Επιπτώσεις των ρύπων στις βιοκοινωνίες - Δημόσια Υγεία Από τον Στυλιανό Αλεξανδράκη MSc, Μηχανολόγο Μηχανικό ΕΜΠ Σύμβουλο Τεχνικής Διεύθυνσης, Ομίλου Ιατρικού Αθηνών 74 // ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2012 Ρύποι και βιοκοινωνίες Πηγές Ρύπανσης Κυριότερες πηγές ρύπανσης της ατμόσφαιρας αποτελούν τα καυσαέρια των οχημάτων, οι εκπομπές βιομηχανικών μονάδων (κυρίως από την καύση ορυκτών καυσίμων για την παραγωγή ενέργειας και σκόνες από την κατεργασία υλικών), οι κεντρικές θερμάνσεις των κτιρίων, η καύση απορριμμάτων και γεωργικών υπολειμμάτων, οι αέριες εκπομπές από τη γεωργία και τη κτηνοτροφία και οι φυσιολογικές εκπομπές φυτών και δένδρων. Οι ρύποι, μετά την απελευθέρωσή τους στο περιβάλλον, υπόκεινται σε διασπορά στην ατμόσφαιρα, στα υδάτινα συστήματα, στο έδαφος και τα ιζήματα ανάλογα με τις φυσικοχημικές τους ιδιότητες. Οι σχέσεις της τροφικής αλυσίδας, οι ροές ενέργειας και άλλοι παράγοντες μπορούν να μεταβληθούν. Οι σημαντικότερες μορφές ρύπανσης των υδατίνων συστημάτων είναι αποτέλεσμα των βιομηχανικών και αστικών αποβλήτων, των βαρέων μετάλλων και μεταλλοειδών, των αλογονωμένων και πολυαλογονωμένων ουσιών, των φυτοφαρμάκων και των λιπασμάτων, της νιτρορύπανσης, των πετρελαιοειδών, των ραδιενεργών υλικών, των ουσιών που δρουν ως ενδοκρινικοί διαταρακτές, των αποβλήτων μεταλλευτικών εκμεταλλεύσεων και μεγάλου αριθμού επικίνδυνων υλικών που παρασέρνονται από ποταμούς και χείμαρρους καταλήγοντας στη θάλασσα. Οι βασικότερες αιτίες ρύπανσης των εδαφών είναι τα λιπάσματα και φυτοφάρμακα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, τα υγρά και στερεά απόβλητα των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων, τα υγρά και στερεά απόβλητα των χημικών βιομηχανιών, τα αστικά και μολυσματικά απόβλητα που διατίθενται σε χώρους υγειονομικής ταφής και αποτέφρωσης σε υψηλές θερμοκρασίες, η ρύπανση από την εκμετάλλευση του πετρελαίου, λιπαντικών υλών και ελαστικών τροχοφόρων, η ρύπανση από απόβλητα μεταλλευτικών και λατομικών επιχειρήσεων, η ρύπανση από βαρέα μέταλλα που προέρχονται από χημικές βιομηχανίες, καύση στερεών και υγρών ορυκτών καυσίμων και άλλες διεργασίες εμπλουτισμού ή καθαρισμού μεταλλευμάτων. Επίδραση των ρύπων στις βιοκοινωνίες Η πρόσληψη των ρύπων από τους οργανισμούς εξαρτάται από τις φυσικοχημικές
Ειδήσεις τους ιδιότητες και τον τρόπο εισόδου. Οι οργανισμοί μπορούν να παρουσιάσουν αμελητέες, μη θανατηφόρες αντιδράσεις, όπως είναι η μείωση της αναπαραγωγικής ικανότητας ή αλλαγές στην συμπεριφορά ή ακόμα και θανατηφόρες αντιδράσεις. Οι σχέσεις της τροφικής αλυσίδας ή οι ροές ενέργειας στα οικοσυστήματα μπορούν να μεταβληθούν. Είναι αρκετά δύσκολο να μελετηθούν όλες οι διαστάσεις σε πολύπλοκα οικοσυστήματα, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν πολλές αλληλεξαρτήσεις οργανισμών με το φυσικό περιβάλλον. Είναι χαρακτηριστικό ότι μια βιοκοινωνία κάτω από δυσμενείς φυσικές πιέσεις πιθανόν να μη μπορέσει να αντισταθεί σε κάποιον ρύπο που διαφορετικά θα ήταν πιθανό. Η είσοδος μιας τοξικής ουσίας σε ένα οικοσύστημα απομακρύνει επιλεκτικά ένα ή περισσότερα είδη από την ποικιλία των οργανισμών που υπάρχουν σε αυτά. Το γεγονός αυτό προκαλεί περιορισμό της ποικιλία των ειδών και αλλαγές στις δομές των βιοκοινωνιών του οικοσυστήματος. Μηχανισμοί εισόδου, μεταφοράς, βιοσυσσώρευση, βιομετασχηματισμός και απέκκριση τοξικών ρύπων στον ανθρώπινο οργανισμό. Η είσοδος ενός τοξικού ρύπου γίνεται με απορρόφηση μέσω της πεπτικής και αναπνευστικής οδού, και από το δέρμα (λιγότερο έντονη). Ένας τοξικός ρύπος όταν απορροφηθεί από τον οργανισμό, εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος, μέσω της οποίας μπορεί να μεταφερθεί στους ιστούς και τα όργανα. Η απορρόφηση και η κατανομή του ρύπου στους ιστούς και τα όργανα του οργανισμού, εξαρτώνται από την ικανότητά της να διέρχεται μέσα από τις κυτταρικές μεμβράνες. Κάθε τοξική ουσία που εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος μεταφέρεται σε διάφορα όργανα και ιστούς όπου και αποθηκεύεται (βιοσυσσωρεύεται), ενώ υπάρχει πάντα μια ισορροπία μεταξύ της ποσότητας που κυκλοφορεί στο αίμα και αυτής που αποθηκεύεται. Οι τοξικές ουσίες όταν εισέρχονται στον οργανισμό έρχονται σε επαφή με τα διάφορα βιολογικά υλικά του οργανισμού και υφίστανται μεταβολές που καλούνται βιομετασχηματισμοί με ταυτόχρονη παραγωγή προϊόντων, των μεταβολιτών. Οι βιομετασχηματισμοί αυτοί συνήθως μειώνουν την τοξική επίδραση των χημικών ουσιών. Οι μεταβολίτες Κάθε τοξική ουσία που εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος μεταφέρεται σε διάφορα όργανα και ιστούς όπου και αποθηκεύεται. είναι συνήθως λιγότερο τοξικοί και πιο διαλυτοί από τις αρχικές ουσίες, με αποτέλεσμα να αποβάλλονται ευκολότερα από τον οργανισμό. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι μεταβολίτες είναι πιο τοξικοί από τις αρχικές ουσίες με αποτέλεσμα η τοξική τους δράση τους να είναι μεγαλύτερη από εκείνη της αρχικής ουσίας. Οι τοξικές ουσίες απομακρύνονται από τον οργανισμό είτε αναλλοίωτες είτε με τη μορφή των παραγώγων τους (μεταβολιτών). Η απομάκρυνση καλείται απέκκριση και γίνεται κυρίως από τους νεφρούς, τη χολή, το σάλιο, τον ιδρώτα, τα κόπρανα και τον εκπνεόμενο αέρα. Η απέκκριση των τοξικών ουσιών μπορεί να γίνει και από το μητρικό γάλα γεγονός που εμπεριέχει κινδύνους για το βρέφος. Οι σημαντικότεροι ρύποι και οι επιπτώσεις τους στον ανθρώπινο οργανισμό. Ρύποι με σημαντικές επιπτώσεις στον ανθρώπινο οργανισμό εντοπίζονται στην ατμόσφαιρα, στα νερά και τα εδάφη. Στην Ελλάδα, στα στοιχεία κρίνονται ως ιδιαίτερα ανησυχητικά αφού, σύμφωνα με στοιχεία του Ευρωπαϊκού Προγράμματος APHEIS, στην Αθήνα στους 100.000 θανάτους ετησίως, οι 873 σχετίζονται με την ατμοσφαιρική ρύπανση. Οι κυριότεροι ρύποι και οι επιπτώσεις στον ανθρώπινο οργανισμό είναι: Το Διοξείδιο του άνθρακα που αποτελεί προϊόν των καύσεων, δεν είναι τοξικό αέριο αλλά με την υπερβολική συγκέντρωση στην ατμόσφαιρα συμβάλλει στο φαινόμενο του θερμοκηπίου. Σε παγκόσμια κλίμακα οι εκπομπές του αυξάνονται αλματωδώς λόγω της μεγάλης ζήτησης στην παραγωγή ενέργειας από αναπτυσσόμενες χώρες (Κίνα, Ινδία, κλπ). Η παρουσία διοξειδίου του άνθρακα αποτελεί δείκτη της ποιότητας του αέρα και προκαλεί προβλήματα δυσκολίας στην αναπνοή και έντονο πονοκέφαλο. Το Μονοξείδιο του άνθρακα το οποίο είναι εξαιρετικά τοξικό αέριο που παράγεται κατά 70-80% από τα καυσαέρια των αυτοκινήτων. Εμφανίζει μεγάλη τάση να ενωθεί με την αιμογλοβίνη του αίματος και να σχηματίσει ανθρακυλαιμοσφαιρίνη ελαττώνοντας έτσι την ικανότητα του αίματος να μεταφέρει ικανή ποσότητα οξυγόνου στους ιστούς με αποτέλεσμα να εμφανίζονται συμπτώματα ανοξίας. Επηρεάζεται το κεντρικό νευρικό σύστημα, αρχίζοντας από κεφαλαλγίες ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2012 // 75
Επιπτώσεις των ρύπων στις βιοκοινωνίες - Δημόσια Υγεία Τα Aιωρούμενα σωματίδια είναι σωματίδια μικρής διαμέτρου, από διάφορα υλικά και καύσεις, που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα αστικών και βιομηχανικών περιοχών. Η πορώδης επιφάνεια των σωματιδίων έχει την ικανότητα προσρόφησης βαρέων μετάλλων, καρκινογόνων ουσιών και πολυκυκλικών αρωματικών υδρογονανθράκων. Εισπνεόμενα, σε υψηλές συγκεντρώσεις, οδηγούν σε αυξημένη νοσηρότητα και θνησιμότητα. και αναπνευστικές δυσκολίες και μπορεί να φτάσει μέχρι το θάνατο. Σε υψηλές συγκεντρώσεις μπορεί να οδηγήσει σε ανωμαλίες της όρασης, κακή εκτίμηση του χώρου και του χρόνου (απώλεια προσανατολισμού) και σε ακραίες περιπτώσεις σε απώλεια των αισθήσεων. Το Διοξείδιο του θείου το οποίο είναι αποτέλεσμα της χρήσης ορυκτών καυσίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε θείο, καθώς και των ηφαιστειακών εκπομπών. Με τη βελτίωση των καυσίμων (αποθείωση) οι εκπομπές του έχουν μειωθεί σημαντικά. Η παρουσία του συμβάλει, κατά κύριο λόγο, στην όξινη βροχή. Είναι γενικά αέριο αποπνικτικό. Επιδρά στο αναπνευστικό σύστημα, ιδιαίτερα όταν συνδυάζεται με υψηλές συγκεντρώσεις αιωρουμένων σωματιδίων και υγρασία. Εισπνεόμενο προκαλεί ερεθισμό του βλεννογόνου, του ρινοφάρυγγα, του λάρυγγα και των βρόγχων, ενώ σε ακραίες καταστάσεις μπορεί να προκληθεί σπασμός του λάρυγγα και πνευμονικό οίδημα. Τα Οξείδια του Αζώτου που αποτελούν αέριους ρύπους των καυσαερίων οχημάτων και άλλων καύσεων υψηλών θερμοκρασιών και συμβάλουν στην παραγωγή όξινης βροχής. Το μονοξείδιο και το διοξείδιο του αζώτου προκαλούν έντονο ερεθισμό του τραχειοβρογχικού βλεννογόνου και του αναπνευστικού επιθηλίου. Χαρακτηριστικό των νιτρωδών ατμών είναι ότι αν η συγκέντρωση τους δεν είναι πολύ μεγάλη, τα συμπτώματα από την εισπνοή δεν είναι άμεσα αλλά εμφανίζονται μετά 76 // ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2012 από μερικές ώρες. Το Όζον, που είναι δευτερογενής ατμοσφαιρικός ρύπος, παράγεται ως αποτέλεσμα των φωτοχημικών αντιδράσεων μεταξύ υδρογονανθράκων και οξειδίων του αζώτου στην ατμόσφαιρα και είναι εξαιρετικά τοξικό. Το όζον αποτελεί ένα ισχυρό και ερεθιστικό ρύπο ο οποίος προκαλεί ελάττωση των πνευμονικών λειτουργιών, βήχα, δύσπνοια, άσθμα. Έκθεση του ατόμου σε εξαιρετικά υψηλές συγκεντρώσεις μπορεί να προκαλέσει ζάλη εμετούς κ.ά. Οι Πτητικές Οργανικές Ενώσεις είναι οργανικές ενώσεις των ατμοσφαιρικών σωματιδίων οι οποίες εμφανίζονται σε αέρια μορφή, αλλά υπό κανονικές συνθήκες πίεσης και θερμοκρασίας μπορούν να γίνουν υγρά ή στερεά. Είναι ερεθιστικά, ναρκωτικά, και καρκινογενή. Η υψηλή συγκεντρωσή τους προκαλεί συμπτώματα όπως πονοκέφαλοι, ερεθισμοί δέρματος και ματιών, χρόνια κόπωση. Το Ανόργανο τμήμα αιθάλης είναι το απανθρακωμένο καύσιμο, καθαρός δηλαδή άνθρακας, που για διάφορους λόγους δεν κάηκε (απλώς απανθρακώθηκε). Κατά κύριο λόγο προέρχεται από κινητήρες οχημάτων diesel αλλά και καυστήρες κεντρικής θέρμανσης και βιομηχανίας και χαρακτηρίζεται από μεγάλη απορρόφηση και διάχυση του φωτός. Έχει πολύ υψηλές προσροφητικές ιδιότητες και πάνω στα σωματίδιά του επικάθονται διάφοροι άλλοι ρύποι. Οι Αρωματικοί Υδρογονάνθρακες περιέχουν Βενζόλιο, Αιθυλοβενζόλιο, Τολουόλιο, Ξυλένιο. Tο βενζόλιο απελευθερώνεται σε σημαντικές ποσότητες στην ατμόσφαιρα από τα καταλυτικά αυτοκίνητα, ενώ χρησιμοποιείται στη βιομηχανία και περιέχεται και στα τσιγάρα. Το βενζόλιο είναι μία ιδιαίτερα τοξική χημική ένωση. Όταν εισπνέεται σε μεγάλες ποσότητες μπορεί να προκαλέσει ζάλη, ταχυκαρδία, πονοκεφάλους, σύγχυση και αναισθησία, ακόμα και το θάνατο. Επίσης, όταν βρίσκεται σε μεγάλες συγκεντρώσεις στα τρόφιμα μπορεί να προκαλέσει ερεθισμό, ζάλη, ταχυκαρδία, τάση για εμετό, σπασμούς και θάνατο. Μακροχρόνια έκθεση σε βενζόλιο έχει σημαντικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου και κυρίως στο αίμα. Καταστρέφει το μυελό των οστών και μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση αναιμίας. Επίσης, μπορεί να προκαλέσει υπερβολική αιμορραγία και να μειώσει την ικανότητα του ανοσοποιητικού συστήματος αυξάνοντας τις πιθανότητες μολύνσεων. Τέλος, το βενζόλιο θεωρείται καρκινογόνο
Ειδήσεις για τον άνθρωπο. Μακροχρόνια έκθεση σε υψηλές συγκεντρώσεις μπορεί να προκαλέσει την εμφάνιση λευχαιμίας. Οι Πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες που παράγονται από την ατελή καύση οργανικών ενώσεων (φυσικών και ανθρωπογενών πηγών). Αποτελούνται από αλυσίδες βενζολίου, περιέχουν μόνον άνθρακα και υδρογόνο έχουν χαρακτηρισθεί καρκινογόνοι και προκαλούν ασθένειες του αίματος. Υψηλή συγκέντρωσή τους σημειώνεται στην ατμόσφαιρα των αστικών περιοχών. Άλλες αρωματικές ενώσεις: Προέρχονται από το βενζόλιο με την αντικατάσταση ενός ή περισσοτέρων υδρογόνων από ένα άτομο ή χαρακτηριστική ομάδα: Φαινόλη, Χλωροβενζόλιο, Ανιλίνη, Βενζύλιο, Φαινύλιο, 3,4 διχλωροδιφαινύλιο. Οι Χλωριωμένοι υδρογονάνθρακες που αποτελούν τη σημαντικότερη κατηγορία περιβαλλοντικών ρύπων. Οι χλωριωμένοι υδρογονάνθρακες έχουν επιπτώσεις στο νευρικό σύστημα, προκαλούν ερεθισμούς των ματιών, της μύτης και των πνευμόνων καθώς και καταστροφές του δέρματος, του ήπατος και των νεφρών. Η δράση τους είναι συνδυαστική έτσι ώστε το αποτέλεσμα να είναι αθροιστικό και σοβαρότερο. Τα Φυτοφάρμακα τα οποία είναι κάθε ουσία ή μείγμα ουσιών συμπεριλαμβανομένων και επεξεργασμένων ή μη φυτικών προϊόντων που δύναται να χρησιμοποιηθεί για την καταπολέμηση των εχθρών και ασθενειών των φυτών ή για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητά τους. Τα γεωργικά φάρμακα διακρίνονται σε: Εντομοκτόνα, Ακαρεοκτόνα, Μυκητοκτόνα, Ζιζανιοκτόνα, Βακτηριοκτόνα, Νηματοκτόνα, Ρυθμιστές αύξησης, Τρωκτικοκτόνα κ.ά. Η αλόγιστη χρήση τους μπορεί να προκαλέσει καρκινογενέσεις, τροποποιήσεις γενετικού υλικού (μεταλλαξογέννηση, κλπ.), νευροτοξικότητα, ηπατοτοξικότητα, νεφροτοξικότητα κ.ά. Τα Βαρέα Μέταλλα, η εισαγωγή των οποίων στον οργανισμό προκαλεί τοπικές τοξικές αντιδράσεις, ασβέστωση και φλεγμονές. Οι χρόνιες αυτές φλεγμονές μπορεί να οδηγήσουν σε σκλήρυνση κατά πλάκας, σε αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση, σε ψυχονευρωτικές και ψυχοσωματικές διαταραχές, σε ρευματοειδή αρθρίτιδα κ.ά. Κάθε μέταλλο έχει διαφορετικές επιπτώσεις στον ανθρώπινο οργανισμό, ενώ σημαντικό ρόλο έχει η ταυτόχρονη έκθεση του ανθρώπινου οργανισμού σε πολλά βαρέα μέταλλα. Το κάδμιο δρα στα οστά, τα νεφρά και στο αιμοποιητικό, ενώ μελέτες έχουν δείξει ότι είναι ύποπτο καρκινογόνο και τερατογόνο. Ο μόλυβδος προκαλεί αυξημένη αρτηριακή πίεση, ανωμαλίες στη σύνθεση του αίματος, διαταραχές στις νεφρικές λειτουργίες καθώς και νευρικές ανωμαλίες. Χαρακτηριστική είναι η αθροιστική δράση του μολύβδου και η εκλεκτική απόθεσή του στα οστά. Ο χαλκός προκαλεί αναιμία και κίρρωση του ήπατος. Ο υδράργυρος προκαλεί διαταραχές του νευρικού συστήματος. Σε εγκύους προκαλεί εγκεφαλικά προβλήματα στα νεογνά, παράλυση, επιβράδυνση της διανοητικής ανάπτυξης και του νευρικού συστήματος. Ο υδράργυρος εισέρχεται στο περιβάλλον από την καύση του άνθρακα, του πετρελαίου ή ορισμένων στερεών αποβλήτων. Η ρύπανση του αέρα, του εδάφους και του νερού από κάδμιο προέρχεται κυρίως από τις βιομηχανίες επεξεργασίας χαλκού, χρωμάτων και πλαστικού. Το θάλλιο προέρχεται από τσιμεντοβιομηχανίες, ενώ ο μόλυβδος από βιομηχανίες συσσωρευτών. ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2012 // 77
Επιπτώσεις των ρύπων στις βιοκοινωνίες - Δημόσια Υγεία Τα Νιτρώδη και νιτρικά που περιέχονται στα λιπάσματα. Η χρήση των νιτρικών και αμμωνιακών λιπασμάτων επιφέρει σημαντικά προβλήματα ρύπανσης των νερών που μπορούν να επηρεάσουν τα όμως ανιχνεύονται περί τις 100. Συγκαταλέγονται στις πλέον τοξικές και επικίνδυνες ουσίες. Χρησιμοποιούνται ως μονωτικό λάδι πυκνωτών και μετασχηματιστών, ως λιπαντικό Οι χημικές ουσίες που προκαλούν επιβλαβείς επιδράσεις στο περιβάλλον καλύπτονται από μεγάλο αριθμό εξειδικευμένων οδηγιών και περιοριστικών κανονισμών. υδρόβια ζώα, τα οικοσυστήματα και την υγεία του ανθρώπου. Ιδιαίτερη σημασία έχει αποδοθεί στην αυξημένη συγκέντρωση νιτρικών στα υπόγεια νερά και στο πόσιμο νερό σε πολλές περιοχές του πλανήτη. Μεγάλος αριθμός επιδημιολογικών ερευνών επικεντρώθηκε στη θεωρία ότι τα νιτρικά στο στομάχι μετατρέπονται σε νιτρώδη που αντιδρούν με τις δευτεροταγείς αμίνες (προϊόντα διάσπασης κρέατος ή πρωτεϊνών) και παράγουν Ν-νιτρωδοαμίνες, γνωστές καρκινογόνες και μεταλλαξογόνες ουσίες. Οι ουσίες αυτές θα μπορούσαν να αυξήσουν τον κίνδυνο για καρκίνο του στομάχου, του παχέος εντέρου και της ουροδόχου κύστης. Ακόμη, η περιεκτικότητα στα φυτά σε οξαλικό οξύ αυξάνει με την υψηλή αζωτούχα λίπανση. Το οξαλικό οξύ φτάνει μέσω της τροφικής αλυσίδας στον άνθρωπο, όπου δεσμεύει το αναγκαίο ασβέστιο, προκαλώντας ραχίτιδες και πέτρα στα νεφρά. Τα Πολυχλωριωμένα διφαινύλια (γνωστά με τις εμπορικές ονομασίες κλοφέν ή αροκλόρ) είναι μια οικογένεια 209 ενώσεων, στα εμπορικά σκευάσματα αντλιών κενού και κομπρεσέρ, ως υδραυλικά υγρά, ως πλαστικοποιητές σε χρώματα, ως πρόσθετα σε ορυκτέλαια κ.λπ. Από τους εκατοντάδες χιλιάδες τόνους που έχουν παραχθεί και βρίσκονται ακόμη σε χρήση, εκτιμάται πως το 1/3 περίπου έχει διαφύγει ήδη στο περιβάλλον. Η έκθεση με οποιοδήποτε τρόπο στις ουσίες αυτές (αναπνοή, κατάποση, επαφή με το δέρμα) μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, όπως δερματολογικές παθήσεις (χλωρακμή), μείωση σχηματισμού ερυθρών αιμοσφαιρίων, αλλαγές στο μεταβολισμό, αποβολές σε εγκύους, βλάβες σε διάφορα όργανα και κυρίως στο συκώτι, εξασθένηση του ανοσοποιητικού συστήματος, βλάβες στην αναπαραγωγή, καρκίνο κ.λπ. Οι Διοξίνες, με πλέον γνωστό εκπρόσωπο την τετραχλωριωμένη διοξίνη, οι διοξίνες, παράγονται από πολλά είδη καύσεων (αποβλήτων, δασών, καυσαέρια αυτοκινήτων κλπ) ή βρίσκονται ως παραπροϊόνταπροσμίξεις σε χλωριωμένα φυτοφάρμακα. Λόγω της χλωριωμένης δομής τους είναι αδιάλυτες στο νερό, λιποδιαλυτές, μη βιοδιασπάσιμες στο περιβάλλον και παρουσιάζουν υψηλή τοξικότητα. Πρόσφατα, η τετραχλωριωμένη διοξίνη έχει ταξινομηθεί και ως καρκινογόνος στον άνθρωπο. Αν και οι διοξίνες βρίσκονται σε εξαιρετικά μικρές συγκεντρώσεις στον αέρα, τα νερά και το έδαφος βιοσυσσωρεύονται στα τρόφιμα, τα ζωικά λίπη και το γάλα. Ο άνθρωπος παραλαμβάνει τις διοξίνες κυρίως από τα τρόφιμα, ζωικής προέλευσης και σε μικρότερο βαθμό από το περιβάλλον. Στις αναπτυγμένες χώρες οι συγκεντρώσεις διοξινών έχουν μειωθεί κατά δέκα φορές λόγω αλλαγήςκαυσίμων (από κάρβουνο σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Οι χημικές ουσίες που προκαλούν επιβλαβείς επιδράσεις στο περιβάλλον καλύπτονται από μεγάλο αριθμό εξειδικευμένων οδηγιών και περιοριστικών κανονισμών. Οι διεθνείς και εθνικές υπηρεσίες προστασίας της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος έχουν επιτελέσει σημαντικό έργο τα τελευταία χρόνια στην τεκμηρίωση της καρκινογόνου και μεταλλαξιγόνου δράσης χημικών ουσιών και στην κατάταξή τους ως προς το βαθμό επικινδυνότητας. Στην Ελλάδα του εύκολου κέρδους και της αυθαιρεσίας, είναι χαρακτηριστική η έλλειψη περιβαλλοντικής ευαισθησίας όχι μόνον από την πλειονότητα του πληθυσμού αλλά και από τους κρατικούς και λοιπούς πολιτειακούς φορείς (μη οικολογική συμπεριφορά πολιτών, μη εναρμόνιση στις κοινοτικές οδηγίες, πλημμελής έλεγχος και ανύπαρκτες ποινές σε όλους μολύνουν κλπ). Σήμερα, εν μέσω δημοσιονομικής οικονομικής κρίσης και τεράστιου ελλείμματος αξιοπιστίας της χώρας μας προς τη διεθνή κοινότητα, η οικολογική συνείδηση εκ μέρους των πολιτών και ο προσανατολισμός της πολιτείας προς την αειφόρο ανάπτυξη, είναι όσο ποτέ άλλοτε αναγκαία και επιβεβλημένα. u 78 // ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2012