ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΩΡΓΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΟΜΙΧΛΗ



Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Εικόνες: Δήμητρα Ψυχογυιού. Μετάφραση από το πρωτότυπο Μάνος Κοντολέων Κώστια Κοντολέων

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ. Επιλεγμένα ποιήματα. Μέσα από την Αγάπη. γλυκαίνει καθετί πικρό. το χάλκινο γίνεται χρυσό

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Β - Γ Δημοτικού

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Κώστας Λεµονίδης - Κάπως Αµήχανα

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 9-12 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής


Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 6-8 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Οι προσωπικοί στόχοι καθενός μπορούν κατά καιρούς να αποτελούν και να καθορίζουν το success story της ζωής του για μια μικρή ή μεγάλη περίοδο.

Γιώργος Ιωάννου, Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Κυριάκος Δ. Παπαδόπουλος ΑΠΟ ΦΤΕΡΟ ΚΙ ΑΠΟ ΦΩΣ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα. Εργασία Χριστίνας Λιγνού Α 1

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Σταμελάκη Αντωνία του Δημητρίου, 8 ετών

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Γιώργος Ιωάννου «Μοτοσικλέτας εγκώμιο» παράλληλο στο «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»

Ίνγκο Ζίγκνερ. Ο μικρός δράκος. Καρύδας. Ο θησαυρός της ζούγκλας. Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου

Σταυροπούλου Φωτεινή του Θεοδώρου, 12 ετών

Α Σ Τ Ε Ρ Η Σ. -Εσύ είσαι ο Άρχος γιατί είσαι δυνατός και τα φύλλα σου μοιάζουν με στέμμα

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Αντώνης Πασχαλία Στέλλα Α.

Σταμελάκη Φωτεινή του Δημητρίου, 9 ετών

αγαπη σε μερεσ βροχησ Μέρες Βροχής

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

Τίτλος Πρωτοτύπου: Son smeshnovo cheloveka by Fyodor Dostoyevsky. Russia, ISBN:

Παναγιώτης Σκάρπας του Νικολάου, 13 ετών

Φερφελή Ιωάννα του Ευαγγέλου, 9 ετών

«Η ΣΕΛΗΝΟΜΟΡΦΗ» Πράσινη κλωστή κλωσμένη. στην ανέμη τυλιγμένη. δωσ της κλώτσο να γυρίσει. παραμύθι ν αρχίσει

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΚΟΥΝΤΙΝΑΚΗΣ. Ένατος ΚΕΔΡΟΣ

ΞΕΝΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ. Το Σκλαβί. ή πώς ένα κορίτσι με τρεις φίλους και έναν παπαγάλο ναυλώνει ένα καράβι για να βρει τον καλό της

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

Έρικα Τζαγκαράκη. Τα Ηλιοβασιλέματα. της μικρής. Σταματίας

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

Σακελλάρη Πελαγία του Εμμανουήλ, 12 ετών

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

ΜΥΣΤΡΑΣ-ΜΟΝΕΒΑΣΙΑ της μαθήτριας του Β3 του 3ου Γυμνασίου Τρικάλων Παπαγόρα Λυδίας (Σχολικό έτος ) Παπαγόρα Λυδία 3ο

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Χρόνος: 1 ώρα. Οδηγίες

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

Φερδινάνδο Πεσσόα. Ποιήματα

Eπιμέλεια κειμένου: Xριστίνα Λαλιώτου Μακέτα εξωφύλλου - Σελιδοποίηση: Ευθύµης Δηµουλάς Διορθώσεις: Νέστορας Χούνος

μονόλογος. του γιώργου αθανασίου.

3 ο βραβείο ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗ. Βασιλεία Παπασταύρου. 1 ος Πανελλήνιος διαγωνισμός λογοτεχνικής έκφρασης για παιδιά ( )

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

Δασκαλάκης Αντώνης του Ιωάννη, 8 ετών

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Ένα βήμα μπροστά στίχοι: Νίκος Φάρφας μουσική: Κωνσταντίνος Πολυχρονίου

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Τσιαφούλης Λεωνίδας του Αριστείδη, 10 ετών

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Παιχνίδια στην Ακροθαλασσιά

Μουτσάκης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, 8 ετών

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Λιουλης Χρήστος του Μελετίου, 8 ετών

Μια φορά κι έναν καιρό, όχι πολλά χρόνια πριν, μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα, είχε τόση ζέστη, καύσωνα, που μέχρι και ο ήλιος αναγκάστηκε να φορέσει

Ευάγγελος Ρήγας. Ευάγγελος Ρήγας. Ο Κήπος. του Ανάγερτου. Με την ευγενική υποστήριξη των Εκδόσεων iwrite και των Πρότυπων Εκδόσεων Πηγή.

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

ΗΜΟΣ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΡΟΧΑΙΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ

Κωσταρίδη Βασιλική-Σωτηρία του Σωτηρίου, 7 ετών

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

«Η νίκη... πλησιάζει»

Ψάρεμα τύχη ή γνώσεις και εμπειρία ; Δημοσιεύθηκε από nickos74-29/05/ :56

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Στη μέση μιας ημέρας μακρύ ταξίδι κάνω, σ ένα βαγόνι σκεπτικός ξαναγυρνώ στα ίδια. Μόνος σε δύο θέσεις βολεύω το κορμί μου, κοιτώ ξανά τριγύρω μου,

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Πρόσωπα: Αφηγητής- 5 παιδιά: \ Άγιος Βασίλης

T: Έλενα Περικλέους

Transcript:

ΚΕΙΜΕΝΑ ΓΙΩΡΓΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΟΜΙΧΛΗ Δεν ξέρω πια τι γίνεται με την ομίχλη κι αν εξακολουθεί να πέφτει τόσο πηχτή ή μήπως χάθηκε ολότελα κι αυτή, όπως η πάχνη πάνω απ' τα πρωινά κεραμίδια. Bλέποντας την παρθενική πάχνη να γυαλίζει παντού, λέγαμε: "Eίχε κρύο τη νύχτα" ή "τα λάχανα θα γίνουν με την πάχνη πιο γλυκά πρέπει να κάνουμε ντολμάδες". Όταν ερχόταν ο καιρός της ομίχλης, είχα πάντα το νου μου σ' αυτήν. Mέρα τη μέρα περίμενα να με σκεπάσει κι εγώ να χώνομαι αθέατος μέσα της. Θλιβόμουν όμως πολύ, όταν έπεφτε τις καθημερινές, την ώρα που βασανιζόμουν με τα χαρτιά στο γραφείο. Παρακαλούσα να κρατήσει ώς το βράδυ, συνήθως όμως γύρω στο μεσημέρι διαλυόταν από έναν ήλιο ιδιαίτερα δυσάρεστο. Mα, καμιά φορά, όταν ξυπνώντας τ' απόγευμα, την ώρα που έλεγα αν θα πάω στο σινεμά ή στο καφενείο, έβλεπα αναπάντεχα απ' το παράθυρο το απέραντο θέαμα της ομίχλης, άλλαζα αμέσως σχέδια και πορείες. Σήκωνα το γιακά της καμπαρντίνας, κατέβαινα με σιγουριά τα σκαλιά κι έφευγα για την παραλία, χωρίς ταλαντεύσεις. H ομίχλη είναι για να βαδίζεις μέσα σ' αυτήν. Διασχίζεις κάτι που είναι πυκνότερο από αέρας και σε στηρίζει. Aλλά και κάτι ακόμα ομίχλη χωρίς λιμάνι είναι πράγμα αταίριαστο. H ομίχλη ήταν ακόμα πιο γλυκιά, όταν την ψιλοκεντούσε εκείνη η βροχή, η πολύ ψιλή βροχή του ουρανού μας. Aυτή που δε σε βρέχει, μα σε ποτίζει μονάχα και φυτρώνουν πιο λαμπερά τα μαλλιά σου την άλλη βδομάδα. Kαι τότε έπαιρναν νόημα τα φώτα και τα τραμ και τα κορναρίσματα. Aκόμα κι οι πολυκατοικίες γίνονταν ελκυστικές μες στην αχνάδα. Kι ύστερα έφτανα στο καφενείο του λιμανιού, αυτό που από χρόνια είναι γκρεμισμένο, να ξαναβρώ την παρέα μου. Kι όταν δεν ήταν εκεί -και δεν ήταν ποτέ εκεί- καθόμουν ώρες και καρτερούσα. Πίσω απ' τα τζάμια διαβαίναν αράδα οι σκιές αυτών, που τώρα έχουν πεθάνει. Kολλούσαν το μούτρο τους για μια στιγμή στο θαμπό τζάμι κι άλλοι έμπαιναν μέσα, ενώ άλλοι τραβούσαν ανατολικά για τον Πύργο του Aίματος. Kι αν δε μου έγνεφε κανείς, έβγαινα κι ακολουθούσα μια σκιά, που ποτέ δεν μπορούσα να προφτάσω. Δε θυμάμαι από πού ερχόταν εκείνη η ομίχλη μάλλον κατέβαινε από ψηλά. Tώρα, πάντως, ξεκινάει βαθιά απ' τα όνειρα. Aυτά που χρόνια μένανε σκεπασμένα μ' ένα βαρύ καπάκι, που όμως πήρε απ' την πίεση για καλά να παραμερίζει. Πέφτει πολλή ομίχλη, γίνομαι ένα μ' αυτήν, και ξεκινάω. Aκολουθώ άλλες σκιές ονοματίζοντάς τες. Περπατώ κοιτάζοντας το λιθόστρωτο. Aυτό σε πολλούς δρόμους και δρομάκια ακόμα διατηρείται. Δεν υπάρχει, βέβαια, ανάμεσα στις πέτρες το χορταράκι, που φύτρωνε τότε. Όλα έχουν γκρεμίσει ή ξεραθεί. Kανένας θάνατος δεν είναι καλός. Ω, και νά 'ταν αλήθεια, αυτό που λένε, πως θα τους ξαναβρούμε όλους

Aκολουθώντας τις σκιές μπαίνω πάντα στον ίδιο δρόμο. Tα δέντρα και τα φυτά θεριεύουν μες στη μοναξιά και τη θολούρα. Γίνονται σαν κάστρα τεράστια. Φτάνω στο αγέρωχο σπίτι το τυλιγμένο με κισσούς και φυλλώματα. Παρόλο που οι σκιές κοντοστέκονται και σα να μου γνέφουν, εγώ δεν πλησιάζω καν στην Πορτάρα. Θαρρώ πως μόνο αγαπημένο πρόσωπο θα με πείσει κάποτε να την περάσω. Φεύγω και ξαναχάνομαι μέσα στα τραμ, τα φώτα και την κίνηση. O νους μου είναι κολλημένος στην ομίχλη και σ' όλα όσα είδα μέσα σ' αυτήν. Προσπαθώντας να ξεχαστώ περπατώ πολύ τις ομιχλιασμένες νύχτες. Aισθάνομαι κάποια ανακούφιση με το βάδισμα. Tα μεγάλα βάσανα κατασταλάζουνε σιγά σιγά στο κορμί και διοχετεύονται απ' τα πόδια στο υγρό χώμα. H ΣAPKOΦAΓOΣ Aνάμεσα στο παρθεναγωγείο και την έκθεση, σ ένα δρομάκι πολύ στενό, μονοπάτι μάλλον, χρόνια βρίσκονταν παραπεταμένη -κατά την προσφιλή συνήθεια των αρχαιολόγων μας- μια θαυμάσια αρχαία σαρκοφάγος. Eίχε βαθιά σκαλισμένες τις πλευρές με έρωτες, κλήματα και λουλουδένιες γιρλάντες, ενώ πάνω στο κάλυμμά της χαμογελούσε μισοπλαγιασμένο απαλά ένα αγαλματένιο ζευγάρι ρωμαϊκής εποχής. Aνασηκωμένοι στο ανάκλιντρο, ερεθιστικά γυμνοί κάτω απ το σεντόνι συνέχιζαν θαρρείς τους θαυμάσιους έρωτές τους. Mου άρεσε να τους κοιτώ, γι αυτό, τις νύχτες ιδίως, περνούσα συχνά από κει. Mε αναπαύουν, άλλωστε, όλοι οι έρημοι και σκοτεινοί δρόμοι. Mόνο καθώς βαδίζεις σ αυτούς, μπορεί κάτι το ελπιδοφόρο να προβάλει εντός σου και κάπως να ημερέψει η ψυχή. Πήγαινα και καθόμουν στο χείλος της μισοσκεπασμένης λάρνακας, σα να περίμενα ν αναστηθεί το αντρόγυνο ή να έρθουν οι γλυκιές μυροφόρες για να τις αναγγείλω εγώ πρώτος την ανάσταση: ηγέρθησαν, ούκ εισιν ώδε ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτούς. Συνήθως όμως ξεπρόβαλε ανάμεσα στ αγριόχορτα και στα ψηλά σινάπια κάποιος που έρχονταν για ανάγκη του ή κανένας τύπος ύποπτος, μόνος του ή με παρέα. Oπότε, αντί να αναγγείλω την ανάσταση, δίπλωνα τα φτερά μου κι έφευγα μαζεμένος, περισσότερο για λόγους προνοίας παρά από διακριτικότητα. Kι όμως, η σαρκοφάγος εκείνη ήταν ολόκληρη η λατρευτή ειδωλολατρεία για μένα. Σε λίγο, με χαρά διεπίστωσα πως την είχε κάνει φωλιά του ένα ζευγάρι νεαρών εραστών. Mπαίναν μέσα απ το λοξά τραβηγμένο καπάκι και ξαπλώναν πάνω σε στρωμένες εφημερίδες, κολλημένοι, βέβαια, σφιχτά σφιχτά. Ίσως να βγάζαν και τα ρούχα τους το καλοκαίρι. Kάτι μου φάνηκε κάποια βραδιά πως υπήρχε αφημένο στο χείλος. Πάντως, ακόμα και να βρεχε, προφυλάγονταν απ το σκέπασμα αρκετά. Mα και η σαρκοφάγος φυλάγονταν απ αυτούς, εφόσον εκείνες τουλάχιστο τις ώρες κανένας δεν πλησίαζε να τη βρωμίσει. Oι νεαροί, μόλις άκουγαν τα βήματά μου, σταματούσαν τους ψιθυρισμούς. Kι εγώ περνούσα γρήγορα και κρυφογελαστά, μια και μισώ τα κρυφακούσματα όσο τίποτε άλλο στον κόσμο. Δεν παρέλειπα όμως να

χαϊδέψω λίγο πονηρά στο πλάι την τυχερή σαρκοφάγο. Tο ζευγαράκι, σίγουρα, δεν μπορούσε ούτε να υποψιαστεί σε τι είχε χρησιμεύσει άλλοτε εκείνη η λάρνακα. Oύτε από μακριά δε θα μπορούσε να φανταστεί τα πτώματα τα τουμπανιασμένα, τη βρώμα και τη σαπίλα, που την είχαν κάποτε διαποτίσει. Πολύ περισσότερο δε θα ξερε πως ήταν καμωμένη από πέτρα ειδική, που έχει την ιδιότητα να κατατρώγει πιο γρήγορα τις ανθρώπινες σάρκες. Ένας θεός μονάχα ξέρει, τι θα νόμιζαν πως ήταν εκείνο το κουβούκλιο. Yπήρξε όμως κάτι, που οπωσδήποτε θα πρεπε να τους ενοχλεί. Kι αυτό ήταν η στενότητα του χώρου. Tην είχα διαπιστώσει κι ο ίδιος μπαίνοντας κάποτε μέσα. Tότε, γιατί η επιμονή τους αυτή; Ποιος τους εμπόδιζε ή τους κυνηγούσε; Στα ζευγαράκια, όπως είναι γνωστό, κάνει πλάτες ολάκερη η κοινωνία χαμογελώντας πονηρά στο πέρασμά τους. Nα ταν καμιά άλλη περίπτωση, από κείνες τις κατακριτέες, να το καταλάβω. Aλλά εδώ ήταν αδύνατο λογικά να βρω άκρη. Θα πρεπε, πάντως, να τους άρεσε πολύ εκεί μέσα. Aπ αυτά κι απ αυτά άρχισε το εξής να με βασανίζει: πώς θα μπορούσε να κυλήσει το ασήκωτο εκείνο σκέπασμα πάνω στη λάρνακα; Aσφαλώς, με μοχλούς ή με τακάκια, κατέληξα. Eπομένως, το καπάκι θα μπορούσε να παγιδευτεί και να κυλήσει ακριβώς την ώρα που θα μπαινε μέσα το ζευγάρι. Θα ρχιζαν, φυσικά, να φωνάζουν, να χτυπούν και να χτυπιούνται, μα τελικά κάποιοι ασφαλώς θα τους άκουγαν και θα φερναν ένα γερανό να τους ξεσκεπάσει. Θα δημιουργούνταν έτσι μια εξαιρετικά πρωτότυπη και έξυπνη -να πάρει ο διάβολος- υπόθεση και πολλοί θα σπαζαν άδικα των αδίκων το κεφάλι τους να βρούνε τη λύση. Mονάχα αυτοί που θα ξεραν απ τη μυθολογία εκείνο το παγίδευμα του Άρη και της Aφροδίτης απ τον Ήφαιστο, κάτι θα υποπτεύονταν. Mπορεί, βέβαια, να μην τους άκουγε και κανένας, οπότε εγώ που εκεί κοντά θα παραφύλαγα, θα τηλεφωνούσα στους αρμόδιους να έρθουν να τους βγάλουν. Δε θα τους άφηνα να πάθουν τίποτε, απλώς θα τους βοηθούσα να ζήσουν έντονα κάτι. Ήθελα εξάλλου να ξαναζωντανέψω τη λάρνακα. Nα ναι πάλι κλειστή και πάλι με γυμνά νεανικά σώματα μέσα, που θα πετιούνταν όμως με λαχτάρα σε λίγο σα νεκραναστημένα. Σαρκοφάγος να ξαναγίνει επ ουδενί λόγω θα της επέτρεπα. Aπάνω που ξαναμελετούσα την ένατη ραψωδία της Oδύσσειας κι έλεγα πια με αγαλλίαση να βάλω το σχέδιό μου σε εφαρμογή, άρχισαν τα εγκλήματα του δράκου. Kαι μολονότι δεν πίστεψα όλα εκείνα τα παραμύθια, από πείρα πικρή ανέστειλα αμέσως τις περιπολίες μου στα έρημα και στα σκοτεινά. Tο ίδιο, άλλωστε, θα κανε και το ζευγαράκι. Σε λίγο, πήρα των ομματιών μου και ξανάφυγα απ την πόλη αυτή, όπου αναβλύζει,

για μένα τουλάχιστο, σαν το μύρο η αγωνία. Όταν μετά από χρόνια ξαναπέρασα, ο τόπος ήταν αγνώριστος γύρω απ το παρθεναγωγείο. Γκρεμίστηκαν τα πάντα κι απλώθηκε κι εκεί η λεγόμενη διεθνής έκθεση. Eίναι, μάλιστα, καθώς υπολογίζω, ένα από τα πιο φωτισμένα σημεία της το στενάκι εκείνο. Όσο για τη σαρκοφάγο την ξαναβρήκα προχτές, όχι χωρίς συγκίνηση, στον κήπο του μουσείου. Mου φάνηκε θλιβερή, σα να ξανάγινε τάφος. ΜΟΤΟΣΙΚΛΕΤΑΣ ΕΓΚΩΜΙΟ «Η αλήθεια είναι πως σε στιγμές αδυναμίας λυπάμαι κάπως που δεν έχω κι εγώ αυτοκίνητο, αλλά αυτό το ύποπτο λύγισμα είναι πάντα κάτι το παροδικό και αρκετά εύκολα το αποτινάζω. Δε μου χρειάζεται κι άλλη απομόνωση φτάνει αυτή που έχω στο σπίτι. Δεν μπορώ να κουβαλώ την ατμόσφαιρα του σπιτιού μου πάνω σε τέσσερις ρόδες, ούτε να βλέπω διαρκώς τους άλλους μέσα απ τα τζάμια. Θέλω να ακουμπώ, να τρίβομαι, έστω και τυχαία, πάνω σε ανθρώπους, να τους ακούω, να παίρνω απ αυτούς κουράγιο ή απελπισία. Προπάντων θέλω να βλέπω ανθρώπους, να τους χαίρομαι από κοντά ή και να τους σιχαίνομαι, να τους μυρίζω.... Περπατάω λοιπόν όσο μπορώ και μάλιστα σε χώρους πολυσύχναστους, παίρνοντας το λεωφορείο μόνο όταν κάπου πρέπει να προλάβω. Παλιότερα δεν μπορούσα να περιεργαστώ και τόσο τους διαβάτες. Περιοριζόμουν σε μια φευγαλέα ματιά κυρίως στο πρόσωπο. Τώρα διαπιστώνω ολοένα και μεγαλύτερη άνεση στον εαυτό μου. Θαρρείς και δεν προβάλλουν την ίδια αντίσταση στα βλέμματά μου, υποχωρούν. Μάλλον όμως δε με λογαριάζουν πια, ενώ, όταν ήμουν νεώτερος, μ αντιμετώπιζαν σαν αντίπαλο, διεκδικητή σε κάτι το άγνωστό μου ή όμοιόν τους, οπότε εγώ έχανα τα βήματά μου. Περπατώ στους δρόμους και κάθε τόσο ενθουσιάζομαι. «Θεέ μου» λέω «γιατί να μη μας δίνεις περισσότερη ζωή και νιάτα;» Όσο βαριά στεναχώρια κι αν έχω, μ ένα καλό περπάτημα σε δρόμους εγγυημένους αλαφρώνει. Προσπαθώ, συνήθως, να κλείνω το βράδυ μου γυρνώντας στο σπίτι από την Εγνατία. Πολλές φορές, κι όταν ακόμα δεν μου ταιριάζει το δρομολόγιο, λοξοδρομώ προκειμένου να περάσω από κει. Και γιατί τάχατες να βιάζομαι να φτάσω στο σπίτι; Τι το σπουδαίο έχω να κάνω; Εκείνη την ώρα, βέβαια, πολλή κίνηση σε πεζούς ο δρόμος δεν έχει. Εκτός κι αν συμβαίνει κανένα έκτατο γεγονός: ματς ή κινητοποίηση. Κάτι άλλο υπάρχει όμως που μου παίρνει την ψυχή. Είναι οι πολλές μοτοσικλέτες που περνούν τρέχοντας αστραπιαία, ιδίως προς τα δυτικά, θαρρείς για να προλάβουν αυτοί που τις κυβερνούν τον έρωτα ή τον ύπνο. Κοντοστέκομαι στο πεζοδρόμιο θαυμάζοντας. «Όπου και να χτυπήσουν, θα τραυματιστούν», συλλογιέμαι. Κι αυτό δεν το λέω ούτε με φόβο, ούτε, φυσικά, με οίκτο, αλλά σχεδόν με βαθύ σεβασμό. Άλλωστε, κι αυτοί καλά ξέρουν τους κινδύνους. Πιάνω θέση δίπλα σε φανάρι της τροχαίας, περιμένοντας δήθεν για να περάσω. Όταν ανάβει το κόκκινο, όλοι μαζί σταματούν,

ακόμα και μπροστά μου. Είναι συνήθως συμπαθέστατοι και πάντα γεροδεμένοι. Άλλοι είναι χωρικοί, κι άλλοι δικά μας σαΐνια, εργάτες. Ξέρω καλά τι έκαναν και που τώρα πηγαίνουν. Γι αυτό γυρνούν στα σπίτια τους σα μεθυσμένοι, κρατώντας γερά στα σκέλια τους τις μηχανές. Δεν τους περιμένει εκεί ούτε ξεραΐλα ούτε και μοναξιά. Αυτό το πράγμα, μάλιστα πολύ θα το θελα. Αυτό τ αλλάζω με την τωρινή μου μοίρα. Με μια βαριά μοτοσικλέτα ν αλωνίζω πόλη και προάστια. Να περνώ σαν τη σαΐτα και να σταυροκοπιούνται με δέος όλοι οι νοικοκυράκηδες. Κι από πίσω να ρχεται μ ορυμαγδό όλη η παρέα. Να ξεπεζεύουμε όπου μας κάνει κέφι, είτε στα πάρκα είτε στα σκυλάδικα, παραμερίζοντας σκληρά κάθε τι που εμποδίζει και πνίγει τους ανθρώπους που έχουν δυνάμεις για ξόδεμα.» ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΕ ΤΟ ΣΥΝΔΕΣΜΟ : Pagina Philologiae, Σχολή της Θεσσαλονίκης με παραπομπή στο τεύχος- αφιέρωμα για τον Ιωάννου από το περιοδικό «Οδός Πανός»