Η εξέλιξη της επιστηµονικής σκέψης και του πειραµατισµού στην Ελληνιστική

Σχετικά έγγραφα
ΓΥΝΑΙΚΕΙΟΙ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΙ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

Αναλυτικό Πρόγραµµα Σπουδών του Μαθήµατος. Α Τάξη 1 ου Κύκλου Τ.Ε.Ε. 3 ώρες /εβδοµάδα. Αθήνα, Απρίλιος 2001

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ: ΘΕΜΑ: Ενηµερωτικό σηµείωµα για το πρόβληµα της παράνοµης υλοτοµίας και ειδικά αυτό της καυσοξύλευσης

7. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΝΟΗΜΑΤΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΤΑΞΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2014

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ 13 Α' ΜΕΡΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897 ΣΤΟ ΓΟΥΔΙ

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΜΕΛΕΤΗΣ Τιµαριθµική 2012Γ

Σηµειώσεις στις Εµπορικές Εταιρίες

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΙΑΚΙΝΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗ ΓΕΩΜΕΤΡΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ FREDERICK

Ενότητα 2. Γενικά Οργάνωση Ελέγχου (ΙΙ) Φύλλα Εργασίας Εκθέσεις Ελέγχων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

5 η Ενότητα Κουλτούρα και στρατηγική

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ΦΛΩΡΙΝΑ) ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

14.00 µ.µ µ.µ. ένα (1) άτοµα (προετοιµασία παρασκευή) π.µ π.µ. δύο (2) άτοµα (προετοιµασία παρασκευή)

Αφήγηση. Βασικά στοιχεία αφηγηµατικού κειµένου:

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΝΟΤΗΤΩΝ Α ΤΑΞΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 3

«Πολιτιστικές διαδροµές στα µεταλλευτικά τοπία της Kύθνου»

ΤΙΤΛΟΣ I ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

Πρακτικό 6/2012 της συνεδρίασης της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής, του Δήμου Λήμνου, της 4ης Μαΐου 2012.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Τρίτη, 23 Μαΐου 2006 Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΕΚΦΡΑΣΗ - ΕΚΘΕΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

ΤΟ ΝΕΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ


4 Περίοδοι µε 3ωρα ιαγωνίσµατα ΕΚΤΟΣ ωραρίου διδασκαλίας!!! ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΑΓΩΝΙΣΜΩΝ

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ - ΟΧΙ ΣΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Θα ξεκινήσουµε την ανάλυσή µας µε τις αλλαγές στον ν. 2238/1994, στη συνέχεια στο Π.. 186/1992 (Κ.Β.Σ.) και έπειτα στον ν. 2859/2000 (Φ.Π.Α.).

«ΑΝΩ ΛΙΟΣΙΑ: ΤΟΠΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ, ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ»

ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΕΣ ΟΜΑΔΑΣ PROJECT ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ: ΟΜΑΔΑ PROJECT ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ:

Η ΦΙΛΙΑ..!!! Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Γενική τοποθέτηση για το σχέδιο ΓΠΧΣΑΑ

Απομόνωση χλωροφύλλης

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΑΣΦΑΛΩΣ ΚΑΤΟΙΚΕΙΝ» ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΟΙ ΧΩΡΟΙ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΝΑΥΠΗΓΩΝ ΜΗΧ/ΓΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ. ΘΕΜΑ: Προστασία µε επιµεταλλώσεις. Σκαβάρας Παναγιώτης

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ

Η υποστήριξη της επαγγελματικής μάθησης μέσα από την έρευνα-δράση: διαδικασίες και αποτελέσματα

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση θα εφαρμοστεί με τα παρακάτω Εργαλεία

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2010 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

35η ιδακτική Ενότητα ΕΝΟΧΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ( ΕΝΟΧΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

Σηµειώσεις στο ταξινοµούµε

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ Η/Μ ΕΡΓΑΣΙΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ο ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. 3.1 Εισαγωγή

Αξιολόγηση Προγράμματος Αλφαβητισμού στο Γυμνάσιο Τρίτο Έτος Αξιολόγησης

Τ.Ε.Ι. ΛΑΜΙΑΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ Ο ΗΓΟΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΤΩΝ

ΓΡΑΠΤΟΣ ΛΟΓΟΣ

Η αστική ευθύνη των διοικούντων Α. Ε Π για φορολογικές οφειλές έναντι του ελληνικού δηµοσίου

Βιβλιοπαρουσίαση: Χτίζοντας ένα δηµοκρατικό και ανθρώπινο σχολείο

Πρώτη διδακτική πρόταση Χρωματίζοντας ένα σκίτσο

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣΧΕ ΙΟ. «Στρατολογία των Ελλήνων» Άρθρο 1 Υπόχρεοι σε στράτευση

ΣΩΜΑ ΠΡΟΣΚΟΠΩΝ ΚΥΠΡΟΥ

Πολιτική Πρόταση για μια Προοδευτική Διέξοδο Από την Κρίση

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

Ειδικότητα: Ύφασµα Ένδυση

ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ

ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΡΟΣΒΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ Ο ΙΚΩΝ ΑΞΟΝΩΝ

: Aύξηση φόρου εισοδήµατος, και µείωση µισθών

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2005 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. C 372 της 09/12/1997 σ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Γ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Η Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας στην Κύπρο έχει οργανωθεί σε τομείς που υπόκεινται στις ακόλουθες ρυθμίσεις:

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Η ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΘΗΚΗ

Σε ποιες κατηγορίες μειώνεται η σύνταξη από 1/1/2009 (σε εφαρμογή του Ν.3655/2008)

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ Κεφάλαιο 3 ο

ΚΩΣΤΑΣ ΣΥΡΓΟΥΔΗΣ_επιµόρφωση β ΜΑΘΗΜΑ: Γλώσσα Γ τάξης, ανθολόγιο «Ο ωραίος Δαρείος», της Σοφίας Ζαραµπούκα.

Ένα ακόμα φορολογικό σύστημα εναντίον των Μμε

Κίνδυνοι στα σπήλαια

ΣΧΕΔΙΟ. ΝΟΜΟΣ. Δηµόσιες υπεραστικές οδικές µεταφορές επιβατών. Κεφ. Α - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ. Άρθρο 1 Σκοπός πεδίο εφαρµογής

Αναλυτικό Πρόγραµµα Σπουδών του Μαθήµατος. Α Τάξη 1 ου Κύκλου Τ.Ε.Ε. 2 ώρες /εβδοµάδα. Αθήνα, Απρίλιος 2001

ΤΑΞΗ: ΣΤ Δημοτικού ΠΙΘΑΝΟΤΗΤΕΣ

Πρότυπο Σχέδιο Δράσης για τα Συμβούλια Ένταξης Μεταναστών

Μη ανταγωνιστικές δραστηριότητες και παιχνίδια (υλικό)

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Β) Ντάκουλας Κωνσταντίνος Παππάς Βασίλης Πάσχος Αλέξανδρος Τσούκος Ηρακλής. Γ) Γείτονα Ανθή Πάτση Συμέλα Σκινήτης Φίλιππος Χασκή Βασιλική

Πρακτικό εργαλείο. για την ταυτοποίηση πρώτου επιπέδου των θυμάτων παράνομης διακίνησης και εμπορίας. τη σεξουαλική εκμετάλλευση

Κεφάλαιο Πέμπτο Εθνοπολιτισμική Ζωή και Εμπειρίες Ελληνικότητας των Ελληνοαυστραλών Εφήβων

Υποψήφιοι Σχολικοί Σύμβουλοι

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ (Τ.Ε.Ι.Κ.) ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ (ΣΤΕΓ) ΤΜΗΜΑ ΦΥΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ (Φ.Π.) ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

Άρθρο 2 -Καταχώρηση και τήρηση στοιχείων σε ηλεκτρονική µορφή

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΥΠ.Ε.Π.Θ. / ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ»

«Αναδιάρθρωση της καλλιέργειας του καπνού µε άλλες ανταγωνιστικές καλλιέργειες»

Τρίτη, 2 Σεπτεμβρίου 2014 Αριθ. Τεύχους: 200 Περιεχόμενα

Τοποθέτηση Δημάρχου Γ. Πατούλη. για τεχνικό πρόγραμμα 2010

ΝΟΜΟΣ 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α ) Μειοδοτικό σύστηµα ανάθεσης των δηµοσίων έργων και άλλες διατάξεις

4 ο ΛΥΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΕΚΘΕΣΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΕ ΘΕΜΑ. Ε ιµέλεια Εργασίας :Τµήµα Α4

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΣΕΒΕ ΣΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Θεσσαλονίκη,

Α. ΟΡΓΑΝΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

1. ΕΡΩΤΗΣΗ: Οι ρυθμίσεις του νόμου για το Ασφαλιστικό θα είναι μόνιμες; Οι περικοπές του σταθερές; ΑΠΑΝΤΗΣΗ:

ΙΙ, 3-4. Α. Ερωτήσεις ανοικτού τύπου ή ελεύθερης ανάπτυξης

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ A1. Ο συγγραφέας ορίζει το φαινόμενο του ανθρωπισμού στη σύγχρονη εποχή. Αρχικά προσδιορίζει την

ΕΘΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΕΩΝ

Transcript:

ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ Η εξέλιξη της επιστηµονικής σκέψης και του πειραµατισµού στην Ελληνιστική εποχή Παρά τους διαρκείς πολέµους και το κλίµα σχετικής ανασφάλειας, κατά την Ελληνιστική περίοδο παρατηρήθηκε µια πρωτοφανής ανάπτυξη των επιστηµών και της τεχνολογίας, που έθεσε στην ουσία τις βάσεις για το µετέπειτα επιστηµονικό εποικοδόµηµα όλου του δυτικού πολιτισµού. Οι λόγοι για την άνθηση της θετικής σκέψης ήταν αφενός οι κοινωνικές και πολιτικές µεταβολές και αφετέρου η επαφή µε τους ανατολικούς πολιτισµούς, που είχαν εξελίξει αρκετά κάποιους τοµείς, όπως τα µαθηµατικά ή η κατεργασία υλικών. Η εξάπλωση των Ελλήνων στη Μέση Ανατολή και οι µακρόχρονες εκστρατείες του Αλεξάνδρου δηµιούργησαν από µόνες τους την ανάγκη για µεγαλύτερη και ακριβέστερη γνώση σε ορισµένους τοµείς: οι πορείες τόσων χιλιάδων χιλιοµέτρων δεν θα ήταν εφικτές χωρίς καλές γεωγραφικές γνώσεις και υπολογισµούς αποστάσεων. Οι πολιορκίες πόλεων αλλά και η αποτελεσµατική άµυνα διευκολύνθηκαν σηµαντικά από τις εφευρέσεις νέων πολεµικών µηχανών. Η επαφή µε νέες ενδεχοµένως ασθένειες, αλλά και η συχνή ανάγκη για φροντίδα των τραυµάτων των πολεµιστών έδωσαν µια ώθηση στην ιατρική παρατήρηση και πράξη. Από την άλλη πλευρά, τα νέα ελληνιστικά βασίλεια προσέφεραν εξέχουσα θέση στην επιστηµονική σκέψη και αποτέλεσαν φυτώρια για νέες επιστηµονικές ανακαλύψεις και τεχνολογικές εφευρέσεις. Οι ελληνιστικοί βασιλείς επένδυσαν στη γνώση και την έκαναν και αυτή πεδίο ανταγωνισµού, από το οποίο αντλούσαν τόσο πρακτικά όσο και ηθικά οφέλη είχε γίνει αντιληπτό ότι η υπεροχή στη γνώση αποτελούσε εχέγγυο και για την υπεροχή στον πόλεµο, στο εµπόριο αλλά και στον πολιτισµό γενικότερα και αυτό τόνωνε την υπερηφάνεια των µοναρχών τουλάχιστον. Για τον λόγο αυτό έθεσαν τις επιστήµες όπως άλλωστε και τις τέχνες και τη φιλοσοφία υπό κρατική προστασία, δηµιουργώντας ερευνητικά κέντρα και βιβλιοθήκες και παρέχοντας γενναίες επιχορηγήσεις στους ερευνητές. Πρωτοπόροι σε αυτό στάθηκαν οι Πτολεµαίοι της Αιγύπτου. Ήδη ο Πτολεµαίος Α ο Φιλάδελφος έθεσε τις βάσεις της περίφηµης Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας αλλά και του Μουσείου, ενός πνευµατικού ιδρύµατος όπου ζούσαν, µελετούσαν και δίδασκαν επιστήµονες όλων των ειδικοτήτων από όλα τα µέρη του ελληνικού κόσµου. Οι Ατταλί- Κιονοστοιχία από τη Βιβλιοθήκη της Περγάµου.

δες τους µιµήθηκαν δηµιουργώντας στην Πέργαµο µία ακόµη µεγάλη βιβλιοθήκη αλλά και µετακαλώντας στα ανάκτορά τους σηµαντικούς εκπροσώπους της επιστηµονικής και φιλοσοφικής διανόησης του 3ου και 2ου αιώνα π.χ. Αν και οι Σελευκίδες δεν ακολούθησαν µια αντίστοιχη πολιτική πατρωνίας των επιστηµών και των γραµµάτων, γνωρίζουµε ότι η Αντιόχεια αποτέλεσε ένα από τα σηµαντικότερα πνευµατικά κέντρα του ελληνιστικού κόσµου. Εκεί, αλλά και στη Βαβυλώνα, στη Σελεύκεια στον Τίγρη και σε άλλες µεγάλες πόλεις, οι Έλληνες ήρθαν άλλωστε σε επαφή µε τις βαβυλωνιακές κατακτήσεις στα µαθηµατικά και στην αστρονοµία. Εκτός όµως από τις νέες πρωτεύουσες, και οι προγενέστερες ελληνικές πόλεις µε τη µακραίωνη ιστορία εξακολούθησαν να συντηρούν τις δικές τους σχολές, όπου έκαναν τα πρώτα τους επιστηµονικά βήµατα σηµαντικοί επιστήµονες. Η Έφεσος, η Λάµψακος, η Πέργη, η Ταρσός, η Κυρήνη, αλλά και οι Συρακούσες στη Σικελία και φυσικά η Αθήνα είχαν τη δική τους ξεχωριστή συµβολή στην πνευµατική και επιστηµονική αυτή άνθηση. Η επαφή µε τους ανατολικούς πολιτισµούς είχε, όπως αναφέραµε στην αρχή, και αυτή το µερίδιό της στην ανάπτυξη των επιστηµών κατά την Ελληνιστική περίοδο, αν και δεν ήταν φυσικά παρθενική. Και οι πρώτες φιλοσοφικές αναζητήσεις των Ιώνων φιλοσόφων έχουν αποδοθεί εν µέρει στη µεταλαµπάδευση γνώσεων από την Ανατολή που ακολούθησε τον ιωνικό αποικισµό, και είναι εξάλλου γνωστή η πεποίθηση των κλασικών χρόνων, που απηχείται στον Πλάτωνα, ότι πατρίδα κάθε γνώσης είναι η Αίγυπτος. Παρ όλα αυτά, η µεταγενέστερη επιστήµη και ιστοριογραφία, ειδικά από την Αναγέννηση και µετά, δηµιούργησε το στερεότυπο ότι οι Έλληνες ήταν φορείς κάθε ορθολογικής και επιστηµονικής σκέψης, ενώ οι ανατολικοί πολιτισµοί είχαν θεµελιωθεί πάνω στην πίστη, στη δεισιδαιµονία και στο µυστικισµό. Σήµερα, όµως, είναι πια κατανοητό ότι οι πολιτισµοί αυτοί, προηγµένοι σε πολλούς τοµείς, διέπραξαν το ιστορικό λάθος να κρατούν τη γνώση εγκλωβισµένη εντός µιας µικρής κοινότητας ανώτερων θρησκευτικών και κρατικών αξιωµατούχων, ενώ οι Έλληνες αντίθετα την εκδηµοκράτισαν, καθιστώντας την προσιτή σε ευρύτερα κοινωνικά στρώµατα (όχι όµως σε όλα). Από την Ανατολή οι Έλληνες είχαν πάρει κατά τους αρχαϊκούς χρόνους τη χρήση του αλφαβήτου και του νοµίσµατος, µε τις αλεξανδρινές κατακτήσεις όµως µπόρεσαν να εντρυφήσουν πλέον στο βαβυλωνιακό εξηκονταδικό ή στο αιγυπτιακό δεκαδικό αριθ- µητικό σύστηµα, πυροδοτώντας νέες εξελίξεις στην αστρονοµία και στη γεωµετρία, Το νέο υπερσύγχρονο κτίριο της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας

και να γνωρίσουν την αιγυπτιακή ιατρική, πολύ περισσότερο βασισµένη στην παρατήρηση όπως µαρτυρούν οι ιατρικοί πάπυροι. Οι επιστηµονικοί κλάδοι και η σχέση τους µε τη φιλοσοφία Σε γνωσιολογικό επίπεδο µια παράµετρος που συνετέλεσε στην πρωτοφανή έως τότε ανάπτυξη της επιστηµονικής σκέψης ήταν η αποµάκρυνση των επιστηµών από την καθαυτή φιλοσοφία. Ο Αριστοτέλης ήταν ο τελευταίος ίσως πανεπιστήµων (µε την εξαίρεση του Ποσειδώνιου, του οποίου όµως το έργο δεν σώζεται), που ασχολήθηκε τόσο µε την προσεκτική παρατήρηση του κόσµου όσο και µε την ηθική και την πολιτική θεωρία. Το γιγαντιαίο έργο του, που δεν θα ήταν εφικτό χωρίς τη συνδροµή των πολυάριθµων µαθητών του στο Λύκειο, άνοιξε νέους δρόµους και κατέστησε σαφές ότι η γνώση του υλικού κόσµου και των νόµων που τον διέπουν δεν µπορεί να αποτελεί αντικεί- µενο φιλοσοφικού στοχασµού και θεωρητικών κοσµολογικών µοντέλων, όπως είχαν προτείνει οι Ίωνες φιλόσοφοι, αλλά πεδίο λεπτοµερούς ανάλυσης και καταγραφής δεδοµένων. Οι βασικοί εκπρόσωποι της καθαρής φιλοσοφίας των Ελληνιστικών χρόνων, οι Επικούρειοι και οι Στωικοί, αντιµετώπισαν βέβαια και κοσµολογικά και µεταφυσικά ζητήµατα. Τα προσέγγισαν όµως µε τρόπο θεωρητικό, προσπαθώντας να τα προσαρµόσουν στη γενικότερη ηθική και γνωσιολογική τους θεωρία. Αντίθετα, οι εκπρόσωποι της επιστη- µονικής σκέψης προήγαν την αριστοτελική συστηµατική αντιµετώπιση της επιστήµης και προσέθεσαν επιπλέον την πειραµατική απόδειξη. Οι επιστηµονικοί κλάδοι κατά την Ελληνιστική περίοδο Παρά το γεγονός ότι κατά την Ελληνιστική περίοδο άρχισε η εξειδίκευση των επιστη- µών, ο διαχωρισµός τους ήταν ακόµη πολύ αδρός και σε καµία περίπτωση δεν υπήρχαν στεγανά. Υπήρξαν αρκετοί διανοητές που ασχολήθηκαν µε πολλούς επιστηµονικούς κλάδους. Οι περισσότεροι όµως από τους εκπροσώπους της ελληνιστικής επιστήµης έτειναν να περιορίζουν το φάσµα των δραστηριοτήτων τους σε συναφείς τουλάχιστον επιστήµες. Μία από τις βασικότερες οµάδες συναφών επιστηµών ήταν τα µαθηµατικά (µαζί µε τη γεωµετρία) και η αστρονοµία. Οι περισσότεροι µαθηµατικοί έβρισκαν στην αστρονοµία Τα ζιγκουράτ, πύργοι των Βαβυλωνίων, θεωρείται ότι ήταν και Πορτραίτο του Ποσειδωνίου, ρωµαϊκό αντίγραφο πρωτό-

εξαιρετικό πεδίο εφαρµογής των µαθηµατικών θεωρηµάτων ή αντίθετα εξέλισσαν τη µαθηµατική σκέψη προκειµένου να βρουν απαντήσεις σε αστρονοµικά προβλήµατα. Μαθηµατικοί υπολογισµοί χρησιµοποιούνταν επίσης και στη γεωγραφία. Η αστρονοµία άλλωστε βοηθούσε αρκετά στον προσδιορισµό αποστάσεων και στον σχεδιασµό των πρώτων χαρτών. Άλλη οµάδα επιστηµών ήταν οι φυσικές επιστήµες. Και αυτές συνεπικουρούνταν από την ανάπτυξη των µαθηµατικών, ενώ συνδυάζονταν και µε τις πρώτες τεχνολογικές εφαρµογές, που γίνονταν χάριν παρατήρησης και πειραµατισµού. Ξεχωριστή οµάδα επιστηµών αποτελούσαν η ιατρική και η φαρµακολογία. Από αυτές ιδίως η πρώτη, αν και γνώρισε πρωτοφανείς έως τότε δρόµους έρευνας, εξακολούθησε να είναι πιο στενά δεµένη µε τη φιλοσοφία, κάτι που ήταν φυσικό, αφού η επέµβαση σε ανθρώπινα όντα άπτονταν της ηθικής. Τέλος, δύο ακόµη γνωστικά πεδία εξελίχθηκαν κατά την Ελληνιστική περίοδο, όµως η µετέπειτα πορεία τους µας κάνει σήµερα σκεπτικούς στο να τα κατατάξουµε µεταξύ των επιστηµών: το πρώτο είναι η αλχηµεία, η µελέτη δηλαδή της φύσης των υλικών και η προσπάθεια επέµβασης στη σύστασή τους, που ωστόσο παρέ- µεινε στα σπάργανα και δεν αποκόπηκε εντελώς από τον χώρο της µαγείας το δεύτερο είναι η αστρολογία, η οποία συνεργάστηκε µε την αστρονοµία και µάλιστα παρουσίασε µια υβριδική µορφή, συνδυάζοντας βαβυλωνιακές και ελληνικές µεθόδους για τον προσδιορισµό της επίδρασης που έχουν τα αστρικά σώµατα στη ζωή των ανθρώπων. Μαθηµατικά - Γεωµετρία - Αστρονοµία Περί το 300 π.χ. ο Ευκλείδης (για τον οποίο τα βιογραφικά στοιχεία είναι σχεδόν ανύπαρκτα πέρα από το γεγονός ότι είχε φοιτήσει στην Ακαδηµία του Πλάτωνα, αλλά έζησε στην Αλεξάνδρεια υπό την προστασία του Πτολεµαίου Α ) συνέγραψε τα Στοιχεία, ένα έργο που έµελλε να έχει τεράστια παιδευτική σηµασία για αιώνες, αφού χρησιµοποιήθηκε ως διδακτικό εγχειρίδιο σχεδόν έως το τέλος του 20ού αιώνα. Επρόκειτο για µια συστηµατική παρουσίαση των βασικότερων και αποδεδειγµένα έγκυρων µαθηµατικών αξιωµάτων και θεωρηµάτων (διαφοροποιώντας µάλιστα τις δύο αυτές κατηγορίες), στα οποία προσέθεσε και νέα, όπως το αξίωµα Η στωική και η επικούρεια φιλοσοφία αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα Σηµαντικές τεχνολογικές εφαρ- µογές πραγµατοποιούνται

ότι µη παράλληλες ευθείες εκτεινόµενες στο άπειρο τέµνονται. Ο Ευκλείδης στην ουσία συστηµατοποίησε και τελειοποίησε το έργο δύο σηµαντικών προκατόχων του, του Εύδοξου της Κνίδου και του µαθητή του Πλάτωνα Θεαίτητου. Από την άποψη αυτή, τα Στοιχεία του Ευκλείδη δεν αποτελούσαν ριζοσπαστικό βήµα προόδου και προάγγελο νέων εξελίξεων, αλλά µάλλον την κατακλείδα των µαθηµατικών κατακτήσεων της Κλασικής εποχής. Το µεγαλύτερο µέρος του έργου του Ευκλείδη αφορά στη γεωµετρία και σε αυτόν χρωστάµε βασικούς ορισµούς, χωρίς τους οποίους η περαιτέρω έρευνα ίσως δεν θα ήταν εφικτή. Τέτοιοι ορισµοί είναι αυτοί του σηµείου, της γραµµής, της ευθείας, της επιφάνειας κλπ. Για τον προσδιορισµό των σηµείων ο Ευκλείδης χρησιµοποίησε τα γράµµατα της ελληνικής αλφαβήτου, επινοώντας µία µέθοδο που έκτοτε αποτέλεσε παγκόσµια κληρονοµιά. Ο Ευκλείδης ήταν φορέας των πλατωνικών ιδεωδών, σύµφωνα µε τα οποία η ενασχόληση µε τα µαθηµατικά ήταν η µόνη απόλυτα λογική και καθαρά διανοητική εργασία, η επιδίωξη της αιώνιας αφηρηµένης αλήθειας, η οποία ταίριαζε στην ελίτ του πνεύµατος. Ο Στοβαίος (Florilegium 4.205), µάλιστα, παραδίδει ένα περιστατικό µε ανεκδοτολογικό χαρακτήρα: κάποτε ένας µαθητής του τον ρώτησε τι θα κερδίσει µαθαίνοντας γεωµετρία. Ο Ευκλείδης, θέλοντας να ειρωνευτεί τον στενόµυαλο µαθητή, διέταξε τον δούλο του να του δώσει ένα φιλοδώρηµα τριών οβολών. Η σχολή που δηµιούργησε ο Ευκλείδης στην Αλεξάνδρεια αποτέλεσε τη σηµαντικότερη ίσως του ελληνιστικού κόσµου και εκεί φοίτησαν ή δίδαξαν οι κυριότεροι µαθηµατικοί των επόµενων δύο αιώνων. Κορυφαίος µεταξύ αυτών υπήρξε ο Αρχι- µήδης. Τα αµιγώς µαθηµατικά έργα του Αρχιµήδη περιλαµβάνουν τον Τετραγωνισµό της παραβολής, το Περί σφαίρας και κυλίνδρου, Περί Κωνικών και Σφαιροειδών, τη Μέτρηση του Κύκλου. Στις αρχές του αιώνα µας ανακαλύφθηκε στο Πανεπιστήµιο της Κοπεγχάγης ένα ακόµη κείµενο, η Μέθοδος, όπου αναλυόταν η συλλογιστική που τον οδήγησε σε πολλές από τις επιστηµονικές του διατυπώσεις. Στο έργο αυτό ο Αρχιµήδης απέδειξε µέσω της µηχανικής θεωρήµατα που στη συνέχεια αποδείχθηκαν µε καθαρά γεωµετρικούς συλλογισµούς. Η σύνδεση αυτή της πειραµατικής και θεωρητικής απόδειξης αποτέλεσε µία από τις γονιµότερες κατακτήσεις της ελληνιστικής επιστήµης. Στην επόµενη γενιά από τον Αρχιµήδη ανήκει ο Απολλώνιος από την Πέργη της Παµ- Εξώφυλλο των «Στοιχείων» του Ευκλείδη από έκδοση του 16ου

φυλίας, ο οποίος θεωρείται ο µεγαλύτερος µαθηµατικός της γενιάς του, συνδυάζοντας αστρονοµικές παρατηρήσεις µε γεωµετρικές εξηγήσεις. Μαθήτευσε και αυτός στη σχολή της Αλεξάνδρειας, και δίδαξε µάλιστα ένα διάστηµα επί Πτολεµαίου Γ, ωστόσο Αρχιµήδης Γιος του αστρονόµου Φειδία από τις Συρακούσες της Σικελίας, ο Αρχιµήδης γεννήθηκε περί το 287 π.χ. και πέρασε το µεγαλύτερο µέρος της ζωής του στις Συρακούσες έως το 212 π.χ. Θεωρείται όµως ότι σε νεαρή ηλικία µετέβη στην Αλεξάνδρεια και σπούδασε κοντά στους µαθητές του Ευκλείδη, µε αρκετούς από τους οποίους, όπως µε τον Κόνωνα από τη Σάµο, διατήρησε αλληλογραφία. Ο Αρχιµήδης υπήρξε ένας από τους µεγαλύτερους µαθηµατικούς της αρχαιότητας. Οι έρευνές του για τη µέτρηση του χώρου, βασισµένες στη µέθοδο της εξαντλήσεως, επηρέασαν µεταγενέστερες µελέτες για τον υπολογισµό του απείρου από το Λάιµπνιτζ, τον Καίπλερ, το Νιούτον και άλλους. Κατάφερε επίσης να προσδιορίσει τη µαθηµατική σχέση µεταξύ της ακτίνας και της περιφέρειας του κύκλου στην τιµή π =3,14, συµβάλλοντας έτσι αποφασιστικά στον προσδιορισµό του όγκου της σφαίρας. Επίσης πέτυχε να αναπτύξει µία θεωρία, την αρχή της εξάντλησης, µε την οποία µπορούσε να επιτευχθεί ο τετραγωνισµός του κύκλου, ένα από τα πάγια ζητούµενα των κλασικών µαθηµατικών. Προχώρησε µάλιστα στον προσδιορισµό του τετραγώνου και του κύβου κυρτών επιφανειών, συνεχίζοντας έτσι εκεί από όπου είχε σταµατήσει ο Ευκλείδης στο 13ο βιβλίο των «Στοιχείων». Τέλος, για να καµφθούν τα προβλήµατα του προσδιορισµού πολύ µεγάλων αριθµών, πρότεινε την έκταση στο άπειρο. Ο Αρχιµήδης ωστόσο δεν περιορίστηκε στα µαθηµατικά: οι µελέτες του, όπως θα δούµε στη συνέχεια, κινήθηκαν και στον χώρο της µηχανικής και της φυσικής, και µάλιστα βρήκαν πρακτικές εφαρµογές στις πολυάριθµες «µηχανές» του, που κατασκεύασε ως επί το πλείστον για να ευχαριστήσει ή να βοηθήσει τον µαικήνα και προσωπικό του φίλο Ιέρωνα Β των Συρακουσών. Πάντως, στον πυρήνα των ερευνητικών του ενδιαφερόντων βρισκόταν η γεωµετρία. «Μη µου τους κύκλους τάραττε» (δηλαδή µη µου χαλάσεις τους κύκλους) θεωρείται ότι ήταν τα τελευταία του λόγια προς τον Ρωµαίο στρατιώτη που τον βρήκε να σχεδιάζει κύκλους στην άµµο, απορροφηµένος από την επίλυση κάποιου προβλήµατος, ενώ γύρω του µαίνονταν οι σφαγές των Συρακουσίων το 212 π.χ. Ο Ρωµαίος όµως δεν κατάλαβε. Ψηφιδωτό δάπεδο της Ρωµαϊκής περιόδου, στο οποίο ανα-

τελικά επέστρεψε στην πατρίδα του και τον κέρδισε το νέο πνευµατικό κέντρο της Ανατολής, η Πέργαµος, στην επικράτεια της οποίας βρισκόταν και η Πέργη. Το έργο ζωής του Απολλώνιου ήταν η πολύτοµη µελέτη του για τις κωνικές τοµές, το οποίο µάλιστα αφιέρωσε στους Περγαµηνούς βασιλείς Άτταλο Α και Ευµένη Β. Στα Κωνικά του ο Απολλώνιος, παρατηρώντας τις κινήσεις των πλανητών και το πώς αυτοί φαίνονται από τη γη, κατόρθωσε να φτάσει σε γεωµετρικές αφαιρέσεις, προσδιορίζοντας έτσι την έλλειψη, την παραβολή, την υπερβολή και τη σπείρα, και υπολογίζοντας την επιφάνεια και τον όγκο τους. Στον χώρο της καθαρής αστρονοµίας εµφανίστηκαν ποικίλες θεωρίες, όχι όµως όλες µε την ίδια διάρκεια. Τον 4ο αιώνα π.χ. ο Ηρακλείδης του Πόντου είχε διατυπώσει την άποψη ότι η γη γυρίζει γύρω από τον άξονά της. Στις αρχές του 3ου αιώνα π.χ. ο Αρίσταρχος ο Σάµιος, δάσκαλος και αυτός στο Αλεξανδρινό Μουσείο, προχώρησε ένα βήµα πιο πέρα, αποδεικνύοντας ότι η γη περιστρέφεται γύρω από τον ήλιο. Η υπόθεση αυτή που είχε ήδη απορριφθεί από τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα δυναµίτιζε το µέχρι τότε ισχύον γεωκεντρικό σύστηµα και άρα και τη βαθιά πεποίθηση ότι ο άνθρωπος αποτελεί το κέντρο του σύµπαντος. Επίσης ανέτρεπε τη µυστικιστική θεώρηση του σύµπαντος, η οποία είχε εκφραστεί από τον Πλάτωνα, ότι τα αστρικά σώµατα ήταν στην ουσία έµβια ή πάντως έµψυχα. Για τον λόγο αυτό εγκαταλείφθηκε ως αιρετική, έως ότου ο Κοπέρνικος την ανέσυρε από την αφάνεια αρκετούς αιώνες αργότερα. Η τύχη ή µάλλον η ατυχία της θεωρίας του Αρίσταρχου αποτελεί τεκµήριο για δύο κυρίως τάσεις της ελληνορωµαϊκής κοινωνίας: αφενός της βαθιάς συντηρητικότητας, κοινωνικής και πνευµατικής, που αντιµετώπιζε µε καχυποψία αν όχι µε κατάφωρη άρνηση καθετί το νεωτερικό, όταν υπήρχαν φόβοι ότι µπορούσε να ανατρέψει την καθεστηκυία τάξη, και αφετέρου τη βαθιά πίστη στην αυθεντία, στην προκειµένη περίπτωση σε αυτήν του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα (πίστη που κληροδοτήθηκε άλλωστε και στη µεσαιωνική φιλοσοφική και επιστηµονική σκέψη). Περί το 225 π.χ. ο διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και παιδαγωγός του Πτολεµαίου Δ, Ερατοσθένης ο Κυρηναίος, κατόρθωσε χρησιµοποιώντας µαθηµατικούς συλλογισµούς και αστρονοµικές παρατηρήσεις, να προσδιορίσει την περιφέρεια της γης. Ο Ερατοσθένης δεν ήταν απλώς µαθηµατικός χαρακτηριζόταν από ευρυµάθεια και πλούσιο συγγραφικό έργο στην ιστοριογραφία, στη γεωγραφία αλλά και στην αστρονο- Σελίδες από παλίµψηστο χειρόγραφο του 10ου αιώνα µε έργο Άποψη της Πέργης, πατρίδας του µαθηµατικού και αστρονό- Τα «Κωνικά» του Απολλώνιου σε χειρόγραφο του 16ου αιώνα

µία, ενώ η µαθητεία του κοντά στον Ζήνωνα και στον Αρκεσίλαο τον είχε εφοδιάσει µε στερεή φιλοσοφική παιδεία. Παρατήρησε ότι οι ηλιακές ακτίνες είναι ακριβώς κάθετες το µεσηµέρι κατά το θερινό ηλιοστάσιο στο Ασουάν (την αρχαία Συήνη), γιατί ο ηλιακός δίσκος καθρεφτιζόταν σε µια πηγή νερού στην τοποθεσία αυτή. Με τη χρήση ηλιακών ρολογιών υπολόγισε τη διαφορά της γωνίας που σχηµάτιζαν οι σκιές από το γνώµονα του ρολογιού στη Συήνη και την Αλεξάνδρεια. Η απόσταση µεταξύ των δύο πόλεων είχε µετρηθεί σε 5.000 στάδια, δηλαδή περίπου 920 χλµ. Με βάση τα στοιχεία αυτά, και κατόπιν πολλών µαθηµατικών υπολογισµών, ο Ερατοσθένης κατέληξε ότι η περιφέρεια της γης ήταν 250.000 στάδια, δηλαδή 46.000 χλµ. (πολύ κοντά δηλαδή στον πραγµατικό αριθµό που έχουµε σήµερα, 40.000 χλµ.). Πάντως, µέχρι τον 2ο αιώνα π.χ. είχαν πολλαπλασιαστεί οι ενδείξεις και οι µετρήσεις εκείνες που απαιτούσαν εξήγηση, αποδεικνύοντας τα κενά του γεωκεντρικού συστήµατος. Το σηµαντικότερο πρόβληµα που ζητούσε απόδειξη ήταν οι παρατηρού- µενες ανωµαλίες στην κίνηση των πλανητών και της σελήνης. Ο Πλάτων είχε θεωρήσει «σκανδαλώδες» και µόνο το γεγονός ότι ετίθετο τέτοιο ζήτηµα. Ωστόσο, στο α µισό του 2ου αιώνα π.χ. ο Ίππαρχος από τη Νίκαια της Βιθυνίας τόλµησε να θίξει τα ζητήµατα αυτά. Γνωρίζοντας την εκ των προτέρων απόρριψη του ηλιοκεντρικού συστήµατος του Αρίσταρχου επανέφερε στο προσκήνιο το µετριοπαθέστερο σύστηµα του Ηρακλείδη του Πόντου και επιδόθηκε σε προσεκτικές µετρήσεις, διατυπώνοντας τη θεωρία των επικύκλων, ένα µοντέλο ευπροσάρµοστο στα εµπειρικά δεδοµένα, µε βάση το οποίο κάθε πλανήτης κινείται οµαλά γύρω από το κέντρο του επικύκλου, το οποίο µε τη σειρά του κινείται οµαλά σε κυκλική τροχιά γύρω από τη Γη. Έτσι µπόρεσε να αναπαραστήσει τις φαινόµενες κινήσεις των πλανητών, ορθή και ανάδροµη, αν και τις συνάρτησε από τη Γη και όχι από τον Ήλιο. Οι παρατηρήσεις και οι µελέτες του Ίππαρχου κατέληξαν στον προσδιορισµό των ισηµεριών και στον υπολογισµό του µέσου συνοδικού σεληνιακού µήνα. Το κυριότερο επίτευγµά του ήταν ότι προσδιόρισε µε αξιοθαύµαστη ακρίβεια τις διαµέτρους του ήλιου και της σελήνης καθώς και την απόσταση µεταξύ τους. Στους υπολογισµούς του αυτούς βοηθήθηκε αναπτύσσοντας έναν νέο µαθηµατικό κλάδο, αυτόν της Τριγωνοµετρίας. Καθώς όµως ο ίδιος γνώριζε ότι η απόλυτη αστρονοµική ακρίβεια επιτυγχανόταν µόνο µε τέλειες µετρήσεις, προσπάθησε επίσης να βελτιώσει και τα οπτικά του όργανα. Έτσι στα έργα του περιγράφει «Ο Ερατοσθένης διδάσκει στην Αλεξάνδρεια», έργο του Σύγχρονο ελληνικό γραµµατόσηµο µε το σύστηµα του Αρί-

τη χρήση του αστρολάβου τον οποίο ίσως εφηύρε ή εξέλιξε και την παραλλακτική ράβδο, ενός οργάνου που επέτρεπε τον προσδιορισµό της παράλλαξης µε την οποία τα αστρικά σώµατα φαίνονταν από τη γη σε κάθε δεδοµένη στιγµή. Έως την εποχή του Ίππαρχου είχε πια γίνει κοινή γνώση µεταξύ των αστρονόµων ότι το σηµείο από το οποίο παρατηρούσαν ένα αστρικό σώµα ήταν καθοριστικό για τα συµπεράσµατά τους. Ο µεγάλος µαθηµατικός της Ύστερης Ρωµαϊκής περιόδου Πάππος ο Αλεξανδρεύς αναφέρει (Σύνταξις 5.11) ότι σε µία δεδοµένη χρονική στιγµή αστρονόµοι εγκατεστηµένοι σε διάφορα µέρη του ελληνιστικού κόσµου συνεννοήθηκαν να παρακολουθήσουν ταυτόχρονα µια έκλειψη ηλίου καταγράφοντας τα συµπεράσµατά τους και στη συνέχεια συγκρίνοντάς τα. Η ανταλλαγή επιστηµονικών απόψεων είχε γίνει κοινό κτήµα των διανοητών της Ελληνιστικής περιόδου. Ωστόσο, µην µπορώντας να λύσουν τις απορίες τους αµφισβητώντας το γεωκεντρικό µοντέλο, αρκέστηκαν τελικά στις θεωρίες του Ηρακλείδη, βελτιωµένες από τον Ίππαρχο. Όπως αναφέρει εύστοχα ο Peter Green: «Τα προσχήµατα, µε σηµαντική προσπάθεια, είχαν σωθεί. Ο Ηρακλείδης και οι επίκυκλοι του Ίππαρχου είχαν µεταξύ τους διασφαλίσει ότι ο κόσµος θα παρέµενε, για δύο περίπου χιλιετίες ακόµη, να απολαµβάνει τη στωική κοσµική ψυχή, τον ντετερµινισµό των αστέρων, τη µεσαιωνική κλίµακα της ύπαρξης και τις µοιρολατρικές-προφητικές χαρές της αστρολογίας, η δυσπιστία προς την οποία θεωρούνταν από τους στωικούς ως ισοδύναµο της αθεΐας». Η τάση των Ελλήνων διανοητών να µην προχωρούν σε ρηξικέλευθες λύσεις που θα ανέτρεπαν συγκεκριµένες κοσµοθεωρίες ή τρόπους σκέψης ήταν και η αιτία για την οποία δεν έγινε συνειδητή χρήση του αλγεβρικού λογισµού, αν και ορισµένες πτυχές των ελληνικών όπως και των Βαβυλωνιακών µαθηµατικών είχαν αλγεβρική βάση. Μόνο ο Διόφαντος περί το 250 µ.χ. µπόρεσε να διακρίνει ότι υπήρχε στα κενά των προβληµάτων περιθώριο για την ανάπτυξη ενός νέου µαθηµατικού κλάδου. Σε µεθοδολογικό επίπεδο, οι λόγοι για τους οποίους οι µαθηµατικοί της Ελληνιστικής και Πρώιµης Ρωµαϊκής εποχής δεν προχώρησαν στην ανάπτυξη της άλγεβρας ήταν ότι δεν διέθεταν το 0, θεωρούσαν το 1 µη διαιρετό και χρησιµοποιούσαν το αλφαβητικό σύστηµα µέτρησης. Μόνο ο Αρχιµήδης στον Ψαµµίτη του προσέγγισε µε κάποια επιτυχία τα δύο τελευταία προβλήµατα, δηµιουργώντας δυνάµεις µε εκθέτη το 8 και τα παράγωγά του και προτείνοντας, όπως προαναφέραµε, την έκταση στο άπειρο για τον Εξώφυλλο λατινικής έκδοσης του 16ου αιώνα µε τις µελέτες Η µελέτη των ουράνιων σωµάτων κέντρισε το ενδιαφέρον

προσδιορισµό µεγάλων αριθµών. Γεωγραφία - Χαρτογραφία Οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου δεν θα ήταν εφικτές χωρίς γνώση της γεωγραφίας των νέων χωρών από τις οποίες διέρχονταν. Για την αποκόµιση των γνώσεων αυτών βασίστηκαν σε προϋπάρχουσες µελέτες Ελλήνων γεωγράφων της Κλασικής περιόδου, ιδιαίτερα για την περιοχή της Μικράς Ασίας και ίσως και για κάποιες περιοχές της Συρίας και της Αιγύπτου. Όµως οι γνώσεις αυτές δεν ήταν αρκετές για την επιτυχία της εκστρατείας ή ήταν ανύπαρκτες για τις περιοχές µέσα στην Περσία και ακόµη ανατολικότερα. Για τον λόγο αυτό είχε συγκροτηθεί ένα επιτελείο ειδικών µε επικεφαλής τον Βήλωνα και τον Διόγνητο, που σκοπό είχαν τη µέτρηση των αποστάσεων και την καταγραφή άλλων γεωγραφικών δεδοµένων (πεδιάδες, πηγές, δάση κλπ.) που θα διευκόλυναν τη διέλευση και την τροφοδοσία του στρατού. Τα στοιχεία αυτά συνέλεγαν οι βηµατισταί, οι οποίοι περιηγούνταν πεζοί µια περιοχή πριν φτάσει σε αυτή το στράτευµα. Παράλληλα µε τον χερσαίο στρατό, ο ναύαρχος του στόλου Νέαρχος επιχείρησε τον περίπλου της Αραβικής χερσονήσου συλλέγοντας πληροφορίες. Η ναυτική χαρτογραφία εµπλουτίστηκε και από τους δύο τριηράρχους, Ανδρισθένη και Οφέλλα. Η ίδια η εκστρατεία του Αλεξάνδρου λοιπόν αποτέλεσε και µία πρώτης τάξεως γεωγραφική αποστολή που δηµιούργησε ερεθίσµατα για περαιτέρω έρευνα. Ίσως ορµώµενος από το πνεύµα αυτό της εξερεύνησης, ίσως και από ίδια κίνητρα, περί το 320 π.χ. ένας καπετάνιος από τη Μασσαλία, ο Πυθέας, πραγµατοποίησε ένα πρωτοπόρο ταξίδι κατά µήκος των ακτών του Ατλαντικού προς τον Βορρά, φτάνοντας έως τη Βρετανία και τη Θούλη, µια χώρα στα όρια του φανταστικού, που σήµερα ταυτίζεται ίσως µε τα νησιά Σέτλαντ ή την Ισλανδία. Με βάση τα ταξίδια του, ο Πυθέας συνέγραψε ένα γεωγραφικό έργο στο οποίο διαφαίνεται η γνώση του γεωγραφικού µήκους και πλάτους. Το επίτευγµα όµως του Πυθέα αντιµετωπίστηκε µε πολύ σκεπτικισµό από τους σύγχρονους και µεταγενέστερους ιστορικούς και γεωγράφους. Ενδέχεται όµως η δυσπιστία τους να οφείλεται σε µια κοινωνική προκατάληψη, καθώς ο Πυθέας ήταν ένας απλός άνθρωπος της θάλασσας και δεν ανήκε στην κοινωνική ελίτ του ελληνικού κόσµου. Η γεωγραφική έρευνα κατά την Ελληνιστική περίοδο ακολούθησε δύο κυρίως δρόµους. Σελίδα χειρογράφου του 13ου αιώνα από τα «Αριθµητικά» Οι εκστρατείες του Μεγάλου Αλεξάνδρου ώθησαν στη

Ο πρώτος ήταν συνυφασµένος µε την αστρονοµική παρατήρηση και στόχευε στο να µελετήσει τη γη σε σχέση µε το σύµπαν ή να χρησιµοποιήσει αστρονοµικές παρατηρήσεις και µαθηµατικό λογισµό για την επίλυση γεωγραφικών ερωτηµάτων. Ο δεύτερος ήταν συναφής µε αυτόν που είχε ακολουθήσει το επιτελείο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και βασιζόταν στις προσωπικές παρατηρήσεις που συνέλεγαν οι γεωγράφοι κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους. Στο δεύτερο αυτό είδος έρευνας, που συνδύαζε συνήθως, εκτός από καθαρά γεωγραφικές, και εθνογραφικές ή ανθρωπολογικές παρατηρήσεις, επιδόθηκαν όχι µόνο γεωγράφοι αλλά και ιστορικοί ή ακόµη και πολιτικοί άνδρες που ταξίδευαν συχνά και είχαν και πνευµατικά ενδιαφέροντα. Στην πρώτη κατηγορία γεωγράφων ανήκει φυσικά ο Ερατοσθένης ο Κυρηναίος, που κατόρθωσε να υπολογίσει, όπως είδαµε πιο πάνω, την περιφέρεια της γης µε σχετική ακρίβεια. Στη συνέχεια ο Ερατοσθένης προχώρησε και σε άλλες γεωγραφικές υποθέσεις, υποστηρίζοντας για παράδειγµα ότι η Ασία, η Ευρώπη και η Αφρική αποτελούσαν ένα «νησί». Βασιζόµενος και πάλι στον Δικαίαρχο επεξεργάστηκε το γεωγραφικό µήκος και πλάτος, καταλήγοντας στον προσδιορισµό δεκατριών παραλλήλων, διατηρώντας όµως τον έναν κεντρικό µεσηµβρινό που είχε τοποθετήσει ο Δικαίαρχος διερχόµενος από τη Λυσιµάχεια της Θράκης. Η δεύτερη, η εµπειρική, θα λέγαµε, γεωγραφία που βασιζόταν στην αυτοψία και στην εξερεύνηση, πραγµατοποιείτο συχνά υπό την αιγίδα των ελληνιστικών µοναρχών. Σε αυτό όχι µόνο ακολουθούσαν το πρότυπο του Αλέξανδρου, αλλά και αυτό των προκατόχων τους Αχαιµενιδών και Φαραώ. Έτσι, ο αξιωµατούχος του σελευκιδικού στρατού, Πατροκλής, εξερεύνησε την περιοχή της Κασπίας, τη βορειοδυτική Ινδία και άλλες περιοχές στις ανατολικές εσχατιές του σελευκιδικού βασιλείου. Αντίστοιχα οι Πτολε- µαίοι είχαν οργανώσει αποστολές προς τον Άνω Ρου του Νείλου, αναζητώντας κυρίως ελέφαντες που θα µπορούσαν να χρησιµοποιηθούν στον στρατό. Τον 2ο αιώνα π.χ., επί Πτολεµαίου Θ Ευεργέτη Β, ο επιφανής πολίτης της Κυζίκου, Εύδοξος, προφανώς ορµώµενος από εµπορικό ενδιαφέρον, επιχείρησε τον περίπλου της Αφρικής µε σκοπό να φτάσει στην Ινδία, ένα εγχείρηµα που θεωρείται ότι το πέτυχε (αν και αρκετές αρχαίες πηγές είναι σκεπτικές). Αρκετοί λόγιοι συνέδεσαν τα γεωγραφικά µε τα εθνογραφικά ή ιστοριογραφικά τους ενδιαφέροντα. Χαρακτηριστικό παράδειγµα αυτό του Αγαθαρχίδη από την Κνίδο (περ. Προτοµή του Πυθέα από τη Μασσαλία.

215-145 π.χ.), ο οποίος έζησε επίσης κυρίως στην Αλεξάνδρεια και συνέγραψε πολύτοµα έργα για την ιστορία της Ασίας και της Ευρώπης. Ο Αγαθαρχίδης είναι κυρίως γνωστός ως ένας από τους «πατέρες» της εθνογραφίας, αλλά από το έργο του δεν λείπουν και οι αµιγώς γεωγραφικές παρατηρήσεις και εξηγήσεις, όπως η απόδοση των πληµµύρων του Νείλου στις έντονες βροχοπτώσεις στην Αιθιοπία σε συγκεκριµένη εποχή του χρόνου. Ο Αγαθαρχίδης δεν πήγε ποτέ στην Αιθιοπία, είχε όµως παρατηρήσει παρόµοια φαινόµενα την άνοιξη στον Καύκασο, όπου οι βροχοπτώσεις και το λιώσιµο των πάγων έκαναν τον ποταµό Υδάσπη να φουσκώνει επικίνδυνα και ορθά υπέθεσε ότι το ίδιο συνέβαινε στον Νείλο. Σηµαντικές υπηρεσίες στη γεωγραφία, τέλος, προσέφεραν επιφανείς πολίτες που ταξίδευαν συχνά ως πρέσβεις µεταξύ πόλεων ή µεταξύ ελληνιστικών µοναρχών και της Ρώµης. Βέβαια, το έργο τους δεν είχε την πρωτοτυπία και τον εξωτικό χαρακτήρα όσων εξερευνούσαν τις παρυφές του γνωστού κόσµου. Όµως παρέχει σηµαντική πληροφόρηση για τη γεωγραφία, την οικονοµία, τη δηµογραφία κλπ. της µεσογειακής λεκάνης. Τέτοιος λόγιος ήταν ο Πολέµων, καταγόµενος από το Ίλιο της Τρωάδας, ο οποίος απέκτησε το προσωνύµιο Περιηγητής χάρη στα εκτενή του ταξίδια στη Σικελία, στην Κάτω Ιταλία, στην Ελλάδα και στη Μικρά Ασία κατά το α µισό του 2ου αιώνα π.χ. Συνέγραψε πολυάριθµες µελέτες για διάφορες περιοχές, όπως τη Σαµοθράκη, την Καρία, τη Φωκίδα, την Ήπειρο, τους Δελφούς, τη Σικελία, καθώς και το γενικό έργο Κοσµική περιήγησις ήτοι Γεωγραφία. Άλλη αντίστοιχη περίπτωση, στην εκπνοή της Ελληνιστικής περιόδου, ήταν ο Θεοφάνης της Μυτιλήνης, που ακολούθησε τον προσωπικό του φίλο Ποµπήιο στην εκστρατεία του στη Μικρά Ασία και στη Συρία και συνέγραψε εκτενείς γεωγραφικές παρατηρήσεις. Δορυφορική φωτογραφία του Νείλου (φωτ. earth.jsc.nasa. Χαρτογραφία Η δηµιουργία των πρώτων πινάκων µε συντεταγµένες και αποστάσεις µεταξύ πόλεων και περιοχών οφείλεται στην υπερπόντια εξάπλωση των Ελλήνων και ανάγεται στον Αναξίµανδρο τον Μιλήσιο (6ος αιώνα π.χ.) και στον νεότερο κατά 50 χρόνια συντοπίτη του Εκαταίο. Στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 3ου αιώνα τέτοιου είδους πίνακες πολλαπλασιάστηκαν, συχνά καµωµένοι από ανώνυµους και εµπειρικούς ενδεχοµένως χαρτογράφους, που βάσισαν τις µελέτες τους στα στοιχεία που είχε δηµοσιεύσει ο

Πυθέας από τα ταξίδια του στον Ατλαντικό και στη Βαλτική. Ο πρώτος όµως που επινόησε τις γεωγραφικές συντεταγµένες µε βάση τις οποίες παρουσίασε σε συστηµατικό πίνακα τα δεδοµένα του κράτους που είχε δηµιουργήσει ο Αλέξανδρος ήταν ο Δικαίαρχος από τη Μεσσήνη της Σικελίας. Τον πίνακα αυτόν επεξεργάστηκε περαιτέρω και ο Ερατοσθένης, ο οποίος στα Γεωγραφικά του δηµοσίευσε τον πιο πλήρη µέχρι τότε πίνακα, όπου µάλιστα εµφανίζονται και η Βρετανία και η Ιρλανδία. Στο β µισό του 2ου αιώνα π.χ. ο Κράτης από τη Μάλλο έκανε ένα ακόµη βήµα: έφτιαξε µία µακέτα της γήινης σφαίρας, τη γνωστή ως Κρατήτειο σφαίρα, µε τις γνωστές έως τότε ηπείρους, η οποία χρησιµοποιήθηκε σε όλη τη διάρκεια της Ρωµαϊκής περιόδου. Οι εξελίξεις αυτές κατά την Ελληνιστική περίοδο διευκολύνθηκαν από την επινόηση νέων τρόπων και οργάνων µέτρησης. Ιδιαίτερα δηµοφιλής ήταν η ηλιακή ράβδος ή αστρονοµικός γνώµονας, µε την οποία προσδιόριζαν µε τη βοήθεια του ήλιου τον λόγο της σκιάς της προς το µήκος της, προκειµένου να µετρήσουν γωνίες ή να καθορίσουν διευθύνσεις. Άλλο σηµαντικό όργανο ήταν ο πόλος, ένας κεκλιµένος γνώµονας µε σταθερή βάση και διεύθυνση στελέχους προς τον Πολικό Αστέρα, καθώς και η βελτιωµένη έκδοσή του, η σκάφη (όπου ο γνώµονας διέγραφε το ίχνος του εντός ηµισφαιρίου). Σηµαντική βοήθεια επίσης παρείχαν η παραλλακτική ράβδος, το τεταρτοκύκλιο, το τριγωνικό, η διόπτρα (για την οποία θα µιλήσουµε εκτενώς πιο κάτω), ο σταυροειδής γνώµονας (αστήρ ή γκρόµα κατά τους Ρωµαίους), καθώς και η λιναίη, το γνωστό µας νήµα της στάθµης. Παρά τις προόδους αυτές, κυρίως όσον αφορά τη σύλληψη της γήινης σφαίρας και τη χωροθέτησή της µε ένα σύστηµα µεσηµβρινών και παράλληλων, οι πίνακες που δηµιουργήθηκαν κατά την Ελληνιστική περίοδο δεν ήταν αµιγώς χάρτες. Ο Ερατοσθένης ήταν ο µόνος που έφτασε πολύ κοντά στη δηµιουργία ενός χάρτη. Ωστόσο, για λόγους υπολογιστικούς, ο σχεδιασµός των χωρών ή των περιοχών γινόταν µε βάση γεωµετρικά σχήµατα που αποκαλούνταν σφραγίδες, εξαλείφοντας έτσι το ανάγλυφο των ακτών και των οροσειρών. Η ρεαλιστική απεικόνιση της γης χαρτογραφικά θα επιτυγχανόταν µόνο στη Ρωµαϊκή περίοδο, από τον Μαρίνο (1ος αιώνα µ.χ.) και τον Κλαύδιο Πτολεµαίο (2ος αιώνα µ.χ.), θα ήταν όµως αδύνατη αν δεν υπήρχαν οι εργασίες του Ερατοσθένη και του Ίππαρχου.

Ιατρική - Φαρµακολογία Όταν ο Αλέξανδρος ξεκινούσε να κατακτήσει την Ασία, η ιατρική ως επιστήµη διένυε µόλις τον δεύτερο αιώνα της ζωής της. Όφειλε την ύπαρξή της στον Ιπποκράτη, ο οποίος τον 5ο αιώνα είχε συστηµατοποιήσει την έρευνα, φέρνοντας τις ιατρικές γνώσεις ένα µεγάλο βήµα µπροστά από την πρακτική ιατρική, µε έντονο θρησκευτικό- µαγικό χαρακτήρα. Το επίκεντρο της ορθολογικής και διερευνητικής αυτής ιατρικής είχε γίνει η Κως. Στα τέλη του 4ου αιώνα π.χ. η Κως βρέθηκε στη σφαίρα επιρροής των Πτολεµαίων. Για τον λόγο αυτό και οι καλύτεροι µαθητές του ονοµαστού δασκάλου της εποχής, του Πραξαγόρα, προσκλήθηκαν στο Μουσείο από τον Πτολεµαίο Φιλάδελφο, για να συνεχίσουν εκεί τις έρευνές τους, απολαµβάνοντας την προστασία του βασιλιά που τους παρείχε κάθε δυνατή βοήθεια. Ο πρώτος και σηµαντικότερος ίσως από τους γιατρούς αυτούς ήταν ο Ηρόφιλος από τη Χαλκηδόνα. Στην ουσία πρόκειται θα λέγαµε για τον «πατέρα» της ελληνιστικής ιατρικής, αφού οι εργασίες του αποτέλεσαν σηµείο αναφοράς αλλά και αντιπαράθεσης για όλους τους µεταγενέστερους. Ο Ηρόφιλος πρέπει να γεννήθηκε γύρω στο 330 π.χ. Μαθήτευσε κοντά στον Πραξαγόρα και στη συνέχεια µετέβη στην Αλεξάνδρεια στα τέλη του 4ου ή στις αρχές του 3ου αιώνα π.χ. Στο Μουσείο βρήκε απεριόριστο πεδίο για τις έρευνές του, ειδικά στον τοµέα της ανατοµίας, αφού οι Πτολεµαίοι, ίσως ακολουθώντας τα αιγυπτιακά πρότυπα, καταστρατήγησαν τα κλασικά ελληνικά ταµπού σχετικά µε την αρτιµέλεια που θα έπρεπε να έχει το σώµα κατά την ταφή και επέτρεπαν την ανατοµική µελέτη πτωµάτων. Πιστεύεται µάλιστα ότι παρείχαν στον Ηρόφιλο και στους µαθητές του όχι µόνο νεκρούς αλλά και κατάδικους από τις φυλακές, τους οποίους οι γιατροί ανέτεµαν ενώ ήταν ακόµη ζωντανοί. Αυτό τουλάχιστον παραδίδει ο Κέλσος (Περί Ιατρικής, Προοίµιο, 23-26), λέγοντας µάλιστα ότι η απάνθρωπη αυτή διαδικασία δικαιολογείτο µε το σκεπτικό ότι το µαρτύριο λίγων ανθρώπων, που ούτως ή άλλως θα τιµωρούνταν για τις πράξεις τους, µπορούσε να δώσει γνώσεις που θα έσωζαν χιλιάδες άλλες ζωές. Η βασικότερη συµβολή του Ηρόφιλου ήταν η µελέτη του αγγειακού και του νευρικού συστήµατος. Ήταν ο πρώτος που συνέδεσε τον σφυγµό µε τους παλµούς της καρδιάς και µάλιστα χρησιµοποίησε τη σφυγµοµέτρηση (µε τη βοήθεια µιας φορητής κλεψύ- Οι αστρονοµικοί πίνακες του Κλαύδιου Πτολεµαίου, εικονο-

δρας) ως διαγνωστική µέθοδο, βασίζοντας σε αυτήν τόσο τη θεραπεία όσο και την πρόληψη ασθενειών. Έφτασε πολύ κοντά στο να αντιληφθεί πλήρως την κυκλοφορία του αίµατος: η µέχρι τότε πεποίθηση (η οποία ακολουθήθηκε και στη συνέχεια) ήταν ότι οι φλέβες περιείχαν αίµα και οι αρτηρίες «πνεύµα». Ο Ηρόφιλος διατύπωσε την άποψη ότι ίσως να περιείχαν µείγµα πνεύµατος και αίµατος. Οι σύγχρονοι ιστορικοί της ιατρικής θεωρούν ότι ίσως να κατόρθωσε να διακρίνει και τις βαλβίδες και τους κόλπους της καρδιάς. Ωστόσο δεν έφτασε να συλλάβει πλήρως τη λειτουργία της καρδιάς ως αντλίας του αίµατος και να αντιληφθεί τον σφυγµό ως ανακλαστική κίνηση αυτής της λειτουργίας. Η µελέτη του για το νευρικό σύστηµα πάντως τον οδήγησε σε µια άλλη µεγάλη ανακάλυψη που ανέτρεπε τις µέχρι τότε πεποιθήσεις: διέκρινε ότι δεν ήταν η καρδιά το κέντρο της διανοητικής λειτουργίας, αλλά ο εγκέφαλος. Στο συµπέρασµα αυτό οδηγήθηκε από ενδελεχή µελέτη των νεύρων, τα οποία αντιλήφθηκε ότι µετέφεραν εντολές από τον εγκέφαλο στο υπόλοιπο σώµα. Διέκρινε µάλιστα τις κοιλίες του εγκεφάλου και προσδιόρισε την έκφυση των νεύρων από την τέταρτη κοιλία, την παρεγκεφαλίδα και τον νωτιαίο µυελό (θεωρία που κατέρριψε ο σύγχρονός του Ερασίστρατος διαγιγνώσκοντας ορθά ότι εκφύονται από την τρίτη κοιλία). Περιέγραψε επίσης τις µήνιγγες ως µεµβράνες, παρόµοιες µε αυτές που περιβάλλουν το έµβρυο. Τέλος, κατόρθωσε να διακρίνει τα αισθητικά από τα κινητικά νεύρα, ενώ σε επίπεδο κλινικής νευρολογίας κατάλαβε ότι κάποιες παραλύσεις πλήττουν την ανθεκτικότητα, κάποιες την εκούσια κινητικότητα, ενώ κάποιες άλλες και τις δύο, χωρίς να µπορέσει όµως να βρει την αιτία τους. Άλλες σηµαντικές µελέτες του Ηρόφιλου αφορούσαν την παρατήρηση του αναπαραγωγικού συστήµατος σε άνδρες και γυναίκες, περιγράφοντας µε ακρίβεια και τα δύο, τη διάκριση των σιελογόνων αδένων, τη συγκριτική µελέτη του ήπατος και τον τρόπο παροχέτευσης της χολής, καθώς και τον προσδιορισµό των µεµβρανών του µατιού. Παρά τις επαναστατικές ανακαλύψεις του στον τοµέα της ανατοµίας, ο Ηρόφιλος δεν κατόρθωσε να διατυπώσει µια ρηξικέλευθη νέα θεωρία περί του ανθρωπίνου σώµατος. Αντίθετα, ως φορέας του πνεύµατος της εποχής του, που αποζητούσε φιλοσοφικό υπόβαθρο σε κάθε γνώση, εξακολούθησε να πρεσβεύει τη µία από τις δύο κυρίαρχες θεωρίες, αυτή των «χυµών» του σώµατος, η δυσαρµονία των οποίων επιφέρει την ασθένεια. Ο Ασκληπιός φτάνει µε πλοίο στην Κω όπου τον υποδέχονται Σελίδα λατινικού χειρογράφου που περιλαµβάνει ιατρική πραγ-

Με παρόµοια µεθοδολογία και στους ίδιους περίπου τοµείς εργάστηκε και ο κατά λίγα µόνο χρόνια νεότερος Ερασίστρατος (315-240 π.χ.), καταγόµενος από την Ιουλίδα της νήσου Κέας. Ο ίδιος ήταν γιος γιατρού και τα νεανικά του χρόνια τα πέρασε στην Αθήνα, φοιτώντας στους κύκλους των Περιπατητικών. Στη συνέχεια θα πρέπει να ταξίδεψε, περνώντας ενδεχοµένως ένα διάστηµα στην Αντιόχεια, ως γιατρός στην Αυλή του Σέλευκου Α (Πλούταρχος, Δηµήτριος, 38). Περί το 280 π.χ. επισκέφθηκε την Κω, όπου γνωρίστηκε µε τον γιατρό του Πτολεµαίου Β, Χρύσιππο, ο οποίος και τον προσκάλεσε στην Αλεξάνδρεια. Εκεί επιδόθηκε στην ιατρική έρευνα µε έµφαση στην ανατοµία, όπως και ο Ηρόφιλος. Ο Ερασίστρατος έδινε µεγάλη έµφαση στο «πνεύµα». Πίστευε, µάλιστα, παρά τις εκτεταµένες έρευνές του σχετικά µε την κυκλοφορία του αίµατος, ότι οι αρτηρίες περιείχαν πνεύµα και ότι η καρδιά (της οποίας τη λειτουργία ως «αντλίας» είχε πετύχει να διακρίνει) ήταν αυτή που µε τις παλµικές της κινήσεις κατηύθυνε το αίµα στις φλέβες και µετέτρεπε την αναπνοή σε πνεύµα που πήγαινε σε αυτές. Οι εξηγήσεις που έδινε στις διάφορες λειτουργίες του σώµατος, όπως στην πέψη, ήταν κυρίως µηχανικές, παραβλέποντας τον παράγοντα των χηµικών διεργασιών. Η εµµονή του αυτή όµως µε τη «µηχανιστική» θεώρηση των σωµατικών λειτουργιών τον οδήγησε να προχωρήσει ακόµη περαιτέρω τη µελέτη για τον εγκέφαλο και το νευρικό σύστηµα. Συνδυάζοντας τις παρατηρήσεις του µε τις φιλοσοφικές του πεποιθήσεις κατέληξε σε µια θεωρία για την πρόκληση των ασθενειών, την οποία απέδιδε στην υπερβολική αιµάτωση των φλεβών που οφειλόταν κυρίως σε πολύ φαγητό. Ανέπτυξε µάλιστα τη θεωρία του αυτή στο έργο Περί αιτίων. Για τον λόγο αυτό η θεραπευτική αλλά και η προληπτική αγωγή που χορηγούσε ήταν κυρίως η δίαιτα. Ο Ερασίστρατος είχε ένα εκτενέστατο κύκλο µαθητών, αρκετοί από τους οποίους µεταλαµπάδευσαν τις γνώσεις τους σε άλλες πόλεις, ιδρύοντας τις δικές τους σχολές συνήθως στη γενέτειρά τους, όπως ο Ικέσιος από τη Σµύρνη. Ο σηµαντικότερος όµως από επιστηµονικής άποψης µαθητής του ήταν ο Ασκληπιάδης της Βιθυνίας, ο οποίος έκανε αρκετά πειράµατα µε αποκεφαλισµούς ζώων. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα µε το ζήτηµα των ψυχικών παθήσεων και ανέπτυξε µάλιστα µία µέθοδο θεραπείας που βασιζόταν στη µουσική. Το έργο του Ηρόφιλου και του Ερασίστρατου ήταν τόσο καθοριστικό ώστε στη συνέχεια διαµορφώθηκαν σχολές, οµάδες δηλαδή ιατρών που προσπαθούσαν να υπερασπιστούν, να τροποποιήσουν ή να καταρρίψουν τις θεωρίες τους. Η πρώτη από αυτές τις Σικύες (βεντούζες) και νυστέρια (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο,

σχολές οφείλεται στον µαθητή του Ηρόφιλου, Φιλίνο από την Κω, ο οποίος εξήρε τη σηµασία της αυτοψίας και της εµπειρικής αντιµετώπισης των παθήσεων διαφωνώντας µε κάθε φιλοσοφική θεώρηση πίσω από αυτήν. Οι συνεχιστές του χαρακτηρίστηκαν Εµπειρικοί. Έφτασαν µάλιστα στο σηµείο να υποστηρίζουν ότι ο γιατρός όφειλε να εστιάζει την προσοχή του στα ορατά συµπτώµατα και να χορηγεί θεραπεία µε βάση την προηγούµενη πείρα. Οι Δογµατικοί από την άλλη πλευρά υπερασπίστηκαν την υπαγωγή της ιατρικής στη φιλοσοφία. Στην ουσία επρόκειτο για την οµάδα µε τις µεγαλύτερες αποκλίσεις µεταξύ των οπαδών της. Άλλοι µάλιστα από αυτούς εξακολουθούσαν να υπερασπίζονται την ανατοµία ως την καλύτερη µέθοδο παρατήρησης, ενώ άλλοι άρχισαν να την απορρίπτουν. Το ενοποιητικό στοιχείο µεταξύ τους, ωστόσο, ήταν ότι εξήραν τη σηµασία της φυσιολογίας για την προαγωγή της ιατρικής επιστήµης και της θεραπείας γενικότερα. Η τρίτη σηµαντική σχολή ήταν αυτή των Πνευµατικών, που προσπαθούσαν να συναρτήσουν την ιατρική από τη στωική φιλοσοφία, καταφέρνοντας έτσι µε αυτόν τον τρόπο να εισάγουν τη σηµασία του ψυχολογικού παράγοντα. Τέλος, οι Μεθοδικοί, που εµφανίστηκαν περί τα τέλη της Ελληνιστικής περιόδου και ήταν ιδιαίτερα δηµοφιλείς κατά τη Ρωµαϊκή περίοδο, αντέκρουσαν αρκετές από τις παραπάνω θεωρίες, λέγοντας πως τόσο οι Εµπειρικοί όσο και οι Δογµατικοί είχαν κάνει την ιατρική ιδιαίτερα πολύπλοκη. Απλοποίησαν έτσι τα πράγµατα υποστηρίζοντας ότι όλες οι ασθένειες προέρχονταν από την υπερβολική ένταση ή την υπερβολική χαλάρωση του σώµατος και χορηγώντας ανάλογες θεραπείες. Πάντως, η διάθεση συστηµατοποίησης της ιατρικής γνώσης, προϊόν των ιατρικών σχολών και κυρίως του Μουσείου, οδήγησε και στην καταγραφή προγενέστερων µελετών, µε αποτέλεσµα την παραγωγή έργων όπως το Corpus Hippocraticum. Ο Ιπποκρατικός αυτός κώδικας περιλάµβανε σε 69 βιβλία 59 µελέτες που αποδίδονταν στον σηµαντικότερο γιατρό της Κλασικής περιόδου, τον Ιπποκράτη που είχε ζήσει στην Κω στον κύκλο της οικογένειας των Ασκληπιαδών. Οι µελέτες αυτές ώθησαν πολλούς άλλους γιατρούς να συγγράψουν υποµνήµατα ή συµπληρώσεις, όπως ο περίφηµος Κυδίας από τα Μύλασα της Μικράς Ασίας. Μάλιστα, περί τα τέλη της Ελληνιστικής περιόδου ίσως άρχισαν και οι πρώτες εικονογραφήσεις ιατρικών χειρογράφων. Η µελέτη Περί άρθρων του Απολλώνιου από το Κίτιο, γραµµένη περί το 70 π.χ., η οποία περιγράφει ορθοπεδικές παθήσεις και θεραπείες, έφτασε έως εµάς από βυζαντινό χειρόγραφο µε µικρο- Η Αλεξάνδρεια υπήρξε ένα από τα ερευνητικά κέντρα της ελλη-

γραφίες που υποβοηθούν τον αναγνώστη στην κατανόηση των παθήσεων. Τα σχέδια, αν και καµωµένα µε βυζαντινή τεχνοτροπία, χαρακτηρίζονται από ακρίβεια και γνώση ανατοµικών λεπτοµερειών που υποδηλώνει ότι ο Βυζαντινός µικρογράφος αντέγραφε από το πρωτότυπο. Αυτό πάντως που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι παρά τις προόδους της η ελληνιστική ιατρική είχε και τους εγγενείς ή εξωγενείς περιορισµούς της. Το Μουσείο της Αλεξάνδρειας αλλά και οι άλλες µεγάλες ιατρικές σχολές της Κω, της Κνίδου και του Κρότωνα, ήταν στην ουσία ερευνητικά κέντρα, και µόνο µέλη της κοινωνικής και πολιτικής ελίτ είχαν πρόσβαση σε αυτά αναζητώντας θεραπεία. Έπειτα, ακόµη και εκεί έλειπε ο εξειδικευµένος εξοπλισµός που θα µπορούσε να οδηγήσει τους ερευνητές ιατρούς σε ακόµη µεγαλύτερα βήµατα προόδου. Σήµερα µας εκπλήσσει ο αριθµός και η ποικιλοµορφία των ιατρικών εργαλείων που υπήρχαν: αναβολείς (για την αποκατάσταση καταγµάτων), σικύες (βεντούζες), καθετήρες, µηλωτίδες (για τον καθαρισµό αυτιών ή πληγών), άγκιστρα (για την ακινητοποίηση των χειλέων σε τραύµατα ή τοµές), ξύστρες για αποξέσεις, οδοντάγρες (για την εξαγωγή δοντιών), σταφυλοτόµοι (για την αποκοπή σταφυλών), κλυστήρες για κλύσµατα, καθώς και κάθε λογής βελόνες και πριόνια για εγχειρήσεις. Ωστόσο, όλα αυτά τα εργαλεία βοηθούσαν για την εξέταση εµφανών προβληµάτων. Δεν υπήρχαν µικροσκόπια ή ακόµη και απλά στηθοσκόπια που θα µπορούσαν να δώσουν µια ενδελεχή εικόνα της κατάστασης του ασθενούς ή των αιτίων που προκαλούσαν την ασθένεια. Έτσι και οι ίδιοι οι γιατροί αντιµετώπιζαν αποτελεσµατικότερα τα εµφανή προβλήµατα, όπως τα ανατοµικά-ορθοπεδικά καθώς και τα τραύµατα, και µε λιγότερη επιτυχία τις παθήσεις που οφείλονταν σε ιούς ή µικρόβια ή άλλους ενδογενείς παράγοντες. Από την άλλη πλευρά υπήρχε η διαρκής τάση υπαγωγής της ιατρικής στη φιλοσοφία, η οποία, αν και αποτελούσε τη διαχωριστική γραµµή µεταξύ επιστηµονικής και πρακτικής ιατρικής, λειτουργούσε σε αρκετές περιπτώσεις ως τροχοπέδη για την εξαγωγή αβίαστων συµπερασµάτων. Τέλος, η πειραµατική εξέταση και η εφαρµογή πρακτικών, όπως οι ανατοµές σε ζώα και ανθρώπους, ήταν µία κατάκτηση των αρχών του 3ου αιώνα, η οποία φαίνεται ότι παρήκµασε µετά από µερικές δεκαετίες. Παράλληλα µε αυτή την επιστηµονική ή ερευνητική ιατρική, υπήρχε και η «πρακτική» ιατρική, η οποία ξεκινούσε από την εφαρµογή συστηµατικών θεραπειών και έφτανε Χειρουργικές βελόνες, άγκιστρα και άλλα ιατρικά εργαλεία

έως την καθαρή µαγεία ή τον τσαρλατανισµό. Τα όρια δεν ήταν πάντοτε σαφή. Τα θεραπευτικά κέντρα που εξυπηρετούσαν τις ανάγκες µεγάλου µέρους του πληθυσµού ήταν τα Ασκληπιεία. Αν και η λατρεία του Ασκληπιού, γιου του Απόλλωνα, ως θεού της ιατρικής ανάγεται στο τέλος της Αρχαϊκής περιόδου, τα πρώτα Ασκληπιεία, τα οποία αποτελούν έναν συνδυασµό λατρευτικών κέντρων και θεραπευτηρίων, κάνουν την εµφάνισή τους στα µέσα µε τέλη του 5ου αιώνα π.χ. Με αφετηρία την Επίδαυρο, την Κόρινθο και την Αίγινα, η λατρεία του Ασκληπιού εξαπλώθηκε γρήγορα µε αποτέλεσµα στα τέλη του 4ου αιώνα ο µεσογειακός χώρος να αριθµεί περισσότερα από 200 Ασκληπιεία. Τα πιο πολλά βρίσκονταν έξω από τις πόλεις, σε τοποθεσίες που συνδύαζαν την ύπαρξη πηγής ή τρεχούµενου νερού και ενός ιερού άλσους ή δέντρου. Τα περισσότερα διέθεταν κτίρια για τη φιλοξενία των ασθενών και των συγγενών τους, ειδικά διαµορφωµένο χώρο για τις θεραπείες, καθώς και εγκοιµητήρια, κοιτώνες όπου οι ασθενείς, αφού είχαν προσφέρει θυσίες στον θεό, έπεφταν να κοιµηθούν για να δουν το όνειρο εκείνο, το οποίο, κατόπιν κατάλληλης ερµηνείας από το ιερατείο του ναού, θα αποκάλυπτε την αιτία της πάθησης και τον τρόπο της ίασης. Από τα σηµαντικότερα ασκληπιεία της Ελληνιστικής περιόδου ήταν αυτό της Κω, που συνδέθηκε µάλιστα και µε την ιπποκρατική ιατρική σχολή, µέσω της οικογένειας των Ασκληπιαδών, αλλά και αυτό της Περγάµου. Πριν κλείσουµε την αναφορά στην ιατρική, θα πρέπει να αναφερθούµε και στην ανάπτυξη της φαρµακολογίας. Η χρήση βοτάνων και άλλων συστατικών φυτικής ή ζωικής προέλευσης για την παρασκευή θεραπευτικών σκευασµάτων αποτελούσε φυσικά µέρος της πρακτικής ιατρικής. Την ενασχόληση και το ενδιαφέρον µε αυτόν τον τοµέα ενσάρκωνε στη µυθολογία ο κένταυρος Χείρων. Είχε επίσης γίνει αντιληπτό ότι ακόµη και δηλητηριώδεις ουσίες σε ελάχιστες δόσεις µπορούσαν να θεραπεύσουν. Ήδη από την Προϊστορική περίοδο ήταν γνωστή, για παράδειγµα, η καταπραϋντική δράση της µήκωνος της υπνοφόρου, της γνωστής µας οπιούχου παπαρούνας. Το ενδιαφέρον για τις έρευνες αυτές αναζωπυρώθηκε στην Ελληνιστική περίοδο, µε εκπροσώπους όπως ο Κρατεύας ο ριζοτόµος. Μάλιστα, ένας από τους σηµαντικότερους µελετητές στον χώρο αυτό ήταν ο τελευταίος βασιλιάς της Περγάµου, Άτταλος Γ, ο οποίος τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε κλεισµένος στο παλάτι µελετώντας τη δράση και τη σύνθεση δηλητηρίων. Αν και το κίνητρο για την ενασχόλησή του αυτή φαίνεται ότι

ήταν κάποιου είδους ψυχοπάθεια, οι µελέτες του αποτέλεσαν παρακαταθήκη για τους µεταγενέστερους. Φυσική Παρά το γεγονός ότι η φυσική δεν αποτελούσε αυτόνοµη επιστήµη στην αρχαιότητα, υπήρξαν διανοητές που επικέντρωσαν τις έρευνές τους στον τοµέα αυτό, συχνά ωστόσο συνδυάζοντάς τις µε τα µαθηµατικά και τη γεωµετρία. Οι θεωρητικές συλλήψεις αρχών της φυσικής συνδυάζονταν συχνά µε πειραµατική εφαρµογή σε εφευρέσεις. Για τον λόγο αυτό εδώ θα περιοριστούµε να µιλήσουµε για τους σηµαντικότερους εκπροσώπους των φυσικών ερευνών, ενώ οι συγκεκριµένες εφευρέσεις θα συζητηθούν στον τοµέα της τεχνολογίας. Από τους σηµαντικότερους εκπροσώπους και αυτού του τοµέα ερευνών ήταν φυσικά ο Αρχιµήδης, ο οποίος διατύπωσε την αρχή της άνωσης. Είναι γνωστή η ανεκδοτολογικού χαρακτήρα ιστορία, σύµφωνα µε την οποία ο Αρχιµήδης, µπαίνοντας στο λουτρό του παρατήρησε την υπερχείλιση των υδάτων και, συνειδητοποιώντας ότι τα στερεά εκτοπίζουν όγκο υδάτων ανάλογο µε τον όγκο τους, πετάχτηκε αµέσως έξω και πασιχαρής άρχισε να περιφέρεται στους δρόµους των Συρακουσών γυµνός φωνάζοντας «Εύρηκα». Στην ουσία το πρόβληµα τον είχε απασχολήσει καθώς αναζητούσε µια µέθοδο για να ελέγχει τη γνησιότητα των χρυσών αντικειµένων που κατασκευάζονταν για λογαριασµό του προστάτη του, Ιέρωνα Β. Η συνειδητοποίησή του αυτή τον οδήγησε στην ανακάλυψη του ειδικού βάρους των σωµάτων. Έτσι µπόρεσε να εφαρµόσει τη θεωρία του βυθίζοντας έναν χρυσό στέφανο µέσα σε νερό και, µετρώντας τον όγκο του νερού που εκτοπίστηκε και διαιρώντας τον µε το ειδικό βάρος του χρυσού, να αποδείξει ότι πράγµατι ο χρυσός ήταν νοθευµένος. Σηµαντική ήταν επίσης και η συµβολή του στον τοµέα εκείνο της φυσικής που σήµερα ονοµάζεται Μηχανική. Παρατηρώντας τη λειτουργία απλών µηχανών, όπως ο µοχλός, κατόρθωσε να διατυπώσει µαθηµατικές και φυσικές αρχές που τη διέπουν. Το ρητό «Δός µοι π ἀν στῶ καί τά γᾶν κινήσω», δηλαδή «δώσε µου ένα σηµείο να σταθώ και µπορώ να κινήσω ακόµη και τη γη», αναφέρεται στην παντοδυναµία του µοχλού και έχει µείνει επίσης παροιµιώδες. Σχεδόν συνοµήλικος του Αρχιµήδη ήταν ο Κτησίβιος που διετέλεσε διευθυντής του Μουσείου της Αλεξάνδρειας. Ο Κτησίβιος ήταν από τις χαρακτηριστικές εκείνες περι- Άποψη του Ασκληπιείου της Περγάµου

πτώσεις προικισµένων ανθρώπων που βρήκαν στις νέες συνθήκες που είχαν δηµιουργηθεί στα ελληνιστικά βασίλεια έδαφος πρόσφορο για την προσωπική τους ανέλιξη. Γεννήθηκε περί το 285 π.χ. στην Ασπονδία της Αλεξάνδρειας. Ήταν ταπεινής καταγωγής, αφού ο πατέρας του, όπως αναφέρει ο Βιτρούβιος, ήταν κουρέας. Ο ίδιος αρχικά συνέχισε το επάγγελµα του πατέρα του. Η παρατηρητικότητα και η δηµιουργικότητά του, ωστόσο, τον ώθησαν να κάνει την πρώτη του εφεύρεση, σχετιζόµενη µε το επάγγελµά του: επρόκειτο για έναν καθρέφτη µε αντίβαρο, που του επέτρεπε να κινείται και να προσαρµόζεται στο ύψος του πελάτη. Το αντίβαρο του καθρέφτη κινούταν µέσα σε έναν σωλήνα. Ο ήχος που παρήγε κατά την κίνησή του έδωσε το έναυσµα στον Κτησίβιο να ασχοληθεί µε το ζήτηµα της πίεσης των αερίων. Το βασικότερο έργο του Περί Πνευµατικών είχε ως αντικείµενο ακριβώς αυτές τις µελέτες του. Δυστυχώς όµως δεν σώθηκε, παρά µόνο αποσπασµατικά µέσα από αναφορές µεταγενέστερων συγγραφέων. Κάποιες από τις εφευρέσεις του όµως, όπως θα δούµε στη συνέχεια, είχαν καλύτερη τύχη και άντεξαν στον χρόνο, ενώ άλλες επίσης ξεχάστηκαν, αφού εξέλιπε το θεωρητικό εγχειρίδιο που εξηγούσε τις αρχές λειτουργίας τους, για να ανακαλυφθούν ξανά την εποχή της βιοµηχανικής επανάστασης. Τις έρευνες του Κτησίβιου συνέχισε ο µαθητής του Φίλων από το Βυζάντιο. Άνθρωπος µε πολλαπλά επίσης ενδιαφέροντα, υπήρξε πολυγραφότατος και κατόρθωσε να παρουσιάσει µε τρόπο συστηµατικό πολλές από τις προγενέστερες κατακτήσεις. Η επιτοµή του έργου του παρουσιάζεται στη Μηχανική συλλογή. Αντιµετώπιζε όλα τα ζητήµατα µε εφευρετικότητα και πρακτικό πνεύµα: κατασκευή και λειτουργία µοχλών, αντλιών, πολεµικών µηχανών, λιµένων, αυτοµάτων, ακόµη και κωδίκων εξ αποστάσεως επικοινωνίας ήταν µερικοί µόνο από τους τοµείς των ερευνών του. Ήταν πρωτοπόρος στον τοµέα της αξιοποίησης του ατµού και στη µελέτη του για τα Πνευµατικά περιγράφει 78 κατασκευές που λειτουργούσαν µε θερµό αέρα ή ατµό. Από τις εφευρέσεις του, αυτές που είχαν τη µεγαλύτερη διάρκεια ζωής και που βρήκαν πολλαπλές εφαρµογές ήταν η αεραντλία, η αντλία µε αλυσιδωτή µεταφορά νερού (µε τη βοήθεια κουβάδων), η βαλλίστρα που εκτόξευε συνεχόµενα βέλη µε τη βοήθεια συµπιεσµένου αέρα και ο νερόµυλος. Ο τοµέας των Πνευµατικών εξακολούθησε να αποτελεί σηµαντικό πεδίο ερευνών µέχρι το τέλος της Ελληνιστικής εποχής. Τότε µάλιστα, κατά τον 1ο αιώνα π.χ. (αν και ορισµέ- Σελίδες εικονογραφηµένου χειρόγραφου του 15ου αιώνα, Οµοίωµα του κινητού αυτόµατου του Ήρωνα του Αλεξανδρι-

νοι ερευνητές τον τοποθετούν στον 1ο αιώνα µ.χ.), εµφανίστηκε ένας ακόµη λαµπρός εκπρόσωπος του χώρου, ο Ήρων ο Αλεξανδρέας. Οι έρευνές του κάλυπταν ευρύ επιστηµονικό φάσµα: γεωµετρία, στερεοµετρία, µηχανική, οπτική, ιδιότητες αερίων. Από τα έργα του αρκετά χάθηκαν ή σώζονται µόνο αποσπασµατικά. Ακέραια σώζονται µόνο δύο έργα στα ελληνικά, τα Πνευµατικά και τα Αυτόµατα και τρία έργα στην αραβική τους µετάφραση, η Διόπτρα, τα Μετρικά και τα Μηχανικά. Οι θεωρητικές του µελέτες έγιναν γρήγορα δηµοφιλείς εξαιτίας της απλής γλώσσας τους αλλά και της σχεδιαστικής αναπαράστασης των εφευρέσεων στις οποίες βασίστηκε η απόδειξή τους. Βασισµένος στις εργασίες του Κτησίβιου περί των ιδιοτήτων των αερίων προχώρησε στην εξερεύνηση των δυνάµεων του ατµού, στην οποία είχαν επιδοθεί ακροθιγώς και οι προγενέστεροί του, Αρχιµήδης και Φίλων, και κατασκεύασε τις πρώτες ατµοµηχανές. Η τεχνολογική εξέλιξη συνέβαλε σηµαντικά στη βελτίωση της Τεχνολογία Η επιστήµη και η τεχνολογία κατά τους ελληνιστικούς χρόνους αναπτύχθηκαν σε µια αµφίδροµη βάση. Η επιστηµονική εξέλιξη έκανε αισθητή την ανάγκη για ακριβέστερα όργανα µέτρησης και παρατήρησης, ενώ η διάθεση πειραµατικής εφαρµογής των επιστηµονικών κατακτήσεων οδήγησε σε πολλές εφευρέσεις, άλλες από τις οποίες βρήκαν σηµαντική πρακτική αξιοποίηση, ενώ άλλες παρέµειναν στο στάδιο της «ψυχαγωγικής θεώρησης του αξιοπερίεργου», καθώς δεν είχαν δηµιουργηθεί οι συνθήκες εκείνες που θα επέτρεπαν τη συστηµατική εκµετάλλευσή τους για πρακτικούς σκοπούς. Από την άλλη πλευρά, η τεχνολογική εξέλιξη έδωσε το έναυσµα για εφαρµογή ακόµη µεγαλύτερης ακρίβειας στην επιστηµονική έρευνα, αλλά και βελτίωσε τις συνθήκες ζωής γενικότερα. Οι τοµείς της ανθρώπινης δραστηριότητας που ωφελήθηκαν ιδιαίτερα από την τεχνική πρόοδο ήταν η γεωργία, λόγω των ελεγχόµενων πλέον συνθηκών άρδευσης, η γεωδαισία, η τοπογραφία, η πολεοδοµία και η αρχιτεκτονική, η ναυσιπλοΐα, τα χερσαία ταξίδια και το εµπόριο, αλλά και η πολεµική δραστηριότητα. Ύδρευση και µεταφορά νερού Η µεταφορά και η αξιοποίηση των υδάτινων πόρων αποτέλεσε σταθερή επιδίωξη του ανθρώπου ήδη από την Προϊστορική εποχή. Έργα όπως το Ευπαλίνειο όρυγµα στη Σάµο είχαν βοηθήσει αποτελεσµατικά στην ύδρευση των πόλεων. Στην Αίγυπτο και στη Το Ευπαλίνειο όρυγµα στη Σάµο, (6ος αιώνας π.χ.), έργο αρχιτέ-