Ν. Θ. ΜΠΟΥΓΑΤΣΟΣ ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ: ΔΥΣΗ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΛΛΑΔΑ «Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ μεγάλη ἀποκάλυψη, πού ἐπιφυλλάσεται στίς ἑπόμενες γενεές, εἶναι ὁ κόσμος πού ἔρχεται, γιατί μόνο αὐτή ἐνσαρκώνει τή δυνατότητα διεξόδου ἀπό τό ἁπελπιστικό ἀδιέξοδο τοῦ Δυτικοῦ πολιτισμοῦ». Ar. Toynbee 1
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Σκέψεις γιά τόν Ὀρθόδοξο Ἑλληνικό πολιτισμό. Ι Η ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΜΑΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ 1. Ἡ Ἐλευθερία: i. Ὡς ὀρθόδοξη ἔκφραση. 2. Ἡ Ἐλευθερία: ii. Ὡς ὀρθόδοξο βίωμα. 3. Ἡ Ἐλευθερία: iii. Καί ὁ σύγχρονος πολιτισμός. 4. Βιωματική ἄσκηση. 5. Ἰσότητα. Μά γιατί; 6. Συντροφιά καί ἀδελφότητα στά Ἀμπελάκια Θεσσαλίας (1780-1811). - Σύγκριση μέ τήν δυτικοευρωπαϊκή σκέψη γιά τόν παραγωγικό συναιτερισμό. 7. Ἡ Δυτική ἐπίδραση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τά Ἀθεϊστικά τοῦ Βόλου (1910-1914). 8. Ἡ πολιτιστική μας ταυτότητα καί ἡ Δύση. ΙΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ 1. Οἱ ἑπτά πληγές τῆς ἀνθρωπότητας. 2. Τό πνεῦμα ἤ τό πλῆθος; 3. Ὁ κίνδυνος τοῦ φυλετισμοῦ. 4. Οἱ Χριστιανοί νέοι γιά τόν πόλεμο : i. Πτυχές τῆς ἱστορίας τοῦ Χριστιανικοῦ Κοινωνισμοῦ. Τό ἱστορικό τοῦ κειμένου. 5. Οἱ Χριστιανοί νέοι γιά τόν πόλεμο : ii. Τό κείμενο τοῦ 1936. 6. Ἡ ἐκκλησιαστική πολιτική τῶν κομμάτων. 7. Τό ἄγνωστο χρυσορυχεῖο τοῦ σοσιαλισμοῦ. 8. Ἑλληνορθόδοξος δρόμος γιά τό σοσιαλισμό. 9. Ἰδιοκτησία καί κοινωνικό πρόβλημα. 10. Στόν παλαιό καιρό... στήν ἐποχή μας... 11. Ἡ Ὀρθοδοξία γιά τήν πρόοδο. ΙΙΙ Η ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ 1. Ἡ Ἀδιέξοδος τοῦ Δυτικοῦ πολιτισμοῦ. 2. Homo religius και Homo oeconomicus. Πολιτισμός καί Ἑνωμένη Εὐρώπη. 3. Δυτική καί ὀρθόδοξη ἄποψη γιά τό κοινωνικό πρόβλημα. 4. Γιά τό κοινό εὐρωπαϊκό σπίτι. 5. Εὐρωπαϊκή Κοινότητα: i. Ἡ Ὀρθοδοξία στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη. 6. Εὐρωπαϊκή Κοινότητα: ii. Ἑνωμένη Εὐρώπη καί Ὀρθοδοξία. ΕΠΙΛΟΓΟΣ 2
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Ἡ εἴσοδος τῆς Ἑλλάδας στήν Εὑρωπαϊκή Κοινότητα προκάλεσε ἀμέσως συζητήσεις γιά τήν σκοπιμότητα καί τήν ὠφελημότητα ἀπό πολλές ἀπόψεις: οἰκονομική, πολιτική, πολιτιστική, θρησκευτική - ἐκκλησιαστική. Οἱ συζητήσεις αὐτές συνεχίζονται μέχρι σήμερα σέ διάφορο ρυθμό. Σέ χαμηλότερο τόνο ἡ οἰκονομική καί πολιτική ἄποψη καί σέ ὑψηλότερο τόνο, ἀλλά μέ μεγαλύτερη ἀντικειμενικότητα φρονῶ, ἡ πολιτιστική καί ἡ θρησκευτική - ἐκκλησιαστική ἄποψη. Ἐδῶ ἐνδιαφερόμαστε γιά τήν πολιτιστική ἀλληλεπίδραση τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης καί τῆς Ἑλλαδας, μέ ὑπόβαθρο τόν Ὀρθόδοξο χριστιανικό πολιτισμό. Τά κείμενα πού καταχωρίζονται, ἐκτός τῆς εἰσαγωγῆς, τοῦ ἐπιλόγου καί ἑνός ἄλλου, πρωτοδημοσιεύθηκαν σέ διάφορες χρονολογίες, σέ περιοδικά, σέ μιά ἐφημερίδα καί σέ ἕνα βιβλίο. Γι αὐτό ἀναφέρεται ὁ χρόνος τῆς πρώτης δημοσιεύσεως στό καθένα καί εἶναι φυσικό νά διαφέρουν μεταξύ τους στή γλώσσα καί στό ὕφος. Ἔχουν ὅμως ὅλα μιά ἑνότητα στό θέμα: Τήν ἀντιπαραβολή τοῦ Ὀρθόδοξου χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ μέ τόν Δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, πού ἡ ὀξεία ἔμφασή του εἶναι ὁ Ἀμερικανικός πολιτισμός, μέ τήν τεχνολογική του ἐπανάσταση. Ἡ συλλογή αὐτή τῶν κειμένων εἶναι μιά συγκέντρωση στοιχείων τοῦ Ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ (i) γιά νά συνειδητοποιήσουμε τον πολιτισμό μας, (ii) γιά νά τόν ἐκτιμήσουμε συγκριτικά μέ τόν Δυτικοευρωπαϊκό. Καί ἀκόμη (iii) νά μελετήσουμε τή δυνατότητα, σκοπιμότητα καί ὠφελημότητα τῆς συμβολῆς (θετικῆς καί ἀρνητικῆς) μας στόν πολιτισμό τῶν κοινοτικῶν μας ἐταίρων. Τό θέμα αὐτό (τῆς ἀλληλεπίδρασης τοῦ πολιτισμοῦ μας πρός τόν Δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό), φρονῶ ότι πρέπει νά μελετηθεῖ συνειδητά ἀπό κάθε Ἕλληνα. Ὁ ἀναγνώστης μου θά κρίνει ἐάν συμβάλλω κι ἐγώ μέ τή μελέτη μου αὐτή. 3
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σκέψεις γιά τόν Ὀρθόδοξο Ἑλληνικό πολιτισμό. Ἡ Ὀρθοδοξία δέν εἶναι ἁπλῶς καί μόνον μιά θρησκεία, ἀλλά εἶναι ἕνας τρόπος ζωῆς (βίωμα), δηλαδή εἶναι πολιτισμός. Ἡ καινή πολιτεία - ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι μιά ἀδελφική καί κοινοβιακά 1 ὀργανωμένη κοινωνική ὁμάδα, σέ μικρές κοινότητες. Δηλαδή δέν ἀρκοῦν οἱ προσευχές, γιατί οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ ὁ ποιῶν.... Αὐτός ὁ (ὀρθόδοξος) ἄνθρωπος ᾠκοδόμησε τήν οἰκίαν (τόν πολιτισμόν) αὐτοῦ ἐπί τήν πέτραν.... Κι αλλιῶς: οἱ ὀρθόδοξοι πάντες... ἔπιον... ἐκ πνευματικῆς ἀκολουθούσης πέτρας, ἡ δέ πέτρα ἧν ὁ Χριστός 2. Ὁ Ὀρθόδοξος αὐτός ἑλληνικός πολιτισμός ξεκίνησε πρό Χριστοῦ. Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες προσέφεραν τήν ἰσορροπία μεταξύ τοῦ συναισθήματος καί τῆς λογικῆς. Πῆραν δηλαδή τό συναίσθημα ἀπό τούς διάφορους πολιτισμούς τῆς Ἀνατολῆς (καί τῆς Ἄπω Ἀνατολῆς), δημιούργησαν (ὀργάνωσαν) τή λογική σκέψη - κρίση (τό συλλογισμό) κι ἔτσι ἔπλασαν τόν τελειότερο ἀνθρώπινο πολιτισμό, πού εἶναι ἕνας ταιριαστά σφυχτοδεμένος καί μιά ἰσορροπία τῆς "λογικῆς καί τοῦ συναισθήματος. Ὁ Χριστιανισμός, πού στήν τελειότητά του ἐκφράζεται μέ τόν ὁλοκληρωμένο ἄνθρωπο, χρησιμοποίησε ἀπ τόν ἑλληνικό πολιτισμό τήν ἰσόρροπη αὐτή σχέση τῆς λογικῆς καί τοῦ συναισθήματος 3. Δηλαδή μέ τό πνεῦμα Χριστοῦ ἀξιοποίησε τήν ἀνθρώπινη (ἑλληνική) σοφία καί πείρα. Χαρακτηριστικά θεωρῶ ὅσα εἶπε ὁ μητροπολίτης Δωρόθεος Σχολάριος γιά τή σχέση τῶν Ἑλλήνων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μέ τήν ἀρχαία ἑλληνική σκέψη 4. Τά παραθέτω σέ μετάφραση: Οἱ Πατέρες μας καί δάσκαλοι, πρίν νά γράψουν τά ἱερά τους βιβλία γιά τή θρησκεία καί τήν Ἐκκλησία ἦσαν φιλόσοφοι, γιατροί, ἱστορικοί, νομικοί, ρήτορες, ἀρχαιολόγοι, ἀστρονόμοι, ποιητές. Δέν δίδαξαν λοιπόν θρησκευτικά καί ἐκκλησιαστικά κατά τή λαθεμένη ἀντίληψη τῶν περισσοτέρων. Ἀλλά ἀφοῦ μελέτησαν ὅλη τή σοφία καί τήν τέχνη τῶν ἀρχαίων, τήν ἔβαλαν μέσ τά βιβλία τους. Σ αὐτά βρίσκεται ἡ ἀρχαία φιλοσοφία, ἡ ἱστορία, ἡ νομική, ἡ μυθολογία, ἡ ρητορική τέχνη καλλιεργημένη σέ ἐξαιρετικό βαθμό, ἡ ποίηση, καί γενικά ὅλη ἡ ἀρχαία καί σύγχρονη (τους) γνώση τῆς ἀστρονομίας, τῆς φιλολογίας, τῆς ζωολογίας καί τῆς ἰατρικῆς. Κανείς ἀφοῦ μελέτησε βέβαια, δέν μπορεῖ ν ἀμφισβητήσει τή ρητορική δεινότητα τῶν Πατέρων, τό ὕψος τῶν ἐννοιῶν, τό βάθος τῆς σοφίας, τό μεγάλο πλοῦτο τῶν γνώσεων. Αὐτούς ὄχι μόνο οἱ νεώτεροι, ἀλλά κι αὐτοί ἀκόμη οἱ σύγχρονοί τους εἰδωλολάτρες τούς θαύμασαν. Ὁ θαυμάσιος σοφιστής Λιβάνιος ἔλεγε κάπου γιά 1 Ν. Θ. Μπουγάτσος, Τό πρόβλημα τοῦ θεσμοῦ τῆς ἰδιοκτησίας. Ὀρθόδοξη ἄποψη, Ἀθήνα 1982. 2 Ματθ. 7, 21-27. Α Κορ. 10, 4. Κολ. 3, 11. 3 Πρβλ. Α Κορ. 14, 1-15.: Διώκετε τήν ἀγάπην... Προσεύχομαι τῷ πνεύματι, προσεύχομαι καί τῷ νοΐ ψαλλῶ τῷ πνεύματι, ψαλλῶ δέ καί τῷ νοΐ. 4 Δωρόθεος Σχολάριος, μητροπολίτης Λαρίσης, Κλείς Πατρολογίας (Migne), Ἀθῆναι 1879. Προλεγόμενα, Ε σ. κ -κα. Ἡ μετάφραση ἀπό τό Ν. Θ. Μπουγάτσου, Κοινωνική Διδασκαλία Ἑλλήνων Πατέρων. Κείμενα. (Βραβεῖο Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν), Τ. 1 ος, Εἰσαγωγή, σ. 28-29. 4
τό Μ. Βασίλειο, πώς ὅποιος θέλει νά προβάλει τή σοφία τοῦ Πλάτωνα καί τή ρητορική δεινότητα τοῦ Δημοσθένη, ἄδικα προσπαθεῖ, γιατί τούς ξεπέρασε ὁ Βασίλειος, πού γι αὐτόν ὅλοι μιλοῦν. Κι ὅταν τόν ρώτησαν ποιόν θ ἀφήσει διάδοχό τους, εἶπε: Τόν Ἰωάννη (τό Χρυσόστομο), ἄν δέν ἦταν χριστιανός. Οἱ ἱεροί μας Πατέρες, ἐκτός ἀπ αὐτά (καί γι αὐτό μόνο ὁ ἀμαθής καί ἐπιπόλαιος μπορεῖ ν ἀμφιβάλλει), εἶναι ἡ γέφυρα, πού πηγαίνουμε στούς ἀρχαίους μας προγόνους, καί φυσικά γιά νά φθάσουμε σ αὐτούς δέν μποροῦμε νά πηδήσουμε ἐκείνους. Ὅλο τόν ἀρχαῖο κόσμο (τόν πολιτισμό) καί τήν γνώση τῶν ἀρχαίων μποροῦμε νά τή δοῦμε στούς Πατέρες, καί μέ τά βιβλία τους νά τόν μελετήσουμε, τόν ἀρχαῖο ἑλληνικό πολιτισμό. Ὁ ἀγώνας τῆς Ἀνατολικῆς (Ὀρθόδοξης) Ἐκικλησίας τί εἶναι; Ἀγώνας γιά νά διατηρηθεῖ ἡ ἰσορροπία μεταξύ τῆς λογικῆς καί τοῦ συναισθήματος, Ἡ αἴρεση (κάθε αἴρεση) εἶναι μιά παράβαση τῆς ἰσορροπίας μεταξύ λογικῆς καί συναισθήματος, πού τώρα εἶναι ἕνα κύριο χαρακτηριστικό στοιχεῖο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Γι αὐτό ἀπ ὅλα τά χαρακτηριστικά τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἀνατολική τονίζει καί χρησιμοποιεῖ τήν Ὀρθοδοξία, δηλαδή τήν ἀλήθεια. Ἡ Δυτική Ἐκκλησία (Παπισμός) καί ἐν μέρει τό ἐπαναστατημένο παιδί της ὁ Προτεσταντισμός, βασίστηκε στόν ἀρχαῖο Ρωμαϊκό πολιτισμό. Ὁ Ρωμαϊκός ὅμως πολιτισμός βασίζεται στό δίκαιο, στό νόμο, πού εὔκολα ξεπέφτει στό νομικισμό καί τόν τυπικισμό. Ἐπιρεασμένος ὅμως ἀπ τόν ἑλληνικό πολιτισμό διαισθάνεται τίς συνέπειες τῆς ὑπερβολῆς του καί θέλει νά τίς περιορίσει. Τό πετυχαίνει ὄμως; Χαρακτηριστική εἶναι ἡ σκέψη τῶν νομικῶν του: Suma jus, suma injuria. (Ἡ τέλεια δικαιοσύνη εἶναι μιά τέλεια ἀδικία). Πόσο πετυχαίνει ὄμως τήν ἰσορροπία; Αὐτό εἶναι τό πρόβλημα. Ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία πάλι, ἀπ ὅλα τά χαρακτηριστικά (ἐπίθετα) τῆς Ἐκκλησίας τονίζει καί χρησιμοποιεῖ τήν Καθολικότητα, δηλαδή σφυχτοδεμένη συγκεντρωτική διοίκηση καί ὀργανωμένη θρησκευτική κοινότητα σέ μεγάλη ἔκταση (ὅπως η ρωμαϊκή αὐτοκρατορία), γιατί τό μέγεθος εἶναι ἕνα ἀπ τά χαρακτηριστικά τοῦ ρωμαϊκοῦ πολιτισμοῦ, (θυμηθεῖται λ.χ. τά ὀγκώδη ρωμαϊκά ἀγάλματα σέ ἀντιδιαστολή πρός τά κομψοτεχνήματα καί μικρά σέ ὄγκο ἀρχαῖα ἑλληνικά ἀγάλματα). Ἡ Ρωμαιοκαθολική (Παπική) λοιπόν Ἐκκλησία, ἐφαρμόζοντας τή νομική σκέψη, συνδιασμένη μέ τή συγκεντρωτική της διοίκηση καταλήγει στό νομικισμό κάι τήν ἀν-ισόρροπη κληρικοκρατία, ξεφεύγοντας ἀπ τήν (ὀρθόδοξη) ἰσορροπία, πού δίδαξε λ.χ. ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέ τό Πᾶντες γάρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ 5. Μετά τήν Ἀναγέννηση στή Δύση καί μέ τήν ἰσόρροπη σκέψη τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων (ἄν καί ἀγνοοῦσαν ἤ ὑποτιμοῦσαν τούς ἕλληνες Πατέρες) προσπάθησαν νά ἀντιδράσουν στόν ἀν-ισόρροπο κληρισμό, ἄλλά ἔφθασαν σέ ἄλλες ὑπερβολές: στόν ἀτομισμό καί στόν ὀρθολογισμό. Ὁ ὑπερτονισμός ἀκόμη τῆς ἰδεολογίας τούς ὁδήγησε στήν ἄλλη ἄκρη, στόν ὑλιστικό μονισμό. Ἀπό τή μιά 5 Γαλ. 3, 28. 5
ἄκρη στήν ἄλλη. Ἀλλά μ αὐτές τίς βάσεις (ἀντικληρικισμός - ἀτομισμός - ὀρθολογισμός - ὑλισμός) δέν μπορεῖ νά δημιουργηθεῖ ἕνας ἰσόρροπος πολιτισμός. Μερικές φορές μάλιστα φθάνει καί στή σχιζοφρένεια, παρά τις ἐπίμονες προσπάθειες πλείστων ἀνθρώπων, καί τίς φωτισμένες διαισθήσεις πολλῶν εὐρωπαίων, δέν κατορθώνει νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τίς ἀντιφάσεις τῶν ἄκρων 6. Πρέπει ἀκόμη νά προσέξουμε τή διαφορά τῶν κλιματολογικῶν συνθηκῶν. Τό μεσογειακό κλίμα ἐνισχύει τό συναισθηματισμό τοῦ Ἕλληνα. Τό ψυχρό κλίμα τῆς μέσης καί ἰδίως τῆς βόρειας Εὐρώπης ἐνισχύει τόν ὀρθολογισμό καί τόν ἀτομικισμό. Πολλά ἀπό τά πνευματικά καλλιεργημένα ἄτομα στίς εὐρωπαϊκές χῶρες ἀσφυκτιοῦν μέσα στόν νομικισμό 7 καί στήν πλήρη καί λεπτομερή πειθαρχημένη ὁμολογουμένως ὀργάνωση τῆς κοινωνίας τους, πού βασίζεται στόν ὀρθολογισμό. Γι αὐτό μερικοί κουράζονται, ἀγανακτοῦν καί ἀναζητοῦν ἄλλο τρόπο ζωῆς. Στήν ἀντίθεσή τους αὐτή φθάνουν στήν ἄλλη ἄκρη, στόν ἀπόλυτο συναισθηματισμό, πού τόν ἀναζητοῦν συνήθως στήν Ἄπω Ἀνατολή. Τόν ὀρθόδοξο χριστιανικό πολιτισμό δέν τόν γνώρισαν (οὔτε στή θεωρία) καί δέν τόν γνωρίζουν οὔτε σήμερα, δηλαδή δέν γνωρίζουν τήν ἰσορροπία λογικῆς καί συναισθήματος, μέ ἔμπνευση τήν πηγή τῆς ζωῆς, τό Χριστό. Οἱ Ἕλληνες ὅμως ἔχουν συνειδητοποιήσει τήν ἀξία τοῦ Ὀρθόδοξου χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ, τόν ἔζησαν, τόν ζοῦν; Πόσοι καί πόσο τόν γνωρίζουν; Αὐτό εἶναι κατά τήν προσωπική μου ἐκτίμηση τό πρόβλημα πού πρέπει νά μελετηθεῖ πρῶτα: Ὁ Ὀρθόδοξος χριστιανικός πολιτισμός. (1994) 6 Ἰδέ λ.χ. Ἠλίας Μαστρογιαννόπουλος, Ἡ ἀγωνία τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, Ἀθῆναι 1976. 7 Ἰδέ Ν. Θ. Μπουγάτσος, Γιά τά κοινωνικά προβλήματα: Μιά ὀρθόδοξη ἀνάγνωση τῆς παπικῆς ἐγκυκλίου Centesimus Annus. Ὀρθόδοξο κοινωνικό πρότυπο καί ἰδιοκτησία, Ἀθήνα 1992. 6
1. Ἡ Ἐλευθερία: i. Ὡς ὀρθόδοξη ἔκφραση. Ι. Η ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΜΑΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ 1. Ἡ Ἐλευθερία: i. Ὡς ὀρθόδοξη ἔκφραση. Ἡ κοινή σκέψη μᾶς βεβαιώνει πώς ἡ ἐλευθερία 1 εἶναι ἡ εἰδοποιός διαφορά μεταξύ τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ ζώου. Τά ζῶα τυφλά ὑπακούουν - εἶναι ὑποδουλωμένα στό ὁρμέφυτο, ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος τό ξεπερνάει, προσπαθεῖ νά ἐλευθερωθεῖ ἀπ τίς φυσικές του ὁρμές 2. Ἡ ἐλευθερία εἶναι ἡ φυσική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, γι αὐτό ἡ λέξη ἐλευθερία σημαίνει ἀπελευθέρωση ἀπό κάποια ὑποδούλωση. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης (+394) λέει: Ἐλεύθερον καί αὐτεξούσιον τό λογικόν 3. Καί ὁ Θεόφιλος Ἀντιοχείας (+181) βεβαιώνει Ἐλεύθερον καί αὐτεξούσιον ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον. 4 Ἐνῶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (+407) διακηρύσσει: Ἄνθρωπος εἰμι ἐλευθερία κεκοσμημένος. 5 Γι αὐτό γινόμαστε δοῦλοι ἤ ἐλεύεθεροι (πνευματικά) μόνο ἐξ αἰτίας μας καί ἄν πρέπει νά ζητηθεῖ κάποιος ὑπεύθυνος γιά τή δούλωσή μας, αὐτός εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας. 6 Ἡ εὐθύνη ἑπομένως προϋποθέτει ἐλευθερία. Δηλαδή ὁ ἐλεύθερος εἶναι ὑπεύθυνος καί ὁ ὑπεύθυνος εἶναι ὑπεύθυνος ὅσον εἶναι ἐλεύθερος. 7 Τήν ἀξία τῆς ἐλευθερίας τονίζουν καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες Στωικοί φιλόσοφοι, ἀλλά ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου κατά τους Στωικούς εἶναι ἀτομική καί ἐγωκεντρική, ἐνῶ ἡ Χριστιανική ἐλευθερία εἶναι κοινωνική καί θεοκεντρική 8. Ὁ ὑπαρξισμός πού βάζει πρῶτο φιλοσοφικό πρόβλημα τόν ἄνθρωπο σάν ὕπαρξη, ἔφερε τήν ἐλευθερία στό κέντρο τοῦ φιλοσοφικοῦ στοχασμοῦ 9. 1 Ἰδέ Ν. Μπερτιάγιεφ, Πνεῦμα καί Ἐλευθερία. Δοκίμιον χριστιανικῆς φιλοσοφίας. Μετ. Εἰρηναίου (Παπαμιχαήλ), μητρ. Σάμου, Ἀθῆναι 1952. 2 Ε. Θεοδώρου, Ἐλευθερία. ΘΗΕ τ. 5 σ. 560-563. Θ. Στ. Νικολάου, Ἡ ἐλευθερία τῆς βουλήσεως καί ἡ ἐν Χριστῷ σωτηρία, περ. Θεολογία, 1988, σ. 490-506. Κ. Δεληκωνσταντῆ, Τό ἦθος τῆς ἐλευθερίας, Φιλοσοφικές ἀπόψεις καί θεολογικές ἀποκρίσεις, Ἀθήνα 1990. 3 Γρηγ. Νύσσης, Περί ψυχῆς. Μ 45, 212 D. 4 Θεόφιλος Ἀντιοχείας, Πρός Αὐτόληκον, Β 27. Β. 5, 39. 5 Ἰωαν. Χρυσόστομος, Περί ἀκαταλήπτου, Β 5. Μ 48, 714. 6 Κ. Γεωργούλη, Τό νόημα τῆς ἐλευθερίας, στό βιβλίο του: Αἰσθητικά καί φιλοσοφικά μελετήματα, Ἀθήνα 1964. 7 Χαρ. Γιέρου, Τό ἀρχαῖον ἕλληνικόν καί χριστιανικόν πνεῦμα, Ἀθῆναι 1969, σ. 93. Καί στή σ. 82: Ἐφ ὅσον δεχόμεθα τό πνεῦμα δεχόμεθα τήν ἐλευθερίαν διότι τό πνεῦμα εἶναι ἐλευθερία. Ἡ λογικότης, ἡ πνευματικότης εἶναι ἡ ρίζα τῆς ἐλευθερίας. 8 Γιά τή σύγκριση τῆς ἐλευθερίας τῶν Στωικῶν καί τῶν Χριστιανῶν ἰδέ: Ν. Π. Βασιλειάδη, Χριστιανισμός καί ἀνθρωπισμός, Ἀθήνα 1973, σ. 126-128, ἰδίως 127. Καί Π. Χ. Ἀνδριόπουλου, Ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας καί τῆς χάριτος κατά τόν Ἀπ. Παῦλον, Ἀθῆναι 1969. 9 Στόν ὑπαρξισμό ἔχουμε τρεῖς τάσεις: 1) Τό χριστιανικό ὑπαρξισμό, πού τόν πρόβαλλε ὁ KIERKERGAR καί τόν ἀκολούθησαν ὁ G. MARCEL καί Ν. Μπερντγιάγιεφ. Ὁ K. JACRERS ἐκφράζει μᾶλλον ἕνα θεϊστικό ὑπαρξισμό. 2) Τόν ἀθεϊστικό ὑπαρξισμό, πού τόν πρόβαλλε ὁ J. P. SARTRE καί τόν ἀκολούθησαν ὁ Ποντό, ὁ Λαβέλ καί ἄλλοι. 3) Τόν οὐδέτερο ἀπό θρησκευτική ἄποψη ὑπαρξισμό, πού τόν πρόβαλλε ὁ HEIDEGGER. 7
1. Ἡ Ἐλευθερία: i. Ὡς ὀρθόδοξη ἔκφραση. Οἱ φυσικοί καί βιολογικοί νόμοι, πού ὅρισε ὁ ἴδιος ὁ Θεός περιορίζουν τήν ἀπόλυτη ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλά καί οἱ κοινωνικοί καί ἠθικοί νόμοι, πού ὁρίζουν οἱ ἀνθρώπινες κοινωνίες, περιορίζουν κι αὐτές τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Εὐκολώτερα ἀπελευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος στή δεύτερη περίπτωση ἀπό τήν πρώτη. Στήν πρώτη περίπτωση (τῆς ὑλικῆς φύσης) ἀπελευθερώνεται ὁ ἄνθρωπος: σχετικά μέν μέ τήν ὑπέρβαση, ἀπόλυτα δέ μόνο μέ θεϊκό θαῦμα. Ἡ ἀπόλυτη ἐλευθερία γίνεται δυνατή μόνο μέ τή θρησκευτική ἀναφορά, δηλαδή μόνο μέ τήν ὑπέρβαση τῆς ἀμεσότητας 10. Λ.χ. ἡ μεγαλύτερη φυσική δουλεία εἶναι ὁ θάνατος. Λοιπόν ὅσο περισσότερο φοβᾶται ὁ ἄνθρωπος τό θάνατο τόσο χάνει τήν ἐλευθερία του. Αὐτός πού φοβᾶται τό θάνατο (λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) 11 εἶναι δοῦλος ἐπειδή ὑπομένει τά πάντα γιά νά μήν πεθάνει. Σήμερα ὅμως ὅταν βρισκόμαστε στό μεταίχμιο τῆς Β καί Γ περιόδου τῆς ἱστορίας τῆς σωτηρίας μας, ἡ ἐλευθερία καί ἡ δουλεία στό πνευματικό ἐπίπεδο συναγωνίζονται μέσα στή ψυχή τοῦ (μεταπτωτικοῦ) ἀνθρώπου, ποιά ἀπ τίς δυό θά ἐπικρατήσει και σέ ποιά ἔκταση. Ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος (+430) λ.χ. κατατάσσει τήν ἐλευθερία σέ δύο βαθμῖδες: τήν ἐλάσσονα ἐλευθερία (LIBERTA MINOR) καί τή μείζονα ελευθερία (LIBERTA MAJOR) δηλαδή τήν ἐλευθερία τοῦ μεταπτωτικοῦ ἀνθρώπου καί τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ἀπελευθερωμένου ἀπό τό Χριστό - τοῦ τέλειου χριστιανοῦ. Τήν ψυχική φουρτούνα τοῦ ἀνθρώπου, τόν ἀγῶνα του δηλαδή μεταξύ ἐλευθερίας καί δουλείας, θαυμάσια τήν περιγράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: Ξέρω πώς ὁ νόμος εἶναι θεϊκός, ἐνῶ ἐγώ εἶμαι ἀδύνατος ἄνθρωπος, πουλημένος στήν ἁμαρτία. Ἔτσι, δέν ξέρω οὐσιαστικά τί κάνω δέν κάνω αὐτό πού θά ἤθελα νά κάνω, ἀλλά ἀντίθετα, ὅ,τι θά ἤθελα νά ἀποφύγω... Θέλω νά κάνω τό καλό, δέν ἔχω ὅμως τή δύναμη νά τό μετατρέψω σέ πράξη. Κι ἔτσι, δέν κάνω τό καλό πού θά ἤθελα, ἄλλά ὑπηρετῶ τό κακό, πού δέν τό θέλω... Ἀληθινά, τί δυστυχισμένος (ταλαίπωρος ἄνθρωπος) πού εἶμαι... 12. Αὐτός εἶναι ὁ μεταπτωτικός ἄνθρωπος τῆς Β ἱστορικῆς περιόδου, πού ἀναζητάει τή λύτρωση, τήν ἀπελευθέρωση ἀπ τή δουλεία στήν ἁμαρτία. Ὁ ἄνθρωπος λοιπόν, πού αἰσθάνεται τήν ἀδυναμία του ζητάει νά ἐλευθερωθεῖ ἀπ τά πάθη. Ζητάει νά μπεῖ στήν Γ ἱστορική περίοδο, τῆς ψυχικῆς του ἀναγέννησης. Γιατί τό ἐλεύθερον τῶν ἁγίων σημαίνει γένος ὅπως λέει ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας (+444) 13. Γι αὐτό ἐνανθρωπίστηκε ὁ Ἰησοῦς Χριστός καί ἐγκαινίασε μιά νέα ζωή κι ὄχι μιά νέα θρησκεία δηλαδή, ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία 10 Ἰ. Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ἠθική, σ. 333. 11 Ἰ. Χρυσόστομος, Ὁμιλία εἰς τήν πρός Ἐβραίους, 4, 4. Μ 64, 41. 12 Ρωμ. 7, 14-15, 18-19, 24. 13 Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, Περί τῶν ἐν πνεύματι καί ἀληθεία... 7, 39. Μ68, 528. Τό ἀντίθετο: Ἡ κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας ἔχει σάν ἀποτέλεσμα: Ὥσπερ ἐν ἄγρα δίκτυον, τῶν μή καλῶς χρησαμένων τῇ ἐλευθερίᾳ. (Ὠριγένης, Εἰς τούς Θρήνους τοῦ Ἱερεμίου, ἀπόσπασμα 30. Β. 11. 198. 8
1. Ἡ Ἐλευθερία: i. Ὡς ὀρθόδοξη ἔκφραση. εἶναι ἐλευθερία, ὅπως ἔγραφε ὁ πατήρ Α. Σμέμαν, δηλαδή ἡ ἐκκλησιολογία εἶναι ἡ ἀφετηρία μιᾶς θεολογίας τῆς ἐλευθερίας 14. Ὁ Θεός θέλει τόν ἄνθρωπο ἐλεύθερο, ὅπως τόν πρωτοδημιούργησε. Κι ὁ ἄνθρωπος θέλει νά εἶναι ἀπόλυτα ἐλεύθερος. Πῶς ὅμως θά κατορθώσει ὁ ἄνθρωπος νά γίνει ἐλεύθερος; Νά χειραφετηθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπό τούς κοινωνικούς καί ἠθικούς νόμους, λέμε συνήθως. Στήν πραγματικότητα ὁ ἄνθρωπος μέ μόνο τίς δικές του δυνάμεις κατορθώνει ἀντί νά ἀπελευθερωθεῖ, νά ἀλλάξει δουλεία. Ἡ πραγματική ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται ἀπό τό Θεό, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, γιατί αὐτός εἶναι ὁ ἀπόλυτα ἐλεύθερος, ὁ ἀπόλυτα ἐξουσιαστής τοῦ σύμπαντος. Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο, ὅταν βρίσκει ἀνταπόκριση ἀπ τόν συγκεκριμένον ἄνθρωπο. Ὁ ἀναγεννημένος ὅμως χριστιανός γιά νά διατηρήσει καί ἀναπτύξει τήν ἐλευθερία του (τήν ἀπολύτρωσή του), πού τοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός πρέπει μόνος του, ἐλεύθερα νά ἐνταχθεῖ σέ μιά κοινωνία πνευματική ἀληθινῆς (θείας) ἐλευθερίας, στήν Ἐκκλησία. Ὁ Θεός λοιπόν, γιά ν ἀναπτύξει καί στερεώσει τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας του ἐπιθυμεῖ ὅλοι νά τόν ὑπηρετοῦν ἐλεύθερα καί ἐκούσια καί νά αἰσθάνονται εὐχαρίστηση γι αὐτή τους τή διακονία (Ἰωαν. Χρυσόστομος). Ἀλλά οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τονίζουν πώς δέν λευτερωθήκαμε ἀπ τό νόμο γιά ν ἁμαρτάνουμε ἄφοβα, ὅπως λ.χ. λέει ὁ Θεοδώρητος ὁ Κύρου (+458) 15. Οὔτε ἁπλῶς καί μόνον ἡ ἐλευθερία εἶναι καλό οὔτε πάλι αὐτή καί μόνο ἡ αἰχμαλωσία εἶναι κακό (Χρυσόστομος) 16. Δηλαδή δέν μᾶς φθάνει τό ὄνομα ἐλευθερία (Χρυσόστομος) 17, γιατί ἡ πραγματική ἐλευθερία εἶναι ἦθος (Χρυσόστομος) 18, κι ὅπως λέει ὁ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός 19, ἡ συμπεριφορά μᾶς ἐνδιαφέρει: Ἐλεύθερον καί δοῦλον ὁ τρόπος γράφει (χαρακτηρίζει). Κι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παρουσιάζει τήν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου μέ λεπτομέρειες. Ἐμεῖς ἐδῶ μόνο μερικά σημεῖα θά παρουσιάσουμε ἀπ τή διδασκαλία του. Λοιπόν ὁ Χριστός μᾶς ἐξαγόρασε (ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους) ἀπ τήν κατάρα τοῦ νόμου, ἀφοῦ ἔγινε κατάρα (αὐτός ὁ ἴδιος, πού σταυρώθηκε) γιά χάρη μας 20. Δηλαδή ὁ Χριστός μᾶς ἀπελευθέρωσε (ἀπ τήν ἀμαρτία) γιά νά εἴμαστε ἐλεύθεροι. Παραμένετε, λοιπόν, σταθεροί στήν ἐλευθερία καί νά μήν ξαναμπαίνετε κάτω ἀπ τό ζυγό τῆς δουλείας. (Ἀφοῦ) ἔχει καταβληθεῖ τό ἀντίτιμο γιά τήν ἀπελευθέρωσή σας. Γι αὐτό μήν ὑποδουλώνεστε σέ ἀνθρώ- 14 A. SCHMEMANN, Γιά νά ζήσει ὁ κόσμος, μετ. Ζ. Λορεντζάτος, Ἀθήνα 1982, σ. 29. Καί τοῦ ἴδιου, Ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας στό σύγχρονο κόσμο, μετ. Ἰ. Ροηλίδη, Ἀθήνα 1983, σ. 225. 15 Θεοδώρητος Κύρου, Ἑρμηνεία ἐπιστολῶν Ἀπ. Παύλου, Γαλ. ε 13-14, Μ 82, 496 Β. 16 Ἰωάν. Χρυσόστομος, Μ 56, 146-147. 17 Ἰωάν. Χρυσόστομος, Μ 59, 298. 18 Ἰωάν. Χρυσόστομος, Μ 48, 1034. 19 Γρηγ. Ναζιανζινός, Μ 135, 1065 C. 20 Γαλ. 3, 13: Χριστός ἡμᾶς ἐξηγόρασε ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου γινόμενος ὑπέρ ἡμῶν κατάρα. 9
1. Ἡ Ἐλευθερία: i. Ὡς ὀρθόδοξη ἔκφραση. πους 21. Τώρα συνεπῶς δέν εἶναι πιά δοῦλος (ὁ πνευματικά ἀνα-γεννημένος ἄνθρωπος), ἀλλά παιδί τοῦ Θεοῦ. Καί σάν παιδί του πού εἶσαι, θά σέ κάνει ὁ Θεός κληρονόμο τῶν δωρεῶν του 22. Ξέρουμε καλά ὅτι ὥς τώρα ὅλη ἡ κτίση στενάζει καί κραυγάζει ἀπό πόνο, σάν τήν ἑτοιμόγεννη γυναίκα. Γιατί ξέρετε πώς ἡ κτίση ὑποτάχθηκε κι αὐτή (ἔπειτα ἀπ τήν ἁμαρτία τῶν πρωτοπλάστων) στή φθορά, ὄχι γιατί ἔφταιγε ἀλλά ἔτσι θέλησε αὐτός πού τήν ὑπέταξε (ἀπ τήν ἀρχή στόν ἄνθρωπο, δηλαδή ὁ Θεός). Ἔχει ὅμως πάντοτε τήν ἐλπίδα, κι αὐτή ἀκόμη ἡ κτίση, πῶς θ ἀπελευθερωθεῖ ἀπό τήν ὑποδούλωσή της στή φθορά, καί θά μετάσχει στήν ἐλευθερία πού θ ἀπολαμβάνουν τά δοξασμένα παιδιά τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ὁ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος 23. Ὁ Θεός λοιπόν ἀδελφοί μου, σᾶς κάλεσε γιά νά ζήσετε ἐλεύθεροι. Μόνο νά μή γίνεται ἡ ἐλευθερία ἀφορμή γιά ἁμαρτωλή διαγωγή, ἀλλά μέ ἀγάπη νά ὑπηρετεῖτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον 24. Τό ἴδιο λέει καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος 25. Θά προσέξουμε ὅμως πώς ὁ Χριστός (κι ἔπειτα οἱ Ἀπόστολοι καί αὐτοί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας) μέ ἀφορμή συνήθως διάφορες περιπτώσεις τῆς καθημερινῆς ζωῆς δίνουν ἠθικές ἐντολές καί συμβουλές. Αὐτές οἱ συμβουλές ἔχουν σκοπό νά ἐκπαιδεύσουν τόν ἁμαρτωλό ἄνθρωπο γιά νά ξεπεράσει τίς ἀδυναμίες του καί νά τόν βοηθήσουν νά ἀναπτύξει τήν ἀληθινή ἐλευθερία του. Γι αὐτό κι ὁ Παῦλος λέει: Αὐτό πρέπει νά ξέρετε: Ὅτι ὁ νόμος δέν ὁρίστηκε γιά κεῖνον πού κάνει ὅ,τι θέλει ὁ Θεός, ἀλλά γιά κείνους πού δέν λογαριάζουν τό σωστό καί τό δίκαιο οὔτε ὑποτάσσονται σ αὐτό. Ὁρίστηκε γιά τούς ἀσεβεῖς καί τούς ἁμαρτωλούς 26. Καί μέ δύο λέξεις ὁ Ἀπόστολος Παῦλος δίνει τό νόημα τῆς ἐλευθερίας: Ὅπου ὑπάρχει τό πνεῦμα τοῦ Κυρίου ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἐλευθερία 27. Κι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός μᾶς ὑπέδειξε τήν τέλεια ψυχική ἐλευθερία, σάν τό πιό χαρακτηριστικό τοῦ πραγματικοῦ χριστιανοῦ. Σᾶς βεβαιώνω (εἶπε ὁ Κύριος) ὅτι ὅποιος ἁμαρτάνει γίνεται δοῦλος τῆς ἁμαρτίας. Ὁ δοῦλος ὅμως δέν ἀνήκει πάντα σέ μιά οἰκογένεια, ἐνῶ ὁ γυιός ἀνήκει σ αὐτή γιά πάντα. Ἄν λοιπόν σᾶς ἐλευθερώσει ὁ Ὑιός (ὁ Χριστός) τότε θά εἶστε πραγματικά ἐλεύθεροι. (Τότε) θά καταλάβετε τήν (πραγματική) ἀλήθεια, 21 Γαλ. 5, 1: Τῇ ἐλευθερίᾳ οὖν, ᾗ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωσε, στήκετε καί μή πάλιν ζυγῷ δουλείας ἐνέχεσθε. 22 Γαλ. 4, 7: Ὧστε οὐκέτι εἶ δοῦλος, ἀλλ υἱός εἶ δέ υἱός, καί κληρονόμος Θεοῦ διά Χριστοῦ. 23 Ρωμ. 8, 20-22. 24 Γαλ. 4, 7. 25 Νά κάνετε τό καλό, δηλαδή νά ζήσετε σάν ἄνθρωποι ἐλεύθεροι καί ὄχι νά χρησιμοποιεῖτε τήν ἐλευθερία σάν κάλυμμα κακῶν πράξεων, ἀλλά σάν δοῦλοι τοῦ Θεοῦ. Α Πέτρ. 2, 16. Καί ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού τούς ὑπόσχονται ἐλευθερία, ἐνῶ αὐτοί εἶναι δοῦλοι τῆς διαφθορᾶς. Β Πέτρ. 2, 19. 26 Α Τιμ. 1, 9: Εἰδώς τοῦτο, ὅτι δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται, ἀνόμοις δέ καί ἀνυποτάκτους, ἀσεβεῖς καί ἀμαρτωλούς.... 27 Β Κορ. 3, 17: Οὗ δέ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία. 10
1. Ἡ Ἐλευθερία: i. Ὡς ὀρθόδοξη ἔκφραση. καί ἡ ἀλήθεια (πού θά σᾶς δείξει ὁ Χριστός) θά σᾶς ἐλευθερώσει 28. Δηλαδή ὁ Χριστός δέν ἦρθε γιά νά μᾶς δώσει τούς τελειότερους νόμους ἤ τούς αὐθεντικούς θείους κανόνες ζωῆς, ἀλλά μέ τήν οἰκίωση ἀπό μᾶς τῆς παρουσίας του νά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπ τήν ἀνάγκη (τήν φυσική καί ἠθική ἁμαρτία) καί νά μᾶς ἐντάξει στό βασίλειο τῆς ἐλευθερίας, τῆς θείας ἐλευθερίας, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος (+460) λέει: δέν ὑπάρχει τέλεια ἐλευθερία στόν ἀτελῆ αὐτόν αἰώνα, πού ζοῦμε 29. Σωστό. Ἡ πνευματική δηλαδή ἐλευθερία πού ἔχει ὁ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος σήμερα εἶναι μιά πρόγευση τῆς ἀπόλυτης καί τέλειας - θείας ἐλευθερίας πού ὑπάρχει στήν αἰώνια ζωή. Γιατί ἀφοῦ εἴμαστε παιδιά (τοῦ Θεοῦ) εἴμαστε καί κληρονόμοι. Κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ, πού θά μετάσχουμε μαζί μέ τό Χριστό στή Θεϊκή κληρονομιά 30. Τώρα ἐγώ ὁ θρησκευόμενος, ὅπως ὁ πλούσιος νεανίας πού τηροῦσε ὅλες τίς διατάξεις τοῦ νόμου, πού νομίζω κι ἐγώ πώς εἶμαι σωστός χριστιανός, πρέπει νά ρωτήσω: Σέ τί ὑστερῶ ἀκόμη; (Κι) ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: Ἄν θέλεις νά γίνεις τέλειος... 31. Δηλαδή νά ἐγκαταλήψει τήν τυφλή τήρηση τοῦ Νόμου - ἀπό τούς τύπους νά πάει στήν οὐσία, στό πνεῦμα. Γι αὐτό εἶπε ὁ Κύριος ἔτσι θά βρεθοῦν οἱ τελευταῖοι πρῶτοι καί οἱ πρῶτοι τελευταῖοι 32. Δηλαδή ἡ χριστιανική ἐλευθερία δέν μπαίνει σέ τύπους, σέ καλούπια, γιατί εἶναι μιά πνευματική κατάσταση. Ἡ ἐλευθερία φαίνεται μερικές φορές πώς εἶναι ἀντίθετη ἀπ τήν πραγματικότητα. Γιατί ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του (ἀπ τή δουλεία) θά τήν χάσει (ἀπ τήν συνηθισμένη κατάσταση). Ὅποιος θέλει (δηλαδή) νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τό σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθήσει 33. Ἐπειδή ἀκριβῶς ὁ ἀναγεννημένος χριστιανός ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερος, γι αὐτό ὁ Κύριος λέει: Ἐσᾶς σᾶς ὀνόμασα φίλους, γιατί σᾶς ἔκανα γνωστά ὅλα ὅσα ἄκουσα ἀπό τόν Πατέρα μου. Δέν σᾶς λέω δούλους, γιατί ὁ δοῦλος δέν ξέρει τί κάνει ὁ κύριός του 34. Ὁ Κύριος προσέχουμε πώς ἀγωνίστηκε ἔντονα γιά νά ἐλευθερώσει τούς ἀνθρώπους ἀπ τή δουλεία τους στίς κακές παραδόσεις. Ὡραῖα λοιπόν (λέει στούς Ἐβραίους). Παραβαίνετε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ γιά νά διατηρήσετε τήν παράδοσή σας 35. Καί οἱ Ἀπόστολοι μιμήθηκαν τόν Κύριο στόν ἀγώνα Του αὐτό: τήν ἀπελευθέρωση - ἀπολύτρωση τῶν Χριστιανῶν ἀπ τήν κακή παράδοση πού εἶχαν. Λ.χ. ὁ Ἀπόστολος Πέτρος διαμαρτύρεται στήν 28 Ἰωάν. 8, 32. 34-36: Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν, καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς....πᾶς ὁ ποιῶν τήν ἀμαρτίαν δοῦλος ἐστι τῆς ἀμαρτίας. Ὁ δέ δοῦλος οὔ μένει ἐν τῇ οἰκία εἰς τόν αἰῶνα ὁ υἱός μένει εἰς τόν αἰῶνα. Ἐάν οὖν ὁ υἱός ὑμᾶς ἐλευθερώση, ὄντως ἐλεύθεροι ἔσεσθαι. 29 Ἰσαάκ Σύρος, Λόγος 65. Ἔκδ. Ἰ. Σερπιέρη, σ. 261. 30 Ρωμ. 8, 17: Εἰ δέ τέκνα, καί κληρονόμοι, κληρονόμοι μέν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δέ Χριστοῦ. 31 Ματθ. 19, 20-21: Τί ἔτι ὑστερῶ; Ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, εἶ θέλεις τέλειος εἶναι.... Πρβλ. Ὁ Μάξιμος ὁ ὁμολογητής (Εἰς τήν προσευχήν τοῦ Πάτερ ἡμῶν. Μ 90, 880 Β) λέει: Βουλομένων γάρ οὐ τυραννουμένων τό τῆς σωτηρίας μυστήριον. 32 Ματθ. 20, 16: Οὔτως ἔσονται οἱ ἔσχατοι πρῶτοι καί οἱ πρῶτοι ἔσχατοι. 33 Ματθ. 16, 24-35. 34 Ἰωάν. 15, 15: Οὐκέτι ὑμᾶς λέγω δούλους, ὅτι ὁ δοῦλος οὐκ οἶδε τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ Κύριος ὑμᾶς δέ εἴρηκα φίλους, ὅτι πάντα ἅ ἤκουσα παρά τοῦ πατρός μου ἐγνώρισα ὑμῖν. 35 Μαρκ. 7, 9: Καλῶς ἀθετεῖτε τήν ἐντολήν τοῦ Θεοῦ ἵνα τήν παράδοσιν ὑμῶν τηρήσητε. Ἰδέ καί Μαρκ. 7, 7-13. 11
1. Ἡ Ἐλευθερία: i. Ὡς ὀρθόδοξη ἔκφραση. Ἀποστολική Σύνοδο τῶν Ἱεροσολύμων (48 μ.χ.): Γιατί προκαλεῖται (πειράζετε) τό Θεό, θέλοντας νά φορτώσετε στόν τράχηλο τῶν χριστιανῶν ἕνα βάρος, πού οὔτε οἱ πρόγονοί μας οὔτε ἐμεῖς μπορέσαμε νά σηκώσουμε; 36 Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐκτός ἀπό ὅσα ἔγραψε στούς Κολασσαεῖς (πού θά τά δοῦμε πιό κάτω), λέει στούς Γαλάτες:... οἱ παρείσακτοι ψευδάδελφοι γλίστρησαν ἀνάμεσά μας σάν κατάσκοποι μέ στόχο τήν ἐλευθερία μας πού τήν ἔχουμε χάρι στό ἔργο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά μᾶς κάνουν δούλους 37. Καί στούς Κορινθίους λέει ὁ Παῦλος: Ἔχει καταβληθεῖ (ἀπ τό Χριστό) τό ἀντίτιμο γιά τήν ἀπελευθέρωσή σας. Γι αὐτό μήν ὑποδουλώνεστε σέ ἀνθρώπους 38. Στ ἀλήθεια ἡ (ὀρθόδοξη) χριστιανική (πνευματική) ἐλευθερία εἶναι ὁ δρόμος τοῦ Σταυροῦ 39, τῆς θυσίας καί τῆς ἀτομικῆς εὐθύνης. Ἀλλά ὁ δρόμος αὐτός, ὁ τρόπος αὐτός τῆς ζωῆς, εἶναι ἀκριβῶς ἀντίθετος ἀπ τή σύγχρονη νοοτροπία. Σήμερα ὁ ἄνθρωπος στό σύγχρονο (εὐρωπαϊκό, ἀστικό) πολιτισμό, ἐνῶ ἔχει τίς μεγαλύτερες ἐλευθερίες πού ὑπῆρξαν ποτέ στόν κόσμο (ἀτομικές. κοινωνικές, πολιτικές, οἰκονομικές) ἔχει ταυτόχρονα, χωρίς τέλεια νά τήν συνειδητοποιεῖ καί ἀποκηρύξει, καί τή μεγαλύτερη ἀνελευθερία - ὑποδούλωση στίς ὑλικές (τεχνικές) ἀνάγκες του, πού δημιούργησε αὐτός ὁ ἴδιος μέ τόν πολιτισμό του. Ἔτσι ὅμως δέθηκε, ὑποδουλώθηκε μόνος του στό δημιούργημά του, στόν τεχνικό πολιτισμό, σάν νά ναι ἕνας μαθητευόμενος μάγος. (1991) 36 Πραξ. 15, 10-22. 37 Γαλ. 2, 4. Πρβλ. καί Γαλ. 4, 13. 38 Α Κορ. 7, 23. 39 " Ἠ θρησκεία τοῦ Γολθοθᾶ εἶναι ἡ θρησκεία τῆς ἐλευθερίας. Ν. Μπερτιάγιεφ, Τό πνεῦμα τοῦ Ντοστογιέφσκυ, σελ. 79. 12
2. Ἡ Ἐλευθερία: ii. Ὡς ὀρθόδοξο βίωμα. Ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης (+435 ) δείχνει τήν εἰλικρινῆ καί σωστή ἐλευθερία. Εἶναι 1) τό μηδενός ὅλως δεῖσθαι, πού εἶναι ἀνώτερο ἀπ τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις, τότε 2) τό ὀλίγων δεῖσθαι. ὅπερ καί δυνατόν καί ἐφικτόν (μπορεῖ νά κατορθωθεῖ) τοῖς ἀνθρώποις καθέστηκε. Ἀφοῦ ἡ πρώτη περίπτωση εἶναι ἀνέφικτη, νά φροντίσουμε νά πραγματοποιήσουμε τή δεύτερη 1 Ὕπάρχουν ὅμως περιπτώσεις πού στήν πράξη συνειδητά περιορίζεται ἡ ἐλευθερία. Οἱ ἄνθρωποι μέ τά διάφορα συστήματα - θεσμούς περιορίζουν τήν ἐλευθερία τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Οἱ ἄπιστοι (ὅμως) καί οἱ ἀσεβεῖς περιορίζουν τήν ἐλευθερία τῶν ἄλλων 2, ἀλλ αὐτούς τούς μιμοῦνται οἱ ψευδοχριστιανοί. Καί γιά τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του, ὁ σύγχρονος πολιτισμένος ἄνθρωπος στήν πράξη παραιτεῖται τῆς ἐλευθερίας του, γιά ν ἀποφύγει τή δυσκολία, τό σταυρό τῆς ἐλευθερίας, καί ὑποδουλώνεται στόν τυπικισμό, νομικισμό καί στήν περιπτωσιολογία, καί ἐπαναπαύεται στόν εὐδαιμονισμό καί τόν κονφορμισμό. Γιατί αὐτός ὁ τρόπος ζωῆς εἶναι εὐκολώτερος καί πιό ἄνετος. Ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία πνιγμένη στόν νομικισμό της (Τ. Γκορίτσεβα) καί ὁ Προτεσταντισμός ὑποδουλωμένος στόν πουριτανισμό καί τόν εὐσεβισμό του 3, ἔχουν ἐπιδράσει στήν ὀρθόδοξη ἑλληνική συμπεριφορά καί στά ζητήματα τῶν συζυγικῶν σχέσεων. Ἀρκετοί ἀπ τούς ὀρθοδόξους στήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος σάν ἄτομα ἤ σάν πνευματικοί ὁδηγοί (ἐξομολόγοι ἤ ἱεροκήρυκες), ἔστω ἀπό καλή πρόθεση, τείνουν νά δογματίζουν μέ ἔντονο τυπικισμό - περιπτωσιακό εὐσεβισμό, σέ μιά ἔντονη ἀντίθεση μέ τήν χριστιανική πνευματική ἐλευθερία. Κι αὐτά παρά τήν πνευματική καί λεπτότατη συμπεριφορά τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πού ἀκριβῶς σέ θέματα γάμου, ἔγραψε στούς Ἕλληνες χριστιανούς, στούς Κορινθίους: Αυτά πού σᾶς λέω δέν εἶναι δεσμευτικά, γιατί δέν θέλω νά σᾶς ἐπιβάλω κάτι (μιά ἄποψη δική μου) 4. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὅμως, ὁ πρῶτος μετά τόν Ἕνα, ὄχι μόνο δέν εἶναι ἐπιβλητικός στούς χριστιανούς, ἀλλά ἀκριβῶς ἀγωνίζεται νά τούς ἐλευθερώσει ἀπ τήν ὑποδούλωσή τους στόν τύπο καί στό νόμο. Ἐσεῖς (οἱ χριστιανοί γράφει ὁ Παῦλος), πεθάνατε μαζί μέ τό Χριστό καί λυτρωθήκατε ἀπό τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου. Γιατί, λοιπόν, ζεῖτε σάν νά εἴσαστε (ἀκόμη) ὑποταγμένοι σ αὐτά; Γιατί (ἀκόμη καί τώρα) δεχόσαστε νά σᾶς ἐπιβάλουν ἀπαγορεύσεις, ὅπως: μήν ἀκουμπήσεις αὐτό, μή γευθεῖς τό ἄλλο, μήν ἀγγίζεις ἐκεῖνο ; Αὐτές οἱ ἀπαγορεύσεις ἀναφέρονται σέ πράγματα πού εἶναι προορισμένα νά φθαροῦν μέ τή χρήση τους, καί στηρίζονται σέ ἀνθρώπινες διατάξεις καί διδασκαλίες. Βέβαια, 1 Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης, Ἐπιστολαί Β 23, Μ 78, 472D. 2 Θεόδωρος Στουδίτης (+1195;), Ὑπόμνημα εἰς τούς Κανόνας, εἰς ΣΤ Γρηγορίου Νεοκαισαρείας, Β17, 309, 21. 3 Σέ ἀντίδραση λ.χ. τοῦ νομικισμοῦ παρουσιάστηκε ἡ θεολογία τῆς ἀπελευθέρωσης στή Ν. Ἀμερική. 4 Α Κορ. 7, 6: Τοῦτο δέ λέγω κατά συγγνώμην, οὐ κατ ἐπιταγήν. 13
2. Ἡ Ἐλευθερία: ii. Ὡς ὀρθόδοξο βίωμα. αὐτές οἱ διατάξεις ἔχουν μία ἐξωτερική ἐμφάνιση σοφίας, πού ἐκδηλώνεται σάν θρησκεία στηριγμένη στό ἀνθρώπινο θέλημα, σάν ψευδοταπεινοφροσύνη καί περιφρόνηση τοῦ σώματος. Δέν ἔχουν ὅμως καμιά ἀξία... 5. Ἡ ἐλευθερία εἶναι ἕνα ἀπ τά κύρια χαρακτηριστικά τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανικοῦ ἤθους 6. Μέ τό ἦθος του ὁ ἄνθρωπος, κι ὄχι μέ τή γνώση ἤ τήν ὁποιαδήποτε δύναμη (κοινωνική, οἰκονομική, ὑλική), ἐκδηλώνει τό θεῖο αὐτό αἴσθημα τῆς ἐλευθερίας, ἤ τήν διαβολική ἔλλειψή του, τή δουλεία 7. Ἐλεύθερον καί δοῦλον ὁ τρόπος (ἡ συμπεριφορά) γράφει. Καί ὁ Χριστός ὤφθη δοῦλος, ἀλλ ἠλευθέρου. Ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός 8. Δηλαδή ἡ ἐλευθερία καί ἡ δουλεία γιά τόν ὀρθόδοξο χριστιανό δέν εἶναι μιά θεωρία. Εἶναι μιά καθημερινή πράξη. Ἡ καθημερινή συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου καί στίς λεπτομέρειες δείχνει τό μέγεθος τῆς ἐλευθερίας του ἤ τῆς δουλείας του. Δηλαδή πόσο εἶναι ποτισμένη ἡ ψυχή του ἀπ τήν ὀρθόδοξη χριστιανική ἐλευθερία. Ἡ ψυχολογική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου μαρτυρεῖ, ἀποδεικνύει τό βαθμό τῆς πνευματικῆς του ἐλευθερίας. Πανταχοῦ κρατεῖ τό τῆς γνώμης ἐλεύθερον, ὅπως ἔλεγε ὁ Θεοδώρητος ὁ Κύρου οὔτε δεσποτεία... οὔτε δουλεία τήν κακίαν γεννῶσιν 9. Τό ἦθος δέν ἐπιδέχεται πνευματικές δεσμεύσεις ἤ ἀπόλυτους περιορισμούς, ἔστω κι ἄν εἶναι πολιτικός δοῦλος, ἤ πολιτικός ἡγέτης, γιατί κι ὁ φιλόχριστος (ἡγέτης) δέν ἔχει δούλους, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης 10 τήν ἐποχή πού ὑπήρχε ἀκόμη ὁ θεσμός τῆς δουλείας. Ἀλλά τόν νόμον τῆς ἐλευθερίας ὁλίγοι νοοῦσιν, ὅπως βεβαιώνει ὁ Μᾶρκος ὁ ἐρημίτης (+430 ), γιατί οἱ πολλοί τοῦτον (μόνον) κατά γνῶσιν ἀναγινώσκουσιν. Θεωρητικά καί μόνο τόν γνωρίζουν, κι ὄχι τήν πράξη 11. Γι αὐτό πολλοί προσέχουν πώς ἡ ἐλευθερία ψυχάς ἀναιρεῖ 12. Αὐτό βέβαια εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἀλλά ὁ Θεός πού δίνει τόση ἐλευθερία στόν ἄνθρωπο (σέ κάθε 5 Κολ. 2, 20-23: Εἰ οὖν ἀπεθάνετε σύν τῷ Χριστῷ ἀπό τῶν στοιχείων τοῦ κόσμου, τί ὡς ζῶντες ἐν κόσμῳ δογματίζεσθε, μή ἅψῃ μηδέ γεύσῃ μηδέ θίγῃς, ἅ ἐστι πάντα εἰς φθοράν τῇ ἀποχρήσει, κατά τά ἐντάλματα καί διδασκαλίας τῶν ἀνθρώπων; ἅτινά ἐστι λόγον μέν ἔχοντα σοφίας ἐν ἐθελοθρησκίᾳ καί ταπεινοφροσύνη καί ἀφειδίᾳ σώματος, οὐκ ἐν τιμῇ τινι πρός πλησμονήν τῆς σαρκός". 6 Ἠ περίπτωση τῶν ἁγίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, πού τούς ὀνομάζει: οἱ διά Χριστόν σαλοί, εἶναι ἀκατανόητη καί σκανδαλώδης γιά τούς πολλούς. Ὁ διά Χριστόν σαλός, πού εἶναι μιά ἀκραία περίπτωση, χρησιμοποιεῖ σέ ἀπόλυτο βαθμό τήν χριστιανική ἐλευθερία, γιά νά ὑποδείξει, διά τῆς εἰς ἄτοπον ἀπαγωγῆς, στούς κατ ὄνομα μόνο χριστιανούς τήν κοινωνική ὑποκρισία καί τά κατά συνθήκη ψεύδη. Ἡ περίπτωση ὅμως αὐτή τῶν διά Χριστόν σαλῶν δέν θά μᾶς ἀπασχολήσει. Ἐδῶ μόνο μιά νύξη ἔδωσα. Πρέπει ὅμως κάποτε τό θέμα αὐτό νά τό ἐξετάσουμε με πολλή προσοχή. 7 "Ἡ ἐλευθερία ὡς κοινή ζωή βιοῦται ἀπό τῶν πιστῶν ἤδη κατά τό παρόν καί παράγει τόν καρπόν τοῦ πνεύματος, συγχρόνως δέ παραμένει πρόγευσις τῆς ἐν τῷ μέλλοντι ἀναμενόμενης πληρότητος. Β. Π. Στογιάννος, Ἐλευθερία, κλπ. σ. 216. 8 Γρηγ. Ναζιανζηνός, στό Ἀντωνίου, Μέλισσα, Β 23, Μ 136, 1056 C. 9 Θεοδώρητος Κύρου, Περί Προνοίας, 7, 3, Μ 78, 277 Α. 10Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης, Ἐπιστολαί Α 142, Μ 78, 277Α. 11 Μᾶρκος Ἐρημίτης, Περί νόμου πνευματικοῦ 28, Μ 65, 909, Α. 12 Ποιμήν ἀββᾶς (+450 ), Παλλαδίου Ἀποφθέγματα, Ποιμήν, 172, Μ 65, 364 Β. 14
2. Ἡ Ἐλευθερία: ii. Ὡς ὀρθόδοξο βίωμα. ἄνθρωπο - καί στόν κακό) ἔχει τόν λόγο μου. Ἐγώ (ὁ ἄνθρωπος μέ τό λίγο μυαλό) δέν ἀντέχω νά βλέπω, νά ἀνέχομαι τήν ἐλευθερία τοῦ κακοῦ. Κι ὅμως αὐτό εἶναι ἡ πραγματική ἐλευθερία 13. Ἄλλο ὅμως πού ὁ Θεός χρησιμοποιώντας ἤ τούς νόμους πού ὁ ἴδιος ὅρισε ἤ κάποιο θαῦμα σώζει τήν κατάσταση. (Δέν ἀφήνει νά γίνει τέλεια καταστροφή ἤ ξυπνάει τή συνείδηση τοῦ ἁμαρτωλοῦ). Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, πού ἐνδιαφέρονται γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, συνιστοῦν τό καλύτερο. Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λ.χ. μᾶς λέει: Μέ ἐλευθερία ἐτίμησε σε ὁ Θεός, οὐχ ἵνα αὐτόν ὑβρίζῃς ἀλλ ἵνα δοξάζῃς τόν Θεό 14. Καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος μέ κάποια ἀφορμή γράφει πρός τούς Κορινθίους: Μερικοί μεταξύ σας λένε: Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται. Σωστά. Ὅλα ὅμως δέν εἶναι πρός τό συμφέρον. Ἐγώ θά ἔλεγα: Ὅλα μοῦ ἐπιτρέπονται, ἐγώ ὅμως δέ θά ἀφήσω τίποτα νά μέ κυριέψει. Καί πιό κάτω γράφει: Ὅλα ἐπιτρέπονται, λένε μερικοί. Ναί, ἄλλά ὅλα δέ συντελοῦν στό καλύτερο. Ὅλα ἐπιτρέπονται, δέν οἰκοδομοῦν ὅμως ὅλα. Δέν πρέπει κανείς νά διεκδικεῖ ὅ,τι βολεύει τόν ἴδιο, ἀλλά ὅ,τι βοηθάει τόν ἄλλον 15. Στό σημεῖο αὐτό θά ἤθελα νά προσέξω καί τό ὕφος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γιά τή χρήση τῆς ἐλευθερίας. Ἔχει μιά μεγάλη συνέπεια: Τήν ἐλευθερία τή διδάσκει μέ τά νοήματα (τά λόγια του), ἀλλά καί μέ τό ὕφος του. Αὐτό εἶναι τό ἦθος τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς ἐλευθερίας. (Ὄχι μέ τά λόγια ἐλευθερία καί μέ τό ὕφος δογματισμός, πνεῦμα ἐπιβολῆς, βιαιότητα, ἐκβιασμός). Τό πρόβλημα ὅμως εἶναι: πῶς ἐγώ δέ θά ἀφήσω τίποτα νά μέ κυριέψει, χρησιμοποιώντας τήν απόλυτη ἐλευθερία; Γιά ἀπάντηση παραθέτω δύο χωρία: 1) Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει: Μόνο ἄν συντονίσω τό πνεῦμα μου μέ τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ - Χριστοῦ, τότε ἡ ἐλευθερία μου ἀποδίδει, ἄν ὅμως ἀπομακρυνθῶ, τότε καταστρέφομαι, γιατί κάνω κατάχρηση τῆς ἐλευθερίας. Τό κείμενο τοῦ Παύλου: Ὅπου τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ὑπάρχει καί ἡ ἐλευθερία. Ὅλοι ἐμεῖς, λοιπόν, χωρίς κάλυμμα στό πρόσωπο, κοιτάζουμε σέ καθρέπτη τή λαμπρότητα τοῦ Κυρίου καί μεταμορφωνόμαστε σ αὐτήν τή λαμπρή εἰκόνα του, βαδίζοντας ἀπό δόξα σέ δόξα, μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος, πού εἶναι ὁ Κύριος 16. Δηλαδή, γιά νά συντηρηθεῖ ἡ σωστή (ὠφέλιμη) χρήση τῆς ἐλευθερίας, χρειάζεται συντονισμός μέ τό Θεῖο Πνεῦμα - ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται στήριξη ἀπ τόν Θεό. 2) 13 Χαρακτηριστικά λέει ἡ Τατιάνα Γκορίτσεβα (Ἡ ἀθέατη πλευρά τῆς Ρωσίας, Ἀθήνα, 1989): Ὁ Θεός μόνο ἕνα δέν μπορεῖ νά κάνει, δέν μπορεῖ νά μᾶς ἀναγκάσει νά τόν ἀγαπήσουμε. Εὐδοκίμωφ, (Ἡ γυναίκα καί ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου, σ.387): Ὁ Χριστός... ἀδυνατεῖ νά πεῖ γιά μᾶς τό γενηθήτω, καί νά πάρει τή θέση τῆς δικῆς μας ἐλευθερίας, γιατί αὐτή ἀμέσως θά καταστρεφόταν. 14 Ἰ. Χρυσόστομος, Περί ἀκαταλήπτου, Β 5 Μ 48, 714. 15 Α Κορ. 6, 12: Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ οὐ πάντα συμφέρει πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ οὐκ ἐγώ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος. Α Κορ. 10, 23-24: Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ οὐ πάντα συμφέρει πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ πάντα οἰκοδομεῖ. Μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος. 16 Β Κορ. 3, 17-18: Οὖ δέ τό πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία. Ἠμεῖς δέ πάντες ἀνακεκαλυμμένῳ προσώπῳ τήν δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι τήν αὐτήν εἰκόνα μεταμορφούμεθα ἀπό δόξης εἰς δόξαν, καθάπερ ἀπό Κυρίου Πνεύματος. 15
2. Ἡ Ἐλευθερία: ii. Ὡς ὀρθόδοξο βίωμα. Τό ἄλλο χωρίο εἶναι τοῦ ἁγίου Μάρκου τοῦ ἐρημίτη: Ὁ νόμος τῆς ἐλευθερίας διά μέν γνώσεως ἀληθοῦς ἀναγινώσκεται διά δέ ἐργασίας τῶν ἐντολῶν (ἔμπρακτα) νοεῖται (τέλεια κατανοεῖται) πληροῦται δέ (ὁλοκληρώνεται ὅμως) διά τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ 17. Δηλαδή ἡ ἐλευθερία ὁλοκληρώνεται (τελειοποιεῖται, γίνεται ἐπωφελής) μόνο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ γνώση (θεωρία) καί ἡ ἔμπρακτη πείρα βοηθᾶνε, ἀλλά ἡ Χάρη τελειοποιεῖ. Ἔτσι ὁλοκληρώνεται τό ὀρθόδοξο ἦθος, γενικά, καί ἰδιαίτερα στό θέμα τῆς ἐλευθερίας, πού εἶναι, ἄν ὄχι τό δυσκολώτερο, ἀπ τά δυσκολώτερα θέματα τῆς ζωῆς μας. Αὐτά γιά τό αἴσθημα τῆς ἐλευθερίας στόν ὀρθόδοξο χριστιανισμό - τό ὀρθόδοξο δηλαδή ἦθος. Ἀλλά, ὅπως εἴπαμε, ἡ προσωπική εὐθύνη τοῦ ἀνθρώπου προϋποθέτει τήν ἐλευθερία ἐπιλογῆς. Στίς ἡμέρες μας ὅμως, ἐνῶ ὅλοι φωνάζουν γιά ἐλευθερία, οἱ περισσότεροι φοβοῦνται τήν πραγματική ἐλευθερία κι ἔτσι ἀποφεύγουν νά δεχθοῦν τήν προσωπική τους εὐθύνη γιά τά ἔργα τους, γιά τίς πράξεις τους. Δηλαδή θεωρητικά, ὄχι μόνον δέχονται, ἀλλά ὑπερτονίζουν τήν ἀξία τῆς ἐλευθερίας, ἐνῶ στήν πράξη φοβοῦνται καί ἀποφεύγουν τήν ἐλεύθερη ἐπιλογή τῶν πράξεών τους. Συστηματικά καί συγκαλυμμένα ἀποφεύγουν τήν ἐλευθερία (ἐπιλογῆς), γιά ν ἀποφύγουν τήν προσωπική εὐθύνη. Ἀναθέτουν τήν ἐπιλογή στούς ἄλλους, γιά ν ἀποφύγουν τόν γολγοθᾶ τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἀτομικῆς εὐθύνης. (Εἶναι γνωστό τό σλόγκαν πού ἀναπαύει τόν σύγχρονο ἄνθρωπο: διαλέγουμε πρίν ἀπό σᾶς, γιά σᾶς) 18. Λέμε πώς εἴμαστε δημοκράτες κι ἀποφεύγουμε τήν ἄμεση δημοκρατία. Ἀναθέτουμε σέ ἄλλους (βουλευτές λ.χ.) νά μᾶς ἐκπροσωπήσουν, ἐν λευκῷ. Γιατί εἶναι γολγοθᾶς νά διαλέξουμε ἐμεῖς μέ λεπτομέρεια τίς ἀπόψεις πού πρέπει νά ὑποστηρίζει ὁ ἐκπρόσωπός μας. Ἔτσι, ἀπό φόβο κι ἀπό φυγοπονία ἀποφεύγουμε πάντοτε τήν προσωπική εὐθύνη, κι ὁ καθένας τήν ρίχνει στόν ἄλλον. Τό θέμα ἔχει μεγάλο κοινωνικό ἐνδιαφέρον, ἄλλά ἀρκεῖ αὐτή ἐδῶ ἡ νύξη. Ἄν ὅμως ὁ κοινός ἄνθρωπος στό βάθος τῆς ψυχῆς του φοβᾶται τήν πραγματική καί ἀπόλυτη ἐλευθερία, ὁ συνειδητός ὀρθόδοξος χριστιανός, ἐλευθερωμένος ἀπ τό ζυγό τῆς ἁμαρτίας, καί νοιώθοντας πώς ἡ ἐπίγεια ζωή (ὅπως θά δοῦμε πιό κάτω) εἶναι ἕνας συνεχής ἀγώνας, δέ φοβᾶται τήν ἐλευθερία, ἀποδέχεται τίς εὐθύνες του καί μετανοιώνει γιά τά σφάλματά του. Ἄν γιά τόν ἄνθρωπο ὡς πρόσωπο (ἄτομο) εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐλευθερία, πολύ περισσότερο εἶναι ἀπαραίτητη γιά τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ὀρθόδοξος λοιπόν χριστιανός καί στίς κοινωνικές του σχέσεις χρησιμοποιεῖ τήν ἐλευθερία του καί ἀναλαμβάνει τίς εὐθύνες του. Ἡ Ἐκκλησία κατά τήν Ὀρθοδοξία, εἶναι μιά κοινωνία ἐν Χριστῷ, εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ (πολιτεία τῶν χριστιανῶν μέ ἀρχηγό τόν Θεό - Χριστό). Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, κατά τόν Νικόλαο Καβάσιλα (+1371;) εἶναι μιά κοινωνία τῶν 17 Μᾶρκος Ἐρημίτης, Περί νόμου πνευματικοῦ 30, Μ 65, 990, Α. 18 Πρβλ. τά λόγια τοῦ Ν. Μπερτιάγιεφ, (Πέντε στοχασμοί γιά τήν ὕπαρξη): Ὁ Θεός δέν μεταχειρίζεται ποτέ τό ἀνθρώπινο πρόσωπο σάν μέσον. 16
2. Ἡ Ἐλευθερία: ii. Ὡς ὀρθόδοξο βίωμα. ὀρθοδόξων μέ κοινή ἐλευθερία 19, καί ἡ Ἐκκλησιολογία κατά τόν π. Schmemann, εἶναι ἡ ἀπαρχή μιᾶς θεολογίας τῆς ἐλευθερίας 20. Ὁ συνειδητός (ὀρθόδοξος) χριστιανός κάνει ὅ,τι μπορεῖ, γιά νά βοηθάει τόν πλησίον του (ἀλληλοβοήθεια), γιατί αἰσθάνεται εὐθύνη καί γιά τή ζωή τοῦ πλησίον, ὅπως ἔλεγε ὁ Ἀπόστολος Ματθαῖος: Ἀν ὁ γείτονας τοῦ χριστιανοῦ ἁμάρτησε, ὁ χριστιανός ἁμάρτησε, γιατί ἄν αὐτός ζοῦσε (ὑποδειγματικά) σάν χριστιανός, θά τόν ντρεπόταν ὁ γείτονας καί δέν θά ἁμάρτανε 21. Ἐνῶ ὁ μή χριστιανός (ἤ ὁ ἀσυνεπής χριστιανός) οἱ Φαρισαῖοι λ.χ. τῆς ἐποχῆς τοῦ Χριστοῦ, ὅπως εἶπε καί ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, φτιάνουν φορτία βαριά, πού δύσκολα σηκώνονται, καί φορτώνουν στούς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν θέλουν οὔτε μέ τό δάχτυλό τους νά τά κινήσουν. Ὅλα τά ἔργα τους τά πράττουν, γιά νά κάνουν καλή ἐντύπωση στούς ἀνθρώπους 22. Σᾶς θυμίζω ἀνελεύθερες (κι ἑπομένως μή χριστιανικές) ἐνέργειες χριστιανῶν. Ἡ Ἱερά Ἐξέταση στόν μεσαίωνα εἶναι πολύ γνωστή. Ὁ Ντοστογιέφσκυ (μέ τήν ὀρθόδοξη διαίσθηση τῆς ἐλευθερίας) περιγράφει στούς Ἀδελφούς Καραμαζώφ τόν Μέγα Ἱεροεξεταστή, σ ἕνα φανταστικό διάλογο μέ τόν Ἰησοῦ. Ὁ Ἰωάννης Καλβίνος ἵδρυσε (τό 1541) τήν (χριστιανική) πολιτεία τῆς Γενεύης, πού ἡ ἀνελευθερία τῶν πολιτῶν ἦταν ἀπερίγραπτη. Τά χαρακτηριστικά της εἶναι: αὐστηρά ἤθη, καταπολέμηση τῆς πολιτέλειας, τῆς σπατάλης, ἀλλά καί αὐτῆς τῆς ἀθώας τέρψης. Τά μέσα πού χρησιμοποίησε ἦταν δικτατορικά: ἀπόλυτη βία, ἀστυνόμευση, ἔλεγχοι καί αἰφνιδιαστικές ἐπιθεωρήσεις τῆς οἰκογενειακῆς ζωῆς. Μέχρι τήν κουζίνα, τίς ντουλάπες καί τά κρεββάτια τῶν οἰκογενειῶν. Ἡ τιμωρία ἦταν αὐστηρή κι ἔφθανε μέχρι καί τό θάνατο 23. Ἔτσι κατέστησε τόν Θεό ἀντικείμενο φόβου ( ἀφέντη φάτσα, ὅπως λέει ὁ ποιητής), ἀντί πατέρα ἀγάπης. Δημιούργησε ἕνα τυπικισμό καί στίς λεπτομέρειες τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. Δηλαδή χωρίς τό πνεῦμα τῆς ἐλευθερίας καί τῆς ἀγάπης, πού εἶναι τά κύρια χαρακτηριστικά τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί στή Βυζαντινή αὐτοκρατορία ὑπῆρχε μιά ἐπιβολή καί σέ θρησκευτικά θέματα, θά μοῦ πεῖτε. Αὐτή ὅμως ἡ ἐπιβολή ἦταν ἀπ τό κράτος, κι ὄχι ἀπ τήν Ἐκκλησία. Θυμηθεῖτε πώς τό κράτος ἔκοψε τή γλῶσσα τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ ὁμολογητῆ (+662). Ἐνῶ στή Δύση ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία καταδίκασε σέ θάνατο τήν (ἁγία) Ζάν ντ Ἄρκ. Ἡ σωστή συμπεριφορά στήν κοινωνική ζωή - στήν Ἐκκλησία - εἶναι αὐτή πού ὅρισε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: ἀνοχή τοῦ πλησίον στά ἐπουσιώδη, στά δευτερεύοντα, μέ βάση τήν ἐλευθερία. Ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔδωσε τήν ἐλευθερία γιά τά ἐπουσιώδη στόν ἄνθρωπο καί γι αὐτό τήν σέβεται - δέν ἐπιβάλει τό μονόδρομο. Ὁ ἅγιος Κύριλλος ὁ Φιλεώτης (+1110), λέει: μήν ἀναγκάσεις τόν 19 Ν. Καβάσιλας, Περί τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, στ 19. Φιλοκαλία τῶν Νηπτικῶν κλπ. (Θεσσαλονίκη 1979) σ. 530. 20 A. Schmemann, Ἡ ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας στόν σύγχρονο κόσμο, ἐλ. μετ. σ. 225. 21 Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεύς, Στρωματεῖς, Ζ 13 Β 8, 282. 22 Ματθ. 23, 4-5. 23 Β. Στεφανίδης, Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, (Ἀθῆναι 1948), σ.252-255, 282. 17
2. Ἡ Ἐλευθερία: ii. Ὡς ὀρθόδοξο βίωμα. πλησίον σου σέ τίποτα. Ἀδελφέ (λέει), τό μή πλῆξαι τόν λογισμόν τοῦ πλησίον, αὕτη ἐστίν ἡ ὁδός τοῦ Χριστοῦ καί μή (βιάσεις) ἀναγκάσῃς τήν προαίρεσιν αὐτοῦ. Καί γάρ (γιατί κι) ὁ Κύριος ἡμῶν οὐδέποτε ἠνάγκασέ τίνα, ἀλλ εὐαγγελίσατο καί εἴ τις ἤθελεν, ἤκουσε. Βάστασον δέ (πνευματικά) αὐτόν (τόν πλησίον σου) κατά τήν δύναμίν σου. Ὁ γάρ (γιατί ὁ) ὑγιαίνων ὀφείλει βαστάζειν τόν ἀσθενοῦντα, ἕως οὗ ποιήση ὁ Θεός τό συμφέρον αὐτῷ καί χαίρεται ἐν Κυρίῳ.... Οὐδέν γάρ (γιατί κανένα) ἀγαθόν τῇ σπουδῇ (μέ ἐκβιασμό) ἡμῶν κατορθοῦται, ἀλλά (μέ) τῇ δυνάμει καί τῷ θελήματι, τοῦ Θεοῦ. Καί ὅμως (φαίνεται ἀντίθετο, πού) ἀπαιτεῖ τήν κατά Θεόν σπουδήν παρ ἡμῶν (ψυχολογική πίεση ἀπό ἐμᾶς τούς ἴδιους στόν ἑαυτό μας) ὁ Θεός οὐ κατά τινα (μέ κάποια) πανουργίαν ἤ ψεῦδος. Ταῦτα γάρ (γιατί αὐτά) τοῦ πονηροῦ ἔστιν 24. Ὁ Παῦλος πάλι μέ ἀφορμή τό θέμα τῆς νηστείας λ.χ. λέει: Νά δέχεσθε ὅποιον ἔχει ἀσθενή πίστη, χωρίς νά ἐπικρίνετε τίς ἀπόψεις του. Γιά παράδειγμα, ἕνας πιστεύει πώς μπορεῖ νά φάει τά πάντα, ἐνῶ ὁ ἄλλος, πού ἔχει ἀσθενική πίστη, τρώει μόνο χόρτα. Αὐτός πού τρώει, ἄς μή περιφρονῇ ἐκεῖνον πού δέν τρώει, καί ἐκεῖνος πού δέν τρώει, ἄς μή κρίνει ἐκεῖνον πού τρώει, γιατί ὁ Θεός τόν ἔχει δεχθεῖ στήν Ἐκκλησία του. Ποιός εἶσαι ἐσύ πού θά κρίνεις ἕναν ξένον ὑπηρέτη; Μόνο ὁ Κύριος του μπορεῖ νά κρίνει ἄν στέκεται ἤ ὄχι στήν πίστη του καί θά σταθεῖ, γιατί ὁ Κύριος ἔχει τή δύναμη νά τόν στηρίξει... 25. Ὥστε ἡ σωστή - ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ σεβασμός τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ σεβασμός τῆς ἐλεύθερης ἐπιλογῆς στόν τρόπο συμπεριφορᾶς, σύμφωνα βέβαια καί μέ τό γενικό πνεῦμα τοῦ ἀλληλοσεβασμοῦ καί τῆς πνευματικῆς ὠφέλειας τοῦ πλησίον. Μιά ἔνσταση γιά τήν ἐλευθερία περιμένω ἀπ τόν ἀναγνώστη μου. Ἡ ἐλευθερία δέν δημιουργεῖ ἑνότητα, σκέπτεται πιθανῶς κάποιος ἀναγνώστης μου. Σάν νά ἔχει δίκιο, φαίνεται. Τώρα θά ὁλοκληρώσουμε τήν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ ἑνότητα χρειάζεται σέ κάθε κοινωνική ὁμάδα (καί στήν Ἐκκλησία), χωρίς ἑνότητα διαλύεται ἡ ὁμάδα, ἡ Ἐκκλησία. Ἀλλά καί ἡ ἐλευθερία εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ (ἐλεύθερου) Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Αὐτά δέν εἶναι ἀντιφατικά. Γιατί ὅποιος θέλει ( ὅστις θέλει..., πού εἶπε ὁ Κύριος) ἀποδέχεται τίς κοινές ἀρχές κάποιας ὁμάδας, τῆς Ἐκκλησίας λ.χ. Ἔτσι καί ἡ ἐλευθερία τηρεῖται καί ἡ ἑνότητα ὑπάρχει. Ὁ Ἱερός ὅμως Αὐγουστῖνος μέ μιά κλασική ἔκφραση μᾶς δίνει τήν ὀρθόδοξη θέση: Ἑνότητα στά οὐσιώδη (δόγματα κλπ.), ἐλευθερία στά ἐπουσιώδη (ἐκδηλώσεις κλπ.), (ἀλλά) ἀγάπη σέ ὅλα 26. Ἕνα μεγάλο πρόβλημα στούς χριστιανούς σήμερα εἶναι ἡ συνέπεια τῶν λόγων καί τῶν πράξεών τους. Κυρύσσουμε τήν (χριστιανική) ἐλευθερία, καί στήν 24 Νικόλαος Κατασκεπινός, Βίος... τοῦ ὁσίου... Κυρίλλου Φιλεώτη, λθ 7. Β. Sargologos, la vie de S. Curille le Phileote (Bruxelles), I. 1964), σ.171. 25 Ρωμ. 14, 1-4. 26 Πρβλ. τή σκέψη τοῦ ἀρχαίου φιλοσόφου Ἠράκλειτου: Καθ ὅ,τι ἄν κοινωνήσωμεν, ἀληθεύομεν. Ἅ δέ ἄν ἰδιάσωμεν, ψευδόμεθα. 18
2. Ἡ Ἐλευθερία: ii. Ὡς ὀρθόδοξο βίωμα. πράξη δέν τήν ἐφαρμόζουμε σέ ὅλη τήν ἔκτασή της. Οἱ χριστιανικές ὅμως αὐτές ἰδέες τῆς ἐλευθερίας ἐπηρέασαν καί ἐπηρεάζουν ὅλους τούς ἀνθρώπους. Κι ἔτσι δημιουργοῦνται τά διάφορα ἀπευλευθερωτικά κινήματα, ἔστω κι ἄν δέν ὁμολογοῦν πώς ἡ ἀπώτερη πηγή τους εἶναι τό πνεῦμα τῆς χριστιανικῆς ἐλευθερίας. Ἐδῶ ὅμως βάζει κι ὁ διάβολος τό ποδάρι του, διαστρέφεται κακῶς τό πνεῦμα τῆς ἐλευθερίας καί τήν κάνουν ἀγνώριστη. Ἀγωνίζονται λ.χ. γιά μιά ἀπόλυτη πολιτική ἐλευθερία, χωρίς οἱ ἴδιοι νά ἔχουν ἀπελευθερωθεῖ ἀπ τά πάθη τους. (Δηλαδή σκορδαλιά χωρίς σκόρδο ). Ἔτσι ὅμως καταλήγουμε στήν κομματική ὑποδούλωση καί δέν ξέρουμε τί φταίει. Δέν ξέρουν δηλαδή πώς μόνο ὅπου ὑπάρχει τό πνεῦμα τοῦ Κυρίου (Ἰησοῦ Χριστοῦ) ἐκεῖ ὑπάρχει καί (πραγματική) ἐλευθερία 27. Τώρα μποροῦμε νά βεβαιωθοῦμε πώς ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ (ἡ Ὀρθοδοξία), εἶναι τό φυτώριο τῆς πραγματικῆς ἐλευθερίας, τῆς πνευματικῆς ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρώπου. Κι ὅπως σωστά τό διατύπωσε ὁ πατήρ Schmemann: ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐλευθερία, καί μόνη ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐλευθερία. (1991) 27 Β Κορ. 3, 17. 19
3. Ἡ Ἐλευθερία: iii. Καί ὁ σύγχρονος πολιτισμός. Ἡ ἐλευθερία στόν ἄνθρωπο εἶναι σχετική. Μόνο ὁ Θεός ἔχει ἀπόλυτη ἐ- λευθερία. Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου (πού εἶναι δῶρο Θεοῦ) περιορίζεται ἀπό τούς νόμους τῆς φύσεως, πού ὅρισε ὁ Θεός. Στίς φυσικές ἀνάγκες, ἀλλά καί στίς πνευματικές - ψυχικές καί κοινωνικές ἀνάγκες, ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ τέλεια νά ἀντισταθεῖ. Ἀνάγκα καί θεοί πείθονται (ὑπακούουν), ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες. Εἶναι ἀδύνατον μόνος μου νά ξεπεράσω ὅλους τούς φυσικούς νόμους. Πῶς θά ἀντιμετωπίσω τήν πείνα λ.χ., τή δίψα, τή νύστα κλπ.; Ἑπομένως ὅσο περισσότερες ἀνάγκες ἔχω, τόσο περισσότερο ὑποδουλώνομαι στίς ἀνάγκες μου (φυσικές, κοινωνικές κλπ.). Κι ὅσο λιγότερες ἀνάγκες ἔχω, τόσο περισσότερη ἐλευθερία ἔχω. Τώρα ἔχω μεγαλύτερη δύναμη νά κάνω ὅ,τι θέλω ἐγώ κι ὄχι τό τί θά κάνω νά μοῦ ἐπιβάλλει ὁ φυσικός νόμος ἤ ἡ κοινωνία. Ἀλλά ὁ ἀστικός (καπιταλιστικός) εὐρωπαϊκός πολιτισμός μέ τό σύστημά του μᾶς δημιουργεῖ συνέχεια περισσότερες καί καινούργιες ἀνάγκες. Κι αὐτό εἶναι καλό καί ἀπαραίτητο. Κι ἐκεῖνο ὅμως εἶναι ἀπαραίτητο. Ἀπαραίτητη ἡ νέα τεχνολογία. (Ντεμοντέ θά εἶσαι;) Ἔτσι ὅμως, αὐξάνοντας ψυχολογικά τίς ἀνάγκες μας, γινόμαστε δοῦλοι τῶν ἀναγκῶν μας καί ἑπομένως πιό ἀδύνατοι. Πότε; Τώρα, σέ μιά ἐποχή πού τυπικά ἔχουμε θεοποιήσει τήν ἐλευθερία. ( Ὁποία ἀντίφασις;! ) Ἐνῶ διακηρύσσουμε πώς ἡ ἐλευθερία εἶναι τό χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπου, μέ τίς συνεχῶς νέες ἀνάγκες πού δημιουργοῦμε σάν ἀπαραίτητες, ὑποδουλωνόμαστε μόνοι μας στίς ἀνάγκες μας. Κι ἔτσι γινόμαστε πιό ἀδύνατοι καί δοῦλοι τοῦ κόσμου τούτου. Ὅλοι φωνάζουμε γιά περισσότερη ἐλευθερία, κι ὅμως ὅλο καί περισσότερο ὑποδουλωνόμαστε στίς πολλές καί καινούριες ἀνάγκες μας. Ἔχουμε συνειδητοποιήσει ἄραγε αὐτή τήν ἀντίφαση; Τό πνεῦμα τῆς αὐτάρκειας πού συνιστᾶ ὁ Χριστιανισμός παραβλέπεται. 1 Γι αὐτό συνεχῶς αὐξάνουμε τά δεσμά μας. Οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑπακούοντας στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὑποβάλλονται σέ μιά συνεχῆ καί σχετική-ἀνάλογη ἄσκηση. (Ἡ ἄσκηση ἄλλωστε εἶναι ἕνα ἀπό τά χαρακτηριστικά τῆς Ὀρθοδοξίας). Γι αὐτό οἱ ἅγιοι δέν εἶναι δοῦλοι, ἀλλά κύριοι τοῦ κόσμου τούτου, μηδέν ἔχοντες τά πάντα κατέχοντες 2. Δηλαδή ὅταν φαίνεται πώς ἔχω χάσει δύναμη, τότε εἶμαι πραγματικά δυνατός 3. Τό θαῦμα τί εἶναι; Τό ξεπέρασμα τῆς φυσικῆς ἀνάγκης - τό ξεπέρασμα τῶν νόμων τῆς φύσεως. Θαῦμα εἶναι ἡ ὑπέρβαση τῆς ὁρισμένης - συγκεκριμένης φυσικῆς ἀνάγκης. Ὁ Θεός τῶν χριστιανῶν δέν ὑποτάσσεται ( πείθεται, πού ἔλεγαν οἱ εἰδωλολάτρες) στήν ἀνάγκη, στούς νόμους δηλαδή τῆς φύσεως. Ὁ Θεός πού δημιούργησε τούς φυσικούς νόμους, ὁ ἴδιος τούς ξεπερνάει. Κάνει τό θαῦμα. Μόνο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ (ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι) ξεπερνᾶμε τή μικρή ἤ μεγάλη 1 Β Κορ. 9, 8, Α Τιμ. 6, 6 ἑξ. Φιλιπ. 4, 11-13, 18. 2 Β Κορ. 6, 10. 3 Β Κορ. 12, 10. 4, 8. 20
3. Ἡ Ἐλευθερία: iii. Καί ὁ σύγχρονος πολιτισμός. ψυχολογική μας ὑποδούλωση στήν ἀνάγκη. Ἔτσι μόνο ὁ ἄνθρωπος θά κάνει πραγματικότητα τήν εὐχή τοῦ Θεοῦ, νά κατακυριεύσει δηλαδή τή γῆ 4 κι ὄχι νά ὑποδουλωθεῖ σ αὐτή. Τώρα, ὅσο περισσότερο πλησιάζουμε τό Θεό, ἐλευθερωνόμαστε ἀπ τήν ψυχολογική πίεση τῆς ἀνάγκης. Μόνο ἔτσι μποροῦμε νά νιώσουμε τή δύναμη τῆς ἐλευθερίας, γιατί πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ". (1992) 4 Γεν. 1, 28. 21
4. Βιωματική ἄσκηση. Ἕνα ἀπό τά χαρακτηριστικά τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας εἶναι ἡ βιωματική ἄσκηση, δηλαδή μιά ἰσόβια πνευματική αὐτοδιαπαιδαγώγηση μέ τήν ἄσκηση, γιατί ὅλη ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου στή γῆ εἶναι ἕνας ἀγώνας συνεχής, ἔμπρακτος καί προγραμματισμένος. Στόν ἀγώνα αὐτό δέν ἔχουμε νά παλαίψουμε μέ ἀνθρώπους, ἀλλά μέ ἀρχές καί μέ ἐξουσίες, δηλαδή μέ τούς κυρίαρχους τοῦ σκοτεινοῦ τούτου κόσμου, τά πονηρά πνεύματα πού βρίσκονται ἀνέμεσα στή γῆ καί τόν οὐρανό, ὅπως ἀκριβῶς μᾶς βεβαιώνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος 1. Ὁ μεταπτωτικός αὐτός ἀγώνας εἶναι (μέ δύο λόγια) νά ἀναπτυχθεῖ ψυχικά ὁ ἄνθρωπος καί νά τελειοποιηθεῖ, νά σωθεῖ, νά πλησιάσει ὅσο τοῦ εἶναι δυνατόν τό Θεό. Δηλαδή ἡ βιωματική ἄσκηση τῆς Ὀρθδοξίας δέν εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ἕνα μέσο γιά τή θέωσή του. Μέ τήν ἄσκηση θά συνειδητοποιήσει ὁ ἄνθρωπος τήν ἔκταση τῶν ἠθικῶν του δυνάμεων καί θά ἐνισχύσει τή χρήση τῆς βούλησης του στό καλό. Μερικοί τή βιωματική αὐτή ἄσκηση τήν ὀνομάζουν ἐγωκτονία ἤ παθοκτονία, ἐνώ ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης λέει: Μᾶλλον νά πολεμήσεις τήν πνευματική σου ἀταξία 2. Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει 3 γιά τήν ἄσκηση: Φρονῶ πώς (ὁ ἀσκούμενος) πρέπει νά μήν ἐπιδιώκει νά ἀποδυναμώσει τό σῶμα (του) μέ τήν ἄμετρη ἐγκράτεια, εἰδάλλως θά καταντήσει τό σῶμα (του) ἀργό καί ἀνήμπορο γιά σπουδαῖες πράξεις...πρέπει λοιπόν (ὁ ἄνθρωπος) νά μήν παραβαίνει τή φύση καί τούς νόμους τοῦ εὐεργέτη του (Θεοῦ), ἀλλά ἐφαρμόζοντάς τους νά διατηρεῖ τό σῶμα (του) εὐκίνητο, γιατί αὐτό είναι τό καλλίτερο. Ὁ πνευματικός αὐτός καί προσωπικός ἀγώνας εἶναι συνεχής, μέ περιόδους ἐντάσεως καί ὑφέσεως, χωρίς ὑπερβολές, μέ ταπείνωση καί ὑπομονή καί ἀνάλογος μέ τήν προσωπικότητα (χαρακτήρα - ἰδιοσυγκρασία) τοῦ καθενός. Ἡ σκέψη πώς ἀπ τή φύση του κάτι εἶναι κακό, εἶναι διαβολική, γιατί ὁ Θεός τίποτα δέν ἔκανε κακό. Καθετί πού δημιούργησε ὁ Θεός εἶναι καλό, λέει ὁ Παῦλος 4, καί τίποτα δέν εἶναι ἀπαγορευμένο, ὅταν τό χρησιμοποιοῦμε εὐχαριστώντας τό Θεό. Ἔπειδή ἐξαγιάζεται μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν προσευχή. Μερικοί ἐγκρατίτες ἔφθασαν νά ἀπαγορεύουν καί τό γάμο. Αὐτή τήν αἵρεση τήν προφήτεψε ὁ Παῦλος καί τήν κατέκρινε ἡ Ἐκκλησία στή Σύνοδο τῆς Γάγγρας (342; μ.χ.). Ἡ χρήση ὅμως τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ ἀπ τόν ἄνθρωπο μπορεῖ νά εἶναι κακή (καταχρηστική). 1 Ἐφεσ. 6, 12: Οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ κόσμου τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. 2 Ἰσίδωρος Πηλουσιώτης, Ἐπιστολαί, Α 78. (Μ 98, 236C). 3 Μ. Βασίλειος, Ἀσκητικαί διατάξεις, 4, 1. (Λ 534). 4 Ἐφεσ. 6, 12. 22