ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΘΕΜΑ: ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ ΜΑΘΗΤΡΙΑ: Σύρμα Ν. Γεωργία ΤΑΞΗ Β 1
EIKONOMAXIA Α Περίοδος ( 726 έως 780 ) Β Περίοδος ( 813 έως 843 ) Διαμάχη γύρω από το θέμα των ιερών εικόνων, η οποία εξελίχθηκε σε θρησκευτική κρίση, που συντάραξε για έναν αιώνα τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Άρχισε το 726, όταν ο αυτοκράτορας Λέων Γ ο Ίσαυρος ανέφερε σε ένα λόγο του, ότι οι εικόνες ήταν είδωλα και έπρεπε φυσικά να καταργηθούν και υποκινήθηκε βασικά από λόγους θρησκευτικούς (καταπολέμηση ορισμένων λαϊκών τάσεων προς την ειδωλολατρία) αλλά και πολιτικούς (περιορισμός της υπερβολικής δύναμης των μοναχών). Οπωσδήποτε, ασάφεια των πηγών έχει οδηγήσει σε πολλές ερμηνείες ως προς τα αίτια της. Την εικονομαχία την αποδέχτηκε η σύνοδος της Κωνσταντινούπολης το 730 η οποία δέχτηκε τις αυτοκρατορικές απόψεις, την καταδίκασαν όμως αμέσως οι Ρωμαίοι Ποντίφικες, οι οποίοι απαγόρευσαν ακόμα και με την βία τη διάδοση της στη Δύση. Ζήτησαν μάλιστα γι αυτό την βοήθεια των Φράγκων, γεγονός που είχε σοβαρές ιστορικές συνέπειες (φραγκοπαπική συμμαχία ίδρυση στα βυζαντινά εδάφη της Ιταλίας της χορηγίας του Αγίου Πέτρου, του βασιλείου των Λογγοβαρδών, ίδρυση της αυτοκρατορίας των Καρολιδών). Εικονομάχοι καλύπτουν την εικόνα του Χριστού Όταν τα μέτρα κατά των εικονολατρών έγιναν ακόμη αυστηρότερα επί Κωνσταντίνου Ε, διαδόχου του Λέοντα Γ του Ισαυρου, οι μοναχοί αντέδρασαν με οξύτητα, αντιμετωπίστηκαν όμως με σκληρότητα και οι μοναστικές περιουσίες τέθηκαν υπό τον έλεγχο του κράτους. Τους νόμους κατά των Ζ Οικουμενική Σύνοδος εικονολατρών ανακάλεσε η αυτοκράτειρα Ειρήνη (7 η Οικουμενική Σύνοδος, το 787, με συμμετοχή των αντιπροσώπων της 2
Ρώμης), τους επανέφεραν όμως οι διάδοχοί της και κυρίως ο Λέων Ε, στις αρχές του 9 ου αιώνα. Η εικονομαχία έπαψε οριστικά επί Θεοδώρας, το 843, οπότε αποκαταστάθηκε η εικονολατρία, με την αναστύλωση των εικόνων στις 11 Μαρτίου 843. Η ημέρα αυτή γιορτάζεται σήμερα την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Σαρακοστής, δηλαδή την Κυριακή της Ορθοδοξίας. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της Ορθόδοξης πίστης και λατρείας οι πιστοί στόλιζαν τους τόπους λατρείας τους, τους «ευκτήριους οίκους», τις «κατακόμβες» και έπειτα τους ναούς, στην αρχή με σύμβολα κι έπειτα με εικόνες του Κυριακή της Ορθοδοξίας Χριστού και της Παναγίας. Λίγο αργότερα, κοντά σε αυτές προστέθηκαν και εικόνες αγίων και μαρτύρων της χριστιανικής πίστης. Αυτό άλλωστε δίδασκε και η Εκκλησία: τιμή και σεβασμό στα εικονιζόμενα πρόσωπα και όχι λατρεία στις εικόνες, αυτές καθαυτές. Έτσι, δημιουργήθηκαν δύο μερίδες χριστιανών` η μία θεοποιούσε τις ίδιες τις εικόνες και τις προσκυνούσε ειδωλολατρικά. Οι οπαδοί της ονομάστηκαν εικονολάτρες. Οι χριστιανοί της άλλης μερίδας, οι ανώτεροι κυρίως κληρικοί και οι μορφωμένοι πολίτες ανακηρύχτηκαν ενάντιοι της λατρείας των ίδιων των εικόνων. «Μόνον ο Θεός», έλεγαν «πρέπει να λατρεύεται και όχι οι εικόνες». Αυτοί ήταν οι εικονομάχοι. Το διάταγμα του Λέοντα Γ του Ίσαυρου, σύμφωνα με το οποίο οι εικόνες πρέπει να κρεμιούνται σε ψηλότερα μέρη στις εκκλησίες, ώστε να μη μπορούν οι χριστιανοί να τις προσκυνούν αλλά μόνο να τις βλέπουν, Λέων Γ ο Ίσαυρος δημιούργησε μεγάλη αντίδραση και μίσος μεταξύ & Κωνσταντίνος ο Ε των δύο μερίδων. Αντέδρασαν κυρίως οι μοναχοί αλλά και πολλοί μορφωμένοι λαϊκοί και κληρικοί, όπως ο ίδιος ο Πατριάρχης Γερμανίας κι ο Πάπας της Ρώμης, Γρηγόριος Β, που έστειλε επιστολή στο Λέοντα Γ κατακρίνοντας την ενέργεια αυτή. Ακολούθησαν συγκρούσεις μεταξύ των δύο μερίδων με θλιβερό αποτέλεσμα να χυθεί χριστιανικό αίμα. Επίσης, 3
καταστράφηκαν ευαγγέλια, πολύτιμα χειρόγραφα και μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας παλιές εικόνες. Ο διάδοχος του Λέοντα Γ, Κωνσταντίνος Ε, ανακήρυξε τους εικονολάτρες εχθρούς του κράτους και τους κατεδίωξε. Τότε, κλείστηκαν πολλά μοναστήρια, δημεύτηκε η περιουσία τους και μερικά έγιναν στρατόπεδα. Οι μοναχοί τους εξορίστηκαν, μόνο και μόνο γιατί ήσαν εικονολάτρες και μάλιστα αρκετοί από αυτούς μαρτύρησαν. Και ο διάδοχος του Κωνσταντίνου υπήρξε εικονομάχος για όσο καιρό βασίλεψε. Μετά το θάνατό του, η σύζυγός του Ειρήνη η Αθηναία κυβέρνησε ως επίτροπος του ανήλικου παιδιού τους. Η ίδια δεν υπήρξε ποτέ εικονομάχος και Ειρήνη η Αθηναία ήθελε να βρει κάποιον τρόπο για να σταματήσει το κακό που ταλάνιζε την αυτοκρατορία και που μόνον αρνητικές συνέπειες επέφερε. Έτσι, συγκάλεσε τη Ζ Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια, η οποία καταδίκασε την εικονομαχία και αποφάσισε την επαναφορά των αγίων εικόνων στους ναούς και τη λατρεία τους. Συγχρόνως, όρισε ότι η αληθινή λατρεία ανήκει μόνο στο Θεό κι όχι στις εικόνες. Στις εικόνες, σύμφωνα με τη σχετική απόφαση της Συνόδου, απομένουμε μόνον «τιμητικό ασπασμό και τιμητική προσκύνηση». Και μετά την Οικουμενική Σύνοδο, όμως, υπήρξαν προβλήματα, ακολούθησαν ταραχές που δημιούργησαν μίσος και διχόνοια μεταξύ των δύο μερίδων. Ναός Αγίας Ειρήνης Κων/πολης Η αναστύλωση των εικόνων έγινε αρκετά χρόνια αργότερα από τη Θεοδώρα, τη σύζυγο του Θεόφιλου. Η ίδια δεν ήταν εικονομάχος, γι αυτό και συνεννοήθηκε με τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης Μεθόδιο να καλέσουν τοπική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, το 842 μ.χ. Όταν ολοκληρώθηκαν οι εργασίες της Συνόδου, με απόφασή της έγινε η αναστήλωση των εικόνων με ειδική τελετή και μεγάλη πομπή στην οποία έλαβε μέρος ο λαός, ο κλήρος, η ίδια η αυτοκράτειρα Θεοδώρα. Οι εικόνες μεταφέρθηκαν στους ναούς και τις τοποθέτησαν στη θέση τους. 4
Ο λαός διαφωτίστηκε όσο έπρεπε και οι πιστοί ένιωσαν πολύ καλά με ποιό πνεύμα πρέπει να τιμούν στο εξής τις εικόνες. Έτσι, και η Εκκλησία ξαναβρήκε τη γαλήνη που για πολλούς αιώνες δεν υπήρχε. Η εικονομαχία δεν πέτυχε γενικά τους σκοπούς που είχε επιδιώξει ούτε επέζησε μετά την αναστήλωση των εικόνων. Μία ουσιαστική πάντως, έμμεση, συνέπεια της ήταν ότι «παρέδωσε» τον ελληνισμό στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης με την επαγωγή σ αυτό, από τον Λέοντα Γ Ίσαυρο, όλων των επισκεπτών που βρίσκονταν στο Βυζαντινό έδαφος. Εξεταζόμενη από άλλο πρίσμα, η νίκη των εικονοφίλων δεν είναι νίκη μόνο των μοναχών. Σε τελευταία ανάλυση, η εικονομαχία φάνταζε ως ανταγωνισμός μεταξύ του ελληνικού και ασιατικού πνεύματος. Έναν αιώνα που νικηφόρα η Ανατολή φάνηκε ότι θα επέβαλε την σφραγίδα της στο πολύμορφο Βυζάντιο. Ο κλονισμός υπήρξε μέγιστος αλλά η ελληνορωμαϊκή παράδοση υπερίσχυσε τελικά και από την εικονοκλαστική κρίση δημιούργησε τις προϋποθέσεις για νέες πνευματικές εξορμήσεις και για νέες πνευματικές μορφές. Η αξιολόγηση της εικονομαχίας είναι δύσκολη, γιατί έχουν δοθεί διάφορες ερμηνείες και απόψεις. Ορισμένοι είδαν την εικονομαχία ως προσπάθεια βίαιου εξανατολισμού της ελληνοχριστιανικής παράδοσης του Βυζαντίου, άλλοι ως κοινωνική μεταρρύθμιση, άλλοι ως σύμπτωμα ενός βαθύτερου ταξικού αγώνα, άλλοι ως μια προσπάθεια διοικητικής ανανέωσης, άλλοι ως προοπτική μιας αναθεώρησης της αγροτικής πολιτικής με επίκεντρο την μοναστηριακή περιουσία, άλλοι ως καθαρά θρησκευτική έριδα. Είναι βέβαιο ότι πολλά στοιχεία των παραπάνω ερμηνειών συνυπάρχουν στην εξέλιξη της εικονομαχίας, αλλά κανένα από τα στοιχεία αυτά δεν μπορεί να αποτελέσει και το μοναδικό κριτήριο ερμηνείας του ιστορικού φαινομένου. Η έριδα ήταν καθαρά εκκλησιαστική διαμάχη, που αφορούσε την αντιπαράθεση δύο παραδόσεων, προσέλαβε όμως τον ευρύτερο και οξύτερο χαρακτήρα της με την βίαιη επέμβαση των αυτοκρατόρων στη διαλεκτική αντιπαράθεση των δύο τάσεων και με την αυθαίρετη υποστήριξη της 5
ασθενέστερης από αυτές. Οι ευρύτατες διαστάσεις των εικονομαχικών ερίδων εξηγούν και τις συνέπειες της εικονομαχίας στο θέμα των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας, στην ισχυροποίηση του μοναχισμού, στη συστηματοποίηση των καλλιτεχνικών και θεολογικών κριτηρίων της χριστιανικής ζωγραφικής, στην ανανέωση της υμνογραφίας με την εισαγωγή των κανόνων κ.α.. Η περίοδος που ακολουθεί μετά την εικονομαχία παρουσιάζει σαφέστερες διακρίσεις στις δομές του κράτους και της κοινωνίας της αυτοκρατορίας, στις οποίες είναι αυξημένη η επιρροή της Εκκλησίας και του μοναχισμού χωρίς να αποδυναμωθεί η κεντρική πολιτική εξουσία, τουλάχιστον κατά την περίοδο της δυναστείας των Μακεδόνων. Με την εικονομαχία συνειδητοποιήθηκε, πράγματι, η ανάγκη ευρύτερης και βαθύτερης ανανέωσης των θεσμικών λειτουργιών της αυτοκρατορίας. Με την αναπαράσταση του Θεού, του Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων, ο Χριστιανισμός αντιτάχθηκε ριζικά καταρχήν πρώτα στον Ιουδαϊσμό και κατόπιν, το Ζ αιώνα, στον Ισλαμισμό. Η παιδαγωγική ιδιότητα της εικόνας που αναγνωριζόταν από όλους τους Ορθοδόξους και η λατρευτική της ιδιότητα στόχο είχαν να κεντρίζουν και να φωτίζουν την ευσέβεια των πιστών. Επειδή, μάλιστα, το στοιχείο της Θεότητας ήταν ασύλληπτο, η Παλαιά Διαθήκη απαγόρευε να φαντάζεται κάποιος και να αναπαράγει τα χαρακτηριστικά της. Αναπαράσταση των Θείων Προσώπων 6
Τι είναι η εικονομαχία και ποια τα αίτια της; Εικονομαχία είναι η θρησκευτική κρίση που άρχισε στα χρόνια των Ισαύρων με θέμα αν ήταν σωστό ή όχι να προσκυνούν τις εικόνες οι χριστιανοί. Η εικονομαχία δίχασε τον λαό σε δυο αντιμαχόμενες παρατάξεις τους εικονολάτρες και τους εικονομάχους. Οι ρίζες της εντοπίζονται α) στη προσπάθεια των Ισαύρων να εξουσιάσουν την εκκλησία, β) σε οικονομικά αίτια γιατί οι μεγάλες μοναστηριακές περιουσίες δεν πλήρωναν φόρους και ζημίωναν το κράτος, γ) σε πολιτικά αίτια όπου οι μοναχοί ασκούσαν επιρροή στις λαϊκές τάξεις, δ) σε κοινωνικά αίτια λόγω της κοινωνικής πρόνοιας που ανέλαβε η εκκλησία με την ίδρυση νοσοκομείων, γηροκομείων κ α ε) σε θρησκευτικά και πνευματικά αίτια για το λόγο ότι οι πιστοί λάτρευαν το εικονιζόμενο πρόσωπο αλλά την συγκεκριμένη φορητή εικόνα ως θαυματουργή. Τα αποτελέσματα της ήταν ότι δίχασε τον λαό σε 2 παρατάξεις, τους εικονολάτρες και τους εικονομάχους. Η άρνηση της εκκλησίας να υποταχθεί στη θέληση της κοσμικής εξουσίας. 7
ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΔΙΑΔΡΑΜΑΤΙΣΑΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑΣ Η εικονομαχία ξεκίνησε το 726 μ.χ. και τελείωσε το 843 μ.χ. Η απόδοση τιμής προς τις ιερές εικόνες του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων έβρισκαν αντίθετους τους εικονομάχους, οι οποίοι το θεωρούσαν μορφή ειδωλολατρίας και αποκαλούσαν όσους προσκυνούσαν τις εικόνες εικονολάτρες. Οι εικονομάχοι ονομάζονται επίσης και εικονοκλάστες επειδή κατέστρεφαν τις εικόνες. Αρχικά ο Λέων Γ ο Ίσαυρος προσπάθησε να πάρει με το μέρος του τον Άγιο Γερμανό, Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης. Του είπε ότι δε βρίσκει διαφορές ανάμεσα στις άγιες εικόνες και τα είδωλα και του ζήτησε να τις απομακρύνει, ή αν όσες απεικονίζουν αγίους είναι αληθινές να κρεμαστούν ψηλά, για να μην μιαίνονται όταν τις ασπάζεται ο κόσμος, με τα αμαρτωλά του χείλη και μολύνονται. Ο Πατριάρχης Γερμανός έκανε ότι Λέων Γ ο Ίσαυρος μπορούσε για να τον αποτρέψει αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το 726 μ.χ. ο Λέων Γ εξέδωσε διάταγμα, σύμφωνα με το οποίο οι εικόνες έπρεπε να τοποθετηθούν πολύ ψηλά στις εκκλησίες (ώστε να μην μπορούν να τις ασπαστούν και να τις προσκυνήσουν οι πιστοί) και ξεκίνησε τη συζήτηση για την κατάργηση των αγίων εικόνων. Θεωρούσε ότι η τίμηση των εικόνων είναι μία μορφή ειδωλολατρίας και το 730 μ.χ. αντικατέστησε τον Πατριάρχη Γερμανό με έναν εικονομάχο και με διάταγμα απαγόρευσε την λατρεία των αγίων εικόνων. Κων/νος ο Ε, ο Ίσαυρος ή Κοπρώνυμος Ο Κωνσταντίνος ο Ε, ο Ίσαυρος ή Κοπρώνυμος, αφαίρεσε τις εικόνες από τις εκκλησίες και έκανε διωγμούς ενάντια στους εικονολάτρες. Το 754 μ.χ. συγκάλεσε αντικανονική Οικουμενική Σύνοδο, την λεγόμενη εικονομαχική, στην Ιέρεια για να επιβεβαιώσει δογματικά την εικονομαχία. Εκείνη την εποχή μεγιστοποιήθηκαν οι διωγμοί ενάντια των μοναχών (ο Κωνσταντίνος Ε τους θεωρούσε «ειδωλολάτρες» και οπαδούς του σκότους), οι καταστροφές μοναστηριών αλλά και οι καταστροφές των εικόνων. Μάλιστα όταν 8
ένας στρατηγός του τον ενημέρωσε ότι δεν είχε μείνει κανένας μοναχός στη περιοχή της Θράκης, ο Κωνσταντίνος Ε του έγραψε ότι «Σε εσένα βρήκα έναν άνθρωπο της καρδιάς μου, κάποιον που δρα όπως «θέλω». Κατά την πρώτη περίοδο της εικονομαχίας ξεχώρισε ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός που με επιστολές και λόγους υποστήριξαν την προσκύνηση των εικόνων. Ο γιος του Κοπρώνυμου, ο Λέων Δ, και η γυναίκα του Ειρήνη η Αθηναία σταμάτησαν τους διωγμούς και κατάργησαν τις απαγορεύσεις των προηγούμενων. Το 787 μ.χ., μετά το θάνατο του Λέοντα Δ, η Ειρήνη η Αθηναία καλεί τη Ζ Οικουμενική Σύνοδο η οποία επανάφερε τις εικόνες. Η Σύνοδος αυτή καταδίκαζε την εικονομαχία και όριζε τις εικόνες τις Ο Ναός του Αγίου Ελευθερίου προσκυνούμε τιμητικά αλλά δεν τις λατρεύουμε. Η Ειρήνη η Αθηναία έκτισε και πολλούς ναούς στη πόλη των Αθηνών, ανάμεσα τους τον ναό της Θεοτόκου Γοργοεπηκόου (τώρα είναι ο ναός του Αγίου Ελευθερίου). Περίπου τότε κτίστηκε και ο ναός της Θεοτόκου Καπνικαρέα η Καμουχαρέα. Ιωάννης ο Δαμασκηνός Μιχαήλ Β ο Τραυλός Οι επόμενοι αυτοκράτορες (Λέοντας Ε ο Αρμένιος 813-820 και οι διάδοχοι του Μιχαήλ Β Τραυλός 825-829 και Θεόφιλος 829-842) ήταν εικονομάχοι και οι διαμάχες συνεχίστηκαν μέχρι το 843 μ.χ. Κατά τη δεύτερη περίοδο της εικονομαχίας, ο Θεόδωρος Στουδίτης ξεχώρισε απ τους υπερασπιστές της ορθοδοξίας. Η αυτοκράτειρα Θεοδώρα η Αυγούστα, ως κηδεμόνας του ανήλικου υιού της Μιχαήλ Γ, προετοίμασε την επικράτηση της Ορθοδοξίας. Συγκάλεσε τοπική σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη, η οποία επανάφερε τις εικόνες επικυρώνοντας τις Αυτοκράτειρα Θεοδώρα η Αυγούστα 9
αποφάσεις της Ζ Οικουμενικής Συνόδου και τερμάτισε οριστικά την εικονομαχία. Μολονότι ούτε η Εκκλησία, ούτε το Κράτος απαγόρευσαν τις γλυπτές αναπαραστάσεις αγίων προσώπων η ιερών σκηνών, μετά την περίοδο της εικονομαχίας εξαφανίστηκαν τέτοιες αναπαραστάσεις από την Ανατολική Εκκλησία. Η 11 Φεβρουαρίου του 843 μ.χ. (πρώτη Κυριακή των νηστειών της Σαρακοστής εκείνου του έτους), ορίστηκε ως η ημερομηνία που θα γινόταν η αναστύλωση των εικόνων και από τότε εορτάζεται κάθε χρόνο ως η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Παλιότερα οι ιστορικοί θεωρούσαν ως πιθανή Α Κυριακή των Νηστειών σωστή ημερομηνία. ημερομηνία αναστύλωσης των εικόνων το 842 μ.χ. αλλά οι νέες επιστημονικές μελέτες θέλουν το 843 μ.χ. να είναι η 10
11