ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Ημερίδα: ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΦΙΛΙΑ ΞΑΝΑ / REINVENTING CINEPHILIA Ταινιοθήκη της Ελλάδος σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Ευρωπαϊκών Ταινιοθηκών (A.C.E.) 7 ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ / 7 th ATHENS AVANT- GARDE FILM FESTIVAL Πώς μπορεί να επινοηθεί εκ νέου η κινηματογραφοφιλία στη νέα εποχή των ψηφιακών μέσων, όταν ο κινηματογράφος καλείται να ανταγωνισθεί τον καλωδιωμένο κόσμο του Διαδικτύου με τα social media σε πρωταγωνιστικό ρόλο; Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 25/10 η Hμερίδα με τίτλο Κινηματογραφοφιλία Ξανά στο πλαίσιο του 7 ου Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας, σε διοργάνωση της Ταινιοθήκης της Ελλάδας και σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Ευρωπαϊκών Ταινιοθηκών (A.C.E.). Τέσσερις ομιλητές από το εξωτερικό, όλοι τους εξέχοντα πρόσωπα του κινηματογραφικού και του ακαδημαϊκού χώρου, η Νικόλ Μπρενέζ, η Λόρα Μάλβεϊ, ο Ρομπέρτο Κιέζι και ο Ζοζέ Μανουέλ Κόστα, καθώς και η Γενική Γραμματέας του ΔΣ της Ταινιοθήκης της Ελλάδος, Μαρία Κομνηνού, εξέφρασαν τις ιδέες τους για το ρόλο που θα πρέπει να διαδραματίσουν οι Ταινιοθήκες στη σύγχρονη εποχή. Στην ημερίδα συζητήθηκε ο τρόπος που τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα και το διαδίκτυο επηρεάζουν και διαμορφώνουν τη σινεφιλία, ενώ επαναπροσδιορίστηκαν οι ρόλοι και οι στόχοι των Ταινιοθηκών σήμερα. Όλοι οι ομιλητές είχαν ως κοινό τους γνώμονα το γεγονός ότι οι μοντέρνες τεχνολογίες συμβάλλουν στην ενίσχυση της κινηματογραφοφιλίας και τοποθετούν στο επίκεντρό της τις Ταινιοθήκες του κόσμου, οι οποίες κάθε άλλο παρά παραγκωνίζονται από τις νέες αυτές κατευθύνσεις, εφόσον προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα και επωφεληθούν από τις προσφερόμενες δυνατότητές τους. Η ημερίδα ξεκίνησε με τη Νικόλ Μπρενέζ, επικεφαλής των πρωτοποριακών προγραμμάτων της Ταινιοθήκης της Γαλλίας και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Παρίσι ΙΙΙ της Σορβόννης. Η Μπρενέζ μίλησε για το συμβουλευτικό κινηματογράφο της σύγχρονης εποχής, τονίζοντας ότι οι Ταινιοθήκες οφείλουν να αποτελέσουν τόπο πολιτιστικής χειραφέτησης. Αναφέρθηκε το παράδειγμα του θεμελιωτή της εικονολογίας, Salomon Reinach - ο οποίος συνέβαλε στην αναθεώρηση της
συμβατικής αντίληψης γύρω από το ρόλο της εικόνας - ανατρέχοντας στο 1843 και την ανακάλυψη της ταλμποτυπίας, όταν ξεκίνησε και η μαζική αναπαραγωγή αντιτύπων με το χαρτί να αποδεσμεύεται από το τεχνικό του μέσο. Η Μπρενέζ παρομοιάζοντας την ανακάλυψη αυτή με τα σύγχρονα μέσα τεχνολογίας που επιτρέπουν, με την κατάργηση των χωροχρονικών ορίων, τη διακίνηση των ταινιών, ανέφερε στη συνέχεια την ανώνυμη ταινία μικρού μήκους Sarkolonization που κυκλοφορεί στο YouTube. Πρόκειται για ένα παράλληλο μοντάζ με σκηνές από την ταινία του Rene Vautier Afrique 50 και αποσπάσματα από την ιδιαίτερα ρατσιστική ομιλία του Σαρκοζί το 2007. Το Afrique 50 είναι η πρώτη γαλλική αντιαποικιοκρατική ταινία και η πλέον κατάλληλη απάντηση στα λόγια του Σαρκοζί, στο οποίο συμφώνησε και ο Rene Vautier. Η φιλμογραφία του Vautier, ωστόσο, έχει καταστραφεί σχεδόν ολοσχερώς κατά τη διάρκεια μιας δίκης εναντίον του από το Zαν- Μαρί Λε Πεν, εξαιτίας μιας ταινίας του πρώτου η οποία κατέγραφε μαρτυρίες Αλγερίων σχετικά με τα δεινά που είχαν υποστεί από τον Λε Πεν. Με αφορμή το γεγονός αυτό, η Μπρενέζ τόνισε ότι «οι Ταινιοθήκες οφείλουν να ανεβάσουν στο διαδίκτυο ταινίες που απειλούνται από το χρόνο και δεν είναι προσβάσιμες στο ευρύ κοινό, ακολουθώντας το παράδειγμα της Ταινιοθήκης της Βενεζουέλας που ανέβασε ταινίες από τον πόλεμο στο Σαλβαδόρ. Οι Ταινιοθήκες σήμερα πρέπει να συλλέξουν και να αποκαταστήσουν τις παλιές ταινίες, προσκαλώντας τον κόσμο να γνωρίσει και να διατηρήσει την ιστορία του και λειτουργώντας ως οπτική κληρονομιά, όπου το παρελθόν προστατεύει το παρόν, το οποίο έτσι χτίζει ένα μέλλον δικαιότερο». Στη συνέχεια το λόγο πήρε η Λόρα Μάλβεϊ, θεωρητικός του κινηματογράφου και σκηνοθέτις, καθηγήτρια στο τμήμα Ιστορίας της Τέχνης και Μέσων στο Πανεπιστήμιο Μπίρκμπεκ του Λονδίνου. Η Μάλβεϊ περιέγραψε τις τρεις περιόδους της δικής της σινεφιλίας, τονίζοντας πώς με τις νέες τεχνολογίες οδηγήθηκε σε έναν επαναπροσδιορισμό των χολυγουντιανών ταινιών της δεκαετίας του 50 και του 60. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, συνειδητοποίησε τη σημασία ενός αποσπάσματος μιας ταινίας και την εφήμερη φύση του μέσα στον κινηματογραφικό χρόνο. Η Μάλβεϊ τόνισε το ρόλο της ταινίας ως μνήμη και οπτικοποίηση του χρόνου, ενώ υποστήριξε ότι οι νέες τεχνολογίες αποκαλύπτουν πλευρές μιας ταινίας που παλιότερα παρέμεναν απαρατήρητες: «Με την επιβράδυνση του κινηματογραφικού χρόνου, δίνεται η ευκαιρία στο θεατή να επεξεργαστεί την ίδια την έννοια του χρόνου, καθώς και την αναπαράστασή του σε μια ταινία, ενώ οδηγείται σε ένα ταξίδι στο παρελθόν, όπου η ταινία μεταβάλλεται πλέον σε τόπο προσωπικής και συλλογικής μνήμης». Στη συνέχεια, η Μάλβεϊ περιέγραψε πώς η ίδια, όταν διαδόθηκε η χρήση του DVD τη δεκαετία του 90, επέστρεψε σε γνώριμες ταινίες ανακαλύπτοντας καινούρια νοήματα μέσω της επανάληψης (repeat) και της παύσης (stoppage). Μέσα από τις νέες αυτές τεχνολογικές δυνατότητες, «αποσπάσματα μόλις λίγων δευτερολέπτων αποκτούν αισθητική αξία από μόνα τους σε μια διαδικασία ανοικειοποίησης του οικείου». Ως παράδειγμα η Μάλβεϊ έδειξε την προβολή ενός αποσπάσματος 30 από την ταινία Οι άντρες προτιμούν τις ξανθιές, όπου η Μαίρυλιν Μονρό χορεύει με την Τζέιν Ράσελ. Η Μάλβεϊ επιμήκυνε τα 30 σε 3 μέσω της επιβράδυνσης, εστιάζοντας στην κίνηση και στη σωματικότητα της Μαίρυλιν και αποκαλύπτοντας πτυχές απαρατήρητες στα 30. Μέσα από αυτήν την επεξεργασία, που θα ήταν
ανέφικτη χωρίς τη σύγχρονη τεχνολογία, «το σώμα αποκομμένο από τη γραμμικότητα της αφήγησης και από τη σχέση αιτίου- αιτιατού αποκτά πλέον το ίδιο (αισθητική) σημασία». Παίρνοντας τον λόγο η Μαρία Κομνηνού, Διευθύντρια του 7ου Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου και καθηγήτρια στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Ε.Κ.Π.Α., και με αφορμή την κινηματογραφοφιλία σε καιρό κρίσης, έκανε μια αναδρομή στις αρχές της Μοντέρνας Σινεφιλίας η οποία γεννήθηκε μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου με βασικό εκφραστή της τον ιταλικό νεορεαλισμό. «Επρόκειτο για έναν νέο ουμανισμό ο οποίος εκμεταλλεύτηκε την αναγκαιότητα κινηματογράφησης σε συνθήκες που θύμιζαν εκείνες εν καιρώ πολέμου, όπως πολύ εύλογα έχει επισημάνει ο Μπαζέν. Το μανιφέστο του Μπαζέν στη Γαλλία τότε ενισχύθηκε και από το πάθος του Ανρί Λανγκλουά για την δημιουργία του πρώτου κύματος της Κινηματογραφοφιλίας. Ένα κύμα το οποίο έφτασε και στην Ελλάδα από ανθρώπους που είχαν το ίδιο όραμα όπως η Αγλαΐα Μητροπούλου». Η Μαρία Κομνηνού μίλησε επίσης για την πρωτοφανή κρίση που απειλεί τη συνέχιση του έργου των Ταινιοθηκών και υποβαθμίζει την τεράστια σημασία της προστασίας της κινηματογραφικής μας κληρονομιάς και τόνισε πως «παρά τις δυσμενείς συνθήκες που αντιμετωπίζει η Ταινιοθήκη της Ελλάδας, στο πλαίσιο του 7ου ΦΠΚΑ σημειώθηκε μια στροφή προς πρωτοπόρους, καινοτόμους κινηματογραφιστές οι οποίοι τολμούν να δημιουργήσουν έναν κινηματογράφο κόντρα στο εμπορικό σινεμά, κινηματογραφιστές όπως ο Ρομπέρτο Ροσελίνι, ο Πέδρο Κόστα, ο Χαρούν Φαρόκι, η Λώρα Μάλβεϊ. Όπως έχει τονίσει ο Πέδρο Κόστα, σκοπός του είναι να αποφύγει τον φθηνό ρεαλισμό και όλα τα τεχνάσματα του art cinema. Πρόκειται για έναν δημιουργό ο οποίος πηγαίνει κόντρα σε κάθε κανόνα, καταλήγοντας να φτιάχνει ταινίες που θυμίζουν έναν νέο Γκόγια ή Ρέμπραντ. Όπως και ο Ροσελίνι, έτσι και ο Κόστα εκμεταλλεύεται τα φθηνά μέσα για να επινοήσει καινοτόμες πρακτικές». Η κα Κομνηνού ολοκλήρωσε την τοποθέτησή της σημειώνοντας πως «είναι ανάγκη σήμερα να δράσουμε ως θεματοφύλακες του ελληνικού κινηματογράφου και για να το πετύχουμε χρειάζεται να ενεργοποιήσουμε μια στήριξη τόσο από τους Ευρωπαίους συναδέλφους μας όσο και από την κινηματογραφική κοινότητα. Διότι, πιστεύουμε πως, είναι εξαιρετικά σημαντικό ζητούμενο να εκπαιδεύσουμε σκεπτόμενους θεατές». Ο Ρομπέρτο Κιέζι, υπεύθυνος του Κέντρου Σπουδών του Αρχείου Παζολίνι στην Ταινιοθήκη της Μπολόνια, συνέδεσε στην ομιλία του τη σινεφιλία με το μύθο γύρω από τη ζωή και το έργο του Πιέρ Πάολο Παζολίνι. Ο Κιέζι αρχικά μίλησε για τη διαφορετική, διάχυτη από αντιθέσεις, γλώσσα των ταινιών του Παζολίνι, σε σχέση με το σύγχρονο κινηματογράφο. Στις ταινίες του Παζολίνι, «όπου κυριαρχεί η κριτική του παρόντος, ως ένα καθεστώς αποξένωσης και ως θρίαμβος του νεοκαπιταλισμού, η θρησκευτικότητα συναντά το Μαρξισμό και η μεταμοντερνιστική προσέγγιση την παράδοση. Ο Παζολίνι υπέφερε ο ίδιος τις συνέπειες της απώλειας της πολιτιστικής ταυτότητας και τον ξεπεσμό της λαϊκής κουλτούρας, πρωταρχικών πηγών έμπνευσης για εκείνον. Οι θεματικοί άξονες των ταινιών του επικεντρώνονται σε στοιχεία μιας διαφορετικότητας που έχει τις ρίζες
της στη Ρώμη, την αρχαιότητα και τον Τρίτο Κόσμο, όπου η επιθετικότητα και η δύναμη συνυπάρχουν αρμονικά με τον αισθησιασμό και τη γλυκύτητα». Η ημερίδα έκλεισε με την ομιλία του Ζοζέ Μανουέλ Κόστα, Αναπληρωτή Διευθυντή στην Ταινιοθήκη της Πορτογαλίας, ο οποίος μίλησε για τη σημασία της μουσειολογίας του κινηματογράφου και για τις νέες πρακτικές που καλούνται να ακολουθήσουν οι Ταινιοθήκες στην εποχή της τεχνολογίας. Ο Κόστα τόνισε τις νέες δυνατότητες που προσφέρονται από τις σύγχρονες τεχνολογίες και την ανάγκη για δράση εκ μέρους των Ταινιοθηκών χωρίς διάθεση νοσταλγίας. Υπογράμμισε, ωστόσο, την έλλειψη ορθολογισμού εκ μέρους των επαγγελματιών του χώρου καθώς και το ότι οι Ταινιοθήκες μετατρέπονται σε παθητικές συλλογές υπό εξαφάνιση. Στη συνέχεια, ο Κόστα εξέφρασε τις αμφιβολίες του ως προς την έννοια της αποκατάστασης των παλαιών ταινιών, δηλώνοντας ότι δεν είναι πάντα αναγκαία, ενώ κάποιες ταινίες ίσως να μην είναι καν μετατρέψιμες σε ψηφιακή μορφή. «Οι παλιές αυτές ταινίες, καθώς αποτελούν σημαντικό κομμάτι της κινηματογραφικής ιστορίας, πρέπει να διατηρηθούν ως έχουν, προκειμένου να εκπαιδεύσουν και τις νεότερες γενιές. Οι νέοι θα πρέπει να γνωρίζουν το παρελθόν όσο και το παρόν του κινηματογράφου, ενώ οι Ταινιοθήκες ασπάζονται τις καινούριες πρακτικές και προστατεύουν την ήδη υπάρχουσα κληρονομιά». Ο Κόστα απάντησε και στην άποψη ότι οι Ταινιοθήκες δεν είναι υπεύθυνες για την εφεύρεση νέων τεχνολογιών, υποστηρίζοντας ότι τουναντίον- είναι οι πιο σημαντικοί συντηρητές των μηχανημάτων, των εργαστηρίων και της τεχνογνωσίας. Ως εκ τούτου, οφείλουν να διαφυλάξουν αυτήν την τεχνολογία στην οποία εξάλλου βασίζονται οι πιο σύγχρονες τεχνολογικές μορφές. «Οι Ταινιοθήκες», κατά το Ζοζέ Μανουέλ Κόστα, «δεν πρέπει να προσαρμόσουν τις παλιές ταινίες στα σημερινά δεδομένα, αλλά να μεταλαμπαδεύσουν στους νέους τις αρχές της κινηματογραφοφιλίας». Όσον αφορά το ρόλο του διαδικτύου, ο Κόστα υποστήριξε ότι «θα επιφέρει ριζικές αλλαγές στον τρόπο διεξαγωγής της έρευνας γύρω από τον κινηματογράφο και την ιστορία του. Οι Ταινιοθήκες καλούνται να συμμετέχουν σε αυτές τις μεταβολές, διευκολύνοτας την πρόσβαση σε ταινίες μη προσβάσιμες στους θεατές».
Με τη συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης To 7o Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Αθήνας διοργανώνεται από την Ταινιοθήκη της Ελλάδος με τη συγχρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Περιφερειακής Ανάπτυξης και εντάσσεται στο ΠΕΠ ΑΤΤΙΚΗ του ΕΣΠΑ 2007-2013. Όλες οι δράσεις πραγματοποιούνται υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Ιερά Οδός 48 & Μεγάλου Αλεξάνδρου 134-136 (Μετρό Κεραμεικός) 104 35 Αθήνα Τ. (210) 36 09 695, 36 12 046 F. (210) 3628468 contact@tainiothiki.gr www.tainiothiki.gr http://www.facebook.com/tainiothikigr Βένια Βέργου Υπεύθυνη Προβολής, Τύπου, Επικοινωνίας & ΜΜΕ press@tainiothiki.gr, veniavergou@gmail.com Τηλ.: 2103612 046, 2103609695 (εσωτ. 0117)