ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΜΕ ΙΚΗΓΟΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 20 ΠΑΡ.1 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ



Σχετικά έγγραφα
Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΜΕ ΣΥΝΗΓΟΡΟ

Δικαίωμα δικαστικής προστασίας. Λίνα Παπαδοπούλου Επ. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Ποινική ικονομία I. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Κύκλος ικαιωµάτων του Ανθρώπου ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΗΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΣΕ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΙΚΑΣΤΙΚΗ ΙΑΤΑΓΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΘΕΜΑΤΑ ΙΑΜΟΝΗΣ ΑΛΛΟ ΑΠΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγµατος ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων ΙΙ (ΣτΕ 438/2001)

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

ΣΤΑ ΙΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΙΚΗΣ (είναι 4) 2 Η ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΣΤΟ ΑΚΡΟΑΤΗΡΙΟ. Προπαρασκευαστική. Κύρια διαδικασία ΑΡΧΕΣ

ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΘΕΜΑ: Προϋποθέσεις αντικατάστασης Δικηγόρου διορισθέντα στα πλαίσια της παροχής δωρεάν νομικής βοήθειας.

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ. Θέµα: Η αρχή της ανθρώπινης αξίας ΒΑΣΙΛΙΚΗ. ΓΡΙΒΑ. ιδάσκων Καθηγητής: Ανδρέας Γ. ηµητρόπουλος

λειτουργεί αποτρεπτικά και εξυπηρετεί την τακτική της καθυστέρησης της γενικευµένης χορήγησης του επιδόµατος σε όλους τους δικαιούχους, πάγια θέση και

την ύπαρξη και την άσκηση ενός θεμελιώδους δικαιώματος γιατί αποτελούσαν κενό γράμμα, αφού πρόθεση του

# εργασία αρ.3# ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣτΕ ΟΠΟΥ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ Σ Χ Ε Ι Α Γ Ρ Α Μ Μ Α 5]ΑΝΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. ΚΩ ΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΙΚΟΝΟΜΙΑΣ. ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ Άρθρα Σελ. ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ Ποινικά δικαστήρια και δικαστικά πρόσωπα 1

Ποινική ικονομία II. Υποχρεωτικό. Πτυχίο (1ος Κύκλος) Θα ανακοινωθεί

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8150/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2013

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συνοδευτικό έγγραφο στην

ΕΘΝΙΚΟΝ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ-ΤΟΜΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Η γενική αρχή του σεβασµού και της προστασίας της ανθρώπινης αξίας

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η :

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

Η ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΗ ΑΚΡΟΑΣΗ

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ TΡΙΜΕΛΟΥΣ ΣΤΡΑΤΟ ΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΑΟΥ

ΕΡΓΑΣΙΑ. Επιµέλεια εργασίας: Πολίτης Σπύρος Εmail: ιδάσκων: ηµητρόπουλος Ανδρέας ΙΑΓΡΑΜΜΑ. 2.Σχολιασµός απόφασης

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3106/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/763/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 15 /2015

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Π.Μ.Σ. ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1382/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 24/2014

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4266/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2011

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ AΘΗΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΕΤΟΥΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 70/2013

05 Ευτυχία Γ. Αρµένη Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΣΟΤΗΤΑΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΥΝΘΕΣΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136/2012

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Αρχή της αναλογικότητας. Λίνα Παπαδοπούλου Aν. Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου

Εισαγωγή Ι. Ο προβληματισμός για την αρχή της αμεσότητας

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Συνθέσεις - Εφαρμογές ημοσίου ικαίου

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47 / 2013

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Ν. 3126/2003 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΩΝ»

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/8013/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 153/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2014

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΙΠΛΩΜΑ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ ΜΑΘΗΜΑ «ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ» Ι ΑΣΚΩΝ: Α. ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΥΣΟΥΛΑ-ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΛΛΙ Η. ΕΡΓΑΣΙΑ 4 η

ΣΧΕΤ. : Το με αριθ / έγγραφο του Γραφείου Νομικού Συμβούλου Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝ/ΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. ΕΡΓΑΣΙΑ 5 η :

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 336/2014. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους. Τμήμα Ε' Συνεδρίαση της 4πς Νοεμβρίου 2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/762/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 18/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 85/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2012

ΕΡΓΑΣΙΑ: Η ΤΡΙΤΕΝΕΡΓΕΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 43/2017

Συνταγματικό Δίκαιο Ενότητα 2: Κράτος Δικαίου 2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Π Ε - ΤΕ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Α. Έννοια Β. Πηγές.

Α Π Ο Φ Α Σ Η 174/2012

A8-0469/79. Helmut Scholz, Merja Kyllönen, Jiří Maštálka, Patrick Le Hyaric, Paloma López Bermejo εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL

Α Π Ο Φ Α Σ Η 44/2013

Η ΠΡΟΤΥΠΗ ΔΙΚΗ ΩΣ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣτΕ

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο Αθηνών Σχολή Νοµικών, Οικονοµικών και Πολιτικών Επιστηµών Τµήµα Νοµικής, Τοµέας ηµοσίου

ΚΥΚΛΟΣ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΡΑΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΗ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΠΕ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 89/2012

κτικού μέσου ως αυτοτελής προσβολή ατομικού δικαιώματος

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 110/2011

ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Μ ΑΡΙΑ ΚΟΤΣΙΝΟΝΟΥ 1 Η ΕΡΓΑΣΙΑ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 128/2013

ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΩΝ Η ΑΚΥΡΩΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΤΕ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ. Ιωάννης Ελ. Κοϊμτζόγλου. Δικηγόρος, Δ.Ν.

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ,ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ,ΤΟΜΕΑΣ ΗΜΟΣΙΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/491-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 29/2015

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2656-1/

ΕΡΓΑΣΙΑ: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΣΤΟ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟ ΧΩΡΟ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2011

ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΓ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2014

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Αρχή της ισότητας: ειδικές μορφές

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 115/2011

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΑΤΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ( ΕΞΑΜΗΝΟ) ΙΚΑΙΩΜΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΜΕ ΙΚΗΓΟΡΟ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 20 ΠΑΡ.1 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ Καθηγητής: Κος Ανδρέας ηµητρόπουλος ηµήτρης Ηλιόπουλος Α.Μ. 1340200800509 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή...3 Το δικαίωµα δικαστικής προστασίας...4 Τρόπος άσκησης του δικαιώµατος και συνέπειες...5 Ειδικότερες περιπτώσεις...8 Εφαρµογή του δικαιώµατος στην ποινική δίκη...11 Περίληψη-Συµπέρασµα...15 Νοµολογία...18 Λέξεις κλειδιά...19 Βιβλιογραφία...20 2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το δικαίωµα παράστασης ενώπιον του δικαστηρίου µε πληρεξούσιο δικηγόρο απορρέει από το δικαίωµα στη δίκαιη δίκη, στη δίκη δηλαδή στην οποία τηρούνται όλοι οι διαδικαστικοί κανόνες και όλοι οι κανόνες ουσιαστικής απονοµής της δικαιοσύνης. Το αίτηµα της δίκαιης δίκης είναι πανανθρώπινο, και στον δυτικό πολιτισµό συναντάται, ως παροχή προηγούµενης δυνατότητας ακρόασης, για πρώτη φορά στο βιβλίο της Γενέσεως της Παλαιάς ιαθήκης (στ. 9-24), όπου, µετά τη γεύση από τον Αδάµ και την Εύα του ξύλου της γνώσεως καλού και κακού, Κύριος ο Θεός καλεί τους πρωτοπλάστους να απολογηθούν για την παρακοή τους στην εντολή του Θεού. Και εκάλεσε Κύριος ο Θεός τον Αδάµ και είπεν αυτώ, Αδάµ που εί; (...) ει µη από του ξύλου, ου ενετειλάµην σοι τούτου µόνου µη φαγείν, απ αυτού έφαγες; Και είπεν ο Αδάµ, η γυνή, ην έδωκας µετ εµού, αύτη µοι έδωκεν από του ξύλου, και έφαγον. (...) και εξαπέστειλεν αυτόν Κύριος ο Θεός εκ του παραδείσου. 3

ΤΟ ΙΚΑΙΩΜΑ ΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Η κατοχύρωση του δικαιώµατος δικαστικής προστασίας στο άρθρο 20 παρ.1 του ισχύοντος Συντάγµατος αποτέλεσε µία από τις σηµαντικότερες καινοτοµίες του τελευταίου σε σχέση µε το προϊσχύσαν Σύνταγµα του 1952 και τα παλαιότερα. Αντίστοιχες ρυθµίσεις συναντούµε στα άρθρα 6 και 13 της ΕΣ Α και 14 ΣΑΠ, µε πιο αναλυτική διατύπωση, καθώς και σε αρκετά ευρωπαϊκά Συντάγµατα της µεταπολεµικής περιόδου, όπως στο άρθρο 19 παρ.4 του γερµανικού Θεµελιώδους Νόµου ή στο άρθρο 24 του ιταλικού Συντάγµατος. Το δικαίωµα παράστασης µε δικηγόρο είναι εκδήλωση του γενικότερου δικαιώµατος της παροχής έννοµης προστασίας που έχει κάθε άνθρωπος. Αποτελεί έναν τρόπο άµυνας και υπεράσπισης των συµφερόντων του ατόµου. Απαραίτητη προϋπόθεση για να αµυνθεί, όµως, στην πράξη µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο αποτελεί η συνδροµή δικηγόρου, ο οποίος βάσει της θέσεώς του ως «οργάνου απονοµής δικαιοσύνης» λειτουργεί ως εγγυητής της αποτελεσµατικής υπερασπίσεως του ατόµου ενώπιον του δικαστικού µηχανισµού 1. 1. Dornach Markus, Είναι ο συνήγορος υπεράσπισης βάσει της θέσεώς του ως «οργάνου απονοµής δικαιοσύνης» συνεγγυητής της νοµότυπης ποινικής διαδικασίας;, Ποιν.Χρ.ΜΕ, σελ.118 επ. 4

ΤΡΟΠΟΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ Τα δικαστήρια στα οποία εγγυάται την πρόσβαση το άρθρο 20 παρ.1 Συντ. είναι τα ελληνικά κρατικά δικαστήρια, συγκροτούµενα από δικαστικούς λειτουργούς που απολαµβάνουν των εγγυήσεων των άρθρων 87 επ. Συντ. Η παροχή έννοµης προστασίας από τα δικαστήρια υλοποιείται µε την έκδοση απόφασης υπό τον τύπο και τη διαδικασία του άρθρου 93 παρ.2 και 3 του Συντάγµατος. Στη θεωρία γίνεται διάκριση του δικαιώµατος δικαστικής προστασίας µε τη στενή του όρου έννοια, δηλαδή της κατ αρχήν αξίωσης του ενδιαφεροµένου να απευθυνθεί στον δικαστή και του δικαιώµατος ακροάσεως ενώπιον των δικαστηρίων, δηλαδή του δικαιώµατος εκατέρωθεν ανάπτυξης σχετικών απόψεων επί πραγµατικών ή νοµικών ζητηµάτων 2. Επιπλέον, το δικαίωµα ακροάσεως εµπεριέχει και το δικαίωµα γνώσης των απόψεων και στοιχείων του αντιδίκου, ώστε να υπάρχει ευχέρεια αντίκρουσής τους, όπως επιβάλλεται άλλωστε και από το άρθρο 6 παρ.1 ΕΣ Α. 2. Β.ΣΚΟΥΡΗ. ιοικητικό δικονοµικό δίκαιο, Ι, 1996, 59επ., Κ. ΜΠΕΗ, Άρθρο 20 παρ.1, σε:ερµησ 2003, 60 επ., 82επ. 5

Το δικαίωµα ακρόασης και το δικαίωµα δικαστικής προστασίας stricto sensu είναι απολύτως αλληλένδετα, αφού η δικαστική ακρόαση προϋποθέτει την πρόσβαση στα δικαστήρια, ενώ η τελευταία θα στερούνταν νοήµατος αν δεν συνοδευόταν ακριβώς από την ευχέρεια ανάπτυξης των απόψεων του ενδιαφεροµένου και την αντίστοιχη υποχρέωση του δικαστή να τις ακούσει και να απαντήσει. Η υποχρέωση αυτή εκτείνεται, όπως είναι αυτονόητο, σε όλους τους προβαλλόµενους µε το δικόγραφο πραγµατικούς τουλάχιστον ισχυρισµούς, έστω και αν κάποιοι από αυτούς (ή και όλοι) µπορεί να απορριφθούν ως απαράδεκτοι. Εξυπακούεται ότι το δικαίωµα ακρόασης εµπεριέχει και δικαίωµα κάθε διαδίκου να κληθεί στη συνεδρίαση του δικαστηρίου για την εκδίκαση της υπόθεσής του και µάλιστα να του δοθεί εύλογος χρόνος για να προετοιµασθεί. Για τους παραπάνω λόγους η αποτελεσµατική άσκηση του δικαιώµατος δικαστικής προστασίας δεν είναι δυνατή, αν ο ενδιαφερόµενος δεν µπορεί να χρησιµοποιήσει τις υπηρεσίες νοµικού παραστάτη ικανού να αντιµετωπίσει τις νοµικές πλευρές της υπόθεσης. Συνεπώς δεν είναι συνταγµατικά θεµιτός ο αποκλεισµός της παράστασης του διαδίκου µετά ή διά του πληρεξουσίου του δικηγόρου. εν ισχύει όµως και το αντίστροφο: Εφόσον επιτρέπεται η εκπροσώπηση από δικηγόρο, είναι καταρχήν επιτρεπτός ο αποκλεισµός, µε 6

διατάξεις της δικονοµικής νοµοθεσίας, της αυτοπρόσωπης συµµετοχής του διαδίκου στη διαδικασία, όταν αυτή κρίνεται απρόσφορη για την προάσπιση των δικαιωµάτων και των συµφερόντων του, ενόψει και της φύσης της διαδικασίας 3. Σχετικά, το Συµβούλιο της Επικρατείας εύλογα δέχεται ότι το δικαίωµα υπεράσπισης του πολίτη ενώπιον των δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών (άρθρο 20 Συντ.) περιλαµβάνει και το δικαίωµα να ορίζει δικηγόρο της δικής του επιλογής και άρα η αποχή των δικηγόρων απο τα καθήκοντά τους συνιστά σπουδαίο λόγο αναβολής της δίκης 4. Και αντιθέτως, κρίνεται από τα δικαστήρια ότι η υποχρεωτική παράσταση δικηγόρου όχι µόνο δεν αναιρεί αλλά ούτε περιορίζει την άσκηση δικαιωµάτων δικαστικής προστασίας και ακρόασης- που κατοχυρώνονται στο άρθρο 20 παρ.1 Συντ.- ενόψει του ότι τόσο η προστασία όσο και η ακρόαση πραγµατοποιούνται πιο αποτελεσµατικά από τον συνήγορο του υποκειµένου των δικαιωµάτων αυτών του διαδίκου, αφού ο συνήγορος διαθέτει τις απαραίτητες νοµικές γνώσεις. 3. ΑΠ 898/2002, Ελλ νη 2002, 1642-3 4. ΣτΕ 213/1992, Πρακτ. Ολοµ., ΝοΒ 1992,1096, ΣτΕ 3892/1992, Ελλ νη 1993,686, ΣτΕ 640/1993, ι ικ 7

ΕΙ ΙΚΟΤΕΡΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ Συνεπώς, δεν είναι αντισυνταγµατικές ούτε αντιβαίνουν στο άρθρο 20 παρ.1 Συντ. περί παροχής έννοµης προστασίας οι διατάξεις των άρθρων 94 παρ.1 και 2 Κπολ και 39 παρ.1 εδ. α,β,γ του Κώδικος ικηγόρων που επιβάλλουν υποχρεωτική παράσταση µε δικηγόρο, µε την εξαίρεση των διατάξεων που επιτρέπουν αυτοπρόσωπη παράσταση χωρίς δικηγόρο: στο Ειρηνοδικείο, στα ασφαλιστικά µέτρα και για να αποτραπεί επικείµενος κίνδυνος όσον αφορά την πρώτη διάταξη. Σχετικά µε τη δεύτερη ισχύουν οι ακόλουθες εξαιρέσεις: στις ποινικές υποθέσεις πλην των ενώπιον του Αρείου Πάγου, του Κακουργιοδικείου και του Εφετείου, όταν τούτο δικάζει κακουργήµατα, στις ειρηνοδικειακές διαφορές και ενώπιον κάθε ικαστηρίου ή δικαστικής υπηρεσίας 5. Από την παραδοχή ότι η χρησιµοποίηση των υπηρεσιών δικηγόρου είναι αναγκαία για να καταστεί πραγµατική και αποτελεσµατική η άσκηση του δικαιώµατος του άρθρου 20 παρ.1 Συντ. συνάγεται λογικά και η συνταγµατική επιταγή προς το κράτος για παροχή δωρεάν νοµικής υποστήριξης στους απόρους. 5. ΑΠ 892/2002 Γ Πολιτικό Τµήµα 8

Αυτό θα µπορούσε να επιτευχθεί είτε µε τη δηµιουργία ειδικής δηµόσιας υπηρεσίας είτε µε την κατά περίπτωση ανάθεση του έργου αυτού σε δικηγόρους, οπότε όµως θα έπρεπε να θεσµοποιηθούν οι διαδικασίες επιλογής και αµοιβής τους, ώστε να διασφαλιστεί ότι ο εκάστοτε διοριζόµενος είναι αντικειµενικά κατάλληλος και υποκειµενικά πρόθυµος για την άσκηση του έργου. Η ευχέρεια επιλογής του δικηγόρου ο οποίος θα υπερασπίσει τον πένητα, ανήκει στον πρόεδρο του δικαστηρίου και η αντικατάσταση του δικηγόρου αυτού επιτρέπεται µόνο µε επίκληση από τον πένητα συγκεκριµένων λόγων 6. Ακόµη, η πρόβλεψη του άρθρου 276Κ περί χορήγησης ευεργετήµατος πενίας για την απαλλαγή του διαδίκου µόνο από την προκαταβολή του δικαστικού ενσήµου, αντίκειται στο άρθρο 20 παρ.1 Συντ. κατά το µέρος που δεν περιλαµβάνει στα απαλλασσόµενα από την προκαταβολή έξοδα και το παράβολο της έφεσης 7. Γενικότερα, εφόσον πιθανολογείται η ένδεια εκείνου που άσκησε ένδικο µέσο, χωρεί απαλλαγή του από την υποχρέωση καταβολής παραβόλου ακόµη και αν η χορήγηση του ευεργετήµατος αυτού δεν προβλέπεται µε ρητή διάταξη νόµου 8. 6: ΣτΕ 515/2000, ΤοΣ 2000,589 7: Προϊστάµενος Πρόεδρος ιοικεφπειρ 1/2000, ι ικ 2000,86 8:ΣτΕ 1065/2002, ι ικ 2004,67 9

Σε νοµοθετικό επίπεδο, θετική καταρχήν εξέλιξη αποτελεί η προσθήκη, µε τον ν.2721/1999, του άρθρου 96Α στον Κώδικα Ποινικής ικονοµίας. Αυτό προβλέπει την κατάρτιση ανά τριετία από τους δικηγορικούς συλλόγους πίνακα δικηγόρων που επιθυµούν να διορίζονται συνήγοροι σε ποινικές δίκες (από το δικαστήριο, το συµβούλιο ή τον ανακριτή), εφόσον πιθανολογείται ότι ο κατηγορούµενος δεν έχει οικονοµική δυνατότητα να διορίσει ο ίδιος συνήγορο, αµειβόµενος από το δηµόσιο µε την προβλεπόµενη από τον Κώδικα ικηγόρων κατώτατη αµοιβή. Ωστόσο, οι παραπάνω διατάξεις έχουν περιορισµένο πεδίο εφαρµογής (µόνο στις ποινικές δίκες και µόνο για την υπεράσπιση κατηγορουµένου) και επιπλέον δεν έχουν λειτουργήσει αποτελεσµατικά στην πράξη. Το δικαίωµα παράστασης ενώπιον του δικαστηρίου δια πληρεξουσίου δικηγόρου κατοχυρώνεται ρητά και στην υπό γ αριθµούµενη περίπτωση της παραγράφου 3 του άρθρου 6 ΕΣ Α, γεγονός που αποδεικνύει τη µεγάλη σηµασία που αποδίδεται στο δικαίωµα αυτό σε σχέση µε την έκβαση της διαδικασίας και την αποτελεσµατικότητά της. Για παράδειγµα, στην υπόθεση Van Mechelen και λοιποί κατά Ολλανδίας (απόφαση της 23 ης Απριλίου 1997) το Ευρωπαϊκό ικαστήριο ικαιωµάτων του Ανθρώπου επανέλαβε ότι «οι απαιτήσεις της παρ.3 του άρθρου 6 αντιπροσωπεύουν ιδιαίτερες όψεις του δικαιώµατος για µια δίκαιη δίκη που εγγυάται η παρ.1» 9 9: Ιωάννου Σαρµά, Η νοµολογία του Ευρωπαϊκού ικαστηρίου ικαιωµάτων του Ανθρώπου και της Επιτροπής-Αναλυτική Μελέτη των Μεγάλων Θεµάτων, Εκδ. Αντ.Ν.Σάκκουλα,Αθήνα-Κοµοτηνή 1998, σελ. 277-290. 10

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΙΚΗ Το ποινικό δίκαιο βασίζει το δικαίωµα παράστασης µε συνήγορο στο κατοχυρωµένο στο άρθρο 20 Συντ. δικαίωµα ακρόασης, το οποίο συνίσταται στην ανάπτυξη των απόψεων του κατηγορουµένου ως διαδίκου και στην αντίκρουση της κατηγορίας και κάθε επιβαρυντικού γι αυτόν στοιχείου. εν είναι τυχαίο µάλιστα το επισηµαινόµενο στην επιστήµη ότι το σύνολο των προβλεπόµενων στον ΚΠ δικαιωµάτων των διαδίκων, άρα και του κατηγορουµένου, αποτελούν ειδικότερες εκφάνσεις και εκφράσεις του γενικότερου αυτού συνταγµατικού δικαιώµατος. Η ιδιαίτερη σηµασία της προστασίας που παρέχεται στους διαδίκους µε τη συνταγµατική κατοχύρωση του δικαιώµατος της ακρόασης έγκειται στο ότι το δικαίωµα αυτό εκτείνεται σε όλη την ποινική διαδικασία και εφαρµόζεται ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή µη σχετικών διατάξεων στον ΚΠ. Το βασικό δικαίωµα παράστασης µε συνήγορο αποτελεί στην ποινική δίκη ειδικότερο δικαίωµα του κατηγορουµένου και κατοχυρώνεται σε συγκεκριµένες διατάξεις. Σύµφωνα µε το άρθρο 100 παρ.1 ΚΠ ο κατηγορούµενος διατηρεί το δικαίωµα να παρίσταται µε συνήγορο κατά την απολογία του και σε κάθε εξέτασή του, ακόµα και σε αυτήν που γίνεται κατ αντιπαράσταση µε µάρτυρες ή άλλους κατηγορουµένους. Προφανής σκοπός του δικαιώµατος είναι η εξασφάλιση της 11

αποτελεσµατικής υπεράσπισης του διαδίκου, η οποία προϋποθέτει την κατοχή ειδικών γνώσεων και εµπειριών. Το δικαίωµα παράστασης του κατηγορουµένου µε συνήγορο σε οποιαδήποτε εξέτασή του αποτελεί σαφή έκφανση του δικαιώµατος ακρόασης 10 και ανήκει αναµφίβολα και δικαιολογηµένα στα δικαιώµατα εκείνα που ο κατηγορούµενος δεν επιτρέπεται να στερηθεί σε καµιά περίπτωση. Είναι απόλυτο υπό την έννοια ότι ουδέποτε επιτρέπεται να απαγορευθεί η παράσταση συνηγόρου του κατηγορουµένου, πλην των ειδικώς στον νόµο αναφερόµενων περιπτώσεων λόγω εξαιρετικών επιτακτικών αναγκών δηµοσίου συµφέροντος 11. Γι αυτό η ενδεχόµενη απαγόρευση παράστασης του κατηγορουµένου µε συνήγορο στην απολογία του ή ακόµη και στην κατ αντιπαράσταση µάρτυρα επισύρει την προβλεπόµενη στο άρθρο 171 παρ.1 στοιχ.δ ΚΠ απόλυτη ακυρότητα. Επίσης, το άρθρο 97 παρ.1 ΚΠ κατοχυρώνει το δικαίωµα του κατηγορουµένου να παρίσταται µετά ή διά των συνηγόρων του κατά την ενέργεια κάθε ανακριτικής πράξης. Οι διάδικοι έχουν το δικαίωµα να παρίστανται µε συνήγορο σε κάθε ανακριτική πράξη, µε εξαίρεση την εξέταση των µαρτύρων και των κατηγορουµένων. 10. βλ. Και τη σχετική Παραγγελία ΕισαγγΠρωτΘεσσαλονίκης 1729/1999, Ποιν ικ 1999, 1253 11. Μυλωνάς Ιπποκράτης, Η σηµασία για την ελληνική ποινική δικονοµία της νοµολογίας σχετικά µε το δικαίωµα σε δίκαιη δίκη κατ άρθρο 6 ΕΣ Α, ΠοινΧρ ΜΘ,σελ.789 βλ. Και ΑΠ 854/1993, 954/1993, 1109/1993 και 1110/1993 (σε όλες χρησιµοποιείται η ίδια ακριβώς διατύπωση) 12

Γι αυτόν τον σκοπό προσκαλούνται έγκαιρα οι διάδικοι να παρευρεθούν ή να εκπροσωπηθούν από τους συνηγόρους τους. Ήδη εξαρχής γίνεται ορατό ότι το εν λόγω δικαίωµα υλοποιεί οµοίως-ως συνέχεια του προηγούµενου υπό άρθρο 100 παρ.1-την απαίτηση της αρχής της δικαστικής ακρόασης, ενώ παράλληλα αποτυπώνει µε καθαρότητα τη βασική για την έκταση εφαρµογής του στάθµιση του νοµοθέτη. Τη στάθµιση, δηλαδή, µεταξύ αφενός της αξίωσης ακρόασης, που προϋποθέτει την εσωτερική δηµοσιότητα της ανάκρισης, και αφετέρου της αξίωσης διαλεύκανσης του εγκλήµατος, που προωθείται αποτελεσµατικότερα µε την πλήρη µυστικότητα της ανάκρισης. Έτσι, πιο συγκεκριµένα, η στάθµιση αυτή του νοµοθέτη αποβαίνει στις περιπτώσεις εξέτασης των µαρτύρων και των κατηγορουµένων υπέρ της πλήρους µυστικότητας της ανάκρισης, µε αποτέλεσµα να αποκλείεται κατά την ενέργειά τους η παράσταση οποιουδήποτε διαδίκου. Αντίθετα, στις περιπτώσεις της διενέργειας των λοιπών ανακριτικών πράξεων η στάθµιση αποβαίνει υπέρ της εσωτερικής δηµοσιότητας που επιτρέπει την παράσταση των διαδίκων µετά ή διά των συνηγόρων τους 12. 12. αλακούρας Θεοχ., όπ. π. σελ. 273-279 επίσης Καράµπελα, Η υπεράσπιση στην ποινική δίκη-τόµος, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα- Κοµοτηνή 1997, σελ.533-535 επίσης Καρράς, Ποινικό ικονοµικό ίκαιο, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 1998, σελ.391επ. και 606επ. 13

Τέλος ας αναφερθεί ότι ο κατηγορούµενος δεν δικαιούται να ζητήσει από τον ανακριτή να του διορίσει εξ επαγγέλµατος συνήγορο, δικαιούται όµως, όπως αναφέραµε και παραπάνω, να παραστεί µε συνήγορο της επιλογής του που ο ίδιος θα διορίσει 13. 13. ΓνωµΕισΕφΝ 4816/52, ΠοινΧρ 2, 331 14

ΠΕΡΙΛΗΨΗ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Σε ένα κράτος δικαίου που σέβεται τα ατοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα των πολιτών και που προστατεύει αυτούς τους τελευταίους από τυχόν αυθαιρεσίες, πρέπει να τίθενται µε κρατική πρωτοβουλία οι κατάλληλες προϋποθέσεις, ώστε οι διοικούµενοι να µπορούν να τύχουν δίκαιης και αποτελεσµατικής έννοµης προστασίας. Αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 παρ.1 Συντ. µε το δικαίωµα κάθε πολίτη να ακουστεί στο δικαστήριο και να υπερασπισθεί τα δικαιώµατα και τα συµφέροντά του όταν αυτά θίγονται. Ένας τέτοιος, όµως, στόχος δεν θα µπορούσε να πραγµατοποιηθεί χωρίς την συνδροµή δικηγόρου. Λόγω των ειδικών νοµικών ζητηµάτων που προκύπτουν σε κάθε περίπτωση, αλλά και εξαιτίας των εξειδικευµένων νοµικών γνώσεων που απαιτούνται για την αντιµετώπιση αυτών των ζητηµάτων, η (συµ)παράσταση δικηγόρου κρίνεται ως απαραίτητο βοήθηµα για κάθε διοικούµενο, άσχετο προς τα νοµικά πράγµατα, για να τύχει µιας δίκαιης µεταχείρισης από την αρµόδια αρχή και µιας αποτελεσµατικής υπεράσπισης, προκειµένου να εκθέσει τις απόψεις του για το θέµα που τον αφορά και να προστατεύσει τα δικαιώµατα ή συµφέροντά του. Έτσι, το δικαίωµα παράστασης µε δικηγόρο επιτελεί προστατευτικό και ειρηνευτικό σκοπό και ως εκ τούτου αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση σε κάθε κράτος δικαίου. 15

SUMMARY-CONCLUSION In a state of justice which respects civilians individual and social rights and protects them from possible arbitrariness, must be set with state accord the appropriate qualifications in order the civilians to be given fair and effective legitimate protection. This is established in the article 20 par.1of the Greek Constitution, with every civilian s right to be heard in the court of law and defend its rights and goods when they take offence. A target like this could not come true without a lawyer s assistance. Because of the special legal matters that come from each case, as well as of the specialized legal knowledge demanded for the confrontation of these matters, the presence of a lawyer is seen as a necessary aid for every administrated, not associated with the legal things, in order to be treated fairly by the authority in charge and to be defended effectively, in order to express their opinions on the matter that concerns them and to protect their rights or interests. All in all, the right of presence with advocate fulfills protective and pacifying purpose and so it is a necessary presupposition in every state of justice. 16

ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΑΠ 898/2002 ΣτΕ 213/1992 ΣτΕ 3892/1992 ΣτΕ 640/1993 ΑΠ 892/2002 ΣτΕ 515/2000 ΣτΕ 1065/2002 Πρόεδρος ιοικεφπειρ 1/2000 Παραγγελία ΕισαγγΠρωτΘεσσαλονίκης 1729/1999 ΑΠ 854/1993 ΑΠ 954/1993 ΑΠ 1109/1993 ΑΠ 1110/1993 ΓνωµΕισΕφΝ 4816/52 17

ΛΕΞΕΙΣ ΚΛΕΙ ΙΑ Σύνταγµα ΕΣ Α Έννοµη προστασία ικαίωµα παράστασης µε συνήγορο ικαστική προστασία ίκαιη δίκη Προστατευτικός-ειρηνευτικός σκοπός Αποτελεσµατική υπεράσπιση δικαιωµάτωνσυµφερόντων KEY WORDS Constitution ECHR (European Convention of Human Rights) Legitimate protection Right of presence with advocate Court protection Fair Trial Pacifying-protective purpose Effective defense of rights or benefits 18

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Μπέης Κ., Ερµηνεία του άρθρου 20 παρ.1σ σε Κασιµάτη-Μαυριά, Ερµηνεία του Συντάγµατος ΙΙ,Εκδ. Αντ.Ν.Σάκκουλα,Αθήνα-Κοµοτηνή 1999 σελ.61-92 Π.. αγτόγλου, Συνταγµατικό ίκαιο-ατοµικά ικαιώµατα, τόµος Α, εκδ. Αντ.Ν.Σάκκουλα, Αθήνα- Κοµοτηνή 2005, σελ.420-447, 460-468 Ιωάννου Σαρµά, Η νοµολογία του Ευρωπαϊκού ικαστηρίου ικαιωµάτων του Ανθρώπου και της Επιτροπής, Αναλυτική Μελέτη των Μεγάλων Θεµάτων, εκδ. Αντ.Ν.Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 1998, σελ.277-290 αλακούρας Θεοχάρης, Ποινική ικονοµία, τόµος Α, εκδ. Αντ.Ν.Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 2003. Σελ.272-279 Καράµπελας, Η υπεράσπιση στην ποινική δίκη, τόµος, εκδ. Αντ.Ν.Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 1997, σελ.533-535 19

Καρράς, Ποινικό ικονοµικό ίκαιο, εκδ. Αντ.Ν.Σἀκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 1998, σελ.391επ. και 606επ. Dornach Markus, Είναι ο συνήγορος υπεράσπισης βάσει της θέσεώς του ως «οργάνου απονοµής δικαιοσύνης» συνεγγυητής της νοµότυπης ποινικής διαδικασίας;, ΠοινΧρ. ΜΕ, σελ.118 Μυλωνάς Ιπποκράτης, Η σηµασία για την ελληνική ποινική δικονοµία της νοµολογίας σχετικά µε το δικαίωµα σε δίκαιη δίκη κατ άρθρο 6 ΕΣ Α, ΠοινΧρ ΜΘ, σελ.789 Β.Σκουρή, ιοικητικό δικονοµικό δίκαιο, Ι, 1996, 59επ. 20