Η γενοκτονία των Ποντίων 1 (11)



Σχετικά έγγραφα
Σκέψεις Εντυπώσεις Απορίες Απόψεις. Β) Παρακολουθούµε ή µετέχουµε στη λατρεία ;

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ (ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

/νση: ΧΑΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΧΡΗΣΤΟΣ Μ. Αλεξάνδρου 49, 66100, ράµα Τηλ&φαξ: , κιν.: info@akademia.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΗΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ

35η ιδακτική Ενότητα ΕΝΟΧΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ( ΕΝΟΧΙΚΟ ΙΚΑΙΟ)

ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΙΑΚΙΝΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Ελληνική παιδική λογοτεχνία επιστηµονικής φαντασίας. Από την αποικιοκρατία και την απολυταρχία στη δηµοκρατική διαπαιδαγώγηση των παιδιών.

Ενότητα 2. Γενικά Οργάνωση Ελέγχου (ΙΙ) Φύλλα Εργασίας Εκθέσεις Ελέγχων

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 : ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ. 1.1 Αρχαίοι χρόνοι

ΠΟΛΙΤΙΚΉ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΣΚΑΛΑΣ Η ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΑΣΥΜΜΕΤΡΩΝ ΜΕΓΕΘΩΝ

ΕΠΟΝ. Ιστορία γραμμένη με αγώνες και αίμα

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2014

Τρίτη, 23 Μαΐου 2006 Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΕΚΦΡΑΣΗ - ΕΚΘΕΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟ

Η ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

Περιεχόμενα !"#$%&%'(((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((((( )!

ΕΡΩΤΗΣΗ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ ΓΙΑ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΛΛΕΙΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΙΣ ΣΚΟΥΡΙΕΣ

Επαρχιακός Γραμματέας Λ/κας-Αμ/στου ΠΟΑ Αγροτικής

62 η ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΡΥΤΑΝΕΩΝ & ΠΡΟΕΔΡΩΝ Δ.Ε. ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ

Έφη Κατσαδήµα, Αθηνά Νέγρη, Χρυσάνθη Παλαµά

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΜΙΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ A1. Ο συγγραφέας ορίζει το φαινόμενο του ανθρωπισμού στη σύγχρονη εποχή. Αρχικά προσδιορίζει την

Σηµειώσεις στις Εµπορικές Εταιρίες

Οι μαθητές της ομάδας λογοτεχνίας της βιβλιοθήκης ασχολήθηκαν με το έργο πέντε γυναικών συγγραφέων: Ζωρζ Σαρή, Λότη Πέτροβιτς- Ανδρουτσοπούλου,

ΝΟΜΟΣ 3263/2004 (ΦΕΚ 179 Α ) Μειοδοτικό σύστηµα ανάθεσης των δηµοσίων έργων και άλλες διατάξεις

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Γ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΕΙΓΜΑ ΕΞΕΛΙΞΗΣ ΓΕΦΥΡΩΝ ΣΤΗΝ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΛΑ Α

Κατασκηνωτικές Σκέψεις

ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ

O ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

Ιατρική: Λίγα από την ιστορία και αιφνίδια άνθιση της Καρδιολογίας Παύλος Κ. Τούτουζας Οµ. Καθηγητής Καρδιολογίας Παν. Αθηνών


ΤΜΗΜΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΗΜΟΤΙΚΩΝ αριθ. Πρωτ. Προκ: & ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ Κ.Α για το 2015

Φιλολογικό Φροντιστήριο

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ FREDERICK

ΤΜΗΜΑ ΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

ΚΡΗΤΙΚΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ Αντιμέτωποι με το γρήγορο φαγητό

Επίσηµη Εφηµερίδα αριθ. C 372 της 09/12/1997 σ

Τρίτη, 2 Σεπτεμβρίου 2014 Αριθ. Τεύχους: 200 Περιεχόμενα

ΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 183 «για την αναθεώρηση της (αναθεωρηµένης) σύµβασης για την προστασία της µητρότητας,»

ΧΕΙΜΕΡΙΝΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ Ι.Κ.Α.

«Πολιτιστικές διαδροµές στα µεταλλευτικά τοπία της Kύθνου»

ενεργοί πολίτες για τη Μήλο οι θέσεις μας Υποψηφιότητα Αντώνη Καβαλιέρου δημοτικές εκλογές

ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ Γ.Π.Σ.

ΚΟΡΙΝΘΟΥ 255, ΚΑΝΑΚΑΡΗ 101 ΤΗΛ , , FAX

α. Ιδρύεται σύλλογος µε την επωνυµία Ενιαίος Σύλλογος ιδακτικού Προσωπικού

(ΜΕ ΤΑ ΔΥΟ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ)

Πρακτικό 6/2012 της συνεδρίασης της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής, του Δήμου Λήμνου, της 4ης Μαΐου 2012.

ΤΙΤΛΟΣ I ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ 2005 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Απομόνωση χλωροφύλλης

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΝΟΤΗΤΩΝ Α ΤΑΞΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑ 3

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ (ΦΛΩΡΙΝΑ) ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

14.00 µ.µ µ.µ. ένα (1) άτοµα (προετοιµασία παρασκευή) π.µ π.µ. δύο (2) άτοµα (προετοιµασία παρασκευή)

Ερµού & Κορνάρου 2 ΤΗΛ: FAX: olme@otenet.gr Αθήνα, 3/3/08 Α.Π.: 656

Α. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Μ ΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝ ΑΣΤ ΑΣΗ

ΣΥΝΘΗΚΗ SCHENGEN (ΣΕΝΓΚΕΝ)

ΜΥΛΟΣ ΠΑΠΠΑ. ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΥΠΟΕΡΓΟ 1 της πράξης «Πολιτιστικές εκπαιδευτικές δραστηριότητες στον Δήμο Λαρισαίων με διαδραστικό χαρακτήρα» (MIS )

«ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΗΜΑΡΧΟΥ ΙΛΙΟΥ, Κ. ΝΙΚΟΥ ΖΕΝΕΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙ Α «ΜΙΤΟΣ» ΚΑΙ ΤΗ ΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ ΑΘΗΝΑ ΠΕΡΡΑΚΗ»

Α Π Ο Σ Π Α Σ Μ Α Από το Πρακτικό της 03ης Τακτικής Συνεδρίασης του ηµοτικού Συµβουλίου Σκοπέλου

Οι Αγώνες θα διεξαχθούν τόσο στο Σύγχρονο Θέατρο όσο και στο Αρχαίο

ΙΑΚΗΡΥΞΗ Νο. 3/2009 ΑΝΟΙΚΤΟΣ ΗΜΟΣΙΟΣ ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΧΑΡΤΟΠΕΤΣΕΤΩΝ ΚΑΙ ΧΑΡΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ΕΚΦΡΑΣΗ-ΕΚΘΕΣΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ 1 ο Λύκειο Καισαριανής ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Κείμενα Προβληματισμού

Μη ανταγωνιστικές δραστηριότητες και παιχνίδια (υλικό)

ΕΘΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΔΡΑΣΕΩΝ

ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΑΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΥΠ.Ε.Π.Θ. / ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ»

ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΜΟΥΖΑΚΙΟΥ

Το τείχος του είναι πολυγωνικού σχήματος, με πέντε πύργους και πολλές μικρές πολεμίστρες. Το κάστρο είναι χωρισμένο σε τρία διαζώματα.

Η ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ & ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ Β ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ ΚΑΙ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ: ΘΕΜΑ: Ενηµερωτικό σηµείωµα για το πρόβληµα της παράνοµης υλοτοµίας και ειδικά αυτό της καυσοξύλευσης

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ Εξώφυλλο του Συντάγµατος του 1844 (Βιβλιοθήκη Βουλής των

ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ Αθήνα, 22 Φεβρουαρίου 2008

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Π.Μ.Σ. «ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΥΛΑ: ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ»

4. Παρατηρήστε την εικόνα Τι συμβαίνει στους πάγους της Αρκτικής, στον Βόρειο Πόλο;

Από το ξεκίνημά του ο ΤΙΤΑΝ εκφράζει

Ρόδος και Αίγυπτος : λίκνα ευεργετισμού. Ματούλα Τομαρά-Σιδέρη

ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Για τους όρους αµοιβής και εργασίας των Εργαζοµένων στις Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις Νοµού Χανίων

Φωτογραφία εξώφυλλου. Άποψη του Γκιαούρκιοϊ σήμερα. (Φωτ. Αντ. Μισυρλή).

Η εξέλιξη της επιστηµονικής σκέψης και του πειραµατισµού στην Ελληνιστική

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΞΩΡΑΪΣΤΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ «Η ΑΝΕΜΟΕΣΣΑ»

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ. Η ολοκληρωμένη προσέγγιση θα εφαρμοστεί με τα παρακάτω Εργαλεία

«Φιλολογικό» Φροντιστήριο Επαναληπτικό διαγώνισμα στη Νεοελληνική Γλώσσα. Ενδεικτικές απαντήσεις. Περιθωριοποίηση μαθητών από μαθητές!

Ομάδα εργασίας: Παναγιώτου Γιώργος Παυλόπουλους Δημήτρης Τάσσης Γιώργος Ψωμαδέλης Ιωάννης

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2015 Α ΦΑΣΗ

& ../../ , :.. : FAX :... & :...

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Λίγη ακόμη ιστορία... Κεφάλαιο 9. Η Ευρώπη ανάμεσα σε δύο πολέμους

Αναλυτικό Πρόγραµµα Σπουδών του Μαθήµατος. Α Τάξη 1 ου Κύκλου Τ.Ε.Ε. 3 ώρες /εβδοµάδα. Αθήνα, Απρίλιος 2001

Αντωνία Αθανασοπούλου

στο σχέδιο νόµου «Διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων δανείων, µισθολογικές ρυθµίσεις και άλλες επείγουσες στόχων και διαρθρωτικών µεταρρυθµίσεων»

ΣΧΕΔΙΟ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ & ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟΥ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ 1 ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΥ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Transcript:

Η γενοκτονία των Ποντίων 1 (11) H γη των µύθων Στα παράλια της άξενης θάλασσας που εκτείνεται πέρα από τα στενά του Βοσπόρου, Έλληνες πριν από σχεδόν 3.000 χρόνια έχτισαν φιλόξενες πολιτείεςκιβωτούς του πολιτισµού τους στο διάβα των αιώνων. Στα δαντελωτά ακρογιάλια της βόρειας Μ. Ασίας οι µυθολογικοί τους ήρωες όπως ο Φρίξος και ο Ιάσων, εκφραστές του ανήσυχου ελληνικού πνεύµατος, αναζήτησαν περιπέτειες, δόξα και πλούτο. Οι απαρχές της ελληνικής παρουσίας στον Πόντο πρέπει να αναζητηθούν κατά τη β φάση του ελληνικού αποικισµού τον 8ο-7ο αιώνα π.χ. Πρώτοι οι κάτοικοι της ιωνικής Μιλήτου ίδρυσαν αποικίες στα παράλια του Εύξεινου Πόντου. Οι πηγές ανάγουν την ίδρυση πόλεων όπως η Σινώπη, η Αµισός, η Κύτωρος, η Κερασούντα και η Τραπεζούντα, στα µέσα του 8ου αιώνα π.χ., αν και τα αρχαιολογικά ευρήµατα στις περιοχές αυτές υποδηλώνουν ελληνική παρουσία και εγκαταστάσεις κατά ένα ή ενάµιση αιώνα παλαιότερες. Πρώτη ιδρύθηκε από τη Μίλητο η Σινώπη και έγινε µητρόπολη για όλες σχεδόν τις άλλες αποικίες. Εξαίρεση αποτελεί η Αµισός, που συνοικίστηκε από Μιλήσιους και Αθηναίους. Η Τραπεζούντα αποικίστηκε το 756 π.χ. Η επιλογή των νέων αποικιακών εγκαταστάσεων έγινε µε βάση κυρίως τις εµποροναυτικές δυνατότητες που παρείχαν, γεγονός που σηµάδεψε το γενικότερο χαρακτήρα αυτών των πόλεων ως τα νεότερα χρόνια. Οι πόλεις αυτές ήταν στην αφετηρία ή στο τέρµα ενός µακρού εµπορικού δρόµου που εκτεινόταν ως τα βάθη της Ασίας, και αποτελούσαν κέντρα εµπορίου µε το εσωτερικό της Μικράς Ασίας, µε τους λαούς των παραλίων του Εύξεινου Πόντου και µε τους Έλληνες της µητροπολιτικής Ελλάδας. Το γεγονός αυτό συχνά προκαλούσε επιθετικές ενέργειες εκ µέρους των γειτονικών βαρβαρικών φύλων. Στους κλασικούς χρόνους, την εποχή του Κύρου του Μεγάλου (µέσα 6ου αιώνα π.χ.), η περιοχή ήταν γνωστή ως «Καππαδοκία η προς Πόντον». Παρόλο που ο Πόντος γρήγορα, όπως κι η υπόλοιπη Μικρά Ασία, µετατράπηκε σε περσική σατραπεία µε εκτεταµένη αυτονοµία, συνέχισε να διατηρεί αδιάσπαστο τον κατεξοχήν ελληνικό χαρακτήρα του. Η ελληνική γλώσσα και γενικότερα η ανωτερότητα του πολιτισµού των Ελλήνων σε σχέση µε τους συνοικούντες λαούς συνέβαλαν αποφασιστικά στην απόκρουση των επιθέσεων των βαρβαρικών ιθαγενών φύλων. Εκεί γεννήθηκε τον 4ο αιώνα π.χ. ο κυνικός φιλόσοφος ιογένης, και εκεί οι «µύριοι» του Ξενοφώντα βρήκαν το 401 π.χ. φιλόξενο καταφύγιο µετά τις οδυνηρές περιπέτειες τους στην Περσία. Οταν δε στα 301 π.χ. ο Μιθριδάτης Α, ο ιδρυτής της φιλελληνικής δυναστείας των Μιθριδατιδών (302-63 π.χ.), δηµιούργησε το δικό του κράτος στην περιοχή, στήριξε την πολιτική του εξουσία πάνω κυρίως στο ελληνικό στοιχείο. Ελληνες κατέλαβαν όλες τις καίριες θέσεις του βασιλείου του και η ελληνική παιδεία ήταν το κυρίαρχο µέσο για την σταδιοδροµία στην κρατική διοίκηση. Αλλά κι οι Ρωµαίοι, µετά την κατάληψη της περιοχής το 63 π.χ. από τον Ποµπήιο, οι οποίοι γνώριζαν τη µεγάλη στρατηγική σηµασία του Πόντου, εξόπλισαν την περιοχή µε λιµενικά έργα στις παράλιες πόλεις και κυρίως την Τραπεζούντα, ιδρύοντας έτσι ισχυρές ναυτικές βάσεις για τον εφοδιασµό των λεγεώνων τους στην Ασία. Από τον Νέρωνα (54-68 µ.χ.) και µετά, όλοι οι Ρωµαίοι αυτοκράτορες χρησιµοποίησαν τον Πόντο ως ορµητήριο κατά των Περσών και των Πάρθων. Η Χαλδία Ο πρώιµος εκχριστιανισµός του Πόντου από τις αρχές του 3ου αιώνα µ.χ. συντέλεσε στον µεγαλύτερο εξελληνισµό της περιοχής. Την ίδια εποχή, έζησε και µαρτύρησε κι ο τοπικός άγιος και πολιούχος της Τραπεζούντας Ευγένιος, αφού πρώτα γκρέµισε τα είδωλα του Μίθρα στο ιερό του όρους Μιθρίον στα ανατολικά της πόλης. Ο Αννιβαλιανός, ανεψιός του Μ. Κωνσταντίνου διορίστηκε το 385 µ.χ. ηγεµόνας στην περιοχή. Αργότερα, τον 6ο αιώνα µ.χ., ο στρατηγός Βελισάριος θα εφορµήσει κατά των Περσών µε αφετηρία τον Πόντο. Κατά τη βυζαντινή περίοδο, σηµαντικότατο ρόλο για την ανάπτυξη της περιοχής έπαιξε το γεγονός ότι ο Πόντος έµεινε πιστός στην ορθόδοξη παράδοση και δεν επηρεάστηκε από τα µονοφυσιτικά κηρύγµατα της γειτονικής Αρµενίας. Ιδρύθηκαν µεγάλης θρησκευτικής και λατρευτικής σηµασίας ορθόδοξα κέντρα, όπως η Παναγία η Χρυσοκέφαλος κι η µονή της Παναγίας Σουµελά. Με τον τρόπο αυτό ο Πόντος κατάφερε να ενσωµατωθεί οµαλά στη βυζαντινή αυτοκρατορία και να παραµείνει για αιώνες µια ακµάζουσα βυζαντινή επαρχία. Η γειτνίαση µε του διαφόρους λαούς της Ανατολής, Ίβηρες, Αβαζγούς, Αρµένιους, Πέρσες, ραβες, έκανε συχνά πολλούς βυζαντινούς αυτοκράτορες, όπως ο Βασίλειος Β (976-1025), να δείξουν επισταµένο ενδιαφέρον για την οργάνωση και την άµυνα αυτής της σηµαντικής «άκρας» της αυτοκρατορίας. Οι δε

Η γενοκτονία των Ποντίων 2 (11) επαρχίες του Πόντου εντάχθηκαν από πολύ νωρίς στο διοικητικό σύστηµα των θεµάτων και αποτέλεσαν το θέµα Χαλδίας και τµήµατα του θέµατος Κολωνείας και Θεοδοσιουπόλεως. Πριν το τέλος, όµως, του 11ου αιώνα, ο Πόντος και ιδιαίτερα το θέµα Χαλδίας είχε ουσιαστικά ξεφύγει από τον βυζαντινό έλεγχο. Αυτό δεν οφείλεται µόνο στη ραγδαία εξάπλωση του σελτζουκικού σουλτανάτου του Ικονίου στην κεντρική Μικρά Ασία, που παρεµπόδιζε την ελεύθερη επικοινωνία της Κωνσταντινούπολης µε τις ανατολικές επαρχίες, αλλά και στην εµφάνιση ντόπιων ποντιακών δυναµικών παραγόντων, έτοιµων να αµφισβητήσουν την αυτοκρατορική εξουσία στην περιοχή. Ένας τέτοιος παράγοντας ήταν η τραπεζουντιακή οικογένεια των Γαβράδων, ο γόνος της οποίας Θεόδωρος Γαβράς, λαµπρυνόµενος από τον τίτλο του σωτήρα του Πόντου από τη τουρκική απειλή, προσπάθησε µετά το 1075 να διοικήσει αυτόνοµα την περιοχή από τη Τραπεζούντα ως την Κολωνεία και το Παϊπέρτ, γεγονός που τον έφερε σε ευθεία ρήξη µε την Κωνσταντινούπολη. Οι απόγονοι του Θεόδωρου Γαβρά, ο Γρηγόριος, ο Κωνσταντίνος κ.ά., κράτησαν στα χέρια τους την τύχη της περιοχής µέχρι την εποχή που ο Ιωάννης Β Κοµνηνός (1118-1142) αποκατέστησε τη βυζαντινή εξουσία, και την επανέφερε στο πλαίσιο της βυζαντινής θεµατικής διοίκησης. Όµως η λαϊκή µούσα είχε προλάβει να ψάλει τον Κωνσταντίνο Γαβρά για την πολεµική ανδρεία και τα ηρωικά του κατορθώµατα. Τα ιστορικά αυτά άσµατα αποτελούν, ύστερα από τα ακριτικά, την πιο παλιά λαϊκή δηµιουργία στο είδος τους. Η εδραίωση της πολιτικής, στρατιωτικής και διπλωµατικής παρουσίας της βυζαντινής αυτοκρατορίας στην περιοχή αργότερα, από τον Μανουήλ Α Κοµνηνό (1143-1180), συνέδεσε την περιοχή στενότατα µε τον αυτοκρατορικό οίκο των Κοµνηνών. Είναι σίγουρο ότι η Χαλδία, όπως κι όλη η µικρασιατική ακτή του ανατολικού Πόντου, βοήθησε στην ανάρρηση του Ανδρόνικου Α Κοµνηνού (1183-1185) στο βυζαντινό θρόνο, αφού ο ίδιος είχε παλιότερα ασκήσει στην περιοχή καθήκοντα στρατιωτικού διοικητή. Η αυτοκρατορία των Μεγάλων Κοµνηνών Το επίσηµο χρονολογικό ορόσηµο της ίδρυσης της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας θεωρείται το έτος 1204, όταν οι δύο αδελφοί Αλέξιος και αβίδ Κοµνηνός κατέλαβαν την πόλη της Τραπεζούντας. Η επιλογή του χώρου δεν υπήρξε τυχαία αλλά µάλλον επιτυχής. Η άµυνα από εξωτερικούς εχθρούς ήταν δυνατή µιας και η περιοχή ήταν αποµονωµένη και γεωγραφικά σχεδόν κλειστή. Ο εµπορικός δρόµος της Τραπεζούντας προς την Ταυρίδα είχε τεράστια οικονοµική σηµασία, κυρίως λόγω των υψηλών τελωνειακών εσόδων που προσέφερε. Ο πληθυσµός, σχεδόν εξολοκλήρου ελληνικός ή εξελληνισµένος, ήταν ορθόδοξος µε στενότατους δεσµούς µε το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Οι αυτοκράτορες που εξουσίασαν τον Πόντο ανήκαν όλοι στην ίδια οικογένεια που προήλθε άµεσα από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ανδρόνικο Α Κοµνηνό. Από την αρχή πήραν την ονοµασία Μεγάλοι Κοµνηνοί που σήµαινε ότι αυτοί µόνο ήταν άµεσοι απόγονοι του αυτοκρατορικού οίκου των Κοµνηνών. Το κράτος των Μεγάλων Κοµνηνών εκτεινόταν σε αρκετά µεγάλη έκταση δυτικά και ανατολικά της Τραπεζούντας. Ειδικά µετά τη νίκη του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Α Γίδωνος (1222-1235) κατά του Σελτζούκου σουλτάνου Μελίκ το 1223, η εξουσία του απλώθηκε από τη Σινώπη ώς τα σύνορα µε τη Λαζική ενώ στο νότο έφτανε ώς την Κολωνεία. Το διαµετακοµιστικό εµπόριο υπήρξε, όπως και παλιότερα, η βασική πηγή οικονοµικής ανάπτυξης για όλη αυτήν την περιοχή. Για το λόγο αυτό, η περιοχή από νωρίς προσείλκυσε το ενδιαφέρον µεγάλων εµποροναυτικών δυνάµεων της ύσης (Γένουα, Βενετία) αλλά κι αύξησε τις ληστρικές διαθέσεις των Σελτζούκων Τούρκων. Ο 14ος αιώνας βρήκε την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας να δοκιµάζεται έντονα τόσο από τους εξωτερικούς εχθρούς που καιροφυλακτούσαν, όσο κυρίως από εσωτερικές έριδες που οδήγησαν σε εµφύλια σύγκρουση. Η υποβόσκουσα διαµάχη µεταξύ των αριστοκρατικών φατριών του Πόντου δεν άργησε να ξεσπάσει αµέσως µετά το θάνατο του αυτοκράτορα Βασιλείου (1332-1340). Η τραπεζούντια αριστοκρατία αντιπροσωπευόταν από τους Σχολαρίους και τους Αµυντζανταράντες. Η κατάσταση εξοµαλύνθηκε κάπως µε την ανάρρηση του Ιωάννη Γ (1342-1344), οπότε κι η οµάδα των Σχολαρίων τελικά επικράτησε. Τα πράγµατα πάλι εκτραχύνθηκαν επί Μιχαήλ (1344-1349). Κάτω από τη λαϊκή αντίδραση, που υποκινείτο από τους Αµυτζανταράντες, ο αυτοκράτορας αναγκάστηκε να παραχωρήσει το θρόνο στον Αλέξιο Γ, γιο του Βασιλείου. Χάρη στον αυτοκράτορα αυτόν, ο Πόντος γνώρισε σηµαντική πολιτιστική ανάπτυξη. Οι διάδοχοι του Αλεξίου Γ, το 15ο αιώνα, ασχολήθηκαν περισσότερο µε τον έλεγχο της δράσης των ιταλικών ναυτικών πόλεων (Βενετία-Γένουα) µέσα στην αυτοκρατορία τους. Αν όµως ο ιταλικός κίνδυνος αντιµετωπιζόταν χλιαρά εξαιτίας του πρόσκαιρου αποικιακού χαρακτήρα του, ο οθωµανικός κίνδυνος φάνταζε σηµαντικότερος. Η συµφωνία που πέτυχε στα 1442 ο Αλέξιος µε τους Οθωµανούς δεν εµπόδισε τους τελευταίους να επιτεθούν κατά της Τραπεζούντας την εποχή του Ιωάννη (1446-1458). Αν κι η απόκρουση του εχθρού ήταν αυτή τη φορά επιτυχής, το τέλος ήταν πολύ κοντά. Στα 1461, ο Μωάµεθ ο Πορθητής πολιόρκησε και κατέλαβε την πόλη της Τραπεζούντας σβήνοντας έτσι από το χάρτη την τελευταία ελληνική γωνιά που επιβίωσε και µετά την πτώση της Βασιλεύουσας. Η Παναγία Σουµελά Το ιερότερο προσκύνηµα της ποντιακής γης, φάρος ακτινοβολών Ορθοδοξία και Ελληνισµό ήταν ανέκαθεν η µονή της Παναγίας στο όρος Μελά, νότια της Τραπεζούντας. Η παράδοση θέλει δύο Αθηναίους µοναχούς, το Βαρνάβα και το Σωφρόνιο, να φτάνουν στα βουνά του Πόντου, και µε θαυµατουργική παρέµβαση η Παναγία να τους επιδεικνύει το χώρο στον οποίο βρισκόταν η εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας, έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. Το µοναστήρι πρέπει να ιδρύθηκε γύρω στο 10ο αιώνα, ύστερα από επιδροµή Σαρακηνών στην Αθήνα, οπότε χρειάστηκε να φυγαδευτεί η εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας µακριά.

Η γενοκτονία των Ποντίων 3 (11) Η µονή κτίστηκε στο κοίλωµα ενός κάθετου βράχου και δεσπόζει µετέωρη στα µάτια του προσκυνητή. Από το 1860 λειτουργούσε και τετραώροφος ξενώνας µε 72 δωµάτια και άλλους χώρους. Η ύδρευση της µονής εξασφαλιζόταν από το αγίασµα που ανάβλυζε µε θαυµατουργό τρόπο µέσα από το βράχο. Οι θεραπευτικές του ιδιότητες, µάλιστα, ήταν ο λόγος που πολλοί, όχι µόνο χριστιανοί, αλλά και µουσουλµάνοι, ζητούσαν τη χάρη της Παναγίας. Ο πλούτος που σταδιακά συγκέντρωσε η µονή είτε από προσκυνητές, είτε κυρίως από γενναίες χορηγίες των Μεγάλων Κοµνηνών της Τραπεζούντας, συχνά ήταν ο λόγος για τις ληστρικές επιθέσεις που δεχόταν. Αργότερα και σουλτανικά φιρµάνια και πατριαρχικά σιγίλλια επιβεβαίωσαν τα προνόµια που κατά καιρούς είχε αποκτήσει η µονή. Το 1922, οι Τσέτες εισέβαλαν στη µονή, λεηλάτησαν τα κειµήλια της και την ερήµωσαν. Σήµερα χάσκει µνηµείο εγκαταλελειµµένο στα χτυπήµατα του χρόνου. Αλλα σηµαντικά µοναστήρια στον Πόντο ήταν αυτό του Αγίου Ιωάννη της Βαζελώνος και του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα. Το πρώτο κτίστηκε κατά παράδοση το 270 µ.χ. και απέκτησε ιδιαίτερη φήµη στα χρόνια της αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας (1204-1461). Στα αρχεία του βρίσκονταν αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα και πλήθος άλλων πολύτιµων εγγράφων, που Ρώσοι λεηλάτησαν το 1916, όταν κατέλαβαν τον Πόντο. Η δεύτερη ιδρύθηκε το 752, όταν κατά παράδοση τρία περιστέρια οδήγησαν τρεις ασκητές από τα Σούρµενα στην περιοχή. Πάνω στους γυµνούς κι απόκρηµνους βράχους της περιοχής, οι ασκητές έκτισαν τα καταλύµατα τους, που εξελίχθηκαν σε µια σηµαντική µονή µε πλούσιο φιλανθρωπικό έργο στη γύρω περιοχή αλλά και µε µια πολύτιµη σε έγγραφα βιβλιοθήκη. Γενικότερα, η Εκκλησία στον Πόντο ήταν ο προστάτης των χριστιανών από το οθωµανικό κράτος. Κάθε µητροπολίτης, επίσκοπος ή αρχιερατικός επίτροπος προήδρευε στα κοινοτικά, επαρχιακά και ενοριακά συµβούλια των ελληνικών κοινοτήτων, αντιµετωπίζοντας καθηµερινά δυσεπίλυτα διοικητικά και οικονοµικά προβλήµατα. Ο µητροπολίτης Τραπεζούντας, όπως ήταν αποδεκτό από το τουρκικό κράτος, είχε την ηγεσία των χριστιανών της µητρόπολής του. Τον 20ο αιώνα, συχνά παρενέβαινε για να σώσει Έλληνες από τα διαβόητα τάγµατα εργασίας. Την ηγετική θέση, για παράδειγµα, του µητροπολίτη Χρύσανθου στην επαρχία του παραδέχθηκαν και οι Τούρκοι και οι Ρώσοι, όταν κατά τη διάρκεια του Α Παγκοσµίου πολέµου σ αυτόν ανέθεσαν διαδοχικά τη διοίκηση της επαρχίας Τραπεζούντας. Στα γράµµατα και την εκπαίδευση, επίσης, η προσφορά της Εκκλησίας ήταν µεγάλη, αφού οι µονές υπήρξαν και σχολεία. Στην Τραπεζούντα το πρώτο Φροντιστήριο (1682) στεγάστηκε σε µετόχι µονής ενώ οι δάσκαλοι ήταν πολύ συχνά ιερωµένοι. Η οθωµανική κυριαρχία Μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας (1461) η ουδέτερη και µάλλον ευµενής συµπεριφορά των Οθωµανών σουλτάνων έναντι των Ελλήνων του Πόντου εξηγείται κυρίως από το µεγάλο ενδιαφέρον του οθωµανικού κράτους για τα ανατολικά του σύνορα, αφού οι πόλεµοι κατά της Περσίας συνεχίστηκαν για δύο ακόµα αιώνες. Τη περίοδο αυτή διαδέχτηκε η σκληρή Τουρκοκρατία εκ µέρους των τοπικών Οθωµανών τιµαριούχων (ντερεµπέηδων). Παρά την επίσηµη διοίκηση της περιοχής από τον πασά της Τραπεζούντας, οι ντερεµπέηδες προέβησαν σε αυθαιρεσίες και επέδειξαν τυραννική στάση απέναντι στο ντόπιο ελληνικό στοιχείο, τουλάχιστον ως τα µέσα του 19ου αιώνα. Η ενδυµασία, η υπόδηση, η πρόσβαση σε δηµόσιους χώρους και όλες ουσιαστικά οι πτυχές της καθηµερινής ζωής των Ελλήνων ραγιάδων προσδιορίζονταν σύµφωνα µε τις επιθυµίες του Οθωµανού κατακτητή. Πολλοί Ελληνες του Πόντου αναγκάστηκαν τότε είτε να µεταναστεύουν προς τη µεσηµβρινή Ρωσία και τον Καύκασο, είτε να µετοικήσουν στην ενδοχώρα, που παρείχε κάποια ελευθερία και ασφάλεια. Πόλος έλξης υπήρξαν οι µεταλλοφόρες περιοχές, οι εµινέδες, της Χαλδίας και ιδιαίτερα της Αργυρούπολης, που υπάγονταν απευθείας στην κεντρική εξουσία, γεγονός που περιόριζε τις έξωθεν επεµβάσεις και αυθαιρεσίες. Το 1520 ο ελληνικός πληθυσµός του Πόντου υπολογίζεται σε 180.000. Ως τα µέσα του 17ου αιώνα, παρά τις αντίξοες συνθήκες ο πληθυσµός αυτός γνώρισε αύξηση της τάξης του 30%. Μετά το 1750, ο εξισλαµισµός προκάλεσε την κατά 50% µείωση του συνολικού ελληνικού πληθυσµού, αλλά και τον τριπλασιασµό των κατοίκων της ενδοχώρας. Οι µετακινήσεις πληθυσµών µεταξύ των παραλίων και της ενδοχώρας, την περίοδο 1650-1800, συνέβαλαν αποφασιστικά στην διάσωση του ελληνικού στοιχείου. Μετά το 1840, η Υψηλή Πύλη φάνηκε κάπως πιο ανεκτική στις δραστηριότητες των ραγιάδων. Οι επανειληµµένες φιλελεύθερες διακηρύξεις του οθωµανικού κράτους (Τανζιµάτ 1839) περιόρισαν βέβαια τις επεµβάσεις στη ζωή των Ελλήνων από το επίσηµο κράτος, όχι όµως κι από ανεπίσηµους παράγοντες του. Ο ελληνικός πληθυσµός στην περιοχή από 260.000 το 1865, έφτασε περίπου τις 600.000 κατοίκους το 1909. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, που συνδέονται µε το κίνηµα των Νεότουρκων, την αφύπνιση του τουρκικού εθνικιστικού φρονήµατος, αλλά και τις προσπάθειες των Ελλήνων του Πόντου µέσα από ένοπλες ή διπλωµατικές ενέργειες να πετύχουν είτε την ένωση µε την Ελλάδα είτε την αυτοδιάθεση, εφαρµόστηκε µια ολόκληρη σειρά βίαιων µέτρων (εξορίες, δηµεύσεις περιουσιών,

Η γενοκτονία των Ποντίων 4 (11) καταναγκαστική εργασία, εκτελέσεις), που οδηγούσαν στον αφανισµό. Ειδικά ο εξισλαµισµός κατά την οθωµανική περίοδο ξεκίνησε από τα πρώτα χρόνια της κατάκτησης. Αρχικά, δεν διενεργείται µε κρατική πρωτοβουλία πλην ελαχίστων εξαιρέσεων αµέσως µετά την κατάληψη της Τραπεζούντας (1461). Όµως τα δεινά που επισώρευσε στην περιοχή η περίοδος 1650-1840 προώθησαν τον εξισλαµισµό σε ολόκληρο τον Πόντο, γεγονός που προκάλεσε και µείωση των χριστιανικών επισκοπών της περιοχής. Περιοχές δυτικά της Τραπεζούντας και στην κοιλάδα του Όφη εξισλαµίστηκαν σε µεγάλο βαθµό. Πολλοί όµως διατήρησαν κρυφά τη χριστιανική τους πίστη, της οποίας τη λατρεία συνέχισαν να τηρούν µε σεβασµό µυστικά. Η αντίσταση του ελληνικού στοιχείου στο βίαιο εξισλαµισµό φανερώνεται κι από τα αναρίθµητα παραδείγµατα νεοµαρτύρων, όπως του Ιορδάνη του Τραπεζούντιου (1650), του Συµεών του Τραπεζούντιου (1653), του Παρασκευά (1659) και πλήθος άλλων, που µαρτύρησαν για τον εθνισµό και τη θρησκεία τους. Η ελληνική παιδεία Από την εποχή των Μεγάλων Κοµνηνών της Τραπεζούντας έως τον πρώτο αιώνα της Τουρκοκρατίας η εκπαίδευση στον Πόντο δεν ήταν συστηµατικά οργανωµένη. Γραφή, ανάγνωση, γραµµατική µάθαιναν µόνο παιδιά των πλουσίων οικογενειών από µορφωµένους κυρίως κληρικούς και µοναχούς. Μόλις το 1682 ο λόγιος Σεβαστός Κυµινήτης ίδρυσε στην Τραπεζούντα το πρώτο σχολείο, που είναι γνωστό ως «Φροντιστήριον Τραπεζούντο». Ανάλογο σχολείο ιδρύθηκε το 1722 στην Αργυρούπολη, το «Φροντιστήριον Αργυρουπόλεως». Η πορεία και των δύο σχολών µέχρι τα µέσα του 19ου αιώνα ήταν ανοδική πορεία παρά τους κατά καιρούς ενδοεκκλησιαστικούς κλυδωνισµούς. Στις υπόλοιπες περιοχές του Πόντου, η εκπαίδευση συνεχίζεται από κληρικούς και µοναχούς µε έντονο το χαρακτήρα της βυζαντινής παράδοσης. Στην Τραπεζούντα επίσης ιδρύθηκε το 1846 το πρώτο Παρθεναγωγείο, αρχικά ως ηµοτικό Σχολείο κι αργότερα και ως Ηµιγυµνάσιο. Μετά την έκδοση του Χάτι-Χουµαγιούν (1856) η ίδρυση των σχολείων στον Πόντο αυξάνεται ραγδαία, ώστε στα 1865 περίπου να υπάρχουν στην περιοχή 100 σχολεία πρωτοβάθµιας και 15 δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Αυξάνεται, επίσης, και ο αριθµός των δασκάλων που φτάνουν από την Ελλάδα, και ο αριθµός των µαθητών και διευρύνονται τα διδασκόµενα γνωστικά αντικείµενα. Η ανοδική αυτή πορεία συνεχίστηκε ως 1922. Αν και το εκπαιδευτικό σύστηµα στον Πόντο δεν ήταν ενιαίο κατά εποχή και περιοχή, ακολουθούσε σε γενικές γραµµές, το ελλαδικό εκπαιδευτικό σύστηµα. Οι συνηθέστεροι τύποι σχολείων που λειτούργησαν, ήταν τα Νηπιαγωγεία, τα ηµοτικά σχολεία (εξαετούς διάρκειας), τα Αλληλοδιδακτικά σχολεία (εφαρµοζόταν η αλληλοδιδακτική µέθοδος διδασκαλίας), τα Αστικά σχολεία, (έξι τάξεις του ηµοτικού και µία ή περισσότερες ανώτερες τάξεις), τα Ελληνικά σχολεία και τα Ηµιγυµνάσια (η κατώτερη βαθµίδα της µέσης εκπαίδευσης), τα Γυµνάσια (η ανώτερη βαθµίδα της µέσης εκπαίδευσης) και τα Παρθεναγωγεία (φοιτούσαν µόνο κορίτσια). Εκτός από τους τύπους αυτών των σχολείων, στον Πόντο λειτουργούσαν και το «Φροντιστήριον Τραπεζούντος» και το «Φροντιστήριον Αργυρουπόλεως» περιλαµβάνοντας περισσότερους τύπους σχολείων. Η φοίτηση των µαθητών στα σχολεία δεν ήταν υποχρεωτική και οι απόφοιτοι του Γυµνασίου συνέχιζαν σπουδές συνήθως στο Πανεπιστήµιο Αθηνών. Η Εκκλησία είχε τον κύριο λόγο στην εκπαίδευση, αφού αυτή διοικούσε τα σχολεία, φρόντιζε για την ίδρυση νέων, για τη σύνταξη του προγράµµατος λειτουργίας τους, καθόριζε τη διδακτέα ύλη και αναλάµβανε την αποστολή των σχολικών βιβλίων. Το έργο αυτό είχε αναλάβει σε κεντρικό επίπεδο η «Πατριαρχική Κεντρική Εκπαιδευτική Επιτροπή», µε έδρα την Κωνσταντινούπολη και πρόεδρό της τον εκάστοτε πατριάρχη. Σε τοπικό επίπεδο, τη διοίκηση και εποπτεία των σχολείων ασκούσαν η Σχολική Εφορία και το Σχολικό Συµβούλιο. Οι δάσκαλοι και οι καθηγητές των σχολείων ήταν απόφοιτοι ανωτέρων και ανωτάτων σχολών και προέρχονταν από διάφορα µέρη της Ελλάδας. Προσλαµβάνονταν δε και µισθοδοτούνταν από τη Σχολική Εφορία. Η ποντιακη διάλλεκτος Χρησιµοποιώντας σήµερα τον όρο ποντιακή διάλεκτος, δεν αποδίδουµε σ αυτόν γεωγραφική σηµασία, αφού µετά το 1922 οι Πόντιοι ζουν εγκατεσπαρµένοι πέραν της γεωγραφικής περιοχής του Πόντου (Ελλάδα-Ρωσία). Η ποντιακή ή ποντική διάλεκτος θεωρείται από τις παλαιότερες ιδιωµατικές διαλέκτους του ελληνικού. Μιλιέται αδιάλειπτα από τον 8ο αιώνα π.χ., οπότε κι έχουµε τις πρώτες εγκαταστάσεις Ελλήνων στην περιοχή του Πόντου, µέχρι και σήµερα σε πολλές περιοχές της βόρειας κυρίως Ελλάδος, όπου εγκαταστάθηκαν κατά το πλείστον Πόντιοι µετά την ανταλλαγή πληθυσµών. Ζωντανή διάλεκτος καθώς είναι από νωρίς είλκυσε το ενδιαφέρον των µελετητών και φιλολόγων, οι οποίοι επιχείρησαν να καταγράψουν το λεξιλόγιο και τα ιδιαίτερα γραµµατικά και συντακτικά χαρακτηριστικά της. Μελέτες όπως η «Γραµµατική» του. Οικονοµίδη, το «Ιστορικόν Λεξικόν» του Α. Παπαδοπούλου, καθώς και όσες κατά καιρούς εκδίδονται στο «Αρχείον Πόντου» για την ποντιακή διάλεκτο κ.α. αποτελούν πολύτιµα βοηθήµατα που ρίχνουν φως στην πολυσχιδή φύση της. Στη γη του Πόντου, η διάλεκτος αυτή εκτεινόταν µε κέντρο την Τραπεζούντα σε µια µεγάλη ακτίνα που

Η γενοκτονία των Ποντίων 5 (11) κάλυπτε τις περιοχές της Ματζούκας, Κρώµνης, Σάντας και Χαλδίας ως το Βατούµ και τις υπώρειες του Καυκάσου στα ανατολικά, και ως την Αµισό και τη Σινώπη στα δυτικά. Ελάχιστοι σήµερα µουσουλµάνοι Πόντιοι της κοιλάδας του Όφη, οι οποίοι δεν συµπεριλήφθηκαν στην ανταλλαγή, συνεχίζουν να µιλούν τη διάλεκτο αυτή. Η γεωγραφική αυτή εξάπλωση σε συνδυασµό µε το ορεινό ανάγλυφο της περιοχής επιτρέπει να καταλάβουµε γιατί από πολύ νωρίς η ποντιακή διάλεκτος εµφάνισε πολλά τοπικά ιδιώµατα, όπως αυτό της Αµισού και Τρίπολης, των Συρµένων, της Τραπεζούντας, που ήταν και το πλέον διαδεδοµένο κ.α. Πολλά από τα διαφοροποιητικά στοιχεία της ποντιακής διαλέκτου προέρχονται κατευθείαν από την ιωνική διάλεκτο, που µιλούσαν οι Ελληνες της ευρύτερης Μ. Ασίας πριν από 2.500 χρόνια, όπως η χρήση του αρνητικού επιρρήµατος κι (ουκί) αντί δεν (κι τρώγω) ή της προφοράς του η σαν ε (ζεµιά, νύφε). Η προστακτική αορίστου σχηµατίζεται µε την κατάληξη - ον (γράψον, στείλον), ενώ σε πολλές λέξεις απουσιάζει η συνίζηση (βασιλέας). Βέβαια, αναπόφευκτη κατά τους τελευταίους αιώνες υπήρξε η επίδραση της τουρκικής, αφού εντοπίζονται πολλές εξελληνισµένες τουρκικές λέξεις που εντάχθηκαν οργανικά στο κλιτικό σύστηµα της ποντιακής διαλέκτου (π.χ. τουρκ. aramak = ψάχνω> ποντ. αραεύω = αναζητώ). Παρά τις φιλότιµες πρωτοβουλίες των ίδιων των Ποντίων να διατηρήσουν σήµερα ζωντανή τη γλώσσα τους και τις γενναίες προσπάθειες κρατικών και ιδιωτικών φορέων (πρόσφατα µάλιστα, δόθηκε στην κυκλοφορία ακόµα και τεύχος κόµιξ του γνωστού Αστερίξ, όπου ο ηρωικός Γαλάτης µιλά άπταιστα στην ποντιακή διάλεκτο), η ποντιακή διάλεκτος είναι καταδικασµένη να ακολουθήσει το δρόµο όλων των ελληνικών ντοπιολαλιών, ιδιωµατισµών και διαλέκτων. Η καθιέρωση της νεοελληνικής κοινής και η αφοµοίωση των Ποντίων απ αυτήν δεν επιτρέπει στην ποντιακή διάλεκτο να εξυπηρετεί πλέον τη ζωντανή προφορική επικοινωνία. ρα αναπόφευκτα σήµερα, και σε συνάρτηση µε την εκρηκτική ανάπτυξη της τηλεόρασης, που προβάλλει µια κοινή για όλο το έθνος γλώσσα, οι ελπίδες επιβίωσης αυτής της πανάρχαιας ελληνικής διαλέκτου πριν καταντήσει νεκρή γλώσσα, είναι πολύ περιορισµένες. Τα «ζίπκας» Από το 1995, η Προεδρική Φρουρά ως ελάχιστο φόρο τιµής προς τον Ελληνισµό του Πόντου συµπεριέλαβε επίσηµα στον κατάλογο των στολών των ευζώνων εφέδρων και τη στολή του Πόντιου µαχητή, γνωστή από τους ιστορικούς αγώνες των Ελλήνων του Πόντου αλλά και από το πλήθος των ποντιακών παραδοσιακών χορευτικών συγκροτηµάτων ανά την Ελλάδα, που καθένας µε τον τρόπο τους την τίµησαν και την τιµούν ως σήµερα. Αν κι η παραδοσιακή φορεσιά του Πόντου ποικίλει εξαιτίας της γεωφυσικής ποικιλίας της περιοχής, αλλά και των ασχολιών και του τρόπου ζωής των Ελλήνων, εµφανίζεται σε δύο βασικούς τύπους, την αγροτική και την αστική. Οι άνδρες της υπαίθρου κυρίως φορούσαν «τα ζίπκας», δηλαδή ένα παντελόνι µε στενά σκέλη και φαρδιά σούρα στο πίσω µέρος, που λέγεται ζίπκα, ζωνάρι στη µέση και το ιδιόµορφο κάλυµµα του κεφαλιού, την «κουκούλα» ή «πασλύκ». Συνήθως η φορεσιά συµπληρωνόταν µε πλήθος εξαρτηµάτων και οπλισµό για να εντυπωσιάζει. Χρησιµοποιήθηκε ιδιαίτερα από τους Ελληνες του Πόντου και τους Λαζούς του Καυκάσου. Τα ζίπκας υιοθετήθηκαν κυρίως από τους νέους, γιατί ταίριαζαν καλύτερα στην έφιππη δραστηριότητα της ειρηνικής και πολεµικής ζωής. Η χρήση της από τους Λαζούς, γνωστών για την ανδρεία τους, προσέδωσε στη φορεσιά και το στοιχείο του θρύλου. Η γυναικεία αγροτική φορεσιά έχει βυζαντινή προέλευση. Αποτελείται από τη «ζουπούνα», έναν µακρύ χειριδωτό επενδυτή, το πουκάµισο και το «σαλβάρι», µια πολύ φαρδιά βράκα. Στη µέση τυλίγεται το ζωνάρι και πάνω από αυτό δένεται η ποδιά. Περιλαµβάνει επίσης κοντή ζακέτα για το πάνω µέρος του κορµιού. Η φορεσιά αυτή παρουσιάζει βέβαια πολλές παραλλαγές από τόπο σε τόπο. Στις πόλεις το σαλβάρι είναι πολύ φαρδύ και η ζουπούνα µακριά από µεταξωτά βελούδα, ενώ συνοδεύεται συνήθως από κοσµήµατα και το «τεπελίκ(ιν)» ή «τάπλα», ένα µικρό κάλυµµα της κεφαλής. Χαρακτηριστικό επίσης είναι και το «σπαλέρ(ιν)» ή «σπαρέλ(ιν)», µια τραχηλιά στο στέρνο και το στήθος πάνω από τη ζουπούνα. (πρβλ. το γνωστό ποντιακό τραγούδι : «Aφκά ς σο σπαλερόπο σου ντο είνα ατά ντο κείνταν; / Κιµισχανάς µηλόπα είν, εµέν κ εσέν κανείνταν» = «Τι είναι αυτά που βρίσκονται κάτω από τη τραχηλιά σου; / Της Αργυρούπολης µήλα είναι, εµένα και εσένα µας...χορταίνουν»). Από το τέλος του 19ου αιώνα, άντρες και γυναίκες των αστικών κέντρων σταδιακά υιοθέτησαν τα ευρωπαϊκά ενδύµατα χωρίς, τουλάχιστον ως το 1922, να ατονήσει και η χρήση της παραδοσιακής ενδυµασίας. Με την εγκατάσταση των Ποντίων στην Ελλάδα η παραδοσιακή φορεσιά εγκαταλείπεται ουσιαστικά. Επιβίωσε ως καθηµερινό ένδυµα µόνο σε λίγους αγροτικούς πληθυσµούς ως το 1930. Σήµερα, δεν διασώζονται παρά µόνο αντίγραφα της ανδρικής φορεσιάς, ενώ χάρη στις γυναίκες του Πόντου που εγκαταστάθηκαν στην Τσάλκα της Γεωργίας, διασώθηκαν άθικτες οι φορεσιές των γιαγιάδων τους. Η επίθεση του «Λύκου» Η εξέγερση τουρκικών στρατιωτικών τµηµάτων στη Μακεδονία τον Ιούλιο του 1908 έφερε δυναµικά στο προσκήνιο µια νέα πολιτική οµάδα, τους Νεότουρκους. Ηγετικό στέλεχος τους ήταν ο Μουσταφά Κεµάλ,

Η γενοκτονία των Ποντίων 6 (11) γνωστός στους συνωµοτικούς κύκλους των Νεότουρκων µε το ψευδώνυµο «Γκρίζος Λύκος». Το κόµµα τους («Ενωση και Πρόοδος») προχώρησε γρήγορα (Απρ. 1909) στην αντικατάσταση του λαοµίσητου σουλτάνου Αβδούλ Χαµίτ και κυβέρνησε τη χώρα µε βασική πολιτική την αποδέσµευση από την οικονοµική εξάρτηση των δυτικών Μ. υνάµεων, αλλά κυρίως την αφοµοίωση των µειονοτήτων και τη συγκρότηση εθνικού κράτους. Και γι αυτό αντέταξαν το σύνθηµα «η Τουρκία στους Τούρκους» παραβλέποντας την παρουσία Ελλήνων, Αρµενίων, Κούρδων, που κατά τις εκτιµήσεις των Τούρκων ήταν αµελητέες µειονότητες. Από το 1908 ως το 1920, η Οθωµανική Αυτοκρατορία απογυµνώθηκε από το µεγαλύτερο µέρος των ευρωπαϊκών, ασιατικών και αφρικανικών εδαφών της. Στην Ευρώπη, απώλεσε το 1908 τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη και τη βουλγαρική ηγεµονία, το 1913 την Αλβανία και την Κρήτη και το 1920 την Α. Θράκη. Από το 1910, οι ραβες ήταν σε συνεχή εξέγερση που οδήγησε το 1918 στη δηµιουργία γαλλικού και αγγλικού προτεκτοράτου στη Συρία και την Ιορδανία αντίστοιχα. Το 1911, η Ιταλία κατέλαβε την Κυρηναϊκή ενώ την επόµενη χρονιά προσάρτησε τα ωδεκάνησα. Το 1920, η συνθήκη των Σεβρών επισφράγισε το ξεφλούδισµα της «ανατολικής αγκινάρας» µε το διαµελισµό της Μ. Ασίας µεταξύ γγλων, Γάλλων, Ιταλών και Ελλήνων. Ουσιαστικά όµως το πρόβληµα των µειονοτήτων παρέµενε άλυτο, γιατί υπήρχαν ακόµα οι πολυάριθµες µειονότητες των Ελλήνων της Μ. Ασίας και του Πόντου, οι Αρµένιοι κ.α. Από τις αρχές του 1914, η γερµανική στρατιωτική αποστολή στην Κωνσταντινούπολη «αποφάνθηκε» ότι οι ελληνικοί πληθυσµοί της Μ. Ασίας δεν ενέπνεαν εµπιστοσύνη σε περίπτωση στρατιωτικής εµπλοκής της Τουρκίας µε τις υτικές υνάµεις, και γι αυτό έπρεπε να µετακινηθούν τουλάχιστον σε βάθος 200 χλµ. στο εσωτερικό της Ανατολίας. Ετσι, πολύ σύντοµα εφαρµόστηκαν στους Έλληνες τακτικές που οι Τούρκοι είχαν ήδη χρησιµοποιήσει µε γερµανική υπόδειξη το 1895-96 και 1905-07 κατά των Αρµενίων προκαλώντας τότε 400.000 θύµατα. Η κήρυξη του Α Παγκοσµίου πολέµου και η συµµετοχή της Ελλάδας σ αυτόν επέτρεψε στη Τουρκία να εγκαταλείψει τα προσχήµατα και να επιδοθεί απροκάλυπτα στη µαζική εξόντωση των Ελλήνων. Οι πιο συνηθισµένες τακτικές που εφάρµοσαν οι Τούρκοι ήταν είτε να επιστρατεύουν τους Μικρασιάτες Ελληνες και να τους στέλνουν στο µακεδονικό µέτωπο για να πολεµούν κατά του ελληνικού στρατού, είτε να απολύουν και να φυλακίζουν Ελληνες που κατείχαν θέσεις στη δηµόσια διοίκηση, είτε να επιβάλλουν βαρύτατα οικονοµικά µέτρα κυρίως µε τη µορφή εκτάκτων εισφορών, ώστε να πλήξουν την οικονοµική τους ευµάρεια. Το χειρότερο απ όλα ήταν ο µαζικός εκτοπισµός του ανδρικού πληθυσµού στα τάγµατα εργασίας στην Ανατολία, αφού πρώτα τους επέβαλαν σε βασανιστήρια και µακρά και πολυήµερη πεζοπορία σε δύσβατες περιοχές, ώστε να πεθάνουν από τις κακουχίες πριν καν φτάσουν στον προορισµό τους. Μα και για όσους τελικά έφταναν στα τάγµατα εργασίας η ζωή δεν ήταν καλύτερη. ωδεκάωρη καθηµερινή εργασία σε λατοµεία, λιγοστή τροφή και αθλιότατα καταλύµατα συνέθεταν το σκηνικό. Ο λόγος δεν φτάνει να περιγράψει τη φρίκη και το δράµα. Ο Χρ. Νεράντζης διηγείται ότι κατά την πορεία των κατοίκων του Πουλαντζάκη στον Πόντο προς τα στρατόπεδα εργασίας µια µάνα πέφτει εξαντληµένη. Οι συνοδοί θέλουν να την αφήσουν να πεθάνει. Ενα 15χρονο αγόρι πετιέται. «Θα την κουβαλήσω εγώ», λέει. «Είναι µάνα µου». Το βαρύ φορτίο όµως γίνεται γρήγορα ασήκωτο για το αδύνατο αγόρι. Πέφτει κι αυτό κάτω. Οι συνοδοί το µαστιγώνουν. Αυτό κλαίει. Το αναγκάζουν να σύρει τη µάνα του 100 µέτρα έξω από το δρόµο, και να την αφήσει να πεθάνει. Ύστερα το οδηγούν πάλι στη φάλαγγα. Το βράδυ το µικρό αγόρι το σκάει. Γύρισε πίσω στη µάνα του; Πέθαναν µαζί; Τους έφαγαν οι λύκοι; Κανείς δεν ξέρει... Τέτοιες ιστορίες υπάρχουν εκατοντάδες. Η αντίσταση Μετά τη γενική επιστράτευση που κήρυξε η Τουρκία ως σύµµαχος της Γερµανίας στις 21 Ιουλίου 1914 εισερχόµενη στον Α Παγκόσµιο Πόλεµο, οι Ελληνες του Πόντου επιστρατεύτηκαν κι αυτοί, αλλά όχι για να σταλούν στα πολεµικά µέτωπα. Στρατεύσιµοι άνδρες 20-45 ετών αποµακρύνθηκαν αναγκαστικά από τα σπίτια τους, αφοπλίστηκαν ως ύποπτοι µετά την κατάρρευση του ρωσοτουρκικού µετώπου, αντιµετωπίστηκαν µε εχθρότητα από τους Τούρκους αξιωµατικούς και αποστάλθηκαν στα εργατικά τάγµατα (αµελέ ταµπουρού). Ακόµα κι οι µη στρατεύσιµοι δεν εξαιρέθηκαν απ αυτήν την τελευταία πρακτική, ιδιαιτέρως µετά την κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Ρώσους στις 5 Απριλίου 1916. Ο κίνδυνος της φυσικής εξόντωσης ανάγκαζε συχνά τους πλούσιους Ελληνες να πληρώνουν ειδικό χρηµατικό ποσό («πετέλι») 20 χρυσών λιρών, ενώ οι πιο φτωχοί κατέφευγαν στα βουνά. Κοντά στους τελευταίους, προστέθηκαν κι όσοι λιποτακτούσαν από τον τουρκικό στρατό εξαιτίας των σκληρών συνθηκών. ηµιουργήθηκαν, έτσι, οι πρώτες ανταρτικές οµάδες, που δρούσαν είτε µεµονωµένα είτε σε συνεργασία. Ο αντάρτικος αγώνας εντοπίζεται κυρίως στον δυτικό Πόντο, στην περιοχή Αµισού και Πάφρας. Αν από τις 183.000 Ελλήνων της Αµάσειας επέζησαν έστω κι οι 50.000, οφείλεται στην προστασία που παρείχαν στον πληθυσµό οι αντάρτες. Από το 1915 είχε αρχίσει τον αγώνα του κατά των Τούρκων ο Βασίλ-αγας (Βασίλειος Ανθόπουλος) µε την οµάδα του, που έγινε ο φόβος κι ο τρόµος των Τούρκων της Αµισού, ενώ η οµάδα του Παντέλ-Αµισού (Παντελή Αναστασιάδη)

Η γενοκτονία των Ποντίων 7 (11) κατόρθωσε να αντιµετωπίσει στη µάχη του Αγιού-τεπέ (16 Νοε. 1917) χιλιάδες τουρκικού στρατού σε πολυήµερη µάχη. Σηµαντικότατη µάχη έδωσε η οµάδα αυτή και στο Νεµπιένταγ (τέλη 1917) της Πάφρας, όπου αντιµετώπισαν ολόκληρο τουρκικό σύνταγµα άριστα εξοπλισµένο. Όταν εξαντλήθηκαν τα πυροµαχικά τους, προτίµησαν να σκοτωθούν µόνοι τους, παρά να παραδοθούν. Ο Κοτσά-Αναστάς (Αναστάσιος Παπαδόπουλος) το φθινόπωρο του 1921 εξόντωσε 700 Τούρκους στρατιώτες, σε µάχη κατά του Τούρκου στρατηγού Λιβά πασά στο βουνό Τόπσαµ. Στα τέλη του 1921, το χωριό αζλή έγινε θέατρο τροµερών συγκρούσεων µεταξύ των ανταρτών και του στρατηγού Τζεµάλ Τζεβήτ, τον οποίο αποδεκάτισαν οι αντάρτες και µε τη βοήθεια του Ιστύλ-αγά. Στον ανατολικό Πόντο, η Σάντα µε τους σκληροτράχηλους υπερασπιστές της ανάγκασε τους Τούρκους να της αποδώσουν µια άτυπη µορφή αυτονοµίας. Στη µάχη των Κοπαλάντων, στις 25 Ιαν. 1918, οι Τούρκοι ηττήθηκαν µε αποτέλεσµα ως το 1921 να µην ξαναενοχλήσουν την περιοχή. Ο Κεµάλ αποφάσισε τότε να καταστρέψει την περιοχή µε πολυάριθµο στρατό. Ο αρχηγός των ανταρτών Ευκλείδης Κουρτίδης το µόνο που κατάφερε τότε ήταν να σώσει τα γυναικόπαιδα. Αξιόλογες ήταν κι οι ανταρτικές οµάδες του Ευστάθιου Θεοδωρίδη, του Ιορδάνη Τσαρουχωνέτα, του Ιωάννη Κιαγχίδη, του νεαρού παπά Παναγιώτη Μακρίδη και του ηµοσθένη Ευφραιµίδη. Νέο Ζάλογγο έγινε το Σιµικλή της Κερασούντας, όταν οι γυναίκες και τα κορίτσια της περιοχής, καταδιωκόµενες από τους Τούρκους, προτίµησαν να πνιγούν στο ποτάµι παρά να βιασθούν. Σύµφωνα µε ελληνικούς υπολογισµούς, οι αντάρτες ήταν συνολικά 6-7.000. Οι συνθήκες διαβίωσής τους ήταν άθλιες. Καλύβες φτιαγµένες µε κλαδιά ή µια σπηλιά ήταν τα συνηθέστερα καταλύµατα. Οι σκληρές καιρικές συνθήκες και κυρίως το χιόνι του χειµώνα, εµπόδιζαν την τροφοδοσία τους από τα γύρω χωριά. Με τον πρωτόγονο οπλισµό τους (µαχαίρια, αξίνες, κ.α.) προσπαθούσαν να προστατεύσουν τα γυναικόπαιδα από τις επιθέσεις των Τούρκων. Αν οι συµπλοκές εξελίσσονταν νικηφόρες, αφαιρούσαν από τους Τούρκους τα όπλα τους. Αργότερα άρχισαν να τους ενισχύουν µε όπλα και οι Ρώσοι. Η απουσία ενιαίας διοίκησης και συντονισµού, η έλλειψη κατάλληλου οπλισµού και τροφίµων, η δυσκολία κινήσεων, αφού σχεδόν πάντα ακολουθούνταν από απροστάτευτα γυναικόπαιδα, και κυρίως η αδιαφορία του ελληνικού κράτους παρά τις εκκλήσεις για βοήθεια, στάθηκαν οι βασικές αιτίες της αποτυχίας του αντάρτικου κινήµατος του Πόντου. Ίσως, αν είχαν εισακουστεί σχετικές υποδείξεις για βοήθεια προς τους αντάρτες του Πόντου ως δύναµη αντιπερισπασµού προς τον Κεµάλ, η µοίρα της Μικράς Ασίας σήµερα να ήταν διαφορετική. Η Ποντοαρµενική ηµοκρατία Πριν το πέρας του Α Παγκοσµίου πολέµου, Ελληνες του Πόντου και της διασποράς άρχισαν να προβάλλουν τις εθνικές τους διεκδικήσεις. Ήδη αντιπρόσωποι ποντιακών οργανώσεων σε συνέδρια τους το Φεβρουάριο του 1918 στη Μασσαλία, και στο Βατούµ τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου, εξέφρασαν ανοικτά το αίτηµα για τη δηµιουργία ανεξάρτητου Ποντιακού κράτους. Ο Ελληνας πρωθυπουργός, Ε. Βενιζέλος, έκρινε όµως τα αιτήµατα των Ποντίων για ανεξάρτητο κράτος και ακόµη περισσότερο για ένωση µε την Ελλάδα, ως ουτοπικά. Αντίθετα πρόκρινε ως πλέον συµφέρουσα τη λύση συνεργασίας του ελληνικού και αρµενικού στοιχείου σε ένα αρµενικό κράτος. Παρά τη θύελλα αντιδράσεων των ποντιακών οργανώσεων, το Νοέµβριο του 1918 προβλήθηκε η λύση ίδρυσης ενός ποντοαρµενικού κράτους και εκλέχθηκε πενταµελής επιτροπή που θα προωθούσε τη λύση αυτή στο Συνέδριο της Ειρήνης. Στις 22 Ιαν./4 Φεβ. 1919 ο Βενιζέλος, αποσκοπώντας στην αποτελεσµατικότερη προβολή των υπόλοιπων εθνικών διεκδικήσεων, εξέφρασε στο Ανώτατο Συµβούλιο των Συµµάχων την αντίθεσή του για τη δηµιουργία Ποντιακής ηµοκρατίας και υποστήριξε την ένταξη της Τραπεζούντας στο αρµενικό κράτος. Οπως ήταν φυσικό, όµως, προκάλεσε και πάλι τις αντιδράσεις των Ποντίων, που µε υποµνήµατά τους επαναλάµβαναν το αίτηµα της ένωσης µε την Ελλάδα ή τουλάχιστον της δηµιουργίας «Ελληνικής ηµοκρατίας του Πόντου». Ταυτόχρονα, οι διώξεις του σοβιετικού καθεστώτος κατά των Ελλήνων της Ν. Ρωσίας εξαιτίας της ελληνικής συµµετοχής στην Ουκρανική Εκστρατεία (1919) ανάγκασαν το Βενιζέλο να αναθεωρήσει κάπως την ποντιακή του πολιτική. Ο µητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος ανέλαβε από τον Απρίλιο του 1919 την εκπροσώπηση των Ποντίων. Πείσθηκε δε να υιοθετήσει την άποψη για οµοσπονδιακό αρµενικό κράτος, όπου θα ίσχυε για τους Ελληνες καθεστώς αυτονοµίας. Στο Συνέδριο της Ειρήνης οι απόψεις του βρήκαν θετική υποδοχή από τις Μ. υνάµεις. Αντίθετα, οι εκπρόσωποι των Ποντίων στο Παρίσι, µε υπόµνηµά τους την 1/14 Μαΐου 1919 στη Συνδιάσκεψη, επέµειναν στη δηµιουργία ανεξάρτητης Ποντιακής ηµοκρατίας κάτω από ελληνική ή αµερικανική προστασία. Ο Βρετανός αρµόδιος, όµως, F. Adam αποφάνθηκε ότι η δηµιουργία αυτόνοµου κράτους στον Πόντο θα εγκαινίαζε νέα σειρά ποντιακών αξιώσεων για ένωση µε την Ελλάδα και επικίνδυνο προηγούµενο για ανάλογες διεκδικήσεις των υπόλοιπων µειονοτήτων. Ο Χρύσανθος, από το Σεπτέµβριο του 1919, άρχισε στην Κωνσταντινούπολη συζητήσεις µε Τούρκους ιθύνοντες και αντιπροσώπους του Κεµάλ για την

Η γενοκτονία των Ποντίων 8 (11) προοπτική αυτονοµίας του Πόντου µε ισοπολιτεία Τούρκων και Ελλήνων υπό την κηδεµονία της Κοινωνίας των Εθνών. Τελικά όµως προκρίθηκε η λύση Ποντοαρµενικής οµοσπονδίας και τον Ιανουάριο του 1920 υπογράφηκε σχετική συµφωνία από το µητροπολίτη Χρύσανθο και τον πρόεδρο της Αρµενικής ηµοκρατίας Χατισιάν. Συµφωνήθηκε ακόµη στρατιωτική συνεργασία Ελλάδας και Αρµενίας για την προστασία του Πόντου από τα τουρκικά στρατεύµατα. Η άρνηση όµως των γγλων να επιτρέψουν τη συγκρότηση εθνικών ποντιακών ταγµάτων συντέλεσε στην ήττα των Αρµενίων στο Ερζερούµ (Νοέµβριος 1920), στη συνθηκολόγησή τους µε τον Κεµάλ ( εκέµβριος 1920) και στην εγκατάλειψη του ποντιακού πληθυσµού στο έλεος των τουρκικών στρατευµάτων. Ο σοβιετικός παράγοντας Η ταφόπλακα του ποντιακού ζητήµατος υπήρξε η τουρκοσοβιετική προσέγγιση που άρχισε µε την υπογραφή της συνθήκης του Alexandropol ( εκ. 1920) σχετικά µε τη διανοµή του Ποντοαρµενικού Κράτους, και κορυφώθηκε µε τη συνοµολόγηση συµφώνου φιλίας και συνεργασίας το Μάρτιο το 1921. Ο Μ. Κεµάλ αναζητώντας απελπισµένα διεθνή ερείσµατα δεν δίστασε να συνεργαστεί µε τη µπολσεβικική Ρωσία παρά τις τεράστιες ιδεολογικές τους διαφορές και το βαρύ παρελθόν των ρωσοτουρκικών σχέσεων. Στρατιωτικά εξοπλισµένος από τους Σοβιετικούς και µε οικονοµική βοήθεια που του παρεχόταν αφειδώς ο Κεµάλ ξεκίνησε το γενοκτονικό του έργο. Η παρουσία του Μ. Κεµάλ στη συνδιάσκεψη του Λονδίνου το Φεβρουάριο του 1921 συνοδεύτηκε από τη διατύπωση παράλογων απαιτήσεων υπό το πρίσµα των νέων δεδοµένων που είχαν προκύψει από την κεµαλοσοβιετική συνεργασία. Στα µάτια των Συµµάχων ο σφικτός εναγκαλισµός της κεµαλικής Τουρκίας από τη σοβιετική Ρωσία φάνταζε ως κίνδυνος πρώτου µεγέθους για τα συµφέροντά τους στην Εγγύς και Μέση Ανατολή. Προτίµησαν λοιπόν, αντί να δώσουν µια αποστοµωτική απάντηση στον Κεµάλ, να προχωρήσει ο καθένας ξεχωριστά σε συνεργασία µαζί του µε αντάλλαγµα τη διατήρηση του παλαιού προνοµιακού καθεστώτος καθεµιάς στην παλιά Οθωµανική Αυτοκρατορία. Ο µητροπολίτης Αµασείας Γερµανός, το 1921, στις επαφές του µε τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών Κ. Μπαλτατζή επισήµανε τον κίνδυνο που ορθώνεται από την κεµαλοσοβιετική συνεργασία για το µέλλον της περιοχής του Πόντου και πρότεινε τη συνεργασία Ποντίων, Αρµενίων και Κούρδων για την αποτελεσµατικότερη αντιµετώπιση των δυνάµεων του Κεµάλ. Παρόλο που η κυβέρνηση του. Γούναρη αποδέχτηκε καταρχήν αυτό το σχέδιο αντιπερισπασµού στον Κεµάλ, η διεθνής αποµόνωσή της µετά την επάνοδο του βασιλιά Κωνσταντίνου Α στο θρόνο, δεν της επέτρεψε να προχωρήσει σε θεαµατικές ενέργειες. Υπόµνηµα επιτροπής Ποντίων στις 21 Ιουλίου 1921 προς τον. Γούναρη στη Σµύρνη συνάντησε τη σιωπηρή άρνηση της ελληνικής κυβέρνησης. Ούτε η ύστατη προσπάθεια ποντοαρµενικής συνεργασίας βρήκε απήχηση. Οι προτάσεις του Αρµένιου αντιπροσώπου Χαρονιάν προς τον Ελληνα πρεσβευτή στη Γένουα δεν υλοποιήθηκαν. Ο Κεµάλ έχοντας λοιπόν την αµέριστη συµπαράσταση των Σοβιετικών αλλά και των Γάλλων και των Ιταλών, που προέκυψε ως αντιστάθµισµα της πρώτης, εφάρµοσε δυναµικά τα σχέδια του στην περιοχή. Ήδη η συνθήκη του Alexandropol, που είχε υπογράψει µε τη Σοβιετική Ενωση στις 19 Νοε./3 εκ. 1920, προέβλεπε τον οριστικό διαµελισµό του Ποντοαρµενικού Κράτους. Τουρκία και Σοβιετική Ένωση αποκτούσαν και πάλι κοινά σύνορα, αφού η πρώτη έπαιρνε την περιοχή του Καρς και του Αρδαχάν ως τη λίµνη Βαν και η δεύτερη τη περιοχή του Βατούµ. Οι σφαγές, οι µαζικοί θάνατοι από πείνα και οι κακουχίες του πολέµου έπεισαν τους ηγέτες της ετοιµοθάνατης δηµοκρατίας να διαλέξουν τη σοβιετοποίηση από την οριστική εξαφάνιση. Ετσι, µια µέρα πριν την υπογραφή της συνθήκης του Αlexandropol, η ρωσική ζώνη της Αρµενίας είχε ανακηρυχτεί σε σοβιετική δηµοκρατία. Η σφαγή Στις 19 Μαΐου 1919 ο Μουσταφά Κεµάλ (Ατατούρκ) αποβιβάστηκε στη Σαµψούντα µε αποστολή να αναλάβει τη διοίκηση δύο σωµάτων στρατού στην Ανατολία. Από τη µέρα αυτή ξεκινά η επισφράγιση και η κορύφωση της γενοκτονικής συµπεριφοράς των Τούρκων κατά των Ελλήνων του Πόντου, που είχε αρχίσει ήδη χρόνια πριν. Οι Πόντιοι θύµατα των σατανικών στόχων του νεοτουρκισµού και του κεµαλισµού, σφαγιάστηκαν για µια Μ. Ασία καθαρά τουρκική απαλλαγµένη από µειονότητες. Ο παντουρκισµός υπήρξε ο δούρειος ίππος µε τον οποίο η σύµµαχος της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας, Γερµανία, συνυπεύθυνη στη γενοκτονία, επιχείρησε να αλώσει οικονοµικά και πολιτικοστρατιωτικά την Εγγύς και Μέση Ανατολή, και γι αυτό δεν δίστασε να θυσιάσει τους χριστιανικούς λαούς της Ανατολής. Με τη επίνευση και την καθοδήγηση του Γερµανού συνταγµατάρχη Λίµαν φον Σάντερς, η Τουρκία άρχισε τη στρατολογία των χριστιανών στα τάγµατα εργασίας, που στην πραγµατικότητα ήταν τάγµατα θανάτου. Τόσο το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, όσο και τα φιλοτουρκικά έγγραφα των Γερµανών προξένων δεν τολµούν να αποκρύψουν τα εγκλήµατα που διαπράττουν οι σύµµαχοί τους στην προξενική τους περιφέρεια. Από µαρτυρία του Γερµανού Πρόξενου της Αµισού Kuckhoff το 1916 φαίνεται ότι ολόκληρος ο ελληνικός πληθυσµός της Σινώπης και της παραλιακής περιοχής της επαρχίας Κασταµονής είχε εκτοπιστεί. Η κατάληψη της Τραπεζούντας από τους Ρώσους και η δηµιουργία των ελληνικών αντάρτικων οµάδων χρησίµευσαν στους κεµαλικούς ως πρόσθετα προσχήµατα, για να εξαφανίσουν ό,τι ελληνικό απόµεινε. Από νήπια ως γέροντες µεταφέρονται νηστικοί από τόπο σε τόπο. Σύµφωνα µε έκθεση του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, το Φεβρουάριο του 1917 το 1/4 του µετατοπισθέντος πληθυσµού υπέκυψε στο θάνατο. Ο µητροπολίτης Νεοκαισάρειας Πολύκαρπος στις 12 Νοεµβρίου 1918 µε επείγουσα έκθεσή του ενηµέρωσε όλα τα Πατριαρχεία για τη

Η γενοκτονία των Ποντίων 9 (11) θλιβερή κατάσταση του ποιµνίου του. Σαν να µη έφταναν τα τόσα δεινά, προστέθηκε για µια ακόµη φορά το φοβερότερο από όλα, ο εξισλαµισµός των χριστιανών. Η εξαθλίωση του ελληνικού πληθυσµού έγινε συχνότατα αντικείµενο εκµετάλλευσης από τους Τούρκους. Χαρακτηριστικό παράδειγµα ο Τοπάλ Οσµάν, δήµαρχος Κερασούντας, δεν άφηνε τίποτα όρθιο. Μόλις 4.000 από τους 14.000 Ελληνες της πόλης κατάφεραν να επιβιώσουν. Μετά τον Μάϊο του 1919, υπό την καθοδήγηση του Μουσταφά Κεµάλ, Τσέτες, που κατά κύριο λόγο προέρχονταν από την τάξη των ληστών, εντάχθηκαν στην τουρκική χωροφυλακή και προέβησαν σε πλήθος φρικαλεοτήτων σε βάρος των Ελλήνων. Ακόµα και ο Τζεµάλ Νουζχέτ, νοµικός σύµβουλος του φρουραρχείου Κωνσταντινούπολης και πρόεδρος της εξεταστικής επιτροπής της σουλτανικής κυβέρνησης του Φερίτ Πασά, αποδοκίµασε έντονα τις πρακτικές του Κεµάλ καταγγέλλοντας ότι χιλιάδες Ελληνες κάηκαν ζωντανοί µέσα σε ναούς, γυναίκες βιάστηκαν, περιουσίες λεηλατήθηκαν, και γενικά το 90% των Ελλήνων της Πάφρας είχε εξοντωθεί. Ευρωπαϊκές κι αµερικανικές ανθρωπιστικές οργανώσεις και προξενικές αρχές επιβεβαίωσαν τις καταγγελίες. Η εφηµερίδα Τelegraph σε άρθρο της στις 17/5/1922 περιγράφει τη διαµαρτυρία της ουκρανικής διπλωµατικής αποστολής, που πέρασε µέσα από τη Σαµψούντα καθ οδόν προς την γκυρα, για τις φοβερές σκηνές που διαδραµατίστηκαν µέσα και γύρω από την πόλη, για τις βιαιοπραγίες και τα πτώµατα των ανδρών, των γυναικών και των παιδιών που κείτονταν στο δρόµο, πολλά εκ των οποίων έφεραν και σηµάδια βιασµού. Συνολικά, µέχρι την αναγκαστική ανταλλαγή, πάνω από 350.000 Πόντιοι βρήκαν οικτρό θάνατο από τους Νεότουρκους στις πόλεις και τα χωριά, στις χαράδρες και τα βουνά, στις εξορίες και τις φυλακές. Το έγκληµα της Τουρκίας είναι διεθνές και διαρκείας. Ξεκίνησε µε τους Αρµένιους, συνεχίστηκε µε τους Έλληνες και συνεχίζεται ακόµα και σήµερα στα κατεχόµενα κυπριακά εδάφη και στο Κουρδιστάν. Η αποκατάσταση των προσφύγων Η κατάρρευση του µικρασιατικού µετώπου το Σεπτέµβριο του 1922 σήµανε για τους Ελληνες του Πόντου την ίδια µοίρα µε τους υπόλοιπους Μικρασιάτες Έλληνες. Εκδιώχθηκαν απροειδοποίητα χωρίς να τους επιτραπεί να πάρουν µαζί τους παρά ελάχιστα προσωπικά αντικείµενα. Οι φυγάδες συγκεντρώθηκαν στα λιµάνια του Εύξεινου Πόντου και είτε µε βάρκες, είτε µε αδρές αµοιβές στους Τούρκους λεµβούχους, προσπάθησαν να προσεγγίσουν τα πλοία, που θα τους έφερναν πρώτα στην Κωνσταντινούπολη και ύστερα στην Ελλάδα. Οι εκτοπισµένοι Πόντιοι στην ενδοχώρα της Μ. Ασίας αναγκάστηκαν κι αυτοί να εγκαταλείψουν το τουρκικό έδαφος. Πολλοί µάλιστα από αυτούς χωρίς χρήµατα και αποκοµµένοι από τις οικογένειές τους έφθασαν πεζοί ώς την Κωνσταντινούπολη.Η απουσία επίσηµων ελληνικών αρχών στην Κωνσταντινούπολη οδήγησε στην απόφαση ύστερα από συµφωνία µε τους Συµµάχους να σταλεί εκεί αντιπρόσωπος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, µε σκοπό την περίθαλψη των προσφύγων του Πόντου και τη µεταφορά τους στην Ελλάδα. Ο Α. Πάλλης, που ανέλαβε την αποστολή αυτή, έγραφε αργότερα: «Είναι αδύνατο σας περιγράφω τις συνθήκες υπό τις οποίες κατέφθαναν στην Πόλη οι εκ Πόντου πρόσφυγες, στιβαγµένοι κατά χιλιάδες µέσα σε ακάθαρτα βαπόρια της τουρκικής ακτοπλοΐας. Πολλοί εξ αυτών είχαν προσβληθεί από εξανθηµατικό τύφο και βλογιά, οι δε τουρκικές αρχές δεν είχαν λάβει κανένα µέτρο για να αποµονώσουν τους αρρώστους από υγιείς.» Οι πρόσφυγες αυτοί, εξαιτίας και της αδιαφορίας των συµµαχικών στρατιωτικών αρχών στην Πόλη, στεγάζονταν στα επιταγµένα ελληνικά σχολεία, «µε κίνδυνο φυσικά να µεταδοθούν οι ασθένειες στον εντόπιο πληθυσµό και στα στρατεύµατα». Τελικά, οι έντονες ελληνικές ενέργειες απέδωσαν και ο C. Ηarington, αρχηγός των συµµαχικών στρατευµάτων κατοχής, παραχώρησε στους πρόσφυγες το µεγάλο στρατώνα του Σελιµιέ στο Σκούταρι, όπου και παρέµειναν υπό αυστηρή αποµόνωση, έως ότου επιβιβαστούν στα πλοία. Στον στρατώνα Σελιµιέ και στα παραπήγµατα του Αγίου Στεφάνου φιλοξενήθηκαν περισσότεροι από 15.000 Πόντιοι πρόσφυγες. Προς την ίδια κατεύθυνση δραστηριοποιήθηκαν κι οι ελληνικές κοινότητες της Κωνσταντινούπολης, που έκαναν ό,τι µπορούσαν για να τους ανακουφίσουν άµεσα, πράγµα που δεν ίσχυσε για τις αµερικανικές φιλανθρωπικές οργανώσεις, όπως την American Near East Relief, που δεν είχαν κινητοποιήσει αµέσως µετά την καταστροφή τα υγειονοµικά συνεργεία τους. Από το σύνολο των 400.000 προσφύγων του Πόντου που κατέφυγαν στην Ελλάδα είχαν µεταφερθεί ως το Φεβρουάριο του 1923 περίπου οι µισοί. Στην Ελλάδα, εκτός από τα αστικά κέντρα (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη), οι Πόντιοι πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Β. Ελλάδα. Επελέγη για το σκοπό αυτό να εγκατασταθούν είτε σε εγκαταλελειµµένα χωριά Τούρκων και Βουλγάρων ανταλλαξίµων, που προβλέπονταν από τη συνθήκη της Λωζάννης (1923), είτε σε νέους οικισµούς, είτε προσκολλήθηκαν σε ήδη υπάρχοντες. Κατά κύριο λόγο δόθηκε έµφαση στην αγροτική τους αποκατάσταση µε την παραχώρηση εκ µέρους της «Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων» γεωργικού κλήρου, αλλά και των αναγκαίων για την οικοδόµηση κατοικίας. Παρ όλο που οι σχέσεις των προσφύγων µε τον γηγενή πληθυσµό δεν ήταν αρχικά καλές, εξαιτίας της διαφορετικής νοοτροπίας, το ζωντανό παρά τα πλήγµατα, ποντιακό στοιχείο εργάστηκε ακούραστα για να ριζώσει στη νέα πατρίδα, προσφέροντας έτσι πολύτιµες υπηρεσίες στο σύνολο του έθνους. Η εθνολογική οµογενοποίηση του

Η γενοκτονία των Ποντίων 10 (11) βορειοελλαδικού χώρου, η κατακόρυφη αύξηση της γεωργικής παραγωγής, η άνθιση της ελληνικής βιοµηχανίας στις δεκαετίες που ακολούθησαν, είναι λίγα µόνο από τα επιτεύγµατα της ποντιακής παρουσίας στο ελληνικό κράτος. Σηµαντικότερη όλων, όµως, είναι κυρίως η πολιτιστική συνεισφορά τους που ως σήµερα συνεχίζει να µπολιάζει ευεργετικά τον πολιτιστικό κορµό του έθνους µας. Οι Πόντιοι στην ελληνική κοινωνία Η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσµών µεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, σύµφωνα µε ειδική ελληνοτουρκική σύµβαση που ενσωµατώθηκε στη Συνθήκη της Λοζάννης (1923), καθιέρωσε για πρώτη φορά στα ευρωπαϊκά δεδοµένα µια νέα πρακτική στην επίλυση των µειονοτικών προβληµάτων µεταξύ γειτονικών κρατών. Ετσι, στη µακραίωνη ελληνική ιστορία πρώτη φορά παρατηρείται η συµπύκνωση των ελληνικών πληθυσµών στην ελληνική χερσόνησο και η οριστική εγκατάστασή τους σ αυτήν. Περίπου 200.000 Ελληνες του Πόντου, όσοι κατάφεραν να γλιτώσουν από την τουρκική θηριωδία, ρίζωσαν και προσαρµόστηκαν γρήγορα στη νέα τους πατρίδα. Περισσότερο, όµως, από κάθε άλλο προσµετράται η προσφορά των Ελλήνων του Πόντου στα νεότερα ελληνικά γράµµατα και την επιστήµη. Η αλκή και ο νέος τόνος των Ποντίων προσφύγων έδωσαν νέους λαµπρούς εκπροσώπους της επιστήµης στο πρόσωπο του αειθαλούς βυζαντινολόγου Οδ. Λαµψίδη, των φιλολόγων. Οικονοµίδη και Ι. Παµπούκη, των ιστορικών Γ. Βαλαβάνη, Α. Παπαδόπουλου και Π. Ενεπεκίδη, του λαογράφου Ξ. Ακόγλου, του αρχιτέκτονα Γ. Κανδήλη κ.α. Η νεοελληνική λογοτεχνία λαµπρύνεται µε έργα των Ι. Λαυρεντίδη, Φ. Κεντίδη,. Ψαθά, Γ. Λαµψίδη, Σ. Λιανίδη, Χ. Σαµουήλ, Η. Τσιρκινίδη, Ν. Γρηγοριάδη, Α. Αλεξάνδρου κ.α. Ποντιακής καταγωγής είναι και οι ζωγράφοι Γ. Βελισσαρίδης,. Γουναρίδης, Χ. ηµάρχου, Λ. Ουσταµπασίδης, Γ. Χιντζόγλου, Γ. Χαρατσίδης, ο γλύπτης Ε. Ζυµαρίδης και ο σκηνοθέτης Τ. Μουζενίδης. Αν κι η αντιµετώπιση του γηγενούς στοιχείου το πρώτο καιρό δεν ήταν πάντα φιλόξενη και ευγενική, δύσκολη κατάσταση που επέτεινε και το διαφορετικό γλωσσικό ιδίωµα, που δυσχέραινε την επικοινωνία, ο ποντιακός ελληνισµός ανέπτυξε δραστηριότητα σε όλους τους τοµείς της κοινωνικής, οικονοµικής και πνευµατικής ζωής κάνοντας ορατό το στίγµα του µέσα στην νέα ελληνική κοινωνία. Μεγάλη µάζα Ποντίων εγκαταστάθηκε κυρίως στην ύπαιθρο της Μακεδονίας και της Θράκης. Αυτό είχε ως αποτέλεσµα, το 1928, ο ελληνικός πληθυσµός της Μακεδονίας να αποτελεί το 88% του συνόλου σε αντίθεση µε το 1920 που ήταν µόλις το 52%. Η ενίσχυση του ελληνικού χαρακτήρα της Μακεδονίας είχε µεγάλη σηµασία για τη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας. Με τον τρόπο αυτό, κατοχυρώθηκαν οι νέες περιοχές που ενώθηκαν µε την Ελλάδα µετά τους Βαλκανικούς πολέµους και ενσωµατώθηκαν στον ελληνικό κορµό. Και ενώ αρχικά η άφιξη των προσφύγων φαινόταν δυσβάστακτο φορτίο για την ελληνική οικονοµία, µεσοπρόθεσµα αυτή ωφελήθηκε από την εγκατάσταση των προσφύγων. Η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών κι ο πολλαπλασιασµός της αγροτικής παραγωγής βελτίωσε κατά πολύ τα δηµόσια οικονοµικά, µιας και το κράτος για πρώτη φορά στην ιστορία του εµφανίζεται αύταρκες τουλάχιστον σε αγροτικά προϊόντα. Αυτό επέτρεψε και τη δηµοσιονοµική και νοµισµατική ανασυγκρότηση του 1928. Οι άµεσες και έµµεσες εισφορές των προσφύγων στο κράτος, η αποπληρωµή των προσφυγικών δανείων, αλλά κι η επιχειρηµατική δραστηριότητα που ανέπτυξαν οι πρόσφυγες σε αναπτυσσόµενους τοµείς όπως η βιοτεχνία και η βιοµηχανία, έγιναν µέσα για την υπέρβαση πολλών δηµοσιονοµικών αδυναµιών του παρελθόντος. Επίσης, η εργατικότητα και η φιλοπρόοδος διάθεση των Ποντίων προσφύγων από τη µια πλευρά, και η επιτακτική ανάγκη άµεσων λύσεων από την άλλη, υπήρξαν κίνητρα για το ελληνικό κράτος, ώστε να ξεπεράσει αρκετές από τις γραφειοκρατικές δυσλειτουργίες και κωλυσιεργίες του παρελθόντος.

Η γενοκτονία των Ποντίων 11 (11) Επιµέλεια Βασίλης Χ. Λυµπερόπουλος, ιστορικός Βιβλιογραφία Μ. Αναστασιάδου Ο τελευταίος Ελληνισµός της Μικράς Ασίας, Πόντου, Ανατολικής Θράκης, έκδοση Συλλόγου των Φοιτησάντων εις την Ευαγγελικήν Σχολήν, Αθήναι 1972. A. Bryer & D. Winfield The Byzantine Monuments and Topography of Pontos, Dumbarton Oaks Studies Twenty, 1984. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδ. Εκδοτική Αθηνών, τ. Γ1, Θ, ΙΑ, ΙΕ, Αθήναι 1972. Γ. Λαµψίδης Οι πρόσφυγες του 1922, Θεσσαλονίκη 1992. Ο. Λαµψίδης Η εµπορική σηµασία της Ποντικής Τραπεζούντος, Αθήναι 1963. Ο. Λαµψίδης Απόψεις επί του κράτους των Μεγάλων Κοµνηνών, Αρχείον Πόντου 28 (1958), σ. 9-124. Β. Λυµπερόπουλος Ο ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΠΟΝΤΟΣ, Η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας (1204-1461), Ο χώρος - Οι άνθρωποι - Η οικονοµία, Αθήνα 1999. Χ. Νεράντζης Το έπος της Μικράς Ασίας 1919-1922, Θεσσαλονίκη 1987. Μ. Νοταράς Η αγροτική αποκατάστασις των προσφύγων, Αθήναι 1934. Α. Πάλλης Οι πρόσφυγες του Πόντου, Μικρασιατικά Χρονικά, τ. ΙΑ (1964). A.A. Παπαδόπουλος Ιστορική γραµµατική της ποντικής διαλέκτου, Αθήναι 1955. Θ. Παπαθεοδωρίδης Αξέχαστα από τον Πόντο, Αθήναι 1953. Α. Σαββίδης & Σ. Λαµπάκης Γενική βιβλιογραφία περί του Βυζαντινού Πόντου, Αθήνα 1992. Ψαθάς Γη του Πόντου, Αθήναι 1966.