ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ 1. ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ Rhophylac 300 micrograms/2ml, ενέσιμο διάλυμα σε προ-γεμισμένη σύριγγα 2. ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ Ανθρώπινη αντί-d ανοσοσφαιρίνη Κάθε 2ml διαλύματος σε προ-γεμισμένη σύριγγα περιέχουν: Ανθρώπινη αντί-d ανοσοσφαιρίνη 1500 IU (300 micrograms). Aντιστοιχεί σε συγκέντρωση 750 IU (150 micrograms) ανά ml. Το προϊόν περιέχει ένα μέγιστο 30 mg/ml ανθρώπινης πρωτεΐνης πλάσματος, εκ των οποίων 10 mg/ml είναι ανθρώπινη λευκωματίνη ως σταθεροποιητής. Τουλάχιστον 95 % των λοιπών πρωτεϊνών πλάσματος είναι IgG. Το Rhophylac δεν περιέχει περισσότερο από 5 micrograms/ml IgA. Για τον πλήρη κατάλογο των εκδόχων βλ. 6.1. 3. ΦΑΡΜΑΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΜΟΡΦΗ Ενέσιμο διάλυμα σε προγεμισμένη σύριγγα. 4. ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 4.1 Θεραπευτικές ενδείξεις Προφύλαξη από την ανοσοποίηση Rh(D) σε γυναίκες με αρνητικό παράγοντα Rh(D) - Κύηση/ Τοκετός Rh(D)-θετικού παιδιού - Αποβολή / επαπειλούμενη αποβολή, εξωμήτριος κύηση ή υδατιδώδης μύλη - Διαπλακουντιακή αιμορραγία (TPH) προερχόμενη από αιμορραγία πριν τον τοκετό (AMH), αμνιοκέντηση, βιοψία χοριακών λαχνών ή μαιευτικοί χειρισμοί, π.χ. εξωτερική στροφή ή κοιλιακό τραύμα. Θεραπεία ατόμων με αρνητικό παράγοντα Rh(D) μετά από ασύμβατες μεταγγίσεις αίματος Rh(D) θετικού αίματος ή άλλων προϊόντων που περιέχουν ερυθροκύτταρα. 4.2 Δοσολογία και τρόπος χορήγησης Δοσολογία Προτείνονται τα ακόλουθα δοσολογικά σχήματα βάσει κλινικών μελετών που έγιναν με Rhophylac, ωστόσο πρέπει να δίνεται προσοχή στις κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση IgG αντί-d στα διάφορα κράτη-μέλη της ΕΕ. Προφύλαξη από την ανοσοποίηση Rh(D) σε γυναίκες με αρνητικό παράγοντα Rh(D): Προφύλαξη πριν τον τοκετό: Η συνιστώμενη δόση είναι εφάπαξ χορήγηση 300 micrograms (1500 IU) χορηγούμενη με ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή ένεση σε 28-30 εβδομάδες της κυοφορίας.
Προφύλαξη μετά τον τοκετό: Για ενδοφλέβια χορήγηση 200 micrograms (1000 IU) αποτελούν αρκετή δόση. Εάν χορηγηθεί ενδομυικά, συνιστούνται 200 micrograms (1000 IU) με 300 micrograms (1500 IU). Το Rhophylac πρέπει να χορηγείται το συντομότερο δυνατόν εντός 72 ωρών από τον τοκετό. Η δόση προφύλαξης μετά τον τοκετό πρέπει να χορηγείται ακόμη και εάν έχει χορηγηθεί και προφύλαξη πριν τον τοκετό. Εάν είναι πιθανή μία μεγάλη εμβρυομητρική αιμορραγία (μεγαλύτερη από 4ml (0,7%-0,8% των γυναικών)), π.χ. σε περίπτωση εμβρυικής αναιμίας ή ενδομήτριου θανάτου του εμβρύου, πρέπει να προσδιορίζεται με μία κατάλληλη μέθοδo, π.χ. τεστ Kleihauer-Betke και να χορηγούνται επιπρόσθετες δόσεις αντι-d, όπως ενδύκνειται (20 micrograms/100 IU για κάθε 1ml ερυθροκυττάρων του εμβρύου). Προφύλαξη μετά από επιπλοκές της κύησης: - Επεμβάσεις και συμβάντα που εμφανίζονται έως και τη 12η εβδομάδα της κύησης: πρέπει να χορηγούνται 200 micrograms (1000 IU) με ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή ένεση το συντομότερο δυνατόν και εντός 72 ωρών μετά το συμβάν. - Επεμβάσεις και συμβάντα που εμφανίζονται μετά τη 12η εβδομάδα της κύησης: όχι λιγότερο από 200 micrograms (1000 IU) χορηγούμενα με ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή ένεση το συντομότερο δυνατόν και εντός 72 ωρών μετά το συμβάν. - Λήψη δειγμάτων από τις χοριακές λάχνες: 200 micrograms (1000 IU) χορηγούμενα με ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή ένεση το συντομότερο δυνατόν και εντός 72 ωρών μετά το συμβάν. Ασύμβατες μεταγγίσεις αίματος Η συνιστώμενη δόση είναι 20 micrograms (100 IU) αντί-d ανοσοσφαιρίνης ανά 2 ml μεταγγιζόμενου αίματος με θετικό παράγοντα Rh(D) ή ανά 1 ml συμπυκνωμένων ερυθροκυττάρων. Συνιστάται ενδοφλέβια χορήγηση. Εάν χορηγούνται ενδομυϊκώς, οι μεγάλες δόσεις πρέπει να χορηγούνται σε διηρημένες δόσεις για περίοδο κάποιων ημερών. Μία μέγιστη δοσολογία 3000 micrograms είναι αρκετή σε περίπτωση μεγαλύτερων ασύμβατων μεταγγίσεων, ανεξάρτητα εάν ο όγκος μετάγγισης είναι μεγαλύτερος από 300 ml Rh(D) θετικού αίματος. Τρόπος χορήγησης Το Rhophylac μπορεί να χορηγηθεί με ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή ένεση. Σε περιπτώσεις αιμορραγικών διαταραχών όπου αντενδείκνυται η ενδομυϊκή ένεση, το Rhophylac πρέπει να χορηγείται ενδοφλεβίως. Εάν απαιτούνται μεγάλες δόσεις (> 5 ml) και επιλέγεται η ενδομυϊκή χορήγηση, συνιστάται να χορηγούνται σε διηρημένες δόσεις και σε διαφορετικά σημεία του σώματος. 4.3 Αντενδείξεις Υπερευαισθησία σε κάποιο από τα συστατικά. Η ενδομυϊκή ένεση αντενδείκνυται σε άτομα με σοβαρή θρομβοκυτταροπενία ή άλλες διαταραχές της αιμόστασης. 4.4 Ειδικές προειδοποιήσεις και προφυλάξεις κατά τη χρήση Σε περίπτωση χρήσης μετά τον τοκετό, η ανοσοσφαιρίνη αντί-d προορίζεται για χορήγηση στη μητέρα. Δεν πρέπει να χορηγείται στο νεογέννητο βρέφος. Το προϊόν δεν πρέπει να χορηγείται σε άτομα με θετικό παράγοντα Rh(D). Οι ασθενείς πρέπει να βρίσκονται υπό παρακολούθηση τουλάχιστον επί 20 λεπτά μετά τη χορήγηση. Εάν εμφανισθούν αλλεργικές ή αναφυλακτικού τύπου αντιδράσεις, απαιτείται η άμεση διακοπή της θεραπείας. Μπορεί να εμφανιστούν αλλεργικές αντιδράσεις στην ανοσοσφαιρίνη αντί-d. Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται για τα πρώτα συμπτώματα αντιδράσεων υπερευαισθησίας, συμπεριλαμβανομένων εξανθημάτων, γενικευμένου κνησμού, αίσθησης σύσφιγξης στο στήθος, συριγμού, υπότασης και αναφυλαξίας. Η απαιτούμενη θεραπεία εξαρτάται από τη φύση και τη σοβαρότητα της ανεπιθύμητης ενέργειας. Σε περίπτωση καταπληξίας ακολουθούνται οι ισχύουσες ειδικές οδηγίες αντιμετώπισής της.
Η συγκέντρωση IgA στο Rhophylac βρέθηκε να είναι χαμηλότερη του ορίου ανίχνευσης των 5 micrograms/ml. Ωστόσο, το προϊόν μπορεί να περιέχει ίχνη IgA. Αν και η ανοσοσφαιρίνη αντι-d έχει χρησιμοποιηθεί επιλεκτικά για τη θεραπεία ασθενών με έλλειψη IgA, τα άτομα που έχουν έλλειψη IgA έχουν τη δυνατότητα να αναπτύσσουν αντισώματα IgA και μπορούν να παρουσιάσουν αναφυλακτικές αντιδράσεις μετά από χορήγηση συστατικών αίματος που περιέχουν IgA. Ο γιατρός θα πρέπει να εκτιμήσει το όφελος από τη θεραπεία με Rhophylac έναντι των ενδεχόμενων κινδύνων λόγω αντιδράσεων υπερευαισθησίας. Πληροφορίες για την ασφάλεια σχετικά με τη μετάδοση λοιμογόνων παραγόντων Τα μέτρα που λαμβάνονται για την αποφυγή λοιμώξεων που οφείλονται στη χρήση φαρμακευτικών προϊόντων που προέρχονται από ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα περιλαμβάνουν: επιλογή δοτών, έλεγχο των προσφερόμενων μονάδων αίματος και δεξαμενών πλάσματος για ειδικούς δείκτες λοιμογόνων παραγόντων και την εφαρμογή σταδίων αδρανοποίησης/απομάκρυνσης ιών στην παραγωγική διαδικασία. Παρ όλα αυτά ο πιθανός κίνδυνος μετάδοσης λοιμωδών παραγόντων δεν μπορεί να αποκλειστεί πλήρως, όταν χορηγούνται φαρμακευτικά προϊόντα που παρασκευάζονται με βάση το ανθρώπινο αίμα ή πλάσμα. Το ίδιο ισχύει επίσης και για άγνωστους ή αναδυόμενους ιούς ή άλλους παθογόνους παράγοντες. Αυτές οι μέθοδοι θεωρούνται αποτελεσματικές έναντι ελυτροφόρων (με περίβλημα) ιών όπως οι HIV, HΒV και HCV. Μπορεί να έχουν περιορισμένη αξία έναντι των μη ελυτροφόρων (χωρίς περίβλημα) ιών όπως ο HAV και/ή ο Parvovirus B19. Υπάρχει καθησυχαστική κλινική εμπειρία σχετικά με την μη μετάδοση ηπατίτιδας Α ή Parvovirus B19 με ανοσοσφαιρίνες και επίσης θεωρείται ότι το περιεχόμενο των αντισωμάτων συνεισφέρει στην ιολογική ασφάλεια. Συνιστάται, κάθε φορά που το Rhophylac χορηγείται σε ασθενείς, να καταγράφεται η ονομασία και ο αριθμός παρτίδας του προϊόντος, ώστε να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του ασθενούς και της παρτίδας του προϊόντος. 4.5 Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα και άλλες μορφές αλληλεπίδρασης Δεν έχουν διερευνηθεί οι αλληλεπιδράσεις του Rhophylac με άλλα φάρμακα. Τα στοιχεία που δίδονται σε αυτήν την παράγραφο προέρχονται από τη βιβλιογραφία και τις ισχύουσες κατευθυντήριες γραμμές. Η ενεργή ανοσοποίηση με εμβόλια ζώντων εξασθενημένων ιών (π.χ. εμβόλια κατά της ιλαράς, της παρωτίτιδας, της ερυθράς και της ανεμοβλογιάς) πρέπει να αναβάλλεται για 3 μήνες μετά από την τελευταία χορήγηση ανοσοσφαιρίνης αντί-d, καθώς μπορεί να ελαττωθεί η αποτελεσματικότητα των εμβολίων ζώντων εξασθενημένων ιών. Εάν πρέπει να χορηγηθεί ανοσοσφαιρίνη αντί-d εντός 2-4 εβδομάδων μετά από τον εμβολιασμό με ζώντες ιούς, τότε μπορεί να ελαττωθεί η αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού. Μετά την ένεση ανοσοσφαιρίνης, η παροδική αύξηση των διαφόρων αντισωμάτων που μεταφέρονται παθητικώς στο αίμα των ασθενών μπορεί να οδηγήσει σε ψευδώς θετικά αποτελέσματα ορολογικών δοκιμασιών για αντισώματα κατά των ερυθροκυττάρων, π.χ. τεστ Coomb s στο νεογνό. Το Rhophylac μπορεί να περιέχει αντισώματα σε άλλα αντιγόνα Rh, π.χ. αντισώματα αντι-rh(c), τα οποία μπορεί να ανιχνευθούν από ευαίσθητες ορολογικές δοκιμασίες μετά από τη χορήγηση του προϊόντος. 4.6 Κύηση και γαλουχία Το φάρμακο χορηγείται κατά τη διάρκεια της κύησης. Δεν έχουν αναφερθεί ανεπιθύμητες ενέργειες σχετιζόμενες με το φάρμακο για τα παιδιά 432 ασθενών που λάμβαναν Rhophylac πριν από τον τοκετό. 4.7 Επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων
Δεν έχουν αναφερθεί επιδράσεις του φαρμάκου στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων. 4.8 Ανεπιθύμητες ενέργειες Όταν η ανοσοσφαιρίνη αντί-d χορηγείται ενδομυϊκώς μπορεί να παρατηρηθεί τοπικό άλγος και ευαισθησία στο σημείο της ένεσης. Περιστασιακά εμφανίζονται πυρετός, αδιαθεσία, κεφαλαλγία, δερματικές αντιδράσεις και ρίγη. Σε σπάνιες περιπτώσεις έχουν αναφερθεί ναυτία, έμετος, υπόταση, ταχυκαρδία και αλλεργικές ή αναφυλακτικού τύπου αντιδράσεις, συμπεριλαμβανομένης δύσπνοιας και καταπληξίας, ακόμη και όταν ο ασθενής δεν έχει εμφανίσει καμία υπερευαισθησία σε προηγούμενη χορήγηση. Βλέπε παράγραφο 4.4. για την ασφάλεια έναντι μεταδιδόμενων λοιμωδών παραγόντων. 4.9 Υπερδοσολογία Δεν υπάρχουν γνωστές συνέπειες από την υπέρβαση δόσης. Ασθενείς με μη συμβατή μετάγγιση που λαμβάνουν πολύ μεγάλες δόσεις ανοσοσφαιρίνης αντί-d θα πρέπει να παρακολουθούνται κλινικά και με βιολογικές παραμέτρους, λόγω του κινδύνου αιμολυτικής αντίδρασης. Σε άλλα άτομα με αρνητικό παράγοντα Rh μία υπερβολική δόση δεν θα πρέπει να οδηγήσει στην εμφάνιση πιο συχνών ή πιο σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών από ότι η συνήθης δόση. 5. ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ 5.1 Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: ανοσοοροί και ανοσοσφαιρίνες: Ανοσοσφαιρίνη αντί-d (Rh). Κωδικός ATC: J06B B01. Το Rhophylac περιέχει ειδικά IgG αντισώματα κατά του αντιγόνου Rh(D) των ερυθροκυττάρων του ανθρώπου. Κατά τη διάρκεια της κύησης, και ιδιαίτερα κατά τον τοκετό, ερυθροκύτταρα του εμβρύου μπορεί να περάσουν στην κυκλοφορία της μητέρας. Όταν η γυναίκα είναι Rh(D)-αρνητική και το έμβρυο Rh(D)-θετικό, η μητέρα μπορεί να ανοσοποιηθεί στο αντιγόνο Rh(D) και να παράγει αντιγόνα αντί- Rh(D), τα οποία διαπερνούν τον πλακούντα και μπορεί να προκαλέσουν αιμολυτική νόσο στο νεογνό. Η παθητική ανοσοποίηση με αντί-d ανοσοσφαιρίνη εμποδίζει την Rh(D) ανοσοποίηση σε περισσότερες από το 99% των περιπτώσεων, με την προϋπόθεση ότι χορηγείται επαρκής δόση αντί-d ανοσοσφαιρίνης αρκετά νωρίς μετά από την έκθεση στα Rh(D)-θετικά ερυθροκύτταρα του εμβρύου. Ο μηχανισμός με τον οποίο η αντί-d ανοσοσφαιρίνη καταστέλλει την ανοσοποίηση στα Rh(D)- θετικά ερυθροκύτταρα δεν είναι γνωστός. Η καταστολή μπορεί να συνδέεται με την κάθαρση των ερυθροκυττάρων από την κυκλοφορία προτού φθάσουν σε ανοσολογικά ικανές θέσεις, ή μπορεί να οφείλεται σε πιο πολύπλοκους μηχανισμούς που περιλαμβάνουν αναγνώριση ξένων αντιγόνων και παρουσίαση αντιγόνων από τα κατάλληλα κύτταρα στις κατάλληλες θέσεις σε παρουσία ή απουσία αντισώματος. Σε υγιείς άρρενες εθελοντές με αρνητικό παράγοντα Rh(D), τόσο η ενδοφλέβια όσο και η ενδομυϊκή χορήγηση 200 micrograms (1000 IU) Rhophylac σε 48 ώρες μετά από την ένεση 5 ml Rh(D)-θετικών ερυθροκυττάρων οδήγησε στην σχεδόν πλήρη κάθαρση των Rh(D)-θετικών ερυθροκυττάρων εντός 24 ωρών. Ενώ η ενδοφλέβια χορήγηση του Rhophylac προκάλεσε άμεση έναρξη της εξαφάνισης των ερυθροκυττάρων, μετά την ενδομυϊκή χορήγηση η έναρξη της εξαφάνισης των ερυθροκυττάρων καθυστέρησε, καθώς η ανοσοσφαιρίνη αντί-d IgG έπρεπε πρώτα να απορροφηθεί από το σημείο της ένεσης. Μετά από ενδοφλέβια χορήγηση Rhophylac, κατά μέσο όρο το 70% των ενιέμενων ερυθροκυττάρων είχε υποστεί κάθαρση 2 ώρες μετά τη χορήγηση. Μετά από ενδομυϊκή χορήγηση, ένα παρόμοιο ποσοστό κάθαρσης ερυθροκυττάρων μετρήθηκε μετά από 12 ώρες.
Επιπλέον, η αποτελεσματικότητα, ασφάλεια και φαρμακοκινητική του Rhophylac υποστηρίζονται από τα αποτελέσματα τριών κλινικών μελετών σε ασθενείς. Το Rhophylac 200 micrograms (1000 IU) χορηγήθηκε μετά τον τοκετό σε 139 ασθενείς βάσει πρωτοκόλλου. Το Rhophylac 300 micrograms (1500 IU) χορηγήθηκε πριν και μετά τον τοκετό σε 446 και 256 ασθενείς βάσει πρωτοκόλλου, αντίστοιχα. Καμία από τις ασθενείς σε αυτές τις μελέτες δεν ανέπτυξε αντισώματα κατά του αντιγόνου Rh(D). Δεν έχουν διεξαχθεί κλινικές μελέτες με Rhophylac σε δόσεις μικρότερες από 200 micrograms (1000 IU). 5.2 Φαρμακοκινητικές ιδιότητες Ανιχνεύσιμα επίπεδα αντισωμάτων επιτυγχάνονται περίπου 4 ώρες μετά από ενδομυϊκή ένεση. Τα μέγιστα επίπεδα στον ορό επιτυγχάνονται συνήθως μετά από 5 ημέρες. Ανιχνεύσιμα επίπεδα αντισωμάτων επιτυγχάνονται αμέσως μετά από ενδοφλέβια ένεση. Ο μέσος χρόνος ημίσειας ζωής στην κυκλοφορία εγκύων γυναικών με φυσιολογικά επίπεδα IgG ήταν 17 ημέρες. Η IgG και τα συμπλέγματα IgG αποσυντίθενται στα κύτταρα του δικτυοενδοθηλιακού συστήματος. 5.3 Προκλινικά στοιχεία ασφαλείας Δεν υπάρχουν προκλινικά στοιχεία ασφαλείας για την ανοσοσφαιρίνη αντί-d. Δεν έχουν διεξαχθεί μελέτες ελέγχου επαναλαμβανόμενων δόσεων και εμβρυοτοξικότητας, και η διεξαγωγή του δεν είναι πρακτικά εφικτή λόγω επαγωγής και παρεμβολής με αντισώματα. Δεν έχει μελετηθεί η μεταλλαξιογόνος δράση των ανοσοσφαιρινών. 6. ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 6.1 Κατάλογος των εκδόχων Ανθρώπινη λευκωματίνη Γλυκίνη Χλωριούχο νάτριο 6.2 Ασυμβατότητες Λόγω έλλειψης μελετών συμβατότητας, το Rhophylac δεν πρέπει να αναμιγνύεται με άλλα φαρμακευτικά προϊόντα. 6.3 Διάρκεια ζωής 3 χρόνια 6.4 Ιδιαίτερες προφυλάξεις κατά τη φύλαξη και διατήρηση του προϊόντος Το προϊόν πρέπει να διατηρείται στο ψυγείο (σε θερμοκρασία μεταξύ 2 C και 8 C). Να μην καταψύχεται. Διατηρείτε τη σύριγγα (που βρίσκεται σε συσκευασία blister) μέσα στο εξωτερικό κουτί, ώστε να προστατεύεται από το φως. Να φυλάσσεται σε θέση την οποία δεν βλέπουν και δεν προσεγγίζουν τα παιδιά. 6.5 Φύση και περιεχόμενο του περιέκτη Υάλινη σύριγγα (από γυαλί τύπου Ι) προγεμισμένη με 2 ml ενεσίμου διαλύματος (1500 IU αντι-d IgG). Συσκευασία: Blister που περιέχει μια προγεμισμένη σύριγγα και μια βελόνα.
6.6 Οδηγίες χρήσεως/ χειρισμού Το Rhophylac πρέπει να φέρεται σε θερμοκρασία δωματίου ή σώματος πριν από τη χρήση. Το διάλυμα πρέπει να είναι διαυγές ή ελαφρώς ιριδίζον. Μη χρησιμοποιείτε διαλύματα που είναι θολά ή εχουν ιζήματα. Για εφάπαξ χορήγηση (μία σύριγγα- ένας ασθενής). Τυχόν αχρησιμοποίητο προϊόν πρέπει να απορρίπτεται κατάλληλα σύμφωνα με τις τοπικές απαιτήσεις. 7. ΚΑΤΟΧΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ CSL Behring Μ.Ε.Π.Ε Χατζηγιάννη Μέξη 5 115 28 Αθήνα Τηλ. 210-7255660 8. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ/ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ 11-11-2004/ 16-01-2008 9. ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ Το παρόν κείμενο αναθεωρήθηκε για τελευταία φορά τον Φεβρουάριο 2006.