KIM MIA ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ. Νάντια Πούλου-Μπλέκερ



Σχετικά έγγραφα
Φάλουν Ντάφα ιαλέξεις πάνω στον Νόµο του Φο ιαλέξεις στις Ηνωµένες Πολιτείες

Πού βρίσκεται ο Τάφος του Αλεξάνδρου; Μυαλό χρειάζεται για ν' αποκαλυφθεί. και όχι φτυάρια.

Απώλεια και μετασχηματισμοί της τραυματικής εμπειρίας. Παντελής Παπαδόπουλος

Να µαστε λοιπόν µε καφέ και τσιγάρα στης φίλης µου της Ρίτας,

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού Α Περίοδος

Α. KEIMENO Γιώργος Ιωάννου, Το Γάλα (απόσπασµα)

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΧΑΡ. ΤΡΙΚΟΥΠΗ ΑΘΗΝΑ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ TΗΛ. (210) FAX: (210) pressoffice1@pasok.

Το σημερινό κραχ... η τελευταία ευκαιρία της ανθρωπότητας

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών ηµοτικού

Το πόνημα μου αυτό γράφτηκε σε στιγμές αγανάκτησης γι αυτά που συμβαίνουν στον τόπο μας.

Απλές λύσεις για άµεση έξοδο από την κρίση. Μέσα σε λίγες ηµέρες µπορεί να σωθεί η Ελλάδα. Αρκεί να ξυπνήσουν οι Έλληνες και να δουν τι συµβαίνει.

τευχοσ 2 ΕΚΕΜΒΡΗΣ 2010 ! ΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΩΡΕΑΝ µυστικά κουτιά της Σύγχρονης Εποχής

Η Ιστορία του Αγγελιοφόρου Όπως αποκαλύφθηκε στον Μάρσαλ Βιάν Σάμμερς στης 23 Μάιου 2011 στο Μπόλντερ, Κολοράντο, ΗΠΑ

ΣΑΗΕΝΤΟΛΟΓΙΑ. ηµιουργώντας έναν καλύτερο κόσµο

Το σύμπαν μέσα στο οποίο αναδύεστε

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

Ç ÅÊÄÉÊÇÓÇ ÔÏÕ ÓÅÚ Ç 9 ÊÅÖÁËÁÉÏ 1

-*- SPORΤDAY. 2 3 ο Η επόµενη µέρα της ΑΕΚ και του Ντέµη

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΛΑΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΣΜΟ

ΝΗΣΤΕΙΕΣ. Οι νηστείες, όπως αρχίζουν από την αρχή σχεδόν του χρόνου, είναι οι εξής: 1η: Από την ηµέρα των Χριστουγέννων µέχρι τις 4 Ιανουαρίου

Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα. Ντουέντε

ΘΥΜΙΟΥ ΑΓΓΕΛΙΔΗ-ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗ ΕΛΠΙΝΙΚΗ

Το Ταξίδι Απελευθέρωσης

Κώστας Λεµονίδης Σταθµός 2ος

Το Κάλεσμα του Αγγελιοφόρου

Εισαγωγή: ακαδηµαϊκά αδικήµατα και κυρώσεις

Η ΨΥΧΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ( 1 )

Η ιστορία της Εκκλησίας ενδιαφέρει όχι μόνο τα μέλη της αλλά και κάθε άνθρωπο που επιθυμεί να γνωρίσει τα διάφορα πνευματικά ρεύματα που διαμόρφωσαν

ΠΛΑΤΩΝΑΣ. 427 π.χ π.χ.

Αντωνία Αθανασοπούλου

Τα 10 µαργαριτάρια για ένα φιλικό σπίτι

ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2005 ΜΑΘΗΜΑ : ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

*Ο ΠΑΠΠΟΥΣ ΡΟ ΑΛΟΣ ΚΑΙ Η ΜΑΓΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΗ

ΒΙΒΛΙΟ ΕΝ ΕΚΑΤΟ. Προετοιµασίες Πολέµου

ΕΤΗΣΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΣΕΒ 13/05/2013. ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΤΟΥ ΣΕΒ κ. ΗΜΗΤΡΗ ΑΣΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ ΕΚ ΗΛΩΣΗ

Η ΦΙΛΙΑ..!!! Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

O ΙΕΡΟΚΛΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΑΡΧΙΚΟ ΣΩΜΑ ΣΤΟΝ ΣΤΡΑΤΕΙΟ ΧΩΡΟ

Μια νέα φωτεινή σελίδα της ιστορίας μας

Κατερίνα Παναγοπούλου: Δημιουργώντας κοινωνικό κεφάλαιο την εποχή της κρίσης

ΣΑΗΕΝΤΟΛΟΓΙΑ. ηµιουργώντας έναν καλύτερο κόσµο


Εργαστήριο Λόγου και Πολιτισµού του Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας

Γεράσιμος Μηνάς. Εγώ κι εσύ

Ομιλία του Υφυπουργού Ανάπτυξης κου Θανάση Σκορδά στο CapitalVision 2012

Λόγος Επίκαιρος. Αυτοί που είπαν την αλήθεια, τι κατάλαβαν από τη ζωή; ΛΕΝΕ!!! Και αυτοί που δεν την είπαν, τι κατάλαβαν από τη ζωή; ΛΕΜΕ!!!

«Η Σ Κ Ο Ν Η Τ Ο Υ Ρ Ο Μ Ο Υ»

Ερώτηση 1. Ποια είναι η μόνη παρηγοριά σου, στη ζωή και στο θάνατο;

ΘΕΜΑ: Η κοινωνικοποίηση του παιδιού στα πλαίσια του ολοήµερου σχολείου και της οικογένειας.

Ο «ΕΚΑΛΟΓΟΣ» ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ 28 ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΛΗΘΩΝ ΓΕΜΙΣΤΟΣ. Ύµνοι στους θεούς

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

Οι 21 όροι του Λένιν

ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗΣ ΚΑΙ Η ΡΗΞΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΙΣΤΟΥ, ΩΡΙΚΟΣ, 1999

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΔΗΜΟΣ ΓΑΖΙΟΥ

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

Περίοδος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής Ο Ιησούς περπατά στους δρόμους μας, έρχεται στα σπίτια μας για να μας προσφέρει την πίστη

Η ΑΝΑΡΧΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑ Α

ΠΛΑΤΩΝΟΣ «ΠΟΛΙΤΕΙΑ» ΕΒΔΟΜΟ ΒΙΒΛΙΟ. ( «Ο Μύθος του Σπηλαίου» )

Π A Γ KOΣ MIA HMEPA Π OIHΣ H Σ. Ο YΣΣEAΣ EΛYTHΣ ( ) Nοµπελ Λογοτεχνιασ 1979

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ: ΘΕΜΑ: Ενηµερωτικό σηµείωµα για το πρόβληµα της παράνοµης υλοτοµίας και ειδικά αυτό της καυσοξύλευσης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΝΕΕΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΕΣ 39. Οι αιρέσεις του 20ού αιώνα. Μια απειλή και μια πρόκληση

Ευρετήριο πινάκων. Ασκήσεις και υπομνήματα

Μη ανταγωνιστικές δραστηριότητες και παιχνίδια (υλικό)

Διδάγματα από την Επανάσταση του Αξίες για μια Δημιουργική Κύπρο

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΣΙΛΕΡ. ποιήματα

ΜΝΗΣΙΚΑΚΙΑ Μεγάλο κακό η µνησικακία. Είναι µεγαλύτερο κι από την πορνεία. Πόσο µεγάλη η αρετή της συγχωρητικότητας!

Στις κόρες µου Χριστίνα και Θάλεια

κοντά του, κι εκείνη με πόδια που έτρεμαν από το τρακ και την καρδιά της να φτερουγίζει μες στο στήθος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα.

Παραμονή Παγκόσμιας Ημέρας Αντικαταναλωτισμού*, 28 Νοεμβρίου 2008

Ασκήσεις ΙΙΙ Brno

Ο Στρατηγικός Ρόλος της Αστυνοµίας στις Σύγχρονες Απαιτήσεις της Ελληνικής Κοινωνίας

Αναπαραστάσεις των φύλων στα παιδικά αναγνώσµατα του νηπιαγωγείου και του δηµοτικού σχολείου

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟΥ ΥΠ.ΓΕΩΡΓΙΑΣ

Ο Λέξους Μανταλέξους

ΤΟ ΦΩΣ ΤΩΝ ΠΛΑΝΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ 11. Πριν...

Συµπεράσµατα από την ανάλυση συχνοτήτων στη Γεωµετρία Α Λυκείου. Για το 1 ο θέµα που αφορά τη θεωρία:

ΓΙΑ ΝΑ ΠΝΙΞΕΙΣ ΤΟ ΦΙΔΙ ΔΕΝ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΤΣΑΚΙΣΕΙΣ ΤΑ (ΧΡΥΣΑ) ΑΥΓΑ ΤΟΥ

Ερευνητές συµµετέχοντες στη συνέντευξη: Θεοδοσοπούλου Ειρήνη, Φραγκούλης Εµµανουήλ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 20 ΜΑΪΟΥ 2011 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Διδαγμένο κείμενο

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ 13 ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Το ολοκαύτωμα της Κάσου

Σαιξπηρικά µοτίβα. Στάθης Λιβαθηνός, σκηνοθέτης, Εθνικό Θέατρο

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 15/10/2005. Η Αλκη Ζέη για την ιδώ Σωτηρίου: Η θεία µου η ιδώ αγαπηµένη των Τούρκων

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΑ ΚΑΥΣΙΜΑ. του κ.θανάση Κουτίνα, χηµικού, καθηγητή Πανεπιστηµίου Πατρών

ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΡΟΓΓΥΛΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΝΕΕΣ ΕΙ ΙΚΟΤΗΤΕΣ

ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Β ΚΥΚΛΟΥ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΤΕΕ 2002 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΝ ΡΕΟΥ. ΣΤΗΝ 11η ΣΥΝΟ Ο ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 30 ΑΠΡΙΛΙΟΥ

Θερινά ΔΕΝ 2011 "ακολουθώντας τη ροή" - η ματιά μου

ΤΡΥΦΩΝΑΣ ΤΥΠΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Διήγημα με τίτλο: «Πορτραίτα τριών γυναικών, μιας γαρδένιας κι ενός ερωτευμένου σκύλου»

περισσότερο από το γεγονός του ότι αυτό δεν ήταν τότε ένα ζήτηµα έγκρισης του ίδιου του κοινοβουλευτισµού αλλά κριτικής στην αστική εξουσία.

Φλωρεντία, 10 Δεκεμβρίου 1513 Προς τον: ΦΡΑΓΚΙΣΚΟ ΒΕΤΤΟΡΙ, Πρέσβη της Φλωρεντίας στην Αγία Παπική Έδρα, Ρώμη. Εξοχώτατε Πρέσβη,

Νησί που κανείς σεισμός δε θα σε καταπιεί μακρύ σαν πέτρινη μαγνητική βελόνη να δείχνεις το βοριά και το νότο της πορείας μας της ιστορίας του χρόνου

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ «ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΚΝΩΣΟ» - ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

και, όταν σκοτείνιασε, στο φως του φάρου. Η παγωνιά ήταν άλλος ένας λόγος που ο Μάγκνους δεν ήθελε να κουνηθεί. Στην κρεβατοκάμαρα το παράθυρο θα

Εκείνα τα χαράματα που σημάδεψαν την αρχή του τέλους

Λες, δεν διαφέρεις. Δεν είναι ομαδική παράκρουση, ο πόνος. Σκυμμένοι άνθρωποι, στα στασίδια.

Διαθεματική προσέγγιση στον Καβάφη μια απόπειρα διδακτικής προσέγγισης

Transcript:

MIA ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR Χριστούγεννα 2010

Whenever I want you, all I have to do is dream (Everly Brothers) Η Κιµ επισκέπτεται συχνά το Ζίλενµπος. Όταν διασχίζει το γεφυράκι πάνω από το κανάλι, τα πουλιά την ξεπροβοδίζουν κρώζοντας δυνατά. Περνάει πρώτα από την µεγάλη εκκλησία κι ανάβει τα κεράκια που έσβησε το αδέσποτο αεράκι. Κοντοστέκεται στους χορταριασµένους τάφους των επισκόπων και των αρχόντων κι ύστερα στρίβει πίσω από την εκκλησία, σ ένα µικρό σοκάκι, όπου είναι κρυµµένη η παµπ του Χενκ. Την παµπ του Χενκ δεν µπορείς να τη βρεις αν δεν ξέρεις ακριβώς πού είναι. Ακόµα κι οι πιο επιµελείς από τους τουρίστες που κάνουν το γύρο τού ναού θαυµάζοντας τις αρχιτεκτονικές καινοτοµίες για τις οποίες ήταν ξακουστός στην εποχή του, δε βλέπουν κανένα λόγο να µπουν στο στενοσόκακο από πίσω. Αλλά και να µπορούσαν να παρακάµψουν την εγγενή αδιαφορία τους προς κάθε τι µη ορισθέν ως αξιοθέατο και να έµπαιναν στο δροµάκι που µοιάζει µε όλα τ άλλα, θα δυσκολευόντουσαν να καταλάβουν ότι λίγο πιο πέρα, πίσω από την παλιωµένη σφαλιστή πόρτα και τα θολωµένα παράθυρα, λειτουργεί µια παµπ. Η µόνη πινακίδα που υπάρχει στο συγκεκριµένο κτίριο είναι ένα µικρό πλακάκι µε πάνω του γραµµένο µε καλλιγραφικά γράµµατα στο µπλε του Ντελφτ: «οικία Χενκ Βαλόι». Κι όντως, έτσι είναι: ο Χενκ µένει εκεί, µε τη γυναίκα του, στον πάνω όροφο. Όµως το σαλόνι τού κάτω ορόφου έχει από δεκαετίες µετατραπεί σε παµπ. «Μόνο έτσι µπορούσα να µετρήσω πόσους όρθιους ανθρώπους χωράει το σαλόνι µου» συνήθιζε να λέει χαριτολογώντας ο Χενκ. Το µεσηµέρι, στο µαγαζί του Χενκ, βρίσκεις µόνο την αφεντιά του να ψήνει πίσω από τη µπάρα τον µεσηµεριανό καφέ φορώντας ακόµα τις πιτζάµες κι ύστερα ν ανεβάζει µια κούπα και στην κυρία Βαλόι, η οποία µετά την τελευταία εγχείρηση ανέπτυξε µια παράταιρη αγάπη για το κρεβάτι της, στο οποίο περνάει πια το µεγαλύτερο µέρος του χρόνου της. Αν όµως τύχει και µπεις το βράδυ, ο χώρος είναι γεµάτος από ένα σταθερό υποσύνολο των κατοίκων του χωριού: εκείνοι που χρόνια τώρα δεν παραλείπουν να περάσουν σχεδόν καθηµερινά από εκεί. Σα να είναι το σπίτι τους. Γιατί όταν έξω βρέχει και βρέχει πολύ στο Ζίλενµπος- τα σπίτια προσφέρουν θαλπωρή, αλλά η καλά κρυµµένη παµπ προσφέρει κάτι ακόµα: την µετατροπή της αλκοόλης σε λέξεις και σκέψεις που καµιά δε µοιάζει µε την άλλη εκτός κι αν τις δεις στο τηλεσκόπιο της µη µέθης, οπότε κι όλες αρχίζουν να µοιάζουν επικίνδυνα µεταξύ τους. Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR 2

Βέβαια, σε ένα τέτοιο µέρος, δύσκολα θα συναντήσεις τους ευσεβείς χωριανούς οι οποίοι κάθε Κυριακή και εορτή συναντιούνται στην µεγάλη εκκλησία πιο πέρα, µη παραλείποντας για µια ακόµη φορά να ευχαριστήσουν τον καθολικό Θεό για το γεγονός ότι ο ναός επιβίωσε της προτεσταντικής λαίλαπας. Όχι, στην παµπ πηγαίνουν µόνο όσοι κοινωνούν καθηµερινά το αλκοόλ το επιούσιο, όσοι ξέρουν να εκτιµούν την µοναστηριακή βαρελίσια µπύρα την οποία πηγαίνει ο ιδιοκτήτης της αυτοπροσώπως και τη φέρνει από το γειτονικό Βέλγιο. «Αν δεν ήταν αυτή η καταραµένη η µπύρα δε θα πήγαινα ποτέ στο εξωτερικό» έχει πει πολλές φορές ο Χενκ, µη δίνοντας σηµασία στο γεγονός ότι στη συγκεκριµένη περίπτωση το ταξίδι στο «εξωτερικό» είναι τρία τέταρτα σ έναν αγροτικό δρόµο και θα ήταν ακόµα λιγότερο αν δεν αρνιόταν πεισµατικά ν αλλάξει την σακαράκα του. Η απόσταση ήταν σαφώς µικρότερη της απόστασης από το Άµστερνταµ, άλλη µια πόλη στην οποία δεν είχε πάει. Κι όταν κάποιος τον ρωτούσε γιατί δεν ήθελε να πάει στο εξωτερικό, απαντούσε: «γιατί, µήπως έχει καταδεχτεί ποτέ το εξωτερικό να έρθει σε µένα;» κι ύστερα γελούσε κι αυτός και γελούσαν πάντα κι οι θαµώνες οι οποίοι δε φαίνονταν να βαριούνται ποτέ το συγκεκριµένο αστείο. Εκείνος που σπάνια γελούσε µε τα αστεία του Χενκ ήταν ο γερο- Φάµπιαν, επώνυµο Φαν Τριστ. Κι αυτό γιατί µε τα χρόνια δεν άκουγε πια και τόσο καλά ίσως αυτός να ήταν κι ένας λόγος που είχε αντικαταστήσει τη συµµετοχή στις οµαδικές ριπές γέλιου µε ένα µόνιµο αδιατάρακτο χαµόγελο το οποίο δε φαινόταν να τροφοδοτείται αλλά ούτε και να πτοείται από εξωτερικούς παράγοντες. Όσο τον θυµόταν ο Χενκ το γερο-φάµπιαν, ήταν χήρος. Η κυρά του είχε πεθάνει πριν από πολλά χρόνια, θύµα µιας σπάνιας ασθένειας στο πρώτο στάδιο της οποίας ξεχνάς τα ονόµατα των γεωγραφικών τόπων στους οποίους δεν έχεις πάει και στο τελευταίο το µόνο που θυµάσαι είναι οι κουβέντες που σου έλεγε η µάνα σου όταν ήσουν νεογέννητο. Αφότου τους άφησε χρόνους κι ενώ τα παιδιά του είχαν ήδη ξεκινήσει την ενήλικη ζωή τους στο εξωτερικό (Άµστερνταµ ή Βέλγιο, είχε σηµασία;) ο γέρος είχε γίνει κάτι σαν τρόφιµος της παµπ. Πήγαινε εκεί από τους πρώτους, πολλές φορές πριν καλά-καλά ο Χενκ βγάλει την πιτζάµα του και την αντικαταστήσει µε τα τριµµένα τζιν και πουκάµισα της δουλειάς. Και καθόταν. «Τσιµπήσατε κάτι για µεσηµεριανό κύριε Φαν Τριστ;» «Ναι, πήρα µια παστή ρέγκα από το κιόσκι στην αγορά. Ξέρεις, φέτος δεν είναι τόσο καλή η ρέγκα όσο πέρυσι. Γενικά, τα τελευταία χρόνια χαλάει η ποιότητα.» Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR 3

«Μόνο µια ρέγκα; Θέλετε µήπως να σας φτιάξω ένα ψωµάκι µε αυγό και τυρί;» «Να σαι καλά Χενκ, αλλά δε θα πάρω. Στην ηλικία µου αυτό είναι αρκετό για το µεσηµέρι. Μόνο αν θες, παρακάλεσε τη γυναίκα σου να µου κρατήσει ένα µπολ σούπα απόψε. Αν φτιάξει σούπα.» Κάπως έτσι ήταν οι απογευµατινές συζητήσεις µε τον κύριο Φαν Τριστ. Άλλοτε για τον καιρό, άλλοτε για το φαγητό, άλλοτε για το θέµα της µέρας σύµφωνα µε τις εφηµερίδες τις αραδιασµένες στο µεγάλο τραπέζι, όπως «η βασίλισσα στραµπούληξε τον αστράγαλό της κατά την επίσκεψη στις Φιλιπίννες», «η βία στις µεγαλουπόλεις αυξήθηκε κατά 13% σε σχέση µε πέρυσι», «ο ιµάµης και ο εφηµέριος του Ρότερνταµ τσακώθηκαν µπροστά στις κάµερες για το θέµα των γυναικών ιερέων». Όχι ότι σ αυτές τις συζητήσεις ο γερο-φάµπιαν είχε πολλά να πει. Άφηνε το Χενκ κι ενίοτε κάποιον άλλο θαµώνα που είχε έρθει νωρίς να συζητάνε, κι αυτός κουνούσε το κεφάλι όποτε συµφωνούσε µε κάτι από τα λεχθέντα. Κι αν πολλοί θα αµφέβαλαν ότι µπορούσε ν ακούσει τα πάντα από τις συζητήσεις, ο κύριος Φαν Τριστ άκουγε πάντα πρώτος απ όλους τις σιωπές κι αναλάµβανε συχνά να τις γεµίσει µε εκείνη ακριβώς τη φράση που θα έκανε τους παρευρισκοµένους να συνεχίσουν την κουβέντα. Κι ύστερα αποσυρόταν ξανά στη σιωπή της γωνίτσας του, πίνοντας το απογευµατινό του τσάι και πότε- πότε κουνώντας το κεφάλι του σε δείγµα κατάφασης σε κάτι που αντιλαµβανόταν στην ατµόσφαιρα, µια κουβέντα ή κάτι άλλο που κανείς δεν έµπαινε στον κόπο να ψάξει τι ακριβώς είναι. Κι έτσι περνούσε η ώρα και µετά το τσάι ο Χενκ τού σέρβιρε µια µπύρα και ο κύριος Φαν Τριστ την έπινε αργά, ξεχνώντας πότε-πότε να σκουπίσει τον αφρό που του λέρωνε τα χείλη. Ένα τσαγάκι, δυο τρεις µπύρες και λίγο φαγητό από την κυρία Βαλόι: σίγουρα ένας µικρός λογαριασµός για κάποιον που καθόταν στο µαγαζί από τότε που άνοιγε µέχρι τότε που έκλεινε. Αλλά κανείς δεν απόπαιρνε τον κύριο Φαν Τριστ και σίγουρα όχι ο Χενκ. Μέχρι κι η γυναίκα του κατέβαινε κάποιες φορές αυτοπροσώπως για να φέρει το φαΐ στον πιο φανατικό πελάτη τους. Ο Χενκ έγραφε όλα τα χρωστούµενα σ ένα µπλοκάκι κι έπαιρνε το µερτικό του µια φορά το µήνα, πάντα µε έκπτωση, πάντα στρογγυλοποιηµένο προς τα κάτω. Στην αρχή ο κύριος Φαν Τριστ επέµενε να πάρει ο Χενκ την κάρτα από την τράπεζά του µαζί µ ένα χαρτί πάνω στο οποίο είχε γράψει τον κωδικό, και να πάει να πάρει στο µηχάνηµα όσα του αναλογούσαν. Όµως ο Χενκ δεν το έκανε. Ήξερε ότι στο χωριό λεγόντουσαν πολλά για όλους και όχι πάντα τα καλύτερα. Για παράδειγµα ότι κάνει αυτά που κάνει για να πάρει µερτικό στην κληρονοµιά του κυρίου Φαν Τριστ, µια και τα παιδιά του τον είχαν Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR 4

ξεχασµένο και ζήτηµα να πήγαιναν µια φορά το χρόνο να τον επισκεφτούν. Φαντάσου να πήγαινε µε την κάρτα τού γέρου στην τράπεζα... τι κουρνιαχτός θα σηκωνόταν. Το χωριό ήταν πολύ µικρό και γι αυτό τα πιο εµφανή πράγµατα µεγεθυνόντουσαν παράταιρα, τη στιγµή που οι λιγότερο ορατές πλευρές τής πραγµατικότητας, µαράζωναν από την έλλειψη προσοχής και ερµηνείας. Η λύση βρέθηκε τελικά. Ο Χενκ έκοβε κάθε µήνα ένα λογαριασµό µε το συνολικό ποσό στο όνοµα ενός γείτονα ο οποίος είχε επωµιστεί το µηνιαίο κουβάληµα του κυρίου Φαν Τριστ στην τράπεζα για να εισπράξει τη σύνταξή του. Ο γείτονας φρόντιζε να καταλήγουν τα χρήµατα στον Χενκ, κρατώντας για τον κόπο του δυο γκίλντες, µια κίνηση η οποία σε Ολλανδικό έδαφος δε θα πρέπει να ερµηνευτεί σαν ιδιοτέλεια, αλλά σα µια φυσική ροή των πραγµάτων. Όπως φυσική ροή των πραγµάτων ήταν και το να κάθεται ο κύριος Φαν Τριστ πάντα στην ίδια καρέκλα της παµπ, µε την πλάτη στον τοίχο και καλή θέα σε όλο το χώρο, λίγο µακρύτερα από τη θέρµανση, για να µη ζεσταίνεται πολύ. Όταν τέλειωνε το φαΐ του έπινε την τελευταία µπύρα τής ηµέρας, γέρνοντας ανάµεσα στις γουλιές το κεφάλι του προς τα πίσω. Κι όταν το ποτήρι άδειαζε, σιγά-σιγά ερχόταν και ο ύπνος. Τον είχαν µάθει όλοι κι ήξεραν ότι λίγο η κουφαµάρα του, λίγο τα γεράµατα, πια δεν τον ένοιαζε αν γινόταν χαµός, αυτός θα έπαιρνε τον υπνάκο του, κάποιες φορές παραµιλώντας, κάνοντας νεύµατα µε το κεφάλι ή τα χέρια του. Κάθε θαµώνας, όσο πιωµένος κι αν ήταν, είχε αναλάβει από ένα µερίδιο ευθύνης για να τον προσέχει µη τυχόν και πέσει από την καρέκλα του. Πολλές φορές όταν ο γέροντας έκανε κάποια χειρονοµία έβλεπες κάποιον να πηγαίνει προς το µέρος του, έτοιµος να τον πιάσει. Ο γέροντας κοιµόταν και πάλευε µε τα όνειρά του κάθε µέρα, µέχρι τη στιγµή που θα έκλεινε η παµπ. Τότε ο Χενκ θα τον ξυπνούσε ευγενικά και θα επέµενε να τον πάει µε το αυτοκίνητο στο σπίτι του, πράγµα το οποίο και έκανε - µια ακόµα αντιεµπορική αγγαρεία, για την οποία όµως δεν παραπονιόταν. Ο κύριος Φαν Τριστ είχε γίνει µέρος του σκηνικού αλλά και τον διαδικασιών που έπρεπε να είχε στο νου του το ζεύγος Βαλόι πριν κλείσει το µαγαζί. Ελάχιστες ήταν οι φορές που ο γέρος είχε φύγει µόνος του. Όσο περνούσε ο καιρός, παραδιδόταν στον ύπνο του όλο και περισσότερη ώρα. Κανείς δεν τον ενοχλούσε, κανείς δεν τον απόπαιρνε, αν κι εδώ κάποιες φορές το προφανές αµφισβητήθηκε: «εν ξέρω αν κοιµάται πάντα και συνέχεια» είχε ψιθυρίσει ο Χενκ στην οµήγυρη. «Ένα απόγευµα που ήρθε για το τσαγάκι του, µου έπιασε κουβέντα για µια από τις συζητήσεις που κάναµε χτες το βράδυ, όταν όλοι νοµίζαµε ότι κοιµόταν. Τα είχε ακούσει όλα µε το νι και µε το σίγµα. Φαίνεται ότι όταν γεράσει Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR 5

κάποιος δεν κοιµάται ακριβώς, απλά κλείνει τα µάτια του και σιγά-σιγά µαθαίνει να βλέπει µε αυτά κλειστά, µια τέχνη που αργά ή γρήγορα θα του φανεί χρήσιµη.» *** Η Κιµ επισκέπτεται συχνά την παµπ του Χενκ στο Ζίλενµπος. Μόλις τη βλέπει ο κύριος Φαν Τριστ χαµογελάει και της λέει να έρθει να κάτσει δίπλα του. Κι αυτή το κάνει. Κάθεται δίπλα στο γέρο, του πιάνει το χέρι κι αρχίζουν να µιλάνε. Για την εποχή λίγο πριν τον πόλεµο, για την ηµέρα που οι γονείς της Κιµ µετακόµισαν µαζί της στο σπίτι απέναντι από το πατρικό του κυρίου Φαν Τριστ, τότε που όλοι τον φώναζαν απλά «Φάµπιαν». Για την πρώτη φορά που είδε ο ένας τον άλλο. Για τα πρώτα τους παιχνίδια µε νοήµατα, καθισµένοι πίσω από τα τζάµια των σπιτιών τους, τα οποία τα χώριζε όχι µόνο ο δρόµος αλλά και η άρνηση των γονιών τους να δεχτούν να ανταλλάξουν κάτι παραπάνω από µια ξερή «καληµέρα» µε έναν καθολικό ή έναν Εβραίο αντίστοιχα. Κι όµως, τα παιδιά βρήκαν το δρόµο το ένα προς το άλλο στην αυλή του σχολείου, στα παιχνίδια ανάµεσα στο µπουλούκι των παιδιών της ηλικίας τους. Σιγά-σιγά ο Φάµπιαν κι η γειτόνισσά του ανακάλυψαν και τα µέρη όπου µπορούσαν να κάθονται µόνοι τους, µακριά από τα εξεταστικά βλέµµατα των χωρικών. Και τότε έπιανε ο ένας το χέρι του άλλου, όπως και τώρα, στην παµπ του Χενκ. Και τότε µιλούσαν µε τις ώρες, για το τι θα κάνουν όταν µεγαλώσουν, για το ότι θα φύγουν από το Ζίλενµπος, να πάνε στην κοντινή µεγάλη πόλη όπου είχαν ακούσει ότι δεν είχε σηµασία σε ποια εκκλησία πας κι ανάβεις το κερί σου, ότι ήταν αρκετά µεγάλη ώστε να µπορείς να πιάσεις το χέρι τού άλλου στο δρόµο χωρίς να φοβάσαι. Μιλούσαν µε τις ώρες, αλλά ερχόντουσαν και στιγµές που σιωπούσαν, αγκαλιά ο ένας µε τον άλλο, κι η αγκαλιά τους ήταν σα µια ησυχία που όσο περνούσε η ώρα µεγάλωνε τόσο πολύ, ώστε κι οι δυο τους να µπορούν ν ακούσουν πλέον πεντακάθαρα τον ήχο της πάχνης να πέφτει πάνω στο χορτάρι. Έτσι πέρασαν µαζί µια εποχή εξερευνήσεων του Ζίλενµπος κι ανακάλυψαν όλα τα σηµεία όπου δεν µπορούσε να σε δει το µάτι κανενός θεού. Μια µέρα όπου η βροχή είχε πάρει να δυναµώνει τόσο που έβρισκε τα κεφάλια τους περνώντας ανάµεσα από τα πλατιά φύλα του δέντρου στη ρίζα του οποίου είχαν αναζητήσει καταφύγιο, ο νεαρός Φάµπιαν ανασκάλεψε λίγο το υγρό χώµα, έκοψε µια ανεµώνη του δάσους και την έδωσε στην Κιµ. Όπως την µύριζε η Κιµ, ένα κόκκινο χρώµα έβαψε τα µάγουλά της κι ο Φάµπιαν διαπίστωσε για πρώτη φορά ότι το άσπρο χρώµα στο δέρµα της Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR 6

Κιµ ήταν πιο διάφανο κι από τα πέταλα του λουλουδιού, τόσο διάφανο, που µπορούσες να δεις απέναντι, κάπου µακριά, εκεί που τα τοπία δεν είχαν δέντρα και σπίτια, αλλά αποχρώσεις της λύπης από τα απογεύµατα, όταν όλα στο σπίτι µοιάζουν άυλα και µένουν µόνο οι σκιές να συγκρατούν τα αντικείµενα στη θέση τους. Μέχρι που ήρθε ένας καιρός και η λύπη άρχισε να ξεφεύγει από τα µάγουλα της Κιµ. Ο Φάµπιαν την έβλεπε όλο και συχνότερα µπροστά του, σε µέρη που δεν τα περίµενε: στο βλέµµα του κωδωνοκρούστη κάθε Κυριακή στην εκκλησία, στα δάχτυλα του παντοπώλη όταν τύλιγε την τελευταία κονσέρβα µε φασόλια που είχε µείνει στο ράφι, στο µόνιµο χαµήλωµα του κεφαλιού του γραµµατέα της κοινότητας ο οποίος λες κι είχε βαρέσει κάπου το κεφάλι του και σε µια κρίση αµνησίας είχε ξεχάσει πόσο χαρούµενος ήταν πριν πριν από τι; Τον πόλεµο; Ο Φάµπιαν νόµιζε πάντα ότι ο πόλεµος είναι στρατιώτες που πολεµούν στο µέτωπο, σαν τα στρατιωτάκια που είχε στο τσίγκινο κουτί για να παίζει. Αλλά είχε πια έρθει η εποχή όπου όλοι έλεγαν ότι έχει πόλεµο και κλεινόντουσαν στο σπίτι τους νωρίς για να τον αποφύγουν. Το µόνο που είχε αλλάξει ήταν η λύπη η απλωµένη πάνω σε όλα σαν το σεντόνι ενός φαντάσµατος, σαν κάτι πιο υγρό και µόνιµο από τα πρώτα χιόνια του χειµώνα. Μια µέρα, εκείνο που κάλυπτε τα πάντα πήρε τη µορφή της απουσίας. Ήταν η µέρα που ο Φάµπιαν πήγε στην τάξη κι είδε την άδεια καρέκλα στο θρανίο της Κιµ. Υπέθεσε ότι ήταν άρρωστη. Όταν γύρισε στο σπίτι του, στήθηκε στο παράθυρο και περίµενε να δει κάποια κίνηση στο σπίτι απέναντι. Η µάνα του ήρθε και τράβηξε µε δύναµη τις κουρτίνες. Ο Φάµπιαν τις ξανάνοιξε µε τέτοια δύναµη που παρατρίχα να ρίξει το κουρτινόξυλο. Κάθισε µε τις ώρες και κοιτούσε, αλλά το σπίτι απέναντι φαινόταν ξαφνικά τόσο έρηµο. Το σκοτάδι άρχισε να πέφτει αλλά κανένα φως δεν άναψε από µέσα. Ο άνεµος άρχισε να φυσάει αλλά καµία φλόγα δε φάνηκε να τρεµοπαίζει µέσα από τα παράθυρα. Υπέθεσε ότι η οικογένεια της Κιµ είχε φύγει για λίγο, για κάποια έκτακτη δουλειά. Πριν προλάβει να ρωτήσει τη µάνα του για τους γείτονες, ένας παγωµένος άνεµος φύσηξε µέσα στην ψυχή του κι όλα έγιναν σκοτάδι. Ξύπνησε στο κρεβάτι της σοφίτας τρέµοντας από τον πυρετό. Από το παραθυράκι παρατηρούσε ένα φύλλο της καστανιάς του κήπου, η οποία ξεπερνούσε σε ύψος ακόµα και το σπίτι τους. Παρότι έτοιµο να πέσει, το φύλλο πρόβαλε αξιοσηµείωτη αντίδραση στις φιλότιµες προσπάθειες του αέρα να το ρίξει. Η παρατήρηση του τρόπου που χόρευε, που πήγαινε µε την ροή του άνεµου για να κάνει την τελευταία στιγµή έναν ελιγµό που το γλίτωνε να πέσει στο έδαφος, ήταν για το Φάµπιαν ένας πρώτης τάξεως Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR 7

τρόπος για να αδειάσει το µυαλό του και να µη σκέφτεται. εν ήθελε να σκέφτεται, δε ήθελε να ανασαίνει, δεν ήθελε να υπάρχει. Και τα κατάφερε. Τον πήρε ένας βαθύς και άδειος ύπνος. Όταν ξύπνησε, το φύλλο δεν ήταν πια στη θέση του. Η Κιµ κι η οικογένειά της δεν ξαναγύρισαν και κανείς δεν ήξερε πού είχαν πάει. Ακούστηκαν κάποιες φήµες ότι έπρεπε να φύγουν γιατί τους κυνηγούσαν οι κατακτητές οι οποίες αλληλοαναιρέθηκαν µε τις φήµες ότι είχαν φύγει γιατί είχαν συνεργαστεί µε τους κατακτητές. Έπρεπε να περάσουν πολλά χρόνια, να τελειώσει ο πόλεµος, να πεθάνει ο πατέρας του, να παντρευτεί ο Φάµπιαν, να ανοίξει το δικό του σπιτικό µέχρι να έρθει η ώρα για να µάθει. Εκείνο τον χειµώνα, η µάνα του ήταν άρρωστη στο µοναστήρι όπου την είχαν σε µόνιµη περίθαλψη για µια ασθένεια από αυτές που θρέφονται από τις τελευταίες µέρες ενός ανθρώπου. Ο Φάµπιαν είχε πάει την καθιερωµένη επίσκεψη για να τη δει. «Συχώρα µε» είπε η µάνα του. «Σε συγχωρώ» της είπε, βλέποντας το θάνατο να έχει φύγει πια από το προσκεφάλι της και να χει ξαπλώσει δίπλα της. «εν καταλαβαίνεις» είπε µε δυσκολία. «Η Κιµ» Η γριά συσπαζόταν από τον πόνο. Ο Φαν Τριστ κράτησε το χέρι της κι έριξε ένα αυστηρό βλέµµα στο θάνατο. Όποιες βλέψεις κι αν είχε, η µάνα του έπρεπε να τελειώσει αυτή τη φράση. «Την Κιµ την πήραν εκείνη τη µέρα οι Ναζί. Και τους άλλους. Συχώρα µε.» Η µάνα άρχισε να τρέµει και τα λόγια της γινόντουσαν όλο και πιο ακατάληπτα. «Εγώ Εγώ τους κατέδωσα» είπε και τα χείλη της ξεκίνησαν να πουν ξανά «συχώρα µε» αλλά δεν πρόλαβαν. *** «Κύριε Φαν Τριστ, σήκω να σε πάω στο σπιτάκι σου. Έχει παγωνιά έξω κι αν περιµένουµε κι άλλο δε θα πηγαίνει πια το αυτοκίνητο.» Ήταν µια µέρα από εκείνες όπου όλα και όλοι αναγκάζονται να προσαρµόσουν το πρόγραµµά τους στις απαιτήσεις της θερµοκρασίας, σε µια προσπάθεια ν αποφύγουν τη συνειδητοποίηση ότι η παγωνιά δεν ήταν κάτι που τους περιέβαλλε, αλλά κουβαλούσαν το σπόρο της συνέχεια µέσα τους. Ο κύριος Φαν Τριστ δεν φάνηκε ν ακούει τις παραινέσεις του Χενκ και τούτη τη φορά δεν έφταιγε η ηλικία. Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR 8

Μόλις οι θαµώνες κατάλαβαν τι είχε συµβεί, έµειναν σιωπηλοί να κοιτάζουν µία ο ένας τον άλλο, µία τον κύριο Φαν Τριστ ακίνητο στην καρέκλα, σαν κέρινο οµοίωµα. Κι ύστερα άρχισαν όλοι µαζί να τραγουδάνε ένα παλιό Ολλανδικό τραγούδι για το θάνατο και το πιοτό, ενώ ο Χενκ είχε βγει έξω για να κανονίσει τις πρακτικές λεπτοµέρειες. «Ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή του», είπε κάποιος. «Θα πάει τουλάχιστον να βρει τη γυναίκα του τη συχωρεµένη». «Θα πάει να βρει την Κιµ να λες», απάντησε µε εµφανή συγκίνηση ο κύριος Σέλεν, ο οποίος µπορούσε να καυχηθεί ότι ήξερε τον κύριο Φαν Τριστ καλύτερα απ όλους. Έστω κι αν αυτό σήµαινε ότι τον ήξερε κι αυτός τόσο λίγο όσο επέτρεπε σ αυτήν τη γενιά ακόµα κι η πιο εγκάρδια φιλία. «Ποια;» ρώτησε ο ίδιος θαµώνας ο οποίος εµφανώς είχε γεννηθεί µετά τον πόλεµο. «Την Κιµ» ξανάπε ο Κύριος Σέλεν, «µια Εβραιοπούλα γειτόνισσά του. Την πήραν µια µέρα οι Ναζί µαζί µε την οικογένειά της. Είπαν πως κάποιος από το χωριό τούς είχε καταδώσει. Όποτε του µίλαγες για την Κιµ του µακαρίτη, από τη µια έλαµπε το πρόσωπό του και φαινόταν δέκα χρόνια νεότερος. Από την άλλη, τουλάχιστον µια φορά τον έχω πιάσει να δακρύζει κι όταν τον ρώτησα γιατί, κατάλαβα ότι ήτανε γι αυτήν. Να µε συγχωρέσει ο Θεός, αλλά ούτε για τη γυναίκα του δεν τον είδα να κλαίει, ενώ για την Κιµ Πριν από κάµποσα χρόνια είχαµε µάθει ότι τα ονόµατα της Κιµ και της οικογένειάς της βρέθηκαν στη λίστα µε τα θύµατα του Μπούχενβαλτ. Αλλά κανείς δεν τόλµησε να πει τίποτα στο γέροντα. Τι να πεις σε κάποιον που επέµενε µέχρι πριν λίγες µέρες ότι η Κιµ δεν πέθανε κι ότι µέχρι πρόσφατα συναντιόντουσαν τακτικά και τα λέγανε;» Ο Κύριος Σέλεν σήκωσε το ποτήρι µε την µπύρα του κοιτώντας προς το µέρος του γέρου. «Όνειρα γλυκά κύριε Φαν Τριστ, όνειρα γλυκά.» Νάντια Πούλου-Μπλέκερ TAAL.GR 9