Tάση ΕΛΛΑΔΑ 1. Καθορισμός δεικτών και στοιχείων αναφοράς Στόχος«Ευρώπη 2020» / Βασικός στόχος της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» 2010 2013 2010 2013 Κριτήριο αναφοράς 1. Άτομα που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση και την κατάρτιση Στόχος ΕΕ: 10% 13,5% 10,1% 13,9% 12,0% (ηλικίας 18-24 ετών) Εθνικός στόχος: 9,7% 2.Ολοκλήρωση τριτοβάθμιας εκπαίδευσης Στόχος ΕΕ: 40% 28,6% 34,9% 33,6% 36,9% (ηλικίας 30-34 ετών) Εθνικός στόχος: 32% Κριτήρια αναφοράς του ΕΚ 2020 3.Προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα (4-ετών έως την ηλικία έναρξης της υπ οχρεωτικής εκπ αίδευσης) 4. Βασικές δεξιότητες Άτόμα με χαμηλές επ ιδόσεις (ηλικίας15 ετών επ ίπ εδο 1 ή χαμηλότερο βασει της μελέτης PISA) 5. Μαθησιακή κινητικότητα 6. Ποσοστό απασχόλησης νέων αποφοίτων (ηλικίας 20-34 ετών) π ου ολοκλήρωσαν τις σπ ουδές τους 1-3 έτη π ριν απ ό το έτος αναφοράς Ανάγνωση Μαθηματικά Φυσικές επιστήμες Αρχική επαγγελματική κατάρτιση (ΑΕΕΚ) Τριτοβάθμια εκπαίδευση 7.Συμμετοχή των ενηλίκων στη δια βίου μάθηση (ηλικίας 25-64 ετών) α. Σπουδαστές που συμμετέχουν στα προγράμματα Leonardo da Vinci ως ποσοστό σπουδαστών επαγγελματικής κατάρτισης σε επίπεδο 3 ISCED β. Εισερχόμενοι σπουδαστές Erasmus ως ποσοστό % του πληθυσμού των σπουδαστών στην χώρα υποδοχής γ. Εισερχόμενοι σπουδαστές διεθνούς κινητικότητας για την απόκτηση πτυχίου ως ποσοστό % του πληθυσμού σπουδαστών στην χώρα υποδοχής Ελλάδα Μέσος όρος ΕΕ28 68,9% 09 75,2% 12 92,1% 09 93,9% 12 95% 21,3% 09 22,6% 12 19,7% 09 17,8% 12 15% 30,3% 09 35,7% 12 22,3% 09 22,1% 12 15% 25,3% 09 25,5% 12 17,8% 09 16,6% 12 15% 0,9% 1,5% 12 0,6% 0,7% 12-0,4% 12 : - 1,2% 12 : : 12 : 6,0% 6,9% 12 ISCED 3-6 58,6% 40,0% 77,4% 75,5% 82% ISCED 3-4 55,9% 29,7% 72,1% 69,5% ISCED 5-6 60,4% 45,4% 82,7% 80,9% 3,1% 3,0% = 9,1% 10,5% b 15% Άλλοι δείκτες ET 2020 8.Επένδυση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση 9. Εγκάρσιες δεξιότητες α. Δαπάνες του δημοσίου για την παιδεία (% του ΑΕγχΠ ) β. ετήσιες δαπάνες για τα δημόσια και ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα ανά μαθητή/σπουδαστή εκφρασμένες σε πρότυπα αγοραστικής δύναμης (PPS) σε ευρώ Ψηφιακές δεξιότητες Επίλυση προβλημάτων «σε περιβάλλοντα γεμάτα με τεχνολογία» Επιχειρηματικές δεξιότητες 4,0% 4,1% 12 = 5,5% 5,3% 12 11 e 11, e ISCED 1-2 : : : 6.063,74 6.297,16 11 e 11, e ISCED 3-4 : : : 7.022,35 6.650,87 11 e 11, e ISCED 5-6 : : : 9.764,30 9.474,80 α. Μαθητές στην τέταρτη τάξη (1 ISCED ) που χρησιμοποιούν ηλεκτρονικό υπολογιστή στο σχολείο β. Άτομα ηλικίας 16-74 ετών με υψηλές δεξιοτήτες χρήσης υπολογιστή1 : 07 : 11 : 60,7% 07 64,7% 11 13,0% 09 24,0% 12 25,0% 09 26,0% 12 γ. Άτομα με χαμηλές επιδόσεις 12 12, EE17 (χωρίς ή με ανεπ αρκή δεξιότητα χρήσης υπ ολογιστή) 2 : : : : 16,9% δ. Άτομα με υψηλές επιδόσεις (PIAAC επ ίπ εδο 2 και ανώτερο) ε. Άτομα ηλικίας 18-64 ετών που πιστεύουν ότι διαθέτουν τα απαραίτητα προσόντα και γνώσεις να ξεκινήσουν μια επιχείρηση : : 12 12, ΕΕ13 : : 33,2% α, EΕ18 : 46,0% : : 42,3% 10. Βασικές δεξιότητες ενηλίκων 11. Δεξιότητες για τις μελλοντικές ανάγκες της αγοράς εργασίας Προβλεπ όμενη μεταβολή στην απ ασχόληση το 2010-2020 σε % 12. Καθηγητές 13. Επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση Δεξιότητες ξένων γλωσσών Δεξιότητες αριθμητισμού Δεξιότητες αλφαβητισμού στ.σπουδαστές επιπέδου ISCED 2 με γλωσσική επάρκεια επιπέδου B1 ή ανωτέρου στην πρώτη ξένη γλώσσα 3 ζ. Σπουδαστές επιπέδου 2 ISCED που μαθαίνουν δύο ή περισσότερες ξένες γλώσσες Άτομα με χαμηλές επιδόσεις (< PIAAC με γλωσσική επ άρκεια Άτομα με υψηλές επιδόσεις (PIAAC με γλωσσική επ άρκεια επ ιπ έδου 3 and >) Άτομα με χαμηλές επιδόσεις (< PIAAC με γλωσσική επ άρκεια επιπέδου 2) Άτομα με υψηλές επιδόσεις (PIAAC με γλωσσική επ άρκεια επ ιπ έδου3 και >) : 48,0% 11 11, EΕ13 : : 43,5% 97,2% 95,8% 12 60,6% 63,0% 11 : : 12 12, EΕ17 : : 19,9% : : 12 12, EΕ17 : : 43,3% : : 12 12, EΕ17 : : 23,6% : : 12 12, EΕ17 : : 40,9% Υψηλό επίπεδο προσόντων : +13,4% : : +12,4% Μέσο επίπεδο προσόντων : +11,7% : : +2,1% Χαμηλό επίπεδο προσόντων α. Καθηγητές ηλικίας >50 ετών που διδάσκουν σε δημόσια και ιδιωτικά σχολεία σε επίπεδο 2-3 ISCED - ως % του συνόλου των καθηγητών που διδάσκουν σε επίπεδο 2-3 5 ISCED 4 β. Ποσοστό καθηγητών που συμετείχαν σε δραστηριότητες επαγγελματικής εξέλιξης κατά τους προηγούμενους 12 μήνες Ποσοστό σπουδαστών επαγγελματικής κατάρτισης σε επίπεδο3 ISCED : -16,1% : : -13,2% : : 12 : : : 12 : : : : 84,6% EΕ19 30,7% 33,1% 12 50,1% 50,4% 12 Πηγή: Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP): 11/EAC: 5ab/Ευρωπαϊκή έρευνα για τις γλωσσικές γνώσεις (ESLC): 9f/Eurostat (COFOG): 8a/Eurostat (ISS): 9b/Eurostat (LFS): 1, 2, 6, 7/Eurostat (UOE): 3, 5, 8β, 9, 12A, 13/Global entrepreneurship Monitor: 9e/IEA TIMSS: 9a/OECD (PIAAC): Τα 9 cd, 10/OECD (PISA): 4/OECD (TALIS): 12B Σημειώσεις: 07 =2007, 08 =2008, 09 =2009, 10 =2010, 11 =2011, 12 =2012, a= αστάθμιστος μέσος όρος, b= διακοπή, e= εκτίμηση, p= προσωρινό. 1 = που διενήργησε 5-6 ειδικές δραστηριότητες συναφείς με την πληροφορική. Συνιστάται προσοχή κατά την ερμηνεία της διαχρονικής συγκρισιμότητας λόγω των εξελίξεων στην εφαρμογή των θεμάτων σχετικά με τις δεξιότητες χρήσης υπολογιστή, 2 = τα αποτελέσματα καλύπτουν άτομα τα οποία δεν έχουν καμία εμπειρία με υπολογιστές ή απέτυχαν στις εξετάσεις ΤΠΕ, 3 = μέσος όρος των δεξιοτήτων που εξετάζονται στην ανάγνωση, γραφή, προφορική κατανόηση, 4 = σε ορισμένα κράτη μέλη, το ISCED 3 περιλαμβάνει το επίπεδο 4 (CZ, EE, ES, IE, NL, FI, UK), ενώ σε άλλα κράτη μέλη (IT, LU, NL) αναφέρονται μόνο τα στοιχεία των δημοσίων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. 2
Σχήμα Θέση σε σχέση με τις υψηλότερες (εξωτερικός δακτύλιος) και με τις χαμηλότερες επιδόσεις (κέντρο) Πηγή: Υπολογισμοί της ΓΔ Εκπαίδευσης και Πολιτισμού, με βάση τα στοιχεία της Eurostat (UOE LFS 2013 και 2012) και του ΟΟΣΑ (PISA 2012). Σημείωση: όλα τα στοιχεία καθορίζονται μεταξύ μέγιστου (οι υψηλότερες επιδόσεις απεικονίζονται στον εξωτερικό δακτύλιο) και ελάχιστου (οι χαμηλότερες επιδόσεις απεικονίζονται στο κέντρο του σχήματος). 2. Βασικές προκλήσεις Το ελληνικό σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης υφίσταται διάφορες σημαντικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα όσον αφορά την ποιότητα, την αποτελεσματικότητα και την ικανότητά του να εξασφαλίσει την επιτυχή μετάβαση των νέων στην απασχόληση. Όσον αφορά τις βασικές δεξιότητες, τα αποτελέσματα της έρευνας PISA 2012 δείχνουν σημαντική πτώση των επιδόσεων, ιδίως στα μαθηματικά. Η ανεργία των νέων εξακολουθούσε να είναι πάνω από 60 % κατά το πρώτο τρίμηνο του 2014, και ακόμη και οι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δυσκολεύονται να βρουν θέσεις εργασίας. Στο γενικό πλαίσιο της αυστηρής δημοσιονομικής εξυγίανσης, των υψηλών ποσοστών ανεργίας των νέων και του αργού ρυθμού ανάπτυξης, η Ελλάδα πρέπει: να εκσυγχρονίσει την προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα, την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με στόχο την αύξηση της ποιότητας της εκπαίδευσης και για τη μείωση των χαμηλών επιδόσεων να καθιερώσει την υποχρέωση λογοδοσίας σε ολόκληρο τον τομέα της εκπαίδευσης να βελτιώσει την παροχή και την αύξηση της ελκυστικότητας και της χρησιμότητας της αρχικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (ΑΕΕΚ, η οποία περιλαμβάνει και τη μαθητεία) στην αγορά εργασίας και να προσαρμόσει καλύτερα την τριτοβάθμια εκπαίδευση στις μελλοντικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας. Ως χώρα του προγράμματος, η Ελλάδα εφαρμόζει τις διατάξεις του επικαιροποιημένου μνημονίου συμφωνίας (ΜΣ). Αυτό περιλαμβάνει την εφαρμογή συστηματικών μεταρρυθμίσεων σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, ιδίως: την προώθηση του πνεύματος αξιολόγησης σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης τον εκσυγχρονισμό της ΕΕΚ την αναδιοργάνωση του δικτύου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης την καθιέρωση μεγαλύτερης διαφάνειας, οικονομικής και οργανωτικής αυτονομίας σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης. 3
3. Βελτίωση της επάρκειας και της αποτελεσματικότητας των πόρων 3.1 Επένδυση στην εκπαίδευση Ο ελληνικός τομέας εκπαίδευσης και κατάρτισης επηρεάζεται έντονα από τη μείωση των δημοσίων δαπανών, ως αποτέλεσμα της αυστηρής δημοσιονομικής εξυγίανσης που πραγματοποιείται στο πλαίσιο του εν εξελίξει προγράμματος οικονομικής προσαρμογής. Οι δαπάνες γενικής κυβέρνησης για την εκπαίδευση ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ: το 2012 ανήλθε στο 4,1 % σε σύγκριση με τον μέσο όρο του 5,3 % της ΕΕ για το 2012. 1 Ο λόγος των δαπανών προς το ΑΕΠ παρέμεινε σταθερός σε όλη την περίοδο 2008-2012. Όμως, επειδή η σωρευτική μείωση του ΑΕΠ ήταν περίπου 25 % κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου, οι δαπάνες για την εκπαίδευση μειώθηκαν κατά την ίδια αναλογία. Ωστόσο, οι πραγματικές συνολικές δημόσιες δαπάνες (ευρύτερη δημόσια διοίκηση) της Ελλάδας που καταβλήθηκαν έως το τέλος του Σεπτεμβρίου του 2013 εκτιμήθηκε ότι είναι στην πραγματικότητα πολύ λιγότερες (5 524 εκατ. ευρώ ή το 3,02 % του ελληνικού ΑΕΠ) 2. Σύμφωνα με το επικαιροποιημένο μνημόνιο συμφωνίας (ΜΣ) σχετικά με συγκεκριμένες προϋποθέσεις οικονομικής πολιτικής και λαμβανομένης υπόψη της αυστηρής δημοσιονομικής εξυγίανσης, η Ελλάδα αναμένεται να μειώσει ακόμη περισσότερο τις δαπάνες για την εκπαίδευση και την κατάρτιση περίπου κατά 0,1 % του ΑΕΠ ετησίως μεταξύ του 2013 και του 2015 (συνολικά περίπου 0,3 % του ΑΕΠ), γεγονός που σημαίνει ότι η αύξηση της αποδοτικότητας θα είναι καίριας σημασίας. Η ορθολογική οργάνωση του σχολικού δικτύου, η αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά αίθουσα διδασκαλίας και η μείωση των λειτουργικών δαπανών αποτελούν βασικές νέες εξελίξεις στον εν λόγω τομέα. Απαιτούνται περαιτέρω προσπάθειες για τη βελτίωση της ποιότητας της βασικής εκπαίδευσης και τα βασικά μέτρα που περιλαμβάνονται στο ΜΣ πρέπει να εφαρμοστούν πλήρως. Ειδικότερα, οι αρχές θα πρέπει να λάβουν πρόσθετα μέτρα για την εφαρμογή της νέας πολιτικής σχετικά με την αξιολόγηση των σχολείων και του εκπαιδευτικού προσωπικού, και θα πρέπει να εξετάσουν περαιτέρω μέτρα για να αυξηθεί η χρηματοοικονομική και οργανωτική αυτονομία των σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στο μέλλον, σύμφωνα με τις διατάξεις του επικαιροποιημένου μνημονίου συμφωνίας. Οι δαπάνες ανθρώπινων πόρων στον εκπαιδευτικό τομέα μειώθηκαν κατά 24 % το 2012, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. 3 Οι μισθοί των εκπαιδευτικών λειτουργών μειώθηκαν κατά 17 % σε πραγματικούς όρους μεταξύ του 2009 και του 2011. 3.2 Στο επίκεντρο οι εκπαιδευτικοί Το 2009, πριν ληφθούν τα πρόσφατα μέτρα, η Ελλάδα είχε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά των ωρών διδασκαλίας από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ (400 ώρες ανά έτος σε σύγκριση με το μέσο όρο 700 ωρών του ΟΟΣΑ) 4 και πολλές οργανωτικές ακαμψίες παρεμπόδιζαν την ορθολογική κατανομή του προσωπικού. Από το σχολικό έτος 2013, αυξήθηκαν οι εβδομαδιαίες ώρες διδασκαλίας κατά δύο ώρες. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την εδραίωση του σχολικού δικτύου και την αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη, η Ελλάδα έχει πλησιάσει περισσότερο τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Επίσης, η Ελλάδα δημιούργησε μια νέα ηλεκτρονική βάση δεδομένων των σχολείων και πραγματοποίησε νομοθετικές αλλαγές, ώστε να καταστεί δυνατή η υποχρεωτική μετάθεση 1 Στοιχεία COFOG της Eurostat. 2 Εθνικά δελτία για τους προϋπολογισμούς της εκπαίδευσης στην Ευρώπη, 2013 Eurydice Γεγονότα και στοιχεία σχετικά με την εκπαίδευση και την κατάρτιση (σ. 32), http://eacea.ec.europa.eu/education/eurydice/documents/facts_and_figures/national_budgets.pdf, με βάση το ελληνικό Υπουργείο Οικονομικών καταβολή εξόδων κρατικός προϋπολογισμός 2014. 3 Βλέπε δημοσίευση του δικτύου Eurydice «Κρατικές δαπάνες για την εκπαίδευση στην Ευρωπαϊκή Ένωση στην περίοδο της οικονομικής κρίσης (2008-2011)») http://eacea.ec.europa.eu/education/eurydice/focus-on/documents/155en.pdf. 4 Βλέπε τη μελέτη του ΟΟΣΑ και τα στοιχεία του 2009 στη διεύθυνση http://www.oecd.org/education/skills-beyondschool/48631419.pdf. 4
προσωπικού. Το κόστος έχει μειωθεί περαιτέρω με τη μείωση του αριθμού των εκτάκτων καθηγητών σε 2 000 κατά το σχολικό έτος 2013-2014, σε σύγκριση με περίπου 15 000 το 2011-2012. 5 Δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν είχε λάβει μέρος στο ΤΑLIS 2012, είναι δύσκολο να αξιολογηθεί αντικειμενικά η ποιότητα της διδασκαλίας στη χώρα. Τα αποτελέσματα της μελέτης PISA 2012, ωστόσο, ήταν αρκετά απογοητευτικά, και αυτό μπορεί να αποτελεί έμμεση ένδειξη της ποιότητας της διδασκαλίας. Προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα της διδασκαλίας, η Ελλάδα έχει καταβάλει σημαντικές προσπάθειες να εισαχθεί η νοοτροπία αξιολόγησης στα σχολεία. Η απαιτούμενη αξιολόγηση των διευθυντών των σχολείων και των εκπαιδευτικών πραγματοποιείται επί του παρόντος σε όλη τη χώρα. 4. Ενίσχυση της απασχολησιμότητας 4.1 Μάθηση, μαθητεία και επιμόρφωση ενηλίκων στο πλαίσιο της εργασίας Η συμμετοχή στην ΕΕΚT είναι εκ παραδόσεως αρκετά χαμηλή στην Ελλάδα με ποσοστό 33,1 % το 2011 σε σύγκριση με τον μέσο όρο του 50,4 % της ΕΕ. Η απασχολησιμότητα των αποφοίτων σε επίπεδο ISCED 3-4 είναι επίσης χαμηλή, ενώ μόνο το 29,7 % των προσφάτως αποφοίτων είχαν απασχόληση το 2013 σε σύγκριση με τον μέσο όρο του 69,5 % που σημειώθηκε στην ΕΕ. Τα ποσοστά συμμετοχής ενηλίκων στη διά βίου μάθηση εξακολουθούν να είναι πολύ χαμηλά και να μειώνονται επί του παρόντος στα 3,0 % το 2013 σε σύγκριση με τον μέσο όρο του 10,4 % που σημειώθηκε στην ΕΕ. Ο ΟΟΣΑ, με την επικείμενη έρευνας PIAAC θα παρέχει για πρώτη φορά το φθινόπωρο του 2016 άμεσα και αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με το επίπεδο των δεξιοτήτων των ενηλίκων στην Ελλάδα. Ο πρόσφατος νόμος περί δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Νόμος 4186/2013 σχετικά με το «νέο Λύκειο») 6 αποσκοπεί στον εκσυγχρονισμό του σημερινού συστήματος ΕΕΚ και επιδιώκει την στενότερη σύνδεσή του με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Οι ελληνικές αρχές αναμένουν ότι ο νέος νόμος θα παράσχει καλύτερες πρακτικές δεξιότητας για τη βελτίωση της σημασίας της ΕΕΚ και της μετάβασης στην αγορά εργασίας. Το πιο σημαντικό είναι ότι ο νέος νόμος, όπως αυτός του Σεπτεμβρίου 2016, προβλέπει την τοποθέτηση σε θέση μονοετούς μαθητείας όλων των μελλοντικών σπουδαστών ΕΕΚ στην Ελλάδα, που θα πραγματοποιείται κατά το τελευταίο έτος των σπουδών. Η νέα νομοθεσία θα πρέπει να καλύπτει και τις δύο «τυπικές» μορφές ΕΕΚ (τα επαγγελματικά λύκεια που οδηγούν στην αγορά εργασίας και/ή την τριτοβάθμια ΕΕΚ) καθώς και την «μη τυπική» επαγγελματική κατάρτιση (που παρέχει άμεση πρόσβαση στην αγορά εργασίας). Οι θέσεις μαθητείας παρέχονται από τον ελληνικό Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ) στο πλαίσιο του ελληνικού «δυαδικού» συστήματος. Ωστόσο, επί του παρόντος δεν υπάρχει αξιολόγηση των 130 υφιστάμενων επαγγελματικών ειδικοτήτων και της σύνδεσης τους με την αγορά εργασίας. Επιπλέον, θα χρειαστεί σημαντική χρηματοδότηση για να καλυφθεί η αύξηση των νέων μαθητευομένων (οι σημερινές 10 000 θέσεις ενδέχεται να χρειάζεται να αυξηθούν σε 50 000 περίπου, έτσι ώστε να χρειάζονται ενδεχομένως περίπου 40 000 νέες θέσεις μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016). Η εν λόγω επενδυτική προτεραιότητα δεν περιλαμβάνεται στη συμφωνία εταιρικής σχέσης και στα σχέδια επιχειρησιακών προγραμμάτων που καθορίστηκαν από την Ελλάδα κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων σχετικά με τα διαρθρωτικά ταμεία για την περίοδο 2014-20, τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο. Σύμφωνα με τις διατάξεις του μνημονίου συμφωνίας, η ελληνική κυβέρνηση αναμένεται να εγκρίνει ένα λεπτομερές σχέδιο εφαρμογής («χάρτη πορείας της ΕΕΚ») για τον εκσυγχρονισμό και την επέκταση της ΕΕΚ, συμπεριλαμβανομένης και της αύξησης των θέσεων μαθητείας. Το σχέδιο αναμένεται να περιλαμβάνει προτάσεις για τη δημιουργία ενός πλαισίου ποιότητας, ενός μηχανισμού παρακολούθησης για την ανάπτυξη τοπικών συμπράξεων, λεπτομερείς προτάσεις για να εξασφαλιστεί προοδευτικά η στενότερη συμμετοχή των εργοδοτών και η χρηματοδότηση της ΕΕΚ 5 Περισσότερα στη διεύθυνση http://eacea.ec.europa.eu/education/eurydice/documents/facts_and_figures/national_budgets.pdf. 6 http://www.minedu.gov.gr/publications/docs2013/nomosxedio_ypaith.pdf. 5
από τον ιδιωτικό τομέα, σαφείς εκτιμήσεις των δημοσιονομικών δαπανών και προτάσεις για τον εντοπισμό των μελλοντικών αναγκών σε δεξιότητες και για την ανταπόκριση της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης στις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Το σχέδιο υλοποίησης των «Εγγυήσεων για τη Νεολαία» (YGIP) που υπέβαλε η Ελλάδα πραγματεύεται μόνο εν μέρει τη σύσταση του Συμβουλίου του 2013. Καλύπτει σε πολύ περιορισμένο βαθμό την εκπαίδευση αλλά έχει, όμως, υψηλό επίπεδο φιλοδοξίας, διότι στόχος του είναι η πλαισίωση όλων των νέων που βρίσκονται εκτός εκπαίδευσης, απασχόλησης ή κατάρτισης (ΕΑΕΚ, περίπου το 21 % των ατόμων ηλικίας 15-24 ετών). Συνεπώς, η σκοπιμότητά του είναι εξαιρετικά αμφίβολη, ιδίως όσον αφορά τη μελλοντική χρηματοδότηση, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα δικαιούται χρηματοδότηση από την πρωτοβουλία για την απασχόληση των νέων. Τέλος, όσον αφορά την επιμόρφωση των ενηλίκων, ο νόμος αριθ. 3879/2010 7 για τη διά βίου μάθηση προβλέπει, καταρχήν, τη βάση για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή εθνικής ολιστικής στρατηγικής για τη δια βίου μάθηση και τη δημιουργία εθνικού δικτύου για τη διά βίου μάθηση, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών φορέων διά βίου μάθησης και των φορέων παροχής διά βίου μάθησης που λειτουργούν υπό την αιγίδα των διαφόρων υπουργείων. Ωστόσο, λόγω των οργανωτικών και δημοσιονομικών περιορισμών, η Γενική Γραμματεία για τη διά βίου μάθηση θεωρεί ότι η εφαρμογή του νόμου, ακόμη και μέσω του εθνικού σχεδίου δράσης για την επιμόρφωση των ενηλίκων. 8 είναι προβληματική. 9 4.2 Εκσυγχρονισμός και διεθνοποίηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης Tο ποσοστό ολοκλήρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν 34,9 % το 2013. Έχει υπερβεί τον εθνικό στόχο του 32 % που ορίστηκε για το 2020 και πλησιάζει στον μέσο όρο του 36,9 % της ΕΕ. Το ποσοστό ολοκλήρωσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης παραμένει πολύ χαμηλό για αυτούς που γεννήθηκαν εκτός Ελλάδας, σε μόλις 10,3 % το 2012. Το 2013, το ποσοστό απασχόλησης για πρόσφατα αποφοίτους του επιπέδου ISCED 3-6 ήταν 40 %, σε σύγκριση με τον μέσο όρο του 75,4 % της ΕΕ. Υπάρχουν σημαντικές περιφερειακές διαφορές στα ποσοστά αποφοίτησης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το 2013, μόνον 3 από τις 13 περιφέρειες Aττική (44 %), Κεντρική Μακεδονία (37,4 %) και Ήπειρος (33,5 %) είχαν υψηλότερα ποσοστά από το ποσοστό του εθνικού στόχου της Ευρώπης 2020 (32 %). Οι υπόλοιπες είχαν πολύ χαμηλότερα ποσοστά αποφοίτησης. Κατά την περίοδο 2012-13, 10 από τις 13 περιφέρειες σημείωσαν αύξηση στο ποσοστό των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (το υψηλότερο ήταν στη Θεσσαλία με αύξηση κατά 22,7 %), ενώ τρεις άλλες περιφέρειες σημείωσαν μείωση στο ποσοστό αυτό (στο Νότιο Αιγαίο μειώθηκε κατά 9,3 %, στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη μειώθηκε κατά 0,9 % και στην Κρήτη μειώθηκε κατά 0,4 %). Η Ελληνική Κυβέρνηση έχει εκτελέσει πρόσφατα σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην οργάνωση και στις δομές διακυβέρνησης στον τομέα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Επίσης, ενοποίησε το δίκτυο των ανωτάτων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ) και των τμημάτων τους (το έργο «Αθηνά»). 10 Η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει τον πρώτο κύκλο της εξυγίανσης των ανωτάτων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΑΕΙ) και των τμημάτων τους για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του συστήματος και την εξάλειψη επικαλύψεων. Σύμφωνα με τις ελληνικές αρχές, η μεταρρύθμιση δεν είχε σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στη νέα εισαγωγή φοιτητών κατά την περίοδο 2013-14, καθώς ο αριθμός των πρόσφατα εγγεγραμμένων φοιτητών μειώθηκε ελαφρά (κατά 1,4 %) σε σύγκριση με την περίοδο 2012-13. Κάθε περαιτέρω εξυγίανση του δικτύου των ΑΕΙ θα επωφεληθεί από μια εξωτερική εκ των προτέρων αξιολόγηση. Μια συνολική εκτίμηση των επιπτώσεων είναι 7 http://www.lifelonglearning.gr/images/nomothesia/nomoi/law-3879-lifelonglearning.pdf. 8 http://emsaal.itcilo.org/virtual-library/greece/virtual-library/adult-learning/adult%20learning%20action%20plan%20- %20Greece.pdf/view. 9 http://www.lifelonglearning.gr/images/ekthesi/2-fyllo 2013 %201.pdf. 10 Στο πλαίσιο του προγράμματος «Αθηνά» 4 πανεπιστήμια έκλεισαν τις θύρες τους (το Πανεπιστήμιο της Κεντρικής Ελλάδας, το Πανεπιστήμιο της Δυτικής Ελλάδας, το Διεθνές Ελληνικό Πανεπιστήμιο και το Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας), καθώς και ένας μεγάλος αριθμός τμημάτων σε πανεπιστήμια και τεχνολογικά ιδρύματα που δεν διέθεταν 6
πλέον αναγκαία για την εξέταση των δημοσιονομικών συνεπειών, των ποσοστών συμμετοχής και της μελλοντικής αποφοίτησης, της καταλληλότητας της κατανομής προσωπικού, των δραστηριοτήτων Ε & Α και της ποιότητας της εκπαίδευσης. Εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις των νόμων 4009/2011 και 4076/2012 για τον εκσυγχρονισμό της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, την οργάνωση και τη διαχείρισή της. Ειδικότερα, μια εξωτερική αξιολόγηση των πανεπιστημίων διεξάγεται από την ελληνική αρχή διασφάλισης της ποιότητας, και εκπονούνται νέα οργανογράμματα και εσωτερικοί κανονισμοί των ΑΕΙ. Τα εν λόγω μέτρα αναμένεται να ορίσουν νέους τρόπους εργασίας και να ενισχύσουν την αυτονομία των πανεπιστημίων. Αναμένεται να επιτευχθεί μεγαλύτερη διαφάνεια στη διακυβέρνηση των ΑΕΙ, επειδή θα είναι προσβάσιμη στο ευρύ κοινό. 4.3 Εγκάρσιες ικανότητες, καταλληλότητα δεξιοτήτων, μαθησιακή κινητικότητα, νέες μέθοδοι διδασκαλίας και νέες τεχνολογίες Το 2012, το 24 % των ατόμων ηλικίας 16-74 είχαν δεξιότητες πληροφορικής υψηλού επιπέδου σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που ανέρχεται στο 26 %. Το 42,3 % των ανθρώπων ηλικίας 18-64 πιστεύουν ότι έχουν τις απαιτούμενες δεξιότητες και γνώσεις επιχειρηματικότητας ώστε να αρχίσουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που ανέρχεται στο 46 %. Η μαθησιακή κινητικότητα εκτός χώρας εξακολουθεί να είναι χαμηλή, εκτός από αυτή για την αρχική επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση (ivet), η οποία κάλυψε το 2,1 % των φοιτητών ivet το 2011 σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που ανήλθε στο 0,7 %. Τέλος, το 2011, το 48 % των φοιτητών στο επίπεδο ISCED 2 ήταν σε επίπεδο επάρκειας Β 1 ή ανώτερο στην πρώτη τους ξένη γλώσσα, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που ανέρχεται στο 43,5 %. Το 2010, στο «ψηφιακό σχολείο» δρομολογήθηκε ένα σχέδιο δράσης. Αυτό ήταν ένα από τα κύρια έργα που περιλαμβάνονται στην πρωτοβουλία «νέο σχολείο». Κύριος στόχος της εν λόγω πρωτοβουλίας ήταν η προώθηση της ενσωμάτωσης της τεχνολογίας της πληροφορίας και των επικοινωνιών στα προγράμματα σπουδών και στις μεθόδους διδασκαλίας. Τον Μάρτιο του 2014, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε χρηματοδότηση ύψους 147 εκατ. ευρώ για το έργο αυτό, το οποίο προβλέπει την προμήθεια και τη χρήση διαδραστικού εξοπλισμού και την ανάπτυξη του προγράμματος «e-content» στα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε όλη την Ελλάδα. Ο στόχος του συγχρηματοδοτούμενου έργου είναι η εισαγωγή της τεχνολογίας της πληροφορίας και των επικοινωνιών στις αίθουσες διδασκαλίας και η διασφάλιση τη χρήση τους από σπουδαστές και καθηγητές. Τέλος, για να αυξηθεί η διαφάνεια του εκπαιδευτικού συστήματος, η Ελλάδα αναμένεται να ολοκληρώσει το εθνικό πλαίσιο επαγγελματικών προσόντων και να το εντάξει στο ευρωπαϊκό πλαίσιο επαγγελματικών προσόντων, πιθανότατα εντός του Μαρτίου 2015. 5. Αντιμετώπιση των ανισοτήτων 5.1 Για ένα γερό ξεκίνημα: βελτίωση της προσχολικής εκπαίδευσης και φροντίδας και αντιμετώπιση της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου Η Ελλάδα έχει καλύτερες επιδόσεις από τον μέσο όρο της ΕΕ όσον αφορά την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου (με ποσοστό 10,1 % των μαθητών που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολεία στην Ελλάδα, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ που ανήλθε στο 11,9 %, το 2013). Το ποσοστό πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου μειώθηκε από 11,3 % που ήταν το 2012. Συνεπώς, η επίτευξη του εθνικού στόχου του 9,7 % φαίνεται να είναι εφικτή. Ωστόσο, ο εθνικός μέσος όρος κρύβει σημαντική διακύμανση μεταξύ των διαφόρων γεωγραφικών περιοχών, τύπων σχολείων και κοινωνικών ομάδων. Για παράδειγμα, η ομάδα των ατόμων που γεννήθηκαν στο εξωτερικό υστερεί σε μεγάλο βαθμό, με ποσοστό πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου στο 42 % το 2012, σε σύγκριση με το 8,3 % των φοιτητών που γεννήθηκαν στην Ελλάδα. επαρκή αριθμό σπουδαστών. Συνολικά, το «Αθηνά» μείωσε τον αριθμό των τμημάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από 7
Όσον αφορά τις περιφερειακές διαφορές, το 2013, έως και πέντε από τις δεκατρείς Ελληνικές Περιφέρειες (που αντιστοιχούν στο 68,5 % του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας) είχαν ήδη επιτύχει τον εθνικό στόχο της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», ενώ μία περιφέρεια πλησιάζει στον στόχο αυτόν. Οι υπόλοιπες επτά περιφέρειες (που αντιστοιχούν στο 28,4 % του συνολικού πληθυσμού), που συνίστανται κυρίως από αγροτικές περιοχές και νησιά παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά ατόμων που εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο. Κατά τη διάρκεια της περιόδου 2012-13, σε δέκα από τις δεκατρείς περιφέρειες σημειώθηκε μείωση των ποσοστών πρόωρης εγκατάλειψης της σχολικής φοίτησης (το υψηλότερο στη Θεσσαλία, με μείωση κατά 34,2 %), αλλά σε τρεις περιφέρειες σημειώθηκε αύξηση των ποσοστών πρόωρης εγκατάλειψης της σχολικής φοίτησης (στο Νότιο Αιγαίο αυξήθηκε κατά 29,9 %, στην Κεντρική Ελλάδα αυξήθηκε κατά 7,1 % και στην Κεντρική Μακεδονία αυξήθηκε κατά 6,4 %). Σε αντίθεση με τις θετικές σε γενικές γραμμές εξελίξεις όσον αφορά την πρόωρη εγκατάλειψη της σχολικής φοίτησης, η συμμετοχή στην προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα εξακολουθεί να είναι προβληματική με ποσοστό 75,2 %, το οποίο είναι πολύ χαμηλότερο από τον μέσο όρο του 93,9 % που σημειώθηκε στην ΕΕ το 2012 11. Αυτό, ωστόσο, αποτελεί βασικό παράγοντα για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων στον τομέα της εκπαίδευσης. Η Ελλάδα δεν διαθέτει αποκλειστική εθνική στρατηγική για την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου. Ωστόσο, από τα τέλη του 2009, οι σχολικές μεταρρυθμίσεις (η πρωτοβουλία «νέο σχολείο») είχαν στόχο να βελτιώσουν την υποχρεωτική εκπαίδευση και να αντιμετωπίσουν τις χαμηλές επιδόσεις. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές διαρθρώθηκαν γύρω από 20 ευρείς στόχους, δίνοντας έμφαση στις ξένες γλώσσες, στην αναθεώρηση των σχολικών προγραμμάτων, στην ολοήμερη παροχή μαθημάτων, στην κουλτούρα αξιολόγησης, στην κατάρτιση των εκπαιδευτικών, στη μεταρρύθμιση των παροχών για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, σε ένα πιλοτικό πρόγραμμα για τις ζώνες εκπαιδευτικής προτεραιότητας και στο θεμελιώδες πρόγραμμα για το «ψηφιακό σχολείο». Η ενσωμάτωση του πιλοτικού προγράμματος για την προσχολική εκπαίδευση στο ολιστικό πλαίσιο των ζωνών εκπαιδευτικής προτεραιότητας αποτελεί ένα βήμα προς τα εμπρός. Η επιτυχία του εξαρτάται από τις μελλοντικές δυνατότητες συγχρηματοδότησης από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ για την περίοδο 2014-20. 5.2 Bασικές δεξιότητες των φοιτητών Οι βασικές δεξιότητες των ελλήνων ηλικίας 15 ετών (βασικές δεξιότητες στην ανάγνωση και γραφή, στην αριθμητική και στις θετικές επιστήμες) παραμένει προβληματική, όπως φαίνεται από την έρευνα PISA του ΟΟΣΑ του 2012. 12 Το ποσοστό των ατόμων με χαμηλές επιδόσεις και στους τρεις τομείς είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, καθώς και σημαντικά υψηλότερο στην ανάγνωση (22,6 %). Υφίσταται ελαφρά τάση επιδείνωσης των επιδόσεων και στους τρεις τομείς σε σύγκριση με το 2009. Αυτό είναι ιδιαίτερα αισθητό στα μαθηματικά, με το 35,7 % των 15χρονων μαθητών ταξινομούνται στους μαθητές με χαμηλές επιδόσεις. Η ανισότητα μεταξύ των φύλων στην Ελλάδα είναι μεγαλύτερη από αυτή που επικρατεί κατά μέσο όρο στην ΕΕ. Τα κορίτσια υπερτερούν των αγοριών στην ανάγνωση και στις θετικές επιστήμες, αλλά η διαφορά μειώθηκε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Η διαφορά στους βαθμούς στα μαθηματικά μεταξύ των πλεονεκτούντων και των μειονεκτούντων σπουδαστών ισούται περίπου σε τρία έτη σχολικής εκπαίδευσης. Από την έρευνα PISA 2003 και μετά, έχει μειωθεί ελαφρώς η διαφορά των φύλων που οφείλεται σε κοινωνικοοικονομικούς λόγους. Ωστόσο, υπάρχει μεγάλη ανισότητα μεταξύ των μαθητών που γεννήθηκαν και εκείνων που δεν γεννήθηκαν στην Ελλάδα (περίπου το 30 % των μαθητών στην πρώτη ομάδα ταξινομούνται ως άτομα με χαμηλές επιδόσεις, ενώ πάνω από το 55 % των μαθητών στην δεύτερη ομάδα έχουν ταξινομηθεί παρομοίως). Η ανισότητα είναι μεγάλη για τους μετανάστες πρώτης γενιάς και εξακολουθεί να είναι έτσι και για τα παιδιά τους. Οι επιδόσεις περίπου 520 σε περίπου 350. 11 Πράγματι, τα παιδιά ηλικίας μεταξύ 4 και 5 ετών μπορούν να παραστούν είτε σε νηπιαγωγείο ή σε βρεφονηπιακό σταθμό. Ωστόσο, δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς. 12 Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε τον κάτωθι ιστότοπο http://www.oecd.org/pisa/keyfindings/pisa-2012- results.htm and http://ec.europa.eu/education/policy/strategic-framework/doc/pisa2012_en.pdf 8
των μαθητών από οικογένειες μεταναστών, συνεπώς, δεν βελτιώθηκαν σημαντικά μεταξύ των γενεών. Το πιλοτικό πρόγραμμα για τις ζώνες εκπαιδευτικής προτεραιότητας αποσκοπεί στη μείωση των ανεπαρκών επιδόσεων σε βασικές δεξιότητες μέσω της διδασκαλίας και τη λήψη μέτρων «θετικής διάκρισης». Οι αρχές θα πρέπει, όπως προβλέπεται στο Μνημόνιο Συμφωνίας, να ληφθούν πρόσθετα μέτρα για την εφαρμογή της νέας πολιτικής για την αξιολόγηση των σχολείων και το εκπαιδευτικό προσωπικό. 9