ΕΝΟΤΗΤΑ 6 η ΦΩΝΟΛΟΓΙΚΗ ΙΑΤΑΡΑΧΗ ΚΑΙ ΕΚΜΑΘΗΣΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗΣ Υπάρχει γενικότερη αποδοχή της σχέσης µεταξύ των φωνολογικών ικανοτήτων του παιδιού και της κατάκτησης από µέρους του της ανάγνωσης και γραφής. Άλλωστε τα γράµµατα δεν είναι παρά εικονική αναπαράσταση των φωνηµάτων. Υπάρχει όµως διαφωνία στην διεθνή βιβλιογραφία ως προς τη σχέση. των φωνολογικών διαταραχών στην προσχολική ηλικία και την κατάκτηση της ανάγνωσης και γραφής στη σχολική ηλικία. Μελέτες όπως της Dodd and Cockerill (1985), και Stackhouse and Snowling (1992) έχουν δείξει στενή σχέση µεταξύ φωνολογικών διαταραχών και ορθογραφίας, και των Lewis, Ekelman and Aram (1989) στενή σχέση µεταξύ φωνολογικών διαταραχών και ανάγνωσης. Όµως οι µελέτες του Stackhouse(1990), Bishop and Adams (1990) και της Bishop (1991) υποστηρίζουν πως δεν έχουν όλα τα παιδιά µε φωνολογικές διαταραχές δυσκολία στην κατάκτηση της ανάγνωσης και γραφής και ότι οι σηµασιολογικές και οι συντακτικές δεξιότητες είναι περισσότερο σηµαντικές στην κατάκτηση της ανάγνωσης και γραφής παρά οι φωνολογικές. Η σύγχρονη έρευνα έχει επικεντρώσει το ενδιαφέρον της σε σηµαντικά ερωτήµατα τα οποία παρουσιάζονται κατωτέρω: Όλα τα παιδιά µε φωνολογική διαταραχή παρουσιάζουν δυσκολίες στην εκµάθηση της ανάγνωσης και γραφής; Μπορεί η φωνολογική διαταραχή στην προσχολική ηλικία να προβλέψει δυσκολίες στην ανάγνωση και γραφή ακόµα κι αν η φωνολογική διαταραχή έχει αντιµετωπισθεί ικανοποιητικά; Ποιο µέρος του λόγου το µορφολογικό, το σηµασιολογικό ή το φωνολογικό συνδέεται περισσότερο µε την εκµάθηση της γραφής; - 73 -
Για τη διερεύνηση των ερωτηµάτων αυτών η Dodd et all (1995) έκαναν µία σειρά από µελέτες και πειράµατα. Πρώτο πείραµα: Σχέση φωνολογικών διαταραχών και γραφής Η σχέση µεταξύ γραφής (ορθογραφίας) και φωνολογικής διαταραχής είναι πιο στενή από ότι αυτή της ανάγνωσης και φωνολογικής διαταραχής διότι, ενώ στην ανάγνωση το παιδί βοηθιέται από το πρώτο γράµµα της λέξης, από το µήκος της, από το οπτικό σύνολο της λέξης, από τα συµφραζόµενα το πλαίσιο κλπ. στην ορθογραφία το παιδί δεν έχει καµιά βοήθεια. Πρέπει από µόνο του να σκεφθεί και να γράψει ολόκληρη τη λέξη. είγµα : 26 παιδιά µε φωνολογική διαταραχή (10 µε επιβράδυνση στην εξέλιξη της οµιλίας, 11 µε σταθερά λάθη, σταθερές απλοποιήσεις, 5 µε ασταθή λάθη (δυσπραξία), 10 φυσιολογικά (οµάδα ελέγχου). Για την αξιολόγηση των παιδιών χρησιµοποιήθηκαν οι εξής δοκιµασίες: Στάνταρτ τεστ ορθογραφίας, Στάνταρτ τεστ των φωνολογικών ικανοτήτων των παιδιών, Ορθογραφία ψευδολέξεων, Κατάτµηση λέξεων σε φωνήµατα και Ικανότητα εξαγωγής κανόνων. Τα αποτελέσµατα έδειξαν ότι η οµάδα των παιδιών µε επιβράδυνση στην φωνολογική εξέλιξη δεν είχαν µεγάλη διαφορά στην κατάκτηση της ορθογραφίας από την οµάδα ελέγχου (περίπου 6 µήνες). Παρόµοια περίπου ήταν και η διαφορά τους στις δοκιµασίες κατάτµησης φωνηµάτων και στην ορθογραφία ψευδολέξεων ενώ έκαναν πολύ λιγότερα λάθη στην ορθογραφία αληθινών λέξεων. Παρατηρήθηκε όµως ότι τα παιδιά µε σταθερά και µε ασταθή φωνολογικά λάθη είχαν φτωχότερη επίδοση από αυτά της οµάδας ελέγχου και της οµάδας µε επιβράδυνση. Η οµάδα παιδιών µε σταθερά φωνολογικά λάθη είχε τη φτωχότερη επίδοση. Τα παιδιά µε σταθερά φωνολογικά λάθη είχαν δυσκολίες στην ορθογραφία των λέξεων και των ψευδολέξεων. Η οµάδα των παιδιών µε ασταθή λάθη (εξελικτική δυσπραξία) είχε ελαφρώς καλύτερη επίδοση από αυτή των παιδιών µε σταθερά - 74 -
λάθη. Οι δύο οµάδες (µε σταθερά και µε ασταθή λάθη) χρησιµοποίησαν διαφορετικές στρατηγικές. Τα παιδιά µε ασταθή λάθη έβαζαν αρχικά και τελικά φωνήµατα (καλύτερη φωνοτακτική διαίσθηση της λέξης) ενώ τα παιδιά µε σταθερά λάθη συνήθως παρέλειπαν τα τελικά φωνήµατα. εύτερο πείραµα: Σχέση φωνολογικών διαταραχών και ανάγνωσης Το ίδιο δείγµα παιδιών χρησιµοποιήθηκε και στο δεύτερο πείραµα. οκιµασίες Neal Analysis of Reading Ability 6 ιστορίες αξιολόγησης κατανόησης του γραπτού λόγου Τα παιδιά της οµάδας ελέγχου είχαν καλύτερη επίδοση στην ακρίβεια της ανάγνωσης από την κατανόηση της ιστορίας. Η οµάδα µε επιβράδυνση στη φωνολογική ανάπτυξη και αυτή µε τα σταθερά φωνολογικά λάθη είχαν την ίδια περίπου επίδοση και στην ανάγνωση και στην κατανόηση της ιστορίας. Η οµάδα µε τα ασταθή λάθη είχε καλλίτερη επίδοση στην κατανόηση της ιστορίας παρά στην ακριβή ανάγνωση. Η απάντηση στην πρώτη ερώτηση «εάν όλα τα παιδιά µε φωνολογική διαταραχή παρουσιάζουν δυσκολίες στην εκµάθηση της ανάγνωσης και γραφής» είναι όχι όλα. Τα παιδιά µε επιβράδυνση στην ανάπτυξη της οµιλίας δεν έχουν δυσκολία στην κατάκτηση της ανάγνωσης και γραφής, τα παιδιά όµως που παρουσιάζουν φωνολογική διαταραχή µε σταθερά ή ασταθή λάθη έχουν συνήθως δυσκολίες στην εκµάθηση της ανάγνωσης και γραφής. Στη δεύτερη ερώτηση «Μπορεί οι διαταραχές της οµιλίας στην προσχολική ηλικία να προβλέψουν δυσκολίες στην ανάγνωση αργότερα ακόµα και εάν η φωνολογική διαταραχή τους έχει ξεπερασθεί;» οι Dodd et all (1995) προσπάθησαν να δώσουν απάντηση κάνοντας το εξής πείραµα: - 75 -
Τρίτο πείραµα: Υπόθεση Τα παιδιά µε φωνολογική διαταραχή στην προσχολική ηλικία (ακόµη και αν την έχουν ξεπεράσει ) θα έχουν φτωχότερη επίδοση στην ανάγνωση και γραφή από αυτά µε φυσιολογική ανάπτυξη, διαταραχή στην άρθρωση, ή επιβράδυνση στην εξέλιξη των φωνολογικών ικανοτήτων. είγµα: Το δείγµα τους αποτελείτε από 37 παιδιά µε δυσκολίες στην ανάπτυξη της οµιλίας (8 µε διαταραχή στην άρθρωση, 10 µε επιβράδυνση στην ανάπτυξη της οµιλίας και 19 µε φωνολογική διαταραχή) και 10 παιδιά µε φυσιολογική φωνολογική εξέλιξη σαν οµάδα ελέγχου. Όλα τα παιδιά µε διαταραχή είχαν κάνει λογοθεραπεία στις ηλικίες των 3-6 ετών και είχαν αποθεραπευθεί, ήταν δε κατά την περίοδο της έρευνας στις ηλικίες µεταξύ 6-10 χρόνων. Τα παιδιά είχαν αποπερατώσει τη θεραπεία τους τουλάχιστον 12 µήνες πριν από την συµµετοχή τους στην έρευνα. Ανάγνωση Ορθογραφία λέξεων και ψευδολέξεων Μίµηση δύσκολων πολυσύλλαβων λέξεων Όλα τα παιδιά είχαν καλύτερη επίδοση στην ανάγνωση παρά στην γραφή. Τα παιδιά µε διαταραχή στην άρθρωση είχαν καλύτερη επίδοση από αυτά µε φωνολογική διαταραχή. Όλα τα παιδιά µε ιστορικό φωνολογικών διαταραχών είχαν χαµηλότερη επίδοση και στην ανάγνωση και στην γραφή. Στην ορθογραφία ψευδολέξεων τα παιδιά µε φωνολογική διαταραχή είχαν τη µεγαλύτερη δυσκολία. Ακόµη και στην µίµηση δύσκολων λέξεων τα παιδιά µε φωνολογική διαταραχή είχαν τη χαµηλότερη επίδοση. Τα αποτελέσµατα αυτά δείχνουν ότι τα παιδιά µε φωνολογική διαταραχή ακόµη και όταν την ξεπεράσουν βρίσκονται σε κίνδυνο να αναπτύξουν διαταραχή στην ανάγνωση και γραφή. Ίσως η παραδοσιακή θεραπεία των φωνολογικών διαταραχών να είναι µόνο επιφανειακή και να µη βοηθάει το παιδί να αναπτύξει συνειδητή γνώση των φωνηµάτων - 76 -
και των σχέσεων τους µε άλλα φωνήµατα (φωνολογική ενηµερότητα) ούτε ικανότητα να αναπτύσσει το ίδιο φωνολογικούς κανόνες. Οι δεξιότητες αυτές είναι απαραίτητες στην εκµάθηση της ανάγνωσης και γραφής. Όσον αφορά την τρίτη ερώτηση «ποιο µέρος του λόγου, το µορφολογικό, το σηµασιολογικό ή το φωνολογικό συνδέεται περισσότερο µε την εκµάθηση της γραφής;» η απάντηση είναι το φωνολογικό. Αυτό έδειξαν µελέτες σε παιδιά µε ειδική δυσκολία στην ανάγνωση (δυσλεξία ) χωρίς να έχουν δυσκολίες στην οµιλία (Coltheart,1991, Gillon and Dodd, 1993). Αναφερόµενοι οι Dodd et al. στις παρατηρήσεις των Bishop and Adams (1990) ότι οι σηµασιολογικές και συντακτικές ικανότητες σχετίζονται περισσότερο µε την εκµάθηση της ανάγνωσης και γραφής (όπως αναφέρθηκε ανωτέρω), σχολιάζουν ότι το δείγµα των Bishop and Adams περιελάµβανε µόνον 18% αµιγή δυσκολία στην οµιλία, 20% µόνον στο λόγο και 62% και στα δυο, συνεπώς οι παρατηρήσεις των ερευνητών αυτών δεν ήταν έγκυρες. - 77 -