ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 12.9.2018 COM(2018) 646 final 2017/0230 (COD) Τροποποιημένη πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 345/2013 σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 346/2013 σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία κοινωνικής επιχειρηματικότητας, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/760 σχετικά με τα ευρωπαϊκά μακροπρόθεσμα επενδυτικά κεφάλαια, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοοικονομικά μέσα και χρηματοοικονομικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1129 σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή κατά την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) EL EL
1. ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης Η πρόταση της Επιτροπής του Σεπτεμβρίου 2017 για αναθεώρηση των κανονισμών για τις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές (εφεξής η «πρόταση αναθεώρησης») αποσκοπεί στην ενίσχυση της ικανότητάς τους να διασφαλίζουν συγκλίνουσα και αποτελεσματική χρηματοπιστωτική εποπτεία, αλλά δεν επιδιώκει τον ειδικό στόχο να ενισχυθεί η εντολή των αρχών σε θέματα που αφορούν την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Παρά την ενίσχυση του νομοθετικού πλαισίου στον τομέα αυτό, πολλές πρόσφατες υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στις ευρωπαϊκές τράπεζες έδειξαν ότι ίσως είναι ακόμη σκόπιμο να επέλθουν βελτιώσεις στο εποπτικό πλαίσιο της Ένωσης, ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στην Τραπεζική Ένωση και την Ένωση Κεφαλαιαγορών. Οι βελτιώσεις αυτές πρέπει να εφαρμοστούν γρήγορα και με αποφασιστικό τρόπο. Ο αποτελεσματικότερος τρόπος για την αντιμετώπιση του ζητήματος αυτού είναι να τροποποιηθεί η πρόταση αναθεώρησης και, ειδικότερα, να ενισχυθεί αποφασιστικά ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών. Η Επιτροπή καλεί τους νομοθέτες να εγκρίνουν τις νέες αυτές τροποποιήσεις, μαζί με την πρόταση αναθεώρησης, το συντομότερο δυνατόν. Οι στόχοι της παρούσας τροποποιητικής πρότασης είναι οι ακόλουθοι: 1) να βελτιστοποιηθεί η χρήση της εμπειρογνωσίας και των πόρων που προορίζονται για τον σκοπό αυτόν μέσω της συγκέντρωσης στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών των καθηκόντων που συνδέονται με την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας 2) να διευκρινιστεί το πεδίο εφαρμογής και το περιεχόμενο των καθηκόντων στον τομέα της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τα οποία έχουν ανατεθεί στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών 3) να ενισχυθούν τα εργαλεία για την άσκηση των καθηκόντων σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες 4) να ενισχυθεί ο συντονιστικός ρόλος της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών για διεθνή θέματα σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Για τον σκοπό αυτό, προτείνεται να ανατεθεί ηγετικός και συντονιστικός ρόλος στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών, προκειμένου να συγκεντρωθούν οι πόροι που είναι επί του παρόντος διασκορπισμένοι στις τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές, καθώς και να δημιουργηθεί μια ισχυρότερη υποστηρικτική δομή, δεδομένου επίσης ότι στον τραπεζικό τομέα ακριβώς είναι πιθανότερο να έχουν συστημικό αντίκτυπο οι κίνδυνοι νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Με βάση τα υφιστάμενα εργαλεία και τις εξουσίες των αρχών, όπως τροποποιήθηκαν από την εκκρεμούσα πρόταση αναθεώρησης, προτείνεται να δοθεί στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών μια πιο ρητή και συνολική εντολή, για να εξασφαλιστεί ότι οι κίνδυνοι νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης θα ενσωματωθούν αποτελεσματικά και σταθερά στις εποπτικές στρατηγικές και πρακτικές όλων των σχετικών αρχών. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών θα έχει επίσης τη δυνατότητα να ζητεί από τις αρμόδιες αρχές να διερευνούν πιθανές παραβάσεις των σχετικών κανόνων και να εποπτεύουν τις εθνικές διαδικασίες στον τομέα αυτό. Σε ειδικές, περιορισμένες, περιπτώσεις θα είναι σε θέση να απευθύνει απευθείας αποφάσεις σε μεμονωμένους φορείς του χρηματοπιστωτικού τομέα σχετικά με θέματα EL 1 EL
νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και να προβαίνει σε δεσμευτική διαμεσολάβηση μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών για τα θέματα αυτά. Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής Η παρούσα τροποποιητική πρόταση συνάδει με τις συνεχιζόμενες προσπάθειες της Επιτροπής για την ενίσχυση του πλαισίου της Ένωσης για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία, την ανάπτυξη της Ένωσης Κεφαλαιαγορών και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. 2. ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ Νομική βάση Η νομική βάση για όλες τις τροποποιήσεις που παρουσιάζονται στην παρούσα πρόταση είναι το άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»). Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας) Δεδομένου ότι οι Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές είναι όργανα της Ένωσης, οι κανονισμοί που τις διέπουν μπορούν να τροποποιηθούν μόνο από τον νομοθέτη της Ένωσης. Επιπλέον, στόχος της παρούσας πρότασης είναι να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της εποπτείας, να ενισχυθεί η συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών και να βελτιστοποιηθεί η χρήση της εμπειρογνωσίας και των πόρων σε επίπεδο Ένωσης σε θέματα που συνδέονται με τους κινδύνους από τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιστεί η συνεκτικότερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, στόχος που δεν μπορεί να επιτευχθεί από τα κράτη μέλη όταν ενεργούν μεμονωμένα. Αναλογικότητα Οι τροποποιήσεις που παρουσιάζονται στην παρούσα πρόταση αποτελούν στοχευμένες αλλαγές για τη βελτίωση του εποπτικού πλαισίου της Ένωσης, οι οποίες δεν υπερβαίνουν τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται σε αυτήν. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις θα συμβάλουν στην αύξηση της ακεραιότητας, της σταθερότητας και της αποτελεσματικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε ολόκληρη την Ένωση. Επιλογή της νομικής πράξης Η παρούσα πρόταση τροποποιεί την εκκρεμούσα πρόταση αναθεώρησης. Τροποποιεί τους κανονισμούς που διέπουν τις τρεις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές και την οδηγία σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και λαμβάνει τη μορφή κανονισμού. 3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας Η παρούσα πρόταση λαμβάνει υπόψη τους προβληματισμούς της κοινής ομάδας εργασίας που απαρτίζεται από τους προέδρους των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών, τον πρόεδρο του εποπτικού συμβουλίου του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού, τον πρόεδρο της υποεπιτροπής νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες της μεικτής επιτροπής, και την Επιτροπή, καθώς και την ανταλλαγή απόψεων με τους σχετικούς ενδιαφερόμενους φορείς. EL 2 EL
Εκτίμηση των επιπτώσεων Δεδομένης της επείγουσας ανάγκης να διαφυλαχθεί και να διασφαλιστεί το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα από δυνητικά επιζήμιες υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η παρούσα πρωτοβουλία εκπονήθηκε χωρίς εκτίμηση επιπτώσεων ή δημόσια διαβούλευση, αλλά με βάση την πρακτική πείρα και την εμπειρογνωσία στις οποίες στηρίζεται το έγγραφο προβληματισμού που αναφέρεται παραπάνω. Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου Πρόκειται για στοχευμένη τροποποίηση του πλαισίου της Ένωσης για την προληπτική εποπτεία και την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και των συμμετεχόντων στις χρηματοπιστωτικές αγορές σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με στόχο να συγκεντρωθούν τα καθήκοντα των Ευρωπαϊκών Εποπτικών Αρχών που συνδέονται με την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και να ενισχυθούν τα εργαλεία για την εκτέλεση των καθηκόντων και τον συντονισμό όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Οι τροποποιήσεις αναμένεται να καταστήσουν το ενωσιακό επίπεδο εποπτείας αποτελεσματικότερο και αποδοτικότερο και θα βελτιώσουν τη νομική και οικονομική ασφάλεια. Αυτό συνάδει με το θεματολόγιο της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας. Θεμελιώδη δικαιώματα Η παρούσα πρόταση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ειδικότερα στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 4. ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ Οι χρηματοδοτικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις της παρούσας πρότασης εξηγούνται λεπτομερώς στο συμπληρωματικό νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο στο τέλος της παρούσας πρότασης. 5. ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων Η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα επανεξετάζεται στο πλαίσιο των τακτικών επανεξετάσεων του πλαισίου των Αρχών ανά τριετία. Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης Ενίσχυση του ρόλου της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στο άρθρο 1 παράγραφος 2 επεκτείνουν το πεδίο δράσης της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών με στοχευμένο τρόπο προκειμένου να συμπληρωθεί η ισχύουσα εντολή της στον τραπεζικό τομέα με θέματα σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας σε ολόκληρο τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στο άρθρο 4 παράγραφος 2 εξασφαλίζουν τον ειδικό ορισμό των φορέων του χρηματοπιστωτικού τομέα, στους οποίους περιλαμβάνονται όλα τα συναφή EL 3 EL
χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που υπόκεινται στην οδηγία 2015/849, μεταξύ άλλων όσα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Το προτεινόμενο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) δίνει έμφαση στην ιδιαίτερη σημασία που αποδίδεται στο έργο της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Το προτεινόμενο νέο άρθρο 9α παρέχει στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών ενισχυμένα εργαλεία για την προώθηση συνεκτικής, συστηματικής και αποτελεσματικής δράσης στον τομέα της πρόληψης και της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ένωσης. Ειδικότερα, αναθέτει στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών την εξουσία να συλλέγει πληροφορίες σχετικά με τις αδυναμίες που εντοπίζονται στις διεργασίες και τις διαδικασίες, τη διακυβέρνηση, το επιχειρηματικό μοντέλο και τις δραστηριότητες των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων για την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, καθώς και για τα μέτρα που λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές, και να καθιστά τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες στις οικείες αρμόδιες αρχές, κατά περίπτωση. Επίσης, δίνει έμφαση στη σημασία της διενέργειας αξιολογήσεων των αρμόδιων αρχών, καθώς και στη διεξαγωγή αξιολογήσεων κινδύνου για τον έλεγχο των στρατηγικών και των πόρων των αρμόδιων αρχών σχετικά με τους κινδύνους νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Το προτεινόμενο άρθρο προβλέπει επίσης ρόλο της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών να συνεργάζεται και να έρχεται σε επαφή με τις συναφείς εποπτικές αρχές τρίτων χωρών για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, με σκοπό τον καλύτερο συντονισμό της δράσης σε επίπεδο Ένωσης σε σημαντικές υποθέσεις νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότησης της τρομοκρατίας στις οποίες εμπλέκονται και τρίτες χώρες. Τέλος, το προτεινόμενο άρθρο προβλέπει ότι των θεμάτων συντονισμού και συνεργασίας όσον αφορά την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας επιλαμβάνεται η επιτροπή για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η οποία είναι ενσωματωμένη στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών. Η επιτροπή αυτή θα απαρτίζεται από τους επικεφαλής των αρχών των κρατών μελών και των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με τις απαιτήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849, καθώς και από παρατηρητές της Ευρωπαϊκής Αρχής Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων, της Ευρωπαϊκής Αρχής Κινητών Αξιών και Αγορών, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του εποπτικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το προτεινόμενο άρθρο 9β αποσκοπεί στην ενίσχυση της ικανότητας της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών να εξασφαλίζει την αποτελεσματικότητα του δικαίου της Ένωσης στον τομέα της πρόληψης και της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Παρέχει στην Αρχή την εξουσία, όταν διαθέτει ενδείξεις για σημαντικές παραβάσεις, να ζητεί από τις αρμόδιες αρχές να κινούν έρευνες σχετικά με πιθανές παραβάσεις των σχετικών κανόνων και να εξετάζει το ενδεχόμενο λήψης αποφάσεων και επιβολής κυρώσεων σε φορείς του χρηματοπιστωτικού τομέα. EL 4 EL
Οι αλλαγές που προτείνονται στο άρθρο 17 σχετικά με τη διαδικασία παράβασης του δικαίου της Ένωσης και στο άρθρο 19 σχετικά με τη διαδικασία δεσμευτικής διαμεσολάβησης, προβλέπουν να δοθεί στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών η δυνατότητα, στο πλαίσιο των καθηκόντων της που συνδέονται με την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, να λαμβάνει μεμονωμένες αποφάσεις που θα απευθύνονται σε φορείς του χρηματοπιστωτικού τομέα, ακόμη και όταν οι ουσιαστικοί κανόνες δεν έχουν άμεση εφαρμογή στους φορείς αυτούς. Στους εν λόγω κανόνες θα περιλαμβάνονται οι ουσιαστικοί κανόνες που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των οδηγιών στο εθνικό δίκαιο, καθώς και στην εθνική νομοθεσία με την οποία γίνεται χρήση των επιλογών που παρέχονται στα κράτη μέλη στους κανονισμούς. Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στο άρθρο 54 διευκρινίζεται ότι η μεικτή επιτροπή των τριών εποπτικών αρχών χρησιμεύει ως φόρουμ συνεργασίας μεταξύ των τριών αρχών σε θέματα που αφορούν την αλληλεπίδραση μεταξύ των πτυχών της προληπτικής εποπτείας και της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις στον κανονισμό που διέπει την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων και στον κανονισμό που διέπει την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών αφαιρούν την οδηγία 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας από το πεδίο εφαρμογής των δραστηριοτήτων των εν λόγω δύο αρχών και διευκρινίζουν ότι η μεικτή επιτροπή θα πρέπει να χρησιμοποιείται ως φόρουμ συνεργασίας σε θέματα που αφορούν την αλληλεπίδραση μεταξύ των πτυχών της προληπτικής εποπτείας και της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, καθώς και της καταπολέμησης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η πρόταση περιλαμβάνει επίσης ήσσονος σημασίας τροποποιήσεις της οδηγίας 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, προκειμένου να αντικατασταθούν οι αναφορές στις Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές με αναφορά στην Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών. Πρόκειται για τεχνικές τροποποιήσεις για να διασφαλιστεί η συνοχή με τον νέο ρόλο που προτείνεται για την τελευταία. EL 5 EL
Τροποποιημένη πρόταση 2017/0230 (COD) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 για τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 345/2013 σχετικά με τις ευρωπαϊκές εταιρείες επιχειρηματικού κεφαλαίου, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 346/2013 σχετικά με τα ευρωπαϊκά ταμεία κοινωνικής επιχειρηματικότητας, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/760 σχετικά με τα ευρωπαϊκά μακροπρόθεσμα επενδυτικά κεφάλαια, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1011 σχετικά με τους δείκτες που χρησιμοποιούνται ως δείκτες αναφοράς σε χρηματοοικονομικά μέσα και χρηματοοικονομικές συμβάσεις ή για τη μέτρηση της απόδοσης επενδυτικών κεφαλαίων, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1129 σχετικά με το ενημερωτικό δελτίο που πρέπει να δημοσιεύεται κατά τη δημόσια προσφορά κινητών αξιών ή κατά την εισαγωγή κινητών αξιών προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά και της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114, Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια, Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας 1, Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής 2, Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία 3, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Μετά τη χρηματοοικονομική κρίση και τις συστάσεις μιας ομάδας εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου με επικεφαλής τον κ. Jacques de Larosière, η Ένωση σημείωσε σημαντική πρόοδο όσον αφορά την εκπόνηση όχι μόνο πιο εύρωστων, αλλά και 1 2 3 ΕΕ C της, σ.. ΕΕ C της, σ.. Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της... (ΕΕ...) και απόφαση του Συμβουλίου της... EL 6 EL
περισσότερο εναρμονισμένων κανόνων για τις χρηματοοικονομικές αγορές με τη μορφή του ενιαίου εγχειριδίου κανόνων. Η Ένωση δημιούργησε επίσης το Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοοικονομικής Εποπτείας («ΕΣΧΕ»), στηριζόμενο σε ένα σύστημα δύο πυλώνων που συνδυάζει την μικροπροληπτική εποπτεία, η οποία συντονίζεται από Ευρωπαϊκές Εποπτικές Αρχές («ΕΕΑ»), και την μακροπροληπτική εποπτεία, μέσω της ίδρυσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου («ΕΣΣΚ»). Οι τρεις ΕΕΑ, και συγκεκριμένα η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών («ΕΑΤ») που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 4, η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλίσεων και Επαγγελματικών Συντάξεων («ΕΑΑΕΣ») που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών («ΕΑΚΑΑ») που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 5 (συλλογικά «οι ιδρυτικοί κανονισμοί») άρχισαν να λειτουργούν τον Ιανουάριο του 2011. Ο γενικότερος στόχος των ΕΕΑ είναι να ενισχυθεί με βιώσιμο τρόπο η σταθερότητα και η αποτελεσματικότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος σε ολόκληρη την Ένωση, καθώς και να βελτιωθεί η προστασία των καταναλωτών και των επενδυτών. (2) Οι ΕΕΑ έχουν συμβάλει καθοριστικά στην εναρμόνιση των κανόνων των χρηματοοικονομικών αγορών στην Ένωση, παρέχοντας στην Επιτροπή χρήσιμες πληροφορίες για τις πρωτοβουλίες της για κανονισμούς και οδηγίες που εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο. Οι ΕΕΑ διαβίβασαν επίσης στην Επιτροπή σχέδια λεπτομερών τεχνικών κανόνων που έχουν εκδοθεί με τη μορφή κατ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων. (3) Οι ΕΕΑ συνέβαλαν επίσης στη σύγκλιση στον τομέα της χρηματοοικονομικής εποπτείας και της εποπτικής πρακτικής στην Ένωση, μέσω κατευθυντήριων γραμμών που απευθύνονται στις αρμόδιες αρχές και με τον συντονισμό των αξιολογήσεων των εποπτικών πρακτικών. Ωστόσο, οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων που προβλέπονται στους ιδρυτικούς κανονισμούς τους, επιπλέον των περιορισμένων πόρων και της φύσης των εν λόγω νομικών πράξεων, τις οποίες έχουν στη διάθεσή τους οι ΕΕΑ, τις εμπόδισαν να επιτύχουν πλήρως τους γενικότερους στόχους τους. (4) Μετά από επτά έτη λειτουργίας και έπειτα από αξιολογήσεις και τις δημόσιες διαβουλεύσεις που πραγματοποίησε η Επιτροπή, προκύπτει ότι οι ΕΕΑ αντιμετωπίζουν ολοένα και περισσότερο περιορισμούς στην ικανότητά τους να εκπληρώσουν τους στόχους τους για την περαιτέρω ολοκλήρωση των χρηματοοικονομικών αγορών και υπηρεσιών και την ενίσχυση της προστασίας των καταναλωτών, εντός του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, τόσο στο εσωτερικό της Ένωσης όσο και μεταξύ της Ένωσης και των τρίτων χωρών. (5) Οι αυξημένες εξουσίες που πρέπει να χορηγηθούν στις ΕΕΑ, ώστε να τους δοθεί η δυνατότητα να εκπληρώσουν τους εν λόγω στόχους, θα απαιτούσαν επίσης τόσο 4 5 Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12). Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84). EL 7 EL
κατάλληλη διακυβέρνηση όσο και επαρκή χρηματοδότηση. Οι αυξημένες εξουσίες από μόνες τους δεν θα αρκούσαν για την επίτευξη των στόχων των ΕΕΑ, εφόσον δεν έχουν επαρκή χρηματοδότηση ή δεν ασκείται η διακυβέρνησή τους με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο. (6) Στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 8ης Ιουνίου 2017 σχετικά με την ενδιάμεση επανεξέταση του σχεδίου δράσης για την Ένωση Κεφαλαιαγορών, τονίστηκε ότι μια πιο αποτελεσματική και συνεπής εποπτεία των χρηματοοικονομικών αγορών και υπηρεσιών είναι ζωτικής σημασίας για την εξάλειψη του ρυθμιστικού αρμπιτράζ μεταξύ των κρατών μελών, κατά την άσκηση των εποπτικών τους καθηκόντων, για την επιτάχυνση της ολοκλήρωσης των αγορών και για τη δημιουργία ευκαιριών εντός της ενιαίας αγοράς για τις χρηματοοικονομικές οντότητες και τους επενδυτές. (7) Η περαιτέρω πρόοδος στην εποπτική ολοκλήρωση είναι επομένως ιδιαίτερα επείγουσα για την ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών. Δέκα έτη μετά την εκδήλωση της χρηματοοικονομικής κρίσης και τη θέσπιση του νέου εποπτικού συστήματος, οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και η Ένωση Κεφαλαιαγορών θα καθοδηγούνται όλο και περισσότερο από δύο σημαντικές εξελίξεις: τη βιώσιμη χρηματοδότηση και την τεχνολογική καινοτομία. Αμφότερες ενέχουν το δυναμικό να μεταμορφώσουν τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και το σύστημά μας χρηματοοικονομικής εποπτείας θα πρέπει να είναι εξοπλισμένο για αυτές. (8) Επομένως, είναι καίριας σημασίας το χρηματοοικονομικό σύστημα να διαδραματίσει πλήρως το ρόλο του στην αντιμετώπιση των κρίσιμων προκλήσεων βιωσιμότητας. Αυτό θα απαιτήσει σε βάθος ανασχεδιασμό του χρηματοοικονομικού συστήματος, στον οποίο οι ΕΕΑ θα πρέπει να έχουν ενεργό συμβολή, αρχής γενομένης από μεταρρυθμίσεις για τη δημιουργία του κατάλληλου ρυθμιστικού και εποπτικού πλαισίου ώστε να κινητοποιηθούν ροές ιδιωτικών κεφαλαίων, οι οποίες να διοχετευθούν προς βιώσιμες επενδύσεις. (9) Οι ΕΕΑ θα πρέπει να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον εντοπισμό και την αναφορά κινδύνων που ενέχουν για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί παράγοντες και παράγοντες διακυβέρνησης, καθώς και στο να καταστεί η δραστηριότητα των χρηματοοικονομικών αγορών περισσότερο συνεπής με τους στόχους της βιωσιμότητας. Οι ΕΕΑ θα πρέπει να παρέχουν καθοδήγηση σχετικά με την αποτελεσματική ενσωμάτωση ζητημάτων βιωσιμότητας στη νομοθεσία της ΕΕ για τον χρηματοοικονομικό τομέα και να προωθούν τη συνεκτική εφαρμογή των διατάξεων αυτών μετά την έκδοσή τους. (10) Η τεχνολογική καινοτομία έχει αυξανόμενο αντίκτυπο στον χρηματοοικονομικό τομέα και, ως εκ τούτου, οι αρμόδιες αρχές έχουν αναλάβει διάφορες πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση των εν λόγω τεχνολογικών εξελίξεων. Προκειμένου να προωθηθεί καλύτερα η εποπτική σύγκλιση και η ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των αρμόδιων αρχών, αφενός, και μεταξύ των αρμόδιων αρχών και των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων ή των συμμετεχόντων στις χρηματοοικονομικές αγορές, αφετέρου, θα πρέπει να ενισχυθεί ο ρόλος των ΕΕΑ σε σχέση με το εποπτικό τους καθήκον και τον εποπτικό συντονισμό. (11) Με τις τεχνολογικές εξελίξεις στις χρηματοοικονομικές αγορές μπορεί να βελτιωθεί η χρηματοοικονομική ένταξη, να παρέχεται πρόσβαση σε χρηματοδότηση, να ενισχυθεί η ακεραιότητα της αγοράς και η επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα, αλλά και να μειωθούν οι φραγμοί εισόδου στις αγορές αυτές. Στον βαθμό που απαιτείται για τους εφαρμοστέους ουσιαστικούς κανόνες, η κατάρτιση των αρμόδιων αρχών θα πρέπει επίσης να καλύπτει και την τεχνολογική καινοτομία. Αυτό αναμένεται να συμβάλει EL 8 EL
στο να αποφευχθεί το ενδεχόμενο τα κράτη μέλη να αναπτύξουν αποκλίνουσες προσεγγίσεις στα ζητήματα αυτά. (11α) Είναι όλο και πιο σημαντικό να προωθηθεί η συνεπής, συστηματική και αποτελεσματική παρακολούθηση και εκτίμηση των κινδύνων που συνδέονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας στο πλαίσιο του χρηματοοικονομικού συστήματος της Ένωσης. Δεδομένων των συνεπειών για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, οι οποίες ενδέχεται να προκύψουν από περιπτώσεις κατάχρησης του χρηματοπιστωτικού τομέα για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, και με βάση την πείρα που έχει ήδη αποκτήσει η ΕΑΤ στην προστασία του τραπεζικού τομέα από τις εν λόγω καταχρήσεις, η ΕΑΤ θα πρέπει να αναλάβει ηγετικό ρόλο σε επίπεδο Ένωσης για την προστασία του χρηματοοικονομικού συστήματος από τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τους κινδύνους χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να ανατεθεί στην ΕΑΤ, εκτός από τις αρμοδιότητες που διαθέτει επί του παρόντος, η εξουσία να ενεργεί στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1094/2010 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, στον βαθμό που η εν λόγω εξουσία αφορά την πρόληψη και την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όταν πρόκειται για οικονομικούς φορείς του χρηματοοικονομικού τομέα και για τις αρμόδιες αρχές που τους εποπτεύουν, οι οποίοι καλύπτονται από τους εν λόγω κανονισμούς. Επιπλέον, η συγκέντρωση αυτής της εντολής για ολόκληρο τον χρηματοοικονομικό τομέα στο πλαίσιο της ΕΑΤ θα βελτιώσει τη χρήση της εμπειρογνωσίας και των πόρων της ΕΑΤ και δεν θίγει τις ουσιαστικές υποχρεώσεις που ορίζονται στην οδηγία (ΕΕ) 2015/849. (11β) Προκειμένου να ασκήσει η ΕΑΤ αποτελεσματικά την εντολή της, θα πρέπει να αξιοποιήσει πλήρως όλες τις εξουσίες και τα εργαλεία που διαθέτει βάσει του κανονισμού. Σύμφωνα με τον νέο της ρόλο, είναι σημαντικό η ΕΑΤ να συλλέγει όλες τις σχετικές πληροφορίες όσον αφορά τις δραστηριότητες νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας που εντοπίζονται από τις σχετικές ενωσιακές και εθνικές αρχές, με την επιφύλαξη των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στις αρχές δυνάμει της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849. Η ΕΑΤ θα πρέπει να αποθηκεύει τις εν λόγω πληροφορίες σε κεντρική βάση δεδομένων και να προωθεί τη συνεργασία μεταξύ των αρχών, εξασφαλίζοντας την κατάλληλη διάδοση των σχετικών πληροφοριών. Επιπλέον, η ΕΑΤ θα πρέπει να διενεργεί αξιολογήσεις των αρμόδιων αρχών, καθώς και αξιολογήσεις κινδύνου σχετικά με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Επιπλέον, η ΕΑΤ θα πρέπει να διαδραματίζει επίσης ρόλο συνεργασίας και επαφών με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών για τα θέματα αυτά, με σκοπό τον καλύτερο συντονισμό της δράσης σε επίπεδο Ένωσης σε σημαντικές υποθέσεις καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας οι οποίες έχουν διασυνοριακή διάσταση και αφορούν τρίτες χώρες. 11γ) Προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα του εποπτικού ελέγχου της συμμόρφωσης στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και να εξασφαλιστεί μεγαλύτερος συντονισμός της επιβολής από τις αρμόδιες εθνικές αρχές όσον EL 9 EL
αφορά παραβιάσεις του άμεσα εφαρμοστέου ενωσιακού δικαίου ή των εθνικών μέτρων μεταφοράς του στο εθνικό δίκαιο, η ΕΑΤ θα πρέπει να έχει την εξουσία, όταν υπάρχουν ενδείξεις σημαντικών παραβιάσεων, να ζητεί από τις αρμόδιες αρχές να διερευνούν τις πιθανές παραβιάσεις των σχετικών κανόνων και να εξετάζουν το ενδεχόμενο λήψης αποφάσεων και επιβολής κυρώσεων στα χρηματοοικονομικά ιδρύματα τα οποία υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις νομικές υποχρεώσεις τους. Η εξουσία αυτή θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο στις περιπτώσεις που η ΕΑΤ έχει ενδείξεις για σημαντικές παραβιάσεις. (12) Ορισμένες εθνικές αρχές δεν ορίζονται ως αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τους ιδρυτικούς κανονισμούς, αλλά εξουσιοδοτούνται να εξασφαλίζουν την εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης στον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και αγορών. Προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή συνεπών, αποδοτικών και αποτελεσματικών εποπτικών πρακτικών εντός του ΕΣΧΕ, είναι αναγκαίο να ορίζονται ως τέτοιες. Αυτό θα επέτρεπε στις ΕΕΑ να εκδίδουν ιδίως κατευθυντήριες γραμμές και συστάσεις προς τις εν λόγω εθνικές αρχές. (13) Για να υπάρχουν κατάλληλες διασφαλίσεις για τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων, όταν οι ΕΕΑ ασκούν την αρμοδιότητά τους για έκδοση κατευθυντήριων γραμμών ή συστάσεων, οι διάφορες ομάδες συμφεροντούχων θα πρέπει να είναι σε θέση να εκδίδουν γνωμοδότηση, εάν τα δύο τρίτα των μελών τους θεωρούν ότι η συγκεκριμένη ΕΕΑ έχει υπερβεί την αρμοδιότητά της. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει την εξουσία να απαιτεί από την ΕΕΑ, μετά από κατάλληλη αξιολόγηση, να ανακαλέσει τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές ή συστάσεις, κατά περίπτωση. (14) Επιπλέον, για τους σκοπούς της διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 17 των ιδρυτικών κανονισμών και χάριν της ορθής εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, είναι σκόπιμο να διευκολυνθεί και να επιταχυνθεί η πρόσβαση των ΕΕΑ στις πληροφορίες. Θα πρέπει, επομένως, να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν απευθείας πληροφορίες, με δεόντως τεκμηριωμένο και αιτιολογημένο αίτημα, από όλες τις σχετικές αρμόδιες αρχές, χρηματοοικονομικά ιδρύματα και συμμετέχοντες στη χρηματοοικονομική αγορά, ακόμη και στις περιπτώσεις που οι εν λόγω αρχές, ιδρύματα ή συμμετέχοντες στην αγορά δεν έχουν παραβιάσει οι ίδιοι καμία διάταξη του δικαίου της Ένωσης. Οι ΕΕΑ θα πρέπει να ενημερώνουν την οικεία αρμόδια αρχή σχετικά με τα εν λόγω αιτήματα και η εν λόγω αρμόδια αρχή θα πρέπει να βοηθεί τις ΕΕΑ στη συγκέντρωση των ζητούμενων πληροφοριών. (15) Η εναρμονισμένη εποπτεία του χρηματοοικονομικού τομέα απαιτεί συνεπή προσέγγιση μεταξύ των αρμόδιων αρχών. Για τον σκοπό αυτό, οι δραστηριότητες των αρμόδιων αρχών θα πρέπει να υπόκεινται σε τακτικές και ανεξάρτητες αξιολογήσεις από τις ΕΕΑ, οι οποίες θα πρέπει να υποστηρίζονται από επιτροπή αξιολογήσεων που συστήνει κάθε μία από αυτές. Οι ΕΕΑ θα πρέπει επίσης να αναπτύξουν ένα μεθοδολογικό πλαίσιο για τις εν λόγω αξιολογήσεις. Οι ανεξάρτητες αξιολογήσεις θα πρέπει να εστιάζουν όχι μόνο στη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών, αλλά και στην ικανότητα των αρμόδιων αρχών να επιτυγχάνουν εποπτικά αποτελέσματα υψηλής ποιότητας, καθώς επίσης και στην ανεξαρτησία των αρμόδιων αυτών αρχών. Τα αποτελέσματα των εν λόγω αξιολογήσεων θα πρέπει να δημοσιεύονται, ώστε να ενθαρρύνεται η συμμόρφωση και να αυξάνεται η διαφάνεια, εκτός εάν η δημοσίευση θα προκαλούσε κινδύνους για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα. (15α) Δεδομένου ότι είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή του πλαισίου εποπτείας της Ένωσης για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης EL 10 EL
εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, οι ανεξάρτητες αξιολογήσεις για την παροχή αντικειμενικών και διαφανών απόψεων σχετικά με τις εποπτικές προοπτικές είναι υψίστης σημασίας. Όταν από τις εν λόγω αξιολογήσεις προκύπτουν σοβαρές ανησυχίες, τις οποίες δεν αποκαθιστά η αρμόδια αρχή, η ΕΑΤ θα πρέπει να ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή. (15β) Για την εκπλήρωση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών της, η ΕΑΤ θα πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει μεμονωμένες αποφάσεις που απευθύνονται στους φορείς του χρηματοοικονομικού τομέα στο πλαίσιο της διαδικασίας για παράβαση του δικαίου της Ένωσης και της διαδικασίας δεσμευτικής διαμεσολάβησης, ακόμη και όταν οι ουσιαστικοί κανόνες δεν εφαρμόζονται άμεσα στους φορείς του χρηματοοικονομικού τομέα, αφού λάβει απόφαση που απευθύνεται στην αρμόδια αρχή. Όταν οι ουσιαστικοί κανόνες καθορίζονται σε οδηγίες, η ΕΑΤ θα πρέπει να εφαρμόζει την εθνική νομοθεσία για τη μεταφορά των εν λόγω οδηγιών στο εθνικό δίκαιο. Όταν η σχετική ενωσιακή νομοθεσία αποτελείται από κανονισμούς και όταν, κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, αυτοί οι κανονισμοί παρέχουν ρητώς επιλογές στα κράτη μέλη, η ΕΑΤ θα πρέπει να εφαρμόζει την εθνική νομοθεσία με την οποία ασκούνται οι εν λόγω επιλογές. (16) Η εναρμονισμένη εποπτεία του χρηματοοικονομικού τομέα προϋποθέτει επίσης ότι οι διαφωνίες μεταξύ των αρμόδιων αρχών των διαφόρων κρατών μελών στις διασυνοριακές υποθέσεις επιλύονται αποτελεσματικά. Οι υφιστάμενοι κανόνες για την επίλυση τέτοιων διαφωνιών δεν είναι πλήρως ικανοποιητικοί. Θα πρέπει, επομένως, να προσαρμοστούν, ούτως ώστε να εφαρμόζονται ευκολότερα. (17) Αναπόσπαστο στοιχείο του έργου των ΕΕΑ σχετικά με τη σύγκλιση των εποπτικών πρακτικών είναι η προώθηση μιας ενωσιακής εποπτικής νοοτροπίας. Ωστόσο, οι ΕΕΑ δεν είναι εξοπλισμένες με όλα τα εργαλεία που απαιτούνται για την επίτευξη αυτού του στόχου. Είναι αναγκαίο να δοθεί στις ΕΕΑ η δυνατότητα να καθορίζουν τους γενικούς εποπτικούς στόχους και τις προτεραιότητές τους σε ένα πολυετές στρατηγικό σχέδιο εποπτείας, που θα αποσκοπεί στο να βοηθεί τις αρμόδιες αρχές να προσδιορίζουν και να εστιάζουν την προσοχή τους στους πλέον σημαντικούς τομείς που προκαλούν ανησυχία σε όλη την ΕΕ για την ακεραιότητα της αγοράς και τη χρηματοοικονομική σταθερότητα, μεταξύ άλλων όσον αφορά την προληπτική εποπτεία των επιχειρήσεων που αναπτύσσουν διασυνοριακές δραστηριότητες. Το στρατηγικό σχέδιο εποπτείας πρέπει να βασίζεται σε εκτίμηση κινδύνου και να λαμβάνει υπόψη τους γενικούς οικονομικούς και ρυθμιστικούς προσανατολισμούς για την ανάληψη εποπτικής δράσης, καθώς και τις συναφείς μικροπροληπτικές τάσεις, τους ενδεχόμενους κινδύνους και τα τρωτά σημεία που εντοπίζονται από τις ΕΕΑ κατά τις αξιολογήσεις των αρμόδιων αρχών και από προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο Ένωσης. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει στη συνέχεια να καταρτίζουν ετήσια προγράμματα εργασίας για την υλοποίηση του στρατηγικού σχεδίου εποπτείας, τα οποία θα μετατρέπουν τις ενωσιακές προτεραιότητες και στόχους σε επιχειρησιακούς στόχους για τις εν λόγω αρχές. Θα πρέπει να δοθεί στις ΕΕΑ η εξουσία να εξετάζουν την εφαρμογή των ετήσιων προγραμμάτων εργασίας όσον αφορά την καθημερινή εποπτεία, συμπεριλαμβανομένων, σε δειγματοληπτική βάση, εποπτικών μέτρων που έχουν ληφθεί σε μεμονωμένες περιπτώσεις, ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι ΕΕΑ μπορούν να επιτύχουν τον στόχο τους για την εναρμόνιση των εποπτικών πρακτικών. EL 11 EL
(18) Οι τρέχουσες εποπτικές πρακτικές εξωτερικής ανάθεσης, εξουσιοδότησης και μεταβίβασης κινδύνων (back-to-back business ή fronting) από αδειοδοτημένη οντότητα σε άλλη αδειοδοτημένη οντότητα διαφέρουν μεταξύ κρατών μελών. Οι εν λόγω αποκλίνουσες ρυθμιστικές προσεγγίσεις ενέχουν τον κίνδυνο ρυθμιστικού αρμπιτράζ μεταξύ των κρατών μελών («αγώνας δρόμου προς τα κάτω»). Η ανεπαρκής εποπτεία των δραστηριοτήτων που ασκούνται με ανάθεση σε εξωτερικούς φορείς, κατ εξουσιοδότηση ή μεταβίβαση εκθέτει την Ένωση σε κινδύνους για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι ιδιαίτερα έντονοι σε σχέση με τις εποπτευόμενες οντότητες που προβαίνουν σε εξωτερική ανάθεση, εξουσιοδότηση ή μεταβίβαση κινδύνου σε τρίτες χώρες, όπου οι εποπτικές αρχές ενδέχεται να στερούνται των αναγκαίων εργαλείων για την επαρκή και αποτελεσματική εποπτεία ουσιωδών δραστηριοτήτων και βασικών λειτουργιών. Οι ΕΕΑ θα πρέπει να διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στην προώθηση της εποπτικής σύγκλισης, με την εξασφάλιση κοινής αντίληψης και κοινών εποπτικών πρακτικών ως προς την εξωτερική ανάθεση, τη μεταβίβαση κινδύνου και την κατ εξουσιοδότηση άσκηση ουσιωδών δραστηριοτήτων και βασικών λειτουργιών σε τρίτες χώρες, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο και λαμβανομένων υπόψη των κατευθυντηρίων γραμμών, συστάσεων και γνωμοδοτήσεων που ενδεχομένως εκδίδουν οι ΕΕΑ. Οι ΕΕΑ θα πρέπει, ως εκ τούτου, να διαθέτουν τις αναγκαίες εξουσίες για να συντονίζουν αποτελεσματικά τις εποπτικές ενέργειες που εκτελούνται από τις εθνικές εποπτικές αρχές τόσο κατά την αδειοδότηση ή την καταχώριση μιας επιχείρησης όσο και ως μέρος της εν εξελίξει αξιολόγησης των εποπτικών πρακτικών. Κατά την εκτέλεση αυτού του συντονιστικού ρόλου, οι ΕΕΑ θα πρέπει να επικεντρώνονται ιδίως σε καταστάσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε καταστρατήγηση των κανόνων και να παρακολουθούν τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα ή τους συμμετέχοντες στις χρηματοοικονομικές αγορές που σκοπεύουν να κάνουν εκτεταμένη χρήση εξωτερικής ανάθεσης, εξουσιοδότησης και μεταβίβασης κινδύνου σε τρίτες χώρες με την πρόθεση να επωφεληθούν από το διαβατήριο της ΕΕ, ενώ εκτελούν ουσιαστικά σημαντικές δραστηριότητες ή λειτουργίες εκτός της Ένωσης. (19) Η διατήρηση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας επιβάλλει να παρακολουθούνται σε συνεχή βάση οι αποφάσεις περί ισοδυναμίας τρίτων χωρών που έχουν εκδοθεί από την Επιτροπή. Οι ΕΕΑ θα πρέπει, επομένως, να ελέγχουν κατά πόσον εξακολουθούν να πληρούνται τα κριτήρια, βάσει των οποίων έχουν εκδοθεί οι αποφάσεις περί ισοδυναμίας τρίτων χωρών, και οι τυχόν όροι που προβλέπονται σε αυτές. Επιπλέον, οι ΕΕΑ θα πρέπει να παρακολουθούν τόσο τις ρυθμιστικές και εποπτικές εξελίξεις όσο και τις πρακτικές επιβολής στις εν λόγω τρίτες χώρες. Σε αυτό το πλαίσιο, οι ΕΕΑ θα πρέπει επίσης να καταρτίζουν διοικητικές ρυθμίσεις με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών, ώστε να λαμβάνουν πληροφορίες για σκοπούς παρακολούθησης και για τον συντονισμό των εποπτικών δραστηριοτήτων. Αυτό το ενισχυμένο εποπτικό καθεστώς θα διασφαλίσει ότι η ισοδυναμία των τρίτων χωρών είναι πιο διαφανής, πιο προβλέψιμη για τις ενδιαφερόμενες τρίτες χώρες και χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη συνέπεια σε όλους τους τομείς. (20) Η συλλογή και συγκέντρωση ακριβών και πλήρων πληροφοριών από τις ΕΕΑ είναι ουσιαστικής σημασίας για την άσκηση των καθηκόντων και των λειτουργιών τους και για την επίτευξη των στόχων τους. Προκειμένου να αποφεύγεται η επικάλυψη υποχρεώσεων υποβολής αναφορών για τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα και τους συμμετέχοντες στη χρηματοοικονομική αγορά, οι πληροφορίες θα πρέπει να παρέχονται από τις οικείες αρμόδιες αρχές ή τις εθνικές εποπτικές αρχές που βρίσκονται πλησιέστερα στις χρηματοοικονομικές αγορές και τα ιδρύματα. Ωστόσο, οι ΕΕΑ θα πρέπει να μπορούν να απευθύνουν δεόντως τεκμηριωμένο και EL 12 EL
αιτιολογημένο αίτημα για πληροφορίες απευθείας στα χρηματοοικονομικά ιδρύματα ή τους συμμετέχοντες στις χρηματοοικονομικές αγορές σε περιπτώσεις στις οποίες η αρμόδια αρχή δεν παρέχει ή δεν μπορεί να παράσχει τις εν λόγω πληροφορίες εντός καθορισμένης προθεσμίας. Επιπλέον, είναι αναγκαίο για τους σκοπούς της διασφάλισης της αποτελεσματικής άσκησης του δικαιώματος των ΕΕΑ για συλλογή πληροφοριών, να έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν περιοδικές χρηματικές ποινές ή πρόστιμα στα χρηματοοικονομικά ιδρύματα ή τους συμμετέχοντες στη χρηματοοικονομική αγορά που δεν συμμορφώνονται επακριβώς, πλήρως ή εγκαίρως με αίτημα ή απόφαση για την υποβολή πληροφοριών. Το δικαίωμα του χρηματοοικονομικού ιδρύματος ή του συμμετέχοντος στη χρηματοοικονομική αγορά ακρόασης από την ΕΕΑ θα πρέπει να εξασφαλίζεται ρητά. (21) Στους ιδρυτικούς κανονισμούς των ΕΕΑ προβλεπόταν ότι οι αρμόδιες αρχές θα διαδραματίζουν βασικό ρόλο στο πλαίσιο της δομής διακυβέρνησής τους. Επίσης, διευκρινιζόταν στους εν λόγω κανονισμούς ότι, για την πρόληψη συγκρούσεων συμφερόντων, τα μέλη του συμβουλίου εποπτών και του συμβουλίου διοίκησης ενεργούν ανεξάρτητα και αποκλειστικά προς το συμφέρον της Ένωσης. Η αρχική δομή διακυβέρνησης των ΕΕΑ δεν παρείχε, ωστόσο, επαρκείς εγγυήσεις ότι οι συγκρούσεις συμφερόντων θα αποφεύγονται εντελώς, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει την ικανότητα των ΕΕΑ να λαμβάνουν όλες τις αποφάσεις που απαιτούνται στον τομέα της εποπτικής σύγκλισης και να εξασφαλίζουν ότι οι αποφάσεις τους λαμβάνουν πλήρως υπόψη τα ευρύτερα συμφέροντα της Ένωσης. Ως εκ τούτου, για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων των ΕΕΑ, θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί η κατανομή των εξουσιών λήψης αποφάσεων εντός των ΕΕΑ. (22) Επιπλέον, η ενωσιακή διάσταση στη διαδικασία λήψης αποφάσεων του συμβουλίου εποπτών θα πρέπει να ενισχυθεί με τη συμμετοχή στο συμβούλιο ανεξάρτητων μελών πλήρους απασχόλησης, που δεν υπόκεινται σε ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων. Οι εξουσίες λήψης αποφάσεων για θέματα ρυθμιστικού χαρακτήρα και για την άμεση εποπτεία θα πρέπει να παραμείνουν πλήρως στην αρμοδιότητα του συμβουλίου εποπτών. Το συμβούλιο διοίκησης θα πρέπει να μετατραπεί σε εκτελεστικό συμβούλιο αποτελούμενο από μέλη πλήρους απασχόλησης και θα πρέπει να αποφασίζει για ορισμένα μη ρυθμιστικά ζητήματα, στα οποία περιλαμβάνονται οι ανεξάρτητες αξιολογήσεις των αρμόδιων αρχών, η επίλυση διαφορών, η παραβίαση του δικαίου της Ένωσης, το στρατηγικό σχέδιο εποπτείας, η παρακολούθηση των εξωτερικών αναθέσεων, των εξουσιοδοτήσεων και των μεταβιβάσεων κινδύνου σε τρίτες χώρες, οι προσομοιώσεις ακραίων καταστάσεων και οι αιτήσεις παροχής πληροφοριών. Το εκτελεστικό συμβούλιο θα πρέπει επίσης να εξετάζει και προετοιμάζει όλες τις αποφάσεις που πρέπει να λάβει το συμβούλιο εποπτών. Επιπλέον, θα πρέπει να ενισχυθούν η θέση και ο ρόλος του προέδρου, μέσω της ανάθεσης στον πρόεδρο επίσημων καθηκόντων και της απονομής ψήφου που υπερισχύει σε περίπτωση ισοψηφίας στο εκτελεστικό συμβούλιο. Τέλος, η ενωσιακή διάσταση στη διακυβέρνηση των ΕΕΑ θα πρέπει επίσης να ενισχυθεί με την τροποποίηση της διαδικασίας επιλογής του προέδρου και των μελών του εκτελεστικού συμβουλίου, ώστε να περιλαμβάνει τον ρόλο του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το εκτελεστικό συμβούλιο θα πρέπει να έχει ισορροπημένη σύνθεση. (23) Για να εξασφαλιστεί το κατάλληλο επίπεδο εμπειρογνωσίας και λογοδοσίας, ο πρόεδρος και τα μέλη του εκτελεστικού συμβουλίου θα πρέπει να διορίζονται με κριτήριο τα προσόντα, τις ικανότητες, τη γνώση θεμάτων εκκαθάρισης, μετασυναλλακτικών και οικονομικών θεμάτων, καθώς και την πείρα σχετικά με την EL 13 EL
εποπτεία του χρηματοοικονομικού τομέα. Για να εξασφαλιστούν η διαφάνεια και ο δημοκρατικός έλεγχος, αλλά και να διαφυλαχθούν τα δικαιώματα των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ο πρόεδρος και τα μέλη του εκτελεστικού συμβουλίου θα πρέπει να επιλέγονται βάσει ανοικτής διαδικασίας επιλογής. Η Επιτροπή θα πρέπει να καταρτίζει πίνακα των επικρατέστερων υποψηφίων και να υποβάλλει τον εν λόγω πίνακα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προς έγκριση. Μετά την έγκριση, το Συμβούλιο θα πρέπει να εκδίδει απόφαση για τον διορισμό των μελών του εκτελεστικού συμβουλίου. Ο πρόεδρος και τα μέλη πλήρους απασχόλησης του εκτελεστικού συμβουλίου θα πρέπει να λογοδοτούν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τις αποφάσεις που λαμβάνονται βάσει των ιδρυτικών κανονισμών. (24) Για να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερη κατανομή των επιχειρησιακών καθηκόντων, αφενός, και της διαχείρισης των διοικητικών καθημερινών δραστηριοτήτων, αφετέρου, τα σημερινά καθήκοντα του εκτελεστικού διευθυντή καθεμίας από τις ΕΕΑ θα πρέπει να αναλαμβάνει ένα από τα μέλη του εκτελεστικού συμβουλίου, το οποίο θα πρέπει να επιλέγεται βάσει των συγκεκριμένων καθηκόντων. (24α) Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι το κατάλληλο επίπεδο εμπειρογνωσίας υποστηρίζει τις αποφάσεις που αφορούν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, είναι αναγκαίο να συσταθεί επιτροπή που θα απαρτίζεται από τους προϊσταμένους των αρχών και των φορέων που είναι αρμόδιοι για τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, η οποία θα εξετάζει και θα προετοιμάζει τις αποφάσεις που θα λαμβάνει η ΕΑΤ. Για να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη, η νέα αυτή επιτροπή θα αντικαταστήσει την υφιστάμενη υποεπιτροπή για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, η οποία έχει συσταθεί στο πλαίσιο της μεικτής επιτροπής των ΕΕΑ. (25) Είναι σκόπιμο τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα και οι συμμετέχοντες στη χρηματοοικονομική αγορά να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων των ΕΕΑ, επειδή ο γενικός στόχος των δραστηριοτήτων των ΕΕΑ είναι η συμβολή στη χρηματοοικονομική σταθερότητα και, μέσω της αποφυγής στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, στην εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Οι δραστηριότητες των ΕΕΑ ωφελούν όλα τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα και τους συμμετέχοντες στη χρηματοοικονομική αγορά, ανεξαρτήτως του αν λειτουργούν διασυνοριακά. Οι ΕΕΑ συμβάλλουν στην άσκηση των δραστηριοτήτων τους σε σταθερό περιβάλλον και με ίσους όρους ανταγωνισμού. Τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα και οι συμμετέχοντες στη χρηματοοικονομική αγορά που δεν υπόκεινται σε άμεση εποπτεία από τις ΕΕΑ θα πρέπει, επομένως, να συνεισφέρουν επίσης στη χρηματοδότηση των εν λόγω δραστηριοτήτων των ΕΕΑ από τις οποίες επωφελούνται. Επιπλέον, οι ΕΕΑ θα πρέπει, ωστόσο, να εισπράττουν επίσης τέλη που καταβάλλονται από τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα και τους συμμετέχοντες στη χρηματοοικονομική αγορά που τελούν υπό την άμεση εποπτεία τους. (26) Στο εσωτερικό κάθε κατηγορίας χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και συμμετεχόντων στη χρηματοοικονομική αγορά, το ύψος των εισφορών θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την έκταση στην οποία κάθε χρηματοοικονομικό ίδρυμα και κάθε συμμετέχων στη χρηματοοικονομική αγορά επωφελείται από τις δραστηριότητες των ΕΕΑ. Ως εκ τούτου, οι επιμέρους εισφορές των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και των συμμετεχόντων στη χρηματοοικονομική αγορά θα πρέπει να καθορίζεται σε συνάρτηση με το μέγεθός τους, ώστε να αντικατοπτρίζουν τη σημασία τους στη EL 14 EL
σχετική αγορά. Για την είσπραξη πολύ μικρών εισφορών θα πρέπει να προβλέπεται ελάχιστο κατώτατο όριο, ώστε να διασφαλιστεί ότι η είσπραξή τους είναι οικονομική, παράλληλα όμως να διασφαλίζεται ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις δεν υποχρεούνται να συνεισφέρουν δυσανάλογα. (27) Για να καθοριστεί ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να υπολογίζονται οι ετήσιες εισφορές μεμονωμένων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και συμμετεχόντων στη χρηματοοικονομική αγορά, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης. Οι κατ εξουσιοδότηση πράξεις θα καθορίσουν τη μεθοδολογία κατανομής των εκτιμώμενων δαπανών στις κατηγορίες χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων ή συμμετεχόντων στη χρηματοοικονομική αγορά και τα κριτήρια καθορισμού του ύψους των επιμέρους εισφορών με βάση το μέγεθος. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει, κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, τις κατάλληλες διαβουλεύσεις, μεταξύ άλλων και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων, οι δε διαβουλεύσεις να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στη διοργανική συμφωνία της 13ης Απριλίου 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. Ειδικότερα, για να εξασφαλιστεί ίση συμμετοχή στην προετοιμασία των κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο λαμβάνουν όλα τα έγγραφα ταυτόχρονα με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, και οι εμπειρογνώμονές τους έχουν συστηματικά πρόσβαση στις συνεδριάσεις των ομάδων εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής που ασχολούνται με την προετοιμασία κατ εξουσιοδότηση πράξεων. (28) Για να διαφυλαχθεί η εμπιστευτικότητα των εργασιών των ΕΕΑ, οι απαιτήσεις τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης σε κάθε πρόσωπο που παρέχει οποιαδήποτε υπηρεσία, άμεσα ή έμμεσα, σε μόνιμη βάση ή περιστασιακά, σχετική με τα καθήκοντα της συγκεκριμένης ΕΕΑ. (29) Οι κανονισμοί (ΕΚ) 1093/2010, 1094/2010 και 1095/2010, καθώς και η τομεακή νομοθεσία για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, υποχρεώνουν τις ΕΕΑ να επιδιώκουν αποτελεσματικές διοικητικές ρυθμίσεις που προβλέπουν την ανταλλαγή πληροφοριών με τις εποπτικές αρχές τρίτων χωρών. Η ανάγκη αποτελεσματικής συνεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών αναμένεται να καταστεί ακόμα πιο σημαντική όταν, σύμφωνα με τον παρόντα τροποποιητικό κανονισμό, ορισμένες από τις ΕΕΑ αναλάβουν πρόσθετες, ευρύτερες αρμοδιότητες σε σχέση με την εποπτεία οντοτήτων και δραστηριοτήτων εκτός ΕΕ. Στις περιπτώσεις που, στο πλαίσιο αυτό, οι ΕΕΑ επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, μεταξύ άλλων διαβιβάζοντας τέτοια δεδομένα εκτός της Ένωσης, δεσμεύονται από τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2018/XXX (κανονισμός για την προστασία δεδομένων για τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της ΕΕ). Ελλείψει απόφασης περί επάρκειας ή κατάλληλων διασφαλίσεων, που προβλέπονται, για παράδειγμα, από διοικητικές ρυθμίσεις κατά την έννοια του άρθρου 49 παράγραφος 3 του κανονισμού για την προστασία δεδομένων για τα θεσμικά όργανα και τους οργανισμούς της ΕΕ, οι ΕΕΑ δύνανται να ανταλλάσσουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα με αρχές τρίτων χωρών σύμφωνα με την παρέκκλιση περί δημοσίου συμφέροντος και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτήν, όπως ορίζεται στο άρθρο 51 παράγραφος 1 στοιχείο δ), η οποία ισχύει κυρίως σε περιπτώσεις διεθνών ανταλλαγών δεδομένων μεταξύ αρχών χρηματοπιστωτικής εποπτείας. (30) Είναι ουσιαστικής σημασίας οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων της ΕΑΤ να παρέχουν κατάλληλες διασφαλίσεις για τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στην τραπεζική ένωση, δίνοντας ταυτόχρονα στην ΕΑΤ τη δυνατότητα να λαμβάνει αποφάσεις κατά τρόπο αποτελεσματικό όταν μειώνεται ο αριθμός των μη συμμετεχόντων κρατών EL 15 EL