Περί εκτελέσεως του υπ αριθμ. 1627/1939 Αναγκαστικού Νόμου «Περί Δασικών Συνεταιρισμών» :



Σχετικά έγγραφα
Άρθρο... Δασικοί συνεταιρισμοί προστασίας

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΗΣ 19 ης ΙΟΥΛΙΟΥ 1923

ΣΧΕΔΙΟ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΓΡ. ΣΑΡΑΝΤΗΣ Α.Β.Ε.Ε.

ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 359/1947

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 1390/1938

ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ 1. ΑΝΩΝΥΜΕΣ (Ν. 2190/1920)

ΑΡΙΘ.: 197/78 Είδος Εγγράφου: ΠΡΟΕΔΡΙΚΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΦΕΚ: 43Α

Η παραπάνω µέσα σε φράση προστίθεται µε την παράγραφο 3, άρθρου 3 του Β.. 323/1965 ορίζοντος εν άρθρο 4 ότι η ισχύς αυτού άρχεται τρεις µήνας από της

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ

Άρθρο... Φορέας εκτέλεσης έργων

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΎΣΕΩς

Καραουλάνης Δημήτριος (Αντιπρόεδρος) 2. Παυλίδου Ελισάβετ (αναπληρώτρια Τακτικού Μέλους, προσήλθε κατά την συζήτηση του 1 ου.

Άρθρο... Γενικές διατάξεις διαχείρισης

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΝΟΜΟΣ 3741/1929. "Περί της ιδιοκτησίας κατ' ορόφους"

MΕΤΕΓΓΡΑΦΕΣ ΜΑΘΗΤΩΝ. Μετεγγραφαί μαθητών τη αιτήσει των κηδεμόνων

Περί των όρων λειτουργίας καταστημάτων πωλήσεως οινοπνευματωδών ποτών και κέντρων διασκεδάσεως. (ΦΕΚ 46/Α/ )

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟΥ ΠΡΟΝΟΙΑΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

1189 Κ.Δ.Π. 354/84. Αριθμός 354 Ο ΠΕΡΙ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΣ (ΚΕΦ. 268 ΚΑΙ ΝΟΜΟΙ 63 ΤΟΥ 1962 ΚΑΙ 69 ΤΟΥ 1971)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύττ' Άρ. 185 της 20ής ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1962 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ II

Καταστατικόν της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας

Ε.Ε. Παρ. Ill (I) 91 Κ.Δ.Π. 31/73 Άρ. 997,

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ. Τίτλος Περί Εμπορικών και Βιομηχανικών, Επαγγελματικών και Βιοτεχνικών Επιμελητηρίων

Ν. 3198/55 (ΦΕΚ - 98 Α') :

923 Ν. 72/83. σις) Νόμου (εν τοις εφεξής αναφερομένου ως «ο δασικός νόμος»). 58του 1962

(αριθμός Γ.Ε.ΜΗ )

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΤΗΣ ΟΜΟΡΡΥΘΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΦΙΛΙΠΠΑΚΟΣ Ο.Ε.» ΚΑΙ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΑΡΘΡΩΝ

ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΠΗΓΑΣΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» (ΑΡ. Μ.Α.Ε /06/Β/86/36) ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

ΘΕΜΑ: Φορολογική αντιμετώπιση των συμβολαιογραφικών δικαιωμάτων για τη σύνταξη κρατικών συμβολαίων.

Κεφάλαιο Α Δασοπονικές μελέτες. Άρθρο... Δασοπονικές μελέτες

Σύμφωνα με τον Κ.Ν. 2190/1920, ως τροποποιήθηκε και ισχύει, η Εταιρεία ενημερώνει τους μετόχους για τα ακόλουθα:

Ημερομηνία Καταγραφής της Τακτικής Γενικής Συνέλευσης Για την συμμετοχή στην Τακτική Γενική Συνέλευση η ιδιότητα του μετόχου πρέπει να

ΕΚ ΟΣΕΙΣ Α.Ε». ΑΡ.Μ.Α.Ε. 4580/06/Β/86/8 ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

2) τους όρους της εισόδου, αποχωρήσεως και αποβολής των μελών, ως και τα δικαιώματα και τας υποχρεώσεις αυτών.

ΝΟΜΟΣ ΠΡΟΝΟΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΕΩΣ ΩΡΙΣΜΕΝΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΠΛΗΡΩΤΕΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕ1 ΠΡΟΣ ΔΗΜΟ- ΣΙΑΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΝ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ 23/10/2016

(Μαριάνθη & Ελένη Τεγοπούλου κατά ίσα µέρη) Ευρύ επενδυτικό κοινό & θεσµικοί επενδυτές ,65 Σύνολο ,00

ΣτΕ 1518/2010 [Νόμιμη η μη χορήγηση βεβαίωσης τελεσιδικίας για αναδασωτέα έκταση περιληφθείσα σε πράξη χαρακτηρισμού]

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και δ.τ. «ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ ΑΙΓΑΙΟΥ Α.Ε.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ. εκεµβρίου 2050, δυναµένη να παραταθή. δι'αποφάσεως της Γενικής Συνελεύσεως των µετόχων, εγκρινοµένης δια ιατάγµατος.

ΜΥΛΟΙ ΛΟΥΛΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣ ΣΟΥΡΠΗ ΝΟΜΟΥ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ(ΛΙΜΕΝΑΣ ΛΟΥΛΗ) ΑΡ.Μ.Α.Ε. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ : 10344/06/Β/86/131

ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ. Άρθρο 1. Μορφή Επωνυμία Έδρα Σφραγίδα. Άρθρο 2. Σκοποί.

ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΥΔΡΕΥΣΗΣ & ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ Α.Ε.

δρχ. με έκδοση ονομαστικών μετοχών ονομαστικής αξίας δρχ. η κάθε μία. (ΦΕΚ 1167/ )

Βιλτανιώτη 24, Κ. Κηφισιά. Τηλ , , Fax Αριθμός Γ.Ε.Μ.Η.

ΟΙ ΠΕΡΙ ΕΓΓΡΑΦΗΣ ΜΗ ΑΔΕΙΟΥΧΩΝ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΩΝ ΝΟΜΟΙ ΤΟΥ 1982 ΕΩΣ 2002

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ************* Επί του ερωτήματος αυτού έχω να σημειώσω τα ακόλουθα:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύπ Άρ της 2ας ΙΟΥΛΙΟΥ 1976 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

HAPAPTHMA ΠΡΩΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΜΥΛΟΙ ΛΟΥΛΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΗΜΟΣ ΣΟΥΡΠΗ ΝΟΜΟΥ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ(ΛΙΜΕΝΑΣ ΛΟΥΛΗ) Γ.Ε.ΜΗ: (πρώην ΑΡ.Μ.Α.Ε.: 10344/06/Β/86/131)

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΓΡΑΦΕΙΩΝ ΣΑΤΕ

E.E., Παρ. Ι, Ν. 8/75 Άρ. 1172,

Μετά το άρθρο 28 του κ.ν. 2190/1920 προστίθεται νέο άρθρο 28α ως εξής:

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ των Μετόχων της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ TAKTΙΚH ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ «ΠΡΑΞΙΤΕΛΕΙΟ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΡΙΟ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ»

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΑΤΑΤΩΝ ΝΟΜΟ. H Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 15ης ΙΟΥΛΙΟΥ 1988 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ. ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις

1267 Ν. 195/87. «μέλος» σημαίνει τον Πρόεδρον ή οιονδήποτε μέλος της Επιτροπής

4. Εκλογή ενός τακτικού και ενός αναπληρωματικού ορκωτού ελεγκτή λογιστή για τον έλεγχο της διαχειριστικής χρήσης 2013 και ορισμός της αμοιβής τους.

ΣΧΕ ΙΟ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ της ΓΙΑ ΚΑΘΕ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΙΑΤΑΞΗΣ. Θέµατα Ηµερήσιας ιάταξης.

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ - ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΜΩΝ»

'Αριθμός 17 του Συμβάσεως.

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ Α. ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

E.E., Παρ. I, 803 Ν. 48/83 Αρ. 1874,

Στη συνεδρίαση προσήλθε και παρέστη ως γραμματέας της Επιτροπής η Στυλιανή Μόσχου υπάλληλος του Δήμου Ξάνθης.

Ν 2326/1940: ΠΕΡΙ ΤΣΜΕΔΕ.ΙΔΡΥΣΗ-ΟΡΓΑΝΩΣΗ-ΠΟΡΟΙ κλπ ΒΛ.& Ν.3518/2006 (35208)

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΑΚΤΙΚΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

«Σχέδιο τροποποίησης άρθρων του καταστατικού»

Νόμος 593/1977 (ΦΕΚ Α 156)

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ»

4. Εκλογή ενός τακτικού και ενός αναπληρωματικού ορκωτού ελεγκτή-λογιστή για τον έλεγχο της διαχειριστικής χρήσης 2017 και ορισμός της αμοιβής τους.

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ. Χρηµατιστηριακό Κέντρο Θεσσαλονίκης), Κατούνη για να συζητήσουν και λάβουν απόφαση επί των παρακάτω θεµάτων ηµερήσιας διάταξης:

ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «ΠΗΓΑΣΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ» (ΑΡ. Μ.Α.Ε /06/Β/86/36) ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Α. ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ.

Αρθρο: 1 Ημ/νία: Ημ/νία Ισχύος: Περιγραφή όρου θησαυρού: ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΑ ΣΕ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ

22/03/ Πρόσκληση Τακτικής Γενικής Συνέλευσης 18/04/2012. Χρήσιμα έντυπα. Πρόσκληση Εξουσιοδότηση Σχέδιο αποφάσεων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΡΘΡΟ 11

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΝ ΕΝΩΣΕΩΣ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΕΝΑΕΡΙΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ. Άρθρον 1ον. Σύστασις Επωνυμία

ΙΚH ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ. Κατόπιν αποφάσεως του ιοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας «ΠΡΑΞΙΤΕΛΕΙΟ

ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΡΟΣ Ι

«ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΠΡΟΓΝΩΣΤΙΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ Α.Ε.»

ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ NEUROSOFT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΕΤΗΣΙΑ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

medicon MEDICON HELLAS A.E.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΧΑΡΤΟΣΗΜΟΥ ΣΤΙΣ ΜΙΣΘΩΣΕΙΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΙΑΣΥΝ ΕΣΗΣ ΛΑΡΙΣΑ ΤΗΛ: 2410/ FAX:2410/

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ των µετόχων της ανώνυµης εταιρίας ΑΛΟΥΜΥΛ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ, ΑΕ αρ. ΜΑΕ: 17520)06)Β)88)18 σε Τακτική Γενική Συνέλευση

µέλος «ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΑΡ. Μ.Α.Ε. 8406/06/Β/86/15 ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

«ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ. με διακριτικό τίτλο «ΔΙΑΣ ΙΧΘΥΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ Α.Β.Ε.Ε.», ΑΡ.ΓΕΜΗ: ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ

«FF GROUP» Αριθμός Γενικού Εμπορικού Μητρώου: (Πρώην Αριθμός μητρώου Ανωνύμων Εταιρειών:14216/06/Β/86/06)

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 18ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1987 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

ΠΑΥΛΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΑΡΘΡΩΝ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΤΗΣ «ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ ΑΕ» Άρθρο 8 Ποσοστό συµµετοχής του Ελληνικού ηµοσίου

ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΜΙΛΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΘΕΜΑΤΑ ΗΜΕΡΗΣΙΑΣ ΔΙΑΤΑΞΗΣ

04/06/ /06/ /98/32 .:9469 & .: FAX: , 11:00 2 3

Transcript:

Περί εκτελέσεως του υπ αριθμ. 1627/1939 Αναγκαστικού Νόμου «Περί Δασικών Συνεταιρισμών» : 1 Αναγκαστικοί Συνεταιρισμοί κυριότητος, νομής ή κλασματικών δικαίων αδιαιρέτου δάσους. Άρθρον 1 1. Οι κατά το άρθρον 2 παρ. 2 του αναγκ. νόμου 1627/1939 «περί δασικών συναιτερισμών» συνεταιρισμοί είτε ιδιοκτησίας, τουτέστι κυριότητος ή νομής, είτε καρπώσεως κλασματικών δικαίων, αδιαιρέτου δάσους συνιστώνται ως εξής : 2. Ο δασάρχης υποβάλλει εις το Υπουργείον Γεωργίας δι έκαστον δάσος της περιφερείας του, διά το οποίον κατά τας διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 2 του Αναγκ. Νόμου 1627/1939 επιβάλλεται η σύστασις αναγκαστικού συνεταιρισμού,αναφοράν συνοδευομένην υπό κτηματικού χάρτου, περιέχοντος την ακριβή οροθεσίαν του συνεταιρικού δάσους, και υπό καταλόγου των μεριδιούχων αυτού, μετά ητιολογημένης προτάσεώς του, εν τη οποία βεβαιούται η ύπαρξις των απαραιτήτων προϋποθέσεων και αναγκών διά την σύστασιν του συνεταιρισμού. 3. Η περί συστάσεως αναγκαστικού συνεταιρισμού αναφορά του δασάρχου μετά των συνοδευόντων αυτήν κτηματικού χάρτου και καταλόγου μεριδιούχων αποστέλλεται μετά την κατ αρχήν έγκρισιν του Υπουργείου Γεωργίας εις την Εθνικήν Συνομοσπονδίαν Γεωργικών Συνεταιρισμών Ελλάδος (καλουμένην εφεξής εις το Βασιλικόν τούτο Διάταγμα ΕΣΣΕ), η οποία διά του αρμοδίου επιτρόπου αυτής ή του παρ αυτής οριζομένου επόπτου συνεταιρισμών προσκαλεί εις ιδρυτικήν συνέλευσιν εντός μηνός από της εις τον επίτροπον ή επόπτην διαβιβάσεως της σχετικής διαταγής της ΕΣΣΕ άπαντας τους ενδιαφερομένους, όπως προσέλθωσιν εις τον εκ των προτέρων διά της προσκλήσεως καθοριζόμενον τόπον και εν τακτώ χρόνω διά την ίδρυσιν του συνεταιρισμού, την ψήφισιν και υπογραφήν του καταστατικού, την εκλογήν προσωρινού διοικητικού συμβουλίου και τον καθορισμόν των μεριδίων, ψήφων και πάντων εν γένει των ζητημάτων των αφορώντων την κατά την κειμένην νομοθεσίαν σύστασιν και λειτουργίαν του συνεταιρισμού. Η πρόσκλησις εις γενικήν συνέλευσιν του επιτρόπου της ΕΣΣΕ ή του επόπτου συνεταιρισμών τοιχοκολλείται εις το κοινοτικόν ή δημαρχιακόν κατάστημα υποχρεωτικώς επιμελεία του προέδρου της κοινότητος ή δημάρχου, εις την περιφέρειαν ένθα υπάγεται το δάσος, δέκα πέντε πλήρεις ημέρας προ της οριζομένης διά την συνέλευσιν. Εάν το δάσος υπάγεται εις πλείονας κοινότητας η πρόσκλησις τοιχοκολλείται εις απάσας τας κοινότητας. 4. Το κατά την συνέλευσιν ταύτην, εις την οποίαν υποχρεούται, όπως παρίσταται καλούμενος εγκαίρως υπό του συγκαλούντος την συνέλευσιν ο αρμόδιος δασάρχης ή κατ εντολήν τούτου ως αντιπρόσωπός του δασονόμος ή δασοκόμος, ψηφιζόμενον καταστατικόν μετά της αναφοράς του δασάρχου, του κτηματικού χάρτου και του καταλόγου των μεριδιούχων υποβάλλεται μερίμνη του οικείου επιτρόπου της ΕΣΣΕ ή επόπτου συνεταιρισμών εις την ΕΣΣΕ προς έγκρισιν, εφαρμοζομένων εν προκειμένω των διατάξεων του Αν. Νόμου 1154/1938 ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη. Η ΕΣΣΕ καταργήθηκε Άρθρον 2

1. Κατά την πρώτην υπό της παρ. 3 του άρθρου 1 του παρόντος Β. Διατάγματος προβλεπομένην συνέλευσιν προς ψήφισιν, υπογραφήν του καταστατικού και καθορισμόν των λεπτομερειών απαιτείται διά την απαρτίαν, όπως παρίστανται επτά τουλάχιστον μεριδιούχοι εκπροσωπούντες τουλάχιστον το ήμισυ των μεριδίων (κυριότητος, νομής ή κλασματικών δικαίων) του συνεταιρικού δάσους. Εφ όσον δεν επιτευχθή η ως άνω απαρτία κατά την πρώτην συνέλευσιν διά νέας προσκλήσεως του αρμοδίου επιτρόπου της ΕΣΣΕ ή του παρ αυτής οριζομένου επόπτου συνεταιρισμών συγκαλείται νέα συνέλευσις εντός το πολύ 15 ημερών από της προγενεστέρας τοιαύτης, της προσκλήσεως ταύτης τοιχοκολλουμένης κατά τα εν άρθρω 1 παρ. 3 του παρόντος Β. Διατάγματος οριζόμενα, πέντε πλήρεις ημέρας προ της οριζομένης διά την συνέλευσιν. Κατά την δευτέραν ταύτην συνέλευσιν, εις την οποίαν υποχρεούται, όπως παρίσταται ο αρμόδιος δασάρχης κατά τα εν άρθρω 1 παρ. 4 του παρόντος Β. Διατάγματος αναλόγως οριζόμενα, αρκεί διά την απαρτίαν η παρουσία επτά μεριδιούχων ανεξαρτήτως του αριθμού μεριδίων, τα οποία εκπροσωπούσιν. 2. Εάν εις την δευτέραν κατά την αμέσως προηγουμένην παράγραφον συνέλευσιν οι προσελθόντες μεριδιούχοι είναι ολιγώτεροι των επτά, ο αρμόδιος επίτροπος της ΕΣΣΕ ή ο παρ αυτής ορισθείς επόπτης συνεταιρισμών επί τη βάσει στοιχείων παρεχομένων υπό της δασικής ή κοινοτικής αρχής καταρτίζει και υποβάλλει το καταστατικόν εις την ΕΣΣΕ προς έγκρισιν. 3. Εις περίπτωσιν συστάσεως συνεταιρισμού κατά την διαδικασίαν της παρ. 3 του άρθρου 1 και της παρ. 1 του άρθρου 2 του παρόντος Β. Διατάγματος θεωρούνται μέλη του συνεταιρισμού, υπολογιζόμενα διά την απαρτίαν της συνελεύσεως, τα λαβόντα μέρος εις την συνέλευσιν και προσυπογράψαντα το καταστατικόν. Από της εγκρίσεως δε υπό της ΕΣΣΕ του ψηφισθέντος υπό της συνελεύσεως καταστατικού θεωρούνται ως μέλη του συνεταιρισμού άπαντες οι μεριδιούχοι του δάσους, διά το οποίον συνέστη ο συνεταιρισμός. 4. Εις την περίπτωσιν συστάσεως του συνεταιρισμού κατά την παρ. 2 του παρόντος άρθρου από της εγκρίσεως υπό της ΕΣΣΕ του καταστατικού καθίστανται μέλη του συνεταιρισμού άπαντες οι μεριδιούχοι του δάσους, διά το οποίον συνέστη ο συνεταιρισμός, οι αναφερόμενοι εις τον κατάλογον του δασάρχου. Εις την περίπτωσιν ταύτην δύναται η ΕΣΣΕ να διορίση παρά τω συνεταιρισμώ επίτροπον ή αντιπρόσωπον αυτής, εις τον οποίον δύναται να ανατεθή προσωρινώς η άσκησις καθηκόντων διοικητικού συμβουλίου συμφώνως προς τας διατάξεις του Αν. Νόμου 1154/1938, ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη, όστις μεριμνά προσέτι διά την ταχείαν σύγκλησιν της συνελεύσεως του συνεταιρισμού προς εκλογήν τακτικού διοικητικού συμβουλίου. Εις περίπτωσιν ματαιώσεως της συγκλήσεως παρά τούτου γενικής συνελεύσεως η σύγκλησις αυτής γίνεται επιμελεία του οικείου επιτρόπου της ΕΣΣΕ ή επόπτου συνεταιρισμών. 5. Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν ήθελε προκύψει εις οιονδήποτε χρόνον αμφισβήτησις ως προς τον χαρακτηρισμόν τινός των μεριδιούχων ως μέλους του συνεταιρισμού ή ως προς το μέγεθος του μεριδίου ή ως προς την μη αναγνώρισιν και εγγραφήν μεριδιούχου τινός του αδιαιρέτου δάσους ως μέλους του συνεταιρισμού την διαφοράν επιλύει επί τη αιτήσει παντός έχοντος έννομον συμφέρον, ως και του οικείου επιτρόπου της ΕΣΣΕ ή επόπτου συνεταιρισμών κατά πρώτον μεν βαθμόν ο αρμόδιος δασάρχης, κατά δεύτερον δε τοιούτον ο αρμόδιος ειρηνοδίκης.ο ειρηνοδίκης άμα τη λήψει ενστάσεως ορίζει το ταχύτερον δικάσιμον διά την συζήτησιν αυτής, ένθα οι ενδιαφερόμενοι δύνανται να αναπτύξουν και προφορικώς τας απόψεις των ενώπιον αυτού κρίνοντος άνευ δικονομικών τύπων και εκδίδοντος την απόφασίν του επί της υποβληθείσης ενστάσεως εντός μηνός το πολύ, αφ ής κατετέθη αυτώ αύτη (κατά την επ αναφορά διαδικασίαν). Αι αποφάσεις του ειρηνοδίκου είναι οριστικαί και ανέκλητοι εντός της αυτής λογιστικής χρήσεως, δεν προδικάζουν δε περί της υπάρξεως ή μη του δικαιώματος παρά καθόσον αφορά την συμμετοχήν εις τον συνεταιρισμόν. Της εξετάσεως τοιούτων ζητημάτων δύναται να επιληφθή ο Καταργήθηκε με το άρθρο 23 του νόμου 3208/2003 2

αρμόδιος δασάρχης είτε αυτεπαγγέλτως είτε μετά πρόσκλησιν του εκπροσώπου της ΕΣΣΕ ή του οικείου συνεταιρισμού ή του κρινομένου μέλους αυτού. Εις την περίπτωσιν διαγραφής μέλους τινός ως κακώς αναγραφέντος η διαγραφή τούτου δεν συνεπάγεται ακύρωσιν των ληφθεισών αποφάσεων υπό των οργάνων διοικήσεως του Συνεταιρισμού ουδέ θεωρείται μεταβάλλουσα την σύνθεσιν των τυχόν διοικητικών και εποπτικών συμβουλίων ή των γενικών συνελεύσεων του συνεταιρισμού, των οποίων τυχόν συμμετέσχε το διαγραφόμενον μέλος μέχρι της διαγραφής του. 3 Άρθρον 3 1. Έκαστον μέλος του συνεταιρισμού δικαιούται μιας ψήφου εφόσον το εξ αδιαιρέτου μερίδιον αυτού κυριότητος, νομής ή κλασματικού δικαίου επί του όλου δάσους είναι τουλάχιστον ίσον προς το 1/30 του όλου δάσους, εάν η έκτασις του δάσους είναι μικροτέρα των 200 εκταρίων, το 1/40 τουλάχιστον δι έκτασιν από 200-500 εκταρίων, το 1/50 δι έκτασιν από 500-1000 εκταρίων, το 1/60 δι έκτασιν από 1000 έως 1500 εκταρίων, το 1/70 δι έκτασιν από 1500 έως 2000 εκταρίων και το 1/80 εφόσον η έκτασις είναι μεγαλυτέρα των 2000 εκταρίων. Επί δασών, εις τα οποία έκτασις μεγαλυτέρα του ημίσεος αυτών κατανέμεται εις συνιδιοκτησίας μικροτέρας των εν τω προηγουμένω εδαφίω αναφερομένων ορίων, έκαστον μέλος του Συνεταιρισμού δικαιούται ψήφου, εφ όσον το εξ αδιαιρέτου μερίδιον κυριότητος, νομής ή κλασματικού δικαίου αυτού επί του όλου δάσους αντιστοιχεί εις εμβαδόν εκατόν εξήκοντα στρεμμάτων. 2. Μέλη του συνεταιρισμού έχοντα μερίδια δάσους ή κλασματικού δικαίου κατώτερα των εις την προηγουμένην παράγραφον οριζομένων διά την απόκτησιν μιάς ψήφου δύνανται συνεννούμενα να αποκτήσωσι δικαίωμα ψήφου εφ όσον υποβάλλουσι δήλωσιν κοινής εκπροσωπήσεώς των εις τον συνεταιρισμόν. Το δικαίωμα της ψήφου ασκούσιν ούτοι τότε δι ενός εξ αυτών ως αντιπροσώπου εκλεγομένου κατ έτος παρά των ιδίων και κατ απόλυτον πλειοψηφίαν προσκλήσει και παρουσία του προέδρου του συνεταιρισμού, εφ όσον έχει ήδη συσταθή τοιούτος συνεταιρισμός, άλλως παρουσία του αρμοδίου δασάρχου. 3. Διά την κατά την προηγουμένην παράγραφον εκλογήν απαιτείται η παρουσία του ημίσεος του όλου αριθμού των συμμεριδιούχων αποφαινομένων δι απολύτου πλειοψηφίας. Εάν κατά την πρώτην εκλογήν ουδείς τύχη απολύτου πλειοψηφίας επαναλαμβάνεται την επομένην ημέραν τη παρουσία οσωνδήποτε εκ των συμμεριδιούχων στενωτέρα εκλογή μεταξύ των δύο πρώτων σχετικώς πλειοψηφησάντων. Εν ισοψηφία καθώς και όταν πρόκειται περί δύο συμμεριδιούχων η εκλογή γίνεται διά κλήρου. Εις περίπτωσιν καθ ήν οι κληθέντες προς εκλογήν συμμεριδιούχοι δεν προσέλθωσι τα μερίδια αυτών θεωρούνται ως απόντα κατά τας συνελεύσεις. Μετ απόφασιν των συμμεριδιούχων λαμβανομένην μετ απόλυτον πλειοψηφίαν δύναται να ανακληθή οποτεδήποτε η δοθείσα εντολή. Προκειμένου όμως περί δύο συμμεριδιούχων η λαχούσα πληρεξουσιοδότησις δεν ανακαλείται κατά την διάρκειαν της χρήσεως. 4. Οσάκις μέλος τι του συνεταιρισμού έχει μερίδιον δάσους επί του όλου δάσους μεγαλύτερον των εις την παράγραφον 1 του παρόντος άρθρου οριζομένων ορίων διά την απόκτησιν μιάς ψήφου, τότε δικαιούται τούτο τόσων ψήφων όσα πολλαπλάσια του ορίου διά μίαν ψήφον έχει τούτο, ουδέποτε όμως περισσοτέρων των 20% του συνόλου των ψήφων. Προσθήκη με το άρθρο μόνο του ΠΔ 331/1976 5. Τα καταστατικά των κατά το άρθρον 1 του παρόντος Β. Διατάγματος αναγκαστικών συνεταιρισμών κυριότητος, νομής ή κλασματικών δικαίων αδιαιρέτου δάσους δύνανται να επαυξάνουν τα διά της παρ. 1 του παρόντος

άρθρου οριζόμενα όρια. 4 Αναγκαστικοί Συνεταιρισμοί καυσοξυλεύσεως Άρθρον 4 1. Οι κατά το άρθρον 3 παρ. 1 του Α.Ν. 1627/1939 «περί δασικών συνεταιρισμών» αναγκαστικοί συνεταιρισμοί καυσοξυλεύσεως συνιστώνται ως εξής : 2. Ο δασάρχης υποβάλλει εις το Υπουγείον Γεωργίας δι έκαστον χωρίον, κωμόπολιν ή πόλιν της περιφερείας του, ένθα κατά τας διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 1 του Αν. Νόμου 1627/1939 επιβάλλεται η σύστασις αναγκαστικού συνεταιρισμού καυσοξυλεύσεως, αναφοράν μετά καταλόγου επτά τουλάχιστον συλλεγόντων ή υλοτομούντων, είτε αυτοπροσώπως είτε δι εργατών, ατελώς καυσόξυλα δι έκαστον χωρίον, κωμόπολιν ή πόλιν και μετά ητιολογημένης προτάσεως κεχωρισμένως δι έκαστον χωρίον, κωμόπολιν ή πόλιν, εν τη οποία βεβαιούται η ύπαρξις των απαραιτήτων προϋποθέσεων και αναγκών διά την σύστασιν αναγκαστικού συνεταιρισμού καυσοξυλεύσεως. 3. Η περί συστάσεως αναγκαστικού συνεταιρισμού καυσοξυλεύσεως αναφορά του δασάρχου μετά των σχετικών καταστάσεως και καταλόγου αποστέλλεται μετά την κατ αρχήν έγκρισιν του Υπουργείου Γεωργίας εις την Ε.Σ.Σ.Ε., η οποία διά του αρμοδίου επιτρόπου αυτής ή του παρ αυτής οριζομένου επόπτου συνεταιρισμών προσκαλεί εις ιδρυτικήν συνέλευσιν εντός μηνός από της εις αυτόν διαβιβάσεως της σχετικής διαταγής της Ε.Σ.Σ.Ε. άπαντας τους συλλέγοντας ή υλοτομούντας αυτοπροσώπως ή δι εργατών ατελώς καυσόξυλα εκ δασών της περιφερείας του χωρίου, κωμοπόλεως ή πόλεως, των οποίων ούτοι είναι κάτοικοι ή και εκ δασών άλλου χωρίου ή κωμοπόλεως ή πόλεως είτε διά τας ιδίας αυτών ανάγκας είτε και προς εμπορίαν, όπως προσέλθωσιν εις τον εκ των προτέρων διά της προσκλήσεως καθοριζόμενον τόπον και εν τακτώ χρόνω διά την ίδρυσιν του συνεταιρισμού, την ψήφισιν και υπογραφήν του καταστατικού, την εκλογήν προσωρινού διοικητικού συμβουλίου και τον καθορισμόν πάντων εν γένει των ζητημάτων των αφορώντων την κατά την κειμένην νομοθεσίαν σύστασιν και λειτουργίαν του συνεταιρισμού καυσοξυλεύσεως. Η πρόσκλησις εις γενικήν συνέλευσιν του επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή του παρ αυτής ορισθέντος επόπτου συνεταιρισμών τοιχοκολλείται εις το κοινοτικόν ή δημαρχιακόν κατάστημα υποχρετικώς επιμελεία του προέδρου της κοινότητος ή δημάρχου εις την περιφέρειαν, ένθα πρόκειται να συσταθή ο συνεταιρισμός, δέκα πέντε πλήρεις ημέρας προ της οριζομένης διά την συνέλευσιν. 4. Το κατά την συνέλευσιν ταύτην, εις ην υποχρεούται όπως παρίσταται ο αρμόδιος δασάρχης, κατά τα εν άρθρω 1 παρ. 4 του παρόντος Β. Δ. αναλόγως οριζόμενα, ψηφιζόμενον καταστατικόν υποβάλλεται μερίμνη του οικείου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή επόπτου συνεταιρισμών εις την Ε.Σ.Σ.Ε. προς έγκρισιν, εφαρμοζομένων εν προκειμένω των διατάξεων του Α.Ν. 1154/1938 ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη. Άρθρον 5 1. Κατά την πρώτην υπό της παρ. 3 άρθρ. 4 του παρόντος Β. Δ/τος προβλεπομένην συνέλευσιν προς ψήφισιν, υπογραφήν του καταστατικού και καθορισμόν των λεπτομερειών απαιτείται διά την απαρτίαν, όπως παρίστανται επτά τουλάχιστον εκ των συλλεγόντων ή υλοτομούντων ατελώς καυσόξυλα

κατά τας διατάξεις του άρθρ. 3 παρ. 1 του Α.Ν. 1627/1939. Εφ όσον δεν επιτευχθή η ως άνω απαρτία κατά την πρώτην συνέλευσιν διά νέας προσκλήσεως του αρμοδίου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή του παρ αυτής αριζομένου επόπτου συνεταιρισμών συγκαλείται νέα συνέλευσις, εις την οποίαν υποχρεούται, όπως παρίσταται ο αρμόδιος δασάρχης κατά τα εν άρθρω 1 παρ. 4 του παρόντος Β. Δ/τος αναλόγως οριζόμενα, πέντε πλήρεις ημέρας προ της οριζομένης διά την συνέλευσιν, οπότε εάν οι προσελθόντες είναι ολιγώτεροι των επτά ο αρμόδιος επίτροπος της Ε.Σ.Σ.Ε. ή ο παρ αυτής οριζόμενος επόπτης συνεταιρισμών επί τη βάσει στοιχείων παρεχομένων υπό της δασικής ή κοινοτικής αρχής καταρτίζει και υποβάλλει το καταστατικόν εις την Ε.Σ.Σ.Ε. προς έγκρισιν. 2. Η ατελής απόληψις καυσοξύλων παρά των κατά την παρ. 1 του άρθρου τούτου αναγκαστικών συνεταιρισμών δύναται να καθορίζεται κατά χώρον, χρόνον, τρόπον και ποσόν τόσον συνολικής κατά συστάδα, τμήμα ή δασικήν θέσιν συλλογής ή υλοτομίας καυσοξύλων, όσον και παροχής καυσοξύλων εις έκαστον μέλος του συνεταιρισμού, είτε γενικώς είτε κατά κλάσεις ξυλευομένων, υπό της ισχυούσης δασοπονικής μελέτης, (δασοπονικού σχεδίου ή εκθέσεως) πινάκων υλοτομίας ή και αστυνομικών δασικών διατάξεων εκδιδομένων υπό του δασάρχου κατά τας κειμένας διατάξεις. Διά δασικών αστυνομικών διατάξεων ν απαγορευθή καυσοξύλευσις μη ενεργουμένη υπό συνεταιρισμών καυσοξυλεύσεως. 3. Η καυσοξύλευσις ενεργείται είτε υπό των μελών του αναγκαστικού συνεταιρισμού καθοδηγουμένων υπό των δασικών οργάνων εις τακτάς ημέρας του έτους και εις καθωρισμένας δασικάς συστάδας ή τμήματα οριζόμενα υπό της αρμοδίας δασικής αρχής, είτε υπό υλοτόμων εργαζομένων επ αμοιβή κατ εντολήν του συνεταιρισμού καυσοξυλεύσεως. Τα της διαθέσεως των παραγομένων καυσοξύλων προς ιδίαν των μελών χρήσιν ή προς εμπορίαν, τα της χορηγήσεως προκαταβολών και τα της διανομής των κερδών εκ της από κοινού διαθέσεως των καυσοξύλων καθορισθήσονται υπό του καταστατικού του συνεταιρισμού. Εμπορία όμως υπό μελών του συνεταιρισμού καυσοξύλων συλλεγομένων ή υλοτομουμένων ουχί αυτοπροσώπως υπό των μελών του συν/σμού αλλά δι εργατών απαγορεύεται. 4. Η καταβαλλομένη συνεταιρική μερίς και το ποσοστόν της συνεταιρικής ευθύνης καθορίζεται διά τους συνεταίρους των κατά το άρθρον τούτο συνεταιρισμών τους καλύπτοντας ιδίας αυτών ανάγκας καυσοξυλεύσεως μικρότερον παρά διά τους συνεταίρους τους συλλέγοντας ή υλοτομούντας ατελώς καυσόξυλα προς εμπορίαν. Μεταξύ δε των ασκούντων την ως άνω εμπορίαν ή συνεταιρική μερίς και ευθύνη καθορίζεται δι έκαστον τούτων αναλόγως του κύκλου της ως άνω εμπορίας. 5 Συνεταιρισμοί πλήρους ή περιωρισμένης δασικής εκμεταλλεύσεως Άρθρον 6 1. Οι κατά το άρθρο 2 παρ. 3 του Α.Ν. 1627/1939 αναγκαστικοί συνεταιρισμοί πλήρους ή περιωρισμένης δασικής εκμεταλλεύσεως συνιστώνται ως εξής : 2. Ο δασάρχης υποβάλλει εις το Υπουργείον Γεωργίας δι έκαστον εκ των δασών της περιφερείας του, διά τα οποία κατά τας διατάξεις του άρθρ. 2 παρ. 3 του Α.Ν. 1627/1939 δύνανται να συγκροτηθώσι αναγκαστικοί συνεταιρισμοί πλήρους ή περιωρισμένης εκμεταλλεύσεως αναφοράν συνοδευομένην υπό της αιτήσεως του ημίσεος του αριθμού των κυρίων, νομέων ή καρπωτών των οικείων δασοτεμαχίων, τουτέστι των μεριδιούχων εφ όσον οι αιτούντες είναι συγχρόνως κύριοι, νομείς ή καρπωταί του ημίσεος τουλάχιστον της επιφανείας

του δασικού συγκροτήματος μετά κτηματικού χάρτου περιέχοντος την ακριβή οροθεσίαν, μετά καταλόγου των μεριδιούχων εκάστου δάσους και μετά ητιολογημένης προτάσεως κεχωρισμένως δι έκαστον δάσος, εν τη οποία βεβαιούται η ύπαρξις των απαραιτήτων προϋποθέσεων και αναγκών διά την σύστασιν του συνεταιρισμού. 3. Η περί συστάσεως του αναγκαστικού συνεταιρισμού αναφορά του δασάρχου μετά των συνοδευόντων αυτήν αιτήσεως, κτηματικού χάρτου και καταλόγου των μεριδιούχων αποστέλλεται μετά την κατ αρχήν έγκρισιν του Υπουργείου Γεωργίας εις την Ε.Σ.Σ.Ε., η οποία διά του αρμοδίου επιτρόπου Ηαυτής ή του παρ αυτής οριζομένου επόπτου συν/σμών προσκαλεί εις ιδρυτικήν συνέλευσιν εντός μηνός από της εις αυτόν διαβιβάσεως της σχετικής διαταγής της Ε.Σ.Σ.Ε. τους αιτήσαντας ως και άπαντας τους ενδιαφερομένους, όπως προσέλθωσιν εις τον εκ των προτέρων διά της προσκλήσεως καθοριζόμενον τόπον και εν τακτώ χρόνω διά την ίδρυσιν του συνεταιρισμού, την ψήφισιν και υπογραφήν του καταστατικού, την εκλογήν προσωρινού διοικητικού συμβουλίου και τον καθορισμόν των μεριδίων, ψήφων και πάντων εν γένει των ζητημάτων των αφορώντων την κατά την κειμένην νομοθεσίαν σύστασιν και λειτουργίαν του συνεταιρισμού. Η πρόσκλησις εις γενικήν συνέλευσιν του επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή του παρ αυτής ορισθέντος επόπτου συνεταιρισμών τοιχοκολλείται εις το κοινοτικόν ή δημαρχιακόν κατάστημα επιμελεία του προέδρου της κοινότητος ή δημάρχου, εις την περιφέρειαν των οποίων υπάγεται το δάσος, δέκα πέντε πλήρεις ημέρας προ της οριζομένης διά την συνέλευσιν. Εάν το δάσος υπάγεται εις περισσοτέρας κοινότητας τοιχοκολλείται εις απάσας τας κοινότητας. 4. Το κατά την συνέλευσιν ταύτην, εις την οποία υποχρεούται όπως παρίσταται ο αρμόδιος δασάρχης κατά τα εν άρθρ.1 παρ. 4 του παρόντος Β. Δ. αναλόγως οριζόμενα ψηφιζόμενον καταστατικόν μετά της σχετικής αιτήσεως των μεριδιούχων του κτηματικού χάρτου και του καταλόγου των μεριδιούχων υποβάλλεται υπό του οικείου Επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή επόπτου συνεταιρισμών εις την Ε.Σ.Σ.Ε. προς έγκρισιν εφαρμοζομένων εν προκειμένω των διατάξεων του Α.Ν. 1154/1938 ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη. 6 Άρθρον 7 1 Κατά την πρώτην υπό του προηγουμένου άρθρου του παρόντος Β. Διατ/τος προβλεπομένην συνέλευσιν προς ψήφισιν, υπογραφήν του καταστατικού και καθορισμόν των λεπτομερειών απαιτείται, όπως παρίστανται οι ημίσεις των μεριδιούχων, οι οποίοι να είναι συγχρόνως κύριοι, νομείς ή καρπωταί κλασματικού δικαίου του ημίσεος τουλάχιστον της επιφανείας του δασικού συγκροτήματος. Εφ όσον δεν επιτευχθή η ως άνω απαρτία κατά την πρώτην συνέλευσιν διά νέας προσκλήσεως του αρμοδίου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή του παρ αυτής οριζομένου επόπτου συνεταιρισμών συγκαλείται νέα συνέλευσις εντός δέκα πέντε το πολύ ημερών από της προγενεστέρας τοιαύτης της προσκλήσεως ταύτης τοιχοκολλουμένης κατά τα εν τω προηγουμένω άρθρω αναλόγως οριζόμενα πέντε πλήρεις ημέρας προ της καθοριζομένης διά την συνέλευσιν. Κατά την δευτέραν ταύτην συνέλευσιν εις την οποίαν υποχρεούται, όπως παρίσταται ο αρμόδιος δασάρχης κατά τα εν άρθρ. 1 παρ. 4 του παρόντος Β.Δ. αναλόγως οριζόμενα, αρκεί διά την απαρτίαν η παρουσία επτά μεριδιούχων οι οποίοι να είναι συγχρόνως κύριοι, νομείς ή καρπωταί κλασματικού δικαίου του ενός πέμπτου της επιφανείας του δασικού συγκροτήματος. 2. Εάν εις την δευτέραν κατά την αμέσως προηγουμένην παράγραφον συνέλευσιν οι προσελθόντες μεριδιούχοι δεν πληρούσι τας διατάξεις της ιδίας παραγράφου ο αρμόδιος επίτροπος της Ε.Σ.Σ.Ε. ή ο παρ αυτής οριζόμενος επόπτης συνεταιρισμών επί τη βάσει της αιτήσεως των μεριδιούχων, οι οποίοι εξ υπαρχής εζήτησαν την σύστασιν του συν/σμού, και στοιχείων παρεχομένων υπό

της δασικής ή κοινοτικής αρχής καταρτίζει και υποβάλλει το καταστατικόν μετά πάντων των σχετικών εις την Ε.Σ.Σ.Ε. προς έγκρισιν, κατά τον Α.Ν. 1154/1938 ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη. 3. Εις την περίπτωσιν συστάσεως συνεταιρισμού κατά την διαδικασίαν της παρ. 1 του παρόντος άρθρου θεωρούνται ως μέλη του συνεταιρισμού υπολογιζόμενα διά την απαρτίαν της συνελεύσεως τα λαβόντα μέρος εις την συνέλευσιν και προσυπογράψαντα το καταστατικόν, από της εγκρίσεως δε υπό της Ε.Σ.Σ.Ε. του ψηφισθέντος υπό της συνελεύσεως καταστατικού θεωρούνται ως μέλη του συν/σμού άπαντες οι μεριδιούχοι του δασικού συγκροτήματος διά το οποίον συνέστη ο συνεταιρισμός. 4. Εις την περίπτωσιν συστάσεως του συνεταιρισμού κατά την παρ. 2 του παρόντος άρθρου, από της εγκρίσεως υπό της Ε.Σ.Σ.Ε. του καταστατικού καθίστανται μέλη του συνεταιρισμού άπαντες οι αιτήσαντες την σύστασιν του συνεταιρισμού και οι αναφερόμενοι εις τον κατάλογον του δασάρχου μεριδιούχοι του δασικού συγκροτήματος διά το οποίον συνέστη ο συνεταιρισμός. Εις την περίπτωσιν ταύτηνν δύναται η Ε.Σ.Σ.Ε. να διορίση παρά τω συνεταιρισμώ επίτροπον ή αντιπρόσωπον αυτής, εις τον οποίον δύναται να ανατεθή προσωρινώς η άσκησις καθηκόντων διοικητικού συμβουλίου συμφώνως προς τας διατάξεις του Α.Ν. 1154/1938 ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη, όστις μεριμνά προσέτι διά την ταχείαν σύγκλησιν συνελεύσεως του συνεταιρισμού προς εκλογήν τακτικού διοικητικού συμβουλίου. Εις περίπτωσιν ματαιώσεως της συγκλήσεως παρά τούτου γενικής συνελεύσεως η σύγκλησις αυτής γίνεται επιμελεία του οικείου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή επόπτου των συνεταιρισμών. 5. Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν ήθελε προκύψει αμφισβήτησις εις οιονδήποτε χρόνον ως προς τον χαρακτηρισμόν τινός των μεριδιούχων του δασικού συγκροτήματος ως μέλους του συνεταιρισμού ή προς το μέγεθος μεριδίου ή ως προς την μή εξ υπαρχής εγγραφήν μεριδιούχου τινός ως μέλους του συνεταιρισμού την διαφοράν επιλύει επί τη αιτήσει παντός έχοντος έννομον συμφέρον ως και του οικείου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή επόπτου συνεταιρισμών κατά πρώτον μεν βαθμόν ο αρμόδιος δασάρχης, κατά δεύτερον δε τοιούτον ο αρμόδιος ειρηνοδίκης σύμφωνα προς τα εν τω άρθρ. 2 παρ. 5 του παρόντος Β. Διατάγματος αναλόγως καθοριζόμενα. 7 Άρθρον 8 1. Εις τους συνεταιρισμούς πλήρους εκμεταλλεύσεως αι υλοτομίαι γίνονται από κοινού, ενώ εις τους συνεταιρισμούς περιωρισμένης εκμεταλλεύσεως, εφόσον διά το δασικόν συγκρότημα κατηρτίσθη δασοπονικόν σχέδιον ή δασοπονική έκθεσις ή πίναξ υλοτομίας δύναται το σχέδιον τούτο ή η έκθεσις ή ο πίναξ υλοτομίας να εφαρμόζεται κεχωρισμένως εις τα καθ έκαστον δασοτεμάχια υπό εκάστου μεριδιούχου. Άρθρον 9 1. Η εκτίμησις των δασοτεμαχίων εκάστου μεριδιούχου εις τον συνεταιρισμόν εκμεταλλεύσεως ενεργείται συμφώνως προς τας αρχάς της δασικής εκτιμητικής επί τη βάσει υπαρχόντων στοιχείων δασοπονικών σχεδίων ή μελετών, πινάκων υλοτομίας, μισθωτηρίων βοσκής, ρητινεύσεως ή άλλης καρπώσεως και των συνθηκών συνθέσεως των ξυλωδών συστάδων όλων των περιόδων κλάσεων ηλικίας ή διαμέτρου των δασοτεμαχίων.

2. Έκαστος μεριδιούχος μετέχει εις τον συνεταιρισμόν εκμεταλλεύσεως αναλόγως της τιμής των δασοτεμαχίων του. Εφ όσον οι μεριδιούχοι δασοτεμαχίου τινός είναι εξ αδιαιρέτου πλείονες του ενός, η συμμετοχή τούτων καθορίζεται βάσει των ποσοστών κυριότητος, νομής ή κλασματικού δικαίου εν σχέσει προς την όλην τιμήν του δασοτεμαχίου. 3. Την εκτίμησιν των δικαιωμάτων κυριότητος νομής ή κλασματικού δικαίου ενεργεί προκειμένου περί συνεταιρισμών περιωρισμένης εκμεταλλεύσεως εις πρώτον μεν βαθμόν ο δασάρχης έχων παρ εαυτώ ένα εκ των ευϋποληπτοτέρων μεριδιούχων του δασικού συγκροτήματος οριζόμενον υπό του αρμοδίου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή του παρά της Ε.Σ.Σ.Ε. οριζομένου επόπτου συνεταιρισμών. Εις περίπτωσιν καθ ήν ήθελε προκύψει αμφισβήτησις ως προς την εκτίμησιν του δασάρχου υπό παντός έχοντος έννομον συμφέρον, την διαφοράν επιλύει τελεσιδίκως εις δεύτερον βαθμόν επιτροπή εκ του αρμοδίου επιθεωρητού δασών, του δασάρχου, του επιτρόπου Ε.Σ.Σ.Ε. ή του παρ αυτής οριζομένου επιθεωρητού ή επόπτου συνεταιρισμών και του προέδρου του συνεταιρισμού. Η εκτίμησις αύτη δεν προδικάζει ει μη μόνον τας υποχρεώσεις και δικαιώματα εκάστου μεριδιούχου έναντι του συνεταιρισμού. 4. Προκειμένου περί συνεταιρισμών πλήρους εκμεταλλεύσεως την εκτίμησιν των δικαιωμάτων κυριότητος, νομής ή κλασματικού δικαίου εκάστου δασοτεμαχίου ενεργεί εις πρώτον βαθμόν επιτροπή εκ του αρμοδίου δασάρχου, δημοσίου γεωπόνου και προέδρου του συνεταιρισμού, τον οποίον ελλείποντα αναπληροί εις εκ των ευϋποληπτοτέρων μεριδιούχων οριζόμενος υπό του αρμοδίου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή του υπό της Ε.Σ.Σ.Ε. οριζομένου επόπτου. Εις περίπτωσιν δε καθ ήν ήθελε προκύψει αμφισβήτησις ως προς την εκτίμησιν της πρώτης επιτροπής υπό παντός έχοντος έννομον συμφέρον την διαφοράν επιλύει τελεσιδίκως εις δεύτερον βαθμόν επιτροπή εκ του αρμοδίου επιθεωρητού δασών, του επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή του παρ αυτής οριζομένου επιθεωρητού ή επόπτου συνεταιρισμών και του προέδρου του συνεταιρισμού. Η εκτίμησις αύτη δεν προδικάζει ειμή μόνον τα δικαιώματα και υποχρεώσεις εκάστου κυρίου, νομέως ή καρπωτού κλασματικού δικαίου δασοτεμαχίου τινός έναντι του συνεταιρισμού. 8 Άρθρον 10 1. Έκαστον μέλος του συνεταιρισμού δικαιούται μιας ψήφου, εφόσον η τιμή του δασοτεμαχίου του ή το ποσοστόν αυτής, όταν πλείονες είναι οι κύριοι, νομείς ή καρπωταί κλασματικού δικαίου δασοτεμαχίου τινός, είναι τουλάχιστον ίση προς το 1/30 της τιμής του όλου δασικού συγκροτήματος, εάν η τιμή του δασικού συγκροτήματος ή του κλασματικού δικαίου επί του δασικού συγκροτήματος είναι το πολύ μέχρι τριακοσίων χιλιάδων δραχμών, το 1/40 από 300.000 μέχρι 450.000, το 1/50 από 450.000 μέχρι 650.000, το 1/60 από 650.000 μέχρι 1.000.000, το 1/70 από 1.000.000 μέχρι 1.500.000 και το 1/80 εφόσον η τιμή του συνόλου των μεριδίων είναι μεγαλυτέρα των 1.500.000 δραχμών. 2. Μέλη του συνεταιρισμού έχοντα δασοτεμάχια μικροτέρας τιμής των εις την προηγουμένην παράγραφον οριζομένων διά την απόκτησιν μιάς ψήφου δύνανται να αποκτήσωσι δικαίωμα ψήφου εφ όσον υποβάλλουσι δήλωσιν κοινής εκπροσωπήσεώς των εις τον συνεταιρισμόν. Το δικαίωμα της ψήφου ασκούσιν ούτοι δι ενός εξ αυτών ως αντιπροσώπου εκλεγομένου κατ έτος παρά των ιδίων αναλόγως προς τα εν τη παρ. 2 και 3 του άρθρου 3 του παρόντος Β.Δ. οριζόμενα διά τους αναγκαστικούς συνεταιρισμούς κυριότητος, νομής ή κλασματικού δικαίου αδιαιρέτου δάσους. 3. Οσάκις μέλος του συνεταιρσιμού έχει μερίδιον τιμής μεγαλυτέρας των εις την παρ. 1 του παρόντος άρθρου οριζομένων ορίων διά την απόκτησιν μιάς ψήφου, τότε δικαιούται τούτο τόσων ψήφων όσα πολλαπλάσια του ορίου διά

μίαν ψήφον έχει τούτο, ουδέποτε όμως περισσοτέρων των 20 % του συνόλου των ψήφων. 4. Τα καταστατικά των κατά τα άρθρα 6 και 7 του παρόντος Β. Δ/τος συνεταιρισμών εκμεταλλεύσεως δύνανται να επαυξάνωσι τα κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου οριζόμενα όρια διά την απόκτησιν μιάς ψήφου εις τρόπον ώστε οι συνεταίροι οι δικαιούμενοι ψήφου τόσον δι εαυτούς όσον και ως αντιπρόσωποι συμμεριδιούχων να μη είναι ολιγώτεροι των επτά. 9 Δασικοί Συν/σμοί περιωρισμένης εκμεταλλεύσεως δασών προστατευτικών ιδίως εις λεκάνας απορροής χειμάρρων ή υποκειμένων εις κίνδυνον πυρκαϊάς. Άρθρον 11 1. Οι κατά το άρθρον 2 παρ. 4 του Αν. Νόμου 1627/1939 αναγκαστικοί συν/σμοί περιωρισμένης εκμεταλλεύσεως δασών είτε προστατευτικών, μάλιστα εντός λεκανών απορροής χειμάρρων, είτε υποκειμένων εις κίνδυνον πυρκαϊάς συνιστώνται ως εξής : 2. Ο δασάρχης υποβάλλει εις το Υπουργείον Γεωργίας δι έκαστον εκ των δασών της περιφερείας του εις τα οποία κατά τας διατάξεις του άρθρ. 2 παρ. 4 του Α.Ν. 1627/1939 δύνανται να συγκροτηθώσιν αναγκαστικοί συν/σμοί περιωρισμένης εκμεταλλεύσεως αναφοράν συνοδευομένην υπό κτηματικού χάρτου περιέχοντος την ακριβή οροθεσίαν του δάσους μετά καταλόγου των μεριδιούχων (κυρίων, νομέων ή καρπωτών κλασματικού δικαίου των δασοτεμαχίων) και μετά ητιολογημένης προτάσεως εν τη οποία βεβαιούται η ύπαρξις των απαραιτήτων προϋποθέσεων και αναγκών. 3. Η περί συστάσεως του αναγκαστικού συν/σμού αναφορά του δασάρχου μετά των συνοδευόντων αυτήν κτηματικού χάρτου και καταλόγου των μεριδιούχων αποστέλλεται μετά την κατ αρχήν έγκρισιν του Υπουργού Γεωργίας εις την Ε.Σ.Σ.Ε., η οποία διά του αρμοδίου επιτρόπου αυτής ή του παρ αυτής οριζομένου επόπτου συνεταιρισμών προσκαλεί εις ιδρυτικήν συνέλευσιν εντός μηνός από της εις αυτόν διαβιβάσεως της σχετικής διαταγής της Ε.Σ.Σ.Ε. τους ενδιαφερομένους μεριδιούχους, όπως προσέλθωσιν εις τον εκ των προτέρων διά της προσκλήσεως καθοριζόμενον τόπον και εν τακτώ χρόνω διά την ίδρυσιν του συνεταιρισμού, την ψήφισιν και υπογραφήν του καταστατικού, την εκλογήν προσωρινού διοικητικού συμβουλίου και τον καθορισμόν των μεριδίων, ψήφων και πάντων εν γένει των ζητημάτων των αφορώντων την κατά την κειμένην νομοθεσίαν σύστασιν και λειτουργίαν του συνεταιρσιμού. Η πρόσκλησις εις γενικήν συνέλευσιν του επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή επόπτου συνεταιρισμών τοιχοκολλείται εις το κοινοτικόν ή δημαρχιακόν κατάστημα επιμελεία του προέδρου της κοινότητος ή δημάρχου, εις την περιφέρειαν του οποίου υπάγεται το δάσος, δέκα πέντε πλήρεις ημέρας προ της οριζομένης διά την συνέλευσιν. 4. Το κατά την συνέλευσιν ταύτην, εις ήν υποχρεούται όπως παρίσταται ο αρμόδιος δασάρχης κατά τα εν άρθρω 1 παρ. 4 του παρόντος Β. Δ οριζόμενα, ψηφιζόμενον καταστατικόν μετά της αρχικής αναφοράς του δασάρχου του κτηματικού χάρτου και του καταλόγου των μεριδιούχων υποβάλλεται υπό του οικείου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή επόπτου συνεταιρισμών εις την Ε.Σ.Σ.Ε. προς έγκρισιν κατά τας διατάξεις του Α.Ν. 1627/1939 άρθρ. 2 παρ. 4 και του Α.Ν. 1154/1938, ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη. Άρθρον 12 1. Κατά την πρώτην υπό του προηγουμένου άρθρου του παρόντος Β. Δ/τος προβλεπομένην συνέλευσιν προς ψήφισιν, υπογραφήν του καταστατικού

και καθορισμόν των λεπτομερειών απαιτείται, όπως παρίστανται επτά τουλάχιστον μεριδιούχοι, οι οποίοι να είναι συγχρόνως κύριοι, νομείς ή καρπωταί κλασματικού δικαίου του ενός τρίτου τουλάχιστον της επιφανείας του δασικού συγκροτήματος. Εφόσον δεν επιτευχθή η ως άνω απαρτία κατά την πρώτην συνέλευσιν διά νέας προσκλήσεως του αρμοδίου επιτρόπου της Ε.Σ.Σ.Ε. ή του παρ αυτής οριζομένου επόπτου συνεταιρισμών συγκαλείται νέα συνέλευσις εντός δέκα πέντε το πολύ ημερών από της προγενεστέρας τοιαύτης της προσκλήσεως ταύτη τοιχοκολλουμένης κατά τα εν τω προηγουμένω άρθρω παρ. 3 οριζόμενα πέντε πλήρεις ημέρας προ της οριζομένης διά την συνέλευσιν. Κατά την δευτέραν ταύτην συνέλευσιν, εις την οποίαν υποχρεούται όπως παρίσταται ο αρμόδιος δασάρχης κατά τα εν άρθρω 1 παρ. 4 του παρόντος Β. Δ. οριζόμενα, αρκεί διά την απαρτίαν η παρουσία επτά μεριδιούχων, οι οποίοι να είναι συγχρόνως κύριοι, νομείς ή καρπωταί κλασματικού δικαίου του ενός πέμπτου της επιφανείας του δασικού συγκροτήματος. 2. Εάν εις την δευτέραν κατά την αμέσως προηγουμένην παράγραφον συνέλευσιν οι προσελθόντες μεριδιούχοι δεν πληρούσι τας διατάξεις της παραγράφου ταύτης ο αρμόδιος επίτροπος της Ε.Σ.Σ.Ε. ή ο παρ αυτής οριζόμενος επόπτης συνεταιρισμών επί τη βάσει της αρχικής αναφοράς του δασάρχου και στοιχείων παρεχομένων υπό της δασικής ή κοινοτικής αρχής καταρτίζει και υποβάλλει το καταστατικόν μετά πάντων των σχετικών εις την Ε.Σ.Σ.Ε. προς έγκρισιν κατά τον Α.Ν. 1627/1939 άρθρ.2 παρ. 4 και τον Α. Ν. 1154/1938 ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη. 3. Εις την περίπτωσιν συστάσεως συνεταιρισμού κατά την διαδικασίαν της παρ. 1 του παρόντος άρθρου θεωρούνται ως μέλη του συνεταιρισμού υπολογιζόμενα διά την απαρτίαν της συνελεύσεως τα λαβόντα μέρος εις την συνέλευσιν και προσυπογράψαντα το καταστατικόν, από της εγκρίσεως δε υπό της Ε.Σ.Σ.Ε. του ψηφισθέντος υπό της συνελεύσεως καταστατικού θεωρούνται ως μέλη του συνεταιρισμού άπαντες οι μεριδιούχοι του δασικού συγκροτήματος, διά το οποίον συνέστη ο συνεταιρισμός. 4. Εις την περίπτωσιν συστάσεως του συνεταιρισμού κατά την παρ. 2 του παρόντος άρθρου, από της εγκρίσεως υπό της Ε.Σ.Σ.Ε. του καταστατικού ισχύουν αναλόγως άπασαι αι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 7 του παρόντος Β. Διατάγματος. 5. Εις περίπτωσιν κατά την οποίαν ήθελε προκύψει αμφισβήτησις εις οιονδήποτε χρόνον ως προς τον χαρακτηρισμόν τινός μεριδιούχων του δασικού συγκροτήματος ως μέλους του συνεταιρισμού ή προς το μέγεθος μεριδίου ή ως προς την μη μέχρι τότε εγγραφήν μεριδιούχου τινός ως μέλους του συνεταιρισμού ισχύουν αναλόγως αι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 7 του παρόντος Β. Διατάγματος. 10 Άρθρον 13 Εις τους κατά το προηγούμενον άρθρον συνεταιρισμούς περιωρισμένης εκμεταλλεύσεως εφόσον διά το δασικόν συγκρότημα ήθελε καταρτισθή δασοπονικόν σχέδιον ή δασοπονική έκθεσις ή πίναξ υλοτομίας δύναται το σχέδιον τούτο ή έκθεσις ή πίναξ υλοτομίας να εφαρμόζεται κεχωρισμένως εις τα καθ έκαστον δασοτεμάχια υπό εκάστου μεριδιούχου. Άρθρον 14 1. Αι διατάξεις των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 9 ως και αι διατάξεις του άρθρου 10 του παρόντος Β. Διατάγματος ισχύουν αναλόγως προκειμένου και περί συνεταιρισμών περιωρισμένης δασικής εκμεταλλεύσεως συνιστωμένων κατά τα άρθρα 11 και 12 του παρόντος Β. Διατάγματος.

Γενικαί διατάξεις ισχύουσαι διά τους συνεταιρισμούς δασοκτημόνων. 11 Άρθρον 15 1. Άμα τη συστάσει συνεταιρισμού δασοκτημόνων, η τυχόν υφισταμένη επιτροπή διαχειρίσεως του δάσους υποχρεούται να παραδώση εις το διοικητικόν συμβούλιον του συνεταιρισμού πάσαν την διαχείρισιν αυτής μεθ όλων των δικαιολογητικών και του απολογισμού. 2. Οι συνεταιρισμοί δασοκτημόνων πάσης φύσεως οι συνιστώμενοι κατά τας διατάξεις του παρόντος Β. Διατάγματος δεν δύνανται να επιβάλλωσιν αλληλέγγυον απεριόριστον ευθύνην. Η αλληλέγγυος ευθύνη εκάστου συνεταίρου έναντι του συνεταιρισμού και των πιστωτών αυτού οριζομένη εν τω καταστατικώ είναι ίση προς την τιμήν των μεριδίων του εν τω συνεταιρισμώ δάσει. 3. Οι ανήλικοι συνεταίροι συνεταιρισμών δασοκτημόνων συνιστωμένων κατά τας διατάξεις του παρόντος Β. Διατάγματος εκπροσωπούνται διά του ασκούντος την πατρικήν εξουσίαν, οι δε στερούμενοι της ελευθέρας διαχειρίσεως της περιουσίας των διά των νομίμως τούτους εκπροσωπούντων, οι οποίοι εγγράφονται συνεταίροι υπό την ιδιότητά των ταύτην. Άρθρον 16 1. Διά τον καταρτισμόν απαρτίας εις τας γενικάς συνελεύσεις των συνεταιρισμών δασοκτημόνων απαιτείται το ήμισυ τουλάχιστον του συνόλου των ψήφων. 2. Μη γενομένης απαρτίας κατά την πρώτην γενικήν συνέλευσιν επαναλαμβάνεται αύτη, εφαρμοζομένων, των διατάξεων του Νόμου 602 ως ούτος ετροποποιήθη διά μεταγενεστέρων νόμων. Άρθρον 17 Αι κατά το άρθρον 7 του Αν. Νόμου 1627/1939 «περί δασικών συνεταιρισμών», ως αντικατεστάθη υπό του άρθρου 8 του Αναγκαστικού Νόμου 2124/1939 δημοπρασίαι προς μίσθωσιν των συνεταιρικών δασών όσον αφορά τον τόπον, χρόνον, τρόπον, εγγυήσεις και πάσαν άλλην λεπτομέρειαν ενεργούνται συμφώνως προς τας ισχυούσας διατάξεις περί μισθώσεων δημοσίων δασών. Δασικοί συνεταιρισμοί εργασίας. Άρθρον 18 1. Οι κατά το άρθρον 1 παρ. 3 και το άρθρον 3 παρ. 1 του Α. Ν. 1627/1939 δασικοί συνεταιρισμοί εργασίας συνιστώνται ελευθέρως υπό επτά (7) τουλάχιστον δασικών εργατών πάσης φύσεως, η δε ίδρυσις και λειτουργία αυτών διέπεται υπό του Νόμου 602 ως ούτος διά μεταγενεστέρων νόμων ετροποποιήθη και συνεπληρώθη. 2. Η σύνθεσις των δασικών συνεταιρισμών εργασίας είναι είτε αμιγής, όταν ούτοι περιλαμβάνουν μίαν μόνον ειδικότητα δασικών εργατών, είτε μικτή εφ όσον εις τον συνεταιρισμόν περιλαμβάνονται δασικοί εργάται δύο ή περισσοτέρων ειδικοτήτων. Πάντως η σύνθεσις του συνεταιρισμού εξαρτάται εκ της φύσεως της υπό εκτέλεσιν εργασίας και εκ των εκμεταλλευομένων δασών.

3. Εφ όσον υπό του δασικού συνεταιρισμού εργασίας δεν κατέστη δυνατή η μίσθωσις δάσους τινός, τα μέλη του συνεταιρισμού τούτου προτιμώνται υπό της αρμοδίας δασικής αρχής κατά την λήψιν των αδειών εκ του επί τούτο προοριζομένου διά τους μικροϋλοτόμους εγκεκριμένου λήμματος ή ποσού υλοτομίας. 12 Γενικαί διατάξεις αφορώσαι τους πάσης φύσεως δασικούς συνεταιρισμούς. Άρθρον 19 1. Τα καταστατικά των δασικών συνεταιρισμών πάσης φύσεως των συνιστωμένων συμφώνως προς τας διατάξεις του Νόμου 1627/1939 και του παρόντος Β. Διατάγματος δέον να συντάσσωνται κατά τας διατάξεις του νόμου τούτου και του παρόντος Β. Διατάγματος. 2. Οι μέχρι της δημοσιεύσεως του παρόντος Β. Διατάγματος υπάρχοντες παντός είδους δασικοί συνεταιρισμοί δέον να προσαρμόσωσι τα καταστατικά των προς τον υπ αριθ. 1627/1939 Αναγκαστικόν Νόμον «περί δασικών συνεταιρισμών» και το παρόν Β. Διάταγμα. Άρθρον 20 1. Οι συνεταιρισμοί δασικής εργασίας και δασοκτημόνων διοικούνται υπό διοικητικού και εποπτικού συμβουλίου εκλεγομένων κατά τας οικείας διατάξεις του Νόμου 602 ως ούτος μεταγενεστέρως ετροποποιήθη και συνεπληρώθη. 2. Προκειμένου περί συνεταιρισμών δασοκτημόνων η διοίκησις και η εποπτεία του συνεταιρισμού, καταρτίζεται μόνον εκ των προσώπων των ασκούντων δικαίωμα ψήφου ιδίω δικαιώματι ή και ασκούντων τούτο δι εαυτούς και ως αντιπροσώπων άλλων συμμεριδιούχων. Οι μη κεκτημένοι ψήφον εν τη συνελεύσι δεν δύνανται να εκλεγώσι μέλη της διοικήσεως και της εποπτείας του συνεταιρισμού. 3. Η ανάκλησις της εντολής ως αντιπροσώπου δεν συνεπάγεται και την εκ της διοικήσεως και εποπτείας αποχώρησιν του αντιπροσώπου τούτου, μετέχοντος της διοικήσεως και εποπτείας μέχρι λήξεως της διά του καταστατικού οριζομένης θητείας. Άρθρον 21 1. Ο αρμόδιος δασάρχης εποπτεύει τους δασικούς συνεταιρισμούς της περιφερείας του ως προς τα τεχνικά και δασοπονικά εν γένει ζητήματα, καθοδηγεί τούτους ως προς τον τρόπον ρίψεως, διαμορφώσεως, μετατοπίσεως, μεταφοράς των δασικών προϊόντων, αναγεννήσεως και προστασίας του δάσους κατά παντός κινδύνου, ως και κατασκευής έργων δασικής βελτιώσεως και εν γένει παρέχει πάσαν συνδρομήν και οδηγίαν εν τω κύκλω της ειδικότητας και δικαιοδοσίας του προς το συμφέρον του δάσους και του συνεταιρισμού. Προσέτι δικαιούται να λαμβάνη γνώσιν των τιμών πωλήσεως των δασικών προϊόντων υποχρεούμενος να αναφέρηται εις το Υπουργείον Γεωργίας ή την αρμοδίαν Γενικήν Διοίκησιν. 2. Όπου του παρόντος προβλέπεται ο διορισμός παρά της Ε.Σ.Σ.Ε. επιθεωρητού ή επόπτου συνεταιρισμών της ΑΤΕ ούτος γίνεται δι αποφάσεως του Προέδρου αυτής είτε εφ άπαξ και δι έκαστον συνεταιρισμόν είτε μονίμως και δι άπαντας τους εντός της εις αυτόν καθοριζομένης υπό της Ε.Σ.Σ.Ε. περιφερείας συνεταιρισμούς. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται επί των δασικών συνεταιρισμών αι διατάξεις της κειμένης νομοθεσίας περί της Ε.Σ.Σ.Ε. και των γεωργικών συνεταιρισμών.

Άρθρον 22 13 Η κατά το άρθρον 3 του Αν. Νόμου 1627/1939 «περί δασικών συνεταιρισμών» αρμοδιότης του Υπουργού Γεωργίας μεταβιβάζεται εις τους αρμοδίους Γενικούς Διοικητάς όσον αφορά τα ζητήματα της περιφερείας τούτων.