Στρωματογραφική μελέτη Πλειο-Πλειστοκαινικών αποθέσεων σε ένα lowstandingvolcano στην περιοχή Σουσάκι Κορινθίας.

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Στρωματογραφική μελέτη Πλειο-Πλειστοκαινικών αποθέσεων σε ένα lowstandingvolcano στην περιοχή Σουσάκι Κορινθίας."

Transcript

1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Στρωματογραφική μελέτη Πλειο-Πλειστοκαινικών αποθέσεων σε ένα lowstandingvolcano στην περιοχή Σουσάκι Κορινθίας. Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια : Ράπτη Παρασκευή ΠΑΤΡΑ 2017

2 Τριμελής εξεταστική επιτροπή: Κουκουβέλας Ιωάννης, Καθηγητής, Τμήμα Γεωλογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών, (επιβλέπων) Ηλιόπουλος Γεώργιος, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Γεωλογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών Αβραμίδης Παύλος, Επίκουρος Καθηγητής, Τμήμα Γεωλογίας, Πανεπιστήμιο Πατρών 2

3 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η παρούσα διπλωματική εργασία εκπονήθηκε στα πλαίσια των μεταπτυχιακών σπουδών μου στο διατμηματικό μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών Περιβαλλοντικές Επιστήμες κατά το ακαδημαϊκό έτος Αντικείμενο της είναι η Στρωματογραφική μελέτη Πλειο-Πλειστοκαινικών αποθέσεων σε ένα lowstanding volcano στην περιοχή Σουσάκι Κορινθίας. Από τη θέση μου, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τον επιβλέποντα της διπλωματικής μου, Καθηγητή κ. Ι. Κουκουβέλα, ο οποίος μου ανέθεσε το θέμα και με καθοδήγησε σε όλη την πορεία της έρευνας. Ένα μεγάλο ευχαριστώ θα ήθελα να εκφράσω στον Επίκουρο καθηγητή κ. Γ. Ηλιόπουλο ο οποίος με την υπομονή του και τις πολύτιμες επιστημονικές συμβουλές του με καθοδήγησε σε όλα τα στάδια της εργασίας αυτής και αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για την ολοκλήρωσή της. Ακόμα ευχαριστίες οφείλω στο μέλος της τριμελούς επιτροπής, τον Επίκουρο καθηγητή κ. Π. Αβραμίδη για την άψογη συνεργασία που είχαμε καθ όλη τη διάρκεια εκπόνησης της εργασίας. Ένα θερμό ευχαριστώ επίσης θα ήθελα να εκφράσω στην κ. Πηνελόπη Παπαδοπούλου διδάκτορα του τμήματος Γεωλογίας, για τις πολύτιμες συμβουλές της στο εργαστηριακό μέρος αλλά και γενικότερα στην επίλυση αποριών μου στα πλαίσια της διπλωματικής εργασίας. Επίσης ευχαριστώ τους φοιτητές του εργαστηρίου Παλαιοντολογίας και Στρωματογραφίας του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Εβελίνα και Μιχάλη για την μεγάλη βοήθειά τους κατά τη διάρκεια των Δειγματοληψιών. Τέλος θέλω να ευχαριστήσω θερμά την οικογένειά μου για όλη την υλική και ηθική στήριξη που μου παρείχε σε όλη τη διάρκεια της εργασίας. 3

4 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1.Εισαγωγή..σελ Παλαιογεωγραφία Μεσογείου κατά το Νεογενές-Τεταρτογενές...σελ Μεταβατικά θαλάσσια περιβάλλοντα...σελ Παγετώδεις-Μεσοπαγετώδεις Περίοδοι....σελ 11 2.Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδος.. σελ Εισαγωγή στην Ευρύτερη Περιοχή της Ελληνικής χερσονήσου..σελ Ηφαιστειότητα στο Αιγαίο... σελ Ηφαιστειότητα Δυτικού Αιγαίου..σελ 15 3.Τεκτονική σελ Τεκτονική Κορινθιακού-Σαρωνικού Κόλπου και Λεκάνης Μεγάρων...σελ Τεκτονική και Σεισμικότητα...σελ Νεοτεκτονική Εξέλιξη Λεκάνης Σουσακίου...σελ 17 4.Στρωματογραφία ευρύτερης περιοχής μελέτης.....σελ Γεωλογική ιστορία ευρύτερης περιοχής μελέτης.....σελ 18 5.Περιοχή μελέτης-θέσεις.. σελ Γεωλογία περιοχής μελέτης..σελ 22 6.Μικροπαλαιοντολογία.σελ Μορφολογία Οστρακωδών...σελ Οικολογία Οστρακωδών....σελ Μαλάκια Γενικά...σελ 28 7.Υλικά Και Μέθοδοι.. σελ 32 8.Λιθοστρωματογραφία Περιοχής Μελέτης.... σελ Περιγραφή στρωματογραφικής στήλης (τομή 1) σελ Περιγραφή στρωματογραφικής στήλης (τομή 2).. σελ Περιγραφή στρωματογραφικής στήλης (τομή 3)....σελ Περιγραφή στρωματογραφικής στήλης (τομή 4)....σελ 42 9.Αποτελέσματα......σελ Συστηματική Ταξινόμηση. σελ Συζήτηση.. σελ Χρονοστρωματογραφία...σελ Παλαιοοικολογία Παλαιοπεριβάλλον....σελ Πολυπαραγοντικές αναλύσεις...σελ Συμπεράσματα σελ 110 Βιβλιογραφία....σελ 113 4

5 1.ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η πιο πρόσφατη γεωλογικά ηφαιστειακή δραστηριότητα στην Ελλάδα ξεκίνησε πριν από περίπου 5 εκατομμύρια χρόνια και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Τα παλαιότερα ηφαιστειακά γεγονότα αυτής της περιόδου συνέβησαν στην Αίγινα, στον Πόρο και στο Σουσάκι με το οποίο και θα ασχοληθούμε. Το Σουσάκι σήμερα είναι αδρανές αλλά με έντονη υδροθερμική δραστηριότητα. Το Σουσάκι περιλαμβάνει 2-4 ηφαιστειακά κέντρα που ενεργοποιήθηκαν πριν από 4-5 εκατομμύρια έτη. Γενικότερα η περιοχή του Σουσακίου παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς αποτελεί το δυτικό άκρο του ηφαιστειακού τόξου του Νοτίου Αιγαίου. Αξίζει ν αναφερθεί ότι η ευρύτερη περιοχή της λεκάνης έχει μία πολύπλοκη στρωματογραφία χρονικά κυρίως λόγω της σύνθετης τεκτονικής που έχει επηρεάσει τα ιζήματα καθ όλη την διάρκεια του Πλειόκαινου και του Τεταρτογενούς αλλά και λόγω των διαφορετικών περιβαλλόντων απόθεσης. Ο σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η καταγραφή και εξακρίβωση της ηλικίας ιζηματογενών ακολουθιώντα οποία υπέρκεινται των ηφαιστειακών πετρωμάτων που προέρχονται από το ηφαίστειο του Σουσακίου. Για το λόγο αυτό επιλέχθηκαν συγκεκριμένες θέσεις όπου οι επιφανειακές εμφανίσεις ηφαιστειακών πετρωμάτων και τα ιζηματογενή πετρώματα βρίσκονταν σεσυνεχή ασυμφωνία με τα ηφαιστειακά πετρώματα. Σκοπός επίσης είναιμια παλαιοοικολογική και παλαιοπεριβαλλοντική έρευνα της περιοχής μελέτης. Η μικροπαλαιοντολογία, αποτέλεσε την κύρια μεθοδολογία για την ανασύσταση των παλαιοπεριβαλλόντων απόθεσης με βάση την μελέτη των Οστρακωδών τα οποία αποτελούν αξιόλογους παλαιοκλιματολογικούς δείκτες. Τέλος έγινε προσπάθεια να συσχετιστούν η εξέλιξη της λεκάνης του Σουσακίου σε σχέση με παράγοντες όπως ο μαγματισμός, η τεκτονική και περιοδικές αλλαγές του κλίματος στα περιβάλλοντα ιζηματογένεσης. 5

6 1.1.Παλαιογεωγραφία Μεσογείου κατά το Νεογενές-Τεταρτογενές Όσον αφορά την παλαιογεωγραφία των νεότερων περιόδων της ιστορίας της Γης, γνωρίζουμε ότι στον Ευρωπαϊκό - Μεσογειακό χώρο, το Νεογενές χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη της Παρατηθύος, η οποία λειτούργησε από το τέλος του Ολιγόκαινου - αρχές Μειόκαινου σαν μια μεγάλη ηπειρωτική θάλασσα, υπόλειμμα του ωκεανού της Τηθύος(Dercourt et al., 1993, 2000, Golonka et al., 2000, Τσόδουλος,2009). Οι κύριοι παράγοντες που καθορίζουν την εξέλιξη της Παρατηθύος είναι οι νεότερες τεκτονικές κινήσεις, η παγκόσμια μεταβολή του επιπέδου της θάλασσας και οι αντίστοιχες κλιματικές μεταβολές. Το τελευταίο στάδιο εξέλιξης της Παρατηθύος, που άρχισε μεταξύ Μέσου και Ανώτερου Μειόκαινου και ολοκληρώθηκε στο Πλειόκαινο, ονομάζεται Νεοπαρατηθύς. Η σημερινή Μαύρη θάλασσα, η Κασπία και η λίμνη Αράλη, θεωρούνται υπολείμματα της Παρατηθύος (Meulenkamp and Hilgen, 1986; Meulenkamp et al., 2000a,b). Ειδικότερα, η παλαιογεωγραφική κατάσταση της Μεσογείου σκιαγραφείται ως εξής: Μετά το τέλος των κύριων αλπικών φάσεων ( (Μέσο Μειόκαινο), και την εξαφάνιση των τελευταίων διόδων Μεσογείου - Ινδικού αφενός και Μεσογείου - Ατλαντικού αφετέρου, η θάλασσα της Μεσογείου είχε περιοριστεί κατά το μεγαλύτερο της τμήμα. Διατηρούνταν μόνο μερικές μεγάλες, και σχετικά βαθιές λεκάνες με αλμυρά ή υφάλμυρα νερά, καθώς και πολλές μικρότερες λίμνες που εκτείνονταν σ' όλη της την έκταση. Μια επικρατούσα υπόθεση για την κατάσταση αυτή της Μεσογείου είναι ότι κατά το Τορτόνιο (περίπου πριν από 8-10 Μa) σημειώθηκε μια πτώση της στάθμης των ωκεανών, με αποτέλεσμα τη μερική απομόνωση της Μεσογείου από τον Ατλαντικό. Η απομόνωση αυτή ολοκληρώθηκε κατά το Μεσσήνιο. Οι λεκάνες αυτές της Μεσογείου και οι λίμνεςπου προαναφέρθηκαν ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητες στις κλιματικές μεταβολές.γύρω στα τέλη του Μειόκαινου (Μεσσήνιο) έχουμε ύπαρξη μιας μακρόχρονης περιόδου επανειλημμένων αποξηράνσεων (Ryan et al., 1973; Hsϋ et al., 1978), γνωστών στη βιβλιογραφία με την έκφραση «κρίση αλατότητας του Μεσσήνιου». Περιοδικά δηλαδή, η Μεσόγειος γνώριζε διαστήματα που χαρακτηρίζονταν από εισροή θαλάσσιων μαζών και εναλλασσόμενα διαστήματα έντονης εξάτμισης και αποξήρανσης. Οι περίοδοι αποξήρανσης χαρακτηρίζονται από εναποθέσεις εβαποριτών (γύψου και άλλων αλάτων) που το πάχος τους σε ορισμένα σημεία της Μεσογείου φτάνει τα 2 Km. Το σημαντικό εκείνο τεκτονικό γεγονός που μετέβαλε την παλαιογεωγραφική εικόνα της Μεσογείου και συνέβη πριν από 5 Μa και ολοκληρώθηκε στα τέλη του Πλειοκαίνου», ήταν η διάνοιξη των στενών του Γιβραλτάρ, που επέτρεψε μια καινούργια εισβολή της θάλασσας. 6

7 Ο Ελλαδικός χώρος κατά τη διάρκεια του Ανώτατου Μειόκαινου - Πλειόκαινου είχε περίπου τη σημερινή του μορφή με πολλά τμήματα του κατακλυσμένα από θάλασσα, π.χ. Δυτική Πελοπόννησος, τμήματα της Κρήτης, Ρόδου κ.α. Το Τεταρτογενές είναι η νεότερη χρονικά περίοδος της ιστορίας της Γης, παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα στην κλιματική του κατάσταση με τις διαδοχικές εναλλαγές θερμών και ψυχρών περιόδων (παγετώδεις και μεσοπαγετώδεις περίοδοι). Στο Πλειόκαινο και το Τεταρτογενές η θάλασσα του Αιγαίου κατά περιόδους συνέδεσε τη Μεσόγειο με την Ανατολική Παρατηθύ. Η χαμηλή στάθμη της θάλασσας στις περιόδους αυτές αιτιολογεί την ύπαρξη κλειστών λεκανών και την παρουσία ενδημικών ειδών και ξηράνσεις αυτών των λεκανών (Schroeder, 1986). Στο διάστημα αυτό είχαμε αποθέσεις ιζημάτων (θαλάσσιων, λιμναίων, ποταμoχειμάριων) σε αντίστοιχες λεκάνες ή ακόμα και σε λεκάνες με εναλλαγές συνθηκών για παράδειγμα από θαλάσσιες σε χερσαίες. Τέτοια ιζήματα (αποθέσεις δικτυωτού ποταμού και ποταμολιμναίες αποθέσεις) έχουν αποτεθεί και στα περιθώρια της ρηξιγενούς ζώνης του Κορινθιακού (ΒΔ Πελοπόννησος) σε ένα αρχικό στάδιο εξέλιξης της ζώνης, όπου η γεωμετρία των ρηγμάτων ρύθμιζε την ιζηματογένεση (Bell et al., 2009). Η λεκάνη του Σουσακίου που βρίσκεται στο βόρειοανατολικό περιθώριο αυτής της ρηξιγενούς ζώνης, παρουσιάζει επίσης τέτοιου τύπου ιζήματα. Ακόμα χαρακτηριστική είναι η απόθεση στρωμάτων λιγνιτών σε λιμναίες φάσεις τέτοιων ιζημάτων κυρίως στα περιθώρια των λεκανών όπου υπάρχουν έλη και συσσωρεύονται ποσότητες οργανικής ύλης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι Πλειο-Πλειστοκαινικές λεκάνες της Πτολεμαΐδας και της Μεγαλόπολης (Christanis, 2004, Siavalas et al., 2009,Τσόδουλος, 2009). Γενικά οι Τεταρτογενείς σχηματισμοί αποτελούνται από μια μεγάλη ποικιλία θαλάσσιων αλλά κυρίως χερσαίων αποθέσεων κατά κανόνα χαλαρών, πρέπει όμως να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει κάποιο σαφώς καθορισμένο όριο μεταξύ του Πλειόκαινου και Πλειστόκαινου και για το λόγο αυτό συχνά τα αντίστοιχα ιζήματα αναφέρονται αδιαίρετα σαν πλειοπλειστοκαινικά. Τυπικοί χερσαίοι τεταρτογενείς σχηματισμοί είναι οι παγετώδεις και μεσοπαγετώδεις αποθέσεις. Κυρίως κώνοι πλευρικών κορημάτων, λιθώνες, μοραίνες κ.ά. 1.2.ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑ ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΑ Γενικότερα η παράκτια ζώνη εκτεινόμενη έως και την ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα περιλαμβάνει υδρολογικές λεκάνες, ποταμοεκβολές, παράκτιες θάλασσες. Αυτή η σχετικά στενή λωρίδα μεταξύ ξηράς και θάλασσας δέχεται διεργασίες και φαινόμενα που μπορεί να ξεκινούν από τα πλέον μακρινά και μεγάλου υψόμετρου τμήματα της 7

8 παρακείμενης υδρολογικής λεκάνης, έως και από τα νερά της ανοικτής θάλασσας και του ωκεανού.οι παράκτιες αυτές διεργασίες που αναπτύσσονται προκαλούν διάφορες βιογεωχημικές μεταβολές. Ως Λιμνοθάλασσα καλείται μια μεγάλη έκταση από λιμνάζοντα νερά, η οποία βρίσκεται κοντά στη θάλασσα και επικοινωνεί με αυτή. Οι κλειστές παράκτιες λεκάνες συχνά αποτελούν μεταβατικές περιοχές είτε μεταξύ γλυκών νερών και θαλάσσιου περιβάλλοντος (εκβολές) είτε μεταξύθαλάσσιων και χερσαίων περιβαλλόντων (αλμυρά έλη και μαγκρόβια δάση). Όσον αφορά τις εκβολές η κίνηση των υδάτων εξαρτάται από τη ροή του ποταμού,το μέγεθος και το σχήμα του δέλτα,το ανεμολογικό και παλιρροϊκό καθεστώς. Οι εκβολές των ποταμών είναι εξαιρετικά δυναμικά παλαιοπεριβάλλοντα από φυσική,χημική και βιολογική άποψη. Έτσι, σε τέτοια περιβάλλοντα οι οργανισμοί εκτίθενται σε ιδιαίτερα μεταβλητές συνθήκες φωτός,θερμοκρασίας καθώς επίσης και σε διαφορετικά ρεύματα που προκαλούνται από τις παλίρροιες και τη φυσική ροή των ποταμών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανανέωση του O2 του νερού, την μεταφορά οργανισμών αλλά και την ανανέωση των θρεπτικών συστατικών. Η διαφορά πυκνότητας του γλυκού ποταμίσιου νερού και του βαρύτερου θαλασσινού νερού, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία στρώματος νερού που ονομάζεται πυκνοκλινές. Επιπρόσθετα στην περιοχή ανάμειξης αναπτύσσεται άλλοτε μια στενή και άλλοτε μια ευρεία ζώνη μεταξύ των δυο διαφορετικών υδατικών συστημάτων (Μυλωνή, 2010, Tomczak, 1998). Καθώς το νερό της θάλασσας ρέει προς τα ανάντη του ποταμού αναμειγνύεται σταδιακά με το νερό του ποταμού που ρέει προς τηναντίθετη κατεύθυνση (δημιουργία σφήνας). Σε περιπτώσεις όπου στόμια παλαιών εκβολών έχουν πλημμυρίσει από ανύψωση της στάθμης της θάλασσας ή από μικρή βύθιση της ξηράς, σχηματίζονται φραγμοί πίσω από τους οποίους δημιουργούνται θαλάσσιες παράκτιες λίμνες. Συχνά, η απορροή του ποταμού και τα παλιρροϊκά ρεύματα είναι ικανά νααποτρέψουν τον ολοκληρωτικό διαχωρισμό μιας λίμνης από τη θάλασσα. Το αποτέλεσμα είναι μια εναλλαγή ανάμεσα σε γλυκό και υφάλμυρο νερό μέσα στη λίμνη η αλατότητα της οποίας θα εξαρτάται από την αναλογία της εισαγωγής γλυκού και αλμυρού νερού (Σίνης, 2005, Molles, 2008). Η αλατότητα είναι ιδιαίτερης σημασίας γιατί καθορίζει τα βιολογικά χαρακτηριστικά της λεκάνης όπως ο αριθμός των ειδών, η αναπαραγωγική τους ικανότητα, η πρόσληψη τροφής και η ανάπτυξή τους, κλπ. Επιπλέον, η υψηλότερη αλατότητα σχετίζεται με αυξημένη παρουσία συσσωματωμένων ιζημάτων επηρεάζοντας τη θολερότητα της υδάτινης στήλης. Όσο υψηλότερη είναι η αλατότητα τόσο υψηλότερη και η τάση συσσωμάτωσης των κόκκων των ιζημάτων, επηρεάζοντας το ρυθμό ιζηματο-απόθεσης στη περιοχή. Σημαντικές μεταβολές υφίστανται και οι χημικές συνθήκες όπως π.χ. η περιεκτικότητα σε οξυγόνο. Η αποσύνθεση της οργανικής ύλης που παράγεται σε αυτά τα περιβάλλοντα μπορεί να μειώσει το διαλυμένο οξυγόνο σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Όμως συγχρόνως οι υψηλοί ρυθμοί φωτοσύνθεσης μπορεί να αυξήσουν τις συγκεντρώσεις του διαλυμένου οξυγόνου σε επίπεδα υπερκορεσμού.ακόμα σημαντικό ρόλο έχει η μεταβολή της θερμοκρασίας του νερού με το βάθος ειδικότερα στις εύκρατες περιοχές. Ο βαθμός της θερμικής στρωμάτωσης μιας λίμνης συνδέεται άμεσα με τους κύκλους των θρεπτικών, την οξυγόνωση του νερού και τον σχηματισμό των ιζημάτων του πυθμένα. Η διακοπή της στρωμάτωσης, που συνήθως συμβαίνει στις εύκρατες λίμνες δυο φορές το έτος (άνοιξη και φθινόπωρο) 8

9 είναι πολύ σημαντικό για την εσωτερική κυκλοφορία των νερών. Πολύ σημαντικό ρόλο στα γλυκά νερά έχει το ρη του νερού, οι τιμές του οποίου εξαρτώνται από τη θερμοκρασία και τη συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα. Η αύξηση του pη συνδέεται με τη φωτοσυνθετική δραστηριότητα (μείωση του διοξειδίου άνθρακα), ενώ η μείωση του με την αποσύνθεση οργανικών υλικών. Επομένως οι μεταβολές στη στρωμάτωση επιφέρουν και μεταβολές στις τιμές του pη. Τα αλμυρά έλη παίζουν σημαντικό ρόλο στην ισορροπία της τροφικής αλυσίδας και τον εμπλουτισμό με θρεπτικά συστατικά στα παράκτια ύδατα. Συναντώνται κατά μήκος των παράκτιων εύκρατων περιοχών και των ακτών σε μεγάλα γεωγραφικά πλάτη, ενώ στις τροπικές περιοχές δίνουν τη θέση τους στα έλη με μαγκρόβια βλάστηση (κυρίως χαμηλά δένδρα και θάμνους, σε πεδινές περιοχές κοντά σε εκβολές ποταμών). Γενικά αυτά παρουσιάζουν μια ποικιλία μικροπεριβαλλόντων. Τα αλμυρά έλη περιλαμβάνουν κανάλια τα οποία γεμίζουν ή αδειάζουν με την παλίρροιαδημιουργώντας ένα σύνθετο δίκτυο. Τα κανάλια οριοθετούνται από φυσικάαναχώματα. Πέρα από τα αναχώματα βρίσκονται τα αβαθή έλη που μπορεί ναπεριλαμβάνουν μικρές λεκάνες (αλίπεδα), που περιοδικά συλλέγουν το νερό, το οποίοτελικά εξατμίζεται αφήνοντας ένα στρώμα αλατιού. Είναισυνδεδεμένα με ξηρό ή ημί-ξηρο κλίμα και απαντούν συχνά στην Μεσογειακή ζώνη και στιςενδορροϊκές λεκάνες κάτω από ηπειρωτικό ξηρό ή τροπικό κλίμα (Σίνης, 2005, Molles, 2008). Οι λιμνοθάλασσες επίσης είναι ένα είδος κλειστής υφάλμυρης λεκάνης. Είναι εσωτερικά παράκτια υδάτινα οικοσυστήματα,συνήθως μικρού βάθους που διαχωρίζονται από την παρακείμενη θαλάσσια περιοχή με νησίδες ή άλλους παράκτιους σχηματισμούς και βρίσκονται σε άμεση ή έμμεση επικοινωνία με την θάλασσα (Ardizzone et al., 1988 Day etal., 1989, Riera and Abella 1991). Ο σχηματισμός των λιμνοθαλασσών οφείλεται στον αποκλεισμό αβαθώνπαράκτιων θαλάσσιων περιοχών ή από πλημμύρισμα πεδιάδων ή χαμηλώνπεριοχών λεκανών ποταμών, την εποχή της ανόδου της στάθμης της θάλασσαςμε το σχηματισμό φραγμών είτε κατά μήκος της ακτής είτε μακριάαυτής (Barnes 1980, Hedgpeth 1983). Οι βασικοί μηχανισμοί σχηματισμού τωνφραγμών αυτών καθώς και της διατήρησης ή όχι των ανοιγμάτωνεπικοινωνίας συνδέονται με τα παράκτια κύματα, τα παράκτια ρεύματα, τηνπροσχωματική δράση των ποταμών και την παλίρροια (Lassere 1979). Τα λιμνοθαλάσσια συστήματα διακρίνονται σε τρεις τύπους(kjerfve 1986). Ανοιχτές λιμνοθάλασσες: Στην περίπτωση αυτή συναντώνται μεγάλα ανοίγματα μεταξύ των νησίδων τα οποία συντηρούνται από τα παράκτια ρεύματα και την ελεύθερη κυκλοφορία του θαλασσινού νερού στην λιμνοθάλασσα. Περιορισμένες λιμνοθάλασσες: έχουν πολλαπλά κανάλια επικοινωνίας με την θάλασσα και πολύ καλή κυκλοφορία του νερού προς αυτήν. Κλειστές λιμνοθάλασσες: έχει ολοκληρωθεί με έντονη δράσητου κυματισμού, η απομόνωση της λιμνοθάλασσας από την παρακείμενηθάλασσα. Η δε επικοινωνία της με την θάλασσα είναι περιορισμένη και συχνά εποχιακή. 9

10 α.ανοικτού τύπου λιμνοθάλασσα β.μερικώς κλειστή και γ.κλειστού τύπου λιμνοθάλασσα [Πηγή: Ρογδάκης Γ. & Κατσέλης Γ. (2007). Διαχείριση λιμνοθαλασσών& υδροβιοτόπων] Στις λιμνοθάλασσες διαβιούν είδη με μια ποικιλία απαιτήσεων (θαλάσσια,γλυκού νερού, ευρύαλα), σε μόνιμη βάση ή περιστασιακά. Ο χρόνος παραμονής τους στις λιμνοθάλασσες εξαρτάται από το εύρος ανοχών του καθενός ξεχωριστά,στις διακυμάνσεις των φυσικοχημικώνπαραμέτρων (αλατότητας, θερμοκρασίας, διαλυμένου οξυγόνου, τύπουποστρώματος κτλ) (Harmelin-Vivien et al., 1995, Rogers and Millner, 1996, Wangand Tzeng, 1997, Jenkins and Sutherland, 1997, Jenkins and Wheatley, 1998, Guidetti 2000, Ishitobietal., 2000, Blancetal., 2001). Η αλατότητα είναι ο βασικότερος των αβιοτικών παραγόντων του οικοσυστήματος τωνλιμνοθαλασσών. Τα νερά μιας λιμνοθάλασσας μπορεί είναι υφάλμυρα, αλμυρά, γλυκά ήυπερύαλα. Ο χαρακτήρας αυτό που εν πολλοίς καθορίζεται από τις υδραυλικέςανταλλαγές, συνδέεται με τη σύνθεση των βιοκοινωνιών και τις βασικές βιολογικέςλειτουργίες των οργανισμών. Η διακύμανση της αλατότητας του νερού φαίνεται στον Πίνακα. Πίνακας 1 :Όρια αλατότητας γλυκού, υφάλμυρου, αλμυρού και υπεράλμυρου νερού. Η θερμοκρασία σαν οικολογικός παράγοντας συνδέεται με τον ρυθμόαύξησης και ανάπτυξης των οργανισμών, την γενετική ωρίμανση, την ένταση τροφοληψίας των οργανισμών, καθώς και με τη διαλυτότητα των αερίων, την πυκνότητατου νερού τον ρυθμό ιζηματοποίησης κ.α. Επίσης τα λιμνοθαλάσσια οικοσυστήματα όπως είπαμε και παραπάνω χαρακτηρίζονται από την αστάθεια βασικών αβιοτικών παραγόντων (θερμοκρασίας, αλατότητας, οξυγόνου κ.τ.λ.). Η αστάθεια αυτή αποτρέπει την εγκατάσταση πολλών βιοκοινωνιών με αποτέλεσμα η βιοποικιλότητα να διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα. Οι διακυμάνσεις κυρίως της αλατότητας και της θερμοκρασίας, οι οποίες είναι συχνά ιδιαίτερα έντονες, επιτρέπουν σε πολύ μικρό αριθμό ειδών να ολοκληρώσουν το βιολογικό τους κύκλο μέσα στη λιμνοθάλασσα. Από την άλλη μεριά, το ευτροφικό περιβάλλον προσφέρεται σαν πεδίο διατροφής οργανισμών 10

11 που μπορούν να ανεχθούν τα όρια αλατότητας και θερμοκρασίας. Οι οργανισμοί αυτοί, κυρίωςθαλάσσιας προέλευσης βρίσκονται στο χώρο της λιμνοθάλασσας για όσο χρόνο οιπεριβαλλοντικοί παράγοντες είναι ευνοϊκοί για τη διαβίωση τους. Οι ευρύαλοι καιευρύθερμοι αυτοί οργανισμοί, εκμεταλλεύονται την απουσία ανταγωνιστών τους ως προς τη τροφή, ή και την απουσία των εχθρών τους, οι οποίοι πιθανόν να αποκλείονται από τις ακραίες περιβαλλοντικές συνθήκες των λιμνοθαλασσών γιανα αναπτυχθούν με μικρά ποσοστά θνησιμότητας και σχετικά γρηγορότερηανάπτυξη σε σχέση με το θαλάσσιο περιβάλλον. Συμπερασματικά η ποικιλότητα των ειδών,δεν είναι τόσο υψηλή στα περιβάλλοντα αυτά συγκρινόμενα με άλλα υδατικά περιβάλλοντα αλλά η παραγωγικότητά τους αντίθετα είναι μεγάλη(σίνης, 2005, Molles, 2008). 1.3.Παγετώδεις-Μεσοπαγετώδεις Περίοδοι Όπως είναι γενικά παραδεκτό κατά τη διάρκεια του Τεταρτογενούς σημειώθηκαν κρύα κλιματικά γεγονότα ( παγετώδεις περίοδοι) εδώ και περίπου 2.5 3Ma. Από τότε και στο εξής επικρατεί η εναλλαγή πολλών κρύων μακρών παγετωδών και θερμών σχετικά σύντομων μεσοπαγετωδών περιόδων στην επιφάνεια της Γης (Εικόνα1). Αυτές οι παγετώδεις μεσοπαγετώδεις περίοδοιδίνουν την δυνατότητα για στρωματογραφικές και παλαιοπεριβαλλοντικές συσχετίσεις, μέσω της αριθμημένης σειράς τους. Η σειρά αυτή προκύπτει από καταγραφές των ισοτόπων του οξυγόνου σε ιζήματα βαθιάς θάλασσας. Βρέθηκε ότι, η αναλογία του ισοτόπου του οξυγόνου-18 προς το οξυγόνο-16 σε έναν παγετώνα είναι ελαφρώς πιο χαμηλή από ότι στο θαλασσινό νερό. Κατά την διάρκεια των παγετωδών περιόδων εξαιτίας του νερού που εγκλωβίζεται στους παγετώνες, το θαλασσινό νερό είναι ισοτοπικά βαρύτερο. Τα κελύφη των οργανισμών που δημιουργούνται σε αυτά τα νερά θα περιέχουν κατά αναλογία περισσότερο από το βαρύτερο ισότοπο του οξυγόνου. Συνεχείς καταγραφές αυτής της αναλογίας σε κελύφη από ιζήματα βαθιών γεωτρήσεων στη θάλασσα και διαγραμματική απεικόνισή τους έχει ως αποτέλεσμα την καταγραφή θερμών και ψυχρών περιόδων, οι οποίες αριθμήθηκαν με αύξοντα αριθμό από τις νεώτερες στις παλιότερες και σήμερα είναι γνωστές σαν Marine Isotope Stages (MIS) (Μονοί αριθμοί: θερμές περίοδοι, ζυγοί αριθμοί: ψυχρές περίοδοι). (Goudie and Cuff, 2001). 11

12 Εικόνα1: Καμπύλη δ 18 Ο των τελευταίων 5Ma στην οποία παρατηρείται η έντονη κλιματική αλλαγή που συντελέστηκε μετά τα 3-2.5Ma [Lisiecki, L. E., andm. E. Raymo (2005),]. Επίσης σημειώνονται τα διαστήματα κατά τα οποία είναι γνωστό ότι επιδρούν στην αλλαγή του κλίματος οι διαφορετικής περιοδικότητας τροχιακές αλλαγές της Γης (Λοξότητα:41Kyr και Εκκεντρότητα: 100Kyr). Οι παγετώδεις και μεσοπαγετώδεις περίοδοι εξηγούνται με βάση την θεωρία Milankovitch για την κλιματική αλλαγή. Σύμφωνα με αυτήν, η εναλλαγή παγετωδώνμεσοπαγετωδών περιόδων οφείλεται σε κυκλικές εναλλαγές της εισερχόμενης στην Γη ηλιακής ενέργειας,λόγω μεταβολών στην τροχιά της Γης γύρω από τον Ήλιο. Εξαιτίας της κατακράτησης μεγάλων ποσοτήτων νερού από τους πάγους, κατά τη διάρκεια των παγετωδών περιόδων, η στάθμη των ωκεανών κατέβαινε ( m) (ευστατικές κινήσεις της στάθμης της θάλασσας) και την επέκταση της χέρσου εκτός και αν αυτή βυθιζόταν με μεγαλύτερη ταχύτητα από την ταχύτητα της ταπείνωσης της στάθμης της θάλασσας, κάτι που ρυθμιζόταν φυσικά από το τοπικό τεκτονικό καθεστώς (Τσόδουλος, 2009). Αντίθετα, κατά τη διάρκεια των μεσοπαγετωδών περιόδων, η στάθμη του νερού ανέβαινε λόγω τήξης των παγετώνων στα μεγαλύτερα γεωγραφικά πλάτη, οπότε και λάμβανε χώρα επίκληση επίτης χέρσου όταν αυτό δεν παρεμποδιζόταν από την τοπική τεκτονική. Θα πρέπει πάντως να διευκρινιστεί ότι το σημερινό υψόμετρο των απολιθωματοφόρων στρωμάτων, των διάφορων βαθμίδων του Τεταρτογενούς, δεν αποτελεί από μόνο του ασφαλή ένδειξη της στάθμης της θάλασσας για τις αντίστοιχες εποχές, αφού μπορεί να συνδυάζονταν είναι και με το αποτέλεσμα νεοτεκτονικών διεργασιών (ανυψώσεις ή καταβυθίσεις). Για το λόγο αυτό τα γεωμορφολογικά στοιχεία πρέπει να εξετάζονται πάντα σε συνδυασμό με την τεκτονική, για την εξαγωγή ασφαλέστερων συμπερασμάτων. Οι αντίστοιχες θαλάσσιες βαθμίδες του Πλειστόκαινου μπορούν να οριστούν με πιο ικανοποιητικό τρόπο, απ' ότι οι χερσαίες, με βάση ορισμένα χαρακτηριστικά απολιθώματα. Χαρακτηριστικό πάντως της περιοχής της Μεσογείου, είναι οι αυξομειώσεις της στάθμης της θάλασσας, που αναφέρθηκαν προηγούμενα, και που επέφεραν κατά καιρούς απομόνωση του ανατολικού της τμήματος από το δυτικό, καθώς επίσης και 12

13 την εισβολή από τον Ατλαντικό ωκεανό ψυχρόφιλων πανίδων κατά τις παγετώδεις περιόδους και θερμόφιλων κατά τις μεσοπαγετώδεις. Είχαμε μ' αυτό τον τρόπο γρήγορες μεταβολές πανίδων και κατά συνέπεια αρκετά απολιθωμένα είδη για να προσδιοριστούν τα αντίστοιχα στρώματα. 2.Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδος Η γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας είναι πολυσύνθετη και θα μπορούσε να χωριστεί σε 2 περιόδους: την παλαιότερη, η οποία είναι γνωστή ως αλπική, και την νεότερη, η οποία είναι γνωστή ως μεταλπική. Στην αλπική περίοδο εντάσσονται όλα τα φυσικογεωλογικά γεγονότα που εξελίχθηκαν στο διάστημα πριν από 250 εκ. χρόνια και μέχρι πριν από 20 εκ. χρόνια. Η μεταλπική περίοδος εμπερικλείει τα τελευταία 13 εκ. χρόνια, με τα 3-5 εξ αυτών να αποτελούν την Νεοτεκτονική περίοδο, κατά την οποία διαμορφώθηκε το Ελληνικό τόξο που θα δούμε παρακάτω. Εισαγωγή στην Γεωλογία της Ευρύτερης Περιοχής της Ελληνικής χερσονήσου Η Ελληνική χερσόνησος από γεωτεκτονικής άποψης αποτελεί το νοτιότερο άκρο της Ευρασιατικής λιθοσφαιρικής πλάκας, η οποία και βρίσκεται σε ένα καθεστώς σύγκλισης - σύγκρουσης με την Αφρικανική(Εικόνα 2). Το καθεστώς αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την καταβύθιση ωκεάνιου φλοιού της Αφρικανικής πλάκας κάτω από την Ευρασιατική σχηματίζοντας την Ελληνική τάφρο του νοτίου Αιγαίου.Σύμφωνα με μελέτες έχει διαπιστωθεί ότι η ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου βρίσκεται σε συνθήκες διαστολής τουλάχιστον από το Μέσο-Ανώτ. Μειόκαινο (Σεραβάλλιο) (Drooger & Meulenkamp 1973) ή και νεότερα από τη Ζάγκλιο περίοδο μέχρι και σήμερα (McKenzie etal., 1972). Θεωρείται επίσης ότι στην παραμόρφωση της Ελληνικής χερσονήσου συνεισφέρει η τεκτονική διαφυγή (εξώθηση) της πλάκας της Ανατολίας προς τα δυτικά (Taymaz et al., 1991, Jackson, 1994, Le Pichon et al., 1995) καθώς και η οπισθοχώρηση της καταδυόμενης Αφρικανικής πλάκας προς το νότο (Le Pichon & Angelier, 1979, Hatzfeld et al., 1997, Meijer & Wortel, 1997) κατά την οποία η Αιγιακή πλάκα έλκεται και προωθείται προς την ίδια κατεύθυνση, λόγω καταβύθισης της ψυχρότερης και πυκνότερης Αφρικανικής πλάκας κάτω από την Ευρασιατική αλλά και λόγω βαρυτικής ολίσθησης του ρηχού Αιγαίου προς την βαθύτερη Μεσόγειο (Kokkalasetal. 2006). Αποτέλεσμα λοιπόν αυτής της πολύπλοκης ενεργούς τεκτονικής 13

14 είναι η δημιουργία του Ελληνικού τόξου. Το Ελληνικό αυτό τόξο έχει τις ιδιότητες ενός τυπικού τόξου. Αποτελείται από την ελληνική τάφρο, την τάφρο πίσω απο το νησιωτικό τόξο και το ηφαιστειακό τόξοτου Νοτίου Αιγαίουμε Τεταρτογενή ηφαίστεια βορειότερα (Papazachos & Panagiotopoulos, 1993).Σε αυτό ανήκουν και τα ηφαιστειακά κέντρα των Σουσακίου, Μεθάνων-Μήλου-Θήρας και Νισύρου-Κω. Έχει μήκος περισσότερο από 450 χιλιόμετρα (Fyticas et al.,1984) και αναπτύσσεται χιλιόμετρα πάνω από την αμφιθεατρική ζώνη καταβύθισης του ωκεάνιου φλοιού (κλίση ζώνης καταβύθισης μοίρες) (Innocenti et al., 1981). (Εικόνα 2) Απεικόνιση του ηφαιστειακού τόξου Νότιου Αιγαίου και των κατευθύνσεων κίνησης των λιθοσφαιρικών πλακών. [Πηγή:Γεώκοσμος Ηφαιστειότητα στο Αιγαίο Η ηφαιστειότητα στο χώρο του Αιγαίου είναι μεταλπική και χωρίζεται σε τέσσερεις ομάδες: i) η πρώτη εντοπίζεται στο χώρο του νοτίου Αιγαίου και έχει ηλικία 5 εκ. ετών, ii) η δεύτερη στο κεντρικό Αιγαίο, ηλικίας 10,4 6 εκ. ετών, iii) η τρίτη απαντάται στο βόρειο Αιγαίο, ηλικίας 23,2 13,2 εκ. ετών και iv) η τέταρτη βρίσκεται στη Θράκη και έχει ηλικία 33,1 έως 23,6 εκ. ετών. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονιστεί ότι τα ηφαίστεια της Ελλάδας χαρακτηρίζονται ως μεταλπικά, καθώς δημιουργήθηκαν μετά τις αλπικές πτυχώσεις και βρίσκονται σε ρηξιγενείς περιοχές, δηλαδή η εμφάνιση τους είναι στενά συνδεδεμένη με την τεκτονική του ελληνικού χώρου. Τα ηφαίστεια αυτά κατατάσσονται με βάση την ηλικία τους και διακρίνονται σε 2 μεγάλες ομάδες: i) Ηφαίστεια Μέσου Ηωκαίνου Τέλους Μειοκαίνου και ii) Ηφαίστεια Τέλους Πλειοκαίνου σήμερα. Στη δεύτερη ομάδα 14

15 ανήκουν τα ηφαίστεια του Ηφαιστειακού Τόξου του Νοτίου Αιγαίου, το οποίο διακρίνεται σε 2 μέτωπα: i) το εξωτερικό, στο οποίο ανήκουν τα ηφαίστεια και τα ηφαιστειακά πεδία Αγ. Θεοδώρων, Αίγινας, Μεθάνων, Πόρου, Μήλου, Σαντορίνης, Χριστιανών, Ανάφης και Κω-Νισύρου και ii) το εσωτερικό, στο οποίο ανήκουν τα ηφαίστεια Δυτικής Κω, Αντιπάρου, Λιχάδων, Αγ. Ιωάννη, Πορφύριου, Αχίλλειου και Μικροθηβών. 2.3.Ηφαιστειότητα Δυτικού Αιγαίου Τα ηφαιστειακά κέντρα του δυτικού τμήματος του Αιγαιακού χώρου είναι σημαντικά μικρότερα σε σύγκριση με αυτά του κεντρικού και ανατολικούτμήματος.αυτό οφείλεται στο ότι το πεδίο τάσεων του δυτικού τμήματος είναι χαμηλότερο συγκριτικά με το ανατολικό και έτσι εμποδίζεται η γρήγορη άνοδος του μάγματος, με αποτέλεσμα το μικρότερο όγκο των ηφαιστειακών προϊόντων στην επιφάνεια (Innocenti et al.,1981). Παρόλα αυτά, τα ηφαιστειακά κέντρα του βορειοδυτικού τμήματος του τόξου παρουσιάζουν έντονο ενδιαφέρον καθώς εκεί εντοπίζεται η παλαιότερη ηφαιστειακή δραστηριότητα κατά μήκος του τόξου (στο Σουσάκι, στον Πόρο και στην Αίγινα, στον Σαρωνικό αλλά και στην Μήλο) που έλαβε χώρα κατά το Πλειόκαινο ( Ma) (Fytikas et al.,1985).η ηφαιστειακή δραστηριότητα κατά μήκος του τόξου μειώθηκε στο ανώτερο Πλειόκαινο και ανανεώθηκε πάλι στο Κατώτερο-Μέσο Πλειστόκαινο, (νεότερη από Ma -Fytikas et al. 1976) στα Μέθανα, στη Σαντορίνη και στη Νίσυρο. Παρουσιάζονται δηλαδή δύο περίοδοι ηφαιστειακής δραστηριότητας (Fytikas et al., 1976), γεγονός που συνδέεται με τις δύο φάσειςβύθισης λεκανών στην περιοχή του τόξου (Doutsos & Piper 1990,Pe-Piper & Hatzipanagiotou, 1997) και τη σχετιζόμενη αλλαγή του τεκτονικού καθεστώτος μεταξύ αυτών των δύο φάσεων διαστολής.η αλλαγή στο τεκτονικό καθεστώς στην ευρύτερη περιοχή πιθανόν να συνέβη πριν 1Ma (Leederet al., 1991, Collier et al., 1992, Armijo et al., 1996), ή 0.5 Μα (Lykoussis et al., 2007, Sakellariouet al., 2007). Σύμφωνα όμως με άλλα στοιχεία, η αλλαγή του τεκτονικού καθεστώτος συντελέστηκε πολύ νωρίτερα (2.2 Μα, Hatzfeld et al., 2000, Leeder et al, 2008). Η αλλαγή αυτή σχετίζεται με την θεωρία ότι η καταβύθιση ωκεάνιου φλοιού κατά μήκος της Ελληνικής ζώνης υποβύθισης σταμάτησε και ότι η σύγκρουση των ηπειρωτικών περιθωρίων της Αφρικανικής και της Απούλιας πλάκας επιβραδύνει το ρυθμό της υποβύθισης (Piper & Perissoratis, 2003). 15

16 3.Τεκτονική 3.1.Τεκτονική Κορινθιακού-Σαρωνικού Κόλπου και Λεκάνης Μεγάρων Γενικά οι νεοτεκτονικές λεκάνες της Αιγιακής μικροπλάκας υφίστανται ένα καθεστώς διαστολής. Έτσι, λόγω αυτής της διαστολής έχουμε τη δημιουργία τεκτονικών τάφρων και κεράτων με διεύθυνση Α-Δ(McKenzie, 1978; Dewey and Sengor, 1979; Le Pichon and Angelier, 1979; Brooks et al., 1988). Η ρηξιγενής ζώνη του Κορινθιακού είναι μια τέτοια περιοχή που αποτελείται από πολλά ανυψωμένα και καταβυθισμένα τεμάχη. Τα Γεράνεια όρη αποτελούν ένα από τα ανυψωμένα τμήματα ενώ νοτιότερα παρατηρούνται καταβυθισμένες περιοχές όπως η Λεκάνη της Κορίνθου και o Σαρωνικός κόλπος (Collier, 1990, Doutsos and Piper, 1990,Bentham et al., 1991, Collier and Dart, 1991, Leeder et al., 1991, Collier et al., 1992,Koukouvelas et al., 1998, Kershaw & Guo, 2003) Τεκτονική και Σεισμικότητα : Η λεκάνη του Σαρωνικού Κόλπου αποτελεί μια σχετικά συμμετρική τεκτονική τάφρο που ξεκίνησε να δημιουργείται κατά το Πλειόκαινο (Fytikas et al., 1976) και βρίσκεται στο ΒΔ άκρο του ηφαιστειακού τόξου του Αιγαίου. H περιοχή χαρακτηρίζεται από εφελκυστικό πεδιο τάσεων.γενικά ο Σαρωνικός κόλπος εμφανίζει μικρότερη σεισμικότητα από αυτή του γειτονικού Κορινθιακού. Στα βόρειο δυτικά περιθώρια του Σαρωνικού έχουν συμβεί μεγάλοι και ιστορικοί σεισμοί και όλοι αποτελούνταν από ένα Β-Ν διευθυνόμενο εφελκυσμό (Drakatoselal., 2005). Ακόμα στην περιοχή σύμφωνα με μετρήσεις σεισμικών κυμάτων (Drakatoselal., 2005) βρέθηκε ότι η λεκάνη χωρίζεται σε δύο μέρη από μια κεντρική πλατφόρμα, η οποία υποδεικνύει την ύπαρξη μιας ρηχής ζώνης διάρρηξης διεύθυνσης ΒΒΑ-ΝΝΔ δημιουργώντας δύο υπολεκάνες. Οι ταχύτητες των σεισμικών κυμάτων που επικρατούν στις υπολεκάνες αυτές είναι διαφορετικές λόγω της διαφορετικής δομής τους σε σχέση με την κεντρική πλατφόρμα. Η σεισμικότητα του δυτικού τμήματος σε σχέση με το ανατολικό είναι μεγαλύτερη.όσον αφορά την δυτική υπολεκάνη υπάρχει ένας περαιτέρω διαχωρισμός σε βόρειο και νότιο τμήμα από μια καθορισμένη ζώνη διάρρηξης διεύθυνσης Α-Δ, η οποία αποτελεί την προέκταση της ρηξιγενούς ζώνης του Κορινθιακού Κόλπου. Το βόρειο τμήμα αποτελεί τη ρηχή λεκάνη των Μεγάρων βάθους περίπου 250 μέτρα και διεύθυνσης Α-Δ.Πρόκειται για τάφρο που οριοθετείται από ρήγματα Α-Δ και διεύθυνσης ΑΒΑ- ΔΝΔ και άλματος έως 500 μέτρα(papanikolaouetal., 1988). Η λεκάνη της Επιδαύρου αποτελεί το νότιο τμήμα με ΔΒΔ-ΑΝΑ προσανατολισμό και βάθος πάνω από 400 μέτρα.η ανατολική υπολεκάνη του Σαρωνικού έχει ρήγματα ΒΔ-ΝΑ διεύθυνσης μικρού άλματος τα οποία ελέγχουν την εναλλαγή λεκανών και οροπεδίων του θαλάσσιου πυθμένα.κάτω από το Σαρωνικό, στα 17 χλμ, βρέθηκε ότι η ταχύτητα των 16

17 σεισμικών αυξάνεται ενώ το πάχος του φλοιού περιορίζεται στα 20 χλμ (Drakatosetal., 2005). Η μείωση αυτή του πάχους του φλοιού οφείλεται κατά πάσα πιθανότητα στο πεδίο τάσεων εφελκυσμού και της ανόδου του μανδυακού υλικού κατά μήκος του ηφαιστειακού τόξου (Drakatosetal.,2005). Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι μεγαλύτερες τιμές σεισμικών ταχυτήτων παρατηρούνται κάτω από παλαιότερα ηφαιστειακά κέντρα όπως το Σουσάκι και τα Μέθανα (Drakatosetal., 2005). Τέλος, η απολέπτυνση του φλοιού που παρατηρείται κάτω από το Σαρωνικό είναι αποτέλεσμα του μανδυακού υλικού και του εφελκυστικού πεδίου τάσεων που επικρατεί στην περιοχή (Makrisetal., 2004a) Νεοτεκτονική Εξέλιξη Λεκάνης Σουσακίου Σαν αποτέλεσμα της θέσης της, η περιοχή χαρακτηρίζεται διαχρονικά από έντονη σεισμικότητα. Σύμφωνα με τους Μέττος κ.α., (1988) έχει υποστεί 3 τεκτονικές φάσεις: μία εφελκυστική, μία συμπιεστική και άλλη μία εφελκυστική. Στις δύο φάσεις εφελκυσμού αντιστοιχούν δύο συστήματα κανονικών ρηγμάτων που επηρεάζουν τόσο το υπόβαθρο όσο και τους υπερκείμενους ιζηματογενείς σχηματισμούς: το κύριο σύστημα των ρηγμάτων αυτών έχει διεύθυνση Α-Δ και το δευτερεύον έχει διεύθυνση ΒΔ-ΝΑ. Στη φάση συμπίεσης αντιστοιχούν τα ανάστροφα ρήγματα που εντοπίζονται σε σχηματισμούς του Πλειο-πλειστοκαίνου και κυρίως του Κατώτερου Πλειστοκαίνου. Τα ρήγματα με διεύθυνση Α-Δ έδρασαν στην πρώτη φάση λειτουργίας του εφελκυσμού στο Αιγαίο, κατά τη διάρκεια του Πλειοκαίνου. Σχετίζονται με τη δημιουργία του Κορινθιακού κόλπου αλλά και με την άνοδο του μάγματος που οδήγησε στην εκδήλωση της ηφαιστειακής δραστηριότητας. Κατά τη δεύτερη φάση εφελκυσμού (που ξεκίνησε στο Μέσο Πλειστόκαινο) τα ρήγματα αυτά επαναδραστηριοποιήθηκαν, προκαλώντας διαρρήξεις και στους υπερκείμενους ιζηματογενείς σχηματισμούς. Το δευτερεύον σύστημα ρηγμάτων (που παρουσιάζει διεύθυνση ΒΔ-ΝΑ) είναι μεταγενέστερο του πρώτου και σχετίζεται με τη σύγχρονη φάση εφελκυσμού που ισχύει από το Μέσο Πλειστόκαινο μέχρι σήμερα. Τα ανάστροφα ρήγματα που εντοπίζονται κυρίως στα ποταμοχερσαία κροκαλοπαγή του Κατώτερου Πλειστοκαίνου φανερώνουν ότι μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης εφελκυστικής φάσης είχε μεσολαβήσει μια συμπιεστική περίοδος. Πολλά από τα ρήγματα αυτά όμως έχουν παραμορφωθεί, έχοντας υποστεί την επίδραση μεταγενέστερων κανονικών ρηγμάτων. 17

18 Παρατηρούνται τέλος πολυάριθμα συνιζηματογενή ρήγματα, τα οποία σε συνδυασμό με την εναλλασσόμενη λιθολογική σύσταση των πλειο-πλειστοκαινικών ιζημάτων που μεταβαίνουν από λιμναία σε θαλάσσια και χερσαία, φανερώνουν τις έντονες κατακόρυφες κινήσεις ανύψωσης του φλοιού που συνέβαιναν κατά τη διάρκεια της απόθεσης των ιζημάτων. Η αστάθεια που προκάλεσε στο υπόβαθρο η γρήγορη ανύψωση της περιοχής κατά το Πλειο-πλειστόκαινο είχε σαν αποτέλεσμα να ολισθήσουν οι νεότεροι σχηματισμοί προς Νότο, λόγω βαρύτητας. Μια τέτοια δομή ολίσθησης παρατηρείται ΒΔ του Σουσακίου, κοντά στο εκκλησάκι του Αγ. Δημητρίου, με διεύθυνση του επιπέδου ολίσθησης Α-Δ και κλίση περίπου 30 ο προς Νότο. Τα μεγάλα ενεργά ρήγματα της περιοχής που περιγράφονται από Tsodoulosetal.2008; Zygourietal. 2008; Koukouvelasetal ; Rondogiannhetal είναι: - Τα ρήγματα Σχοίνου και Πισίων, βόρεια του Σουσακίου προς τον Κορινθιακό: Πρόκειται για δύο παράλληλα κανονικά ρήγματα με διεύθυνση ΑΒΑ-ΔΝΔ, με μήκος περίπου 15 χλμ. που κόβουν ασβεστολιθικό πέτρωμα και δημιουργούν απότομα ρηξιγενή πρανή. - Το ρήγμα του Λουτρακίου: Πρόκειται για ρηξιγενή ζώνη που αποτελεί συνέχεια της Κακιάς Σκάλας. Παρουσιάζει συνεχή δραστηριότητα και αποτελείται από διαδοχικές, παράλληλες ρηξιγενείς επιφάνειες με έντονες γραμμώσεις ολίσθησης που φανερώνουν τον ενεργό χαρακτήρα του ρήγματος. Οι πιο εντυπωσιακές εμφανίσεις τέτοιων επιφανειών βρίσκονται βόρεια του Λουτρακίου, κοντά στο Μοναστήρι του Οσίου Παταπίου, και βόρεια των Αγ. Θεοδώρων, στο ρέμα της Πίκας. - Το ρήγμα των Αγίων Θεοδώρων: Αποτελείται από πολλά μικρότερα κανονικά ρήγματα που αναπτύσσονται μέσα στα Πλειοκαινικά και τα Πλειστοκαινικά ιζήματα. Γενικά, η περιοχή έχει κατ επανάληψη ερευνηθεί με διάφορες μεθόδους που έχουν αποκαλύψει ρήγματα σε παλαιότερα στρώματα των ιζημάτων καθώς και στο μητρικό πέτρωμα που δεν είναι ορατά στην επιφάνεια (Ρόκκα, 1985). 4.Στρωματογραφίαευρύτερης περιοχής μελέτης Στην ευρύτερη περιοχή του Σουσακίου έχουμε εναλλαγές ηφαιστειακών πετρωμάτων με ιζηματογενείς ενότητες που πολλές φορές είναι έντονα τεκτονισμένες. Αντίστοιχα, αλληλουχίες μαργαϊκών ιζημάτων, με πάχος έως 400 μ., αλλάζουν γρήγορα πλευρικά σε αμμώδεις - κροκαλοπαγείς φάσεις έως 250 m πάχος (Schroeder, 1976). Οι συχνές αλλαγές στις ιζηματογενής φάσεις τόσο κατά την 18

19 οριζόντια όσο και κατά την κατακόρυφη κατεύθυνση, που βρίσκονται σε όλη την περιοχή, μπορούν να δώσουν στοιχεία όχι μόνο για την ταχεία παλαιογεωγραφική εξέλιξη, αλλά και για τις έντονες κατακόρυφες κινήσεις που συμβαίνουν στην περιοχή. Η στρωματογραφία της ευρύτερης περιοχής μελέτης δίνεται λεπτομερώς από τους Mettos et al., (1988). Η ηφαίστειο-ιζηματογενής ακολουθία επικαλύπτει ένα Ανώτερου Τριαδικού -Κατώτερου Ιουρασικού ασβεστόλιθο και ένα παχύ οφιολιθικό μπλοκ (πιθανώς παχύτερο από 1000 m) ηλικίας Ανώτερου Κρητιδικού, το οποίο παρουσιάζει έντονη υδροθερμική εξαλλοίωση. Τέλος, Ολοκαινικά ιζήματα επικαλύπτουν όλη την παραπάνω ακολουθία (Galanopoulos et al., 1998). 4.1.Γεωλογική ιστορία ευρύτερης περιοχής μελέτης Σε όλη τη διάρκεια της εποχής του Πλειοκαίνου η περιοχή ήταν μια λιμναία λεκάνη. Ο πυθμένας της δεχόταν από Νότια υλικά όπως άμμους και κροκάλες ενώ οι εξωγενείς διεργασίες της αποσάθρωσης και της διάβρωσης δρούσαν στα γύρω πετρώματα. Τα υλικά αυτά μεταβάλλονταν σε νέα, ιζηματογενή πετρώματα μέσω της διεργασίας της διαγένεσης (Pe-PiperandHatzipanagiotou, 1997, Francalancietal., 2005). Κατά τη μακρά διάρκεια της απόθεσης των ιζημάτων στην Πλειοκαινική αυτή λεκάνη, έδρασε το ηφαίστειο σε δύο περιόδους (Α περίοδος: 4 3,6 εκ. χρόνια πριν από σήμερα και Β περίοδος: 2,8 2,3 εκ. χρόνια πριν από σήμερα). Η δραστηριότητα του ηφαιστείου ήταν αποτέλεσμα των διεργασιών που περιγράφτηκαν προηγουμένως δηλ. α) της υποβύθισης της Αφρικανικής πλάκας κάτω από την Ευρασιατική και β) της τότε ισχύουσας φάσης εφελκυσμού του ελληνικού χώρου, που δημιουργούσε ρήγματα τα οποία επέτρεπαν την άνοδο και τελικά την έξοδο του ασβεσταλκαλικού μάγματος. Τα προϊόντα της πρώτης περιόδου δράσης του ηφαιστείου του Σουσακίου εκχύθηκαν στον πυθμένα και καλύφθηκαν από τα λεπτόκοκκα ιζήματα που συνέχισαν να αποτίθενται στη λίμνη της οποίας το μέγεθος μεγάλωνε συνεχώς σύμφωνα και με τις κλιματικές συνθήκες του Πλειοκαίνου, με αποτέλεσμα τα νερά και τα ιζήματα να καλύψουν τους φυτικούς οργανισμούς που την περιέβαλλαν. Οι οργανισμοί αυτοί κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες πίεσης και έλλειψης οξυγόνου μεταβλήθηκαν σε λιγνίτη, στρώματα του οποίου εντοπίζονται σήμερα ανάμεσα στα στρώματα των λιμναίων ιζημάτων. Τη δεύτερη και τελευταία περίοδο δράσης του ηφαιστείου (Μέττος και Κουτσουβέλη 1988), το δακιτικό μάγμα διαπέρασε τα προηγούμενα ιζήματα και τα στρώματα του λιγνίτη και εκχύθηκε στην επιφάνεια του πυθμένα της λίμνης. Την ίδια εποχή, σημειώθηκαν τεκτονικά γεγονότα που προκάλεσαν την ολίσθηση ογκολίθων μέσα στη λίμνη. Ακολούθησε η ταραγμένη Πλειο-πλειστοκαινική περίοδος στη διάρκεια της οποίας σημειώθηκαν συμπιεστικά επεισόδια. Οι έντονες κινήσεις του φλοιού προκάλεσαν την εισβολή της θάλασσας ( Μέττος και Κουτσουβέλη1988)και στη συνέχεια την απόσυρσή της προς Νότο (γι 19

20 αυτό τα ιζήματα της περιόδου χαρακτηρίζονται από εναλλαγές των λιμναίων με υφάλμυρα και θαλάσσια). Κατά τη διάρκεια του Πλειστοκαίνου, η Πλειοκαινική λεκάνη ανυψώθηκε και η λίμνη σταδιακά εξαφανίστηκε. Μια νέα φάση εφελκυσμού είχε ξεκινήσει ενεργοποιώντας παλιότερα ρήγματα και δημιουργώντας νέα. Ο μεγάλος όγκος ιζημάτων που είχε συσσωρευτεί πάνω στο οφειολιθικό υπόβαθρο διολίσθησε προς Νότο εξ αιτίας των τεκτονικών κινήσεων και της βαρύτητας. Όπως ήταν φυσικό, το υδρογραφικό δίκτυο ακολούθησε τη διεύθυνση της ολίσθησης και τα ποτάμια άρχισαν να φέρνουν και να αποθέτουν υλικά από το Βορρά, σχηματίζοντας ιζήματα χαρακτηριστικά του χερσαίου περιβάλλοντος: οφειολιθικές και ασβεστολιθικές κροκάλες που συνδέονταν με αργιλικά υλικά και σχημάτιζαν περισσότερο ή λιγότερο συνεκτικά κροκαλοπαγή. Το ηφαίστειο είχε σταματήσει κατά πάσα πιθανότητα να παράγει ηφαιστειακά προϊόντα, καθώς το μάγμα είχε βρει νέες διεξόδους σε ανατολικότερα ηφαιστειακά κέντρα του Αιγαίου. Πέρασε σε μια μετεκρηξιακή φάση που χαρακτηριζόταν από έντονη υδροθερμική και ατμιδική δραστηριότητα, η οποία προκαλούσε την εξαλλοίωση των πετρωμάτων. Το Άνω Τεταρτογενές και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια ήταν μια ταραγμένη γεωλογική περίοδος κατά την οποία συνέβησαν δραματικές αλλαγές στο ανάγλυφο και την ακτογραμμή της ευρύτερης περιοχής. Οι αλλαγές αυτές εξελίχθηκαν μπροστά στα μάτια των ανθρώπων που την κατοικούσαν και βρισκόταν στη φάση ανάπτυξης του πολιτισμού τους (από το Ανώτερο Παλαιολιθικό στάδιο ως και τους ιστορικούς χρόνους). Οι αλλαγές στην ακτογραμμή συνδέονται τόσο με τα βίαια τεκτονικά γεγονότα όσο και με την τήξη των πάγων της τελευταίας παγετώδους περιόδου που πυροδότησε τη σταδιακή άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Από τις περιοδικές θαλάσσιες εισβολές των προηγούμενων γεωλογικών εποχών είχαν απομείνει νερά σε μια μεγάλη λεκάνη νότια του Σουσακίου η οποία δεν επικοινωνούσε με τη θάλασσα. Σ αυτήν εξέβαλλαν οι ποταμοί της περιοχής μετατρέποντας τη σε λίμνη. Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας κατά 125 m. (Mariolakos et al., 2007), οδήγησε στην εξαφάνιση της λίμνης και στη δημιουργία του Σαρωνικού κόλπου. Η έντονη τεκτονική δραστηριότητα και οι ευστατικές μεταβολές προκάλεσαν τη σημαντική ανύψωση ολόκληρου του Νότιου τμήματος της Κορινθιακής τάφρου με αποτέλεσμα οι ακτές της Βόρειας Πελοποννήσου να υψωθούν μέχρι 2000 m πάνω από το σημερινό επίπεδο της θάλασσας (Doutsos & Piper, 1990) και παράλληλα την καταβύθιση της ΝΔ λεκάνης του Σαρωνικού. 20

21 5.ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ-ΘΕΣΕΙΣ Η περιοχή μελέτης (εικόνα 3) βρίσκεται στην Στερεά Ελλάδα και υπάγεται διοικητικά στο νομό Κορινθίας. Οι θέσεις μελέτης πιο συγκεκριμένα είναι ο Άγιος Χαράλαμπος και το Σουσάκι που βρίσκονται στην ανατολική ακτή της Κορινθίας, μεταξύ του Ισθμού της Κορίνθου και της κωμόπολης των Αγ. Θεοδώρων. Αποτελούν το ΒΔ τμήμα του Σαρωνικού κόλπου και συνέχεια της τάφρου του Κορινθιακού. Συγχρόνως, το Σουσάκι αποτελεί τη ΒΔ απόληξη του ηφαιστειακού τόξου του Νοτίου Αιγαίου και τους πρόποδες των Γερανείων. (Εικόνα 3): Απόσπασμα δορυφορικού χάρτη Google Earth που απεικονίζει τις περιοχές μελέτης με τις ακριβείς θέσεις δειγματοληψίας 21

22 Αφού εντοπίσαμε τις ασυμφωνίες στην παραπάνω περιοχή για τη επίτευξη της μελέτης των ιζηματογενών ακολουθιών επιλέχθηκαν τέσσερεις διαφορετικές θέσεις δειγματοληψίας όπως φαίνεται στο χάρτη(εικόνα 3).Οι τρείς στο Σουσάκι Κορινθίας δυτικά του ηφαιστείου του Σουσακίου, με συντεταγμένες όπως πάρθηκαν από gps : TOMH 1 (Γεωγραφικού πλάτους 37 56'6.30"Β και Γεωγραφικού μήκους 23 5'11.11"Α), ΤΟΜΗ 2 (Γεωγραφικού πλάτους 37 56'5.32"Β και Γεωγραφικού μήκους 23 5'13.33"Α), ΤΟΜΗ 3 (Γεωγραφικού πλάτους 37 56'3.21"Β και Γεωγραφικού μήκους 23 5'13.43"Α), και μία στον Άγιο Χαράλαμπο στα βόρεια του οικισμού και βόρεια της εθνικής οδού Αθηνών Κορίνθου, με συντεταγμένες : ΤΟΜΗ 4 (Γεωγραφικού πλάτους 37 55'42.19"Β και Γεωγραφικού μήκους 23 1'35.11"Α). Συλλέχθηκαν συνολικά 57 δείγματα. Οι στρωματογραφικές στήλες και η λιθολογία τους παρουσιάζονται αναλυτικά σε επόμενο κεφάλαιο. 5.1.ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Οι σχηματισμοί του Αγίου Χαράλαμπου αποτελούν τα βαθύτερα μέλη ολόκληρης της σειράς των πλειο-πλειστοκαινικών ιζημάτων της περιοχής (Piper& Hatzipanagiotou, 1997). Το κατώτερο ορατό τμήμα της σειράς αυτής είναι λιμναίας φάσεως σε αντίθεση με τα στρωματογραφικά ψηλότερα μέλη της που είναι συνήθως εναλλαγές αποθέσεων υφάλμυρων και γλυκών υδάτων. Σε όλη την έκταση του ρεύματος οι σχηματισμοί είναι έντονα τεκτονισμένοι από ρήγματα διεύθυνσης Α-Δ (κύρια) και ΒΔ-ΝΑ(δευτερεύοντα). Εξαιτίας των πολλών αυτών ρηγμάτων είναι σχετικά δύσκολη η στρωματογραφική ανάλυση της περιοχής και ο ακριβής υπολογισμός του πάχους των στρωμάτων. Τα μέλη των σχηματισμών της περιοχής του Άγ. Χαράλαμπου αποτελούνται από εναλλαγές υπόλευκων, υποκίτρινων αμμούχων μαργών και συνεκτικών κροκαλοπαγών, εντός των οποίων παρεμβάλλονται αμμούχες μάργες και ψαμμίτες. Οι ενστρώσεις των κροκαλοπαγών έχουν πάχος περίπου 80μ. και αποτελούνται από κροκάλες καλά αποστρογγυλωμένες. Παρατηρώντας προσεκτικά τα κροκαλοπαγή κατά μήκος του ρεύματος, διαπιστώνουμε μια βαθμιαία ελάττωση του πάχους τους, με αντίστοιχη απόθεση λεπτομερών υλικών. Από τη μορφή των αποθέσεων των κροκαλοπαγών είναι φανερό ότι η μεταφορά των υλικών γίνονταν από Νότο προς Βορρά. Οι αποθέσεις αυτές μεταβαίνουν ταχύτατα προς τα πάνω σε πλακώδεις λευκές μάργες που εναλλάσσονται με πάγκους μαργαïκών ασβεστολίθων. Ακόμη, βορειότερα αναπτύσσονται σχηματισμοί υφάλμυρης φάσης με χαρακτηριστικό καστανό χρώμα που αποτελούνται από εναλλαγές άμμων, ψαμμιτών, μικρών ενστρώσεων μαργών και πάγκων μεσοστρωματωδών μαργαïκών ασβεστολίθων. Οι άμμοι είναι μεσόκοκκοι έως αδρόκοκκοι και περικλείουν απολιθώματα όχι καλά διατηρημένα. 22

23 (Εικόνα 4) Γεωλογικός χάρτης περιοχής μελέτης από Μέττος κ.αλ.,(1985), Γεωλογικός χάρτης ΙΓΜΕ, 1:50.000, φύλλο Σοφικό στον οποίο αποτυπώνονται με κόκκινο χρώμα οι θέσεις δειγματοληψίας. 23

24 6.ΜΙΚΡΟΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΑ Οστρακώδη (Ostracoda) Γενικά Το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα αρχίζει να εκδηλώνεται το μεγάλο ενδιαφέρον των παλαιοντολόγων για την μελέτη των οστρακωδών που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην συνεχώς αυξανόμενη αναζήτηση πετρελαίου. Οστρακώδη περιέγραψαν για πρώτη φορά ο Carl Linneus το 1758 και ο F. Mullerto 1776 (Τσουρού, 2008). Τα οστρακώδη είναι μικρά υδρόβια αρθρόποδα και αποτελούν ένα από τους πιο σύνθετους οργανισμούς που μελετάμε στην μικροπαλαιοντολογία. Αποτελούν μια πολυπληθή ομάδα μικρών καρκινοειδών ( mm),που καλύπτονται από δίθυρο ασβεστολιθικό όστρακο και διατηρούνται εύκολα στα ιζήματα ως απολιθώματα (Lowe & Walker 1987, Athersuch et al.1989). Διαβιούν πρακτικά σε όλα τα υδρόβια περιβάλλοντα από γλυκά ύδατα, θαλάσσια έως υπερύαλα και απαντώνται με αφθονία σε όλα τα πετρώματα του Φανεροζωικού Μεγααιώνα. Είναι πλέον αποδεδειγμένο ότι τα οστρακώδη αποτελούν χρήσιμους δείκτες περιβαλλοντικών διακυμάνσεων, όπως μεταβολές αλατότητας, ph και θερμοκρασίας. Τα δίθυρα, ασβεστολιθικά κελύφη τους παρουσιάζουν εξαιρετική μορφολογική ποικιλία που μας επιτρέπει να τα προσδιορίσουμε εύκολα και να βγάλουμε συμπεράσματα τόσο για την στρωματογραφική τους εξάπλωση όσο και για το παλαιοπεριβάλλον τους. Συμπερασματικά τα οστρακώδη παρέχουν στοιχεία σε πολυπαραγοντικές έρευνες,παρουσιάζοντας πολλές φορές επιπλέον πλεονεκτήματα ως βιολογικοί δείκτες (HOLMES & CHIVAS 2002), αλλά αποτελούν και ένα φθηνό εργαλείο για τη σύνθεση και περιγραφή παλαιοπεριβαλλόντων. (Εικόνα 5 ) Μορφές από διάφορα είδη οστρακωδών. 24

25 6.1.Μορφολογία Οστρακωδών Το σώμα και τα άκρα ενός οστρακώδους περικλείονται πλήρως από 2 θυρίδες. Οι θυρίδες προέρχονται από πλευρικές αναδιπλώσεις της επιδερμίδας και η καθεμία έχει ένα εσωτερικό και ένα εξωτερικό έλασμα (Horne et al. 2002). Η επιδερμίδα του εξωτερικού ελάσματος εκκρίνει ασβεστολιθικό υλικό για να σχηματιστούν οι σκληρές ασβεστολιθικές θυρίδες. Έτσι οι 2 αυτές θυρίδες συνδεδεμένες με ένα ραχιαίο κλείθρο σχηματίζουν το όστρακο. Τα άρθρα χρησιμοποιούνται κυρίως ως όργανα για θρέψη, κίνηση και αναπαραγωγή (Athersuch et al. 1989). Το κέλυφος των οστρακωδών έχει συνήθως ένα ωοειδές, νεφροειδές ή ελαφρώς τριγωνικό σχήμα και χωρίζεται σε δεξιά και αριστερή θυρίδα (εικόνα 5). Συνήθως η μία θυρίδα είναι λίγο μεγαλύτερη από την άλλη. Οι θυρίδες στην εξωτερική επιφάνειά τους φέρουν αγωγούς που ονομάζουμε πόρους επιφανείας και που διακρίνονται σε δύο τύπους: τον ανοιχτό και τον ηθμοειδή τύπο. Αγωγοί παρατηρούνται επίσης και στη ζώνη περιθωρίου, δηλαδή στην επαφή του εξωτερικού με το εσωτερικό έλασμα και ονομάζονται αγωγοί περιθωρίου. Διακρίνονται σε κύριους και ψευδείς. Η εξωτερική επιφάνεια των θυρίδων μπορεί ναι είναι λεία ή να φέρει διάκοσμο (ράχες, φυμάτια, αγκάθια). Τα θαλάσσια οστρακώδη, σε αντίθεση με τα λιμναία, φέρουν μεγάλη ποικιλία διάκοσμου. Σε πολλά είδη μπορούμε να παρακολουθήσουμε την εξελικτική πορεία της διαφοροποίησης των εξωτερικών μορφολογικών χαρακτηριστικών κατά τη διάρκεια της οντογένεσης (Τσαπραλής, 1981). Ακόμα ένα σημαντικό διαγνωστικό στοιχείο από άποψη ταξινόμησης και κατάταξης των οστρακωδών είναι το κλείθρο. Διακρίνονται στα ομοιόμορφα κλείθρα(όλα τα κλείθρα που δεν υποδιαιρούνται σε ακραία και μεσαία τμήματα), τα μονόπλευρα κλείθρα τα οποία(διαθέτουν δόντια στις άκρες της μιας μόνο θυρίδας) και τα αμφίδοντα κλείθρα (όλα τα κλείθρα που έχουν δόντια και φατνία-κοιλότητες και στις δύο θυρίδες). Αυτά προέρχονται από την εξέλιξη των μονόπλευρων κλείθρων με διαφοροποίηση των μεσαίων στοιχείων σε προ- και μετα-μονόπλευρα τμήματα. Οι τύποι αυτοί χωρίζονται επιπλέον σε υποκατηγορίες όπως φαίνεται παρακάτω στην Εικόνα 6. Εικόνα 6 : Τύποι κλείθρων οστρακωδών 25

26 Σημαντικά επίσης είναι τα μυϊκά αποτυπώματα που εντοπίζονται στο κεντρικό τμήμα της θυρίδας ή ελαφρώς προς το εμπρόσθιο τμήμα. Ο αριθμός τους, η μορφή τους και η θέση τους ποικίλλουν σημαντικά στα διάφορα γένη των οστρακωδών (BIGNOT 1985).Τέλος, για τη μορφολογία των μαλακών μερών των οστρακωδών δεν μπορούμε να πούμε πολλές λεπτομέρειες καθώς αυτά δεν απολιθώνονται. Μια γενική περιγραφή τους φαίνεται στην (εικόνα 8) (Εικόνα 7) Βασικά χαρακτηριστικά οστρακωδών σύμφωνα με Athersuch et al α. Γενική άποψη οστράκου (εξωτερική, ραχιαία άποψη και εγκάρσια τομή). β. Κατανομή των άρθρων σε ενήλικο θηλυκό (πάνω) και ένα ενήλικο αρσενικό άτομο (κάτω). γ. Σχηματική κάθετη τομή θυρίδας. (Εικόνα 8) Βασικά χαρακτηριστικά οστρακωδών σύμφωνα με Athersuch et al δ. Εσωτερική πλευρά αριστερής θυρίδας με τα βασικά χαρακτηριστικά της. ε. Χαρακτηριστικός στολισμός εξωτερικής επιφάνειας θυρίδας. 26

27 6.2.Οικολογία Οστρακωδών Τα οστρακώδη είναι υδρόβιοι οργανισμοί, κυρίως βενθονικοί, που ζουν σε όλα τα περιβάλλοντα από γλυκά, θαλάσσια, μέχρι και υπερύαλα νερά, κάποια ζουν ακόμα και σε υγρά εδάφη ή τη φυλλοστρωμνή. Ορισμένα ακόμα ζουν στη βαθύαλη ή την αβυσσική ζώνη και τρέφονται με οργανική ύλη ή με μικρούς οργανισμούς (διάτομα, βακτήρια, πρώτιστα κτλ.). Οι μορφές που ζουν σε λεπτόκοκκα υπόβαθρα τείνουν να έχουν επίπεδες κοιλιακές επιφάνειες ενώ αυτές που ζουν σε χονδρόκοκκα, με υψηλότερη ενέργεια περιβάλλοντα έχουν παχύτερα κελύφη με ραβδώσεις. Τέλος τα ενδοβιόντα έχουν μικρό, λείο και ανθεκτικό κέλυφος. Τα οστρακώδη διακρίνονται σε δύο διαφορετικά φύλα αλλά δεν αναπαράγονται πάντα με την διαδικασία της εγγενούς γονιμοποίησης. Συνηθισμένο φαινόμενο για την αναπαραγωγή των οστρακωδών είναι η παρθενογένεση η οποία συμβαίνει κυρίως στα σύγχρονα οστρακώδη και σε αυτά που ζουν σε περιβάλλοντα γλυκών υδάτων. Είναι γεγονός ότι πολλές φορές ολόκληροι πληθυσμοί αποτελούνται μόνο από θηλυκά άτομα τα οποία γεννούν αυγά από τα οποία θα προέλθουν πάλι μόνο θηλυκού γένους άτομα (Τσαπραλής, Β., Οι σπουδαιότεροι παράγοντες που επηρεάζουν την κατανομή των οστρακωδών είναι η αλμυρότητα, η θερμοκρασία, η λιθολογική σύσταση του υποβάθρου, η διατροφή ενώ λιγότερο σημαντικοί είναι το ph, η ποσότητα οξυγόνου, η διατροφή, η κίνηση των νερών κ.α. o Η αλμυρότητα είναι σημαντικότατος παράγοντας για την εξέλιξη και κατανομή των οστρακωδών αφού έχει αντίκτυπο στη φυσιολογία του οργανισμού. Λίγα είναι τα είδη που μπορούν να εξελιχθούν τόσο στα θαλάσσια όσο και στα υφάλμυρα περιβάλλοντα, θα αλλάζει όμως η μορφολογία του κελύφους τους. Περισσότερα άτομα οστρακωδών παρατηρούνται σε υφάλμυρα νερά. Σε αλμυρότητες <17 είναι πολύ δύσκολο να επιζήσουν και ακόμη περισσότερο να αναπαραχθούν τα θαλάσσια οστρακώδη. Αντίθετα, τα υφάλμυρα οστρακώδη μπορούν μερικές φορές να επιβιώσουν σε μια αλμυρότητα μεγαλύτερη του 17, αλλά όμως χωρίς τη δυνατότητα αναπαραγωγής. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι καθώς ελαττώνεται η αλμυρότητα οι περισσότερες ομάδες οργανισμών εξαφανίζονται σταδιακά ενώ τα οστρακώδη παραμένουν και κυριαρχούν με μικρό αριθμό ειδών λόγω αστάθειας των περιβαλλόντων αυτών. Παρόλα αυτά ο αριθμός των ατόμων του κάθε είδους σε αυτήν την περίπτωση εμφανίζεται αυξημένος (Τσαπραλής, 1981). o Όσον αφορά τη θερμοκρασία, υπάρχουν είδη ευρύθερμα άλλα και στενόθερμα, δηλαδή κατά την διαβίωσή τους περιορίζονται ή όχι σε όρια θερμοκρασιακών μεταβολών. Ακόμα έχουμε τα ψυχρόφιλα είδη (που προτιμούν δηλαδή τα ψυχρά νερά των ρηχών θαλάσσιων περιοχών), τα ψυχροσφαιρικά (που διαβιούν σταψυχρά νερά των βαθιών θαλασσών ) άλλα και τα θερμόφιλα(που ζουν στα θερμά ύδατα). Τα θαλάσσια οστρακώδη που διαβιούν σε αβαθή νερά στα χαμηλά γεωγραφικά πλάτη παρουσιάζουν αισθητά μεγαλύτερες ταξινομικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με εκείνα που ζουν στα αντίστοιχα νερά των υψηλών γεωγραφικών πλατών. Ακόμα η ταχύτητα αύξησης των οστρακωδών φαίνεται να έχει σχέση με τη θερμοκρασία του νερού αφού τα οστρακώδη των γλυκών υδάτων ενηλικιώνονται σε ένα μήνα περίπου και δεν ζουν περισσότερο από 27

28 μερικούς μήνες, ενώ εκείνα που διαβιούν σε θαλάσσιο περιβάλλον χρειάζονται μερικές εβδομάδες έως και τρίαχρόνια. Εντούτοις η μεταβολή των θερμοκρασιών δεν είναι η μοναδική αιτία διαφοροποίησης των πανίδων των οστρακωδών (Τσαπραλής, 1981). o Η μορφολογία και η λιθολογική σύσταση του υποβάθρου επηρεάζουν πολύ τη σύνθεση των βιοκοινοτήτων των οστρακωδών. Η σύνθεση αυτή καθώς και η πυκνότητα του πληθυσμού τους, εξαρτώνται κατά πολύ από τον τύπο του ιζήματος του βυθού. Σε αδρόκοκκα ιζήματα όπως είναι οι καθαρές άμμοι και οι ωόλιθοι, περιέχουν μόνο μικρούς πληθυσμούς οστρακωδών, ενώ σε άλλα ιζήματα όπως μίγμα άμμου με ιλύ ή πηλιτικά ιζήματα, συνήθως εγκλείουν μεγαλύτερες και περισσότερο διαφοροποιημένες πανίδες οστρακωδών. Τέλος πολύ διαφοροποιημένες είναι οι βιοκοινότητες των οστρακωδών που ζουν επιφυτικά (Τσαπραλής, 1981). o Το βάθος είναι μια αρκετά δύσκολη παράμετρος αφού και άλλοι παράγοντες μεταβάλλονται σε σχέση με αυτό. Καθώς το βάθος αυξάνεται, ανάλογα μεγαλώνει και η σταθερότητα του περιβάλλοντος ενώ ο βαθμός ενέργειας ελαττώνεται. Η προοδευτική αύξηση του βάθους συνοδεύεται και με αντίστοιχη ελάττωση του μεγέθους των κόκκων του ιζήματος, προοδευτική ελάττωση του φωτός και γενικά ελάττωση της βλάστησης και παροχής τροφής. Επίσης οι ρηχές βιοφάσεις επηρεάζονται από πιθανές κλιματικές αλλαγές περισσότερο από τις βαθιές βιοφάσεις (Τσαπραλής, 1981). Τέλος είδη που χαρακτηρίζονται από μεγάλο και σχετικά παχύ κέλυφος και διάκοσμο, συναντώνται κυρίως σε ρηχά νερά και τέτοια είδη δείχνουν να επιβιώνουν και σε ταραγμένα νερά. (Τσαπραλης, 1981, Τσουρου, 2008). 6.3.ΜΑΛΑΚΙΑ (molluska) ΓΕΝΙΚΑ Είναι υδρόβια κυρίως ζώα, αμφίπλευρης συμμετρίας. Το βασικό σχέδιο σώματός τους αποτελείται από κεφάλι, σπλαχνική μάζα, πόδι και το μανδύα ( Gosling, 2003).Το δέρμα τους πτυχώνεται σχηματίζοντας έτσι το μανδυακό σάκκο μέσα στον οποίο περικλείονται όλα τα μαλακά τους μέρη και τα σπλάχνα τους. Ο Μανδύας εκκρίνει ασβεστιτική ουσία και σχηματίζει όστρακο μέσα στο οποίο περικλείεται για προστασία το ζώο (Gosling, 2003). Το όστρακο αποτελείται είτε από ένα τμήμα (Μονοπλακοφόρα, Γαστερόποδα, Κεφαλόποδα, Σκαφόποδα), είτε από δύο (Δίθυρα), είτε από περισσότερα τμήματα (Αμφίνευρα) και εμφανίζεται με διάφορα σχήματα. Στην πλειοψηφία τους τα όστρακα είναι εξωτερικά μερικά όμως μαλάκια φέρουν εσωτερικό όστρακο, ενώ άλλα στερούνται οστράκου. Το όστρακο των Μαλακίων είναι το μόνο τμήμα τους που απολιθώνεται και η μορφολογία του είναι σημαντική στον προσδιορισμό των απολιθωμάτων. Τα Μαλάκια είναι από τις πιο διαφοροποιημένες συνομοταξίες ασπόνδυλων περιλαμβάνουν ζώα που με πρώτη ματιά φαίνονται τόσο διαφορετικά που θα μπορούσαν να θεωρηθούν άσχετα μεταξύ τους (Αριανούτσου,2003). Εμφανίστηκαν στο Κάμβριο (Dame, 1996) και ζουν μέχρι σήμερα με πληθώρα γενών (Yonge, 1960). Είναι ζώα θαλάσσια, ελάχιστα ζουν σε γλυκά νερά (Δίθυρα, Γαστερόποδα), ενώ μόνο μια ομάδα (Πνευμονοφόρα- Γαστερόποδα) έχει προσαρμοστεί στη χερσαία διαβίωση. Το μέγεθός τους κυμαίνεται από 0.5 mm έως 5 m ή μεγαλύτερο. 28

29 Γαστερόποδα Πιο αναλυτικά τα γαστερόποδα μπορούν να ζουν τόσο σε θαλάσσιο όσο και σε υφάλμυρο και, λιμναίο χερσαίοπεριβάλλον (Γεωργιάδου κ.ά. 2003). Όσον αφορά τη μορφολογία τους είναι αρκετά εξελιγμένα Μαλάκια. Φέρουν κεφαλή με οφθαλμούς και κεραίες. Διαθέτουν κυκλοφορικό, νευρικό, γεννητικό σύστημα και αναπνέουν με βράγχια. Έχουν μανδυακή κοιλότητα η οποία περικλείει τα εσωτερικά όργανα και σε μερικά άτομα επικοινωνεί με το εξωτερικό περιβάλλον με την χρήση ενός σωληνοειδούς οργάνου, το σίφωνα. Όλα τα μαλακά τους μέρη περικλείονται από τον μανδύα, ο οποίος σχηματίζει όστρακο ασβεστιτικής σύστασης για προστασία του ζώου. Η μία άκρη (η αρχή) του σωλήνα είναι κλειστή, η άλλη άκρη είναι ανοικτή και σχηματίζει το στόμιο (εικόνα 9). Για την κίνηση τους χρησιμοποιούν το πόδι με το οποίο είτε έρπονται είτε κολυμπούν είτε σκάβουν. Το όστρακο των γαστερόποδων είναι ένας επιμήκης περιελιγμένος κωνικός σωλήνας. Η περιέλιξη του οστράκου γίνεται με διάφορους τρόπους στο επίπεδο, στο χώρο ή ελεύθερα. Η αρχή της περιέλιξης ονομάζεται κορυφή και αντιστοιχεί στο πίσω μέρος του ζώου ενώ το τέλος βρίσκεται στο στόμιο και αντιστοιχεί στο εμπρόσθιο τμήμα του ζώου. Οι περιελίξεις συνήθως εφάπτονται μεταξύ τους στις γραμμές ραφής. Η τελευταία περιέλιξη είναι αυτή που καταλήγει στο στόμιο. Το σύνολο της περιέλιξης πριν την τελευταία ονομάζεται σπείρα. Η περιέλιξη του οστράκου μπορεί να γίνει κατά την φορά των δεικτών του ωρολογίου ή αντίθετα οπότε τα όστρακα χαρακτηρίζονται σαν Δεξιόστροφα ή Αριστερόστροφα αντίστοιχα. Το στόμιο των Γαστερόποδων είναι πολύ σημαντικό στην αναγνώριση. Διακρίνουμε το εξωτερικό χείλος και το εσωτερικό χείλος αυτό μπορεί να είναι παχύ με ιδιαίτερη διακόσμηση, οδοντώσεις, άκανθες, πτυχές και εγκοπές. Η μορφολογία του στομίου είναι χαρακτηριστική για την ταξινόμηση αλλά εμφανίζεται πλήρης μόνο στα ενήλικα άτομα. Η σύσταση του οστράκου είναι αραγωνιτική και εμφανίζει δύο στρώματα, ένα εξωτερικό παχύ που σχηματίζει τον κύριο όγκο του και ένα λεπτό εσωτερικό πορσελανώδες ή μαργαρώδες. (Εικόνα 9 )Χαρακτηριστικά κελύφους γαστερόποδου. 29

30 Το σχήμα του όστρακου διαφέρει από άτομο σε άτομο και έχουν ταξινομηθεί εννιά βασικές μορφές(εικόνα 10), οι οποίες είναι οι εξής (Ηλιόπουλος 2011): Ενειλιγμένο: ο τελευταίος ελιγμός είναι πολύ μεγάλος και καλύπτειόλους τους προηγούμενους ή σχεδόν όλους, με αποτέλεσμα να συμπίπτει με το στόμιο. Πυργοειδές: μακριά σπείρα με πολλούς ομοιόμορφους ελιγμούς στους οποίους η διάμετρος αυξάνει βαθμιαία και ομοιόμορφα. Σφαιρικό η ωοειδές: μικρή σπείρα με τον τελευταίο ελιγμό μεγάλο και στρογγυλό Κωνικό: αύξηση ομοιόμορφα των ελιγμών με επίπεδη βάση όστρακου. Στρομβοειδές: κωνικό όστρακο με κυρτή βάση. Ατρακτοειδές: παχύτερο στο μεσαίο τμήμα, λεπτότερο στα άκρα. Δισκοειδές: επιπεδοσπειρεοειδές όστρακο με ορατούς ελιγμούς. Ακανόνιστο: ανώμαλο σχήμα, δίχως περιελίξεις. Τρυβλιοειδές: κωνικό σχήμα, δίχως περιελίξεις. Τέλος τα γαστερόποδα είναι ζώα γονοχωριστικά αλλά μερικά εμφανίζονται ως ερμαφρόδιτα. ( Εικόνα 10)Σχήμα όστρακου των Γαστερόποδων(Γεωργιάδου κ.ά.2003) 30

31 Πώματα Γαστερόποδου (Operculum) Το operculum ή αλλιώς επιπωμάτιο (καπάκι), των γαστεροπόδων είναι μια δισκοειδής κατασκευή με την οποία φράσσεται η είσοδος του οστράκου. Η μορφή του μπορεί να είναι δισκοειδής ή ωοειδής το ακριβές σχήμα και μέγεθος ποικίλλει αντίστοιχα με τη μορφή και τη διάσταση του ανοίγματος της εισόδου του οστράκου, το οποίο και φέρεται στο πόδι του γαστεροπόδου. Η σημασία του επιπωματίου είναι ιδιαίτερα σπουδαία στην επιβίωση των γαστεροπόδων που φέρουν όστρακο. Αυτό, εκτός από την ασφάλεια που παρέχει κλείνοντας την είσοδο όταν το ζώο το τραβά καθώς εισχωρεί εντός του οστράκου, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως σκαπτικό μέσο προς άγρα τροφής μέσα σε άμμο και λάσπη και να καταστήσει ευκολότερη την μετακίνηση του ζώου πάνω σ αυτή. Η σημαντικότερη όμως λειτουργία του προκύπτει από το γεγονός ότι κλείνει ερμητικά και έτσι, όταν το γαστερόποδο κινούμενο σε πολύ μικρά βάθη που επηρεάζονται από την παλίρροια βρεθεί εκτός νερού, συγκρατεί εντός του οστράκου μια ποσότητα νερού ικανή να προφυλάξει το ζώο από τον κίνδυνο της αφυδάτωσης. Όπως αναφέρθηκε παραπάνω το σχήμα και το μέγεθος των επιπωματίων ποικίλλει. Συνηθέστερα έχουν σχήμα δισκοειδές, πεταλοειδές, ελλειπτικό ή πολύ ελλειπτικό ωοειδές που θυμίζει νύχι. Εκτός της ονομασίας που λαμβάνουν τα επιπωμάτια εκ του σχήματός τους, διακρίνονται επίσης και εκ του τρόπου της ανάπτυξης τους, που επί το πλείστον γίνεται ακτινοειδώς ή σπειροειδώς έτσι διακρίνονται σε ακτινωτά και σπειροειδή. Τα δεύτερα ανάλογα του αριθμού των σπειρών διακρίνονται επιμέρους σε ολιγόσπειρα, μέτρια ή απλά σπειροειδή, πολύσπειρα, ακτινωτά, αρθρωτά κ.λπ. Πολλοί βιολόγοι ταξινομιστές προχωρούν σε διάκριση των οστρακοφόρων γαστεροπόδων ανάλογα με την ύπαρξη ή όχι του οργάνου αυτού διακρίνοντας αυτά σε: "επιπωματιοφόρα" και σε "μη επιπωματιοφόρα" γαστερόποδα. 31

32 7.ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για την εκπόνηση της παρούσας διπλωματικής εργασίας περιγράφεται αναλυτικά παρακάτω: Αρχικά πραγματοποιήθηκε υπαίθρια παρατήρηση στην περιοχή μελέτης (Άγιος Χαράλαμπος και Σουσάκι Κορινθίας) για τον εντοπισμό των τομών ενδιαφέροντος. Για την διευκόλυνση της διαδικασίας και την διερεύνηση της γεωλογικής δομής της περιοχής χρησιμοποιήθηκε Γεωλογικός χάρτης ΙΓΜΕ. Επιλέχθηκαν τελικά τέσσερεις διαφορετικές θέσεις(τρείς στο Σουσάκι και μία στον Άγιο Χαράλαμπο) οι οποίες προσδιορίστηκαν με σύστημα GPS. Έγινε υπαίθρια αναλυτική καταγραφή της λιθοστρωματογραφίας αλλά και τεκτονικών και λοιπών γεωλογικών χαρακτηριστικών για την κάθε θέση και ακολούθησε κατάλληλη δειγματοληψία (με βάση τον τύπο της ιζηματογενούς ακολουθίας).στην περιοχή Σουσάκι βόρεια δυτικά του ηφαιστείου έγιναν τρείς τομές δειγματοληψίας ΤΟΜΗ 1 συλλέχθηκαν 9 δείγματα, ΤΟΜΗ 2 συλλέχθηκαν 23 δείγματα, ΤΟΜΗ 3 συλλέχθηκαν 3 δείγματα. Ενώ στην περιοχή Άγιος Χαράλαμπος έγινε μία τομή δειγματοληψίας ΤΟΜΗ 4 και συλλέχθηκαν 22 δείγματα. Τέλος πάρθηκε φωτογραφικό υλικό από όλες τις τομές και τα 57 δείγματα συνολικά μεταφέρθηκαν και αποθηκεύτηκαν στο Εργαστήριο Στρωματογραφίας και Παλαιοντολογίας του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστήμιου Πατρών. Στο εργαστήριο πλέον αφού παρατηρήθηκαν μακροσκοπικά τα δείγματα τα οποία αποτελούνταν από μεσόκκοκο υλικό μαργαϊκής κυρίως σύστασης, ακολούθησε ανάλυση των δειγμάτων. Έγινε μικροπαλαιοντολογική ανάλυση δειγμάτων από τις τέσσερεις διαφορετικές τομές. Από κάθε δείγμα ζυγίστηκαν 50 g ιζήματος (πίνακας 2), τα οποία στη συνέχεια διαλύθηκαν σε απιονισμένο νερό για 24 έως 48 ώρες ανάλογα το δείγμα. Στην συνέχεια για τα δείγματα εφαρμόστηκε η μέθοδος της υγρής κοσκίνισης (με νερό βρύσης) με χρήση κοσκίνων (1Φ) & (4Φ). Έτσι αφού αυτά πλύθηκαν αφέθηκαν προς ξήρανση σε φούρνο για μια ημέρα στους 60 0 C και στην συνέχεια τοποθετήθηκαν σε δοχεία falcon. Το ίζημα αυτό που ήταν έτοιμο πλέον προς παρατήρηση ζυγίστηκε (πίνακας 3). 32

33 ΑΡΙΘΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΒΑΡΟΣ (gr) Δ1 50,06 Δ2 50,00 Δ3 50,05 Δ4 50,02 Δ5 50,07 Δ6 50,20 Δ7 50,30 Δ8 50,30 Δ9 50,40 Δ10 50,04 Δ11 50,07 Δ12 50,01 Δ13 50,00 Δ14 50,05 Δ15 50,07 Δ16 50,09 Δ17 50,01 Δ18 50,05 Δ19 50,07 Δ20 50,05 Δ21 50,06 Δ22 50,09 (πίνακας 2) Γραμμάρια(gr) εξεταζόμενου υλικού ανά δείγματομής 4 Άγιος Χαράλαμπος. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε η συλλογή και η καταμέτρηση των μικροαπολιθωμάτων από το κάθε δείγμα εξαντλώντας κάθε φορά την ποσότητα ιζήματος. Η συλλογή και η επίτευξη των ταξινομικών προσδιορισμών των δειγμάτων έγινε με τη χρήση διοφθάλμιου στερεοσκοπίου τύπου CarlZeis (μεγεθύνσεις 40Χ και 16Χ) (εικόνα 11), ενώ με τη βοήθεια λεπτής βελόνας συλλέχτηκαν τα άτομα από κάθε δείγμα και στη συνέχεια αποθηκεύτηκαν σε μικροπαλαιοντολογικά πλακίδια τύπου Chapman. Από τις τέσσερεις τομές μόνο η μία στον Άγιο Χαράλαμπο (τομή 4) χαρακτηρίστηκε ως απολιθωματοφόρα. 33

34 (Εικόνα 11)Διοφθάλμιο στερεοσκόπιο τύπου CarlZeis Τα απολιθώματα που βρέθηκαν ήταν σχεδόν εξολοκλήρου οστρακώδη και αναγνωρίστηκαν μέχρι το επίπεδο του είδους, όπου αυτό ήταν εφικτό και φωτογραφήθηκαν με φωτογραφική μηχανή του Εργαστηρίου Παλαιοντολογίας και Στρωματογραφίας του Πανεπιστημίου Πατρών (Canon PowerShot G11). Ο προσδιορισμός τους βασίστηκε κυρίως σε διεθνή βιβλιογραφία αλλά και δείγματα απολιθωμάτων, περιγραφές και απεικονίσεις από άλλες περιοχές της Ελλάδας (Danatsas, 1981, Athersuch et al., 1989, Stereo Atlas of Ostracode shells, Meisch,2000, Frenzel et al.,2010.) Στη συνέχεια ακολούθησε μικροπαλαιοντολογική ανάλυση. Κατασκευάστηκαν διαγραμματικές πίττες στο λογισμικό Microsoft excel αλλά και Διαγράμματα εκατοστιαίων αναλογιών των ειδών στο λογισμικό C2 και ερμηνεύτηκαν. Οι στρωματογραφικές στήλες της εργασίας κατασκευάστηκαν στο πρόγραμμα SedLog. Τέλος για την παλαιοοικολογική ερμηνεία των συναθροίσεων χρησιμοποιήθηκαν οι εξής δείκτες βιοποικιλότητας : Simpson,Shannon H, TaxaS, DominanceD,Evenness_e^H/S και Fisher salpha για κάθε δείγμα. Τα αποτελέσματα των μεθόδων παρουσιάζονται με την μορφή διαγραμμάτων που πραγματοποιήθηκαν στο πρόγραμμα Past 3. Με τον όρο βιοποικιλότητα εννοούμε τον αριθμό των ειδών ή άλλων ταξινομικών ομάδων (taxa) σε κάποια συγκεκριμένη περιοχή. Η Βιοποικιλότητα εκτιμάται κυρίως με τη σχέση του αριθμού ειδών(s) που συναντώνται στην υπό διερεύνηση περιοχή προς την αφθονία των ατόμων σε κάθε είδος(ν). Ο δείκτης ποικιλότητας Shannon (Η, Shannon and Weaver 1963) λαμβάνει υπόψη κυρίως τις αναλογίες των μη διαδεδομένων ειδών μιας συνάθροισης και υπολογίζεται από την σχέση: όπου R είναι ο αριθμός των ειδών και pi το ποσοστό του συνολικού αριθμού ατόμων που ανήκουν στο I είδος. Ο δείκτης επικράτησης Simpson (D, Simpson 1949) εκφράζει την κυριαρχία ενός είδους στον υπό μελέτη πληθυσμό και υπολογίζεται από τη σχέση: D =Σ(n/N) 2 όπου n είναι το σύνολο των ατόμων ενός είδους και Ν το σύνολο των ατόμων όλων των ειδών. Dominance, D είναι ένα μέτρο της κυριαρχίας, έτσι ώστε όταν το D αυξάνεται, η ποικιλομορφία (με την έννοια της ομαλότητας) μειώνεται. Έτσι, ο δείκτης Simpson's 34

35 συνήθως αναφέρεται ως συμπλήρωμα του 1-D(ή 1/D ή lnd).το D παίρνει τιμές μεταξύ μηδέν και ένα. Δείκτης α του Fisher (Fisher et.al., 1943) αποτελεί παραμετρικό δείκτη ποικιλότητας και προϋποθέτει ότι η αφθονία των ειδών ακολουθεί τη λογαριθμική κατανομή (logseries): όπου κάθε όρος της ακολουθίας δίνει τον αριθμό των ειδών που έχουν 1,2,3,...,n άτομα. Η τιμή του δείκτη δίνεται από την α-παράμετρο. Χρησιμοποιείται αφού εξασφαλιστεί ότι τα είδη ακολουθούν λογαριθμική κατανομή. Σε πολλές περιπτώσεις η τιμή του προσεγγίζει τον αριθμό των ειδών που εκπροσωπούνται από ένα μόνο άτομο. Ο δείκτης είναι ανεξάρτητος του μεγέθους του δείγματος όταν τα άτομα στο δείγμα είναι περισσότερα από [S=a*ln(1+n/a) where S is number of taxa, n is number of individuals and a is the Fisher's alpha.] Evenness_e^H/S.Ο δείκτης Ε1 της Pielou (1975,1977). Ε1= H/H-max = H/ln(s) εκφράζει την ποικιλότητα Η σε σχέση με την μέγιστη τιμή της Η max. Οι τιμές που μπορεί να πάρει είναι από 0 μέχρι 1. Όσο πλησιάζει η τιμή του στην μονάδα τόσο μεγαλύτερη ισοκατανομή των ειδών υπάρχει στο δείγμα. Ο δείκτης επηρεάζεται δραστικά από την αφθονία των ειδών. Ο δείκτης του Sheldon (1969) E2= e^h/s = N1 / N0 αποτελεί εκθετική μορφή του Ε1 και μετρά τον λόγο του αριθμού των ειδών που αντιπροσωπεύονται με μεγάλο αριθμό στο δείγμα προς τον συνολικό αριθμό των ειδών του δείγματος. Όσο η τιμή του Ε2 πλησιάζει τη μονάδα τόσο μικρότερη ισοδιανομή των ειδών υπάρχει. Τέλος όλα τα ανωτέρω συνεκτιμήθηκαν με σκοπό την εξακρίβωση του παλαιοπεριβάλλοντος της περιοχής μελέτης και των παραγόντων που το επηρέασαν. 35

36 8.ΛΙΘΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Μελετήθηκαν τέσσερεις τομές (Τομές 1,2,3,4) η θέση των οποίων φαίνεται στον χάρτη της περιοχής (εικόνα). Οι τρείς βρίσκονται στο Σουσάκι Κορινθίας (τομή 1,2,3) λίγο δυτικότερα του ηφαιστείου Σουσάκι, και η τέταρτη στον Άγιο Χαράλαμπο (τομή 4) βόρεια της εθνικής οδού Αθηνών-Κορίνθου. Οι στήλες και η λιθολογία τους παρουσιάζονται αναλυτικά παρακάτω. 8.1.ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ (τομή 1) Η ΤΟΜΗ 1 (εικόνα 12) βρίσκεται στο Σουσάκι Κορινθίας, βορειοδυτικά του ηφαιστείου Σουσάκι, με συντεταγμένες όπως πάρθηκαν από gps χειρός :Γεωγραφικού πλάτους 37 56'6.30"Β και Γεωγραφικού μήκους 23 5'11.11"Α. Πρόκειται για μια τεχνητή τομή. Πραγματοποιήθηκε καταγραφή της στρωματογραφικής διάταξης των στρωμάτων και της τεκτονικής και λήφθηκαν 9 δείγματα για μικροπαλαιοντολογική ανάλυση. Η θέση των δειγμάτων φαίνεται πάνω στην τομή. Η τομή όπως φαίνεται στην (εικόνα 13) στα κατώτερα τμήματά της (0-1,15m) αποτελείται από εναλλαγές στρωμάτων μάργας και κάποιων κροκαλοπαγών οριζόντων με πάχη περίπου στα 35cm και 5cm αντίστοιχα. Πιο πάνω η τομή έχει ένα αρκετά μεγάλο στρώμα κροκαλοπαγούς μεγαλύτερης διαμέτρου από πριν (1,15-1,70m). Ακολουθεί πακέτο μάργας (1.70-2,20m) ενώ από τη μέση και πάνω αποτελείται από στρώματα μεσοπλακώδους μάργας με ενδιαστρώσεις κροκάλων (2,20-5,30m). (εικόνα 12) φωτογραφία υπαίθρου από θέση στο Σουσάκι όπου έγινε η τομή 1) 36

37 Στρωματογραφική στήλη τομής 1 Εικόνα 13:Στρωματογραφική στήλη Τομής 1 όπου σημειώνονται οι θέσεις της δειγματοληψίας. Πιο συγκεκριμένα (από τα κατώτερα προς τα ανώτερα)τα στρώματα έχουν ως εξής: Στρώμα 1 o :Σε αυτό το στρώμα απαντάται Μάργα καφέ χρώματος( 0-15cm). Στρώμα 2 ο : Στη συνέχεια υπάρχει ένα στρώμα Ψηφιδοπαγούς (matrixsupported) με πάχος 5cm. Στρώμα 3 ο :Ακολουθεί μάργα πάχους 35 cm. Στρώμα 4 ο :Μετά ακόμα ένα στρώμα Ψηφιδοπαγούς με πάχος 8 cm. Στρώμα 5 ο :Ακολουθεί πάλι Μάργα πάχους 15cm. 37

38 Στρώμα 6 ο : Ακολούθως ένα στρώμα λεπτού κροκαλοπαγούς πάχους 5cm. Στρώμα 7 ο :Πιο πάνω υπάρχει στρώμα μάργας πάχους 30cmμε επιφλοίωση γύψου Στρώμα 8 ο :Εδώ υπάρχει ένα στρώμα κροκαλοπαγούς(clastsupported) με διαβρωμένη βάση πάχους 55cm. Στρώμα 9 ο :Ακολουθεί Μάργα πάχους 50cmμε φακούς από κροκαλοπαγές έως 15cm. Στρώμα 10 ο : Ακολουθεί μικρό στρώμα κροκαλοπαγούς πάχους 8 cm. Στρώμα 11 ο :Τέλος στην κορυφή της τομής υπάρχει στρώμα μάργας πάχους τουλάχιστον 3m με ενδιαστρώσεις κροκάλων των οποίων η διάμετρος αυξάνεται προς τα άνω. 8.2.ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ (τομή 2) Η ΤΟΜΗ 2 (εικόνα 14) βρίσκεται επίσης στο Σουσάκι Κορινθίας, βορειοδυτικάτου ηφαιστείου Σουσάκι, με συντεταγμένες όπως πάρθηκαν από gps χειρός :Γεωγραφικού πλάτους 37 56'5.32"Β και Γεωγραφικού μήκους 23 5'13.33"Α.Πρόκειται για μια τεχνητή τομή. Πραγματοποιήθηκε καταγραφή της ακολουθίας των στρωμάτων και της τεκτονικής και λήφθηκαν 23 δείγματα για μικροπαλαιοντολογική ανάλυση. Η θέση των δειγμάτων φαίνεται πάνω στην τομή( εικόνα 15). Ξεκινώντας από τα κατώτερα τμήματά της, μέχρι περίπου στα μέσα της (0-4,94m), η τομή αποτελείται από εναλλαγές στρωμάτων ψαμμίτη με μέσο πάχος 40 cm και λεπτών στρωμάτων αργίλου με μέσο πάχος στα 3 cm.στη συνέχεια της τομής προς τα πάνω συναντάμε στρώματα αργίλου με άλλοτε αναμοχλευμένους κρυστάλλους γύψου και άλλοτε με ελασματώσεις από τα 4,94 έως 9,55m. Τέλος στην κορυφή της τομής συναντάμε παλιούς και νέους κώνους κορημάτων. (Εικόνα 14) (φωτογραφία υπαίθρου από θέση στο Σουσάκι όπου έγινε η τομή 2) 38

39 Στρωματογραφική στήλη τομής 2 Εικόνα 15: Στρωματογραφική στήλη Τομής 2 όπου σημειώνονται οι θέσεις της δειγματοληψίας. Πιο συγκεκριμένα (από τα κατώτερα προς τα ανώτερα): Στρώμα 1 o :Σε αυτό το στρώμα απαντάται Ψαμμίτης με πάχος 30cm. 39

40 Στρώμα 2 ο : Στη συνέχεια υπάρχει ένα στρώμα μεσόκοκκου Ψαμμίτη πάχους 100cm. Στρώμα 3 ο :Ακολουθεί στρώμα αργίλου πάχους 3cm. Στρώμα 4 ο :Μετά ακόμα ένα στρώμα Ψαμμίτη με πάχος 37cm. Στρώμα 5 ο :Ακολουθεί πάλι στρώμα αργίλου πάχους 3cm..Στρώμα 6 ο : Ακολούθως ένα στρώμα Ψαμμίτη πάχους 30cm. Στρώμα 7 ο :Μετά ακόμα ένα στρώμα αργίλου πάχους 2cm. Στρώμα 8 ο :Ξανά στρώμα Ψαμμίτη πάχους 45cm. Στρώμα 9 ο :Ακολουθεί αργιλικό στρώμα με ελασμάτωση πάχους 10cm (με μικρά συνιζηματογενή ρήγματα) Στρώμα 10 ο : Από πάνω του υπάρχει πάλι Ψαμμίτης πάχους 18cm. Στρώμα 11 ο :Ακολουθεί σκούρο καφέ αργιλικό στρώμα πάχους 1 cm. Στρώμα 12 ο :Από πάνω του παρατηρήθηκε λεπτόκοκκος ψαμμίτης πάχους 2cm. Στρώμα 13 ο : Άλλο ένα στρώμα καφέ αργίλου 2 cm. Στρώμα 14 ο :Ακολουθεί στρώμα Ψαμμίτη πάχους 12 cm. Στρώμα 15 ο :Μετά υπάρχει πάλι στρώμα αργίλου πάχους 3cm. Στρώμα 16 ο :Ακολούθως απαντάται στρώμα Ψαμμίτη με πάχος 124cm το οποίο διακόπτεται από τρία πολύ λεπτά στρώματα γύψου στα 372cm,392cmκαι 410cm της τομής. Στρώμα 17 ο :Παραπάνω βρίσκεται αργιλικό στρώμα πάχους 57cm με αναμοχλευμένους κρυστάλλους γύψου. Στρώμα 18 o : Ακολουθεί στρώμα αργιλικού υλικού πάχους 4mμε ολισθήσεις του υποκείμενου ψαμμίτη που φτάνουν και στο 1m πάχος. Στρώμα 19 :Τέλος στο ανώτερο τμήμα της τομής απαντώνται παλαιοί και νέοι κώνοι κορημάτων. 8.3.ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ (τομή 3) Η ΤΟΜΗ 3 και αυτή βρίσκεται στο Σουσάκι Κορινθίας, βορειοδυτικά του ηφαιστείου Σουσάκι και λίγο νοτιότερα των προηγούμενων δυο τομών, με συντεταγμένες όπως πάρθηκαν από gps χειρός : Γεωγραφικού πλάτους 37 56'3.21"Β και Γεωγραφικού μήκους 23 5'13.43"Α. Πρόκειται για μια τεχνητή τομή. Πραγματοποιήθηκε καταγραφή της αλληλουχίας των στρωμάτων και της τεκτονικής και λήφθηκαν 3 δείγματα για παλαιοντολογική ανάλυση. Η θέση των δειγμάτων φαίνεται στην τομή που βρίσκεται παρακάτω (εικόνα 16). Στo κατώτερο τμήματά της (0-1,5m) η τομή αποτελείται από μαργαϊκό ασβεστόλιθο μέσα στον οποίο παρατηρήθηκαν ελάχιστα εκμαγεία διθύρων ενώ το υπόλοιπο τμήμα της τομής (1,5-6,6m) αποτελείται από αλλουβιακές αποθέσεις μέσα στο οποίο παρεμβάλλεται ένα στρώμα αργίλου. 40

41 Στρωματογραφική στήλη τομής 3 Εικόνα 16: Στρωματογραφική στήλη Τομής 3 όπου σημειώνονται οι θέσεις της δειγματοληψίας. Πιο συγκεκριμένα (από τα κατώτερα προς τα ανώτερα): 41

42 Στρώμα 1 o : Σε αυτό το στρώμα απαντάται Μαργαϊκός ασβεστόλιθος πάχους 150 cmμε ελάχιστα εκμαγεία διθύρων ενώ την οροφή του αποτελεί διαβρωσιγενής επιφάνεια. Στρώμα 2 ο : Στη συνέχεια υπάρχει ένα στρώμα πάχους 300cmμε εναλλαγές αργιλικών και χονδρών κροκαλοπαγών (αλλουβιακών αποθέσεων) και slumps εξαλλοιωμένων υδροθερμικά. Στρώμα 3 ο : Ακολουθεί στρώμα αργίλου 60 cmπάχους. Στρώμα 4 ο : Και τέλος στην οροφή απαντώνται πάλι αλλουβιακά υλικά με πάχος 150 cm. 8.4.ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ (τομή 4) Η ΤΟΜΗ 4 (εικόνες 17,18,19,20) βρίσκεται στον Άγιο Χαράλαμπο Κορινθίας στα βόρεια του οικισμού και βόρεια της εθνικής οδού Αθηνών Κορίνθου, με συντεταγμένες όπως πάρθηκαν από gps χειρός : Γεωγραφικού πλάτους 37 55'42.19"Β και Γεωγραφικού μήκους 23 1'35.11"Α). Πρόκειται για μια τεχνητή τομή. Πραγματοποιήθηκε καταγραφή της διάταξης των στρωμάτων και της τεκτονικής και λήφθηκαν 23 δείγματα για μικροπαλαιοντολογική ανάλυση. Η θέση των δειγμάτων φαίνεται στην τομή (εικόνα 21) που βρίσκεται παρακάτω. Η τομή στo κατώτερο τμήματά της βρίσκεται σε επαφή με ηφαιστειακά εξαλλοιωμένα πετρώματα. Ακριβώς από πάνω υπάρχει ένα στρώμα Μάργας περίπου δύο μέτρων. Ακολουθούν από τη μέση και πάνω συνεχείς εναλλαγές Ψαμμιτικής και Αμμούχας μάργας για ένα ακόμα μέτρο περίπου. Τέλος στην οροφή απαντάται Αμμούχα μάργα με πάχος μικρότερο του ενάμιση μέτρου. (Εικόνα 17) Φωτογραφία υπαίθρου της τομής 4 στον Άγιο Χαράλαμπο Κορινθίας) 42

43 τομής 4 (Εικόνα 18) Φωτογραφία όπου φαίνεται η βάσητης ακολουθίας και η επαφή με το ηφαιστειακό πέτρωμα τομής 4 ) (Εικόνα19) Φωτογραφία οροφής της τομής 4) ( Εικόνα 20) Φωτογραφία υπαίθρου της περιοχής Αγ.Χαράλαμπος οπου έγινε η τομή 4 ) 43

44 Στρωματογραφική στήλη τομής 4 Εικόνα 21: Στρωματογραφική στήλη Τομής 4 όπου σημειώνονται οι θέσεις της δειγματοληψίας. 44

45 Πιο συγκεκριμένα (από τα κατώτερα προς τα ανώτερα): Στρώμα 1 o :Σε αυτό το στρώμα απαντώνται αποσαθρωμένα ηφαιστειακά πετρώματα. Στρώμα 2 ο : Στη συνέχεια από πάνω υπάρχει ένα στρώμα Μάργας 190 cmμε διαβρωσιγενή επιφάνεια βάσης. Στρώμα 3 ο :Ακολουθεί στρώμα Αμμούχας μάργας πάχους 30cm. Στρώμα 4 ο :Μετά υπάρχει ορίζοντας Ψαμμιτικής μάργας με πάχος 4cm. Στρώμα 5 ο :Ακολουθεί πάλι στρώμα Αμμούχας μάργας πάχους 4cm..Στρώμα 6 ο : Ακολούθως ένα στρώμα πάλι Ψαμμιτικής μάργας πάχους 8cm. Στρώμα 7 ο :Μετά ακόμα ένα στρώμα Αμμούχας μάργας πάχους 1cm. Στρώμα 8 ο :Ξανά στρώμα Ψαμμιτικής μάργας 10 cmπάχους. Στρώμα 9 ο :ΑκολουθείΑμμούχα μάργα πολύ λεπτόκοκκη πάχους 2cm. Στρώμα 10 ο : Από πάνω του υπάρχει πάλι Αμμούχα μάργα πάχους 12cm. Στρώμα 11 ο :Ακολουθεί στρώμα Ψαμμιτικής μάργας πάχους 8 cm. Στρώμα 12 ο :Από πάνω του παρατηρήθηκε ψαμμιτική μάργα πάχους 12cm με ελασματώσεις των 2mm. Στρώμα 13 ο : Άλλο ένα στρώμα μετά αμμούχας μάργας πάχους 2 cm. Στρώμα 14 ο :Ακολουθεί στρώμα Ψαμμίτη πάχους 12 cm. Στρώμα 15 ο :Τέλος στην οροφή απαντάται Αμμούχα χρωματική μάργα πάχους 130cm. 45

46 9.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Στην παρούσα εργασία εξετάσθηκαν και αναλύθηκαν παλαιοντολογικά στο εργαστήριο Παλαιοντολογίας και Στρωματογραφίας του Πανεπιστημίου Πατρών 57 συνολικά δείγματα από τέσσερεις διαφορετικές τομές στην περιοχή μελέτης. Από την τομή 1 στο Σουσάκι Κορινθίας δυτικά του ηφαιστείου του Σουσακίου εξετάσθηκαν 9 Δείγματα, από την τομή 2 λίγο νοτιότερα της πρώτης στη ίδια περιοχή εξετάσθηκαν 23 Δείγματα και από την τομή3 που έγινε ανατολικά των δύο προηγούμενων τομών 3 Δείγματα. Τέλος από την τομή 4 στον Άγιο Χαράλαμπο στα βόρεια της εθνικής οδού Αθηνών Κορίνθου εξετάστηκαν 22 Δείγματα. Μετά από παρατήρηση που πραγματοποιήθηκε σε διοφθάλμιο στερεοσκόπιο στα δείγματα των τομών 1,2,3 καταλήξαμε ότι ήταν στείρα και μόνο τα 22 δείγματα της τομής 4 ήταν απολιθωματοφόρα με τα οποία και θα ασχοληθούμε παλαιοντολογικά παρακάτω. Ο αριθμός των μικροαπολιθωμάτων σε κάθε δείγμα της τομής 4 φαίνεται στον πίνακα 4. ΑΡΙΘΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΒΑΘΟΙ (cm) ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΛΙΘΩΜΑΤΩΝ ΚΟΣΚΙΝΟΥ (4Φ) ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΛΙΘΩΜΑΤΩΝ ΚΟΣΚΙΝΟΥ (1Φ) ΣΥΝΟΛΟ ΑΠΟΛΙΘΩΜΑΤΩΝ ΚΟΣΚΙΝΩΝ 1Φ+4Φ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ

47 Πίνακας 4 (Αριθμός μικροαπολιθωμάτων τομής 4 ανά δείγμα και ανά κόσκινο) ΑΡΙΘΜΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ gr ιζήματος από κόσκινο (4Φ) Δ1 6,17 0 Δ2 5,23 0 Δ3 10,16 4,65 Δ4 5,20 0 Δ5 6,06 0 Δ6 1,20 0 Δ7 8,16 0 Δ8 7,15 0,23 Δ9 1,19 0 Δ10 4,26 0 Δ11 10,15 0 Δ12 9,86 1,03 Δ13 3,69 0 Δ14 6,02 0,41 Δ15 3,55 0 Δ16 8,11 0,06 Δ17 2,46 0 Δ18 8,11 0 Δ19 8,21 0,12 Δ20 5,82 0 Δ21 7,49 1,45 Δ22 3,39 0,86 gr ιζήματος από κόσκινο (1Φ) (Πίνακας 5) δείχνει τα γραμμάρια (gr) ιζήματος του κάθε δείγματος της τομής 4 που έμειναν σε κάθε κόσκινο. 47

48 ΒΙΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ Η Μικροπαλαιοντολογική ανάλυση που πραγματοποιήθηκε σε 22 συνολικά δείγματα αργιλοπηλιτικής κυρίως σύστασης έδωσε μια μικροπανίδα με αρκετά είδη στην οποία κυριαρχούν τα οστρακώδη, ενώ παρατηρήθηκε και ένα είδος μαλάκιου. Πιο συγκεκριμένα βρέθηκαν 14 είδη μικροαπολιθωμάτων εκ των οποίων τα 13 ήταν οστρακώδη και 1 μαλάκιο. Τα αναλυτικά αποτελέσματα της Μικροπαλαιοντολογικής ανάλυσης απεικονίζονται στους παρακάτω πίνακες (Πίνακας 6,7,8 ), ενώ η θέση των δειγμάτων σημειώνεται στην αναλυτική στρωματογραφική στήλη (Εικόνα 21 ). Kόσκινο 1Φ είδη Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Microcyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona neglecta Candona angulata Candona cf. nobilis Amplocypris sinuosa Cytheridea neapolitana Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii Darwuinula stevensoni Candonidae Bithynia leachii ΠώματαΓαστερόποδου Ωογόνια Θραύσματα οστρακωδών Θραύσματα γαστερόποδων Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ (Πίνακας 6 ). Αριθμός απολιθωμάτων κάθε είδους ανά δείγμα που συλλέχτηκαν από το κόσκινο 1Φ. 48

49 Kόσκινο 4Φ είδη Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Microcyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona neglecta Candona angulata Candona cf. nobilis Amplocypris sinuosa Cytheridea neapolitana Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii Darwuinula stevensoni Candonidae Bithynia leachii ΠώματαΓαστερόποδου Ωογόνια Θραύσματα οστρακωδών Θραύσματα γαστερόποδων Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ (Πίνακας 7 ). Αριθμός απολιθωμάτων κάθε είδους ανά δείγμα που συλλέχτηκαν από το κόσκινο 4Φ. 49

50 Kόσκινο 1Φ και 4Φ είδη Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Microcyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona neglecta Candona angulata Candona cf. nobilis Amplocypris sinuosa Cytheridea neapolitana Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii Darwuinula stevensoni Candonidae Bithynia leachii ΠώματαΓαστερόποδου Ωογόνια Θραύσματα οστρακωδών Θραύσματα γαστερόποδων Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ Δ (Πίνακας 8) συγκεντρωτικά αποτελέσματα κόσκινων 1Φ και 4Φ. 50

51 Αναλυτικότερη περιγραφή με σχηματική απεικόνιση των δειγμάτων σε πίτες Στο πρώτο δείγμα (Δείγμα 1) το οποίο αποτελούνταν από αμμούχα καφέ μάργα βρέθηκαν 4 διαφορετικά είδη οστρακωδών (εικόνα 22), το Cyprideis elisabethae με ποσοστό 37%, το Tyrhenocythere ruggierii με 6% και Candona cf. nobilis, Candona neglecta με ποσοστό μόλις 3% και 1% αντίστοιχα. Τα C. elisabethae (με καθαρό λευκό χρώμα και τρία στάδια έκδυσης)που επικρατούν εδώ και παρατηρούνται σε υφάλμυρα ύδατα σε συνδυασμό με τα Tyrhenocythere που απαντώνται σε περιβάλλοντα πολύ χαμηλής αλατότητας (Devoto, 1965; Griffiths et al. 2002; Grossi, et al. 2008) και τις Candona που είναι ευρέως διαδεδομένες σε πηγές, ρυάκια και λίμνες (Meisch and Wouters 2004), υποδηλώνουν υφάλμυρο περιβάλλον με πρόσμειξη γλυκού νερού. Τα νεαρά άτομα αποτελούν το 87% και οι δεξιές θυρίδες το 63% στο δείγμα (πίνακας 9). Επίσης τα θραύσματα των οστρακωδών αποτελούν το 12% ενώ μεγάλο ποσοστό εμφανίζουν πώματα από γαστερόποδα με ποσοστό της τάξης του 41%. Τέλος ο συνολικός αριθμός μικροαπολιθωμάτων εδώ είναι 81 άτομα εκ των οποίων τα οστρακώδη που ήταν δυνατό να αναγνωριστούν ήταν 38. Θραυσματα οστακωδών 12% ΔΕΙΓΜΑ 1 Cyprideis elisabethae 37% Πώματα 41% Tyrhenocythere ruggierii 6% Candona neglecta (Εικόνα 22) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα1. 1% Candona cf. nobilis 3% ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ % ΔΕΞ.ΘΡΔ. %ΑΡ.ΘΡΔ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ1 Cyprideis elisabethae Candona neglecta Candona cf. nobilis Tyrhenocythere ruggierii ΣΥΝΟΛΑ : (Πίνακας 9) εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 1 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 51

52 Στο Δείγμα 2 το οποίο αποτελούνταν από αμμούχα καφέ μάργα βρέθηκαν 5 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτων (εικόνα 23) τα C. elisabethae (καθαρά απολιθώματα χωρίς ίζημα και δύο στάδια έκδυσης) με ποσοστό 14%, Potamocypris fulva με 4%, Candona cf. nobilis, Amplocypris sinuosa με ποσοστό 3% και το Tyrhenocythere ruggierii με μόλις 1%. Η συνύπαρξη του υφάλμυρου Cyprideis σε συνδυασμό με είδη του γλυκού νερού όπως Potamocypris fulva, C.cf. nobilis, Tyrhenocythere ruggierii (Devoto, 1965; Griffiths et al. 2002; Grossi, et al. 2008), μας επιβεβαιώνει ένα γλυκό προς υφάλμυρο περιβάλλον. Ακόμα οι δεξιές θυρίδες υπερέχουν με 68% (πίνακας 10). Επίσης σε αυτό το δείγμα μεγάλο ποσοστό παρατηρήθηκε σε θραύσματα οστρακωδών 33% και πώματα από γαστερόποδα με ποσοστό 42%. Τέλος ο συνολικός αριθμός μικροαπολιθωμάτων εδώ είναι 78 άτομα εκ των οποίων τα οστρακώδη που ήταν δυνατό να αναγνωριστούν ήταν 19. 0% 0% ΔΕΙΓΜΑ 2 Θραυσματα οστακωδών 33% Πώματα 42% Cyprideis elisabethae 14% Candona cf. nobilis Potamocypris fulva 4% Amplocypris sinuosa 3% 3% Tyrhenocythere ruggierii 1% (Εικόνα 23) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα2. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ2 Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Candona cf. nobilis Tyrhenocythere ruggierii Amplocypris sinuosa ΣΥΝΟΛΑ (Πίνακας 10) εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 2 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 52

53 Στο Δείγμα 3 το οποίο αποτελούνταν από αμμούχα καφέ μάργα βρέθηκαν 4 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτων τα οποία εμφανίζονταν ελαφρώς με ίζημα καθώς και κιτρινόλευκο χρώμα. Αυτά ήταν : το C. elisabethae (με 4-5 στάδια έκδυσης) το οποίο και επικρατεί με ποσοστό 22%, το A. sinuosa με 2%, T. kaeveri και T. ruggierii με 1%. Τα υφάλμυρα C. elisabethae εδώ συνοδευόμενα από είδη γλυκού νερού με ελάχιστο όμως αριθμό μας κάνει να μιλάμε για ένα λιμνοθαλάσσιο περιβάλλον. Τα νεαρά άτομα στο δείγμα υπερέχουν έναντι των ενήλικων με 74% και οι δεξιές επίσης θυρίδες έναντι των αριστερών με 71%. Ακόμα σε αυτό το δείγμα τα θραύσματα των οστρακωδών αποτελούν το 14% ενώ μεγάλο ποσοστό εμφανίζουν πώματα από γαστερόποδα με ποσοστό της τάξης του 60%. Τέλος ο συνολικός αριθμός μικροαπολιθωμάτων εδώ είναι 135 άτομα εκ των οποίων τα οστρακώδη που ήταν δυνατό να αναγνωριστούν ήταν 35. Θραυσματα οστακωδών 14% 0% ΔΕΙΓΜΑ 3 Cyprideis elisabethae 22% 0% 0% Amplocypris sinuosa 2% Tyrhenocythere kaeveri 1% Πώματα 60% Tyrhenocythere ruggierii 1% (Εικόνα 24) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα3. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ3 Cyprideis elisabethae Amplocypris sinuosa Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii ΣΥΝΟΛΑ (Πίνακας 11) εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 3 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 53

54 Στο Δείγμα 4 το οποίο αποτελούνταν επίσης από αμμούχα καφέ μάργα βρέθηκαν 5 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτων τα C. elisabethae με ποσοστό 44%, T. kaeveri 4% και τα Cyprideis dictyoti, P. fulva, T. ruggierii με ποσοστό το καθένα μόλις 1%. Το κυρίαρχο είδος και πάλι είναι το C. elisabethae με (52) άτομα και 4-5 στάδια έκδυσης, το οποίο φανερώνει το υφάλμυρο περιβάλλον σε συνδυασμό με τα επίσης υφάλμυρα είδη T. kaeveri και C. dictyoti (Danatsas 1994). Τα νεαρά άτομα καταλαμβάνουν το 51% στο δείγμα ενώ οι αριστερές θυρίδες εδώ υπερτερούν με ποσοστό 52%. Επίσης θραύσματα οστρακωδών και πώματα από γαστερόποδα καταλαμβάνουν ποσοστά 22% και 27% αντίστοιχα. Τέλος ο συνολικός αριθμός μικροαπολιθωμάτων εδώ είναι 119 άτομα εκ των οποίων τα οστρακώδη που ήταν δυνατό να αναγνωριστούνήταν 61. 0% 0% ΔΕΙΓΜΑ 4 0% 0% Θραυσματα οστακωδών 22% Cyprideis elisabethae 44% Πώματα 27% Tyrhenocythere ruggierii 1% Tyrhenocythere kaeveri 4% Cyprideis dictyoti 1% Potamocypris fulva 1% (Εικόνα 25) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά (%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα 4. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ4 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Potamocypris fulva Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 12εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 4 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 54

55 Στο Δείγμα 5 που αποτελούνταν και αυτό από αμμούχα καφέ μάργα βρέθηκαν 4 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτων τα C. elisabethae (2-3 στάσια έκδυσης) με ποσοστό 13%, P. fulva 3%, C.cf. nobilis 5% και A. sinuosa 1%. Επίσης παρατηρήθηκε μεγάλο ποσοστό θραυσμάτων 29% αλλά και πωμάτων 49%. Η συγκεκριμένη συνάθροιση των μικροαπολιθωμάτων στο δείγμα 5 φανερώνει ότι πρόκειται για υφάλμυρο περιβάλλον πιθανότατα σε εκβολές ποταμού λόγω και του μεγάλου αριθμού θραυσμάτων. Οι αριστερές θυρίδες καταλαμβάνουν το 94% στο δείγμα. Ακόμα τα ανήλικα άτομα υπερτερούν σε σχέση με τα ενήλικα με 71% και 29% αντίστοιχα. Τέλος ο συνολικός αριθμός μικροαπολιθωμάτων εδώ είναι 119 άτομα εκ των οποίων τα οστρακώδη που ήταν δυνατό να αναγνωριστούν ήταν 61. Θραυσματα οστακωδών 29% ΔΕΙΓΜΑ 5 Cyprideis elisabethae 13% Potamocypris fulva Candon 3% a cf. nobilis Amplocypris 5% sinuosa 1% Πώματα 49% (Εικόνα 26)Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα 5. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ5 Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Candona cf. nobilis Amplocypris sinuosa ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 13 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 5 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 6, αποτελούμενο επίσης από αμμούχα καφέ μάργα βρέθηκε ιδιαίτερα αυξημένος αριθμός ειδών (7), τα οποία ήταν : το υφάλμυρο C. elisabethae με 4-5 στάδια έκδυσης,που κυριαρχεί και πάλι με ποσοστό 31%, αμέσως μετά τα T. 55

56 kaeveri και A. sinuosa με ποσοστά από 3%, ένα μικρό ποσοστό 2% C. cf. nobilis και τέλος ακολουθούν το C. dictyoti, Miocyprideis goekcenae,t. Ruggierii με ελάχιστο ποσοστό από 1%. Το Cyprideis σε συνδυασμό με το T. kaeveri που παρατηρείται σε χαμηλή αλατότητα (Gramann 1971) αλλά και το ευρύαλο υφάλμυρο είδος A. sinuosa (Pipik, 2007) μας παραπέμπει σε ένα υφάλμυρο περιβάλλον. Τα νεαρά άτομα στο δείγμα υπερέχουν έναντι των ενήλικων με 68% και οι δεξιές θυρίδες επίσης έναντι των αριστερών με 66%. Ακόμα σε αυτό το δείγμα μεγάλο ποσοστό εμφανίζουν πώματα από γαστερόποδα με ποσοστό της τάξης του 58%. Τέλος ο συνολικός αριθμός μικροαπολιθωμάτων εδώ είναι 125 άτομα. ΔΕΙΓΜΑ 6 Cyprideis elisabethae 31% Πώματα 58% Tyrhenocythere Tyrhenocythere ruggierii kaeveri 1% 3% Amplocypris sinuosa 3% Cyprideis dictyoti 1% Miocyprideis goekcenae 1% Candon a cf. nobilis 2% (Εικόνα 27) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα 6. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ6 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Candona cf. nobilis Tyrhenocythere ruggierii Tyrhenocythere kaeveri Amplocypris sinuosa ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 14 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 6 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 56

57 Στο Δείγμα 7 το οποίο αποτελούνταν από ψαμμιτική μάργα βρέθηκαν 4 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτων με μικρή επικάλυψη ιζήματος. Αυτά ήταν: το C. elisabethae με ποσοστό 16% και 2 στάδια έκδυης,το Candona neglecta 4%, το T. kaeveri και το C. dictyoti από 2% το καθ ένα. Τα άτομα των απολιθωμάτων σε αυτό το δείγμα είναι πολύ λίγα μόλις (13) έτσι δεν μπορούμε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. Γενικά έχουμε μια εικόνα υφάλμυρου περιβάλλοντος. Τα νεαρά άτομα καταλαμβάνουν το 85% στο δείγμα έναντι των ενήλικων 15% ενώ οι δεξιές θυρίδες υπερτερούν με ποσοστό 56%. Επίσης θραύσματα οστρακωδών και πώματα από γαστερόποδα καταλαμβάνουν ποσοστά 21% και 55% αντίστοιχα. Τέλος ο συνολικός αριθμός μικροαπολιθωμάτων εδώ είναι 56 άτομα. ΔΕΙΓΜΑ 7 Θραυσματα οστακωδών 21% Cyprideis elisabethae 16% Cyprideis dictyoti 2% Candona neglecta 4% Tyrhenocythere kaeveri 2% Πώματα 55% (Εικόνα 28 )Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα7. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ7 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Candona neglecta Tyrhenocythere kaeveri ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 15 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 7 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 57

58 Στο Δείγμα 8, ψαμμιτικής μάργας, βρέθηκαν 7 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτωνεκ των οποίων τα 6 ήταν οστρακώδη τα: C. elisabethae, C. dictyoti, M. goekcenae, P. fulva,c.cf. nobilis και το T. kaeveri και 1 είδος μαλάκιου το Bithynia leachii. Ο μεγάλος αυτός αριθμός ειδών, σε σχέση με τα καλοδιατηρημένα απολιθώματα λευκού χρώματος, φανερώνει υγιείς συνθήκες περιβάλλοντος. Η κυριαρχία του Cyprideis και σε αυτό το δείγμα είναι ορατή με ποσοστό 19%.Τα υπόλοιπα οστρακώδη απαντώνται με ποσοστά της τάξης του 2% ενώ το μαλάκιο συμμετέχει με ποσοστό μόλις 1%. Επίσης παρατηρήθηκε αυξημένο ποσοστό θραυσμάτων οστρακωδών 26%, θραυσμάτων από γαστερόποδα 12% αλλά και πωμάτων 32%. Η συγκεκριμένη συνάθροιση των μικροαπολιθωμάτων στο δείγμα με το C. elisabethae να κυριαρχεί δίνει την εικόνα υφάλμυρου περιβάλλοντος. Οι δεξιές θυρίδες υπερτερούν και σε αυτό το δείγμα με 62 %, ενώ τα ανήλικα άτομα υπερτερούν σε σχέση με τα ενήλικα με 65% και 35% αντίστοιχα. Θραυσματα γαστερόποδων 12% Θραυσματα οστακωδών 26% ΔΕΙΓΜΑ 8 C. elisabethae 19% Πώματα 32% C. dictyoti 2% M. goekcenae P. fulva 2% 2% C. cf. nobilis 2% T. kaeveri 2% B. leachii 1% (Εικόνα 29) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα 8. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ8 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona cf. nobilis Tyrhenocythere kaeveri Bithynia leachii 2 ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 16 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 8 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 58

59 Στο Δείγμα 9 αμμούχας μάργας βρέθηκαν 5 διαφορετικά είδη οστρακωδών με επικάλυψη ιζήματος, τα C. elisabethae με ποσοστό 29%, P. fulva, T. ruggierii,t. kaeveri με 2% το καθένα και το C. neglecta με 3%. Η κυριαρχία του υφάλμυρου C. elisabethae και σε αυτό το δείγμα είναι ορατή και σε συνδυασμό με τις μικρές συγκεντρώσεις των υπόλοιπων μικροαπολιθωμάτων καταλαβαίνουμε ότι πρόκειται για υφάλμυρο περιβάλλον. Σε αυτό το δείγμα παρατηρήθηκε αυξημένο τόσο το ποσοστό των θραυσμάτων 19% αλλά και πωμάτων 43%. Οι δεξιές θυρίδες των μικροαπολιθωμάτων καταλαμβάνουν το 77% και υπερτερούν, ενώ τα ανήλικα άτομα υπερτερούν με μεγάλη διαφορά σε σχέση με τα ενήλικα με 91% και 9% αντίστοιχα. Θραυσματα οστακωδών 19% ΔΕΙΓΜΑ 9 Cyprideis elisabethae 29% Potamocypris fulva 2% Πώματα 43% Candona neglecta 3% Tyrhenocythere Tyrhenocythere kaeveri ruggierii 2% 2% (Εικόνα 30) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα 9. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ9 Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Candona neglecta Tyrhenocythere ruggierii Tyrhenocythere kaeveri ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 17 των αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 9 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 59

60 Στο Δείγμα 10 και αυτό ψαμμιτικής μάργας βρέθηκαν 5 διαφορετικά είδη οστρακωδών,το C. elisabethae το οποίο και επικρατείμε ποσοστό 34%, το T. kaeveri αμέσως μετά με 3%, το Darwuinula stevensoni και C. neglectaμε 2% το καθένα και το C. dictyoti με 1%. Το υφάλμυρο είδος C. elisabethae σε συνύπαρξη με τα υπόλοιπα γλυκού νερού απολιθώματα που βρίσκονται όμως σε μικρή συχνότητα, αποδεικνύει την ύπαρξη ολιγόαλων και γλυκών νερών. Τα νεαρά άτομα στο δείγμα υπερέχουν έναντι των ενήλικων με 70% και οι αριστερές θυρίδες επίσης έναντι των δεξιών με 63%. Ακόμα σε αυτό το δείγμα τα θραύσματα των οστρακωδών αποτελούν το 23% ενώ αυξημένο είναι και το ποσοστό των πωμάτων από γαστερόποδα με ποσοστό της τάξης του 35%. ΔΕΙΓΜΑ 10 Θραυσματα οστακωδών 23% Cyprideis elisabethae 34% Πώματα 35% Darwuinula stevensoni 2% Cyprideis dictyoti 1% Candona Tyrhenocythere neglecta kaeveri 2% 3% (Εικόνα 31)Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα10. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ10 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Candona neglecta Tyrhenocythere kaeveri Darwuinula stevensoni ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 18 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 10 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 60

61 Στο Δείγμα 11 επίσης ψαμμιτικήςμάργας, βρέθηκαν 5 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτων εκ των οποίων τα 4 ήταν οστρακώδη, τα C. elisabethae 33%, C. neglecta και T. kaeveri από 5%, C. cf. nobilis 3% και 1 είδος μαλάκιου B. leachii 3%. Το κυρίαρχο είδος C. elisabethae με (26) άτομα το οποίο συνοδεύεται από C. neglecta που είναι ευρέως διαδεδομένο σε πηγές, ρυάκια και λίμνες. (Meisch and Wouters 2004) και το T. kaeveri ευρέως κατανεμημένο στα υφάλμυρα και γλυκά ύδατα (Bachnou et al 1999), υποδηλώνουν περιβάλλον υφάλμυρο αναμεμειγμένο με γλυκά νερά.τα θραυσμάτων των οστρακωδών στο δείγμα αυτό ανέρχονται στο 16% και τα πώματα στο 35%.Οι δεξιές θυρίδες βρίσκονται σε ποσοστό 42 % ενώ οι αριστερές στο 58%.Τέλος τα νεαρά άτομα υπερτερούν σε σχέση με τα ενήλικα με 74% και 26% αντίστοιχα. Θραυσματα οστακωδών 16% ΔΕΙΓΜΑ 11 Cyprideis elisabethae 33% Bithynia leachii 3% Πώματα 35% Candona neglecta 5% Candona cf. nobilis 3% Tyrhenocythere kaeveri 5% (Εικόνα 32) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα11. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ11 Cyprideis elisabethae Candona neglecta Candona cf. nobilis Tyrhenocythere kaeveri Bithynia leachii 2 ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 19 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 11 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 12, ψαμμιτικής μάργας, βρέθηκαν 5 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτων τα C. elisabethae με ποσοστό 20%, A. sinuosa 3%, T. kaeveri, P. fulva από 1% και Cytheridea neapolitana, T. ruggierii με 0,3%. Υπερβολικά αυξημένο εμφανίζεται το ποσοστό των πωμάτων 64% με (232) άτομα στο δείγμα. Η συνάθροιση των μικροαπολιθωμάτων εδώ υποδηλώνουν υφάλμυρες συνθήκες σε 61

62 μεικτό περιβάλλον. Τα νεαρά άτομα καταλαμβάνουν το 80% στο δείγμα έναντι των ενήλικων 20%. Ακόμα οι αριστερές θυρίδες υπερτερούν με ποσοστό 56%. Θραυσματα οστακωδών 11% ΔΕΙΓΜΑ 12 Πώματα 64% P. fulva 1% C.elisabethae 20% T.kaeveri 1% A.sinuosa 3% Cytheridea neapolitana 0,3% Tyrhenocythere ruggierii 0,3% (Εικόνα 33) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα12. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ12 Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Cytheridea neapolitana Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 20 των εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 12 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 13 το οποίο αποτελούνταν από αμμούχα μάργα, βρέθηκαν 3 διαφορετικά είδη μικροαπολιθωμάτων, τα C. elisabethae με ποσοστό 30%, C. cf. nobilis 2%, C. neglecta 1%. Ωστόσο η κατάσταση διατήρησης των ατόμων είναι σχετικά κακή καθώς εμφανίζονται με αρκετό ίζημα και σπασμένα. Το ποσοστό των θραυσμάτων που παρατηρήθηκε ηταν 40% αλλά και των πωμάτων 27%. Το περιβάλλον φαίνεται να είναι υφάλμυρο λόγω του C. elisabethae επηρεασμένο όμως από γλυκά ύδαταλόγω της C. neglecta (Meisch and Wouters 2004). Τα νεαρά άτομα καταλαμβάνουν το 77% στο δείγμα έναντι των ενήλικων 23%. Ακόμα οι δεξιές θυρίδες υπερτερούν με ποσοστό 67% έναντι των αριστερών. 62

63 ΔΕΙΓΜΑ 13 Θραυσματα οστακωδών 40% Cyprideis elisabethae 30% Πώματα 27% Candona neglecta 1% Candona cf. nobilis 2% (Εικόνα 34) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα13. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ13 Cyprideis elisabethae Candona neglecta Candona cf. nobilis ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 21 των εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 13 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 14 αμμούχας μάργας, βρέθηκε αυξημένος αριθμός ειδών μικροαπολιθωμάτων με 11 διαφορετικά τάξα, εκ των οποίων τα 10 ήταν οστρακώδη και 1 είδος μαλάκιου. Το κυρίαρχο είδος στο δείγμα είναι το C. elisabethae (4-5 στάδια έκδυσης) με ποσοστό 49%,αμέσως μετά ακολουθούν το A.sinuosa με 5% και C. angulata με 4%, ενώ τα υπόλοιπα είδη, C. dictyoti, M. goekcenae, T.ruggierii, T. kaeveri, C. cf. nobilis, P. fulva,, C. neapolitana και B. leachii συμμετέχουν με πολύ μικρά ποσοστά όπως φαίνεται παρακάτω. Τα θραυσμάτων των οστρακωδών στο δείγμα αυτό ανέρχονται στο 16% όπως και τα πώματα επίσης. Οι δεξιές θυρίδες βρίσκονται σε ποσοστό 64 %.Τέλος τα νεαρά άτομα υπερτερούν σε σχέση με τα ενήλικα με 80% και 20% αντίστοιχα. 63

64 ΔΕΙΓΜΑ 14 Πώματα 16% Θραυσματα οστακωδών 16% C.elisabethae 49% B.leachii 0,5% T. ruggierii 0,5% T.kaeveri 2% A. sinuosa C.cf. nobilis 5% 3% C. neapolitana 0,5% C. angulata 4% P.fulva 2% M. goekcenae 1% C.dictyoti 2% (Εικόνα 35) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα14. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ14 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae , ,6 Potamocypris fulva ,4 2 Candona angulata , Candona cf. nobilis Amplocypris sinuosa Cytheridea neapolitana ,6 Tyrhenocythere kaeveri , Tyrhenocythere ruggierii ,6 0 B.leachii 1 ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 22 των εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 14 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 15 αποτελούμενο από μάργα, βρέθηκαν6 διαφορετικά είδη οστρακωδών άρτια διατηρημένα, τα C. elisabethae με ποσοστό 57% και 5 στάδια έκδυσης, T. ruggierii 7%, M. goekcenae με 5%, C. angulata 2% και τα C. cf. nobilis, T. kaeveri από 1%. Ακόμα το δείγμα περιείχε πώματα σε ποσοστό 27%. Από το υφάλμυρο C. elisabethae σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα είδη έχουμε ένα περιβάλλον με αναμεμειγμένα ολιγόαλα ή/και γλυκά νερά. Τα νεαρά άτομα καταλαμβάνουν το 83% 64

65 στο δείγμα έναντι των ενήλικων 17%. Ακόμα οι δεξιές θυρίδες υπερτερούν με ποσοστό 66% έναντι των αριστερών που είναι 34%. ΔΕΙΓΜΑ 15 Πώματα 27% Tyrhenocythere ruggierii 7% Tyrhenocythere kaeveri 1% Candon a cf. nobilis 1% Candona angulata 2% Miocyprideis goekcenae 5% Cyprideis elisabethae 57% (Εικόνα 36) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα 15. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ15 Cyprideis elisabethae Miocyprideis goekcenae Candona angulata Candona cf. nobilis Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 23 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 15 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 16 το οποίο αποτελούνταν επίσης από μάργα, βρέθηκαν 4 διαφορετικά είδη οστρακωδών μέτρια διατηρημένα, τα C.elisabethae με ποσοστό 19%, C. dictyoti 5%, C. neglecta 6% και T. kaeveri 2%. Ακόμα το δείγμα περιείχε πώματα σε αρκετά μεγάλο ποσοστό της τάξης του 36% αλλά και θραύσματα 32%. Από το 65

66 υφάλμυρο C. elisabethae σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα είδη όπως το C. dictyoti που απαντάται σε υφάλμυρο περιβάλλον (Danatsas 1994) και το T. kaeveri ένα γένος ευρέως κατανεμημένο στα υφάλμυρα και γλυκά ύδατα (Bachnou et al 1999:. 201) αλλά και το C. neglecta που απαντάται σε ολιγόαλα, ψυχρά ύδατα με αλμυρότητα μέχρι 1,0 (γλυκά νερά) (Meisch and Wouters 2004), μπορούμε να μιλήσουμε για περιβάλλον με αναμεμειγμένα ολιγόαλα ή/και γλυκά νερά. Τα νεαρά άτομα καταλαμβάνουν το 88% στο δείγμα έναντι των ενήλικων 12%. Ακόμα οι δεξιές θυρίδες υπερτερούν με ποσοστό 76% έναντι των αριστερών που είναι 24%. ΔΕΙΓΜΑ 16 Θραυσματα οστακωδών 32% Cyprideis elisabethae 19% Cyprideis dictyoti 5% Πώματα 36% Candona neglecta 6% Tyrhenocythere kaeveri 2% (Εικόνα 37)Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα16. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ16 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Candona neglecta Tyrhenocythere kaeveri ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 24 των εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 16 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 66

67 Στο Δείγμα 17 που αποτελούνταν από μάργαβρέθηκε 1 και μόνο είδος οστρακώδους το C. dictyoti με ποσοστό 9% ακόμα παρατηρήθηκαν θραύσματα από γαστερόποδα και οστρακώδη με ποσοστά 18% και 9% αντίστοιχα ενώ τα πώματα καταλαμβάνουν το 64% του δείγματος. Ο αριθμός των ατόμων (1) των οστρακωδών δεν επιτρέπει την διεξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για το παλαιοπεριβάλλον απόθεσης. Θραυσματα οστακωδών 9% Θραυσματα γαστερόποδων 18% ΔΕΙΓΜΑ 17 Cyprideis dictyoti 9% Πώματα 64% (Εικόνα 38) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα17. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ17 Cyprideis dictyoti ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 25 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 17 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 18 μάργας επίσης, βρέθηκε αυξημένος αριθμός ειδών οστρακωδών (7). Παρατηρήθηκε το C. elisabethae με ποσοστό 28% το οποίο κυριαρχεί και σε αυτό το δείγμα ενώ ακολουθούντα P. fulva, A. sinuosaμε 4% το καθένα αμέσως μετά C. neglecta με 3% και τέλος τα T. kaeveri, T. ruggierii, και Candonidae με μικρή συμμετοχή στο 1% το καθένα. Κρίνοντας από τα οστρακώδη με τη μεγαλύτερη συμμετοχή όπως το υφάλμυρο C. elisabethae αλλά και το P. fulva που απαντάται σε γλυκά ύδατα (Devoto, 1969), θα μιλούσαμε για ένα περιβάλλον χαμηλής αλατότητας. Τέλος τα πώματα των γαστερόποδων και τα θραύσματα των οστρακωδών σε αυτό το δείγμα καταλαμβάνουν από 29%, τα νεαρά άτομα καταλαμβάνουν το 74% στο δείγμα έναντι των ενήλικων 26% ενώ οι δεξιές θυρίδες υπερτερούν με ποσοστό 74% έναντι των αριστερών. 67

68 ΔΕΙΓΜΑ 18 Θραυσματα οστακωδών 29% Cyprideis elisabethae 28% Πώματα 29% Tyrhenocythere Candonidae ruggierii 1% 1% Potamocypris fulva 4% Amplocypris sinuosa 4% Tyrhenocythere kaeveri 1% Candona neglecta 3% (Εικόνα 39) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα18. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ18 Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Candona neglecta Amplocypris sinuosa Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii Candonidae ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 26 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 18 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 19 μάργας, βρέθηκε επίσης αυξημένος αριθμός ειδών οστρακωδών (8). Παρατηρήθηκε το C. elisabethae (4-5 στάδια έκδυσης) με ποσοστό 20% το οποίο κυριαρχεί και εδώ, ακολουθεί το A. sinuosa και το C. neapolitana ένα θαλάσσιο είδος (Bonaduce et al. 1975) με 4% ποσοστό. Παρατηρήθηκαν επίσης με μικρότερα ποσοστά της τάξης του 2% τα οστρακώδη: C. dictyoti, M. goekcenae, P. fulva, C. angulata, T. ruggierii καθώς και κάποια θραύσματα οστρακωδών 26%. Στο δείγμα αυτό απαντώνται επίσης γυρογονίτες χαροφύτων σε ποσοστό 5% και θραύσματα αλλά και πώματα γαστερόποδων με ποσοστά 4% και 26% αντίστοιχα. Η συνύπαρξη των παραπάνω ειδών μας δίνει μια εικόνα αναμεμειγμένων υδάτων(συνύπαρξης ολιγόαλα ή/και γλυκά νερά με υφάλμυρα/θαλάσσια). Τέλος τα νεαρά οστρακώδη 68

69 εδώ είναι περισσότερα και καταλαμβάνουν ποσοστό 81% και οι δεξιές θυρίδες το 57%. Θραυσματα γαστερόποδων 4% ΔΕΙΓΜΑ 19 Θραυσματα οστακωδών 26% C.elisabethae 20% C.dictyoti 2% P. fulva 2% M. goekcenae 2% Ογώνια 5% Πώματα 26% T. ruggierii 2% C.angulata 3% C.neapolitana 4% A. sinuosa 4% (Εικόνα 40) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα19. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ19 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona angulata Amplocypris sinuosa Cytheridea neapolitana Tyrhenocythere ruggierii ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 27 εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 19 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Στο Δείγμα 20 το οποίο αποτελούνταν από μάργα, βρέθηκε και πάλι αυξημένος αριθμός ειδών οστρακωδών (7) σε σχέση με τα πρώτα δείγματα αλλά οι συχνότητες ήταν αρκετά μικρές. Παρατηρήθηκε το M. goekcenaeμε 8% ποσοστό και κυριαρχία στο δείγμα ενώ αμέσως μετά ακολουθεί το C. elisabethae με ποσοστό 4%.Τα υπόλοιπα οστρακώδη που βρέθηκαν είναι τα C. dictyoti, C. neglecta, C. cf. nobilis, T. 69

70 kaeveri, Candonidae. καταλάμβαναν μόλις από 1% ενώ τα θραύσματα των οστρακωδών αποτελούν το 23%. Απαντώνται επίσης γυρογονίτες χαροφύτων σε ποσοστό 6% και θραύσματα αλλά και πώματα γαστερόποδων με ποσοστά 12% και 37% αντίστοιχα. Η συνάθροιση αυτή των μικροαπολιθωμάτων μαρτυρά ένα κατά βάση υφάλμυρο περιβάλλον αλλά δεν μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά λόγω του περιορισμένου αριθμού ατόμων. Τέλος τα νεαρά οστρακώδη εδώ είναι περισσότερα και καταλαμβάνουν ποσοστό 82% και οι δεξιές θυρίδες το 73%. Θραυσματα οστακωδών 23% Θραυσματα γαστερόποδων 12% ΔΕΙΓΜΑ 20 Cyprideis elisabethae 4% Cyprideis dictyoti 2% Miocyprideis goekcenae 8% Candona cf. nobilis 2% Candonidae sp. 2% Candona neglecta 2% Tyrhenocythere kaeveri 2% Ωογόνια 6% Πώματα 37% (Εικόνα 41) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα20. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ20 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Candona neglecta Candona cf. nobilis Tyrhenocythere kaeveri Candonidae ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 28 των εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 20 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 70

71 Στο Δείγμα 21 το οποίο επίσης αποτελούνταν από μάργα, βρέθηκαν 9 διαφορετικά είδη απολιθωμάτων αλλά σε πολύ χαμηλές συχνότητες. Τα 8 εκ των οποίων ήταν τα οστρακώδη C. elisabethae, C. dictyoti, M. goekcenae, P. fulva, C. neglecta, C. angulata, A. sinuosa, T. ruggierii και 1 είδος μαλάκιου το B. leachii. Η κυριαρχία του C.elisabetta είναι ορατή με ποσοστό 11%, αμέσως μετά ακολουθούν τα A. sinuosa με 7% και M. goekcenae με 5% ενώ τα υπόλοιπα οστρακώδη απαντώνται με ποσοστά της τάξης του 2%. Η συνάθροιση των μικροαπολιθωμάτων στο δείγμα μαρτυρά ένα υφάλμυρο περιβάλλον αλλά δεν μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά λόγω του περιορισμένου αριθμού ατόμων.τέλος τα πώματα και τα θραύσματα των οστρακωδών καταλαμβάνουν ποσοστά 37% και 21% αντίστοιχα. Οι δεξιές θυρίδες υπερτερούν και σε αυτό το δείγμα με 52 %,ενώ τα ανήλικα άτομα υπερτερούν σε σχέση με τα ενήλικα με 57%. Θραυσματα οστακωδών 21% ΔΕΙΓΜΑ 21 C.elisabethae 11% C. dictyoti 2% M. goekcenae 5% P. fulva 2% C.neglecta 2% C.angulata 4% Πώματα 37% A.sinuosa 7% T.ruggierii 5% B.leachii 4% (Εικόνα 42)Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα21. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ21 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Microcyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona neglecta Candona angulata Amplocypris sinuosa Tyrhenocythere ruggierii B.leachii 2 ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 29 των εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 21 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 71

72 Στο Δείγμα 22 το οποίο αποτελούνταν και αυτό από μάργα βρέθηκε 1 και μόνο είδος οστρακώδους που ζει σε περιβάλλοντα μέσης αλατότητας που φτάνει μέχρι και το 13,4 (De Decker, 1979) το C. angulata με ποσοστό 8%, ακόμα παρατηρήθηκαν θραύσματα από οστρακώδη με ποσοστά 21% και πώματα που καταλαμβάνουν το 71% του δείγματος (εικόνα 43). Ο αριθμός των ατόμων (2) των οστρακωδών δεν επιτρέπει την διεξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων για το παλαιοπεριβάλλον απόθεσης. Θραυσματα οστακωδών 21% ΔΕΙΓΜΑ 22 Candona angulata 8% Πώματα 71% (Εικόνα 43) Διάγραμμα πίτας με τα ποσοστά(%) κατανομής των μικροαπολιθωμάτων στο Δείγμα22. ΣΥΧΝΟΤΗΤΑ ΔΕΞΙΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ ΘΥΡΙΔΕΣ ΝΕΑΡΑ ΕΝΗΛΙΚΑ ΑΡΣΕΝΙΚΑ ΘΥΛΗΚΑ %ΔΕΞΙΕΣ %ΑΡΙΣΤΕΡΕΣ %ΝΕΑΡΑ %ΕΝΗΛΙΚΑ δ22 Candona angulata ΣΥΝΟΛΑ Πίνακας 30 των εκατοστιαίων αναλογιών των μικροαπολιθωμάτων του δείγματος 22 ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. 72

73 Έτσι μετά από αναλυτική περιγραφή των δειγμάτων της τομής 4 και την επεξεργασία των ποσοστιαίων αναλογιών τους στο λογισμικό C2 προέκυψε το παρακάτω διάγραμμα κατανομής των ειδών σε σχέση με το βάθος (εικόνα 44). Το διάγραμμα αυτό παρατίθεται σε πρώτη φάση για να δώσει μια αρχική εικόνα της τομής ενώ σε επόμενο κεφάλαιο, περιγράφεται ανάλογα με την περιβαλλοντική σημασία των ενδείξεων για την εξαγωγή συμπερασμάτων. (Εικόνα 44) Διάγραμμα στο οποίο φαίνεται η συχνότητα εμφάνισης των ειδών σε σχέση με το βάθος. ΔΕΙΚΤΕΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΛΟΤΗΤΑΣ Ακόμα για την ανάλυση των πανίδων των οστρακωδών που προέκυψαν από τη μικροπαλαιοντολογική ανάλυση εφαρμόστηκαν οι εξής δείκτες βιοποικιλότητας όπως : Simpson, Shannon H, Taxa S, Dominance D, Evenness_e^H/S και 73

74 Fisher salpha για κάθε δείγμα. Τα αποτελέσματα των μεθόδων παρουσιάζονται στον πίνακα 31αλλά και στα αντίστοιχα διαγράμματα παρακάτω (εικόνα 45). Taxa_S Dominance_D Simpson_1-D Shannon_H Evenness_e^H/S Fisher_alpha Δείγμα 1 4 0,644 0,356 0,7042 0,5055 0,8342 Δείγμα 2 5 0,385 0,615 1,237 0,6889 1,108 Δείγμα 3 4 0,7437 0,2563 0,5459 0,4315 0,8342 Δείγμα 4 5 0,735 0,265 0,588 0,3601 1,108 Δείγμα 5 4 0,4187 0,5813 1,071 0,7296 0,8342 Δείγμα 6 7 0,5754 0,4246 0,9805 0,3808 1,714 Δείγμα 7 4 0,5148 0,4852 0,9372 0,6382 0,8342 Δείγμα 8 7 0,4354 0,5646 1,284 0,5161 1,714 Δείγμα 9 5 0,6116 0,3884 0,8387 0,4627 1,108 Δείγμα ,6735 0,3265 0,7259 0,4133 1,108 Δείγμα ,4958 0,5042 1,044 0,5679 1,108 Δείγμα ,6706 0,3294 0,723 0,3434 1,401 Δείγμα ,8156 0,1844 0,3887 0,4917 0,5823 Δείγμα ,5306 0,4694 1,157 0,289 3,154 Δείγμα ,6293 0,3707 0,8174 0,3774 1,401 Δείγμα ,4118 0,5882 1,091 0,7443 0,8342 Δείγμα ,1544 Δείγμα ,4422 0,5578 1,244 0,4956 1,714 Δείγμα ,2535 0,7465 1,768 0,6513 2,397 Δείγμα ,1735 0,8265 1,909 0,8429 2,046 Δείγμα ,1531 0,8469 2,02 0,8375 2,397 Δείγμα ,1544 Πίνακας 31: Αριθμητικός πίνακας αποτελεσμάτων δεικτών βιοποικιλότητας (Simpson, Shannon H, TaxaS, DominanceD, Evenness_e^H/S και Fisher salpha) που εφαρμόστηκαν σε όλα τα δείγματα της τομής 4. (Εικόνα 45) Διάγραμμα δεικτών βιοποικιλότητας των μικροαπολιθωμάτων σε σχέση με την στρωματογραφική στήλη της Τομής 4. 74

75 10.Συστηματική Ταξινόμηση Οστρακωδών H συστηματική ταξινόμηση των ειδών των μικροαπολιθωμάτων των οστρακωδών πραγματοποιείται αποκλειστικά με βάση την περιγραφή των σκληρών μερών δηλαδή των χαρακτηριστικών του εξωτερικού κελύφους διότι σπανίως έχουμε εξαιρετική διατήρηση όπου καθιστά εφικτό να περιγραφούν τα μαλακά μέρη των ειδών. Στην παρούσα εργασία προσδιορίστηκαν 13 είδη οστρακωδών : C. elisabethae, C. dictyoti, M. goekcenae, P. fulva, C. neglecta, C. angulata, C. cf. nobilis, A. sinuosa, C. neapolitana,, Candonidae, T. kaeveri, T. ruggierii, D. Stevensoni και 1 είδος μαλάκιου το B. leachii. Παρακάτω παρατίθεται η συστηματική ταξινόμηση των μικροαπολιθωμάτων που προσδιορίστηκαν μέχρι το επίπεδο είδους. Βασίλειο : Animalia Φύλο : Αρθρόποδα Υπόφυλλο: Crustacea Ομοταξία: Ostracoda Latreille,1806 Υφομοταξία :Podocopa G.W.Muller, 1894 Τάξη: Podocopida SARS, 1866 Υποτάξη: Cypridocopina Υπεροικογένεια: Cypridoidea Baird, 1845 Οικογένεια : Hemicytheridae Puri, 1953 Γένος : Tyrrhenocythere Ruggieri, 1953 Είδος :Tyrrhenocythere kaeveridanatsas 1989 Περιγραφή Το κέλυφος χαρακτηρίζεται από ένα τοξωτό ραχιαίο περιθώριο και ένα κυρτό κοιλιακό. Η επιφάνεια των θυρίδων καλύπτεται από ένα πλέγμα με κανάλια αλλά και ταπεινώσεις (φύματα), οι οποίες έχουν οβάλ σχήμα και είναι ευρέως διάσπαρτες σε όλη την επιφάνεια της θυρίδας. Ακόμα στην εξωτερική επιφάνεια υπάρχει έντονη ράχη που είναι παράλληλη στα περιθώρια. Η εμπρόσθια πλευρά είναι αποστρογγυλεμένη και τείνει να στρίβει ως προς μια κατεύθυνση. Το εσωτερικό με το εξωτερικό περιθώριο χωρίζεται από ένα μικρό διάκενο και τέλος στο εσωτερικό περιθώριο βλέπουμε ευθύγραμμους αγωγούς. Το κλείθρο του είναι ομοιόμορφο. 75

76 Οικολογία: Γένος ευρέως κατανεμημένο στα υφάλμυρα και γλυκά ύδατα. Μια μορφομετρική ανάλυση αποκάλυψε διακλάδωση Tyrrhenocythere από Hemicytheria κατά τη διάρκεια του μέσου Μειοκαίνου (Bachnou et al 1999) και την προσαρμογή του Tyrrhenocythere σε χαμηλή αλατότητα (Gramann 1971). Στρωματογραφική εξάπλωση: Εμφανίστηκαν κατά το τέλος του Ανώτερο Μειόκαινο - Σήμερα (Pipík 2007). Ραχιαία πλευρά Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Tyrrhenocythere kaeveri από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 7X.εξωτερική όψη. Κοιλιακή πλευρά Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Ραχιαία πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Tyrrhenocythere kaeveri από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 7X.εσωτερική όψη. Είδος : Tyrrhenocythere ruggierii Ruggieri,

77 Περιγραφή Το κέλυφος χαρακτηρίζεται από ένα τραπεζοειδές σχήμα. To ραχιαίο του περιθώριο είναι λίγο ευθείο προς κοίλο, ενώ το κοιλιακό είναι ευθείο προς κυρτό. Στο εσωτερικό περιθώριο βλέπουμε ευθύγραμμους αγωγούς. Το εμπρόσθιο και το οπίσθιο τμήμα του είναι αποστρογγυλεμένα με στενό διάκενο. Ο τύπος οδόντωσης είναι αμφίδοντος. Η εξωτερική του επιφάνεια έχει συνήθως δικτυωτό διάκοσμο. Οικολογία : Αυτό απαντάται σε περιβάλλοντα γλυκού νερού ή πολύ χαμηλής αλατότητας (Devoto, 1965; Griffiths et al. 2002; Grossi, et al. 2008). Επίσης ζει σε βάθος περίπου 30 m (ενδεχομένως έως 50 m) και σε ένα εύρος αλατότητας Παράλληλα είναι ένας δείκτης θερμού κλίματος, με μέση ετήσια θερμοκρασία οc (Bronshtein, 1947, Schornikov, 1974, Krstić, 1977, Yassini and Ghahreman, 1976). Στρωματογραφική εξάπλωση: Ανώτερο Μειόκαινο σήμερα (Uliczny, 1969) Ραχιαία πλευρά Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Tyrrhenocythere ruggieri iαπό κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση5x.εξωτερική όψη. Ραχιαία πλευρά Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Tyrrhenocythere ruggieriiαπό κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση5x.εσωτερική όψη. 77

78 Οικογένεια : Cyprididae Baird, 1845 Γένος : Potamocypris Brandy 1870 Είδος :Potamocypris fulva Brady, 1868 Περιγραφή Το κέλυφος του είναι γυαλιστερό παχύ και έχει νεφροειδές σχήμα. Στην εξωτερική επιφάνεια παρατηρούνται πόροι. Το ραχιαίο περιθώριο είναι καμπυλωτό και το κοιλιακό περιθώριο είναι κοίλο. Η εσωτερική όψη είναι γεμάτη ίζημα και δεν διακρίνονται πιθανά μυϊκά αποτυπώματα. Τέλος το κλείθρο του είναι ομοιόμορφο. Οικολογία: Αποτελεί εξ ολοκλήρου είδος γλυκών νερών. Απαντάται συχνά σε ποτάμια, τρεχούμενα νερά ρυακιών και πηγές, δηλ. καλά οξυγονωμένα περιβάλλοντα. Έχει παρατηρηθεί (Ιταλία) σε στρώματα ασβεστολιθικής ιλύος που εναλλάσσονται με τραβερτίνη (Devoto, 1969). Στρωματογραφική εμφάνιση: Τορτόνιο-σήμερα (Danatsas,1989). Οπίσθια Ραχιαία πλευρά Εμπρόσθια Κοιλιακή πλευρά Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Potamocypris fulva από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εξωτερική όψη 78

79 Ραχιαία πλευρά Εμπρόσθια Οπίσθια Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδαςpotamocyprisfulva από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εσωτερική όψη. Φωτογραφία αριστερής θυρίδας από κλειστό Potamocypris fulva, κόσκινου 4Φ και μεγέθυνση 5X.εξωτερική όψη. Υπόταξη:Darwinulocopina Sohn, 1988 Υπεροικογένεια: Darwinuloidea Brady and Norman, 1889 Οικογένεια: Darwinulidae Brady and Norman, 1889 Γένος:Darwinula Brady and Robertson, 1885 Είδος: Darwinula stevensoni Brady and Robertson

80 Περιγραφή Το κέλυφος του είναι σχεδόν ωοειδές με ύψος που αυξάνεται ελαφρώς από το οπίσθιοπρος το εμπρόσθιο τμήμα. Στην εξωτερική επιφάνεια το κέλυφος είναι λείο. Το εμπρόσθιο και οπίσθιο περιθώριο στρογγυλωμένα, ενώ ραχιαίο καικοιλιακό περιθώριο φαίνονται σχεδόν ευθεία. Τέλος το κλείθρο του είναι ομοιόμορφο. Οικολογία: Αποτελεί κοσμοπολίτικο είδος ολιγόαλων υδάτων και μπορεί να αντέξει ή και να προσαρμοστεί σε ένα ευρύ φάσμα θερμοκρασιών. Στρωματογραφική εμφάνιση: Ανώτερο Ολιγόκαινο έως σήμερα (Krzmynskaand Namiotko, 2013). Εμπρόσθια πλευρά Ραχιαία πλευρά Κοιλιακή πλευρά Οπίσθια πλευρά Φωτογραφία αριστερής θυρίδας από κλειστό Darwinula stevenson κόσκινου 4Φ,εξωτερική όψη. Οικογένεια: Cyprididae Baird 1845 Γένος: Amlpocypris Zalanyi 1944 Είδος:Amplocypris sinuosa Zalanyi 1944 Περιγραφή Το κέλυφος του έχει ένα χαρακτηριστικό τραπεζοειδές σχήμα. Το μέγιστο ύψος του είναι σχεδόν στη μέση. Το ραχιαίο περιθώριο σχηματίζει γωνίες ενώ το κοιλιακό περιθώριο είναι ελάχιστα κοίλο. Εμπρόσθιο περιθώριο εκτενώς στρογγυλωμένο, 80

81 οπίσθιο περιθώριο επιμηκυμένο καιστρογγυλωμένο. Η επιφάνεια του είναι λεία και έχει ομοιόμορφο κλείθρο. Οικολογία: Ευρύαλο υφάλμυρο είδος (Pipik, 2007). Στρωματογραφική εμφάνιση: Α.Μειόκαινο-Πλειόκαινο(Danatsas 1989). Eχει βρεθεί στα Μελίσσια (Κόρινθος) Ραχιαία πλευρά Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας από Amplocypris sinuosa, κόσκινου 4Φ και μεγέθυνση 5X.εξωτερική όψη. Κοιλιακή πλευρά Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Ραχιαία πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας απόamplocypris sinuosa, κόσκινου 4Φ και μεγέθυνση 5X.εσωτερική όψη. Οικογένεια: Candonidae Υποοικογένεια: Candoninae Γένος: Candona Baird, 1845 Είδος: Candona neglecta Sars,

82 Περιγραφή Το κέλυφος έχει νεφροειδές σχήμα. Δεν διακρίνουμε έντονο φυλετικό διμορφισμό. Εμπρόσθιο και οπίσθιο περιθώριο είναι αποστρογγυλεμένα. Το ραχιαίο περιθώριο παρουσιάζει κυρτότητα ενώ το κοιλιακό είναι κοίλο. Δεν έχει εξωτερικό διάκοσμο και η επιφάνεια του είναι λεία. Διακρίνονται ωστόσο οι πόροι επιφάνειας. Το κέλυφος είναι σχετικά εύθραυστο. Στην εσωτερική όψη διακρίνεται μονόπλευρο κλείθρο. Οικολογία: Έχει παγκόσμια εξάπλωση και δεν μπορεί να αντέξει σε αυξημένη αλμυρότητα. Απαντάται σε ολιγόαλα, ψυχρά ύδατα με αλμυρότητα μέχρι 1,0 (γλυκά νερά), και είναι ευρέως διαδεδομένο σε πηγές, ρυάκια και λίμνες (Meisch and Wouters 2004). Ακόμα είναι ανθεκτικό σε συνθήκες υποξίας. Τέλος αυτό το είδος μπορεί να επιβιώσει ακόμη και σε μέρη όπου το νερό εξατμίζεται (Wagner, 1957). Στρωματογραφική εξάπλωση : Γελάσιο σήμερα (Krzyminska and Namiotko, 2013). Ραχιαία πλευρά Εμπρόσθια πλευρά οπίσθια πλευρά Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Candona neglecta Sars,1888 από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 4X.εξωτερική όψη. Ραχιαία πλευρά οπίσθια πλευρά εμπρόσθια πλευρά κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Candona neglecta Sars,1888 από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 4X.εσωτερική όψη. 82

83 Είδος: Candona angulata G.W. Müller, 1900 Περιγραφή Το κέλυφος του έχει νεφροειδές σχήμα, ούτε εδώ διακρίνουμε έντονο φυλετικό διμορφισμό. Το εμπρόσθιο περιθώριο είναι αποστρογγυλεμένο, όπως στο C. neglecta, αλλά διαφέρει στο οπίσθιο περιθώριο, το οποίο σχηματίζει μια γωνία στην άκρη του. Δεν έχει εξωτερικό διάκοσμο και η επιφάνεια του είναι λεία. Διακρίνονται ωστόσο οι πόροι επιφάνειας. Το κέλυφος του είναι σχετικά εύθραυστο. Τέλος παρατηρήθηκε μονόπλευρο κλείθρο. Οικολογία : Είναι ένα είδος που ζει σε περιβάλλοντα μέσης αλατότητας που φτάνει μέχρι και 13,4%ο (De Decker, 1979). Αντέχει επίσης σε αυξομειώσεις αλατότητας (Marco-Barba, 2010). Στρωματογραφική εξάπλωση: Κατώτερο Πλειστόκαινο σήμερα (Krzymiñska & Namiotko, 2012). Ραχιαία πλευρά Εμπρόσθια Οπίσθια Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Candona angulata από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εξωτερική όψη. Είδος:Candona cf.nobilis (Snejder 1963) Περιγραφή Έχει νεφροειδές σχήμα, εμπρόσθια και οπίσθια σχεδόν αποστρογγυλωμένες. Το οπίσθιο τμήμα του είναι αισθητά ψηλότερο σε σχέση με το εμπρόσθιο. Έχει λεία επιφάνεια θυρίδων στην οποία διακρίνονται οι πόροι επιφάνειας. Το εσωτερικό με το εξωτερικό περιθώριο χωρίζεται από ένα αρκετά μεγάλο διάκενο στο οποίο οι ευθύγραμμοι αγωγοί είναι διακριτοί. Τέλος το κλείθρο του είναι μονόπλευρο. 83

84 Οικολογία: Αποτελεί Λιμναίο- Ολιγόαλο, Υφάλμυρο είδος. Στρωματογραφική εμφάνιση: Τορτόνιο -Κατώτερο Καλάβριο (1.6 Μα) (Danatsas, 1989). Ραχιαία πλευρά Οπίσθια Οπίσθια Εμπρόσθια Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία αριστερής θυρίδας Candona cf.nobilis από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εξωτερική όψη. Ραχιαία πλευρά Εμπρόσθια Εμπρόσθια Oπίσθια Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία αριστερής θυρίδας Candona cf.nobilis από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X. εσωτερική όψη. Οικογένεια: Candonidae Είδος: Candona sp. Baird, 1845 Περιγραφή Έχει ωοειδές σχήμα, εμπρόσθια και οπίσθια πλευρά είναι σχεδόν αποστρογγυλωμένες. Η επιφάνεια των θυρίδων είναι και λεία ενώ διακρίνονται οι πόροι επιφάνειας. Το ραχιαίο περιθώριο είναι ευθείο ενώ το τo κοιλιακό του είναι ευθείο προς κοίλο. 84

85 Οικολογία: Γλυκού ή υφάλμυρου νερού με ανώτατο βάθος εύρεσης τα 7.5 m (Ocean Biogeographic Information System (OBIS)) Κοιλιακή πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Οπίσθια πλευρά Ραχιαία πλευρά Φωτογραφία αριστερής θυρίδας Candona sp. από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εξωτερική όψη. Φωτογραφία αριστερής θυρίδας Candona sp. από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.πλάγια όψη. Υποτάξη: Cypridocopina Υπεροικογένεια: Cypridoidea Baird, 1845 Οικογένεια : Cyprididae Γένος : Cyprideis Jones, 1857 Είδος:Cyprideis dictyoti Danatsas

86 Περιγραφή Το κέλυφος του χαρακτηρίζεται από ένα σχεδόν ορθογώνιο σχήμα. Είναι παχύ με χαρακτηριστικό διάκοσμο με ανώμαλη δικτυωτή επιφάνεια και ακανόνιστα εξογκώματα. Το εμπρόσθιο περιθώριο σχηματίζει μια ελαφριά εγκόλπωση και είναι φαρδύτερο από το οπίσθιο. Και τα δύο περιθώρια παρουσιάζονται στρογγυλεμένα. To ραχιαίο του περιθώριο είναι λίγο ευθείο προς κοίλο, ενώ το κοιλιακό είναι ευθείο. Το μεγαλύτερο ύψος του κελύφους εντοπίζεται στο εμπρόσθιο τμήμα. Στο εμπρόσθιο μισό επίσης των θυρίδων σχηματίζονται τα εξογκώματα, αλλά και σε άλλες θέσεις του κελύφους. Το κλείθρο του είναι ομοιόμορφο και ιδιαίτερα καλά ανεπτυγμένο. Οικολογία: Εμφανίζεται σε υφάλμυρο περιβάλλον (Danatsas 1994). Η χαρακτηριστική παρουσία των εξογκωμάτων πιθανόν να υποδηλώνει συνθήκες μειωμένης αλατότητας όπως συνήθως συμβαίνει και σε άλλα είδη του γένους αυτού (Van Harten, 2000). Στρωματογραφική εμφάνιση : Ανώτερο Μειόκαινο Κατώτερο Καλάβριο (1.6Ma) (Danatsas,1994). Κοιλιακή πλευρά Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Ραχιαία πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Cyprideis dictyoti από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εξωτερική όψη. Κοιλιακή πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Οπίσθια πλευρά Ραχιαία πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας Cyprideis dictyoti από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εσωτερική όψη. 86

87 Είδος: Cyprideis elisabethae Danatsas 1994 Περιγραφή Το κέλυφός του είναι σκληρό και έχει σχεδόν τραπεζοειδές σχήμα. Το ραχιαίο περιθώριο έχει μια μικρή καμπυλότητα ενώ το κοιλιακό είναι ευθείο. Το μεγαλύτερο ύψος βρίσκεται περίπου στη μέση. Το εμπρόσθιο και το οπίσθιο περιθώριο είναι στρογγυλεμένα με το οπίσθιο τμήμα να είναι αισθητά ψηλότερο σε σχέση με το εμπρόσθιο. Η επιφάνεια των θυρίδων είναι λεία και το κλείθρο του ομοιόμορφο και καλά δομημένο. Τέλος το εσωτερικό με το εξωτερικό περιθώριο χωρίζεται από ένα μικρό διάκενο μέσα στο οποίο παρατηρούμε ευθύγραμμους αγωγούς. Οικολογία: Υφάλμυρο (Danatsas 1989). Στρωματογραφική εμφάνιση: Κ.Νεογενές. Περιοχές εμφάνισης βορειοδυτική και βόρεια Πελοπόννησος (Ελλάδα)(Danatsas,1994). Πάνω αριστερά φωτογραφία αριστερής θυρίδας C.elisabethae εξωτερική όψη, κάτω αριστερά φωτογραφία αριστερής θυρίδας C. elisabethae εσωτερική όψη. Πάνω δεξιά φωτογραφία δεξιάς θυρίδας C. elisabethae εξωτερική όψη ενώ κάτω δεξιά φωτογραφία δεξιάς θυρίδας C. elisabethae εσωτερική όψη. Όλες οι φωτογραφίες προέρχονται από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X. 87

88 Οικογένεια : Cytherideidae Sars, 1925 Γένος : Miocyprideis Kollmann, 1960 Είδος:Miocyprideis goekcenae Bassiouni, 1979 Περιγραφή Το κέλυφος του είναι σχεδόν κυλινδρικό. Εμπρόσθια και οπίσθια πλευρά στρογγυλεμένη. Ραχιαίο περιθώριο ελάχιστα καμπυλωμένο ενώ κοιλιακό περιθώριο ευθύγραμμο. Το εσωτερικό με το εξωτερικό περιθώριο χωρίζεται από ένα μικρό διάκενο. Το κλείθρο είναι αμφίδρομο. Οικολογία: Απαντάται σε υφάλμυρα νερά και σε διάφορα βάθη. Στρωματογραφική εξάπλωση : Κατ. Πλειστόκαινο-Σήμερα (Danatsas 1989) Φωτογραφία αριστερής θυρίδας από Miocyprideis goekcenae κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εσωτερικήεξωτερική όψη. Οικογένεια : Cytherideidae Sars, 1925 Γένος : Cytheridea Bosquet,

89 Είδος :Cytheridea neapolitana Kollman, 1960 Περιγραφή Η οπίσθια όψη του κελύφους είναι μυτερή και στρίβει προς μια πλευρά ενώ η εμπρόσθια είναι καμπυλωτή. Η εξωτερική όψη του κελύφους καλύπτεται από ένα πλέγμα με βαθιές ταπεινώσεις και είναι αρκετά παχύ. Στην εσωτερική όψη του διακρίνεται ομοιόμορφο κλείθρο. Ανάμεσα στο εξωτερικό και εσωτερικό περιθώριο διακρίνεται ένα μάλλον πλατύ διάκενο. Στο εξωτερικό περιθώριο διακρίνονται ευθύγραμμοι αγωγοί περιθωρίου. Οικολογία: Το C. neapolitana βρίσκεται ευρέως κοντά σε ακτές (παράλιουποπαράλιο περιβάλλον) σε όλη τη Μεσόγειο θάλασσα σε πολύ αμμώδη και πηλιτικά υπόστρωμα (Bonaduce et al. 1975). Στρωματογραφική εξάπλωση: Μειόκαινο-Σήμερα (Turner 2013). Ραχιαία πλευρά Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Κοιλιακή πλευρά Φωτογραφία δεξιάς θυρίδας αρσενικού Cytheridea neapolitana από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.εξωτερική όψη. 89

90 Συστηματική ταξινόμηση μαλακίων Η συστηματική ταξινόμηση συνεχίζεται με την περιγραφή των σκληρών σκελετικών στοιχείων των μαλακίων. Στην παρούσα εργασία βρέθηκε ένα είδος μαλάκιου και πιο συγκεκριμένα ένα Γαστερόποδο. Βασίλειο: Animalia Linnaeus, 1758 Συνομοταξία: Μαλάκια Linnaeus, 1758) Ομοταξία: Γαστερόποδα Cuvier, 1795 Τάξη: Littorinimorpha Golikov & Starobogatov, 1975 Υποοικογένεια: Caenogastropoda Οικογένεια: Bithyniidae Gray, 1857 Γένος: Bithynia Leach, 1818 Είδος: Bithynia leachii Sheppard, 1823 Περιγραφή Αποτελείται από τουρμπινοειδές κέλυφος με τρεις περιελίξεις που το μέγεθός τους αυξάνεται φτάνοντας προς το στοματικό άνοιγμα. Αναπτύσσεται δεξιόστροφα και η περιέλιξη του είναι κωνικοσπειροειδής. Στο συγκεκριμένο έχουμε αργή αύξηση διαμέτρου του κελύφους αφού η τελευταία περιέλιξη (σώματος) είναι λίγο μεγαλύτερη από την προηγούμενη. Το σχήμα του ανοίγματός είναι σχεδόν κυκλικό χωρίς δομές (ολοστοματικό). Τέλος η εξωτερική επιφάνεια του κελύφους αποτελείται από ασβεστίτη με χρώμα μπεζ και διάκοσμο με πολλές λεπτές γραμμώσεις ορατές, ύψος γύρω στα 5 με 3 mm και πλάτος περίπου 2mm. Οικολογία :Απαιτεί καθαρά, γλυκά νερά πλούσια σε ασβέστιο. Απαντάται σε ποτάμια, ρυάκια με αργή ροή (Horst Janus 1965). Στρωματογραφικήεξάπλωση: Πλειστόκαινο έως σήμερα (Bowen1989). Φωτογραφία B. leachii από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X. ραχιαίες όψεις. 90

91 Οπίσθια πλευρά Εμπρόσθια πλευρά Φωτογραφία B.leachiiαπό κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X.στοματικές όψεις. Πώματα Περιγραφή Ωοειδούς σχήματος πώματα με συγκεντρική ανάπτυξη. Τα μεγέθη τους κυμαίνονται από 0,5 έως 1 mm και έχουν καφέ-μπέζ χρώμα. Αυτά πιθανότατα προέρχονται από το είδος B. leachii που βρέθηκε στα δείγματα. Φωτογραφία από πώματα γαστερόποδων από κόσκινο 4Φ και μεγέθυνση 5X. 91

92 11.ΣΥΖΗΤΗΣΗ 11.1.Χρονοστρωματογραφία Τα δείγματα που μελετήθηκαν μικροπαλαιοντολογικά, έδωσαν αρκετά είδη οστρακωδών τα οποία όμως δεν χρησιμοποιούνται όλα ως χρονοστρωματογραφικοί δείκτες μιας και αποτελούν κοσμοπολίτικα είδη με ευρεία χρονόστρωματογραφική εξάπλωση. Βέβαια οι συναθροίσεις που παρατηρήθηκαν αποτελούνται και από τυπικά. Έτσι η εκτίμηση της ηλικίας των ιζημάτων έγινε λαμβάνοντας υπόψη τις γνωστές στρωματογραφικές εξαπλώσεις των ειδών. Αυτές δίνονται αναλυτικά για κάθε είδος στο κεφάλαιο της Συστηματικής ταξινόμησης. Παρακάτω κατασκευάστηκε πίνακας με τις στρωματογραφικές εξαπλώσεις και εμφανίσεις των τάξων που αναγνωρίστηκαν (Πίνακας 32). Η χρονολόγηση βασίστηκε στην γεωλογική κλίμακα των Cohen et al., Τα είδη εκείνα τα οποία έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη χρονολόγηση των δειγμάτων ήταν : η χαρακτηριστική C. neglecta η οποία έχει εξάπλωση από Γελάσιο μέχρι σήμερα (Krzyminska and Namiotko, 2013), η C. angulataε πίσηςχαρακτηριστική από Γελάσιο και μετά (Krzymiñska & Namiotko, 2012). Η εμφάνιση της C. cf. nobilis Τορτόνιο -Κατώτερο Καλάβριο (1.6 Μα) (Danatsas, 1989) και C. dictyoti Ανώτερο Μειόκαινο Κατώτερο Καλάβριο (1.6Ma) (Danatsas, 1994). Τέλος η πολύ χαρακτηριστική εμφάνιση του M. goekcenae από το Γελάσιο μέχρι Σήμερα που θεωρείται είδος καθοδηγητικό για την περιοχή (Danatsas 1989). Σύμφωνα λοιπόν με τις παραπάνω στρωματογραφικές εξαπλώσεις /εμφανίσεις τα ιζήματα έχουν ηλικία κατώτερο Γελάσιο με Κατώτερο Καλάβριο. Όμως η εμφάνιση του είδους A. sinuosa σε δείγματα της παρούσας μελέτης, ενός τυπικού τάξου της Παρατηθύος του οποίου η γνωστή στρωματογραφική εξάπλωση είναι από Α. Μειόκαινο έως Πλειόκαινο (Danatsas 1989) καθιστά την παραπάνω χρονολόγηση των ιζημάτων προβληματική μιας και δημιουργεί μια μη κανονική στρωματογραφική διάταξη για τα στρώματα της υπό μελέτη τομής. Η παρουσία του A. sinuosa στην περιοχή του Σουσακίου αλλά και της Ανατολικής Μεσογείου γενικότερα προϋποθέτει τη μεταφορά του από την Παρατηθύ πιθανότατα από είδη μεταναστευτικών πουλιών στα πούπουλα των οποίων μπορούν να παγιδευτούν τα αβγά των οστρακωδών είτε άλλων μικρών οργανισμών. Η παρουσία του σε αποθέσεις της Ανατολικής Μεσογείου, όπως στην περιοχή του Σουσακίου μετά το Πλακέντιο, μας δείχνει ότι παρά το γεγονός ότι το είδος εξαφανίζεται από την Παρατηθύ, παρουσιάζει τις τελευταίες του εμφανίσεις στο Γελάσιο όπως προκύπτει και από τις συναθροίσεις των δειγμάτων 14,18,19,21 που φανερώνουν ότι τα χαρακτηριστικά είδη C. neglecta, C. angulata, M. goekcenae συνυπήρχαν με το A. sinuosa μέσα στα ιζήματα. Πράγμα που ενδεχομένως σημαίνει ότι οι συνθήκες που επικρατούσαν νοτιότερα στην Ανατολική Μεσόγειο επέτρεψαν στο είδος αυτό να επεκτείνει την εξάπλωσή του στο Γελάσιο. Συμπερασματικά η χρονοστρωματογραφική ανάλυση σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μικροπαλαιοντολογικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε μαρτυρά την Πλειστοκαινική ηλικία (Γελάσιο έως Κ.Καλάβριο) της ιζηματογενούς ακολουθίας της τομής 4 στον Άγιο Χαράλαμπο άρα και την ύπαρξη στρωματογραφικού κενού μεταξύ 92

93 των υποκείμενων ηφαιστειακώνπετρωμάτων και της υπό μελέτη ακολουθίας. Oι ηλικίες αυτές συμπίπτουν με τις ηλικίες των στρωμάτων που μελετήθηκαν στη Διδακτορική διατριβή της Π.Παπαδοπούλου λίγο Ανατολικότερα. NEOGENE QUATERNARY MIOCENE PLIOCENE PLEISTOCENE Πίνακας Στρωματογραφικών εξαπλώσεων Δ1 Cyprideis elisabethae Candona neglecta Candona cf. nobilis Tyrhenocythere ruggierii Aquitanian Burdigalian Langhian Seravallian Tortonian Messinian Zanclean Piacenzian Gelasian Calabrian Ionian UUpper HOLOCENE Δ2 Δ3 Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Candona cf. nobilis Tyrhenocythere ruggierii Amplocypris sinuosa Cyprideis elisabethae Amplocypris sinuosa Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii Δ4 Δ5 Δ6 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Potamocypris fulva Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Candona cf. nobilis Amplocypris sinuosa Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Candona cf. nobilis Tyrhenocythere ruggierii Tyrhenocythere kaeveri Amplocypris sinuosa 93

94 Δ7 Δ8 Δ9 Δ10 Δ11 Δ12 Δ13 Δ14 Δ15 Δ16 Δ17 Δ18 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Candona neglecta Tyrhenocythere kaeveri Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona cf. nobilis Tyrhenocythere kaeveri Bithynia leachii Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Candona neglecta Tyrhenocythere ruggierii Tyrhenocythere kaeveri Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Candona neglecta Tyrhenocythere kaeveri Darwuinula stevensoni Cyprideis elisabethae Candona neglecta Candona cf. nobilis Tyrhenocythere kaeveri Bithynia leachii Cyprideis elisabethae Cytheridea neapolitana Potamocypris fulva Amplocypris sinuosa Tyrhenocythere ruggierii Tyrhenocythere kaeveri Cyprideis elisabethae Candona cf. nobilis Candona neglecta Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Tyrhenocythere ruggierii Tyrhenocythere kaeveri Candona angulata Candona cf. nobilis Potamocypris fulva Amplocypris sinuosa Cytheridea neapolitana Bithynia leachii Cyprideis elisabethae Miocyprideis goekcenae Candona cf. nobilis Candona angulata Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Candona neglecta Candona cf. nobilis Tyrhenocythere kaeveri Cyprideis dictyoti Cyprideis elisabethae Potamocypris fulva Candona neglecta Tyrhenocythere kaeveri Tyrhenocythere ruggierii Amplocypris sinuosa Candonidae 94

95 Δ19 Δ20 Δ21 Δ22 Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona angulata Amplocypris sinuosa Cytheridea neapolitana Tyrhenocythere ruggierii Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Candona neglecta Candona cf. nobilis Tyrhenocythere kaeveri Candonidae Cyprideis elisabethae Cyprideis dictyoti Miocyprideis goekcenae Potamocypris fulva Candona neglecta Candona angulata Amplocypris sinuosa Tyrhenocythere ruggierii Bithynia leachii Candona angulata (Πίνακας 32 ) Πίνακας ηλικιών των απολιθωμάτων που βρέθηκαν εντός των δειγμάτων.*με κόκκινο χρώμα εμφανίζονται τα απολιθώματα με τις στρωματογραφικές εξαπλώσεις,ενώ με μαύρο τα απολιθώματα με τις στρωματογραφικές εμφανίσεις. Σημειώνεται ότι οι εξαπλώσεις και εμφανίσεις των ειδών έχουν ανανεωθεί σύμφωνα με τον InternationalStratigraphicchart (2014)(Cohenetal.2013) 95

96 Στατιστική ανάλυση των αποτελεσμάτων-διαγράμματα εκατοστιαίων αναλογιών Στην τομή 4 συλλέχθηκαν συνολικά 22 δείγματα τα οποία και αναλύθηκαν μικροπαλαιοντολογικά. Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκε και η ποιοτική τους ανάλυση στο λογισμικό C2, όπου προέκυψε και το διάγραμμα κατανομής των ειδών σε σχέση με το βάθος, αυτό χωρίστηκε σε ενότητες (εικόνα 46) βοηθητικής σημασίας για την ανάλυση του παλαιοπεριβάλλοντος. Ο χωρισμός των ενοτήτων προέκυψε από την σύνθεση-παρατήρηση των δυο διαγραμμάτων παραπάνω (εικόνες 44,45). (Εικόνα 46)Διάγραμμα όπου φαίνονται οι εκατοστιαίες αναλογίες των Οστρακωδών της τομής 4 σε σχέση με το βάθος και σημειώνονται οι παλαιοπεριβαλλοντικές ενότητες. Οι ενότητες έχουν ως εξής: Ενότητα Α: [30-285cm] Στα στρώματα της ενότητας αυτής απαντώνται τα ακόλουθαμικροαπολιθώματα: C. elisabethae (Danatsas 1994), C. dictyoti (Danatsas 1994), T. kaeveri (Danatsas 1989), T. ruggierii (Ruggieri, 1953), P.fulva (Brady, 1868), A. sinuosa (Zalanyi 1944), C. cf.nobilis (Snejder 1963), C. neglecta (Sars,1888), C. angulata (Müller, 1900), M. goekcenae (Bassiouni, 1979), D. stevensoni (Brady and Robertson 1870), Cytheridea neapolitana (Kollman, 1960) και B. leachii (Sheppard, 1823).Το κυρίαρχο τάξο αυτής είναι: το C. elisabethae με πολύ μεγάλο ποσοστό σε όλη την ενότητα, ενώ ακολουθούν τα P. fulva, A. sinuosa, C. cf.nobilis, T. ruggierii, T. kaeveri με μικρότερα ποσοστά. Η ενότητα Α απαρτίζεται από τρεις μικρότερες υποενότητες: 96

97 Ενότητα Α1 : [30-90cm] όπου απαντώνται τα μικροαπολιθώματα C. elisabethae, C.dictyoti,P. fulva, C. cf. nobilis και A. sinuosa. Κυριαρχεί το είδος C. elisabethae ενώ μετά με μικρότερα ποσοστά ακολουθούν τα C. cf. nobilis και A. sinuosa. Ενότητα Α2 : [90-165cm] απαντώνται τα μικροαπολιθώματα C. elisabethae, C. dictyoti, P. fulva, M. goekcenae, C. cf. nobilis, C. neglect, A. sinuosa, T. kaeveri, T. ruggierii και B. leachii. Κυριαρχεί το είδος C. elisabethae ενώ ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά τα C. dictyoti,p. fulva, C. cf. nobilis και A. sinuosa. Ενότητα Α3: [ cm] απαντώνται τα μικροαπολιθώματα C. elisabethae, C. dictyoti, P. fulva, M. goekcenae, C. cf. nobilis, C. neglecta, C. angulata, A. sinuosa, T. kaeveri, T. ruggierii, C. neapolitana, D. stevensoni και B. leachii. Σε αυτή την υποενότητα κυριαρχεί το είδος C. elisabethae ενώ ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά τα, P. fulva, C. neglecta και T. kaeveri. Ενότητα Β : [ cm] Στα στρώματα της ενότητας αυτήςαπαντώνται τα ακόλουθα μικροαπολιθώματα: C. elisabethae, C. dictyoti,t. kaeveri, T. ruggierii, P. fulva, A. sinuosa, C. cf. nobilis, C. neglecta, C. angulata, M. goekcenae, C. neapolitana, Candonidae. Και B. leachii. Εδώ κυριαρχούν τα C. elisabethae και C. angulata ενώ αμέσως μετά παρατηρούνται τα C. dictyoti, M. goekcenae. Ακολούθως πραγματοποιείται η στατιστική ανάλυση των δεικτών βιοποικιλότητας που εφαρμόστηκαν στα 22 δείγματα της τομής 4, σύμφωνα με τις ενότητες που προέκυψαν (όπως και παραπάνω). 97

98 (Εικόνα 47) Διάγραμμα δεικτών βιοποικιλότητας των μικροαπολιθωμάτων σε σχέση με την στρωματογραφική στήλη της Τομής 4 όπου σημειώνονται οι παλαιοπεριβαλλοντικές ενότητες. Ενότητα Ά :Στην ενότητα αυτή η οποία αποτελείται από τα δείγματα(1-15) και τις μικρότερες ενότητες Α1,Α2,Α3, εφαρμόστηκαν οι παρακάτω δείκτες βιοποικιλότητας. Για την Ενότητα Α1 (δείγμα 1-4) ο κάθε δείκτης έδειξε τα εξής: Taxa S: Η τιμή αυτού του δείκτη φανερώνει τον αριθμό των ειδών που συναντώνται σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Η μεγαλύτερη τιμή του δείκτη είναι το 5 και απαντάται στα Δείγματα 2,4 ενώ η ελάχιστη είναι το 4 και απαντάται στα Δείγματα1,3.Γενικότερα σε αυτή την ενότητα ο Taxa S έχει σχεδόν ίδιες τιμές, μικρού μεγέθους. Ωστόσο θα μιλούσαμε για μια σχετικά μικρή βιοποικιλότητα/φτωχή μικροπανίδα. Dominance D: Ο δείκτης αυτός είναι ένα μέτρο της κυριαρχίας, έτσι ώστε όταν το D αυξάνεται, η ποικιλομορφία (με την έννοια της ομαλότητας) μειώνεται. Το D παίρνει τιμές μεταξύ μηδέν και ένα. Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 2 με0,385 και η υψηλότερη στο Δείγμα 3 με 0,7437.Επειδή οι τιμές στην ενότητα τείνουν προς την μονάδα τα τάξα που δεσπόζουν στην κοινότητα είναι λίγα οπότε και η ποικιλομορφία είναι μικρή. Simpson: Ο δείκτης επικράτησης αυτός εκφράζει την κυριαρχία ενός είδους στον υπό μελέτη πληθυσμό και παίρνει τιμές (0 έως 1). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα3με0,2563 και η υψηλότερη στο Δείγμα 2 με 0,615. Επειδή οι τιμές στην ενότητα τείνουν προς το μηδέν η ποικιλομορφία φαίνεται να είναι σχετικά καλή. Shannon H: Είναι ένας δείκτης αβεβαιότητας για την πρόβλεψη του είδους στο οποίο ανήκει ένα άτομο που επιλέγεται στην τύχη από ένα δείγμα. Ο δείκτης αυτός λαμβάνει υπόψη κυρίως τις αναλογίες των μη διαδεδομένων ειδών μιας συνάθροισης και παίρνει τιμές (0-lnS). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 3 με 0,5459 και η υψηλότερη στο Δείγμα 2 με 1,237. Επειδή οι τιμές στην ενότητα είναι μικρές και δεν πλησιάζουν την max τιμή lns η πιθανότητα αβεβαιότητας είναι σχετικά μικρή άρα και η ποικιλότητα. Evenness_e^H/S: Ο δείκτης ομοιομορφίας αυτός εκφράζει την ποικιλότητα Η σε σχέση με τη μέγιστη τιμή της Ηmax. και παίρνει τιμές (0 έως 1). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 4 με 0,3601 και η υψηλότερη στο Δείγμα 2 με 0,6889. Επειδή οι τιμές στην ενότητα βρίσκονται λίγο πιο πάνω από το 0,5 φαίνεται να υπάρχει μια σχετικά καλή ομοιομορφίαισοκατανομή ειδών. Fisher s alpha : Αποτελεί παραμετρικό δείκτη ποικιλότητας και προϋποθέτει ότι η αφθονία των ειδών ακολουθεί τη λογαριθμική κατανομή. Σε πολλές περιπτώσεις η τιμή του προσεγγίζει τον αριθμό των ειδών που εκπροσωπούνται από ένα μόνο άτομο. Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται ίδια σε δυο Δείγματα 1,3 με 0,8342 και η υψηλότερη στο Δείγμα 2,4 με 1,108. Φαίνεται να έχουμε μια σχετικά χαμηλή ποικιλότητα. 98

99 Ενότητα Α2: Στην ενότητα αυτή η οποία αποτελείται από τα δείγματα (5-8) εφαρμόστηκαν οι παρακάτω δείκτες βιοποικιλότητας. Ο κάθε δείκτης έδειξε τα εξής: Taxa S:φανερώνει τον αριθμό των ειδών που συναντώνται σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Η μεγαλύτερη τιμή του δείκτη είναι το 7 και απαντάται στα Δείγματα 6,8 ενώ η ελάχιστη είναι το 4και απαντάται στο Δείγμα 5,7. Γενικότερα σε αυτή την ενότητα ο Taxa S έχει λιγο πιο αυξημένες τιμές σε σχέση με την προηγούμενη ενότητα. Ωστόσο θα μιλούσαμε για μια σχετικά μέτρια βιοποικιλότητα. Dominance D: Ο δείκτης κυριαρχίας D εδώ έχει ελάχιστη τιμή που παρατηρείται στο Δείγμα 5 με0,4187και η υψηλότερη στο Δείγμα6 με 0,5754.Επειδή οι τιμές γενικότερα στην ενότητα είναι κάπου στη μέση και δεν τείνουν προς τις ακραίες τιμές του δείκτη τα τάξα που δεσπόζουν στην κοινότητα είναι αρκετά οπότε και η ποικιλομορφία είναι σχετικά καλή. Simpson: Ο δείκτης επικράτησης αυτός παίρνει τιμές (0 έως 1). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 6 με0,4246και η υψηλότερη στο Δείγμα 5 με 1,284. Επειδή οι τιμές στην ενότητα είναι μεσαίες και η ποικιλομορφία φαίνεται να είναι σχετικά καλή. Shannon H: Ο δείκτης αβεβαιότητας παίρνει τιμές (0-lnS). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 7 με 0,9372 και η υψηλότερη στο Δείγμα 8 με1,284. Επειδή οι τιμές στην ενότητα είναι κάπου στη μέση από τις ακραίες τιμές του δείκτη η πιθανότητα αβεβαιότητας είναι και αυτή 50% οπότε εμφανίζεται σχετικά μέτρια και η ποικιλότητα. Evenness_e^H/S: Ο δείκτης ομοιομορφίας αυτός εκφράζει την ποικιλότητα Η σε σχέση με τη μέγιστη τιμή της Ηmax.και παίρνει τιμές (0 έως 1).Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 6 με0,3808και η υψηλότερη στο Δείγμα 5 με0,7296.επειδή οι τιμές στην ενότητα βρίσκονται λίγο πιο κάτω από το 0,5 φαίνεται να υπάρχει μια μέτρια ομοιομορφία-ισοκατανομή ειδών. Fisher s alpha: Δίνεται η σχέση μεταξύ ειδών και ατόμων. Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται σταδείγματα 5,7 με 0,8342 και η υψηλότερη στα Δείγματα 6,8 με 1,714. Φαίνεται να έχουμε μια σχετικά μέτρια ποικιλότητα. Ενότητα Α3: Η ενότητα αυτή αποτελείται από τα δείγματα (9-15) και εφαρμόστηκαν οι παρακάτω δείκτες βιοποικιλότητας. Ο κάθε δείκτης έδειξε τα εξής: Taxa S: φανερώνει τον αριθμό των ειδών που συναντώνται σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Η μεγαλύτερη τιμή του δείκτη είναι το 11 και απαντάται στο Δείγμα 14 ενώ η ελάχιστη είναι το 3 και απαντάται στο Δείγμα 13. Γενικότερα σε όλη την ενότητα αυτή ο Taxa S έχει μεγάλο εύρος τιμών σε σχέση με την προηγούμενη ενότητα. Ωστόσο θα μιλούσαμε για μια σχετικά καλή βιοποικιλότητα/ σχετικά πλούσια μικροπανίδα. Dominance D: Ο δείκτης κυριαρχίας D εδώ έχει ελάχιστη τιμή που παρατηρείται στο Δείγμα 11 με 0,4958 και η υψηλότερη στο Δείγμα 13 με 0,8156. Επειδή οι τιμές 99

100 γενικότερα στην ενότητα είναι μεσαίες και δεν τείνουν προς τις ακραίες τιμές του δείκτη τα τάξα που δεσπόζουν στην ενότητα δεν μπορούν να θεωρηθούν ούτε λίγα ούτε και πολλά οπότε και η ποικιλομορφία είναι σχετικά μέτρια. Simpson: Οδείκτης επικράτησης αυτός παίρνει τιμές (0 έως 1). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 13 με 0,1844και η υψηλότερη στο Δείγμα 11 με 0,5042.Επειδή οι τιμές στην ενότητα τείνουν προς το μηδέν η ποικιλομορφία φαίνεται να είναι σχετικά καλή. Shannon H: Ο δείκτης αβεβαιότητας παίρνει τιμές (0-lnS). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 13 με 0,3887 και η υψηλότερη στο Δείγμα 14 με1,157.επειδή οι τιμές στην ενότητα τείνουν προς το lns άρα έχουμε συμμετοχή από διάφορα είδη οπότε και η ποικιλότητα είναι σχετικά καλή. Evenness_e^H/S: Ο δείκτης ομοιομορφίας αυτός εκφράζει την ποικιλότητα Η σε σχέση με τη μέγιστη τιμή της Ηmax.και παίρνει τιμές (0 έως 1). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 14 με0,289και η υψηλότερη στο Δείγμα 11 με0,5679.επειδή οι τιμές στην ενότητα βρίσκονται λίγο πιο κάτω από το 0,5 φαίνεται να μην υπάρχει μια τόσο καλή ομοιομορφία-ισοκατανομή ειδών. Fisher s alpha: Δίνεται η σχέση μεταξύ ειδών και ατόμων. Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 13 με 0,5823 και η υψηλότερη στο Δείγμα14 με 3,154. Φαίνεται να έχουμε μια σχετικά μέτρια ποικιλότητα. Ενότητα Β: Στην ενότητα αυτή η οποία αποτελείται από τα δείγματα (16-22) εφαρμόστηκαν οι παρακάτω δείκτες βιοποικιλότητας. Ο κάθε δείκτης έδειξε τα εξής: Taxa S: φανερώνει τον αριθμό των ειδών που συναντώνται σε μια συγκεκριμένη περιοχή. Η μεγαλύτερη τιμή του δείκτη είναι το 9 και απαντάται στα Δείγματα 19,21 ενώ η ελάχιστη είναι το 1 και απαντάται στα Δείγματα 17,22. Γενικότερα σε όλη την ενότητα αυτή ο Taxa S έχει ακραίες τιμές ανά δείγμα. Ωστόσο θα μιλούσαμε για μια σχετικά μέτρια βιοποικιλότητα. Dominance D: Ο δείκτης κυριαρχίας D εδώ έχει ελάχιστη τιμή που παρατηρείται στο Δείγμα 21 με0,1531 και η υψηλότερη στο Δείγμα 17,22 με 1.Οπότε επειδή στην ενότητα υπερτερούν τα δείγματα με σχετικά καλούς δείκτες ποικιλομορφίας, συνολικά θα λέγαμε ότι η ποικολότητα είναι μέτρια. Simpson: Ο δείκτης επικράτησης αυτός παίρνει τιμές (0 έως 1). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 17,22 με0 και η υψηλότερη στο Δείγμα 21 με 0,8469. Επειδή οι τιμές στην ενότητα κατά μέσο όρο βρίσκονται πάνω από τη μεσαία τιμή του δείκτη αυτό σημαίνει ότι η πιθανότητα 2 τυχαία άτομα να ανήκουν στο ίδιο είδος είναι σχετικά αυξημένη οπότε η ποικιλομορφία είναι σχετικά μέτρια και κάτω. Shannon H: Ο δείκτης αβεβαιότητας παίρνει τιμές (0-lnS). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στα Δείγματα 17,22 με 0 και η υψηλότερη στο Δείγμα 21 με2,02.ο δείκτης αβεβαιότητας είναι σχετικά αυξημένος βλέποντας το σύνολο των δειγμάτων οπότε σχετικά καλή είναι και η βιοποικιλότητα της ενότητας. Evenness_e^H/S: Ο δείκτης ομοιομορφίας αυτός εκφράζει την ποικιλότητα Η σε σχέση με τη μέγιστη τιμή της Ηmax. και παίρνει τιμές (0 έως 1). Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στο Δείγμα 18 με 0,4956 και η υψηλότερη στα Δείγματα 17,22 με1.φαίνεται να υπάρχει καλή ομοιομορφία-ισοκατανομή ειδών καθώς οι τιμές σε πλειοψηφία τείνουν προς τη μονάδα. 100

101 Fisher s alpha : Δίνεται η σχέση μεταξύ ειδών και ατόμων. Εδώ η ελάχιστη τιμή παρατηρείται στα Δείγματα 17,22 με 0,1544 και η υψηλότερη στα Δείγματα 19,21 με 2,397. Φαίνεται να έχουμε μια σχετικά καλή ποικιλότητα Παλαιοοικολογία Παλαιοπεριβάλλον Στην περιοχή Σουσάκι πραγματοποιήθηκαν τρείς τομές δειγματοληψίας σε άμεση σχέση με τα ηφαιστειακά πετρώματα που θα ονομάζονται από εδώ και πέρα ως Τομή 1, Τομή 2, Τομή 3 οπού συλλέχθηκαν 35 δείγματα. Μετά από μικροπαλαιοντολογική ανάλυση των δειγμάτων αυτών καταλήξαμε ότι τα ιζήματα αυτά ήταν στείρα. Αυτό το αποτέλεσμα μας οδήγησε να κάνουμε τους εξής συλλογισμούς: Στρώματα χωρίς απολιθωμένα ίχνη ζωής μπορεί να σημαίνουν είτε ότι δεν υπήρξε ποτέ ζωή στα στρώματα, είτε ότι υπήρξε ζωή αλλά δεν διατηρήθηκαν απολιθωμένα κελύφη λόγω διαδικασιών βιοστρωματονομίας (προταφικές διεργασίες όπως διάβρωση, αποσάθρωση, σπάσιμο), είτε υπήρξαν διατηρημένα κελύφη αλλά λόγω διαφόρων διαδικασιών κατά τη διαγένεση καταστράφηκαν (Lawrence1968). Όσον αφορά την τομή 3 τα δύο πρώτα σενάρια απορρίπτονται μιας και μακροσκοπικά κατά την διαδικασία λήψης των δειγμάτων βρέθηκαν στα στρώματα ελάχιστα εκμαγεία διθύρων του γένους Cerastoderma που μας παραπέμπουν σίγουρα στην ύπαρξη ζωής, αλλά λόγω μεταταφικών διεργασιών και πιο συγκεκριμένα διάλυσης δεν μπόρεσαν να διατηρηθούν. Ένα ακόμα στοιχείο το οποίο θα μπορούσε να βοηθήσει τη συλλογιστική αυτή πορεία των στείρων στρωμάτων είναι η εύρεση γυψούχων στρωμάτων μακροσκοπικά όπως εμφανίζονται στην τομή 2 αλλά και μικροσκοπικά παρατήρηση κρυστάλλων γύψου και μοσχοβίτησε όλα σχεδόν τα δείγματα των τομών. Ώς γνωστόν οι τύποι των ορυκτών που αποτελούν τα σκελετικά στοιχεία των απολιθωμάτων είναι κυρίως τρεις : ανθρακικά (ασβεστιτικά, αραγωνιτικά κελύφη), πυριτικά και φωσφορικού ασβεστίου (Land 1967). Οι βασικές προϋποθέσεις για την απόθεση και διατήρηση στρωμάτων γύψου (CaSO4.2H2O) που κατατάσσεται στους εβαπορίτες είναι α.η παρουσία ξηρών /ημίξηρων κλιματικών συνθηκών με κατάλληλες υδρολογικές/υδρογεωλογικές συνθήκες ώστε το υπέρκορο στρώμα να διατηρείται σταθερά στην επιφάνεια, β.ύπαρξη ενός επιφανειακού ή υποεπιφανειακού στρώματος νερού υπέρκορου στα αντίστοιχα άλατα, γ.λεκάνη απόθεσης στην οποία δεν καταλήγουν άλλα κλαστικά ιζήματα και δ.συνθήκες ταφής που δεν επιτρέπουν τη διάλυση του αλατούχου στρώματος από μη κορεσμένα κατεισδύοντα ύδατα (Warren 2006). Οι προαναφερθείσες συνθήκες συναντώνται σε λιμναία και θαλάσσια περιβάλλοντα, λιμνοθάλασσες και δελταϊκά πεδία, σε θερμές πηγέςαπό ηφαιστειακά αέρια και θειϊκά διαλύματα. 101

102 Έτσι σε ευνοϊκές συνθήκες σχηματισμού στρωμάτων γύψου όσον αφορά αλμυρές λίμνες και λιμνοθάλασσες παρατηρείται εποχιακή στρωμμάτωση της υδάτινης στήλης. Σε μεγάλο βάθος το νερό είναι πυκνότερο ενώ στην επιφάνεια αραιότερο λόγω επιφανειακών απορροών. Οι οργανισμοί που ευδοκιμούν τους μήνες αυτούς είναι ευρύαλοι όπως κάποια Οστρακώδη. Όταν όμως η αλατότητα του επιφανειακού στρώματος νερού λόγω διαφόρων παραγόντων για παράδειγμα μεγάλη εξάτμιση σε θερμές πηγές, αυξηθεί πολύ, η βιοκοινωνία υποβαθμίζεται και είναι πιθανόν να υπάρξουν ακόμα και φαινόμενα μαζικού θανάτου (θνησιμότητα καταστροφής) (Efremov 1940). Μετά το ανώτερο και το κατώτερο στρώμα νερού αναμιγνύονται, το νερό γίνεται υπέρκορο μεαποτέλεσμα να σχηματίζεται γύψος στο βυθό της λίμνης. Ένα ακόμα ενδεχόμενο καταστροφής των σκελετικών υπολειμμάτων στα ιζήματα όσον αφορά παράκτιες περιοχές σε μεγάλα δέλτα όπου δημιουργούνται ρηχές επιμήκεις υπολεκάνες πίσω από ανθρακικούς φραγμούς παράλληλους στην ακτή είναι ότι κάποια στιγμή τα ιζήματα αυτά βυθίζονται και διαλύονται καθώς έρχονται σε επαφή με ακόρεστα νερά. Γνωρίζουμε επίσης ότι σε ηπειρωτικές αλμυρές λίμνες αποτίθενται συχνά γυψούχα ιζήματα με διαγενετική/δευτερογενή προέλευση των κρυστάλλων γύψου. Εκεί ο γύψος σχηματίζεται είτε ως ανεξάρτητοι κρύσταλλοι μέσα στο ίζημα είτε ως συγκολλητικό τσιμέντο σε προϋπάρχοντα ιζήματα και αντανακλά τη διαφορετική χημική σύνθεση του αλατούχου διαλύματος από το αρχικό ίζημα που φιλοξενεί τον γύψο (Warren 2006). Τέλος λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω και μιας και βρισκόμαστε σε ηφαιστειακή περιοχή, θα λέγαμε ότι είναι πολύ πιθανό λόγω των εκλύσεων υδρόθειου λόγω του ηφαιστειακού υποβάθρου να υπήρξε εμπλουτισμός και κορεσμός του νερού που κυκλοφορούσε στα ιζήματα σε θειικά άλατα που σε συνδυασμό με το ασβεστιτικό κέλυφος των απολιθωμάτων να είχαμε διαγενετικά διάλυσή τους, και ακολούθως με την εξάτμιση, να προέκυψε απόθεση κρυστάλλων γύψου. Συμπερασματικά συνδυάζοντας όλα τα παραπάνω στοιχεία θα λέγαμε ότι πιθανότατα υπήρχαν οργανισμοί και στις τρεις τομές του Σουσακίου αλλά λόγω φυσικοχημικών διεργασιών διαγένεσης διαλύθηκαν και δεν μπόρεσαν να εντοπιστούν στα ιζήματα κατά την μικροπαλαιοντολογική ανάλυση. 102

103 Σε αντίθεση με τα ιζήματα στην περιοχή του Σουσακιού, στα ιζήματα στην περιοχή Αγ.Χαράλαμπος Κορινθίας (τομή 4) είχαμε καλή διατήρηση των σκελετικών στοιχείων και η μελέτη της μικροπανίδας επέτρεψε την οικολογική ανάλυση που φαίνεται παρακάτω βάση των βιοφάσεων της τομής. Η ερμηνεία του παλαιοπεριβάλλοντος περιγράφεται ανά ενότητα. (Εικόνα 48) Διάγραμμα όπου φαίνονται οι εκατοστιαίες αναλογίες των Οστρακωδών της τομής 4 σε σχέση με το βάθος και σημειώνονται οι παλαιοπεριβαλλοντικές ενότητες. Με αυτή την ανάλυση διακρίθηκαν κάποιες ενότητες που συσχετίζουν την λιθολογία με τις περιεχόμενες συγκεντρώσεις των διαφόρων μικροαπολιθωμάτων ανάλογα με το βάθος, αντικατοπτρίζοντας διαφορετικές περιβαλλοντικές συνθήκες, οι οποίες βοηθούν στην παρουσίαση της Παλαιοπεριβαλλοντικής εξέλιξης της περιοχής εικόνα 48). Στην τομή αυτή παρατηρήθηκαν συνολικά 14 είδη απολιθωμάτων πράγμα που φανερώνει μια αρκετά καλή μικροπανίδα για την περιοχή και την διεξαγωγή αποτελεσμάτων. Στα δείγματά μας βρέθηκαν σχεδόν εξ ολοκλήρου οστρακώδη με 13 διαφορετικά είδη και 1 μόνο είδος μαλάκιου. Εντοπίστηκαν πολύ μεγάλοι αριθμοί από C. elisabethae (Danatsas 1994) σε όλο το μήκος της τομής τα οποία χαρακτηρίζουν υφάλμυρεςλιμνοθάλασσες (Danatsas 1989). Επίσης μεγάλη εξάπλωση σε όλη την τομή είχε το T. kaeveri (Danatsas 1989), γένος ευρέως κατανεμημένο στα υφάλμυρα και γλυκά ύδατα (Gramann 1971: 95) αλλά και το T. ruggierii (Ruggieri, 1953) το οποίο απαντάται σε περιβάλλοντα γλυκού νερού ή πολύ χαμηλής αλατότητας (Devoto, 1965; Griffiths et al. 2002; Grossi, et al. 2008). Ακόμα σχετικά αυξημένες σε σχέση με άλλα είδη ήταν οι εμφανίσεις του C. cf. nobilis (Snejder 1963) ένα λιμναίο είδος και του P. fulva (Brady, 1868 ) που αποτελεί εξ 103

104 ολοκλήρου είδος γλυκών νερών και απαντάται συχνά σε ποτάμια, τρεχούμενα νερά ρυακιών (Devoto, 1969). Τέλος κατά μήκος όλης της τομής με πολύ μεγάλους αριθμούς απαντώνταν πώματα από το είδος γαστερόποδουτου γλυκού νερού B. leachii (Sheppard, 1823). Ενότητα Α : Αποτελείται από τα Δείγματα (1,2,3,4,5,6,7,8,9,10,11,12,13,14,15). Σε όλα τα στρώματα της ενότητας αυτής βρίσκεται σε πολύ μεγάλη συγκέντρωση το C. elisabethae (Danatsas 1994) το οποίο χαρακτηρίζει υφάλμυρες λιμνοθάλασσες (Danatsas 1989).Ακόμα καλές συγκεντρώσεις έχει το T. kaeveri (Danatsas 1989), γένος ευρέως κατανεμημένο στα υφάλμυρα και γλυκά ύδατα (Gramann 1971) μαζί με το A. sinuosa (Zalanyi 1944) ένα ευρύαλο υφάλμυρο είδος (Pipik, 2007) αλλά και το υφάλμυρο C.cf. nobilis (Snejder, 1963)όλα μαζί μας παραπέμπουν σε υφάλμυρα ύδατα. Αμέσως μετά με ελάχιστα μικρότερα ποσοστά παρατηρούνται επίσης τα είδη P. fulva (Brady, 1868) το οποίο αποτελεί εξ ολοκλήρου είδος γλυκών νερών (Devoto, 1969) αλλά και C. neglecta (Sars,1888) ένα ευρέως διαδεδομένο είδος σε πηγές, ρυάκια και λίμνεςμε αλμυρότητα μέχρι 1,0 (γλυκά νερά), (Meisch and Wouters 2004). Τέλος σε όλη την ενότητα αυτή παρατηρήθηκε μεγάλος αριθμός πωμάτων του είδους B. leachii (Sheppard, 1823) που αποτελεί είδος γλυκού νερού. Οπότε γίνεται αντιληπτό ότι όλη η ενότητα Α αποτελεί ένα υφάλμυρο περιβάλλον (λιμνοθαλάσσιο) με επίδραση από ολιγόαλα ύδατα. Επίσης σύμφωνα με τους δείκτες βιοποικιλότητας που εφαρμόστηκαν, παρατηρούμε ότι στην ενότητα αυτή υπάρχει μια σχετικά καλή βιοποικιλότητα/πλούσια μικροπανίδα μιάς και απαντώνται 13 διαφορετικά τάξα μικροαπολιθωμάτων σε αντιδιαστολή με την ομοιομορφία-ισοκατανομή των ειδών που φαίνεται να είναι χαμηλή μιάς και η ελάχιστη και η μέγιστη τιμή του δείκτη Evenness_e^H/S είναι 0,289 και 0,6889 αντίστοιχα. Πιό αναλυτικά για την κάθε υποενότητα της ενότητας Α θα λέγαμε τα εξής : Ενότητα Α1: Αποτελείται από τα Δείγματα (1,2,3,4). Σε αυτά τα στρώματα τα κυρίαρχα τάξα είναι το υφάλμυρο είδος C. elisabethae(danatsas 1994) με μεγάλο ποσοστό σε σχέση με όλα τα άλλα είδη,ακολουθούν τα υφάλμυρα είδη A. sinuosa (Zalanyi 1944) και C. cf. nobilis (Snejder, 1963) καθώς και το T. kaeveri (Danatsas 1989) γένος ευρέως κατανεμημένο στα υφάλμυρα αλλά και γλυκά ύδατα (Gramann 1971), τα οποία αν συνδυαστούν μας δίνουν υφάλμυρο περιβάλλον. Ακόμα στην ενότητα αυτή παρατηρούνται με κοντινά ποσοστά συμμετοχής και είδη ολιγόαλων υδάτων όπως η παρουσία του P. fulva (Brady, 1868) και T. ruggierii (Ruggieri, 1953) το οποίο απαντάται σε περιβάλλοντα γλυκού νερού ή πολύ χαμηλής αλατότητας (Devoto, 1965; Griffiths et al. 2002; Grossi, et al. 2008). Συνδυάζοντας λοιπόν όλα τα παραπάνω θα λέγαμε ότι έχουμε κατά βάση υφάλμυρες συνθήκες με συνύπαρξη ολιγόαλων νερών. Πρόκειται μάλλον για ένα περιβάλλον αναμεμειγμένο λιμνοθαλάσσιο, με ποτάμιες επιρροές. Σε αυτή την ενότητα η βιοποικιλότητα είναι 104

105 χαμηλή σύμφωνα με την εφαρφογή των δεικτών παραπάνω ενώ φαίνεται να υπάρχει μια σχετικά καλή ισοκατανομή-ομοιομορφία ειδών. Ενότητα Α2 : Αποτελείται από τα Δείγματα (5,6,7,8). Σε αυτό το πακέτο στρωμάτων το κυρίαρχο τάξο είναι επίσης το υφάλμυρο είδος C. elisabethae (Danatsas 1994), ενώ ακολουθούν A. sinuosa (Zalanyi 1944), T. kaeveri (Danatsas 1989), C. cf. nobilis (Snejder, 1963), επίσης υφάλμυρα είδη με μικρότερα ποσοστά. Τέλος παρατηρείται και η παρουσία του ολιγόαλού P. fulva (Brady, 1868). Έτσι σε αυτή την ενότητα θα μιλούσαμε για ένα πιο έντομα υφάλμυρο περιβάλλον σε σχέση με την προηγούμενη, καθώς η επιρροή των ολιγόαλων ειδών είναι φανερά μικρότερη. Όσον αφορά τη βιοποικιλότητα στην ενότητα αυτή είναι μέτρια όπως και η ομοιομορφία-ισοκατανομή των ειδών. Ενότητα Α3 : Αποτελείται από τα Δείγματα (9,10,11,12,13,14,15). Σε αυτά τα στρώματα τα κυρίαρχα τάξα συνεχίζουν να είναι το υφάλμυρο είδος C. elisabethae (Danatsas 1994) με πολύ μεγάλο ποσοστό σε σχέση με όλα τα άλλα είδη,ακολουθούν τα υφάλμυρα είδη T. kaeveri (Danatsas 1989), Amplocypris sinuosa (Zalanyi 1944),C. cf. nobilis (Snejder, 1963), τα οποία αν συνδυαστούν μας δίνουν επίσης υφάλμυρο περιβάλλον. Ακόμα στην ενότητα αυτή παρατηρούνται με κοντινά ποσοστά συμμετοχής αρκετά είδη ολιγόαλων υδάτων όπως η παρουσία του P. fulva (Brady, 1868) που αποτελεί εξ ολοκλήρου είδος γλυκών νερών (Devoto, 1969), T. ruggierii (Ruggieri, 1953) το οποίο απαντάται σε περιβάλλοντα γλυκού νερού ή πολύ χαμηλής αλατότητας (Devoto, 1965; Griffiths et al. 2002; Grossi, et al. 2008),η C. neglecta (Sars,1888) η οποία είναι χαρακτηριστική σε ολιγόαλα, ψυχρά ύδατα (ρυάκια και λίμνες) με αλμυρότητα μέχρι 1,0 (γλυκά νερά) (Meisch and Wouters 2004), η μικρή συμμετοχή της γλυκιάς D. stevensoni (Brady and Robertson 1870) αλλά και B. leachii γλυκού νερού που εμφανίζεται για πρώτη φορά σε αυτή την ενότητα, συνδιαζόμενη με το πολύ αυξημένο αριθμό πωμάτων προεχόμενα από αυτήν θα λέγαμε ότι υπάρχει έντονη επιρροή γλυκών υδάτων στην ενότητα αυτή.τέλος, έχουμε και μια πολύ μικρή εμφάνιση ενός θαλάσσιου είδους ευρέως κατανεμημένου κοντά σε ακτές (παράλιο-υποπαράλιο περιβάλλον) (Bonaduce et al. 1975) του C. neapolitana (Kollman, 1960). Συνδυάζοντας λοιπόν όλα τα παραπάνω θα λέγαμε ότι έχουμε κατά βάση υφάλμυρες συνθήκες με συνύπαρξη ολιγόαλων και γλυκών νερών. Πρόκειται μάλλον για ένα περιβάλλον αναμεμειγμένο λιμνοθαλάσσιο, με αυξημένη (έντονη) ποτάμια επιρροή. Ακόμα οι δείκτες βιοποικιλότητας που εφαρμόστηκαν και γ αυτή την ενότητα έδωσαν μια σχετικά πλούσια μικροπανίδα με όμως μια όχι τόσο καλή ομοιομορφία-ισοκατανομή των ειδών. 105

106 Ενότητα Β : Αποτελείται από τα Δείγματα (16,17,18,19,20,21,22). Σε αυτό το πακέτο στρωμάτων το κυρίαρχο τάξο συνεχίζει να είναι το υφάλμυρο είδος C. elisabethae (Danatsas 1994) με μια όμως απότομη μείωση του ποσοτικά σε σχέση με τους παραπάνω ορίζοντες, ενώ παράλληλα παρατηρείται μία αύξηση του C. dictyoti (Danatsas 1994) που απαντάται σε υφάλμυρα περιβάλλοντα (Danatsas 1994), όπου η χαρακτηριστική παρουσία των εξογκωμάτων του είδους αυτού πιθανόν να υποδηλώνει συνθήκες μειωμένης αλατότητας (Van Harten, 2000). Αυτό σε συνδυασμό με τις μικρές εμφανίσεις των ειδών P. fulva (Brady, 1868), C. neglecta (Sars,1888), C. angulata (Müller, 1900), T. ruggierii (Ruggieri, 1953), B. leachii (Sheppard, 1823) τα οποία απαντώται σε περιβάλλοντα γλυκού νερού ή πολύ χαμηλής αλατότητας και σε συνδυασμό με τα Candonidae και τους γυρογονίτες χαροφύτων που βρέθηκαν στα δείγματα θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε κάποια λιμναία επίδραση. Χαρακτηριστική είναι επίσης η παρουσία του M. goekcenae (Bassiouni, 1979) και A. sinuosa (Zalanyi 1944) ευρύαλων υφάλμυρων ειδών, αλλά και η εμφάνιση του θαλάσσιου είδους C. neapolitana (Kollman, 1960) σε αυτή την ενότητα (δηλαδή μιας θαλάσσιας επιρροής). Έτσι φαίνεται να έχουμε αναμεμειγμένα ολιγόαλα ή/και γλυκά με υφάλμυρα/θαλάσσια νερά. Δηλαδή μπορεί να είμαστε στη σύνδεση του λιμνοθαλάσσιου περιβάλλοντος με την θάλασσα. Στις όχθες της λιμνοθάλασσας παρατηρείται βλάστηση που μαρτυράται από την ύπαρξη γυρογονιτών χαροφύτων. Όσον αφορά τη βιοποικιλότητα στην ενότητα αυτή είναι μέτρια σύμφωνα με τους δείκτες που εφαρμόστηκαν ενώ η ομοιομορφίαισοκατανομή των ειδών φαίνεται σχετικά καλή. 106

107 ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΕΙΔΩΝ ΟΛΙΓΟΑΛΩΝ/ΓΛΥΚΩΝ -ΥΦΑΛΜΥΡΩΝ ΘΑΛΑΣΣΙΩΝΝΕΡΩΝ: (Εικόνα 49) Διάγραμμα στο οποίο εμφανίζονται οι εκατοστιαίες κατανομές των υδάτων(γλυκών-υφάλμυρων-θαλάσσιων) σε σχέση με το βάθος της τομής 4 και χωρίζονται οι παλαιοπεριβαλλοντικές ενότητες. Ο διαχωρισμός των ειδών σε ομάδες θαλάσσιων, υφάλμυρων και ολιγόαλων/γλυκών νερών πραγματοποιήθηκε κυρίως βάση των βιοφάσεων που προέκυψαν και τα περιβάλλοντα στα οποία ζουν (Βλέπε Συστηματική Ταξινόμηση). Με βάση το διάγραμμα αυτό (εικόνα 49) παρατηρείται ότι στην Τομή 4 το περιβάλλον χαρακτηρίζεται γενικά ως υφάλμυρο με επαναλαμβανόμενες εξάρσεις ειδών που διαβιούν σε ολιγόαλα/γλυκά νερά και αντίστοιχη μείωση των υφάλμυρων ειδών στα σημεία αυτά ή και συνύπαρξη. Επίσης παρατηρείται μια πολύ μικρή επίδραση θαλάσσιου νερού στο κατώτερο μέρος της τομής. Ειδικότερα παρατηρείται ότι τα ανώτερα στρώματα της τομής τα οποία αποτελούν την ενότητα Α, αποτελούνται από κυρίως υφάλμυρα ύδατα, αλλά με αρκετές επιρροές ολιγόαλων υδάτων ενώ στα κατώτερα στρώματα της τομής, στα οποία ανήκει η ενότητα Β βλέπουμε έντονα την παρουσία κυρίως γλυκών υδάτων αλλά και τη συνύπαρξη τους με υφάλμυρα αλλά και θαλάσσια ύδατα. 107

108 11.3.ΠΟΛΥΠΑΡΑΓΟΝΤΙΚΕΣ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ Για τη συναγωγή συμπερασμάτων με βάση την πολυπαραγοντική ανάλυση, εφαρμόστηκαν η ιεραρχική ανάλυση κατά συστάδες (Classical Cluster Analysis CCA) τύπουeuclidian (εικόνα 50) και η παραγοντική ανάλυση αντιστοιχιών (Correspondence Analysis-CA) (εικόνα 51) στο πρόγραμμα PAST. Η εφαρμογή και των δυο μεθόδων οδήγησε στον διαχωρισμό 2 ομάδων δειγμάτων: Τα αποτελέσματα παρουσιάζονται και αναλύονται παρακάτω. (Εικόνα 50) Δενδρόγραμμα ανάλυσης κατά συστάδες της Τομής 4με δυο μεγάλους κλάδους (πράσινο & κόκκινο χρώμα) και τρείς υποκλάδους που προκύπτουν και η αντιστοιχία τους με τις παλαιοπεριβαλλοντικές ενότητες. 108

109 (Εικόνα 51) :Διάγραμμα ανάλυσης αντιστοιχιών Τομής 4 όπου φαίνονται οι δυο μεγάλες ομάδες: Όσον αφορά τα αποτελέσματα της ιεραρχικής ανάλυσης κατά συστάδες (Classical Cluster Analysis CCA) καθώς προκύπτουν δύο βασικοί κλάδοι και τρείς μικρότεροι υποκλάδοι (εικόνα 50) φαίνεται η ύπαρξη δύο βασικών ομάδων δειγμάτων στην τομή και τριών μικρότερων οι οποίες αντιστοιχίζονται σωστά με τις παλαιοπεριβαλλοντικές ενότητες που έχουν χωριστεί σε προηγούμενα στάδια, αυτές έχουν ως εξής: Πρώτη ομάδα/κλάδος (δείγματα 1 έως 15) που αντιστοιχεί με την ενότητα Α Δεύτερη ομάδα/κλάδος (δείγματα 16-22) που αντιστοιχεί με την ενότητα Β Ενώ οι μικρότεροι υποκλάδοι της πρώτης ομάδας είναι Α1 με (δείγματα 1-4),Α2 με (δείγματα 5-8) και Α3 με (δείγματα 9-14). Σύμφωνα με την παραγοντική ανάλυση αντιστοιχιών (Correspondence Analysis-CA) στο επίπεδο όπου προβάλλονται οι άξονες x&y του CA, παρατηρούνται 2 ομάδες δειγμάτων: Ομάδα 1: Η πρώτη ομάδα στην CA, εντοπίζεται πάνω από τον άξονα x και περιλαμβάνει τα δείγματα 1 έως και 15 και τα δείγματα 18,19,21. Σε όλα αυτά παρατηρείται το είδος C. elisabethae το οποίο και θεωρείται ότι αποτέθηκε σε υφάλμυρο περιβάλλον. Η ομάδα αυτή εντοπίζεται στο δεξί τμήμα του διαγράμματος CCA. Ομάδα 2: Η ομάδα 2 στην CA. περιλαμβάνει τα δείγματα 16,20,17,22 που βρίσκονται κάτω από τον άξονα yκαι συσχετίζονται με C. dictyoti, C. angulata και με άλλα είδη γλυκών νερών ή μέσης αλατότητας. Η ομάδα αυτή εντοπίζεται στο αριστερό τμήμα του διαγράμματος CCA. 109

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ. Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΞΟ Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Το Ελληνικό τόξο ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογική εξέλιξη της Ελλάδας Ο Ελλαδικός χώρος µε την ευρεία γεωγραφική έννοια του όρου, έχει µια σύνθετη γεωλογικοτεκτονική

Διαβάστε περισσότερα

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες

ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 ΩΚΕΑΝΟΙ Ωκεανοί Ωκεάνιες λεκάνες Ωκεανοί Το νερό καλύπτει τα δύο τρίτα της γης και το 97% όλου του κόσµου υ και είναι κατοικία εκατοµµυρίων γοητευτικών πλασµάτων. Οι ωκεανοί δηµιουργήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική

Ευρασιατική, Αφρικανική και Αραβική Έχει διαπιστωθεί διεθνώς ότι τα περιθώρια τεκτονικών πλακών σε ηπειρωτικές περιοχές είναι πολύ ευρύτερα από τις ωκεάνιες (Ευρασία: π.χ. Ελλάδα, Κίνα), αναφορικά με την κατανομή των σεισμικών εστιών. Στην

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ 2. 2.1 ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ Στο κεφάλαιο αυτό παρουσιάζεται συνοπτικά το Γεωλογικό-Σεισμοτεκτονικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Π.Σ. Βόλου - Ν.Ιωνίας. Η ευρύτερη περιοχή της πόλης του

Διαβάστε περισσότερα

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου

Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Κεφάλαιο 11 ο : Η ΔΟΜΗ ΤΩΝ ΠΕΤΡΩΜΑΤΩΝ Η δομή των πετρωμάτων ως παράγοντας ελέγχου του αναγλύφου Στο κεφάλαιο αυτό θα ασχοληθούμε με τις δευτερογενείς μορφές του αναγλύφου που προκύπτουν από τη δράση της

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται ΜΑΘΗΜΑ 1 Π. Γ Κ Ι Ν Η Σ 1. Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται 2. Να μπορείς να δώσεις την σχετική γεωγραφική θέση ενός τόπου χρησιμοποιώντας τους όρους

Διαβάστε περισσότερα

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες

Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Γεωθερμική έρευνα - Ερευνητικές διαδικασίες Tεχνικο οικονομικοί παράγοντες για την αξιολόγηση της οικονομικότητας των γεωθερμικών χρήσεων και της «αξίας» του ενεργειακού προϊόντος: η θερμοκρασία, η παροχή

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ 2002 ΚΛΑΔΟΣ ΠΕ 04 ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΓΕΩΛΟΓΩΝ. EΞΕΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ «Γνωστικό Αντικείμενο: Γεωλογία»

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ 2002 ΚΛΑΔΟΣ ΠΕ 04 ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΓΕΩΛΟΓΩΝ. EΞΕΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ «Γνωστικό Αντικείμενο: Γεωλογία» ΑΝΩΤΑΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΕΤΟΥΣ 2002 ΚΛΑΔΟΣ ΠΕ 04 ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΑ ΓΕΩΛΟΓΩΝ EΞΕΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ «Γνωστικό Αντικείμενο:

Διαβάστε περισσότερα

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Σκοπός της ενότητας είναι η εξοικείωση με τους κλάδους της ιστορικής γεωλογίας.

Διαβάστε περισσότερα

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας

Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας Βασικές μέθοδοι στρωματογραφίας ΛΙΘΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΒΙΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΡΟΝΟΣΤΡΩΜΑΤΟΓΡΑΦΙΑ Μαγνητοστρωματογραφία Σεισμική στρωματογραφία ΣΥΣΧΕΤΙΣΜΟΣ Παραλληλισμός στρωμάτων από περιοχή σε περιοχή με στόχο

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ Για τη διευκόλυνση των σπουδαστών στη μελέτη τους και την καλύτερη κατανόηση των κεφαλαίων που περιλαμβάνονται στο βιβλίο ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Σημείωση: Το βιβλίο καλύπτει την ύλη

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΙΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΠΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ Σίνα 32, Αθήνα 106 72, τηλ.210-3617824, φαξ 210-3643476, e- mails: ellspe@otenet.gr & info@speleologicalsociety.gr website: www.speleologicalsociety.gr ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία iv. Παράκτια Γεωμορφολογία Η παράκτια ζώνη περιλαμβάνει, τόσο το υποθαλάσσιο τμήμα της ακτής, μέχρι το βάθος όπου τα ιζήματα υπόκεινται σε περιορισμένη μεταφορά εξαιτίας της δράσης των κυμάτων, όσο και

Διαβάστε περισσότερα

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Οι οργανισμοί αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους σε πολλά επίπεδα στα πλαίσια ενός οικοσυστήματος Οι φυσικές

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Τ Μ Η Μ Α Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Α Σ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, 70 17671 ΚΑΛΛΙΘΕΑ-ΤΗΛ: 210-9549151 FAX: 210-9514759 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ E ΕΞΑΜΗΝΟ ΑΣΚΗΣΗ 3 ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ ΝΕΡΟΥ ΘΑΛΑΣΣΙΕΣ

Διαβάστε περισσότερα

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους Οι οργανισμοί αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον τους σε πολλά επίπεδα στα πλαίσια ενός οικοσυστήματος Οι φυσικές

Διαβάστε περισσότερα

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων

Λιθοστρωματογραφία. Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων Λιθοστρωματογραφία Αποτελεί μέθοδο έρευνας της Στρωματογραφίας που έχει σκοπό την ταξινόμηση των ΣΤΡΩΜΕΝΩΝ πετρωμάτων σε ΕΝΟΤΗΤΕΣ με βάση τα λιθολογικά τους χαρακτηριστικά (σύσταση, χρώμα, στρώσεις, υφή,

Διαβάστε περισσότερα

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ 1 ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Μάθημα 1: Οι έννοιες και θέση 1. Τι ονομάζεται σχετική θέση ενός τόπου; Να δοθεί ένα παράδειγμα. Πότε ο προσδιορισμός της σχετικής θέσης

Διαβάστε περισσότερα

0,5 1,1 2,2 4,5 20,8 8,5 3,1 6,0 14,9 22,5 15,0 0,9

0,5 1,1 2,2 4,5 20,8 8,5 3,1 6,0 14,9 22,5 15,0 0,9 ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ Ακαδημαϊκό Έτος 2016-2017 ΥΠΟΘΑΛΑΣΣΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ (Ο ΩΚΕΑΝΙΟΣ ΠΥΘΜΕΝΑΣ) Βασίλης ΚΑΨΙΜΑΛΗΣ Γεωλόγος-Ωκεανογράφος Κύριος Ερευνητής, ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. Τηλ. Γραφείου: 22910 76378 Κιν.: 6944

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΤΩΝ ΤΑΣΕΩΝ Εισαγωγή: Η σεισμικότητα μιας περιοχής χρησιμοποιείται συχνά για την εξαγωγή συμπερασμάτων σχετικών με τις τεκτονικές διαδικασίες που λαμβάνουν χώρα εκεί. Από τα τέλη του

Διαβάστε περισσότερα

Αυλακογένεση. Ιδανικές συνθήκες: ένα μανδυακό μανιτάρι κινείται κατακόρυφα σε όλους τους βραχίονες (ράχες).

Αυλακογένεση. Ιδανικές συνθήκες: ένα μανδυακό μανιτάρι κινείται κατακόρυφα σε όλους τους βραχίονες (ράχες). Αυλακογένεση Αυλακογένεση Γένεση αύλακας Δημιουργία τάφρου, οριοθετημένης από ρήγματα μεγάλου μήκους και μεγάλης κλίσης Θεωρείται ότι είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξης ενός τριπλού σημείου Τ-Τ-Τ ή Τ-Τ-F

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΘΕΡΜΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Α ΘΕΡΜΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΥΠΕΔΑΦΟΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΓΙΑ: ΘΕΡΜΑΝΣΗ & ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΑΤΜΟΥ, ΟΠΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗ

ΓΕΩΘΕΡΜΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Α ΘΕΡΜΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΥΠΕΔΑΦΟΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΓΙΑ: ΘΕΡΜΑΝΣΗ & ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΑΤΜΟΥ, ΟΠΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗ ΓΕΩΘΕΡΜΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Α ΓΕΩΘΕΡΜΙΑ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΥΠΕΔΑΦΟΣ ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΓΙΑ: ΘΕΡΜΑΝΣΗ & ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΑΤΜΟΥ, ΟΠΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΗΛΕΚΤΡΟΠΑΡΑΓΩΓΗ 1 ΓΕΩΘΕΡΜΙΑ : πώς γίνεται αντιληπτή στην επιφάνεια

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας»

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας» ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗΣ ΔΙΑΤΡΙΒΗΣ (1) ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «Γεωμετρία της παραμόρφωσης και κινηματική ανάλυση της Μεσοελληνικής Αύλακας» Η Μεσοελληνική Αύλακα (ΜΑ) είναι μία λεκάνη που εκτείνεται στη Βόρεια Ελλάδα

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς

Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς Προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές φυσικής κληρονομιάς Habitat: κυρίαρχη μορφή, γύρω από την οποία αναπτύσσεται ένας οικότοπος Χλωρίδα (π.χ. φυτό-φύκος) Πανίδα (π.χ. ύφαλος διθύρων) Γεωλογική μορφή (π.χ.

Διαβάστε περισσότερα

Φυσικό Περιβάλλον ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

Φυσικό Περιβάλλον ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Κεφάλαιο 1 ο : Εισαγωγή ΦΥΣΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Φυσική Γεωγραφία ονοµάζουµε την επιστήµη που µελετά το σύνολο των φυσικών διεργασιών που συµβαίνουν στην επιφάνεια της γης και διαµορφώνουν τις φυσικές ιδιότητες

Διαβάστε περισσότερα

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ Αποσάθρωση Ονομάζουμε τις μεταβολές στο μέγεθος, σχήμα και την εσωτερική δομή και χημική σύσταση τις οποίες δέχεται η στερεά φάση του εδάφους με την επίδραση των παραγόντων

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Dra) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Ο βορράς είναι προσανατολισμένος προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

Αυλακογένεση Γένεση και εξέλιξη ενός µανδυακού µανιταριού, δηµιουργώντας τριπλά σηµεία συνάντησης

Αυλακογένεση Γένεση και εξέλιξη ενός µανδυακού µανιταριού, δηµιουργώντας τριπλά σηµεία συνάντησης Αυλακογένεση Αυλακογένεση Γένεση και εξέλιξη ενός µανδυακού µανιταριού, δηµιουργώντας τριπλά σηµεία συνάντησης Α: άνοδος µανδυακού µανιταριού που συνδέεται µε ηφαιστειότητα Β: δηµιουργία ραχών RRR C: εξέλιξη

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ: «ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ: «ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ» ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ: «ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ» «ΠΑΛΑΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΛΑΨΑΡΝΩΝ ΛΕΣΒΟΥ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΑ ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ

Διαβάστε περισσότερα

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ

2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2. ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ Υ ΡΟΣΦΑΙΡΑΣ 2.1 Ωκεανοί και Θάλασσες. Σύµφωνα µε τη ιεθνή Υδρογραφική Υπηρεσία (International Hydrographic Bureau, 1953) ως το 1999 θεωρούντο µόνο τρεις ωκεανοί: Ο Ατλαντικός, ο Ειρηνικός

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017

Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Ιωάννης Μ. Τσόδουλος Δρ. Γεωλόγος Τμήμα Γεωγραφίας, Ζ Εξάμηνο σπουδών Αθήνα, 2017 Αλλουβιακά ριπίδια (alluvial fans) Είναι γεωμορφές αποθέσεις, σχήματος βεντάλιας ή κώνου που σχηματίζονται, συνήθως, όταν

Διαβάστε περισσότερα

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου.

Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου. Παλαιογεωγραφική εξέλιξη της Νισύρου. Δρ. Παρασκευή Νομικού Λέκτωρ Ωκεανογραφίας Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Η ηφαιστειακή εξέλιξη της Νισύρου άρχισε

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη

ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER. Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη ΟΙ ΥΔΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΩΣ ΚΑΥΣΙΜΗ ΥΛΗ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ. ΤΟ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ANAXIMANDER Από Δρ. Κωνσταντίνο Περισοράτη Οι υδρίτες (εικ. 1) είναι χημικές ενώσεις που ανήκουν στους κλειθρίτες, δηλαδή

Διαβάστε περισσότερα

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ E ΕΞΑΜΗΝΟ Θαλάσσια ρεύματα και Ωκεάνια κυκλοφορία Οι θαλάσσιες μάζες δεν είναι σταθερές ΑΙΤΙΑ: Υπάρχει (αλληλ)επίδραση με την ατμόσφαιρα (π.χ., ο άνεμος ασκεί τριβή στην επιφάνεια της θάλασσας,

Διαβάστε περισσότερα

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ Το κλίμα της Ευρώπης Το κλίμα της Ευρώπης Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ και ΚΛΙΜΑ Καιρός: Οι ατμοσφαιρικές συνθήκες που επικρατούν σε μια περιοχή, σε

Διαβάστε περισσότερα

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1.

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1. Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Η γεωλογία της Κρήτης χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη κυρίως αλπικών και προαλπικών πετρωμάτων τα οποία συνθέτουν ένα πολύπλοκο οικοδόμημα τεκτονικών

Διαβάστε περισσότερα

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ

Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χ Β. Π. Γ. Π. Η Αφρική είναι η τρίτη σε μέγεθος ήπειρος του πλανήτη μας, μετά την Ασία και την Αμερική. Η έκτασή της είναι, χωρίς τα νησιά, 29,2 εκατομμύρια τετρ. χιλιόμετρα, ενώ με τα νησιά φτάνει τα 30,2

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΗ ΧΗΜΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ

ΦΥΣΙΚΗ ΧΗΜΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΦΥΣΙΚΗ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ Αρχές και έννοιες της Ωκεανογραφίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις φυσικές διεργασίες των ωκεάνιων συστημάτων. Φυσικές ιδιότητες και οι φυσικές παράμετροι του θαλασσινού νερού, και χωροχρονικές

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ Επιστημονικός Υπεύθυνος: Καθηγητής Νικ. Δελήμπασης Τομέας Γεωφυσικής Γεωθερμίας Πανεπιστημίου Αθηνών Η έρευνα για την ανίχνευση τυχόν

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών...

ΜΕΡΟΣ 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Γεωλογείν περί Σεισμών...3. 2. Λιθοσφαιρικές πλάκες στον Ελληνικό χώρο... 15. 3. Κλάδοι της Γεωλογίας των σεισμών... ΜΕΡΟΣ 1 1. Γεωλογείν περί Σεισμών....................................3 1.1. Σεισμοί και Γεωλογία....................................................3 1.2. Γιατί μελετάμε τους σεισμούς...........................................

Διαβάστε περισσότερα

Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων)

Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων) Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων) Η κυριαρχία των Αγγειοσπέρμων αρχίζει από το Mέσο Kρητιδικό (πριν 100 εκ. χρόνια) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Υπάρχουν περίπου 250.000 είδη Αγγειοσπέρμων.

Διαβάστε περισσότερα

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός

Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας. Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Τα ποτάμια και οι λίμνες της Ελλάδας Λάγιος Βασίλειος, Εκπαιδευτικός Ποτάμι είναι το ρεύμα γλυκού νερού που κινείται από τα ψηλότερα (πηγές) προς τα χαμηλότερα μέρη της επιφάνειας της Γης (πεδινά) και

Διαβάστε περισσότερα

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο

Ποτάµια ράση ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ. Ποτάµια ιάβρωση. Ποτάµια Μεταφορά. Ποτάµια Απόθεση. Βασικό επίπεδο ΠΟΤΑΜΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ Η µορφολογία του επιφανειακού αναγλύφου που έχει δηµιουργηθεί από δράση του τρεχούµενου νερού ονοµάζεται ποτάµια µορφολογία. Οι διεργασίες δηµιουργίας της ονοµάζονται ποτάµιες διεργασίες

Διαβάστε περισσότερα

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα).

Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Συσχέτιση Νεοτεκτονικών αμώυ και Σεισμικότητας στην Ευρύτερη Περιοχή ταυ Κορινθιακού Κόλπου (Κεντρική Ελλάδα). Περίληψη Η περιοχή μελέτης της παρούσας διατριβής περιλαμβάνει το βόρειο τμήμα της ευρύτερης

Διαβάστε περισσότερα

1. Το φαινόµενο El Niño

1. Το φαινόµενο El Niño 1. Το φαινόµενο El Niño Με την λέξη Ελ Νίνιο, προσφωνούν οι Ισπανόφωνοι το Θείο Βρέφος. Η ίδια λέξη χρησιµοποιείται για να εκφράσει µια µεταβολή του καιρού στις ακτές του Περού, που εµφανίζεται εδώ και

Διαβάστε περισσότερα

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ

Εξωγενείς. παράγοντες ΑΠΟΣΑΘΡΩΣΗ Κεφάλαιο 3 ο : Αποσάθρωση Εξωγενείς παράγοντες Ονοµάζονται εκείνοι οι παράγοντες που συντελούν στην καταστροφή του αναγλύφου Ο φυσικός τους χώρος είναι η επιφάνεια της γης. Έχουν σαν έδρα τους την ατµόσφαιρα

Διαβάστε περισσότερα

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι

Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι Παράκτιοι κρημνοί Γεωμορφές βραχωδών ακτών & Ακτόλιθοι Δρ. Δρ. Νίκη Ευελπίδου Αναπλ. Καθηγήτρια Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δρ. Άννα Καρκάνη Τμήμα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ 333 Πανεπιστήμιο Πατρών Τομέας Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Εργαστήριο Τεκτονικής ΔIΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ. Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα. Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ Ενότητα 6: Η Μεσοελληνική Αύλακα Ιωάννης Κουκουβέλας, Καθηγητής Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Άδειες Χρήσης Το παρόν υλικό διατίθεται με τους όρους της άδειας χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Δυναμική Γεωλογία. Ενότητα 1: Οι Κύριες Τεκτονικές Μεγαδομές του Πλανήτη

Δυναμική Γεωλογία. Ενότητα 1: Οι Κύριες Τεκτονικές Μεγαδομές του Πλανήτη Δυναμική Γεωλογία Ενότητα 1: Οι Κύριες Τεκτονικές Μεγαδομές του Πλανήτη Στυλιανός Λόζιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος Οι Κύριες Τεκτονικές Μεγαδομές του Πλανήτη Εισαγωγή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Τ Μ Η Μ Α Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Α Σ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, 70 17671 ΚΑΛΛΙΘΕΑ-ΤΗΛ: 210-9549151 FAX: 210-9514759 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ Δ ΕΞΑΜΗΝΟ Από Καψιμάλη Βασίλη Δρ. Γεωλόγο - Ωκεανογράφο

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χλωρίδα και Πανίδα ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ Ερωτήσεις της µορφής σωστό-λάθος Σηµειώστε αν είναι σωστή ή λάθος καθεµιά από τις παρακάτω προτάσεις περιβάλλοντας µε ένα κύκλο το αντίστοιχο

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΔΥΤΙΚΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 1-4 Ιουνίου 2010 Πρόγραμμα - Δρομολόγιο Σύνταξη Επιμέλεια: Καθηγητής Μιχ. Σταματάκης

Διαβάστε περισσότερα

Παράκτια Ωκεανογραφία

Παράκτια Ωκεανογραφία ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διάλεξη 1η: Φυσικές Παράμετροι Θαλασσίων Μαζών Γιάννης Ν. Κρεστενίτης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Λειτουργίες και αξίες των υγροτόπω. Εαρινό

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Λειτουργίες και αξίες των υγροτόπω. Εαρινό ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η και αξίες των υγροτόπω 03/12/10 Εαρινό 2010 2011 Εμπλουτισμός των υπόγειων υδροφόρων στρωμάτων Ρόλο παίζουν οι φυσικές ιδιότητες του εδάφους και του γεωλογικού

Διαβάστε περισσότερα

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ) Α Κεφ. αβιοτικό κάθε στοιχείο που δεν έχει ζωή 4 αιολική διάβρωση Η διάβρωση που οφείλεται στον άνεμο 5 ακρωτήριο ακτογραμμή

Διαβάστε περισσότερα

6 CO 2 + 6H 2 O C 6 Η 12 O 6 + 6 O2

6 CO 2 + 6H 2 O C 6 Η 12 O 6 + 6 O2 78 ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΥΔΑΤΙΝΩΝ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΦΥΤΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ (μακροφύκη φυτοπλαγκτόν) ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΠAΡΑΓΩΓΟΙ ( μετατρέπουν ανόργανα συστατικά σε οργανικές ενώσεις ) φωτοσύνθεση 6 CO 2 + 6H 2 O C 6 Η 12

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗΣ Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1)το γεωγραφικό πλάτος 2)την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3)το

Διαβάστε περισσότερα

Η σημασία του θείου για τους υδρόβιους οργανισμούς?

Η σημασία του θείου για τους υδρόβιους οργανισμούς? ΘΕΙΟ (S) 26 Η σημασία του θείου για τους υδρόβιους οργανισμούς? σημαντικό στοιχείο στη δομή των πρωτεϊνών (*) συνήθως δεν δρα ως περιοριστικός παράγοντας στην ανάπτυξη και την κατανομή των οργανισμών στα

Διαβάστε περισσότερα

Δασική Εδαφολογία. Εδαφογένεση

Δασική Εδαφολογία. Εδαφογένεση Δασική Εδαφολογία Εδαφογένεση Σχηματισμός της στερεάς φάσης του εδάφους Η στερεά φάση του εδάφους σχηματίζεται από τα προϊόντα της αποσύνθεσης των φυτικών και ζωικών υπολειμμάτων μαζί με τα προϊόντα της

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΡΙΜΗΝΟΥ

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΡΙΜΗΝΟΥ ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ Α ΤΡΙΜΗΝΟΥ 2012-2013 ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 2 Ω/εβδοµάδα ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ Γεωγραφικές συντεταγµένες ( Ω 2) Παιχνίδια µε τις γεωγραφικές συντεταγµένες Η χρήση των χαρτών

Διαβάστε περισσότερα

Τ Α Η Φ Α Ι Σ Τ Ε Ι Α

Τ Α Η Φ Α Ι Σ Τ Ε Ι Α ΤΑ ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ ΤΑ ΗΦΑΙΣΤΕΙΑ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΓΗ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΥΝΗΘΩΣ ΕΚΕΙ ΟΠΟΥ ΔΥΟ Η ΤΡΕΙΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΠΛΑΚΕΣ ΣΥΓΚΡΟΥΟΝΤΑΙ Η ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΟΝΤΑΙ: ΜΙΑ ΜΕΣΟΩΚΕΑΝΕΙΑ ΡΑΧΗ Η ΟΡΟΣΕΙΡΑ, ΟΠΩΣ ΣΤΟ ΜΕΣΟ ΤΟΥ ΑΤΛΑΝΤΙΚΟΥ ΩΚΕΑΝΟΥ, ΔΙΝΕΙ

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Ο.ΑΝ.Α.Κ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ Σ.Ν. ΠΑΡΙΤΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ 2001

Διαβάστε περισσότερα

Ασκηση 10 η : «ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΤΩΝ ΩΚΕΑΝΩΝ» Φυσικές ιδιότητες θαλασσινού νερού Θερμοκρασία Αλατότητα Πυκνότητα Διαγράμματα Τ-S

Ασκηση 10 η : «ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΤΩΝ ΩΚΕΑΝΩΝ» Φυσικές ιδιότητες θαλασσινού νερού Θερμοκρασία Αλατότητα Πυκνότητα Διαγράμματα Τ-S Ασκηση 10 η : «ΜΗΧΑΝΙΚΗ ΤΩΝ ΩΚΕΑΝΩΝ» Φυσικές ιδιότητες θαλασσινού νερού Θερμοκρασία Αλατότητα Πυκνότητα Διαγράμματα Τ-S Πυκνότητα (p): ο λόγος της μάζας του θαλασσινού νερού (gr) ανά μονάδα όγκου (cm 3

Διαβάστε περισσότερα

Tαξινόμηση υδρορρεύματος

Tαξινόμηση υδρορρεύματος Tαξινόμηση υδρορρεύματος Αποτελεί μια ευρέως εφαρμοσμένη μέθοδο χαρακτηρισμού των υδρορρευμάτων που βασίζεται στην προϋπόθεση ότι ο αριθμός ταξινόμησης έχει κάποια σχέση με το μέγεθος της περιοχής τροφοδοσίας

Διαβάστε περισσότερα

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Προτεροζωικός Αιώνας. Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Προτεροζωικός Αιώνας. Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Προτεροζωικός Αιώνας Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Σκοπός της ενότητας είναι η γνωριμία με τα σημαντικότερα γεγονότα που

Διαβάστε περισσότερα

Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος

Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος Δρ. Γεώργιος Ζαΐμης Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος Κύριες διαδικασίες: 1) Αποσάθρωση 1) Μετακίνηση Έκπλυση

Διαβάστε περισσότερα

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΜΑΡΑΘΩΝΑ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ-ΙΟΥΝΙΟΥ 2010 ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΜΑΡΑΘΩΝΑ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ-ΙΟΥΝΙΟΥ 2010 ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΜΑΡΑΘΩΝΑ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2009-2010 ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ-ΙΟΥΝΙΟΥ 2010 ΤΑΞΗ Α ΜΑΘΗΜΑ: ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Θέμα 1 ο : Να μεταφέρετε στο γραπτό σας τον αριθμό της κάθε ερώτησης και δίπλα το γράμμα

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ ΜΙΚΡΟΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ, ΠΑΛΑΙΟΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΗΦΑΙΣΤΕΙΑΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΣΟΥΣΑΚΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΛΕΙΟΚΑΙΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΛΕΙΣΤΟΚΑΙΝΟ, ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΣ ΚΟΛΠΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Τ Μ Η Μ Α Γ Ε Ω Γ Ρ Α Φ Ι Α Σ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ, 70 17671 ΚΑΛΛΙΘΕΑ-ΤΗΛ: 210-9549151 FAX: 210-9514759 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑΣ E ΕΞΑΜΗΝΟ ΑΣΚΗΣΗ 2 ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ-ΑΛΑΤΟΤΗΤΑ-ΠΙΕΣΗ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

Β4.3 ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ: ΕΝΔΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ

Β4.3 ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ: ΕΝΔΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ Β4.3 ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΠΟΥ ΔΙΑΜΟΡΦΩΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ: ΕΝΔΟΓΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ Σε ποιες κατηγορίες διακρίνονται οι δυνάμεις που διαμορφώνουν την επιφάνεια της Γης; Οι δυνάμεις που διαμορφώνουν την επιφάνεια

Διαβάστε περισσότερα

ΛΙΜΝΟΛΟΓΙΑ. Αποτελεί υποσύνολο της επιστήμης της Θαλάσσιας Βιολογίας και της Ωκεανογραφίας.

ΛΙΜΝΟΛΟΓΙΑ. Αποτελεί υποσύνολο της επιστήμης της Θαλάσσιας Βιολογίας και της Ωκεανογραφίας. ΛΙΜΝΟΛΟΓΙΑ Η Λιμνολογία είναι μία σχετικά νέα επιστήμη: πρώτη αναφορά το 1895 από τον Ελβετό F. A. Forel στο βιβλίο του με τίτλο: Le Leman: Monographie limnologique. Αποτελεί υποσύνολο της επιστήμης της

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth

ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ. πηγή:nasa - Visible Earth ΠΑΓΕΤΩΝΕΣ πηγή:nasa - Visible Earth ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Παγετώδης δράση Οι παγετώνες καλύπτουν σήµερα το 1/10 περίπου της γήινης επιφάνειας. Η δράση των παγετώνων, αποτέλεσε ένα σηµαντικό µορφογενετικό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Κεφάλαιο 1 ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Για τις ανάγκες της "Γεωλογικής Τεκτονικής Μελέτης Λεκανοπεδίου Αθηνών", που εκπονήθηκε από την ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Αθηνών κατασκευάσθηκαν οι ακόλουθοι

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ Χ. ΓΑΛΑΖΟΥΛΑΣ: ΓΕΩΛΟΓΟΣ,

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα;

ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ. ήταν ο κάθε ένας από αυτούς και σε ποιον από αυτούς σχηματίστηκε η Ελλάδα; ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΘΕΜΑ 1 ο (Μονάδες 3,3) 1. Ποια είναι η διοικητική ιεραρχία των πόλεων στην Ελλάδα; Πως λέγεται ο διοικητής του κάθε διοικητικού τομέα; 2. Ποιους γεωλογικούς αιώνες περιλαμβάνει η γεωλογική

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ ΟΙ ΥΔΡΟΒΙΟΤΟΠΟΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ Υδατικά οικοσυστήματα Στη βιόσφαιρα υπάρχουν δύο είδη οικοσυστημάτων: τα υδάτινα και τα χερσαία. Tα υδάτινα οικοσυστήματα διαχωρίζονται ανάλογα με την αλατότητα του νερού

Διαβάστε περισσότερα

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά

Ε ΑΦΟΣ. Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά Ε ΑΦΟΣ Έδαφος: ανόργανα οργανικά συστατικά ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Έδαφος Το έδαφος σχηµατίζεται από τα προϊόντα της αποσάθρωσης των πετρωµάτων του υποβάθρου (µητρικό πέτρωµα) ή των πετρωµάτων τω γειτονικών

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το γεωγραφικό πλάτος 2) την αναλογία ξηράς/θάλασσας 3) το

Διαβάστε περισσότερα

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ Δ ΕΞΑΜΗΝΟ

ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ Δ ΕΞΑΜΗΝΟ ΩΚΕΑΝΟΓΡΑΦΙΑ Δ ΕΞΑΜΗΝΟ Τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του νερού Μέρος 2 ο : Φυσική ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Θερμοκρασία 2. Πυκνότητα 3. Διάδοση του φωτός στο νερό 4. Διάδοση του ήχου στο νερό Μια από τις πιο σημαντικές

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ Ενότητα 5: Δευτερογενής Διασπορά, Κυριότερες γεωχημικές μεθόδοι Αναζήτησης Κοιτασμάτων, Σχεδιασμός και δειγματοληψία Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών

Διαβάστε περισσότερα

ΦΥΣΙΚΟΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ

ΦΥΣΙΚΟΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΦΥΣΙΚΟΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΕΡΑΤΕΑΣ ΣΧ.ΕΤΟΣ 2013-2014 ΤΑΞΗ Β ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ Ιαματικοί φυσικοί πόροι: είναι όλα εκείνα τα γήινα φυσικά υλικά, που στην αυθεντική τους

Διαβάστε περισσότερα

Σχέδιο Μαθήματος Φύλλο Εργασίας Τα ηφαίστεια στην Ελλάδα

Σχέδιο Μαθήματος Φύλλο Εργασίας Τα ηφαίστεια στην Ελλάδα Σχέδιο Μαθήματος Φύλλο Εργασίας Τα ηφαίστεια στην Ελλάδα Εισαγωγή: Η σύγχρονη - σε γωολογικούς όρους ηφαιστειακή δραστηριότητα στην Ελληνική Επικράτεια πηγαίνει πίσω περίπου 40 εκατομμύρια χρόνια και συνεχίζει

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz)

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz) Δίνονται αεροφωτογραφίες για στερεοσκοπική παρατήρηση. Θεωρούμε ότι ο βορράς βρίσκεται προς τα πάνω κατά την ανάγνωση των γραμμάτων και των αριθμών. Ερωτήσεις:

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ

ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Η εφαρμογή των γεωλογικών πληροφοριών σε ολόκληρο το φάσμα της αλληλεπίδρασης μεταξύ των ανθρώπων και του φυσικού τους περιβάλλοντος Η περιβαλλοντική γεωλογία είναι εφαρμοσμένη

Διαβάστε περισσότερα

ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Ενότητα 9: Περιβάλλοντα ιζηματογένεσης Ποτάμια 1. Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας

ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ. Ενότητα 9: Περιβάλλοντα ιζηματογένεσης Ποτάμια 1. Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας ΙΖΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ Ενότητα 9: Περιβάλλοντα ιζηματογένεσης Ποτάμια 1 Δρ. Αβραμίδης Παύλος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Στην ενότητα αυτή, οι φοιτητές εισάγονται στις διαδικασίες και

Διαβάστε περισσότερα

Α1.5 «Aνακρίνοντας» τους χάρτες

Α1.5 «Aνακρίνοντας» τους χάρτες Α1.5 «Aνακρίνοντας» τους χάρτες Ποιο Χάρτη θα χρησιμοποιήσω αν θέλω να μάθω τη θέση της Αφρικής στον κόσμο; Θα χρησιμοποιήσω τον Παγκόσμιο Χάρτη Ποια είναι η θέση της Αφρικής στον κόσμο; Η απάντηση μπορεί

Διαβάστε περισσότερα

Γεωθερμικό πεδίο ποσότητα θερμοκρασία βάθος των γεωθερμικών ρευστών γεωθερμικό πεδίο Γεωθερμικό πεδίο 3175/2003 άρθρο 2 (ορισμοί)

Γεωθερμικό πεδίο ποσότητα θερμοκρασία βάθος των γεωθερμικών ρευστών γεωθερμικό πεδίο Γεωθερμικό πεδίο 3175/2003 άρθρο 2 (ορισμοί) Γεωθερμικό πεδίο Νοείται μια γεωθερμική περιοχή, η οποία με κριτήριο την ποσότητα, τη θερμοκρασία και το βάθος των γεωθερμικών ρευστών χαρακτηρίζεται εκμεταλλεύσιμη (κυρίως με οικονομικά κριτήρια). Ο όρος

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ Παραγωγή Διάφορα χειμαρρικά φαινόμενα Κυρίως χώρο λεκάνης απορροής Κλίμα επιδρά στο γεωλογικό, συνάρτηση

Διαβάστε περισσότερα

ΚΛΙΜΑ. ιαµόρφωση των κλιµατικών συνθηκών

ΚΛΙΜΑ. ιαµόρφωση των κλιµατικών συνθηκών ΚΛΙΜΑ ιαµόρφωση των κλιµατικών συνθηκών ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Κλίµα Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η γνώση του κλίµατος που επικρατεί σε κάθε περιοχή, για τη ζωή του ανθρώπου και τις καλλιέργειες. Εξίσου

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ. Φύλλο εργασίας 1 Το φυσικό περιβάλλον της Αφρικής. Ονοματεπώνυμο Τάξη... Ημερομηνία.

ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ. Φύλλο εργασίας 1 Το φυσικό περιβάλλον της Αφρικής. Ονοματεπώνυμο Τάξη... Ημερομηνία. Ενότητα Ηπειροι (στιγμιότυπα): Η Αφρική Φύλλο εργασίας 1 Το φυσικό περιβάλλον της Αφρικής Γεωλογία - Γεωγραφία A Γυμνασίου Ονοματεπώνυμο Τάξη... Ημερομηνία. Πρώτη εργασία : Η θέση της Αφρικής στον παγκόσμιο

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua. ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ Dr. Βανδαράκης Δημήτριος (dbandarakis@hua.gr) Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής (kpavlop@hua.gr) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΤΜΗΜΑΤΑ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΩΝ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ

Διαβάστε περισσότερα

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει

Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει χαρακτηριστικά «Mare Mediterraneum» ως μεταξύ δύο ηπείρων

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ - ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΦΥΤΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ: ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ-ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Διατριβή Μεταπτυχιακού Διπλώματος Ειδίκευσης

Διαβάστε περισσότερα

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2018 2019 ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ- ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1 Περιεχόμενα ΕΝΟΤΗΤΑ Α : ΧΑΡΤΕΣ Α1.4 Ποιον χάρτη να διαλέξω;. 3 Α1.3 Η χρήση των χαρτών στην καθημερινή

Διαβάστε περισσότερα

Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου

Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου Εξελικτική πορεία της ελληνικής χλωρίδας παράδειγμα τα νησιά του Αιγαίου Καθηγητής Δημήτριος Χριστοδουλάκης Τμήμα Βιολογίας Τομέας Βιολογίας Φυτών E-mail: dkchrist@upatras.gr Τηλ.: 2610 997277 20 Αιγηίδα:

Διαβάστε περισσότερα

ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας

ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας Τί είναι ένα Οικοσύστημα; Ένα οικοσύστημα είναι μια αυτο-συντηρούμενη και αυτορυθμιζόμενη κοινότητα ζώντων

Διαβάστε περισσότερα

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών 30-12-2014 EVA PAPASTERGIADOU Ανακύκλωση των Θρεπτικών είναι η χρησιμοποίηση, ο μετασχηματισμός, η διακίνηση & η επαναχρησιμοποίηση των θρεπτικών στοιχείων στα οικοσυστήματα

Διαβάστε περισσότερα