Ιάκωβος Καμπανέλλης Μαουτχάουζεν

Σχετικά έγγραφα
Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ - ΙΟΥΝΙΟΥ 2018 ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 31/05/2018

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 6-8 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 4 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2016

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

Μαθαίνω να κυκλοφορώ ΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΑ. Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 9-12 ετών. Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΣΧΕ ΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΘΕΜΑ: εξιότητες κοψίματος Σβούρες ΤΑΞΗ: Α-Β

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Μια φορά και έναν καιρό, σ' ένα μεγάλο κήπο, ήταν ένα σαλιγκάρι μέσα στην φωλιά του. Ένα παιδάκι ο Γιωργάκης, έξω από την φωλιά του σαλιγκαριού

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

ΣΕΡΒΙΣ ΒΑΤΣΑΚΛΗΣ ΧΡΗΣΤΟΣ

Σκοπός του παιχνιδιού. Περιεχόμενα

Σεμινάρια Κυκλοφοριακής Αγωγής για παιδιά Δημοτικού 6-8 ετών Ινστιτούτο Βιώσιμης Κινητικότητας & Δικτύων Μεταφορών

Ενότητα: ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

ασκάλες: Ριάνα Θεοδούλου Αγάθη Θεοδούλου

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Παναγιώτης Πεϊκίδης PAE8397. Σενάριο μικρού μήκους

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Α ΜΕΡΟΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ

ΖΑΚ ΠΡΕΒΕΡ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ

Modern Greek Beginners

«Η τύχη του άτυχου παλικαριού»

Γυµνάσιο Σιταγρών Θεατρικοί διάλογοι από τους µαθητές της Α Γυµνασίου. 1 η µέρα. Χιουµορίστας: Καληµέρα παιδιά, πρώτη µέρα στο Γυµνάσιο.

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Εκμυστηρεύσεις. Πετρίδης Σωτήρης.

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Β - Γ Δημοτικού

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΜΠΑ Μ! Μ Π Α Μ! Στη φωτογραφία μάς είχαν δείξει καλύτερη βάρκα. Αστραφτερή και καινούρια, με χώρο για όλους.

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Το παραμύθι της αγάπης

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 2 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Ας µιλήσουµε Ελληνικά

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Τάξη: Γ. Τμήμα: 2ο. Υπεύθυνη τμήματος : ΑΝΕΣΤΗ ΑΣΗΜΙΝΑ. Εκθέσεις μαθητών.. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ.

Η πορεία προς την Ανάσταση...

Ερωτηματολόγιο Προγράμματος "Ασφαλώς Κυκλοφορώ" (αρχικό ερωτηματολόγιο) Για μαθητές Δ - Ε - ΣΤ Δημοτικού

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

Bίντεο 1: Η Αµµόχωστος του σήµερα (2 λεπτά) ήχος θάλασσας

Η γυναίκα με τα χέρια από φως

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

ΜΕΡΟΣ Ι. Τυμπανιστής:

Μήνυμα από τους μαθητές του Ε1. Σ αυτούς θέλουμε να αφιερώσουμε τα έργα μας. Τους έχουν πάρει τα πάντα. Ας τους δώσουμε, λοιπόν, λίγη ελπίδα»

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Η ΕΣΤΙΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ. Αφηγητής = Η φωνή Ποιος Μιλά; Εστιαστής = Τα μάτια Ποιος βλέπει;

Μια φορά κι έναν καιρό, όχι πολλά χρόνια πριν, μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα, είχε τόση ζέστη, καύσωνα, που μέχρι και ο ήλιος αναγκάστηκε να φορέσει

Caroline Pluvier & Ruud Schreuder 1

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Μάθημα: Νέα Ελληνική Λογοτεχνία ΑΔΙΔΑΚΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ ( ) Αναφορά στον Γκρέκο (απόσπασμα)

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Ο γιος του ψαρά. κόκκινη κλωστή δεμένη στην ανέμη τυλιγμένη, δώστου κλότσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινήσει...

Από τους μαθητές/τριές Μπεγκέγιαγ γ Χριστιάνα Παπαδάκης Χριστόφορος Παπαδάκης Π Κωνσταντίνος Ροδουσάκης Μάνος Ραφτοπούλου Πόπη

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Ίνγκο Ζίγκνερ. Ο μικρός δράκος. Καρύδας. Ο θησαυρός της ζούγκλας. Μετάφραση: Μαρία Αγγελίδου

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Παιχνίδια. 2. Το σπίτι

Συμμετοχή στην έκθεση για τις προσωπικότητες της " Μη βίας"

Αν δούµε κάπου τα παρακάτω σήµατα πώς θα τα ερµηνεύσουµε; 2. Πού µπορείτε να συναντήσετε αυτό το σήµα; (Κάθε σωστή απάντηση 1 βαθµός)

Ιωάννα Κυρίτση. Η μπουγάδα. του Αι-Βασίλη. Εικονογράφηση Ελίζα Βαβούρη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

Μια μέρα μπήκε η δασκάλα στην τάξη κι είπε ότι θα πήγαιναν ένα μακρινό ταξίδι.

Κατερίνα Ζωντανού. Γράμματα. Στη Νεφέλη και στον Αναστάση. K.Z. Εικονογράφηση: Γεωργία Στύλου. από τον

Η ιστορία του δάσους

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Στο γραφείο της Δημάρχου κυρίας Μαυρίδη Μιλάει στο τηλέφωνο. Μπαίνει η γραμματέας του μ ένα τεράστιο ντοσιέ στο χέρι

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Eπίσκεψη στον Αϊ-Βασίλη

Ταξίδι στις ρίζες «Άραγε τι μπορεί να κρύβεται εδώ;»

Transcript:

Ιάκωβος Καμπανέλλης Μαουτχάουζεν Κέδρος, Αθήνα 1 981 (αποσπάσματα) [ ] Ταξιδεύουμε από τα χαράματα μέσα σε φορτηγά βαγόνια. Είναι θεοσκότεινα. Οι πιο πολλοί έχουμε κιόλας περάσει σαράντα μέρες στην απομόνωση και τέσσερις μήνες σ ένα μικρό στρατόπεδο κοντά στο Ζίμερινγκ. Ήταν κι ένας Εβραίος εκεί. Οι Ες-Ες σχηματίζανε έναν ανοιχτό κύκλο γύρω του και φωνάζανε: «Μπάλα». Ο Εβραίος άρχιζε να τρέμει απ τον έναν στον άλλο κι αυτοί τον κλοτσούσαν στα πόδια, στην κοιλιά, στα πλευρά, στο κεφάλι. Το ποδόσφαιρο σταματούσε όταν η «μπάλα» έμενε ασάλευτη πάνω σε λάσπη από χώμα και αίμα. Όταν βαρέθηκαν να παίζουν κάθε μέρα το ίδιο παιχνίδι, τον πνίξανε σ ένα ρέμα που

κυλούσαν μέσα οι οχετοί. Το τραίνο που μας πάει σταματά σε πολλούς σταθμούς. Τα άλλα βαγόνια είναι κανονικά. Απ το ίδιο τραίνο ταξιδιώτες κατεβαίνουν. Άλλοι ανεβαίνουν. Σωπαίνουμε και κολλάμε τα αυτιά στα τοιχώματα. Ακούμε τέτοιες κουβέντες: Μια γυναίκα: Να πεις στην Έλγκα να μη στεναχωριέται για την ομπρέλα Ένας άντρας: Πήρα τα ρέστα μου απ το μπαρ; Α, ναι εδώ είναι! Άλλος άντρας: Έχετε άλλα πράγματα; Άλλος άντρας: Εγώ κύριέ μου! Το όνομά μου είναι Γκάντερτ Καλό σας ταξίδι Άλλη γυναίκα: Χέλμουτ, μη με γελάσεις Άντρας: Κουταμάρες, την Κυριακή θα είμαι πίσω Ακούμε τα παραγγέλματα και τη σφυρίχτρα του κάθε σταθμάρχη, αλλά ούτε που είμαστε καταλαβαίνουμε, ούτε που πάμε. Σταματάμε πάλι. Ξεκλειδώνουν τις συρτές πόρτες και τις ανοίγουν. Είναι μέρα ακόμα. Ο ήλιος πέφτει καταπρόσωπο και μας στραβώνει. Όμως καλύτερα έτσι. Ο σταθμός είναι μικρός, επαρχιακός, με δέντρα, μπλοκαρισμένος από Ες-Ες. Ο αξιωματικός τους παρακαλεί τους ταξιδιώτες που κατεβαίνουν να περάσουν γρήγορα. Παρακαλεί κι αυτούς που είναι να μπουν στο τραίνο να περιμένουν λίγο. Η παραλαβή μας από τους Ες-Ες του Μαουτχάουζεν γίνεται ονομαστικά. Ταυτόχρονα μπαίνουμε στη

γραμμή πέντε-πέντε. Οι ταξιδιώτες που είναι στην πλατφόρμα και στα βαγόνια δεν μας πολυπροσέχουν. Ούτε οι σιδηροδρομικοί. Ένας μάλιστα ελεγκτής έχει καθίσει στη σκάλα, ανοίγει το «θερμόςς» και πίνει καφέ. Αυτά μας φαίνονται σαν «καλά σημάδια». Η ελπίδα πιάνει να ριζώνει. Τη βοηθά κι ο απογευματινός ήλιος κι ένα τεράστιο γελαστό πρόσωπο σε μια διαφήμιση μπύρας που μας κλείνει πονηρά το μάτι. Ο διπλανός μου ψιθυρίζει «φαίνεται πως θα δουλέψουμε στο χωριό». Άλλος λέει «το πολύ-πολύ στα χωράφια». Κι ύστερα άλλος «οι Γάλλοι αιχμάλωτοι που δουλεύουνε στα χωράφια περνάνε καλά. Πολλοί το σκάνε». Παίρνουμε το δρόμο του χωριού. Δεξιά κι αριστερά σπίτια. Λοξοκοιτούμε στα παράθυρα και βλέπουμε τα έπιπλα που είναι μέσα. «Καλά σημάδια». Ένας άντρας ανεβασμένος σε μια καρέκλα βάφει τα παραθυρόφυλλα. Μια γυναίκα ακουμπά στο παράθυρο. Μαθήτριες περνάνε με ποδήλατα. Σταματούν. Τις ακούμε που κάτι λένε στα πεταχτά με τους Ες-Ες. Κάτι «για το έργο που χει απόψε ο κινηματογράφος». Εμείς δεν μπορούμε να μιλήσουμε μεταξύ μας, όμως συνεννοούμαστε κι έτσι «Καλά σημάδια, καλά σημάδια». Ο δρόμος περνά ανάμεσα σε μαγαζιά. Γυναίκες και άντρες κάνουν τα ψώνια τους. Οι πιο πολλοί χαιρετιούνται με τους Ες-Ες. Από ένα

κουρείο βγαίνει κάποιος με τη σαπουνάδα στα μούτρα και λέει στον Ες-Ες αξιωματικό που υπόγραφε την παραλαβή μας: «Να μην ξεχάσεις ώρα εννέα απόψε, σπίτι, μαζί με την Άννυ. Σύμφωνοι;» «Θα ναι παντρεμένος, σκεφτόμαστε όλοι. Άννυ θα ναι η γυναίκα του. Μπορεί να χει και παιδιά. Καλά σημάδια». Φτάνουμε σε μια πλατεία. Αριστερά κυλά ο θόλος ο Δούναβης. Σ ένα στύλο είναι ένα πανό από λαμαρίνα: Ένα κεφάλι με κράνος φράζει το στόμα με το δάχτυλο κι από κάτω γράφει: «Μάθε να σιωπάς χωρίς να σπας». Μόλις περνάμε την πλατεία ο αξιωματικός φωνάζει «αλτ». Ένα κουβάρι μαλλί κυλάει ανάμεσα στα πόδια της πεντάδας που είναι μπροστά μου. Ο Ες-Ες σηκώνει το πόδι του και κοπανά πολλές φορές με το τακούνι της μπότας τα δάχτυλα αυτών που πάτησαν το κουβάρι. Το σηκώνει και τυλίγοντάς το πλησιάζει στην πόρτα ενός φούρνου και το δίνει σε μια γυναίκα που στέκει εκεί. «Εμπρός μαρς». Τα σπίτια σιγά-σιγά- αραιώνουν, μπαίνουμε σ ένα πλατύ χωματόδρομο ανάμεσα στα χτήματα. Ο ήλιος έχει κατέβει, κάνει ψύχρα. Κάπου-κάπου βόδια μουκανίζουν. Αρχίζει η ερημιά. Δε βλέπουμε πια σπίτια. Ούτε ακούμε μουκανίσματα. Σ άλλο στύλο, άλλο πανό από λαμαρίνα: «Μην προχωράτε πέρα απ αυτό το σημείο. Οι παραβάται συλλαμβάνονται. Εις περίπτωσιν αποπείρας

διαφυγής, εκτελούνται επί τόπου». Λίγο πιο πέρα ένας εσταυρωμένος απ αυτούς που φυλάνε τα σταυροδρόμια στη Γερμανία. Δίπλα, μια δεκαριά μπιτόνια για γάλα. «Αλτ!» Δεξιά κι αριστερά φυλάκια. Στη μέση μπάρα για τα τροχοφόρα. Πάνω η επιγραφή: Ες-Ες. Στρατόπεδο συγκεντρώσεως Μαουτχάουζεν. Απ τα πλευρά κάθε φυλάκιου φράχτης από πυκνή σειρά συρματοπλέγματα. Ψηλός ως τρία μέτρα, φεύγει και χάνεται μέσα στο δάσος και στη νύχτα που έχει πια έρθει. Δεν έχουμε πια ψευδαισθήσεις. Στο βάθος βλέπουμε το «Μαουτχάουζεν» καθισμένο σαν κάστρο στην κορφή του λόφου. Μια μακριά σειρά ηλεκτρικοί γλόμποι δείχνουν το δρόμο. Όσο πλησιάζουμε, οι λεπτομέρειες φανερώνονται. Ψηλό πέτρινο τείχος. Συρματόπλεγμα στη ράχη με ηλεκτρικούς μονωτήρες. Ψηλοί πέτρινοι πύργοι με πολυβόλα. Το σήμα «νεκροκεφαλή» στην κορφή της στέγης. Μια καμινάδα που βγάζει φωτιά. Τιναχτή φωτιά έτσι όπως στα διυλιστήρια πετρελαίου. Ο αέρας μυρίζει καμένο κρέας προσέχουμε πως το χαλίκι του δρόμου είναι ανάμιχτο με αποκαΐδια. Ανάμεσά τους βλέπουμε κομμάτια κόκαλα. Κανείς δε μιλά Ποιος τολμά να πει: «Έχεις ακούσει πως απ τους ανθρώπους βγάζουν σαπούνι κι άλλα χημικά προϊόντα;» Έχουμε φτάσει στον περιφερειακό δρόμο. Δεξιά μας παράγκες με βεράντες και πρασιές. Ες-Ες στρατιώτες κάθονται στα πεζούλια. Αριστερά ένα γήπεδο ποδοσφαίρου χαραγμένο με άσπρες

γραμμές. Δίπλα μια σειρά παράγκες φραγμένες με συρματόπλεγμα. Πάλι ηλεκτρικοί μονωτήρες. Επιγραφή: Νοσοκομείον. Ανηφορίζουμε προς την κεντρική πύλη. Ο δρόμος εδώ είναι γεμάτος πινακίδες: Ταχυδρομείον. Λέσχη αξιωματικών. Εστιατόριον. Οδοντιατρείον. Ιατρείον. Διεύθυνσις Υποχρεωτικής Εργασίας. Πολιτική διεύθυνσις. Κομμαντατούρ. Η πύλη ανοίγει. Είναι δίφυλλη. Ως τρία μέτρα το κάθε φύλλο. Από πίσω δύο πύργοι με πολυβόλα. Στο κεφάλι της πύλης μια ειδοποίηση: «Εσείς που μπαίνετε αφήστε έξω κάθε ελπίδα».

(Από Κείμενα Λογοτεχνίας Γ Γυμνασίου) [..] Ένα βράδυ το στρατόπεδο απ άκρη σ άκρη μιλούσε για τον Έλληνα που δούλευε στο συνεργείο των τιμωρημένων. Τα νέα τά φεραν αυτοί που δούλευαν στο λατομείο κι είδαν από κοντά τι έγινε. Όταν το προσκλητήριο τελείωσε κι οι κρατούμενοι γύρισαν στις παράγκες, ο ένας τα είπε στον άλλον. Ο άλλος έτρεξε να τα πει στην παρέα του. Η παρέα σκόρπισε να μοιράσει τα νέα στις παράγκες. Οι παράγκες αδειάσανε, οι κρατούμενοι μαζεύτηκαν στους δρόμους να τα κουβεντιάσουν. Τέτοια νέα αναταράζανε το Μαουτχάουζεν. Ήταν σα μια κρυφή διανομή ελευθερίας. Εμείς μάθαμε «τι έγινε» από τους Σέρβους μιναδόρους1 που μέναμε μαζί στην ίδια παράγκα. Ήταν μετά από το μεσημεριανό φαΐ. Ο Ες-Ες2 επικεφαλής του συνεργείου των τιμωρημένων είχε ώς εκείνη την ώρα ξεκάμει δεκαεφτά Εβραίους και Ρώσους αιχμαλώτους πολέμου. Μόλις κάποιος παραπατούσε, έβαζε τους άλλους να τον σύρουνε στα συρματοπλέγματα του φράχτη. Εκεί ο Ες-Ες τον έχωνε ανάμεσα στο φράχτη και τον πυροβολούσε. Ύστερα

έγραφε σ ένα μπλοκ: «Ο υπ αριθ. 137.566 κρατούμενος αποπειραθείς να δραπετεύσει εξετελέσθη επί τόπου». Αυτή τη σημείωση την κρατούσε για τη βραδινή αναφορά. Έγραφε, όμως, άλλη μια και την καρφίτσωνε πάνω στον σκοτωμένο: «Μόνο η πειθαρχία οδηγεί στην ελευθερία». Σ ένα ανέβασμα της σκάλας, ένας Εβραίος παραπατά. Ο Αντώνης τού καμε νόημα να πλησιάσει. Ο Εβραίος πλησίασε κι ο Αντώνης κράτησε το δικό του αγκωνάρι με το δεξιό και με τ αριστερό ανασήκωσε το αγκωνάρι του Εβραίου. Όμως αυτό έγινε κοντά στη μέση της σκάλας. Έμενε ακόμα πολύ ανέβασμα. Ο Ες-Ες τους είδε και τους χώρισε. Διάταξε τον Εβραίο να τρέξει. Αυτός ανέβηκε λίγα σκαλοπάτια, ύστερα άφησε την πέτρα να πέσει και γονάτισε στο σκαλί. Ο Ες-Ες τον πλησίασε και του είπε ν ανοίξει το στόμα. Ο Εβραίος άνοιξε το στόμα. Ο Ες-Ες έβγαλε το περίστροφο, τό χωσε στο στόμα του Εβραίου και πυροβόλησε. Ύστερα γύρισε προς τον Αντώνη και στύλωσε τα μάτια πάνω του. Ο Αντώνης τον κοίταξε άφοβα, έπειτα πλησίασε στο νεκρό, φορτώθηκε και το δεύτερο αγκωνάρι και συνέχισε ν ανεβαίνει τη σκάλα. Ο Ες-Ες πάγωσε. Δεν είπε τίποτα, δεν έκαμε τίποτα. Όταν όμως ξαναγύρισαν στο λατομείο, για να ξαναφορτωθούν αγκωνάρια ο Ες-Ες φώναξε τον Αντώνη να πάει κοντά. Άρχισε να βολταρίζει σα μανιακός ανάμεσα στις πέτρες και να ψάχνει. Βρήκε ένα αγκωνάρι διπλό από τ άλλα, τό δειξε στον Αντώνη και είπε: «Αυτό είναι δικό σου».

Ο Αντώνης κοίταξε τ αγκωνάρι, ύστερα τον Ες-Ες, ύστερα τα σκόρπια αγκωνάρια γύρω γύρω. Όλοι οι άλλοι κάνανε πως δεν βλέπανε, πως δεν ακούγανε Στο Μαουτχάουζεν το «ένας για όλους και όλοι για έναν» ήτανε νόμος. Τρέμανε για το τι θά βγαινε από τούτο το μπλέξιμο. Αυτός ο Έλληνας πήγαινε φιρί φιρί Ο Ες-Ες είχε κιόλας βγάλει το περίστροφό του απ τη θήκη, τό τριβε νευρικά στο παντελόνι του κι ετοιμαζόταν. Ο Αντώνης σταμάτησε μπροστά σ ένα αγκωνάρι, ακόμα πιο μεγάλο από κείνο που του διάλεξε ο Ες-Ες. - Αυτό είναι το δικό μου, είπε. Και το φορτώθηκε. Σ όλους τους δρόμους που κάνανε ώς το βράδυ, σ όλα τα κουβαλήματα ώσπου σήμανε η ώρα για μέσα, ο Αντώνης διάλεγε και φορτωνόταν τα πιο βαριά αγκωνάρια. Ο Αντώνης δεν πολυμιλούσε γι αυτή την ιστορία, βαριότανε. Κι όταν κανείς ερχόταν να τον δει και να του πιάσει κουβέντα, έπαιρνε το ψωμί ή το τσιγάρο που του φέρνανε κι ύστερα έλεγε: «Άι παράτα μας τώρα Παρτί Ράους Τι το κάναμε δω, θέατρο;». [ ] Άλλοτε πάλι αναρωτιόμασταν «πώς και τη γλίτωσες, ρε Αντώνη, πώς δε σε σκότωσε που τον ρεζίλεψες!». Ο Αντώνης τότε μας εξηγούσε πως «από κείνη τη στιγμή ο Ες-Ες κάτι έπαθε, χάλασε το μηχανάκι του. Τό χω παρατηρήσει αυτό Άμα χαλάσει το μηχανάκι τους, κλάψ τους». Ποιο μηχανάκι;

Όλοι αυτοί έχουν ένα μηχανάκι μέσα στο κεφάλι που τους το βάζουν στη σχολή των Ες-Ες. Τους ανοίγουν το κρανίο και τους βάζουν μέσα το μηχανάκι πού χει εφεύρει ο Χίτλερ. Και τι δουλειά κάνει αυτό το μηχανάκι; Ξαναρωτούσαμε. Τους κάνει ανάποδους, συνέχιζε ο Αντώνης. Ας πούμε, το κανονικό είναι να χαίρεσαι άμα ο άλλος είναι πονόψυχος ή άμα ο άλλος δε φοβάται. Είδατε όμως ποτέ σας κανέναν Ες- Ες να μη σκυλιάσει άμα δει έναν κρατούμενο να βοηθά τον άλλο; Αν τύχει πια και κανείς να δείξει πως δεν τους φοβάται, ούτε ψύλλος στον κόρφο του!... Να τι κάνει το μηχανάκι!... Τους βγάζει απ το κανονικό! Ναι, βρε Αντώνη, λέγαμε, αλλά εσένα πώς σου τη χάρισε; Αφού σας είπα, χάλασε το μηχανάκι, κι άμα χαλάσει, κλάψ τους!

[ ] Τον καιρό εκείνο, κάθε Κυριακή που δε δουλεύαμε στέκαμε ώρες ολόκληρες και κοιτάζαμε τις γυναίκες που και κείνες βγαίναν απ' τ' αντίσκηνα και μας κοιτάζανε. Η απόσταση που μας χώριζε ήταν μεγάλη. Είναι ζήτημα αν θα μπορούσαμε να συνεννοηθούμε κι αν ακόμη φωνάζαμε. Κάτι τέτοιο φυσικά κανείς δεν ξεθάρρευε να το δοκιμάσει. Ούτε χρειαζόταν. Αυτό το σιωπηλό αλληλοκοίταγμα που περνούσε δυο φράχτες από συρματόπλεγμα δεν είχε ανάγκη από μιλιά. Ήταν οι ώρες του έρωτα στο Μαουτχάουζεν. Όμως σκέψου... Αυτές οι γυναίκες κι αυτοί οι άντρες που αλληλοκοιτάζονταν σιωπηλά επί ώρες ατελείωτες ήταν ντυμένοι με τα ίδια ριγωτά, ξεθωριασμένα, χιλιοφορεμένα ρούχα του κάτεργου. Τα σώματά τους ήταν πετσί και κόκαλο, τα μαγουλά τους ρουφηγμένα και μαλλιαρά απ' την αβιταμίνωση. Τα μαλλιά κουρεμένα με μια λουρίδα ξυρισμένη στη μέση, απ' το κούτελο ως το σβέρκο. Μόνο τα μάτια ήταν πιο μεγάλα και πιο βαθιά από άλλοτε για να χωράει ο φόβος. Το ηλεκτροφόρο με το ρεύμα υψηλής τάσης και το συρματόπλεγμα με τις σκοπιές δεν ήταν μια απλή τεχνική εγκατάσταση, ένας αδιάβατος φράχτης. Εδώ μια διαταγή όριζε να χωριστεί τελεσίδικα τ' αρσενικό απ' το θηλυκό. Μια διαταγή σε μέγεθος μοίρας. Μια διάσπαση του αιωνίου ζεύγους. Ένα παραφύση κόψιμο των από ουρανό και γη ταγμένων να «έσονται εις σάρκαν μίαν

Για το Μαουτχάουζεν Ο θεατρικός συγγραφέας Ιάκωβος Καμπανέλλης (1922-2011) συνελήφθη σε ηλικία εικοσιενός χρόνων από τους γερμανούς κατακτητές και μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαουτχάουζεν στην Αυστρία, όπου και κρατήθηκε μέχρι το 1945. Η εμπειρία «του επιζώντος» που αποτελεί ταυτόχρονα μαρτυρία της ναζιστικής θηριωδίας αλλά και έναν ύμνο στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια αποτυπώθηκε στο ομώνυμο αφηγηματικό έργο (από όπου και το απόσπασμα), καθώς και σε έναν κύκλο τραγουδιών που μελοποιήθηκαν από τον Μίκη Θεοδωράκη το 1966.