ΜΟΝΤΕΛΟ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 2019 ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Η ΕΙΔΙΚΗ ΜΟΝΙΜΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΣΩΦΡΟΝΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΥΖΗΤΑ ΤΟ ΑΚΟΛΟΥΘΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ Άρθρο 1 Γενικές Αρχές 1. Οι κανόνες που ακολουθούν ρυθμίζουν τους όρους και τις συνθήκες εκτέλεσης ποινών και μέτρων ασφαλείας κατά της ελευθερίας, σύμφωνα με το Σύνταγμα, τις διεθνείς συμβάσεις, τους νόμους και τις κανονιστικές πράξεις που εκδίδονται κατ εξουσιοδότησή τους. 2. Κατάδικος ορίζεται όποιος εκτίει στερητική της ελευθερίας ποινή δυνάμει απόφασης ποινικού δικαστηρίου, ενώ υπόδικος όποιος κρατείται σε καταστήματα κράτησης είτε δυνάμει αιτιολογημένου δικαστικού εντάλματος σύλληψης είτε δυνάμει βουλεύματος δικαστικού συμβουλίου. Όπου γίνεται αναφορά στον παρόντα νόμο σε κρατούμενους, νοούνται τόσο οι κατάδικοι όσο και οι υπόδικοι. 3. Κατά τη μεταχείριση των κρατουμένων διασφαλίζεται ο σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ενισχύεται ο αυτοσεβασμός και η συναίσθηση της κοινωνικής τους ευθύνης. 4. Απαγορεύεται κάθε δυσμενής διακριτική μεταχείριση των κρατουμένων, ιδίως όταν βασίζεται στη φυλή, το χρώμα, την εθνική ή κοινωνική καταγωγή, το θρήσκευμα, την περιουσία ή τις ιδεολογικές πεποιθήσεις. 5. Ειδική μεταχείριση των κρατουμένων επιφυλάσσεται όταν δικαιολογείται από τη διαφορετική νομική ή πραγματική κατάστασή τους, όπως στις περιπτώσεις των υποδίκων και καταδίκων, εγγάμων και αγάμων, ανηλίκων και ενηλίκων, γυναικών και ανδρών, ατόμων με ειδικές ανάγκες ή αναφορικά με τις θρησκευτικές ή άλλες πεποιθήσεις τους, εφόσον γίνεται υπέρ του συγκεκριμένου κρατουμένου και προς εξυπηρέτηση ειδικών αναγκών. 6. Κατά την εκτέλεση της ποινής δεν περιορίζεται κανένα άλλο δικαίωμα των κρατουμένων, εκτός από το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία.
7. Οι κρατούμενοι δεν εμποδίζονται, λόγω της κράτησής τους, στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους και την άσκηση των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τον νόμο, αυτοπροσώπως ή με αντιπρόσωπο. Άρθρο 2 Κατηγορίες Κρατουμένων 1. Άνδρες άνω των δεκαοκτώ (18) ετών που καταδικάστηκαν σε ποινή κατά της ελευθερίας διαμένουν σε καταστήματα κράτησης προορισμένα για αυτούς, χωρίς να έρχονται σε επικοινωνία με κρατούμενους άλλων κατηγοριών. 2. Γυναίκες άνω των δεκαοκτώ (18) ετών που καταδικάστηκαν σε ποινή κατά της ελευθερίας διαμένουν σε καταστήματα κράτησης προορισμένα για αυτές, χωρίς να έρχονται σε επικοινωνία με κρατούμενους άλλων κατηγοριών και με συνθήκες διαβίωσης πλήρως προσαρμοσμένες στις ανάγκες του φύλου τους. Εντός των προαναφερθέντων καταστημάτων κράτησης υπάρχουν ειδικά διαμορφωμένοι βρεφονηπιακοί σταθμοί καθώς και χώροι για την συμβίωση των κρατούμενων μητέρων με τέκνα έως πέντε (5) ετών. Μετά τη συμπλήρωση των πέντε (5) ετών και εφόσον δεν υπάρχει κατάλληλο συγγενικό περιβάλλον, τα τέκνα των γυναικών κρατουμένων φιλοξενούνται σε Ιδρύματα Προστασίας Τέκνων Φυλακισμένων που λειτουργούν υπό την εποπτεία του Υπουργείου Υγείας. 3. Ανήλικοι που καταδικάστηκαν σε στερητική της ελευθερίας ποινή διαμένουν σε καταστήματα κράτησης προορισμένα για αυτούς, χωρίς να έρχονται σε επικοινωνία με κρατούμενους άλλων κατηγοριών. Ανήλικοι κρατούμενοι για τις ανάγκες του παρόντος νόμου νοούνται κρατούμενοι και των δύο φύλων, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει το δέκατο τρίτο (13 ο ) έτος, χωρίς όμως να έχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18 ο ). Κατ εξαίρεση στα προαναφερθέντα καταστήματα κράτησης μπορεί να παραταθεί η κράτηση μέχρι και δύο (2) έτη, εφόσον ο κρατούμενος έχει εκτίσει κατά την ημέρα ενηλικίωσης τουλάχιστον τα τρία πέμπτα (⅗) της συνολικής στερητικής της ελευθερίας ποινής. Κρατούμενοι της παρούσας κατηγορίας μπορούν να μεταφέρονται και πριν την συμπλήρωση του ως άνω ηλικιακού ορίου σε καταστήματα κράτησης ενηλίκων, μετά από αιτιολογημένη απόφαση του Συμβουλίου του εκάστοτε σωφρονιστικού καταστήματος και εφόσον συντρέχουν ειδικοί λόγοι. 4. Οι κρατούμενοι για χρέη προς το Δημόσιο ή για άλλο λόγο κατ εκτέλεση απόφασης πολιτικού δικαστηρίου, καθώς και οι οφειλέτες χρηματικής ποινής, αυτοτελώς ή κατά μετατροπή ή προστίμου ή δικαστικών εξόδων, αποτελούν ειδικές κατηγορίες κρατουμένων και διαβιούν σε χωριστά τμήματα αντίστοιχων, για την κατηγορία τους, καταστημάτων (νεαρών ενηλίκων, γυναικών, ανδρών), σύμφωνα με το άρθρο 1050 παρ. 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. 5. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, δύναται να προβλεφθούν ειδικές κατηγορίες κρατουμένων για λόγους επιτρεπόμενης ειδικής μεταχείρισης, πλην όσων εκτίθενται στον παρόντα νόμο. Άρθρο 3 Είδη Καταστημάτων Κράτησης 1. Τα καταστήματα κράτησης διακρίνονται σε: (α) γενικά, (β) ειδικά, και (γ) θεραπευτικά.
Τα γενικά καταστήματα κράτησης διακρίνονται σε επιπέδου Α, επιπέδου Α+ και επιπέδου Β. Τα ειδικά καταστήματα διακρίνονται σε καταστήματα κράτησης ανηλίκων, αγροτικές φυλακές και καταστήματα ημιελεύθερης διαβίωσης. Τα θεραπευτικά καταστήματα διακρίνονται σε νοσοκομειακά σωφρονιστικά ιδρύματα και σε καταστήματα κράτησης τοξικομανών. 2. Στα καταστήματα κράτησης επιπέδου Α (ανδρών και γυναικών) κρατούνται οι κρατούμενοι της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του παρόντος, οι ενήλικοι καταδικασθέντες σε ποινή φυλάκισης έως τριών (3) ετών και οι υπόδικοι, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα νόμο. 3. Στα καταστήματα κράτησης επιπέδου Α+ (ανδρών και γυναικών) κρατούνται οι ενήλικοι καταδικασθέντες σε ποινή φυλάκισης άνω των τριών (3) ετών και οι ενήλικοι καταδικασθέντες σε ποινή κάθειρξης, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της επόμενης παραγράφου. 4. Στα καταστήματα κράτησης επιπέδου Β (Σωφρονιστικά Καταστήματα Υψίστης Ασφαλείας) κρατούνται ενήλικοι κρατούμενοι: (α) που έχουν καταδικαστεί για τα εγκλήματα των άρθρων 134, 135 παράγραφοι 1 και 2, 135 Α, 138,139 και 187Α του Ποινικού Κώδικα σε ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δέκα (10) ετών, (β) που έχουν καταδικαστεί για τα εγκλήματα των άρθρων 299, 270 και 380 παράγραφος 2 του Ποινικού Κώδικα σε ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών, (γ) που έχουν καταδικαστεί για τα εγκλήματα των άρθρων 336, 338, 339, 340, 342, 345, 346, 349 και 351 Α του Ποινικού Κώδικα σε ποινή κάθειρξης τουλάχιστον δώδεκα (12) ετών, (δ) ενήλικοι κρατούμενοι που κρατούνται στα καταστήματα των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος, οι οποίοι κρίνονται ιδιαίτερα επικίνδυνοι για την ασφάλεια και την τάξη των καταστημάτων επιπέδου Α και Α+ λόγω τέλεσης πειθαρχικών παραπτωμάτων, όπως αυτά εκτίθενται στο άρθρο 12 του παρόντος, κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του Συμβουλίου Φυλακής. Άρθρο 4 Ημιελεύθερη Διαβίωση 1. Ο θεσμός ημιελεύθερης διαβίωσης αποσκοπεί στην επαγγελματική απασχόληση κρατουμένων σε συγκεκριμένες θέσεις εργασίας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα και την ημιδιαβίωσή τους για τον σκοπό αυτό σε ειδικά διαμορφωμένα καταστήματα, με απώτερο στόχο την προετοιμασία για την μελλοντική τους επανένταξη στην αγορά εργασίας. 2. Η υπαγωγή των κρατουμένων στο καθεστώς αυτό γίνεται κατόπιν άδειας του Συμβουλίου Φυλακής, ύστερα από σχετικό αίτημα των κρατουμένων εφόσον: (α) κρατούνται σε καταστήματα κράτησης επιπέδου Α και Α+, (β) έχουν εκτίσει τουλάχιστον το ένα τέταρτο (¼) της συνολικής ποινής επί φυλακίσεως και τουλάχιστον τα τρία πέμπτα (⅗) της συνολικής ποινής επί καθείρξεως, (γ) δεν εκκρεμεί σε βάρος τους καμία άλλη ποινική ή πειθαρχική διαδικασία, (δ) έχουν εξασφαλίσει, κατά τον χρόνο της αίτησής τους, θέση εργασίας είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα, την οποία υποδεικνύουν στο Συμβούλιο Φυλακής. 3. Για την χορήγηση της άδειας το Συμβούλιο Φυλακής συνεκτιμά, εκτός από τις προϋποθέσεις της ως άνω παραγράφου του παρόντος νόμου, την εν γένει συμπεριφορά του κρατούμενου, την προσωπικότητα του, την ηλικία του και τα ενδιαφέροντά του. 4. Σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος, ο κρατούμενος δικαιούται να προσφύγει στο Δικαστήριο Εκτέλεσης Ποινής ως Συμβούλιο εντός πέντε (5) ημερών από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης.
5. Σε περίπτωση μη εξασφαλισμένης θέσης εργασίας, το Συμβούλιο Φυλακής δύναται να υποδείξει θέση ανταποκρινόμενη στη προσωπικότητα του, τα ενδιαφέροντα του και τις ανάγκες του κρατούμενου. 6. Η άδεια για ημιελεύθερη διαβίωση ανακαλείται με απόφαση του Συμβουλίου Φυλακής αν: (α) ασκηθεί νέα ποινική δίωξη σε βάρος του κρατουμένου, (β) ο κρατούμενος προβεί σε πειθαρχικά παραπτώματα, όπως αυτα καθορίζονται στον κανονισμό λειτουργίας των καταστημάτων του παρόντος άρθρου και (γ) παύσει για οποιοδήποτε λόγο την εργασία του στη θέση που εξασφάλισε. 7. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης ιδρύονται Καταστήματα Ημιελεύθερης Διαμονής. Στην ίδια απόφαση καθορίζονται η δομή και το καθεστώς λειτουργίας των καταστημάτων αυτών. Άρθρο 5 Θεραπευτικά Καταστήματα 1. Τα θεραπευτικά καταστήματα διακρίνονται σε νοσοκομειακά σωφρονιστικά ιδρύματα και σε καταστήματα κράτησης τοξικομανών. 2. Κρατούμενοι που εμφανίζουν, κατά την διάρκεια της κράτησής τους, σοβαρά προβλήματα υγείας, ώστε η αντιμετώπισή τους να απαιτεί ειδικές συνθήκες κράτησης, διαρκή παρακολούθηση και αυστηρά μέτρα νοσηλείας, μεταφέρονται σε νοσοκομειακά σωφρονιστικά ιδρύματα, κατόπιν απόφασης του Ιατρικού Προσωπικού του καταστήματος κράτησης. Η διάρκεια της κράτησης στα ως άνω ιδρύματα εξαρτάται από το απαιτούμενο για την ανάρρωση τους χρονικό διάστημα. 3. Κρατούμενοι που αντιμετωπίζουν έντονα προβλήματα ψυχικής υγείας και χρήζουν ψυχιατρικής θεραπείας κρατούνται στα ειδικά διαμορφωμένα καταστήματα του παρόντος άρθρου. 4. Κρατούμενοι που είναι εξαρτημένοι από τοξικές ουσίες κρατούνται σε θεραπευτικά καταστήματα για τοξικομανείς. Στα καταστήματα αυτά εφαρμόζονται ειδικά θεραπευτικά προγράμματα απεξάρτησης, πλήρως ανταποκρινόμενα στο βαθμό εξάρτησης, τις ιδιαίτερες ανάγκες και την δυνατότητα των κρατουμένων, με απώτερο σκοπό την ομαλή απεξάρτησή τους. 5. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν πρότασης του Υπουργού Δικαιοσύνης και του Υπουργού Υγείας καθορίζεται η διάρκεια, η φύση των θεραπευτικών προγραμμάτων και οι γενικότεροι όροι λειτουργίας των ως άνω καταστημάτων. Άρθρο 6 Ίδρυση, Λειτουργία & Υποδομές Καταστημάτων Κράτησης 1. Τα καταστήματα κράτησης συστήνονται, καταργούνται και συγχωνεύονται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Δικαιοσύνης. 2. Με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης, μπορούν να προβλεφθούν περαιτέρω κατηγορίες καταστημάτων κράτησης, πέρα από αυτές που προβλέπονται στον παρόντα νόμο. 3. Τα καταστήματα κράτησης Α και Α+, εκτός αντίθετης διάταξης, εντοπίζονται σε αστικές περιοχές ή σε περιοχές που ανταποκρίνονται στους ειδικότερους σκοπούς του εκάστοτε καταστήματος κράτησης. 4. Τα καταστήματα κράτησης επιπέδου Β λειτουργούν σε περιοχές που βρίσκονται σε απόσταση τουλάχιστον εκατό (100) χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα του νομού, στον οποίο εντοπίζονται. Αν τούτο καθίσταται αδύνατο, το γεωγραφικό όριο δύναται να μειωθεί κατά μέγιστο πενήντα (50) χιλιόμετρα.
5. Τα αγροτικά καταστήματα κράτησης εντοπίζονται σε αγροτικές περιοχές που διαθέτουν αγροτικές ή βιοτεχνικές μονάδες εργασίας. 6. Ο αριθμός των κρατουμένων στα καταστήματα κράτησης, με την εξαίρεση των φυλακών επιπέδου Β και των καταστημάτων κράτησης του άρθρου 4 του παρόντος, δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τριακόσιους (300) κρατούμενους. Σε περίπτωση που κάποιο κτιριακό συγκρότημα επιτρέπει την κράτηση περισσότερων κρατουμένων, αυτοί δεν δύνανται σε καμία περίπτωση να υπερβούν τους τριακόσιους πενήντα (350). Στα καταστήματα επιπέδου Β ο μέγιστος αριθμός κρατουμένων ανέρχεται στους διακόσιους (200). Σε περίπτωση που οι υπάρχουσες υποδομές δεν επαρκούν, οι κρατούμενοι κρατούνται σε ειδικά παραρτήματα των ως άνω καταστημάτων κράτησης και σε καμία περίπτωση σε κάποιο από τα προαναφερθέντα είδη καταστημάτων. Εντός των καταστημάτων κράτησης επιπέδου Β λειτουργεί και ειδικός χώρος κράτησης υπόδικων για τα εγκλήματα της παραγράφου 4 του άρθρου 3 του παρόντος. 7. Τα καταστήματα κράτησης, ανάλογα με το μέγεθος τους και την έκτασή τους μπορούν να διαθέτουν πτέρυγες, με εξασφαλισμένη την μεταξύ τους αυτονομία. Κάθε πτέρυγα αποτελείται από κελιά χωρητικότητας έως πέντε (5) ατόμων, με δυνατότητα αύξησης του ορίου αυτού για ειδικούς λόγους κατόπιν απόφασης του Διευθυντή του εκάστοτε καταστήματος. Ειδικά, στα καταστήματα επιπέδου Β λειτουργούν ατομικά κελιά συνολικού εμβαδού τουλάχιστον επτά (7) τετραγωνικών μέτρων, τα οποία αποτρέπουν οποιαδήποτε επαφή και επικοινωνία μεταξύ των κρατουμένων. 8. Όλα τα καταστήματα κράτησης υπόκεινται σε υγειονομικό έλεγχο από την αρμόδια Υγειονομική Επιτροπή του Υπουργείου Δικαιοσύνης, τακτικά κάθε δύο (2) μήνες και έκτακτα, όποτε κρίνεται αναγκαίο από τον Διευθυντή ή τον Δικαστικό Λειτουργό του καταστήματος. 9. Η ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη των κρατουμένων τελεί υπό την μέριμνα της Διεύθυνσης του Σωφρονιστικού Καταστήματος και των Υπουργείων Υγείας και Δικαιοσύνης. Για τον σκοπό αυτό, οι κρατούμενοι εφοδιάζονται με Ειδικό Βιβλιάριο Κρατουμένου, στο οποίο περιγράφεται το ιατρικό ιστορικό του κρατούμενου από την ημέρα εισαγωγής του στο κατάστημα κράτησης. Οι κρατούμενοι υποβάλλονται σε τακτικό έλεγχο από τους ιατρούς του καταστήματος ανά τρίμηνο και εκτάκτως, όποτε το επιβάλλουν οι περιστάσεις ή το ζητήσει ο ίδιος ο κρατούμενος. Εντός των καταστημάτων κράτησης λειτουργεί και εξειδικευμένη συμβουλευτική υπηρεσία, αποτελούμενη από ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς για την συναισθηματική υποβοήθηση των κρατουμένων κατά την διάρκεια της κράτησης τους. 10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Υγείας και Πρόνοιας καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την τακτική ενημέρωση του προσωπικού των καταστημάτων κράτησης, καθώς και για την πληροφόρηση των κρατουμένων σχετικά με θέματα υγιεινής και τη λήψη προληπτικών μέτρων προς αντιμετώπιση του AIDS ή άλλων μεταδοτικών ασθενειών. Με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης ορίζονται τα απαιτούμενα προσόντα των σωφρονιστικών υπαλλήλων, τα σχετικά με την εν γένει εκπαίδευσή τους και την πρόληψη παράνομων δραστηριοτήτων εντός των καταστημάτων κράτησης. Άρθρο 7 Επιστημονική Επιτροπή Φυλακών 1. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης συνιστάται εννεαμελής Επιστημονική Επιτροπή Φυλακών (Ε.Ε.Φ.) ως όργανο συμβουλευτικού χαρακτήρα, συγκροτούμενο με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, ο
οποίος ορίζει τον πρόεδρο, τον αναπληρωτή του, τα τακτικά και τα ισάριθμα αναπληρωματικά μέλη, και απαρτιζόμενο από προσωπικότητες αναγνωρισμένου στον τομέα τους κύρους. 2. Η Ε.Ε.Φ. απαρτίζεται από τρεις νομικούς με ενασχόληση κατά προτίμηση σε θέματα ποινικού ή σωφρονιστικού ή συνταγματικού δικαίου, μέλη Δ.Ε.Π. ελληνικών Α.Ε.Ι., έναν επιστήμονα εξειδικευμένο στη σωφρονιστική ή την εγκληματολογία ή τη μεταχείριση τοξικομανών ή σε άλλο συναφές αντικείμενο, δύο εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς εφετών, τον Γενικό Γραμματέα Αντεγκληματικής Πολιτικής του Υπουργείου Δικαιοσύνης, έναν διευθυντή καταστήματος κράτησης και έναν κοινωνικό λειτουργό που υπηρετεί στην κοινωνική υπηρεσία καταστήματος κράτησης. Η θητεία των μελών της Ε.Ε.Φ. είναι διετής. Τα μέλη του συνεδριάζουν τακτικά μία φορά το μήνα και εκτάκτως όποτε αυτό κριθεί σκόπιμο κατά τις περιστάσεις, μετά από πρόταση του Προέδρου της Επιτροπής. 3. Οι αρμοδιότητες της Ε.Ε.Φ. ορίζονται ως εξής: (α) Εισηγείται στον Υπουργό Δικαιοσύνης τη συνολική σωφρονιστική πολιτική και διατυπώνει προτάσεις για την αντεγκληματική πολιτική, καθώς και τη λήψη μέτρων για τη βελτίωση των συνθηκών λειτουργίας των καταστημάτων κράτησης και την ακώλυτη άσκηση των δικαιωμάτων των κρατουμένων και προτείνει τη σύσταση νέων κατηγοριών καταστημάτων κράτησης και κρατουμένων, (β) καταρτίζει και υποβάλλει για έγκριση στον Υπουργό Δικαιοσύνης τα σχέδια κανονισμών λειτουργίας όλων των καταστημάτων κράτησης, ύστερα από σχετικές εισηγήσεις των οικείων Συμβουλίων Φυλακής, (γ) επισκέπτεται τα καταστήματα κράτησης, πραγματοποιώντας ελέγχους για τη διαπίστωση της εύρυθμης λειτουργίας εντός των καταστημάτων κράτησης και συντάσσει εκθέσεις που υποβάλλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης. Η διεύθυνση κάθε καταστήματος κράτησης υποχρεούται να παρέχει στην Επιτροπή κάθε διευκόλυνση και πληροφορία για την επιτέλεση του έργου της, (δ) προτείνει μέτρα για την επιμόρφωση του προσωπικού των καταστημάτων κράτησης, (ε) παρακολουθεί την εκτέλεση προγραμμάτων απασχόλησης, εκπαίδευσης επιμόρφωσης και κατάρτισης κρατουμένων και προβαίνει σε προτάσεις και υποδείξεις προς το εκάστοτε αρμόδιο όργανο των καταστημάτων κράτησης, (στ) έχει οποιαδήποτε άλλη αρμοδιότητα της αναγνωρίζεται εκ του παρόντος νόμου. Άρθρο 8 Σχολικά Ιδρύματα Δεύτερης Ευκαιρίας 1. Η εκπαίδευση των κρατουμένων αποτελείται από την απόκτηση γενικής φύσεως γνώσεων και την περαιτέρω διευκόλυνση της επαγγελματικής τους κατάρτισης. 2. Εντός των γενικών καταστημάτων κράτησης και εντός των καταστημάτων κράτησης ανηλίκων λειτουργούν μονοθέσια δημοτικά σχολεία και σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (Γυμνάσιο, Γ.Ε.Λ, Ε.Π.Α.Λ) υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Με κοινή Υπουργική απόφαση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζεται η στελέχωση σε διδακτικό προσωπικό, το διδακτικό πρόγραμμα, η δυνατότητα συμμετοχής των κρατούμενων μαθητών στις Πανελλαδικές και Απολυτήριες Εξετάσεις και οι εν γένει συνθήκες λειτουργίας των εν λόγω εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεύτερης ευκαιρίας. Ειδικά για τους αναλφάβητους καθίσταται υποχρεωτική η φοίτηση σε Δημοτικό Σχολείο εντός του καταστήματος. Σε περίπτωση αδυναμίας λειτουργίας
σχολείου δεύτερης ευκαιρίας, προβλέπεται η παρακολούθηση μαθημάτων μέσω ηλεκτρονικών υπολογιστών σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο στο εκάστοτε κατάστημα κράτησης. 3. Το Συμβούλιο Φυλακής, κατόπιν σχετικής γνωμοδότησης της Ε.Ε.Φ του άρθρου 7 του παρόντος νόμου, μεριμνά για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή των κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αλλά και προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης των κρατουμένων. 4. Ειδικότερα, στα καταστήματα κράτησης ανηλίκων διορίζονται Σύμβουλοι Επαγγελματικού Προσανατολισμού με σκοπό την αρωγή των ανήλικων κρατούμενων στην επιλογή επαγγελματικής κατεύθυνσης μετά την απόλυση τους, μέσω σεμιναρίων, ειδικών γραπτών δοκιμασιών και προσωπικών συνεντεύξεων με τους ενδιαφερόμενους εργοδότες. 5. Εντός των καταστημάτων κράτησης γυναικών λειτουργούν ειδικοί βρεφονηπιακοί σταθμοί για τα τέκνα των γυναικών κρατουμένων, με σκοπό την ομαλή και δημιουργική διαπαιδαγώγηση κατά το διάστημα παραμονής τους στο κατάστημα κράτησης. Άρθρο 9 Εθελοντική Εργασία Κρατουμένων 1. Οι κρατούμενοι γενικών και ειδικών καταστημάτων κράτησης και οι κρατούμενοι σε καταστήματα προορισμένα για τοξικομανείς δύνανται να παρέχουν εθελοντική εργασία εντός και εκτός των καταστημάτων κράτησης. Η εργασία που παρέχει κάθε κρατούμενος ανταποκρίνεται στην ηλικία, την υγεία, τα ενδιαφέροντα, τις δεξιότητες καθώς και την εν γένει προσωπικότητα του. Η εργασία δεν έχει σε καμία περίπτωση τιμωρητικό ή εκδικητικό χαρακτήρα. 2. Αρμόδιο όργανο για την επαγγελματική κατανομή των κρατουμένων αποτελεί το Συμβούλιο του εκάστοτε καταστήματος κράτησης. Με απόφαση του δύναται να καταρτιστεί Ειδική Επιτροπή, υπεύθυνη για την άρτια κατανομή των διαθέσιμων θέσεων εργασίας προς όλους τους ενδιαφερόμενους καθώς και τον καθαρισμό του ωραρίου, της διάρκειας απασχόλησης και τους λόγους έκπτωσης από αυτήν. 3. Οι κρατούμενοι έχουν την δυνατότητα να απορροφηθούν σε θέσεις σχετικές με την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών του καταστήματος κράτησης. Η διάρκεια και οι συνθήκες εργασίας καθορίζονται με απόφαση του οργάνου του ως άνω άρθρου του παρόντος, σε πλήρη συμφωνία και με τον Εσωτερικό Κανονισμό Λειτουργίας του εκάστοτε καταστήματος κράτησης. 4. Σε καταστήματα κράτησης που βρίσκονται σε αγροτικές ή μη αγροτικές περιοχές δύναται να λειτουργούν αγροτικές ή και βιοτεχνικές μονάδες για την απασχόληση του κρατουμένων που το επιθυμούν. Η κατανομή των αρμοδιοτήτων γίνεται με απόφαση του οργάνου της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου ή με απόφαση της Ειδικής Επιτροπής της ίδιας παραγράφου. 5. Στους κρατούμενους καταστημάτων κράτησης επιπέδου Α και Α+ δίνεται η δυνατότητα παροχής κοινωφελούς εργασίας και εκτός των προαναφερόμενων καταστημάτων κράτησης, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα, εφόσον: (α) έχουν εκτίσει τουλάχιστον τα τρία πεμπτα (⅗) της συνολικής επιβληθείσας ποινής, (β) δεν εκκρεμεί εις βάρος τους ποινική ή πειθαρχική διαδικασία και (γ) η προσφερόμενη θέση εργασίας βρίσκεται σε μέγιστη απόσταση τριάντα (30) χιλιομέτρων από το κατάστημα κράτησης. Αρμόδιο για τη λήψη της σχετικής απόφασης είναι το προαναφερθέν Συμβούλιο, άλλως η Ειδική Επιτροπή της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου. Ανάλογα με τις περιστάσεις το όργανο αυτό δύναται να επιβάλλει τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επιτήρησης των κρατουμένων που
απασχολούνται εκτός φυλακής, στους οποίους προσφέρεται συμβολική αμοιβή που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Δικαιοσύνης. 6. Μετά από απόφαση του Συμβουλίου Φυλακής η παρεχόμενη εργασία συνυπολογίζεται ευεργετικά στην προς έκτιση ποινή. Σε καμία περίπτωση ο ευεργετικός συνυπολογισμός δεν υπερβαίνει τη μιάμιση μέρα ανά ημέρα εργασίας εντός φυλακής για τους κρατουμένους καταστημάτων επιπέδου Β, τις δύο ημέρες ανά ημέρα εργασίας εντός ή εκτός φυλακής για τους κρατούμενους καταστημάτων επιπέδου Α+, και τις τρεις ημέρες ανά ημέρα εργασίας εντός ή εκτός φυλακής για όλους τους υπόλοιπους κρατούμενους. Άρθρο 10 Άδειες 1. Οι άδειες των κρατουμένων διακρίνονται σε: (α) τακτικές, (β) έκτακτες και (γ) εκπαιδευτικές-επιμορφωτικές. 2. (α) Οι τακτικές άδειες χορηγούνται σε κρατούμενους που έχουν εκτίσει τουλάχιστον τα δύο πέμπτα (⅖) της συνολικής ποινής αν αφορά φυλάκιση και τουλάχιστον τα τρία πέμπτα (⅗) αν αφορά κακούργημα. Στους κρατούμενους καταστημάτων επιπέδου Β χορηγούνται τακτικές άδειες μόνο κατά τα δύο (2) τελευταία έτη της έκτισης της ποινής που τους έχει επιβληθεί, δεν εκκρεμεί σε βάρος τους καμία ποινική ή πειθαρχική διαδικασία και δεν προκύπτει κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων ή φυγής στο εξωτερικό. (β) Οι τακτικές άδειες έχουν διάρκεια το πολύ επτά (7) ημέρες και δύνανται να παραταθούν κατά δύο (2) ημέρες, εφόσον ο τόπος μετάβασης του κρατούμενου βρίσκεται σε απόσταση τουλάχιστον διακοσίων (200) χιλιομέτρων από το κατάστημα κράτησης. Μεταξύ δύο αδειών μεσολαβούν τουλάχιστον τρεις (3) μήνες και ο συνολικός αριθμός ημερών άδειας ανά ημερολογιακό έτος δεν ξεπερνά τις τριάντα (30). 3. Οι έκτακτες άδειες χορηγούνται σε όλους του κρατούμενους στις εξής περιπτώσεις: (α) κηδείας συζύγου ή συγγενή μέχρι δευτέρου βαθμού εξ αίματος, (β) επίσκεψης σε σύζυγο ή συγγενή μέχρι δευτέρου βαθμού εξ αίματος σε εξαιρετικά κρίσιμες και έκτακτες καταστάσεις της υγείας των προσώπων αυτών. Οι έκτακτες άδειες έχουν διάρκεια μεταξύ δώδεκα (12) και είκοσι τεσσάρων (24) ωρών. 4. Οι εκπαιδευτικές άδειες χορηγούνται: (α) σε κρατούμενους που φοιτούν σε φορείς δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εφόσον τα καταστήματα κράτησης στερούνται τέτοιων φορέων και (β) σε κρατούμενους που επιθυμούν να φοιτήσουν ή να συνεχίσουν τη φοίτησή τους σε Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και Τεχνικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα που λειτουργούν στην ίδια γεωγραφική περιφέρεια με τα καταστήματα κράτησης και καλύπτει τις εξεταστικές περιόδους κάθε έτους. Για τους κρατούμενους της περίπτωσης (α) είναι δυνατή η διαμονή κατά τη διάρκεια της άδειας σε κατάστημα ημιελεύθερης διαβίωσης. 5. Οι άδειες του παρόντος άρθρου χορηγούνται από το Συμβούλιο Φυλακής, κατόπιν σχετικής αίτησης και μετά από εξέταση του κρατουμένου. Σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος για χορήγηση άδειας ο κρατούμενος δύναται να προσφύγει εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών στο
Δικαστήριο Εκτέλεσης Ποινής που αποφασίζει ως Συμβούλιο. Το Συμβούλιο Φυλακής καθορίζει τη χρονική διάρκεια της άδειας καθώς και δύναται να επιβάλει στον αδειούχο κρατούμενο περιοριστικούς όρους του άρθρου 100 του Ποινικού Κώδικα. Στην αίτηση του άρθρου 283 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ο αδειούχος κρατούμενος οφείλει να δηλώσει ρητά το λόγο που επιθυμεί τη σχετική άδεια καθώς και τη διεύθυνση της διαμονής του κατά τη διάρκεια της άδειας, η οποία πρέπει να αποδεικνύεται με κάθε πρόσφορο μέσο από τον ίδιο. Ειδικά για τους κρατούμενους θεραπευτικών καταστημάτων κράτησης και τοξικομανών κρατουμένων, απαιτείται και η σύμφωνη γνώμη του ιατρού του εκάστοτε καταστήματος. Σε περίπτωση χορήγησης άδειας σε ανήλικο κρατούμενο, προηγείται σχετική ακρόαση των γονέων του ανηλίκου, άλλως των ασκούντων την επιμέλεια του. 6. Στους κρατούμενους των καταστημάτων επιπέδου Β που δικαιούνται έκτακτης ή εκπαιδευτικής άδειας, η άδεια αυτή χορηγείται υπό τον όρο εντοπισμού των κινήσεών τους με ηλεκτρονική επιτήρηση. Στη περίπτωση αυτή εφαρμόζονται οι οικείες διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Είναι δυνατός ο καθορισμός ασφαλούς συνοδείας σε εξαιρετικές περιπτώσεις. 7. Σε περίπτωση απόρριψης αιτήματος χορήγησης εκπαιδευτικής άδειας, είναι δυνατή η παρακολούθηση μαθημάτων και ακαδημαϊκών διαλέξεων εξ αποστάσεως. Για τους κρατούμενους της ως άνω παραγράφου του παρόντος άρθρου, η παρακολούθηση μαθημάτων ή ακαδημαϊκών διαλέξεων γίνεται μόνο εξ αποστάσεως. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας και Δικαιοσύνης καθορίζονται οι προϋποθέσεις, οι λεπτομέρειες και ο σχεδιασμός ειδικά διαμορφωμένων χώρων εντός των καταστημάτων κράτησης σχετικά με την εξ αποστάσεως φοίτηση των κρατούμενων που δεν δικαιούνται εκπαιδευτικής άδειας. 8. Οι άδειες ανακαλούνται για σπουδαίο λόγο μετά από απόφαση του οργάνου που τις εξέδωσε. Οι εκπαιδευτικές άδειες παύουν με την ολοκλήρωση της φοίτησης των κρατουμένων. 9. Ο χρόνος διάρκειας των αδειών δεν αφαιρείται από τη συνολική ποινή. Με απόφαση του Συμβουλίου Φυλακής καλύπτονται κατά περίπτωση τα απολύτως αναγκαία μεταφορικά έξοδα των αδειούχων. Άρθρο 11 Συμβούλιο Φυλακής 1. Σε κάθε κατάστημα κράτησης λειτουργεί Συμβούλιο Φυλακής. Το Συμβούλιο Φυλακής είναι πενταμελές και απαρτίζεται από το διευθυντή του καταστήματος, ως πρόεδρο, τον αρχαιότερο κοινωνικό λειτουργό του εκάστοτε καταστήματος, και τρεις επιστήμονες με ειδίκευση στη νομική επιστήμη ή στη σωφρονιστική ή στη ψυχολογία ή στην εγκληματολογία, ως μέλη. Ο διευθυντής δύναται να αναπληρώνεται από τον υποδιευθυντή. Κατά τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου χρέη εισηγητή εκτελεί ο κοινωνικός λειτουργός και τηρούνται πρακτικά. Ειδικά στα θεραπευτικά καταστήματα κράτησης, συμμετέχει υποχρεωτικά ένας ιατρός ή ψυχίατρος καθώς και ένας επιστήμονας με ειδίκευση σε ζητήματα απεξάρτησης. Στα καταστήματα ανηλίκων δύνανται να συμμετέχουν και ειδικοί ψυχολόγοι εφηβικής και μετεφηβικής ηλικίας, 2. Το Συμβούλιο Φυλακής συνέρχεται τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα και εκτάκτως όταν συντρέχει ειδικός λόγος. Το Συμβούλιο βρίσκεται σε απαρτία όταν παρευρίσκονται όλα τα μέλη που το συγκροτούν και οι αποφάσεις του λαμβάνονται κατά πλειοψηφία. Σε περίπτωση ισοψηφίας επικρατεί η άποψη του Προέδρου.
3. Στις συνεδριάσεις συμμετέχει χωρίς ψήφο ο επικεφαλής του καταστήματος κράτησης. Είναι δυνατή και η συμμετοχή χωρίς ψήφο εκπροσώπου των κρατουμένων σε ζητήματα που αφορούν την οργάνωση και την εύρυθμη λειτουργία του καταστήματος κράτησης. 4. Στις συνεδριάσεις δύναται να παρίσταται, ύστερα από πρόσκληση του οργάνου ή και αυτεπαγγέλτως, και ο αρμόδιος δικαστικός λειτουργός, καθώς και ο ενδιαφερόμενος κρατούμενος, εφόσον το ζητήσει και κριθεί αναγκαίο. 5. Το Συμβούλιο Φυλακής, μεταξύ άλλων υποβάλλει στην Επιστημονική Επιτροπή Φυλακών προτάσεις για κατάρτιση σχεδίου εσωτερικού κανονισμού λειτουργίας του καταστήματος, έχει όσες αρμοδιότητες του απονέμονται ρητά δυνάμει του παρόντος νόμου. Για τον σκοπό της υποβοήθησης του έργου του προβλέπεται η ίδρυση ειδικών θεματικών επιτροπών, οι οποίες τελούν υπό την εποπτεία του Συμβουλίου Φυλακής. 6. Κατά τη διάρκεια της κράτησης ο διευθυντής του καταστήματος υποχρεούται να λαμβάνει τα αναγκαία κατά περίπτωση μέτρα προς ελαχιστοποίηση των δυσμενών επιπτώσεων ή παρενεργειών που συνεπάγεται η εκτέλεση ποινών και μέτρων ασφαλείας στερητικών της ελευθερίας. Άρθρο 12 Πειθαρχική Διαδικασία 1. Σε κάθε κατάστημα λειτουργεί Πειθαρχικό Συμβούλιο που εξετάζει πειθαρχικές αναφορές, κινεί την πειθαρχική διαδικασία κατά κρατουμένων και επιβάλλει πειθαρχικές κυρώσεις. Το Συμβούλιο αποτελείται από τον αρμόδιο δικαστικό λειτουργό ως πρόεδρο, το διευθυντή του Καταστήματος και τον κοινωνικό λειτουργό του καταστήματος ως μέλη. Οι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου προσβάλλονται με προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου Εκτέλεσης Ποινών. Το Συμβούλιο ενεργεί κατόπιν γραπτής αναφοράς κρατουμένου ή και αυτεπαγγέλτως, όταν διαθέτει επαρκείς ενδείξεις για τη τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος. 2. Παραπτώματα που μπορεί να επισύρουν πειθαρχική ποινή κατά του δράστη τους είναι μόνο τα αναγραφόμενα στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και διακρίνονται ανάλογα με τη βαρύτητά τους σε τρεις κατηγορίες. Η συμμετοχή στα παραπτώματα αυτά, καθώς και απόπειρα αυτών τιμωρούνται αναλόγως. 3. Πειθαρχικά παραπτώματα της κατηγορίας Α είναι τα ακόλουθα: (α) Απείθεια στις νόμιμες εντολές του προσωπικού του καταστήματος, όπως άρνηση παροχής οφειλόμενης υπηρεσίας ή παρεμπόδιση τρίτου να παράσχει οφειλόμενη υπηρεσία. (β) Κατοχή, χωρίς άδεια, χρημάτων ή άλλων απαγορευμένων από τον κανονισμό ειδών. (γ) Απειλή ή άσκηση ψυχολογικής βίας κατά συγκρατουμένου. (δ) Ύβρεις ή συκοφαντίες κατά του προσωπικού ή συγκρατουμένου. (ε) Συστηματική παράλειψη τήρησης των κανόνων προσωπικής υγιεινής ή του ατομικού κελιού ή θαλάμου, καθώς και ρύπανση εγκαταστάσεων ή κοινοχρήστων χώρων. (στ) Καταστροφή περιουσιακών στοιχείων του καταστήματος ιδιαίτερα μεγάλης αξίας ή ειδικής χρήσης. 4. Πειθαρχικά παραπτώματα της κατηγορίας Β είναι τα ακόλουθα: (α) Απόδραση κρατουμένου, (β) Βίαιη απόδραση περισσότερων κρατουμένων με ενωμένες δυνάμεις, (γ) Άσκηση σωματικής βίας κατά συγκρατούμενου, (δ) Άσκηση ή απειλή άσκησης βίας κατά μελών του προσωπικού του καταστήματος,
(ε) Προσβολή κατά της γενετήσιας ελευθερίας, (στ) Κατασκευή ή κατοχή αιχμηρών ή εν γένει επικίνδυνων αντικειμένων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως όπλα, (ζ) Εισαγωγή, παρασκευή, ανάμειξη, καλλιέργεια, κατοχή, διάθεση ή χρήση ναρκωτικών ή οινοπνευματωδών ουσιών ή τέλεση οποιασδήποτε άλλης εγκληματικής δράσης που εμπίπτει στον νόμου περί ναρκωτικών, (η) Δωροδοκία μέλους του προσωπικού του καταστήματος, (θ) Παρότρυνση άλλου κρατουμένου για διάπραξη των παραπτωμάτων της κατηγορίας αυτής. 5. Με την πάροδο έξι (6) μηνών από την πράξη το πειθαρχικό παράπτωμα παραγράφεται. Η προθεσμία της παραγραφής αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της πειθαρχικής διαδικασίας μέχρι έξι (6) μήνες κατά ανώτατο όριο. 6. (α) Οι πειθαρχικές ποινές που επιβάλλονται από το Πειθαρχικό Συμβούλιο εκτελούνται εντός των καταστημάτων κράτησης ή σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους εντός των καταστημάτων για τον σκοπό αυτό. (β) Για τα παραπτώματα της Κατηγορίας Α οι πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται είναι: (αα) η στέρηση δυνατότητας συμμετοχής σε εργασία ή σε πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης ή εκπαίδευσης για χρονικό διάστημα από έναν (1) έως τρεις (3) μήνες και (ββ) η στέρηση τακτικής ή εκπαιδευτικής άδειας για χρονικό διάστημα μέχρι τριών μηνών. (γ) Για τα παραπτώματα της Κατηγορίας Β οι πειθαρχικές ποινές που προβλέπονται είναι: (αα) η στέρηση από έξι (6) μήνες έως ένα (1) έτος της δυνατότητας συμμετοχής σε εργασία ή σε πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης, (ββ) ο περιορισμός από μια (1) έως δέκα (10) ημέρες σε ειδικό κελί κράτησης χωρίς επικοινωνία με άλλους κρατούμενους και με καθημερινή ιατρική παρακολούθηση και (γγ) η στέρηση τακτικών ή εκπαιδευτικών αδειών για χρονικό διάστημα έως και ένα (1) έτος και οριστική παύση χορήγησης σχετικής άδειας για τους υπότροπους. (δ) Από την επιβολή των ως άνω ποινών εξαιρούνται οι κρατούμενοι των θεραπευτικών καταστημάτων κράτησης, οι ασθενείς, οι υπερήλικες και οι ανήλικοι κάτω των δεκαέξι (16) ετών. Οι ως άνω ποινές μπορούν να επιβληθούν σωρευτικά ή να αποκτήσουν ανασταλτικό αποτέλεσμα ως προς την εκτέλεση τους. 7. Ειδικά για τους τοξικομανείς κρατούμενους που διέπραξαν το παράπτωμα της περίπτωσης ζ της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου επιβάλλεται η συμμετοχή σε συμβουλευτικό πρόγραμμα απεξάρτησης υπό την επίβλεψη του οικείου ψυχοθεραπευτή του καταστήματος κράτησης. Άρθρο 13 Απόλυση Κρατουμένων 1. Η απόλυση των κρατουμένων πραγματοποιείται με απόφαση του Συμβουλίου της Φυλακής: (α) όταν λήξει η επιβληθείσα στερητική της ελευθερίας ποινή, όπως ορίζεται στον ποινικό κώδικα, (β) για τους υπόδικους μόλις ολοκληρωθεί η προσωπική κράτηση που τους έχει επιβληθεί, σύμφωνα με τις αντίστοιχες διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και του Συντάγματος, (γ) για τους κρατούμενους καταστημάτων επιπέδου Α, μόλις αυτοί συμπληρώσουν το 67 ο έτος της ηλικίας τους και (δ) για τους κρατούμενους, οι οποίοι πάσχουν από ανίατη ασθένεια που έχει προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στην υγεία τους, αμέσως μόλις διαπιστωθεί η ύπαρξη της ασθένειας.
2. Ειδικά για τους ασθενείς κρατούμενους και τους τοξικομανείς είναι δυνατή η αναστολή της απόλυσής τους, με ειδική αιτιολογημένη απόφαση του ιατρού της φυλακής. 3. Οι κρατούμενοι, στους οποίους έχει επιβληθεί προσωπική κράτηση, απολύονται όταν αυτή λήξει ή με την εξόφληση του χρέους, για τη μη καταβολή του οποίου κρατούνται. 4. Με προεδρικό διάταγμα κατόπιν πρότασης του Υπουργού Δικαιοσύνης καθορίζονται τυχόν πρόσθετες προϋποθέσεις για την απόλυση κρατουμένων. 5. Η απόλυση λαμβάνει χώρα πάντοτε κατά τις εργάσιμες μέρες. Άρθρο 14 Κοινωνική Επανένταξη Απολυθέντων 1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και των αρμόδιων Υπουργών, ύστερα από γνώμη της Επιστημονικής Επιτροπής Φυλακών (Ε.Ε.Φ.), συστήνεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία «ΕΠΑΝΕΚΚΙΝΗΣΗ», που εποπτεύεται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης. 2. Σκοπός του νομικού προσώπου ορίζεται η επαγγελματική κατάρτιση φυλακισμένων και αποφυλακισμένων, η αποκατάσταση, η οικονομική συμπαράσταση και η προετοιμασία και προώθηση της κοινωνικής επανένταξης. Στο ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζονται τα σχετικά με τη διοίκηση, την οργάνωση, το προσωπικό, τους πόρους και τη λειτουργία του νομικού προσώπου. 3. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου δημιουργούνται ξενώνες για τους οριστικά απολυθέντες υπό την εποπτεία του ως άνω νομικού προσώπου. Η διαμονή στους ξενώνες είναι επιτρεπτή για συνολικό διάστημα τριών (3) μηνών από τη στιγμή της απόλυσης, εφόσον οι απολυθέντες στερούνται στέγης. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζονται και τα σχετικά με τη λειτουργία των ξενώνων, το προσωπικό και κάθε πρόσθετη λεπτομέρεια. 4. Με τη συνδρομή του Ο.Α.Ε.Δ., των Ο.Τ.Α. και άλλων κοινωνικών φορέων ή εθελοντών παρέχεται στους φιλοξενούμενους του ξενώνα κάθε δυνατή ενημέρωση σχετικά με την ανεύρεση εργασίας και με προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης ή προσανατολισμού. Ειδικοί επιστήμονες παρέχουν ψυχολογική υποστήριξη, όπου τούτο κρίνεται αναγκαίο, με σκοπό την άμεση επαγγελματική αποκατάσταση και την εν γένει κοινωνική επανένταξη των απολυθέντων. Άρθρο 15 Έναρξη Ισχύος του Νόμου Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Αθήνα, 1 Μαρτίου 2019 Ο ΚΑΤΑΘΕΤΩΝ ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΜΑΡΙΟΣ-ΜΙΧΑΗΛ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗΣ