ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΦΩΤΟΒΟΛΤΑΪΚΑ ΠΑΡΚΑ ΕΚ ΗΛΩΣΗ ΕΒΕΑ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗΣ (18 Απριλίου 2007 στο ΕΒΕΑ) Εισήγηση Νικ.Παπαφιλίππου µε θέµα: Αύξηση της απόδοσης και µείωση της ρύπανσης στις λιγνιτικές Μονάδες Είναι γνωστό ότι η ανταγωνιστικότητα της οικονοµίας επηρεάζεται πολύ από την επικρατούσα κατάσταση στην εξασφάλιση της παροχής Ηλεκτρικής Ενέργειας. Η ανησυχία για µεγάλη πίεση της οικονοµίας από υψηλό κόστος Ηλεκτρικής Ενέργειας, από υψηλές δαπάνες εισαγωγών ακόµη και από ανασφάλεια στην παροχή Ενέργειας, αντιµετωπίζεται µε την διαφοροποίηση στα καύσιµα και την εξοικονόµηση ενέργειας. Αυτοί οι στόχοι επιτυγχάνονται κυρίως µε: ενισχυµένη συµµετοχή στο ενεργειακό ισοζύγιο, εγχώριων πηγών ενέργειας, που εξασφαλίζουν σταθερότητα τιµών αλλά και ασφάλεια στην τροφοδοσία. εντατικά προγράµµατα ανάπτυξης τεχνικών ορθολογικής χρησιµοποίησης της ενέργειας µε µικρότερες απώλειες µεταφοράς στην ηλεκτρική της µορφή. χρησιµοποίηση ανανεώσιµων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ). Η χώρα µας ακολουθώντας την προαναφερόµενη πολιτική κατάφερε: να µειώσει δραστικά τη συµµετοχή του πετρελαίου από το 44% περίπου το 1973 στο 5,5% το 2005 (στο διασυνδεδεµένο σύστηµα). να αυξήσει τη συµµετοχή του λιγνίτη από το 35% το 1973 στο 73,6% το 2005. να θεσπίσει τις προϋποθέσεις και τους απαραίτητους κανόνες (1996) για να αρχίσει έστω και καθυστερηµένα µια σταδιακή και δυναµικά ανερχόµενη είσοδος στις Ανανεώσιµες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ). Η διασφάλιση της συµµετοχής του λιγνίτη στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατά τις επόµενες 10ετίες που τα καύσιµα θα διαφοροποιηθούν ακόµη περισσότερο, µε την αυξανόµενη εισαγωγή Φ.Α. και την περαιτέρω βελτίωση των αποδόσεών του, απαιτεί τον εκσυγχρονισµό της παραγωγικής διαδικασίας ως προς την οικονοµικότητα (ανταγωνιστικές τιµές) και κυρίως την φιλικότητα προς το περιβάλλον.
2 Τα απολήψιµα και εκµεταλλεύσιµα αποθέµατα εγχώριου λιγνίτη επαρκούν για 40 και πλέον χρόνια. Αυτά βέβαια αποτελούν εθνικό κεφάλαιο και συνεπώς πρέπει να γίνει η ορθολογικότερη δυνατή αξιοποίησή τους για το καλό τόσο των σηµερινών όσο και των εποµένων γενεών. Για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να ληφθούν υπόψη: Η σύγχρονη τεχνολογία για τον περιορισµό της ρύπανσης και την αύξηση της απόδοσης. Η επικινδυνότητα από τους ρύπους. Η αναβάθµιση των Μονάδων µε σχετικά µεγάλη υπολειπόµενη διάρκεια ζωής. Η κατασκευή νέων σύγχρονων Μονάδων µε αυξηµένη απόδοση και λιγότερη ρύπανση. εν υπάρχει αµφιβολία ότι η χρησιµοποίηση του λιγνίτη στηρίζει την οικονοµία µας και δίνει γενικότερη βιώσιµη ανάπτυξη, δηµιουργεί όµως και προβλήµατα στο περιβάλλον. Τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήµατα του λιγνίτη είναι ιδιαίτερα εµφανή και κατανοητά κατά τις περιόδους πετρελαϊκών κρίσεων µια που και οι τιµές του Φ.Α. σχετίζονται και ακολουθούν την πορεία του αργού πετρελαίου. Με τα σηµερινά δεδοµένα ο λιγνίτης όταν καίγεται σε παλαιές Μονάδες χαµηλού βαθµού απόδοσης (33%) ακόµη και µε οικονοµική επιβάρυνση λόγω εκποµπών CO2 ( δεν υπάρχει σήµερα )είναι πλήρως ανταγωνιστικός µε τις επικρατούσες τιµές Φ.Α. Για τα θέµατα ρύπανσης και προστασίας περιβάλλοντος άρχισαν να θεσπίζονται µέτρα, σε παγκόσµιο θα έλεγα επίπεδο, και ταυτόχρονα ξεκίνησε η ανάπτυξη της αντιρρυπαντικής τεχνολογίας, στις αρχές της 10ετίας του 70. Η τεχνολογία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη µε ουσιαστικές βελτιώσεις στην προστασία του περιβάλλοντος έκανε άλµατα από το 1990 µέχρι σήµερα. Στις Μονάδες που κατασκευάστηκαν µε την προγενέστερη τεχνολογία έγιναν βελτιωτικές µόνο παρεµβάσεις τόσο στα συστήµατα καύσεως (καυστήρες,µύλοι κ.ά ) για την βελτίωση της απόδοσης όσο και στα ηλεκτροστατικά φίλτρα για µείωση της ρύπανσης από αιωρούµενα σωµατίδια. Οι παρεµβάσεις αυτές βελτίωσαν βέβαια την κατάσταση αλλά δεν απελευθέρωσαν τις Μονάδες από τα κατά καιρούς προβλήµατα. Βασικό αίτιο των προβληµάτων είναι η ποιότητα του λιγνίτη από την οποία εξαρτάται: Η αδυναµία αύξησης της ισχύος των µονάδων πάνω από το 80-85% ( από κακή ποιότητα).
3 Η πτώση του βαθµού απόδοσης. Η υπέρβαση των ορίων στους ρύπους. Το πρόβληµα αυτό άρχισε µε τις πρώτες πετρελαϊκές κρίσεις του παρελθόντος µια που η αύξηση της τιµής του αργού πετρελαίου ανέδειξε ως ανταγωνιστικό καύσιµο και ποιότητες λιγνίτη που πριν δεν ήταν εκµεταλλεύσιµες. Έτσι οδηγήθηκαν τα λιγνιτωρυχεία σε περιφερειακές διευρύνσεις των κοιτασµάτων όπου οι σχέσεις λιγνίτη προς αδρανή υλικά είναι δυσµενείς αλλά και σε µείωση της επιλεκτικής εξόρυξης(εκλεκτικής εξόρυξης κατά τους λιγνιτωρύχους) µε συνέπεια οι Σταθµοί να µην τροφοδοτούνται συνεχώς µε τον συµβατικό λιγνίτη για τον οποίο κατασκευάστηκαν. Πέραν αυτό όταν τα λιγνιτωρυχεία βρίσκονται σε δυσµενείς περιοχές, παρατηρείται σηµαντική µείωση της παραγωγής λιγνίτη που αν δεν αντιµετωπιστεί έγκαιρα καταλήγει σε µείωση παραγωγής των Σταθµών. Η ανάγκη λοιπόν για έγκαιρες αποκαλύψεις και δηµιουργία αποθεµάτων λιγνίτη ελεγχόµενης ποιότητας είναι υπαρκτή και πρέπει το ταχύτερο να αντιµετωπιστεί για να απαλλαχτούν οι Σταθµοί από τα προβλήµατα κακής ποιότητας και µειωµένης τροφοδοσίας λιγνίτη. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται ευχερέστερη και όχι πιεστική λειτουργία των ορυχείων. Η αντίληψη για συνεχή συµπίεση του κόστους λιγνίτη και γενικότερα των δαπανών λειτουργίας και εξοπλισµού αποτελεί ρίσκο που µπορεί να επιφέρει αντίθετο από το ζητούµενο αποτέλεσµα. Μέχρι σήµερα τα πιο πάνω προβλήµατα αντιµετωπίζονται από τους Σταθµούς µε µερική υποστηρικτική χρήση πετρελαίου και µε αναµείξεις µε καλύτερης ποιότητας στερεά καύσιµα όπως o λιθάνθρακας και oι ξυλίτες. Πέραν αυτών, στους Σταθµούς γίνονται σοβαρές προσπάθειες για βελτιώσεις του βαθµού απόδοσης των Μονάδων µε επεµβάσεις : Στους στροβίλους (Ρωσικής κατασκευής ) όπου υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης του βαθµού απόδοσης µε εφαρµογή σύγχρονης τεχνολογίας. Στον περιορισµό του παρασιτικού αέρα στους λέβητες. Στους πύργους ψύξεως για αύξηση της απόδοσης. Στην µείωση θερµοκρασίας καυσαερίων προς τις καµινάδες µε απολαβή θερµότητας για την προθέρµανση νερού. Με τις ποιότητες λιγνίτη που καίνε οι Μονάδες, η θερµοκρασία των καυσαερίων στην έξοδο προς την καµινάδα είναι υψηλή ( 180 ο C και πλέον ).
4 Από τις επεµβάσεις αυτές προκύπτει πράγµατι ότι επιτυγχάνονται βελτιώσεις που αυξάνουν την απόδοση των Σταθµών και µειώνουν την ρύπανση. Πρόσφατα ακούσαµε και διαβάσαµε τις δηλώσεις του Επιτρόπου της Ε.Ε. κ. Σταύρου ήµα,αρµόδιου για το περιβάλλον, ότι στην Ελλάδα ο λιγνίτης ιδιαίτερα ενοχοποιείται για το φαινόµενο του θερµοκηπίου. Η αλήθεια είναι ότι ο λιγνίτης επηρεάζει περισσότερο σε σχέση µε τα άλλα καύσιµα όχι όµως ότι τα άλλα καύσιµα είναι αθώα. Οι Σύγχρονες Λιγνιτικές Μονάδες µε βαθµό απόδοσης 45% εκπέµπουν 0,79kg CO2 ανά παραγόµενη KWh ενώ αντίστοιχες Μονάδες Πετρελαίου εκπέµπουν 0,75kg CO2 και οι µονάδες Φ.Α. 0,43kg CO2.Oι παλαιότερες βέβαια Λιγνιτικές Μονάδες µε βαθµό απόδοσης 33% εκπέµπουν 1,33kg CO2 ανά παραχόµενη KWh. Από την άλλη όµως πλευρά, στα πλαίσια του ανταγωνισµού, η λιγνιτική ηλεκτρική ενέργεια όχι µόνο υπερέχει ως προς το χαµηλό κόστος αλλά στηρίζει ουσιαστικά την οικονοµία µας.h λιγνιτική KWh µε επιβάρυνση του κόστους CO2 κοστίζει 0,035 ή 11,93δρχ.ενώ η αντίστοιχη KWh από Φ.Α. 0,048 ή 16,36δρχ. Η χώρα µας δεν θα µπορέσει να προχωρήσει ανταγωνιστικά χωρίς την χρήση του λιγνίτη. Τον λιγνίτη λοιπόν πρέπει να τον προσέξουµε ιδιαίτερα και να τον στηρίξουµε. Η αντίληψη να πάρουµε όσα µπορούµε από τον λιγνίτη και να τον εγκαταλείψουµε είναι λάθος και θα µας κοστίσει πολλά. Τι πρέπει να γίνει? Να λυθεί το πρόβληµα της ποιότητας λιγνίτη µε αναµείξεις οµογενοποιήσεις ή άλλους τρόπους συνεργαζόµενοι εν ανάγκη µε τεχνικούς που διαθέτουν εµπειρίες (από την Ελλάδα και το εξωτερικό). Να γίνουν γρήγορα σύγχρονες λιγνιτικές Μονάδες και να σταµατήσουν οι παλαιές (58 και 62) Η µέχρι τώρα τακτική αποφεύγοντας την κατασκευή νέων λιγνιτικών Μονάδων και εξαντλώντας κάθε δυνατότητα των υφισταµένων παλαιών και νεότερων αποδεικνύεται λανθασµένη. Οι αποφάσεις βέβαια πρέπει να λαµβάνονται έγκαιρα γιατί µια λιγνιτική Μονάδα απαιτεί χρόνο κατασκευής και προετοιµασίας του αντίστοιχου ορυχείου, περίπου 5 ετών. Να µελετηθούν (συνεργαζόµενοι µε τους κατασκευαστές) δυνατότητες ολοκληρωµένης αναβάθµισης των λιγνιτικών Μονάδων που έχουν διάρκεια ζωής από 12 ετών και άνω. Να ενισχυθεί το παραγωγικό µας σύστηµα µε περισσότερη ενέργεια από ανανεώσιµες πηγές (ΑΠΕ). Να εξεταστεί σε βάθος, µε ανάθεση ειδικής µελέτης, το θέµα αναβάθµισης των Μονάδων ( Repowering ) χρησιµοποιώντας µικρές σχετικά ποσότητες Φ.Α. σε συνδυασµένο κύκλο, µε πρόταξη αεροστροβίλων. Από πρόσφατη ενηµέρωση που έχουµε από τον Γενικό
5 Γραµµατέα του Υπουργείου Ανάπτυξης κ.στεφάνου αλλά και από τον Πρόεδρο και /ντα Σύµβουλο της ΕΠΑ κ.παπαγεωργίου, η υτική Μακεδονία θα τροφοδοτηθεί µε Φ.Α. από το δίκτυο Τουρκίας- Ελλάδος- Ιταλίας που βρίσκεται σε κατασκευή και θα ολοκληρωθεί το 2012. Αν προηγηθεί η κατασκευή του τµήµατος Θες/νίκης- Κοζάνης θα έρθει Φ.Α. στις Μονάδες της ΕΗ πολύ γρηγορότερα. Ο αείµνηστος καθηγ. Κώστας Λέφας στα σχετικά του άρθρου αναφέρεται σε Μονάδα που υπάρχει στον Gernsteinwerk Werne στην Γερµανία. Άλλοι καθηγητές όπως ο κος Ξανθόπουλος Θ. και ο κος Γκρος Γ. αλλά και πολλά στελέχη της ΕΗ αναφέρθηκαν και δηµοσίευσαν άρθρα προτείνοντας αυτή τη λύση. Πολύ σηµαντική δουλειά έκανε και η οµάδα εργασίας του ΤΕΕ παράρτηµα υτικής Μακεδονίας, αποτελούµενη από έµπειρα στελέχη της ΕΗ που επί χρόνια εργάζονται στις Λιγνιτικές Μονάδες. Σηµειώνεται ότι η οικονοµικότητα των λιγνιτικών Μονάδων σε σχέση µε Μονάδες Φ.Α.συνδυασµένου κύκλου ενισχύεται σηµαντικά µε την πρόταξη αεροστροβίλων (αύξηση βαθµού απόδοσης κατά 4% περίπου και µείωση της ρύπανσης κατά 12%) Θέλω να επισηµάνω ακόµη ότι η εξορυκτική δραστηριότητα του λιγνίτη και η αντίστοιχη παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας που στηρίζει επί πολλά χρόνια την οικονοµία της χώρας µας και δίνει βιώσιµη ανάπτυξη, συντελούνται σε περιοχές όπου υπάρχουν και δραστηριοποιούνται συµπατριώτες µας τους οποίους πρέπει ιδιαίτερα να προσέχει τόσο η ΕΗ όσο και το κράτος. Η ανάπτυξη και διατήρηση σχέσεων συνεργασίας και καλής επικοινωνίας για αµοιβαίο όφελος, πιστεύω ότι είναι επιβεβληµένη. Από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι ο λιγνίτης θα αποτελέσει όχι µόνο βασικό ενεργειακό καύσιµο για τις επόµενες 10ετίες αλλά και καθοριστικό παράγοντα στην αγορά της ενέργειας τόσο στην χώρα µας όσο και στις γειτονικές χώρες της Ν.Α.Ευρώπης.