ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ της Χρυστάλλας Γιάγκου για λογαριασμός της ηλεκτρονικής πύλης Κυπρίων Έργα Εισαγωγή... 2 Ο θρύλος της Μελουζίνης... 2 Ιστορικά γεγονότα... 2 Κοινωνικά στρώματα... 3 Συνθήκες διαβίωσης... 4 Αρχιτεκτονική... 5 Φαγητό... 5 Ένδυση... 6 Έρωτας - γάμος - κηδεία... 6 Όπλα... 6 Παιδεία... 6 Επίλογος... 8 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:... 8
Εισαγωγή Η βυζαντινή περίοδος της Κύπρου τερματίστηκε το 1185 μ.χ. και έπειτα από μερικά χρόνια ξεκίνησε μια περίοδος εκμετάλλευσης και καταπίεσης του κυπριακού λαού, η λεγόμενη Φραγκοκρατία, που έλαβε χώρα από το 1191 μέχρι και το 1489 μ.χ. Η περίοδος αυτή κράτησε σχεδόν τρεις αιώνες και άφησε τα ίχνη της σε τοπωνύμια, σε πολλές μορφές τέχνης και ιδιαίτερα στη ψυχή του λαού, έχοντας τον χαρακτήρα ενός Βυζαντινού - Ευρωπαϊκού Κυπριακού πολιτιστικού επιτεύγματος [2]. Η είσοδος των Λουζινιάν στο νησί σηματοδότησε την έναρξη μιας κερδοφόρας και πλουτοπαραγωγικής εποχής. Ωστόσο, αυτά τα επίθετα δε μπορούν να συνδεθούν με τη ζωή των ντόπιων κατοίκων της Κύπρου, αλλά με τους ξένους κυρίαρχους. Οι κάτοικοι της Κύπρου την εποχή της Φραγκοκρατίας πέρασαν αρκετά δύσκολα και βίωσαν με τον πιο σκληρό τρόπο το καθεστώς της δουλείας. Έζησαν περιόδους ανομβρίας, σεισμούς, παγετούς, τις επιδρομές της ακρίδας και τις εχθρικές επιδρομές. Το χειρότερο όμως ήταν η επιβολή του φεουδαρχικού συστήματος και η κατάργηση όλων των πολιτικών τους δικαιωμάτων. Ο θρύλος της Μελουζίνης Πριν αναφερθώ στα ιστορικά γεγονότα της τότε εποχής, σας παραθέτω ένα ξακουστό θρύλο, που σχετίζεται με την ίδρυση του φράγκικου βασιλείου στο νησί μας. Σύμφωνα με το θρύλο, υπήρχε μια νεράιδα η Μελουζίνη και κάθε Σάββατο γίνεται μισή γυναίκα και μισό φίδι. Η νεράιδα παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Raymond και, μέσα σε ένα βράδυ, ίδρυσε το βασίλειο των Λουζινιάν. Η νεράιδα είχε δέκα παιδιά. Τα δύο από αυτά ήταν ο Ουριανός και ο Γουίδος, οι οποίοι έφτασαν στην Κύπρο και παντρεύτηκαν τις γυναίκες τους. Από τότε ξεκίνησε η δημιουργία του φράγκικου βασιλείου. Ιστορικά γεγονότα Ακριβολογώντας, το 1191, κατά τη διάρκεια της τρίτης Σταυροφορίας, πέρασε από το νησί μας ο βασιλιάς της Αγγλίας, Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος, ο οποίος αναμετρήθηκε με τον Ισαάκιο Κομνηνό. Αποτέλεσμα αυτής της αναμέτρησης ήταν να ηττηθεί ο Ισαάκιος και η Κύπρος μας να περιέλθει στην κατοχή του βασιλιά Ριχάρδου. Ο βασιλιάς εκμεταλλεύτηκε όσο μπορούσε την οικονομία και τους θησαυρούς του τόπου και μεταβίβασε τον πολιτικό έλεγχο στους Ναΐτες. 11 Απριλίου του 1192 Μεγάλο Σάββατο [2], οι Ναΐτες φτάνουν στη Κύπρο και συμπεριφέρονται στους κατοίκους του νησιού ως δούλοι. Ο κυπριακός λαός προκάλεσε εξέγερση εναντίον των κατακτητών, χωρίς όμως να ανατραπεί η κατάσταση. Οι Ναΐτες γνωστοί και ως Τεμπλάροι (ιππότες του Ναού) δεν κατόρθωσαν να διοικήσουν τον λαό και προέβηκαν σε ακύρωση της συμφωνίας πώλησης που έκαναν με τον Ριχάρδο. Σε λιγότερο από ένα χρόνο ο Ριχάρδος έπρεπε να βρει αλλού αγοραστή και τον βρήκε στο πρόσωπο ενός Γάλλου ευγενή, του Γκυ (Γουίδος) ντε Λουζινιάν.
Ο εκδιωχθής βασιλιάς Γκυ ντε Λουζινιάν ίδρυσε τη δυναστεία των Λουζινιανών βασιλιάδων. Έτσι την άνοιξη του 1192 ξεκινά η περίοδος της Φραγκοκρατίας. Ο Γουίδος πέθανε δυο χρόνια αργότερα και τον διαδέχτηκε ο αδερφός του Αμάλριχος. Οι διάδοχοι του Αμάλριχου κυβέρνησαν το νησί και η γενεά τους έσβησε τη δεκαετία του 1470 [4]. Κοινωνικά στρώματα Το νέο καθεστώς που επιβλήθηκε στο νησί ήταν δυτικοευρωπαϊκού τύπου, υποστηριζόμενο από μια γαλλόφωνη αριστοκρατία. Ο Αμάλριχος και ο Γουίδος εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο. Μαζί τους έφεραν ιππότες και αστούς, οι οποίοι ανέλαβαν να οργανώσουν το φεουδαρχικό σύστημα. Για να απορροφήσουν όση δύναμη μπορούσαν έφεραν στην Κύπρο Ευρωπαίους ευγενείς, τους λεγόμενους τυχοδιώκτες, οι οποίοι κατείχαν τιμάρια, δηλαδή μεγάλες εκτάσεις γης, στις οποίες ασκούσαν απόλυτη εξουσία. Η κατάκτηση της Κύπρου από τους Φράγκους προκάλεσε την αναδιοργάνωση των κοινωνικών τάξεων. Ο βασιλιάς ήταν ο ανώτερος πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης, ο οποίος διόριζε τους αξιωματούχους, διένεμε τα φέουδα και είχε το προνόμιο να κόβει νομίσματα. Η Υψηλή Αυλή αποτελείτο από ευγενείς άνω των 25 ετών και αποφάσιζε για θέματα εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής, όπως έγκριση για θέματα διανομής φόρων ή για κήρυξη πολέμου. Από την άλλη, η Χαμηλή Αυλή αποτελείτο από άτομα που διόριζε ο βασιλιάς και που προέρχονταν από την αστική τάξη. Ήταν εντελώς ανεξάρτητη από την Υψηλή Αυλή και δίκαζε κάθε είδους υποθέσεις που δεν αφορούσαν τους ευγενείς. Στο κοινωνικοοικονομικό σύστημα που δημιουργήθηκε στην Κύπρο, πέραν από το βασιλιά, δημιουργήθηκε οι τάξεις των φεουδαρχών, των αστών, της λατινικής εκκλησίας, των δουλοπαροίκων, των περπυριαρίων και των φραγκομάτων. Στην αμέσως επόμενη τάξη, άνηκαν οι ευγενείς, οι φεουδάρχες, και οι ιππότες. Ήταν η άρχουσα τάξη που περιλάμβανε τους αξιωματούχους του κράτους. Μπορούμε να τους διαχωρίσουμε σε δυο ομάδες στους «αξιωματούχους του κράτους» και στους «αξιωματούχους της Κύπρου». Οι «αξιωματούχοι του βασιλείου» διορίζονταν την ημέρα της στέψης του βασιλιά και κρατούσαν την εξουσία για όλη τους τη ζωή[4]. Μερικοί από αυτούς ήταν ο Seneschal (σινεσκάρδος ή σινεστιέλ στο Μαχαιρά), ο οποίος ήταν υπεύθυνος για το παλάτι, ο Conestable (κοντοσταύλης) που είχε την ανώτατη διοίκηση του στρατού, ο Chamberlain (τσαμπερλάνος), ο οποίος ήταν αξιωματούχους και τέλος ο Chancelier (τζιανσελλιέρης) που ήταν κληρικός. Από την άλλη, οι αξιωματούχοι της Κύπρου ήταν ο ναύαρχος, ο ελεγκτής, ο εισπράχτορας των φόρων και ο διοικητής των τουρκοπούλλων.
Ένα μεγάλο κεφάλαιο της Φραγκοκρατίας είναι η διαβίωση του κυπριακού λαού. Στο κοινωνικό σκηνικό που δημιουργήθηκε στην Κύπρο, υπήρχαν οι τάξεις των Παροίκων, των Περπυριαρίων, των Φραγκομάτων και των Λευκών Βενετών. Η τάξη των παροίκων χρονολογείται από την εποχή των Βυζαντινών. Αποτελούσε την πλειοψηφία του κυπριακού λαού. Οι πάροικοι καλλιεργούσαν φέουδα και δεν μπορούσαν να τα εγκαταλείψουν, απεναντίας έπρεπε να καλλιεργούν τη γη τους και να δίνουν το ένα τρίτο της παραγωγής τους στα αφεντικά τους, δηλαδή στους φεουδάρχες. Οι φεουδάρχες μπορούσαν να ασκούν απόλυτη εξουσία στους παροίκους και είχαν το δικαίωμα να τους τιμωρούν. Άλλη μια υποχρέωση των παροίκων ήταν το γεγονός ότι ήταν υποχρεωμένοι να προσφέρουν αγγαρεία στα κτήματα των φεουδαρχών και πολλές φορές τους κακομεταχειρίζονταν. Έτσι οι πάροικοι ήταν σαν δούλοι, αφού η τυραννία ήταν τόσο έντονη που τους συμπεριφέρονταν σαν τα σκυλιά. Άλλη μια σημαντική τάξη είναι οι περπυριαρίοι ή αλλιώς περπυριάριδες. Η τάξη αυτή προέρχεται από τους δουλοπάροικους, οι οποίου κέρδιζαν την ελευθερία τους, πληρώνοντας ετήσιο φόρο 15 υπέρπυρα. Γι αυτό το λόγο πήρε και το όνομά της αυτή η τάξη. Εξαγόραζαν δηλαδή την ελευθερία τους, όμως είχαν τις ίδιες επιβαρύνσεις, όπως το να πληρώνουν φόρο για τη γη τους και τα προϊόντα τους όπως και οι δουλοπάροικοι. Η τάξη των Φραγκομάτων ή αλλιώς Λέφτερων, ήταν κι αυτοί δουλοπάροικοι, οι οποίοι εξαγόραζαν την ελευθερία τους και απαλλάχτηκαν από τον φόρο της υποτέλειας. Οι Φραγκομάτοι είχαν δικό τους κομμάτι γης, το οποίο καλλιεργούσαν αλλά ένα μικρό μέρος από την παραγωγή και το έπαιρνε ο φεουδάρχης. Τέλος, πλήρωναν φόρο στον βασιλιά για ορισμένα προνόμια, καθώς και για το αλάτι. Ακόμη μια τάξη, όχι και τόσο γνωστή, είναι οι Λευκοί Βένετοι. Αποτελείται από Κύπριους, οι οποίοι πλήρωναν 300 δουκάτα και άλλο φόρο στο βασιλιά, για να κερδίσουν τη βενετσιάνικη εθνικότητά. Ήταν κάτω από την ηγεσία των Βενετσιάνων αρχόντων και έμεναν στην Κύπρο. Η τάξη των αστών περιλάμβανε τους κατοίκους των πόλεων, οι οποίοι επαγγέλονταν τεχνίτες, έμποροι, στρατιωτικοί, πολιτικοί υπάλληλοι, γιατροί, δικηγόροι αλλά δεν είχαν τίτλους ευγενείας. Αρχικά άνηκαν μόνο ξένοι, ενώ με την πάροδο των χρόνων εντάχθηκαν αρκετοί Κύπριοι. Κατείχαν σημαντική θέση και πολλά χρήματα. Συνθήκες διαβίωσης Οι συνθήκες διαβίωσης των Κύπριων κατοίκων, πέραν των δυσβάστακτων υποχρεώσεων τους, ήταν τραγικές. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που βρήκαμε, οι κάτοικοι μόλις κατάφερναν και ζούσαν από τις υψηλές θερμοκρασίες του νησιού.
Έτσι το καλοκαίρι, δε έβγαιναν από τα σπίτια τους εκτός από τις πολύ πρωινές ή βραδινές ώρες. Το χειρότερο ήταν ότι το νησί είχε γεμίσει από ψείρες, εξαιτίας των γουρουνιών που είχαν στα σπίτια τους. Επομένως, η ζωή τους, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, ήταν ανυπόφορη. Από την άλλη οι βασιλείς και οι αριστοκράτες, που διέμεναν στα παλάτια, λάμβαναν όλες τις ανέσεις και τις πολυτέλειες. Αρχιτεκτονική Τον 14 ο αιώνα κυριάρχησε στο νησί η γοτθική, αλλά και η βυζαντινή αρχιτεκτονική. Μερικά δείγματα εκκλησιαστικής γοτθικής αρχιτεκτονικής είναι ο ναός της Αγίας Σοφίας στη Λευκωσία και το Αββαείο του Πέλλαπαις. Αντιπροσωπευτικά δείγματα οχυρωματικής τεχνικής είναι τα βυζαντινά κάστρα του Πενταδακτύλου και τα τείχη της Λευκωσίας και της Αμμοχώστου, ενώ η Βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική απαντάται στον ναό του Αγίου Μάμα, καθώς και στην Παναγιά του Μουτουλά. Όσον αφορά την αρχιτεκτονική των σπιτιών, δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες. Τα σπίτια τους ήταν αραιοκατοικημένα και κτισμένα από πηλό. Ήταν πολύ φτωχικά και απλά. Η στέγη τους αποτελείτο από διαφόρων ειδών καλάμια και πρόσθεταν από πάνω λίγο πυλό. Αντίθετα, τα βασίλεια ήταν τεράστια με καμάρες, μεγάλες αυλές και πολύ ωραίες διακοσμημένες κολόνες. Στην εσωτερική αυλή υπήρχαν σιντριβάνια με νερό και όμορφοι περιποιημένοι κήποι, οι οποίοι ήταν χάρμα οφθαλμών. Εάν ερχόταν κάποιος επισκέπτης στο νησί και ζητούσε διαμονή δύσκολα θα ικανοποιείτο το αίτημά του. Τα πανδοχεία ήταν δυσεύρετα, ακόμη και στη Λευκωσία. Μεγάλη μερίδα επισκεπτών κοιμόντουσαν στο έδαφος, εκτός κι αν ήταν τυχεροί και έβρισκαν κάποιο στάβλο. Αυτό βέβαια δε συνέβαινε για τους φιλοξενούμενους του Γάλλου βασιλιά, οι οποίοι διέμεναν στο παλάτι, έχοντας όλα τα καλά στα πόδια τους. Φαγητό Οι περισσότεροι κάτοικοι της Κύπρου άνηκαν στη τάξη των παροίκων. Επομένως ζούσαν πολύ φτωχικά, τις πλείστες φορές τρώγοντας μόνο ψωμί. Άλλες διατροφικές επιλογές των κατοίκων ήταν τα παράγωγα του σιταριού και οτιδήποτε παρασκευάζεται από το αλεύρι. Δεν παρέλειπαν τα όσπρια, μανιτάρια και άγρια φρούτα. Το κρασί αποτελούσε τη μεγάλη τους λατρεία. Τα κρασιά του νησιού ήταν τόσο παχύρευστα, που πολλές φορές το έτρωγαν με το ψωμί, σαν το μέλι. Εν αντιθέσει, τα γεύματα των αρχόντων και των μελών του βασιλικού οίκου των Λουζινιάν ήταν πλουσιοπάροχα. Περιλάμβαναν άφθονο κρασί, καθώς και διάφορα θηράματα, όπως γεράκια και φαλκόνια. Πολύ συχνά διοργάνωναν συμπόσια, στα οποία είχε ότι λαχταρούσε η ψυχή τους.
Στα πρώτα χρόνια της Φραγκοκρατίας και συγκεκριμένα στις αρχές του 13 ου αιώνα, ξεκίνησε δειλά - δειλά η καλλιέργεια και η παραγωγή της ζάχαρης. Η τεχνική παραγωγής στο νησί, έφτασε από τα βάθη της Ανατολής. Η ραγδαία ανάπτυξη της παραγωγής δικαιολογεί το γεγονός ότι από το 1299 μ.χ. οι κάτοικοι εξάγουν το προϊόν αυτό. Μέχρι και το τέλος της κυριαρχίας των Λουζινιάν, το εμπόριο εξακολουθούσε να είναι μείζονος σημασίας, αφού υπήρχε ζήτηση. Όπως η ζάχαρη έτσι και το αλάτι, αποτέλεσαν τα δυο κυριότερα προϊόντα εξαγωγής [3]. Ένδυση Οι κάτοικοι της τότε εποχής ντύνονταν με απλά ενδύματα. Τους καλοκαιρινούς μήνες προτιμούσαν δροσερά υφάσματα, ενώ τους χειμερινούς έφτιαχναν τα ρούχα τους με μαλλί, βαμβάκι ή λινό. Οι φτωχοί τα έραβαν μόνοι τους, ενώ οι εύποροι είχαν τη δυνατότητα να τα προμηθευτούν από εμπόρους. Ένα έθιμο των γυναικών ήταν ότι φορούσαν μαύρη μαντήλα στα κεφάλια τους και σκέπαζαν σχεδόν όλο το πρόσωπό τους. Τηρούσαν το έθιμο αυτό σε ένδειξη πένθους για την πόλη Άκρα της Αμμοχώστου αλλά και για τις άλλες Συριακές πόλεις. Έρωτας - γάμος - κηδεία Την εποχή της Φραγκοκρατίας, ο κόσμος έδινε μεγάλη σημασία στον έρωτα. Θεωρούν ότι η δύναμη του έρωτα είναι πολύ μεγάλη σε τέτοιο σημείο που έλεγαν ότι επρόκειτο για «μάγεια». Ο γάμος τότε είχε διαφορετικά ήθη και έθιμα από τη σημερινή εποχή. Με τις ελάχιστες πληροφορίες που έχουμε, η γυναίκα έπρεπε να περάσει από το σπίτι του γαμπρού. Συνοδευόταν, πάνω σε ένα άλογο από σαράντα μαντηλοφορεμένες γυναίκες που κρατούσαν είκοσι αναμμένα κεριά. Ένα έθιμο της κηδείας που κρατάει μέχρι σήμερα είναι ότι το πτώμα συνήθιζαν να τον τοποθετούν για λίγες ώρες στο σπίτι του. Πολλές γυναίκες μοιρολογούσαν γλυκά, ενώ συγκεκριμένα δύο γυναίκες, οι οποίες στεκόντουσαν στο προσκέφαλό του, μοιρολογούσαν δυνατά. Όπλα Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, οι μάχες ήταν πάρα πολλές. Σίγουρα οι ιππότες των βασιλείων είχαν τα σπαθιά, τις ασπίδες και τα άλογα στη διάθεσή τους. Τις πλείστες φορές οι πολιορκίες γίνονταν με τα ξίφη και τα κοντάρια. Ο φτωχός κόσμος, μη έχοντας τα κατάλληλα εφόδια στη διάθεσή του, αμυνόταν ρίχνοντας τόξα ή καυτό νερό ή λάδι ή ακόμα ρίχνοντας πέτρες. Παιδεία Ο Λεόντιος Μαχαιράς αλλά και ο Γεώργιος Βουστρώνιος μας παραθέτουν μέσα από τις χρονογραφίες τους πολλές πληροφορίες για τα τεκταινόμενα της τότε εποχής. Ο πρώτος ξέροντας γαλλικά ανέλαβε διάφορα αξιώματα στο φραγκικό βασίλειο, είχε
αρκετούς φίλους και πληροφοριοδότες από όλα τα κοινωνικά στρώματα και γι αυτό το λόγο κατέγραφε τα σημαντικότερα γεγονότα. Το έργο τιτλοφορείται με το όνομα Εξήγησις της γλυκείας χώρας Κύπρου, η ποία λέγεται Κρόνακα τουτέστιν Χρονικόν. Συγκεκριμένα, αναφέρουν ότι τον καιρό της Φραγκοκρατίας στην Κύπρο μιλούσαν έντεκα διαφορετικές γλώσσες. Ωστόσο, δύο από αυτές χρησιμοποιούσαν στην καθημερινότητά τους κι αυτές δεν ήταν άλλες από τα «ντόπια» ελληνικά και τα γαλλικά. Συγκεκριμένα τα γαλλικά ήταν η γλώσσα των βασιλιάδων, του κλήρου και των φεουδαρχών. Ο απλός λαός της Κύπρου μιλούσε τη δική του κυπριακή διάλεκτο και για το λόγο αυτό χρειάστηκε να μεταφραστούν οι ασσίζες της Χαμηλής Αυλής (νόμοι) πολύ νωρίς στα ελληνικά [4], αντιθέτως οι νόμοι που δικάζονταν οι υποθέσεις της Υψηλής Αυλής (ασσίζες της Υψηλής Αυλής) παρέμειναν γραμμένοι στα Γαλλικά, χωρίς να χρειαστεί ποτέ να μεταφραστούν στην ελληνική γλώσσα. Αρχές του 14 ου αιώνα, οι Φράγκοι αριστοκράτες επενδύουν στη γνώση και σπουδάζουν στα Πανεπιστήμια της Πάδουας, της Βολωνίας, της Ρώμης ή της Νεάπολης. Επιστρέφουν στο νησί μας έχοντας κατακτήσει όσες πανεπιστημιακές γνώσεις μπορούσαν. Σύμφωνα με καταγραφές το επίπεδο μόρφωσης που υπήρχε στα βασίλεια, ήταν συγκρίσιμο και ίσως ψηλότερο από οποιοδήποτε άλλο ευρωπαϊκό κράτος. Γι αυτό εξάλλου υπήρχε ένας αξιόλογος αριθμός διοικητικών υπηρεσιών στο νησί. Επωφελούμενοι από αυτό το γεγονός ήταν οι Κύπριοι λόγιοι, οι οποίοι επηρεαζόμενοι από τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα, διεισδύουν στα ανάκτορα της Λευκωσίας για να ασπαστούν όσες περισσότερες γνώσεις μπορούσαν. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα εξελίχθηκε άρδην κατά την Φραγκοκρατία. Οι πραγματικές εστίες παιδείας συγκεντρώνονται στις ορθόδοξες μονές και στις πόλεις Λευκωσία και Αμμόχωστο, όπου εκεί αναπτύσσεται περισσότερο η θρησκευτική εκπαίδευση, ενώ στις πόλεις Πάφου και Λεμεσού συντηρούσαν πιθανότατα διδασκάλους [4]. Οι Κύπριοι ανέκαθεν ήταν συνδεδεμένοι με την παράδοση και ακριβολογώντας με την ποιητική παράδοση. Τα τραγούδια του Αρμούζη/ Αζγουρή, οι υιοί του Ανδρονίκου, τα τραγούδια του δεινού Πορφύρη και του Θεοφυλάκτου είναι μερικά δείγματα της λαϊκής μας κληρονομίας που πέρασαν και διαδόθηκαν προφορικά κατά τη Φραγκοκρατία [1]. Κοινό τους χαρακτηριστικό είναι η εξιστόρηση μαχών μεταξύ Ελλήνων και Αράβων. Ακόμη άλλο γνωστό μυθικό πρόσωπο της εποχής ήταν ο Βασίλειος Διγενής Ακρίτας και μέσα από τα τραγούδια που αναφέρονται σ αυτόν τονίζονται τα ανδραγαθήματά του. Επομένως, τα Κυπριακά γράμματα κατά τη Φραγκοκρατία καταλάμβαναν πλούσιο χώρο. Τρία είδη ξεχωρίζουν από τη φιλολογική παραγωγή κι αυτά δεν είναι άλλα από την Ιστοριογραφία, το Δίκαιο και την Ποίηση.
Επίλογος Τέλος, μέσα από την πιο πάνω συνύπαρξη Κυπρίων και Φράγκων καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι σ αυτή την περίοδο υπήρξε διάχυση ιδεών και αξιών σε διάφορα θέματα. Οι Λουζινιανοί αν και πήραν αρκετά από το νησί μας, ωστόσο πρόσφεραν και αυτό δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει. Σίγουρα οι Κύπριοι πέρασαν αρκετά δύσκολα, όμως η κυπριακή κοινωνία ωρίμασε και εξελίχθηκε. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: [1] Ιστορία της Κύπρου Τόμος Έ. (n.d.). ΊΔΡΥΜΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΑΚΑΡΙΟΥ Γ'. [2] Λευκωσίας, Δ. (1985). Η ζωή στην Κύπρο στα Χρόνια της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας (1192-1571). Λευκωσία : ΘΕΟΠΡΕΣ. [3] Παταπίου, Ν. (2011). Η Διατροφή των Κυπρίων κατά τη Φργκοκρατία και Βενετοκρατία. [4] Πιερής, Μ. (1998). Λεόντιος Μαχαιράς Χρονικό της Κύπρου. Λευκωσία: Θ.Ε.ΠΑ.Κ.