ΚΥΠΡΙΑΚΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΆ ΧΡΟΝΙΚΆ
|
|
- ÚΑἰσχύλος Αθανασίου
- 5 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1
2 ΚΥΠΡΙΑΚΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΆ ΧΡΟΝΙΚΆ Cyprus Nursing Chronicles Τετραμηνιαία έκδοση του Παγκυπριου Συνδέσμου Νοσηλευτών και Μαιών ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Πρόεδρος Λεοντίου Ιωάννης Γ. Ν. Λευκωσίας Αντιπρόεδρος Αθηνή Ευδοκία ΤΕΠΑΚ Γραμματέας Ανδρέου Χρίστος ΤΕΠΑΚ Ταμίας Ερμογένους Ανδρέας Νοσοκομείο Κυπερούντας Μέλος Γεωργίου Γεωργία Γ. Ν. Λευκωσίας Μέλος Χωραττάς Αριστείδης Γ.Ν.Λευκωσίας Μέλος Τσοβίλης Παναγιώτης Γ. Ν. Πάφου Μέλος Παναγιώτου Μαρία Γ. Ν. Λεμεσού Μέλος Σάββα Νίκος NAM III Λάρνακας ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Πρόεδρος Ανδρέου Χρίστος ΤΕΠΑΚ Αντιπρόεδρος Δρ. Παπασταύρου Ευρυδίκη ΤΕΠΑΚ Γραμματέας Αθηνή Ευδοκία ΤΕΠΑΚ Ταμίας Σάββα Νίκος NAM III Λάρνακας Μέλος Δρ. Λαμπρινού Αικατερίνη ΤΕΠΑΚ Μέλος Δρ. Ραφτόπουλος Βασίλειος ΤΕΠΑΚ Μέλος Φαρμακάς Αντώνης Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας Μέλος Ιωαννίδου Ευσταθίου Χριστίνα NAM III Λευκωσίας Μέλος Δρακομαθιουλάκης Μιχαήλ Αρεταίειο Νοσοκομείο ΣΥΝΔΡΟΜΕΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ Νοσηλευτές/τριες ανά τεύχος * 4.00 Σπουδαστές/τριες ανά τεύχος * 3.00 Οργανισμοί - Βιβλιοθήκες ανά τεύχος * 3.00 Ετήσια Συνδρομή Εξωτερικού * Ετήσια συνδρομή για Νοσηλευτές/τριες * Ετήσια συνδρομή για Σπουδαστές/τριες * 9.00 συμπεριλαμβανομένων ταχυδρομικών τελών ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΕΚΤΥΠΩΣΗ PHOTOGRAMMA LTD Τηλ , Λευκωσία ISSN Εγγεγραμμένο με βάση του περί τύπου Νόμο αρ. 145 του 1989 από τις 26/4/2000 ΠΑ.ΣΥ.Ν.Μ Ταγματάρχου Πουλίου, 1 Διαμ. 101, 1101 Λευκωσία Τ.Θ , 1700 Λευκωσία Τηλ.: Φαξ: cy.n.a@cytanet.com.cy Internet: CY.N.M.A. 1, Tagmatarchou Pouliou street Appartment 101, 1101 Nicosia P.O.Box 24015, 1700 Nicosia Tel: Fax: cy.n.a@cytanet.com.cy Internet: Απαγορεύεται η μερική ή ολική αναδημοσίευση χωρίς γραπτή άδεια των εκδοτών Τα έντυπα άρθρα δεν εκφράζουν απαραίτητα και τις απόψεις του ΠΑ.ΣΥ.Ν.Μ
3
4 Περιεχόμενα ΣΕΛΙΔΑ Από το Διοικητικό Συμβούλιο Από τη Σύνταξη ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΕΙΣ - Επιπολασμός της HIV λοίμωξης και δεδομένα συμπεριφοράς 7 σε ομάδες με συμπεριφορές υψηλού κινδύνου: Κριτική ανασκόπησης της βιβλιογραφίας Πύλλη Μαγδαληνή, Ραφτόπουλος Βασίλειος, Μίτλεττον Νίκος Χαραλάμπους Ανδρέας - Ο βαθμός συνύπαρξης της ψυχικής διαταραχής 20 με τη διαταραχή εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες Προδρόμου Μαρία - Η ανισοτιμία στην υγεία 28 Γαβρίήλ Έλενα - Αξιολόγηση των συγκρούσεων μεταξύ ιατρών και νοσηλευτών 36 στα τμήματα Ατυχημάτων και επειγόντων περιστατικών των δημόσιων νοσηλευτηρίων της Κύπρου. Ερευνητική εργασία Ρούσου Έλενα, Παυλάκης Ανδρέας ΑΝΤΑΠΟΚΡΊΣΕΙΣ - Νέα από την EfCCNa 51 Γεωργίου Ευανθία - Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος Επείγουσας Νοσηλευτικής 53 Γεωργίου Ευανθία - «Εκπαίδευση και Ηγεσία στη Νοσηλευτική 56 Ψυχικής Υγείας» Γεωργίου Γεωργία, Μαππή Ελένη, Κωνσταντίνου Πολύμνια - Οδηγίες για Συγγραφείς 58 4 τόμος 12, τεύχος 1
5 Από το Διοικητικό Συμβούλιο Αγαπητοί αναγνώστες, Οι νοσηλευτές και σι Μαίες επιδεικνύουν ευαισθησία στα σύγχρονα και φλέγοντα ζήτημα που απασχολούν τόσο την Κυπριακή κοινωνία, όσο και την ευρύτερη Ευρωπαϊκή κοινότητα. Οι συνεχώς μεταβαλλόμενες ανάγκες υγείας της Κυπριακής κοινωνίας, όσο και οι δυνητικές μεταρρυθμίσεις των υπηρεσιών υγείας επιβάλλουν τη συνεργασία όλων των αρμόδιων αρχών και φορέων. Η επιτυχία του έργου μας, έγκειται μεταξύ άλλων, στο ρόλο που διαδραματίζουμε μέσα από τη συμμετοχή μας - στο βαθμό που μας αναλογεί - στη λήψη αποφάσεων, και στην εκτελεστική δραστηριότητα ανάπτυξης, εφαρμογής και ανατροφοδότησης προγραμμάτων σε όλα τα επίπεδα παροχής φροντίδας υγείας. Όπως προκύπτει από τους αριθμούς εισδοχής στα Ακαδημαϊκά Ιδρύματα, αλλά και από τους ήδη αυξανόμενους αριθμούς αποφοίτων, το πρόβλημα της έλλειψης έχει μετατραπεί σε πρόβλημα ανεργίας νοσηλευτών. Τα εννοιολογικά πλαίσια πολιτικής του ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα της υγείας, όπως έχω αναφέρει και παλαιότερα, είναι ουσιαστικά για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη νοσηλευτική στελέχωση. Είναι πεποίθηση μας ότι επιβάλλεται καταρτισμός ενός σχεδίου δράσης το οποίο θα εστιάζει στον εντοπισμό των μεταβαλλόμενων αναγκών στην υγεία και στις επιπτώσεις που προκύπτουν σε σχέση με το υγειονομικό δυναμικό. Η κυβερνητική πολιτική θα πρέπει να εστιάσει τις στρατηγικές της στις συνεχώς αυξανόμενες ανάγκες, όχι μόνο σε αριθμό αλλά και σε επάρκεια των επαγγελματιών υγείας και στη βάση των συνεχώς μεταβαλλόμενων αναγκών. Όλα αυτά συνδέονται άμεσα τόσο με το ζήτημα της ασφάλειας των ασθενών όσο και της ποιότητας της παρεχόμενης φροντίδας υγείας. Υπάρχει ανάγκη να τονιστούν τα πιο κάτω: Η ασφάλεια των εργασιακών χώρων Ο προγραμματισμός, η οργάνωση και ο έλεγχος των συστημάτων φροντίδας Η βελτίωση των εκπαιδευτικών συστημάτων και της συνεχούς επαγγελματικής ανάπτυξης Η διασφάλιση και ανάπτυξη της επαγγελματικής σταδιοδρομίας Η πολιτεία οφείλει να διευκολύνει το έργο των Νοσηλευτών και των Μαιών, μέσα από τη διασφάλιση και εφαρμογή των απαραίτητων νομικών πλαισίων του συστήματος υγείας, έτσι ώστε να μπορούν να παρέχουν ποιοτική, αποτελεσματική και οικονομικά αποδοτική φροντίδα υγείας στον Κύπριο πολίτη. Υπενθυμίζω αυτά που οι Υπουργοί Υγείας της Ευρωπαϊκής περιφέρειας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας διατύπωσαν στη διακήρυξη του Μονάχου το 2000: «ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ότι οι νοσηλευτές και οι μαίες έχουν βασικούς και σημαντικούς ρόλους κλειδιά στις προσπάθειες της κοινωνίας για χειρισμό των προκλήσεων της εποχής μας στη δημόσια υγεία, καθώς επίσης και στη διασφάλιση παροχής υψηλής ποιότητας, ευπρόσιτων, αμερόληπτων, ικανών και ευαίσθητων υπηρεσιών υγείας που εξασφαλίζουν συνοχή στη φροντίδα και καλύπτουν τα δικαιώματα των ανθρώπων και των μεταβαλλόμενων αναγκών» Ιωάννης Λεοντίου Πρόεδρος ΠΑΣΥΝΜ 5 τόμος 12, τεύχος 1
6 Από τη Σύνταξη Η Νοσηλευτική και η Μαιευτική σαν επαγγέλματα προσφοράς στον άνθρωπο συνυπάρχουν από καταβολές της ιστορίας, αναδύθηκαν και εξελίχθηκαν μέσα από τη ιδεολογία της αλτρουιστικής προσφοράς φροντίδας στο άτομο και την οικογένεια του, στην υγεία και την ασθένεια, σε όλες τις φάσεις της ζωής του. Σήμερα, διεθνώς, η Νοσηλευτική και η Μαιευτική έχουν πλέον αναχθεί σε αυθύπαρκτες Επιστήμες, θεμελιώνονται σε ένα καθορισμένο σώμα γνώσεων και διευρύνονται μέσα από την έρευνα. Ωστόσο, η ιδεολογία και οι θεμελιώδεις αρχές τους παραμένουν αναλλοίωτα και ανεξίτηλα στο πέρασμα του χρόνου. Οι Νοσηλευτές και οι Μαίες αφουγκράζονται την κοινωνία την οποία υπηρετούν, αξιολογούν τις ανάγκες στον τομέα της υγείας και προδιαγράφουν τα μελλοντικά πεδία της δράσης τους, με σκοπό την αντιμετώπιση των υπαρκτών και την πρόληψη των δυνητικών κοινωνικών αναγκών υγείας. Οι ανάγκες υγείας είναι πανανθρώπινες και επηρεάζονται από κοινωνικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες. Οι παράγοντες αυτοί δεν είναι πάντοτε αστάθμητοι και ανυπότακτοι, μπορούν να ελεγχθούν και να χειραγωγηθούν ανάλογα, έτσι ώστε ο κάθε άνθρωπος να απολαμβάνει ίσες ευκαιρίες στην υγεία και την ευημερία. Η εννοιολογική προσέγγιση της υγείας ως ένα δημόσιο και κοινωνικό αγαθό η οποία εκφράζεται σε μια κατάσταση πληρότητας σε σωματική, ψυχική και κοινωνική ευεξία, αποκαλύπτει ότι η υγεία δεν περιορίζεται μονομερώς στη στεγανότητα ενός βιολογικού φαινομένου, αλλά υποστυλώνεται σε κοινωνικά ερείσματα και εκδηλώνεται με κοινωνικές αποχρώσεις. Η συγκριτική εκτίμηση των επιπέδων υγείας μεταξύ διαφορετικών ομάδων σε ένα δεδομένο κοινωνικό σύνολο, επιβεβαιώνει την κοινή πλέον αποδοχή ότι οι υγειονομικές ανισότητες θεωρούνται αθόρυβες αλλά υπαρκτές. Η έννοια της «ανισοτιμίας» αναφέρεται στις συστηματικές, κοινωνικά προκαθορισμένες, αθέμιτες, άδικες και ουσιαστικά αποφεύξιμες διαφοροποιήσεις στο επίπεδο της υγείας διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Το 2000, η διεθνής κοινότητα ενστερνίστηκε τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας. Η δέσμευση σε αυτούς τους στόχους, ουσιαστικά αποτελεί ένα συμβολισμό για την αποφασιστικότητα να γίνουν σημαντικές βελτιώσεις στον τομέα της υγείας σε διεθνές και εθνικό επίπεδο και να αναγνωριστεί ότι η προαγωγή και διατήρηση της υγείας καθώς και η επιβάρυνση της ασθένειας τυγχάνουν ανισότιμης κατανομής. Δέκα χρόνια μετά, η ετήσια έκθεση της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας για το 2010, υπερτονίζει ότι σε διαφορετικές ομάδες ανθρώπων εξακολουθούν να υπάρχουν χαοτικές ανισοτιμίες στην υγεία, την ασθένεια και την προσβασιμότητα στις υπηρεσίες υγείας. Η διαχρονική επικαιρότητα του θέματος της ισότητας στην υγεία και της πρόσβασης των υπηρεσιών υγείας ενδεχομένως να αποτελεί μια σύγχρονη πρόκληση για τους επαγγελματίες υγείας, την ευρύτερη κοινωνία και την πολιτεία. Προκλήσεις για τη Νοσηλευτική και τη Μαιευτική πάντοτε υπήρχαν, υπάρχουν και πάντοτε θα υπάρχουν. Αυτές οι προκλήσεις είναι που έχουν καθορίσει την πορεία μας στο παρελθόν, αυτές έχουν διαμορφώσει το παρόν μας και αυτές οι προκλήσεις αναμένεται να διαγράψουν το μέλλον μας. Η απαρχή της διαχείρισης των κοινωνικών αναγκών στα ρεαλιστικά φαινόμενα της υγειονομικής ισότητας και της προσβασιμότητας των υπηρεσιών υγείας στοιχειοθετείται στη συνειδητοποίηση και την επίγνωση των αιτιολογικών παραγόντων οι οποίοι τα υποβαθμίζουν. Η Νοσηλευτική και η Μαιευτική, ως επαγγέλματα και ως επιστήμες μπορούν να καταστούν γέφυρες ισότητας και πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας. Συναδελφικά Ανδρέου Χρίστος Πρόεδρος Εκδοτικής Επιτροπής Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
7 Επιπολασμος της HIV λοίμωξης και δεδομένα συμπεριφοράς σε ομάδες με συμπεριφορές υψηλού κινδύνου: κριτική ανασκόπηση της βιβλιογραφίας HIV prevalence and data behavior in high risk groups: a critical literature review Πύλλη Μαγδαλινή Νοσηλεύτρια, Μδο, Υποψήφια διδάκτορας Τμήματος Νοσηλευτικής ΤΕΠΑΚ Ραφτόπουλος Βασίλειος Επίκουρος Καθηγητής Τμήματος Νοσηλευτικής ΤΕΠΑΚ Μίτλεπον Νίκος Επίκουρος Καθηγητής Τμήματος Νοσηλευτικής ΤΕΠΑΚ Χαραλάμπους Ανδρέας Λέκτορας Τμήματος Νοσηλευτικής ΤΕΠΑΚ Περίληψη Pylli Magdalini RN, MSc, PhD cand. Nursing Department CUT Raftopoulos Vasilios Assistant Professor Nursing Department CUT Middleton Nicos Assistant Professor Nursing Department CUT Charalambous Andreas Lecturer Nursing Department CUT Τα δεδομένα συμπεριφοράς όπως καταγράφονται από τις έρευνες δεύτερης γενιάς επιδημιολογικής επιτήρησης, παρέχουν πληροφορίες για την κατανόηση της H.I.V. λοίμωξης σε τοπικό επίπεδο. Ο κυρίαρχος τρόπος εξάπλωσης της επιδημίας διαφέρει από χώρα σε χώρα. Η αναγνώριση των υποπληθυσμών που συμβάλουν σημαντικά στην εξάπλωση της επιδημίας καθώς και των επισφαλών συμπεριφορών είναι βασικά χαρακτηριστικά ενός συστήματος επιδημιολογικής επιτήρησης. Τα παραπάνω, αποτελούν απαραίτητες προϋποθέσεις για να σχεδιαστούν τα κατάλληλα μέτρα δημόσιας υγείας και κατ' επέκταση για να κατανεμηθούν οι πόροι αποδοτικά και αποτελεσματικά. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η παρουσίαση των α) δεδομένων επιπολασμού της H.I.V. λοίμωξης στους άνδρες που έχουν επαφές με άλλους άνδρες, στα εκδιδόμενα άτομα, στους κρατούμενους φυλακών, στους χρήστες εξαρτησιογόνων ενδοφλέβιων ουσιών β) συμπεριφορών που σχετίζονται με τον υψηλό επιπολασμό της H.I.V. λοίμωξης στους προαναφερόμενους υποπληθυσμούς. Διεξήχθη συστηματική ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας σε βάσεις δεδομένων και σε δικτυακούς τόπους διεθνών οργανισμών. Οι λέξεις κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν αφορούν σε δύο βασικές κατηγορίες α) στον επιπολασμό Ηΐν λοίμωξης σε ομάδες με συμπεριφορές υψηλού κινδύνου (άνδρες που έχουν επαφές με άλλους άνδρες, φυλακισμένοι, χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών) β) στις συμπεριφορές των ομάδων αυτών. Το υλικό αποτέλεσαν δημοσιευμένες έρευνες στις βάσεις δεδομένων ΜΕϋϋΝΕ, ΡεγσΙΝΡΟ, ΟΙΝΑΗΙ, ΕΜΒΑ3Ε, ΟΟΟΗΡΑΝΕ Ιί&ΐοΐιγ και ΑΙϋδϋΝΕ. Η χρήση αλκοόλ και εξαρτησιογόνων ουσιών πριν και κατά τη διάρκεια της επαφής, οι απροφύλακτες πρωκτικές ή κολπικές σεξουαλικές επαφές, οι πολλαπλοί σεξουαλικοί σύντροφοι, το ιστορικό φυλάκισης, η κοινή χρήση συριγγών, η συνύπαρξη άλλων σεξουαλικών μεταδιδόμενων νοσημάτων φαίνονται να είναι οι κύριοι προσδιοριστές της συμπεριφοράς όλων των υπό μελέτη υποπληθυσμών. Τα παραπάνω καθώς και κάποια κοινωνικοδημογραφικά δεδομένα συμβάλλουν στην επιρρέπεια στην ΗΙ\/ λοίμωξη των υπό μελέτη πληθυσμών. 7 τόμος 12, τεύχος 1 νοι 12, Νο 1
8 Λέξεις κλειδιά: δεδομένα συμπεριφοράς, παράγοντες κινδύνου», επιπολασμός HIV λοίμωξης, κρατούμενοι φυλακών, χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών, εκδιδόμενα άτομα, άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες. Abstract Behavioral data provide information for the understanding of the epidemic locally. The main course of the spread of HIV differentiates from country to country. The basic characteristics of established HIV surveillance system are the identification/exploration of the subpopulation as well as of the behavior that contribute to the outspread of HIV. The aim of this paper is the presentation of a) prevalence data of HIV infection for the men who have sex with men, sex workers, intravenous drug users, prisoners b) behavioral data relevant with the rate of HIV infection to referential sub populations. Electronic databases, including MEDLINE, PsyclNFO, CINAHL, EMBASE, COCHRANE library and AIDSLINE as well as website of the international organizations were searched to identify relevant published articles. We crossed multiple keywords reflecting 2 categories: (1) HIV prevalence among high risk groups (men who have sex with men, sex workers, intravenous drug users, prisoners) and (2) sexual behavior of these groups. The drug and alcohol abuse, the unprotected anal and vaginal intercourse, the multiple sexual partners, the imprisonment, the syringe sharing, the coinfections with others STDs are the main behaviors of the high risk groups. The above in conjunction with some sociodemographic data contribute to the vulnerability in HIV infection of the referential subpopulations. Keywords: behavioral data, risk factors, HIV prevalence, prisoners, intravenous drug users, sex workers, prisoners, men who have sex with men ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η επιδημία HIV/AIDS αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα δημόσιας υγείας παγκοσμίως. Η χρησιμοποίηση έγκυρων επιστημονικών δεδομένων αποτελεί αδήριτη ανάγκη για το σχεδιασμό και τη λήψη των κατάλληλων μέτρων πρόληψης της μετάδοσης της νόσου (Neuman et al, 2000). Η κύρια λειτουργία ενός συστήματος επιδημιολογικής επιτήρησης της HIV λοίμωξης είναι η δημιουργία του κατάλληλου πλαισίου για την κατανόηση των τοπικών χαρακτηριστικών της, συμπεριλαμβανομένων των πηγών των νέων μολύνσεων, καθώς και των συμπεριφορικών και βιολογικών παραγόντων που οδηγούν στην εξάπλωση της επιδημίας, ώστε να σχεδιαστούν και να αξιολογηθούν τα κατάλληλα μέτρα παρέμβασης (Raftopoulos et al, 2008). Οι πληροφορίες που εξάγονται από τα λειτουργικά συστήματα επιδημιολογικής επιτήρησης είναι σημαντικές για τους επαγγελματίες φροντίδας υγείας, τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς για το σχεδιασμό μιας εθνικής και διεθνούς πολιτικής για την αντιμετώπιση της επιδη μίας (Rehle et al, 2004). Ένα μέτρο επιδημιολογικής επιτήρησης για να είναι αποτελεσματικό θα πρέπει να αναγνωρίζει και να εστιάζει σε ομάδες του πληθυσμού που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη μετάδοση της HIV λοίμωξης. Αυτές οι ομάδες διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα στις χώρες χαμηλού επιπολασμού και εστιασμένης επιδημίας αυτές οι ομάδες του πληθυσμού είναι οι χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών, οι ομο/αμφιφυλόφι- λοι άνδρες, τα εκδιδόμενα άτομα, οι άστεγοι, οι μετανάστες και τα θύματα εμπορίας ανθρώπων (trafficking) (Mills et al, 1998). Οι υποπληθυσμοί αυτοί, ενίοτε, δημιουργούν γέφυρες επικοινωνίας με τον γενικό πληθυσμό και, επομένως, μπορεί, δυνητικά, να συμβάλλουν στην εξάπλωση της επιδημίας στον γενικό πληθυσμό. Στη βιβλιογραφία ενίοτε αναφέρονται και ως δύσκολα προσβάσιμοι πληθυσμοί γιατί αποτελούν ένα μικρό ποσοστό του γενικού πληθυσμού και είναι δύσκολο να αναγνωριστούν και να προσεγγιστούν. 8 τόμος 12, τεύχος 1
9 Χαρακτηριστικά των ομάδων αιττών είναι ότι δεν υπάρχει σαφές πλαίσιο λειτουργίας των μελών τους και ότι λόγω των παράνομων συμπεριφορών που υιοθετούν περιθωριοποιούνται. Επίσης, οι πληθυσμοί αυτοί δύσκολα συμμετέχουν σε έρευνες καθώς φοβούνται τον στιγματισμό (Waiters et al, 1989). Οι χώρες ανάλογα με το προφίλ της επιδημίας οφείλουν να σχεδιάζουν και τα κατάλληλα μέτρα επιτήρησης της HIV λοίμωξης. Αναλυτικότερα, σε χώρες εστιασμένης επιδημίας -όπου ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης κυμαίνεται πάνω από 5% σε συγκεκριμένους υποπληθυσμούς- τα συστήματα επιτήρησης οφείλουν να εστιάζουν στο να αναγνωρίζουν τις τάσεις της επιδημίας στους υποπληθυσμούς αυτούς και στις συμπεριφορές που τους καθιστούν περισσότερο ευάλωτους στην HIV λοίμωξη καθώς και σε αυτές που μπορεί να οδηγήσουν στην εξάπλωση της επιδημίας στον γενικό πληθυσμό (Bazia et al, 2005). Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO), σε μία προσπάθεια βελτίωσης και ενδυνάμωσης της επιδημιολογικής επιτήρησης και της αποτελεσματικότητας των μέτρων παρέμβασης των χωρών, δημοσίευσε κατευθυντήριες οδηγίες για την εφαρμογή συστημάτων δεύτερης γενιάς επιδημιολογικής επιτήρησης της HIV λοίμωξης (UNAIDS/WHO, 2000). Ως συστήματα δεύτερης γενιάς επιτήρησης ονομάζουμε την ενεργητική επιτήρηση της HIV λοίμωξης σε ομάδες που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση της επιδημίας. Συνδυάζουν την εκτίμηση του επιπολασμού της HIV λοίμωξης σε πραγματικό χρόνο και τη συλλογή δεδομένων συμπεριφοράς μέσω ερωτηματολογίων καθώς επιτρέπουν τη συλλογή κοινωνικοδημογραφικών δεδομένων. Η σύνδεση αυτή των βιολογικών και των συμπεριφορικών δεδομένων συμβάλλει στην έγκαιρη αναγνώριση των επισφαλών συμπεριφορών που συμβάλλουν στην εξάπλωση της επιδημίας και κατ' επέκταση στο να σχεδιαστούν οι κατάλληλες στοχευμένες παρεμβάσεις (WHO/UNAIDS, 2000). ΣΚΟΠΟΣ Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η παρουσίαση των α) δεδομένων επιπολασμού της HIV λοίμωξης στους άνδρες που έχουν επαφές με άλλους άνδρες, στα εκδιδόμενα άτομα, στους κρατούμενους φυλακών, στους χρήστες εξαρτησιογόνων ενδοφλέβιων ουσιών β) συμπεριφορών που σχετίζονται με τον υψηλό επιπολασμό της ΗIV λοίμωξης στους προαναφερόμενους υποπληθυσμούς. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΑΟΣ Η μέθοδος που χρησιμοποιήθηκε ήταν η κριτική συστηματική ανασκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας σε βάσεις δεδομένων (MEDLINE, PsyclNFO, CINAHL, EMBASE, COCHRANE library και AIDSLINE) με σκοπό την αναζήτηση συσχετίσεων μεταξύ του επιπολασμού της HIV λοίμωξης και των στάσεων και συμπεριφορών σε ομάδες με συμπεριφορές υψηλού κινδύνου -όπως άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες, εκδιδόμενα άτομα, χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών και οι κρατούμενοι φυλακών. Επιπρόσθετα, διεξήχθη αναζήτηση σε δικτυακούς τόπους διεθνών οργανισμών (WHO, ECDC, CDC, UNODC) για τον επιπολασμό της ΗIV λοίμωξης στις προαναφερόμενες ομάδες. Οι λέξεις κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν για την αναζήτηση αφορούν σε δύο βασικές κατηγορίες α) στον επιπολασμό της HIV λοίμωξης στους άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες, στους χρήστες εξαρτησιογόνων ενδοφλέβιων ουσιών, στα εκδιδόμενα άτομα, στους φυλακισμένους και β) σε συμπεριφορές των ομάδων αυτών που σχετίζονται με τον επιπολασμό της HIV λοίμωξης. Συγκεκριμένα, οι λέξεις κλειδιά που χρησιμοποιήθηκαν στην αναζήτηση είναι δεδομένα συμπεριφοράς (behavioral data), παράγοντες κινδύνου (risk factors), επιπολασμός της HIV λοίμωξης (HIV prevalence), φυλακισμένοι (prisoners), χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών (intravenous drug users), εκδιδόμενα άτομα (sex workers), άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες (men who have sex with men). Από την αναζήτηση προέκυψαν 150 άρθρα εκ των οποίων τα 45 πληρούσαν τα κριτήρια επιλογής μας: (1) να είναι γραμμένα στα ελληνικά ή τα αγγλικά, (2) να αφορούν σε έρευνες ή σε δημοσιεύσεις διεθνών οργανισμών και (3) να περιλαμβάνουν συνδυασμό των λέξεων κλειδιών. 9 τόμος 12, τεύχος 1
10 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Επιπολασμόςτης HIV λοίμωξης σε ομάδες με συμπεριφορές υψηλού κινδύνου Σύμφωνα με τις διεθνείς αναφορές ο αριθμός των νέων περιπτώσεων ΗIV λοίμωξης ανάμεσα στους άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες παρουσιάζει αυξητικές τάσεις από το Παγκοσμίως οι άνδρες που έχουν επαφές με άλλους άνδρες συνιστούν τις περισσότερες νέες περιπτώσεις HIV που αναφέρονται στη Αυστραλία, Καναδά, Μεξικό, στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής καθώς επίσης και σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης (National Centre in HIV Epidemiology and Clinical Research 1999, Pan American Health Organization 2000, Centers for Disease Control and Prevention 2001, Health Canada 2003, European Centre for the Epidemiological Monitoring of AIDS 2003). Συγκεκριμένα, έρευνες επιπολασμού που έχουν διεξαχθεί μεταξύ ανδρών που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες καταδεικνύουν ότι στην Δυτική Ευρώπη ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης κυμαίνεται σε ποσοστά 10-20%, ενώ στην ανατολική Ευρώπη ο επι- πολασμός κυμαίνεται σε χαμηλότερα επίπεδα (<5%). Επειδή, τα δεδομένα καταδεικνύουν υψηλά ποσοστά καθυστερημένης διάγνωσης μεταξύ των ανδρών που έχουν επαφές με άλλους άνδρες γι' αυτό το λόγο ο επιπολασμός εκτιμάται ότι είναι υψηλότερος σε αυτόν τον υποπληθυσμό από εκείνον που αναφέρεται στις εθνικές αναφορές (πίνακας 1) (ECDC 2005). Πίνακας 1: Αριθμός νέων περιπτώσεων ΗIV λοίμωξης που αναφέρονται στους άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες ανά γεωγραφική περιφέρεια στην Ευρώπη το 2004 Περιπτώσεις Ποσοστό % όλων των περιπτώσεων Δυτική Ευρώπη % Κεντρική Ευρώπη % Ανατολική Ευρώπη 157 0,3% Πηγή: ECDC. HIV/AIDS Surveillance in Europe Mid-year report 2005, No. 72 Σύμφωνα με έρευνες που έχουν διεξαχθεί σε 23 χώρες της Ευρώπης, ο ετήσιος αριθμός των νέων διαγνώσεων HIV στους άνδρες που είχαν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες αυξήθηκε κατά 86% από το 2000 έως το 2006 (Likatavicius et al, 2008). Παράλληλα, σε πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη σε 6 χώρες της Ευρώπης ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης σε άνδρες που είχαν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες κυμαίνεται από 2,6% έως 17% (Mirandola et al, 2009). Αντίστοιχα στις Ηνωμένες πολιτείες Αμερικής ο επιπολα- σμός της HIV λοίμωξης στον προαναφερόμενο υποπληθυσμό κυμαίνεται μεταξύ 2,2% έως 12,1% (Valleroy et al, 2000). Όσον αφορά στα εκδιδόμενα άτομα για την περίοδο , ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης μεταξύ των εκδιδόμενων γυναικών, που δεν είναι χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών, είναι χαμηλός (< 1%) και ιδιαίτερα στη Δυτική Ευρώπη. Αντίθετα, ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης είναι υψηλότερος μεταξύ των γυναικών που εκδίδονται και κάνουν και χρήση ενδοφλέβιων ουσιών και σε κάποιες περιοχές της ανατολικής Ευρώπης ξεπερνά το 40% (ECDC, 2006). Παράλληλα, ο επι- πολασμός της HIV λοίμωξης στους εκδιδόμενους άνδρες κυμαίνεται από 0,9%- 5,3% (Bruckova et al, 2006, Cai et al, 2009). Αντίστοιχα, στην Ελλάδα σύμφωνα με έρευνα που διεξήχθη σε νόμιμα εκδιδόμενες γυναίκες ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης ήταν μηδενικός σε αντίθεση με τα υπόλοιπα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (Papadogeorgaki et al, 2006). Αυτό το εύρημα συμβαδίζει και με αποτελέσματα άλλων ερευνών (Miyazaki et al, 2003). Αναφορικά με τους χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών για τη χρονική περίοδο στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης κυμαινόταν μεταξύ 5-41% με τις μεγαλύτερες τιμές να παρατηρούνται στην Ιταλία, Ισπανία, και Γαλλία. Παράλληλα ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης κυμαίνεται από 1-9% με μεγαλύτερες τιμές να εμφανίζονται στη Πολωνία. Στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης ανάμεσα στους χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών ξεπερνά το 50%, με μεγαλύτερες τιμές να παρουσιάζονται σε Γεωργία, Ουκρανία, Μολδαβία (HIV/AIDS Surveillance in Europe, 2007). Στην Ελλάδα σύμφωνα με την ετήσια Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τομος 12, τεύχος 1
11 αναφορά του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης στους χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών κυμαίνεται ακόμα σε χαμηλά επίπεδα <1% (ΚΕΕΛΠΝΟ, 2009). Οι κρατούμενοι φυλακών αποτελούν μια ομάδα με επιρρέπεια στη HIV λοίμωξη καθώς και σε άλλα αιματογενώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Σύμφωνα με τις αναφορές του διεθνούς οργανισμού για την καταπολέμηση της διακίνησης των ναρκωτικών και του εγκλήματος ( ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης μπορεί να είναι από 6 έως 50 φορές υψηλότερος στους φυλακισμένους σε σύγκριση με τον γενικό πληθυσμό. Πολλοί από αυτούς μπορεί ήδη να είναι μολυσμένοι και να μη το γνωρίζουν ή μπορεί λόγω συμπεριφορών και συνθηκών να είναι περισσότερο ευάλωτοι στο να κολλήσουν και άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Σύμφωνα με μελέτες, στην Αυστραλία ο επιπολασμός στους φυλακισμένους κυμαίνεται στο 0,2% και σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες ανέρχεται στο 10% (Hellard et al, 2004). Αντίστοιχα, σύμφωνα με έρευνες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα σε κρατούμενους μη χρήστες και χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών ο επιπολασμός της ΗIV λοίμωξης αναφέρεται σε 0,19% και 0,27% αντίστοιχα (Malliori et al, 1998). Τα εκδιδόμενα άτομα, οι χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών, οι κρατούμενοι φυλακών, οι άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες αποτελούν διεθνώς ομάδες ευάλωτες στην HIV λοίμωξη. Οι προαναφερόμενοι υπο- πληθυσμοί λόγω του στιγματισμού, της περιθωριοποίησης, των επισφαλών σεξουαλικών και μη πρακτικών που ακολουθούν καθώς και των αντιλήψεων συχνά δε λαμβάνουν των κατάλληλων παρεμβάσεων από τη πολιτεία. Άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες Οι άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες αποτελούν μια ομάδα με επιρρέπεια στη HIV λοίμωξη καθώς και σε άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, τόσο οι επισφαλείς σεξουαλικές συμπεριφορές όσο και τα κοινωνικοδημογραφικά δεδομένα συνδέονται θετικά με τον υψηλό επιπολασμό της ΗIV λοίμωξης στον προαναφερόμενο υποπληθυσμό. Συγκεκριμένα, η αποκλειστική επαφή μόνο με άνδρες, οι πολλαπλοί σύντροφοι, η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών και η απροφύλακτη πρωκτική επαφή είναι οι κύριοι προσδιοριστές της πρότερης σεξουαλικής τους συμπεριφοράς ομοφυλόφιλων ανδρών που έχουν μολυνθεί πρόσφατα από τον HIV (Weber et al, 2001). Όσον αφορά στη χρήση αλκοόλ και άλλων ουσιών πριν και κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, διάφορες έρευνες καταδεικνύουν τη θετική συσχέτιση με τον υψηλό επιπολασμό της HIV λοίμωξης (Lemp et al, 1994, Drumright et al, 2006, Van Griensven et al, 2010). To παραπάνω είναι αναμενόμενο καθώς η μέθη με αλκοόλ ή με άλλες ουσίες συμβάλλει στη μείωση του ελέγχου και των αντιστάσεων των ατόμων με αποτέλεσμα να συμβιβάζονται ευκολότερα με το να μην χρησιμοποιούν προφυλακτικό (Leigh et al, 2002, Vanable et al, 2004). Στα παραπάνω συνηγορούν και μεταναλύσεις που έχουν διεξαχθεί σχετικά με τη χρήση αλκοόλ και εξαρτησιογόνων ουσιών σε σχέση με τη χρήση ή μη προφυλακτικού στους άνδρες που έχουν επαφές με άλλους άνδρες, οι οποίες καταδεικνύουν τη θετική συσχέτιση των παραπάνω παραγόντων κυρίως στη πρώτη σεξουαλική επαφή (Leigh et al, 2002). Η απροφύλακτη πρωκτική σεξουαλική επαφή αποτελεί ακόμα έναν κύριο προσδιοριστή της συμπεριφοράς των ομοφυλόφιλων ανδρών. Έρευνες που έχουν διεξαχθεί στην Αμερική όσο και στην Ευρώπη δείχνουν υψηλό επιπολασμό της HIV λοίμωξης σε ομοφυλόφιλους άνδρες που είχαν απροφύλακτη πρωκτική επαφή τους προηγούμενους 6 μήνες (Hays et al, 1990, Lemp et al, 1994). Συγκεκριμένα, μεταξύ νέων ομοφυλόφιλων ανδρών το 43% των νέων ανδρών ηλικίας ετών ανέφεραν απροφύλακτη σεξουαλική επαφή τους προηγούμενους 6 μήνες (Hays et al, 1990) ενώ ως κύριος λόγος μη χρήσης προφυλακτικού ήταν η απουσία ευχαρίστησης κατά τη σεξουαλική πράξη (Van Griensven et al, 2010). Παράλληλα, σε άλλη έρευνα το 41% των νέων ομοφυλόφιλων ανδρών ανέφερε απροφύλακτη πρωκτική επαφή - από τους οποίους το 30% είχαν 11 τόμος 12, τεύχος 1
12 απροφύλακτη πρωκτική ενεργητική επαφή και το 31% είχαν απροφύλακτη παθητική πρωκτική επαφή. Επίσης, το 37% των νέων ομοφυλόφιλων ανδρών που ήταν HIV οροθετικοί και που δε γνώριζαν την οροθετικό- τητάτους και το 13% των HIV οροθετικών που γνώριζαν την οροθετικότητάτους, ανέφεραν απροφύλακτη σεξουαλική πρωκτική επαφή τους προηγούμενους 6 μήνες (Valleroy et al, 2000). Η μη συστηματική και σωστή χρήση προφυλακτικού αποτελεί μια συμπεριφορά υψηλού κινδύνου που καθιστά περισσότερο ευάλωτους στην HIV λοίμωξη τους υπό μελέτη πληθυσμούς. Παράγοντες που σχετίζονται θετικά με τη μη χρήση προφυλακτικού είναι η γνώση της HIV οροθε- τικότητας καθώς και η ύπαρξη σταθερού συντρόφου. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με έρευνα στην Αμερική ο επιπολασμός απρο- φύλακτων σεξουαλικών επαφών ήταν πολύ υψηλότερος στους HIV οροθετικούς ασθενείς σε σύγκριση με αυτούς που δεν είχαν γνώση αν είχαν μολυνθεί (Crepaz et al, 2009). Παράλληλα, η ύπαρξη σταθερού συντρόφου και συγκεκριμένα HIV οροθετικού συντρόφου σχετίζεται θετικά με την απροφύλακτη πρωκτική σεξουαλική επαφή (Drumright et al, 2006). Οι πολλαπλοί σύντροφοι είναι ένας άλλος κύριος προσδιοριστής της σεξουαλικής συμπεριφοράς των ανδρών που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες και σχετίζεται θετικά με τον επιπολασμό της HIV λοίμωξης (Valleroy et al, 2000) Συγκεκριμένα, σε έρευνα που διεξήχθη στην Αμερική οι HIV οροθετικοί ομοφυλόφιλοι άνδρες ανέφεραν 6 σεξουαλικούς συντρόφους τους προηγούμενους 12 μήνες (Weber et al, 2001). Συμπερασματικά, όσο μεγαλύτερος ήταν ο αριθμός των σεξουαλικών συντρόφων τόσο περισσότερο επιρρεπείς στην HIV λοίμωξη είναι οι άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες. Όσον αφορά στα κοινωνικοδημογραφικά δεδομένα σύμφωνα με έρευνες το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και η ηλικία σχετίζονταν θετικά με τον υψηλό επιπολασμό της HIV λοίμωξης (Weber et al, 2001). Οι νεότεροι σε ηλικία άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες θεωρούν ότι το AIDS δεν αφορά τους ίδιους, αλλά αντίθετα μόνο άτομα μεγαλύτερης ηλικίας. Οι ίδιοι λόγω της ηλικίας τους δεν γνωρίζουν πλήρως τη σεξουαλική τους ταυτότητα, ως εκ τούτου υποτιμούν τον κίνδυνο έκθεσης στον ιό. Επίσης, οι νεότεροι σε ηλικία άνδρες διαθέτουν λιγότερες γνώσεις και πληροφορίες για τη μετάδοση της HIV λοίμωξης καθώς και δεξιότητες διαχείρισης της διαπραγμάτευσης χρήσης προφυλακτικού με τους συντρόφους τους (Ramafedi, G, 1987). Η καταγωγή και η εθνικότητα αναφέρονται ως ακόμα δυο παράγοντες που σχετίζεται με τον υψηλό επιπολασμό και της επίπτωση της HIV λοίμωξης στον προαναφερόμενο πληθυσμό. Συγκεκριμένα, στην Αμερική οι ομοφυλόφιλοι άνδρες αλλοδαπής εθνικότητας (καταγωγή από χώρες γενικευμένης επιδημίας όπως είναι η Αφρική) παρουσίαζαν υψηλότερο επιπολασμό HIV λοίμωξης από τους ομοφυλόφιλους ημεδαπούς (Lemp et al, 1994, Millet et al, 2006). Συμπερασματικά, οι απροφύλακτες πρωκτικές επαφές, οι πολλαπλοί ερωτικοί σύντροφοι, η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών πριν και κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής αποτελούν κάποιες από τις συμπεριφορές που καθιστούν ευάλωτους τους άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες στην ΗIV λοίμωξη. Τόσο οι επισφαλείς αυτές συμπεριφορές όσο και κάποια κοινωνικοδημογραφικά δεδομένα σχετίζονται θετικά με τον υψηλό επιπολασμό της ΗIV λοίμωξης στον προαναφερόμενο υποπληθυσμό. Χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών Οι χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών αποτελούν μια άλλη ομάδα που είναι ευάλωτη στη μετάδοση της HIV λοίμωξης καθώς και άλλων αιματογενώς μεταδιδόμενων νοσημάτων τόσο για τις επισφαλείς σεξουαλικές πρακτικές όσο και για τις πρακτικές που υιοθετούν κατά την χρήση των ουσιών (Jeffrey et al, 1998). Σε μία πολυκεντρική έρευνα που διεξήχθη σε 12 ευρωπαϊκές χώρες βρέθηκε ισχυρή συσχέτιση μεταξύ του επιπολασμού της ΗIV λοίμωξης και των πρακτικών που χρησιμοποιούν οι χρήστες κατά τη χρήση ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών αλλά όχι ισχυρή συσχέτιση με τις σεξουαλικές πρακτικές που ακολουθούσαν (Richardson et al, 1993). Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
13 Η συχνότητα της ενδοφλέβιας χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών είναι ένας παράγοντας που σχετίζεται θετικά με τον αυξημένο κίνδυνο μετάδοσης της HIV λοίμωξης. Συγκεκριμένα, έρευνα στη Νέα Υόρκη έδειξε ότι επιπολασμός της HIV λοίμωξης στους χρήστες οι οποίοι δεν έκαναν κοινή χρήση συριγγών τον τελευταίο μήνα, έκαναν χρήση μέχρι 5 φορές το μήνα, έκαναν χρήση έως 45 φορές τον μήνα, έκαναν χρήση πάνω από 45 φορές ο επιπο- λασμός ανερχόταν σε 21%, 31%, 47% και 61% αντίστοιχα (Cohen et al, 1985). Συνεπώς, όσο αυξάνεται η συχνότητα κοινής χρήσης βελονών και συριγγών τόσο υψηλότερος ήταν ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης. Η από κοινού χρήση συριγγών καθώς και άλλων βοηθημάτων χρήσης αποτελούν επισφαλείς πρακτικές για τους χρήστες (Carvell et al, 1990, Covell et al, 1993). Συγκεκριμένα, σε έρευνα στη Μπανγκόκ η από κοινού χρήση συριγγών με δύο ή περισσότερα άτομα τους τελευταίους 6 μήνες αποτελεί έναν στατιστικά σημαντικό παράγοντα για τον υψηλό επιπολασμό της ΗIV λοίμωξης στους χρήστες (Choopanya et al, 1991). Επιπρόσθετα, η από κοινού χρήση και άλλων υλικών όπως το βαμβάκι, είδη οικιακής χρήσης όπως το κουτάλι, ή ακόμα και το υγρό που χρησιμοποιείται για την πλύση των συριγγών μπορεί να οδηγήσει στην ταχεία μετάδοση της HIV λοίμωξης στον προαναφερόμενο υποπληθυσμό (Liu et al, 2007). Συνεπώς, η αύξηση των ατόμων που μοιράζονται την ίδια σύριγγα καθώς και των άλλων βοηθημάτων χρήσης συμβάλλουν στην εύκολη μετάδοση των αιματογενών νοσημάτων στους χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών. Άλλες πρακτικές που υιοθετούν οι χρήστες είναι οι τεχνικές της έκχυσης και της επαναρρόφησης της ουσίας από την ίδια σύριγγα «frontloading/backloading» και συμβάλλουν σημαντικά στη μετάδοση της ΗIV λοίμωξης (Grund et al, 1991, Stark et al, 1996). Στη Νέα Υόρκη ο επιπολασμός της HIV λοίμωξης ήταν υψηλότερος στους χρήστες που υιοθετούσαν τις προαναφερόμενες πρακτικές σε σύγκριση με τους χρήστες που δεν τις υιοθετούσαν, 71% και 36% αντίστοιχα (Jose et al, 1992). Συνοπτικά, κατά την τεχνική «backloading» οι χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών χρησιμοποιούν μια κοινή σύριγγα ενός χρήστη να ανακατέψουν τις ουσίες. Κατόπιν γίνεται η επαναρρόφηση από μια άλλη σύριγγα χρήστη συγκεκριμένης ποσότητας μετακινώντας το έμβολο της σύριγγας (Smith et al, 1992). Κατά την τεχνική «frontloading» γίνεται η ίδια διαδικασία με τη διαφορά ότι στο τέλος γίνεται η επαναρρόφηση της ουσίας από την κοινή σύριγγα μετακινώντας τη βελόνα και όχι το έμβολο. Σύμφωνα με έρευνα, οι χρήστες που χρησιμοποιούν την τεχνική εμφανίζουν 2,2 φορές περισσότερο κίνδυνο να μολυνθούν από την HIV λοίμωξη σε σύγκριση με τους χρήστες που δεν την χρησιμοποιούν (Jose et al, 1993). Οι απροφύλακτες σεξουαλικές επαφές -κολπικές και πρωκτικές- αποτελούν σημαντικό παράγοντα υψηλού επιπολασμού της λοίμωξης στους χρήστες (Bogart et al, 2005). Σύμφωνα με έρευνες το 37% των ομοφυλόφιλων χρηστών είχαν απροφύλακτες σεξουαλικές πρωκτικές επαφές με άνδρες και το 30% είχαν απροφύλακτες κολπικές επαφές με γυναίκες, τους τελευταίους 6 μήνες. Στις ίδιες έρευνες οι HIV οροθετικοί ομοφυλόφιλοι χρήστες άνδρες ήταν περισσότερο πιθανόν να έχουν απροφύλακτες επαφές με άνδρες και λιγότερο πιθανό να έχουν επαφές με γυναίκες (Krai et al, 2000, Krai et al, 2006). Άλλος κύριος προσδιοριστής του υψηλού επιπολασμού στους χρήστες είναι το ιστορικό φυλάκισης. Συγκεκριμένα, σε έρευνα που διεξήχθη στο Βερολίνο το 67% είχαν ένα επεισόδιο φυλάκισης και το 22% ανέφερε κοινή χρήση συριγγών στην φυλακή. Σε σύγκριση με αυτούς που δεν είχαν φυλακιστεί ποτέ, οι χρήστες που είχαν κάνει κοινή χρήση συριγγών στις φυλακές ήταν 10 φορές πιο πιθανό να έχουν μολυνθεί από τον HIV (Stark et al, 1997). Ο κίνδυνος της μόλυνσης των συριγγών με ιούς είναι πολύ μεγαλύτερος μέσα στις φυλακές καθώς οι σύριγγες χρησιμοποιούνται από περισσότερα άτομα σε σχέση με το εξωτερικό περιβάλλον, που ο αριθμός των χρηστών που κάνουν κοινή χρήση είναι ένας ή δυο άλλα άτομα. (Muller et al, 1995). Παράλληλα, καταδεικνύεται ότι η HIV ορομετατροπή στους φυλακισμένους παρουσιάζεται κατά μέσο όρο μετά από 5 συναπτά χρόνια φυλάκισης ( 13 τόμος 12, τεύχος 1
14 Συμπερασματικά, η φυλάκιση καθώς και τα έτη φυλάκισης σχετίζονται με την χρήση ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών. Όσον αφορά στα κοινωνικοδημογρα- φικά δεδομένα, η ηλικία φαίνεται να σχετίζεται με τον επιπολασμό της HIV λοίμωξης στους χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών. Οι νεότεροι χρήστες είναι περισσότερο πιθανό να αναφέρουν απροφύλακτες σεξουαλικές κολπικές επαφές τους προηγούμενους 6 μήνες. Συγκεκριμένα, οι νεότεροι χρήστες (<30 ετών) είχαν 3 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να έχουν απροφύλακτες κολπικές επαφές από ό,τι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία χρήστες. Επιπρόσθετα, οι νεότεροι σε ηλικία χρήστες προσδιόριζαν τους εαυτούς τους ως αμφιφυλόφιλους και η σεξουαλική επαφή επί πληρωμή αναφέρθηκε σε μεγαλύτερο ποσοστό σε σχέση με τους μεγαλύτερους σε ηλικία (Krai et al, 2006). Τα παραπάνω είναι αναμενόμενα καθώς όπως προαναφέρθηκε η ηλικία είναι ένας καθοριστικός παράγοντας που διαμορφώνει τη σεξουαλική συμπεριφορά των νέων ομοφυλόφιλων ανδρών καθώς και την αντίληψη της διαφυλικότητάς τους. Στους χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών οι πρακτικές που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην εξάπλωση της επιδημίας είναι κυρίως οι πρακτικές κατά τη χρήση και λιγότερο οι σεξουαλικές συμπεριφορές. Συγκεκριμένα, η κοινή χρήση συριγγών, βελονών και άλλων βοηθημάτων χρήσης, ο αριθμός των χρηστών που μοιράζονται τις ίδιες σύριγγες, οι τεχνικές κατά τη χρήση «frontloading/backloading», και λιγότερο οι απροφύλακτες σεξουαλικές επαφές ενέχονται διεθνώς για τον υψηλό επιπολασμό των αιματογενών μεταδιδομένων νοσημάτων στον προαναφερόμενο υποπληθυσμό. Εκδιδόμενα άτομα Τα εκδιδόμενα άτομα και ιδιαίτερα οι η μη νόμιμες εκδιδόμενες γυναίκες αποτελούν μια ευάλωτη ομάδα στην μετάδοση της λοίμωξης. Η απροθυμία και η αντίσταση των πελατών στη μη χρήση προφυλακτικού, η βία, η περιθωριοποίηση και η δυσκολία πρόσβασης στις δομές υγείας είναι κάποιοι από τους παράγοντες που συμβάλλουν στον υψηλό επιπολασμό της HIV λοίμωξης αλλά και άλλων σεξουαλικών μεταδιδομένων νοσημάτων (Pyett et al, 1997). Άλλοι παράγοντες που καθιστούν την ομάδα αυτή ευάλωτη στην λοίμωξη είναι η μικρή ηλικία, η μεγάλη συχνότητα σεξουαλικών επαφών, καθώς και η μη νόμιμη εργασία (Nguyen et al, 1998). Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, σημαντικό ρόλο στον υψηλό επιπολασμό της HIV λοίμωξης στα εκδιδόμενα άτομα διαδραματίζουν οι συλλοιμώξεις με άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, οι πολλαπλοί σεξουαλικοί σύντροφοι και η μη συ- στηματική χρήση του προφυλακτικού (Wasserheit, 1992). Επίσης, άλλοι παράγοντες που καθιστούν τον υποπληθυσμό αυτό ευάλωτο στην ΗIV λοίμωξη και αναφέρονται στη βιβλιογραφία είναι ότι οι γυναίκες δεν έχουν μεγάλη δύναμη να διαπραγματευτούν τη χρήση προφυλακτικού και λόγω της περιθωριοποίησης αντιμετωπίζουν δυσκολία στην πρόσβαση στις υπηρεσίες φροντίδας υγείας (Hagan et al, 2007). Ο υψηλός επιπολασμός των άλλων σεξουαλικών μεταδιδόμενων νοσημάτων στα εκδιδόμενα άτομα παρουσιάζει επιδημιολογική συνέργεια με την μετάδοση της HIV λοίμωξης. Συγκεκριμένα, τα ελκώδη όσο και τα μη ελκώδη σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) αυξάνουν τον κίνδυνο μόλυνσης από την HIV λοίμωξη, καταδεικνύοντας την επιδημιολογική σύνδεση των νοσημάτων αυτών (Wasserheit 1992, Quinn 1996). Τα ελκώδη ΣΜΝ δημιουργούν έλκη στους βλεννογόνους του γεννητικού συστήματος και κατά συνέπεια πύλες εισόδου για άλλους ιούς. Παράλληλα, τόσο τα ελκώδη όσο και τα μη ελκώδη ΣΜΝ δημιουργούν ανοσοκαταστολή τοπικά με αποτέλεσμα να αδρανοποιούνται οι μηχανισμοί άμυνας των σημείων που έχουν μολυνθεί (Fleming et al, 1999). Όπως έχει αναφερθεί, τα εκδιδόμενα άτομα παρουσιάζουν υψηλό επιπολασμό των λοιπών σεξουαλικών μεταδιδομένων νοσημάτων. Συνεπώς, παρουσιάζουν και μεγαλύτερο κίνδυνο στο να μεταδώσουν αλλά και να μολυνθούν τα ίδια από τον ΗIV. Τα εκδιδόμενα άτομα αποτελούν ακόμα μία ευάλωτη ομάδα στην ΗIV λοίμωξη. Βιβλιογραφικά, οι κύριοι παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτό είναι η μη συστηματική χρήση προφυλακτικού, οι πολλαπλοί 14 τόμος 12, τεύχος 1
15 ερωτικοί σύντροφοι, οι συλλοιμώξεις με άλλα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, το νομικό καθεστώς της εργασίας των εκδιδόμενων ατόμων αποτελούν σημαντικούς προσδιοριστές της σεξουαλικής συμπεριφοράς τους. Κρατούμενοι φυλακών Οι φυλακές και τα σωφρονιστικά ιδρύματα αποτελούν σημαντικά σημεία για τη μετάδοση αιματογενών νοσημάτων. Στις δυτικές χώρες οι περισσότεροι φυλακισμένοι πριν την εισαγωγή τους σε σωφρονιστικό ίδρυμα έχουν στο ιστορικό τους χρήση ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών και ως εκ τούτου μπορεί ήδη να είναι μολυσμένοι ήδη από κάποιο αιματογενές μεταδιδόμενο νόσημα (Pont et al, 1994). Άλλες δραστηριότητες που παρατηρούνται στα σωφρονιστικά ιδρύματα και καθιστούν τους φυλακισμένους ευάλωτους στην HIV λοίμωξη αποτελούν ο βιασμός, η βία, η επιθετικότητα, και οι απροφύλακτες σεξουαλικές επαφές. Η συχνότητα του βιασμού είναι δύσκολο να εκτιμηθεί. Παρόλα αυτά σύμφωνα με αναφορές στις Ομοσπονδιακές Πολιτείες της Αμερικής εκτιμάται ότι το 9-20% των φυλακισμένων έχουν υποστεί βιασμό κατά τη διάρκεια φυλάκισης τους (hivinsite.ucsf.edu/lnsite?page=kb ). Όσον αφορά στις σεξουαλικές πρακτικές και συμπεριφορές των κρατούμενων φυλακών κυριαρχούν οι απροφύλακτες σεξουαλικές επαφές και η ύπαρξη πολλαπλών ερωτικών συντρόφων. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία το 40% των κρατούμενων ανέφεραν πολλαπλούς συντρόφους τους τελευταίους 12 μήνες και το 61% από αυτούς δεν χρησιμοποιούσαν προφυλακτικό (Morozov et al, 2000). Άλλοι παράγοντες που φαίνεται να σχετίζονται σε μικρότερο ποσοστό με τον υψηλό επιπολασμό των αιματογενών νοσημάτων στους κρατούμενους φυλακών είναι το τατουάζ και το τρύπημα (piercing) (Richardson 1993, Spaulding et al, 2002). Ο αριθμός των επεισοδίων φυλάκισης συμβάλλει σημαντικά στην μετάδοση της ΗIV λοίμωξης σε σωφρονιστικά ιδρύματα (Pickering et al, 1993, Stark et al, 1997). Παράλληλα, σημαντική συσχέτιση φαίνεται να υπάρχει μεταξύ των ετών φυλάκισης και του υψηλού επιπολασμού της HIV λοίμωξης στους κρατούμενους φυλακών. Σύμφωνα με μαθηματικά μοντέλα έχει εκτιμηθεί ότι ο επιπολασμός της αυξάνεται από 0,8 σε 6,7% πάνω από 180 βδομάδες φυλάκισης κάνοντας κοινή χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών ουσιών σε χαμηλότερη ή σε υψηλότερη συχνότητα (Dolan et al, 1998). Συμπερασματικά, οι κύριες συμπεριφορές που έχουν ενοχοποιηθεί για τη μετάδοση της HIV λοίμωξης καθώς και άλλων αιματογενώς μεταδιδομένων νοσημάτων στους κρατούμενους φυλακών είναι οι απροφύλακτες σεξουαλικές επαφές, η κοινή χρήση συριγγών, και τα έτη φυλάκισης Συζήτηση Η συστηματική χρήση του αλκοόλ και των εξαρτησιογόνων ουσιών πριν και κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής, οι απροφύλακτες πρωκτικές ή κολπικές σεξουαλικές επαφές, οι πολλαπλοί σεξουαλικοί σύντροφοι, η ηλικία και η καταγωγή φαίνονται να είναι οι κύριοι προσδιοριστές της σεξουαλικής συμπεριφοράς όλων των υπό μελέτη υποπληθυσμών. Παρόλα αυτά σύμφωνα με τη βιβλιογραφία παρουσιάζονται και άλλες συμπεριφορές οι οποίες είναι χαρακτηριστικές για τον κάθε υποπληθυσμό ξεχωριστά. Συγκεκριμένα, όσον αφορά στους χρήστες εξαρτησιογόνων ουσιών οι κύριες συμπεριφορές που τους καθιστούν ευάλωτους στην HIV λοίμωξη είναι οι πρακτικές κατά τη χρήση και λιγότερο οι σεξουαλικές πρακτικές. Συγκεκριμένα, η κοινή χρήση συριγγών και άλλων ειδών χρήσης, η συχνότητα των χρήσεων, ο αριθμός των ατόμων που μοιράζονται την ίδια σύριγγα αποτελούν επισφαλείς συμπεριφορές. Όσον αφορά στα εκδιδόμενα άτομα η συνύπαρξη άλλων σεξουαλικών μεταδιδομένων νοσημάτων αποτελούν επιβαρυντικό παράγοντα. Τέλος, οι συνθήκες διαβίωσης των φυλακισμένων καθώς και η περιθωριοποίηση τους ευνοούν στην εύκολα μετάδοση του HIV καθώς και άλλων αιματογενώς σεξουαλικών μεταδιδομένων νοσημάτων. Επιπρόσθετα στις φυλακές παρατηρούνται φαινόμενα βίαιης συμπεριφοράς και σεξουαλικής κακοποίησης. Σε απάντηση στην εξάπλωση της επιδημίας έχουν διεξαχθεί πολλές έρευνες εκτίμησης της συμπεριφοράς και έχουν 15 τόμος 12, τεύχος 1
16 εφαρμοστεί διάφορα μέτρα παρέμβασης. Οι παραπάνω συμπεριφορές καθώς και οι υποπληθυσμοί που τις υιοθετούν διαφέρουν από χώρα σε χώρα και για το λόγο αυτό κρίνεται επιτακτική η ανάγκη διε- ρεύνησής τους, ώστε να μπορούν να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν τα κατάλληλα μέτρα παρέμβασης (Auerbach et al, 2000, Sogolow et al, 2002). Έτσι, στο πλαίσιο των αρχών της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας ενός συστήματος υγείας, τα συστήματα επιδημιολογικής επιτήρησης οφείλουν να αναγνωρίζουν έγκαιρα τους υποπληθυσμούς που είναι περισσότερο ευάλωτοι στην HIV λοίμωξη, να επιτηρούν τις συμπεριφορές που συμβάλλουν στην εξάπλωση της επιδημίας καθώς και ποιες συμπεριφορές αλλάζουν διαχρονικά μετά τη εφαρμογή η μη παρεμβάσεων. Το προσχέδιο του Εθνικού Σχεδίου του Υπουργείο Υγείας της Κύπρου για την αντιμετώπιση του HIV/AIDS κινείται θεωρητικά προς αυτή την κατεύθυνση με την προϋπόθεση όμως ότι θα υλοποιηθούν οι προτεινόμενες δράσεις (Υπουργείο Υγείας Κύπρου, 2010). Τα μέτρα παρεμβάσεων πρέπει να στοχεύουν στην μείωση των επισφαλών πρακτικών, στην αλλαγή των στάσεων και αντιλήψεων, στην διευκόλυνση στην πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, στην αύξηση της διαθεσιμότητας της εξέτασης. Στις χώρες χαμηλού επιπολασμού και εστιασμένης επιδημίας, τα μέτρα παρέμβασης να εστιάζονται στις ομάδες αυτές και όχι στο γενικότερο πληθυσμό. Για παράδειγμα σε χώρες όπως η Κύπρος και η Ελλάδα, όπου η κυρίαρχη πηγή της επιδημίας είναι οι άντρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άλλους άνδρες, οι παρεμβάσεις θα πρέπει να εστιάζονται στη μείωση του επιπολασμού των απροφύλακτων σεξουαλικών επαφών μεταξύ τους καθώς σύμφωνα με έρευνες είναι κυρίαρχη σεξουαλική συμπεριφορά καθώς αυτή διαφαίνεται να είναι η κυρίαρχη επικίνδυνη συμπεριφορά. Αυτή η συμπεριφορά θέτει και τους ιδίους σε κίνδυνο καθώς και άλλους που μπορεί να μην είναι μολυσμένοι. (Crepaz Ν et al, 2009). Οι παρεμβάσεις στους χρήστες ενδοφλέβιων εξαρτησιογόνων ουσιών οφείλουν να συμβάλλουν στην αλλαγή τόσο των σεξουαλικών πρακτικών και κυρίως των συμπεριφορών που σχετίζονται με τη χρήση ουσιών (Kelly J et al, 1999, Semaan et al, 2002). Οι παρεμβάσεις στους κρατούμενους φυλακών πρέπει να στοχεύουν στην άμεση πρόσβαση στα προφυλακτικά και σε αποστειρωμένες σύριγγες μιας χρήσης, καθώς και στην έγκαιρη διάγνωση, στην πρόσβαση στη θεραπεία, στα προγράμματα εκπαίδευσης και ενημέρωσης για τους τρόπους πρόληψης, αντιμετώπισης και θεραπείας των συνυπαρχουσών λοιμώξεων (Spaulding et al. 2002). Επίσης θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι οι κρατούμενοι παραμένουν συνήθως για μικρά χρονικά διαστήματα μέσα στις φυλακές οπότε η διασύνδεση και η αλληλεπίδραση τους με το γενικό πληθυσμό είναι αναμφίβολο γεγονός (Mutter et al, 1994) Συμπερασματικά, η διεξαγωγή ποιοτικής έρευνας θα δώσει χρήσιμες πληροφορίες για τη διερεύνηση κοινωνικών, οικονομικών και πολιτισμικών παραγόντων που καθορίζουν ποιες ομάδες εξακολουθούν να είναι επιρρεπείς στην HIV λοίμωξη καθώς και ποιες συμπεριφορές ευθύνονται για αυτό (Rehle et al, 2004) Η εφαρμογή των συστημάτων επιτήρησης δεύτερης γενιάς συμβάλλουν όχι μόνο στην αναγνώριση των υποπληθυσμών αυτών αλλά αι στο σχεδιασμό των κατάλληλων μέτρων παρέμβασης στην παρακολούθηση των διαχρονικών τάσεων της επιδημίας σε πραγματικό χρόνο με την εφαρμογή κατάλληλων δεικτών και στον επανασχεδιασμό μέτρων αν είναι αναποτελεσματικά. 16 τόμος 12, τεύχος 1
17 Βιβλιογραφία Ξενόγλωσση Auerbach, J., Coates, Τ. (2000) HIV prevention research: Accomplishments and challenges for the third decade of AIDS. Am J public Health. 90, Bazia, Z., Slaymaker, E., Urassa, M., et al. (2005) The role of behavioral data in HIV surveillance. AIDS. 19, S39-S52. Bogart, L.M., Krai, A.H., Scott, Α., Anderson, R., Flynn, N., et al. (2005) Sexual Risk Among Injection Drug Users Recruited from syringe exchange programs in California. SexTransm Dis. 32 (1), Bruckova, M., Bautista, C. T., Graham, R.R., Maly, M., Vandasova, J., et al. (2006) HIV infection among commercial sex workers and injecting drug users in the Czech republic. Am J. Trop. Med. Hyg. 75(5): Cai, W.D., Zhao, J., Zhao, J.K., Raymond, H.F., Feug, Y.Z., Liy, J., et al. (2009) HIV prevalence and related risk factors among male sex workers in Shenzhen, China. Results from a time location sampling survey. Sex trasm infect. 86(1), Carvell, A.L.M., Hart G.J. (1990). Risk behaviours for HIV infection among drug users in prison. Br Med J. 300, Centres for Disease Control and Prevention. HIV/AIDS surveillance report. Atlanta: Centers for Disease Control and Prevention; 2001:13. Choopanya, K., Vanicheni, S., Des Jarlais, D.S., et al. (1991) Risk factors and HIV seropositivity among injecting drug users in Bangkok. AIDS. 5, Cohen, H., Marmor, M., Des Jarlais, D.C., et al. (1985) Behavioral risk factors for HTLV-III/LAV seropositivity among intravenous drug abusers. I International Conference on AIDS, 44. Covell, R. G., Frischer, M., Taylor, Α., et al. (1993) Prison experience of injecting drug users in Glasgow. Drug Alcohol Depend. 32, Crepaz, N., Marks, G., Liau, Α., et al. (2009) Prevalence of unprotected anal intercourse among HIV diagnosed MSM in the United States: a meta analysis. AIDS. 23, Dolan K, Wodak A, Hall W, Kaplan E. (1998) A mathematical model of HIV transmission in NSW prisons. Drug Alcohol Depend. 15(3): Drumright, L.N., Little, S.J., Strathdee, S.A., et al. (2006) Unprotected Anal Intercourse and Substance Use Among Men Who Have Sex With Men With Recent HIV Infection. J Acquir Immune Defic Syndr. 43, ECDC. HIV/AIDS Surveillance in Europe. Mid year report No.76 ECDC. HIV/AIDS Surveillance in Europe Mid-year report 2005, No. 72 ECDC.HIV/AIDS Surveillance in Europe. Mid-year report 2006, No. 74 European Centre for the Epidemiological Monitoring of AIDS. HIV/AIDS surveillance in Europe. Mid year report 2003, no 69. Fisher, D.G., Needle, R. (1993) AIDS and community-based drug intervention programs. United States of America: The Haworth Press. No 7, 3/4, Fleming, D.T., Wasserheit, J.N. (1999) From epidemiological synergy to public health policy and practice: the contribution of other sexually transmitted diseases to sexual transmission of HIV infection. Sex Transm Inf. 75, Grund, J.P., Kaplan, C.D., Adrians, N.F., Blanken, P. (1991) Drug sharing and HIV transmission risks: the practice of frontloading in Dutch injecting drug user population. J Psychoactive Drugs. 23(1), Hagan, J., Dulmaa, N. (2007) Risk factors and prevalence of HIV and sexually transmitted infections among low income female commercial sex workers in Mongolia. Sex Transm Dis. 34, Hays, R.B., Kegeles, S.M., Coates, T.L. (1990). High HIV risk taking among young gay men. AIDS. 4, Health Canada. HIV and AIDS in Canada. (2003) Surveillance report to December 31,2002. Ottawa, Ontario: Centre for Infectious Disease Prevention and Control, Health Canada; Hellard, M.E., Aitken, C.K. (2004) HIV in prison; What are the risks and what can be done? Sex Health. 1 (2), (πρόσβαση 22/3/2011) (πρόσβαση 15/6/2010) 17 τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
18 Jose, Β., Friedman, S.R., Neaigus, Α., Curtis, R., et al. (1992) Frontloading is associated with HIV infection among drug injectors in New York City. Int Conf AIDS. 8, Th76 (ThC 1551). Jose, B., Friedman, S.R., Neaigus, Α., Curtis, R., et al. (1993) Syringe mediated drug sharing (backloading): a new risk factor for HIV among injecting drug users. AIDS. 7(12), Kelly, J. Community level interventions are needed to prevent new HIV infections. (1999) Am J Public Health. 89, Krai, A.H., Lorvick, J., Brian, R. E. (2000) Sex and Drug Related Risk Among Populations of Younger and Older Injection Drug Users in Adjacent Neighborhoods in San Francisco. JAIDS. 24(2), Krai, A.H., Lorvick, J., Ciccarine, D. H, et al. (2006) HIV prevalence and risk behaviors among men who have sex with men and inject drugs in San Francisco. Journal of Urban.Health. 82(1), i43-i50. Leigh, B.C. (2002) Alcohol and Condom Use: A meta analysis of Event Level Studies. Sexually transmitted diseases. 29(8), Lemp, G.F., Hirozawa, A.M., Givert, D., Nieri, G.N., Anderson, L., et al. (1994) Seroprevelence of HIV and Behaviors Among Young Homosexual and Bisexual Men. JAMA. 272(6), Likatavicius, G., Klavs, I., Devaux, I., Alix, J., Nardae, Α., et al. (2008) An increase in newly diagnosed HIV cases reported among men who have sex with men in Europe, : implications for a European public health strategy. Sex transm Inf. 84(6), Liu, W., Chen, J., Rodolph, M., Beauchamp, G., et al. (2007) HIV prevalence among injection drug users in rural Guangxi China. Addiction. 102(5), 841. Malliori, M., Sypsa, V., Psichogiou, M., et al. (1998) A survey of blood borne viruses and associated risk behaviours in Greek prisons. Addiction. 93(2), Millet, G.A., Peterson, J.L., Wolitski, R.J., et al. (2006) Greater risk for HIV infection of black men who have sex with men: a critical literature review. Am J Public Health. 96, Mills, S., Saidel, T., Bennett, Α., Rehle, T., Hogle, J., Brown, T., et al. (1998) HIV risk behavioural surveillance: a methodology for monitoring behavioural trends. JAIDS, 12 (2), S37-S46. Mirandola, M.,Toda, C.F., Krampac, I., Nita, I., Stanekova, D., et al. (2009) HIV Biobehavioural survey among men who have sex with men in Barcelona, Bratislava, Bucharest, Ljubljana, Prague and Verona, Euro Surveillance. 14(48),1-8. Miyazaki, M., Babazono, Α., Kato, M., Tagaki, S.,Chimoura, H., Une, H. (2003) Sexually transmitted diseases in Japanese female commercial workers working in massage parlors with cell baths. J Infect Chemother. 9(3): Morozov, Α., Fridman, A.N. (2000) HIV Testing, Prevalence, and risk behaviours among prisoners incarcerated in St Petersburg, Russia. Int Conf AIDS, abstract no. MoPpC1103. Muller, R., Stark, K., Guggenmoos-Holzmann, I., Wirth, D. et al. (1995) Imprisonment: a risk factor for HIV infection conteracting eduction and prevention programmes for intravenous drug users. AIDS. 9, Mutter, R.C., Grimes, R.M., Labarthe, D. (1994) Evidence of intraprison spread of HIV infection. Arc Intern Med. 154(7), National Centre in HIV Epidemiology and Clinical Research. HIV/AIDS and related diseases in Australia: annual surveillance repost. Sydney: NCHECR; Neuman, M.S., Sogolow, E.D., Holrgrave, D.R. (2000) Supporting the transfer of HIV prevention behavioral research to public health practice. AIDS Educ Prev. 12(5),1-3. Nguyen Thi Thanh Thuy, Vo Tuyet Nhung, Nguyen Van Thuc, Truong Xuan Lien, Tran Kim Phuong, Ha Ba Khiem. (1998) HIV infection and risk factors among female sex workers in southern Vietnam. AIDS. 12(4); Pan Amerrican Health Organization. (2000) Update on HIV/AIDS surveillance in the Americas. Epidemiol Bull. 21: Papadogeorgaki, P., Caroni, C., Frangouli, E,. et al. (2006) Prevelance of sexually transmitted infections in female sex workers in Athens, Greece Eur J Dermatol. 16(6), Pickering, H., Stimson, G.V. (1993) Syringe sharing in prison. Lancet. 342, Pont, J., Strutz, H., Kahl, W., Salzner, G. (1994) HIV epidemiology and risk behavior promoting HIV transmission in Austrian prisons. European Journal of Epidemiology. 10(3), Pyett, P.M., Warr, D.J. (1997) Vulnerability on the streets: female sex workers and hiv risk. AIDS care. 9(5), τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
19 Quinn, T.C.(1996) Association of sexually transmitted diseases and infection with the human immunodeficiency virus: biological cofactors and markers of behavioral interventions. Int J STD AIDS. 7(2), Raftopoulos V, Nikolopoulos G, Konte V, Pylli M, Tsiara C, Makri E, Paraskeva D. (2008) Post-exposure prophylaxis after non-occupational exposure to HIV in Greece. International Nursing Review. Mar; 55(1): Ramafedi, G. (1987) Gay youth: a challenge to contemporary society. JAMA. 258, Rehle, T., Lazzari, S., Dallabeta, G., Asamoah-Odei, A. (2004) Second generation HIV surveillance: better data for decision making. Bulletin of the World Health Organization. 82 (2), Richardson, C., Ancelle-Park, R., Papaevangelou, G. (1993) Factors associated with HIV seropositivity in European injecting drug users. The European Community study Group on HIV in Injecting Drug Users. AIDS. 7, Semaan, S Kay, L., Strouse, D., Sogolow, E., Mullen, P.D., et al. (2002) A profile of US based trials of behavioral and social interventions for HIV risk reduction. J Acquir Immune Defic Syndr. 30(1), S Smith A, Vlahov D, Menon AS, Anthony JC (1992), Terminology for drug injection practices among intravenous users in Baltimore. International journal of the Addictions 27: Sogolow, E., Peersman, G., Semaan, S., Strouse, D., Lyles, C.M., et al. (2002) The HIV/AIDS prevention research synthesis project: scope, methods and study classification results. J Acquir Immune Defic Syndr. 30(1), S Spaulding, Α., Stephenson, B., Macalino, G., et al. (2002) Human Immunodeficiency Virus in Correctional Facilities: A review. Clin Infect Dis. 35(3), Stark, K., Bienzle, U., Vonk, R,. et al. (1997) History of Syringe Sharing in Prison and risk of Hepatitis Β virus, Hepatitis C Virus, and human immunodeficiency virus infection among injecting drug users in Belrin. Int. J. Epidem. 26(6), Stark, K., Muller, R., Bienzle, U., Guggenmoos-Holzmann I. (1996) Frontloading: a risk factor for HIV and hepatitis C virus infection among injecting drug users in Berlin. AIDS. 10(3), UNAIDS/WHO. (2002) Initiating second generation HIV Surveillance systems: practical guidelines. Valleroy, L.A., MacKellar, D.A., Karon, J.M., Rosen, D.H., et al. (2000) HIV prevalence and risk behaviors among men who have sex with men and inject drugs. JAMA. 284(2), Van Griensven, F., Varangrat, Α., Wimonsate, W., Tanpradech, S., et al. (2010) Trends in HIV Prevalence, Estimated HIV Incidence, and Risk Behavior Among Men Have Sex With Men in Bangkok, Thailand, JAIDS. 53(2), Vanable, P.A., McKirnan, D.J., Buchbinder, S.P., Bartholow, B.M., et al. (2004) Alcohol use and high risk behavior among men who have sex with men: the effects of consumption level and partner type. Health Psychol. 23(5), Wasserheit, J.N. (1992). Epidemiological synergy. Interrelationships between human immunodeficiency virus infection and other sexually transmitted diseases. Sex transm Dis. 19(2), Watters, J., Biernacki, P. (1989) Targeted sampling options for the study of hidden populations. Social problems. 36 (4), Weber, A.E., Chan, K., Clemon, G., Hogg, R.S., Remis, R.S., et al. (2001) Risk Factors Associated With HIV Infection among Young Gay and Bisexual Men in Canada. JAIDS. 28 (1), WHO/UNAIDS. Second generation surveillance for HIV. The next decade (πρόσβαση 15 Ιουλίου 2010) Ελληνόγλωσση ΚΕ.ΕΛ.Π.ΝΟ Δελτίο Επιδημιολογικής Επιτήρησης της HIV λοίμωξης στην Ελλάδα, Υπουργείο Υγείας Κύπρου (2010) Εθνική στρατηγική για την αντιμετώπιση του HIV/AIDS στην Κύπρο ( τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
20 Ο Βαθμός Συνύπαρξης της Ψυχικής Διαταραχής με την διαταραχή εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες. The degree of coexistence of mental disorder with the disorder dependence on psychoactive substances. Προδρόμου Μαρία Νοσηλεύτρια Ψυχικής Υγείας, Σύμβουλος Τοξικοεξάρτησης IC&RC,BSc Nursing BSc Ψυχικής Υγείας, Μεταπτυχιακό Δίπλωμα οτην Διοίκηση Μονάδων Τοξικοεξάρτησης Prodromou Maria Mental Health Nurse RN, BSc Nursing, BSc Psychiatric Nursing, MSc Diploma in Management in Drug Addiction, MSc Candidate Περίληψη Εισαγωγή: Τις τελευταίες δεκαετίες το ενδιαφέρον της δημόσιας υγείας για την ουσιοεξάρτηση και τις συνέπειες της στο άτομο και την κοινωνία αυξάνεται διαρκώς, λόγω της μεγάλης εξάπλωσης του φαινομένου παγκοσμίως. Πρόσφατες επιδημιολογικές έρευνες σε παγκόσμια κλίμακα δείχνουν ότι η εξάρτηση από τις ουσίες αποτελεί την πλέον διαδεδομένη ψυχική διαταραχή που συχνά μάλιστα συνυπάρχει με ψυχοπαθολογία. Σκοπός: Η μελέτη έχει σκοπό την διερεύνηση της ύπαρξης ψυχιατρικής διαταραχής στους χρήστες ουσιών, που αποτείνονται σε θεραπευτικά Προγράμματα, και πως αυτό επηρεάζει τη θεραπευτική τους συνέχεια. Μεθοδολογία: Η μελέτη αυτή αποτελεί μια βιβλιογραφική κριτική ανασκόπηση. Με συγκεκριμένες λέξεις ευρετηριασμού, αναζητήθηκαν άρθρα τα οποία δημοσιεύθηκαν κατά τη χρονική περίοδο 1986 μέχρι και σήμερα. Η αναζήτηση των άρθρων πραγματοποιήθηκε κυρίως στις ιστοσελίδες του Pub Med, MEDLINE, CINAHL, EBSCO και σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά. Ως αποτέλεσμα επιλέγηκαν, μετά από προσεκτική μελέτη, 17 άρθρα τα οποία αποτελούν το δείγμα αυτής της κριτικής μελέτης. Αποτελέσματα: Τα κύρια ευρήματα της ανασκόπησης αυτής είναι ότι η ψυχιατρική διαταραχή συνυπάρχει με τη διαταραχή εξάρτησης, σε άτομα που κάνουν χρήση ψυχοδραστικών ουσιών. Η πιο συχνά εμφανιζόμενη ψυχιατρική διαταραχή είναι η διαταραχή του συναισθήματος,. Επιπρόσθετα φάνηκε ότι η κύρια ουσία χρήσης καθορίζει και την παρουσία ανάλογης ψυχιατρικής διαταραχής. Τα άτομα που παρουσιάζουν ψυχιατρική διαταραχή και διαταραχή εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες εγκαταλείπουν πρόωρα την θεραπεία τους σε ένα Πρόγραμμα Θεραπείας της Τοξικοεξάρτησης. Λέξεις κλειδιά: «cο morbidity substance use disorder and psychiatric disorder», «substance use disorder» και «psychiatric disorder». 20 τόμος 12, τεύχος 1
21 Abstract Introduction: During the last decade's Public Health concern regarding substance abuse and addiction has being rising dramatically due to the great-dispersed phenomenon on a global basis. Resent international epidemiological research reflects that substance use disorder is one of the most common psychiatric disorders and that most often there is comorbidity of substance abuse disorder and other psychiatric disorders. Purpose: The aim of the study is to investigate the existence of psychiatric disorders among drug users, who have recourse to treatment programs, and how this influences their therapeutic continuity. Methodology: For the purpose of this study, research has been implemented through the internet via Pub Med, MEDLINE, CINAHL, EBSCO and Scientific Article Publications. As a result, after careful screening, 17 articles have been chosen that fulfil the specimen for the Critical study Outcomes: The important findings of the current study are that psychiatric disorder coexists with substance use disorder in persons that use psychotropic substances. In addition, the most common co-existing psychiatric disorder is Depression and the main substance use is related with the presence of the specific psychiatric disorder. Furthermore, what evolves is that persons that have a co morbidity of psychiatric disorder and substance use disorder from psychotropic substances have early drop out in their therapy in Addiction Therapeutic Programmes. Key Words: Co morbidity substance use disorder and psychiatric disorder, Substance use disorder and Psychiatric disorder. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η εξάρτηση από ψυχοδραστικές ουσίες αποτελεί την πλέον διαδεδομένη ψυχική διαταραχή και επιπρόσθετα αποτελεί ένα από τα σοβαρότερα κοινωνικά προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν όλες οι επιστήμες που ασχολούνται με τον άνθρωπο. Πρόκειται για ένα πολύπλοκο και πολυπαραγοντικό φαινόμενο, με την έννοια της ενιαίας διαδικασίας, που έχει την δική της δυναμική, αναπτύσσεται σε πολλά επίπεδα και αφορά όλες τις παραμέτρους της ανθρώπινης ύπαρξης. Η εξάρτηση είναι προϊόν της συνάντησης μιας ουσίας με μια συγκεκριμένη ελλειμματική προσωπικότητα σε μια δεδομένη κοινωνι- κοπολιτιστική στιγμή (Μάτσα, 2001) Η διαταραχή εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες (SUD - Substance Use Disorder) είναι μια διαταραχή που συχνά συνυπάρχει με άλλες ψυχιατρικές διαταραχές. Το ποσοστό συνύπαρξης ενδέχεται να υπερβαίνει το 50% με αποτέλεσμα η συννοσηρότητα (πρόκειται για την χρονική συνύπαρξη δυο διαφορετικών διατα ραχών, είτε του άξονα I ή II του DSM -IV, είτε του ICD 10) να αποτελεί σχεδόν τον κανόνα στις περιπτώσεις των χρηστών που απευθύνονται στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Η σχέση μεταξύ της χρήσης ουσιών και της ψυχοπαθολογίας είναι σύνθετη, στο πλαίσιο αυτό η ψυχοπαθολογία μπορεί να προηγείται, να συνυπάρχει ή να έπεται της κατάχρησης,. αλλά ακόμη και να αποτελεί έκφραση κάποιου κοινού υποκειμένου αιτιολογικά σχετιζόμενου παθογενετικού μηχανισμού (Μαρινοπούλου & Κεφάλας, 2003). Οι χρήστες με παράλληλη ψυχοπαθολογία παρουσιάζουν ορισμένες κλινικές ιδιαιτερότητες και γενικά εμφανίζουν πτωχή συμμόρφωση και χαμηλή ανταπόκριση στη φαρμακευτική αγωγή, με αποτέλεσμα να έχουν χειρότερη πρόγνωση. Η έλλειψη εξειδικευμένων υπηρεσιών αντιμετώπισης των προβλημάτων που προκύπτουν από την παράλληλη νοσηρότητα στο συγκε- γκριμένο πληθυσμό, έχει ως συχνό επακόλουθο την εσφαλμένη διάγνωση και την ανεπαρκή θεραπεία (Λιάπας κ συν, 2001) 21 τόμος 12, τεύχος 1
22 Η σχέση ψυχιατρικής διαταραχής και εξάρτησης είναι πολύπλοκη. Πολλοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι η ψυχοπαθολογία εύκολα γίνεται σε πολλές περιπτώσεις το έδαφος για την ανάπτυξη μιας εξάρτησης και συχνά η μια διαταραχή επιβαρύνει την άλλη, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο υποτροπής. Η θεραπεία τοξικοεξάρτησης είναι το πεδίο νοσηλευτικού ενδιαφέροντος γιατί το φαινόμενο της χρήσης ψυχοδραοτικών ουσιών επηρεάζει τους ανθρώπους σε όλους τους τομείς βιολογικά, συναισθηματικά, ψυχολογικά, κοινωνικά, οικονομικά, πνευματικά. Η εστίαση στον άνθρωπο και στις ανάγκες του, είναι η φιλοσοφία της Νοσηλευτικής Επιστήμης και βασική αρχή της είναι και η καλύτερη δυνατή φροντίδα για κάθε άνθρωπο. Στην περίπτωση αυτή «φροντίδα» είναι η αξιολόγηση των πραγματικών συνθηκών, η διερεύνηση της πιθανής συνύπαρξης των δυο αυτών διαταραχών και η παροχή του καλύτερου δυνατού θεραπευτικού αποτελέσματος. Σκοπός της παρούσης εργασίας είναι η μελέτη μέσω της σχετικής βιβλιογραφίας της ύπαρξης ψυχιατρικής διαταραχής στους χρήστες ουσιών, που αποτείνονται σε θεραπευτικά Προγράμματα, και πως αυτό επηρεάζει τη θεραπευτική τους πορεία και συνέχεια. Εννοιολογική προσέγγιση Διαταραχή εξάρτησης ψυχοδραστικών ουσιών (SUBSTANCE Use Disorder - SUD) Ο όρος «τοξικομανία» από την λέξη τοξικό που σημαίνει δηλητήριο και τη λέξη μανία που αναφέρεται μια ψυχιατρική διαταραχή, είχε από την πρώτη στιγμή μια ηθική και παράλληλα μια ιατρική διάσταση. Υποδήλωνε μια κοινωνική μάστιγα και ταυτόχρονα μια νόσο, ως συνέπεια της εξάρτησης του ατόμου από ψυχοτρόπες ουσίες. Το 1964 μια επιτροπή ειδικών της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας αποφασίζει να αντικαταστήσει τον όρο τοξικομανία με τον όρο εξάρτηση. Το 1990 ο Goodman εισάγει τον όρο «addiction», προσδιορίζο ντας με αυτόν μια διαδικασία, διαμέσου της οποίας μια συμπεριφορά που μπορεί να προκαλέσει ευχαρίστηση ή να απαλύνει μια αίσθηση εσωτερικής κακουχίας, χρησιμοποιείται με τρόπο που χαρακτηρίζεται από την επαναλαμβανόμενη αδυναμία ελέγχου αυτής της συμπεριφοράς και τη συνεχή επιδίωξη της, μολονότι το άτομο γνωρίζει τις αρνητικές συνέπειες (Μάτσα 2001). Η λέξη addiction προέρχεται από το λατινικό addicare, που σημαίνει επιδικάζω λόγω χρεών. Add ictus είναι ο υποβιβασμένος στην κατάσταση του σκλάβου λόγω χρεών, αυτός που έχει υποθηκεύσει το ίδιο το σώμα του. Ο όρος (addiction) υποδηλώνει συμπεριφορές καταναγκασμού (Μάτσα 2001). Σύμφωνα με την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, εξάρτηση είναι η κατάσταση η οποία οφείλεται στην περιοδική ή χρόνια δηλητηρίαση που προκαλείται από την επαναλαμβανόμενη κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών ή συνθετικών (Λιάπας,2000). Η κατάσταση αυτή χαρακτηρίζεται από την ακατανίκητη επιθυμία ή ανάγκη κατανάλωσης ναρκωτικών, από την τάση συνεχούς αύξησης των δόσεων, από την ψυχική και σωματική εξάρτηση, και τέλος από τα καταστροφικά αποτελέσματα της χρήσης για το άτομο και την κοινωνία. Ψυχοτρόπος ή ψυχοδραστική ουσία. Είναι οποιαδήποτε ουσία, φυσική, συνθετική ή ημισυνθετική, που επιδρά στο κεντρικό νευρικό σύστημα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από κάποιο άτομο για να αλλάξει τη διάθεση του (Μάνου,1997). Συννοσηρότητα Η συννοσηρότητα η διπλή διάγνωση ορίστηκε το 1995 από την Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (ΠΟΥ) ως η συνύπαρξη στο ίδιο άτομο μιας διαταραχής οφειλόμενης στη χρήση ψυχοδραστικής ουσίας και μιας άλλης ψυχιατρικής διαταραχής. 22 τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
23 Ψυχιατρική Διαταραχή Σύμφωνα με το DSM IV R η Ψυχιατρική διαταραχή ορίζεται η κατάσταση του ατόμου που χαρακτηρίζεται από ψυχολογικές ή συμπεριφορικές εκδηλώσεις, οι οποίες συνοδεύονται από έντονη δυσφορία αλλά και έκπτωση της λειτουργικότητας του. Μεθοδολογία Για την εργασία αυτή έγινε διερεύνηση στο διαδίκτυο, μέσω του Pub Med, MEDUNE, CINAHL, EBSCO και σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά μέσω των εκδοτικών τους οίκων (Blackwell Publishing, Oxford University Press, Science Direct Elsevier & Academic Press, Tailor & Francis Press). Αναζητήθηκαν άρθρα της χρονολογικής περιόδου Για εντοπισμό των άρθρων χρησιμοποιήθηκαν οι λέξεις κλειδιά «co morbidity substance use disorder and psychiatric disorder», «substance use disorder», μόνες ή σε συνδυασμό μεταξύ τους. Η αρχική αναζήτηση κατέληξε σε 90 άρθρα. Από τη μελέτη του τίτλου απορρί- φθησαν 25 άρθρα. Αφού μελετήθηκαν οι περιλήψεις των υπολοίπων 65, απορρί- φθησαν 35 άρθρα και επιπλέον αλλά 10 των οποίων δεν βρέθηκε το πλήρες κείμενο. Το σύνολο των άρθρων που επιλέγηκαν στο στάδιο αυτό ήταν 20 με βάση τα πιο κάτω κριτήρια: (α) Να είναι γραμμένα στην Αγγλική γλώσσα, (β) Να αναφέρονται σε ψυχιατρική διαταραχή (γ) Να αναφέρονται σε διαγνωσμένη διαταραχή χρήσης ουσιών ή να εξετάζει συμπεριφορές χρήσης ουσιών. Στη συνέχεια ακολούθησε έλεγχος των 20 άρθρων ως προς το μεθοδολογικό τους επίπεδο. Τα άρθρα ελέγχθηκαν με βάση (α) τη διαδικασία επιλογής του δείγματος και (β) την εγκυρότητα των εργαλείων μέτρησης. Η αξιολόγηση αυτή οδήγησε στον αποκλεισμό 6 άρθρων. Τα υπόλοιπα 14 άρθρα που απέμειναν αποτελούν το δείγμα αυτής της κριτικής μελέτης. Αποτελέσματα Η ψυχιατρική διαταραχή και η διαταραχή εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες συνυπάρχουν; Οι Jainchill et al (1986) στην έρευνα που έκαναν διερεύνησαν ένα δείγμα 58 ατόμων που εισήχθησαν στο Phoenix House για θεραπεία με διαμονή, η οποία είναι θεραπευτική κοινότητα στην οποία δεν χορηγείται καμιά φαρμακευτική ουσία για απεξάρτηση. Ο σκοπός της έρευνας ήταν να διερευνήσει την ύπαρξη ψυχιατρικής διαταραχής στους χρήστες ουσιών της θεραπευτικής κοινότητας Phoenix House. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ανάμεσα στην διαταραχή εξάρτησης το 81 % είχαν κατάχρηση ουσιών το 50% είχαν εξάρτηση από ψυχοδραστικές ουσίες το 22.4 % έκαναν κατάχρηση αλκοόλ, και το 17.2% είχαν εξάρτηση από το αλκοόλ. Οι περισσότεροι παρουσίαζαν ψυχιατρική διαταραχή επιπρόσθετα με την διαταραχή εξάρτησης. Στην έρευνα De Leon & Jainchill ( ) αναφέρεται ότι οι εξαρτημένοι από ψυχοδραστικές ουσίες που έρχονται για θεραπεία παρουσιάζουν σοβαρό βαθμό ψυχολογικής ανικανότητας με διάφορες μορφές ψυχιατρικής διαταραχής. Σε δυο έρευνες τους η Κοκκέβη & Στεφανής (1995) εξέτασαν το φαινόμενο της συννοσηρό- τητας της χρήσης ουσιών και των ψυχικών διαταραχών. Στην πρώτη από αυτές τις έρευνες, η ψυχιατρική συνοσηρότητα μελετήθηκε σε δυο ομάδες εξαρτημένων ατόμων κυρίως (96%) από οπιούχες ουσίες, μια ομάδα φυλακισμένων και η άλλη η ομάδα άτομα που συμμετείχαν σε θεραπευτικά προγράμματα, συνολικά 176 άτομα άνδρες ηλικίας (28,9 +,-7.1 χρονών), οι οποίοι όλοι βρίσκονταν σε αποχή την περίοδο της αξιολόγησης. Τα ευρήματα της έρευνας εμφάνιζαν υψηλή επίπτωση ψυχιατρικής συννοσηρότητας στις δυο ομάδες. Σε μια έρευνα ο Nocon et al (2005) μελετήθηκε το δείγμα 115 ασθενών με διαταραχή εξάρτησης που είχαν εισαχθεί σε μονάδα αποτοξίνωσης στο νοσοκομείο της Barcelona Ισπανία για την χρονική διάρκεια των 18 μηνών. Τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι οι περισσότεροι από τους ασθενείς είχαν επιπρόσθετα με την διαταραχή εξάρτησης παρουσία ψυχιατρικής διαταραχής. Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τομος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
24 Σε πιο βαθμό συνυπάρχουν και ποιες ψυχικές διαταραχές συνυπάρχουν με την διαταραχή χρήσης ψυχοδραστικών ουσιών. Οι Jainchill et al (1986) στην έρευνα που έκαναν τα αποτελέσματα έδειξαν ότι το 36.2% είχαν φοβίες (κοινωνική φοβία, απλή φοβία, αγοραφοβία με ή χωρίς διαταραχή πανικού). Το 29.3% είχαν αντικοινωνική συμπεριφορά, το 27.8% είχαν γενικευμένη αγχώδη διαταραχή, διαταραχή πανικού είχε το 16.7% Καταθλιπτική διαταραχή το 10.3% ποσοστό το οποίο συμπεριλάμβανε το 3.4% δυσθυμία. Το 8.6% παρουσίαζε παθολογική χαρτοπαιξία και το 8.6% ψυ- χαναγκαστική καταναγκαστική διαταραχή. Σε δυο έρευνες τους η Κοκκέβη & Στεφανής (1995) ανάφεραν ότι η πλειοψηφία (90.3%) είχαν τουλάχιστον μια φορά Axis I και II ψυχιατρική διαταραχή, εκτός από την διαταραχή εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες, καθώς το 83% είχαν δυο ή και περισσότερες διαταραχές. Συγκεκριμένα συναισθηματικές διαταραχές σε όλη την ζωή βρέθηκαν στο 25% των περιπτώσεων, από τις οποίες το 18,1% πληρούσε τα κριτήρια της μονοπολικής μείζονος κατάθλιψης. Στο 42,1% των υποκειμένων η ουσιοεξάρτηση προηγείτο και στο 42,1% έπετο της έναρξης του πρώτου επεισοδίου της συναισθηματικής διαταραχής, ενώ στο 15,8% οι δυο διαταραχές ήταν ταυτόχρονες. Με διαταραχή αντικοινωνικής προσωπικότητας είχαν διαγνωστεί το 69,3% του δείγματος του πληθυσμού που χρησιμοποιήθηκε. Οι αγχώδεις διαταραχές είχαν ποσοστό 19.9%. Η Αλεξανδράκου, (2004) ξεκινώντας με το ερώτημα του κατά πόσο η χρήση ψυχοδραστικών ουσιών οδηγεί σε ψυχιατρική διαταραχή ερεύνησαν ένα δείγμα 1963 ασθενών νοσηλευθέντων για τρία χρόνια στην κλινική Γαλήνη. Μελετήθηκε ο αριθμός των χρηστών από εξαρτησιογόνες ουσίες (αλκοόλη, απιοειδή, κανναβινοειδή, κοκαίνη, αμφεταμίνες) σε ομάδα ασθενών που νοσηλεύθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια στην ιδιωτική κλινική Γαλήνη. Από τους παραπάνω ασθενείς, 900 έπασχαν από κάποια ψυχωτική διαταραχή (σχιζοφρένεια, παραληρητική διαταραχή, σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, σχιζοφρενικόμορφη διαταραχή, βραχεία ψυχωτική διαταραχή) 840 από διαταραχές της διάθεσης (κατάθλιψη διπολική διαταραχή I και II, κυκλο- θιμική διαταραχή), 113 από οργανικό ψυχοσύνδρομο, 75 από διαταραχές προσωπικότητας, ενώ για τους υπόλοιπους 35 τέθηκαν διάφορες διαγνώσεις (αγχώδεις διαταραχές, διαταραχές πρόσληψης τροφής, διαταραχή προσαρμογής). Ποια είναι η πιο συχνά εμφανιζόμενη ψυχιατρική διαταραχή Στην έρευνα των Jainchill et al (1986) αναφέρεται ότι η πιο συχνά εμφανιζόμενη ψυχιατρική διαταραχή ήταν η φοβία και η παρουσία αντικοινωνικής προσωπικότητας, με λίγες περιπτώσεις ψυχώσεων ή σοβαρής άλλης ψυχιατρικής διαταραχής. Σε μια έρευνα τους η Κοκκέβη & Στεφανής (1995) διαφάνηκε ότι τα συμπτώματα κατάθλιψης παρατηρήθηκαν στην πλειοψηφία του δείγματος (71.5%) με χωρίς σημαντική διαφορά στατιστικά με το δείγμα των φυλακισμένων που ανερχόταν στο (67.8%) και το δειγμάτων ατόμων που βρίσκονται σε θεραπεία στο (75.6%). Η διαταραχή του συναισθήματος και ιδιαίτερα η κατάθλιψη ήταν πιο συχνά εμφανιζόμενη ψυχιατρική διαταραχή στα άτομα με διαταραχή εξάρτησης είτε αυτά τα άτομα ήταν ο αριθμός των ατόμων που ήταν φυλακισμένα ή ήταν τα άτομα που ήταν σε θεραπεία. Στην έρευνα της Αλεξανδράκου.Π (2004)από την συγκριτική αξιολόγηση των ευρημάτων προέκυψε στατιστικώς σημαντική υπεροχή των χρηστών εξαρτησιογόνων ουσιών στην ομάδα των ασθενών με διαταραχές προσωπικότητας (ρ<0.001) σε σχέση με τους πάσχοντες από ψυχωτικές διαταραχές και τους πάσχοντες από διαταραχές της διάθεσης. Επιπροσθέτως, βρέθηκε εξαιρετικά σημαντική υπεροχή χρηστών στην ομάδα των ασθενών με διαταραχές της διάθεσης. 24 τόμος 12, τεύχος 1
25 Η κΰρια ουσία χρήσης σχετίζεται με παρουσία συγκεκριμένης ψυχιατρικής διαταραχής; Σε μια έρευνα που έχουν κάνει οι Καλογιάννης και συν (2002) με σκοπό να αναγνωρίσουν τα χαρακτηριστικά του εσωτερικού πληθυσμού των θεραπευόμενων μελών ενός προγράμματος απεξάρτησης με επικέντρωση στην συννοσηρότητα ψυχιατρικών διαταραχών, στις παραμέτρους της προσωπικότητας και στη φαρμακευτική θεραπεία.η ηρωίνη ήταν η κύρια ουσία κατάχρησης στο 95% των περιπτώσεων. Το 18,2% των ασθενών έλαβαν τη διάγνωση της ψύχωσης στον άξονα I και 16,4% τη διάγνωση της κατάθλιψης, 18,2% χαρακτηρίστηκαν ως διαταραχές προσωπικότητας (μεθοριακού τύπου κυρίως)στον άξονα II, ενώ 4 (7,3%) έλαβαν διάγνωση και στους δυο άξονες. Νευροληπτικά χορηγήθηκαν στο 20% των ασθενών, αντικαταθλιπτικά στο 29% και σταθεροποιητές στο 3,6% των νοσηλευμένων. Η παρουσία συννοσηρότητας επηρεάζει την θεραπευτικ πορεία των ατόμων αρνητικά δηλαδή εγκαταλείπουν την θεραπευτική τους προσπάθεια πιο νωρίς σε σχέση με τα άτομα που παρουσιάζουν μόνο διαταραχή εξάρτησης. Οι Brian Κ. et al (2001) στην έρευνα τους που πραγματοποίησαν σε πρόγραμμα διαμονής εφήβων χρηστών παράνομων ψυχοδραστικών ουσιών διερεύνησαν ένα δείγμα 91 συμμετεχόντων στο πρόγραμμα για ένα χρόνο. Ο στόχος της έρευνας αυτής ήταν να εξεταστεί το πως η συνύπαρξη ψυχιατρικής διαταραχής και διαταραχής εξάρτησης επηρεάζει την θεραπευτική πορεία των θεραπευομένων μελών. Τα αποτελέσματα σε σχέση με τη συχνότητα της επιτυχούς συμμετοχής στο πρόγραμμα σε σχέση πάντοτε με την μη επιτυχή συμμετοχή στο πρόγραμμα είχαν ως εξής: Οι γυναίκες είχαν ψηλότερη συχνότητα επιτυχίας στη συνέχιση της θεραπευτικής τους προσπάθειας 90% σε σχέση με τους άνδρες 6,2%. Επιπρόσθετα οι έφηβοι με παρουσία ADHD 40% και CD 59,1 % είχαν λιγότερες πιθανότητες επιτυχίας στη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα. Οι άνδρες είχαν σημαντικά μειωμένες πιθανότητες να συμμετέχουν στο πρόγραμμα με επιτυχία (OR = 0,177,p = 0,019) και οι έφηβοι με συνύπαρξη διάγνωσης ADHD (OR =0,228, ρ=0,07). Συζήτηση Η υπόθεση στη μελέτη της συνύπαρξης της ψυχιατρικής διαταραχής με την διαταραχή εξάρτησης είναι ότι υπάρχουν υψηλά ποσοστά συννοσηρότητας των δύο αυτών διαταραχών. Η ψυχιατρική διαταραχή, σχετίζεται με τη διαταραχή χρήσης, κατάχρησης ή εξάρτησης από ψυχοτρό- πες ουσίες και αποτελεί συχνό φαινόμενο μεταξύ των εξαρτημένων ατόμων. Το φαινόμενο της συννοσηρότητας φαίνεται σχεδόν σε όλες τις έρευνες που έχουν διερευνηθεί, σε υψηλά ποσοστά ανάμεσα στους χρήστες ψυχοδραστικών ουσιών. Δεν είναι όμως ξεκάθαρο πια από τις δυο διαταραχές προηγείται, ή αν οι δυο αυτές διαταραχές συνυπάρχουν, ή έπονται της κατάχρησης ουσιών. Στην πλειοψηφία τους οι έρευνες που έχουν διερευνηθεί πραγματοποιήθηκαν σε περιβάλλον τοξικοεξάρτησης δηλαδή οι συμμετέχοντες αποτελούσαν άτομα εξαρτημένα από ψυχοδραστικές ουσίες και οι έρευνες αναζητούσαν ποσοστά συνύπαρξης, τη σχέση και τη συσχέτιση της παρουσίας ψυχιατρικής διαταραχής με την εξάρτηση. Η πιο συχνά εμφανιζόμενη ψυχιατρική διαταραχή φαίνεται να είναι η διαταραχή του συναισθήματος και ιδιαίτερα η κατάθλιψη, καθώς και η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή. Η ουσία χρήσης σχετίζεται με την παρουσία συγκεκριμένης ψυχικής διαταραχής: α) ηρωίνη με την παρουσία κατάθλιψης, β) κοκαΐνη και κάνναβη με την παρουσία διαταραχής προσωπικότητας. Τα άτομα που έχουν ψυχιατρική διαταραχή και διαταραχή εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες εγκαταλείπουν πρόωρα την θεραπεία τους σε ένα Πρόγραμμα Απεξάρτησης σε σχέση με τα άτομα που έχουν μόνο διαταραχή εξάρτησης. 25 τομος 12, τεύχος 1
26 Η μελέτη του θέματος εγείρει ορισμένα μεθοδολογικά κυρίως ερωτήματα όπως είναι η ερμηνεία της έννοιας σε διάφορες κουλτούρες. Εντοπίστηκαν διάφοροι παράγοντες που μειώνουν την εγκυρότητα των ερευνών με κύριο μειονέκτημα που αφορούσε το δέιγμα και τη διαπολιτισμιοκή εγκυρότητα της έννοιας και ακόμη η μέτρηση της με τα ίδια όργανα σε διαφορετικές κοινωνίες. Η χρήση του δείγματος σε κάποιες από τις έρευνες από μόνο ένα πρόγραμμα θεραπείας εμποδίζει τη γενίκευση, δυσκολία που αποτελεί συνήθες φαινόμενο σε τέτοιου είδους έρευνες. Επιπλέον, άλλα προβλήματα όπως η δυσκολία πρόσβασης στα θεραπευτικά κέντρα απεξάρτησης και η απώλεια στοιχείων που παρατηρήθηκε με τη διακοπή της θεραπείας και την εγκατάλειψη της έρευνας από τους συμμετέχοντες εμποδίζει και περιορίζει την έρευνα. Πολλές μελέτες είναι επίσης προβληματικές με την έννοια της μεθοδολογικής προσέγγισης πολλαπλότητας και του μεγέθους των δειγμάτων. Στη συγκεγκριμένη ανασκόπηση το μέγεθος του δείγματος ήταν στις μισές έρευνες κάτω από 200 άτομα, τέσσερις από τις μελέτες είχαν μεγάλο δείγμα 250 με 532 άτομα.. Οι ερευνητές έχουν χρησιμοποιήσει διαφορετικά εργαλεία μέτρησης και παρατηρείται ομοιομορφία όσον αφορά τον τρόπο μέτρησης της Ψυχικής διαταραχή και της διαταραχής ΧΡήσης ουσιών, όπου η βιβλιογραία παρέχει καλά σταθμισμένα, έγκυρα και αξιόλογα εργαλεία μέτρησης. Σε σχέση με τα δεοντολογικά θέματα σε καμία από τις έρευνες που μελετήθηκαν δεν δίνονται στοιχεία που να δηλώνουν ότι οι έρευνες αυτές έτυχαν έγκρισης από τα αρμόδια όργανα. Η πιθανότητα να μην έτυχαν έγκρισης και να παραβίασαν ηθικές αρχές είναι μειωμένη αφού όλες οι έρευνες είχαν σαν τελικούς χρήστες ή χρηματοδότες Πανεπιστήμια και όλες ανεξαιρέτως δημοσιεύθηκαν σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά. Συμπερασματικά φαίνεται ότι η σχέση ανάμεσα στο βαθμό συνύπαρξης των δυο διαταραχών και το πως η μια διαταραχή επηρεάζει την άλλη στην εξέλιξή της και πώς τελικά επηρεάζουν, αν επηρεάζουν, τη θεραπευτική πορεία και την εξέλιξη του ατόμου στην θεραπευτική του προσπάθεια είναι πολύ σημαντικό να διερευνηθεί εκτενέστερα. Για αυτό και το ενδιαφέρον επικεντρώνεται περισσότερο στη μελέτη των καθοριστικών επιπτώσεων της συνύπαρξης των δυο αυτών διαταραχών και στην εξαγωγή ενός συμπεράσματος για το τι ακριβώς συμβαίνει σε σχέση με το μηχανισμό συνύπαρξης τους. Συμπεράσματα Η ανασκόπηση αυτή έχει παρουσιάσει ευρήματα από μια σειρά ερευνών που έχουν γίνει για την διαταραχή χρήσης παράνομων ψυχοδραστικών ουσσιών καθώς και τη συνύπαρξη τηης ψυχιατρικιής διαταραχής και το πως αυτή η συνύπαρξη επηρεάζει τη θεραπευτική πορεία των ατόμων σε Προγράμματα Απεξάρτησης. Η υπόθεση ήταν ότι η ψυχιατική διαταραχή συνυπάρχει με την διαταραχή εξάρτησης παράνομων ψυχοδραστικών ουσιών και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό και επηρεάζει ποικιλοτρόπως τη θεραπευτική πορεία σε ένα πρόγραμμα Απεξάρτησης. Τα αποτελέσματα της διερεύνησης αυτής καταδεικνύουν ότι υπάρχει αναγκαιότητα ψυχιατρικής διερεύνησης των ατόμων που εντάσσονται σε προγράμματα θεραπείας της τοξικοεξάρτησης από την αρχή με στόχο την έγκαιρη και κατάλληλη αντιμετώπιση της συνύπαρξης ψυχιατρικής διαταραχής και διαταραχής εξάρτησης. Επιπρόσθετα η παροχή προγραμμάτων σχεδιασμένων κατάλληλα για να αντιμετωπίζουν και τις δυο διαταραχές παράλληλα θα αποτελούσε μια ιδανική επιλογή και άμεσο στόχο για την αντιμετώπιση της Τοξικοεξάρτησης και των επιπτώσεων της στο άτομο που αναζητά θεραπεία και υποστήριξη. 26 τόμος 12, τεύχος 1
27 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ Αλεξανδράκου, Π, Βελέντζα, Κ, Αιβαλιώτη, Χ, Κιοβρέκη, Α, Μανούσης, Ν. Φράγκος (2004).Μελέτη συννοσηρότητας χρηστών εξαρτησιογόνων ουσιών σε πληθυσμό 1963 ασθενών νοσηλευθέντων κατά την διάρκεια της τελευταίας τριετίας στην κλινική Γαλήνη Ψυχιατρική τ. 15 παράρτημα 1 σ.144. Καψάλη,Φ,Μιχόπουλου,Α,Σιούτη, Ε,Τεπερίδης, Σ,Μειμαρής.Ι Καρούζος,Χ (2004) Χρήση καννάβεως και Ψύχωση (Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία) Καλογιάννης, Α, Μήλης, Β, Ανδρουλάκης, Γ, Βέβας, Κ,Γαζγαλίδης, Κ (2002) Συννοσηρότητα διαταραχών εξάρτησης από ψυχοδραστικές ουσίες και άλλων ψυχιατρικών διαταραχών (Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία). Κοκκέβη Α. και Στεφανής Κ., (1995) Χρήση ουσιών και ψυχιατρική συννοσηρότητα, Comprehensive Psychiatry, Vol. 36, No 5, ΛιάππαςΙ,Θ.Παπαρρηγόπουλος,Η.Τζαβέλλας,Κ.Κοντοάγγελος,Χ.Καρύδης,Α.Ραμπαβίλας. Αλκοολισμός και συννοσηρότητα Διάγνωση και αντιμετώπιση στο πλαίσιο του προγράμματος ΑΘΗΝΑ.(2004) Επιστημονικό Περιοδικό Εξαρτήσεις Αθήνα. ΛιάπαςΙ,ΠαπαρρηγόπουλοςΘ,ΤζαβέλλαςΗ,ΧριστοδούλουΝ(2001)Συννοσηρότητα και Ουσιοεξάρτηση Σύγχρονες Απόψεις Ψυχιατρική, Ψυχιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Αιγινήτειο Νοσοκομείο. Λιάππας I (2000) DSM-IV τύπου ψυχοπαθολογικές εκδηλώσεις προκαλούμενες από κατάχρηση εθιστικών ψυχοτρόπων ουσιών 16 Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχιατρικής 5-9 Μαίου 2000 (Κύπρος Ψυχιατρική Εταιρεία). Μάνος, Ν. (1997) Βασικά στοιχεία Κλινικής Ψυχιατρικής, Αναθεωρημένη Έκδοση. Θεσσαλονίκη : University Studio Press Μάτσα, Κ. (2001) Ψάξαμε ανθρώπους και βρήκαμε σκιές - Το αίνιγμα της τοξικομανίας. Αθήνα: Εκδόσεις Αργά. Μάτσα, Κ (2004) Τοξικομανία και κοινωνικός αποκλεισμός και κοινωνική παθολογία. Στο Λιάππας,Α.Ι και Πομίνι,Β Ουσιοεξάρτηση,Σύγχρονα Θέματα.ITACA Αθήνα Σ ΑΓΓΛΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ American Psychiatric Association Taskorce on Nomenclature and Statistics 1980). Diagnostic and Statistical Manual of MENTAL Disorder (DSM-III) WashinghtonD.C American Psychiatric Association. Brian K. Wise, M.D.M.P.H,Steven P. Cuffe.M.D,Timothy Fischer,D.O. Dual diagnosis and successful participation of adolescents in substance abuse treatment..journal of Substance Abuse Treatment. (2001) De Leon. G (1986). The Therapeutic community for substance abuse _ Perspective and approach In _ De Leon, G & Zeigenfuss, (Eds) The therapeutic Community treatment for addictions Theory Research and Practice Springfield Illinois Charlie C Thomas. Jainchill.Ν, M.A, George De Leon.PH.D & Lynn Pinkham, M.A (1986) Psychiatric Diagnoses Among Substance abusers in Therapeutic Community Treatment. Kokkevi.A & Stefanis C.N (1995) Psychiatric Co morbidity In Substance Abuse Department of Psychiatry.Athens University Medical School, Eginition Hospital, Athens, Greece. Kokkevi A, C.N Stefanis (1986) Depression and Drug Use Department of Psychiatry Athens University Medical School, Eginition Hospital, Psychopathology Athens Greece. 27 τόμος 12, τεύχος 1
28 Η Ανισοτιμία στην Υγεία The Inequity In Health Έλενα Γαβριήλ Ειδικό Εκπαιδευτικό Προσωπικό, Τμήμα Νοσηλευτικής, Τεχνολογικό Πανεπισπίμιο Κύπρου, RGN, Πτυχίο Νοσηλευτικής, Δίπλωμα Νοσηλευτικής Διοίκησης, MSc Διοίκηση Μονάδων Υγείας, Υποψήφια Διδάκτωρ Elena Gabriel Special Teaching Staff, Nursing Department, Cuprus University of Technology RGN, BSc Nursing, Diploma in Nursing Administration, MSc in Health Care Management, PhD Candidate Περίληψη Εισαγωγή: οι ανισοτιμίες στην υγεία είναι σύνθετες και αρκετά περίπλοκες, αφού επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες. Σκοπός: η ανάλυση των κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων που καθορίζουν την κοινωνική θέση και συμβάλουν στην ανισοτιμία της υγείας, καθώς και η εξέταση των διάφορων πολιτικών που υπάρχουν για καταπολέμηση τους. Μέθοδος: Τα άρθρα που χρησιμοποιήθηκαν, αφορούσαν δημοσιευμένες μελέτες στην αγγλική και ελληνική γλώσσα, ακολουθώντας τις βάσεις των δεδομένων MEDLINE, CINAHL και IATROTEK κυρίως από το 2000 και μετά. Η ανεύρεση τους έγινε με τις λέξεις κλειδιά: ανισοτιμία της υγείας, κοινωνικοί παράγοντες και πολιτικές αντιμετώπισης, με όλους τους δυνατούς συνδυασμούς. Αποτελέσματα: στη βιβλιογραφία η ανάλυση των ανισοτιμιών της υγείας πραγματοποιείται με βάση τις θεωρητικές προσεγγίσεις της δομικής ερμηνείας, της συμπεριφορικής ερμηνείας και τη ψυχοκοινωνική προσέγγιση της υγείας. Οι πολιτικές αντιμετώπισης περιλαμβάνουν την ύπαρξη ενός ενιαίου συντονιστή δράσεων, τη συνεργασία κρατών με την κοινωνία των πολιτών, καθώς και τη προώθηση του κοινωνικού κεφαλαίου. Συμπεράσματα: η ανισοτιμία όχι μόνο υπάρχει, αλλά αυξάνεται και διαφοροποιείται σε όλες τις κοινωνίες, ενώ παρατηρείται οι επιπτώσεις στην υγεία να είναι περισσότερο επιβλαβείς στις χαμηλότερες θέσεις της κοινωνικοοικονομικής διαστρωμάτωσης με αυξημένους δείκτες νοσηρότητας και θνησιμότητας. Abstract Background: Inequities of health are complicate and they are influenced by many factors. Purpose: The purpose of this study is to investigate the factors contributing to the inequity of health in relation to social position and present various policies against it Method: Documentation was reached using articles from related studies published in English and Greek language from the following electronic data bases MEDLINE, CINAHL and IATROTEK, particularly from 2000 onwards. The following keywords were used: inequity of health, social position, social determinants, political action, in all possible combinations. Results: In bibliography analyses of inequities, is based on the concepts of structural interpretation, the interpretation of behavioral and psycho-social approach to health. The existence of a coordinator of actions, the cooperation between countries with civil society and the promotion of social capital, are tools for coping inequality. Conclusion: The main conclusions is that inequality not only exists, but is increasing and varies in all societies, and health effects are more harmful at lower positions of the socio-economic stratification with increased morbidity and mortality. Λέξεις κλειδιά: ανισοτιμία της υγείας, κοινωνική θέση, κοινωνικοί παράγοντες, πολιτικές αντιμετώπισης, inequity of health, social position, social determinants, political action. 28 τόμος 12, τεύχος 1
29 Εισαγωγή Το θέμα της ανισοτιμίας στην υγεία, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα που απασχολεί τα κράτη και τους διεθνής οργανισμούς. Παρά τη βελτίωση του επιπέδου υγείας στη σύγχρονη εποχή πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι αυτή, απλά διαφοροποιείται και προδιαγράφει μια αυξητική τάση (Kelly et al, 2007). Ο όρος ανισοτιμία, αναφέρεται στην βιβλιογραφία, ως «οι αδικίες και οι αποφεύξιμες διαφορές στην υγεία μεταξύ κοινωνικών ομάδων» (Kelly et al, 2007). Η υγειονομική ανισοτιμία, συνδέεται με διάφορους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτιστικούς παράγοντες που επιδρούν στην υγεία και την ποιότητα ζωής ομάδων πληθυσμού και την διαφοροποιούν ανάλογα. Σ' ολόκληρο τον κόσμο, τα άτομα που είναι ευάλωτα και κοινωνικά μειονεκτούν, έχουν μειωμένη πρόσβαση σε υγειονομικούς πόρους, αρρωστούν και πεθαίνουν πιο νωρίς από τα άτομα που έχουν καλύτερη κοινωνική θέση (Irwin et al, 2006). Η κοινωνική θέση, εντοπίζεται να είναι ανάμεσα στους πιο σημαντικούς παράγοντες που επηρεάζουν την υγεία στις αναπτυγμένες χώρες (Wilkinson, 2005). Επηρεάζει την πρόσβαση που έχουν τα άτομα σε υλικούς πόρους, τις συνθήκες ζωής τους και τις σχέσεις τους. Η κοινωνική θέση καθορίζεται και αλληλεπιδρά με διάφορους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες όπως το εισόδημα, το επάγγελμα, την εκπαίδευση, την κατοικία και το περιβάλλον, ενώ σημαντικό ρόλο παίζουν μεταβλητές όπως το φύλο, η φυλή, καθώς και η γεωγραφική περιοχή (Kelly et al, 2007, Μάντη, 2000). Η παρούσα εργασία αποσκοπεί να προσεγγίσει την έννοια της ανισοτιμίας της υγείας, μέσα από μια κριτική θεώρηση, όπως αυτή εκφράζεται και αλληλεπιδρά στον τομέα της κοινωνιολογίας της υγείας σήμερα. Με τη χρήση θεωρητικών προσεγγίσεων, αναλύονται οι κοινωνικο-οικο- νομικοί παράγοντες που καθορίζουν την κοινωνική θέση ενός ατόμου και ο τρόπος που επιδρούν στο επίπεδο υγείας του. Παράλληλα γίνεται προσπάθεια ανάλυσης των πολιτικών, που ενδέχεται να είναι κατάλληλες για την καταπολέμηση της ανισοτιμίας της υγείας που παρατηρούνται μεταξύ διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Τέλος, διεξάγονται κάποια συμπεράσματα. Μέθοδος Τα άρθρα που χρησιμοποιήθηκαν, αφορούσαν δημοσιευμένες μελέτες στην αγγλική και ελληνική γλώσσα, ακολουθώντας τις βάσεις των δεδομένων MEDLINE, CINAHL και IATROTEK κυρίως από το 2000 και μετά. Η ανεύρεση τους έγινε με τις λέξεις κλειδιά: ανισοτιμία της υγείας, κοινωνικοί παράγοντες και πολιτικές αντιμετώπισης, με όλους τους δυνατούς συνδυασμούς. Σκοπός ήταν να διερευνηθούν οι παράγοντες που καθορίζουν την κοινωνική θέση και συμβάλουν στην ανισοτιμία της υγείας, καθώς και η εξέταση των διάφορων πολιτικών που υπάρχουν για καταπολέμηση τους. Κοινωνικο-Οικονομικοί Παράγοντες που Καθορίζουν την Κοινωνική Θέση και Επιδρούν στην Υγεία του Ατόμου Διάφορες έρευνες, τεκμηριώνουν την σύνδεση των κοινωνικο-οικονομικών παραγόντων με την ανισοτιμία στην υγεία, ενώ έχουν καταγραφεί αρκετές θεωρητικές προσεγγίσεις που εξηγούν την ανισοτιμία μέσω της κοινωνικής θέσης του ατόμου (Whitehall II, 2004, Wilkinson, 2005, Marmot, 2006, Υφαντόπουλος, 2006). Σύμφωνα με τη "θεωρία της υλιστικής ή δομικής ερμηνείας", οι υγειονομικές ανισότητες είναι αποτέλεσμα των ανισοτήτων που παρατηρούνται στη κατανομή του εισοδήματος και την έλλειψη υλικών πόρων (Σαρρής, 2001). Η προσέγγιση αυτή, όπως επισημάνεται από τον Μάντη (2000), υποστηρίζει ότι η κοινωνική τάξη προσδιορίζει το επίπεδο υγείας των ατόμων. Έτσι παράγοντες όπως το εισόδημα, η εργασία και οι συνθήκες της, η εκπαίδευση, η κατοικία και η μόλυνση του περιβάλλοντος, ως στοιχεία της κοινωνικής τάξης, επηρεάζουν το επίπεδο υγείας (Whiteheald, 2000). Στη βιβλιογραφία δεν υπάρχει ένας ενιαίος ορισμός της κοινωνικής τάξης (Μάντη, 2000). Ένας από τους ορισμούς, αναφέρει ότι η κοινωνική τάξη είναι «το τμήμα του πληθυσμού, που διαιρείται σύμφωνα Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τομος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
30 με ομοειδή επαγγέλματα, μοιράζεται όμοιους πόρους, επίπεδο και τρόπο ζωής» (Socialist Health Association, 1980). Ανάλογα με αυτά τα χαρακτηριστικά, κάποια άτομα τοποθετούνται στη κοινωνική ιεραρχία ευνοϊκότερα από άλλα, ενώ οι σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις, είναι σχέσεις ανισότητας (Μάντη, 2000). Η συσχέτιση της κοινωνικής τάξης με τις ανισότητες στην υγεία αποτελεί ένα πάζλ για τους κοινωνιολόγους (Nettleton, 2006). Σύμφωνα με τη Commission on Social Determinants of Health (2007), οι διαφορές στην υγεία μεταξύ της κοινωνικοοικονομικής τάξης, είναι εμφανές από χώρα σε χώρα. Στις Σκανδιναβικές χώρες όπου υπάρχουν μικρές διαφορές μεταξύ κοινωνικών δομών και διανομής εισοδήματος, εντοπίζονται μικρές διαφορές στους δείκτες θνησιμότητας (Wilkinson, 2005). Αντίθετα, σε χώρες όπως η Βρετανία, υπάρχει σημαντική σχέση ανάμεσα στην κοι- νωνικο-επαγγελματική τάξη και τους δείκτες θνησιμότητας και νοσηρότητας κατά τη γέννηση, που συνεχίζεται στην ενήλικη ζωή και τρίτη ηλικία (Arber & Ginn, 1991 as cited by Nettleton, 2006). Διαπιστώνεται ότι, η αρρώστια εκδηλώνεται συχνότερα σε άτομα που βρίσκονται προς τις κατώτερες κοινωνικο-επαγγελματικές θέσεις, ενώ όσο πιο χαμηλά βρίσκεται το άτομο στη θέση αυτή, τόσο επιδεινούμενη είναι η σωματική και ψυχοκοινωνική υγεία καθώς και ποιότητα ζωής του (Whiteheald, 2000, Σαρρής κ συν, 2002). Επιπρόσθετα σε χώρες όπως η Ινδία, η έλλειψη καθαρού νερού, αποχετεύσεων, οδικού φωτισμού και ασφαλτοστρωμένων δρόμων στις φτωχογειτονιές, έχει μεγάλη αρνητική επίδραση στην υγεία των ανθρώπων που ζουν σ' αυτές (Vagero, 2007). Η βρεφική θνησιμότητα στις χαμηλότερες κοινωνικο-επαγγελματικές τάξεις, παρουσιάζεται 2-3 φορές ψηλότερη από ότι στις ανώτερες (Commission on Social Determinants of Health, 2007). Γενικά οι δείκτες θνησιμότητας μεταξύ των διαφόρων τάξεων, παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές σε όλες τις ηλικίες και στα δυο φύλα, με τις χαμηλότερες κατηγορίες να έχουν αυξημένους δείκτες νοσηρότητας (Μάντη, 2000, Marmot, 2006). Στην Βρετανία, η δια φορά στο προσδόκιμο ζωής μεταξύ ανώτερης και κατώτερης τάξης, κυμαίνεται μεταξύ χρόνια σε διάρκεια είκοσι χρόνων ( ) (Marmot, 2006). Η διαφορά αυτή παρατηρείται επίσης και μεταξύ γεωγραφικών περιοχών στην ίδια χώρα (Whiteheald, 2000), με τις χαμηλότερες τάξεις να ζουν συνήθως σε υποβαθμισμένες μη ασφαλισμένες περιοχές με άσχημες συνθήκες και αυξημένη βία (Wilkinson, 2005, Marmot, 2006). Επιπρόσθετα με τα πιο πάνω, οι οικονομικά ασθενέστερες τάξεις αναζητούν ιατρική βοήθεια λιγότερο συχνά, εκτός αν τα συμπτώματα είναι σοβαρά, σε αντίθεση με τις μεσαίες και ανώτερες, που αναζητούν ιατρική βοήθεια ακόμα και σε ελαφρά συμπτώματα (Τσελέπη, 2000). Διαπιστώνεται ότι τόσο οι μεσαίες, όσο και οι ανώτερες τάξεις, γνωρίζουν περισσότερο για την σημασία των συμπτωμάτων και της θεραπείας (Τσελέπη, 2000), ενώ διαφαίνεται ότι οι ανώτερες τάξεις χρησιμοποιούν συχνότερα τις υπηρεσίες υγείας, ιδιαίτερα τις υπηρεσίες πρόληψης και τον ιδιωτικό τομέα (Σαρρής κ συν, 2002). Έτσι, αυτοί που έχουν περισσότερη ανάγκη φροντίδας, έχουν λιγότερες πιθανότητες να ικανοποιήσουν με επάρκεια και ποιότητα τις ανάγκες τους αυτές (Σαρρής, 2001). Άρα υπάρχει ανισοτιμία τόσο στο επίπεδο υγείας, όσο και στην χρήση των υπηρεσιών υγείας, όσον αφορά τις κατώτερες κατηγορίες (Whiteheald, 2000). Όπως ήδη έχει αναφερθεί, η κοινωνική τάξη σχετίζεται άμεσα με το επάγγελμα, αλλά και το εργασιακό περιβάλλον και κουλτούρα. Άτομα σε κατώτερη κοινωνική τάξη, ασχολούνται με χειρωνακτικές εργασίες και εκτίθενται συστηματικά σε παράγοντες κινδύνου εργατικών ατυχημάτων και σε επαγγελματικές παθήσεις που προέρχονται από την έκθεση σε επικίνδυνα χημικά και σκόνη (Σαρρής κ συν, 2002). Εντοπίζεται έτσι αυξημένος δείκτης θνησιμότητας για όλες τις αιτίες θανάτου, μεγαλύτερος από τον μέσο όρο (Σαρρής, 2001). Παράλληλα, το άγχος, το αυταρχικό περιβάλλον σε συνδυασμό με τα χαμηλά επίπεδα αυτονομίας, μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα ψυχο-σωματικής υγείας και να οδηγήσουν μέχρι και σε αλκοολισμό (Σαρρής κ συν, 2002). Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
31 Όσον αφορά το εισόδημα, μελέτες έχουν εντοπίσει αυξημένη θνησιμότητα, όσο αυτό μειώνεται (Deaton, 2003, Marmot, 2006). Αντίθετα, όταν υπάρχει ισοτιμία στον τρόπο διανομής του, προσθέτει 5-10 έτη στο μέσο προσδόκιμο ζωής μιας χώρας (Σαρρής κ συν, 2002, Marmot, 2006). Διαπιστώνεται επίσης ισχυρή συσχέτιση μεταξύ ανισοτιμίας στο εισόδημα και φυλετικών διακρίσεων (Kennedy & Kawachi, 1997 στον Wilkinson, 2005). Επιπρόσθετα από τα πιο πάνω, τα άτομα θεωρούν τους εαυτούς τους φτωχούς όταν λόγω μειωμένου εισοδήματος δεν μπορούν να κάνουν πράγματα που αναμένονται από την κοινωνία: δυνατότητα διακοπών, αγορά δώρου για φίλους, εξόδους αναψυχής, κατανάλωση ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας (Marmot, 2006). Με άλλα λόγια υπάρχουν περιορισμοί για πλήρη συμμετοχή στην κοινωνία και άρα μειωμένη δυνατότητα του ατόμου για έλεγχο της ζωή του (Wilkinson, 2005) 2005). Όσο περισσότερο περιορισμένος είναι ο βαθμός ελευθερίας και αυτονομίας του ατόμου στο κοινωνικό περιβάλλον, τόσο χειρότερο είναι το επίπεδο υγείας του (Wilkinson, 2005). Χαμηλή κοινωνικοοικονομική θέση, σημαίνει λιγότερες ευκαιρίες, λιγότερη ενδυνάμωση και μειωμένη ασφάλεια (Marmot, 2006). Πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι, οι διαφορές στο επίπεδο υγείας στις αναπτυγμένες χώρες (σε αντίθεση με τις αναπτυσσόμενες), δεν σχετίζονται πλέον απόλυτα με το επίπεδο διαβίωσης και εισοδήματος (Wilkinson, 2005). Εντοπίζεται ότι, αύξηση του εισοδήματος πάνω από ένα ορισμένο επίπεδο και μετά, επιδρά πολύ λιγότερο στο προσδόκιμο ζωής (Marmot, 2006). Έτσι σε έρευνες που έγιναν στην Ισπανία και Η ΠΑ, η θνησιμότητα αυξάνεται όχι σε περιοχές με χαμηλό εισόδημα, άλλα με ψηλό (Regidor et al, 2003, στον Wilkinson, 2005). Η εμφάνιση του παραδόξου αυτού, υποδεικνύει την ύπαρξη άλλων μεταβλητών που σχετίζονται με την ποιότητα ζωής των ατόμων και κυρίως με κοινωνικο-πολιτιστικούς και ψυχολογικούς παράγοντες, όπως η ποιότητα κατοικίας, ο πολιτισμός, η βιο-ιατρική τεχνολογία, η μόρφωση, η κουλτούρα κ.α. (Σαρρής κ συν, 2002, Deaton, 2003). Το επίπεδο εκπαίδευσης είναι μια μεταβλητή που σχετίζεται με το εισόδημα, το επάγγελμα, το φύλο, την ηλικία και το χώρο διαμονής (Deaton, 2003, Kelly et al, 2007). Έτσι τα παιδιά μιας οικογένειας με ψηλό εισόδημα, θα έχουν καλύτερο επίπεδο εκπαίδευσης, και στη συνέχεια αυτό θα επηρεάσει το εισόδημα τους όταν ενηλικιωθούν (Kelly et al, 2007). Το επίπεδο εκπαίδευσης επηρεάζει το επίπεδο θνησιμότητας, αφού άτομα με πανεπιστημιακή εκπαίδευση, παρουσιάζουν χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας, από εκείνους με χαμηλότερα ακαδημαϊκά προσόντα (Marmot, 2006). Το φύλο επίσης, επηρεάζει το επίπεδο σπουδών, αλλά και το εισόδημα αφού γυναίκες και άντρες με ίδια εκπαίδευση, έχουν διαφορετικό εισόδημα (Nettleton, 2006). Οι μειωμένοι πόροι και εκπαίδευση των γυναικών σε κάποιες χώρες, αντανακλά τη δυσμενή κοινωνική θέση που έχουν (Nettleton, 2006). Η εκπαίδευση και η κοινωνική τάξη μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά και τις αντιλήψεις των ατόμων, που αφορούν την υγεία (Deaton, 2003). Αυτή η προσέγγιση αφορά τη "θεωρία της συμπεριφορι- κής και πολιτισμικής ερμηνείας", που θεωρεί ότι διαφορετικές συμπεριφορές επηρεάζονται από τις διαφορετικές αξίες, στάσεις και τρόπους ζωής που εκδηλώνονται σε κάθε κοινωνική τάξη (Σαρρής κ συν, 2002). Έτσι τα άτομα των κατώτερων κοινωνικών τάξεων, ενδίδουν σε πιο ανθυγιεινές συμπεριφορές όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ, κακή διατροφή, έλλειψη άσκησης, σε σχέση με αυτούς της ανώτερης (Μάντη, 2000). Επιπρόσθετα, αντιλαμβάνονται διαφορετικά την υγεία, ως η κατάσταση απουσίας συμπτωμάτων μιας νόσου και όχι σαν μια πολυπαραγοντική θετική έννοια, ενώ τη νόσο ως επίδραση εξωτερικών παραγόντων (Σαρρής κ συν, 2002). Η αιτία αυτής της συμπεριφοράς, πιστεύεται ότι συνδέεται όχι με άγνοια, άλλα με αρνητικές στάσεις του ατόμου, χαμηλές προσδοκίες και φόβο αποτυχίας στην αντιμετώπιση των προβλημάτων της ζωής (Σαρρής, 2001). Η πιο πάνω προσέγγιση όμως, ενέχει τον κίνδυνο στερεότυπων προκαταλήψεων. 31 τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
32 "Η ψυχο-κοινωνική προσέγγιση της υγείας", σχετίζεται με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον του ατόμου και προτείνει ότι η διάκριση που βασίζεται στην κοινωνική θέση, μπορεί να προκαλέσει νευρο- ενδοκρινικές διαταραχές που επηρεάζουν την υγεία (Karasek, 1996; Evans & Stoddart, 2003; Goldberg et al., 2003; Siegrist & Marmot, 2004 στους Kelly et al, 2007). Σύμφωνα με τον Wilkinson (2005), η κοινωνική θέση έχει άμεση επίδραση στο πως βλέπουν οι άνθρωποι τους άλλους, είτε ότι αξίζουν, είτε είναι επιτυχημένοι και διακεκριμένοι, είτε κατώτεροι και αποτυχημένοι. Ο ίδιος αναφέρει επίσης ότι χαμηλή κοινωνικο-οικονομική στάθμη μπορεί να σημαίνει ανασφάλεια, θυμό, ντροπή, έλλειψη φίλων και άγχος. Οι καταστάσεις αυτές, σχετίζονται με την αύξηση επιπέδων κορτιζόνης στο αίμα και επιδρούν αρνητικά στην υγεία. Επιπρόσθετα με τα πιο πάνω, τα άτομα αυτά κυριαρχούνται από χρόνιο άγχος, αφού πολλές φορές οι προσδοκίες και οι ανάγκες τους απέχουν πολύ από την πραγματικότητα, ενώ δυσκολεύονται να προσαρμοστούν και στις απαιτήσεις της ζωής (Σαρρής κ συν, 2002, Deaton, 2003). Παράλληλα, υπάρχει δυσκολία στην ανάπτυξη στρατηγικών αντιμετώπισης των προβλημάτων και του άγχους, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η συμπεριφορά της υγείας τους με την εμφάνιση σύγχρονων νοσημάτων όπως π.χ. καρδιοπάθειες (Lynch, 2000, Σαρρής κ συν, 2002). Με την έννοια αυτή, οι κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες εξηγούνται από πολλούς παράγοντες, ως αλληλοεξαρτώμενες συνιστώσες, ενώ διαπερνούν την κοινωνική ιεραρχία, χωρίς να εκδηλώνονται με το ίδιο μέγεθος σε όλες τις κοινωνικο-οικονομικές θέσεις (Σαρρής, 2001). Πολιτικές Καταπολέμησης των Ανισοτιμιών Υγείας Η ανισοτιμία στην υγεία που υπάρχει παγκόσμια σήμερα, είναι αποτέλεσμα ανθρώπινων χειρισμών, άρα οι αιτίες είναι κοινωνικές και κοινωνικές πρέπει να είναι και οι λύσεις (Braum, 2007). Παράλληλα οι λύσεις που πρέπει να αναζητηθούν για τα κατώτερα στρώματα των αναπτυσσόμενων χωρών, δεν μπορεί να είναι οι ίδιες με αυτές που είναι αναγκαίες για τα κατώτερα στρώματα αναπτυγμένων χωρών. Θα πρέπει να λαμβάνουν επίσης υπόψη τις ανάγκες των διαφορετικών ομάδων, καθώς και την κοινωνική τους δομή (Kelly et al., 2007). Κατ' αρχή σημαντικό βήμα για αποτελεσματική δράση, είναι η δημιουργία ενός ενιαίου συντονιστή των δράσεων με σκοπό την ισότητα και ανισοτιμία. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.), επισήμανε την ανάγκη για καταπολέμηση των ανισοτιμιών υγείας και τον Μάρτιο του 2005 συνέστησε τη δημιουργία της Επιτροπής Κοινωνικών Προσδιοριστών Υγείας (Commission on the Social Determinants of Health (CSDH) (Braum, 2007). Η επιτροπή με την συνεργασία ειδικών, ήδη έχει εκδώσει έκθεση που αποτελεί πρότυπο για τα κράτη και τους ιθύνοντες για την πολιτική αντιμετώπισης των ανισοτιμιών υγείας θέση (Irwin et al, 2006). Παράλληλα, συνεργάζεται με άλλους διεθνείς οργανισμούς όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, τα Ηνωμένα Έθνη, διεθνείς χρηματοδοτικούς οργανισμού, επιχειρήσεις, πανεπιστήμια και φορείς σε τοπικό επίπεδο, για τη δημιουργία μιας παγκόσμιας πλατφόρμας για συλλογή δεδομένων, ώστε να κατανοηθεί με ποιο τρόπο μπορούν αυτοί οι οργανισμοί να επηρεάσουν την ισοτιμία στην υγεία σε τοπικό και παγκόσμιο επίπεδο (Commission on Social Determinants of Health, 2007). Επιπρόσθετα η ενεργός συμμετοχή των οργανισμών αυτών, θα βοηθήσει να υπάρξει κοινή "agenda", μελέτη συγκεκριμένων περιπτώσεων αλλαγής και ενδυνάμωση του κοινωνικού διαλόγου με τους πολίτες (Commission on Social Determinants of Health, 2007). Ένα βασικό στοιχείο για εφαρμογή σωστών πολιτικών υγείας, αποτελεί η δημιουργία παγκόσμιας βάσης δεδομένων για πληροφορίες που αφορούν την υγεία. Η στατιστική αποτύπωση της υγείας με την δημιουργία των Ευρωπαϊκών δεικτών υγείας ECHI-2 (European Community Health Indicators) και του προγράμματος του Π.Ο.Υ «Διεθνείς δείκτες υγείας ΙΟΗΙ» (International Compendium of Health Indicators) αποτελεί βασικό βήμα για συστηματική συλλογή, Κυπριακα Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
33 ανάλυση και διάχυση πληροφοριών με σκοπό την χάραξη κοινής στρατηγικής (ICHI, 2007). Παράλληλα, η επιτροπή CSDH, δημιούργησε ακριβείς οδηγίες για συλλογή τεκμηριωμένων πληροφοριών με αξιόπιστες μεθοδολογίες για διαστρωματικές μελέτες, ώστε να υπάρξουν σωστές μετρήσεις (Irwin et al, 2006). Επιπρόσθετα με τα πιο πάνω, πρέπει να υπάρξει ξεκάθαρη περιγραφή της κοινωνικής διαστρωμάτωσης της κάθε χώρας ξεχωριστά και περιγραφή του τρόπου που επηρεάζεται η υγεία κάθε κοινονικο-οικο- νομικής ομάδας (Nice, 2007 στους Kelly at al 2007). Αυτό θα βοηθήσει στο να τεθούν σωστοί στόχοι με ανάλογες στρατηγικές, αφού οι αιτίες και οι αλληλοεπιδράσεις διαφέρουν για κάθε κοινωνική θέση όπως και ο τρόπος αντίληψης και ανταπόκρισης που θα έχουν τα άτομα σε κάθε πολιτική (Kelly et al, 2007). Η συχνή αξιολόγηση των στρατηγικών, ο έλεγχος των αποτελεσμάτων και η προσαρμογή σε αλλαγές είναι αναγκαία. Η ενδυνάμωση αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά μέτρα για ολιστική αντιμετώπιση του προβλήματος (Lynch, 2000). Αφορά τα άτομα, τις κοινότητες, αλλά και τα κράτη, ενώ πρέπει να στηρίζεται σε τρεις αλληλένδετες διαστάσεις: υλική, ψυχολογική καιπολτπκή (Commission on Social Determinants of Health, 2007). Όσον αφορά την υλική διάσταση, σε κοινωνίες που επικρατούν συνθήκες απόλυτης στέρησης, οι παρεμβάσεις αρχικά πρέπει να αφορούν είδη πρώτης ανάγκης (διανομή φαγητού, φαρμάκων, καθαρό νερό, στέγη). Πρέπει επίσης να γίνει συλλογική προσπάθεια, καθώς και επιχορηγήσεις - δωρεές από διεθνείς οργανισμούς αλλά και κράτη. Το "20/20 δικαίωμα νομικής βάσης" του ψηφίσματος του ΟΗΕ πρέπει να σεβαστεί, και όλα τα κράτη να δίνουν 20% από το οικονομικό αναπτυξιακό βοήθημα σε κοινωνικές υπηρεσίες (WHO, 1998). Πολιτικά, είναι αναγκαία η ενεργός συμμετοχή ολόκληρης της κρατικής μηχανής κάθε χώρας, αφού η υγεία δεν είναι ευθύνη μόνο του υπουργείου υγείας αλλά ολόκληρης της κυβέρνησης (Commission on Social Determinants of Health, 2007). Πρέπει να γίνεται προσέγγιση σε συνδυασμό από πάνω (κράτος) προς τα κάτω (πολίτες) και από κάτω προς τα πάνω, που να είναι προσανατολισμένη στο κοινωνικό κεφάλαιο (Braum, 2007). Το κοινωνικό κεφάλαιο πρέπει να στηρίζεται σε αξίες, κοινωνική συνοχή, διαφάνεια στην λήψη αποφάσεων και δίκαιη κοινωνική πολιτική (Wilkinson, 2005, Braum, 2007). Έτσι τόσο το κράτος όσο και οι κεφαλαιοκράτες, έχουν υποχρέωση να ανοίξουν το δρόμο για καλύτερη εκπαίδευση, ευκαιρίες ερ- γοδότησης, ασφάλειας και κοινωνικών παροχών για τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού (Braum, 2007). Η στήριξη της εκπαίδευσης κρίνεται αναγκαία αφού δίνει ευκαιρίες για σωστή πληροφόρηση, καλύτερη αντίληψη, επιλογή, αυτοπεποίθηση και εργοδότηση. Έτσι πρέπει να εφαρμοστεί στρατηγική που θα άρει οικονομικά, πολιτιστικά ή άλλα εμπόδια και να υπάρχουν ίσες ευκαιρίες μόρφωσης για όλους (WHO, 1998). Αυτό ισχύει περισσότερο στις γυναίκες, τα φτωχά παιδιά και άλλες μειονεκτούσες ομάδες Επιπρόσθετα τα τελευταία χρόνια, η εμπειρία έχει δείξει ότι η πληροφόρηση, υποκίνηση και υποστήριξη ατόμων, ομάδων και κοινωνιών, μπορεί να οδηγήσει σε αλλαγή συμπεριφοράς και είναι καλύτερα να επικεντρωθεί συστηματικά στους τόπους διαμονής, εργασίας και διασκέδασης (WHO, 1998). Η αγωγή και προαγωγή υγείας μπορεί να συμβάλει μέγιστα για το σκοπό αυτό. Έτσι η δημιουργία και εδραίωση προγραμμάτων όπως το "Ευρωπαϊκό δίκτυο σχολείων προαγωγής υγείας", έχουν σαν στόχο την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, της αυτοπειθαρχίας, της φιλίας, την αποδοχή διαφορετικότητας και τις ορθές στάσεις ζωής (ανάπτυξη στρατηγικών αντιμετώπισης και προστατευτικών μηχανισμών εναντίων του άγχους). Αυτά μπορούν να αποτελέσουν γερές βάσεις για υγιές ξεκίνημα ζωής και θετικό αύριο. Πέραν των πιο πάνω, μια σειρά ερευνών για τις κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες της υγείας που σχετίζονται με την εργασία, εισηγούνται την δημιουργία ασφαλών χώρων εργασίας με τη θέσπιση Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
34 νόμων, υποστήριξη και εμπλοκή των υπάλληλων με μέτρα υποκίνησης, ασφάλεια ερ- γοδότησης, καθώς παροχή διευκολύνσεων για φύλαξη εξαρτώμενων, γυμναστήρια, ευέλικτο ωράριο ή εργασία από το σπίτι, κλπ (Whitehall II, 2004). Τέλος, η προώθηση της ισότητας της υγείας είναι σημαντικό να γίνεται μέσω του συστήματος υγείας κάθε χώρας (WHO, 1998). Έτσι πρέπει να διασφαλίζονται σε μεγάλο βαθμό η διαθεσιμότητα και προ- σπελασιμότητατων υπηρεσιών υγείας, καθώς και η ισότητα ή ίσες ευκαιρίες στη χρήση των υπηρεσιών. Η οργάνωση, η χρηματοδότηση και η δομή όμως του συστήματος υγείας, επηρεάζονται από τους ευρύτερους κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες της κάθε χώρας. Η ανάπτυξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και υπηρεσιών πρόληψης θα συμβάλει στην μείωση των ανισοτήτων των υπηρεσιών υγείας και στην βελτίωση του επιπέδου υγείας. Οι πολιτικές αυτές θα μειώσουν την ισχύ του ιατρικού μοντέλου και της ιατρικοποί- ησης, αφού ο ιατρικός λόγος ως λύση για προσωπικά και κοινωνικά προβλήματα, στρέφει την προσοχή από το περιβάλλον το οποίο μπορεί να νοσεί, στο ίδιο το άτομο (WHO, 1998). Συμπεράσματα Το θέμα των ανισοτήτων στην υγεία, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά κεφάλαια στη σημερινή κοινωνία. Σχετίζεται με την κοινωνική δομή και τον πολιτισμό μιας χώρας, αφού καθρεφτίζει την άνιση κατανομή των πόρων, τις διαφορές στις συνήθειες και συνθήκες διαβίωσης των διάφο ρων κοινωνικών ομάδων. Οι μεταβλητές αυτές αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, παράγοντας ένα σύνθετο επιπλοκών που αφορούν την υγεία των ατόμων και της κοινωνίας. Η πολυδιάστατη προσέγγιση του θέματος, καθίσταται αναγκαία, για επεξήγηση και κατανόηση των κοινωνικών ανισοτήτων. Η ανάλυση με διαφορετικές ερμηνευτικές προσεγγίσεις, αναδιπλώνει μια σφαιρική εικόνα για την έκταση του προβλήματος. Διαπιστώνεται ότι, η ανισοτιμία όχι μόνο υπάρχει, αλλά αυξάνεται και διαφοροποιείται σε όλες τις κοινωνίες, φτωχές και πλούσιες. Οι επιπτώσεις στην υγεία από την ανισοτιμία, να είναι περισσότερο επιβλαβείς σε χαμηλότερες θέσεις της κοινωνικοοικονομικής διαστρωμάτωσης με αυξημένους δείκτες νοσηρότητας και θνησιμότητας. Αυτή η διαπίστωση, έχει μια διαχρονική επικαιρότητα και είναι διάχυτη στο εσωτερικό πλαίσιο μιας κοινωνίας, αλλά και μεταξύ διαφόρων χωρών. Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι οι δράσεις για την αντιμετώπιση των ανισοτιμιών στην υγεία θα πρέπει να είναι πολύπλευρες και να επικεντρώνονται στο σύνολο του πληθυσμού, λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες ανάλογα με την κοινωνική δομή. Η γνώση και η τεκμηρίωση είναι πολύ σημαντικοί παράγοντες για να πετύχει η δράση για την υγειονομική ισότητα. Στόχος η μείωση των διαφορών και κοινωνική συνοχή με συνεργασία κρατών, διεθνών οργανισμών και της κοινωνίας των πολιτών. Είναι αναγκαίο η δημόσια πολιτική να απευθύνεται στις αιτίες που προκαλούν κοινωνικοοικονομικές ανισότητες και οι δημοσιονομική, μορφωτική και κοινωνική πολιτική, σχεδιαστούν έτσι που να μειώνουν την ανισότητα στην υγεία. 34 τόμος 12, τεύχος 1
35 Βιβλιογραφία Ελληνική Μάντη, Π. (2000). Ανισότητες στην Υγεία, στους Τσελεπή, Π. & Μάντη, Π. (eds), Κοινωνιολογική και Ψυχολογική Προσέγγιση των Νοσοκομείων / Υπηρεσιών Υγείας, Κοινωνιολογικές - Πολιτιστικές Πτυχές της Υγείας και της Αρρώστιας, Τόμος Α, Κεφ. 5, Πάτρα, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, σελ Σαρρής, Μ. (2001). Ανισότητες και Διαφορές στην Υγεία, Κοινωνιολογία της Υγείας και Ποιότητα Ζωής, Κεφ. 2ον, Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση. Σαρρής, Μ., χρυσάκης, Μ. & Σούλης, Σ, (2002). Ανισότητες στην Υγεία, Μια Κριτική Προσέγγιση, Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, 19(6), Τσελέπη, Χ. (2000). Κοινωνικοί και πολιτιστικοί παράγοντες στην πρόσληψη και στην εμπειρία της αρρώστιας, Μάντη Π. & Τσελεπή, Χ. (eds.), Κοινωνιολογική και ψυχολογική προσέγγιση των νοσοκομείων/υπηρεσιών υγείας, - Κοινωνικές-πολιτιστικές πτυχές της υγείας και της αρρώστιας, Τόμος Α, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, σελ Υφαντόπουλος, Γ. (2006), «Το αγαθό υγεία», στο Υφαντόπουλος Γ. (ed.), Τα οικονομικά της υγείας: θεωρία και πολιτική - 2η έκδοση, Αθήνα, Τυπωθήτω- Γιώργος Δαρδανός, σελ Αγγλική Braum, F. (2007). Cracking the Nut of Heath Equity: Top Down and Bottom Up Pressure for Action on Social Determinants of Health, Promotion & Education, 14(2), Commission on Social Determinants of Health, (2007). Achieving Health Equity: From Root Causes to Fair Outcomes, Interim Statement, Geneva, WHO. Deaton, A. (2003). Health, Income, and Inequality, National Bureau of Economic Research. [Accessed January, 2011]. ICHI - International Compendium of Health Indicators [Accessed January, 2011]. Irwin, Α., Valentine, N., Brown, C., Loewenson, R., Solar, O. Koller, T. & Vega, J. (2006). The Commission on Social Determinants of Health: Tackling the Social Roots of Health Inequities, Plos Medicine, 3(6), [Available at Accessed January, 2011]. Kelly, P., Morgan, Α., Bonnefoy, J., Butt, J. & Bergman, V. (2007). The Social Determinants of health: Developing an Evidence Base for Political Action, WHO, Commission on Social Determinants of Health, National institute for Health and Excellence, [Available at Accessed January, 2011]. Lynch, J.W., Smith, G.D., Kaplan, G.A. & House, J.S. (2000). Income Inequality and Mortality: Importance to Health of Individual Income, Psychosocial Environment, or material conditions, BMJ, Vol. 320(7243), Marmot, M. (2007). Health in Unequal World, The Harverian Oration, London, Royal College of Physicians. Nettleton, S. (2006). Social Inequalities and Health Status, The Sociology of Health and Illness, 2nd Edition, UK, Polity Press, pp Socialist Health Association. (1980). The Black Report, Concepts of Health and Inequality, Chapter 1, [Available at Accessed January, 2011] Vagero, D. (2007). Health inequalities across the globe demand new global policies, Scandinavian Journal of Public Health, 35(2), Whitehall II. (2004). Work, Stress, Health - The Whitehall II study, London, Public and Commercial Services Union. Whiteheald, M. (2000). The Concepts and Principles of Equity and Health, Copenhagen, World Health Organization, Regional Office for Europe, WHO (1998), Health 21: An Introduction to the Health for all Policy Framework for WHO European Region, Theakston, F., (ed), No. 5, Copenhagen. Wilkinson, R.G. (2005). The Impact of Inequality - How to Make Sick Societies Healthier, New York, Routledge. Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
36 Αξιολόγηση των συγκρούσεων μεταξύ ιατρών και νοσηλευτών στα Τμήματα Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών των δημόσιων νοσηλευτηρίων της Κύπρου: Ερευνητική Εργασία Conflicts between doctors and Nurses in the accident and emergency departments of the public hospitals in Cyprus. A research study Ρούσου Έλενα (PhD candidate, MSc, BSc (HONS) Professional studies, COMMUNITY NURSE, RGN) Παυλάκης Ανδρέας (Λέκτορας, Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου) Rousou Elena (PhD candidate, MSc, BSc (HONS) Professional studies, COMMUNITY NURSE, RGN) Pavlakis Andreas (Lecturer, Cyprus Open University) Περίληψη Σκοπός: Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί στην αποτύπωση του εργασιακού περιβάλλοντος στο χώρο των Τμημάτων Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών (ΤΑΕΠ) στα πέντε μεγαλύτερα δημόσια νοσοκομεία της Κύπρου. Σκοπός είναι η διερεύνηση των πιθανών παραγόντων οι οποίοι ενδέχεται να συμβάλλουν στη δημιουργία αρνητικού εργασιακού κλίματος με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προστριβές και συγκρούσεις ρόλων ανάμεσα στο προσωπικό των ΤΑΕΠ. Διερευνάται κατά πόσον η πολυπλοκότητα του χώρου και η φύση της εργασίας σε συνδυασμό με τη σύνθεση του ανθρώπινου δυναμικού, οδηγούν σε επαγγελματική εξουθένωση, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο ανάπτυξης εργασιακών συγκρούσεων. Μεθοδολογία: Τον υπό μελέτη πληθυσμό αποτέλεσαν όλοι οι νοσηλευτές και γιατροί που εργάζονταν κατά το χρόνο διεξαγωγής της έρευνας στα εν λόγω τμήματα. Η συλλογή των δεδομένων έγινε με την χρήση ειδικά διαμορφωμένου ερωτηματολογίου με βάση το ερωτηματολόγιου του HSE (Health and Safely Executive), του (Έργανισμού Ασφάλειας και Υγείας της Αγγλίας. Αποτελέσματα: Συμμετείχαν 152 επαγγελματίες υγείας, με ποσοστό ανταπόκρισης 57,57%. Από την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων προκύπτει ότι υπάρχουν δια- επαγγελματικές αντιπαραθέσεις στο περιβάλλον των ΤΑΕΠ. Το 85% του δείγματος αναφέρει αντιπαράθεση στο χώρο εργασίας του τους τελευταίους 6 μήνες. Η πλειοψηφία του δείγματος, αναφέρει αντιπαραθέσεις κυρίως με γιατρούς, με ποσοστά που φτάνουν στο 69,3% των νοσηλευτών και στο 78,8% των γιατρών. Εντούτοις, τα αίτια πρόκλησης αντιπαραθέσεων δεν οφείλονται σε διαπροσωπικές διαφορές, αλλά σε προβλήματα οργανωτικής δομής (69,9%) και σε οργανωτικές ασάφειες (59,8%). Συζήτηση: Η συχνότητα των συγκρούσεων είναι αυξημένη ανάμεσα στους επαγγελματίες υγείας που εργάζονται στα ΤΑΕΠ και ιδιαίτερα ανάμεσα στους ιατρούς. Παρατηρείται επίσης, μια θετική συσχέτιση στη συχνότητας των συγκρούσεων, τόσο με την επαγγελματική εξουθένωση, όσο και με διάφορους οργανωτικούς παράγοντες που αφορούν κυρίως προβλήματα οργανωτικής δομής και οργανωτικές ασάφειες. 36 τόμος 12, τεύχος 1
37 Abstract Purpose of the study: To examine the predisposing factors which contribute in the creation of a negative working environment, friction and conflict between the personnel of accident and emergency departments (ED) of the 5 major governmental hospitals in Cyprus. It deals especially with whether the complexity of a working environment and the work's nature in combination with the composition of human potential and burnout affects the frequency of conflicts. Method: The population under study was constituted by all the nurses and doctors working at the Accident and Emergency department during the conduction of this research. A specific questionnaire based on the HSE (Health and Safety Executive) was designed for the collection of data, in order to be able to give answers in the inquiring questions. Results: The questionnaire was completed by 152 health professionals with a respond rate of 57,57%. From the evaluation of results emerges that interdisciplinary conflicts do exist in the Accident and Emergency departments (85% of the respondents), where doctors are mainly involved (69,3% between nurses - doctors and 78,8% between doctors - doctors). The overwhelming majority of samples considers that conflicts do not arise due to interpersonal differences, but are resulted mainly due to organizational problems (69,9%) and organizational ambiguities (59,8%). In addition, elements of professional burnout are observed among the staff, mainly among females and nurses, which appears to influence the occupational climate and increase the conflicts between the staff. Discussion: The frequency of conflicts it seems to be increased between the health care professional that work in the EDs, and particularly between doctors. A positive cross-correlation is also observed in the frequency of conflicts, with the high levels of burnout among the staff and with various organizational factors that mainly concern problems of organizational structure and organizational ambiguities. Εισαγωγή Η πολυπλοκότητα της οργανωτικής δομής των κρατικών νοσηλευτηρίων και οι ιδιαιτερότητες που υπάρχουν στον τομέα της υγείας, καθιστούν το εργασιακό κλίμα απαιτητικό και δύσκολο, ιδιαίτερα όταν συνυπάρχουν επείγουσες καταστάσεις και καταστάσεις κρίσεως. Λόγω της συγκεκριμένης δομής απαιτείται συστηματική αλληλεπίδραση των διαφόρων επαγγελματικών ομάδων υγείας για να επιτευχθεί παροχή ποιοτικής υγειονομικής φροντίδας. Παράλληλα όμως, η ανομοιογένεια του υγειονομικού δυναμικού και οι διαφορές στον εργασιακό προσανατολισμό σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες ιδιαιτερότητες, ενδέχεται να υποδαυλίσουν αντιδράσεις και συγκρούσεις μεταξύ των μελών των επαγγελματικών ομάδων. Οι επιπτώσεις των συγκρούσεων στο εργασιακό περιβάλλον των νοσηλευτηρίων, έχουν μελετηθεί από αρκετούς ερευνητές (Cox Hendel et al Kelly 2006). Οι μελετητές, προσπαθούν να ερμηνεύσουν τα αίτια των συγκρούσεων, θεωρώντας ότι αυτές προκύπτουν κυρίως μέσα από μια δυναμική αλληλεπίδραση του ατόμου με το εργασιακό του περιβάλλον. Τεκμηριώνουν δε το γεγονός, ότι αυτές εμφανίζονται κυρίως, όταν ένα άτομο ή μια ομάδα ατόμων αισθάνονται αρνητικά προς ένα άλλο άτομο ή ομάδα, για διαφορετικές συνήθως αιτίες, με αποτέλεσμα να εκδηλώνουν συναισθήματα και συμπεριφορές που εμποδίζουν την ομαλή εκτέλεση της εργασίας (Καδδά, 2005). Ως ένα ορισμένο βαθμό οι συγκρούσεις σε έναν οργανισμό θεωρούνται υγιείς και αναπόφευκτες και μπορεί να αποτελέσουν θετική πηγή ενέργειας και δημιουργικότητας. Όταν μάλιστα υπάρχει αποτελεσματική διαχείριση, τότε οι συγκρούσεις, συμβάλλουν στην αύξηση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας του νοσηλευτικού ιδρύματος (Maanen, Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
38 2003). Καθώς όμως οι απαιτήσεις και οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ των διαφόρων επαγγελματικών ομάδων στα νοσηλευτικά ιδρύματα ολοένα και αυξάνονται, η πιθανότητα να δημιουργηθούν αντιθέσεις και συγκρούσεις μεγαλώνει επιδρώντας αρνητικά στην εύρυθμη λειτουργία των μονάδων. Επιπρόσθετα, ορισμένοι ιδιαίτεροι παράγοντες όπως είναι η ύπαρξη στερεότυπων σχετικά με το επάγγελμα των νοσηλευτών και των ιατρών, η επικράτηση του γυναικείου φύλου στο επάγγελμα του νοσηλευτή και η διαφορά τους όσον αφορά την ακαδημαϊκή και την επαγγελματική τους εξέλιξη αποτελούν σημαντικές αιτίες για αύξηση των συγκρούσεων μεταξύ τους (Kelly, 2006). Συγκρούσεις μπορεί να αναπτυχθούν σε οποιοδήποτε νοσηλευτικό χώρο, όπου συνυπάρχουν διαφορετικές ομάδες επαγγελματιών υγείας. Όταν όμως αθροίζονται και οι ιδιαιτερότητες του κάθε χώρου όπως οι αυξημένες ανάγκες των ασθενών ή όταν το προσωπικό καλείται να προσφέρει υπηρεσίες κάτω από έντονες καταστάσεις σε επείγοντα περιστατικά, όπως στις μονάδες εντατικής θεραπείας και τα ΤΑΕΠ, η συχνότητα των συγκρούσεων παρουσιάζεται αυξημένη (Δημητρόπουλος και Φιλίππου, 2008). Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι αξιολόγηση των συγκρούσεων, μέσα αποτύπωση του εργασιακού περιβάλλοντος και τα επίπεδα επαγγελματικής εξουθένωσης των επαγγελματιών υγείας στο χώρο των ΤΑΕΠ στα πέντε μεγαλύτερα δημόσια νοσοκομεία της Κύπρου. Επιχειρείται η ανάδειξη των πιθανών παραγόντων οι οποίοι συμβάλλουν στη δημιουργία αρνητικού εργασιακού κλίματος με αποτέλεσμα να προκαλούνται προστριβές και συγκρούσεις ρόλων ανάμεσα στο προσωπικό των ΤΑΕΠ. Βιβλιογραφική ανασκόπηση Η διαχείριση των συγκρούσεων μεταξύ του υγειονομικού προσωπικού έχει τύχει ευρείας μελέτης (Skjorshammer, Skjorshammer, Tengilimoglu & Kisa, Κοντογιάννη, 2007). Εντούτοις δεν έχουν εντοπιστεί ερευνητικές εργασίες που να επικεντρώνονται στη διαχείριση των συγκρούσεων ανάμεσα στο προσωπικό των ΤΑΕΠ. Μέσα όμως από αρκετές έρευνες, αναδεικνύονται κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία εντοπίζονται σε τμήματα επείγουσας θεραπείας, που φέρονται και ως αιτίες συγκρούσεων ανάμεσα στους επαγγελματίες υγείας. Για παράδειγμα, έχει τύχει ενδελεχούς έρευνας το φαινόμενο της επαγγελματικής εξουθένωσης ανάμεσα στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό που εργάζεται σε τμήματα επείγουσας θεραπείας, που οφείλεται κατ' εξοχή στη φύση της εργασίας αλλά και στον τρόπο λειτουργίας των εν λόγω τμημάτων (Potter, 2006). Δυνητικές πηγές συγκρούσεων Στο χώρο της υγείας εντοπίζεται πληθώρα παραγόντων οι οποίοι θα μπορούσαν να προκαλέσουν συγκρούσεις. Σύμφωνα με την Kelly (2006), οι σημαντικότερες αιτίες συγκρούσεων μεταξύ των επαγγελματιών υγείας, σχετίζονται με την ύπαρξη στερεοτύπων σχετικά με το επάγγελμα των νοσηλευτών και των ιατρών, την επικράτηση του γυναικείου φύλου στο επάγγελμα του νοσηλευτή και τη διαφοροποίηση στην ακαδημαϊκή και στην επαγγελματική τους εξέλιξη. Παράλληλα, σύμφωνα με τον Vivar (2006), οι αλλαγές στις οργανωτικές δομές του νοσοκομείου αποτελούν μια από τις βασικές πηγές αύξησης των συγκρούσεων, ενώ οι Ahuja & Marshall (2003), αναφέρουν τις σχέσεις μεταξύ των εργαζομένων, τις ελλείψεις τόσο σε έμψυχο όσο και σε άψυχο υλικό, τον αυξημένο φόρτο εργασίας και την επαγγελματική εξουθένωση. Επιπρόσθετα, η έλλειψη κοινών δεδομένων, η οποία οδηγεί στο σχηματισμό διαφορετικών απόψεων (Mariner Tomey, 2000), ο ανταγωνισμός, η ύπαρξη προηγουμένων ανεπίλυτων συγκρούσεων (Dove, 1998) ή και η προκλητική συμπεριφορά (Swansburg & Swansburg, 1999), αποτελούν σε αρκετές περιπτώσεις πηγές ενδοεπιστημονικών συγκρούσεων. Ιδιαίτερα ανάμεσα στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, οι διαφορές 38 τόμος 12, τεύχος 1
39 προσωπικότητας και οι ασυμβίβαστοι χαρακτήρες σύμφωνα με τους Write & Roe (1996), καθώς και η αντιπαράθεση μεταξύ ισχυρών προσωπικοτήτων κατά τον Donaldson (1995) φαίνεται ότι επηρεάζουν την συνεργασία και εντείνουν το κλίμα των αντιπαραθέσεων. Παράλληλα, η φύση της εργασίας σε όλα τα τμήματα των νοσηλευτηρίων αλλά εντονότερα στα ΤΑΕΠ, απαιτεί μια συνεχή αλληλεπίδραση και ανάγκη για συνεργασία. Υπό την επήρεια λοιπόν της διαφορετικότητας στην αντίληψη που επικρατεί ανάμεσα στις διαφορετικές ομάδες εργαζομένων, ενδέχεται συχνά αυτό να οδηγεί σε αντιπαραθέσεις. Η επαγγελματική ομάδα των νοσηλευτών, κυρίως λόγω των στερεότυπων του φύλου (γυναίκες στην πλειοψηφία) και την κυριαρχία του ιατρικού επαγγέλματος, αποτελούσε και συνεχίζει ως ένα βαθμό να αποτελεί μια καταπιεσμένη επαγγελματική ομάδα και αυτό καταδεικνύεται μέσα από ένα σημαντικό αριθμό μελετών (Coombs, Fairman, 2003). Η οργανωτική δομή του οργανισμού Τα νοσοκομεία χαρακτηρίζονται από το δαιδαλώδες και βραδυκίνητο διοικητικό τους σύστημα, το οποίο ευθύνεται σε αρκετές περιπτώσεις για τη δημιουργία αντιπαραθέσεων μεταξύ των εργαζομένων αλλά και μεταξύ εργαζομένων και διοίκησης. Χαρακτηριστικά, οι Tengilomoglou & Kisa (2005), αναφέρουν ότι η έλλειψη ευελιξίας που χαρακτηρίζει τη διοίκηση των νοσοκομείων καταλήγει σε μια απρόθυμη εμμονή στους κανόνες, που χαρακτηρίζεται ως αναποτελεσματική, αλλά εντούτοις επιβάλλεται. Αυτό δημιουργεί μια ατμόσφαιρα στην οποία οι εργαζόμενοι αισθάνονται πιεσμένοι και κατευθυνόμενοι, αντί να αισθάνονται πως συμμετέχουν στη διαδικασία λήψης επαγγελματικών αποφάσεων. Κατ' επέκταση, η εργασιακή ικανοποίηση μειώνεται, οι επαγγελματίες υγείας παρουσιάζονται αδιάφοροι για την εργασία τους και οι αντιπαραθέσεις τόσο μεταξύ τους όσο και μεταξύ προϊστάμενων και υφιστάμενων παρουσιάζονται αυξημένες. Επιπρόσθετα, σε οργανισμούς με σύνθετη ιεραρχική δομή και πολλά επίπεδα εξουσίας, όπως οι μονάδες υγείας, είναι εύκολο να προκύψουν συγκρούσεις μέσα από τη διαστρέβλωση της επικοινωνίας και των πιθανών αποκλίσεων των στόχων ανάμεσα στα διάφορα τμήματα του οργανισμού (Porter, Farrel, 2001). Αναφέρεται χαρακτηριστικά από τους επαγγελματίες υγείας, ότι η παρουσία πολλών υπευθύνων και το γεγονός ότι δέχονται εντολές από περισσότερους από έναν υπεύθυνους, επηρεάζει αρνητικά την απόδοση τους. Απεναντίας, όταν λαμβάνουν οι ίδιοι επαγγελματικές αποφάσεις νιώθουν αυτόνομοι και ανεξάρτητοι υπό την έννοια ότι δεν αισθάνονται πιεσμένοι κατευθυνόμενοι ή παρεμποδισμένοι. (Tengilomoglou & Kisa, Κονυογιάννη, Ahuja & Marshall, 2003). Η πολυπλοκότητα του χώρου εργασίας των νοσηλευτηρίων αντανακλάται εντονότατα και από το γεγονός ότι οι συγκρούσεις μεταξύ επαγγελματιών υγείας, οφείλονται κυρίως στην ανάγκη συνεργασίας για την παραγωγή υπηρεσιών υγείας. Για να υπάρχει εποικοδομητική συνεργασία πρέπει να υπάρχει παράλληλα και καλή επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών μελών του οργανισμού. Εντούτοις, οι διαφορές ανάμεσα στους επαγγελματίες υγείας όσον αφορά κυρίως το εκπαιδευτικό τους επίπεδο, οδηγούν σε προβλήματα επικοινωνίας, εμποδίζοντας την καλή ροή των πληροφοριών μεταξύ των διαφορετικών επαγγελματικών ομάδων (Kelly, 2006). Στη μελέτη των Tengilomoglou & Kisa (2005), αυτό παρουσιάζεται εντονότερα ανάμεσα σε κατόχους διδακτορικού διπλώματος. Επιπρόσθετα, οι γιατροί περισσότερο από τους υπόλοιπους επαγγελματίες υγείας, θεωρούν ότι τα μηνύματα τους δε γίνονται από όλους αντιληπτά και οι επαγγελματικές προσδοκίες τους δεν είναι κοινές με τις άλλες επαγγελματικές ομάδες. Σε αρκετές όμως ερευνητικές εργασίες, οι συμμετέχοντες από όλες τις επαγγελματικές ομάδες, συμφωνούν ότι η επικοινωνία και 39 τόμος 12, τεύχος 1
40 η συνεργασία πρέπει να εδραιωθούν στα νοσοκομεία και ότι η διοίκηση πρέπει να παραμένει ουδέτερη αποφεύγοντας τις διακρίσεις για να μειωθούν οι συγκρούσεις (Skjorshammer, 2007, Κοντογιάννη, 2007). Πέρα από την οργανωσιακή ανεπάρκεια των δημόσιων νοσηλευτηρίων σε επίπεδο υποκίνησης και κατανομής των πόρων, το γραφειοκρατικό σύστημα που επικρατεί, αδυνατεί να κατανείμει με σαφήνεια τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα στις διάφορες επαγγελματικές ομάδες. Έτσι, παρατηρείται σύμφωνα με τον Dove (1998), ασάφεια σχετικά με τις δικαιοδοσίες και τις αρμοδιότητες, η οποία εντοπίζεται ως βασική αιτία που θα μπορούσε να οδηγήσει σε συγκρούσεις. Συνέπειες των συγκρούσεων Οι συνέπειες των συγκρούσεων δεν είναι πάντα αρνητικές για τον οργανισμό. Έχει είδη διαπιστωθεί ότι η σύγκρουση αυξάνει τη δημιουργικότητα και την καινοτομία, παρέχει περισσότερη ενέργεια και κίνητρα, προσφέρει στους ανθρώπους ευκαιρίες για προσωπική ανάπτυξη και πιο υγιείς σχέσεις, ενθαρρύνει την αυτογνωσία και την επαναξιολόγηση της κατάστασης (Ζαβλάνος, 2002). Ταυτόχρονα, προκαλεί την εύρεση νέων μέσων και στόχων και έχει καταλυτική επίδραση στις νέες ιδέες, την πρόοδο, τις θετικές αλλαγές και την ανάπτυξη (Robbins, 1995). Επιπλέον, κάτω από δεδομένες συνθήκες, μπορεί να οδηγήσει στην ανανέωση του οργανισμού ή σε κάποια δημιουργική προσαρμογή ή μετεξέλιξη (Axelrod, 1998). Θεωρείται σε ορισμένες περιπτώσεις ως μια αποτελεσματική τακτική, με την οποία οι μάνατζερ μπορούν να αλλάξουν δραστικά την υπάρχουσα δομή και τις συμπεριφορές. Η επιτυχημένη επίλυση της σύγκρουσης οδηγεί σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, σε αυξημένη εμπιστοσύνη των μελών μεταξύ τους και σε πιθανή μείωση των μελλοντικών συγκρούσεων. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και ο Robbins (1995), όσο αυξάνονται οι μικρές διαφωνίες, τόσο μειώνονται οι μεγάλες συγκρούσεις. Από την άλλη όμως, η μη-λειτουργική σύγκρουση μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη για την επίτευξη των στόχων της ομάδας και του οργανισμού. Συγκεκριμένα, μια δυσλειτουργική σύγκρουση μπορεί να προκαλέσει προβλήματα στην επικοινωνία μεταξύ των συγκρουόμενων μερών. Ουσιαστικά, μεταξύ των ατόμων αυτών δεν υπάρχει σωστή ανταλλαγή πληροφοριών και συνεργασία. Σταδιακά θα οδηγήσει τα άτομα σε απομόνωση ή και απογοήτευση, γεγονός που ενδέχεται ότι εμποδίζει την ενασχόληση τους με ουσιαστικά και σοβαρά θέματα στον εργασιακό χώρο (Αλεξάκη, 2006). Η μειωμένη επικοινωνία καθίσταται ιδιαίτερα δυσλειτουργική όπου παρατηρείται συνεχόμενη ή αμοιβαία αλληλεξάρτηση μεταξύ των ατόμων ή ομάδων και γι' αυτό παρατηρείται εντονότερα στο εργασιακό περιβάλλον των νοσηλειπηρίων (Ahuja & Marshall, 2003). Θεωρητικό Υπόβαθρο για τη διαχείριση των συγκρούσεων Μεγάλος αριθμός συγγραφέων και ερευνητών (Valentine, 1995, McKenna& Richardson, 1995, Past, 2001, Ζαβλάνος, 2002, Hendel και συν, 2005 κ.α.), χρησιμοποίησαν το ΤΚΙ στις διάφορες μελέτες τους. Με βάση αυτό, χρησιμοποιούνται πέντε τεχνικές-στρατη- γικές για την αντιμετώπιση ή το χειρισμό των συγκρούσεων: 1. Συνεργασία (Collaborating). Στη βάση αυτής της τεχνικής η επιθυμία ικανοποίησης των ενδιαφερόντων του άλλου μέρους, καθώς και του ιδίου είναι μεγάλη. Και τα δυο μέρη προσπαθούν να φθάσουν σε αμοιβαίο όφελος και παράλληλα να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους. 2. Εξυπηρέτηση ή Βοήθεια (Accommodation). Εδώ το άτομο συνεργάζεται με το άλλο μέρος, άλλα δεν προσπαθεί να ικανοποιήσει τα δικά του ενδιαφέροντα. Όταν το άτομο συνεργάζεται και συμφωνεί με τους άλλους, τότε μπορεί να 40 τόμος 12, τεύχος 1
41 αποφύγει την ενδεχομένη σύγκρουση. Έμφαση δίνεται στη διατήρηση των ομαλών σχέσεων. 3. Συμβιβασμός (Compromising). Η προσπάθεια ικανοποίησης των ενδιαφερόντων του άλλου μέρους, αλλά και του ιδίου είναι μέτρια. Γίνεται μια προσπάθεια να υπάρξει μια μέση λύση, που να ικανοποιεί κάποιες από τις ανάγκες των ατόμων. Έτσι, η επιδίωξη είναι μια αποδεκτή, παρά μια βελτιστοποιημένη λύση. Η μέθοδος προτιμάται, όταν οι αντιτιθέμενες πλευρές έχουν παρόμοια ισχύ. 4. Αποφυγή (Avoidance) Σε αυτήν την τεχνική, η προσπάθεια ικανοποίησης των ενδιαφερόντων του άλλου μέρους και των ιδίων των ατόμων, είναι χαμηλή. Το άτομο ουσιαστικά δεν κάνει τίποτα, παραμένει ουδέτερο και αγνοεί την προστριβή. Είναι χρήσιμη τακτική, όταν το προκύπτον ζήτημα είναι χαμηλής σπουδαιότητας και υπάρχουν σημαντικότερα ζητήματα, ή όταν κάποιος προσπαθεί να κερδίσει χρόνο και να μειώσει τις εντάσεις. 5. Ανταγωνισμός (Competing). Εδώ το άτομο, χρησιμοποιεί την ισχύ και εξουσία που του παρέχει η θέση του, για να πείσει τα άλλα άτομα να δεχτούν μια συγκεκριμένη λύση. Αν έχει αρκετά μεγάλη δύναμη και ευελιξία, θα καθορίσει ακριβώς τον τρόπο που θα χειριστεί τη σύγκρουση. Υλικό και Μέθοδος Η έρευνα πραγματοποιήθηκε την περίοδο στα τμήματα επειγόντων περιστατικών και ατυχημάτων των 5 μεγαλύτερων δημόσιων νοσηλευτηρίων της Κύπρου (Λευκωσία, Λεμεσός, Λάρνακα, Πάφος, Αμμόχωστος). Εξαιρέθηκαν τα αγροτικά νοσοκομεία Πόλης και Κυπε- ρούντας που δε διαθέτουν ΤΑΕΠ αν και χειρίζονται επείγοντα περιστατικά ήπιας όμως μορφής. Δεν συμπεριλήφθηκαν οι μονάδες ΤΑΕΠ των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων, λόγω διαφορών στην οργανωτική και λειτουργική τους δομή. Το δείγμα αποτέλεσαν όλοι οι επαγγελματίες υγείας (ιατροί και νοσηλευτές) που εργάζονται κατά την περίοδο διεξα γωγής της έρευνας στις πιο πάνω μονάδες. Για τη συλλογή των δεδομένων, έγινε διαμόρφωση ερωτηματολογίου με βάση το HSE (Health and Safety Executive) ( το οποίο χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία σε παρόμοιες έρευνες από τον ίδιο τον οργανισμό. Το ερωτηματολόγιο αποτελείται από 4 βασικές παραμέτρους με ειδική αναφορά σε βασικά δημογραφικά στοιχεία, όπως οι διαφορές στα εκπαιδευτικά επίπεδα, ο φόρτος εργασίας, η αξιολόγηση της προσωπικής τους υγείας, η ιεραρχία, η κατανομή των αρμοδιοτήτων, η επιδίωξη επαγγελματικής εξέλιξης, καθώς και συγκεκριμένους οργανωτικούς παράγοντες. Τα πιο πάνω στοιχεία αποτελούν τις εξαρτημένες μεταβλητές που πιθανολογούνται ως παράγοντες δημιουργίας συγκρούσεων. Επιπρόσθετα, συμπεριλαμβάνεται ειδικό μέρος για την αξιολόγηση του τρόπου διαχείρισης των συγκρούσεων καθώς και προτάσεις για την επίλυση των συγκρούσεων στο χώρο των ΤΑΕΠ από τους συμμετέχοντες. Συμπεριλήφθηκαν παράλληλα, ερωτήσεις που αφορούσαν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα και ιδιαιτερότητες του εργασιακού χώρου των ΤΑΕΠ στην Κύπρο, όπως την κουλτούρα, την νοοτροπία και την εργασιακή υγεία των εργαζομένων, για μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση του θέματος. Το ερωτηματολόγιο του HSE που χρησιμοποιείται από τον οργανισμό ασφάλειας και υγείας της Αγγλίας, το οποίο αξιολογεί συγκεκριμένα διοικητικά πρότυπα τα οποία στοχεύουν στον καθορισμό των χαρακτηριστικών ενός οργανισμού, έτσι ώστε οι κίνδυνοι από την πίεση της εργασίας να ρυθμίζονται και να ελέγχονται αποτελεσματικά. Καλύπτει επτά βασικούς τομείς της εργασίας, οι οποίοι σχετίζονται με τη φτωχή υγεία και ευημερία των υπαλλήλων, τη χαμηλή ικανοποίηση του προσωπικού και τη μειωμένη παραγωγικότητα, που αφορούν τις κυριότερες πηγές πίεσης στην εργασία. Η μετάφραση του στην ελληνική γλώσσα, έγινε σύμφωνα με καθορισμένα πρότυπα και κατευθυντήριες οδηγίες (Medical Outcomes Trust Bulletin 1997, Gandek, 1998, MAPI Research Institute, Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
42 2002, Beaton et al., 2002) και χρησιμοποιήθηκε με την άδεια του οργανισμού. Για τον έλεγχο της αξιοπιστίας του εργαλείου, έγινε επιβεβαίωση της σταθερότητας του μέσω της διαδικασίας «δοκιμασίας - επα- ναδοκιμασίας», τον Οκτώβριο του 2009 στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού. Για το μέρος που αφορούσε τα συνολικά σκορ για την αξιολόγηση της υγείας των συμμετεχόντων, η συσχέτισης ήταν r = 0.8. και το μέρος το οποίο αναφέρεται στους οργανωτικούς παράγοντες, η συσχέτισης ήταν r = 0.7. Τα αποτελέσματα αξιολογούνται ως πολύ ικανοποιητικά, και αποτελεί ένδειξη σταθερότητας στις απαντήσεις των συμμετεχόντων, ενισχύοντας την αξιοπιστία του ερευνητικού εργαλείου (Μερκούρης, 2008). Για τη διεξαγωγή της έρευνας έχει ληφθεί άδεια τόσο από τις Ιατρικές όσο και από τις Νοσηλευτικές υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας της Κύπρου. αποτελώντας κοινή αντίδραση της συγκεκριμένης ομάδας επαγγελματιών υγείας (Dechairo-Marino, 2001). Η μέση ηλικία των υποκειμένων ανέρχεται στα 34,39 χρόνια, με τη μικρότερη ηλικία να είναι τα 22 έτη και τη μεγαλύτερη τα 59 έτη. Η μικρή μέση ηλικία, δικαιολογείται από το γεγονός ότι η ηλικιακή ομάδα των ετών περιλαμβάνει σχεδόν τους μισούς (49%) συμμετέχοντες. Η γεωγραφική κατανομή του δείγματος ανά επαρχία, παρουσιάζεται στο πίνακα 2, και όπως ήταν αναμενόμενο, αντιστοιχεί στο μέγεθος του κάθε νοσοκομείου. Η συντριπτική πλειοψηφία του δείγματος (74,%), κατείχε τη θέση του Νοσηλευτικού Λειτουργού (η = 113). Ακολουθεί η ομάδα των ατόμων που κατέχουν τη θέση του Ιατρικού Λειτουργού με ποσοστό 14,5% (η=22), ενώ οι νοσηλευτές και οι γιατροί που κατέχουν διοικητική θέση ακολουθούν με μικρότερα ποσοστά. Αποτελέσματα Σύνθεση του συνολικού δείγματος Συνολικά το ποσοστό ανταπόκρισης στη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου ανήλθε στο 57,57% (η = 152). Το ποσοστό ανταπόκρισης του δείγματος του νοσηλευτικού προσωπικού ανήλθε στο 63,63% (η = 126), ενώ το ποσοστό ανταπόκρισης του δείγματος του ιατρικού προσωπικού ανήλθε στο 40% (η = 26) (πίνακα 1). Όσον αφορά την σύνθεση του δείγματος ως προς το φύλο, 64 (42,1%) ήταν άντρες και 88 (57,9%) ήταν γυναίκες. Η χαμηλή ανταπόκριση των γιατρών παρατηρείται σε αρκετές ερευνητικές εργασίες, Αποτελέσματα σχετικά με τις Αντιπαραθέσεις Στον πίνακα 3 αρχικά παρουσιάζεται η συχνότητα με την οποία το 85% των εργαζομένων στα τμήματα ΤΑΕΠ φαίνεται να έχει αντιμετωπίσει αντιπαραθέσεις στο χώρο εργασίας τους, τους τελευταίους 6 μήνες. Στην πλειοψηφία τους, έχουν αντιμετωπίσει τουλάχιστον 1 με 2 φορές κάποιας μορφής σύγκρουση στον χώρο εργασίας τους (21,1 % και 21,7% αντίστοιχα), ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (13,8%) έχει έρθει σε αντιπαράθεση τους τελευταίους 6 μήνες πέραν από 7 φορές. Από την άλλη όμως, ένα εξίσου σημαντικό ποσοστό (15,1%) αναφέρει ότι δεν έχει έρθει ποτέ σε αντιπαράθεση στο χώρο εργασίας του τους τελευταίους 6 μήνες. Δεν Πίνακας 1: Συγκεντρωτικός πίνακας των στοιχείων του πληθυσμού και του δείγματος του νοσηλευτικού και ιατρικού προσωπικού των ΤΑΕΠ Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
43 Πίνακας 2: Χώρος παροχής υπηρεσιών- Γεωγραφική κατανομή δείγματος Συχνότητα Ποσοστό % Ποσοστό Ν ανταπόκρισης ανά επαρχία % Νοσοκομείο Λευκωσίας ,31 Νοσοκομείο Λεμεσού ,71 Νοσοκομείο Λάρνακας Νοσοκομείο Πάφου ,48 Νοσοκομείο Αμμοχώστου ,96 παρατηρείται στατιστικά σημαντική διαφορά όσον αφορά τη συχνότητα των αντιπαραθέσεων ως προς το επάγγελμα (ρ=0.681), ούτε όσον αφορά το φύλο (ρ= 0.348) αλλά και ούτε όσον αφορά την ηλικία (ρ= 0.147). Παρόλα αυτά, το 50,6% του δείγματος, πιστεύει ότι οι αντιπαραθέσεις στο χώρο εργασίας τους επηρεάζει από μέτρια έως πάρα πολύ την απόδοση τους. Πίνακας 3: Αντιπαράθεση στο χώρο της εργασίας σας τους τελευταίους 6 μήνες Συχνότητα (η) Ποσοστό % Ποτέ 23 15,1 1 φορά 32 21,1 2 φορές 33 21,7 3 φορές 15 9,9 4 φορές 13 8,6 5 φορές 9 5,9 6 φορές 6 3,9 7+ Φορές 21 1,8 Οι επαγγελματίες υγείας (γιατροί και νοσηλευτές) που εργάζονται στα τμήματα ΤΑΕΠ, έρχονται συχνότερα σε αντιπαρά θεση με την ομάδα των γιατρών (ποσοστό 30,7%) Είναι χαρακτηριστικό δε το γεγονός ότι αυτό το ποσοστό είναι σχεδόν διπλάσιο από την αμέσως επόμενη ομάδα, αυτή των νοσηλευτών, η οποία αποτελεί το 18,8%. Με το βοηθητικό προσωπικού του νοσοκομείου (Βοηθούς Θαλάμου και Κλητήρες), έρχεται σε αντιπαράθεση το 11,9% των επαγγελματιών υγείας, ενώ ένα μικρό ποσοστό (3,2%) αναφέρει 'άλλους' ως τα άτομα που έχουν έρθει σε αντιπαράθεση. Χαρακτηριστικό εύρημα, το οποίο δικαιολογείται από τη φύση της εργασίας στα τμήματα ΤΑΕΠ, είναι το γεγονός ότι 7,2% των ερωτηθέντων αναφέρουν ότι έχουν έρθει σε αντιπαράθεση με ασθενείς ή/και συγγενείς (Πίνακας 4). Αξίζει επίσης να σημειωθεί, ότι παρόλο που οι συμμετέχοντες αναφέρουν κυρίως τα διοικητικά προβλήματα και τις οργανωτικές ασάφειες ως κύριες αιτίες συγκρούσεων, εντούτοις μόνο το 6,9% δηλώνει ότι έχει έρθει σε αντιπαράθεση με μέλη της διοίκησης του νοσοκομείου. Όσον αφορά τις διεπαγγελματικές αντιπαραθέσεις, τα αποτελέσματα παρουσιάζονται αναλυτικά στο διάγραμμα 1. Πε- Πίνακας 4: Αντιπαραθέσεις μεταξύ Επαγγελματιών Υγείας Συχνότητα (η) Ποσοστό Μέλη της διοίκησης του νοσοκομείου % Ιατρούς % Νοσηλευτές % Βοηθούς Θαλάμου % Κλητήρες 9 3.2% Ασθενείς/Συγγενείς % Άλλους 9 3.2% Κανένα % 43 τόμος 12, τεύχος 1
44 ρισσότεροι από τους μισούς νοσηλευτές (69,3%) και ένα μεγάλο ποσοστό των γιατρών (78,9%), δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν αντιπαραθέσεις με τους γιατρούς. Με τους νοσηλευτές, έχει έρθει σε αντιπαράθεση το 40,6% των γιατρών και το 57,9% των νοσηλευτών. Παράλληλα, παρατηρείται ότι οι ομάδα των νοσηλευτών αντιμετωπίζει πολύ συχνότερα αντιπαραθέσεις με το βοηθητικό προσωπικό (Βοη θούς θαλάμου και κλητήρες) από ότι οι ομάδα των γιατρών (31,7% έναντι 5,3%). Παρατηρείται επίσης ότι το ιατρικό προσωπικό αντιμετωπίζει αντιπαραθέσεις πιο συχνά με ασθενείς και συγγενείς (26,3% έναντι 14,8% των νοσηλευτών). Διάγραμμα 1: Κατανομή δείγματος όσον αφορά τα άτομα με τα οποία έρχονται σε αντιπαράθεση σύμφωνα με το επάγγελμα τους Στις αιτίες που προκαλούν αντιπαραθέσεις, την 1η και 3η θέση καταλαμβάνουν προβλήματα που αφορούν την οργάνωση (Πίνακας 5). Δεν βρέθηκε να υπάρχει κάποια στατιστικά σημαντική διαφορά, με βάση το επάγγελμα μεταξύ των συμμετεχόντων στην έρευνα σε σχέση με τις αιτίες των συ- Πίνακας 5: Αιτίες και αντιπαραθέσεις 44 τόμος 12, τεύχος 1
45 γκρούσεων αφού οι απόψεις των γιατρών και των νοσηλευτών για το θέμα αυτό συμβαδίζουν (διάγραμμα 2). Το ίδιο ισχύει όσον αφορά το διαχωρισμό ανά φύλο και ανά διοικητική θέση που κατέχουν. Διάγραμμα 2: Κατάταξη δείγματος όσον αφορά την άποψη τους για τις αιτίες που προκαλούν συγκρούσεις κατά επάγγελμα Στρατηγικές αντιμετώπισης των συγκρούσεων Όσον αφορά τις στρατηγικές για την αντιμετώπιση των συγκρούσεων, η πλειοψηφία των συμμετεχόντων (50,7%), προσπαθεί να αποφύγει την αντιπαράθεση, το 21,7% επιλέγει την διαπραγμάτευση, το 15,8% τον συμβιβασμό, το 9,9% τη διεκδίκηση και το 2% την αποδοχή. Τόσο οι γιατροί όσο και οι νοσηλευτές, προτιμούν την αποφυγή από οποιαδήποτε άλλη στρατηγική, με 34,6% και 54% αντίστοιχα. Ως 2η στρατηγική και για τις δύο επαγγελματικές ομάδες παρουσιάζεται η διαπραγμάτευση με 30,8% και 19,8%, αντίστοιχα και ως 3η στρατηγική ο συμβιβασμός με 19,2% και 15,1%, αντίστοιχα (Πίνακας 6). Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες, ο πρώτος και σημαντικότερος παράγοντας που χρήζει άμεσης βελτίωσης με στόχο τη μείωση των αντιπαραθέσεων, θεωρείται από το συνολικό δείγμα η «εδραίωση της επικοινωνίας και συνεργασίας στο νοσοκομείο» με 22,4%. Η «σαφής κατανομή αρ- Πίνακας 6: Συγκριτικός πίνακας για τη στρατηγική που επιλέγει το νοσηλευτικό και το ιατρικό προσωπικό για την επίλυση των συγκρούσεων Διεκδίκηση Συμβιβασμό Αποδοχή Αποφυγή Διαπράτευση Σύνολο Γιατροί 3.8% 19.2% 11.5% 34.6% 30.8% 100.0% Νοσηλευτές 11.1% 15.1% 0.0% 54.0% 19.8% 100.0% Σύνολο 9.9% 15.8% 2.0% 50.7% 21.7% 100.0% Κυπριακα Νοσηλευτικά χρονικά τομος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
46 μοδιοτήτων, υποχρεώσεων και δικαιωμάτων» με 14,6% και η «εγκαθίδρυση αμερόληπτης διοίκησης χωρίς διακρίσεις» με 13,2% κατατάσσονται στη 2η θέση των σημαντικότερων παραγόντων που χρήζουν βελτίωσης για τη μείωση των αντιπαραθέσεων. Ως 3ο σημαντικό παράγοντα, οι συμμετέχοντες θεωρούν την «ανάπτυξη ευκαιριών για έκφραση απόψεων όσων βρίσκονται σε αντιπαράθεση» και ως 4ο παράγοντα τον «σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα και στην επαγγελματική εξέλιξη». Παράλληλα, κατατάσσουν τον «εντοπισμό των αιτιών των αντιπαραθέσεων» ως τον 5ο πιο σημαντικό παράγοντα του εντείνει τις αντιπαραθέσεις και χρήζει βελτίωσης. Αποτελέσματα κατά την αξιολόγηση των Οργανωτικών Παραγόντων Οι οργανωτικοί παράγοντες που ενδέχεται να επηρεάζουν τα επίπεδα υγείας και Σχέσεις, (προώθηση θετικού εργασιακού κλίματος), Ρόλους (επίπεδο κατανόησης των υπαλλήλων όσο αφορά το ρόλο τους μέσα στον οργανισμό/ μέτρα που λαμβάνονται προς αποφυγή συγκρουόμενων ρόλων), Αλλαγή (ο τρόπος με τον οποίο μια αλλαγή ρυθμίζεται και διακλαδώνεται μέσα στον οργανισμό). Στον πίνακα 7 παρουσιάζονται συνολικά τα αποτελέσματα κάθε παράγοντα και παρατίθενται οι ενδιάμεσοι και μακροπρόθεσμοι στόχοι που προκύπτουν μέσα από διεθνείς μελέτες. Πίνακας 7: Σύγκριση αποτελεσμάτων της παρούσας μελέτης με τους ενδιάμεσους και μακροπρόθεσμους στόχους που προκύπτουν από διεθνής μελέτες. ευημερίας των εργαζομένων και την οργανωτική τους απόδοσης, ενώ παράλληλα σχετίζονται και με την αύξηση της εργασιακής πίεσης, έχουν αξιολογηθεί με βάση τα διοικητικά πρότυπα του HSE. Οι επτά τομείς που αξιολογούνται είναι: Απαιτήσεις (φόρτος / περιβάλλον εργασίας και σχέδια υπηρεσίας), Έλεγχος (αυτονομία / τρόπος εκτέλεσης εργασίας), Υποστήριξη από την Διοίκηση και τους Συναδέλφους, (ενθάρρυνση, εγγυοδοσία και πόρους που παρέχονται από τον οργανισμό, τη διοίκηση και τους συναδέλφους), Αναλυτικά τα αποτελέσματα της αξιολόγησης τους έχουν ως ακολούθως: Η παράμετρος των Απαιτήσεων, χρειάζεται άμεσες παρεμβάσεις για βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Ιδιαίτερα προβληματικοί εντοπίζονται οι τομείς που αφορούν, τους έντονους ρυθμούς και τις αυξημένες ώρες εργασίας καθώς και τον περιορισμένο χρόνο για διαλείμματα. Παρόλα αυτά, το προσωπικό δηλώνει ότι δεν δυσκολεύεται ιδιαίτερα να αντεπεξέλθει και δεν παραμελεί τα καθήκοντα του λόγω φόρτου εργασίας. Η παράμετρος του Ελέγχου, χρειάζεται επίσης άμεσες βελτιωτικές παρεμβάσεις και ιδιαίτερα στα επίπεδα αυτονομίας Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
47 των υπαλλήλων που αφορούν τον τρόπο εκτέλεσης της εργασίας τους. Σε όλες τις σχετικές τοποθετήσεις υπάρχει δυσαρέσκεια, αφού οι επαγγελματίες υγείας αισθάνονται ότι δεν μπορούν να πάρουν αποφάσεις και να εκτελέσουν την εργασία τους με τον τρόπο που αυτοί πιστεύουν ότι είναι ο ιδανικότερος. Όσον αφορά την παράμετρο της Υποστήριξης από τη Διοίκηση, οι τομείς που παρουσιάζονται πιο προβληματικοί, αφορούν την απουσία ενθάρρυνσης όσον αφορά την εργασία τους και το γεγονός ότι δεν μπορούν να συζητούν θέματα που τους ενοχλούν με τους προϊστάμενους τους. Παρόλα αυτά, οι επαγγελματίες υγείας αναφέρουν ότι εισπράττουν εποικοδομητικά σχόλια για την εργασία τους. Αντίθετα, όσον αφορά την Υποστήριξη από συναδέλφους, οι συμμετέχοντες παρουσιάζονται ευχαριστημένοι. Ο μοναδικός τομέας που χρειάζεται βελτίωση αφορά το γεγονός ότι οι συνάδελφοι δεν είναι πρόθυμοι να ακούσουν τυχόν εργασιακά τους προβλήματα. Όσον αφορά τον παράγοντα των Σχέσεων, οι απαντήσεις υποδηλώνουν ότι δεν υφίσταται προώθηση θετικού εργασιακού κλίματος, αλλά ούτε και χειρισμός απαράδεκτων συμπεριφορών προς αποφυγή των συγκρούσεων. Όλοι οι τομείς παρουσιάζονται προβληματικοί και χρήζουν άμεσων βελτιωτικών παρεμβάσεων. Στη παράμετρο των ρόλων, οι τομείς που παρουσιάζονται πιο προβληματικοί αφορούν την άγνοια των εργαζομένων ως προς το βαθμό που η εργασία τους συμβάλλει στους γενικότερους στόχους του τμήματος, αλλά και το γεγονός ότι δεν τους είναι ξεκάθαρο το τι αναμένεται από αυτούς στην εργασία τους. Τέλος, το συνολικό αποτέλεσμα της παραμέτρου της Αλλαγής, υποδηλώνει ότι ο τρόπος με τον οποίο μια οργανωτική αλλαγή (μεγάλη ή μικρή) ρυθμίζεται και διακλαδώνεται μέσα στον οργανισμό, χρειάζεται βελτίωση. Οι συμμετέχοντες δηλώνουν ότι δεν τους δίνονται επαρκείς ευκαιρίες να συζητούν με διοικητικά στελέχη σχετικά με αλλαγές στο χώρο της εργασίας τους, ενισχύοντας τις απόψεις που συζητήθηκαν στην παράμετρο της υποστήριξης από τη διοίκηση. Συσχέτιση Οργανωτικών παραγόντων με τη συχνότητα των αντιπαραθέσεων Για να γίνει εφικτή η συσχέτιση, μετρήθηκε η τιμή της κάθε κατηγορίας για κάθε ένα από τους συμμετέχοντες ξεχωριστά. Με τη διαδικασία αυτή, εντοπίστηκαν τα άτομα που υπερβαίνουν και τα άτομα που είναι κάτω από τον ενδιάμεσος στόχος (Suggested Interim Target) που προτείνεται από το HSE auto-analysis tool ( Κατά την αξιολόγησή τους, οι αριθμοί δείχνουν ότι οι δύο αντίθετες απόψεις (ικανοποίησης και δυσαρέσκειας) εκφράζονται πολύ έντονα από τους συμμετέχοντες. Παρουσιάζονται δηλαδή, αυτοί που είναι πολύ ικανοποιημένοι και αυτοί που είναι πολύ δυσαρεστημένοι από συγκεκριμένους παράγοντες, χωρίς να υπάρχει ενδιάμεση άποψη. Στις παραμέτρους των Απαιτήσεων, της Υποστήριξη από την Διοίκηση και από τους Συναδέλφους, παρατηρείται ότι η πλειοψηφία των ατόμων που έχουν σκοράρει πάνω από τον ενδιάμεσο στόχο, δεν έχουν έρθει σε αντιπαράθεση τους τελευταίους 6 μήνες. Παράλληλα, σε όλες τις πιο πάνω παραμέτρους με εξαίρεση αυτή των απαιτήσεων, η πλειοψηφία των συμμετεχόντων που σκόραραν κάτω από τον ενδιάμεσο στόχο, έχει έρθει σε αντιπαράθεση περισσότερες από 7 φορές. Το ίδιο γεγονός παρουσιάζεται και στις παραμέτρους του Ελέγχου και των Αλλαγών, ενώ το φαινόμενο της αύξησης των αντιπαραθέσεων λόγω δυσαρέσκειας, παρουσιάζεται εντονότερα στην παράμετρο των Σχέσεων. Συμπερασματικά, η θετική αντίληψη των εργαζομένων όσον αφορά το περιβάλλον, το φόρτο εργασίας και την υποστήριξη από τους συναδέλφους και την διοίκηση, έχει θετική επίδραση στην ψυχολογία τους και αποτρέπει τις αντιπαραθέσεις μεταξύ τους. Αντίθετα, η δυσαρέσκεια των συμμετεχόντων όσον αφορά τα επίπεδα αυτονομίας στον τρόπο εκτέλεσης της εργασίας τους, το τρόπο με τον οποίο μια αλλαγή ρυθμίζεται και διακλαδώνεται μέσα στον οργανισμό, τις προστριβές και την ένταση που προκύπτει πολλές φορές μέσα από το περιβάλλον εργασίας, επιδρά αρνητικά στους επαγγελματίες υγείας και αυξάνει τις συγκρούσεις. 47 τόμος 12, τεύχος 1
48 Συζήτηση To 85% των επαγγελματιών υγείας που εργάζονται στα ΤΑΕΠ των δημόσιων νοσηλευτηρίων της Κύπρου να έχει εμπλακεί σε κάποιας μορφής σύγκρουση κατά την ώρα εργασίας του, τους τελευταίους 6 μήνες. Τα αποτελέσματα συμφωνούν και με τα ευρήματα αρκετών μελετών της διεθνούς βιβλιογραφίας, που ασχολήθηκαν με τις οργανωσιακές συγκρούσεις (Swansburg & Swansburg, 1999, Skjorshammer, 2001, Tengilimoglou & Kisa, 2005, Kelly, 2006, Κοντογιάννη, 2007). Οι γιατροί εμπλέκονται πιο συχνά σε συγκρούσεις, παρόλο που οι νοσηλευτές παρουσιάζονται πιο δυσαρεστημένοι από τις συνθήκες και το περιβάλλον εργασίας. Παρόμοια αποτελέσματα εντοπίζονται και στις μελέτες των Skjorshammer, (2001), King, (2002), Sportsman (2005) και Κοντογιάννη, (2007). Αντίθετα, σε μελέτη του ο Andrew, (1999) εντόπισε ότι οι γιατροί απέφευγαν τις συγκρούσεις, κυρίως λόγω φόρτου εργασίας. Τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες επαγγελματίες υγείας, έχουν τις ίδιες πιθανότητες να εμπλακούν σε κάποιας μορφής αντιπαράθεση στο χώρο εργασίας τους. Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται σε αντίθεση με την μελέτη των Beauregard etal (2003), οι οποίοι εντόπισαν ότι οι γυναίκες και ιδιαίτερα οι νοσηλεύτριες, παράμεναν συνήθως ήρεμες και δεν εμπλέκονται σε συγκρούσεις, ενώ σύμφωνα με την Percival (2001), απέφευγαν τις αντιπαραθέσεις, επειδή διέθεταν την ικανότητα να γνωρίζουν τι ανάμεναν οι συνεργάτες τους από αυτές και συμπεριφέρονταν ανάλογα. Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας έχει παρατηρηθεί ότι η αποφυγή συνήθως επιλέγεται από τους νοσηλευτές και όχι από τους γιατρούς, κυρίως λόγω των στερεότυπων που συνοδεύουν το νοσηλευτικό επάγγελμα (υπακοή στους γιατρούς, κυριαρχία ιατρικού επαγγέλματος, χαμηλή αυτοεκτίμηση). Επιπρόσθετα, οι γιατροί φαίνεται να προτιμούν τη διεκδίκηση και τη διαπραγμάτευση, ως μέσα για αποφυγή των συγκρούσεων. Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης, έρχονται σε αντίθεση με τα πιο πάνω, αφού τόσο οι γιατροί όσο και οι νοσηλευτές επιλέγουν την αποφυγή των συγκρούσεων. Το πιο πάνω εύρημα όμως δικαιολογείται από αρκετούς ερευνητές (Jameson, 2003.Vivar, Skjorhammer, Valentine, Kelly, Goodman, 2004), οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η αποφυγή μιας σύγκρουσης και η καταστολή του θυμού, είναι η πιο κοινή αντίδραση σε περιβάλλοντα επειγόντων καταστάσεων, αφού λόγω της σοβαρότητας των περιστατικών και του φόρτου εργασίας, υπάρχουν λίγες ευκαιρίες για να ασχοληθούν με αντιπαραθέσεις. Παρόλα αυτά, το 85% έχει αντιμετωπίσει συγκρούσεις στο χώρο εργασίας του και αυτό φαίνεται να οφείλεται στο γεγονός ότι τα προβλήματα που αποφεύγονται και παραμένουν άλυτα, διογκώνονται και επανεμφανίζονται εντονότερα σε κατοπινό στάδιο (Valentine, Andrew, Hendel, etal. 2007). To πιο πάνω έχει επιβεβαιωθεί μέσα από την αξιολόγηση των οργανωτικών παραγόντων, αφού στους πλείστους υπάρχει δυσαρέσκεια από το προσωπικό των ΤΑΕΠ και επιβάλλονται άμεσες βελτιωτικές παρεμβάσεις. Οι αντιδράσεις αυτές παρόλα αυτά, δικαιολογούνται στο περιβάλλον των ΤΑΕΠ και από τους Ahuja & Marshall (2003), οι οποίοι αναφέρουν ότι η πολυμορφία και ο αυξημένος όγκος περιστατικών που παρατηρείται, σε συνδυασμό με τη συχνή αντιμετώπιση του πόνου και του θανάτου, ενδέχεται να προκαλούν διαφωνίες, εντάσεις, διαπληκτισμούς και συγκρούσεις. Πιο συγκεκριμένα, κατά την αξιολόγηση των οργανωτικών παραγόντων, έχει εντοπιστεί ότι άμεση παρέμβαση χρήζει ο τομέας που αφορά διοικητικές και οργανωτικές λειτουργίες. Οι συμμετέχοντες αναφέρουν ότι το περιβάλλον εργασίας είναι ιδιαίτερα απαιτητικό και ταυτόχρονα υπάρχει απουσία ενθάρρυνσης από τη διοίκηση. Παράλληλα, η απουσία αυτονομίας και ελέγχου στο τρόπο εργασίας τους επιδεινώνεται με τους μη ξεκάθαρους στόχους και τις συγκρούσεις ρόλων ανάμεσα στις δύο ομάδες επαγγελματιών υγείας. Επιπρόσθετα, παρατηρείται μια δυσκολία όσον αφορά την επικοινωνία των Κυπριακα Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
49 εργαζομένων με τη διοίκηση, η οποία δυσχεραίνει το όλο εργασιακό κλίμα και αποτρέπει τις οποιεσδήποτε παρεμβάσεις προς βελτίωση και ομαλοποίηση των συνθηκών εργασίας. Όσον αφορά την κατάταξη των αποτελεσμάτων που αφορούν τις διάφορες παραμέτρους της αξιολόγησης των οργανωτικών παραγόντων σύμφωνα με το επάγγελμα, το φύλο και τα χρόνια υπηρεσίας παρατηρείται ότι οι γιατροί σε γενικές γραμμές αξιολογούν πιο θετικά τις διάφορες παραμέτρους. Πιο συγκεκριμένα, οι νοσηλευτές απαιτούν περισσότερες βελτιωτικές παρεμβάσεις όσον αφορά την παράμετρο του ελέγχου και της υποστήριξης από την διοίκηση, καθώς και της παραμέτρου των σχέσεων, των ρόλων και της αλλαγής, από ότι οι γιατροί. Οι γυναίκες, από την άλλη, αντιμετωπίζουν περισσότερα προβλήματα από ότι οι άντρες στις παραμέτρους που αφορούν: τις απαιτήσεις, την υποστήριξη από την διοίκηση, τις σχέσεις και την αλλαγή. Η μοναδική παράμετρος στην οποία παρουσιάζουν καλύτερα αποτελέσματα από ότι οι άντρες είναι η παράμετρος των ρόλων. Κατά την κατάταξη των απαντήσεων για την αξιολόγηση των διαφόρων παραμέτρων που αφορούν τους οργανωτικούς παράγοντες σύμφωνα με τα χρόνια υπηρεσίας, παρατηρούνται μια θετική συσχέτιση. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρείται μια σταδιακή βελτίωση σε όλες τις παραμέτρους καθώς αυξάνονται τα χρόνια υπηρεσίας. Η ομάδα που χρήζει άμεσων βελτιωτικών παρεμβάσεων στους πλείστους οργανωτικούς παράγοντες είναι η ομάδα που κατέχει από 6 έως 15 χρόνια υπηρεσίας Εν κατακλείδι, στην παρούσα μελέτη, έχει αποδειχθεί ότι τα άτομα τα οποία ήταν δυσαρεστημένα από το περιβάλλον και τις συνθήκες εργασίας, είχαν συχνότερη εμπλοκή σε διεπαγγελματικές συγκρούσεις, ενώ αντίθετα, όπου υπήρχε ικανοποίηση η συχνότητα των συγκρούσεων ήταν σε χαμηλότερα επίπεδα. Βιβλιογραφία Ελληνόγλωσση Αλεξάκη, Γ. (2006) Η εξέλιξη της συνεργασίας. Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα Δημητρόπσυλσς,χ. και Φιλίππου, Ν. (2008) Η επαγγελματική εξουθένωση στο χώρο της υγείας. Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής 2008, 25(5): Ζαβλανός, Μ. (2002) ΟΞργανωσιακή Συμπεριφορά. Εκδόσεις Σταμούλη, Αθήνα. Καδδά, Α. (2005) Τρόποι Διαχείρισης του στρες των επαγγελματιών υγείας στα δημόσια νοσοκομεία. Επι- θεώρηση Υγείας 2005, 16:23-26 Κοντογιάννη, Α. (2007) Η Διαχείριση των συγκρούσεων στο νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό στα Δη- μόσια Παιδιατρικά Νοσοκομεία. Διπλωματική Εργασία, Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών. Κοντογιάννη, Α. (2007) Η Διαχείριση των συγκρούσεων στο νοσηλευτικό και ιατρικό προσωπικό στα Δη- μόσια Παιδιατρικά Νοσοκομεία. Διπλωματική Εργασία, Τμήμα Νοσηλευτικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών. Μερκούρης, Α. (2008) Μεθοδολογία Νοσηλευτικής έρευνας, Αθήνα, Εκδόσεις Ελλην. Μέρος Α'. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα. Ξενόγλωσση Ahuja, J. & Marshall, P. (2003) Conflict in the emergency department: Retreat in order to advance. Can J Emerg Med 2003;5(6) pp Andrew, L.B. (1999) Conflict management prevention, and resolution in medical settings. The Physician Executive, July-August, Axelrod, R. (1998) Η εξέλιξη της συνεργασίας (Σ. Στασίνος, μτφρ), Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα Beaton, D, Bombardier, C, Guillemin, F, Bosi, F. (2002), Recommendations for the cross-cultural adaptation of health status measures. Institute for Work and Health, Illinois. Coombs, M. (2003) Power and Conflict in Intensive Care Clinical Decision Making. Intensive and Critical Care Nursing Cox, K.B. (2003) The Effects of Intrapersonal, Intragroup, Intergroup and Conflict on Team Performance 49 τόμος 12, τεύχος 1
50 Effectiveness and Work Satisfaction. Nursing Administration Quarterly. 27(2), Available from ProQuest Medical Library [accessed July 2009]. Dechairo-Marino, A.E.; Jordan-Marsh, M.; Traiger, G. & Saulo, M. (2001) Nurse/Physician Collaboration. Action Research and the lessons learned. JONA, vol.31, No.5, May 2001 Donaldson, M. (1995) Management for doctors: conflict, power and negotiation. BMJ, 310: Dove, A. (1998) Conflict: process and resolution. Nurs Managem. 29:30-32 Fairman, J. (2003) Not all Nurses are Good, Not all Doctors are Bad. Bulletin of the History of Medicine. 78(2), Farrel, G.A. (2001) From tall poppies to squashed weeds: why won_t nurses pull together more? J Adv Nurs. 35:26-33 Gander, B. & Ware, J.E. (1998) Methods for validating and norming translation of Health status questionnaire: the IQOLA project approach for IQOLA project group health assessment. J Clin Epidemiol 51: Hendel, T.; Fish, M.; Galon, V. (2005) Leadership styles and choice of strategy in conflict management among Israeli nurse managers in general hospitals. Journal of Nursing Management, 13, Hendel, T.; Fisb, M. & Bergen, O. (2007) Nurse/Physician Conflict Management Mode Choices. Implications for Improved Collaborative Practice. Nurs Admin, Vol 31, No, pp Kelly, J. (2006) An overview of conflict. Dimensions of clinical care nursing, 25(1), p.p Mapi Research Institute, Linguistic validation of the CRQ Questionnaire. CRQ Translation Guidelines from MAPI Mariner Tommey, A. (2000) Guide to nursing management and leadership. 6th ed. Mosby, 2000:119,125 Maureen, C. (2003) Power and Conflict in Intensive Care Clinical Decision Making. Intensive and Critical Care Nursing Available onlineat [accessed July 2009]. McKenna, S. & Richardson, J. (1995) Business Values, Management and Conflict Handling: in Contemporary Singapore. Journal of Management Development. 14 (4), Medical Outcomes Trust (1997), Trust introduces new translation criteria. Trust Bulletin, 5,1-4. Porter, L. (1996) Conflict. Seminars in perioperative nursing. 5: Potter, C. (2006) To what extend do nurses and physicians working within the emergency department experience burnout: A review of the literature. Australian Robbins, R. (1995) Organizational Behavior. Englewood Cliffs, Prentice Hall. Skjorshammer, M. (2001) Conflict management in a hospital: designing processing structures and intervention methods. J. Manage. Med. 15(2): Skjorshammer, M. (2002) Understanding conflicts Between Health Professionals: a narrative approach. Qualitative Health Research, Vol. 12, No. 7, p.p Sportsman, S. (2005) Build a framework for conflict assessment. Nurs Managem, 36:32-34 Swansburg, C. R. & Swansburg, J. R. (1999) Επιτροπές και άλλες ομάδες. (Αποστολοπούλου Ε., επιστ. επιμ. και μετάφραση). Εισαγωγή στη Νοσηλευτική Διοίκηση και Ηγεσία. 2η έκδοση. Αθήνα: Ιατρικές εκδόσεις Λαγός Δημήτριος. Σελ Tengilimoglu, D. & Kisa, Α. (2005) Conflict management in public University Hospitals in Turkey. A pilot study. The Health Care Manager, Vol. 24, No. 1, p.p Valentine, P. (1995) Management of Conflict: Do Nurses/ Women Handle it Differently? Journal of Advance Nursing Valentine, P. (2001) A gender perspective on conflict management strategies of nurses. J Nurs Scholarsh., 2001;33(1):69-74 Vivar, C. (2006) Putting Conflict management into practice: a nursing case study. Journal of Nursing Management, 14: Write, R. & Roe, R. (1996) Management of organizations. Jossey Bass, 689,692,696 Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
51 Νέα από την EfCCNa Γεωργίου Ευανθία Πρόεδρος ΤΕΕΝ Το 4ον συνέδριο της EfCCNa & FSAIO πραγματοποιήθηκε με επιτυχία στις 24 έως 26 Map, 2011 σε συνεργασία με τον σύνδεσμο Εντατικών Νοσηλευτών της Δανίας (Danish Professional Society for Nurse Anesthetists, ICU- and Recovery Room Nurses, FSAIO) στο ολοκαίνουριο συνεδριακό κέντρο της Κοπεγχάγης, Tivoli, το οποίο βρισκόταν σε ιδανική τοποθεσία σε κοντινή απόσταση από το κέντρο της πόλης Πριν απο το συνέδριο πραγματοποιεί- θηκε συνάντηση όλων των αντιπροσώπων της EfCCNa με την διοργανώτρια εταιρεία με σκοπό την ενημέρωση τους για τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με την διοργάνωση του συνεδρίου, την εξοικείωση τους με τους χώρους στο συνεδριακό κέντρο αλλά και την ανάθεση ρόλων και καθηκόντων για τον κάθε αντιπρόσωπο ξεχωριστά καθόλη τη διάρκεια του συνεδρίου Τίτλος του συνεδρίου ήταν «Εντατική Νοσηλευτική στην Ευρώπη: Συνεργασία για ένα καλύτερο αύριο». Η Διεθνής Επιστημονική Επιτροπή του συνεδρίου σημείωσε με ικανοποίηση ότι παραλήφθηκαν, περισσότερες από 200 περιλήψεις με αποτέλεσμα τη σύσταση ενός προγράμματος που κάλυπτε 28 επιστημονικές συνεδρίες με 135 προφορικές παρουσιάσεις και πάνω από 70 Posters. Οι ομιλητές προέρχονταν από 27 ευρωπαϊκές χώρες, τη Νότιο Αφρική, την Αυστραλία, τη Βραζιλία, τη Σιγκαπούρη και τις Η ΠΑ. Το πρόγραμμα τριών ημερών περιλάμβανε μια ποικιλία απο κλινικά, εκπαιδευτικά, και ερευνητικά θέματα, και προκάλεσε σε αρκετές περιπτώσεις έντονες συζητήσεις μεταξύ των 700 και πάνω αντιπροσώπων από 32 χώρες. Στο σχεδιάγραμμα που ακολουθεί απεικονίζονται οι αντιπρόσωποι απο κάθε χώρα. Η Κύπρος συμμετείχε με 6 αντιπροσώπους τέσσερεις εκ των οποίων ήταν ομιλητές και οι δύο συμμετείχαν με Posters. Συμμετοχή ανα Χώρα στο 4ον συνέδριο της EfCCNa Κατα την διάρκεια του συνεδρίου οι σύνεδροι καλούνταν να συμπληρώσουν ερωτηματολόγια για δύο έρευνητικά προγράμματα σχετικά με το θέμα της Εντατικής Νοσηλευτικής. Το πρώτο είχε ως στόχο να διερευνήσει τις πρακτικές καταστολής σε ΜΕΘ απο όλη την Ευρώπη με επιστημονικούς υπεύθυνους τη Δρ I. Egerod και το Δρ J. Albarran. Η δεύτερη μελέτη, με επιστημονικό υπεύθυνο την Κα Μαρία Χατζημπαλάση απο την Κύπρο είχε ως στόχο να εξετάσει τις απόψεις των νοσηλευτών εντατικής θεραπείας σχετικά με τις ικα- νότητες/δεξιότητες που απαιτούνται για νοσηλευτές ΜΕΘ. Τα συγχαρητήρια μας τόσο στην συν. Μ.Χατζημπαλάση, αλλά και στους άλλους συναδέλφους που με την αξιόλογη δουλεία τους πρόβάλαν την χώρα μας στο μεγάλο αυτό Ευρωπαϊκό Συνέδριο. Μέσα στα πλαίσια του συνεδρίου τιμήθηκαν με το 'Honorary Fellowship Awards 2011' τρία άτομα τα οποία είναι όλοι ιδρυτικά μέλη της EfCCNa και ο καθένας με τον δικό του τρόπο μέσα από συγκεκριμένους ρόλους και αναθέσεις συνέβαλαν στην ανάπτυξη και εξέλιξη της EfCCNa. Πρώτη η Heike Strunk, απο την Γερμανία που έχει συμβάλει στην ανάπτυξη του καταστατικού, τους ρόλους και τις ευθύνες των μελών της EfCCNa και είναι η γραμματέας της EfCCNa από το Ο Elio Drigo, απο την Ιταλία που από την αρχή βοήθησε την EfCCNa να αναπτυχθεί και να αποκτήσει δύναμη τόσο σε σχέση με την εκπαίδευση όσο και την κλινική πρακτική. Τέλος ο John Albarran, απο το Ηνωμένο Βασίλειο που έχει την θέση του προέδρου της επιτροπής έρευνας και Κυπριακα Νοσηλευτικά χρονικά τομος 12, τεύχος 1
52 ανάπτύξης στην EfCCNa από την αρχή και είναι υπεύθυνος για την περαιτέρω προώθηοή της έρευνας στην Ευρώπη σε θέματα που άπτονται της εντατικής νοσηλευτικής. Οι Υποτροφίες 'EfCCNa Travel Awards' καθιερώθηκαν για να αναγνωρίσουν και να τιμήσουν την εξαιρετική και μοναδική συμβολή των νοσηλευτών - ερευνητών για τη προώθηση των κρίσιμων θεμάτων της Εντατικής Νοσηλευτικής Φροντίδας. Στην Κοπεγχάγη το 'Young Scientist Award' δόθηκε στην Ελένη Κλέτσιου απο Ελλάδα για την εργασία της με τίτλο «Η ουσίας Ρ και ΝΡΥ στα επίπεδα πλάσματος σε ενήλικες ασθενείς με πόνο στο στήθος που οφείλεται σε στεφανιαία νόσο: ενδεχόμενοι δείκτες για νοσηλευτική εκτίμηση». Το βραβείο για το 'Best Practice' ελήφθη από την Katia Padilha απο τη Βραζιλία για τη συμβολή της στην 'Ασφάλεια των ασθενών στη ΜΕΘ: Ποιοι παράγοντες, που είναι σχετι κοί με τη νοσηλευτική πρακτική, συνδέονται με την εμφάνιση ανεπιθύμητων συμ- βαμάτων'. Το κοινωνικό πρόγραμμα του συνεδρίου περιελάμβανε δεξίωση στο περίφημο Δημαρχείο, υπό την αιγίδα του Δήμου της Κοπεγχάγης, αλλά και μια 'Νύκτα Γιορτής' στο Langelinie Pavillonen στην Κοπεγχάγη που έδωδε την ευκαιρία σε συναδέλφους και φίλους να συναναστραφούν σε μια χαλαρή ατμόσφαιρα, καλό φαγητό και μουσική. Τέλος η εκπρόσωπος στην EfCCNa του συνδέσμου Εντατικών Νοσηλευτών της Σερβίας (UINARS), Γκορντάνα Γιάνιτς Dragosev και οι συνάδελφοι της, παρουσίασαν με περηφάνια το πρόγραμμα φιλοξενίας του επόμενου συνεδρίου της EfCCNa που πρόκειται να διεξαχθεί στο Βελιγράδι, Σερβία στις Μάιος 2012 Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
53 Ευρωπαϊκός Σύνδεσμος Επείγουσας Νοσηλευτικής (European Society of Emergency Nurses - EuSEN) Γεωργίου Ευανθία Πρόεδρος TEEN Στίς 15 Απριλίου 2011 πραγματοποιήθηκε η δεύτερη συνάντηση του νεοσύστατου Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Επείγουσας Νοσηλευτικής (European Society of Emergency Nurses- EuSEN) στο Λονδίνο στο Royal College of Nursing στην οποία συμμετείχε και η Κύπρος με αντιπρόσωπο απο τον Τομέα Επείγουσας και Εντατικής Νοσηλευτικής -ΤΕΕΝ του ΠΑΣΥΝΜ. Στη πρώτη συνάντηση που πραγματοποιήθηκε σης 6-7 Σεπτεμβρίου στο Pordenone της Ιταλίας αποφάσιστηκε επίσημα η σύσταση του νέου αυτού συνδέσμου. Ο σύνδεσμος συστάθηκε με την συνεργασία 16 εθνικών συνδέσμων απο 15 διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες. Το Βέλγιο αντιπροσωπεύεται απο δύο ξεχωριστούς συνδέσμους (French and Flemish speaking). Αυτές οι 15 χώρες θεωρούνται και τα founding members του EuSEN ανάμεσα τους και η Κύπρος. 1. The Royal College of Nursing Emergency Care Association of the UK 2. The Maltese Emergency Nursing Association 3. The Swedish Emergency Nursing Association 4. Association Francophone des lnfirmier(e)s d'urgence of Belgium 5. The Irish republic Emergency Nursing Organisation 6. The Deutsche Gesellschaft I nterdisziplinare Notfallauhahme of Germany 7. The Associazione Infermieri Specializzati in Area Critica ed Emergenz of Italy 8. The Emergency Nursing Association of the Netherlands 9. The Cyprus Nurses Association Branch of Emergency and Intensive care 10. The Nurses Association of Emergency Medicine of Slovenia 11. The Sociedad Espanola de enfermeria de urgencias y emergencias of Spain 12. The emergency and crtiical care nursing association of Greece 13. Vlaamse Vereniging Verpleegkundigen Spoedgevallenzorg of Belgium 14. The Emergency Nursing Association of Poland 15. The Emergency Nursing Association of Croatia 16. Schweizerische Interessengemeinschaft Notfallplege Communaute D'lnterets soins d'urgence Suisse of Switzerland Υπολογίζεται ότι αυτή η συνεργασία αντιπροσωπεύει περίπου ευρωπαίους νοσηλευτές. Επιπρόσθετα στην 1η αυτή συνάντηση καθορίστηκαν: 1. Οι στόχοι του EuSEN οι οποίοι είναι: Να προωθήσει την Επείγουσα Νοσηλευτική σαν ξεχωριστή ειδικότητα στις χώρες όπου δεν υπάρχει. Να αυξήσει τον αριθμό χωρών- μέ- λων του με σκοπό την αντιπροσώπευση όσο το δυνατό μεγαλύτερου αριθμού νοσηλευτών Επείγουσας στην Ευρώπη. Να προωθήσει την συνεργασία και την επικοινωνία μεταξύ των νοσηλευτών που ασχολούνται με την Επείγουσα Νοσηλευτική. Να αντιπροσωπέυει την επείγουσα νοσηλευτική στην Ευρώπη. Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
54 Να παρέχει σεμινάρια, συνέδρια, συνεχιζόμενη εκπαίδευση και να προωθήσει την έρευνα στο τομέα της Επείγουσας Νοσηλευτικής. 2. Ένα προσωρινό συμβούλιο όπως αυτό αναφέρεται πιο κάτω: Πρόεδρος : James Bethel (UK) Αντιπρόεδρος: Door Lauwaert (Belgium) Γοαμματέας : Luciano Clarizia (Italy) Μέλη : Paul Calleja (Malta) Christian Ernst (Switzerland) Liselotte Bjork (Sweden) Yves Maule (Belgium) 3, Κάποια Minimum Standards που αφορούν την παραχόμενη φροντίδα στα ΤΑΕΠ Θα πρέπει να γίνεται διαλογή στο 100% των ασθενών μέσα σε 5 λέπτα Η διαλογή θα πρέπει να γίνεται απο νοσηλευτή/ρια με τουλάχιστον 12 μήνες εμπειρία στο ΤΑΕΠ. 100% των ασθενών θα πρέπει να τυγχάνει αξιολόγησης και θεραπείας του πόνου του μέσα σία πρώτα 30 λεπτά. Το 75% των ασθενών ή και περισσότερο δεν θα πρέπει να παραμένει πέραν των 4 ώρών στο ΤΑΕΠ Παιδιά κάτω των 16 χρόνων θα πρέπει να νοσηλεύονται στο ΤΑΕΠ σε ξεχωριστό χώρο από τους ενήλικες που θα είναι εξοπλισμένος με ειδικά οπτικοακουστικά μέσα Η διαλογή μέσω τηλεφώνου θα πρέπει αν γίνεται απο επαγγελματίες με περισσότερη απο 12 μηνών εμπειρία. Θα πρέπει να παρέχονται οι κατάλληλες πληροφορίες στους ασθενείς στο ΤΑΕΠ με στόχο την ασφαλεια τους κατα το εξιτήριο τους Η επείγουσα ανοσηλευτική είναι ξεχωριστή εξειδίκευση και προϋποθέτει και την παροχή ανάλογης εκπαίδευσης. Οι Nurse Practitioners θα πρέπει να είναι κάτοχοι πανεπιστημιακού διπλώματος (με κατώτερο το Batchelors Degree) Τα θέματα που απασχόλησαν την 2η συνάντηση ήταν η συνεργασία του EuSEN και με άλλούς συνδέσμους που ασχολούνται με το αντικείμενο της Επείγουσας Νοσηλευτικής καθώς και η εξεύρεση τρόπων προσέγγισης τους. Μερικοί απο τους συνδέσμους που αναφέρθηκαν ήταν: The Emergency Nurses Association of North America The Australian College of Emergency Nursing The World Association of Emergency Nurses The European Society of Emergency Medicine European Specialized Nursing Organizations -ESNO Προβλημάτισε αρκετά το θέμα της συνεργασίας του EuSEN με τον αντίστοιχο Ιατρικό Σύνδεσμο - EuSEM The European Society of Emergency Medicine. Ο πρόεδρος James Bethel μας ενημέρωσε για την συνάντηση που έιχε με μέλη του ΔΣ του EuSEM οι οποίοι είδαν θετικά την ανάπτυξη μελλοντικής συνεργασίας αλλά θεωρούν πιο σημαντικό πως θα πρέπει ο EuSEN αρχικά να εστιαστεί στο να εξασφαλίσει και να γνωστοποιήσει την δική του ξεχωριστή ταυτότητα. Επιπρόσθετα παρουσιάστηκε και συζητήθηκε εκτενώς ένα προσχέδιο του καταστατικού με διάφορους κανονισμούς λειτουργίας του συνδέσμου. Ζητήθηκε απο όλους τους αντιπροσώπους όπως το μελετήσουν προσεκτικά και να έρθουν με συγκεκριμένες προτάσεις και εισηγήσεις στην επόμενη συνάντηση με στόχο να καταλήξουν στη τελική μορφή καταστατικού. Κάποιες επιμέρους αποφάσεις που έχουν παρθεί στην συνάντηση αφορούσαν την εξέυρεση οικονομικών πόρων. Αποφασίστηκε όπως κάθε εθνικός σύνδεσμος για να εγγράφεται σαν μέλος στον EuSEN θα πρέπει να πληρώνει μια ετήσια συνδρομή η οποία θα είναι ανάλογη του αριθμού των μελών του. Επιπρόσθετα ο EuSEN θα στοχεύσει στην συνεργασία με εταιρείες -Χορηγούς. Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τομος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
55 Στα άμεσα μελλοντικά σχέδια του EuSEN είναι η δημιουργία ιστοσελίδας ή οποία βρίσκεται ήδη προς εξέλιξη, η τριμηνιαία έκδοση ενημερωτρικού δελτίου -Newsletter (μπορείται να δείτε το πρώτο Newsletter του EuSEN αν επισκεφτείται την ιστοσε- λίδατου ΠΑΣΥΝΜ και επιλέξετε τον ΤΕΕΝ), η οργάνωση και διεξαγωγή ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων και επιστημονικών συμποσίων για τα μέλη του. Τέλος αποφασίστηκε όπως πραγματοποιείται μια συνάντηση το χρόνο με όλους τους εκπροσώπους κάθε χώρας και επιπρόσθετα μια δεύτερη συνάντηση με μόνο τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του EuSEN. Η επόμενη συνάντηση θα πραγματοποιηθεί στις Βρυξέλλες το Φθινόπωρο του 2011 και θα είναι ανοικτή για όλους τους αντιπροσώπους των χωρών μελών του EuSEN. Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τομος 12, τεύχος 1
56 «Εκπαίδευση και Ηγεσία στη Νοσηλευτική Ψυχικής Υγείας» "Education and Leadership in Mental Health Nursing" 2 Φεβρουαρίου 2011, Αίθουσα Διαλέξεων Γενικού Νοσοκομείου, Λευκωσία Γεωργίου Γεωργία Πρόεδρος ΤΟΝΨΥ Μαππή Ελένη Ταμίας Τομέα Ν.Ψ.Υ Κωνσταντίνου Πολυμνία Βοηθός Γραμματέας Τομέα Ν.Φ.Υ Η 3η Ημερίδα που διοργανώθηκε από τον Τομέα Νοσηλευτικής Ψυχικής Υγείας με θέμα «Εκπαίδευση και Ηγεσία στην Νοσηλευτική Ψυχικής Υγείας» "Education and Leadership in Mental Health Nursing" διεξήχθη στις 2 Φεβρουαρίου 2011, στην Αίθουσα Διαλέξεων του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας. Διακεκριμένος ομιλητής ο κύριος Martin Ward: Chair, Horatio European Expert Panel of Psychiatric Nursing, Coordinator, Mental Health Nursing Programmes, University of Malta, Honorary Research Fellow, University of Kingston, Independent Mental Health Nursing Consultant, εμπειρογνώμονας σε θέματα Νοσηλευτικής Ψυχικής Υγείας. Οι σύνεδροι, από όλο το φάσμα των Νοσηλευτών, που έχουν σχέση με την Ψυχική Υγεία, ανήλθαν στους 50, με εκπροσωπήσεις από όλες της επαρχίες της Κύπρου. Το πρώτο θέμα της Ημερίδας, αφορούσε την εκπαίδευση των Νοσηλευτών Ψυχικής Υγείας, τονίζοντας την ανάγκη για δημιουργία κατεύθυνσης στο τομέα αυτό, αλλά και ενδυνάμωση του υφιστάμενου εκπαιδευτικού προγράμματος των νοσηλευτών γενικότερα, στα θέματα ψυχικής υγείας. Το Εθνικό Σύστημα Υγείας αντιμετωπίζει αυξανόμενες προκλήσεις όπως αυτές απορρέουν μέσα από την πολυμορφία της υγείας ως δημόσιο και κοινωνικό αγαθό. Το ευρύ φάσμα αναγκών και η αύξηση περιστατικών, ατόμων με προβλήματα ψυχικής υγείας, σε παγκόσμιο και τοπικό επίπεδο, έχει ως αποτέλεσμα να διαφανεί η σπουδαιότητα του ρόλου των Νοσηλευτών Ψυχικής Υγείας ο οποίος χρήζει ενδυνάμωσης. Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία αλλά και τις εισηγήσεις, τόσο της ΠΟΥ όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αναφέρθηκε στην ημερίδα, τονίζεται η αναγκαιότητα αυτής της ενδυνάμωσης σε θεωρία αλλά και κλινική εμπειρία. Η εκπαίδευση των νοσηλευτών ψυχικής υγείας αποτελεί στοιχείο συχνών συζητήσεων αφού δεν φαίνεται να υπάρχει ξεκάθαρη πολιτική, ή κατευθυντήρια οδηγία. Αυτό που υποστηρίζεται είναι η αναγκαιότητα ειδικών γνώσεων και εμπειρίας, αφού πλέον οι θεραπευτικές παρεμβάσεις γίνονται όλο και πιο εξειδικευμένες, με τους επαγγελματίες ψυχικής υγείας να χρήζουν επαρκούς ετοιμασίας γύρω από αυτά. Η σπουδαιότητα του ρόλου των νοσηλευτών ψυχικής υγείας έχει αναγνωριστεί ως στοιχείο κλειδί στην φροντίδα ατόμων με προβλήματα ψυχικής σφαίρας, ενδονοσοκομειακά αλλά και στην κοινότητα, με την παροχή κοινοτικής φροντίδας και στήριξης. Υποστηρίζεται δε, ότι η γενική βασική εκπαίδευση (generalist training), δεν αρκεί για να προ-ετοιμάσει τους νοσηλευτές, να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες των ψυχικά ασθενών. Κυπριακά Νοσηλευτικά χρονικά τόμος 12, τεύχος 1
57 Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στην εμπειρία της Αυστραλίας που ενώ μέχρι το 1993 πρόσφερε βασική εκπαίδευση (direct entry) στη νοσηλευτική ψυχικής υγείας, αυτή καταργήθηκε, για να ενταχθεί ως μέρος της εκπαίδευσης της βασικής νοσηλευτικής στο πανεπιστήμιο. Διάφορα προβλήματα άρχισαν να παρουσιάζονται λόγω της αδυναμίας των νοσηλευτών να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες των ψυχικά ασθενών, αφού η εκπαίδευση τους στο τομέα αυτό δεν ήταν επαρκής. Η σταδιακή μείωση των νοσηλευτών που αποδέχονταν εργασία σε δομές ψυχικής υγείας αλλά και η διαμαρτυρία των ατόμων με ψυχικά προβλήματα οδήγησε την κυβέρνηση της Αυστραλίας σε επαναπροσδιορισμό της έννοιας της εκπαίδευσης των νοσηλευτών με σκέψεις για επαναφορά της βασικής εκπαίδευσης στη ψυχική υγεία, αλλά και ενδυνάμωση της υπάρχουσας σε θέματα ψυχικής υγείας. Αναφέρθηκε η αναγκαιότητα ύπαρξης κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής αλλά ακόμη περισσότερο τονίστηκε η σημασία τοπικής πολιτικής για την εκπαίδευση η οποία θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες του άμεσα ενδιαφερόμενου πληθυσμού. Οι διάφορες προοπτικές που υπάρχουν γύρω από την εκπαίδευση των νοσηλευτών σε θέματα ψυχικής υγείας συνοψίζονται σε: α) ανυ παρξία εκπαίδευσης, β) βασική γενική εκπαίδευση, γ) μετεκπαιδευτικό πρόγραμμα στη ψυχική υγεία, δ) βασική εκπαίδευση ψυχικής υγείας και ε) συνδυασμός προοπτικών βασικής εκπαίδευσης γενικής και ψυχιατρικής νοσηλευτικής η οποία συστήνεται ως η αποδοτικότερη. Στο δεύτερο θέμα της ημερίδας της σχετικής με την ηγεσία που ήταν άμεσα συνυφασμένη με την εκπαίδευση, έγινε αναφορά στην αναγκαιότητα ύπαρξης χαρισματικών ηγετών, έτσι ώστε η νοσηλευτική ψυχικής υγείας να λάβει τη θέση που της αξίζει, δεδομένου ότι οι νοσηλευτές ψυχικής υγείας αποτελούν μεγάλο αριθμό της οικογένειας των νοσηλευτών (γύρω στις ). Εξαιτίας δε της εμπλοκής τους με ψυχικά διαταραγμένους αλλά όχι αποδιοργανωμένους συνανθρώπους μας χρειάζεται να αναλάβουν ένα ηγετικό ρόλο που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των ατόμων αυτών. Τα χαρακτηριστικά ενός χαρισματικού ηγέτη θεωρούνται πλέον βασικά και επιτακτικά για τον νοσηλευτή ψυχικής υγείας, που σε μια μεταβαλλόμενη κοινωνία προσπαθεί να ανταποκριθεί στην ανάγκη διατήρησης του ψυχικού κόσμου του κάθε ατόμου. Κυπριακα Νοσηλευτικά Χρονικά τομος 12, τεύχος 1
58 Οδηγίες για τους συγγραφείς Τα Κυπριακά Νοσηλευτικά Χρονικά αποτελούν την περιοδική έκδοση του Παγκύπριου Συνδέσμου Νοσηλευτών και Μαιών με θεμελιώδης στόχους την προαγωγή της Νοσηλευτικής και της Μαιευτικής Επιστήμης στην Κόπρο, την ερευνητική και βιβλιογραφική αναδίφηση θεμάτων σχετικά με την υγεία και τις υπηρεσίες υγείας του τόπου. Παράλληλα με τους στόχους αυτούς, η έκδοση του περιοδικού αποκτά προεκτάσεις που άπτονται της δημιουργίας ενός ισχυρού εκφραστικού οργάνου, μέσου επικοινωνίας, ενημέρωσης και συνεχούς επαγγελματικής ανάπτυξης. Οι εισηγήσεις εργασιών για δημοσίευση καλωσορίζονται και συμβάλουν τα μέγιστα προς την πραγμάτωση των πιο πάνω στόχων. Οι πιο κάτω οδηγίες αποτελούν ένα κράμα στοιχείων από τη διεθνή περιοδικογραφεία, στενά συνηφασμένο με τα Κυπριακά Νοσηλευτικά και Μαιευτικά δεδομένα και αποσκοπούν στη προαγωγή και διατήρηση υψηλών εκδοτικών επιπέδων. Η επιστημονική υπόσταση, η επιμελής παρουσίαση, η ομογένεια και η ομοιομορφία των δημοσιεύσεων σε κάθε έκδοση, αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο για την επίτευξη τέτοιων επιπέδων. Ως εκ τούτου, η αφομοίωση των εισηγήσεων ανάλογα με τα πιο κάτω, αποτελεί την πρωταρχική προϋπόθεση για δημοσίευση. ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΑΚΤΥΛΟΓΡΑΦΗΣΗ! ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ > Η εργασία αποστέλλεται σε ψηφιακή μορφή με συνοδεία του σχετικού εντύπου αλληλογραφίας, στη διεύθυνση αλληλογραφίας του περιοδικού όπως αυτή αναφέρεται στο τέλος των Οδηγιών για συγγραφείς. > Οι εργασίες δυνατόν να παραδοθούν και διό χειρός σε οποιονδήποτε από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του ΠΑΣΥΝΜ, της Εκδοτικής Επιτροπής και των Επαρχιακών επιτροπών. > Οι εργασίες υποβάλλονται σε γραμματοσειρά No. 12, με διπλό διάστημα και περιθώρια 3 εκατοστών. Οι επικεφαλίδες μέσα στο κείμενο αναγράφονται σε ξεχωριστή γραμμή με bold γραμματοσειρά. > Η πρώτη σελίδα της υποβολής περιλαμβάνει τα ακόλουθα: - τον τίτλο της εργασίας και το όριο των λέξεων - το/τα ονοματεπώνυμο/α του/των συγγραφέα/ων. - επαγγελματικός τίτλος, χώρος εργασίας και ακαδημαϊκά προσόντα > Τα στοιχεία του συγγραφέα να μην αναγράφονται στις σελίδες του άρθρου. > Οι Συντομογραφίες που παραθέτονται στο κείμενο πρέπει να αναγράφονται ολογράφως κατά το σημείο της πρώτης αναφοράς τους. > Η τοποθέτηση φωτογραφιών, πινάκων, διαγραμμάτων και γραφικών παραστάσεων παρεμβάλλεται μέσα στο κείμενο και στο σημείο αναφοράς τους. Η χρησιμοποίηση των πιο πάνω από πρωταρχικές πηγές προϋποθέτει την πλήρη αναφορά στην πηγή. Η χρήση παραρτημάτων πρέπει να αποφεύγεται για την αξιόπιστη και αυθεντική απόδοση της εργασίας στο τυπογραφείο. > Οι βιβλιογραφική αναφορά παρατίθεται με τη χρήση του Συστήματος Harvard όπως αυτό περιγράφεται στο σχετικό κεφάλαιο. > Οι δημοσιεύσεις ταξινομούνται ανάλογα με το θέμα και το τρόπο ανάπτυξης του θέματος σε ποικίλα είδη και κατηγορίες. > Προσδιορίστε το είδος της υποβολής σας στο σχετικό έντυπο αλληλογραφίας. > Οι συγγραφείς θα ενημερώνονται γραπτώς από την Εκδοτική επιτροπή για την οποιανδήποτε κατάληξη της εργασίας τους. ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΕΙΔΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗΣ 1. Ερευνητικες εργασίες Οι εργασίες αυτές περιλαμβάνουν όλα τα είδη Έρευνας και Στατιστικής. Η δημοσίευσης τέτοιων εργασιών προϋποθέτει την αυστηρή τήρηση των πρωτοκόλλων συγγραφής τους και παράθεση όλων των παραμέτρων σύστασης ανάλογα με το είδος τους. Οι παράμετροι αυτοί είναι: I Περιλήψεις (Ελληνική και Αγγλική) I Εισαγωγή I Στόχος και σκοπός της ερευνητικής εργασίας I Φιλοσοφικό, Επιστημονικό, Θεωρητικό υπόβαθρο ί Παράθεση βιβλιογραφικής αναφοράς (βιβλιογραφικές παραπομπές και Βιβλιογραφία) I Τήρηση Δεοντολογικών αρχών I Περιγραφή και τεκμηρίωση της Μεθοδολογίας I Ακρίβεια και πληρότητα Στατιστικής ανάλυσης αποτελεσμάτων I Παρουσίαση πινάκων με ραβδόγραμμα, ιστόγραμμα μόνο I Συζήτηση και κριτική ανάλυση I Τεκμηρίωση πορισμάτων ή συμπερασμάτων I Χρήση και παρουσίαση πινάκων, διαγραμμάτων και γραφικών παραστάσεων > Στοιχειοθέτηση προοπτικών και περιορισμών της έρευνας > Όριο λέξεων: Βιβλιογραφική ανασκόπηση Η εργασία αυτή, κατά πλειοψηφία, περιλαμβάνει την κριτική ανάλυση και συζήτηση βιβλιογραφικών δεδομένων σε συγκεκριμένο θέμα. Οι εργασίες αυτές δύνανται να επιμεληθούν από ένα έως δύο συγγραφείς. Οι συγγραφείς αναμένονται όπως παραθέσουν και συζητήσουν την τοποθέτηση τους επί του θέματος. Η παράθεση Βιβλιογραφικών αναφορών θεωρείται απαραίτητη. (Όριο λέξεων: ). 3. Μελέτη περίπτωσης Η μελέτη περίπτωσης αφορά την παρουσίαση συγκεκριμένου περιστατικού ασθενούς/ατόμου μέσα στα πλαίσια της Ολιστικής Νοσηλευτικής και Μαιευτικής προσέγγισης. Παράλληλα, η μελέτη επενδύεται με παράθεση, κριτική ανάλυση και συζήτηση της σχετικής βιβλιογραφίας. Η δημοσίευση τέτοιου είδους εργασίας προϋποθέτει τη διαφύλαξη της ταυτότητας και την ενυπόγραφη συγκατάθεση του υπό μελέτη ατόμου. Οι μελέτες περιπτώσεων αποτελούν πολύτιμη πηγή κλινικών εμπειριών και αποδίδουν καινούργιες προοπτικές και διαστάσεις στη Νοσηλευτική. Οι περισσότερες από αυτές ασχολούνται με τη χρήση πρωτότυπων και νέων μεθόδων παροχής φροντίδας. Η παράθεση Βιβλιογραφικών αναφορών θεωρείται απαραίτητη. (Όριο λέξεων: ). Cyprus Nursing Chronicles τόμος 12, τεύχος 1 Vol 12, No 1
Πύλλη Μαγδαληνή 1, Βασίλειος Ραφτόπουλος 2, Νίκος Μίντλετον 2, Αντρέας Χαραλάμπους 2
Πύλλη Μαγδαληνή 1, Βασίλειος Ραφτόπουλος 2, Νίκος Μίντλετον 2, Αντρέας Χαραλάμπους 2 1.Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων 2. Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, Τμήμα Νοσηλευτικής Η κύρια λειτουργία ενός
Επιδημιολογία HIV. Χρύσα Τσιάρα Γραφείο HIV & ΣΜΝ Κέντρο Ελέγχου & Πρόληψης Νοσημάτων
Επιδημιολογία HIV Χρύσα Τσιάρα Γραφείο HIV & ΣΜΝ Κέντρο Ελέγχου & Πρόληψης Νοσημάτων Επιδημιολογία Επιδημιολογία: Η μελέτη της συχνότητας των νοσημάτων και της σχέσης τους με χαρακτηριστικά του ατόμου
Σχήμα 1. Επιπολασμός HIV λοίμωξης ανά έτος σε άτομα ηλικίας > 15 ετών.
Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ESTIMATION AND PROJECTION PACKAGE (EPP) ΚΑΙ SPECTRUM ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΕΠΙΠΟΛΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΗΣ ΤΗΣ HIV ΛΟΙΜΩΞΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Στην Ελλάδα, η επιτήρηση της HIV/AIDS λοίμωξης
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Α ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2017 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια Σημεία Η δηλούμενη επίπτωση της ηπατίτιδας Α είναι σχετικά σταθερή στο γενικό πληθυσμό,
Ιωάννης Λεοντίου Πρόεδρος ΠΑΣΥΝΜ
«Διευρυμένοι Ρόλοι και Σύγχρονες Προκλήσεις» Ιωάννης Λεοντίου Πρόεδρος ΠΑΣΥΝΜ ΔιακήρυξητουΜονάχου, 1999 «ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ότι οι νοσηλευτές και οι μαίες έχουν βασικούς και σημαντικούς ρόλους κλειδιά στις προσπάθειες
Οι Νοσηλευτές και οι Μαίες εξακολουθούν να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε ό,τι αφορά την παροχή φροντίδας υγείας προς τον άνθρωπο.
ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ ΚΑΙ ΜΑΙΩΝ CYPRUS NURSES AND MIDWIVES ASSOCIATION Ταγματάρχου Πουλίου, 1 Διαμ. 101, 1101 Λευκωσία, Τ. Θ. 24015 Κύπρος Τηλ : + 357 22 771994 Φαξ : +357 22 771989 Email: cy.n.a@cytanet.com.cy
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Πτυχιακή Εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Πτυχιακή Εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗΣ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ ΤΗΣ ΦΥΜΑΤΙΩΣΗΣ Βασιλική Αλκιβιαδου
Eπιδημιολογία σεξουαλικώς μεταδιδομένων νοσημάτων στην Ελλάδα σήμερα Σεξουαλικές συμπεριφορές και νοσήματα: Από την εφηβεία στην ενηλικίωση
Eπιδημιολογία σεξουαλικώς μεταδιδομένων νοσημάτων στην Ελλάδα σήμερα Σεξουαλικές συμπεριφορές και νοσήματα: Από την εφηβεία στην ενηλικίωση Mήνα Ψυχογυιού Επικ Καθ Παθολογίας Λοιμώξεων Α ΠΚ Λαϊκό, ΕΚΠΑ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΕ ΩΝ ΘΝΗΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΑΙΤΙΩΝ ΠΡΟΚΛΗΣΗΣ ΘΑΝΑΤΟΥ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΨΥΧΟΓΕΝΗ ΑΝΟΡΕΞΙΑ Γεωργία Χαραλάµπους Λεµεσός
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Α ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2015 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια Σημεία Η δηλούμενη επίπτωση της ηπατίτιδας Α είναι σχετικά σταθερή τα τελευταία χρόνια,
ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ
ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ Φύλο (sex) Σεξουαλικότητα (sexuality) Σεξουαλική υγεία (sexual health) Κοινωνική ταυτότητα (γένος) (gender) Κοινωνική ταυτότητα φύλου (gender identity) Σεξουαλικός προσανατολισµός
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Α ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2013 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια Σημεία Το 2013 σημειώθηκαν 3 επιδημίες ηπατίτιδας Α σε πληθυσμούς αθίγγανων. Η δηλούμενη
Ευάγγελος Καφετζόπουλος
Ευάγγελος Καφετζόπουλος Η λοίμωξη HVCστον παγκόσμιο χάρτη Οι χρήση ενδοφλέβιων ναρκωτικών αποτελεί παγκοσμίως την κύρια αιτία της HCV λοίμωξης Ηπατίτιδα C: Ασθένεια των περιθωριοποιημένων; Πηγή: Ward JW,
ΚΡΟΥΣΜΑΤΑ ΤΥΦΟΕΙΔΗ ΠΥΡΕΤΟΥ/ΠΑΡΑΤΥΦΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΜΕΝΑ ΜΕ ΤΑΞΙΔΙ ΣΕ ΕΝΔΗΜΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ, ΕΛΛΑΔΑ, 2004-2013
ΚΡΟΥΣΜΑΤΑ ΤΥΦΟΕΙΔΗ ΠΥΡΕΤΟΥ/ΠΑΡΑΤΥΦΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΜΕΝΑ ΜΕ ΤΑΞΙΔΙ ΣΕ ΕΝΔΗΜΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ, ΕΛΛΑΔΑ, 2004-2013 Κ. Μέλλου, Θ. Σιδερόγλου, Μ. Ποταμίτη-Κόμη, Θ. Γεωργακοπούλου, Χ. Χατζηχριστοδούλου Γραφείο Τροφιμογενών
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Χαλάνδρι, 28 / 11 / 2018 ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ Α.Α.: 89 ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Χαλάνδρι, 28 / 11 / 2018 ΝΟΜΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ Α.Α.: 89 ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ Δ/νση: Φιλίππου Λίτσα 29 & Αγίου Γεωργίου, Τ.Κ.:15234, Χαλάνδρι ΘΕΜΑ: «Ιός HIV και η σημασία της έγκαιρης
Η πρόληψη των κατακλίσεων σε βαριά πάσχοντες και η χρήση ειδικών στρωμάτων για την πρόληψη και αντιμετώπιση των κατακλίσεων
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η πρόληψη των κατακλίσεων σε βαριά πάσχοντες και η χρήση ειδικών στρωμάτων για την πρόληψη και αντιμετώπιση των κατακλίσεων Ονοματεπώνυμο
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
Σημαντικά σημεία ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΩΤΙΤΙΔΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, 2004-2016 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Η παρωτίτιδα είναι μία νόσος που προλαμβάνεται με εμβολιασμό που η συχνότητα
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Α ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2016 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια Σημεία Η δηλούμενη επίπτωση της ηπατίτιδας Α είναι σχετικά σταθερή τα τελευταία χρόνια στον
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΞΟΥΘΕΝΩΣΗ ΠΟΥ ΒΙΩΝΕΙ ΤΟ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΣΤΙΣ ΜΟΝΑΔΕΣ ΕΝΑΤΙΚΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ Άντρη Αγαθαγγέλου Λεμεσός 2012 i ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΥΦΟΕΙΔΗ ΠΥΡΕΤΟ/ΠΑΡΑΤΥΦΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, 2004-2010 Περίληψη (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Η δηλούμενη επίπτωση του τυφοειδούς πυρετού και του παράτυφου παραμένει
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΝΕΩΝ HIV/ AIDS & ΝΕΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2009 PRAKSIS
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΝΕΩΝ HIV/ AIDS & ΝΕΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2009 PRAKSIS ME THN ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΝΕΑΣ ΓΕΝΙΑΣ AIDS: «ΕΝ ΞΕΡΩ/ Ε ΜΕ ΑΦΟΡΑ» Εφησυχασµός και απουσία
HIV ΛΟΙΜΩΞΗ: ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ & ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ
HIV ΛΟΙΜΩΞΗ: ΝΕΟΤΕΡΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ & ΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ Γιώργος Τσεκές Παθολόγος Λοιμωξιολόγος Γ Παθολογικό Τμήμα Μονάδα Λοιμώξεων Κοργιαλένειο Μπενάκειο Νοσοκομείο Ε.Ε.Σ. Αθήνα, 30/11/2014 Σύγκρουση
Ο νοσηλευτικός ρόλος στην πρόληψη του μελανώματος
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή διατριβή Ο νοσηλευτικός ρόλος στην πρόληψη του μελανώματος Ονοματεπώνυμο: Αρτέμης Παναγιώτου Επιβλέπων καθηγητής: Δρ. Αντρέας Χαραλάμπους
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία. Εφηβεία και χρήση αλκοόλ. Νάνσυ Σταματοπούλου
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία Εφηβεία και χρήση αλκοόλ Νάνσυ Σταματοπούλου Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ ΣΤΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΕΩΝΙΔΟΥ Λεμεσός, 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ
HPV εµβολιασµός εναντίον κονδυλωµάτων. Α.ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Αναπληρωτής Καθηγητής Μαιευτικής & Γυναικολογίας Α Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική Α.Π.Θ.
HPV εµβολιασµός εναντίον κονδυλωµάτων Α.ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ Αναπληρωτής Καθηγητής Μαιευτικής & Γυναικολογίας Α Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική Α.Π.Θ. Η σηµασία των κονδυλωµάτων ως πρόβληµα υγείας Επίπτωση:
Σύγκριση HIV-1 Οροθετικών ανάλογα με χώρα προέλευσης: Διαχρονικές τάσεις και χαρακτηριστικά
Σύγκριση HIV-1 Οροθετικών ανάλογα με χώρα προέλευσης: Διαχρονικές τάσεις και χαρακτηριστικά Γκούντας Ηλίας 1, Πανταζής Νίκος 1, Σκουτέλης Αθανάσιος 2, Κουρκουντή Σοφία 3, Γαργαλιάνος- Κακολύρης Παναγιώτης
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή. Ονοματεπώνυμο: Αργυρώ Ιωάννου. Επιβλέπων καθηγητής: Δρ. Αντρέας Χαραλάμπους
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή διατριβή Διερεύνηση της αποτελεσματικότητας εναλλακτικών και συμπληρωματικών τεχνικών στη βελτίωση της ποιότητας της ζωής σε άτομα με καρκίνο
Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV Στυλιανού Στυλιανή Λευκωσία 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Επιδηµιολογία HIV. Γεώργιος Νικολόπουλος Κέντρο Ελέγχου & Πρόληψης Νοσηµάτων
Επιδηµιολογία HIV Γεώργιος Νικολόπουλος Κέντρο Ελέγχου & Πρόληψης Νοσηµάτων Επιδηµιολογία Επιδηµιολογία: Η µελέτη των νοσηµάτων και των παραγόντων που καθορίζουν τη συχνότητά τους στον πληθυσµό Επιδηµιολογικές
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία «Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΕΝΔΟΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΩΝ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ»
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία «Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΓΙΕΙΝΗΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΡΟΛΗΨΗ ΕΝΔΟΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΩΝ ΛΟΙΜΩΞΕΩΝ» Πολίνα Πολυδώρου Λεμεσός 2012 1 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Τµήµα Επιδηµιολογικής Επιτήρησης και Παρέµβασης
Τµήµα Επιδηµιολογικής Επιτήρησης και Παρέµβασης ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΪΣΜΑΝΙΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια σημεία Η δηλούμενη επίπτωση της λεϊσμανίασης στην Ελλάδα
ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ HIV /AIDS ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ: 656 ΑΤΟΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ: / 2016 ΤΡΟΠΟΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ: ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΑ
ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΛΗΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ HIV /AIDS ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΔΕΙΓΜΑΤΟΣ: 656 ΑΤΟΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ: 09-12 / 2016 ΤΡΟΠΟΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ: ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΑ Περιεχόμενα Παρουσίασης Βασικά Στοιχεία της Έρευνας Ταυτότητα
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Επιβλέπων Καθηγητής: Δρ. Νίκος Μίτλεττον Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 2 ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Ονοματεπώνυμο: Ιωσηφίνα
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Η ΣΧΕΤΙΖΟΜΕΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΝΕΑΝΙΚΗ ΙΔΙΟΠΑΘΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ Όνομα Φοιτήτριας: Μαρία Θωμά Αριθμός φοιτητικής ταυτότητας:2010221455
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Γνώση / Στάση Νοσηλευτών για το Χειρισμό Χημειοθεραπευτικών Φαρμάκων Ονοματεπώνυμο Φοιτητή: Καψούλης Αντρέας Αρ. Φοιτητικής Ταυτότητας:
Νόσημα: Άσθμα. Επιστημονικός Υπεύθυνος: Καθηγητής Χρήστος Λιονής UNIVERSITY OF CRETE FACULTY OF MEDICINE ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ
«Ανάπτυξη 13 Κατευθυντήριων Οδηγιών Γενικής Ιατρικής για τη διαχείριση των πιο συχνών νοσημάτων και καταστάσεων υγείας στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας», Κωδικός MIS: 464637 Νόσημα: Άσθμα Ομάδα εργασίας:
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΑΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΣΤΕΚΤΟΜΗ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΣ 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
Σημαντικά Σημεία ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΟΝΟΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Η δηλούμενη επίπτωση της ελονοσίας στην Ελλάδα παρουσιάζει αυξητική τάση. Για την πενταετία
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΩΣΗ (ΜΗ ΤΥΦΟ-ΠΑΡΑΤΥΦΙΚΗ) ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2013 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια σημεία Η δηλούμενη επίπτωση της σαλμονέλλωσης στην Ελλάδα έχει μειωθεί
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΥΦΟΕΙΔΗ ΠΥΡΕΤΟ/ΠΑΡΑΤΥΦΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, 2004-2011 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια σημεία Η δηλούμενη επίπτωση του τυφοειδούς πυρετού και του παράτυφου παραμένει
Επίπτωση ΗΙV λοίμωξης και παράγοντες κινδύνου για ορομετατροπή σε Χρήστες Ενδοφλεβίων Ναρκωτικών στην Αθήνα (Πρόγραμμα ΑΡΙΣΟΣΕΛΗ)
Επίπτωση ΗΙV λοίμωξης και παράγοντες κινδύνου για ορομετατροπή σε Χρήστες Ενδοφλεβίων Ναρκωτικών στην Αθήνα (Πρόγραμμα ΑΡΙΣΟΣΕΛΗ) ύψα Β. 1, Ψυχογιού Μ 2, Παρασκευής Δ 1, Νικολόπουλος Γ 3,4, Σσιάρα Χ 4,
ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΦΥΜΑΤΙΝΙΚΟΥ ΔΕΙΚΤΗ ΣΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΤΙΣ ΠΕΝΤΑΕΤΙΕΣ & (ΕΑ47)
ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΦΥΜΑΤΙΝΙΚΟΥ ΔΕΙΚΤΗ ΣΤΙΣ ΦΥΛΑΚΕΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΤΙΣ ΠΕΝΤΑΕΤΙΕΣ 1996-2000 & 2010-2014 (ΕΑ47) Ελένη Μπιμπάκη MD 1, Ειρήνη Πασπαράκη MD 1, Ιωάννης Πανταζόπουλος PhD 1, Χριστούλα
Κατάσταση των ναρκωτικών στην Κύπρο και τρόποι αντιμετώπισης
Κατάσταση των ναρκωτικών στην Κύπρο και τρόποι αντιμετώπισης Ιωάννα Γιασεμή Αν. Προϊστάμενη Τμήματος Παρακολούθησης/ ΕΚΤΕΠΝ Αντιναρκωτικό Συμβούλιο Κύπρου Δείκτης επικράτησης της χρήσης στο γενικό και
Μέρα Νταλαντύσε Αχµέτι Φλούτουρα
Μέρα Νταλαντύσε Αχµέτι Φλούτουρα πολυσύνθετο εξελισσόµενο θέµα Τέλη 90 ο ιό ήταν θανατηφόρο Σύνδροµο επίκτητη ανοσολογική ανεπάρκεια (AIDS) 1998 πρώτε αποτελεσµατικέ θεραπείε Χρόνιο νόσηµα Ο φορέα συνεχίζει
Πτυχιακή εργασία Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΕ ΧΡΟΝΙΟ ΑΣΘΜΑ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Πτυχιακή εργασία Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΝΟΣΗΛΕΥΤΩΝ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΕ ΧΡΟΝΙΟ ΑΣΘΜΑ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ: ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΛΟΙΖΟΥ ΑΡΙΘΜΟΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Πτυχιακή εργασία ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑΣ Ραφαέλα Χριστοδούλου Α.Φ.Τ.: 2010335637 Λεμεσός,
Οι Υπηρεσίες Υγείας σε Περιβάλλον Κρίσης
Οι Υπηρεσίες Υγείας σε Περιβάλλον Κρίσης Στέλιος Δημητρακόπουλος Υποδιοικητής 7 ης Υγειονομικής Περιφέρειας Κρήτης «Αποτελέσματα συνοδευτικών δράσεων ψυχοκοινωνικής στήριξης των ωφελούμενων ΤΕΒΑ και συζήτηση
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
Κύρια σημεία Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΙΓΚΕΛΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2012 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) - Η δηλούμενη επίπτωση της σιγκέλλωσης
þÿ ɺÁ Ä ÅÂ, ±»Î¼ Neapolis University þÿ Á̳Á±¼¼± ¼Ìù±Â ¹ º à Â, Ç» Ÿ¹º ½ ¼¹ºÎ½ À¹ÃÄ ¼Î½ º±¹ ¹ º à  þÿ ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å
Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2016 þÿ ͽ Á ¼ µà±³³µ»¼±ä¹º  þÿµ¾ Å ½Éà  ³º» ³¹ºÎ½ ½ à þÿ ɺÁ Ä ÅÂ,
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΥΦΟΕΙΔΗ ΠΥΡΕΤΟ/ΠΑΡΑΤΥΦΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, 2004-2013 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια σημεία Η δηλούμενη επίπτωση του τυφοειδούς πυρετού και του παράτυφου παραμένει
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΥΦΟΕΙΔΗ ΠΥΡΕΤΟ/ΠΑΡΑΤΥΦΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Κύρια σημεία 2004-2015 ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΩΝ-ΣΙΓΚΕΛΛΩΝ
Παράγοντες Προστασίας και Κινδύνου
Η ψυχική ζωή του παιδιού οικοδομείται μέσα από μια σχέση αλληλεπίδρασης με τους σημαντικούς Άλλους, τη μητέρα και τον πατέρα αρχικά και το ευρύτερο περιβάλλον στη συνέχεια. Μέσα από αυτήν τη συναισθηματική
Επιβλέπων καθηγητής: Δρ Βασίλειος Ραφτόπουλος ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΕ ΜΕΤΕΜΜΗΝΟΠΑΥΣΙΑΚΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΤΙΚΑ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Επιβλέπων καθηγητής: Δρ Βασίλειος Ραφτόπουλος ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΕ ΜΕΤΕΜΜΗΝΟΠΑΥΣΙΑΚΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΤΙΚΑ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ Από τη
Επίπτωση ΗCV λοίμωξης και παράγοντες κινδύνου για ορομετατροπή σε Χρήστες Ενδοφλεβίων Ναρκωτικών στην Αθήνα (Πρόγραμμα ΑΡΙΣΟΣΕΛΗ)
Επίπτωση ΗCV λοίμωξης και παράγοντες κινδύνου για ορομετατροπή σε Χρήστες Ενδοφλεβίων Ναρκωτικών στην Αθήνα (Πρόγραμμα ΑΡΙΣΟΣΕΛΗ) Β. ύτα 1, P. Vickerman 2, M. Μαλλιώρη 3, Γ. Παπαζκεςήρ 1, Α. Χαηζάκηρ 1
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία Η ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΥΓΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ Μαρία Χρίστου Λεμεσός 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ
- Η επαφή με αγροτικά ζώα (65%) και η κατανάλωση μη σωστά παρασκευασμένων
Τµήµα Επιδηµιολογικής Επιτήρησης και Παρέµβασης ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΒΡΟΥΚΕΛΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Περίληψη Η δηλούμενη επίπτωση της βρουκέλλωσης στην Ελλάδα
Σεξουαλική συμπεριφορά των εφήβων σε Γυμνάσια και Λύκεια της Κύπρου
Σεξουαλική συμπεριφορά των εφήβων σε Γυμνάσια και Λύκεια της Κύπρου Κουρίδης Γιάννης, Σάββα Σάββας, Κουρίδης Χρήστος, Τορναρίτης Μιχάλης. Εισαγωγή Στα σχολεία της Κύπρου δεν διδάσκεται το μάθημα της σεξουαλικής
Η εφαρμογή του δείκτη PATH στη Μ.Ε.Θ. του Γενικού Νοσοκομείου Τρικάλων
Η εφαρμογή του δείκτη PATH στη Μ.Ε.Θ. του Γενικού Νοσοκομείου Τρικάλων Τραυματισμοί από βελόνα Καλλιτσάρη Σταυρούλα Ειδικός Ιατρός Εργασίας Η ανάγκη λήψης μέτρων για πρόληψη τραυματισμών από αιχμηρά Οι
ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Λουκία Βασιλείου
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΚΑΙ ΕΦΗΒΙΚΗ ΚΑΚΟΠΟΙΗΣΗ: ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ Λουκία Βασιλείου 2010646298 Επιβλέπουσα καθηγήτρια: Δρ.
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Πτυχιακή διατριβή
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Πτυχιακή διατριβή ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΧΕΤΙΖΟΜΕΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΣΕ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΥΣ ΜΕ ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ
www.c-afora.gr Η Ηπατίτιδα C μας αφορά όλους!
www.c-afora.gr Η Ηπατίτιδα C μας αφορά όλους! www.c-afora.gr Η ηπατίτιδα C είναι μία ιογενής λοίμωξη που μεταδίδεται αιματογεν ασθενών που προσβάλλονται δεν κατορθώνουν να αποβάλλουν τον αναπτύξει κίρρωση
ΕΡΕΥΝΑ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗΣ ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ (HIV, HBV, HCV) ΑΝΑΜΕΣΑ ΣE ΕΝΕΣΙΜΟΥΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΟΥΣΙΩΝ
ΕΡΕΥΝΑ ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΗΣ ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ (HIV, HBV, HCV) ΑΝΑΜΕΣΑ ΣE ΕΝΕΣΙΜΟΥΣ ΧΡΗΣΤΕΣ ΟΥΣΙΩΝ Η έρευνα διεξήχθη τα έτη 2016-2018 από την Αρχή Αντιμετώπισης Εξαρτήσεων Κύπρου. Το συνολικό δείγμα της έρευνας
ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΑ ΜΕΤΑΔΙΔΟΜΕΝΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ - ΧΛΑΜΥΔΙΑ - ΜΥΚΟΠΛΑΣΜΑ - ΕΡΠΗΣ - ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ - ΣΥΦΙΛΗ - HIV - ΓΟΝΟΡΡΟΙΑ
ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΑ ΜΕΤΑΔΙΔΟΜΕΝΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ - ΧΛΑΜΥΔΙΑ - ΜΥΚΟΠΛΑΣΜΑ - ΕΡΠΗΣ - ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ - ΣΥΦΙΛΗ - HIV - ΓΟΝΟΡΡΟΙΑ Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα ή σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες ή αφροδίσια νοσήματα ονομάζονται
Θεραπευτικά προγράμματα
Η ευρωπαϊκή εικόνα σε ότι αφορά την πρόσφατη χρήση κοκαΐνης (τελευταίο έτος) στο γενικό πληθυσμό, κατατάσσει την Κύπρο ανάμεσα στις χαμηλές θέσεις της ευρωπαϊκής ένωσης (βλ. γράφημα 2). Γράφημα 2: Πρόσφατη
Κατάσταση των παράνομων ουσιών εξάρτησης και του αλκοόλ στην Κύπρο
Κατάσταση των παράνομων ουσιών εξάρτησης και του αλκοόλ στην Κύπρο ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΟΥΣΙΕΣ: Δείκτης Έκτασης της Χρήσης στο Γενικό και Μαθητικό Πληθυσμό: Για την εφαρμογή του δείκτη επικράτησης της χρήσης στο
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΩΣΗ (ΜΗ ΤΥΦΟ-ΠΑΡΑΤΥΦΙΚΗ) ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2015 ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΩΝ-ΣΙΓΚΕΛΛΩΝ
ΜΕΘΟΔΟΣ -ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΡΘΡΩΝ ΣΤΗΝ ΜΗΧΑΝΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗΣ PUBMED ΜΕ ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙΔΙΑ: ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ, ΝΟΣΗΛΕΥΤΗΣ, ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ, ΑΠΟΔΟΣΗ, ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΑΛΛΙΑΡΟΥ ΜΑΡΙΑ Λοχαγός, Νοσηλεύτρια Ψυχικής Υγείας M.Sc Πληροφορική Υγεία Μεταπτυχιακή φοιτήτρια Διοίκησης Μονάδων Υγείας
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία ΕΠΙΛΟΧΕΙΑ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤ ΟΙΚΟΝ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ. Φοινίκη Αλεξάνδρου
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία ΕΠΙΛΟΧΕΙΑ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ: Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤ ΟΙΚΟΝ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ Φοινίκη Αλεξάνδρου Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
Κύρια σημεία Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΙΓΚΕΛΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2011 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) - Η δηλούμενη επίπτωση της σιγκέλλωσης
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΠΑΤΙΤΙΔΑ Α ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, 2004-2010 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια Σημεία Η δηλούμενη επίπτωση της ηπατίτιδας Α είναι σχετικά σταθερή και τείνει μειούμενη,
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή εργασία Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 1
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή εργασία Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΣΕ ΕΦΗΒΟΥΣ ΜΕ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 1 ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ Φ.Τ:2008670839 Λεμεσός 2014 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΗΜΟΣ ΘΕΡΜΑΙΚΟΥ. Κολλάρας Παναγιώτης Διευθυντής ΕΣΥ Νοσ.ΑΧΕΠΑ Παθολόγος-Λοιμωξιολόγος Δημοτικός Σύμβουλος
ΔΗΜΟΣ ΘΕΡΜΑΙΚΟΥ Κολλάρας Παναγιώτης Διευθυντής ΕΣΥ Νοσ.ΑΧΕΠΑ Παθολόγος-Λοιμωξιολόγος Δημοτικός Σύμβουλος ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΡΟΛΗΨΗΣ, ΕΛΕΓΧΟΥ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΦΡΟΝΤΙΔΑΣ. ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ
TEΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
TEΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΞΟΥΘΕΝΩΣΗ ΣΤΟΥΣ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΜΟΝΑΔΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΕΡΙΒΑΛΟΝΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ: MANΩΛΗ
. ΣΤΑΘΜΟΣ ΦΡΟΝΤΙ ΑΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΟΚΑΝΑ ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΕΞΑΡΤΗΣΕΩΝ Πολιτική του ΟΚΑΝΑ στη Μείωση της Βλάβης ΣΤΑΘΜΟΣ ΦΡΟΝΤΙ ΑΣ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΤΟΥ ΟΚΑΝΑ Παρέχεται
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ο ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στην έρευνα χρησιµοποίησης υπηρεσιών υγείας χρησιµοποιούνται επιδηµιολογικές, κοινωνιολογικές, οικονοµετρικές, καθώς και καθαρά
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Επιβλέπων καθηγητής: Δρ Βασίλειος Ραφτόπουλος
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Επιβλέπων καθηγητής: Δρ Βασίλειος Ραφτόπουλος ΔΙΕΡΕΎΝΗΣΗ ΤΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΤΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΔΙΑΤΗΡΟΥΝ ΟΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΕΣ ΓΙΑ ΤA HIV ΟΡΟΘΕΤΙΚA ATOMA Ονοματεπώνυμο
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΤΥΦΟΕΙΔΗ ΠΥΡΕΤΟ/ΠΑΡΑΤΥΦΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Κύρια σημεία 2004-2016 ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΩΝ-ΣΙΓΚΕΛΛΩΝ
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΙΓΚΕΛΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2015 ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΩΝ-ΣΙΓΚΕΛΛΩΝ Κύρια σημεία - Η δηλούμενη
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ. Πτυχιακή Εργασία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Πτυχιακή Εργασία ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ. Ονοματεπώνυμο:
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ AIDS
Δεκεμβρίου ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ AIDS Το ΑIDS προκαλείται από τον ιό HIV. O ιός σταδιακά καταστρέφει το σύστημα άμυνας του οργανισμού (ανοσοποιητικό σύστημα) καθιστώντας τον ανίκανο να καταπολεμήσει
ΓΡΑΦΕΙΟ HIV λοίμωξης, ΣΜΝ & ESTHER ΔΡΑΣΕΙΣ 2008
ΓΡΑΦΕΙΟ HIV λοίμωξης, ΣΜΝ & ESTHER ΔΡΑΣΕΙΣ 2008 1 Αρμοδιότητες γραφείου HIV λοίμωξης, ΣΜΝ & ESTHER Το Γραφείο HIV λοίμωξης, ΣΜΝ & ESTHER παρακολουθεί με επιστημονικό και οργανωμένο τρόπο την πορεία της
35o. Αθήνα 29 Απριλίου 2009
Αθήνα 29 Απριλίου 2009 Ετήσιο Πανελλήνιο 35o Ιατρικό Συνέδριο 2-5 Μαΐου 2007 Ξενοδοχείο Hilton ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Αυξητικές τάσεις στη διασπορά των «ξεχασμένων»» Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενων Νοσημάτων ( πρώιμη
ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: Ο ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΜΑΣΤΟΥ ΠΟΥ ΥΠΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΣΕ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: Ο ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ ΣΕ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΜΑΣΤΟΥ ΠΟΥ ΥΠΟΒΑΛΛΟΝΤΑΙ ΣΕ ΧΗΜΕΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΙΓΚΕΛΛΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2013 * ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ Κύρια σημεία - Η δηλούμενη επίπτωση της σιγκέλλωσης στην Ελλάδα παρουσιάζει αύξηση τα τελευταία
Antoniou, Antonis. Neapolis University. þÿ ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å
Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2016 þÿ µà¹² ÁÅ½Ã Ä Â ¹º ³ ½µ¹±Â þÿæá ½Ä µ¹ ¼»  ¼µ Ãǹ Æ Antoniou, Antonis
ΓΡΑΦΕΙΟ HIV/AIDS ΛΟΙΜΩΞΗΣ ΚΑΙ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΩΣ ΜΕΤΑΔΙΔΟΜΕΝΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ HIV/AIDS ΛΟΙΜΩΞΗΣ ΚΑΙ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΩΣ ΜΕΤΑΔΙΔΟΜΕΝΩΝ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ Επιδημιολογική και Εργαστηριακή Επιτήρηση Σεξουαλικώς Μεταδιδομένων Νοσημάτων (Γονόρροια, Χλαμύδια, Σύφιλη) στην Ελλάδα Δηλωθέντα Στοιχεία
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή Εργασία. Κόπωση και ποιότητα ζωής ασθενών με καρκίνο.
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Κόπωση και ποιότητα ζωής ασθενών με καρκίνο Μαργαρίτα Μάου Λευκωσία 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ. Πτυχιακή διατριβή Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή διατριβή Η ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ Παναγιώτου Νεοφύτα 2008969752 Επιβλέπων καθηγητής Δρ. Νίκος Μίτλεττον,
Πανευρωπαϊκή έρευνα. ΣΗΜΕΙΩΜΑ / 5 Μαρτίου 2014 Βία κατά των γυναικών
ΣΗΜΕΙΩΜΑ / 5 Μαρτίου 2014 Βία κατά των γυναικών Πανευρωπαϊκή έρευνα 1. Γιατί έγινε η έρευνα για τη βία κατά των γυναικών; Παρά τον σημαντικό αντίκτυπο της βίας κατά των γυναικών, σε πολλά κράτη μέλη της
Δελτίο Τύπου Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά (ΕΚΤΕΠΝ)
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 2014 ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ Δελτίο Τύπου Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά (ΕΚΤΕΠΝ) Ο διευθυντής του EMCDDA, Wolfgang Götz, δηλώνει: «Αν δει κανείς τη συνολική
ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΛΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΙΣ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ ALMA - ATA: ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ
Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας, Σεπτέμβριος 2018 ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΥΝΕΔΡΙΑ Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΛΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΤΙΣ ΑΞΙΕΣ ΤΗΣ ALMA - ATA: ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΟΜΟΦΩΝΙΑΣ Αθηνά Τατσιώνη Επίκουρη Καθηγήτρια Γενικής Ιατρικής,
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΛΙΣΤΕΡΙΩΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004 2013 (ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ) Κύρια Σημεία Η δηλούμενη επίπτωση της λιστερίωσης στην Ελλάδα είναι χαμηλή. Το διάστημα 2004-2013:
Παγκύπριος Σύνδεσμος Νοσηλευτών και Μαιών. 16 Μαΐου 2007 Πολιτιστικό Κέντρο «το. σκαλί» Αγλαντζιά. Ιωάννης Λεοντίου Πρόεδρος ΠΑΣΥΝΜ
Παγκύπριος Σύνδεσμος Νοσηλευτών και Μαιών 16 Μαΐου 2007 Πολιτιστικό Κέντρο «το σκαλί» Αγλαντζιά Ιωάννης Λεοντίου Πρόεδρος ΠΑΣΥΝΜ Τα εθνικά συστήματα Υγείας σε παγκόσμια κλίμακα αντιμετωπίζουν αυξανόμενες
Πτυχιακή Εργασία Η ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΙΣ ΘΗΛΑΖΟΥΣΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Η ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΣΤΙΣ ΘΗΛΑΖΟΥΣΕΣ ΜΗΤΕΡΕΣ Ονοματεπώνυμο: Στέλλα Κόντζιαλη Αριθμός Φοιτητικής Ταυτότητας: 2010414838
ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟ ΟΥ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ UNGASS ΓΙΑ ΤΟ HIV/AIDS ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΓΙΑ ΤΟ 2008
ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟ ΟΥ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ UNGASS ΓΙΑ ΤΟ HIV/AIDS ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΓΙΑ ΤΟ 2008 ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΛΕΓΧΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ Περίοδος αναφοράς:
Εργαστηριακή Διάγνωση της HIV λοίμωξης. Δρ. Μαρία Κοτσιανοπούλου Βιολόγος Υπεύθυνη Εργαστηριού Κέντρου Αναφοράς AIDS, ΕΣΔΥ
Εργαστηριακή Διάγνωση της HIV λοίμωξης Δρ. Μαρία Κοτσιανοπούλου Βιολόγος Υπεύθυνη Εργαστηριού Κέντρου Αναφοράς AIDS, ΕΣΔΥ Διάγνωση της HIV λοίμωξης Από το 1985 και μέχρι σήμερα η διαγνωστική διαδικασία
Υγιής Γήρανση, Άνοια, Πρόληψη και Διαχείριση Δυσκολιών Μνήμης Έλενα Σάββα Εργοθεραπεύτρια
Έλενα Σάββα Εργοθεραπεύτρια Ο πληθυσμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης γερνάει. Το 1950, 23 ηλικιωμένοι αντιστοιχούσαν σε 100 νέους, ενώ το 2050 προβλέπεται ότι 110 ηλικιωμένοι θα αντιστοιχούν σε 100 νέους. Η Τρίτη
BSc, MSc Πρόληψη και Έλεγχος Λοιμώξεων (University of Athens)
Προληπτικά μέτρα και Αντιμετώπιση της Λεγεωνέλλας σε Υπηρεσίες Υγείας 1.Φαίδωνος Ελένη Νοσηλευτική Λειτουργός Γενικό Νοσοκομείο Πάφου BSc, MSc Πρόληψη και Έλεγχος Λοιμώξεων (University of Athens) 2. Σαρόγλου
Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης
ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΩΣΗ (ΜΗ ΤΥΦΟ-ΠΑΡΑΤΥΦΙΚΗ) ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ 2004-2016 ΣΥΣΤΗΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΝΟΣΗΜΑΤΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΙΤΗΡΗΣΗΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ ΣΑΛΜΟΝΕΛΛΩΝ-ΣΙΓΚΕΛΛΩΝ