«ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑΦΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ»

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "«ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑΦΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ»"

Transcript

1 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΣΙΟΥΝΤΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ «ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑΦΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗ 2017

2 ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Σιούντα Αναστασία «ΟΙΚΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑΦΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΑΝΘΕΜΟΥΝΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ» Επιβλέπουσα καθηγήτρια: Μανακίδου Ελένη Μέλη τριμελούς εξεταστικής επιτροπής: Mανακίδου Ελένη Τριανταφύλλου Σεβαστή Τσέλεκας Παναγιώτης Ημερομηνία έγκρισης: «Η έγκριση της παρούσης μεταπτυχιακής εργασίας από το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης δεν υποδηλώνει αποδοχή των γνωμών της συγγραφέως» (Ν.5343/1932, άρθρο 202, παρ.2)

3 Πίνακας Περιεχομένων Εισαγωγή 1 Μέρος Α Οικιστικά δεδομένα από την κοιλάδα του Ανθεμούντα 1. Ιστορικό πλαίσιο 4 2. Στοιχεία γεωμορφολογίας σε σχέση με το μοντέλο κατοίκησης στην περιοχή 9 3. Eντοπισμένες θέσεις: κατάλογος και παρουσίαση δεδομένων 20 Εισαγωγικές Παρατηρήσεις Αγίασμα Αγίας Παρασκευής Άνω Σχολάρι / Τράπεζα Κεφάλα / Κεφάλι Άνω Σχολαρίου Βασιλικά Α / Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών Βασιλικά Β / Τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών Βασιλικά Γ / Επίπεδος οικισμός στο Κυπαρίσσι Βασιλικών / Κυπαρρίσι / Τσιφλίκι Λόφος Αγίου Αντωνίου / Άγιος Αντώνιος / Θέση Σπίτια Αγίου Αντωνίου Λοφίσκος στα Λιβάδια Λιβαδιού / Σκουριές / Καμινεύματα / Καμίνι Λόφοι στο Φράγμα Βασιλικών / Φράγμα Περιστερά, Αμαλάρα Τούμπα Αγγελάκη Αγίας Παρασκευής Tούμπα Γκόνα / Τούμπα Γόνα / Γκόνα / Γόνα 34 Δοκιμαστική ανασκαφή Τούμπα Λιβαδάκι / Λιβαδάκι Περαίας / Τούμπα Τσαϊρ Τούμπα Λιβαδιού / Σούγκλα / Σούγλα / Λιβάδι Τούμπα Λουτρών Θέρμης / Μεγάλη Τούμπα Τούμπα Νέας Ραιδεστού / Μαντζαρήδες / Τούμπα Μαντζαρλί / Νέα Ραιδεστός Τράπεζα Λακκιάς / Λακκιά Βασιλικών 39

4 3.17 Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας / Τράπεζα Καράτζαλι / Καρδία Τράπεζα Νέου Ρυσίου / Quadripode / Νέο Ρύσιο Σουρωτή Γαλαρινός, Άγιος Κήρυκος / Άγιος Κήρυκος Αγίας Αναστασίας Γαλαρινός / Καστέλι Γαλάτιστα Α / Επίπεδος οικισμός Αγίας Παρασκευής Γαλάτιστα Γ / Καρακόλι / Κομμένη Τούμπα Γαλάτιστας / Μικρή Τούμπα Γαλάτιστα Ε / Καστέλι Γαλάτιστα Β / Τούμπα Αγίας Παρασκευής Γαλάτιστα Δ / Τούμπα Πανίκοβα 45 Συγκεντρωτικός χρονολογικός πίνακας των θέσεων της κοιλάδας του Ανθεμούντα Ταύτιση του οικισμού 49 Μέρος Β Ταφικά δεδομένα από την κοιλάδα του Ανθεμούντα 5. Το νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής Γενικά στοιχεία Τυπολογία Κτερίσματα Κεραμική Ειδώλια Μεταλλικά αντικείμενα Το ανθρωπολογικό υλικό Το νεκροταφείο της Σουρωτής Παλιότερα ευρήματα Στοιχεία από τη νεότερη έρευνα / Τυπολογία 81

5 6.3 Κτερίσματα Κεραμική Μεταλλικά αντικείμενα Ειδώλια Η φυσιογνωμία του νεκροταφείου της Σουρωτής Το υπογεωμετρικό κτίριο Το ανθρωπολογικό υλικό Συμπεράσματα 103 Βιβλιογραφία 110 Κατάλογος προέλευσης πινάκων και χαρτών 123 Πίνακες 131 Χάρτες 175

6

7 Εισαγωγή Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία έχει ως θέμα της τα αρχαιολογικά δεδομένα, οικιστικά και ταφικά που έχουν προκύψει ύστερα από τη διεξαγωγή επιφανειακών και σωστικών ανασκαφών στην κοιλάδα του Ανθεμούντα. Το εξεταζόμενο χρονικό πλαίσιο κυμαίνεται από την Εποχή του Σιδήρου μέχρι το τέλος των κλασικών χρόνων, ενώ ο γεωγραφικός χώρος περικλείει την κοιλάδα, από τις πηγές του ποταμού στη Γαλάτιστα μέχρι τις εκβολές του στο Θερμαϊκό κόλπο, αλλά και την περιοχή των ορεινών απολήξεων (όγκος Χορτιάτη και Καλαύρου) προς βορρά και νότο που την περιβάλλουν, καθώς στα εν λόγω σημεία υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση οικισμών. Το υπάρχον υλικό αποτέλεσε οδηγό για το χωρισμό της εργασίας σε δύο τμήματα. Το πρώτο τμήμα ασχολείται με την οικιστική διάρθρωση και χωρίζεται σε τέσσερα υποκεφάλαια. Στο πρώτο υποκεφάλαιο παρουσιάζονται όλα τα σωζόμενα αποσπάσματα των αρχαίων πηγών που αναφέρονται στην πόλη ή την περιοχή του Ανθεμούντα, συνδέοντάς την με συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα. Το δεύτερο κεφάλαιο παραθέτει όλα εκείνα τα ευνοϊκά φυσικά γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά, κοινά στο χώρο της κεντρικής Μακεδονίας (τμήμα της είναι και η περιοχή του Ανθεμούντα), που στάθηκαν καθοριστικά για την ίδρυση οικισμών από τους προϊστορικούς χρόνους. Εν συνεχεία εξετάζονται οι συντελούμενες αλλαγές στην αρχιτεκτονική διάταξη των κοινοτήτων κατά τη μετάβαση από την Ύστερη εποχή Χαλκού στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου και σχολιάζεται το φαινόμενο της κωμηδόν κατοίκησης και τα στοιχεία ανομοιογένειας μεταξύ των οικισμών, που ενδεχομένως πιστοποιούν εκδηλώσεις διακοινοτικής ιεράρχησης. Κατόπιν εξετάζεται η γεωμορφολογία της κοιλάδας του Ανθεμούντα και το μοντέλο κατοίκησης που αναπτύχθηκε σε αυτήν, πιστοποιώντας την παράλληλη ανάπτυξη της περιοχής με τον υπόλοιπο μακεδονικό χώρο. Το μεγαλύτερο τμήμα του τρίτου υποκεφαλαίου καταλαμβάνει ο κατάλογος με τις κατοικημένες θέσεις της κοιλάδας από τους προϊστορικούς έως τους προχωρημένους ιστορικούς χρόνους. Οι οικισμοί επιλέχθηκαν με βασικότερο κριτήριο τη γεωγραφική τους ένταξη στα όρια της λεκάνης του Ανθεμούντα, ωστόσο ορισμένες θέσεις που βρίσκονται σε παρυφές ή μεθοριακά τμήματα, θα μπορούσαν να ενταχθούν σε γειτονικές ενότητες χώρου π.χ. τη Μυγδονία ή την Κρουσίδα. Η τράπεζα της Θέρμης 1

8 (Σέδες) με το παρακείμενο νεκροταφείο, αν και αποτελεί τμήμα του οικοσυστήματος της κοιλάδας με βάση γεωγραφικά κριτήρια, εξαιρέθηκε από την παρούσα μελέτη, καθώς στον μέχρι τώρα επιστημονικό διάλογο για την ιστορική τοπογραφία της Μακεδονίας εντάσσεται στα πολίσματα της Μυγδονίας. Θα πρέπει να επισημανθεί η ιδιαίτερη πυκνότητα των οικισμών εκατέρωθεν των όχθεων του ποταμού και η συνέχεια της κατοίκησης στη χρονική ακολουθία από την Ύστερη εποχή Χαλκού στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου και τους αρχαϊκούς κλασικούς χρόνους. Δίνονται στοιχεία που αφορούν τον τύπο των οικισμών, την έκταση, τη διάρκεια κατοίκησης, τις μεταξύ τους αποστάσεις και τα ευρήματα σε όσες περιπτώσεις υπάρχουν. Δυστυχώς οι οικισμοί δεν έχουν διερευνηθεί ανασκαφικά, πλην ελαχίστων, στους οποίους έχουν διεξαχθεί μεμονωμένες διερευνητικές τομές ή σύντομες ανασκαφές, οπότε τονίζεται το κενό στην αρχαιολογική έρευνα σε αυτό το θέμα. Ευτύχημα αποτέλεσε η επιφανειακή έρευνα που υλοποίησε στην περιοχή ο τομέας Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η Εφορεία Αρχαιοτήτων και το πανεπιστήμιο Adam Mickiewicz του Poznan Πολωνίας κατά τα έτη Το πρώτο τμήμα της εργασίας ολοκληρώνεται με το τέταρτο υποκεφάλαιο, στο οποίο παρουσιάζονται οι απόψεις των ερευνητών για την ταύτιση του οικισμού. Στην ενότητα συμπεριλήφθηκε μία συνοπτική παρουσίαση του επιγραφικού υλικού, το οποίο βρέθηκε στην Τούμπα Αγίας Παρασκευής στη Γαλάτιστα, αποδεικνύοντας πως εκεί υπήρχε μία οργανωμένη μακεδονική πόλη (ο Ανθεμούς σύμφωνα με ορισμένους μελετητές) με θεσμοθετημένες λατρείες και πολιτικές αρχές. Τα ταφικά δεδομένα από την κοιλάδα καταλαμβάνουν το δεύτερο μέρος της εργασίας, το οποίο χωρίζεται σε δύο υποκεφάλαια. Αυτά αντιστοιχούν στα δύο νεκροταφεία της περιοχής που ερευνήθηκαν, το ένα την Αγία Παρασκευή Βασιλικών και το άλλο τη Σουρωτή. Επισημαίνεται ότι το χρονικό εύρος χρήσης των νεκροταφείων είναι οριοθετημένο: στην Αγία Παρασκευή το νεκροταφείο είναι αμιγώς αρχαϊκό, ενώ στη Σουρωτή καλύπτονται οι αρχαϊκοί, κλασικοί και πρώιμοι ελληνιστικοί χρόνοι. Αναφορικά και με τις δύο νεκροπόλεις θίγονται στοιχεία που αφορούν την τυπολογία και την οργάνωση του χώρου (π.χ. η ύπαρξη διαδρόμων προσπέλασης ανάμεσα στους τάφους). Τα κτερίσματα χωρίζονται σε ομάδες, κεραμική, ειδώλια, μεταλλικά και λοιπά μικροευρήματα. Δίνεται έμφαση στην κεραμική, εγχώρια και επείσακτη, αφενός γιατί είναι ευνόητη η σημασία της για τη 2

9 χρονολόγηση, αφετέρου διότι άπτεται ζητημάτων που σχετίζονται με την εμπορική διακίνηση ανάμεσα στην ερευνώμενη περιοχή και τα μητροπολιτικά κέντρα της νότιας και ανατολικής Ελλάδας. Επίσης δίνονται στοιχεία που προέκυψαν από τη μελέτη του ανθρωπολογικού υλικού και των δύο νεκροταφείων. Τέλος σχολιάζονται τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ενός υπογεωμετρικού κτιρίου, το οποίο εντοπίστηκε εντός των ορίων του νεκροταφείου της Σουρωτής. Η εργασία ολοκληρώνεται με την παράθεση των συμπερασμάτων που προέκυψαν από τη μελέτη του εξεταζόμενου υλικού. Θα ήθελα να εκφράσω θερμές ευχαριστίες προς την επιβλέπουσα καθηγήτρια κ. Ε. Μανακίδου για τις υποδείξεις της, μεθοδολογικές, δομικές, βιβλιογραφικές και τις κατευθύνσεις που μου έδινε καθ όλη τη διάρκεια συγγραφής της εργασίας, καθώς και τα άλλα δύο μέλη της εξεταστικής επιτροπής, την κ. Σ. Τριανταφύλλου και τον κ. Π. Τσέλεκα. Από κάθε άποψη χρήσιμη ήταν η επίσκεψη στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης και η συνάντηση με την αρχαιολόγο Μ. Παππά, η οποία είχε την ευγένεια να μου δείξει το αδημοσίευτο υλικό της επιφανειακής έρευνας του Ανθεμούντα στη φάση των διορθώσεων. Βαθιές ευχαριστίες οφείλω στον Κωστή Μπούκλη και την Ευδοξία Παπαδοπούλου για τη θετική παρουσία με την οποία με περιέβαλαν καθ όλο το διάστημα συγγραφής της εργασίας και στη μητέρα μου, Ανατολή Σιούντα, χωρίς την πολύπλευρη υποστήριξη της οποίας, οικονομική και ηθική, θα ήταν αδύνατο να ολοκληρώσω τις σπουδές μου. 3

10 Α. Οικιστικά δεδομένα από την κοιλάδα του Ανθεμούντα 1.Ιστορικό Πλαίσιο Η εξέλιξη της κοιλάδας του Ανθεμούντα κατά τους ιστορικούς χρόνους συνδέθηκε με τις εξής ιστορικές συγκυρίες: τα ύστερα στάδια της διαρκώς επεκτεινόμενης πορείας των Μακεδόνων από την αρχική κοιτίδα τους 1, την Πιερία και την Ημαθία προς τα ανατολικά 2, τη διεκδίκηση της περιοχής από τους νότιους γείτονες (Χαλκιδείς), τη σύντομη αθηναϊκή παρουσία συνδεδεμένη με τους Πεισιστρατίδες, τη συνύπαρξη με τις παραλιακές πόλεις και τις αποικίες της Χαλκιδικής. Η εδραίωση των Μακεδόνων ως μόνης δύναμης, από τον πυρήνα τους μέχρι τον Στρυμονικό κόλπο, απαίτησε την καθυπόταξη πολλών φύλων και είχε μακρά χρονική διάρκεια 3. Από το π.χ. η πατρίδα των Μακεδόνων βρισκόταν στα νότια του Αλιάκμονα. Η εγκατάστασή τους στην κοιλάδα, ανάμεσα στα Πιέρια όρη, Βέρμιο και Πάϊκο 4, είχε σταδιακά ως αποτέλεσμα την εγκατάλειψη της νομαδικής κτηνοτροφίας, στην οποία μέχρι πρότινος επιδίδονταν, και την υιοθέτηση του μόνιμου γεωργικού βίου. Απαλλαγμένοι από τους γύρω λαούς, βρίσκονταν κάτω από την εξουσία του επικρατέστερου οίκου, των Τημενίδων, οι οποίοι κατόπιν χρησμοδότησης από το μαντείο των Δελφών, κατάφεραν να επικυρώσουν βασιλική εξουσία με την αιτιολογία της θεϊκής καταγωγής τους 5. Η πραγματική ευκαιρία για επέκταση παρουσιάστηκε στους Μακεδόνες με την εισβολή των Περσών και του Δαρείου στην αποκαλούμενη τότε Θράκη. Η αντίσταση των Παιόνων ενάντια στους Πέρσες είχε αποτέλεσμα την καταστροφή τους, την οποία εκμεταλλεύτηκαν οι Μακεδόνες 6. Γύρω στο π.χ. ο Αμύντας Α δήλωσε υποτέλεια στους Πέρσες και αυτοί τον αντάμειψαν 7 με την παραχώρηση των χωρών ανατολικά του Αξιού, την Αμφαξάτιδα και τον Ανθεμούντα. Η περσική παρουσία στάθηκε καθοριστική για την επιβίωση και ενδυνάμωση του μακεδονικού κράτους, καθώς η 1 Πουλάκη 2001, Στόχος τους ήταν η εξακτίνωση τόσο στα παράλια της κεντρικής Μακεδονίας, όσο και στις μεταλλοφόρες περιοχές της Χαλκιδικής και του Παγγαίου. 3 Hammond 1982, 64-67, Χαβέλα 2006, Χαβέλα 2006, Hammond 1982, Οι τελευταίοι, μάλιστα, είναι οι κύριοι υπεύθυνοι της καταστροφής της Αμυδώνας, του βασικού οικιστικού κέντρου των Παιόνων σύμφωνα με τον Στράβωνα. Βλ. Σουέρεφ 2011, 223, σημ.6. 7 Hammond 1982,

11 μακεδονική οικονομία γνώρισε άνθηση καλύπτοντας τις ανάγκες εφοδίων, ιματισμού, εξαρτύσεων. Η περιοχή παρείχε και ναυπηγήσιμη ξυλεία 8. Η αρχαιότερη αναφορά στον Ανθεμούντα χρονολογείται το 505 π.χ. και προέρχεται από ένα απόσπασμα του Ηροδότου 9, σύμφωνα με το οποίο ο Αμύντας Α επιθυμούσε να τον προσφέρει ως άσυλο στον εξόριστο Πεισιστρατίδη Ιππία, ενώ οι Θεσσαλοί του προσέφεραν την Ιωλκό 10. Σύμφωνα με τον Ι. Ξυδόπουλο 11 η διπλή προσφορά μπορεί να συνδεθεί, πέρα από τη σχέση του Αμύντα με τους Πεισιστρατίδες, με την περσική πολιτική στη Μακεδονία και τη δηλωμένη υποτέλεια των Μακεδόνων στους Πέρσες. Θεωρεί, ότι η προσφορά δεν οφείλεται σε αυτενέργεια του Αμύντα, αλλά πιστεύει ότι έλαβε χώρα με σύμφωνη γνώμη των Περσών ή ακόμη έπειτα από υπαγόρευση του μεγάλου βασιλέα. Υποστηρίζει, παρόλα αυτά, ότι ο Ανθεμούς αποτελούσε τμήμα του μακεδονικού κράτους κατά την περίοδο της περσικής εισβολής, ενώ τονίζει με έμφαση τα φιλοπερσικά αισθήματα του Ιππία και την αποδοχή του από την περσική αυλή. Σε ένα γενικότερο πλαίσιο το θέμα της προσφοράς του Ανθεμούντα στον Ιππία συνδέεται με την επέκταση των Μακεδόνων στα ανατολικά, η οποία σύμφωνα με πολλούς μελετητές συνέβη το 479 π.χ. μετά την ήττα των Περσών και την τελική τους αναχώρηση από την Ελλάδα. Αντιφατικές είναι οι γνώμες των ερευνητών για την κατάκτηση του Ανθεμούντα: O M. Δήμιτσας 12 τοποθετεί την κατάληψη του Ανθεμούντα από τον Αμύντα Α σε πρώιμους χρόνους, το 540 π.χ., ενώ ο Δ. Φιλλιπίδης 13, αντίθετα, υποστηρίζει την επέκταση των Μακεδόνων στη συγκεκριμένη περιοχή μετά την ήττα των Περσών. Ο N. G. L. Hammond 14 υποστηρίζει ότι για να τον εκχώρησε ο Αμύντας στον Ιππία, η περιοχή ήταν πλέον βασιλική κτήση, όπως και η ανατολική Μυγδονία, μέσω της οποίας ήταν εφικτή η πρόσβαση στην κοιλάδα. 8 Επί βασιλείας Αλεξάνδρου Α η μακεδονική ξυλεία συνέβαλε στην κατασκευή του αθηναϊκού στόλου. 9 Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, 5, 94, 1, Ἱππίῃ δὲ ἐνθεῦτεν ἀπελαυνομένῳ ἐδίδου μὲν Ἀμύντης ὁ Μακεδόνων βασιλεὺς Ἀνθεμοῦντα, ἐδίδοσαν δὲ Θεσσαλοὶ Ἰωλκόν. ὁ δὲ τούτων μὲν οὐδέτερα αἱρέετο, ἀνεχώρεε δὲ ὀπίσω ἐς Σίγειον. 10 Edson 1955, , Hammond 1995, Xydopoulos 2012, Δήμιτσας 1988 (ανατύπωση), Φιλλιπίδου 1906, Hammond 1995,

12 Ο C. Edson προτείνει ότι ο Ανθεμούντας περιήλθε στην κατοχή των Αργεαδών ύστερα από την ήττα του Ξέρξη, ενώ ερμηνεύει το χωρίο του Ηρόδοτου ως πρόταση του Αμύντα στον Ιππία για κοινή κατάληψη της περιοχής 15. O M. Ζahrnt 16 ευθυγραμμίζεται με την άποψη του Edson, ενώ ο M.B. Hatzopoulos και η L.D. Loucopoulou υποστηρίζουν ότι η ολοκληρωμένη επέκταση του μακεδονικού κράτους συντελέστηκε κατά τη βασιλεία του Αλεξάνδρου Α με την προσάρτηση του Ανθεμούντα, της Κρηστωνίας και της Βισαλτίας, ωστόσο όλες αυτές οι κτήσεις ήταν επισφαλείς μέχρι και τη βασιλεία του Φιλίππου Β. Ο Ι. Ξυδόπουλος, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, προβάλλει τον ισχυρισμό 17 ότι την εποχή προσφοράς του στον Ιππία ο Ανθεμούς ήταν βασιλική κτήση. Στο σημείο αυτό οφείλει να επισημανθεί ότι η προσάρτηση δε συνοδεύτηκε από την εκδίωξη ή την εκτέλεση των αυτοχθόνων, όπως συνέβη σε άλλες περιπτώσεις 18. Η επόμενη αναφορά στην περιοχή του Ανθεμούντα γίνεται σε δύο αποσπάσματα του Θουκυδίδη: την απαρίθμηση των κατακτήσεων των Αργεαδών 19, όπου αναφέρεται δίπλα στην Κρηστωνία και τη Βισαλτία, και την αφήγηση για την αποτυχημένη εκστρατεία του θράκα Σιτάλκη 20, ο οποίος ήθελε να τιμωρήσει τον Περδίκκα για την υπόθαλψη εξεγέρσεων κατά των Αθηναίων από τους Χαλκιδείς και να ενωθεί με τον αθηναϊκό στόλο, ώστε να υποχρεώσουν από κοινού τις πόλεις της Χαλκιδικής να επιστρέψουν στην αθηναϊκή συμμαχία 21. Ο μακεδονικός έλεγχος στον Ανθεμούντα διατηρήθηκε καθ όλη τη διάρκεια του 5 ου αι. π.χ., ωστόσο οι δυναστικές έριδες και η αστάθεια που ακολούθησαν το θάνατο 15 Edson 1955, Zahrnt 1971, Xydopoulos 2012, Hammond 1982, 71, Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 37, για τις διάφορες υποθέσεις προσάρτησης, το ρόλο των εποίκων και την αντιμετώπιση του αυτόχθονου στοιχείου βλ των ίδιων, Επίσης βλ. Πουλάκη 2001, Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 99, 6, ἐκράτησαν δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἐθνῶν οἱ Μακεδόνες οὗτοι, ἃ καὶ νῦν ἔτι ἔχουσι, τόν τε Ανθεμοῦντα καὶ Γρηστωνίαν καὶ Βισαλτίαν καὶ Μακεδόνων αὐτῶν πολλήν. τὸ δὲ ξύμπαν Μακεδονία καλεῖται. 20 Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 100, 4, ἔσω δὲ τούτων ἐς τὴν Βοττιαίαν καὶ Πιερίαν οὐκ ἀφίκοντο, ἀλλὰ τήν τε Μυγδονίαν καὶ Γρηστωνίαν καὶ Ανθεμοῦντα ἐδῄουν. οἱ δὲ Μακεδόνες πεζῷ μὲν οὐδὲ διενοοῦντο ἀμύνεσθαι, ἵππους δὲ προσμεταπεμψάμενοι ἀπὸ τῶν ἄνω ξυμμάχων, ὅπῃ δοκοίη, ὀλίγοι πρὸς πολλοὺς ἐσέβαλλον ἐς τὸ στράτευμα τῶν Θρᾳκῶν. 21 Hammond 1982,

13 του Αρχελάου 22 στις αρχές του 4 ου αι. π.χ. (399 π.χ.) δημιούργησαν δυσκολίες στην κτήση. Μία από τις βασικές αιτίες για αυτό στάθηκε η αυξανόμενη δύναμη του κοινού των Χαλκιδέων 23. Ο Αμύντας Γ ( π.χ.) κλήθηκε να αντιμετωπίσει τις επιθέσεις του Βάρδυλι, βασιλιά των Ιλλυριών, ο οποίος επιτέθηκε στη Μακεδονία το 393 π.χ. και το 383 π.χ. Ο μακεδόνας βασιλιάς ενόψει της απειλής συμμάχησε με τους Ολύνθιους και τους παραχώρησε τον Ανθεμούντα και την ανατολική Μυγδονία 24 μαζί με τα δικαιώματα απόκτησης ξυλείας από τα δάση. Μετά την απώθηση των εχθρών ζήτησε την επιστροφή των εδαφών του, οι Χαλκιδείς όμως αρνήθηκαν και μάλιστα εισέβαλλαν στη Μακεδονία και κατέλαβαν την Πέλλα. Ο Αμύντας ανέκτησε τα εδάφη του, το 379 π.χ., ύστερα από τη σωτήρια παρέμβαση των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι αποφάσισαν να διαλύσουν το κοινό των Χαλκιδέων. Από τον Αισχίνη 25 πληροφορούμαστε ότι το 368 π.χ., και ενώ ο Ανθεμούς βρισκόταν υπό την κατοχή των Αργεαδών, εισέβαλλε σε αυτόν, τη Θέρμη και τη Στρέψα ο σφετεριστής του θρόνου και φερόμενος νόθος γιος του Αρχελάου, ο Παυσανίας, και τις κατέλαβε. Ο Αμύντας είχε πεθάνει, η σύζυγός του Ευρυδίκη και ο γιος του Αλέξανδρος ικέτευσαν τον Αθηναίο Ιφικράτη, που βρισκόταν με στόλο στην Αμφίπολη να τους βοηθήσει. Τα άλλα δύο παιδιά της Ευρυδίκης, Περδίκκας Γ και Φίλιππος Β ήταν ακόμη ανήλικα. O Ιφικράτης ανταποκρίθηκε και απώθησε τον Παυσανία, ίσως όμως ο τελευταίος κατάφερε να διατηρήσει τον Ανθεμούντα 26. Ο Ε. Βουτυράς και ο Κ. Σισμανίδης, βασισμένοι στην αναφορά του Περδίκκα Γ ως εγγυητή σε μία επιγραφή με θέμα τη συμφιλίωση δύο αντιμαχόμενων παρατάξεων της πόλης Δικαίας, που χρονολογείται το 364 π.χ., θεωρούν ότι αναφέρεται στην ταραχή που προκάλεσε ο Παυσανίας. Προτείνουν μάλιστα ότι η ενδεχόμενη και οριστική εκδίωξή του από την περιοχή έλαβε χώρα το 364 π.χ. 27, οπότε και 22 Aπό το διάστημα αυτό μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από το Φίλιππο το 358 π.χ. υπήρχαν συνεχείς παρεμβάσεις τρίτων, Αθηναίων, Λακεδαιμονίων, Βοιωτών στο μακεδονικό βασίλειο. Σημειώθηκαν επίσης επιθέσεις από Ιλλυριούς και Δαρδανούς. Βλ. Hammond 1982, Edson 1955, 172, Zahrnt 1971, 154, Hammond 1982, Διόδωρος, 14, 92, 3, την σύνεγγυς χώραν και Διόδωρος 15, 19, 2, πολλήν τῆς ὁμόρου χώρας. 25 Αισχίνης, Περί Παραπρεσβείας, 2, 27, Παυσανίου... εἰληφότος δε Ανθεμοῦντα και Θέρμαν και Στρέψαν και ἄλλ ἅττα χωρία. 26 Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 36, Βουτυράς Σισμανίδης 2002, Ο Περδίκκας ενηλικιώθηκε το 365 π.χ. 7

14 παρενέβησαν οι Αθηναίοι, στέλνοντας τον Τιμόθεο, σύμμαχο του Περδίκκα, με ισχυρότερο στόλο 28. Η ενέργεια του Φιλίππου Β να παραδώσει το π.χ. τον Ανθεμούντα και την Ποτίδαια στους Χαλκιδείς 29 σύμφωνα με ορισμένους μελετητές 30 σηματοδοτεί, ίσως, αδυναμία στην κτήση της συγκεκριμένης περιοχής τη συγκεκριμένη περίοδο, ωστόσο από το 348 π.χ. και έπειτα, με την ολοκληρωτική καταστροφή της Ολύνθου, ο Ανθεμούντας περνά οριστικά στους Μακεδόνες, οι οποίοι χάρη στις μεταρρυθμίσεις του Φιλίππου 31 αναδεικνύονται ως νέα ηγεμονική δύναμη της Ελλάδος. Με την στρατηγική του κατάφερε να εξασφαλίσει τον έλεγχο των μακεδονικών παραλίων 32. Το τελευταίο ιστορικό γεγονός από τις σωζόμενες πηγές με το οποίο συνδέεται ο Ανθεμούς είναι η επάνδρωση ενός τάγματος του ιππικού των εταίρων, που συμμετείχε υπό τις διαταγές του Μ. Αλεξάνδρου στη μάχη της Ισσού το 333 π.χ Η αποστολή του Τιμόθεου αφορούσε τη σύρραξη εναντίον των Χαλκιδέων, οι οποίοι εναντιώνονταν στην ανάκτηση της Αμφίπολης από τους Αθηναίους, ωστόσο συνέβαλε και στον περιορισμό του Παυσανία στα Καλίνδοια και στην επιστροφή των εδαφών της Μυγδονίας και του Ανθεμούντα στους νόμιμους βασιλοπαίδες Περδίκκα και Φίλιππο. 29 Δημοσθένης, Φιλιππικός Β, 2, 20, Πῶς γὰρ οἴεσθ', ἔφην, ὦ ἄνδρες Μεσσήνιοι, δυσχερῶς ἀκούειν Ὀλυνθίους, εἴ τίς τι λέγοι κατὰ Φιλίππου κατ' ἐκείνους τοὺς χρόνους, ὅτ Ανθεμοῦντα μεν ἀυτοῖς ἀφίει, ῆς πάντες οἱ πρότερον (πριν τον Φίλιππο Β ) Μακεδονίας βασιλεῖς ἀντεποιοῦντο. 30 Hatzopoulos Loucopoulou 1992, Κατά τη βασιλεία του διασφαλίστηκαν τα βόρεια σύνορα, αφού απομακρύνθηκαν οι Ιλλυριοί, οργανώθηκαν μετακινήσεις πληθυσμών και αυξήθηκε ο αριθμός των εταίρων. Επίσης ο στρατός μετατράπηκε στο κύριο ενοποιητικό όργανο συνοχής του βασιλείου, μέσω ενός συστήματος ανταμοιβών, προαγωγών και έκτακτων απολαβών. 32 Εllis 1982, Αρριανός, Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις, 2, 9, 3, Ἐν τούτῳ δὲ Ἀλέξανδρος...ἐκ τοῦ μέσου ἐκέλευσε δύο ἴλας τῶν ἑταίρων, τήν τε Ἀνθεμουσίαν, ἧς ἰλάρχης ἦν Περοίδας ὁ Μενεσθέως, καὶ τὴν Λευγαίαν καλουμένην, ἧς ἡγεῖτο Παντόρδανος ὁ Κλεάνδρου, ἐπὶ τὸ δεξιὸν ἀφανῶς παρελθεῖν. 8

15 2. Στοιχεία γεωμορφολογίας σε σχέση με το μοντέλο κατοίκησης στην περιοχή Η γεωμορφολογία της Μακεδονίας, το φυσικό της περιβάλλον, οι υδάτινοι πόροι, η βλάστηση και ο εδαφικός της πλούτος έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη κοινοτήτων και τη διαχρονική κατοίκησή της από τη νεολιθική εποχή από πληθώρα πληθυσμιακών ομάδων (φύλων) 34. Η κεντρική Μακεδονία παρουσιάζει σταθερά γεωμορφολογικά στοιχεία επαναλαμβανόμενα από τον Όλυμπο μέχρι τη Χαλκιδική 35. Aυτά δεν είναι άλλα από τους ορεινούς όγκους και τις ευρείες πεδινές ζώνες. Η ακτή χαρακτηρίζεται χαμηλή, ακολουθεί μία ζώνη λοφώδης, ημιορεινή και κατόπιν ορεινή, που διασχίζεται ακτινωτά από πεδιάδες κατά μήκος των οποίων ρέουν ποταμοί. Ο Αλιάκμονας, ο Λουδίας, ο Αξιός, ο Γαλλικός 36 και ο Ανθεμούντας ρέουν παράλληλα και ακτινωτά καταλήγοντας στο Θερμαϊκό κόλπο. Όλα τα παραπάνω ποτάμια ορίζουν σημεία επικοινωνίας, περάσματα και διαβάσεις κατά μήκος του ρου και στις εκβολές τους, τα οποία συνδέουν την ακτή με την ενδοχώρα. Τα παράλια παρέχουν ασφαλή λιμάνια, στις εκβολές των ποταμών ή σε ακρωτήρια. Σε αυτό το γεωμορφολογικό περίγυρο, που πέρα από κάποιες επιμέρους μεταβολές στο πέρασμα των αιώνων 37, συνδύαζε τη σταθερότητα των φυσικών χαρακτηριστικών, τις παραγωγικές ικανότητες του εδάφους, τις ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες και τις δυνατότητες επικοινωνίας, αναπτύχθηκαν οικισμοί με διαχρονικότητα, εγγύτητα, πυκνότητα και κανονικότητα στις μεταξύ τους αποστάσεις. Οι κυριότερες θέσεις, όπου εντοπίζονται οι οικισμοί, συνιστούν οπωσδήποτε κομβικά σημεία υδάτινων και χερσαίων διασυνδέσεων, τα οποία εξασφάλιζαν στρατηγικό ρόλο και πιθανή μακρόχρονη παρουσία (π.χ. ακρωτήρια, παράλια, όχθες και εκβολές ποταμών) 38. Παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά στην ανατολική, 34 Hammond 1982, 65, Τιβέριος 1997, Σουέρεφ 2011, 309, Sivignon1982, Οι παραπάνω ποταμοί με τον κάθετο προσανατολισμό τους γεφύρωναν τον βαλκανικό βορρά με τον αιγαιακό νότο, προωθώντας τη διακίνηση ανθρώπων, προϊόντων, ιδεών. Βλ. σχετικά Σαββοπούλου 2004, Για τις αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον κόλπο της Θεσσαλονίκης κατά τα τελευταία χρόνια, λόγω της ανύψωσης του επιπέδου της θάλασσας και της έντονα προσχωματικής δράσης των ποταμών Αξιού, Γαλλικού και Αλιάκμονα με τη μορφή δελταϊκών αποθέσεων, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την προοδευτική επέκτασή τους εις βάρος της θάλασσας βλ. Βουβαλίδης κ.ά. 2003, Στις ανατολικές ακτές του κόλπου η προσφορά αποθέσεων από τον ποταμό Ανθεμούντα παρατηρείται, ωστοσο είναι αισθητά μικρότερη, επειδή στο συγκεκριμένο τμήμα επικρατούν οι ακτές διάβρωσης, όπου η θάλασσα, χάρη στην κυματική της δράση, επεκτείνεται σε βάρος του χερσαίου αναγλύφου. Για το θέμα βλ. επίσης Sivignon1982, Σουέρεφ 2011,

16 κεντρική και δυτική Μακεδονία: φυσική οχυρότητα, ροή ρεμάτων ή ποταμών σε κοντινή απόσταση, εγγύτητα με πεδινά εδάφη, αλλά και εκτάσεις ιδανικές για κτηνοτροφικές δραστηριότητες, δυνατότητα εγκαθίδρυσης διακοινοτικών δικτύων επαφών με κοντινούς οικισμούς 39 χάρη στις μικρές μεταξύ τους αποστάσεις. Προκειμένου να διευκολυνθούν οι μελετητές της τοπογραφίας της Μακεδονίας έχουν γίνει ορισμένοι διαχωρισμοί των οικισμών 40 : ως προς τη σύσταση του πληθυσμού υπάρχει η διάκριση ανάμεσα στις αποικιακές πόλεις και τα πολίσματα με τοπικούς πληθυσμούς. Από τον Εκαταίο 41 ωστόσο, βεβαιώνεται η ύπαρξη μεικτών πληθυσμών, καθώς η Θέρμη, η κυριότερη πόλη του μυχού αναφέρεται ως πόλις Ἑλλήνων Θρηΐκων. Τα οικιστικά πρότυπα των αποίκων δεν αποκλείεται να ήταν κοντά στο νοτιοελλαδικό πρότυπο των πόλεων κρατών, αρκετές όμως αποικίες ιδρύθηκαν σε οχυρές θέσεις και υψώματα στη θάλασσα, προκειμένου να είναι εύκολη η φορτοεκφόρτωση των εμπορευμάτων 42. Τα σπίτια οργανώνονταν σε οικοδομικές νησίδες, ενίοτε ανισομεγέθεις. Μία από τις βασικότερες παραμέτρους για την οργάνωση ενός οικισμού διαχρονικά αποτελεί το ανάγλυφο του εδάφους. Στις πεδινές εκτάσεις εφαρμόστηκε το ιπποδάμειο σύστημα (Όλυνθος, Πέλλα, Αμφίπολη, Απολλωνία, Δίον), αντίθετα στις ορεινές ή λοφώδεις εκτάσεις ένα πιο ελεύθερο σύστημα, με ανισομεγέθεις οικοδομικές νησίδες, προσαρμοσμένες στην κλίση του εδάφους (Αιανή, Πέτρες, Στάγειρα). Σε περιπτώση συνύπαρξης ορεινού και πεδινού αναγλύφου τα δύο συστήματα συνυπήρχαν. Κατά την Ύστερη εποχή Χαλκού σημειώνονται αλλαγές όσον αφορά την κατοίκηση, η οποία παρουσίασε αυξημένη πυκνότητα, και την πολεοδομική εικόνα των οικισμών στη Μακεδονία: πιστοποιείται η προτίμηση σε οχυρές ημιορεινές θέσεις με τη μορφή τούμπας 43. Οι τούμπες με τη διακριτή τους μορφολογία και τη χωροθέτησή τους στις πεδινές εκτάσεις της Μακεδονίας (συμπεριλαμβανόμενης και της πεδιάδας του Ανθεμούντα) αποτέλεσαν χαρακτηριστικό τοπόσημο του 39 Σαββοπούλου 2004, 309 με σημ. 9, όπου αναφέρεται στο υγιεινότερο ορεινό περιβάλλον σε σύγκριση με τις ανθυγιεινές συνθήκες στις πεδιάδες. Στις τελευταίες ελλόχευε διαρκώς ο κίνδυνος ελονοσίας, Σουέρεφ 2011, Σουέρεφ 2011, , ιδιαίτερα 205, 207, όπου διατυπώνει γενικές σκέψεις για την τοπογραφία. 41 Εκαταίος FGrH, Frag.146 = Στέφανος. Βυζάντιος, λ. Χαλάστρα. 42 Αδάμ-Βελένη 2008, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, 108, Γραμμένος κ.ά. 1997, 91, Ανδρέου 2014, 146, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014,

17 μακεδονικού τοπίου. Αναπτύχθηκαν είτε ως νέοι οικισμοί, είτε ως συνέχεια οικισμών με προγενέστερες φάσεις 44. Απέκτησαν το σχήμα τους 45 χάρη στη διαμόρφωση ανδήρων, που κατασκευάζονταν με διάφορες τεχνικές και υλικά από τους πρόποδες ως την κορυφή των λόφων με λειτουργία κατά βάση χωροοργανωτική, χωρίς να αποκλείεται ο αμυντικός χαρακτήρας 46. Εκτός από τη διαμόρφωση των οικισμών σε τούμπες, στην κορυφή μερικών από αυτές (π.χ. Τούμπα Θεσσαλονίκης) ανασκάφηκαν κτήρια με μεγάλη έκταση σε δεσπόζουσα θέση (κεντρικά), στα οποία διαπιστώθηκε συγκεντρωτική αποθήκευση προϊόντων και επείσακτη μυκηναϊκή κεραμική. Την τελευταία χρησιμοποιούσαν συγκεκριμένα μέλη της κοινότητας σε ειδικές καταναλωτικές περιστάσεις με συμβολικό περιεχόμενο 47. Τα παραπάνω στοιχεία, δηλαδή η διάκριση ορισμένων οικισμών (Τούμπα Θεσσαλονίκης, Άσσηρος, Καστανάς) ως προς το μέγεθός τους, τα έργα κοινοτικής εμβέλειας, που απαιτούσαν κινητοποίηση πολλών μελών της κοινότητας για την υλοποίησή τους, τα κεντρικά κτηριακά συγκροτήματα, όπου διαπιστώθηκε συγκεντρωτική αποθήκευση προϊόντων και η πολυπλοκότητα του υλικού πολιτισμού εν γένει, θεωρήθηκαν στοιχεία ενδεικτικά για την ύπαρξη ανισοτήτων μεταξύ των κοινοτήτων των επιμέρους περιοχών και για την εγκαθίδρυση διακοινοτικών δικτύων με απλές ιεραρχικές δομές 48. Με βάση αυτή τη συλλογιστική προτάθηκε ότι μερικοί οικισμοί είχαν ανώτερη, ενώ άλλοι κατώτερη θέση. Ο συσχετισμός της οικιστικής οργάνωσης της Μακεδονίας της Ύστερης Εποχής Χαλκού σε αντιστοιχία με το μυκηναϊκό τρόπο ιεράρχησης των οικισμών, βάσει του οποίου οι μικρότεροι οικισμοί 44 Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, 108, Σαββοπούλου 2004, Τα βασικά στοιχεία που το χαρακτηρίζουν είναι το ύψος και η περιορισμένη έκταση, βλ. Ανδρέου Κωτσάκης 1987, 61 και Για το θέμα βλ. Ανδρέου Κωτσάκης 1999, και Στεφάνη 2014 για τα άνδηρα του οικισμού του Αγγελοχωρίου, όπου ανάμεσα σε άλλα υποστηρίζει τη λειτουργία των ανδήρων ως ενδοκοινοτικών και εξωκοινοτικών ορίων, που εμπέδωναν το αίσθημα ασφάλειας στους κατοίκους. Αποτέλεσμα αυτών των έργων κοινοτικής εμβέλειας ήταν η προβολή των οικισμών με μνημειακότητα στο χώρο, στοιχείο που εγγράφεται ακόμη και σήμερα στην εικόνα τους. Υπό συζήτηση παραμένει το ζήτημα, αν τα άνδηρα κατασκευάζονταν από τις κοινότητες συλλογικά ή έπειτα από παρακίνηση ηγετικών ομάδων, που κατεύθυναν την εργασία. 47 Για τη μυκηναϊκή κεραμική που βρέθηκε στο κεντρικό συγκρότημα στην Τούμπα Θεσσαλονίκης, την περιορισμένη χρήση της και την εξυπηρέτηση των καθημερινών αναγκών των κατοίκων κατα βάση από τη χειροποίητη κεραμική, βλ. Ανδρέου Κωτσάκης 1999, Ανδρέου Κωτσάκης 1999, 112, Χαβέλα 2012,

18 εξαρτώνταν από κάποιον κεντρικό παραμένει ελλιπής 49. Ο εντοπισμός, ωστόσο, ανδήρων και περιβόλου (Τούμπα Θεσσαλονίκης), το κτηριακό συγκρότημα με αποθήκες στην Άσσηρο, τα πυργόσχημα κτίσματα σε καίριες θέσεις των οδικών δικτύων στην ανατολική και βόρεια Μακεδονία αποτελούν ενδείξεις για την ύπαρξη τοπικών κέντρων εξουσίας, που οργάνωναν τη συλλογική εργασία και διαδραμάτιζαν στρατηγικό ρόλο στα δίκτυα επικοινωνίας 50. Οφείλουμε, παρόλα αυτά, να αναφέρουμε και την άποψη ότι οι κοινωνικές αλλαγές και οι μεταλλάξεις, που συντελέστηκαν στους οικισμούς της Μακεδονίας κατά την Ύστερη εποχή Χαλκού, δε πήραν τη δραματική μορφή που χαρακτηρίζει τα φαινόμενα της νότιας Ελλάδας 51. Η σχέση της Ύστερης εποχής Χαλκού και της Πρώιμης εποχής Σιδήρου συνδέεται τόσο με την καταστροφή και εγκατάλειψη κάποιων οικισμών, όσο και με την οικιστική συνέχεια θέσεων της πρώτης είτε με μεταφορά σε γειτονικές ευρύχωρες τοποθεσίες, είτε σε εντελώς νέες θέσεις 52. Στην κεντρική Μακεδονία καταγράφεται υψηλό ποσοστό οικισμών Πρώιμης εποχής Σιδήρου 53. Παρότι η πολιτιστική ομοιογένεια με την προηγούμενη περίοδο είναι σαφής και δεν διαπιστώνονται μεγάλες υπερβάσεις στα ήδη διαμορφωμένα δίκτυα και στα οικιστικά πρότυπα 54, παρατηρούνται ωστόσο μετασχηματισμοί στη μορφολογία και την αρχιτεκτονική των οικισμών. Οι μεταλλάξεις στους οικισμούς της Μακεδονίας κατά την Ύστερη εποχή Χαλκού εντάσσονται στις γενικότερες ανακατατάξεις που έλαβαν χώρα στο βαλκανικό και αιγαιακό χώρο στο τέλος της 2 ης χιλιετίας π.χ. 55 Κατά τη διάρκεια 49 Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, 108, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014, Ενδείξεις κοινωνικής διαφοροποίησης έχουν προκύψει και από τα νεκροταφεία της Ύστερης εποχής Χαλκού της Αιανής και των θαλαμωτών τάφων της βόρειας Πιερίας, όπου εντοπίζεται η επιθυμία οικογενειακών ομάδων να διακριθούν από την υπόλοιπη κοινότητα, Χαβέλα 2012, 316, Ανδρέου 2014, Ανδρέου 2014, , ο οποίος προχωρά σε σχόλια, που αφορούν τη διακοινοτική οργάνωση των οικισμών της Τούμπας και της Ασσήρου, εισηγούμενος ότι η συνεχής ανακατασκευή οικημάτων επί αιώνες στην ίδια θέση στους δύο οικισμούς σηματοδοτεί την αυτόνομη θέση των οικιακών ομάδων και την αποτροπή, ίσως, εκδήλωσης έντονων ανισοτήτων. Οι τελευταίες, όταν διαπιστώνονται, θεωρεί ότι δεν έχουν θεσμοθετημένο χαρακτήρα. 52 Βοκοτοπούλου Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, 129, Σουέρεφ 2011, 310, Κουκούλη- Χρυσανθάκη 2014, οικισμοί σε σύνολο 243 προϊστορικών οικισμών, βλ. Γραμμένος κ.ά. 1997, 88. Στις 67 από αυτές σημειώνεται διαδοχική κατοίκηση από την Ύστερη εποχή Χαλκού. 54 Σουέρεφ 2011, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014, με σχόλια για τον τρόπο που αποτυπώνονται οι κοινωνικές αλλαγές στο πέρασμα από την Ύστερη εποχή Χαλκού στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου στην αρχιτεκτονική των οικισμών, π.χ. στην Άσσηρο, όπου τα κτηριακά σύνολα παρουσιάζουν συρρίκνωση και αναδιαμόρφωση σε μικρότερα, δίχωρα νοικοκυριά με έναν υπαίθριο και έναν στεγασμένο χώρο. 12

19 του 9 ου αι. π.χ. οι κάτοικοι των οικισμών αναζητούν ευρύτερες εκτάσεις για εγκατάσταση και η κατοίκηση μεταφέρεται σε υψίπεδους λόφους με επίπεδη κορυφή και απότομα πρανή που υποδηλώνουν αμυντική περίμετρο, τις λεγόμενες στη βιβλιογραφία τράπεζες 56. Σε ορισμένες περιπτώσεις η διεύρυνση του οικισμού γινόταν γύρω από τον αρχικό γήλοφο (μορφή «τούμπα επί τραπέζης»), άλλοτε η κατοίκηση μεταφερόταν σε κοντινή θέση, ενώ παρατηρείται και η περίπτωση ίδρυσης οικισμών σε εντελώς νέες θέσεις 57. Τα δεδομένα των ανασκαφών δείχνουν μικρή μείωση των οικισμών της Πρώιμης εποχής Σιδήρου σε σχέση με την Ύστερη εποχή Χαλκού, αλλά αυτό δε θεωρείται ασφαλές, καθώς πολλά δεδομένα προέρχονται από επιφανειακές έρευνες και υπάρχει περίπτωση κάλυψης των στρωμάτων της Πρώιμης εποχής Σιδήρου από κατοπινές φάσεις. Η κατοίκηση σε αυτές τις οχυρές ημιορεινές θέσεις, που διασπείρονται με ιδιαίτερη πυκνότητα, συχνά εκατέρωθεν ποταμών, αλλά και σε παράλια, φανερώνει ότι πρόκειται για μορφώματα που στόχευαν στον έλεγχο των γεωργικών και κτηνοτροφικών πόρων μέσω κατάτμησης της γης και στην πολύχρονη αυτάρκεια 58. Το ευρύτερο πεδίο κατοίκησης που πρόσφεραν θεωρήθηκε οπωσδήποτε στοιχείο δηλωτικό δημογραφικής αύξησης, ωστόσο, αυτή η αλλαγή στη μορφολογία των οικισμών θεωρήθηκε απότοκο οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών στις δομές των κοινοτήτων, που οδήγησαν στη γέννηση των «πρωτοαστικών» κέντρων 59. Το γεγονός ότι οι οικισμοί είχαν μικρή έκταση, μικρές μεταξύ τους αποστάσεις, ενώ παράλληλα ήταν ατείχιστοι στηρίζει την άποψη για κωμηδόν 60 κατοίκηση στο πρότυπο που έχει Ανάλογη συρρίκνωση παρατηρήθηκε και στο κεντρικό κτηριακό συγκρότημα στην Τούμπα Θεσσαλονίκης και μετασκευή του σε χώρους κατοικίας. Βλ. επίσης Στεφάνη 2014, Hammond 1982, 42, Σαββοπούλου 2004, 309, Σουέρεφ 2011, 361, Χαβέλα 2012, 317, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014, Σουέρεφ 2011, Σουέρεφ 2011, Κουκούλη-Χρυσανθάκη 2014, Αυτό το μοντέλο χωροοργάνωσης υποστηρίχθηκε αρχικά από τον Κ. Ρωμαίο για τους οικισμούς που συναποτελούσαν την αρχαία Θέρμη, τη σπουδαιότερη πόλη του μυχού του Θερμαϊκού, Ρωμαίος 1940, 4 και 6. Αναφέρει χαρακτηριστικά : «η Θέρμη κατοικήθηκε κωμηδόν, απετελείτο εκ πολλών μικρών κωμών και εξετείνετο εις μεγάλην έκτασιν από το Σέδες μέχρι των τόπων της κατόπιν Θεσσαλονίκης». Για τη Θέρμη βλ. και Σουέρεφ 2011, με προσδιορισμό της επικράτειάς της από τον Γαλλικό ποταμό έως τον Ανθεμούντα. Μπορεί επίσης να υποστηριχθεί για το πλέγμα των πολισμάτων που βρίσκονται στη λεκάνη του Ανθεμούντα. To συγκεκριμένο οικιστικό μοντέλο δεν ήταν άγνωστο ούτε στη νότια Ελλάδα: η Σπάρτη αποτελούταν από μικρούς, ατείχιστους συνοικισμούς, κάποιοι από τους οποίους απείχαν πολύ μεταξύ τους. 13

20 προταθεί και για την Ύστερη εποχή Χαλκού 61, καθώς όλα αυτά τα πολίσματα δύσκολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ανεξάρτητα μεταξύ τους. Τα αρχαιολογικά και τοπογραφικά στοιχεία από τις ανασκαφές των οικισμών από όλη την κεντρική Μακεδονία, η κανονικότητα των μεταξύ τους αποστάσεων, καθώς και η ομοιογένεια που παρουσιάζουν ως προς τη μορφολογία τους 62 και τα κοινά ευρήματα, επιβεβαιώνουν την ειρηνική συνύπαρξη και τις μεταξύ τους ανταλλαγές. Ο Μ. Τιβέριος 63 κάνει λόγο για όμαιμες φυλετικές κοινωνίες, των οποίων οργανικές μονάδες σε κάθε οικισμό αποτελούσαν τα γένη και οι φρατρίες. Μαζί του συμφωνεί η Κ. Χαβέλα 64, που υποστηρίζει ότι οι διαμορφωμένες στις κοινότητες κοινωνικές δομές στηρίζονταν σε δεσμούς συγγένειας και η Γ. Καραμήτρου - Μεντεσίδη 65, καθώς η ίδια εικόνα προκύπτει από την οργάνωση των νεκροταφείων (τύμβων) στο Ρύμνιο και στο Βέρμιο. Τα ανομοιογενή στοιχεία μεταξύ των οικισμών, όπως οι διαφορές στην έκταση, ο εντοπισμός περιβόλων σε ορισμένους από αυτούς, τα μεγάλα κτήρια αποθήκες κτήρια ειδικών χρήσεων ή κατοικίες φορέων εξουσίας και οι δράσεις κεντρικού προγραμματισμού φαίνεται να δικαιολογούν τη διάκριση ανάμεσα σε κύριους και δορυφορικούς οικισμούς και να στηρίζουν την άποψη για υπεροχή ορισμένων θέσεων έναντι άλλων 66. Ίσως οι μεγαλύτεροι οικισμοί να είχαν καθοδηγητικό ρόλο σε περιπτώσεις κινδύνου ή όταν οι κοινότητες αναλάμβαναν από κοινού κάποιους άξονες δράσης. Η στρατηγική σύνδεσης οικισμών που απείχαν μεταξύ τους λίγα χιλιόμετρα, η γεωπολιτική τους συσπείρωση κάτω από κοινά, γεωγραφικά, οικονομικά, πολιτικά κριτήρια σε κάποιες περιστάσεις 67 προφανώς δημιουργούσαν συνθήκες συνοχής και σταθερότητας στην περιοχή και έμελλε να είναι ο κύριος τρόπος οργάνωσης των οικισμών μέχρι την εποχή που ο Κάσσανδρος ίδρυσε τη Θεσσαλονίκη, προωθώντας το διοικητικό συγκεντρωτισμό και διαλύοντας 26 μικρά πολίσματα γύρω από το Θερμαϊκό 68. Μικρή αναφορά αξίζει να γίνει και στους τύπους δόμησης που εντοπίστηκαν στους οικισμούς της Εποχής του Σιδήρου, προκειμένου να δοθούν μερικά στοιχεία 61 Τιβέριος , , Τιβέριος 1997, Τιβέριος 1997, 81, Σουέρεφ 2011, Τιβέριος , Χαβέλα 2012, Καραμήτρου - Μεντεσίδη 1993, Σουέρεφ 2011, Σουέρεφ 2011, 256, 309, Για την ίδρυση της Θεσσαλονίκης Σουέρεφ 2011,

21 αναφορικά με την αρχιτεκτονική των θέσεων. Δε γνωρίζουμε την ακριβή πολεοδομική οργάνωση του συστήματος κατά κώμας 69. Επίσης δεν υπάρχει ομοφωνία στην έρευνα ως προς την ορολογία που χρησιμοποιείται και αυτό είναι λογικό, γιατί αφενός είναι περιορισμένες οι συστηματικές ανασκαφές που επικεντρώνονται σε οικισμούς της Πρώιμης εποχής Σιδήρου 70, αφετέρου στις επιμέρους περιοχές της Μακεδονίας τα αρχιτεκτονικά πρότυπα παρουσίαζαν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τις τοπικές παραδόσεις, την τεχνογνωσία, τα διαθέσιμα υλικά δομής. Αναφέρεται ο τύπος με τις συσσωρευμένες οικίες 71. Ως τέτοιες ορίζονται ορθογώνια δωμάτια κτηρίων, άλλοτε μεμονωμένα, άλλοτε σε ομάδες των τριών τεσσάρων 72. Ένας άλλος τύπος δόμησης που συναντάται στη βιβλιογραφία είναι η δόμηση σε νησίδες 73, η οποία εμφανίζεται στη Μακεδονία από την Πρώιμη εποχή Χαλκού και συνεχίζεται με ιδιαίτερη διαχρονικότητα στους οικισμούς και κατά τους ιστορικούς χρόνους. Έχει εντοπιστεί σε πλειάδα τραπεζών (Τράπεζα Τούμπας Γκόνα, Λεμπέτ, τράπεζα Νέας Αγχιάλου, τράπεζα Νέας Φιλαδέλφειας, Αρχοντικό). Συνίσταται σε πλινθόκτιστους τοίχους, με ή χωρίς λίθινη θεμελίωση, που εντάσσονται σε πολεοδομικές νησίδες με σταθερό οδικό δίκτυο. Άλλοι αρχιτεκτονικοί τύποι που αναφέρονται είναι τα ελεύθερα στο χώρο κτίσματα, ορθογώνια ή αψιδωτά 74, τα ξύλινα πασσαλόπηκτα κτίσματα, τα κτίσματα με υπόσκαφους αποθηκευτικούς ή εργαστηριακούς χώρους. Περισσότερα στοιχεία για το οικιστικό μοντέλο των πολισμάτων της κεντρικής Μακεδονίας έχουν προκύψει από την τράπεζα στην Τούμπα Θεσσαλονίκης για το διάστημα από τα μέσα του 6 ου αι. π.χ. έως τον 4 ο αι. π.χ. 75, οπότε και ακολουθήθηκε στον οικισμό πρόγραμμα πολεοδομικής ανασυγκρότησης με σαφή πολεοδομικό ιστό οικοδομικών τετραγώνων με πολύχωρες οικίες και δρόμους ανάμεσα τους 76 στο πρότυπο των σπιτιών της 69 Αδάμ - Βελένη 2008, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014, Χαβέλα 2012, Στον Καστανά, για παράδειγμα, το οικιστικό συγκρότημα της υστερογεωμετρικής εποχής αποτελείται απο δώδεκα δωμάτια, ωστόσο μία ομάδα τεσσάρων απομονώθηκε λόγω των λειτουργιών που επιτελούνταν σε αυτά (βρέθηκε εστία και εργαλεία), ως μία οικιστική ενότητα. Άλλα δωμάτια του ίδιου συγκροτήματος φαίνονται ανεξάρτητα και βρίσκονται σε επαφή με το δρόμο. Από τα παραπάνω προκύπτει η υπόθεση ότι τα ανεξάρτητα νοικοκυριά αποτελούν το βασικό κοινωνικό κύτταρο των οικισμών. Για την αυτονομία των νοικοκυριών στον οικισμό του Αγγελοχωρίου, όπου κάθε οικιστική μονάδα διέθετε τροφοπαρασκευαστικούς και αποθηκευτικούς χώρους βλ. Στεφάνη 2014, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014, Βοκοτοπούλου Κουκούλη - Χρυσανθάκη Χαβέλα 2006, Αλλαμανή - Σουρή 2012,

22 Ολύνθου. Καλύτερη εικόνα είχαμε για τις οικίες του 4 ου αι. π.χ., καθώς αποκαλύφθηκαν ανδρώνες, οπτάνια, δωμάτια για αποθήκευση τροφίμων, δωμάτια με πιθεώνες, σκευοθήκες και κυλικεία για αποθήκευση τροφών, χώροι, δωμάτιο με λουτήρα, χώρος για υφαντική, λάκκοι απορριματικοί, αγωγοί νερού, δρόμοι και στενωποί ανάμεσα σε σπίτια. Ο γεωμορφολογικός περίγυρος της κοιλάδας του αρχαίου ποταμού Ανθεμούντα, του σύγχρονου Βασιλικιώτικου χαρακτηρίζεται από τα πεδινά στοιχεία και το ημιορεινό περιβάλλον (Χάρτης 1). Τα παραπάνω χαρακτηριστικά στάθηκαν καθοριστικά για τη διαχρονική κατοίκηση του χώρου από τη μέση νεολιθική περίοδο μέχρι τους ιστορικούς χρόνους 77 σε όλη την έκταση από τις πηγές ως τις εκβολές του ποταμού. Οι οικισμοί των προϊστορικών χρόνων (Τούμπα Λουτρών Θέρμης, Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών, Τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών, επίπεδος οικισμός στο Κυπαρίσσι) διασπείρονται βόρεια και νότια του ποταμού στην κοιλάδα, αντίθετα οι οικισμοί από την Εποχή του Χαλκού και εξής σκαρφαλώνουν σε λοφώδεις περιοχές στις παρυφές της κοιλάδας 78 (Αγιάσμα, Τούμπα Αγγελάκη, λόφοι Σουρωτής, Τράπεζα Λακκιάς, οικισμός στο Φράγμα Βασιλικών, οικισμοί πέριξ της Γαλάτιστας) (Χάρτης 2). Η κατοίκηση παρουσιάζει τη μεγαλύτερη πυκνότητα κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων 79 (Χάρτης 3). Τα γεωφυσικά σύνορα 80 της κοιλάδας είναι ο ορεινός όγκος του Χορτιάτη / Κισσού στο βορρά, η χαμηλότερη οροσειρά του Καλαύρου, της Κατσίκας και του Βάβδου στο νότο, το όρος Χολομώντας / Υψίζωνος και ο ποταμός Ολύνθιος στα ανατολικά, ο Θερμαϊκός κόλπος στα δυτικά, στον οποίο εκβάλλει ο Ανθεμούντας 81, που πηγάζει από τις ρεματιές της Γαλάτιστας και συγκεντρώνει τα ύδατα των ρεμάτων της Περιστεράς και του Λιβαδιού. Διοικητικά το δυτικό τμήμα της κοιλάδας ανήκει στην Περιφέρεια Θεσσαλονίκης, ενώ οι ανατολικές περιοχές εντάσσονται στη δικαιοδοσία της Περιφέρειας Χαλκιδικής. Ως προς την αρχαία τοπογραφία η επικράτεια του Ανθεμούντα γειτόνευε με τη Μυγδονία και τον Κισσό στα βόρεια και δυτικά, με την Κρουσίδα στα δυτικά και νότια, με τη Βοττική και τη Χαλκιδική στα 77 Ανδρέου κ.ά (υπό έκδοση). 78 Σουέρεφ 2011, Πουλάκη 2001, 142, Σουέρεφ 2011, 260, Αndreou et al. (υπό έκδοση). 80 Zahrnt 1971, 153, Σουέρεφ 2011, Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ποταμός σήμερα χαρακτηρίζεται ως περιοδικός, καθώς ο υδάτινος όγκος του έχει μειωθεί σημαντικά, Αndreou et al. (υπό έκδοση). 16

23 νοτιοανατολικά 82 (Χάρτης 4). Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι αυτή η μικρή σε έκταση περιοχή, με εύφορα εδάφη, ακτές στον υδάτινο κόμβο του Θερμαίου και δασωμένη ενδοχώρα βρισκόταν σε κομβικό σημείο χερσαίων διασυνδέσεων και συνέδεε τη Μυγδονία (Θέρμη) με την παράλια και μεσόγαια Χαλκιδική (Όλυνθο) κατέχοντας στρατηγική θέση στις υφιστάμενες χερσαίες διαδυνδέσεις 83. Δρόμοι θα υπήρχαν παραλιακά κοντά στις περιοχές Καρδία, Νέο Ρύσιο, Άνω Σχολάρι, Μεσημέρι, αλλά και στον πεδινό και ημιορεινό περίγυρο της ενδοχώρας κοντά στη Σουρωτή, το Μονοπήγαδο, τον Άγιο Αντώνιο, τη Γαλάτιστα, το Βάβδο, τον Πολύγυρο 84. Η σημασία τους έγκειται στη δυνατότητα που έδιναν στους κατοίκους των οικισμών της κοιλάδας για οικονομικές και πολιτιστικές ανταλλαγές τόσο με τους οικισμούς των αυτοχθόνων στο βορρά, όσο και με τις αποικιακές πόλεις στο νότο, εξασφαλίζοντας ευημερία και μακροβιότητα στην κατοίκηση. Ως προς τη μορφολογία της η κοιλάδα μπορεί να χωριστεί σε δύο ζώνες: την άνω και την κάτω κοιλάδα. Η κάτω κοιλάδα καταλαμβάνει το δυτικό και κεντρικό κομμάτι της λεκάνης. Το γεωμορφολογικό ανάγλυφο είναι ήπια κλιμακούμενο και το υψόμετρο κυμαίνεται από μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας (80 μ. πάνω από τη θάλασσα στα Βασιλικά) 85. Η άνω λεκάνη περιλαμβάνει το ανατολικό τμήμα της κοιλάδας, πιο συγκεκριμένα τις περιοχές της Γαλάτιστας και του Γαλαρινού, όπου διαμορφώνεται ένα μικροπεριβάλλον. Το τοπίο χαρακτηρίζεται ως λοφώδες και δύσβατο και οι αλλουβιακές αποθέσεις εκλείπουν. Η περιοχή κυριαρχείται από βαθιές χαράδρες, λόφους και πλατώματα, ενώ το υψόμετρο προσεγγίζει τα μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Γεωλογική διαφοροποίηση παρατηρείται και ως προς τους ορεινούς όγκους που περιβάλλουν την κοιλάδα. Οι βόρειες πλαγιές είναι τμήμα του Χορτιάτη με υψόμετρο 1190 μ., ενώ οι νότιες, τμήμα του όγκου του Καλαύρου, δεν υπερβαίνουν τα 500 μ. Εκτός από τους αγροτικούς και κτηνοτροφικούς πόρους η περιοχή είναι πλούσια σε πετρώματα (πυριτόλιθο, γρανίτη, μάρμαρο κ.ά.) τα οποία εκμεταλλεύτηκαν πολύ νωρίς οι προϊστορικοί κάτοικοι της κοιλάδας 86. Με ενδιαφέρον αναμένεται η δημοσίευση των αποτελεσμάτων της πρόσφατης επιφανειακής έρευνας, που διενεργήθηκε, όπου εξετάζονται οι προεκτάσεις που 82 Σουέρεφ 2011, Ζahrnt 1971, 154, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, 174, Σουέρεφ 2009, Σουέρεφ 2011, Ζahrnt 1971, , Αndreou et al. (υπό έκδοση). 86 Αndreou et al. (υπό έκδοση). 17

24 σηματοδοτεί η πρόσβαση κάποιων από τις κοινότητες στις πλουτοπαραγωγικές πηγές (πετρώματα μέταλλα) σε συνδυασμό με το μέγεθος και τη σημασία τους στο ιεραρχικό δίκτυο. Οι στρατηγικές χωροοργάνωσης που υιοθετήθηκαν από τους Ανθεμούσιους δε διαφέρουν από το μοντέλο κατοίκησης που εφαρμόστηκε σε όλη την κεντρική Μακεδονία 87. Οι πόλεις δεν αναπτύχθηκαν στο πρότυπο των πόλεων κράτων της νότιας Ελλάδας. Έχει υιοθετηθεί από την επιστημονική κοινότητα η άποψη ότι οι οικισμοί κράτησαν τα μορφολογικά χαρακτηριστικά που απέκτησαν από την Πρώιμη εποχή του Σιδήρου και την «κατά κώμας» οργάνωση. Το πλέγμα των πολισμάτων εκτεινόταν ένθεν και ένθεν του ποταμού Ανθεμούντα και προφανώς πλαισίωνε και έναν κύριο οικισμό, που έφερε το όνομα της περιοχής. Ο συνοικισμός θα περιελάμβανε εκτός από τα οικιστικά κέντρα και την υπαίθρια χώρα τους και το σύνολο θα αποτελούσε μία ενότητα γεωγραφική, πολιτική και οικονομική 88. Η πυκνότητα των οικισμών κατά την Πρώιμη εποχή Σιδήρου, τους αρχαϊκούς και τους κλασικούς χρόνους είναι αξιοσημείωτη, όπως και η κατανομή και η αντιστοιχία τους στη βόρεια και τη νότια όχθη του ποταμού 89. Οι σημαντικότεροι οικισμοί από την Πρώιμη εποχή Σιδήρου και εξής είναι οι παρακάτω: στη βόρεια όχθη η Τράπεζα της Λακκιάς, ο οχυρωμένος οικισμός στο Φράγμα Βασιλικών, η Τούμπα της Αγίας Παρασκευής Βασιλικών. Διαβαίνοντας τη νότια όχθη στο ύψος των Βασιλικών, βρίσκεται ο οικισμός σε λόφους στη Σουρωτή και στα δυτικά του δύο οικισμοί σε τράπεζες, το Αγίασμα και η Τούμπα Αγγελάκη 90. Στις θέσεις του κάτω ρου του ποταμού προστίθεται η Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας και η νεότερή της χρονολογικά Τράπεζα Νέου Ρυσίου. Τα ακριβή όρια της επικράτειας του Ανθεμούντα μας διαφεύγουν, αλλά ακόμη και στην αρχαιότητα μπορεί να θεωρηθεί πιθανότατος ο ευμετάβλητος χαρακτήρας τους 91, καθώς κατά την αρχαϊκή και την κλασική εποχή οι ζυμώσεις εξουσίας ήταν 87 Σουέρεφ Χαβέλα 2000, 175, Σουέρεφ 2009, 365, Αλλαμανή - Σουρή 2008, 360, Σουέρεφ 2011, 217, 218, 250, Σουέρεφ 2011, Μία απλή παρατήρηση του χάρτη φανερώνει ότι η Τράπεζα Λακκιάς βρίσκεται σχεδόν απέναντι από τους λόφους της Σουρωτής. 90 Σουέρεφ 2011, Ανάλογη δυσκολία καταγράφεται για τον προσδιορισμό των ορίων της Βοττικής, βλ. Αδάμ - Βελένη 2008,

25 συνεχείς, μεταβαλλόμενες διαρκώς και αλληλένδετες με την ανάδειξη, την παγίωση αλλά και την ανατροπή των δυνάμεων της περιοχής και όχι μόνο 92. Η γόνιμη κοιλάδα υπήρξε πόλος έλξης για τους Μακεδόνες (με την ιδιαίτερα επεκτατική πολιτική τους προς την ανατολή), για τους Χαλκιδείς (που επίσης ενδιαφέρονταν να επεκτείνουν την επικράτειά τους σε γειτονικά εδάφη), ενώ δεν ήταν αδιάφορη μία ενδεχόμενη πολιτική διείσδυση από τους Αθηναίους, που βρίσκονταν ήδη σε στενή σχέση με τις αποικιακές πόλεις της Χαλκιδικής. Ο Κ. Σουέρεφ προβληματίζεται για τα όρια της επικράτειας του Ανθεμούντα 93 και κατά πόσο αυτά συνέπιπταν με ολόκληρη την κοιλάδα ή με τμήμα της. Είναι πιθανό ο Ανθεμούντας ως περιοχή να συγκροτείται από τις κατοικημένες θέσεις ανάμεσα στις πηγές και τις εκβολές του ποταμού 94, ωστόσο κάποιες περιοχές στις παρυφές της κοιλάδας π.χ. η Τούμπα Γκόνα, η Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας (δυτικές παρυφές) ή η Περιστερά μαζί με τη Λακκιά (στους ορεινούς όγκους της βόρειας όχθης του ποταμού) θεωρούνται αμφιλεγόμενες και θα μπορούσαν να ενταχθούν και σε άλλες περιοχές ενότητες χώρου 95. Λαμβάνοντας υπόψιν τους παραπάνω περιορισμούς καταλήγει, ότι το μικρότερο δυνατό όριο της χώρας του Ανθεμούντα είναι πιθανόν να καταλάμβανε την έκταση από τη Γαλάτιστα μέχρι τη Σουρωτή και τα Βασιλικά. Το κεφάλαιο κλείνει με την παρακάτω διαπίστωση: παρόλο που οι πολιτικοί σχηματισμοί, όχι μόνο στην αρχαιότητα, αλλά διαχρονικά, δεν απορρέουν από το φυσικό περιβάλλον, το τελευταίο φαίνεται να διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο σε ζητήματα όπως η επιλογή της θέσης κατοίκησης, η χρήση του περιβάλλοντος, οι στρατηγικές απόκτησης, αποθήκευσης και κατανάλωσης της τροφής. Αυτές οι παράμετροι με τη σειρά τους επηρέασαν αναμφισβήτητα τους σχηματισμούς εξουσίας και τις ισορροπίες δυνάμεων, καθιστώντας κάποιους οικισμούς σημαντικότερους και άλλους υποδεέστερους. 92 Σουέρεφ 2009, Σουέρεφ 2011, Σουέρεφ 2011, Σουέρεφ 2011, 249 για την ένταξη της Τράπεζας Λακκιάς και της Περιστεράς στην ενότητα του Κισσού. 19

26 3. Eντοπισμένες θέσεις: κατάλογος και παρουσίαση δεδομένων Eισαγωγικές Παρατηρήσεις Με την έναρξη του 20 ου αι. ξεκίνησε το ενδιαφέρον των μελετητών για την χωροοργάνωση και την κατοίκηση στην κεντρική Μακεδονία κατά τους προϊστορικούς και τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους 96. Τις πρώτες προσπάθειες καταγραφής των κατοικημένων θέσεων (P. Traeger, H. Schmidt και Α. Wace 97 ) διαδέχθηκε μία πιο συστηματική προσπάθεια, που συνοδεύτηκε από ανασκαφική διερεύνηση, καταγραφή και σχεδιαστική αποτύπωση των ευρημάτων σε ορισμένες τούμπες από Άγγλους και Γάλλους αρχαιολόγους της Στρατιάς της Ανατολής και κυρίως τον Γάλλο L. Rey 98. Aκολούθησε το 1939 η δημοσίευση του καταλόγου του W. A. Heurtley 99, που συνιστά ακόμη και στις μέρες μας βασικό βιβλιογραφικό εργαλείο για όσους ασχολούνται με την περιοχή. Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1966 ο D. French 100 συνέταξε τον δικό του κατάλογο για τους προϊστορικούς οικισμούς της Μακεδονίας με περιγραφές και χρονολόγηση των θέσεων, συνοδευμένο, μάλιστα, με επιπρόσθετο κατάλογο κεραμικών ευρημάτων. Ο πρώτος ελληνόγλωσσος κατάλογος εκδόθηκε το περιλαμβάνοντας νέα στοιχεία για τις κατοικημένες θέσεις στη Μακεδονία των προϊστορικών χρόνων, ενώ στην καταγραφή περιλήφθηκαν και οι περιοχές του Κιλκίς, της Πιερίας και της Χαλκιδικής. Το 2011 ακολούθησε ανάλογη τοπογραφική μελέτη του Κ. Σουέρεφ 102. Με μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται η δημοσίευση των αποτελεσμάτων της επιφανειακής έρευνας, που διεξήχθη κατά τα έτη στην κοιλάδα του Ανθεμούντα από τον Τομέα Αρχαιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, την ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. και το πανεπιστήμιο Adam Mickiewicz του Poznan Πολωνίας (Αnthemous Valley Archaeological Project, στο εξής A.V.A.P.), καθώς συμπίπτει με την περιοχή ενασχόλησης της παρούσας εργασίας, ένα πρωταρχικό μέλημα της οποίας υπήρξε η σύνταξη καταλόγου των κατοικημένων θέσεων της κοιλάδας. Καμία θέση δεν έχει 96 Για μία σύνοψη της ιστορίας των ερευνών των προϊστορικών οικισμών της Μακεδονίας βλ. Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014, Wace , Rey Heurtley French Γραμμένος κ.ά Σουέρεφ Η αρχαιολογική έρευνα συνοδεύτηκε από γεωμορφολογική και ορυκτολογική έρευνα, καθώς και από τη χρήση σύγχρονων συστημάτων χαρτογράφησης. 20

27 ερευνηθεί δυστυχώς με συστηματική ανασκαφή, ωστόσο σωστικές ανασκαφές και διερευνητικές τομές έχουν γίνει σε κάποιες από αυτές (Τούμπα Γκόνα, Κυπαρίσσι Βασιλικών, Τούμπα Αγγελάκη Αγίας Παρασκευής), αποκαλύπτοντας οικιστικά κατάλοιπα, σύνολα τοίχων και τμήματα χώρων με ειδικές χρήσεις (τροφοπαρασκευαστικές, βλ. εστίες, αποθηκευτικές, βλ. πίθους) 104. Προτού γίνει αναφορά στο χρονικό πλαίσιο της κατοίκησης και τα οικιστικά πρότυπα που υιοθετήθηκαν στην κοιλάδα του Ανθεμούντα, πρέπει να επισημανθεί η ομοιότητα και η ένταξή τους στη γενικότερη ακολουθία της οικιστικής χωροοργάνωσης που συντελέστηκε στην κεντρική Μακεδονία από την Ύστερη Εποχή Χαλκού ως τους πρώιμους ιστορικούς χρόνους. Σε όλες τις περιοχές της Μακεδονίας διαπιστώθηκε ότι κατά την Ύστερη Εποχή Χαλκού η κατοίκηση εμφανίζει τη μεγαλύτερη πυκνότητα 105. Οι οικισμοί αναπτύσσονται σε λοφώδη εξάρματα με απότομα πρανή σε οχυρές, συχνά, ημιορεινές θέσεις με τη μορφή τούμπας 106, είτε ενισχύοντας οικισμούς με προγενέστερες φάσεις, είτε ως νέοι οικισμοί. Εκτός από τους πρακτικούς λόγους που έστρεψαν τους πληθυσμούς στην παραπάνω επιλογή (κατοίκηση σε ξηρότερο και κατά συνέπεια πιο υγιεινό περιβάλλον από αυτό των παραποτάμιων και παραθαλάσσιων εγκαταστάσεων, αλλαγές στις καλλιέργειες, στροφή στην κτηνοτροφία, οχυρότητα των θέσεων με παράλληλη κατόπτευση του περιβάλλοντος χώρου, δυνατότητα μεταξύ τους επικοινωνίας) έχει γίνει αναφορά και στην προσπάθεια των κατοίκων να εντείνουν το ύψος 107 των κατοικημένων θέσεων με διάφορες τεχνικές κατασκευής ανδήρων 108 στην περιφέρειά τους, σε διάφορα ύψη από τους πρόποδες μέχρι την 104 Σκαρλατίδου Κωνσταντινίδου 2003, , Ανδρέου κ.ά (υπό έκδοση). 105 Ανδρέου 2014, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, 106, Για την επαναλαμβανόμενη επισώρρευση των ερειπίων στους οικισμούς, όταν συντελούνταν φυσικές ή ανθρωπογενούς αιτιολογίας καταστροφές, με αποτέλεσμα την γρήγορη ανύψωση του επιπέδου των οικισμών και την κατακόρυφη ανάπτυξή τους, βλ. Ανδρέου Κωτσάκης 1987, Για την κατασκευή των ανδήρων και την ερμηνεία τους ως έργων κοινοτικής εμβέλειας και μνημειακού χαρακτήρα βλ. Στεφάνη 2014, Στο ίδιο άρθρο παρουσιάζονται ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για το στόχο της κατασκευής τους, δηλάδη την οριοθέτηση του οικισμού ενδοκοινοτικά, εξασφαλίζοντας το αίσθημα ασφάλειας και συνοχής της κοινότητας, δίνοντας παράλληλα σαφές μήνυμα εσωστρέφειας στους εξωκοινοτικούς παράγοντες. Βλ. ειδικά στις σελίδες για τον προβληματισμό αν πρόκειται για έργα συλλογικά ή υπαγορευμένα από την ισχύ συγκεκριμένων ηγετικών ομάδων, στο πρότυπο των ιεραρχημένων μυκηναϊκών κοινωνιών, το οποίο βέβαια εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών, κυρίως για το λόγο ότι η Μακεδονία βρίσκεται στην 21

28 κορυφή των λόφων, με σκοπό να αναδείξουν με κυρίαρχο τρόπο τον κοινοτικό χώρο στο συνολικό τοπίο, δίνοντας συμβολική διάσταση στη σπουδαιότητά του. Αυτή η σκόπιμα υψηλή διαμόρφωση των οικισμών σχετίζεται σύμφωνα με ορισμένους μελετητές 109 με την ύπαρξη αριστοκρατίας, τουλάχιστον στους μεγαλύτερους οικισμούς, έστω και με υποτυπώδη εξουσία και περιορισμένη σφαίρα επιρροής 110. Ο Σ. Ανδρέου, ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τη συνεχή ανακατασκευή οικημάτων σε κάποιες τούμπες για αιώνες, διατύπωσε τη σκέψη ότι ενδεχομένως να μην υπάρχει μία, κεντρική, ιεραρχημένη πολιτική δύναμη, αλλά περισσότερες οικιακές ομάδες, που θεμελίωναν το κληρονομικό/γενεαλογικό δικαίωμά τους στο χώρο των κοινοτήτων με τον έλεγχο και την επαναλαμβανόμενη ανά τους αιώνες εκμετάλλευση συγκεκριμένων κτηρίων σε αυτές 111. Για την ανάδειξη κάποιου είδους κεντρικής εξουσίας στους οικισμούς της Μακεδονίας κατά την Ύστερη εποχή Χαλκού σύμφωνα με τον ιεραρχικό τρόπο οργάνωσης των μυκηναϊκών οικισμών, η Χ. Κουκούλη - Χρυσανθάκη 112 υποστηρίζει ότι: ο εντοπισμός ανδήρων και περιβόλων (Τούμπα Θεσσαλονίκης), μεγάλων κτηριακών συγκροτημάτων και αποθηκών (Άσσηρος, Τούμπα Θεσσαλονίκης), πυργόσχημων κτισμάτων, που έλεγχαν το οδικό δίκτυο στην ανατολική και δυτική Μακεδονία, αλλά και τα εκτεταμένα νεκροταφεία της Ύστερης εποχής Χαλκού (π.χ. στην Αιανή) συνηγορούν στον εντοπισμό τοπικών κέντρων εξουσίας, που οργάνωναν τη συλλογική εργασία και έλεγχαν επίκαιρες θέσεις στα χερσαία και παράλια δίκτυα. Το πέρασμα στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου στο μακεδονικό χώρο φανερώνει συνέχεια της πολιτιστικής παράδοσης της Ύστερης εποχής Χαλκού 113. Ο αριθμός των οικισμών με φάσεις κατοίκησης στην εποχή του Σιδήρου θεωρείται μεγάλος 114 (133 οικισμοί σε σύνολο 243 προϊστορικών οικισμών στην κεντρική Μακεδονία), ελάχιστα μικρότερος από τους 140 οικισμούς που αντιπροσώπευαν την εποχή Χαλκού. Οι 67 θέσεις κατοικούνταν και κατά την Ύστερη εποχή Χαλκού (ποσοστό περιφέρεια του μυκηναϊκού κόσμου και η ένταξή της στα ιστορικά συμφραζόμενα και τις μεταβολές της 2 ης χιλιετίας π.χ. γίνεται με βάση τις τοπικές παραδόσεις. 109 Γραμμένος κ.ά. 1997, Για την υποστήριξη της ίδιας γνώμης και την ύπαρξη απλοποιημένων δομών εξουσίας στους οικισμούς κατά την Ύστερη εποχή Χάλκου και τις πρώιμες φάσεις της Εποχής Σιδήρου, βλ. Χαβέλα 2012, Ανδρέου 2014, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, 100, της ίδιας 2014, Καραμήτρου - Μεντεσίδη 1993, Γραμμένος κ.ά. 1997,

29 50%). Διαπιστώθηκε, συνεπώς, από τη μία συνέχεια της κατοίκησης των οικισμών της Ύστερης εποχής Χαλκού, από την άλλη παρατηρήθηκε εγκατάλειψή τους και μετατόπιση πληθυσμών σε ευρύτερες εκτάσεις στους πρόποδες των λόφων ή σε γειτονικές θέσεις 115. Η νέα αυτή μορφή κατοίκησης, που συντελείται κατά τον 9 ο αι, π.χ., λαμβάνει χώρα στις γνωστές από τη βιβλιογραφία τράπεζες, δηλαδή ορεινές ή ημιορεινές θέσεις (πλατώματα), φυσικά οχυρές με επίπεδη άνω επιφάνεια. Αυτές διακρίνονται από τις τούμπες και βρίσκονται σε άμεση εγγύτητα με τις πρώτες, είτε αναπτύσσονται στους πρόποδές τους με τη μορφή «τούμπα επί τραπέζης», είτε σε εντελώς νέες θέσεις 116. Η ίδρυση των οικισμών της Πρώιμης Εποχής Σιδήρου σε πιο ευρύχωρες εκτάσεις συνδέθηκε, τόσο με την υπόθεση για πληθυσμιακή αύξηση κατά την συγκεκριμένη περίοδο, όσο και με αλλαγές στην κοινωνική και πολιτική δομή των οικισμών, που εγείρουν θέματα αστικοποίησης στη Μακεδονία σε σχέση με τον λεγόμενο πρωτο ουρμπανισμό 117. Συνεχίζεται η κωμηδόν κατοίκηση, που ξεκίνησε στην Ύστερη εποχή Χαλκού με παρουσία κάποιων κεντρικών οικισμών, οι οποίοι στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου είναι μεγαλύτεροι σε έκταση και πληθυσμό από τους προγενέστερους. Στις περιπτώσεις ίδρυσης των τραπεζών κοντά στους παλιότερους οικισμούς, αυτοί υποθέτουμε ότι παραμένουν ως σημεία αναφοράς με χρήση ως ακροπόλεις. Αξίζει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι θα υπήρχαν ίσως και κάποιες κατοικίες διάσπαρτες εκτός του κεντρικού οικιστικού πυρήνα, σε συνάρτηση με τις παραγωγικές ανάγκες της κοινότητας και κοντά στο οριοθετημένο σύνολο σπιτιών 118. Η ροή του ποταμού Ανθεμούντα δημιούργησε μία στενόμακρη, εύφορη και προσχωσιγενή πεδιάδα με διαχρονική και πυκνή κατοίκηση από την προϊστορική περίοδο μέχρι τις μέρες μας. Οι εντοπισμένοι οικισμοί εκτείνονται από την παραθαλάσσια απόληξη της κοιλάδας στο μυχό του Θερμαϊκού (Τούμπα Γκόνα), συνεχίζουν καθ όλο το ρου του ποταμού, εκατέρωθεν των όχθεών του, σε τακτά διαστήματα στις παρυφές των λόφων μέχρι την περιοχή της Γαλάτιστας, όπου τοποθετούνται οι πηγές του 119. Σε αυτόν τον ανά τους αιώνες σταθερό γεωμορφολογικό περίγυρο, πεδινό και πλαισιωμένο από λόφους με χερσαίες 115 Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, 129, της ίδιας 2014, Σουέρεφ 2007, 655, Σουέρεφ 2011, 343 βλ. σημ Γραμμένος κ.ά. 1997, 90, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014, Σουέρεφ 2011, Ανδρέου κ.ά (υπό έκδοση). 23

30 διασυνδέσεις (ορεινές, πεδινές), αλλά και υδάτινες αναπτύχθηκαν οι αρχαίες κοινότητες με μακρόχρονη ειρηνική συνύπαρξη εκμεταλλευόμενες τις περιβαλλοντικές προσόδους της περιοχής 120. Οι αρχαιότερες θέσεις βρίσκονται στη Θέρμη 121, στο Κυπαρίσσι Βασιλικών και στην Αγία Παρασκευή Γαλάτιστας (Γαλάτιστα Α) και χρονολογούνται στη Μέση και τη Νεότερη νεολιθική περίοδο. Η περιοχή πυκνοκατοικείται κατά την εποχή του Χαλκού 122 και στην εποχή του Σιδήρου έχει συντελεστεί πλέον η μεταφορά της κατοίκησης στις παρυφές των λόφων. Η κοιλάδα χωρίζεται γεωγραφικά σε δύο τμήματα: την άνω και κάτω λεκάνη 123 (για το διαχωρισμό και τα χαρακτηριστικά τους βλ. στο προηγούμενο κεφάλαιο). Οι περισσότερες θέσεις βρίσκονται στην κάτω λεκάνη (το κεντρικό και δυτικό τμήμα της κοιλάδας μέχρι το ύψος των Βασιλικών), ενώ στην άνω λεκάνη τοποθετούνται οι οικισμοί γύρω από τη Γαλάτιστα και τον Γαλαρινό. Με βάση τα σημερινά διοικητικά κριτήρια το μεγαλύτερο τμήμα της υπάγεται στην Περιφέρεια Θεσσαλονίκης και μόνο οι κοινότητες Γαλαρινού και Γαλάτιστας ανήκουν στην Περιφέρεια Χαλκιδικής. Ο αναλυτικός κατάλογος που ακολουθεί καταρτίστηκε με βάση την παρακάτω συλλογιστική: αποφασίστηκε να συμπεριλάβει τους οικισμούς και της προϊστορικής περιόδου, παρόλο που προηγούνται από τον εξεταζόμενο χρονικό ορίζοντα της εργασίας, διότι η παράλειψή τους θα απέβαινε εις βάρος της πληρέστερης παρουσίασης και της διαχρονικότητας που χαρακτηρίζει την κατοίκηση στο χώρο. Εξάλλου, έχει αποδειχθεί ανασκαφικά σε όλη την κεντρική Μακεδονία το σχήμα ακολουθίας από την Ύστερη εποχή Χαλκού στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου και τα φαινόμενα συνέχειας, που αφορούσαν την χωροοργάνωση των κοινοτήτων 124 και εν μέρει και άλλες όψεις του υλικού βίου (π.χ. την κεραμική) 125, χωρίς αυτό να σημαίνει 120 Σουέρεφ 2011, Γεωγραφικά υπάγεται στο δυτικό άκρο της κοιλάδας, καθώς δεν την ξεχωρίζει κάποιο φυσικό εμπόδιο από αυτήν. Οι λόγοι εξαίρεσής της από την παρούσα εργασία βρίσκουν έρεισμα στην ιστορική τοπογραφία και την ένταξή της στην ενότητα της Μυγδονίας από τους περισσότερους μελετητές. Βλ. και στην εισαγωγή της παρούσας εργασίας. 122 Πουλάκη 2001, Andreou et al. (υπό έκδοση). 124 Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014, Βλ. για παράδειγμα σχετικά με την επιβίωση κεραμικών κατηγοριών (γραπτή αμαυρόχρωμη, τεφρόχρωμη) της Εποχής του Χαλκού στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου: Καραμήτρου - Μεντεσίδη 1993, 117, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993,

31 ότι παραγνωρίζονται οι νεωτερισμοί που οδηγούν στη διάκριση των επιμέρους χρονικών περιόδων. Οι τύποι των οικισμών που συναντώνται στην κοιλάδα παρουσιάζουν ποικιλία: αντιπροσωπεύονται επίπεδοι νεολιθικοί οικισμοί (Κυπαρίσσι Βασιλικών, Γαλάτιστα Α /Αγία Παρασκευή), οικισμοί σε τούμπες, οικισμοί σε τράπεζες, μια περίπτωση «τούμπας επί τραπέζης» (Τούμπα Γκόνα), οικισμοί σε λόφους (Λόφοι Αγίου Αντωνίου, Λόφοι Σουρωτής, Λοφίσκος στα Λιβάδια Λιβαδιού, Γαλαρινός / Άγιος Κήρυκος, Γαλαρινός / Καστέλι, Γαλάτιστα Ε / Καστέλι, Γαλάτιστα Γ / Καρακόλι), ενώ καταγράφεται και μία περίπτωση κατοίκησης σε διπλή τράπεζα (Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας). Eκτιμάται ότι οι οικισμοί στην Αμαλάρα και στο Φράγμα Βασιλικών, λόγω των γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών και της επιφανειακής έρευνας που υλοποιήθηκε, θα αποτελέσουν πολύ σημαντικές θέσεις των ιστορικών χρόνων, όπως έχει ήδη διαπιστωθεί για τις αντίστοιχες θέσεις, Σουρωτή και Αγία Παρασκευή, στη νότια όχθη της κοιλάδας χάρη στα ταφικά ευρήματα από τις νεκροπόλεις τους. Στην οργάνωση του υλικού ακολουθήθηκε αλφαβητική σειρά με τους οικισμούς της Περιφέρειας Θεσσαλονίκης να προηγούνται και εκείνους της Περιφέρειας Χαλκιδικής να έπονται. Οι κύριοι στόχοι των πληροφοριών, που παρέχονται για κάθε θέση είναι: 1) ο ακριβής προσδιορισμός της έκτασης και της χρονικής διάρκειάς της και 2) ο εντοπισμός των μεταβολών στην κατοίκηση από τους προϊστορικούς έως τους ιστορικούς χρόνους. Η παράθεση των πληροφοριών γίνεται ως εξής: πρώτα αναφέρεται ο τύπος του οικισμού, έπειτα η χρονολόγηση και τελευταία δίνεται η περιγραφή του. Σε περίπτωση που έχουν εντοπιστεί ευρήματα, αυτά αναφέρονται. Τέλος περιλαμβάνονται οι διαταράχες και φθορές που έχουν υποστεί οι οικισμοί, παλιότερες και σύγχρονες. 25

32 Νομός Θεσσαλονίκης 3.1 Αγιάσμα Αγίας Παρασκευής 126 (Πίν.1.1) Τύπος οικισμού: Tράπεζες Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Σιδήρου, αρχαϊκή, κλασική περίοδος 127 Περιγραφή: Η θέση διαμορφώνεται από δύο γειτονικές τράπεζες, βόρεια και νότια με απόσταση 250 μ. περίπου μεταξύ τους. Τοποθετούνται σε ημιορεινό περιβάλλον του ορεινού όγκου Κάλαυρος, 2 2,5 χλμ. νότια του ποταμού Ανθεμούντα και 1 χλμ. νοτιοανατολικά του σύχρονου οικισμού της Αγίας Παρασκευής. Απέναντι βρίσκεται ο Χορτιάτης και το Λάναρι / Θέρμο. Η βόρεια τράπεζα είναι ορατή από τη Λακκιά. Οι επιχώσεις επικάθονται σε φυσικά υψώματα, εκ των οποίων το ένα είναι απόκρημνο με κυματοειδή πρανή και το νότιο ομαλό με πλάτωμα. Στη βόρεια τράπεζα διατηρούνται υπολείμματα περιβόλου (φρύδι). Σε αγροτεμάχιο νοτιοανατολικά βρέθηκαν τάφοι. 3.2 Άνω Σχολάρι / Τράπεζα Κεφάλα / Κεφάλι Άνω Σχολαρίου 128 (Πίν.1.2) Τύπος: Tράπεζα Χρονολόγηση: Αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική περίοδος Περιγραφή: Η θέση βρίσκεται σε λοφώδη περιοχή μεταξύ ρεμάτων, στην έξοδο μετά την Καρδία, νοτιοδυτικά του Καλαύρου. Απέχει από τον οικισμό του Κάτω Σχολαρίου 2,5 χλμ. βορειοδυτικά. Η τράπεζα έχει επιμήκη μορφή με κατεύθυνση ΝΑ ΒΔ. Οι διαστάσεις των επιχώσεων υπολογίζονται σε 250 x 100 μ., το ύψος τους είναι αδιευκρίνιστο. Κατά το 2007 πραγματοποιήθηκε στο αγροτεμάχιο υπ αριθμόν 122 εκσκαφή για την ανέγερση κατοικίας σε έκταση 300 τ.μ. Εντοπίστηκε πίθος in situ σε επαφή με δίδυμο λάκκο, στο εσωτερικό των οποίων βρέθηκε πλούσια κεραμική ρωμαϊκής εποχής, άβαφη, καθημερινής χρήσης (τμήματα πινακιών, 126 Σισμανίδης 1987, Σουέρεφ 2011, Η χρονολόγηση στις περισσότερες θέσεις βασίζεται στην επιφανειακή περισυλλογή κεραμικής. Στις περιπτώσεις στις οποίες υπήρξε ανασκαφική διερεύνηση, σωστικού ή δοκιμαστικού χαρακτήρα, αυτό δηλώνεται. 128 Σουέρεφ 2011, 40-42, Αλλαμανή ,

33 αμφορέων, λεκανίδων) καθώς και λίγα λυχνάρια και τμήματα γυάλινων αγγείων. Το σύνολο ερμηνεύτηκε ως αγροτική εγκατάσταση με αποθηκευτικούς χώρους. Σε μία τελική φάση οι λάκκοι χρησιμοποιήθηκαν ως χώροι απόρριψης άχρηστων υλικών (στο εσωτερικό τους βρέθηκαν ίχνη καύσης και οστά ζώων). Η κεραμική τύπου terra sigillata και οι αμφορείς με ραβδώσεις έδωσαν το χρονολογικό πλαίσιο από τον 1 ο αι 3 ο αι. μ.χ. Επίσης, δυτικά της τράπεζας, απέναντι και σε χαμηλά υψώματα, εντοπίστηκαν τάφοι κατά τη διάνοιξη χωματόδρομου. Οικοδομικά κατάλοιπα με κεραμική υστερο ρωμαϊκών, παλαιοχριστιανικών χρόνων και τουρκοκρατίας βρέθηκαν βόρεια από την τράπεζα και το ρέμα που την περιβάλλει. Στο Κάτω Σχολάρι (νότια της τράπεζας) υπάρχει τούμπα, αλλά και τράπεζα, δε συμπεριλαμβάνονται όμως στον παρόντα κατάλογο, καθώς βρίσκονται σε αρκετή απόσταση από την κοιλάδα Βασιλικά Α / Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών 130 (Πίν.1.3, Πίν.2.1) Τύπος: Τούμπα Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Χαλκού, Εποχή Σιδήρου, ιστορικοί χρόνοι Περιγραφή: Η θέση εντοπίζεται στο νοτιοανατολικό τμήμα της κοιλάδας, στη βόρεια όχθη του Ανθεμούντα, του οποίου η ροή βρίσκεται 200 μ. μακρύτερα. Ο αρχαιολογικός χώρος απέχει 1 χλμ. βορειοδυτικά του σύγχρονου οικισμού των Βασιλικών, περίπου 1,5 χλμ. ανατολικά από την τούμπα Λουτρών Θέρμης και 1,5 χλμ. δυτικά από την τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών. Βορειοδυτικά της τούμπας και νοτιοδυτικά διέρχεται ρέμα που κατευθύνεται προς τον Ανθεμούντα. Η παρουσία των υδρογραφικών στοιχείων της περιοχής είναι έντονη και ο περιβάλλων χώρος χαρακτηρίζεται από αλλουβιακές αποθέσεις. Οι αρχαιολογικές επιχώσεις έχουν επιβαρυνθεί από την παρουσία της μικρής εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής, που ορίζει την κορυφή της τούμπας, αλλά και από τις ρίζες των δέντρων. Έχουν επιμήκη μορφή από βορρά προς νότο, το εμβαδόν τους υπολογίζεται στα τ.μ., το ύψος 129 Βλ. σχετικά Σουέρεφ 2011, 180 (Α.Κ. 78). 130 Wace , 128 (B6), Rey , 128, French 1967, 38, 68, Γραμμένος κ.ά. 1997, 18 (αρ.23), Σουέρεφ 2011, 45 (Α.Κ.9), Andreou et al.(υπό έκδοση), Ανδρέου κ.ά (υπό έκδοση). 27

34 τους γύρω στα 7 μ. Πέρα από το εκκλησάκι στην κορυφή διατηρούνται λείψανα βυζαντινών και μεταβυζαντινών χρόνων. 3.4 Βασιλικά Β / Τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών 131 (Πίν.2.2) Τύπος: Tούμπα Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Χαλκού Περιγραφή: H θέση βρίσκεται σε απόσταση 1 χλμ. ανατολικά από την είσοδο του χωριού Βασιλικά, 350 μ. από την παρούσα κοίτη του Ανθεμούντα και 1,5 χλμ. ανατολικά από την τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών. Η τούμπα είναι χαμηλή, γύρω της στα βόρεια, νότια και ανατολικά υπάρχουν εγκαταστάσεις θερμοκηπίων που βλάπτουν τον περιβάλλοντα χώρο. Στις παρυφές της τούμπας υπάρχουν δέντρα, η κορυφή είναι καθαρή από βλάστηση, ωστόσο εντοπίστηκαν λαθρανασκαφικές τομές. Οι επιχώσεις του οικισμού έχουν επιμήκη μορφή από βορειοδυτικά προς νοτιοανατολικά. Το ύψος τους υπολογίζεται στα 8 μ. περίπου. 3.5 Βασιλικά Γ / Επίπεδος οικισμός στο Κυπαρίσσι Βασιλικών / Κυπαρρίσι / Τσιφλίκι 132 Τύπος: Επίπεδος οικισμός Χρονολόγηση: Mέση νεολιθική, Ύστερη Νεολιθική, Πρώιμη Εποχή Χαλκού, βυζαντινή οθωμανική περίοδος Περιγραφή: Η θέση βρίσκεται στην κοιλάδα, 0,8 χλμ. από τη βόρεια όχθη του Ανθεμούντα, 2,5 χλμ. βορειοδυτικά των Βασιλικών. Ο αρχαιολογικός χώρος «κόβεται» από το δρόμο προς τον Πολύγυρο στο ύψος της στροφής προς Περιστερά. Το βόρειο και το δυτικό άκρο του ορίζονται από το ρέμα Ντροπαλιά (ρέμα της Περιστεράς και παραπόταμος του Ανθεμούντα), που χύνει τα ύδατά του στον 131 Rey , 129, Wace , 128 (B7), French 1967, 38, 68, Γραμμένος κ.ά. 1997, 18 (αρ.24), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ. 11), Andreou et al. (υπό έκδοση). 132 French 1967, 39, 68, Γραμμένος 1991, 132, Γραμμένος κ.ά. 1997, 18 (αρ.25), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.11), Andreou et al. (υπό έκδοση). 28

35 Ανθεμούντα 133. Παρότι ο οικισμός ανήκει στον τύπο του επίπεδου, εκτεταμένου οικισμού, ταύτιση που οφείλεται στον Δ. Γραμμένο, στον κατάλογο του D. French χαρακτηρίζεται ως «διπλή τούμπα». Η βασικότερη αιτία για αυτό είναι το γεγονός ότι ο αρχαιολογικός χώρος παρουσιάζει δύο ζώνες με υψομετρική διαφορά: τη βόρεια (ψηλότερα) με πλουσιότερο γεωμορφολογικό ανάγλυφο και τη νότια, επίπεδη με αλλουβιακή διαμόρφωση. Βέβαια o D. French είχε υπόψη κατά την ταξινόμησή του και την κοντινή τούμπα Εποχής Χαλκού, που βρίσκεται στο βόρειο όριο του νεολιθικού οικισμού. Οι επιχώσεις του οικισμού, ύψους 6 μ. περίπου, επικάθονται στο φυσικό υπέδαφος. Έρευνα Ο νεολιθικός οικισμός ερευνήθηκε από τον Δ. Γραμμένο στις αρχές της δεκαετίας του 1980 (1981, 1983) στο πλαίσιο σωστικών ανασκαφών. Πραγματοποιήθηκαν δύο τομές, αναδεικνύοντας μεγάλο βάθος νεολιθικών επιχώσεων ( 5,80 μ.) που χρονολογήθηκαν στη Μέση και τη Νεότερη Νεολιθική εποχή. Αποκαλύφθηκαν λίθινες θεμελιώσεις με πλίνθινες ανωδομές κτιρίων, δάπεδα και θερμικές κατασκευές. Τα έτη κατά τη διάρκεια του Αρχαιολογικού Προγράμματος της Κοιλάδας του Ανθεμούντα η θέση ερευνήθηκε εκ νέου. Υλοποιήθηκε συστηματική καταγραφή της κατανομής των αρχαιολογικών ευρημάτων στην επιφάνεια της θέσης, συστάθηκαν χάρτες πυκνότητας των ευρημάτων με διάκριση των περιοχών μέγιστης συγκέντρωσής τους και κατέστη δυνατό να υπολογιστεί η έκταση του οικισμού κατά τη νεολιθική του φάση 134. Στο πλαίσιο των ίδιων ερευνών αποφασίστηκε και στρωματογραφική έρευνα στην παρειά, που είχε κοπεί από το ρέμα Ντροπαλιά στα βορειοδυτικά του οικισμού. Το ύψος της ήταν 3 μ., αλλά συνέχιζε και σε βάθος. Υλοποιήθηκε ξύσιμο, καθαρισμός της και δειγματοληψία οστράκων σε δύο σημεία. Στο πρώτο σημείο η παρειά φανέρωσε μία μακρόχρονη διαδικασία απόθεσης χωρίς οικοδομικά κατάλοιπα, με παράλληλη ύπαρξη αλλεπάλληλων λάκκων και οστράκων. Στο δεύτερο σημείο αναγνωρίστηκαν οικιστικά στρώματα (οικοδομικά υλικά) διαφόρων φάσεων νεολιθικής κατοίκησης. Η χρονολόγηση των ευρημάτων τόσο της 133 Η ροή του έχει διαβρώσει τον οικισμό και δημιούργησε μία παρειά στα βόρεια και τα βορειοδυτικά του οικισμού. Στις μέρες μας το ρέμα χαρακτηρίζεται εποχιακό με ενεργές ροές κατά το χειμώνα και την άνοιξη. 134 Ανδρέου κ.ά (υπό έκδοση), οι διαστάσεις του οικισμού εκτιμώνται 600 x 300 μ., και συνεπώς ανέρχονται περί τα 180 στρέμματα. 29

36 επιφανειακής έρευνας, όσο και της στρωματογραφικής στο Κυπαρίσσι Βασιλικών κυμαίνεται χρονολογικά από τη Νεότερη Νεολιθική I και II ως τις πρώιμες φάσεις της Εποχής Χαλκού. Αξίζει να αναφερθεί η εγγύτητα της θέσης με περιοχή που έχει κοιτάσματα πυριτικού λειμωνίτη και προμήθευε τους κατοίκους με άφθονο υλικό για την κατασκευή εργαλείων. Ο σημαντικός αριθμός πυρήνων που εντοπίστηκε, δεν αποκλείει την ύπαρξη σχετικού λατομείου στην περιοχή. Ανασκαφική διερεύνηση πραγματοποιήθηκε στην περιοχή από την ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. και κατά τα έτη με αφορμή τη διαπλάτυνση της οδού Θεσσαλονίκης Πολυγύρου, ωστόσο οι σχετικές αρχαιολογικές αναφορές, που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, δεν έχουν δημοσιευθεί ακόμη. 3.6 Λόφος Αγίου Αντωνίου / Άγιος Αντώνιος / Θέση Σπίτια Αγίου Αντωνίου 135 (Πίν.2.3) Τύπος: Oικισμός σε λόφο Χρονολόγηση: Ύστερη Εποχή Χαλκού, Εποχή Σιδήρου, ίσως ιστορικοί χρόνοι. Περιγραφή: Βρίσκεται στις νότιες παρυφές του Καλαύρου (υψόμετρο 535 μ.) και τις δυτικές του όγκου της Κατσίκας (υψόμετρο 641 μ.). Ο λόφος είναι απότομος, ορατός από το δρόμο, με πρόσβαση μόνο από τα βορειοανατολικά. Απέχει 1,5 χλμ. νοτιοανατολικά από τον Άγιο Αντώνιο και 700 μ. νότια του δρόμου που συνδέει την κοιλάδα του Ανθεμούντα με την παράλια Χαλκιδική (μέσω Σουρωτής και Πετραλώνων). Στα ανατολικά και δυτικά υπάρχουν ρέματα με συμβολή στα νότια σε χαράδρα. Στην κορυφή εντοπίζεται ναΐσκος του Αγίου Γεωργίου. Οι διαστάσεις του οικισμού είναι 50 x 30 μ. και οι λιγοστές επιχώσεις επικάθονται στην κορυφή του λόφου. Η γύρω περιοχή είναι λοφώδης και με βαθιά ρέματα. Όστρακα, δύσκολα διαγνώσιμα. 135 Γραμμένος κ.ά. 1997, 13 (αρ.2), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.4). 30

37 3.7 Λοφίσκος στα Λιβάδια Λιβαδιού / Σκουριές / Καμινεύματα / Καμίνι 136 (Πίν.3.1) Τύπος: Οικισμός σε λοφίσκο Χρονολόγηση: Aρχαϊκή, κλασική περίοδος Περιγραφή: Ο οικισμός βρίσκεται σε υψόμετρο 800 μ., στα όρια αγροτεμαχίων του Λιβαδιού και της Γαλάτιστας και στο μεταίχμιο ορεινού περιβάλλοντος στα νότια και ανατολικά και πεδινών, που εκτείνονται στα βόρεια. Καταλαμβάνει έκταση σε κορυφογραμμή του όρους Χορτιάτης. Σώζονται τμήματα οχυρωματικού περιβόλου, λείψανα μεταλλευτικού κλιβάνου με υπολείμματα εκκαμίνευσης. Κτηνοτροφική εγκατάσταση και οι διανοιγμένοι δασικοί δρόμοι φθείρουν τον αρχαιολογικό χώρο. 3.8 Λόφοι στο Φράγμα Βασιλικών / Φράγμα 137 (Πίν. 3.2) Τύπος: Oικισμός σε λόφο (ακρόπολη) και γειτονικά υψώματα Χρονολόγηση: Αρχαϊκή, κλασική περίοδος Περιγραφή: Ο αρχαιολογικός χώρος εντοπίζεται στα βορειοανατολικά άκρα και το βόρειο τμήμα της κοιλάδας, σε αντιστοιχία σχεδόν με τους λόφους της Σουρωτής, που βρίσκονται στη νότια όχθη του ποταμού Ανθεμούντα. Απέχει 1 χλμ. βορειοανατολικά των Βασιλικών και βρίσκεται κοντά στις θέσεις Μαυρότοπος ή Μεταλλεία. Πρόκειται για στρατηγικό σημείο που ελέγχει τις ορεινές διαβάσεις προς τον Χορτιάτη, την Περιστερά, το Λιβάδι. Δύο ρέματα πλαισιώνουν τον οικισμό στα βορειοδυτικά και τα νότια, ενώνονται στα δυτικά και χύνονται στον Ανθεμούντα. Στο ανατολικό τμήμα της κορυφής του οικισμού εντοπίστηκαν απομεινάρια οχυρωματικού περιβόλου 138. Στα νότια του οικισμού εντοπίστηκε εγκατελειμμένο λατομείο εξόρυξης πυριτολίθων. Το υφιστάμενο φράγμα καταστρέφει εν μέρει τον αρχαιολογικό χώρο. Σε όλη την περιοχή, μέχρι και τη θέση Αΐ Γιάννης (στα νότια των Βασιλικών), εντοπίζονται επιφανειακά ευρήματα, στη θέση άντλησης των υδάτων 136 Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.80). 137 Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.79), Andreou et al. (υπό έκδοση). 138 Αndreou et al. (υπό έκδοση). 31

38 μάλιστα βρέθηκαν τάφοι. Σε χαμηλά υψώματα, σε απόσταση 200 μ. νότια από το νότιο ρέμα του οικισμού παρατηρήθηκε μεγάλη συγκέντρωση ρωμαϊκής κεραμικής. 3.9 Περιστερά, Αμαλάρα 139 Τύπος: Tούμπα Τράπεζα Πλάτωμα Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Χαλκού, Ύστερη Εποχή Χαλκού, αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική, ρωμαϊκή, βυζαντινή περίοδος Περιγραφή: H θέση εντοπίζεται 3 χλμ. νοτιοδυτικά από την Περιστερά και 800 μ. δυτικά από το δρόμο Βασιλικών Περιστεράς. Ο Δ. Γραμμένος αναφέρει χαμηλή τούμπα στην αριστερή όχθη του ρέματος Κονιάρικος Λάκκος (παραπόταμος του Ανθεμούντα) και βόρειά της οικισμό ιστορικών χρόνων και βυζαντινά μεταλλεία, αντίθετα ο Κ. Σουέρεφ κάνει λόγο για οικισμούς σε δύο τούμπες (Α και Β). Η Α χρονολογείται στην Ύστερη Εποχή Χαλκού και η Β στα αρχαϊκά και κλασικά χρόνια, ενώ αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι αρχαιολογικοί χώροι υψώνονται εκατέρωθεν των δύο όχθεων του Κονιάρικου Λάκκου. Η πρόσφατη επιφανειακή έρευνα (A.V.A.P.) στη συγκεκριμένη περιοχή απέφερε νέα, ενδιαφέροντα στοιχεία. Εντοπίστηκαν τρεις ξεχωριστοί, γειτονικοί αρχαιολογικοί χώροι, μία τούμπα Εποχής Χαλκού στην ανατολική πλευρά του ρέματος της Περιστεράς και στην απέναντι όχθη δυτικά εκτείνεται η τράπεζα της Εποχής Σιδήρου, η οποία δεσπόζει σε όλη τη γύρω περιοχή με κυρίαρχο μέγεθος 140. Τέλος ταυτίστηκε και ένας νέος αρχαιολογικός χώρος, νότια της τράπεζας, ένα τριγωνικό πλάτωμα, στο οποίο εξαπλώθηκε η κατοίκηση, την ίδια περίοδο χρήσης της τράπεζας. Στο σημείο παρατηρήθηκαν ανθρωπογενείς δράσεις με στόχο τη διαμόρφωση των πλαγιών σε ταράτσες άνδηρα. Τόσο στην τούμπα, όσο και στην τράπεζα εντοπίστηκαν ορατά αρχαιολογικά κατάλοιπα: λιθόκτιστοι και πλινθόκτιστοι τοίχοι, δάπεδα, κεραμική. Αξιζει να αναφερθεί ότι και οι δύο χώροι ορίζονται από την παρουσία του ρέματος της Περιστεράς (ενεργό καθ όλη τη διάρκεια του χρόνου) και συμπληρωματικών ρεμάτων. Όλη η περιοχή είναι λοφώδης και εντάσσεται στο σύστημα απολήξεων του Χορτιάτη παρουσιάζοντας σημαντικές υψομετρικές αυξομειώσεις. Η έρευνα έφερε στο φως στοιχεία για εξόρυξη χρυσού, 139 Γραμμένος κ.ά. 1997, 33 (αρ.92), Σουέρεφ 2011, 198 (Α.Κ.86), Andreou et al.(υπό έκδοση). 140 Λόγω των διαστάσεών της δεν αποκλείεται στο σημείο να υπήρχε σημαντικός οικισμός. Η πληροφορία προέρχεται από προφορική συζήτηση με τον κ. Σ. Ανδρέου, τον οποίο ευχαριστώ πολύ. 32

39 δραστηριότητα που μέχρι τώρα δεν ήταν γνωστή για τους αρχαίους κατοίκους αυτής της περιοχής, αφού τα έως τώρα γνωστά ευρήματα αφορούσαν κατάλοιπα μεταλλείων βυζαντινών χρόνων. Λαμβάνοντας υπόψη ότι στην ευρύτερη περιοχή της Περιστεράς έχουν εντοπιστεί σημαντικά ταφικά ευρήματα (επιτύμβιες στήλες), πιθανά πρόκειται για περιοχή με μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον, από την οποία μπορούμε να περιμένουμε ενδιαφέροντα ευρήματα στο μέλλον Τούμπα Αγγελάκη Αγίας Παρασκευής 141 (Πίν.3.3) Τύπος: Τράπεζα Χρονολόγηση: Ύστερη Εποχή Χαλκού, αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική περίοδος Περιγραφή: O αρχαιολογικός χώρος δεσπόζει στους βορειοδυτικούς πρόποδες του ημιορεινού όγκου του Καλαύρου, σε απόσταση 2 χλμ. από τη νότια όχθη του Ανθεμούντα και βλέπει όλο το δυτικό τμήμα της κοιλάδας. Επίσης ο ίδιος είναι ορατός από διάφορα σημεία. Απέχει 1 χλμ. βορειοδυτικά του σύγχρονου οικισμού της Αγίας Παρασκευής και 700 μ. νοτιοδυτικά του αρχαϊκού νεκροταφείου, που ερευνήθηκε τη δεκαετία του Βρίσκεται στη θέση Αυλές. Η τράπεζα είναι τεχνητή με απότομα πρανή, επίπεδη κορυφή και διαρθρώνεται σε δύο επίπεδα. Το νότιο είναι ψηλότερο και μεγαλύτερο από το βόρειο. Το ύψος των επιχώσεων υπολογίζεται 10 μ. στο νότιο πλάτωμα και 5 μ. στο βόρειο πλάτωμα, ενώ το εμβαδόν επιφάνειας των επιχώσεων περίπου 4000 τ.μ. Στα ανατολικά και στα νότια σε απόσταση μ. διέρχεται ρέμα με κατεύθυνση στην κύρια ροή του ποταμού Ανθεμούντα. Η περιοχή προς βορρά είναι πεδινή και εύφορη, προς νότο λοφώδης και καλλιεργήσιμη. Μετά από επιφανειακή έρευνα του οικισμού με εμφανή τα ίχνη κατοίκησης (οικοδομικό υλικό, όστρακα), σε όλη την έκταση της τράπεζας, αλλά και τον εντοπισμό περιβόλου στη βόρεια και τη δυτική περίμετρο, διενεργήθηκαν δύο ανασκαφικές τομές, που επιβεβαίωσαν ότι στη θέση εκτεινόταν ο οικισμός του αρχαϊκού νεκροταφείου. Αποκαλύφθηκαν λιθόκτιστοι τοιχοβάτες, τμήμα ορθογώνιου κτίσματος κλασικής εποχής. Βαθύτερα αποκαλύφθηκαν λιγότερα οικοδομικά κατάλοιπα, κεραμική επείσακτη (αττική και κορινθιακή) και εγχώρια, όμοια με αυτή 141 Σισμανίδης 1985, 235, Σισμανίδης 1986, 139, Σισμανίδης 1987, 802, Γραμμένος κ.ά. 1997, 13 (αρ.1), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.2), Βουτυράς Σισμανίδης 2002, , 256, Andreou et al. (υπό έκδοση). 33

40 του νεκροταφείου. Στο κατώτατο επίπεδο ερευνήθηκαν πέντε κυκλικοί λάκκοι με ανάλογη κεραμική. Στην ευρύτερη περιοχή, στη θέση Μεγάλη Τούμπα, 3,5 χλμ. βορειοανατολικά της κτηματικής περιοχής του χωριού, υπάρχει θέση με βυζαντινά λείψανα στην κορυφή της, που κατοικήθηκε από τα νεολιθικά χρόνια σύμφωνα με την επιφανειακή κεραμική, ενώ στη θέση Μικρή Τούμπα, 800 μ. νότια της προηγούμενης και 3,5 χλμ. βορειοανατολικά του σύγχρονου χωριού, ανασκάφηκε διθάλαμος μακεδονικός τάφος, που χρονολογείται στο τέλος του 4 ου αι. π.χ Tούμπα Γκόνα / Τούμπα Γόνα / Γκόνα / Γόνα 142 (Πίν.4.1) Τύπος: Τούμπα επί τραπέζης Xρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Χαλκού, Μέση Εποχή Χαλκού, Ύστερη Εποχή Χαλκού, Εποχή Σιδήρου, αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική, παλαιοχριστιανική περίοδος Περιγραφή: Ο αρχαίος οικισμός βρίσκεται στην έκταση που καταλαμβάνει το Αγρόκτημα του Α.Π.Θ., μέσα στη Γεωργική Σχολή, στο χαμηλότερο τμήμα της κοιλάδας, σε πεδινό περιβάλλον αποθέσεων, όπου πιθανότατα υπάρχουν οι παλιότερες εκβολές του ποταμού Ανθεμούντα και έλη. Η σημερινή απόσταση από τη θάλασσα είναι μικρότερη από 1,5 χλμ., στην αρχαιότητα όμως υπολογίζεται ότι ήταν αρκετά μικρότερη. Ο υδάτινος όγκος που έχει απομείνει από τη σημερινή ροή του ποταμού εντοπίζεται σε απόσταση 1 χλμ. βόρεια από τον αρχαιολογικό χώρο. Σε κοντινή απόσταση προς νότο βρίσκεται και το αεροδρόμιο Μακεδονία. Η τούμπα έμεινε γνωστή ως Γκόνα ή Γόνα στην αρχαιολογική βιβλιογραφία από το παλιό τσιφλίκι κοντά στο οποίο βρισκόταν. Υψώνεται 17 μ. από το επίπεδο της θάλασσας, οι επιχώσεις της είναι υπέργειες με κυκλική μορφή, ενώ εκείνες της περιβάλλουσας τράπεζας καλύπτονται βόρεια από αγρό και νότια από το οδόστρωμα και επιχωματώσεις. Καθώς η θέση ερευνήθηκε ανασκαφικά από την αρχαιολογική υπηρεσία της Στρατιάς της Ανατολής και τον L. 142 Wace , 127 (Β2), Picard , 4, Rey , , Ηeurtley 1939, 23-24, 186, 187, 224, French 1967, 12, Γραμμένος κ.ά. 1997, 19 (αρ.28), Σκαρλατίδου Κωνσταντινίδου 2003, , Πάτης 2010, Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.22), Andreou et al. (υπό έκδοση). 34

41 Rey κατά τα έτη , έχουμε στοιχεία που δείχνουν ότι μορφολογικά ο χώρος έχει αλλάξει. Ο L. Rey ανέφερε και απεικόνισε σχεδιαστικά και φωτογραφικά τη χαμηλή τράπεζα, ύψους 2,5 μ. σε επαφή με τη νότια νοτιοανατολική πλευρά της τούμπας. Γνωρίζουμε ότι τμήμα της τράπεζας είχε αποχωματωθεί, άρα καταστραφεί, πριν τον πόλεμο προκειμένου να επιστρωθεί με το χώμα αυτό ο δρόμος προς το Μεγάλο Καραμπουρνού (περιοχή Νέας Μηχανιώνας). Η μεγαλύτερη καταστροφή, ωστόσο, συντελέστηκε κατά τη δεκαετία του 1950, οπότε προκειμένου να κατασκευαστεί ο υφιστάμενος δρόμος προς το αεροδρόμιο, εξαφανίστηκαν τελείως τα επάνω στρώματα της τράπεζας, που είχε ανασκάψει ο L. Rey, καθώς και το νοτιοανατολικό τμήμα της τούμπας. Δυστυχώς, οι παραπάνω δεν είναι οι μοναδικές απώλειες, αφού έχουν απομακρυνθεί αρχαιολογικές επιχώσεις από την τούμπα, εξαιτίας αγροτικών εργασιών (στη βόρεια και τη δυτική πλευρά) και ανέγερσης κτηρίου, πιθανόν κατά τη διάρκεια του Β παγκόσμιου πολέμου. Εκτεταμένες παρεμβάσεις (αποχωματώσεις) έχουν γίνει και στον περιβάλλοντα χώρο της τράπεζας κατά το διάστημα κατασκευής του αεροδρομίου. Λόγω της μεταβλητής μορφολογίας του ποταμού στο συγκεκριμένο σημείο (περιβάλλον αποθέσεων) είναι δύσκολο να ανασυσταθεί η μορφή του υδρογραφικού δικτύου κατά το παρελθόν, λογικά όμως θα παρουσίαζε πιο δυναμική παρουσία σε σχέση με το παρόν. Διαφορετική θα ήταν και η μορφή της ακτογραμμής. Δεν αποκλείεται η πιθανότητα ο αρχαιολογικός χώρος να ήταν τόσο κοντά στη θαλάσσα, που να περιβαλλόταν από αυτήν και να είχε τη μορφή λιμναίου οικισμού. Ο L.Rey διενέργησε δοκιμαστικές τομές στη βόρεια και τη δυτική κλιτύ της τούμπας, καθώς και στο κορυφαίο πλάτωμα. Διέκρινε δύο αρχαιολογικά στρώματα, το ένα με προ μυκηναϊκή κεραμική, το άλλο με μυκηναϊκή (και τα δύο έχουν πλαίσιο αναφοράς την Εποχή Χαλκού), ενώ στην τράπεζα εντόπισε άλλα δύο στρώματα με μετα μυκηναϊκή κεραμική, γεωμετρική και ρωμαϊκή το πρώτο και βυζαντινή κεραμική το δεύτερο. Ο W. A. Heurtley στη μονογραφία του για τη Μακεδονία συμπεριέλαβε την κεραμική που είχε αποκαλυφθεί στις ανασκαφές του L. Rey. Δοκιμαστική ανασκαφή 2003 Αφορμή για τη διεξαγωγή μικρής ανασκαφικής έρευνας από την ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. δόθηκε το 2003, όταν αποφασίστηκε διαπλάτυνση (δια επιχώσεων) της οδού προς το αεροδρόμιο. Πραγματοποιήθηκαν δοκιμαστικές τομές και στις δύο πλευρές του 35

42 δρόμου (Πίν.4.2) (στην πλευρά της τούμπας δεξιά πλευρά της οδού και στην απέναντι αριστερή πλευρά της οδού), με σκοπό να ερευνηθεί η έκταση της τράπεζας προς νότο και τυχόν άλλες αρχαιότητες, όπως τάφοι σε κοντινή απόσταση από τον οικισμό 143. Στην πλευρά της τούμπας και σε απόσταση 500 μ. ανατολικά, οι μικρές τομές φανέρωσαν ότι από την αρχαιότητα ως τα νεότερα χρόνια η περιοχή ήταν ελώδης και δέχθηκε αλλουβιακές αποθέσεις από την προσχωσιγενή δράση του ποταμού. Η έρευνα εστιάστηκε στην απέναντι πλευρά από την τούμπα, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του L. Rey, στο σημείο αυτό εκτεινόταν η τράπεζα. Αποκαλύφθηκε σύνολο πυκνών, λιθόκτιστων τοίχων από τη νεότερη σωζόμενη οικοδομική φάση του οικισμού, καθώς επίσης και τμήμα λιθόστρωτου από μεγάλες πλακαρές πέτρες, πεταλόσχημη κατασκευή (εστία) (Πίν.5.1), πίθοι πακτωμένοι στο δωμάτιο ενός χώρου, ίσως μαγειρείου ή αποθήκης 144. Οι ανασκαφείς κάνουν λόγο για διατήρηση τριών τεσσάρων σωζόμενων φάσεων ως κύριων του οικισμού, ωστόσο επισημαίνουν δυσκολίες στη χρονολόγηση λόγω διαταραχής των επιχώσεων σε όλες τις τομές, όχι μόνο στα ανώτερα στρώματα, αλλά και βαθύτερα με αποτέλεσμα αμαυρόχρωμη κεραμική της Ύστερης Εποχής Χαλκού να βρίσκεται μαζί με μελαμβαφή υστεροκλασικών χρόνων. Η κεραμική που αποκαλύφθηκε στη διάρκεια της έρευνας είναι πλούσια 145 : αμαυρόχρωμη, κεραμική Πρώιμης Εποχής Σιδήρου χειροποίητη (έντονη παρουσία φιαλόσχημων αγγείων με ποικιλία λαβών, λεκανίδων, οπισθότμητων πρόχων, κυπελλόσχημων και πιθοειδών αγγείων), αλλά και τροχήλατη. Επίσης εισηγμένη κεραμική, εγχώρια ασημίζουσα, ενώ δεν έλειψαν και δείγματα ωοκέλυφης κεραμικής (μονόχρωμη με λεπτά τοιχώματα). Τέλος, εντοπίστηκαν όστρακα αττικής μελαμβαφούς κεραμικής των πρώιμων ελληνιστικών χρόνων και ρωμαϊκή terra sigillata. Από τα σωζόμενα οικοδομικά κατάλοιπα συνάγεται ένα χρονολογικό πλαίσιο που κυμαίνεται από τον 9 ο αι. π.χ. μέχρι και τον 6 ο αι. π.χ Σκαρλατίδου Κωνσταντινίδου 2003, Σκαρλατίδου Κωνσταντινίδου 2003, Ό.π., σημ Καθώς καμία από τις τομές δεν έφθασε στο φυσικό υπέδαφος, διατυπώνεται η υπόθεση για ύπαρξη προγενέστερων φάσεων. Οι μεταγενέστερες φάσεις από τον 6 ο αι. π.χ. πιστοποιούνται από τα κεραμικά ευρήματα, όχι όμως από τα οικοδομικά κατάλοιπα, αφού τα τελευταία έχουν καταστραφεί από τις αποχωματώσεις και τις επεμβάσεις, για τις οποίες έγινε λόγος παραπάνω. 36

43 3.12 Τούμπα Λιβαδάκι / Λιβαδάκι Περαίας / Τούμπα Τσαϊρ 147 Τύπος: Τούμπα Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Χαλκού, Ύστερη Εποχή Χαλκού Περιγραφή: Toποθετείται στη νότια όχθη του Ανθεμούντα, σε περιβάλλον αποθέσεων. Απέχει 2 χλμ. από τον ποταμό, 2,25 χλμ. νότια από την Τούμπα Γκόνα, 2 χλμ. από τον σύγχρονο οικισμό και την Τράπεζα του Νέου Ρυσίου. Το εμβαδόν της επιφάνειας των επιχώσεων του οικισμού υπολογίζεται σε 68 τ.μ. στην κορυφή και τ.μ. στη βάση (Rey). To ύψος τους εκτιμάται στα 15 μ. και είναι ταυτόσημο με το συνολικό ύψος της τούμπας Τούμπα Λιβαδιού / Σούγκλα / Σούγλα / Λιβάδι 148 (Πίν.5.2) Τύπος: Tούμπα Χρονολόγηση: Εποχή Σιδήρου Περιγραφή: Η τούμπα Λιβαδιού απέχει 1,5 χλμ. δυτικά του ομώνυμου οικισμού. Βρίσκεται σε κορυφογραμμή του Χορτιάτη και ο οικισμός σε απότομο λόφο με επίπεδη κορυφή, όπου διατηρούνται ίχνη οχύρωσης. Το υψόμετρο είναι 800 μ. πάνω από τη θάλασσα. Διαπιστώθηκε κατοίκηση και στις νότιες πλαγιές, όπου βρέθηκαν τοίχοι. Οι επιχώσεις επικάθονται στην κορυφή του λόφου και στα ομαλά, νότια πρανή του. Το εμβαδόν τους υπολογίζεται σε 1000 τ.μ. στο λόφο και σε 4000 τ.μ. στις πλαγιές, ενώ το ύψος τους προσεγγίζει τα 3 μ. Καταστροφή του αρχαιολογικού χώρου έχει συντελεστεί σε σημείο όπου υπάρχει εγκατάσταση κεραίας του Ο.Τ.Ε Τούμπα Λουτρών Θέρμης / Μεγάλη Τούμπα 149 (Πίν.5.3) Τύπος: Tούμπα 147 Rey , 131, French 1967, 19, 61, Γραμμένος κ.ά. 1997, 25 (αρ.58), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.49). 148 Γραμμένος κ.ά. 1997, 25 (αρ.25), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.34). 149 Rey , , French 1967, 20, 60, Γραμμένος κ.ά. 1997, 25 (αρ.60), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.3), Andreou et al. (υπό έκδοση), Τοπογραφικό Αρχείο ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. 37

44 Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Χαλκού, Ύστερη Εποχή Χαλκού, Ιστορικοί χρόνοι (αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική, ρωμαϊκή περίοδος) Περιγραφή: Βρίσκεται στη βόρεια όχθη του Ανθεμούντα, από τον οποίο απέχει 0,5 χλμ. Σε απόσταση 1,5 χλμ. προς βορρά βρίσκονται οι εγκαταστάσεις των Λουτρών Θέρμης, ενώ στα δυτικά 1,8 χλμ. τοποθετείται η Τούμπα Νέας Ραιδεστού. Οι αρχαιολογικές επιχώσεις επικάθονται στο μεγαλύτερο τμήμα της τούμπας, που έχει κυκλική μορφή. Οι διαστάσεις στο πλάτωμα της κορυφής είναι 38 x 34 μ. (μέτρηση Rey). Το ύψος των επιχώσεων υπολογίζεται σε 14 μ. Διαπιστώνεται καταστροφή στο χώρο, στη νότια πλαγιά από αρχαιοκαπηλική δράση και τη χάραξη χωματόδρομου. Στο κορυφαίο τμήμα της τούμπας υπάρχουν εντοπισμένα οικοδομικά κατάλοιπα πύργου βυζαντινών ή μεταβυζαντινών χρόνων (;) Τούμπα Νέας Ραιδεστού / Μαντζαρήδες / Τούμπα Μαντζαρλί / Νέα Ραιδεστός 150 (Πίν.6.1) Τύπος: Τούμπα Xρονολόγηση: Νεότερη Νεολιθική, Πρώιμη Εποχή Χαλκού, Μέση Εποχή Χαλκού, Ύστερη Εποχή Χαλκού, Πρώιμη Εποχή Σιδήρου, αρχαϊκή, ρωμαϊκή περίοδος Περιγραφή: Ο οικισμός βρίσκεται 0,5 χλμ. νοτιοανατολικά του ομώνυμου χωριού και 2 χλμ. περίπου δυτικά της Τούμπας Λουτρών Θέρμης. Η κύρια ροή του Ανθεμούντα τοποθετείται 0,7 χλμ. νότια από την τούμπα, ωστόσο σε απόσταση 200 μ. από αυτήν εντοπίζεται μία δευτερεύουσα ροή και η περιοχή παρουσιάζει έντονη αλλουβιακή δραστηριότητα. Η τούμπα έχει μακρόστενο σχήμα με τριγωνική μορφή στον άξονα βορρά νότου και ξεχωρίζει εξαιτίας της μορφολογίας της στο συνολικό τοπίο. Από την πρόσφατη επιφανειακή έρευνα που διεξάχθηκε (A.V.A.P. 151 ) διαπιστώθηκε η ύπαρξη τριών λαθρανασκαφικών τομών στον αρχαιολογικό χώρο και η τοποθέτηση δύο ηλεκτρικών στύλων στο νότιο όριό του. Επίσης σε απόσταση 300 μ. βορειοδυτικά εντοπίστηκε μεγάλη ποσότητα ρωμαϊκής κεραμικής, που πιθανόν προέρχεται από κάποια ρωμαϊκή εγκατάσταση στην περιοχή. 150 Rey , 130, French 1967, 24, 63, Γραμμένος κ.ά. 1997, 29 (αρ.75), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.44), Andreou et al. (υπό έκδοση). 151 Andreou et al. (υπό έκδοση). 38

45 3.16 Τράπεζα Λακκιάς / Λακκιά Βασιλικών 152 (Πίν.6.2 ) Τύπος: Tράπεζα Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Σιδήρου, αρχαϊκή, κλασική, ρωμαϊκή περίοδος Περιγραφή: O οικισμός βρίσκεται σε υψόμετρο μ. πάνω από τη θάλασσα, στα βόρεια άκρα της βόρειας κοιλάδας, σε απόσταση 1,5 χλμ. από τη βόρεια όχθη του Ανθεμούντα και 0,8 χλμ. βορειοδυτικά του οικισμού της Λακκιάς στα νότια ριζά του βουνού Λάναρι ή Θέρμο ή Καράτεπε (1.727 μ. υψόμετρο). Ανατολικά και δυτικά διέρχονται δύο ρέματα με σύγκλιση προς νότο και ύδατα που ενώνονται με την κύρια ροή του ποταμού. Οι επιχώσεις επικάθονται στο λόφο με κυκλική μορφή, το ύψος τους υπολογίζεται στα 10 μ. Κατά την πρόσφατη επιφανειακή έρευνα στο πλαίσιο του αρχαιολογικού προγράμματος στην κοιλάδα του Ανθεμούντα (Α.V.A.P.) εντοπίστηκε μεγάλη ποσότητα κεραμικής ιστορικών χρόνων (ιδιαίτερα πίθοι), καθώς και υπολείμματα αγωγών. Σωστική ανασκαφή έχει αποκαλύψει, νοτιοανατολικά του ανατολικού ρέματος του οικισμού, τάφους ρωμαϊκής εποχής Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας / Τράπεζα Καράτζαλι / Καρδία 153 (Πίν.6.3, Πίν.7.1) Τύπος: Διπλή Τράπεζα Χρονολόγηση: Ύστερη Εποχή Χαλκού, αρχαϊκή, κλασική περίοδος Περιγραφή: Ο οικισμός βρίσκεται στο αγροτεμάχιο 1082, σε υψόμετρο 120 μ. περίπου, στη νότια όχθη του ποταμού και σε απόσταση 0,5 χλμ. νοτιοανατολικά του σημερινού οικισμού του Νέου Ρυσίου. Απέχει 1,5 χλμ. βόρεια του οικισμού της Καρδίας. Ανατολικά και δυτικά διέρχονται βαθιά ρέματα με πορεία από νότο προς βορρά. Εντάσσεται σε χαμηλή λοφοσειρά, στο δυτικό άκρο της κάτω κοιλάδας του Ανθεμούντα, που με σταδιακή κατωφέρεια φθάνει μέχρι τη θάλασσα. Από την 152 Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.12), Andreou et al. (υπό έκδοση), Τοπογραφικό αρχείο ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. 153 Rey , , French 1967, 14, 60, Σουέρεφ 1996, , Γραμμένος κ.ά. 1997, (αρ.44), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.48), Τοπογραφικό αρχείο ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. 39

46 κορυφή της τράπεζας κατοπτεύεται η κοιλάδα, ο ορεινός όγκος του Χορτιάτη και τμήμα της Θεσσαλονίκης. Η άνω τράπεζα τοποθετείται νότια, ενώ η κάτω βόρεια. Οι επιχώσεις του οικισμού επικάθονται σε φυσικό ύψωμα, με επιμήκη μορφή από βορρά προς νότο. Το εμβαδόν των επιχώσεων υπολογίζεται σε τ.μ. (300 x 40 μ.), το ύψος τους στην άνω τράπεζα εκτιμήθηκε κατά την επιφανειακή έρευνα σε 2 μ. επί συνόλου 15 μ. Διάσπαρτα οικοδομικά κατάλοιπα είναι ορατά σε διάφορα σημεία στην άνω τράπεζα. Στην κάτω τράπεζα εντοπίστηκε αρκετή κεραμική. Ο αρχαιολογικός χώρος στην άνω τράπεζα έχει διαταραχτεί από δραστηριότητες για εξόρυξη πωρόλιθου και από εγκατάσταση στύλων ηλεκτρικού ρεύματος και ηλεκτροσημαντήρα του αεροδρομίου «Μακεδονία». Κατά το 1996 διεξήχθη ανασκαφή στο αγροτεμάχιο 725 (δυτικά του παλιού οικισμού, του οποίου εγκρίθηκε η επέκταση), καθώς εντοπίστηκαν τάφοι 154. Η θέση απέχει από τα όρια του αρχαίου οικισμού 1,5 χλμ. νοτιοδυτικά. Αποκαλύφθηκαν επτά λακκοειδείς τάφοι και ένας κιβωτιόσχημος (Πίν. 7.1), που χρονολογούνται από τα τέλη του 3 ου αι. ως τις αρχές του 2 ου αι. π.χ. Ορισμένες από τις ογκώδεις και καλοδουλεμένες καλυπτήριες πλάκες, από ντόπιο πωρόλιθο, διαταράχτηκαν από τις πολυετείς αγροτικές εργασίες. Οι μισοί τάφοι είχαν προσανατολισμό στον άξονα Α Δ. Ήταν κτερισμένοι με λίγα αγγεία, κυρίως μυροδοχεία και πυξίδες. Η μεμονωμένη συστάδα τάφων στο σημείο ερμηνεύτηκε ως οικογενειακή και σχετίστηκε με τον αγροτικό χαρακτήρα της περιοχής Τράπεζα Νέου Ρυσίου / Quadripode / Νέο Ρύσιο 155 (Πίν.7.2) Τύπος: Tράπεζα Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Σιδήρου, αρχαϊκή, κλασική περίοδος Περιγραφή: O οικισμός καταλαμβάνει την έκταση της τράπεζας και των γύρω πλατωμάτων. Βρίσκεται σε υψόμετρο 136 μ. στα νοτιοανατολικά του σημερινού οικισμού του Νέου Ρυσίου και σε απόσταση 1 χλμ., επίσης νοτιοανατολικά, εντοπίζεται η τράπεζα του Νέου Ρυσίου Καρδίας. Ανατολικά και δυτικά του 154 Σουέρεφ Rey , 138, Γραμμένος κ.ά. 1997, 29 (αρ. 75), Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.50). 40

47 οικισμού διέρχονται δύο ρέματα με κατεύθυνση από νότο προς βορρά, τα οποία διασχίζοντας την κοιλάδα απολήγουν στη θάλασσα, που βρίσκεται σε απόσταση 4 χλμ. Οι αρχαιολογικές επιχώσεις επικάθονται στην τράπεζα και στα εφαπτόμενα σε αυτήν πλατώματα βόρεια και βορειοανατολικά. Υπάρχει διαταραχή των αρχαιοτήτων από μικρή εκκλησία και κοιμητήριο στα βορειοδυτικά, φωτοσημαντήρα του αεροδρομίου στα νότια και ηλεκτρικών στύλων στα δυτικά Σουρωτή 156 (Πίν.7.3, Πίν.8.1) Τύπος: Οικισμός σε λόφους και πλατώματα Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Σιδήρου, αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική περίοδος Περιγραφή: Η θέση εντοπίζεται στο νότιο τμήμα της κάτω κοιλάδας του ποταμού Ανθεμούντα, στις παρυφές του όρους Κατσίκα, όπου υπάρχουν χερσαίες διαβάσεις προς Άγιο Αντώνιο, Πετράλωνα και την παράλια Χαλκιδική. Ο αρχαίος οικισμός αναπτύσσεται στα δυτικά και νότια του σύγχρονου οικισμού και στα νότια του αρχαίου νεκροταφείου, το οποίο έφερε στο φώς 530 τάφους, που χρονολογούνται από τον πρώιμο 6 ο αι. π.χ. ως το α τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. Η έκτασή του οριοθετείται σε λόφο πάνω από το εμφιαλωτήριο «Σουρωτή» και λόφους και πλατώματα στα ανατολικά του πρώτου λόφου. Το πλάτωμα που βρίσκεται νοτιότερα και ανατολικότερα της συστάδας των λόφων, κοντά στο δρόμο για τον Άγιο Αντώνιο (ανατολικό όριο οικισμού), πιθανόν να περιλαμβάνει τα σημαντικότερα οικιστικά κατάλοιπα. Στο σημείο υπάρχουν ορατές επιχώσεις πάνω από 1 μ. στην παρειά αγροτικού δρόμου, που διανοίχθηκε με εκσκαφέα, καταστρέφοντας 3 4 μ. κατά πλάτος τον οικισμό, σε συνολική περίμετρο πάνω από 50 μ. Οι λόφοι και τα πλατώματα απαρτίζουν μία διαφορετική μορφή οικισμού από τη συνήθη στη Μακεδονία τράπεζα και μαζί με τη βοήθεια μικρών και μεγαλύτερων ρεμάτων δημιουργούσαν μία φυσικά ασφαλή και οχυρωμένη θέση για τους αρχαίους κατοίκους. Επιπλέον, πρόκειται για σημείο στρατηγικό με κομβικό χαρακτήρα τόσο για τον έλεγχο του νότιου τμήματος της κοιλάδας, όσο και για την πρόσβαση σε 156 Σουέρεφ Χαβέλα 1999, , των ίδιων 2000, , των ίδιων 2002, , Αλλαμανή - Σουρή 2008, 351, Σουέρεφ 2009, 361, 363, 365, , Σουέρεφ 2011, (Α.Κ.81), Andreou et al. (υπό έκδοση), Τοπογραφικό αρχείο ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. 41

48 χερσαίες διαδρομές, που συνέδεαν την Πέλλα και τη Θέρμη με την ενδοχώρα της Χαλιδικής και την αρχαία Όλυνθο. Στα βορειοδυτικά των λόφων του οικισμού βρίσκονται οι πηγές του μεταλλικού νερού της Σουρωτής. Οι αρχαιολογικές επιχώσεις επικάθονται στα φυσικά υψώματα. Το εμβαδόν τους δεν έχει υπολογιστεί, το ύψος τους κυμαίνεται από 2 εως 3 μ. κατά περίπτωση. Διαταραχή παρατηρείται από τη διάνοιξη χωματόδρομων, τις εγκαταστάσεις του εμφιαλωτήρίου, πυλώνες της Δ.Ε.Η. Ο οικισμός βρίσκεται σε αντιστοιχία με τις θέσεις βόρεια και απέναντι, τους λόφους στο Φράγμα Βασιλικών και την Τράπεζα Λακκιάς. Κατά τη διάρκεια επιφανειακής έρευνας βρέθηκαν όστρακα χειροποίητων αγγείων της Εποχής Σιδήρου με στιλβωμένη και αδρή εξωτερική επιφάνεια και πυριτολιθικά εργαλεία. Νομός Χαλκιδικής 3.20 Γαλαρινός, Άγιος Κήρυκος / Άγιος Κήρυκος Αγίας Αναστασίας 157 Τύπος: Οικισμός σε λόφο Χρονολόγηση: Ύστερη Εποχή Χαλκού, Βυζαντινή περίοδος Περιγραφή: H θέση εντοπίζεται στις βόρειες πλαγιές της κοιλάδας. Βρίσκεται σε υψόμετρο 300 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας, σε απόσταση 1 χλμ. βορειοανατολικά από το δρόμο Βασιλικών Γαλάτιστας και 1,5 χλμ. βόρεια από τον σύγχρονο οικισμό της Αγίας Αναστασίας. Στην κορυφή του οικισμού υπάρχει το παρεκκλήσι του Αγίου Κηρύκου. Σώζονται τμήματα από παλιό καλντερίμι που οδηγούσε στην Αγία Αναστασία. Στο νοτιοανατολικό τμήμα του οικισμού υπάρχει μονοπάτι πρόσβασης στο παρεκκλήσι και είναι ορατοί στο σημείο λίθινοι τοίχοι. Επίσης, η κατασκευή του σύγχρονου δρόμου «έκοψε» τον οικισμό, φανερώνοντας επιχώσεις πλάτους 1,5 μ. Υπάρχει βαθύ ρέμα στα δυτικά και ανατολικά. Η έκταση στον λοφίσκο και τον περιβάλλοντα χώρο είναι θαμνώδης. 157 Γραμμένος κ.ά. 1997, 52 (αρ.3), Σουέρεφ 2011, 199, Andreou et al. (υπό έκδοση). 42

49 3.21 Γαλαρινός / Καστέλι 158 Τύπος: Οικισμός σε λόφο Χρονολόγηση: Ύστερη Εποχή Χαλκού, ελληνιστική, ρωμαϊκή, βυζαντινή περίοδος Περιγραφή: Καταλαμβάνει έκταση στις νότιες πλαγιές της κοιλάδας, 1 χλμ. δυτικά του σημερινού οικισμού Γαλαρινού. Aναπτύσσεται σε απότομο φυσικό λόφο με θαμνώδη βλάστηση, δύσκολα προσπελάσιμο, εκτός από τη νοτιοανατολική πλευρά, που οδηγεί στην επίπεδη κορυφή με έκταση 600 τ.μ. Στα δυτικά υπάρχει βαθύ ρέμα. Το ύψος των επιχώσεων είναι μικρό. Το γεωμορφολογικό ανάγλυφο της περιοχής προσφέρεται για κτηνοτροφικές δραστηριότητες, μικρή είναι όμως και η απόσταση της περιοχής από την κοιλάδα των Βασιλικών. Στα ριζά του λόφου εντοπίστηκαν βυζαντινοί τάφοι, που σχετίζονται με υπολείμματα οικισμού στις πλαγιές και οχύρωση στο πλάτωμα της κορυφής, όπου και πύργος Γαλάτιστα Α / Επίπεδος οικισμός Αγίας Παρασκευής 159 Τύπος: Επίπεδος οικισμός Χρονολόγηση: Μέση νεολιθική, Νεότερη νεολιθική περίοδος Περιγραφή: O οικισμός απέχει 2,5 3 χλμ. νοτιοδυτικά από το σύγχρονο οικισμό της Γαλάτιστας και 800 μ. βορειοδυτικά από την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Το ρέμα Μεγάλος Λάκκος ρέει προς νότο. Σε μικρή απόσταση βρίσκεται η τούμπα της Εποχής Χαλκού. Γεωγραφικά ανήκει στην άνω λεκάνη της κοιλάδας. Κατηγοριοποιείται ως επίπεδος, εκτεταμένος, νεολιθικός οικισμός με έκταση πάνω από 100 στρέμματα. Μέσα από τον οικισμό διέρχεται χωματόδρομος. Στην περιοχή υπάρχουν δενδροκαλλιέργειες, καλλιέργειες δημητριακών, κ.ά. Ανάλογη με την αναμόχλευση των διαφόρων ειδών των καλλιεργειών είναι η διασπορά των αρχαιολογικών ευρημάτων στην επιφάνεια των χωραφιών. 158 Γραμμένος κ.ά. 1997, 54 (αρ.13), Σουέρεφ 2011, 199, Andreou et al. (υπό έκδοση). 159 Γραμμένος κ.ά. 1997, 55 (αρ.14), Σουέρεφ 2011, 200, Andreou et al. (υπό έκδοση). 43

50 3.23 Γαλάτιστα Γ / Καρακόλι / Κομμένη Τούμπα Γαλάτιστας / Μικρή Τούμπα 160 Τύπος: Οικισμός σε λόφο Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Χαλκού, Ύστερη Εποχή Χαλκού, Πρώιμη Εποχή Σιδήρου Περιγραφή: O αρχαιολογικός χώρος εντοπίζεται στις βόρειες πλαγιές της κοιλάδας, σε απόσταση 1,5 χλμ. από τη διασταύρωση του δρόμου Βασιλικών Γαλάτιστας προς Γαλαρινό και 1 χλμ. δυτικά του οικισμού Γαλάτιστα Δ (Τούμπα Πανίκοβα). Αναπτύσσεται στην κορυφή κωνικού, απότομου λόφου με βραχώδη μορφή και στις πλαγιές σε όλη την έκταση του λόφου. Κατά τη διάρκεια της αρχαιολογικής έρευνας του A.V.A.P. διαπιστώθηκε στην κορυφή η ύπαρξη τεράστιας ποσότητας οικοδομικού υλικού, που προέρχεται από οχύρωση και κτίρια ιστορικών χρόνων. Άφθονη ήταν και η κεραμική. Στα νότια του οικισμού υπάρχει μεγάλο ρέμα Γαλάτιστα Ε / Καστέλι 161 Τύπος: Οικισμός σε λόφο (Τράπεζα, σύμφωνα με A.V.A.P.) Χρονολόγηση: Ύστερη Εποχή Χαλκού, Πρώιμη Εποχή Σιδήρου, ρωμαϊκή περίοδος Περιγραφή: Eντοπίζεται σε απόσταση περίπου 6 χλμ. νοτιοδυτικά του οικισμού της Γαλάτιστας, σε κοντινή απόσταση από το ξωκκλήσι της Αγίας Τριάδας. Οι αρχαιολογικές επιχώσεις επικάθονται σε φυσικό γήλοφο. Στα δυτικά εντοπίζεται ρέμα που συγκλίνει στο κυριότερο ρέμα της περιοχής, τον Μεγάλο Λάκκο. Υπάρχουν ίχνη οχύρωσης στην κορυφή του λόφου και ίχνη εγκατάστασης στους πρόποδες (ανατολική και βόρεια πλευρά) Γαλάτιστα Β / Τούμπα Αγίας Παρασκευής 162 Τύπος: Tούμπα 160 Γραμμένος κ.ά. 1997, 56 (αρ.16), Σουέρεφ 2011, 201, Andreou et al. (υπό έκδοση). 161 Γραμμένος κ.ά. 1997, 56 (αρ.18), Σουέρεφ 2011, 200, Andreou et al. (υπό έκδοση). 162 Wace , (C8) ταυτίζοντας τη θέση με την πόλη του Ανθεμούντα, εξαιτίας των επιγραφών που βρέθηκαν στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, Γραμμένος κ.ά. 1997, 55 (αρ.15), Σουέρεφ 2011, 200, Andreou et al. (υπό έκδοση). 44

51 Χρονολόγηση: Πρώιμη Εποχή Χαλκού, Ύστερη Εποχή Χαλκού Περιγραφή: O αρχαιολογικός χώρος απέχει 2,5 χλμ. νοτιοδυτικά της Γαλάτιστας και 500 μ. από το παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής, όπου επιγραφικό υλικό ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής οδήγησε αρκετούς μελετητές σε ταύτιση του χώρου με την πόλη του Ανθεμούντα. Γεωγραφικά υπάγεται στην άνω λεκάνη της κοιλάδας. Σε απόσταση 400 μ. βορειοδυτικά βρίσκεται η θέση Γαλάτιστα Α. Αμέσως νότια του οικισμού υπάρχει το ρέμα Μεγάλος Λάκκος, το οποίο ενώνεται με τον Ανθεμούντα. Η περιοχή είναι ιδιαίτερα εύφορη και πλούσια σε υδάτινο όγκο. Η τούμπα έχει μακρόστενο σχήμα, διαστάσεις 50 x 70 μ. και ύψος 10 μ. Οι αρχαιολογικές επιχώσεις επικάθονται σε φυσικό έξαρμα (υπολογίζονται στα 8 μ.), έχουν υποστεί φθορές εξαιτίας της καλλιέργειας Γαλάτιστα Δ / Τούμπα Πανίκοβα 163 Τύπος: Toύμπα Χρονολόγηση: Ύστερη Εποχή Χαλκού, Πρώιμη Εποχή Σιδήρου Περιγραφή: Ο οικισμός απέχει 2,5 χλμ. ανατολικά από τη διασταύρωση του δρόμου Βασιλικών Γαλάτιστας προς Γαλαρινό. Τοποθετείται στο άνω τμήμα της κοιλάδας του Ανθεμούντα. Διαμορφώνεται ως χαμηλή τούμπα με επίπεδη κορυφή, εξαιτίας των καλλιεργειών και καλύπτεται από πέτρες και όστρακα πίθων. Η βόρεια και η βορειοδυτική πλαγιά είναι απότομες και από το σημείο διέρχεται ρέμα, που ενώνεται με τον ποταμό σε απόσταση 400μ. νοτιοδυτικά. 163 French 1967, 11, 59, Γραμμένος κ.ά 1997, 56 (αρ.17), Σουέρεφ 2011, 200, Andreou et al. (υπό έκδοση). 45

52 Συγκεντρωτικός χρονολογικός πίνακας των θέσεων της κοιλάδας του Ανθεμούντα με βάση τις επιφανειακές έρευνες Αγιάσμα Αγίας Παρασκευής Άνω Σχολάρι/ Τράπεζα Κεφάλα/ Κεφάλι Άνω Σχολαρίου Βασιλικά Α/ Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών French Γραμμένος Σουέρεφ Andreou et al ΠΕΣ/ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ ΑΡΧ/ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ-ΚΗ ΕΧ/ ΕΣ/ ΠΕΧ/ ΕΣ/ ίσως ΠΕΧ/ ΠΕΣ ΠΕΧ/ ΕΣ/ αργότερα ΙΧ Βασιλικά Β/ Τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών Βασιλικά Γ/ Επίπεδος οικισμός στο Κυπαρίσσι Βασιλικών/ Κυπαρίσσι Λόφος Αγίου Αντωνίου/ Άγιος Αντώνιος/ Θέση Σπίτια Αγίου Αντωνίου Λοφίσκος στα Λιβάδια Λιβαδιού/ Σκουριές/ Καμινεύματα / Καμίνι Λόφοι στο Φράγμα Βασιλικών/ Φράγμα Περιστερά, Αμαλάρα ΠΕΧ ΠΕΧ ΠΕΧ ΠΕΧ ΥΝ/ ΠΕΧ/ ΜΝ II/ ΝΝ/ ΜΝ/ ΝΝ/ ΠΕΧ ΜΝ/ ΝΝ/ ΠΕΧ/ Mεσαιωνική ΠΕΧ/ ΙΧ ΒΥΖ-ΟΘΩΜ ΥΕΧ/ ΕΣ/ ΙΧ ΕΧ/ ΠΕΣ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ ΚΗ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ ΚΗ ΥΕΧ/ ΙΧ/ ΒΥΖ ΥΕΧ/ ΑΡΧ/ Τούμπα ΠΕΧ/ 46

53 Τούμπα Αγγελάκη Αγίας Παρασκευής Tούμπα Γκόνα/ Τούμπα Γόνα/ Γκόνα/ Γόνα Τούμπα Λιβαδάκι/ Λιβαδάκι Περαίας/ Τούμπα Τσαϊρ Τούμπα Λιβαδιού/ Σούγκλα/Σούγλα/ Λιβάδι Τούμπα Λουτρών Θέρμης/ Μεγάλη Τούμπα Τούμπα Νέας Ραιδεστού/ Μαντζαρήδες/ Τούμπα Μαντζαρλί/ Νέα Ραιδεστός ΥΕΧ/ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ ΠΕΧ/ ΜΕΧ/ ΥΕΧ/ ΙΧ ΚΛΑΣ ΜΕΧ?/ ΥΕΧ Τράπεζα ΠΕΣ/ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ ΚΗ/ ΡΩΜ/ ΒΥΖ ΟΘΩΜ Πλάτωμα ΠΕΣ/ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ ΚΗ/ ΡΩΜ/ ΒΥΖ ΟΘΩΜ ΥΕΧ/ ΑΡΧ/ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ/ ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ ΕΛΛ ΚΗ ΚΗ ΠΕΧ/ ΜΕΧ/ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ/ ΥΕΧ/ ΕΣ/ ΕΛΛ ΚΗ ΑΡΧ/ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ ΚΗ/ ΡΩΜ/ ΠΑΛΑΙΟΧΡ. ΠΕΧ/ ΥΕΧ ΠΕΧ/ ΥΕΧ ΕΣ ΠΕΣ ΠΕΧ/ ΥΕΧ/ ΠΕΧ/ ΥΕΧ/ΙΧ ΠΕΧ/ ΥΕΧ/ ΠΕΧ/ ΥΕΧ/ ΠΕΣ/ ΜΥΚ/ Μυκηναϊκά ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ ΚΗ/ ΡΩΜ Μεσαιωνική όστρακα ΝΝ/ ΠΕΧ/ ΝΝ/ ΠΕΧ/ ΝΝ/ ΠΕΧ/ ΜΝ/ ΝΝ/ ΠΕΧ/ ΜΕΧ/ ΥΕΧ ΜΕΧ/ ΥΕΧ ΜΕΧ/ ΥΕΧ ΜΕΧ/ ΥΕΧ/ΠΕΣ/ ΑΡΧ/ ΡΩΜ 47

54 Τράπεζα ΕΣ/ ΑΡΧ/ Λακκιάς/ Λακκιά Βασιλικών ΚΛΑΣ/ ΡΩΜ Τράπεζα Νέου ΥΕΧ/ ΙΣ ΥΕΧ/ ΑΡΧ/ Ρυσίου Καρδίας/ Τράπεζα ΚΛΑΣ Καράτζαλι/ Καρδία Τράπεζα Νέου ΕΣ/ ΙΧ ΠΕΣ/ ΑΡΧ/ Ρυσίου/ Quadripode/ Νέο ΚΛΑΣ Ρύσιο Σουρωτή ΠΕΣ/ ΑΡΧ/ Γαλαρινός/ Άγιος Κήρυκος Γαλαρινός/ Καστέλι Γαλάτιστα Α/ Επίπεδος οικισμός Παρασκευής Αγίας Γαλάτιστα Γ/ Καρακόλι/ Κομμένη Τούμπα Γαλάτιστας/ Μικρή Τούμπα Γαλάτιστα Ε/ Καστέλι Γαλάτιστα Β/ Τούμπα Παρασκευής Αγίας Γαλάτιστα Δ/ Τούμπα Πανίκοβα ΚΛΑΣ/ ΚΗ ΕΛΛ- ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ ΕΣ/ ΑΡΧ/ ΚΛΑΣ/ ΕΛΛ ΚΗ/ ΡΩΜ ΥΕΧ ΥΕΧ ΥΕΧ/ΒΥΖ/ΟΘΩΜ ΥΕΧ/ΙΧ/ΕΛΛ ΚΗ/ ΡΩΜ ΥΕΧ/ΕΛΛ ΚΗ/ ΡΩΜ/ ΒΥΖ ΜΝ/ ΝΝ ΜΝ/ ΝΝ ΜΝ/ ΝΝ/ ΒΥΖ ΠΕΧ/ ΥΕΧ/ ΕΣ ΠΕΧ/ ΠΕΣ ΥΕΧ/ ΕΣ ΟΘΩΜ ΑΡΧ/ ΡΩΜ ΥΕΧ;/ ΕΣ ΥΕΧ/ΠΕΣ/ΡΩΜ ΠΕΣ/ΑΡΧ/ΚΛΑΣ ΠΕΧ/ ΥΕΧ ΠΕΧ/ ΥΕΧ ΠΕΧ/ ΥΕΧ ΥΕΧ ΥΕΧ ΥΕΧ ΥΕΧ/ ΠΕΣ 48

55 4. Ταύτιση του οικισμού Δε θα μπορούσε να επιλεγεί περιγραφικότερο όνομα από τη λέξη Ανθεμούς για να αποδώσει την άφθονη βλάστηση, την καρποφόρα γη, τον πλούτο σε υδάτινο όγκο της κοιλάδας του Ανθεμούντος. Οι Βυζαντινοί έδωσαν στην περιοχή την ονομασία Καλαμαριά (= καλή μεριά) εξάρoντας με τη σειρά τους τα προτερήματά της 164. To όνομα αυτό περιορίστηκε στη σημερινή Καλαμαριά του Μικρού Εμβόλου στα πολύ νεότερα χρόνια 165. Στα τέλη του 9 ου αι. αρχή 10 ου αι. μ.χ. ο Ιωάννης Καμενιάτης καταγράφει την κοιλάδα νότια του Χορτιάτη ως «πεδίον παγκαλές και εράσμιον» 166. Ο Στέφανος Βυζάντιος 167 παραδίδει: «Ἀνθεμοῦς, πόλις Μακεδονίας και Συρίας ἀπό ἀνθέμου». Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από το ἄνθεμον, δηλαδή το άνθος, στο λεξικό Σούδα μάλιστα το άνθος του ρόδου 168. Ονόματα που παράγονται από το ἄνθεμον είναι γνωστά από τον Όμηρο και ακόμη παλιότερα, έτσι το όνομα Ἀνθεμοῦς είναι πανάρχαιο και ελληνικό. Σύμφωνα με μία άλλη άποψη, ίσως προέρχεται από την Ανθεμόνη, κόρη του Αινεία 169. Η ταύτιση της χώρας του Ανθεμούντα με την κοιλάδα του Βασιλικιώτικου ποταμού έγινε πρώτα από τον T. Tafel 170.O Ανθεμούς ως έκταση χώρα εμφανίζεται σε δύο χωρία του Θουκυδίδη, την απαρίθμηση των κτήσεων των Τημενιδών 171 και την αφήγηση της εισβολής του Σιτάλκη και του θρακικού στρατού στη Μακεδονία το 429 π.χ. με τη συνεπακόλουθη καταστροφή της Μυγδονίας, της Κρηστωνίας και του 164 Δήμιτσας 1988 (ανατύπωση), Πουλάκη 2001, Δήμιτσας 1988 (ανατύπωση), 360, σημ. 2, Πουλάκη 2001, Στέφανος Βυζάντιος, λ. Ἀνθεμοῦς. 168 Πουλάκη 2001, 144. Η ρίζα ανθ είναι πιθανό να σχετίζεται με τη ρίζα αθ της λέξης αθήρ, που αφορά τα σπέρματα των δημητριακών. 169 Σουέρεφ 2011, Tafel 1839, Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 99,6 τὴν δὲ παρὰ θάλασσαν νῦν Μακεδονίαν Αλέξανδρος ὁ Περδίκκου πατὴρ καὶ οἱ πρόγονοι αὐτοῦ, Τημενίδαι τὸ ἀρχαῖον ὄντες ἐξ Αργους, πρῶτοι ἐκτήσαντο καὶ ἐβασίλευσαν ἀναστήσαντες μάχῃ ἐκ μὲν Πιερίας Πίερας, οἳ ὕστερον ὑπὸ τὸ Πάγγαιον πέραν Στρυμόνος ᾤκησαν Φάγρητα καὶ ἄλλα χωρία (καὶ ἔτι καὶ νῦν Πιερικὸς κόλπος καλεῖται ἡ ὑπὸ τῷ Παγγαίῳ πρὸς θάλασσαν γῆ), ἐκ δὲ τῆς Βοττίας καλουμένης Βοττιαίους, οἳ νῦν ὅμοροι Ξαλκιδέων οἰκοῦσιν τῆς δὲ Παιονίας παρὰ τὸν Αξιὸν ποταμὸν στενήν τινα καθήκουσαν ἄνωθεν μέχρι Πέλλης καὶ θαλάσσης ἐκτήσαντο, καὶ πέραν Αξιοῦ μέχρι Στρυμόνος τὴν Μυγδονίαν καλουμένην Ηδῶνας ἐξελάσαντες νέμονται. ἀνέστησαν δὲ καὶ ἐκ τῆς νῦν Εορδίας καλουμένης Εορδούς, ὧν οἱ μὲν πολλοὶ ἐφθάρησαν, βραχὺ δέ τι αὐτῶν περὶ Φύσκαν κατῴκηται, καὶ ἐξ Αλμωπίας Αλμωπας. ἐκράτησαν δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἐθνῶν οἱ Μακεδόνες οὗτοι, ἃ καὶ νῦν ἔτι ἔχουσι, τόν τε Ανθεμοῦντα καὶ Γρηστωνίαν καὶ Βισαλτίαν καὶ Μακεδόνων αὐτῶν πολλήν. τὸ δὲ ξύμπαν Μακεδονία καλεῖται, καὶ Περδίκκας Αλεξάνδρου βασιλεὺς αὐτῶν ἦν ὅτε Σιτάλκης ἐπῄει. 49

56 Ανθεμούντα 172. Τα παραπάνω υποδεικνύουν την αναφορά σε μία περιοχή, ξεχωριστή από τη Μυγδονία 173, ανάμεσα στον Αξιό και το Στρυμόνα 174. Aυτή οριοθετείται περισσότερο από το απόσπασμα του Ηροδότου σύμφωνα με το οποίο ο Αμύντας Α ήθελε να προσφέρει τον Ανθεμούντα στον τύραννο Ιππία, γιο του Πεισίστρατου 175. Ο C. Edson, βέβαια, σημειώνει ότι υπάρχει το ενδεχόμενο ο Ηρόδοτος να παραθέτει τον Ανθεμούντα, όχι μόνο ως περιοχή, αλλά και ως πόλη, καθώς κάτι τέτοιο συνάδει με την προσφορά της πόλης Ιωλκού από τους Θεσσαλούς στο ίδιο πρόσωπο 176. Από τη στιγμή που η περιοχή ήταν στη διάθεση του βασιλιά της κάτω Μακεδονίας, λογικά θα βρισκόταν πιο κοντά στον Αξιό παρά στο Στρυμόνα. Επίσης η προσφορά του Ανθεμούντα στον Ιππία συνδέεται 177 με την εγκατάσταση του πατέρα του, Πεισίστρατου στη Ραίκηλο, η οποία σύμφωνα με τον Αριστοτέλη τοποθετείται στο Θερμαϊκό κόλπο, ενώ χάρη στο Λυκόφρονα η θέση της προσδιορίζεται ακριβέστερα σε εγγύτητα με τον Κισσό 178. Tο τελευταίο στοιχείο συνέβαλλε σημαντικά στην τοποθέτηση του Ανθεμούντα στην κοιλάδα του Βασιλικιώτικου ποταμού 179, και όπως καίρια παρατηρείται 180 η επικράτεια που προσφέρθηκε στον έκπτωτο τύραννο, λογικά θα έιχε κάποια επαφή με τη θάλασσα. Η θέση του Ανθεμούντα κοντά στο Θερμαϊκό κόλπο γίνεται σαφέστερη από το χωρίο του Αισχίνη, ο οποίος αναφέρει την περιοχή σε γειτνίαση με τη Θέρμη και τη Στρέψα 181, ενώ χάρη στο Δημοσθένη 182 πληροφορούμαστε ότι υπήρξε τόπος διεκδίκησης ανάμεσα στους Μακεδόνες και το 172 Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 100, 4 ἔσω δὲ τούτων ἐς τὴν Βοττιαίαν καὶ Πιερίαν οὐκ ἀφίκοντο, ἀλλὰ τήν τε Μυγδονίαν καὶ Γρηστωνίαν καὶ Ανθεμοῦντα ἐδῄουν. οἱ δὲ Μακεδόνες πεζῷ μὲν οὐδὲ διενοοῦντο ἀμύνεσθαι, ἵππους δὲ προσμεταπεμψάμενοι ἀπὸ τῶν ἄνω ξυμμάχων, ὅπῃ δοκοίη, ὀλίγοι πρὸς πολλοὺς ἐσέβαλλον ἐς τὸ στράτευμα τῶν Θρᾳκῶν. 173 Zahrnt 1971, Edson 1955, 171, Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 35, Πουλάκη 2001, Ηρόδοτος, Ἱστορίαι, 5, 94, 1 οὕτω μὲν τοῦτο ἐπαύσθη. Ἱππίῃ δὲ ἐνθεῦτεν ἀπελαυνομένῳ ἐδίδου μὲν Ἀμύντης ὁ Μακεδόνων βασιλεὺς Ἀνθεμοῦντα, ἐδίδοσαν δὲ Θεσσαλοὶ Ἰωλκόν. ὁ δὲ τούτων μὲν οὐδέτερα αἱρέετο, ἀνεχώρεε δὲ ὀπίσω ἐς Σίγειον. 176 Ο Ιππίας απέρριψε τη διπλή προσφορά βεβαίως αναχωρώντας για το Σίγειο. 177 Edson 1947, 91 με σημ Αριστοτέλης, Ἀθηναίων Πολιτεία, 15, 2, Λυκόφρων, Ἀλεξάνδρα, , ὃς πρῶτα μέν Ῥαίκηλον οἰκήσει μολών, κισσοῦ παρ αἰπὺν πρῶνα. Για άλλες πηγές σχετικά με τη Ραίκηλο βλ. Edson 1947, Για την ταύτιση της χώρας του Ανθεμούντα βλ. Hammond 1995, Πουλάκη 2001, Αισχίνης, Περί Παραπρεσβείας, 2, 27 Παυσανίου... εἰληφότος δε Ανθεμοῦντα και Θέρμαν και Στρέψαν και ἄλλ ἅττα χωρία. 182 Δημοσθένης, Φιλιππικός Β, 2, 20 Πῶς γὰρ οἴεσθ', ἔφην, ὦ ἄνδρες Μεσσήνιοι, δυσχερῶς ἀκούειν Ὀλυνθίους, εἴ τίς τι λέγοι κατὰ Φιλίππου κατ' ἐκείνους τοὺς χρόνους, ὅτ Ανθεμοῦντα μεν ἀυτοῖς ἀφίει, ῆς πάντες οἱ πρότερον (πριν τον Φίλιππο Β ) Μακεδονίας βασιλεῖς ἀντεποιοῦντο. 50

57 Κοινό των Χαλκιδέων, κατά συνέπεια υπήρξε περιοχή ανάμεσα στις δύο επικράτειες, στο νότιο τμήμα της Μακεδονίας και στα όρια με την περιοχή της Χαλκιδικής 183. Σημαντική συνεισφορά στον προσδιορισμό της θέσης της κοιλάδας προσφέρεται και από τον σχολιαστή της Ιλιάδας: «Μετά την άλωση της Τροίας, ο Αινείας πήρε τον πατέρα του και έφυγε. Επειδή ναυάγησε στον Άθω, πήρε τον επάνω δρόμο με τον πατέρα του. Ο Αγχίσης όμως πέθανε στο όρος Κάλαυρος, κοντά στον Άνθεμο ποταμό. Αφού τον έθαψε, λοιπόν ο Αινείας στην Πυάνη, έκτισε την Αίνεια, σύμφωνα με τη θέληση της μητέρας του Αφροδίτης. Το απόσπασμα του Αισχίνη που παρατίθεται παραπάνω αναφέρει τη λέξη «χωρίον» επιβεβαιώνοντας ότι κατά τον 4 ο αι. π.χ. υπήρχε πόλη, που έφερε το όνομα της περιοχής και ήταν ο κύριος οικισμός της επικράτειας 184. Τα όρια της τελευταίας δεν έχουν οριστεί με ακρίβεια, δεν αποκλείεται μάλιστα το εύρος της να γνώρισε αυξομειώσεις κατά την αρχαιότητα, καθώς οι βλέψεις των γειτονικών Χαλκιδέων ήταν υπαρκτές. Επίσης η έννοια των συνόρων ήταν ρευστή στην αρχαιότητα και δε χαρακτηριζόταν από τον αυστηρό καθορισμό που υπαγορεύεται από τις σημερινές συμβάσεις μεταξύ των κρατών. Με βάση τα σημερινά δεδομένα θεωρείται πιθανό η χώρα να συγκροτούνταν από τα οικιστικά κέντρα και την αγροτική έκταση που εκτείνονται ανάμεσα στις πηγές και τις εκβολές του ποταμού 185. Αφαιρώντας ορισμένους αμφιλεγόμενους οικισμούς στα μεθοριακά τμήματα της κοιλάδας όπως η περιοχή της Τούμπας Γκόνα και του Νέου Ρυσίου Καρδίας στις δυτικές απολήξεις ή η Περιστερά και η περιοχή βόρεια της Νέας Ραιδεστού και της Λακκιάς στο βόρειο τμήμα της κοιλάδας, που θα μπορούσαν να ενταχθούν σε γειτονικές γεωγραφικές ενότητες 186, εκτιμάται ότι η μικρότερη δυνατή έκταση, που θα καταλάμβανε ο Ανθεμούς περιορίζεται από τη Γαλάτιστα στα ανατολικά έως τα Βασιλικά ή τη Σουρωτή στα δυτικά 187. Όλοι οι οικισμοί που αναπτύχθηκαν στην παραπάνω έκταση, εκατέρωθεν των όχθεων του ποταμού θα μπορούσαν να συνιστούν μαζί με την αγροτική γη τους την οργανωμένη «κατά κώμας» πόλη του Ανθεμούντα, με έναν 183 Για τις πηγές που αφορούν τον Ανθεμούντα συγκεντρωτικά βλ. Edson 1955, 186 και σημ , Πουλάκη 2001, παράρτημα , Σουέρεφ 2011, σε μετάφραση. 184 Εdson 1955, 171, Papazoglou 1988, , Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 35, Πουλάκη 2001, Αλλαμανή - Σουρή 2008, 360, Σουέρεφ 2011, , Σουέρεφ 2011, 249. Για παράδειγμα ο συγγραφέας θεωρεί ότι οι θέσεις στις βόρειες παρυφές της πεδιάδας είναι πιθανό να υπάγονταν στη δικαιοδοσία του Κισσού. 187 Σουέρεφ 2009, , Σουέρεφ 2011,

58 κύριο και μερικούς δορυφορικούς οικισμούς στο πρότυπο που έχει ήδη προταθεί για τη Θέρμη 188. Η επιβεβαίωση για την ύπαρξη του Ανθεμούντα ως πόλης 189 βρίσκεται και στο απόσπασμα του Αρριανού 190, ο οποίος μας πληροφορεί για την Ἀνθεμουσία ἴλη, μονάδα ιππικού των εταίρων από τον Ανθεμούντα που συμμετείχε και διακρίθηκε στη μάχη της Ισσού. Για να είναι σε θέση οι Ανθεμούσιοι να προμηθεύσουν το βασιλικό στρατό με μία μονάδα ιππικού είναι λογικό να διέθεταν μία ακμάζουσα πόλη και επαρκές τμήμα χώρας 191. Παρόμοια άποψη διατυπώνουν και ο M.B. Hatzopoulos και η L.D. Loucopoulou 192 βασισμένοι στη μαρτυρία του Ησύχιου 193, ο οποίος ίσως αντλεί την πληροφορία του από τον Αρριανό. Η πόλη του Ανθεμούντα αναφέρεται και από τους λεξικογράφους 194 Αρποκρατίονα 195, Ησύχιο 196, Στέφανο Βυζάντιο 197 και το λεξικό της Σούδας (Κωνσταντινούπολη, 10 ος αι. μ.χ.) 198. Στη ρωμαϊκή εποχή συναντάμε τον Ανθεμούντα στον Πλίνιο 199, ως μία από τις πόλεις της χερσονήσου της Χαλκιδικής 200, 188 Τιβέριος , 315, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, 175, Σουέρεφ 2009, Edson 1955, 172, Papazoglou 1988, 203, Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 37, Σουέρεφ 2011, Ἀρριανός, Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις, 2, 9, 3 Ἐν τούτῳ δὲ Ἀλέξανδρος... ἐπεὶ δὲ οὔτε πυκνὴ αὐτῷ ἡ φάλαγξ κατὰ τὸ δεξιὸν τὸ ἑαυτοῦ ἐφαίνετο, πολύ τε ταύτῃ ὑπερφαλαγγήσειν οἱ Πέρσαι ἐδόκουν, ἐκ τοῦ μέσου ἐκέλευσε δύο ἴλας τῶν ἑταίρων, τήν τε Ἀνθεμουσίαν, ἧς ἰλάρχης ἦν Περοίδας ὁ Μενεσθέως, καὶ τὴν Λευγαίαν καλουμένην, ἧς ἡγεῖτο Παντόρδανος ὁ Κλεάνδρου, ἐπὶ τὸ δεξιὸν ἀφανῶς παρελθεῖν. 191 Edson 1955, 172, 186 με σημ.44 και 45. Βλ. επίσης τα σχόλια του αρθρογράφου για την προσφορά πεζέταιρων στη μακεδονική φάλαγγα από τις πόλεις του Ανθεμούντα, της Αμφίπολης και της Απολλωνίας (μυγδονικής). 192 Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 37 με σημ Ἡσύχιος, λ. Ἀνθεμουσία, τάγμα τί παρά Μακεδόσιν ἐξ Ανθεμοῦντος, πόλεως Μακεδονίας. 194 Papazoglou 1988, 203, Hatzopoulos Loucopoulou 1992, Ἀρποκρατίων (Αλεξανδρινός γραμματικός του 2 ου αι. μ.χ.), λ. Ἀνθεμοῦς, πόλις Μακεδονική καί ἀπ ἀυτῆς Ἀνθεμούντιοι. 196 Ἡσύχιος (Αλεξανδρινός γραμματικός και λεξικογράφος του 5 ου αι. μ.χ.), λ. Ἀνθεμοῦς, πόλις, χώρα, ποταμός. 197 Στέφανος Βυζάντιος (Γεωγράφος και γραμματικός του 6 ου αι. μ.χ.), λ. Ἀνθεμοῦς, πόλις Μακεδονίας και Συρίας, ἀπό ἀνθέμου, ὁ πολίτης Ἀνθεμοῦσιος και Ἀνθεμουσία. Ο Συριακός Ανθεμούς δανείστηκε το όνομά του από τον Μακεδονικό. 198 Σούδα, λ. Ἀνθεμοῦς, πόλις ἐστί Μακεδονική καί Ἀνθεμουσία γῆ. 199 Plinius, Naturalis Historia, 4, 36, et in Pallinensi Isthmo quondam Potidaea, nunc Cassandrea colonia, Anthemus, Olophyxus, Mecyberna. 200 Bλ. Hammond 1995,

59 ωστόσο η F. Papazoglou 201 αρχαιότερη πηγή. επισημαίνει πως η προέλευση ίσως βρίσκεται σε Εφόσον αποδειχθεί στο μέλλον ότι οι επιγραφικές μαρτυρίες από την Τούμπα Αγίας Παρασκευής στη Γαλάτιστα αναφέρονται στην πόλη του Ανθεμούντα, όπως προτείνεται από αρκετούς μελετητές, θα είναι αναμφισβήτη η επιβίωση της πόλης κατά τη διάρκεια των ελληνιστικών και των ρωμαϊκών χρόνων. Η υπόθεση αυτή δεν είναι απίθανη, αφού η μορφολογία του εδάφους στη Γαλάτιστα, τα Βασιλικά και πέριξ αυτών εξασφαλίζουν τη συντομότερη δυνατή διαδρομή μεταξύ Ολύνθου Θέρμης. Απο νωρίς όσοι ασχολήθηκαν με τη μακεδονική τοπογραφία προβληματίστηκαν για την ακριβή τοποθεσία του Ανθεμούντα, ανάμεσα σε πολλές άλλες πόλεις του μυχού του Θερμαϊκού, γνωστές από τις πηγές, που αναμένουν η ανασκαφική διερεύνηση να αποδώσει την ταύτισή τους. Οι προτάσεις που έγιναν τοποθετούν την ομώνυμη με την επικράτεια πόλη είτε στην περιοχή της Γαλάτιστας, είτε στην περιοχή των Βασιλικών. Ο Μ. Δήμιτσας 202 και η Δ. Παπακωνσταντίνου Διαμαντούρου 203 ταυτίζουν τον Ανθεμούντα με τη Γαλάτιστα. Μαζί τους συμφωνούν ο C. Edson 204 και ο M. B. Hatzopoulos και η L. D. Loucopoulou 205. Οι δύο τελευταίοι στις διεξοδικές μελέτες τους για τον Ανθεμούντα και τη Στρέψα παρουσιάζουν την παρακάτω επιχειρηματολογία: υποστηρίζουν την τοποθέτηση του Ανθεμούντα στη Γαλάτιστα, καθώς αν βασιστούμε στη μαρτυρία του Πλίνιου ο Ανθεμούς διατήρησε το status της πόλης έπειτα από τη ρωμαϊκή κατάκτηση. Στη Γαλάτιστα, στην τράπεζα 3,5 χλμ. νοτιοδυτικά του χωριού, κοντά στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, έχει βρεθεί ένα αξιόλογο σύνολο επιγραφών της ελληνιστικής και ρωμαϊκής εποχής 206, το οποίο πιστοποιεί την ύπαρξη ακμάζουσας πόλης στη θέση, η οποία βάσει των δεδομένων υφίσταται μέχρι τη 201 Papazoglou 1988, Δήμιτσας1988 (ανατύπωση), Παπακωνσταντίνου Διαμαντούρου 1990, Edson 1955, Hatzopoulos Loucopoulou 1987, 58-59, 27, των ίδιων 1992, Hatzopoulos Loucopoulou 1992, Περιλαμβάνει 17 επιγραφές, ανάμεσά τους τιμητικές, ψηφίσματα, έναν εφηβικό κατάλογο και επιτύμβιες στήλες, που αναφέρουν ρητά την ύπαρξη πόλης, πολιτικών αρχών και λατρειών. 53

60 ρεπουμπλικανική περίοδο 207. Από την άλλη πλευρά οι αρχαιότητες που εντοπίστηκαν βορειοανατολικά των Βασιλικών 208 περιορίζονται σε μία αποσπασματική επιγραφή, πράξη πώλησης σπιτιού, χρονολογούμενη στον 4 ο αι. π.χ. Το στοιχείο αυτό οδήγησε τους δύο μελετητές στην ταύτιση των Βασιλικών με τη Στρέψα 209, μία πόλη που εξαφανίζεται από τις φιλολογικές μαρτυρίες από το 360 π.χ. και εξής και η οποία υποθέτουν ότι έπαψε να υπάρχει ως αυτόνομη πόλη ύστερα από την κατάκτηση της περιοχής από τον Φίλιππό Β το 348 π.χ. 210 Για τη θέση του Ανθεμούντα ανάμεσα στη Γαλάτιστα ή τα Βασιλικά ταλαντεύεται ο Δ. Φιλιππίδης 211 και ο M. Zahrnt 212, o οποίος εκφράζει σκεπτικισμό αν ο κύριος οικισμός πρέπει να τοποθετηθεί στο άνω τμήμα της κοιλάδας (Γαλάτιστα) ή στο κάτω (Βασιλικά). Υπέρ της ταύτισης με τα Βασιλικά τάσσονται ο Χ. Μακαρονάς 213, βασισμένος στην πράξη πώλησης του 4 ου αι. π.χ., ο Ν.G.L. Hammond 214 και η F. Papazoglou 215, η οποία παραθέτει το προτέρημα της μεγαλύτερης εγγύτητας των Βασιλικών προς τη θάλασσα σε σχέση με την απομακρυσμένη στην ενδοχώρα Γαλάτιστα. Επίσης συνδέει με τον Ανθεμούντα και τη νεκρόπολη της Σουρωτής. Ο Κ. Σισμανίδης 216 ταύτισε αρχικά την Τούμπα Αγγελάκη με τον Ανθεμούντα, αν και έπειτα υποστήριξε την ταύτιση της θέσης με τη Δικαία, αποικία των Ερετριέων, χάρη σε μία ενεπίγραφη στήλη που μνημόνευε το εθνικό Δικαιοπολιτών, ωστόσο εν τέλει ανακάλεσε την άποψή του, όταν διαπιστώθηκε ότι η στήλη είχε μετακινηθεί από τη Νέα Καλλικράτεια, όπου και τοποθετείται κατά πάσα πιθανότητα πλέον η αρχαία 207 Hatzopoulos Loucopoulou 1992, Hammond 1995, Για την Στρέψα βλ. Hatzopoulos Loucopoulou 1987, Δήμιτσας 1988 (ανατύπωση), 253 με σημ. 1, την τοποθετεί στα βόρεια της Θέρμης. Επίσης Edson 1955, , ιδιαίτερα 173, όπου ο συγγραφέας τοποθετεί με επιφύλαξη τη Στρέψα στα βόρεια βορειοδυτικά της Θέρμης, επειδή θεωρεί ότι η αναφορά του Αισχίνη «Ανθεμοῦντα και Θέρμαν και Στρέψαν και ἄλλ ἅττα χωρία» αποδίδει ρεαλιστικά τη γεωγραφία της περιοχής, με κατεύθυνση από ανατολή προς δύση. Στο ίδιο άρθρο σ. 185 βλ. τις σωζόμενες φιλολογικές πηγές που αναφέρονται στη Στρέψα. 210 Hatzopoulos Loucopoulou 1987, 59 με σημ.155, όπου και ο ετυμολογικός συσχετισμός της λέξης Στρέψα με τη λέξη σταυροδρόμι, ως στοιχείο συμβατό με τη θέση των Βασιλικών, που συνιστούν το πέρασμα από την άνω στην κάτω κοιλάδα του Ανθεμούντα και από τη χαλκιδική ενδοχώρα στο παράλιο τμήμα του Θερμαϊκού. 211 Φιλιππίδου 1906, Zahrnt 1971, Πουλάκη 2001, 146 με σημ Hammond 1995, Papazoglou 1988, Σισμανίδης 1987,

61 αυτή πόλη 217. Ο Κ. Σουέρεφ θεωρεί ότι το γεωγραφικό ανάγλυφο, από τις πηγές της Γαλάτιστας μέχρι τα περάσματα που υπάρχουν στο ύψος των Βασιλικών, επιτρέπει να αναζητηθεί εκεί η επώνυμη πόλη της κοιλάδας. Πιο συγκεκριμένα προτείνει τα υψώματα της Γαλάτιστας, τον οικισμό στο Φράγμα Βασιλικών ή στους Λόφους της Σουρωτής 218. Τέλος η Β. Αλλαμανή - Σουρή επισημαίνει ότι η εμπλοκή στο ζήτημα των ταυτίσεων παραμένει ακόμη επισφαλής, από τη στιγμή που δεν έχουν προχωρήσει οι ανασκαφές στους προαναφερόμενους οικισμούς, ωστόσο, αν αποκλειστεί το ενδεχόμενο η πόλη να βρισκόταν σε κοντινή προς τη θάλασσα θέση (όπως την ευρύτερη περιοχή της Τούμπας Αγγελάκη), τότε η Γαλάτιστα με το σημαντικό επιγραφικό υλικό της παραμένει η επικρατέστερη επιλογή 219. Έχει διατυπωθεί η άποψη ότι στην εγγύτητα της επικράτειας του Ανθεμούντα, κάπου στα παράλια του μικρού κόλπου που σχηματίζεται στις εκβολές θα μπορούσε να αναζητηθεί η Ραίκηλος 220, πόλη που συνώκησε ο Πεισίστρατος γύρω στο π.χ. κατά τη διάρκεια της δεύτερης εξορίας του. Εικάζεται ότι υποβοηθήθηκε από τους Ερετριείς, οι οποίοι γνώριζαν την περιοχή και ήταν σύμμαχοί του 221. Σύμφωνα με τις πηγές 222 η Ραίκηλος βρισκόταν κοντά στην Αίνεια και τον Κισσό. Σε άρθρο του C. Edson 223 εξετάζεται η ταύτιση της Ραικήλου με την Αίνεια, ταύτιση προτεινόμενη και από τους εκδότες του συμμαχικού φόρου. Καθώς αναφέρεται ως «χωρίον» στον Αριστοτέλη, θεωρείται πιθανό να είχε μικρή διάρκεια ζωής και να υποσκελίστηκε από την Αίνεια. Η θέση της είναι προβληματική, επειδή δεν αναφέρεται καθόλου από τους γεωγράφους, τη δελφική λίστα θεωροδόκων και τη λίστα θεωροδόκων της Επιδαύρου. Σύμφωνα με τον Ι. Ξυδόπουλο 224 η ταύτιση της Αίνειας με τη Ραίκηλο δεν είναι πειστική και η τελευταία με βάση τα πρόσφατα δεδομένα πρέπει να τοποθετηθεί στην Περαία. Ακόμη και αν η Γαλάτιστα δεν ταυτιστεί με τον αρχαίο Ανθεμούντα, μία μικρή μακεδονική πόλη ήταν οργανωμένη εκεί, στον άνω ρου του ποταμού κατά την 217 Βουτυράς Σισμανίδης 2002, Σουέρεφ 2009, 365, Σουέρεφ 2011, Αλλαμανή - Σουρή 2008, Πουλάκη 2001, Χydopoulos 2012, Ἀριστοτέλης, Ἀθηναίων Πολιτεία, 15, 2, Λυκόφρων, Ἀλεξάνδρα, , ὃς πρῶτα μέν Ῥαίκηλον οἰκήσει μολών, κισσοῦ παρ αἰπὺν πρῶνα. 223 Εdson 1947, Χydopoulos 2012, 21 με σημ. ix. 55

62 ελληνιστική και τη ρωμαϊκή εποχή. Απόδειξη για αυτό αποτελεί το επιγραφικό υλικό που εντοπίστηκε και περιλαμβάνει 17 επιγραφές συνολικά 225. Η μελέτη του οδήγησε στα εξής συμπεράσματα: η ύπαρξη πόλης μπορεί να θεωρηθεί αδιαμφησβήτητη αυτό συνάγεται από δύο ψηφίσματα 226, από τα οποία το πρώτο αναφέρει την ανίδρυση στήλης στο ιερό του Διός, ενώ το άλλο αναφέρει ρητά στην ένατη γραμμή την ύπαρξη πόλης που αποφασίζει να τιμήσει έναν πολιτάρχη για τις υπηρεσίες που προσέφερε στην πόλη, με την τοποθέτηση μίας imago clipeata σε σημείο της επιλογής του. Από τις επιγραφές εξάγεται το συμπέρασμα ότι η πολιτική οργάνωση της πόλης ήταν τυπικά μακεδονική. Στις αρχές του 2 ου αι. π.χ. την εξουσία ασκούσαν οι τρεις άρχοντες, όπως στη Μόρυλλο και αλλού. Γύρω στο 50 π.χ. τη διοίκηση αναλάμβαναν οι πολιτάρχες 227. Αναφέρεται επίσης η ύπαρξη δύο αγορανόμων, σε αντίθεση με τους τέσσερεις της Θεσσαλονίκης και τους τρεις της Βέροιας. Στοιχεία αντλούμε και για τις λατρείες των κατοίκων. Ο μυθικός γενάρχης των Μακεδόνων Δίας λατρευόταν εδώ, το ιερό του ήταν πιθανόν το κύριο ιερό της πόλης και το προσωνύμιο που του αποδιδόταν ήταν το «Ύψιστος». Αξιοσημείωτη είναι η λατρεία της Δήμητρας, ενώ η παρουσία των Αιγυπτίων θεών (Ίσιδα, Σάραπις, Αρποκράτης) εκπλήσσει και αποτελεί ένδειξη κοσμοπολιτισμού στη θέση, ο οποίος επιβεβαιώνεται και από την παρουσία ενέργης ρωμαϊκής κοινότητας στην περιοχή 228. Τέλος μαρτυρείται λατρεία των θεών της αγοράς από τους αγορανόμους, μας είναι όμως άγνωστο ποιοι είναι αυτοί (π.χ. στη Θεσσαλονίκη οι αγορανόμοι τιμούν την Αφροδίτη, στη Βέροια τον Ερμή, στην Κασσάνδρα την Πειθώ). Ο M.B. Hatzopoulos και η L.D. Loucopoulou μελετώντας επιγραφές που χρονολογούνται από το 2 ο αι. π.χ. έως τον 3 ο αι. μ.χ. απομόνωσαν ανθρωπονύμια 39 κατοίκων του Ανθεμούντα. Τα περισσότερα είναι κοινά ελληνικά ονόματα, ενώ ελάχιστα είναι τα τυπικά μακεδονικά (Περοίδας, Κίλας, Ευβούλα, Κλεοπάτρα) ή με ιθαγενή προελληνική προέλευση. Στην περίπτωση μίας οικογένειας διαπιστώθηκε στα μέλη της η συνύπαρξη αυτόχθονου, μακεδονικού και πανελλήνιου ονόματος, 225 Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 40-63, Σουέρεφ 2011, Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 40-48, επιγραφές Α1, Α Αυτή η αλλαγή έλαβε χώρα στα τελευταία έτη της βασιλείας του Φιλίππου Ε ή κατά τη βασιλεία του Περσέα. 228 Ο πολιτάρχης της επιγραφής Α2 πιθανόν τιμάται εξαιτίας των υπηρεσιών που παρείχε σε Ρωμαίους πολίτες κατά τη διάρκεια ταραχών ενάντια στη ρωμαϊκή κατάκτηση. Βλ. Hatzopoulos Loucopoulou 1992,

63 στοιχείο ενδεικτικό της εθνικής μείξης, η οποία έλαβε χώρα σχετικά νωρίς στην περιοχή 229. Οι μελετητές κατέληξαν ότι ο οικισμός στη Γαλάτιστα (που ταυτίζουν με τον Ανθεμούντα), ενώ δεν κατοικούνταν από συμπαγή μακεδονικό πληθυσμό, κατά τον 4 ο αι. π. Χ. αποτελούσε μία πόλη, που είχε υιοθετήσει τους μακεδονικούς πολιτικούς θεσμούς και χρονολογούσε τα έγγραφά της σύμφωνα με το μακεδονικό ημερολόγιο, χωρίς να εντοπίζεται κάποια δημογραφική ή κοινωνική ανατροπή. Το π.χ. ιδρύεται από τον Κάσσανδρο η Θεσσαλονίκη με χώρα που εκτεινόταν από τη Μυγδονία (Αξιό) μέχρι την Κρουσίδα (Μεγάλο Καραμπουρνού), έπειτα από το συνοικισμό εικοσιέξι, τουλάχιστον, προκασσάνδρειων πολισμάτων (Απολλωνία, Χαλάστρα, Θέρμη, Γαρησκός, Αίνεια, Κισσός). Παρότι οι πηγές δεν αναφέρουν τη συμμετοχή οικισμών του Ανθεμούντα στην εδραίωση της νέας πόλης, θεωρείται πιθανό η κάτω κοιλάδα να την τροφοδότησε με πληθυσμό. Άγνωστο παραμένει, αν και το άνω τμήμα της κοιλάδας υπαγόταν στην υπαίθρια χώρα της νέας πόλης 230. Σύμφωνα με τον Πλίνιο ο Ανθεμούς συνέχισε να υφίσταται ως αστικό μόρφωμα μέχρι την πρώιμη ρωμαϊκή εποχή. Ο διοικητικός συγκεντρωτισμός της Θεσσαλονίκης, δεν επέφερε το μαρασμό της υπαίθρου, αυτή άλλωστε παρείχε αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα εντός των τειχών. Απόδειξη, ότι κάποιοι οικισμοί της επικράτειας του Ανθεμούντα επιβίωσαν ως συγκροτημένες κοινότητες, παρέχεται από τα ανασκαφικά ευρήματα π.χ. τους ελληνιστικούς τάφους της Σουρωτής και το πλούσιο επιγραφικό υλικό της Γαλάτιστας. Από την περιοχή δε λείπουν οι μακεδονικοί τάφοι, που βρέθηκαν στο αεροδρόμιο Σέδες 231, στην Αγία Παρασκευή Βασιλικών 232 και στο Μονοπήγαδο 233, στοιχείο που πιστοποιεί την παρουσία αριστοκρατίας της υπαίθρου. Τάφοι ρωμαϊκής εποχής βρέθηκαν ανατολικά του σύγχρονου οικισμού της Αγίας Παρασκευής και των Ταγαράδων. 229 Hatzopoulos Loucopoulou 1992, 57 (επιγραφή Α12), Σουέρεφ 2011, 251, Κοτζιάς 1937, Σισμανίδης 1986β, Τοπογραφικό αρχείο ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. 57

64 Β. Ταφικά δεδομένα από την κοιλάδα του Ανθεμούντα 5. Το νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής 5.1 Γενικά στοιχεία Τον Οκτώβριο του 1981 κατά την εκτέλεση κοινοτικών έργων διάνοιξης αρδευτικού καναλιού στην Αγία Παρασκευή Θεσσαλονίκης εντοπίστηκαν κιβωτιόσχημοι τάφοι στα αγροτεμάχια υπ αριθμόν , στη θέση Αυλές, που βρίσκεται περί τα 300 μ. βορειοδυτικά του σύγχρονου χωριού 234. Το αρχαιολογικό συνεργείο με την αρχή των εργασιών δεν περίμενε ότι ένα αρδευτικό χαντάκι είχε σημαδέψει ένα από τα σημαντικότερα αρχαϊκά νεκροταφεία της κεντρικής Μακεδονίας 235, αφού στις υπερκείμενες επιχώσεις εντοπίστηκε διάσπαρτη κεραμική και οικοδομικό υλικό τουρκικών χρόνων από νεότερο οικισμό, που είχε καλύψει την νεκρόπολη. Ακολούθησε ανασκαφική έρευνα σε πέντε περιόδους στα παρακείμενα αγροτεμάχια 236, αποκαλύπτοντας ένα οργανωμένο και εκτεταμένο νεκροταφείο 237 με 435 ταφές 238 (Πίν.8.2). Από αυτές οι 428 ταφές χρονολογούνται από τον πρώιμο 6 ο αι. ως τις αρχές του 5 ου αι. π.χ. (περίπου π.χ.) 239, ενώ οι υπόλοιπες εφτά, ένας καλυβίτης κεραμοσκεπής τάφος και έξι λακκοειδείς τάφοι χρονολογούνται στην ελληνιστική εποχή 240. Το νεκροταφείο έχει έκταση τέσσερα στρέμματα και τα όριά του έχουν επιβεβαιωθεί σε όλες τις πλευρές, εκτός από τη βορειοδυτική σε αυτήν την πλευρά, σε μία ζώνη πλάτους 30 μ., εντοπίστηκε χείμαρρος παραπόταμος του ποταμού Ανθεμούντα, ο οποίος κατέστρεψε κάποιους τάφους και παρουσιάζει μετατοπίσεις 234 Σισμανίδης 1987, 788, Παντερμαλή 1981, 300. Κάποιοι τάφοι βρέθηκαν συλημένοι, πράγμα που σημαίνει ότι ο χώρος ήταν γνωστός σε αρχαιοκάπηλους. 235 Είχε προηγηθεί το 1980, η ανακάλυψη της αρχαϊκής νεκρόπολης της Σίνδου στην αντίθετη, δυτική πλευρά της πόλης. Για τη Σίνδο βλ. Δεσποίνη 1985, Το νεκροταφείο της αρχαϊκής πρώιμης κλασικής εποχής εκτεινόταν σε ένα χαμηλό φυσικό λόφο και περιελάμβανε, εκτός από δύο εγχυτρισμούς, ενταφιασμούς κατά κύριο λόγο σε λακκοειδείς, κιβωτιόσχημους τάφους και σαρκοφάγους. Παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με το νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής ως προς την κτέριση των νεκρών. 236 Παντερμαλή 1981, 300, της ίδιας 1982, , της ίδιας 1983, 270, Σισμανίδης 1984, , του ίδιου 1985, 235, του ίδιου 1986, Σουέρεφ 2011, Σισμανίδης 1986, 138, Παπακώστας 2013, Πουλάκη Χία, 2001, 139, Παπακώστας 2013, Οι μισές κατασκευάστηκαν μέσα σε αρχαϊκούς κιβωτιόσχημους τάφους, αφού προηγουμένως συλήθηκαν. Προσανατολίζονται στον άξονα Α Δ. 58

65 στην κοίτη του 241. Η αρχική κοίτη εντοπίστηκε στο ανατολικό όριο του νεκροταφείου, σχηματίζει καμπύλη και κατά μήκος της πορείας της οργανώθηκε το νεκροταφείο στην αρχική φάση του, επεκτεινόμενο έπειτα προς τα δυτικά. Η χωροοργάνωση του νεκροταφείου παρουσιάζει οργανωμένη εικόνα βάσει σχεδιασμού, με τάφους που παρατάσσονται ομοιόμορφα, πυκνά μεταξύ τους σε σειρές στίχους και παράλληλα 242 (Πίν.9.1), με προσανατολισμό Ν ΒΔ οι περισσότεροι. Στο δυτικό τμήμα του νεκροταφείου υπάρχουν συστάδες τάφων με διαφορετικό προσανατολισμό, στον άξονα Α Δ ή Ν Β ακριβώς. Η επέκταση γινόταν οριζόντια και οι νεότεροι τάφοι ανοίγονταν δίπλα στους παλαιότερους, δεν παρατηρείται δηλαδή το φαινόμενο της διαστρωμάτωσης και καταστροφής τάφων, όπως σε άλλα νεκροταφεία, όπως της γειτονικής Θέρμης 243. Καθώς το νεκροταφείο περιλαμβάνει σχεδόν αποκλειστικά τάφους αρχαϊκών χρόνων, θεωρείται πολύ πιθανό οι κάτοικοι του οικισμού να χρησιμοποίησαν άλλους χώρους για τις ταφές των προηγούμενων και των επόμενων περιόδων, δεδομένης και της ευρυχωρίας που υπήρχε. Αν επιβεβαιωθεί αυτή η υπόθεση, τότε πρόκειται για έναν οικισμό με ακμαίο πληθυσμό Τυπολογία Πριν να γίνει αναφορά στα επιμέρους χαρακτηριστικά που παρατηρούνται στις επιλεγμένες ταφικές πρακτικές των κατοίκων της Αγίας Παρασκευής, πρέπει να αναφερθεί η γενική διαπίστωση από όλους τους μελετητές των νεκροπόλεων της Μακεδονίας, τόσο των παραθαλάσσιων οικισμών του μυχού του Θερμαϊκού κόλπου, όσο και αυτών της ενδοχώρας, ότι υπάρχει ομοιομορφία στα ταφικά έθιμα, την 241 Πουλάκη 2001, Σισμανίδης 1987, 789, Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003, Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996, Ξεχωριστό νεκροταφείο που ακολουθεί χρονικά το αρχαϊκό πρώιμο κλασικό αναφέρει η Α. Δεσποίνη στη Σίνδο, βλ. Δεσποίνη 1985, 11, ενω και η Κ. Χαβέλα επισημαίνει πως στο νεκροταφείο της Τούμπας Θεσσαλονίκης δεν παρατηρείται ποτέ επανάχρηση του χώρου για νεότερες ταφές, γεγονός που οφείλεται στην έκταση που είχαν οι κάτοικοι στη διάθεσή τους, Χαβέλα 2006, 340. Αντίστοιχη είναι και η εικόνα στη Νέα Φιλαδέλφεια, όπου το αρχαϊκό νεκροταφείο του 6 ου και 5 ου αι. π.χ. διαχωρίζεται από το πρωιμότερο νεκροταφείο της εποχής του Σιδήρου με απόσταση 100 μ. μεταξύ τους, βλ. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003, 22 με σημ. 20. Τέλος και στο Αρχοντικό Πέλλας παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο, όπου γύρω από τον οικισμό σε ράχες λόφων εντοπίστηκαν τέσσερα νεκροταφεία, χρονολογούμενα από την Εποχή Σιδήρου ως τα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια. Βλ. Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2009,

66 τυπολογία των τάφων και τις επιλογές κτέρισης 245. Η Β. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 246 επισημαίνει ότι οι ομοιότητες των νεκροπόλεων δεν πρέπει να ιδωθούν ανεξάρτητα από το κοινό πολιτιστικό υπόβαθρο των θρακομακεδονικών φυλών που κατοικούσαν γύρω από τον Θερμαϊκό κόλπο και είχαν παρόμοια οικιστική και κοινωνική οργάνωση, πολιτειακά καθεστώτα και πιθανόν ιδεολογία. Ευδιάκριτη είναι μέσα από τα ταφικά έθιμα η ύπαρξη συντηρητικής αριστοκρατίας, που προέβαλλε το πρότυπο του νεκρού πολεμιστή μέσω της κτέρισης των νεκρών με πλήρη πολεμική εξάρτυση, με απώτερο σκοπό την αναγωγή στο ηρωικό στοιχείο των ομηρικών παραδόσεων. Η παραπάνω αντίληψη χαρακτηρίζει κατά βάση οικισμούς με αγροτική κυρίως οικονομία. Δεν είναι τυχαίος εξάλλου ο εκφυλισμός του εθίμου της σιδηροφορίας και η εισαγωγή νεωτεριστικών ταφικών αντιλήψεων (π.χ. το ιδεώδες του αθλητή για τους άνδρες) σε κοινότητες και οικισμούς που κατά τον 6 ο αι. π.χ. είχαν εμπορικές συναλλαγές με την Εύβοια, την Κόρινθο και άλλα κέντρα της νότιας Ελλάδας και δέχτηκαν αποίκους με συνακόλουθη την ανάπτυξη της εμπορικής και αστικής ιδεολογίας 247. Οι 370 αρχαϊκοί τάφοι της Αγίας Παρασκευής χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: 1) κιβωτιόσχημους, 2) λακκοειδείς τάφους, 3) σαρκοφάγους. Μεμονωμένες είναι οι περιπτώσεις δύο εγχυτρισμών σε πήλινους λέβητες 248. Κιβωτιόσχημοι 249 Η πλειονότητα των τάφων ανήκει στον τύπο των κιβωτιόσχημων 250 (Πίν.9.2). Αριθμούν 330 παραδείγματα. Η περιφέρεια και η μονοκόμματη συνήθως, κάλυψη των τάφων είναι κατασκευασμένες από πλάκες ντόπιου αδροδουλεμένου πωρόλιθου. Τα κοιτάσματα του υλικού εντοπίζονται τρία χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του 245 Βλ. σχετικά το συγκεντρωτικό άρθρο της Α. Παντή για τα ταφονομικά έθιμα στα νεκροταφεία του Θερμαϊκού κόλπου και της Χαλκιδικής, Παντή 2012, Επίσης Σουέρεφ 2002α, 9-26, Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1993, 257, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2000, Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2000, Παντή 2012, Σισμανίδης 1987, , Πουλάκη 2001, Κατά τον 6 ο αι. π.χ. υπάρχει σαφής προτίμηση στην Αγία Παρασκευή και σε άλλα νεκροταφεία (Θέρμη, Σουρωτή, Σίνδος, Αίνεια) σε αυτόν τον τύπο τάφου, όπως και στις σαρκοφάγους, οι οποίες λόγω της μεγαλύτερης επεξεργασίας που απαιτούν ήταν ακριβότερες και αποκαλύπτονται σε μικρότερο αριθμό. Βλ. Αλλαμανή κ.ά., 1999, 157, Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996, 482, Σουέρεφ 2009, Πουλάκη 2001,

67 νεκροταφείου, στη θέση Αγίασμα 251. Σε λίγες περιπτώσεις υπάρχει δάπεδο στον τάφο από το ίδιο υλικό, συνήθως όμως βρίσκεται απλό πατημένο χώμα. Το μήκος τους ποικίλλει, το βάθος τους κυμαίνεται περίπου στα 0,40 μ., το πλάτος τους είναι μικρό (0,25 0,40 μ.). Μεταξύ της κάλυψης και της άνω επιφάνειας των πλευρικών τοιχωμάτων τοποθετούνται λίθοι για καλύτερη και ευκολότερη αρμογή. Όλοι οι τάφοι βρέθηκαν γεμάτοι με χώμα, που διαπέρασε το πορώδες υλικό τους, μάλλον με τα νερά της βροχής. Σαρκοφάγοι Βρέθηκαν 22 σαρκοφάγοι (Πίν.10.1, Πίν.10.2). Είναι κατασκευασμένες από πωρόλιθο καλύτερης ποιότητας, επιμελώς δουλεμένο. Έχουν λεπτά τοιχώματα, το μήκος τους είναι συχνά πάνω απο 2 μ. και το πλάτος τους εξασφαλίζει ευρυχωρία στην απόθεση των νεκρών. Οι μονολιθικές καλύψεις, ξεπερνούν τα πλευρικά τοιχώματα και έχουν επίπεδη άνω επιφάνεια, εκτός απο δύο σαρκοφάγους στη νοτιοδυτική πλευρά του νεκροταφείου, που έφεραν αμφικλινή, αετωματική κάλυψη. Μία εξ αυτών περιελάμβανε ως κτέρισμα το μοναδικό ερυθρόμορφο αγγείο του νεκροταφείου, έναν κιονωτό κρατήρα, και έτσι συνάχθηκε ότι το τμήμα αυτό είναι το νεότερο. Επίσης, παρατηρήθηκε το φαινόμενο να πακτώνονται καρφιά ανά τρία στις εσωτερικές πλευρές των σαρκοφάγων με σκοπό την ανάρτηση κτερισμάτων και σε μία περίπτωση βρέθηκε η λαβή γυάλινου αμφορίσκου περασμένη σε τέτοιο καρφί. Λακκοειδείς τάφοι είναι λακκοειδείς. Οι ορθογώνιοι, αβαθείς λάκκοι διανοίγονται στο φυσικό χώμα και φέρουν καλύψεις που βρέθηκαν πεσμένες και καταπλάκωσαν τους νεκρούς με αποτέλεσμα να έχουν συνθλιβεί οι σκελετοί και να έχουν καταστραφεί τα κτερίσματα. 251 Παντερμαλή 1982, Ο συγκεκριμένος τύπος τάφου παραμένει ο δημοφιλέστερος από την περιοχή της Βοττιαίας και της Πιερίας έως τη Μυγδονία και τον Ανθεμούντα από την Εποχή του Σιδήρου μέχρι τα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια. Αναλυτικότερα βλ. Παντή 2012, 466, 468, Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996, 480, 483, Παντερμαλή Τρακασοπούλου 1994, 206. Η τυπολογία του είναι πλούσια: η κάλυψη μπορεί να απουσιάζει ή να ποικίλλει το υλικό της κατά περιοχή και να υπάρχει χρήση σχιστόλιθου (Τούμπα Θεσσαλονίκης, Τράπεζα Λεμπέτ) ή πωρόλιθου (Αγία Παρασκευή, Σουρωτή, Καραμπουρνάκι). Στη Θέρμη χρησιμοποιούνται και τα δύο υλικά. Βλ. επίσης για το νεκροταφείο της Πολίχνης Λιούτας κ.ά., 2003, 300, για το νεκροταφείο της Τούμπας Θεσσαλονίκης Σουέρεφ 2000α, 216 και Χαβέλα 2006, 340,

68 Όλοι οι τύποι τάφων χρησιμοποιήθηκαν για τον ενταφιασμό ενός νεκρού σε ύπτια θέση και με τα χέρια στους μηρούς, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες ορισμένοι άντρες έφεραν το χέρι στο στήθος, κρατώντας το ξίφος τους. Επίσης υπάρχει μία περίπτωση κοινής ταφής, ενός άντρα με μία γυναίκα. Το σκελετικό υλικό διατηρήθηκε από καλή ως κακή κατάσταση. Στην Αγία Παρασκευή παρατηρήθηκε διάκριση των φύλων με βάση τον προσανατολισμό των νεκρών 253 και έτσι οι γυναίκες είχαν τοποθετημένο το κεφάλι προς τα ανατολικά, ενώ οι άντρες προς τα δυτικά. Ο κανόνας τηρούνταν ακόμη και για τα παιδιά που μοιράζονταν τον ίδιο χώρο ταφικής γης με τους ενήλικες. Το φαινόμενο παρατηρείται και σε άλλα νεκροταφεία της ίδιας περιόδου σε γειτονικές περιοχές, όπως στο Αρχοντικό 254, τη Θέρμη 255, το Καραμπουρνάκι 256, τον Άγιο Αθανάσιο 257, τη Σίνδο 258. Καταμετρήθηκαν 169 άνδρες, 170 γυναίκες, ενώ σε 31 τάφους δεν ήταν δυνατό να προσδιοριστεί το φύλο των νεκρών. Στο σύνολο των 370 τάφων, 105 τάφοι βρέθηκαν κατεστραμμένοι από τον χείμαρρο ή συλημένοι από την αρχαιότητα. Τα εναπομείναντα διαταραγμένα κτερίσματα στους συλημένους τάφους, σε συνδυασμό με τον προσανατολισμό των σκελετών, οδήγησαν τον Κ. Σισμανίδη να υποθέσει ότι από τους 105 τάφους οι 56 ήταν γυναικείοι, καθώς υπήρχε προτίμηση των τυμβωρύχων σε αυτούς λόγω της ύπαρξης κοσμημάτων, 18 ανήκαν σε άντρες και 31 είναι αδιάγνωστοι. 5.3 Κτερίσματα Το υπό εξέταση νεκροταφείο ξεχωρίζει για την πλούσια κτέριση των νεκρών. Μέσα από την ποικιλία των κτερισμάτων αναδεικνύεται η κοινωνική ταυτότητα των ανθρώπων, όσο ήταν ακόμη εν ζωή, η αξία που έδινε η κοινότητα στην πράξη της 253 Σισμανίδης 1987, 790, Παντερμαλή 2001, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2009, 479, οι γυναίκες με το κεφάλι στα ανατολικά ή τα νότια, οι άντρες στα δυτικά, τα βόρεια ή τα νότια, ποτέ στα ανατολικά. 255 Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996, 483, αναφέρουν προσανατολισμό στον άξονα Α Δ. 256 Παντερμαλή Τρακασοπούλου 1994, 205, αναφέρουν ότι επικρατεί ο προσανατολισμός Α Δ με το κεφάλι των νεκρών τοποθετημένο στα ανατολικά, αλλά δεν είναι ενιαίος. 257 Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1993, Δεσποίνη 1985, 13, άντρες κεφάλι προς τα δυτικά, γυναίκες προς τα ανατολικά. 62

69 ταφής, με την επιλογή της για απόθεση διαφόρων αντικειμένων αξίας στους τάφους 259, αποσκοπώντας πολλές φορές να ενδύσει τα προϊόντα με συμβολικό περιεχόμενο που παρέπεμπε σε ένα ηρωικό παρελθόν 260. Τα σημαίνοντα χαρακτηριστικά του συνίστανται στα παρακάτω: την σιδηροφορία στους αντρικούς τάφους, τον στολισμό με κοσμήματα στους γυναικείους, ενώ κοινά και στους δύο είναι τα επείσακτα πήλινα αγγεία, από την Αθήνα, την Κόρινθο και την ανατολική Ελλάδα, χωρίς να απουσιάζουν και τα εγχώρια σκεύη 261. Αξίζει να τονιστεί ότι, ενώ η κτέριση με όπλα χαρακτηρίζει οικισμούς της μακεδονικής ενδοχώρας, όπως λ.χ. το Αρχοντικό, και αυτά περιορίζονται στους οικισμούς του μυχού του Θερμαϊκού (Τούμπα Θεσσαλονίκης, Πολίχνη, Καραμπουρνάκι, Θέρμη) στην Αγία Παρασκευή αυτό ανατρέπεται 262. Οι άντρες θάβονται με αμυντικά και επιθετικά όπλα. Κατά κανόνα φέρουν στον δεξιό ώμο δύο σιδερένιες αιχμές δοράτων 263, σιδερένια εχγειρίδια ενώ σπανιότερα σιδερένια ξίφη και χάλκινα σκεύη. Δεν απουσιάζουν τα κοσμήματα, όπως σιδερένιες απλές ή διπλές περόνες για τη συγκράτηση των ενδυμάτων, τα οποία κοσμούνται με χρυσά ελάσματα στις παρυφές τους σε ποικιλία σχημάτων (ορθογώνια, τριγωνικά, τραπεζοειδή). Ποικίλα κοσμήματα ήρθαν στο φως και από τις γυναικείες ταφές: χάλκινα, ασημένια και χρυσά ενώτια, περιδέραια με χρυσές, ασημένιες και συνήθως κεχριμπαρένιες ψήφους, χάλκινες ή ασημένιες περόνες, τοξωτές πόρπες, ασημένια και χάλκινα βραχιόλια ποικίλων τύπων, δακτυλίδια, χρυσά ελάσματα σε διάφορα σχήματα. 259 Μπορεί μερικά αντικείμενα, όπως π.χ. αγγεία συμποσιακά να συντροφεύανε τους νεκρούς όσο ακόμη ήταν ζωντανοί, ορισμένα άλλα αντικείμενα ωστόσο, όπως ελάσματα από πολύτιμα μέταλλα, ρομβόσχημα επιστόμια κ.ά. είχαν καθαρά ταφική χρήση. 260 Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2012α, Σισμανίδης 1987, , Βοκοτοπούλου 2001, Σισμανίδης 1993, , Sismanidis 2011, 191, 225, , 247, Πουλάκη 2001, όπου και τα ταφικά σύνολα που περιείχαν τους δέκα χιώτικους κάλυκες της ανασκαφής. 262 Παντή 2012, 474, η οποία προχωρά σε συσχέτιση της παρουσίας των όπλων και των βαρύτιμων κοσμημάτων σε οικισμούς της ενδοχώρας με αγροτικό χαρακτήρα και μείωσή τους σε οικισμούς με εμπορική δραστηριότητα, λ.χ. την Πύδνα, όπου αναπτύσσεται ακμάζουσα αστική τάξη χάρη στις εμπορικές επαφές. Εδώ υπάρχει μετάβαση από το πρότυπο του πολεμιστή σε αυτό του αθλητή. 263 Αντιστοιχία παρατηρείται και σε άλλα νεκροταφεία, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2002, βλ. τις ταφές των πολεμιστών Τ157 και Τ239 με πλειάδα κοσμημάτων αγγείων όπλων, ανάμεσά τους και διπλές αιχμές δοράτων, Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1996, 428, Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003,

70 5.3.1 Κεραμική Ο πλούτος του νεκροταφείου, σύμφωνα με την ανασκαφέα Ε. Πουλάκη, δεν ήταν άλλος από τα πήλινα αγγεία που κτέριζαν τις ταφές. Ως προς τη χρήση τους βρέθηκαν αγγεία συμποσίου (κιονωτοί κρατήρες, κανθαροειδείς κοτύλες, σκύφοι, κοτύλες, κύλικες, χιακοί κάλυκες) (Πίν.10.3), αγγεία για μεταφορά και αποθήκευση υγρών (Πίν.11.1, Πίν.11.2) (οινοχόες, αμφορείς, υδρίες), αγγεία που περιείχαν αρώματα σε μορφή ελαίου, ανθόνερου ή αλοιφής (Πίν.11.3, Πίν.12.1) (λήκυθοι, ληκύθια, σφαιρικοί αρύβαλλοι, εξάλειπτρα) 264, αγγεία τελετουργικά για σπονδές 265 (φιάλες). Περίπου το 1/3 των αρχαϊκών τάφων περιέχει αποκλειστικά εισηγμένη κεραμική, κυρίως από την Κόρινθο, την Αττική και λιγότερο από άλλα εργαστήρια, όπως για παράδειγμα της Ανατολικής Ελλάδας, άλλο 1/3 περίπου περιλαμβάνει αποκλειστικά τοπική κεραμική. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει το τελευταίο 1/3 των τάφων, στο οποίο συνυπάρχει επείσακτη και εγχώρια κεραμική, καθώς μας δίνει τη δυνατότητα βασιζόμενοι στην ασφαλή χρονολογική τεκμηρίωση των επείσακτων αγγείων, να αποκαταστήσουμε την τυπολογική σειρά των εγχώριων. Τα τελευταία χαρακτηρίζονται από αργή εξελικτική πορεία από την πρώιμη Εποχή Σιδήρου ως τους αρχαϊκούς χρόνους 266 και αντανακλούν την εμμονή των ντόπιων κεραμέων σε παλιότερες φόρμες χωρίς προφανή εξέλιξη 267. Ως προς το είδος και τη γενικότερη κατανομή των αγγείων προκύπτουν τα παρακάτω: το πιο συχνό αγγείο στο νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής είναι το εξάλειπτρο. Βρέθηκαν κορινθιακά (Πίν.12.2 ), ιωνικά και τεφρόχρωμα εγχώρια 268. Ακολουθούν οι κρατήρες 269, κιονωτοί οι περισσότεροι, αττικοί μελανόμορφοι με μυθολογικές και άλλες παραστάσεις, εγχώριοι τεφρόχρωμοι, εγχώριοι μελανόμορφοι 264 Τσούγγαρης 2006, Πουλάκη 2001, Παπακώστας 2013, Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1993, 252. Για μια πρώτη ταξινόμηση της κεραμικής του μακεδονικού χώρου στις κατηγορίες αποικιακή, μιξοαποικιακή, γηγενή, τοπική, βλ. αναλυτικά Τιβέριος 2012, και Τιβέριος 2013, Για την ευρεία χρήση που απέκτησαν τα εγχώρια εξάλειπτρα ως ταφικά κτερίσματα στη Μακεδονία, σε αντιδιαστολή με τη μη ταφική χρήση στην πόλη προέλευσής τους, την Κόρινθο, την τυπολογική εξέλιξη, τη γκρίζα τεχνική και τους τρόπους διακόσμησής τους βλ. τη μελέτη του Τσούγγαρη 2006, 1-38 για τα εξάλειπτρα και τις κανθαροειδείς κοτύλες από το νεκροταφείο της Θέρμης. 64

71 εξαρτώμενοι καλλιτεχνικά άμεσα από τον Λυδό και το εργαστήριό του. Ο μοναδικός ερυθρόμορφος κρατήρας οριοθετεί χρονολογικά το νεκροταφείο στο β τέταρτο του 5ου αι. π.χ. (Πίν.12.3) 270. Έχει βρεθεί επίσης μεγάλος αριθμός από εγχώριες κανθαροειδείς κοτύλες, αττικούς μελανόμορφους, αλλά και εγχώριους σκύφους, αττικές μικρογραφικές μελανόμορφες κύλικες, ιωνικές κύλικες (Πίν.13.1) με ταινίες, κορινθιακές κοτύλες 271 με ποικίλα διακοσμητικά θέματα 272 (π.χ. ζώα που βόσκουν, Σφίγγα, αλυσίδα λωτού εναλλασσόμενου με μπουμπούκια, Σειρήνες μαζι με Σφίγγες) (Πίν.13.2, Πίν.13.3). Στο ρεπερτόριο του κορινθιακού Κεραμεικού προσγράφονται αρκετοί κορινθιακοί αρύβαλλοι, που παρουσιάζουν ποικίλη εικονογραφική θεματολογία. Από αυτούς αρκετοί διακοσμούνται με τετράφυλλο ρόδακα 273 (βλ. Πίν.11.3). Ακόμη έχουν βρεθεί αττικές μελανόμορφες και μελαμβαφείς οινοχόες, συχνά με τριφυλλόστομη προχοή 274 (Πίν.14.1, Πίν.14.2), που χρονολογούνται από το β τέταρτο μέχρι το τέλος του 6ου αι. π.χ., αλλά και ντόπιες κολοκυθόσχημες οινοχόες (Πίν.14.3). Τα αγγεία αυτού του είδους στην Αγία Παρασκευή, δέκα συνολικά, χαρακτηρίζονται από ομοιομορφία ως προς το σχήμα, το μέγεθος και τη διακόσμηση. Είναι όλα πορτοκαλόχρωμα, ύψους εκ., με λοξότμητη προχοή. Η προχοή και η λαβή καλύπτονται από ερυθρωπό υάλωμα, ενώ στο σώμα υπάρχουν κατακόρυφες γραμμές στίλβωσης 275. Επίσης βρέθηκαν τεφρόχρωμες φιάλες, κάποιες από αυτές μεσόμφαλες, ένας αττικός μελανόμορφος αμφορέας 276 ( Πίν.15.1), αλλά και εγχώριοι. Το ίδιο ισχύει και για τις υδρίες, υπάρχουν αττικές μελανόμορφες και εγχώριες άβαφες 277. Δε λείπουν οι 269 Το σύνολο των αττικών κρατήρων, μαζί με άλλα αττικά αγγεία αλλά και «αττικίζοντες» κρατήρες δημοσιεύτηκε στο Corpus Vasorum Antiquorum, βλ. Sismanidis 1998, 13-51, Pl και Σισμανίδης 2000, Sismanidis1998,50, Pl. 65, Sismanidis 1998, 49, Pl Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003, Για ορισμένα από τα κορινθιακά αγγεία του νεκροταφείου ό.π. σημ.272, Sismanidis 1998, 34-38, Pl Βλ. Παπακώστας 2013, και Τιβέριος 2013, 22, όπου προβληματίζεται για την ένταξη μιας κολοκυθόσχημης οινοχόης από την Αγία Παρασκευή στη γηγενή ή στην τοπική κεραμική, επειδή συνδυάζει επείσακτα και εγχώρια χαρακτηριστικά. 276 Sismanidis 1998, 33, Pl.45, 1-2, τύπου C με απεικόνιση προτομής αλόγου προς τα δεξιά σε μετόπη, χρονολογείται περίπου στο 550 π.χ. 277 Σισμανίδης 1987, Πίν πάνω. 65

72 κορινθιακές πυξίδες 278, οι αττικές λήκυθοι 279 (Πίν.15.2) (αναφέρονται μία του εργαστηρίου του Ζ. Της Μέγαιρας α μισό 5ου αι. π.χ., μια μελανόμορφη της Ομάδας των Κροτάλων αρχές 5ου αι. π.χ. και μια ανθεμωτή γύρω στο 500 π.χ.), τα άβαφα κυπελλόσχημα αγγεία, μόνωτα και δίωτα εγχώριας παραγωγής, ένα θήλαστρο, μια πλημοχόη. Ιδιαίτερο εύρημα αποτελούν οι δέκα χιακοί κάλυκες που αποδίδουν αντωπές σφίγγες, κωμαστές, λιοντάρια ή είναι ακόσμητοι 280 (Πίν.16.1, Πίν.16.2). Αξίζει να γίνει ξεχωριστή μνεία στα αγγεία του αττικού Κεραμεικού, γιατί αφενός έχουν μελετηθεί με πιο συστηματικό τρόπο, αφετέρου έχουν επηρεάσει τη ντόπια παραγωγή. Από το σύνολο των δημοσιευμένων μελανόμορφων αγγείων της νεκρόπολης ξεχωρίζουν οι σκύφοι της Ομάδας CHC και όσοι βρίσκονται κοντά σε αυτήν την ομάδα 281. Χρονολογούνται στα τέλη του 6 ου αρχές 5 ου αι. π.χ. και η εικονογραφία τους περιλαμβάνει συνομιλία εραστών με ερώμενο, γυμνό άνδρα που συνομιλεί με εταίρα και γυμνό άνδρα που κυνηγά δυο ιματοφόρες γυναικείες μορφές (ίδιο αγγείο), εραστή με εταίρα και ζωφόρο με ζώα (Πίν.17.1, Πίν.17.2, Πίν.17.3). Μεμονωμένο είναι το παράδειγμα ενός σκύφου της Ομάδας της Λίνδου με απεικόνιση γονατιστού άνδρα πλαισιωμένου από ιδιαίτερο μοτίβο στιγμών 282 (Πίν.18.1), που χρονολογείται στις πρώτες δεκαετίες του 5 ου αι. π.χ., ενώ εντοπίστηκε ένας σκύφος του εργαστηρίου του Ζ. του Αίμονα 283, με απεικόνιση τέθριππου προς δεξιά με επιβαίνοντες ίσως τον Απόλλωνα και την Άρτεμη (Πίν 18.2). Χρονολογείται στο α τέταρτο του 5 ου αι. π.χ. Από το παραπάνω εργαστήριο προέρχονται δύο ακόμη σκύφοι της Ομάδας Κ2 284 (Πίν.18.3) (εργαστήριο του Ζ. του Αίμονα), χρονολογημένοι γύρω στα π.χ., ένας εκ των οποίων εικονίζει ηνίοχο σε τέθριππο προς δεξιά ανάμεσα σε ανθέμια. Από τα μέσα ως και το γ τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. χρονολογούνται οι κύλικες του νεκροταφείου. Οι περισσότερες είναι μικρογραφικές ταινιωτές, κάποιες κοντά στον 278 Σισμανίδης 1987, Πίν Βλ. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003, 32-33, Sismanidis 1998, 38, Pl. 54, 1-2 (ανθεμωτή λήκηθος, γύρω στο 500 π.χ.). 280 Πουλάκη 2001, , όπου παρουσιάζονται ολοκληρωμένα τα ταφικά σύνολα στα οποία βρέθηκαν οι κάλυκες. 281 Sismanidis 1998, 42-45, Pl.58, 1-2, Pl.59, 1-4, Pl. 60, Sismanidis 1998, 46, Pl. 61, Sismanidis 1998, 46, Pl. 62, Sismanidis 1998, 47-48, Pl.63, 1-4, υποθέτει ότι αποδίδεται η ώρα της στροφής στον ιππόδρομο. 66

73 τρόπο του Z. Των Αγκώνων 285 (Πίν.19.1, Πίν.19.2). Εικονίζουν αντωπά ζεύγη ζώων (πάνθηρας ελάφι) ή μονά (όρνιθα), ενώ υπάρχει και μία παλιότερη κύλικα τύπου Σιαννών 286 (Πίν.19.3) και μεταγενέστερες κύλικες τύπου Κρακοβίας 287. Η πιο διακριτή, ωστόσο ομάδα των κτερισμάτων (μετά τα εξάλειπτρα) είναι αυτή των μελανόμορφων κιονωτών κρατήρων. Οι αττικές εισαγωγές χρονολογούνται από τα μέσα και κυρίως στο τελευταίο τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. Ποικίλες είναι οι εικονογραφικές επιλογές των κεραμέων, που κυμαίνονται από μυθολογικά (Πίν.20.1), διονυσιακά θέματα (Πίν.20.2), ενώ δεν απουσιάζουν τα θέματα τα σχετικά με τον πόλεμο, αναχωρήσεις πολεμιστών, πορείες πολεμιστών (Πίν.21.1) 288. Μοναδική είναι η απεικόνιση ροπαλοφόρων οι οποίοι συνδέονται ίσως με τη φρουρά του τυράννου Πεισίστρατου, ο οποίος διαδραμάτισε ρόλο στην ιστορική τοπογραφία της θερμαϊκής ζώνης με την ίδρυση της Ραικήλου στην περιοχή 289 (Πίν 21.2). Σύμφωνα με τον Μ. Τιβέριο το ενδιαφέρον του Αθηναίου τυράννου για πολιτική επιρροή και εκμετάλλευση των μεταλλείων του Παγγαίου είχε σαν αποτέλεσμα την εγκατάστασή του στον προαναφερόμενο οικισμό. Το γεγονός συσχετίζεται πιθανόν με τον ερχομό κεραμέων από το εργαστήριο του Λυδού, οι οποίοι συνόδευσαν τον Πεισίστρατο γύρω στο 550 π.χ. 290, ιδρύοντας κεραμικό εργαστήριο παραγωγής μελανόμορφων κιονωτών κρατήρων στην περιοχή 291. Η καλλιτεχνική επίδραση του Λυδού είναι τόσο μεγάλη στη Μακεδονία, ώστε έχουν εντοπιστεί μελανόμορφα αγγεία ή θραύσματα αγγείων που σχετίζονται είτε με το εργαστήριό του 292, είτε σχετίζονται με τοπικά εργαστήρια που παρήγαν αγγεία κάτω από την καλλιτεχνική επιρροή του. Η Φ. Ζαφειροπούλου που ήταν και η πρώτη που ασχολήθηκε με την 285 Sismanidis 1998, 39-40, Pl. 55, 1-2, Σισμανίδης 2000, , εικ Sismanidis 1998, 39, Pl. 54, 3-5. Συνδέεται με το εργαστήριο του Griffin bird Painter. Στη μία όψη εικονίζεται φτερωτή μορφή ανάμεσα σε ανδρικές μορφές, ίσως Νίκη, ενώ στη β όψη του αγγείου υπάρχει διονυσιακή σκηνή, χρονολογείται στο 550 π.χ. 287 Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003, Sismanidis 1998, 26-33, Pl Sismanidis 1998, 31-32, Pl Σκαρλατίδου 1999, Είναι πιθανό, βέβαια, το εργαστήριο αυτό να παρήγε και άλλους τύπους αγγείων. 292 Για τον κιονωτό κρατήρα με απεικόνιση θήρας Καλυδώνιου κάπρου από τη Θέρμη, έργο του Λυδού και άλλα αγγεία κοντά στην παράδοση του Λυδού ή από μαθητές του βλ. το άρθρο της Σκαρλατίδου 1999,

74 κατηγορία αυτών των «αττικίζοντων» κρατήρων υποστήριξε ότι προέρχονται από τοπικό κεραμικό εργαστήρι της Χαλκιδικής 293. Οι ανασκαφές στην Αγία Παρασκευή έφεραν στο φως αττικούς και «αττικίζοντες» κρατήρες που σχετίζονται με το εργαστήριο και τον κύκλο του Λυδού. Πρόκειται για αγγεία μαζικής παραγωγής με προσφιλές θέμα διάφορα ζώα, αιγάγρους, υδρόβια πτηνά, δελφίνια, κύκνους. Πέρα από έξι κρατήρες που σχετίζονται με το εργαστήριο του Λυδού (Πίν.22.1, Πίν.22.2), δύο από αυτούς μάλιστα με τον μαθητή του, τον Ζ. του Λούβρου F6 (αναφέρονται χαρακτηριστικά «developed work of Painter of Louvre F6») 294, οι υπόλοιποι αποδίδονται στο τοπικό εργαστήριο που παρήγε αγγεία στην παράδοση της δουλειάς του Λυδού 295 (Πίν.22.3). Χρονολογούνται από τα μέσα ως το τρίτο τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. Τα χαρακτηριστικά στοιχεία των εγχώριων κρατήρων και σημεία διάκρισης από τους αντίστοιχους αττικούς είναι: στυλιστικά, δηλαδή η χαμηλή ποιότητα της γραπτής διακόσμησης, η έλλειψη πλακιδίων πάνω από τις λαβές στους περισσότερους, το μικρότερο συγκριτικά μέγεθός τους. Καθώς τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των ανασκαφών σε οικισμούς και νεκροπόλεις, τόσο του μυχού του Θερμαϊκού, όσο και της ενδοχώρας του, διευρύνονται οι γνώσεις μας για την τοπική κεραμική παραγωγή. Όσον αφορά το νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής μπορούν να διατυπωθούν παρατηρήσεις που σχετίζονται με το σχηματολόγιο των αγγείων, αλλά και με την κεραμική κατηγορία στην οποία αυτά εντάσσονται 296. Συνήθεις επιλογές κτέρισης αποτελούν οι συνδυασμοί: κανθαροειδής κοτύλη τοπικό εξάλειπτρο, κιονωτός κρατήρας εξάλειπτρο, μεγάλος σκύφος εξάλειπτρο, δηλαδή υπάρχει ένα αγγείο αρωμάτων και ένα που οπωσδήποτε εκτελεί χρέη κρατήρα. Δεν λείπουν οι περιπτώσεις όπου η κυριαρχία των εξαλείπτρων είναι καθολική και υπάρχουν δυο ντόπια ή συνυπάρχει ένα ντόπιο με άλλο κορινθιακό. 293 Βλ. σχετικά Sismanidis 1998, Ο ένας εικονίζει πάλη Ηρακλή Νέσσου, ο άλλος κωμαστές, βλ Sismanidis 1998, 20-21, 22-25, Pl. 22, 23, 27, 28, 29, Ό.π. σημ.293, 13-22, Pl. 1-21, Pl Βλ. Παπακώστας 2013,

75 Παραπάνω έγινε εκτενής λόγος για τα εξάλειπτρα που καταλαμβάνουν την πρώτη θέση ανάμεσα στα κτερίσματα του νεκροταφείου της Αγίας Παρασκευής. Τα εγχώρια εξάλειπτρα (Πίν.23.1) ξεπερνούν τα εκατό παραδείγματα, υποομαδοποιούνται ανάλογα με το σχήμα τους (γωνιώδη με επίπεδο ή οριζόντιο ώμο, αμφικωνικά, με ενιαίο περίγραμμα σώματος). Συνήθως δε φέρουν αποφύσεις εκατέρωθεν της ταινιωτής λαβής τους, σε αντίθεση με τα κορινθιακά πρότυπά τους, ενώ η διακόσμησή τους περιορίζεται σε εγχάρακτες γραμμές ή κυματοειδείς ταινίες. Δεύτερο σε αριθμό σχήμα είναι η κανθαροειδής κοτύλη με 90 παραδείγματα 297 (Πίν.23.2). Παρουσιάζουν ομοιομορφία ως προς το μέγεθος, έχουν λαβές ταινιωτές, που άλλοτε υψώνονται πάνω από το χείλος, άλλοτε όχι και σώμα με ημισφαρικό, αμφικωνικό ή γωνιώδες περίγραμμα. Αρκετοί είναι οι εγχώριοι σκύφοι (46) (Πίν.23.3) και οι εγχώριοι κιονωτοί κρατήρες (32) (Πίν.24.1). Σε μικρότερους αριθμούς έχουν εντοπιστεί υδρίες (Πίν.24.2), οπισθότμητες και κολοκυθόσχημες οινοχόες, για τις οποίες έχει γίνει λόγος παραπάνω, κύπελλα, θήλαστρα, χύτρες, κάνθαροι και καρχήσια. Από τα παραπάνω και τη σύγκριση με άλλα νεκροταφεία, π.χ. της γειτονικής Θέρμης, που παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία στα εγχώρια αγγεία συνάγεται ένα περιορισμένο σχηματολόγιο με σταθερές, επαναλαμβανόμενες επιλογές. Αντίστοιχη εικόνα καταγράφεται και ως προς τις τοπικές κατηγορίες διακόσμησης αγγείων. Απούσες είναι άλλες διαδεδομένες κατηγορίες τοπικής κεραμικής, όπως η 297 Για την αναγωγή του σχήματος σε μεταλλικά πρότυπα, την προέλευσή του από τη βόρεια βορειανατολική Πελοπόννησο και συγκεκριμένα την Κόρινθο, μέσω των εμπορικών οδών και της αποικίας της Ποτίδαιας, στο μακεδονικό χώρο βλ. Τσούγγαρης 2006, και για τις κανθαροειδείς κοτύλες της Αγίας Παρασκευής, που κατατάσσονται στη γκρίζα τροχήλατη κεραμική, διακοσμημένη με εγχάρακτες και τεθλασμένες γραμμές, χάρη στη χρήση του στιλβωτήρα. Αντίθετη γνώμη για την προέλευση αυτών των αγγείων διατυπώνει η Β. Σαριπανίδη που τις συνδέει με την τοπική χειροποίητη κεραμική, στο σχηματολόγιο της οποίας περιλαμβάνονται και κανθαρόσχημα αγγεία. Η αρχή της εμφάνισης των συγκεκριμένων αγγείων, ωστόσο, τοποθετείται στο β τέταρτο του 6 ου αι. π.χ., βλ. Σαριπανίδη 2013α, 218. Συμβιβαστική άποψη ανάμεσα στις δύο παραπάνω διατυπώνει η Ε. Κεφαλίδου 2009, με σημ.137, όπου και συγκεντρωμένη βιβλιογραφία. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι το σχήμα της κανθαροειδούς κοτύλης έχει μακρά παράδοση στο βορειοελλαδικό χώρο από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου και ότι αποτελεί εξέλιξη παλιών συγγενικών μεταξύ τους τύπων, που παράγονται στην ανατολική Μεσόγειο από τη Μεσοελλαδική εποχή με τοπική εξέλιξη στην κάθε περιοχή. Ακόμη επισημαίνει για τις κανθαροειδείς κοτύλες που βρέθηκαν στο νεκροταφείο των Ασωμάτων, ότι αποτέλεσαν κτέρισμα τάφων όλων των νεκρών, ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Επικρατέστερη είναι η γνώμη ότι οι κανθαροειδείς κοτύλες προήλθαν από το πλούσιο τοπικό σχηματολόγιο των κανθαρόσχημων αγγείων της Εποχής του Σιδήρου και σύμφωνη με την υπόθεση πως δεν υπήρχε λόγος να καταφύγουν οι κεραμείς σε μακρινά πρότυπα. 69

76 ασημίζουσα, η μονόχρωμη κεραμική με χονδρά ή λεπτά τοιχώματα (ωοκέλυφη), όλες εντοπισμένες σε θέσεις γύρω από το μυχό του Θερμαϊκού, όπως η Νέα Αγχίαλος, η Τράπεζα Λεμπέτ, το Καραμπουρνάκι, η Τούμπα Θεσσαλονίκης, η Θέρμη / Σέδες 298. Επισημαίνεται επίσης η παρουσία αγγείων με γραπτή ταινιωτή διακόσμηση σε απλές ή κυματιστές ταινίες που περιτρέχουν το σώμα του αγγείου και σε σειρές στιγμών. Αγγεία που διακοσμούνται με αυτή την τεχνική είναι σκύφοι, κανθαροειδείς κοτύλες, υδρίες, κρατηρίσκοι. Πιο χαρακτηριστική ωστόσο, για το υπό εξέταση νεκροταφείο είναι η τεφρόχρωμη κατηγορία κεραμικής, συχνή σε πολλές ακόμη παραθερμαϊκές νεκροπόλεις, π.χ. στη Θέρμη 299, το Αρχοντικό 300, τη Σουρωτή 301. Τα σχήματα που συναντώνται συχνά σε αυτήν την κατηγορία είναι οι κανθαροειδείς κοτύλες, τα εξάλειπτρα, οι κιονωτοί κρατήρες, οι οινοχόες, οι υδρίες, οι χύτρες κ.ά., ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι για την παραγωγή της απαιτούνται ιδιαίτερες συνθήκες όπτησης 302, άρα και ειδική τεχνογνωσία. Πρόκειται για μία κεραμική κατηγορία, που συνδέεται με την τροχήλατη τεφρή κεραμική της Μακεδονίας, η οποία άρχισε να παράγεται στα τέλη της Ύστερης εποχής Χαλκού αρχές της Πρώιμης εποχής Σιδήρου 303 (γραπτά) και συνδέεται με τη σειρά της, είτε με τη μυκηναϊκού τύπου τεφρή κεραμική των υστεροελλαδικών χρόνων, είτε με τα τεφρόχρωμα τροχήλατα αγγεία από τη βορειοδυτική Μ. Ασία (περιοχή Τρωάδας). Απόγονος αυτών υπήρξε η τεφρή τροχήλατη μακεδονική κεραμική των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων με συνέχεια έως τα ελληνιστικά χρόνια 304, οπότε ελάχιστα σχήματα αντιγράφονταν πλέον από την Εποχή του Σιδήρου 305. Το προτιμώμενο σχηματολόγιο των κεραμέων κατά την ύστερη αυτή φάση αντλούσε πρότυπα από την αττική και την κορινθιακή κεραμική παραγωγή. 298 Για τις παραπάνω κεραμικές κατηγορίες και τη γεωγραφική κατανομή τους, βλ. τα άρθρα στο «Κεραμικά εργαστήρια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο» (8 ος αρχές 5 ου αι. π.χ.) και ειδικά το παράρτημα στο τέλος, όπου υπάρχουν περιγραφές όλων των εντοπισμένων κατηγοριών κεραμικής του βορειοελλαδικού χώρου. 299 Αλλαμανή 2013, , 186, Παντή 2013, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 15, 2001, Σουέρεφ Χαβέλα 1999, 123, Εικ Π.χ. αποκλεισμός του οξυγόνου κατά τη διάρκεια του κρυώματος, βλ. Τσούγγαρης 2006, Για αυτήν την κατηγορία κεραμικής από την τράπεζα της ΤούμπαςΘεσσαλονίκης βλ. Χαβέλα 2004, Σαριπανίδη 2013, Παντή 2013,

77 Τα περισσότερα τεφρά αγγεία της αρχαϊκής και κλασικής περιόδου προέρχονται από την κεντρική και δυτική Μακεδονία (Θέρμη, Σουρωτή, Σίνδος, Αρχοντικό). Τα διακριτικά χαρακτηριστικά τους είναι ο λιγότερο καθαρός πηλός, οι επιφάνειες με πυκνή στίλβωση (Πίν.24.3), οριζόντια ή κατακόρυφη, ενώ συνήθεις είναι και οι τεθλασμένες γραμμές (βλ. στο χείλος ορισμένων κανθαροειδών κοτυλών). Η παραγωγή τους κυμαίνεται από τα μέσα του 6 ου αι. π.χ. ή λίγο νωρίτερα ως τον ύστερο 5 ο αι. π.χ. 306 Η μεγάλη ποσότητα τεφρόχρωμων αγγείων από τη Θέρμη και την Αγία Παρασκευή οδήγησε στην υπόθεση ύπαρξης κεραμικού εργαστηρίου τεφρής κεραμικής κατά τους αρχαϊκούς χρόνους στο ανατολικό τμήμα του μυχού του Θερμαϊκού κόλπου Ειδώλια Άλλη μία ομάδα ευρημάτων αποτελούν τα ειδώλια, συνήθως ανατολικο ιωνικών εργαστηρίων. Βρέθηκαν τόσο ανθρωπόμορφα (23) που αναπαριστούν γυναικείες μορφές, όρθιες ή καθήμενες, όσο και ζωόμορφα (7) 308. Αποτελούν συχνό εύρημα σε όλες τις αρχαϊκές νεκροπόλεις της κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας Μεταλλικά Αντικείμενα Από τον Ηρόδοτο γνωρίζουμε ότι οι κάτοικοι της Μακεδονίας είχαν ιδιαίτερες τορευτικές ικανότητες και τα μεταλλικά κτερίσματα, όπλα, κοσμημάτα, χρυσές μάσκες και ελάσματα αποτελούν συχνό εύρημα στις ανασκαφές αρχαϊκών νεκροταφείων του βορειοελλαδικού χώρου. Το φαινόμενο παρατηρείται κυρίως στα νεκροταφεία δυτικά του Αξιού, και όσο πλησιάζουμε προς την κοιτίδα των Μακεδόνων, τις Αιγές, με εξαίρεση τη Σίνδο, που βρίσκεται ανάμεσα στον Αξιό και τον χρυσοφόρο Γαλλικό 310. Στα νεκροταφεία του μυχού του Θερμαϊκού επικρατούν πιο λιτά ταφικά έθιμα ως προς την κτέριση με όπλα και κοσμήματα, η περίπτωση της 306 Σαριπανίδη 2013, Παντή 2013, Σισμανίδης 1987, Βλ. ενδεικτικά Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2001, Κεφαλίδου 2009, 50. Αξιοσημείωτη είναι η χρονική διάρκεια που εμφανίζει η συγκεκριμένη επιλογή στη Μακεδονία και την Ήπειρο, καθώς επεκτείνεται έως την κλασική και ελληνιστική εποχή. 71

78 Αγίας Παρασκευής όμως εντυπωσιάζει, καθώς παρατηρείται επανεμφάνιση της σιδηροφορίας 311. Τα μεταλλικά αντικείμενα μπορούν να κατανεμηθούν ως προς το είδος τους, σε όπλα, κοσμήματα, σκεύη, ειδώλια και ως προς το υλικό κατασκευής τους σε σιδερένια, χάλκινα, ασημένια, χρυσά. Τα όπλα χωρίζονται σε επιθετικά, συνήθως σιδερένια, και αμυντικά, συνήθως χάλκινα, που είναι και πιο σπάνια 312. Σιδερένια ξίφη βρέθηκαν τοποθετημένα διαγώνια στο στήθος των νεκρών. Διατηρήθηκαν ίχνη των ξύλινων κολεών και ελεφαντοστέινες και χρυσές διακοσμήσεις από την κεφαλή των λαβών και των φυλακτήρων. Οι αιχμές δοράτων είναι σιδερένιες σε συντριπτικό ποσοστό, εντοπίστηκαν όμως και τέσσερεις χάλκινες. Έχουν ποικίλο μέγεθος και σχήμα, τοποθετούνταν συνήθως ανά δύο δίπλα στον αριστερό ώμο των νεκρών 313. Ίχνη από τα ξύλινα κοντάρια, στα οποία ήταν τοποθετημένοι οι αυλοί των αιχμών, δε σώθηκαν. Τα μαχαίρια και τα εγχειρίδια ομαδοποιούνται σε ευθύγραμμα, τα περισσότερα, και δρεπανόσχημα (Πίν.25.1). Διατηρήθηκαν σε ορισμένες περιπτώσεις ίχνη των ξύλινων και οστέινων λαβών τους. Τοποθετούνταν στη μέση των νεκρών. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και σε άλλα νεκροταφεία και αυτό οδήγησε στην υπόθεση ότι βρίσκονταν μέσα σε ξύλινη ή δερμάτινη θήκη, που ήταν στερεωμένη στη ζώνη των νεκρών, κατασκευασμένη επίσης από φθαρτό υλικό (ύφασμα ή δέρμα). Ενδιαφέρον είναι επίσης ότι τα μαχαίρια αποτελούν εξάρτημα συμπληρωματικού οπλισμού, αλλά παράλληλα και εργαλείο καθημερινής χρήσης, απαραίτητο στους κατοίκους των οικισμών, οι οποίοι απασχολούνταν στην ύπαιθρο με αγροτικές εργασίες 314. Τα κράνη που βρέθηκαν στο νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής είναι λίγα, συνολικά επτά. Από αυτά το ένα είναι 311 Παντή 2012, 474. Για τα μεταλλικά ευρήματα του νεκροταφείου βλ. Σισμανίδης 1987, Κεφαλίδου 2009, 52 με την παρατήρηση ότι ο μικρότερος αριθμός υποδηλώνει τη μεγαλύτερη αξία τους. Στην Αγία Παρασκευή λείπουν εντελώς οι ασπίδες, οι οποίες βρίσκονται για παράδειγμα στο νεκροταφείο του Αρχοντικού και λειτουργούν ως στοιχείο κοινωνικής διαφοροποίησης. Βλ. συνολικά το άρθρο των Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2012α, , σχετικό με τις αρχαϊκές ταφές του δυτικού νεκροταφείου, που είναι ιδιαίτερα χρήσιμο, καθώς οι αναλογίες με τα ευρήματα της Αγίας Παρασκευής είναι εμφανείς, αν και στην περίπτωση της δεύτερης παρατηρείται απλούστευση. 313 Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2009, 478, Κεφαλίδου 2009, 53, Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 1998, Κεφαλίδου 2009, 55, για αυτό το λόγο συνηθίζεται να κτερίζουν και γυναικείους τάφους με μαχαίρια, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2009,

79 κορινθιακό (Πίν.25.2) 315, ενώ τα υπόλοιπα ανήκουν στον ιλλυρικό τύπο 316 (Πίν.25.3). Στο επίκρανο φέρουν ζεύγος νευρώσεων για τη στερέωση του λοφίου και στα άκρα των παραγναθίδων οπή για την τοποθέτηση του ιμάντα. Τα κοσμήματα παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, αλλά και συνάφεια με αυτά της Σίνδου και του Αρχοντικού 317 (Πίν.26.1). Βρέθηκαν σιδερένιες, χάλκινες και ασημένιες περόνες. Περισσότερες είναι οι απλές σιδερένιες με μία βελόνη, κάποιες από τις οποίες έχουν χάλκινες διακοσμητικές κεφαλές. Λιγότερες είναι οι διπλές. Οι πιο περίτεχνες είναι οι ασημένιες (Πίν.26.2) 318. Βρέθηκαν μόνο έξι παραδείγματα, ανά δύο στην περιοχή των ώμων, σε τρεις γυναικείους τάφους. Αποτελούνται από μία συμπαγή βελόνη, που απολήγει, ύστερα από τρεις εξέχοντες δακτυλίους, σε πλατιά δισκόμορφη κεφαλή, που φέρει ανάγλυφο ανθέμιο, εγγεγραμμένο σε διπλό ή τριπλό στικτό κύκλο. Τοποθετούνταν στην περιοχή των ώμων, τόσο σε γυναικείους, όσο και σε ανδρικούς τάφους 319. Στην κοιλιά ή το στήθος των γυναικών εντοπίστηκαν πολλές χάλκινες τοξωτές πόρπες, ενώ δε λείπουν σε μονοψήφιο αριθμό οι οκτώσχημες πόρπες, που, αν και έχουν καταγωγή στην Εποχή του Σιδήρου, επιβιώνουν στη μέση και ύστερη αρχαϊκή εποχή 320. Στα περίαπτα συγκαταλέγονται οι χαρακτηριστικές για το μακεδονικό χώρο χάλκινες αμφικωνικές ψήφοι, που βρίσκονται μεμονωμένες στο στήθος ή συνδυασμένες με ψήφους από άλλα υλικά. Η καταγωγή τους ανάγεται στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου και η παρουσία τους στα νεκροταφεία είναι εντυπωσιακή, ακόμη και κατά τα όψιμα αρχαϊκά χρόνια, μέχρι και στις αποικίες 321. Στην Αγία Παρασκευή βρέθηκαν ακόμη χρυσά και χάλκινα περίαπτα σχήματος διπλού πέλεκυ, τα πρώτα διακοσμημένα με την τεχνική της κοκκίδωσης και της συρματερής και όλα χρησιμοποιούνταν μεμονωμένα ή συνδυαστικά με άλλες ψήφους δημιουργώντας 315 Sismanidis 2011, 225, Σισμανίδης 1993, , βλ. τη διακόσμηση με χρυσή έκτυπη ταινία. Παρόμοια είναι τα κράνη από το Αρχοντικό. 316 Σισμανίδης 1993, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2009, , Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2012α, Σισμανίδης 1993, Κεφαλίδου 2009, 51, αναφέρει ότι στα Ασώματα και το Αρχοντικό χρησιμοποιούνταν και για τη στήριξη επιστήθιων κοσμημάτων π.χ. αλυσίδων ή αποθέτονταν πάνω σε αγγεία ως κτερίσματα). 320 Μισαηλίδου -Δεσποτίδου 2003, Ό.π. σημ

80 περιδέραια. Το ίδιο ισχύει και για τα αγγειόσχημα περίαπτα 322, χρυσά και ασημένια (συρματερή κοκκίδωση, μεμονωμένη ή συνδυαστική χρήση). Τέλος αναφέρονται σε μικρό αριθμό λίγες χάλκινες κυλινδρικές ψήφοι και ασημένιες σφαιρικές. Τα βραχιόλια αποτελούνται συνήθως από μονή σπείρα κατασκευασμένη από χοντρό σύρμα ή έλασμα, που καταλήγει σε κεφαλές φιδιών. Είναι χάλκινα, ως επί το πλείστον, υπάρχουν ωστόσο και ελάχιστα ασημένια. Βρέθηκαν περασμένα στα χέρια των γυναικών ή στο στήθος τους. Τα δακτυλίδια παρουσιάζουν απλή μορφή. Πρόκειται για κρίκους από σύρμα κυκλικής διατομής. Τα περισσότερα είναι χάλκινα, υπάρχουν όμως και λίγα ασημένια. Ξεχωριστή είναι η περίπτωση των χρυσών «δακτυλιδιών», που στην ουσία είναι δακτύλιοι από έλασμα, οι οποίοι καλύπτουν απλώς δακτυλίδια από άλλο υλικό (ξύλο ή ελεφαντοστό). Η χρήση τους είναι καθαρά ταφική. Από τα ενώτια τα πιο αξιόλογα είναι τα ασημένια σχήματος «ωμέγα». Διαμορφώνονται στον παραπάνω σχηματισμό από την κάμψη χοντρού συμπαγούς σύρματος. Τα άκρα τους έχουν διακοσμητική απόληξη βοτρυόσχημη ή με κεφαλές φιδιών, η οποία κρεμόταν προς τα κάτω, καθώς τα ενώτια διαπερνούσαν τους γυναικείους λοβούς αυτιών με τη βοήθεια χάλκινων κρίκων. Ο τύπος τους έγινε γνωστός στη Μακεδονία τον 6 ο αι. π.χ., η σύλληψή τους όμως ανάγεται στα γεωμετρικά χρόνια στην κεντρική Ελλάδα 323. Πλήθος απλών ακόσμητων χάλκινων και ασημένιων κρίκων διαφόρων μεγεθών από γυναικείους συλημένους τάφους αποτελούν πιθανότατα είτε ενώτια, είτε δακτυλίδια, είτε βραχιόλια, τα οποία δεν αποδόθηκαν στις παραπάνω ομάδες λόγω της διαταραγμένης θέσης στην οποία βρέθηκαν. Ακόμη στο νεκροταφείο αποκαλύφθηκαν δέκα χάλκινες μεσόμφαλες φιάλες (Πίν.26.3) 324, διακοσμημένες με έκτυπη σφυρήλατη διακόσμηση, που εξυπηρετούσαν 322 Το μοτίβο των αγγειόσχημων περίαπτων μεταλαμπαδεύτηκε στους βορειοελλαδίτες μεταλλοτέχνες από τους νοτιοελλαδίτες ομότεχνούς τους, βλ. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003, Ό.π. σημ Σισμανίδης 1993,

81 τελετουργικές χοές και δύο χάλκινα ειδώλια, το ένα ανθρωπόμορφο και το άλλο ζωόμορφο. Ιδιαίτερα λόγω του υλικού τους και της αποκλειστικά ταφικής χρήσης τους είναι τα χρυσά κοσμήματα 325. Χωρίζονται στα γυναικεία κοσμήματα και τα ελάσματα διαφόρων σχημάτων που διακοσμούσαν τα ενδύματα και τα όπλα των πολεμιστών (ξίφη και κράνη). Οι 55 από τους 435 τάφους περιείχαν χρυσά ρομβόσχημα επιστόμια (Πίν.27.1), που έφεραν έκτυπη φυτική και γεωμετρική διακόσμηση. Μαρτυρείται μία μοναδική περίπτωση ασημένιου επιστομίου 326. Οι οπές στα άκρα τους χρησίμευαν στην τοποθέτηση νήματος, που σκοπό του είχε τη στερέωση των αντικειμένων αυτών στο στόμα των νεκρών. Στις ταφές του Αρχοντικού πολλές φορές τα επιστόμια συνδυάζονταν με εποφθάλμια (χρυσά ελάσματα μεμονωμένα ή ενωμένα με διακόσμηση οφθαλμών ή ροδάκων) και οι ανασκαφείς υποθέτουν ότι όλα αυτά τα ελάσματα υποκαθιστούσαν τις χρυσές μάσκες 327, αλλά και ότι η χρήση τους είναι συμβολική και έχει θρησκευτικές αναφορές με κοσμολογικό περιεχόμενο αναγόμενο στη μεταθανάτια ζωή. Η Β. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 328 από την άλλη προσθέτει ότι το συμβολικό χαρακτήρα αυτών των αντικειμένων ίσως συμπλήρωνε η πεποίθηση πως διασώζουν τους νεκρούς από την αποσύνθεση. Τα στρόγγυλα ελάσματα με διακοσμητικό ρόδακα που βρέθηκαν στην Αγία Παρασκευή ερμηνεύτηκαν ως διακοσμητικά ενδυμάτων ή των ξιφών και των ξύλινων κολεών τους, ενώ διακοσμητική χρήση μόνο για τα ενδύματα προτάθηκε για τα ορθογώνια, τριγωνικά και τραπεζιόσχημα ελάσματα 329, συνήθως ακόσμητα ή σπάνια με έκτυπη διακόσμηση ανθεμίων, ροδάκων κλπ. Οι ταινίες μικρού μήκους κατασκευασμένες από έλασμα ήταν προορισμένες να κοσμούν τις παρυφές των ενδυμάτων και των χάλκινων κρανών. Ολοκληρώνοντας την αναφορά στα χρυσά κτερίσματα του νεκροταφείου αξίζει να γίνει λόγος στα ταινιωτά ελάσματα με το ένα άκρο τους δισκόμορφο και το άλλο να στενεύει, που σχημάτιζαν ταινιωτά ενώτια για ταφική χρήση, κατά μίμηση πραγματικών πιο περίτεχνων σκουλαρικιών. 325 Για παράλληλα βλ. γενικότερα τον κατάλογο της Σίνδου. 326 Σισμανίδης 1987, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2009, 481, των ίδιων 2012 α, Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2000, Για παράλληλα βλ. τον κατάλογο της Σίνδου αρ. 181, 182, 193,

82 Από τα παραπάνω καθίσταται φανερή η ύπαρξη ποικιλομορφίας ως προς τα υλικά κατασκευής και τα είδη των διάφορων κατηγοριών κοσμημάτων. Την έρευνα απασχόλησε τόσο ο εντοπισμός των εργαστηρίων παραγωγής τους, όσο και οι επιρροές που δέχτηκαν οι μεταλλοτεχνίτες, επιτυγχάνοντας τη δημιουργία κοσμημάτων με ποικίλο αισθητικό αποτέλεσμα. Διαπιστώθηκε ότι η θέση των εργαστηρίων δεν ήταν μακριά από τους οικισμούς που ήταν σκορπισμένοι στο μυχό του Θερμαϊκού και ήταν φυσικά οι κάτοικοί τους αυτοί οι οποίοι αγόραζαν τα κοσμήματα. Παράλληλα με τα εργαστήρια θα υπήρχαν πλανόδιοι τεχνίτες που θα επιδιόρθωναν χαλασμένα κοσμήματα ή θα κατασκεύαζαν επιτόπου, όσα είχαν απλές τεχνικές. Ανιχνεύτηκαν δύο καλλιτεχνικές ομάδες: α) αρκετοί τεχνίτες ακολουθούσαν την παράδοση που διαμορφώθηκε στη Μακεδονία κατά τον 8 ο 7 ο αι. π.χ. και νωρίτερα και χαρακτηρίζεται από συντηρητισμό και απλότητα στους όγκους και β) άλλες ομάδες άρχισαν να αντιγράφουν μορφές κοσμημάτων από νοτιοελλαδικά πρότυπα κάτω από την επιρροή και διείσδυση πολιτιστικών στοιχείων του νότου, που είχε συντελεστεί στη Μακεδονία από το β τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. Η ομάδα αυτή χαρακτηρίζεται από λεπτότητα των μορφών και πλούσια διακοσμητική διάθεση 330. Κατά συνέπεια τα εγχώρια κοσμήματα παρουσιάζουν μία παλινδρόμηση ανάμεσα σε συντηρητικά και νεωτεριστικά στοιχεία με την μακρά παράδοση της μακεδονικής μεταλλουργίας να βαραίνει σημαντικά στο τελικό αποτέλεσμα. Η αρχαϊκή τέχνη, όσον αφορά τα κοσμήματα στη Μακεδονία, είναι ενιαία και τα κέντρα παραγωγής κοσμημάτων πρέπει να αναζητηθούν στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου, όπου η σύγκλιση χερσαίων και υδάτινων αρτηριών δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες παραγωγής και εμπορίας αγαθών. Η αναφορά στο σύνολο των αντικειμένων που αποτέθηκαν ως κτερίσματα στους τάφους της Αγίας Παρασκευής δε θα μπορούσε να ολοκληρωθεί χωρίς την αναφορά σε μικρές ομάδες αντικειμένων που βρέθηκαν σε μικρούς αριθμούς: γυάλινοι οξυπύθμενοι αμφορίσκοι και σφαιρικοί αρύβαλλοι, κατασκευασμένοι με την τεχνική του πολύχρωμου πυρήνα. Παρουσιάζουν ποικιλία χρωμάτων, γαλάζιο, κίτρινο, λευκό, ιώδες, βαθύ μπλε. Ελάχιστοι είναι οι αρύβαλλοι απο φαγεντιανή σε κακή κατάσταση διατήρησης και οι ελεφαντοστέινες οκτώσχημες πόρπες με εγχάρακτη 330 Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003, ,

83 διακόσμηση ομόκεντρων κύκλων στην όψη τους. Επίσης βρέθηκαν λίγα ελεφαντοστέινα αντικείμενα, αδιάγνωστα, λόγω άσχημης κατάστασης διατήρησης. Σε πολύ μεγάλο αριθμό συλλέχθηκαν από τους γυναικείους τάφους κεχριμπαρένιες ψήφοι 331, πολυεδρικού σχήματος, χρώματος καφέ, γυάλινες οφθαλμωτές χάντρες, σφαιρικού σχήματος και χάντρες από φαγεντιανή. Ως επί το πλείστον η κατάσταση διατήρησής τους είναι κακή. 5.4 Το ανθρωπολογικό υλικό Το ανθρωπολογικό υλικό που προήλθε από το αρχαϊκό νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής είναι ένα από τα πρώτα του βορειοελλαδικού χώρου που μελετήθηκε προκειμένου να ανασυντεθεί η δημογραφική εικόνα και το βιοτικό επίπεδο του πληθυσμού του. Στις ανθρωπολογικές έρευνες τα αποτελέσματα διαμορφώνονται σε συνάρτηση με τους παρακάτω παράγοντες: α) τον τρόπο συλλογής του οστεολογικού υλικού, β) τη διατήρησή του, γ) το περιβάλλον ταφής, δ) την υστερότερη διαταραχή, ε) τη φύλαξή του. Στην περίπτωση της Αγίας Παρασκευής είναι βεβαιωμένη, αφενός η σύληση τάφων, οφειλόμενη σε ανθρωπογενείς δράσεις και αφετέρου η καταστροφή τους εξαιτίας της φυσικής παρουσίας ενός χειμμάρου με ιδιαίτερα διαβρωτική ροή στο χώρο του νεκροταφείου. Επιπλέον ο ανασκαφέας αναφέρει ότι το νερό διαπερνούσε το πορώδες υλικό της κάλυψης των τάφων, με αποτέλεσμα να γεμίσουν με χώμα. Σημειώνεται ότι τα οστά βρέθηκαν καλυμμένα με ίζημα που προέρχεται από το υλικό της κάτασκευής των τάφων 332. Από τις 370 αρχαϊκές ταφές, η ανθρωπολογική μελέτη αναγνώρισε 176 άτομα με σκελετούς ελλιπείς, ως προς τα οστά του σώματος, του κρανίου και την οδοντοστοιχία. Ελάχιστοι είναι οι σκελετοί που σώθηκαν σε τόσο καλή κατάσταση, ώστε να αντλείται το μέγιστο των πληροφοριών για τον προσδιορισμό του φύλου, της ηλικίας, αλλά και των παθολογικών χαρακτηριστικών. Γίνεται συνεπώς προφανές, ότι η μελέτη μικρού ποσοστού του πληθυσμού που τάφηκε στο νεκροταφείο δεν οδηγεί σε ασφαλείς γενικεύσεις και καθολικά συμπεράσματα. Πρέπει επίσης να αναφερθεί, ότι το σύνολο των νεκρών που τάφηκαν στην Αγία Παρασκευή θεωρήθηκε ότι 331 Για παρόμοιες από την Τούμπα βλ. Σουέρεφ 2000α, 222 και από το Αρχοντικό Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 15, 2001, 482, των ίδιων 2009, Τριανταφύλλου 2004,

84 πέθαναν από φυσικούς θανάτους, που δε σχετίζονται με κάποια επιδημία ή κάποιο πολεμικό γεγονός. Μεγάλο τμήμα της μελέτης επικεντρώθηκε στην ηλικιακή κατανομή και την κατανομή στα δύο φύλα. Παρατηρήθηκαν αυξημένα ποσοστά θανάτων στις πρώιμες ηλικιακά κατηγορίες, νήπια και παιδιά, με εξαίρεση τα νεογνά και στους προχωρημένους ενήλικες, με εξαίρεση τους υπερήλικες 333. Ως προς τα δύο φύλα διαπιστώνεται ότι τα ποσοστά θανάτου είναι τα ίδια και στα δύο φύλα και υπάρχει ισότιμη χρήση του χώρου του νεκροταφείου τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες 334, ωστόσο η παρατήρηση ότι οι γυναίκες πέθαιναν συχνότερα σε νεαρή ηλικία από ότι οι άνδρες, σηματοδοτεί μεγαλύτερες δυσκολίες στην επιβίωσή τους και βέβαιη την έκθεσή τους σε παθογόνους οργανισμούς ή σε μηχανισμούς έντονου στρες ( δυσκολίες εγκυμοσύνης, γέννας κ.λ.π.). Εκτός από τους γενικότερους προσδιορισμούς ως προς το φύλο και την ηλικία των νεκρών, η έρευνα του ανθρωπολογικού υλικού προσανατολίστηκε στην εξαγωγή πληροφοριών ως προς τη γενική υγεία και τις παθήσεις 335 του πληθυσμού, οι οποίες διαχωρίζονται: α) στις μυοσκελετικές (οστεοαρθρίτιδα, δείκτες μυϊκής καταπόνησης, τραύματα), β) σε αυτές που σχετίζονται με τη φυσιολογία του οργανισμού (μολυσματικές και μεταβολικές ασθένειες). Οι μυοσκελετικές παθήσεις μπορούν να κατανεμηθούν ως προς τις αλλοιώσεις που παρουσιάζουν στο σκελετό, τον άνω ή κάτω κορμό, τις αρθρώσεις. Η γενική συνθήκη που θέλει τις σκελετικές αλλοιώσεις να παρουσιάζουν αύξουσα μορφή από τη νεαρή προς την προχωρημένη ενήλικη ζωή επιβεβαιώνεται στην περίπτωση του πληθυσμού της Αγίας Παρασκευής. Ισχύ παρουσιάζει και ο γενικός συσχετισμός της μεγαλύτερης ή μικρότερης καταπόνησης του μυοσκελετικού συστήματος ανάλογα με την επιβάρυνση ή όχι της εργασίας. Η παραδεδομένη εικόνα από την Αγία Παρασκευή δείχνει την ύπαρξη επικυριαρχίας αλλοιώσεων στους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες, στοιχείο δηλωτικό καταμερισμού εργασίας ανάμεσα στα δύο φύλα με 333 Ό.π. σημ. 332, Η απουσία των νεογνών αιτιολογήθηκε είτε λόγω της κακής διατήρησης του υλικού, είτε εξαιτίας του αποκλεισμού της συγκεκριμένης ομάδας από το χώρο της ταφικής γης, ενώ η απουσία των υπερηλίκων εξηγήθηκε με βάση την κακή διατήρηση των οστών λόγω οστεοπόρωσης ή αποδόθηκε στη γενικότερη μεθοδολογική αδυναμία ακριβούς προσδιορισμού της ηλικίας, όσο οι ενήλικες μεγαλώνουν. 334 Η ανασκαφική έκθεση κάνει λόγο για 169 άνδρες και 170 γυναίκες. 335 Τριανταφύλλου 2004,

85 τους άνδρες να καταπονούν οπωσδήποτε περισσότερο το μυοσκελετικό τους σύστημα. Η συχνότητα των τραυμάτων στην Αγία Παρασκευή είναι σημαντικά χαμηλή 336 (0,36%), αφορά πλήρως και μακροχρόνια επουλωμένα κατάγματα στα πλευρά και λιγότερο στα άνω άκρα και σύμφωνα με την μελετήτρια Σ. Τριανταφύλλου αποκλείονται ιδιαίτερα προβλήματα στην καθημερινότητα των προσβεβλημένων ατόμων μετά την επούλωση, ενώ παράλληλα υποστηρίζεται η εξάσκηση ιατρικών πρακτικών φροντίδας των ασθενών ατόμων. Η δεύτερη κατηγορία παθήσεων στην οποία προσανατολίστηκε η έρευνα είναι οι μολυσματικές και μεταβολικές ασθένειες 337. Συναντώνται αμφότερες σε πολύ μικρό ποσοστό. Οι πρώτες περιορίζονται σε περιοστίτιδες και οστεομυελίτιδες και οι ηλικιακές κατηγορίες στις οποίες εμφανίζονται φλεγμονές είναι τα μικρά νήπια και τα νεαρά ενήλικα άτομα. Παρατηρήθηκε επικυριαρχία αυτών στα άτομα θηλυκού γένους. Οι μεταβολικές ασθένειες στην Αγία Παρασκευή αφορούν αλλοιώσεις της πορώδους υπερόστωσης και αυτές με τη σειρά τους σχετίζονται με μακρά επεισόδια αναιμίας και υποπλασίας της αδαμαντίνης στα δόντια. Η συχνότητα των περιστατικών συνδέεται περισσότερο με γυναίκες, νήπια και παιδιά. 6. Το νεκροταφείο της Σουρωτής 6.1 Παλιότερα ευρήματα Τα πρώτα στοιχεία για το νεκροταφείο της Σουρωτής προέκυψαν λίγο μετά τη μεταφορά του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης από το Γενί Τζαμί (1966), κατά τη διάρκεια των εργασιών επανέκθεσης και ταξινόμησης του ποικίλου υλικού 338. Mέσα σε δύο χάρτινα κιβώτια με ένδειξη «Σουρωτή 1959» βρέθηκαν ακέραια ή τμηματικά περίπου δέκα ειδώλια, γυναικείες προτομές (Πίν.27.2) τα περισσότερα, ένα πλακίδιο σε σχήμα κεφαλιού νέας (για το οποίο προτάθηκε ταύτιση με τη νύμφη Αρέθουσα), μία ταναγραία (Πίν. 28.1), ένας κάλυκας άνθους με 336 Ό.π. σημ. 335, Ό.π. σημ.335, Τουράτσογλου 1968,

86 κοιμισμένο πάνω του Έρωτα (Πίν.28.2), ένα περιστέρι και ένα εγκόλπιο με ανάγλυφη προτομή Αρτέμιδος (Πίν.28.3) 339. Η μετάβαση στο χωριό έδωσε περισσότερα στοιχεία για την προέλευση των παραπάνω ευρημάτων. Το 1959 προκειμένου να υδροδοτηθεί η κοινότητα αποφασίστηκε να δημιουργηθεί υδατοδεξαμενή και καταλληλότερο σημείο για αυτό κρίθηκε ένα φυσικό γήινο έξαρμα στα νοτιοδυτικά του χωριού. Κατά τις εργασίες, σύμφωνα με τις πληροφορίες του κοινοτικού κλητήρα, αποκαλύφθηκε κιβωτιόσχημος τάφος μέσα στον οποίο βρέθηκαν τα παραπάνω κτερίσματα. Η αναλυτική δημοσίευση του Γ. Τουράτσογλου συνοδευόμενη από πλήρη περιγραφή των ευρημάτων 340, τεχνικές λεπτομέρειες κατασκευής, αναζήτηση τυπολογικών παραλλήλων, χρονολόγηση κατέληξε στα εξής συμπεράσματα 341 : η πληροφορία ότι όλα τα αντικείμενα προέρχονται από τον ίδιο τάφο αμφισβητήθηκε, αφού η αποκάλυψή τους έγινε χωρίς αρχαιολογική επίβλεψη, κυρίως όμως εξαιτίας του γεγονότος ότι τα ευρήματα κάλυπταν ευρύ χρονολογικό φάσμα από τα τέλη του 4 ου ως τα τέλη του 2 ου αι. π.χ. Επίσης διαπιστώθηκε, ότι τα περισσότερα ειδώλια και οι μήτρες τους ήταν εγχώρια, εκτός από τη μήτρα μίας γυναικείας προτομής (αρ. 5284) που θεώρησε ότι προέρχεται από την περιοχή της νότιας Ιταλίας Σικελίας (Πίν.29.1.). Το κατά τη διάρκεια ισοπέδωσης του γηπέδου του χωριού, δύο νέοι κιβωτιόσχημοι τάφοι προστέθηκαν στο προηγούμενο σύνολο. Ήταν διανοιγμένοι στο φυσικό υπέδαφος, έφεραν λίθινες καλύψεις, ήταν κτερισμένοι με πήλινα αγγεία, που σύμφωνα με την ανασκαφέα Α. Ρωμιοπούλου χρονολογούνταν στον 4 ο αι. π.χ. 343 (Πίν.29.2). 339 Ό.π. σημ. 338, Ό.π. σημ.338, Ό.π. σημ. 338, Ρωμιοπούλου , 697, Πίν.506 α-δ. 343 Ωστόσο μία προσεκτική ματιά στον πίνακα εικονίζει ανάμεσα σε κανθάρους και άλλα αγγεία του 4 ου αι. μία εγχώρια κολοκυθόσχημη οινοχόη και ένα λεβητόσχημο αγγείο που χρονολογούνται στην αρχαϊκή εποχή. Για την κολοκυθόσχημη οινοχόη βλ. ακριβές παράλληλο Δεσποίνη 1985, , χρονολογείται στα μέσα του 6 ου αι. π.χ. Για ένα αντίστοιχο ταφικό σύνολο, ανάλογο ως προς το είδος των αγγείων, αλλά με διαφοροποιήσεις ως προς το σχήμα, που εντάσσεται χρονολογικά και αυτό στην αρχαϊκή εποχή βλ. Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1993, 252, Εικ.4. 80

87 6.2 Στοιχεία από τη νεότερη έρευνα / Τυπολογία Η πιο συστηματική ερεύνηση του χώρου άρχισε από το 1999 και εξής, όταν χάρη στις σωστικές ανασκαφές που διενήργησε η ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α., για μία δεκαετία περίπου, ήρθε στο φως μεγάλο τμήμα ενός νεκροταφείου αρχαϊκών και κλασικών χρόνων 344. To νεκροταφείο της Σουρωτής βρίσκεται στη δυτική επέκταση του οικισμού και καταλαμβάνει το χώρο ανάμεσα στον παλιό οικισμό, το γήπεδο, το γνωστό εμφιαλωτήριο μεταλλικού νερού και λόφων που προβάλλουν από δυτικά και νότια 345. Συνδέεται με το αρχαίο πόλισμα που αναπτύσσεται αμέσως νότιά του σε φυσικούς λόφους στη νότια πλευρά της κοιλάδας του Ανθεμούντα. Πρόκειται για στρατηγικό σημείο, που συνδέει τα πολίσματα του Θερμαϊκού κόλπου με αυτά της χαλκιδικής ενδοχώρας και αποτελεί μαζί με τον οικισμό στην τράπεζα της Αγίας Παρασκευής 346 και μερικές άλλες θέσεις στον άνω και κάτω ρου του ποταμού Ανθεμούντα την ομάδα από «κώμες» που συγκροτούσαν μαζί με τα οικιστικά κέντρα και την επικράτειά τους την ευρύτερη περιοχή, η οποία ήταν γνωστή στην αρχαιότητα με το όνομα Ανθεμούς 347. Ενώ η επιφανειακή έρευνα του οικισμού απέδωσε οικοδομικά κατάλοιπα και κεραμική με χρονολογικό εύρος από την εποχή του Σιδήρου (θραύσματα χειροποίητων αγγείων με στιλβωμένη εξωτερική επιφάνεια) μέχρι τα πρώιμα ρωμαϊκά χρόνια 348, η διάρκεια χρήσης του νεκροταφείου καλύπτει τον χρονικό ορίζοντα από τον πρώιμο 6 ο αι. π.χ. ως το α τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. 349 Ανάλογα με τον οικισμό, η επιφανειακή κεραμική του νεκροταφείου, στις εξωτερικές και ορισμένες φορές και στις εσωτερικές επιχώσεις των τάφων καλύπτει ευρύ χρονολογικό φάσμα, από την εποχή του Σιδήρου και εξής, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η αποκάλυψη στα νότια όρια του νεκροταφείου τμήματος 344 Για τα ανασκαφικά ευρήματα από τη Σουρωτή βλ. Σουέρεφ Χαβέλα 1999, , Σουέρεφ 1999, , Σουέρεφ Χαβέλα 2000, , Σουέρεφ 2000, , Σουέρεφ Χαβέλα 2002, , Σουέρεφ 2002, 63-66, Σουέρεφ Χαβέλα 2004, , Σουέρεφ 2004, , Aλλαμανή , , Αλλαμανή - Σουρή 2008, , Σουέρεφ 2009, , Allamani - Souri 2011, , Αλλαμανή - Σουρή 2012, Αλλαμανή - Σουρή 2008, 351, Σουέρεφ 2009, Βρίσκεται μόλις 4 χιλιόμετρα δυτικά της Σουρωτής. 347 Αλλαμανή - Σουρή 2012, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Αλλαμανή - Σουρή 2012, 283, Σουέρεφ 2011,

88 μακρόστενου υπογεωμετρικού κτιρίου, που εντάσσεται στον όψιμο 8 ο αι. π.χ. Σε αυτό θα επανέλθουμε παρακάτω. Στο οικόπεδο Γκώγκου (Ο.Τ. 44), όπου θεωρείται ότι εντοπίστηκε το πιο συνεκτικό τμήμα του νεκροταφείου με αρχαϊκές και κλασικές ταφές, αποκαλύφθηκαν και λίγες πρώιμες ταφές, με διαφορές τόσο ως προς την κατασκευή τους όσο και ως προς την κτέριση 350 με αγγεία και μεταλλικά αντικείμενα που θα μπορούσαν να χρονολογηθούν ακόμη και στον 8 ο αι. π.χ. Η ανασκαφέας προτείνει ωστόσο χαμηλότερη χρονολόγηση, στον 6 ο αι. π.χ., κρίνοντάς την πιο σωστή σύμφωνα με το γενικότερο χρονολογικό πλαίσιο του νεκροταφείου. Από τα παραπάνω διαπιστώνεται ότι πρόκειται για ένα νεκροταφείο με διαχρονική χρήση, στην έκταση του οποίου αποκαλύπτονται οι ταφές όλων των περιόδων. Όμοιο φαινόμενο παρατηρείται στο Αρχοντικό 351, την Τούμπα Θεσσαλονίκης 352 και τη Θέρμη 353 με τις νεκροπόλεις να χρησιμοποιούνται αδιάκοπα, από την εποχή του Σιδήρου έως τα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια στο πρώτο και τη δεύτερη, ενώ στη Θέρμη ο χρονικός ορίζοντας εκτείνεται μέχρι τα πρώιμα ρωμαϊκά χρόνια. Αντίθετη είναι η εικόνα στον οικισμό της Νέας Φιλαδέλφειας και της τράπεζας Λεμπέτ στην Πολίχνη, όπου ο διαχωρισμός των νεκροταφείων της εποχής Σιδήρου από εκείνα της αρχαϊκής κλασικής εποχής είναι σαφής με μεγάλη μεταξύ τους απόσταση 354. Αυτό είναι ένα στοιχείο ιδιαίτερου ενδιαφέροντος, καθώς η απομάκρυνση και η διαφοροποίηση των νεκροταφείων συνιστά συνειδητή επιλογή των κατοικών των οικισμών. Μέχρι τώρα πάντως δεν έχει τύχει ερμηνείας. Κοινά στοιχεία όλων των παραπάνω νεκροταφείων, και φυσικά του νεκροταφείου στη Σουρωτή, είναι η οριοθέτησή τους εκτός του οικισμού, σε χαμηλότερο συνήθως υψομετρικό επίπεδο, κατά μήκος ρεμάτων ή ποταμών και η τυπολογική ένταξή τους στην κατηγορία των επίπεδων νεκροταφείων 355. Άλλα διακριτά χαρακτηριστικά είναι η κυριαρχία του ενταφιασμού ως ταφική πρακτική 356 και η απόθεση κτερισμάτων σύμφωνα με τις αποδεκτές για τα φύλα δραστηριότητες. Γενικά, στις προχωρημένες 350 Αλλαμανή - Σουρή 2008, Χρυσοστόμου Χρυσόστόμου 2002, Χαβέλα 2006, Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996, Μισαηλίδου - Δεσποτίδου , 263, Λιούτας Γκιούρα 1997, Βλ. σχετικά Σαββοπούλου 2004, 312, Χαβέλα 2012, Σουέρεφ 2002α,

89 φάσεις της εποχής του Σιδήρου η εικόνα των νεκροταφείων περιμετρικά του Θερμαϊκού (από τον 8 ο αι. π.χ και έπειτα) παρουσιάζει εγκατάλειψη της τυπολογικής πολυμορφίας των προηγούμενων φάσεων (ύστερη εποχή Χαλκού πρώιμη εποχή Σιδήρου) (κιβωτιόσχημοι, θαλαμωτοί τάφοι, λακκοειδείς, νεκροταφεία τύμβων), δίνοντας τη θέση της σε πιο ομοιογενείς ταφικές πρακτικές 357. Στη Σουρωτή ο αριθμός των τάφων ανέρχεται σε 530. Αυτοί κατανέμονται ανάμεσα σε άνδρες, γυναίκες και παιδιά με τη βρεφική παιδική και τη γυναικεία θνησιμότητα να ανέρχεται σε ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό, σύμφωνα με τα προκαρκτικά συμπεράσματα της ανθρωπολογικής μελέτης για το εν λόγω νεκροταφείο. Βρεφική και παιδική θνησιμότητα καταγράφεται και σε άλλα νεκροταφεία του μυχού του Θερμαϊκού, π.χ. στο νεκροταφείο στην Τούμπα Θεσσαλονίκης και το Καραμπουρνάκι, αλλά και της περιοχής της Χαλκιδικής, π.χ. στην Άκανθο και τη Μένδη με την τελευταία να αγγίζει ποσοστό του 75% 358. Οι νεκροί ενταφιάζονται σε ατομικές ταφές 359, σε ύπτια στάση 360 και το νεκροταφείο αναπτύσσεται οριζόντια. Εξαίρεση αποτελεί το οικόπεδο Γκώγκου (Ο.Τ.44), το οποίο θεωρείται ο πυρήνας του νεκροταφείου (Πίν.30.1). Σε αυτό διαπιστώθηκε πυκνότητα και επάλληλη κατασκευή ταφών 361, με αποτέλεσμα ο νεότερος τάφος να καταστρέφει τμήμα ή όλο το σκάμμα του υποκείμενου τάφου. Διαστρωμάτωση καταγράφηκε και στο νότιο τμήμα του Ο.Τ με τους τάφους του 6 ου και 5 ου αι. π.χ. να διατάσσονται στο ανώτερο στρώμα και τους αρχαιότερους στο κατώτερο Χαβέλα 2012, Βλ. σχετικά με την Τούμπα, όπου αναγνωρίστηκαν παιδικοί τάφοι σε ποσοστό 18% Χαβέλα 2006, 345, Παντερμαλή Τρακασοπούλου 1994, 205, Παντή 2012, 476, Για την περίπτωση διπλής ταφής μητέρας και παιδιού, που πέθαναν πιθανόν στη γέννα και τάφηκαν μαζί βλ. Σουέρεφ Χαβέλα 2002, , ενώ στο οικόπεδο Παπαφλωράτου καταγράψαμε τη διπλή ταφή δύο μικρών κοριτσιών αδελφών. 360 Το παράδειγμα γυναικείας ταφής σε συνεσταλμένη στάση αναφέρεται ως μεμονωμένο, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Αλλαμανή - Σουρή 2008, Σουέρεφ Χαβέλα 2004, Οι τελευταίοι εξαιτίας της κτέρισής τους μόνο με μεταλλικά αντικείμενα, (τοξωτές πόρπες, αμφικωνικές χάντρες, ενώτια, πολύσπειρα ή απλά ψέλια, σφηκωτήρες) δε μπορούν να ενταχθούν με απόλυτη χρονολογική ακρίβεια, ωστόσο το γεγονός ότι για την κατασκευή τους καταστράφηκε το κτήριο υπογεωμετρικών χρόνων που βρισκόταν χαμηλότερα και χρονολογείται στον 8 ο πρώιμο 7 ο αι. π.χ., δίνει μία ένδειξη για χρονολόγηση ίσως μέσα στον 7 ο αι. π.χ. 83

90 Ο προσανατολισμός των τάφων στη Σουρωτή αποτελεί στοιχείο τόσο για τη χρονολόγησή τους, όσο και τη διάκριση των φύλων. Κατά τη διάρκεια του 6 ου αι. και του α μισού του 5 ου αι. π.χ. ο προσανατολισμός των τάφων βρίσκεται στον άξονα Β Ν 364, οι άνδρες έχουν το κεφάλι τοποθετημένο στο νότο και οι γυναίκες στο βορρά. Ο διαχωρισμός των φύλων τηρείται ακόμη και στις παιδικές ταφές 365. Στα μέσα του 5 ου αι. π.χ. ο προσανατολισμός αλλάζει σε Α Δ και οι νεκροί έχουν το κεφάλι άλλοτε στα δυτικά, άλλοτε στα ανατολικά 366, ανεξάρτητα από το φύλο. Μαρτυρίες για την ύπαρξη λιθοσωρών ή άλλου είδους ορατών ταφικών σημάτων, ίσως για την αναγνώριση των τάφων, δε διασώζονται στο νεκροταφείο της Σουρωτής 367, με εξαίρεση ορισμένους λακκοειδείς τάφους των κλασικών χρόνων, για την κατασκευή των οποίων διανοίγεται μεγάλο ταφικό σκάμμα και στον πυθμένα του λαξεύεται ο κύριος ταφικός λακκός (Πίν.30.2). Σε αυτήν την περίπτωση έχει παρατηρηθεί σήμανση με λίθους στην ανώτερη επιφάνεια του μεγάλου λάκκου 368. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ο εντοπισμός ενός δρόμου στο νεκροταφείο, τις παρυφές του οποίου φαίνεται να ακολουθούν οι γειτονικοί προς αυτόν τάφοι 369 (βλ. Πίν.30.1). Η ύπαρξη εσωτερικών δρόμων ή μικρότερων διαδρόμων ήταν απαραίτητη για την προσπέλαση και τη λειτουργικότητα του χώρου στα νεκροταφεία και μαρτυρείται και στη Θέρμη. Εκεί έχουμε την τύχη να σώζονται τόσο εσωτερικοί δρόμοι ανάμεσα στις συστάδες των τάφων, όσο και ένας εξωτερικός, που οριοθετούσε το νοτιοανατολικό πέρας του νεκροταφείου και φαίνεται πως συνέδεε την τράπεζα με την αγροτική 364 Να σημειωθεί ότι ο ίδιος προσανατολισμός, χωρίς διάκριση φύλου, διαπιστώθηκε στο νεκροταφείο της Τούμπας Θεσσαλονίκης καθώς και ότι αυτός διαφέρει από το συνήθη προσανατολισμό των νεκροταφείων γύρω από το μυχό του Θερμαϊκού, που είναι σταθερά στην κατεύθυνση Α Δ, βλ. τα νεκροταφεία Θέρμης, Σίνδου, Αγίας Παρασκευής, Πύδνας, Χαβέλα 2006, 357. Παρόμοιος προσανατολισμός με διάκριση του φύλου, όπως στη Σουρωτή, για τους άνδρες στον άξονα Β Ν ή Δ Α και τις γυναίκες Ν Β ή Α Δ καταγράφηκε και στο νεκροταφείο της Νέας Φιλαδέλφειας, βλ. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2000, Σουέρεφ Χαβέλα 2002, , Σουέρεφ 2009, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Για την ύπαρξη λιθοσωρών, περιβόλων, χωμάτινων τυμβίσκων, αλλά και μίας ανθρωπόμορφης στήλης που ίσως χρησίμευσε ως σήμανση ταφής της Πρώιμης εποχής του Σιδήρου στο νεκροταφείο της Θέρμης βλ. Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996, , Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Αλλαμανή - Σουρή 2008, 351,

91 περιοχή του οικισμού, περνώντας δίπλα από τους τάφους 370. Διασώζει μάλιστα ίχνη από τους τροχούς των αμαξών. Ενδείξεις σύλησης έχουν προκύψει για λίγους τάφους από το νεκροταφείο της Σουρωτής 371, ωστόσο καταστροφή τάφων έχει παρατηρηθεί σε κάποιο βαθμό εξαιτίας της παράνομης χάραξης σύγχρονων δρόμων και της εκτέλεσης μικρών κοινοτικών έργων 372. Ως προς την τυπολογία των τάφων ο πλέον συνήθης τύπος τάφου είναι ο λακκοειδής (Πίν.31.1) 373. Οι πιο πρώιμοι λακκοειδείς τάφοι βρέθηκαν στο Ο.Τ.44 και στο Ο.Τ.58. Πρόκειται για στενούς βαθείς και επιμήκεις λάκκους καλυμμένους με επάλληλες σχιστολιθικές πλάκες. Οι ταφικοί λάκκοι είναι ελλειψοειδείς και οριοθετούνται με σειρές λίθων, ενώ σημειώνεται η παρουσία αναβαθμών σε κάποιες από τις πλευρές τους 374. Κατά τον 6 ο και τον 5 ο αι. π.χ. εντείνεται η ευρεία χρήση των λακκοειδών τάφων. Διανοίγονται στο φυσικό κιτρινοπράσινο συμπαγές υπέδαφος της περιοχής, φέρουν κάλυψη μονολιθική ή αποτελούμενη από δύο τρεις πλάκες κιτρινωπού ιζηματογενούς πετρώματος και ο λάκκος έχει σχήμα είτε ελλειψοειδές είτε ορθογώνιο. Ορισμένες φορές το ταφικό σκάμμα ορίζεται περιμετρικά από μικρούς αργούς λίθους 375 (Πίν.31.2). Στις αρχές του 4 ου αι. π.χ. ο παραπάνω τύπος τάφου εξακολουθεί να βρίσκεται σε χρήση με διαφοροποίηση της μορφής του. Οι λάκκοι που λαξεύονται αποκτούν μεγαλύτερες διαστάσεις, σχεδόν μνημειακές και είναι ορθογώνιοι. Στον πυθμένα του τάφου διανοίγεται ειδικά διαμορφωμένος ελλειψοειδής λάκκος για την απόθεση του νεκρού και υπάρχουν περιπτώσεις τάφων που έφεραν νεκρικές κλίνες, των οποίων η 370 Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996, 480, Σκαρλατίδου 1993, 332, Αλλαμανή κ.ά. 1999, 163. Για την ύπαρξη δρόμου και ενδιάμεσων κενών στους τάφους στο δυτικό νεκροταφείο του Αρχοντικού βλ. επίσης Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2008, Σουέρεφ Χαβέλα 1999, 128, Αλλαμανή - Σουρή 2008, Σουέρεφ Χαβέλα 1999, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, 169, των ίδιων 2002, 267, 270, Σουέρεφ 2009, Ανάλογοι τάφοι της Εποχής Σιδήρου με σχιστολιθική κάλυψη, βαθιά σκάμματα με κτιστά όμως τοιχώματα έχουν εντοπιστεί στη Θέρμη, βλ. Αλλαμανή κ.ά. 1999, 155. Σχιστολιθικές είναι οι καλύψεις που χρησιμοποιούνται και στο νεκροταφείο της Τούμπας και το νεκροταφείο της Πολίχνης, που βρίσκεται 150 μ. βορειοανατολικά της τράπεζας, με διάρκεια χρήσης από την αρχαϊκή έως την ελληνιστική εποχή, βλ. σχετικά Λιούτας Γκιούρα 11, 1997, 320 με σημ.17, Χαβέλα 2006, Σουέρεφ 2011,

92 παρουσία έγινε αντιληπτή χάρη στην εύρεση βαθύνσεων λαξευμάτων στις γωνίες των τάφων 376, αποσυντιθέμενων οργανικών υλών, αλλά και ενός καρφιού 377. Οι τάφοι αυτού του τύπου καλύπτονται συνήθως από περισσότερες της μίας πλάκες με αξιοσημείωτο πάχος. Η αποκάλυψή τους δεν αποτελεί εξαίρεση που σημειώνεται μονάχα στη Σουρωτή. Στα περισσότερα νεκροταφεία του μυχού του Θερμαϊκού παρατηρείται στους υστεροκλασικούς πρώιμους ελληνιστικούς τάφους μνημειοποίηση των διαστάσεων των λακκοειδών τάφων και διαμόρφωση ειδικών λάκκων μέσα στα ταφικά σκάμματα, που λειτουργούν ως νεκρικές θήκες. Σε αυτές η απόθεση των νεκρών γίνεται σε ξύλινα φορεία, κλίνες ή ακόμη και σε σαρκοφάγους 378. Στο νεκροταφείο βρέθηκαν λίγοι κιβωτιόσχημοι τάφοι (Πίν.31.3). Χρονολογούνται στον 6 ο αι. π.χ. και τις αρχές του 5 ου αι. π.χ. και τα τοιχώματα, το δάπεδο και η κάλυψή τους κατασκευάζονται από το ίδιο ιζηματογενές υλικό, που χρησιμοποιείται για την κάλυψη των λακκοειδών τάφων 379. Λίγα παραδείγματα στο σύνολο των τάφων αριθμούν οι λίθινες σαρκοφάγοι, οι κεραμοσκεπείς τάφοι (Πίν.32.1) 380, οι αβαθείς ταφές χωρίς κάλυψη και οι εγχυτρισμοί σε πιθοειδή αγγεία (Πίν.32.2) 381. Σε αυτούς διαπιστώθηκαν ταφές μικρών παιδιών ή δευτερογενείς καύσεις, παιδιών ή ενηλίκων. 6.3 Κτερίσματα Το νεκροταφείο της Σουρωτής είναι το δεύτερο νεκροταφείο που έχει ερευνηθεί στην περιοχή του αρχαίου Ανθεμούντα. Παρόμοια με την αρχαϊκή νεκρόπολη της 376 Οι βαθύνσεις για τα πόδια της κλίνης είναι είτε δύο ορθογώνιες στις στενές πλευρές, είτε τέσσσερεις κυκλικές στις γωνίες των τάφων. 377 Σουέρεφ Χαβέλα 2000, 172, των ίδιων 2002, Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996, 484, Αλλαμανή κ.ά. 1999, 160, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2001, 480, όπου αναφέρεται ότι η διαφοροποίηση στα μεγέθη και βάθη των ορυγμάτων συνδυάζεται με πολυτελέστερη κτέριση στο Αρχοντικό. Βλ. επίσης Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 1995, 315, με σχόλια για τις μεγάλες πλάκες που λειτουργούσαν ως καλύψεις των λακκοειδών τάφων στο νεκροταφείο της Νέας Φιλαδέλφειας. Επίσης Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1993, 251 με αναφορά σε ταφικό σκάμμα σε δύο επίπεδα και απόθεση του νεκρού σε ξύλινο φέρετρο σε τάφους στον Άγιο Αθανάσιο και Χαβέλα 2006, 347, αναφέρει για τον 4 ο αι. π.χ. αδιαμφησβήτητη χρήση των νεκρικών κλινών στο νεκροταφείο στην Τούμπα Θεσσαλονίκης. 379 Σουέρεφ 2009, Στην περίπτωση ενός κεραμοσκεπούς τάφου για την κατασκευή του δε δημιουργήθηκε ταφικός λάκκος, ο νεκρός απλά σκεπάστηκε από κεραμίδες, κυρίως στρωτήρες. Χρονολογείται στα τέλη του 4 ου αι. π.χ., βλ. Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Σουέρεφ Χαβέλα 2004,

93 Αγίας Παρασκευής βρίσκεται στο νότιο τμήμα της κοιλάδας. Τα ευρήματα που ήρθαν στο φως από τις ανασκαφές του νεκροταφείου στη Σουρωτή απέδωσαν στοιχεία σχετικά με τις επιλογές κτέρισης των κατοίκων και μέσα από αυτές αναδεικνύεται ο ρόλος του πολίσματος σε διακοινοτικό επίπεδο, αλλά και η θέση του ως προς το υφιστάμενο δίκτυο ανταλλαγών με τη νότια Ελλάδα. Στο νεκροταφείο είναι υπαρκτή η εικόνα των πλούσιων οικογενειών, κατά συνέπεια παρατηρείται διαστρωμάτωση, ωστόσο κυριαρχούν τα στοιχεία της ενδοχώρας 382. Κατά κανόνα οι τάφοι είναι κτερισμένοι, εκτός από τους παιδικούς. Τα πρώτα εξαγόμενα στοιχεία για τους τάφους του 6 ου και 5 ου αι. π.χ., που αποτελούν και την πλειοψηφία, δείχνουν λιτή κτέριση ως προς τα πήλινα αγγεία. Οι τάφοι κτερίζονται σχεδόν αποκλειστικά με ένα χυτροειδές αγγείο και με χάλκινα, σιδερένια ή λίγα χρυσά κοσμήματα 383 (πρώιμοι ύστεροι, γυναικείοι ανδρικοί, πλούσιοι φτωχά κτερισμένοι). Η ποικιλία των κοσμημάτων είναι μεγαλύτερη στους γυναικείους τάφους σε σχέση με τους αντρικούς, ωστόσο εντύπωση προκαλεί η σχετική απουσία όπλων από τους τελευταίους Κεραμική Οι πιο πρώιμοι τάφοι εντοπίστηκαν στο Ο.Τ.44 και στο Ο.Τ και αγγίζουν το όριο του 7 ου αι. π.χ. Ήταν είτε ακτέριστοι είτε είχαν ως κτερίσματα μόνο μεταλλικά αντικείμενα (Πίν.32.3). Σε ορισμένες περιπτώσεις, ωστόσο, στο δάπεδο των τάφων βρέθηκαν τμήματα από αγγεία, σκόπιμα πεταμένα, ίσως μετά από κάποια τελετουργία, και γι αυτό το λόγο θρυμματισμένα. Σε δύο τρεις περιπτώσεις εντύπωση προκάλεσε η προσεκτική τοποθέτηση των αγγείων δίπλα ή κάτω από το σκελετό, άλλοτε στο κρανίο, άλλοτε στη λεκάνη, άλλοτε στα πόδια. Τα θραύσματα που βρέθηκαν κάτω από τη λεκάνη του σκελετού του Τ126 (Ο.Τ. 44) απέδωσαν μία φιάλη με προχοή, μονόχρωμη και ολόβαφη (Πίν.33.1). Η απουσία συνευρημάτων δυσκολεύει ιδιαίτερα τη χρονολόγηση, επειδή τα φιαλόσχημα σκεύη είναι εξαιρετικά δημοφιλή από την υστερογεωμετρική περίοδο ως τον 6 ο αι. π.χ. 385, ωστόσο η πρόταση της ανασκαφέως Β. Αλλαμανή για τον πρώιμο 6 ο αι. π.χ. είναι σύμφωνη με 382 Σουέρεφ 2009, Αλλαμανή - Σουρή 2008, 357, της ίδιας 2012, Σουέρεφ Χαβέλα 2004, 346, Αλλαμανή - Σουρή 2008, Αλλαμανή 2013, 189 με σημ

94 το γενικό πλαίσιο του νεκροταφείου. Η εύρεση θρυμματισμένων αγγείων, προσεκτικά τοποθετημένων κάτω από το κρανίο των νεκρών, απαντά και στη Θέρμη 386. Τα αγγεία είναι και εδώ φιαλόσχημα και συνυπάρχουν με «μακεδονικά χαλκά», τα οποία λόγω της μακρόχρονης επιβίωσής τους δεν αποτελούν χρονολογήσιμα συνευρήματα. Η θραύση, συνοδευόμενη από την προσεκτική απόθεσή τους, συνηγορεί στην ύπαρξη κάποιας τελετουργίας, που αδυνατούμε να ανασυνθέσουμε. Στο δάπεδο του Τ206 (Οικόπεδο Γκώγκου) βρέθηκαν απλωμένα όλα τα όστρακα ενός σκύφου, που ανήκει στην κατηγορία των πρωτογεωμετρικών σκύφων με κρεμαστά ομόκεντρα ημικύκλια (Πίν.33.2). Σε κάθε πλευρά του φέρει δύο ομάδες από δεκατέσσερα ημικύκλια καστανού χρώματος. Το κατώτερο τμήμα του είναι επιχρισμένο με καστανό χρώμα, ενώ το εσωτερικό με ερυθρωπό 387. Όστρακα σκύφων με κρεμαστά ημικύκλια έχουν βρεθεί διάσπαρτα σε ανασκαφές οικισμών και νεκροταφείων στη Μακεδονία. Χρονολογούνται με ασφάλεια στα πρωτογεωμετρικά χρόνια και συγκρίνονται με σύνολα σκύφων από το Λευκαντί 388. Η παρουσία του συγκεκριμένου ευρήματος στη Σουρωτή αποτέλεσε έκπληξη, γιατί κεραμική της Εποχής Σιδήρου βρίσκεται διάσπαρτη στις εξωτερικές επιχώσεις του νεκροταφείου, όχι όμως με τη μορφή κτερισμάτων στους τάφους. Λόγω του μεγάλου ορίζοντα χρήσης των εν λόγω αγγείων, μία άλλη υπόθεση είναι ο σκύφος να αποτελούσε οικογενειακό κειμήλιο, ωστόσο στην περίπτωση αυτή δεν είναι κατανοητή η θραύση ενός «πολύτιμου» αντικειμένου κατά τις διαδικασίες της ταφής 389. Για τη χρονολόγηση του ευρήματος της Σουρωτής οφείλει να συνυπολογιστεί η εύρεσή του στη συστάδα των πρώιμων τάφων του Ο.Τ. 44. Παρότι για το νεκροταφείο της Σουρωτής δεν έχουν δημοσιευτεί πλήρεις κατάλογοι τόσο για τα αγγεία όσο και για τα μεταλλικά και λοιπά ευρήματα, είναι 386 Ό.π. σημ.385, , της ίδιας 1999, Αλλαμανή - Σουρή 2008, Στο σημείο αυτό οφείλει όμως να αναφερθεί η διαπίστωση ότι η τροχήλατη πρωτογεωμετρικού τύπου κεραμική με διακόσμηση ομόκεντρων κύκλων και κυματιστών γραμμών, που παράγεται στα τοπικά εργαστήρια της Μακεδονίας και σχετίζεται με την παρουσία αποίκων από τη νότια Ελλάδα, παρουσιάζει μακρόχρονη επιβίωση και συνεχίζει να παράγεται ως τον 6 ο αι. π.χ. Βλ. σχετικά Βοκοτοπούλου Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, Για ένα τροχήλατο, κρατηρόσχημο τεφροδόχο αγγείο από το νεκροταφείο της Θέρμης με υποπρωτογεωμετρική διακόσμηση (τοποθετείται στον 8 ο αι. π.χ.) παράλληλων ταινιών και ομόκεντρων κύκλων στη ζώνη των λαβών, που χρονολογείται στον 7 ο ή 6 ο αι. π.χ., λόγω του χαμηλότερου χρονολογικού πλαισίου του νεκροταφείου και της γειτνίασης του τάφου στον οποίο βρέθηκε με άλλους αρχαϊκούς βλ. Αλλαμανή 2013,

95 αδιαμφισβήτητο ότι η μεγαλύτερη ποικιλία ως προς την κεραμική προέρχεται από τους τάφους του 6 ου αι. π.χ. Η πρόσφατη στατιστική μελέτη που αφορά τα οικόπεδα ιδιοκτησίας Αφθονίδη, Γκώγκου, Νούλη Μπεντίκη, Παπαφλωράτου, όπου αποκαλύφθηκε το πιο συνεκτικό τμήμα του νεκροταφείου με 320 και πλέον ταφές, σε σύνολο 530, φανερώνει ότι το 66% του υλικού είναι εγχώριο και μόνο το 34% καλύπτουν τα εισαγόμενα αγγεία (Πίν.33.3). Το τελευταίο ποσοστό κατανέμεται ανάμεσα στα μεγαλύτερα εξαγωγικά κέντρα της εποχής ως εξής: την πρώτη θέση καταλαμβάνουν τα κορινθιακά αγγεία με ποσοστό 22%, ακολουθούν τα ιωνικά με 8%, ενώ σποραδική χαρακτηρίζεται η παρουσία της αττικής κεραμικής. Θα αρχίσουμε από τα κορινθιακά δείγματα που περιλαμβάνουν αγγεία πόσεως, κοτύλες και κοτυλίσκες, συχνά με ταινιωτή διακόσμηση στο σώμα και τεθλασμένη γραμμή στη ζώνη των λαβών, χρονολογούμενες στο τελευταίο τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. (Πίν.34.1) 390, ενώ δε λείπουν οι μελαμβαφείς σκύφοι με ακτινωτή διακόσμηση στην περιοχή της βάσης. Αυτοί σύμφωνα με τον Κ. Σουέρεφ ανευρίσκονται μόνο σε ανδρικούς τάφους με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα 391. Σημαντική είναι και η παρουσία των τελετουργικών αγγείων. Απαντώνται εξάλειπτρα, τόσο στους γυναικείους όσο και στους ανδρικούς τάφους (Πίν.34.2). Πρόκειται για ένα σχήμα ιδιαίτερα αγαπητό σε ολόκληρο τον μακεδονικό χώρο με πρωταγωνιστικό ρόλο στο ταφικό τελετουργικό 392. Από τον Τ29 στο οικόπεδο Παπαφλωράτου προήλθε ένα εξάλειπτρο με τη γνωστή διακόσμηση μαύρων κουκκίδων που πλαισιώνονται από συστάδες γραμμών (Πίν.35.1). Πρόκειται για συχνό σχήμα σε πολλά νεκροταφεία. Χρονολογείται ανάλογα με τα συνευρήματα του σε όλο το β μισό του 6 ου αι. π.χ. 393 Ένα άλλο κλειστό αρωματοδοχείο κορινθιακής προέλευσης που βρίσκεται στη Σουρωτή είναι οι 390 Αλλαμανή - Σουρή 2008, 357, 359, Εικ.9, Εικ Σουέρεφ 2000, Το συγκεκριμένο μάλιστα είδος αγγείου εμφανίζεται σε υψηλό ποσοστό ως κτέρισμα και στα νεκροταφεία της Χαλκιδικής, ιδιαίτερα της Κασσάνδρας, τα οποία διαφοροποιούνται από τις νεκροπόλεις του Θερμαϊκού κόλπου ως προς την τυπολογία των τάφων. Πρέπει, ωστόσο να επισημανθεί ότι τα εξάλειπτρα που εντοπίστηκαν στη Χαλκιδική είναι σχεδόν αποκλειστικά κορινθιακά, αντίθετα από το συνδυασμό εγχώριων και κορινθιακών, που αποκαλύπτονται στα νεκροταφεία του μυχού του Θερμαϊκού. 393 Αλλαμανή-Σουρή 2012, 287, σημ. 31 και 32. Το ταφικό σύνολο ολοκληρώνεται με έναν εγχώριο σκύφο με πλατιά ταινιωτή διακόσμηση στο ανώτερο τμήμα του σώματός του, που λόγω του κωνικού σχήματός του δίνει το χρονολογικό στίγμα σχετικά χαμηλά στο τελευταίο τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. 89

96 αρύβαλλοι 394. Φέρουν εικονιστικές παραστάσεις, όπως ένας με σειρά οπλιτών (Πίν.35.2) 395, ενώ ο δεύτερος φέρει τετράφυλλο κόσμημα, το οποίο συνιστά συνηθισμένο διακοσμητικό μοτίβο. Χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. Παρόμοιοι αρύβαλλοι αποτελούν συχνό εύρημα στο νεκροταφείο της Θέρμης 396, έχουν βρεθεί όμως και στην Αγία Παρασκευή. Ως μεμονωμένο εύρημα του κορινθιακού Κεραμεικού αναφέρεται μία πυξίδα με πώμα και κυρτά τοιχώματα διακοσμημένη με ρόδακες, χρονολογούμενη γύρω στα μέσα του 6 ου αι. π.χ. 397 (Πίν.36.1). Ακολουθούν τα αγγεία ιωνικής προέλευσης. Μαρτυρείται η ύπαρξη ιωνικών κυλίκων 398, η μία από τις οποίες έχει στιλπνή γκρίζα επιφάνεια, που την κατατάσσει στα ιωνικά bucchero 399 (Πίν.36.2). Κύλικες αυτού του είδους ήρθαν στο φως στις ανασκαφές των νεκροταφείων του Αρχοντικού 400, ενώ παράλληλα ιωνικές κύλικες αναφέρονται ως κτερίσματα αρχαϊκών τάφων στον Άγιο Αθανάσιο 401 και χρονολογούνται στο γ τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. Απρόσμενο στη Σουρωτή ήταν το εύρημα ενός χιακού κάλυκα 402. Το σύνολο, εκτός από τον κάλυκα περιελάμβανε τέσσερεις κοτύλες κοτυλίσκες (Πίν.36.3). Προς το παρόν πρόκειται για μοναδικό εύρημα. Έχει το χαρακτηριστικό αμφικωνικό σχήμα και φέρει στην κύρια όψη του την παράσταση δύο αντωπών Σφιγγών που πατούν σε πλοχμό. Στη λευκή πίσω όψη κοσμείται με έναν ρόδακα, ενώ εσωτερικά στην περιφέρεια του χείλους υπάρχει διακοσμητική ζώνη με ρόδακες και άνθη λωτού εναλλάξ, πάνω από μαύρο υάλωμα. Κατατάσσεται στα σκεύη πολυτελείας της χιακής κεραμικής και ανήκει στο «ρυθμό 394 Αλλαμανή - Σουρή 2008, 357, της ίδιας 2012, Προέρχεται από τον Τ28 του Οικόπεδου Γκώγκου, συνοδεύεται από άβαφη οινοχόη με κυματιστή ταινιωτή διακόσμηση ερυθρού χρώματος και χρονολογείται στις αρχές του γ τετάρτου 6ου αι. π.χ. Βλ. επίσης Παντερμαλή Τρακασοπούλου 1994, όπου σχολιάζεται ανάλογο εύρημα τάφου από το Καραμπουρνάκι, κορινθιακός αρύβαλλος με διακοσμητική ζώνη με παρατεταγμένους οπλίτες. 396 Σκαρλατίδου κ.ά. 2012, Αλλαμανή - Σουρή 2012, Αλλαμανή - Σουρή 2008, 357, της ίδιας 2012, Αποτελεί το ταφικό σύνολο του Τ39 από το Οικόπεδο Γκώγκου μαζί με έναν μεγάλο εγχώριο σκύφο διακοσμημένο με πλατιές ζώνες ερυθρού χρώματος, που χρονολογείται στα μέσα του 6ου αι. π.χ. 400 Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2012, Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1996, Αλλαμανή - Σουρή 2012, 286. Πρόκειται για τον Τ25 από το οικόπεδο Παπαφλωράτου. 90

97 των καλύκων», σύμφωνα με την ομαδοποίηση της Α. Λαιμού, που μελέτησε διεξοδικά αυτήν την ειδική κατηγορία αγγείων 403. Ενδιαφέροντα είναι τα προϊόντα του αττικού Κεραμεικού που αποτέθηκαν ως κτερίσματα στους τάφους της Σουρωτής, καταδεικνύοντας την επαφή του πολίσματος με το μεγαλύτερο εξαγωγικό κέντρο της νότιας Ελλάδας. Ξεχωρίζουν μία κύλικα τύπου (β τέταρτο 6 ου αι. π.χ.), ένας σκύφος «ερμογένειου τύπου» της Ομάδας «Lancut» (Πίν.37.1) (από τους τελευταίους ακολούθους του Ζ. του Αίμονα, που χρονολογείται στα μέσα του 5 ου αι. π.χ. 405 ), μελαμφαβής κύλικα «τύπου Ρήνειας», μελαμβαφής αλατιέρα που χρονολογείται στο δ τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. (Πίν.37.2) 406, μελανόμορφη κύλικα με ανθεμωτό διάκοσμο (αρχές 5 ου αι. π.χ.), μελαμβαφής κύλικα τύπου C 407 (τέλος 6 ου αι. π.χ.), μελαμβαφές πινάκιο με πόδι (αρχές 5 ου αι. π.χ.), μελαμβαφής λήκυθος, μελανόμορφο ληκύθιο με ανθέμια που εντάσσεται στο εργαστήριο του Ζ. της Μέγαιρας 408, μελαμβαφής άποδη κύλικα, μελανόμορφη κύλικα σκύφος, σκύφος τύπου Β. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει σε δύο αττικές, μελανόμορφες, τριφυλλόστομες οινοχόες με μυθολογικές παραστάσεις 409. Ανήκουν στο ίδιο εργαστήριο και σε μία ομάδα οινοχοών που ο Beazley αποκαλεί «Keyside Class» (η ονομασία σχετίζεται με το μοτίβο του κλειδιού που έχουν δύο οινοχόες της ομάδας από το Würzburg). Φέρουν εικονιστικές μυθολογικές παραστάσεις στις μετόπες τους (Πίν.37.3). Η μία εικονίζει σκηνή Γιγαντομαχίας. Διακρίνεται στο κέντρο της μετόπης η Αθηνά πάνοπλη να επιτίθεται σε μία μορφή κραδαίνοντας το δόρυ της. Πίσω της βρίσκεται ο Ηρακλής. Στη δεύτερη οινοχόη, εικάζεται ότι απεικονίζεται συντμημένη σκηνή του μύθου του καλυδώνιου κάπρου, λόγω του ζώου που ξεπροβάλλει από τη σπηλιά. Υπάρχει μια κεντρική, οπλισμένη μορφή, που προσπαθεί να πληγώσει τον κάπρο και μία δεύτερη μορφή στα αριστερά της πρώτης σε βαθύ ημικάθισμα με ασπίδα και 403 Σημειώνεται ότι από το νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής σώθηκαν δέκα χιακοί κάλυκες, ένας βρέθηκε στο αρχαϊκό νεκροταφείο της Αφύτου, βλ. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2012, 371, και στον Άγιο Αθανάσιο δύο, βλ. Τσιμπίδου - Αυλωνίτη ό.π. σημ Σουέρεφ Χαβέλα 2000, 170. Για ανάλογο αγγείο βλ. Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου, 2012 α, Για παράλληλο βλ. Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου, 2012α, Σουέρεφ Χαβέλα 1999, , Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2000, Για τέσσερα ανάλογα αγγεία από τη Θέρμη που χρονολογούνται στο δ τέταρτο του 6 ου αι. π.χ. βλ., Σκαρλατίδου κ.ά. 2012, 464 με εικόνες. 408 Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Αλλαμανή - Σουρή 2012, Βρέθηκαν στον Τ8 στο οικόπεδο Νούλη Μπεντίκη μαζί με μία κύλικα «τύπου Κρακοβίας». 91

98 χωρίς να διακρίνεται άλλο όπλο, ωστόσο η τελευταία μορφή αποτελεί συχνή εικονογραφική επιλογή σε παραστάσεις ενέδρας, σε σκηνές μάχης κ.ά., επομένως αν ο άνδρας είναι όντως «ενεδρεύων» είναι πιθανό να απεικονίζεται κάποιος άλλος μύθος. Προβληματική για την ταύτιση με το μύθο του καλυδώνιου κάπρου είναι και η απουσία της Αταλάντης ή επιγραφών που να οδηγούν σε ταύτιση των εικονιζόμενων μορφών με τον Μελέαγρο ή τον Πελία. Οι ανασκαφές στη Σουρωτή απέδωσαν μεγαλύτερη ποσότητα υλικού και πολύ ενδιαφέρουσα ως προς την εγχώρια παραγωγή αγγείων, για την οποία οι γνώσεις μας εμπλουτίζονται τα τελευταία χρόνια από όλες τις ανεσκαμμένες θέσεις γύρω από το μυχό του Θερμαϊκού, αλλά και την ενδοχώρα του. Σχεδόν όλοι οι τάφοι του 6 ου 5 ου αι. π.χ. είναι κτερισμένοι με τοπικά αγγεία, ανάμεσα στα οποία κυριαρχεί το χυτροειδές αγγείο. Από τη Σουρωτή προήλθαν αγγεία τοπικών κεραμικών εργαστηρίων με πρότυπα που ανάγονται στην παράδοση περασμένων αιώνων (Ύστερη εποχή Χαλκού / Πρώιμη εποχή Σιδήρου), όπως οπισθότμητες πρόχοι, κανθαροειδείς κοτύλες (βλ. Πίν.34.1), κολοκυθόσχημες οινοχόες. Οι περισσότεροι κτερισμένοι τάφοι με πήλινα σκεύη περιλαμβάνουν κάποιο τοπικό προϊόν, ωστόσο αυτό που εντυπωσιάζει στο υπό διερεύνηση νεκροταφείο είναι η συχνότητα χρήσης του χυτροειδούς αγγείου, ως κτέρισματος σε τάφους του 6 ου και 5 ου αι. π.χ. 410 (Πίν.38.1). Συνοδεύεται συνήθως από σιδερένια, χάλκινα ή λίγα χρυσά κοσμήματα, που όμοια με το αγγείο έχουν αργή τυπολογική εξέλιξη και κατά συνέπεια δυσχεραίνεται η χρονολόγηση των τάφων. Τα παραπάνω σκεύη έχουν σφαιρικό σώμα, επίπεδη βάση, έξω νεύον χείλος και ταινιωτή λαβή. Η εξωτερική τους επιφάνεια είναι αδρή και συχνά φέρει διακόσμηση κάθετων γραμμών από στιλβωτήρα. Τα πιο πολλά δείγματα φέρουν ίχνη καύσης από την τοποθέτησή τους στη φωτιά 411. Βρίσκονται κοντά στα πόδια των νεκρών σε πλούσιες ή φτωχικά κτερισμένες ταφές και αποτελούν ταφικό δώρο τόσο σε ανδρικούς όσο και σε γυναικείους τάφους. Η μεγάλη συχνότητα με την οποία συναντώνται στο συγκεκριμένο νεκροταφείο, παράλληλα με τη σπανιότερη χρήση τους σε άλλα, οδήγησε στην υπόθεση ότι ενδεχομένως πρόκειται για ένα τοπικά περιορισμένο ταφικό έθιμο, το οποίο δε μπορούμε να ερμηνεύσουμε προς το παρόν. 410 Αλλαμανή - Σουρή 2008, 357. Το αγγείο συνεχίζει την παράδοση της Πρώιμης εποχής Σιδήρου και έχει διάρκεια χρήσης μέχρι τα ελληνιστικά χρόνια. 411 Σουέρεφ Χαβέλα 2002,

99 Οι εγχώριοι σκύφοι έχουν βαθύ σώμα, οριζόντιες λαβές κυκλικής διατομής και δακτυλιόσχημη βάση. Διακοσμούνται με ταινίες (κοκκινωπού ή μαύρου χρώματος) τόσο στην εξωτερική όσο και την εσωτερική τους επιφάνεια (Πίν.38.2). Οινοχόες έχουν αποκαλυφθεί δύο ειδών: από το οικόπεδο Νούλη Μπεντίκη (Τ30) προήλθε ένα σύνολο κτερισμένο αποκλειστικά με εγχώρια αγγεία: ένα κύπελλο, ένα χυτροειδές αγγείο και μία οινοχόη (Πίν.38.3). Η τελευταία είναι οπισθότμητη, με έντονη στίλβωση και λαμπρό υάλωμα στο λαιμό. Ανήκει στην ομάδα των κολοκυθόσχημων οινοχοών, για τις οποίες έχει γίνει λόγος και παραπάνω. Τα πρότυπά τους ανάγονται στην Πρώιμη εποχή του Σιδήρου, καλύπτουν πάντως χρονολογικά όλο το β μισό του 6 ου αι. π.χ. 412 Η δεύτερη ομάδα οινοχοών που αποκαλύφθηκαν στο νεκροταφείο της Σουρωτής είναι οι τεφρές τριφυλλόστομες οινοχόες 413 (Πίν.39.1). Ανήκουν στη γκρίζα κεραμική των αρχαϊκών χρόνων. Χαρακτηρίζονται από κωνική βάση, απιόσχημη κοιλιά με πλατύ ώμο, τρίλοβο χείλος και υπερυψωμένη κάθετη λαβή 414. Οι άποδες κύλικες δε θυμίζουν καθόλου τις πορτοκαλόχρωμες «ωοκέλυφες» που εντοπίζονται στους οικισμούς του μυχού του Θερμαϊκού κόλπου. Κοσμούνται εσωτερικά και εξωτερικά με ταινιωτή διακόσμηση. Οι κανθαροειδείς κοτύλες στη Σουρωτή εκπροσωπούνται με λίγα δείγματα, ενώ σε άλλα νεκροταφεία αποτελούν συχνό εύρημα. Έχουν στιλβωμένη επιφάνεια και φέρουν συνεχόμενη τεθλασμένη γραμμή στο χείλος. Τα κορινθιακά εξάλειπτρα εισήχθησαν από την Κόρινθο στον μακεδονικό χώρο από το β τέταρτο του 6 ου αι. μέχρι το γ τέταρτο του 5 ου αι. π.χ. και χρησιμοποιήθηκαν ως κτερίσματα σε τάφους. Γρήγορα έγιναν δημοφιλή και άρχισαν να παράγονται σε εγχώρια εργαστήρια. Τα τοπικά εξάλειπτρα δε λείπουν από το νεκροταφείο της Σουρωτής 415 (Πίν.39.2), ενώ έχει επισημανθεί ήδη ο μεγάλος αριθμός που προήλθε από την Αγία Παρασκευή. 412 Για την ένταξη της συγκεκριμένης ομάδας αγγείων στην τοπική ή τη γηγενή κατηγορία κεραμικής, σύμφωνα με την πρόσφατη ταξινόμηση της εγχώριας κεραμικής από τον Μ. Τιβέριο βλ. Τιβέριος 2013, 19 και 22, Εικ Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Πρόκειται για το πιο συχνό σχήμα γκρίζας κεραμικής στο δυτικό νεκροταφείο του Αρχοντικού, βλ. Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2012, Για την ευρεία εξάπλωση των εξαλείπτρων, την άμεση τοπική αντίδραση των κεραμέων στις κορινθιακές εισαγωγές με την παραγωγή τεσσάρων τύπων τοπικών εξαλείπτρων (γωνιώδη, 93

100 Ως προς τις τοπικές κατηγορίες κεραμικής η πιο ευδιάκριτη στο νεκροταφείο είναι η τεφρόχρωμη. Αντιπροσωπεύεται κυρίως από κανθαροειδείς κοτύλες. Μία δεύτερη κατηγορία είναι η λεγόμενη «χαλκιδικιώτικη κεραμική» 416. Πρόκειται για μία τοπική γραπτή κεραμική της οποίας τα χαρακτηριστικά είναι απλές, οριζόντιες ή κυματοειδείς ταινίες πάνω σε αραιό επίχρισμα, καθώς και ζώνες με γεωμετρικά και φυτικά μοτίβα (ομόκεντροι κύκλοι, σιγμοειδή μοτίβα, ανθέμια, ακτινωτά άνθη, κισσόφυλα). Πολύ σπάνια εικονίζονται ανθρώπινες και ζωικές μορφές μελανόγραφες ή με περίγραμμα. Στη Σουρωτή υπάρχουν λίγα δείγματα σκύφων και εξαλείπτρων με απλή γραμμική διακόσμηση οριζόντιων ταινιών στο εξωτερικό και το εσωτερικό των αγγείων. Η κατηγορία αυτή εντάσσεται ωστόσο σε μία ευρύτερη ομάδα των αρχαϊκών χρόνων, την κυματοειδή κοινή (waveline koine ), που απαντάται σε πλήθος ελληνικών αποικιών της Δύσης, της Ανατολής και της Μαύρης θάλασσας. Η αφετηρία της οριοθετείται στα εργαστήρια της Μικράς Ασίας, στην Ιωνία και την Αιολία, και η βορειοελλαδική εκδοχή της είναι τόσο επηρρεασμένη από αυτά, που συχνά είναι δύσκολη η διάκριση εγχώριων και εισαγόμενων προϊόντων. Τέτοιο παράδειγμα είναι μία αποσπασματική οινοχόη από τη Σουρωτή, με συνδυασμό αμφικωνικά, πεπλατυσμένα, με συνεχές περίγραμμα, αλλά και για ντόπια, γκρίζα, γραπτά και γανωμένα παραδείγματα βλ. Τσούγγαρης 2006, 6-9, Επίσης για την υπόθεση ότι περιείχαν αρωματισμένο νερό ή έλαιο για την επάλειψη του σώματος του νεκρού και ότι αντικατέστησαν τα προγενέστερα μόνωτα φιαλόσχημα αγγεία που προορίζονταν για την ίδια χρήση βλ. του ίδιου, σελ. 15. Κατατοπιστικό για αυτό το αγαπητό σχήμα αγγείου στη Μακεδονία είναι και το άρθρο της Β. Σαριπανίδη 2012, Ανάμεσα σε άλλα τονίζεται η απουσία των εξαλείπτρων ως κτερισμάτων στον τόπο προέλευσής τους, την Κόρινθο, ενώ στη Μακεδονία η χρήση τους συνεχίζεται μέχρι τον 4 ο αι. π.χ. Για την αντιπαραβολή μεταξύ κλειστών (αρύβαλλοι, αλάβαστρα, αμφορίσκοι, λήκυθοι) και ανοικτών αρωματοδοχείων (εξάλειπτρα, πλημοχόες) με την παράλληλη διαπίστωση ότι η χρήση των πρώτων διακρίνει τις πλούσιες ταφές στο Αρχοντικό, τη Σίνδο και τη Θέρμη και αποσκοπούσε στη διαφοροποίηση και την ιδιαίτερη προβολή των νεκρών βλ. ειδικά τις σελίδες Για την υπόθεση ότι τα εξάλειπτρα κυριάρχησαν στο ταφικό τελετουργικό της περιοχής (λουτρό και αρωματισμός), επειδή κρίθηκαν καταλληλότερα για πρακτικούς λόγους, καθώς διευκόλυναν τη φύλαξη τοπικών παρασκευασμάτων βλ. της ίδιας, 288. Αντίθετα από τον Χ. Τσούγγαρη η Β. Σαριπανίδη υποστηρίζει ότι πέρα από το υγρό περιεχόμενο τα εξάλειπτρα μπορεί να περιείχαν αρωματικές ύλες σε παχύρρευστη ή κονιορτοποιημένη μορφή, ντόπιας παραγωγής, ενώ τα κλειστά αρωματοδοχεία λόγω σχήματος και μικρού μεγέθους υποθέτει ότι φιλοξενούσαν ακριβότερα αρωματικά λάδια. 416 Αλλαμανή - Σουρή 2012, , της αποδόθηκε συμβατικά αυτό το όνομα καθώς έγινε αρχικά γνωστή από θέσεις της Χαλκιδικής, ωστόσο παρουσιάζει αξιοσημείωτη διάδοση στο βορειοελλαδικό χώρο, από τη Θράκη μέχρι τα δυτικά όρια της κεντρικής Μακεδονίας και κατασκευαζόταν σε διάφορα επιμέρους κέντρα. Για την κεραμική αυτή κατηγορία βλ. Σαριπανίδη 2013, , Χαβέλα 2013,

101 καστανών οριζόντιων ταινιών και σιγμοειδούς μοτίβου ανά ζώνες πάνω από ένα κρεμώδες άλειμμα (Πίν.39.3). Χρονολογείται στον όψιμο 6 ο αι. π.χ. Η «χαλκιδικιώτικη κεραμική», παρά τον συχνό εντοπισμό της, παρουσιάζει ανομοιογένεια / ποικιλία στην ορολογία που χρησιμοποιείται για την περιγραφή της 417. Ο γενικός όρος «ιωνίζουσα», κρίνεται προβληματικός, καθώς περισσότερα του ενός χαρακτηριστικά ενός αγγείου μπορεί να παραπέμπουν στο χώρο της Ιωνίας. Ένας από τους τελευταίους διαχωρισμούς που προτάθηκε για τα αγγεία αυτής της κατηγορίας κατέληξε σε δύο βασικές ομάδες. Η πρώτη είναι η ομάδα με γραμμική διακόσμηση, που περιλαμβάνει δύο βασικές υπο-ομάδες, α) την ταινιωτή κεραμική 418 και β) την κυματιστή κεραμική 419. Η δεύτερη ομάδα πήρε την ονομασία «ποικίλος ρυθμός» και συνδυάζει τα μοτίβα της πρώτης ομάδας μαζί με φυτικά και γεωμετρικά θέματα 420. Μία άβαφη οινοχόη από τη Σουρωτή διασώζει κυματιστή και ταινιωτή διακόσμηση με ερυθρό χρώμα και μπορεί γι αυτό το λόγο να ενταχθεί στην ομάδα της κυματοειδούς γραμμικής διακόσμησης 421 (βλ. Πίν.35.2). Ο χρονικός ορίζοντας χρήσης της «χαλκιδικιώτικης κεραμικής» αρχίζει από τον πρώιμο 7 ο αι. π.χ. και διαρκεί περίπου ως τα μέσα του 4 ου αι. π.χ. Ο 4 ος αι. π.χ. εκπροσωπείται στη Σουρωτή με κάποια δείγματα 422. Τα συνηθέστερα πήλινα αγγεία που αποτίθενται ως κτερίσματα στους τάφους είναι στερεότυπα 423 : μελαμβαφείς κάνθαροι (Πίν.40.1), μελαμβαφείς σκύφοι τύπου Α, μελαμβαφή σκυφίδια και φιαλίδια. Δε λείπουν τα αρυβαλλοειδή ληκύθια με ερυθρόμορφο ανθέμιο 424 (Πίν.40.2), πυξίδες με πώμα, μυροδοχείο με ταινιωτή διακόσμηση. 417 Η Α. Παντή χρησιμοποιεί τον όρο γραπτή κεραμική με επιδράσεις από την Ιωνία και τη χωρίζει σε : α) γραπτή ταινιωτή και β) ολόβαφη ή μονόχρωμη, ενώ ο Μ. Τιβέριος τη διακρίνει σε δύο ομάδες: α) την ομάδα του ποικίλου ρυθμού και β) την ομάδα της κυματοειδούς γραμμικής διακόσμησης. Την ομαδοποίησή του ακολουθεί στην ουσία και η Χαβέλα που ασχολήθηκε με τη συγκεκριμένη κατηγορία κεραμικής από τον οικισμό και το νεκροταφείο της Τούμπας Θεσσαλονίκης. 418 Τα αγγεία φέρουν διακόσμηση με οριζόντιες ταινίες 419 Τα αγγεία κοσμούνται με κυματιστές ταινίες ή γραμμές σε οριζόντια ή κάθετη διάταξη. 420 Χαβέλα 2013, Χρονολογείται στα π.χ. από τον κορινθιακό αρύβαλλο με οπλίτες μαζί με τον οποίο δημιουργούν το ταφικό σύνολο του Τ28, από το οικόπεδο Γκώγκου, βλ. Αλλαμανή - Σουρή 2008, Οι διαφορές ως προς την τυπολογία των λακκοειδών τάφων που αποκτούν μνημειακό χαρακτήρα έχουν αναφερθεί παραπάνω. 423 Σουέρεφ Χαβέλα 2002, , Αλλαμανή - Σουρή 2008, 359, Σουέρεφ 2009, Για αρυβαλλοειδή ληκύθια και μελαμβαφείς σκύφους που χρησιμοποιήθηκαν ως κτερίσματα σε τάφους στο νεκροταφείο της Πολίχνης βλ. Λιούτας κ.ά. 2003,

102 Μεμονωμένο είναι το παράδειγμα μίας ερυθρόμορφης υδρίας του Ζ. της Ολύνθου 425 (Πίν.40.3). Η εικονιστική παράσταση στην κύρια όψη αποδίδει γυναικεία ιματιοφόρο μορφή να πηγαίνει προσφορά σε ιωνικό βωμό. Πλαισιώνεται από δύο οριζόντια ιωνικά κυμάτια. Ανάλογα ευρήματα έχουν βρεθεί στην Όλυνθο και στο νεκροταφείο της Αρέθουσας 426. Ο D. M. Robinson χρονολογεί τα παραδείγματα της Ολύνθου στο γ ή β τέταρτο του 4 ου αι. π.χ., αν και το σχήμα του αγγείου ανήκει στο β μισό του 4 ου αι. π.χ. Ανάλογη χρονολόγηση προτείνει και ο Κ. Σουέρεφ. Ορισμένα μελαμβαφή ή ερυθρόμορφα αγγεία κατασκευάζονται σε τοπικά εργαστήρια, που λειτουργούν από τις αρχές του 4 ου αι. π.χ. και εντείνουν την παραγωγή τους μέσα στον αιώνα με αποτέλεσμα τον περιορισμό των αττικών εισαγωγών και την προετομασία του εδάφους για την παραγωγή της μακεδονικής κεραμικής των ελληνιστικών χρόνων Μεταλλικά αντικείμενα Η ιδιαίτερη πολιτιστική φυσιογνωμία του νεκροταφείου της Σουρωτής αναδεικνύεται και από τα μεταλλικά ευρήματα που αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφών. Αυτά κατανέμονται σε σιδερένια όπλα και σε σιδερένια και χάλκινα κοσμήματα για τους άνδρες, ενώ οι γυναικείες ταφές κτερίζονται με κοσμήματα, χάλκινα κατά κανόνα, χωρίς όμως να λείπουν και τα χρυσά 427. Τα ανδρικά όπλα είναι επιθετικά. Ως ταφικά δώρα συναντώνται σιδερένια εγχειρίδια 428 και σιδερένιες αιχμές δοράτων (Πίν.41.1), τοποθετημένες συχνά ανά ζεύγη. Η Β. Αλλαμανή επισημαίνει τη σχετικά περιορισμένη χρήση τους 429. Στα ανδρικά κοσμήματα συγκαταλέγονται ασημένιες και σιδερένιες διπλές περόνες, καθώς και σιδερένια, χάλκινα και ασημένια δακτυλίδια. Λίγα είναι τα χρυσά επιστόμια. 425 Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Ό.π. σημ.425. Βλ. σημ. 9, 10, 11 με βιβλιογραφία. 427 Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Πρέπει να αναφερθεί και η περίπτωση γυναικείας ταφής στην οποία καταγράφηκε ανάμεσα σε μεγάλο αριθμό κοσμημάτων και αγγείων ένα μικρό σιδερένιο εγχειρίδιο. Βλ. σχετικά Σουέρεφ Χαβέλα 1999, Αλλαμανή-Σουρή 2008, 357. Ανάλογο φαινόμενο καταγράφεται και στο νεκροταφείο της Τούμπας Θεσσαλονίκης. 96

103 Οι γυναικείοι τάφοι του 6 ου και του 5 ου αι. π.χ., όπως είναι αναμενόμενο, παρουσιάζουν αυξημένη ποικιλία ως προς τα κοσμήματα, τα λεγόμενα «μακεδονικά χαλκά» 430, που παράγονται από ντόπια εργαστήρια και παρουσιάζουν μακρόχρονη επιβίωση ως τον 5 ο αι. π.χ., αλλά και αξιοσημείωτη γεωγραφική διασπορά, καθώς έχουν εντοπιστεί από τα ηπειρωτικά Βαλκάνια και τη νότια Ελλάδα μέχρι τις αποικίες της Μεγάλης Ελλάδας ως προσφορές και αναθήματα σε ιερά 431. Η αρχική χρήση τους ήταν ασφαλώς πρακτική: αποτελούσαν εξαρτήματα της γυναικείας αμφίεσης, πιστοποιώντας το ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο μεταλλουργίας των οικισμών γύρω από το μυχό του Θερμαϊκού και ειδικά αυτών κοντά στους ποταμούς Αξιό και Γαλλικό από την Ύστερη εποχή του Χαλκού Πρώιμη εποχή του Σιδήρου. Η Θ. Σαββοπούλου πιστεύει πως η παρουσία τους στους γυναικείους τάφους σηματοδοτεί τη διακριτή θέση της γυναίκας στις τοπικές κοινωνίες, διότι τα αντικείμενα αυτά ήταν επενδυμένα με θρησκευτικό και συμβολικό περιεχόμενο 432. Επιστρέφοντας στις γυναίκες της Σουρωτής, αυτές φορούσαν χάλκινους κρίκους ως ενώτια τα δακτυλίδια κυμαίνονταν από απλούς κρίκους, δακτυλίδια ανοικτού τύπου, που σχημάτιζαν ατελή σπείρα και δακτυλίδια κλειστού τύπου μέχρι δακτυλίδια με σπειροειδείς απολήξεις. Τα περιδέραια αποτελούνταν από ατρακτόσχημες αμφικωνικές ψήφους (Πίν.41.2) και ψήφους από άλλα υλικά (γυαλί, κεχριμπάρι, οστό), ενώ δεν λείπουν τα περίαπτα σε σχήμα αμφορέα και διπλού πέλεκυ 433, που πιθανόν αποτελούσαν ψήφους περιδεραίων. Τα χάλκινα ψέλια ήταν είτε πολύσπειρα είτε με μονή σπείρα. Έφεραν τετράγωνες απολήξεις ή απολήξεις με κεφαλές φιδιών 434. Αναφέρονται και δείγματα με εμπίεστη ή στικτή διακόσμηση 435. Οι πόρπες 430 Αυτή η ονομασία προέκυψε από τη δημοσίευση ενός συνόλου χάλκινων κοσμημάτων από τον Θ. Μακρίδη το Επειδή, ωστόσο η συντριπτική πλειοψηφία τους (85%) προέρχεται από θέσεις ευρύτερα της περιοχής του Αξιού, προτάθηκε η μετονομασία τους σε «παιονικά». Σαββοπούλου 2004, 315 με σημ Βοκοτοπούλου Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, Σύμφωνα με την ίδια μελετήτρια στην Αξιούπολη βρέθηκαν πυξιδόμορφα περίαπτα, τα οποία περιείχαν οπιούχες ουσίες, όπως αποδείχτηκε με τη συβολή της αρχαιομετρίας. Συνδυάζοντας το παραπάνω δεδομένο με την ομηρική παράδοση για τη λατρεία του θεού Απόλλωνα από τους Παίονες, διατυπώθηκε η θεωρία ότι οι γυναίκες που τα φορούσαν είχαν ενδεχομένως θρησκευτικές ιερατικές ιδιότητες. Σαββοπούλου 2004, Οι πελέκεις δεν ήταν χρηστικά αντικείμενα, είχαν χαρακτήρα καθαρά συμβολικό και ανευρίσκονται από την κεντρική Ευρώπη και τη Σκανδιναβία ως την Κρήτη. Σαββοπούλου 2004, 314 με υποσημ. 35. Διπλοί και τριπλοί πελέκεις αποτελούν χαρακτηριστικό κτέρισμα στους τάφους του νεκροταφείου των τύμβων στη Βεργίνα, βλ. Βοκοτοπούλου Κουκούλη - Χρυσανθάκη 1993, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, 172. Για ανάλογα βραχιόλια με απόληξη σε κεφαλές φιδιών και παρόμοια γυναικεία κοσμήματα βλ. Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2012α,

104 ήταν αποκλειστικά στον τύπο των τοξωτών. Αξιοσημείωτη είναι και η παρουσία σφηκωτήρων, που άλλοτε έχουν τη μορφή χρυσών ελασμάτων κυκλικής διατομής και άλλοτε είναι μικροί κύλινδροι με εγχάρακτη διακόσμηση. Τον 4 ο αι. π.χ. η παρουσία των μεταλλικών αντικειμένων είναι αισθητά μειωμένη σε σχέση με τους δύο προηγούμενους αιώνες, όταν όμως αυτά συμπεριλαμβάνονται ως κτερίσματα είναι εντυπωσιακά. Στον Τ2, στο Ο.Τ. 40 αποκαλύφθηκαν τμήματα από επίχρυσο στεφάνι με φύλλα μυρτιάς (Πίν.41.3), χρυσά ενώτια με απολήξεις σε κεφαλές λεόντων και χρυσό σπειροειδές δακτυλίδι 436. Αυτήν την περίοδο εμφανίζεται στη Σουρωτή και το έθιμο της τοποθέτησης χαρώνειων οβολών στο στόμα ή το χέρι των νεκρών, που ήταν απαραίτητα πια για το μακρινό ταξίδι. Τα περισσότερα χρονολογούνται από το α τέταρτο του 4 ου αι. π.χ. (νομίσματα Αμύντα Γ ) μέχρι τα πρώτα χρόνια του 3 ου αι. π.χ. ( νομίσματα Δημήτριου Πολιορκητή) Ειδώλια Στις δημοσιεύσεις του νεκροταφείου γίνεται αναφορά σε ένα πήλινο ειδώλιο γυναικείας καθιστής μορφής και δύο ζωόμορφα ειδώλια Η φυσιογνωμία του νεκροταφείου της Σουρωτής Από την έκθεση των παραπάνω είναι δυνατόν να προχωρήσει κανείς στην περιγραφή της φυσιογνωμίας του νεκροταφείου και των προτιμήσεων των κατοίκων. Η κατεξοχήν ταφική πρακτική που εφαρμόζεται είναι ο ενταφιασμός και η κτέριση είναι λιτή ως προς τα πήλινα σκεύη. Οι επιλογές των κατοίκων φανερώνουν μία τάση προς την παραδοσιακή, εγχώρια κεραμική παραγωγή, που διέπεται από συντηρητισμό και αναπαραγωγή σχημάτων με πρότυπα αναγόμενα σε παλιότερες εποχές (οπισθότμητες πρόχοι, κανθαροειδείς κοτύλες, χυτροειδή). Η συχνή παρουσία των 435 Σουέρεφ Χαβέλα 1999, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Αλλαμανή - Σουρή 2008, 359, Σουέρεφ 2009, 361. Τα περισσότερα νομίσματα είναι κοπές του μακεδονικού βασιλείου. Αναγνωρίστηκαν νομίσματα Περδίκκα Γ, Φιλίππου Β, Αλεξάνδρου Γ, Κασσάνδρου. Μεμονωμένη προς το παρόν είναι η περίπτωση ασημένιου τριόβολου Ακάνθου (5 ος αι. π.χ.). 438 Σουέρεφ Χαβέλα 1999, 124, Σουέρεφ Χαβέλα 2002,

105 χυτροειδών αγγείων ως κτερισμάτων, μπορεί να ερμηνευτεί ως τοπική ιδιαιτερότητα, χωρίς παράλληλη παρουσία σε άλλα νεκροταφεία της ευρύτερης περιοχής 439. Παρατηρείται σαφής διαφοροποίηση της εγχώριας κεραμικής του νεκροταφείου της Σουρωτής σε σχέση με την αντίστοιχη από τα νεκροταφεία των παράλιων πολισμάτων του Θερμαϊκού. Στη Σουρωτή, το σχηματολόγιο των αγγείων είναι πιο χονδροκομμένο, ενώ πλήρης είναι η απουσία της πορτοκαλόχρωμης ωοκέλυφης κεραμικής, που εμφανίζεται συχνά στην Τούμπα Θεσσαλονίκης και το Καραμπουρνάκι 440. Το σύνολο των ευρημάτων δείχνει ότι η κεραμική της Σουρωτής σχετίζεται περισσότερο με αυτήν της χαλκιδικής ενδοχώρας και της Ολύνθου. Στα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του νεκροταφείου περιλαμβάνονται η περιορισμένη παρουσία όπλων, ενώ αντίθετα άφθονη είναι η συγκέντρωση των μακεδονικών χαλκών. 6.5 Το υπογεωμετρικό κτίριο Εκτός από τα στοιχεία της ταφικής οργάνωσης οι ανασκαφές στη Σουρωτή απέδωσαν και οικιστικά κατάλοιπα. Πρόκειται για τα υπολείμματα ενός μακρόστενου κτηρίου με πιθανόν αψιδωτή κάτοψη που βρέθηκε στα νότια όρια του νεκροταφείου (Ο.Τ. 58) 441 (Πίν.42.1). Το υλικό δομής των σωζόμενων τοίχων είναι το ίδιο με αυτό που χρησιμοποιείται για τις καλύψεις των τάφων. Η αποσπασματικότητα της λίθινης θεμελίωσης και η απουσία ανωδομής δε διευκολύνουν τη μελέτη του κτηρίου, ωστόσο κατέστη δυνατό να ταυτιστούν δύο χώροι. Οι δύο τοίχοι του χώρου Α ίσως σχημάτιζαν αψίδα στο σημείο σύγκλισής τους, αλλά δυστυχώς είχαν καταστραφεί στο σημείο από μεταγενέστερο τάφο σύμφωνα με τους ανασκαφείς. Αψιδωτά κτίρια της πρώιμης εποχής Σιδήρου / γεωμετρικών χρόνων (11 ος 8 ος αι. π.χ.) είναι γνωστά από τον Πλαταμώνα, τον Καστανά, την Άσσηρο, την Τούμπα Θεσσαλονίκης, την Εύβοια και πολλές περιοχές της νότιας Ελλάδας 442. Το δάπεδο του χώρου Α είναι 439 Αλλαμανή - Σουρή 2012, Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Σουέρεφ Χαβέλα 2004, , Σουέρεφ 2009, Για αψιδωτά κτίρια, αλλά και ορθογώνια των γεωμετρικών χρόνων από τη Μακεδονία και τον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο βλ. Μazarakis - Ainian 1997, 43-44, , , , όπου στις δύο τελευταίες σελίδες αναφέρεται διεξοδικά στο αψιδωτό κτίριο που ανασκάφηκε στην Τούμπα Θεσσαλονίκης και διαχωρίζει σε αυτό χώρους κατοίκησης και χώρους εργαστηριακούς/ αποθηκευτικούς με βάση τα ευρήματα (πίθοι και υφαντικά βάρη). 99

106 χαλικόστρωτο και σώζεται αποσπασματικά. Στο κέντρο του χώρου βρέθηκε συγκέντρωση καύσης και οστών που σχετίζεται με τροφοπαρασκευαστικές δραστηριότητες, επομένως ίσως υπήρχε στο σημείο μία εστία. Βορειοανατολικά του χώρου Α βρίσκεται ο χώρος Β. Ερευνήθηκε τμηματικά, ήταν πλακόστρωτος και στη νοτιοανατολική γωνία ο εντοπισμός καύσης οδήγησε στην υπόθεση την για την ύπαρξη μίας εστίας. Παράλληλα εντοπίστηκε τριπτήρας και μυλόπετρα, ευρήματα τα οποία ενδεχομένως σηματοδοτούν εργαστηριακή χρήση του χώρου. Οι ανασκαφείς πιστεύουν, βασισμένοι στα παραπάνω ευρήματα, πως η άλεση καρπών που λάμβανε χώρα σε αυτό το τμήμα του κτηρίου, απομακρυνόταν από την απλή οικιακή χρήση. Η διάσπαρτη παρουσία οργανικών υλών στο χώρο και η ύπαρξη πασσαλότρυπων προσέφεραν στοιχεία για την ανωδομή και τη στέγαση του κτιρίου, που ήταν από ξύλο. Από το εσωτερικό των χώρων συλλέχθηκε ποσότητα εγχώριας χειροποίητης κεραμικής της εποχής του Σιδήρου (φιάλες, οπισθότμητες πρόχοι, χυτροειδή), που συνυπήρχε με γραπτή τοπική και επείσακτη κεραμική με γεωμετρική διακόσμηση και χρονολογούν το κτίριο στα υπογεωμετρικά / πρώιμα αρχαϊκά χρόνια (8 ος 7 ος αι. π.χ.). Οι τάφοι που κατασκευάστηκαν αργότερα στο ίδιο σημείο εντάσσονται χρονικά στον 6 ο αι. π.χ. Η ύπαρξη πολύχωρων αρχιτεκτονημάτων κατά την εποχή του Σιδήρου δε συνιστά ασυνήθιστο γεγονός. Συχνά αποτελούνται από ορθογώνια δωμάτια, που σχηματίζουν ομάδες των τριών ή τεσσάρων και διαμορφώνουν ανεξάρτητες οικιστικές ενότητες, στην ουσία ανεξάρτητα νοικοκυριά 443. Για παράδειγμα, στον Καστανά έχει αποκαλυφθεί ένα οικιστικό συγκρότημα της υστερογεωμετρικής εποχής με δώδεκα δωμάτια, εκ των οποίων τα τέσσερα αποτελούν μια ξεχωριστή οικιστική ενότητα μέσα στην οποία επιτελούνταν συγκεκριμένες λειτουργίες, όπως προέκυψε από τον εντοπισμό εστίας και εργαλείων. Άλλα δωμάτια φαίνονται τελείως ανεξάρτητα και σε επαφή με το δρόμο. Ο ανασκαφέας του συγκεκριμένου οικισμού συχετίζει το παραπάνω κτήριο με αρχιτεκτονικούς τύπους δανεισμένους από τη νότια Ελλάδα και πιστεύει οτι κατά τον 12 ο αι. π.χ. είχαν εγκατασταθεί στον Καστανά Μυκηναίοι, οι οποίοι πέρα απο τους αρχιτεκτονικούς τύπους μετέφεραν στο βορρά και ότι άλλο μπορεί να συναχθεί σε επίπεδο ιδεολογίας (π.χ. οργάνωση και διοίκηση μυκηναϊκού 443 Χαβέλα 2012, 317 με σημ

107 τύπου). Στη Νέα Αγχίαλο έχει αποκαλυφθεί επίσης τμήμα ορθογωνίου δωματίου, που ανήκε σε μεγαλύτερο οικοδομικό συγκρότημα του 8 ου αι. π.χ. 444 Παρόμοια και στη Νέα Φιλαδέλφεια 445 αποκαλύφθηκε σε τραπεζιόσχημο ύψωμα της εποχής Σιδήρου ένα ορθογώνιο οικοδόμημα, το οποίο στην πιο ολοκληρωμένη φάση του αποτελούνταν από τρεις ευρύχωρους χώρους και πρόστεγο. Εκεί εντοπίστηκαν αγγεία, μυλόπετρες και σφονδύλια που μαρτυρούν οικοτεχνικές δραστηριότητες, αλλά και ένας πιθεώνας με δεκαεπτά πιθάρια in situ. Συλλέχθηκε μεγάλη ποσότητα κεραμικής γεωμετρικής εποχής, ευβοϊκής προέλευσης και εγχώρια ασημίζουσα. Ο χώρος ερμηνεύτηκε ως μικρή εγκατάσταση οικιστικού χαρακτήρα και ο χρονικός ορίζοντας χρήσης του κυμαίνεται από τον όψιμο 9 ο αι. ως τον 7 ο αι. π.χ. Το πιο κοντινό παράδειγμα με το κτίσμα της Σουρωτής, όχι τόσο μορφολογικά και χρονικά, αλλά ως προς το ανασκαφικο περιβάλλον είναι ένα τμήμα κτηρίου που βρέθηκε στη Θέρμη 446, στο χώρο του νεκροταφείου, σε περιοχή όμως που είχε αλλάξει χρήση, καθώς οι κοντινότεροι τάφοι είναι αρχαϊκοί, ενώ τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα χρονολογούνται σε όλη τη διάρκεια του 4 ου αι. π.χ. Αποκαλύφθηκαν τρία δωμάτια γύρω από έναν αύλειο χώρο. Τα κινητά ευρήματα παρουσιάζουν ενδιαφέρον: σε ένα χώρο βρέθηκε μία γυναικεία προτομή και τμήματα δύο ακόμη ειδωλίων, που δημιουργούν υπόνοιες για πιθανή λατρευτική χρήση του χώρου. Σε ένα άλλο χώρο, ωστόσο εντοπίστηκαν αγνύθες, σκύφοι, και αποθηκευτικά αγγεία, παραπέμποντας σε οικοτεχνικές δραστηριότητες. Καθώς η ταύτιση με ιερό θεωρήθηκε εξαιρετικά επισφαλής, το κτήριο ερμηνεύτηκε ως ενδιαίτημα ατόμων, που οι δραστηριότητες τους σχετίζονταν με τις ανάγκες της νεκρόπολης 447. Η παράθεση του παραδείγματος της Θέρμης, αν και χρονολογικά δε συμβαδίζει με τα κατάλοιπα από τη Σουρωτή, θεωρείται, ωστόσο, χρήσιμη και ενδεικτική λόγω της σύνδεσης και των δύο κτιρίων με τον χαρακτήρα του χώρου στον οποίο βρέθηκαν. 6.6 Το ανθρωπολογικό υλικό 448 Αποτελεί ευτύχημα το γεγονός ότι παράλληλα με την ανασκαφή του νεκροταφείου της Σουρωτής, μίας σημαντικής νεκρόπολης των αρχαϊκών κλασικών χρόνων 444 Ο.π. σημ Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 1998, Αλλαμανή κ.ά. 1999, Ό.π. σημ Παπαγεωργοπούλου 2004,

108 συλλέχθηκε και μελετήθηκε το οστεολογικό υλικό που προήλθε από τις ανασκαφές του Δεν είναι βέβαια ολοκληρωμένο, ωστόσο οι πληροφορίες από το υλικό αυτό, έστω και αποσπασματικές είναι χρήσιμες. Τονίζεται, μάλιστα, πως η εξαγωγή των όποιων συμπερασμάτων κατέστη δυνατή χάρη στην προσεκτική συλλογή και φύλαξή του. Οι ίδιοι οι ανασκαφείς επισημαίνουν την πολύ καλή διατήρηση των οστών των περισσοτέρων σκελετών κατά τη διάρκεια των ανασκαφών 449. Πραγματοποιήθηκε δημογραφική μελέτη (προσδιορισμός φύλου και ηλικίας) και παλαιοπαθολογική (αυτή αφορά τόσο στο σκελετικό, όσο και στο οδοντικό υλικό) με σκοπό την ανασύνθεση των επιπέδων υγείας, των διατροφικών συνηθειών και των επιγενετικών χαρακτηριστικών. Από τα παραπάνω προκύπτουν στοιχεία ως προς το βιολογικό προφίλ του πληθυσμού, το βαθμό στατιστικής συγγένειας με γειτονικούς πληθυσμούς και τις κληρονομικές ανατομικές ανωμαλίες. Εξετάστηκαν οδοντικά και οστικά κατάλοιπα 124 σκελετών. Όπως προαναφέρθηκε η διατήρηση των σκελετών ήταν καλή, σε αξιοσημείωτα, δε, καλή κατάσταση σε σχέση με το νεαρό της ηλικίας εντοπίστηκαν οι βρεφικοί και παιδικοί σκελετοί 450. Στο σύνολο αυτών εξηνταέξι άτομα (53,2%) είναι ανήλικα κάτω των 18 ετών, εικοσιδύο (17,7%) είναι νεαροί ενήλικες (19-35 ετών), εικοσιεπτά (21,8%) είναι μέσοι ενήλικες (36-50 ετών) και πέντε (4%) υπερήλικες (Πίν.42.2). Από τα εξηνταέξι ανήλικα άτομα, εικοσιεπτά είναι έμβρυα, δεκατέσσερα βρέφη ως ενός έτους, δεκαπέντε νήπια ως 6 ετών, οκτώ παιδιά ως 14 ετών και δύο άτομα είναι 18 ετών, συνεπώς το μεγαλύτερο τμήμα του σκελετικού υλικού αποτελείται από ανήλικα άτομα, κυρίως κάτω του ενός έτους. Στη δεδομένη χρονική στιγμή που υλοποιήθηκε η μελέτη, δεν είχαν εξαχθεί ολοκληρωτικά συμπεράσματα για τη χρονολόγηση των τάφων και έτσι δε διευκρινίστηκε αν η βρεφική θνησιμότητα επικεντρώνεται σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο ή αν κατανέμεται σε εύρος χρόνου. 449 Σουέρεφ Χαβέλα 1999, 123, των ίδιων 2002, Η βρεφική και παιδική θνησιμότητα, ενώ κατέχει υψηλά ποσοστά και σημαντική θέση στους αρχαιολογικούς πληθυσμούς, σπάνια μελετάται, αφού χάρη στις ταφονομικές διαδικασίες (σύνθεση χώματος, τρωκτικά, αγροτικές καλλιέργειες), στις ταφικές πρακτικές (π.χ. καύση) και την ελλιπή συλλογή υλικού η διατήρησή του είναι άσχημη. Για αυτό το λόγο κρίνεται απαραίτητο κατά την ανασκαφή να αφαιρούνται τα οστά μαζί με το χώμα, προκειμένου να διατηρούνται όσον δυνατόν περισσότερες πληροφορίες. 102

109 Ενδεικτικό, πάντως, είναι το στοιχείο ότι η καμπύλη θνησιμότητας της Σουρωτής φάνηκε να ταιριάζει με τις ιδανικές καμπύλες θνησιμότητας που αναφέρονται σε σύγχρονους πληθυσμούς με χαμηλό προσδόκιμο ζωής, υψηλή βρεφική παιδική θνησιμότητα, μειωμένη θνησιμότητα ως τα 18 έτη και σταδιακά αυξανόμενη μετά την ηλικία των 50 ετών. Ως προς την κατανομή σε σχέση με το φύλο, καταγράφηκαν εικοσιεπτά άνδρες και δεκατέσσερεις γυναίκες σε σύνολο πενηνταοκτώ ενηλίκων 451 (Πίν.43.1). Παρατηρήθηκε κατά συνέπεια διπλάσιος αριθμός ανδρών, στοιχείο όμως που σύμφωνα με τη μελετήτρια ίσως συνδεόταν με τη θέση των τάφων στο συγκεκριμένο κομμάτι του τοπογραφικού σχεδίου του νεκροταφείου. Αναφέρεται, μάλιστα, η εύρεση σημαντικού αριθμού γυναικείων και βρεφικών σκελετών μετά το πέρας της ανθρωπολογικής μελέτης 452. Ενδιαφέρουσα είναι η κατανομή των φύλων στις ηλικιακές ομάδες. Από τους εικοσιεπτά άνδρες, έξι είναι νεαροί ενήλικες, δεκαεφτά μέσοι ενήλικες και τέσσερεις υπερήλικες, ενώ από τις δεκατέσσερεις γυναίκες, δώδεκα ήταν νεαρές ενήλικες, δύο μέσοι ενήλικες και καμία υπερήλικας. Λαμβάνοντας υπόψη το υψηλό ποσοστό της βρεφικής θνησιμότητας, είναι πολύ πιθανό ο αυξημένος αριθμός θανάτων γυναικών σε τόσο νεαρή ηλικία να οφείλεται στις αυξημένες επιβαρύνσεις που οι γυναίκες κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν μετά τη γέννα και ο θάνατος τους να επήλθε ως αποτέλεσμα της μητρικής θνησιμότητας. 7. Συμπεράσματα Oι φιλολογικές μαρτυρίες που αναφέρονται στον Ανθεμούντα υποδεικνύουν μία σημαντική περιοχή ανάμεσα στη Μυγδονία, την Κρουσίδα, τη Βοττική και τη Χαλκιδική. Μέσα από τα αποσπάσματα του Ηροδότου, του Θουκυδίδη, του Αισχίνη, του Δημοσθένη και του Διόδωρου Σικελιώτη διαφαίνεται ότι αποτέλεσε σταθερά τόπο διεκδίκησης για τους Μακεδόνες, παράλληλα όμως ήταν ενταγμένη και στις βλέψεις των Χαλκιδέων. Περιήλθε οριστικά στη δικαιοδοσία της Μακεδονίας μετά την καταστροφή της Ολύνθου από το Φίλιππο Β, ενώ κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου τάγμα ιππικού από τον Ανθεμούντα συμμετείχε υπό τις 451 Για δεκαεφτά άτομα ο προσδιορισμός του φύλου δε στάθηκε δυνατός λόγω κακής διατήρησης των διαγνωστικών ως προς το φύλο τμημάτων. 452 Παπαγεωργοπούλου 2004,

110 διαταγές του στη μάχη της Ισσού (Αρριανός). Η ομώνυμη πόλη μαρτυρείται από τον Πλίνιο, ως μία από τις πόλεις της Χαλκιδικής, και από τους λεξικογράφους Αρποκρατίονα, Ησύχιο, Στέφανο Βυζάντιο, το λεξικό της Σούδας. Τα πεδινά και ορεινά στοιχεία συνθέτουν από κοινού τον γεωμορφολογικό περίγυρο της λεκάνης του Ανθεμούντα. Πρόκειται για μία πεδιάδα, η οποία παρουσιάζει διαχρονική κατοίκηση από τη νεολιθική περίοδο 453 έως τους ιστορικούς χρόνους, με τη μεγαλύτερη πυκνότητα οικισμών να εντοπίζεται από την Ύστερη εποχή Χαλκού και εξής. Η θέση της χαρακτηρίζεται κομβική ως προς τις χερσαίες διασυνδέσεις (ορεινές και πεδινές), που ενώνουν τη Μυγδονία με την ενδοχώρα και τα παράλια της Χαλκιδικής. Παράλληλα η πρόσβαση στον υδάτινο κόμβο του Θερμαϊκού κόλπου θα διευκόλυνε τις θαλάσσιες επικοινωνίες. Η κοιλάδα του Ανθεμούντα χωρίζεται σε δύο τμήματα: την άνω και την κάτω λεκάνη. Η πρώτη περιλαμβάνει το ανατολικό τμήμα της κοιλάδας (περιοχή Γαλαρινού και Γαλάτιστας), το οποίο χαρακτηρίζεται από το έντονο ορεινό ανάγλυφο με υψόμετρο στα μ. πάνω από το επίπεδο της θάλασσας. Η κάτω λεκάνη διαφοροποιείται από την παραπάνω εικόνα. Περιλαμβάνει τόσο πεδινές εκτάσεις όσο και λοφώδεις απολήξεις. Το ανάγλυφο του εδάφους διαγράφεται ήπια κλιμακούμενο. Καταλαμβάνει το δυτικό και κεντρικό τμήμα της κοιλάδας. Εδώ εντοπίζονται οι περισσότεροι οικισμοί. Τα οικιστικά πρότυπα που ακολούθησαν οι κάτοικοι της κοιλάδας του Ανθεμούντα ταυτίζονται με τις γενικότερες επιλογές χωροοργάνωσης που προέκυψαν στο χώρο της κεντρικής Μακεδονίας την Ύστερη εποχή Χαλκού και την Πρώιμη εποχή Σιδήρου. Οι προϊστορικές θέσεις αναπτύσσονται σε πεδινές εκτάσεις, ενώ οι οικισμοί της Ύστερης εποχής Χαλκού και Πρώιμης εποχής Σιδήρου αποτραβιούνται στις λοφώδεις παρυφές της κοιλάδας, επιλογή που σχετίζεται με αλλαγές στις καλλιέργειες, στροφή στην κτηνοτροφία, αναζήτηση ασφάλειας και υγιεινότερων συνθηκών διαβίωσης. Το πέρασμα στην Πρώιμη εποχή Σιδήρου φανερώνει πολιτιστική συνέχεια σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, ωστόσο παρατηρούνται μεταβολές στη μορφολογία των οικισμών, οι οποίοι πλέον εκτείνονται στις τράπεζες με διευρυμένο πεδίο κατοίκησης. Οι κατοικημένες θέσεις αρχίζουν από το ημιορεινό 453 Οι αρχαιότερες θέσεις είναι το Κυπαρίσσι Βασιλικών και η Αγία Παρασκευή Γαλάτιστας με επιχώσεις που χρονολογούνται στη Μέση και Νεότερη νεολιθική περίοδο. 104

111 περιβάλλον της Γαλάτιστας, συνεχίζουν καθ όλο το μήκος του ρου του ποταμού και απολήγουν στο παραθαλάσσιο περιβάλλον των εκβολών του. Τα πολίσματα δε θα πρέπει να θεωρηθούν ανεξάρτητα μεταξύ τους. Πιθανόν συγκροτούσαν μία ενότητα χώρου, οργανωμένη κωμηδόν και πλαισίωναν τον κύριο οικισμό, που θα έφερε το όνομα της περιοχής. Ποικιλία σημειώνεται ως προς τους τύπους των οικισμών. Kαταγράφονται επίπεδοι οικισμοί (Κυπαρίσσι Βασιλικών, Αγία Παρασκευή Γαλάτιστας), οικισμοί σε τούμπες, οικισμοί σε τράπεζες, οικισμοί σε λόφους και πλατώματα, μία περίπτωση «τούμπα επί τραπέζης» (Τούμπα Γκόνα) και ένα παράδειγμα διπλής τράπεζας (Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας). Πρέπει να επισημανθεί ότι υπάρχει κενό της έρευνας ως προς τη διεξαγωγή ανασκαφών στους οικισμούς και κατά συνέπεια τα στοιχεία που παρατίθενται στην παρούσα εργασία δεν κατέχουν οριστικό χαρακτήρα. Μικρής έκτασης ανασκαφή, διερευνητικές τομές και επιφανειακή και στρωματογραφική έρευνα έχουν διεξαχθεί στην Τούμπα Γκόνα, την Τούμπα Αγγελάκη και το Κυπαρίσσι Βασιλικών. Από τα έως τώρα στοιχεία υπολογίζονται ως σημαντικές θέσεις των ιστορικών χρόνων η Αμαλάρα, το Φράγμα Βασιλικών (λόγω της μορφολογίας και των ευρημάτων της επιφανειακής έρευνας) και η Τράπεζα Λακκιάς στη βόρεια όχθη. Διαβαίνοντας τη νότια όχθη του ποταμού, οι κυριότεροι οικισμοί ιστορικών χρόνων είναι οι λόφοι στη Σουρωτή και η Τούμπα Αγγελάκη, κρίνοντας από τα ευρήματα των νεκροπόλεών τους. Οι μαρτυρίες των αρχαίων πηγών επιβεβαιώνουν την ύπαρξη του Ανθεμούντα ως χώρας, αλλά και ως πόλης. Πρέπει να σημειωθεί ότι η καθοριστική συμβολή στην οριοθέτηση της σύγχρονης κοιλάδας του Βασιλικιώτικου ποταμού ως την επικράτεια του αρχαίου Ανθεμούντα προήλθε από τον Αριστοτέλη και το Λυκόφρονα, που τοποθετούν τη Ραίκηλο στην ευρύτερη ζώνη του Θερμαϊκού κόλπου και πιο συγκεκριμένα κοντά στον Κισσό. Όπως είναι γνωστό η Ραίκηλος υπήρξε τόπος εγκατάστασης του τυράννου Πεισίστρατου, ενώ η περιοχή του Ανθεμούντα προσφέρθηκε ως άσυλο στο γιο του Ιππία. Θεωρείται πιθανό οτι η διπλή προσφορά στους Πεισιστρατίδες αφορούσε όμορες εκτάσεις. Ο σχολιαστής της Ιλιάδας με το συσχετισμό του όρους Κάλαυρος με τον Άνθεμο ποταμό δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης για την ταύτιση της κοιλάδας του Βασιλικιώτικου με τον αρχαίο Ανθεμούντα. Ο Θουκυδίδης εντάσσει τον Ανθεμούντα ανάμεσα σε άλλες περιοχές της Μακεδονίας, ενώ ο Δημοσθένης τον υποδεικνύει ως έκταση 105

112 διεκδικούμενη από Μακεδόνες και Χαλκιδείς. Από τον Αισχίνη, τον Πλίνιο και τους λεξικογράφους όμως επιβεβαιώνεται η ύπαρξη της ομώνυμης με την περιοχή πόλης, η οποία μάλιστα επιβιώνει στην ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή. Άγνωστα παραμένουν τα ακριβή όρια της επικράτειας του Ανθεμούντα. Η μεγαλύτερη δυνατή έκταση εκτιμάται ότι περιελάμβανε τα οικιστικά κέντρα και την υπαίθρια χώρα από τις πηγές έως τις εκβολές του ποταμού. Αντίθετα, κατά μία άλλη περιορισμένη εκδοχή 454, η χώρα του μπορεί να περιοριστεί από τη Γαλάτιστα στα ανατολικά μέχρι τα Βασιλικά και τη Σουρωτή στα δυτικά. Οι ερευνητές έχουν εκφράσει αντικρουόμενες απόψεις ως προς τις προτάσεις για την ταύτιση της πόλης. Οι επικρατέστερες περιοχές είναι η Γαλάτιστα και τα Βασιλικά και πιο συγκεκριμένα, η τούμπα στα νοτιοδυτικά της Γαλάτιστας, κοντά στο παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής και ο οικισμός στο Φράγμα Βασιλικών. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν, ότι στις προτεινόμενες θέσεις μπορεί να ενταχθεί και η Τούμπα Αγγελάκη, λόγω των σπουδαίων ευρημάτων της παρακείμενης αρχαϊκής νεκρόπολης της Αγίας Παρασκευής. Ακόμη και αν η Γαλάτιστα αποκλειστεί μελλοντικά από την ταύτιση, το επιγραφικό υλικό που βρέθηκε εκεί πιστοποιεί ότι στο σημείο ήταν οργανωμένη μία πόλη με επίσημες λατρείες (Διός, Δήμητρας, Αιγυπτίων θεών, θεών της αγοράς), διοικούμενη σύμφωνα με τους μακεδονικούς θεσμούς και το μακεδονικό ημερολόγιο. Αν και δεν αναφέρεται συμμετοχή των πολισμάτων του Ανθεμούντα στο συνοικισμό της Θεσσαλονίκης, αυτή θεωρείται πιθανή. Παράλληλα, όμως, η ίδρυσή της δεν ερήμωσε την περιοχή. Απόδειξη για αυτό παρέχουν το επιγραφικό υλικό της Γαλάτιστας, οι ελληνιστικοί τάφοι στη Σουρωτή και στην Τράπεζα Νέου Ρυσίου, οι μακεδονικοί τάφοι στη Θέρμη, την Αγία Παρασκευή και το Μονοπήγαδο, το σημαντικό σύνολο επιτύμβιων στηλών από την Περιστερά 455, οι ρωμαϊκοί τάφοι στη Λακκιά και τους Ταγαράδες και οι διάσπαρτες εγκαταστάσεις αγροτικού χαρακτήρα, που έχουν εντοπιστεί κατά τη διάρκεια εκσκαφών (π.χ. η αγροτική εγκατάσταση ρωμαϊκής εποχής που εντοπίστηκε στο Άνω Σχολάρι). Από το σύνολο των εντοπισμένων αρχαίων θέσεων στην κοιλάδα του Ανθεμούντα έχουν ανασκαφεί τα νεκροταφεία μόνο δύο οικισμών, το αρχαϊκό νεκροταφείο που 454 Σύμφωνα με αυτήν αποκλείονται οι οικισμοί στα μεθοριακά τμήματα της κοιλάδας. 455 Τοπογραφικό αρχείο ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. 106

113 σχετίζεται με την Τούμπα Αγγελάκη και το αρχαϊκό κλασικό νεκροταφείο της Σουρωτής. Στο αρχαϊκό νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής αποκαλύφθηκαν 435 τάφοι (αρχαϊκοί είναι οι 428). Χρονολογούνται από τον πρώιμο 6 ο αι. π.χ. έως τις αρχές του 5 ου αι. π.χ. Οι τάφοι οργανώθηκαν σε συστάδες και η επέκτασή τους γινόταν οριζόντια. Η ταφική πρακτική, που επιλέχθηκε, ήταν αποκλειστικά ο ενταφιασμός και τηρήθηκε αυστηρά διάκριση των φύλων με βάση τον προσανατολισμό. Η πλειοψηφία των τάφων είναι κιβωτιόσχημοι, υπάρχουν, ωστόσο, και ορισμένες σαρκοφάγοι και ακόμη λιγότεροι λακκοειδείς τάφοι. Τα διακριτικά χαρακτηριστικά του νεκροταφείου ως προς την κτέριση είναι: η σιδηροφορία, η οποία χαρακτηρίζει τους ανδρικούς τάφους και η παρουσία πλούσιων κοσμημάτων στους γυναικείους. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως αμυντικά και επιθετικά όπλα: αιχμές δοράτων, ξίφη, εγχειρίδια, λίγα κράνη. Στα κοσμήματα συγκαταλέγονται περόνες, πόρπες, περίαπτα ποικίλης τυπολογίας, βραχιόλια, ενώτια, δακτυλίδια, χρυσά διακοσμητικά ελάσματα σε ποικιλία σχημάτων, επιστόμια. Πολυάριθμα ήταν και τα αγγεία που εντοπίστηκαν, επείσακτα, από την Αθήνα, την Κόρινθο, την ανατολική Ελλάδα, και εγχώρια. Το πιο συχνό αγγείο στο συγκεκριμένο νεκροταφείο είναι το εξάλειπτρο. Αρκετοί είναι οι κρατήρες, αττικοί μελανόμορφοι και εγχώριοι τεφρόχρωμοι. Ακολουθούν οι κανθαροειδείς κοτύλες, οι αττικοί μελανόμορφοι και εγχώριοι σκύφοι, οι μικρογραφικές κύλικες, οι κορινθιακές κοτύλες και αρύβαλλοι. Σε μικρότερους αριθμούς εντοπίστηκαν οινοχόες, υδρίες (κολοκυθόσχημες και τριφυλλόστομες), λήκυθοι κ.ά. Από τη μελέτη του ανθρωπολογικού υλικού διαπιστώθηκε παρόμοιο ποσοστό νεκρών ανάμεσα στα δύο φύλα και αυξημένο ποσοστό θανάτων στις πρώιμες ηλικιακά κατηγορίες. Οι ανασκαφές στη Σουρωτή αποκάλυψαν μεγάλο τμήμα ενός νεκροταφείου αρχαϊκών και κλασικών χρόνων με διάρκεια χρήσης από τον πρώιμο 6 ο αι. π.χ. μέχρι το α τέταρτο του 3 ου αι. π.χ. Πρόκειται για ένα νεκροταφείο με διαχρονική χρήση, που καλύπτει την αρχαϊκή, την κλασική και την πρώιμη ελληνιστική περίοδο. Η ανάπτυξή του γινόταν οριζόντια, εκτός από ένα τμήμα στον πυρήνα του νεκροταφείου, όπου παρατηρήθηκε διαστρωμάτωση και επάλληλη κατασκευή τάφων. Οι μέχρι τώρα ανασκαφές έφεραν στο φως 530 τάφους. Η κυρίαρχη ταφική πρακτική ήταν ο ενταφιασμός σε λακκοειδείς και κιβωτιόσχημους τάφους. Αποκαλύφθηκαν 107

114 λίγες λίθινες σαρκοφάγοι, καθώς και κεραμοσκεπείς τάφοι. Ακόμη καταγράφηκαν περιπτώσεις εγχυτρισμών σε πιθοειδή αγγεία (παιδιών) και δευτερογενείς καύσεις (παιδιών και ενηλίκων). Ο προσανατολισμός των τάφων λειτούργησε ως στοιχείο διάκρισης των φύλων, αλλά και για να διαχωρίσει τους αρχαϊκούς από τους κλασικούς τάφους. Τα κτερίσματα από τη Σουρωτή υποδηλώνουν την ύπαρξη κοινωνικής διαστρωμάτωσης, ωστόσο η κτέριση ως προς τα αγγεία θεωρείται λιτή με εμφανή την προτίμηση των κατοίκων στην εγχώρια κεραμική παραγωγή. Πιο συγκεκριμένα η κεραμική της Σουρωτής παρουσιάζει ομοιότητες με αυτήν της χαλκιδικής ενδοχώρας και της Ολύνθου. Στα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου νεκροταφείου συγκαταλέγονται η σχετική απουσία όπλων σε αντίθεση με την αφθονία των χάλκινων κοσμημάτων. Κυρίαρχη θέση στην επείσακτη κεραμική κατέχουν τα προϊόντα του κορινθιακού Κεραμεικού, κοτύλες και κοτυλίσκες με ταινιωτή διακόσμηση, αρύβαλλοι με εικονιστικές παραστάσεις και τετράφυλλο κόσμημα, εξάλεπτρα. Ακολουθούν τα αγγεία με προέλευση από την ανατολική Ελλάδα, όπως ιωνικές κύλικες. Η αττική κεραμική χαρακτηρίζεται από σποραδική παρουσία και εκπροσωπείται από κύλικες διαφόρων ειδών (τύπου 1104, τύπου Ρήνειας, τύπου C, με ανθεμωτό διάκοσμο), σκύφους, ληκύθια, πινάκια, μελανόρφες οινοχόες με μυθολογικές παραστάσεις. Σχεδόν όλοι οι τάφοι του 6 ου και του 5 ου αι. π.χ. περιείχαν τοπικά αγγεία: πιο συχνά είναι τα χυτροειδή αγγεία, ωστόσο βρέθηκαν οπισθότμητες πρόχοι, κανθαροειδείς κοτύλες, εγχώριοι σκύφοι και εξάλειπτρα, τεφρόχρωμες οινοχόες κ.ά. Τον 4 ο αι. π.χ. τοποθετούσαν ως κτερίσματα στους τάφους μελαμβαφείς κανθάρους, σκύφους και σκυφίδια, πυξίδες και μυροδοχεία. Τα μεταλλικά κτερίσματα χωρίζονται στα όπλα και τα κοσμήματα. Οι ανδρικές ταφές ήταν κτερισμένες με περιορισμένα επιθετικά όπλα, εγχειρίδια και αιχμές δοράτων. Λίγα ήταν και τα κοσμήματα. Αντίθετα, οι γυναικείοι τάφοι του 6 ου και του 5 ου αι. π.χ. χαρακτηρίζονται από αυξημένη ποικιλία κοσμημάτων. Περιείχαν ενώτια, δακτυλίδια διαφόρων τύπων, αμφικωνικές, κεχριμπαρένιες, οφθαλμωτές και άλλες ψήφους, ψέλια και σφηκωτήρες. Τον 4 ο αι. π.χ. τα μεταλλικά κτερίσματα μειώθηκαν, σε περίπτωση, ωστόσο, που υπήρχαν ήταν εντυπωσιακά (βλ. επίχρυσο στεφάνι με φύλλα μυρτιάς). Η μελέτη του οστεολογικού υλικού του νεκροταφείου πιστοποιεί 108

115 υψηλό ποσοστό βρεφικής και παιδικής θνησιμότητας. Ως προς την κατανομή των δύο φύλων το εξεταζόμενο υλικό κατέγραψε διπλάσιο αριθμό υπέρ των ανδρικών ταφών. Συγκρίνοντας τα δύο νεκροταφεία, που ανήκουν και τα δύο στην επικράτεια του αρχαίου Ανθεμούντα, μπορεί κανείς να διακρίνει ομοιότητες και διαφορές. Στις διαφορές συγκαταλέγονται η κυριαρχία των κιβωτιόσχημων τάφων και των σαρκοφάγων, η πλούσια παρουσία επείσακτης κεραμικής, το πλήθος των όπλων και των κοσμημάτων από ασήμι και χρυσό στην Αγία Παρασκευή. Ομοιότητα προκύπτει από την παρουσία των εγχώριων αγγείων και των χάλκινων κοσμήματων, που είναι κοινά και στα δύο νεκροταφεία και ενδεικτικά για το κοινό πολιτιστικό υπόβαθρο. Πρόκειται για δύο πολίσματα που αναπτύσσονται και ακμάζουν την ίδια εποχή σε μικρή απόσταση. Η Αγία Παρασκευή παρουσιάζεται περισσότερο ως ένα κοσμοπολίτικο κέντρο με ακμαίο εμπόριο και επαφές με την Αθήνα, την Κόρινθο και την Ιωνία. Εμφανής είναι η τοπικής άρχουσας τάξης και η διάθεση για προβολή και διαφοροποίηση ορισμένων νεκρών μέσα από την πολύτιμη κτέριση. Σε αντίθεση με την παραπάνω εικόνα, ο οικισμός στη Σουρωτή φανερώνει έναν πληθυσμό, που παρά το κοινό υπόβαθρο, έχει παραδοσιακό χαρακτήρα και αγροτική σύνθεση. Φαίνεται να μην αγνοεί τις κυρίαρχες τάσεις της αγοράς, ωστόσο προτιμά πιο παραδοσιακές μορφές κτέρισης στηριγμένες στη ντόπια παράδοση Αλλαμανή - Σουρή 2008,

116 Βιβλιογραφία Aδάμ - Βελένη 2008: Π. Αδάμ Βελένη, «Από το βασίλειο της Μακεδονίας στην επαρχία της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Γεωγραφικό και ιστορικό διάγραμμα», στο Π. Αδάμ Βελένη (επιμ.), Τα Καλίνδοια. Μία αρχαία πόλη στη Μακεδονία, Κατάλογος περιοδικής έκθεσης, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Φεβρουάριος 2008 Ιανουάριος 2009, Θεσσαλονίκη 2008, Αλλαμανή : Β. Aλλαμανή, ΑΔ 56 59, Χρονικά Β3α, (Οικόπεδο Μ.Νούλη / Ο.Τ. 43). Αλλαμανή : B. Αλλαμανή, ΑΔ 56 59, Χρονικά Β3α, 63 (Άνω Σχολάρι). Αλλαμανή - Σουρή 2008: Β. Αλλαμανή - Σουρή, «Σουρωτή. Η εξέλιξη του ανασκαφικού έργου στο αρχαίο νεκροταφείο», ΑΕΜΘ 22, Αλλαμανή κ.ά. 1999: Β. Αλλαμανή Κ. Χατζηνικολάου Β. Τζανακούλη Σ. Γκαλινίκη, «Θέρμη Η ανασκαφή στο νεκροταφείο και η οργάνωση του χώρου του», ΑΕΜΘ 13, Αλλαμανή - Σουρή 2012: Β. Αλλαμανή - Σουρή, «Κλειστά σύνολα αρχαϊκής κεραμικής από το νεκροταφείο της Σουρωτής στον Νομό Θεσσαλαονίκης και δέιγματα αγγείων από τον οικισμό της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη», στο Μ. Τιβέριος Β. Μισαηλίδου Δεσποτίδου Ε. Μανακίδου & Α. Αρβανιτάκη (επιμ.), Η κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του ( π.χ.). Πρακτικά Αρχαιολογικής συνάντησης, Θεσσαλονίκη, Μαϊου 2011, Θεσσαλονίκη 2012, Αλλαμανή 2013: B. Aλλαμανή, «Νεκροταφείο Θέρμης νομού Θεσσαλονίκης: επιλεγμένα κτερίσματα τοπικής κεραμικής» στο Π. Α. Βελένη Ε. Κεφαλίδου Δ. Τσιαφάκη (επιμ.), Κεραμικά εργαστήρια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο (8ος αρχές 5ου αι. π.χ.). Ημερίδα ΑΜΘ 2010, Θεσσαλονίκη 2013, Ανδρέου 2014: Σ. Aνδρέου, «Εκατό χρόνια έρευνας στην Εποχή του Χαλκού της Μακεδονίας: τι άλλαξε;», στο Ε. Στεφάνη Ν. Μερούσης Α. Δημουλά (επιμ.), Εκατό χρόνια έρευνας στην Προϊστορική Μακεδονία, Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Νοεμβρίου 2012, Θεσσαλονίκη 2014,

117 Ανδρέου Κωτσάκης 1987: Σ. Ανδρέου Κ. Κωτσάκης, «Διαστάσεις του χώρου στην κεντρική Μακεδονία: αποτύπωση της ενδοκοινοτικής και διακοινοτικής χωροοργάνωσης», στο Αμητός. Τιμητικός τόμος για τον Καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικο, Θεσσαλονίκη 1987, Ανδρέου Κωτσάκης 1999: Σ. Ανδρέου Κ. Κωτσάκης, «Μυκηναϊκή παρουσία; Μυκηναϊκή περιφέρεια; : Η Τούμπα Θεσσαλονίκης, μία θέση της Εποχής Χαλκού στη Μακεδονία», στο Η περιφέρεια του Μυκηναϊκού κόσμου. Πρακτικά Α διεθνούς διεπιστημονικού συμποσίου, Λαμία, Σεπτεμβρίου 1994, Λαμία 1999, Ανδρέου κ.ά (υπό έκδοση): Σ. Ανδρέου Μ. Παππά, «Αρχαιολογικό Πρόγραμμα κοιλάδας Ανθεμούντα: περίοδοι , ΑΕΜΘ 25 (υπό έκδοση). Bοκοτοπούλου 2001: J. Vocotopoulou, «Anciennes Nécropoles de la Chalkidique», στο Ηπειρωτικά και Μακεδονικά Μελετήματα, Τομ.Ι / ΙΙ, Αθήνα 2001, Βοκοτοπούλου Κουκούλη -Χρυσανθάκη 1993: I. Bοκοτοπούλου Χ. Κουκούλη - Χρυσανθάκη, «Η Πρώιμη εποχή του Σιδήρου (11 ος 8 ος αι. π.χ)», στο Ελληνικός Πολιτισμός. Μακεδονία, το βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Κατάλογος έκθεσης στο Μόντρεαλ, Αθήνα 1993, Βουβαλίδης κ.ά. 2003: Κ. Βουβαλίδης Γ. Συρίδης Κ. Αλμπανάκης, «Γεωμορφολογικές μεταβολές στον κόλπο της Θεσσαλονίκης εξαιτίας της ανύψωσης της στάθμης της θάλασσας τα τελευταία », ΑΕΜΘ 17, Βουτυράς Σισμανίδης 2002: Ε. Βουτυράς Κ. Σισμανίδης, «Δικαιοπολιτών συναλλαγαί. Μία νέα επιγραφή από τη Δικαία αποικία της Ερέτριας» στο Αρχαία Μακεδονία VII, Θεσσαλονίκη 2007, Γραμμένος 1991: Δ. Β. Γραμμένος, Νεολιθικές έρευνες στην Κεντρική και Ανατολική Μακεδονία, Αθήναι Γραμμένος κ.ά. 1997: Δ. Γραμμένος Σ. Κώτσος Μ. Μπέσιος, Από τους προιστορικούς οικισμούς της κεντρικής Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη Δεσποίνη 1985: A. Δεσποίνη, «Εισαγωγή», στο Σίνδος Κατάλογος της Έκθεσης Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Αθήνα 1985,

118 Δήμιτσας 1988: Μ. Γ. Δήμιτσας, Αρχαία γεωγραφία της Μακεδονίας : συνταχθείσα κατά τας αρχαίας πηγάς και τα νεώτερα βοηθήματα : μέρος δεύτερον Τοπογραφία, ου προτέτακται εν ειδει προλόγου και εισαγωγής, πραγματεία ιστορική τε και φιλολογική, Αθήνησι , Θεσσαλονίκη 1988 (ανατύπωση). Ellis 1982: J. R. Ellis, «Πολιτική ιστορία», στο Μ. Β. Σακελλαρίου (επιμ.), Μακεδονία χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού, Αθήνα 1982, Hammond 1982: N. G. L. Hammond, «Πολιτική ιστορία», στο Μ. Β. Σακελλαρίου (επιμ.), Μακεδονία χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού, Αθήνα 1982, Hammond 1995: N. G. L. Hammond, Iστορία της Μακεδονίας, Τόμος Α, μετ. Θ. Γεωργιάδης, Θεσσαλονίκη Καραμήτρου - Μεντεσίδη 1993: Γ. Καραμήτρου - Μεντεσίδη, «Η Άνω Μακεδονία στην Ύστερη εποχή του Χαλκού και στην Πρώιμη εποχή του Σιδήρου», στο Ελληνικός Πολιτισμός. Μακεδονία, το βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Κατάλογος έκθεσης στο Μόντρεαλ, Αθήνα 1993, Κεφαλίδου 2009: E. Kεφαλίδου, Ασώματα, Ένα αρχαϊκό νεκροταφείο στην Ημαθία, Θεσσαλονίκη Κουκούλη Χρυσανθάκη 1993: X. Kουκούλη Χρυσανθάκη, «Η Μακεδονία στην Εποχή του Χαλκού», στο Ελληνικός Πολιτισμός. Μακεδονία, το βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Κατάλογος έκθεσης στο Μόντρεαλ, Αθήνα 1993, Κουκούλη - Χρυσανθάκη 2014: X. Κουκούλη - Χρυσανθάκη, «Η αρχαιολογική έρενα στη Μακεδονία της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Απολογισμός και προοπτικές», στο Ε. Στεφάνη Ν. Μερούσης Α. Δημουλά (επιμ.), Εκατό χρόνια έρευνας στην Προϊστορική Μακεδονία, Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Νοεμβρίου 2012, Θεσσαλονίκη 2014, Κοτζιάς 1937: Ν. Κοτζιάς, «Ο παρά το αεροδρόμιον της Θεσσαλονίκης (Σέδες) Γ τάφος», ΑΕ 1937,

119 Λιούτας κ.ά. 2003: Α. Λιούτας Μ. Μανδάκη Ε. Ηλιοπούλου, «Τράπεζα Λεμπέτ. Οι νεκροπόλεις από τον 6 ο μέχρι τον 4 ο αι. π.χ.», ΑΕΜΘ 17, Λιούτας Γκιούρα 1997: A. Λιούτας Ε. Γκιούρα, «Τοπογραφικές αναζητήσεις ΒΔ της αρχαίας Θεσσαλονίκης με αφορμή τις ανασκαφές σε νεκροπόλεις στους δήμους Σταυρούπολης και Πολίχνης», ΑΕΜΘ 11, Mισαηλίδου - Δεσποτίδου 1995: B. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου «Ανασκαφή στη Νέα Φιλαδέλφεια το 1995», ΑΕΜΘ 9, Mισαηλίδου - Δεσποτίδου 1998: B. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου «Νέα Φιλαδέλφεια. Ανασκαφική έρευνα στην Τράπεζα και στο νεκροταφείο της Εποχής Σιδήρου», ΑΕΜΘ 12, Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2000: B. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου «Νέα Φιλαδέλφεια Θεσσαλονίκης. Αρχαιολογικά ευρήματα με αφορμή ένα δημόσιο έργο», Θεσσαλονικέων Πόλις 2, 2000: Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2003: B. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου, Χάλκινα κοσμήματα αρχαϊκών χρόνων από τη Μακεδονία. Έρευνα στα χάλκινα κοσμήματα των νεκροταφείων της Αγίας Παρασκευής και της Νέας Φιλαδέλφειας, Θεσσαλονίκη 2003 (Διδακτορική διατριβή). Μισαηλίδου - Δεσποτίδου 2012: B. Mισαηλίδου - Δεσποτίδου, «Η αρχαϊκή κεραμική από το νεκροταφείο της αρχαίας Άφυτης» στο Μ. Τιβέριος Β. Μισαηλίδου Δεσποτίδου Ε. Μανακίδου & Α. Αρβανιτάκη (επιμ.), Η κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του ( π.χ.). Πρακτικά Αρχαιολογικής συνάντησης, Θεσσαλονίκη, Μαϊου 2011, Θεσσαλονίκη 2012, Παντερμαλή 1981: Ε. Παντερμαλή, ΑΔ 36, Χρονικά Β2, 300 (Aγία Παρασκευή). Παντερμαλή 1982: Ε. Παντερμαλή, ΑΔ 37, Χρονικά Β2, (Αγία Παρασκευή). Παντερμαλή 1983: Ε. Παντερμαλή, ΑΔ 38, Χρονικά Β2, 270 (Αγία Παρασκευή /Ανασκαφή αρχαϊκού νεκροταφείου). 113

120 Παντερμαλή Τρακασοπούλου 1994: E. Παντερμαλή Ε. Τρακασοπούλου, «Καραμπουρνάκι 1994: H ανασκαφή της ΙΣΤ ΕΠΚΑ», ΑΕΜΘ 8, Παντερμαλή Τρακασοπούλου 1995: E. Παντερμαλή Ε. Τρακασοπούλου, «Καραμπουρνάκι 1995, η ανασκαφή της ΙΣΤ ΕΠΚΑ», ΑΕΜΘ 9, Παντή 2012: Α. Παντή, «Έθιμα ταφής στον Θερμαϊκό κόλπο και στη Χαλκιδική κατά τους αρχαϊκούς χρόνους (Εικ.1 5)», στο Μ. Τιβέριος Π. Νίγδελης & Π. Αδάμ- Βελένη (επιμ.), Θρεπτήρια. Μελέτες για την αρχαία Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 2012, (και στα αγγλικά). Παντή 2013: A. Παντή, «Τεφρή κεραμική από το νεκροταφείο της Θέρμης νομού Θεσσαλονίκης», στο Π. Α. Βελένη Ε. Κεφαλίδου Δ.Τσιαφάκη (επιμ.), Κεραμικά εργαστήρια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο (8ος αρχές 5ου αι. π.χ.). Ημερίδα ΑΜΘ 2010, Θεσσαλονίκη 2013, Παπαγεωργοπούλου 2004: X. Παπαγεωργοπούλου, «Σουρωτή , το σκελετικό υλικό», ΑΕΜΘ 18, Παπακωνσταντίνου Διαμαντούρου 1990: Δ. Παπακωνσταντίνου Διαμαντούρου, «Χώρα Θεσσαλονίκης. Μία προσπάθεια οριοθέτησης», στο Μνήμη Δ. Λαζαρίδη, Πόλις και χώρα στην αρχαία Μακεδονία και Θράκη. Πρακτικά αρχαιολογικού συνεδρίου, Καβάλα 9 11 Μαΐου 1986, Θεσσαλονίκη 1990, Παπακώστας 2013: Θ. Παπακώστας, «Τοπική κεραμική από το αρχαϊκό της Αγίας Παρασκευής Θεσσαλονίκης» στο Π. Α. Βελένη Ε. Κεφαλίδου Δ.Τσιαφάκη (επιμ.), Κεραμικά εργαστήρια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο (8 ος αρχές 5 ου αι. π.χ.). Ημερίδα ΑΜΘ 2010, Θεσσαλονίκη 2013, Πάτης 2010: Δ. Πάτης, Κεραμικά ευρήματα από την Τράπεζα της Γκόνας. (Η Πρώιμη Εποχή Σιδήρου), Θεσσαλονίκη 2010 (Αδημοσίευτη Μεταπτυχιακή Εργασία). Πουλάκη 2001: Ε.Φ. Πουλάκη, Χῖα και Ἀνθεμούσια (Ιστορία Αρχαιολογία), Κατερίνη Ρωμαίος 1940: Κ. Ρωμαίος, «Που εκείτο η παλαιά Θέρμη», Μακεδονικά 1, 1940, 1-7. Ρωμιοπούλου : A. Ρωμιοπούλου, ΑΔ 29, Χρονικά Β3,

121 Σαββοπούλου 2004: Θ. Σαββοπούλου, «Η περιοχή του Αξιού στην Πρώιμη εποχή του Σιδήρου», στο Ν. Χ. Σταμπολίδης Α. Γιαννικούρη (επιμ.), Το Αιγαίο στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου. Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, Ρόδος, 1-4 Νοεμβρίου 2002, Αθήνα 2004, Σαριπανίδη 2012: Β. Σαριπανίδη, «Το εξάλειπτρο στα ταφικά έθιμα της Κεντρικής Μακεδονίας», στο Ε. Κεφαλίδου Δ. Τσιαφάκη (επιμ.), Κεραμέως Παίδες. Αντίδωρο στον Καθηγητή Μιχάλη Τιβέριο από τους μαθητές του, Θεσσαλονίκη 2012, Σαριπανίδη 2013: Β. Σαριπανίδη, «Παράρτημα Β. Ορολογία: Aντιπροσωπευτικές κεραμικές κατηγορίες του Βορειοελλαδικού χώρου (Πρώιμη Εποχή Σιδήρου πρώιμος 5 ος αι. π.χ.)», στο Π. Α. Βελένη Ε. Κεφαλίδου Δ. Τσιαφάκη (επιμ.), Κεραμικά εργαστήρια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο (8ος αρχές 5ου αι. π.χ.). Ημερίδα ΑΜΘ 2010, Θεσσαλονίκη 2013, Σαριπανίδη 2013 α: Β. Σαριπανίδη, «Η εγχώρια κεραμική από το αρχαϊκό κλασικό νεκροταφείο της Σίνδου», στο Π. Α. Βελένη Ε. Κεφαλίδου Δ. Τσιαφάκη (επιμ.), Κεραμικά εργαστήρια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο (8ος αρχές 5ου αι. π.χ.). Ημερίδα ΑΜΘ 2010, Θεσσαλονίκη 2013, Σισμανίδης 1984: K. Σισμανίδης, ΑΔ 39, Χρονικά Β, (Αρχαϊκό νεκροταφείο Αγίας Παρασκευής). Σισμανίδης 1985: K. Σισμανίδης, ΑΔ 40, Χρονικά, 235 (Αγία Παρασκευή). Σισμανίδης 1986: Κ. Σισμανίδης, ΑΔ 41, Χρονικά, (Αγία Παρασκευή). Σισμανιδης 1986β : Κ. Λ. Σισμανίδης, «Ανασκαφή ταφικού τύμβου στην Αγία Παρασκευή Θεσσαλονίκης. Ένας νέος μακεδονικός τάφος. (Πίν.15-26)», ΑΕ 1986, Σισμανίδης 1987: K. Σισμανίδης, «Το αρχαϊκό νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής Θεσσαλονίκης. Πρώτη παρουσίαση και πρώτες εκτιμήσεις», στο Αμητός. Τιμητικός τόμος για τον Καθηγητή Μανόλη Ανδρόνικο, Θεσσαλονίκη 1987, Σισμανίδης 1993: Κ. Σισμανίδης, «Το αρχαϊκό νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής Θεσσαλονίκης», στο Ελληνικός Πολιτισμός. Μακεδονία, το βασίλειο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Κατάλογος έκθεσης στο Μόντρεαλ, Αθήνα 1993,

122 Σισμανίδης 2000: K. Σισμανίδης, «Αττικά αγγεία από το αρχαϊκό νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής Θεσσαλονίκης», στο Π. Αδάμ - Βελένη (επιμ.), ΜΥΡΤΟΣ. Μνήμη Ιουλίας Βοκοτοπούλου, Θεσσαλονίκη 2000, Sivignon 1982: M. Sivignon, «Η γεωγραφική εικόνα της Μακεδονίας», στο Μ. Β. Σακελλαρίου (επιμ.), Μακεδονία χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού, Αθήνα 1982, Σκαρλατίδου 1993: E. Σκαρλατίδου, ΑΔ 1993, Χρονικά Β2, Σκαρλατίδου 1999: Ε. Σκαρλατίδου, «Ένας νεός κρατήρας του Λυδού από το νεκροταφείο στη Θέρμη (Σέδες) Θεσσαλονίκης. Το εμπόριο και η παραγωγή των αγγείων του αττικού αγγειογράφου και του εργαστηρίου του στη Μακεδονία», στο Αρχαία Μακεδονία VI/2, Θεσσαλονίκη 1999, Σκαρλατίδου Ιγνατιάδου 1996: E. Σκαρλατίδου Δ. Ιγνατιάδου, «Πρώτα συμπεράσματα από την ανασκαφή του αρχαίου νεκροταφείου στη Θέρμη (Σέδες)», ΑΕΜΘ 10 Α, Σκαρλατίδου Κωνσταντινίδου 2003: E. Σκαρλατίδου Ε. Κωνσταντινίδου, «Δοκιμαστική ανασκαφική έρευνα στην τράπεζα Γκόνα. Πρώτη παρουσίαση», ΑΕΜΘ 17, Σκαρλατίδου κ.ά. 2012: E. Σκαρλατίδου Φ. Γεωργιάδης Α. Παντή Κ. Χατζηνικολάου, «Επείσακτη και εγχώρια κεραμική από το αρχαίο νεκροταφείο στη Θέρμη (Σέδες) Θεσσαλονίκης», στο Μ. Τιβέριος Β. Μισαηλίδου - Δεσποτίδου Ε. Μανακίδου & Α. Αρβανιτάκη (επιμ.), Η κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του ( π.χ.). Πρακτικά Αρχαιολογικής συνάντησης, Θεσσαλονίκη, Μαϊου 2011, Θεσσαλονίκη 2012, Σουέρεφ 1996: Κ. Σουέρεφ, ΑΔ 51, Χρονικά B2, (Kαρδία). Σουέρεφ 1999: Κ. Σουέρεφ, ΑΔ 54, Χρονικά B2, (Σουρωτή). Σουέρεφ 2000: Κ. Σουέρεφ, ΑΔ 55, Χρονικά B2, (Σουρωτή). Σουέρεφ 2000α: K. Σουέρεφ, «Τούμπα Θεσσαλονίκης 2000:Aνασκαφές στο αρχαίο νεκροταφείο», ΑΕΜΘ 14,

123 Σουέρεφ 2002: Κ.Σουέρεφ, ΑΔ 57, Χρονικά B3α, (Σουρωτή). Σουέρεφ 2002α: Κ. Σουέρεφ «Τούμπα Θεσσαλονίκης. Ταφική αρχαιολογία», Θεσσαλονικέων Πόλις 8, 2002, Σουέρεφ 2004: Κ. Σουέρεφ, ΑΔ 59, Χρονικά B 3α, (Σουρωτή). Σουέρεφ 2009: K. Σουέρεφ, «Σουρωτή Νομού Θεσσαλονίκης. Ανασκαφές στο αρχαίο νεκροταφείο», ΑΕΜΘ 20 Χρόνια, Σουέρεφ 2011: K. Σουέρεφ, Τοπογραφικά και Αρχαιολογικά κεντρικής Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη Σουέρεφ Χαβέλα 1999: K. Σουέρεφ Κ. Χαβέλα, «Σουρωτή στον Ανθεμούντα 1999: Nεκροταφείο», ΑΕΜΘ 13, Σουέρεφ Χαβέλα 2000: K. Σουέρεφ Κ. Χαβέλα, «Σουρωτή 2000», ΑΕΜΘ 14, Σουέρεφ Χαβέλα 2002: K. Σουέρεφ Κ. Χαβέλα, «Σουρωτή 2002», ΑΕΜΘ 16, Σουέρεφ Χαβέλα 2004: K. Σουέρεφ Κ. Χαβέλα, «Σουρωτή 2004: ανασκαφές στο αρχαίο νεκροταφείο», ΑΕΜΘ 18, Στεφάνη 2014: E. Στεφάνη, «Κοινοτικά έργα και μνημειακότητα στους οικισμούς της Μακεδονίας κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού», στο Ε. Στεφάνη Ν. Μερούσης Α. Δημουλά (επιμ.), Εκατό χρόνια έρευνας στην Προϊστορική Μακεδονία, Πρακτικά διεθνούς συνεδρίου. Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Νοεμβρίου 2012, Θεσσαλονίκη 2014, Τιβέριος : Μ. Τιβέριος, «Έξι χρόνια πανεπιστημιακών ανασκαφών στο Καραμπουρνάκι Θεσσαλονίκης ( )», Εγνατία 5, , Τιβεριος 1997: M. Tιβέριος, «Οι ιστορικοί χρόνοι στην περιοχή της Θεσσαλονίκης πριν από την ίδρυσή της», στο Ι. Κ. Χασιώτης (επιμ.), Τοις αγαθοίς βασιλεύουσα Θεσσαλονίκη. Ιστορία και πολιτισμός, Θεσσαλονίκη 1997, Τιβέριος 2012: Μ. Τιβέριος, «Ταξινόμηση ντόπιας κεραμικής στο μακεδονικό χώρο (κυρίως τον παραθαλάσσιο) κατά τους υστερογεωμετρικούς και τους αρχαϊκούς 117

124 χρόνους», στο Μ. Τιβέριος Π. Νίγδελης & Π. Αδάμ - Βελένη (επιμ.), Θρεπτήρια. Μελέτες για την αρχαία Μακεδονία, (Θεσσαλονίκη 2012), (και στα αγγλικά). Τιβέριος 2013: Μ. Τιβέριος, «Ταξινόμηση ντόπιας κεραμικής στο μακεδονικό χώρο κατά την Εποχή του Σιδήρου ορισμένες δεύτερες σκέψεις», στο Π. Α. Βελένη Ε. Κεφαλίδου Δ.Τσιαφάκη (επιμ.), Κεραμικά εργαστήρια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο (8ος αρχές 5ου αι. π.χ.). Ημερίδα ΑΜΘ 2010, Θεσσαλονίκη 2013, Τοπογραφικό Αρχείο ΙΣΤ Ε.Π.Κ.Α. Τουράτσογλου 1968: Ι. Τουράτσογλου, «Μία Aρέθουσα και άλλα πήλινα ειδώλια απ τη Χαλκιδική στο Μουσείο της Θεσσαλονίκης», BCH 92, 1968, Τριανταφύλλου 2004: Σ. Τριανταφύλλου, «Ανθρωπολογική μελέτη του αρχαϊκού πληθυσμού Αγίας Παρασκευής», στο Δ. Β. Γραμμένος Σ. Τριανταφύλλου (επιμ.), Ανθρωπολογικές Μελέτες από τη Βόρεια Ελλάδα, Θεσσαλονίκη 2004, Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1993: Μ. Τσιμπίδου - Αυλωνίτη, «Ταφικός τύμβος στον Αγ. Αθανάσιο Θεσσαλονίκης. Η ολοκλήρωση της έρευνας», ΑΕΜΘ 7, Τσιμπίδου - Αυλωνίτη 1996: Μ. Τσιμπίδου - Αυλωνίτη, «Oι ταφικοί της περιοχής Αγ.Αθανασίου Θεσσαλονίκης ( ): Έρευνα και προοπτικές», ΑΕΜΘ 10 Α, Τσούγγαρης 2006: Χ. Τσούγγαρης, «Κανθαροειδείς κοτύλες και εξάλειπτρα απότο αρχαίο νεκροταφείο Θέρμης Νομού Θεσσαλονίκης. Συμβολή στη μελέτη της γκρίζας αρχαϊκής κεραμικής του Θερμαϊκού κόλπου», Μακεδονικά 35, , Φιλιππίδου 1906: Δ. Φιλιππίδου, Η Μακεδονία, Ιστορικώς, Εθνολογικώς, Γεωγραφικώς, Στατιστικώς, Εν Αθήναις Χαβέλα 2004: K. Χαβέλα, «Τεφρόχρωμη τροχήλατη κεραμική της Εποχής του Σιδήρου από την Τούμπα Θεσσαλονίκης» στο Ν. Χ. Σταμπολίδης Α. Γιαννικούρη (επιμ.), Το Αιγαίο στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου. Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, Ρόδος, 1-4 Νοεμβρίου 2002, Αθήνα 2004, Χαβέλα 2006: Κ. Χαβέλα, «Η χωροχρονική διάσταση του πολίσματος στην Τούμπα Θεσσαλονίκης. Η κεραμική ως πιλότος ερμηνείας», Θεσσαλονίκη 2006 (Αδημοσίευτη Διδακτορική Διατριβή). 118

125 Χαβέλα 2012: Κ. Χαβέλα, «Τα ταφικά έθιμα ως δείκτης διακοινοτικών και διαπολιτισμικών επαφών στο χώρο της κεντρικής Μακεδονίας», στο Ν. Χ. Σταμπολίδης Α. Γιαννικούρη (επιμ.), ΑΘΑΝΑΣΙΑ. Ο Άνω, ο Υπεράνω και ο Κάτω Κόσμος στη Μεσόγειο της Ύστερης Εποχής του Χαλκού και της Πρώιμης Εποχής του Σιδήρου. Διεθνές Αρχαιολογικό Συνέδριο, Ρόδος Μαΐου 2009, Ηράκλειο 2012, Χαβέλα 2013: Κ. Χαβέλα, «Τοπική γραπτή κεραμική του 6 ου αι. π.χ. από την Τούμπα Θεσσαλονίκης», στο Π. Α. Βελένη Ε. Κεφαλίδου Δ. Τσιαφάκη (επιμ.), Κεραμικά εργαστήρια στο Βορειοανατολικό Αιγαίο (8ος αρχές 5ου αι. π.χ.). Ημερίδα ΑΜΘ 2010, Θεσσαλονίκη 2013, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2000: A. Χρυσοστόμου Π. Χρυσοστόμου, «Τα νεκροταφεία του Αρχοντικού Γιαννιτσών», ΑΕΜΘ 14, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2001: A. Xρυσοστόμου Π. Χρυσοστόμου, «Ανασκαφή στη δυτική νεκρόπολη του Αρχοντικού Πέλλας κατά το 2001», ΑΕΜΘ 15, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2002: A. Χρυσοστόμου Π. Χρυσοστόμου, «Ανασκαφή στη δυτική νεκρόπολη του Αρχοντικού Πέλλας κατά το 2002», ΑΕΜΘ 16, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2008: A. Χρυσοστόμου Π. Χρυσοστόμου, «Σωστική ανασκαφή στο δυτικό νεκροταφείο του αρχαίου οικισμού στο Αρχοντικό Πέλλας κατά το 2008», ΑΕΜΘ 22, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2009: A. Χρυσοστόμου Π. Χρυσοστόμου, «Τα νεκροταφεία του αρχαίου οικισμού στο Αρχοντικό Πέλλας», ΑΕΜΘ 20 Χρόνια, Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2012: A. Χρυσοστόμου Π. Χρυσοστόμου, «Ιωνικά bucchero από τα νεκροταφεία του Αρχοντικού Πέλλας», στο Μ. Τιβέριος Β. Μισαηλίδου Δεσποτίδου Ε. Μανακίδου & Α. Αρβανιτάκη (επιμ.), Η κεραμική της αρχαϊκής εποχής στο βόρειο Αιγαίο και την περιφέρειά του ( π.χ.). Πρακτικά Αρχαιολογικής συνάντησης, Θεσσαλονίκη, Μαΐου 2011, Θεσσαλονίκη 2012,

126 Χρυσοστόμου Χρυσοστόμου 2012α: A. Χρυσοστόμου Π. Χρυσοστόμου, «Οι χρυσοφόροι Μακεδόνες των αρχαϊκών χρόνων από το δυτικό νεκροταφείο του Αρχοντικού Πέλλας. (Εικ Πιν.Iγ-III)», στο Μ. Τιβέριος Π. Νίγδελης & Π. Αδάμ - Βελένη (επιμ.), Θρεπτήρια. Μελέτες για την αρχαία Μακεδονία, (Θεσσαλονίκη 2012), (και στα αγγλικά). Αndreou et al. (υπό έκδοση): S. Andreou, M. Pappa, J.Czebreszuk, Anthemous Valley Archaeological Project, Υπό έκδοση. Αllamani - Souri 2011: V. Allamani - Souri, «Ensemble Funeraire: Tombe 37 de Souroti», στο S. Descamps - Lequime K. Charatzopoulou (επιμ.), Αu royame d Alexandre le Grand. La Macédoine antique.cataloque d exposition, Paris, Musee du Louvre, 13 octobre janvier 2012, Paris 2011, Edson 1947: C. Edson, «Νοtes on the Thrasian Phoros», CPh 42, Edson 1955: C. Edson, «Strepsa», CPh50, French 1967: D.H. French, Index of Prehistoric Sites in Central Macedonia and Cataloque of the Sherd Material in the University of Thessaloniki, Athens 1967 (Πολυγραφημένο αντίτυπο). Ηatzopoulos Loucopoulou 1987: M. B. Hatzopoulos L. D. Loucopoulou, Two studies in ancient Macedonian topography, (Mελετήματα 3), Αθήνα Ηatzopoulos Loucopoulou 1992: M. B. Hatzopoulos L. D. Loucopoulou, Recherches sur les marches orientales des Tèmènides (Anthèmonte Kalindoia), Ière partie, (Μελετήματα 11), Aθήνα Heurtley 1939: W. A. Heurtley, Prehistoric Macedonia. An Archaeological Reconnaissance of Greek Macedonia (West of Struma) in the Neolithic, Bronze and Early Iron Age, Cambridge Mazarakis -Ainian 1997: A. Mazarakis - Ainian, From Rulers Dwellings to Temples. Architecture, Religion, and Society in Early Iron Age Greece ( B.C.), Jonsered Papazoglou 1988: F. Papazoglou, Les villes de Macèdoine a l epoque romaine, ΒCH Suppl. XVI,

127 Picard : C. Picard, «Μacedonia I. Les Recherches archèologiques de l armèe Française en Macedoine », ΒSA 23, 1-9. Rey : L.Rey, «Οbservations sur les premières habitats de la Macèdoine. Recueillies par la Service Archeologique de l Armèe d Orient (Règion de Salonique)», BCH 41 43, Sismanidis 1998: C. L. Sismanidis, Corpus Vasorum Antiquorum, Greece, Thessaloniki, Archaeological Museum, Αcademy of Athens Sismanidis 2011: K. Sismanidis, «La Nécropole d Agia Paraskévi» στο S. Descamps - Lequime K. Charatzopoulou (επιμ.), Αu royame d Alexandre le Grand. La Macédoine antique.cataloque d exposition, Paris, Musee du Louvre, 13 octobre janvier 2012, Paris 2011, 191 και λήμματα, 225, , 247. Tafel 1839: Τ. Tafel, De Thessalonica ejusque agro dissertatio geographica, Berolini Wace : A. J. B. Wace, «The Mounds of Macedonia», ΒSA 20, Χydopoulos 2012: I. K.Xydopoulos, «Anthemous and Hippias: Τhe policy of Amyntas I», Ιllinois Classical Studies, 37, Zahrnt 1971: M. Zahrnt, Olynth und die Chalkidier.Untersuchungen zur Staatenbildung auf der Chalkidischen Halbinsel im.5 und 4 Jahrhundert v.chr., München Αρχαίες Πηγές Ἀισχίνης, Περί Παραπρεσβείας Ἀρριανός, Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις, Ἀριστοτέλης, Ἀθηναίων Πολιτεία Ἀρποκρατίων, Λεξικόν των δέκα ρητόρων Δημοσθένης, Φιλιππικός Β 121

128 Διόδωρος Σικελιώτης, Βιβλιοθήκην Ιστορικήν Ἑκαταῖος, Γῆς περίοδος = Στέφανος Βυζάντιος, Εθνικά Ἡσύχιος, Συναγωγή Πασῶν Λέξων κατά Στοιχεῖον έκ των Άριστάρχου και Άπίωνος και Ηλιοδώρου Θουκυδίδης, Ἱστορίαι Ἡροδότος Ἱστορίαι Λυκόφρων, Ἀλεξάνδρα Σούδα Στέφανος Βυζάντιος, Εθνικά Plinius, Naturalis Historia 122

129 Kατάλογος προέλευσης πινάκων και χαρτών Πίνακες Πίν.1: 1. Αγίασμα, Αγίας Παρασκευής, Τράπεζα Β, από νοτιοανατολικά, Σουέρεφ 2011, Τράπεζα Άνω Σχολαρίου από νότια, Σουέρεφ 2011, Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών από βορειοανατολικά, Σουέρεφ 2011, 47. Πίν.2: 1. Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών, Rey , 128, Εικ Τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών από νότια, Σουέρεφ 2011, Λόφος Αγίου Αντωνίου από δυτικά, Σουέρεφ 2011, 38. Πίν.3: 1. Λοφίσκος στα Λιβάδια Λιβαδιού από νοτιοδυτικά, Σουέρεφ 2011, Οικισμός στο Φράγμα Βασιλικών από βόρεια, Σουέρεφ 2011, Τούμπα Αγγελάκη, διακρίνεται η ανασκαφική τομή, Σισμανίδης 1987, Πίν Πίν.4: 1.Tούμπα Γκόνα από νοτιοδυτικά, Σουέρεφ 2011, Τοπογραφικό σχέδιο των τομών που διενεργήθηκαν στον περιβάλλοντα χώρο της Τούμπας Γκόνα, Σκαρλατίδου Κωνσταντινίδου 2003, Σχ.3. Πίν.5: 1. Tράπεζα Γκόνα, αποκάλυψη γωνίας κτιρίου με λιθόστρωτο και πεταλόσχημη κατασκευή μετά τη διεξαγωγή δοκιμαστικών τομών, Σκαρλατίδου Κωνσταντινίδου 2003, Εικ Τούμπα Λιβαδιού από βορειοδυτικά, Σουέρεφ 2011, Τούμπα Λουτρών Θέρμης από νοτιοανατολικά, Σουέρεφ 2011, 36. Πίν.6: 1. Tούμπα Νέας Ραιδεστού από βόρεια, Σουέρεφ 2011, Τράπεζα Λακκιάς, ανάπτυγμα από δυτικά, Σουέρεφ 2011, Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας από δυτικά, Σουέρεφ 2011,

130 Πίν.7: 1. Αγροτεμάχιο 725, Καρδία, κιβωτιόσχημος τάφος τελών 3 ου Σουέρεφ 2011, 124. αι. π.χ., 2. Τράπεζα Νέου Ρυσίου από νότια, Σουέρεφ 2011, Οι δυτικοί πρόποδες του οικισμού της Σουρωτής (Λόφοι). Διακρίνεται το εμφιαλωτήριο μεταλλικού νερού, Σουέρεφ 2011, 189. Πίν.8: 1. O αρχαιολογικός χώρος της Σουρωτής από βορρά. Άποψη του αρχαίου νεκροταφείου και των λόφων του οικισμού, Σουέρεφ 2009, Εικ Το αρχαϊκό νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής, Σισμανίδης 1987, Πίν Πίν.9: 1.Mερική άποψη του νεκροταφείου της Αγίας Παρασκευής, Βοκοτοπούλου 2001, 577, Εικ Γυναικεία ταφή σε κιβωτιόσχημο τάφο, Σισμανίδης 1987, Πίν Πίν.10:1. Μονολιθική σαρκοφάγος, Σισμανίδης 1987, Πίν Εικ Μονολιθική σαρκοφάγος, τάφος πολεμιστή, Βοκοτοπούλου 2001, 579, 3. Κρατήρες, Σισμανίδης 1987, Πίν Πίν.11: 1.Οινοχόες και πρόχοι διαφόρων τύπων, Σισμανίδης 1987, Πίν Άβαφες Υδρίες, Σισμανίδης 1987, Πίν Σφαιρικοί αρύβαλλοι, Σισμανίδης 1987, Πίν Πίν.12: 1. Eξάλειπτρα γραπτά και τεφρόχρωμο, πάνω δεξιά, Σισμανίδης 1987, Πίν Κορινθιακό εξάλειπτρο, Σισμανίδης 1993, 172 αρ Ερυθρόμορφος κρατήρας με παράσταση γυναικείας μορφής με βάρβιτο, Sismanidis 1998, Pl Πίν.13: 1. Ιωνική κύλικα, προέλευση Σάμος ή Ρόδος, Σισμανίδης 1993, 173 αρ

131 2. Κορινθιακή κοτύλη διακοσμημένη με αλυσίδα από άνθη και μπουμπούκια λωτού, Sismanidis 1998, Pl Κορινθιακή κοτύλη διακοσμημένη με Σειρήνα και Σφίγγες, Sismanidis 1998, Pl Πίν.14: 1. Τριφυλλόστομη οινοχόη με ζώα, Sismanidis 1998, Pl.48.2, Pl Τριφυλλόστομη οινοχόη με ιππέα και δρομείς, Sismanidis 1998, Pl.49.2, Pl Eγχώρια κολοκυθόσχημη οινοχόη, Παπακώστας 2013, Εικ.6. Πίν.15: 1. Αμφορέας με προτομή αλόγου σε μετόπη, Sismanidis 1998, Pl Ανθεμωτή λήκυθος, Sismanidis 1998, Pl Πίν.16: 1. Χιακός κάλυκας με αντωπές Σφίγγες, Sismanidis 2011, Χιακός κάλυκας με καθιστό λιοντάρι, Σισμανίδης 1993, 176 αρ Πίν.17: 1. Σκύφος Ομάδας CHC, συνομιλία εραστών με ερώμενο, Sismanidis 1998, Pl Σκύφος κοντά στην Ομαδα CHC, συνομιλία γυμνού άνδρα με εταίρα και γυμνός άνδρας που κυνηγά δύο ιματιοφόρες γυναικείες μορφές (β όψη), Sismanidis 1998, Pl.59.1, Pl Σκύφος κοντά στην Ομάδα CHC, ζωφόρος ζώων, Sismanidis 1998, Pl Πίν.18: 1. Σκύφος της Ομάδας της Λίνδου με γονατιστό άνδρα πλαισιωμένο από μοτίβο στιγμών, Sismanidis 1998, Pl Σκύφος του εργαστηρίου του Ζ. του Αίμονα με παράσταση τέθριππου, Sismanidis 1998, Pl Σκύφος του εργαστηρίου του Ζ. του Αίμονα (Ομάδα Κ2), τέθριππο προς δεξιά ανάμεσα σε ανθέμια, Sismanidis 1998, Pl Πίν.19: 1. Mικρογραφική ταινιωτή κύλικα στον τρόπο του Ζ. των Αγκώνων με αντωπό ζεύγος ζώων (πάνθηρας ελάφι), Sismanidis 1998, Pl

132 2. Μικρογραφική ταινιωτή κύλικα στον τρόπο του Ζ. των Αγκώνων με αντωπά ζεύγη ζώων, Σισμανίδης 2000, Eικ.17, Εικ Κύλικα τύπου Σιαννών με φτερωτή μορφή (Νίκη;) ανάμεσα σε ανδρικές μορφές, Sismanidis 1998, Pl Πίν.20: 1. Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας. Παράσταση της δηλιακής τριάδας, η Αρτεμη ανεβαίνει στο τέθριππο συνοδευμένη από τον Απόλλωνα και τη Λητώ, Sismanidis 1998, Pl Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας. Διονυσιακός θίασος, Sismanidis 1998, Pl Πίν.21: 1. Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας, πορεία πολεμιστών προς αριστερά, Sismanidis 1998, Pl Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας, ροπαλοφόρα ανδρική μορφή στο κέντρο και οπλισμένες ανδρικές μορφές με δόρατα εκατέρωθεν (ροπαλοφόροι του Πεισίστρατου;), Sismanidis 1998, Pl Πίν.22: 1. Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας, κύκνος και πάνθηρες σε εραλδική σύνθεση (α όψη), Sismanidis 1998, Pl Β όψη του ίδιου αγγείου, αίγαγρος που βόσκει προς τα αριστερά, Sismanidis 1998, Pl Εγχώριος μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας, στην παράδοση του έργου του Λυδού. Αίγαγρος βόσκει προς τα αριστερά, Sismanidis 1998, Pl.5.1. Πίν.23: 1. Εγχώριο εξάλειπτρο, Παπακώστας 2013, Εικ Εγχώρια κανθαροειδής κοτύλη, Παπακώστας 2013, Εικ Εγχώριος σκύφος, Παπακώστας 2013, Εικ.3. Πίν.24: 1. Εγχώριος κιονωτός κρατήρας, Παπακώστας 2013, Εικ Εγχώρια υδρία, Παπακώστας 2013, Εικ Εγχώρια κανθαροειδής κοτύλη με κάθετες γραμμές στίλβωσης, Παπακώστας 2013, Εικ.8 (αριστερά). 126

133 Πίν.25: 1. Σιδερένια όπλα, εγχειρίδιο, αιχμές δοράτων και ξίφος, Σισμανίδης 1987, Πίν Χάλκινο κράνος κορινθιακού τύπου, Σισμανίδης 1993, 177 αρ Χάλκινο κράνος ιλλυρικού τύπου, Σισμανίδης 1993, 171 αρ Πίν.26: 1. Ασημένια κοσμήματα, (τοξωτές πόρπες, ενώτια σχήματος Ω, διπλοί πελέκεις - περίαπτα, βραχιόλια, περόνες), Σισμανίδης 1987, Πίν Ασημένιες περόνες με δισκόμορφη κεφαλή, Σισμανίδης 1993, 171 αρ. 177, αρ Χάλκινη μεσόμφαλη φιάλη, Σισμανίδης 1993, 177 αρ.190. Πίν.27: 1. Χρυσό επιστόμιο, Σισμανίδης 1993, 178 αρ Γυναικείες προτομές, Σουέρεφ Χαβέλα 1999, Εικ.11. Πίν.28: 1. Ειδώλιο ταναγραίας, Τουράτσογλου 1968, Pl.Xii. 2. Κάλυκας άνθους με Έρωτα, Τουράτσογλου 1968, Pl.Xiii. 3. Εγκόλπιο με προτομή Αρτέμιδος, Τουράτσογλου 1968, Εικ.7. Πίν.29: 1. Γυναικεία προτομή (αρ.5284), Τουράτσογλου 1968, Pl.Ix. 2. Πήλινα αγγεία από το νεκροταφείο της Σουρωτής, Ρωμιοπούλου , Πίν.506 α/β. Πίν.30: 1. Σουρωτή, Ο.Τ. 44, Οικόπεδο Γκώγκου, Αλλαμανή - Σουρή 2008, Σχ Σχέδιο λακκοειδούς τάφου (κάτοψη και τομή) με σήμανση λίθων στην άνω επιφάνεια και ταφικό λάκκο στο βάθος του ταφικού σκάμματος, Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Σχ.2. Πίν.31: 1. Σουρωτή, λακκοειδής τάφος, Σουέρεφ Χαβέλα 1999, Εικ Σουρωτή, λακκοειδής τάφος με όριο λίθων, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Εικ Σουρωτή, κιβωτιόσχημος τάφος, Σουέρεφ 2009, Εικ.4. Πίν.32: 1. Σουρωτή, κεραμοσκεπής τάφος, Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Εικ

134 2. Σουρωτή, εγχυτρισμός, Σουέρεφ Χαβέλα 2004, Εικ Σουρωτή, χάλκινα κοσμήματα από το Ο.Τ. 44 (Τ102), Αλλαμανή Σουρή 2008, Εικ.5. Πίν.33: 1. Φιάλη με προχοή, Αλλαμανή Σουρή 2008, Εικ Πρωτογεωμετρικός σκύφος με κρεμάμενα ημικύκλια, Αλλαμανή Σουρή 2008, Εικ Διάγραμμα ποσοστιαίας κατάταξης εγχώριας και επείσακτης κεραμικής στο νεκροταφείο της Σουρωτής, Αλλαμανή - Σουρή 2012, Σχ.1. Πίν.34: 1. Το ταφικό σύνολο του Τ161 από το Ο.Τ. 44 (Κανθαροειδής κοτύλη, κοτύλη, αιχμή δόρατος, τμήμα εγχειριδίου και διπλής περόνης), Αλλαμανή - Σουρή 2008, Εικ Το ταφικό σύνολο του Τ3 από το Ο.Τ. 40 (Εξάλειπτρο, ασημένια βραχιόλια, τοξωτή πόρπη, διπλός πέλεκυς, σφηκωτήρας), Σουέρεφ Χαβέλα 1999, Εικ.3. Πίν.35: 1. Τα αγγεία του Τ29 από το οικόπεδο Παπαφλωράτου (Κορινθιακό εξάλειπτρο, εγχώριος σκύφος), Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ Το ταφικό σύνολο του Τ28 από το οικόπεδο Γκώγκου (Εγχώρια οινοχόη, κορινθιακός αρύβαλλος), Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ.5. Πίν.36:1. 1.Κορινθιακή πυξίδα με κυρτά τοιχώματα και πώμα, Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ Το ταφικό σύνολο του Τ39 από το οικόπεδο Γκώγκου (Ιωνική κύλικα, ιωνίζον σκύφος), Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ Τα αγγεία από τον Τ25 του οικόπεδου Παπαφλωράτου (Χιακός κάλυκας, κοτύλες, κοτυλίσκες), Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ.4. Πίν.37: 1. Ερμογένειος σκύφος της Ομάδας «Lancut» και κύλικα τύπου 1104, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Εικ

135 2. Κτερίσματα του Τ7 από το Ο.Τ. 40. Μελαμβαφής αλατιέρα, χρυσό έλασμα, σιδερένια περόνη, Σουέρεφ Χαβέλα 1999, Εικ Αττικές τριφυλλόστομες οινοχόες, Ομάδα «Keyside Class», Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ.10. Πίν.38: 1. Χυτροειδή αγγεία από το οικόπεδο Γκώγκου, Αλλαμανή - Σουρή 2008, Εικ Κτερίσματα Τ3 από το οικόπεδο Πολυγυρινού. Σκύφος με ταινιωτή διακόσμηση, ερυθροβαφής κοτυλίσκη, χυτροειδές αγγείο, Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Εικ Το σύνολο του Τ30 από το οικόπεδο Νούλη Μπεντίκη. Κολοκυθόσχημη οινοχόη, χυτροειδές αγγείο, κύπελλο, Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ.8. Πίν.39: 1. Τεφρόχρωμες τριφυλλόστομες οινοχόες, Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Εικ Θασιακή κύλικα και εγχώριο εξάλειπτρο, Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ Οινοχόη με γραπτή διακόσμηση, Αλλαμανή - Σουρή 2012, Εικ.3. Πίν.40: 1. Μελαμβαφής κάνθαρος, Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Εικ Αρυβαλλοειδή ληκύθια με ερυθρόμορφο ανθέμιο, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Εικ Ερυθρόμορφη υδρία του Ζ. της Ολύνθου, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Εικ.11. Πίν.41: 1. Κανθαροειδής κοτύλη, αιχμή δόρατος και δρεπανόσχημο εγχειρίδιο, Σουέρεφ Χαβέλα 2002, Εικ Χυτροειδές αγγείο, πολύσπειρο ψέλιο, ατρακτόσχημες χάντρες, τοξωτές πόρπες, περιδέραιο από φαγεντιανή, Αllamani - Souri 2011, Επίχρυσο στεφάνι μυρτιάς από το Ο.Τ. 40, Σουέρεφ Χαβέλα 2000, Εικ.12. Πίν.42: 1. Τμήμα νεκροταφείου και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα κτηρίου υπογεωμετρικών χρόνων με αψιδωτή (;) κάτοψη, Ο.Τ. 58, Σουέρεφ Χαβέλα 2004, Σχ

136 2. Γράφημα με την ηλικιακή κατανομή του σκελετικού δείγματος από τη Σουρωτή, Παπαγεωργοπούλου 2004, Γράφ.9. Πίν.43: 1. Κατανομή ανά φύλο στο νεκροταφείο της Σουρωτής, Παπαγεωργοπούλου 2004, Γράφ.5. Χάρτες Χάρτης 1: Γεωφυσικός χάρτης της λεκάνης του Ανθεμούντα, Google maps (διαδίκτυο). Χάρτης 2: Αρχαίες θέσεις βόρεια και νότια του ποταμού Ανθεμούντα, Σουέρεφ 2011, 248, Χάρτης 2. Χάρτης 3: Αρχαίες θέσεις στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου και την κοντινή ενδοχώρα, Σουέρεφ 2011, Χάρτης 4: Περιοχές της αρχαίας Μακεδονίας και της Χαλικιδικής, Σουέρεφ 2011, 247, Χάρτης

137 ΠΙΝΑΚΕΣ 131

138 Πίν.1 1. Αγίασμα, Αγίας Παρασκευής, Τράπεζα Β, από νοτιοανατολικά 2. Τράπεζα Άνω Σχολαρίου από νότια 3.Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών απο βορειοανατολικά 132

139 Πίν.2 1. Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών 2. Τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών από νότια. 3. Λόφος Αγίου Αντωνίου από δυτικά 133

140 Πίν.3 1. Λοφίσκος στα Λιβάδια Λιβαδιού από νοτιοδυτικά 2. Οικισμός στο Φράγμα Βασιλικών από βόρεια 3. Τούμπα Αγγελάκη, διακρίνεται η ανασκαφική τομή 134

141 Πίν.4 1. Τούμπα Γκόνα από νοτιοδυτικά 2.Τοπογραφικό σχέδιο των τομών που διενεργήθηκαν στον περιβάλλοντα χώρο της Τούμπας Γκόνα. 135

142 Πίν.5 1. Τράπεζα Γκόνα, αποκάλυψη γωνίας κτιρίου με λιθόστρωτο και πεταλόσχημη κατασκευή μετά τη διεξαγωγή δοκιμαστικών τομών 2.Τούμπα Λιβαδιού από βορειοδυτικά 3.Τούμπα Λουτρών Θέρμης από νοτιοανατολικά 136

143 Πίν.6 1. Τούμπα Νέας Ραιδεστού από βόρεια 2. Τράπεζα Λακκιάς, ανάπτυγμα από δυτικά 3 Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας από δυτικά 137

144 Πίν.7 1. Αγροτεμάχιο 725, Καρδία, κιβωτιόσχημος τάφος τελών 3 ου αι. π.χ. 2.Τράπεζα Νέου Ρυσίου από νότια. 3.Οι δυτικοί πρόποδες του οικισμού της Σουρωτής (Λόφοι). Διακρίνεται το εμφιαλωτήριο μεταλλικού νερού. 138

145 Πίν.8 1. Ο αρχαιολογικός χώρος της Σουρωτής από βορρά. Άποψη του αρχαίου νεκροταφείου και των λόφων του οικισμού 2.Το αρχαϊκό νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής 139

146 Πίν.9 1. Μερική άποψη του νεκροταφείου της Αγίας Παρασκευής 2. Αγία Παρασκευή, γυναικεία ταφή σε κιβωτιόσχημο τάφο 140

147 Πίν Μονολιθική σαρκοφάγος 2. Μονολιθική σαρκοφάγος, τάφος πολεμιστή 3.Κρατήρες 141

148 Πίν Οινοχόες και πρόχοι διαφόρων τύπων 2. Άβαφες Υδρίες 3. Σφαιρικοί αρύβαλλοι 142

149 Πίν Εξάλειπτρα γραπτά και τεφρόχρωμο, πάνω δεξιά 2. Κορινθιακό εξάλειπτρο 3. Ερυθρόμορφος κρατήρας με παράσταση γυναικείας μορφής με βάρβιτο 143

150 Πίν Ιωνική κύλικα, προέλευση Σάμος ή Ρόδος 2. Κορινθιακή κοτύλη διακοσμημένη με αλυσίδα από άνθη και μπουμπούκια λωτού 3. Κορινθιακή κοτύλη διακοσμημένη με Σειρήνα και Σφίγγες 144

151 Πίν Τριφυλλόστομη οινοχόη με ζώα 2. Τριφυλλόστομη οινοχόη με ιππέα και δρομείς 2. Εγχώρια κολοκυθόσχημη οινοχόη 145

152 Πίν Αμφορέας με προτομή αλόγου σε μετόπη 2.Ανθεμωτή λήκυθος 146

153 Πίν Χιακός κάλυκας με αντωπές Σφίγγες 2. Χιακός κάλυκας με καθιστό λιοντάρι 147

154 Πίν Σκύφος Ομάδας CHC, συνομιλία εραστών με ερώμενο 2. Σκύφος κοντά στην Ομάδα CHC, συνομιλία γυμνού άνδρα με εταίρα και γυμνός άνδρας που κυνηγά δύο ιματιοφόρες γυναικείες μορφές (β όψη ) 3. Σκύφος κοντά στην Ομάδα CHC, ζωφόρος ζώων 148

155 Πίν Σκύφος της Ομάδας της Λίνδου με γονατιστό άνδρα πλαισιωμένο από μοτίβο στιγμών 2. Σκύφος του εργαστηρίου του Ζ. του Αίμονα με παράσταση τέθριππου 3. Σκύφος του εργαστηρίου του Ζ. του Αίμονα (Ομάδα Κ2), τέθριππο προς δεξιά ανάμεσα σε ανθέμια 149

156 Πίν.19 1.Μικρογραφική ταινιωτή κύλικα στον τρόπο του Ζ. των Αγκώνων με αντωπό ζεύγος ζώων (πάνθηρας ελάφι) 2. Μικρογραφική ταινιωτή κύλικα στον τρόπο του Ζ. των Αγκώνων με αντωπά ζεύγη ζώων 3. Κύλικα τύπου Σιαννών με φτερωτή μορφή (Νίκη;) ανάμεσα σε ανδρικές μορφές 150

157 Πίν.20 1.Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας. Παράσταση της δηλιακής τριάδας, η Αρτεμη ανεβαίνει στο τέθριππο συνοδευμένη από τον Απόλλωνα και τη Λητώ 2. Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας. Διονυσιακός θίασος 151

158 Πίν Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας, πορεία πολεμιστών προς αριστερά 2. Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας, ροπαλοφόρα ανδρική μορφή στο κέντρο και οπλισμένες ανδρικές μορφές με δόρατα εκατέρωθεν (ροπαλοφόροι του Πεισίστρατου;) 152

159 Πίν.22 1.Μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας, κύκνος και πάνθηρες σε εραλδική σύνθεση (α όψη) 2. Β όψη του ίδιου αγγείου, αίγαγρος που βόσκει προς τα αριστερά 3. Εγχώριος μελανόμορφος κιονωτός κρατήρας, στην παράδοση του έργου του Λυδού. Αίγαγρος βόσκει προς τα αριστερά 153

160 Πίν Εγχώριο εξάλειπτρο 2. Εγχώρια κανθαροειδής κοτύλη 3. Εγχώριος σκύφος 154

161 Πίν Εγχώριος κιονωτός κρατήρας 2. Εγχώρια υδρία 3. Εγχώρια κανθαροειδής κοτύλη με κάθετες γραμμές στίλβωσης 155

162 Πίν Σιδερένια όπλα, εγχειρίδιο, αιχμές δοράτων και ξίφος 2. Χάλκινο κράνος κορινθιακού τύπου 3. Χάλκινο κράνος ιλλυρικού τύπου 156

163 Πίν Ασημένια κοσμήματα (τοξωτές πόρπες, ενώτια σχήματος Ω, διπλοί πελέκειςπερίαπτα, βραχιόλια, περόνες) 2. Ασημένιες περόνες με δισκόμορφη κεφαλή 3. Χάλκινη μεσόμφαλη φιάλη 157

164 Πίν Χρυσό επιστόμιο 2. Γυναικείες προτομές 158

165 Πίν Ειδώλιο ταναγραίας 2.Κάλυκας άνθους με Έρωτα 3. Εγκόλπιο με προτομή Αρτέμιδος 159

166 Πίν Γυναικεία προτομή (αρ.5284) 2. Πήλινα αγγεία από το νεκροταφείο της Σουρωτής 160

167 Πίν Σουρωτή, Ο.Τ. 44, Οικόπεδο Γκώγκου 2. Σχέδιο λακκοειδούς τάφου (κάτοψη και τομή) με σήμανση λίθων στην άνω επιφάνεια και ταφικό λάκκο στο βάθος του ταφικού σκάμματος 161

168 Πίν Σουρωτή, λακκοειδής τάφος 2. Σουρωτή, λακκοειδής τάφος με όριο λίθων 3. Σουρωτή, κιβωτιόσχημος τάφος 162

169 Πίν.32 1.Σουρωτή, κεραμοσκεπής τάφος 2. Σουρωτή, εγχυτρισμός 3. Σουρωτή, χάλκινα κοσμήματα από το Ο.Τ. 44 (Τ102) 163

170 Πίν Φιάλη με προχοή 2. Πρωτογεωμετρικός σκύφος με κρεμάμενα ημικύκλια 3. Διάγραμμα ποσοστιαίας κατάταξης εγχώριας και επείσακτης κεραμικής στο νεκροταφείο της Σουρωτής 164

171 Πίν Το ταφικό σύνολο του Τ161 από το Ο.Τ. 44 (Κανθαροειδής κοτύλη, κοτύλη, αιχμή δόρατος, τμήμα εγχειριδίου και διπλής περόνης) 2.Το ταφικό σύνολο του Τ3 από το Ο.Τ. 40 (Εξάλειπτρο, ασημένια βραχιόλια, τοξωτή πόρπη, διπλός πέλεκυς, σφηκωτήρας) 165

172 Πίν Τα αγγεία του Τ29 από το οικόπεδο Παπαφλωράτου (Κορινθιακό εξάλειπτρο, εγχώριος σκύφος) 2. Το ταφικό σύνολο του Τ28 από το οικόπεδο Γκώγκου (Εγχώρια οινοχόη, κορινθιακός αρύβαλλος) 166

173 Πίν Κορινθιακή πυξίδα με κυρτά τοιχώματα και πώμα 2. Το ταφικό σύνολο του Τ39 από το οικόπεδο Γκώγκου (Ιωνική κύλικα, ιωνίζον σκύφος) 3. Τα αγγεία από τον Τ25 του οικόπεδου Παπαφλωράτου (Χιακός κάλυκας, κοτύλες, κοτυλίσκες) 167

174 Πίν Ερμογένειος σκύφος της Ομάδας «Lancut» και κύλικα τύπου Κτερίσματα του Τ7 από το Ο.Τ. 40. (Μελαμβαφής αλατιέρα, χρυσό έλασμα, σιδερένια περόνη) 3. Αττικές τριφυλλόστομες οινοχόες, Ομάδα «Keyside Class» 168

175 Πίν Χυτροειδή αγγεία από το οικόπεδο Γκώγκου 2. Κτερίσματα Τ3 από το οικόπεδο Πολυγυρινού. Σκύφος με ταινιωτή διακόσμηση, ερυθροβαφής κοτυλίσκη, χυτροειδές αγγείο 3. Tο σύνολο του Τ30 από το οικόπεδο Νούλη Μπεντίκη. Κολοκυθόσχημη οινοχόη, χυτροειδές αγγείο, κύπελλο 169

176 Πίν Τεφρόχρωμες τριφυλλόστομες οινοχόες 2. Θασιακή κύλικα και 3. Οινοχόη με γραπτή διακόσμηση εγχώριο εξάλειπτρο 170

177 Πίν Μελαμβαφής κάνθαρος 2. Αρυβαλλοειδή ληκύθια με ερυθρόμορφο ανθέμιο 3. Ερυθρόμορφη υδρία του Ζ. της Ολύνθου 171

178 Πίν Κανθαροειδής κοτύλη, αιχμή δόρατος και δρεπανόσχημο εγχειρίδιο 2. Χυτροειδές αγγείο, πολύσπειρο ψέλιο, ατρακτόσχημες χάντρες, τοξωτές πόρπες, περιδέραιο από φαγεντιανή 3. Επίχρυσο στεφάνι μυρτιάς από το Ο.Τ

179 Πίν Τμήμα νεκροταφείου και αρχιτεκτονικά κατάλοιπα κτηρίου υπογεωμετρικών χρόνων με αψιδωτή (;) κάτοψη, Ο.Τ Γράφημα με την ηλικιακή κατανομή του σκελετικού δείγματος από τη Σουρωτή 173

180 Πίν Κατανομή ανά φύλο στο νεκροταφείο της Σουρωτής 174

181 ΧΑΡΤΕΣ 175

182 176 Χάρτης 1

183 Χάρτης 2 Αρχαίες θέσεις βόρεια και νότια του ποταμού Ανθεμούντα 1)Τράπεζα Λακκιάς, ΙΧ, 2) Λόφοι Περιστεράς, ΕΧ, ΠΕΣ, ΙΧ, 3) Επίπεδος οικισμός στο Κυπαρίσσι Βασιλικών, ΜΝ, ΝΝ, ΠΕΧ, 4) Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών, ΠΕΧ, ΠΕΣ, 5) Τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών, ΠΕΧ, 6) Λόφοι στο Φράγμα Βασιλικών, ΙΧ, 7) Τούμπα Λιβαδιού, ΠΕΣ, 8) Λοφίσκος στα Λιβάδια Λιβαδιού, ΙΧ, 9) Τούμπα Αγγελάκη Αγίας Παρασκευής, ΥΕΧ, ΠΕΣ, ΙΧ, 10) Αγίασμα Αγίας Παρασκευής (Τράπεζες), ΙΧ, 11) Τούμπα Λουτρών Θέρμης, ΠΕΧ, ΥΕΧ, ΙΧ, 12) Λόφοι Σουρωτής, ΠΕΣ, ΙΧ, Ρ, 13) Λόφος Αγίου Αντωνίου, ΥΕΧ, ΠΕΣ, ΙΧ, Ρ, 14) Τούμπα Γκόνα, ΠΕΧ, ΜΕΧ, ΥΕΧ, ΠΕΣ, ΙΧ, Ρ, Β, 15) Επίπεδος οικισμός Θέρμης, ΜΝ, ΝΝ, 16) Τούμπα Θέρμης, ΝΝ, ΠΕΧ, ΜΕΧ, ΥΕΧ, ΠΕΣ, ΙΧ, Β, 17) Τράπεζα Θέρμης, ΠΕΣ, ΙΧ, 18) Τούμπα Νέας Ραιδεστού, ΝΝ, ΕΧ, 19) Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας, ΥΕΧ, ΙΧ, 20) Τούμπα Λιβαδάκι, ΠΕΧ, ΥΕΧ, 21) Τράπεζα Νέου Ρυσίου, ΠΕΣ, ΙΧ, 22) Τούμπα Τάμπια Νέας Μηχανιώνας, ΠΕΣ, ΙΧ, Ρ, 23) Τράπεζα Αγίας Παρασκευής Γαλάτιστας, ΠΕΧ, ΥΕΧ. 177

184 Χάρτης 3 Αρχαίες θέσεις στο μυχό του Θερμαϊκού κόλπου και την κοντινή ενδοχώρα 1)Τράπεζες στο Αγίασμα Αγίας Παρασκευής, 2) Τούμπα Αγγελάκη Αγίας Παρασκευής, 3) Τούμπα Λουτρών Θέρμης, 4) Λόφος Αγίου Αντωνίου, 6) Τράπεζα Κεφάλα Άνω Σχολαρίου, 9) Τούμπα Αγίας Παρασκευής Βασιλικών, 10) Τούμπα Μεταμόρφωσης Βασιλικών, 11) Επίπεδος οικισμός στο Κυπαρίσσι Βασιλικών, 12) Τράπεζα Λακκιάς, 21) Επίπεδος οικισμός Θέρμης, 22) Τούμπα Γκόνα, 23) Τούμπα Θέρμης, 24) Τράπεζα Θέρμης, 34) Τούμπα Λιβαδιού, 43) Τούμπα Τάμπια Νέας Μηχανιώνας, 44) Τούμπα Νέας Ραιδεστού, 48) Τράπεζα Νέου Ρυσίου Καρδίας, 49) Τούμπα Λιβαδάκι Περαίας, 50) Τράπεζα Νέου Ρυσίου, 51) Τούμπα Νέων Επιβατών, 52) Τράπεζα Νέων Επιβατών, 57) Λόφος Ανάληψης Πανοράματος, 58) Τούμπα Πανοράματος, 59) Τράπεζα Πανοράματος, 63) Τράπεζα Πλαγιαρίου (Πλατιά Τούμπα), 64) Τούμπα Ουζούναλι (Φενέρ Τούμπα), 68) Τούμπα Ελαιώνων Πυλαίας, 71) Τούμπα Σαραλίκα Τριλόφου, 73) Τούμπα Αμπέλια, Χορτιάτης, 74) Τείχος στην κορυφή του Χορτιάτη, 78) Τούμπα και Τράπεζα Κάτω Σχολαρίου, 79) Λόφοι στο Φράγμα Βασιλικών, 80) Λοφίσκος στα Λιβάδια Λιβαδιού, 81) Σουρωτή, 86) Αμαλάρα Περιστεράς. 178

Προκασσάνδρεια Θεσσαλονίκη

Προκασσάνδρεια Θεσσαλονίκη 1 Κώστας Σουέρεφ Προϊστάμενος ΚΘ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων «Κάποιοι στο παρελθόν αναχωρούν, κάποιοι βαθιά στο μέλλον επιστρέφουν» Ορέστης Αλεξάκης, (από το Adagio, Υπήρξε, εκδ. Απόστροφος

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης Γιώργος Πρίμπας Το παρόν φωτογραφικό άλμπουμ είναι ένα αφιέρωμα για τους τρεις μεγάλης αρχαιολογικής αξίας χώρους στην περιοχή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ. Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ Χ ώ ρο ς Π.ΕΛΛΑΣ Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού Εφορεία Αρχαιοτήτων Πέλλας ΥΠΟΜΝΗΜΑ 1. Ο ΙΚΙΑ «ΔΙΟΝΥΣΟΥ» 2. Ο ΙΚΙΑ «ΑΡΠΑΓΗΣ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ» 3. Δ Η Μ Ο Σ ΙΟ ΑΡΧΕΙΟ 4. ΑΓΟΡΑ 5. ΥΠΟΓΕΙΑ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους κωνσταντινα Γραβανη e-mail: cgravani@cc.uoi.gr ΠανεΠιστηΜιουΠολη Δουρουτησ: αρχαιολογικεσ ερευνεσ, εργασιεσ και Μελετεσ: συντομη αναφορα ηαποκάλυψη αρχαιοτήτων στις βορειοανατολικές υπώρειες του λοφώδους

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ Βασιλένα Πετκόβα ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Το χωριό βρίσκεται σε απόσταση

Διαβάστε περισσότερα

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ

ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ -Η κάθε αστική ή αγροτική τοποθεσία που µαρτυρεί πολιτισµό έχει µνηµειακή αξία -Το ενδιαφέρον δεν περιορίζεται µόνο στην υψηλή αρχιτεκτονική αλλά και στα

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΔΙΟΝ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ Το Δίον ήταν μια αρχαιότατη πόλη στρατηγικής σημασίας και μια από τις πιο φημισμένες μακεδονικές πολιτείες. Η γεωγραφική θέση

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής τέχνης:

Διαβάστε περισσότερα

1. Ο μυκηναϊκός πολιτισμός εμφανίζει σημαντικά κέντρα και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης

1. Ο μυκηναϊκός πολιτισμός εμφανίζει σημαντικά κέντρα και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης ΟΜΑΔΑ Α 1. Α. Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν με την ένδειξη Σωστό (Σ) ή Λάθος (Λ) 1. Ο μυκηναϊκός πολιτισμός εμφανίζει σημαντικά κέντρα και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης 2. Στο

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ Το Ράπτη είναι ένα τυπικό παράδειγμα οικισμού στα ορεινά του νομού Ηλείας :δε χαρακτηρίζεται για τον παραδοσιακό του χαρακτήρα αλλά κυρίως για το πλούσιο φυσικό του περιβάλλον, που όμως

Διαβάστε περισσότερα

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν 1 Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν Έλενα Κωνσταντινίδου, Επ. Καθηγήτρια ΕΜΠ Σας καλοσωρίζουμε στο μάθημα της «Αρχιτεκτονικής ανάλυσης παραδοσιακού

Διαβάστε περισσότερα

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ Τα θέατρα της Αμβρακίας Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ Αμβρακία Η Αμβρακία, μία από τις αξιολογότερες κορινθιακές αποικίες, ήταν χτισμένη στην περιοχή του Αμβρακικού κόλπου κοντά στην όχθη του ποταμού Άραχθου.

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Αθήνα, 8-6-2012 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & Αριθμ. Πρωτ.: ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ43/55265/2765 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια.

Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες ή Καστέλλια. ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΛΙΝΔΟΙΑ ΣΥΝΟΨΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΕΥΡΗΜΑΤΩΝ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΠΟΛΗΣ: Ο αρχαιολογικός χώρος του Καλαμωτού βρίσκεται 2 χλμ. νότια του χωριού και είναι γνωστός στους κατοίκους του με την ονομασία Τούμπες

Διαβάστε περισσότερα

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ Πόλη: Οικισμός μόνιμου χαρακτήρα με μικρό ή μεγάλο πληθυσμιακό μέγεθος, δομημένος έτσι ώστε να εξυπηρετεί τη ζωή των κατοίκων της. Οικισμός: Κατοικημένη περιοχή, οριοθετημένη

Διαβάστε περισσότερα

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.

Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ (3000-1100π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. - Ο σημαντικότερος οικισμός ήταν η... - Κατά τη 2 η και 3 η χιλιετία

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 1η Διάλεξη Α. Τέσσερα Σχέδια για τη Θεσσαλονίκη Χωροταξική Μελέτη (1966-1968)

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Περίληψη των εργασιών Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2016) Οι εργασίες πεδίου στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά (Καβούσι, Ιεράπετρα), στη βορειοανατολική Κρήτη, διήρκεσαν 11 εβδομάδες,

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Πέμπτη, 06 Αύγουστος :59 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 03 Σεπτέμβριος :18

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Πέμπτη, 06 Αύγουστος :59 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 03 Σεπτέμβριος :18 ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΙΑΝΗΣ 6η 8-11 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ Οι Ιππικές Πορείες που διοργανώνει το Αρχαιολογικό Μουσείο της Αιανής στα ίχνη αρχαίων διαδρομών και διαβάσεων, αποτελούν εκδήλωση θεσμό, πλέον,

Διαβάστε περισσότερα

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49 Στις 17 Απριλίου 2013 επισκεφθήκαμε το Αρχαιολογικό Μουσείο Μεγάρων. Η αρχαιολόγος κα Τσάλκου (την οποία θερμά ευχαριστούμε) μας παρουσίασε τα πολύ εντυπωσιακά ευρήματα της περιοχής μας δίνοντάς μας αναλυτικές

Διαβάστε περισσότερα

Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας

Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΗΜΑΘΙΑΣ ΔΗΜΟΣ ΒΕΡΟΙΑΣ Δ/ΝΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΔΟΜΗΣΗΣ - ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Βέροια, 15/7/2016 Αρ. Πρωτ. ΔΥ Διεύθυνση : Βικέλα 4 Προς: Δημοτικό Συμβούλιο Τ.Κ. : 591 32 Πληροφορίες

Διαβάστε περισσότερα

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ Α.1.1.α.6 ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ ΛΟΙΠΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΜΕΓΕΘΗ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ 1. ΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ 1.1 Πληθυσµός Κατά την εκπόνηση του

Διαβάστε περισσότερα

ΑΔΑ: ΒΛ1ΡΓ-Σ09 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ

ΑΔΑ: ΒΛ1ΡΓ-Σ09 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΑΝΑΡΤΗΤΕΑ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΟΜΕΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Ταχ. Δ/νση : Θεμιστοκλέους 87 Αθήνα Ταχ.Κώδικας : 10681 Πληροφορίες : Ιωάννα-Ασπασία Κολώκα Τηλέφωνο : 2103307646

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΔΕΙΓΜΑΤΙΚΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Μάθημα: Ιστορία Τάξη: Α Λυκείου Χρόνος εξέτασης: 2 ώρες και 30 λεπτά ΜΕΡΟΣ Α (20 μονάδες) Να απαντήσετε ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ και στις δύο (2) ερωτήσεις. 1. Κάθε

Διαβάστε περισσότερα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα Ηφαίστειο της Θήρας Η Μινωική Κρήτη λόγω της εμπορικής αλλά και στρατηγικής θέσης της έγινε γρήγορα μεγάλη ναυτική και εμπορική δύναμη. Οι Μινωίτες πωλούσαν τα προϊόντα τους σε όλη τη Μεσόγειο με αποτέλεσμα

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ Οι κλασικές προσεγγίσεις αντιμετωπίζουν τη διαδικασία της επιλογής του τόπου εγκατάστασης των επιχειρήσεων ως αποτέλεσμα επίδρασης ορισμένων μεμονωμένων παραγόντων,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΑΡΧΑΙΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ «ΠΛΑΤΙΑΝΑΣ» 1 Μ Α Ρ Ι Α Μ Α Γ Ν Η Σ Α Λ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ Ε.Μ.Π. MSc Ε.Μ.Π. Το αρχαίο θέατρο, το επωνοµαζόµενο χάριν συντοµίας «θέατρο της Πλατιάνας», βρίσκεται εντός των τειχών της αρχαίας Ακρόπολης στην κορυφή του όρους Λαπίθα. Η αρχαία ονοµασία της πόλης στην οποία ανήκε θεωρείται

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ "ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ Κ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ" ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ 1911-1913" Κεφάλαιο 5 Ο χάρτης των Βαλκανίων

Διαβάστε περισσότερα

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ Β. Π. Γ. Π. Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χιλιόμετρα, ενώ με τα νησιά φτάνει τα 30,2

Διαβάστε περισσότερα

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια κάτοψη, περισσότερους από έναν ορόφους και στιβαρή κατασκευή.

Διαβάστε περισσότερα

ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ

ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ προς Λιβαδάκι ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΛΑΙΟΤΡΙΒΕΙΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ Η Σύσταση του Οικισμού: Ο οικισμός είναι ορεινός, αγροτικός και αποτελείται από: -13 κατοικίες, (μόνιμα διαμένουν σε 6 από αυτές,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ, ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ, ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε. ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ, ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε. Ιαν. 2016 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ: Χωρική διάρθρωση και εξέλιξη της οικοδομικής δραστηριότητας στη Ζώνη Επιρροής της Εγνατίας Οδού, 2004-2014 ΓΕΩΧΩΡΟΣ Α.Ε., Σύμβαση: Παροχή υπηρεσιών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 9. "Χαλκίδα - Ιστορική Εξέλιξη και Σύγχρονα Ζητήματα Σχεδιασμού"

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 9. Χαλκίδα - Ιστορική Εξέλιξη και Σύγχρονα Ζητήματα Σχεδιασμού ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 9 "Χαλκίδα - Ιστορική Εξέλιξη και Σύγχρονα Ζητήματα Σχεδιασμού" Περιοχές αρχαιοτήτων κλασική περίοδος ελληνιστική ρωμαϊκή περιόδος μεσαιωνική περίοδος νεοκλασσική περίοδος Η θέση

Διαβάστε περισσότερα

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος Ένα νέο έδαφος Το ελληνικό τοπίο υπομένει για περισσότερα από 40 χρόνια μια παρατεταμένη διαδικασία «προ-αστικοποίησης». Στην ανάπτυξη των παραθεριστικών οικισμών κυριαρχούν τα γνώριμα μοντέλα της πανταχόθεν

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 2008

ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 2008 ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΓΙΑ ΤΟ 2008 ΝΟΜΟΣ ΕΒΡΟΥ ΣΥΝΟΛΟ 20.000 ΝΟΜΟΣ ΡΟΔΟΠΗΣ ΙΘ' Εφορεία Πρ. Κομοτηνής Έργου 4916 ΙΘ' Εφορεία Πρ. Κομοτηνής Π.Τσατσοπούλου Τηλ:2531022411 FAX:2531021517

Διαβάστε περισσότερα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα

Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Προϊστορικές Κοινωνίες Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Νεολιθική εποχή μόνιμη εγκατάσταση Νεολιθική εποχή Αρχή της παραγωγής της τροφής. Νεολιθική εποχή Αρχή της καλλιέργειας

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ Τράπεζα Θεμάτων

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ Τράπεζα Θεμάτων ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ Τράπεζα Θεμάτων Ερωτήσεις ανάπτυξης 1. Να αναφέρετε και να εξηγήσετε ποιες ήταν οι βασικές προϋποθέσεις για την ύπαρξη και εξέλιξη της πόλης- κράτους. 2. Να

Διαβάστε περισσότερα

Πάσχα στα «πόδια» της Χαλκιδικής Άγιον Όρος, 5 μέρες. 18 22 Απριλίου 2014

Πάσχα στα «πόδια» της Χαλκιδικής Άγιον Όρος, 5 μέρες. 18 22 Απριλίου 2014 Σίνα 14 & Ακαδημίας, τηλ. 210 3642707, φαξ. 201-3642707 e-mail: info@cosmorama.gr Πάσχα στα «πόδια» της Χαλκιδικής Άγιον Όρος, 5 μέρες 18 22 Απριλίου 2014 Μόνο σε εμάς θα βρείτε: Πλούσιες πρωινές ξεναγήσεις

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ» Ομάδα Εργασίας: Κόντου Χριστίνα, Λαζαρίδης Χριστόφορος, Μπουλταδάκη Άννα, Πάσχου Μαρία, Παυλίδου Ιωάννα, Τσιολάκη Φανή ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ» Η περιοχή μελέτης ανήκει

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Γενική Εισαγωγή..2 - Iστορική αναδρομή....3-4 - Περιγραφή του χώρου.....5-8 - Επίλογος...9 - Βιβλιογραφία 10 1 Γενική Εισαγωγή Επίσκεψη στο Επαρχιακό Μουσείο Πάφου Το Επαρχιακό Μουσείο της

Διαβάστε περισσότερα

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Εισαγωγικά: ΟΡΙΣΜΟΣ: Με τον όρο μυκηναϊκός πολιτισμός χαρακτηρίζεται ο προϊστορικός πολιτισμός της ΎστερηςΕποχήςτουΧαλκούαπότο1600-1100 π. Χ. που αναπτύχθηκε κυρίως στην κεντρική

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΟΙΝΙΑΔΩΝ. βασίσθηκε στην εργασία που εκπόνησε ειδική επιστημονική ομάδα υπό τους κ.κ. Λάζαρο Κολώνα τ. γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (ΕΠΙ ΤΗΣ Β ΦΑΣΗΣ - Β1 ΣΤΑΔΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Π. Σ. ΔΗΜΟΥ ΣΥΚΙΩΝΙΩΝ)

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (ΕΠΙ ΤΗΣ Β ΦΑΣΗΣ - Β1 ΣΤΑΔΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Π. Σ. ΔΗΜΟΥ ΣΥΚΙΩΝΙΩΝ) ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΔΗΜΟ ΣΙΚΥΩΝΙΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ Κ. ΔΗΜΑΡΧΟ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (ΕΠΙ ΤΗΣ Β ΦΑΣΗΣ - Β1 ΣΤΑΔΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Π. Σ. ΔΗΜΟΥ ΣΥΚΙΩΝΙΩΝ) ΤΩΝ ΣΙΚΥΩΝΙΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ Σε σχέση με την πρόταση του μελετητή

Διαβάστε περισσότερα

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ Δημογραφία Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση Μιχάλης Αγοραστάκης Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας &

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ )

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ ) ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Η Ευρώπη επενδύει στις Αγροτικές περιοχές ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 2014-2020 (ΠΑΑ 2014-2020) ΜΕΤΡΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΤΟΜΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ. Χρονολογία. 100.000 ως 20.000 10.000. 7000 ως 6000. Νεότερη

ΣΥΝΤΟΜΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ. Χρονολογία. 100.000 ως 20.000 10.000. 7000 ως 6000. Νεότερη ΣΥΝΤΟΜΟ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΙΟΛΙΘΙΚΗ ΕΩΣ ΤΗ ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ Χρονολογία Ελλάδα - Αιγαίο 100.000 ως 20.000 Μέση και Νεότερη Παλαιολιθική 10.000 Μεσολιθική εποχή 7000 ως 6000 Έναρξη Νεολιθικής 5600 Μέση

Διαβάστε περισσότερα

ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ Β ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΦΙΛΙΠΠΟ Β Ο Φίλιππος της Μακεδονίας ή Φίλιππος Β o Μακεδών (382 336 π.χ.)ήταν ο βασιλιάς που έκανε τη Μακεδονία ισχυρό κράτος, ένωσε υπό την ηγεμονία του τα

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ ΤΡΙΠΟΛΗ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016 1ο ερώτημα Γιατί και με ποιους όρους η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ενός

Διαβάστε περισσότερα

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της.

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της. Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της. Βρίσκεται στο κέντρο σχεδόν της ελληνικής χερσονήσου, πάνω στο

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση. ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση. Στρατηγική θέση της Αγιάς Η περιοχή της Αγιάς χαρακτηρίζεται κυρίως από την εύφορη κοιλάδα

Διαβάστε περισσότερα

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού

Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Δημήτρης Δαμάσκος Δημήτρης Πλάντζος Πανεπιστημιακή Ανασκαφή Άργους Ορεστικού Κατά την περίοδο 2010 συνεχίσαμε την έρευνα τόσο στο χώρο της αίθουσας όσο και στο χώρο του αιθρίου με σκοπό την περαιτέρω διερεύνηση

Διαβάστε περισσότερα

Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου

Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου 29 Αυγούστου 2013 Η Αρχαία Τήνος, Συνέντευξη με την Καθηγήτρια του ΕΚΠΑ Νότα Κούρου Πολιτισμός / Συνεντεύξεις Στις 18 Αυγούστου 2013, στην κατάμεστη από κόσμο κεντρική συνεδριακή αίθουσα του Ιδρύματος

Διαβάστε περισσότερα

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι). Γεωγραφικά στοιχεία και κλίμα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά του νομού Ιωαννίνων είναι οι ψηλές επιμήκεις οροσειρές και οι στενές κοιλάδες. Το συγκεκριμένο μορφολογικό ανάγλυφο οφείλεται αφενός

Διαβάστε περισσότερα

12. ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΙΚΤΥΩΝ ΠΡΑΣΙΝΟΥ

12. ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΙΚΤΥΩΝ ΠΡΑΣΙΝΟΥ 45 12. ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΙΚΤΥΩΝ ΠΡΑΣΙΝΟΥ Η ιδέα της διαµόρφωσης δικτύων πρασίνου στη Θεσσαλονίκη αναπτύχθηκε αρχικά κατά τον ανασχεδιασµό της πόλης από τους πολεοδόµους Ernest Hebrard και Κωνσταντίνο Κιτσίκη και

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία ΕΙΣΑΓΩΓΗ Εισαγωγικά στην αρχαία Ελληνική ιστοριογραφία Ενδεικτικοί διδακτικοί στόχοι Οι διδακτικοί στόχοι για τη διδασκαλία της εισαγωγής προσδιορίζονται στο βιβλίο για τον καθηγητή, Αρχαίοι Έλληνες Ιστοριογράφοι,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : Κείμενο του ενημερωτικού εντύπου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : Κείμενο του ενημερωτικού εντύπου ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ : Κείμενο του ενημερωτικού εντύπου [ΕΓΝΑΤΙΑ - κείμενο εντύπου.doc] ΑΝΚΟ σελ 1/5 ΕΓΝΑΤΙΑ, ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ Η Εγνατία οδός είναι ένα έργο εξαιρετικά σημαντικό για την ανάπτυξη του τόπου. Ένας αυτοκινητόδρομος

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκή Θεματική Στρατηγική Εδάφους και. Έργο LIFE ENV/GR/ Soil Sustainability (So.S.)

Ευρωπαϊκή Θεματική Στρατηγική Εδάφους και. Έργο LIFE ENV/GR/ Soil Sustainability (So.S.) Ευρωπαϊκή Θεματική Στρατηγική Εδάφους και Έργο LIFE ENV/GR/000278 Soil Sustainability (So.S.) Σωκράτης Φάμελλος, Χημικός Μηχανικός MSc., Διευθυντής Τοπικής Ανάπτυξης, ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ Α.Ε. Ημερίδα Διαχείριση

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΠ 11 - Κεφάλαιο δύο: Η Πόλη- Κράτος - onlearn.gr - ελπ - εαπ .Σε τέσσερις ενότητες η γέννηση κι η εξέλιξη της πόλης κράτους, στην οποία βασίστηκε η οργάνωση ολόκληρου του ελληνικού πολιτισμού.

ΕΛΠ 11 - Κεφάλαιο δύο: Η Πόλη- Κράτος - onlearn.gr - ελπ - εαπ .Σε τέσσερις ενότητες η γέννηση κι η εξέλιξη της πόλης κράτους, στην οποία βασίστηκε η οργάνωση ολόκληρου του ελληνικού πολιτισμού. Κεφάλαιο δύο: Η Πόλη- Κράτος Σε τέσσερις ενότητες η γέννηση κι η εξέλιξη της πόλης κράτους, στην οποία βασίστηκε η οργάνωση ολόκληρου του ελληνικού πολιτισμού. Α Ενότητα: -- > Φυλετική οργάνωση των Ελλήνων

Διαβάστε περισσότερα

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ 1 ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Μάθημα 1: Οι έννοιες και θέση 1. Τι ονομάζεται σχετική θέση ενός τόπου; Να δοθεί ένα παράδειγμα. Πότε ο προσδιορισμός της σχετικής θέσης

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΡΑΤΟΥ. βασίσθηκε στην εργασία που εκπόνησε ειδική επιστημονική ομάδα υπό τους κ.κ. Λάζαρο Κολώνα τ. γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

Αρχιτεκτονική με κοινωνικό πρόσωπο - Daveti Home Brokers Sunday, 10 February 2013 11:55. Του Στράτου Ιωακείμ

Αρχιτεκτονική με κοινωνικό πρόσωπο - Daveti Home Brokers Sunday, 10 February 2013 11:55. Του Στράτου Ιωακείμ Του Στράτου Ιωακείμ Η Αρχιτεκτονική Χωρίς Σύνορα είναι Μη Κερδοσκοπική Οργάνωση, μέλος του διεθνούς μη κυβερνητικού, μη κερδοσκοπικού οργανισμού ASF international (Architecture Sans Frontieres International).

Διαβάστε περισσότερα

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π. τομέας Ι _ αρχιτεκτονικών συνθέσεων Ιούλιος 2012 Σπουδαστική ομάδα _ Αγαπητού-Κυρίτση Αλεξάνδρα-Νιόβη Χουντάλα Παναγιώτα Επιβλέποντες καθηγητές _ Καρβουντζή Βαλεντίνη

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαϊκή εποχή. Πότε; Π.Χ ΔΕΜΟΙΡΑΚΟΥ ΜΑΡΙΑ

Αρχαϊκή εποχή. Πότε; Π.Χ ΔΕΜΟΙΡΑΚΟΥ ΜΑΡΙΑ Αρχαϊκή εποχή 1 Πότε; 750 480 Π.Χ Τι εποχή είναι; 2 Εποχή προετοιμασίας και απαρχών : Οικονομικής Πολιτικής Πολιτιστικής εξέλιξης Πώς αντιμετωπίστηκε η κρίση του ομηρικού κόσμου στα μέσα του 8 ου αι π.χ.

Διαβάστε περισσότερα

α. Βασίλειο πόλεις-κράτη ομοσπονδιακά κράτη συμπολιτείες Η διάσπαση του κράτους του Μ. Αλεξάνδρου (σελ ) απελευθερωτικοί αγώνες εξεγέρσεις

α. Βασίλειο πόλεις-κράτη ομοσπονδιακά κράτη  συμπολιτείες Η διάσπαση του κράτους του Μ. Αλεξάνδρου (σελ ) απελευθερωτικοί αγώνες εξεγέρσεις ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ 323 [Θάνατος Μ. Αλεξάνδρου] ΕΩΣ 30 π.χ. [κατάληψη της Αιγύπτου από τους Ρωμαίους ολοκληρώνεται η κατάκτηση της Ανατολής από τους Ρωμαίους, ξεκινά η περίοδος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας]

Διαβάστε περισσότερα

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία Ταξιδεύουμε στην ηπειρωτική Ελλάδα, χρησιμοποιώντας διαφορετικά

Διαβάστε περισσότερα

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση - Με την βοήθεια της τεχνολογίας αρχαιολόγοι κατάφεραν να απεικονίσουν την Θεσσαλονίκη της αρχαιότητας - Μια ζηλευτή πόλη με Ιππόδρομο,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΤΑΦΡΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΥ

ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΤΑΦΡΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΧΩΡΟΥ ΗΜΕΡΙΔΑ: Αντιπλημμυρική Προστασία Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 3.9.2010 ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΤΑΦΡΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ 7 ο ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ 2011-2012 ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ: ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ Σ. ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ-ΚΟΛΩΝΙΑ, ΛΕΚΤΟΡΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017

Γιώργος Πρίμπας Ααύγουστος 2017 Γιώργος Πρίμπας Στην περιοχή της πόλης του Άργους έχει διαπιστωθεί αδιάλειπτη ανθρώπινη παρουσία, με σημαντικές πόλεις και οικισμούς, τα τελευταία πεντέμισι με έξι χιλιάδες χρόνια. Αναπόφευκτο λοιπόν να

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΑΚΗ ΜΑΡΤΙΟΥ 2019 ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ - ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΑΚΗ ΜΑΡΤΙΟΥ 2019 ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ - ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΥΠ.ΠΟ.Α. ΤΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΡΓΟ ΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΑΚΗ 32 η ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ 14-15 ΜΑΡΤΙΟΥ 2019 «Χωροταξία

Διαβάστε περισσότερα

Παρατηρητήριο ΤΟΜΕΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΕΡΓΩΝ & ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

Παρατηρητήριο ΤΟΜΕΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΕΡΓΩΝ & ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ Παρατηρητήριο ΤΟΜΕΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΕΡΓΩΝ & ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟΣ Α.Ε ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΠΙΛΟΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΞΙΩΝ ΓΗΣ ΣΕ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΕΣ ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΗΣ ΑΜΕΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. 4η Γραπτή Εργασία Ακαδημαϊκού Έτους

Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. 4η Γραπτή Εργασία Ακαδημαϊκού Έτους Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΥΛΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ 4η Γραπτή Εργασία Ακαδημαϊκού Έτους 2010-2011 Φοιτητής : Λιούμπας Ανδρέας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Νέες Πολιτείες ΙΙΙ : Λαχανόκηποι Μενεμένης Στα ενδιάμεσα όρια της πόλης Στην περιοχή Λαχανόκηποι, που ανήκει στα διοικητικά όρια του Δήμου Μενεμένης, εντοπίστηκε ένας τρίτος, εντελώς νέος για τα δεδομένα

Διαβάστε περισσότερα

ελιές, παστά ψάρια, και σπάνια από κρέας, κυρίως στην Αθήνα.

ελιές, παστά ψάρια, και σπάνια από κρέας, κυρίως στην Αθήνα. Η τροφή της Αρχαϊκής οικογένειας ήταν αποτελούνταν από λαχανικά, ελιές, παστά ψάρια, και σπάνια από κρέας, κυρίως στην Αθήνα. Η ενδυμασία των Αρχαίων Ελλήνων ήταν κομψή, αλλά όχι εξεζητημένη. Το βασικό

Διαβάστε περισσότερα

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ H ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ Στην εποχή του Θουκυδίδη πραγματοποιείται ένα σπουδαίο γεγονός που έγινε βασική αιτία να εξασθενίσουν οι Αρχαίες Ελληνικές πόλεις καθώς να συντριβή το πολιτισμικό μεγαλείο της αρχαίας

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΒ ΕΦΟΡΕΙΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ & ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΑ Θ Ε Α Τ Ρ Ο ΛΙΝΔΟΥ ΧΟΡΗΓΙΚΟΣ ΦΑΚΕΛΟΣ ΡΟΔΟΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ 2011 1 1. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελ. 2 2. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΜΝΗΜΕΙΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί 1. Να αντιστοιχήσετε τις λέξεις της στήλης Α με αυτές της στήλης Β. Α Β Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί Β. Αριστοκρατία β. Κριτήριο

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας

Ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας Ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας Ενότητα 1: Aντικείμενο και εννοιολογικοί προσδιορισμοί Δώρα Μονιούδη-Γαβαλά Σχολή Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Διαχείρισης Πολιτισμικού Περιβάλλοντος

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία (55ΑΥ2) Διδάσκων: Α. Farrington (email: eduserv@otenet.gr. Έλεγχος προόδου (Ενότητες 4 5)

Εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία (55ΑΥ2) Διδάσκων: Α. Farrington (email: eduserv@otenet.gr. Έλεγχος προόδου (Ενότητες 4 5) Εισαγωγή στην Αρχαία Ελληνική Ιστορία (55ΑΥ2) Διδάσκων: Α. Farrington (email: eduserv@otenet.gr 1. Ποια από τις ακόλουθες μάχες δεν έχει σχέση με τους Μηδικούς Πολέμους; α. η μάχη της Μυκάλης β. η μάχη

Διαβάστε περισσότερα

Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28

Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28 Μινωικός Πολιτισμός σελ. 23-28 Να περιγράψετε ένα μινωικό ανάκτορο; Μεγάλα Συγκροτήματα κτιρίων, Είχαν πολλές πτέρυγες-δωματίων, Διοικητικά, Οικονομικά, Θρησκευτικά και Καλλιτεχνικά κέντρα της περιοχής,

Διαβάστε περισσότερα

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΣ: 3028/2002 ΦΕΚ: Α 153/28.06.2002 ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 1: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ 1. Στην προστασία που παρέχεται

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΒΕΡΓΙΝΑΣ

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΒΕΡΓΙΝΑΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΒΕΡΓΙΝΑΣ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΒΕΡΓΙΝΑΣ Παρελθόν - Παρόν - Μέλλον Στ. Δρούγου Ομάδα εργασίας: καθηγήτρια κλασικής αρχαιολογίας ΑΠΘ Ν. Χατζηδάκης αρχιτέκτων ΔΠΜΣ

Διαβάστε περισσότερα

Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής

Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής Η κοινωνική οργάνωση της αρχαϊκής εποχής 1. Οι ευγενείς (ἀγαθοί, ἄριστοι, εὐπατρίδες, ἐσθλοί): κάτοχοι γης, ιππείς, ασκούσαν σώμα και πνεύμα (ιδανικό τους ο καλός κἀγαθός πολίτης). 2. Οι πολλοί, ο δήμος

Διαβάστε περισσότερα

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Μέρος της οχύρωσης Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που διενεργούνται στην περιοχή της La Bastida (Totana, Murcia στην Ισπανία) έχουν αποκαλύψει ένα επιβλητικό οχυρωματικό

Διαβάστε περισσότερα

Νέοι τόποι Περιπέτεια Φύση Παράδοση Ιστορία. Πολιτισμός Ζωή Μνημεία Ασφάλεια Χαρά

Νέοι τόποι Περιπέτεια Φύση Παράδοση Ιστορία. Πολιτισμός Ζωή Μνημεία Ασφάλεια Χαρά Νέοι τόποι Περιπέτεια Φύση Παράδοση Ιστορία Πολιτισμός Ζωή Μνημεία Ασφάλεια Χαρά 1 2 Η Εγνατία Οδός δίνει άλλες διαστάσεις και ευκαιρίες στην επισκεψιμότητα. Η δυνατότητα του επισκέπτη να διασχίσει όλη

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ

ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΔΙΟΥ, Αλέξανδρος Μπαξεβανάκης, ΒΠΠΓ ΔΙΟΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΙΟ ΟΝΟΜΑΣΤΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ Το αρχαίο Δίον του Ολύμπου βρίσκεται 15 χλμ. νότια της Κατερίνης, στους πρόποδες του Ολύμπου δίπλα στο

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Μ.Π. ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 6 ΤΟΜΕΑΣ 1 ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

Ε.Μ.Π. ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 6 ΤΟΜΕΑΣ 1 ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Ε.Μ.Π. ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ 2007-2008 ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΘΕΜΑ 6 6 Ο ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΜΕΑΣ 1 ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Στο πλαίσιο του μαθήματος η περιοχή της Μορφολογίας προτείνει το σχεδιασμό μικρού φοιτητικού ξενώνα

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πηγές και μέθοδοι (συνέχεια) Ο κλασικός αρχαιολόγος ταξινομεί το υλικό του: Κατά χρονική

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 6 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Οικιστική ανάπτυξη και Κατοικία Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 6 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Οικιστική ανάπτυξη και Κατοικία Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 6 η Διάλεξη Β. Διάγνωση της υπάρχουσας κατάστασης Οικιστική ανάπτυξη και Κατοικία

Διαβάστε περισσότερα

Πανεπιστήμιο Κύπρου ΑΡΗ 311. Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εαρινό Εξάμηνο 2013 ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Χωριό: Πέρα Ορεινής Θέμα μελέτης: Προσόψεις.

Πανεπιστήμιο Κύπρου ΑΡΗ 311. Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εαρινό Εξάμηνο 2013 ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Χωριό: Πέρα Ορεινής Θέμα μελέτης: Προσόψεις. Πανεπιστήμιο Κύπρου ΑΡΗ 311 Πολυτεχνική Σχολή Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εαρινό Εξάμηνο 2013 Χωριό: Πέρα Ορεινής Θέμα μελέτης: Προσόψεις ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ Φαρζανέ Κοχαρή ΓΕΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Διαβάστε περισσότερα

Β. ΓΙΑΤΗΧΑΛΚΙΔΑ. γενικά: πρωτεύουσα ν.ευβοίας 80 χλμ από την Αθήνα 53.584 κάτοικοι επίσημα

Β. ΓΙΑΤΗΧΑΛΚΙΔΑ. γενικά: πρωτεύουσα ν.ευβοίας 80 χλμ από την Αθήνα 53.584 κάτοικοι επίσημα Η ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΑΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΟΥ ΜΕΤΩΠΟΥ ΠΑΛΟΓΟΥ ΣΟΦΙΑ A. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αντικείμενο: Χαλκίδα Στόχος: μελέτη του θαλάσσιου μετώπου Μέθοδοι επεξεργασίας: βιβλιογραφία-διαδίκτυο αεροφωτογραφίες

Διαβάστε περισσότερα

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη και Διαχείριση του Αγροτικού Χώρου» Ενότητα 2: Αγροτική Κοινότητα και Αγροτικός Μετασχηματισμός (1/2) 2ΔΩ Διδάσκων:

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ)

ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10. Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ) ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑ 10 Η Παλαιοανακτορική Κρήτη (ΜΜΙΒ ΜΜΙΙΙΑ) Ίδρυση των πρώτων ανακτορικών κέντρων Κύριο χαρακτηριστικό στην κεραμική η εμφάνιση του καμαραϊκού ρυθμού, ο οποίοςαποτελεί προϊόν των

Διαβάστε περισσότερα

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015)

Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015) Έκθεση αποτελεσμάτων της ανασκαφής στον Αζοριά (2015) Εισαγωγή Οι εργασίες πεδίου στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά, στη βορειοανατολική Κρήτη (Καβούσι, Ιεράπετρα), διήρκεσαν 6 εβδομάδες, ενώ ακολούθησε

Διαβάστε περισσότερα

3. Οροι όµησης ιαταξη Κατασκευής στο οικόπεδο

3. Οροι όµησης ιαταξη Κατασκευής στο οικόπεδο 1. Περιγραφή έργου Πρόκειται για την ανέγερση διώροφης κατοικίας 57.92 τ.µ. σε οικόπεδο έκτασης 75 τ.µ. στην περιοχή Μαυροβούνι στο Γιαλό της Σύµης. Η νέα αυτη κατοικία διαθέτει εξώστη και ηµιυπαίθριο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ

ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ ΕΘΝΙΚΟΣ ΔΡΥΜΟΣ ΠΙΝΔΟΥ Γεωγραφικά στοιχεία Ο Εθνικός Δρυμός Πίνδου, γνωστός και ως Βάλια Κάλντα βρίσκεται σε ιδιαίτερα δυσπρόσιτη περιοχή της οροσειράς της Πίνδου στα όρια μεταξύ των νομών Γρεβενών και

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) (συνέχεια) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής

Διαβάστε περισσότερα

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών Τίτλος Ερευνητικού Έργου «Η καθημερινή ζωή στις κοινότητες της 5ης

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ- ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ- ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ- ΤΜΗΜΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟ 5 ο Ακαδημαϊκό έτος 2016-2017 ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Διαβάστε περισσότερα