ΔΈΚΑ ΕΓΓΌΝΙΑ έχει η νόνα Χελώνα και τους λέει κάθε



Σχετικά έγγραφα
ΘΥΜΙΟΥ ΑΓΓΕΛΙΔΗ-ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗ ΕΛΠΙΝΙΚΗ

Γεράσιμος Μηνάς. Γυναίκα ΠΡΩΤΟ ΑΝΤΙΤΥΠΟ

ΤΖΟΤΖΕΦ ΚΙΠΛΙΝΓΚ

ΕΤΟΣ 16ο ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 88 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΜΑΡΤΙΟΣ 2006

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΦΥΓΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ 20 ου ΚΑΙ ΤΟΥ 21 ου ΑΙΩΝΑ.

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΚΑΣ ΝΙΚΟΛΕΤΑΣ

Κεφάλαιο 2. αβάλα στ άλογά τους, οι ιππότες πέρασαν

Στις κόρες µου Χριστίνα και Θάλεια

Του νεκρού αδελφού. δημοτικό τραγούδι (βλ. σ. 18 σχολικού βιβλίου) που ανήκει στην κατηγορία των παραλογών (βλ. σ. 20 σχολικού βιβλίου)

ΑΝΝΑ ΤΕΝΕΖΗ. ΑΝΤΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ, ΜΗΤΕΡΑ (Θεατρικό μονόπρακτο)

ÄÉÌÇÍÉÁÉÁ ÅÊÄÏÓÇ ÅÍÇÌÅÑÙÓÇÓ ÊÁÉ ÐÍÅÕÌÁÔÉÊÇÓ ÏÉÊÏÄÏÌÇÓ ÉÅÑÁ ÌÇÔÑÏÐÏËÉÓ ÈÅÓÓÁËÏÍÉÊÇÓ ÉÅÑÏÓ ÍÁÏÓ ÌÅÔÁÌÏÑÖÙÓÅÙÓ ÔÏÕ ÓÙÔÇÑÏÓ

Μες στις παλάμες η αγάπη

«Η Σ Κ Ο Ν Η Τ Ο Υ Ρ Ο Μ Ο Υ»

ΠΛΑΤΩΝΟΣ «ΠΟΛΙΤΕΙΑ» ΕΒΔΟΜΟ ΒΙΒΛΙΟ. ( «Ο Μύθος του Σπηλαίου» )

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΥ ΜΙΛΗΣΕ ΣΤΗ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ενορία Ι. Ν. Αγ. Αθανασίου Ευόσµου Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών Γυµνασίου-Λυκείου

Ερευνητές συµµετέχοντες στη συνέντευξη: Θεοδοσοπούλου Ειρήνη, Φραγκούλης Εµµανουήλ

ΟΜΙΛΙΑ MARTIN SCHULZ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΕΔΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Τρέχω στο μπάνιο και βγάζω όλη τη μακαρονάδα.

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ 13 ΠΡΟΛΟΓΟΣ

ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ να είχα πεθάνει πριν από τρεις μήνες. Από τότε, τα πράγματα δεν έχουν επανέλθει στην προηγούμενη κατάστασή τους. Όλα έγιναν την τελευταία

Άδειο που φαίνεται το σπίτι ε, σκύλε; Εσύ κοίτα να κάτσεις ήσυχος σε τούτα δω τα βράχια, Γουίλο.

Η ΡΕΘΥΜΝΟΧΑΧΑΝΟΥΠΟΛΗ. Ένα βιβλίο που δε διάβασε κανείς!

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ. ΠΡΟΣΩΠΑ του ΕΡΓΟΥ. 425 π.χ. α Βραβείο ΑΧΑΡΝΗΣ. ΜΕΓΑΡΕΥΣ: Αγρότης από τα Μέγαρα. Έρχεται να πουλήσει προϊόντα στην αγορά του ικαιόπολη.

Ο ΚΟΝΤΟΡΕΒΥΘΟΥΛΗΣ ΜΟΥ

Αρμέγει δήθεν ο Γιώργος τα πρόβατά του κάθε πρωί και γεμίζει καρδάρες με γάλα το οποίο αποθηκεύεται σε δοχεία μεγάλης χωρητικότητας και μεταφέρεται σ

και, όταν σκοτείνιασε, στο φως του φάρου. Η παγωνιά ήταν άλλος ένας λόγος που ο Μάγκνους δεν ήθελε να κουνηθεί. Στην κρεβατοκάμαρα το παράθυρο θα

Ο ΚΑΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΚΟΣ. Μαρία και Ιωσήφ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ

ΙΣΤΟΡΩΝΤΑΣ ΤΟ ΘΑΥΜΑΣΤΟ

κοντά του, κι εκείνη με πόδια που έτρεμαν από το τρακ και την καρδιά της να φτερουγίζει μες στο στήθος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα.

ΤΑΤΙΑΝΑ. θέλω..." Δεν πρέπει να θέλω! Ξέρω το πρέπει θα μου πεις δεν υπάρχει. Ή φλερτάρεις με το ρίσκο ή μένεις στο ίδιο σημείο μιά ζωή...

Λες, δεν διαφέρεις. Δεν είναι ομαδική παράκρουση, ο πόνος. Σκυμμένοι άνθρωποι, στα στασίδια.

ΘΕΜΑ: «Καθορισμός τέλους, τέλεσης πολιτικού γάμου στο Δήμο Πρέβεζας,για το έτος 2013»

κρικοθυρεοειδής σύνδεσμος

Μυρίζει Μπαρούτι. Σκηνοθεσία: Κωνσταντίνος Πουλής. Βοηθός Σκηνοθέτη: Ντίνα Μαυρίδου

ΒΙΒΛΙΟ ΕΝΑΤΟ. Ο Όλεθρος του Νότου

Ναι! Αυτό είναι! Θα την κάνω από το σχολείο! Θα πάρω ρεπό! Θα προσποιηθώ πως κάποιος μόλις ανακάλυψε μια καινούρια γιορτή!

Ελληνικά τραγούδια. Και θα χαθώ Μόνο στα όνειρα Όνειρο ζω Χέρια ψηλά Χωρίς αναπνοή... 6

με περίμενε τόσο καιρό. σ εκείνη, λοιπόν

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΣΙΛΕΡ. ποιήματα

Το Κάλεσμα του Αγγελιοφόρου

Κώστας Λεµονίδης Σταθµός 2ος

O Μικρός Πρίγκιπας συναντά τον Κύριο Καζαντζάκη

"Ο ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΟΚΑΛΟ!" (χριστουγεννιάτικο θεατρικό): Μαρία Κίτρα

προβλήματα, εγώ θέλω να είμαι συγκεκριμένος. Έχω μπροστά μου και σας την αναφέρω την

Ας προσπαθήσουμε να δούμε ποιες είναι αυτές, μία προς μία, εξετάζοντας τις πιο εξόφθαλμες και αναντίρρητες από αυτές.

Τι έγινε και γιατί έγινε

Παραμυθιά Τάξη Α Μάστορα Έλλη

ο σούρουπο είχε απλώσει το σκοτεινό υφάδι του, κεντημένο με περισσή στοργή από τη μητέρα του, τη μαρμαρυγή. Τιτιβίσματα πτηνών ορμούσαν μες στην

Μα ναι, τι χαζός που ήταν! Γυναικεία ήταν η φιγούρα που στεκόταν μπροστά στη μεγάλη μπαλκονόπορτα του δεύτερου

ΤΡΥΦΩΝΑΣ ΤΥΠΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Διήγημα με τίτλο: «Πορτραίτα τριών γυναικών, μιας γαρδένιας κι ενός ερωτευμένου σκύλου»

«Λοιπόν, έχουμε και λέμε Αθανάσιος Παπανικολάου, ετών 99, Κωνσταντίνα η σύζυγος, τρία παιδιά, οχτώ εγγόνια»

Τίτλος του διηγήµατος: Το γουρούνι µε τα ξύλινα ποδάρια

Το μάτι του Ελέφαντα. Χριστόφορος Ακριτίδης

Ελεγεία και Σάτιρες-Κώστας Καρυωτάκης schooltime.gr-ποίηση

Ο έρωτας ήρθε από την στέπα Μυθιστόρημα - Περίληψη

ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΟ ΛΕΜΟΝΟΔΑΣΟΣ

ΕΤΣΙ ΚΙ ΑΛΛΙΩΣ... ΚΑΛΗΜΕΡΑ

ταν αρκετά αργά το πρωί όταν το σκοτάδι άρχισε να διαλύεται. Η Ζόγια Νικολάγεβνα Πέτροβα, χοντρή και σκοτεινή, περπατούσε γεμάτη αποφασιστικότητα στο

ΒΙΤΣΕΝΤΖΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ

Λόγος Επίκαιρος. Αυτοί που είπαν την αλήθεια, τι κατάλαβαν από τη ζωή; ΛΕΝΕ!!! Και αυτοί που δεν την είπαν, τι κατάλαβαν από τη ζωή; ΛΕΜΕ!!!

Κι εγώ τι θα κάνω μόνη μου τις Κυριακές; Έχεις εμένα, αγάπη μου. Εσύ κάθε μέρα είσαι στο μαγαζί και τις Κυριακές πηγαίνεις

Πρακτικά της Βουλής των Αντιπροσώπων

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ ΙΖ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΥΝΟΔΟΣ Α ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΞΑ Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Το ζήτημα του επαναστατικού υποκειμένου. Το ζήτημα της αναγκαιότητας των πρωτοποριών και των στρατηγών τους

Ι1ΑΙ1Α-ΕΥΘΥΜ10Σ στο πάνθεο των αγίων του Καθηγητή Νίκου Πετρόχειλου

Το ωραιότερο πράγμα του κόσμου

και άσε τον Κύριο να βρει ποιοί είναι σι δικοί του. Και τώρα, σ' αυτό το παλτό κάστρο του δάσους, οι κόρες του, που μόλις γίνανε γυναίκες,

Copyright 2014: ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΟΣ & Ήρα Ραΐση

ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΑΝΑΨΕΙΣ ΕΝΑ ΚΕΡΙ ΠΑΡΑ ΝΑ ΚΑΤΑΡΙΕΣΑΙ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ

ΦΑΙΔΩΝ (Περί Ψυχής) (αποσπάσματα)

Δανάη Τασιούλη ΔΙΔΥΜΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ. Η Στοιχειωμένη Μοίρα. εκδόσεις ΙΒΙΣΚΟΣ

ΟΝΟΜΑ ΣΧΟΛΕΙΟΥ: ΙΑ ημοτικό Σχολείο Πάφου (Αγίου Σπυρίδωνα)

ΚΩΣΤΑΣ ΒΟΥΛΑΖΕΡΗΣ. ο Βασιληάς οι Νύφες. η Μαύρη Δράκαινα

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ : Θεωρία. Περίληψη γραπτού Λόγου. Τι είναι η περίληψη;

Ο ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟΥ. Έτσι άρχισαν όλα

Κύριες συντάξεις - άθλια προνοιακά φιλοδωρήματα ΣΕΛΙΔΑ 2. Θα πετσοκόψουν άμεσα και τις καταβαλλόμενες σήμερα συντάξεις ΣΕΛΙΔΑ 3

ΠΡΩΤΟΣ ΕΠΕΡΩΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΣΙΑΚΟΣ (ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΙΑ)

Μάριος Χάκκας. Το Ψαράκι της γυάλας

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΥΠ.ΓΕΩΡΓΙΑΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Μαυρίδου Μάρθας Α.Μ

Παραμύθια. που γράφτηκαν από εκπαιδευόμενους / ες του πρώτου επιπέδου κατά τη σχολική χρονιά στο 1ο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Λάρισας

1 Μελογονής: Ο γλυκός σα μέλι γονέας. 2 Νικλιάνος: Ο καταγόμενος από αριστοκρατική και ισχυρή γενεά της Μάνης.

Κώστας Σφενδουράκης ΝΙΚΗ ΤΩΝ ΤΕΤΡΙΜΜΕΝΩΝ.

Κρίση και θύµατα στο έργο του Κωνσταντίνου Θεοτόκη: Οι Σκλάβοι στα δεσµά τους. Γκρατσιέλλα-Φωτεινή Καστελλάνου

Εκπαιδευτική Προσέγγιση Ψηφιδωτού «Θησέας και μινώταυρος» για παιδιά προσχολικής ηλικίας

Μια νέα φωτεινή σελίδα της ιστορίας μας

Στον 20ό αιώνα ζούμε, μαμά, όχι στο Μεσαίωνα. Για όνομα του Θεού! Οι γυναίκες έχουν πάρει πια τη ζωή στα χέρια τους. Άσε με στην ησυχία μου, έχω άλλα

* Από την αγγλική λέξη «boss», αφεντικό. ** «Core houses» στο πρωτότυπο, μικρά ισόγεια σπίτια ανθεκτικής κατασκευής με πρόβλεψη επέκτασης. (Σ.τ.Ε.

ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ ΕΚΑΤΟ. Προετοιµασίες Πολέµου

ραψωδία E Διομήδους ἀριστεία (Tα κατορθώματα του Διομήδη)

Η Ιστορία του Αγγελιοφόρου Όπως αποκαλύφθηκε στον Μάρσαλ Βιάν Σάμμερς στης 23 Μάιου 2011 στο Μπόλντερ, Κολοράντο, ΗΠΑ

Το σύμπαν μέσα στο οποίο αναδύεστε

Παραδοσιακή ρώσικη χριστουγεννιάτικη ιστορία Διασκευή από την Μπιλιούρη Αργυρή

(τον βάζουν να κάτσει και κάνουν ότι µιλούν όλοι στα κρυφά)

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΧΑΡ. ΤΡΙΚΟΥΠΗ ΑΘΗΝΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ TΗΛ. (210) FAX: (210) pressoffice1@pasok.

Κρύων της Μαγνητικής Υπηρεσίας. Πνευματική Ανατομική. Μάθημα 3ο ~ Εργασία με το Κόλον

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γενικές πληροφορίες Πού βρίσκομαι;

Γιάννης Υφαντής ΓΚΆΤΣΟΣ Ο ΠΕΛΑΣΓΙΚΌΣ. Οι ποιητές

Transcript:

1 ΔΈΚΑ ΕΓΓΌΝΙΑ έχει η νόνα Χελώνα και τους λέει κάθε βράδυ ένα σωρό ιστορίες, κάθε μέρα τους μιλάει για του κόσμου τα παράξενα. Ποτέ, ωστόσο, δεν τους είχε πει ότι υπάρχει κάτι τόσο θαυμαστό σαν το στολίδι που τους έδειξε ο ασβός εκείνο το απόγευμα. Σκέφτηκαν και τα δέκα τους λοιπόν πως, δίχως άλλο, ούτε κείνη θα είχε δει ποτέ κάτι παρόμοιο. Κι έτρεχαν τώρα δύο δύο, με τον τρόπο τον δικό τους, να της πουν τα νέα: Ο Γοργίας κι η Γοργώ, πάντα γρήγοροι σε όλα, έτρεχαν πρώτοι Ο Χαρικλής κι η Χαρώ, που χαίρονταν με το παραμικρό, απ τη χαρά τους την πολλή κόντευαν να τους φτάσουν Ο Κλαψομένης κι η Κλαψώ, που πάντα κάτι έβρισκαν να παραπονεθούν ή να γκρινιάξουν, ακολουθούσαν μουτρωμένοι Ο Φαγοκλής και η Φαγώ, λαίμαργοι καθώς ήταν και οι δυο, σταματούσαν κάθε τόσο, για να μασουλήσουν όσα φρέσκα χορταράκια έβρισκαν στον δρόμο, και καθυστερούσαν 9

Τελευταίοι έρχονταν ο Αργοκλής κι η Αργώ, που ως συνήθως χάζευαν στον δρόμο πότε τούτο πότε κείνο και αργοπορούσαν «Τι συμβαίνει και γυρίσατε τόσο νωρίς;» ξαφνιάστηκε η νόνα η Χελώνα, σαν είδε τα εγγόνια της να φτάνουν δύο δύο. «Ακόμα δε σουρούπωσε, γιατί αφήσατε στη μέση το παιχνίδι σας στο δάσος;» «Ήρθαμε να σου πούμε κάτι συγκλονιστικό!» βιάστηκε ν απαντήσει πρώτος ο Γοργίας. «Κάτι που θα σε κάνει να χαρείς!» πρόσθεσε η Χαρώ. «Κάτι που είναι άδικο» γκρίνιαξε ο Κλαψομένης. «Κάτι σπουδαίο, μόνο που δεν τρώγεται» η Φαγώ δεν έδειχνε και τόσο ενθουσιασμένη. «Εγώ και η Αργώ θαυμάζαμε τις πεταλούδες, αργήσαμε και δεν προλάβαμε να πάμε στη φωλιά του ασβού για να το δούμε» ομολόγησε ο Αργοκλής. «Στη φωλιά του ασβού;» απόρησε η νόνα η Χελώνα. «Και τι γυρεύατε του λόγου σας σε ξένο σπίτι; Δεν είπαμε να παίζετε στο ξέφωτο;» «Μας κάλεσε ο ίδιος!» πετάχτηκε αμέσως ο Γοργίας. «Μας φώναξε Κοπιάστε, χελωνόπουλα, να δείτε τι στολίδι θαυμαστό έβαλα στη φωλιά μου! κι εμείς από ευγένεια, ε κι από περιέργεια, δηλαδή, δεχτήκαμε. Φίλος σου είναι άλλωστε, νόνα Χελώνα, τον ξέρεις πολλά χρόνια, έτσι δεν έχεις πει;» «Σωστά, φίλος μου είναι» είπε κείνη. «Καλά κά- 10

νατε και πήγατε, να θυμάστε όμως πως δεν μπαίνουμε ποτέ σε φωλιά ξένη, αν δεν ξέρουμε καλά τον νοικοκύρη, όσο ευγενικά κι αν μας καλεί». «Στην αρχή διστάζαμε λιγάκι, πάντως» ομολόγησε η Γοργώ «γιατί η φωλιά του είναι βαθιά και σκοτεινή. Εκείνος το κατάλαβε και είπε Μην ανησυχείτε, δε χρειάζεται να μπείτε ως μέσα, στην είσοδο το έχω, να το βλέπει εύκολα όποιος έρχεται. Πλησιάσαμε, λοιπόν, προσεκτικά ένας ένας και το είδαμε!» «Ήταν πολύ χαρούμενος ο ασβός, νόνα Χελώνα, κι είχε δίκιο!» πετάχτηκε ο Χαρικλής. «Πανέμορφο στ αλήθεια το στολίδι!» «Ναι, αλλά η φωλιά του μύριζε απαίσια» στραβομουτσούνιασε η Κλαψώ. «Αυτό είν αλήθεια» συμφώνησε η Φαγώ. «Κάποια φαγητά θα του είχανε χαλάσει». «Εγώ δεν μπήκα και δεν ξέρω» είπε τελευταία η Αργώ, που μπορεί ν αργούσε πάντα να μιλήσει, μα πολύ συχνά έλεγε πράγματα σωστά. «Έχω ακούσει ότι μυρίζει φοβερά η φωλιά του επειδή από φυσικού του μυρίζει άσχημα ο ίδιος ο ασβός, για να μην τον πλησιάζουν οι εχθροί του. Σωστά, νόνα Χελώνα;» «Σωστά!» βεβαίωσε η γιαγιά της. «Όπως κάθε ζωντανό πάνω στη γη, έχει κι αυτός από τη φύση ό,τι του χρειάζεται. Όπλο του λοιπόν η άσχημη οσμή, για να τον προστατεύει». «Και το στολίδι που έχει βάλει στη φωλιά του τι 11

θα του χρειαστεί;» μουτρωμένος μίλησε ο Κλαψομένης. «Κανονικά εμείς έπρεπε να το έχουμε. Στη δική μας τη φωλιά θα ταίριαζε καλύτερα». «Μα τι στολίδι πια είν αυτό που τόσο το θαυμάσατε;» παραξενεύτηκε η νόνα η Χελώνα. «Είναι κάτι στρογγυλό, αστραφτερό και μοιάζει με κουμπί!» πρώτος πάλι πρόλαβε να πει ποιος άλλος; ο Γοργίας. «Από ασήμι φαίνεται να είναι κι έχει επάνω χαραγμένη μια χελώνα!» συμπλήρωσε η Γοργώ. «Μμμ Για στάσου να σκεφτώ!» έκανε η γιαγιά τους. «Στρογγυλό από ασήμι σαν κουμπί με χαραγμένη μια χελώνα Έτσι που μου τα λέτε, μάλλον αρχαίο νόμισμα πρέπει να είναι, αν και λιγάκι απίθανο μου φαίνεται. Πού να το βρήκε τέτοιο νόμισμα ο ασβός;» «Τι είναι το νόμισμα, νόνα Χελώνα;» ρώτησαν τα εγγόνια της. «Πάμε να το δω κι εγώ και θα σας εξηγώ καθώς θα περπατάμε!» είπε κείνη. Ξεκίνησαν, λοιπόν, όλοι μαζί για τη φωλιά του ασβού και στον δρόμο έμαθαν τα χελωνόπουλα τι ακριβώς θα πει αρχαίο νόμισμα. «Μπα, μπα, μπα! Τι τιμή κι ετούτη!» είπε χαρούμενος ο ασβός όταν τους είδε. «Ήρθε κι η σοφή νόνα Χελώνα να θαυμάσει το στολίδι του σπιτιού μου! Τόσοι φίλοι μέσα σε μια μέρα ποτέ δεν είχαν έρθει 12

να μ επισκεφτούν. Για να λέμε την αλήθεια, δεν έχει μπει κανένας στη φωλιά μου ίσαμε τώρα. Και πολύ στενοχωριόμουν που κανείς δε με καταδεχόταν. Να που έγινε το θαύμα, όμως! Το στολίδι ετούτο, φαίνεται, δεν είναι μόνο θαυμαστό μα και θαυματουργό! Κόπιασε λοιπόν, νόνα Χελώνα, έλα να το δεις κι εσύ!» «Καλέ μου φίλε, δεν το φέρνεις εδώ έξω, σε παρακαλώ, για να το δω καλύτερα στο φως;» πρότεινε κείνη. «Έχω γεράσει και δε βλέπω πια καλά» «Μετά χαράς!» έκανε πρόθυμα ο ασβός. Ο Κλαψομένης τότε είπε στην Κλαψώ σιγά: «Κατάλαβες γιατί είπε η νόνα μας ότι δε βλέπει πια καλά; Δεν ήθελε να πλησιάσει τη φωλιά επειδή μυρίζει απαίσια. Καλά το λένε όλοι πως είναι γνωστική! Ενώ εμείς» «Κατάλαβες γιατί δεν ήθελε η νόνα μας να πει ότι μυρίζει άσχημα η φωλιά του και γι αυτό δεν πλησιάζει;» είπε η Κλαψώ. «Τον αγαπάει όπως όλους μες στο δάσος και δεν ήθελε να τον στενοχωρήσει ούτε να τον προσβάλει. Καλά το λένε όλοι πως είναι ευγενική κι έχει χρυσή καρδιά! Ενώ εμείς» Συμφώνησε, λοιπόν, ο ασβός και σε λίγο το στολίδι του το στρογγυλό έλαμπε στο ξέφωτο.

«Ωωω! Αρχαίο νόμισμα λοιπόν απόκτησες, ασβέ μου!» θαύμασε η νόνα η Χελώνα, όταν το κοίταξε με προσοχή. «Αλήθεια, πού το βρήκες;» «Μου το έδωσε ο φίλος μου ο τυφλοπόντικας προχτές. Πήγα ως εκεί που μένει, στο χωράφι που ακουμπάει στο δάσος και σπέρνουνε καμιά φορά κριθάρι οι γεωργοί. Του πήγα λιχουδιές για τα παιδιά του. Τον τελευταίο καιρό τον έχω λυπηθεί πολύ κι είπα να τον βοηθήσω. Εφτά μωρά έχει ο καημένος και, όπως όλα τα μικρά τα τυφλοποντικάκια, τα νεογέννητα, είναι πολύ φαγούδικα και δύσκολα χορταίνουν. Σκάβει στοές στη γη, σκάβει λαγούμια ο φουκαράς, μα όσα σκουλήκια και να βρει ποτέ δε φτάνουν». «Και μένουν νηστικά;» έφριξε η Φαγώ. «Προσπαθεί να τα ταΐζει όσο πρέπει, αλλά δυσκολεύεται πολύ. Μέχρι που αποφάσισε να γίνει χορτοφάγος, κι αυτός και η γυναίκα του, μήπως κι έτσι περισσεύει φαγητό για τα μικρά. Ώσπου να μεγαλώσουν, λέει, θα τρώνε οι δυο τους μόνο ρίζες κι ας μην τους αρέσουν, ας τις βρίσκουν άνοστες. Αν είχανε τουλάχιστον να φάνε φρέσκα χορταράκια ή κανένα φρούτο Μέσα στο χώμα όμως που ζουν, πού να τα βρουν οι δόλιοι;» Α, τους καημένους! είπε από μέσα του ο Φαγοκλής. «Χάρηκε, που λέτε, ο τυφλοπόντικας με όλα εκείνα που του πήγα να ταΐσει τα παιδιά του» συνέχισε ο 15

ασβός. «Σκαθάρια, σαλιγκάρια, κάμπιες και σαρανταποδαρούσες όλα πεντανόστιμα, πικάντικα και φρέσκα. Μου χάρισε, λοιπόν, αυτό τ ωραίο στολίδι, το νόμισμα όπως το λέτε εσείς, για να στολίσω τη φωλιά μου, μπας και με καταδεχτεί επιτέλους κάποιος επισκέπτης». «Τι κρίμα να μην έχει κι άλλο, να μας έδινε κι εμάς!» στενοχωρήθηκε η Κλαψώ. «Μα έχει!» αποκρίθηκε ο ασβός. «Έχει πολλά τέτοια στολίδια, τέτοια νομίσματα θέλω να πω. Τα βρήκε, μου είπε, σ ένα μισοσπασμένο, αρχαίο πιθάρι που ανακάλυψε μια μέρα καθώς άνοιγε στοές στη γη. Εκεί τα έχει κρυμμένα. Κι αν του πηγαίνω, είπε, τακτικά τροφή για τα παιδιά του, θα μου δίνει κι άλλα! Όμως εγώ έχω πολλές δουλειές στο δάσος. Δε θα μπορέσω να πηγαίνω κάθε μέρα και στενοχωριέμαι. Δε με νοιάζει και πολύ για τα στολίδια, ένα μου φτάνει. Λυπάμαι περισσότερο που ο τυφλοπόντικας δε θα χει φαγητό αρκετό». Α, τον καημένο! ξανάπε από μέσα του ο Φαγοκλής. «Δεν υπάρχει λόγος να στενοχωριέσαι, ασβέ μου!» τον καθησύχασε η νόνα η Χελώνα. «Βρήκα εγώ μια λύση! Αφού ο τυφλοπόντικας έγινε από ανάγκη χορτοφάγος, καθώς είπες, θα του πηγαίνουμε συχνά φρέσκα χορταρικά εμείς, για να μην τρώει μόνο ρίζες ο καημένος. Θα το κάνουμε με την καρδιά μας, αντάλλαγμα δε θέλουμε, γιατί εμείς νοιαζόμαστε και 16

τ αγαπάμε όλα τα ζωντανά. Λες όμως από τη χαρά του να προσφέρει και σε μας ίδια νομίσματα;» «Ίδια δεν ξέρω αν έχει» απάντησε ο ασβός. «Παρόμοια όμως, απ ό,τι μου έχει πει, υπάρχουν στην αρχαία κρυψώνα του και δίχως άλλο θα σας δίνει». «Τι εννοείς παρόμοια ;» πετάχτηκε αμέσως ο Γοργίας. «Μπορεί να είναι τρίγωνα ή τετράγωνα, αντί για στρογγυλά;» «Όοοοχι!» έκανε ο ασβός. «Στρογγυλά είναι όλα, καθώς λέει, μόνο που έχουν άλλα ζώα χαραγμένα επάνω». «Άλλα ζώα;» «Τι ζώα;» «Ήμερα ή άγρια;» «Μεγάλα ή μικρά;» «Με φτερά ή χωρίς φτερά;» «Θαλασσινά ή στεριανά;» «Για πες μας μερικά!» άρχισαν να τον ρωτούν όλα μαζί τα χελωνόπουλα. «Ας μην κουράζουμε τον φίλο μας με τέτοιες ερωτήσεις» έκοψε την κουβέντα η γιαγιά τους. «Ας ρωτήσουμε κάτι πιο σημαντικό: Πώς θα τη βρούμε, ασβέ μου, τη φωλιά του τυφλοπόντικα;» «Α, πολύ εύκολο! Θα δείτε έναν μικρό σωρό από χώμα στη γωνιά του χωραφιού κοντά στο δάσος, απ τη μεριά που βγαίνει ο ήλιος. Εκεί είναι η είσοδος». «Κατάλαβα! Ώρα τώρα να σ αφήσουμε, καλέ μου 17

φίλε» είπε ευγενικά η νόνα η Χελώνα «και σ ευχαριστώ για τις πληροφορίες που μας έδωσες. Θα έρχομαι συχνά να κουβεντιάζουμε οι δυο μας από δω κι εμπρός, αφού σ αρέσουν τόσο οι επισκέψεις». «Στο καλό να πάτε!» καταχάρηκε ο ασβός κι έβαλε στη φωλιά του το ασημένιο νόμισμα με προσοχή. «Γιατί δεν άφησες, νόνα Χελώνα, τον ασβό να πει τι ζώα έχουν επάνω χαραγμένα τ άλλα τα νομίσματα;» παραπονέθηκαν τα χελωνόπουλα στον γυρισμό. «Αφού δεν τα χει δει ποτέ ο ίδιος, ό,τι και να μας έλεγε μπορεί να ήταν λάθος» είπε κείνη. «Πρέπει να τα δούμε με τα ίδια μας τα μάτια». «Τότε να πάμε αμέσως στη φωλιά του τυφλοπόντικα» έτοιμη για τρεχάλα ήταν η Γοργώ. «Σίγουρα θα χαρεί που θα μας δει» σκέφτηκε φωναχτά ο Χαρικλής. «Άδικα θα πάμε, νόμισμα με χελώνα δε θα έχει άλλο» βιάστηκε να στενοχωρηθεί ο Κλαψομένης. «Τι λιχουδιές θα πρέπει να του πάμε;» ξερογλείφτηκε ο Φαγοκλής. «Ώσπου να βρούμε τη φωλιά, θ αργήσουμε και θα νυχτώσει, αύριο να πάμε!» πρότεινε η Αργώ.

Και συμφώνησε η νόνα η Χελώνα. Όχι μονάχα επειδή πραγματικά είχε αρχίσει να βραδιάζει, μα κι επειδή έπρεπε πρώτα να μαζέψουν τρόφιμα αρκετά. Την άλλη μέρα ξαμολήθηκαν στο δάσος όλοι κι άρχισαν να μαζεύουν φρέσκα χορταράκια, φυλλαράκια τρυφερά, μικρούς καρπούς και τραγανά βλαστάρια όσο πιο πολλά μπορούσαν, για να χορτάσει ο χορτοφάγος τυφλοπόντικας, μαζί κι η τυφλοποντικίνα. Και πριν να σουρουπώσει, ξεκίνησαν να πάνε να τον βρουν, μπροστά η νόνα η Χελώνα, πίσω τα εγγόνια της. Σωστές ήταν οι οδηγίες του ασβού, εύκολα τη βρήκαν στο χωράφι τη φωλιά του πεινασμένου τυφλοπόντικα. Του φώναξαν να βγει, του είπαν τι του φέρνουν κι εκείνος κόντεψε να τρελαθεί απ τη χαρά του σαν είδε τόσα τρόφιμα, ας ήταν και χορταρικά! Άρχισε να τα βάζει λίγα λίγα στη φωλιά του, κι όταν τελείωσε, έφερε κι έδωσε στη νόνα τη Χελώνα ένα νόμισμα όπως εκείνο που είχε δώσει στον ασβό. Μόνο που είχε χαραγμένη επάνω μία κουκουβάγια! 19

«Ευχαριστώ! Να σαι καλά!» του είπε ευγενικά η νόνα η Χελώνα. «Και μην ανησυχείς! Δε θα ξαναπεινάσετε ποτέ η αφεντιά σου και η τυφλοποντικίνα. Ώσπου να μεγαλώσουν τα μικρά σας, κάθε μέρα τα εγγόνια μου κι εγώ θα σου φέρνουμε καινούριες νοστιμιές. Από αύριο κιόλας ξεκινάμε!»