ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ - ΠΕΡΑΝ Λένα Χάντζου-Σανιέ Σχ.Σύμβουλος ΠΕ05 Γαλλικής Φιλολογίας Πέραν, το πρώτιστον της Κωνσταντινουπόλεως προάστειον ο λόφος της συνοικίας των πρεσβειών Το όνομά του οφείλεται στην ονομασία που έδιναν οι Ρωμαίοι στις πέραν0 του λιμένα εκτάσεις του Γαλατά. Την πέραν της πυκνοκατοικημένης περιοχής αυτής έκταση που οι Φράγκοι καταγράφουν ως Vignobles de Pera οι Οθωμανοἰ Τούρκοι ονὀ μαζαν ανέκαθεν Μπέιογλου, αναφερόμενοι στον Δαυίδ Κομνηνό, τον τελευταίο αυτοκράτορα της Τραπεζούντας, που υποχρεώθηκε να μείνει εκεί κάποιο διάστημα αιχμάλωτος των Τούρκων ἠ, κατ άλλους οφείλει την ονομασία του στον Λουίτζι Γκρίττι, γιό του Ενετού Πρίγκηπα Αντρέα Γκρίττι(1454-1538) βάιλου των Ενετών στην Οθωμανική πρωτεύουσα, γεννημένο εδώ από μητέρα Ελληνίδα και που ζούσε σε μέγαρο τηςπεραίας. Και ενώ η παραλιακή ζώνη ασφυκτιούσε πολύβοη, οι ευπορότεροι έμποροι μετακόμιζαν σιγά-σιγά στα υψώματα. Το 16 αι. Σταδιακά Ενετού, Φράγκοι και τον 17αι. Ολλανδοί και Ρώσοι καθιστούν το Πέραν εμβληματικό προάστειο ανακτόρων ξένων πρεσβειών και αρχοντικών δυτικής τεχνοτροπίας και μεγαλοπρέπειας. Καθοριστικής πολιτιστικής σημασίας αποτελεί η οριστική εγκατάσταση στην περιοχή κατατρεγμένων από τους διωγμούς που ακολούθησαν την Ελληνική Επανάσταση στην Πελοπόννησιο Ελλήνων. Οι περισσότεροι είχαν μπαρκάρει τότε για την Οδησσό, όσοι όμως δεν πρόλαβαν ή δε βρήκαν θέση σε καράβι ανηφόρησαν στα υψώματα της Περαίας. Οταν μετά από έντονες παρεμβάσεις των ξένων δυνάμεων και τις απειλές τηςρωσίας κόπασαν οι διωγμοί, ελάχιστοι Ελληνες θέλησας να επιστρέψουν στο Φανάρι, στην Αγιά και αλλού και εμειναν οριστικά στην περιοχή των ξένων πρεσβειών, διότι ένοιωθαν ασφάλεια.
Είναι εντυπωσιακά τα όσα ακολούθησαν και αν ο 18ος αι. Υπήρξε ο αιώνας του Φαναρίου, ο 19ος αποτέλεσε τη χρυσή εποχή του Πέραν και του Σταυροδρομίου. Η περιοχή χαρακτηρίστηκε παράθυρο εκδυτικισμού της αυτοκρατορίας. Το ελληνικό στοιχείο διείσδυσε και αναμίχθηκε με το υπάρχον λεβαντίνικο με καταπληκτική άνεση και ταχύτητα και αμέσως αναδείχθηκε σε οικονομικό και πνευματικό παράγοντα. Η ευμάρεια και ο βαθμός οργάνωσης της κοινότητας του Πέρα αντικατοπτρίζεται στους πολυάριθμους συλλόγους που δημιουργούνται την περίοδο μετά το 1860 στην περιοχή, με σημαντικότερους τον Ελληνικό Φιλολογικό Σύλλογο Κωνσταντινουπόλεως και τη Φιλόπτωχο Αδελφότητα Σταυροδρομίου, που ιδρύονται το 1861. Η δημιουργία του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως το Μάρτιο του 1861 αποδείχτηκε μεγάλης σημασίας συμβάν για τα πολιτισμικά, εκπαιδευτικά και πολιτικά πράγματα των ελληνορθοδόξων της Κωνσταντινούπολης αλλά και της οθωμανικής επικράτειας γενικότερα. Αν πιστέψουμε τον Αλέξανδρο Ζωηρό πασά, ένα από τα ιδρυτικά μέλη του, οι αρχικές προθέσεις των επτά αρχικών ιδρυτών ήταν η δημιουργία ενός χώρου στον οποίο θα μπορούσαν να συζητούν «περί πραγμάτων διαφόρων και υψηλοτέρων του συνήθους θέματος των συνομιλιών», κάτι σαν τα salons littéraires που υπήρχαν στην Ευρώπη για συζητήσεις φιλολογικού περιεχομένου. Οι συζητήσεις ανάμεσα στους αρχικούς ιδρυτές Η. Βασιάδης, Α. Ζωηρός, Ξ. Ζωγράφος, Α. Παλαιολόγος, Ι. Ζωγράφος, Κ. Καλλιάδης, Θ. Ζωγράφος διευρύνθηκαν με τη συμμετοχή κάποιων φίλων και κατέληξαν στη δημιουργία του Συλλόγου, με τη ρητή συμφωνία ότι θα αποφεύγονταν συζητήσεις για πολιτικά και θρησκευτικά ζητήματα. 1.1861-1880 Αν χωρίσει κανείς την ιστορία του Συλλόγου σε φάσεις, τότε η περίοδος ανάμεσα στην ίδρυσή του και τις αρχές της δεκαετίας του 1880 υπήρξε αναμφισβήτητα επιτυχής. Σε αυτό το διάστημα παρατηρείται η μετάβαση από τα επιστημονικά και λόγια ενδιαφέροντα των μελών του Συλλόγου, τις δημόσιες διαλέξεις, τις δημοσιεύσεις, τους διαγωνισμούς, την οργάνωση βιβλιοθήκης κ.λπ. στη διαμόρφωση μιας εκπαιδευτικής πολιτικής μεγάλης κλίμακας, που συνίστατο στην πληροφόρηση για την εκπαιδευτική κατάσταση των επαρχιών κυρίως και τη χρηματοδότηση των σχολείων.
2. 1880-1922 Η επόμενη φάση του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως συνδέεται με τον περιορισμό της εκπαιδευτικής του δραστηριότητας. Αν και ο Σύλλογος διατήρησε τη λόγια φυσιογνωμία του και εξειδίκευσε το έργο του μέσα από τις επιτροπές που θεσμοθέτησε, όπως η βιολογική, η εκπαιδευτική, η αρχαιολογική και η φιλολογική επιτροπή, δεν είχε πλέον δυνατότητα χρηματοδότησης σχολείων. Αυτή η κατάσταση διατηρήθηκε, με μικρές διακυμάνσεις, μέχρι και τη Νεοτουρκική περίοδο. Στο διάστημα αυτό το ενδιαφέρον για την εκπαίδευση διατηρήθηκε αλλά διοχετεύτηκε αλλού. Κατά πρώτον, ο Σύλλογος ανέλαβε την οργάνωση και αθλοθέτηση διαγωνισμών με άμεσο εκπαιδευτικό περιεχόμενο αυτή η δραστηριότητα δεν του ήταν άγνωστη, αφού στο παρελθόν είχε ασχοληθεί με την οργάνωση του διαγωνισμού γεωγραφίας που χρηματοδότησε ο Χρηστάκης Ζωγράφος και ο αρχιμανδρίτης Ευγένιος για την περιγραφή των επαρχιών της Θράκης, Μακεδονίας, Ηπείρου και Θεσσαλίας, καθώς και με το Νεγρεπόντειο διαγωνισμό, που χρηματοδότησε ο τραπεζίτης Μενέλαος Νεγρεπόντης για «την διάδοσιν της ελληνικής παιδείας», το διαγωνισμό που χρηματοδότησε η Εμπορική Σχολή της Χάλκης απονέμοντας πέντε βραβεία σε μαθητές, καθώς και το διαγώνισμα που αθλοθέτησε ο Ν. Συμβουλίδης για την περιγραφή του Πόντου.Το εκπαιδευτικό ενδιαφέρον του Συλλόγου συγκέντρωσαν επίσης οι δημόσιες διαλέξεις για εκπαιδευτικά θέματα, καθώς και η οργάνωση των εκπαιδευτικών συνεδριών για εξειδικευμένα αλλά κρίσιμα θέματα της ελληνορθόδοξης εκπαίδευσης, όπως η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών, η διδασκαλία της ελληνικής σε ξενόγλωσσους «Έλληνες», η διδασκαλία της γυμναστικής, της φιλοσοφίας κ.ά. Οι συνεδρίες αυτές οργανώθηκαν το 1908-1909, δηλαδή κατά τη νεοτουρκική μεταπολίτευση που έμελλε να μεταβάλει σημαντικά τους πολιτικούς συσχετισμούς στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Ευρωπαϊκού Πολέμου, η λειτουργία του Συλλόγου σχεδόν σταμάτησε, για να γνωρίσει μια σύντομη ανάκαμψη στο διάστημα 1919-1922, όταν εξέφρασε ανοιχτά τις αλυτρωτικές ελλαδικές φιλοδοξίες, με τίμημα να ταυτιστεί με την ηττημένη Ελλάδα, να απαγορευτεί η λειτουργία του και να κατασχεθεί η πλούσια βιβλιοθήκη και το αρχείο του. Στις αρχές του επόμενου αιώνα η κοινότητα αριθμεί, σύμφωνα με μια πρόχειρη καταμέτρηση βασισμένη σε απογραφή του 1905-1906, περίπου 30.000 μέλη, συνιστώντας έτσι πιθανόν την πολυπληθέστερη ορθόδοξη
κοινότητα της Πόλης. Το μοναδικό σχολείο των φερμεντζελήδων (της συντεχνίας των ραφτών πολυτελών ενδυμάτων της Κωνσταντινούπολης) του 1810 διαδέχονται και άλλα σχολεία, ώστε περίπου έναν αιώνα μετά την ίδρυσή της η κοινότητα Σταυροδρομίου να συντηρεί δύο λύκεια και έξι δημοτικά (τρία αρρένων και τρία θηλέων). Το Ζωγράφειο Λύκειο με το επιβλητικό πέτρινο κτήριό του, το οποίο φέρει το όνομα του Ηπειρώτη τραπεζίτη Χρηστάκη Ζωγράφου, αναγνωρισμένο από το 1898 από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Ζάππειο Παρθεναγωγείο το οποίο ιδρύθηκε το 1875 και φέρει το όνομα του δωρητή Κωνσταντίνου Ζάππα στην αίθουσα τελετών, ο ζωγραφικός διάκοσμος της οροφής είναι εμπνευσμένος από το αρχαιοελληνικό ολυμπιακό πάνθεο-και το Κεντρικό Παρθεναγωγείο αποτέλεσαν τα σημαντικότερα εκπαιδευτήρια της κοινότητας. Παράλληλα υπήρχαν και ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, όπως το Ελληνογαλλικό Λύκειο Α. Τάγη, το Παρθεναγωγείο «Ελικών» κ.ά. Στο δεκατάξιο ιδιωτικό Ἑ λληνικό Εκπαιδευτήριο του Νικ. Μέλα, ιδρ.1877, εξωτερικοί μαθητές και τρόφιμοι διδάσκονταν παράλληλα λατινικά, τουρκικά, γαλλικά, αγγλικά, γερμανικά. Επίσης η Εθνική Σχολή Γλωσσών και Εμπορίου, ισότιμη με τα οθωμανικά γυμνάσια και τις εμπορικές σχολές της Ελλάδας. Το 1874 ιδρύεται η φιλόμουσος εταιρεία Παλλάς με κυριότερο στόχο τη μετάδοση της ανωτέρας γυναικίας αγωγής εις τα θήλεα και την κατάρτηση διδασκάλων Δεν ήταν ένας κοινός δρόμος η Grande Rue, ήταν σαλόνι όπου ανεβοκατέβαιναν άνθρωποι καλοβαλμένοι, καπελλάτοι, που ανασήκωναν τα πομπέ τους και αντάλλασσαν χαιρετισμούς, κοσμική κίνηση υψηλού επιπέδου, βελάδες, ρεντικότες, ημίψηλα, μπαστούνια με χρυσή λαβή{...}η καθαρεύουσα κυρίαρχη, ελληνική και η τρέχουσα γλώσσα, τότε που είχαμε στην Πόλη 400.000 Ελληνες. Ούτε στη φαντασία των παλαιών Αθηνών τα εμπορικά του Ισιου Δρόμου, ελληνικά τα περισσότερα... Η κοινότητα θα υποστεί, όπως και όλοι οι χριστιανοί ορθόδοξοι της Κωνσταντινούπολης, τις συνέπειες του πολέμου του 1919-1922. Ήδη από τον Οκτώβριο του 1922 σημαντικός αριθμός μεγαλοαστών και μεσοαστών Ρωμιών, Οθωμανών και Ελλήνων υπηκόων, κατοίκων του Πέρα, εγκαταλείπουν την Κωνσταντινούπολη προκειμένου να αποφύγουν τα αντίποινα του τουρκικού στρατού για την περίοδο της συμμαχικής κατοχής της Πόλης, στη διάρκεια της οποίας απερίφραστα πια οι παραπάνω ασπάζονται τον ελληνικό εθνικισμό και την πολιτική του
Βενιζέλου. Τριάντα με σαράντα χιλιάδες επιφανείς, φοβούμενοι το καθεστώς του Κεμάλ εγκατέλειψαν το Πέραν, ποτέ δεν τους αναγνωρίστηκε το δικαίωμα επαναπατρισμού. Τη δεκαετία του 40 η φυσιογνωμία του αλλοιώθηκε σημαντικά και σήμερα είναι ιδιαίτερα υποβαθμισμένο. Γιατί φύγατε; ρωτούν ακόμα και σήμερα οι απλοί Τούρκοι, που πάντα θαύμαζαν τον κοσμοπολιτισμό και το μεγαλείο των Ρωμιών