ικαστής: κ. Μ. ΙΩΑΚΕΙΜ (πρόεδρος Πρωτοδικών) ικηγόροι: κ.κ. Κ. Λιασίδης, Α. Πασιπουλαρίδης, Κ. Καταβάτης, Μ. Σωτηροπούλου

Σχετικά έγγραφα
Αρείου Πάγου 1185/1993 (Τµ. Β') Πηγή: Ε.Ε.. 54/95, σ.231,.ε.ν.52/96, σ.237&238

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά: 4963/1997 Πηγή: ΕΕ 2/1998, σελ. 204

Άρειος Πάγος: 1486/1995 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 4 (1996) σελ. 415, Ε.Ε..56/97, σ.325,.ε.ν. 52/96, σ. 238

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

Εφετείο Αθηνών 11116/1996 Πηγή: Ε.Ε.. 56/97, σ ΕΑΕ 2000, σελ. 959

ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΚΛΗΤΟ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά: 42/1994 Πηγή: Ε.Ν.. 22/1994, σελ. 217

Άρειος Πάγος: 166/1996 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 8-9, σελ. 867, 1996

Π Ι Ν Α Κ Α Σ Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Ω Ν

Πολυµελές Πρωτοδικείο Πειραιώς 230/1996 Πηγή: Ε.Ε.. 56/97, σελ. 38,.Ε.Ε. 6/96, σελ. 637


Εφετείο Πειραιώς: 94/2002 Πηγή: Ε.Ν.. 30/2002 σελ. 286

ΤΕΥΧΟΣ ΣΤ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/610/

Εφετείο Πειραιά: 1253/88 Πηγή: Ε.Ν.. 19/1991, σελ. 106

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΙΣ ΜΕΤΡΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιά: 1269/92 Πηγή: Ε.Ν. 21/93 σελ. 396

Εφετείου Θεσσαλονίκης: 1014/1996 Πηγή: Επιθ.Εργ. ικ. 56/97 σ. 570,.Ε.Ν 54/98 σ. 952,.Ε.Ε. 4/97, σ. 397

Μονοµελές Πρωτοδικείο Χαλκίδος: 80/91 Πηγή: ΕΝ 48/92 σελ. 930

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Εφετείο Πειραιώς: 1166/1996 Πηγή: Νοµικό Βήµα, σελ. 814, τοµ. 45/97

απορροφώσας και της απορροφώµενης τράπεζας και τη µε αριθµό 38385/ πράξη του συµβολαιογράφου Αθηνών Γεωργίου

ΤΕΥΧΟΣ ΣΤ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΕΕΔ- 22 ΣΥΜΒΑΣΗ :

2.3. Η σημασία της ασφαλίσεως της αστικής ευθύνης για. τον ζημιούμενο Εκούσια και υποχρεωτική ασφάλιση της αστικής ευθύνης

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

Μον. Πρωτ. Πειραιώς: 1672/93 (Ασφ.µ.) Πηγή: Νοµικό Βήµα Τόµος 43/95, σελ. 573

Προεδρικό ιάταγµα 456/1984 «Αστικός Κώδικας και Εισαγωγικός του Νόµος» (ΦΕΚ Α' 164/ ) ΕΚΑΤΟ ΟΓ ΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 59 /2015

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/4478-1/

ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Γ. ΠΕΡΙ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΠ ΑΡΙΘ. ΔΠΜ-Θ/ΠΚΑΣΤ/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2012

ΤΕΥΧΟΣ Ε ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ. Παροχή Υπηρεσιών: Μελέτη, Επίβλεψη, Αδειοδότηση Δομικών Έργων σε Υ/Σ ΥΤ/ΜΤ αρμοδιότητας ΔΕΔΔΗΕ

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4268/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2011

Απόφαση Αναστολής Πλειστηριασμού Κατοικίας σε Υπερχρεωμένα Νοικοκυριά

Εφετείο Θεσσαλονίκης: 2591/1995 Πηγή: ΕΕργ / Τοµ.55 ος 1996, σελ. 967

ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 12279/2009 (Αριθµός κατάθεσης β' αίτησης / 2009) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. β. Του Π.Δ. 111/14 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ. β. Του Π.Δ. 111/14 (ΦΕΚ Α 178) «Οργανισμός του Υπουργείου Οικονομικών».

«ΑΠΟΚΟΠΕΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΦΟΡΕΣ ΛΟΓΩ ΧΡΕΟΥΣ ΠΑΡΟΧΩΝ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΛΟΓΩ ΧΡΕΟΥΣ & ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΙΤΗΜΑΤΟΣ ΠΕΛΑΤΗ- ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΕ ΜΕΤΡΗΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

Περίληψη: Ο ναυτικός που υπέστη από εργατικό ατύχηµα ανικανότητα, έχει δικαίωµα να εγείρει την αγωγή του κοινού δικαίου και να ζητήσει πλήρη

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Εφετείο Πειραιά: 958/92 Πηγή: Ε.Ν.. 21/93 σελ. 71

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/763/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 15 /2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4841-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 144 /2017

Αριθμός Απόφασης 1499/2015 ΤΟ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 09/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/456/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 06/2018

ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΚΟ ΟΣΙΑ

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2016

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3106/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2011

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην. Απόφαση του Συμβουλίου

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 6537/2001

Α Π Ο Φ Α Σ Η 50/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2012

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Πηγή: ΕΕΔ Τόμος 73/2014, Σελ. 460

Μονοµελές Πρωτοδικείο Θεσ/νίκης: 15260/97 Πηγή:.Ε.Ν. 53/1997 τεύχος 1275, σελ. 1034

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2014

Αριθμός Απόφασης 7784/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ *******************

Αριθµός απόφασης 5819/2008 Αριθµός καταθέσεως αγωγής /2007 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟ ΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΕΙ ΙΚΗ ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ

ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ (Αφορά Διακηρύξεις για σύναψη Συμβάσεων Παροχής Υπηρεσιών)

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (Α.Ε.Π.Π.)

Εφετείου Θεσσαλονίκης: 27/1995 Πηγή: ΕΕ 1 (1996) σελ. 76

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2014

Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών Αριθμός απόφασης 3941/2012

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ


Α Π Ο Φ Α Σ Η 128/2013

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Κάθε μέρα που μετακινούμαστε στο δρόμο, ερχόμαστε αντιμέτωποι με τον μεγάλο κίνδυνο των ανασφάλιστων οχημάτων, τα οποία ολοένα και αυξάνονται.

Α Π Ο Φ Α Σ Η 16/2012

ιατάξεις: άρθρα 2, 3 (παρ. 1), 6, 7 (παρ. 2) Ν. 1792/1988 (Σύµβαση Ρώµης), 25 ΑΚ, 1, 3, 5 (παρ. 1) ΑΝ 3276/1944, 83, 105 ΚΙΝ, Ν 551/1915

Εφετείου Θεσσαλονίκης: 111/2003 Πηγή: Αρµενόπουλος 11/03 σελ. 1648

Α Π Ο Φ Α Σ Η 150/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 89/2012

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ. ΥΠΟΘΕΣΗ Α.Μ. ΚΑΤΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Προσφυγή αριθ /10) ΑΠΟΦΑΣΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

Μεταβίβαση λόγω ενεχύρου. Ο ενεχυράσας οφειλέτης που πλήρωσε ακάλυπτη επιταγή, αποκτώντας εκ νέου τον τίτλο, καθίσταται κομιστής της επιταγής.

Εφετείου Πειραιά: 501/2001 Πηγή: Ε.Ν.. 29/01 σελ.437

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ Δ. ΥΦΑΝΤΗ & ΣΥΝ Τρίτη, 06 Νοέμβριος :00

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2014

Θέμα : Αστική ευθύνη Δήμου. Μείωση αξίας ακινήτου από ανέγερση οικοδομής σε επαφή με κοινό όριο

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

Αθήνα, $$202$$ Αριθ. Πρωτ.: $$201$$

Transcript:

Μονοµελές Πρωτοδικείο Πειραιώς: 3552/1996 (Ασφ.µ.) Πηγή: Νοµικό Βήµα Τόµος 45/97, σελ. 255 Ατύχηµα (ναυτεργατικό) - Εφαρµοστέο δίκαιο - Αποζηµίωση - Ψυχική οδύνη - Πλοίαρχος - Χρηµατική ικανοποίηση. Ενοχές από ναυτεργατικό ατύχηµα ρυθµίζονται από το δίκαιο στο οποίο έχουν υποβληθεί τα µέρη. Εάν το ναυτεργατικό ατύχηµα συνιστά και αδικοπραξία, ένεκα της οποίας ζητείται πλήρης αποζηµίωση, εφαρµόζεται το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκηµα. Οι παροχές του άρθρου 3 ν. 551/1915, που καθορίζονται εκ των προτέρων δεν έχουν χαρακτήρα αποζηµίωσης και πέραν αυτών δεν οφείλεται ούτε χρηµατική ικανοποίηση για µη περιουσιακή ζηµία. Η αξίωση πλήρους αποζηµίωσης για ναυτεργατικό ατύχηµα προϋποθέτει τη συνδροµή των όρων του άρθρου 16 ν.551/1915. Ειδική πρόβλεψη µέτρων ασφαλείας του πλοίου περιέχει και η διάταξη του άρθρου 4 π.δ. 1349/1981. Ο πλοίαρχος δεν συγκαταλέγεται στους υπεύθυνους εργοδότες (άρθρο 2 ν.515/1915) µε τους οποίους ευθύνεται εις ολόκληρον, έστω και αν βαρύνεται µόνο µε (γενική) αµέλεια. Κριτήρια επιδίκασης χρηµατικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης. Ευθύνη αντιπροσώπου ηµεδαπού ν.π. και φυσικού εκπροσώπου αυτού για υποχρεώσεις αλλοδαπής ναυτιλιακής εταιρίας από σχέση ναυτικής εργασίας σε πλοίο της. Η χρηµατική ικανοποίηση για µη περιουσιακή ζηµία µπορεί να εξασφαλιστεί µε ασφαλιστικά µέτρα, όχι όµως και να επιδικαστεί ως ασφαλιστικό µέτρο. ικαστής: κ. Μ. ΙΩΑΚΕΙΜ (πρόεδρος Πρωτοδικών) ικηγόροι: κ.κ. Κ. Λιασίδης, Α. Πασιπουλαρίδης, Κ. Καταβάτης, Μ. Σωτηροπούλου Όταν περισσότεροι δικαιούχοι ζητούν δικαστική προστασία των αξιώσεών τους, είναι απαραίτητο να γίνεται µε το εισαγωγικό δικόγραφο ειδικότερος καθορισµός της αξιώσεώς του κάθε δικαιούχου και να υποβάλλεται αντίστοιχο σαφές αίτηµα, έστω και σε οποιοδήποτε µέρος του δικογράφου (ΑΠ 410/82, ΝοΒ 30.1976, ΑΠ 173/81 ΕΕΝ 48.921, ΑΠ 643/76 ΝοΒ 25.22, ΕφΑιγ 106/75 Αρµ 30.209). Εξ άλλου, χωρίς εξειδίκευση, παραµένει άγνωστη η έκταση των µερικότερων αξιώσεων, πράγµα που

καθιστά αδύνατη τη δικαστική επιδίκαση, κατά τις εφαρµοζόµενες, ανεξάρτητα από το δίκαιο που ρυθµίζει την ουσιαστική έννοµη σχέση, διατάξεις των άρθρων 106 και 216 εδ. γ' ΚΠολ, οι οποίες ρυθµίζουν δικονοµικά ζητήµατα (βλ. σχ. Η. Κρίσπη, Ιδ.δ.δ. Ειδ. Μέρος, τευχ. Α', σ. 188). Εάν δε υπάρχει αοριστία του δικογράφου, ως προς το αίτηµα που υποβάλλεται, η αίτηση είναι αόριστη ( εληκωστόπουλος - Σινανιώτης, Ερµηνεία Κωδ. Πολ στο άρθρο 217, σ. 138, Βαθρακοκοίλης, Κωδ. Πολ. ικ. (1994) στο άρθρο 216 αρ.7) και γι' αυτό απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Οι ενοχές που προκύπτουν από ναυτεργατικό ατύχηµα έχουν προέλευση τη σχέση εργασίας και συνεπώς ρυθµίζονται, κατά την ορθότερη γνώµη, από το δίκαιο στο οποίο τα µέρη υποβλήθηκαν (ΑΠ 102/1961 ΝοΒ 9.825, ΕφΠειρ. 333/92, 740/92, 706/92 ΕΝ 21.58, 136, 141, ΕφΠειρ 1673/88 ΕΝ 17.186, ΕφΠειρ 1014/1980 ΠειρΝ 2.567, contra, δίκαιο σηµαίας, ΕφΠειρ 1253/88 ΕΝ 19.106, δίκαιο τόπου ατυχήµατος, Μαριδάκης, Ιδ. δ.δ.δ., (1950) τοµ. Α', σ. 487-488, Τούσης, Γενικαία Αρχαί (1978) σ. 163 σηµ. 3, ΑΠ 998/82 ΝοΒ 31.1003). Εάν όµως ο δικαιούχος αποζηµιώσεως από ναυτεργατικό ατύχηµα επικαλείται περιστατικά, που στοιχειοθετούν τη γενικά παραδεκτή έννοια της αδικοπραξίας και ζητεί την πλήρη αποκατάσταση της ζηµίας που υπέστη, ανεξάρτητα από τη σύµβαση εργασίας, που τον συνδέει µε τον εργοδότη, εφαρµοστέο είναι το δίκαιο της πολιτείας, όπου διαπράχθηκε το αδίκηµα (άρθρο 26 ΑΚ). Από τις διατάξεις των άρθρων 1 και 3 του ν. 551/1915, όπως τροποποιήθηκε και κωδικοποιήθηκε µε το β.δ. της 24.7./25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ µε το άρθρο 38 εδ. α' του ΕισΝΑΚ έχει δε εφαρµογή, σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 66 εδ. β' του ΚΙΝ και στους ναυτικούς, προκύπτει ότι οι υποχρεώσεις, που επιβάλλονται στους εργοδότες, ως προς τους οποίους έχει εφαρµογή ο εν λόγω νόµος και αφορούν σε "αποζηµίωση" των εργατών ή υπαλλήλων, που υπέστησαν ατύχηµα, όπως, εκτός άλλων, θάνατο από βίαιο συµβάν κατά την εκτέλεση της εργασίας τους ή εξ αφορµής αυτής, περιορίζονται δε στις αναφερόµενες από τον ίδιο νόµο κατά περίπτωση παροχές, οι οποίες στερούνται χαρακτήρα αποζηµιώσεως, λόγω του εκ των προτέρων εφάπαξ καθορισµού τους και συνεπώς του ασυσχέτιστου αυτών προς τυχόν ζηµίαν του παθόντος, έχουν προέλευση τη σχέση εργασίας µεταξύ εργοδότη και εργαζοµένου. Ειδικότερα µε τη σύναψη

της σύµβασης εργασίας (άρθρο 648 ΑΚ) τα µέρη υποβάλλονται και στο νοµικό καθεστώς που διέπει τα εργατικά ατυχήµατα και έτσι ο εργοδότης αναλαµβάνει την υποχρέωση έναντι του εργαζοµένου να καταβάλει στον τελευταίο, που υπέστη εργατικό ατύχηµα κατά τη διάρκεια της σχέσης εργασίας, τις οριζόµενες κατά περίπτωση από τον παραπάνω νόµο παροχές, οι οποίες, λόγω της παρεµβολής της σύµβασης, έχουν συµβατικό χαρακτήρα (βλ. σχετ. Λιτζερόπουλο, Στοιχεία Ενοχικού ικαίου (1960) σ. 26). Εξάλλου υποχρέωση χρηµατικής ικανοποίησης µη περιουσιακής ζηµίας υπάρχει σύµφωνα µε το άρθρο 299 ΑΚ µόνο όπου προβλέπει αυτήν ο νόµος. Τέτοια δε υποχρέωση δεν προβλέπεται επί ενοχών από συµβατική σχέση (Μπαλής, Ενοχ. ικ. Γεν. Μέρος παρ.25, Γεωργιάδης - Σταθόπουλος, Αστικός Κώδιξ τοµ. 2 ος στο άρθρο 299 αρ.5) και δεδοµένου ότι δεν υπάρχει ειδική πρόβλεψη γι' αυτή σχετικά µε τα εργατικά ατυχήµατα από διάταξη νόµου, δεν µπορεί κατ' αρχήν να ζητηθεί, πέραν των παροχών που προβλέπει το άρθρο 3 του ν.551/1915 για την περίπτωση εργατικού ατυχήµατος και χρηµατική ικανοποίηση για µη περιουσιακή ζηµία. Η αµέλεια του εργοδότη ή των προσώπων που έχει προστήσει, από την οποίαν έχει προέλθει το εργατικό ατύχηµα και η οποία οφείλεται σε παραµέληση µέτρων ασφαλείας, που επιβάλλονται από γενικές διατάξεις, όπως εκείνη του άρθρου 662 ΑΚ, είναι απρόσφορη για τη µεταστοιχείωση του εργατικού ατυχήµατος σε αδικοπραξία, προκειµένου να δικαιολογήσει χρηµατική ικανοποίηση για µη περιουσιακή ζηµία (άρθρο 914 και 932 ΑΚ) αφού στην περίπτωση αυτή, όπως εξ αντιδιαστολής προκύπτει από το άρθρο 16 του ν. 551/1915, το οποίον απαιτεί συνδροµή δόλου ή ειδικής αµέλειας για την προσφυγή στην αποζηµίωση του κοινού δικαίου, δρα διακωλυτικά το γεγονός ότι το ατύχηµα συνέβη κατά την εκτέλεση της εργασίας (ή εξ αφορµής αυτής) µε συνέπεια την καθήλωση της ενοχής στην περιορισµένη έκταση "αποζηµίωσης" που ορίζει κατά περίπτωση το άρθρο 3 του ν. 551/1915. Ο νοµοθέτης δηλαδή χειρίζεται τη γενική αµέλεια στην επέλευση του εργατικού ατυχήµατος ως αδρανές στοιχείο, αφού την καθιστά (ενσυνειδήτως) αδύναµη να µετακινήσει τα όρια των (χρηµατικών) µεγεθών, που όρισε ως οφειλόµενη "αποζηµίωση" ανάλογα µε το είδος της ανικανότητας που υπέστη ο παθών από το εργατικό ατύχηµα. Εάν δε, µε τη συνδροµή γενικής αµέλειας και µόνο στην πρόκληση εργατικού ατυχήµατος, ήτο επιτρεπτή ή αξίωση χρηµατικής ικανοποίησης της µη περιουσιακής

ζηµίας, θα ήτο ανεξήγητη η επιλογή του νοµοθέτη να µη θέλει στην περίπτωση αυτή την αποκατάσταση και της περιουσιακής ζηµίας, που ενδεχοµένως δεν καλύπτεται από τις εφάπαξ παροχές, που όρισε ως οφειλόµενες κατά περίπτωση, και να θέλει µόνο τη χρηµατική ικανοποίηση της µη περιουσιακής ζηµίας, όταν ο ίδιος κατά κανόνα αποζηµιώνει πλήρως την περιουσιακή ζηµία και µόνο κατ' εξαίρεση επιτρέπει τη χρηµατική ικανοποίηση της µη περιουσιακής ζηµίας. Έτσι ο απεγκλωβισµός του εργατικού ατυχήµατος από το χώρο της ρύθµισης του ν. 551/1915 και η µεταστοιχείωσή του σε αδικοπραξία µπορεί να πραγµατοποιηθεί µόνο µε τη συνδροµή των όρων του άρθρου 16 του ν. 551/1915, όταν δηλ. ο παθών από εργατικό ατύχηµα ή, στην περίπτωση θανάτου αυτού, οι συγγενείς, που αναφέρονται στο άρθρο 6, µεταξύ των οποίων ο επιζών σύζυγος και οι κατιόντες αυτού, επικαλεσθούν είτε τη συνδροµή δόλου του υπόχρεου εργοδότη ή των άλλων υπευθύνων είτε τη µη τήρηση των όρων ασφαλείας, που προβλέπονται ειδικά από διατάξεις νόµων, διαταγµάτων ή κανονισµών και ζητήσουν την αποζηµίωση του κοινού δικαίου, κατ' ενάσκηση του εκλεκτικού δικαιώµατος που παρέχεται µε την εν λόγω διάταξη (βλ. σχ. ΟλΑΠ 965/85 ΝοΒ 33.1409, ΑΠ 892/89 ΕΕ 49.367, ad hoc, ΕφΠειρ 74/83 ΕΝ 11.350, contra, ΕφΠειρ 782/86 ΕΝ 14.314, ΕφΠειρ 1002/84 ΕΝ 13.435, ΕφΠειρ 288/80 ΕΝ 8.241). Τέτοια ειδική διάταξη, που επιβάλλει τη λήψη µέτρων ασφαλείας για την προστασία των ναυτικών, είναι και εκείνη του άρθρου 4 του π.δ. 1349/81, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση των άρθρων 32 παρ.1 και 2, 36 παρ.2 και 41 παρ.2 του ν.δ. 187/73 "περί Κώδικος ηµοσίου Ναυτικού ικαίου" σύµφωνα µε την οποία σε περίπτωση αφαίρεσης καλυµµάτων πλοίων για οποιαδήποτε αιτία λαµβάνονται τα κατάλληλα µέτρα προς αποφυγήν ατυχηµάτων. Η δυνατότητα επιλογής της αξίωσης αποζηµιώσεως κατά τις διατάξεις του κοινού δικαίου, η οποία χορηγείται µόνον όταν το εργατικό ατύχηµα επήλθε µε τη συνδροµή των όρων του άρθρου 16 του ν. 551/1915, αναφέρεται στην περίπτωση που η αγωγή στρέφεται κατά των υπευθύνων προς αποζηµίωση σύµφωνα µε το άρθρο 2 του ν. 551/1915 και ειδικότερα, στην περίπτωση παθόντος από ναυτεργατικό ατύχηµα κατά του κυρίου της ναυτικής επιχείρησης, πλοιοκτήτη κλπ (Καµβύσης, Ναυτεργατικό ίκαιο (1994) σ. 289, Κοροτζής, Ναυτικό Εργατικό ίκαιο (1990) σ. 67, ΕφΠειρ

722/1990 ΕΝ 9.93). Εάν όµως το εν λόγω ατύχηµα οφείλεται σε συµπεριφορά του πλοιάρχου, ο οποίος δε συγκαταλέγεται µεταξύ των υπευθύνων του άρθρου 2 του ν. 551/1915, απαιτείται και αρκεί η συνδροµή γενικής αµέλειας αυτού, προκειµένου να δηµιουργηθεί, µε τη συνδροµή και των άλλων νοµίµων προϋποθέσεων, υποχρέωση αποζηµιώσεως από αδικοπραξία (άρθρα 330, 914 ΑΚ), µε την οποία συρρέει και αξίωση χρηµατικής ικανοποίησης µη περιουσιακής ζηµίας (άρθρο 932 ΑΚ). Στην περίπτωση αυτή ο πλοίαρχος καθίσταται εις ολόκληρον υπόχρεως µε τους άλλους υπευθύνους προς χρηµατική ικανοποίηση της µη περιουσιακής ζηµίας (άρθρα 481, 482 και 926 ΑΚ. Βλ. και Παπαδηµητρίου, Εργατικόν ίκαιον (1979) παρ. 296). Εξάλλου η οφειλόµενη εύλογη, κατά την κρίση του δικαστηρίου, χρηµατική ικανοποίηση της ψυχικής οδύνης σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου, η οποία επιδικάζεται στην οικογένεια του θύµατος, προσδιορίζεται ύστερα από εκτίµηση των πραγµατικών περιστατικών και δη του βαθµού του πταίσµατος του υποχρέου, του είδους της προσβολής, της περιουσιακής και κοινωνικής καταστάσεως των µερών µε βάση του κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής (ΑΠ 1410/86 ΝοΒ 35.925). Από το συνδυασµένο περιεχόµενο των παρ. 1 και 2 του άρθρου 1 του ν. 762/78 προκύπτει, εκτός άλλων, ότι υπέχουν ευθύνη εις ολόκληρον έναντι του ναυτικού για τις υποχρεώσεις της εργοδότριας αλλοδαπής ναυτιλιακής εταιρίας, που προκύπτουν από τη σχέση ναυτικής εργασίας σε πλοίο της ή εξ αφορµής αυτής, τόσο το νοµικό πρόσωπο που συνήψε στην Ελλάδα τη σύµβαση αυτή, ως αντιπρόσωπος της εργοδότριας αλλοδαπής εταιρίας, όσο και τα φυσικά πρόσωπα εκπρόσωποι αυτού. Τέλος, όπως προκύπτει από το άρθρο 728 ΚΠολ, η προσωρινή επιδίκαση απαιτήσεων, ως ασφαλιστικό µέτρο, κατ' εξαίρεση του κανόνος που απαγορεύει την ικανοποίηση του δικαιώµατος µε λήψη ασφαλιστικών µέτρων (άρθρο 692 αρ. 4 ΚΠολ ), περιορίζεται στις απαριθµούµενες από το εν λόγω άρθρο περιπτώσεις, στις οποίες δεν περιλαµβάνεται η αξίωση χρηµατικής ικανοποίησης µη περιουσιακής ζηµίας και συνεπώς δε µπορεί να χωρήσει προσωρινή επιδίκαση αυτής µε τη µορφή ασφαλιστικού µέτρου, αλλ' εφόσον υπάρχει επείγουσα περίπτωση ή ανάγκη αποτροπής επικείµενου κινδύνου, είναι επιτρεπτή µόνο η εξασφάλισή της µε κάποιο ασφαλιστικό µέτρο (άρθρο 682 παρ.1 ΚΠολ ).

Οι αιτούσες ισχυρίζονται ότι εξαιτίας ναυτεργατικού ατυχήµατος που συνέβη στο ελλιµενισµένο στον Πειραιά πλοίο "Ε.**", παναµαϊκής σηµαίας, πλοίαρχος του οποίου ήτο ο 4 ος των καθών, πλοιοκτήτρια δε η 1 η απ' αυτούς, αλλοδαπή εταιρία, θανατώθηκε, λόγω µη τηρήσεως των ειδικώς επιβαλλόµενων µέτρων ασφαλείας του πλοίου και αµελείας του πλοιάρχου, όπως ειδικότερα εκτίθεται στην αίτηση, ο σύζυγος της αιτούσας Α.Α.** και πατέρας των λοιπών αιτουσών Μ.Μ.Α.Σ.**, ο οποίος συνοµολόγησε σύµβαση ναυτολογήσεως µε τη 2 α των καθών, αντιπρόσωπο της πλοιοκτήτριας στην Ελλάδα, εκπροσωπούµενη από τον 3 ο των καθών και σύµφωνα µε την οποία προσλήφθηκε ως ναύκληρος. Επικαλούµενες δε οι αιτούσες την ανάγκη αποτροπής του κινδύνου να παραµείνουν ανείσπρακτες οι απαιτήσεις τους, που αναφέρονται στην αίτηση, ζητούν να διαταχθεί η συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας των καθών κατά κύριο αίτηµα µέχρι ποσού 280.000.000 δρχ. και επικουρικά µέχρι ποσού 140.000.000 δρχ. και ακόµη να τους επιδικασθεί, προσωρινά, ποσό 101.500.000 δρχ., από το συνολικό ποσό των 203.293.526 δρχ., που τους οφείλεται ως διαφορά από (α) δεδουλευµένους µισθούς του αποθανόντος (2.546.014 δρχ.) (β) αποζηµίωση για στέρηση δικαιώµατος διατροφής (172.747.512 δρχ.) και (γ) χρηµατική ικανοποίηση ψυχικής οδύνης (7.000.000 δρχ. για καθεµία χωριστά). Επικουρικά δε και εφόσον ήθελε κριθεί ότι οι αποδοχές του αποθανόντος περιορίζονται σε 1.400 δολλάρια ΗΠΑ µηνιαίως, ζητούν να τους επιδικασθεί, προσωρινά, αποζηµίωση για στέρηση δικαιώµατος διατροφής και χρηµατική ικανοποίηση ψυχικής οδύνης, ποσού 50.000.000 δρχ. από το οφειλόµενο συνολικό χρέος, που ανέρχεται σ' αυτή την περίπτωση σε 100.576.000 δρχ. [72.576.000 δρχ. για στέρηση δικαιώµατος διατροφής και 28.000.000 δρχ. για χρηµατική ικανοποίηση ψυχικής οδύνης (7.000.000 δρχ. για κάθε αιτούσα χωριστά]. Από το παραπάνω περιεχόµενο της αίτησης συνάγεται ότι εισάγονται ενώπιον αυτού του δικαστηρίου περισσότερες αξιώσεις περισσότερων προσώπων και ειδικότερα: Α) Αξιώσεις κληρονοµικής φύσεως που αναφέρονται σε πληρωµή διαφορών από καταβολή µειωµένων αποδοχών στον αποθανόντα για όσο χρόνο είχε διαρκέσει η σύµβαση εργασίας. Β) Αξιώσεις από στέρηση δικαιώµατος διατροφής. Μολαταύτα για τις αξιώσεις αυτές δεν υποβάλλονται ορισµένα αιτήµατα, αφού δεν καθορίζεται ούτε το ακριβές ποσό στο οποίο ανέρχεται η (κληρονοµιαία) απαίτηση της κάθε

αιτούσας χωριστά, ούτε το ακριβές ποσό της απαίτησης διατροφής των ιδίων χωριστά έναντι του υπόχρεου, των οποίων (απαιτήσεων) ζητούν προστασία σε λήψη ασφαλιστικών µέτρων και προσωρινή επιδίκαση κατά κύριο και επικουρικό αίτηµα, αλλά περιορίζονται να αναφέρουν ότι οι προστατευτέες απαιτήσεις τους ανέρχονται συνολικά (α) σε δρχ. 2.546.024 από διαφορές αποδοχών του αποθανόντος και (β) σε 172.747.512 δρχ., επικουρικά δε σε 73.576.000 δρχ., από τις αποδοχές που θα µπορούσε κατά περίπτωση να έχει ο αποθανών, αν δεν είχε συµβεί το ατύχηµα και εργαζόταν επί 18 έτη, για να προσφέρει εισόδηµα στην οικογένειά του. Κατ' ακολουθίαν η αίτηση κατά το µέρος που ζητεί συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας των καθών προς προστασία των παραπάνω "απαιτήσεων" από διαφορές µισθών και στέρηση του δικαιώµατος διατροφής και ακόµη προσωρινή επιδίκαση των ίδιων απαιτήσεων είναι αόριστη και απορριπτέα ως απαράδεκτη. Η αίτηση όµως είναι νόµιµη κατά το µέρος που ζητεί (προς αποτροπή επικείµενου κινδύνου) τη συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας των καθών για την προστασία των απαιτήσεων χρηµατικής ικανοποίησης, λόγω ψυχικής οδύνης, που οι αιτούσες υπέστησαν ένεκα του θανάτου του συζύγου και πατέρα τους, οι οποίες (απαιτήσεις) προσδιορίζονται, έστω και στο ιστορικό της αίτησης χωριστά για την κάθε αιτούσα, ως προς τις οποίες (η κρινόµενη αίτηση) στηρίζεται στις διατάξεις του εφαρµοστέου, λόγω του τόπου διαπράξεως του αδικήµατος, ελληνικού δικαίου, όπως παραπάνω στο αντίστοιχο µέρος αυτής της απόφασης αναφέρονται και των άρθρων 682 παρ.1, 707-709 ΚΠολ. Κατά το µέρος όµως, που ζητείται προσωρινή επιδίκαση των ίδιων απαιτήσεων, η αίτηση δεν είναι νόµιµη αφού, όπως έχει αναφερθεί, δεν επιτρέπεται προσωρινή επιδίκαση ως προς τις απαιτήσεις χρηµατικής ικανοποίησης µη περιουσιακής ζηµίας. Κατ' ακολουθίαν η αίτηση κατά το µέρος που κρίθηκε νόµιµη πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω από το αρµόδιο αυτό δικαστήριο (άρθρο 683 παρ.1 ΚΠολ ) κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών µέτρων (άρθρο 686 επ. ΚΠολ ). Από τη διαδικασία ενώπιον αυτού του δικαστηρίου και ειδικότερα από τις ένορκες µαρτυρικές καταθέσεις και βεβαιώσεις, τα έγγραφα που προσκοµίσθηκαν και από όλη τη συζήτηση πιθανολογήθηκαν τα εξής: Με σύµβαση ναυτολογήσεως που συνοµολογήθηκε στις 29.1.1996 στον Πειραιά, µεταξύ της 1 ης των καθών, αλλοδαπής εταιρίας και πλοιοκτήτριας του

παναµαϊκής σηµαίας πλοίου "Ε.**" και του συζύγου της αιτούσας Α.Α.** και πατέρα των άλλων αιτουσών Μ.Μ.Α.Σ.**, ο τελευταίος προσλήφθηκε ως ναύκληρος στο παραπάνω πλοίο και πλοίαρχο τον 4 ον των καθών. εν πιθανολογήθηκε ανάµιξη της 2ας και του 3 ου των καθών στη σύναψη της επίδικης σύµβασης, καθόσον από την από 29.1.1996 γραπτή συµφωνία που οι καθών προσκόµισαν σε µετάφραση στην ελληνική από δικηγόρο (άρθρο 53 Κωδ ικ) (οι αιτούσες δεν προσκόµισαν οποιοδήποτε έγγραφο της σύµβασης που επικαλέστηκαν) προκύπτει ότι συµβαλόµενα µέρη ήταν ο παραπάνω ναύκληρος, που ναυτολογήθηκε και η 1 η των καθών. Κατ' ακολουθίαν η κρινόµενη αίτηση, ως προς τους 2 α και 3 ο των καθών, που δεν πιθανολογείται ότι αναµείχθηκαν ως αντιπρόσωποι της 1 ης των καθών στη σύναψη της επίδικης σύµβασης, η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιµη. Στις 29.6.1996 ο παραπάνω ναύκληρος εκτελούσε, σύµφωνα µε την επίδικη σύµβαση, εργασίες βαφής στο Νο 2 πρυµνιαίο καπάκι του παραπάνω πλοίου, που ήταν ελλιµενισµένο στο µώλο της ΕΗ στο Κερατσίνι µε έµπρυµνη διαγωγή. Κατόπιν αιτήµατος των εργαζοµένων στο κύτος του πλοίου ο Μ.Τ.**, χειριστής του υδραυλικού συστήµατος του πλοίου, µε τη χρήση του οποίου ήτο δυνατή η µετακίνηση των καπακιών κάλυψης του αµπαριού του πλοίου, έθεσε τούτο σε λειτουργία, προκειµένου να απελευθερωθεί χώρος για τον αναγκαίο φωτισµό και αερισµό των εργαζοµένων στο κύτος του πλοίου. Μολαταύτα η µετακίνηση των καπακιών, λόγω κακής λειτουργίας του υδραυλικού συστήµατος, δεν πραγµατοποιήθηκε οµαλά. Ειδικότερα κατά τη µετακίνηση του καπακιού Νο. 2 και από το σηµείου της κατακόρυφης περίπου θέσης αυτού πραγµατοποιήθηκε απότοµη πτώση προς τα πίσω και των άλλων καπακιών, την οποία διευκόλυνε η έµπρυµνη διαγωγή του πλοίου, µε συνέπεια ο παραπάνω ναύκληρος, που δεν πρόλαβε να αποµακρυνθεί από το χώρο των καπακιών, να καταπλακωθεί από το µεγάλο βάρος τους, γεγονός που προκάλεσε το θάνατο αυτού. Με τα παραπάνω περιστατικά πιθανολογείται ότι ο θάνατος του ναύκληρου Μ.Μ.**, που προκλήθηκε από βίαιο συµβάν, κατά την εκτέλεση της εργασίας που του ανατέθηκε από την 1 η των καθών, οφείλεται σε παραµέληση από αυτήν των µέτρων ασφαλείας, που ειδικά προβλέπει η διάταξη του άρθρου 4 του π.δ. 1349/81, που προαναφέρθηκε, αφού δε λήφθηκε πρόνοια επισκευής του ακατάλληλου υδραυλικού συστήµατος κινητοποίησης των καπακιών του

πλοίου, ώστε να επιτυγχάνεται το ασφαλές άνοιγµα και κλείσιµό τους και ακόµη η αναχαίτισή τους στο κατάλληλο σηµείο προς αποφυγή απότοµης πτώσης αυτών. Περαιτέρω ο πλοίαρχος του πλοίου, ο οποίος γνώριζε την από µακρού χρόνου πληµµελή λειτουργία του εν λόγω υδραυλικού συστήµατος, για την οποία, όπως προέκυψε από τη διαδικασία, επανειληµµένως διαµαρτυρήθηκαν τα µέλη του πληρώµατος, δεν έλαβε κατάλληλα µέτρα αποτροπής ατυχηµάτων και ειδικότερα παρέλειψε τη λήψη αποτελεσµατικών µέτρων πρόσδεσης των καπακιών του πλοίου ενόψει µάλιστα και της έµπρυµνης διαγωγής αυτού, όπως θα έπραττε κάθε συνετός πλοίαρχος, η οποία θα εµπόδιζε την πτώση των καπακιών και θα απέτρεπε το ατύχηµα. Κατ' ακολουθίαν των παραπάνω προκύπτει εις ολόκληρον ευθύνη των 1 ης και 4 ου των καθών έναντι των αιτουσών από αδικοπραξία. Περαιτέρω οι αιτούσες, σύζυγος και θυγατέρες, δοκίµασαν από το θάνατο του παραπάνω οικείου τους ψυχικής οδύνης, το ποσό της οποίας, ενόψει του βαθµού του πταίσµατος των υπαιτίων, της σοβαρότητας του αποτελέσµατος που επήλθε και της περιουσιακής και κοινωνικής κατάστασης των µερών, πρέπει, κατ' εύλογη κρίση του δικαστηρίου, στηριζόµενη στους κανόνες της πείρας και της λογικής, να καθοριστεί σε 2.000.000 δρχ. για κάθε αιτούσα. εδοµένου δε ότι πιθανολογήθηκε ότι κινδυνεύει να παραµείνει ανείσπρακτη η κάθε απαίτηση, λόγω της αφερεγγυότητας των 1 ης και 4 ης των καθών, αφού, εκτός από το παραπάνω πλοίο, πλοιοκτησίας της 1 ης των καθών, δε διαθέτουν εµφανή περιουσιακά στοιχεία, πρέπει, κατά µερική παραδοχή της αίτησης και προς διασφάλιση της κάθε απαίτησης, πλέον τόκων και εξόδων, να διαταχθεί η συντηρητική κατάσχεση της περιουσίας των εν λόγω καθών µέχρι του ποσού των 2.500.000 δρχ. για κάθε απαίτηση και συνολικά µέχρι 10.000.000 δρχ. Έξοδα δεν επιδικάζονται (άρθρο 178 παρ. 3 Κωδ ).