ΤΙΤΛΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Σχετικά έγγραφα
ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Αρχές Φιλοσοφίας Β Λυκείου Τράπεζα Θεμάτων: 2 ο κεφάλαιο «Κατανοώντας τα πράγματα»

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

Αισθητική φιλοσοφία της τέχνης και του ωραίου

ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ ΚΑΝΟΝΑΣ

1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου. Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

ΑΡΧΕΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Β ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΚΑΤΑΝΟΩΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΕΝΟΤΗΤΑ ΔΕΥΤΕΡΗ: ΛΕΞΕΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΑ

Το ζήτημα της πλάνης στο Σοφιστή του Πλάτωνα

H Θεωρία των Ιδεών του Πλάτωνα

Λίγα για το Πριν, το Τώρα και το Μετά.

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΓΟΥΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗΣ Β3 (υπεύθυνη καθηγήτρια :Ελένη Μαργαρίτου)

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Η ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΛΕΩΝΙΔΑΣ Α. ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΔΗΣ

ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ - ΟΔΗΓΙΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ

Αριστοτέλη "Ηθικά Νικομάχεια" μετάφραση ενοτήτων 1-10 Κυριακή, 09 Δεκέμβριος :23 - Τελευταία Ενημέρωση Δευτέρα, 16 Σεπτέμβριος :21

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

Μαθηματικά: Αριθμητική και Άλγεβρα. Μάθημα 3 ο, Τμήμα Α. Τρόποι απόδειξης

Θέµατα Αρχών Φιλοσοφίας Θεωρητικής Κατεύθυνσης Γ Λυκείου 2000

Η ζωή και ο Θάνατος στο Υλικό Σύμπαν

ΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΙΑΣ ΜΕΤΑΒΛΗΤΗΣ, ΕΣΠΙ 1

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Είναι τα πράγματα όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας;

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ενότητα 12η (Α 2, 5-6) - Ο άνθρωπος είναι «ζ?ον πολιτικ?ν»

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΣΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΓΝΩΣΗ

μέρους έμβια ουσία που διαθέτει αίσθηση; Αν κάτι είναι αναντίρρητο για τα επί μέρους όντα είναι ότι δεν μπορούν να κατηγορηθούν σε πολλά.

Η έννοια της αιτιότητας στη φιλοσοφία του Kant: η σημασία της Δεύτερης Αναλογίας

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

7. Η θεωρία του ωφελιµ ισµ ού

Σέλλινγκ (Friedrich Wilhelm Joseph Schelling )

Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά.

Διερευνητική μάθηση We are researchers, let us do research! (Elbers and Streefland, 2000)

Ανδρονίκη Μαστοράκη, MSc στη Συστηματική Φιλοσοφία, συγγραφέας και κριτικός:

Ο Άνσελμος για την ύπαρξη του Θεού (Monologion κεφ. 1)

Εισαγωγή στη φιλοσοφία

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Η έννοια του συνόλου. Εισαγωγικό κεφάλαιο 27

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

GEORGE BERKELEY ( )

ΕΠΙΣΗΜΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ. 1. Σι είναι επιστήμη 2. Η γέννηση της επιστημονικής γνώσης 3. Οριοθέτηση θεωριών αστικότητας

ΜΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΕΡΩΤΗΣΗΣ, ΟΠΩΣ

Η καμπύλωση του χώρου-θεωρία της σχετικότητας

Λογική. Μετά από αυτά, ορίζεται η Λογική: είναι η επιστήμη που προσπαθεί να εντοπίσει και να αναλύσει τους καθολικούς κανόνες της νόησης.

Θέμα: «Η ιστορική μέθοδος ερμηνείας» Υπεύθυνος καθηγητής: κ. Ανδρέας Δημητρόπουλος

Το κορίτσι με τα πορτοκάλια. Εργασία Χριστουγέννων στο μάθημα της Λογοτεχνίας. [Σεμίραμις Αμπατζόγλου] [Γ'1 Γυμνασίου]

EDMUND HUSSERL ( Ε. ΧΟΥΣΕΡΛ, )

α) «άτοµα» β) «απεικάσµατα» γ) «επιθυµητικό». Μονάδες 12

Έριχ Φρομ Η τέχνη της αγάπης

Μέθοδοι Έρευνας. Ενότητα 2.1: : Η Διατύπωση του Κεντρικού Ερωτήματος-Προβλήματος. Βύρων Κοτζαμάνης

Αξιολόγηση και Αυτοαξιολόγηση Εκπαιδευομένων- Αξιολόγηση Εκπαιδευτικού

«Η προτεραιότητα της ενέργειας στο Θ8 των Μετά τα Φυσικά του Αριστοτέλη»

Θωμάς ο Ακινάτης. Το μεταφυσικό σύστημα του Ακινάτη. ( μ.χ.)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Κεφάλαιο 5. Το Συμπτωτικό Πολυώνυμο

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΟΠΤΙΚΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ

323 Α) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ (Γ1, 1-2)/ ΠΛΑΤΩΝΑΣ, ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ (322 Α ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΑΠΟΔΕΛΤΙΩΣΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ» Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2013

Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΨΥΧΟΜΕΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΣΤΟΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ

Βασικοί κανόνες σύνθεσης στη φωτογραφία

Χρόνος καί αἰωνιότητα στόν Πλωτῖνο

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

Επιλέγω τα συναισθήματα που βιώνω, και αποφασίζω για τον στόχο που θέλω να πετύχω.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Μανίκας Γιώργος. Μανιάτη Ευαγγελία

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα Περιόδου Χριστουγέννων

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΧ 00)

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ UNIVERSITY OF PATRAS SCHOOL OF HUMANITIES AND SOCIAL SCIENCES DEPARTMENT OF PHILOSOPHY ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΓΝΩΣΙΟΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΙΤΛΟΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ ΣΤΑ ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΟΣ Φοιτήτρια Καραδήμα Νεκταρία Τριμελής Επιτροπή Μουζάλα Μελίνα, Λέκτωρ (Επιβλέπουσα), Περδικούρη Ελένη, Επίκουρος Καθηγήτρια Τερέζης Χρήστος, Καθηγητής ΠΑΤΡΑ, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2012 1

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Καταρχήν θα ήθελα να ευχαριστήσω την κύρια επιβλέπουσα της μεταπτυχιακής μου εργασίας Μελίνα Μουζάλα. Μου έδωσε απλόχερα όχι μόνο την πολύτιμη βοήθειά της αλλά προπάντων την εμπιστοσύνη της. Σε όλα τα βήματα της εργασίας μου μού παρείχε όχι μόνο την πολύτιμη επιστημονική καθοδήγηση αλλά και την αμέριστη συμπαράσταση τής. Θα ήθελα ακόμα να ευχαριστήσω τα δύο άλλα μέλη της τριμελούς επιτροπής της μεταπτυχιακής μου εργασίας, καθηγητή Χρήστο Τερέζη και Επίκουρο Καθηγήτρια Ελένη Περδικούρη, για την πρόθυμη συμμετοχή τους στην τριμελή επιτροπή καθώς επίσης και για το ενδιαφέρον και τη βοήθεια τους. 2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 4 2. ΗΘΙΚΗ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Η ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ... 7 3. Η ΓΝΩΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ... 19 4. Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ... 61 5. Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΑΘΟ... 67 6. H ΠΟΛΛΑΠΛΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΙΔΕΑΣ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ... 74 7. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 82 3

1. Εισαγωγή Η Ιδέα του Αγαθού, όπως υποστηρίζει ο G. Santas 1, προηγείται από κάθε τι άλλο στη μέση περίοδο του Πλάτωνα τόσο από ηθικής, όσο και από γνωσιολογικής και οντολογικής πλευράς, και η εκτίμηση αυτή δεσπόζει σε συζητήσεις που έγιναν το τελευταίο τέταρτο του αιώνα αναφορικά με τη μεταφυσική του Πλάτωνα. Σύμφωνα με τον G. Santas, η θεωρία της Ιδέας του Αγαθού στην Πολιτεία αντιπροσωπεύει το εγχείρημα του Πλάτωνα να βασίσει την ηθική και πολιτική του στη θεωρία των Ιδεών. Γιατί ο Πλάτων αναγνωρίζει τόση ανωτερότητα ή υπεροχή στην Ιδέα του Αγαθού; Ποια αντίληψη περί αγαθότητας είχε στο μυαλό του, η οποία του επέτρεπε να θεωρήσει την Ιδέα του Αγαθού όχι μόνο ως την τελική αιτία των πράξεών μας, αλλά επίσης και ως την αιτία της ικανότητάς μας να γνωρίζουμε, επιπλέον δε ως την αιτία της ουσίας και της ύπαρξης των Ιδεών; Και ποια ήταν η σύνδεση που έβλεπε ανάμεσα στην Ιδέα του Αγαθού και στα μαθηματικά; Αυτά είναι τα τρία ερωτήματα που θέτει ο G. Santas. Στόχος αυτής της διπλωματικής εργασίας είναι να διερευνηθεί και να αναλυθεί ερμηνευτικά η οντολογική γνωσιολογική και η ηθική αξιολογική προτεραιότητα της Ιδέας του Αγαθού έναντι των άλλων Ιδεών στα κεντρικά βιβλία της Πολιτείας του Πλάτωνα. Ειδικότερα, στο 1o κεφάλαιο της εργασίας τονίζεται πως η γνώση της Ιδέας του Αγαθού αποτελεί προαπαιτούμενο για την γνωσιακή προσέγγιση, αλλά και για το ίδιο το είναι των Ιδεών, καθώς η σχέση των άλλων Ιδεών με αυτήν και η επενέργεια της σχέσεως αυτής καθιστά χρήσιμη και τη δικαιοσύνη 1 G. Santas, 1999, σελ 247 248. 4

και όλα τα άλλα όντα, ενώ χωρίς την γνώση της δεν έχει κανένα όφελος η γνώση όλων των άλλων πραγμάτων. Στο 2ο κεφάλαιο επισημαίνεται πως η Ιδέα του Αγαθού είναι η αιτία της γνώσης και της αλήθειας. Αυτά τα δύο σχετίζονται άμεσα με το Αγαθό, αλλά δεν ταυτίζονται με αυτό. Τονίζεται πως τα αντικείμενα της γνώσης γίνονται γνωστά εξαιτίας του Αγαθού, αντλούν το είναι τους και την ουσία τους από αυτό, όμως το Αγαθό δεν ταυτίζεται με την ουσία, αλλά είναι κάτι ανώτερο από αυτήν. Στο 3ο κεφάλαιο τονίζεται πως ο διαλεκτικός βρίσκεται σε καλύτερη γνωσιολογική θέση από τον μαθηματικό, καθώς ο τελευταίος μιλά για τα ορατά σχήματα, όμως αυτό που σκέπτεται και για το οποίο κάνει τις υποθέσεις του είναι τα πρότυπά τους. Χρησιμοποιεί τα αισθητά σχήματα, και έτσι το μαθηματικό του ένστικτο και η σκέψη του υπόκειται σε λάθη. Ο διαλεκτικός, αντίθετα, βρίσκεται σε καλύτερη γνωσιολογική θέση, καθώς μιλά για την φύση των Ιδεών άμεσα και όχι διαμέσου των εικόνων τους, ασχολείται δε αποκλειστικά με τις Ιδέες τόσο κατά την ανάβαση προς την Ιδέα του Αγαθού, όσο και κατά την κατάβαση από αυτήν. Έχει κατανοήσει την φύση των Ιδεών, και έτσι, κοιτάζοντας από την Ιδέα του Αγαθού προς τα κάτω, δεν θα περιπέσει ποτέ σε πλάνη, συγχέοντας τις Ιδέες με τα αισθητά. Στο 4 ο κεφάλαιο τονίζεται πως η εξάσκηση της διαλεκτικής συντελεί στο να κατανοούμε αποτελεσματικά και μέσω της ενδεδειγμένης οδού τις Ιδέες, κατανόηση η οποία οδηγεί στη γνώση του Αγαθού, που είναι ο σκοπός της φιλοσοφίας. 5

Στο 5 ο κεφάλαιο αναπτύσσονται οι θέσεις της I. Murdoch περί της πολλαπλής φιλοσοφικής διάστασις της Ιδέας του Αγαθού, όπως αυτές διατυπώνονται στο κριτικό της δοκίμιο με τίτλο The Sovereignity of Good. 6

2. Ηθική, Πολιτική και η Ιδέα του Αγαθού Στο χωρίο Πολ. 504d 505a, παρατηρεί ο G. Santas, 2 διατυπώνεται από τον Σωκράτη η άποψη ότι για τους φύλακες δεν είναι αρκετό να μάθουν τους ορισμούς της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης, της ανδρείας και της σοφίας, καθώς η απαραίτητη προϋπόθεση για την επαρκή κατανόησή αυτών των αρετών είναι να διαβεί κανείς ένα μακρύτερο δρόμο και να φτάσει στο τέλος στην πιο σημαντική εκείνη γνώση που αρμόζει να έχει για να γίνει φύλακας. Υπάρχει κάτι ανώτερο, αναφέρει, από αυτές τις αρετές και πρέπει να διαβεί κανείς ένα μακρύτερο δρόμο για να τις κατανοήσει, ένα δρόμο που καταλήγει στην ύψιστη γνώση. Το σπουδαιότερο μάθημα, η γνώση δηλαδή της Ιδέας του Αγαθού, καθιστά τα πάντα χρήσιμα και ωφέλιμα. Η έλλειψή της, όμως, καθιστά ανώφελη τη γνώση οποιουδήποτε άλλου πράγματος, καθώς όταν γνωρίζουμε τα πάντα, αλλά δεν έχουμε γνώση του Αγαθού, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πως το οτιδήποτε είναι όμορφο και καλό. Η Ιδέα του Αγαθού με την επενέργειά της κάνει χρήσιμη και τη δικαιοσύνη και όλα τα άλλα, ενώ χωρίς τη γνώση της Ιδέας του Αγαθού, η γνώση πολλών πραγμάτων αποβαίνει ανώφελη, και γι αυτό ο Κ. Δ. Γεωργούλης 3 χαρακτηρίζει την Ιδέα του Αγαθού ως τον έσχατο λόγο της ωφελιμότητας και της χρησιμότητας όλων των όντων. O G. Santas 4 διαπιστώνει ότι στο χωρίο 505a-506b περιλαμβάνονται οι εξής θέσεις : 2 G. Santas, 1999, σελ 249. 3 Κ.Δ.Γεωργούλης, 1963, σελ. XLVIII. Βλ. και Πολ. 505a2-5. 4 G. Santas, 1999, σελ 249. 7

Α) Το μέγιστο μάθημα είναι η Ιδέα του Αγαθού. Με την μετοχή τους σε αυτό τα δίκαια πράγματα και όλα τα υπόλοιπα γίνονται χρήσιμα και ευεργετικά (Πολ. 505a). Β) Εάν δεν γνωρίζουμε την Ιδέα του Αγαθού, τότε εάν χωρίς τέτοια γνώση γνωρίζουμε όλα τα υπόλοιπα, αυτό δεν θα μας ωφελούσε καθόλου, όπως καμία κατοχή δεν θα ήταν ωφέλιμη χωρίς την κατοχή του Αγαθού (Πολ. 505a b). Γ) Εάν γνωρίζουμε όλα τα πράγματα χωρίς να γνωρίζουμε το Αγαθό, (αυτό δεν θα μας ωφελούσε γιατί) δεν θα γνωρίζαμε πως κάτι είναι όμορφο και καλό (Πολ. 505 b). Δ) Το Αγαθό δεν ταυτίζεται με την φρόνηση ή την ηδονή (Πολ. 505b d). Ε) Όλοι οι άνθρωποι προτιμούν κάτι που φαίνεται δίκαιο και ωραίο, έστω και αν αυτό δεν θα ήταν τέτοιο, όμως κανένας δεν επιθυμεί να επιδιώκει ή να κατέχει αυτό που φαίνεται αγαθό αλλά δεν είναι (Πολ. 505d-e). ΣΤ) Το Αγαθό που κυνηγά κάθε ψυχή και κάνει το παν για να τ αποκτήσει, γιατί μαντεύει πως κάτι είναι, βρίσκεται όμως πάντα σε απορία και δεν μπορεί να καταλάβει αρκετά τι επιτέλους είναι, ούτε έχει κανένα σταθερό κριτήριο για τη φύση του, όπως και για τ άλλα, και εξαιτίας αυτής της αποτυχίας δεν μπορεί κι από τ άλλα να καρπωθεί κάποια ωφέλεια (Πολ. 505d11 e4). Ζ) Η πόλη μας δεν θα διοικείται σωστά εκτός εάν οι φύλακες γνωρίζουν πώς τα δίκαια και όμορφα πράγματα είναι καλά και δεν θα το γνωρίσουν αυτό εάν δεν γνωρίζουν την Ιδέα του Αγαθού (Πολ, 506a-b). 8

Σχετικά με το Αγαθό, αναφέρει ο Σωκράτης, επικρατούν δύο αντιλήψεις, εκ των οποίων η μια που είναι αποδεκτή από τον πολύ κόσμο, ορίζει το Αγαθό ως ηδονή, ενώ η άλλη που είναι διαδεδομένη στον κύκλο των μορφωμένων το ταυτίζει με τη φρόνηση (Πολ. 505b7 505d4). Οι δύο αυτές αντιλήψεις αποτελούν την αφετηρία στη διερεύνηση της ουσίας του Αγαθού για τους πολλούς. Ο Πλάτων μέσω του Σωκράτη, συνεχίζει ο G. Santas 5, δεν δέχεται ότι το Αγαθό είναι φρόνηση, καθώς οι υποστηρικτές αυτής της άποψης, ανίκανοι να προσδιορίσουν τίνος πράγματος αποτελεί φρόνηση το Αγαθό, καταλήγουν ότι το Αγαθό είναι φρόνηση του Αγαθού. Σύμφωνα με τον Σωκράτη οι υποστηρικτές της άποψης ότι το Αγαθό είναι φρόνηση αφενός μεν επικρίνουν τους ανθρώπους ότι δεν γνωρίζουν το Αγαθό, αφετέρου όμως απευθύνονται σ αυτούς σαν να απευθύνονται σε ανθρώπους που καταλαβαίνουν τι εννοούν όταν εκείνοι ορίζουν το Αγαθό ως φρόνηση. Η αντίληψη που λέει ότι το Αγαθό είναι ηδονή δεν γίνεται δεκτή, από τη στιγμή που υπάρχουν και κακές ηδονές, και εφόσον δεν είναι δυνατόν τα ίδια πράγματα ταυτόχρονα να είναι και καλά και κακά. Οι υποστηρικτές και αυτής της άποψης βρίσκονται σε μεγάλη πλάνη, επειδή από τη στιγμή που αναγκάζονται να παραδεχθούν ότι υπάρχουν και κακές ηδονές, συμβαίνει να παραδέχονται ότι τα ίδια πράγματα είναι και καλά και κακά. Ο Πλάτων, αναφέρει η J. Annas 6, θεωρεί ότι η Ιδέα του Αγαθού βρίσκεται έξω από τον κόσμο της εμπειρίας, ότι είναι αντικειμενικά απολύτως (απλώς) και μόνο Αγαθό, χωρίς να συσχετίζεται με οτιδήποτε άλλο, αφού δεν είναι ίδιο με 5 G. Santas, 1999, σελ 249. 6 J. Annas, 1997, σελ. 144-145. 9

τίποτα από όσα αποκαλούμε αγαθά. Είναι μάλιστα φανερό πως γύρω από αυτό το θέμα υπάρχουν πολλές και μεγάλες αμφισβητήσεις (Πολ. 505d2-3). Και ο Σωκράτης συνεχίζει, λέγοντας πως ενώ όλοι οι άνθρωποι αρκούνται στο φαινομενικά δίκαιο και το φαινομενικά ωραίο, όσον αφορά στο Αγαθό επιζητούν το πραγματικό Αγαθό και όχι το φαινομενικό («τά ὄντα ζητοῦσιν, τήν δέ δόξαν ἐνταῦθα ἤδη πᾶς ἀτιμάζει» [Πολ. 505d8-9], δηλαδή τα αγαθά συνδέονται με τα όντα και δεν συσχετίζονται ποτέ με την δόξα). Κάθε ψυχή μαντεύει ότι το Αγαθό είναι κάτι, ότι υπάρχει πραγματικά, και το επιδιώκει χωρίς να έχει συλλάβει τί ακριβώς είναι. Συγκρίνοντας τα χωρία Πολ. 505d11 e4 και Πολ. 505a3 b3, συνάγει κανείς το συμπέρασμα πως η γνώση της Ιδέας του Αγαθού, η οποία βρίσκεται στην κορυφή της πυραμίδας των Ιδεών, με την επενέργειά της κάνει χρήσιμη και τη δικαιοσύνη και όλα τα άλλα, ενώ χωρίς τη γνώση της η γνώση όλων των άλλων πραγμάτων δεν έχει κανένα όφελος. Έτσι, το Αγαθό παρουσιάζεται ως τελικός στόχος και τελική επιδίωξη κάθε ψυχής. Κάθε ψυχή που λαχταρά το Αγαθό αγωνίζεται να φτάσει στο πραγματικό Αγαθό και δεν αρκείται σε ένα φαινομενικό Αγαθό. Επομένως, ο χώρος του Αγαθού δεν είναι ο χώρος της δόξας αλλά η περιοχή της οντολογικής αλήθειας. Σύμφωνα με τον G. Santas 7, οι μεταφυσικοί και γνωσιολογικοί ισχυρισμοί του Πλάτωνα για την Ιδέα του Αγαθού είναι απλώς παραδείγματα της γενικότερης μεταφυσικής και γνωσιολογίας του. Έτσι, τονίζει ο G. Santas, το δεύτερο μέρος της πρότασης Α), δηλαδή το ότι «με την μετοχή τους σε αυτό (το Αγαθό) τα δίκαια πράγματα και όλα τα υπόλοιπα γίνονται χρήσιμα 7 G. Santas, 1999, σελ 250. 10

και ευεργετικά» (Πολ. 505a2-4) αποτελεί μέρος της γενικότερης πρότασης του Πλάτωνα ότι καθετί που είναι F είναι F λόγω του ότι μετέχει στην Ιδέα F. Το χωρίο Πολ. 505α8 b2, κατά τον ισχυρισμό του G. Santas, περιλαμβάνει τον ισχυρισμό του Σωκράτη: Εάν γνωρίζουμε όλα τα πράγματα χωρίς να γνωρίζουμε το Αγαθό, (αυτό δεν θα μας ωφελούσε γιατί) δεν θα γνωρίζαμε πως κάτι είναι όμορφο και καλό. Ο ισχυρισμός αυτός είναι, σύμφωνα με τον G. Santas, ένα παράδειγμα της γενικότερης γνωσιολογικής πρότασης που συνοδεύει την θεωρία των Ιδεών: εάν δεν γνωρίζουμε το F, δεν γνωρίζουμε πως κάτι είναι F. Από την πρόταση λοιπόν με την μετοχή τους σε αυτό (το Αγαθό) τα δίκαια πράγματα και όλα τα υπόλοιπα γίνονται χρήσιμα και ευεργετικά (Πολ. 505a) καθώς και από την πρόταση Εάν γνωρίζαμε όλα τα πράγματα χωρίς να γνωρίζουμε το Αγαθό, (αυτό δεν θα μας ωφελούσε γιατί) δεν θα γνωρίζαμε πως κάτι είναι όμορφο και καλό (Πολ. 505 b) προκύπτει, τονίζει ο G. Santas 8, το συμπέρασμα ότι η Ιδέα του Αγαθού υπερτερεί των άλλων Ιδεών. Επιπλέον, όμως, όταν ο Σωκράτης δηλώνει ότι το μέγιστο μάθημα είναι η Ιδέα του Αγαθού. Με την μετοχή τους σε αυτό τα δίκαια πράγματα και όλα τα υπόλοιπα γίνονται χρήσιμα και ευεργετικά (Πολ. 505a) και Η πόλη μας δεν θα διοικείται σωστά εκτός εάν οι φύλακες γνωρίζουν πώς τα δίκαια και όμορφα πράγματα είναι καλά και δεν θα το γνωρίσουν αυτό εάν δεν γνωρίζουν τη σχέση τους με την Ιδέα του Αγαθού (Πολ, 506a-b) δίδεται, σύμφωνα με τον G. Santas, ιδιαίτερη βαρύτητα στη μελέτη του Αγαθού και στη γνώση του Αγαθού έναντι όλων των άλλων γνώσεων. Αυτή η προνομιακή θέση αναφέρει ο G. Santas, μπορεί να εξηγηθεί και να κατανοηθεί από μια 8 G. Santas, 1999, σελ 251. 11

βασική σωκρατική και πλατωνική άποψη: Εάν όλες μας οι πράξεις, οι επιδιώξεις, και οι επιχειρήσεις γίνονταν χάριν του Αγαθού, τότε η γνώση του Αγαθού θα φαινόταν πράγματι ότι είναι η πιο σημαντική γνώση που μπορούμε να έχουμε, καθώς χωρίς αυτή δεν θα γνωρίζαμε ποτέ πως αυτό χάριν του οποίου κάνουμε οτιδήποτε, είναι καλό. Και ο G. Santas 9 καταλήγει λέγοντας ότι οι διατυπώσεις: Α) Το μέγιστο μάθημα είναι η Ιδέα του Αγαθού. Με την μετοχή τους σε αυτό τα δίκαια πράγματα και όλα τα υπόλοιπα γίνονται χρήσιμα και ευεργετικά (Πολ. 505a). Γ) Εάν γνωρίζουμε όλα τα πράγματα χωρίς να γνωρίζουμε το Αγαθό, (αυτό δεν θα μας ωφελούσε γιατί) δεν θα γνωρίζαμε πως κάτι είναι όμορφο και καλό (Πολ. 505 b). ΣΤ) Το Αγαθό που κυνηγά κάθε ψυχή και κάνει το παν για να τ αποκτήσει, γιατί μαντεύει πως κάτι είναι, βρίσκεται όμως πάντα σε απορία και δεν μπορεί να καταλάβει αρκετά τι επιτέλους είναι, ούτε έχει κανένα σταθερό κριτήριο για τη φύση του, όπως και για τ άλλα, και εξαιτίας αυτής της αποτυχίας δεν μπορεί κι από τ άλλα να καρπωθεί κάποια ωφέλεια (Πολ. 505e). προσδίδουν μια ηθική και πρακτική προτεραιότητα στη μελέτη του Αγαθού. Εν κατακλείδι, αναφέρουμε, λοιπόν, ότι στο κεφάλαιο αυτό διερευνάται η ηθική και πολιτική προτεραιότητα της Ιδέας του Αγαθού και στο 9 G. Santas, 1999, σελ 251. 12

πλαίσιο αυτό εξετάζεται η σχέση του Αγαθού με ό, τι άλλο είναι καλό, είτε πρόκειται για αισθητό είτε για Ιδέα. Ο Chen Ludwig C.H. 10 παρατηρεί ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να πραγματωθεί η ιδανική Πολιτεία είναι οι φύλακες να γίνουν φιλόσοφοι, κάτι που θα είναι εφικτό μόνο αν οι φύλακες ακολουθήσουν το μακρύτατο δρόμο που οδηγεί στο μέγιστο μάθημα, το οποίο είναι η Ιδέα του Αγαθού. Στη συνέχεια ο Chen Ludwig C.H. 11 διερευνά τις δύο απόψεις περί του Αγαθού, τις οποίες, όπως επισημαίνει ο Σωκράτης, υποστηρίζουν οι πολλοί (Πολ.505 b7- d6). Η πρώτη άποψη υποστηρίζει πως το Αγαθό είναι ηδονή. Οι υποστηρικτές αυτής της άποψης όμως, αναφέρει ο Chen Ludwig C.H, θα πρέπει να παραδεχθούν ότι υπάρχουν και κακές ηδονές, συνεπώς, αν γίνει δεκτή αυτή η άποψη για την ερμηνεία του Αγαθού, τα ίδια πράγματα καταλήγουν να είναι ταυτόχρονα και καλά και κακά. Υπάρχει όμως και η άποψη ότι το Αγαθό είναι φρόνηση. Οι υποστηρικτές της άποψης αυτής, αδυνατώντας να συγκεκριμενοποιήσουν τίνος πράγματος αποτελεί φρόνηση το Αγαθό, καταλήγουν να υποστηρίζουν ότι είναι φρόνηση του Αγαθού. Περιμένουν από τους ανθρώπους να καταλάβουν τι εννοούν μέσα από τη χρήση του όρου Αγαθό, ενώ τους κατηγορούν ότι δεν γνωρίζουν τι είναι το Αγαθό. Ο Chen Ludwig C.H 12 αναφέρεται επίσης στην τελεολογία των ανθρώπινων επιδιώξεων και συμβάντων στη φύση και υποστηρίζει πως το τέλος, ο σκοπός των ανθρώπινων επιδιώξεων, καταδεικνύεται μέσα από την 10 Chen Ludwig C.H., 1992, σελ.85. 11 Chen Ludwig C.H. 1992, σελ.85. 12 Chen Ludwig C.H. 1992, σελ.86. 13

άποψη του Σωκράτη πως ανεξάρτητα από τον διαφορετικό τρόπο αντίληψης του Αγαθού από τους ανθρώπους είναι ολοφάνερο ότι ενώ όλοι αρκούνται στο φαινομενικά δίκαιο και όμορφο, σε ό, τι αφορά στο Αγαθό δεν αρκούνται σε αυτό που δείχνει Αγαθό, αλλά επιζητούν το πραγματικό Αγαθό, για χάρη του οποίου κάνουν τα πάντα ακόμη και αν δεν κατανοούν πλήρως τι είναι το Αγαθό ή ακόμη και αν δεν έχουν μια σταθερή άποψη γι αυτό (Πολ. 505d5 e3). Ο N. White 13, κατ αρχάς, δίνει μια γενική θεωρία για τις Ιδέες. Επισημαίνει πως τα αισθητά αντικείμενα χαρακτηρίζονται ως μεγάλα ή μικρά συγκρινόμενα μόνον με άλλα αισθητά αντικείμενα. Ένα αισθητό, δηλαδή, συγκρίνεται με ένα χ αντικείμενο και χαρακτηρίζεται ως μεγάλο, και ταυτόχρονα όταν συγκρίνεται με ένα ψ αντικείμενο χαρακτηρίζεται ως μικρό. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι το ίδιο αισθητό φέρει ένα κατηγόρημα με μια συγκεκριμένη σχετικότητα και, επίσης, φέρει την αντίθετη ιδιότητα με μια διαφορετική σχετικότητα. Έτσι, διαμορφώνεται το συμπέρασμα ότι τα αισθητά μπορούν να έχουν ιδιότητες προσηρτημένες σε αυτά μόνον σχετικώς. Επίσης, ο Πλάτων υποδεικνύει την ανάγκη να αναγνωρισθεί ότι υπάρχει χρονική σχετικότητα σε όλες τις ιδιότητες κατά την εφαρμογή τους στα αισθητά, λόγω του ότι οποιαδήποτε ιδιότητα προσαρτάται σε κάποιο αντικείμενο μια συγκεκριμένη στιγμή, ενώ κάποια άλλη στιγμή, νωρίτερα ή αργότερα, παύει να προσαρτάται σε αυτό. Υπάρχουν όμως και κάποια όντα, συνεχίζει ο N. White 14, τα οποία ο Πλάτων ονομάζει Ιδέες και τα οποία φέρουν τα αντίστοιχα κατηγορήματά τους 13 N. White,1979, σελ. 31 32. 14 N. White,1979, σελ. 34. 14

κατά τρόπο απόλυτο. Έτσι, ενώ ίσως δεν φαίνεται περίεργο να σκεφτούμε την Ιδέα της Ομορφιάς ως απόλυτα Όμορφη, δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε κάτι αισθητό ως μεγάλο ή μικρό χωρίς να το συγκρίνουμε με κάποιο πρότυπο ή με κάτι άλλο. Ακόμη και αν κάτι είναι μεγαλύτερο από οτιδήποτε άλλο δεν μπορεί να είναι μεγάλο απόλυτα ή απεριόριστα (δεν μπορεί να έχει απόλυτα αυτό το κατηγόρημα) καθώς είναι ίσο σε μέγεθος με τον εαυτό του, και έτσι μόνο μεγαλύτερο ή μικρότερο από οτιδήποτε άλλο. Κατά τον ίδιο τρόπο, υποστηρίζει ο N. White, θα ήταν παράξενο να χαρακτηρίσουμε κάτι ως διπλό ή μισό χωρίς να αναφέρουμε ότι είναι το διπλό ή το μισό από κάτι άλλο. Κάποιοι φιλόσοφοι επικαλούνται ως παράδειγμα και το ότι δεν μπορεί κάτι να είναι ένα και μοναδικό κατά τρόπο απόλυτο αλλά ένα από κάποιο σύνολο, ένα κάποιου είδους. Όμως, αναφέρει ο N. White, αυτές οι θέσεις οδήγησαν τον Πλάτωνα στο να αλλάξει τη θεωρία του στα επόμενα χρόνια. Μια θεωρία που, μολονότι χαρακτηρίζεται από τον ίδιο τον Πλάτωνα ως συζητήσιμη στη βάση γεγονότων που είναι ανοιχτά στην παρατήρηση όλων, χρειάζεται μεγάλη και μακρόχρονη εξάσκηση για να την κατακτήσει κανείς (Πολ. 536b 540c). Οι Ιδέες, από μόνες τους, προσεγγίζονται κατά κάποιο τρόπο άμεσα με τη νόηση και όχι με τις αισθήσεις. Η προσέγγιση αυτή είναι ανεξάρτητη από τις αισθήσεις, ακόμη και αν κάποιες φορές έρχεται ως αποτέλεσμα των αισθητηριακών ερεθισμάτων (Πολ. 523a 524d). Μάλιστα, η προσοχή στα αισθητά, σύμφωνα με τον Πλάτωνα, μπορεί να εμποδίσει την προσέγγιση των Ιδεών, και γι αυτό η εκπαίδευση των φυλάκων αποτελείται από σπουδές που απομακρύνουν την προσοχή κάποιου από τις αισθήσεις. To ζητούμενο είναι, σύμφωνα με τον N. White 15, να δούμε πώς ο τρόπος κατά τον 15 N. White, 1979, σελ 35-36. 15

οποίον ερμηνεύουμε τη θεωρία των Ιδεών του Πλάτωνα μας βοηθά να κατανοήσουμε τις απόψεις του για την ηθική, όπως εμφανίζονται στην Πολιτεία. Στο κέντρο της συζήτησης θα βρίσκεται η Ιδέα του Αγαθού. Το Αγαθό είναι Αγαθό κατά τρόπο απόλυτο: δεν είναι μόνον απόλυτα ίδιο με τον εαυτό του, αλλά είναι απροϋπόθετα Αγαθό, με την κατηγορηματική έννοια του ότι έχει την ιδιότητα να είναι Αγαθό. Είναι Αγαθό χωρίς να χρειάζεται να το συγκρίνουμε με ό, τι θεωρεί κανείς ως καλό ή ωφέλιμο ή να το συσχετίσουμε με κλίσεις, τάσεις, προτιμήσεις, επιθυμίες. Κάτι ανάλογο, κατά τον Πλάτωνα, ισχύει και με την Ιδέα της Ομορφιάς, την οποία πρέπει να αναγνωρίζει κανείς χωρίς να εξετάζει κάποιο συγκεκριμένο όμορφο πρόσωπο ή πράγμα (στο οποίο η Ιδέα της Ομορφιάς προκαλεί κάποια επίδραση). Όμως, η έννοια της απόλυτης αγαθότητας, επισημαίνει ο N. White, προκαλεί διαφωνίες στους φιλοσόφους. Σε αντίθεση με πολλούς φιλοσόφους, ο Πλάτων δεν πιστεύει ότι υπάρχει μια πλειάδα θεωριών για την αγαθότητα και θεωρεί πως μόνο μια Ιδέα του Αγαθού υπάρχει. Το Αγαθό αποκτά λοιπόν, σύμφωνα με τον N. White, ένα είδος αντικειμενικότητας με την ακόλουθη έννοια: το κάθε άτομο θεωρεί ωφέλιμο μόνον ό, τι συνδέεται με τις ιδιαίτερες ανάγκες του και τις ευχαριστήσεις και ικανοποιήσεις που αντιστοιχούν σε αυτές τις επιθυμίες. Λόγω όμως της διαφορετικότητάς τους, οι άνθρωποι έχουν και διαφορετικές επιθυμίες και ικανοποιήσεις, και επειδή οι περιστάσεις ποτέ δεν παύουν να δημιουργούν διαμάχες ανάμεσα στην πλήρη ικανοποίηση του ενός και του άλλου, οι άνθρωποι δεν ικανοποιούνται από τις ίδιες καταστάσεις, και οι ίδιες καταστάσεις άλλους θα τους ωφελούν και άλλους θα τους βλάπτουν. Όμως αυτές οι καταστάσεις αντανακλούν τις διαφορετικές απόψεις των 16

ανθρώπων για το τι θεωρούν αγαθό. Η Ιδέα του Αγαθού, καταλήγει ο N. White, ενός απόλυτου και απροϋπόθετου Αγαθού, φυσικά, μπορεί να φαίνεται ότι θα προσφέρει την θεωρία του Αγαθού η οποία θα διευθετήσει αυτές τις διαφορές με αντικειμενικό τρόπο. Η γενική αυτή θεωρία του Πλάτωνα για τις Ιδέες, επισημαίνει ο N. White 16, βοηθά τον Πλάτωνα να παρουσιάσει κάποιο περιεχόμενο της έννοιας ή της Ιδέας του Αγαθού, κάτι το οποίο τον βοηθά να υπερασπιστεί την Ιδέα του Αγαθού που είναι ανεξάρτητη από οποιοδήποτε συγκεκριμένο άτομο. Προκειμένου λοιπόν να το δούμε αυτό, τονίζει ο N. White, πρέπει κατ αρχάς να παρατηρήσουμε κάτι αναφορικά με τη σχέση αισθητών πραγμάτων και Ιδεών. Κατά τον Πλάτωνα τα αισθητά είναι μιμήσεις ή αντίγραφα των Ιδεών, καθώς τα αισθητά φέρουν κατά τρόπο σχετικό τις ιδιότητες που οι Ιδέες φέρουν απόλυτα. Έχουν λοιπόν τα αισθητά κάποια ομοιότητα με τις Ιδέες, αλλά όχι πλήρη ομοιότητα. Οι Ιδέες, συνεχίζει ο N. White, παρουσιάζουν πλήρως τις ιδιότητες τις οποίες τα αισθητά εμφανίζουν μόνο ατελώς, και οι Ιδέες αποτελούν παραδείγματα που τα αισθητά αντιγράφουν σε περιορισμένο βαθμό. Πέραν τούτου οι Ιδέες έχουν δύο επιπλέον ιδιότητες: αφενός χαρακτηρίζονται από αμεταβλησία, σε αντίθεση με τα αισθητά που υπόκεινται στην αλλαγή. Έτσι, η Ιδέα του F είναι F χωρίς το F να συνδέεται με το χρόνο, σε αντίθεση με ένα αισθητό που είναι F μόνο με κάποιο χρονικό περιορισμό. Άρα, αναφέρει ο N. White, μια Ιδέα του F είναι F χωρίς χρονικό περιορισμό. Αυτό συνεπάγεται ότι δεν γίνεται F ή δεν παύει να είναι F. Αφετέρου, τις Ιδέες τις διακρίνει η μοναδικότητα, καθώς η Ιδέα του F είναι μια μόνο F και 16 N. White, 1979, σελ 37 38. 17

όχι πληθώρα από F. Η συγκεκριμένη αυτή ιδιότητα των Ιδεών, το ότι είναι μονοειδείς, τονίζει ο N. White, προκύπτει, κατά τον Πλάτωνα, από τη σταθερότητα των Ιδεών. Οι δύο αυτές ιδιότητες των Ιδεών προκύπτουν από το γεγονός ότι οι Ιδέες φέρουν τις ιδιότητές τους με απόλυτο τρόπο. Τα χαρακτηριστικά αυτά των Ιδεών, κατά τον N. White, μας βοηθούν να δούμε το ρόλο που διαδραματίζουν οι Ιδέες του Πλάτωνα για την αξία και την αγαθότητα στην Πολιτεία. Κατ αρχάς, λοιπόν, επισημαίνει ο N. White, ο Πλάτων δίνει στην Πολιτεία του τις ιδιότητες που προσιδιάζουν στις Ιδέες και την αντιμετωπίζει από συγκεκριμένες πλευρές ως μια Ιδέα, παρόλο που δεν μπορεί να είναι Ιδέα. Ο Πλάτων χρησιμοποιεί το γεγονός ότι η Πολιτεία του διαθέτει αυτές τις ιδιότητες ως βάση για να αποκαλεί την πολιτεία αγαθή και τους διακανονισμούς του γι αυτήν ωφέλιμους. Επίσης, συνεχίζει ο N. White, ο Πλάτων κάνει μια σύνδεση ανάμεσα στην ενότητα και τη σταθερότητα αφού ισχυρίζεται ότι η στάση ή η διχόνοια είναι αυτή που οδηγεί στην αλλαγή μιας δομής (Πολ. 545d). Επιπλέον, μιλά για την Πολιτεία του σαν να είναι παράδειγμα. Όμως, παρόλες τις ομοιότητες με τις Ιδέες, αναφέρει ο N. White, ο Πλάτων καθιστά σαφές ότι η Πολιτεία του δεν είναι Ιδέα, καθώς υπόκειται στην φθορά, όπως όλα τα αισθητά(πολ. 546a). Και ο N. White καταλήγει, λέγοντας πως ο Πλάτων θεωρεί τη μοναδικότητα και τη σταθερότητα της Πολιτείας ως τη βάση της αγαθότητάς της, και μάλιστα, υποστηρίζει πως το μεγαλύτερο αγαθό για την Πολιτεία είναι ό, τι την συγκροτεί ως ενιαίο και μοναδικό σύνολο και το μεγαλύτερο κακό ό, τι τη διασπά. 18

3. Η Γνωσιολογική και Οντολογική προτεραιότητα του Αγαθού Ο N. White 17 επισημαίνει πως μέσω της πλατωνικής Πολιτείας μπορούμε να δούμε το γενικότερο πρόγραμμα του Πλάτωνα στη θεωρία της γνώσης. Ο διάλογος περιέχει βέβαια κενά και είναι αφιερωμένος πρωταρχικά σε μια θεωρία της δικαιοσύνης, όμως, αποτελεί επίσης, από την αρχή ως το τέλος του, και το περίγραμμα μιας θεωρίας της έρευνας και στόχος του είναι να δείξει τον τρόπο με τον οποίο ο Πλάτων πιστεύει ότι πρέπει να διεξαχθεί μια σοβαρή έρευνα. Υπάρχει, αναφέρει ο Nickolas White, μια κεντρική υπόθεση που αφορά στη Δικαιοσύνη, σύμφωνα με την οποία ο καθένας πρέπει να κάνει αυτό για το οποίο είναι προορισμένος. Η υπόθεση αυτή μελετάται εξονυχιστικά σε μια θεωρία αναφορικά με το πώς θα μπορούσε να σχετίζεται το πράττειν τά ἑαυτοῦ με την αγαθότητα τόσο σε έναν άνθρωπο, όσο και σε μια πολιτεία, και πώς θα μπορούσε ύστερα αυτή η σύνδεση να στερεωθεί μέσω μιας θεωρίας για το Αγαθό. Οι γνωσιολογικές ιδέες που διατυπώνονται στο διάλογο αυτό, συνεχίζει ο N. White, αποτελούν μια άμεση ανταπόκριση στα προβλήματα που έχουν ανακύψει από προγενέστερα έργα του Πλάτωνα αναφορικά με τη θεωρία της γνώσης. Η Πολιτεία, σκοπεύοντας να αναπτύξει και να επεκτείνει προγενέστερες ιδέες, βασίζεται σε συγκεκριμένες προβληματικές που αναδεικνύονται από προγενέστερους διαλόγους. Εκμεταλλεύεται δηλαδή, κατά τον N. White, την ιδέα ενός είδους νοητικής προσέγγισης και θέασης των Ιδεών. Επίσης θεωρεί ως δεδομένο ότι οι ορισμοί παίζουν σημαντικό ρόλο στη φιλοσοφική και επιστημονική έρευνα. 17 Nickolas White, 1976, σελ 103-104. 19

Και το πιο σημαντικό είναι ότι επεκτείνει και αναπτύσσει το ρόλο της μεθόδου της υπόθεσης και υποστηρίζει ότι αυτή τελικώς δεν οδηγεί απλά σε μια προσωρινή συμφωνία, αλλά σε ένα αποτέλεσμα πιο σίγουρο και στέρεο, το οποίο εξαρτάται με αποφασιστικό τρόπο από την Ιδέα του Αγαθού. Μέσω της επέκτασης και ανάπτυξης αυτής της ιδέας, αναφέρει ο N. White, θα περίμενε κανείς ο Πλάτων να διαφωτίσει το γνωσιολογικό του εγχείρημα, να δείξει από πού πρέπει να ξεκινούν οι έρευνές μας και πώς πρέπει να τελειώνουν. Όμως, αυτό το πρόγραμμα του Πλάτωνα εγείρει πολλά ερωτηματικά, κατά τον N. White, εκ των οποίων τα πιο σημαντικά αφορούν στην Ιδέα του Αγαθού, το πώς δηλαδή πρέπει να προσεγγίζεται και να αναγνωρίζεται, το πώς πρέπει να εξευρίσκεται ένας ορισμός του Αγαθού, το πώς αυτά τα δύο ζητήματα σχετίζονται το ένα με το άλλο και το πώς ακριβώς ίσως γεννούν ή υποστηρίζουν την περαιτέρω γνώση. Παρά τις ερωτήσεις αυτές, όμως, καταλήγει ο N. White, ο Πλάτων έχει δώσει ένα σχέδιο της μεθόδου του ως ολότητος, σε συμφωνία με το οποίο η θεωρία του για την γνώση και τις Ιδέες θα μπορούσε να οικοδομηθεί ολοκληρωμένα. Στο χωρίο 505b, όταν ο Σωκράτης παρουσιάζει την γνώμη των πολλών για το Αγαθό, φαίνεται να τίθεται το ερώτημα: Τί από τα δύο είναι το Αγαθό, η ηδονή ή η φρόνησις;. Ο Σωκράτης, όμως, παρόλο που κύριο μέλημά του είναι να καθορίσει την έννοια του Αγαθού, δεν βρίσκει ώριμη την στιγμή για να το κάνει. Με επιτήδειο τρόπο αποφεύγει να ορίσει την έννοια του Αγαθού και υποστηρίζει ότι δεν μπορεί κανείς να μιλά για πράματα που δεν τα γνωρίζει σαν να τα γνωρίζει, καθώς οι γνώμες που δεν στηρίζονται στη γνώση είναι όλες άσχημες. Αντ αυτού προτιμητέο είναι να ακούει κανείς για πράγματα 20

φωτεινά και όμορφα. (Πολ. 506c2 507a5). Προτιμά να μιλήσει για το ποιος φαίνεται να είναι απόγονος του Αγαθού και ομοιότατος με εκείνο, προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος για την αλληγορία του Ηλίου (Πολ. 507b 509c). Κατ αρχάς, ο Σωκράτης ξεχωρίζει τα πολλά αντικείμενα που αποτελούν απεικονίσεις μιας Ιδέας και γίνονται προσιτά στον άνθρωπο με την αίσθηση, από τις Ιδέες τις οποίες προσεγγίζει ο άνθρωπος με τη νόηση. Η αίσθηση, όμως, της όρασης, για να λειτουργήσει, χρειάζεται ένα διάμεσο, το φως, πηγή του οποίου είναι ο ήλιος. Ο ήλιος αφενός μεν επιτρέπει στην όραση να λειτουργήσει, αφετέρου δε στο αντικείμενο να γίνεται ορατό. Παρόλο όμως που ο ήλιος είναι η αιτία της όρασης, ούτε η όραση ούτε το μάτι μπορούν να ταυτιστούν με τον ήλιο. Η όραση δεν είναι άμεση, αλλά έχει ως προϋπόθεση το φως, το οποίο εγγυάται ότι εγώ θα δω και ότι το αντικείμενο θα γίνει ορατό. (Πολ. 507b 508a4). Ο G. Santas 18 και ο Ν. Μέμμος διαπιστώνουν τους εξής συσχετισμούς και τους εξής συμβολισμούς στην αλληγορία του ηλίου: Όπως το Αγαθό σχετίζεται στο νοητό τόπο με το νου και με τα αντικείμενα της νόησης, έτσι και ο ήλιος σχετίζεται με την όραση και με τα αντικείμενα της όρασης (Πολ. 508c). Την ημέρα βλέπουμε καθαρά τα διάφορα αντικείμενα που φωτίζονται από το φως του ήλιου, ενώ αντίθετα όταν δύει ο ήλιος τα ξεχωρίζουμε δύσκολα και όταν πέφτει το σκοτάδι γίνονται 18 G. Santas, 1999, σελ 252. 21

σχεδόν ή εντελώς αόρατα 19. Αυτός ο καθαρός κόσμος της ημέρας, συμβολίζει το νοητό κόσμο, τον κόσμο των Ιδεών, ενώ ο θαμπός κόσμος συμβολίζει τον κόσμο της φαινομενικότητας και της παροδικότητας, τον αισθητό δηλαδή κόσμο. Το φως αντιστοιχεί στην αλήθεια, καθώς, σύμφωνα με τον Ν. Μέμμο 20, όπως το μάτι βλέπει μόνο στο φως, έτσι και ο νους κατανοεί μόνο στο φως της αλήθειας. Όπως ο ήλιος (με το φως του) δίνει στα αντικείμενα της όρασης την ικανότητά τους να γίνονται ορατά και στην λειτουργία της όρασης τη δύναμή της, έτσι και το Αγαθό δίνει στα αντικείμενα της νόησης την αλήθειά τους και στην νόηση την γνώση αυτών (Πολ. 508b, 508d e). Ο Ν. Μέμμος επισημαίνει πως όπως ο ήλιος καθιστά ορατά τόσο τον εαυτό του όσο και τα άλλα πράγματα, έτσι και η Ιδέα του Αγαθού καθιστά νοητές τόσο τις άλλες Ιδέες όσο και την ίδια. Ο ήλιος είναι η αιτία του φωτός και της όρασης, τα οποία όμως δεν μπορούν να ταυτιστούν με τον ήλιο. Παρομοίως η Ιδέα του Αγαθού είναι η αιτία της αλήθειας και της γνώσης, η αλήθεια όμως και η γνώση δεν μπορούν να ταυτιστούν με την Ιδέα του Αγαθού (Πολ. 509a). Όπως το μάτι είναι το πιο συγγενικό από τα όργανά μας με τον ήλιο, έτσι και o νους είναι το πιο συγγενικό 19 Ν. Μέμμος, 1994, σελ. 683. 20 Ν. Μέμμος, 1994, σελ. 683. 22

με την Ιδέα του Αγαθού 21. Επίσης, όπως ο ήλιος δεν ταυτίζεται με το μάτι ή με τη δύναμη του ὁρᾶν, έτσι και η Ιδέα του Αγαθού δεν ταυτίζεται με το νου και με τη νοητική δύναμη. Ο ήλιος είναι η αιτία όχι μόνο για το ότι τα άλλα πράγματα γίνονται ορατά αλλά και για την γένεση και την ανάπτυξή τους, ο ίδιος όμως δεν είναι γένεση. Παρομοίως, τα αντικείμενα της γνώσης γίνονται γνωστά από το Αγαθό, αντλούν το είναι τους και την ουσία τους από αυτό, όμως το Αγαθό δεν είναι ουσία, αλλά κάτι ανώτερο από αυτή (Πολ. 509b). Ό, τι είναι για τον ορατό κόσμο ο ήλιος, που δίνει φως, είναι για το νοητό κόσμο το Αγαθό, που δίνει αλήθεια. Όπως ο ήλιος δίνει φως, έτσι η Ιδέα του Αγαθού δίνει αλήθεια. Η Ιδέα του Αγαθού είναι η πηγή της γνώσης και της αλήθειας, είναι προϋπόθεση της γνώσης. Η γένεση των ορατών όντων έρχεται από τον ήλιο, χωρίς όμως ο ίδιος να είναι γένεση. Όπως ο ήλιος είναι η αιτία όχι μόνο για το ότι τα άλλα πράγματα γίνονται ορατά, αλλά και για την γένεση και την ανάπτυξή τους, έτσι και η Ιδέα του Αγαθού είναι η αιτία όχι μόνο για τη γνωστική σύλληψη των άλλων Ιδεών, αλλά και για την ίδια την ύπαρξή τους. Αυτό που δίνει την αλήθεια σε όσα κερδίζονται με τη γνώση είναι η Ιδέα του Αγαθού. Επομένως, αυτή είναι η αιτία της γνώσης και της αλήθειας. Έτσι, η γνώση και η αλήθεια σχετίζονται με το Αγαθό, δεν ταυτίζονται όμως μαζί του, καθώς αυτό είναι κατά πολύ ανώτερό τους, είναι 21 Ν. Μέμμος, 1994, σελ. 683. 23

το αίτιο της γνώσης και της αλήθειας 22. Τα αντικείμενα της γνώσης γίνονται γνωστά από το Αγαθό, αντλούν το είναι τους και την ουσία τους από αυτό, όμως το Αγαθό δεν είναι ουσία, αλλά κάτι ανώτερο από αυτή. Το αντικείμενο της επιστημονικής γνώσης στην Πολιτεία, αναφέρει ο Taylor 23, είναι το σύνολο των Ειδών, τα οποία αντλούν το είναι τους και την ουσία τους από το Αγαθό. Το Αγαθό, λοιπόν, κατέχει την ανώτατη θέση μεταξύ των Ιδεών, και μάλιστα, κατά τον Taylor, είναι αμφίβολο αν πρέπει να το ονομάζουμε Ιδέα. Το Αγαθό αποτελεί όρο δυνατότητας της γνώσης και όρο δυνατότητας της ύπαρξης των πραγμάτων, χωρίς όμως το ίδιο να είναι ύπαρξη. Το Αγαθό είναι επέκεινα του όντος και είναι πρότερο λογικά και οντολογικά της γνώσεως της ουσίας. Αυτό καθίσταται φανερό από την υπόθεση ότι εάν το Αγαθό ταυτιζόταν με την ύπαρξη, τότε θα έπρεπε να υπάρχει τρίτος εγγυητής της σχέσης για να καταστεί δυνατή η γνώση, και έτσι θα υπήρχε συνεχώς αναδρομή στο άπειρο. Σύμφωνα με τον G. Santas 24 το χωρίο 506b 509c είναι πιο δύσκολο ως προς το να μεταφραστεί και να κατανοηθεί από το χωρίο 505a 506b. Το χωρίο 505a 506b αναφέρεται στις σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στην Ιδέα του Αγαθού και οτιδήποτε άλλο είναι αγαθό, είτε πρόκειται για Ιδέα είτε 22 Κ. Δ. Γεωργούλης, 1963, σελ. XLIX- L, Η πλησίαση του ανθρώπου προς το Αγαθό σημαίνει προχώρηση από το σκότος προς το φως, διασαφήνιση της ουσίας των όντων, επαύξηση της ανθρώπινης δυναμικότητας, γιατί κάθε αποτελεσματικός χειρισμός που γίνεται επάνω στα όντα προϋποθέτει ως δεδομένη την άποψη της ουσίας των. Κατά τον τρόπο τούτο αν ειδωθούν οι πλατωνικές αντιλήψεις παύει το Αγαθό να παρουσιάζεται σαν κάτι το απόλυτα εξωκοσμικό στοιχείο και γίνεται η θεμελίωση κάθε γνώσης, επιστήμης, τέχνης, ωφελιμότητας και χρήσης. 23 A. E. Taylor, 1991, σελ. 335. 24 G. Santas, 1999, σελ 252. 24

για αισθητό, ενώ το χωρίο 506b 509c αναφέρεται στις σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στην Ιδέα του Αγαθού και τις Ιδέες. Έτσι, εύλογα μπορούμε να υποθέσουμε, συνεχίζει ο G. Santas, ότι οι ιδανικές ιδιότητες (ideal attributes) και όχι οι ιδιαίτερες ιδιότητες (proper attributes) των Ιδεών είναι αυτές που εξηγούνται μέσω της αναφοράς στην Ιδέα του Αγαθού. Και ο G. Santas καταλήγει, αναφερόμενος στην δεύτερη διαφορά ανάμεσα στα δύο χωρία: ενώ το χωρίο 505a 506b προσδίδει μια ηθική και πρακτική προτεραιότητα στη μελέτη της Ιδέας του Αγαθού έναντι οποιασδήποτε άλλης μελέτης, το χωρίο 506b 509c προσδίδει οντολογική και γνωσιολογική προτεραιότητα στην Ιδέα του Αγαθού έναντι οποιασδήποτε άλλης Ιδέας. Στο χωρίο όπου διερευνάται η γνωσιολογική και οντολογική προτεραιότητα του Αγαθού, υπάρχουν σύμφωνα με τον G. Santas 25 κάποιες σημαντικές παρατηρήσεις. Κατ αρχάς λοιπόν επισημαίνεται ότι η Ιδέα του Αγαθού είναι η αιτία χάρις στην οποία τα αντικείμενα της νόησης, οι Ιδέες, προσφέρονται στην γνώση ή είναι ικανά να καθίστανται γνωστά. Επίσης, είναι η αιτία χάρις στην οποία ο νους γνωρίζει πράγματι τις Ιδέες και, τέλος, είναι η αιτία της ουσίας και της ύπαρξης των Ιδεών. Στο πλαίσιο αυτό ο G. Santas 26 προχωρεί στη διατύπωση τριών ερωτημάτων και θεωρεί την απάντηση τους απαραίτητη προϋπόθεση για να κατανοήσουμε ότι η Ιδέα του Αγαθού είναι αφενός η αιτία για την οποία γίνονται γνωστά τα αντικείμενα της νόησης και αφετέρου η αιτία της ουσίας και της ύπαρξης των Ιδεών. Τα ερωτήματα αυτά είναι τα εξής: 1) Τι συγκροτεί την ουσία και την ύπαρξη ( το εἶναι) των Ιδεών; 2) Ποια είναι η σχέση ανάμεσα στην ουσία και την ύπαρξη (το εἶναι) των 25 G. Santas, 1999, σελ 252. 26 G. Santas, 1999, σελ 253. 25

Ιδεών και την ικανότητά τους να γίνονται γνωστά; 3) Εάν μπορέσουμε να απαντήσουμε στο πρώτο ερώτημα, πώς μπορούμε να κατανοήσουμε την Ιδέα του Αγαθού έτσι ώστε να εξηγήσουμε την πλατωνική άποψη ότι αυτή είναι η αιτία - υπό μια κατάλληλη πλατωνική έννοια της αιτίας - της ουσίας και της ύπαρξης ( του εἶναι) των Ιδεών; Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα, επισημαίνει ο G. Santas, είναι πως οι ιδανικές ιδιότητες των Ιδεών είναι αυτές που συγκροτούν την ουσία και την ύπαρξη (το εἶναι) των Ιδεών. Αυτές οι ιδιότητες ενεργοποιούν την ικανότητα των Ιδεών να καθίστανται αντικείμενα της γνώσεως. Έτσι, καταλήγει ο G. Santas, εάν καταλάβουμε με ποιόν τρόπο η Ιδέα του Αγαθού είναι η αιτία των ιδανικών ιδιοτήτων των άλλων Ιδεών, θα είμαστε επίσης ικανοί να καταλάβουμε με ποιόν τρόπο είναι η αιτία της ικανότητας που έχουν οι Ιδέες να καθίστανται αντικείμενα γνώσης. Στην συνέχεια ο G. Santas 27 απαντά στο τρίτο ερώτημα: τι εννοούμε δηλαδή λέγοντας πως η Ιδέα του Αγαθού είναι η αιτία των ιδανικών ιδιοτήτων (της ουσίας και της ύπαρξης [του εἶναι]) των Ιδεών. Κατά πάσαν πιθανότητα, μέσω της σχέσης της μεθέξεως, εννοείται η μορφική αιτιότητα (formal causation), κατά τον G. Santas, καθώς, όσον αφορά στις Ιδέες, δεν υπάρχει γένεση και ανάπτυξη (όπως συμβαίνει στην εικόνα του Ηλίου, όπου ο Ήλιος είναι η αιτία της γένεσης, της ανάπτυξης, και της ικανότητας των αισθητών να γίνονται ορατά) ούτε είναι πιθανόν οι Ιδέες να θεωρούνται από τον Πλάτωνα ως ποιητικές αιτίες. Κατά τον G. Santas, η Ιδέα του Αγαθού θεωρείται η αιτία των ιδανικών ιδιοτήτων των άλλων Ιδεών, με την έννοια ότι οι Ιδέες έχουν τις ιδανικές ιδιότητές τους λόγω του ότι μετέχουν στην Ιδέα του Αγαθού. Από 27 G. Santas, 1999, σελ 254-255. 26

αυτό το συμπέρασμα, καθώς επίσης και από την διάκριση ανάμεσα σε ιδανικές και ιδιαίτερες ιδιότητες προκύπτει, επισημαίνει ο G. Santas, η απάντηση στο ερώτημα αναφορικά με την φύση της Ιδέας του Αγαθού, δηλαδή η θέσις ότι οι ιδιαίτερες ιδιότητες της Ιδέας του Αγαθού είναι οι ιδανικές ιδιότητες των άλλων Ιδεών. Ο Πλάτων, κατά τον G. Santas, σκεφτόταν πως η Ιδέα του Αγαθού είναι η μορφική ή ειδική αιτία των ιδανικών ιδιοτήτων των άλλων Ιδεών. Ο G. Santas 28 αναφέρει πως ένας από τους βασικότερους τρόπους θεώρησης των Ιδεών από τον Πλάτωνα στους μέσους διαλόγους είναι η θεώρηση των Ιδεών ως ιδανικών υποδειγμάτων. Η κάθε Ιδέα είναι το καλύτερο αντικείμενο που υπάρχει ή που μπορεί να υπάρξει μεταξύ όλων των αντικειμένων ενός είδους, εξαιτίας των ιδανικών της ιδιοτήτων. Υπό το πρίσμα αυτό, επισημαίνει ο G. Santas 29, μπορούμε να δούμε μια σύνδεση ανάμεσα στην αγαθότητα και στις ιδανικές ιδιότητες των Ιδεών. Όμως, είναι δυσκολότερη μια σύνδεση ανάμεσα σε μια ιδιότητα που έχει ένα αντικείμενο παντοτινά και στην ανώτατη αγαθότητα της Ιδέας. Δεδομένης της θέσης του Πλάτωνα πως μόνο ό,τι είναι αμετάβλητο μπορεί να γίνει αντικείμενο γνώσης, τονίζει ο G. Santas, η καλύτερη σύνδεση που μπορεί να επιτευχθεί είναι ανάμεσα στις ιδανικές ιδιότητες και στην γνωσιολογική αξία της Ιδέας, καθώς οι ιδανικές ιδιότητές της καθιστούν την Ιδέα το καλύτερο και το πιο πραγματικό αντικείμενο ενός είδους που καλούμαστε να γνωρίσουμε. Προκύπτει έτσι, συνεχίζει ο G. Santas 30, μια επιπλέον πρόταση στη θεωρία του Πλάτωνα για την Ιδέα του Αγαθού, που είναι η εξής: οι ιδανικές 28 G. Santas, 1999, σελ 256. 29 G. Santas, 1999, σελ 256 257. 30 G. Santas, 1999, σελ 257. 27

ιδιότητές τους καθιστούν τις Ιδέες τα καλύτερα αντικείμενα του είδους τους. Επίσης, συνδυάζοντας την τελευταία αυτή πρόταση με την πρόταση ότι οι Ιδέες έχουν τις ιδανικές ιδιότητές τους λόγω της μετοχής τους στην Ιδέα του Αγαθού, προκύπτει, σύμφωνα με τον G. Santas, μια ακόμη πρόταση, η ακόλουθη: όλες οι Ιδέες είναι τα καλύτερα αντικείμενα του είδους τους και τα καλύτερα αντικείμενα του είδους που μπορεί να γνωρίσει κανείς, λόγω της μετοχής τους στην Ιδέα του Αγαθού. Από πλατωνική άποψη η πρόταση αυτή είναι στο σωστό δρόμο, θεωρεί ο G. Santas, στη βάση της υπόθεσης ότι οι Ιδέες είναι ιδανικά υποδείγματα: σύμφωνα με την υπόθεση αυτή όλες οι Ιδέες είναι τα καλύτερα αντικείμενα του είδους τους εξαιτίας της ύπαρξης της Ιδέας του Αγαθού. Τώρα, όμως, προκύπτει, κατά τον G. Santas, το ερώτημα του ποιός είναι ο κατάλληλος τρόπος για να είναι το Αγαθό η μορφική ή ειδική αιτία της ανώτατης πραγματικότητας των Ιδεών. Από την πρόταση οι Ιδέες έχουν τις ιδανικές ιδιότητές τους λόγω της μετοχής τους στην Ιδέα του Αγαθού προκύπτει η εξής πρόταση: λόγω της μετοχής τους στην Ιδέα του Αγαθού όλες οι Ιδέες είναι τα πιο πραγματικά αντικείμενα του είδους τους. Και ο G. Santas 31 καταλήγει, λέγοντας πως μια Ιδέα, ακριβώς λόγω των ιδανικών ιδιοτήτων της, φαίνεται ότι είναι τόσο το καλύτερο αντικείμενο του είδους της, όσο και το πιο αληθινό αντικείμενο του ιδίου είδους. Έτσι υπάρχει ταύτιση της ανώτατης αγαθότητας και της ανώτατης πραγματικότητας ενός είδους, ταύτιση όχι μόνο με την έννοια ότι το καλύτερο και το πιο πραγματικό αντικείμενο είναι ένα και το αυτό, αλλά και με την αυστηρότερη ακόμη έννοια ότι οι ιδανικές ιδιότητες μιας Ιδέας συγκροτούν τόσο την απόλυτη 31 G. Santas, 1999, σελ258. 28

πραγματικότητά της, όσο και την απόλυτη αγαθότητα αυτής. Αυτό αποτελεί, κατά τον G. Santas και την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα. Στο πλαίσιο του γενικότερου σχολιασμού του αναφορικά με την αλληγορία του Ηλίου, ο T. Irwin 32 αναφέρει πως μέσα από την εικόνα του Ηλίου αντλούμε πληροφορίες για τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην γνώση του Αγαθού και τη γνώση των Ιδεών. Περιγράφει δύο καταστάσεις της όρασης που διευκρινίζουν δύο γνωσιακές καταστάσεις της ψυχής. Έτσι λοιπόν έχουμε: 1) όραση η οποία κοιτάζει τα ορατά αντικείμενα στο σκοτάδι (Πολ.508c3-8). 2) όραση η οποία κοιτάζει τα ορατά αντικείμενα στο φως του ήλιου (Πολ.508d1-2). 3) η ψυχή κοιτάζει τα γιγνόμενα και φθειρόμενα χωρίς να κάνει αναφορά στην Ιδέα του Αγαθού και έχει μόνο δόξα (Πολ.508d 6-9). 4) η ψυχή κοιτάζει τις Ιδέες και, έχοντας αναφορά στην Ιδέα του Αγαθού, έχει γνώση (Πολ. 508e1 509a5). Η αντίθεση ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 συνεχίζει ο T. Irwin νοείται ως αντίθεση ανάμεσα στους εραστές του φωτός που προσφεύγουν στα γιγνόμενα και φθειρόμενα και στο φιλόσοφο που προσφεύγει στις Ιδέες. Όμως, η προσφυγή στις Ιδέες απαιτεί αναφορά στην Ιδέα του Αγαθού, καταλήγει ο T. Irwin. Τα αντικείμενα της γνώσης γίνονται γνωστά εξαιτίας του Αγαθού, αντλούν το είναι τους και την ουσία τους από αυτό, όμως το Αγαθό δεν είναι ουσία, αλλά κάτι ανώτερο από αυτή (Πολ. 508e 1-509e5). Σύμφωνα με τον T. 32 T. Irwin 1995, σελ. 271. 29

Irwin 33 όταν ο Πλάτων υποστηρίζει ότι το Αγαθό δεν είναι το εἶναι και η ουσία (being) (Πολ. 509b6-10), αλλά η αιτία τους, δηλώνει ότι δεν είναι μια Ιδέα που είναι ανεξάρτητη από το σύνολο των Ιδεών των οποίων την αγαθότητα εξηγεί. Επιμένουμε να διαλέγουμε κάποια πράγματα σαν δίκαια και ωραία (Πολ. 505d5 10), αυτό όμως δεν σημαίνει ότι τα επιδιώκουμε για κάποιο καλό που είναι ανεξάρτητο από αυτά. Αναφορικά με την θέση ότι τα αντικείμενα της γνώσης γίνονται γνωστά εξαιτίας του Αγαθού, αντλούν το είναι τους και την ουσία τους από αυτό, όμως το Αγαθό δεν είναι ουσία, αλλά κάτι ανώτερο από αυτή, δεν πρέπει να παραλείψουμε να επισημάνουμε το σχόλιο της J. Annas 34, ότι δηλαδή αυτόν τον ισχυρισμό μπορούμε να τον ερμηνεύσουμε απλά ως το σύστοιχο του ισχυρισμού περί γνώσεως. Η J. Annas 35 ορίζει τον άνθρωπο που έχει γνώση ως εκείνον που είναι βαθυστόχαστος και συνειδητοποιεί την ύπαρξη των Ιδεών, δηλαδή των αντικειμένων της γνώσης που δεν υπάρχουν στην εμπειρία. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα απαραίτητη προϋπόθεση της γνώσης είναι η κατανόηση, η οποία είναι συστηματική, διότι ενέχει την εξήγηση. Κατανοώ σημαίνει μπορώ να εξηγήσω τα πράγματα, να πω δηλαδή γιατί τα πράγματα έχουν ως έχουν. Όταν μπορεί κανείς να εξηγήσει τα πράγματα, αναφέρει η J. Annas, μπορεί να κάνει έναν συστηματικό συσχετισμό τους και να δείξει πως εξαρτάται το ένα από το άλλο. Η γνώση λοιπόν σχηματίζει ένα εξηγητικό όλον και ένας ισχυρισμός, προκειμένου να αποτελεί περίπτωση γνώσης, πρέπει να δειχθεί ότι συναρμόζεται με κατανοητό τρόπο με ένα 33 T. Irwin 1995, σελ. 272. 34 J. Annas, 1997, σελ. 146-147. 35 J. Annas, 1997, σελ. 143-144. 30

εξηγητικό σύστημα αληθειών. Το πρότυπο του Πλάτωνα ως προς αυτό, συνεχίζει η J. Annas, είναι τα μαθηματικά. Θεμελιώδης επίσης για την κατανόηση, καθώς επίσης και για κάθε πραγματική εξήγηση, είναι και η αγαθότητα, για την οποίαν, αν και πολλοί την θεωρούν ως κάτι το υποκειμενικό που δεν μπορεί να είναι μέρος μιας οργανωμένης εξήγησης, ο Πλάτων δεν πιστεύει καθόλου ότι δεν επιδέχεται συστηματική εξήγηση, και τις κρίσεις σχετικά με την αγαθότητα τις θεωρεί ως αντικειμενικούς ισχυρισμούς για κάτι που μπορούμε να εξηγήσουμε συστηματικά. Το πλατωνικό Αγαθό, σύμφωνα με την J. Annas 36, κάνει τα πράγματα γνωστά, αφού η αγαθότητα είναι θεμελιώδης για κάθε εξήγηση. Εάν η αγαθότητα είναι βασική για να κατανοήσουμε τον κόσμο, τότε είναι και η υπέρτατη στην τάξη των πραγμάτων. Και εάν η αγαθότητα είναι βασική για να κατανοούμε τον κόσμο, τότε εντός του κόσμου η αγαθότητα και οι άλλες αξίες που προκύπτουν από αυτήν είναι πραγματικά όντα. Η παραβολή του Ήλιου, σύμφωνα με τον Chen Ludwig C.H 37 χωρίζεται σε δύο μέρη εκ των οποίων το πρώτο εκτείνεται στο χωρίο (Πολ. 507c10 509b10) και σε αυτό καθίσταται σαφές ότι το Αγαθό είναι η αιτία της γνώσης. Μέσα στο χωρίο αυτό, όμως, το κομμάτι εκείνο που χρειάζεται μεγαλύτερη εξήγηση, κατά τον Chen Ludwig C.H, είναι το χωρίο Πολ. 508b12 d9, καθώς τα περιεχόμενά του είναι αρκετά περίπλοκα και χρειάζονται μεγαλύτερη ανάλυση. Στο κομμάτι λοιπόν αυτό, επισημαίνει ο Chen Ludwig C.H, αναπτύσσεται ένα επιχείρημα που περιλαμβάνει δύο θεωρίες παρόμοιων σχέσεων, αφενός της σχέσης του φωτός προς την όραση και αφετέρου της σχέσης της λάμψης της 36 J. Annas, 1997, σελ 146-147. 37 Chen Ludwig C.H. 1992, σελ.88. 31

αλήθειας προς την γνώση. Η πρώτη θεωρία, αναφέρει ο Chen Ludwig C.H 38 περιλαμβάνει τα θέματα του ήλιου, του φωτός του, των ματιών του σώματος, της δύναμης της όρασης, ένα ορατό αντικείμενο και την όραση. Η δεύτερη θεωρία περιλαμβάνει την Ιδέα του Αγαθού, τη λάμψη της αλήθειας αναλογικά προς το φως, τα μάτια του νου, τη δύναμη της γνώσης, ένα γνωστό αντικείμενο και τη γνώση. Τα θέματα των δύο θεωριών, παρατηρεί ο Chen Ludwig C.H, παρατίθενται παράλληλα και η γνώση εξηγείται αναλογικά με την όραση. Όταν το φως λάμπει στα ορατά αντικείμενα, αναφέρει ο Chen Ludwig C.H, 39 τα μάτια κατευθύνονται προς αυτά για να παράξουν όραση. Κάτι ανάλογο ισχύει και με την αλήθεια και την ουσία, τα οποία αποτελούν το ενδιάμεσο για την νοητική γνώση, καθώς όταν τα μάτια του νου στρέφονται εκεί όπου λάμπουν η αλήθεια και το ον, τότε το νοητό γίνεται γνωστό ((Πολ. 508d4-6). Ο Chen Ludwig C.H. διερωτάται «για ποιό ον όμως πρόκειται εδώ και ποια αλήθεια είναι αυτή;», και προχωρεί στην επισήμανση ότι η απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται από το επιχείρημα της αναλογίας, σύμφωνα με το οποίο, όπως κατά τη διάρκεια της ημέρας το φως του ήλιου λάμπει επάνω στα ορατά αντικείμενα και τα κάνει ορατά, έτσι και η αλήθεια και η ουσία λάμπουν επάνω στα νοητά αντικείμενα και τα κάνουν γνωστά. Και όπως το φως προέρχεται από τον ήλιο και όχι από τα ορατά αντικείμενα, έτσι και το είναι και η ουσία προέρχεται από το Αγαθό και όχι από τα νοητά αντικείμενα. Τα 38 Chen Ludwig C.H. 1992, σελ.89. 39 Chen Ludwig C.H. 1992, σελ.89. 32

νοητά αντικείμενα, λοιπόν, εν κατακλείδι, καταλήγει ο Chen Ludwig C.H, γίνονται γνωστά όπου η Ιδέα του Αγαθού αποκαλύπτει την αλήθεια και την ουσία τους. Στο δεύτερο μέρος της παραβολής, που εκτείνεται στο χωρίο Πολ. 509b2-10, επισημαίνει ο Chen Ludwig C.H 40, γίνεται προσπάθεια να χαρακτηριστεί το Αγαθό ως η αιτία του είναι και της ουσίας. Ο χαρακτηρισμός του Αγαθού ως οντολογικής αρχής προκύπτει από το επιχείρημα της αναλογίας του ήλιου. Όπως δηλαδή ο ήλιος είναι γένεση, ανάπτυξη, τροφή, έτσι και το Αγαθό είναι η αιτία εξαιτίας της οποίας υπάρχουν (είναι) τα αντικείμενα της γνώσης. Στο παρόν χωρίο, τονίζει ο Chen Ludwig C.H 41, ο Σωκράτης αναφέρεται στην «αρχή» ή «αιτία» από οντολογικής και όχι από γνωσιολογικής πλευράς, καθώς αναφέρεται στον ήλιο όχι ως αιτία της όρασης, αλλά ως αιτία της γένεσης, της ανάπτυξης και της τροφής. Ο Chen Ludwig C.H 42 αναλύει το νόημα του ήλιου στην παραβολή του ήλιου, λέγοντας ότι αφενός ο ήλιος χαρακτηρίζεται ως έκγονος του Αγαθού και αφετέρου επισημαίνεται η σχέση του με τον πατέρα (Πολ. 506e3 4). Η σχέση καταγωγής που συνδέει τον ήλιο προς το Αγαθό είναι οντολογική, και στην παρούσα περίπτωση το Αγαθό και ο ήλιος συνδέονται μέσα στο πλαίσιο μιας οντολογικής δομής. Αυτό είναι και το ουσιαστικό νόημα του ήλιου στην παραβολή. Απαραίτητη προϋπόθεση για να δούμε εύκολα την αιτιώδη αυτή συνάφεια που προκύπτει μέσω της οντολογικής δομής, καταλήγει ο Chen 40 Chen Ludwig C.H., 1992, σελ 92. 41 Chen Ludwig C.H., 1992, σελ 93. 42 Chen Ludwig C.H., 1992, σελ 94 33

Ludwig C.H, είναι να κατανοήσουμε το ουσιαστικό τμήμα της παραβολής του Ήλιου, κάτι που ισχύει όμως σε σχέση με την οντολογική δομή, χωρίς να γίνεται παράλληλη αναφορά στη γνώση. Ύστερα από την παραβολή του Ηλίου, ο Πλάτων αναπτύσσει στα χωρία (509c 511e) την εικόνα της Γραμμής, με την οποία, σύμφωνα με την J. Annas 43, επεξηγείται ακόμη περισσότερο η διάκριση ανάμεσα στο ορατό και το νοητό. Η Γραμμή λοιπόν είναι κομμένη σε δύο άνισα τμήματα εκ των οποίων το ένα παριστάνει το ορατό γένος και το άλλο το νοητό γένος. Το καθένα από τα δύο τμήματα πρέπει πάλι να διαιρεθεί σε δύο άνισα τμήματα κατά την αυτή αναλογία. Στο ορατό γένος ανήκει αφενός το τμήμα της εικασίας και αφετέρου το τμήμα της πίστης. Στο νοητό γένος ανήκει το τμήμα της διάνοιας και το τμήμα της νόησης. Κατ αναλογίαν προς την σχέση των αισθητών πραγμάτων με τις σκιές ή τα είδωλά τους, παρατηρεί ο Ν.Μ. Σκουτερόπουλος, επιχειρείται η εξεικόνιση της σχέσης μεταξύ νοητού και ορατού, για να φανεί η σαφήνεια των Ιδεών και η υπεροχή τους σε σχέση με τα πράγματα του αισθητού κόσμου, καθώς οι Ιδέες του Πλάτωνα, οι οποίες είναι όντα αιώνια και αμετάβλητα στο χώρο και στο χρόνο, είναι τα πρότυπα όλων των αισθητών πραγμάτων. Παρόλον, όμως, που δεν υπάρχει στα χωρία αυτά εκτενής αναφορά της Ιδέας του Αγαθού, σύμφωνα με τον G. Santas, 44 αποτελεί καθολική συμφωνία ότι η Ιδέα του Αγαθού βρίσκεται στην κορυφή της οντολογικής διαίρεσης και η γνώση αναφορικά με το Αγαθό βρίσκεται στην κορυφή της γνωσιολογικής διαίρεσης. Το πρώτο πράγμα το οποίο διευκρινίζει ο G. Santas είναι ότι, κατ 43 Julia Annas, 1997, σελ 148 44 G. Santas, 1999, σελ. 269. 34

αυτόν, όταν ο Πλάτων ονομάζει τις αρχές των μαθηματικών ως υποθέσεις δεν εννοεί ότι είναι αναπόδεικτες και ότι δεν έχουν αρχή. Σύμφωνα με τον G. Santas, για τον όρο υποθέσεις έχει προταθεί κάθε είδους ερμηνεία, όπως το περιττό καθαυτό, τα σχήματα καθαυτά, οι προτάσεις που επιβεβαιώνουν την ύπαρξη αυτών των αριθμών και των σχημάτων, τα αξιώματα που αποδίδουν ιδιότητες σε αυτούς τους αριθμούς ή στους ορισμούς τους. Εκτός όμως από τον χαρακτηρισμό των αριθμητικών και των γεωμετρικών αρχών ως υποθέσεων, ο Πλάτων δύο φορές σε αυτά τα χωρία αποκαλεί το σημείο αρχής της διαλεκτικής, το Αγαθό ή τη γνώση του, ως «ανυπόθετα». Φαίνεται λοιπόν, κατά τον G. Santas, ότι υπάρχει μια αντίθεση, που αν όντως ισχύει, σημαίνει πως ο Πλάτων θεωρεί ότι η Ιδέα του Αγαθού ή η γνώση του προέρχεται από κάπου ή αποδεικνύεται. Τοποθετώντας, όμως, το Αγαθό στην κορυφή της Γραμμής, ο Πλάτων υποδηλώνει ακριβώς το αντίθετο, ότι δηλαδή η Ιδέα του Αγαθού δεν προέρχεται ή δεν αποδεικνύεται από κάπου. Ο G. Santas θεωρεί ότι εάν οι υποθέσεις των μαθηματικών σήμαιναν κατά τον Πλάτωνα «αναπόδεικτες αρχές», τότε η ίδια η σημασία της υποθέσεως θα έβρισκε εφαρμογή και επί της Διαλεκτικής. Εάν κατά τον Πλάτωνα, εκτιμά ο G. Santas 45, οι υποθέσεις σημαίνουν τις αρχές των μαθηματικών που δεν αποδεικνύονται ή δεν προέρχονται από κάπου, κάτι που δεν ισχύει με την διαλεκτική, τότε θα υποστήριζε το εντελώς αστήρικτο, ότι δηλαδή και η διαλεκτική θα πρέπει να αρχίζει από κάπου και ότι ανεξάρτητα από το σημείο αρχής της, η αρχή της θα είχε την ίδια ατέλεια. O G. Santas θεωρεί πως ο Πλάτων αποκαλεί την αρχή των μαθηματικών «υπόθεση» λόγω του ότι δεν 45 G. Santas, 1999, σελ. 270. 35