Το καλοκαίρι με τη Mέδουσα
Λαμπρίνα Μαραγκού Το καλοκαίρι με τη Mέδουσα
Eικόνα εξωφύλλου: Έφη Λαδά Εσωτερική εικονογράφηση: Eύα Καραντινού Διορθώσεις: Νέστορας Χούνος Σελιδοποίηση: Ευθύµης Δηµουλάς 2009 ΛΑΜΠΡΙΝΑ Α. ΜΑΡΑΓΚΟΥ & EKΔOΣEIΣ «AΓKYPA» Δ.A. ΠAΠAΔHMHTPIOY A.B.E.E. Λάµπρου Κατσώνη 271 & Γεωργίου Παπανδρέου Άγιοι Ανάργυροι, Τ.Κ. 13562 Τηλ.: 210 2693800-4 Fax: 210 2693806-7 Κεντρικό κατάστηµα: ΑΓΚΥΡΑ-ΠΟΛΥΧΩΡΟΣ, Σόλωνος 124 Αθήνα, Τ.Κ. 10681, Τηλ.: 210 3837667, 210 3837540 Fax: 210 3837066 e-mail agyra@agyra.gr www.agyra.gr ISBN: 978-960-422-773-0 Απαγορεύεται η αναπαραγωγή µέρους ή όλης της έκδοσης, η µεταφορά σε οποιοδήποτε ηλεκτρονικό αποθηκευτικό σύστηµα ή αναµετάδοση µε οποιασδήποτε µορφής ηλεκτρονικά, µηχανικά, φωτοτυπικά ή άλλα µέσα, χωρίς την προηγούµενη γραπτή άδεια του εκδότη. Ν. 2121/1993, καθώς και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν και στην Ελλάδα.
Στην Αλεξάνδρα και στον Νίκο
1 Η μαμά είπε πως θα μου αρέσει η Κοπεγχάγη. Τι να μου αρέσει, που κατακαλόκαιρα έπρεπε να φοράω μάλλινο πουλόβερ και κάλτσες, που σιχαίνομαι; Και μετά, εντάξει, έχει αξιοθέατα και θάλασσα αλλά είμαστε συνέχεια μόνες μας, γιατί ο μπαμπάς είναι όλο στο συνέδριο, και όλο παρακολουθεί ομιλίες και μιλάει και κείνος με κάτι ακαταλαβίστικες ιατρικές λέξεις. Το ξενοδοχείο είναι το μόνο καλό στην υπόθεση. Στο κέντρο της πόλης, με πισίνες, δωμάτια με τηλεόραση και τζακούζι, όλο πολυτέλεια Βυθίζομαι στην τηλεόραση σε κάτι χαζά κινούμενα σχέδια, στα δανέζικα τα περισσότερα και τα υπόλοιπα στα αγγλικά. Κάνω φιλότιμες προσπάθειες να περάσω την ώρα μου γιατί η μαμά δεν μου φταίει σε τίποτα Και κείνη πλήττει, αλλά τρεις μέρες είναι, θα περάσουν, σκέφτομαι. Οι άλλοι γιατροί που είναι μαζί μας, μας είναι άγνωστοι και μερικοί από αυτούς έχουν φέρει και τα παιδιά τους μαζί. Είναι όμως όλα νιάνιαρα, και με κοιτάζουν περίεργα. Τους φαίνομαι μεγάλη, μου λέει η μαμά και μου χαμογελά. 9
ΛΑΜΠΡΙΝΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥ Μερικές φορές με εκνευρίζει το χαμόγελο της μαμάς, είναι σαν να με κοροϊδεύει. Άλλωστε, εκείνη επέμενε να με πάρει μαζί της, θα μπορούσα άνετα να μείνω με τη γιαγιά και θα τα περνούσα καλύτερα. Αλλά εκείνη με τίποτα. «Θα είναι ωραία, θα δεις», μου έλεγε. «Πολλά παιδιά θα ήθελαν να έχουν τη δική σου τύχη, να ταξιδέψουν στη Δανία, να γνωρίσουν καινούριους τόπους». Η αλήθεια είναι, ότι τελικά η πόλη μού αρέσει. Οι άνθρωποι είναι χαμογελαστοί και καθαροί και το ιστορικό κέντρο γραφικό. Εγώ όμως θέλω να τελειώνουν οι μέρες να γυρίσω στην Αθήνα. Έχω και τις φίλες μου να με περιμένουν, να κάνουμε τις βόλτες μας, να ψωνίσουμε cd και κανένα εξωφρενικό μπλουζάκι από το Μοναστηράκι. Αυτές θα είναι όλες μαζεμένες και θα χαίρονται τις διακοπές τους. Οι δύο, η Μαρία και η Νατάσα, θα ετοιμάζονται για την κατασκήνωση και δεν ξέρω αν θα προλάβω να τις αποχαιρετήσω. Μέχρι τον Σεπτέμβρη θα περάσει καιρός. Αυτά σκέφτομαι και νευριάζω καθώς μένω εδώ καθηλωμένη να χαμογελάω σε ανθρώπους που δεν ξέρω και που έχουν εκνευριστικά πιτσιρίκια, με τον μπαμπά μου εξαφανισμένο και τη μαμά να χαμογελά. Τουλάχιστον σήμερα μου υποσχέθηκε μια βόλτα στο εμπορικό κέντρο. Μπορεί κάτι να ψωνίσω. Αλλά τι μπορώ να πάρω από εδώ να το φορέσω καλοκαιριάτικα; Ψόφο κάνει και είμαι σίγουρη πως όλο πουλόβερ θα έχουν οι βιτρίνες. Καλά, αυτοί οι άνθρωποι εδώ, δεν πρέπει να ξέρουν τι σημαίνει καλοκαίρι. Αχ, νησάκι μου, με τα μπανάκια σου και τις 10
ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΜΕ ΤΗ ΜΕΔΟΥΣΑ παραλίες σου Η θάλασσά τους είναι σκοτεινή και μου φαίνεται μαύρη. Μπορεί να είναι και βρόμικη, δεν ξέρω. Καμιά σχέση με το γαλάζιο το δικό μας. Δυο μέρες τώρα, όλο ψιλοβρέχει. Πας ν ανοίξεις ομπρέλα και αμέσως σταματάει η ψιχάλα. Πας να την κλείσεις και ξαναρχίζει. Τι να πω κι εγώ Ευτυχώς, δυο μέρες ακόμα και γυρνάμε Ο μπαμπάς σήμερα κατάφερε να φύγει για λίγο από το συνέδριο. Μου έχει λέει μια έκπληξη, θα δείξει. Μετά τον περίπατο στα μαγαζιά θα τον συναντήσουμε, λέει, έξω από μια εκκλησία. Η μαμά ξέρει, όσο για μένα, σκοτίστηκα για τα αξιοθέατα της Κοπεγχάγης. Άσε που δεν έφαγα και το γλυκό που εμείς το λέμε κοπεγχάγη. Μου το είπε η γιαγιά που το φτιάχνει καταπληκτικά. «Να φας και κοπεγχάγη και να μου πεις ποια είναι η καλύτερη, η δικιά μου ή η δικιά τους;» Τώρα τι να της πω; Τα μαγαζιά, μια απογοήτευση. Όπως το περίμενα. Χοντρά ρούχα, πανάκριβα, και όλοι οι Δανοί ξανθοί, κατάξανθοι, τόσο ξανθοί που μου έσπαγαν τα νεύρα. Και με κοίταζαν καλά καλά, μέχρι Ισπανίδα με πέρασαν. Τι φταίω εγώ που είμαι μελαχρινή και που τα μάτια μου είναι σκούρα; Μου ρθε να βάλω τις φωνές όταν μια ξανθόψειρα πωλήτρια με κοίταζε καλά καλά. Τι να σου κάνω, κυρά μου, πήγα να της πω. Έτσι μ έκανε η μάνα μου, δεν την βλέπεις και κείνη που είναι μελαχρινή; Τελικά, το μόνο που ψωνίσαμε ήταν κάτι κάρτες και ένα σάλι για τη μία γιαγιά και ένα ζευγάρι γάντια για την άλλη. Εγώ τίποτα, δεν μου άρεσε τίποτα. 11
ΛΑΜΠΡΙΝΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥ Ο μπαμπάς, ως συνήθως, άργησε. Έφτασε στην εκκλησία με ένα τέταρτο καθυστέρηση και η μαμά κουράστηκε να περιμένει όρθια. Με συγχωρείτε, αλλά δεν μπορούσα να ξεφύγω νωρίτερα. Αλεξάνδρα, είσαι έτοιμη για την έκπληξη; με ρώτησε και δεν απάντησα, αλλά τον κοίταξα με βαρεμάρα. Λένε πως είμαι στην εφηβεία και πως τίποτα δεν μ ευχαριστεί. Αυτό είναι ψέμα. Υπάρχουν πολλά πράγματα που μου αρέσουν, αλλά εντελώς συμπτωματικά αυτά δεν αρέσουν στους γονείς μου. Υπομένουν τη μουσική που βάζω, κοιτάζουν εξεταστικά τα ρούχα μου, όλα από το Μοναστηράκι, και δεν μιλούν όταν στέλνω μηνύματα από το κινητό μου. Είμαι σίγουρη, πως τίποτα από όλα αυτά δεν τους αρέσει αλλά δεν μιλούν. Το βλέπω όμως στο βλέμμα τους, καρτερικό και υπομονετικό. Είναι σαν να λένε, δεν πειράζει, όλα θα περάσουν κάποτε. Γι αυτό κι εγώ, δεν τους κακιώνω, τους αγαπώ πολύ, αλλά μερικές φορές μού σπάνε τα νεύρα. Ιδιαίτερα ο μπαμπάς, που με θεωρεί ακόμα μικρή. Αν μπορούσε, θα μου ψώνιζε από τα παιδικά και θα με πήγαινε σ αυτές τις αφόρητες παιδικές παραστάσεις Να τος τώρα, γεμάτος χαρά για την έκπληξη. Άντε να δούμε. Αρχίσαμε να περπατάμε. Τι ποδαρόδρομο έχω ρίξει αυτές τις μέρες, άνθρωπος δεν θα το πιστέψει Δίπλα στη θάλασσα με τους γλάρους να σκούζουν και η μαμά να θαυμάζει το τοπίο. Η δικιά μας θάλασσα είναι καλύτερη, γκρίνιαξα. Και γλάρους, μαμά μου, έχεις ξαναδεί, πιστεύω. 12
ΛΑΜΠΡΙΝΑ ΜΑΡΑΓΚΟΥ Και φτάσαμε μπροστά στο αριστούργημα. Τι να πω; Μια αηδία ήταν. Η γοργόνα, του Άντερσεν, πάνω σ ένα βράχο, αγνάντευε το πέλαγος. Ε, και πού το φοβερό; Οι Δανοί, επειδή τους άρεσε ο Άντερσεν, που είναι και πατριώτης τους, έφτιαξαν το άγαλμα της μικρής γοργόνας. Πριν από λίγο καιρό, μερικοί βέβηλοι της έκοψαν το κεφάλι, με πληροφόρησε ο μπαμπάς. Αλλά το αντικατέστησαν. Προσποιήθηκα πως εντυπωσιάστηκα. Σκοτούρα μου τώρα για τη μικρή γοργόνα. Εντάξει, το παραδέχομαι, μου άρεσε μικρή σαν παραμύθι. Ειδικά αυτές οι βιντεοκασέτες με την Άριελ και τον πρίγκιπα. Μα πιο πολύ μου άρεσε το καβούρι, ο Σεμπάστιαν, και κείνο το χοντρό χταπόδι, η μάγισσα, που μισούσε την Άριελ και τον πατέρα της. Αλλά μέχρι εκεί. Ωραία και η μουσική, ωραία ταινία για μικρά παιδάκια. Όμως εγώ, τώρα, δεν μπορώ να ασχολούμαι με αηδίες. Ο Άντερσεν έγραψε αυτό το παραμυθάκι και εγώ τι φταίω, να ξενιτεύομαι για να βλέπω αυτό το άγαλμα, που είναι και μικρό Σου άρεσε η έκπληξη; με ρώτησε η μαμά καθώς γυρνούσαμε στο ξενοδοχείο. Δεν της απάντησα, μόνο την κοίταξα με νόημα. Και την άλλη μέρα το πρωί που πήραμε το αεροπλάνο, αναστέναξα με ανακούφιση. Επιτέλους, θα άρχιζαν οι καλοκαιρινές διακοπές 14