ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΜΑΣ Μόνο εγώ και σεις συνάδελφοι θα μιλήσουμε για την ζωή μας στα πέλαγα γιατί ετοιμάζονται να έρθουν να καταλάβουν την φωνή μας στόματα λαδωμένα με τις σταγόνες του σάλιου των Εφοπλιστών και θα διαδώσουν μ εκδόσεις χαχανητών και λόγους ρουφιάνων ότι μας έστειλαν σε ταξίδια ρομαντικά στα πέρατα της γης γεμάτα πανδαισίες ομορφιάς με λυγερόκορμες Νηριήδες να ξεπετάγονται ευχάριστες εκπλήξεις πάνω στα κύματα μες τα λιμάνια άντε και για την ομοιοκαταληξία για το γυάλισμα του λόγου τους να μαρτυρούνε κάπου κάπου κάποια θύελλα κάποια μοναξιά κάποια νοσταλγία τρυφερά να δένουν οι παραστάσεις τους αλλόκοτα συμπεράσματα να μη βγαίνουν. 1
Μόνο εμείς συνάδελφοι με την αξιοπρέπεια που μας δίδαξε η συναναστροφή μας με τους ωκεανούς εργάτες να μετριόμαστε βάρβαρης εκμετάλλευσης, θα διηγηθούμε τη ζωή μας όχι σαν παραμύθι μ αίσιο τέλος τη σύνταξη τέλος για μας δεν υπάρχει ούτε και στ αύτανδρα αλλά ιστορία διδακτική αγώνων σκλαβιάς εξανδραποδισμού εγκλημάτων και πάλι αγώνων και συνεχώς αγώνων ως τότε... ως τότε που αποφασίσαμε σ άγριες νύχτες των ταξιδιών μας που η ανασεμιά της ζωής λιγόστευε πως όλα τα πέλαγα που εμείς διαβαίνουμε κι όλα τα καράβια που εμείς ταξιδεύουμε δικά μας να γίνουν. Και τότε που θα είμαστε λεύτεροι να κυβερνάμε ζωές και καράβια κι οι ωκεανοί 2
υπερασπιστές της νίκης θ αναδύουν την ευωδιά των βυθών τους το κακούργημα να παρουσιάσουν εποχών με σκοτάδι βαθύ ας γράφουν κι ας λένε οδυρόμενοι τότε οι προπληρωμένοι γραφιάδες και λογάδες στίχους και λόγια γεμάτα λυρισμό για την χαμένη υπεραξία του εργάτη στα χρηματιστήρια των αφεντικών τους. Μόνο εμείς θα μιλήσουμε στην πλατεία των αιώνων τσαλακώνοντας μ οργή ότι με στοχασμό καθάρματα λιγωμένα ξεστόμισαν για μας. Θ αρχίσουμε από τότε που διακονεύαμε δουλειά ανεβοκατεβαίνοντας τα ορμητήρια της απαξίας μας και μας έφτυναν με το δηλητηριασμένο σάλιο τους όταν το δικό μας στέγνωνε στην πείνα στη δίψα στον φόβο 3
Σ ερωτήσεις υπαρχόντων υπολειμμάτων υπεράσπισης τους θα διηγηθούμε το χτυποκάρδι στις παρελάσεις ανέργων στους καταπατημένους δρόμους τους, τις πεταμένες χιλιάδες ακριβών συναδέλφων σπόρους στα ωδικα πτηνά των γραφείων τους που ύφαλοι θα γίνουν σε μέρες φωτεινές τα ναυάγια τους να υποδέχονται Σε κανέναν δεν εκχωρούμε το δικαίωμα για τους νεκρούς μας να μιλήσει με τ όραμα και του δικού μας θανάτου στα ξεραμένα μάτια τους για τους εκ προμελέτης σακατεμένους σε σώμα και ψυχή για την σκουριά και την σαπίλα που κατακάθησε πάνω στα κορμιά μας και τα ταξιδεύει σ ανεπίστροφα δρομολόγια. Για τ αυτανδρα κανέναν αχρείο πετροβολώντας θα τον σωπάσουμε δεν θ αφήσουμε κουβέντα να πει γιατί σ αυτούς τους νεκρούς 4
κρύβουμε όλους τους όρκους μας και θα ξανάρθουν στα πέλαγα σαν ήλιος στην ανατολή. Με φωτιά που θα βγαίνει απ του μεροκάματου τις στιγμές στων ωκεανών τ απόμερα σημεία θα κάψουμε με τα δικά μας λόγια με τα δικά μας χέρια με τα δικά μας έργα ότι δικό τους άφησαν σαν φόβο σαν ντροπή σαν υποτίμηση πάνω στις μέρες μας πάνω στην ιστορία μας Με δύο χέρια σκληρόπετσα μια καρδιά αλύγιστη κι ένα φυλλάδιο στη πίσω τσέπη μας μεγαλώσαμε πελώρια όνειρα τα δώσαμε ανάσα δροσερή τα γεμίσαμε παράσημα αγώνων για ζωή χωρίς αφέντες Πορευτήκαμε στο κέντρο της ζωής με τον ήλιο πάνω απ τα κεφάλια μας 5
μάθαμε ν αποφεύγουμε τους στενόδρομους της εξάρτησης κι όταν ξημέρωνε η καινούργια μέρα εμείς χαμογελούσαμε σίγουροι για τον δρόμο που θ ακολουθήσουμε κι οι δύο στέλνοντας την ματιά μας να ξεδιαλύνει σινιάλα στους ορίζοντες γιατί δεν έπρεπε γεγονότα αξεδιάλυτα ν αφήσουμε πίσω κληρονομιά στα παιδιά μας. Κανέναν δεν θ αφήσουμε για την ζωή μας να μιλήσει! Εμείς θα τους πούμε για το μισοάδειο πιάτο το πεταμένο στο τραπέζι μας πληρωμή ξεφτίλας για το μουχλιασμένο νερό για το απλήρωτο της ανάγκης έμβασμα για τον κίνδυνο της πλεονεξίας για το βάραθρο της εκμετάλλευσης για τους δικούς τους νομοθέτες για το αδίσταχτο του εφοπλιστή για τον άρρωστο που έσβησε στην αγκαλιά μας μισοπέλαγα στερημένος τ αφανέρωτο φάρμακο για την απόγνωση του σακατεμένου 6
στα χέρια του εφοπλιστή. Μόνο εμείς που ποτίστηκαν οι μέρες μας με φτυσίματα κλειστών θυρών και τους δουλεμπόρους να καταλαμβάνουν την προσδοκία του ταξιδιού μας το φαγητό του σπιτιού μας το παιχνίδι των παιδιών μας το γιατρικό των γονιών έχουμε λόγο και για τους γονατισμένους αυλικούς που μας στερούσαν την ελευθερία της θάλασσας και με των αφεντικών τους τους βρυχηθμούς μαστίγωναν τις πελαγίσιες μέρες κλέβοντας και κουβαλώντας τους μόχθους μας παραμάσχαλα έκθεση κέρδους να την κάνουν. Θα μας ακούσουν κι αυτοί που την ευδαιμονία του πλούτου τους από μας την έχουν αρπάξει σαν φωνή τ αφανισμού τους. Σ αυτούς πρέπει να καταξεσχίσουμε τα υπέρογκα χαμόγελα 7
στα χείλη τους και να μας δουν μ ότι διδαχτήκαμε μες την αγκαλιά της απέραντης τις ώρες που αυτοί ακόνιζαν μαχαίρια να οικειοποιούμαστε ότι πρέπει δικό μας να είναι έστω κι αν χάσουμε σε μάχη μια πλώρη ακόμη. Την ζωή μας... Την ζωή μας να διεκδικήσουμε που εκποιείται πάμφηνα αρπαγμένη σ αιμοσταγείς επιδρομές γεμάτη χτυπήματα στη καρδιά στο μυαλό στις μέρες της. Την ζωή που της έδεσαν σφιχτά τα πόδια το τιποτένιο σε βάθος όρυγμα να μην πηδήσει σε συμφωνία ενορχηστρωμένη με μαύρες ψυχές σε μαύρες νύχτες πληρωμένη πλούσια, κι άφησαν τα χέρια μας λυτά 8
να το βαθαίνει συνεχώς. Δεν θα παραχωρήσουμε ούτε στιγμή οι κατά συρροήν κακοποιοί της ζωής μας ανάσα ξέγνοιαστοι να παίρνουν κι ούτ έργο απ τα χέρια μας τον ιδρώτα μας τις ζωές μας φτιαγμένο θα τους αφήσουμε με σιγουριά δικό τους να το θεωρήσουν. Όταν έρθει ο καιρός που θα φέρει την άγρια μπόρα και θα μας βρει στις πλώρες οδηγούς και σύμβολα να χαϊδευόμαστε με τα κύματα και στις πρύμες θ αποτελειώνουμε την τελευταία λέξη του όρκου μας έτοιμοι τότε εκ της ζωής και μόνο εμείς θα έχουμε το απόλυτο δικαίωμα να κρίνουμε και να κριθούμε για το πέρασμα μας απ τους ωκεανούς για την διαδρομή μας στα πέλαγα. 9
Εμείς θα μιλήσουμε για την ζωή μας! Σε κανέναν γυμνοσάλιαγκα μουσκεμένο απ τα φτυσίματα της ζωής του δεν θα του εκχωρήσουμε καμιά αγωνία μας δεν θα μάθει κανένα όρκο μας δεν θα σκουπίσει κανένα δάκρυ μας και κανένα χρώμα απ την ζωή μας με την βρωμιά του δεν θ αγγίξει Στο διάβολο πια! Βαρέθηκα να με περιγράφουν σαν σκλάβο τα ερπετά. 10