ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ της ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΧΑΤΖΗΠΕΤΡΟΥ Τμήμα ψηφιακών μέσων και επικοινωνίας Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ιονίων Νήσων Αργοστόλι Κεφαλληνίας 2015
ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ H πτυχιακή εργασία εγκρίθηκε από τον κύριο Άρη Κουμπαρέλη 2
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα πτυχιακή εργασία θα διερευνηθεί ο ρόλος της προπαγάνδας και οι διαστάσεις των μορφών που κατέχει στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Οι μορφές αυτές ποικίλλουν και εναλλάσσονται συγκριτικά με τους σκοπούς και τα συμφέροντα που η ίδια εξυπηρετεί. Σκοπός της εργασίας είναι να παρουσιαστεί η προπαγάνδα μέσα από την ανάλυση μεθόδων και τεχνικών που χρησιμοποιεί για να πετύχει τους στόχους της καθώς και να κατανοήσει ο αναγνώστης τη συμβιωτική σχέση που συνδέει την προπαγάνδα με τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Λέξεις κλειδιά : Προπαγάνδα, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, Επικοινωνία 3
ABSTRACT This thesis investigates the role of propaganda and the dimensions of forms held in the media. These forms vary and rotate relative to the purposes and interests which it serves. The purpose of this study is to present the propaganda through the analysis methods and techniques that uses to achieve its goals and to understand the reader the symbiotic relationship between propaganda media. Keywords: Propaganda, Media, Communication ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 4
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ. ΤΑ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1.1 Ορισμός της επικοινωνίας και της μαζικής επικοινωνίας 1.2 Κατηγοριοποίηση μέσων μαζικής επικοινωνίας 1.3 Δημόσια Ενημέρωση, Πληροφόρηση και Επικοινωνία 1.4 Πηγές και Πρωταγωνιστές Δημόσιας Ενημέρωσης, Πληροφόρησης και Επικοινωνίας ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ. Η ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ 2.1 Ορισμός - Σημασία - Περιεχόμενο 2.2 Θεωρητική Προσέγγιση 2.3 Μελέτη της Προπαγάνδας 2.4 Πεδία Άσκησης Προπαγάνδας 2.5 Ο προπαγανδιστικός λόγος των μέσων επικοινωνίας 2.6 Η προπαγάνδα σε περιόδους κρίσης 2.7 Προπαγανδιστικές τεχνικές ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ. ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 3.1 Νεωτερικότητα και Προπαγάνδα 3.2 Σχέση τρομοκρατίας και Μ.Μ.Ε 3.3 Η Προπαγάνδα και το παράδειγμα του τρομοκρατικού xτυπήματος της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΠΙΝΑΚΩΝ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 5
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Αντικείμενο της παρούσης πτυχιακής εργασίας είναι << Η Προπαγάνδα και τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας >>. Η εργασία εκπονήθηκε κατά το ακαδημαϊκό έτος 2014-2015 υπό την επίβλεψη του κ. Άρη Κουμπαρέλη, καθηγητή του τμήματος ψηφιακών μέσων και επικοινωνίας στο ΤΕΙ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ, στον οποίο και οφείλω ιδιαίτερες ευχαριστίες. Θα ήθελα, επίσης να ευχαριστήσω θερμά τον σύζυγό μου, ο οποίος με την καθοδήγησή του και τη συνεχή υποστήριξη βοήθησε στην ολοκλήρωση της εργασίας. Παράλληλα, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον κύριο Ευάγγελο Καρακάση, Καθηγητή του τμήματος φιλολογίας Ιωαννίνων για την πολύτιμη συμβολή του στην διεκπεραίωση της διπλωματικής μου. Τέλος, νιώθω την ανάγκη να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τους γονείς μου για την καθοριστική στήριξή τους καθ' όλη τη διάρκεια των σπουδών μου στη σχολή μου και να αφιερώσω την διπλωματική μου εργασία στον μόλις επτά μηνών υιό μου. 6
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η Προπαγάνδα αποτελεί την παρουσίαση ενός μηνύματος με έναν συγκεκριμένο τρόπο με στόχο την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων σκοπών. Πρωταρχικός της στόχος είναι να αλλάξει δραστικά τις απόψεις των άλλων αντί απλώς να μεταδώσει γεγονότα, κάτι που είναι δυνατό να επιτευχθεί μέσα από τα διάφορα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Σκοπός λοιπόν, της παρούσας πτυχιακής εργασίας είναι η ανάλυση του φαινομένου της προπαγάνδας σε σχέση με τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Στο πρώτο κεφάλαιο αναλύονται τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα, δίνεται ο ορισμός της επικοινωνίας και της μαζικής επικοινωνίας και γίνεται η κατηγοριοποίηση των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Στην συνέχεια, παρουσιάζεται η Δημόσια Ενημέρωση, Πληροφόρηση και Επικοινωνία, καθώς και οι Πηγές και Πρωταγωνιστές της Δημόσιας Ενημέρωσης, της Πληροφόρησης και της Επικοινωνίας. Το δεύτερο κεφάλαιο έχει σχέση με την προπαγάνδα. Αρχικά δίνεται ο ορισμός, η σημασία και το περιεχόμενο του. Έπειτα, δίνεται η θεωρητική προσέγγιση του φαινομένου, η μελέτη της Προπαγάνδας, καθώς και τα πεδία άσκησης της Προπαγάνδας. Επιπρόσθετα, αναλύεται ο προπαγανδιστικός λόγος των μέσων επικοινωνίας, η προπαγάνδα σε περιόδους κρίσης, καθώς και οι προπαγανδιστικές τεχνικές. Το τρίτο κεφάλαιο αφορά την προπαγάνδα και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Πιο αναλυτικά, δίνονται η σχέση της τρομοκρατίας με τα Μ.Μ.Ε και το παράδειγμα του τρομοκρατικού κτυπήματος της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 αναφορικά πάντοτε με την προπαγάνδα. Στο τελευταίο κεφάλαιο δίνονται κάποια χρήσιμα συμπεράσματα τα οποία δύναται να έχουν μελλοντική χρησιμότητα σε περαιτέρω έρευνα. 7
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ. ΤΑ ΜΕΣΑ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ 1.1 Ορισμός της επικοινωνίας και της μαζικής επικοινωνίας Με τον όρο επικοινωνία μπορούμε να ορίσουμε την διαδικασία ανταλλαγής ή μεταβίβασης, είτε μιας πληροφορίας, είτε μιας ιδέας, ή ακόμη και των ίδιων των αισθημάτων. Ως καθαρή έννοια, η λέξη "επικοινωνία" συντάσσεται από την λέξη κοινός - κοινωνώ, δηλαδή βρίσκομαι σε επαφή ή συμμετέχω σε κάτι ή και ακόμη πληροφορούμε για κάτι. Αντίστοιχα, ως λέξη κοινωνός θεωρείται αυτός που λαμβάνει γνώση για κάποιο πράγμα. Επικοινωνία υπάρχει κατά την μετάδοση ή ανταλλαγή πληροφορίας μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων, η οποία γίνεται είτε με συνειδητό τρόπο, είτε ακόμη και ασυνείδητο. Σύμφωνα με τους Μαγνήσαλη (2002) και Φαναριώτη (1996), η επικοινωνία μπορεί να οριστεί ως «η οποιαδήποτε αρχική συμπεριφορά από τη μεριά του αποστολέα, η οποία μεταφέρει το επιθυμητό μήνυμα στον αποδέκτη, αυτό με τη σειρά του, προκαλεί σαν αντίδραση στον αποδέκτη, την επιθυμητή συμπεριφορά» (Μαγνήσαλης, 2002) κι άλλοτε ως «η διαδικασία της μεταβίβασης πληροφοριών από ένα άτομο σε άλλο και κατανόησης του, από το δεύτερο» (Φαναριώτης, 1996). Υπό μία άλλη έννοια, ως επικοινωνία μπορεί να οριστεί και ως μετάδοση νοημάτων, ενώ άλλοι την θεωρούν ως τέχνη έκφρασης, όπου ανταλλάσσονται δηλαδή, ιδέες μέσα από τον γραπτό, καθώς και τον προφορικό λόγο. Η διαδικασία μετάδοσης και λήψης ενός μηνύματος είναι βασική προϋπόθεση ως προς την έννοια της επικοινωνίας. Πιο συγκεκριμένα, η απλή έκφραση μιας ιδέας δεν αποτελεί μια εν δυνάμει επικοινωνία, αλλά απλά ένα σκέλος αυτής. Όταν η επικοινωνία αποδίδει, αυτό σημαίνει ότι ο αποδέκτης κατανοεί πλήρως την όποια πληροφορία του μεταδόθηκε. Επίσης, ένα άτομο μπορεί να επικοινωνεί με τον ίδιο του τον εαυτό, μέσα από έναν τρόπο φανταστικό, όπου πιθανόν αυτή η εσωτερική επικοινωνία να γίνεται με βάση μερικούς από τους κανόνες που διέπουν την επικοινωνία μεταξύ των ατόμων (Φαναριώτης, 1996). 8
Η επικοινωνία μπορεί να είναι μαζική. Ο όρος μαζική αποδίδεται όταν σηματοδοτεί ένα μεγάλο εύρος, πεδίο ή έκταση. Αντίστοιχα, η διαδικασία για μία μαζική επικοινωνία είναι μία δυναμική διαδικασία και δεν είναι πάντα συνώνυμη με την τηλεόραση ή τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Ο όρος «μαζική επικοινωνία» μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ποικίλους τρόπους, δηλαδή : a) Συσχέτιση στις δραστηριότητες των ΜΜΕ ως ομάδα/σύνολο b) Τη χρήση των κριτηρίων για την έννοια «μαζική». Τα κριτήρια αφορούν το μέγεθος και τη διαφοροποίηση των ακροατηρίων, αλλά και την ταυτοχρονία και τη φύση των επιρροών μεταξύ των μελών των ακροατηρίων και μεταξύ των ΜΜΕ και των ακροατηρίων. c) Την δημιουργία ερωτήσεων με στόχο την επικοινωνία, όπως είναι για παράδειγμα η εφαρμογή αυτών σε δραστηριότητες των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Ο όρος μαζική επικοινωνία πολλές φορές χρησιμοποιείται με λάθος σκεπτικό, ειδικά όταν αφορά την διάχυση πληροφοριών σε σχέση με τις τέχνες, την ψυχαγωγία, όπως επίσης και τα μηνύματα της τηλεόρασης, του ραδιοφώνου, των εφημερίδων, των περιοδικών, καθώς και από οποιοδήποτε άλλο μέσο μαζικής επικοινωνίας. Η καθεαυτού σωστή χρήση του όρου μαζική επικοινωνία είναι ορθότερη όταν μεταξύ των ανόμοιων φαινομένων, όπως της τηλεόρασης, του ραδιοφώνου των εφημερίδων κ.τ.λ., εμφανίζονται κοινά χαρακτηριστικά. Πιο αναλυτικά, η έννοια της μαζικής επικοινωνίας εφαρμόζεται για να ξεχωρίσει αυτήν από την διαπροσωπική επικοινωνία, που απευθύνεται κυρίως μεταξύ μικρών ομάδων κυρίως ποσοτικά, όπως είναι για παράδειγμα η επικοινωνία μεταξύ δύο ατόμων, δηλαδή πρόσωπο με πρόσωπο (Μαγνήσαλης, 2002). 1.2 Κατηγοριοποίηση των μέσων μαζικής επικοινωνίας 9
Η κατηγοριοποίηση των σημαντικότερων μέσων μαζικής επικοινωνίας έχει ως εξής. α) Ο Τύπος Από όλα τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, ο τύπος είναι σίγουρα το αρχαιότερο μέσο, το οποίο αποτελούσε μονοπώλιο για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα ως προς την ενημέρωση των πολιτών. Σε χώρες κυρίως προηγμένες, η καθημερινή ανάγνωση του τύπου αποτελούσε συνήθεια, καθιστώντας την μια μορφή κοινωνικής συμπεριφοράς. Στην σύγχρονη κοινωνία, η αγορά εφημερίδων μπορεί να αποτελέσει κριτήριο ως προς τον βαθμό ανάπτυξης μιας χώρας (Κάστορας, 1990). Κύριο μέλημα του τύπου είναι η μόρφωση, ενημέρωση και ψυχαγωγία του κοινού. Ο τύπος έχει την δύναμη μέχρι ενός σημείου να μπορεί να διαμορφώνει και να προσανατολίζει τον κάθε αναγνώστη προς κάποια κατεύθυνση, γι αυτό από πολλούς θεωρείται ως τέταρτη εξουσία. Ουσιαστικά, ο τύπος είναι η οποιαδήποτε παραγωγή τυπογραφικών μέσων, όπου μεταξύ αυτών είναι οι εφημερίδες, τα περιοδικά, καθώς και οι διατριβές, τα φυλλάδια κτλ. Με άλλα λόγια, τύπος θεωρείται οποιοδήποτε προϊόν δημιουργείται από την τυπογραφία ή κάθε μηχανικό μέσο, το οποίο συμβάλει στον πολλαπλασιασμό ή την διάδοση εικόνων, χειρογράφων κτλ. Στις μέρες μας βέβαια, η λέξη τύπος παραπέμπει κυρίως στις εφημερίδες και τα περιοδικά (Μαγνήσαλης, 2002). β) Τα Έντυπα Μέσα Ένα επίσης σημαντικό μέσο επικοινωνίας αποτελούν και τα έντυπα μέσα. Αυτά μπορούν να προσδιοριστούν από γενικής και ειδικής άποψης. Ως γενικής άποψης έντυπα, είναι αυτά που έχουν εκδοθεί στον τύπο μέσα από κάποιον οργανισμό ή επιχείρησης που εκδίδει περιοδικά ή εφημερίδες. Ενώ αντίστοιχα, στης ειδικής άποψης έντυπα, κατατάσσονται αυτά που εκδίδονται στον τύπο και είναι κάθε τι άλλο εκτός από βιβλία ή εφημερίδες (Κάστορας, 1990). 10
Εικόνα 1.1 Ο Τύπος μπορεί να αποτελέσει μέρος της προπαγάνδας Πηγή : www.otyposnews.gr γ) Οι Εφημερίδες Ο κύριος στόχος των εφημερίδων είναι να μεταδώσουν γρήγορα μια πληροφορία και έπειτα να ασκήσουν κριτική ή να σχολιάσουν. Βέβαια μέσα στους στόχους τους είναι και να μορφώσουν ή να ψυχαγωγήσουν τον αναγνώστη. Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα των εφημερίδων είναι, ότι μπορούν να διαβαστούν από τον κάθε αναγνώστη, χωρίς να έχει αυτός εξειδικευμένες γνώσεις. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, η διάρκεια ζωής ενός μηνύματος που τυπώνεται στις εφημερίδες είναι εντός 24ώρου, πράγμα που σημαίνει ότι η πληροφορία χάνει την αξία της. Βέβαια, η σημαντικότητα ενός μηνύματος παρεμβάλει στο να εξακολουθεί να απασχολεί τους αναγνώστες για μεγάλο διάστημα (Μαγνήσαλης, 2002). δ) Τα Περιοδικά Ο κύριος στόχος των περιοδικών είναι να ψυχαγωγήσουν τον αναγνώστη, δίνοντας μικρής σημασίας στο ειδησεογραφικό κομμάτι της 11
ενημέρωσης. Τα περιοδικά μπορούν να διακριθούν βάσει κάποιων χαρακτηριστικών τους. α) Μπορούν να διαβαστούν με ευχαρίστηση γιατί απευθύνονται κυρίως στον ψυχαγωγικό τομέα. β) Συνήθως, το περιεχόμενο τους απευθύνεται σε διάφορες κατηγορίες αναγνωστών, ο καθένας στον τομέα που τον ενδιαφέρει. γ) Η διάρκεια ζωής των μηνυμάτων τους είναι συνήθως μεγαλύτερη σε σχέση με τα άλλα μαζικά μέσα. δ) Η πλειοψηφία αυτών, απευθύνεται κυρίως σε γυναίκες κατά αντιστοιχία με τις εφημερίδες για τους άντρες. ε) Είναι ευκολότερα στην ανάγνωση, λόγω καλύτερης ποιότητας εικόνας εκτύπωσης και έχουν σχετικά μικρό κόστος. ε) Το Ραδιόφωνο Το ραδιόφωνο αποτελεί και αυτό ένα από τα πιο διαδεδομένα μέσα επικοινωνίας. Σύμφωνα με τον Μαγνήσαλη (1998), ένας ορισμός που θα μπορούσε να δοθεί στο ραδιόφωνο είναι ότι αποτελεί ένα μέσο μαζικής επικοινωνίας, που επηρεάζει από μακρινή απόσταση τον ακουστικό παράγοντα ενός ατόμου (Μαγνήσαλης, 1998). Το ραδιόφωνο έχει ως κύριο στόχο να ενημερώνει, να ψυχαγωγεί και να επιμορφώνει. Παράλληλα, διαφημίζει και γνωστοποίει την ύπαρξη επιχειρήσεων ή προϊόντων (Κάστορας, 1990). Ένα από τα θετικά χαρακτηριστικά του ραδιοφώνου είναι ότι έχει το πλεονέκτημα να απευθύνεται άμεσα και μαζικά, δίνοντας την όποια πληροφορία στον ακροατή έγκαιρα. Μερικά από τα βασικότερα χαρακτηριστικά είναι : α) Η οποιαδήποτε πληροφορία ή είδηση που εκπέμπεται ο ακροατής δεν έχει άμεσα την δυνατότητα αντίλογου, μονάχα την άρνηση ακρόασης. 12
β) Κάθε μήνυμα που μεταδίδεται είναι εύκολο να συλλαμβάνεται με ευχέρεια και γρήγορα, ασχέτως του χώρου που βρίσκεται ο ακροατής. γ) Οποιοδήποτε γεγονός αποκτά μια αμεσότητα, γιατί υπάρχει η δυνατότητα να μεταβιβάζεται την ίδια στιγμή που διαδραματίζεται (Μαγνήσαλης, 1998). Εικόνα 1.2 Το ραδιόφωνο μπορεί να αποτελέσει μέρος της προπαγάνδας Πηγή : www.public-cyprus.com.cy Βέβαια υπάρχουν τόσο θετικά όσο και αρνητικά χαρακτηριστικά στο ραδιόφωνο. Παρακάτω φαίνονται κάποια πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα του ραδιοφώνου σε σχέση με τον τύπο, είτε σε σχέση με την τηλεόραση. Τα πλεονεκτήματα του ραδιοφώνου, συναρτήσει του τύπου : α) Υπάρχει σημαντική αμεσότητα και ταχύτητα μετάδοσης μιας πληροφορίας ή μίας είδησης. β) Δίνει την δυνατότητα ακρόασης ενός μηνύματος σε αυτούς που δεν μπορούν να αναγνώσουν. γ) Ασκεί σημαντικότερη επιρροή από ότι ο γραπτός λόγος. 13
δ) Καθώς και το γεγονός ότι μπορεί και απευθύνεται σε οποιουδήποτε τύπου ακροατή, ανάλογα με την ώρα μετάδοσης και το περιεχόμενο της εκπομπής. Τα πλεονεκτήματα του ραδιοφώνου, συναρτήσει της τηλεόρασης : α) Είναι εύχρηστο και μεταφέρεται εύκολα. β) Η εγκατάσταση του δεν δημιουργεί προβλήματα. γ) Κατά την διάρκεια της ακρόασης, ο ακροατής δεν χρειάζεται να στρέφει την προσοχή του, έτσι δεν απασχολείται κατά την εργασία ή το ταξίδι του (Μαγνήσαλης, 1998). Ένα από αρνητικά στοιχεία του ραδιοφώνου είναι η διάρκεια και το μικρό χρονικό διάστημα ενός μηνύματος, καθώς και η δυνατότητα να μπορεί να το έχει ο ακροατής στην διάθεση του όταν μετακινείται όταν το χρειάζεται. Μέσα στα θετικά χαρακτηριστικά που μας δίνει το ραδιόφωνο είναι το χαμηλό του κόστος, καθώς και εικοσιτετράωρη κάλυψη του, έχοντας συνάμα μεγάλη εμβέλεια και την αίσθηση της αντικειμενικότητας (Μαγκλιβέρας, 1993). ζ) Η Τηλεόραση Στην σύγχρονη εποχή αποτελεί ίσως το πιο αποτελεσματικό μέσο μαζικής επικοινωνίας, καθώς έχει όλα τα πλεονεκτήματα ενός οπτικοακουστικού μέσου. Δίνει την δυνατότητα ο τηλεθεατής να έχει άμεσα μια πληροφορία ή μία είδηση ή ένα γεγονός τόσο οπτικά όσο και ακουστικά στο οικογενειακό του περιβάλλον. Μερικά από τα χαρακτηριστικά που διακρίνεται η τηλεόραση είναι : α. Τα μηνύματα που μεταδίδονται είναι στιγμιαία και πρόσκαιρα. β. Δεν αποτελεί μέσο ευέλικτο γ. Σε σχέση με τα υπόλοιπα μέσα ενημέρωσης επιτυγχάνει την μεγαλύτερη μαζική αλλά και ομοιογενή διείσδυση δ. Έχει πολύ μεγάλη επίδραση 14
ε. Έχουμε συνδυασμό ήχου, εικόνας και κίνησης. Μερικά ακόμη πλεονεκτήματα είναι: α. Δίνει την δυνατότητα στον δέκτη να βλέπει ένα γεγονός, ανεξάρτητα από το που γίνεται. β. Υπάρχει η δυνατότητα επιλογής ενός προγράμματος. δ. Παρέχει διασκέδαση, ενημερώνει, πληροφορεί (Μαγνήσαλης, 1998). Εικόνα 1.3 Η τηλεόραση μπορεί να αποτελέσει μέρος της προπαγάνδας Πηγή : www.publiccyprus.com.cy 1.3 Δημόσια ενημέρωση, πληροφόρηση και επικοινωνία Η Επικοινωνία κατά πολλούς, μπορεί να αποτελέσει μια μορφή δράσης, γιατί αφορά άμεσα ή έμμεσα την μεταβίβαση και την ανταλλαγή κάποιου μηνύματος που γίνεται μεταξύ ατόμων ή ομάδων, όπου μέσα από την ανταλλαγή αυτή καθίσταται ένα άτομο ως 'κοινωνός' κάποιου γεγονότος ή μιας ιδέας, ενός μηνύματος ή κάποιου πράγματος κ.τ.λ. 15
Η επικοινωνία μπορεί να αποτελέσει την θεμελιώδη προϋπόθεση ως προς μία δημιουργική κοινωνία και κάθε οργανωτική αρχή αυτής ενώ παράλληλα συνιστά «σημαντικό παράγοντα θεώρησης, ερμηνείας και κατανόησης της φύσης και της εξέλιξης των διεργασιών, οι οποίες λαμβάνουν χώρα στις σύγχρονες σύνθετες κοινωνίες» (Muller & Surel, 2002). Το λειτουργικό κομμάτι της επικοινωνίας αποτελούν η ενημέρωση και η πληροφόρηση, όπου μέσω αυτών των επικοινωνιακών λειτουργιών, που απευθύνονται στο πλήθος, επιδιώκεται κάποιος στόχος ή σκοπός (Μαγνήσαλης, 2002). Η Πληροφόρηση αποτελεί κοινωνικό αγαθό με δημόσιο χαρακτήρα και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι μιας υγιούς Δημοκρατίας, μέσα από τον δημόσιο διάλογο και την δημόσια συζήτηση. Η ορθή έννοια της Δημοκρατίας έχει ως προϋπόθεση την υποχρέωση στην σωστή ενημέρωση των πολιτών. Σε αντιστοιχία, η σωστή ενημέρωση είναι δικαίωμα κάθε πολίτη σε οποιαδήποτε δημοκρατική χώρα. Σύμφωνα με το Άρθρο 5 Α 1 του Ελληνικού Συντάγματος, ο κάθε πολίτης έχει δικαίωμα στην Πληροφόρηση, με βασική προϋπόθεση ότι η πληροφόρηση αυτή και η γνώση που συνάδει από αυτήν κυκλοφορεί ελεύθερα και είναι διαθέσιμη, δημόσια και ορατή στον καθένα. Άλλωστε το δικαίωμα στην Ενημέρωση και στην Πληροφόρηση πρώτα από όλα θα πρέπει να εξασφαλίζεται και να προστατεύεται από την ίδια την πολιτεία. Συνεπώς, μέσα σε μία σύγχρονη κοινωνία και μέσα από δημοκρατικούς κανόνες, όπου καθημερινά εφαρμόζονται, μεταφράζουμε την καθημερινή συμπεριφορά των πολιτών μέσα από τον τρόπο συμμετοχής (Μαγκλιβέρας, 1997). Σύμφωνα με το Άρθρο 5 1 του Ελληνικού Συντάγματος, «Καθένας έχει το δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και τα χρηστά ήθη». Δημόσιο δικαίωμα αποτελεί η κάθε είδους συζήτηση και κριτική. Ένα Δημοκρατικό καθεστώς παρέχει την δυνατότητα να αναπτύσσει ελεύθερα ο κάθε πολίτης την προσωπικότητα και την 16
κριτική του ικανότητα, πράγματα που αποτελούν θεμελιώδη θεσμό της Δημοκρατίας (Μαγνήσαλης, 2002). Μέσα από τα πλαίσια μιας δημοκρατικής πολιτικής, θα πρέπει να παρέχεται στους πολίτες ένας κοινός τόπος μέσα στον οποίον θα μπορούν ελεύθερα να συμμετέχουν, να εκφράζονται, να δραστηριοποιούνται, κοινώς να έχουν την δυνατότητα να επικοινωνούν. Ο τόπος μέσα από τον οποίον αναπλάθεται η συμμετοχή των πολιτών, μέσα από κάθε δημόσια και πολιτική διαδικασία, αποτελεί τον δημόσιο χώρο. Ο δημόσιος χώρος «συνιστά ένα δυναμικό δεσμό ανάμεσα σε δρώντες, θεσμούς, διαδικασίες και χωροχρονικά πλαίσια, συγκυρίες» (Muller & Surel, 2002). Η ενημέρωση, καθώς και η πληροφόρηση μέσα σε μία σύγχρονη κοινωνία θα πρέπει να ανήκουν και να υπηρετούν την συλλογικότητα, να έχουν δημόσιο χαρακτήρα και να είναι ορατές σε όλους. Στην περίπτωση αυτή, με τον όρο δημόσια εννοούμε να είναι ανοιχτές, διαθέσιμες και ορατές στον πολίτη, δηλαδή πέραν της δημοσιότητας να υπάρχει και διαφάνεια. Επιπλέον, όταν η έννοια ''δημόσια'' επεκτείνεται στην τομέα της επικοινωνίας, τότε η δημόσια επικοινωνία θα πρέπει να στοχεύει να μεταδώσει στο κοινό μηνύματα, ώστε να του δίνεται η δυνατότητα να έχει μια συνολική εικόνα για το πώς έχουν τα δημόσια πράγματα. Συγχρόνως, θα πρέπει να φροντίζει να κρατά μια διαφορετική εικόνα από τα κεντρικά μηνύματα που μεταφέρονται από πρωταγωνιστές της δημόσιας και πολιτικής επικαιρότητας (Nelson, 2004). Στην σημερινή εποχή, οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν την ανάγκη ενημέρωσης, επικοινωνίας και σωστής πληροφόρησης. Η πληροφορία είναι αυτή που μπορεί να επεξεργαστεί, να αναπτυχθεί, να συγκριθεί, να ιεραρχηθεί, να αξιολογηθεί κτλ. Αντίστοιχα, η αξιολόγηση είναι εξαρτώμενη από την ίδια την αξία της πληροφορίας. Πρακτικά, η αξία της πληροφορίας χαρακτηρίζει την ίδια την πληροφορία, είτε ως δημόσιο αγαθό, είτε ως μέσο ή τρόπο παραγωγής. Σημαντικό είναι ότι η πληροφορία, όταν δεν φτάνει στον προορισμό της έγκαιρα, ή δεν μεταδοθεί άμεσα ή και ακόμη όταν δεν γίνει κατανοητή, έχει ως συνεπακόλουθο πολλές φορές να χάσει την αξία 17
της. Επίσης, οι πληροφορίες είναι άλλοτε άμεσης δράσης ή αντίδρασης, όπως και στατικές, γι αυτό χρήζουν συνεχούς παρακολούθησης, ώστε να μπορούν να προκύψουν σωστά και χρήσιμα συμπεράσματα (Μάνινγκ, 2007). Στις σύγχρονες κοινωνίες η δημόσια Ενημέρωση και Πληροφόρηση των πολιτών προσδιορίζεται από την παρακολούθηση της επικαιρότητας, καθώς και την χρήση της μαζικής επικοινωνίας. Ενώ, η δημόσια επικοινωνία α) αποτελεί μέσο όρασης και κατανόησης των σύγχρονων μηχανισμών δράσης του Κράτους, της πολιτικής και επικοινωνιακής πράξης και των Μέσων Επικοινωνίας, β) είναι το μέσο ενημέρωσης για κάθε ειδησεογραφική επικαιρότητα. Πιο συγκεκριμένα, κάθε πληροφορία ή γεγονός ή γνώμη εμφανίζονται στην κοινωνία μέσω των επικοινωνιακών θεσμών της. Οι θεσμοί αυτοί βοηθούν την «οικοδόμηση ενός κοινού αποθέματος γνώσης ως βάση της συλλογικής πολιτικής δράσης» (Nelson, 2004). Τέλος, τα Μέσα Επικοινωνίας πρέπει να είναι αυτά που ανακαλύπτουν, αποκαλύπτουν καθώς και να δημιουργούν το τί είναι δημόσιο και να υφίσταται μεταξύ των ορίων του Ιδιωτικού και του Δημόσιου (Μαυρής, et al. 1999). 1.4 Πηγές και πρωταγωνιστές δημόσιας ενημέρωσης, πληροφόρησης και επικοινωνίας Τα τελευταία χρόνια, στη δημόσια σφαίρα, όπως και στη σφαίρα της δημόσιας Ενημέρωσης και Πληροφόρησης δραστηριοποιείται μια πληθώρα πρωταγωνιστών πολιτικής επικοινωνίας. Παρόλα αυτά, σε δύο πρωταγωνιστές της δημόσιας και πολιτικής επικοινωνίας αναγνωρίζεται η κυριαρχία τους πάνω στο νόημα και στην ερμηνεία των ειδήσεων και των δημόσιων πραγμάτων. Αυτοί είναι από τη μια τα Μέσα Επικοινωνίας, με τους ιδιοκτήτες τους και τους επαγγελματίες του επικοινωνιακού συστήματος και από την άλλη, η κυβέρνηση, με τους κυβερνητικούς 18
αξιωματούχους και τους πολιτικούς, οι οποίοι καταλαμβάνουν το κέντρο του πολιτικού συστήματος (Habermas, 2006). Σε γενικές γραμμές, τα Μέσα Επικοινωνίας μπορούν να επιλέγουν και να διαμορφώνουν την παρουσίαση των ειδησεογραφικών μηνυμάτων, να διανέμουν την πολιτική εξουσία και ισχύ σε συγκεκριμένες ομάδες, άτομα ή αιτίες, να χρησιμοποιούν στρατηγικά την πολιτική και κοινωνική δύναμη, ώστε να επηρεάζουν τις θεματολογίες, αλλά και να προκαλούν και να πλαισιώνουν τα δημόσια θέματα, προάγοντας τη δυναμική της μαζικής επικοινωνίας. Αυτό στην ουσία έχει ως αποτέλεσμα, να εξελίσσονται τα μέσα Μαζικής Επικοινωνίας σε ένα σημαντικό εργαλείο διακυβέρνησης, καθότι μπορούν να επιλέγουν και να προωθούν επικοινωνιακό περιεχόμενο, παρεμβαίνοντας στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης και στη διανομή των ενδιαφερόντων των φορέων ή ατόμων που έχουν επιρροή (Ψύλλα, 2003). Η κυβέρνηση αποτελεί την βασική πηγή πληροφόρησης των Μέσων Επικοινωνίας. Γι αυτόν τον λόγο, δύναται να λειτουργήσει ως εξωγενής παράγοντας επιρροής της πλαισίωσης των ειδήσεων και της δημόσιας ενημέρωσης, πληροφόρησης, καθώς και επικοινωνίας. Επιπλέον, είναι δυνατό να εισάγει τη δική της εκδοχή και ερμηνεία στην είδηση (Barker- Plummer, 2005) και να επηρεάσει τα κριτήρια με τα οποία αξιολογούνται οι πολιτικές της. Επιπρόσθετα, μπορεί να αναπτύξει σχέσεις με τα Μέσα Επικοινωνίας, επιτρέποντας έτσι την υπερίσχυση της επίσημης άποψης για τα γεγονότα. Πολλοί πολιτικοί χρησιμοποιούν τη δημοσιότητα για την παραγωγή ειδήσεων, την προσέλκυση της προσοχής αυτών που διαμορφώνουν τις πολιτικές, τη διαμόρφωση της ημερήσιας θεματολογίας και για την ενεργοποίηση και δραστηριοποίηση του κοινού (Johnson- Cartee, 2005). Συμπερασματικά λοιπόν, οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί αντιλαμβάνονται τη σημασία της διαχείρισης της ειδησεογραφίας και τις απαιτήσεις της εμπορικότητας των Μέσων Επικοινωνίας. Έτσι, οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί έγιναν πλέον ικανότεροι στην εκμετάλλευση των Μέσων Επικοινωνίας, τα οποία και αποτελούν μέρος της κυβερνητικής 19
προπαγάνδας, αλλά και το μέσο διευκόλυνσης για την επίτευξη των πολιτικών και κυβερνητικών στόχων (McNair, 2003). 20
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ. Η ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ 2.1 Ορισμός-σημασία-περιεχόμενο Αρχικά, ό όρος Προπαγάνδα προήλθε από το λατινικό Propagare και Propagatus, όπου απευθυνόταν στην φάση της σποράς των σπόρων ή στις ρίζες στα κτήματα ως προς τον πολλαπλασιασμό ή την ανάπτυξη. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν, ότι η έννοια αυτή αρχικά χρησιμοποιήθηκε μεταφορικά ως προς την σπορά ιδεών, τόσο για την ανάπτυξη αυτών, όσο και για την διάδοση τους (Μαγκλιβέρας, 1997). Σύμφωνα με την Unesco και το Λεξικό Κοινωνικών Επιστημών (1972), η Προπαγάνδα αναφέρεται : α) Στον τρόπο συμπεριφοράς των ανθρώπων κατά την διάρκεια χρήσης συμβόλων ή λέξεων, καθώς και κατά την διάρκεια μεθόδων ή τεχνικών που επηρεάζουν την στάση, καθώς και την γνώμη αυτών. β) Σε κάθε εντύπωση που προκύπτει κατά την διάρκεια που χρησιμοποιεί τις τεχνικές ή μεθόδους αυτές, καθώς και την κάθε ενέργεια που χρησιμοποιεί σαν μέσο τη δημοσιότητα, όπου αρχικά η λειτουργία και η επιδίωξη τους έχουν προπαγανδιστικό ρόλο (Λεξικό Κοινωνικών Επιστημών, 1972). Ο όρος προπαγάνδα, σύμφωνα με το Λεξικό της Οξφόρδης, είναι η μεθοδική διασπορά πληροφοριών ή ιδεών, με τρόπο ιδιαίτερα προκατειλημμένο, που έχει ως στόχο να ενισχύσει ή να εμφυτεύσει μία βάσιμη συμπεριφορά ή αντίδραση (Kosar, 2005). Αντίστοιχα, η εγκυκλοπαίδεια New American Desk (1993) ορίζει ως προπαγάνδα, την επιλογή κάποιας πληροφορίας αληθούς ή ψευδούς, η προβολή της οποίας έχει ως στόχο να επηρεάσει και τελικά να πείσει την κοινή γνώμη να ενστερνιστεί την συγκεκριμένη άποψη ή δράση. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι με το πέρασμα του 20ού αιώνα, η προπαγάνδα εφαρμόστηκε, τόσο από το πολιτικό σκηνικό, όσο και από τα 21
μέσα επικοινωνίας, με στόχο να προσεγγίσει και να επηρεάσει μαζικά την κοινή γνώμη. Σημαντικό ρόλο έπαιξε ακόμη και σε συγκαιρινούς πολέμους, όπως για παράδειγμα κατά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πόλεμου διαμορφώθηκαν ειδικά γραφεία τα οποία πρόβαλαν και προήγαγαν την ηθική, το φρόνημα και την υπονόμευση του εχθρού (New American Desk Encyclopedia, 1993). Εικόνα 2.1 Προπαγάνδα στον Τύπο. Πηγή www.mavris.gr Σύμφωνα με το Ίδρυμα του Μ. Τριανταφυλλίδη και το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (2005), ως προπαγάνδα ορίζεται η οργανωμένη και συστηματική προσπάθεια να διαδοθούν, με κύριο στόχο και σκοπό, ιδέες, πολιτικές και απόψεις, που να επηρεάζουν την συνείδηση και τον τρόπο σκέψης της κοινής γνώμης, καθοδηγώντας προς κάποια κατεύθυνση για κάποιο συγκεκριμένο στόχο. 22
Στην Αμερική και ιδιαίτερα την περίοδο 1922 έως 1933, η Προπαγάνδα είχε κυρίως ψυχολογική υφή. Η καθοδήγηση του κοινού γινόταν από ψυχολογικά σύμβολα, στα οποία οι αποδέκτες δεν είχαν την ικανότητα να συναισθάνονται τους στόχους αυτών (Ellul, 1973). Ουσιαστικά, η Προπαγάνδα προσπίπτει στους τρόπους, με τους οποίους μία συμπεριφορά επηρεάζεται, έχοντας μια διαμάχη για κάποιο ζήτημα που πρέπει να λυθεί, χρησιμοποιώντας ιδεολογικές, οικονομικές και άλλες συγκρούσεις (Nelson et al, 1973). Αργότερα, παρατηρήθηκαν προσπάθειες στο να διακρίνεται η Προπαγάνδα από διαφορετικές τεχνικές, που επηρεάζουν την στάση καθώς και την διαγωγή, όπως η δωροδοκία ή η βία. Την άποψη αυτή την υιοθέτησε ο Lasswell (1927), του οποίου οι μελέτες επικεντρώθηκαν κυρίως στις προϋποθέσεις που έχει ο προπαγανδιστής. Έτσι, με βάση τον Lasswell (1927) ως ευρύτερη έννοια η προπαγάνδα είναι <<μια τεχνική όπου επηρεάζει κάθε ανθρώπινη δράση, με τη σκόπιμα διευθετημένη παρουσίαση της καταστάσεως>>. Ο επικρατέστερος ορισμός της Προπαγάνδας στην Αμερική είναι κυρίως επηρεασμένος από το έργο του Lasswell (1942) και είναι αυτός από το Ινστιτούτο Ανάλυσης της Προπαγάνδας και αναφέρει ότι, <<Προπαγάνδα είναι η εκδήλωση μιας άποψης ή ενέργειας με σκόπιμο τρόπο, είτε από άτομα, είτε από ομάδες, με κύριο στόχο να επηρεάσουν απόψεις ή ενέργειες άλλων ατόμων ή ομάδων, προκαθορίζοντας κάποια αποτελέσματα>> (Ellul, 1973). Στην σύγχρονη εποχή, η Προπαγάνδα κυρίως αναφέρεται σε μεθόδους, όπου εφαρμόζονται κατά την διάδοση και περιλαμβάνει όχι μόνο λέξεις και υποκατάστατα αυτών, όπως για παράδειγμα εικόνες ή σύμβολα, αλλά και γεγονότα ή ενέργειες, που στοχεύουν στο να επηρεάσουν συμπεριφορές, άλλοτε συνειδητά και άλλοτε ασυνείδητα (Λεξικό Κοινωνικών Επιστημών, 1972). Αν ανατρέξουμε στην διεθνή βιβλιογραφία, συναντούμε αρκετούς και διαφορετικούς ορισμούς για το τι ακριβώς μπορεί να θεωρηθεί η προπαγάνδα. Ο όρος προπαγάνδα με το πέρασμα των καιρών εξελίχθηκε, 23
έχοντας ως συνέπεια να συνδυάζεται με την συνομωσία ή τη στρατηγική, αποκαλώντας συχνά ως οργανωμένη πειθώ. Τα είδη της προπαγάνδας διακρίνονται σε τρία : α) Λευκή προπαγάνδα : Οι πληροφορίες που μεταδίδονται είναι αληθείς και ακριβείς και προέρχονται από μια αναγνωρίσιμη πηγή. β) Μαύρη προπαγάνδα : Οι πληροφορίες που μεταδίδονται είναι ψευδείς και κατασκευασμένες και προέρχονται από μια ''τεχνητή'' πηγή. γ) Γκρι προπαγάνδα : Οι πληροφορίες που μεταδίδονται είναι σε μία ενδιάμεση κατάσταση, δηλαδή πληροφορίες αβέβαιες και προέρχονται είτε από πηγές αναγνωρίσιμες, είτε τεχνητές (Jowett & O'Donnell, 1999). Σύμφωνα με τον McQuail (2003), η προπαγάνδα είναι πολλές φορές πιεστική και επιθετική, είναι αμερόληπτη, έχοντας μικρή σχέση με την αλήθεια, ακόμη και όταν δεν είναι ψευδής. Έχει ως γνώμονα το συμφέρον του προπαγανδιστή και όχι σε αυτόν που στοχεύει, δηλαδή το κοινό. Ο Shaughnessy (2004) αναφέρει ότι για να θεωρηθεί κάτι ως προπαγάνδα, θα πρέπει να κρίνεται σε σχέση με το περιεχόμενο της, της τεχνικής που χρησιμοποιήθηκε, καθώς και των κινήτρων και σκοπών που έχει. Επίσης, προσθέτει πως οι θεμελιώδες αρχές τις προπαγάνδας είναι ο μύθος, ο συμβολισμός και η ρητορική. Όπως παρατηρούμε από τους παραπάνω ορισμούς, υπάρχουν κοινά σημεία ως προς τον σκοπό της προπαγάνδας, δηλαδή το ότι στοχεύει στο να επηρεάσει την συμπεριφορά των ατόμων με ουσιαστικό όφελος του ίδιου του προπαγανδιστή. Παρατηρείται δηλαδή, μία εσκεμμένη ανθρώπινη δράση, που τις περισσότερες των περιπτώσεων ελλοχεύει κάποιο είδος σκοπιμότητας. Πέραν αυτού, εμφανίζουν μικρή ομοφωνία ως προς τι είναι προπαγάνδα, τον τρόπο που χρησιμοποιείται, ποιοι την χρησιμοποιούν, καθώς και αν είναι αποτελεσματική ή όχι (Μαγκλιβέρας, 1997). 24
Επιπλέον, οι περισσότεροι εξ' αυτών των μελετητών της προπαγάνδας, την συσχετίζουν με την διαχείριση και την παραπλάνηση, πιστεύοντας ότι αυτά είναι ο βασικός της πυρήνας. Μια διαφορετική απόπειρα στην εννοιολογική σημασία της προπαγάνδας αναφέρει ότι, δεν είναι απαραίτητο η προπαγάνδα να είναι ένα ψέμα, καθώς ένα ψέμα δεν αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για να είναι επιτυχής ένας σκοπός, απλά έχει ως στόχο να πείσει, χωρίς κάποιος να αναζητήσει το αληθινό της κίνητρο (O' Shaughnessy, 2004). Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανάγκη των μελετητών να προσεγγίσουν και να καθορίσουν μια ευρύτερης σημασία έννοια της προπαγάνδας, χωρίς να διαφωνούν, είχε ως αποτέλεσμα να ομαδοποιήσουν τις μελέτες αυτές ανά σχολές. Έτσι, προέκυψαν οι παρακάτω τρείς σχολές (Μαγκλιβέρας, 1997) : 1) Η Ψυχολογική Σχολή : Εμφανίστηκε κυρίως στις Η.Π.Α., καθώς και στις δυτικές χώρες. Αναφέρει ότι η προπαγάνδα αποτελεί το μέσο που επηρεάζει τις διαπροσωπικές ή ομαδικές σχέσεις και αγνοεί τον μαζικό της χαρακτήρα. 2) Η Κοινωνιολογική Σχολή : Ευδοκίμησε κυρίως στη χιτλερική Γερμανία. Αντιπροσωπεύει την πολιτική προπαγάνδα, που εμφανίζεται κυρίως από δυνάμεις που θέλουν να κατακτήσουν ή να σταθεροποιήσουν την εξουσία. 3) Η Ηθικολογική Σχολή : Αντιπροσωπεύει περισσότερο την Ελλάδα και συνεξετάζεται με τις συνηθισμένες λαϊκές απόψεις περί ηθικής. Η σύγχρονη κοινωνία άφησε πίσω τις παλαιές και απαρχαιωμένες μορφές, μεθόδους και τεχνικές της προπαγάνδας. Στην σύγχρονη εποχή, η προπαγάνδα συνυπάρχει με τα διάφορα είδη της αλήθειας, τα οποία είναι μισή, περιορισμένη ή πλαισιωμένη αλήθεια. Σύμφωνα λοιπόν με τον Ellul (1965), αυτοί που προπαγανδίζουν ακολουθούν τα διάφορα είδη της αλήθειας, τα οποία ο μελετητής μπορεί και αναγνωρίζει σε μια σύγχρονη κοινωνία. Δηλαδή, υπάρχει η πολιτική ή κοινωνιολογική προπαγάνδα, η 25
κάθετη ή οριζόντια προπαγάνδα, η λογική ή παράλογη προπαγάνδα, η προπαγάνδα της αναταραχής και τέλος, η άλογη ή ασύνδετη προπαγάνδα (Ellul, 1973). Βασικό σημείο στην σκέψη αυτή του Ellul (1973) αποτέλεσε ότι, η σύγχρονη προπαγάνδα έχει σαν βασική προϋπόθεση την παιδεία. Σε αντιστοιχία με την θεωρητική προσέγγιση της, που κυρίως απευθύνεται σε ένα κοινό κυρίως απαίδευτο. Ισχυρίζεται δηλαδή, ότι οι ευάλωτοι ουσιαστικά στις σύγχρονες κοινωνίες, φαίνεται ότι είναι περισσότερο οι σκεπτόμενοι και οι διανοούμενοι άνθρωποι. Κυρίως γιατί : α) Ο όγκος των πληροφοριών ενός αποδέκτη είναι τεράστιος, ενώ συνήθως οι πληροφορίες αυτές δημιουργούνται από υπαινικτικές βιωματικές εμπειρίες. β) Συνηθίζεται τα άτομα να θέλουν να έχουν άποψη για τα πάντα, με αποτέλεσμα λόγω των αναρίθμητων θεμάτων που υπάρχουν, στο τέλος να υποκύπτουν σε μία προσφερόμενη από κάποιους άλλους πληροφορία ή άποψη, υιοθετώντας την. Ο κύριος γνώμονας είναι να μπορούν να καλύψουν πληθώρα θεμάτων. γ) Κυριαρχεί η άποψη, ότι τα άτομα που εντάσσονται σε μια κοινωνία θα πρέπει να μπορούν, αλλά και να είναι σε θέση να κρίνουν μόνα τους. Μέσω λοιπόν, αυτών των τριών λόγων καταδεικνύεται εμφανώς ότι η ανάγκη για προπαγάνδα είναι εμφανής και κυρίως από την μεριά αυτού που εισπράττει την προπαγάνδα. Τέλος, η προπαγάνδα διαφαίνεται σε μεγάλο βαθμό τόσο από την επικοινωνία, όσο και από την πειθώ (Curran, 2005). Στην πρώτη περίπτωση, η προπαγάνδα και η επικοινωνία αντιδιαστέλλονται η μία από την άλλη, καθώς απαίτηση της προπαγάνδας είναι η γλώσσα να είναι από μόνη της απαλλαγμένη από αξιολογική κρίση. Στη δεύτερη, η προπαγάνδα είναι η αντίθετη όψη της λογικής ή της ορθολογιστικής πειθούς, που εκφράζεται ακόμη και με τον όρο πληροφορία. 26
Σκοπός της προπαγάνδας είναι να επιτύχει μια αντίδραση και μια ανταπόκριση, η οποία ωφελεί τον προπαγανδιστή, ενώ η πειθώ είναι περισσότερο μια διαδραστική μορφή επικοινωνίας με στόχο την ικανοποίηση των αναγκών επικοινωνητή και αποδέκτη. Τέλος, η προπαγάνδα είναι πιο συγκεκριμένη, ιδιαίτερη και ειδική από την Επικοινωνία, η οποία αναφέρεται στη μεταφορά πληροφοριών δίχως την κριτική ότι αυτή η μετάδοση είναι μεροληπτική, υπερβολική ή παραπλανητική (O' Shaughnessy, 2004). 2.2 Θεωρητική προσέγγιση Η προπαγάνδα αποτέλεσε τον προάγγελο της Πολιτικής Επικοινωνίας και αναπτύχθηκε σαν ένα από τα πιο ουσιώδη πεδία για κριτική ανάλυση. Η κατανόηση της θεωρητικής προσέγγισης της προπαγάνδας προήλθε μέσα από την εξέλιξη της ιστορικά. Η διαχρονική πορεία της, τα μέσα, καθώς και οι σκοποί που χρησιμοποιήθηκαν, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο τους, αποτέλεσαν το κίνητρο για περεταίρω επιστημονική έρευνα. Αρχικά, οι προσεγγίσεις αυτές προήλθαν μέσα από ανησυχίες και προβληματισμούς Αμερικανών διανοούμενων, μεταξύ αυτών και ο Hemingway, ο Lippmann κ.α. και αποτέλεσαν το κίνητρο για την μελέτη της προπαγάνδας. Ο βασικός προβληματισμός τους προήλθε από την σημαντική επιρροή που άσκησε ο τύπος στις μαζικές κινητοποιήσεις υπέρ των πολιτικών επιλογών. Βέβαια, ο πρωτεργάτης της πρώτης ουσιαστικής δημοσιευμένης μελέτης, πάνω στις προπαγανδιστικές τεχνικές ήταν ο Lasswellxvii το 1927, που αφορούσαν τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετέπειτα, εμφανίστηκε ο Casey (1928), που κυρίως επικεντρώθηκε στις προπαγανδιστικές τεχνικές που αφορούσαν τις προεκλογικές εκστρατείες. Αργότερα γίνεται μια προσπάθεια να παρουσιαστεί μια συλλογική δουλειά από τους Lasswell, Casey & Smith, με θέμα όλα όσα ειπώθηκαν μέχρι το έτος 1946, σε σχέση με την προπαγάνδα. Αυτό αποτέλεσε την πρώτη ουσιαστική και επίσημη τοποθέτηση της ανάλυσης της 27
προπαγάνδας σε επίπεδο πολιτικής επικοινωνίας. Πέραν του 1946, η τοποθέτηση σε σχέση με την προπαγάνδα περνάει σε ένα θεωρητικό στάδιο, ενώ η μελέτη αφορά την στάση ενός ατόμου σε σχέση με ένα ζήτημα και κυρίως όταν η κάθε πληροφορία που μεταδίδεται αφορά αξιόπιστες πηγές (Δεμερτζής, 2002). Μετέπειτα, και συγκεκριμένα από την δεκαετία του 1980 και μετά, η έννοια της προπαγάνδας αλλάζει, μεταξύ καινούριων ακαδημαϊκών όρων της πειθούς, ως προς την θεωρία της επικοινωνίας, καθώς και της συναίνεσης (O' Shaughnessy, 2004). Τα τελευταία χρόνια, είναι γεγονός ότι έρχεται ξανά στο επίκεντρο της συζήτησης η προπαγάνδα. Ενώ, σαν όρος ηχεί σκληρός, καθώς η χρήση της προπαγάνδας δείχνει να είναι πολιτικά ανάρμοστη, παρά ταύτα συγκεντρώνει πάλι το ενδιαφέρον, τόσο σε επιστημονικό, όσο και ερευνητικό επίπεδο. Ειδικά, το ενδιαφέρον επικεντρώνεται περισσότερο σε επιστημονικό επίπεδο, καθώς και στα μέσα επικοινωνίας. Παρατηρείται λοιπόν, ότι η προπαγάνδα παραμένει ενδιαφέρουσα, αναλύεται και μελετάται, καταδεικνύοντας ότι ως έννοια εξακολουθεί να διατηρεί την κριτική της αιχμή και δεν έπαψε να ενδιαφέρει το επιστημονικό ενδιαφέρον (Δεμερτζής, 2002). Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι αυτό το αυξανόμενο ενδιαφέρον προέκυψε από το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις έδειξαν το ενδιαφέρον να χρησιμοποιήσουν την προπαγάνδα ως ένα μέσο στρατηγικής σε επικοινωνιακό επίπεδο (Elkes, 2001). Την περίοδο του 1980, προέκυψε ένα θεωρητικό σχήμα από τους Herman & Chomsky για να μπορέσουν να αναλύσουν την έννοια της προπαγάνδας. Το θεωρητικό αυτό σχήμα είχε πέντε φίλτρα και όριζε ότι τα μέσα επικοινωνίας βασίζονται σε μία λειτουργία κατασκευασμένη και συναινετική (Lang & Lang, 2004). Την ίδια αυτή αντίληψη, πέραν των Herman & Chomsky, υιοθέτησαν και άλλοι ερευνητές, όπως οι Chomsky (1988) και Entman (2004) όπου υποστήριξαν ότι οι ειδήσεις φιλτράρονται (Entman, 2004). Σύμφωνα με το ερευνητικό τους επίπεδο, θεωρούν ότι τα μέσα επικοινωνίας στηρίζουν αρκετά τόσο τις κυβερνήσεις, όσο και τις 28
ισχυρές επιχειρήσεις, καθώς υπάρχει ένας μεγάλος βαθμός αλληλεγγύης και συμπαράστασης μεταξύ αυτών (Herman, 2000). Εικόνα 2.2 Προπαγάνδα κατά της Ελλάδας στα νέα σχολικά βιβλία της Αλβανίας Πηγή www.eglimatikotita.gr Το θεωρητικό σχήμα της προπαγάνδας των Hermann & Chomsky (1988) εμφανίζει το σύστημα των Μέσων Επικοινωνίας με πέντε αλλεπάλληλα φίλτρα, μέσω των οποίων η πρωτογενής ειδησεογραφική ύλη επιτρέπει συγχρόνως : α) η ειδησεογραφική πληροφορία να διηθείται και μετέπειτα να δημοσιοποιείται β) την κυβέρνηση να μπορεί να μεταδίδει μηνύματα σαφή και πειστικά στο κοινό. Πιο συγκεκριμένα, τα πέντε αυτά φίλτρα παρεμβάλουν ανάμεσα στο γεγονός καθώς και στην είδηση, επιτρέποντας τα Μέσα να εφαρμόζουν την προπαγάνδα και αυτά είναι : 29
α) Η επιχειρηματική βιομηχανία της ειδησιογραφίας επικεντρώνεται στην κερδοσκοπία, έχοντας ως αποτέλεσμα να προσπαθεί να διατηρήσει στενούς δεσμούς με της εκάστοτε κυβερνήσεις, υποβοηθώντας αυτές επιλέγοντας και κρύβοντας φωνές που έρχονται σε αντιπαράθεση. β) Τα διαφημιστικά έσοδα αποτελούν την κύρια πηγή χρηματοδότησης των μέσων επικοινωνίας, ως συνέπεια την εμπορικότητα του περιεχομένου τους επηρεάζοντας και κατευθύνοντας την διαδικασία παραγωγής ειδήσεων. γ) Η εξάρτηση των ειδησεογραφικών Μέσων από επίσημες κυβερνητικές πηγές ή οργανισμούς οι οποίοι χρηματοδοτούνται ή στους οποίους συμμετέχει το κράτος, με αποτέλεσμα τη διευκόλυνση από την πλευρά των πηγών, της διαδικασίας συλλογής των ειδήσεων. δ) Η κυρίαρχη ιδεολογία, που οδηγεί τους παραγωγούς ειδησεογραφικού περιεχομένου να συμπεριλαμβάνουν στοιχεία της εν λόγω ιδεολογίας, η οποία λειτουργεί ως ελεγκτικός μηχανισμός και μέσο αυτολογοκρισίας των δημοσιογράφων, δίνοντας έτσι στο περιεχόμενο έναν υποκειμενικό χαρακτήρα και συμμετέχοντας επίσης περαιτέρω στην πλαισίωση των ειδήσεων. ε) Οι πιέσεις των κυρίαρχων κοινωνικών θεσμών, οι οποίοι μπορούν να ασκήσουν εξουσία και κριτική και οι εμπορικές ή άλλες πιέσεις τις οποίες δέχονται τα ειδησεογραφικά Μέσα (Lang & Lang, 2004). Τα φίλτρα αυτά επιδρούν στην απόδοση του δημοσιογραφικού έργου, καταλήγοντας στην δημιουργία συναίνεσης από πλευράς κοινού. Σύμφωνα όμως με την έρευνα τους, η συμφωνία αυτή δεν εξασφαλίζεται πάντα, λόγω υποκειμενικών και αντικειμενικών λόγων, όπως για παράδειγμα τον ανταγωνισμό των μέσων ή και ακόμη λόγω των συγκρούσεων ή συμφερόντων που προϋπάρχουν (Δεμερτζής, 2002). 30
Επίσης, η προπαγάνδα δύναται να παρατηρηθεί και να γίνει αισθητή μέσα από τις επιλογές των ειδήσεων, την ποσότητα και την ποιότητα της ειδησεογραφικής κάλυψης, καθώς και τους τρόπους χειρισμού κάποιων ειδήσεων έναντι άλλων, οι οποίοι επιβεβαιώνουν τη διαφορετική μεταχείριση της είδησης και της ενημέρωσης βάσει της εξυπηρέτησης συμφερόντων και πολιτικών σκοπών. Συνεπώς, η ημερήσια διάταξη πλαισιώνεται με απώτερο σκοπό την αποτελεσματική νομιμοποίηση και τη διευκόλυνση πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων (Klaehn, 2002). 2.3 Μελέτη της προπαγάνδας Για να μπορέσει να μελετηθεί μια συγκεκριμένη τεχνική της προπαγάνδας, θα πρέπει αρχικά να καθοριστεί ποιος είναι ο σκοπός αυτής. Η έννοια όμως, καθώς και η τεχνική της προπαγάνδας, ακολουθείται κυρίως με αρνητικούς σκοπούς και σκέψεις. Συνακόλουθα, για να μπορέσει να μελετηθεί η προπαγάνδα θα πρέπει να περιοριστεί κάθε ηθική κρίση, κυρίως κατά το αρχικό στάδιο της μελέτης. Η ηθική κρίση βέβαια, μπορεί να εμφανιστεί μετέπειτα, δηλαδή κατά την διάρκεια των γεγονότων, οπότε στην περίπτωση αυτή προκύπτει μια αντικειμενικότερη προσέγγιση των πραγμάτων (Nohrstedt, et al., 2000). Επίσης, θα πρέπει να αρθεί κάθε παλιομοδίτικη και ξεπερασμένη πλέον παραδοχή, η οποία στηρίζεται ότι μέσω της προπαγάνδας πλάθονται εντυπωσιακές και απίθανες ιστορίες, που κυρίως μεταβιβάζονται μέσα από ψεύδη. Κατά αυτό το λάθος σκεπτικό εμποδίζεται στο να κατανοηθεί η ουσία, καθώς και το πραγματικό φαινόμενο, σύμφωνα με τον Ellul (1973), το οποίο διαφέρει ουσιαστικά από ότι ήταν και λειτουργούσε στο παρελθόν (Ellul, 1973). Ακόμη και όταν δεν ληφθούν υπόψη τα εμπόδια αυτά, ο προσδιορισμός για το τι ακριβώς είναι η προπαγάνδα, καθορίζοντας δηλαδή μία σαφέστερη έννοια και ποια είναι η φύση της, παραμένει ιδιαίτερα δύσκολο να ειπωθεί. Είναι κατανοητό δηλαδή, ότι ο λόγος για τον οποίο δεν μπορεί να καθοριστεί μια συγκεκριμένη έννοια, είναι γιατί η 31
προπαγάνδα δρα με τρόπο κρυφό και ως επί το πλείστον μη αντιληπτό. Σύμφωνα με λεγόμενα του Ellul (1973) θα πρέπει, είτε να υιοθετηθεί η άποψη του Driencourt, η οποία αναφέρει ότι 'τα πάντα είναι προπαγάνδα, καθώς, τόσο στο πολιτικό, όσο και στο οικονομικό επίπεδο, όλα δείχνουν να συνυπάρχουν και να αναπαράγονται από αυτή τη δύναμη, δηλαδή την προπαγάνδα. Οπότε, πολύ συχνά θα πρέπει να διακοπεί κάθε προσπάθεια καθώς είναι ιδιαίτερα δύσκολο να προσδιοριστεί μία έννοια με μεγάλο βαθμό ακρίβειας. Και οι δύο αυτές περιπτώσεις, σύμφωνα πάντα με τον Ellul (1973), δεν αποτελούν λύση του προβλήματος, γιατί υποχωρώντας, εγκαταλείπεται κάθε προσπάθεια μελέτης ενός υπαρκτού φαινομένου. (Nohrstedt, et al., 2000). 2.4 Πεδία άσκησης προπαγάνδας Το φαινόμενο της προπαγάνδας, είναι ιδιαίτερα εμφανές στις σύγχρονες κοινωνίες, καθώς έχει εφαρμογή σε ποικίλα επίπεδα, όπως στην πολιτική, στην θρησκεία, στην επικοινωνία, αλλά και σε τομείς όπως των διεθνών σχέσεων, της δημοσιογραφίας κλπ. Είναι εύλογο λοιπόν, ότι οι μορφές της προπαγάνδας ποικίλουν, καθώς είναι εξαρτώμενη από τις εκάστοτε συνθήκες που επικρατούν. Σε επιστημονικό επίπεδο, η προπαγάνδα συχνότερα εξετάζεται στα πλαίσια της κοινωνίας ή της λειτουργίας του κράτους (Elkes, 2001). Επιπλέον, όσον αναφορά το κοινωνικό περιβάλλον, η προπαγάνδα πολλές φορές προβάλλεται ως φυσική, ενώ παράλληλα μπορεί να συγκαλύπτεται και να δείχνει ότι εναρμονίζεται πλήρως με αξίες και συμβολισμούς της κοινωνικής εξουσίας, με τέτοιο τρόπο που τελικά αγνοείται (O' Shaughnessy, 2004). Ένα ιδιαίτερα σημαντικό κομμάτι προσέγγισης των πολλών επιπέδων δράσης της προπαγάνδας πραγματοποιείται από τα Μέσα Επικοινωνίας. Είναι αυτά που μπορούν και έχουν την δυνατότητα πρόσβασης σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, καθώς και στις ενέργειες και δράσεις των πολιτών. Ιδιαίτερα στην σύγχρονη εποχή, είναι 32
αυτά που αποτελούν την πρωταρχική πηγή δημόσιας και πολιτικής ενημέρωσης σε ένα πολύ μεγάλο πλήθος ανθρώπων. Είναι αξιοσημείωτο ότι στις μέρες μας πλέον, η ενημέρωση των πολιτών για τα δρώμενα της εκάστοτε χώρας, γίνεται ως επί το πλείστον από αυτά, καθώς έχει κλονιστεί πλέον η εμπιστοσύνη των πολιτών από τους πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς. Κατά συνέπεια, τα Μέσα Επικοινωνίας είναι αυτά που μεσολαβούν μεταξύ του πολίτη και της κοινωνίας, ως ο κύριος τρόπος μεταφοράς και μετάδοσης των γεγονότων, καθώς και αυτών που δεν μπορεί να δει και να βιώσει ο άνθρωπος. Πιο συγκεκριμένα, η όποια πληροφορία ή γεγονός που δέχεται ο πολίτης, του παρέχεται συνηθέστερα μέσω των ειδήσεων. Οι ειδήσεις είναι σίγουρα το πιο διαδεδομένο μέσο πειθούς ανά τον κόσμο, παρά ταύτα μέσα στα πλαίσια της ενημέρωσης συμπεριλαμβάνεται και η προπαγάνδα. Παραδείγματος χάρη, προπαγανδιστικά χαρακτηριστικά προκύπτουν από τις ειδήσεις ως εξής : α) Μέσα από τον τρόπο έκφρασης, καθώς και της δομής ενός μηνύματος β) Παραλείποντας πληροφορίες με χαρακτήρα σχετικά αληθή, μέσω των οποίων προσανατολίζουν αντίθετα, σε σχέση με την θέση του προπαγανδιστή γ) Συσχετίζουν, συνδυάζουν και παραθέτουν τα αίτια και τα αποτελέσματα μιας είδησης, μέσω βολικών ιστοριών (Walton, 1997). δ) Απλοποιώντας σύνθετα θέματα, που ως επί το πλείστον παρουσιάζονται μέσω αριθμητικών δεδομένων, δίνοντας την εικόνα ενός ακλόνητου στοιχείου στο κοινό. ε) Αποδίδουν την είδηση με τρόπο συναισθηματικό, σε συνάρτηση με το κλίμα της εποχής. ζ) Συνδυάζοντας την πληροφορία με μία πηγή και παρουσιάζοντας την σαν την μοναδική και κύρια πηγή 33
ενημέρωσης, με κύριο στόχο να διατηρηθεί ένα επιθυμητό και υποστηρικτικό κοινό (McQuail, 2003). η) Κάθε ειδησεογραφικό μήνυμα, φαίνεται ως μία πληροφορία αντικειμενική, ενώ ουσιαστικά η είδηση εμπεριέχει μια πληροφορία χρήσιμη, αποτελώντας ένα αξιόπιστο στοιχείο, με απώτερο στόχο να πείσει τον ακροατή. θ) Προβάλλοντας μια είδηση, η οποία ταυτόχρονα επιζητά να επηρεάσει την συνείδηση των πολιτών, παρουσιάζοντας την με το κύρος μεγάλων και επιφανών δημοσιογράφων (Φραγκονικολόπουλος, 2005). ι) Ενθαρρύνοντας τον φόβο και την ανασφάλεια, προάγουν παράλληλα την άγνοια, εξασθενώντας την κοινή λογική και καταχωνιάζουν ουσιώδη θέματα κάτω από λάθος υποσχέσεις κ) Ικανοποιώντας επιφανειακά τους ανθρώπους μέσα από την ψυχαγωγία (McQuail, 2003). λ) Παρουσιάζοντας τηλεοπτικές συζητήσεις, που δείχνουν αντικειμενικές, λόγω του ότι αναφέρουν και αναδεικνύουν τις εμπλεκόμενες πλευρές, παρά ταύτα οι συνομιλητές μέσω τεχνασμάτων παραθέτουν συγκεκριμένες απόψεις ή ενδιαφέροντα, με στόχο να επηρεάσουν τον ακροατή (Walton, 1997). Η προπαγάνδα βέβαια, προκύπτει και μέσα από τις εκάστοτε κυβερνήσεις, δηλαδή : α) Η εκάστοτε κυβέρνηση θεωρείται κύρια και αξιόπιστη πηγή πληροφορίας ή γεγονότος. β) Ο κρατικός φορέας μεσολαβεί σε κάθε οικονομική δραστηριότητα με τρόπο αποφασιστικό, τόσο σε κάθε οικονομική διαδικασία, όσο και σε κάθε τομέα κοινωνικού περιεχομένου. 34
γ) Εκμεταλλεύεται την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών Στην σημερινή εποχή, είναι εντονότερη η εντύπωση ότι και τα Μέσα Επικοινωνίας είναι η καρδιά της διαφθοράς, καθώς φαίνεται να είναι οι πρώτοι που υποκινούν την προπαγάνδα. Η άποψη αυτή γεννιέται από το ότι τα Μέσα Επικοινωνίας μπορούν και παρουσιάζουν διαφορετικά δημόσιες υποθέσεις, διαστρεβλώνοντας την πολιτική πραγματικότητα, ενώ ταυτόχρονα έχουν την δύναμη να επιδράσουν, να διαμορφώσουν και τελικά, να μεταδώσουν την όποια πληροφορία ή γεγονός της επικαιρότητας με τρόπο που καθορίζεται άλλοτε από τους ίδιους, ή άλλοτε λόγω συμφερόντων τρίτων. Τέλος, προκύπτει ένα ακόμη στοιχείο, όπου τα Μέσα Επικοινωνίας έρχονται πιο κοντά σε ζητήματα, εξουσίας και επιρροής. Τα Μέσα διατηρούν ένα πλασματικό μονοπώλιο, όσον αφορά την προσοχή, την αναγνωρισιμότητα, ή την πειθώ στην ευρύτερη κοινωνία. Ανέκαθεν, το μονοπώλιο σε οποιονδήποτε τομέα συχνά αποτελούσε και αποτελεί απαραίτητο όρο δύναμης και εξουσίας. Τα Μέσα Επικοινωνίας έχουν την δυνατότητα, να διαθέτουν την ικανότητα να διαδίδουν και να παρακινούν το δημόσιο αίσθημα για πιο βολικούς σκοπούς. Άλλωστε, στις περισσότερες των περιπτώσεων είναι το κύριο διαθέσιμο μέσο για ταχύτερη και επιτυχή μετάδοση πληροφοριών σε μεγάλο πλήθος ανθρώπων, ενώ παράλληλα έχουν και την δύναμη να προωθήσουν την προπαγάνδα (McQuail, 2003). 2.5 Ο Προπαγανδιστικός ρόλος των μέσων μαζικής επικοινωνίας Τον σημαντικότερο διαμεσολαβητή των προπαγανδιστικών μηνυμάτων, με στόχο πάντοτε την επιρροή της κοινής γνώμης, αποτελούν τα μέσα επικοινωνίας, καθότι σημαντικό κομμάτι των μηνυμάτων αυτών αποτελεί η εκφορά του λόγου. Συνεπώς, θα επικεντρωθούμε και θα προσεγγίσουμε την προπαγάνδα με την έννοια του <<λόγου>>. Ως προς το θέμα της μαζικής επικοινωνίας, διακρίνεται ο προπαγανδιστικός λόγος, ο οποίος διαφέρει ως προς τα άλλα δύο είδη, το 35
νοηματικό και τον πραγματιστικό. Μέσω του προπαγανδιστικού λόγου δίνεται η δυνατότητα μιας άλλης οπτικής πλευράς ως προς την διερεύνηση της προπαγάνδας. Ο προπαγανδιστικός λόγος αποτελεί απαραίτητο εργαλείο πολιτικής επικοινωνίας, ενώ συνάμα μεσολαβεί προκειμένου να επηρεάσει την γνώμη του πολίτη για θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος. Ο λόγος δεν αποτελεί μια απλή γλωσσική πρακτική. Μέσα από αυτόν δημιουργούνται κοινωνικές δομές, ενώ είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να παρατηρηθεί και να αναλυθεί ως φαινόμενο, λόγω της πολυδιάστατης και περίπλοκης μορφής του. Έτσι λοιπόν, «ο λόγος είναι η χρήση της γλώσσας ως κοινωνική πρακτική» (Πλειός, 2001) πράγμα που σημαίνει επικοινωνία. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά που εμφανίζονται μέσω του επικοινωνιακού προπαγανδιστικού λόγου είναι η αδιάκοπτη προσπάθεια να γενικεύει τα γεγονότα, όπου αναφέρεται (Πλειός, 2001). Για να μπορέσει να φαίνεται όσο το δυνατόν πειστικότερος ο προπαγανδιστικός λόγος, θα πρέπει να εφαρμόζει και να αποδέχεται τις διάφορες συμπεριφορές συναρτήσει του λεξιλογίου του κοινωνικού συνόλου της δημόσιας ζωής. Ο προπαγανδιστικός λόγος είναι μια συγχώνευση των τεχνών και των επιστήμων, π.χ. συνδυάζει διαφημιστικές πρακτικές, δηλαδή μορφές συστηματικής προπαγάνδας με αισθητικά μέσα, όπως την χρήση της μουσικής, με απώτερο στόχο να ενεργοποιήσει ή να αδρανοποιήσει μαζικά το πλήθος, ενώ ουσιαστικά επιδιώκει να επηρεάσει την συνείδηση ή το ασυνείδητο των αποδεκτών, κρατώντας παράλληλα έναν πραγματιστικό και συναισθηματικό χαρακτήρα (Smith et al., 1946). Εύκολα αντιλαμβανόμαστε, ότι αν η προπαγάνδα ερχόταν σε αντίθεση με τις παραδόσεις και τις συνήθειες μιας κοινωνίας, δηλαδή μια εσκεμμένη αντιπαράθεση με τα μέλη ενός κοινωνικού συνόλου, θα ήταν σίγουρα αναποτελεσματική ή τουλάχιστον τα αποτελέσματα της δεν θα ήταν αυτά που επιδίωκε. Εύλογο λοιπόν είναι, ότι θα πρέπει να διατηρεί τις υπάρχουσες αντιλήψεις στο μέγιστο βαθμό, ώστε να γίνονται άμεσα αποδεκτές από όσο το δυνατόν περισσότερους μέσα από το κοινωνικό σύνολα που δρα. 36
Τον προπαγανδιστικό λόγο τον συναντάμε σε κάθε μορφή λόγου και επικοινωνίας. Δηλαδή, πέραν του πολιτικού προπαγανδιστικού λόγου, συναντάται τόσο σε εμπορική, όσο και θρησκευτική μορφή. Βέβαια, μέσα από το είδος του πολιτικού προπαγανδιστικού λόγου, δεν συναντάμε μόνο διάδοση ψευδών, αλλά ελλοχεύει και η προσπάθεια να πειστεί ο αποδέκτης να κάνει ή να μην κάνει κάτι (Πλειός, 2011). Εν κατακλείδι λοιπόν, ο προπαγανδιστικός λόγος, ''υποκλέπτει'' ουσιαστικά τον χαρακτήρα του πραγματιστικού λόγου, εμπεριέχοντας τον συναισθηματισμό του νοηματικού λόγου, έχοντας ως συνέπεια να επικρατεί καθημερινά στις ζωές των ανθρώπων, έναντι των άλλων μορφών λόγου. Ο σημαντικότερος παράγοντας που δημιουργεί την επικράτησή αυτή είναι η εύκολη προσαρμογή του στις καθημερινές κοινωνικές συνθήκες, δίνοντας του την δυνατότητα να επιβάλει ιδέες που αυτός πρεσβεύει (Πλειός, 2001). 2.6 Η προπαγάνδα σε περιόδους κρίσης Η προπαγάνδα, εμφανίζεται διαρκώς, λόγω της ποικιλομορφίας της, τόσο σε πολιτικό, όσο και οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, διαμέσου των δραστηριοτήτων που λαμβάνουν χώρα σε κάθε κοινωνία. Η ένταση της όμως, αυξάνεται με εκθετικούς ρυθμούς σε περιόδους κρίσης. Η κρίση μπορεί να εμφανιστεί, λόγω πολέμου (Lehmann, 2003) με απτά παραδείγματα τους δυο παγκόσμιους πολέμους, αλλά και λόγω οικονομικής, κοινωνικής ή και πολιτικής κατάστασης, με απτό παράδειγμα την κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα (Allan, Zelizer, 2004). 37