ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ, ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΜΝΗΜΟΝΙΑΚΗ ΕΠΟΧΗ Από το 2008, οπότε άρχισε η οικονομική κρίση, η κεφαλαιακή βάση των τραπεζών και η ρευστότητά τους επηρεάστηκαν καθοριστικά, σε βαθμό μάλιστα που απειλήθηκε η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος. Οι συνδυαστικοί παράγοντες που προκάλεσαν το σοκ στις ελληνικές τράπεζες είναι: Η αδυναμία πρόσβασης των τραπεζών στις διεθνείς αγορές για άντληση χρηματοδότησης λόγω της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης. Οι δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, που προκάλεσαν επιδείνωση της ποιότητας των δανειακών χαρτοφυλακίων και ραγδαία αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (στεγαστικών, καταναλωτικών και επιχειρηματικών). Ο ιδιότυπος εναγκαλισμός μεταξύ κράτους (μεγάλες ποσότητες αγοράς ομολόγων), ευνοϊκής χρηματοδότησης επιχειρηματιών χωρίς επαρκείς εγγυήσεις (διαπλοκή με συγκεκριμένους επιχειρηματικούς κλάδους που ανέδειξε και η Εξεταστική για τα δάνεια σε ΜΜΕ) και διόγκωσης του ιδιωτικού χρέους, μέσω της αλόγιστης πιστωτικής επέκτασης. Η αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα (PSI). Η μεγάλη εκροή καταθέσεων, που ειδικά από τα μέσα του 2014 ενείχε και πολιτική υποκίνηση. Ως γνωστόν, τη διετία 2012-2014 το τραπεζικό σύστημα χρειάστηκε 2 ανακεφαλαιοποιήσεις. o Η πρώτη ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών (2012-2013) έγινε μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και στοίχισε περίπου 25,5 δισ. ευρώ. o Η δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση (2014) καλύφθηκε στο σύνολό της από τοποθετήσεις ιδιωτών επενδυτών ύψους 8,3 δισ. ευρώ, αλλά προκάλεσε μεγάλη απαξίωση της περιουσίας του ΤΧΣ λόγω μείωσης του ποσοστού συμμετοχής του στα κεφάλαια των τραπεζών (dilution).
Η αποτυχία των δύο πρώτων ανακεφαλαιοποιήσεων οφείλεται στους παρακάτω συνδυαστικούς παράγοντες: Τη βαθύτερη του αναμενομένου ύφεση και τη διόγκωση της ανεργίας που εντάθηκε από τις πολιτικές των δύο πρώτων Μνημονίων. Τη μη σύνδεση των ανακεφαλαιοποιήσεων με την επίλυση των μη εξυπηρετούμενων (κόκκινων) δανείων, μολονότι αυτά αυξάνονταν ραγδαία. Σημειώνεται πως τα κόκκινα δάνεια αυξήθηκαν από 7,7% το 2009 σε 33,8% το 2014 (78,5 δισ. ευρώ). Τη μη σύνδεση των ανακεφαλαιοποιήσεων με μέτρα χρηστής εταιρικής διακυβέρνησης. Είναι διεθνής πρακτική, όταν το κράτος στηρίζει κεφαλαιακά τις τράπεζες, να αλλάζουν οι διοικήσεις των τραπεζών, να ενισχύονται οι κανόνες εταιρικής διακυβέρνησης και η διαφάνεια στη λειτουργία τους. Αυτό, κατά τις 2 πρώτες ανακεφαλαιοποιήσεις, δε συνέβη ποτέ. Γνωστή είναι και η προσπάθεια ανάταξης του τραπεζικού συστήματος σε όρους κεφαλαιακής επάρκειας και διαφάνειας, με το Ν.4340/2015 για την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση, μέσα, επίσης, σε συνθήκες ασφυκτικές, η οποία κόστισε στο ελληνικό Δημόσιο 5,4 δις. Στις εκθέσεις όλων των θεσμικών φορέων επισημαίνεται ότι η ανακεφαλαιοποίηση του 2015 ολοκληρώθηκε στις πλέον αντίξοες συνθήκες, εν μέσω capital controls και με δεδομένο ότι το θεσμικό πλαίσιο για την παροχή κρατικών ενισχύσεων είχε αυστηροποιηθεί και προέβλεπε, σύμφωνα με την Οδηγία BBRD, πριν από τη λήψη κρατικής ενίσχυσης, «κούρεμα» σε μετόχους, ομολογιούχους αλλά και στους καταθέτες με ποσά καταθέσεων μεγαλύτερα των εγγυημένων 100.000 ευρώ. Με την νέα ανακεφαλαιοποίηση το ΤΧΣ δεσμεύτηκε να διευκολύνει τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, μολονότι τα ποσοστά συμμετοχής στις 4 συστημικές τράπεζες υπέστησαν σημαντική μείωση. Το αποτέλεσμα της τρίτης ανακεφαλαιοποίησης σε σχέση με τις στοχεύσεις, είναι υπό διακύβευση, μιας και την παρούσα στιγμή ζητούμενο εξακολουθεί να παραμένει η αποτελεσματική και με διαφάνεια λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, σε όρους εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος καθώς και η αποτελεσματική και με κοινωνική υπευθυνότητα και ευαισθησία διαχείριση των «κόκκινων δανείων». Ειδικά για την εμπειρία των τριών τελευταίων χρόνων, έχει καταδειχτεί ότι η αλλαγή του ιδρυτικού νόμου του ΤΧΣ (Ν.3864/2010) είναι επιβεβλημένη προς την κατεύθυνση της εμπέδωσης ουσιαστικού ρόλου του δημοσίου, μέσω των μετοχών που κατέχει το ΤΧΣ και αλλαγής κριτηρίων για τη συμμετοχή στα Δ.Σ των Τραπεζών, και αυτό ως Ριζοσπαστική Παρέμβαση στην ΟΤΟΕ το προτάσσουμε ως κεφαλαιώδες. Αναφορικά με το παραπάνω και ταυτόχρονα με την ανάγκη αλλαγής της αρχιτεκτονικής στη λειτουργία και το ρυθμιστικό πλαίσιο του εγχώριου αλλά και του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, ως Ριζοσπαστική Παρέμβαση στην ΟΤΟΕ κρίνουμε αναγκαίο ότι το συνδικαλιστικό κίνημα στις Τράπεζες πρέπει να έχει λόγο και να παλέψει για Τράπεζες που: Παρέχουν ουσιαστική στήριξη στην πραγματική οικονομία και στην οικοδόμηση ενός νέου παραγωγικού υποδείγματος ανθεκτικού απέναντι στις κρίσεις, οικολογικά βιώσιμου και κοινωνικά δίκαιου. Δεν είναι δυνατόν οι 4 συστημικές τράπεζες, την όποια ρευστότητά τους αντί να την διοχετεύουν, με ρεαλιστικά κριτήρια, στις επιχειρήσεις που δημιουργούν νέες ή διατηρούν υπάρχουσες θέσεις εργασίας, να την σπαταλούν σε ενέργειες
αμφιβόλου οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής ωφέλειας, μέσα από το νεοφιλελεύθερης κοπής management των διαβόητων golden boys & girls. Διαχειρίζονται αποτελεσματικά τη μείωση των κόκκινων δανείων, με διαφάνεια, κοινωνική υπευθυνότητα και ευαισθησία, με προστασία της πρώτης κατοικίας και δημιουργία προϊόντων ρυθμίσεων οφειλών που διευκολύνουν τα μικρά και μεσαία εισοδήματα. Αντί να βάζουν κάθε λογής εμπόδια στα εργαλεία στα εργαλεία εξυγίανσης των χαρτοφυλακίων τους και προστασίας της πελατείας από καταχρηστικούς όρους (εξωδικαστικός συμβιβασμός, Κώδικας Δεοντολογίας), οι τραπεζίτες οφείλουν να αντιληφθούν τις ευθύνες τους. Δεν διατηρούν στις Διοικήσεις αλλά και σε ανώτατες θέσεις της διοικητικής πυραμίδας τα στελέχη εκείνα που ευθύνονται για την σημερινή κατάσταση των Τραπεζών, με διοικητικές επιλογές καταστροφικές και με αναπαραγωγή φαινομένων διαπλοκής και κακοδιαχείρισης. Ταυτόχρονα, η Ομοσπονδία, κι αυτό πρέπει να το αντιληφθεί έγκαιρα η πλειοψηφία της, οφείλει να μην επαφίεται στην «καλή διάθεση» των τραπεζιτών ή της Κυβέρνησης, αλλά με συνεκτικό και συγκροτημένο πλαίσιο διεκδικήσεων να οργανώσει τις μορφές αγώνα και πάλης, να κινητοποιήσει τους εργαζόμενους και να δώσει τη μάχη της υπεράσπισης κατακτήσεων και της διεύρυνσης δικαιωμάτων με καλύτερους όρους. Το 2018 εξάλλου δεν είναι 2014 ούτε 2015. Η απαγκίστρωση από το αυστηρό περιοριστικό πλαίσιο των μνημονίων αποτελεί το πρώτο ιστορικό, σε συμβολικό και ουσιαστικό επίπεδο, βήμα για να αναδιατάξει τις δυνάμεις του ο κόσμος της εργασίας και να διεκδικήσει όσα του πήραν κι ακόμη περισσότερα. Η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και του συλλογικού εργατικού δικαίου από τον Αύγουστο 2018, μέσω της επαναφοράς της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας μας δίνει επιπλέον όπλα στη φαρέτρα μας. Σε ένα κλάδο που ο δεύτερος ψηφιακός μετασχηματισμός και η διαρκής διόγκωση του σκιώδους τραπεζικού τομέα απειλεί την ίδια τη φύση της εργασίας μας και ασκεί ασύμμετρες πιέσεις, η ΟΤΟΕ πρέπει να βρίσκεται πάντα ένα βήμα πιο μπροστά από τις εξελίξεις, παλεύοντας: Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και ο ψηφιακός μετασχηματισμός να μην γίνει μοχλός απορρύθμισης των εργασιακών μας σχέσεων αλλά τα οφέλη να διαχυθούν στον κόσμο της εργασίας. Με μείωση των ωρών εργασίας στο 35ωρο, με παροχή εκπαίδευσης και νέων εφοδίων προς τους τραπεζοϋπάλληλους, με επέκταση και όχι συρρίκνωση των εργασιών, προσλήψεις και όχι απολύσεις, όπως ευαγγελίζονται τα παπαγαλάκια της εργοδοσίας. Υπογραφή κλαδικής που διευρύνει δικαιώματα και περιφρούρηση εφαρμογής των συλλογικών συμβάσεων και της εργατικής νομοθεσίας Να μπει φρένο σε εθελούσιες εκβιαστικού χαρακτήρα, χωρίς ανάλογη κάλυψη των χαμένων θέσεων εργασίας και των απωλειών των ασφαλιστικών μας ταμείων. Κατάργηση των εργαζομένων πολλών ταχυτήτων, ομογενοποίηση εργασιακών σχέσεων σε όλες τις μονάδες όλων των τραπεζικών ιδρυμάτων. Ένταξη στους οργανισμούς, με πλήρη δικαιώματα, του ενοικιαζόμενου προσωπικού που καλύπτει πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
Ως Ριζοσπαστική Παρέμβαση στην ΟΤΟΕ θέτουμε το πλαίσιο ΚΣΣΕ 2019-2021: i. Σαφής αναφορά στην διατήρηση του αριθμού των θέσεων εργασίας με συμφωνία αναπλήρωσης απολεσθέντων θέσεων από ενδεχόμενες εθελούσιες. ii. Αποκατάσταση του βασικού μισθού στα πριν την ΚΣΣΕ 13-15 μισθολογικά επίπεδα. iii. iv. Ξεπάγωμα των 3ετιών. Διεκδικούμε από την κυβέρνηση την κατάργηση της ΠΥΣ6/12 αλλά και από την εργοδοσία την επαναφορά της πολυετίας. Αναδρομικότητα στον υπολογισμό. Επαναφορά του επιδόματος ισολογισμού. v. Συμφωνία για διευθέτηση των δανειακών υποχρεώσεων των τραπεζοϋπαλλήλων, δίνοντας ουσιαστική λύση και σε ληξιπρόθεσμους και σε ενήμερους. Μετά τη λήξη της περιόδου τοκοπληρωμής πρέπει να αντιμετωπιστεί η αδυναμία εξυπηρέτησης των δανείων που θα μπουν σε περίοδο τοκοχρεωλυτικής πληρωμής. Εμμένουμε στη θέση μας για ένταξη σε προγράμματα τύπου freeze & split όσων εργαζομένων το επιθυμούν. vi. Λειτουργία Ομοσπονδίας Εφαρμογή του συμπληρωματικού προγράμματος υγείας χωρίς να παραμερίζεται η κοινωνική ασφάλιση. i. Άνοιγμα επέκταση της ομοσπονδίας μετά τη συρρίκνωση του κλάδου από 67χιλ σε 34χιλ στα τελευταία 10 χρόνια. Κάλεσμα στην Ομοσπονδία Ασφαλιστικών εταιρειών για ενοποίηση. ii. iii. Συνεννόηση με τα μέλη συλλόγους της Ομοσπονδίας να δέχονται μέλη τους ενοικιαζόμενο προσωπικό ή προσωπικό με ειδική σχέση. Παράδειγμα τρανταχτό το άνοιγμα της ΟΜΕ-ΟΤΕ προς τα σωματεία εταιρειών τηλεπικοινωνιών (Vodafone, Wind κλπ.) Αναβάθμιση του ρόλου των Νομαρχιακών Παραρτημάτων με ουσιαστικό ρόλο και δράσεις. iv. Τακτικές περιοδείες σε χώρους εργασίας, κλιμακίων συνδικαλιστών της ΟΤΟΕ, σε συνεννόηση με τα πρωτοβάθμια σωματεία, για ενημέρωση των εργαζομένων και ανάδειξη των προβλημάτων του κλάδου. Ενημερωμένοι εργαζόμενοι συμμετέχουν σε κινητοποιήσεις. v. Θέσπιση περιορισμένης θητείας στα όργανα της ΟΤΟΕ με ανώτερη τις τρείς θητείες. vi. Θέσπιση Κώδικα Δεοντολογίας μεταξύ των μελών σωματείων της Ομοσπονδίας. vii. Καθιέρωση ασυμβίβαστου μεταξύ μελών συνδικαλιστικών οργάνων.
Συναδέλφισσες και συνάδελφοι, Βγαίνοντας από το 32ο Συνέδριο της ΟΤΟΕ, μιας από τις πιο ιστορικές και σημαντικές ομοσπονδίες της χώρας, με κατακτήσεις οδηγό και για άλλους εργασιακούς χώρους και έχοντας να δείξει μακροχρόνιους αγώνες γι αυτές τις κατακτήσεις, θεωρούμε ότι θα πρέπει να έχουμε κατακτήσει τα παρακάτω: Τη δράση της ΟΤΟΕ με αγωνιστικότητα, χωρίς αποκλεισμούς και με γνώμονα την υπεράσπιση και διεύρυνση των κατακτήσεών μας και όχι μικροπαραταξιακών ή προσωπικών συμφερόντων. Την ενότητα του κλάδου και την προάσπιση ενός συνδικαλιστικού κινήματος που δεν στηρίζεται σε γραφειοκρατικές λογικές αλλά στις δημοκρατικές διαδικασίες στην αγωνιστικότητα και σε όλους τους εργαζόμενους. Την έγκαιρη και με αποφασιστικότητα διαμόρφωση του διεκδικητικού πλαισίου της νέας ΚΣΣΕ, με παράλληλη διαμόρφωση ανάλογου αγωνιστικού πλαισίου, γιατί όπως έχουμε ξαναπεί οι εργαζόμενοι δεν επαιτούν αλλά διεκδικούν και απαιτούν.