ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΧΑΡ. ΤΡΙΚΟΥΠΗ 50 10680 ΑΘΗΝΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ TΗΛ. (210)3665312-3 FAX: (210)3665115 e-mail : pressoffice1@pasok.gr Αθήνα, 12 Ιουλίου 2014 ΟΜΙΛΙΑ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΣΤΗ ΣΥΝΕ ΡΙΑΣΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ Συντρόφισσες και σύντροφοι, χαίροµαι γιατί βρίσκονται συγκεντρωµένα εδώ τα µέλη της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής, εκπρόσωποι των Περιφερειών, βρίσκεται η καρδιά της Οργάνωσής µας. Φίλες και φίλοι, επειδή είναι η πρώτη φορά που βρισκόµαστε στο επίπεδο αυτό µετά τις τριπλές δηµοτικές, περιφερειακές και ευρωπαϊκές εκλογές του Μαΐου, αξίζει νοµίζω να τονίσουµε ότι το αποτέλεσµα των εκλογών αυτών ήταν τελικά τριπλό. Η στρατηγική της εφόδου και της έντασης που ήθελε ν αµφισβητήσει την πολιτική σταθερότητα και να οδηγήσει τη χώρα σε ασύντακτες πολιτικές εξελίξεις, απέτυχε. Η πολιτική σταθερότητα διαφυλάχθηκε. Ο λαός εκφράστηκε, αυτό είναι το σηµαντικότερο και φυσικά αντιλαµβανόµαστε και νιώθουµε τα µηνύµατα που έστειλε. Αναδείχθηκαν οι νέοι Ευρωβουλευτές µας, νέοι δηµοτικοί άρχοντες, νέες ιοικήσεις της Περιφέρειας της χώρας. Kαι µέσα απ όλα αυτά το ΠΑΣΟΚ, η Ελιά, η ηµοκρατική Παράταξη, άντεξε και ο διάλογος για την Κεντροαριστερά, για την ανασυγκρότηση της
παράταξης, άνοιξε. Ξεκλείδωσαν πόρτες που έµεναν πεισµατικά κλειστές µέχρι τις εκλογές του Μαΐου. ε θα µιλήσω σήµερα για το τι σηµαίνει το εκλογικό αποτέλεσµα του ΠΑΣΟΚ και της Ελιάς για το 8%. Μίλησα αναλυτικά γι αυτό και στη συνάντηση των υποψηφίων µας που έδωσαν τη µάχη των ευρωεκλογών µ έναν θαυµάσιο τρόπο και στην προχθεσινή συνεδρίαση του Πολιτικού Συµβουλίου. Θα πω πολύ συνοπτικά πως φυσικά για µια παράταξη µε την ιστορική διαδροµή του ΠΑΣΟΚ, αυτό το εκλογικό ποσοστό ούτε επαρκές ούτε ικανοποιητικό είναι, είναι ένα ποσοστό ανάγκης ενόψει των συνθηκών, δεν είναι όµως ένα ευκαταφρόνητο εκλογικό ποσοστό. Γιατί διαφύλαξε όλα αυτά που ήδη ανέφερα, την προοδευτική σταθερότητα που θέλαµε, τις θυσίες των πολιτών, την πορεία της οριστικής και ασφαλούς εξόδου από την κρίση. Και κυρίως, το επαναλαµβάνω, στην πραγµατικότητα αυτή η εκλογική επίδοση του ΠΑΣΟΚ και της Ελιάς είναι που άνοιξε το διάλογο για την Κεντροαριστερά. ε θα επαναλάβω ούτε όσα κατά καιρούς έχουµε πει σε σχέση µε το περιβόητο εκλογικό δίληµµα που ήταν η καρδιά της προεκλογικής µας γραµµής. Πράγµατι, αυτό που είπαµε στους πολίτες ήταν η απόλυτη αλήθεια. ώσαµε µια προκαταβολική και έντιµη απάντηση στο ερώτηµα που ήταν στα χείλη όλων των πολιτών το βράδυ των εκλογών της 25 ης Μαΐου. Εάν δε στεκόταν όρθιο το ΠΑΣΟΚ και η παράταξη, δε θα στεκόταν όρθια ούτε η κυβέρνηση,αλλά, κατά την εκτίµησή µου, ούτε η χώρα. Η λογική των εκλογών - δηµοψηφίσµατος που ήθελε να επιβάλλει ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε, αλλά δυστυχώς η γραµµή αυτή του διχασµού και της έντασης συνεχίζεται για να συγκαλύψει το γεγονός της στρατηγικής ήττας που υπέστη στις τριπλές εκλογές του Μαΐου. Η τεχνητή ένταση είναι ένα ποδήλατο που πρέπει να κάνεις συνεχώς πεντάλ για να το κρατάς όρθιο, χωρίς να σκέφτεσαι την ανάγκη ν αποκατασταθεί η ενότητα του έθνους, χωρίς να σκέφτεσαι την ανάγκη σεβασµού των θεσµών, όπως είναι ο Πρόεδρος της ηµοκρατίας ως ρυθµιστής του πολιτεύµατος και σύµβολο της ενότητας του έθνους. Η τελευταία εµπειρία σε σχέση µε τη λεγόµενη µικρή ΕΗ και το δηµοψήφισµα, είναι χαρακτηριστική. Η µικρή ΕΗ ήταν µια επιλογή που προέκυψε αναγκαστικά
µέσα από τη διαπραγµάτευση µε την Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτίστως, αλλά το νοµοσχέδιο που ψηφίστηκε από τη Βουλή είναι ένα ριζικά διαφορετικό νοµοσχέδιο σε σχέση µε αυτό που κατατέθηκε χάρις στις αποφασιστικές, επίµονες και καλά τεκµηριωµένες προτάσεις της Κοινοβουλευτικής µας Οµάδας Παρέχεται πλήρης προστασία στους εργαζοµένους, στις περιοχές όπου υπάρχουν παραγωγικές εγκαταστάσεις, στους αγρότες. ιασφαλίζεται ένα απόλυτα ορθό τίµηµα. ιασφαλίζεται η χρηµατοδότηση της ΕΗ, ο υγιής ανταγωνισµός. Προστατεύεται ο καταναλωτής και αποκαθίσταται η έννοια του Εθνικού Ενεργειακού Σχεδιασµού. Έχουµε πει κατ επανάληψη ότι υποχρέωσή µας ήταν να ψηφιστεί αυτός ο νόµος. Αυτό δε σηµαίνει ότι πράγµατι θα φτάσουµε σ ένα αποτέλεσµα σε σχέση µε τη λεγόµενη µικρή ΕΗ, εάν δεν έχουν πληρωθεί όλες οι αυστηρές προϋποθέσεις που προβλέπει ρητά και κατηγορηµατικά ο νόµος. Και αυτό το γνωρίζει η αγορά σε διεθνές επίπεδο. Αυτό όµως το ζήτηµα -που εν πάση περιπτώσει είναι ένα ζήτηµα της τρέχουσας πολιτικής, ένα ζήτηµα που συνδέεται µε το πρόγραµµα προσαρµογής, ένα ζήτηµα που συνδέεται µε την ανοιχτή σκληρή διαπραγµάτευση που κάνει η χώρα µε την τρόικα, ένα ζήτηµα που συνδέεται µε τις αντιλήψεις της ενεργειακής πολιτικής που κυριαρχούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση- µετατράπηκε σε µια επιχείρηση εγκλωβισµού των άλλων κοµµάτων της αντιπολίτευσης από το ΣΥΡΙΖΑ. Μετατράπηκε σ έναν µοχλό για τη συγκρότηση του καταφανώς ετερόκλητου µετώπου από το ΚΚΕ έως τη Χρυσή Αυγή. Ο καθένας δε, καταλαβαίνει ότι αυτό το ετερόκλητο µέτωπο σε καµία περίπτωση δε µπορεί να συνιστά εναλλακτική πρόταση πολιτικής ούτε για το συγκεκριµένο, ούτε πολύ περισσότερο για το γενικότερο πολιτικό πρόβληµα της χώρας. Αν η χώρα αναζητά µια άλλη λύση, µια εναλλακτική προοδευτική πρόταση, αυτή την εναλλακτική προοδευτική πρόταση, δεν την προσφέρει η εικόνα που είδαµε τις τελευταίες ηµέρες: του διχασµού, της αντίφασης, των ανακολουθιών και της χωρίς δισταγµούς συναρίθµησης των ψήφων των υπόδικων και προφυλακισµένων Βουλευτών της Χρυσής Αυγής.
Ο σκοπός φαίνεται ότι αγιάζει τα µέσα, γιατί έχουµε µπροστά µας ένα συνονθύλευµα ιδεοληψίας και κυνισµού. Μπορεί κάποιοι να έχουν στο µυαλό τους κάποια παλιά στερεότυπα, αλλά κάποιοι άλλοι δεν έχουν κανένα δισταγµό. ιεκδικούν χωρίς αρχές και χωρίς καµία εγγύηση για τον ελληνικό λαό, την εξουσία που νοµίζουν ότι από µόνη της µπορεί να συνιστά αυτοσκοπό. Και δεν ήρθαν στον κοινοβουλευτικό διάλογο, δεν προέβαλλαν τα επιχειρήµατα και τις ενστάσεις που προβλέπει το Σύνταγµα και ο κανονισµός της Βουλής. Μου κάνει πολύ µεγάλη εντύπωση που δεν έθεσαν τα ζητήµατα αυτά στο ίδιο το τµήµα, αν ήταν αναρµόδιο έπρεπε να το πουν σύµφωνα µε τις ρυθµίσεις του ίδιου του Κανονισµού της Βουλής. Ήταν εύκολο να βρουν το άρθρο 29 παρ. 7 του Κανονισµού και να το επικαλεστούν και να ζητήσουν να διεξαχθεί και συζήτηση και ψηφοφορία για το θέµα αυτό. Αλλά τι συζητάµε; Υπήρχε περίπτωση να συγκεντρωθεί ποτέ η πλειοψηφία των 180 Βουλευτών; εν είναι προφανές ότι οι προτάσεις ήταν ετερόκλητες; εν είναι προφανές ότι οι ρυθµίσεις αυτές είναι ρυθµίσεις που συνδέονται µε το σκληρό πυρήνα του προγράµµατος προσαρµογής, άρα µε ζητήµατα δηµοσιονοµικά; Το ζητούµενο ήταν ένα και µόνο: Να δηµιουργηθεί προκαταβολικά ένα µέτωπο που καθιστά αδύνατη αριθµητικά την εκλογή Προέδρου της ηµοκρατίας όταν ανοίξει αυτή η προβλεπόµενη από το Σύνταγµα διαδικασία. Να µπει η χώρα σε µια µακρά προεκλογική περίοδο, να παρεµποδιστεί η εφαρµογή της εθνικής στρατηγικής. Aντί να συζητάµε αυτή τη στιγµή για το πώς θ αντιµετωπίσουµε ενιαία, ως τόπος, µε µια εθνική οµάδα διαπραγµάτευσης τους εταίρους και πιστωτές µας, πώς θα µπούµε ενεργετικά, µαχητικά στους νέους ευρωπαϊκούς συσχετισµούς, πώς θα στρέψουµε το ενδιαφέρον µας στην πραγµατική οικονοµία, στην αγορά, στις επενδύσεις, στη στήριξη των επιχειρήσεων, στην παροχή ρευστότητας, στην αλλαγή της σχέσης των Τραπεζών µε τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Αντί να µιλάµε για το µεγάλο ζήτηµα που είναι ένα επιθετικό πρόγραµµα καταπολέµησης της ανεργίας και δηµιουργίας νέων θέσεων εργασίας, συζητάµε ξανά για το θεσµικό κέλυφος του πολιτικού µας συστήµατος, για το αν µπορεί να εκλεγεί ή όχι Πρόεδρος ηµοκρατίας, για το αν είµαστε ή όχι σε µακρά προεκλογική περίοδο. ηλαδή για ζητήµατα πάντα µακριά από τον πυρήνα του µεγάλου
κοινωνικού, οικονοµικού και πολιτικού θέµατος που είναι η οριστική έξοδος από τη κρίση και το σχέδιο για την Ελλάδα µετά την κρίση και µετά το µνηµόνιο. Γιατί, αυτό που κατ εξοχήν πρέπει να κάνουµε, δεν είναι ν αναπαράγουµε µια συζήτηση κουραστική και αδιάφορη από ένα σηµείο και µετά για τους πολίτες, αλλά να πούµε µε ειλικρίνεια και καθαρότητα ποια είναι πραγµατικά η φάση στην οποία βρίσκεται η χώρα σήµερα. Η χώρα λοιπόν, αφού οι πολίτες της αναγκάστηκαν σε τραγικές θυσίες -το επαναλαµβάνω, για πολλοστή φορά- για ν αποφύγουµε το τρισχειρότερο, την ασύντακτη χρεοκοπία, την εξαέρωση καταθέσεων και περιουσιών, για ν αποφύγουµε να γίνει η Ελλάδα µια χώρα της λατινοαµερικάνικης εµπειρίας που αρέσει σε κάποιους αλλά δεν αρέσει στους Έλληνες, η χώρα λοιπόν κατάφερε τώρα, εφαρµόζοντας ένα σχέδιο που υπάρχει κι έχει τεθεί κατ επανάληψη υπό την κρίση του ελληνικού λαού άµεσα ή έµµεσα, να συνεχίζει σταθερά και αποτελεσµατικά την πορεία προς την οριστική και ασφαλή έξοδο από την κρίση, µέσα σ ένα περιβάλλον που είναι πάντα ταραγµένο και ανασφαλές, ακόµη και µετά τις ευρωεκλογές. Μόνο αν σκεφτείτε τις επιπτώσεις που προκάλεσε η αποκάλυψη νέων δεδοµένων για µια έστω µεγάλη πορτογαλική Τράπεζα, πριν από λίγες µέρες, την αναταραχή που προκάλεσε γενικά στις χώρες του ευρώ, το ντόµινο επιπτώσεων που ζήσαµε, θα καταλάβετε πόσο εύθραυστα είναι τα πράγµατα και πόσο µεγάλη προσοχή χρειάζεται. Ναι, έχουµε αλλάξει φάση. Ναι, βγαίνουµε από την κρίση και το µνηµόνιο. Ναι, αλλάζει η σχέση µας µε το ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο και την τρόικα. Ναι, κατοχυρώνουµε τις θυσίες των Ελλήνων. Ναι, όπως έδειξε και η επιτυχηµένη Προεδρία της Ελλάδας στο Συµβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ελλάδα έχει κι ένα άλλο πρόσωπο που δεν είναι το πρόσωπο της κρίσης, αλλά της θεσµικά ισότιµης χώρας µέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Όµως, βλέπετε πόσο ευαίσθητα είναι τα πράγµατα και τι µπορεί να συµβεί στις αγορές και στην άνιση σχέση κρατών και αγορών -γιατί δυστυχώς τα κράτη διεθνώς είναι υποταγµένα στη λογική των αγορών χρήµατος και κεφαλαίου. Τι µπορεί να συµβεί µέσα σε µια στιγµή. Και πράγµατι, υπάρχουν νέοι ευρωπαϊκοί συσχετισµοί που έχουν καταγραφεί. Υπάρχουν νέες µορφές ευρωσκεπτικισµού. Βρισκόµαστε µπροστά στο φαινόµενο, το
τραγικό φαινόµενο αλλά υπαρκτό της ανόδου της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς σε πάρα πολλές χώρες. Και δεν είναι µόνο η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα, είναι το γεγονός ότι η κα Λεπέν και το Κόµµα της είναι το πρώτο γαλλικό Κόµµα στις τελευταίες ευρωπαϊκές εκλογές. Στη χώρα της Γαλλικής Επανάστασης και της δηµοκρατίας, της ανεκτικότητας, της λαϊκότητας, της παροχής του πολιτικού ασύλου µε γενναιοδωρία! Υπάρχουν λοιπόν νέοι ευρωπαϊκοί συσχετισµοί που πρέπει να επιβεβαιωθούν στην πράξη µέσα από τη συγκρότηση των νέων ευρωπαϊκών οργάνων, την κατανοµή των κρίσιµων θέσεων, αλλά κυρίως µέσα από την ανάδειξη της πλατφόρµας των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και ηµοκρατών. Γιατί δεν αρκεί να έχεις ωραίες ιδέες, δεν αρκεί να τις συσκευάζεις µε ένα τρόπο αποδεκτό στην συζήτηση µε τις συντηρητικές και φιλελεύθερες ευρωπαϊκές δυνάµεις, δεν αρκεί να λες ότι «αυτό που θέλουµε είναι µια πιο έξυπνη, πιο ευέλικτη, πιο φιλική, πιο αποτελεσµατική εφαρµογή του Συµφώνου Σταθερότητας», δεν αρκεί να λες ότι το Σύµφωνο Σταθερότητας για µας, όπως το λέει και το όνοµά του άλλωστε επισήµως, δεν είναι µόνο σύµφωνο σταθερότητας µακροοικονοµικής και πειθαρχίας δηµοσιονοµικής, αλλά είναι και σύµφωνο ανάπτυξης, σύµφωνο κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης, σύµφωνο απασχόλησης. Πρέπει αυτό να µπορείς να το επιβάλλεις εξειδικευµένα µέσα από την αλυσίδα των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και των αντίστοιχων αποφάσεων των κρατών - µελών. Η Ελλάδα έχει µια πολύ ενδιαφέρουσα θέση µέσα σε αυτούς τους ευρωπαϊκούς συσχετισµούς. Γιατί είναι παράγοντας της κρίσης, αλλά και παράγοντας της αλλαγής του ευρωπαϊκού υποδείγµατος σκέψης. Είναι ένα εργαστήριο. Και αυτό που έχει στραφεί εις βάρος µας τα τελευταία πολλά χρόνια µπορεί και πρέπει τώρα να γίνει ένα επιχείρηµα υπέρ των ελληνικών θέσεων και των ελληνικών προτάσεων. Αλλά µιλάω για εθνική οµάδα διαπραγµάτευσης, έναν όρο που θυµήθηκαν τώρα κάποιοι, από τον Ιούνιο του 2012. Αυτό σηµαίνει όµως και µια άλλη κουλτούρα σχέσεων ανάµεσα στην Κυβέρνηση και την Αντιπολίτευση, ανάµεσα στα Κόµµατα. Γιατί δεν έχουµε µόνο την αλαζονεία απέναντι στο ΠΑΣΟΚ που τη µοιράζονται δυστυχώς πάρα πολλοί αλλά τιµωρούνται από τον ελληνικό λαό, έχουµε και µια πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά δεδοµένα αδυναµία επαφής, επικοινωνίας και διαλόγου ανάµεσα στην Κυβέρνηση και την Αντιπολίτευση, η οποία είναι αδιανόητη.
Γιατί τι υπηρετεί αυτό; Τροφοδοτεί την τεχνητή ένταση και το µικρό διπολισµό. Τίποτε άλλο. Τώρα που έχουµε φτάσει σε αυτό το σηµείο µε µια εντυπωσιακή δηµοσιονοµική προσαρµογή που οφείλεται στους δικούς µας κόπους και την έχουµε πληρώσει µε αίµα, ως ΠΑΣΟΚ ως Παράταξη από το 2010 έως σήµερα, βρισκόµαστε πραγµατικά σε µια νέα φάση. Σε µια νέα φάση, που κυριαρχείται από ορισµένες πάρα πολύ απλές ερωτήσεις: αν θα υπάρξει νέο Μνηµόνιο, αν θα υπάρξουν νέα µέτρα και κάποιοι επιχειρούν να επιβάλλουν στη συζήτηση ως δήθεν βασικό και κυρίαρχο δίληµµα και για τώρα και για τις εκλογές -όποτε γίνουν- το ζήτηµα του χρέους και του κουρέµατος. Γιατί τι µπορεί να πει κανείς σε µια πρόταση που λέει «Θέλουµε να απαλλάξουµε τον ελληνικό λαό και άλλο από το βάρος του χρέους», άντε πάµε για νέο κούρεµα, ποιος µπορεί να πει όχι στο νέο κούρεµα; Χαζός είναι; Σε ποιον δεν αρέσει η απαλλαγή από το ιστορικό βάρος του χρέους; Άρα, στην πραγµατικότητα το δίληµµα είναι η αλήθεια, η σοβαρότητα, η εντιµότητα, και η ακατάσχετη δηµαγωγία, ο λαϊκισµός, το ψέµα, η παραπλάνηση της κοινής γνώµης γιατί περί αυτού πρόκειται. Πάλι τα ίδια και τα ίδια! Είχαµε την ευκαιρία να φιλοξενήσουµε τις τελευταίες µέρες τον εκπρόσωπο των δανειστών µας, αυτόν που έχει υπογράψει το δάνειο, τον Κλάους Ρέγκλινγκ, τον επικεφαλής του ευρωπαϊκού µηχανισµού σταθερότητας. Του µάλλιασε η γλώσσα του να επαναλαµβάνει ότι το ελληνικό δηµόσιο χρέος είναι και εξυπηρετήσιµο και βιώσιµο και είναι αστείο να µιλάει κανείς για τα επόµενα πολλά χρόνια για πρόβληµα χρέους στην Ελλάδα. Πως έγινε αυτό αλήθεια; «Με το εγκληµατικό PSI» λέει ο κ. Τσίπρας. Είναι «εγκληµατικό» το γεγονός ότι κουρέψαµε 180 δις χρέους σε όρους καθαρής της παρούσης αξίας και τα αφαιρέσαµε από τις πλάτες του ελληνικού λαού και είναι «εγκληµατικό» ότι αναδιαρθρώσαµε το χρέος ώστε να είναι το καλύτερα αυτή τη στιγµή διαρθρωµένο χρέος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το πιο βιώσιµο. Πιο βιώσιµο από το χρέος πολλών άλλων ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών που δεν έχουν περάσει την εµπειρία της Ελλάδας και δεν έχουν υποστεί την ταπείνωση που έχει υποστεί ο ελληνικός λαός. Ο κ. Τσίπρας κάνει και κάτι άλλο το οποίο είναι εντυπωσιακό. Αποδέχεται την περίεργη θεωρία ότι το πρόβληµα του ελληνικού τραπεζικού συστήµατος ήταν το
κούρεµα του ελληνικού χρέους και όχι το πώς διαµορφώθηκε το χαρτοφυλάκιο των Τραπεζών όλα τα προηγούµενα χρόνια. Όχι το πώς έχει διαµορφωθεί διαχρονικά, ιστορικά η σχέση ελληνικού τραπεζικού συστήµατος και ελληνικού δηµοσίου χρέους τα τελευταία 40 χρόνια. εν θα σας πω εγώ περισσότερο, από τη µεταπολίτευση και µετά. Γιατί είναι µια ιστορία αγορών και κερδών αυτή η ιστορία του δηµόσιου χρέους σε όλες τις χώρες και διεθνώς. Και πράγµατι υπάρχουν εγκληµατικά στοιχεία στην υπόθεση αυτή. Υπάρχουν εγκληµατικές συµπεριφορές ιοικήσεων ασφαλιστικών Ταµείων, που έθεσαν σε κίνδυνο την περιουσία και τα αποθεµατικά των Ταµείων και δεν ακολούθησαν τις συµβουλές της Κυβέρνησης για λόγους µικροκοµµατικούς και συνδικαλιστικούς. Σε αντίθεση µε αυτό που έκανε η ιοίκηση του µεγαλύτερου Ταµείου της χώρας, που είναι το ΙΚΑ, που βγήκε εξαιρετικά ωφεληµένη από τον τρόπο µε τον οποίο διαχειρίστηκε την υπόθεση του κουρέµατος του ελληνικού χρέους. Αλλά, για σκεφτείτε, αυτό είναι το δίληµµα που τίθεται στον ελληνικό λαό; Μπορεί να πει κανείς «µας προσφέρουν ένα κούρεµα, δεν θα το δεχτούµε;». Φυσικά θα το δεχτούµε. Θα το επιβάλλουµε µονοµερώς; Θα γίνουµε Αργεντινή; Αν θέλει κανείς να ζει την εµπειρία αυτή, να σέρνεται στα αµερικανικά ικαστήρια, να εκλιπαρεί στο Παρίσι, να ζει αυτές τις κοινωνικές εντάσεις, αυτά τα προβλήµατα ανάπτυξης σε µια χώρα µε τεράστιο εθνικό πλούτο, τότε ναι, ας κάνει αυτή την επιλογή. Αλλά το πραγµατικό δίληµµα είναι η αποτελεσµατική διαχείριση των θεµάτων αυτών, µε πολύ µεγάλες ελαφρύνσεις -κούρεµα στην πραγµατικότητα και άλλο κούρεµα- αλλά µε ένα τρόπο που είναι ασφαλής και αποτελεσµατικός που οδηγεί στην έξοδο από το Μνηµόνιο και την κρίση: H µια δήθεν γενναία και ριζοσπαστική προσέγγιση µε τεράστιο κόστος, που έχει ως αποτέλεσµα τη διαρκή παραµονή σε Μνηµόνια και κρίση. Αυτό είναι το δίληµµα. Γι' αυτό, φίλες και φίλοι, το µεγάλο θέµα που έχουµε µπροστά µας εάν θέλουµε να µιλήσουµε µε εθνικούς όρους απευθυνόµενοι στο εθνικό ακροατήριο και όχι στενά κοµµατικά ή και παραταξιακά ακόµη, είναι ότι τώρα πρέπει να αλλάξει ριζικά η σχέση µας µε την τρόικα, η οποία-θυµηθείτε- υπάρχει λόγω της συµµετοχής του ιεθνούς Νοµισµατικού Ταµείου στις διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χωρίς ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο στην Ευρωζώνη δεν υπάρχει τρόικα. Υπάρχουν οι κανόνες διακυβέρνησης της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχουν οι
κανονικοί µηχανισµοί εποπτείας που λειτουργούν αµοιβαία για όλες τις χώρες µικρές και µεγάλες, ισχυρές και λιγότερο ισχυρές. Άρα χρειάζεται να δώσουµε µια απάντηση και η απάντηση αυτή είναι: Όχι, δεν θα υπάρξει νέο Μνηµόνιο, όχι δεν θα υπάρξουν νέα µέτρα, όχι δεν θα υπάρξει ξανά τρόικα. Έχει όµως πολύ µεγάλη σηµασία να πούµε ότι τώρα πια η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερο από ποτέ το δικό της, πραγµατικά δικό της εθνικό σχέδιο ανάκαµψης. Εµείς έχουµε παρουσιάσει την ολοκληρωµένη και υπεύθυνη πρότασή µας στις 11 Μαΐου πριν τις εκλογές στη Θεσσαλονίκη, το ολοκληρωµένο εθνικό σχέδιο ανάκαµψης για όλους τους κλάδους της οικονοµίας µε ένα και µόνο Άξονα: την απασχόληση. Την αντιµετώπιση του εθνικού προβλήµατος της ανεργίας και ιδίως της ανεργίας των νέων. Και εκεί υπάρχουν όλες µας οι προτάσεις: και για τη ηµόσια ιοίκηση και για την αξιολόγηση των δηµοσίων υπαλλήλων µια αξιολόγηση που δεν πρέπει να είναι απειλή, αλλά πραγµατική αξιολόγηση όχι προθάλαµος διαθεσιµοτήτων και απολύσεων. Εκεί υπάρχουν οι δεσµεύσεις µας για τις εργασιακές σχέσεις, το όχι στις οµαδικές απολύσεις, το ναι στην επαναφορά της συλλογικής αυτονοµίας και των συλλογικών συµβάσεων υπάρχει εκεί και γίνεται πράξη. Γιατί την Κυβέρνηση τη συναποτελούµε και συνκαθορίζουµε τις επιλογές της, λέγοντας όχι εκεί που πρέπει να πούµε όχι και υποβάλλοντας συγκεκριµένες προτάσεις καθοδηγώντας τις εξελίξεις εκεί που πρέπει να τις καθοδηγήσουµε. εν χρειάζεται να αναφέρω παραδείγµατα. Ας θυµηθείτε και για το σηµερινό πρόβληµα της λειτουργίας των καταστηµάτων τις Κυριακές πόσο υπεύθυνη και συγκροτηµένη είναι η θέση του ΠΑΣΟΚ. Εάν αυτή είναι η κυβερνητική θέση, δεν θα υπάρχει πρόβληµα. Το µεγάλο θέµα είναι πάντα βέβαια το κράτος, που έχει γίνει εντυπωσιακά µικρότερο ως αριθµός απασχολουµένων και ως δηµόσια δαπάνη για το κράτος και το δηµόσιο τοµέα, αλλά δυστυχώς δεν λειτουργεί καλύτερα. Ίσως να λειτουργεί και χειρότερα σε πολλές πλευρές του, λόγω της κρίσης. Γι' αυτό έχει πολύ µεγάλη σηµασία ένα κράτος που λειτουργεί κανονικά υπέρ του πολίτη και της ανάπτυξης. Αυτό δεν το έχουµε πετύχει και είναι ο στόχος µας όµως τώρα. Και αναφέροµαι στο κράτος ως κοινωνικό κράτος, ως κράτος ικαίου και
ασφάλειας για όλους. Στο κράτος ως ρυθµιστή και επόπτη της αγοράς, στο κράτος ως συντονιστή της εθνικής αναπτυξιακής ανασυγκρότησης, στο κράτος ως κεντρική ιοίκηση, ως περιφερειακό κράτος, ως Αυτοδιοίκηση. Και βέβαια δεν χρειάζεται να µιλήσω περισσότερο για την πραγµατική οικονοµία ως προτεραιότητά µας, για την ανάγκη οι Τράπεζες να νιώσουν ασφαλείς και να µπουν δυναµικά στη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, να βοηθήσουν στην αξιοποίηση του ΕΣΠΑ και της ΚΑΠ, να βοηθήσουν στην πραγµατοποίηση µικρών και µεγάλων επενδύσεων. Και φυσικά για µας δεν υπάρχουν διλήµµατα σε σχέση µε το πρόγραµµα ιδιωτικοποιήσεων, για παράδειγµα. Υπάρχουν ζητήµατα τα οποία είναι πραγµατικά απαράβατα, όπως αυτά που αφορούν το νερό, αλλά υπάρχουν και ζητήµατα άλλα, όπως για παράδειγµα, οι τηλεπικοινωνίες όπου είµαστε υποχρεωµένοι να µιλήσουµε µε βάση τα τελείως διαφορετικά ευρωπαϊκά και διεθνή δεδοµένα τα οποία έχουν εδώ και δεκαετίες διαµορφωθεί. Έχω πει ευθύς εξ αρχής, ότι έχει πολύ µεγάλη σηµασία να σταµατήσει αυτή η εικόνα µιας τρόικας που βρίσκεται επί µέρες στην Ελλάδα και επεµβαίνει στο εσωτερικό της ηµόσιας ιοίκησης σε ένα ατέρµονα διάλογο µε την Κυβέρνηση δίνοντας την εντύπωση ότι καθοδηγεί τις λεπτοµέρειες και δεν αφήνει κανένα περιθώριο άσκησης εθνικής πολιτικής. Πρόκειται για λάθος αντιπαραγωγικό και για την Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την Ελλάδα. Και πολύ µεγάλη σηµασία, όπως είπα, έχει να δούµε ποιος είναι ο πυρήνας του ζητήµατος σε σχέση µε την τρόικα, το ΝΤ. Όταν επανήλθαµε στις αγορές ξέρετε τι έλεγε η Αντιπολίτευση; Ότι κακώς επανήλθαµε γιατί το επιτόκιο δανεισµού είναι µεγαλύτερο από το επιτόκιο δανεισµού που µας δίνουν οι εταίροι µας και τους είχα πει κατ επανάληψη ότι «κάνετε ένα λάθος καθοριστικό». Το χαµηλό επιτόκιο είναι το ευρωπαϊκό επιτόκιο. Και αυτό το επιτόκιο θα το κάνουµε ακόµη καλύτερο, ακόµη µικρότερο τώρα στη νέα συζήτηση για την οριστική βιωσιµότητα του χρέους. Το επιτόκιο της αγοράς είναι απολύτως συγκρίσιµο µε το επιτόκιο µε το οποίο µας δανείζει το ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο και πρέπει να δούµε πως θα διασφαλίσουµε την έξοδο από αυτή τη διαδικασία και πως πράγµατι θα κατοχυρώσουµε την επιστροφή στην κανονικότητα.
Γιατί είναι άλλο να λες «Όχι στο Μνηµόνιο, το νέο Μνηµόνιο» και άλλο να λες «Όχι στην κοινοτική στήριξη». Εµείς λέµε «Ναι, στην κοινοτική στήριξη», λέµε «Όχι στους ειδικούς θεσµούς που µειώνουν την κυριαρχία της χώρας». Αλλά, όπως έχω πει κατ επανάληψη, αυτό το δικό µας το πραγµατικά εθνικό σχέδιο ανάκαµψης έχει προϋποθέσεις. εν υπάρχει αυτό χωρίς πολιτική σταθερότητα, χωρίς συναίνεση, χωρίς ενότητα. εν υπάρχει αυτό χωρίς τη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασµάτων σε ένα λογικό επίπεδο που µας επιτρέπει να ασκούµε πολιτικές αποκατάστασης των αδικιών για τις ευπαθείς οµάδες και πολιτικές στήριξης της πραγµατικής οικονοµίας. εν µπορεί να συµβεί αυτό χωρίς εργασιακή ειρήνη, δεν µπορεί να συµβεί αυτό χωρίς το νέο αναπτυξιακό µοντέλο για το οποίο έχουµε κατ επανάληψη µιλήσει, ούτε µπορεί να συµβεί αυτό χωρίς κοινή λογική και ρεαλισµό. Για θυµηθείτε πόσες φορές το ΠΑΣΟΚ έχει διατυπώσει µε τους Βουλευτές του προτάσεις για ρυθµίσεις των ασφαλιστικών εισφορών ώστε αυτές να είναι πρέπει εφικτές και αποδεκτές από την αγορά. Αυτό θα γίνει. Το ίδιο ισχύει και για τις φορολογικές οφειλές. Τώρα φτάνουµε στη διόρθωση των αντικειµενικών αξιών, σε µια πρώτη ελάφρυνση σε σχέση µε τον Ενιαίο Φόρο Ακίνητης Περιουσίας. Αυτό είναι πρότασή µας. Αξιολογούµε το πετρέλαιο θέρµανσης. Θέλουµε να γίνει πραγµατικότητα ο συµψηφισµός ανάµεσα στο κράτος και τον πολίτη. Κι έχει πάρα πολύ µεγάλη σηµασία το γεγονός ότι τώρα, το Σεπτέµβριο µε αφορµή τη ιεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, θα έχουµε την ευκαιρία να οργανώσουµε ξανά στη Θεσσαλονίκη ένα µεγάλο forum διαλόγου µε τις κοινωνικές δυνάµεις, µε τους παραγωγικούς εταίρους για να εξειδικεύσουµε ακόµη περισσότερο το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης. *** Έρχοµαι τώρα φίλες και φίλοι, στο ζήτηµα της προοπτικής της Κεντροαριστεράς, της ηµοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης, στο ρόλο του ΠΑΣΟΚ που είναι πάντα ο άξονας, το επίκεντρο, ο καταλύτης. Άλλωστε, ας είµαστε ειλικρινείς και µε τον εαυτό µας και µε την κοινωνία που µας ακούει. Το πρόβληµα της Κεντροαριστεράς τίθεται ξανά υπό συζήτηση ακριβώς γιατί το ΠΑΣΟΚ έφτασε, δυστυχώς στα όριά του λόγω της κρίσης.
Γιατί η κρίση οδήγησε σ ένα διαφορετικό καταµερισµό εκλογικών και κοµµατικών δυνάµεων, σε µια αναδιάταξη, σε µια προφανή διασπορά δυνάµεων. Γιατί η Κεντροαριστερά στην πραγµατικότητα είναι ένας κορµός ΠΑΣΟΚογενής πολύ µεγάλων διαστάσεων, µε µια µικρότερη αλλά διακριτή συµµετοχή δυνάµεων που προέρχονται από την παράδοση, την αξιόλογη, τη σηµαντική παράδοση της ανανεωτικής Αριστεράς. Και υπάρχουν και πολίτες που δεν έτυχε, λόγω ηλικίας ή λόγω εµπειρίας να έχουν µια προσωπική, βιωµατική, ή αξιακή σχέση µε το χώρο του ΠΑΣΟΚ είτε µε το χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς. Αλλά υπάρχει πάντα ένα κοινό αξιακό υπόβαθρο, που είναι το υπόβαθρο στην πραγµατικότητα των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και ηµοκρατών, µόνο που και η Ευρωπαϊκή Σοσιαλδηµοκρατία διέρχεται µια βαθιά κρίση χωρίς να έχει αντιµετωπίσει τις εµπειρίες, τις προκλήσεις και τα διλήµµατα της δικής µας περίπτωσης. Και γιατί συµβαίνει αυτό; Γιατί παντού υπάρχει ένα πρόβληµα κυβερνητικών ευθυνών των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και ηµοκρατών, ή κυβερνητικής επιδίωξης και αυτό από µόνο του επιβάλλει προσαρµογές οι οποίες πολύ συχνά είναι επώδυνες. Υπάρχει πάντα το πρόβληµα των κοινωνιών που αντιδρούν ανεξάρτητα από το επίπεδο στο οποίο κινείται µια οικονοµία. Είτε είσαι στη Λετονία είτε είσαι στη Γερµανία η κοινωνία έχει το δικό της λόγο και τις δικές της ευαισθησίες και τα δικά της προτάγµατα. Πάντα είναι εύκολο και καθαρό να µιλάς για ευαισθησία, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, αναδιανοµή, αλλά υπάρχουν δυσκολίες όταν µιλάς για το ρόλο του κράτους, για τους φορολογικούς συντελεστές, για το πώς θα χειριστείς τη µακροοικονοµική σταθερότητα και τη δηµοσιονοµική πειθαρχία και την πρόκληση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας. Έχει πολύ µεγάλη σηµασία να µιλάς για το ευρωπαϊκό κοινωνικό µοντέλο, αλλά όταν πας να εξειδικεύσεις το λόγο σου και να µιλήσεις για τ ασφαλιστικά συστήµατα και τις αγορές εργασίας και το κόστος εργασίας, βλέπεις πάντα ως Ευρωπαίος σοσιαλιστής ότι υπάρχει ένα πρόβληµα, υπάρχει ένα πολύ σοβαρό πρόβληµα ανισοτήτων µέσα στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και φυσικά, το µεγάλο ζητούµενο είναι για όλες τις πολιτικές δυνάµεις, η διαφύλαξη του λεγόµενου ευρωπαϊκού επιπέδου ζωής.
Άρα µιλάµε για µια ελληνική Κεντροαριστερά της ευθύνης, για τη ηµοκρατική Προοδευτική Παράταξη, µέσα στην Ευρωπαϊκή Σοσιαλδηµοκρατία, µέσα στον ευρύτερο χώρο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και ηµοκρατών, αλλά µιλάµε µέσα σ ένα περιβάλλον κρίσης και ευρωπαϊκό και ελληνικό και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάµε. Στην Ευρώπη η κρίση κρατά δεκαετίες, στην Ελλάδα κρατάει 7 χρόνια. Είναι πιο βαριά, πιο έντονη, µας έχει κάνει όλους να ξανασκεφτούµε τα πάντα και να ξαναγνωριστούµε και µας έχει φέρει αντιµέτωπους µε τον ιδεολογικό πυρήνα της ύπαρξής µας, αλλά η κρίση της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδηµοκρατίας είναι µια χρόνια κρίση δεκαετιών που είναι και µια κρίση ταυτότητας και είναι και µια κρίση πανευρωπαϊκών συσχετισµών που τη βλέπουµε και τώρα, µετά τις εκλογές. Γιατί κινδυνεύουµε να πάµε σε µια Ευρώπη που ακολουθεί τις συνήθειές της και ξεχνά πάρα πολύ εύκολα τα µηνύµατα που έχουν στείλει οι λαοί. Και είναι καθήκον των προοδευτικών δυνάµεων να κρατήσουν αυτή την επαφή µε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, µε τους Ευρωπαίους πολίτες και τους λαούς. Άρα λοιπόν, πρέπει να ξεκαθαρίσουµε τα πράγµατα γιατί αν στόχος µας είναι να επανέλθουµε στο ΠΑΣΟΚ πριν από την κρίση, και δεν εννοώ στο µέγεθος του ΠΑΣΟΚ, εννοώ στις πρακτικές του ΠΑΣΟΚ, στον προγραµµατικό του λόγο, στις προτάσεις του, στην όποια του σχέση µε την αλήθεια και την ειλικρίνεια, στον πολιτικό λόγο και ιδίως στον προγραµµατικό, τον προεκλογικό, νοµίζω ότι µαταιοπονούµε. Εάν στόχος µας είναι η συµπαράταξη όλων των δυνάµεων που τοποθετούνται στην Κεντροαριστερά, που τοποθετούνται στην προοδευτική ηµοκρατική Παράταξη µετά την εµπειρία της κρίσης και έχοντας αφοµοιώσει την εµπειρία της κρίσης, τότε ναι, τότε πράγµατι ανταποκρινόµαστε σ ένα θεµελιώδες κριτήριο που λειτουργεί στο µυαλό των πολιτών, που είναι το κριτήριο της ειλικρίνεια και της αλήθειας. Το κριτήριο της σύγκρουσης µε το λαϊκισµό αλλά και µε το νεοφιλελεύθερο συρµό. Γιατί το αντίδοτο του λαϊκισµού δεν είναι το ν ακολουθείς το συρµό του πολιτικού και οικονοµικού νεοφιλελευθερισµού. Άρα έχει πάρα πολύ µεγάλη σηµασία να µιλάµε µε τις ισορροπίες που πρέπει και σε εθνικό και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η συγκυρία όµως είναι πάντα κρίσιµη, γιατί στη συγκυρία κρίνονται όλα όσα αφορούν τον πολίτη και τη ζωή του. Κρίνονται όλα αυτά που είπα. Η σταθερότητα, η
προοδευτική σταθερότητα, οι θεσµοί, η εθνική ενότητα, ο σεβασµός των θυσιών, το αν πραγµατικά η χώρα αλλάζει φάση. Η στάση µας λοιπόν µετά από αυτές τις αναγκαίες και ελπίζω αυτονόητες διευκρινίσεις, είναι πάντα σταθερή. Είµαστε σταθερά υπέρ της συσπείρωσης, της συµπαράταξης, της ενότητας, της ευρύτερη δυνατής προοδευτικής ηµοκρατικής Παράταξης, της Κεντροαριστεράς της ευθύνης, χωρίς αποκλεισµούς, χωρίς ηγεµονισµούς, µε αµοιβαίο σεβασµό. Αυτά είναι αυτονόητα. Και να σας πω και κάτι; Εάν κάποιος νοµίζει ότι ξεπεράσαµε οριστικά την κρίση και µπορούµε να λέµε και να κάνουµε ό,τι να ναι, όπως να ναι, εντάξει, προσβάλλει και τον αγώνα που έχουµε δώσει και δίνουµε µε κόπο και µε κόστος. Από την άλλη µεριά τιµωρείται και η κάθε µορφής αλαζονεία όπως είπα, κατά του σηµερινού ΠΑΣΟΚ. ακόµη και αν κρύβεται πίσω από προνοµιακή σχέση µε το χθεσινό ή το προχθεσινό ΠΑΣΟΚ. Γιατί εκεί δεν έχει κανένας πρόβληµα φαίνεται. Είδατε τις ανταλλαγές των επιστολών ανάµεσα στο Φώτη Κουβέλη κι εµένα. εν επιχαίρουµε για την κατάσταση στη ΗΜΑΡ, δεν ξεχνάµε τι έγινε προεκλογικά, µε τη σύµπραξη δυστυχώς δικών µας παραγόντων, αλλά κρατάµε το θετικό, ότι έστω αργά, έστω υπό τις παρούσες µετεκλογικές συνθήκες, µας απευθύνουν µια πρόσκληση διαλόγου που είναι µια παλιά δική µας επίµονη πρόταση. Ναι, καλοδεχούµενη, αλλά µε τους όρους που είπαµε. ηλαδή µια πρόταση προγραµµατική, µια πρόταση θεσµική, µια πρόταση που απευθύνεται στη βάση. Κάποτε ακούγαµε ότι «δε θέλουµε διάλογο κορυφής, θέλουµε κίνηµα βάσης». Κι εµείς. Σεβόµαστε την κορυφή ως θεσµική έκφραση, όλων των συλλογικών οντοτήτων, αλλά θέλουµε παραποµπή στη βάση, για να δούµε και τα πραγµατικά µεγέθη µας και τον πραγµατικό βαθµό επιρροής του καθενός. Γιατί το εκλογικό αποτέλεσµα κάτι λέει, δεν είναι ένα ουδέτερο αποτέλεσµα.. Κάποιους δικαιώνει περισσότερο από κάποιους άλλους. Είναι η καταλυτική επιρροή του εκλογικού αποτελέσµατος. Και φυσικά, ο διάλογος αυτός και ο θεσµικός και ο κοινωνικός, ο διάλογος ο προγραµµατικός, ο αξιακός, ο έντιµος, ο ειλικρινής, ο συγκεκριµένος, δε µπορεί να είναι µια αφορµή πολυφωνίας και παραγοντισµού.
Προσωπικοί ρόλοι είναι σεβαστοί, προσωπικές αγωνίες είναι κατανοητές, αλλά δεν αποδεχόµαστε και δεν αποδέχοµαι καµία εκδήλωση έλλειψης σεβασµού στο χώρο που ανέδειξε στελέχη και στο χώρο που διαµόρφωσε τη σηµερινή Ελλάδα. Γιατί αυτός είναι ο ρόλος της ηµοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης και του ΠΑΣΟΚ από το 1974 και µετά. Φτάνουµε έτσι στην οµόφωνη απόφαση-πρόταση προς την Κεντρική Πολιτική Επιτροπή- του Πολιτικού Συµβουλίου που στην προχθεσινή του συνεδρίαση αποδέχθηκε τη δήλωση που είχα κάνει στις 25 Μαΐου για την ανάγκη ενός ιδρυτικού συνεδρίου της παράταξης. Αυτό το συνέδριο είναι µια πρότασή µας προς τις άλλες δυνάµεις, προς συλλογικούς φορείς και πρόσωπα. εν είναι µια µονοµερής πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ αλλά είναι µια πρωτοβουλία η οποία ξεκινάει και θέλουµε να ωθήσει τα πράγµατα, µε όλες τις εγγυήσεις σεβασµού. Χωρίς αποκλεισµούς και ηγεµονισµούς όπως είπα και χωρίς να προκαταλαµβάνουµε κανέναν. Υπό την έννοια αυτή, το ιδρυτικό συνέδριο της Παράταξης δεν είναι η αφετηρία, αλλά είναι σε µεγάλο βαθµό η κατάληξη ενός έντιµου, ισότιµου προγραµµατικού διαλόγου που πρέπει να ξεκινήσει. Και φυσικά θα κορυφωθεί στο συνέδριο και µετά το συνέδριο. Γι αυτό έχει πολύ µεγάλη σηµασία η συγκρότηση αυτής της Εθνικής Οργανωτικής Επιτροπής του συνεδρίου στην οποία το ΠΑΣΟΚ εκπροσωπείται, δεν είναι δική του, και καλεί να εκπροσωπηθούν κι όλοι οι άλλοι, µέχρι και πρόσωπα σηµαντικά, εµβληµατικά, τα οποία το Πολιτικό Συµβούλιο επέµενε ότι πρέπει ν αναλάβω κι εγώ προσωπικά την πρωτοβουλία, να τα καλέσω και να τα παροτρύνω να ενεργοποιηθούν είτε να ξαναενεργοποιηθούν. Αλλά αυτή η Εθνική Οργανωτική Επιτροπή δεν είναι µόνο του συνεδρίου, είναι και του διαλόγου. Για να συγκροτηθεί αυτό το ρεύµα της Κεντροαριστεράς, της ηµοκρατικής Παράταξης, Συµπαράταξης, όπως θέλετε πείτε το. Όλοι αντιλαµβανόµαστε πού απευθυνόµαστε και γιατί, σε ισότιµη βάση. Είναι λοιπόν µια ανοιχτή διαδικασία. Θα έλεγα, γιατί αυτά συνηθίζονται τα στερεότυπα, όχι κορυφής αλλά βάσης, είπα προηγουµένως για να είµαι και πιο ειλικρινής, και κορυφής και βάσης. Χωρίς τη βάση όµως δε γίνεται τίποτα. Γι αυτό έχει πολύ µεγάλη σηµασία ο προγραµµατικός διάλογος να µην είναι ένας διάλογος γενικοτήτων και στερεοτύπων
ούτε υπεκφυγών. Αλλά ένας πολύ συγκεκριµένος διάλογος που αφορά τον πολίτη και τα προβλήµατά του. Υπό την έννοια αυτή, πρέπει να πούµε ότι ο χρόνος δε σταµατά. εν περιµένει ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε την Ελιά, ούτε τή ηµοκρατική Παράταξη, ούτε κανέναν άλλον. Ο χρόνος τρέχει. Και στην Ευρώπη και στον κόσµο και στην Ελλάδα. Τα προβλήµατα τρέχουν. Υπάρχουν κοινές δράσεις στη Βουλή, στο Ευρωκοινοβούλιο, στην Αυτοδιοίκηση, στο συνδικαλιστικό κίνηµα, στην κοινωνία των πολιτών. Έχει πάρα πολύ µεγάλη σηµασία να µετέχουµε µε καθαρές θέσεις, ει δυνατόν µε κοινές, αλλά έστω µε διαφορετικές- µόνο να ξέρουµε ποιες είναι, σε αυτές όλες τις προκλήσεις. Είδαµε προηγουµένως την ιστορία του δηµοψηφίσµατος. Και είδαµε τι έκανε ο καθένας, ποια ήταν η στάση κάθε κόµµατος και κάθε προσώπου. Είναι ένα καλό δείγµα αυτό για το πώς εννοούµε την αναφορά στις αρχές µας, αλλά και την εξειδίκευση στην πράξη όλων αυτών που λέµε. Έχει λοιπόν πολύ µεγάλη σηµασία να δίνουµε απαντήσεις και στα θέµατα που είπα στην επιστολή µου, στην ενότητα του έθνους και στην προστασία των θεσµών. Πρέπει να ξέρει ο πολίτης πώς αντιλαµβανόµαστε τη ροή της ιστορίας, τον πολιτικό και εθνικό χρόνο, τι λέµε για τις εκλογές. Και φυσικά τι λέµε και για µετά τις εκλογές. Αλλά για να µιλήσουµε πειστικά για το µετά τις εκλογές, πρέπει να µιλήσουµε πειστικά για το έως τις εκλογές, για το πότε και πώς οι εκλογές σε σχέση µε την ασφαλή και οριστική πορεία εξόδου από την κρίση. Ο τόπος δεν είναι πεδίο δοκιµών για οποιοδήποτε Κόµµα και για οποιαδήποτε Παράταξη, είναι κάτι ιστορικά και εθνικά πολύ πιο πολύτιµο από όλους εµάς µαζί σε όλα τα Κόµµατα και σε όλες τις Παρατάξεις. Επίσης έχει πολύ µεγάλη σηµασία ότι αυτή η Κεντροαριστερά που εµείς θέλουµε και στην οποία ανήκουµε δεν ετεροκαθορίζεται, ούτε σε σχέση µε τη Νέα ηµοκρατία, ούτε σε σχέση µε το ΣΥΡΙΖΑ. Και ο ετεροκαθορισµός σε σχέση µε τη Νέα ηµοκρατία είναι εύκολος γιατί προφανώς δεν θυµούνται την πραγµατικότητα, ή δεν τη διαβάζουν σωστά όσοι πιστεύουν ότι έχουµε κάποια προνοµιακή σχέση. Είµαστε ιστορικοί αντίπαλοι. Μέχρι το Νοέµβριο του 2011 η Νέα ηµοκρατία ηγείτο του ετερόκλητου αντιµνηµονιακού µετώπου. εν προσήλθε στο στρατόπεδο της ευθύνης ούτε το Μάιο του 2010 ούτε τον Ιούνιο του 2011. Με κόπους και βάσανα το
Νοέµβριο του 2011 και πάλι υπό τον όρο των γρήγορων εκλογών και οι γρήγορες εκλογές οδήγησαν σε µια επαναδιαπραγµάτευση δύσκολη για τη χώρα. Εµείς πάντα λέγαµε αυτό που λέµε: Κυβέρνηση ει δυνατό προοδευτική, να δούµε τους συσχετισµούς των δυνάµεων, πάντως µια Κυβέρνηση στην οποία θέλαµε όχι µόνο τη ΗΜΑΡ, αλλά θέλαµε και το ΣΥΡΙΖΑ. Επίσης είναι γνωστό ότι υπάρχει και η θεωρία στο χώρο της συντηρητικής Παράταξης που λέει ότι οι διαθέσιµες δυνάµεις βρίσκονται προς τα εξιά, η συνεργασία µε την Ακροδεξιά είναι η προτιµητέα λύση. Τώρα, τις τελευταίες µέρες υπάρχει µια επίθεση πάλι εναντίον του ΠΑΣΟΚ, εναντίον µου δηλαδή ως Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, κάποιοι παίζουν µε µεγάλα εθνικά θέµατα, όπως είναι το Κυπριακό. Με ποια λογική; Με τη λογική ότι είναι παραφθορά η συνεργασία Νέας ηµοκρατίας και ΠΑΣΟΚ, το σωστό είναι µια συνεργασία της Νέας ηµοκρατίας µε τις ακροδεξιές δυνάµεις. Ξέρετε ποιοι είναι οι εκφραστές αυτής της λογικής, ποιες εφηµερίδες, ποια έντυπα. υστυχώς και παραγόντων που ανήκαν ιστορικά στη ηµοκρατική Παράταξη, αλλά και δηµοσίων προσώπων που βρέθηκαν στο επίκεντρο σκανδαλωδών καταστάσεων πριν από λίγο καιρό. Εµείς δεν θέλουµε κανενός είδους ετεροκαθορισµό της προοδευτικής ηµοκρατικής Παράταξης, ούτε από τη Νέα ηµοκρατία, αλλά ούτε από το ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί το να λες ότι «είναι δεδοµένη η προτίµησή µας, ότι είµαστε µια συµπληρωµατική δύναµη», ε, αυτό είναι πια αυτοκαταλυτικό και µάλιστα από τα αποδυτήρια. Πρόκειται για τεράστιο λάθος και ταυτότητας και στρατηγικής. Εµείς θέλουµε τον τρίτο πόλο, την τρίτη λύση µε πρωτοβουλία των Κινήσεων, µε στρατηγικό επικαθορισµό της πορείας της χώρας, τη µεγάλη κοίτη της ηµοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης. Το ότι θέλουµε και την εντολή σύµφωνα µε το Σύνταγµα, µία από τις εντολές όχι αναγκαστικά την τρίτη δεν αρκούµεθα στην τρίτη θέση, είναι δευτερεύον, είναι η θεσµική εκδοχή αυτού που λέµε. Και φυσικά είναι υποχρέωση δική µας και όλων να περιορίσουν την επιρροή της Χρυσής Αυγής στο ελάχιστο δυνατό σηµείο. Προχωράµε στο Συνέδριο αυτό, όπως το έχουµε προσδιορίσει, µε το ΠΑΣΟΚ ζωντανό, συντεταγµένο, ισχυρό. Κανέναν δεν ενδιαφέρει περισσότερο από εµένα που είµαι Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ η υπόσταση του ΠΑΣΟΚ. Κανέναν.
Και αυτό αφορά την ιστορία του ΠΑΣΟΚ, τα εµβλήµατά του, την οργάνωσή του, την Κοινοβουλευτική του Οµάδα και το βάρος που κουβαλάει, τους ευρωβουλευτές του, την εκπροσώπησή του στην Κυβέρνηση που είναι υψηλού επιπέδου, την έκφρασή του στην Αυτοδιοίκηση, στο Συνδικαλιστικό Κίνηµα και για να είµαστε και ειλικρινείς απέναντι στους πολίτες αυτό αφορά και τα χρέη του ανεξαρτήτως του τρόπου µε τον οποίο δηµιουργήθηκαν και του χρόνου στον οποίο δηµιουργήθηκαν. εν κρυβόµαστε, ούτε υποστέλλουµε τις σηµαίες. Και έχει πάρα πολύ µεγάλη σηµασία ο αυτοσεβασµός του χώρου και η αυτοπροστασία του πολιτικού µας κεφαλαίου. Έχει πολύ µεγάλη σηµασία να συνεχίσουµε αδιατάρακτα τη δουλειά µας στη Βουλή και την Κυβέρνηση γιατί αυτή η δουλειά είναι εξαιρετικά κρίσιµη για την ελληνική κοινωνία και τη πατρίδα. Και θα έχουµε την ευκαιρία στις 3 του Σεπτέµβρη στη Συνδιάσκεψη που θα οργανώσουµε για να τιµήσουµε την επέτειο, να τα πούµε όλα αυτά µιλώντας µε ειλικρίνεια, ένα λόγο σύγχρονο, αληθινό, αυτοκριτικό, ένα λόγο οραµατικό που δίνει προοπτική. Αλλά ακόµη µεγαλύτερη σηµασία έχει η πρόσκληση αυτοοργάνωσης. Αυτό είναι το κοµβικό σηµείο. Πρόσκληση αυτοοργάνωσης, δίνει ένα κίνητρο στους πολίτες. Τους πολίτες που ανήκουν στην Παράταξη πρωτίστως µε την έννοια του ΠΑΣΟΚ, που ψήφισαν Ελιά, ΠΑΣΟΚ στις εκλογές τώρα, αλλά που ψήφισαν πολύ µαζικότερα τις δηµοτικές και περιφερειακές µας Παρατάξεις, που έχουν κρατήσει ένα έστω πυρήνα, σκληρό πυρήνα επαφής µε τη διαδροµή µας. Αλλά υπάρχουν και άνθρωποι εκτός του ΠΑΣΟΚ, υπάρχουν οι εταίροι µας της Ελιάς, αυτούς αφορά βεβαίως πρώτους απ' όλους η πρόσκλησή µας, η ισότιµη συµµετοχή φορέων και προσώπων στην Εθνική Οργανωτική Επιτροπή του Συνεδρίου και του διαλόγου. Αλλά και πέραν αυτού, γιατί η Ελιά ήταν ένα πρώτο βήµα µε όσους προσήλθαν και έλαβαν µέρος σε µια προσπάθεια δύσκολη, που στέφθηκε όµως από µια θα έλεγα σχετική επιτυχία ενόψει των συνθηκών και αυτό είναι καταλυτικό. Γιατί αυτή η συµπεριφορά είναι µια συµπεριφορά που τιµήθηκε σε σχέση µε άλλες επιλογές οι οποίες καταβαραθρώθηκαν και αυτό είναι κι ένα καλό µάθηµα γι' αυτούς οι οποίοι έρχονται τώρα, επαγγελλόµενοι το νέο το καινούργιο το άφθαρτο, το προϊόν της παρθενογένεσης και λένε «εν συνεργαζόµαστε µε το παλιό και το φθαρµένο».
Βεβαίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνεργάζονται µε τα Σοσιαλιστικά Κόµµατα που έχουν ιδρυθεί το 19 ο αιώνα και έχουν µια συνεχή διαδροµή στην πατρίδα τους και στην Ευρώπη, αλλά δεν έχει σηµασία. Σηµασία έχει ότι η αλαζονεία απέναντι στο χώρο αυτό, τις ρίζες του, την ιστορία του και τη δυναµική του δεν οδηγεί σε καλά αποτελέσµατα. Γιατί εµείς έχουµε αντοχή, δεν είµαστε προϊόν της συγκυρίας και ξέρουµε να αντιµετωπίζουµε κρίσεις. Και επειδή άκουσα και στο Πολιτικό Συµβούλιο την ιδέα την οποία κι εγώ την έθεσα µε τη µορφή ερωτήµατος «µήπως και Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ;». Η απάντηση είναι ότι θα ήταν εξαιρετικά αποπροσανατολιστικό να πούµε ότι οργανώνουµε και ένα συνέδριο του ΠΑΣΟΚ ταυτόχρονα και προσκαλούµε σε µια αυτοοργάνωση της βάσης και για το ΠΑΣΟΚ και για τη ηµοκρατική Παράταξη ταυτόχρονα, αυτό θα ήταν η απόλυτη σύγχυση. Το ΠΑΣΟΚ έκανε Συνέδριο πριν από λιγότερο από ενάµιση χρόνο, το Μάρτιο του 2013, έχουµε πολύ συγκεκριµένες αποφάσεις που καλό είναι να τις θυµηθούµε, έχουµε κινηθεί στη γραµµή αυτή µε καθαρότητα και σταθερότητα και µε την πρότασή µας απευθυνόµαστε σε αυτούς που µπορούν αυτή τη στιγµή να ανταποκριθούν, που θέλουν να συστρατευτούν και που αναγνωρίζουν και σε εµάς το ρόλο που ο ελληνικός λαός µας έχει αναγνωρίσει. Γι' αυτό, φίλες και φίλοι, το Πολιτικό Συµβούλιο µε ευθύνη και περίσκεψη κατέληξε σε µια οµόφωνη θέση και είναι σήµερα η ευκαιρία η Κεντρική Πολιτική Επιτροπή να κινηθεί µε την εξωστρέφεια, την καθαρότητα και την υπευθυνότητα που απαιτείται στέλνοντας το µήνυµα που περιµένει ο κόσµος της ευρύτερης Παράταξής µας, το µήνυµα που περιµένει η ελληνική κοινωνία που παρακολουθεί γενικότερα µε ενδιαφέρον αυτό που κάνουµε, γιατί ξέρει ότι χωρίς εµάς δεν γίνεται, ότι όσες φορές το έθνος δεν σεβάστηκε τη συµβολή της ηµοκρατικής Παράταξης, δυστυχώς κατεβλήθη τεράστιο ιστορικό κόστος. Έχει πολλή µεγάλη σηµασία τα µηνύµατά µας να είναι απλά, καθαρά και να υποστηρίζονται από όλους µας µε αυτοσεβασµό, όπως είπα και προηγουµένως. Σας ευχαριστώ.