K. Oatley & J. Jenkins, Συγκίνηση: Ερμηνείες και Κατανόηση (μεταφ. Μ. Σόλμαν, Μπ. Ντάβου) Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση, 2004, σελ. 41-59.



Σχετικά έγγραφα
ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ

ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Σεμινάριο με θέμα : Εθελοντισμός & Δικαιώματα Παιδιού

ΤΕΙ ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Περιεχόμενα !"#$%&%'(((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((( )!

Ε Έκδοση 1.0 / ΣΥΝΤΑΞΗ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ ΜΗΤΡΩΟΥ ΕΡΓΟΥ 01 ΓΕΝΙΚΑ 01 ΓΕΝΙΚΕΣ Ο ΗΓΙΕΣ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΥΠΟ ΟΜΗΣ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΓΡΑΜΜΗΣ

Ηλεκτρονική Υπηρεσία Υποβολής Αιτήσεων Εισδοχής σε Φοιτητικές Εστίες

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΔΙΑΔΟΣΗ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ Φυσική Β' Γυμνασίου. Επιμέλεια: Ιωάννης Γιαμνιαδάκης

Προδημοσιεύτηκαν τα τέσσερις πρώτα προγράμματα του νέου ΕΣΠΑ που αφορούν

ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΜΕΘΟΔΟΥ ΣΠΟΡΑΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΣΗΣ ΣΠΟΡΟΦΥΤΩΝ ΛΑΧΑΝΙΚΩΝ

Από το ξεκίνημά του ο ΤΙΤΑΝ εκφράζει

ΒΑΣΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Οδηγός Οργάνωσης και Λειτουργίας ΕΚΔΟΣΗ 1.0

Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο

03-00: Βιομάζα για παραγωγή ενέργειας Γενικά ζητήματα εφοδιαστικών αλυσίδων

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΑΣΦΑΛΩΣ ΚΑΤΟΙΚΕΙΝ» ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΟΙ ΧΩΡΟΙ

Δράση 1.2. Υλοτομία και προσδιορισμός ποσοτήτων υπολειμμάτων.

4. ΤΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

«Ειρήνη» Σημειώσεις για εκπαιδευτικούς

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. «Ελαιόλαδο το χρυσάφι στο πιάτο μας» Παραγωγή Ελαιολάδου

ΕΡΓΟ LIFE NATURE «ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΓΡΟΤΟΠΩΝ ΧΕΙΜΑΔΙΤΙΔΑΣ & ΖΑΖΑΡΗΣ» ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟΥ

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΔΥΟ ΝΕΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΔΥΟ ΝΕΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ για τη διδασκαλία της Βιολογίας στο Γυμνάσιο

3. Βιτσιλάκη Χ., Γουβιάς Δ. (2007). ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΔΟΥΛΕΙΑ: Μία εμπειρική διερεύνηση της εφηβικής απασχόλησης. Αθήνα (εκδόσεις Gutenberg ).

Όταν το μάθημα της πληροφορικής γίνεται ανθρωποκεντρικό μπορεί να αφορά και την εφηβεία.

Πρόγραμμα Σπουδών για το "Νέο Σχολείο"

Α. ΟΡΓΑΝΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Τοποθέτηση Δημάρχου Γ. Πατούλη. για τεχνικό πρόγραμμα 2010

ΚΟΛΥΜΒΗΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ «ΤΡΙΠΟΛΗ»

Γνωρίζω, Αγαπώ & Φροντίζω το Σώμα μου

Ο ΜΠΑΡΟΥΤΟΜΥΛΟΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΥ

ΝΟΜΟΣ ΕΒΡΟΥ Αριθµ.πρωτ.: 385 ΗΜΟΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΦΕΛΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΟΡΕΣΤΙΑ ΑΣ ( H.Κ.Ε.Π.Α.Ο.)

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ A1. Ο συγγραφέας ορίζει το φαινόμενο του ανθρωπισμού στη σύγχρονη εποχή. Αρχικά προσδιορίζει την

ΚΟΛΥΜΒΗΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ «ΤΡΙΠΟΛΗ»

ΗΛΙΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΥΤΟΣΚΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΤΗΡΙΑΚΟΥ ΚΕΛΥΦΟΥΣ

Σοφία Γιουρούκου, Ψυχολόγος Συνθετική Ψυχοθεραπεύτρια

Δαλιάνη Δήμητρα Λίζας Δημήτρης Μπακομήτρου Ελευθερία Ντουφεξιάδης Βαγγέλης

ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΜΙΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

Ασυντήρητες και επικίνδυνες οικοδομές

Διπλωματική εργασία Του Κωνσταντίνου Ι.Κατσαφάδου, Απόφοιτου του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιώς

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση - παρέμβαση του Υπουργού Δ.Μ.&Η.Δ.

Τρίτη, 2 Σεπτεμβρίου 2014 Αριθ. Τεύχους: 200 Περιεχόμενα

ΟΣΤΑ & ΣΚΕΛΕΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Συνοπτική Παρουσίαση. Ελλάδα

Δρ.ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ

Έρευνα συμπεριφοράς και προτιμήσεων καταναλωτών και μερίδιο αγοράς που έχουν συγκεκριμένες πιάτσες των Χανίων.

ΜΕ ΤΗ ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΒΟΗΘΕΙΑ, ΤΟΥ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΟΥ ΚΗΠΟΥΡΟΥ ΔΗΛΑΔΗ, ΘΑ ΤΑ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΣΕΤΕ...

ΠΟΙΟΤΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΨΕΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΙΔΑΝΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

στο πλαίσιο του έργου ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ (ON GOING) ΤΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ»

Ασφάλεια στις εργασίες κοπής μετάλλων

*Απόσπασμα από το βιβλίο των Σέργιου Δημητριάδη και Αλεξίας Μ. Τζωρτζάκη, ΜΑΡΚΕΤΙΝΓΚ, Αρχές, Στρατηγικές, Εφαρμογές, εκδόσεις Rosili, Αθήνα, 2010.

ΝΕΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ- ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΕ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ

Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ & ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ Β ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ

Ο τίτλος της εργασία μας για αυτό το τετράμηνο ήταν «Πολίτες της πόλης μου, πολίτες της οικουμένης». Κλιθήκαμε λοιπόν να γνωρίσουμε καλύτερα την πόλη

ενεργοί πολίτες για τη Μήλο οι θέσεις μας Υποψηφιότητα Αντώνη Καβαλιέρου δημοτικές εκλογές

Το«Δέντρο της Ελευθερίας» μέσα από τη Χάρτα του Ρήγα Φεραίου και τα ιστορικά γεγονότα της εποχής του

ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

TEI ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

Πρακτικό 6/2012 της συνεδρίασης της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής, του Δήμου Λήμνου, της 4ης Μαΐου 2012.

Ο Χειμωνάς σε αναμέτρηση με τον σαιξπηρικό Άμλετ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΝΟΤΗΤΩΝ Α ΤΑΞΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 3

Ενότητα 2. Γενικά Οργάνωση Ελέγχου (ΙΙ) Φύλλα Εργασίας Εκθέσεις Ελέγχων

ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

Τεχνικό Τοπογραφικό Σχέδιο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΤΗΓΑΝΕΛΑΙΟΥ ΓΙΑΤΙ - ΠΩΣ - ΠΟΤΕ

2. Περίληψη των τοποθεσιών. 3. Τοποθεσίες. 4. Κάρτες εδάφους

Το ολοκαύτωμα της Κάσου

ΠΡΟΟΙΜΙΟ ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ. Η πολιτική πρόταση και το πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ ΧΡΗΣΗΣ Διαχείριση Παραγωγής Σακχαρότευτλων

ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΟΝΗΣΗΣ ΜΕΛΕΤΩΝ

Εσωτερικοί Κανονισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Όμιλος Λογοτεχνίας. Δράκογλου Αναστασία, Κιννά Πασχαλίνα

Η ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΗΣ

" Συμμετοχή στήν ψαλτή λατρεία"

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Γ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ιδάσκοντας Ιστορία στο Γυμνάσιο

Αυτός που δεν μπορεί να δει τα μικρά πράγματα είναι τυφλός και για τα μεγαλύτερα. (Κομφούκιος, πχ)

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

ΘΕΜΑ: «Καλλιέργεια προφορικών δεξιοτήτων των νηπίων: Διδακτικές δραστηριότητες του προφορικού λόγου στο νηπιαγωγείο»

Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών το Π.Δ 152/2013, του Γιώργου Καλημερίδη

Πρώτη διδακτική πρόταση Χρωματίζοντας ένα σκίτσο

, νηπιαγωγός

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ

Περίληψη. Περιεχόμενα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση θα εφαρμοστεί με τα παρακάτω Εργαλεία

Trans. D.A/Koss/LLM (EU Law) (UKC), MA (Soc. Sciences) (OU) 17 Ιουνίου

ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΑΡ.20. Φορολογική μεταρρύθμιση Κύπρου Ιούλιος 2002 Αύγουστος Γενικά

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»

Τα Αναβολικά. Τα αναβολικά χωρίζονται στα φυσικά και στα συνθετικά.

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Φασίστες και αφεντικά στου πηγαδιού τον πάτο, ζήτω το παγκόσμιο προλεταριάτο.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΔΗΜΟΓΡΑΦΙΚΑ ΝΕΑ Demo Νews

Transcript:

K. Oatley & J. Jenkins, Συγκίνηση: Ερμηνείες και Κατανόηση (μεταφ. Μ. Σόλμαν, Μπ. Ντάβου) Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση, 2004, σελ. 41-59. Εισαγωγή Περί Μελέτης της Συγκίνησης Τα πάθη Μόνον αυτά δίνουν τη νοημοσύνη στον άνθρωπο Μ. Καραγάτσης, 1941, Γιούγκερμαν Β, σελ. 386. Ιστορικά στοιχεία Τα επιστημονικά ενδιαφέροντα και οι «τάσεις» στην έρευνα αντανακλούν συνήθως τις κοινωνικές ανάγκες και τις προϋποθέσεις που τίθενται από την εκάστοτε ιστορική εποχή. Αυτή ορίζει και την κυρίαρχη ιδεολογία εντός της οποίας διεξάγεται η έρευνα, αλλά και τους τρόπους με τους οποίους θα αξιοποιηθούν τα αποτελέσματά της. Η μελέτη της συγκίνησης, αν και από τα πρώτα αντικείμενα της ψυχολογίας που έθεσε ένας από τους βασικούς της ιδρυτές, ο Williams James στο βιβλίο του Οι Αρχές της Ψυχολογίας το 1890 1, είχε την ατυχία όπως και άλλες «μη παρατηρήσιμες, εσωτερικές ανθρώπινες λειτουργίεςνα περιπέσει σε δυσμένεια για πολλές δεκαετίες κατά την επικράτηση του ρεύματος του συμπεριφορισμού. Οι πρώτες έρευνες της συγκίνησης στο πλαίσιο της επιστήμης της ψυχολογίας, από το τέλος του 19 ου αιώνα έως περίπου και τις πρώτες τέσσερις δεκαετίες του 20 ου, επικεντρώνονταν στην φυσική-οργανική της διάσταση και στην επίγνωση από πλευράς του υποκειμένου των σωματικών αλλαγών που αυτή δημιουργεί. Η βασική θέση στην προσέγγιση αυτή, επηρεασμένη από τις ιδέες του James (αλλά και από τη Δαρβινική σκέψη και από τον βιολογισμό της εποχής), ήταν ότι όταν ο άνθρωπος προσλαμβάνει με τις αισθήσεις του ένα διεγερτικό ερέθισμα και καθώς αντιδρά σε αυτό βιώνει σωματικές (μυϊκές, σπλαχνικές κ.λπ.) μετατροπές, των οποίων η συναίσθηση είναι η συγκίνηση. Είναι, δηλαδή, το σώμα που πληροφορεί το νου ότι το υποκείμενο συγκινείται. Σε αυτή την πρώτη ψυχολογική προσέγγιση, η συγκίνηση γίνεται αντιληπτή ως μια «γέφυρα» μεταξύ του σώματος και του νου. Το σώμα βιώνει διεγέρσεις και ο άνθρωπος συγκινείται καθώς τις αναπαριστά στο νου του, δηλαδή, καθώς αναπτύσσει τη συναίσθηση των σωματικών αλλαγών που προκύπτουν. Με την επικράτηση του συμπεριφορισμού, ο «νους» καταργείται ως αντικείμενο μελέτης της ψυχολογίας και οι συγκινήσεις μελετώνται μόνον 1 Το βιβλίο επανεκδόθηκε αμέτρητες φορές και από πολλούς εκδοτικούς οίκους. Ο ίδιος ο William James επέβλεψε οκτώ επανεκδόσεις προσθέτοντας και αλλάζοντας πολλά σημεία του κειμένου κάθε φορά. Ο τόμος που περιλαμβάνει όλες τις παρεμβάσεις του William James και βρίσκεται πλησιέστερα στις τελικές θέσεις που διατύπωσε περί ψυχολογίας και περί συγκίνησης εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Harvard University Press το 1981 (James, W., The Principles of Psychology. Introduction by George H. Miller).

στην οργανική-συμπεριφορική τους διάσταση, δηλαδή ως απλές σωματικές μετατροπές που εκδηλώνονται με κάποιο τρόπο στη συμπεριφορά. Οι ερευνητές δεν ενδιαφέρονται για τις όποιες ψυχικές διαμεσολαβήσεις, αλλά μόνον για τα απτά εξωτερικά ερεθίσματα και για τις ορατές επιδράσεις που αυτά προκαλούν στη συμπεριφορά ανθρώπων και ζώων ή τις μετρήσιμες επιδράσεις στον οργανισμό τους. Από τις αρχές της δεκαετίας του 20 έως περίπου και τις αρχές της δεκαετίας του 80 2, ο όρος «συγκίνηση» (emotion) αντικαθίσταται από τον όρο «θυμικό» (affect), ο οποίος χρησιμοποιείται για να συμπεριλάβει τις διάφορες λειτουργικώς ορισμένες πτυχές της συγκίνησης, όπως είναι η «εγρήγορση» (arousal) ή η «ενεργοποίηση» (activation) του οργανισμού, οι οποίες εκδηλώνονται με μετρήσιμους τρόπους όπως η εφίδρωση, η γαλβανική αντίδραση του δέρματος, ο ρυθμός της καρδιάς, οι εκκρίσεις του στομάχου κ.ά. Το ζητούμενο είναι να βρεθεί ποια εξωτερικά ερεθίσματα παράγουν ποιες εκδηλώσεις στη συμπεριφορά ή ποιες οργανικές μετατροπές. Όμως τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά, ούτε τόσο μηχανιστικά όσο τα ήθελε εκείνη η εποχή. Τα αδιέξοδα της συμπεριφοριστικής έρευνας, η πρόοδος άλλων επιστημών (όπως π.χ. η κβαντική φυσική) που μελετούσαν υποθετικές λειτουργίες, η αυξανόμενη τεχνογνωσία και το ενδιαφέρον του ανθρώπου να αναπτύξει ευφυείς μηχανές, έφεραν ξανά στο προσκήνιο τη μελέτη του νου στις αρχές της δεκαετίας 60 και αποκατέστησαν σταδιακά την παραγνωρισμένη αξία της μελέτης εσωτερικών λειτουργιών και θεωρητικών εννοιών (όπως η νόηση, το ασυνείδητο και η συγκίνηση). Η συμπεριφοριστική προσέγγιση μετεξελίχθηκε σε γνωστικήσυμπεριφοριστική, και έπειτα σε γνωστική. Βασική θέση της γνωστικής προσέγγισης είναι η θεώρηση του ανθρώπινου νου ως υπολογιστικού συστήματος, το οποίο μπορεί να γίνει κατανοητό αν μελετηθεί η δομή και οι διεργασίες με τις οποίες επεξεργάζεται τις πληροφορίες. Έως περίπου τα μέσα τις δεκαετίας του 80, η γνωστική έρευνα αντιμετώπισε τη συγκίνηση ως μια άλλη μορφή επεξεργασίας πληροφοριών (που προέρχονται είτε από το περιβάλλον είτε από το ίδιο το ανθρώπινο σώμα), η οποία μοιάζει να ακολουθεί σε γενικές γραμμές κανόνες παρόμοιους με αυτούς που ακολουθεί η συνειδητή σκέψη 3. Και πάλι όμως τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά. Οι εφαρμογές του, κάπως τεχνοκρατικού, γνωστικού μοντέλου, εκτός από τη συμβολή στη δημιουργία έξυπνων μηχανών, δίδαξαν τους ανθρώπους αποδοτικές στρατηγικές σκέψης, γρήγορη λήψη αποφάσεων, επίλυση προβλημάτων σε κρίσιμες συνθήκες, τους έκαναν με άλλα λόγια νοητικά πιο αποδοτικούς, αλλά δεν κατάφεραν να κάνουν καλύτερη τη ζωή τους (αντιθέτως τα περιστατικά διαταραχών της διάθεσης και του συναισθήματος, αυξάνονται διεθνώς) 4, ούτε να τους προστατέψουν από εσφαλμένες ή αυτόυπονομευτικές αποφάσεις. 2 Ο όρος emotion επανήλθε επισήμως στην ακαδημαϊκή ψυχολογία το 1977 με την έκδοση ενός νέου επιστημονικού περιοδικού του Motivation and Emotion και αρχίζει να εδραιώνεται σταδιακά στη βιβλιογραφία από το 1984 με την ίδρυση της ιεθνούς Εταιρίας για την Έρευνα της Συγκίνησης (International Society for Research on Emotion). 3 Για τη γνωστική προσέγγιση στις συγκινήσεις βλ. ενδεικτικά Lazarus, R.S., Thoughts on the Relations Between Emotion and Cognition», American Psychologist, 1982, 37, 1019-1024 και Lazarus, R.S., On the Primacy of Cognition, American Psychologist, 1984, 39, 124-129. 4 Βλ. ενδεικτικά Lasch, Ch., The Narcissistic Personality of Our Times in P. dugay, J. Evans & P. Redman, Identity: A Reader, London, Sage, 2000 και Peterson, C., Maier, S.F. &

Το 1980, με ένα επιστημονικό κείμενο που δημιούργησε μεγάλο απόηχο και θεωρείται πλέον κλασσικό 5, ο διακεκριμένος καθηγητής ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Michigan, Robert Zajonc, έδειξε διεξοδικά πως πολλές αποφάσεις λαμβάνονται σε ελάχιστο χρόνο και με αμιγώς συγκινησιακά κριτήρια, δηλαδή, χωρίς τη διαμεσολάβηση κάποιας ανώτερης, αναλυτικής νοητικής αξιολόγησης, απλώς επειδή είναι ανεξήγητα ελκυστικές. Αμφισβήτησε την αντιμετώπιση της συγκίνησης και των συναισθημάτων, ως μια άλλη μορφή γνωστικών λειτουργιών και κάλεσε τους ερευνητές της ψυχολογίας να δώσουν στα φαινόμενα της συγκίνησης την προσοχή που τους αξίζει ως ξεχωριστή ανθρώπινη λειτουργία, η οποία επηρεάζεται από συνθήκες πέρα και πάνω από το σώμα και τη συνειδητή σκέψη. Ο Zajonc ξεκίνησε το κείμενο αυτό με τους στίχους του Cummings: «αφού το συναίσθημα είναι πρώτο / ποιος νοιάζεται / για το συντακτικό των πραγμάτων / ποτέ δεν θα σε φιλήσουν θερμά», και με το ακόλουθο απόσπασμα από τον ιδρυτή της επιστήμης της ψυχολογίας Wilhem Wundt: «όταν μια φυσική διαδικασία περνάει από το κατώφλι της συνείδησης, είναι τα συναισθηματικά της στοιχεία που αν είναι αρκετά ισχυρά γίνονται πρώτα αντιληπτά. Επιβάλουν ενεργά τον εαυτό τους στο σημείο επικέντρωσης της συνείδησης ακόμη και πριν γίνουν αντιληπτά τα αναπαραστασιακά τους περιεχόμενα καταστάσεις ευχάριστου ή δυσάρεστου χαρακτήρα αγωνιώδους προσμονής παρόντα με ζωντάνια η ειδική συναισθηματική απόχρωση μιας ιδέας ξεχασμένης, μολονότι η ίδια ιδέα παραμένει στο παρασκήνιο της συνείδησης..». Κλείνοντας με αναφορές στον Freud και στη σημασία που έχουν οι ασυνείδητες διεργασίες για την ανάδυση των συγκινήσεων και τη συμπεριφορά, και αξιοποιώντας στο έπακρο τη γνωστική έρευνα της εποχής, ο Zajonc υπενθυμίζει στους πειραματικούς ψυχολόγους (γιατί οι κλινικοί καθώς φαίνεται δεν το παρέβλεψαν ποτέ) 6 ότι «οι άνθρωποι δεν παντρεύονται και χωρίζουν, δολοφονούν ή αυτοκτονούν, πεθαίνουν για την ειρήνη, στη βάση μιας αναλυτικής γνωστικής ανάλυσης για τα υπέρ και τα κατά των πράξεών τους» 7 και τους προκαλεί να μελετήσουν τη συγκίνηση λαμβάνοντας υπόψη τις πολλές (πλην της γνωστικής) προσεγγίσεις της ψυχολογίας, καθώς και άλλα πεδία της ανθρώπινης νοητικής παραγωγής όπως η λογοτεχνία, η φιλοσοφία και οι θετικές επιστήμες. Seligman, M.E.P. Learned Helplessness: A Theory for the Age of Personal Control, Oxford, Oxford University Press, 1993. 5 Zajonc, R.B., Feeling and Thinking: Preferences Need No Inferences, American Psychologist, 1980, 35, 151-175. 6 Καμία από τις θεωρίες στις οποίες βασίζονται οι μεγαλύτερες και γνωστότερες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις δεν παραβλέπει την επίδραση της συγκίνησης στην ανθρώπινη δραστηριότητα και στις ανθρώπινες σχέσεις. Στην ψυχανάλυση, οι συγκινήσεις παίζουν κεντρικό ρόλο ως εκφράσεις εσωτερικών ώσεων και συγκρούσεων, η ροτζεριανή προσέγγιση τονίζει τη σημασία της ενσυναίσθησης και της θετικής αποδοχής του άλλου, οι συστημικές προσεγγίσεις διερευνούν την επίδραση των συναισθημάτων που αναδύονται μέσα στις σχέσεις των ανθρώπων και πλέον, στη σύγχρονη γνωσιακή-συμπεριφοριστική θεωρία (που αντικατέστησε την συμπεριφοριστική) τονίζεται η σημασία των θετικών σκέψεων για την αποκατάσταση των ψυχολογικών διαταραχών. Ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι η κεντρική θέση που είχαν πάντοτε τα συναισθήματα στην κλινική ψυχολογική έρευνα και πρακτική αναδεικνύεται και στα κεφάλαια 8, 11 και 12 του βιβλίου αυτού. 7 Ό.π. σελ. 172

Ένα πολύ-επιστημονικό πεδίο μελέτης Σήμερα, η μελέτη της συγκίνησης είναι ένα επιστημονικό πεδίο που ανακαλύφθηκε ξανά, όχι μόνον εντός της ψυχολογίας. Αναπτύσσεται ως νέα ερευνητική τάση και σε άλλες επιστήμες της κοινωνίας και του ανθρώπου. Στη νευρο-βιολογία οι έρευνες για τη συγκίνηση αυξήθηκαν αισθητά την τελευταία εικοσαετία, καθώς η νέα τεχνογνωσία επέτρεψε την αναλυτική εξέταση της βιολογικής βάσης της συγκίνησης και επιβεβαίωσε την ενδοσκοπική θέση του Wundt πριν από έναν αιώνα (όπως παρατέθηκε πιο πάνω στο απόσπασμα από το κείμενο του Zajonc): σε κλάσματα του δευτερολέπτου ένα ερέθισμα αναδύει συναισθήματα χωρίς απαραιτήτως να υπάρχει συνοδός νοητική αναπαράσταση. Ο εντοπισμός της δραστηριότητας ειδικών εγκεφαλικών μηχανισμών εξηγεί το πώς συγκινούμαστε χωρίς να ξέρουμε γιατί, με ποιο τρόπο τα συναισθήματα εισβάλουν στη σκέψη μας ή γιατί κάποιες συγκινησιακές αναμνήσεις είναι ορισμένες φορές άμεσες και επιτακτικές ενώ άλλες φορές απωθημένες 8. Η έρευνα της συγκίνησης εντάθηκε επίσης και εντός του ευρύτερου πεδίου μελέτης της συνείδησης που ενδιαφέρει την τεχνητή νοημοσύνη, τη νευρο-επιστήμη, τη γνωσιακή επιστήμη και τη φιλοσοφία. Η μελέτη της συνείδησης προϋποθέτει την κατανόηση της δράσης των συγκινήσεων και μια από τις επικρατέστερες απόψεις είναι πως η συγκίνηση «χρωματίζει» τα διάφορα επίπεδα της συνειδητής εμπειρίας, ακολουθώντας κάποιες βασικές αρχές που εξαρτώνται τόσο από τη βιολογική βάση 9 της συγκίνησης όσο και από τη συμβολική αλληλεπίδραση των ανθρώπων εντός του πολιτισμού τους. Το δεύτερο, δηλαδή, ο πολιτισμός, έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι ακόμη κι αν αναγάγουμε τις συγκινήσεις σε απλές αποχρώσεις της συνειδητής εμπειρίας όπως υποστηρίζουν ορισμένοι ερευνητές 10, για να αναδυθούν στο επίπεδο της συνείδησης, προϋποθέτουν ότι ένα γεγονός ή ένα αντικείμενο έχουν κάποια ιδιαίτερη για το άτομο προσωπική σημασία, προσαρμοστικής διάστασης. Αυτή η προσωπική σημασία ορίζεται μέσα στον πολιτισμό, αφού αυτός καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την αίσθηση του εαυτού που αναπτύσσει ο άνθρωπος ως κοινωνικό υποκείμενο, επηρεασμένο από την ιστορία του 11. Για τη μελέτη της συγκίνησης, το ζήτημα της κοινωνίας και του πολιτισμού είναι κεντρικό, γιατί οι συγκινήσεις προκύπτουν μεν από εσωτερικά ή εξωτερικά ερεθίσματα και βιώνονται (ή και παράγονται) στο σώμα, αλλά 8 Βλ. ενδεικτικά LeDoux J., The Emotional Brain, London, Weidenfeld & Nicolson, 1998, καθώς και Rolls, E., The Brain and Emotion, Oxford, Oxford University Press, 1999. 9 Βλ. ενδεικτικά Sommerhoff, G., Understanding Consciousness: Its Function and Brain Processes, London, Sage, 2000. 10 Βλ. ενδεικτικά Taylor, J. Race for Consciousness, Cambridge, Mass., A Bradford Book, The MIT Press, 1991. 11 Βλ. ενδεικτικά Dennet, D.C., Consciousness Explained, Boston, Little, Brown, 1991. Neisser, U., Five Kinds of Self-Knowledge, Philosophical Psychology, 1988, 1, 35-59 και Markus, H. R. & Kitayama, S., Culture and the Self: Implications for Cognition, Emotion and Motivation in R.F.Baumeister (Ed.) The Self in Social Psychology, Philadelphia, Taylor and Francis Group, 1999.

ερμηνεύονται και αποκτούν νόημα στο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο εντός του οποίου εκδηλώνονται. Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο το ότι ανάμεσα στις επιστήμες που ξαναενδιαφέρθηκαν για τη συγκίνηση βρίσκονται και η κοινωνιολογία και η ιστορία, που από τα μέσα της δεκαετίας του 70 δημιούργησαν επιστημονικές ομάδες μελέτης της κοινωνιολογίας των συγκινήσεων. Βασικός στόχος είναι η διεξοδική ανάλυση των τρόπων με τους οποίους η βίωση και η εκδήλωση των συγκινήσεων επηρεάζονται από τις ιστορικές και κοινωνικο-οικονομικές μεταβολές 12. Επιπλέον, οι συγκινήσεις μελετώνται στην ανθρωπολογική και επικοινωνιακή έρευνα, κυρίως ως προς τη διάστασή τους που σχετίζεται με το συγκινησιακό κλίμα που αναπτύσσεται εντός μιας αλληλεπίδρασης (είτε στο στενό διαπροσωπικό είτε στο ευρύτερο κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο) 13, καθώς και ως προς τις επιδράσεις της χειραγώγησης των συγκινήσεων μέσω της μαζικής επικοινωνίας 14. Αλλά και στη φιλοσοφία επανέρχεται η μελέτη της συγκίνησης, πέρα και πάνω από τα παλαιά της ερωτήματα (αν είναι δηλαδή οι συγκινήσεις, όπως υποστήριζαν οι φιλόσοφοι του Διαφωτισμού, ζωτικά συστατικά της ανθρώπινης ύπαρξης που υφαίνουν τον κοινωνικό ιστό, ή αν στέκονται σε αντιπαράθεση με τη λογική που αλλοτριώνει τον άνθρωπο). Η σύγχρονη φιλοσοφία θέτει ζητήματα οντολογικά, εξελικτικά, γνωσιολογικά και ηθικά, καθώς και επιμέρους ερωτήματα για την προθετικότητα 15 και το βαθμό της ορθολογικότητας των συγκινήσεων 16. Αυτή η πολυφωνία στην επιστημονική έρευνα είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί διασφαλίζει την ισορροπημένη ερμηνεία της λειτουργίας της συγκίνησης και απαντά σε αρκετούς σύγχρονους κοινωνικούς στοχαστές που ανησυχούν πως η άνθιση της νευρο-βιολογικής και της βιογενετικής έρευνας, οδηγεί στην μειωτική αναγωγή των συγκινήσεων σε απλά βιολογικά παράγωγα, συμβάλλοντας έτσι στην εξάπλωση του 12 Βλ. ενδεικτικά Barbalet, J. (Ed.) Emotions and Sociology, London, Blackwell, 2002. Bendelow, G. & Williams, S.J. (Eds.) Emotions in Social Life: Critical Themes and Contemporary Issues, London, Routledge, 1998. Lupton, D., The Emotional Self, London, Sage, 1998. Wouters, C. On Status Competition and Emotion Management: The Study of Emotions as a New Field in Cultural Theory and Cultural Change, London, Sage, 1992. 13 Βλ. ενδεικτικά Duck, S., Human Relationships, 3 rd Edition, London, Sage, 1998, DeRivera, J., Emotional Climate: Social Strucτure and Emotional Dynamics in K.T. Strongman (Ed.) International Review of Studies on Emotion, Vol. 2, Chichester, John Wiley & Sons., 1992, καθώς επίσης και Parkinson, Β., Emotions are Social, British Journal of Psychology, 1996, 87, 663-683.ιστοίχως. 14 Για τις δυνατότητες της διαφήμισης να χειραγωγεί τα ανθρώπινα συναισθήματα μέσω ασυνείδητων διεργασιών βλ. ενδεικτικά Maddock, R.C. & Fulton, R.L., Marketing to the Mind: Right Brain Strategies for Advertising and Marketing, London, Quorum Books, 1996, καθώς επίσης Young, R. M., Mental Space, Process Press, 1994, ιδιαίτερα το Κεφάλαιο 8. Για την πολιτική χειραγώγηση των συγκινήσεων βλ. ενδεικτικά το κείμενο των Way, B.M. & Masters, R.D., Emotion and Cognition in Political Information Processing, Journal of Communication, 1996, 46, 48-65. 15 Η προθετικότητα ή αποβλεπτικότητα (intentionality) των συγκινήσεων αναφέρεται στην ιδιότητα των συγκινήσεων να έχουν πρόθεση, δηλαδή να απευθύνονται σε κάποιο αντικείμενο με στόχο να το επηρεάσουν ή γενικώς, να αποβλέπουν σε κάποιο σκοπό ή αποτέλεσμα. Η ιδιότητα αυτή αντιπαραβάλλεται στην άποψη ότι οι συγκινήσεις μπορεί να είναι τυχαίες ψυχικές καταστάσεις χωρίς πρόθεση ή αντικείμενο. 16 Βλ. ενδεικτικά, Goldie, P., The Emotions, Oxford, Oxford University Press, 2000, καθώς επίσης και Lear, J., Happiness, Death and the Remainder of Life, Cambridge, Mass., Harvard University Press, 2000.

βιολογικού αναγωγισμού 17. Οπωσδήποτε η διέγερση ορισμένων συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου παράγει συστηματικά, απολύτως και μόνον επιθετική συμπεριφορά, αλλά διαβάζοντας προσεκτικά το Κεφάλαιο 5 αυτού του βιβλίου, ο αναγνώστης θα ανακαλύψει πως η νευροβιολογική έρευνα είναι αυτή ακριβώς που μάς αποκαλύπτει την τεράστια επίδραση που ασκεί το περιβάλλον στην μετέπειτα τύχη της βιολογικής διέγερσης. Στα ποντίκια, ο ηλεκτρικός ερεθισμός του εγκεφάλου παράγει μια γενική διέγερση, η οποία μεταφράζεται σε συγκεκριμένη συμπεριφορά μόνον αν στο περιβάλλον τους υπάρχουν τα ανάλογα αντικείμενα. Παραδείγματος χάριν, αν υπάρχουν τριγύρω κλαδάκια, ξύσματα μολυβιού και χαλίκια, ο θηλυκός ποντικός θα αρχίσει να χτίζει τη φωλιά του, εκδηλώνοντας έτσι τρυφερότητα και φροντίδα προς τα νεογνά που περιμένει να γεννηθούν. Αν όμως τα δομικά συστατικά για το χτίσιμο μιας φωλιάς δεν είναι διαθέσιμα, ο ποντικός θα πηγαινοέρχεται ασκόπως στο κλουβί του, πατώντας το κουμπί που του δημιουργεί τη διέγερση, απλώς και μόνον για να διεγείρεται. Σε αυτή την περίπτωση, η συμπεριφορά εκδηλώνεται και εκφράζει συναίσθημα ή αναστέλλεται, ανάλογα με τα αντικείμενα που βρίσκονται διαθέσιμα στο περιβάλλον του ποντικού. Και μολονότι η φύση της διέγερσης παραμένει σταθερή, είναι το πλαίσιο που καθορίζει αν θα βιωθεί και εκφραστεί ως τρυφερότητα ή ως διάχυτο άγχος. Κατ αναλογία λοιπόν και στον άνθρωπο, πολλές συγκινησιακές διεγέρσεις, αμφιθυμικές, πολυθυμικές ή ακαθόριστες, εκδηλώνονται ανάλογα με τα συμβολικά και πραγματικά αντικείμενα του περιβάλλοντός του (του άμεσου διαπροσωπικού αλλά και του ευρύτερου πολιτισμικού) κι ύστερα ονοματίζονται και αποκτούν την κατεύθυνσή τους (θετική ή αρνητική) αναλόγως. Το αμαέ είναι μια ιαπωνική λέξη που εκφράζει ένα συναίσθημα το οποίο δεν αποδίδεται επακριβώς στην αγγλική γλώσσα (όπως αναλυτικά εξηγούν οι συγγραφείς στο Κεφάλαιο 2), αλλά ούτε και στην ελληνική. Εκφράζει ένα σύνθετο συναίσθημα αλληλεξάρτησης, το οποίο αναπτύσσεται μέσα σε μια συμβιωτικού τύπου σχέση (αν την περιγράψουμε με τη δυτική πολιτισμική ορολογία των συναισθημάτων) και συμβολιζόταν αρχικά με το ιδεόγραμμα ενός μαστού τον οποίο θηλάζει ένα βρέφος. Αυτό το συναίσθημα της αμοιβαίας και ασφαλούς ολοκληρωτικής παραίτησης στον άλλο, που θεωρείται ύψιστο στην Ιαπωνία, εκφράζει στο πλαίσιο της δυτικής κοινωνίας την παλινδρομημένη σύμμειξη με τη μητέρα, δηλαδή, μια ανώριμη για έναν ενήλικο ψυχική κατάσταση. Έννοιες και ορισμοί Όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο, η νέα πολύ-επιστημονική προσέγγιση των συγκινήσεων μας δίνει εξαιρετικά γοητευτικές ερμηνείες, αλλά αντιμετωπίζει και όλες τις δυσκολίες που προκύπτουν από κάθε είδους πολυφωνία, με κυριότερη την ανεύρεση μιας κοινής γλώσσας. Το ζήτημα της ορολογίας στο πεδίο της συγκίνησης έχει μόλις ανοίξει. Για την ώρα, δεν υπάρχει ένας διεθνώς αποδεκτός ορισμός της έννοιας και των διακριτών εκφάνσεων και εκφράσεων της συγκίνησης (όπως είναι παραδείγματος χάριν το αίσθημα, το συναίσθημα, η διάθεση ή κάποιες ασυνείδητες εκτιμήσεις ερεθισμάτων που κινητοποιούν 17 Βλ. π.χ. ενδεικτικά το ειδικό αφιέρωμα περί βιολογισμού στο περιοδικό της Βρετανικής Ψυχολογικής Εταιρίας, Psychologist, 2001, 14(3), σελ. 134-152.

συγκινησιακά τον οργανισμό). Παρ ότι οι έννοιες ορίζονται λειτουργικά προς ερευνητική χρήση, σε κάθε απόπειρα συγκρότησης των ερευνητικών ευρημάτων σε θεωρία, ανακύπτουν αντιφάσεις και ασυμφωνίες που θέτουν ζητήματα εγκυρότητας της όλης εννοιολογικής κατασκευής. Το πρόβλημα αυτό γίνεται φανερό και σε αυτό το βιβλίο, όπου χρησιμοποιείται κυρίως η λέξη emotion, άλλοτε στον ενικό (π.χ. σε αναλογία της λέξης cognition νόηση), δηλαδή ως μια γενική κατηγορία που θα μπορούσε να αποδοθεί ως θυμικό αλλά και ως συγκίνηση, και άλλοτε στον πληθυντικό για να εκφράσει επιμέρους συναισθήματα. Ορισμένες φορές (πολύ λιγότερες συγκριτικά) χρησιμοποιούνται οι λέξεις affect και feeling, με χρήσεις που άλλοτε είναι συνώνυμες και άλλοτε υποδηλώνουν ταξινομικές και λειτουργικές διακρίσεις. Στην ελληνική βιβλιογραφία, η λειτουργική διάκριση μεταξύ των όρων affect και emotion οδήγησε στην απόδοσή τους ως θυμικό και ως συναίσθημα, αντιστοίχως 18, ενώ άλλες διακρίσεις που βασίζονται περισσότερο στην εννοιολογική παρά στη λειτουργική διαφορά των όρων, προτείνουν την απόδοσή τους ως συναίσθημα και συγκίνηση, αντιστοίχως 19. Τόσο το ζήτημα του ορισμού της συγκίνησης, των συναισθημάτων και των συναφών εννοιών, όσο και το ζήτημα της απόδοσής τους στα ελληνικά παραμένει ανοικτό. Σε γενικές γραμμές πάντως, οι περισσότεροι ορισμοί 20 της έννοιας emotion, (ανεξαρτήτως του πώς θα την αποδώσουμε εντέλει στα ελληνικά) περιλαμβάνουν την ετοιμότητα του οργανισμού να δράσει, δηλαδή μια εσωτερική κινητοποίηση, η οποία: (α) έχει ψυχολογικά και οργανικά επακόλουθα, (β) περιλαμβάνει γνωστικές εκτιμήσεις, (γ) εκφράζεται με συγκεκριμένο τρόπο στο σώμα (κινητικά και μυϊκά), (δ) περιλαμβάνει την υποκειμενική εμπειρία ευχάριστων (θετικών) ή οδυνηρών (αρνητικών) αισθημάτων και (ε) εκτονώνεται με μυϊκό και νευρολογικό τρόπο. Έτσι ορίζουν την έννοια emotion και οι συγγραφείς αυτού του βιβλίου, αν και επιλέγουν να το κάνουν στο Τέταρτο Κεφάλαιο, δηλαδή αρκετά αργά στη ροή του κειμένου και μετά από την ανάδειξη στα πρώτα κεφάλαια, της γενικότερης δυσκολίας του ορισμού αυτής της κατηγορίας των ανθρώπινων λειτουργιών. Χρησιμοποιούν κυρίως την έννοια emotion, την εναλλάσσουν ορισμένες φορές με το feeling και πολύ λιγότερο με το affect, και φαίνεται άλλοτε να υπονοούν συναίσθημα και άλλοτε συγκίνηση. Για το λόγο αυτό η μετάφραση του κειμένου αποδεσμεύτηκε από τον αγγλικό γενικευμένο όρο (emotion) και αποδίδεται ελεύθερα κάθε φορά, σύμφωνα με τα συμφραζόμενα. Ποια είναι όμως η διαφορά ανάμεσα στη συγκίνηση και το συναίσθημα; Παραμένοντας προσεκτικοί, οι συγγραφείς αποφεύγουν να την δηλώσουν ξεκάθαρα, γιατί θεωρούν πως το ζήτημα είναι ακόμη ανοικτό και εν εξελίξει. Ίσως η διάκριση μεταξύ συγκίνησης και συναισθήματος είναι απλώς θέμα έντασης, διάρκειας και επιπέδου 18 Βλ. Ευκλείδη, Α., Σαμαρά, Α., Πετροπούλου, Μ., «Η Μικρο- και Μακρο- Εξέλιξη των Μεταγνωστικών Εμπειριών: Η Επίδραση ιαφόρων Φάσεων Λύσης Προβλήματος και Ατομικών Παραγόντων», Ψυχολογία, 1996, 3(2), 1-20 και Μεταλλίδου, Π. & Ευκλείδη, Α. «Θυμικές, Γνωστικές και Μεταμνημονικές Επιδράσεις στην Εκτίμηση της Ορθότητας της Λύσης Προβλημάτων και της Ικανοποίησης από Αυτή τη Λύση», Ψυχολογία, 1998, 5(1), 53-70. 19 Βλ. Ντάβου, Μπ., Οι ιεργασίες της Σκέψης στην Εποχή της Πληροφορίας: Θέματα Γνωστικής Ψυχολογίας και Επικοινωνίας, Αθήνα, Παπαζήσης, 2000, σελ. 117-130. 20 Βλ. ενδεικτικά τους τριάντα και πλέον ορισμούς που παραθέτει ο Plutchik, R., The Emotions, Lanham, Maryland, University Press of America, 1991, σελ. 179-184.

επεξεργασίας της διέγερσης. Διαβάζοντας προσεκτικά το Τέταρτο Κεφάλαιο ο αναγνώστης θα διακρίνει ανάμεσα στις γραμμές πως η ίδια κατάσταση, παραδείγματος χάριν ο φόβος, μπορεί να δημιουργηθεί σε ένα βαθύ και ανεπεξέργαστο επίπεδο που καταλαμβάνει σύγκορμο τον άνθρωπο και για ορισμένα δευτερόλεπτα τον ακινητοποιεί ή τον τρέπει σε φυγή (οπότε τότε ίσως πρόκειται για συγκίνηση), ή αναδύεται σε συνδυασμό με σκέψεις και συμπεριφορές, δηλαδή ως πιο επεξεργασμένη αναπαράσταση, για να ορίσει τις «αποχρώσεις» τους (οπότε τότε μπορούμε να μιλάμε για συναίσθημα). Στην μία περίπτωση υπάρχει κινητοποίηση (συν-κινούμαι), στην άλλη υπάρχει συναίσθηση, δηλαδή, κάποιας μορφής επίγνωση 21. Η συγκίνηση μπορεί να μετατραπεί σε συναίσθημα καθώς τα αντικείμενά της εντοπίζονται και αναπαρίστανται νοητικά, χρωματίζοντας ταυτοχρόνως μια σειρά από ενέργειες και πράξεις: μετά τη στιγμιαία ακινητοποίηση, την επίθεση ή την απόδραση (αναλόγως με το είδος της συγκίνησης και το αντικείμενό της), καθώς η διέγερση αναπαρίσταται νοητικά, διαχέεται και χρωματίζει σκέψεις, αποφάσεις και ενέργειες, δηλαδή διεργασίες που διαρκούν περισσότερο. Αλλά και αντίστροφα, το συναίσθημα μπορεί να μετατραπεί σε συγκίνηση και να οδηγήσει σε επίθεση, ακινητοποίηση ή φυγή, αν η απόχρωση στις σκέψεις, τις αποφάσεις και τις ενέργειες αντί να αίρει τη διέγερση αποκαθιστώντας την ισορροπία, τη μεγιστοποιεί. Παραδείγματος χάριν, κάποιες σκέψεις που χρωματίζονται από θυμό, οδηγούν το άτομο στην αναζήτηση μιας λύσης για την εξουδετέρωση του αρνητικού συναισθήματος, αλλά όσο αυτή δεν βρίσκεται ή δεν είναι εφαρμόσιμη, ο θυμός τείνει να μεγιστοποιείται έως ότου λειτουργήσει πλέον ως συγκίνηση, δηλαδή, με ένταση και οξύτητα η οποία επηρεάζει το άτομο οργανικά και το παρακινεί να αντιδράσει άμεσα. Στο σχήμα 4.6 του Τέταρτου Κεφαλαίου, οι συγγραφείς αποτυπώνουν ένα φάσμα συγκινησιακών φαινομένων, το οποίο εκτείνεται από τις οργανικές μετατροπές έως τα συναισθηματικής μορφής χαρακτηριστικά τις προσωπικότητας, περιλαμβάνοντας τα συναισθήματα και τις διαθέσεις, και βασίζει τη διάκριση των συγκινησιακών φαινομένων στη χρονική τους διάρκεια: οι εκφράσεις τις συγκίνησης και οι οργανικές τους επιδράσεις διαρκούν ελάχιστα δευτερόλεπτα, αλλά τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που σχετίζονται με συναισθήματα (π.χ. ευερεθιστότητα, ανοικτή διάθεση) διαρκούν έως και ολόκληρη ζωή. Από αυτό το φάσμα των συγκινησιακών φαινομένων προκύπτει μια ταξινόμηση ως εξής: (α) η συγκίνηση σχετίζεται με μια έντονη κινητοποίηση ελάχιστης διάρκειας, ένα «τράνταγμα» του ανθρώπου αναφορικά με κάποιο αντικείμενο (άτομο, κατάσταση, συμβάν), η οποία είναι γενικευμένη και καταβάλλει ολόκληρο το άτομο, (β) το συναίσθημα είναι η απόχρωση κάθε εμπειρίας, έχει πάντοτε αντικείμενο, καθώς και επίγνωση του αντικειμένου και έχει ένταση που ποικίλλει και διάρκεια που σχετίζεται με τη διατήρηση της αναπαράστασης του αντικειμένου στο νου, ενώ (γ) η διάθεση είναι μια πιο γενικευμένη κατάσταση, χωρίς απαραιτήτως κάποιο αντικείμενο, η οποία δίνει μια γενική απόχρωση στη ζωή για συγκριτικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Πάντως οι συγγραφείς αποδέχονται προς το παρόν μια ρευστότητα στους ορισμούς, η οποία ωστόσο δεν αναστέλλει τις προσπάθειες για τη δημιουργία μιας συνεκτικής εικόνας για τα όσα γνωρίζουμε έως τώρα για 21 «Συναισθάνομαι» σημαίνει «έχω επίγνωση», «κατανοώ». Βλ. Βοσταντζόγλου Θ. Αντιλεξικόν ή Ονομαστικόν της Νεοελληνικής Γλώσσης, Αθήνα, 1990, λήμματα 818 και 854.

τη συγκίνηση, τα συναισθήματα, τις διαθέσεις και τις προδιαθέσεις, δηλαδή, για τις διάφορες πτυχές και εκφάνσεις της συγκίνησης. Βιολογία και πολιτισμός Η θέση του Damasio, ενός κατεξοχήν ερευνητή της συγκίνησης, συνηγορεί υπέρ μιας ταξινόμησης όπως η παραπάνω, η οποία μάλιστα μοιάζει να έχει τόσο φυλογενετική όσο και οντογενετική βάση. Όπως το βρέφος βιώνει τις συγκινήσεις κατεξοχήν σωματικά και η μητέρα δρα ως μια έξωθεν σκέψη που αποδίδει συνοχή στα θραύσματα των πρώιμων αναπαραστάσεών του και τα μετατρέπει σε μια πιο οργανωμένη αναπαράσταση συναισθήματος (προβάλλοντας βεβαίως σε μεγάλο βαθμό τη δική της ερμηνεία), έτσι και στον ενήλικο είναι πιθανό η συγκίνηση να αποτελεί μια πρωτόγονης μορφής, «βρεφική», σωματική εμπειρία, η οποία συνδυάζεται με ακαθόριστες και αποσπασματικές αναπαραστάσεις που έχουν ανεξέλεγκτη ένταση και μια γενικευμένη ετοιμότητα για δράση, ενώ το συναίσθημα σχετίζεται με την πιο οργανωμένη, ανώτερης μορφής νοητική αναπαράσταση, η οποία δημιουργείται σε δεύτερο χρόνο από το συμβάν ή έχει ανακληθεί από τη μνήμη γιατί ταιριάζει με κάποιο τρέχον σωματικό βίωμα. Αυτή η άποψη είναι κεντρική, τόσο στην εξελικτική θεωρία της συγκίνησης (που περιγράφεται αναλυτικά στο Κεφάλαιο 3) όσο και στην επιστημονικά πολύ δημοφιλή άποψη του Damasio περί συγκίνησης, η οποία αναλύεται στα Κεφάλαια 3 και 4, αλλά διατρέχει όλο το βιβλίο. Διαβάζοντας την εξελικτική άποψη περί συγκίνησης και συγκρίνοντας την αργή εξέλιξη των συγκινήσεων από τα ζώα στον άνθρωπο με τη ραγδαία εξέλιξη του πολιτισμού, δεν μπορεί παρά να βρεθεί αντιμέτωπος ο αναγνώστης με μια εξαιρετικά προκλητική διαπίστωση: αν ο πολιτισμός εξελίχθηκε τόσο ραγδαία και αν πράγματι οι συγκινήσεις έχουν βιολογική βάση που ανταποκρίνεται εντονότερα στο φυσικό παρά στο συμβολικό κόσμο, τότε ως είδος ίσως δεν έχουμε προλάβει ακόμη να προσαρμοστούμε με τα συμβολικά και τεχνολογικά προϊόντα που οι ίδιοι έχουμε δημιουργήσει. Και πραγματικά, από την ανάπτυξη των ευρημάτων της ανθρωπολογικής και της βιολογικής έρευνας προκύπτει ότι τα περισσότερα συναισθήματά μας είναι προσαρμοσμένα στο νομαδικό και συλλογικό τρόπο διαβίωσης που ίσχυσε επί χιλιετίες και όχι στο σύγχρονο αστικό τρόπο των λίγων τελευταίων αιώνων. Κατά μία έννοια λοιπόν, όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς, η εξέλιξη του πολιτισμού έχει ξεπεράσει την εξέλιξη του είδους. Ίσως αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο επιστρέφουμε στη μελέτη των συγκινήσεων για να διερευνήσουμε αυτό τον πιθανό ετεροχρονισμό και την ασυμβατότητα ανάμεσα στον ανθρώπινο ψυχισμό και σε μια κοινωνία που αν και είναι δημιούργημα του ανθρώπου, τον υπερβαίνει. Από την άλλη πλευρά, ίσως αυτό εξηγεί και την ανεξέλεγκτη επέκταση της κουλτούρας του κυβερνοχώρου 22. Η εικονική κινητικότητα και οι ψηφιακές ανταλλαγές μας επαναφέρουν με έναν καινούριο τρόπο πίσω στις νομαδικές συνθήκες ύπαρξης, σε μια εικονική περιπλάνηση και συλλογικότητα που ίσως βρίσκονται πιο κοντά στις ρίζες των πρωτογενών ανθρώπινων συγκινήσεων. 22 Για μια ενδιαφέρουσα ανάλυση των επιδράσεων του κυβερνοχώρου στην ψυχολογία και τις σχέσεις των ανθρώπων βλ. Gordo-Lopez, A. & Parker, I. (Eds.) Cyberpsychology, London, McMillan, 1999.

Ολοκληρώνοντας το βιβλίο, ο αναγνώστης έχει πραγματικά κατακτήσει ολοκληρωμένες γνώσεις και ερμηνείες της συγκίνησης. Και μολονότι πολλά θέματα μόλις ανοίγουν, προκύπτει τουλάχιστον μια συγκροτημένη εικόνα που βασίζεται σε μια σειρά από διαπιστώσεις: - Οι συγκινήσεις προκύπτουν από εσωτερικά ή εξωτερικά ερεθίσματα, βιώνονται (ή και παράγονται) στο σώμα, αλλά ερμηνεύονται και αποκτούν νόημα στο κοινωνικό πλαίσιο εντός του οποίου εκδηλώνονται. - Οι συγκινήσεις δεν βιώνονται ούτε εκδηλώνονται εν κενώ. Συνδέονται πάντοτε με κάποιο αντικείμενο, ακόμη και αν ορισμένες φορές φαίνονται διάχυτες επειδή το αντικείμενο τους είναι ασαφές ή ασυνείδητο. - Η σχέση μεταξύ του υποκειμένου και του αντικειμένου της συγκίνησης προϋποθέτει την αλληλεπίδρασή τους (ακόμη και σε επίπεδο ασυνείδητο ή φαντασιακό) και αποτελεί τη βάση επί της οποίας ερμηνεύεται νοητικά η σωματική βίωση της συγκίνησης (παραδείγματος χάριν, το σφίξιμο στο στομάχι, η εφίδρωση και η αύξηση του ρυθμού της αναπνοής μπορούν να ερμηνευτούν ως θυμός στο πλαίσιο μιας εχθρικής σχέσης, ως διέγερση στο πλαίσιο μιας σχέσης ερωτικής, ή ως αγωνία στο πλαίσιο μιας σχέσης αμφιθυμικής). - Ορισμένες εκδηλώσεις της συγκίνησης είναι οικουμενικές (π.χ. η μητρική φροντίδα, η οδύνη της απώλειας), αλλά οι συγκινήσεις αποκτούν τη σημασία τους μέσα σε συγκεκριμένα πολιτισμικά πλαίσια (όπως π.χ. το αμαέ). Συνεπώς, για να έχουμε μια όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη κατανόηση της συγκίνησης, χρειάζεται να την ερευνήσουμε: (α) αναφορικά με τις σωματικές (εγκεφαλικές ή και σπλαχνικές) λειτουργίες με τις οποίες συνδέεται, (β) αναφορικά με το υποκείμενο και τις αλληλεπιδράσεις που ορίζουν τη σχέση εντός της οποίας εκφράζεται και ερμηνεύεται η συγκίνηση, (γ) αναφορικά με το πλαίσιο εντός του οποίου εκδηλώνεται (σε όλα τα επίπεδα ανάλυσής του από το διαπροσωπικό, στο πολιτισμικό και στο ευρύτερο κοινωνικό) και (δ) εντός της κάθε συγκεκριμένης ιστορικής εποχής (η οποία καθορίζει και τις εκάστοτε κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες που ευνοούν ή αναστέλλουν τη βίωση και την έκφραση συγκινήσεων συγκεκριμένου τύπου). Αυτό ακριβώς αποπειράθηκαν με επιτυχία οι συγγραφείς αυτού του βιβλίου, αξιοποιώντας όλες τις έγκυρες θεωρίες, τα πιο πρόσφατα ερευνητικά ευρήματα, καθώς και πηγές από την τέχνη και τη φιλοσοφία. Μια ιστορικό-κοινωνική οπτική Το βιβλίο δικαιώνει τη σημασία της συγκίνησης. Όπως δηλώνουν οι συγγραφείς, «οι συγκινήσεις είναι το επίκεντρο της ανθρώπινης ψυχικής ζωής». Θα συμπληρώναμε πως οι συγκινήσεις βρίσκονται και στο επίκεντρο της κοινωνικής ζωής. Μολονότι μια τέτοια προσέγγιση δεν περιλαμβάνεται αυτόνομη στο βιβλίο, θα άξιζε να κρατήσει κανείς καθώς το διαβάζει και μια ιστορικό-κοινωνική οπτική, αφού η μελέτη και η έρευνα της συγκίνησης, όπως η έρευνα σε κάθε επιστημονικό πεδίο επηρεάζονται από τις εκάστοτε κοινωνικο-ιστορικές συνθήκες. Το παράδειγμα της έκφρασης της σεξουαλικότητας και της επιθετικότητας είναι ενδεικτικό. 23 Στις Δυτικές κοινωνίες, οι κοινωνικοί περιορισμοί και ο εξωτερικός έλεγχος της έκφρασης των συγκινήσεων που ίσχυαν κατά τον 19 ο αιώνα και 23 Βλ. C. Wouters, ό.π. 229-252.

απαγόρευαν την ανοικτή εκδήλωση της επιθετικότητας προς τους ανωτέρους ή της σεξουαλικότητας προς το άλλο φύλο, συνυπήρξαν με την αναζήτηση στην επιστήμη, των βιολογικών παραμέτρων της συγκίνησης, των πτυχών της δηλαδή που ορίζονται και καθορίζονται από το σώμα και συνεπώς, αναστέλλονται με εξωτερικές παρεμβάσεις στο σώμα (ξυλοδαρμούς, εκτελέσεις, σωματικές θεραπείες της ψυχικής ασθένειες κ.λπ.). Στις αρχές του 20 ου αιώνα, παράλληλα με τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος από το σώμα στο περιβάλλον και στον έλεγχο της συμπεριφοράς μέσω του κατάλληλου συνδυασμού περιβαλλοντικών ερεθισμάτων και αποκρίσεων, οι συγκινήσεις δεν ονοματίζονταν, αλλά η έρευνα με στόχο την κατανόηση της δράσης τους και τον έλεγχό της εκδήλωσής τους μετατοπίστηκε από το σώμα και τη βιολογία στις εξωτερικές συνθήκες που επηρεάζουν τη συμπεριφορά, ακολουθώντας τις συμπεριφοριστικές αρχές της ανταμοιβής και της τιμωρίας. Στο κοινωνικό πεδίο, η σωματική τιμωρία της επιθετικότητας και της σεξουαλικότητας έδωσε τη θέση της στον έλεγχο της συμπεριφοράς και στον αυτοέλεγχο, που αναπτύχθηκαν στο πλαίσιο της άμβλυνσης των διαφορών (ιεραρχίας ή φύλων, αντιστοίχως) και της εξατομίκευσης, και εξυπηρετούσαν την προσωπική ανέλιξη, αφού επέτρεπαν μεγαλύτερη και πιο αυθεντική έκφραση ενώ ταυτοχρόνως επέβαλλαν την αυτοσυγκράτηση. Αμέσως μετά τις έρευνες του Kinsey 24 για τη σεξουαλικότητα στα τέλη της δεκαετίας του 40 και στις αρχές του 50, η σεξουαλική επανάσταση της δεκαετίας του 60 ευνόησε μια υπερβολή της απελευθέρωσης και την αποδοχή ακόμη και των πιο καταστροφικών συγκινήσεων (όπως αντανακλάται στο σύνθημα «βία στη βία της εξουσίας»). Αυτή όμως η υπερβολή απαιτεί έλεγχο και οι έρευνες της συγκίνησης εξακολούθησαν να υπαγορεύονται από τους συμπεριφοριστικούς κανόνες μελέτης και ελέγχου της συμπεριφοράς. Η απελευθέρωση τιθασεύτηκε ξανά κοντά στις αρχές τις δεκαετίας του 80, όταν η γνωστική προσέγγιση βρισκόταν στο αποκορύφωμά της. Διαβάζοντας το Κεφάλαιο 4, ο αναγνώστης κατανοεί πως αν οι συγκινήσεις θεωρηθούν γνωστικές εκτιμήσεις οι οποίες έπονται της νοητικής επεξεργασίας των πληροφοριών, τότε κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος μπορεί να βρει τους τρόπους να τις διαχειρίζεται και να τις αξιοποιεί. Η αποτελεσματικότητα και η παραγωγικότητα που κυριαρχούν ως αξίες τις τελευταίες δεκαετίες δίνουν έμφαση στη «διαχείριση» της συγκίνησης (emotional management) με τρόπους ορθολογικούς και με στόχο την προσωπική «ανάπτυξη» (στο πεδίο των σχέσεων, του επαγγέλματος κλπ.). Σήμερα, οι περισσότερες συγκινήσεις αναγνωρίζονται και είναι αποδεκτές ως προς τη βιωματική τους διάσταση, άλλα όχι ως προς την ελεύθερη και αυθόρμητη έκφρασή τους. Ο άνθρωπος καλείται να τις διεργαστεί (ώστε να μην παραμονεύει συνεχώς η απορυθμίζουσα εκφόρτισή τους) και υποχρεώνεται να τις εκτονώσει με όλο και πιο προγραμματισμένους και οριοθετημένους τρόπους. Για να μη χαθεί η αναγκαία για την ύπαρξη γεύση «του θείου ειδυλλίου της φυσικότητας» 25, η οποία δεν ευνοείται στην καθημερινή ζωή, ο σύγχρονος άνθρωπος προστρέχει σε μορφές οργανωμένης διοχέτευσης και ελεγχόμενης 24 Kinsey, A. et al. Sexual Behaviour in the Human Male, Philadelphia, Saunders, 1948 και Kinsey, A. et al. Sexual Behaviour in the Human Female, Philadelphia, Saunders, 1953. 25 C. Wouters, ό.π. σελ. 238.

εκτόνωσης των συγκινήσεων, μέσα από δομημένες δραστηριότητες ψυχαγωγίας, άθλησης και επαφής με τη φύση. Ωστόσο, ούτε και αυτή η σχάση ανάμεσα σε περιχαρακωμένες και προγραμματισμένες ώρες ορθολογικότητας και συναισθήματος φαίνεται να αρκούν. Το ζητούμενο σήμερα είναι να διαποτίσει η σκέψη το συναίσθημα και το συναίσθημα τη σκέψη σε μια δημιουργική ολοκλήρωση. Γι αυτό οι συγγραφείς τονίζουν μέσα από όσα παρουσιάζουν στα Κεφάλαια 5, 6 και 10 ότι περνάμε σταδιακά από τον έλεγχο ή την άρνηση της συγκίνησης ως εμπόδιο στην ορθολογικότητα της ζωής, στην αναγνώριση και τη βίωσή της ως ανθρώπινη λειτουργία, ισότιμη με τη σκέψη και συμβατή με την κοινωνική δομή: Οι συγκινήσεις δεν είναι μόνον το επίκεντρο της ανθρώπινης ψυχικής ζωής, αλλά επιπλέον οδηγούν σε αποφάσεις και ορίζουν τη δομή του σχετίζεσθαι (βλ. Κεφάλαιο 5). Αυτή είναι η βασική θέση για τη συγκίνηση και τα συναισθήματα, που αναδύεται από αυτό το βιβλίο. Οι συγγραφείς ξεκαθαρίζουν έννοιες, θεωρίες, επιστημονικές και ιστορικές προσεγγίσεις, ενώ ταυτοχρόνως παρουσιάζουν όλα τα μέχρι σήμερα πειραματικά δεδομένα. Έτσι το βιβλίο καθίσταται μια ολοκληρωμένη πηγή αναφοράς τόσο για το θεωρητικό όσο και για τον πειραματικό και τον κλινικό επιστήμονα. Μερικά ερωτήματα που προεξέχουν Η μεγάλη τριβή που δημιουργείται με ένα κείμενο μέσα από τη διαδικασία της μετάφρασής του, γεννά αναπόφευκτα πάμπολλες νοητικές περιπλανήσεις και στοχασμούς, για τις προεκτάσεις των πραγμάτων. Πέρα από τη γενική αυτογνωσία που αποκτά κανείς, απομένουν στο τέλος κάποιες διαπιστώσεις που προεξέχουν. Οπωσδήποτε, κάθε αναγνώστης θα κρατήσει όσα έχουν για εκείνον ιδιαίτερη σημασία. Επισημαίνουμε όμως μερικά θέματα που φαίνονται να έχουν ενδιαφέρουσες και γενικευμένες κοινωνικές προεκτάσεις : * Στο Κεφάλαιο 9 αναπτύσσεται η υπόθεση των Tomkins και Simon ότι οι συγκινήσεις λειτουργούν για να διαχειριστούν τα πολλαπλά κίνητρά μας, να μεταφέρουν την προσοχή μας από τη μια έγνοια στην άλλη, όταν απρόβλεπτα συμβάντα που επηρεάζουν τις έγνοιές μας συμβαίνουν στον κόσμο, στο σώμα ή στο νου μας. Όταν, δηλαδή, εξωτερικά ή εσωτερικά συμβάντα ανατρέπουν τη ροή της δραστηριότητάς μας, οι συγκινήσεις δρουν για να μας βοηθήσουν να εστιάσουμε στις ανακατατάξεις που συμβαίνουν και να επαναπροσδιορίσουμε τους στόχους μας βάσει των νέων συμβάντων. Εάν η υπόθεση αυτή είναι αληθής, τότε οι συγκινήσεις γεννιούνται από τις ανατροπές, και αυτό οδηγεί σε μια ενδιαφέρουσα διαπίστωση: όσο πιο προβλέψιμη και ελεγχόμενη είναι η ζωή, τόσο συρρικνώνεται η δράση των συγκινήσεων. * Η ενδιαφέρουσα ανάλυση που παρουσιάζεται στο Κεφάλαιο 10 για τις αλλαγές στη βίωση των συναισθημάτων που επιφέρουν οι κοινωνικόιστορικές μετατροπές γεννά το εξής ερώτημα: αν οι συγκινήσεις χρειάζονται χρόνο 26 έως ότου ο άνθρωπος δημιουργήσει μια συγκροτημένη αναπαράστασή τους και τις διεργαστεί (έστω και απλώς ως παράγωγα των ανατροπών της ζωής του), τότε στο σύγχρονο δυτικό πολιτισμό, όπου ο 26 Για τη σχέση ανάμεσα στη βίωση της συγκίνησης και την αίσθηση και την αξιοποίηση του χρόνου βλ. το εξαιρετικό κείμενο του Π. Χαρτοκόλλη, «Η Εμπειρία του Χρόνου και η Σχέση της με τα Συναισθήματα», Ψυχαναλυτικά Κείμενα, Αθήνα, Νεφέλη, 1990, σελ. 358-371.

χρόνος είναι χρήμα, τα κρίσιμα συμβάντα της ζωής που προκαλούν έντονες συγκινήσεις (όπως π.χ. ο έρωτας, η γέννηση ή ο θάνατος), θα πρέπει τυπικά να λογίζονται ως ζημία, δηλαδή ως απώλεια σε χρήμα ή στο αντίκρισμά του (π.χ. στην παραγωγικότητα) και να αποφεύγονται ή να αναστέλλονται. * Στο Δωδέκατο Κεφάλαιο, οι συγγραφείς αναπτύσσουν τις θεραπευτικές ιδιότητες της αφήγησης, τόσο για το δημιουργό της όσο και για τον αποδέκτη της. Η αφήγηση αναδεικνύεται ως μια δυνατότητα να βιώσει ο άνθρωπος συγκινήσεις από μια «αισθητική» όπως την ονομάζουν απόσταση και σε ένα σχετικώς ασφαλές πλαίσιο, ώστε να μην καταβληθεί από αυτές, αλλά ούτε και να αποστασιοποιηθεί υπερβολικά εξουδετερώνοντάς τις, για να καταφέρει εντέλει να τις αναγνωρίσει, να τις διαχειριστεί και να οδηγηθεί στην κάθαρση. Από τα όσα παραθέτουν, οδηγούνται στο συμπέρασμα πως «είναι βέβαιο ότι εμείς οι άνθρωποι προτιμάμε να βρισκόμαστε σε κάποια συγκινησιακή κατάσταση από το να μη νιώθουμε τίποτα». Αν τα πράγματα είναι έτσι, τότε σε έναν κόσμο όπου ο χρόνος είναι χρήμα, ο άνθρωπος που δεν προλαβαίνει ή δεν αντέχει να βιώσει τα δικά του συναισθήματα, για να ισορροπήσει την έλλειψη που γεννά μια ουδέτερη συγκινησιακά ζωή, καταφεύγει στην «εξ αποστάσεως αισθητική» συγκινησιακή εμπειρία, μέσα από τις αφηγήσεις άλλων, που σήμερα είναι άκρως δραματοποιημένες ώστε να είναι εμπορεύσιμες. Και καθώς από τις έξι συγκινήσεις που θεωρούνται ως θεμελιώδεις (χαρά, έκπληξη, θυμός, φόβος, θλίψη, αηδία), αυτές που κυριαρχούν στις τηλεοπτικές αφηγήσεις (που είναι και οι πιο δημοφιλείς) είναι η θλίψη, η αηδία και ο φόβος 27, τότε αναπόφευκτα ο σύγχρονος άνθρωπος θα νιώθει όλο και πιο θλιμμένος, αηδιασμένος και φοβισμένος. * Εφ όσον οι συγκινήσεις ορίζονται πολιτισμικά, καθώς τα σύγχρονα δυτικά πρότυπα ως προς τη βίωση και τη διαχείριση του συναισθήματος παγκοσμιοποιούνται, απειλούν τους υπόλοιπους πολιτισμούς της γης με σύγχυση και αλλοτρίωση. Παραδείγματος χάριν, για να επικοινωνήσει κανείς βάσει προτύπων του δυτικού πολιτισμού, θα πρέπει να μάθει να διαχειρίζεται το θυμό και την επιθετικότητά του, δυο συναισθήματα τα οποία μπορεί να μην αναγνωρίστηκαν ποτέ ως υπαρκτή εσωτερική εμπειρία στη κουλτούρα της προέλευσής του, όπως μαθαίνουμε από τα όσα παραθέτουν οι συγγραφείς στο Έβδομο Κεφάλαιο, για τις πολιτισμικές επιδράσεις στην ανάπτυξη της συναισθηματικότητας. Ή να απαρνηθεί την εμπειρία του «αμαέ» για να αντέξει τα ατομικιστικά πρότυπα του σχετίζεσθαι που χαρακτηρίζουν τη δυτική κουλτούρα. 27 Από τις πολλές έρευνες για τη χρήση αυτών των συγκινήσεων στις τηλεοπτικές αφηγήσεις καθώς και για την επίδρασή τους στο κοινό, βλ. ενδεικτικά Brosius, H., The Effects of Emotional Pictures in Television News, Communication Research, 1993, 20, 105-124, Dillard, J. P. Rethinking the Study of Fear Appeals: An Emotional Perspective, Communication Theory, 1994, 4, 295-323, Lang, A., Newhagen, J. & Reeves, B., Negative Video as Structure: Emotion, Attention, Capacity and Memory, Journal of Broadcasting and Electronic Media, 1996, 40, 460-476, Lodges, W., Canaries in the Coal Mine: Perceptions of Threat and Media System Dependency Relations, Communication Research, 1994, 21, 5-23, Newhagen, J. E. TV News Images that Induce Anger, Fear, and Disgust: Effects on Approach-Avoidance and Memory, Journal of Broadcasting & Electronic Media, 1998, 42 (2), 265-276, Sparks, G. Understanding Emotional Reactions to a Suspenseful Movie: The Interaction Between Forewarning and Preferred Coping Style Communication Monographs, 1989, 56, 325-340,

Αυτοί είναι λίγοι μόνον από τους προβληματισμούς που ενδεχομένως θα απασχολήσουν τον αναγνώστη καθώς διαβάζει το βιβλίο. Θα βρει πολλά ακόμα σημεία, που εξαρτώνται από τα ενδιαφέροντα, τις έγνοιες και τις γνώσεις του καθενός, που έχουν προεξέχουσα σημασία για τη βίωση και τη διαχείριση της συγκίνησης στη σύγχρονη κοινωνία. Συμπερασματικά Επιστρέφει, λοιπόν, η μελέτη της συγκίνησης ως κεντρικής λειτουργίας της ανθρώπινης ύπαρξης που αλληλεπιδρά με το σώμα, τη σκέψη και τη συμπεριφορά και καθορίζει τις σχέσεις και τις ενέργειές μας. Καθίσταται, διεθνώς, το επιστημονικό πεδίο συνάντησης πολλών προσεγγίσεων και επιστημών, πράγμα που προϋποθέτει την ανεύρεση μιας κοινής γλώσσας για την ανταλλαγή εννοιών αλλά και μεθοδολογικών εργαλείων. Η γλώσσα αυτή τώρα αναπτύσσεται. Αυτό που είναι ίσως το μεγαλύτερο επίτευγμα της τελευταίας εικοσαετίας είναι πως συγκροτήθηκαν σταδιακά, τα διάφορα ευρήματα και οι θεωρητικές απόψεις, σε μια συνεκτική διεπιστημονική εικόνα για τη συγκίνηση, προσβάσιμη και κατανοητή παρά τις διαφορετικές γλώσσες της κάθε επιστήμης. Η εικόνα αυτή ξεκαθαρίζει τη σημασία της συγκίνησης και των συναισθημάτων καθώς ταυτοχρόνως αναδεικνύει την τεράστια πολυπλοκότητά τους και θέτει περισσότερα ερωτήματα από όσα υπήρχαν στην αρχή, αλλά ίσως πιο ξεκάθαρα διατυπωμένα. Αυτή είναι και η μεγάλη συμβολή αυτού του βιβλίου. Ως κλασσικό εγχειρίδιο, παρουσιάζει ένα state of the art της έρευνας και του θεωρητικού στοχασμού από όλους τους ενδιαφερόμενους για τη συγκίνηση τομείς και καταφέρνει να συγκροτήσει μια ενιαία εικόνα, συνθέτοντας τα παραπληρωματικά στοιχεία και αναδεικνύοντας τις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις. Τα στοιχεία αναλύονται και συνδυάζονται τόσο όσο χρειάζεται για να κατανοήσει ο αναγνώστης πλήρως το επιχείρημα, αλλά αντί να εφησυχάσει, να γοητευτεί και να αναζητήσει πιο αναλυτικά τις λεπτομέρειες. Ως έμπειροι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, οι δύο συγγραφείς τηρούν τις ευαίσθητες ισορροπίες ανάμεσα στην έκταση και το βάθος, την επιστημονική γλώσσα και τη σαφήνεια, τη σύνδεση της επιστημονικής σκέψης με την καθημερινή ζωή, κάνοντας το βιβλίο εξαιρετικά χρήσιμο τόσο για τους φοιτητές όσο και για τους επιστήμονες όχι μόνον της ψυχολογίας αλλά όλων των ενδιαφερόμενων κλάδων. Παρά το γεγονός ότι κάθε μετάφραση ποτέ δεν αποδίδει πλήρως το αρχικό κείμενο και δεν μπορεί να ανταποκριθεί με απόλυτη αντιστοιχία στη σκέψη μιας άλλης κουλτούρας, οι μικρές, κοφτές, ξεκάθαρες φράσεις της αγγλικής γλώσσας, μολονότι ίσως ηχήσουν ορισμένες φορές κάπως απλοϊκές σε ένα διανοούμενο αναγνώστη, έχουν την ιδιότητα να συγκεκριμενοποιούν σύνθετες και αφηρημένες έννοιες και λειτουργίες και να τις κάνουν κατανοητές. Τίποτα από την πολυπλοκότητα των συγκινήσεων δεν έχει χαθεί. Το βιβλίο αυτό αξίζει να διαβαστεί όχι μόνον από τους μελετητές της συγκίνησης, αλλά από όποιον θέλει να κατανοήσει καλύτερα τον άνθρωπο, τις σχέσεις του και την εξελικτική και κοινωνική του ιστορία. Μπετίνα Ντάβου Πανεπιστήμιο Αθηνών