Γενική τοποθέτηση για το σχέδιο ΓΠΧΣΑΑ 1. Ο ΣΕΠΟΧ θεωρεί ότι, κατ αρχήν, η σύνταξη του σχεδίου του Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασµού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΓΠΧΣΑΑ ή ΓΠ για συντοµία, στη συνέχεια) αποτελεί σαφώς θετική κίνηση, δεδοµένου ότι αποτελεί αναγκαίο βήµα προς την κατεύθυνση της ενεργοποίησης του Ν. 2742/99 και της διαµόρφωσης µιας συγκεκριµένης χωροταξικής πολιτικής. Για το λόγο αυτό, άλλωστε, πήρε και την πρωτοβουλία για την πρώτη σχετική δηµόσια συζήτηση του σχεδίου, σε ηµερίδα που οργάνωσε στις 20.11.2001, ενώ συµµετείχε ενεργά και στις δύο ηµερίδες που έλαβαν χώρα πρόσφατα στο Βόλο και την Αθήνα. 2. Λαµβανοµένης υπόψη της µέχρι σήµερα ουσιαστικής ανυπαρξίας στρατηγικής χωροταξίας στην Ελλάδα, κατάστασης που έχει παίξει σηµαντικό ρόλο στη δηµιουργία των έντονων προβληµάτων περιβάλλοντος και οργάνωσης του χώρου, καθώς και των σταδιακά εµφανιζόµενων παρενεργειών και στην αναπτυξιακή διαδικασία, ο ΣΕΠΟΧ πιστεύει ότι είναι αναγκαία η όσο το δυνατόν ταχύτερη διεκπεραίωση των ενεργειών που απαιτούνται για τη θεσµοθέτησή του ΓΠ, µε πρώτη την ολοκλήρωση της συζήτησής του στο ΕΣΧΣΑΑ και τη γνωµοδότηση του τελευταίου. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να διαµορφωθεί άµεσα το τελικό 1 κείµενο του ΓΠ, ενσωµατώνοντας τα συµπεράσµατα της δηµόσιας διαβούλευσης που έχει προηγηθεί. εδοµένου ότι η συζήτηση στο ΕΣΧΣΑΑ πρέπει να αφορά το εν λόγω τελικό κείµενο και όχι το υπάρχον σχέδιο κειµένου, είναι σαφές ότι η οριστική τοποθέτηση του ΣΕΠΟΧ όπως και των άλλων φορέων που συµµετέχουν στο ΕΣΧΣΑΑ θα γίνει µε βάση το τελικό κείµενο. Ωστόσο, θεωρούµε σκόπιµο να διατυπωθούν απόψεις και για το σχέδιο κειµένου, γιατί αυτό µπορεί να συµβάλλει στη συντόµευση της όλης συζήτησης. 3. Ο ΣΕΠΟΧ θεωρεί ότι, λαµβανοµένου υπόψη ότι πρόκειται για το πρώτο τέτοιο κείµενο στην Ελλάδα (µετά από ορισµένες ανάλογες απόπειρες που ανάγονται στη δεκαετία του 70), το σχέδιο του ΓΠ σε γενικές γραµµές κινείται προς την ορθή κατεύθυνση και περιλαµβάνει επιλογές που µπορούν να συµβάλλουν σηµαντικά στην επίλυση των χρόνιων προβληµάτων οργάνωσης του Ελληνικού χώρου και στην αντιµετώπιση των νέων προκλήσεων που τίθενται. Η κατ αρχή αυτή θέση δεν σηµαίνει ότι δεν υπάρχουν σηµεία που είναι συζητήσιµα ή βελτιώσιµα, και στη συνέχεια του παρόντος αυτά επισηµαίνονται. Θεωρούµε, ωστόσο, ότι οι αναγκαίες βελτιώσεις δεν προϋποθέτουν ριζικές ανατροπές και αλλαγή φιλοσοφίας, κάτι το οποίο σηµαίνει ότι η διαµόρφωση του τελικού κειµένου του ΓΠ µπορεί να γίνει, όπως αναφέρεται παραπάνω, σε σύντοµο χρονικό διάστηµα, χωρίς να οδηγήσει σε µεγάλη καθυστέρηση της διαδικασίας συζήτησης και έγκρισης. Στο πλαίσιο αυτό, πάντως, η ενσωµάτωση των προτεινόµενων βελτιώσεων είναι σκόπιµη, γιατί θα βελτιώσει την αποτελεσµατικότητα του ΓΠ και τη νοµιµοποίηση του στρατηγικού χωροταξικού σχεδιασµού. ιορθωτικές προτάσεις µε βάση το σχέδιο του ΓΠΧΣΑΑ Εισαγωγή και Μέρος Α του σχεδίου ΓΠΧΣΑΑ Στο παρόν στάδιο δεν θεωρούµε αναγκαία την λεπτοµερή κριτική των τµηµάτων «Εισαγωγή» και «Μέρος Α» (ανάλυση) του σχεδίου, δεδοµένου ότι δεν είναι σαφές σε ποιο βαθµό θα υπάρχουν και τι µορφή θα έχουν αντίστοιχα τµήµατα στο τελικό κείµενο του ΓΠ. Ανάλογα µε τις σχετικές επιλογές, θα υπάρξει και σχετική τοποθέτηση του ΣΕΠΟΧ όταν διαµορφωθεί το τελικό κείµενο. Ορισµένες γενικές εκτιµήσεις και προτάσεις για τα δύο αυτά τµήµατα είναι οι εξής: Το ζήτηµα της δεσµευτικότητας του ΓΠ: Αν και σε τελική ανάλυση το ζήτηµα ανάγεται στις υπάρχουσες νοµοθετικές προβλέψεις (και στην νοµολογία που µελλοντικά θα υπάρξει), το γεγονός ότι πρόκειται για το πρώτο τέτοιο κείµενο στην Ελλάδα καθιστά σκόπιµη µια αναφορά του ίδιου του ΓΠ στο ζήτηµα της δεσµευτικότητάς του. Κάτι τέτοιο θα διευκολύνει τη σχετική συζήτηση όταν στο µέλλον, όπως είναι αναπόφευκτο, τεθεί το θέµα, αφού δεδοµένης της διαδικασίας γνωµοδότησης και εγκρίσεων που προϋποθέτει η θεσµοθέτηση του ΓΠ θα λειτουργεί και ως οιονεί αυθεντική ερµηνεία, ή τουλάχιστον θα εκφράζει τη σχετική ερµηνεία αρκετών φορέων της διοίκησης. Οσον αφορά την ουσία του θέµατος, το ΓΠ δεν µπορεί να έχει κανονιστικό χαρακτήρα (δεσµευτικότητα απέναντι σε ιδιώτες) ούτως όµως, από την άλλη πλευρά, να θεωρηθεί ως καθαρά ενδεικτικό κείµενο (κάτι που αντίκειται άλλωστε και στις σχετικές διατυπώσεις του Ν. 2742), αλλά πρέπει να θεωρηθεί ως δεσµευτικό για τους δηµόσιους φορείς. 1 «Τελικό» µε την έννοια ότι θα έχει τη δοµή και το χαρακτήρα του κειµένου που τελικά, µετά την γνωµοδότηση του ΕΣΧΣΑΑ και τις τυχόν σχετικές τροποποιήσεις, θα προωθηθεί προς την Κυβερνητική Επιτροπή και τη Βουλή. Συνεπώς, ο όρος «τελικό» δεν έχει απόλυτο χαρακτήρα, αλλά χρησιµοποιείται για να αντιδιαστείλει το εν λόγω αναµενόµενο κείµενο από το υπάρχον σχέδιο κειµένου δεν έχει τον ίδιο χαρακτήρα. 1
Στο πλαίσιο του προηγούµενο, είναι σκόπιµο να γίνει µια αποτίµηση της συνάφειας µεταξύ Γ ΚΠΣ και επιλογών του ΓΠ (που µπορεί να χρησιµοποιηθεί στο πλαίσιο της µελλοντικής αναθεώρησης του Γ ΚΠΣ, το 2003). Η αναφορά στο/σύνδεση του ΓΠ µε το ΣΑΚΧ είναι θετική και πρέπει να διατηρηθεί. Στο υπάρχον σχέδιο υπάρχουν, σε ορισµένα σηµεία της ανάλυσης, στοιχεία που κανονικά θα πρέπει να µετατεθούν στο τµήµα των προτάσεων, ενώ παρατηρείται και το αντίστροφο πρόβληµα. Είναι αναγκαίο στο τελικό κείµενο να υπάρξουν οι κατάλληλες ανακατατάξεις κατ αντιστοιχία µε το χαρακτήρα κάθε τµήµατος. Μέρος Β του σχεδίου του ΓΠΧΣΑΑ Γενικοί στόχοι Στους στόχους του ΓΠ (παρ. 134) πρέπει να προστεθούν και οι εξής; (α) προώθηση της ποιότητας ζωής, (β) προώθηση µηχανισµών παρακολούθησης και εφαρµογής του χωρικού σχεδιασµού, (γ) συντονισµός των πολιτικών µε χωρικές επιπτώσεις. Επίσης, είναι σκόπιµη η διαφοροποίηση της αναφοράς της ένταξης της χώρας στον ευρύτερο διεθνή χώρο, από την ένταξή της στον Ευρωπαϊκό (µε την έννοια της ΕΕ) χώρο, διότι στην τελευταία περίπτωση υπάρχουν ειδικές πλευρές δεσµεύσεις και δυνατότητες που απορρέουν ακριβώς από το θεσµικό χαρακτήρα της ΕΕ. ιεθνής ρόλος χώρας Πρέπει να τεθεί σαφώς η ανάγκη αύξηση της ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας σε Ευρωπαϊκό και παγκόσµιο επίπεδο (αφού στην ΕΕ έχει υποχωρήσει και όχι απλώς παραµένει-- στην τελευταία θέση). Αυτό, σε συνδυασµό µε το ότι οι διαπεριφερειακές ανισότητες στην Ελλάδα δεν είναι πλέον έντονες, µε συγκριτικά διεθνή κριτήρια (αφού είναι από τις µικρότερες µεταξύ των κρατών-µελών της ΕΕ--βλέπε παρακάτω) οδηγεί σε, και δηµιουργεί τα περιθώρια για, κάποια επιλεκτικότητα στην αναπτυξιακή προσπάθεια, ούτως ώστε να υπάρξουν τουλάχιστον κάποιες περιφέρειες που θα µπορέσουν να ξεφύγουν από τις τελευταίες θέσεις στην Ευρωπαϊκή κατάταξη. Αυτό δεν αναιρεί την ανάγκη πολυκεντρικότητας σε εθνικό επίπεδο (αν ο όρος ερµηνευθεί µέσα στα όριά του) ενώ είναι όχι µόνο συµβατό αλλά και προϋπόθεση της παρουσίας Ελληνικών περιφερειών/πόλεων σε µια πολυκεντρική Ευρώπη. Η αναφορά άσκησης διεθνούς ρόλου σε όλα τα «µέτωπα», αλλά προφανώς ο ρόλος αυτός δεν θα είναι ο ίδιος σε σχέση µε όλες τις «µακροπεριοχές», ούτε από άποψη έντασης ούτε από άποψη περιεχοµένου. Συνεπώς, είναι σκόπιµο να υπάρξει περαιτέρω εξειδίκευση του ρόλου που επιδιώκεται ανάλογα µε τη διεθνή µακροπεριοχή αναφοράς (κάτι που θα διευκολύνει και τη διαµόρφωση αντίστοιχων στρατηγικών). Επίσης, είναι σκόπιµο να υπάρξει ρητή αναφορά στην Κύπρο (ενίσχυση δεσµών και συνοχής, τόσο για εθνικούς λόγους όσο και ενόψει ένταξης στην ΕΕ,»πύλη» προς ΝΑ Μεσόγειο). Περιφερειακή ανάπτυξη-οργάνωση Είναι αναγκαίο να γίνει σαφής αναφορά στις επιπτώσεις που έχει/πρέπει να έχει η σχετική υποχώρηση των διαπεριφερειακών ανισοτήτων (µείζονος προβλήµατος, παλαιότερα) στις διάφορες χωρικές πολιτικές (πχ. αλλαγή της βασικής φιλοσοφίας της πολιτικής κινήτρων, κατανόηση του τρόπου µε τον οποίο τίθεται σήµερα η πόλωση στην Αθήνα, ανάγκης πολιτικής υπαίθρου που δίνει έµφαση στον έλεγχο των παρενεργειών της ανάπτυξης της περιφέρειας κλπ.). Αυτό, σε συνδυασµό µε τα αναφερθέντα στο διεθνή ρόλο, επιβάλλουν µια «τρισυπόστατη» πολιτική περιφερειακής ανάπτυξης: α) Προσπάθεια ανάπτυξης ορισµένων περιφερειών (ή περιοχών) µε αναβαθµισµένο διεθνή ρόλο, που θα µπορούν να «παίξουν» στο διεθνή καταµερισµό εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, η αναφορά στους άξονες ανάπτυξης δεν µπορεί να είναι τόσο ισοπεδωτική, και να αναφέρεται µόνο σε θέµατα ισορροπίας («...ισόρροπη και περαιτέρω αποκεντρωµένη διάχυση της νέας δυναµικής προς όφελος όλων των περιφερειών της χώρας...(145γ)), αλλά πρέπει να θέσει και ορισµένες προτεραιότητες. β) Εντοπισµός των περιφερειών που αποτελούν ακόµα, µε σχετικούς όρους, ασθενείς κρίκους: Πελοπόννησος, Ηπειρος,. Μακεδονία;, Β. Αιγαίο;. Εκεί πρέπει να συνεχιστεί η περιφερειακή πολιτική «κλασικού» τύπου. γ) Πρέπει να αξιοποιηθεί περισσότερο η επισήµανση που γίνεται στην ανάλυση του σχεδίου (65)--για τις ανισότητες άλλου τύπου ως προς τις κλασικές διαπεριφερειακές: είτε ενδοπεριφερειακές οικονοµικού χαρακτήρα, είτε δια- ή ενδοπεριφερειακές αλλά µη οριζόµενες µε στενά οικονοµικούς όρους (ΑΕΠ/ απασχόληση). Κύριοι παράγοντες ανισοτήτων σήµερα είναι, έτσι: (α) οι δυσκολίες πρόσβασης (ορεινές, αποµακρυσµένες...), (β) η µη εύνοια από την ΚΑΠ (ιδίως στην παλαιότερη µορφή της). Για την αντιµετώπιση αυτών των νέων ανισοτήτων απαιτείται η διαµόρφωση αντίστοιχων συγκεκριµένων πολιτικών, ιδίως για αυτές της πρώτης περίπτωση ( ανάγκη αναπροσαρµογής κινήτρων, αφού πρώτα εντοπιστούν µε ανάλυση σε επίπεδο, πχ., περιφερειακών σχεδίων), αφού για τις δεύτερες, σε γενικές γραµµές το ζήτηµα προσεγγίζεται σε άλλα σηµεία του ΓΠ. 2
Πρέπει να υπάρξουν συγκεκριµένες κατευθύνσεις του ΓΠ για τα Περιφερειακά Πλαίσια (ενώ αντίστοιχη επεξεργασία πρέπει να υπάρξει και στο τµήµα της ανάλυσης, µε αποδελτίωση των σχετικών µελετών). Προφανώς, βέβαια, οι γενικές επιλογές του ΓΠ αποτελούν εξ αντικειµένου κατευθύνσεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη από τα Περιφερειακά Πλαίσια, αλλά ο συντονιστικός ρόλος του ΓΠ ως προς τα τελευταία απαιτεί επίσης και τα εξής: Εντοπισµό ζητηµάτων που απαιτούν διαπεριφερειακό συντονισµό (πχ. σε ορισµένες περιπτώσεις δικτύων) και παροχή κατεύθυνσης. Προσδιορισµό του ρόλου κάθε επιµέρους περιφέρειας στο πλαίσιο της συνολικής εθνικής χωροταξικής οργάνωσης. Χωρική διάσταση των τοµεακών (οικονοµικών) πολιτικών Για το ζήτηµα αυτό είναι σκόπιµο να υπάρξει συγκεκριµένο υποκεφάλαιο, κυρίως για να υπογραµµισθεί η σηµασία του. Επί της ουσίας, είναι γεγονός ότι υπάρχουν σχετικές αναφορές σε διάφορα σηµεία του σχεδίου του ΓΠ, που θα ήταν σκόπιµο να οργανωθούν σε ενιαίο τµήµα. Μια τέτοια προσέγγιση θα διευκολύνει την «ανάγνωση» του ΓΠ από διάφορους αρµόδιους φορείς (στη συγκεκριµένη περίπτωση τοµεακά οικονοµικά Υπουργεία, αλλά αντίστοιχη προσέγγιση µπορεί να υπάρξει και για άλλα θέµατα). Η αναφορά στους οργανωµένους υποδοχής των παραγωγικών δραστηριοτήτων (κυρίως: µεταποίησης, χονδρεµπορίου, και µερικώς τουρισµού) πρέπει να αποτελεί βασική επιλογή, και να γίνει σαφές ότι συνιστά στροφή σε σχέση µε το µέχρι σήµερα διάσπαρτο µοντέλο χωροθέτησης. Οσον αφορά τη γεωργική γη, πρέπει να υπάρξει ρητή αναφορά στην προστασία της, και στο ότι η τελευταία εµπεριέχει την απαγόρευση της δόµησης. Επίσης, πρέπει να ληφθεί υπόψη η πρόσφατη νοµοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Γεωργίας. Οικιστικό δίκτυο Είναι σκόπιµο να υπάρξει σαφής αναφορά στο ότι το πρότυπο που επιλέγεται δεν είναι µόνο ιεραρχικό (όπως τα κλασικά πρότυπα οικιστικού δικτύου) αλλά παράλληλα συµπεριλαµβάνει και τη διάσταση της συµπληρωµατικότητας. Στο πλαίσιο αυτό, τα «επίπεδα» αποκτούν σχετική σηµασία, και πρέπει να αποσαφηνιστούν «τύποι» και όχι µόνο επίπεδα/βαθµίδες πόλεων. Οι αναφορές στην Αθήναπου κινούνται στη σωστή κατεύθυνσηέχουν επαναλήψεις και επικαλύψεις. Βασικά θέµατα που πρέπει να τονιστούν µε σαφήνεια είναι τα εξής: (α) η παραδοχή της µη αντίθεσης της ανάπτυξης της Αθήνας µε την ανάπτυξη του υπόλοιπου ελληνικού χώρου αλλά αντίθετα της δυνατότητας (και αναγκαιότητας) συµβολής της πρώτης στη δεύτερη, αν προσανατολιστεί η Αθήνα σε δραστηριότητες διεθνούς µητρόπολης αποσαφήνιση (ήδη γίνεται µερικώς), β) τα σχετικά µε την ποιότητα ζωής πρέπει να συνδεθούν (και) µε τη λειτουργία τους ως συνιστωσών του µητροπολιτικού ρόλου (προσέλκυση διεθνών δραστηριοτήτων), γ) ποιότητα ζωής και προστασία περιβάλλοντος: οι δύο έννοιες δεν είναι εξ ορισµού ταυτόσηµες, και πρέπει να θεωρηθούν ως τουλάχιστον ισότιµες (αν όχι να προηγείται η δεύτερη). Πρέπει να γίνει αναφορά στο ζήτηµα των «δικτύων πόλεων» ως δικτύων συνεργασίας (σε αντιδιαστολή µε την έννοια του οικιστικού δικτύου) και των προϋποθέσεων για να αποκτήσουν ενεργό και βιώσιµο χαρακτήρα. Οικιστική ανάπτυξη Το ζήτηµα της οικιστικής ανάπτυξης δεν ταυτίζεται µε το ζήτηµα του σχεδιασµού του εσωτερικού χώρου των πόλεων (πολεοδοµικός σχεδιασµός), και αυτό πρέπει να γίνει σαφές στη διάρθρωση του κειµένου. Η οικιστική ανάπτυξη παραπέµπει στη διαδικασία ανάπτυξης των πόλεων, κυρίως «προς τα έξω» και συνδέεται µε το ζήτηµα των σχέσεων πόλης-υπαίθρου (χωρίς να εξαντλεί το τελευταίο). Οι αναφορές στην αρχή της «συµπαγούς πόλης» και στην ανάγκη νέου τύπου οικιστικής ανάπτυξης (οργανωµένες µορφές) που υπάρχει είναι απολύτως ορθή.. Η καταστολή αυθαίρετης δόµησης: προϋποθέτει αλλαγή του σηµερινού τρόπου ελέγχου που έχει αποτύχει. Το γεγονός αυτό πρέπει να επισηµανθεί, και να προταθεί νέα προσέγγιση, δεδοµένου ότι η αυθαίρετη δόµηση αποτελεί κοµβικό πρόβληµα του µοντέλου χωρικής ανάπτυξης στην Ελλάδα (σχετική αναφορά γίνεται (166α) αλλά πρέπει να γίνει σαφέστερη). 3
Εκτός σχεδίου δόµηση: η άµεση κατάργηση παρεκκλίσεων αρτιότητας αναφέρεται ως πρώτο βήµα και είναι θετική, αλλά σκόπιµο είναι να γίνει και πιο αναλυτική αναφορά στο τι µπορεί αυτό να σηµαίνει. Αστικό χώρος-πολεοδοµικός σχεδιασµός Όπως προαναφέρθηκε, υπάρχει διαφοροποίηση µεταξύ του θέµατος αυτού και της οικιστικής ανάπτυξης. Πρέπει να γίνει αναφορά στην ανάγκη προώθησης των σχεδίων του Ν. 2508/97 (ΓΠΣ και ΣΧΟΟΑΠ) και ει δυνατόν να υπάρξουν σχετικά χρονοδιαγράµµατα (συνολικοί ρυθµοί) 2. Πρέπει να γίνει αναφορά στην χρονίζουσα ανάγκη επικαιροποίησης των ρυθµιστικών σχεδίων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Τα πολύ µεγάλα προβλήµατα των ελληνικών πόλεων σήµερα επιβάλλουν µια αποφασιστική στροφή προς ολοκληρωµένες αναπλάσεις τύπου regeneration. Αν και στις ελληνικές συνθήκες τέτοιες αναπλάσεις παρουσιάζουν µείζονες δυσκολίες, πρέπει να τονιστεί η ανάγκη να αρχίσουν να προωθούνταιως σήµερα δεν έχει υπάρξει καµίασε περιοχές στρατηγικού ενδιαφέροντος ή µε πιλοτικό/επιδεικτικό χαρακτήρα). Η διατήρηση και αναπλάσεων «µερικού» χαρακτήρα (µε έµφαση κυρίως στο δηµόσιο χώρο, όπως ως σήµερα) είναι επίσης επιθυµητή και πρέπει να αναφέρεται, αλλά µε παράλληλη ενίσχυση µηχανισµών ελέγχου και διαχείρισης της χρήσης του δηµόσιου χώρου καθώς και καθορισµού χρήσεων γης, για να αντιµετωπιστούν τα προβλήµατα εκφυλισµού που συχνά χαρακτηρίζουν τις αναπλάσεις που βασίζονται σε πεζοδροµήσεις µέχρι σήµερα. Το ζήτηµα της εικόνας της πόλης (µε επιµέρους διαστάσεις την ποιότητα της αρχιτεκτονικής, την ποιότητα της αστικής σύνθεσης, και τις διαφηµίσεις) πρέπει να αναφερθεί αυτοτελώς λόγω της σηµασίας του. Πρέπει να γίνει αναφορά στην ανάγκη ελέγχου των κατά τόπους πολύ υψηλών πυκνοτήτων, καθώς και στη µείωση (οριζοντίως σε εθνικό επίπεδο) των υφιστάµενων πολύ υψηλών Σ. Πρέπει να γίνει αναφορά στην ανάγκη γενίκευσης των σχεδίων χρήσεων γης στις πόλεις σε συνδυασµό µε τη δηµιουργία κατάλληλου µηχανισµού εφαρµογής (χωρίς τον οποίο ο σχεδιασµός χρήσεων γης µένει κενό γράµµα). Στο πλαίσιο αυτό, απαιτείται επίσης η κωδικοποίηση των χρήσεων γης (ενιαίος κώδικας για τον αστικό χώρο και την ύπαιθρο). Σχεδιασµός της υπαίθρου Σχέδια χρήσεων γης υπαίθρου. Πρέπει να αποσαφηνιστεί ακόµα σαφέστερα ότι δεν εξαντλούνται στα νέα ΓΠΣ και ΣΧΟΟΑΠ, αφενός γιατί θα απαιτηθεί πολύ µακρύ χρονικό διάστηµα για να καλυφθεί το σύνολο της επικράτειας από αυτά, και αφετέρου επειδή η προώθησή τους συνδέεται µε πολεοδοµικές προτεραιότητες που δεν ταυτίζονται πάντα µε τις προτεραιότητες υπαίθρου. Συνεπώς, χρειάζεται η παράλληλη προώθηση και «αυτοτελών» σχεδίων χρήσεων γης στην ύπαιθρο που έχουν να καλύψουν άλλες ανάγκες (ΕΠΜ, ΕΧΜ/ΖΟΕ, ΠΕΧΠ κλπ.) σε (α) περιαστικές ζώνες µε πίεση (όταν δεν ξεκινά άµεσα ΓΠΣ) και οπωσδήποτε στην Αττική, την Επαρχία Θεσσαλονίκης και τις πρωτεύουσες των περιφερειών, (β) παράκτιες ζώνες, (γ) κατά µήκος αξόνων ανάπτυξης, καιπροφανώς(δ) περιοχές προστασίας φύσης (βλέπε σχετικά). Πρέπει να υπάρξει αναφορά στην προστασία του τοπίου, ως αυτοτελούς αξίας (βλέπε σχετική διεθνή σύµβαση) (υπάρχουν διάφορες διάσπαρτες αναφορές, κυρίως σε ορεινό χώρο και νησιά, αλλά καλό θα ήταν να τεθεί και ως οριζόντιος στόχος, που δεν αφορά µόνο τις «εξαιρετικές» περιοχές βλέπε και την προβληµατική των «πολιτιστικών τοπίων»). Προστασία φύσης Η έννοια είναι συγγενής µε το σχεδιασµό της υπαίθρου αλλά δεν ταυτίζεται µε αυτήν. Πρέπει να γίνει αναφορά στην «ενιαία προσέγγιση της προστασίας της φύσης», που δεν περιορίζεται στις περιοχές υψηλής οικολογικής σηµασίας (που ορθώς αναφέρονται βλέπε δίκτυο NATURA) αλλά και σε «κοινότερα» οικοσυστήµατα που όµως είναι αναγκαία ως συνδετήριος ιστός των προηγούµενων. 2 Προφανώς κάτι τέτοιο θα µπορούσε να γίνει µέσω µιας «στρατηγικής διατύπωσης» της πολεοδοµικής πολιτικής της χώρας, αλλά ελλείψει κατάλληλου πλαισίου για κάτι τέτοιο, το ΓΠ µπορεί να καλύψει προς το παρόν το ρόλο αυτό (αντίστοιχη προσέγγιση χαρακτηρίζει και ορισµένες άλλες προτάσεις του παρόντος). 4
Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει στην προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων.. Στο ζήτηµα των υδατικών πόρων, πρέπει να γίνει επικαιροποίηση του σχεδίου του ΓΠ, µε βάση τα νεώτερα δεδοµένα (Οδηγία ΕΕ κλπ.). Παράκτιες περιοχές και νησιά Ενώ το σχετικό κεφάλαιο του σχεδίου του ΓΠ ξεκινά από αναφορά και στις δύο αυτές κατηγορίες χώρου, στη συνέχεια αναφέρεται µόνο στα νησιά. Είναι αναγκαία η αναφορά και στον παράκτιο χώρο, αλλά αυτό δεν σηµαίνει απλή αναφορά στον τελευταίο αλλά και διαφοροποίηση σε ορισµένα σηµεία µεταξύ πολιτικής για τον παράκτιο ηπειρωτικό χώρο και πολιτικής για τα νησιά (ιδίως για τα µικρότερα). Πολιτική γης Πρέπει να επισηµανθεί η ανάγκη µεταρρύθµισης της πολιτικής γης, που αποτελεί ασθενή κρίκο του σηµερινού µοντέλου χωρικού σχεδιασµού, και αποκλείει υπό τη σηµερινή µορφή της ορισµένες νέες πρωτοβουλίες και αναπροσανατολισµούς. Στο πλαίσιο αυτό, οι σχετικές κατευθύνσεις (που πρέπει να υλοποιηθούν µε κατάλληλες νοµοθετικές πρωτοβουλίες) πρέπει να είναι η αξιοποίηση της µεταφοράς του Σ (σε εξέλιξη), η εισαγωγή µηχανισµών αντισταθµιστικού χαρακτήρα (αναφέρεται, ορθά), η εισαγωγή (επιχειρησιακά) οικονοµικών µηχανισµών, η σύνδεση της φορολογικής πολιτικής ακινήτων µε τις προτεραιότητες της χωρικής πολιτικής (και όχι µόνο µε αυτές της δηµοσιονοµικής), η επιστροφή µέρους της γαιοπροσόδου στο δηµόσιο σε συνδυασµό και µε την προώθηση της αρχής ο ρυπαίνων πληρώνει (τα πράσινα τέλη αποτελούν βήµα προς αυτή την κατεύθυνση), η ενεργοποίηση του αστικού αναδασµού (κάτι που προϋποθέτει προβληµατισµό για τις αιτίες αποτυχίας του µέχρι σήµερα κλπ.). Μεταφορές Στο ζήτηµα των µεταφορών πρέπει να υπάρξουν σαφέστερες διατυπώσεις και επιλογές, και χαρτογραφική στήριξη. Στο πλαίσιο αυτό, είναι αναγκαίο να δοθεί µεγαλύτερη βαρύτητα και στις θαλάσσιες µεταφορές (ζήτηµα που συνδέεται και µε το διεθνή ρόλο της χώρας). ιοικητική γεωγραφική οργάνωση Είναι σκόπιµο να υπάρξει αναφορά στην ανάγκη ενός σχήµατος µητροπολιτικής διοίκησης (έστω και χωρίς να εξειδικευθεί ο χαρακτήρας της). Μέρος Γ του σχεδίου ΓΠΧΣΑΑ Ειδικά Πλαίσια και άλλα χωροταξικά εργαλεία Πρέπει να υπάρξει συγκεκριµένη αναφορά στα αναγκαία κατά προτεραιότητα Ειδικά Πλαίσια (όχι απλώς ενδεικτικές δυνατότητες). Ιδιαίτερα κρίνεται σκόπιµη η ύπαρξη ΕΠ για τα εξής πεδία: µεταφορές, κοινωνία της γνώσης (ανωτάτη εκπαίδευση/ Ε&Τ/ ΚτΠ), προστασία φύσης, οδηγία για πολεοδοµικό σχεδιασµό, οδηγία για ΠΠ (οµογενοποίηση...). Η αναφορά αυτή πρέπει να συνδυαστεί µε συγκεκριµένες κατευθύνσεις (προς εξειδίκευση από το ΕΠ) και χρονοδιάγραµµα. (όσον αφορά τα σε εξέλιξη ΕΠ, όπως αυτό των ακτών, πρέπει επίσης να υπάρξουν τέτοιες αναφορές στο ΓΠ, ούτως ώστε να είναι εµφανής ο συντονισµός µεταξύ του τελευταίου και των εν λόγω ΕΠ). Πρέπει να υπάρξει αναφορά στις διαδικασίες αξιοποίησης-εφαρµογής των νέων χωροταξικών εργαλείων ΠΕΧΠ, ΠΟΑΠ και ΣΟΑΠ. Αν και ο συγκεκριµένος καθορισµός του γίνεται από τα Περιφερειακά Πλαίσια, είναι σκόπιµο να δοθούν σχετικές κατευθύνσεις για το ρόλο κλπ. αυτών των εργαλείων (µε βάση τις σχετικές αναφορές στο Ν. 2742, αλλά µε περαιτέρω ανάπτυξή τους) στο ΓΠ. Μηχανισµοί εφαρµογής Πρέπει να γίνει συγκεκριµένη αναφορά, µε κατευθύνσεις και χρονοδιάγραµµα, στα εξής θέµατα (που µερικώς υπάρχουν σε διάφορα σηµεία του σχεδίου του ΓΠ): Ανάγκη ριζικής µεταρρύθµισης του µηχανισµού ελέγχου της αυθαίρετης δόµησης. 5
Εισαγωγή µηχανισµών ελέγχου και διαχείρισης του δηµόσιου χώρου της πόλης (πεζόδροµοι: έλεγχος κυκλοφορίας και στάθµευσης, κατάληψη δηµόσιου χώρου από καταχρηστικές χρήσεις κλπ.). Απλοποίηση συστήµατος χωρικών σχεδίων (µείωση «επιπέδων» και βηµάτων) και περιορισµός του χρόνου εκπόνησης και έγκρισης των διαφόρων σχεδίων. Συνδυασµός αποκέντρωσης (ΤΑ, ΝΑ, περιφερειακή διοίκηση) µε µηχανισµούς κεντρικού/επιτελικού ελέγχου και ασφαλιστικές δικλείδες. Εισαγωγή του θεσµού της στρατηγικής εκτίµησης χωρικών επιπτώσεων. Χρονοδιάγραµµα εφαρµογής του ΓΠΧΣΑΑ Θα πρέπει να υπάρξει συγκεκριµένο και σαφές χρονοδιάγραµµα για την εφαρµογή του ΓΠ. Ενδεικτικά, είναι αναγκαίο: Να οµογενοποιηθούν και προσαρµοστούν στο Ν. 2742 οι υφιστάµενες µελέτες των χωροταξικών σχεδίων των περιφερειών, ούτως ώστε να θεσµοθετηθούν ως ΠΠ. Να µελετηθούν και θεσµοθετηθούν ορισµένα ακόµα ΕΠ (βλέπε παραπάνω) Να γίνουν µέχρι το 2006-2007 (αν υποτεθεί ότι θεσµοθετούνται µέσα στο 2002) δύο αξιολογήσεις του ΓΠ, των 12 ΠΠ και των ΕΠ. Να γίνει τουλάχιστον µια αναθεώρηση των παραπάνω σχεδίων µέσα σε µια πενταετία (=θεσµοθέτηση το 2007), κάτι που σηµαίνει ότι οι σχετικές µελέτες πρέπει να γίνουν στο διάστηµα 2005-2006. Να εξειδικευθούν τα ΠΠ και ΕΠ Να µελετηθούν οι προδιαγραφές των ΠΕΧΠ, ΠΟΑΠ και ΣΟΑΠ, να προωθηθούν ορισµένες αντίστοιχες µελέτες, να θεσµοθετηθούν, και να γίνουν και ορισµένα µέτρα εφαρµογής αρµοδιότητα ΥΠΕΧΩ Ε (θεσµικά, οργανωτικά)παράλληλα µε τα µέτρα εφαρµογής αρµοδιότητας άλλων φορών. Να υλοποιηθεί το Παρατηρητήριο Χωροταξίας Χρηµατοδότηση Μακροχρόνια (µετά το Γ ΚΠΣ) είναι αναγκαίο να εξευρεθούν σταθεροί πόροι για τη χρηµατοδότηση της χωροταξίας, που από τη φύση της δεν µπορεί να χρηµατοδοτηθεί µε ιδιωτικούς πόρους. Η αποδοχή της πρότασης για πράσινα και χωρικά τέλη µπορεί να επιτρέψει τη δηµιουργία ειδικού Ταµείου, που θα τροφοδοτείται από τους πόρους αυτούς, για τη χρηµατοδότηση χωροταξικών δράσεων. Η εξυγίανση του ΕΤΕΡΠΣ, που επί χρόνια δεν εξυπηρετεί µε συνέπεια τον αρχικό προορισµό του, θα µπορούσε επίσης επικουρικά να συµβάλει στη χρηµατοδότηση (και) της χωροταξίας. Πρέπει να επιβεβαιωθεί η διάθεση στη χωροταξία των πόρων που προβλέπει ο µέχρι σήµερα επίσηµος σχεδιασµός του ΕΠΠΕΡ, να αποσαφηνιστεί το τι ανάλογους πόρους προβλέπονται στα ΠΕΠ, και να εξευρεθούν πρόσθετοι πόροι για τη χρηµατοδότηση χωροταξικών παρεµβάσεων (σε αντιδιαστολή προς τις µελέτες). 6