ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ. Έρωτας σε απόσπαση



Σχετικά έγγραφα
Η δικη μου μαργαριτα 1

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

ΝΤΕΪΛΙ ΜΕΪΛ ΝΤΕΪΛΙ ΜΕΪΛ

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Ένας δράκος στην Ανάποδη Παραμυθοχώρα

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Το παραμύθι της αγάπης

«Ο ξεχωριστός κόσμος των διδύμων», η Εύη Σταθάτου μιλά στο Mothersblog, για το πρώτο της συγγραφικό εγχείρημα!

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Στην ζωή πρέπει να ξέρεις θα σε κάνουν να υποφέρεις. Μην λυγίσεις να σταθείς ψηλά! Εκεί που δεν θα μπορούν να σε φτάσουν.

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΗΝΥΧΤΕΣ. Η Τρίτη μάγισσα. Τα δύο αδέρφια και το φεγγάρι

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Ελάτε να ζήσουμε τα Χριστούγεννα όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

Μια φορά κι έναν καιρό, τον πολύ παλιό καιρό, τότε που όλη η γη ήταν ένα απέραντο δάσος, ζούσε μέσα στο ξύλινο καλύβι της, στην καρδιά του δάσους,

ΘΕΑΤΡΙΚΟ:ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΑΥΓΟ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΚΟΥΤΣΙΚΟΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΦΑΡΚΑΔΟΝΑΣ ΤΡΙΚΑΛΩΝ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ «ΠΡΟΣΕΧΕ ΤΙ ΠΕΤΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Ευχαριστώ Ολόψυχα για την Δύναμη, την Γνώση, την Αφθονία, την Έμπνευση και την Αγάπη...

Η συγγραφέας Πένυ Παπαδάκη και το «ΦΩΣ ΣΤΙΣ ΣΚΙΕΣ» Σάββατο, 21 Νοεμβρίου :20

«ΠΩΣ Ν ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ!!!» ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ: «ΗΤΕΧΝΗ ΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ» ΤΜΗΜΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΟΜΑΔΑ Γ (ΜΑΘΗΤΕΣ Γ ΤΑΞΗΣ)

Μια προσπάθεια καλλιτεχνικής έκφρασης από μαθητές και μαθήτριες του Στ 2 για το σχολικό έτος

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Χριστούγεννα. Ελάτε να ζήσουμε τα. όπως πραγματικά έγιναν όπως τα γιορτάζει η εκκλησία μας όπως τα νιώθουν τα μικρά παιδιά

ΜΙΑ ΤΡΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΕ ΠΕΝΤΕ ΣΚΥΛΟΥΣ

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Μαρούλης Δημήτρης EXCELLENT Ετήσια Αξιολόγηση του ΚΞΓ Μαρούλης Δημήτρης

«Το κορίτσι με τα πορτοκάλια»

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

Αναστασία Μπούτρου. Εργασία για το βιβλίο «Παπούτσια με φτερά»

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Τα παραμύθια της τάξης μας!

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

ΠΕΡΙΓΡΑΦΩ ΕΙΚΟΝΕΣ ΜΕ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ. Μια ολοκληρωμένη περιγραφή της εικόνας: Βρέχει. Σήμερα βρέχει. Σήμερα βρέχει όλη την ημέρα και κάνει κρύο.

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

Τάξη: Γ. Τμήμα: 2ο. Υπεύθυνη τμήματος : ΑΝΕΣΤΗ ΑΣΗΜΙΝΑ. Εκθέσεις μαθητών.. ΜΑΘΗΤΗΣ: ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΠΟΥΛΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ.

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Συνέντευξη με τη Μαίρη Παπαπαύλου, συγγραφέα του βιβλίου Κάθε ηλιοβασίλεμα


ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Ο ΠΑΡΑΞΕΝΟΣ ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑΣ. Β ο Δημοτικό Σχολείο Ευόσμου

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Όροι και συντελεστές της παράστασης Ι: Αυτοσχεδιασμός και επινόηση κειμένου.

Ώρες με τη μητέρα μου

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Copyright Φεβρουάριος 2016

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!


Η ΜΙΚΡΗ ΕΛΕΝΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ: «ΗΤΕΧΝΗ ΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ» ΤΜΗΜΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΟΜΑΔΑ ΣΤ (ΜΑΘΗΤΕΣ ΣΤ ΤΑΞΗΣ)

Ο Χάρι Πι δε μένει πια εδώ

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Το μαγικό βιβλίο. Σαν διαβάζω ένα βιβλίο λες και είμαι μια νεράιδα που πετώ στον ουρανό.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΚΟΥΝΤΙΝΑΚΗΣ. Ένατος ΚΕΔΡΟΣ

Εικόνες: Eύα Καραντινού

«Η νίκη... πλησιάζει»

Μαρία Παντελή, Β1 Γυμνάσιο Αρχαγγέλου, Διδάσκουσα: Γεωργία Τσιάρτα

τα βιβλία των επιτυχιών

Μια ιστορία αγάπης και ελπίδας

Α. Κείμενο: Μαρούλα Κλιάφα, Ο δρόμος για τον Παράδεισο είναι μακρύς. 1 Δεκεμβρίου. Αγαπημένη μου φίλη Ελένη,

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΝΑΡΑΚΗΣ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΟΥ ΕΡΜΗ. Εικονογράφηση Βίλλυ Καραμπατζιά

Συγγραφέας. Ραφαέλα Ρουσσάκη. Εικονογράφηση. Αμαλία Βεργετάκη. Γεωργία Καμπιτάκη. Γωγώ Μουλιανάκη. Ζαίρα Γαραζανάκη. Κατερίνα Τσατσαράκη

Λένα Μαντά: «Την πιο σκληρή κριτική στην μητέρα μου, την άσκησα όταν έγινα εγώ μάνα»

σα μας είπε από κοντά η αγαπημένη ψυχολόγος Θέκλα Πετρίδου!

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Γράφουν τα παιδιά της Β 1 Δημοτικό Σχολείο Αγίου Δημητρίου

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Κωνσταντινίδου Αγγελίνα του Χρήστου, 8 ετών

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

ΤΟ ΣΤΕΡΕΟ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΣΟΚΟΛΑΤΑ

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Πάνος Τσίρος Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Naoki HigasHida. Γιατί χοροπηδώ. Ένα αγόρι σπάει τη σιωπή του αυτισμού. david MiTCHELL. Εισαγωγή:

Transcript:

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ Έρωτας σε απόσπαση 3

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου Εκδόσεις Λευκή Σελίδα ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου Έρωτας σε απόσπαση Διορθώσεις: Ελένη Ζαφειρούλη Σελιδοποίηση: Γιάννης Χατζηχαραλάμπους Μακέτα εξωφύλλου: Γιάννης Λιβέρης Φωτογραφία εξωφύλλου: Andrey Kiselev - Fotolia.com Copyright Εκδόσεις Λευκή Σελίδα και Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου, Αθήνα 2013 Πρώτη έκδοση από τις Εκδόσεις Λευκή Σελίδα, Αθήνα 2013 ISBN 978-960-9745-28-4 Εκδόσεις Λευκή Σελίδα Σταδίου 10, 105 64, Αθήνα Τηλ. & Fax.: 2103232870 www.lefkiselida.gr e-mail: info@lefkiselida.gr Αυτό το κείμενο που δημοσιεύεται από τις εκδόσεις «Λευκή Σελίδα» προστατεύεται από τους διεθνείς νόμους και τις διεθνείς συνθήκες που αφορούν τα συγγραφικά δικαιώματα. Η εκτύπωσή του σε χαρτί προορίζεται αποκλειστικά για τον αγοραστή και περιορίζεται στην προσωπική του χρήση. Κάθε άλλη αναπαραγωγή ή αντιγραφή, από όποιον και να προέρχεται, θα αποτελεί απομίμηση και θα υπόκειται στις προβλεπόμενες κυρώσεις από το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο περί πνευματικής ιδιοκτησίας και από τις ισχύουσες διεθνείς συνθήκες για την προστασία των συγγραφικών δικαιωμάτων. 4

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου Έρωτας σε απόσπαση [ μυθιστόρημα ] 5

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην πολύτιμη φίλη και συνάδελφο Κατερίνα Νάκου-Καραγιάννη για την ηθική και έμπρακτη υποστήριξη που μου πρόσφερε. 6

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ Στη φίλη μου Mary Maroun «Ότι κραταιά ως θάνατος αγάπη» Άσμα ασμάτων 7

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου 8

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ Αντί προλόγου Κ άποιες ξεχασμένες σημειώσεις στο συρτάρι ενός άδειου σπιτιού, ίσως της προηγούμενης ενοίκου, μπορεί να αποτελέσουν το έναυσμα και τον πυρήνα ενός βιβλίου, όπου η πραγματικότητα μπλέκεται αξεδιάλυτα με τη φαντασία, έτσι ώστε στο τέλος να μην μπορείς να τα ξεχωρίσεις. Εξάλλου η πραγματικότητα και η φαντασία είναι σαν τη στεριά με τη θάλασσα, που παραβιάζει η μία τα σύνορα της άλλης. 9

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου 10

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ Είκοσι έξι Οκτωβρίου χίλια εννιακόσια ογδόντα έξι Κάποτε πρέπει να γράψω. Κάποτε πρέπει ν αρχίσω να γράφω. Ίσως έτσι ξαλαφρώσω. Ίσως έτσι βρει μια δικαίωση η ζωή μου. Να γράψω. Έτσι, για να μη σκεπάσει η λησμονιά αυτά που έζησα εδώ στη Γερμανία. Ένα πράγμα με σταματούσε ως τώρα: διάβασα αρκετά μέχρι σήμερα. Έχουν γραφτεί τόσο σπουδαία πράγματα από τότε που επινοήθηκε η γραφή. Τι έχω να προσθέσω εγώ σ όλα αυτά; Ήδη, όμως, ανακαλύπτω μια αντίφαση. Δεν γράφουμε μόνο για μας, φαίνεται. Κάποιον φανταστικό αναγνώστη επικαλούμαστε. Γι αυτό με νοιάζει που δεν έχω τίποτα σημαντικό να πω. Όμως, εγώ πρέπει να γράψω πρώτα για μένα. Κάτι με πονάει, κάτι μου σφίγγει το λαιμό, κάτι με βαραίνει. Μπορεί να είναι μόνο μια καλυμμένη φιλοδοξία ενός μέτριου πνεύματος να βγει απ τη μετριότητά του ή το αφελές κίνητρο της γυναίκας που έμεινε η επαρχιώτισσα μαθήτρια, που της λέγαν οι καθηγητές της πως γράφει «καλές εκθέσεις». Δεν ξέρω. Αλήθεια, πόσα βιβλία δεν γράφτηκαν, επειδή οι υποψήφιοι συγγραφείς τους φοβήθηκαν πως δεν θα πουν παρά κάτι κοινότοπο κι απλοϊκό. Είναι μια παρηγοριά αυτή η σκέψη. Σε δυο βδομάδες κλείνω δύο χρόνια στη Γερμανία. Καθώς σχεδιάζω να αποτυπώσω στο χαρτί τις εμπειρίες που έζησα εδώ, 11

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου σαν χείμαρρος ορμούν επεισόδια, εντυπώσεις, πρόσωπα πώς να τα βάλεις σε μια τάξη όλα αυτά! Δεν θα μιλήσω για την αίσθηση του χαμένου σ έναν άγνωστο τόπο απ τις πρώτες εντυπώσεις όλων των ξενιτεμένων. Για μένα η πιο ζωηρή εντύπωση, όταν πάτησα το πόδι μου στη Γερμανία, ήταν μια αίσθηση μηδαμινότητας. Ένιωσα ένα μόριο σκόνης μέσα στην απέραντη αυτή χώρα με τα μεγάλα κτίρια, την απλοχωριά, τους πλατιούς δρόμους. Στην πατρίδα μου, καθώς οι λόφοι και τα βουνά ορίζουν το χώρο, νιώθεις πως το άτομο είναι κάτι. Έχει οντότητα, βάρος. Μπορεί ν αλλάξει κάτι στο περιβάλλον του, το ορίζει. Μόνο στην Ελλάδα, σκέφτηκα, θα μπορούσε να γεννηθεί και ν αναπτυχθεί ένας πολιτισμός με κέντρο τον άνθρωπο. Μόνο στην Ελλάδα το άτομο μπορούσε να βρει τη θέση που του αξίζει μέσα στην απεραντοσύνη του κόσμου. Κι ύστερα η επίπονη προσπάθεια της προσαρμογής. Στ αυτιά μου βούιζαν ακόμα οι φωνές της πλατείας ήταν τόσο γλυκό το προπέρσινο φθινόπωρο στην πόλη μας, μια πόλη της κεντρικής Μακεδονίας, κι ας έμπαινε Νοέμβρης όταν φύγαμε. Τα βράδια μαζευόμασταν ακόμα εκεί όλη η παρέα Το ταξίδι με τ αεροπλάνο δεν βοηθά να συνειδητοποιήσεις την αλλαγή. Πότε θα πάμε στην πλατεία, λέω στον Στεφανή. Άρχισε να γελά και να λογαριάζει πόσα χιλιόμετρα μακριά είμαστε. Είκοσι μέρες μείναμε στη Στουτγάρδη στο σπίτι του Αντώνη. Καλόβολος, ήμερος άνθρωπος. Απ τα μέρη μας. Μας δέχτηκε με χαρά. Όμως, εγώ πνιγόμουν. Ποτέ δεν ήμουν τόσο άσχημη από απελπισία. Το σπίτι ισόγειο, μύριζε μούχλα. Ήλιος δεν το έβλεπε παρά ελάχιστα. Είναι που είναι σπάνιος ο ήλιος εδώ. Το φαΐ μπόλικο, καθώς των ανθρώπων που πείνασαν κι είναι σαν να θέλουν ν αναπληρώσουν της πείνας το ξεγάνωμα στα παιδικά τους χρόνια. Κάτι θλιβερό πλανιόταν στην ατμόσφαιρα. Ίσως η φωτογραφία της πρόσφατα πεθαμένης γυναίκας του. Ίσως Κάτι ένιωθα να με γυρίζει πίσω στο χωριό, στη μιζέρια του, στους στενεμένους ορίζοντές του. Όλα στο μυαλό του Αντώνη 12

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ τακτοποιημένα οριστικά κι αμετάκλητα: το καλό, το κακό, το άδικο. Ανησυχία, αναζήτηση, έννοιες άγνωστες. Κουβάλησε στη Γερμανία, μαζί με τις βαλίτσες του, τις αντιλήψεις του χωριού του, όπως ήταν το 60 που ξενιτεύτηκε. Ο κύκλος του όμοιος κάποιοι συγχωριανοί του, στενοί συγγενείς. Το πρόγραμμά του καθορισμένο: βάρδια, ύπνος, το Σάββατο καφενείο. Απ τις οχτώ κοιμόμαστε. Θεέ μου, αυτή είναι η Ευρώπη των Ελλήνων μεταναστών! Γρήγορα βρήκαμε σπίτι στη Heilberg, όπου διορίστηκα. Φτύσαμε αίμα να το καθαρίσουμε. Μια γριά Γερμανίδα, που χε τρελαθεί απ τη μοναξιά, είχε πασαλείψει με βρομιές όχι μόνο τους τοίχους, μα κάθε γωνιά του. Άρχισα το σχολείο. Είχα μια διάθεση να μεταδώσω στα ξενιτεμένα Ελληνόπουλα το φως της γαλανής κι άσπρης πατρίδας. Στάλα-στάλα μάζευα χρόνια τη σοφία του λαού της, όπως τη γνώρισα στα παραμύθια και στα τραγούδια του χωριού μου, όπως τη βρήκα στα παλιά βιβλία του Όμηρου και του Ευριπίδη Θυμάμαι τις τελευταίες εκδρομές μας στον Όλυμπο και στα Πιέρια. Πώς ρουφούσα την ομορφιά των ήμερων και περήφανων βουνών μας Σαν κάτι που μπορούσε να φυλαχτεί βαθιά μέσα μου, ζεστό, για να μεταφερθεί αυτούσιο στην κρύα Γερμανία. Η πρώτη απογοήτευση ήρθε απ τους συναδέλφους. Περίεργο, με δέχτηκαν σχεδόν εχθρικά. Σαν ξένο που έμπαινε στα χωράφια τους. Η ομολογία μου πως δεν έχω διδάξει ακόμα σε Λύκειο και θα προτιμούσα το Γυμνάσιο έφτασε την άλλη μέρα στ αυτιά μου «αυτή δεν ξέρει τίποτα». Μου φόρτωσαν τα πιο πολλά μαθήματα και τις πιο πολλές ώρες. Προσπάθησαν να με τρομοκρατήσουν με τους Έλληνες εδώ, με τους Γερμανούς συναδέλφους. Στην αρχή δεν μπορούσα να καταλάβω μια τέτοια στάση. Με τον καιρό κατάλαβα πολλά Η δεύτερη απογοήτευση ήρθε απ τα παιδιά. Όταν πρωτομπήκα στην τάξη μιλούσαν Γερμανικά. Ένιωσα τόσο ξένη κι όλα εκείνα που αγάπησα τόσο μακριά. Η εικόνα ενός ξεριζωμένου φυτού που πασχίζει να ξαναριζώσει σε ξένο έδαφος δεν έφευγε στιγμή απ το μυαλό μου. Με κόπο κρατούσα τα δάκρυά μου. Τους απαγόρευσα, φυσικά, να μιλάνε Γερμανικά. Αργότερα το μετάνιωσα. Τι έφταιγαν 13

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου τα καημένα που μ αυτήν τη γλώσσα μεγάλωσαν, έτσι που να τους είναι πιο εύκολο να γελάν σ αυτή, να λένε σ αυτήν τα μυστικά τους. Γι αυτά ξένη γλώσσα ήταν τα Ελληνικά! Τους ρώτησα για την Ελλάδα, τι ξέρουν, τι σκέφτονται. Κάμποσα την έβλεπαν σαν φτωχό συγγενή. Τα θάμπωσε το τεχνικό θαύμα της Γερμανίας. Θα προτιμούσαν, το νιωθα, να μην κατάγονται από μια τόσο φτωχή χώρα. Όσα πάλι την αγαπούσαν, την αγαπούσαν μ εκείνη την ξενέρωτη αγάπη του τουρίστα, που γι αυτόν Ελλάδα σημαίνει συρτάκι, θάλασσα, διακοπές. Ελάχιστα ήξεραν για την ιστορία της, για το αληθινό της πρόσωπο, για την ψυχή της. Στην έκθεση ενός μαθητή με θέμα «Πού θα ήθελα να ζήσω, στην Ελλάδα ή στη Γερμανία;» διάβασα: «Θα ήθελα να ζήσω στη Γερμανία, γιατί στην Ελλάδα δεν έχουν ξυπνητήρια κι όλος ο κόσμος ξυπνούν από νύχτα με τα κοκόρια». Κι εγώ που σ όλα τα παιδικά και νεανικά μου χρόνια έφαγα στη μάπα την προγονολατρία των εθνικοφρόνων, εγώ που ως τώρα δίδασκα πως όλοι οι λαοί του κόσμου συνέβαλαν σ αυτό που λέμε πολιτισμό, ο κάθε λαός με τον τρόπο του, πως δεν είναι μόνο οι Έλληνες δημιουργοί του ευρωπαϊκού πολιτισμού Εγώ ένιωσα την ανάγκη να τους μιλήσω για τα παλιά και σύγχρονα μεγαλεία της πατρίδας, μ ένα στόμφο που θύμιζε λόγο δασκάλου σ εθνική γιορτή στο χωριό. Μ είχε πιάσει τέτοιος εθνικός οίστρος. Και κάθε φορά που μου δινόταν η ευκαιρία απ τα μαθήματα προσπαθούσα να τους ζωντανέψω τη μορφή της βασανισμένης Πατρίδας. Αυτής της παλιάς αρχόντισσας που έδωσε τόσα στην Επιστήμη, στην Τέχνη, στη Δημοκρατία, στον Ανθρωπισμό και σήμερα, με την αξιοπρέπεια της παλιάς αρχοντιάς της, ακούει σιωπηλή και πικραμένη τους κομπασμούς των νεόπλουτων γύρω της. Ανέχεται την περιφρόνηση των άξεστων που αγνοούν την πλούσια ιστορία της και βλέπουν μόνο τη σημερινή της φτώχεια. «Και τι είστε εσείς σήμερα;» μας πέταξε μια μέρα ένας Γερμανός, «φτωχοί και καθυστερημένοι, όπως οι Τούρκοι». Μια άλλη φορά, καθώς περπατούσαμε στο δρόμο, ένας Γερμανός μάς έβρισε. Δεν κατάλαβα τι είπε, το συμπέρανα απ το ύφος και τον τόνο του. «Μας βρίζει, γιατί δεν μιλάμε Γερμανικά» είπε η δασκάλα δίπλα μου. 14

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ Κάποιες φορές πάλι, καθώς σεργιανούσα μόνη στους μεγάλους παγωμένους δρόμους, χαζεύοντας την καθαριότητα, την εκνευριστική τάξη και την καταθλιπτική ομοιομορφία, τα πλούσια μαγαζιά με τις λαμπρές βιτρίνες, φορτωμένες τα τελειότερα ηλεκτρονικά εξαρτήματα, έφερνα στο μυαλό μου τη φτώχεια της Πατρίδας. Έβλεπα τ ακριβά πανωφόρια και τα αφράτα κόκκινα πρόσωπα και τα αντιπαρέβαλλα ασυναίσθητα με τα σκαμμένα πρόσωπα των ξωμάχων μας. Και πάλι ένιωθα την ανάγκη να γυρίσω στ αρχαία μεγαλεία μας, για να ντύσω μ εκείνα την αδυναμία μου μπροστά σ αυτό τ αυτάρεσκο τεχνικό τέρας, που νόμιζα πως θα μ εξαφανίσει κάτω απ την πατούσα του. «Υπερβολές κι απλοϊκή θεώρηση» θα λεγε ο Στεφανής. «Θαρρείς και στη Γερμανία δεν υπάρχουν φτωχοί. Και μήπως κάποια απ αυτά τα ροδαλά και καλοθρεμμένα πρόσωπα δεν ανήκουν σε Έλληνες μετανάστες. Η Γερμανία δεν είναι παρά η βιτρίνα του καπιταλισμού. Καπιταλισμός υπάρχει και στην Ελλάδα. Και μάλιστα με οξύτερη την αντίθεση πλούτου και φτώχειας». Δεν διαφωνώ, δεν αναφέρω παρά τις πρώτες μου εντυπώσεις. Είναι παράξενο, αλλά όλες οι θεωρίες-κλειδιά για την ερμηνεία των πραγμάτων, τουλάχιστον την πρώτη φορά, εξαφανίζονται απ το μυαλό μου. Όλα τα πρωτόγνωρα πράγματα τα νιώθω πρώτα κι ύστερα τα ψάχνω. Φαίνεται πως ο σκεπτόμενος άνθρωπος με τη «σοφία» των βιβλίων και τις διόπτρες της «επιστήμης» υποχωρεί σαστισμένος μπροστά στο χωριατόπουλο που ζει μέσα μου. Φαίνεται πως στα τριάντα τρία μου χρόνια έμεινα το κορίτσι της Κρυοπηγής, που σάστιζε και τρόμαζε σ ό,τι άγνωστο και ξένο στον περιορισμένο κόσμο του χωριού του. Ο καημένος ο Στεφανής! Κάθε φορά που απογοητευόμουν κάτω απ το βάρος των νέων μου ευθυνών σ εκείνον ξεσπούσα. Απ τη μια το νοικοκυριό. Πρώτη φορά ευθύνη δική μου εξολοκλήρου. Απ την άλλη οι καινούργιες συνθήκες στη δουλειά μου, το βαρυφορτωμένο πρόγραμμα όλα τα φιλολογικά του Γυμνασίου, συν τα Θρησκευτικά κι όλα τα δευτερεύοντα του Λυκείου μ έκαναν να ξεσπώ κάθε τόσο σ εκείνον και να τον μέμφομαι που μ έφερε 15

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου στη Γερμανία. Η απελπισία της μαμάς, όταν έφευγα, χρωμάτιζε τη φωνή μου: «Εγώ, κορίτσι μου, σε σπούδασα, δεν έβαζα με το νου μ πως θα σε στείλω στη Γερμανία εργάτρια». Τον θεωρούσα υπεύθυνο τον άντρα μου όχι μόνο για τις δικές μου απογοητεύσεις, αλλά και για τον πόνο που έδωσε στους δικούς μου. Όμως, ήμουν άδικη. Ο ερχομός μας στη Γερμανία δεν ήταν μια αβίαστη δική του επιλογή. Έγινε κάτω απ την πίεση μιας παράξενης αρρώστιας του, που εκδηλωνόταν με λιποθυμίες και επίμονους πονοκεφάλους. Πήγαμε σε πολλούς γιατρούς, κάναμε εξετάσεις. Τίποτα. Καμιά ασθένεια. Αρχίσαμε, εμπειρικά, να διαπιστώνουμε πως όλα αυτά είχαν σχέση με τη δουλειά του. Το κλίμα εκεί είχε γίνει αφόρητο. Έπρεπε ν αλλάξει περιβάλλον, μας συμβούλεψε ένας νευρολόγος, ν αλλάξει δουλειά. Μήπως κι η δική του μάνα λίγο πόνεσε το χωρισμό μας! Η αλήθεια είναι πως τον Στεφανή δεν τον γέννησε η κυρία Ξένια, αλλά μια αδερφή της που ήταν ανύπαντρη και πέθανε στη γέννα. Τον πήρε λοιπόν εκείνη, πρόσφατα παντρεμένη, και τον παρουσίασε για δικό της στον κόσμο. Αλλά αυτό είναι οικογενειακό μυστικό. Γι αυτό έφυγαν απ την Κόνιτσα κι ήρθαν στα μέρη μας. Έτσι, η κυρα-ξένια έγινε η μάνα του. Θεέ μου, πώς έκλαιγε! Μοιρολογούσε μ έναν ανατολίτικο τρόπο σαν μπροστά σ αγαπημένο νεκρό. Η θύμηση εκείνου του σπαραγμού της μου έφερνε συχνά δάκρυα στα μάτια. Μια μέρα ακούσαμε απ τον ελληνικό σταθμό ένα τραγούδι αποχωρισμού. Αν θυμάμαι καλά, έλεγε: Θα με θυμηθείς, καλή μου μάνα. Το κρύο νερό το μεσημέρι Το ζεστό ψωμί το βράδυ-βράδυ... Σαν να είχε γραφτεί για κείνη. Είχε μια τόσο παραπονιάρικη μελωδία, που νόμιζες πως έκλαιγε ολόκληρη η Ήπειρος μαζί για τις πίκρες και τα βάσανά της. Θυμήθηκα τον Παλαμά: Γιαννιώτικα, Σμυρνιώτικα, Πολίτικα μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα, λυπητερά 16

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ Μέσα σας κλαίει το μαύρο φτωχολόι. Κι όλα σας, κι η χαρά σας μοιρολόι. Αλήθεια, πόσο είναι λυπητερά τα τραγούδια της πικρής Πατρίδας Κι όλα σας, κι η χαρά σας μοιρολόι. Ήρθε στο νου μου η μέρα του γάμου μου. Την ώρα που με στολίζανε νύφη. Γύρω τ αυστηρά πρόσωπα των θειάδων. Αγέλαστα. Τραγουδούσαν. Του κύρι Γιώργη η ανιψιά, του ρήγα η θυγατέρα σαν κάτσε και στολίστηκε τρεις μέρες και τρεις νύχτες βάζει τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθι Κι εκείνος ο μακρόσυρτος σκοπός έπνιγε τα γέλια των κοριτσιών, καθώς μου έφτιαχναν τα μαλλιά, και γέμιζε με θλίψη τη χωριάτικη κάμαρα. Δίπλα ο πατέρας να δακρύζει. Πρώτη φορά τον έβλεπα δακρυσμένο. Δεν ήταν σκληρός. Όμως, πάντα έκρυβε τους καημούς του από μας. Ήθελε να μη μας αγγίξει ο πόνος του κόσμου. Καημένε, μπαμπά! Τα μάτια μου ήταν πρησμένα απ το κλάμα. «Με τέτοια μάτια θα είσαι η πιο άσχημη νύφη» έλεγαν τα κορίτσια. «Ας κλάψ ι. Τι θα πάθ ι; Μια φουρά γένιτι νύφ ι» οι θειάδες με τ αγέλαστα πρόσωπα. Ήταν άραγε σκληρότητα ή συμβιβασμός με την ιδέα πως το κλάμα δεν είναι παρά η άλλη όψη, της χαράς, στο νόμισμα της ζωής; Η μήπως δικαιολογημένη ζήλια για τα κορίτσια της εποχής μου, που διάλεγαν μόνες τον σύντροφό τους και τα δικαιώματά τους είχαν γίνει πολύ περισσότερα «Τότε μεις τρέμαμε μπροστά στ ς πεθερές, τώρα τρέμουμε μπροστά στ ς νύφες» έλεγε η θεία Βασιλική. Παρασύρθηκα. Αχ, το χωριό μου, πώς με κυνηγά παντού, πώς το κουβαλώ πάντα μαζί μου! Αρχές του Γενάρη μας τηλεφώνησε κάποιος σύντροφος, για να μας ανακοινώσει πως το Σάββατο το απόγευμα στο Ludwigsburg 17

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου είχε συγκέντρωση για την απλή αναλογική. Περίμενα με λαχτάρα εκείνο τ απόγευμα. Θα συναντούσαμε συντρόφους. Θα ξεφεύγαμε απ το μίζερο κλίμα των «Λαζογερμανών» που γνωρίσαμε στη Heilberg. «Τι, θέλετε και μπάνιο να έχει το σπίτι;» μας ρώτησε κάποιος, όταν ψάχναμε να νοικιάσουμε. Κάποιος καθηγητής μάς περίμενε στο σταθμό. Πήγαμε σε μια αίθουσα. Εκεί ήταν μαζεμένοι κι άλλοι. Όλοι μας πρόσεχαν. Ήμασταν οι καινούργιοι, με την Ελλάδα ακόμα στα μάτια μας. Σαν τέλειωσε η συγκέντρωση, ο συνάδελφος που μας είδε σαν χαμένους: Θα σας πάω στη Στουτγάρδη σ ένα μαγαζί. Μαζευόμαστε κάποιοι σύντροφοι εκεί και πίνουμε κάνα κρασάκι. Είναι κι ένας που παίζει κιθάρα. Άλλο που δεν θέλαμε. Σε μια απόμερη γωνιά, κάπου στο κέντρο της Στουτγάρδης, ήταν το μαγαζί. Ο Στεφανής κι η Μελίτα, σύντροφοι, μόλις ήρθαν απ την Ελλάδα. Γυρίζει σ εμάς: Ο Τομ, ο Άρης, η Αλεξάνδρα, ο Μήτσος, η Αρετή, ο Βασίλης. Μας δέχτηκαν με χαρά. Έκαναν μέρος να καθίσουμε. Ο Τομ πήρε την κιθάρα. Ήταν ένας πενηνταπεντάρης, λεπτός, μ αραιά καστανά μαλλιά και σπιρτόζικο πνεύμα, που δεν έχανε την ευκαιρία να το επιδεικνύει. Καθώς ο Τομ έπαιζε και τραγουδούσε, ένιωσα ν ανοίγει η καρδιά μου. Είχα καιρό ν ακούσω κιθάρα και να βρεθώ ανάμεσα σ ανθρώπους που να τους αισθάνομαι δικούς μου. Πρόσεξα τα πρόσωπα γύρω. Η Αλεξάνδρα: Γύρω στα σαράντα πέντε. Μαύρα κοντά μαλλιά, σκούρα επιδερμίδα, έντονη τριχοφυΐα, σφιχτά χείλη, με μια δύναμη και κάποια σκληρότητα στο βλέμμα. Πολύ ενημερωμένη γύρω απ τα κομματικά. Είχε εξαιρετική ευθυμία εκείνο το βράδυ. Σε λίγο σηκώθηκε κι άρχισε να χορεύει. Απέναντί μου ο Μήτσος. Πρόσωπο πλαδαρό, βλέμμα αγαθιάρικο, πνεύμα δυσκίνητο. Ένας άγαρμπος ευτραφής μπέμπης γύρω στα σαράντα πέντε. Ο Τομ, σαν να κατάλαβε τις σκέψεις μου, «Μπουτίκ-Λαχανικά ο Μήτσος» λέει. Απ την άλλη μεριά το ζευγάρι Βασίλης-Αρετή. Κάναμε αστεία 18

ΕΡΩΤΑΣ ΣΕ ΑΠΟΣΠΑΣΗ με την ηλικία τους. Έμοιαζαν πολύ μικρότεροι. Τους περάσαμε για φοιτητές. Κι όμως, ήταν γύρω στα σαράντα. Η Αρετή, ένα ξανθό γελαστό κορίτσι. Τ αυθόρμητο φέρσιμο και τα καθαρά καστανά της μάτια έρχονταν σ αντίθεση με το προκλητικό ντύσιμο και το έντονο βάψιμο. Ο άντρας της με το καλογυμνασμένο σώμα, τα πυρόξανθα μαλλιά και τ ανοιχτά μάτια έμοιαζε ένα ανεύθυνο παιδί. Τραγούδησα κι εγώ. Ακόμα τότε η φωνή μου άντεχε. Έγινε απόλυτη σιωπή. Απ τ «Αγροτικά». Τις νύχτες σαν ερχόμουν μαζί σου, μας έβρισκε η ανατολή Κάποιοι λέγανε ψιθυριστά: «Τι είν αυτή; Τι φωνή, τι πάθος!». Κι εκείνο το τραγούδι που έμαθα απ τον Φοίβο και τόσο αγάπησα. Είχε μια φαμίλια πέντ ανθρώπους κι ήτανε τα χέρια του αδειανά, κίνησε μια αυγή για άλλους τόπους γι άλλο ριζικό έκανε πανιά μα τον φέραν πίσω μ ένα πλοίο μόνη του παρέα ένα χαρτί που γραφε: «Απέθανε εν Βελγίω ετών δεκαεννιά. Φορτωτική». Τους άγγιξε όλους. Ο καημός της ξενιτιάς, βλέπεις. Ξανάρχισε πάλι ο Τομ. Με Σαββόπουλο. Μέρα μ ήλιο σαν κι αυτό, να την τρώει τ αφεντικό Γυρίζω στον Άρη: Όταν ακούω αυτό το τραγούδι, θυμάμαι τη ζωή μας στα χωράφια. Τον μισούσαμε τον ήλιο του καλοκαιριού. Περιμέναμε να βρέξει μια μέρα, να γλυτώσουμε την τσάπα. Άσκοπος ήλιος, άσκοπα καλοκαίρια, άσκοπα νιάτα. Δεν μίλησε. Έμοιαζε συγκινημένος. Κοίταξα το πρόσωπό του. Βαθιές χαρακιές γύρω στο στόμα και μια πιο μεγάλη ανάμεσα στα φρύδια. Έδειχνε πιο μεγάλος απ την ηλικία του. Δεν ήταν, όμως, 19

Ελένη Τζήκα-Αετοπούλου οι χαρακιές του ανθρώπου που δούλεψε σκληρά. Ήταν τ αυλακωμένο πρόσωπο εκείνου που έζησε πολλά. Η ξανθιά φανταχτερή κοπέλα που ήρθε σε λίγο και κάθισε δίπλα του το μαρτυρούσε. Φαινόταν κοπέλα της νύχτας. Όμως, τα μάτια του, βαθιά γαλάζια, διατηρούσαν κάτι απ την παιδική αγνότητα. Πρόδιναν μια ψυχή που μες στη νύχτα ψάχνει ακόμα την ομορφιά. Αργότερα θα μου πει για κείνη τη βραδιά: «Όταν σ άκουσα να τραγουδάς, όταν άρχισες να μου μιλάς, είπα μέσα μου: αυτό το βλαχάκι θα με καθαρίσει». Και η γυναίκα του: «Καλέ, τι είχε πάθει ο άντρας μου εκείνο το βράδυ! Ήρθε και με ξύπνησε, για να μου πει για μια κοπέλα που γνώρισε και τραγούδησε τόσο όμορφα. Πρώτη φορά με ξύπνησε για να μου πει κάτι τέτοιο. Εγώ δαγκώθηκα. Θα είναι καμιά απ αυτές που τριγυρνάς συνήθως». «Δεν ξέρεις τι λες. Αυτή δεν είναι από κείνες που νομίζεις. Ήρθε μόλις με τον άντρα της απ την Ελλάδα, είναι καθηγήτρια, ίσως τη γνωρίσεις». Οι άντρες πειράζονταν μεταξύ τους. Κάτι σαν υπολανθάνων ανταγωνισμός σερνόταν στο τραπέζι. Οι αιώνιοι Άντρες μπροστά σε μια καινούργια Γυναίκα. Αμυδρά ο καθένας προσπαθούσε να ρίξει τον άλλο στα μάτια μου. Τα πιο πολλά πυρά πέφταν στον Άρη. Υπονοούμενα για την προσωπική του ζωή. Φαίνεται πως τους σκανδάλιζε. Η γνωστή ζήλια που μεταμορφώνεται σε κριτική γι αυτούς που χαίρονται αυτά που μυστικά ποθούμε κι εμείς. Κι εγώ ένιωσα την καρδιά μου ν ανοίγει σαν τριαντάφυλλο που βρισκόμουν μαζί τους. Η ένταση έδινε σιγά-σιγά τη θέση της σε μια χαλάρωση. Αυτή την αποκάρωση που σου φέρνει η αίσθηση πως βρίσκεσαι μ ανθρώπους από παλιά γνωστούς. Το ελληνικό καφενείο στην ξενιτιά, λέω του Τομ. Σας φανταζόμουν και σας περιέγραφα στα παιδιά μου στην Ελλάδα. Θυμάσαι το «Διπλό βιβλίο» του Δημήτρη Χατζή; Είχε ένα απόσπασμα στα κείμενα της Τρίτης Γυμνασίου. Σας έφερνα στο νου μου τον καιρό της Χούντας. Να μαζεύεστε εδώ, γεμάτοι αγωνιστικότητα κι επαγρύπνηση. Να κοιτάτε γύρω για χαφιέδες. Να τρέμετε μην κάποιος σύντροφος δεν ξανάρθει. Πόσο σας ονειρεύτηκα! 20