ΣΥΖΥΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ



Σχετικά έγγραφα
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Σημειώσεις Κληρονομικού Δικαίου

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Τ.Ε.Ι.) ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ. Θέμα πτυχιακής εργασίας:

Η διαπολιτισμική εκπαίδευση στη μουσουλμανική μειονότητα της Δ. Θράκης- Εμπειρία στον Ελληνικό χώρο (Α0011) ΨΑΡΡΙΑΝΟΥ ΙΑΚΩΒΗ ΕΙΡΗΝΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Τομέα Δημοσίου Δικαίου. Μάθημα: Συνταγματικό Δίκαιο. Εργασία με θέμα : ''Η ρυθμιστική αξία του όρου «Έθνος» ''

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΟΔΗΓΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ. Α. Αντικείμενο του εγχειριδίου

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ ΣΤΑ ΣΥΝΗΘΕΣΤΕΡΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΕΝΔΙΚΟΦΑΝΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Απώλεια και μετασχηματισμοί της τραυματικής εμπειρίας. Παντελής Παπαδόπουλος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ. Η πολιτική πρόταση και το πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΕΛΕΜΗ: ΦΥΣΙΚΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΣΕ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΟΣ

Η Βυζαντινή Εκκλησία της Μονής του Αποστόλου Βαρνάβα, σε φωτογραφία του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών

Το συγγραφικό έργο του Αγίου Νεκταρίου

ΠΡΟΣΩ ΟΛΟΤΑΧΩΣ! ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Ενδεικτικό σενάριο συνανάγνωσης κειμένων

Στεκόμαστε αλληλέγγυοι σ όσους, ατομικά ή συλλογικά επανακτούν αυτά που νόμιμα μας κλέβουν οι εξουσιαστές.

Η Ψυχοπαθολογία του Πολιτικού Του Φ.Μωρόγιαννη *

Οι 21 όροι του Λένιν

ΣΥΝΕΔΡIΑΣΗ 9η

ΚΥΡΙΑΚΗ 3/05/ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ : ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΜΕΛΙΣΣΑΣ ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΑ

Σεπτέμβριος 2011: Εφημερίδα μηνός Αυγούστου, έκδ. 34 η

1. Ζαχαρίας Αινιάν (ή Οικονόµου ή Αναγνώστου ή Αναγνωστόπουλος

Ι Σ Ο Κ Ρ Α Τ Η Σ ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ Δ.Σ.Α.

Ο Δ Η Γ Ο Σ Π Ρ Α Κ Τ Ι Κ Η Σ Α Σ Κ Η Σ Η Σ

6o ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ. των αιρετών του ΚΥΣΔΕ Γρηγόρη Καλομοίρη και Χρήστου Φιρτινίδη, εκπροσώπων των Συνεργαζόμενων Εκπαιδευτικών Κινήσεων

ΕΝΩΠΙΟΝ ΠΑΝΤΟΣ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ Η ΑΡΧΗΣ ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ - ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

ΑΠΟΦΑΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 220

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΩΜΑΤΩΣΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΟΥ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΚΑΙ Η ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΑΛΛΑΞΙΜΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ,

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η ΣΥΝΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΥΦΩΝΑ ΚΑΜΑΤΕΡΟΥ. 2 ο ΓΕΛ ΚΑΜΑΤΕΡΟΥ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ. ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Δράση 1.2. Υλοτομία και προσδιορισμός ποσοτήτων υπολειμμάτων.

O ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

Α. Περιστατικά της υπόθεσης

Μάριος Χάκκας. Το Ψαράκι της γυάλας

Επί συνόλου πενήντα (50) μελών (συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου) ήταν παρόντα τριάντα ένα (31), ήτοι:

Το σύμπαν μέσα στο οποίο αναδύεστε

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΥ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΙΣΑΙΩΝ Δ/ΝΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ Λάρισα

2. Τις διατάξεις του Αρθ-29Α του Ν-1558/85 "Κυβέρνηση και Κυβερνητικά όργανα"(φεκ-137/α) όπως προστέθηκε με το Αρθ-27 του Ν-2081/92 (ΦΕΚ-154/Α).

Η πολιτική αγωγή στην ποινική δίκη: Ουσιώδη ζητήματα ενεργητικής νομιμοποίησης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑ ΙΑΣ ΗΜΟΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ Άστρος 22 Μαΐου 2015

Μάριος Χάκκας: Το ψαράκι της γυάλας (Κ.Ν.Λ. Γ Λυκείου, σσ )

Αρείου Πάγου: 699/1995 Τµ. Β' Πηγή:.Ε.Ε. 3/96, σ.299, Ε.Ε.. 55/96, σ.830,.ε.ν. 52/96, σ. 239

ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ & ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΕΞΩ ΠΟΤΑΜΟΙ

ιεύθυνση Οικον. Υπηρεσιών Τµ. Προµηθειών Αρ. Μελέτης /νσης Οικονοµικών Υπηρεσιών: 26/2014 ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΟΧΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΗΜΟΥ

5 η Ενότητα Κουλτούρα και στρατηγική

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ «ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΚΝΩΣΟ» - ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΒΙΒΑΙΟΥ

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα

Του νεκρού αδελφού. δημοτικό τραγούδι (βλ. σ. 18 σχολικού βιβλίου) που ανήκει στην κατηγορία των παραλογών (βλ. σ. 20 σχολικού βιβλίου)

Πρακτική Άσκηση Φοιτητών Θεατρικών Σπουδών σε Γυμνάσια Λύκεια Δοκιμαστική εφαρμογή Μάρτιος Μάιος 2002

Ενιαιο Σύστημα Κοινωνικης Ασφαλειας- Εθνικο Σύστημα Κοινωνικης Ασφαλισης ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΦΟΡΟΥΝ

Αυτός που δεν μπορεί να δει τα μικρά πράγματα είναι τυφλός και για τα μεγαλύτερα. (Κομφούκιος, πχ)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α Τροποποίηση διατάξεων του ν. 3316/2005

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΚΩΔΙΚΑΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΕΠΙΣΚΕΠΤΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ΤΑ ΚΥΡΙΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (Γ.Ε.Δ.Δ.)ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΗΡΙΩΝ (ΟΣΚ)

1932, πτώχευση. Οι πολίτες κλήθηκαν από πατριωτικό καθήκον να δώσουν τα κοσμήματά για να ενισχυθούν τα αποθέματα της χώρας σε χρυσό

Απλές λύσεις για άµεση έξοδο από την κρίση. Μέσα σε λίγες ηµέρες µπορεί να σωθεί η Ελλάδα. Αρκεί να ξυπνήσουν οι Έλληνες και να δουν τι συµβαίνει.

The G C School of Careers

Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι ( ) στα ελληνικά διδακτικά εγχειρίδια Ιστορίας (δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης) της περιόδου

Στην Αθήνα σήμερα, 15 Δεκεμβρίου 2011, ημέρα Πέμπτη και ώρα 13:50, συνεδρίασε στην Αίθουσα «Προέδρου Αθανασίου Κων. Τσαλδάρη» (223), η Διαρκής

Θερινά ΔΕΝ 2011 "ακολουθώντας τη ροή" - η ματιά μου

Το ζήτημα του επαναστατικού υποκειμένου. Το ζήτημα της αναγκαιότητας των πρωτοποριών και των στρατηγών τους

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Εισαγωγή. Οι πρόδρομοι και η ίδρυση της ΚΝΕ. Η ΚΝΕ και το νεολαιίστικο κίνημα της μεταπολίτευσης - Συνέντευξη με το σ.

Αριθμός 9769/2014 TO ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Μυρσίνη Κοντογιάννη, Πρόεδρο

Αρ. Εγκ.: 52 ΘΕΜΑ: Ορισμός των διοικητικών συμβουλίων των νομικών προσώπων και συνδέσμων των Δήμων

ΙΣΤΟΡΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ 2004

Οι υπεύθυνοι καθηγητές/τριες Τζιούφας Βασίλειος ΠΕ11 Φλόκας Αθανάσιος ΠΕ03 Κροµµύδα έσποινα ΠΕ09 Σωτήρη Χρυσούλα ΠΕ15 Νασιόπουλος Απόστολος ΠΕ02

ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Η ΑΥΤΕΠΑΓΓΕΛΤΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΩΝ ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ. ( Διοικητική Ενημέρωση, τ.51, Οκτώβριος Νοέμβριος Δεκέμβριος 2009)

Το συνέδριο σας πραγματοποιείται σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία για τον τόπο, την οικονομία της χώρας, την κοινωνία και τον κόσμο της εργασίας.

ΟΜΙΛIΑ ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ ΜΟΣΧΟΝΑ

Μόνο αν τους αφήσουµε!

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΟΥ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΝΕΟΦΥΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ»

2. Στόχοι Ενδεικτικοί στόχοι Kοινωνικού Γραμματισμού.

Επαρχιακός Γραμματέας Λ/κας-Αμ/στου ΠΟΑ Αγροτικής

ΦΑΚΕΛΟΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ (Π.Δ. 305/96, άρθρο 3)

22:1,2 Ο ΠΟΤΑΜΟΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

«Τώρα διδάσκουν στα σχολεία την εποχή των αγενών μετάλλων» 2 «Α, φτάνει πια! Πρέπει να λέμε την αλήθεια στα παιδιά.» 3

Γ. ΙΩΑΝΝΟΥ, «ΣΤΟΥ ΚΕΜΑΛ ΤΟ ΣΠΙΤΙ»

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Α Σ Κ Η Σ Η - Η Μ Η Τ Ε ΡΑ Τ Ο Υ Α Γ Ι Α Σ Μ Ο Υ

2. ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΠΕΡΟΥΣΙΑΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

Ο τρόπος ζωής μιας ειδικής πληθυσμιακής ομάδας

Μαρίας Ιορδανίδου. Λωξάντρα. Πρόταση διδασκαλίας λογοτεχνικού βιβλίου. Επιμέλεια: Σπύρος Αντωνέλλος Ε.Μ.Ε.

Ηλεκτρικό φορτίο Ηλεκτρική δύναμη

ΜΑΡΚΟΣ ΜΠΟΛΑΡΗΣ (Υφυπουργός Υγείας και Κοινωνικής. Ευχαριστώ και το συνάδελφο γιατί θέτει ένα θέμα το οποίο βέβαια, όπως

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ Ν. 3481/2006

ΚΕΙΜΕΝΟ-ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΧΟΜΕΝΩΝ ΛΑΪΚΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΩΝ ΔΥΝΑΜΕΩΝ ΓΙΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΣΑΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΘΕΣΗ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΣΤΟ ΝΕΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ

ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ: Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.

ΝΕΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΤΩΝ. Εκδήλωση για την Καππαδοκία

ΙΙ, 3-4. Α. Ερωτήσεις ανοικτού τύπου ή ελεύθερης ανάπτυξης

Δ.Ρ.Α.Συ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ

Ç ÅÊÄÉÊÇÓÇ ÔÏÕ ÓÅÚ Ç 9 ÊÅÖÁËÁÉÏ 1

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΗΘΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ δ. ΚΟΛΤΣΙΚΙΔΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΣΥΖΥΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ Α.Π.Θ. ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Πρωτοπρ. ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2013 [1]

ΣΥΖΥΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ [2]

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΗΘΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ δ. ΚΟΛΤΣΙΚΙΔΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΣΥΖΥΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ Α.Π.Θ. ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Πρωτοπρ. ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2013 [3]

«ἔνθα ἀνήρ καί γυνή καί παιδία καί τοῖς τῆς ἀρετῆς συνδεδεμένοι δεσμοῖς, ἐκεῖ μέσος ὁ Χριστός» Εἰς Γένεσιν, Ὁμιλ. 7, 5, PG 54, 616, ΕΠΕ 8, 140. [4]

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Η οικογένεια είναι ένα από τα σπουδαία ποιμαντικά θέματα της Εκκλησίας, επειδή αποτελεί το κύτταρο της θρησκευτικής, ηθικής και κοινωνικής ζωής. Παράλληλα, ο γάμος συνιστά πανάρχαιο βιοκοινωνικό θεσμό, συνομήλικο της ανθρώπινης ιστορίας, ο οποίος, όμως, εντός του σχεδίου της αγάπης του Θεού διαρρηγνύει τα θεσμικά και βιολογικά του πλαίσια, για να μεταμορφωθεί σε μικρογραφία της Εκκλησίας και να αναδημιουργηθεί ως μυστήριο πλέον, κατά το πρότυπο της σχέσης του Χριστού με την Εκκλησία. Η βίωση αυτού του μυστηρίου ως πηγής ευλογίας δεν είναι αυτονόητη. Εάν παραλληλιστεί η χάρη που προσφέρει η Εκκλησία στο νεόνυμφο ζευγάρι με προίκα, τότε καίρια ποιμαντική ευθύνη είναι η γνώση μεταβολής της σε αδαπάνητο θησαυρό και πολύτιμη κληρονομιά. Αυτό είναι τέχνη ζωής και προϋποθέτει την γνώση ορισμένων βασικών ερμηνευτικών κλειδιών. Η παρατήρηση ότι αρκετά ζευγάρια διαθέτουν αγαθή προαίρεση για την οικοδομή του γάμου τους και συνάμα ο λόγος του Αποστόλου Παύλου «πῶς δὲ πιστεύσουσιν οὗ οὐκ ἤκουσαν;» (Ρωμ. 10, 14) λειτούργησαν ως έναυσμα για να ασχοληθώ λεπτομερώς με την συζυγία και τον ευγενή καρπό της, την τεκνογονία. Η Εκκλησία έχει ως όραμα την αγαστή κοινωνία των συζύγων και το μοίρασμα της χαράς και της ευθύνης που δημιουργεί η ευλογία για την απόλαυση της ευτεκνίας, με αρχικό και τελικό σκοπό την τελείωση όλων των μελών της οικογένειας. Στη προσωπική μας ευθύνη ανήκει η έρευνα και η επεξεργασία των πηγών της ιερής παράδοσης, για να την παραδώσουμε εύπεπτη και κατανοητή στο λαό του Θεού. Ως διδάσκαλος και οδοδείκτης, σ αυτό το ζωτικής σημασίας θέμα, επιλέχθηκε με πολλή αγάπη και χαρά η κατεξοχήν ποιμαντική φυσιογνωμία του ιερού Χρυσοστόμου. Αν και θαυμαστής της παρθενίας, χωρίς να μειώνει την λαμπρότητά της, κατόρθωσε να αναπτύξει μια θαυμαστή σωτηριολογία της οικογένειας, τόσο μεταξύ των συζύγων, όσο και των γονέων με τα παιδιά, βάσει των βιβλικών κειμένων και σε αλληλοσυμπλήρωση με τον Απόστολο Παύλο. Η ερμηνεία του έμεινε μνημειώδης και υποδειγματική με αποφασιστική επίδραση για την μετέπειτα θεολογική σκέψη. Ευχαριστίες θερμές, οφείλω πρωταρχικά στον επιβλέποντα καθηγητή μου, πρωτοπρεσβύτερο Βασίλειο Καλλιακμάνη για την κατανόηση και συγκατάνευση στην επιλογή του θέματος. Είμαι ευγνώμων απέναντί του, διότι με την διακριτικότητά του κατάφερε να διαβλέψει τον εσωτερικό μου πόθο να εντρυφήσω στον εν λόγω πατέρα της Εκκλησίας μας και με γενναιόδωρη αγάπη [5]

με στήριξε στο εγχείρημα αυτό, μεταστοιχειώνοντας τον πόθο σε ευχάριστο στόχο. Η εκπόνηση, όμως, της παρούσας εργασίας δεν θα μπορούσε να συντελεστεί χωρίς την αμέριστη συμπαράσταση και αφειδώλευτη αγάπη της φιλτάτης μου συζύγου. Πολλές καρδιακές ευχαριστίες αναφέρω, εκτός από την ομόζυγό μου για την συντροφικότητά της, και στην μικρή μας θυγατέρα για τον χρόνο που της στέρησα γράφοντας την εργασία αυτή. Επιπλέον, παράλειψη θα ήταν να μην ευχαριστήσω εκ μέσης καρδίας, τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ν. Κρήνης και Καλαμαριάς, κ.κ. Προκόπιο, για την ευλογία που μου παρέσχε να συνεχίσω τις σπουδές μου σε μεταπτυχιακό επίπεδο, καθώς και τους ιερατικούς μου προϊσταμένους για την συμπάθεια και κατανόηση που έδειξαν για την ολοκλήρωση αυτών. Τέλος, η προσφορά όλων των ανθρώπων, που με τον καλό λόγο και την θερμή ευχή τους με στήριξαν και κυρίως αυτών, οι οποίοι δεν μνημονεύονται προσωπικά, αισθάνομαι -τους διαβεβαιώνω γι αυτό- ότι τα ίχνη της αγάπης τους είναι διάσπαρτα και αποθηκευμένα σ αυτή την ταπεινή εργασία. Η ευγνωμοσύνη μου αυτή στηρίζεται στην ακλόνητη πεποίθηση ότι όλα πρέπει να γίνονται για την πραγματοποίηση μιας βαθύτερης κοινωνίας των προσώπων προς δόξα του Τριαδικού μας Θεού. Γι αυτό, η πιο γλυκιά παρηγοριά θα είναι ο ιερός Χρυσόστομος να συμβάλει με την θεοφόρα διδαχή του στην κοινωνία αυτή και την οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας. Άλλωστε, εφόσον ποιητικό και τελικό αίτιο της δημιουργίας είναι η αγάπη, με τον ίδιο τρόπο καλούμαστε, κατά τον Άγιο, να βιώνουμε τη συζυγία και την οικογένεια μας, ως «μυστήριο ἀγάπης». δ. Αναστάσιος Κολτσικίδης Θεσσαλονίκη 2013 [6]

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 5 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... 7 ΠΙΝΑΚΑΣ ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΩΝ... 9 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 10 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ... 12 1.1 Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΤΟΝ 4ο ΚΑΙ 5ο ΑΙΩΝΑ... 12 1.1.1 Ο γάμος ως θεοΐδρυτος θεσμός... 12 1.1.2 Στα ρωμαϊκά και πρωτοβυζαντινά χρόνια... 13 1.1.3 Ο μυστηριακός χαρακτήρας του γάμου και η ιερολογία του... 15 1.1.4 Αδιάλυτο και δεύτερος γάμος, μικτοί γάμοι... 20 1.1.5 Ρωμαϊκό δίκαιο και εκκλησιαστική ιερολογία στη σύναψη του γάμου... 21 1.2 Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΚΑΙ Η ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟΝ ΓΑΜΟ... 23 1.2.1 Ο ιερός Χρυσόστομος ως συγγραφέας και η ερμηνευτική του μέθοδος... 23 1.2.2 Ο Χρυσόστομος στα ίχνη του Αποστόλου Παύλου... 27 1.2.3 Η θεώρηση του γάμου και της παρθενίας: η εξελικτική πορεία του χρυσοστομικού στοχασμού... 29 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟ... 33 2.1 Η ΣΥΓΚΑΤΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ... 33 2.1.1 Η προπτωτική συνύπαρξη των πρωτοπλάστων και ο θεραπευτικός χαρακτήρας του γάμου... 33 2.1.2 Ο γάμος ως μεταπτωτικό φαινόμενο στη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας και αιρετικές αποκλίσεις... 36 2.2 Η ΣΥΓΚΡΑΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ Η ΣΩΦΡΟΣΥΝΗ ΩΣ ΠΡΩΤΗ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ... 39 2.2.1 Ο έρωτας ως δύναμη ενότητας... 39 2.2.2 Σωφροσύνη: η πρώτη αιτία του γάμου... 42 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΣΥΖΥΓΙΑ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΙΑ... 45 3.1 ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΔΙΑΙΡΕΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ... 45 3.1.1 Ο γάμος ως «εἰκών τῆς Ἐκκλησίας» και ο αδιάλυτος χαρακτήρας του... 45 3.1.2 Διαζύγιο και δεύτερος γάμος... 47 3.2 ΣΥΖΥΓΙΚΗ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ... 48 3.2.1 Το αληθινό νόημα της αγάπης και του φόβου... 48 3.2.2 Τρόπος έγγαμης συμβίωσης... 53 3.2.3 Εξωτερικές σχέσεις ανδρογύνου: νέμηση και ιεράρχηση διακονημάτων... 55 [7]

3.2.4 Η εσωτερική σχέση του ζεύγους: αντίδοση δουλείας και δεσποτείας... 56 3.2.5 Διάρρηξη της σωφροσύνης... 60 3.3 Η ΣΩΤΗΡΙΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΙΑΣ... 62 3.3.1 Γάμος και παρθενία: η διαλεκτική των χαρισμάτων... 62 3.3.2 Η σωτηρία μέσα από τον γάμο... 64 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΟΦΗ... 67 4.1 Η ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑ ΣΤΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΚΗ ΣΚΕΨΗ... 67 4.1.1 Η δεύτερη αιτία του γάμου... 67 4.1.2 Ατεκνία και στειρότητα... 70 4.2 ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ... 73 4.2.1 Η ευθύνη της ανατροφής των τέκνων... 73 4.2.2 Μετάληψη αγιότητας... 75 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ... 77 5.1 ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΚΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ... 77 5.2 ΑΡΧΕΣ, ΜΕΘΟΔΟΙ ΚΑΙ ΦΟΡΕΙΣ ΑΓΩΓΗΣ... 79 5.2.1 Η αρχή της έγκαιρης διαπαιδαγώγησης... 79 5.2.2 Πρόσθετες αρχές: αυτοϋπηρέτηση, εξατομίκευση, εποπτεία... 80 5.2.3 Θετική και αρνητική αγωγή... 81 5.2.4 Φορείς της αγωγής: οι φυσικοί παιδαγωγοί... 83 5.2.5 Φορείς της αγωγής: θύραθεν παιδαγωγοί και τροφοί... 86 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑ ΚΑΙ ΕΥΤΕΚΝΙΑ... 89 6.1 Η ΑΡΕΤΗ ΩΣ ΚΟΙΝΟΣ ΠΑΡΟΝΟΜΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΤΕΚΝΟΓΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΤΕΚΝΙΑΣ... 89 6.1.1 Η εσχατολογική αντιμετώπιση της τεκνογονίας στον ιερό Χρυσόστομο... 89 6.1.2 Ευτεκνία: υπόθεση ευθύνης και σωτηρίας... 91 6.1.3 Η αρετή της νεότητας ως βάση για την ευτεκνία... 93 6.2 ΠΟΛΥΤΕΚΝΙΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΚΝΙΑ... 96 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤ ΟΙΚΟΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ... 98 7.1 Η ΜΙΚΡΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΩΣ ΠΕΔΙΟ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΡΕΤΗΣ... 98 7.1.1 Οι προϋποθέσεις της κατ οίκον εκκλησίας... 98 7.1.2 Το περιβάλλον της κατ οίκον εκκλησίας... 100 7.2 Η ΠΡΟΓΕΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΛΛΟΥΣΑΣ ΖΩΗΣ... 102 7.2.1 Η σωτηριολογική συμβολή της γυναίκας... 102 7.2.2 Η δια του γάμου σωτηρία... 105 ΕΠΙΛΟΓΟΣ... 107 ΠΗΓΕΣ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 109 [8]

ΠΙΝΑΚΑΣ ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΩΝ αε. δ.δ. Ε.Π.Ε. επιμ. Θ.Η.Ε. αυτοέκδοση διδακτορική διατριβή Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1972 κ.εξ. επιμέλεια Θρησκευτική Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, εκδ. Αθαν. Μαρτίνου, Αθήνα 1965. Ε.Μ.Υ.Ε.Ε. Επικοινωνιακή και Μορφωτική Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος μτφρ. ό.π. Π.Ι.Π.Μ. PG PL ΡΠΣ SC σ./σσ. μετάφραση όπως παραπάνω Πατριαρχικό Ίδρυμα Πατερικών Μελετών J.P. Migne, Patrologiae cursus completus, series Graeca, Παρίσι-Montrouge 1857-1866. -, Patrologiae cursus completus, series Latina, Παρίσι- Montrouge 1844-1864. Γ. Ράλλη-Π. Ποτλή, Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων, τ. Α -Στ, Αθήνησιν 1852-1856. Sources Chrétiennes, sous la direction de C. Modesert, Παρίσι 1942 κ.εξ. σελίδα/σελίδες τ. τόμος τχ. χ.τ. χ.χ. τεύχος χωρίς τόπο χωρίς χρόνο [9]

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το ενδιαφέρον της παρούσας εργασίας εστιάζει σε δυο κρίσιμα ζητήματα της ανθρώπινης ζωής, τον γάμο και την τεκνογονία, για τα οποία η φωτισμένη και θεόπνευστη σκέψη ενός από τους σπουδαιότερους εκκλησιαστικούς πατέρες, του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, αποτελεί πολύτιμο οδηγό και οδοδείκτη, όχι μόνο για την εποχή της δραστηριοποίησής του, αλλά και για τους σύγχρονους καιρούς. Ο ρεαλιστικός και πρωτοποριακός στοχασμός του ιερού πατρός αποτελούν αστείρευτη πηγή διδαγμάτων, αλλά και πρακτικών εφοδίων για μια ισορροπημένη στάση απέναντι σε αυτά τα δυο θέματα, με έντονο εσχατολογικό και σωτηριολογικό χαρακτήρα. Η μελέτη αυτή στηρίχθηκε στα συγγράμματα και τις ομιλίες του ιερού Χρυσοστόμου, όπως αυτές παραδίδονται σε εμάς από την Patrologiae Graecae του Ρ. Migne, σε παράλληλη ανάγνωση και παραπομπή στην πατερική έκδοση Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας. Το πλήθος, όμως, των λόγων του ιερού πατρός, αλλά και των διάσπαρτων αναφορών του στα δυο θέματά μας, κατέστησε αναγκαία τη συνδρομή ποικίλων βοηθημάτων. Με τη βοήθεια αυτών, κατέστη περαιτέρω εφικτή η ταξινόμηση του υλικού ανά κατηγορίες, ώστε αυτό να συστηματοποιηθεί και στη συνέχεια να αποδοθεί σε επτά κεφάλαια. Στο πρώτο εξ αυτών κρίθηκε αναγκαία μια αναδρομή στην ιστορία του γάμου ως πανάρχαιου βιοκοινωνικού θεσμού και ιδιαίτερα η αποτύπωση της εξέλιξής του από νομική και θρησκευτική άποψη στο Ρωμαϊκό και Βυζαντινό κράτος ως τον 4ο και 5ο αι. μ.χ., την εποχή, δηλαδή, του ιερού Χρυσοστόμου. Επιπλέον, στο ίδιο κεφάλαιο επιχειρείται μια πρώτη γνωριμία με τον ιερό συγγραφέα μας, για τον οποίο δίνονται εν συντομία τα κυριότερα σημεία της βιοπορείας του, το είδος της συγγραφικής του δραστηριότητας και η μέθοδος που χρησιμοποιεί. Ενδιαφέρον παρουσιάζει εδώ η διαλεκτική σχέση του Αγίου Ιωάννη με τον Απόστολο Παύλο, αλλά και η εξελικτική πορεία της χρυσοστομικής σκέψης στο θέμα του γάμου. Το δεύτερο κεφάλαιο ανοίγει την πρώτη μεγάλη θεματική της εργασίας αυτής, αυτή που αφορά τη συζυγία. Εδώ εξετάζονται τα θέματα που αφορούν τον προπτωτικό και μεταπτωτικό τρόπο ζωής των πρωτοπλάστων και την ιδιαίτερη λειτουργία που αποκτά ο γάμος μέσα στο σχέδιο της Θείας Οικονομίας. Μέσα στο ίδιο αυτό πλαίσιο ερευνάται, σύμφωνα πάντα με τον θεορρήμονα Άγιο, και η φύση του έρωτα ως ενοποιού δύναμης, αλλά και η σωφροσύνη ως πρώτη αιτία του γάμου. Συνεχίζοντας εντός της ίδιας θεματικής, το τρίτο κεφάλαιο της παρούσης πραγματεύεται τον χαρακτήρα του γάμου ως μυστηρίου ενότητας κατά το πρότυπο της σχέσης του Χριστού με την Εκκλησία, αλλά και θέματα συζυγικής [10]

συνύπαρξης, όπως αυτά διαγράφονται από την έμπνευση του ιερού ερμηνευτή, ενώ, τέλος, γίνεται μια πρώτη νύξη για τη σωτηριολογία της συζυγίας, κυρίως σε σύγκριση με τον παρθενικό τρόπο διαβίωσης. Η δεύτερη, κατά τον Άγιο πατέρα, αιτία του γάμου, η τεκνογονία, αποτελεί θέμα του τέταρτου κεφαλαίου, όπου επίσης περιγράφεται η σημασία της ως μέσο πνευματικής τελείωσης των γονέων και η σχέση της με τη σωφροσύνη ως πρώτης αιτίας του γάμου. Καθώς, όμως, ο ιερός πατήρ μετατοπίζει το κέντρο βάρους στην ανατροφή των παιδιών, παρουσιάζεται και το αληθινό περιεχόμενο της πατρότητας και της μητρότητας και ο σκοπός της αγωγής των παιδιών, όπως τον οραματίζεται ο θεοφόρος Άγιός μας. Στο πέμπτο κεφάλαιο αυτής της εργασίας, δίνεται σε αδρές γραμμές η παιδαγωγική θεωρία του ιερού πατρός και συγκεκριμένα οι παιδαγωγικές του αρχές, οι προτεινόμενες μέθοδοι και οι φορείς της χριστιανικής αγωγής που εισηγείται. Η σχέση της τεκνογονίας με την ευτεκνία και την πολυτεκνία και η εσχατολογική τους βάση είναι το αντικείμενο μελέτης του έκτου κατά σειρά κεφαλαίου. Εκεί καταδεικνύεται η σημαίνουσα θέση που κατέχει στην χρυσοστομική σκέψη η καλλιέργεια της αρετής ως κριτήριο σωτηρίας για ολόκληρο το οικογενειακό σύνολο και η ευεργετική της επίδραση στο κοινωνικό σύνολο. Ο συνδυασμός των χρυσοστομικών απόψεων τόσο για το γάμο και τη συζυγία, όσο και για την παιδοποιία και την αγωγή των παιδιών, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τη διαμόρφωση της κατ οίκον εκκλησίας. Στη λειτουργία της οικογένειας ως μικρογραφίας της καθ όλου Εκκλησίας εδραιώνει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μια ισχυρή σωτηριολογική προοπτική, υποσημειώνοντας την πρόγευσή της ήδη από τον παρόντα αιώνα. Τα στοιχεία αυτά διερευνώνται στο έβδομο και τελευταίο κεφάλαιο της μελέτης αυτής. Τέλος, την εργασία ολοκληρώνουν οι πίνακες περιεχομένων, βραχυγραφιών και βιβλιογραφίας. [11]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ 1.1 Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ ΣΤΟΝ 4ο ΚΑΙ 5ο ΑΙΩΝΑ 1.1.1 Ο γάμος ως θεοΐδρυτος θεσμός Ο γάμος αποτελεί αρχαιότατο ίδρυμα θείου δικαίου 1. Κατά την Αγία Γραφή, η ιστορία του γάμου, της ένωσης δηλαδή άντρα και γυναίκας «εἰς σάρκα μίαν», αρχίζει με την ιστορία της δημιουργίας του ανθρώπου, όπως περιγράφεται στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου της Γένεσης. Ο Θεός λαμβάνει ιδιαίτερη φροντίδα και δημιουργεί τον άνθρωπο, διακρίνοντας τον σε άντρα και γυναίκα 2. Σύμφωνα με αυτές τις μαρτυρίες, ο Θεός πλάθει την Εύα και μάλιστα από την πλευρά του Αδάμ, διότι «οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν κατ αὐτόν» 3. Αυτό φανερώνει ότι η Εύα συμπλάθεται από την ίδια ουσία με τον Αδάμ, γεγονός που σηματοδοτεί το ισότιμο και ομότιμο των δύο φύλων 4, ενώ παράλληλα προβάλλει την κοινωνικότητα. Στη συνέχεια, η κοινωνικότητα δεν σταματά στον δυϊκό αριθμό, αφού ο Θεός τους εξοπλίζει με την ευλογία «αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς» 5, αφού προηγουμένως εμφύτευσε στα δύο γένη την ενωτική δύναμη του έρωτα 6. 1 Ν. Μίλας, Το Εκκλησιαστικόν δίκαιον της Ορθοδόξου Ανατολικής εκκλησίας, μτφρ. Μελετίου Αποστολοπούλου, εν Αθήναις 1906 (ανατ. Αθήνα 1970), σ. 821. Βλ. Παντ. Ροδοπούλου (μητρ. Τυρολόης και Σερεντίου), Επιτομή Κανονικού Δικαίου, εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2005, σσ.177-178. 2 «καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς» Γεν. 1, 27. 3 Γεν. 2,18. 4 «Γυνή γάρ καί ἀνήρ οὐκ εἰσίν ἄνθρωποι δύο, ἀλλ'ἄνθρωπος εἰς... καί ὥσπερ ἡμίτομα δύο εἰσί», Ἐπιστολή πρός Κολοσσαεῖς, 12, 4, PG 62, 387-388, ΕΠΕ 22, 342-344. 5 Γεν. 1, 27-28. 6 «ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα καί προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν», Γεν. 2, 24. Πρβλ. «Ὁ Θεός τούς ἔρωτας τούτους ἐγκατέσπειρε», Ἐγκώμιον εἰς Μάξιμον, 3, PG 51, 230, ΕΠΕ 27, 172. [12]

Επομένως, ο γάμος ως πανάρχαιος βιοκοινωνικός θεσμός 7 στην καθαρή του μορφή είναι διάταξη της φύσης κατά την θεία βούληση 8 με απώτερο στόχο 9 την συνένωση άνδρα και γυναίκας, την απόκτηση παιδιών και τη δημιουργία οικογένειας. Έτσι, από τη σφαίρα του θείου δικαίου μεταπήδησε και στην κανονική και κοινωνική μορφή 10 παραμένοντας ζωηρά στη συνείδηση των ανθρώπων η αντίληψη για τη θρησκευτική του αρχή 11. 1.1.2 Στα ρωμαϊκά και πρωτοβυζαντινά χρόνια Στον ελληνορωμαϊκό κόσμο, παράλληλα με τα άλλα γαμήλια έθιμα, οικογενειακού χαρακτήρα, υπήρχαν και ευλογίες ή θυσίες με καθαρά θρησκευτικό χαρακτήρα. Στα πρώτα χρόνια, λοιπόν, του Ρωμαϊκού κράτους όπου το θρησκευτικό στοιχείο ήταν πιο έντονο, ο γάμος ονομάζονταν confarreatio, κατά την οποία οι μελλόνυμφοι καθαγιάζονταν «διά θρησκευτικῆς τελετῆς φερούσης ὡρισμένους τύπους 12» που επισφραγιζόταν με τη σύναψη των χειρών των νυμφευομένων 13. Επίσης, υπήρχαν και άλλες δύο μορφές γάμου 14, οι οποίες μέχρι τον 2ο αι. μ.χ. εξασθένησαν και ο γάμος κατέληξε να συνάπτεται απλώς με μια συμφωνία ή ένα συμβόλαιο δύο ελεύθερων ατόμων ενώπιον μαρτύρων και να επικυρώνεται από 7 Β. Γιούλτση, Πνευματικότητα και κοινωνική ζωή, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1999 2, σ. 101. 8 Ν. Μίλας, Το Εκκλησιαστικόν δίκαιον, ό.π., σ. 821. 9 Για τα μέλη της Εκκλησίας ο γάμος συνδέεται με το δημιουργικό έργο του Θεού στον κόσμο, με αρχικό και τελικό σκοπό την τελείωση του ανθρώπου. Βλ. Ιω. Καρμίρη, «Γάμος (Δογματική)», Θ.Η.Ε., τ. 4, σ. 206. 10 Α. Σίσκου, «Περί τοῦ γάμου ὡς φυσικοῦ δεσμοῦ και ὡς θρησκευτικοῦ, ἠθικοῦ και κοινωνικοῦ θεσμοῦ» στο: Ἐκκλησιαστικός Φάρος, τχ. 33, 1934, σ. 79. 11 Βλ. Κ. Δ. Γεωργούλη, «Γάμος (Θρησκειολογία)», Θ.Η.Ε., τ. 4, σ. 194. 12 Α. Σταυρινού, (μητρ. Καισαρείας), Ἡ ἱερολογία τοῦ γάμου ἀπό τοῦ τέλους τοῦ ἐνάτου μέχρι τοῦ τέλους τοῦ δεκάτου ἕκτου αἰῶνος, εν Κωνσταντινουπόλει 1923, σ. β. Βλ. Κογκούλη Ιω.-Οικονόμου Χρ.-Σκαλτσή Παν. Ι., Ο γάμος, Θεία Λατρεία και Παιδεία 3, εκδ. «ΛΥΔΙΑ», Θεσσαλονίκη 1996, σσ. 175-176. 13 Δ. Μωραΐτη, «Γάμος (Λειτουργική-Ηθική)», Θ.Η.Ε., τ. 4, σ. 210. 14 Η coemtio, με την οποία γινόταν εικονική αγορά της γυναίκας από τον άντρα και η usucapio, με την οποία η γυναίκα περιερχόταν στην εξουσία του άντρα μετά από ένα χρόνο συγκατοίκησης. Βλ. Κογκούλη Ιω.-Οικονόμου Χρ.-Σκαλτσή Παν. Ι., Ο γάμος, ό.π. [13]

τους πολιτικούς νόμους 15. Βέβαια, αν και ο πυρήνας του γάμου στην ρωμαϊκή κοινωνία εντοπιζόταν κυρίως στην συμφωνία και την αμοιβαία συναίνεση του άνδρα και της γυναίκας (consensus facit nuptias) για κοινή συμβίωση 16, εντούτοις είχε έντονο ηθικό και θρησκευτικό χαρακτήρα, όπως διαφαίνεται από τον ορισμό του Ρωμαίου νομοδιδασκάλου Μοδεστίνου 17, ο οποίος περιλήφθηκε και στις κανονικές συλλογές της Εκκλησίας μας, ως η άριστη ερμηνεία της ουσίας του γάμου 18. Ο ελληνορωμαϊκός κόσμος υπήρξε αναμφίβολα η σπονδυλική στήλη του σώματος της αρχαίας Εκκλησίας, γι αυτό και η νομική θέση της Εκκλησίας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία στους τρεις πρώτους αιώνες συνδέθηκε με τους διωγμούς και την άρνηση οποιασδήποτε νομικής κατοχύρωσης απέναντι στα μέλη της. Το σκληρό, όμως, αυτό νομικό καθεστώς μεταβλήθηκε προοδευτικά κατά τον 4ο αι. χάρη στην θρησκευτική πολιτική του Μ. Κωνσταντίνου και των διαδόχων του αυτοκρατόρων. 19 Η έξοδος της Εκκλησίας από τις κατακόμβες και ο εναγκαλισμός της με το κράτος 20 σταδιακά οδήγησε στην αναγνώριση του Χριστιανισμού, από την αρχή της ανεξιθρησκίας το 313 μ.χ. 21 έως και την επικράτησή της το 380 μ.χ 22 ως της μόνης επίσημης και προστατευόμενης θρησκείας. 23 15 Κ. Καλλινίκου, Ὁ χριστιανικός Ναός και τά τελούμενα ἐν αὐτῶ, Ἀθῆναι 1969 3, σσ. 504-505. 16 M. F. Quintilian 1, Institutionis oratoriae, 5, 11, 32. Βλ. Παν. Σκαλτσή, Γάμος και Θεία Λειτουργία. Συμβολή στην ιστορία και τη θεολογία της λατρείας, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2010, σ. 56. 17 «Γάμος ἐστίν ἀνδρός καί γυναικός συνάφεια, συγκλήρωσις τοῦ βίου διά παντός, θείου τέ καί ἀνθρωπίνου δικαίου κοινωνία», Κ. Αρμενοπούλου, Πρόχειρον Νόμων ἤ Ἑξάβιβλος, επιμ. Κ. Γ. Πιτσάκης, εκδ. «Δοδώνη», Αθήνα 1971, σ. 226. Στον ορισμό αυτόν διακρίνονται τρία στοιχεία. Το φυσικό, δηλαδή η συζυγική ένωση άνδρα και γυναίκα, το ηθικό, ως αδιάλειπτη συμβίωση του ανδρογύνου καθ όλη τη διάρκεια της ζωής τους και το θρησκευτικό, το οποίο συνίσταται στην πλήρη κοινωνία των δύο σε όλα όσα αφορούν την θρησκεία και το δίκαιο. Βλ. Παντ. Ροδοπούλου, Επιτομή, ό.π., σ. 178. Πρβλ. Χριστοδούλου (αρχ. Αθηνών), Εναρκτήρια ομιλία στο: Ο Γάμος στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη 9, Κλάδος Εκδόσεων Ε.Μ.Υ.Ε.Ε., Αθήνα 2004, σ. 10. 18 ΡΠΣ, τ. ΣΤ, σ. 153. 19 Βλ. Ι. Φειδά, Ἐκκλησιαστική ἱστορία Ά, ἀπ αρχῆς μέχρι τήν Εἰκονομαχία, Αθῆναι 2002 3, σσ. 319-320. 20 Στ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Β, Ο τέταρτος αιώνας (Ανατολή και Δύση), Αθήνα 1990, σ. 30. 21 Περί του διατάγματος των Μεδιολάνων βλ. Βασ. Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστική ἱστορία, ἀπ αρχῆς μέχρι σήμερον, εκδ. Παπαδημητρίου, Αθήνα 1998, σ. 142. Ιωαν. Αναστασίου, [14]

Η Εκκλησία, λοιπόν, κατά τους 4ο και 5ο αι., αν και ο χριστιανισμός ήταν η επικρατούσα θρησκεία της αυτοκρατορίας, αποδεχόταν το Ρωμαϊκό δίκαιο σχετικά με τη νομιμότητα του γάμου. Εφόσον, λοιπόν, συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις που όριζε ο ρωμαίος νομοθέτης, οι συζυγικές σχέσεις ήταν νόμιμες και τα τέκνα γνήσια. Στην αντίθετη περίπτωση ο γάμος θεωρούνταν άθεσμος και οι συναπτόμενες σχέσεις κρίνονταν πορνικές. Έτσι κατανοείται και ο μβ κανόνας του Μ. Βασιλείου σχετικά με το γάμο των δούλων και των τέκνων, όπου η απαραίτητη προϋπόθεση σύναψης γάμου είναι η συγκατάθεση «τῶν κρατούντων» 24. 1.1.3 Ο μυστηριακός χαρακτήρας του γάμου και η ιερολογία του Ο γάμος, όμως, εκτός από την πολιτική και κοινωνική του σημασία είχε ιδιαίτερη ιερότητα ως μυστήριο 25 για τα μέλη της Εκκλησίας. Με την θαυματουργική παρουσία του Κυρίου στο γάμο της Κανά ο γάμος εξυψώνεται και γίνεται υπόθεση της Εκκλησίας 26, μπολιάζεται η συζυγία στη ζωή του Χριστού, ενώ η μεταβολή του ύδατος σε οίνο ερμηνεύεται ως τυπολογική προαναγγελία της Θείας Ευχαριστίας και επιδρά στην κατοπινή διαμόρφωση της ιερολογίας 27. Η πρώτη εκκλησιαστική μαρτυρία 28 για την εκκλησιαστική τέλεση του γάμου συναντάται στον Άγιο Ιγνάτιο τον Θεοφόρο 29 (50-113), όπου η «γνώμη» του επισκόπου ταυτίζεται με την «γνώμη» Εκκλησιαστική Ιστορία, τ. Α, εκδ. Παρατηρητής, χ.τ., χ.χ., σσ. 229-234. Στ. Γ. Γουλούλη, «1700 χρόνια του Διατάγματος του Μεδιολάνου» στο: Εφημέριος, τ.χ. 5, Αθήνα 2013, σσ. 4-6. 22 Με το διάταγμα περί πίστεως εξ ονόματος του Μ. Θεοδοσίου και των δύο συναρχόντων του επιβλήθηκε ο χριστιανισμός ως η μόνη θρησκεία. Βλ. Βασ. Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστική ἱστορία, ό.π., σ. 147. Ιωαν. Αναστασίου, Εκκλησιαστική Ιστορία, ό.π., σ. 240. 23 Βλ. Ι. Φειδά, Ἐκκλησιαστική ἱστορία, ό.π., σ. 356. 24 «Οἱ ἄνευ τῶν κρατούντων γάμοι πορνεῖαί εἰσιν», ΡΠΣ, τ. Δ, σ. 189. 25 Ἐφ. 5, 32. 26 Μ. Σιώτη, «Γάμος (Αγ. Γραφή)», Θ.Η.Ε., τ. 4, σ. 203. 27 Νέναντ Μιλόσεβιτς, Η Θεία Ευχαριστία ως κέντρον της θείας λατρείας Η σύνδεσις των μυστηρίων μετά της Θείας Ευχαριστίας, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 141. 28 Εξίσου σημαντική είναι και η τοποθέτηση του Τερτυλλιανού, ο οποίος λέγει ότι: «Η Εκκλησία οικονομεί, επιβεβαιώνει η προσφορά και σφραγίζει η ευλογία», Τερτυλλιανού, Ad uxorem 2, 9, SC 273, 148. 29 «μετά γνώμης τοῦ ἐπισκόπου, ἵνα ὁ γάμος ᾖ κατά Κύριον καί μη κατ' ἐπιθυμίαν. Πάντα εἰς τιμήν Θεοῦ γινέσθω», Ιγνατίου Θεοφόρου, Προς Πολύκαρπον, 5, 2, SC 10, 150. [15]

της Εκκλησίας και συνδέεται με τη Θεία Ευχαριστία 30, όπως και τα υπόλοιπα μυστήρια εξαρχής, αποκτώντας μ αυτόν τον τρόπο το ιδιαίτερο χριστιανικό του νόημα. Ιδιαίτερα από τον 4ο αι. και εφεξής, οι πατέρες της Εκκλησίας επέμεναν στην ιερότητα του γάμου και συμβούλευαν το ποίμνιό τους να ζητά την ευλογία του ιερέα. Ο Μέγας Βασίλειος (+379) τονίζει ότι η ένωση δύο ανθρώπων αντιθέτου φύλου δεν πρέπει να είναι μόνο φυσικός δεσμός, αλλά και πνευματικός, διαμέσου της ευλογίας του Θεού και του εκκλησιαστικού αγιασμού 31. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος (+390) μας πληροφορεί ότι στο γάμο της Ολυμπιάδας «παρῆν ἐπισκόπων ὅμιλος» και μάλιστα μας μνημονεύει την άρμοση των χειρών των νεονύμφων 32. Είναι μία πράξη που μαρτυρείται στην Π.Δ. 33 και στο ελληνορωμαϊκό τυπικό του γάμου 34, η οποία μεταβιβάστηκε και στην χριστιανική τελετή του γάμου μέχρι και σήμερα. Επίσης, τον 5ο αι. ο Συνέσιος Πτολεμαΐδος (413) υποστηρίζει την απόφασή του να μην χωρίσει τη γυναίκα του, αν και είχε ανέλθει στο επισκοπικό αξίωμα, διότι ο Θεός ήταν αυτός που του την έδωσε, ο νόμος και το χέρι του επισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου 35. Επιπλέον, και ο ιερός Χρυσόστομος (471) συνιστά ότι «Δέον ἱερέας καλεῖν καί δι εὐχῶν καί εὐλογιῶν τήν ὁμόνοιαν τοῦ συνοικεσίου συσφίγγειν» 36. Και σε κάποιο άλλο σημείο προτρέπει «μή αἰσχύνωμεν τό τηλικοῦτον μυστήριον. Τύπος τῆς τοῦ Χριστοῦ παρουσίας ἐστίν ὁ γάμος μηδείς τῶν ἀπό τῆς ὁρχήστρας παρέστω ἐκεῖ γάρ δαπάνη περιττή καί ἄσχημος κάλεσον τόν Χριστόν πρό τῶν ἄλλων ἁπάντων» 37. 30 «τέλος πάσης τελετῆς καί θείου μυστηρίου», Συμεών Θεσσαλονίκης, «Περί του τιμίου νομίμου γάμου», Διάλογος, PG 155, 512D. 31 Μ. Βασιλείου, Εἰς τήν Ἑξαήμερον, PG 29, 160 BC. Βλ. Ν.Α. Ματσούκα, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β, Ἐκθεση της ορθόδοξης πίστης σε αντιπαράθεση με τη δυτική χριστιανοσύνη, Φιλοσοφική και θεολογική Βιβλιοθήκη 3, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2003 3, σ. 496. 32 Γρηγορίου Θεολόγου, Ἐπιστολή 193, Προκοπίῳ, PG 37, 316-317. 33 Τωβίτ 7, 13. 34 Βλ. Παν. Σκαλτσή, Γάμος και Θεία Λειτουργία, ό.π., σ. 142. 35 Συνεσίου Πτολεμαΐδος, Ἐπιστολαί 105, PG 66, 1485. Πρβλ. Δημ. Ι. Κωνσταντέλλου, μτφρ. Δημ. Βακάρου (πρεσβ.), Γάμος, σεξουαλικότητα, αγαμία, μια ελληνική ορθόδοξη θεώρηση, Θεσσαλονίκη 2005, σσ. 63-64. 36 Εἰς τήν Γένεσιν, 48, 6, PG 54, 443, ΕΠΕ 4, 240. 37 Εἰς Κολοσσαεῖς, 12, 5-7, PG 62, 388-392, ΕΠΕ 22, 346-350. [16]

Ο ιερός πατήρ αποδοκιμάζει εδώ τα ειδωλολατρικά γαμήλια έθιμα με τα αισχρά άσματα, τους χορούς και τα σατανικά συμπόσια που διαπόμπευαν το μυστήριο του γάμου 38, καταθέτοντας παράλληλα ιστορικές μαρτυρίες για την τέλεση του γάμου εκείνης της εποχής 39. Έτσι, σε μια εποχή όπου οι αρχαίες συνήθειες 40 έθιγαν το μυστήριο, οι Πατέρες απέτρεπαν τους χριστιανούς από όσα οδηγούσαν στην αμαρτία, ενώ από την άλλη με σοφία και σύνεση επιχείρησαν να εκχριστιανίσουν ορισμένα σύμβολα 41 και να προσδώσουν ιδιαίτερη δυναμική και νόημα στα πλαίσια του γάμου «εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν» 42. Στη συνείδηση της Εκκλησίας ο γάμος ήταν ενταγμένος μέσα στην Θεία Ευχαριστία. Αυτή η σύνδεση υπάρχει και στη Δύση, όπως μαρτυρείται σε ρωμαϊκά ευχολόγια, όπως το Λεονιανό (440-461) και το Γελασιανό (492-496). Ο ιερός Αυγουστίνος (354-430) πρεσβεύει ότι ο γάμος δεν περικλείεται μόνο στα όρια του συζυγικού δεσμού, αλλά θεωρείται μυστήριο αδιάλυτο 43. Ακόμη, μαρτυρίες, όπως του Αγίου Αμβροσίου (339-397) που μνημονεύει την ευλογία γάμου από ιερείς 44 και του πάπα Σιρικίου (+417) για την ανάγνωση σχετικής ευχής στο κεφάλι των νεονύμφων από ιερέα 45, αποδεικνύουν την ύπαρξη ιερολογίας 46. 38 Πρβλ. Εἰς τήν Γένεσιν, 48, 6, PG 54, 443, ΕΠΕ 4, 240. 39 Για την ειδωλολατρική κληρονομιά στη συζυγική και οικογενειακή ζωή στην εποχή του ιερού Χρυσοστόμου βλ. Ottorino Pasquato, Οι λαϊκοί κατά τον Ιωάννη το Χρυσόστομο, Στην Εκκλησία, στην οικογένεια και στην πόλη, μτφρ. επιμ. Καλλιρόη Ακανθοπούλου, εκδ. Βἀνιας, Θεσσαλονίκη 2006, σσ. 122-128. Για την προίκα και τις άλλες γαμικές παροχές βλ. Φ. Κουκουλέ, Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, τ. Δ, εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 1951, σσ. 81-92. Πρβλ. Αν. Δ. Βαλακούδη, Καλλιστεία και Γάμος στο Βυζάντιο, εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1998, σσ. 42-44. 40 «Οἱ δἐ ἐφ ἡμῶν καί ὕμνους εἰς τήν Ἀφροδίτην ἄδουσι χορεύοντες, καί δι αἰσχρῶν ρημάτων δημοσίᾳ τήν νύμφην πομπεύουσι», Εἰς τό ρητόν Διά δε τάς πορνείας, 2, PG 51, 211, ΕΠΕ 27, 100. 41 Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει: «Στέφανοι ταῖς κεφαλαῖς ἐπιτίθενται σύμβολον νίκης, ὅτι ἀήττητοι γενόμενοι οὕτω προσέρχονται τῇ εὐνῇ ὅτι μή κατηγωνίσθησαν ὑπὀ τῆς ἡδονῆς», Ἐπιστολή Α πρός Τιμόθεον, 9, 2, PG 62, 546, ΕΠΕ 23, 266. 42 Ἐφ.5, 32. 43 Βλ. Παν. Σκαλτσή, Γάμος και Θεία Λειτουργία, ό.π., σ. 146. 44 Αμβροσίου Μεδιολάνων, Epistola 19, 7, P.L. 16, 984C - 985A. 45 -, Epistola 4, Ad Eumerium, P.L. 84, 63B. 46 Βλ. Κων. Καραϊσαρίδη (πρωτ.), «Ιστορική εξέλιξη των ακολουθιών του Αρραβώνος και του Γάμου μέχρι και τα τέλη του Η αιώνα» στο: Ο Γάμος στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Κλάδος Εκδόσεων Ε.Μ.Υ.Ε.Ε., Σειρά Ποιμαντική Βιβλιοθήκη 9, Αθήνα 2004, σσ. 203-204. [17]

Επιπροσθέτως, η μαρτυρία του ανώνυμου συγγραφέα του Praedestinatus 47 αποκαλύπτει ότι κατά τον 5ο αι., ο εκκλησιαστικός γάμος ήταν πολύ διαδεδομένος και παρότι δεν επιβεβαιώνεται από σύγχρονες πηγές, κατατείνει στο προηγούμενο συμπέρασμα για ύπαρξη ιερολογίας. Ομοίως, ενδιαφέρον παρουσιάζει και η εύρεση γαμήλιων παραστάσεων με θέματα όπως τον γάμο της Κανά ή προσωπογραφίες συζυγικών ζευγαριών να στεφανώνονται από το χέρι του Θεού ή του Χριστού. Λόγου χάριν, η παράσταση του γάμου της Κανά συναντάται σε σαρκοφάγους και βαπτιστήρια του 4ο και 5ο αι., ενώ η ευλογία και η στέψη των νεονύμφων από τον Χριστό διακρίνεται σε ποτήρια του 4ο αι., αλλά και σε δαχτυλίδια 48. Ο μυστηριακός χαρακτήρας του γάμου και η αναγκαιότητα ιερατικής ευλογίας αποδεικνύεται εναργώς και στους ιερούς κανόνες της Εκκλησίας. Καταρχάς, κάθε ιεροπραξία ανήκει στη αποκλειστική δικαιοδοσία του επισκόπου, όπως προβλέπεται στους ακόλουθους κανόνες: λδ και λθ των Αγίων Αποστόλων 49, ιδ και κα Αντιοχείας (341) 50, ιστ Α Οικουμενικής Συνόδου (325) 51, η Χαλκηδόνος (451) 52, θ και ι Καρθαγένης (419) 53. Ο επίσκοπος είναι εξαρχής ο «ηγούμενος της Ευχαριστίας» 54 γι αυτό και όταν ρωτήθηκε ο Τιμόθεος Αλεξανδρείας (385) από ιερείς κατά την Β Οικουμενική Σύνοδο τι πρέπει να κάνει ένας ιερέας που καλείται να ευλογήσει ένα γάμο και μαθαίνει λόγους που θα τον εμπόδιζαν, απάντησε ότι δεν πρέπει να προχωρεί στην ευλογία για να μην πάρει μέρος σε μια αμαρτωλή υπόθεση 55. Αυτό αποδεικνύει ότι ήταν συνηθισμένο τον 4ο αι. στην Αλεξάνδρεια να τελείται γάμος με την Θεία Ευχαριστία. 47 J. Schwane, Dogmengeschichte der patristischen zeit (325-787), Freiburg 1985, 2: 872, n. 5. Βλ. Χρ. Ανδρούτσου, Δογματική τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικής Ἐκκλησίας, Αθῆναι 1907, σ. 401. 48 Περισσότερες πληροφορίες για το θέμα αυτό βλ. Παν. Σκαλτσή, Γάμος και Θεία Λειτουργία, ό.π., σ. 151-154. 49 «οἱ πρεβύτεροι καί οἱ διάκονοι, ἄνευ γνώμης τοῦ οἰκοίου ἐπισκόπου μηδέν ἐπιτελείτωσαν», ΡΠΣ, τ. Β, σ. 54. 50 Βλ. ΡΠΣ, τ. Γ, σ. 152 κ.ε. 51 Βλ. ΡΠΣ, τ. Β, σ. 148. 52 Βλ. ΡΠΣ, τ. Β, σ. 234. 53 Βλ. ΡΠΣ, τ. Γ, σ. 316. 54 Ι. Δ. Ζηζιούλα (μητρ. Περγάμου), Ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας ἐν τῇ θείᾳ εὐχαριστίᾳ καί τῷ ἐπισκόπῳ κατά τούς τρεῖς πρώτους αἰῶνας, εκδ. Γρηγόρη, ἐν Ἀθήναις 1990 2, σ. 55. 55 Η πληροφορία αυτή υπάρχει στον ια κανόνα των ερωταποκρίσεων του Τιμοθέου Αλεξανδρείας. Βλ. Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, εκδ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 2003, σ. 671. [18]

Οι Αποστολικές Διαταγές, από τις σημαντικότερες κανονικολειτουργικές πηγές του 4ου αι., στο όγδοο βιβλίο, νουθετούν τους ανύπαντρους να μην πορνεύουν, αλλά να συνάπτουν γάμο σύμφωνα με το νόμο 56. Οι ιστορικές μαρτυρίες, λοιπόν, εφόσον η θρησκευτική τελετή του γάμου στον αιώνα που εξετάζουμε δεν είχε νομική κατοχύρωση, εννοούν τον νόμο του κράτους. Η Εκκλησία στην προκείμενη περίοδο δεν είχε αυτοτελή ακολουθία για το μυστήριο του γάμου. Υπήρχε μόνο μια ομάδα ευχών ενσωματωμένη στη Θεία Λειτουργία 57. Επιπλέον, η θεολογία του γάμου είναι έκφραση πίστης των μελών της Εκκλησίας και γι αυτό δεν ζήτησε να επιβάλλει νομικά την ιερολόγησή του, μέχρις ότου ο Λέοντας ο ΣΤ το 893 μ. Χ. υποχρεώσει την ιερολογία για τους πολίτες του κράτους του 58. Επομένως κατά τις κρατούσες ιστορικές συνθήκες οι χριστιανοί τελούσαν τον γάμο σύμφωνα με τον πολιτικό νόμο και έπειτα προσέρχονταν στην Εκκλησία για να ευλογηθεί η συζυγία τους «κατά Κύριον καί μή κατ ἐπιθυμίαν» 59. Η «πλήρωση» του γάμου από τους πιστούς ήταν η κοινή συμμετοχή στο Άγιο Ποτήριο 60 και ως μυστήριο αντικατόπτριζε την ένωση ανάμεσα στον Χριστό και στην Εκκλησία, θεμελιώνοντας μ αυτό τον τρόπο τον προσανατολισμό της κοινής ζωής τους προς την αιώνια Βασιλεία του Θεού. Επομένως, αν και οι χριστιανοί ήταν πολίτες του κράτους με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους έναντί του, δεν λησμονούν και την άλλη πραγματικότητα της ευχαριστιακής συσσωμάτωσης στο σώμα του Χριστού, η οποία μεταμόρφωνε την καθημερινότητά τους και επιβεβαιωνόταν στην τήρηση των θείων εντολών 61. 1.1.4 Αδιάλυτο και δεύτερος γάμος, μικτοί γάμοι Ο Μ. Φώτιος μας επισημαίνει ότι «ὁ πολιτικός νόμος οὐ κολάζει τήν δευτερογαμίαν ἤ πολυγαμίαν» 62, αλλά δεν ισχύει το ίδιο και για τους χριστιανούς. Η 56 Κλήμεντος Ρώμης, Διαταγαί τῶν Ἁγίων Ἁποστόλων, 8, PG 1, 1128C. 57 Βλ. Βασ. Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστική ἱστορία, ό.π., σ. 454. 58 Α. Καλλιγέρη (πρωτ.), Γάμος: Από το μυστήριο στον θεσμό, εκδ. Μαΐστρος, Νέα Πεντέλη 2008, σ. 119. 59 Ιγνατίου του Θεοφόρου, Προς Πολύκαρπον, 5, 2, SC 10, 150. 60 Βλ. A. Schmemann, Για να ζήσει ο κόσμος, μτφρ. Ζήσιμος Λορεντζάτος, εκδ. Δόμος, Αθήνα 2006 2, σ. 130. 61 Κ. Παπαδοπούλου (πρωτ.), «Γύρω από την ιστορία της ιερολογίας του γάμου» στο: Σύναξη, τ.χ. 32, 1989, σ. 58. 62 Βλ. ΡΠΣ, τ. Α, σ. 275. [19]

Αγία Γραφή κατ αρχήν τονίζει την μοναδικότητα και το αδιάλυτο του γάμου 63. Ο μόνος λόγος που επιτρέπει την διάλυση του δεσμού είναι η πορνεία 64. Σύμφωνα, όμως, με το ρωμαϊκό δίκαιο αυτής της περιόδου 65, ο νυμφευμένος άντρας, ερχόμενος σε επαφή με ανύπαντρη γυναίκα, λογιζόταν πόρνος, ενώ μοιχός μόνο με παντρεμένη γυναίκα. Στη γυναίκα, από την άλλη μεριά, δεν ισχύει τέτοιος διαχωρισμός, αλλά κατηγορούνταν ως μοιχή, ανεξαρτήτως της έγγαμης ή άγαμης συνάφειας. Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης στον δ κανόνα του 66 επικρίνει αυτές τις διακρίσεις «τῶν δι' ἐπιθυμίαν καί ἡδονήν γινομένων ἁμαρτημάτων» και αποκαθιστά την ισοτιμία των φύλων σε θεολογική βάση 67. Συνεπώς, ορθά λέει η Γραφή «παρεκτὸς λόγου πορνείας» και όχι μοιχείας, ώστε να συμπεριλάβει και την πορνική διαγωγή του άντρα στους λόγους διαζυγίου. Στην ουσία, όμως, η Εκκλησία με αυτό τον τρόπο δεν ενθαρρύνει την διάλυση του γάμου, αλλά αντιθέτως τιμά υπέρμετρα και αναγνωρίζει ως κανονική ακρίβεια τον πρώτο γάμο. Η δυνατότητα του δευτέρου και τρίτου γάμου γίνονται δεκτοί κατ οικονομίαν ένεκεν της ανθρώπινης αδυναμίας κατόπιν επιτιμίας. Όλοι οι πατέρες εκφράζουν το θαυμασμό τους για την σεμνότητα του ενός και μοναδικού γάμου και διατυπώνουν τις επιφυλάξεις τους για τον δεύτερο και ακόμη περισσότερο για τον τρίτο 68. Ο Μ. Βασίλειος στον δ κανόνα επιτιμά τους διγάμους με ένα έως δύο έτη ακοινωνησίας, ενώ για τους τρίγαμους μέχρι και πέντε έτη, ονομάζοντας τον δεσμό αυτό πολυγαμία 69. Αυτό στην ουσία σήμαινε την καθυστέρηση γαμήλιας ευλογίας 63 Βλ. Γεν. 2, 24. Πρβλ. «οὐς ὁ Θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω», Μαρκ. 10, 9. «δέδεσαι γυναικί; μὴ ζήτει λύσιν» Ά Κορ. 7, 27. 64 Βλ. «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ παρεκτὸς λόγου πορνείας, ποιεῖ αὐτὴν μοιχᾶσθαι», Ματθ. 5, 32. 65 Βλ. Αν. Δ. Βαλακούδη, Καλλιστεία και Γάμος, ό.π., σ. 48. Πρβλ. Κ. Ράλλη, Ποινικόν Δίκαιον τῆς Ὁρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἀθήναις 1907 2, Θεσσαλονίκη 1985, σσ. 233, 242. 66 Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, ό.π., σ. 655-657. Πρβλ. Πρ. Ακανθόπουλου, Κώδικας Ιερών Κανόνων και Εκκλησιαστικών Νόμων, εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1995 2, σ. 623-627. 67 Πρβλ. τον 21 ο κανόνα του Μ. Βασιλείου, Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, ό.π., σ. 695. 68 Περισσότερα για το θέμα αυτό βλ. Γ. Φίλια, «Η Ακολουθία εις Δίγαμον» στο: Ο Γάμος στην Ορθόδοξη Εκκλησία, Ποιμαντική Βιβλιοθήκη 9, σσ. 161-175. 69 Γ. Φίλια, «Η Ακολουθία, ό.π., σ. 168. [20]

από την Εκκλησία, διότι αυτή προϋπόθετε μετοχή στη Θεία Κοινωνία 70. Ακόμη, η Σύνοδος της Νεοκαισαρείας (314-319) στον ζ κανόνα της δεν επιτρέπει στον ιερέα να παρακαθίσει σε τέτοιο γαμήλιο τραπέζι, για να δείξει ότι αυτός γίνεται κατά συγκατάβαση 71. Ήδη από τα τέλη του 4ου αι., ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος αφενός μας πληροφορεί ότι «πάντα τοῦ δευτέρου γάμου τά φαιδρά παρῃτήσαντο καί οὔτε αὐλός οὔτε στέφανοι νυμφικοί» 72, αφετέρου συμβουλεύει τη χήρα γυναίκα να μη συνάψει δεύτερο γάμο, αλλά να παραμείνει με σεμνότητα και σωφροσύνη ως έχει, ώστε «ἀκούσηται τούς ἀποκειμένους αὐτῇ στεφάνους» 73. Τέλος, όσον αφορά τις επιγαμίες με τους αιρετικούς ο λα κανόνας της Λαοδικείας (364) τις απαγόρευε εκτός και αν το μη ορθόδοξο μέλος υποσχόταν να γίνει χριστιανός χωρίς να προσδιορίζει χρονικά πριν ή μετά την τέλεση του γάμου. Στο ίδιο πνεύμα κινείται και η Δ Οικουμενική Σύνοδος (451) με τον ιδ κανόνα της, ο οποίος αναφέρεται αποκλειστικά στον κατώτερο κλήρο, δηλαδή στους αναγνώστες και τους ψάλτες 74. 1.1.5 Ρωμαϊκό δίκαιο και εκκλησιαστική ιερολογία στη σύναψη του γάμου Συγκεφαλαιωτικά, στον 4ο και 5ο αι. το πολιτειακό δίκαιο καθόριζε τη νομιμότητα και την εγκυρότητα του γάμου και όχι η ιερολογία, η οποία δεν είχε καμία νομική ισχύ 75. Ο γάμος κατά το ρωμαϊκό δίκαιο ήταν ουσιαστικά μία έγγραφη συμφωνία των συμβαλλομένων μερών με σύνταξη προικώων συμβολαίων ή άγραφη, δηλαδή άτυπη. Εφόσον, λοιπόν δινόταν η αμοιβαία συναίνεση, ολοκληρωνόταν η συμφωνία και εισερχόταν η γυναίκα στην οικία του άντρα, 70 Ι. Μέγιεντορφ, Βυζαντινή Θεολογία, μτφρ.-επιμ. Παύλος Κουμαριανός (πρεσβ.), Βασίλης Τσάγκαλος, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2010, σ. 426. 71 Νικοδήμου Αγιορείτου, Πηδάλιον, ό.π., σ. 390-391. 72 Εἰς τήν αὐτήν περί μονανδρίας, 1, PG 48, 613, ΕΠΕ 30, 58-60. 73 «Γυνή δέδεται νόμῳ», 4, PG 51, 222, ΕΠΕ 27, 144. 74 Πρβλ. Θ. Γιάνγκου, Κανόνες και λατρεία, εκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 323. 75 Η ανάμειξη της Εκκλησίας στο θέμα του γάμου ισχυροποιείται κοινωνικά και νομοθετικά ιδιαίτερα μετά την οδ νεαρά του Ιουστινιανού το 538 μ. Χ. με τη δήλωση των στοιχείων των νεονύμφων στον έκδικο της Εκκλησίας, παρουσία τριών ή τεσσάρων κληρικών για να είναι νόμιμος ο γάμος και τα παιδιά που θα γεννιούνταν από αυτόν. Βλ. ό.π., σ. 306. [21]

συναπτόταν γάμος 76. Από την πλευρά της η Εκκλησία δεν αντιτάχθηκε στους νόμους που η κοσμική κοινωνία είχε θεσμοθετήσει για το γάμο. Αντιθέτως, αναγνώριζε την αξία της ρωμαϊκής νομοθεσίας χωρίς όμως να λησμονεί την καινούρια εμπειρία που αποδέχτηκαν με το μυστήριο του Βαπτίσματος και τη συμμετοχή τους στην Θεία Ευχαριστία. Εκτιμούσε τον έννομο θεσμό του γάμου, ο οποίος βασιζόταν στην γαμική επιθυμία (affection maritalis) και στο σύστημα ηθικών υποχρεώσεων της κοινής συμβίωσης (honor matrimonii), χωρίς όμως να παραθεωρεί και τη μυστηριακή ιδιότητά του, τη μεταποίηση του γαμήλιου συμβολαίου σε πραγματικότητα της Βασιλείας του Θεού 77. Σύμφωνα με τα παραπάνω, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ο γάμος παρουσιάζει διττό χαρακτήρα: ως θεσμός δικαίου με δικαιοπραξία και ηθικό χαρακτήρα και ως μυστήριο με ιερολογία ενσωματωμένη στο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Όλοι οι πολίτες της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σύναπταν γάμο, έχοντας υπόψη τους την τήρηση των προϋποθέσεων του αστικού κώδικα. Το ίδιο ίσχυε και για τους χριστιανούς, οι οποίοι τελούσαν πρώτα το γάμο τους πολιτικά και στη συνέχεια η Εκκλησία επιβεβαίωνε τη συζυγία τους ως μυστήριο, προσδίδοντας ευχαριστιακό νόημα. Στα προαναφερθέντα αξίζει να προστεθεί η σημασία του θεσμού του γάμου από πολιτικής πλευράς. Πρώτα-πρώτα, αυτός συντελεί στον καθαρισμό της κοινωνίας, λειτουργώντας ως αντίδοτο κατά της πορνείας. Στη συνέχεια, αυτή η έννομη σχέση μπορεί να αποτελέσει μέρος της ύλης του μυστηρίου του γάμου. Ο κστ κανόνας του Μ. Βασιλείου, όταν ορίζει ότι «Ἡ πορνεία γάμος οὐκ ἔστιν, ἀλλ οὐδέ γάμου ἀρχή ὥστε ἐάν ῇ δυνατόν τούς κατά πορνείαν συναπτομένους χωρίζεσθαι, τοῦτο κράτιστον» καταδεικνύει σύμφωνα με τις ερμηνείες του Ζωναρά και του Βαλσαμώνος ότι η πορνεία «οὔτε γάμος λογίζεται ἀλλά ὅτι ἔκθεσμος καί κατάκριτος ἐστίν ὁ τοῦ τοιούτου γάμου θεμέλιος» 78. Επομένως, ο νόμιμος και αναγνωρισμένος γάμος, αφού αντιδιαστέλλεται από την πορνεία δύναται να λειτουργήσει και ως εισαγωγή για τον γάμο ως μυστήριο. Άλλωστε, η μετατροπή του νερού σε κρασί από τον Κύριο στην Κανά φανερώνει ότι «οὐκ ἦλθον καταλῦσαι, ἀλλὰ πληρῶσαι» 79. Δεν καταργεί τον πολιτικό 76 Η μετάβαση στο σπίτι του συζύγου, η καταγωγή (deductio), είναι από τα συστατικά στοιχεία του γάμου στο ρωμαϊκό δίκαιο. Περισσότερες πληροφορίες περί όρων και διάθεσης του γάμου Βλ. Κ. Αρμενοπούλου, Πρόχειρον Νόμων, ό.π., σσ. 226-229. 77 Βλ. J. Meyendorff, «Christian Marriage in Byzantium: The Canonical and Liturgical Tradition» στο: Byzantine Family, DOP 44 (1990), σσ. 99-107, σ. 101. 78 Βλ. ΡΠΣ, τ. Δ, ό.π., σ. 159. 79 Ματθ. 5, 17. [22]

θεσμό του γάμου, όπως δεν παρασκεύασε το κρασί από το μηδέν, αλλά βελτιώνει τον ήδη υπάρχοντα, τον μεταμορφώνει, τον αγιάζει 80. Έτσι η Εκκλησία προσλαμβάνει τον άνθρωπο και τον κόσμο ως σαρκωμένες ιστορικές πραγματικότητες και τις ανακαινίζει αφού τις μπολιάσει στο σώμα του Χριστού. Και ανάγεται ο φυσικός θεσμός του γάμου σε «ἀγάπης μυστήριον» 81! 1.2 Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΚΑΙ Η ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΟ ΓΑΜΟ 1.2.1 Ο ιερός Χρυσόστομος ως συγγραφέας και η ερμηνευτική του μέθοδος Μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες που συγκαταλέγεται στη χορεία των μεγάλων πατέρων του χρυσού αιώνα της Εκκλησίας 82 είναι αναμφισβήτητα ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος 83. Γεννήθηκε 84 και έδρασε στην Αντιόχεια ως διάκονος το 381 και από το 386 ως πρεσβύτερος μέχρι το 397, που του προτάθηκε η θέση του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινούπολης 85. Το έργο που ανέπτυξε ως πρεσβύτερος στην Αντιόχεια 86 ήταν πολυεπίπεδο και επιδόθηκε με 80 Βλ. Π. Μπούμη, Ο κανονικός γάμος, (Αντιθέσεις και συνθέσεις), τ. Β, εκδ. Συμμετρία, Αθήνα 1998, σσ. 39-44. 81 Ἐπιστολή πρός Κολοσσαεῖς,12, 4, PG 62, 387, ΕΠΕ 22, 342. 82 Βλ. Ιεροθέου (μητρ. Ναυπάκτου), «Ο τέταρτος (4ος) αιώνας ως ο χρυσούς αιώνας της Εκκλησίας» στο: Εκκλησιαστική παρέμβαση, τχ. 202, Μάϊος 2013, προσβάσιμο στο http://www.parembasis.gr/index.htm. [Ανακτήθηκε στις 11-6-2013]. 83 Για το όνομα του Ιωάννη και της εποχής στην οποία εντάσσεται ο βίος και το έργο του, βλ. Friedrich Perthes, Alva Ηovey, David Ford, Life of John Chrysostom, Based on the Investigations of Neander, Böhringer and others, εκδ. «Bibliolife», χ.τ. 2009, σσ. 1 4. 84 Με βεβαιότητα γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε μεταξύ των ετών 344-354. Ο Παναγιώτης Χρήστου υποστηρίζει ότι γεννήθηκε το 354, βλ. Π. Χρήστου, «Ιωάννης», Θ.Η.Ε., τ. 6, σσ. 1170-1172. Άλλοι ερευνητές, ωστόσο, προτείνουν κι άλλες χρονολογίες, χωρίς όμως να παρατηρούνται μεγάλες παρεκκλίσεις, βλ. Mayer Wendy Allen Pauline, John Chrysostom στο: The early Christian world (edited by Philip Esler), vol. 2, εκδ. «Routledge», London 2000, σ. 1128 κ.ε. 85 Π. Χρήστου, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, τ. Α, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2005 2, σσ. 209-210. 86 Για το έργο του Xρυσοστόμου ως πρεσβύτερου στην Αντιόχεια και την ιδιαίτερη σχέση του με τους πιστούς, βλ. και Jaclyn L. Maxwell, Christianization and communication in Late [23]

ιδιαίτερο ζήλο σε κηρυκτική 87, αντιαιρετική 88, φιλανθρωπική, συγγραφική και κοινωνική δράση 89. Διακρίθηκε, όμως, κυρίως για την ρητορική του δεινότητα 90 και την ποιμαντική του ευαισθησία. Η μεγάλη φήμη του ως ιεροκήρυκα στην Αντιόχεια συντέλεσε καθοριστικά στην εις αρχιεπίσκοπο χειροτονία 91. Εν γένει, υπήρξε φλογερός ιεροκήρυκας 92, ίσως ο σπουδαιότερος στους πρώτους αιώνες της Εκκλησίας 93, τόσο ώστε από τον 6ο αι. να ξεχωρίσει ως ο κορυφαίος των ρητόρων με τον τίτλο «χρυσόστομος» 94, όπως από τον 8ο αι. επικράτησε να επονομάζεται 95. Στο πρόσωπο του ιερού Χρυσοστόμου έχουμε τον πολυγραφότερο και προσφιλέστερο εκκλησιαστικό συγγραφέα. Ο Ισίδωρος Πηλουσιώτης βεβαιώνει ότι ακόμη και όσο ζούσε ο Άγιος Ιωάννης, είχαν διαδοθεί ευρέως τα έργα του, Antiquity: John Chrysostom and his congregation in Antioch, Cambridge 2006, σσ. 65-88. Πρβλ. Friedrich Perthes, Alvah Hovey, David Ford, Life of John Chrysostom, ό.π., σσ. 13-25. 87 Βλ. Mayer Wendy Allen Pauline, John Chrysostom, ό.π., σσ. 26-33. 88 Βλ. Ευαγγ. Θεοδώρου, «Τι θα έλεγεν ο ιερός Χρυσόστομος για τους σημερινούς Οικουμενικούς διαλόγους» στο: Θεολογία, τχ. 79, Αθήνα 2008, σσ. 12-22. 89 Βλ. του ιδίου, «Ο ιερός Χρυσόστομος ως σκαπανεύς της εκκλησιαστικής κοινωνικής αλληλεγγύης και διακονίας» στο: Εκκλησία, τχ. 10, Νοέμβριος 2007, σσ. 797-807. 90 Για τη φήμη του Χρυσοστόμου ως ρήτορα, βλ. George A. Kennedy, Classical rhetoric & its Christian and secular tradition from ancient to modern times, εκδ. «The University of North Carolina Press», USA 1999, σσ. 165-167. Π. Χρήστου, Εκκλησιαστική, ό.π., σ. 215. 91 Franco Montanari, Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας: Από τον 8ο αι. π.χ. έως τον 6ο αι. μ.χ., επιμ. Δανιήλ Ιακώβ Αντώνιος Ρεγκάκος, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2010, σ. 1160. 92 Βλ. Richard Lischer, The company of preachers: wisdom on preaching, Augustine to the present, εκδ. «Eerdmans», Michigan 2002, σσ. 57 63. Πρβλ. Philip Schaff, Nicene and Post-nicene Fathers: First Series: St. Chrysostom, εκδ. «Cosimo», NY 2007, σ. 22 κ.ε. 93 David L. Larsen, The Anatomy of Preaching: Identifying the Issues in Preaching Today, εκδ. «Kregel», USA 1999, σ. 18. 94 Ο σύγχρονος μαθητής του Νείλος (360-430) τον είχε αποκαλέσει «χρυσορρόα», ενώ από τον 6ο αι. τού αποδίδεται ο χαρακτηρισμός «χρυσόστομος» και μάλιστα από δυτικούς συγγραφείς, τον Φακούνδο και τον Κασσιόδωρο. Βλ. Χρ. Κρικώνη, Εισαγωγή, Ε.Π.Ε. 15, σ. 1. 95 Βλ. Π. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, τ. Δ, εκδ. Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 1989, σ. 247. Πρβλ. Γ. Φλωρόφσκυ, Οι ανατολικοί πατέρες του 4ου αιώνα, εκδ. «Πουρναρά», Θεσσαλονίκη 2006, σ. 386. [24]

αλλά λίγες δεκαετίες μετά τον θάνατό του κάλυψαν την οικουμένη 96. Εξαιτίας της μεγάλης αξίας και του κύρους τους, διαβάζονταν και αντιγράφονταν συνεχώς, με αποτέλεσμα να διασωθούν σε χιλιάδες χειρόγραφα 97. Τα έργα του χρυσορρήμονα πατέρα κατανέμονται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες 98. Κατά την πρώτη περίοδο της ζωής του, πριν χειροτονηθεί πρεσβύτερος, δηλαδή κατά το χρόνο της άσκησής του στην έρημο (375-381) και κυρίως προς το τέλος της και έπειτα ως διάκονος (381-386), συνέταξε πραγματείες ηθικού, παιδαγωγικού, ασκητικού και ποιμαντικού περιεχομένου, οι οποίες διακρίνονται για την φιλολογική επιμέλεια και την συστηματικότητά τους. Στην δεύτερη κατηγορία, εντάσσονται ερμηνευτικές ομιλίες στην Αγία Γραφή, που αποτελούν και τον κύριο όγκο του έργου του, αλλά και λόγοι με δογματικό, ηθικό, εορταστικό και κοινωνικό περιεχόμενο, έργα που συνέταξε ως πρεσβύτερος και μετέπειτα ως αρχιεπίσκοπος. Τέλος, από την τριετή περίοδο, εκείνη της εξορίας του (404-407), διασώζονται 240 επιστολές απευθυνόμενες σε 130 περίπου πρόσωπα, οι οποίες εκφράζουν την αγωνία του και την αγάπη του προς την Εκκλησία και τους φίλους του. Βάση της διδασκαλίας του είναι η Αγία Γράφη 99, από την οποία αντλεί κατά κόρον σχετικές περικοπές και χωρία για οποιοδήποτε θέμα ομιλεί και γράφει 100. Θεμελιώδης πεποίθηση του αποτελεί ότι «ἡ Ἁγία Γραφή ἑρμηνεύει 96 Βλ. Π. Χρήστου, Ελληνική, ό.π., σ.246. 97 Σ. Παπαδοπούλου, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τ. Α, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1999, σ. 93. 98 Αναλυτική περιγραφή των γνησίων και αμφισβητούμενων έργων του Χρυσοστόμου βλ. Σ. Παπαδοπούλου, ό.π., σσ.127 171. Επίσης, Δ. Τσάμη, Εκκλησιαστική Γραμματολογία, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2001, σσ. 164 165. 99 «Στον Χρυσόστομο η γνώση της Γραφής αποτελεί το πλέον εράσμιο εντρύφημα και την βιώνει ως κάτι γλυκύτερο και από τον ωραιότερο λειμώνα και από τον ίδιο τον παράδεισο», Ιωάννου Χρυσοστόμου, Περί της αναγνώσεως των Αγίων Γραφών άπαντα, υπό π. Δημητρίου Βακάρου, τ. Β, εκδ. Ορθόδοξο Ίδρυμα Παιδείας και Πολιτισμού Ι.Μ. Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2001. 100 «Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος παραθέτει στα συγγράμματά του 23.714 αγιογραφικά χωρία. Από αυτά τα 9.616 είναι στίχοι από βιβλία της Π. Δ. και τα 14.098 χωρία από βιβλία της Καινής Διαθήκης», Ι. Λ. Γαλάνης, «Η χρήση της Αγίας Γραφής στο έργο του ιερού Χρυσοστόμου (αριθμητικά στοιχεία)» στο: Χρυσοστομικό Συμπόσιο: η προσωπικότητα και η θεολογία Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2007, σ. 411. [25]

ἑαυτήν» 101, επανανοηματοδοτώντας το αίτημα του Αριστάρχου «Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζειν» 102. Έτσι, τα νοήματα ενός χωρίου και του συνόλου της Γραφής αλληλοεξαρτώνται και αλληλοφωτίζονται. Γι αυτό, ο ιερός πατήρ υποβάλλει το ερμηνευτικό του κείμενό σε υπεύθυνη και ενδελεχή έρευνα μέσα από την προσέγγιση του ιστορικού πλαισίου, τη διερεύνηση των αφορμών και των περιστατικών της συγγραφής. Ομοίως, ως θιασώτης της ιστορικής μεθόδου, της κατά γράμμα ερμηνείας του ιερού κειμένου, 103 δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα και στην ακριβή σημασία των λέξεων και των φράσεων, ακόμη και στην κατάλληλη στίξη για τη σαφήνεια του κειμένου, εφαρμόζοντας πιστώς και την αρχή της συνάφειας. Ωστόσο, ο ιερός Χρυσόστομος ως ερμηνευτής 104 χρησιμοποιεί την ιστορικογραμματική μέθοδο μόνο ως εισαγωγή και προετοιμασία για την κυρίως ερμηνεία, διότι ο απώτερος στόχος του είναι να γνωρίσουν οι ακροατές του το «ζητούμενο» βάθος νοημάτων της Γραφής, το οποίο αποσκοπεί στην ωφέλεια και τη σωτηρία των πιστών. Επομένως, εκείνο που απασχολεί τον θεοφόρο πατέρα είναι η ανάδυση «τοῦ κεκρυμμένου βάθους» της Γραφής, για το οποίο υπάρχει ανάγκη από τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, γιατί μ αυτόν τον τρόπο γράφτηκαν και οι Γραφές, με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, η οποία προϋποθέτει ευλάβεια και άσκηση 105. Έτσι, δεν αποτελεί υπερβολή να λεχθεί ότι 101 «κατακολουθήσωμεν δε τῷ σκοπῷ τῆς θείας Γραφῆς ἑαυτήν ἑρμηνευούσης», Εἰς τήν Γένεσιν, Ὁμ. 13, 2, PG 53, 107, ΕΠΕ 2, 332. 102 Στ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία, τ. Β, αε., Αθήνα 1990, σ. 568. 103 Ο Χρυσόστομος ακολουθεί την ιστορικογραμματική προσέγγιση του διδασκάλου του, Διοδώρου Ταρσέως, χωρίς προσκόλληση στο γράμμα των κειμένων της Βίβλου. Βλ. Ιω. Φειδά, Εκκλησιαστική ιστορία, ό.π., σ. 546. Πρβλ. Π. Ανδριοπούλου, «Το κείμενο της Καινής Διαθήκης ως ερμηνευτική αρχή στο εξηγητικό έργο Ιωάννου του Χρυσοστόμου» στο: Θεολογία, τχ. 60, 1989, σσ. 625-634. 104 Βλ. Ιερεμίας (μητρ. Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως), «Ο ιερός Χρυσόστομος ως ερμηνευτής» στο: Χρυσοστομικό Συμπόσιο, ό.π., σσ. 107-122. Πρβλ. Στ. Σάκκου, «Ο Ιερός Χρυσόστομος ως ερμηνευτής» στο: Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης, Πρακτικά ΙΣΤ Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα «Ο Ιερός Χρυσόστομος», Θεσσαλονίκη 1996, σσ. 263-309. Πρβλ. Κ. Μπελέζου, Χρυσόστομος και σύγχρονη Βιβλική έρευνα. Η χρονολογική ταξινόμηση των επιστολών του Αποστόλου Παύλου, εκδ. Διήγηση, Αθήνα 1998, σσ. 67-102. 105 «Πολλῆς ἡμίν, ἀγαπητοί, δεῖ τῆς μερίμνης, πολλῆς τῆς ἀγρυπνίας, ὥστε δυνηθῆναι τό βάθος κατοπτεῦσαι τῶν θείων Γραφῶν», Εἰς Ἰωάννην εὐαγγελιστήν, 21, 1, PG 59, 127, ΕΠΕ 13, 28. Πρβλ. Στ. Παπαδοπούλου, «Ερμηνευτής του κεκρυμμένου βάθους της Γραφής και ιεροκήρυκας» στο: Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τ. Β, σσ. 95-100. [26]

ολόκληρη η ζωή του υπήρξε μια συνεχής αναστροφή με τον ανεξάντλητο πλούτο της Γραφής και θεοκίνητη ενασχόληση μαζί της. Με ιδιαίτερη ευστοχία, χαρακτηρίστηκε ως ο «κατ εξοχήν θεολόγος του καθημερινού βίου του πιστού» 106 θεολογώντας για τα πιο απλά και καθημερινά. Συνάμα, χωρίς να διστάζει, παίρνει θέση έναντι της ευρείας έκλυσης των ηθών και κοινωνικών αδικιών της εποχής του, προσπαθώντας να συντελέσει στην αναμόρφωση της κοινωνίας και την οικοδόμησή της στο Ευαγγέλιο. Η έντονη πνευματική ανησυχία, η ηθική κατάπτωση του Χριστιανικού κόσμου και ταυτόχρονα οι αναγεννητικές τάσεις στους κόλπους της Εκκλησίας και η ανάπτυξη του μοναχικού ιδεώδους απηχούν εσώτερες κοινωνικές και πολιτισμικές αλλαγές της εποχής εκείνης 107. Στο πλαίσιο αυτών των κοινωνικών δεδομένων στρέφεται και ο ιερός Χρυσόστομος και με την ποιμαντική του οξύνοια δεν παραλείπει να διατυπώσει υπέροχες και ρηξικέλευθες απόψεις για τον γάμο και την παρθενία. Τα δύο αυτά θέματα συμπλέκονται μεταξύ τους, καθώς άλλοτε εξετάζονται εν συγκρίσει 108, άλλες φορές ευκαιριακά, κατά την ερμηνεία σχετικών χωρίων της Κ.Δ. 109 και κάποιες στιγμές ακόμη πιο ειδικά, ερμηνεύοντας συγκεκριμένα αγιογραφικά χωρία 110. 1.2.2 Ο Χρυσόστομος στα ίχνη του Αποστόλου Παύλου Όσον αφορά στις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, οι μισές σχεδόν ερμηνευτικές ομιλίες του χρυσολόγου πατέρα αποτελούν σχολιασμό τους, γεγονός που φανερώνει παράλληλα τον θαυμασμό και την αγάπη του για το 106 Σ. Παπαδοπούλου, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τόμ. Β, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1999, σ. 267. 107 Σ. Παπαδοπούλου, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τόμ. Α, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1999, σσ. 9-20. 108 Στο έργο του Περί παρθενίας εξετάζει το θέμα του αντιδιαστέλλοντάς το με τον γάμο, χωρίς να τον μειώνει, διότι, καθώς τονίζει, όποιος επαινεί τον γάμο, εξαίρει το «θαυμαστόν» και την λαμπρότητα της παρθενίας. PG 48, 540, EΠΕ 29, 471. 109 Ἐπιστολή πρός Ἐφεσίους, 20, PG 62, 135-149, ΕΠΕ 21, 192-244. 110 Με βάση το Α Κορ. 7, ο Χρυσόστομος εξετάζει τα σχετικά με το γάμο ζητήματα εξειδικεύοντας σε κάποιες ομιλίες αποστολικά ρητά, όπως «Διὰ δὲ τὰς πορνείας ἕκαστος τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα ἐχέτω» (PG 51, 217-218, ΕΠΕ 27, 92-122) και «Γυνὴ δέδεται νόμῳ» (PG 51, 217-226, ΕΠΕ 27, 126-150). [27]