Γεράσιμος Μηνάς. Εγώ κι εσύ



Σχετικά έγγραφα
Λες, δεν διαφέρεις. Δεν είναι ομαδική παράκρουση, ο πόνος. Σκυμμένοι άνθρωποι, στα στασίδια.

κοντά του, κι εκείνη με πόδια που έτρεμαν από το τρακ και την καρδιά της να φτερουγίζει μες στο στήθος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα.

Μικρός Ευεργετινός. Μεταφρασμένος στη Δημοτική

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ 13 ΠΡΟΛΟΓΟΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΜΕ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΣΙΛΕΡ. ποιήματα

Γεράσιμος Μηνάς. Γυναίκα ΠΡΩΤΟ ΑΝΤΙΤΥΠΟ

Γιάννης Υφαντής ΓΚΆΤΣΟΣ Ο ΠΕΛΑΣΓΙΚΌΣ. Οι ποιητές

ÄÉÌÇÍÉÁÉÁ ÅÊÄÏÓÇ ÅÍÇÌÅÑÙÓÇÓ ÊÁÉ ÐÍÅÕÌÁÔÉÊÇÓ ÏÉÊÏÄÏÌÇÓ ÉÅÑÁ ÌÇÔÑÏÐÏËÉÓ ÈÅÓÓÁËÏÍÉÊÇÓ ÉÅÑÏÓ ÍÁÏÓ ÌÅÔÁÌÏÑÖÙÓÅÙÓ ÔÏÕ ÓÙÔÇÑÏÓ

Η Πλουσία, μια γυναίκα με πάθος και θέληση για ζωή, δεν είναι μόνο η ευνοημένη των κερασιών και της μοίρας μάνα, σύζυγος, αδελφή όχι μόνο αυτή που

ΘΥΜΙΟΥ ΑΓΓΕΛΙΔΗ-ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗ ΕΛΠΙΝΙΚΗ

Μα ναι, τι χαζός που ήταν! Γυναικεία ήταν η φιγούρα που στεκόταν μπροστά στη μεγάλη μπαλκονόπορτα του δεύτερου

ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΟ ΛΕΜΟΝΟΔΑΣΟΣ

Διαθεματική προσέγγιση στον Καβάφη μια απόπειρα διδακτικής προσέγγισης

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΘΑΥΜΑΤΩΝ. Κεφάλαια 11 έως 20

Λόγος Επίκαιρος. Αυτοί που είπαν την αλήθεια, τι κατάλαβαν από τη ζωή; ΛΕΝΕ!!! Και αυτοί που δεν την είπαν, τι κατάλαβαν από τη ζωή; ΛΕΜΕ!!!

«Η Σ Κ Ο Ν Η Τ Ο Υ Ρ Ο Μ Ο Υ»

Μια νέα φωτεινή σελίδα της ιστορίας μας

Η Ιστορία του Αγγελιοφόρου Όπως αποκαλύφθηκε στον Μάρσαλ Βιάν Σάμμερς στης 23 Μάιου 2011 στο Μπόλντερ, Κολοράντο, ΗΠΑ

ο σούρουπο είχε απλώσει το σκοτεινό υφάδι του, κεντημένο με περισσή στοργή από τη μητέρα του, τη μαρμαρυγή. Τιτιβίσματα πτηνών ορμούσαν μες στην

Στις κόρες µου Χριστίνα και Θάλεια

Παραμύθια. που γράφτηκαν από εκπαιδευόμενους / ες του πρώτου επιπέδου κατά τη σχολική χρονιά στο 1ο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Λάρισας

ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ... Αναρωτηθήκατε ποτέ, άραγε, γιατί αν όλ αυτά που θα θέλαμε

ΤΑΤΙΑΝΑ. θέλω..." Δεν πρέπει να θέλω! Ξέρω το πρέπει θα μου πεις δεν υπάρχει. Ή φλερτάρεις με το ρίσκο ή μένεις στο ίδιο σημείο μιά ζωή...

Ελληνικά τραγούδια. Και θα χαθώ Μόνο στα όνειρα Όνειρο ζω Χέρια ψηλά Χωρίς αναπνοή... 6

Ιωάννά νοτάρά Χαμένες άγάπες

Κεφάλαιο 2. αβάλα στ άλογά τους, οι ιππότες πέρασαν


Ο ΚΑΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΚΟΣ. Μαρία και Ιωσήφ

Στον 20ό αιώνα ζούμε, μαμά, όχι στο Μεσαίωνα. Για όνομα του Θεού! Οι γυναίκες έχουν πάρει πια τη ζωή στα χέρια τους. Άσε με στην ησυχία μου, έχω άλλα

Η πιθανότητα της Φαουστίνας Μερσέντες (ή γιατί η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική)

Το Ταξίδι Απελευθέρωσης

Τζέλιος Κ. Δημήτριος

Νησί που κανείς σεισμός δε θα σε καταπιεί μακρύ σαν πέτρινη μαγνητική βελόνη να δείχνεις το βοριά και το νότο της πορείας μας της ιστορίας του χρόνου

Μες στις παλάμες η αγάπη

Νικόλας Φαλάς, Ε 1. Κυριακή Φιλοθέου, Ε 2

Ασκήσεις ΙΙΙ Brno

Μαρίας Ιορδανίδου. Λωξάντρα. Πρόταση διδασκαλίας λογοτεχνικού βιβλίου. Επιμέλεια: Σπύρος Αντωνέλλος Ε.Μ.Ε.

1 Ένα κορίτσι με όνειρα

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ενορία Ι. Ν. Αγ. Αθανασίου Ευόσµου Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών Γυµνασίου-Λυκείου

«Λοιπόν, έχουμε και λέμε Αθανάσιος Παπανικολάου, ετών 99, Κωνσταντίνα η σύζυγος, τρία παιδιά, οχτώ εγγόνια»

Αρμέγει δήθεν ο Γιώργος τα πρόβατά του κάθε πρωί και γεμίζει καρδάρες με γάλα το οποίο αποθηκεύεται σε δοχεία μεγάλης χωρητικότητας και μεταφέρεται σ

Το Κάλεσμα του Αγγελιοφόρου

ANNA TENEZH Η αρχοντοπούλα με την πέτρινη καρδιά

ΚΩΣΤΑΣ ΒΟΥΛΑΖΕΡΗΣ. ο Βασιληάς οι Νύφες. η Μαύρη Δράκαινα

Oταν ξεκινούσαμε το Κοιτάω Μπροστά πριν από λίγα χρόνια,

ΦΑΙΔΩΝ (Περί Ψυχής) (αποσπάσματα)

ΑΝΝΑ ΤΕΝΕΖΗ. ΑΝΤΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ, ΜΗΤΕΡΑ (Θεατρικό μονόπρακτο)

Η ΡΕΘΥΜΝΟΧΑΧΑΝΟΥΠΟΛΗ. Ένα βιβλίο που δε διάβασε κανείς!

Ο ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟΥ. Έτσι άρχισαν όλα

ΠΛΑΤΩΝΟΣ «ΠΟΛΙΤΕΙΑ» ΕΒΔΟΜΟ ΒΙΒΛΙΟ. ( «Ο Μύθος του Σπηλαίου» )

7. Βύργερ, "Λεονώρα", στον τόμο: Λορέντζος Μαβίλης, Τα Έργα, Αλεξάνδρεια, εκδ. του λογ. περ. Γράμματα, 1915, σσ

Η φιλοσοφία στην τέχνη

Ευρετήριο πινάκων. Ασκήσεις και υπομνήματα

Άδειο που φαίνεται το σπίτι ε, σκύλε; Εσύ κοίτα να κάτσεις ήσυχος σε τούτα δω τα βράχια, Γουίλο.

Εντυπώσεις σεμιναρίου γονέων

Δρ. Αναστασία Σάββα Γεωργιάδου. Χριστούγεννα Πρωτοχρονιά Φώτα. Ήθη και έθιμα

O Μικρός Πρίγκιπας συναντά τον Κύριο Καζαντζάκη

ΤΟ ΦΩΣ ΤΩΝ ΠΛΑΝΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ 11. Πριν...

ΧΡΗΣΤΟΣ ΒΟΥΔΟΥΡΗΣ Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΣΤΟ ΑΣΥΛΗΠΤΟ ΑΝΑΤΡΕΠΟΝΤΑΣ ΤΗ ΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ ΣΤΟ ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ

με περίμενε τόσο καιρό. σ εκείνη, λοιπόν

ΛΑΪΟΝΙΣΜΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΜΙΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΠΟΡΕΙΑ

ΕΤΟΣ 16ο ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 88 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΜΑΡΤΙΟΣ 2006

Το σύμπαν μέσα στο οποίο αναδύεστε

κρικοθυρεοειδής σύνδεσμος

Ο Λέξους Μανταλέξους

Στη μήτρα μιας μητέρας, δύο έμβρυα έχουν μία συνομιλία μεταξύ τους. Το ένα έμβρυο ήταν ένας μικρός σκεπτικιστής και το άλλο είχε μια ζωντανή πίστη.

Κώστας Λεµονίδης Σταθµός 2ος

III. Ο γέρος που άκουγε τα ωραιότερα τραγούδια.

Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Κοριτσιών ηµοτικού

Ένα βιβλίο βασισμένο στο μυθιστόρημα της Λενέτας Στράνη «Το ξενοπούλι και ο Συνορίτης ποταμός»

ΜΝΗΣΙΚΑΚΙΑ Μεγάλο κακό η µνησικακία. Είναι µεγαλύτερο κι από την πορνεία. Πόσο µεγάλη η αρετή της συγχωρητικότητας!

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΣΥΣΚΕΨΗ 29/8/2015

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗΣ

Θερινά ΔΕΝ 2011 "ακολουθώντας τη ροή" - η ματιά μου

Εκπαιδευτική Προσέγγιση Ψηφιδωτού «Θησέας και μινώταυρος» για παιδιά προσχολικής ηλικίας

Για το βιβλίο του Αντώνη Κακαρά ΟΞΩ ΑΠ Τ ΑΜΠΕΛΙΑ ΡΕΕΕ. της Νάντιας Βαλαβάνη. Ομιλία στην παρουσίασή του στη Στοά του Βιβλίου, την

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ ΙΖ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΥΝΟΔΟΣ Α ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΞΑ Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Τι είναι παραμύθι; «Παραμύθια για να γλυκάνει η ψυχή και να μερέψει» Μάνια Μαράτου Αφηγήτρια Παραμυθιών

Ιωάννά νοτάρά Στη σκιά του πάθους

Τρέχω στο μπάνιο και βγάζω όλη τη μακαρονάδα.

ΤΡΥΦΩΝΑΣ ΤΥΠΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Διήγημα με τίτλο: «Πορτραίτα τριών γυναικών, μιας γαρδένιας κι ενός ερωτευμένου σκύλου»

* Από την αγγλική λέξη «boss», αφεντικό. ** «Core houses» στο πρωτότυπο, μικρά ισόγεια σπίτια ανθεκτικής κατασκευής με πρόβλεψη επέκτασης. (Σ.τ.Ε.

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΣΙΣΥΦΟΥ. δοκίμιο πάνω στο παράλογο. Albert Camus

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γενικές πληροφορίες Πού βρίσκομαι;

Σεπτέμβριος 2011: Εφημερίδα μηνός Αυγούστου, έκδ. 34 η

Μια «γριά» νέα. Εύα Παπώτη

Κι εγώ τι θα κάνω μόνη μου τις Κυριακές; Έχεις εμένα, αγάπη μου. Εσύ κάθε μέρα είσαι στο μαγαζί και τις Κυριακές πηγαίνεις

ΕΙΝΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΑΝΑΨΕΙΣ ΕΝΑ ΚΕΡΙ ΠΑΡΑ ΝΑ ΚΑΤΑΡΙΕΣΑΙ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ

TA BIBΛIA ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ ΣTIΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

Π A Γ KOΣ MIA HMEPA Π OIHΣ H Σ. Ο YΣΣEAΣ EΛYTHΣ ( ) Nοµπελ Λογοτεχνιασ 1979

προβλήματα, εγώ θέλω να είμαι συγκεκριμένος. Έχω μπροστά μου και σας την αναφέρω την

Κώστας Σφενδουράκης ΝΙΚΗ ΤΩΝ ΤΕΤΡΙΜΜΕΝΩΝ.

1 Μελογονής: Ο γλυκός σα μέλι γονέας. 2 Νικλιάνος: Ο καταγόμενος από αριστοκρατική και ισχυρή γενεά της Μάνης.

Δανάη Τασιούλη ΔΙΔΥΜΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ. Η Στοιχειωμένη Μοίρα. εκδόσεις ΙΒΙΣΚΟΣ

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΔΙΑΝΕΜΕΤΑΙ ΔΩΡΕΑΝ

Ο ΚΟΝΤΟΡΕΒΥΘΟΥΛΗΣ ΜΟΥ

Β.Ι.ΛΕΝΙΝ: ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΑΡΞ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΑΡΞΙΣΜΟ

Η ΨΥΧΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ( 1 )

ΤΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΑ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ

Transcript:

1

2

Γεράσιμος Μηνάς Εγώ κι εσύ ΠΟΙΗΣΗ Επιλογή 1995-2004 3

4

5

είναι πατάρι με σκονισμένα θαύματα, προς ανακάλυψη. Αξιολόγηση. Εκμετάλλευση, Αν οφείλεις στον εαυτό σου. Γράμματα Σιγά σιγά, μαθαίνω να ζωγραφίζω. Και να εκτιμώ το λευκό χαρτί, όπως η αγάπη σ εκείνον που του προσφέρεται. Μόνο όταν είσαι ήρεμος, γράφεις κατανοητά, πατώντας αντικειμενικά -όσο πιστεύειςστο θέμα που αναπτύσσεται. Σιγά σιγά, Χρειάζεται ο καθένας να στρώνει τη ζωή του. Αν και ποτέ, Δεν εκλογίκευσα τη δυνατή μουσική κι όποιους στόχους εξυπηρετεί. Ο βίος Εσωτερικά Προστατεύοντας την πέτσα, μη ξεραθεί, Παραμένοντας υγιής Αυθόρμητος, Εγκρατής, και χαρούμενος όλο έκπληξη. Έχεις παρατηρήσει, πως, όταν είσαι καλός, ή πλησιάζεις προς τη μετάνοια, Σου συμβαίνουν καλά πράγματα; Σε αγγίζουν σαν φιλικός άνθρωπος που ενδιαφέρεται. Επειδή το πρώτο βήμα πισωπατεί μα η απόφαση Λογικεύεται από μόνη της. Κάτι από μακριά. πλησιάζει κοντά στον καιρό του. Ξέρουμε, πως το πέλαγος διασχίζεται μετά από ώρες πολλές, Όμως μπορούμε, Εκείνο το πλοίο, στον ορίζοντα, Να το τραβήξουμε κοντά μας. 6

Αγαπούμε και επαληθευόμαστε. Συνηθίζουμε. Τ άσχημα σημεία του σώματος μας. Ή την χρησιμότητα της κάθαρσης του. Το όμορφο, τις κρίσεις του. Καθώς το ποτίζω σαν το λουλούδι μου -ενθύμιο ενός γάμου συγκινησιακά φορτισμένου. Την επομένη, κάτι αλλάζει. Ο άσχημος καιρός Συμβαδίζει με την αξιοπρέπεια. Με ανθρώπους, που δεν μπορούμε να αγγίξουμε Σαφώς επειδή Ανήκουν σε μια ξεχωριστή κοινωνία-οικογένεια -κάτι απολύτως φυσιολογικό. Ο καιρός της ταυτότητας μας. Τη μια, έχουμε όρεξη να συμμετέχουμε, -με προνόμια όποια επιθυμητή αμοιβή. Την άλλη μετανιώνουμε, μα η ανησυχία παραμένει, Ως λόγος, μη αναστρέψιμος. Ο τόπος εκεί έξω, πρασίνισε. Η καμπύλη ισορροπίας της Ασκεί πίεση στον εσωτερικό τόπο. Πόσες υποσχέσεις Μελετά να φέρει εδώ μέσα. Τις θέλω; Στη συνισταμένη: «ο καθένας μπαίνει στο μονοπάτι του». Σιγά σιγά, Ίσως στη καμπύλη Αφουγκραστούν κι οι δικές μου προσδοκίες. Ίσως, αποτελέσεις μέρος μου, Μεταφέροντας ζεστασιά πιο κοντά στο στασίδι. Σιγά σιγά, Μαθαίνω, του χαρτιού τις ιδιότητες. Δεν λευκαίνει, στου ενήλικου σου τη δεκαετία. Μόνο ανησυχεί. Μη δεν περιγράψει Σωστά, Αισθήματα, Όσα είδαμε, όσα επρόκειτο. Τα μάτια της ενώ κοιτούν εμένα. Γλυκά απογεύματα, Ελεύθερου χρόνου, θύμησης μιας εικόνας προσωπικής προοπτικής. Με τον νου, ενώ κοιτά, μια αξία: Την αγάπη τους. 7

Απόψε Ελεύθερος άνθρωπος, Πατρίδα μου Απόψε όλος ο κόσμος σου ανήκει. Απόψε σε ζητώ, Απόψε έλα να με πάρεις, στα μονοπάτια της ψυχής μου να καλπάσεις. Άγγιξε με, νοιώσε με, Άκουσε με, πρόσεξε με. Έλα, Έλα να με βρεις. Μαζί σου, θέλω, στη γραμμή που χωρίζει τους δρόμους μας να σε αναζητήσω. Πάρε με, κοίταξε με Για λίγο. Απόψε γινόμαστε ένα. Εγώ κι εσύ. Τους φόβους σου σαν σβήσω, θα με ζητάς. Κι άλλο. Έλα. 8

Μουσική Αρέσκομαι να χαλαρώνω τις νύχτες, να ονειροπολώ. Παρέα με μουσική, την αγαπημένη μου. Το μόνο που έχω να κάνω Είναι ν αφεθώ. Τα υπόλοιπα τα αφήνω σ εκείνη. Το ράδιο να παίζει χαμηλά Οι νότες ξεχύνονται, ελευθερώνονται Αγκαλιάζουν κάθε σπιθαμή του κορμιού μου. Μηνύματα που περιμένουν απάντηση είναι τα τραγούδια. Ξέρουν να μεταδίδουν την πείρα τους. Κρύβουν μυστικά που γυρεύουν να ανακαλύψεις. Η νύχτα ξανά παρούσα. Το φεγγάρι γέμισε στον ουρανό Μυστηριώδες. Αποπνέει μια προσμονή. Αισθάνομαι την ένταση. Αφουγκράζομαι την καρδιά μου να χτυπά πάλι δυνατά. Για πάντα ΝΕΑ Σαν χάδι τ αεράκι στα ξανθά της μαλλιά -αφημένα στους ώμους. Πλημμυρίζουν, απ το φως του ήλιου Χτένια σ ανταύγειες χρυσού. Τα βλέφαρα χαλαρά σφραγισμένα στο αγγελικό πρόσωπο. Τα χέρια αγκαλιάζουν ένα μπουκέτο φρέσκα κόκκινα τριαντάφυλλα, πλασμένα, μόνο για κείνη. Την κοιτώ Μοιάζει, τόσο γαλήνια τόσο, γεμάτη απ τα όμορφα αισθήματα Από παραστάσεις, ενώ έγειραν και ξεχάστηκαν Σε μια γυάλα Δημιουργημένη από σπάνιο υλικό Που στριφογυρνά ασταμάτητα. Χωρίς τελειωμό. 9

ΕΝΑ ΜΕ ΤΗ ΦΥΣΗ Αετός είμαι Ανοίγω τα φτερά μου Και πετώ. Απότομα. Κυνηγός, με βλέμμα αγέρωχο, και νύχια δυνατά Κρατώ και φυλάσσω όσα η φύση μου ανέθεσε να διασώσω. Ξύπνα! πνεύμα της γης, και πλησίασε Δείχνοντας σ όλο τον κόσμο, την αξία σου. Άσε με να σηκώσω αυτό το βάρος αντέχω. Παιδί τ ουρανού είμαι, κι αγωνίζομαι, εξίσου, να επιβιώσω. Πονώ και καρδιοχτυπώ. Για να χεις ένα μέλλον λαμπερό, αγνό Ήρεμο και αγαπημένο. Πάνω απ όλα, όπως παλιά, Γνώριμο. Πραγματικά αληθινό. ΠΡΟΣΕΞΕ ΤΑ Λουλούδια, σου έκοψα Άνθη από την καρδιά μου Στα χαρίζω. Καλωσόρισα. Αντικριστά στην παρουσία σου, μαγεύονται κι ο ίδιος. Ριγούν, σε κάθε σου βλέμμα. Αντιδρούν σε κάθε σου άγγιγμα. Ενώ πλησιάζεις κοντά τους, διαισθάνονται, μύχια, την ψυχή σου. την ντυμένη ομορφιά σου. Σε κοιτούν, τα ματάκια τους, κι αναρωτιούνται, αν είναι τόσο χαρακτηριστικά, όπως εσύ, πριγκίπισσα. Βγαλμένη θαρρώ Από τις σελίδες ενός παραμυθιού. Μια ιστορία με αισθήματα σπάνια, μ όνειρα παιδικά. Σε καλύτερους κόσμους. Με πρόσωπα, που βιώνουν την τέλεια αγάπη. 10

ΧΑΡΗ Σ ΕΣΕΝΑ Περνώ το κατώφλι του σπιτιού, με το χαμόγελο, ζωγραφισμένο φανερά, στο πρόσωπο μου. Επειδή, μου μετάγγισες ζωή. Αυτό το κάτι, που αποκλειστικά η ίδια Γνωρίζεις να χαρίζεις, απλόχερα. Είμαι ευτυχισμένος. Στο είπα; Θα το κατάλαβες μάλλον. Σκόρπιες εικόνες η πορεία μου στο χρόνο, Κι όμως, βρέθηκες εσύ και μπήκαν σε σειρά. Πιστεύω, και αποτελεί αλήθεια, πως σου χρωστάω πολλά. Σ ευχαριστώ γι αυτό που είσαι. Για το φως στην άκρη του τούνελ, το οποίο αντίκρισα, ύστερα από καιρό Κεντρίζοντας δυνατά. Ήταν το δικό σου. Ήσουν εκεί. ΛΕΥΚΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ οραματίζομαι Ένα κατάλευκο άλογο να καλπάζει. Σταλμένο λες, από τον ουρανό. Με ανεβάζει στη ράχη του, κι ανύποπτοι, προχωρούμε. Η χαίτη του στα χέρια μου Οδηγούμενοι σε καταπράσινες κοιλάδες ή πεδιάδες Δίπλα σε παρασυρόμενα γάργαρα νερά. Φτερά βγάζει Και το έδαφος χάνεται από κάτω μας. Τι εμπειρία! Πόση ευτυχία. Μια καρδιά που φτερουγίζει, κι αγάπη, απλόχερα χαρίζει σε ολόκληρο τον κόσμο. Κάνε, για πάντα να μείνει αληθινό. Μη χαθεί πρόσεξε. Σαν την αστραπή. Τον κεραυνό. Ενώ χωρίζει το στερέωμα, κι έπειτα γίνεται παρελθόν Ελπίζω. 11

Πόσο κάλυπτες την ομορφιά της ζωής Χαμένα δάκρυα Βροχή από αναμνήσεις. Σημάδια Θυμάμαι τους περιπάτους μας Υπό το θάμπος των αστεριών Αφήναμε πίσω μας, το γεφυράκι το οποίο ένωνε τις δύο πλευρές της αγάπης μας Κι αγκαλιασμένοι, χανόμαστε στο δάσος του έρωτα μας. Καθόμασταν μες το ελάχιστο των πάντων- Και με κοίταζες. Μ εκείνα τα μάτια. Θυμίζανε ουρανό. Καθάριο ποτάμι. Έπεφτε σ ότι είμαι, σαν καταρράχτης. Είναι σαν να τα ακούω Το κύμα έσπαγε στα πορσελάνινα πόδια σου, Και μου χαμογελούσες. θυμάμαι Χάρισε μου ετούτο τον χορό, σου είπα, την τελευταία φορά, προτού φύγεις και σε χάσω. Οι καρδιές μας δεν άντεξαν τον χωρισμό. Ο σκοπός που έπαιζαν, στράβωσε. Διαφοροποιήθηκε. Κι αυτόνομος, κάθε φορά, Θα παρακολουθώ την σκιά σου Δίπλα μου ως αντίκτυπο πείσματος θύμησης- Ν απλώνει τα χέρια και να με αναγνωρίζει. Μακάρι να γύριζες. Να ξερες πόσο σ έχω ανάγκη. Ξημερώνει Είναι διακοπτόμενες οι στιγμές, Μετρημένες στα δάχτυλα. Σαν νοιώθω τη χαρά να πλημμυρίζει κάθε μόριο του κορμιού μου. Από την θέα της κορυφής, ως την είσοδο των νυχιών. Αλυσιδωτή αντίδραση. Ξέφρενος χορός που ταράζει, και τα πνεύματα ξυπνά. Η ζωή Σταγόνα σταγόνα Θα γεμίσω το τσουκάλι της με χαμόγελα, 12

κι ελπίδα, γιατί επιζώ στην σαφήνεια τους. Από δω που πατώ, ως τις φωτεινές κηλίδες του φεγγαριού. Ως το άπειρο. Θείο δώρο είναι η ζωή Κι εγώ, βρήκα ξανά, τρόπο να χαρίζω ρίγη χαράς εκεί π αξίζει. Επειδή αξίζει. Χορδές που πάλλονται είναι τα χέρια μου, σε Άρπα ανθρώπινη. Φαντάζει αληθινό; Με ορμή ανεμοστρόβιλου, θα ηχούν: έφτασε ο καιρός ν αφήσουμε χάμω, τα όπλα Στον άδικο πόλεμο, κανείς δεν θα νικήσει. Μόνο, όσοι έχουν ψυχή, αντέχουν Δεν νομίζεις; Μέσα σε στιγμές κούρασης και ηρεμίας, από οράματα του παρελθόντος Φωνάζει μια ηχώ, δυνατή Σαν τον άνεμο της ερήμου, σηκώνεται Θύελλα, και ξεσπά. Ζέρελεμ, σημαίνει αγάπη. Περνά τον ανθρώπινο φλοιό, Γερνάει. Το πνεύμα όμως, αντιστέκεται Ζητά, κάτι που του ανήκει. Σε ένωση, αποκλειστικά, ησυχάζει. Εκεί, όπου σαν άλλοτε ξυπνούσε Κι ερωτευόταν, με πάθος, τη ζωή Ένα δάσος σπαρμένο με ψυχές. Πάμπολλες οι πληγές, τα δάκρυα, Γιατρεύονται κάποτε, θυμάμαι Άνθρωπος. Άνθρωπος Ο άνθρωπος. Περίοπτη ευαίσθητη μορφή Πλανιέται, πάνω από τόπους μακρινούς, Ανεξερεύνητους Καταλήγει στα όρια της γνώσης του. Μακάρι Όταν σε πνίγουν τα δάκρυα, Δυσκολεύεσαι, πολύ, ότι έχεις ανάγκη, Κάπου να πιστέψεις. Σε κάτι. Σε ένα όνειρο, τόσο μακρινά πραγματοποιήσιμο Κι όμως, κοντινό συνάμα. 13

Σε μια προσπάθεια να μην χάσεις την πίστη σου στον Θεό, στους φίλους. Σ ότι, με υπομονή, έχτισες κι αγάπη. Σε θύμηση όποιων όμορφων αναμνήσεων. Παρέα με μουσική από το αγαπημένο τρανζίστορ. Σε βοηθά, πολύπλευρα Σε ελευθερώνει. Απαλύνει τον πόνο, ενόσω ξεφεύγεις. Ζητάς, η πηγή, Εκεί απ όπου ρέουν τα δάκρυα, να πάψει το έργο της. Να κρατήσει δυνάμεις το σώμα Να κρατήσει ένα άλλο, Να κλειστεί στην αγκαλιά του, να λυτρωθεί, να ολοκληρωθεί ο κύκλος, να λάμψεις σαν ήλιος. Ανατέλλεις, παρομοίως λαμπερά, όπως όταν γεννιέσαι. Μόνο, μικρά κύματα και μια γέρικη βάρκα να τη διασχίζει. Πλάι μας, πράσινο παντού. Πουλιά να κελαηδούν, κούκοι που τραγουδούν. Χρώμα σε καθετί Τα λουλούδια, ο ουρανός, Το γαλάζιο αντίπερα, γίνεται ένα μαζί του. Ελάχιστα σύννεφα. - Πάμε, μου είπες. Με πήρες από το χέρι. Ζεστή η παλάμη σου μες τη δική μου. Κατεβήκαμε στην παραλία Ξαπλώσαμε στην αμμουδιά, σφράγισες προσωρινά, τα βλέφαρα. Πόσο όμορφη σκέπτομαι. Πράττω παρομοίως. Μένουμε έτσι, ν ακούμε το κύμα. Έσπαγε στα βράχια. Μύρισα τον αέρα, το αλάτι της θάλασσας στα ρουθούνια μου. Η γλύκα με αγκαλιάζει Το φιλί σου στα χείλη μου. Μαγεμένος Απρίλης Σε είδα καθώς ανέβαινες το μονοπάτι. Με ξέπλεκα τα μαλλιά, με λιτό φόρεμα. Παρομοίως οι κινήσεις Απέναντι η λίμνη. Ήρεμη. Μόνο, άσε με έτσι Έλα ύπνε και πάρε με και μη με ξυπνήσεις το πρωί Μόνο άσε με έτσι. Να ονειρεύομαι. 14

Ταξιδεύοντας στις όμορφες αναμνήσεις. Στα χαμόγελα προσώπων, Σαν από άλλο κόσμο πιστό ραντεβού, άλμπουμ.. Εκεί.. όπου βρισκόμουν και γελούσα, συμμετέχοντας Δεν παρατηρούσα. Ανέπνεα τη ζωή, δεν πνιγόμουν. Κι ορκιζόμουν ότι θα ήταν πάντοτε έτσι. Έλα ύπνε και πάρε με, Μη με ξυπνήσεις το πρωί. Μόνο, άσε με έτσι. Κάνε μου τη χάρη, σε παρακαλώ. Ας μη ξημερώσει ποτέ. Όλο να ονειρεύομαι Ότι περπατώ σε στρογγυλούς δρόμους, Αναπνέω τα βλέμματα των ανθρώπων, Ήρεμα δεν με χαράζουν θανάσιμα, στο μέσα μου. Με αδυναμίες και φοβίες. { Μου φαίνεται, ότι κάτι, μου κρύβεις. } Δεν θα θελα να μάθεις. { Συγνώμη που σ αγάπησα. } Μάλλον ετούτο απέφευγα. { Θα πρεπε να το ξέρω; } Έτσι νομίζω. { Οπότε, θέλεις να χωρίσουμε. } Δεν ξέρω. Αλήθεια. { Κι εγώ που πίστευα ότι είχαμε κάτι. } Φυσικά. Είναι κρίμα. Μα πρέπει, ο καθένας, το δρόμο του να τραβήξει Τους δαίμονες του να νικήσει. Να παλέψει με τον χάρο, Κι ίσως τότε, να μην είναι αργά. Ίσως τότε, δω κατάμουτρα Ποιος είμαι. Το μέλλον, τι, μου ετοίμασε. Ίσως τότε, σκορπίσω ευτυχισμένος πίσω από τη μάσκα. Έλα ύπνε και πάρε με! Και στείλε ένα πρόσωπο κοντά μου Μια αγκαλιά. Κι άσε με έτσι, να ονειρεύομαι. Να πιστεύω Ότι είναι αληθινό. Έστω και τώρα } Τελικά, είδες, πως δεν είμαι τόσο τέλειος όσο φανταζόσουν. { Αυτό ήθελες να αποδείξεις; } Όχι. Απλά, ότι παρίσταμαι ως άνθρωπος. 15

Καλοκαιράκι Αχ! Πόσο αγαπώ αυτή την εποχή ενώ φυσάει το βραδάκι. Αισθάνομαι, απροκάλυπτα ωραία. Με ή δίχως παρέα. Στην περίμετρο της ευαισθησίας μου, παίζουν τα αγαπημένα μου μουσικά βήματα Κι ο στίχος, ο γνώριμος, συχνά, νοστιμίζει στο στόμα. Ταξιδεύω. Κάπου εκεί, στο πρόσκαιρο της άμμου στην ακροθαλασσιά Όπου ο νους ηρεμεί. Ψηλότερα, χάσκουν τ αστέρια, Με το κύμα, στη θέση του, στάλα στάλα, αυλάκι αυλάκι, οδηγείται ανοδικά, στα πόδια μου. Αναδεύομαι. Ευχάριστα. Καλοκαιράκι, πρόσεξε με σε παρακαλώ, λιγάκι. Άκουσε τη φωνή μου Γίνε, η αναπνοή μου Το φως σου, μέσα απ τα μάτια μου. Γαλάζια πίστα ο ωκεανός, ο ουρανός, Με πέδιλα τη σκέψη μου ότι φαντάζομαι- Φτερά τα όνειρα μου, σ έχω, αποκλειστικά, κοντά μου. Αγάπη μα και φίλη, τόση του καλοκαιριού η αίγλη. Καλώς ήρθες. Στο πλάι μου Σ έχω στο πλάι μου, κι είναι σα να σε αγγίζω. Να σταματώ τον χρόνο. Για χάρη σου. Διαπλέει τον ωκεανό της υπόστασης σου, ήπια, με καλοσύνη Σα χάδι. Ως αεράκι, φερμένο απ την ποικιλία του καιρού Ενόσω τροφοδοτείται με τη δύναμη του, Τολμώντας να αναζωογονήσει, κύτταρο το κύτταρο, Σπιθαμή προς σπιθαμή σου. Στην αγάπη σου, παραλύω, επιτέλους παρόν. Παραδίνομαι άνευ όρων. Γιατί, άλλο τίποτε δεν αξίζει, Όσο η στιγμή της συνάντησης μας, ενόσω προεκτείνεται, μοιράζοντας στοιχεία της προσωπικότητας, μεταξύ μας. Μακάρι να γινόμαστε ένα. Πάραυτα, σ έχω στο πλάι μου, κι είναι, σα να σε αγγίζω Παρασυρόμενος στον κτύπο της καρδιάς σου, Στο άκουσμα της αναπνοής σου, μέσα μου. Επανειλημμένα, όπως πρώτα. 16

Αθάνατοι Πόσα, άραγε, κρύβει στα σωθικά της, η λέξη: ανθρωπιά! Κάτι από σώμα. Από πνεύμα. Στη φθορά του πρώτου, στην αθανασία του δεύτερου, Εξίσου συνώνυμα. Εξακολουθώντας να διαλογίζεσαι, Αντιδρούν οι αισθήσεις σου, Κινούν τα μέλη σου. Κάποτε, κι εκείνα, θα βρουν τον τόπο που ορίζει ο χρόνος, του τέλους. Πόνος, επίσης και χαρά. Στο δάκρυ. Στο χαμόγελο. Στην πείνα και τη δίψα, μ ένα στομάχι, διογκωμένο με τόσα. Το μεταβάλουν σε ευάλωτο. Κλονισμένη υγεία, μυαλού και σώματος. Ανθρωπιά. Στο πριν, στο τώρα, σε επόμενα στάδια. Κουβαλώ κάτι από σένα, απ τον ίδιο μου τον εαυτό. Απ όσους πέρασαν πλέον λείπουν- Όσους υπάρχουν, θα ζήσουν, Θα ξυπνήσουν μία ημέρα Συνειδητά, ή απλά, φερόμενοι ως παλλόμενοι χαρακτήρες Όμορφοι έσωθεν τους. Αθάνατοι. Μ άδειες αποσκευές Την ώρα που οι άλλοι επιστρέφουν απ τις διακοπές τους, κάθε καλοκαίρι, θα ετοιμάζω τις ατομικές. Στον νου. Θα ξεπακετάρω κάθε αποσκευή, η οποία μυρίζει ακόμη, ναφθαλίνη Θα τοποθετώ, ήσυχα ήσυχα, δίχως άγχος Δίχως να πολύ νοιάζομαι, πότε θα γυρίσω, Οτιδήποτε αγαπώ ακόμα. Κάθε τι, που μεταφέρω μαζί μου, από σημείο σε σημείο. Ένα ζευγάρι μάτια. Τα μάτια μου Π αντίκρισαν, έγχρωμες κι άχρωμες καταστάσεις Στο πέρασμα του βίου τους. Προκαλώντας τα, να διαστέλλονται από ενδιαφέρον. Να δακρύζουν, λυπημένα. Να θυμώνουν με την αδικία. Να γελούν με μία δόση ευτυχίας. Μεταφέροντας, το σώμα, του οποίου λιγόστευαν τα χρόνια του Σ ετούτο εδώ, τον τόπο, κάθε φορά, κι έμενε μόνο. Το πνεύμα, το οποίο συγχωνευόταν με την ψυχή εκείνη, Η οποία γνώριζε συνεχώς, τι ήθελε Την φυγή. Θα ετοιμάζομαι. Όταν οι υπόλοιποι.. επιστρέφουν, Φεύγοντας. Με άδειες αποσκευές, όμως, θα προτιμούσα. Μακάρι να ήμουν ικανοποιημένος, Στο περιθώριο ενός ταξιδιού, χωρίς επιστροφή. Το όνειρο να διαρκεί, Ωσότου βαρεθούμε. 17

Ακόμα μία φορά Διάβαζα το γράμμα σου ακόμα μία φορά Ακόμα μία φορά, συνεχώς έτσι. Ώστε να καταλάβω τι ήθελες να μου πεις, Να καταλάβω. Τι σήμαινε για μένα. Εκείνα τα λόγια, οι φράσεις. Μοιάζουν φορές λίγες, Για να εκφράσεις όσα τελούνται μέσα σου. Όσα δείχνουν, Πως το ενδιαφέρον, από μέρους σου για το πρόσωπο μου Ξεπερνούσε τα όρια κι αφουγκραζόταν το αύριο. Εκείνο το αύριο, που τόσο πίστευες ότι άξιζα. Πίστευες σε εμένα, το άκουγα μέσα μου ακόμα μία φορά. Ακόμα μία φορά. Πάντα έτσι. Κι έλεγα, να, κάποιος νοιάζεται για μένα. Ψέματα δεν είναι. Δεν γαλουχείται από κέρδος, από συνήθεια, Μα πάνω κι από στόχο βίου, επειδή πίστευες σε εμένα Στα όνειρα μου που για λίγο.. θάφτηκαν, απνευστί, από τα βάρη της ζωής. Σκύβω στο χαρτί να σου γράψω μα το βλέμμα χάνεται σ εκείνες τις γραμμές -Φαντάζουν σκαλοπάτια. Φοβόμουν να τα ανέβω. Με περίμενες στην κορυφή. Φαντάζουν ηλεκτροφόρα σύρματα -θανάτωναν τα οράματα, εμποδίζοντας να περάσω. Διάβαζα το γράμμα σου ακόμα μία φορά Ακόμα μία φορά, πάντοτε έτσι, μελαχρινή καρδιά μου. (Στα Κύθηρα, λένε, χάνονται οι αγάπες, επειδή ξεχνιούνται). Περίμενα κάτι, για συμπλήρωμα: Ίσως ένα σ αγαπώ, ένα θα μου λείψεις 18

Αρνούμαι να απομακρυνθώ μακάρι να το μπορούσα. Απομένει, πιθανόν, η υπόσχεση, Πως όταν ξανά συναντηθούμε, θα ναι για, πάντοτε -η αγαπημένη μου λέξη, όπως του πολύτιμου Ελύτη. Ξέρεις, οι ψυχές μας, μίλησαν την ίδια γλώσσα Της ελευθερίας. Μαρία Κάλλας Η όπερα γέμισε η αυλαία σηκώθηκε Οι πολυέλαιοι φωτίστηκαν. Οι πρώτες νότες ξεχύθηκαν Το έργο, αρχίζει. Οι ηθοποιοί στις θέσεις τους, Το επιτελείο των μουσικών σε εγρήγορση. Μια φεγγαρόλουστη σκηνή. Σαν οπτασία ξαναγεννιέται, δονείται ο χώρος κι οι ψυχές των θεατών -κάλεσμα ουράνιας φωνής. Ένα εκφραστικό πρόσωπο. Μεταμορφώνεται η γυναικεία παρουσία. Μαρία Κάλλας, μία και μοναδική Μέσα σε κάθε ρόλο, δίνεσαι, αναπτύσσεσαι, Υπηρετώντας την τέχνη με ευθύνη απέναντι στο κοινό Αγγίζεις και ξεπερνάς την Τελειότητα, κι όμως, απλή εξίσου. Άραγε, Πως θα ήταν, αν γνώριζε ο ένας τον άλλο; 19

Χριστίνα Κλείνω τα μάτια, Χριστίνα, για να δω καλύτερα, να νιώσω ως το μεδούλι της ύπαρξης μου Ότι η ίδια μετέφερες στης φαντασίας μου τον κόσμο. Κατεβάζω τα ρολά, στον άδικο πολιτισμό Ο οποίος με έφερε στα όρια μ έκλεισε σ ένα δωμάτιο. Κάγκελα στα παράθυρα, τα πρέπει και τα μη Εμποδίζουν το πουλί να πετάξει λεύτερο στον ουρανό της πατρίδας του. Μόνο άφησα, να φυσήξει εσωτερικά μου η φωνή σου. Τυλίχτηκες γύρω μου ως γιατρικό Βυθίστηκε μέσα μου. Άγγιξε την ψυχή, Βοηθώντας την να σταθεί στα πόδια της. Ψάχνοντας την αγάπη, στο παρασκήνιο του στίχου, που η μελωδία, σαν καραβάκι με πανιά τις ελπίδες της, κουβαλούσε κοντά μου, όλο πιο κοντά μου. Πίσω απ τα βλέφαρα, στο βάθος, το βλέμμα χάνεται, μα η καρδιά, σαλεύει. Ποιητική καρδιά Όταν γράφεις για τη μοναξιά, είναι, σαν ν ανοίγεις το κουτί με τις πίκρες όλου του κόσμου, με τις νοσταλγίες του. Με όλα εκείνα τα όνειρα, ενώ έμεναν όνειρα. Δεν της ξεφεύγεις εύκολα. Μικρόμορφη η δύναμη σου Σαν παλάμη μικρού παιδιού Που κλείστηκε σε μία άλλη, μεγαλύτερη Εκείνη της ζωής. Θέλω να μιλήσω, μα φοβάμαι μη δεν ακούσεις τα λόγια μου. Αγκάθια έβγαλαν και πληγώνουν την ελπίδα, ενώ μηνούσε πως δεν είναι ακόμα, αργά. Κι όμως, δεν άφησα να βλαστήσει μέσα μου Επειδή έχασα το κουράγιο να καταζητώ την αδελφή μου ψυχή, στην πραγματικότητα. Προτιμούσε σε κάποιο παραμύθι του μυαλού Ποια ποιητική καρδιά θα βρεθεί να με προσέξει; 20

Μητέρα όταν, σου κρατούσε την παλάμη, η μητέρα Κι η βόλτα, παρατούσε την μιζέρια. Ήσουν ο παράδεισος της, ήσασταν μαζί. Αχώριστοι. Πώς να εκφράσεις στο πλήρωμα του χρόνου, ενώ πλησιάζεις τ αγαπημένα σου πρόσωπα, το σθένος; Τα λόγια. Άλλες φορές, υπολείπονται της σημασίας τους. Φράσεις πολυχρησιμοποιημένες, κάπου ξεφτίζουν Παρασέρνονται με τις μεταβολές του καιρού. Χάνονται. Ποιες λέξεις, έχουν την αντοχή να αποδώσουν Το σθένος ότι, ανά μέλος, σε συνδέει μ εκείνους; Προχωρώντας, απομακρύνεσαι, μα γυρνάς. Αρχικά με τον νου σου. Αυτοί βρίσκονται εκεί, παλεύοντας να σταθούν όρθιοι. στις απαιτήσεις του ρήματος, ζωή. Στην λύπη τους. Που λείπεις από δίπλα τους. Η ζωή, αλήθεια Ποιος εφηύρε τον τρόπο μετατρέποντας την τόσο επίμονη, τόσο δύσκολη; Ψυχοφθόρα. Θέλεις να γυρίσεις πίσω, να μιλήσεις. Ν αδειάσεις σαν από λύτρωση, μα κι από ανάγκη Την επιθυμία, του ανοίγομαι, Πλατιά και ξάστερα, πλάι τους. Μα κάτι σε αναχαιτίζει. Σαν να κόπηκε ο ομφάλιος λώρος για άλλη μια φορά Εκείνη η γνώριμη πορεία, Ποιος είναι ποιος Κάποιος που δεν επικοινωνεί μ άλλους ανθρώπους, Έχει αναπτύξει άλλες αισθήσεις. Όπως την όσφρηση, ώστε να μυρίζει Όσα εκείνοι μαγειρεύουν. Τον αέρα τον οποίο αναπνέουν. Ασκώντας την ακοή, ώστε να αγχώνει κάθε ήχο ο οποίος εκπέμπεται Από το παραμικρό μήνυμα, ψίθυρο, κουβέντα, κουδούνι θυροτηλέφωνου. Άνοιγμα ντουλάπας! Εξώπορτα πολυκατοικίας. Κλείδωμα. Ξεκλείδωμα. 21

Ζούνε. Εκείνος δεν ζει. Ζει μέσα απ όσα εκείνοι, βιώνουν. Μέσω των κινήσεων τους. Απ το να ψωνίσουν για το σπίτι, να ετοιμαστούν για ταξίδι Να επιστρέψουν από γλέντι με τραγούδι. Να..συνωστιστούν για κουτσομπολιό. Να ποτίσουν τις γλάστρες, να πλύνουν το μπαλκόνι, ν απλώσουν τα ρούχα, έως Όσα εκείνοι ονειρεύονται για τους ίδιους τους Τους εαυτούς. Για τους δικούς τους, επίσης, ανθρώπους. Με το να ξεπληρώσουν τα χρέη, εφευρίσκοντας κάτι με το οποίο Θα απασχοληθούν ώστε να ξεχαστούν. Διαισθανόμενος, τις φιλοσοφίες που ανασκάπτουν Ώστε να μη πάρει κακό δρόμο, το παιδί τους -θα αποκτήσει τελικά, ότι ποθεί; Εκχωρώντας τους χώρο, προσωπικό του, ώστε Να μην ξεχάσουν το ηλεκτρικό αναμμένο ή απλήρωτο- Το νερό. Τα κοινόχρηστα κι άλλα κοινόχρηστα Που στα μάτια εκείνου που δεν επικοινωνεί με τους ανθρώπους, Φαντάζουν γιγαντωμένης σημασίας, δύσκολα όμως Στο να τα χαλιναγωγήσει, έμπρακτα ο ίδιος δεν συμμετέχει στα κοινά. Ντρέπεται για τον ίδιο Μα πιότερο για εκείνους Οι οποίοι ξέχασαν, την ασημαντότητα τους. Την κρυμμένη ταπεινότητα, Κι ευοδώθηκαν, καταναλώθηκαν ψυχή τε και σώματι στον νέο άρχοντα που κινεί τον κόσμο: το Χρήμα. Βαλεντίνα Από τη στιγμή που διάβασα για σένα, περίοπτα ρομαντική Τόσο έξω από τα συνηθισμένα πρότυπα -που οι περισσότεροι αποκαλούν αγάπη μέσω μίας σχέσης αλληλεξαρτούμενης, από πολλά και άχρηστα- Επιθύμησα να σε γνωρίσω. Είπα: να μια ψυχή, μια γυναικεία ψυχή Ενώ ψάχνει το όνειρο, το παραμύθι, την τέλεια ένωση. Σε φανταζόμουν. Ως την νεράιδα που αργοσβήνει, περιμένοντας τον καλό της. Αναμένοντας κάποιον να κλείσει στα δικά του χέρια τη ζεστή σου παλάμη, να διαμορφώσει το χαμόγελο στα χείλη σου. 22

Ανίχνευες το πρόσωπο, το οποίο θα ανανέωνε τον έρωτα σου για ζωή, χαρά, σοφία. Δεν ξέρεις πως ακούγεται να σ αγαπούν, στ αλήθεια. Δεν ξέρω πως είναι να μ αγαπούν, στ αλήθεια. Η είσοδος μου Στον βίο κάποιας Που υπέρβαινε ετούτο τον κόσμο και τοποθετούσε -όπως κι ο ίδιος- το ζευγάρι, στο αγνότερο, ταπεινό κι ολοκληρωτικό δόσιμο με απλόχερη αγάπη Πίστευα πως ήταν, απλά, Ακατόρθωτο. Είδα μια πόρτα να ανοίγει. Ο ήλιος αγκάλιαζε τα χρυσοκέντητα μακριά μαλλιά σου. Η έκφραση στα μάτια σου Αντικατόπτριζε εκείνη της καρδιάς. Με βρήκες. Πάμε. Αλληλεγγύη Σε βάζει σε σκέψεις. Αλληλεγγύη στην ελευθερία του άλλου. Μου φαίνεται τρομερό να πάψω, κάποια στιγμή Να μπορώ να εκφράζομαι, να μπορώ να είμαι όσα είμαι. Να πάψω να δικαιολογώ, στρεφόμενος Σε όσα πιστεύω ότι με βοηθούν Να αναπτύσσω την συνείδηση μου. Η σκέψη δεν χαλιναγωγείται: πολύ απλό και κατανοητό. Φοβάμαι τη στιγμή, που η ανθρωπότητα δεν θα υπάρχει, Όχι με την ρευστή της μορφή, μα με την πνευματική - Χαλί που έστρωσε με αίμα πάνω της, η τεχνολογία. Μα την δυνατότητα να είσαι ικανός να επιλέξεις ελεύθερα Με όποιο κόστος.. την θέση του μέλους, Ενεργού μα κι από απόσταση, με τη σκέψη σου..κάπου.. Αλληλεγγύη σ εκείνους που αδικούνται για το χρώμα τους, Την θρησκεία. Τις πολιτικές τους πεποιθήσεις Ενόσω προσπαθούν να ανακτήσουν Να αποκτήσουν τινά, όσα ή ότι, για τους υπόλοιπους Καταβεβλημένα ως καθεστώς και καθημερινότητα -με όλα τα στραβωμένα της. Αλληλεγγύη προς όσους πεθαίνουν γύρω μας Σωματικά. Πνευματικά. Ψυχικά. Σ εκείνους που για μια στιγμή, συνετέλεσαν κομμάτι του ονείρου τους Μα βρέθηκε κάποιος, να τους το κατασπαράξει. Αλληλεγγύη στα θύματα πολέμου. Τη άδικη διαδρομή και άθλια, να θανατώνεσαι. (Πλησιάζω στο κέντρο της πόλης, κι οραματίζομαι ένα γιγάντιο μανιτάρι στον ουρανό, να ξερνάει θάνατο, φωτιά, καταστροφή. Να φέρνει 23

το τέλος σε κάθε ύπαρξη, απότομα, δίχως έλεος). Τι άδικη διαδρομή, να ξεριζώνεσαι από την Πατρίδα. Χαμένες πατρίδες. Σμύρνη. Κύπρος. Κουρδιστάν. Ελλάς. Είτε ζωντανός, είτε με νεκροφόρα. Δόξα!! Στους ήρωες. Αλληλεγγύη στους πολέμιους για την σωτηρία του πλανήτη. Κάθε έμψυχου κι άψυχου κομματιού γης Το οποίο χάνεται στο βωμό της εξέλιξης. Τι τρομερό! Κι όμως, το είχα προβλέψει, εγώ, ο μικρός, ταπεινός πολίτης μιας άνομης επαρχίας. Ακέφαλα ανθρωποειδή, λέει θα παράγονται Για την χρησιμοποίηση των οργάνων τους. Τι αποτρόπαια πράξη!! Με φορτίζει με θυμό, με ανακατεύει. Με ισοπεδώνει. Μικροσκοπικός αισθάνομαι πώς να αντιδράσω; Αλληλεγγύη, τέλος.. σε όσους επέλεξαν Την αποκαλυφθείσα λεωφόρο της εκγύμνασης τους Με τον Λόγο, ο οποίος δεν είναι ένοχος Για την ανθρώπινη ολίσθηση. Αντίθετα, την εξηγεί και την προβλέπει. Ως τώρα, ζούσα με τον φόβο Για ότι μπορούσε να κυλήσει καμπυλωτά, Σε προσωπικό ή γενικό επίπεδο. Αξίζει να προετοιμάζεσαι για την ύστατη Ώρα της σωτηρίας, Μα παύεις να ζεις. Το χειρότερο συμβαίνει, να ζεις σε βάρος των άλλων. Κάτι που δεν μπορώ να συγχωρήσω σε κανέναν. Ούτε στον ίδιο μου τον εαυτό. 24

Εδώ Πολυτεχνείο Δεν πιστεύω, ότι είμαι έτοιμος να δεχτώ τα μηνύματα Της εποχής της καταστολής Της εξέγερσης, Στο πρώτο πανεπιστημιακό ίδρυμα της χώρας. Όχι επειδή δεν τα καταλαβαίνω Μα επειδή, με τον καιρό, τα συνθήματα λησμονήθηκαν Και τη θέση τους, ανέλαβαν, νεόπλουτα.. Με αυτοσκοπό, όχι την απόκτηση εκείνων Των συνηθισμένων ψυχικών αγαθών Όπως ψωμί, παιδεία, ελευθερία Μα αντίθετα, επιτυχία, λεφτά και σίγουρα.. πτυχία Κάθε νέα επέτειος του Πολυτεχνείου, θα βάφεται μέσα μου Με το κόκκινο των παιδιών, τα οποία χάθηκαν κάτω από τις ερπύστριες των τανκ, Των πολυβόλων των στρατιωτών. Και τα οράματα των τότε νέων, θα αναγεννιούνται. Τότε. Συνδέονταν στην ανθρώπινη αλυσίδα, Καταφεύγουσα στον δρόμο, ώστε να προστατεύσει τα δικαιώματα της. Να εκφράζεται ανέπαφη από λογοκρισίες. Ικανή να ενημερώνεται έγκυρα και σφαιρικά, Πάνω σε κάθε είδηση, εξέλιξη. Δυνατή να ζει με αξιοπρέπεια. Με εφόδια, ορισμένα ελάχιστα είδη, χωρίς όρους. Πλέον, είναι ομάδες περιφρούρησης της ανάγκης τους να διδάσκονται τα σαφώς τεκμηριωμένα Για μια σωστή σταδιοδρομία αν βρουν, στο τέλος, εργασία. Με την φιλοδοξία στα πρόσωπα των περισσοτέρων Πως η εποχή μας, επιτάσσει στα μέλη της, μόνο την επιτυχία Και φάνηκε, σα να λησμόνησαν κάτι στην διαδρομή. Εκείνοι οι νέοι, της τελευταίας δεκαετίας, ενώ έβρισκε βάθρο η Νέα Εποχή. - Εδώ Πολυτεχνείο. Σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός της ελευθερίας, με αγάπη προς την Πατρίδα μας. - Νέοι, μην καίτε την σημαία μας, μην κυνηγάτε πια, τόσο, τα υλικά αγαθά -Αντικατέστησαν στο βάθος σας, η χρησιμότητα τους Εντέλει, και τα ψυχικά αγαθά. Ελάχιστα διακρίνονται ακόμα, Να επιζούν. Ως κληρονομιά από την προηγούμενη εποχή. Ότι απόκτησαν, ότι αποκτούμε, με αίμα και πόνο. - Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο, αφουγκράζομαι. Κι οργίζομαι, ενώ ανακαλύπτω ξανά, την προδοσία του γένους μας. Δικτατορία, κάθε φορά με άλλο πρόσωπο Τα οράματα είναι για τους δυνατούς μέσα τους. Θα αποτελέσουν ποτέ, πραγματικότητα; 25

Απ την αρχή Ξέρεις, σπατάλησα όλη μου την ζωή Για να μάθω, όχι, τι πήγαινε λάθος, μα, τι ήταν σωστό. Και συμπέρανα ορισμένα πράγματα που ολοκληρώνουν τη σημασία της ιστορίας του χρόνου. Στα χρόνια που θα ρθουν, θα πεις: Κάποιον να σε βοηθά Να αισθάνεσαι, να μένεις ζωντανός. Κάποιον, να παραμένει μαζί σου, όταν άσχημες καταστάσεις, θα εμφανίζονται. Να σου λέει Πως όλα είναι εντάξει, επειδή βρίσκεται εκεί. Πήρε όλα σου τα όνειρα Και βοήθησε να τα κρατήσεις γερά. Μεγαλώνουν παρομοίως με τα τριαντάφυλλα. Κάποιος. Που είναι; Περιμένει στη σκιά, την ημέρα που θα εγκαθιδρυθεί η αλήθεια στο πνεύμα, για ολόκληρο τον κόσμο. Εξήγησε μου, πως τα αντιλαμβάνεσαι όλα ετούτα. Πες μου, πως αντηχεί στην καρδιά σου η λέξη αγάπη; Πως διοχετεύεται στην ακοή σου Ο ψίθυρος ενός κοντινού ανθρώπου, στενού φίλου Πως επιτέλους, δεν είσαι μόνος; Εξήγησε μου σε παρακαλώ. Και ξεκινώ πάλι από την αφετηρία. Γράμμα στον Άγιο Βασίλη Άγιε μου Βασίλη, γεια σου. Τι κάνεις; Νοιώθω πως μελαγχολώ ετούτες τις ημέρες Όχι επειδή πρέπει, μα που είμαι μόνος, Θα ρθεις να παίξουμε; Φέτος, δεν θα σου ζητήσω παιχνίδια Μήτε και αγαθά, που για λίγο, μονάχα, σε κάνουν χαρούμενο. Παιχνίδια φτιάχνω κι ο ίδιος. Κάνε με ξωτικό! Μικρό σου βοηθό. Φέτος, χρειάζομαι την παρουσία σου, κι αν το δέχεσαι, έλα. Ξέρω, δεν ήμουν καλό παιδί Και μάλλον, εκείνη η κάλτσα που κρέμεται στη θέση της, με γούνινο λαιμό Θα παραμείνει ξανά, άδεια Ούτε ο αέρας δεν καταφέρνει να τη γεμίσει. Σα τα μάτια μου τα οποία ψαχουλεύουν Με κάτι ν απασχοληθούν Να συμπληρωθούν με ελάχιστη αγάπη, χαρά, και τρίμματα ξεγνοιασιάς. Σα παιδί που του σπασαν το παιχνίδι, στέκω Παιδί που του σπασαν την καρδιά. Το λύγισαν. Ορφανό από στοργή και αγκαλιά, ετούτες τις μέρες πιότερο Θα ρθεις να παίξουμε; Άγιε μου Βασίλη, εγώ σε πιστεύω, επειδή αρέσκομαι στα παραμύθια. Να χα κάποιον να τα διαβάζει θέλεις; Όταν σημάνει η καμπάνα, Χριστούγεννα, θα ξυπνήσω αργά Να σου δώσω λίγο χρόνο να το σκεφτείς, αν θα με συγχωρήσεις Που δεν ήμουν καλό παιδί, κι ίσως τότε, εκείνη η κάλτσα Η οποία στέκει μαραζωμένη, σαν την ψυχή μου Να φορτιστεί με κάτι από σένα, που ποτέ δεν ξεχνάς. 26

Αν ο αφρός της θάλασσας στα βράχια, Με ημερεύει, Το πέρασμα του γλάρου, ούτε ένα μέτρο απ το σκαρί, Με κάνει ευτυχισμένο. Αισθήσεις Πράγματι αναζωογονεί η έξοδος από την πόλη. Από κείνο που μας απογοητεύει. Και η αγάπη που είναι. Ποιον επισκέφτηκε και γιατί μας προσπερνά. Όσο κι αν κράξω, φορές, Είσαι μακριά. Όσο κι αν σε στενοχωρώ. Δεν Είσαι κοντά μου. Δεν Είσαι άνθρωπος. Γι αυτό. Είσαι μια σκέψη 27

Που με τυλίγει. Και παρηγορεί. Μα είναι στη φύση του ανθρώπου να χαμογελά. Και μόνος. Σε μια γιορτή χαράς Αυτούσιας Η οποία κατέχει τα πάντα. Κοντά της αγκαλιάζονται και ξυπνούν μαζί το πρωί Τα λευκά περιστέρια. Με μέλη ανθρώπινα, μπλεγμένα. Έπειτα από έναν ασφαλή -γι αυτό- ύπνο. Αν και δεν είναι ποτέ, πάντοτε, εύκαιροι Ν αφεθούν στην αλληλεγγύη τους. Δεν είναι, πάντοτε, εύκαιροι όταν τους καλείς. Δεν βρίσκονται. Δεν τοποθετούνται. Δεν ακούν, όταν κράζεις για βοήθεια, ή απλά, ανθρωπιά. Κι επαφή. Σε είσαι όμως πάντοτε, κοντά μου. Αγαπάς και ποτέ δεν παύεις. Με παραδείγματα, πλησιάζεις. Ξυπνάς αισθήσεις παλιές Φορές, το κακό πολλαπλασιάζεται στην κρίση και τη λογική του ανθρώπου, Μια στιγμιαία λάμψη. Αργά επανέρχεται, σα γέρνει ξανά,μια σπάνια νηνεμία. Τα μάτια ψάχνουν για μάτια. Οι αισθήσεις, παλιά κλειδιά. Φορές, η αίσθηση του νοήματος της ζωής, με προφταίνει. Μου εξηγεί. Την ασημαντότητα μου. Ξεκλειδώνει Το χάος της -της κάθε μιας στιγμής, και επιμένει. Η κάθε μια στιγμή. Σαν αλύγιστη ανθρώπινη κολόνα. Στον πόνο, όλοι στέκουν στάσιμοι. Από απορία, συγχρόνως. Σα να βλέπω την εικόνα, -Αδυνατώ ν αντιμετωπίσω. Καμιά στιγμιαία γλυκιά αίσθηση δεν δικαιολογεί την απομάκρυνση. Σαν μάτια στάσιμα, όλο απορία. Σαν θύμηση Κείνου που δεν θα ζήσουμε. 28

Το θέλουμε, μα ξεγλιστρά. Στοιβάζεται σαν μερίδες, -μια πάνω στην άλλησε ήδη υπάρχουσες, Κάπου, τακτοποιημένες. Κανείς, ποτέ, Πάντοτε, Δε νοιάζεται. Από ανάγκη για ξεκούραση. Μήπως καλυφθεί η αίσθηση της απώλειας. Σ όσα από άγνοια, Δηλώνουμε συμμετοχή. Σ όσα προσέχουμε με μάτια και ακοή, δίχως να μας ρωτάνε. Όσα ο ιδιωτικός χρόνος Επιθυμεί να καταργεί. «Δεν διακρίνω τον εμετό μου. Δεν τον γεύομαι. Δεν με λερώνει. Παρατηρώ ανθρώπους να χάνονται στις γωνίες, ενώ το λεωφορείο προσπερνά». Φταίει, που δεν επήλθε κορεσμός, ποτέ, Από αγάπη, στην ματιά. Στοργή, που τα ζώα, Ευτυχώς ακόμη, δεν κρύβουν. Λόγια που δεν ακούς, Δε σε νοιάζουν. Ούτε ποτέ κανείς, πάντοτε, δε βρέθηκε εύκαιρος ν αντιμετωπίσει. Ως ανίατη ασθένεια λόγου Εσωτερικού, σαν χτύπημα ρυθμικό, καρδιάς. «Εμένα με ρώτησες, αν μ αγαπά κανείς; Αν ανησυχεί. Αν συμπάσχει. Στέκεται, πλάι, στο ίδιο δωμάτιο, με πίστη, Στην ύπαρξη ως συμβουλή;» Ρώτησε ο γονιός, αν τον αγαπάς. Και γιατί σου διαφεύγει. Ή λυπάσαι, σαν χρέος τελευταίας στιγμής. Τώρα λες, έχω χρόνια, μπροστά μου, στο να δουλέψω 29

Χρόνια που μου ανήκουν όπως κι η ίδια η ζωή. Καιρούς, σε καλεί, όπως οι διακοπές το καλοκαίρι. Η εικόνα κι η μυρουδιά της θάλασσας, Η δικιά μου κι η δική σου εικόνα. Τόσο διαφορετική από δεξιώσεις πλουσίων. Οι οποίοι διατρέχουν την γη όχι όμως και τη καρδιά τους. Ας μπορούσε η αδικία, να πεθάνει μαζί τους. Σαφώς, επειδή, ποτέ, πάντοτε, δεν θ αλλάξουν. Μόνο οι δυό μας εκτιμούμε, καθισμένοι σε δυο παλιές, στενές, Ξύλινες, με ψάθινη πλέξη, καρέκλες, Ένα ηλιοβασίλεμα. Με τα λίγα τελευταία χρήματα, το μεσημεριανό φαγητό, μετά το μπάνιο. Τα πρόσωπα, το ένα ν αγγίζει το άλλο, σε στιγμές προσωπικής ονειροπόλησης. Ακόμη, κι αν βρίσκεται μακριά, η δημιουργία οικογενειακής εστίας. Αρκεί το όνειρο, και οι στόχοι του Κράτους. Κι αν θυμώσουμε, Κι αφότου ζηλέψουμε, Τις μικρές, ελάχιστες κατακτήσεις των ομοίων μας, Γοργά, ωσότου να κλείσει αυτός ο χρόνος, πιστεύω, Γοργά θα σιμώσουμε. Εκτός κι αν η φτώχεια Αδυνατεί να επουλώσει Πληγές του παρελθόντος. Ακόμη μισούμε. Ακόμη αχάριστοι. Τριάντα χρόνια, γυναίκα, Ποιος ξεχρέωνε τις δόσεις του δανείου; Πληγωμένοι. Με όρεξη για φαγητό. Όχι όμως και γι ανακωχή. Τα δράματα των φτωχών δεν ξυπνούν τις αισθήσεις κείνες τις εναίσιμες δυστυχώς μόνο- ανθρωπιάς Στην ευαισθησία, Στη λογική, Ατόμων με Κρατική εξουσία. Όσο γερνάμε, αυξήσεις σε όλα. Σε φάρμακα, σε ατυχήματα. Κοιτώντας την κατάργηση μεριδίων Κρατικής Πρόνοιας, 30

Ανέκφραστοι. Κι ευχόμαστε να μην μεγαλώσουμε, νωρίς, -ευτυχώς όχι από καταχρήσεις- Μήπως και προλάβουμε Ξυπνώντας ως ώριμοι πλέον- Να νοιαστούμε. «Όσο κι αν κλάψεις, όσο κι αν δεηθείς, Κανείς, ποτέ, πάντοτε, Άλλοτε άνθρωπος, Δεν θα συντρέξει. Κρίμα να παρακαλάς γι αγάπη». «Κρίμα, να μην καταγράφονται, -προς μελέτη και διδαχή- Οι κραδασμοί από πόνο, Στα μάγουλα, καλώντας Σαν ακουστικά κύματα φάλαινας. Το ταίρι σου. Είμαι άνθρωπος. Κοίταξε με. Πίσω από το δέρμα Το ύψος του καλουπιού, Της θέσεως που καλεί. Της έκφρασης, Με δύο κινήσεις μόνο. Μη βλέπεις μόνο το ωραίο μου σώμα, Τη θέση της καμπύλης που σε προσελκύει, φορές, κοιτώ κι εγώ τον ουρανό, για ένα σημάδι. Τον πόνο τον εμπορεύσιμο, Φοβάμαι μόνο. Μήπως κρύβει περηφάνια, ή λέπια κολλώδη Να σκοντάφτεις, Γοργά να τινάζεσαι, με σπασμούς, Και οι άλλοι1 Από τρόμο, Απομακρύνονται. Κοιτώ τη ζωή που μου ανήκει, Του ρούχα που φορώ. Τον ιδρώτα μου, μόνο εγώ τον βιώνω. Την απόγνωση. Πράγματα αντιγράφονται. Μιμητικές συμπεριφορές. Τα αδέλφια: στασιμότητα και πόνος, Δεν αντιγράφονται. Φορές, δεν χρειάζεται Να ξεστομίσουν: αφήστε με στην ησυχία μου». 31

Καλή επιλογή είναι η ησυχία. Να σφίγγεις, κορμί και θέληση. Πότε πότε και πίστη. Η μόνη χαρά, άρα καλή επιλογή, θα ήταν να μην υφίσταται Εμπόδιο, στο δρόμο δύο καλών ανθρώπων. Τι γλυκιά αίσθηση. Ομοίως η ανυπομονησία για γράμμα εκ μέρους στρωτής φιλίας. Το τι ετοιμάζω και σου προσφέρω Ιδιωτικά ξεστομίζεται. Ο χαρακτήρας. Ομοίως οι άνθρωποι δίνουν σημασία στα σπίτια. 32

Αναπνοή Όταν έχει ομίχλη γύρω σου, κι ο φάρος της ελπ ίδας έχει σβήσει απ ό ώρα, πίσω σου ψάξε στ ανοιχτά, για ένα σήμα. Νιώσε κι εκείνου την ανάγκη. Κάλυψε σαν φως ζωής, την απόσταση π ου σας χωρίζει. Στάσου κι άκουσε. Κατάλαβε. Το δώρο της ζωής - Σου έχω π ει π οτέ, ότι σ αγαπ ώ; Αναρωτιέται Χρειάζεται ν αφήσει να ξεχυθεί απ ό μέσα του με φυσικό τρόπ ο. Τον έχουν ενημερώσει, π ως ενδέχεται κάπ οτε, ν αγαπ ηθεί, Αιώνια; Σου έχουν π ει, π ως σ αγαπ ούν; Όπ ως εσύ το αισθάνεσαι; Πόσοι και π όσοι, χάνονται στην ομίχλη των επ αναλαμβανόμενων πράξεων- συνηθειών μα, λίγοι σπ άνε το κουκούλι. Λίγοι μεταμορφώνονται σα σε πεταλούδες κι ελεύθεροι χάνονται, περιχαρείς Σε μια π ορεία ανέξοδη απ ό πρέπ ει. - Πού είναι το σ αγαπ ώ; π ου είναι το χάδι 33

π ου καταπ ραΰνει το άγχος, τον π όνο, την μοναξιά; Ποια αναπ νοή μες το σκοτάδι σου Θα διώξει σαν αέρι, το π ανί, εμπ ρός, ως τον ορίζοντα; Σε κάπ οια ύπ αρξη, είπ αν, να μάθει να είναι ευτυχισμένη κι ήταν νέα. Αρκετά νέα ακόμη, ώστε να ανακατευτεί με τη διάθεση, π ου βαπ τίζουμε, δυσκολίες της ζωής, δυσκολία να υπ άρχεις ανάμεσα στους άλλους. Άραγε, τι να π εριμένω απ όψε, απ ό σένα; Ποια λόγια, π οιες σκέψεις σου, έδεσαν αναμεταξύ τους Ποια συναισθήματα θα λυθούν π άνω μου; Θα μου μάθεις να είμαι ευτυχισμένος; ή απ λά θα προσπ εράσεις την ψυχή μου. Θέλω να γνωρίζω, αν π άντα είσαι χαμογελαστή, αν π άντα αισιοδοξείς. Άγνωστη μου είσαι σε όλα. Στο όνομα, στα όνειρα, στα θέλω σου. Τι σε εξυψώνει τι σ εξουθενώνει. Θα μου μάθεις να είμαι ευτυχισμένος; Άγνωστη, γεια σου. Αυτό το γράμμα δε θα το λάβεις π οτέ. Το π ρώτο, το όφειλα στον εαυτό μου, ετούτο είναι, ότι π ερίμενα απ ό εσένα Ότι δεν π εριμένω. Ξανά ξημερώματα. Μα να, η φορά αυτή γεννά μια υποψία για το π οιόν της ώρας. Δεν κοιτώ να μη μάθω. Κάθομαι και σου γράφω Μια κίνηση π ου μ εξιλεώνει. Πες μου γυναίκα, τι να αναμένω απ ό σένα; Θ απ αντήσεις φοβισμένη, θα μιλήσεις π ροσβεβλημένη; δεν κατάλαβα γιατί. Έστω κι αν σταθώ μ ελεύθερο βλέμμα απ έναντι σου, 34

Πιστεύεις ότι αντέχεις, να δεις κι άλλο, βαθύτερα μου; Άγνωστη, δε σ αγαπ ώ, μα θα μπ ορούσα, να το ξέρεις. Ακρατής, με ψίθυρους γλυκούς Ικανούς να σε αναστατώνουν Να ριγείς σα φύλλο στον ούριο άνεμο μου Αντλώντας ζωή απ τη ζωή μου Θα με μάθεις να είμαι ευτυχισμένος; Πώς συντελείται; Τι γνώσεις απ αιτεί, τι εμπ ειρίες; Λένε, π ως θέλει καιρό, μια φιλία να δέσει Να γεννηθεί ένας έρωτας. Να λάμψετε ως ήλιος. Μα τα νιάτα μου έχουν, κιόλας χαθεί Η υπ ομονή μου, ήταν π οταμός και πέρασε Δεν γυρίζει, ξεπ όρτισε στον ουρανό. Σ έναν απ έραντο ωκεανό. Της μοναξιάς. Πουθενά στεριά στον ορίζοντα. Πουθενά μια αγκαλιά, να λυθώ σε δάκρυα. Ξημερώματα 11 Απ ρίλη του 98. Υ. Γ. Τελικά, προσπ έρασες την ψυχή μου Magic Paper Αν είχες την τύχη με το μέρος σου Αν είχες την ζωή, με το μέρος σου. Σκέψου. Τι θα απ ολάμβανες μόλις. Δεν επ ιθυμούσες να γνωρίζεις το μέλλον, απ έφευγες να σου π έσουν όλα στα χέρια Όμως, είχες ένα σύμμαχο, π ου να το ξερές. Έριξε κάτω απ την π όρτα σου, το αύριο. 35

Αναγνώρισε, π ως σου άξιζε μία παραπάνω ευκαιρία, όχι μία τελευταία ευκαιρία. Ένας λευκός φάκελος Λευκή σελίδα με μία λέξη Κάπ ου στην άκρη: δοκίμασε. Απ όρησες. Ξαφνιάστηκες. Σαν να σου δόθηκε κάτι π ου ερχόταν καιρό δεν στεκόταν η τύχη, να σε οσφραίνεται. Μπ ερδεμένος, τι να ζητήσεις. Ίσως μια συντροφιά, φιλικούς δεσμούς. Παγκόσμια ειρήνη; παγκόσμια συναδέλφωση. Αν δύναται να μιλήσεις για την παρέα π ου σου ταιριάζει, αναρωτιέμαι τι θα κατέγραφες. Με π οια σειρά, θα π αραχωρούσες λίγο απ τον χώρο σου. Στη λογική, στην καρδιά, στο δέσιμο. Θα είστε π άντα, το ίδιο; Μήπ ως θα του έθετες εξαρχής, π εριορισμούς; Ναι, μιλάμε για όλα, μα άσε με να υπάρχω να εξελίσσομαι Κι αν αμφισβητείς μαζί μου, ορισμένα απ όσα δεν αντέχω, σημαίνει ότι μπ ορώ να σε υπ ολογίζω. Η λευκή σελίδα, ξέπ νοη, γεμίζει με μελάνι με σένα Γι αυτό, π ρόσεχε π ίστεψε το. Ικανή να σου δώσει εκείνα π ου θεωρείς δεδομένα, μέσα σου. Είναι δύσκολο να είναι κανείς, ο εαυτός του, ειδικότερα, όταν αφαιρείς αυτό το δικαίωμα απ τους άλλους. Οπ ότε διαλέγεις, ένα πρόσωπ ο του αντίθετου φύλου, για να π ροσφέρει ο ένας στον άλλο την υπ οχρέωση να ολοκληρώσετε το είναι σας. Άφησες στην άκρη ως π ροσωρινή παύση- τον σύμμαχο σου, Αναστέναξες βαθιά. Περίμενες ένα, δύο, λεπτά Ως, η αρχική σου επ ιθυμία να πραγματοπ οιηθεί. Μα, μα όχι, όχι ακόμη. Συνδύασες τη στιγμή μ ένα π αραμύθι. Το δράμα της σταχτοπ ούτας. Τα μεσάνυχτα δεν θα τελείωναν όλα. Στον δικό σου κόσμο θα ξεκινούσαν απ την αρχή Έστω, απ ό εκεί π ου έπρεπ ε οι καταστάσεις να συνεχιστούν. Το έπρεπ ε, φαίνεται να απ αγορεύει κάτι άλλο. 36

Έστω τότε, απ ό εκεί π ου είχε την ευκαιρία Η ιστορία των ανθρώπ ων, να προτιμήσει Αν θα π ροχωρήσει εμπ ρός, υποχωρώντας σε θέσεις και σκοπ ιές, π ου δύσκολα κατακτήθηκαν Ή με το κεφάλι ψηλά, με την καρδιά γεμάτη. Μη φαντάζεσαι τον εαυτό σου στο ρόλο του Θεού. Γιατί να σε φοβηθούν όσοι π ιάσουν το νόημα; Το δικό Του, έμοιαζε σπ αρμένο με νάρκες.. Τώρα; Καρτερείς την αλλαγή της ημέρας. Ο κόσμος γυρίζει απ ό ένα π ολυέξοδο, άδικο, ταξίδι. Κι αν νομίζεις π ως δεν θα υπάρξουν ενδιαφέρουσες ιστορίες για να γραφτούν, κάνεις, κάνεις Μεγάλο Λάθος. Δανάη Μες το λιοπ ύρι ήρθα να σε συναντήσω Είχα έτοιμο το δάκρυ, απ ό μέρες. Γιατί, πρέπ ει να σέρνει, ένα καλοκαίρι, τόση λύπ η, τόση π ροσμονή; Έψαχνα τα μάτια σου. Έψαχνα τα χέρια σου, την π νοή σου. Τα λόγια σου ήθελα να χουν αγάπ η, να με π αρασέρνουν. Να εξαφανιζόμαστε. Όπ ου να ναι. Σε π εριμένω. Έχεις το ίδιο χαμένο ύφος. Το κατάλαβα. Είναι απ ό μέρες, έντονη η π αρουσία σου στο νου. Συναγερμός στις αισθήσεις. 37

Είπ α, αυτή την εποχή Να βρω το ταίρι μου. Να π άρει νόημα η ζωή Η ζωή. Ένας περίπ ατος, τα χέρια πιασμένα Τα βήματα αργά, κάπ ου κάπ ου ξαφνιάζουν. Ξυπ νάει το π ρωινό, μαζί, μας βρίσκει Εκτεθειμένους στου έρωτα τον τόπ ο, ας ονειρευτούμε. Τα δυό μας. Γη και αέρας - Ξέρεις, φορές με φορές, με π ιάνει το παράπ ονο, μα ύστερα, θυμάμαι το χαμόγελο σου. Τόσο φωτεινό. Μικρή επ ίμονη λάμψη π άνω στη γη σε καλούσε. Τίπ οτ άλλο δεν είχε σημασία. Μόνο του φάρου σου Το κάλεσμα. Τα κοίταγμα σου. Σε ταχυδρομικά π εριστέρια, μεταβλήθηκαν, τα μάτια σου Μήνυσαν το π άθος για ζωή.. έσκυψαν σιμά, με συνάντησαν Φτερούγισαν γύρω μου, με ξεγνοιασιά μικρού παιδιού Με π ρόσταξαν να ζωντανέψω. Ν αναθερμάνω τη σχέση με τα εγκόσμια. Αν και στιγμές, διαλύομαι. Σε κόκκους αέρα. Λίγο εδώ, λίγο εκεί, παραπ έρα. Περιοδικά φυσάει, π αρασύρει τα κομμάτια μου. Ένα κύμα τα φέρνει π ίσω. Τ απ λώνει στην αμμουδιά, τα συνδέει. Αυτόματα, θυμάμαι το χαμόγελο σου τόσο π ερίτεχνα φωτεινό. Πλέει η ψυχή με φωτεινά χρώματα τις κλωστές της Τονώνεται η γη, υπ αρκτή γίνεται η ανάσα. Φάρος. Καλεί τους ταξιδιώτες, για ένα μικρό διάλειμμα απ την απ οστολή, π ρος ελπ ίδα. Κάθισαν μαζί. Εκείνη, εκείνος. Γη και αέρας. 38

Μα γνωρίζουν την νοσταλγία π ου εκπέμπ ουν, κι αλλιώς δεν κάνουν. Σηκώνονται, αποχαιρετούν Με π νεύμα ήρεμο, δύναται π λέον, να αναπ αυτούν. Για όσα Κι οι αναμνήσεις; Για άλλους, ένα μισοάδειο π οτήρι εμπειριών Για άλλους, μια μισογεμάτη καρδιά Εικόνες, ήχοι, εντυπ ώσεις, χαρακτήρες. Δάκρυζες μέσα σου, χαιρόσουν έξαφνα φανερά- μ εσένα. Οι οφθαλμοί έλαμπ αν σαν να π ήρες το μεγαλύτερο δώρο. Κι οι αναμνήσεις; Φιλί, με γεύση π ικρή ή γλυκερή Κάθε τόσο ενεργεί, γλύφει τα π ερασμένα. Είτε τα καλύπτει με μια κρούστα διάφανη όσο π άει και σκουραίνει. Είτε τα ξύνει, τα π ονά, αιμορραγούν αστραπ ιαία όλο ετούτο. Οι αναμνήσεις να ναι π αιδιά δικά σου, όχι ξένα Να χουν τον ήλιο σου σε κάθε βήμα. Να τ αγαπ άς. Κι όσα ξεχάσεις, π ές, π ως ορφάνεψαν στην αφήγηση Ρεαλισμός Με σκέφτεσαι, π ου και π ού; Εγώ, απ λά, προσπ αθώ να σ αφήνω να προσπερνάς αμέτοχη. Πώς; ξαφνιάστηκες λες. Απ ορείς με την ίδια σου την απ ορία για ότι ξεστόμισα. Εσύ έχεις την ζωή σου, ο ίδιος έχω τη.. Θέλεις ν ακούσεις ένα ψέμα; π. χ. π ως έχω κάτι π ου μοιάζει με ζωή. Για να μη με λυπ άσαι. Ας π ούμε, όπ ως: ξυπ νώ, π αίρνω π ρωινό, ντύνομαι για την δουλειά.. γυρίζω από την.. δουλεία.. 39

τρώω. Κοιμάμαι ελάχιστα, αναδεύομαι απόγευμα- γέρνοντας στην τηλεόραση. Τρώω. Διαβάζω αν τύχει, κάτι. Κοιμάμαι, ξυπ νώ, π αίρνω..π ρωινό. Με σκέφτεσαι π ου και π ού; Να ζήσετε σας μεταφέρω, κι αν αυτό Που έχετε, δεν είναι αγάπ η, δεν είναι ευτυχία, αγνοώ τι είναι. Επ ιθύμησα π ολλές.. φορές, ν απ ομακρυνθώ.. από σένα. Η επ ιμονή στην δουλειά, σε φτιάχνει, λίγο.. κακιά. Ξέρω. Η κούραση, κι η ανυπομονησία για την π ερίοδο της π ολυήμερης ξεκούρασης. Ακριβώς. Όσα.. όμορφα λόγια, κι αν μεταδίδονται σε κάποιον Πίστεψε το, του βαραίνουν π ιότερο, το φορτίο στη ζωή Ο ρεαλισμός είναι η τελευταία μάχη, που συνήθως, δίνει κανείς. Παλίρροια και δάκρυ Αγάπ η αγάπ η, π αλίρροια και δάκρυ Στων ματιών σου, χιλιόμετρα τα βήματα. Όταν έρχεσαι, ο ουρανός ανοίγει Κάθε π ου χάνεσαι, βασανίζεται η αλμύρα. Ακούς αγάπ η, το κύμα; Γλυκόλογα σου χαρίζει. Στήνει π αλάτια η άμμος, αφήνει διεξόδους η π ίστη. Απ ορροφά κουβάδες οξυγόνου η φυσιογνωμία σου Το πρόσωπ ο λάμπ ει απ τους π όρους, αναδύεται χρώμα, εξαφανίζεται Η χλομάδα. Όπ ως και στο βλέμμα σου. Πλατσούρισμα, βουτιά και π λατσούρισμα. Εν αέρινο σώμα σκίζει τη θάλασσα. Κάπ ου κάπ ου, κολυμπ ούν δύο άγγελοι Ελεύθεροι, δεν τους αγγίζουν οι άνεμοι Μπ ερδεύονται μεταξύ τους, ερωτοτροπ ούν. Παλεύει μες τις χούφτες τους η αιωνιότητα Την οπ οία χαρίζουν στον π ρώτο που συναντούν λίγη απ τη δύναμη της συγκρατώντας τον απ ό κινήσεις απελπ ισίας με λίγη υστερία. Αγάπ η αγάπ η, π αλίρροια και δάκρυ. Στων ματιών σου, χιλιόμετρα τα βήματα Λυπ άμαι. Που με ξέχασες άδικη. Ευχήθηκα να μην είσαι εδώ, γιατί χάθηκα Χάθηκα 40

41

42 Λίβας

Προαίσθημα Έτσι αρχίζει η ζωή Τη στιγμή που ξαφνικά, ανθίζει ένα τριαντάφυλλο. Έτσι απλά Έφερα στην παλάμη μου ένα μικρό λιθαράκι Το στριφογύρισα με τα δάχτυλα, σα παιχνίδι, κι ύστερα το πέταξα, να βρει αλλού παρέα. Είπα, ηρεμώ και δίχως κόπο- κοιτώ στα μάτια Ότι αγάπησα και κάθε σκέψη μου εξαγνίζεται Σα να ταν πάντοτε έτσι. Άνοιξα την πόρτα διάπλατα, πήρε να δροσίζει. Να μπει ο ήλιος, περίμενα, να τος, λαμπρός και πρόσχαρος. Χωρίς δεύτερη κουβέντα, κόπιασε στην ψυχή μου. Είπα, ο καθένας μπαίνει στην πορεία του ένας δρόμος ήτανε πάντα. Άλλοι ξεχνιούνται μ ένα ορισμένο τοπίο, τ όνειρο ξαναζεί. Σκέφτηκα το ταξίδι μας, όλο και κάτι αφήνουμε, κάπου κάπου Μια νέα ζωή, ζευγάρια φωτεινά μάτια. Η νεότητα τρίβεται με την αναπνοή. Άπειρα σκαλοπάτια. Πότε οδηγείσαι από το ένστικτο, πάνω σε κυλιόμενες διαδρομές Σχεδόν πάντα, τα πόδια σου πονούν όσο περπατάς, μα.. Έτσι απλά, έπαψα να συλλογίζομαι τι μας περιμένει. Γιατί το εμείς γίνεται ένα με τον αέρα, τη γη, το άγνωστο. Είπα, όλοι δικαιούνται, όχι μόνο την ευκαιρία, εξίσου και την αγάπη. Μικρό μπουμπούκι ακόμα, λέει ένα γεια η παρουσία του, όπως εκφράζεσαι κι εσύ Όταν πλησιάζεις κάποιον, που το όνομα του, σου είναι άγνωστο. Χάδι η όψη του, καλοπιάνει το καλοκαίρι Να μην τσιγκουνευτεί αυτή τη φορά Να σου χαριστούν αισθήσεις δυνατότερες από εκείνη, όταν ξυπνάς.. Το συναίσθημα της ελευθερίας τείνει να θεριεύει, ο χώρος ανοίγει, και σφίγγει στο στήθος του, κι άλλες αναπνοές. Προσφέρεις στάλες απ το κουράγιο σου, απ τη συνέχεια της αύρας σου. Έτσι, εξορμεί η ζωή Τη στιγμή που γεννιέται ένας έρωτας Απ το αυθόρμητα, ισχυρό προαίσθημα Ότι η έξοδος, απλά, λιγοστεύει την απόσταση που απαιτείται να καλύψετε, ως τη συνάντηση σας. Τα υπόλοιπα, η μοίρα τα αφήνει στη θεά Αφροδίτη.. Σας κλείνει το μάτι, κάθε φορά που τα λουλούδια ανοίγουν τα βλέφαρα τους. 43

Προορισμός Με μια αντανάκλαση στο τζάμι Κι ένα βουνό που γέρνει απειλητικά, φεύγω. Ο δικός μου προορισμός αποσυμπιέζεται αγάλι αγάλι, πίσω από το τζάμι ενός γρήγορου καμιονιού.. περίπου γεμάτο, με δίχως στολή, ανθρώπους Ένα λευκό φεγγάρι τρυπάει τον γαλάζιο ουρανό Τα τοπία προσπερνούν πίσω μου Τα σύννεφα, φτιάχνουν από μόνα τους, ζωή. Στα στενά, περνούμε το θαλάσσιο πέρασμα με σχήμα τη διάθεση μας. Η λιακάδα αντιπαλεύει την υγρασία της αρμύρας. Μια παχιά ομίχλη κρύβει την κορυφή του κόσμου, κι ένα καροτσάκι, μεταφέρει μερίδα μερίδα Τα περισσεύματα της χαμένης μέρας. Η βλάστηση ποτίζει με αγάπη την πλάση Να πέφτεις με το βλέμμα σου, περνώντας Να χαίρεσαι, που όλα αυτά υπάρχουν ακόμα. Χαιρετάς, χαμογελώντας, δύο ερωτευμένους, ενώ διαπλέουν το κανάλι της Βενετίας τους. Το λευκό φεγγάρι διαρκώς ακολουθεί- Κάνει γκελ στα θεόρατα φυσικά τείχη Στρίβει, ανάλογα με το πρόσταγμα μου.. Λύνω σταυρόλεξα στο μυαλό μου, να βρω τι με καρτερεί Αναθαρρεύουν τα γνώριμα καντούνια των αναμνήσεων. Εκεί ψηλά, το αρκουδάκι από βαμβάκι μου δίνει το πρώτο στοιχείο Δείχνοντας τον τόπο των άγουρων ετών μου Χτενίζουν με τα μάτια, τις καλαμιές Φωτίζουν τα μικρά, φιλόξενα σπίτια, οδεύοντας προς την ωρίμανση του ρόλου σου Δές! Ένα σχολείο συμπληρωμένο από παιδιά Λείπουν δίπλα στα επίγεια υδάτινα γαλάζια μονοπάτια-περάσματα, έτσι, κι εκείνα, δεν αντανακλούν την εικόνα των. 44

45

ΚΙΜΟΝΟ ΑΓΑΠΗΣ Όταν ξύπνησα, αισθανόμουν απόλυτα ήρεμος, Γαλήνιος και σ αναζήτησα. Παραμέρισα τα σεντόνια σα να ταν πέταλα λουλουδιού που άνοιξαν, να αντλήσει η γύρη, όλη τη ζεστασιά σου. Ήσουν η μέρα, ο ήλιος που σουρουπώνει ρομαντικά. Ήσουν γυμνή Ήσουν ο αέρας, το ευαίσθητο οξυγόνο μου πανταχού παρών. Κοινωνική και προσιτή Γι αυτό, επέλεξες να μ ακούσεις. Ήσουν οι μικροί ήχοι μαζί, να προσέχουν όσοι δίνονται ολοκληρωτικά μεταξύ τους. Επειδή η φιλία ενστερνίζεται την αγάπη Κι αν στήνεις αυτί, επιτηρείς το στρώμα του όζοντος που τον προστατεύει, καθώς σφραγίζει από μόνο του, τον μύρο των εννοιών του θερμοκηπίου της ψυχής του ανέλαβε να μεγαλώσει. Δεν ήταν ψιλά γράμματα, ήταν αρχές, ιδανικά, πιστεύω Ήσουν εσύ. Βαστάς το χέρι σου στην καρδιά μου Πλέον, χτυπάει μακριά.. Κι αισθάνομαι τυχερός Αφού αντέχει ακόμη, ετούτη η στέγη Που ήταν άλλοτε.. στέγη για άλλον Ίσως, ένα συγκεκριμένο Λόγιο, ενώ φιλοσοφούσε ότι ονειρευόταν. Ήλπιζε να διεκδικεί, πάντα, την αγάπη Ως ένας άλλος Διογένης, π αναζητά με το φανάρι του το βιβλίο των σκέψεων του, μήπως γελάσει με τις εξάρσεις του χιούμορ του, της χαράς. Θυμούμενος την πλοκή των ερώτων του. Υπογραμμίζοντας τις γλυκές παραγράφους τους. Το καλοκαίρι δεν αποτελεί παρελθόν επειδή, τότε γνωριστήκαμε Κινηθήκαμε σαν ηλιόλουστη μέρα Να θαμάσουν όλοι.. τη βλάστηση της φιλίας μας 46

Που ακολουθεί πιστά, όπως τα λουλούδια, τη φορά του πυρόξανθου αγγέλου. Χαμογελώντας ο ένας στον άλλο Σαν τα Πασχαλιάτικα κουλουράκια Τα πλασμένα απ τα ίδια σου χέρια, να σαι σίγουρη. Προσφέρω σ εσένα, αποκλειστικά, προσοχή, Σαν, οι υπόλοιποι να μην υπάρχουν. Η ησυχία είναι όμορφη. Αρχινώ να σε ντύνω Μη μου κρυώσεις. Το Φθινόπωρο, μας μαζεύει μέσα σιγά σιγά. Σου φτιάχνω ζεστό καφέ Διαλέγω λωρίδες πανιά, όμοια με τον καιρό που με αποσπά η φωνή σου. Επιζητώ να εναρμονιστείς, επίσης, με τη δική σου γαλήνη Αφού, επιλέγει το θετικό, ενώ τ άδικο, το αποθέτει στη γη Ν ανακυκλώσει τον ανούσιο παροξυσμό της ζήλιας -Φόρο πληρώνουν, μου λες, άστους, μη δίνεις σημασία. Είσαι φυσική είσαι εσύ- όχι Δον Κιχώτης, απλά εσύ η ίδια εσύ Η οποία, γιατρεύεις με την ύπαρξη σου, κι εμένα. Τρατάροντας λύσεις, τα προβλήματα μας. Δεν μας αποσπούν οι υποχρεώσεις, απ το να αλληλοσκεφτόμαστε. Είναι φάρμακο το φεγγάρι. Είναι εσύ, παρέα μ εμένα. Η μοναδική θέα έξω από το παράθυρο. Πιστεύοντας, ότι μας στενοχωρεί Να μην προκαλεί τη στάθμη των νερών.. ανοδικά. -Όταν ασφυκτιούμε, το τζάμι σπάει δύσκολα, χωρίς βοήθεια Συγκρατώ τον ενθουσιασμό μου με άπληστη δύναμη Σα να εξουσιάζω τους ανέμους συ είπες, μερικά πράγματα πρέπει! να τα κρατάμε για τον εαυτό μας Φαντάζομαι κρυώνεις μ αυτά, κι όχι αγνοώντας τα; Δεν φροντίζω να χτενίζω την προθεσμία τους Μόνο εσένα. Την καρδούλα σου. Συνεχίζω, ζωγραφίζοντας στο κιμονό σου Βάζω τις χούφτες μου μπροστά Γλύφοντας τες σα γατάκι, όταν πληγώνονται από κάποια απρόσεκτη μέλισσα ενόσω μαθαίνει να τσιμπά, πρωτοπετώντας. Το σώμα μας είναι ένας πλανήτης, το ξέρω. Άλλοι έχουν το ίδιο όνομα Άλλοι, θα προτιμούσα για εμάς τους δύο να μην αλλάξουμε τα δικά μας, μη χάσουμε την ταυτότητα μας Της ψυχής, εννοώ. Που ανασταίνουν την ενέργεια των μορίων της και στο σώμα, ώστε, ακόμη κι όταν κουραζόμαστε Τα πρόσωπα μας να ναι φωτεινά. Αυθεντικοί αναμεταξύ μας Στο φωνάζω, κι ας ταράζω την ησυχία Μόνο εσένα έχω. Κι εσύ,..κι άλλες παρέες -πρόσεξε- δεν με πληγώνει, όπως εσένα για τον ίδιο. Πότε θα μείνουμε μόνοι; Πότε θα σταθούμε πλάι στα κύματα Μόνοι, λατρεύοντας τα ενδιάμεσα ξεσπάσματα των Εποχών που δυναμώνουν ή χαλαρώνουν τις ραφές του Κιμονό σου που είναι ίδιο, εγώ, η φροντίδα μου Κάθε σαν έρχεσαι, σε πλένω με καθαρό νερό, αγαπώντας σε και φιλικά Μοιράζεται η αγωνία μας σε ίσα μερίδια Γιατί ο χρόνος φεύγει ανακόλουθος. Εμείς, μένουμε, προβλέποντας αρχικά Το μέλλον μας. Ανταποδίδω τα πολλά φιλάκια σου τα οποία κολλώ απλόχερα στο Κιμονό. Τις εκφράσεις των φράσεων σου. Τη στοργή που δεικνύεις, σ όποιον εκτιμά, το υπάρχω. Εκτιμά το παιδί του, και το ρυθμίζει Όπως το ίδιο αρμονικά- ωριμάζει. Όχι σφαλιάριοντας το. 47

Να δειλιάζεις, αντιμέτωπος με το αναπόφευκτο. Τα θλιμμένα μάτια σου, μου το λένε. Λευκή πεταλούδα που πετά μες το βίο μου, είναι το κάλεσμα σου κι αντισταθμίζω στο άγγιγμα σου τα στήθη μου ν ακουμπάς απαλά και σίγουρα Κατρακυλώ στο γερμένο πλευρό σου πάντα Δακτυλήθρα Αποκαλύπτοντας ένα χαμένο Στοιχείο ακόμη, να με διώχνει μακρύτερα σου, όντας ήδη εσύ μόνη κι ανήμπορη στην αγάπη μας. Σου υπόσχομαι να Μην σ εγκαταλείψω ποτέ. Στο γερμένο πλευρό της πεσμένης πλάτης σου ανακάλυψα ένα στοιχείο Απ ότι θα σ έδιωχνε κάποτε μακριά μου. Ανυποψίαστη για ότι περίμενε τα κορμιά μας. Ένας πόνος στην καρδιά Λίγα υπολείμματα σκέψης Εσύ σε κάθε μου βαθύ ράψιμο των λέξεων μεταξύ τους. Η δύναμη να προβλέπεις την αγάπη Η άμμος απ τα μάτια, που φεύγει μόνο έτσι. Το μονόγραμμα σου να φοβερίζει το σήμερα Να το ηρεμεί, μόνο.. Ολότελα, η έκφραση του πάθους που ματώνει, όπως και η δική σου θέα απέναντι στα γυμνά μνημεία του κόσμου Ποιος απειλείται από μια γυναικεία παρουσία; Η απιστία, πιστεύω. Να λείπεις από κείνο που σ αγαπά, Affair Μόνοι, εσύ κι εγώ, με μια γαλάζια χαραμάδα -ν αχνοφέγγει..φαίνεται- να υπενθυμίζει την αναπηρία, του ν αφήνεσαι στο δώρο της συνάντησης της καλοσύνης 48