Κ.Δ.Π. 186/88 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ. 2337 της 15ης ΙΟΥΛΙΟΥ 1988 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις Αριθμός 186 Οι περί Ανακουφίσεως Παθόντων Κανονισμοί του 1988, ογ οποίοι εκδόθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 18 του περί Ανακουφίσεως Παθόντων Νόμου του 1988 (Νόμος Αρ. 114 του 1988), κατατεθέντες στη Βουλή των Αντιπροσώπων σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Καταθέσεως εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων Κανονισμών εκδιδομένων κατ* εξουσιοδότησιν Νόμου, Νόμου του 1985 (Νόμος Αρ. 51 του 1985), εγκρίθηκαν από αυτήν και δημοσιεύονται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας. Ο ΠΕΡΙ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΕΩΣ ΠΑΘΟΝΤΩΝ ΝΟΜΟΣ (ΝΟΜΟΣ ΑΡ. 114 ΤΟΥ 1988) Κανονισμοί δυνάμει του άρθρου 18 Το Υπουργικόν Συμβούλιον, ενασκούν τας δυνάμει του άρθρου 18 του περί Ανακουφίσέως Παθόντων Νόμου χορηγούμενος αυτώ εξουσίας, εκδίδει τους ακολούθους Κανονισμούς: 1. Οι παρόντες Κανονισμοί θα αναφέρωνται ως οι περί Ανακουφίσεως Παθόντων Κανονισμοί του 1988. 2. Το καθοριζόμενον υπό της Επιτροπής ποσόν της ειδικής μηνιαίας συντάξεως δι* έκαστον εξαρτώμενον πεσόντος ή εξαφανισθέντος ή δι' έκαστον ανάπηρον είναι το εμφαινόμενον εις τον πίνακα ποσόν. 3. Επιπροσθέτως της εις τον προηγούμενον κανονισμόν αναφερομένης ειδικής μηνιαίας συντάξεως, σύζυγος πεσόντος ή εξαφανισθέντος η οποία δεν λαμβάνει σύνταξιν γήρατος ή σύνταξιν χηρείας, επίδομα αγνοουμένου ή οιονδήποτε έτερον μηνιαίον επίδομα εκ του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως εκ του θανάτου ή της εξαφανίσεως του συζύγου της δικαιούται εις ειδικόν μηνιαίον χορήγημα εξ εξήκοντα λιρών, εάν, κατά την κρίσιν της Επιτροπής, αύτη θα καθίστατο, κατά την φυσικήν πορείαν των πραγμάτων, δικαιούχος των εν λόγω ωφελημάτων εκ του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εάν ο σύζυγος της δεν είχεν αποβιώσει ή εξαφανισθή: ιΐ4τουΐ988. (557)
Κ.Δ.Π. 186/88 558 4. Σύζυγος πεσόντος ή εξαφανισθέντος η οποία λαμβάνει σύνταξιν γήρατος ή σύνταξιν χηρείας, επίδομα αγνοουμένου ή οιονδήποτε έτερον μηνιαίον επίδομα εκ του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως εκ του θανάτου ή της εξαφανίσεως του συζύγου της, αλλά το ποσόν της τοιαύτης μηνιαίας συντάξεως ή μηνιαίου επιδόματος είναι μικρότερον των εξήκοντα λιρών, δικαιούται εις ειδικόν μηνιαίον χορήγημα ίσον προς την διαφοράν μεταξύ του ποσού των εξήκοντα λιρών και του ποσού το οποίον λαμβάνει από το Ταμείον Κοινωνικών Ασφαλίσεων. 5. Ανεξαρτήτως της εις τον Κανονισμόν 2 αναφερομένης ειδικής μηνιαίας συντάξεως, πας ανάπηρος έχων ποσοστόν ανικανότητος πέραν των'τριάκοντα εννέα τοις εκατόν δικαιούται να λαμβάνη εκ του Ταμείου ειδικόν μηνιαίον χορήγημα εκ μιας λίρας δγ έκαστον εκατοστόν της αναπηρίας του καλούμενον χορήγημα βαρείας αναπηρίας, εάν. κατά την κρίσιν της Επιτροπής, η φύσις και ο βαθμός της αναπηρίας του δημιουργούν εις αυτόν ειδικά προβλήματα εις την κοινωνικήν και οικογενειακήν του ζωήν, καθώς επίσης και επιπρόσθετους οικονομικός επιβαρύνσεις. 6. Ανεξαρτήτως οιουδήποτε χρηματικού ωφελήματος παρεχομένου δυνάμει του Νόμου ή των παρόντων Κανονισμών, πας ανάπηρος διαμένων και εργαζόμενος εν Κύπρω και του οποίου η αναπηρία συνίσταται, κατ' έκθεσιν του Ιατροσυμβουλίου εις (α) παραπληγίαν, τετραπληγίαν, ακρωτηριασμόν ή παραμόρφωσιν ή αδυναμίαν των κάτω άκρων, εις βαθμόν υπερβαίνοντα τα τριάκοντα εννέα τοις εκατόν (39%), και (β) περιορισμόν της οξύτητος της οράσεως και των δύο οφθαλμών, ώστε αύτη εις τον καλύτερον οφθαλμόν να μη υπερβαίνη, έστω και διά διορθωτικών φακών, τα 6/36, και του οποίου η διακίνησις διά σκοπούς της εργασίας του εντός του εδάφους της Δημοκρατίας καθίσταται, κατά την κρίσιν της Επιτροπής, προβληματική ένεκα της φύσεως και του βαθμού της αναπηρίας του, δικαιούται να λαμβάνη εκ του Ταμείου χορήγημα διακινήσεως μη υπερβαίνον τας δέκα πέντε λίρας κατά μήνα. Το ποσόν τούτο δύναται να ανέρχηται μέχρι το διπλάσιον εις τας περιπτώσεις δικαιούχων των οποίων η αναπηρία συνίσταται εις τετραπληγίαν ή περιορισμόν της οξύτητος της οράσεως και των δύο οφθαλμών, ώστε αύτη εις τον καλύτερον οφθαλμόν να μη υπερβαίνη, έστω και διά διορθωτικών φακών, τα 6/60: Νοείται ότι διά την παροχήν του χορηγήματος διακινήσεως θεωρείται ως εργασία και η παρακολούθησις υπό αναπήρων μαθητών ή σπουδαστών μαθημάτων διά την απόκτησιν ειδικών γνώσεων σχετικών με την επαγγελματικήν των αποκατάστασιν. Εις τας περιπτώσεις αυτάς το χορήγημα διακινήσεως παρέχεται διά περίοδον μη υπερβαίνουσαν τα τρία έτη. Η παροχή του χορηγήματος διακινήσεως διακόπτεται, εφ' όσον (α) ο ανάπηρος παύση να εργάζηται και παραμένη άνευ εργασίας διά συνεχή περίοδον δύο μηνών (β) η αναπηρία του δικαιούχου μειωθή εις βαθμόν κάτω του 40% και (γ) ο δικαιούχος τύχη συντάξεως γήρατος δυνάμει του ρυθμίζοντος τας Κοινωνικός Ασφαλίσεις Νόμου ή οιασδήποτε άλλης συντάξεως αφυπηρετήσεως.
559 Κ.Δ.Π. 186/88 7. (Ι) Πας ανάπηρος, όστις κατ' έκθεσιν του Ιατροσυμβουλίου πρόκειται να προβή εις οιασδήποτε δαπανάς περιθάλψεως της προκαλεσάσης την αναπηρίαν παθήσεως, δικαιούται να λάβη εκ του Ταμείου έκτακτον επίδομα καλύπτον πλήρως ή μερικώς τας τοιαύτας δαπανάς, έαν (α) ο εν λόγω ανάπηρος δεν καλύπτηται εν όλω ή εν μέρει άλλως πως διά τας εν λόγω δαπανάς ή (β) η αναγκαία περίθαλψις του αναπήρου δεν δύναται να παρασχεθή υπό των Κυβερνητικών Ιατρικών Υπηρεσιών ή (γ) κατ' έκθεσιν του Ιατροσυμβουλίου ο ανάπηρος ενδεικνύηται να μεταβή εις το εξωτερικόν ένεκα αδυναμίας παροχής της ρηθείσης περιθάλψεως εντός της Δημοκρατίας. (2) Το εις την παράγραφον (1) έκτακτον επίδομα δύναται να καλύπτη ωσαύτως οιασδήποτε δαπανάς διά την αγοράν, τοποθέτησιν ή επιδιόρθωσιν αναπηρικών οργάνων ή συσκευών τα οποία, κατά την κρίσιν της Επιτροπής και επί τη βάσει εκθέσεως του Ιατροσυμβουλίου, διευκολύνουν τον βίον του αναπήρου. 8. (Ι) Η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου, να παρέχη εκ του Ταμείου, επ' ευκαιρία των εορτών του Πάσχα και των Χριστουγέννων, έκτακτα επιδόματα εις πάντας τους δυνάμει του Νόμου λαμβάνοντας ειδικήν μηνιαίαν σύνταξιν. (2) Το ποσόν του δυνάμει της παραγράφου (1) επιδόματος το οποίον λαμβάνει έν πρόσωπον επί τη ευκαιρία του Πάσχα ή των Χριστουγέννων δεν δύναται να υπερβαίνη το έν δεύτερον του ποσού της καταβληθείσης εις το αυτό πρόσωπον ειδικής μηνιαίας συντάξεως εντός του ιδίου μηνός. 9. (Ι) Ανεξαρτήτως οιωνδήποτε άλλων χρηματικών ωφελημάτων παρεχομένων δυνάμει των παρόντων Κανονισμών, η Επιτροπή δύναται ωσαύτως να παρέχη εκ του Ταμείου και έτερα έκτακτα επιδόματα εις παθόντας, διά την ικανοποίησιν ειδικών ή εκτάκτων αναγκών των. (2) Η μορφή, προϋποθέσεις παροχής, τα εφαρμοστέα κριτήρια διά την παροχή ν, καθώς και τα ποσά των εις την παράγραφον (1) προβλεπομένων εκτάκτων επιδομάτων καθορίζονται από καιρού εις καιρόν υπό του Υπουργικού Συμβουλίου, διά γενικών οδηγιών εκδιδομένων προς την Επιτροπήν. Πλήρως εξαρτώμενοι: 1. Σύζυγος: ΠΙΝΑΞ (Κανονισμός 2) (α) Από 1ης Ιανουαρίου 1988, ποσόν ουχί μικρότερον των πεντήκοντα δύο λιρών και ουχί μεγαλύτερον των εβδομήκοντα οκτώ λιρών (β) από 1ης Ιανουαρίου 1989, ποσόν ουχί μικρότερον των εβδομήκοντα εξ λιρών και ουχί μεγαλύτερον των ογδοή κοντά εννέα λιρών και _. (γ) από 1ης Ιανουαρίου 1990, ποσόν εκατόν λιρών. 2. Έκαστον τέκνον ή έκαστος άλλος πλήρως εξαρτώμενος: (α) Από 1ης Ιανουαρίου 1988, ποσόν ουχί μικρότερον των είκοσι τεσσάρων λιρών και ουχί μεγαλύτερον των τριάκοντα οκτώ λιρών
Κ.Δ.Π. 186/88 560 (β) από 1ης Ιανουαρίου 1989, ποσόν ουχί μικρότερον των τριάκοντα δύο λιρών και ουχί μεγαλύτερον των τριάκοντα. εννέα λιρών και (γ) από 1ης Ιανουαρίου 1990, ποσόν τεσσαράκοντα λιρών. 3. Κυρίως εξαρτώμενοι: Έκαστος κυρίως εξαρτώμενος: (α) Από 1ης Ιανουαρίου 1988, ποσόν ουχί μικρότερον των δέκα εννέα λιρών και ουχί μεγαλύτερον των είκοσι εννέα λιρών (β) από 1ης Ιανουαρίου 1989, ποσόν ουχί μικρότερον των είκοσι ες λιρών και ουχί μεγαλύτερον των τριάκοντα δύο λιρών και (γ) από 1ης Ιανουαρίου 1990, ποσόν τριάκοντα πέντε λιρών: Νοείται ότι, εάν ο πεσών ή εξαφανισθείς κατέλιπε μόνον έν πλήρως εξαρτώμενον πρόσωπον, το ποσόν της ειδικής μηνιαίας συντάξεως θα είναι: (α) Από 1ης Ιανουαρίου 1988, ποσόν ουχί μικρότερον των πεντήκοντα δύο λιρών και ουχί μεγαλύτερον των εβδομήκοντα οκτώ λιρών (β) από 1ης Ιανουαρίου 1989, ποσόν ουχί μικρότερον των εβδομήκοντα εξ λιρών και ουχί μεγαλύτερον των ογδοήκοντα εννέα λιρών και (γ) από 1ης Ιανουαρίου 1990, ποσόν εκατόν λιρών. Ανάπηροι: Έκαστος ανάπηρος ποσόν εκ 2.50 δι' έκαστον εκατοστόν της αναπηρίας του. Ωσαύτως οι έγγαμοι ανάπηροι, οι οποίοι κρίνονται υπό της Επιτροπής ως έχοντες οικογενειακός υποχρεώσεις, θα δικαιούνται επιπροσθέτου ποσού διά τας οικογενειακός των υποχρεώσεις ως ακολούθως: 1. Ανάπηροι έχοντες ποσοστόν αναπηρίας 16% μέχρι 29%: (α) Διά την σύζυγον, ποσόν έξ λιρών τεσσάρων λιρών (γ) για δύο ανήλικα τέκνα κάτω των δέκα οκτώ ετών, ποσόν επτά λιρών και εννέα λιρών. 2. Ανάπηροι έχοντες ποσοστόν αναπηρίας 30% μέχρι 49%: (α) Διά την σύζυγον, ποσόν οκτώ λιρών πέντε λιρών (γ) διά δύο ανήλικα τέκνα κάτω των δέκα οκτώ ετών, ποσόν εννέα λιρών και δώδεκα λιρών...3. Ανάπηροι έχοντες ποσοστόν αναπηρίας 50% μέχρι 74%: (α) Διά την σύζυγον, ποσόν δέκα πέντε λιρών (β) δγ έν ανήλικον τέκνον κάτω των δέκα οκτώ ετών, ποσόν έξ λιρών
561 Κ.Δ.Π. 186/88 (γ) διά δύο ανήλικα τέκνα κάτω των δέκα οκτώ ετών, ποσόν ένδεκα λιρών και δέκα πέντε λιρών. Ανάπηροι έχοντες ποσοστόν αναπηρίας 75% μέχρι 99%. (α) Διά την σύζυγον, ποσόν είκοσι λιρών οκτώ λιρών (γ) διά δύο ανή?νΐκα τέκνα κάτω των δέκα οκτώ ετών, ποσόν δέκα πέντε λιρών και είκοσι λιρών. Ανάπηροι έχοντες ποσοστόν αναπηρίας 100%: (α) Διά την σύζυγον, ποσόν είκοσι πέντε λιρών δέκα λιρών (γ) διά δύο ανήλικα τέκνα κάτω των δέκα οκτώ ετών, ποσόν δέκα οκτώ λιρών και είκοσι πέντε λιρών: Νοείται ότι αι αυξήσεις, αι οποίαι θα προκύψουν ως εκ της διαφοροποιήσεως του τρόπου υπολογισμού του ποσού της ειδικής μηνιαίας συντάξεως προς τους αναπήρους, θα παραχωρηθούν σταδιακώς από 1ης Ιανουαρίου 1988 μέχρι 1ης Ιανουαρίου 1990, κατά τον ακόλουθον τρόπον: (α) Η Επιτροπή θα υπολογίση την ειδικήν μηνιαίαν σύνταξιν την οποίαν θα δικαιούται ο ανάπηρος βάσει των προνοιών του παρόντος πίνακος. (β) Ακολούθως η Επιτροπή θα υπολογίση την διαφοράν μεταξύ του ποσού το οποίον λαμβάνει ο ανάπηρος κατά την 31/12/1987 και του ποσού το οποίον θα δικαιούται να λάβη βάσει των προνοιών του παρόντος πίνακος. (γ) Ακολούθως το ολικόν ποσόν της διαφοράς θα διαιρεθή διά τρία και το εν τρίτον θα καταβληθή εις τον ανάπηρον από 1ης Ιανουαρίου 1988, το έτερον έν τρίτον από 1ης Ιανουαρίου 1989 και το τελευταίον έν τρίτον από 1ης Ιανουαρίου 1990.