπνοή από 855mm έως 997mm. Ο κλιματικός αυτός τύπος εμφανίζεται σε περιοχές, οι οποίες απέχουν σημαντικά από ακτές και δεν υφίστανται την επίδραση της θάλασσας, με αποτέλεσμα ο θερμικός χαρακτήρας του κλίματος να είναι ουδέτερος. Οι καιρικές συνθήκες στην περιοχή διαμορφώνονται, όπως σε ολόκληρη τη χώρα, από την διαδοχική επίδραση των υφέσεων από τα δυτικά και από τον Σιβηρικό αντικυκλώνα από τα βόρεια. Από τον Απρίλιο οι δυναμικοί αυτοί παράγοντες εξασθενούν και από τον Μάιο η υφεσιακή δράση είναι μηδαμινή, ενώ η αντικυκλωνική περιορίζεται σε ασθενείς επεκτάσεις του αντικυκλώνα των Αζορών 127

128 και των αντικυκλώνων της βορειοδυτικής Ευρώπης. Κατά την διάρκεια του καλοκαιριού ο καιρός επηρεάζεται από τον συνδυασμό του αντικυκλώνα των Αζορών και του θερμικού χαμηλού των Ινδιών (ΚΑΝΔΥΛΗΣ, 1988) ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Η μελέτη των κλιματικών στοιχείων της περιοχής έρευνας είναι σημαντική διότι, αφ ενός μεν το κλίμα αποτελεί έναν από στους κυριότερους παράγοντες στην διαμόρφωση του αναγλύφου αφ ετέρου δε είναι απαραίτητα στοιχεία για την υδρολογική πρόγνωση, επομένως και την πρόγνωση πιθανών πλημμυρικών και άλλων καταστροφικών φαινομένων. Τα κλιματικά στοιχεία επίσης, (και συγκεκριμένα οι βροχοπτώσεις) επηρεάζουν πολλά γεωλογικά φαινόμενα, όπως η διάβρωση, οι κατολισθήσεις κ.λ.π. Η γνώση ακόμα της συμπεριφοράς των κλιματικών στοιχείων έχει μεγάλη σημασία και παρουσιάζει αυξημένο ενδιαφέρον για τον γεωργικό τομέα και κατ επέκταση για την οικονομία της περιοχής. Στη διαμόρφωση του κλίματος και στα χαρακτηριστικά των κλιματικών στοιχείων μιας περιοχής σημαντικό ρόλο παίζει η γειτονία της με ορεινούς όγκους, ή με τη θάλασσα. Η περιοχή μελέτης τοπογραφικά χαρακτηρίζεται από τον ορεινό όγκο της Πίνδου, ο οποίος επιδρά στο θερμοκρασιακό καθεστώς της περιοχής, όπως επίσης και στην κατανομή των ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων. Όμως δεν υφίσταται την επίδραση της θάλασσας, διότι απέχει σημαντικά από τις ακτές. Έτσι, επειδή η περιοχή βρίσκεται στις ανατολικές υπώρειες της Πίνδου, προφυλάσσεται από τους βροχοφόρους ανέμους, οι οποίοι πνέουν από το Ιόνιο πέλαγος. Η γενική τάση μείωσης των υψών βροχής από τα δυτικά προς τα ανατολικά ισχύει και στην περίπτωση του νομού Τρικάλων. Η βροχόπτωση κατά τη διάρκεια του θέρους εντοπίζεται στα ηπειρωτικά τμήματα της περιοχής. Οι θερμικές αυτές καταιγίδες σύμφωνα με τον Dikaiakos (1982a & b) οφείλονται κατά κύριο λόγο στις κατακόρυφες ανοδικές κινήσεις λόγω υπερθέρμανσης του εδάφους και κατά συνέπεια των παρεδαφίων στρωμάτων του αέρα, μηχανισμός ο οποίος προκαλεί τον αυξημένο αριθμό ημερών καταιγίδας. Η μέση ετήσια θερμοκρασία στην ευρύτερη περιοχή των Τρικάλων παρουσιάζει απλή διακύμανση. Οι χαμηλότερες θερμοκρασίες του έτους παρατηρούνται το πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου, ενώ οι υψηλότερες ετήσιες θερμοκρασίες στο δεύτερο δεκαήμερο του Ιουλίου (ΠΕΝΝΑΣ κ.ά., 1995). Ο νομός Τρικάλων είναι υδροοικονομικά από τους πλουσιότερους νομούς στη χώρα (ΦΛΟΚΑΣ κ.ά., 1991). Τα ετήσια ολικά ύψη βροχής, τα οποία σημειώνονται πάνω από την ευρύτερη ορεινή και πεδινή περιοχή των Τρικάλων, διαμορφώνονται σε πολύ ικανοποιητικά επίπεδα (ΝΙΚΟΛΑΚΗΣ, 1985, ΦΛΟΚΑΣ, 1988, ΦΛΟΚΑΣ κ.ά., 1995). Στην παρούσα έρευνα μελετώνται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της θερμοκρασίας, του αέρα και της βροχόπτωσης. Τα δύο αυτά κλιματολογικά στοιχεία είναι σημαντικοί παράγοντες για το υδρολογικό ισοζύγιο των λεκανών απορροής και σχετίζονται άμεσα με τον προγραμματισμό της αναδιάρθρωσης και τον εκσυγχρονισμό της γεωργίας, καθώς και την κατασκευή διαφόρων έργων υποδομής (αρδευτικά δίκτυα κ.ά.). Για τη μελέτη αυτή χρησιμοποιήθηκαν 128

129 πρωτογενή στοιχεία από τους μετεωρολογικούς ή τους βροχομετρικούς σταθμούς της περιοχής έρευνας, οι οποίοι φαίνονται στο σχήμα ΣΧΗΜΑ 4.2 1: Οι μετεωρολογικοί και οι βροχομετρικοί σταθμοί στην περιοχή έρευνας. FIGURE 4.2 1: The meteorological stations in the study area ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΑΕΡΑ Η θερμοκρασία του αέρα επηρεάζεται από το υψόμετρο, τις γεωγραφικές συντεταγμένες της περιοχής, τον οριζόντιο και τον κατακόρυφο διαμελισμό της, τη γειτνίαση με τη θάλασσα. Επιπλέον, αποτελεί ένα σημαντικό παράγοντα, ο οποίος ρυθμίζει το είδος της αποσάθρωσης, δηλαδή αν θα επικρατήσει η μηχανική ή η χημική αποσάθρωση. Η μελέτη της θερμοκρασίας του αέρα βασίστηκε στα δεδομένα των μετεωρολογικών σταθμών Τρικάλων και Καλαμπάκας. Ο μετεωρολογικός σταθμός των Τρικάλων βρίσκεται εγκατεστημένος στην πόλη των Τρικάλων έχει απόλυτο υψόμετρο 112 μέτρα και καρτεσιανές συντεταγμένες Χ= ,6 και Ψ= ,2. Ο μετεωρολογικός σταθμός Καλαμπάκας βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα της πόλης της Καλαμπάκας και έχει συντεταγμένες Χ= ,19 και Ψ= Το απόλυτο υψόμετρο του σταθμού είναι 234,5 μέτρα. Η γεωγραφική θέση των σταθμών είναι αντιπροσωπευτική για την περιοχή που μελετάται και η επιλογή τους βασίστηκε στο γεγονός ότι ήταν οι μοναδικοί σταθμοί, οι οποίοι κάλυπταν την μεγαλύτερη δυνατή κοινή περίοδο 129

130 θερμοκρασιακών παρατηρήσεων. Τα δεδομένα που χρησιμοποιήθηκαν για τον σταθμό των Τρικάλων προήλθαν από τα αρχεία των δελτίων της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. Για τον σταθμό της Καλαμπάκας τα μετεωρολογικά στοιχεία συγκεντρώθηκαν από τα μηναία δελτία της Διεύθυνσης Εγγείων Βελτιώσεων της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Τρικάλων. Στη μελέτη της θερμοκρασίας χρησιμοποιήθηκαν οι μέσες μηνιαίες τιμές της θερμοκρασίας του αέρα ανά έτος για μια χρονοσειρά 17 ετών. Η χρονική αυτή περίοδος, από το 1980 έως το 1997, είναι κοινή και στους δύο μετεωρολογικούς σταθμούς. Αν και η συστηματική μελέτη κλιματολογικών δεδομένων χρειάζεται μετρήσεις περίπου 30 ετών, έτσι ώστε να απαλείφονται τα στατιστικά σφάλματα (ΜΑΡΙΟΛΟΠΟΥΛΟΣ, 1938 & 1982, WORLD MET. ORGANIZATION, 1967, LANDSBERG 1977), στην Ελλάδα, εξαιτίας της σταθερότητας του κλίματος που παρουσιάζει, μπορεί να χρησιμοποιηθεί περίοδος μετρήσεων μικρότερη των 30 ετών (ΛΕΙΒΑΘΗΝΟΣ, 1938, ΑΙΓΙΝΙΤΗΣ, 1947, ΜΑΡΙΟΛΟΠΟΥΛΟΣ, 1982, SAHSAMANOGLOU, 1993). Εξάλλου έχει γίνει αποδεκτό ότι αξιόπιστες κλιματικές εκτιμήσεις είναι δυνατό να γίνουν σε χρονικό διάστημα ετών περίπου (ΜΠΑΛΑΦΟΥΤΗΣ, 1977). Σκοπός της μελέτης της θερμοκρασίας ήταν η σύγκριση των μεταβολών της, μεταξύ των δύο μετεωρολογικών σταθμών για την ίδια χρονική περίοδο. Η κοινή χρονική περίοδος των δεδομένων των δύο σταθμών έδωσε αυτή τη δυνατότητα. Η μηνιαία πορεία της μέσης, μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας του αέρα για τους δύο μετεωρολογικούς σταθμούς παρουσιάζεται στον πίνακα Η μέση ετήσια θερμοκρασία του σταθμού Τρικάλων είναι 16,1 C, ενώ της Καλαμπάκας 13,7 C. Ο θερμότερος μήνας του έτους και στους δύο σταθμούς είναι ο Ιούλιος, ενώ ο ψυχρότερος ο Ιανουάριος. Η ετήσια πορεία της μέγιστης, μέσης και ελάχιστης θερμοκρασίας απεικονίζεται στο σχήμα Παρατηρείται μία παρόμοια ετήσια διακύμανση των θερμοκρασιών, η οποία οφείλεται στο γεγονός ότι η απόσταση μεταξύ των δύο σταθμών είναι μικρή, περίπου 20 χιλιόμετρα. Επιπλέον, αιτία για αυτή τη διακύμανση είναι ότι στην μεταξύ των δύο σταθμών περιοχή δεν εμφανίζονται μεγάλες υψομετρικές μεταβολές, αλλά ένα ομαλό πεδινό ανάγλυφο. Από τον πίνακα και το σχήμα προκύπτει ότι η μέση και η μέγιστη θερμοκρασία των Τρικάλων υπερέχει από εκείνη της Καλαμπάκας από 1 C έως 3,5 C περίπου σε όλη τη διάρκεια του έτους. Η διαφορά της ελάχιστης θερμοκρασίας είναι μικρότερη. Η θερμοκρασιακή αυτή διαφορά οφείλεται κατά ένα μέρος στο μεγαλύτερο υψόμετρο (234,5 μέτρα), στο οποίο βρίσκεται ο σταθμός της Καλαμπάκας. Σημαντική επίδραση στη θερμοκρασιακή αυτή διαφορά έχει ο ορεινός όγκος της Πίνδου, ο οποίος βρίσκεται σε απόσταση 10 χιλιομέτρων από το σταθμό της Καλαμπάκας. Αυτό ενισχύεται και από την παρατήρηση ότι μεταξύ των δύο σταθμών κατά την ετήσια πορεία της ελάχιστης θερμοκρασίας εμφανίζεται μικρότερη διαφορά. Την χειμερινή περίοδο οι αέριες μάζες επηρεάζουν κατά τη διάρκεια της νύχτας συχνότερα και με παρόμοια ένταση τους δύο σταθμούς. Έτσι, η θερμοκρασιακή διαφορά περιορίζεται μόνο σε επίπεδο, που δικαιολογείται από το διαφορετικό υψόμετρο. Μελετώντας την ετήσια πορεία της μέσης θερμοκρασίας στους δύο σταθμούς παρατηρούμε, ότι η διαφορά των 2 C περίπου διατηρείται με μικρές αυξομειώσεις 130

131 σε όλες τις εποχές του έτους. Έτσι, κατά τη διάρκεια του χειμώνα η μέση θερμοκρασία των Τρικάλων είναι 10,6 C, ενώ της Καλαμπάκας 8,8 C, ενώ την άνοιξη η θερμοκρασία στους δύο σταθμούς είναι 20,3 C και 18,5 C αντίστοιχα. Η μέση θερμοκρασία των Τρικάλων το καλοκαίρι είναι 32,0 C και το φθινόπωρο 20,9 C, ενώ της Καλαμπάκας είναι 29,8 C το καλοκαίρι και 19,5 C το φθινόπωρο. Σύμφωνα με τους ΠΕΝΝΑ κ.ά. (1995), τους μήνες Απρίλιο Μάιο η ανοδική τάση της θερμοκρασίας παρουσιάζει διαφοροποίηση, με αποτέλεσμα το δεύτερο δεκαήμερο του Απριλίου και το τρίτο του Μαΐου να είναι ψυχρότερα από το πρώτο και δεύτερο αντίστοιχα. Με την έναρξη της θερινής περιόδου παρατηρείται μία αύξηση της θερμοκρασίας, με το ετήσιο μέγιστο να σημειώνεται το δεύτερο δεκαήμερο του Ιουλίου και ακολουθεί μία τάση μείωσης της θερμοκρασίας, Έτσι τους μήνες Σεπτέμβριο Οκτώβριο η μείωση της θερμοκρασίας είναι συνεχής, ενώ σημειώνεται μία σταθεροποίησή της το δεύτερο δεκαήμερο του Οκτωβρίου, για να ακολουθήσει σημαντική μείωση το Νοέμβριο. Οι ελάχιστες ετήσιες τιμές παρατηρούνται στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου. Οι ημέρες που ακολουθούν μέχρι και τις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου έχουν υψηλότερες τιμές από τις υπόλοιπες του μήνα. Το γεγονός αυτό συνδέεται με την παρουσία ημερών με μεγάλη ηλιοφάνεια, τις Αλκυονίδες μέρες. Η εμφάνισή τους οφείλεται στην γενική κυκλοφορία της ατμόσφαιρας αυτή την περίοδο (ΚΑΡΑΠΙΠΕΡΗΣ, 1957, DIKAEAKOS & PERRY, 1981, TZANAKOU, 1993). Ο Μάρτιος και ο Νοέμβριος είναι οι μήνες με τις εντονότερες θερμοκρασιακές μεταβολές σε σχέση με τους υπόλοιπους του έτους. ΤΡΙΚΑΛΑ (h=122m) ΚΑΛΑΜΠΑΚΑ (h=234,5m) ΜΗΝΑΣ ΜΕΣΗ ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΜΕΣΗ ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 5,32 9,93 1,42 4,21 8,34 0,19 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 6,51 11,24 2,06 5,16 9,55 0,94 ΜΑΡΤΙΟΣ 10,25 15,02 4,87 8,17 13,11 3,47 ΑΠΡΙΛΙΟΣ 15,14 20,21 8,50 12,12 17,84 6,56 ΜΑΙΟΣ 20,48 25,63 13,09 17,01 23,21 10,89 ΙΟΥΝΙΟΣ 25,76 31,22 17,00 22,17 29,01 15,37 ΙΟΥΛΙΟΣ 27,36 32,69 18,68 23,87 30,36 17,54 ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 26,31 32,11 18,24 23,63 30,15 17,14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 22,74 29,02 15,13 20,40 28,71 14,42 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 16,52 22,34 11,12 14,58 19,72 9,45 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 10,09 14,94 6,18 8,31 12,35 4,38 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 6,32 10,79 2,74 4,61 8,52 0,91 ΠΙΝΑΚΑΣ 4.3 1: Μηνιαία πορεία της μέσης, μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας (σε ο C) του αέρα των μετεωρολογικών σταθμών Τρικάλων και Καλαμπάκας. TABLE 4.3 1: Monthly distribution of the mean, maximum and minimum air temperature ( o C) for the meteorological stations of Trikala and Kalambaka. Στο σχήμα εντοπίζονται τα ψυχρότερα και τα θερμότερα έτη της εξεταζόμενης χρονικής περιόδου Η διακύμανσή τους, στους δύο σταθμούς, είναι παρόμοια, με το 1991 να εμφανίζεται ως το ψυχρότερο έτος στα Τρίκαλα και στην Καλαμπάκα. Η μέση ετήσια θερμοκρασία του 1991 ήταν 15,18 C για τα Τρίκαλα, ενώ για την Καλαμπάκα 12,69 C. Το θερμότερο έτος για το μετεωρολογικό σταθμό των Τρικάλων είναι το 1985, με μέση ετήσια τιμή 131

132 ΕΤΗΣΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ΑΕΡΑ ΕΤΗΣΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΜΕΣΗΣ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ΑΕΡΑ ΕΤΗΣΙΑ ΠΟΡΕΙΑ ΕΛΑΧΙΣΤΗΣ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑΣ ΑΕΡΑ ΣΧΗΜΑ 4.3 1: Η ετήσια πορεία της μέγιστης, μέσης και ελάχιστης θερμοκρασίας του αέρα για τους μετεωρολογικούς σταθμούς Τρικάλων και Καλαμπάκας. FIGURE 4.3 1: Monthly distribution of the mean, maximum and minimum air temperature ( o C) for the meteorological stations of Trikala and Kalambaka. 132

133 ΕΤΟΣ ΕΤΟΣ ΣΧΗΜΑ 4.3 2: Η ετήσια πορεία της μέσης θερμοκρασίας ( C) του αέρα, κατά την εξεταζόμενη περίοδο ( ), στους μετεωρολογικούς σταθμούς Τρικάλων και Καλαμπάκας. FIGURE 4.3 2: Time series of the mean air temperature, during the examined period ( ) for the meteorological stations of Trikala and Kalambaka. 16,88 C, ενώ για την Καλαμπάκα είναι το 1990 και είχε μέση ετήσια τιμή 14,74 C. Από την μελέτη των μηνιαίων τιμών για την ίδια χρονοσειρά ξεχωρίζουν οι μήνες, οι οποίοι συνέβαλλαν καθοριστικά στις ακραίες τιμές των ετών. Για το κοινό ψυχρότερο έτος αυτός ο μήνας είναι ο Δεκέμβριος. Ο Ιούνιος, ο Ιούλιος και ο Αύγουστος του 1985 είναι οι μήνες, που συνέβαλλαν στο θερμότερο έτος των Τρικάλων, ενώ για την Καλαμπάκα είναι ο Ιούλιος του ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΕΙΣ Η δίαιτα και η κατανομή των βροχοπτώσεων έχουν μεγάλη σημασία στις γεωργικές, υδραυλικές και άλλες δραστηριότητες μιας περιοχής. Εξαρτώνται, όπως και η θερμοκρασία, από το υψόμετρο, τις γεωγραφικές συντεταγμένες μιας περιοχής καθώς επίσης από την γειτνίαση και τη θέση των ορεινών όγκων. Η 133

134 γεωγραφική κατανομή και η διακύμανση των βροχοπτώσεων στη διάρκεια μιας χρονικής περιόδου αποτελούν βασικά στοιχεία στον προγραμματισμό του είδους των καλλιεργειών, στα αρδευτικά έργα και γενικότερα στην οικονομία μιας αγροτικής περιοχής, όπως είναι ο νομός Τρικάλων. Στα πλαίσια της μελέτης της βροχόπτωσης ερευνώνται αρχικά οι παράγοντες, που επιδρούν στην ετήσια διακύμανσή της. Επιπλέον, διερευνώνται οι μεταβολές των ετήσιων, εποχιακών και μηνιαίων τιμών του ύψους των βροχοπτώσεων, αλλά και οι περίοδοι ανομβρίας και πολυομβρίας κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Τα βροχομετρικά στοιχεία, που χρησιμοποιήθηκαν, προήλθαν από δέκα υδρομετρικούς σταθμούς, οι οποίοι βρίσκονται εντός των ορίων της περιοχής μελέτης. Στον πίνακα παρουσιάζεται η ακριβής γεωγραφική θέση των σταθμών (συντεταγμένες), το υψόμετρό τους και η υπηρεσία στην οποία ανήκουν. Τα δεδομένα αποτέλεσαν οι μηνιαίες τιμές ολικού ύψους βροχής μιας σειράς χρονικών παρατηρήσεων από το 1973 έως το Ορισμένοι σταθμοί είχαν ελλείψεις μετρήσεων για μερικούς μήνες. Οι ελλείψεις συμπληρώθηκαν όπου ήταν δυνατό, με συσχέτιση δεδομένων από γειτονικούς σταθμούς. Επειδή αντικείμενο της παρούσας μελέτης είναι η συνολική κλιματική εικόνα της περιοχής μελέτης, δεν έγινε επιπλέον επεξεργασία στα στοιχεία των συσχετίσεων. ΣΤΑΘΜΟΣ Χ (m) Ψ(m) ΥΨΟΜΕΤΡΟ(m) ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΓΙΟΦΥΛΛΟ , ,8 584,1 Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. ΕΛΑΤΗ , ,3 908,9 Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε ΚΑΛΑΜΠΑΚΑ , ,0 234,5 ΥΠ. ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΟΝΙΣΚΟΣ , ,8 810,1 ΥΠ. ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΛΙΟΠΡΑΣΙΟ , ,7 687,9 ΥΠ. ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΜΕΓΑΛΗ ΚΕΡΑΣΙΑ , ,6 509,0 ΥΠ. ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΜΑΛΑΚΑΣΙΟ , ,1 850,7 Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΙΙΚΑ , ,2 858,3 ΥΠ. ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΤΡΙΚΑΛΑ , ,2 122,0 Ε.Μ.Υ. ΧΡΥΣΟΜΗΛΙΑ , ,6 911,1 Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε ΠΙΝΑΚΑΣ 4.4 1: Οι υδρομετρικοί σταθμοί της περιοχής μελέτης, οι συντεταγμένες, το υψόμετρο τους και η υπηρεσία στην οποία ανήκουν. TABLE 4.4 1: The hydrological stations of the studied area, the coordinates, the altitude and the appropriate service ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΥΨΟΜΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΘΕΣΗΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟ ΕΤΗΣΙΟ ΥΨΟΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ Η μεταβολή του υψομέτρου είναι ανάλογη της γραμμικής σχέσης y = ax+b και έχει R 2 = 0,3377 (σχήμα ). Επομένως, ο συντελεστής συσχέτισης είναι r = 0,58. Η μέση τιμή του συντελεστή συσχέτισης υποδηλώνει, ότι υπάρχει μια μέση αύξηση των βροχοπτώσεων με την αύξηση του υψομέτρου. Η μέση αύξηση οφείλεται πιθανώς στον παράλληλο προσανατολισμό των ορεινών όγκων του βόρειου και του ανατολικού τμήματος της περιοχής μελέτης στην διεύθυνση κίνησης των υετοφόρων αέριων μαζών. 134

135 ΣΧΗΜΑ : Μεταβολή της μέσης ετήσιας βροχόπτωσης με το υψόμετρο. FIGURE : Variation of the mean annual precipitation with altitude ΕΤΗΣΙΑ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΗΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ Η μελέτη της ετήσιας κατανομής του ύψους της βροχόπτωσης βασίστηκε στα μηνιαία στοιχεία του ολικού ύψους βροχοπτώσεων των δέκα βροχομετρικών σταθμών για τη χρονική περίοδο Σε κάθε σταθμό υπολογίσθηκαν τα μέσα ετήσια, τα εποχιακά και τα μηνιαία ύψη βροχόπτωσης. Στον πίνακα παρουσιάζονται τα μέσα ετήσια και εποχιακά ύψη βροχόπτωσης για όλους τους υδρομετρικούς σταθμούς της περιοχής μελέτης. Όπως προκύπτει από τον πίνακα , τα μέσα ετήσια ύψη βροχής πάνω από την περιοχή παρουσιάζουν σχετικά υψηλά επίπεδα σε σύγκριση με τιμές άλλων ελληνικών περιοχών. Η μέση ετήσια πορεία της βροχόπτωσης για όλους τους σταθμούς φαίνεται στο σχήμα και η χωρική της κατανομή δίνεται στο σχήμα Από τη μελέτη των μέσων ετήσιων υψών βροχής διαπιστώνεται, ότι οι υψηλότερες τιμές βροχόπτωσης παρατηρούνται στο νοτιοδυτικό τμήμα της περιοχής έρευνας και συγκεκριμένα στους σταθμούς Στουρναραίικα και Ελάτη. Επιπλέον, υψηλές τιμές βροχόπτωσης εμφανίζουν οι σταθμοί Μαλακάσιο και Χρυσομηλιά στο βορειοδυτικό και δυτικό τμήμα της περιοχής. Οι τιμές αυτές οφείλονται στο μεγάλο υψόμετρο που βρίσκονται αυτοί οι σταθμοί και στην πορεία των αερίων μαζών, οι οποίες κινούνται από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Οι άνεμοι, καθώς ανέρχονται την οροσειρά της Πίνδου, ψύχονται με αποτέλεσμα τη συμπύκνωση των υδρατμών τους και την εκφόρτιση ενός μεγάλου μέρους της υγρασίας τους. Μέσες τιμές βροχόπτωσης έχουν οι σταθμοί Μεγάλη Κερασιά, Καλαμπάκα, Αγιόφυλλο και Κονισκός, οι οποίοι βρίσκονται στο βόρειο τμήμα της περιοχής. Οι σταθμοί του Λιοπράσιου και των Τρικάλων στο ανατολικό και νότιο τμήμα της περιοχής παρουσιάζουν τις μικρότερες τιμές. Η μείωση των τιμών της βροχόπτωσης στον σταθμό των Τρικάλων οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στην υψομετρική διαφορά του σε σχέση με τους υπολοίπους σταθμούς. Όπως έχει προαναφερθεί ένας άλλος παράγοντας, ο οποίος επηρεάζει την κατανομή της 135

136 βροχόπτωσης, είναι η πορεία των υφέσεων από τα δυτικά προς τα ανατολικά, με αποτέλεσμα την ελάττωση της βροχής από τη δυτική ορεινή ζώνη της περιοχής μελέτης προς τα ανατολικά, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του σταθμού στο Λιόπρασο. ΠΙΝΑΚΑΣ : Μέση εποχιακή και ετήσια ύψη βροχόπτωσης (σε mm) στους υδρομετρικούς σταθμούς της περιοχής μελέτης κατά τη διάρκεια της περιόδου TABLE : Mean seasonal and annual precipitation (in mm) for the hydrological stations of the studied area, during the period Η μέση εποχιακή πορεία της βροχόπτωσης στους σταθμούς παρουσιάζεται στον πίνακα Η εποχή με τις υψηλότερες βροχοπτώσεις είναι ο χειμώνας στην συντριπτική πλειοψηφία των σταθμών και ακολουθούν το φθινόπωρο, η άνοιξη και τέλος το καλοκαίρι (σχήμα ). Εξαίρεση αποτελεί ο σταθμός του Λιόπρασου, όπου το φθινόπωρο υπερτερεί του χειμώνα σε ύψη βροχής. Η ΣΧΗΜΑ : Η μέση ετήσια βροχόπτωση για δέκα υδρομετρικούς σταθμούς κατά τη χρονική περίοδο FIGURE : The mean annual precipitation (mm) for ten hydrological stations, during the period

137 ΣΧΗΜΑ : Η χωρική κατανομή του μέσου ετήσιου ύψους βροχόπτωσης σε δέκα υδρομετρικούς σταθμούς κατά τη χρονική περίοδο FIGURE : The spatial distribution of mean annual precipitation (mm) for ten hydrological stations, during the period διαφοροποίηση της βροχόπτωσης, ανάλογα με την εποχή, έχει άμεση σχέση με τις διαφορετικές ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν. Κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου εμφανίζονται ατμοσφαιρικές διαταράξεις, υφέσεις, νότιοι υγροί άνεμοι με αποτέλεσμα να αυξάνουν οι βροχοπτώσεις. Το χειμώνα τα φαινόμενα αυτά εντείνονται και οι βροχοπτώσεις αυξάνονται αισθητά, ενώ εξαιτίας των βόρειων ψυχρών αέριων μαζών εμφανίζονται και χιόνια. Οι ατμοσφαιρικές διαταράξεις υποχωρούν την άνοιξη και οι βροχοπτώσεις ελαττώνονται. Το καλοκαίρι δεν εμφανίζονται υφέσεις και σταματά η ατμοσφαιρική δραστηριότητα. Οι βροχές, οι οποίες σημειώνονται την περίοδο αυτή, οφείλονται στις θερμικές καταιγίδες και έχουν τοπικό χαρακτήρα. 137

138 ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΑΝΟΙΞΗ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΣΧΗΜΑ : Η μέση εποχιακή βροχόπτωση σε δέκα υδρομετρικούς σταθμούς κατά τη χρονική περίοδο FIGURE : The mean seasonal precipitation (mm) for ten hydrological stations, during the period Όπως φαίνεται στο σχήμα στη διάρκεια του χειμώνα, του φθινοπώρου και της άνοιξης όπως και κατά τη διάρκεια του έτους οι δυτικές ορεινές περιοχές δέχονται τα μεγαλύτερα ύψη βροχής σε σχέση με τις ανατολικές. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι βόρειες και βορειοανατολικές ορεινές περιοχές κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού δέχονται αυξημένα ύψη βροχής. Τα μέσα μηνιαία ύψη βροχόπτωσης δίνονται στον πίνακα και στο σχήμα φαίνεται η ετήσια πορεία της βροχής σε όλους τους σταθμούς. Οι πλέον βροχεροί μήνες είναι ο Δεκέμβριος σε ποσοστό 60% του συνόλου των σταθμών και ο Νοέμβριος σε ποσοστό 40% του συνόλου των σταθμών. Οι μήνες που ακολουθούν είναι ο Ιανουάριος και ο Οκτώβριος. Το γεγονός αυτό συνδέεται άμεσα με την έντονη δραστηριότητα και την πορεία των υφέσεων κατά την ψυχρή εποχή (Οκτώβριος Μάιος). Οι λιγότερο υετοφόροι μήνες είναι οι θερινοί, κατά την διάρκεια των οποίων οι βροχοπτώσεις προέρχονται από θερινές καταιγίδες, οι οποίες είναι τοπικές, χωρίς να παρουσιάζουν σαφείς και εκτεταμένες κινήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάθε μήνα με εξαίρεση τους καλοκαιρινούς τα μεγαλύτερα ποσά βροχόπτωσης τα δέχονται οι ορεινές δυτικές περιοχές, για τους λόγους που ήδη έχουν αναφερθεί. Οι βόρειες και βορειοανατολικές περιοχές δέχονται υψηλά ποσά βροχής τους θερινούς μήνες. 138

139 ΣΧΗΜΑ : Η χωρική κατανομή του μέσου εποχιακού ύψους βροχόπτωσης σε δέκα υδρομετρικούς σταθμούς κατά τη χρονική περίοδο FIGURE : The spatial distribution of the mean seasonal precipitation (mm) for ten hydrological stations, during the period ΠΙΝΑΚΑΣ : Μέσα μηνιαία ύψη βροχόπτωσης (σε mm) στους υδρομετρικούς σταθμούς της περιοχής μελέτης κατά τη διάρκεια της περιόδου TABLE : The mean monthly precipitation (mm) for ten hydrological stations, during the period

140 ΣΧΗΜΑ : Ετήσια πορεία της βροχόπτωσης σε δέκα υδρομετρικούς σταθμούς κατά τη χρονική περίοδο FIGURE : The monthly distribution of the precipitation (mm) for ten hydrological stations, during the period ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ Το μέσο ετήσιο ύψος βροχόπτωσης, που δέχεται η χώρα μας, έχει παρατηρηθεί από την αρχαιότητα ότι παρουσίαζε σημαντική μεταβολή από χρονιά σε χρονιά. Παρατηρούνται, δηλαδή, χρόνια στα οποία το μέσο ετήσιο ύψος βροχής υπερβαίνει το κανονικό, αλλά και περίοδοι όπου η παρατεταμένη ανομβρία έχει καταστρεπτικές συνέπειες. Στην περιοχή μελέτης κατά τη διάρκεια των ετών σημειώθηκαν αξιόλογες μεταβολές του μέσου ετήσιου ύψους βροχοπτώσεων. Οι μέσες ετήσιες τιμές βροχόπτωσης για την χρονική περίοδο σε όλους τους υδρομετρικούς σταθμούς παρουσιάζονται στο σχήμα Τα μέσα ετήσια ύψη βροχής, τα οποία σημειώθηκαν πάνω από την εξεταζόμενη περιοχή, όπως προκύπτει από το σχήμα, παρουσιάζουν κάποια περιοδικότητα, γεγονός που έχει ως συνέπεια να εμφανίζονται άλλοτε χρόνια πολυομβρίας και άλλοτε χρόνια ανομβρίας. Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί, ότι ένα έτος πολύομβρο δεν ακολουθείται συνήθως από ένα έτος άνομβρο. Γενικά, οι μεταβολές του μέσου ετήσιου ύψους βροχόπτωσης εμφανίζει έξι χαρακτηριστικές περιόδους: μία περίοδος καθοδική με ελάττωση των βροχοπτώσεων και με μία αύξηση το 1974, περίοδος ανοδική, η οποία συνοδεύεται με αύξηση των βροχοπτώσεων και με τρεις μειώσεις το 1977, το 1980 και το 1981, περίοδος καθοδική, με τρεις αυξήσεις το 1985, το 1986 και 1987, 140

141 μία περίοδος ανοδική, με αύξηση των βροχοπτώσεων και με μία μείωση το 1995, μια περίοδος καθοδική των βροχοπτώσεων, μία περίοδος ανόδου των βροχοπτώσεων με μικρή ελάττωση το Επομένως στατιστικά, οι μεγάλες περίοδοι πολυομβρίας για όλους τους σταθμούς είναι οι και , ενώ οι μεγάλες περίοδοι ανομβρίας είναι οι και ΣΧΗΜΑ : Χρονοσειρά του μέσου ετήσιου ύψους βροχόπτωσης για όλους τους υδρομετρικούς σταθμούς κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου FIGURE : Time series of the mean annual precipitation (mm) for all the hydrological stations, during the period ΟΓΚΟΣ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ Για να υπολογισθεί ο συνολικός όγκος της βροχόπτωσης πρέπει να είναι γνωστά το μέσο ετήσιο ύψος βροχής και η έκταση των τμημάτων της περιοχής μελέτης, τα οποία εμφανίζουν συγκεκριμένη βροχόπτωση. Τα τμήματα αυτά παρουσιάζουν στατιστικά την ίδια τιμή μέσου ετήσιου ύψους βροχής εντός των ορίων τους και διαφορετική συνήθως μεταξύ τους. Ο διαχωρισμός της περιοχής μελέτης σε τμήματα με το ίδιο ετήσιο ύψος βροχής έγινε με τη μέθοδο πολυγώνων Thiessen. Σύμφωνα με τη μέθοδο αυτή, η συνολική επιφάνεια χωρίζεται γεωμετρικά σε ζώνες επιρροής, μία για κάθε σταθμό. Οι ζώνες επιρροής προσδιορίζονται έτσι, ώστε κάθε σημείο της ζώνης του σταθμού να απέχει από τη θέση του σταθμού λιγότερο από όσο απέχει από οποιονδήποτε άλλο σταθμό της περιοχής. Η αρχή αυτή οδηγεί άμεσα σε μία απλή γεωμετρική κατασκευή των ζωνών επιρροής, βασισμένη σε μεσοκαθέτους των ευθυγράμμων τμημάτων, που συνδέουν τους σταθμούς ανά ζεύγη και προκύπτουν τα πολύγωνα Thiessen. Η συγκεκριμένη μέθοδος είναι απλή και δίνει εξαιρετικά αξιόπιστες εκτιμήσεις (ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΗΣ & ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ, 1999). 141

142 Η χάραξη των πολυγώνων Thiessen έγινε μέσω του πακέτου λογισμικού των Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών ARC/GIS. Αρχικά εισήχθησαν στο λογισμικό οι συντεταγμένες της γεωγραφικής θέσης των σταθμών και το μέσο ετήσιο ύψος βροχόπτωσης. Με την κατάλληλη επεξεργασία έγινε αυτόματα η χάραξη των πολυγώνων Thiessen, όπως παρουσιάζεται στο σχήμα Στη συνέχεια υπολογίστηκε ο όγκος της βροχόπτωσης για τα επιμέρους πολύγωνα και ο συνολικός όγκος βροχής της περιοχής μελέτης. Ο όγκος της βροχόπτωσης υπολογίζεται από το γινόμενο του μέσου ετήσιου ύψους βροχής σε μία περιοχή επί το εμβαδόν της περιοχής. Ο συνολικός όγκος της βροχόπτωσης της περιοχής έρευνας είναι V=1.959x10 6 κυβικά μέτρα. ΣΧΗΜΑ : Τα πολύγωνα Thiessen, που κατασκευάστηκαν για τον υπολογισμό του όγκου βροχόπτωσης στην περιοχή μελέτης. FIGURE : The Thiessen polygons that were constructed for the calculation of the precipitation volume, in the study area. 142

143 4.5. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Η μελέτη της θερμοκρασίας αέρα βασίστηκε στα δεδομένα των μετεωρολογικών σταθμών Τρικάλων και Καλαμπάκας. Μετά την επεξεργασία των στοιχείων προέκυψε ότι: Η μέση ετήσια θερμοκρασία του σταθμού Τρικάλων είναι 16,1 C, ενώ της Καλαμπάκας 13,7 C. Ο θερμότερος μήνας του έτους είναι ο Ιούλιος, ενώ ο ψυχρότερος ο Ιανουάριος, και στους δύο σταθμούς. Η ετήσια πορεία της μέγιστης, μέσης και ελάχιστης θερμοκρασίας παρουσιάζει παρόμοια διακύμανση, η οποία οφείλεται στο γεγονός, ότι η απόσταση μεταξύ των δύο σταθμών είναι μικρή. Η μέση, μέγιστη και ελάχιστη θερμοκρασία του μετεωρολογικού σταθμού Τρικάλων υπερέχει από εκείνη της Καλαμπάκας. Ο μετεωρολογικός σταθμός της Καλαμπάκας επηρεάζεται περισσότερο από τους ορεινούς όγκους του Κόζιακα, των Χασίων και των Αντιχασίων. Γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να παρουσιάζει διπλάσια μείωση της θερμοκρασίας, από εκείνη που θα ήταν αναμενόμενο να παρουσιάζει εξαιτίας του μεγαλυτέρου υψομέτρου, στο οποίο βρίσκεται σε σχέση με εκείνο των Τρικάλων. Η μελέτη της βροχόπτωσης βασίστηκε στα δεδομένα των υδρολογικών σταθμών: Στουρναραίικων, Ελάτης, Μαλακασίου, Χρυσομηλιάς, Μεγάλης Κερασιάς, Καλαμπάκας, Αγιόφυλλου, Κονισκού, Λιοπράσιου και Τρικάλων. Κατά τη μελέτη των στοιχείων διαπιστώθηκε ότι: Με την αύξηση του υψομέτρου παρατηρείται μέση αύξηση των βροχοπτώσεων, που οφείλεται πιθανώς στον παράλληλο προσανατολισμό των ορεινών όγκων του βόρειου και του ανατολικού τμήματος της περιοχής μελέτης στην διεύθυνση κίνησης των υετοφόρων αέριων μαζών. Τα μέσα ετήσια ύψη βροχόπτωσης παρουσιάζουν σχετικά υψηλά επίπεδα. Οι υψηλότερες τιμές βροχόπτωσης παρατηρούνται στο νοτιοδυτικό τμήμα της περιοχής έρευνας και οι χαμηλότερες στο ανατολικό και νότιο. Σημαντική επίδραση στη μείωση των τιμών της βροχόπτωσης έχει η υψομετρική διαφορά των σταθμών και η πορεία των υφέσεων από τα δυτικά προς τα ανατολικά, με αποτέλεσμα την ελάττωση της βροχής από τη δυτική ορεινή ζώνη της περιοχής μελέτης προς τα ανατολικά. Η εποχή με τις υψηλότερες βροχοπτώσεις είναι ο χειμώνας, στην συντριπτική πλειοψηφία των σταθμών, και ακολουθούν το φθινόπωρο, η άνοιξη και τέλος το καλοκαίρι. Στη διάρκεια του χειμώνα, του φθινοπώρου και της άνοιξης οι δυτικές ορεινές περιοχές δέχονται τα μεγαλύτερα ύψη βροχής, σε σχέση με τις ανατολικές. Οι βόρειες και βορειοανατολικές ορεινές περιοχές κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού δέχονται αυξημένα ύψη βροχής. Οι πλέον βροχεροί μήνες είναι ο Δεκέμβριος (60% του συνόλου των σταθμών) και ο Νοέμβριος (40% του συνόλου των σταθμών). Οι λιγότερο υετοφόροι μήνες είναι οι θερινοί, κατά την διάρκεια των οποίων οι βροχοπτώσεις προέρχονται από θερινές καταιγίδες. Χαρακτηριστικό είναι ότι κάθε μήνα, με εξαίρεση τους καλοκαιρινούς, τα μεγαλύτερα ποσά βροχόπτωσης τα δέχονται οι ορεινές δυτικές περιοχές. Οι βόρειες και βορειοανατολικές περιοχές δέχονται υψηλά ποσά βροχής τους θερινούς μήνες. 143

144 144 Τα μέσα ετήσια ύψη βροχής παρουσιάζουν περιοδικότητα με αποτέλεσμα να εμφανίζονται άλλοτε έτη πολυομβρίας και άλλοτε έτη ανομβρίας. Οι μεγάλες περίοδοι πολυομβρίας και για όλους τους υδρομετρικούς σταθμούς είναι και , ενώ οι μεγάλες περίοδοι ανομβρίας είναι οι και Ο συνολικός όγκος βροχόπτωσης πάνω από τη περιοχή μελέτης είναι ίσος με 1.959x10 6 κυβικά μέτρα.

145 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ 5.1. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Η μορφολογία αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα για την γεωλογική και γεωμορφολογική μελέτη των αστικών περιοχών. Η μελέτη του μορφολογικού αναγλύφου βοηθά στην κατανόηση της ανάπτυξης οικισμών και πόλεων σε συγκεκριμένες θέσεις. Επιπλέον η μορφολογία είναι μια σημαντική παράμετρος, η οποία λαμβάνεται υπόψη κατά τη μελέτη της εκτίμησης των φυσικών κινδύνων, όπως είναι τα φαινόμενα κατολισθήσεων, διάβρωσης και πλημμυρών. Στη συνέχεια αναλύεται η μορφολογία της περιοχής μελέτης. Η περιοχή της έρευνας χαρακτηρίζεται γενικά από ένα πολυποίκιλο και πολύτυπο ανάγλυφο, το οποίο οφείλεται κυρίως: στην παρουσία ορεινής ζώνης, με την ανάπτυξη μεγάλων ορεινών όγκων, οι οποίοι αποτελούν το όριο της περιοχής στο δυτικό, βόρειο και ανατολικό τμήμα της, στην ανάπτυξη πεδινής ζώνης στο κεντρικό και νότιο τμήμα, η οποία, στην επιμήκη ανάπτυξή της, παρουσιάζει διεύθυνση ΒΔ ΝΑ. Σημαντικό ρόλο στη δημιουργία του αναγλύφου αυτού αποτέλεσε η γεωλογική και η τεκτονική δομή της περιοχής, τόσο η αλπική όσο και η μεταλπική. Επίσης οι διεργασίες αποσάθρωσης, διάβρωσης και απόθεσης έχουν επιδράσει σε μεγάλο βαθμό στην τελική μορφολογική εικόνα που παρουσιάζει η περιοχή. Ο κύριος υδροκρίτης, ο οποίος αποτελεί και το όριο της περιοχής έρευνας στο μεγαλύτερο τμήμα της, ακολουθεί την κορυφογραμμή των ορέων της οροσειράς της Νότιας Πίνδου, των Χασίων και Αντιχασίων (σε δεξιόστροφη πορεία). Η περιοχή αποστραγγίζεται από την λεκάνη απορροής του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του. Ο Πηνειός ποταμός στο συγκεκριμένο τμήμα της Θεσσαλικής πεδιάδας ακολουθεί μία γενική διεύθυνση ΒΔ ΝΑ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ Με σκοπό την καλύτερη και λεπτομερέστερη ανάλυση του αναγλύφου δημιουργήθηκαν οι ακόλουθοι τρεις θεματικοί χάρτες: ψηφιακό μοντέλο εδάφους, 145

146 τρισδιάστατο ψηφιακό μοντέλο εδάφους και μορφολογικός χάρτης Το τοπογραφικό υπόβαθρο, που χρησιμοποιήθηκε για την σύνταξη των παραπάνω χαρτών, εξαιτίας του ποικίλου αναγλύφου της περιοχής έρευνας, δεν δημιουργήθηκε με σταθερή ισοδιάσταση. Από την ισοϋψή των 100 μέτρων έως την ισοϋψή των 200 μέτρων η ισοδιάσταση είναι 20 μέτρα, ενώ οι ισοϋψείς πάνω από τα 200 μέτρα σχεδιάστηκαν με ισοδιάσταση 100 μέτρα. Τα όρια του τοπογραφικού χάρτη της περιοχής μελέτης, που κατασκευάστηκε, αποτελούν και τον κύριο υδροκρίτη της περιοχής έρευνας (με εξαίρεση το νότιο νοτιοανατολικό τμήμα της περιοχής, που έχει ως όριο τους ποταμούς Πάμισο και Πηνειό). Επίσης, για την λεπτομερέστερη απεικόνιση του ψηφιακού μοντέλου εδάφους καταγράφηκαν, εκτός από τις προαναφερθείσες ισοϋψείς καμπύλες, και τα τοπογραφικά τριγωνομετρικά σημεία και υψόμετρα. Για τη σχεδίαση του τοπογραφικού υποβάθρου της περιοχής μελέτης χρησιμοποιήθηκαν τοπογραφικοί χάρτες της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (Γ.Υ.Σ.). Η διανομή των τοπογραφικών φύλλων, κλίμακας 1:50.000, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν, απεικονίζονται στο σχήμα , και τα οποία συγκεκριμένα είναι τα εξής: Φύλλο «Αγιόφυλλον», έκδοσης Φύλλο «Δεσκάτη», έκδοσης Φύλλο «Μέτσοβον», έκδοσης Φύλλο «Παναγία», έκδοσης Φύλλο «Τρίκαλα», έκδοσης Φύλλο «Καλαμπάκα», έκδοσης Φύλλο «Καρδίτσα», έκδοσης Φύλλο «Καστανέα», έκδοσης Φύλλο «Μυρόφυλλον», έκδοσης Φύλλο «Πραμάντα», έκδοσης Φύλλο «Μουζάκιον», έκδοσης Οι τοπογραφικοί χάρτες μετατράπηκαν σε ψηφιακή μορφή και στη συνέχεια έγινε η επεξεργασία τους μέσω του λογισμικού του Γεωγραφικού Συστήματος Πληροφοριών ARC/GIS. Μέσω του συγκεκριμένου πακέτου λογισμικού έγινε γεωμετρική διόρθωση των χαρτών στο προβολικό σύστημα: Ελληνικό Γεωδαιτικό Σύστημα Αναφοράς (ΕΓΣΑ ή ΕGSΑ) 1987 και στη συνέχεια δημιουργήθηκαν τα διανυσματικά αρχεία: των τοπογραφικών στοιχείων (που περιλαμβάνει τις ισοϋψείς, τα τοπογραφικά τριγωνομετρικά σημεία και υψόμετρα), του υδρογραφικού δικτύου, του οδικού δικτύου και των πόλεων οικισμών. Στη συνέχεια κατασκευάστηκε το ψηφιακό μοντέλο εδάφους, το τρισδιάστατο ψηφιακό μοντέλο εδάφους και ο μορφολογικός χάρτης. Για το ψηφιακό μοντέλο εδάφους και το τρισδιάστατο ψηφιακό μοντέλο εδάφους εφαρμόστηκαν τεχνικές επεξεργασίας βάσης δεδομένων και επιλέχθηκε κλίμακα είκοσι διαφορετικών υψομετρικών διαβαθμίσεων, στις οποίες η πρώτη διαβάθμιση είναι μεταξύ των μέτρων, η τελευταία μεταξύ των μέτρων και οι ενδιάμεσες είναι ανά 100 μέτρα. Η επιλογή της συγκεκριμένης κλίμακας βασίστηκε στο γενικό ανάγλυφο και κυρίως στην αναγκαιότητα ανάδειξης πολλών τοπικών μορφολογικών ιδιομορφιών, οι οποίες εμφανίζονται στην περιοχή μελέτης. 146

147 ΣΧΗΜΑ : Διανομή των τοπογραφικών χαρτών στην περιοχή μελέτης. FIGURE : The spatial distribution of the sheets of the topographic maps, in the study area. Οι κλίσεις των πρανών της περιοχής μελέτης προέκυψαν με τη χρήση του συγκεκριμένου πακέτου λογισμικού, μετά από την επεξεργασία του ψηφιακού μοντέλου εδάφους. Συντάχθηκε ο θεματικός χάρτης των κλίσεων του αναγλύφου και ταξινομήθηκαν οι κλίσεις σε μία κλίμακα έξι διαφορετικών διαβαθμίσεων. Για την καλύτερη απεικόνιση των μορφολογικών κλίσεων της περιοχής δημιουργήθηκαν έξι διαφορετικοί θεματικοί χάρτες κλίσεων, αντίστοιχοι των διαφορετικών τιμών των κλίσεων ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Η περιοχή μελέτης, όπως προαναφέρθηκε, χωρίζεται μορφολογικά σε δύο ζώνες, σε μία ορεινή και μία πεδινή. Η ορεινή ζώνη οριοθετεί την περιοχή και εκτείνεται περιμετρικά στο νότιο, δυτικό, βόρειο και ανατολικό τμήμα της, όπως φαίνεται στα σχήματα και

148 Στην ορεινή ζώνη το ανάγλυφο είναι υψηλό, αποτελείται από τους ορεινούς όγκους της οροσειράς της Νότιας Πίνδου, του Κόζιακα, των Χασίων και των Αντιχασίων και φτάνει μέχρι τα μέτρα σε απόλυτο υψόμετρο. Οι υψομετρικές διαβαθμίσεις της περιοχής παρουσιάζουν μεγάλη κύμανση από τα 200 έως τα 500 μέτρα στους ημιορεινούς σχηματισμούς, ενώ από τα 500 έως τα μέτρα περίπου στους ορεινούς. Το ορεινό ανάγλυφο παρουσιάζει τη μεγαλύτερη χωρική εξάπλωση. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα ορεινά τμήματα του νομού Τρικάλων καταλαμβάνουν το 71,21% της συνολικής έκτασής του, ενώ τα ημιορεινά και πεδινά τμήματά του μόνο το 28,79%. Τα όρη με το υψηλότερο ανάγλυφο παρατηρούνται στο δυτικό και βορειοδυτικό τμήμα της περιοχής, όπου το μεγαλύτερο απόλυτο υψόμετρο ανέρχεται στα μέτρα (σχήμα ). Οι γενικές διευθύνσεις των ορεινών αξόνων είναι Β Ν, ΒΒΔ ΝΝΑ, ΒΔ ΝΑ, και ΒΑ ΝΔ, με μικρές αποκλίσεις εκατέρωθεν. Το ορεινό ανάγλυφο είναι εξαιρετικά έντονο και εμφανίζονται κρημνοί, οι οποίοι έχουν πολύ μεγάλο ύψος (σχήμα ). Η εικόνα του τοπίου είναι άγρια και συχνά εμφανίζονται απότομες πλαγιές, διακοπτόμενες από χαράδρες, οι οποίες άλλοτε καλύπτονται από πυκνή βλάστηση και άλλοτε εμφανίζονται γυμνές εξαιτίας της λιθολογίας, με αποτέλεσμα η περιοχή να γίνεται εξαιρετικά δύσβατη και επικίνδυνη. Η πεδινή ζώνη της περιοχής αποτελεί τμήμα της τεκτονικής τάφρου Καλαμπάκας Τρικάλων Καρδίτσας και περιλαμβάνει τις λεκάνες της Καλαμπάκας και των Τρικάλων. Μορφολογικά, η πεδινή ζώνη αποτελεί μία επιμήκη λεκάνη, η οποία παρουσιάζει ανάπτυξη διεύθυνσης βορειοδυτικής έως νοτιανατολικής. Το ανάγλυφό της είναι χαμηλό και ομαλό, με μικρές υψομετρικές διαφορές ως προς την επιφάνεια της θάλασσας. Το μικρότερο απόλυτο υψόμετρο είναι τα 92 μέτρα, ενώ το μέσο απόλυτο υψόμετρο δεν ξεπερνά τα 200 μέτρα (σχήματα και ). Η λεκάνη της Καλαμπάκας είναι το βορειότερο άκρο της Θεσσαλικής πεδιάδας και περικλείεται από τους ορεινούς όγκους της Νότιας Πίνδου, του Κόζιακα, των Χασίων και των Αντιχασίων. Παρουσιάζει σχήμα τριγώνου, το οποίο είναι προσανατολισμένο με την κορυφή προς τα ΒΔ και τη βάση προς τα ΝΑ (ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, 1991). Η λεκάνη των Τρικάλων εκτείνεται στο νότιο τμήμα της πεδιάδας της Καλαμπάκας μεταξύ των ορεινών όγκων του Κόζιακα και των Αντιχασίων. Η μορφολογία της είναι σχεδόν επίπεδη και εμφανίζει μικρή ελάττωση του υψομέτρου προς τα νοτιοανατολικά. Κατά τόπους εμφανίζονται απομονωμένοι λόφοι χαμηλού υψομέτρου. Στο σχήμα απεικονίζεται ο μορφολογικός χάρτης της περιοχής μελέτης. Το ορεινό τμήμα της περιοχής εκτείνεται περιμετρικά πάνω από την ισοϋψή των 500 μέτρων. Το πεδινό τμήμα παρουσιάζει, κατά τον άξονα της μέγιστης ανάπτυξής του, ένα σταδιακά ελαττούμενο υψόμετρο. Οι ισοϋψείς καμπύλες παρουσιάζουν βαθμιαία μείωση από τα 500 μέχρι τα 100 μέτρα και σε μία διεύθυνση ΒΔ ΝΑ. Οι τοπογραφικές τομές ΑΑ, ΒΒ και ΓΓ του μορφολογικού χάρτη δίνονται στο σχήμα Χαρακτηριστικό είναι, όπως διακρίνεται από τις τοπογραφικές τομές, ότι τα μεγαλύτερα υψόμετρα παρατηρούνται στο δυτικό τμήμα της 148

149 ΣΧΗΜΑ : Το ψηφιακό μοντέλο εδάφους. FIGURE : The Digital Elevation Model (D.E.M.) of the study area. 149

150 Β Β Β Β ΣΧΗΜΑ : Τρισδιάστατο ψηφιακό μοντέλο εδάφους (από 4 διαφορετικές οπτικές γωνίες: 45, 315, 130 και 90 ). FIGURE : The 3D DEMs (from four different optical angles: 45, 315, 130 and 90 ). 150

151 ΣΧΗΜΑ : Μορφολογικός χάρτης της περιοχής μελέτης. FIGURE : The morphological map of the study area. 151

152 περιοχής στην οροσειρά της Πίνδου. Επίσης στις τομές ΑΑ και ΒΒ φαίνεται η σχεδόν επίπεδη μορφολογία της λεκάνης των Τρικάλων ΤΟΜΗ ΑΑ' ΤΟΜΗ ΒΒ' TOMH ΓΓ' ΣΧΗΜΑ : Οι τοπογραφικές τομές ΑΑ, ΒΒ και ΓΓ του μορφολογικού χάρτη του σχήματος FIGURE : The topographic sections ΑΑ, ΒΒ and ΓΓ, which are marked in the morphological map of figure

153 Στη διαδοχή αυτή των τοπογραφικών τομών, από το Νότο προς το Βορρά, βλέπουμε ότι το ανάγλυφο προς τα νότια είναι πλέον ήπιο (τομή ΑΑ και ΒΒ δευτερευόντως). Αυτό το φαινόμενο οφείλεται στη γήρανση του αναγλύφου και στη κάλυψη της επίπεδης περιοχής, η οποία φαίνεται κυρίως στη τομή ΑΑ και λιγότερο στη ΒΒ, από τα νερά της μεγάλης λίμνης της Θεσσαλίας μέχρι και το Τεταρτογενές ΚΛΙΣΕΙΣ ΠΡΑΝΩΝ Ο χάρτης των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης απεικονίζεται στο σχήμα Οι τιμές των κλίσεων των πρανών της περιοχής παρουσιάζουν πολύ μεγάλες διαβαθμίσεις σε όλη την έκτασή της και κυμαίνονται από ομαλές (0 10%) έως απότομες (>30%). Οι κλίσεις ταξινομήθηκαν σε έξι κατηγορίες οι οποίες είναι: 1. κλίσεις 0 5%, 2. κλίσεις 5 10%, 3. κλίσεις 10 20%, 4. κλίσεις 20 30%, 5. κλίσεις 30 70% και 6. κλίσεις μεγαλύτερες από 70%. Η ορεινή ζώνη παρουσιάζει μεγάλες αυξομειώσεις στις τιμές της μορφολογικής κλίσης, ενώ κατά μήκος της παρατηρούνται οι μεγαλύτερες μορφολογικές κλίσεις. Οι τιμές των κλίσεων μειώνονται από την ορεινή προς στην πεδινή ζώνη, καθώς εξαφανίζονται τα ορεινά χαρακτηριστικά και η μορφολογία γίνεται ομαλή με ηπιότερες κλίσεις. Η πεδινή ζώνη, η οποία έχει ανάπτυξη ΒΔ ΝΑ, παρουσιάζει κατά τον άξονα της μέγιστης ανάπτυξής της μορφολογικές κλίσεις, οι οποίες ελαττώνονται σταδιακά. Στο σχήμα απεικονίζεται ο προσανατολισμός των κλίσεων. Κατά το σχεδιασμό του χάρτη αυτού επιλέχθηκε ο προσανατολισμός των κλίσεων να ομαδοποιηθεί σε τέσσερις κατηγορίες, αντίστοιχες με τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Επίσης, σε διαφορετική κατηγορία εμφανίζονται τα σημεία, τα οποία είναι επίπεδα και δεν παρουσιάζουν καμία κλίση. Οι περιοχές, οι οποίες εμφανίζουν τις μεγαλύτερες τιμές κλίσεων και συγκεκριμένα μεγαλύτερες από 70%, διακρίνονται στο χάρτη του σχήματος Πρόκειται για περιοχές, οι οποίες ανήκουν στα ορεινά του νομού Τρικάλων. Η μεγαλύτερή τους ανάπτυξη παρατηρείται στο νότιο και δυτικό τμήμα και κυρίως κατά μήκος των ορεογραφικών αξόνων των οροσειρών της Πίνδου και του Κόζιακα. Τα πρανή των περιοχών αυτών συχνά εμφανίζονται κρημνώδη με πολύ μεγάλο ύψος. Επιπλέον, στα τμήματα εκείνα, όπου το γεωλογικό υπόβαθρο απαρτίζεται από τους σχηματισμούς της ενότητας της Πίνδου και του Κόζιακα, τα στρώματα παρουσιάζουν πολύ μεγάλες κλίσεις και σχεδόν είναι κάθετα. Χαρακτηριστική είναι, επίσης, η πολύ μεγάλη μορφολογική κλίση η οποία εμφανίζεται στην περιοχή των Μετεώρων και η οποία προσεγγίζει την καθετότητα. Οι υψηλές τιμές των μορφολογικών κλίσεων αντιπροσωπεύουν γεωλογικές και τεκτονικές δομές. 153

154 ΣΧΗΜΑ : Χάρτης των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης. FIGURE : The map of the morphological slopes in the study area. 154

155 ΣΧΗΜΑ : Χάρτης προσανατολισμού των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης. FIGURE : The map of the aspect of slopes in the study area. 155

156 ΣΧΗΜΑ : Απλοποιημένος χάρτης των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης, με τιμές μεγαλύτερες από 70%. FIGURE : The simplified map of the morphological slopes with values >70% in the study area. 156

157 ΣΧΗΜΑ : Απλοποιημένος χάρτης των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης, με τιμές από 30 έως 70%. FIGURE : The simplified map of the morphological slopes with values 30-70% in the study area. 157

158 ΣΧΗΜΑ : Απλοποιημένος χάρτης των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης, με τιμές από 20 έως 30%. FIGURE : The simplified map of the morphological slopes with values 20 30% in the study area. 158

159 ΣΧΗΜΑ : Απλοποιημένος χάρτης των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης, με τιμές από 10 έως 20%. FIGURE : The simplified map of the morphological slopes with values 10 20% in the study area. 159

160 ΣΧΗΜΑ : Απλοποιημένος χάρτης των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης, με τιμές από 5 έως 10%. FIGURE : The simplified map of the morphological slopes with values 5 10% in the study area. 160

161 ΣΧΗΜΑ : Απλοποιημένος χάρτης των μορφολογικών κλίσεων του αναγλύφου της περιοχής μελέτης, με τιμές από 0 έως 5%. FIGURE : The simplified map of the morphological slopes with values 0 5% in the study area. 161

162 Στο σχήμα απεικονίζονται τα πρανή με τιμές μορφολογικών κλίσεων από 30 έως 70%. Οι κλίσεις αυτές καταλαμβάνουν μία μεγάλη έκταση της συνολικής επιφάνειας της περιοχής μελέτης και εμφανίζονται περιμετρικά πάνω στην ορεινή και ημιορεινή ζώνη. Η μεγαλύτερη τους συχνότητα παρατηρείται πάνω στους ορεινούς όγκους της Πίνδου και του Κόζιακα, στο νοτιοδυτικό και δυτικό τμήμα της περιοχής. Αυτές οι μορφολογικές κλίσεις αντιπροσωπεύουν περισσότερο μορφές διάβρωσης και λιγότερο γεωλογικές και τεκτονικές δομές. Οι μέσες κλίσεις πρανών με τιμές από 20 έως 30% φαίνονται στον χάρτη του σχήματος Κατανέμονται σε όλη την έκταση της περιοχής μελέτης στο ορεινό και ημιορεινό τμήμα, εκτός από τα τμήματα της πεδινής ζώνης. Στην πεδινή ζώνη εμφανίζονται μόνο στους μεμονωμένους ανθρακικούς λόφους. Επιπλέον, παρατηρούνται κατά μήκος των πρανών των παραποτάμων του Πηνειού ποταμού. Οι μέσες μορφολογικές κλίσεις είναι αποτέλεσμα διάβρωσης. Στο σχήμα παρουσιάζεται ο χάρτης των μορφολογικών κλίσεων, οι οποίες έχουν τιμές κυμαινόμενες από 10 έως 20%. Οι μέσες αυτές κλίσεις των πρανών εμφανίζονται, όπως και της προηγούμενης κατηγορίας, σε όλη την ορεινή περιμετρική ζώνη. Ιδιαίτερα συχνές είναι στο βόρειο και ανατολικό τμήμα της περιοχής. Παρατηρούνται, επίσης, και κατά μήκος των κλιτύων του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του. Γενικά, η μορφολογική κλίση των πρανών μειώνεται, όσο αυτά εισέρχονται προς το εσωτερικό της πεδινής ζώνης. Οι ομαλές τιμές μορφολογικών κλίσεων από 5 έως 10% απεικονίζονται στον χάρτη του σχήματος Όπως φαίνεται και από το σχήμα, οι κλίσεις αυτές είναι κατανεμημένες σε όλη την περιοχή, αλλά κυρίως στα ημιορεινά τμήματα. Εμφανίζονται και αυτές στις κλιτύς του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του κατά την έξοδό τους από τους ορεινούς όγκους. Επίσης παρατηρούνται στους μεμονωμένους λόφους της λεκάνης Καλαμπάκας Τρικάλων. Τέλος, οι ήπιες μορφολογικές κλίσεις, με τιμές οι οποίες κυμαίνονται από 0 έως 5%, διακρίνονται στον χάρτη του σχήματος Οι τιμές αυτές των μορφολογικών κλίσεων είναι χαρακτηριστικές της πεδινής ζώνης. Παρουσιάζουν την μεγαλύτερη ανάπτυξή τους στο νότιο πεδινό τμήμα της Καλαμπάκας και κυρίως στην λεκάνη των Τρικάλων. Επιπλέον, εμφανίζονται κατά τόπους στις κοίτες παραποτάμων του Πηνειού και σε τμήματα της ορεινής ζώνης ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Συμπερασματικά, παρατηρώντας την μορφολογία και τις μορφολογικές κλίσεις των πρανών της περιοχής μπορούν επισημανθούν τα εξής: Μορφολογικά διακρίνεται σε δύο τμήματα, ένα ορεινό και ένα πεδινό. Το ορεινό ανάγλυφο είναι υψηλό (2.204 μέτρα μέγιστο απόλυτο υψόμετρο), οριοθετεί την περιοχή και εκτείνεται περιμετρικά στο νοτιοδυτικό, δυτικό, βόρειο και ανατολικό τμήμα της. Η πεδινή ζώνη αποτελεί μία επιμήκη λεκάνη, η οποία παρουσιάζει ανάπτυξη με διεύθυνση βορειοδυτική-νοτιοανατολική, ενώ το ανάγλυφό της είναι χαμηλό (92 μέτρα μικρότερο απόλυτο υψόμετρο). Οι μορφολογικές κλίσεις των πρανών της περιοχής παρουσιάζουν μεγάλες διακυμάνσεις. Στο δυτικό και νοτιοδυτικό ορεινό τμήμα 162

163 αναπτύσσονται οι μεγαλύτερες κλίσεις (>30%) και συχνά εμφανίζονται κρημνώδη πρανή μεγάλου ύψους, εξαιτίας κυρίως του γεωλογικού υποβάθρου. Στο βόρειο και ανατολικό τμήμα τα πρανή παρουσιάζουν σημαντικές αυξομειώσεις, με μία τάση μείωσης των κλίσεων από τα βόρεια προς τα νότια. Στο εσωτερικό της πεδινής ζώνης η μορφολογική κλίση είναι ομαλή (0 10%) με εξαίρεση τους λόφους, οι οποίοι αναπτύσσονται εσωτερικά και εμφανίζουν μέσες τιμές μορφολογικών κλίσεων (10 30%), εξαιτίας της γεωλογικής τους δομής. Περιμετρικά της περιοχής έρευνας παρατηρούνται μεγάλες τιμές μορφολογικής κλίσης, οι οποίες μειώνονται προς το εσωτερικό και προς τα νότια, νοτιοανατολικά. Από το Βορρά προς το Νότο βλέπουμε, ότι το ανάγλυφο προς τα νότια γίνεται ηπιότερο. Αυτό το φαινόμενο οφείλεται στη γήρανση του αναγλύφου και στην κάλυψη της επίπεδης περιοχής από τα νερά της μεγάλης λίμνης της Θεσσαλίας μέχρι και το Τεταρτογενές. Οι υψηλές τιμές μορφολογικών κλίσεων (>70%) αντιπροσωπεύουν γεωλογικές και τεκτονικές δομές. Οι μορφολογικές κλίσεις, με τιμές 30 έως 70%, αντιπροσωπεύουν περισσότερο μορφές διάβρωσης και λιγότερο γεωλογικές και τεκτονικές δομές. Οι μέσες τιμές μορφολογικών κλίσεων (20 30%) είναι αποτέλεσμα διάβρωσης. 163

164 5.2. ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΓΕΝΙΚΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Ο ζωοδότης για τη Θεσσαλία Πηνειός ποταμός αποστραγγίζει ολόκληρη την πεδινή ζώνη της και είναι ο αποδέκτης των υδάτων όλων των παραποτάμων και χειμάρρων του, οι οποίοι πηγάζουν από το ορεινό τμήμα της, το αποστραγγίζουν και απορρέουν στον Πηνειό. Στη γεωλογική, γεωμορφολογική και γεωγραφική μελέτη των αστικών περιοχών σημαντική είναι η μελέτη της γεωμορφολογίας της ευρύτερης περιοχής και η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου. Η γεωμορφολογική μελέτη συμβάλλει στην κατανόηση και τον υπολογισμό του υδάτινου δυναμικού, όπως επίσης και στην πρόληψη και αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών από πλημμύρες και διάβρωση. Στην περιοχή μελέτης η λεκάνη απορροής του Πηνειού (σχήμα ) ορίζεται από τον κύριο υδροκρίτη, ο οποίος, όπως έχει αναφερθεί, ακολουθεί την κορυφογραμμή των ορέων της οροσειράς της Πίνδου, των Χασίων και Αντιχασίων. Το νότιο τμήμα της περιοχής μελέτης ορίζεται από τον Πάμισο και τον ίδιο τον Πηνειό. Η λεκάνη απορροής περιλαμβάνει το μεγαλύτερο ορεινό τμήμα του νομού Τρικάλων, αφού στο δυτικό και βόρειο τμήμα ο υδροκρίτης συμπίπτει με τα γεωγραφικά όρια του νομού, καθώς και την πεδινή λεκάνη Καλαμπάκας Τρικάλων. Β ΣΧΗΜΑ : Η λεκάνη απορροής του Πηνειού στην περιοχή μελέτης. Στον χάρτη εμφανίζονται και οι οικισμοί, με σκούρο κόκκινο χρώμα. FIGURE : The Pinios River drainage basin in the study area. The settlements are marked on the map with dark red colour. Η ανάπτυξη του υδρογραφικού δικτύου του Πηνειού ακολουθεί την μορφολογία του επιφανειακού αναγλύφου της περιοχής. Η πεδινή ζώνη Καλαμπάκας Τρικάλων διαρρέεται από δύο κύριους ποταμούς. Ο Πηνειός ποταμός ρέει δυτικά, 164

165 στους πρόποδες του Κόζιακα, (φωτογραφία ) και ανατολικά ο Ληθαίος, ο οποίος είναι και παραπόταμός του, στους πρόποδες των Αντιχασίων, (ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, 1988). Οι δύο αυτοί ποταμοί παρουσιάζουν μια διεύθυνση σχεδόν παράλληλη, τόσο κατά την πορεία τους στην πεδιάδα της Καλαμπάκας, όσο και μετά την στροφή τους στην πεδιάδα των Τρικάλων, μέχρι την συμβολή τους στο ύψος των Γεωργανάδων, η οποία βρίσκεται εκτός των ορίων της περιοχής μελέτης. Η γενική διεύθυνση του Πηνειού ποταμού είναι ΒΔ ΝΑ, όμως στα νότια της πόλης των Τρικάλων, μεταξύ Φλαμουλίου και Μεγάλων Καλυβίων στρέφεται και γίνεται ΑΒΑ ΔΝΔ. Αντίστοιχη είναι και η γενική διεύθυνση ανάπτυξης του Ληθαίου μετά την έξοδό του στη πεδιάδα της Καλαμπάκας. Αρχικά είναι ΒΑ ΝΔ μέχρι τη Θεόπετρα και την έξοδό του στην προαναφερθείσα πεδιάδα. Στη Θεόπετρα η κοίτη του στρέφεται και αποκτά διεύθυνση ΒΔ ΝΔ και στην πόλη των Τρικάλων επαναστρέφεται και αποκτά διεύθυνση ΔΒΔ ΑΝΑ. Ο Πηνειός ποταμός σχηματίζεται από την συμβολή ενός μεγάλου αριθμού παραποτάμων, οι οποίοι αποστραγγίζουν τις ορεινές ζώνες της Πίνδου, του Κόζιακα, των Χασίων και Αντιχασίων. Οι παραπόταμοι του Πηνειού είναι ο Ίωνας ή Μουργάνης ή Μύκανης, ο Μαλακασιώτικος, ο Κλεινοβίτικος, ο Ανάποδος και ο Πορταϊκός. Οι ποταμοί Ίωνας (φωτογραφία ), Μαλακασιώτικος και ο Κλεινοβίτικος (φωτογραφία ) συμβάλλουν και δημιουργούν τον Πηνειό, στην περιοχή η οποία βρίσκεται ΒΔ της Καλαμπάκας, ενώ οι Ανάποδος και Πορταϊκός συμβάλουν μεταξύ τους σήμερα και στη συνέχεια ενώνονται με τον Πηνειό νοτιοδυτικά της πόλης των Τρικάλων. Ο Ίωνας ποταμός μορφοποιείται από την συμβολή των παρακάτω μικρών ρεμάτων: Αρετής, Βαθύρρεμα, Βερβέρα, Βοσκές, Γαβριά, Γαλανό, Γερακάρη, Γκρεμός, Ιακωβά, Καραβίδα, Καρούτη, Κηπάκι, Κρανιάς, Κρύο, Κρυονέρι, Λακκοτρύπι, Μαντρί, Μαυρελιώτικο, Μαυρόρρεμα, Μεγάλο, Μικρό, Μονοπάτια, Μπιζάνη, Μπότας, Μπουλτής, Νεράκι, Ντίνας, Ξηρόλακκος, Ξηροπόταμος, Ξινομηλιά, Παλιμανιάστρο, Παλιοκκλήσι, Τρανό Ποτάμι, Τρανός Λάκκος, Τριανταφύλλου και Χαλίκια. Στο Μαλακασιώτικο ρέμα (φωτογραφία ) συμβάλουν τα ρέματα Αγριομηλιάς, Ανδρέα, Αρκούδα, Ασπρόρρεμα, Εννέα Βρύσες, Καπίγυρος, Καρυδιάς, Καστανιώτικο, Κατρασάββας, Κριάσα, Κρυμμένο Χάος, Κρύο, Λεόρδα, Λιβαδίων, Μακώση, Μπαλτάς, Πυξάρι, Ρέμα και Τσιόμος. Στον Κλεινοβίτικο ποταμό συμβάλουν τα ρέματα Βαλαμάζη, Βρύση, Κατουνίτσα, Μαντάνια, Περιστέρα και Χουτιάνας. Στον Πορταϊκό ποταμό (φωτογραφία ) συμβάλουν τα ρέματα Γκρόπα, Κακόρρεμα, Ποτάμι και της Χήρας. Στον Ανάποδο ποταμό (φωτογραφία ) συμβάλουν τα ρέματα Κεφαλοπόταμος, Μπεντένης, Μπουφώτας, Παλιοπόταμος και Σταλάματα. 165

166 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ο Πηνειός ποταμός στη περιοχή των Μετεώρων. PHOTOGRAPH : The Pinios River, at the Meteora region. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η συμβολή του Πηνειού με τον Ίωνα ποταμό. PHOTOGRAPH : The junction of the Pinios and Ionas Rivers. Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η συμβολή του Πηνειού με τον Κλεινοβίτικο ποταμό. PHOTOGRAPH : The junction of the Pinios River and the Klinovitikos Stream. Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Το Μαλακασιώτικο ρέμα, κοντά στην Τρυγώνα. PHOTOGRAPH : The Malakasiotiko stream, near the Trigona village. 166

167 Φωτ Φωτ Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ο Πορταϊκός ποταμός, στον Άγιο Βησσαρίωνα. PHOTOGRAPH : The Portaikos River, near the Agios Vissarionas village. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ο Ανάποδος ποταμός, ( ληφθείσα από την Κόρη). PHOTOGRAPH : The Anapodos River. The Photo was taken from the Kori village (Koziakas Mt.). ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η κοίτη του Ληθαίου ποταμού, πριν την είσοδό του στη πόλη των Τρικάλων. PHOTOGRAPH : The Lithaios riverbed, before it enters Trikala. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η απόθεση χονδροκλαστικού υλικού στον Πηνειό ποταμό (θέση Μουργκάνι). PHOTOGRAPH : The deposition of chondroclastic material in Pinios riverbed (Mourgani location). 167

168 Επίσης στον Πηνειό ποταμό συμβάλουν απευθείας, εκτός από τους προαναφερθέντες ποταμούς, και τα ρέματα Αγιαμονιώτικο, Αρμένης, Βιτουμίτης, Βρυσοπούλα, Γκαβρόρρεμα, Γύφτισσα, Καλό Νερό, Καλογριά, Κουμέρκης, Κρυονέρι, Μπάτσα, Ξηροπόταμος, Ρέμα, Τρανό, Τρανός Λάκκος και Τρεστιανό. Οι παραπόταμοι του Πηνειού διαρρέουν τους ορεινούς όγκους, οι οποίοι προαναφέρθηκαν, με διαφορετικές κύριες διευθύνσεις. Συγκεκριμένα, ο Ίωνας ποταμός έχει κύρια διεύθυνση Α Δ (σχήμα ), ο Μαλακασιώτικος αναπτύσσεται με διεύθυνση ΒΔ ΝΑ, ο Κλεινοβίτικος ρέει κυρίως κατά την διεύθυνση ΒΑ ΝΔ (σχήμα ), ο Ανάποδος εμφανίζει διεύθυνση ΔΒΔ ΑΝΑ και τέλος ο Πορταϊκός αναπτύσσεται σε τρεις διευθύνσεις Β Ν, Α Δ και ΒΑ ΝΔ (σχήμα ). Β ΣΧΗΜΑ : Η λεκάνη απορροής του Ίωνα ποταμού. Στον χάρτη εμφανίζονται και οι οικισμοί, με σκούρο κόκκινο χρώμα. FIGURE : The Ionas River drainage basin. The settlements are marked on the map with dark red colour. Ο Ληθαίος ποταμός (φωτογραφία ) μορφοποιείται από την συμβολή των πολλών μικρών ρεμάτων Αβδέλω, Αγοραστό, Αϊλία, Αρκουδόρεμα, Ασμάνι, Βλαχοπλατάνια, Βολόλακα, Γάτα, Κρανόρεμα, Γομαρόστρατα, Καβρόλακκος, Κρανιάς, Κρυβοσάντια, Λεϊμόνας, Μέτσοβο, Μπιστιριά, Ξηρόλακκος, Ξηροπόταμος, Πλαγγερό, Τραπέζιο και Τσοπράνα. Η λεκάνη απορροής του φαίνεται στο σχήμα

169 Β ΣΧΗΜΑ : Η λεκάνη απορροής του Μαλακασιώτικου και του Κλεινοβίτικου ρέματος. Στον χάρτη εμφανίζονται και οι οικισμοί, με σκούρο κόκκινο χρώμα. FIGURE : The Malakasiotis and Klinovitikos Stream drainage basins The settlements are marked on the map with dark red colour. Τα γεωμορφολογικά στοιχεία του Πηνειού δείχνουν τέτοια ποικιλία, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί, ότι ο ποταμός δεν αναπτύχθηκε ως ένα ενιαίο υδρογραφικό δίκτυο, αλλά προέκυψε από τη συνένωση επιμέρους υδρογραφικών δικτύων. Η ακτινωτή προς δυσμάς διάταξη των παραποτάμων του Πηνειού στο βύθισμα της δυτικής Θεσσαλίας δίνει την εντύπωση ανάπτυξης ενός ανεξάρτητου υδρογραφικού δικτύου, το οποίο αποστράγγιζε την τοξοειδή ορεινή ζώνη της Δυτικής Θεσσαλίας. Αξιοσημείωτη είναι η ανάπτυξη ώριμων κοιλάδων σε κλάδους του υδρογραφικού δικτύου, οι οποίοι αυλακώνουν περιοχές υψομέτρων μεγαλύτερων από 400 μέτρα και οι οποίες συνυπάρχουν με πλευρικές νέες κοιλάδες, έτσι ώστε να επιβεβαιώνονται οι διεργασίες ανανέωσης του Πηνειού (ΨΙΛΟΒΙΚΟΣ, 1994). Είναι χαρακτηριστικό ότι στους παραποτάμους του Πηνειού, οι οποίοι αναπτύσσονται στον ορεινό όγκο της Πίνδου, παρατηρούνται κοιλάδες με μεγάλη κατά βάθος διάβρωση. Στο σχήμα φαίνεται η απορροή του ανατολικού τμήματος του Κόζιακα. 169

170 Β ΣΧΗΜΑ : Η λεκάνη απορροής του Πορταϊκού ποταμού, καθώς και τα ρέματα που αποστραγγίζουν το ανατολικό τμήμα του όρους του Κόζιακα. Στον χάρτη εμφανίζονται και οι οικισμοί, με σκούρο κόκκινο χρώμα. FIGURE : The Portaikos River drainage basin and the streams, which drain the eastern part of Koziakas Mt. The settlements are marked on the map with dark red colour. Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά της κύριας κοίτης του Πηνειού και των κοιτών των παραποτάμων του είναι επίσης ποικίλα. Σύμφωνα με το Λειβαδίτη (1988) η κοίτη του Πηνειού, μετά την έξοδό του από τον ορεινό όγκο της Πίνδου και σε ένα μήκος περίπου 28 χιλιομέτρων, εμφανίζεται με τη μορφή των διασπώμενων μικρών κοιτών. Οι διασπώμενες κοίτες του Πηνειού ποταμού είναι αποτέλεσμα της απότομης μεταβολής της κλίσης της κύριας κοίτης του, της μεγάλης στερεοπαροχής, την οποία έχει, και τέλος της σαφούς διάκρισης μεταξύ της βροχερής και ξηρής εποχής, που υπάρχει στην περιοχή. Ένα άλλο χαρακτηριστικό της ροής του είναι η ασύμμετρη διάταξη της κοίτης του Πηνειού, αλλά και του Ληθαίου, στα δυτικά και ανατολικά αντίστοιχα της πεδιάδας. Το γεγονός αυτό οφείλεται στη μορφολογία της πεδιάδας, η οποία είναι υπερυψωμένη στο κεντρικό τμήμα της. Θεωρώντας ότι η πεδιάδα είναι ένα ριπίδιο, του οποίου η κορυφή βρίσκεται στο ΒΔ τμήμα της Καλαμπάκας, οι δύο ποταμοί με τις διασπώμενες κοίτες ρέουν στα πλευρά αυτού του ριπιδίου. Τέλος, ένα άλλο στοιχείο της κύριας κοίτης του Πηνειού είναι ο επιγενετικός χαρακτήρας ροής του στα στενά Σαρακίνας και Περιστέρας, όπου έχει διαβρώσει κατά βάθος τα ανθεκτικά, σε σχέση με τις χαλαρές αποθέσεις της πεδιάδας, κροκαλοπαγή των Μετεώρων. 170

171 Β ΣΧΗΜΑ : Η λεκάνη απορροής του Ληθαίου ποταμού. Στον χάρτη εμφανίζονται και οι οικισμοί, με σκούρο κόκκινο χρώμα. FIGURE : The Litheos River drainage basin. The settlements are marked on the map with dark red colour. Β ΣΧΗΜΑ : Η απορροή του ανατολικού τμήματος του Κόζιακα. Στον χάρτη εμφανίζονται και οι οικισμοί, με σκούρο κόκκινο χρώμα. FIGURE : The drainage network of eastern part of Koziakas Mt. The settlements are marked on the map with dark red colour. 171

172 Είναι αξιοσημείωτο ότι εκτός από τη κύρια κοίτη του Πηνειού διασπώμενες κοίτες παρουσιάζει και ο παραπόταμός του, ο Κλεινοβίτικος, λίγο πριν την συμβολή του με αυτόν. Η μεταφορά και η απόθεση υλικού, τόσο στην κύρια κοίτη του Πηνειού όσο και στους παραποτάμους του, είναι εντυπωσιακή. Το υλικό απόθεσης της κοίτης των παραποτάμων του Πηνειού, αλλά και ενός μέρους της κύριας κοίτης του, είναι κυρίως χονδροκλαστικό και αποτελείται από κροκάλες διαφόρων μεγεθών και ποικίλης λιθολογικής σύστασης, προερχόμενες από τη διάβρωση των γεωλογικών σχηματισμών (φωτογραφία ), οι οποίοι αποτελούν το υπόβαθρο των λεκανών απορροής. Έτσι, στην κοίτη του Ίωνα απαντώνται κυρίως γνευσιακά τεμάχια (κροκάλες, λατύπες κλπ), χρώματος γκρι, προερχόμενα από τη διάβρωση των σχηματισμών της Πελαγονικής ενότητας, όπως επίσης και κροκάλες από τους μολασσικούς σχηματισμούς. Στην κοίτη του Μαλακασιώτικου ρέματος επικρατούν κλαστικά υλικά προερχόμενα από τους αλπικούς σχηματισμούς της Πίνδου και τους οφιολιθικούς σχηματισμούς της Υποπελαγονικής. Στην κοίτη του Κλεινοβίτικου ρέματος συναντούμε τεμάχια των αλπικών πετρωμάτων της ενότητας της Πίνδου και του Κόζιακα (φωτογραφία ). Στο ορεινό τμήμα της κοίτης του Ανάποδου ποταμού, όπως επίσης και σε ένα μεγάλο μέρος της κοίτης του στην πεδιάδα, απαντάται χονδροκλαστικό υλικό από τη διάβρωση των πετρωμάτων του Κόζιακα και της Υποπελαγονικής. Το ίδιο συμβαίνει και με την κοίτη του Πορταϊκού ποταμού, στην οποία επικρατούν κροκάλες από τους σχηματισμούς της Πίνδου. Στους δύο αυτούς παραποτάμους, όσο απομακρυνόμαστε από τους ορεινούς όγκους, το υλικό γίνεται περισσότερο λεπτόκοκκο και συνίσταται από χάλικες, άμμους και πηλούς. Κατά μήκος της όχθης όλων των παραποτάμων του Πηνειού υπάρχουν αναβαθμίδες (φωτογραφία ). ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η απόθεση χονδροκλαστικού υλικού στο Κλεινοβίτικο ρέμα (λίγο πριν τη συμβολή του με τον Πηνειό). PHOTOGRAPH : The deposition of the chondroclastic materials in the bank of the Klinovitikos Stream. 172

173 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Αναβαθμίδα στον Ίωνα ποταμό, κοντά στο Γάβρο. PHOTOGRAPH : The Terrain beside the bank of Ionas River, near the Gavro village. Η κύρια κοίτη του Πηνειού αποτελείται από χονδροκλαστικά υλικά σ ένα μεγάλο τμήμα της. Όταν όμως εισέρχεται στην πεδιάδα, η ταχύτητα και η ορμή των νερών του, καθώς και η μεταφορική του ικανότητα, ελαττώνονται. Τα αδρομερή υλικά βαθμιαία κατακάθονται και στη συνέχεια το υλικό, το οποίο μεταφέρεται από τον ποταμό, γίνεται περισσότερο λεπτομερές και καθιζάνει στην περιοχή δυτικά και νότια των Τρικάλων, όπου απαντώνται άμμοι, άργιλοι, πηλοί και ιλύες. Το στοιχείο αυτό χαρακτηρίζει και την κοίτη του Ληθαίου, στην οποία τα κλαστικά υλικά προέρχονται κυρίως από τη διάβρωση των σχηματισμών της Πελαγονικής και της μολάσσας. Τα τελευταία εκατό περίπου χρόνια στην περιοχή έχουν γίνει μεγάλα τεχνικά έργα αποστράγγισης, εκτροπών και εγκιβωτισμού της κύριας κοίτης του Πηνειού, καθώς και των κοιτών των παραποτάμων του ακόμα και των χειμάρρων του. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καθοδηγούνται μεγάλες ποσότητες ύδατος, να δεσμεύεται η ελεύθερη ροή των ποταμών και να αλλοιώνονται οι φυσικές διεργασίες του ποτάμιου συστήματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών οι κοίτες των παραποτάμων, όπως και ένα μεγάλο μέρος της κύριας κοίτης του Πηνειού, δεν διαρρέονται από νερό. Για τα έργα αυτά γίνεται εκτενέστερη αναφορά και σε επόμενο κεφάλαιο της μελέτης. Σε ορισμένα σημεία της περιοχής μελέτης καταγράφεται η δημιουργία μικρών καταρρακτών. Το φαινόμενο αυτό εμφανίζεται σε σημεία, στα οποία υπάρχουν μεγάλες μορφολογικές κλίσεις, σημεία καμπής ή διαφορετική συμπεριφορά των πετρωμάτων στη διάβρωση. Στη φωτογραφία απεικονίζεται καταρράκτης στη θέση Κρεμαστή της Αγίας Παρασκευής Καλαμπάκας. Στη φωτογραφία φαίνεται καταρράκτης στην Ελάτη. 173

174 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ & 12: Μικροί καταρράκτες στην Αγία Παρασκευή Καλαμπάκας και στην Ελάτη. PHOTOGRAPHS & 12: The small waterfalls at Agia Paraskevi (near Kalambaka) and Elati region. 174

175 ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ Οι συνθήκες ροής ενός υδρογραφικού δικτύου επηρεάζονται άμεσα από διάφορους φυσικο γεωγραφικούς και άλλους παράγοντες, όπως είναι η λιθολογία, η τεκτονική, το κλίμα, οι ανθρωπογενείς επεμβάσεις κ.ά. (ΑΝΤΩΝΙΟΥ, 2000). Η ποσοτική γεωμορφολογική ανάλυση ενός υδρογραφικού δικτύου έχει ως αντικείμενο μελέτης την ανάλυση και τη στατιστική επεξεργασία των μορφομετρικών παραμέτρων του, καθώς και τη συσχέτισή τους με τους γεωλογικούς, τεκτονικούς και κλιματικούς παράγοντες. Η μελέτη των μορφομετρικών παραμέτρων είναι σημαντική, γιατί η ανάλυσή τους δείχνει την ανάπτυξη και την εξέλιξη του υδρογραφικού δικτύου, καθώς και του αναγλύφου της περιοχής ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ Η λεκάνη απορροής του ποταμού Πηνειού ή Σαλαμπριά διαιρείται σε ένα μεγάλο αριθμό υπολεκανών, οι οποίες αποστραγγίζονται από τους παραποτάμους του. Η μορφή του υδρογραφικού δικτύου σε κάθε υπολεκάνη έχει άμεση σχέση με τη λιθολογία, τον τεκτονισμό, το ανάγλυφο, τα κλιματικά δεδομένα, όπως επίσης και από τις διαδικασίες διάβρωσης και απόθεσης. Επομένως, το υδρογραφικό δίκτυο και οι μορφομετρικές του παράμετροι διαφοροποιούνται σε κάθε υπολεκάνη. Για την καλύτερη ποσοτική γεωμορφολογική ανάλυση της περιοχής, θεωρήθηκε σκόπιμο να χωριστεί το κομμάτι της λεκάνης απορροής του Πηνειού της περιοχής μελέτης σε δύο επιμέρους λεκάνες, βασισμένες στη γεωμορφολογία και στο υδρογραφικό δίκτυο (ΑΝΤΩΝΙΟΥ, 2000). Επίσης, ορίστηκαν οι εσωτερικοί υδροκρίτες των δύο κύριων λεκανών απορροής, έτσι ώστε να γίνει η στατιστική επεξεργασία σε κάθε μία από τις επιμέρους υπολεκάνες και στη συνέχεια να συγκριθούν τα αποτελέσματα. Η μελέτη του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής έρευνας έγινε με αναγνώριση και σχεδίαση των ρεμάτων και των ποταμών στη λεκάνη απορροής της περιοχής μελέτης (σχήμα ), έτσι όπως αυτή έχει οριστεί προηγουμένως από τους τοπογραφικούς χάρτες της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού (Γ.Υ.Σ.), κλίμακας 1: Συγκεκριμένα, χρησιμοποιήθηκαν τα φύλλα των τοπογραφικών χαρτών: «Αγιόφυλλον», «Δεσκάτη», «Καλαμπάκα», «Καρδίτσα», «Καστανέα», «Μέτσοβον», «Μουζάκιον». «Μυρόφυλλον», «Παναγία», «Πραμάντα», «Τρίκαλα», 175

176 ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο του Πηνειού, στην περιοχή μελέτης. FIGURE : The Pinios drainage network, in the study area. 176

177 Με σκοπό την καλύτερη ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου δεν συμπεριλήφθησαν στην μελέτη τα αποστραγγιστικά κανάλια, που αποτελούν ανθρώπινες κατασκευές και παρέμβαση του ανθρώπου στη φυσική εξέλιξη του υδρογραφικού δικτύου. Το σύστημα αυτό των καναλιών, καθώς και των υπολοίπων αποστραγγιστικών και εγγειοβελτιωτικών έργων, εξετάζεται σε επόμενο κεφάλαιο της μελέτης αυτής. Τα προαναφερθέντα δεδομένα ψηφιοποιήθηκαν με τη χρήση λογισμικού του Γεωγραφικού Συστήματος Πληροφοριών ARC/GIS. Με την διαδικασία αυτή προέκυψε ο χάρτης του υδρογραφικού δικτύου, όπως επίσης ο χάρτης των υδρολογικών λεκανών και υπολεκανών της περιοχής έρευνας. Στα πλαίσια της μελέτης των μορφομετρικών χαρακτηριστικών του υδρογραφικού δικτύου του Πηνειού, έγινε αρχικά ταξινόμηση και αρίθμηση όλων των κλάδων ποταμού με τη μέθοδο του Strahler (1957 & 1964), όπως επίσης έγινε το ίδιο και για κάθε λεκάνη και υπολεκάνη χωριστά. Στη συνέχεια, για την κάθε λεκάνη - υπολεκάνη απορροής υπολογίστηκαν τα χαρακτηριστικά του αναγλύφου της και του υδρογραφικού της δικτύου. Στην ποσοτική ανάλυση του αναγλύφου και των παραμέτρων κάθε λεκάνηςυπολεκάνης υπολογίστηκαν οι εξής παράμετροι: Η επιφάνεια των λεκανών υπολεκανών απορροής (A). Η περίμετρος των λεκανών υπολεκανών απορροής (P). Η μέση κλίση της κάθε λεκάνης υπολεκάνης. Το μέσο υψόμετρο της κάθε υδρολογικής λεκάνης υπολεκάνης. Ο υπολογισμός των εμβαδών και των περιμέτρων των λεκανών και των υπολεκανών έγινε αυτόματα με την εισαγωγή των ψηφιακών δεδομένων στο Γεωγραφικό Σύστημα Πληροφοριών. Με σκοπό τον προσδιορισμό της τιμής της μέσης κλίσης και του μέσου υψομέτρου δημιουργήθηκε αρχικά για κάθε λεκάνη και υπολεκάνη ξεχωριστά ένα ψηφιακό μοντέλο εδάφους με τη διαδικασία, η οποία περιγράφηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο της παρούσας διατριβής. Στη συνέχεια υπολογίστηκαν, μέσω του λογισμικού του προγράμματος, οι ζητούμενες προαναφερθείσες παράμετροι. Στην ποσοτική ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου σε κάθε λεκάνη υπολεκάνη υπολογίστηκαν: Η τάξη, στην οποία ανήκουν οι κλάδοι του υδρογραφικού δικτύου (u). Ο αριθμός των κλάδων κάθε τάξης (Nu). Το μήκος των κλάδων κάθε τάξης (Lu). Το μέσο μήκος κλάδων κάθε τάξης (Lu). Επίσης μελετήθηκαν οι παρακάτω μορφομετρικοί παράμετροι του υδρογραφικού δικτύου για κάθε λεκάνη υπολεκάνη: ο λόγος διακλάδωσης Rb, ο οποίος, σύμφωνα με τον Ηοrton (1945), είναι ο λόγος των κλάδων (u) ορισμένης τάξης (N u ) προς το πλήθος των κλάδων της άμεσως μεγαλύτερης τάξης. ο λόγος μήκους κλάδων RL, ο οποίος, σύμφωνα με τον Ηοrton (1945), είναι ο λόγος του αθροιστικού μέσου μήκους κλάδων L u προς το αθροιστικό μέσο μήκος κλάδων της αμέσως προηγούμενης τάξης L u

178 η υφή του υδρογραφικού δικτύου, η οποία εξαρτάται από την πυκνότητα D και τη συχνότητα F. Ως πυκνότητα του υδρογραφικού δικτύου ορίζεται ο λόγος του συνολικού μήκους των κλάδων σε μία λεκάνη απορροής προς το εμβαδόν της λεκάνης αυτής, ενώ ως συχνότητα του υδρογραφικού δικτύου ορίζεται ο λόγος του συνολικού αριθμού όλων των κλάδων του σε μια λεκάνη προς το εμβαδόν της λεκάνης αυτής. Τέλος, δημιουργήθηκαν χάρτες υδρολογικής πυκνότητας και συχνότητας για το σύνολο της λεκάνης απορροής του Πηνειού. Οι χάρτες αυτοί προέκυψαν από τον ψηφιοποιημένο χάρτη των υδρολογικών λεκανών με ενοποίηση των πολυγώνων των λεκανών στη βάση δεδομένων. Η ενοποίηση αυτή προέκυψε αρχικά με την τοποθέτηση των τιμών της πυκνότητας και τις συχνότητας κατά μέγεθος και κατόπιν με την κατάταξή τους σε τρεις κατηγορίες. Η ταξινόμηση κατά Strahler, η καταμέτρηση των κλάδων κάθε τάξης, όσο και ο υπολογισμός των μήκων των κλάδων για κάθε λεκάνη υπολεκάνη έγινε αυτόματα με τη μεταφορά και την επεξεργασία των ψηφιακών δεδομένων στο Γεωγραφικό Σύστημα Πληροφοριών. Η επεξεργασία των μετρήσεων και των αποτελεσμάτων έγινε στο πρόγραμμα Excel του Microsoft Office ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΛΕΚΑΝΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΛΕΚΑΝΕΣ Το υδρογραφικό δίκτυο περιοχής μελέτης, στο οποίο έγινε η αρίθμηση των κλάδων του κατά Strahler, παρουσιάζεται στο χάρτη του σχήματος Στο σύνολο του υδρογραφικού δικτύου διακρίθηκε μέχρι και 8 ης τάξης κλάδος, ο οποίος αντιστοιχεί στον Πηνειό ποταμό. Στο χάρτη των υδρολογικών λεκανών του σχήματος φαίνεται η ακριβής μορφή των λεκανών υπολεκανών της περιοχής. Αρχικά, διαχωρίστηκαν δύο μεγάλες λεκάνες απορροής, μία του δυτικού Πηνειού και μία του Ληθαίου. Η υδρολογική λεκάνη του Ληθαίου καταλαμβάνει μεγάλη έκταση και η συμβολή τους, αν και ο Ληθαίος είναι παραπόταμος του Πηνειού, δεν εμφανίζεται στην περιοχή μελέτης, γεγονός που βοηθά τον διαχωρισμό αυτό. Στη λεκάνη απορροής του δυτικού Πηνειού ποταμού χωρίστηκαν επτά επιμέρους υπολεκάνες: του Ίωνα ποταμού, του Μαλακασιώτικου ρέματος, του Κλεινοβίτικου ρέματος, του Ανάποδου ποταμού, του Πορταϊκού ποταμού, του Ιτάμου και του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. Η υδρολογική λεκάνη του Ληθαίου διακρίνεται στις υπολεκάνες: του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού, 178

179 ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο και οι υδρολογικές λεκάνες υπολεκάνες του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : The drainage network and the watersheds of the upper (Western) part of Pinios River. 179

180 ΣΧΗΜΑ : Χάρτης των υδρολογικών λεκανών και υπολεκανών της περιοχής μελέτης. FIGURE : The map of the drainage basins and sub-basins in the study area. του Ριζώματος και του Παλαιοπύργου. Στο σχήμα φαίνεται η επί τοις εκατό κατανομή του εμβαδού που καταλαμβάνουν οι λεκάνες υπολεκάνες, ως προς το σύνολο της λεκάνης απορροής του Πηνειού ποταμού. Στο σχήμα αυτό βλέπουμε, ότι η λεκάνη του Πηνειού ποταμού καταλαμβάνει τα 4/5 του εμβαδού της περιοχής μελέτης, έναντι του 1/5 αυτού του Ληθαίου. Επισημαίνεται το εμβαδόν των λεκανών του Ίωνα ποταμού και του Μαλακασιώτικου ρέματος, που αθροιστικά αποστραγγίζουν τα 2/5 της περιοχής μελέτης και το 1/2 του εμβαδού της λεκάνης του Πηνειού ποταμού. Στη συνέχεια περιγράφεται με λεπτομέρεια κάθε υδρολογική λεκάνη και υπολεκάνη. 180

181 ΣΧΗΜΑ : Ποσοστιαία κατανομή του εμβαδού που καταλαμβάνουν οι λεκάνες υπολεκάνες ως προς το σύνολο της λεκάνης απορροής του Πηνειού ποταμού (στην περιοχή μελέτης). FIGURE : The distribution of the percentage of the area that cover the drainage basins and sub-basins in the study area ΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΠΗΝΕΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ Η λεκάνη απορροής του δυτικού τμήματος του Πηνειού ποταμού διασχίζεται από τον ομώνυμο ποταμό, περιλαμβάνει το σύνολο των υπολεκανών απορροής στις οποίες διαχωρίστηκε και δέχεται το σύνολο των υδάτων των υδρογραφικών δικτύων τους. Η συνολική επιφάνεια της λεκάνης έχει εμβαδόν τετραγωνικά χιλιόμετρα και η περίμετρος της είναι 596 χιλιόμετρα. Η μέση μορφολογική κλίση είναι 21,69%, ενώ το μέσο υψόμετρό της είναι 669,60 μέτρα. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου του δυτικού Πηνειού δίνεται στον πίνακα Στο υδρογραφικό δίκτυο της λεκάνης του δυτικού Πηνειού διακρίθηκε μέχρι και κλάδος 8 ης τάξης. Ο συνολικός αριθμός των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου είναι και το συνολικό τους μήκος φτάνει τα χιλιόμετρα. Ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) είναι 3,89, και ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) 1,83. Η υδρογραφική πυκνότητα της λεκάνης είναι 3,719 km/km 2 και η υδρογραφική της συχνότητα 8,299 κλάδοι/km 2. Στη λεκάνη του δυτικού Πηνειού ποταμού διακρίθηκαν επτά επιμέρους υπολεκάνες, όπως έχει προαναφερθεί και στη συνέχεια εξετάζονται λεπτομερώς. 181

182 ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης απορροής του δυτικού Πηνειού ποταμού. TABLE : Analysis of the western part of the Pinios River drainage network ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΙΩΝΑ ΠΟΤΑΜΟΥ Ο Ίωνας ή Μουργκάνης ή Μύκανης ποταμός είναι παραπόταμος του Πηνειού ποταμού και αποστραγγίζει τις υπώρειες των Χασίων και Αντιχασίων ορέων. Η υδρογραφική του υπολεκάνη είναι η μεγαλύτερη σε μέγεθος της λεκάνης του δυτικού τμήματος του Πηνειού ποταμού (περιοχής μελέτης), με συνολικό εμβαδόν 443 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η περίμετρος της υπολεκάνης του είναι 144 χιλιόμετρα, η μέση κλίση φτάνει το 22,85% και το μέσο υψόμετρο ανέρχεται σε 686,13 μέτρα. Σύμφωνα με τον Καλλέργη (1970) το χαμηλό υψόμετρο έχει άμεση σχέση με την ομοιομορφία των λιθολογικών σχηματισμών της υπολεκάνης, με αποτέλεσμα να παρουσιάζεται ομοιόμορφη διάβρωση, η οποία τείνει να οδηγήσει στη δημιουργία πανεπιπέδου. Ο κύριος κλάδος του υδρογραφικού δικτύου του Ίωνα ποταμού είναι 6 ης τάξης (σχήμα ) και η ανάλυσή του δίνεται στον πίνακα Ο συνολικός αριθμός των κλάδων είναι και το συνολικό μήκος τους είναι χιλιόμετρα. Η υπολεκάνη παρουσιάζει μεγάλο Μέσο Λόγο Διακλάδωσης (Rb) ίσο με 6,39, και Μέσο Λόγο Μήκους (RL) ίσο με 3,60. Η υδρογραφική πυκνότητα της υπολεκάνης είναι ίση με 5,194 km/km 2, ενώ και η υδρογραφική της συχνότητα της είναι 14,357 κλάδοι/km 2. Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου του Ίωνα ποταμού είναι σύνθετος. Στο κεντρικό του τμήμα είναι κλιμακωτός, ενώ σε άλλα σημεία του είναι γωνιώδης (νοτιοδυτικό και ανατολικό τμήμα). Στα όρια του σε κάποια σημεία του είναι δενδριτικός, όπως συμβαίνει στο βορειοδυτικό τμήμα. Η κλιμακωτή και η γωνιώδης μορφή του υδρογραφικού δικτύου του Ίωνα οφείλεται σε τεκτονικά αίτια. Ο σύνθετος τύπος του υδρογραφικού δικτύου του Ίωνα ποταμού αποδεικνύει την πολύπλοκη γεωλογική και τεκτονική δομή, καθώς και τη σύνθετη γεωμορφολογική εικόνα της περιοχής. 182

183 ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού. FIGURE : The Ionas River drainage network. 183

184 ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου του Ίωνα ποταμού. TABLE : Analysis of the Ionas River drainage network ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΜΑΛΑΚΑΣΙΩΤΙΚΟΥ ΡΕΜΑΤΟΣ Η υπολεκάνη απορροής του Μαλακασιώτικου ρέματος αποστραγγίζει τα ορεινά τμήματα των Χασίων ορέων και της Πίνδου. Η υπολεκάνη αυτή είναι η δεύτερη σε έκταση της λεκάνης του Πηνειού ποταμού, με συνολικό εμβαδόν 337 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η περίμετρος της είναι 89,5 χιλιόμετρα, η μέση κλίση της είναι 41,98% και το μέσο υψόμετρό της φτάνει τα 934,31 μέτρα. Η μελέτη του υδρογραφικού δικτύου έδειξε, ότι ο κύριος κλάδος της υπολεκάνης είναι 7 ης τάξης (σχήμα ) και συνολικά αποτελείται από κλάδους, οι οποίοι έχουν μήκος χιλιόμετρα. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου δίνεται στον πίνακα ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου του Μαλακασιώτικου ρέματος. TABLE : Analysis of the Malakasiotis Stream drainage network. Ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) της υπολεκάνης είναι 3,78 και ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) 1,78, ενώ η υδρογραφική πυκνότητα της είναι 4,239 km/km 2 και η υδρογραφική συχνότητα 8,322 κλάδοι/km 2. Το υδρογραφικό δίκτυό της είναι σύνθετης μορφής. Σε κάποια σημεία του είναι παράλληλης μορφής, όπως συμβαίνει στο βορειοανατολικό τμήμα του. Σε άλλα πάλι σημεία είναι γωνιώδους μορφής, όπως παρατηρούμε στο νοτιοδυτικό και στο δυτικό τμήμα του. Η παράλληλη μορφή του υδρογραφικού δικτύου του Μαλακασιώτικου ρέματος οφείλεται στις μεγάλες κλίσεις, ενώ η γωνιώδης μορφή σε τεκτονικά αίτια. Ο σύνθετος τύπος του υδρογραφικού δικτύου του 184

185 Μαλακασιώτικου ποταμού αποδεικνύει την πολύπλοκη γεωλογική και τεκτονική δομή, καθώς και τη σύνθετη γεωμορφολογική εικόνα της περιοχής. ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : The Malakasiotis Stream drainage network ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΚΛΕΙΝΟΒΙΤΙΚΟΥ ΡΕΜΑΤΟΣ Η υπολεκάνη απορροής του Κλεινοβίτικου ρέματος αποτελεί τη τέταρτη σε μέγεθος από τις υπολεκάνες απορροής του δυτικού Πηνειού. Είναι ιδιαίτερα ορεινή λεκάνη και αποστραγγίζει πλαγιές του Κόζιακα και της Νότιας Πίνδου. Το συνολικό της εμβαδόν ανέρχεται σε 173 τετραγωνικά χιλιόμετρα, το μήκος της περιμέτρου της είναι 67 χιλιόμετρα, η μέση κλίση της φτάνει τα 66,03% και το μέσο υψόμετρο είναι 1014,13 μέτρα. Στο σχήμα διακρίνεται το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης, με τον κύριο κλάδο του να είναι 6 ης τάξης. Ο συνολικός αριθμός των κλάδων είναι και το συνολικό μήκος τους είναι 623 χιλιόμετρα. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου δίνεται στον πίνακα Όπως διακρίνεται και στον παρακάτω πίνακα, ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης είναι 4,01, ενώ ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) 2,64. Η υδρογραφική πυκνότητα και συχνότητα της υπολεκάνης απορροής είναι αντίστοιχα 3,612 km/km 2 και 6,285 κλάδοι/km

186 ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE : The Klinovitikos Stream drainage network. ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου του Κλεινοβίτικου ρέματος. TABLE : Analysis of the Klinovitikos Stream drainage network. Το υδρογραφικό δίκτυο του Κλεινοβίτικου ρέματος είναι σύνθετου τύπου. Κυριαρχούσα μορφή είναι η κλιμακωτή, στο νότιο νοτιοδυτικό και στο βόρειο τμήμα του. Στο δυτικό τμήμα του παρουσιάζει δενδριτική μορφή. Η κλιμακωτή μορφή του υδρογραφικού δικτύου του Κλεινοβίτικου ρέματος οφείλεται σε τεκτονικά αίτια. Ο σύνθετος τύπος του υδρογραφικού δικτύου του Κλεινοβίτικου ποταμού αποδεικνύει την πολύπλοκη γεωλογική και τεκτονική δομή, καθώς και τη σύνθετη γεωμορφολογική εικόνα της περιοχής. 186

187 ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΑΝΑΠΟΔΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ Η συγκεκριμένη υπολεκάνη αποστραγγίζει ένα μεγάλο ορεινό τμήμα του Κόζιακα. Το συνολικό εμβαδόν φτάνει τα 126 τετραγωνικά χιλιόμετρα, το μήκος της περιμέτρου είναι 67 χιλιόμετρα, η μέση κλίση 36,63% και το μέσο υψόμετρο 432,79 μέτρα. Το υδρογραφικό δίκτυο του Ανάποδου ποταμού περιλαμβάνει κύριο κλάδο 6 ης τάξης, όπως φαίνεται στο σχήμα Συνολικά, διακρίθηκαν 764 κλάδοι, οι οποίοι έχουν μήκος 383 χιλιόμετρα. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου του δίνεται στον πίνακα Ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) της υπολεκάνης είναι 3,57 και ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) 2,04. Η υδρογραφική πυκνότητα της υπολεκάνης είναι 3,029 km/km 2 και η συχνότητα 6,047 κλάδοι/km 2. Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου της είναι σύνθετος. Στο νοτιοδυτικό τμήμα της αλλού είναι ορθογώνιος και αλλού γωνιώδης, με κυρίαρχο το πρώτο. Στο βόρειο τμήμα του είναι δενδριτικός. Η ορθογώνια και η γωνιώδης μορφή του υδρογραφικού δικτύου του Ανάποδου οφείλεται σε τεκτονικά αίτια. Ο σύνθετος τύπος του υδρογραφικού δικτύου του Ανάποδου ποταμού αποδεικνύει την πολύπλοκη γεωλογική δομή και τη σύνθετη γεωμορφολογική εικόνα της περιοχής. Km ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού. FIGURE : The Anapodos River drainage network. 187

188 ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου του Ανάποδου ποταμού. TABLE : Analysis of the Anapodos River drainage network ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΠΟΡΤΑΪΚΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ Η υπολεκάνη απορροής του Πορταϊκού ποταμού αποστραγγίζει τμήματα της οροσειράς της νότιας Πίνδου και του όρους του Κόζιακα. Καταλαμβάνει έκταση εμβαδού 165 τετραγωνικών χιλιομέτρων και έχει περίμετρο ίση με 81 χιλιόμετρα. Η μέση μορφολογική κλίση είναι 57,40%, ενώ το μέσο υψόμετρο είναι 782,57 μέτρα. Ο κύριος κλάδος του υδρογραφικού δικτύου είναι 6 ης τάξης (σχήμα ) και η ανάλυση του δίνεται στον πίνακα Ο συνολικός αριθμός των κλάδων είναι και το μήκος τους είναι 551 χιλιόμετρα. Ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) της υπολεκάνης είναι 3,99 και ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) 2,01, ενώ η υδρογραφική πυκνότητα και συχνότητα είναι αντίστοιχα 3,346 km/km 2 και 6,240 κλάδοι/km 2. Ο κυρίαρχος τύπος του υδρογραφικού δικτύου του Πορταϊκού ποταμού είναι κλιμακωτός, όπως φαίνεται χαρακτηριστικά στο βόρειο και στο βορειοδυτικό τμήμα του. Η κλιμακωτή μορφή του υδρογραφικού δικτύου του Πορταϊκού οφείλεται σε τεκτονικά αίτια. ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου του Πορταϊκού ποταμού. TABLE : Analysis of the Portaikos River drainage network. 188

189 ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του Πορταϊκού ποταμού. FIGURE : The Portaikos River drainage network ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΙΤΑΜΟΥ Η υπολεκάνη απορροής του Ιτάμου είναι η μικρότερη σε έκταση από τις εξεταζόμενες υπολεκάνες του δυτικού Πηνειού ποταμού. Πρόκειται για μία υπολεκάνη, της οποίας το νότιο τμήμα οριοθετείται κατά ένα μέρος από τον Πάμισο ποταμό, ο οποίος είναι όριο της περιοχής έρευνας. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για υπολεκάνη, αλλά για ένα τμήμα της λεκάνης απορροής του Πάμισου ποταμού. Ανεξαρτήτως των παραπάνω λόγων, εφόσον εμφανίζεται στην περιοχή έρευνας, κρίθηκε σκόπιμο να μελετηθεί ξεχωριστά. Το εμβαδόν της συγκεκριμένης υπολεκάνης απορροής είναι 73 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η περίμετρος της έχει συνολικό μήκος 44 χιλιόμετρα, η τιμή της μέσης κλίσης είναι 4,57% και το μέσο υψόμετρο 146,74 μέτρα. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης έδειξε, ότι ο κύριος κλάδος της είναι 4 ης τάξης (σχήμα ) και περιλαμβάνει 125 κλάδους με συνολικό μήκος 97 χιλιόμετρα. Στον πίνακα διακρίνεται η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου. Ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) και ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) υπολογίστηκαν αντίστοιχα 5,01 και 3,85. Η υδρογραφική πυκνότητα της υπολεκάνης είναι 1,325 km/km 2 και η υδρογραφική της συχνότητα 1,716 κλάδοι/km 2. Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου της δεν είναι εύκολο να καθοριστεί εξαιτίας της μικρής του εμφάνισης. 189

190 ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του Ιτάμου. FIGURE : The drainage network of the Itamos sub-basin. ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου του Ιτάμου. TABLE : Analysis of drainage network of the Itamos sub-basin ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΑΝΩ ΡΟΥ ΤΟΥ ΠΗΝΕΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ Πρόκειται για την υπολεκάνη απορροής του άνω ρου του Πηνειού, η οποία είναι η τρίτη σε έκταση και το νότιο άκρο της καθορίζεται από το όριο της περιοχής μελέτης, που είναι στο σημείο αυτό ο Πάμισος ποταμός. Η συγκεκριμένη υπολεκάνη είναι ο τελικός αποδέκτης των υδάτων όλων των υδρογραφικών δικτύων, τα οποία αναφέρθηκαν προηγουμένως. Περιλαμβάνει τμήμα των δυτικών κρασπέδων των Αντιχασίων, τις βόρειες απολήξεις της οροσειράς του Κόζιακα, καθώς και ένα μεγάλο μέρος του πεδινού τμήματος της λεκάνης Καλαμπάκας Τρικάλων. Η συνολική επιφάνεια της έχει εμβαδόν 308 τετραγωνικά χιλιόμετρα, η περίμετρος της συνολικό μήκος 119 χιλιόμετρα, η τιμή της μέσης κλίσης είναι 14,95% και το μέσο υψόμετρο 284,43 μέτρα. Ο κύριος κλάδος του υδρογραφικού δικτύου είναι 8 ης τάξης (σχήμα ), ο συνολικός αριθμός κλάδων υπολογίστηκε σε και το μήκος τους σε

191 χιλιόμετρα. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου δίνεται στον πίνακα ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : The drainage network of the upper part of Pinios River. 191

192 Όπως προκύπτει και από τον παραπάνω πίνακα ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) του υδρογραφικού δικτύου είναι 3,35, ενώ ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) είναι 1,85. Η υδρογραφική πυκνότητα της υπολεκάνης είναι 2,145 km/km 2 και η υδρογραφική της συχνότητα 4,287 κλάδοι/km 2. Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου είναι δενδριτικός. ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. TABLE : Analysis of the drainage network of the upper part of Pinios River ΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΛΗΘΑΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ Η λεκάνη απορροής του Ληθαίου ή Τρικαλινού ποταμού είναι μικρότερη σε σχέση με αυτή του δυτικού Πηνειού. Όπως και στην περίπτωση της λεκάνης του δυτικού Πηνειού, έτσι και η λεκάνη του Ληθαίου περιλαμβάνει το σύνολο των υπολεκανών απορροής, στις οποίες χωρίστηκε και είναι ο τελικός αποδέκτης των υδάτων των υδρογραφικών δικτύων τους. Η επιφάνεια της λεκάνης του Ληθαίου καταλαμβάνει συνολικό εμβαδόν 431 τετραγωνικά χιλιόμετρα και η περίμετρος της είναι 186 χιλιόμετρα. Η μέση μορφολογική κλίση είναι 14,40%, ενώ το μέσο υψόμετρό της είναι 261,22 μέτρα. ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. TABLE : Analysis of the Litheos River drainage network. 192

193 Στον πίνακα παρουσιάζεται η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου του Ληθαίου. Ο κύριος κλάδος του είναι 7 ης τάξης και συνολικά η λεκάνη απορροής απαρτίζεται από κλάδους με μήκος χιλιόμετρα. Ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) της υπολεκάνης είναι 3,78 και ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) 1,78. Η υδρογραφική πυκνότητα είναι 2,862 km/km 2 και η υδρογραφική της συχνότητα 4,287 κλάδοι/km 2. Η λεκάνη απορροής του Ληθαίου ποταμού έχει διακριθεί σε τρεις επιμέρους υπολεκάνες, οι οποίες αναλύονται στη συνέχεια ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΑΝΩ ΡΟΥ ΤΟΥ ΛΗΘΑΙΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ Πρόκειται για τη λεκάνη απορροής του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού, η οποία αποστραγγίζει κατά κύριο λόγο ένα ορεινό τμήμα των Αντιχασίων. Η συνολική έκτασή της φτάνει τα 158 τετραγωνικά χιλιόμετρα, το μήκος της περιμέτρου της, είναι 73 χιλιόμετρα, ενώ έχει μέση κλίση 10,48% και μέσο υψόμετρο 417,27 μέτρα. ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : The drainage network of the upper part of Litheos River. 193

194 ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του Ριζώματος. FIGURE : The drainage network of the Rizoma sub-basin. ΣΧΗΜΑ : Το υδρογραφικό δίκτυο της υπολεκάνης του Παλαιοπύργου. FIGURE : The drainage network of the Paleopyrgos sub-basin. 194

195 Από την ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής (πίνακας ) προέκυψε, ότι ο κύριος κλάδος της είναι 7 ης τάξης (σχήμα ). Ο συνολικός αριθμός κλάδων της είναι και το μήκος τους είναι 753 χιλιόμετρα. ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. TABLE : Analysis of the drainage network of the upper part of Litheos River. Ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) έχει τιμή ίση με 3,59, ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) 3,21, ενώ η υδρογραφική πυκνότητα της υπολεκάνης είναι 4,770 km/km 2 και η συχνότητα 13,925 κλάδοι/km 2. Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού είναι σύνθετος. Στο μεγαλύτερο τμήμα του είναι κλιμακωτός (κυρίαρχος τύπος), ενώ σε άλλα σημεία του είναι γωνιώδης (στο δυτικό τμήμα και στη βορειοανατολική απόληξή του). Η κλιμακωτή και η γωνιώδης μορφή του υδρογραφικού δικτύου του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού οφείλεται σε τεκτονικά αίτια. Ο σύνθετος τύπος του υδρογραφικού δικτύου του οφείλεται στην πολύπλοκη γεωλογική δομή καθώς και τη σύνθετη γεωμορφολογική εικόνα της περιοχής ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΡΙΖΩΜΑΤΟΣ Η υπολεκάνη απορροής του Ριζώματος αποστραγγίζει ένα ορεινό τμήμα των νότιων Αντιχασίων και ένα τμήμα της πεδινής λεκάνης Τρικάλων. Αποτελεί τη μικρότερη σε έκταση υπολεκάνη του Ληθαίου ποταμού με εμβαδόν ίσο με 81 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Το μήκος της περιμέτρου της είναι 46 χιλιόμετρα, η μέση κλίση της 16,01 % και το μέσο υψόμετρο ίσο με 224,10 μέτρα. Ο κύριος κλάδος του υδρογραφικού δικτύου είναι 7 ης τάξης (σχήμα ) και συνολικά διαρρέεται από 564 κλάδους, με μήκος περίπου 250 χιλιόμετρων. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου δίνεται στον πίνακα Όπως διακρίνεται και στον παραπάνω πίνακα, ο Μέσος Λόγος Διακλάδωσης (Rb) του υδρογραφικού δικτύου είναι 3,13 ενώ ο Μέσος Λόγος Μήκους (RL) 2,28. Η υδρογραφική πυκνότητα της υπολεκάνης είναι 3,098 km/km 2 και η συχνότητα 6,279 κλάδοι/km 2. Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου είναι δενδριτικός. 195

196 ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης του Ριζώματος. TABLE : Analysis of the Rizoma drainage network ΥΠΟΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΠΥΡΓΟΥ Η υπολεκάνη απορροής του Παλαιοπύργου είναι η μεγαλύτερη σε έκταση από τις υπολεκάνες απορροής του Ληθαίου. Το νότιο τμήμα της υπολεκάνης οριοθετείται από τον Πηνειό, ο οποίος είναι και το νότιο όριο της περιοχής που ερευνάται. Η υπολεκάνη αυτή εξετάζεται ξεχωριστά, γιατί η αποστράγγισή της γινόταν στο παρελθόν μέσου της ελώδους περιοχής, η οποία εκτεινόταν στο κεντρικό τμήμα της. Η ύπαρξη του έλους διαπιστώθηκε από τον πρώτο τοπογραφικό χάρτη της περιοχής, που σχεδιάστηκε μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, φύλλο «Άρτα Τρίκαλα Καρδίτσα», κλίμακας 1: και έκδοσης 1881 (ΧΡΥΣΟΧΟΟΥ, 1881). Ο τελικός αποδέκτης των υδάτων της περιοχής είναι ο Ληθαίος ποταμός. Το μεγαλύτερο τμήμα της υπολεκάνης αναπτύσσεται στην πεδινή λεκάνη των Τρικάλων. Το συνολικό της εμβαδόν ανέρχεται στα 192 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ενώ το συνολικό μήκος της περιμέτρου της υπολεκάνης είναι 67 χιλιόμετρα. Η μέση κλίση έχει τιμή 10,64% και το μέσο υψόμετρο είναι 172,12 μέτρα. Στο σχήμα παρουσιάζεται ο κύριος κλάδος να είναι ο 7 ης τάξης, όμως στην πραγματικότητα, όπως προαναφέρθηκε, είναι ο αποδέκτης των υδάτων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης, στο οποίο διακρίθηκε μέχρι 4 ης τάξης κλάδος. Συνολικά υπολογίσθηκαν 468 κλάδοι με μήκος ίσο με 233 χιλιόμετρα. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου δίνεται στον πίνακα Στον υπολογισμό του Μέσου Λόγου Διακλάδωσης (Rb) και του Μέσου Λόγου Μήκους (RL) δεν συμμετέχει ο κλάδος 7 ης τάξης, αλλά υπολογίζεται μέχρι τον κλάδο 4 ης τάξης, διότι δεν εμφανίζονται ενδιάμεσοι κλάδοι. Οι δύο λόγοι είναι αντίστοιχα 4,43 και 2,50. Η υδρογραφική πυκνότητα της υπολεκάνης είναι 1,214 km/km 2 και η υδρογραφική της συχνότητα 2,441 κλάδοι/km 2. Ο τύπος του υδρογραφικού δικτύου δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί, εξαιτίας της μικρής έκτασής του και της εμφάνισης της ελώδους περιοχής, που δεν επέτρεψε την πλήρη ανάπτυξη του. Σε κάποια σημεία παρατηρούνται κλάδοι, που δίνουν την εντύπωση ότι πρόκειται για κλιμακωτής μορφής δίκτυο. 196

197 ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης του Παλαιοπύργου. TABLE : Analysis of the Paleopyrgos drainage network ΛΕΚΑΝΗ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΤΟΥ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Η λεκάνη απορροής του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης περιλαμβάνει όλες τις επιμέρους λεκάνες και υπολεκάνες απορροής, οι οποίες έχουν ήδη μελετηθεί. Συμπερασματικά το συνολικό εμβαδόν της λεκάνης είναι τετραγωνικά χιλιόμετρα, η περίμετρός της 782 χιλιόμετρα, η μέση κλίση 20,08% και το μέσο υψόμετρο 339,73 μέτρα. Ο κύριος κλάδος είναι, όπως έχει προαναφερθεί, 8 ης τάξης και αντιστοιχεί στον Πηνειό. Συνολικά η λεκάνη διαρρέεται από κλάδους, οι οποίοι έχουν μήκος χιλιόμετρα. Η ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου δίνεται στον πίνακα Με βάση τα παραπάνω δεδομένα η υδρογραφική πυκνότητα της συνολικής λεκάνης απορροής είναι 3,540, ενώ η συχνότητά της είναι 8,128. ΠΙΝΑΚΑΣ : Ανάλυση υδρογραφικού δικτύου της συνολικής λεκάνης απορροής της περιοχής μελέτης. TABLE : Analysis of the whole drainage network of the study area. 197

198 ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΔΙΚΤΥΟΥ Με σκοπό τη καλύτερη εξαγωγή συγκριτικών συμπερασμάτων και ουσιαστικότερη χρήση των αποτελεσμάτων σε εφαρμογές, δημιουργήθηκαν οι χάρτες υδρολογικής πυκνότητας και συχνότητας της λεκάνης απορροής του Πηνειού (σχήματα και ). Οι χάρτες αυτοί δημιουργήθηκαν, όπως προαναφέρθηκε, με την κατάταξη των τιμών της πυκνότητας και της συχνότητας ανά μέγεθος και στη συνέχεια την ομαδοποίησή τους σε τρεις κατηγορίες, οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν αντιστοίχως ως χαμηλής, μέσης και υψηλής. Η ομαδοποίηση των τιμών των δύο μορφομετρικών παραμέτρων έχει ως εξής: στο χάρτη υδρολογικής πυκνότητας (km/km 2 ) 0 < D 2 2 < D 4 4 < D 6 στο χάρτη υδρολογικής συχνότητας (κλάδοι/km 2 ) 0 < F 5 5 < F < F 15 Σε ό,τι αφορά την υδρολογική πυκνότητα, αυτή δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα μεγάλη διακύμανση τιμών στις υπολεκάνες του υδρογραφικού δικτύου και κυμαίνεται από 1,214 km/km 2 στην υπολεκάνη του Παλαιοπύργου έως 5,195 km/km 2 στην υπολεκάνη του Ίωνα. Η υδρολογική πυκνότητα της λεκάνης του δυτικού Πηνειού, η οποία είναι η μεγαλύτερη λεκάνη καλύπτοντας το 79% της περιοχής έρευνας, είναι 3,719 km/km 2 και παρουσιάζει μεγαλύτερη τιμή από αυτήν της συνολικής λεκάνης απορροής, που είναι 3,540 km/km 2. Σε αντίθεση, η λεκάνη του Ληθαίου παρουσιάζει μικρότερη τιμή πυκνότητας, ίση με 2,862 km/km 2. Με βάση το χάρτη της υδρολογικής πυκνότητας το 13% της έκτασης της λεκάνης απορροής του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης παρουσιάζει χαμηλή πυκνότητα, η οποία κυμαίνεται μεταξύ των τιμών 0,001 2,000 km/km 2 και συγκεκριμένα οι υπολεκάνες του Ιτάμου και του Παλαιοπύργου. Οι υπολεκάνες του Κλεινοβίτικου, του Ανάποδου, του Πορταϊκού και του Πηνειού ποταμού, καθώς επίσης του Ριζώματος, εμφανίζουν μέση πυκνότητα, η οποία κυμαίνεται στην κατηγορία 0,201 4,000 km/km 2 και καλύπτουν το 41% της έκτασης της συνολικής λεκάνης. Τέλος, τη μεγαλύτερη έκταση σε ποσοστό 46% καταλαμβάνουν οι υπολεκάνες των ποταμών Ίωνα, Μαλακασιώτικου και Ληθαίου, οι οποίες έχουν μεγάλη πυκνότητα, με τιμές οι οποίες είναι μεταξύ 4,001 6,000 km/km 2. Επομένως, η λεκάνη απορροής του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης, η οποία χαρακτηρίζεται στην πλειοψηφία της από μέσες και υψηλές πυκνότητες, εμφανίζει ένα καλά αναπτυγμένο φυσικό υδρογραφικό δίκτυο σε σχέση με την κατανομή του μήκους των κλάδων, που το αποστραγγίζουν. Το γεγονός αυτό συνεπάγεται και μεγάλη επιφανειακή απορροή. 198

199 ΣΧΗΜΑ : Χάρτης υδρολογικής πυκνότητας της λεκάνης απορροής του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης. FIGURE : The drainage density of the basin of the whole drainage network of the study area. Η υδρολογική συχνότητα σε αντίθεση με την πυκνότητα παρουσιάζει μεγαλύτερες διακυμάνσεις τιμών, με τη μικρότερη τιμή ίση με 1,716 κλάδοι/km 2 να εμφανίζεται στην υπολεκάνη του Ιτάμου και την υπολεκάνη του Ίωνα ποταμού να παρουσιάζει τη μεγαλύτερη τιμή συχνότητας 14,357 κλάδοι/km 2. Η υδρολογική συχνότητα της λεκάνης του δυτικού Πηνειού είναι 8,299 κλάδοι/km 2 και παρουσιάζει μεγαλύτερη τιμή από αυτήν του συνόλου της συνολικής λεκάνης απορροής, που είναι 8,128 κλάδοι /km 2. Η τιμή της υδρολογικής συχνότητας της λεκάνης του Ληθαίου είναι πολύ μικρότερη και ίση με 4,287 κλάδοι/km 2. Σύμφωνα με το χάρτη (σχήμα ) η υδρολογική συχνότητα ακολουθεί ικανοποιητικά την γεωγραφική κατανομή της υδρολογικής πυκνότητας. Συγκεκριμένα οι υπολεκάνες του Ιτάμου, του άνω ρου του Πηνειού ποταμού και του Παλαιοπύργου έχουν χαμηλή συχνότητα, η οποία κυμαίνεται μεταξύ των τιμών 0,001 5,000 κλάδοι/km 2. Η έκταση των λεκανών αυτών αποτελεί το 28% του συνόλου της λεκάνης απορροής του Πηνειού. Οι υπολεκάνες του Κλεινοβίτικου, του Ανάποδου, του Πορταϊκού, του Μαλακασιώτικου ποταμού, 199

200 καθώς επίσης και του Ριζώματος έχουν μέση συχνότητα με τιμές από 5,001 10,000 κλάδοι/km 2 και καλύπτουν το 42% της έκτασης της συνολικής λεκάνης. Η υψηλότερη συχνότητα παρατηρείται στις υπολεκάνες των ποταμών Ίωνα και του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού, οι οποίες καταλαμβάνουν το 30% της έκτασης και έχουν τιμές κυμαινόμενες μεταξύ 10,001 15,000 κλάδοι/km 2. ΣΧΗΜΑ : Χάρτης υδρολογικής συχνότητας της λεκάνης απορροής του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης. FIGURE : The drainage frequency of the basin of the whole drainage network of the study area. Όπως έχει παρατηρηθεί και στην υδρογραφική πυκνότητα, έτσι και στην υδρογραφική συχνότητα, στην λεκάνη απορροής του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης επικρατούν μέσες και υψηλές τιμές συχνότητας. Άρα, εμφανίζεται ένα καλά αναπτυγμένο υδρογραφικό δίκτυο σε σχέση με τον αριθμό κλάδων, που το αποστραγγίζουν. Το γεγονός αυτό σημαίνει, ότι ο σχεδιασμός της κάλυψης γης θα πρέπει να συνοδεύεται από καλό δίκτυο αποστράγγισης. Όσον αφορά τη σχέση των τιμών της υδρογραφικής πυκνότητας και συχνότητας παρουσιάζεται πολύ καλή. Οι τιμές της συχνότητας σε όλες τις λεκάνες και υπολεκάνες είναι πάντα μεγαλύτερες από αυτές της πυκνότητας. Συγκρίνοντας τη γεωγραφική κατανομή των τριών κατηγοριών της πυκνότητας και της συχνότητας στις υπολεκάνες απορροής παρατηρούμε ότι είναι σχεδόν 200

201 ομοιόμορφη. Εξαίρεση αποτελούν η υπολεκάνη του Μαλακασιώτικου ποταμού με υψηλή πυκνότητα και μέτρια συχνότητα και του άνω ρου του Πηνειού ποταμού, ο οποίος παρουσιάζει μέτρια πυκνότητα και χαμηλή συχνότητα ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Το συνολικό υδρογραφικό δίκτυο της περιοχής μελέτης, αλλά και συγκεκριμένων υπολεκανών (του Κλεινοβίτικου ρέματος, του Ανάποδου ποταμού, του Ιτάμου, του άνω ρου του Πηνειού ποταμού, του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού και του Ριζώματος), παρουσιάζουν ανώμαλη ανάπτυξη, η οποία οφείλεται σε φυσικογεωγραφικές μεταβολές. Ως ένα σημείο, παρακολουθώντας τις μικρές τάξεις του υδρογραφικού δικτύου, κυρίως στο ορεινό και απότομης κλίσης τμήμα της περιοχής μελέτης, παρατηρούμε ότι παρουσιάζει ομαλή και κανονική ανάπτυξη. Η ανάπτυξη αυτή εμφανίζει τη συμβολή μικρής τάξης ρεμάτων και τη δημιουργία ανώτερης τάξης ρεμάτων. Στο πεδινό και ομαλής κλίσης τμήμα της περιοχής μελέτης παρατηρούμε, ότι το υδρογραφικό δίκτυο παρουσιάζει μια μη κανονική ανάπτυξη. Αρχικά, παρατηρούμε ότι αυτό δεν είναι πυκνό, όπως συμβαίνει στο ορεινό τμήμα της περιοχής μελέτης, αλλά αραιό και στους κλάδους μεγάλης τάξης δεν συμβάλουν αρκετοί κλάδοι της αμέσως μικρότερης τάξης. Στο πεδινό και ομαλής κλίσης τμήμα της περιοχής μελέτης οι μεγάλης τάξεως κλάδοι του υδρογραφικού δικτύου παρουσιάζουν μια ασυνήθη επιμήκυνση. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει, ότι το επιμηκυμένο τμήμα του υδρογραφικού δικτύου είναι νεώτερο σε σχέση με το υπόλοιπο. Το φαινόμενο αυτό αποδεικνύει, ότι παλαιότερα το υδρογραφικό δίκτυο σταματούσε στο σημείο εκείνο, στο οποίο σταματά η κανονική και πυκνή ανάπτυξή του. Από το σημείο αυτό και μετά υπήρχε ένα επίπεδο βάσης, το οποίο πιθανόν να αποτελούσε η μεγάλη λίμνη της Θεσσαλίας, ή κάποιες νεώτερες λίμνες και βάλτοι υπολείμματα της προηγούμενης. Τα υπολείμματα αυτά (βαλτώδεις εκτάσεις, οι οποίες έχουν αποστραγγιστεί τον προηγούμενο αιώνα και έχουν χαρτογραφηθεί και αναφερθεί βιβλιογραφικά) καταγράφονται έως την σημερινή εποχή. Έτσι τεκμηριώνεται και η ανισόχρονη μεταβολή και εξέλιξη του Πηνειού ποταμού, η οποία καταγράφεται και σε άλλα σημεία του. Με βάση τους υπολογισμούς και τις παρατηρήσεις στις παραπάνω παραγράφους για την ποσοτική ανάλυση του αναγλύφου και των παραμέτρων κάθε λεκάνης υπολεκάνης απορροής διαπιστώθηκαν τα εξής: Από τις δύο λεκάνες, στις οποίες διαχωρίστηκε η περιοχή μελέτης, αυτή του δυτικού Πηνειού είναι μεγαλύτερη από εκείνη του Ληθαίου ποταμού, ενώ η έκταση της συνολικής λεκάνης απορροής είναι τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η μεγαλύτερη από όλες τις υπολεκάνες της περιοχής είναι του Ίωνα ποταμού, με ποσοστό ίσο με το 22% της συνολικής έκτασης, ενώ τη μικρότερη επιφάνεια καταλαμβάνει η υπολεκάνη του Ιτάμου (ποσοστό 4%). Η ίδια σχέση υπάρχει και στην περίμετρο των λεκανών υπολεκανών, ενώ η περίμετρος της συνολικής λεκάνης απορροής είναι 782 χιλιόμετρα. 201

202 Γενικά, οι δύο λεκάνες απορροής (δυτικού Πηνειού και Ληθαίου) παρουσιάζουν μέσες κλίσεις, με τη λεκάνη του δυτικού Πηνειού να έχει τη μεγαλύτερη τιμή, εξαιτίας του ορεινού όγκου της Πίνδου, ενώ η μέση κλίση της λεκάνης απορροής του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης είναι 20,08%. Η μέση κλίση εμφανίζει μεγάλες διακυμάνσεις στις τιμές της, από 4,57% στην υπολεκάνη του Ιτάμου έως 66% στην υπολεκάνη του Κλεινοβίτικου ποταμού. Δεδομένου ότι η υπολεκάνη του Ιτάμου βρίσκεται στην πεδινή ζώνη της περιοχής, όπου επικρατούν ομαλές μορφολογικές κλίσεις, ενώ η υπολεκάνη του Κλεινοβίτικου αναπτύσσεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στην ορεινή ζώνη, κατά μήκος της οποίας παρατηρούνται οι μεγαλύτερες μορφολογικές κλίσεις, οι παραπάνω τιμές είναι απόλυτα δικαιολογημένες. Όμοια, η μικρότερη τιμή του μέσου υψομέτρου, ίση με 146,74 μέτρα, υπολογίστηκε στην υπολεκάνη του Ιτάμου, ενώ η υπολεκάνη του Κλεινοβίτικου ποταμού έχει τη μεγαλύτερη τιμή ίση με 1.014,13 μέτρα. Το γεγονός αυτό οφείλεται, όπως προαναφέρθηκε, στην θέση της κάθε υπολεκάνης. Η λεκάνη του δυτικού Πηνειού παρουσιάζει μέσο υψόμετρο πολύ μεγαλύτερο από αυτό της λεκάνης του Ληθαίου, εξαιτίας του γεγονότος ότι περικλείει έναν εκτεταμένο ορεινό τμήμα με μεγάλα υψόμετρα. Το μέσο υψόμετρο της συνολικής λεκάνης απορροής είναι 339,73 μέτρα Επίσης, κατά την ποσοτική ανάλυση του υδρογραφικού δικτύου παρατηρήθηκε ότι: Ο λόγος διακλάδωσης στις υπολεκάνες απορροής παρουσιάζει διακυμάνσεις τιμών, από 3,13 στην υπολεκάνη απορροής του Ριζώματος έως 6,39 στην υπολεκάνη του Ίωνα ποταμού. Σύμφωνα με τους Horton (1945) και Strahler (1964), η ιδανική τιμή του λόγου διακλάδωσης είναι 2, ενώ οι τιμές μεταξύ 2 και 5 δείχνουν ένα καλά αναπτυγμένο υδρογραφικό δίκτυο. Μεγάλες τιμές του μέσου λόγου διακλάδωσης, οι οποίες είναι μεγαλύτερες του 5, συνδέονται με μεγάλες μορφολογικές κλίσεις, όταν όμως επικρατούν μικρότερες κλίσεις, σχετίζονται με τα λιθολογικά ή τεκτονικά χαρακτηριστικά της περιοχής, με αποτέλεσμα να ευνοείται η επιφανειακή απορροή έναντι της κατείσδυσης (ΚΑΛΛΕΡΓΗΣ, 1970, ΜΟΥΣΤΑΚΑ κ.ά., 1999). Στην συγκεκριμένη περίπτωση, επειδή η μέση μορφολογική κλίση της υπολεκάνης του Ίωνα είναι σχετικά μικρή, η μεγάλη τιμή του λόγου διακλάδωσης έχει σχέση με τους υποκείμενους λιθολογικούς σχηματισμούς. Οι τιμές του Μέσου Λόγου Διακλάδωσης (Rb) των δύο λεκανών απορροής, όπως επίσης και στη λεκάνη του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης, δείχνουν ένα καλά αναπτυγμένο υδρογραφικό δίκτυο. Ο λόγος μήκους στις υδρολογικές υπολεκάνες εμφανίζει πολύ μικρή διακύμανση από 1,76 έως 3,85. Η μικρότερη τιμή του σημειώθηκε στην υπολεκάνη του Ίωνα ποταμού, ενώ η μεγαλύτερη στην υπολεκάνη του Ιτάμου. Η μεγαλύτερη τιμή του λόγου μήκους, ίση με 5,37, παρατηρήθηκε στην λεκάνη του Ληθαίου. Η τιμή αυτή εκτιμάται ότι σχετίζεται με το πολύ μεγάλο μήκος του κλάδου 7 ης τάξης του υδρογραφικού δικτύου του Ληθαίου. Η υδρολογική πυκνότητα των υπολεκανών του υδρογραφικού δικτύου κυμαίνεται από 1,214 km/km 2, στην υπολεκάνη του Παλαιοπύργου, έως 5,195 km/km 2, στην υπολεκάνη του Ίωνα. Η μικρότερη τιμή, η οποία παρατηρείται στην υπολεκάνη του Παλαιοπύργου, οφείλεται στην παρουσία του ελώδους τμήματος, το οποίο αποστράγγιζε την περιοχή, με αποτέλεσμα να μην 202

203 αναπτύσσονται μεγάλου μήκους κλάδοι. Απεναντίας, η υπολεκάνη του Ίωνα παρουσιάζει την μεγαλύτερη τιμή της πυκνότητας, εξαιτίας κυρίως της λιθολογικής σύστασης των πετρωμάτων της. Η λεκάνη του Ληθαίου ποταμού παρουσιάζει τη μικρότερη τιμή από τις δύο λεκάνες, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην μικρή της έκταση, ενώ η λεκάνη απορροής της περιοχής μελέτης εμφανίζει ένα καλά αναπτυγμένο υδρογραφικό δίκτυο, σε σχέση με την κατανομή του μήκους των κλάδων, που το αποστραγγίζουν. Υπάρχει, επομένως, σημαντική επιφανειακή απορροή. Η υδρολογική συχνότητα των υπολεκανών του υδρογραφικού δικτύου έχει τη μικρότερη τιμή στην υπολεκάνη του Ιτάμου, ίση με 1,716 κλάδοι/km 2 και τη μεγαλύτερη τιμή στην υπολεκάνη του Ίωνα ποταμού. Η τιμή της συχνότητας στην υπολεκάνη του Ιτάμου είναι ενδεικτική και οφείλεται στην μικρή της έκταση, εφόσον δεν πρόκειται στην πραγματικότητα για μία ενιαία υπολεκάνη, αλλά για ένα τμήμα της λεκάνης του Πάμισου. Η μεγάλη τιμή της υδρογραφικής συχνότητας του Ίωνα σχετίζεται, όπως έχει αναφερθεί, με τα λιθολογικά και τεκτονικά χαρακτηριστικά της λεκάνης του. Η λεκάνη του Πηνειού έχει τη μεγαλύτερη τιμή και αντανακλά ουσιαστικά αυτήν του συνόλου της λεκάνης απορροής. Γενικά, η συνολική λεκάνη απορροής εμφανίζει ένα καλά αναπτυγμένο υδρογραφικό δίκτυο σε σχέση με τον αριθμό των κλάδων, που το αποστραγγίζουν. Συνεπώς, ο σχεδιασμός της κάλυψης γης θα πρέπει να συνοδεύεται από καλό δίκτυο αποστράγγισης. Συγκριτικές παρατηρήσεις υδρολογικής πυκνότητας συχνότητας στις υπολεκάνες απορροής του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης δείχνουν ότι: Η υπολεκάνη του Μαλακασιώτικου ποταμού παρουσιάζει υψηλή πυκνότητα και μέση συχνότητα, με αποτέλεσμα να εμφανίζει μεγάλου μήκους κλάδους, μέτρια αναπτυγμένους στον χώρο. Η υπολεκάνη του άνω ρου του Πηνειού ποταμού εμφανίζει μέση πυκνότητα και χαμηλή συχνότητα, γεγονός που σημαίνει μεγάλου μήκους κλάδους αραιά αναπτυγμένους στο χώρο. Η υπολεκάνη του Ίωνα ποταμού έχει υψηλή πυκνότητα και συχνότητα και χαρακτηρίζεται από μεγάλου μήκους κλάδων πυκνά αναπτυγμένους στο χώρο. Για την καλύτερη αξιολόγηση και αξιοποίηση των παραπάνω αποτελεσμάτων, θα πρέπει να συνεξεταστούν σε σχέση με τα λιθολογικά και τεκτονικά χαρακτηριστικά της περιοχής. Το σκεπτικό της συγκεκριμένης παρατήρησης συνδυάζεται με τη λογική, ότι τα γεωμορφολογικά στοιχεία, σε μια περιοχή όπως η Ελλάδα, δεν είναι ούτε ανεξάρτητα, ούτε αποκομμένα από άλλα, όπως τα προαναφερθέντα (λιθολογικά και τεκτονικά). Συμπληρωματικά πρέπει να αναφερθεί, ότι η μορφή του υδρογραφικού δικτύου προδίδει τη σχέση του με τεκτονικά αίτια. 203

204 5.3. ΜΟΡΦΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ Η τεκτονική δομή της περιοχής έχει επιδράσει και πιθανόν επιδρά σημαντικά τόσο στην ανάπτυξη της κλίσης και των πρανών, όσο και στην ανάπτυξη των βασικών υδροκριτών και του υδρογραφικού δικτύου (ΑΝΤΩΝΙΟΥ, 2000). Με σκοπό τη διερεύνηση της σχέσης μεταξύ της τεκτονικής, του υδρογραφικού δικτύου και των διευθύνσεων ανάπτυξης των υδροκριτικών γραμμών στην περιοχή μελέτης, αναλύθηκαν αρχικά οι τεκτονικές γραμμές ρήγματα, διαρρήξεις και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά. Στη συνέχεια, έγινε στατιστική επεξεργασία και σύγκριση των διευθύνσεων και του μήκους των γραμμικών τους στοιχείων ΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Η ανάλυση των επωθήσεων, των εφιππεύσεων και των ρηγμάτων βασίστηκε στους γεωλογικούς χάρτες του Ι.Γ.Μ.Ε., κλίμακας 1: Επιπλέον, στην ανάλυση των ρηγμάτων χρησιμοποιήθηκαν βιβλιογραφικά δεδομένα (ΜΙΓΚΙΡΟΣ κ.ά., 1989, CAPUTO, 1990) και υπαίθριες παρατηρήσεις. Έγινε επεξεργασία και ομαδοποίηση αυτών των στοιχείων, πολλά από τα οποία έχουν ελεγχθεί και συμπληρωθεί και στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στο τοπογραφικό χαρτογραφικό υπόβαθρο. Εξαιτίας της ανεπαρκούς και ασυνεχούς κάλυψης και χαρτογραφικής αποτύπωσης των ρηγμάτων σε όλη την περιοχή μελέτης, όπως αναφέρθηκε και σε προηγούμενο κεφάλαιο, στο κεφάλαιο αυτό για τη στατιστική επεξεργασία των τεκτονικών γραμμών αντί του χάρτη των ρηγμάτων χρησιμοποιήθηκε ο χάρτης των φωτογραμμώσεων, ο οποίος κατασκευάστηκε από μελέτη δορυφορικών εικόνων. Η στατιστική επεξεργασία των διευθύνσεων και των μηκών του συνόλου των επωθήσεων, εφιππεύσεων, ρηγμάτων και φωτογραμμώσεων, που αποτυπώθηκαν στην περιοχή έρευνας, έγινε με την κατασκευή ροδοδιαγραμμάτων συχνότητας και πυκνότητας. Στην κατασκευή των ροδοδιαγραμμάτων χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα ROCKWORKS 2004, στο οποίο εισήχθησαν τα ψηφιακά δεδομένα του χάρτη ρηξιγενούς ιστού. Η υπολογιστική μέθοδος της συχνότητας ήταν το μήκος κάθε πετάλου του ροδοδιαγράμματος να αυξάνεται αναλογικά με το ποσοστό του συνόλου των μετρήσεων, που τοποθετείται μέσα σε αυτό. Ομοίως, η υπολογιστική μέθοδος της πυκνότητας ήταν, το μήκος κάθε πετάλου του ροδοδιαγράμματος να αυξάνεται αναλογικά με το ποσοστό του συνόλου των μετρήσεων των μηκών, που τοποθετείται μέσα σε αυτό. Η υποδιαίρεση των ροδοδιαγραμμάτων ορίστηκε ανά 10, η οποία καθορίζει το πέταλο και το μέγεθος της κάθε κυψελίδας. Η υποδιαίρεση αυτή θεωρήθηκε η πλέον ενδεικνυόμενη για την κλίμακα εργασίας. Η παρουσίαση των ροδοδιαγραμμάτων έγινε σε πλήρη κύκλο (1 360 ) χωρίς τη χρήση φίλτρων και στρέψης. Τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των επωθήσεων, των εφιππεύσεων και των φωτογραμμώσεων δημιουργήθηκαν από τα ψηφιακά δεδομένα τους. 204

205 Από το ροδοδιάγραμμα συχνότητας (σχήμα 5.3-1) διαπιστώνεται, ότι οι επωθήσεις και οι εφιππεύσεις ακολουθούν τις παρακάτω κύριες, δευτερεύουσες και τριτεύουσες διευθύνσεις: Κύρια διεύθυνση: Β Δευτερεύουσες διευθύνσεις: Β80 110, Β , Β Τριτεύουσες διευθύνσεις (ή διευθύνσεις πολύ χαμηλής συχνότητας): Β0 20 και Β Η στατιστική επεξεργασία πυκνότητας των επωθήσεων και των εφιππεύσεων παρουσιάζεται στο δεύτερο ροδοδιάγραμμα του σχήματος Όπως προκύπτει από το ροδοδιάγραμμα, τα μήκη των επωθήσεων και των εφιππεύσεων έρχονται σε πλήρη σχεδόν αντιστοιχία με τις κύριες, δευτερεύουσες και τριτεύουσες διευθύνσεις. Εξαίρεση αποτελεί η διεύθυνση Β που εμφανίζει μεγάλο μήκος σε σχέση με τη διεύθυνσή της. Τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του ρηξιγενούς ιστού της περιοχής μελέτης δίνεται στο σχήμα Οι φωτογραμμώσεις ακολουθούν τις παρακάτω κύριες, δευτερεύουσες και χαμηλές διευθύνσεις ανάπτυξης: Κύρια διεύθυνση: Β Δευτερεύουσες διευθύνσεις: Β0 10, Β30 40, Β Τριτεύουσα διεύθυνση: Β Από το ροδοδιάγραμμα πυκνότητας των φωτογραμμώσεων του σχήματος διαπιστώνεται ότι υπάρχουν διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη συχνότητα. Οι επικρατούσες διευθύνσεις μηκών είναι οι: Κύρια διεύθυνση: Β Δευτερεύουσες διευθύνσεις: Β0 10, Β40 50, Β90 100, Β ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Στο κεφάλαιο αυτό τα καταγεγραμμένα μορφολογικά χαρακτηριστικά της περιοχής μελέτης, όπως είναι το υδρογραφικό δίκτυο και οι διευθύνσεις ανάπτυξης των υδροκριτικών γραμμών, απετέλεσαν τα κυριότερα στοιχεία σύγκρισης με τη ρηγματογόνο τεκτονική. Για το σκοπό αυτό όλα τα γραμμικά στοιχεία των μορφολογικών χαρακτηριστικών, τα οποία ήταν ήδη ψηφιοποιημένα, όπως αναφέρθηκε στα προηγούμενα κεφάλαια, ομαδοποιήθηκαν και έγινε στατιστική επεξεργασία τους. Η στατιστική επεξεργασία των διευθύνσεων και του μήκους του συνόλου των γραμμών παρουσιάζεται σε θεματικά ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας ΥΔΡΟΚΡΙΤΕΣ Η κύρια υδροκριτική γραμμή της περιοχής μελέτης, όπως έχει αναφερθεί, ορίζεται δυτικά από τα κορυφαία της οροσειράς της Πίνδου, βόρεια από τον ορεινό άξονα των Χασίων, δυτικά από τα κορυφαία των Αντιχασίων και στο εσωτερικό του αναπτύσσεται μία σειρά από υδρολογικές υπολεκάνες. 205

206 Έγινε στατιστική επεξεργασία των περιφερειακών και εσωτερικών υδροκριτικών γραμμών της περιοχής μελέτης σε διεύθυνση και μήκος. Αρχικά έγιναν ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας για κάθε υπολεκάνη και κατόπιν εξετάστηκαν όλες οι υδροκριτικές γραμμές μαζί. Στη συνέχεια, ακολουθεί η στατιστική επεξεργασία των λεκανών και των υπολεκανών. Στο σχήμα παρουσιάζεται η στατιστική επεξεργασία όλων των υδροκριτικών γραμμών, περιφερειακών και εσωτερικών. Στα δύο ροδοδιαγράμματα της συχνότητας και της πυκνότητας των υδροκριτικών γραμμών διαπιστώνεται μία τάση αύξησης της συχνότητας προς τις διαρρήξεις, γεγονός το οποίο φαίνεται στα μήκη. Η ανάπτυξη των υδροκριτών έχει μεγάλη διασπορά, από 0 360, με επικρατούσα διεύθυνση τη Β Ως δευτερεύουσες διακρίνονται οι διευθύνσεις: Β , Β και η Β Το μήκος των υδροκριτών επικρατεί κατά τις κύριες διευθύνσεις, που είναι η Β , η Β (κύρια στη συχνότητα) και η Β Δευτερεύουσες διευθύνσεις είναι οι: Β10 20, Β50 70, Β80 90 (επικρατούσα διεύθυνση ανάπτυξης), Β και Β Η στατιστική επεξεργασία της υδροκριτικής γραμμής της λεκάνης απορροής του δυτικού Πηνειού δίνεται στο σχήμα Όπως φαίνεται από το ροδοδιάγραμμα συχνότητας, η κύρια διεύθυνση είναι η Α Δ και συγκεκριμένα η Β Δευτερεύουσες στην ανάπτυξη είναι η, σαφώς διαχωριζόμενη από τις υπόλοιπες διευθύνσεις, Β Ν (0 10 ) και διάφορες άλλες χαμηλότερες διευθύνσεις με διασπορά ΒΔ και ΝΑ. Το μέγιστο μήκος εμφανίζεται με διαφοροποιήσεις και έχει κύριες διευθύνσεις τη Β60 80, τη Β και τη Β , ενώ οι δευτερεύουσες διευθύνσεις είναι η Β και η Β Στο σχήμα φαίνονται τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των υδροκριτικών γραμμών της υπολεκάνης απορροής του Ίωνα ποταμού. Η κύρια διεύθυνση ανάπτυξης είναι η Β80 90 και η δευτερεύουσα διεύθυνση η Β Το μέγιστο μήκος του υδροκρίτη ακολουθεί τις διευθύνσεις της συχνότητας. Η στατιστική επεξεργασία του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου ποταμού δίνεται στο σχήμα Η υδροκριτική γραμμή έχει κύριες διευθύνσεις ανάπτυξης τη Β και τη Β Οι δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης είναι η Β10 20, Β50 60, η Β και η Β Όπως έχει διαπιστωθεί στην υπολεκάνη του Ίωνα, έτσι και στην υπολεκάνη του Μαλακασιώτικου το μήκος του υδροκρίτη του ακολουθεί τις κύριες και τις δευτερεύουσες διευθύνσεις της συχνότητας. Τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας της υπολεκάνης απορροής του Κλεινοβίτικου ποταμού παρουσιάζονται στο σχήμα Η κύρια διεύθυνση ανάπτυξης του υδροκρίτη είναι η Β και δευτερεύουσες οι Β40 50, Β60 70 και Β Στην ίδια διεύθυνση αναπτύσσεται και το μέγιστο μήκος, η οποία είναι η Β Δευτερεύουσες διευθύνσεις είναι η Β60 70 και η Β Στο σχήμα παρουσιάζεται η στατιστική επεξεργασία του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Ανάποδου ποταμού. Το ροδοδιάγραμμα συχνότητας παρουσιάζει ως κύρια διεύθυνση ανάπτυξης τη Β και δευτερεύουσες διευθύνσεις τη Β0 30 και τη Β Όπως φαίνεται στο ροδοδιάγραμμα 206

207 πυκνότητας, υπάρχουν αρκετές διαφοροποιήσεις. Η κύρια διεύθυνση είναι η Β και δευτερεύουσα η Β0 20 και η Β Η ταξινόμηση, ως προς τη συχνότητα και την πυκνότητα της υδροκριτικής γραμμής της υπολεκάνης απορροής του Πορταϊκού ποταμού, δίνεται στο σχήμα Οι διευθύνσεις ανάπτυξης είναι η Β40 80 (με επικρατούσα τη Β50 60 ) και δευτερεύουσα τη Β Η πυκνότητα παρουσιάζεται με διαφοροποιήσεις σε σχέση με τη συχνότητα. Το μέγιστο μήκος έχει κύρια διεύθυνση τη Β50 70 και δευτερεύουσες Β70 80 και Β Στο σχήμα παρουσιάζονται τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας της υπολεκάνης απορροής του Ιτάμου. Η κύρια διεύθυνση ανάπτυξης του υδροκρίτη είναι η Β Το μέγιστο μήκος του παρουσιάζει ΒΔ ανάπτυξη και συγκεκριμένα τη Β Στο σχήμα φαίνονται τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας της υπολεκάνης απορροής του άνω ρου Πηνειού. Από το ροδοδιάγραμμα συχνότητας προκύπτει, ότι η κύρια διεύθυνση ανάπτυξης είναι η Β Ως δευτερεύουσες εμφανίζονται η Β30 40, η Β και η Β Το μέγιστο μήκος του υδροκρίτη ακολουθεί την κύρια διεύθυνση της συχνότητας, η οποία είναι η Β Οι δευτερεύουσες διευθύνσεις συχνότητας έχουν πολύ μικρό μήκος. Τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της λεκάνης του Ληθαίου δίνονται στο σχήμα Η διεύθυνση ανάπτυξης της υδροκριτικής γραμμής έχει επικρατούσα διεύθυνση τη Β και δευτερεύουσα τη Β Το μέγιστο μήκος του υδροκρίτη αναπτύσσεται κατά τη διεύθυνση Β , ενώ όλες οι δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης έχουν πολύ μικρό μήκος. Η στατιστική επεξεργασία του υδροκρίτη της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού παρουσιάζεται στο σχήμα Οι κύριες διευθύνσεις ανάπτυξης του υδροκρίτη είναι η Β40 50, η Β80 90 και η Β (επικρατούσα), ενώ δευτερεύουσες είναι η Β0 10, η Β50 80 και η Β Από το ροδοδιάγραμμα πυκνότητας προκύπτει, ότι η κύρια διεύθυνση είναι η Β , ενώ όλες οι άλλες διευθύνσεις παρουσιάζουν πολύ μικρό μήκος. Από το ροδοδιάγραμμα συχνότητας (σχήμα ) της υδροκριτικής γραμμής της υπολεκάνης του Ριζώματος διαπιστώνεται, ότι οι κύριες διευθύνσεις ανάπτυξης είναι η Β10 20 και η Β , ενώ δευτερεύουσες διευθύνσεις είναι οι: Β0 10, Β20 30, Β και Β Το μέγιστο μήκος εμφανίζεται στη διεύθυνση Β , ενώ όλες οι υπόλοιπες διευθύνσεις της συχνότητας έχουν μικρό μήκος. Στο σχήμα παρουσιάζονται τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας της υδροκριτικής γραμμής της υπολεκάνης απορροής του Παλαιόπυργου. Όπως φαίνεται από το σχήμα, η κύρια διεύθυνση ανάπτυξής του είναι η Β και δευτερεύουσα διεύθυνση ανάπτυξης η Β Η κύρια διεύθυνση της πυκνότητας είναι Β και δευτερεύουσα η Β

208 ΥΔΡΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΙΚΤΥΟ Η στατιστική επεξεργασία όλων των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου έγινε σε διευθύνσεις και μήκος. Αρχικά σε όλη την λεκάνη απορροής της περιοχής μελέτης έγινε επεξεργασία των κλάδων κάθε τάξης και στη συνέχεια σε κάθε λεκάνη και υπολεκάνη ξεχωριστά. Στο σχήμα δίνονται τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης. Γενικά, οι διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους παρουσιάζουν μεγάλη διασπορά, από 0 έως 360, δείχνοντας ένα πολύπλοκο υδρογραφικό δίκτυο χωρίς προσανατολισμό. Η στατιστική επεξεργασία των κλάδων όλων των τάξεων του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής έρευνας έγινε σε διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους (σχήματα από έως ). Οι κλάδοι 1 ης, 2 ης και 3 ης τάξης, εμφανίζουν μεγάλη διασπορά σε κύκλο 2π με πλήθος ιδιομορφιών χωρίς προσανατολισμό. Οι κύριες και δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για τις υπόλοιπες τάξεις δίνονται στον πίνακα ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα & πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της περιοχής μελέτης. TABLE : Frequency and density of the streams in the study area. Τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας για τα ρέματα του υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού παρουσιάζονται στο σχήμα Οι διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους παρουσιάζουν μεγάλη διασπορά από 0 έως 360, εμφανίζοντας ένα υδρογραφικό δίκτυο χωρίς προσανατολισμό. Το ίδιο ισχύει για τους κλάδους μικρής τάξης (1 ης, 2 ης και 3ης), όπως προκύπτει από τα σχήματα , και Οι κύριες και δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για τις υπόλοιπες τάξεις (σχήματα από έως ) δίνονται στον πίνακα Στα σχήματα έως φαίνονται τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων και για κάθε τάξη ξεχωριστά του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Ίωνα ποταμού. Οι διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για όλους τους κλάδους του υδρογραφικού δικτύου, αλλά και για την πρώτη και δεύτερη τάξη, παρουσιάζουν μεγάλη διασπορά από 0 έως 360 χωρίς 208

209 προσανατολισμό. Οι επικρατούσες και δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για τις υπόλοιπες τάξεις δίνονται στον πίνακα ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης απορροής του Δυτικού Πηνειού ποταμού TABLE : Frequency and density of the streams of the western Pinios River drainage basin. ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Ίωνα ποταμού. TABLE : Frequency and density of the streams of the Ionas River drainage sub-basin. Στο σχήμα δίνονται τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου ρέματος. Κύρια διεύθυνση ανάπτυξης και μήκους είναι η Β0 60. Η ταξινόμηση κάθε τάξης του υδρογραφικού δικτύου δίνεται στα σχήματα από έως Οι διευθύνσεις ανάπτυξης και το μήκος των κλάδων κάθε τάξης δίνεται στον πίνακα Τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Κλεινοβίτικου ρέματος παρουσιάζονται στα σχήματα από έως Η κύρια διεύθυνση ανάπτυξης και μήκους για όλους τους κλάδους του υδρογραφικού δικτύου είναι η Β Οι κύριες και δευτερεύουσες διευθύνσεις για κάθε τάξη περιγράφονται στον πίνακα

210 ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου ρέματος. TABLE : Frequency and density of the streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Κλεινοβίτικου ρέματος. TABLE : Frequency and density of the streams of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. Η στατιστική επεξεργασία του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Ανάποδου ποταμού φαίνεται στα σχήματα από έως Όλες οι τάξεις των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου έχουν κύρια διεύθυνση ανάπτυξης και μέγιστου μήκους την Β Οι κύριες και δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για κάθε τάξη περιγράφονται στον πίνακα Τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας για όλους τους κλάδους και για κάθε τάξη κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Πορταϊκού ποταμού δίνονται στα σχήματα από έως Οι διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για όλους τους κλάδους του υδρογραφικού δικτύου παρουσιάζουν μεγάλη διασπορά, από 0 έως 360, χωρίς προσανατολισμό. Οι επικρατούσες και δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για τις επιμέρους τάξεις δίνονται στον πίνακα

211 ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Ανάποδου ποταμού. TABLE : Frequency and density of the streams of the Anapodos River drainage sub-basin. ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Πορταϊκού ποταμού. TABLE : Frequency and density of the streams of the Portaikos River drainage sub-basin. Στα σχήματα από έως δίνονται τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας για όλους τους κλάδους και για κάθε τάξη κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Ιτάμου. Η κυρίαρχη διεύθυνση ανάπτυξης και μέγιστου μήκους είναι η Β80 90, για όλους τους κλάδους του υδρογραφικού δικτύου. Οι διευθύνσεις ανάπτυξης και μέγιστου μήκους για τις επιμέρους τάξεις κλάδων περιγράφονται στον πίνακα

212 ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Ιτάμου. TABLE : Frequency and density of the streams of the Itamos drainage subbasin. ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του άνω ρου Πηνειού ποταμού. TABLE : Frequency and density of the streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. Η στατιστική επεξεργασία όλων των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του άνω ρου Πηνειού ποταμού και για κάθε τάξη ξεχωριστά δίνεται στα σχήματα από έως Η ταξινόμηση σε συχνότητα και πυκνότητα όλων των τάξεων των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου έδωσε κύριες διευθύνσεις τη Β και τη Β Οι κύριες και δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για κάθε τάξη περιγράφονται στον πίνακα Για τη λεκάνη απορροής του Ληθαίου ποταμού τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας για όλα τα ρέματα του υδρογραφικού δικτύου, αλλά και για κάθε τάξη κλάδων ξεχωριστά, παρουσιάζονται στα σχήματα από έως Οι διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για όλους τους κλάδους του υδρογραφικού δικτύου, αλλά και για την πρώτη τάξη, παρουσιάζουν μεγάλη διασπορά από 0 έως 360, χωρίς προσανατολισμό. Οι κύριες και δευτερεύουσες διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για τις υπόλοιπες τάξεις δίνονται στον πίνακα Η συχνότητα και η πυκνότητα για όλους τους κλάδους, αλλά και για κάθε τάξη ξεχωριστά του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού φαίνεται στα σχήματα από έως Οι 212

213 διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για όλους τους κλάδους του υδρογραφικού δικτύου παρουσιάζουν μεγάλη διασπορά, από 0 έως 360, χωρίς προσανατολισμό. Οι κύριες και δευτερεύουσες διευθύνσεις, οι οποίες επικρατούν για κάθε τάξη κλάδων, περιγράφονται στον πίνακα ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της λεκάνης απορροής του Ληθαίου ποταμού. TABLE : Frequency and density of the streams of the Litheos River drainage basin. ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του άνω ρου Ληθαίου ποταμού. TABLE : Frequency and density of the streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. Η στατιστική επεξεργασία του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Ριζώματος φαίνεται στα σχήματα από έως Οι κύριες διευθύνσεις της ανάπτυξης όλων των κλάδων είναι η Β30 50 και η Β και του μέγιστου μήκους των κλάδων είναι η Β30 40 και η Β Η 213

214 ανάλυση της στατιστικής επεξεργασίας για κάθε τάξη κλάδων παρουσιάζεται στον πίνακα ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Ριζώματος. TABLE : Frequency and density of the streams of the Rizoma drainage subbasin. ΠΙΝΑΚΑΣ : Συχνότητα και πυκνότητα των κλάδων του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Παλαιόπυργου. TABLE : Frequency and density of the streams of the Paleopyrgos drainage sub-basin. Τα ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας για όλους τους κλάδους, αλλά και για κάθε τάξη ξεχωριστά, του υδρογραφικού δικτύου της υπολεκάνης απορροής του Παλαιόπυργου δίνονται στα σχήματα από έως Οι κύριες διευθύνσεις ανάπτυξης και μήκους για όλους τους κλάδους είναι η Β20 30 και η Β Η περιγραφή των διευθύνσεων της συχνότητας και της πυκνότητας για κάθε τάξη γίνεται στον πίνακα

215 A B ΣΧΗΜΑ 5.3-1: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των επωθήσεων και των εφιππεύσεων της περιοχής μελέτης. FIGURE 5.3-1: Frequency and density rose diagrams of the thrusts and overthrusts in the study area. A B ΣΧΗΜΑ 5.3-2: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των φωτογραμμώσεων της περιοχής μελέτης. FIGURE 5.3-2: Frequency and density rose diagrams of the lineaments in the study area. A B ΣΧΗΜΑ 5.3-3: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των υδροκριτών των λεκανών και υπολεκανών απορροής της περιοχής μελέτης. FIGURE 5.3-3: Frequency and density rose diagrams of the watersheds in the study area. 215

216 A B ΣΧΗΜΑ 5.3-4: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των υδροκριτών της λεκάνης απορροής του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE 5.3-4: Frequency and density rose diagrams of the watershed of the western Pinios River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ 5.3-5: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Ίωνα ποταμού. FIGURE 5.3-5: Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Ionas River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ 5.3-6: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE 5.3-6: Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. 216

217 A B ΣΧΗΜΑ 5.3-7: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE 5.3-7: Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ 5.3-8: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Ανάποδου ποταμού. FIGURE 5.3-8: Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Anapodos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ 5.3-9: Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Πορταϊκού ποταμού. FIGURE 5.3-9: Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Portaikos River drainage sub-basin. 217

218 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Ιτάμου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Itamos drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the watershed of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των υδροκριτών της λεκάνης απορροής του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Litheos River drainage basin. 218

219 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the watershed of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Rizoma drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας του υδροκρίτη της υπολεκάνης απορροής του Παλαιοπύργου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the watershed of the Paleopyrgos drainage sub-basin. 219

220 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the streams of the whole drainage basin in the study area. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams in the study area. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams in the study area. 220

221 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams in the study area. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams in the study area. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams in the study area. 221

222 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams in the study area. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 7 ης τάξης της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 7 th class streams in the study area. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 8 ης τάξης της περιοχής μελέτης. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 8 th class streams in the study area. 222

223 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the western Pinios River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the western Pinios River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the western Pinios River drainage basin. 223

224 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the western Pinios River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the western Pinios River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the western Pinios River drainage basin. 224

225 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the western Pinios River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 7 ης τάξης της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 7 th class streams of the western Pinios River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 8 ης τάξης της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 8 th class streams of the western Pinios River drainage basin. 225

226 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Ionas River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Ionas River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Ionas River drainage sub-basin. 226

227 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Ionas River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Ionas River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the Ionas River drainage sub-basin. 227

228 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the Ionas River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. 228

229 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. 229

230 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της υπολεκάνης Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της υπολεκάνης Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 7 ης τάξης της υπολεκάνης Μαλακασιώτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 7 th class streams of the Malakasiotis Stream drainage sub-basin. 230

231 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. 231

232 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. 232

233 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the Klinovitikos Stream drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Anapodos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Anapodos River drainage sub-basin. 233

234 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Anapodos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Anapodos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Anapodos River drainage sub-basin. 234

235 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the Anapodos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the Anapodos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης Πορταϊκού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Portaikos River drainage sub-basin. 235

236 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης Πορταϊκού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Portaikos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης Πορταϊκού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Portaikos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης Πορταϊκού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Portaikos River drainage sub-basin. 236

237 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης Πορταϊκού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Portaikos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της υπολεκάνης Πορταϊκού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the Portaikos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της υπολεκάνης Πορταϊκού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the Portaikos River drainage sub-basin. 237

238 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης του Ιτάμου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Itamos drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης του Ιτάμου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Itamos drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης του Ιτάμου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Itamos drainage sub-basin. 238

239 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης του Ιτάμου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Itamos drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης του Ιτάμου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Itamos drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. 239

240 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. 240

241 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. 241

242 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 7 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 7 th class streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 8 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 8 th class streams of the upper part of the Pinios River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Litheos River drainage basin. 242

243 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Litheos River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Litheos River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Litheos River drainage basin. 243

244 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Litheos River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the Litheos River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the Litheos River drainage basin. 244

245 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 7 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 7 th class streams of the Litheos River drainage basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. 245

246 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. 246

247 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 7 ης τάξης της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 7 th class streams of the upper part of the Litheos River drainage sub-basin. 247

248 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Rizoma drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Rizoma drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Rizoma drainage sub-basin. 248

249 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Rizoma drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Rizoma drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 5 ης τάξης της υπολεκάνης Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 5 th class streams of the Rizoma drainage sub-basin. 249

250 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 6 ης τάξης της υπολεκάνης Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 6 th class streams of the Rizoma drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 7 ης τάξης της υπολεκάνης Ριζώματος. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 7 th class streams of the Rizoma drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας όλων των ρεμάτων της υπολεκάνης Παλαιοπύργου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of all the streams of the Paleopyrgos drainage sub-basin. 250

251 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 1 ης τάξης της υπολεκάνης Παλαιοπύργου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 1 st class streams of the Paleopyrgos drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 2 ης τάξης της υπολεκάνης Παλαιοπύργου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 2 nd class streams of the Paleopyrgos drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 3 ης τάξης της υπολεκάνης Παλαιοπύργου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 3 rd class streams of the Paleopyrgos drainage sub-basin. 251

252 A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 4 ης τάξης της υπολεκάνης Παλαιοπύργου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 4 th class streams of the Paleopyrgos drainage sub-basin. A B ΣΧΗΜΑ : Ροδοδιαγράμματα συχνότητας και πυκνότητας των ρεμάτων 7 ης τάξης της υπολεκάνης Παλαιοπύργου. FIGURE : Frequency and density rose diagrams of the 7 th class streams of the Paleopyrgos drainage sub-basin ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Παρατηρώντας τα ροδοδιαγράμματα των σχημάτων & συμπεραίνουμε, ότι ο προσανατολισμός των δομών (γεωδομών και γεωμορφών) επηρεάζονται από ρήγματα διεύθυνσης Α Δ. Τα ρήγματα αυτά ουσιαστικά κόβουν όλες τις προϋπάρχουσες σημαντικές δομές. Αντιπαραβάλλοντας τα ροδοδιαγράμματα των υδροκριτικών γραμμών των λεκανών και υπολεκανών απορροής του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του (σχήματα από έως ) με αυτά των τεκτονικών γραμμών (σχήματα & 5.3-2) καταλήγουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα: Οι διευθύνσεις του συνόλου των υδροκριτικών γραμμών των λεκανών και υπολεκανών παρουσιάζουν, σε σχέση με τις διαρρήξεις, όμοια τάση αύξησης της συχνότητας, γεγονός που φαίνεται στα αντίστοιχα ροδοδιαγράμματα (σχήμα 5.3-3). 252

253 Οι διευθύνσεις των υδροκριτικών γραμμών της λεκάνης απορροής του Δυτικού Πηνειού ποταμού ακολουθούν κυρίως τη διεύθυνση Α Δ, επηρεαζόμενες από τα ρήγματα ίδιας διεύθυνσης. Επίσης, παρουσιάζουν μια τάση αύξησης της συχνότητας σε σχέση με αυτές τις διαρρήξεις, η οποία φαίνεται στα αντίστοιχα ροδοδιαγράμματα (σχήμα 5.3-4). Οι διευθύνσεις των υδροκριτικών γραμμών της λεκάνης απορροής του Ληθαίου ποταμού ακολουθούν κυρίως τη διεύθυνση Β (ΒΔ ΝΑ), ακολουθώντας παλαιές τεκτονικές γραμμές. Το ροδοδιάγραμμα της πυκνότητας (δηλαδή τα μήκη) μας οδηγούν στο συμπέρασμα, ότι αυτή είναι η κύρια διάρρηξη, η οποία επηρεάζει στο μέγιστο βαθμό τις υδροκριτικές γραμμές (σχήμα ). Οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης απορροής του Ίωνα ποταμού εμφανίζουν επικρατούσα διεύθυνση συχνότητας την Α Δ, η οποία οφείλεται κυρίως στη λιθολογία. Δευτερευόντως επηρεάζεται από τις μεταλπικές διαρρήξεις (σχήμα 5.3-5). Οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου ρέματος εμφανίζουν όλες τις διευθύνσεις, με πιο ευδιάκριτη τη Β Η παρουσία όλων των διευθύνσεων μας οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης επηρεάζονται από βαθιές παλιές δομές (αλπικές) (σχήμα 5.3-6). Οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης απορροής του Κλεινοβίτικου ρέματος εμφανίζουν κύρια διεύθυνση συχνότητας τη Β Η επικράτηση της διεύθυνσης αυτής έναντι των άλλων, οι οποίες εμφανίζονται όμως στα ροδοδιαγράμματα, οφείλεται τόσο στη λιθολογία, όσο και σε δευτερεύουσες διαρρήξεις (σχήμα 5.3-7). Οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης απορροής του Ανάποδου ποταμού εμφανίζουν κύρια διεύθυνση συχνότητας τη Β , ακολουθώντας τη μεταλπική τεκτονική των επαναδραστηριοποιημένων παλαιών διαρρήξεων. Από το ροδοδιάγραμμα της πυκνότητας (μήκη) συμπεραίνουμε, ότι αυτή είναι η κύρια διάρρηξη, που επηρεάζει στο μέγιστο βαθμό τις υδροκριτικές γραμμές (σχήμα 5.3-8). Οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης απορροής του Πορταϊκού ποταμού εμφανίζουν όλες τις διευθύνσεις με πιο ευδιάκριτες τις Β10 20, Β60 80 και Β Η παρουσία όλων των διευθύνσεων μας οδηγεί στο συμπέρασμα, ότι οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης επηρεάζονται από βαθιές παλιές δομές (αλπικές) (σχήμα 5.3-9). Οι υπολεκάνες απορροής του Πορταϊκού ποταμού και του Μαλακασιώτικου ρέματος, επειδή βρίσκονται στις άκρες της συνολικής λεκάνης του Πηνειού ποταμού, συνεχίζουν να επηρεάζονται από βαθιές παλιές δομές (αλπικές), χωρίς να παρουσιάζουν τη γρηγορότερη εξέλιξη, την οποία παρουσιάζουν οι άλλες υπολεκάνες, που είναι κεντρικότερες. Οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης απορροής του Ιτάμου εμφανίζουν κύριες διευθύνσεις συχνότητας τις Β50 60 και Β , με επικρατούσα ως προς το μήκος τη δεύτερη (σχήμα ). Οι υδροκριτικές γραμμές των υπολεκανών απορροής του άνω ρου του Πηνειού και του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού εμφανίζουν κύρια διεύθυνση συχνότητας τη Β Παρόλη την ύπαρξη και άλλων διευθύνσεων, 253

254 τα ροδοδιαγράμματα των πυκνοτήτων (μήκη) μας οδηγούν στο συμπέρασμα, ότι η κυριαρχούσα διεύθυνση είναι μία, η οποία επηρεάζεται από τη μεταλπική τεκτονική των επαναδραστηριοποιημένων παλαιών διαρρήξεων (σχήματα και ). Οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης απορροής του Ριζώματος εμφανίζουν κύρια διεύθυνση συχνότητας περίπου τη Β Ν (Β0 30 και Β ). Παρατηρώντας το ροδοδιάγραμμα της πυκνότητας συμπεραίνουμε, ότι από όλο το εύρος των διευθύνσεων ως επικρατούσα εμφανίζεται η Β Η διεύθυνση αυτή ελέγχεται άμεσα από διεύθυνση τεκτονικών γραμμών (σχήμα ). Οι υδροκριτικές γραμμές της υπολεκάνης απορροής του Παλαιοπύργου εμφανίζουν ως κύριες διευθύνσεις συχνότητας τις Β , Β10 20 και Β60 70 ). Παρατηρώντας το ροδοδιάγραμμα της πυκνότητας συμπεραίνουμε, ότι από όλο το εύρος των διευθύνσεων ως επικρατούσα εμφανίζεται η Β Η διεύθυνση αυτή ελέγχεται άμεσα από διεύθυνση τεκτονικών γραμμών (σχήμα ). Αντιπαραβάλλοντας τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων των ρεμάτων του Πηνειού ποταμού και των παραποτάμων του (σχήματα από έως ) με αυτά των τεκτονικών γραμμών (σχήματα & 5.3-2) καταλήγουμε στα ακόλουθα συμπεράσματα: Τα ροδοδιαγράμματα του συνόλου των ρεμάτων της περιοχής μελέτης δεν παρουσιάζουν καμία κυρίαρχη διεύθυνση, εξαιτίας της πολυπλοκότητας και το πλήθος των ιδιόμορφων και ιδιότυπων δομών και πετρωμάτων. Έτσι δεν παρουσιάζουν κυρίαρχο προσανατολισμό (σχήμα ). Το ίδιο φαινόμενο παρατηρούμε και στα ροδοδιαγράμματα της 1 ης και 2 ης τάξης των ρεμάτων της περιοχής μελέτης. Στα ρέματα της 1 ης τάξης υπάρχει μια ελαφριά ανεπαίσθητη υπεροχή των διευθύνσεων Α Δ, εξαιτίας του ότι σαν νεώτερα ρέματα σχετίζονται περισσότερο από τις νεώτερες διαρρήξεις (σχήμα ). Στα ρέματα της 2 ης τάξης υπάρχει μια ελαφριά ανεπαίσθητη υπεροχή των διευθύνσεων ΒΒΑ ΝΝΔ, το οποίο σημαίνει ότι τα ρέματα επηρεάζονται περισσότερο από παλαιότερες διαρρήξεις (σχήμα ). Στα ρέματα της 3 ης και 4 ης τάξης αρχίζει να εμφανίζεται ξεκάθαρα η επιρροή των πρώτων διαρρήξεων και να παρουσιάζουν ως κυρίαρχη διεύθυνση τη ΒΒΑ ΝΝΔ (σχήματα και ). Στα ρέματα της 5 ης τάξης εμφανίζεται η επιρροή των αλπικών διαρρήξεων (σχήμα ). Στα ρέματα της 6 ης, 7 ης και 8 ης τάξης εμφανίζεται η επιρροή των νεώτερων διαρρήξεων (σχήματα , και ). Την ίδια περίπου μορφή παρουσιάζουν τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων των ρεμάτων της λεκάνης του Δυτικού Πηνειού ποταμού (σχήματα από έως ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου των ρεμάτων της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού δεν παρουσιάζουν κάποιο κυρίαρχο προσανατολισμό (σχήμα ). 254

255 Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων των ρεμάτων της 1 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού παρουσιάζουν μια ελαφριά ανεπαίσθητη υπεροχή των διευθύνσεων Α Δ, εξαιτίας του ότι ως νεώτερα ρέματα επηρεάζονται περισσότερο από τις νεώτερες διαρρήξεις (σχήμα ). Τα ρέματα της 2 ης έως και της 6 ης τάξης της λεκάνης του Ληθαίου ποταμού παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από αλπικές διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ρέματα της 7 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές διαρρήξεις (σχήμα ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου των ρεμάτων της υπολεκάνης του Ίωνα ποταμού δεν παρουσιάζουν κάποιο κυρίαρχο προσανατολισμό (σχήμα ). Τα ρέματα της 1 ης τάξης παρουσιάζουν μια ελαφριά υπεροχή των διευθύνσεων Α Δ, εξαιτίας του ότι ως νεώτερα ρέματα επηρεάζονται περισσότερο από τις νεώτερες διαρρήξεις (σχήμα ). Τα ρέματα της 2 ης έως και της 5 ης τάξης παρουσιάζουν από μικρή έως σημαντική υπεροχή των διευθύνσεων, που επηρεάζονται από αλπικές διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ρέματα της 6 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές διαρρήξεις (σχήμα ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου των ρεμάτων και της 1 ης έως της 4 ης τάξης της υπολεκάνης του Μαλακασιώτικου ρέματος παρουσιάζουν διευθύνσεις με κυρίαρχο προσανατολισμό, που επηρεάζονται από αλπικές διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ρέματα της 5 ης έως της 7 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου των ρεμάτων και της 1 ης έως της 3 ης τάξης της υπολεκάνης του Κλεινοβίτικου ρέματος παρουσιάζουν διευθύνσεις με κυρίαρχο προσανατολισμό, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ρέματα της 4 ης και της 5 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές και αλπικές διαρρήξεις (σχήματα και ). Τα ρέματα της 6 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από αλπικές διαρρήξεις (σχήμα ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου και όλων των τάξεων των ρεμάτων της υπολεκάνης του Ανάποδου ποταμού παρουσιάζουν διευθύνσεις με κυρίαρχο προσανατολισμό, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές κυρίως και αλπικές δευτερευόντως διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου των ρεμάτων και της 1 ης τάξης της υπολεκάνης του Πορταϊκού ποταμού δεν παρουσιάζουν κάποιο κυρίαρχο προσανατολισμό (σχήματα και ). 255

256 Τα ρέματα της 2 ης έως και της 6 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από αλπικές διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου και όλων των τάξεων των ρεμάτων της υπολεκάνης του Ιτάμου παρουσιάζουν διευθύνσεις με κυρίαρχο προσανατολισμό, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές κυρίως και αλπικές δευτερευόντως διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου των ρεμάτων της υπολεκάνης του άνω ρου του Πηνειού ποταμού δεν παρουσιάζουν κάποιο κυρίαρχο προσανατολισμό (σχήμα ). Τα ρέματα της 1 ης έως και της 7 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από μεταλπικές διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ρέματα της 8 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές διαρρήξεις (σχήμα ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου των ρεμάτων της υπολεκάνης του άνω ρου του Ληθαίου ποταμού δεν παρουσιάζουν κάποιο κυρίαρχο προσανατολισμό (σχήμα ). Τα ρέματα της 1 ης έως και της 6 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από μεταλπικές διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Τα ρέματα της 7 ης τάξης παρουσιάζουν διευθύνσεις, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές διαρρήξεις (σχήμα ). Τα ροδοδιαγράμματα των διευθύνσεων του συνόλου και όλων των τάξεων των ρεμάτων των υπολεκάνων του Ριζώματος και του Παλαιοπύργου παρουσιάζουν διευθύνσεις με κυρίαρχο προσανατολισμό, που επηρεάζονται από νεοτεκτονικές κυρίως και αλπικές δευτερευόντως διαρρήξεις (σχήματα από έως ). Καταλήγοντας συμπεραίνουμε, ότι ο προσανατολισμός των δομών (γεωδομών και γεωμορφών) γενικά επηρεάζεται από ρήγματα διεύθυνσης Α Δ, τα οποία ουσιαστικά κόβουν όλες τις προϋπάρχουσες σημαντικές δομές. Οι διευθύνσεις των υδροκριτικών γραμμών της λεκάνης απορροής του Δυτικού Πηνειού ποταμού ακολουθούν κυρίως τη διεύθυνση Α Δ, επηρεαζόμενες από τα ρήγματα ίδιας διεύθυνσης. Οι διευθύνσεις των υδροκριτικών γραμμών της λεκάνης απορροής του Ληθαίου ποταμού ακολουθούν κυρίως τη διεύθυνση Β (ΒΔ ΝΑ), ακολουθώντας παλαιές τεκτονικές γραμμές. Αυτή είναι η κύρια διάρρηξη, η οποία επηρεάζει στο μέγιστο βαθμό τις υδροκριτικές γραμμές. Οι υπολεκάνες απορροής του Πορταϊκού ποταμού και του Μαλακασιώτικου ρέματος, επειδή βρίσκονται στις άκρες της συνολικής λεκάνης του Πηνειού ποταμού, συνεχίζουν να επηρεάζονται από βαθιές παλιές δομές (αλπικές), χωρίς να παρουσιάζουν τη γρήγορη εξέλιξη, την οποία παρουσιάζουν οι άλλες υπολεκάνες, οι οποίες είναι κεντρικότερες. Το σύνολο των ρεμάτων της περιοχής μελέτης δεν παρουσιάζουν κυρίαρχο προσανατολισμό εξαιτίας της πολυπλοκότητας και το πλήθος των ιδιόμορφων και ιδιότυπων δομών και πετρωμάτων. Το ίδιο φαινόμενο 256

257 παρατηρούμε και στα ροδοδιαγράμματα της 1 ης και 2 ης τάξης των ρεμάτων της περιοχής μελέτης. Στα ρέματα της 3 ης και 4 ης τάξης αρχίζει να εμφανίζεται ξεκάθαρα η επιρροή των πρώτων διαρρήξεων και να παρουσιάζουν ως κυρίαρχη διεύθυνση τη ΒΒΑ ΝΝΔ. Στα ρέματα της 5 ης τάξης εμφανίζεται η επιρροή των αλπικών διαρρήξεων. Στα ρέματα της 6 ης, 7 ης και 8 ης τάξης εμφανίζεται η επιρροή των νεώτερων διαρρήξεων. 257

258 5.4. ΚΑΡΣΤΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Οι καρστικές μορφές εκτός από το επιστημονικό ενδιαφέρον, το οποίο παρουσιάζουν, μπορούν να αποτελέσουν και πόλο έλξης πολλών επισκεπτών. Επομένως, η σωστή αξιοποίησή τους συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη μιας περιοχής. Για τους παραπάνω λόγους γίνεται προσπάθεια εξέτασης και καταγραφής τους ξεχωριστά στο κεφάλαιο αυτό της παρούσης μελέτης. Η ύπαρξη στην περιοχή μελέτης ασβεστολιθικών σχηματισμών, που ανήκουν στις λιθοστρωματογραφικές ενότητες της Πίνδου, του Κόζιακα και της Υποπελαγονικής, και σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, υποδηλώνουν την πιθανότητα ύπαρξης καρστικών φαινομένων. Συμπληρωματικά, αναφέρεται ότι οι πολλές διαρρήξεις και διακλάσεις βοηθούν στη διαπερατότητα των πετρωμάτων. Η φύση, η συχνότητα και η διάταξή τους αποτελούν σημαντικό παράγοντα στη δημιουργία καρστ (ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ ΖΑΜΑΝΗ, 1988β). Στη περιοχή μελέτης η έντονη τεκτονική δραστηριότητα ευνοεί τη δημιουργία καρστ, γιατί βοηθά στη διαπερατότητα των πετρωμάτων και στη συνέχεια στη διάλυσή τους. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται και υπόγειο αποστραγγιστικό δίκτυο. Σύμφωνα με επιτόπιες παρατηρήσεις και βιβλιογραφικές ή προφορικές αναφορές, που υπάρχουν για τη περιοχή, πιστοποιείται η ύπαρξη καρστικών μορφών. Οι μορφές αυτές κατανέμονται κυρίως στην περιοχή της οροσειράς της Πίνδου και του Κερκέτιου όρους (Κόζιακα), καθώς επίσης και στην απόληξη των Αντιχασίων ορέων προς τη θεσσαλική πεδιάδα. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση των μορφών που συναντούμε στη Θεόπετρα. Στο βράχο της Θεόπετρας καταγράφεται η ύπαρξη δύο καρστικών σπηλαίων. Ο παλαιολιθικός άνθρωπος έκανε την εμφάνιση του στο πρώτο σπήλαιο της Θεόπετρας (στη θέση «Μούτα») και ίσως και στο δεύτερο στη θέση «Άγιος Νικόλαος», μεταξύ των χρόνων π.χ. και των χρόνων π.χ. Στο πρώτο σπήλαιο βρέθηκαν, με τις τελευταίες ανασκαφικές έρευνες, τριπτήρες παλαιολιθικοί, πυριτολιθικά τεμάχια, οστά πολλών μικρών ζώων και ίχνη φωτιάς. Το εν λόγω σπήλαιο (φωτογραφίες & 2) πρέπει να επικοινωνούσε με το δεύτερο, το οποίο βρίσκεται στο νότιο μέρος του ίδιου βράχου και περιλαμβάνει θαυμάσιο σταλακτιτικό και σταλαγμιτικό διάκοσμο (ΖΙΑΚΑΣ, 1992). Στο όρος του Κόζιακα, στα Ανταλλάξιμα, στην περιοχή δυτικά της Μεγάρχης, υπάρχει σπήλαιο (θέση 1 του σχήματος 5.4-2) με υπέροχους σταλακτίτες και σταλαγμίτες (φωτογραφίες & 4). Την ύπαρξη και την περιγραφή του σπηλαίου αυτού ανέφεραν οι Θ. Νημάς (1987) και Ζιάκας (1992). Στο όρος του Κόζιακα, επίσης, δυτικά της Φιλύρας υπάρχει σπήλαιο με σταλακτιτικό και σταλαγμιτικό διάκοσμο (φωτογραφία 5.4-5). Το σπήλαιο ονομάζεται από τους ντόπιους το «Σπήλαιο του Μπέη», εξαιτίας της ομώνυμης βρύσης, η οποία βρίσκεται κοντά στην είσοδο του και παραμένει ανεξερεύνητο (θέση 5 του σχήματος 5.4-2). 258

259 Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ & 2: Το σπήλαιο της Θεόπετρας, στη θέση «Μούτα». PHOTOGRAPHS & 2: Theopetra cavern. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ & 4: Ο εσωτερικός διάκοσμος του σπηλαίου στα Ανταλλάξιμα. PHOTOGRAPHS & 4: The internal decoration of Antallaxima cavern. Φωτ Φωτ

260 Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 5.4-5: Ο εσωτερικός διάκοσμος του «σπηλαίου του Μπέη». PHOTOGRAPH 5.4-5: The internal decoration of Mpeis cavern. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 5.4-6: Καρστικές μορφές στο πρανές του δρόμο το Γοργογύρι Κόρη, στον Κόζιακα. PHOTOGRAPH 5.4-6: Karstic forms beside the road Gorgogyri - Kori. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 5.4-7: Η δολίνη στην Αγία Παρασκευή Πετρόπορου. PHOTOGRAPH 5.4-7: The Petroporos doline. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 5.4-8: Καρστικοποιημένες διαρρήξεις στη δολίνη της Αγ. Παρασκευής Πετρόπορου. PHOTOGRAPH 5.4-8: Karstificated disruptions at the Petroporos doline. Φωτ Φωτ

261 Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 5.4-9: Καρστικό πηγάδι στη δολίνη της Αγίας Παρασκευής Πετρόπορου. PHOTOGRAPH 5.4-9: Karstic shaft next to the Petroporos doline. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η δολίνη «Λάκκα» στον Πρόδρομο. PHOTOGRAPH : The Prodromos doline, called «Lakka». Φωτ Φωτ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ & 12: Κοιλότητες (ψευδοκάρστ) στο κροκαλοπαγές στα Μετέωρα. PHOTOGRAPHS & 12: Cavities (Pseudokarst) on the Meteora conglomerate rock. 261

262 Στο ίδιο όρος, νοτιοανατολικά του χωριού Ξυλοπάροικο και βορειοδυτικά της Πιαλείας, υπάρχει η σπηλιά Χρυσικότρυπα (θέση 4 του σχήματος 5.4-2). Επισημαίνεται η ύπαρξη και η ανάγκη συστηματικής σπηλαιολογικής έρευνας, που πρέπει να τύχει και το σπήλαιο «Αέρας» στην Παλαιοκαρυά, το οποίο διατρέχει υπόγειος ποταμός (ΖΙΑΚΑΣ, 1992). Στο δρόμο από το Γοργογύρι για την Κόρη, στο Κερκέτιο όρος, λίγο βορειότερα της Κόρης, σε πρανές του δρόμου εμφανίζονται μικρές καρστικές μορφές (θέση 3 του σχήματος 5.4-2). Οι χαρακτηριστικές αυτές μορφές είναι σταλαγμιτικές και ήρθαν στην επιφάνεια κατά την διάνοιξη του δρόμου (φωτογραφία 5.4-6). Η αποκάλυψη του σπηλαίου αυτού στο πρανές του δρόμου είναι ορατή και ευδιάκριτη από το δρόμο και οι καρστικές μορφές που παρουσιάζονται είναι χαρακτηριστικές, αν και μικρές σε μέγεθος. Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες και αναφορές κατοίκων της περιοχής σημειώνονται και άλλες δύο πιθανές θέσεις ύπαρξης σπηλαίων, που δεν κατέστη δυνατό να πιστοποιηθούν κατά την εργασία υπαίθρου. Η πρώτη πιθανή θέση αναφέρεται ότι είναι στον ασβεστολιθικό όγκο, ο οποίος βρίσκεται βόρεια του Παλαιόπυργου, έξω από τα Τρίκαλα. Η δεύτερη πιθανή θέση ύπαρξης σπηλαίου αναφέρεται ότι είναι στον ασβεστολιθικό όγκο, ο οποίος βρίσκεται ανατολικά του χωριού Κοτρώνι, στον ορεινό όγκο του Κόζιακα (θέση 6 του σχήματος 5.4-2). Σύμφωνα πάντα με τις περιγραφές των κατοίκων του χωριού αυτού, όταν ήταν παιδιά πήγαιναν στο σπήλαιο αυτό, το οποίο είχε δύο εισόδους, τις οποίες ανατίναξαν αργότερα κυνηγοί χαμένων θησαυρών. Στη θέση Αγία Παρασκευή, βόρεια του Πετρόπορου, υπάρχει μία δολίνη (φωτογραφίες 5.4-7). Από τους Α. Παπαπέτρου Ζαμάνη και Γ. Λειβαδίτη (1981) καταγράφηκε η ύπαρξη δολίνης και μελετήθηκε η εξέλιξή της (σχήμα 5.4-1). Σύμφωνα με τους συγγραφείς της εργασίας αυτής τα στάδια εξέλιξης της δολίνης είναι τα παρακάτω: (α). Πριν το Τεταρτογενές, καρστικοποίηση που έφθασε μέχρι τη στάθμη της τότε θεσσαλικής λίμνης. (β). άνοιγμα της κοιλάδας των Τεμπών και εκκένωση της λίμνης στο Κατώτερο Πλειστόκαινο, που επέτρεψε στην καρστικοποίηση να φθάσει χαμηλότερα ως το επίπεδο της κοιλάδας του Πηνειού. (γ). κατάπτωση της οροφής και σχηματισμός της δολίνης, η οποία τοποθετείται μεταξύ Κατώτερου Πλειστοκαίνου και Ολοκαίνου. Η κατάπτωση της οροφής προήλθε από τις τεκτονικές διαρρήξεις και τη βαρύτητα. Οι διευθύνσεις των διαρρήξεων αυτών μετρήθηκαν και είναι: Β132º / 50ºΝΔ, Β43º / 85ºΝΑ, Β126º / 50ºΝΔ, Β128º / 80ºΝΔ, Β06º / 70ºΝΑ, Β98º / 80ºΒΑ, Β20º / 40ºΝΔ, Β150º / 70ºΝΑ. Οι κύριες διευθύνσεις διαρρήξεων, που προκάλεσαν την απώλεια συνοχής της οροφής του σπηλαίου και ύστερα την πτώση της είναι οι Β º και Β 40 50º. Δευτερεύουσες διευθύνσεις είναι οι Β Ν, Α Δ και Β 20º. Στη δολίνη αυτή συναντούμε τεμάχια ασβεστολίθων, τα οποία φέρουν τεκτονικές διαρρήξεις και διακλάσεις. Κατά μήκος των διακλάσεων αυτών εμφανίζονται φαινόμενα διάλυσης και καρστικοποίησης (φωτογραφία 5.4-8). Πρέπει να σημειωθεί, ότι πολύ κοντά στη δολίνη και πάνω στους σχηματισμούς του ασβεστόλιθου υπάρχει παλαιό καρστικό πηγάδι, το οποίο όμως σήμερα δεν 262

263 βρίσκεται σε λειτουργία και είναι πληρωμένο με χώματα και πέτρες (φωτογραφία 5.4-9). ΣΧΗΜΑ 5.4 1: Η εξέλιξη της δολίνης στη θέση Αγίας Παρασκευής Πετρόπορου (ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ ΖΑΜΑΝΗ και ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, 1981). FIGURE 5.4 1: The evolution of the Petroporos doline (ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ ΖΑΜΑΝΗ και ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ, 1981). Μια άλλη καρστική μορφή, που συναντάμε στην περιοχή μελέτης, είναι η δολίνη καρστική πεδιάδα, δυτικά του Προδρόμου, στο όρος του Κόζιακα και σε υψόμετρο περίπου 700 μέτρων (θέση 2 του σχήματος 5.4-2). Η θέση ονομάζεται «Λάκκα» και στους ντόπιους κατοίκους είναι γνωστή με την ονομασία «Μπαλτίτσα» (φωτογραφία ). Σε αυτήν καταλήγουν αρκετά ρέματα του Κόζιακα και κατά τους χειμερινούς και εαρινούς μήνες συγκεντρώνονται νερά, που καλύπτουν το δάπεδό της. Η αποστράγγισή της γίνεται υπόγεια. Σήμερα είναι φυτοκαλυμμένη και στο δάπεδό της έχουν αποτεθεί φερτά υλικά. Τέλος, πρέπει να αναφερθούν και οι θέσεις των πιθανών μικρών δολινών, που βρίσκονται στην κορυφογραμμή του Κόζιακα. Δύο παρουσιάζονται κοντά στο χωριό Κόρη και σε υψόμετρο περίπου 1700 μέτρων (θέσεις 7β & 7γ του σχήματος 5.4-2). Μία ακόμη πιθανή μικρή δολίνη υπάρχει δυτικά του Καλονερίου και βορειοδυτικά της Γλυκομηλιάς, στη θέση «Πινάκια» και σε υψόμετρο περίπου 1500 μέτρων (θέση 7α του σχήματος 5.4-2). Στις τρεις αυτές θέσεις δεν κατέστη δυνατή η αναγνώριση, η αποτύπωσή τους και η πρόσβαση σε αυτές κατά την εργασία υπαίθρου, εξαιτίας του απρόσιτου και του δύσβατου της περιοχής. 263

264 ΣΧΗΜΑ 5.4 2: Οι θέσεις των καρστικών μορφών στο Κόζιακα (το τοπογρ. υπόβαθρο προέρχεται από τους τοπ. χάρτες της Γ.Υ.Σ., κλίμ. 1:50.000, φ. Καλαμπάκα & Μουζάκι). FIGURE 5.4 2: The sites of Karstic forms at the Koziakas Mt. 264

265 Στο σημείο αυτό είναι απαραίτητο να γίνει αναφορά και στο εγκατακρημνισμένο καρστ πίσω από τη νέα γέφυρα της Πύλης, στο δρόμο από Πύλη προς Ελάτη Περτούλι. Σύμφωνα με τους ΜΑΥΡΙΔΗ κ.ά. (1985) ο Πορταϊκός ποταμός πρέπει στο σημείο αυτό να ήταν υπόγειος και να εξέβαλε στη θέση της παλαιάς πετρόκτιστης γέφυρας. Στην περίμετρο της πεδινής ζώνης αναπτύσσονται κατά τόπους καρστικές ενότητες, οι οποίες αποδίδουν μεγάλες ποσότητες νερού. Στα χαμηλότερα τμήματά τους αποστραγγίζονται κυρίως από πηγές (ΔΑΣΚΑΛΑΚΗΣ & ΤΣΑΚΙΡΗΣ, 1998). Στις φωτογραφίες και εικονίζονται κοιλότητες σε κροκαλοπαγές πέτρωμα στον Άγιο Δημήτριο και στα Μετέωρα. Οι κοιλότητες αυτές προσομοιάζουν και είναι πιθανό να εκληφθούν ως καρστικές μορφές. Οι μορφές αυτές, όμως, κατά την Α. Παπαπέτρου Ζαμάνη, (1988β) ονομάζονται ψευδοκάρστ και είναι αποτέλεσμα διαφορετικών διεργασιών από αυτές της διάλυσης, όπως συμβαίνει με τις καρστικές μορφές. Ο σχηματισμός των μορφών αυτών του ψευδοκάρστ οφείλεται σε αίτια, όπως η διάβρωση. Για το λόγο αυτό παρατηρείται ανάπτυξη υποσκαφών, κατά κύριο λόγο, σε ψαμμιτικούς ορίζοντες. Σημαντικές αστοχίες καταπτώσεων βράχων οφείλονται καθαρά σε φαινόμενα διάβρωσης με τη δημιουργία υποσκαφών. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί, ότι οι υποσκαφές των Μετεώρων, οι οποίες κατά θέσεις δημιουργούν μεγάλες σπηλαιώσεις, που χρησιμοποιούνται είτε σαν «ασκηταριά» των μοναχών από τις μονές των Μετεώρων, είτε ως στάνες κ.λ.π. Για τις συγκεκριμένες σπηλαιώσεις είναι απαραίτητο να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για να προστατευθούν, να διατηρηθούν και να υποστηριχθούν, όπου χρειάζεται. Κατά τόπους οι μορφές αυτές είναι εντυπωσιακές, όπως είναι το σχήμα των μορφών της φωτογραφίας , οι οποίες προσομοιάζουν με πρόσωπα ανθρώπων και μπορούν να συγκριθούν με τις μορφές στο νησί του Πάσχα (αν οι δεύτερες είναι δημιούργημα της Φύσης, όπως αυτές των Μετεώρων) ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ Όπως φαίνεται και στο χάρτη του σχήματος 5.4-2, στον οποίο καταγράφονται οι θέσεις των καρστικών μορφών του Κόζιακα, υπάρχει ανάπτυξη ενός καρστικού συστήματος στην περιοχή αυτή. Παρατηρώντας την γεωγραφική κατανομή των θέσεων συμπεραίνουμε, ότι ακολουθούν την ανάπτυξη του Κόζιακα και είναι διεσπαρμένες σε όλη την έκτασή του από το Βορρά προς το Νότο. Εξαιτίας της συνεχούς παρουσίας καρστικών μορφών τόσο στο όρος του Κόζιακα, όσο και στην απόληξη των Αντιχασίων, καθώς και στο βράχο της Θεόπετρας, πρέπει να θεωρηθεί σίγουρη η ύπαρξη και άλλων μορφών, οι οποίες παραμένουν άγνωστες. Είναι απαραίτητο οι μορφές αυτές να μελετηθούν από σπηλαιολογικής απόψεως για να διερευνηθεί η πιθανότητα να επικοινωνούν και να αποτελούν θέσεις του ίδιου ή διαφορετικών καρστικών συστημάτων. Πρέπει να αναφερθεί, ότι πολλές 265

266 από τις προαναφερθείσες θέσεις δεν έχουν καταγραφεί, εξερευνηθεί, ή χαρτογραφηθεί και απλά αναφέρονται, χωρίς να υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες. Η καταγραφή, η χαρτογράφηση, η επαλήθευση της ύπαρξης και η αξιοποίηση του καρστικού συστήματος θα επιφέρει την ανάπτυξη της τουριστικής κίνησης στο νομό, συμπληρωματικά προς το αξιοθέατο των Μετεώρων και της φυσικής ομορφιάς των τοπίων. Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ο χαμηλός αριθμός διανυκτερεύσεων ανά άφιξη επισκεπτών στο νομό Τρικάλων, ο οποίος φτάνει τη 1,2 διανυκτέρευση ανά άφιξη. Η ανάπτυξη λοιπόν νέων δραστηριοτήτων και περισσότερης ενασχόλησης των επισκεπτών είναι δυνατό να αυξήσει και τη διάρκεια της παραμονής τους στο νομό. 266

267 5.5. ΑΡΧΑΙΟΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ Η πεδιάδα Καλαμπάκας Τρικάλων, όπως και το μεγαλύτερο πεδινό τμήμα της Θεσσαλίας, κατοικήθηκε από την Παλαιολιθική Εποχή. Επειδή η λεπτομερής καταγραφή και αξιολόγηση όλων των αρχαιολογικών θέσεων δεν εμπίπτει στους στόχους και τα πλαίσια της διατριβής αυτής, για το λόγο αυτό περιοριστήκαμε στην απλή περιγραφή των κυριοτέρων από αυτές. Οι αρχαιολόγοι, βοηθούμενοι από μορφολογικά και γεωμορφολογικά στοιχεία, οδηγήθηκαν στην ανακάλυψη αρχαίων οικισμών, οι οποίοι μας έδωσαν χρήσιμες και ενδιαφέρουσες ιστορικές πληροφορίες. Τα πρώτα παλαιολιθικά καταλύματα του ανθρώπου αναζητήθηκαν και ανακαλύφθηκαν σε σπήλαια. Αργότερα οι πρώτες κατοικίες και συνοικισμοί αναζητήθηκαν και ανακαλύφθηκαν σε λοφώδεις χωμάτινες εξάρσεις στις επίπεδες πεδινές περιοχές. Οι συνοικισμοί είναι κτισμένοι σε εύφορα μέρη με κοντινή παρουσία νερού (πηγές, ποτάμια κ.λ.π.). Στα μέρη αυτά ο άνθρωπος είχε τη δυνατότητα να έχει επάρκεια νερού και κυνηγιού και να αναπτύξει εύκολα τις πρώτες αγροτικές καλλιέργειες. Δείγματα της ζωής του παλαιολιθικού ανθρώπου έχουν ανακαλυφθεί μόνο στο σπήλαιο της Θεόπετρας (ΖΙΑΚΑΣ, 1976 & 1980). Ο παλαιολιθικός άνθρωπος της περιοχής βρήκε καταφύγιο στο συγκεκριμένο σπήλαιο, γιατί, μην έχοντας τη τεχνογνωσία να κατασκευάσει κατάλυμα, κατέληξε στη στέγασή του στη γεωμορφή αυτή (φωτογραφία 5.5-1). ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 5.5-1: Το σπήλαιο της Θεόπετρας, στο οποίο βρέθηκαν υπολείμματα της ζωής του παλαιολιθικού άνθρωπου. PHOTOGRAPH 5.5-1: The Theopetra cavern, where were discovered remains of life of the paleolithic man. Ένας μεγάλος και σημαντικός αριθμός νεολιθικών συνοικισμών ανακαλύφθηκαν στο πεδινό τμήμα της περιοχής μελέτης, οι οποίοι ήταν σε λοφώδεις εξάρσεις και πληρούσαν τα κριτήρια κατοίκησης του νεολιθικού ανθρώπου, τα οποία αναφέρθηκαν και παραπάνω. Σε λοφώδεις εξάρσεις στο πεδινό τμήμα της περιοχής μελέτης ανακαλύφθηκαν νεολιθικής ηλικίας συνοικισμοί και τάφοι στους Γόμφους (φωτογραφία 5.5-2) και 267

268 συνοικισμοί στη Χρυσαυγή, στο Μεγάλο Κεφαλόβρυσο, στην Πατουλιά και στο Διπόταμο. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ 5.5-2: Αρχαίος τάφος σε λοφώδη έξαρση στους Γόμφους. PHOTOGRAPH 5.5-2: The ancient tomb at a hill, near Gomfoi village. Αποτυπώνοντας πολλά παλαιολιθικά και νεολιθικά αρχαιολογικά ευρήματα είναι πιθανό να γίνει ένα αρχικό σχέδιο παλαιογεωγραφικής εξέλιξης της πεδινής περιοχής (για τα τελευταία τουλάχιστον χιλιάδες χρόνια). Φυσικά αυτό θα είναι το έναυσμα για περαιτέρω γεωλογικές, ιζηματολογικές, παλαιοντολογικές και αρχαιογεωμορφολογικές έρευνες, για την τελική τεκμηρίωση και διαμόρφωση του σχεδίου αυτού. 268

269 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I α). ΠΙΝΑΚΕΣ β). ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ 269

270 270

271 271

272 272

273 273

274 274

275 275

276 276

277 277

278 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.3 1: Οι σύγχρονες και οι παλαιότερες ονομασίες των δήμων και των κοινοτήτων (στήλες Α & Γ), καθώς και οι ευρύτεροι δήμοι στους οποίους υπάγονταν πριν το 1912 (στήλη Β) και που υπάγεται σήμερα (στήλη Δ). (στοιχεία ελήφθησαν από Γ.Σ.Υ.Ε., 1924, 1935 & 1946, Ε.Σ.Υ.Ε., 1955, 1963, 1972, 1982, 1994 & 2003, Κ.Ε.Δ.Κ.Ε., 1962). TABLE 1.3 1: The current and older naming of the municipalities and communities (columns Α & Γ), as well as the wider municipalities to which they depended before 1912 (column Β) and to which depend today (column Δ). (received elements from E.S.Y.E. and K.E.D.K.E.). 278

279 279

280 280

281 281

282 282

283 283

284 ΠΙΝΑΚΑΣ : Οι πληθυσμιακές μεταβολές των δήμων και των κοινοτήτων του Νομού Τρικάλων στην περιοχή μελέτης (στοιχεία ελήφθησαν από Γ.Σ.Υ.Ε., 1924, 1935 & 1946, Ε.Σ.Υ.Ε., 1955, 1963, 1972, 1982, 1994 & 2003). TABLE : The demographic changes of the municipalities and communities of the Trikala Prefecture in the study area (received elements from E.S.Y.E.). 284

285 ΠΙΝΑΚΑΣ 1.6 1: Οι χρήσεις γης στο Νομό Τρικάλων (στοιχεία ελήφθησαν από Ε.Σ.Υ.Ε., 1962, 1975, 1986 & 1995α). TABLE 1.6 1: The land uses in the Trikala Prefecture (received elements from E.S.Y.E.). *οι εκτάσεις είναι σε χιλιάδες στρέμματα 285

286 ΠΙΝΑΚΑΣ 4.1-1: Οι ισχυροί σεισμοί (Ms 5.5) με επίκεντρο στην περιοχή της Θεσσαλίας. TABLE 4.1-1: The powerful earthquakes (Ms 5.5) with epicenter in Thessaly. 286

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας Εισαγωγή Ο σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο εντοπισμός τμημάτων καταρχήν κατάλληλων από γεωλογική άποψη για οικιστική ή άλλη συναφή με δόμηση ανάπτυξη,

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2. 2.1 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται συνοπτικά το Γεωλογικό-Σεισμοτεκτονικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Π.Σ. Βόλου - Ν.Ιωνίας. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος

ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ. Δρ Γεώργιος Μιγκίρος ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΕΞΩΜΑΛΥΝΣΗ ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ Δρ Γεώργιος Μιγκίρος Καθηγητής Γεωλογίας ΓΠΑ Ο πλανήτης Γη έτσι όπως φωτογραφήθηκε το 1972 από τους αστροναύτες του Απόλλωνα 17 στην πορεία τους για τη σελήνη. Η

Διαβάστε περισσότερα

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ

Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ Γ' ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ 2000-2006 ΥΠΟΕΡΓΟ 04ΕΡ 47 ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ 2 (Χάρτης μορφοτεκτονικών ασυνεχειών κατά μήκος της ρηξιγενούς ζώνης Δομοκού-Καναλίων (Θεσσαλία)) Τίτλος Υποέργου : Παροχή δεδομένων για

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΘΕΣΗ 1 Εισαγωγή - Ιστορικό Στον επαρχιακό οδικό άξονα Τρίπολης Ολυμπίας, στο ύψος του Δήμου Λαγκαδίων, έχουν παρουσιασθεί κατά το παρελθόν αλλά

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: «ΜΕΛΕΤΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΧΩΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ» Α.Μ.: 124/2017 ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΠΡΟΕΚ/ΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ: ΙΔΙΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών... ΜΕΡΟΣ 1 1. Γεωλογείν περί Σεισμών....................................3 1.1. Σεισμοί και Γεωλογία....................................................3 1.2. Γιατί μελετάμε τους σεισμούς...........................................

Διαβάστε περισσότερα

Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας. Υπόγεια Υδατικά Συστήματα Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας

Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας. Υπόγεια Υδατικά Συστήματα Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας - Σημαντικά Θέματα Διαχείρισης Νερού - Μέτρα Οργάνωσης της Διαβούλευσης Υπόγεια Υδατικά Συστήματα Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας Κ/ΞΙΑ Διαχείρισης Υδάτων Θεσσαλίας, Ηπείρου

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Η εφαρμογή των γεωλογικών πληροφοριών σε ολόκληρο το φάσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων και του φυσικού τους περιβάλλοντος Η περιβαλλοντική γεωλογία είναι εφαρμοσμένη

Διαβάστε περισσότερα

ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΟΣ ΘΕΜΑΤΙΚΟΣ ΑΤΛΑΝΤΑΣ ΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΝΕΟ ΣΧ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΙΡΕΣΗΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ

ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΟΣ ΘΕΜΑΤΙΚΟΣ ΑΤΛΑΝΤΑΣ ΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΝΕΟ ΣΧ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΙΡΕΣΗΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΕΡΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ & ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ Υπεύθυνη Δήλωση Η παρακάτω υπογράφουσα δηλώνω ότι είμαι συγγραφέα τη παρούσα πτυχιακή εργασία. Κάθε τη, είναι πλήρω αναγνωρισμένη

Διαβάστε περισσότερα

http://www.eu-water.eu

http://www.eu-water.eu 2ο Ενημερωτικό Δελτίο του έργου EU-WATER Διακρατική ολοκληρωμένη διαχείριση των υδατικών πόρων στη γεωργία http://www.eu-water.eu Παρουσίαση της υδρογεωλογικής κατάστασης της λεκάνης Σαριγκιόλ και των

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ

ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ ΔΙΑΣΤΗΜΙΚΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΟΥ ΒΟΛΟΥ Δρ. Μ. Στεφούλη, stefouli@igme.gr Π. Κρασάκης, MSc Γεωλόγος / Ειδικός ΓΠΣ Εισαγωγή Σκοπός της παρουσίασης είναι η αξιολόγηση: Εξειδικευμένων

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΞΟΥΘΕΝΩΣΗ ΠΟΥ ΒΙΩΝΕΙ ΤΟ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΣΤΙΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΕΝΑΤΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Άντρη Αγαθαγγέλου Λεμεσός 2012 i ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΡΟΔΟΥ (22 ΝΟΕ 2013)

ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΡΟΔΟΥ (22 ΝΟΕ 2013) ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Δρ. ΕΥΘ. ΛΕΚΚΑΣ, Καθηγητής Πανεπιστημιούπολη

Διαβάστε περισσότερα

Μελέτη των μεταβολών των χρήσεων γης στο Ζαγόρι Ιωαννίνων 0

Μελέτη των μεταβολών των χρήσεων γης στο Ζαγόρι Ιωαννίνων 0 Μελέτη των μεταβολών των χρήσεων γης στο Ζαγόρι Ιωαννίνων 0 ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ - ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (Δ.Π.Μ.Σ.) "ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ" 2 η ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι). Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά του νομού Ιωαννίνων είναι οι ψηλές επιμήκεις οροσειρές και οι στενές κοιλάδες. Το συγκεκριμένο μορφολογικό ανάγλυφο οφείλεται αφενός

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑ Α Α ΕΜΠ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΥΡΟΠΛΗΚΤΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑ Α Α ΕΜΠ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΥΡΟΠΛΗΚΤΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑ Α Α ΕΜΠ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΥΡΟΠΛΗΚΤΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Συντονιστική επιτροπή: ΡΟΖΟΣ., Τεχν. Γεωλόγος, Επικ. Καθηγητής Ε.Μ.Π. ΓΕΩΡΓΙΑ ΗΣ Π., Γεωλόγος, Επιστ. Συνεργάτης Ε.Μ.Π. Ερευνητική οµάδα: ΑΛΕΞΟΥΛΗ ΛΕΙΒΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Ο.ΑΝ.Α.Κ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Σ.Ν. ΠΑΡΙΤΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2001

Διαβάστε περισσότερα

Στεγανοποίηση εδάφους σε υπό αστικοποίηση περιοχές

Στεγανοποίηση εδάφους σε υπό αστικοποίηση περιοχές Αειφορική Διαχείριση Εδάφους στην Yδρογεωλογική Λεκάνη Ανθεμούντα με βάση την Ευρωπαϊκή Θεματική Στρατηγική για το Έδαφος Στεγανοποίηση εδάφους σε υπό αστικοποίηση περιοχές ΑΝΘΙΜΟΣ ΣΠΥΡΙΔΗΣ Δρ. Αγρονόμος-Τοπογράφος

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua. ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.gr) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΩΝ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ - ΜΟΡΦΗ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΝΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Προέλευση Μορφή έργων Χρήση Επιφανειακό νερό Φράγματα (ταμιευτήρες) Λιμνοδεξαμενές (ομβροδεξαμενές) Κύρια για

Διαβάστε περισσότερα

Γεωµορφολογική και µορφοτεκτονική ανάλυση της λεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου ρέµατος ( υτ. Θεσσαλία-νοµός

Γεωµορφολογική και µορφοτεκτονική ανάλυση της λεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου ρέµατος ( υτ. Θεσσαλία-νοµός ελτίο Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας τοµ. XXXVIII, 2005 Bulletin of the Geological Society of Greece vol. XXXVIII, 2005 123 Γεωµορφολογική και µορφοτεκτονική ανάλυση της λεκάνης απορροής του Μαλακασιώτικου

Διαβάστε περισσότερα

þÿ P u b l i c M a n a g e m e n t ÃÄ ½ ¼ÌÃ

þÿ P u b l i c M a n a g e m e n t ÃÄ ½ ¼Ìà Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2017 þÿ ±À Ç Ä Â µæ±á¼ ³ Â Ä þÿ P u b l i c M a n a g e m e n t ÃÄ ½

Διαβάστε περισσότερα

Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή

Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV Στυλιανού Στυλιανή Λευκωσία 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ MΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝ. ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ `9, 157 80 ΖΩΓΡΑΦΟΥ, ΑΘΗΝΑ NATIONAL TECHNICAL

Διαβάστε περισσότερα

Ταµιευτήρας Πλαστήρα

Ταµιευτήρας Πλαστήρα Ταµιευτήρας Πλαστήρα Σύντοµο ιστορικό Ηλίµνη δηµιουργήθηκε µετηνκατασκευήτουφράγµατος Πλαστήρα στα τέλη της δεκαετίας του 1950. Η πλήρωση του ταµιευτήρα ξεκίνησε το 1959. Ο ποταµός στον οποίοκατασκευάστηκετοφράγµα

Διαβάστε περισσότερα

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ Για το σχηματισμό της χειμαρρικής δράσης ενεργούν οι εξής παράγοντες: Άμεσοι Παράγοντες Το κλίμα Το γεωλογικό υπόθεμα Η ανάγλυφη όψη Η βλάστηση

Διαβάστε περισσότερα

Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η θέση ύπνου του βρέφους και η σχέση της με το Σύνδρομο του αιφνίδιου βρεφικού θανάτου. Χρυσάνθη Στυλιανού Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ. Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ α) Παρατηρήσεις ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Α/Α ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΦΩΤ. ΠΕΡΙΟΧΗ 1 Π1 Γενική άποψη του ΝΑ/κού τμήματος της περιοχής Φ1 Π2 ρόμος που συμπίπτει με γραμμή απορροής ρέματος Φ2 Π3 Μπάζα από οικοδομικά υλικά,

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο

Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο Διαχείριση Υδατικών Πόρων και Οικολογική Παροχή στον ποταμό Νέστο Γεώργιος Συλαίος Εργαστήριο Οικολογικής Μηχανικής & Τεχνολογίας, Δ/ντής Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Διαχείριση

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Ο βορράς είναι προσανατολισμένος προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΙΩΡΟΥΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΙΩΡΟΥΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΛΕΜΕΣΟΥ Μεταπτυχιακή διατριβή ΜΕΛΕΤΗ ΑΙΩΡΟΥΜΕΝΩΝ ΣΩΜΑΤΙΔΙΩΝ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΛΕΜΕΣΟΥ Γεωργία Μακρομάλλη Λεμεσός, Νοέμβριος 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Ενιαία ΜΠΚΕ Ελλάδας Παράρτημα 4.8 Δυτικό Τμήμα Γεωλογία

Ενιαία ΜΠΚΕ Ελλάδας Παράρτημα 4.8 Δυτικό Τμήμα Γεωλογία Παράρτημα.8 Δυτικό Τμήμα Γεωλογία ORIGINAL SIZE ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΟΔΕΥΣΗ ΑΓΩΓΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΥΤΙΚΟ) ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟ) ΑΛΒΑΝΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΓΟΥ np ΔΙΑΔΡΟΜΟΣ χλμ ΔΙΑΔΡΟΜΟΣ 5 μ. ΧΩΡΟΙ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ : ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΓΑΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΚΟΤΣΟΜΕΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ : ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΓΑΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΚΟΤΣΟΜΕΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011 ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ : ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΓΑΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΚΟΤΣΟΜΕΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ Ορισμός Κατολίσθηση καλείται η απόσταση,

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Επιβλέπων Καθηγητής: Δρ. Νίκος Μίτλεττον Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 2 ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Ονοματεπώνυμο: Ιωσηφίνα

Διαβάστε περισσότερα

1. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Εξάμηνο: Κωδικός μαθήματος:

1. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Εξάμηνο: Κωδικός μαθήματος: ΕΞΑΜΗΝΟ Δ 1. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Εξάμηνο: 4 Κωδικός μαθήματος: ΖTΠO-4011 Επίπεδο μαθήματος: Υποχρεωτικό Ώρες ανά εβδομάδα Θεωρία Εργαστήριο Συνολικός αριθμός ωρών: 5 3 2 Διδακτικές Μονάδες

Διαβάστε περισσότερα

νήσο Λέσβο» Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Κατερίνα Τζαβέλλα ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010

νήσο Λέσβο» Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Κατερίνα Τζαβέλλα ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ «H Χαρτογραφία του Ελληνικού Κράτους» ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010 Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: «H Συµβολή της Τηλεπισκόπησης και των Γεωγραφικών Συστηµάτων Πληροφοριών

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΟΛΙΣΘΗΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΥΦΗ ΤΩΝ ΟΔΟΔΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΟΛΙΣΘΗΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΥΦΗ ΤΩΝ ΟΔΟΔΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΟΛΙΣΘΗΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΥΦΗ ΤΩΝ ΟΔΟΔΤΡΩΜΑΤΩΝ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ Χριστοδούλου Αντρέας Λεμεσός 2014 2 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Γεωτεχνική Έρευνα και Εκτίμηση Εδαφικών παραμέτρων σχεδιασμού Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Γεωτεχνική Έρευνα και Εκτίμηση Εδαφικών παραμέτρων σχεδιασμού Η ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση Πρόγραμμα Δια Βίου Μάθησης ΑΕΙ για την ΕπικαιροποίησηΓνώσεων Αποφοίτων ΑΕΙ: Σύγχρονες Εξελίξεις στις Θαλάσσιες Κατασκευές Α.Π.Θ. Πολυτεχνείο Κρήτης

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ

ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ Γιάννης Λ. Τσιρογιάννης Γεωργικός Μηχανικός M.Sc., PhD Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΙ Ηπείρου Τμ. Τεχνολόγων Γεωπόνων Κατ. Ανθοκομίας Αρχιτεκτονικής Τοπίου ΦΥΣΙΚΗ -ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑ Κλιματική αλλαγή

Διαβάστε περισσότερα

2 o Συνέδριο Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Θεσσαλίας «Πηνειός Ποταμός: Πηγή Ζωής και Ανάπτυξης στη Θεσσαλία» Λάρισα, 2-3 Νοεμβρίου 2018

2 o Συνέδριο Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Θεσσαλίας «Πηνειός Ποταμός: Πηγή Ζωής και Ανάπτυξης στη Θεσσαλία» Λάρισα, 2-3 Νοεμβρίου 2018 [1] 2 o Συνέδριο Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Θεσσαλίας «Πηνειός Ποταμός: Πηγή Ζωής και Ανάπτυξης στη Θεσσαλία» Λάρισα, 2-3 Νοεμβρίου 2018 Συμπεράσματα Συνεδρίου Το 2 ο Συνέδριο της ΠΕΔ Θεσσαλίας με θέμα

Διαβάστε περισσότερα

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ Υπεύθυνος Καθηγητής: Καρατζάς Γεώργιος ΠΕΡΙΛΗΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Ι ΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΒΗΣ Κουργιαλάς Ν. Νεκτάριος ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ

Διαβάστε περισσότερα

Μεταπτυχιακή διατριβή. Ανδρέας Παπαευσταθίου

Μεταπτυχιακή διατριβή. Ανδρέας Παπαευσταθίου Σχολή Γεωτεχνικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Μεταπτυχιακή διατριβή Κτίρια σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης :Αξιολόγηση συστημάτων θέρμανσης -ψύξης και ΑΠΕ σε οικιστικά κτίρια στην

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 1-4 Ιουνίου 2010 Πρόγραμμα - Δρομολόγιο Σύνταξη Επιμέλεια: Καθηγητής Μιχ. Σταματάκης

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση Φυσικών Κινδύνων

Διαχείριση Φυσικών Κινδύνων Διαχείριση Φυσικών Κινδύνων ΤΟΜΕΑΣ ΥΔΡΑΥΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΑΠΘ ΠΠΒΑ.13 Διαχείριση Φυσικών Κινδύνων 1 24/02/2016 Διαχείριση Φυσικών Κινδύνων [ΠΠΒΑ.13] Σκοπός Η δημιουργία του κατάλληλου θεωρητικού

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΟ Υ ΑΤΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΗΣ Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΡΙΧΩΝΙ ΑΣ STUDY FOR THE WATER BALANCE OF TRICHONIS LAKE CATCHMENT

ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΟ Υ ΑΤΙΚΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΤΗΣ Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ ΤΡΙΧΩΝΙ ΑΣ STUDY FOR THE WATER BALANCE OF TRICHONIS LAKE CATCHMENT ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ EUROPEAN COMMISSION DIRECTORATE GENERAL - ENVIRONMENT ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ LIFE-ΦΥΣΗ 99 PROGRAMME LIFE-NATURE 99 ΕΡΓΟ: ΡΑΣΕΙΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΒΕΣΤΟΥΧΩΝ ΒΑΛΤΩΝ ΤΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ Σχολή Γεωτεχνικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Μεταπτυχιακή διατριβή ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ Παρασκευή Νταϊλιάνη Λεμεσός, Μάιος, 2017 TΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ - ΣΟΦΑΔΩΝ

ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ - ΣΟΦΑΔΩΝ ΑΝΤΙΣΕΙΣΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ - ΣΟΦΑΔΩΝ ΛΕΚΚΑΣ, Ε., ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ. & ΛΟΖΙΟΣ ΣΤ. ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ & ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΩΝ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΩΝ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΩΝ ΜΕΛΕΤΗΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ Σμύρνης 1Β, Ζωγράφου, Αθήνα 15772, Τηλ: 210 7777089, Fax: 210 7777092 website: www.syngeme.gr email: info@syngeme.gr ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΕΩΛΟΓΩΝ (Σ.Ε.Γ.) Μέλος της Ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

AΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

AΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ AΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΠΙΕΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ III Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών (4) Αλλαγές μεταβολές του γεωϋλικού με το χρόνο Αποσάθρωση: αλλοίωση (συνήθως χημική) ορυκτών

Διαβάστε περισσότερα

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.) ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΧΑΛΚΗΔΟΝΑΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: «ΜΕΛΕΤΗ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΧΩΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟΥ» Α.Μ.: 124/2017 ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΠΡΟΕΚ/ΜΕΝΗ ΑΜΟΙΒΗ: ΙΔΙΟΙ

Διαβάστε περισσότερα

Διεύθυνση Τεχνικής Γεωλογίας

Διεύθυνση Τεχνικής Γεωλογίας Διεύθυνση Τεχνικής Γεωλογίας ΙΓΜΕ: Θεσμοθετημένος τεχνικός σύμβουλος της πολιτείας σε θέματα γεωεπιστημών. Μεταξύ άλλων έχει σαν σκοπό: Την έρευνα και τη μελέτη τεχνικών θεμάτων, τα οποία προκύπτουν από

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ Επιστημονικός Υπεύθυνος: Καθηγητής Νικ. Δελήμπασης Τομέας Γεωφυσικής Γεωθερμίας Πανεπιστημίου Αθηνών Η έρευνα για την ανίχνευση τυχόν

Διαβάστε περισσότερα

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία iv. Παράκτια Γεωμορφολογία Η παράκτια ζώνη περιλαμβάνει, τόσο το υποθαλάσσιο τμήμα της ακτής, μέχρι το βάθος όπου τα ιζήματα υπόκεινται σε περιορισμένη μεταφορά εξαιτίας της δράσης των κυμάτων, όσο και

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΣΤΑ ΑΝΤΛΙΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ ΥΔΑΤΩΝ Γεωργίου

Διαβάστε περισσότερα

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ INTERREG IIIA / PHARE CBC ΕΛΛΑΔΑ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ Καθηγητής Βασίλειος A. Τσιχριντζής Διευθυντής, Εργαστήριο Οικολογικής Μηχανικής και Τεχνολογίας

Διαβάστε περισσότερα

Eκτίμηση πλημμυρικού κινδύνου πριν και μετά από πυρκαγιά

Eκτίμηση πλημμυρικού κινδύνου πριν και μετά από πυρκαγιά Eκτίμηση πλημμυρικού κινδύνου πριν και μετά από πυρκαγιά Υπηρεσίες και προϊόντα υποστήριξης προληπτικού σχεδιασμού αντιμετώπισης δασικών πυρκαγιών και πλημμυρών μετά την πυρκαγιά 3 ο Συμμετοχικό Εργαστήριο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΕΜΠΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΕΜΠΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Θεσσαλίας Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Τ.Ε. Λάρισας Π.Μ.Σ. «Σύγχρονες Τεχνολογίες Έργων Διαχείρισης Περιβάλλοντος» ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΥΤΟΝΟΜΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΟΗΓΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΥΨΗΛΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΟΡΘΟΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ

ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΥΤΟΝΟΜΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΟΗΓΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΥΨΗΛΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΟΡΘΟΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ Σχολή Μηχανικής & Τεχνολογίας Τμήμα Πολιτικών & Μηχανικών Γεωπληροφορικής Μεταπτυχιακή διατριβή ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΑΥΤΟΝΟΜΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΟΗΓΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΥΨΗΛΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΟΡΘΟΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ ΓΕΩΡΓΙΚΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Διερεύνηση χαρτογράφησης Ποσειδωνίας με χρήση επιβλεπόμενης ταξινόμησης οπτικών δορυφορικών εικόνων

Διερεύνηση χαρτογράφησης Ποσειδωνίας με χρήση επιβλεπόμενης ταξινόμησης οπτικών δορυφορικών εικόνων Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας Μεταπτυχιακή διατριβή Διερεύνηση χαρτογράφησης Ποσειδωνίας με χρήση επιβλεπόμενης ταξινόμησης οπτικών δορυφορικών εικόνων Αναστασία Υφαντίδου Λεμεσός, Νοέμβριος 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ Ενότητα 5: Δευτερογενής Διασπορά, Κυριότερες γεωχημικές μεθόδοι Αναζήτησης Κοιτασμάτων, Σχεδιασμός και δειγματοληψία Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη Οι υδρίτες (εικ. 1) είναι χημικές ενώσεις που ανήκουν στους κλειθρίτες, δηλαδή

Διαβάστε περισσότερα

Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας. Πτυχιακή διατριβή

Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας. Πτυχιακή διατριβή Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας Πτυχιακή διατριβή ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΚΑΥΣΙΜΟΥ ΠΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΝΕΙ ΒΕΝΖΙΝΟΚΙΝΗΤΗΡΑΣ ΜΕ ΥΔΡΟΓΟΝΟ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΑ ΠΑΡΑΓΕΤΑΙ ΜΕ ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΤΑ

Διαβάστε περισσότερα

Η Υποδοµή Χωρικών Πληροφοριών του ΙΓΜΕ και η ανάπτυξη Ολοκληρωµένου Γεωπληροφοριακού Συστήµατος Μακρής Αθ. & Σκαρπέλη Στ.

Η Υποδοµή Χωρικών Πληροφοριών του ΙΓΜΕ και η ανάπτυξη Ολοκληρωµένου Γεωπληροφοριακού Συστήµατος Μακρής Αθ. & Σκαρπέλη Στ. Η Υποδοµή Χωρικών Πληροφοριών του ΙΓΜΕ και η ανάπτυξη Ολοκληρωµένου Γεωπληροφοριακού Συστήµατος Μακρής Αθ. & Σκαρπέλη Στ. Μηχανικός Μεταλλείων Γεωλόγος, Γεωπληροφορικός ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

þÿ ½ Á Å, ˆ»µ½± Neapolis University þÿ Á̳Á±¼¼± ¼Ìù±Â ¹ º à Â, Ç» Ÿ¹º ½ ¼¹ºÎ½ À¹ÃÄ ¼Î½ º±¹ ¹ º à  þÿ ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å

þÿ ½ Á Å, ˆ»µ½± Neapolis University þÿ Á̳Á±¼¼± ¼Ìù±Â ¹ º à Â, Ç» Ÿ¹º ½ ¼¹ºÎ½ À¹ÃÄ ¼Î½ º±¹ ¹ º à  þÿ ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2016-08 þÿ µà±³³µ»¼±ä¹º ½ ÀÄž ÄÉ þÿµºà±¹ µåä¹ºî½ - ¹µÁµÍ½ à Äɽ þÿ³½îãµé½

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ Διεθνές συνέδριο «Πηνειός Ποταμός: Πηγή Ζωής και Ανάπτυξης στη Θεσσαλία» Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ Συλλογική εισήγηση των Μ.Ε. Περιβάλλοντος και Μ.Ε. Υδάτων του ΤΕΕ/ΚΔΘ Παρουσίαση: Ζωή Παπαβασιλείου,

Διαβάστε περισσότερα

ΧΩΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΕΩΧΗΜΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΩΧΗΜΙΚΟ ΑΤΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

ΧΩΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΕΩΧΗΜΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΩΧΗΜΙΚΟ ΑΤΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ Σχολή Μηχανικής και Τεχνολογίας Μεταπτυχιακή διατριβή ΧΩΡΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΓΕΩΧΗΜΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΩΧΗΜΙΚΟ ΑΤΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ Θεοχάρια Μαυρουδή Λεμεσός, Νοέμβριος 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

Πολυτεχνείο Κρήτης Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος. Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών Ινστιτούτο Αστικής & Αγροτικής Kοινωνιολογίας Ομάδα Περιβάλλοντος

Πολυτεχνείο Κρήτης Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος. Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών Ινστιτούτο Αστικής & Αγροτικής Kοινωνιολογίας Ομάδα Περιβάλλοντος Ερευνητιικό Έργο MIRAGE (Mediiterranean Intermiittent Riiver ManAGEment) Διιαχείίριιση Ποταμών Διιαλείίπουσας Ροής στη Μεσόγειιο Πολυτεχνείο Κρήτης Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών

Διαβάστε περισσότερα

Η ΜΟΡΦΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΤΗΝΟΥ (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ ΤΗΣ

Η ΜΟΡΦΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΤΗΝΟΥ (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ ΤΗΣ Η ΜΟΡΦΟΔΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΤΗΝΟΥ (ΚΥΚΛΑΔΕΣ) ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ ΤΗΣ 9 th Symposium on Oceanography & Fisheries, 2009 - Proceedings, Volume Ι Αναγνώστου, Β. 1, Κυριακίδου, Χ. 2, Δρακοπούλου,

Διαβάστε περισσότερα

Β. ΜΑΛΙΩΚΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΕΠΕ Βασίλειος Μαλιώκας, Δρ. Πολ. Μηχανικός

Β. ΜΑΛΙΩΚΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΕΠΕ Βασίλειος Μαλιώκας, Δρ. Πολ. Μηχανικός Β. ΜΑΛΙΩΚΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΕΠΕ Βασίλειος Μαλιώκας, Δρ. Πολ. Μηχανικός Γεωργία σημαντική παράμετρος οικονομικής προόδου. Κρίσιμα σημεία: Σύγχρονα και αποδοτικά εγγειοβελτιωτικά αρδευτικά έργα Ορθολογική

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Το franchising ( δικαιόχρηση ) ως µέθοδος ανάπτυξης των επιχειρήσεων λιανικού εµπορίου

Διαβάστε περισσότερα

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657

8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657 8ο Πανελλήνιο Συμποσιο Ωκεανογραφίας & Αλιείας 657 ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΠΑΡΑΛΙΩΝ ΚΟΚΚΙΝΟ ΛΙΜΑΝΑΚΙ ΚΑΙ ΜΑΡΙΚΕΣ (ΠΕΡΙΟΧΗ ΡΑΦΗΝΑΣ) ΚΑΙ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Πεξηβάιινλ θαη Αλάπηπμε ΔΘΝΙΚΟ ΜΔΣΟΒΙΟ ΠΟΛΤΣΔΥΝΔΙΟ ΓΙΔΠΙΣΗΜΟΝΙΚΟ - ΓΙΑΣΜΗΜΑΣΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΔΣΑΠΣΤΥΙΑΚΧΝ ΠΟΤΓΧΝ (Γ.Π.Μ..) "ΠΔΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΣΤΞΗ"

Πεξηβάιινλ θαη Αλάπηπμε ΔΘΝΙΚΟ ΜΔΣΟΒΙΟ ΠΟΛΤΣΔΥΝΔΙΟ ΓΙΔΠΙΣΗΜΟΝΙΚΟ - ΓΙΑΣΜΗΜΑΣΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΔΣΑΠΣΤΥΙΑΚΧΝ ΠΟΤΓΧΝ (Γ.Π.Μ..) ΠΔΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΣΤΞΗ ΔΘΝΙΚΟ ΜΔΣΟΒΙΟ ΠΟΛΤΣΔΥΝΔΙΟ ΓΙΔΠΙΣΗΜΟΝΙΚΟ - ΓΙΑΣΜΗΜΑΣΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΔΣΑΠΣΤΥΙΑΚΧΝ ΠΟΤΓΧΝ (Γ.Π.Μ..) "ΠΔΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΣΤΞΗ" 2 ε ΚΑΣΔΤΘΤΝΗ ΠΟΤΓΧΝ «ΠΔΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΣΤΞΗ ΣΧΝ ΟΡΔΙΝΧΝ ΠΔΡΙΟΥΧΝ» Πεξηβάιινλ

Διαβάστε περισσότερα

Δδά Διδάσκοντες: Δημήτριος Ρόζος, Επικ. Καθηγητής ΕΜΠ Τομέας Γεωλογικών Επιστημών, Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών

Δδά Διδάσκοντες: Δημήτριος Ρόζος, Επικ. Καθηγητής ΕΜΠ Τομέας Γεωλογικών Επιστημών, Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΗΡΩΩΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ 9 15780 ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΑΘΗΝΑ Δδά Διδάσκοντες: Δημήτριος Ρόζος, Επικ. Καθηγητής ΕΜΠ Τομέας Γεωλογικών

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΠΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σίνα 32, Αθήνα 106 72, τηλ.210-3617824, φαξ 210-3643476, e- mails: ellspe@otenet.gr & info@speleologicalsociety.gr website: www.speleologicalsociety.gr ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Για τη διευκόλυνση των σπουδαστών στη μελέτη τους και την καλύτερη κατανόηση των κεφαλαίων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Σημείωση: Το βιβλίο καλύπτει την ύλη

Διαβάστε περισσότερα

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού Κείμενο εργασίας στα πλαίσια του ερευνητικού έργου WASSERMed Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού Σχολή Χημικών Μηχανικών ΕΜΠ Μονάδα Διαχείρισης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΘΗΝΑ 2013 ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΟΥ ΥΔΑΤΟΣ (ΛYΜΑΤΩΝ) FRAMME - LIFE08 NAT/GR/000533 ΡΟΔΟΣ

ΑΘΗΝΑ 2013 ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΟΥ ΥΔΑΤΟΣ (ΛYΜΑΤΩΝ) FRAMME - LIFE08 NAT/GR/000533 ΡΟΔΟΣ FRAMME LIFE 08 NAT//GR//000533 ΑΘΗΝΑ 2013 ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΜΕΝΟΥ ΥΔΑΤΟΣ (ΛYΜΑΤΩΝ) FRAMME - LIFE08 NAT/GR/000533 ΡΟΔΟΣ Το FRAMME, "Μεθοδολογία Αποκατάστασης Πυρόπληκτων Μεσογειακών Δασών - Ασφάλεια & Αποδοτικότητα

Διαβάστε περισσότερα

Φαινόµενα ρευστοποίησης εδαφών στον Ελληνικό χώρο Κεφάλαιο 1

Φαινόµενα ρευστοποίησης εδαφών στον Ελληνικό χώρο Κεφάλαιο 1 1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Εισαγωγικό σηµείωµα Η προκαλούµενη, κατά τη διάδοση των σεισµικών κυµάτων, εφαρµογή κυκλικών διατµητικών τάσεων οδηγεί τους κορεσµένους χαλαρούς αµµώδεις σχηµατισµούς σε συµπύκνωση.

Διαβάστε περισσότερα

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Κεφάλαιο 3 ο : Αποσάθρωση Εξωγενείς παράγοντες Ονοµάζονται εκείνοι οι παράγοντες που συντελούν στην καταστροφή του αναγλύφου Ο φυσικός τους χώρος είναι η επιφάνεια της γης. Έχουν σαν έδρα τους την ατµόσφαιρα

Διαβάστε περισσότερα

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Tεχνικο οικονομικοί παράγοντες για την αξιολόγηση της οικονομικότητας των γεωθερμικών χρήσεων και της «αξίας» του ενεργειακού προϊόντος: η θερμοκρασία, η παροχή

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ Λεμεσός, 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ

Διαβάστε περισσότερα

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι Δρ. Δρ. Νίκη Ευελπίδου Αναπλ. Καθηγήτρια Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δρ. Άννα Καρκάνη Τμήμα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ Διπλωματική Εργασία του φοιτητή του τμήματος Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Τεχνολογίας Ηλεκτρονικών

Διαβάστε περισσότερα

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία Υδροκρίτης-Πιεζομετρία Οριοθέτηση υδρολογικής λεκάνης Χάραξη υδροκρίτη Η λεκάνη απορροής, παρουσιάζει ορισμένα γνωρίσματα που ονομάζονται φυσιογραφικά χαρακτηριστικά και μπορούν

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ. Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ Κατολισθήσεις Ταξινόµηση κατολισθήσεων ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Κατολισθήσεις Έχει επικρατήσει µεταξύ των γεωλόγων και των µηχανικών η χρήση του όρου κατολίσθηση για την περιγραφή του φαινοµένου

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΠΡOΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΝΙΤΡΟΡYΠΑΝΣΗΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ KAI ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ

ΤΟ ΠΡOΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΝΙΤΡΟΡYΠΑΝΣΗΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ KAI ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΤΟ ΠΡOΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΝΙΤΡΟΡYΠΑΝΣΗΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ KAI ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ Καρυώτης Θεόδωρος 1 και Κυριάκος Γιαννούλης 2 1 τ. Τακτικός Ερευνητής του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ 2 Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής

Διαβάστε περισσότερα

Διαλέξεις θεωρίας, Εκπόνηση Εργασίας ΔΙΜΕΛΛΗ ΔΕΠΟΙΝΑ

Διαλέξεις θεωρίας, Εκπόνηση Εργασίας ΔΙΜΕΛΛΗ ΔΕΠΟΙΝΑ ΣΙΣΛΟ ΜΑΘΗΜΑΣΟ Έτος Εξάμηνο Κατηγορία Σομέας Προαπαιτούμενα Είδος Διδασκαλίας Διδάσκοντες: υντονιστής Μέλη: Γλώσσα διδασκαλίας ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟ ΦΕΔΙΑΜΟ ΙΙ 4 ο Έτος - 8 ο Εξάμηνο Τποχρεωτικό ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣΑΞΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Κεφάλαιο 11 ο : Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τις δευτερογενείς μορφές του αναγλύφου που προκύπτουν από τη δράση της

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΝΟΜΟΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΔΗΜΟΣ ΠΥΛΗΣ Δ/ΝΣΗ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΠΕΡ/ΝΤΟΣ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΧΡΗΜ/ΣΗ: ΜΕΛΕΤΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟΤΗΤΑΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥ ΡΟΠΩΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΠΥΛΗΣ ΙΔΙΟΙ ΠΟΡΟΙ ΔΗΜΟΥ ΠΥΛΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Μικροβιολογική ποιότητα έτοιμων προς κατανάλωση σαλατών

Μικροβιολογική ποιότητα έτοιμων προς κατανάλωση σαλατών ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Πτυχιακή εργασία Μικροβιολογική ποιότητα έτοιμων προς κατανάλωση σαλατών Σοφία Στεργίου Λεμεσός, Μάιος 2017 1 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

Χρηματοδότηση Δράσεων και Έργων για τα Ύδατα ως Εργαλείο Ολοκλήρωσης μιας Εθνικής Πολιτικής για το Νερό Η περίπτωση της Κορινθίας και της Αχαίας

Χρηματοδότηση Δράσεων και Έργων για τα Ύδατα ως Εργαλείο Ολοκλήρωσης μιας Εθνικής Πολιτικής για το Νερό Η περίπτωση της Κορινθίας και της Αχαίας Ειδική Γραμματεία Υδάτων Υπουργείο Π.Ε.Κ.Α. Χρηματοδότηση Δράσεων και Έργων για τα Ύδατα ως Εργαλείο Ολοκλήρωσης μιας Εθνικής Πολιτικής για το Νερό Η περίπτωση της Κορινθίας και της Αχαίας Κωνσταντίνα

Διαβάστε περισσότερα

ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ Ενότητα 11a: Εφαρμογές τηλεπισκόπησης ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ. Δρ. Ν. Χρυσουλάκης Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας

ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ Ενότητα 11a: Εφαρμογές τηλεπισκόπησης ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΤΗΣ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗΣ. Δρ. Ν. Χρυσουλάκης Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΗ ΤΗΛΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ Ενότητα 11a: Εφαρμογές τηλεπισκόπησης ΓΕΩΔΕΣΙΑ Δρ. Ν. Χρυσουλάκης Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας Ινστιτούτο Υπολογιστικών Μαθηματικών ΜΕΛΕΤΗ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΒΑΡΥΤΗΤΑΣ Παγοκάλυψη El-Nino

Διαβάστε περισσότερα

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στόχος της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση του υδρογεωλογικού καθεστώτος της λεκάνης του Αλµυρού Βόλου και σε συνδυασµό µε την ανάλυση του ποιοτικού καθεστώτος των υπόγειων νερών της περιοχής,

Διαβάστε περισσότερα

Τηλεπισκόπηση και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (ΓΣΠ) στη διαχείριση περιβαλλοντικών κινδύνων πλημμύρες

Τηλεπισκόπηση και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (ΓΣΠ) στη διαχείριση περιβαλλοντικών κινδύνων πλημμύρες Τηλεπισκόπηση και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών (ΓΣΠ) στη διαχείριση περιβαλλοντικών κινδύνων πλημμύρες Από Καθηγητή Ιωάννη Ν. Χατζόπουλο, διευθυντή του Εργαστηρίου Τηλεπισκόπησης & ΣΓΠ του Τμήματος

Διαβάστε περισσότερα

Μεταπτυχιακή Εργασία

Μεταπτυχιακή Εργασία ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΒΑΣΗΣ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ Μεταπτυχιακή Εργασία Ιωάννης Φλώρος, Τοπογράφος Μηχανικός ΕΜΠ Επιβλέπων : Ν. Μαµάσης, Λέκτορας ΕΜΠ Αθήνα, Μάρτιος 2009 Σκοπός Εργασίας

Διαβάστε περισσότερα

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Περίληψη Η περιοχή μελέτης της παρούσας διατριβής περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα της ευρύτερης

Διαβάστε περισσότερα

Tαξινόμηση υδρορρεύματος

Tαξινόμηση υδρορρεύματος Tαξινόμηση υδρορρεύματος Αποτελεί μια ευρέως εφαρμοσμένη μέθοδο χαρακτηρισμού των υδρορρευμάτων που βασίζεται στην προϋπόθεση ότι ο αριθμός ταξινόμησης έχει κάποια σχέση με το μέγεθος της περιοχής τροφοδοσίας

Διαβάστε περισσότερα