ΕΝΟΤΗΤΑ 11 - «εργατικά» Τραγούδι 1 Τζαµάικα Κάθε πρωί που κίναγα να πάω στη δουλειά φεύγανε σαν πουλιά τα ψαροκάικα. Κάθε πρωί σκαρώναµε µαζί µε τον Μηνά ταξίδια µακρινά ως τη Τζαµάικα. Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος Μουσική: Μάνος Λοΐζος Κι αρµενίζαµε στα πέλαγα, αγάπη µου παλιά, κι ύστερα το βραδάκι µεθυσµενάκι 1 στα καπηλειά σ έπινα κοριτσάκι σαν το κρασάκι γουλιά-γουλιά. Χρόνια στο µεροκάµατο, κοπίδι 2 και σφυρί, έφτιαξα ένα σκαρί για το χατίρι σου. Σκάλισα στην πρυµάτσα 3 του γοργόνα θαλασσιά κι έγινα µια βραδιά καραβοκύρης σου. Κι αρµενίζαµε στα πέλαγα, αγάπη µου παλιά, κι ύστερα το βραδάκι µεθυσµενάκι στα καπηλειά σ έπινα κοριτσάκι σαν το κρασάκι γουλιά-γουλιά. Λεξιλόγιο Κίναγα: ξεκινούσα, αναχωρούσα, έφευγα. Π.χ.: Κίνησαν πρωί-πρωί για το µεγάλο ταξίδι. Ρήµα, έγκλισης οριστικής, χρόνου παρατατικού, φωνής ενεργητικής, προσώπου α, αριθµού ενικού, συζυγίας β (κινώ) Αρχικοί χρόνοι: κινώ, κινούσα (κίναγα), θα κινώ, θα κινήσω, κίνησα, έχω κινήσει, είχα κινήσει, θα έχω κινήσει Φεύγανε: αποµακρύνονταν από κάποιο χώρο, αποχωρούσανε. Π.χ.: Έφυγε από το γραφείο νωρίς, χωρίς να ζητήσει άδεια από κανέναν! Ρήµα, έγκλισης οριστικής, χρόνου παρατατικού, φωνής ενεργητικής, προσώπου γ, αριθµού πληθυντικού, συζυγίας α (φεύγω) Αρχικοί χρόνοι: φεύγω, έφευγα, θα φεύγω, θα φύγω, έφυγα, έχω φύγει, είχα φύγει, θα έχω φύγει 1 µεθυσµένοι 2 εργαλείο που κόβει διάφορα υλικά και το χρησιµοποιούν διάφοροι τεχνίτες (ξυλουργοί, επιπλοποιοί κ.ά.) 3 καθένα από τα σκοινιά µε τα οποία δένεται η πρύµνη του πλοίου µε την προκυµαία στο λιµάνι 181
Ψαροκάικα: καΐκια που χρησιµοποιούνται για ψάρεµα. Π.χ.: Στο λιµάνι έφταναν το βραδάκι τα ψαροκάικα φορτωµένα µε την ψαριά της ηµέρας. Ουσιαστικό, γένους ουδετέρου, αριθµού ενικού, πτώσης ονοµαστικής (το ψαροκάικο, -ου) Κλίση: το ψαροκάικο τα ψαροκάικα του ψαροκάικου των ψαροκάικων το ψαροκάικο τα ψαροκάικα - ψαροκάικο - ψαροκάικα Σκαρώναµε: ετοιµάζαµε κάτι, επινοούσαµε, σχεδιάζαµε. Π.χ.: Τι σκάρωσε µε την φαντασία του! Πώς µπόρεσε να κάνει τέτοιο πράγµα; Ρήµα, έγκλισης οριστικής, χρόνου παρατατικού, φωνής ενεργητικής, προσώπου α, αριθµού πληθυντικού, συζυγίας α (σκαρώνω) Αρχικοί χρόνοι: σκαρώνω, σκάρωνα, θα σκαρώνω, θα σκαρώσω, σκάρωσα, έχω σκαρώσει, είχα σκαρώσει, θα έχω σκαρώσει Αρµενίζαµε: πλέαµε, ταξιδεύαµε στην θάλασσα. Π.χ.: Βλέπαµε το καράβι που αρµένιζε µακριά στο πέλαγος Ρήµα, έγκλισης οριστικής, χρόνου παρατατικού, φωνής ενεργητικής, προσώπου α, αριθµού πληθυντικού, συζυγίας α (αρµενίζω) Αρχικοί χρόνοι: αρµενίζω, αρµένιζα, θα αρµενίζω, θα αρµενίσω, αρµένισα, έχω αρµενίσει, είχα αρµενίσει, θα έχω αρµενίσει Καπηλειά: ταβέρνες, οινοµαγειρεία. Π.χ.: Στο λιµάνι του νησιού υπάρχουν πολλά καπηλειά. Ουσιαστικό, γένους ουδετέρου, αριθµού πληθυντικού, πτώσης αιτιατικής (το καπηλειό, -ού) Κλίση: το καπηλειό τα καπηλειά του καπηλειού των καπηλειών το καπηλειό τα καπηλειά - καπηλειό - καπηλειά Έπινα: έπαιρνα υγρό µε το στόµα, απορροφούσα το νερό. Π.χ.: Είχε τόσο καιρό να βρέξει, που η γη ήπιε αµέσως το νερό της βροχής. Ρήµα, έγκλισης οριστικής, χρόνου παρατατικού, φωνής ενεργητικής, προσώπου α, αριθµού ενικού, συζυγίας α (πίνω) Αρχικοί χρόνοι: πίνω, έπινα, θα πίνω, θα πιω, ήπια, έχω πιει, είχα πιει, θα έχω πιει Έφτιαξα: κατασκεύασα, δηµιούργησα, ετοίµασα. Π.χ.: Μόνη σου έφτιαξες αυτό το κέντηµα; Είναι τέλειο! 182
Ρήµα, έγκλισης οριστικής, χρόνου αορίστου, φωνής ενεργητικής, προσώπου α, αριθµού ενικού, συζυγίας α (φτιάχνω) Αρχικοί χρόνοι: φτιάχνω, έφτιαχνα, θα φτιάχνω, θα φτιάξω, έφτιαξα, έχω φτιάξει, είχα φτιάξει, θα έχω φτιάξει Σκάλισα: χάραξα πάνω σε σκληρή ύλη, πέτρα, ξύλο κ.ά. κάτι. Π.χ.: Σκάλισαν τα αρχικά των ονοµάτων τους στον κορµό του δέντρου. Ρήµα, έγκλισης οριστικής, χρόνου αορίστου, φωνής ενεργητικής, προσώπου α, αριθµού ενικού, συζυγίας α (σκαλίζω) Αρχικοί χρόνοι: σκαλίζω, σκάλιζα, θα σκαλίζω, θα σκαλίσω, σκάλισα, έχω σκαλίσει, είχα σκαλίσει, θα έχω σκαλίσει Γοργόνα: θαλασσινό πλάσµα της νεοελληνικής λαϊκής παράδοσης µε σώµα γυναίκας από την µέση και πάνω και ψαριού από την µέση και κάτω. Π.χ.: Ακούγαµε συχνά παραµύθια µε όµορφες γοργόνες, που κρατούσαν συντροφιά στους ναύτες των καραβιών! Ουσιαστικό, γένους θηλυκού, αριθµού ενικού, πτώσης αιτιατικής (η γοργόνα, -ας) Κλίση: η γοργόνα οι γοργόνες της γοργόνας των γοργόνων την γοργόνα τις γοργόνες - γοργόνα - γοργόνες Ασκήσεις Λεξιλογίου 1. ιαλέξτε τις κατάλληλες λέξεις και συµπληρώστε τα κενά µε τον σωστό τους τύπο: κινώ, αρµενίζω, ψαροκάικο, σκαρώνω, φεύγω 1. Καθόµασταν στην παραλία κι ένα σωρό βάρκες στο πέλαγος. 2. Στα νησιά, σχεδόν, όλοι οι κάτοικοι ασχολούνται µε το ψάρεµα και έχουν. 3. Σε λίγο θα για την Θεσσαλονίκη, έχω δουλειά εκεί. 4. Να τον φοβάσαι! Νοµίζω ότι πάλι κάτι. 5. Χθες βράδυ µου την περιέργεια η αντίδρασή του! Ποτέ δεν µου έχει ξαναµιλήσει έτσι! 2. Βρείτε στο τραγούδι λέξεις που σηµαίνουν: ταβέρνες ξεκινούσα χάραξα κατασκεύασα 183
Γραµµατική α. Θεωρία Παρατατικός ενεργητικής φωνής Είναι ο χρόνος που δηλώνει ότι κάτι γινόταν συνέχεια ή σε επανάληψη στο παρελθόν. Τονίζει την διάρκεια αλλά και την συχνότητα µιας πράξης. Παραδείγµατα: Πέρσι διάβαζα κάθε πρωί για πέντε ώρες. Εκείνη την περίοδο δούλευα καθηµερινά, από το πρωί µέχρι το βράδυ. λέξεις ή φράσεις που δηλώνουν επανάληψη ή διάρκεια και θέλουν παρατατικό: κάθε πότε; όλη την ώρα, όλο τον µήνα, όλο το πρωί, το βράδυ πόσο συχνά; κάθε ώρα, µέρα, εβδοµάδα, µήνα, χρόνο / κάθε φορά που όση ώρα, την ώρα που, την στιγµή που, όλο τον καιρό που, από καιρό συνέχεια, πάντα, συχνά, τακτικά, σπάνια, όποτε, ενώ, καθώς Σχηµατίζεται από το θέµα του ενεστώτα και τις παρακάτω καταλήξεις: α συζυγία β συζυγία α τάξη β τάξη (διαβάζ - ω) (αγαπ άω) (οδηγ - ώ) διάβαζ - α διάβαζ - ες διάβαζ - ε διαβάζ - αµε διαβάζ - ατε διάβαζ - αν (ε) αγαπ - ούσα αγαπ - ούσες αγαπ - ούσε αγαπ - ούσαµε αγαπ - ούσατε αγαπ - ούσαν (ε) αγάπ - αγα αγάπ - αγες αγάπ - αγε αγαπ - άγαµε αγαπ - άγατε αγάπ - αγαν(ε) οδηγ - ούσα οδηγ - ούσες οδηγ - ούσε οδηγ - ούσαµε οδηγ - ούσατε οδηγ - ούσαν (ν) Παρατηρήσεις: 1. Τα ρήµατα της α συζυγίας στον παρατατικό (όπως και στον αόριστο) τονίζονται στην τρίτη συλλαβή από το τέλος. Π.χ.: διάβαζα, διαβάζαµε ενεστώτας παρατατικός ενεστώτας παρατατικός 3 2 1 3 2 1 Όταν το ρήµα δεν έχει τρεις συλλαβές, τότε προσθέτουµε ένα ακούω άκουγα ξέρω ήξερα -ε-. Π.χ.: γράφω έγραφα έχω είχα πρόκειται επρόκειτο µένω έµενα τρέχω έτρεχα θέλω ήθελα συµβαίνει συνέβαινε (αλλά: γράφαµε, µέναµε, τρέχαµε) 2. Υπάρχουν ρήµατα που καίω έκαιγα τρώω έτρωγα σχηµατίζουν τον παρατατικό, χωρίς συγκεκριµένους κανόνες. κλαίω έκλαιγα υπάρχει υπήρχε Τέτοια είναι: λέω έλεγα φταίω έφταιγα 184
β. Ασκήσεις 1. Συµπληρώστε τα κενά µε τον παρατατικό των ρηµάτων της παρένθεσης: 1. Εγώ πάντως δεν τον ικανό για κάτι τέτοιο! (θεωρώ) 2. Κάθε φορά που από το σπίτι της, δεν την ποτέ εκεί. (περνώ, βρίσκω) 3. Μας είπαν ότι καθώς στην θάλασσα, ξαφνικά σκοτείνιασε ο ουρανός και άρχισε να βρέχει.(κολυµπώ) 4. Τον χειµώνα, κάθε βράδυ, ο παππούς τηλεόραση και η γιαγιά. Τι ωραία εικόνα! (βλέπω, πλέκω) 2. Αντιστοιχίστε τον ενεστώτα µε τον παρατατικό των παρακάτω ρηµάτων: α) κλαίει επιθυµούσαν β) επιθυµούν τραγουδούσα γ) σκαρώνετε σκαρώνατε δ) ταξιδεύεις έκλαιγε ε) τραγουδώ ταξίδευες Τραγούδι 2 Μάτια βουρκωµένα Κάτω στον Πειραιά, στα Καµίνια φτώχια, καλή καρδιά, µα και γκρίνια. Μάζεψα µια βραδιά τα σαΐνια 4 κι ήρθα κρυφά τον παλιό µου καηµό να σου πω. Στίχοι: Νίκος Γκάτσος Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος Μάτια βουρκωµένα, παραπονεµένα δίχως αγάπη και πόνο κανένας δε ζει. Μάτια βουρκωµένα, πάρτε µε και µένα, πάρτε µε τώρα να πάµε στον κόσµο µαζί. Κάτω στον Πειραιά, στο Μουράγιο είπα να σκοτωθώ, µα τον άγιο. Μα έκανα υποµονή και κουράγιο κι ήρθα κρυφά τον παλιό µου καηµό να σου πω. Μάτια βουρκωµένα, παραπονεµένα δίχως αγάπη και πόνο κανένας δε ζει. Μάτια βουρκωµένα, πάρτε µε και µένα, πάρτε µε τώρα να πάµε στον κόσµο µαζί. 4 σαΐνι: άνθρωπος πάρα πολύ έξυπνος και ικανός σε αυτό που κάνει 185
Λεξιλόγιο Φτώχια: ανέχεια, στέρηση, η κατάσταση του φτωχού. Π.χ.: Υπάρχουν λαοί στον κόσµο που ζουν σε µεγάλη φτώχια. Γι αυτό και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις τους βοηθούν όσο µπορούν. Ουσιαστικό, γένους θηλυκού, αριθµού ενικού, πτώσης ονοµαστικής (η φτώχια, -ας) Κλίση*: η φτώχια της φτώχιας την φτώχια - φτώχια *δεν σχηµατίζει πληθυντικό αριθµό Γκρίνια: διχόνοια, µουρµούρισµα, κλαψούρισµα των µωρών. Π.χ.: Είναι όλο γκρίνια το µωρό σήµερα. Ουσιαστικό, γένους θηλυκού, αριθµού ενικού, πτώσης ονοµαστικής (η γκρίνια, -ας) Κλίση*: η γκρίνια της γκρίνιας την γκρίνια - γκρίνια *δεν σχηµατίζει πληθυντικό αριθµό Μάζεψα: συγκέντρωσα. Π.χ.: Θα µαζέψω τα πράγµατά µου και θα φύγω! εν αντέχω άλλο αυτή την κατάσταση! Ρήµα, έγκλισης οριστικής, χρόνου αορίστου, φωνής ενεργητικής, προσώπου α, αριθµού ενικού, συζυγίας α (µαζεύω) Αρχικοί χρόνοι: µαζεύω, µάζευα, θα µαζεύω, θα µαζέψω, µάζεψα, έχω µαζέψει, είχα µαζέψει, θα έχω µαζέψει Κρυφά: µυστικά, χωρίς να το ξέρει κανείς. Π.χ.: Πήγε στην συναυλία κρυφά από τους γονείς της και όταν εκείνοι το έµαθαν έκαναν µεγάλη φασαρία! Επίρρηµα, τροπικό. Παλιό: αυτό που ανήκει ή αναφέρεται σε περασµένες εποχές. Π.χ.: Μου αρέσουν πολύ τα παλιά πέτρινα σπίτια. Επίθετο, γένους αρσενικού, αριθµού ενικού, πτώσης αιτιατικής (παλιός-ή-ό) Κλίση: παλιός παλιά παλιό παλιού παλιάς παλιού παλιό παλιά παλιό παλιέ παλιά παλιό 186
παλιοί παλιές παλιά παλιών παλιών παλιών παλιούς παλιές παλιά παλιοί παλιές παλιά Καηµό: πόθο, ζωηρή και ανεκπλήρωτη επιθυµία. Π.χ.: Έχει µεγάλο καηµό να σπουδάσει το παιδί, µια και η ίδια δεν τα είχε καταφέρει! Ουσιαστικό, γένους αρσενικού, αριθµού ενικού, πτώσης αιτιατικής (ο καηµός, -ού) Κλίση: ο καηµός οι καηµοί του καηµού των καηµών τον καηµό τους καηµούς - καηµέ - καηµοί Βουρκωµένα: που αρχίζουν να δακρύζουν. Π.χ.: Βούρκωσε από την συγκίνηση και έφυγε. εν ήθελε να την δουν να κλαίει. Μετοχή, γένους ουδετέρου, αριθµού πληθυντικού, πτώσης κλητικής, χρόνου παρακειµένου, φωνής παθητικής, συζυγίας α (βουρκώνω) Κλίση: βουρκωµένος βουρκωµένη βουρκωµένο βουρκωµένου βουρκωµένης βουρκωµένου βουρκωµένο βουρκωµένη βουρκωµένο βουρκωµένε βουρκωµένη βουρκωµένο βουρκωµένοι βουρκωµένες βουρκωµένα βουρκωµένων βουρκωµένων βουρκωµένων βουρκωµένους βουρκωµένες βουρκωµένα βουρκωµένοι βουρκωµένες βουρκωµένα Αρχικοί χρόνοι: βουρκώνω, βούρκωνα, θα βουρκώνω, θα βουρκώσω, βούρκωσα, έχω βουρκώσει, είχα βουρκώσει, θα έχω βουρκώσει Παραπονεµένα: που εκφράζουν παράπονα, που διαµαρτύρονται, που γκρινιάζουν. Π.χ.: Παραπονιέται διαρκώς για την δουλειά του, ενώ δεν κάνει τίποτα για να αλλάξει την κατάσταση. Μετοχή, γένους ουδετέρου, αριθµού πληθυντικού, πτώσης κλητικής, χρόνου παρακειµένου, φωνής παθητικής, συζυγίας β (παραπονιέµαι) Κλίση: παραπονεµένος παραπονεµένη παραπονεµένο παραπονεµένου παραπονεµένης παραπονεµένου παραπονεµένο παραπονεµένη παραπονεµένο παραπονεµένε παραπονεµένη παραπονεµένο παραπονεµένοι παραπονεµένες παραπονεµένα παραπονεµένων παραπονεµένων παραπονεµένων παραπονεµένους παραπονεµένες παραπονεµένα παραπονεµένο ι παραπονεµένες παραπονεµένα 187
Αρχικοί χρόνοι: παραπονιέµαι, παραπονιόµουν, θα παραπονιέµαι, θα παραπονεθώ, παραπονέθηκα, έχω παραπονεθεί, είχα παραπονεθεί, θα έχω παραπονεθεί Υποµονή: η ιδιότητα εκείνου που περιµένει, χωρίς να βιάζεται, µένοντας ήρεµος. Π.χ.: Έχει µεγάλη υποµονή µε τα παιδιά! Μπορεί να κάθεται µαζί τους ώρες! Ουσιαστικό, γένους θηλυκού, αριθµού ενικού, πτώσης αιτιατικής (η υποµονή, -ης) Κλίση*: η υποµονή *δεν σχηµατίζει πληθυντικό αριθµό της υποµονής την υποµονή - υποµονή Κουράγιο: η αντοχή, το θάρρος µε το οποίο αντιµετωπίζει κανείς κάτι. Π.χ.: Έδειξε µεγάλο κουράγιο όταν συνάντησε προβλήµατα και τελικά κατάφερε να επιβιώσει! Ουσιαστικό, γένους ουδετέρου, αριθµού ενικού, πτώσης αιτιατικής (το κουράγιο) Κλίση*: το κουράγιο *δεν σχηµατίζει πληθυντικό αριθµό το κουράγιο - κουράγιο Ασκήσεις Λεξιλογίου 1. Βρείτε στο τραγούδι λέξεις που σηµαίνουν το αντίθετο των: χαρά σκόρπισα ανυποµονησία πλούτος χαρούµενα 188
2. Συµπληρώστε τα κενά διαλέγοντας την κατάλληλη λέξη από την παρένθεση: α. Η φτώχια φέρνει (χαρά, γκρίνια, βροχή) β. Ο σύλλογός µας οργανώνει κάθε µήνα λογοτεχνικές ή µουσικές (βραδιές, χορούς, βιβλία) γ. Χρειάζεται για να αντιµετωπίζει κανείς τις δύσκολες καταστάσεις.(λεφτά, κουράγιο, καηµός) δ. Τον προηγούµενο µήνα συνάντησα τους συµµαθητές µου! Πόσο είχαν αλλάξει όλοι! (µεγάλους, κίτρινους, παλιούς) ε. Φωτεινή, τα µάτια σου είναι συνέχεια τον τελευταίο καιρό! Βγάλε από το µυαλό σου τις δυσάρεστες σκέψεις! (γλυκά, βουρκωµένα, δυσάρεστα) Γραµµατική α. Θεωρία Παρατατικός Αόριστος και Παρατατικός Παρατατικός Συνδυασµός των χρόνων σε προτάσεις Ο παρατατικός και ο αόριστος µπορούν να χρησιµοποιηθούν µαζί, για να παρουσιάσουν δύο πράξεις, από τις οποίες η µία τελειώνει στο παρελθόν, ενώ η άλλη συνεχίζει. Όταν έφτασα σπίτι, η Ελένη µαγείρευε. Ενώ έτρεχε, κάποιος την φώναξε. Ο παρατατικός χρησιµοποιείται σε δύο προτάσεις όταν θέλουµε να δείξουµε την διάρκεια ή την επανάληψη δύο πράξεων που έγιναν συγχρόνως στο παρελθόν. β. Ασκήσεις Κάθε φορά που διάβαζα, άκουγα µουσική. Την ώρα που έπαιζε, τραγουδούσε. 1. Συµπληρώστε τα κενά µε τον παρατατικό των ρηµάτων της παρένθεσης: α) Όταν φοιτήτρια, τακτικά στην βιβλιοθήκη. (είµαι, πηγαίνω) β) Όση ώρα στον κήπο, µουσική. (δουλεύω, ακούω) γ) Τον πάντα όταν κακούς βαθµούς στο σχολείο. (µαλώνω, παίρνω) δ) Η µητέρα µου πάντα ότι την η θάλασσα.(λέω, ξεκουράζω) 189
ε) Την ώρα που η µητέρα µου ο πατέρας µου τηλεόραση. (µαγειρεύω, βλέπω) 2. Συµπληρώστε τα κενά µε τον παρατατικό και τον αόριστο των ρηµάτων της παρένθεσης: α) τόσο σιγά, που τελικά δεν τίποτα από την οµιλία του. (µιλώ, ακούω) β) Ενώ στο γραφείο, ότι είχα ξεχάσει τα χαρτιά στο σπίτι. (φτάνω, καταλαβαίνω) γ) Όταν στο σπίτι, τα παιδιά τηλεόραση. (µπαίνω, βλέπω) δ) Ενώ στον υπολογιστή, ξαφνικά κάτι και τα πάντα! (δουλεύω, χαλάω, χάνω) ε) Ενώ οι γονείς τους σε ταξίδι, τα παιδιά πάρτι! (λείπω, κάνω) Κείµενο Ο Πειραιάς Το λιµάνι του Πειραιά αποτελεί πηγή έµπνευσης για πολλά τραγούδια. Ποιος ξεχνάει την µοναδική φωνή της Μελίνας Μερκούρη να τραγουδά «Τα Παιδιά του Πειραιά»; Ως σπουδαίο οικονοµικό και πολιτιστικό κέντρο, που προσφέρει στους κατοίκους του εργασία, πολιτισµό και κάθε είδους διασκέδαση, έχει πολυσύχναστες και γεµάτες ζωντάνια περιοχές, το Πασαλιµάνι και το Μικρολίµανο, αλλά και γειτονιές µεγάλης γραφικότητας, µε νεοκλασικά κτίρια, πλατείες και πάρκα. Γειτονιές που θυµίζουν άλλη εποχή, µε έντονη την αίσθηση της νοσταλγίας. Ξεκινώντας από το παρελθόν, ο Πειραιάς γίνεται δήµος το 517 π.χ. από δύο σηµαντικές πολιτικές µορφές της εποχής, τον Περικλή και τον Θεµιστοκλή. Πολλά έργα ολοκληρώνονται την συγκεκριµένη περίοδο, ανάµεσά τους και τα Μακρά Τείχη, για την σύνδεση Αθήνας- Πειραιά. εν αργεί, λοιπόν, ο «αρχαίος» Πειραιάς να γίνει λιµάνι µεγάλης ασφάλειας µε τεράστια εµπορική κίνηση. Ο Πελοποννησιακός πόλεµος, όµως, οι Ρωµαίοι και οι Γότθοι τον οδηγούν σε περίοδο παρακµής, για περίπου δεκαπέντε αιώνες. Το 1318 µ.χ. µετονοµάζεται σε Porto Leone, στην συνέχεια σε Porto Drago και, τέλος, το 1456, ονοµάζεται Ασλάν Λιµάνι των Τούρκων. Στην νεότερη ιστορία του, το 1829, φτάνουν στον τόπο αυτό οι πρώτοι νέοι κάτοικοι - µόλις πέντε - ενώ το 1835 ιδρύεται ο ήµος Πειραιά. Στις τέσσερις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αι. η πόλη συνεχίζει σταθερά την ανοδική της πορεία σε όλους τους τοµείς. Σήµερα το λιµάνι του Πειραιά είναι ένα από τα µεγαλύτερα της Ευρώπης. Εξυπηρετεί 19.000.000 επιβάτες κάθε χρόνο, γεγονός που το βάζει στην τρίτη θέση παγκοσµίως. Έχει την 47 η θέση διεθνώς στην διακίνηση εµπορευµάτων και την πρώτη θέση στην Ανατολική Μεσόγειο. 190
Μια περιήγηση στις συνοικίες και τις γειτονιές του κρύβει εκπλήξεις. Στον λόφο του Προφήτη Ηλία συναντά κανείς το υπαίθριο θέατρο Βεάκειο, όπου γίνονται σπουδαίες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, και κατηφορίζοντας στην ακτή ηλαβέρη, το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, χώρο για αθλητικές δραστηριότητες. Στην ευρύτερη περιοχή βλέπει το θερινό δηµοτικό θέατρο Μενάνδρειο ( ελφινάριο), αλλά και το Στάδιο Καραϊσκάκη. Απαραίτητη είναι και η επίσκεψη στα δύο οργανωµένα Μουσεία, το Αρχαιολογικό και το Ναυτικό, όπως και στο ηµοτικό Θέατρο, το στολίδι του Πειραιά, που εντυπωσιάζει µε τις απλές νεοκλασικές γραµµές του. Αξέχαστη θα σας µείνει η βόλτα µέχρι το τέρµα της Πειραϊκής χερσονήσου, όπου οι µικροί φυσικοί κόλποι είναι µοναδικοί. (www.nomarhiapeiraia.gr, µε αλλαγές) Λεξιλόγιο Έµπνευσης: ξαφνικής γέννησης µιας ιδέας ως αποτέλεσµα εντύπωσης ή συγκίνησης, καλλιτεχνική σύλληψη. Π.χ.: Είχε έµπνευση από το ωραίο τοπίο που αντίκριζε και ζωγράφισε ένα καταπληκτικό πίνακα. Προσφέρει: δωρίζει, χαρίζει. Π.χ.: Κυρία µου, τι µπορώ να σας προσφέρω; Πολυσύχναστες: τα µέρη ή οι χώροι όπου συγκεντρώνονται ή περνούν πολλοί άνθρωποι. Π.χ.: Οι µεγάλες λεωφόροι είναι συνήθως πολυσύχναστες και γεµάτες φασαρία. Γραφικότητας: χάρης, ιδιαιτερότητας. Π.χ.: Εντυπωσιάζει η γραφικότητα των σπιτιών σε πολλά ελληνικά νησιά του Αιγαίου. Νεοκλασικά: αυτά που τα χαρακτηριστικά του νεοκλασικισµού. Π.χ.: Όλες οι πόλεις έχουν και µοντέρνα αλλά και νεοκλασικά οικοδοµήµατα. Έντονη: που έχει µεγάλη ένταση, δυνατή, ζωηρή. Π.χ.: Έχει την εικόνα της έντονη στο µυαλό του! εν µπορεί να την ξεχάσει µε τίποτα! Μορφές: φιγούρες, πρόσωπα, εµφανίσεις. Π.χ.: Η µορφή της δεν βγαίνει από το µυαλό µου. Ήταν τόσο γλυκιά και τόσο ήρεµη, που ηρεµούσες κι εσύ καθώς την κοίταζες! Ασφάλειας: σταθερότητας, σιγουριάς, έλλειψης κινδύνου. Π.χ.: Ταξιδεύω σχεδόν πάντα µε το τρένο για µεγαλύτερη ασφάλεια. Παρακµής: µαρασµού, ξεπεσµού, κατάρρευσης. Π.χ.: Η βιοµηχανία της περιοχής έπεσε σε µεγάλη παρακµή, καθώς νέα βιοµηχανικά κέντρα άρχισαν να δηµιουργούνται στα γειτονικά κράτη. 191
Μετονοµάζεται: αλλάζει το όνοµα κάποιου ανθρώπου ή πράγµατος. Π.χ.: Πολλοί δρόµοι της πόλης µετονοµάστηκαν τα τελευταία χρόνια. Ιδρύεται: χτίζεται, οικοδοµείται. Π.χ.: Η νέα πόλη ιδρύθηκε στα ερείπια της παλιάς. Ανοδική: ανθηρή, ακµαία, ανηφορική. Π.χ.: Η πορεία της οικονοµίας αρχίζει να γίνεται ανοδική, µε πολλές εξαγωγές και ίδρυση νέων εργοστασίων. ιακίνηση: µεταφορά και διανοµή εµπορευµάτων ή επιβατών. Π.χ.: Η διακίνηση ναρκωτικών ουσιών απαγορεύεται και τιµωρείται από τον νόµο. Περιήγηση: ταξίδι, επίσκεψη σε διάφορους τόπους. Π.χ.: Η περιήγηση στο νησί µου άφησε τις καλύτερες αναµνήσεις! Συνοικίες: τµήµατα πόλης ή χωριού, γειτονιές. Π.χ.: Μένει σε µια πλούσια συνοικία της Αθήνας. Υπαίθριο: εκείνο που βρίσκεται ή γίνεται σε ανοιχτό και ασκέπαστο χώρο. Π.χ.: Τα αρχαία ελληνικά θέατρα είναι υπαίθρια. Κατηφορίζοντας: ακολουθώντας κατηφορικό δρόµο, κατεβαίνοντας. Π.χ.: Το χωριό βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού. Θα φτάσουµε, λοιπόν, σε αυτό κατηφορίζοντας. Ευρύτερη: πλατύτερη, µεγαλύτερη. Π.χ.: Η φωτιά ξεκίνησε από το χωριό και πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε στην ευρύτερη περιοχή. Το αποτέλεσµα ήταν καταστροφικό! Στολίδι: κόσµηµα, στόλισµα. Π.χ.: Ο Παρθενώνας είναι το στολίδι της Ακρόπολης. Κόλποι: µεγάλα τµήµατα της θάλασσας που µπαίνουν βαθιά στην ξηρά που την περιβάλλει. Π.χ.: Το χωριό ήταν χτισµένο σε έναν µικρό γραφικό κόλπο. Επιλέξτε την σωστή απάντηση: Άσκηση Κατανόησης 1. Χάρη σε δύο σηµαντικές πολιτικές µορφές τον Περικλή και τον, ο Πειραιάς γίνεται δήµος το 517 π.χ. α. Θεµιστοκλή β. Αλκιβιάδη γ. Σωκράτη 2. Εξαιτίας του Πελοποννησιακού πολέµου και των Ρωµαίων, ο Πειραιάς βρίσκεται σε µία περίοδο για περίπου δεκαπέντε αιώνες. α. αναγέννησης β. παρακµής γ. ακµής 192
3. Σήµερα το λιµάνι του Πειραιά είναι ένα από τα µεγαλύτερα. α. της Ευρώπης β. του κόσµου γ. της Ελλάδας 4. Σήµερα απολαµβάνει κανείς µια βόλτα στις παλιές του Πειραιά. α. µορφές β. πόλεις γ. συνοικίες 5. Το ηµοτικό θέατρο του Πειραιά, που αποτελεί και το στολίδι του, είναι ένα θαυµάσιο κτίριο. α. ανοιχτό β. νεοκλασικό γ. µοντέρνο Παιχνιδόλεξα Ελάτε να θυµηθούµε λίγα από αυτά που µάθαµε, παίζοντας 1. Σταυρόλεξο Βρείτε τις λέξεις, που ζητάµε, και λύστε το σταυρόλεξο: 1 2 1 2 3 Οριζόντια 1. Συγκεντρώνω. 2. Αρχίζω να δακρύζω. 3. Σιγουριά, έλλειψη κινδύνου. Κάθετα 1. Γκρινιάζω. 2. Το µεγαλύτερο λιµάνι της Ελλάδας. 193
2. Κρεµάλα Βρείτε την λέξη που κρύβεται: 1. Η ξαφνική γέννηση µιας ιδέας. 2. Πλατύτερος, µεγαλύτερος. 3. Θαλασσινό πλάσµα, µισή γυναίκα και µισό ψάρι. Ε _ Ε Γ 3. Ακροστιχίδα Βρείτε τις λέξεις και ανακαλύψτε ποια κρύβεται ( η αντοχή, το θάρρος ): 7 3 8 2 4 6 1. Ταβέρνα. 2. Στόλισµα, κόσµηµα. 3. ηµιουργείται. 4. Ξεπεσµός. 5. Γκρίνια, διαµαρτυρία. 6. Είναι τα τραγούδια αυτής της ενότητας. 7. Η γειτονιά. 8. υνατός, ζωηρός. 5 1
4. Τραγούδια Ακούστε τα τραγούδια και συµπληρώστε τις λέξεις που λείπουν: Τζαµάικα Κάθε πρωί που να πάω στη δουλειά σαν πουλιά τα. Κάθε πρωί µαζί µε τον Μηνά ταξίδια µακρινά ως τη Τζαµάικα. Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος Μουσική: Μάνος Λοϊζος Κι στα πέλαγα, αγάπη µου παλιά, κι ύστερα το βραδάκι µεθυσµενάκι στα σ κοριτσάκι σαν το κρασάκι γουλιά-γουλιά. Χρόνια στο µεροκάµατο, κοπίδι και σφυρί, ένα σκαρί για το χατίρι σου. στην πρυµάτσα του θαλασσιά κι έγινα µια βραδιά καραβοκύρης σου. Κι στα πέλαγα, αγάπη µου παλιά, κι ύστερα το βραδάκι µεθυσµενάκι στα σ κοριτσάκι σαν το κρασάκι γουλιά-γουλιά. Μάτια βουρκωµένα Στίχοι: Νίκος Γκάτσος Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος Κάτω στον Πειραιά, στα Καµίνια, καλή καρδιά, µα και. µια βραδιά τα σαΐνια κι ήρθα τον µου να σου πω. Μάτια, δίχως αγάπη και πόνο κανένας δε ζει. Μάτια, πάρτε µε και µένα, πάρτε µε τώρα να πάµε στον κόσµο µαζί. Κάτω στον Πειραιά, στο Μουράγιο είπα να σκοτωθώ, µα τον άγιο. 195
Μα έκανα και κι ήρθα τον µου να σου πω. Μάτια, δίχως αγάπη και πόνο κανένας δε ζει. Μάτια, πάρτε µε και µένα, πάρτε µε τώρα να πάµε στον κόσµο µαζί. Λεξιλόγιο ενότητας Ανοδικός-ή-ό Αρµενίζω Ασφάλεια, η Βουρκώνω Γκρίνια, η Γοργόνα, η Γραφικότητα, η ιακίνηση, η Έµπνευση, η Έντονος-η-ο Ευρύτερος-η-ο Ιδρύοµαι Καηµός, ο Καπηλειό, το Κατηφορίζω Κινώ Κόλπος, ο Κουράγιο, το Κρυφά Μαζεύω Μετονοµάζοµαι Μορφή, η Νεοκλασικός-ή-ό Παλιός-ά-ό Παρακµή, η Παραπονιέµαι Περιήγηση, η Πίνω Πολυσύχναστος-η-ο Προσφέρω Σκαλίζω Σκαρώνω Στολίδι, το Συνοικία, η Υπαίθριος-α-ο Υποµονή, η Φεύγω Φτιάχνω Φτώχια, η Ψαροκάικο, το 196